Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 14, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ (Λουκά ιδ΄, 16-24) "ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ""Η παραβολή του Μεγάλου Δείπνου" Το κάλεσμα από τον Χριστό. Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Τελίδης



"Η παραβολή του Μεγάλου Δείπνου"


Το κάλεσμα από τον Χριστό.
      Ή σημερινή εύαγγελική περικοπή είναι γνωστή ώς παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Κάποιος άνθρωπος, είπε ό Κύριος, «έποίησε δείπνον μέ­γα»· έκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο καί κάλε­σε πολλούς. Τί συμβολίζει όμως αύτό τό «μέγα δείπνον»; Κυρίως συμβολίζει τή χαρά καί τήν άπόλαυση τής αιώνιας Βασιλείας. Τά άγαθά τού Παραδεί­σου. Αύτοί πού θά άξιωθούν νά συμμετάσχουν στό ούράνιο αύτό πανηγύρι θά καθήσουν μαζί μέ πλήθος άγγέλων καί άγίων καί θά ψάλ­λουν μαζί τους ύμνους δοξολογίας πρός τόν Βα­σιλέα καί Δεσπότη τών άπάντων, τόν Κύριο καί Θεό, τόν χορηγό κάθε άγαθού. Τί μεγάλη τιμή νά μας καλεί ό Θεός σέ ένα τέτοιο πανηγύρι! Στήν πανευφρόσυνη καί αιώνια χαρά τού Παραδείσου! «Μακάριοι οι εις τό δείπνον τού γάμου τού άρνίου κεκλημένοι», σημειώνει ό εύαγγελιστής Ιωάννης στην Άποκάλυψη. Είναι μακάριοι οι κα­λεσμένοι στό δείπνο τού γάμου τού Άρνίου, διό­τι θά μετέχουν στήν αιώνια χαρά καί μακαριότη­τα (Άποκ. ιθ' 9). Ποιός μπορεί νά άρνηθεί τέτοια τιμητική πρόσ­κληση;
 Οι Προφάσεις μας...
     Κι΄ομως υπάρχουν άνθρωποι που απορρίπτουν την τιμητική πρόσκληση με διάφορες προφάσεις, όπως φαίνεται άπό τή συνέχεια της παραβολής: «Και ήρξαντο άπό μιας παραιτείσθαι πάντες»... Ό ένας είπε ότι είχε δουλειά στό χωράφι, άλλος πήγαι­νε νά δοκιμάσει τά βόδια πού άγόρασε, κι ό τρίτος είπε ότι είναι νιόπαντρος καί γι' αύτό δέν μπορούσε τάχα νά έλθει. Δηλαδή όλοι οι προσκεκλημένοι άπορροφήθηκαν άπό τις βιοτικές μέριμνες καί τις σαρκικές τους διαθέσεις καί άδιαφόρησαν γιά τήν πρόσκληση τού άρχοντα, ό όποιος τούς καλούσε νά γίνουν συμμέ­τοχοι στή χαρά της βασιλείας του.
    Όλες αύτές οι προφάσεις άποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι αύτοί δέν είχαν συνειδητοποιήσει τήν αξία της προσκλή­σεως πού είχαν λάβει. Γι' αύτό καί δέν έκαναν σωστή ιεράρχηση τών έργασιών τους.
       Ίσως όμως κάτι παρόμοιο συμβαίνει καί στή δική μας ζωή. Μάς καλεί ό Θεός σέ ζωή πνευματική, άνώτερη, κι έμείς μέ­νουμε συχνά προσκολλημένοι στις γήι­νες άπολαύσεις φθαρτών άγαθών. Κάθε Κυριακή κτυπά ή καμπάνα καί μάς κα­λεί στήν έκκλησία, άλλά δυστυχώς μερι­κοί δέν άνταποκρινόμαστε στό κάλεσμά της, προβάλλοντας διάφορες εύλογοφανείς προφάσεις. Μάς δίνεται ή δυνατό­τητα νά άκούσουμε ή νά μελετήσουμε τόν λόγο τού Θεού, καί λέμε: «δέν έχω χρόνο». Έρχεται καιρός νά έξομολογηθούμε, καί διαρκώς τό άναβάλλουμε.
       Άς προσέξουμε πολύ! Οι έπιλογές μας σ' αύτήν έδώ τή ζωή καθορίζουν τό αι­ώνιο μέλλον μας. Δέν συγκρίνονται οι πρόσκαιρες άπολαύσεις ή οι βιοτικές μέ­ριμνες μέ τά άγαθά πού μάς προσφέρει ό Κύριος μέσα στήν 'Εκκλησία Του. 'Άς μήν τά άρνηθούμε μέ όποιες τυχόν προ­φάσεις. 'Ο πανάγαθος Θεός μάς έχει κα­λέσει όλους γιά νά σωθούμε. Εμείς είμα­στε έλεύθεροι νά άποδεχθοϋμε ή όχι τήν κλήση Του.
 Όχι μόνο κλητοί άλλα, καί εκλεκτοί.
     Ή σημερινή εύαγγελική περικοπή έπισφραγίζεται μέ τήν κατηγορηματική δια­βεβαίωση τού Κυρίου: «Πολλοί εισί κλη­τοί, ολίγοι δέ έκλεκτοί». Δηλαδή, πολ­λοί είναι οι καλεσμένοι στή Βασιλεία τού Θεού, λίγοι όμως είναι οι έκλεκτοί, πού έχουν τις άρετές καί θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία αύτή.
    Αξίζει νά έπισημάνουμε τή σαφή αρι­θμητική διαφορά. Ενώ είναι πολλοί οι προσκεκλημένοι, λίγοι είναι αύτοί πού άνταποκρίνονται στήν πρόσκληση. Καί σέ άλλο σημείο ό Θεάνθρωπος μάς δια­βεβαίωσε ότι, σέ άντίθεση μέ τόν πλατύ καί εύρύχωρο δρόμο πού όδηγεί στήν άπώλεια καί εύκολα τόν άκολουθούν οι πολλοί, ή όδός πού όδηγεί στήν ούράνια Βασιλεία είναι «στενή καί τεθλιμμένη» καί «ολίγοι εισίν οι εύρίσκοντες αύτήν»!
      Σέ μια έποχή όπου κριτήριο γιά τις έπιλογές μας συχνά είναι ή πλειοψηφία, σ' έναν κόσμο πού έκμεταλλεύεται στό έπακρο τή δύναμη της μάζας· καθώς κι έμείς στήν καθημερινότητά μας βλέπου­με ότι οι έπιλογές μας διαμορφώνονται άνάλογα μέ τό περιβάλλον γύρω μας καί τή δικαιολογία «έτσι κάνουν όλοι»· άς άκούσουμε τή φωνή τού Κυρίου πού εί­ναι ξεκάθαρη: «Πολλοί εισί κλητοί, ολίγοι δέ έκλεκτοί».
     Άς μή μάς παρασύρει λοιπόν τό πλή­θος. Εμείς άς προσέξουμε το εξαιρετικό αυτό  κάλεσμα πού μάς άπευθύνει ό Κύριος 'Ιη­σούς. Μάς καλεί στήν 'Εκκλησία Του σέ νέα, άναγεννημένη ζωή, μακριά άπό τήν άμαρτία. Ζωή άγιότητος, σύμφωνη μέ τό θέλημά Του. Άν άνταποκριθούμε στήν τι­μητική πρόσκληση, 'Εκείνος μέ τήν άπει­ρη άγάπη Του θά μάς χαρίσει άφθαρτα καί ούράνια δώρα καί θά μάς καταστήσει κληρονόμους τής Βασιλείας Του.
Καλή και ευλογημένη Κυριακή σ' όλους σας!!!

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ (15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ) π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ




«Ο άγιος Ελευθέριος ήταν από την πόλη της Ρώμης, πολύ νέος στην ηλικία, ορφανός από πατέρα, που είχε μόνη τη μητέρα του, στο όνομα Ανθία, η οποία είχε κατηχηθεί στην πίστη του Χριστού από τον άγιο απόστολο Παύλο. Οδηγήθηκε από αυτήν στον επίσκοπο Ανίκητο ο άγιος και έμαθε από αυτόν τα ιερά γράμματα, ενώ τον ενέταξε και στο τάγμα των κληρικών. Κατά το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του χειροτονείται διάκονος, κατά το δέκατο όγδοο πρεσβύτερος, στο δε εικοστό προχειρίζεται επίσκοπος του Ιλλυρικού, ενώ προηγουμένως είχε κάνει πολλά θαύματα λόγω της μεγάλης αρετής του. Επειδή όμως, με τη διδασκαλία του, μετέστρεφε πολλούς προς την πίστη του Χριστού, ο βασιλιάς Αδριανός στέλνει και τον καλεί. Κι όταν εκείνος διακήρυξε  ενώπιόν του ότι ο Χριστός είναι Θεός των όλων, δίνει προσταγή να τον βάλουν σε χάλκινο κρεβάτι και να απλώσουν από κάτω σωρό φωτιάς. Έπειτα να τον βάλουν σε σχάρα που είχε εκκαυθεί πάρα πολύ, και πάλι σε πυρωμένο τηγάνι, γεμάτο από λάδι και στέαρ και πίσσα. Με τη χάρη όμως και τη δύναμη του Χριστού φυλάσσεται από όλα αβλαβής. Έπειτα κατασκευάζεται κλίβανος, με τη συμβουλή του επάρχου Κορέμμονος, έχοντας από τη μία και την άλλη πλευρά μυτερούς οβελίσκους. Στον κλίβανο αυτόν εισέρχεται πρώτος ο ίδιος ο Κορέμμων, αφού γέμισε από άγιο Πνεύμα και ομολόγησε ότι ο Χριστός είναι Θεός. Από αυτόν εξήλθε αβλαβής και του έκοψαν το κεφάλι. Ο άγιος Ελευθέριος ρίχτηκε στο τηγάνι, αλλά βγήκε σώος, γιατί σβήστηκε η φλόγα. Έπειτα φρουρείται και δένεται σε άρμα, που το τραβούσαν άγρια άλογα. Λύθηκε όμως από αγγέλους, που τον οδήγησαν σε όρος υψηλό, όπου έζησε μαζί με τα άγρια ζώα, τα οποία εξημερώνονταν, καθώς ο άγιος τους έλεγε λόγια του Θεού. Αργότερα νουθέτησε τους στρατιώτες που έστειλαν να τον συλλάβουν και τους βάπτισε μαζί με άλλους, περίπου πεντακόσιους, που πίστεψαν στον Χριστό. Οδηγήθηκε κάποια στιγμή προς τον βασιλέα και ρίχτηκε στα θηρία να τον φάνε, αλλά διαφυλάχθηκε σώος, οπότε φονεύεται από δύο στρατιώτες που επέπεσαν πάνω του, με προσταγή του ηγεμόνα. Η δε μητέρα του Ανθία, αφού αγκάλιασε το νεκρό σώμα του αγίου και το ασπαζόταν, φονεύεται και αυτή με ξίφος. Τελείται δε η σύναξή του στο μαρτυρείο του, πλησίον του Ξηρολόφου».



Εν πρώτοις, πριν από οποιαδήποτε άλλη αναφορά, θα πρέπει να επισημάνουμε μία παραδοξότητα: την υπέρβαση οποιουδήποτε κανόνα της Εκκλησίας σχετικά με την είσοδό του αγίου Ελευθερίου και την εξέλιξή του στους βαθμούς της ιερωσύνης. Τι θέλουμε να πούμε; Ο άγιος Ελευθέριος κλήθηκε από την Εκκλησία να γίνει διάκονος σε ηλικία μόλις δεκαπέντε ετών. Τρία χρόνια αργότερα, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, και σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, προήχθη σε επίσκοπο. Όταν κανείς γνωρίζει ότι οι ηλικίες που διαμορφώθηκαν, τα μετέπειτα βεβαίως χρόνια, για τους βαθμούς της ιερωσύνης είναι κατά πολύ μεγαλύτερες – η Εκκλησία μας καθόρισε ότι στα εικοσιπέντε του χρόνια κάποιος μπορεί να γίνει διάκονος για παράδειγμα – κοντοστέκεται, γιατί βλέπει ότι ενώπιον του αγίου Ελευθερίου η ίδια η Εκκλησία κινήθηκε με έναν εντελώς ελεύθερο τρόπο, δηλαδή με τον χαρισματικό τρόπο που καθορίζει το Πνεύμα του Θεού, που «πνει όπου θέλει», ανεξάρτητα από οποιαδήποτε δέσμευση ηλικίας και φύσεως. Και το γεγονός τούτο μας συγκινεί ιδιαίτερα, διότι φανερώνει ότι η Εκκλησία μας δεν δεσμεύεται από κανέναν νόμο κανονιστικό, όταν βλέπει την παρουσία του αγίου Πνεύματος. Για την Εκκλησία μας η σημαντικότερη κανονιστική αρχή είναι αυτή που εξήγγειλε ο ίδιος ο αρχηγός Της: «το Σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον».



Γιατί όμως; Τι ήταν εκείνο που έκανε την Εκκλησία την εποχή εκείνη, να θέσει «επί την λυχνίαν επισκοπής» ένα νεαρό παλληκάρι, έφηβο ακόμη; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη και υπονοήθηκε και προηγουμένως: η πνευματεμφορία του αγίου Ελευθερίου. Ο άγιος Ελευθέριος, όπως σημειώνουν μάλιστα και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, «εκ θείου Πνεύματος λαβών της σοφίας τον πλούτον, μιμητής ανεδείχθη των Αποστόλων». Η αγιασμένη του ζωή, με άλλα λόγια, το γεγονός ότι εκ βρέφους αποδείχθηκε «καθαρά μυροθήκη του Πνεύματος» υπήρξε η προϋπόθεση, προκειμένου να λάβει «την προσθήκην του Πνεύματος» διά της ιερωσύνης, την οποία, όπως είπαμε, κατέστεψε και με το στεφάνι του μαρτυρίου.
Πώς φανερωνόταν η παρουσία του Πνεύματος του Θεού στη ζωή του; Μα, πρώτα από όλα, με εκείνο που ο ίδιος ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ως καρπό του Πνεύματος: τις αρετές. «Ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, αγαθωσύνη, χρηστότης, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Ο άγιος Ελευθέριος ήταν πλήρης αρετών. «Των αρετών το τερπνόν καταγώγιον» τον ονομάζει ο υμνογράφος της Εκκλησίας. Κι έπειτα, με τα πάμπολλα θαύματα τα οποία επιτελούσε, και εξακολουθεί βεβαίως και επιτελεί. Θαύματα που αποδείκνυαν την παρρησία την οποία είχε και έχει ενώπιον του Τριαδικού Θεού μας, ο Οποίος ήθελε και θέλει να προσφέρει τη χάρη Του μέσω του ταπεινού αγίου Του. Κι εκεί που κατεξοχήν θεωρείται μέχρι σήμερα ο προστάτης και ο ευεργέτης, είναι στις επίτοκες γυναίκες, τις εγκύους, οι οποίες πάντοτε τον επικαλούνταν, προκειμένου να φτάσουν να «ελευθερωθούν» με τον καλύτερο τρόπο. Την παραπάνω αλήθεια επισημαίνει και ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας: «Των επιτόκων γυναίων, Πάτερ, κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως τω Ναώ σου φοιτώσαις∙ εύπλοιαν δε πάλιν άλλοις θερμώς εξαιτούσιν επέδωκας∙ και τοις νοσούσιν υγείαν συ χορηγείς, διαλάμπων εν τοις θαύμασιν». Δηλαδή: Φροντίζοντας, πάτερ, τις επίτοκες γυναίκες, δίνεις ελευθερία σ’ αυτές, που έρχονται προσκυνήτριες στον Ναό σου. Και έκανες καλοτάξιδους πάλι εκείνους που σε παρακάλεσαν θερμά, όπως και στους ασθενείς δίνεις την υγεία, λάμποντας έτσι με τα θαύματα.

Πώς έφτασε σ’ αυτό το σημείο αγιασμού ο άγιος Ελευθέριος, με αποτέλεσμα να χαριτωθεί τόσο πολύ από τον Θεό; Βεβαίως, με τη νόμιμη άσκησή του. Από μικρός, «εκ νεότητος» «ως ο Σαμουήλ», κατενόησε ότι εκείνο που εμποδίζει την παρουσία του Θεού στη ζωή του ανθρώπου είναι τα πάθη του. Γι’ αυτό και αποδύθηκε σε ασκητικούς αγώνες εξαλείψεως των παθών αυτών, καλύτερα: μεταστροφής τους σε ένθεα πάθη, δηλαδή, σε αγάπη του Θεού και σε αγάπη του ανθρώπου.   Στον αγώνα αυτόν είχε συνεργό βεβαίως τον ίδιο τον Κύριο, αφού χωρίς Αυτόν «ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν», αλλά και ο ίδιος προσανατόλισε ολοκληρωτικά τον νου και την καρδιά του σ’  Εκείνον, έχοντας μάθει από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι μόνον όποιος έχει μεταθέσει το κέντρο βάρους της ύπαρξής του στον Θεό μπορεί και πράγματι να βρει τον Θεό και να Τον κάνει κάτοικο της ψυχής και του σώματός Του. Κατά τον υμνογράφο του, «τον νουν προσηλώσας ανεικάστω πόθω τω ωραιοτάτω κάλλει του θείου εραστού, τω γλυκίω αυτού έρωτι ετρώθη». (Προσήλωσε ολοκληρωτικά τον νου του στο ωραιότατο κάλλος του θείου εραστή, του Χριστού, και πληγώθηκε από τον γλυκό του έρωτα). Πράγματι: η ταλάντευση μεταξύ του Θεού και του κόσμου, η «διψυχία» που λέει ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος, συνιστά ακαταστασία, που το μόνο που φέρνει στην ψυχή του ανθρώπου είναι η ταραχή. Ο ίδιος ο Κύριος το απεκάλυψε: «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Ο άγιος Ελευθέριος λοιπόν δεν «έπαιζε» με την πίστη του: αγάπησε με πάθος τον Κύριο, προσκολλήθηκε σ’  Αυτόν, γι’  αυτό και δέχτηκε τόσο πλούσια τη δύναμή Του, δύναμη τέτοια ώστε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να υπερβεί τα ανθρώπινα πάθη του. «Θεώ προσκολλώμενος καθαρωτάτω νοϊ, εκ νεότητος, σαρκικού φρονήματος ψυχήν εμάκρυνας και των θαυμάτων δαψιλή χάριν επλούτησας». (Προσκολλήθηκες στον Θεό με καθαρότατο νου, ήδη από τη νεότητά σου, και απομάκρυνες την ψυχήν σου από το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα, οπότε και απέκτησες πλούσια την άφθονη χάρη των θαυμάτων).



Δεν μπορούμε βεβαίως  να μην επισημάνουμε και τη βοήθεια που του παρέσχε ο πνευματικός του πατέρας, ο Γέροντάς του, ο άγιος Ανίκητος, πάπας Ρώμης. Αν, είπαμε, έμαθε από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι σκοπός της ζωής είναι να αποκτήσει το Πνεύμα του Θεού και ότι αυτό επιτυγχάνεται με την άσκηση κατά των παθών, το έμαθε, γιατί ακριβώς καθοδηγήθηκε σωστά. Πέραν της βοήθειας σ’ αυτό από την ίδια τη μητέρα του – μαθήτρια του αποστόλου Παύλου – ο άγιος Ανίκητος ήταν εκείνος που τον μύησε στην πνευματική αυτή Παράδοση. Ο ίδιος υπήρξε φορέας αυτής, γι’  αυτό και είχε τη δυνατότητα να την μεταγγίσει στο νεαρό βλαστάρι της πίστεως, τον άγιο Ελευθέριο. Έτσι ο άγιός μας ευλογήθηκε από τον Θεό να μάθει την Παράδοση όχι από βιβλία και διαλέξεις, αλλά από ζωντανή πηγή, από τη συναναστροφή του με αγίους. Κατά τον συναξαριστή του: «Προσήχθη δε υπό της μητρός του Ανθίας τω Επισκόπω Ανικήτω ο άγιος Ελευθέριος και παρ’  αυτού τα ιερά Γράμματα μανθάνει και τω των Κληρικών καταλέγεται τάγματι».

Ο άγιος Ελευθέριος προσανατολίζει και εμάς σήμερα στην ίδια με αυτόν ζωή, ζωή στην πραγματικότητα του Χριστού και των αγίων Αποστόλων. Και μας καλεί, δεόμενος υπέρ ημών, σε απελευθέρωση από τα πάθη μας. Όπως το θέτει και ο άγιος υμνογράφος: «Παθών αμαυρότησι δεδουλωμένον, φαιδραίς ικεσίαις σου, μάρτυς Ελευθέριε, νυν ελευθέρωσον». (Μάρτυς Ελευθέριε, ελευθέρωσέ με τώρα, με τις ευφρόσυνες ικεσίες σου στον Κύριο, εμένα που είμαι δουλωμένος στη μαυρίλα των παθών). Είθε με τις πρεσβείες του αγίου να φτάσουμε κι εμείς σ’  αυτήν την απελευθέρωση, που μας καταξιώνει ως ανθρώπους και μας ανοίγει τη Βασιλεία του Θεού ήδη από τη ζωή αυτή.

Η παραβολή του μεγάλου δείπνου

Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Όταν ο Ιησούς βρέθηκε κάποτε καλεσμένος για φαγητό στο σπίτι ενός άρχοντα Φαρισαίου, μίλησε για την αρετή της ταπείνωσης, βλέποντας με ποιο τρόπο οι καλεσμένοι διάλεγαν τις πρώτες θέσεις στο τραπέζι. Έκανε μάλιστα τη σύσταση στον οικοδεσπότη να προσφέρει γεύμα στους φτωχούς, ανάπηρους, κουτσούς και τυφλούς, διότι τότε θα είναι ευτυχής, αφού δεν θα μπορέσουν να του το ανταποδώσουν. Θα ανταποδοθεί όμως, όπως του είπε, στην ανάσταση των νεκρών. Όταν τα άκουσε αυτά κάποιος από τους συνδαιτυμόνες, παρατήρησε: “Μακάριος όποιος πάρει μέρος στο τραπέζι της βασιλείας του Θεού”. Και ο Ιησούς, δοθείσης της ευκαιρίας, διηγήθηκε την εξής παραβολή:
«Ένας άνθρωπος ετοίμασε μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, έστειλε το δούλο του να πει στους καλεσμένους: “Ελάτε, όλα είναι πια έτοιμα”. Τότε άρχισαν, ο ένας μετά τον άλλο, να βρίσκουν δικαιολογίες. Ο πρώτος τού είπε: “Έχω αγοράσει ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω. Σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο”. Άλλος τού είπε: “Έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με”. Κι ένας άλλος τού είπε: “Είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω”. Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα περιέγραψε στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης, οργισμένος, διέταξε το δούλο του: “Πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τούς φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς”. Όταν γύρισε ο δούλος τού είπε: “Κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε, και υπάρχει ακόμη χώρος”.  Έδωσε εντολή πάλι ο κύριος στο δούλο: “Πήγαινε έξω από την πόλη, στους δρόμους και στα μονοπάτια, κι ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου. Γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από εκείνους που κάλεσα δε θα γευτεί το δείπνο μου”….. “Γιατί πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως είναι οι εκλεκτοί”» (Λκ. 14, 16-24/ Μθ. 22,14).
Η εξαίσια αυτή παραβολή προσφέρεται από την Εκκλησία στους πιστούς λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, για να υπενθυμίζει την ανάγκη επάξιας συμμετοχής μας στο «εστιατόριο της υψηλοτάτης πτώχευσης» (ιερός Αυγουστίνος), ήτοι της Θείας Κοινωνίας, ώστε να μην συμπεριφερόμαστε αχάριστα στον οικοδεσπότη Χριστό και στην πρόσκλησή Του για αιώνια μακαριότητα και λύτρωση. Η αλληγορική σημασία της παραβολής είναι εξόχως σημαντική. Επισημαίνει τρεις κυρίως αλήθειες:
  1. ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Ο Θεάνθρωπος ίδρυσε την Εκκλησία Του «ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος» (Πράξ. 20,28). Καθένας που βαπτίζεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος μπαίνει στα ανάκτορα της Εκκλησίας και γίνεται πολίτης του νέου κόσμου της χάριτος, ενώ θα λάβει μέρος στους γάμους του εσφαγμένου Αρνίου Ιησού (Αποκάλυψη 19,9). Από τον καινούργιο και χαρισματικό κόσμο του Θεού μένουν οικειοθελώς έξω: (α) Την εποχή του Ιησού οι Ιουδαίοι, που αρνήθηκαν την Θεότητά Του και νόμιζαν ότι δικαιωματικά και χωρίς έργα μετανοίας θα σωθούν, και (β) σ’ όλη την ιστορία όσοι απορρίπτουν τη σάρκωση και ανάσταση του Κυρίου.
  2. Το μυστήριο των μυστηρίων, τη ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ. Σε κάθε θεία Λειτουργία ο Χριστός, με το στόμα του ιερέα, μας καλεί να απολαύσουμε την «Ξενία Δεσποτική και το αθάνατο τραπέζι», με σεβασμό, πίστη και αγάπη, λέγοντας: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε». Ο Ιησούς μάς καλεί κάθε Κυριακή στο θειότατο δείπνο. Αλλά και στις μεγάλες γιορτές Χριστουγέννων και Πάσχα, και με την παραβολή που είδαμε, και με τον κατηχητικό λόγο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που λέγει: «Ο Μόσχος πολύς. Μηδείς εξέλθη πεινών. ΠΑΝΤΕΣ ΑΠΟΛΑΥΣΑΤΕ ΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ». Σοφά και αληθινά και ευτυχή λόγια, για όποιον τα κάνει πράξη και τα ζήσει με ταπείνωση.
  3. Την ουράνια και αδιάδοχη πνευματική ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ.
Και ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας καταλήγει: “Και ποιος άραγε είναι ο δούλος; Μα ο Υιός του Θεού, που ανέλαβε την μορφή του δούλου, έγινε άνθρωπος, και ως άνθρωπος απεστάλη εις τα ανθρώπινα. Πρόσεξε μάλιστα το ότι δεν είπε απλώς ‘δούλον’, αλλά με το άρθρο: ‘τον δούλο του’, αυτόν που κυρίως τον ευαρέστησε (τον Θεό Πατέρα) και υπηρέτησε αξίως, κατά το ανθρώπινον. Διότι όχι μόνο ως Υιός και Θεός είναι αγαπητός σε όλα στον Πατέρα, αλλά και ως άνθρωπος, αποκλειστικά Αυτός, αναμαρτήτως, κάθε θέληση και εντολή του Πατέρα εξεπλήρωσε και ‘πάσαν δικαιοσύνην’. Την ώρα δε του δείπνου απεστάλη (σε μας), δηλαδή στον καθορισμένο και κατάλληλο από το Θεό καιρό (ότε ήρθε το πλήρωμα του χρόνου). Άλλωστε δεν υπήρξε επιτηδειότερος καιρός σωτηρίας, από εκείνη τη βασιλεία του Καίσαρα Αυγούστου, κατά την οποία, η κορυφωθείσα κακία, έπρεπε να καθαιρεθεί” (123, 933) [βλ. ‘Η Καινή Διαθήκη’, Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας, 2003 - ‘Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού’, Νικολάου Νευράκη, 1989 – ‘Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον’, Παν. Τρεμπέλα, εκδ. Ο Σωτήρ, 1995 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...