Όλη η τέχνη είναι αυτή ακριβώς. Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής ( Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ)
Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα. (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου. Όταν η γλώσσα κουράζεται ας αρχίζει ο νους. Και πάλιν όταν ο νους βαρύνεται, η γλώσσα . Μόνον να μην παύεις. Λοιπόν όταν ευχόμενος κρατάει τον νου του να μην φαντάζεται τίποτα, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής. (Γέρων Ιωσήφ)
Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους (Γέροντας Αμφιλόχιος)
Να λέγεις παιδί μου την ευχή . “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” , ημέρα και νύχτα συνέχεια. Η ευχή θα τα φέρει όλα, η ευχή περιέχει τα πάντα: αίτηση, παράκληση, πίστη, ομολογία, θεολογία κλπ. Η ευχή να λέγεται χωρίς διακοπή. Η ευχή θα φέρει ολίγον κατ’ ολίγον ειρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Η ειρήνη και η γλυκύτης θα φέρουν περισσότερον ευχή, και η ευχή κατόπιν, περισσοτέραν ειρήνη και γλυκύτητα κ.ο.κ. θα έρθει στιγμή που αν θα σταματάς την ευχή, θα αισθάνεσαι άσχημα. (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)
Να λέτε την ευχή. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” . Να τη λέτε μια-μια λέξη κατανοητά, καταληπτά. Να μην προχωρείτε στη δεύτερη λέξη , αν δεν καταλάβετε την πρώτη. Να τονίζεται περισσότερο το τελευταίο , δηλ ελέησόν με. Θα σας έρθει τώρα στην αρχή ραθυμία και και ύπνος και μετεωρισμός και αμέλεια αλλά εσείς γρήγορα να συνέρχεστε. ‘Όταν λέτε την ευχή , να θεωρείτε τον εαυτό σας τώρα στην αρχή , ότι είσθε στη κόλαση και να φωνάζετε κλαίοντας, ζητώντας το έλεος του Θεού. Μακριά από την απόγνωση, από την απελπισία και τα όμοια ταύτα. Κατά την ώρα της προσευχής να μην δέχεστε ούτε φαντασία , ούτε μορφή, ούτε εικόνα της Παναγίας και του Χριστού ή άλλου τινός Αγίου, ούτε και τις λέξεις της ευχής να βλέπετε νοερώς” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)
Μάθετε να εργάζεσθε το κομποσκοινάκι. Το κομποσκοινάκι θα σας οδηγήσει εκεί που εσείς δεν γνωρίζετε σε ανώτερα επίπεδα θα σας οδηγήσει το κομποσκοινάκι. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
–Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
–Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)
Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. ‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)
Η ευχή μας φέρνει κοντά στον Χριστό. Κάποτε μου ήρθε (να εξομολογηθεί) ένας μεγαλόσχημος .
Μου είπε: Έχω φθάσει , Αββά σε απόγνωση. Δεν βλέπω καμιά αλλαγή στο καλύτερο. Πως θα βελτιωθώ; Πώς θα πεθάνω για την αμαρτία; Αισθάνομαι την πλήρη αδυναμία μου. Υπάρχει άραγε ελπίδα σωτηρίας.
Βεβαίως υπάρχει. Λέγε όσο πιο πολύ μπορείς την ευχή. Και άφησε τα πάντα στα χέρια του θεού. Και ποια η ωφέλεια από την ευχή όταν δε συμμετέχει ο νους και η καρδιά; Τεράστια ωφέλεια. Είναι γνωστό ότι η «ευχή» έχει πολλές βαθμίδες: από την απλή προφορά των λέξεων της «ευχής» μέχρι την «ευχή» την θαυματουργική. Μα έστω και στην κατώτατη βαθμίδα να βρισκόμαστε και αυτό για μας είναι ψυχικά πολύ ωφέλιμο και σωτήριο. Από τον άνθρωπο που λέγει την «ευχή» φεύγουν οι δυνάμεις του εχθρού μας. Και ο άνθρωπος αυτός γρήγορα ή αργά οπωσδήποτε θα σωθεί. Αναστήθηκα! Αναστέναξε ο Μεγαλόσχημος. Από δω και πέρα δεν πρόκειται πια να πέσω σε ακηδία και απόγνωση. Το λέγω λοιπόν και το επαναλαμβάνω: λέτε την «ευχή» .’Έστω και μόνο με το στόμα. Και ο Κύριος δεν θα σας αφήσει (Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα)
Δεν πρέπει να αφήνουμε την ευχή. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία, να τη λέμε. Να μην τριγυρίζει ο νους μας στα μάταια. Με την ευχή ο νους αναπαύεται και αγάλλεται. Ο νους του ανθρώπου πρέπει να ασχολείται με την ευχή και να μην τρέχει στα μάταια. (Γέροντας Παϊσιος)
Πρέπει συνεχώς αδιαλείπτως να λέμε την ευχή. Μέσα στη καρδιά μας και το νου μας πρέπει να μείνει μόνο το όνομα του Χριστού μας. Γιατί όταν εμείς αφήνουμε την προσευχή, την , την επικοινωνία μας με το Θεό, τότε ο διάβολος με λογισμούς αρχίζει και μας ζαλίζει και δεν ξέρουμε πλέον ούτε τι θέλουμε, ούτε τι λέμε , ούτε τι κάνουμε. (Γέροντας Παϊσιος)
Να λέγωμεν συνεχώς την ευχήν, είτε με το νουν, είτε με το στόμα. Η ευχή, το παντοδύναμον όπλον δεν αφήνει την αμαρτία να εισέλθει. Ο διάβολος καίεται από το όνομα του Ιησού Χριστού, δια τούτο πασχίζει με κάθε τρόπον να σταματήσει την ευχή. ( Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης)
Λέγε την ευχή: αγιάζει το στόμα, αγιάζει ο αέρας, αγιάζει ο τόπος που λέγεται, Οι δαίμονες βάζουν χίλια εμπόδια δια να μην προσευχηθεί ο άνθρωπος, επειδή όλες οι παγίδες , όλα τα δίκτυα των δαιμόνων καταστρέφονται δια της προσευχής. Άπειρες φορές οι δαίμονες δια στόματος δαιμονισμένων ομολόγησαν ότι καίονται από την ενέργεια της ευχής. (Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης)
Η κάτωθι σύντομος προσευχή είναι παντοδύναμο όπλο κάθε χριστιανού: « Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς» . Λέγε αδερφέ μου με τα χείλη και με την καρδιά σου συνεχώς τα σωτήρια αυτά λόγια , διότι φωτίζουν τον νου, γαληνεύουν την καρδιά, καίουν την αμαρτία, μαστίζουν και εκδιώκουν τους δαίμονας.
Το κομποσκοίνι δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι κάτι διακοσμητικό, ούτε κάτι που θα μας φέρει γούρι. Αντίθετα, χρειάζεται για να μας θυμίζει τη προσευχή και, σαν τέτοιο, είναι μια άγια και θεία παρουσία στη ζωή μας. Συγκεκριμένα το κομποσκοίνι είναι φτιαγμένο για να κάνουμε την αδιάλειπτη προσευχή, αυτή που λέγεται αδιάκοπα, σύμφωνα με την προτροπή του απ. Παύλου « αδιαλείπτως προσεύχεσθε» . Φυσικά την «ευχή» αυτή μπορούμε να την λέμε και χωρίς κομποσκοίνι., με το νου μας και μάλιστα όσο συχνότερα είναι δυνατό. Η προσευχή, που είναι η συνομιλία με το Θεό, μας χαρίζει ηρεμία , ψυχική γαλήνη και διώχνει το άγχος από τη ζωή μας.
Πίσω από την δοκιμασία κρύβεται η ευλογία του Θεού
Οι πάντες σχεδόν την μεταστροφή τους οφείλουν σε κάποια δοκιμασία!
Η θλίψης είναι κακό πράγμα. Αλλά πίσω απ' αυτό, πίσω από τον πόνο, πίσω από την θλίψη, πίσω από την δοκιμασία, κρύβεται η ευλογία του Θεού, κρύβεται η αναγέννησης, η ανάπλασις του ανθρώπου, της οικογενείας. Οι πάντες σχεδόν την μεταστροφή τους την οφείλουν σε κάποια δοκιμασία. Νομίζουν ότι πηγαίνουν όλα ωραία∙ τους παίρνει ο Θεός το παιδί∙ κλάμματα κακό, κ.λ.π. Έρχεται και επισκιάζει έπειτα η χάρις του θεού και ειρηνεύουν οι άνθρωποι∙ και πλησιάζουν την εκκλησία, πλησιάζουν την εξομολόγηση, πλησιάζουν τον ιερέα. Χάριν του παιδιού πάνε στην εκκλησία ο πόνος τους κάνει ν' αναζητήσουν, να προσευχηθούν υπέρ αναπαύσεως, να κάνουν τις λειτουργίες.
Ο πόνος απαλύνει την καρδιά και την κάνει δεκτική των λόγων του θεού, ενώ πρώτα ήταν σκληρή, δε δεχόταν. π.χ, ένας άνθρωπος στο σφρίγος της νεότητος∙ εγώ είμαι σκέφτεται και κανένας άλλος δεν είναι. Να πτυχία, να και οι δόξες, να κι η υγεία, να κι οι ομορφιές, να κι όλα. Όταν όμως τον ξαπλώσει στο κρεβάτι μία ασθένεια τότε αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά. Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Μπορεί να πεθάνω. Τι το όφελος όλα αυτά, κι αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά.
Έρχεται φερ' ειπείν ένας άνθρωπος, τον πλησιάζει, διάβασε και αυτό το βιβλίο να δεις τι λέει. Ακούει και ένα λόγο του Θεού και τότε τον ακούει τον λόγου του Θεού. Κι άμα του δώσεις και βιβλίο, ο πόνος ήδη του έχει κάνει την καρδιά του, έτσι κατάλληλη κι ανοίγει και το βιβλίο και το Ευαγγέλιο και
το διαβάζει και από εκεί αρχίζει η ανάπλασις του ανθρώπου. Και όταν γίνει καλά, αμέσως πλέον σηκώνεται και ζει προσεκτικά τη ζωή του και δεν ζει όπως πρώτα με την υπερηφάνεια και τη φαντασία που είχε.
Η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατ' εξοχήν φάρμακο της πρόνοιας του Θεού για να τον φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του
Η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατ' εξοχήν φάρμακο της πρόνοιας του Θεού να φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του. Ο Ιώβ ήταν ο καλύτερος άνθρωπος πάνω στη γη, αλλά ο Θεός ήθελε να τον κάνει ακόμα καλύτερο. Και από τότε που δοκιμάστηκε, από τότε και δοξάστηκε. Ήταν καλός άνθρωπος και ευσεβής κ.λ.π. αλλά χωρίς δοκιμασία δεν ήταν ονομαστός ο Ιώβ. Αφ' ης στιγμής όμως δοκιμάστηκε και πολέμησε και αγωνίστηκε και στεφανώθηκε και πλούτισε, από κει και ύστερα άρχισε η δόξα του, και απλώθηκε μέχρι σήμερα. Το παράδειγμα του, είναι φωτεινότατο και ενισχύει κάθε άνθρωπο που δοκιμάζεται. Αν αυτός δοκιμάστηκε που ήταν ένας άγιος, πολύ περισσότερο εμείς που είμαστε αμαρτωλοί. Και το αποτέλεσμα ήταν να τον κάμει άγιον και να του δώσει πάλι χρόνια ζωής και να τον ευλογήσει διπλά και τριπλά απ' ότι έχασε, και έτσι να γίνει ένα φωτεινό παράδειγμα ανά τους αιώνες για κάθε πονεμένο άνθρωπο∙ να προσαρμόζεται και ν' ακουμπάει σ' αυτό το παράδειγμα και να ξεκουράζεται και αυτός και να λέει: Ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο. Είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένο. Σκύβει το κεφάλι και λέει: ο Θεός έδωσε, ο Θεός πήρε. Και το παιδί ακόμα να μου πάρει, ο θεός δεν μου το δώσε; Το πήρε. Που είναι το παιδί μου; Στον ουρανό; Εκεί τι γίνεται; Αναπαύεται εκεί...
Σε κάθε δοκιμασία πίσω κρύβεται το θέλημα του Θεού και η ωφέλεια την οποία φυσικά ίσως εκείνο τον καιρό να μην μπορεί να την δει, αλλά με τον χρόνο θα την γνωρίζει την ωφέλεια. Έχουμε τέτοια παραδείγματα πάρα πολλά.
Όπως και με τους Αγίους Ανδρόνικο και Αθανασία. Αυτοί ήταν αντρόγυνο∙ και ήταν χρυσοχόος ο Ανδρόνικος με πολύ πλούτο κ.λ.π. Το ένα μέρος του κέρδους έτρεφε την οικογένειά του. Το ένας μέρος του κέρδους το έδινε στους φτωχούς και το ένα μέρος του άλλου κέρδους το ένα τρίτο το έδινε άτοκα στους ανθρώπους που δεν είχανε χρήματα. Είχαν δύο χαριτωμένα κοριτσάκια. Και μια μέρα από μία αρρώστια πέθαναν και τα δύο. Πηγαίνουν και τα θάβουν και οι δύο. Η Αθανασία η καημένη πάνω στον τάφο έκλαιγε έκλαιγε, έκλαιγε. Ε ο Ανδρόνικος έκλαιγε και αυτός. Είδε και απόειδε, τράβηξε για το σπίτι. Έμεινε η καημένη η Αθανασία και έκλαιγε πάνω στον τάφο: «Τα παιδιά μου» και «τα παιδιά μου», και κόντευε να βασιλέψει ο ήλιος και να κλείσει το νεκροταφείο. Για μια στιγμή επάνω στη θλίψη της και στη στεναχώρια της, βλέπει και έρχεται ένα μοναχός και της λέει:
«Κυρά μου γιατί κλαις;»
«Πως να μην κλαίω πάτερ;» (Αυτή νόμιζε πως ήταν ο παπάς του νεκροταφείου). «Έθαψα τα παιδιά μου, τους δυο αγγέλους μου, τους έβαλα μέσα στον τάφο και έμεινα εγώ και ο άντρας μου εντελώς μόνοι. Δεν έχουμε δροσιά καθόλου».
Της λέει: «Τα παιδιά σου είναι στον παράδεισο με τους αγγέλους. Είναι στην ευτυχία και στη χαρά του Θεού και συ κλαις παιδί μου; Κρίμα είσαι και χριστιανή».
«Ώστε ζουν τα παιδιά μου; Είναι άγγελοι;»
«Βεβαίως είναι άγγελοι τα παιδιά σου».
Ήτανε ο Άγιος της εκκλησίας εκεί. Τελικά έγιναν μοναχοί ο Ανδρόνικος και η Αθανασία και αγίασαν...
Πολλοί νομίζουν πως τοfilioque[δηλ η προσθήκη της λέξεως «και εκ του πατρός» για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, στο σύμβολο της πίστεως]αποτέλεσε αιτία του σχίσματος ανάμεσα στη «Ρωμαιοκαθολική» και την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία. Η Ιστορία αυτή, είναι ένας μύθος που πρέπει επιτέλους κάποτε να εκλείψει. Στην πραγματικότητα οι Ρωμαίοι Πάπες πολέμησαν τοfilioqueμόλις αυτό προστέθηκεστο Σύμβολο της Πίστεως από τους Φράγκους. Ο Πάπας Λέων Γ’ (796-816), επειδή γνώριζε από πρώτο χέρι τις πιέσεις των Φράγκων σ’ αυτό το ζήτημα, προχώρησε σε μια πράξη που φανερώνει το πλήρες μέγεθος της παπικής αντίδρασης στις φράγκικες αυθαιρεσίες. Φρόντισε ώστε το ορθόδοξο Σύμβολο της Πίστεως (χωρίς το filioque ) να αναγραφεί σε δύο ασημένιες πλάκες (μια στα λατινικά και μια στα ελληνικά) τις οποίες ανήρτησε σε ψηλό σημείο στο ναό του Αγίου Πέτρου για να είναι ευανάγνωστες από όλους τους πιστούς.Οι μεγάλες ΑΣΗΜΕΝΙΕΣ ΠΛΑΚΕΣ που έγραφαν το Ορθόδοξο σύμβολο της πίστης είχαν την επιγραφή: «HAECLEOPOSUIAMOREETCAUTELAORTHODOXAEFIDEI» δηλαδή: «Εγώ, ο Λέων βάζω εδώ (τις πλάκες) για την αγάπη και την προστασία της Ορθόδοξης Πίστης.» Σχετική αναφορά μπορείτε να βρείτε στο: VITALEONIS, LIBERPONTIFICALIS (Ed.Duchene, TII, p.26 -η πηγή είναι από βιβλιογραφία των Παπικών!)
Ο Λέων πίστεψε ότι οι Φράγκοι δε θα τολμούσαν να προσβάλουν το ιερότερο κέντρο της δυτικής Χριστιανοσύνης. Το809 οι τελευταίοι προχώρησαν στην επίσημη καθιέρωση του filioque με τη σύνοδο του Άαχεν. Μια και ο Πάπας εξακολουθούσε να διατηρεί την Ορθόδοξη παράδοση, ο Καρλομάγνος έστειλε μια αντιπροσωπεία στη Ρώμη υπό τον μοναχό Σμάραγδο για να τον μεταπείσει. Στα πρακτικά της συνάντησης, που διασώζονται μέχρι σήμερα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Λέων αρνήθηκε κατηγορηματικά. Οι διάδοχοί του συνέχισαν να είναι αντίθετοι στο filioque μέχρις ότου οι Φράγκοι κατέλαβαν δια της βίας τοΠατριαρχείο Ρώμης και εγκατέστησαν οριστικά δικό τους Πάπα (πιθανόν από το 1009 και μετά).
Άλλη μία ΑΠΑΤΗ των Φράγκων αποκαλύφθηκε το 1948 από τον μεγάλο ιστορικό F. Dvornik στο έργο του «ThePhotianSchism», το οποίο πλέον είναι κλασσικό. Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό, κάθε Ρωμηός θα σοκαριστεί από τις μηχανορραφίες της δύσης, εναντίον των Ρωμηών. Σε αυτό μαθαίνουμε πως τον 12ο αιώνα οι Φράγκοι πλαστογράφησαν κάποιον δήθεν αφορισμό του Φωτίου από τον Ρωμαίο Πάπα Ιωάννη Η΄. Βεβαίως κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ! Σε αυτόν τον ψεύτικο αφορισμό στηρίχτηκαν οι θεωρίες των Φράγκων παπικών, για το Σχίσμα, μέχρι και τον εικοστό αιώνα.
Ο Ρωμαίος Πάπας Ιωάννης Η΄, δείχνει με τον βίο του, την αγάπη του στην Ρωμηοσύνη και την Ορθόδοξη πίστη. Το 873 πίεσε τον Φράγκο αυτοκράτορα Λουδοβίκο τον Ευσεβή και κατάφερε να τον κάνει να απελευθερώσει τον Ρωμηό ιεραπόστολο των Σλάβων Μεθόδιο, που ήταν φυλακισμένος στη Μοραβία από τους Φράγκους για τρία χρόνια [ObolenskyDimitri, «Η Βυζαντινή Κοινοπολιτεία», Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1991, τόμ. Α΄, σ. 242]. Επίσης, αγωνίστηκε για το δικαίωμα των Σλάβων να τελούν τις ακολουθίες στη γλώσσα τους. Σε αυτή την περίπτωση ήρθε σε οξύτατη σύγκρουση με τους Φράγκους που υποστήριζαν τη θεωρία των τριών ιερών γλωσσών (εβραϊκή, ελληνική, λατινική) [Obolensky σ. 244]. Συμμετείχε δε, το 879, (όταν Πατριάρχης ήταν ο Μ Φώτιος) στην Η΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη (η οποία σήμερα δεν αναγνωρίζεται από τους Φράγκους Παπικούς), στην οποία καταδικάστηκαν όσοι δεν αποδέχονταν την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, δηλαδή οι Φράγκοι (που την απέρριψαν επί Καρλομάγνου το 794) [περισσότερα στο βιβλίο: «Ρωμηοσύνη Ή Βαρβαρότητα», του Αναστ. Φιλιππίδη, σελ. 162]
Διαβάζουμε:
«Την γέννησιν του Φραγκικού Πολιτισμού περιγράφει εις επιστολήν του ο Άγιος Βονιφάτιος προς τον Πάπα της Ρώμης Ζαχαρίαν (nationeGraecus) [Δηλαδή γέννημα της MagnaGraecia της Κάτω Ιταλίας.] το 741. Οι Φράγκοι είχαν απαλλάξει την Εκκλησίαν της Φραγκίας από όλους τους Ρωμαίους επισκόπους και είχον αυτοκατασταθή επίσκοποι και κληρικοί διοικηταί της. Ήρπασαν την περιουσίαν της Εκκλησίας και την εχώρισαν εις τιμάρια, των οποίων την επικαρπίαν διένειμαν ως Φέουδα, συμφώνως προς τον βαθμόν που κατείχε έκαστος εις την πυραμίδα της στρατιωτικής φεουδαρχικής ιεραρχίας. Αυτοί οι Φράγκοι επίσκοποι δεν είχον Αρχιεπίσκοπον και δεν είχον συνέλθει εις σύνοδον επί 80 χρόνια. Συνήρχοντο δια τα εθνικοεκκλησιαστικά θέματα μαζί με τους βασιλείς και λοιπούς συναδέλφους οπλαρχηγούς. Κατά τον Άγιον Βονιφάτιον, ήσαν «αδηφάγοι λαϊκοί, μοιχοί και μέθυσοι κληρικοί, οι οποίοι μάχονται εις τον στρατόν με πλήρη πολεμικήν εξάρτησιν και με τας χείρας των σφάζουν χριστιανούς και ειδωλολάτρας.» [ Migne P L, 89, 744; Mansi 12, 313-314 ]
Μόλις πενηντατρία χρόνια αργότερα οι διάδοχοι αυτών των αγραμμάτων βαρβάρων προσέθεσαν το Filioque εις το Σύμβολον της Πίστεως και κατεδίκασαν την Ανατολικήν Ρωμαϊκήν Αυτοκρατορίαν ως αιρετικήν και «Γραικικήν,» εις τας Συνόδους των της Φραγκφούρτης το 794 περί εικόνων και της Ακυϊσγράνου το 809 περί της προσθήκης του Filioque εις το Σύμβολον της Πίστεως της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, και εις εποχήν μάλιστα που δεν εγνώριζον ούτε ένα Πατέρα Οικουμενικής Συνόδου. Επί 215 χρόνια, από το 794 μέχρι το 1012 οι Ρωμαίοι Ορθόδοξοι Πάπαι ηρνήθησαν να υποταχθούν εις τους Φράγκους κυρίους τους εις τα θέματα του Filioque και των εικόνων. Ο τελευταίος Ορθόδοξος Ρωμαίος Πάπας που μνημονεύεται στα δίπτυχα των υπολοίπων τεσσάρων Ρωμαίων Πατριαρχείων είναι ο Ιωάννης ΙΗ΄ (1003-1009) και ο πρώτος αιρετικός Ρωμαίος Πάπας που εξέπεσε από τα δίπτυχα, αφού προσέθεσε το Filioque στην ομολογίαν πίστεώς του, ήτο ο Σέργιος Δ΄ (1009-1012), δηλαδή 42 χρόνια πριν από το λεγόμενον σχίσμα του 1054».
Η κίνηση επομένως των Φράγκων να καταλάβουν την παλαιά Ρώμη και να επιβάλλουν τις απόψεις τους δεν ήταν τυχαία. Η παλαιά Ρώμη περιεβάλετο με μία αίγλη. Αν και η πόλη της Ρώμης είχε ολόκληρη μεταφερθεί, ωστόσο, η κατάληψη της παλαιάς Ρώμης θα έδινε το (ψευτο)νομικό έρισμα που χρειαζόντουσαν οι Φράγκοι για να προβληθούν ως συνεχιστές της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Επίσης η διάσπαση της Εκκλησίας, τους βοηθούσε γιατί σήμαινε αποκοπή της δύσης από την ανατολή και άρα αποκοπή της από την Νέα Ρώμη. Ήταν μία πολύ έξυπνη κίνηση.
ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΜΨΩΝ Η πάλη με την αμαρτία, η ελεημοσύνη και ο πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Κόνονωφ.
1. Ερώτηση: Υπάρχει και ελεημοσύνη πνευματική; Μας είναι δυνατόν να μην ελεούμε μόνο με χρήματα ή με κάτι υλικό, μα και με κάτι άλλο;
Απάντηση: Βεβαίως. Με μια συμβουλή. Με την συμπόνια. Με το δάκρυ. Με ένα δάκρυ σου. Όταν χαίρεις μετά χαιρόντων. Όταν δίνης στον καθένα εκείνο πού του ανήκει- εκείνο πού του χρειάζεται. Σύμφωνα με τον κανόνα, δεν πρέπει να λέμε όχι ποτέ σε κανένα. Μα συμβαίνει και δεν έχεις μαζί σου τίποτα. Δός του το μαντήλι σου, αν είναι καθαρό. Δώσε κάτι. Κρατάς ένα ραβδί; Δώσε το ραβδί σου. Πήγαινε στο σπίτι σου χωρίς μαντήλι- χωρίς ραβδί.
Σάς έλεγα κάποτε, πώς ενώ βαδίζαμε στον δρόμο με τον πάτερ Ιωάννη Κόνονωφ, τον άκουσα να λέει σ' ένα φτωχό: «Μια στιγμή- να πάω μέχρι την γωνία εκεί και θα σου φέρω κάτι». Επήγε στη γωνία. Έβγαλε το ένα και μοναδικό του, το τελευταίο του υποκάμισο και το έφερε στο φτωχό. «Να, πάρε»! Έμεινε με το αντερί του. Τα τελείωσε τα πράγματα του. Και στο σπίτι του δεν είχε πια ούτε εσώρουχα, ούτε άλλα είδη. Άρχισε ό ίδιος να φοράει τα ρούχα της παπαδιάς του. Μα και αυτά σιγά-σιγά τα έδωκε στους φτωχούς. Ή γυναίκα άρχισε να κλαίει. Δεν είχε κάτι να φορέσει! Μα ευτυχώς πέθανε. Και ησύχασε!...
Πόσο του άρεσε να δίνη! Κατάντησαν στο σπίτι να του τα κρύβουν όλα. Του έκρυβαν την ζάχαρη, το αλάτι- ακόμη και το χυλάλευρο! Όλα τα μοίραζε. Τα βιβλία τα μοίρασε. Τις εικόνες της έδωκε! Τόση ήταν ή αγάπη του! Έλεγε: «Πώς να μη τον παρηγορήσω; Πώς να μη τον ενισχύσω; Πώς να μη τον κάνω κι εγώ να χάρη»; Ευωδίαζε από ένα σωρό θαυμάσιες αρετές. Είχε τελειώσει την Θεολογική Ακαδημία του Καζάν. Κάναμε μαζί στη φυλακή. Πήγαινα στην ενορία του και λειτουργούσα. Και εκείνος ερχόταν σε μένα και λειτουργούσε. Είμαστε φίλοι. Και οί φιλαράκοι μας, μας έβαλαν μαζί στην φυλακή. Στην αρχή σε διαφορετικούς θαλάμους. Μα μετά αποφάσισαν να μας ενώσουν. Έτσι μείναμε σχεδόν ένα χρόνο οι δυο μας σ' ένα θάλαμο! Δεν το ήξεραν, πώς ήμαστε φίλοι. Μα μετά κάποιος μας χώρισε. Έμεινα εγώ μόνος μου. Εκείνον τον επήραν. Τον απεφυλάκισαν. Μα όχι για πολύ.
Ήταν ένας θαυμάσιος ιεροκήρυκας. Και θαυμάσιος πνευματικός. Βαθύς ψυχολόγος. Είχε κάμει καλά δαιμονισμένους. Είχε θεραπεύσει αρρώστους. Οι ακολουθίες πού κάναμε μαζί, κρατούσαν έξη ώρες. «Ας τα πούμε άλλη μια φορά»! Στο Κύριε εκέκραξα τα τροπάρια τα κάναμε δώδεκα. Δυο φορές από δώδεκα! «Τι γλυκά πού είναι! Τι ωραία πού είναι! Ας τα ειπούμε άλλη μια φορά ακόμη»! Ευτυχώς δεν είχαμε ψάλτες. Τα λέγαμε μόνοι μας. Εμείς και ό λαός. «Πάτερ Συμεών, μου έλεγε, ας τα ψάλλομε μια φορά ακόμη»!...
Τα τροπάρια του κανόνα τα κάναμε σε δώδεκα. Σπανίως, Σάββατο ή σε μεγάλη εορτή τα κάναμε οχτώ. Φυσικά τον «άρπαξαν»! Μετά από λίγο «άρπαξαν» ξαφνικά και μένα.
2. Ήταν ένας εξαίρετος άνθρωπος. Ήταν ένας πραγματικός άγιος. Πήγαινε δείξε σ' ένα δαιμονισμένο ένα κομματάκι χαρτί του, και αρχίζει αμέσως ό δαιμονισμένος να γαβγίζει!...
Ερώτηση: Με ένα του χαρτάκι μόνο;
Απάντηση: Ναι. Με μια φωτογραφία. Με την φωτογραφία του. Ήταν σπουδαίος άνθρωπος ό πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Κόνονωφ. Υπηρετούσε κοντά στην Σταυρούπολη. Εξορία τον έστειλαν στο Μπορισογλιέμπσκ. Εκεί είχαν στείλει και έμενα. Εξορία με όλη την σημασία της λέξης. Εκεί, πού τα λέμε, γνωριστήκαμε. Δώδεκα φορές επήγε φυλακή! Χωρίς λόγο. Χωρίς αφορμή. Δεν ασχολιόταν ποτέ με πολιτική. Και δεν έκανε ποτέ αντισοβιετικές συζητήσεις. Ήταν πολύ έξυπνος, ήταν πολύ μυαλωμένος άνθρωπος. Ήταν απλώς, όπως λέμε, ένας «καλός ποιμήν».
Το Ευαγγέλιο το ήξερε ολόκληρο απ' έξω! Από την αρχή ως το τέλος! Και ξέρετε, ποια ήταν ή διδακτορική του διατριβή; Εξέταζε από χριστιανική άποψη την σκηνή των Αδελφών Καραμαζώφ και του Στάρετς Ζωσιμά. Με την μελέτη του αυτή έγινε διδάκτωρ.
Ο Σταυροαναστάσιμος αυτός χαρακτήρας της ζωής είναι απλωμένος παντού.
Κάθε μια παρηγοριά και χάρη δίδεται στην ‘Ορθοδοξία και το μοναχισμό της διά του θανάτου.
Παρηγοριά είναι το ξεπέρασμα του θανάτου, σε κάθε μορφή ζωής.
Αυτό μπορούμε να το δούμε και στις μεγάλες μοναχικές ακολουθίες, στις νηστείες, στην όλη τακτική της ασκητικής. Είναι σκληρά τα ‘Ορθόδοξα; Είναι αυστηρά; Ξεπερνούν την αντοχή του ανθρώπου; Έτσι φαίνονται απ’ έξω. Έτσι είναι εν μέρει και στην ουσία τους. («Μοναχός εστί βία φύσεως» λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος). Μόνο που δεν είναι ποτέ ανέλπιδα, όσο σκληρά και αν φαίνονται. Δενείναι ποτέ πνιγηρά και αφύσικα, όσο σκοτεινά και αν παρουσιάζωνται.
Πηγή: http://i-n-ag-nektariou-patron.blogspot.gr/
Γιατί στο τέλος μέσα από τον πολύ κόπο, την άσκηση, την αγρυπνία, που ξεπερνά, συχνά, την ανθρώπινη αντοχή, πετάγεται ένα βλαστάρι, καινούργιο, άφθαρτο, αμάραντο, που δίνει καρπό εκατονταπλασίονα. Και τότε μακαρίζεις τους κόπους και τους πόνους. Τα θυσιάζεις όλα. Γιατί τούτη η χαρά που ανέτειλε, είναι φως του μέλλοντος αιώνος, που φωτίζει χαρούμενα και ζωοποιεί τα παρόντα και τα μέλλοντα. Έτσι αυθόρμητα ζητάς στη συνέπεια τα πιο σκληρά, τα πιο σκοτεινά, τα πιο μόνα για να προχωρής στα ακαται-σχύντως παρήγορα,αδύτως φωτεινά, και συμφιλιούντα τον άνθρωπο με όλους και με όλα.
Φτάνουν στο τέλος οι αληθινοί μοναχοί να δέχωνται ευγνώμονα και ευχάριστα τη θλίψη και τον πόνο, η την περιφρόνηση και τον εξευτελισμό των ανθρώπων, γιατί έτσι ελευθερώνονται, από τις απατηλές παρηγοριές τούτου του κόσμου, και γίνονται κοινωνοί της αιωνίουδόξης του Κυρίου από σήμερα.
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος μας λέει: «Ελογάριαζα για το ουδέν τους πειρασμούς και τας θλίψεις όπου μου ήρχοντο αποβλέποντας όχι εις την μέλλουσαν άλλα εις την παρούσαν δόξαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού».
Είναι χαρακτηριστικό το εξής γεγονός: Στο μοναστήρι μας έρχεται κάθε τόσο ένας γέρος ασκητής και ζητά λίγη βοήθεια. Μ’ αυτά που παίρνει τρέφεται εκείνος και βοηθεί και άλλους πιο γέρους απ’ αυτόν.
Μια μέρα. που ήλθε για την συνηθισμένη του επίσκεψη, είπε σε κάποιο αδελφό του Μοναστηρίου: «Δεν πιστεύω να στενοχωριέστε που έρχομαι και ζητώ βοήθεια. Αν κάτι τέτοιο συμβαίνη, δεν πειράζει, μπορώ να μην έλθω άλλη φορά. Μη στενοχωριέστε, γιατί ο μοναχός είναι σαν ένας σκύλος. Αν του δώσης μια κλωτσιά, καλό του κάνεις, αν δεν του δώσης κλωτσιά αλλά του δώσης ένα κομμάτι ψωμί, κι’ αυτό καλό είναι».
Ο Γέροντας αυτός παρ’ όλον ότι έχει περάσει τα 75 του χρόνια, δεν έχει απαίτηση να τον σέβεται κανείς. O ίδιος θεωρεί τον εαυτό του σαν ένα σκύλο. Βάζει μετάνοια και ζητά ευλογία από όλους μοναχούς, δοκίμους και προσκυνητές.
‘Έχει όμως ντυθή με μια τέτοια ανέκφραστη χάρη, που γίνεται πανηγύρι χαράς κάθε φορά που θα έλθη στο Μοναστήρι. ‘Όλοι, μοναχοί και προσκυνητές συγκεντρωνόμαστε γύρω του για να ακούσωμε τους λόγους της χάριτος που βγαίνουν από το στόμα του, για να φωτισθούμε από τη χαρά που εκπέμπει το πρόσωπο του, χωρίς εκείνος να το υποψιάζεται. Μοιάζει με τον Αββά που, ζήταγε από το Θεό. να μην τον δοξάση επί της γης, και τόσο πολύ έλαμψε το πρόσωπό του, που δεν μπορούσε κανείς να το ατενίση κατάματα.
Σ’ αυτούς τους ταπεινούς που λάμπουν από τη χάρη, νοιώθεις να ιερουργούνται ακατάπαυστα μέσα τους δυο αρετές: Το μυστήριο της μετανοίας και της αγάπης.
Δεν είναι οι μετανοήσαντες αλλά οι μετανοούντες.
Το «μετανοείτε» του Κυρίου δεν νοείται ως «μετανοήσατε» μια φορά, ούτε σημαίνει το να μετανοή κανείς κάθε τόσο (ίσως απ’ εκεί θα αρχίση), αλλά το να γίνη η ζωή του μια μετάνοια. Να υπάρχη μια παντοτεινή στάση μετανοίας και συντριβής μέσα του. Να μη μιλά κανείς, να μη σκέπτεται, να μη κάνη τίποτε έξω από το κλίμα και το ήθος της συντριβής. Αυτή να διαποτίζη την ύπαρξή του.
Κάθε στιγμή να λειτουργή το μυστήριο της μετανοίας, της συντριβής, και ανορθώσεως από την άλλη Δύναμη. Κάθε στιγμή όντας πεσμένος να νοιώθης ότι σηκώνεσαι από Αυτόν, νοιώθης ότι είσαι πτώση και Αυτός είναι Ανάσταση. Είσαι μη ων και Αυτός είναι ο Ων. Και από το άμετρο Του έλεος σε έφερε στο είναι, παραπεσόντα σε ανέστησε και σε ανιστά ακατάπαυστα.
‘Έτσι με το να ωριμάση το πνεύμα της μετανοίας μέσα μας, οδηγούμαστε στο «Πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες, ίνα και η ζωή του ‘Ιησού εν τω σώματι, ημών φανερωθή» (Β’ Κοριν. 4, 10).
Βρίσκονται στη Μεγάλη Παρασκευή και στην Κυριακή του Πάσχα συγχρόνως. Ζουν τη «ζωηφόρο νέκρωση», το «χαροποιόν πένθος» ακατάπαυστα.
Το ίδιο -όπως στη μετάνοια- είναι ευαίσθητοι στο μυστήριο της αγάπης. Βλέπουν και εδώ πάλι το δρόμο της θυσίας, που οδηγεί αμέσως και σίγουρα στην αιώνια ζωή. Κανείς κόπος που προσφέρεται από αγάπη στο Θεό δεν πάει χαμένος. Και ο, τι προσφέρεται, χάνεται, δοσμένο από αγάπη στον αδελφό, αυτό σώζεται, ευρίσκεται ανέπαφο και αυξημένο εις ζωήν αιώνιον.
Ο άλλος δεν είναι απλώς απαραίτητος σύντροφος της ζωής μας, μα αναπόσπαστο στοιχείο της πνευματικής μας αυτοσυνειδησίας. Μόνο χαμένος για το Θεό και τον άλλο (τον αδελφό) ο άνθρωπος μπορεί να βρη τον εαυτό του στις αληθινές του διαστάσεις. «Ος αν απολέση, ούτος ευρήσει». Μόνον έτσι ανορθώνεται μέσα του το θεανθρώπινο και απεριόριστο μεγαλείο του ανθρώπου. Μόνο τότε νοιώθει κανείς πως οι βάσεις που στηρίζεται ο άνθρωπος δεν σαλεύουν ποτέ. Οι βάσεις είναι ο θάνατος, ο αφανισμός. Η δε ανθρωπολογική πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζη στη συνέχεια ο καινός άνθρωπος, είναι η χάρη που αγκαλιάζει τα πάντα.
Ο μισθός, που δεν θα χαθή για το ποτήρι νερού που προσφέρεται στον αδελφό, είναι η νέα Τριαδική συνείδηση του ανθρώπου» που ανατέλλει μέσα του: O άλλος δεν είναι το σύνορο που ορίζει τον ατομικό εαυτό μας, που κλείνει το χώρο μας η απλώς κολακεύει την αυταρέσκειά μας. Δεν είναι το σάβανο που τυλίγει τη νεκρωμένη μόνωσή μας. Δεν «είναι η κόλαση». Ο άλλος είναι οικεία χώρα ζωής, ο πιο ακριβός και αμετάθετος εαυτός μας, που μας χαρίζει -δια της προσφοράς μας σ’ αυτόν- την έννοια και την πραγματικότητα της αιώνιας ζωής, που ήδη άρχισε: «Ημείς οίδαμεν ότι μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις την ζωήν, ότι αγαπώμεν τους αδελφούς» (Ιωάν. α’ 3, 14).
Πλησιάζοντας ένα ώριμο μοναχό δεν βρίσκεις κάτι το υπεράνθρωπο, που παραξενεύει και δημιουργεί ίλιγγο, αλλά κάτι το βαθειά ανθρώπινο, ταπεινό, που φέρνει γαλήνη και παρηγοριά. Μ’ όλη τους την άσκηση και αναχώρηση δεν απομακρύνθηκαν από τον άνθρωπο, επέστρεψαν σ’ αυτόν. Αγκάλιασαν όλους τους ανθρώπους και τους πόνους τους. ‘Έγιναν αληθινοί άνθρωποι.
Και η πρόοδος η μοναχική δεν εξαρτάται από το πόσο νήστεψε ή κακουχήθηκε ο μοναχός, αλλά από το πόσο, με όλη την άσκησή του, έγινε κοινωνός της χάριτος του Παρακλήτου, αναπαύθηκε ο ίδιος και είναι ανάπαυση και για τον αδελφό του τον άνθρωπο.
Στους μοναχούς μιας συνοδείας μπήκε ο λογισμός ότι ξεπερνούν στην αρετή τους άλλους μοναχούς, επειδή κάνανε πιο πολλές νηστείεςκαι μακρές ακολουθίες.
Γι’ αυτό το θέμα ένας παληός Γέροντας είπε:
«Μη μου λέτε πόσο νηστεύουν ή πόσες ώρες κρατά η ακολουθία τους. Άλλο πράγμα μ’ ενδιαφέρει. Μπορεί ένας απ’ αυτούς και ο πιο προχωρημένος να καταλάβη το σημερινό κουρασμένο άνθρωπο, να παρηγορήση τον πονεμένο; Μπορεί να ελευθερώση το μπλεγμένο στις μεθοδείες του διαβόλου; Αν αυτό κάμη, αν μπορέση και ανάπαυση τον αδελφό του και τον κάμη να αγαπήση τη ζωή, να χαρή και να ευγνωμονήση το Θεό, αυτό θα δείξη ότι ο μοναχός αυτός προχώρησε πνευματικά»).
Αυτή η θέση του Αγιορείτη Γέροντα είναι χαρακτηριστική. Δείχνει πόσο ο μοναχισμός είναι φιλάνθρωπος. Μετρά τα πάντα με το μέτρο της αγάπης, της καθολικής σωτηρίας των πάντων, όχι της φανταστικής τακτοποιήσεως του καθενός χωριστά.