Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουλίου 07, 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ



῾Ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Προκόπιος, πού τόν ἑορτάζουμε σήμερα 8 ᾽Ιουλίου, ἔζησε κι αὐτός τήν ἐποχή τοῦ αὐτοκράτορα, πού δίωξε τούς Χριστιανούς, σκληρότερα ἀπό ὅλους τούς προκατόχους του, τοῦ Διοκλητιανοῦ. Ὑπῆρξε γόνος χριστιανοῦ πατέρα, ἀλλά εἰδωλολάτρισσας μητέρας, καί ἀνέβηκε μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, σέ μεγάλο ἀξίωμα, γενόμενος δούκας τῆς πόλεως τῶν ᾽Αλεξανδρέων. Παίρνοντας κάποτε ἐντολή ἀπό τόν αὐτοκράτορα νά διώξει τούς χριστιανούς, στόν δρόμο, ἄκουσε βροντερή φωνή, καλώντας τον μέ τ᾽ ὄνομά του – Νεανίας λεγόταν – πού τόν προέτρεπε νά σταματήσει τό διωγμό, ἄν δέν θέλει νά καταστραφεῖ. Ζητώντας ὁ Νεανίας τότε νά δεῖ σαφέστερα ᾽Εκεῖνον πού τοῦ μιλοῦσε, εἶδε ἕναν κρυστάλλινο Σταυρό καί ἄκουσε φωνή μέσα ἀπό Αὐτόν, πού τοῦ ἔλεγε ῾ἐγώ εἶμαι ὁ ἐσταυρωμένος Υἱός τοῦ Θεοῦ᾽. Θυμίζει βεβαίως ἡ ἐπέμβαση  αὐτή τοῦ Χριστοῦ στόν ἅγιο τήν ἐπέμβαση τοῦ ῎Ιδιου στόν ἀπόστολο Παῦλο (Σαῦλο τότε), ὁ ὁποῖος καί αὐτός κλήθηκε στό ἀποστολικό ἀξίωμα, τήν ὥρα πού δίωκε τούς χριστιανούς, γι᾽ αὐτό καί οἱ ὕμνοι τῆς ᾽Εκκλησίας μας διαρκῶς συγκρίνουν τόν Προκόπιο μέ τόν μεγάλο ἀπόστολο τῶν ᾽Εθνῶν. Μεταστράφηκε ἀμέσως στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί διέταξε ὅταν γύρισε στή Σκυθόπολη, νά φτιάξουν ἕναν Σταυρό, κατά τόν τρόπο πού Τόν εἶδε, συγκείμενο ἀπό χρυσάφι καί ἀσήμι. Μετά μία νίκη του κατά τῶν Σαρακηνῶν, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά θυσιάσει εὐχαριστήρια στά εἴδωλα, ἡ ἴδια ἡ μητέρα του τόν κατήγγειλε στόν Διοκλητιανό, γεγονός πού ἀπετέλεσε τήν ἔναρξη τῶν μαρτυρίων καί τῶν βασάνων του. Σέ ὅλα τά μαρτύρια, σκληρά καί ὑπέρ ἄνθρωπον, ἔμεινε στέρεος στήν πίστη, γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος, ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Προκόπιος, τόν θεράπευσε ἀπό ὅ,τι ὑφίστατο καί μάλιστα σέ κάποια ἀπό αὐτά, θαυμαστά πράγματι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνήργησε, ὥστε νά μεταστραφεῖ στόν Χριστό καί ἡ μητέρα του, ὅπως καί δώδεκα συγκλητικές γυναῖκες, οἱ ὁποῖες ὅλες, ὁμολογώντας Χριστόν, μαρτύρησαν στό ὄνομά Του. Τελικῶς ὁ ἅγιος, παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ του, ὅταν διατάχθηκε ἕνας στρατιώτης μέ ξίφος νά τοῦ κόψει τόν αὐχένα᾽.

Τό ὄνομά του Προκόπιος, δοσμένο ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό, δηλώνει καί τήν μετέπειτα πιά πορεία του ὡς χριστιανοῦ: διαρκῶς  πρόκοπτε κατά Χριστόν. Κι εἶναι αὐτό πού ἀπαρχῆς τονίζουν γι᾽ αὐτόν καί τά τροπάρια τῶν αἴνων τοῦ ὄρθρου τῆς ἑορτῆς: ῾προκόπτων ἐν Θεῷ, πάντας πρέσβευε, ἀθλοφόρε, προκόπτειν ἐν αὐτῷ, μαρτύρων κλέος, μέγιστε Προκόπιε᾽.Δηλαδή, προκόπτοντας κατά Θεόν, πρέσβευε, ἀθλοφόρε, πού εἶσαι ἡ δόξα τῶν μαρτύρων, μέγιστε Προκόπιε, νά προκόπτουμε ὅλοι ἐμεῖς, στή σχέση μας μέ Αὐτόν.
Ἡ ἔννοια τῆς προκοπῆς εἶναι πολυποίκιλη, ἀλλά στίς ἡμέρες μας κατανοεῖται μονομερῶς. Προκοπή, γιά τούς πολλούς σήμερα, σημαίνει ἀπόκτηση πτυχίων, κατοχή θέσεων, ἀπόκτηση χρημάτων, μεγάλο καί θαυμαστό ὄνομα. Ἡ προκοπή, δηλαδή, συναρτᾶται πάντοτε μέ γήϊνους στόχους καί ὁριζόντιες μόνον ἐπιδιώξεις. Κι αὐτό βεβαίως εἶναι σύμπτωμα πνευματικῆς παρακμῆς, ἀφοῦ φαίνεται ὅτι ὁ Θεός ἔχει διαγραφεῖ ἀπό τή ζωή τῶν πολλῶν, ἤ, στήν καλύτερη περίπτωση, μπορεῖ νά ὑπάρχει, ἀλλά στό περιθώριο τῆς ζωῆς.

Ὁ ἅγιος Προκόπιος λοιπόν ἔρχεται μέ δύναμη, λόγω πρωτίστως τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί τοῦ ὀνόματός του, νά μᾶς ὑπενθυμίσει ὅτι γιά τούς Χριστιανούς τουλάχιστον, ἡ προκοπή, χωρίς νά ἀρνεῖται κανείς σ᾽ ἕναν βαθμό καί τήν ὁριζόντια διάστασή της, ἔχει πρωτίστως σημασία πνευματική, δηλαδή ἀναγωγῆς στόν Θεό. Ὅπως τό σημειώνει καί ὁ ὑμνογράφος: ῾προκόπτειν πάντας (ἡμᾶς), ἐν θεαρέστοις ὁδοῖς καί θείαις πράξεσιν εὐαρεστοῦντας αὐτῷ (τῷ Θεῷ)᾽, δηλαδή: νά προκόπτουμε  ὅλοι ἐμεῖς, μέ τό νά εὐαρεστοῦμε τόν Θεό, τηρώντας τό θέλημά Του καί κάνοντας θεϊκές πράξεις. Προκομμένος, μέ ἄλλα λόγια, θεωρεῖται γιά τήν πίστη μας ἐκεῖνος πού αὐξάνεται πάντοτε ἐν Θεῷ, ἔστω κι ἄν κατά κόσμον δέν ἔχει πετύχει καί πολλά πράγματα. Καί μᾶλλον τά πράγματα πορεύονται ἀντιστρόφως ἀνάλογα: στόν βαθμό πού φαίνεται κανείς κατά κόσμον ἴσως ἀποτυχημένος, χωρίς νά ἔχει σπουδαῖες θέσεις, μεγάλες ἀπολαβές, τρανταχτό ὄνομα, τόσο περισσότερο εἶναι ἴσως προχωρημένος κατά Θεόν, ἀρκεῖ βεβαίως ἡ κατά κόσμον αὐτή ῾ἀποτυχία᾽ νά εἶναι ἐνσυνείδητη, καρπός δηλαδή ἐπιλογῆς, κατά τό ῾λάθε βιώσας᾽, καί ὄχι ἀποτέλεσμα ἀδιαφορίας καί τεμπελιᾶς.

 Ὅτι ἡ ἐπιλογή αὐτή -  ἡ προτεραιότητα νά εἶναι ἡ ἐν Θεῷ προκοπή καί ὄχι ἡ κατά κόσμον – θεωρεῖται  καί ἡ κατεξοχήν ἔξυπνη καί ἐπιτυχημένη, εἶναι περιττό καί νά ποῦμε, ἀφοῦ ἡ ζωή μας στόν κόσμο αὐτό εἶναι φθαρτή καί περιορισμένη καί ἀκολουθεῖ ἡ ἀτελεύτητη αἰωνιότητα, μέσα στούς κόλπους τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας.

Τι πρέπει να κάνω για να έχω την εύνοια του Θεού


Τι πρέπει να κάνω για να έχω την εύνοια του Θεού


Ένα προτεινόμενο πνευματικό πρόγραμμα

Στους νέους , και ειδικά στους διανοούμενους , προτείνω στη συνέχεια, κατά την εξομολόγηση, ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει πέντε σημεία:

α ) παρακολούθηση των ιερών ακολουθιών,
β) προσευχή πρωί και βράδυ,

γ) ανάγνωση δύο κεφαλαίων της Καινής διαθήκης καθημερινά,
δ ) επανάληψη όλο και πιο συχνά και πιο έντονα της προσευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν» και
ε) τήρηση νηστειών.


Θα ήθελα να αναλύσουμε ξεχωριστά κάθε σημείο αυτού του προγράμματος:

α ) Φυσικό θα ήταν όσοι εξομολογούνται να παρουσιάζουν μόνοι τους τον εαυτό τους με την αμαρτωλότητά του και να εξομολογούνται τα αμαρτήματά τους. Όμως κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια. Οι περισσότεροι από αυτούς που έρχονται στην εξομολόγηση περιμένουν να ερωτηθούν και αυτό το κάνουν και μερικοί που εξομολογήθηκαν ήδη αρκετές φορές.

Μάλιστα πριν αρχίσουν να εξομολογούνται κάποιο αμάρτημα , συνηθίζω να ρωτώ στην αρχή ποιο είναι το βαπτιστικό όνομα αυτού που προσέρχεται. Έπειτα ρωτώ ποια είναι η ηλικία, η κοινωνική, οικογενειακή και επαγγελματική του κατάσταση.

Ακολούθως πότε εξομολογήθηκαν για τελευταία φορά , αν είχαν κάποιο επιτίμιο και αν το εκπλήρωσαν. Μετά από αυτά η πρώτη πιο ειδική ερώτηση είναι: «Πηγαίνεις στην εκκλησία;». Από την απάντηση που θα λάβω εξαρτάται η συνέχεια της εξομολόγησης. Στην περίπτωση κατά την οποία ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν πάτησε το πόδι του στην εκκλησία για μακρό χρονικό διάστημα, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία (αρρώστια, εργασιακός περιορισμός ) τότε του λέω με αποφασιστικό τόνο: «Αν θέλεις να πεις τίποτε άλλο, εγώ θα σε ακούσω. Όμως να ξέρεις ότι εγώ δε δίνω άφεση αμαρτιών σ’ αυτούς που δεν συμμετέχουν στις ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στη θεία λειτουργία». Μπροστά σε αυτή τη στάση οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι χωρίς να πηγαίνεις στην Εκκλησία δεν μπορείς να φτάσεις στη συγχώρηση των αμαρτημάτων και βέβαια αυτό θα το εφαρμόσουν, όχι μονάχα για μερικούς μήνες αλλά για ολόκληρη τη ζωή τους, όσο ο κάθε χριστιανός είναι υγιής και έχει δυνάμεις.

Αποδίδω μεγάλη σημασία στο να πηγαίνουν οι άνθρωποι στην εκκλησία, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι εκκλησία ιερών ακολουθιών , είναι εκκλησία της θείας λειτουργίας, εκκλησία που δοξολογεί το Θεό με τους ιερείς και τη μεσολάβηση της ιεροσύνης.
Θεωρώ ότι δεν μπορεί κάποιος να είναι ορθόδοξος, ν’ ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία , χωρίς να συμμετέχει στις ιερές ακολουθίες, στη θεία λειτουργία , χωρίς να έχει σχέση με το Θεό δια της μεσιτείας των ιερέων. Όλα αυτά είναι ουσιώδη χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας και απαρτίζουν αυτό το ιδιαίτερο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο ορθόδοξος χριστιανός μέσα στη θεία λειτουργία εικονίζει τα χερουβείμ∙ «προσάδει» τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα∙ ψάλλει «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ» μαζί με τους αγγέλους∙ ακούει το θείο λόγο δια του Ιερού Ευαγγελίου (το Ευαγγέλιο είναι «ο Χριστός εν τω μέσω ημών»)∙ κοινωνεί ουράνιων ευλογιών∙ ζει στη γη στιγμές της βασιλείας του Θεού∙ διακονεί τον Θεό στον ουρανό ή από δω από τη γη (αυτό είναι η εκκλησία, τόπος προσκύνησης αγιασμένος ειδικά για τα πράγματα του Θεού, σύμφωνα με τα λόγια: «Ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν, Θεοτόκε, πύλη ἐπουράνιε, …» ).

Οι χριστιανοί μας πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους ότι στις ιερές ακολουθίες όλοι «ιερουργούμε», ο καθένας κατά το μέτρο της διακονίας που βρίσκεται. Με άλλα λόγια, στις ιερές ακολουθίες – επομένως και στη θεία λειτουργία- δεν ιερουργεί μόνος του ο ιερέας, αλλά ο ιερέας ιερουργεί μαζί με όλους τους παρόντες και ακόμη μαζί και με τις μακάριες ουράνιες δυνάμεις. Και τούτο, γιατί δεν μπορεί να γίνει θεία λειτουργία χωρίς την παρουσία των χριστιανών, αφού και αυτοί έχουν αγιαστική αποστολή. Αυτό φαίνεται από το ότι ο καθιερωμένος ιερουργός τους καλεί να επιτελέσουν αυτό το έργο τους με τα λόγια: «Ὑπὲρ τῶν προτεθέντων τιμίων Δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», «Ὑπέρ τῶν προσκομισθέντων καὶ ἁγιασθέντων τιμίων δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».


Έτσι έχουν τα πράγματα. Οι χριστιανοί που έχουν ασθενική πίστη, δε συμμετέχουν στη θεία λειτουργία και δεν εκπληρώνουν κάποιες βασικές και ουσιαστικές πνευματικές υποχρεώσεις δεν μπορούν ν’ αξιωθούν των δωρεών του Θεού. Εξαιρούνται μόνο όσοι είναι ασθενείς και ανήμποροί των οποίων η ελευθερία είναι περιορισμένη και δεν μπορούν να ενεργήσουν από μόνοι τους. Γι’ αυτό λοιπόν ζητώ επίμονα και αμετάκλητα τη συμμετοχή των χριστιανών στις ιερές ακολουθίες. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση δε δίνω άφεση των αμαρτημάτων.

Δε διαβάζω συγχωρητική ευχή επίσης και στην περίπτωση που η απόφαση είναι αβαθής, τυπική. Αλλά επιμένω να είναι πραγματική, αληθινή, συνεχής για όλο το διάστημα που ορίστηκε για την κάθε περίπτωση, γνωρίζοντας καλά ότι ο άνθρωπος δεν είναι μια στατική ύπαρξη, ώστε να μπορεί κανείς να χειρίζεται τον καθένα με χειρισμούς καλουπωμένους.

β) Τον κανόνα της πρωινής και βραδινής προσευχής τον θεωρώ απόλυτα αναγκαίο, καθόσον η πίστη στο Θεό πρέπει να υλοποιηθεί με κάτι συγκεκριμένο.

Από την άλλη πλευρά είναι δυνατόν να λεχθεί ότι αυτός που δεν προσεύχεται στο Θεό, το κατά δύναμιν, μπορεί να λεχθεί ότι είναι χωρίς Θεό. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει καμία ιδέα τόσο ποικίλη μέσα στο ανθρώπινο μυαλό , όσο η ιδέα του Θεού. Αλλά επίσης είναι αλήθεια ότι υπάρχει πολύ μεγάλη έλλειψη αφοσίωσης προς τον Θεό. Πέρασαν από μπροστά μου αρκετοί άνθρωποι σαν αυτούς που δηλώνουν ότι είναι πιστοί μόνο και μόνο γιατί τυπικά δεν αρνήθηκαν τον Θεό. Γι’ αυτούς τους λόγους είναι απαραίτητη μία έμπρακτη και εσωτερική προσήλωση με πρωινή και βραδινή προσευχή καθώς και προσευχή πριν και μετά το φαγητό.


γ) Καθημερινή ανάγνωση της Καινής Διαθήκης

Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν να βρίσκεσαι σε σχέση με το Θεό, χωρίς να γνωρίζεις κάτι συγκεκριμένο για το Θεό, πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζεις την Καινή Διαθήκη. Γι’ αυτό, σ’ αυτούς που εμπιστεύονται την καθοδήγησή τους σ’ εμένα- όσο αυτό είναι δυνατόν- τους ορίζω ως κανόνα να διαβάζουν δυο κεφάλαια από την Καινή Διαθήκη, αρχίζοντας από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, συνεχίζοντας με το κατά Μάρκον και στη συνέχεια τα άλλα δύο, επιμένοντας γι’ αρχή να διαβάσουν από τρεις φορές το καθένα. Μετά από αυτό να περάσουν στην ανάγνωση και των υπόλοιπων βιβλίων της Καινής Διαθήκης, με την υποχρέωση να διαβαστεί κάθε βιβλίο τρεις φορές και μετά να περάσουν στο επόμενο. Μετά την ανάγνωση ολόκληρης της Καινής Διαθήκης, ο πιστός μπορεί να διαβάσει δύο κεφάλαια στη σειρά χωρίς πλέον να υπολογίζει πόσες φορές ή ποια φορά είναι που διαβάζει την Καινή Διαθήκη.

Αυτό το έργο δε γίνεται για το θεαθήναι ή για κάποια ανταμοιβή , αλλά για πνευματική ωφέλεια, για να μπορέσουμε να κοσμήσουμε το νου και να θρέψουμε την καρδιά με τα αιώνια λόγια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και των εκλεκτών Του, γνωρίζοντας καλά ότι «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ παρελεύσονται». Συμφωνώ να αναγνωστούν και κομμάτια της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαίτερα οι Προφήτες και τα βιβλία της σοφιολογικής γραμματείας, αλλά βέβαια κατ’ επιλογήν και με καθοδήγηση, όχι τυχαία και κατά σειράν, όπως στην Καινή Διαθήκη. Και όχι βέβαια σε αντικατάστασή της, γιατί η Καινή Διαθήκη παραμένει σε πρώτη θέση για τη σωτηρία του κόσμου…
(συνεχίζεται)

Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν
Χωρίς φως, φωτισμένος»
Μετάφραση- επιμέλεια:
Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης
Εκδόσεις ΑΘΩΣ


πηγή  το είδαμε εδώ

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΟΛΥΒΙΟΥ


Ο άνθρωπος «μοιάζει» με ένα μολύβι! Ναι! Και μάλιστα σε πέντε σημεία! Αν τα προσέξουμε θα θυμόμαστε καλύτερα, πως πρέπει να ζούμε και να συμπεριφερόμαστε μέσα στον κόσμο. Αυτά τα σημεία είναι τα εξής:
1. Ένα μολύβι είναι τελείως άχρηστο, αν δεν υπάρχει ένα χέρι που το κρατά, για να γράφει.  Αυτό το χέρι για τον άνθρωπο είναι ο Θεός. Μπορούμε να «γράψουμε» ιστορία με την καθοδήγηση του Θεού. Γι’ αυτό και μας δίδαξε ο Χριστός στο «Πάτερ ημών» να λέμε: Γενηθήτω το θέλημα Σου.
2. Όταν γράφουμε, πότε-πότε πρέπει να χρησιμοποιούμε την ξύστρα. Αυτό κάνει το μολύβι να υποφέρει λίγο, αλλά τελικά είναι πιο μυτερό. Και γι’ αυτό γράφει καλύτερα. Τον ίδιο ρόλο παίζουν οι δοκιμασίες και οι θλίψεις στη ζωή μας: Αν δείξουμε υπομονή, μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Αφού, αυτές είναι το έσχατο μέσο του Χριστού για να θεραπεύσει τον άρρωστο από την αμαρτία άνθρωπο. Γι’ αυτό λέει ο Χριστός: Στον κόσμο θα έχετε θλίψη και πόνο. Μα έχετε θάρρος! Εγώ τον νίκησα τον κόσμο (=το αμαρτωλό φρόνημα του κόσμου) (Ιωάν. 16,33).
3. Το μολύβι μας επιτρέπει πάντοτε να χρησιμοποιούμε γόμα, για να σβήνουμε τα λάθη της γραφής μας. Έτσι και η μετάνοια-εξομολόγηση είναι ο μόνος τρόπος για το «σβήσιμο» τη διόρθωση των λαθών-αμαρτιών μας. Αυτό γίνεται μέσω του ιερέα-πνευματικού πατέρα, σύμφωνα με την εντολή του Χριστού στους αποστόλους: «Όποιου συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα του συγχωρηθούν και όποιου θα τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα μείνουν ασυγχώρητες» (Ιω­άν. 20,23).
4. Στό μολύβι, αυτό που στην ουσία έχει σημασία δεν είναι το ξύλο ή το εξωτερικό του σχήμα, αλλά ο γραφίτης που περιέχει. Έτσι και στον άνθρωπο, το πιο ουσιαστικό πράγμα είναι το εσωτερικό του περιεχόμενο: τί έχει η καρδιά του. Γιατί, από την καρδιά του πηγάζουν όλα τα πάθη – αμαρτωλές συνήθειες, ως λογισμοί-σκέψεις. Και μετά γίνονται πράξεις. Και αποξενώνουν τον άνθρωπο από τον Κύριο και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό και απαιτείται συνεχής έλεγχος. Τί σκέφτο­μαι; Τί αισθάνομαι; Τί επιθυμώ; Και ό,τι ανακαλύπτω, να το αναφέρω στον ιερέα-πνευματικό πατέρα, ώστε να δώσει το κατάλληλο πνευματικό φάρμακο προς θεραπεία.
5. Τέλος, κάθε μολύβι αφήνει ένα σημάδι, ένα ίχνος πάνω στο χαρτί. Έτσι και τα «γραπτά» μας (=οι ενέργειες-πράξεις μας) αφήνουν μοναδικά ίχνη-σημάδια στη ζωή μας. Με συνέπειες και στην επίγεια ζωή μας και στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό και ο απόστολος Πέτρος γράφει: «Όταν λοιπόν θα έρθει η ώρα που όλο το σύμπαν θα διαλυθεί με τρομερό πάταγο, πόσο άγια πρέπει να είναι η συμπεριφορά μας και με πόση ευσέβεια να είναι γεμάτη η ζωή μας όσο καιρό θα προσμένουμε με λαχτάρα και ζήλο τον ερχομό της ημέρας του Θεού!» (Β Πέτρ.3,11-12).
Ας γράψουμε λοιπόν «κείμενα»-πράξεις και σκέψεις της ζωής μας άξια του λόγου του Χριστού: Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας. Δηλαδή πάντοτε σύμφωνα με το θέλημά Του. Γιατί, μόνο τότε ο Χριστός κατοικεί στις καρδιές μας.
(Αρχιμ. Ν. Κ. «Λυχνία», Νικοπόλεως)
πηγη το είδαμε εδώ

ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ!


ELLADA
Αντιστράτηγος (ε.α) Νικόλαος Ταμουρίδης 
Επίτιμος Α’ Υπαρχηγός ΓΕΣ

”Το Ελληνικόν, το όμαιμον, το ομόγλωσσον, το ομόθρησκον και το ομότροπον”, διατράνωνε από την αρχαία εποχή ο Ηρόδοτος, στοιχειοθετώντας τα τέσσερα ισχυρά θεμέλια πάνω στα οποία είναι δομημένο διαχρονικά το Ελληνικό Έθνος. Δηλαδή, την κοινή καταγωγή και γλώσσα, την ίδια θρησκεία, και τα κοινά ήθη και έθιμα (πολιτιστική κληρονομιά).
Τι είναι όμως έθνος; Αντλώντας στοιχεία από ελληνικά και ξένα λεξικά, συμπεραίνουμε ότι όλα σχεδόν συμφωνούν πως, έθνος είναι ένασύνολο ανθρώπων που έχουν κοινή καταγωγή και ιστορία, κοινό πολιτισμό, κοινή γλώσσα και θρησκεία, κοινά ιδεώδη και κοινή εθνική συνείδηση.
Το Έθνος αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα και είναι το πιο ισχυρό στοιχείο ύπαρξης και παραγωγής πολιτισμού εκ μέρους των λαών. Έτσι, νομοτελειακά, στο διάβα της ιστορίας, όταν αυτή η αντικειμενικότητα αγνοήθηκε και δημιουργήθηκαν τα πολυεθνικά κράτη και οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες, αργά ή γρήγορα κατέρρευσαν.
Θεμέλιο του έθνους θεωρείται η εθνική συνείδηση, η οποία εάν αλλοιωθεί σκοπίμως ή αφανισθεί, τότε το έθνος πεθαίνει. Οι κυριότεροι συστατικοί παράγοντες της Ελληνικής, εν προκειμένου, εθνικής συνείδησης, είναι η θρησκεία (η ορθόδοξη χριστιανική  πίστη), η ελληνική γλώσσα, η πολιτιστική μας κληρονομιά (τα ελληνικά ήθη και έθιμα και οι παραδόσεις), η ιστορική μνήμη και τα εθνικά χρώματα.
Τι είναι το Ελληνικό έθνος και τι έδωσε στον κόσμο, νομίζω ότι είναι σε όλους γνωστό. Παντού στον πλανήτη γη θεωρούν την Ελλάδα ως χώρα ορόσημο, κοιτίδα του σύγχρονου πολιτισμού, λίκνο της δημοκρατίας. Οι Έλληνες διαχρονικά έδωσαν στον κόσμο το φως του πνεύματος, τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας και όλες σχεδόν τις επιστήμες (φιλοσοφία, ιατρική, μαθηματικά, φυσική, χημεία, αστρονομία κλπ), δόμησαν την πολιτική και την στρατηγική, εφεύραν το θέατρο, και γενικά δίδαξαν τον ανθρώπινο τρόπο ζωής. ”Του κόσμου δασκάλα, καπετάνισσα, αφρό, θάμα, του πουλιού το γάλα”, αποκαλεί την Ελλάδα με συναρπαστικό τρόπο ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Εάν επιχειρούσαμε δε να γράψουμε τους ξένους φιλοσόφους, επιστήμονες, λογοτέχνες, ποιητές, πολιτικούς κλπ, οι οποίοι κατά καιρούς εξύμνησαν την Ελλάδα για την φωτοδότηση του κόσμου, θα θέλαμε φύλλα πολλά. Και βέβαια δεν λείπουν και δηλώσεις ηγετών των μεγαλύτερων κρατών του κόσμου του τύπου ”είμαστε όλοι Έλληνες”!
Τι επιχειρείται όμως σήμερα διεθνώς και ιδιαίτερα στην πατρίδα μας; Σήμερα, δυστυχώς, στον βωμό της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης, επιχειρείται μια απεθνικοποίηση των κρατών, όπως θα αποδειχθεί παρακάτω.
Μετά την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ήρθε στο φως ένα νέο Παγκόσμιο Σύστημα, με ηγέτιδα δύναμη τις ΗΠΑ, που επιχειρεί να εγκαθιδρύσει μια Νέα Παγκόσμια Τάξη (ΝΠΤ). Ο τελικός σκοπός αυτού του Συστήματος είναι η υλοποίηση ενός τολμηρού γεωστρατηγικού οράματος για εξασφάλιση της αμερικανικής υπεροχής και στον 21ο αιώνα και την μετεξέλιξη της Αμερικανικής ηγεμονίας σε μια παγκόσμια συλλογική ηγεσία.
Η Νέα Παγκόσμια Τάξη έχει ως βασικά χαρακτηριστικά, ένα συλλογικό σύστημα ασφαλείας (με πυρήνα το ΝΑΤΟ), μια παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση (με εργαλεία την παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), την Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου κλπ), μια παγκόσμια δικαστική δομή (Διεθνές Δικαστήριο), Δημοκρατίες δυτικού τύπου, Οργανισμούς με διαδικασίες λήψεως αποφάσεων όπου κυριαρχεί η επιδιαιτησία των ΗΠΑ και τον 24ωρο κύκλο επικοινωνίας παγκοσμίως (με τα χειραγωγημένα ΜΜΕ, διεθνή και εθνικά).
Γενική απειλή στην εφαρμογή του Παγκόσμιου Συστήματος είναι η εμφάνιση μιας δύναμης που θα αμφισβητήσει τις ΗΠΑ στον ρόλο τους αυτό. Ως κύρια όμως γραμμή αντίστασης διακρίνονται τα θεσμικά τείχη των εθνικών κρατών, πίσω από τα οποία οχυρώνονται τα εθνικά συμφέροντα, οι εθνικοί πολιτισμοί και όλοι εκείνοι οι παράμετροι που στοιχειοθετούν την εθνικότητα των λαών.
Έτσι οι παγκοσμιοποιητές χρησιμοποιούν, όπως φαίνεται καθαρά σήμερα, τρεις μεθόδους για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Πρώτον, την οικονομική εξαθλίωση των λαών κυρίως με τεχνητές οικονομικές κρίσεις, οι οποίες συνεπικουρούνται με την αθρόα και άνευ κανόνων λαθραία μετανάστευση, με αποτέλεσμα τον δανεισμό των εθνικών κρατών και την απώλεια μέρους της εθνικής των κυριαρχίας. Δεύτερον, τηνπολυδιάσπαση των κρατών, με την αναζωπύρωση μειονοτικών ζητημάτων, με σκοπό τη δημιουργία αδύναμων κρατικών οντοτήτων που θα υποκύπτουν σε εκβιασμούς και πιέσεις των παγκόσμιων εντολέων. Τρίτον, με την καθ’ εαυτή απεθνικοποίηση των κρατών, με σκοπό την άμβλυνση της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και κατά επέκταση του εθνικού φρονήματος. Εδώ χρησιμοποιείται η μαζική είσοδος στα εθνικά κράτη μεταναστών με τελείως διαφορετικά εθνικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά στοιχεία, αλλά και ο ανηλεής βομβαρδισμός των παραμέτρων της κάθε εθνικής συνείδησης.
Τα έθνη που αντιδρούν δέχονται έναν ανηλεή πόλεμο. Όσο πιο περήφανο είναι ένα έθνος, όσο πιο μεγάλη ιστορία και πολιτισμό έχει, τόσο πιο δύσκολος στόχος είναι και τόσο πιο λυσσαλέα πολεμείται. Στον πόλεμο αυτό επιστρατεύονται κάθε λογής ”οπλικά συστήματα”, όπως ΜΜΕ και κάθε λογής φερέφωνα της ΝΠΤ. Υπάρχουν δε περιπτώσεις, ενδεικτικές των μεθόδων αποδόμησης της εθνικής ταυτότητας, κατά τις οποίες συναντούμε μέχρι και  ιδεολογική τρομοκρατία από κάποιους δήθεν προοδευτικούς που δαιμονοποιούν τον πατριωτισμό, θέτοντας ψευδεπίγραφα διλλήματα και χαρακτηρίζοντας την αγάπη για την πατρίδα και το έθνος, ως σωβινιστικό εθνικισμό και ρατσισμό.
Εδώ αξίζει να αποδώσουμε και μερικές σχετικές έννοιες και όρους, έτσι ώστε η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων που σκέφτεται εθνικά, να μη γίνεται αδίκως στόχος τέτοιων επιθέσεων, ούτε να νοιώθει ενοχές. Εθνικισμός είναι μια ιδεολογία που έχει ως θεμέλιο την αντικειμενική πραγματικότητα που λέγεται έθνος, την οποία και θεωρεί ως φυσική βάση της κοινωνικής ζωής. Υπάρχουν δυο μορφές εθνικισμού, ο ισότιμος εθνικισμός ή εθνισμός και ο σωβινιστικός εθνικισμός. Εθνισμός ή ισότιμος εθνικισμός είναι αυτός που βασίζεται στην πίστη και αφοσίωση στα εθνικά ιδεώδη και παράλληλα πιστεύει  στην πλήρη ισοτιμία όλων των εθνών του πλανήτη. Σωβινιστικός είναι αυτός, ο οποίος πιστεύει ότι το έθνος στο οποίο ανήκει είναι ανώτερο όλων, και έτσι διακατέχεται από άκρατο φυλετισμό και ξενοφοβία.
Έτσι λοιπόν διαμορφώνεται σήμερα το τοπίο στον παγκόσμιο στίβο και στην πατρίδα μας, η οποία αποτελεί ένα από τα πιο μεγάλα θύματα της δόμησης της ΝΠΤ, αφού επελέγη σκοπίμως (ή εξελίχθηκε στην πορεία) ως ”πειραματόζωο”, αφενός της οικονομικής εξάρτησης ενός κράτους με τεράστιο πλούτο και αφετέρου της απεθνικοποίησης ενός συμπαγούς κράτους-έθνους. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει η χώρα είναι πολλοί και μεγάλοι. Από την πλήρη οικονομική εξαθλίωση του λαού και την υποθήκευση του τεράστιου μας πλούτου στους δανειστές, μέχρι και την τραγωδία (απευχόμαστε) στα εθνικά μας θέματα.
Η σημερινή Ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται δυστυχώς σε διεθνή λήθαργο, δεμένη χειροπόδαρα από τους δανειστές, αναπνέοντας ίσα για να επιζεί, βυθιζόμενη μέσα στην κατάθλιψη της οικονομικής και πολιτικής χρεωκοπίας. Έτσι δεν βλέπουμε κάποια αντίδραση εκ μέρους της.
Τα ίδια και χειρότερα όμως εισπράττουμε από κάποιους άλλους επώνυμους, οι οποίοι εκτοξεύουν καθημερινά αντεθνικές κορόνες! Μέσα από τους ασφαλείς χώρους των πολιτικών γραφείων ή των πανεπιστημιακών κομματικών χώρων της δήθεν διανόησης, είτε ενεργούντες ως εντεταλμένα όργανα είτε παρασυρόμενοι από τις νεανικές αναρχικές και αντεθνικές καταβολές τους, δεν χάνουν ευκαιρία να αποδομούν κάθε τι το εθνικό (παιδεία, ιστορία, καταγωγή, γλώσσα, παραδόσεις) και να επιτίθενται κατά των θεσμών που εκπροσωπούν τις παραμέτρους της εθνικής συνειδήσεως (εκκλησία, ένοπλες δυνάμεις, σώματα ασφαλείας κλπ).
Τα δε ΜΜΕ, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, αλυσοδεμένα κι αυτά από ξένα και ντόπια συμφέροντα, και ενεργώντας δήθεν στο όνομα της ελευθεροτυπίας, της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συντελούν εκούσια ή ακούσια τα μέγιστα στη αποδόμηση όποιας πατριωτικής φωνής. Παρουσιάζουν την αθρόα εισαγωγή δύστυχων μεταναστών στη χώρα μας (η οποία έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια και τις δυνατότητες φιλοξενίας) ως κάτι το φυσιολογικό. Εκμεταλλευόμενα τις ελληνορθόδοξες ανθρωπιστικές ευαισθησίες, με κροκοδείλια δάκρυα στα τηλεοπτικά παράθυρα, καλλιεργούν καθημερινά ένα κλίμα συμπάθειας προς τους πάσης φύσεως αλλοεθνείς, προς ρατσιστική στοχοποίηση και απομόνωση των φωνών για εθνικό συναγερμό στην επιχειρούμενη απεθνικοποίηση. Έτσι γυαλίζουν γονυπετώς, από τη μια πλευρά τα σκαρπίνια των γραβατωμένων δανειστών της Δύσης, και από την άλλη τις μπότες των στρατοκρατών πασάδων της Ανατολής. 
Έλληνες γρηγορείτε! προσκαλεί η συνήθης κραυγή εθνικής αγωνίας. Το Έθνος κινδυνεύει! Πρέπει άμεσα να αποφασίσουμε. Θα θυσιάσουμε την εθνική μας υπόσταση και ανεξαρτησία στο βωμό της οικονομίας των δανειστών και στο όνομα του ψευδεπίγραφου ευρωπαϊκού ουμανισμού; Όχι! Τί πρέπει να κάνουμε;
Η Ελλάδα πρέπει άμεσα να αφυπνισθεί, να αλλάξει πορεία και να ορθώσει ανάστημα, βασιζόμενη στην τεράστια δυναμική της εθνικής μας υπόστασης, στην σημαντική γεωπολιτική μας θέση και αξία, καθώς και στον μεγάλο πλούτο που έχουν τα εδάφη και οι θάλασσές μας. Να απαιτήσει τα δίκαιά της δυναμικά από τους ”συμμάχους” μας. Καλές και απαραίτητες είναι οι συμμαχίες και οι οργανισμοί στους οποίους ανήκουμε, αλλά η συμμετοχή μας θα πρέπει να διασφαλίζει και το μέγιστο δυνατό εθνικό όφελος. Ο κάθε δε Έλληνας πολίτης, πρέπει να αφυπνισθεί και να αγωνισθεί. Να ενστερνιστεί ότι η Ελληνορθόδοξη ταυτότητα είναι η δύναμη και η ελπίδα μας και να πιστέψει πως αυτός πρέπει να σώσει το Έθνος. Να πει στον εαυτό του: «Από μένα μόνον εξαρτάται η σωτηρία του Έθνους! Δεν κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι, πιστεύω πως εγώ έχω το μεγάλο χρέος».Γιατί, όλοι μας χρωστάμε, χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν, θα’ ρθούνε, θα περάσουν …

Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας.


Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
ΟΜΙΛΙΑ Α΄
«Πάσχα κροτοῦντες αἰώνιον»
Εὐλογημένα μου παιδιά,
Σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν ὁμιλία μας, θά ἤθελα νά πῶ λίγα λόγια ἀναστάσιμα, λίγα λόγια γιά τήν χαρά τοῦ Πάσχα.
Ἐδῶ κάτω στή γῆ, κατ᾿ αὐτήν τήν μεγάλη ἑορτή τοῦ Ἁγίου Πάσχα, ὁ κάθε χριστιανός νοιώθει μιά ἰδιαίτερη χαρά μέσα στήν ψυχή του, πού βέβαια, ἐν συγκρίσει πρός τήν χαρά ἐκείνη τοῦ ἄλλου κόσμου, εἶναι ἀσήμαντη. Ὡστόσο ὅμως εἶναι κάτι πού παρηγορεῖ τήν ψυχή μας, τήν κάνει νά νοιώθη χαρούμενη, χαριτωμένη, γιατί πλησιάζει κατά κάποιον τρόπον τόν Χριστό μ᾿ αὐτήν τήν ἑορτή περισσότερο.
Ἄς ἔλθουμε τώρα εἰς τήν περικοπήν τοῦ Εὐαγγελίου, πού ἀναγινώσκεται τό Μέγα Σάββατο καί τήν Ἀνάστασι. Λέγει ἐκεῖ ὁ Εὐαγγελιστής, ὅτι ἡ Παναγία μας καί ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἦλθαν πολύ πρωΐ στόν Τάφο τοῦ Κυρίου, γιά νά δοῦν ἐκεῖ τό Πανάγιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νά κάνουν, ὅ,τι τούς ὑπαγόρευε ἡ μεγάλη τους ἀγάπη. Τότε ἔγινε ἕνας πολύ μεγάλος σεισμός καί ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατέβηκε καί παραμέρισε τόν λίθον ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου καί κάθισε ἐπάνω σ᾿ αὐτόν.
Στρέφεται ὁ ἄγγελος πρός τίς δύο γυναῖκες καί τίς λέγει: «Γνωρίζω ὅτι ζητεῖτε τόν Ἐσταυρωμένον, τόν Ἰησοῦν, τόν Σωτῆρα, τόν Θεάνθρωπον, ἀλλά ὅπως βλέπετε, ἐδῶ στόν τάφο δέν ὑπάρχει. Ἀναστήθηκε. Πηγαίνετε ἀμέσως νά πῆτε στούς Ἀποστόλους στούς μαθητάς, ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε καί ὅτι θά Τόν δοῦν εἰς τό ὄρος τῆς Γαλιλαίας» (Ματθ. Κη΄: 5-7).
Αὐτές τίς κατέλαβε «τρόμος καί ἔκστασις» κι ἀμέσως ξεκίνησαν μέ πολλή ταχύτητα, γιά νά μεταφέρουν αὐτό τό μέγα χαρμόσυνον γεγονός εἰς τούς Ἀποστόλους, γιά νά χαροῦν κι ἐκεῖνοι, πού ἦταν τόσον πολύ φοβισμένοι καί κλεισμένοι «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων» στό σπίτι, πού παρέμεναν.
Τήν στιγμή πού ξεκίνησαν, τίς συναντᾶ ὁ Χριστός καί τίς λέγει: «Χαίρετε! Μή φοβεῖσθε! Μόνον πηγαίνετε καί εἴπατε στούς ἀδελφούς μου ἐκεῖ, ὅτι θά μέ δοῦν εἰς τήν Γαλιλαίαν». Αὐτές μόλις εἶδαν μπροστά τους τόν Χριστό, τήν ἀγάπη τους, τόν ἔρωτά τους τόν πνευματικό, ἔπεσαν κάτω, Τόν προσκύνησαν καί Του ἔπιασαν τά πόδια· τά ἔσφιξαν στήν ἀγκαλιά τους, μή μπορώντας κἄν νά μιλήσουν, διότι ἔγιναν σάν κεραυνόπληκτες! Ποιός μπορεῖ νά ἑρμηνεύση τά συναισθήματα ἐκείνης τῆς ὥρας στίς ψυχές αὐτῶν τῶν δύο ἁγίων γυναικῶν! Δέν ἀπίστησαν καθόλου, καθώς οἱ Ἀπόστολοι, ὅταν Τόν εἶδαν γιά πρώτη φορά. Τούς φανερώθηκε, Τόν εἶδαν, χάρηκαν, ἀλλά μέ τήν μόνη διαφορά, ὅτι μέσα τους εἶχαν δυσπιστία. Ἀντίθετα οἱ γυναῖκες δέν δυσπίστησαν καθόλου, ἀλλά ἀμέσως ἐκδήλωσαν τήν ἀγάπη τους στόν Χριστό.
Τέτοια περίπου ἀγάπη καί χαρά δίνει ὁ Χριστός μας τίς ἡμέρες αὐτές τῆς Ἀναστάσεως στίς ψυχές ἐκεῖνες, πού κατά κάποιον τρόπον ἔχουν καθαρίσει τίς αἰσθήσεις τίς ψυχικές ἀπό τήν ἁμαρτία: «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως, Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα» (Κανών Ἀναστάσεως).
Τό Ἅγιον Πάσχα ἐδῶ κάτω σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, τό ἑορτάζομε γιά πολύ λίγο χρόνο. Τελειώνει ἡ χαρά αὐτή καί πάλι τήν διαδέχονται οἱ θλίψεις, οἱ στεναχώριες, οἱ πειρασμοί καί τόσα ἄλλα. Ἐπάνω ὅμως, στόν ἄλλο κόσμο, τό Πάσχα θά εἶναι αἰώνιο, χωρίς τέρμα, χωρίς βασίλεμα ποτέ, εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ὅταν ὁ Χριστός μας θά ἔλθη νά κρίνη τόν κόσμον καί καθίση ἐπί θρόνου δόξης καί θά ξεχωρίση τούς μέν ἀπό τούς δέ, τούς δικαίους ἀπό τούς ἁμαρτωλούς καί θά βγάλη τήν τελικήν ἀπόφασιν, οἱ μέν θά ἀνέβουν στόν οὐρανό, οἱ δέ θά κατέβουν στόν Ἅδη τελικῶς καί ριζικῶς καί κατόπιν θά ἀκολουθήση ἡ ἐπιστροφή τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων καί ὅλων τῶν Ἁγίων πρός τά ἄνω. Θά προπορεύεται ὁ Ἰησοῦς μας καί θά ἀκολουθοῦν ὅλοι οἱ Ἄγγελοι, οἱ Ἅγιοι, ὅλες οἱ ψυχές καί ὅλοι μαζί θά κροτοῦν τό αἰώνιον Πάσχα καί ἀνεβαίνοντας πρός τά πάνω θά ψάλλουν τά ἐπινίκια τῆς Ἀναστάσεως «Πάσχα κροτοῦντες αἰώνιον».
Ὅλων τῶν ψυχῶν τά πρόσωπα καί ὅλη των ὕπαρξις θά εἶναι τόσο φωτεινή, ὅπως θά εἶναι καί ὁ Χριστόςμας. Μέσα σ᾿ ἐκεῖνο τό θεϊκό καί ἀναστάσιμο φῶς θά ἀνεβαίνουν πρός κατάληψιν τοῦ Παραδείσου, τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τῆς Ἄνω Ἱερουσαλήμ.
«Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα». Θά ψάλλουν, θά παίζουν, θά κροτοῦν τά ἐπινίκια, ὅπως ὁ Θεός ἔχει τακτοποιήσει τό πρᾶγμα, ὅπως ἔχει καταστήσει ἐκεῖ τήν πνευματική χορωδία σέ μία ἀσύλληπτη πανήγυρι. Θά δοῦν οἱ ψυχές γιά πρώτη φορά τό τί ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γι᾿ αὐτούς, πού νίκησαν μέ τήν Χάρι Του τόν κόσμο.
Ὅπως μᾶς ἔχουν διδάξει καί πληροφορήσει οἱ μεγάλοι Πατέρες μιλώντας γι᾿ αὐτήν τήν κατάστασι, ὁ Χριστός μας θά καθίση ἐπί θρόνου δόξης καί θά προσέρχεται κάθε τάγμα Ἁγίων νά παίρνη τόν ἀνάλογο στέφανο καί τόπο μέσα εἰς τόν Παράδεισον.
Καί ὅταν οἱ ἅγιες ψυχές θά βλέπουν ἐκείνη τήν ὀμορφιά, ἐκεῖνο τό κάλλος, ἐκεῖνο τόν πλοῦτο τῆς Σοφίας τοῦ Θεοῦ νά τούς ἀποκαλύπτεται, νά τόν καταλαμβάνουν, νά τόν κερδίζουν σάν κάτι δικό τους, καί ὅτι θά ζήσουν αἰώνια κι ἀτελεύτητα πλέον, θά μένουν τόσον ἔκθαμβες, πού δέν θά μποροῦν νά ἑρμηνεύσουν μέ λόγια καί μέ σκέψεις τό τί ὁ Θεός τούς ἑτοίμασε. Θά σκέπτωνται: «Τί προσφέραμε ἐμεῖς στόν Θεό; Στόν κόσμο ἁμαρτήσαμε τόσο πολύ, τόσο Τόν εἴχαμε λυπήσει τόν Θεό, τόσο Τόν εἴχαμε πικράνει κι Αὐτός ἀντί γιά τιμωρία, μᾶς δίνει αὐτόν ἐδῶ τόν Παράδεισο!»
Ποτέ δέν θά λήξη γι᾿ αὐτές τίς ψυχές τό Ἅγιον Πάσχα τῆς Θείας Ἀναστάσεως. Χαρά ἀνερμήνευτος, χαρά ἀνείπωτη. Οὔτε θλῖψις, οὔτε στενοχώρια, οὔτε δάκρυα, οὔτε πόνος, οὔτε ἀγώνας, ἀπολύτως τίποτε τό θλιβερό δέν θά ὑπάρξη σ᾿ ἐκείνη τήν μακαρία ζωή. Ἐξασφαλίζεται μιά γιά πάντα ἡ σωτηρία. Ἐκεῖ ἐπάνω θά γίνωνται οἱ πανηγύρεις πλέον μέσα στήν χαρά τοῦ Οὐρανοῦ. Ὁ Χριστός θά εἶναι τό Φῶς. Τό πρόσωπόν Του θά εἶναι τό Φῶς ἐκεῖνο, πού θά φωτίζη ὅλον τόν πνευματικό κόσμο.
Μᾶς λέγουν οἱ Πατέρες ὅτι καί μόνον ἡ θεωρία τοῦ Θείου Προσώπου δέν ἀντιμετρεῖται μέ χίλιους παραδείσους, γιατί αὐτή ἡ θεωρία εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό κάθε ψυχή ἐδῶ κάτω στόν κόσμο, πού νοιώθει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δέν ζητεῖ τίποτε ἄλλο, παρά μόνον νά ἀξιωθῆ νά ἰδῆ τό πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ.
Ὅπως καί κάποια ψυχή πού ἀγαποῦσε ἀφάνταστα τόν Χριστό μας, ὁρμώμενη ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή, θέλησε νά ἐπισκεφθῆ τούς Ἁγίους Τόπους καί δή νά προσκυνήση τόν Τάφον τῆς Θείας Του Ἀγάπης. Καί ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ καί εἶδε τόν Τάφον τοῦ Χριστοῦ, Ἐκείνου πού ἀγαποῦσε τρομερά, ἔπεσε ἐπάνω εἰς τόν Τάφον τοῦ Χριστοῦ μας καί ἐκεῖ παρέδωσε τήν μακαρία ψυχή του στά χέρια καί στήν ἀγάπη Ἐκείνου.
Ἄς προσπαθήσουμε νά καθαρίσουμε τίς ψυχικές αἰσθήσεις μας· ἄς προσπαθήσουμε διά τῆς νήψεως νά μή τίς μολύνουμε, γιά νά μπορέσουμε χάριτι Θεοῦ, νά ἰδοῦμε μέσα στήν καρδιά μας αὐτό τό Φῶς τῆς Θείας Ἀναστάσεως.
Φεύγουμε ἀπό τοῦτον ἐδῶ τόν κόσμο καί πηγαίνουμε στόν ἄλλο. Οἱ θλίψεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἶναι ἀσήμαντες, ἐν συγκρίσει μέ τήν ἀνταμοιβή τῶν πόνων στόν ἄλλον κόσμο, διότι εἶναι πρόσκαιρες καί ὀλιγοχρόνιες. Μᾶς φαίνονται ὅμως πολλάκις πολύ βαρειές, ἀσήκωτες καί ἀτελείωτες. Αὐτό φανερώνει τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἀλλά καί τοῦ διαβόλου τή δουλειά, ὁ ὁποῖος μᾶς παρουσιάζει πολύ διαφορετικά τά πράγματα, γιά νά μᾶς ὁδηγήση ἀσφαλῶς στήν ἀπελπισία καί στήν ἀπόγνωσι, ὅτι δέν θά τελειώσουν ποτέ τά βάσανα. Καί ὅμως τελειώνουν καί πολλές φορές μέσα σέ στιγμές χρόνου. Καί ἀμέσως μέ τό κλείσιμο τῶν ματιῶν μας ἀνοίγεται μπροστά μας ἡ θεωρία, ἡ πραγματικότης τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Ἐκεῖ πού βλέπαμε ἀνθρώπους, ἀμέσως, γιά μιά στιγμή, βλέπουμε πνεύματα εἴτε φωτεινά, εἴτε σκοτεινά, εἴτε ἀγγέλους, εἴτε δαίμονες.
Μόλις κλείσουν τά μάτια τῆς σαρκός, ἀνοίγουν πάραυτα τά μάτια τῆς ψυχῆς καί βλέπει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνα, τά ὁποῖα δέν ἔβλεπε προηγουμένως μέ τά μάτια τοῦ σώματος. Ὁ θάνατος εἶναι τό γεφύρι, πού μᾶς μεταφέρει ἀπό τοῦτον τόν κόσμο πρός τόν ἄλλο. Πρέπει νά ἀναλάβουμε τόν σωστόν ἀγῶνα, τήν σωστήν ἀντιμετώπισι αὐτῆς τῆς πραγματικότητος, τοῦ ὅτι ἐδῶ εἴμεθα προσωρινά καί φεύγουμε γιά πάντα στόν ἄλλον κόσμο. Ἐδῶ νοιώθουμε τόν Χριστό μέ αἴσθησι τῆς ψυχῆς μας· ἐκεῖ, ἐάν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μᾶς σώση, θά Τόν ἰδοῦμε «πρόσωπον πρός πρόσωπον».
Ἡ ψυχή πού ἀγωνίζεται, πού ὑπομένει, πού πιστεύει ἀκράδαντα στήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ, στήν ἄλλη ζωή, τίς ἡμέρες τῆς Χάριτος νοιώθει σάν νά εἶναι ὁπλισμένη μέ τά ὅπλα τοῦ φωτός, τῆς χάριτος, τοῦ θείου ἔρωτος. Νοιώθει σάν νά στέκη μπροστά στόν Θρόνο τοῦ Θεοῦ, ἕτοιμη νά δώση τήν μάχη ἐναντίον αὐτῶν πού ἀντιστρατεύονται σ᾿ Ἐκεῖνον, πού λατρεύει καί ὑπερμαχεῖ. Ἐνίοτε ἐπίσης νοιώθει νά εἶναι ντυμένη σάν νύμφη τοῦ Οὐρανίου Νυμφίου, στολισμένη μέ τήν ὀμορφιά τοῦ Οὐρανοῦ καί νά διακατέχεται ἀπό τήν ἀγάπη καί τόν πόθο, πότε νά συναφθῆ μέ τόν Οὐράνιο Νυμφίο αἰώνια.
Πόσον ὄμορφα εἶναι ὁ χριστιανός νά νοιώθη τόν ἑαυτόν του σάν παιδί τοῦ Θεοῦ, νά αἰσθάνεται τόν Θεό σάν πατέρα του ἀληθινό! Τότε ἀκριβῶς τόν ἐγκαταλείπει ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Ἀντί αὐτοῦ νοιώθει πλοῦτον ἐμπιστοσύνης, διότι ὁ Πατέρας του εἶναι ὁ Κριτής, ὁ Πατέρας του εἶναι Ἐκεῖνος, πού θά τοῦ δώση τήν Βασιλεία Του. Ἔλεγε ὁ Ἀββᾶς Παμβώ: «Ἐάν κολλήση ὁ οὐρανός μέ τή γῆ, φόβος δέν θά εἰσέλθη μέσα εἰς τήν ψυχήν μου». Καί τοῦτο, διότι ἔνοιωθε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιά νά φθάση κανείς σχετικῶς σ᾿ αὐτά τά μέτρα, πρέπει προηγουμένως ἐδῶ στόν κόσμο, ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν ἀγῶνα, νά προκαταβάλη τούς κατά Θεόν κόπους, νά ταπεινώνεται συνέχεια, νά ὑπομένη τούς πειρασμούς, τίς θλίψεις, τούς πόνους καί νά διώχνη τούς κακούς λογισμούς, μόλις κάνουν τήν ἐμφάνισί τους. Ὁ ἄνθρωπος πού ὑποχωρεῖ στούς κακούς λογισμούς, δέν εἶναι δυνατόν νά αἰσθάνεται καλά μέσα του καί νά μπορέση νά ἰδῆ τό φῶς τῆς ἱερᾶς Ἀναστάσεως στήν ψυχή του. Ἐνῷ ὅταν εἶναι γενικά προσεκτικός στήν ζωή του, σέ καιρό πού δέν περιμένει, θά νοιώση τήν ἐπίσκεψι τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό εἶναι καί τό ἔργον τοῦ μοναχισμοῦ. Παίρνει ἕναν ἄνθρωπο ἀπό τόν κόσμο, γεμᾶτο ἀπό ἐμπάθεια, ἀπό ἀδυναμίες, φορτωμένο ἀπό ἁμαρτήματα μεγάλα καί μικρά καί σύν τῷ χρόνῳ τόν ἐπεξεργάζεται κατά θαυμαστόν τρόπον καί κάποια μέρα τόν παρουσιάζει πνευματικό ἄνθρωπο, πού ἔχει σχέσι μέ τόν Οὐρανό, μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν μέλλουσα ζωή.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ὑπῆρξε καί ὁ μακαριστός Γέροντάς μου. Μακάριος κατά πάντα!
Ὅταν βρισκόταν στόν κόσμο, πρίν γίνη μοναχός, δέν ἐγνώριζε κἄν Θεόν. Καί ὅμως ὅταν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τόν ἐπισκίασε καί τόν ἔφερε ἐδῶ στό Ἅγιον Ὄρος, στόν μοναχισμό, στό ἄμισθον ἰατρεῖον, ὁ μοναχισμός μέ τόν τρόπο του, μέ τήν τέχνη καί τήν ἐπιστήμη του τόν κατέστησε οὐράνιον. Ἡμεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου εἴμεθα πνευματικόν σπέρμα.
Γιά νά ἐπιτύχουμε ὅμως καί ἡμεῖς ὅ,τι αὐτός ἐπέτυχε, κατά τό δυνατόν, πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τά ἴχνη του.
Ἄς ἀγωνισθοῦμε, λοιπόν, μέ ὅλη τήν δύναμι τῆς ψυχῆς μας, ὥστε ἀπό τοῦτον ἐδῶ τόν κόσμο νά γνωρίσουμε μέ αἴσθησι τῆς ψυχῆς μας καί τόν ἄλλον κόσμο. Ἡ ἐπιτυχία μας στόν μοναχισμό εἶναι τοῦτο: νά γνωρίσουμε, νά γευθοῦμε τά τοῦ ἄλλου κόσμου καί νά φθάσουμε νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό μας τόσον, ὥστε νά ποθοῦμε νά ἰδοῦμε τό Θεῖόν Του Πρόσωπον.
Λέγουν οἱ Πατέρες ὅτι στόν ἄλλον κόσμο ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη πού θά νοιώθουν οἱ ψυχές, ἡ μία πρός τήν ἄλλη, θά εἶναι ἡ τροφή των. Ἡ μία ψυχή θά βλέπη τήν ἄλλη καί θά νοιώθη μέσα της ἕναν σωστό παράδεισο.
Αὐτό τό νοιώθουμε κι ἐδῶ μέχρις ἑνός ἐλαχίστου σημείου βέβαια. Ὅταν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πυρπολῆ τήν καρδιά, ὁ ἄνθρωπος ὁ πνευματικός νιώθει ἀπέραντη ἀγάπη πρός τούς ἀδελφούς, νιώθει μέσα του νά τούς ἀγκαλιάζη ὅλους καί ἀδελφούς καί φίλους καί ἐχθρούς καί ὅλην τήν ἄψυχον κτίσιν. Ὅσα καί νά τοῦ κάνουν, δέν πρόκειται νά σκανδαλισθῆ, ἀλλά μόνο θά ἐκφράση τρόπους ἀγάπης. Καί τότε τοῦ ἑρμηνεύεται, γιατί ὁ ἄπειρος Θεός ὑπομένει τούς ἀνθρώπους, ὑπομένει τούς ἁμαρτωλούς μέ ὅλες τίς κακίες των ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη Του!
Ἄς ἀγωνισθοῦμε, πατέρες μου, ἄς ἀγωνισθοῦμε τώρα, πού εἴμεθα ἐδῶ, νά δημιουργήσουμε προϋποθέσεις γιά τόν Οὐρανό. Ἡ μεταμέλεια μετά θάνατον δέν θά μᾶς ὠφελήση καθόλου. Ἄς βάλουμε ἀρχή. Ὅ,τι μᾶς λέει ἡ συνείδησις, ὁ ἐσωτερικός ὁδηγός, νά τό κάνουμε. Ἄς μή τήν καταφρονοῦμε, γιατί μᾶς διδάσκει πάρα πολύ σωστά.
Μέ ὁδηγό ἐσωτερικό τήν συνείδησι καί μέ ἐξωτερικό τόν γραπτόν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἄς προχωροῦμε πρός τήν ὑπακοή, ἄς ἀκολουθοῦμε τούς δύο ὁδηγούς καί ὁπωσδήποτε ἀσφαλῶς θά ὁδηγηθοῦμε στόν Χριστό μας καί θά ἐπιτύχουμε τό Ἅγιον Πάσχα τοῦ Οὐρανοῦ, τό αἰώνιον καί ἀνέσπερον. Ἐκεῖ ἐπάνω θά εἶναι ἡ αἰώνιος πανήγυρις, ἐκεῖ πού οἱ ἄγγελοι μέ ὅσα τούς ἔχει πλουτίσει ὁ Θεός, θά παίζουν ἐμβατήρια οὐράνια, ἀναστάσιμα, εἰς εὐφροσύνην τῶν ψυχῶν ἐκείνων, πού ἐπέτυχαν, πού ἐκέρδισαν τό λαχεῖον τοῦ Οὐρανοῦ.
Μακάριον καί τρισμακάριον τό δέκατον τάγμα τῶν ἀγγέλων, τό ὁποῖον θά ἀποτελέσουν οἱ μοναχοί, πού θά κερδίσουν τήν θέσιν αὐτήν εἰς τόν Οὐρανόν. Θά βλέπουν τό πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων, θά συμψάλλουν μαζί μέ τούς ἀγγέλους οἱ ἐπιτυχημένοι αὐτοί μοναχοί, θά πανηγυρίζουν, θά εὐφραίνωνται καί θά εὐλογοῦν τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἔκανε αὐτήν τήν μεγάλη θυσία, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε καί ἔσωσε τό ἀνθρώπινον γένος.
Ἄς εὐχηθοῦμε νά βρεθοῦμε κι ἐμεῖς οἱ ταπεινοί καί ἐλάχιστοι –ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ – σ᾿ αὐτό τό τάγμα τῶν ἀγγέλων, στόν τόπον τοῦ Ἑωσφόρου, εἰς δόξαν Θεοῦ, εἰς δόξαν Ἐκεῖνου, πού θυσιάσθηκε, εἰς δόξαν τοῦ ἀμώμου Ἀρνίου.
Ἄς εὐχηθοῦμε, ὥστε τά τέλη μας ἀπό τοῦτον τόν κόσμο νά εἶναι χριστιανικά, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, μέ καλήν ἀπολογίαν καί μέ ἀρίστην ἐπιτυχίαν σ᾿ ἐκεῖνον τόν μακάριο κόσμο. Ἀμήν.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
Ἀπό τό βιβλίο: “ Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας”
Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου

Οι θρησκευτικές γιορτές ως παράγοντας ποιότητας ζωής


Στον πολιτισμό μας, τον ελληνικό, το ρωμαίικο (και ρωμαίικο = ό,τι κοινό στοιχείο μοιραζόμαστε με τους άλλους ορθόδοξους λαούς της Γης), ο χρόνος είναι γεμάτος γιορτές. Γιορτές του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων μας, που είναι δικοί μας, ορθόδοξοι, όπως κι εμείς, και πολύ συχνά έζησαν στα ίδια μέρη που ζούμε κι εμείς οι ίδιοι.

Η πιο συχνή ορθόδοξη γιορτή, που έρχεται ξανά και ξανά κάθε εβδομάδα και είναι από τις μεγαλύτερες της χριστιανοσύνης (ισότιμη με το Πάσχα!) είναι η μέρα της Κυριακής. «Κυριακή ημέρα» σημαίνει «ημέρα του Κυρίου», δηλ. του Ιησού Χριστού. Είναι η μέρα που πηγαίνουμε στη λειτουργία, μια τελετή επανάληψης του Μυστικού Δείπνου, που μας ενώνει με όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς όλων των λαών, ακόμη και με τις ψυχές των νεκρών μας, με τους αγίους, τους αγγέλους, την Παναγία και το Χριστό (όλοι – ουρανός και γη – συμμετέχουν στην κυριακάτικη λειτουργία,όπως το είδε και ο άγιος απόστολος Ιωάννης στην Αποκάλυψη «εν τη Κυριακή ημέρα», Αποκ. 1, 10).

Είναι η μέρα που μεταλαβαίνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού καιενωνόμαστε μαζί Του, δηλαδή βάζουμε μέσα μας το Θεό και γινόμαστε κι εμείς μικροί Θεοί, μικροί Χριστοί, για να πάρουμε δυνάμεις και να γίνουμε μεγάλοι Θεοί και μεγάλοι Χριστοί, όσο βέβαια είναι δυνατόν να γίνει αυτό σ’ έναν άνθρωπο (να γίνουμε, δηλαδή, άγιοι, όσο μπορούμε – και μπορούμε να γίνουμε πάρα πολύ μεγάλοι άγιοι, αν φυσικά το θέλουμε).

Η Κυριακή, η γιορτινή και πολυτραγουδισμένη Κυριακή μας, είναι η μέρα, κατά την οποία δεν γονατίζουμε για να προσευχηθούμε, αλλά στεκόμαστε όρθιοι, σαν ίσοι, μπροστά στο Θεό, για να θυμόμαστε πως είμαστε ελεύθεροι κι όχι σκλάβοι.

Φωτο από εδώ
Εκτός αυτού, γενικά οι θρησκευτικές μας γιορτές είναι ένας σημαντικός παράγοντας που δίνει ποιότητα στη ζωή μας, ιδιαίτερα στις παραδοσιακές εποχές, όταν οι άνθρωποι όχι απλά τις γιόρταζαν με ενθουσιασμό, αλλά κυριολεκτικά καθόριζαν το καθημερινό τους πρόγραμμα με βάση τιςγιορτές και τις νηστείες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που είμαστε εμείς οι ίδιοι («Εκκλησία» = εμείς ενωμένοι, όλοι μαζί).

Το όφελος από τις γιορτές αυτές έχει και κοινωνικές αιτίες και πνευματικές.

Οι κοινωνικές:

Με τις γιορτές, ιδιαίτερα αυτές που είναι και αργίες (σχόλες) ή που γιορτάζουν οι άγιοι του χωριού μας ή της ενορίας μας, σπάει η μονοτονία της καθημερινότητας και οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να κάνουν ακριβώς αυτό που λέει η λέξη: να γιορτάσουν! Και μάλιστα να γιορτάσουν όλοι μαζί, να περάσουν χρόνο με την οικογένειά τους, αλλά και να συναντηθούν στην εκκλησία – και αργότερα, σε παρεάκια ή στο πανηγύρι, που κάποτε βέβαια δεν ήταν μαζικοποιημένο, απρόσωπο και εμπορικό – με ολόκληρη την τοπική κοινωνία, στην οποία ζούσαν, και να έρθουν πιο κοντά ο ένας στον άλλο.

Επίσης, όχι απλά ξεκουράζονται από την εργασία τους, αλλά – το σπουδαιότερο – συνειδητοποιούν πως δεν είναι ζώα (που δεν έχουν γιορτές και αργίες), ούτε σκλάβοι, υποβιβασμένοι στο επίπεδο του ζώου, αλλά ελεύθεροι Άνθρωποι, που έχουν το δικαίωμα να ξεκουραστούν και να γιορτάσουν όταν θέλουν. Και μάλιστα Άνθρωποι που συνδέονται με το Θεό, γιατί οι δικές μας οι γιορτές είναι γιορτές του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων, με τους οποίους συνδεόμαστε κατά τον εορτασμό τους, και όχι άσχετες γιορτές, που δεν μας εκτοξεύουν στον ουρανό, όπως οι σύγχρονες «Παγκόσμιες Ημέρες», που εισαγάγαμε απ’ έξω.["Ν": επίσης έρχονται σε επαφή με μερικά από τα ωραιότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας (τα υμνογραφικά έργα της Εκκλησίας των μεγάλων εορτών και γύρω από αυτές, όπως οι παρακλήσεις της Παναγίας κτλ), πράγμα που κάποτε - που οι άνθρωποι έδιναν προσοχή, παρά τη διαφορά στη μορφή της γλώσσας, που σήμερα έχουμε τόσο τραγικοποιήσει - συνέβαλλε σημαντικά στην καλλιέργειά τους & στο μορφωτικό τους επίπεδο!].

Και οι γιορτές μας βέβαια είναι Παγκόσμιες Ημέρες: δεν υπάρχει τίποτα πιο παγκόσμιο από το Χριστό, από τη Γέννηση και την Ανάστασή Του κι από το ότι κάποιοι άνθρωποι (με τη ζωή τους ή με το μαρτύριό τους) έγιναν άγιοι και μας προσκαλούν κι εμάς στην αγιότητα. Όλα αυτά ενώνουν τους ανθρώπους, δεν τους χωρίζουν.

Αυτό το τελευταίο είναι ο πνευματικός λόγος, που οι θρησκευτικές μας γιορτές προσδίδουν ποιότητα στη ζωή μας και στη ζωή της οικογένειάς μας και γενικότερα στην κοινωνία μας: ότι αποτελούν πηγές θείας χάριτος και γέφυρες που συνδέουν (πραγματικά, όχι συμβολικά) τη γη με τον ουρανό.
 
Φωτο: Αρτοκλασία στο πανηγύρι των Ταξιαρχών (αρχαγγέλων) στον Εμπορειό της Νισύρου (απόεδώ)

Ο εορτασμός αυτός σήμερα φαίνεται να έχει υποβαθμιστεί αρκετά. Για μας όλες οι μέρες έχουν γίνει ίδιες, συχνά δεν υπάρχει ούτε αργία Κυριακής (μόνο «κυλιόμενα ρεπό» σε τυχαίες μέρες, διαφορετικές για κάθε μέλος της οικογένειάς μας). Δεν υπάρχει στη ζωή μας ενθουσιασμός, ούτε ενότητα με την τοπική μας κοινωνία, ούτε στροφή προς τον ουρανό: είμαστε σκυφτοί και νιώθουμε αγχωμένοι, πανικόβλητοι και δυστυχισμένοι…

Δεν υπάρχει η σύνδεση με τους αγίους μας, ίσως δεν ξέρουμε καν ποιοι είναι οι άγιοι του χωριού μας ή της ενορίας μας – ή δεν ξέρουμε καν σε ποια ενορία ανήκουμε ή δεν έχουμε ακούσει ούτε τη λέξη «ενορία» – ούτε κι έχουμε τη συνείδηση ότι είμαστε ελεύθεροι Άνθρωποι ή Άνθρωποι συνδεόμενοι με το Θεό, συνεορτάζοντες με την Παναγία, τους αγγέλους και τους αγίους.

Είμαστε πλάσματα μοναχικά, που δεν ξέρουν αν δουλεύουν για να ζουν ή ζουν για να δουλεύουν και να κερδίζουν από το μόχθο τους κάποιοι άλλοι…

Δυο μόνο γιορτές έχουν έρθει απ’ έξω, για να σπάσουν τη μονοτονία της αδιάκοπης εργασίας: τα γενέθλια και το Σαββατόβραδο.

Φύγανε οι λαμπροστολισμένες πανανθρώπινες γιορτές των αγίων μας και αντικαταστάθηκαν από τα γενέθλιά μας και το Σαββατόβραδο. Τα γενέθλια γιορτάζουμε το Εγώ μας, το κέντρο του εγωκεντρικού μας κόσμου (ενώ στη γιορτή του ονόματός μας, το κέντρο είναι ο άγιός μας, που είναι και πρότυπό μας), ενώ το Σαββατόβραδο ξεσπάμε μαζικά πίνοντας στα μπαρ, όταν έχουμε λεφτά φυσικά. Και την άλλη μέρα, Κυριακή πρωί, είμαστε τέζα και ούτε σκέψη για να πάμε στην Εκκλησία (κάποιοι ενοχλούνται κι από τις …καμπάνες, σα να βρισκόμαστε στην Τουρκοκρατία)…

Αυτές οι δυο γιορτές δεν γιατρεύουν τη μοναξιά μας και το αίσθημα ότι είμαστε δούλοι σε κάποιους αόρατους αφέντες ή «στη μοίρα» ή στη ζωή. Γι’ αυτό τα γενέθλια, όσο μεγαλώνουμε, μας προκαλούν θλίψη. Γι’ αυτό και τα Χριστούγεννα σε πολλούς προκαλούν θλίψη, γιατί ξέχασαν πως είναι η γιορτή όλων των χριστιανών και του ίδιου του Χριστού και νομίζουν πως είναι μια μέρα σαν τις άλλες – κι αν δεν έχουν αυτά που θέλουν ή αυτούς που θέλουν, τότε λυπούνται και μιλάμε για μελαγχολία των εορτών και για αυτοκτονίες των εορτών…
 
Για να μην παρεξηγούμαι, δεν κηρύσσω τον πόλεμο κατά των γενεθλίων, που δίνουν χαρά στα παιδιά. Αλλά ας μην ξεχνάμε πως τα γενέθλια «είναι μόνο για τα παιδιά», ενώ οι δικές μας ορθόδοξες γιορτές είναι και για τους μεγάλους και για τα παιδιά και τα εφοδιάζουν με πνευματικά εφόδια για όταν θα έχουν γίνει μεγάλοι.

Ο Ιούλης, όπως και ο Νοέμβρης, είναι οι μήνες με τις περισσότερες γνωστές στο λαό μας ορθόδοξες γιορτές!… Μετράω γιορτές που ξέρει και μου λέει, απ’ όταν ήμουν μικρός, η μητέρα μου (πολύτιμη κληρονομιά της):
 
Αγία Μαρίνα (Άνδρος) / από εδώ

Των αγίων Αναργύρων Ιατρών Κοσμά και Δαμιανού (1 Ιουλίου), της αγίαςΚυριακής (7 Ιουλίου), του αγίου Προκοπίου (8 Ιουλίου), της αγίας Ευφημίας καιΌλγας (11 Ιουλίου), των αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης (15 Ιουλίου), της αγίαςΜαρίνας (17 Ιουλίου), του προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου), της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής [& Μαρκέλλας] (22 Ιουλίου), της αγίας Χριστίνας (24 Ιουλίου), τηςαγίας Άννας, γιαγιάς του Χριστού (25 Ιουλίου), της αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου), του αγίου Παντελεήμονα (27 Ιουλίου), της αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου (28 Ιουλίου).
 
Αγία Παρασκευή (Σπέτσες) / από εδώ

Ας προσθέσω και του αγίου Ιωάννη Μαξίμοβιτς (2 Ιουλίου – μαζί με της Παναγίας των Βλαχερνών), του αγίου Ανδρέα Κρήτης (4 Ιουλίου – του μεγάλου ποιητή και μουσικού), αλλά και ότι είναι η επέτειος της μνήμης δυο κορυφαίων αγίων της εποχής μας, του γέροντα Παΐσιου και του γέροντα Σωφρόνιου του Έσσεξ (11 και 12 Ιουλίου).


Η οικονομική κρίση λοιπόν τρίζει τα δόντια, αλλά έχω πολλές μέρες να γιορτάσω μαζί με την οικογένειά μου και τους φίλους μου! Παράθυρα γεμάτα ουρανό, γέφυρες που με πάνε στον ουρανό! Αλλά τι αξία έχει να πάω μόνος μου; Πάμε όλοι μαζί, αδέρφια! Καλές γιορτές!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...