Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 07, 2014

Η Γέννηση της Παναγίας (Μητροπολίτη Γόρτυνος Ιερεμίας)

Η Γέννηση της Θεοτόκου, τοιχογραφία, β' μισό 14ου αι., νοτιοανατολικό παρεκκλήσι, Αγία Σοφία, Μυστράς. (Φωτ. Αρχείο 5ης Ε.Β.Α., φωτ. Γιάννης Πατρικιάνος)

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

1. Κατά πρῶτον, χριστιανοί μου, ἤθελα νά σᾶς πῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας δέν γιορτάζει γενέθλια. Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἑορτάζουν τήν ἡμέρα πού ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό, εἴτε μέ μαρτύριο, εἴτε «ἐν εἰρήνῃ», μέ φυσικό δηλαδή θάνατο. Γενέθλια ἡ Ἐκκλησία δέν γιορτάζει, παρά μόνον τά Γενέθλια τοῦ Χριστοῦ στίς 25 Δεκεμβρίου, γιατί ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔφερε τήν σωτηρία στόν κόσμο. Καί ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τά Γενέθλια τοῦ Χριστοῦ, ἑορτάζει καί τά Γενέθλια τῆς Παναγίας, ἀκόμη καί τά Γενέθλια τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, γιατί ἡ Γέννηση τῶν δύο αὐτῶν Προσώπων προμηνύει τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι λοιπόν σήμερα ἑορτάζουμε τά Γενέθλια τῆς Παναγίας μας. 

Ἀλλά ἀφοῦ, χριστιανοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας δέν γιορτάζει γενέθλια, τί εἶναι αὐτό πού γίνεται σε ᾿μᾶς σήμερα μέ τίς γιορτές τῶν γενεθλίων μας; Ἐντάξει! Δέν θά περάσουμε ἀδιάφορα την ἀνάμνηση τῆς ἡμέρας πού γεννηθήκαμε, ἀλλά θά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό γιά τά χρόνια πού μᾶς ἄφησε νά ζήσουμε καί θά Τόν παρακαλέσουμε πάλι γιά τά ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς μας.

Αὐτός ὅμως ὁ παρατονισμός τῆς ἡμέρας τῶν γενεθλίων καί τά ξεφαντώματα τῶν νέων μας, ἀλλά καί τῶν μικρῶν μας παιδιῶν ἀκόμη στά γενέθλιά τους, εἶναι δυτικό «φροῦτο». Μᾶς ἦρθε ἀπ᾿ ἔξω. Ἔ, βέβαια! Ἀφοῦ τά ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων τῆς Δύσεως δέν εἶναι ὀνόματα ἁγίων, γιά νά γιορτάσουν τήν μνήμη τους, γιορτάζουν τήν ἡμέρα τῶν γενεθλίων τους. Πάντως νά ξέρετε, χριστιανοί μου, ὅτι τά πραγματικά γενέθλια τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ μέρα πού βαπτίστηκε. Κι ἄν θέλετε κάθε χρόνο νά ἑορτάζετε τά γενέθλια τῶν παιδιῶν σας, νά τιμᾶτε τήν ἡμέρα πού βαπτίστηκε τό παιδί σας. Καί νά καλεῖτε σ᾿ αὐτή τήν γιορτή τῶν πραγματικῶν γενεθλίων καί τόν Ἱερέα πού βάπτισε τό παιδάκι. Ἔτσι, καί μέ αὐτόν τόν τρόπο, θά συνειδητοποιήσει ὁ μικρός, ἀλλά καί οἱ μεγάλοι ὅτι ἀνήκουμε στήν ἱερή Οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας.

2. Τά Γενέθλια τῆς Παναγίας, χριστιανοί μου, δηλώνουν ὅτι τελειώνει ὁ σκοπός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἡ Παλαιά Διαθήκη μᾶς προφητεύει τόν ἐρχομό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἀλλά γιά τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔπρεπε νά βρεθεῖ καί ἡ κατάλληλη γυναίκα, ἡ ὁποία θά γινόταν ἡ Μητέρα Του. Καί ὅλη ἡ Παλαιά Διαθήκη ἐργάζεται στό νά γεννηθεῖ σέ κάποια της γενεά ἡ Ἅγια καί Πανάγια αὐτή Γυναίκα, πού θά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Μεσσία. Ναί! Ὅλο αὐτό τό εὐλογημένο περιβόλι τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται Παλαιά Διαθήκη, ἔχει ὡς σκοπό τό νά βγάλει τόν ὡραῖο καρπό, τήν Παναγία! Καί ὅταν γεννήθηκε ἡ Παναγία – καί σήμερα ἑορτάζουμε τά Γενέθλιά Της – τελειώνει λοιπόν, ὅπως σᾶς εἶπα, ἡ Παλαιά Διαθήκη. Γι᾿ αὐτό καί ἕνα σχετικό τροπάριο λέγει στήν Παναγία: «Ἄχραντε, ἡ διά λόγου τόν Λόγον ἀνερμηνεύτως ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα...». Ποιές εἶναι αὐτές οἱ «ἔσχατες ἡμέρες»; Ὄχι, βέβαια, ἡ Δεύτερη Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τό τέλος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τήν Γέννηση τῆς Παναγίας.

3. Ἡ Παναγία μας γεννήθηκε ἀπό στείρα γυναίκα, τήν Ἄννα. Γιατί αὐτό; Αὐτό ἔγινε γιά νά προειδοποιήσει τό θαῦμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπό παρθένο. Καί σ᾿ αὐτό τον σκοπό ἀπέβλεπαν οἱ στεῖρες γυναῖκες στήν Παλαιά Διαθήκη, πού τεκνοποίησαν θαυμαστῶς.

«Ἄν σᾶς ρωτοῦν οἱ Ἰουδαῖοι – λέει ὁ Χρυσόστομος – πῶς ἔτεκε ἡ Παρθένος, νά τους ρωτᾶτε καί σεῖς: Πῶς ἔτεκε ἡ στείρα;». Ἀλλά οἱ γονεῖς τῆς Παναγίας, ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα, ἦταν καί σέ πολύ προχωρημένη ἡλικία. Αὐτό, χριστιανοί μου, δηλώνει ὅτι αὐτοί οἱ γέροντες γονεῖς γιά τήν σύλληψη τῆς Παναγίας δέν ἑνώθηκαν ἀπό ἡδονή, ἀλλά ἀπό παρόρμηση Κυρίου. Γι᾿ αὐτό καί ὁ μεγάλος δογματικός τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, τό σπέρμα τοῦ Ἰωακείμ γιά τήν γέννηση τῆς Παναγίας τό λέει «Πανάμωμο σπέρμα»!!!

4. Ἡ ἑορτή τῆς Γεννήσεως τῆς Παναγίας, ἀδελφοί μου, εἶναι, ξαναλέγω, μεγάλη ἑορτή. Εἶναι ἡ πρώτη θεομητορική ἑορτή τοῦ Νέου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἔτους. Γιατί δέν πρέπει νά λησμονοῦμε ὅτι ὁ μήνας Σεπτέμβριος εἶναι ὁ πρῶτος μήνας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους.

Ἡ 1η Ἰανουαρίου θεωρεῖται ὡς πρώτη τοῦ ἔτους γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς οἰκουμένης. Καί γιά ὀρθοδόξους καί γιά αἱρετικούς. Ἀλλά σάν ὀρθόδοξοι δέν πρέπει νά λησμονοῦμε την 1η Σεπτεμβρίου, μέ τήν ὁποία ἀρχίζουμε τό νέο Ἐκκλησιαστικό Ἔτος. Ἡ ἑορτή λοιπόν τῶν Γενεθλίων τῆς Παναγίας μας, στίς 8 Σεπτεμβρίου, εἶναι ἡ πρώτη θεομητορική ἑορτή τοῦ ἔτους. Καί μή λησμονοῦμε ὅτι τώρα, σέ μία ἑβδομάδα, θά γιορτάσουμε καί τήν ἄλλη μεγάλη ἑορτή, τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τήν Παναγία καί τόν Σταυρό λοιπόν γιορτάζουμε αὐτόν τόν μήνα. Αὐτά τά δύο ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι: Παναγία καί Σταυρό, Σταυρό καί Παναγία! Καί τά εἶπα ἔτσι ἀντίστροφα, γιατί στήν Ὀρθόδοξη Θεολογία μας ὅ,τι λέγεται γιά τήν Παναγία λέγεται καί γιά τόν Σταυρό. Καί ὅ,τι λέγεται γιά τόν Σταυρό λέγεται καί γιά τήν Παναγία.

Χαρεῖτε, ἀδελφοί χριστιανοί! Γεννήθηκε ἡ Παναγία. Ὁ κόσμος τώρα ἔχει Παναγία, πού θά φέρει σ᾿ ὅλους τήν χαρά μέ τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτό καί λέγει τό Ἀπολυτίκιο: «Ἡ γέννησή σου, Θεοτόκε, χαράν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ. Ἐκ σοῦ γάρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν...».


Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας


Βιογραφικό του Μητροπολίτη Ιερεμία Φούντα 

Ο Μητροπολίτης Ιερεμίας γεννήθηκε το 1941 στην πόλη της Ναυπάκτου.
Το 1964 έλαβε τον πτυχιακό του τίτλο από την Θεολογική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας.

Το 2000 αναγορεύτηκε Διδάκτωρ της Θεολογίας. Το 2003 εξελέγη Επίκουρος Καθηγητής, ενώ το 2006 εξελέγη Τακτικός Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας.

Χειροτονήθηκε Διάκονος το 1969. Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε το 1972. Ανέλαβε καθήκοντα Ιεροκήρυκα σε πολλές Μητροπόλεις και στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.

Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως εξελέγη από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 14 Οκτωβρίου 2006.

Έχει συγγράψει διάφορα έργα θεολογικού και ερμηνευτικού περιεχομένου.

Ένας αυτόπτης στο μαρτύριο του Χρυσοστόμου Σμύρνης!

Δεν πρόκειται να ασχοληθούμε με τις ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί κατά της αγιότητος του εθνομάρτυρα και ιερομάρτυρα αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Ασφαλώς αυτοί που τις διατυπώνουν κάποιους λόγους επικαλούνται μέσα στην καλοπροαίρετη αναμφίβολα διάθεσή τους να διαφυλάξουν τον τρόπο που η Ορθόδοξη Εκκλησία μας διακηρύσσει την αγιότητα των εξαιρέτων μελών της. Για εμάς και για τους περισσοτέρους χριστιανούς, και μάλιστα τους έχοντες σχέση με τα αγιασμένα χώματα της Μικρασιατικής γης, δεν τίθεται τέτοιο θέμα.
Για εμάς ο άγιος Χρυσόστομος αποτελεί σύμβολο αγάπης προς τον Θεό και χρέους προς την πατρίδα, δεδομένου μάλιστα ότι εκπροσωπεί όλους τους πεσόντες και αναιρεθέντες ποικιλοτρόπως κατά τη Μικρασιατική καταστροφή, κάτι που αποδεικνύεται περίτρανα από την ιδιαίτερη αγάπη που τρέφουν προς αυτόν όλοι οι Μικρασιάτες, έκφραση της οποίας αποτελούν τα διαρκώς πυκνούμενα γι’ αυτόν βιβλία που εκδίδονται, τα ποιήματα που γράφονται, τα αφιερώματα που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη του, οι προτομές που φιλοτεχνούνται σε περιοχές που υπάρχουν και ζουν Μικρασιάτες, οι ναοί που κτίζονται στη μνήμη του.
Κι είναι ευκαιρία, με το αφιέρωμα τούτο, να τονίσουμε για μια ακόμη φορά την αγιότητα του μαρτυρικου ιεράρχη, γιατί αποδεικνυόμενη αυτή ιδίως από τις τελευταίες στιγμές της ζωής του γίνεται φάρος και όδοδείκτης για όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς. Είναι όντως συγκλονιστικές οι περιγραφές του τέλους του κι είναι σα να διαβάζουμε και πάλι από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων τις τελευταίες στιγμές του πρωτομάρτυρα και αρχιδιακόνου Στεφάνου. Τις περιγραφές αυτές κάνει όχι ένας απλός άνθρωπος, του οποίου ίσως μπορούμε να αμφισβητήσουμε την ακρίβεια των λόγων του, ούτε κι ένας ραψωδός που μεγεθύνει τα γεγονότα στην εξιστόρησή τους, αλλά ένας επιστήμονας, αυτόπτης συγκλονιστικού γεγονότος, ο ακαδημαϊκός καθηγητής Γεώργιος Μυλωνάς, και μάλιστα σε ομιλία του επίσημη, στις 14 Δεκεμβρίου 1982, στην Ακαδημία Αθηνών.
Παραθέτουμε αυτούσια τα τελευταία λόγια της ομιλίας αυτής:«Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω την ομιλία μου με μία προσωπική μαρτυρία, που για πρώτη φορά εξομολογούμαι.»Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μία ομάδα φοιτητών του International College της Σμύρνης και εγώ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ’ ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης. Σ’ αυτό ήταν ασφυκτικά στριμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προωρισμένοι για θάνατο. Τις βραδυνές ώρες φύλακες μ’ επικεφαλής Τουρκοκρήτα παρελάμβανον θύματα που ετυφεκίζοντο. Στις 5 το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ο Τουρκοκρής εκείνος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. Είσαι δάσκαλος;» με ρωτά. Αυτήν την τιμή είχα» του απαντώ.
«Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;» – «Ναι», του λέγω. «Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους έδώ». – Ελάτε μαζί μου έξω», λέγω στους συντρόφους μου. «Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος». Ποιά ήταν η έκπληξή μας όταν ακούσαμε τον Τουρκο-Κρητικό να λέει: «Δεν θα σας σκοτώσω, θα σας σώσω. Απόψε θα θανατωθούν όλοι όσοι είναι στο μπουντρούμι, γιατί έφεραν και άλλους που δεν έχουμε χώρο να τους στοιβάξουμε. Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει να λησμονήσω μία τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος».
Και συνέχισε «Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ’ εκείνους που τον τύφλωσαν, που του ‘βγάζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλά, τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν. Βαθειά εντύπωση μου έκανε και αξέχαστος παραμένει η στάση του. Στα μαρτύρια που τον υπέβαλαν δεν απήντα με φωνές, με παρακλήσεις, με κατάρες.»Το πρόσωπό του το κατάχλωμο, το σκεπασμένο με το αίμα των ματιών του, το πρόσωπό του είχε εστραμμένο προς τον Ουρανό και διαρκώς κάτι ψιθύριζε που δεν ηκούετο πέρα από την περιοχή του. Ξέρεις εσύ, δάσκαλε, τί έλεγε;» – «Ναι ξέρω» του απήντησα. Έλεγε: Πάτερ Άγιε, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τί ποιούσι».
- «Δεν σε καταλαβαίνω, δάσκαλε, μα δεν πειράζει. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε, ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του. Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει την χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δυο χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε που με δυο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα ελπίζω πως θα ησυχάσω. Γι’ αυτό σας χάρισα τη ζωή». «Και που τον έθαψαν;» ρώτησα με αγωνία. «Κανείς δεν ξέρει που έρριξαν το κομματιασμένο του κορμί»».
Αυτή είναι η μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα, που φανερώνει, όπως είπαμε, το μέγεθος της αγιότητας του μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, αφού στην πίστη μας την ορθόδοξη εκείνο που αποτελεί αποδεικτικό μεγάλης αγιότητας είναι η αγάπη που απλώνεται και προς τον εχθρό. Και τίποτε να μην ξέραμε για τον άγιο Χρυσόστομο, και μύρια όσα να του έχουν καταλογιστεί, το τέλος του είναι εκείνο που φανερώνει την εσωτερική, της καρδιας του, ποιότητα. Κι ο άγιος Χρυσόστομος σαν τον Χριστό, σαν τον άγιο Στέφανο, σαν τους αποστόλους και όλους τους αγίους μάρτυρες ευλογεί τους διώκτες του και προσεύχεται γι’ αυτούς. Μόνον όποιος διακατέχεται πλούσια από αυτό το πνεύμα του Χριστού ξέρουμε ότι ανήκει σ’ Εκείνον και προεκτείνει την αγιότητα Εκείνου.«Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων;».
Δε θέλουμε να μακρηγορήσουμε. Τα πράγματα μιλούν από μόνα τους. Ας επιτραπεί όμως ως κατακλείδα στη μικρή αυτή αναφορά να μεταφέρουμε ένα απόσπασμα από ένα ποίημα πού έχει γραφεί ακριβώς για τον άγιο: Στον άγιο Χρυσόστομο Σμύρνης Ότι θεριά ‘νθρωπόμορφα δε βλέπαν και δε νιώθαν,τό ‘δαν τα δέντρα, τα πουλιά ο ήλιος και το χώμα:τ’ άγιο κορμί πού κείτουνταν ακρωτηριασμένο, με πύριν’ όμως την ψυχή και με αγάπης χρώμα!Τά χείλη του ψιθύριζαν βαμμένα μέσ’ στο αίμα,την ώρα πού του ρολογιού οι δείκτες σταματούσαν -κείνο πού πήρ’ ο άνεμος με δέος και με φόβο,για να το φέρει όπου γης και δάκρυα ξεσπούσαν.«Πατέρα, τη συχώρηση δώσ’ τους, μη τους γδικιέσαι,Γιατί δεν ξέρουνε κι αυτοί σαν τότε οι εχθροί Σου»,λέγαν τα χείλη τ’ άγια του Χρυσοστόμου Σμύρνης, λίγο πριν φύγει η ψυχή του και από το σώμα χωρίσουν! Εσείστηκαν οι ουρανοί απ’ τη βαθειά αγάπη κι ευθύς εφάνη ο Χριστός πού ‘σκύψε κει σιμά του.«Δούλε καλέ και αγαθέ,μην τον φοβάσαι διόλου όποιον σου παίρνει τη ζωή μικρό τ’ ανάστημά του»!Κι έφυγε ο Χρυσόστομος ο της θυσίας άγιος.Μα άφησε το σώμα του τη γη μας να λιπαίνει. Από ψηλά τώρα θωρεί κι από την προτομή του θυμίζοντας το χρέος μας φωνή πού δέν σωπαίνει!
πηγή: Μηνιαίο Περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία», Έτος 19ο, Αριθμός Φύλλου 207, Σεπτέμβριος 2009
Πηγή

Εις το Γενέθλιον της Θεοτόκου π.Στυλιανός Μακρής


 γία μας κκλησία πανηγυρίζει σήμερα τν μεγάλη ορτ τς Γεννήσεως τςπεραγίας Θεοτόκου, πο ποτελε προοίμιο τς ν Χριστ σωτηρίας. Σσυνδυασμ μ τν μεγάλη λήθεια πς κανένας δν νέβηκε στν ορανό, κτςπ Ατν πο κατέβηκε στν κόσμο μας, γενόμενος νθρωπος π γυναικός, θπισημάνουμε κάποιες φορμές, γι ν συνειδητοποιήσουμε τν συμβολ τςπεραγίας Θεοτόκου στ μεγάλο μυστήριο τς σωτηρίας το κόσμου.

       ν πάρχ Παράδεισος, ν πάρχ κκλησία, ν πάρχουν γιοι, νρχεται  Βασιλεία το Θεον  Θες γινε νθρωπος κι ν  νθρωπος μπορν γίν κατ χάριν Θεός, φείλονται λα ατ στν Παναγία. Δι μέσου ατς «ναβέβηκεν ες τν ορανν»  νθρώπινη φύση, πειδ δι μέσου ατς τν προσέλαβε « κ το ορανο καταβάς». ,τι γκωμιαστικ κα ν πομε γι τν Θεοτόκο, δν εναι ποτ ρκετ ν ντισταθμίσ τ μέγεθος τς δικς της δωρες.  τόκος της μς βγαλε π τν κυριαρχία το θανάτου, μς ναβίβασε στ δεξι το Πατρός, μς κληροδότησε τν αώνια ζωή. Γι’ ατ  Παναγία μας θεολογεται ς πηγ τς ζως. κείνη γινε  τεχνίτις τς θεώσεως τννθρώπων ς πουργς τς σαρκώσεως το Θεον δν πρχε κείνη, ν δν δεχόταν ν συνεργήσ στν νσάρκωση το Θεο Λόγου, κανες δν θσωζόταν. Οτε Σταυρς θ πρχε, οτε νάσταση, οτε νάληψη, γιατ  Θες χωρς τν Παναγία εναι μφίβολο ν θ γινόταν ποτ νθρωπος.  Παναγίαπρξε φορμή, γι ν νωθον ο δύο ξονες πο πετέλεσαν τν Σταυρ τοΥο της,  κάθετος πο συνιστ τν γαπητικ σχέση Θεο κα νθρώπου κα ριζόντιος πο συνιστ τν γαπητικ σχέση τν νθρώπων μεταξύ τους. Χωρς ατν  Σταυρς θ παρέμενε να σύμβολο καταδίκης τν κακούργων,ν δι’ ατς  Υός της τ μετέβαλε σ σύμβολο παλλαγς τν νθρώπων πτν ξουσία τν κακούργων δαιμόνων, σ σύμβολο νίκης τς νθρωπότητος, νίκης τς ζως π το θανάτου μ λα τ παρεπόμενα. Στν Θεοτόκο χρωστομε τ πάντα· κείνη φησε τ πάντα, λα τ μάταια το κόσμου κα φιερώθηκε στν Θε λοκληρωτικά. Τς φείλουμε χάρη παντοτινή, πειδ δν μάρτησε, οτε κν μ τν σκέψη, ξιουμένη ς πανάμωμη κα πανάσπιλη ν καταστΜητέρα το ναμαρτήτου.
       Πς λοιπν ν μν ορτάσουμε σήμερα, δελφοί μου, κα ν μν πανηγυρίσουμε τ ξαίσιο, σο κα θαυμαστό, γεγονς τς γεννήσεώς της π τθεοσεβς ζεγος τν λικιωμένων γονέων της; Πς ν μν χαρομε μι τέτοιαμέρα, κατ τν ποίαν νατέλει σαρκωμένη  λπίδα το κόσμου; Πς ν μνγκωμιάσουμε τος μακαρίους παπποδες τς νθρωπότητος, τος δικούς μας λατρευτος παπποδες, τν ωακεμ κα τν ννα, πο μ τν σαρκική τουςπάθεια φεραν στν κόσμο μας κείνη πο θ γεννοσε σπόρως τν παθΘεό; Ναί, ταν παθες ο παπποδες πρν π τν σύλληψη τς Μαριάμ, διότι μπάθεια κληροδοτεται στω κα σ λάχιστο βαθμ κα διότι πρεπε  κόρη τους ν γεννηθ δίχως τ χνη τς μπαθείας, στε ν εναι ξαρχςνεπηρέαστη π τς πιδράσεις τν μεταπτωτικν δονν, πεντακάθαρη ξκρας συλλήψεως. Πς θ ταν δυνατν  περτέλειος κα «καθαρώτατος Νας το Σωτρος», τ σμα τς Θεοτόκου, ν εχε στω κα τ λάχιστο στγμαθικς τελείας; Σαφς κα δν ξαιρετο  Θεοτόκος τν συνεπειν τοπροπατορικο μαρτήματος, δηλαδ τς φθορς το θανάτου, φο συνελήφθη κα γεννήθηκε μ τν φυσικ τρόπο. μως, καθς πρόκειτο ν πουργήσ τνπρ φύσιν σάρκωση το Θεο, θ πρεπε ν μν εχε στω κα τ παραμικρποτύπωμα τν μεταπτωτικν δονν.
       Κάθε γέννα φέρνει χαρ στος συγγενες κα φίλους τν γεννητόρων· λλ γέννα  σημεριν φέρνει χαρ σ λη τν κκλησία, «χαρν μήνυσε πάσ τοκουμέν». ντηχον κόμη ο ζητοκραυγς τν πεπεδημένων το δη κα τδάκρυα χαρς τς Εας γι τ τι βρέθηκε πιτέλους  γυναίκα κείνη, πο θμελλε ν ναλάβ ,τι κείνη νέβαλε.
 θεόπαις το σραλ γινε  σκάλα, πο φερε στν γ «κ το ορανοκαταβάντα» τν Θεό. Δεκαπέντε σκαλοπάτια θ τοιμάσ  Χριστός μας, δεκαπέντε χρόνια, τρία στος παπποδες κα δώδεκα μέσα στ για τν γίων το Ναο το Σολομντα, να γι κάθε φυλ το σραήλ, χωρς περιττςναμονές, δίχως λλη χρονοτριβή, θ περιμέν, γι ν λάβ κι ατς σμα καψυχ νθρώπινη.
Ν εχαριστομε κα ν δοξάζουμε, δελφοί μου, τν Θεό· μς χάρισε ,τι πολυτιμότερο πάρχει στν κόσμο μας, τν περαγία Θεοτόκο. Κα νεγνωμονομε κείνην, τν ντως Παναγία κα Παναμώμητη, γιατ δίχως τν δική της παρουσία στν κόσμο μας  σωτηρία το νθρώπου θ ταν κόμηνα πιαστο νειρο. ς χουμε τν εχή της, ς πιζητομε τν προστασία της,ς προσπαθομε ν μιμηθομε τν καθατότητά της, τν γνότητά της, τν ταπείνωσή της. Κι κείνη δν θ μς φήσ ρφανούς.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...