Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 10, 2015

Η απελευθέρωση από τη δυναστεία των παθών μέσα στη Φυλακή

Η υπερηφάνεια
Φοβερό κακό. Κι έχει σαν καρπό της το πείσμα. Πότε καταλαβαίνουμε ότι ένας άνθρωπος έχει υπερηφάνεια; Όταν επιμένει στη γνώμη του. Ο ταπεινός άνθρωπος συμφωνεί με τον άλλον. Ο υπερήφανος διαφωνεί με όλους. Τον πιάνει ένα πείσμα, πείσμα καλογερικό, πείσμα κρητικό, πείσμα μακεδονικό, πείσμα ελληνικό. Και μέσα σ’ αυτό το πείσμα, είναι ικανός να κάνει ό,τι πιο καταστροφικό για τη ζωή του. Πολλοί παίρνουν το δρόμο για τή Φυλακή εξαιτίας της υπερηφάνειας και του θυμού. Αυτά τα δυο μαζί καταργούν τη λογική. Κλείνουν τα μάτια, για να μη βλέπουν το κακό που προξενεί ο άνθρωπος, και ο χειμώνας έρχεται βαρύς στην ψυχή την υπερήφανη και τη θυμώδη. Αν όμως είμαστε άνθρωποι με πραότητα και ταπείνωση, ο ένας δέχεται τη γνώμη του άλλου, έστω κι αν διαφωνεί στο βάθος. Αλλά για χάρη Της ηρεμίας συμφωνεί. Αυτό είναι άνοιξη. Γαλήνη. Ειρήνη. Ομορφιά. Λέμε: Διαφωνήσαμε οι δυο, ο Κώστας με το Γιώργο, αλλά χωρίσαμε αγαπημένοι. Δικαίωμά μας βέβαια είναι να μή συμφωνούμε κάποιος φορές, γιατί έχουμε διαφορετική γνώμη για ένα θέμα. Ναι. Ας διαφωνούμε. Να είμαστε όμως πάντα αγαπημένοι. Άχ, αν δεν είχαμε υπερηφάνεια, αν δεν είχαμε αυτό το πείσμα που κάνει τη ζωή μας άνω-κάτω, πόσο γλυκά θά ζούσαμε με όλους! Ανοιξιάτικη θα ήταν πάντα η ζωή μας. Παραδεισένια. «Ευωδία Χριστού» (B΄ Κορ. 2, 15) πραγματικά.
 pa8fyl2
Η βλασφημία
Είναι χαρακτηριστικό κυρίως των ανδρών. Εμείς δε οι Έλληνες έχουμε ρεκόρ στη βλασφημία. Βλασφημούμε τον ίδιο το Θεό που μας δίνει τον ήλιο, τη βροχή, τον αέρα. Την ομορφιά της άνοιξης και των άλλων εποχών. Αυτόν τολμούμε και βλασφημούμε, αντί να είμαστε ευγνώμονες για τις τόσες δωρεές του. Αλλά δυστυχώς υβρίζουμε όχι μόνον το Θεό, αλλά και το συνάνθρωπό μας, που είναι εικόνα του Θεού και αδελφός μας εν Χριστώ Ιησού. Γιατί, λοιπόν, να κακολογούμε; Μιά καλή κουβέντα, μια καλημέρα, ένα «Χριστός Ανέστη», είναι καλύτερα από κάθε κακό λόγο. Αυτά ταιριάζουν στα χείλη του χριστιανού, που θέλει να ζεί με συνέπεια στη ζωή του, στα ίχνη του Χριστού και να είναι ένα καλό παράδειγμα για όλους.
Αυτά τα τρία πάθη ήθελα να υπογραμμίσω στην αγάπη σας. Το θυμό. Την υπερηφάνεια. Και τη βλασφημία.
Αν αυτά τα κόψουμε κι αναστηθούμε σάν από τον τάφο, η ζωή θα είναι ωραία και μέσα στη φυλακή. Γιατί η ψυχή θά είναι ελεύθερη από τα πάθη. Το σώμα φυλακίζεται. Η ψυχή όμως παραμένει ελεύθερη, δεν έχει τα δεσμά των παθών. Η αληθινή ελευθερία δεν είναι η ελευθερία του σώματος, αλλά η ελευθερία της ψυχής. Μέσα μας είναι η ελευθερία. Δεν είναι έξω. Πολλοί ελεύθεροι ως προς το σώμα είναι πιο δυστυχισμένοι από τους φυλακισμένους, όταν κυριαρχούν τα πάθη μέσα τους. Σας ερωτώ: Ένας θυμώδης μπορεί να φάει γλυκό ψωμί; Ένας πεισματαρης μπορεί να χαρεί τη ζωή του; Ένας βλάσφημος που τολμά να υβρίσει το Θεό της αγάπης και της μακροθυμίας, μπορεί να ζεί ελεύθερα, ήρεμα, γλυκά; Είναι ευτυχισμένος; Όχι, δεν είναι. Γιατί δέν είναι ελεύθερος ψυχικά. Είναι σκλάβος των παθών του. Των αδυναμιών του.
Κι εγώ ήρθα σήμερα να σας μιλήσω για τη λευτεριά της ψυχής. Κλείνουμε πόρτες, παράθυρα και περιορίζουμε το σώμα. Την ψυχή όμως δεν τη φυλακίζουμε. Αυτή παραμένει ελεύθερη, όταν δεν έχει πάθη. Και ο ελεύθερος φυλακισμένος μπορεί να σκέπτεται με αγάπη και χαρά την οικογένεια του. Τους συγγενείς και τους φίλους του. Παίρνει και γράφει ένα γράμμα και λέει: «Σεβαστοί μου γονείς, αγαπητά μου παιδιά, και μόνο που σας σκέπτομαι, νιώθω ελεύθερος. Νιώθω χαρούμενος κι ας είμαι στη φυλακή. Κάνω κουράγιο. Κάνω υπομονή, για να γυρίσω κοντά σας. Όχι όμως ίδιος. Καλύτερος τώρα. Χωρίς τα παλιά εκείνα λάθη που με έφεραν στη φυλακή. Γιατί η φυλακή έγινε για μένα ευλογία από το Θεό. Άλλαξα. Αρνήθηκα τό παρελθόν. Και τώρα χαίρομαι πολύ. Γιατί είμαι ελεύθερος μέσα στη Φυλακή. Ελεύθερος ψυχικά. Και ευχαριστώ το Θεό γι’ αυτό».
 pa8fyl
Αγαπητοί μου κρατούμενοι,
άγαπητοί μου αδελφοί καί αδελφοί του Χριστού,
Η ζωή είναι όμορφη και αξίζει να τη ζεί κανείς, αν η ψυχή του είναι ελεύθερη. Ελεύθερη από κάθε πάθος, που γίνεται αλυσίδα βαριά και πνίγει τα αισθήματα της ψυχής. Να θυμάστε, σας παρακαλώ, αυτά τα απλά μου λόγια. Να τα θυμάστε και να αγωνίζεστε. Να τα θυμάστε και να κάνετε υπομονή. Να έχετε αντοχή και δύναμη, μέχρι την ημέρα που θα βγείτε από τη φυλακή αυτή και ποτέ-ποτέ-ποτέ ξανά τα ίδια λάθη. Μήν ξαναπατήσετε ποτέ στη φυλακή.
Εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου ολοι να ζούμε ελεύθεροι. Ελεύθεροι σωματικά. Ελεύθεροι και ψυχικά, για να τραγουδούμε την ομορφιά της ζωής, έστω και φτωχοί, έστω και τυφλοί, έστω και παράλυτοι. Η ομορφιά βιώνεται μέσα μας. Και πάνω από όλα, να ψάλλουμε με ευγνωμοσύνη τον ύμνο της αγάπης της Παναγίας μας προς τον Υιό και Θεό της: «Ω γλυκύ μου έαρ… »! Ω γλυκιά μου άνοιξη! Ώ Χριστέ μου, πόσο σ’ ευχαριστώ που Σε γνώρισα! Πόσο σε αγαπώ! Μαζί Σου είμαι ελεύθερος. Μαζί Σου θέλω να συνεχίσω να ζώ. Θέλω να υπάρχω.
Καλό κουράγιο, αδελφοί! Καλή υπομονή!
Πηγή:  Τριμηνιαίο ορθόδοξο χριστιανικό περιοδικό, Παλμοί, έτος 50ο, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2014
πηγή

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΙΧΑΗΛ ΤΟΝ ΕΡΗΜΙΤΗ ΤΩΝ ΚΑΡΟΥΛΙΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ.


ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ 

ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΙΧΑΗΛ ΤΟΝ ΕΡΗΜΙΤΗ ΤΩΝ ΚΑΡΟΥΛΙΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ.




Ο π. Μιχαήλ, ο Ζηλωτής μοναχός που ζει σε μια ερημιά ανάμεσα στα Κατουνάκια και τα Καρούλια, είναι ένας άνθρωπος εκπληκτικά ανόμοιος με τους άλλους τους καλογήρους. Όχι τόσο επειδή τούτος εδώ ό καλόγερος με την καθαρότητα της καρδιάς, την απλότητα και την αγαθότητα που τον διακρίνουν κατορθώνει να συγκινήσει κάθε διαβάτη που θα ζητούσε να ξαποστάσει για λίγο στο φτωχικό του καλύβι, όσο γιατί ό π. Μιχαήλ, αν και Ζηλωτής και πραγματικός ασκητής, ωστόσο στα μεγάλα προβλήματα της ζωής δείχνει να έχει προσβάσεις καθόλου ευκαταφρόνητες.

Ερώτηση: Ποιο είναι, γέροντα, το όνομά σας;
Απάντηση: Πάτερ Μιχαήλ, αμαρτωλός, ελεεινός, ταλαίπωρος κι ακατάστατος.

Ερώτηση: Πόσα χρόνια έχεις εδώ;
Απάντηση: Δεν έχει σημασία αγαπητέ μου. Σημασία έχει το να 'χει κανείς αυτό που πρέπει, δηλαδή το αντίκρισμα Να εκτελεί με συνέπεια τα καθήκοντα του.

Ερώτηση: Και ποια είναι αυτά;
Απάντηση: Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών, όπως λέει και το βιβλίο. Ποιος τηρεί αυτά με συνέπεια;

Ερώτηση: Δεν τα τηρείτε; Ας τα πάρουμε ένα, ένα. Νηστεία, έχετε. Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή δεν τρώτε...
Απάντηση: Ποιος στο 'πε; Κι αν τρώω Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο το διπλό, τότε που είναι ή νηστεία της Τετάρτης; Ένα πορτοκάλι ισοδυναμεί μ' ένα αυγό.
Τι να το κάνω αν δεν τρώω αυγό και τρώω δυο πορτοκάλια; Άλλα ας μη ξεχνάμε, νηστεία δεν είναι μόνο ή αποχή απ' τα φαγητά. Νηστεία σημαίνει κυρίως νέκρωση των παθών.
Ακινητοποίηση των αισθήσεων κι όχι αποχή από το κρέας, το τυρί και το γάλα.

Ερώτηση: Είστε μόνος εδώ ή μένει μαζί σας και άλλος;
Απάντηση: Μόνος. Ολομόναχος. Βέβαια, εννοείται, είμαι συντροφιά με το Θεό. Μόνος του δεν μπορεί να ζήσει κανείς. Χωρίς το Θεό ή ζωή γίνεται κόλαση.

Ερώτηση: Και με Τι συντηρείστε;
Απάντηση: Έχω εργόχειρο. Φτιάχνω μικρά πρεσαριστά σταυρουδάκια. Έχω πρέσα.

Ερώτηση: Βγαίνει μ' αυτό τον τρόπο το μεροκάματο;
Απάντηση: Όχι απλώς βγαίνει, αλλά και περισσεύει. Μακάρι να 'ταν κι άλλος να φάει. Τα υλικά, δόξα τω Θεώ, υπάρχουν. Εκείνο που λείπει είναι ή αρετή. Δεν λέω λόγια και υπερβολές, αλλά την αλήθεια.

Ερώτηση: Όμως μέσα στον κόσμο υπερπλεονάζει ή αμαρτία. Το ξέρετε;
Απάντηση: Γιατί, στο Άγιο Όρος μήπως δε συμβαίνει το ίδιο; Αν, όπως λέτε στον κόσμο υπερπλεονάζει η αμαρτία, τότε υπερπλεονάζει κι ή χάρη. Ξέρετε μήπως να μου πείτε κι εμένα έστω ένα χώρο που να υπερπλεονάζει ή αρετή; Πέστε μου για να σας πω μπράβο.

Ερώτηση: Υπάρχουν εδώ στο Όρος άνθρωποι που διαθέτουν αρετή;
Απάντηση: Όλοι είναι καλοί και άγιοι. Εγώ είμαι ο τελευταίος καλόγερος. Δέστε τους μοναχούς που ζουν στην πρώτη γραμμή του πυρός, μέσα στα μοναστήρια, που είναι αναγκασμένοι να κάνουν υπακοή. Είναι μικρό πράγμα αυτό; Όποιος έχει υπακοή έχει αγάπη, ταπείνωση, υπομονή.

Ερώτηση: Κι εμείς οι λαϊκοί; Που θα πρέπει να κάνουμε υπακοή;
Απάντηση: Στην οικογένεια σας, Στη γυναίκα και τα παιδιά σας. Ό άντρας λ.χ. μέσα στην οικογένεια θα πρέπει κι αυτός να κάνει υπακοή στη γυναίκα και τα παιδιά του. Ό έγγαμος δε θα πρέπει ποτέ να επιβάλει μέσα στην οικογένεια του τη γνώμη του βάναυσα και σκληρά, αλλά να υποτάσσεται κι αυτός στο όνομα της αγάπης. Ή υπακοή δεν είναι μόνο υποχρέωση των καλογήρων, αλλά κάθε χριστιανού. Σκεφθείτε έναν πνευματικό, έναν εξομολόγο που θέλει πάντα να επιβάλει στον εξομολογούμενο τη γνώμη του εν ονόματι, δήθεν, της αρετής. Τι λέτε, είναι αυτός σωστός πνευματικός; Νομίζω πώς και ό εξομολόγος έχει το ίδιο καθήκον, να κάνει υπακοή στα πνευματικά του παιδιά μόνο και μόνο από ενδιαφέρον για διατήρηση της ενότητας μέσα Στην Εκκλησία κι από επιθυμία ό άνθρωπος να δέχεται ελεύθερα κι όχι καταπιεστικά τις εντολές του Θεού.

Ερώτηση: Δηλαδή και εμείς οι λαϊκοί που δεν είμαστε καλόγεροι μπορεί να σωθούμε;
Απάντηση: Μα Τι λέτε; Οι κοσμικοί δε βρίσκονται σε κατώτερη μοίρα από τους μοναχούς και νομίζω είναι αμαρτία μεγάλη να κάνει κανείς
διαχωρισμούς μέσα στην Εκκλησία και να κάθεται να ασχολείται με παιδαριώδη ζητήματα, όπως λ.χ. ποιος δρόμος είναι καλύτερος. Ό μοναχικός ή ό δρόμος των κοσμικών; Ξέρετε, όλοι οι δρόμοι και οι λεωφόροι και τα μονοπάτια και τα καντούνια εξυπηρετούν το ίδιο ζωτικές ανάγκες μέσα στη ζωή. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Θεό. Όποιον καλέσει ό Θεός να γίνει καλόγερος βεβαίως θα γίνει. Αλίμονο όμως αν όλος ό κόσμος εγκαταλείψει τις πόλεις και τα χωριά του για να πάει στο μοναστήρι. Τότε θα έλθει μια μέρα που θα εκλείψει από τη γη και το γένος των μοναχών.

Ερώτηση: Το μετάνιωσες που ήλθες εδώ;
Απάντηση: Για όνομα του Θεού. Κάθε άλλο. Μη γένοιτο. Μη γένοιτο. Άλλωστε, μήπως το καταλάβαμε πώς ήλθαμε εδώ και μήπως καθόμαστε μόνοι μας;

Ερώτηση: Αλλά με ποιόν;
Απάντηση: Με το Θεό. Μόνος του εδώ δεν θα μπορούσε κανείς να μείνει ούτε στιγμή.

Ερώτηση: Τον έχεις δει ποτέ το Θεό;
Απάντηση: Τι να σας πω τώρα. Αυτή η ερώτηση, συγγνώμη, αλλά είναι λίγο...

Ερώτηση: Βλακεία; Πες το.
Απάντηση: Όχι βλακεία, αλλά μοιάζει μ' εκείνο του Θωμά που είπε ότι αν δεν δω με τα μάτια μου δεν πρόκειται να πιστέψω.

Ερώτηση: Ξέρετε όμως, Εγώ είμαι ολιγόπιστος.
Απάντηση: Εγώ είμαι χειρότερος.

Ερώτηση: Έχεις δει κάποιο θαύμα;
Απάντηση: Θαύματα κάθε μέρα βλέπουμε. Όμως ξέρεις, ο κακός ο άνθρωπος και χίλια θαύματα να δει δεν πιστεύει. Ακόμα και νεκρός να αναστηθεί, πάλι δε θα το πιστέψει.

Ερώτηση: Ποιο συγκεκριμένο θαύμα έχεις δει;
Απάντηση: Υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα απ' αυτό εδώ; Εγώ ο ταπεινός κι ελεεινός να ζω μονάχος εδώ στην έρημο... Κάνε μου τη χάρη. Θέλω να το συλλάβεις. Υπάρχει απ' αυτό μεγαλύτερο θαύμα; Εγώ πιστεύω πώς οπωσδήποτε αυτό είναι θαύμα. Ή δέστε κάτι ακόμα. Το ότι τόσα νέα παιδιά σήμερα ξεκινούν και από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, απ' όλη την οικουμένη, άλλος απ' την Αμερική, άλλος απ' την Ασία, άλλος απ' την Ευρώπη και σήμερα βρίσκονται εδώ στο Άγιο Όρος, αυτό δεν είναι θαύμα;

Ερώτηση: Τώρα έχουν έλθει στο Άγιο Όρος και πολλοί μορφωμένοι. Αυτό δεν είναι σημαντικό;
Απάντηση: Τι να τα κάνεις τα γράμματα; Καλά είναι, όμως αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου. Άμα δε έχεις μέσα σου το Θεό, δεν αξίζουν τα γράμματα.

Ερώτηση: Τελευταία δημοσιεύονται στον Τύπο μερικές πληροφορίες από τα σκάνδαλα κληρικών. Τι εντύπωση σας κάνει αυτό;
Απάντηση: Ό καθένας μας είναι πολύ εύκολο να πέσει και να κατρακυλήσει. Ό κίνδυνος αυτός εκδηλώνεται για τον άνθρωπο και στα βαθιά γηρατειά. Μόνο ή πλάκα του τάφου θα τον απομακρύνει. όμως είναι αστείο να λέμε πώς σήμερα το μεγαλύτερο σκάνδαλο μέσα στην Εκκλησία είναι οι ανθρώπινες πτώσεις. Το μεγαλύτερο σκάνδαλο δεν είναι αυτό αλλά ή σιωπή της Εκκλησίας μπροστά στα προβλήματα των καιρών. Ή Εκκλησία, ενώ κατέχει την Αλήθεια, την κρατάει κρυμμένη και δεν την φέρνει στο φως. Ή Ένοχη σιωπή της Εκκλησίας είναι σήμερα το μεγαλύτερο σκάνδαλο .


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΘΩΣ . ΟΡΟΣ ΑΓΙΟ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ. ΤΑΣΟΣ ΜΙΧΑΛΑΣ 1981.

 πηγή

Ὅμιλία εἰς Μάρτυρας -Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος




Αἱ τῶν μαρτύρων ἑορταὶ οὐκ ἐν τῇ περιόδῳ τῶν ἡμερῶν μόνον͵ ἀλλὰ καὶ τῇ γνώμῃ τῶν ἐπιτελούντων κρίνονται. Οἷόν τι λέγω· ἐμιμήσω μάρτυρα; ἐζήλωσας αὐτοῦ τὴν ἀρετήν; κατ΄ ἴχνος αὐτοῦ τῆς φιλοσοφίας ἔδραμες; καὶ οὐκ οὔσης ἡμέρας μάρτυρος͵ ἑορτὴν μάρτυρος ἐπετέλεσας. Τιμὴ γὰρ μάρτυρος͵ μίμησις μάρτυρος.

Ὥσπερ γὰρ οἱ τὰ φαῦλα πράττοντες͵ καὶ ἐν ἑορταῖς ἀνέορτοί εἰσιν· οὕτω καὶ οἱ τὴν ἀρετὴν μετιόντες͵ καὶ πανηγύρεως οὐκ οὔσης͵ ἑορτὴν ἐπιτελοῦσιν· ἐν γὰρ τῷ καθαρῷ τοῦ συνειδότος ἡ ἑορτὴ χαρακτηρίζεται. Τοῦτο καὶ ὁ Παῦλος δηλῶν ἔλεγεν· Ὥστε ἑορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμῃ παλαιᾷ κακίας καὶ πονηρίας. ἀλλ΄ ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας καὶ ἀληθείας. Ἔστι τοίνυν ἄζυμα παρὰ Ἰουδαίοις͵ ἔστι καὶ παρ΄ ἡμῖν· ἀλλὰ παρ΄ ἐκείνοις μὲν ἄζυμον ἐξ ἀλεύρου͵ παρ΄ ἡμῖν δὲ καθαρότης βίου͵ καὶ ζωὴ κακίας ἁπάσης ἀπηλλαγμένη.

Ὥστε ὁ ῥύπου καὶ κηλῖδος καθαρὰν τὴν ἑαυτοῦ διατηρῶν ζωὴν͵ καθ΄ ἡμέραν ἑορτάζει͵ πανηγυρίζων ἀεὶ͵ κἂν μὴ ἐν ἡμέρᾳ͵ μηδὲ ἐν σηκοῖς μαρτύρων͵ ἀλλὰ καὶ οἴκοι καθήμενος. Ἔστι γὰρ καὶ καθ΄ ἑαυτὸν ἑορτὴν μαρτύρων ἐπιτελεῖν. Καὶ ταῦτα λέγω͵ οὐχ ἵνα μὴ παραγινώμεθα πρὸς τοὺς τάφους τῶν μαρτύρων͵ ἀλλ΄ ἵνα παραγενόμενοι μετὰ τῆς προσηκούσης ἀπαντῶμεν προθυμίας͵ καὶ μὴ μόνον ταῖς ἡμέραις αὐτῶν͵ ἀλλὰ καὶ τούτων χωρὶς͵ τὴν αὐτὴν εὐλάβειαν παρεχώμεθα.

Τίς γὰρ οὐκ ἂν ἀγάσαιτο σήμερον ἡμῶν τὸν σύλλογον͵ τὸ λαμπρὸν τοῦτο θέατρον͵ τὴν ζέουσαν ἀγάπην͵ τὴν θερμὴν διάθεσιν͵ τὸν ἀκατάσχετον ἔρωτα; Ὡς πᾶσα μὲν σχεδὸν ἡ πόλις ἐνταῦθα μεθώρμισται͵ καὶ οὔτε οἰκέτην δεσπότου φόβος κατέσχεν͵ οὔτε πένητα ἡ τῆς πτωχείας ἀνάγκη͵ οὔτε γηραιὸν τῆς ἡλικίας ἡ ἀσθένεια͵ οὔτε γυναῖκα τὸ τῆς φύσεως ἁπαλὸν͵ οὔτε πλούσιον τῆς περιουσίας ὁ τῦφος͵ οὐ τὸν ἄρχοντα τῆς ἐξουσίας ἡ ἀπόνοια· ἀλλ΄ ὁ τῶν μαρτύρων πόθος πᾶσαν ταύτην τὴν ἀνωμαλίαν ἐκβαλὼν͵ καὶ φύσεως ἀσθένειαν καὶ πενίας ἀνάγκην͵ μιᾷ ἁλύσει πλῆθος τοσοῦτον ἐνταῦθα εἵλκυσε͵ καὶ τῷ πόθῳ τῶν μαρτύρων ἐπτέρωσεν͵ ὡς ἐν οὐρανῷ νῦν πολιτευομένους διατρίβειν· πᾶσαν γὰρ ἀκολασίας καὶ ἀσελγείας πατήσαντες προσπάθειαν͵ τῷ τῶν μαρτύρων καταφλέγεσθε πόθῳ.

Καθάπερ γὰρ τῆς ἀκτῖνος ἀνισχούσης δραπετεύει τὰ θηρία͵ καὶ πρὸς τοὺς οἰκείους καταδύεται χηραμούς· οὕτω τοῦ φωτὸς τῶν μαρτύρων εἰς τὰς ὑμετέρας καταλάμποντος διανοίας͵ ἅπαντα κατορύττεται τὰ νοσήματα͵ καὶ ἡ λαμπρὰ τῆς φιλοσοφίας ἀνάπτεται φλόξ. Ἀλλ΄ ὅπως μὴ νῦν μόνον͵ ἀλλὰ καὶ διηνεκῶς͵ καὶ τοῦ θεάτρου λυθέντος τοῦ πνευματικοῦ τούτου͵ ταύτην διατηρῶ μεν τὴν φλόγα͵ καὶ μετὰ τῆς αὐτῆς εὐλαβείας οἴκαδε ἀναχωρῶμεν͵ μὴ εἰς καπηλεῖα καὶ πορνεῖα͵ καὶ μέθην͵ καὶ κώμοις ἑαυτοὺς ἀφιέντες. Ἐποιή σατε τὴν νύκτα ἡμέραν διὰ τῶν παννυχίδων τῶν ἱερῶν· μὴ ποιήσατε πάλιν τὴν ἡμέραν νύκτα διὰ τῆς μέθης καὶ τῆς κραιπάλης͵ καὶ τῶν ᾀσμάτων τῶν πορνικῶν.

Ἐτίμησας τοὺς μάρτυρας τῇ παρουσίᾳ͵ τῇ ἀκροάσει͵ τῇ σπουδῇ· τίμησον αὐτοὺς καὶ τῇ κοσμίῳ ἀναχωρήσει͵ μή τις ἰδών σε ἀσχημονοῦντα ἐν καπηλείῳ εἴπῃ͵ ὅτι οὐ διὰ τοὺς μάρτυρας παρεγένου͵ ἀλλ΄ ἵνα τὸ πάθος αὐξήσῃς͵ ἵνα τῇ πονηρᾷ ἐπιθυμίᾳ χαρίσῃ. Ταῦτα λέγω͵ οὐ κωλύων τρυφᾷν͵ ἀλλὰ κωλύων ἁμαρτάνειν͵ οὐ κωλύων πίνειν͵ ἀλλὰ κωλύων μεθύειν. Οὐ γὰρ ὁ οἶνος φαῦλον͵ ἀλλ΄ ἡ ἀμετρία πονηρόν· ὁ μὲν γὰρ οἶνος τοῦ Θεοῦ δῶρον͵ ἡ δὲ ἀμετρία τοῦ διαβόλου εὕρημα. Δουλεύσατε τοίνυν τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ͵ καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ. Βούλει τρυφῆς ἀπολαύειν; ἀπόλαυε ἐν οἰκίᾳ͵ ὅπου͵ κἂν μέθη γένηται͵ πολλοὶ οἱ περιστέλλοντες· μὴ ἐν καπηλείῳ͵ ἵνα μὴ κοινὸν ᾖς θέατρον τοῖς παροῦσι καὶ σκάνδαλον ἑτέροις.

Καὶ ταῦτα λέγω͵ οὐ κελεύων οἴκοι μεθύειν͵ ἀλλ΄ ἐν καπηλείῳ μὴ διατρίβειν. Ἐννόησον ἡλίκος γέλως͵ μετὰ τοιαύτην σύνοδον͵ μετὰ παννυχίδας͵ μετὰ Γραφῶν ἁγίων ἀκρόασιν͵ μετὰ μυστηρίων θείων κοινωνίαν͵ καὶ μετὰ πνευματικὴν χορηγίαν͵ ἄνδρα ἢ γυναῖκα ἐν καπηλείῳ φαίνεσθαι διημερεύοντας. Οὐκ οἴδατε ἡλίκη κεῖται κόλασις τοῖς μεθύουσι; τῆς γὰρ βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐκβάλλονται͵ καὶ τῶν ἀποῤῥήτων ἐκπίπτουσιν ἀγαθῶν͵ καὶ εἰς τὸ αἰώνιον πῦρ ἐκπέμπονται. Τίς ταῦτά φησιν; Ὁ μακάριος Παῦλος· Οὐ πλεονέκται͵ φησὶν͵ οὐ μέθυσοι͵ οὐ λοίδοροι͵ οὐχ ἅρπαγες βασι λείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι. Τί γένοιτ΄ ἂν ἀθλιώτερον τοῦ μεθύοντος͵ ὅταν διὰ μικρὰν ἡδονὴν τοσαύ της ἀπολέσῃ βασιλείας ἀπόλαυσιν; Μᾶλλον οὐδὲ ἡδονὴν ὁ μεθύων καρπώσασθαι δύναται· ἐν γὰρ τῇ συμμετρίᾳ τὰ τῆς ἡδονῆς͵ ἐν δὲ τῇ ἀμετρίᾳ τὰ τῆς ἀναισθησίας. Ὁ δὲ οὐκ αἰσθανόμενος ποῦ κάθηται͵ ἢ κατάκειται͵ πῶς ἂν αἴσθοιτο τῆς τοῦ πόματος ἡδονῆς͵ μηδὲ τὸν ἥλιον αὐτὸν δυνάμενος ὁρᾷν διὰ τὴν πυκνὴν τῆς μέθης νεφέλην͵ πῶς ἂν ἀπολαύσειεν εὐφροσύνης; τοσοῦτον γὰρ αὐτοῦ τὸ σκότος͵ ὡς μὴ ἀρκεῖν αὐτῷ τὰς ἀκτῖνας εἰς τὸ λῦσαι τὸν ζόφον ἐκεῖνον. Ἀεὶ μὲν͵ ἀγαπητοὶ͵ κακὸν ἡ μέθη͵ μάλιστα δὲ ἐν ἡμέρᾳ μαρτύρων. Μετὰ γὰρ τῆς ἁμαρτίας καὶ ὕβρις ἐστὶ μεγίστη καὶ παραφροσύνη͵ καὶ ἐξουδένωσις θείων λογίων· ὅθεν διπλῆ γένοιτ΄ ἂν καὶ ἡ κόλασις.

Εἰ μέλλεις τοίνυν͵ εἰς μάρτυρας παραγενόμενος͵ μετὰ τὴν ἐντεῦθεν ἀναχώρησιν μεθύειν͵ βέλτιον οἴκοι μένειν͵ καὶ μὴ ἀσχημονεῖν͵ μηδὲ ὑβρίζειν τῶν μαρτύρων τὴν ἑορτὴν͵ μηδὲ σκανδαλί ζειν τὸν πλησίον͵ μηδὲ πολιορκεῖν τὴν διάνοιαν͵ μηδὲ ἁμαρτήματα προστιθέναι. ῏Ηλθες ἰδεῖν ἀνθρώπους ξεομένους͵ αἵματι περιῤῥεομένους͵ τραυμάτων χορῷ καλλωπιζομένους͵ τὴν παροῦσαν ἀποδυσαμένους ζωὴν͵ πρὸς τὴν μέλλουσαν ἱπταμένους· γενοῦ τῶν ἀγωνιστῶν ἄξιος. Κατεφρόνησαν ἐκεῖνοι ζωῆς͵ καταφρόνησον σὺ τρυφῆς· ἀπεδύσαντο ἐκεῖνοι τὸν παρόντα βίον͵ ἀπόδυσαι σὺ τῆς μέθης τὸν πόθον. Ἀλλὰ βούλει τρυφᾷν; παράμενε τῷ τάφῳ τοῦ μάρτυρος͵ ἔκχεε πηγὰς δακρύων ἐκεῖ͵ σύντριψον τὴν διάνοιαν͵ ἆρον εὐλογίαν ἀπὸ τοῦ τάφου· λαβὼν αὐτὴν συνήγορον ἐν ταῖς εὐχαῖς͵ ἐνδιάτριβε ἀεὶ τοῖς διηγή μασι τῶν παλαισμάτων ἐκείνου· περιπλάκηθι τὴν σορὸν͵ προσηλώθητι τῇ λάρνακι· οὐχὶ τὰ ὀστᾶ μόνον τῶν μαρτύρων͵ ἀλλὰ καὶ οἱ τάφοι αὐτῶν͵ καὶ αἱ λάρνακες πολλὴν βρύουσιν εὐλογίαν. Λάβε ἔλαιον ἅγιον͵ καὶ κατάχρισόν σου ὅλον τὸ σῶμα͵ τὴν γλῶτταν͵ τὰ χείλη͵ τὸν τράχηλον͵ τοὺς ὀφθαλμοὺς͵ καὶ οὐδέποτε ἐμπεσῇ εἰς τὸ ναυάγιον τῆς μέθης. Τὸ γὰρ ἔλαιον διὰ τῆς εὐωδίας ἀναμιμνήσκει σε τῶν ἄθλων τῶν μαρτύρων͵ καὶ πᾶσαν ἀκολασίαν χαλινοῖ͵ καὶ κατέχει ἐν πολλῇ καρτερίᾳ͵ καὶ περιγίνεται τῶν τῆς ψυχῆς νοσημάτων.

Ἀλλὰ κήποις ἐνδιατρίψαι βούλει͵ καὶ λειμῶσι καὶ παραδείσοις; Μὴ νῦν͵ ὅτε δῆμος τοσοῦτος͵ ἀλλ΄ ἐν ἑτέρᾳ ἡμέρᾳ· σήμερον γὰρ παλαισμάτων και ρὸς͵ σήμερον θεωρία ἀγωνισμάτων͵ οὐ τρυφῆς͵ οὐδὲ ἀνέσεως. ῏Ηλθες ἐνταῦθα͵ οὐχ ἵνα εἰς ῥᾳστώνην δώσῃς σεαυτὸν͵ ἀλλ΄ ἵνα μάθῃς ἀγωνίζεσθαι͵ παγκρατιάζειν͵ καὶ ἄνθρωπος ὢν τῶν ἀοράτων δαιμόνων συγκόπτειν τὴν ἰσχύν. Οὐδεὶς γὰρ εἰς παλαίστραν ἐλθὼν τρυφᾷ͵ οὐδὲ εἰς καιρὸν παλαισμάτων παραγενόμενος ὡραΐζεται͵ οὐδὲ ἐν καιρῷ παρατάξεως τραπέζας ἐπιζητεῖ. Μὴ τοίνυν καὶ σὺ ψυχῆς ἀνδρείαν καὶ γνώμης εὐτονίαν ἐλθὼν θεάσασθαι͵ καὶ τρόπαιον καινὸν καὶ παράδοξον͵ καὶ μάχην τινὰ ἐξηλλαγμένην͵ καὶ τραύματα καὶ πολέμους͵ καὶ παγκράτιον ἀνθρώπου͵ πράξεις δαιμονικὰς εἰσαγάγῃς͵ μετὰ τὴν ξένην καὶ φρικτὴν ταύτην θεωρίαν μέθῃ καὶ τρυφῇ ἑαυτὸν ἐκδοὺς͵ ἀλλὰ τὰ κέρδη τῆς ψυχῆς συναγαγὼν͵ οὕτως οἴκαδε ἄπιθι͵ διὰ τῆς ὄψεως πᾶσιν ἐνδεικνύμενος͵ ὅτι μάρτυρας θεωρήσας ἀνεχώρησας. Ὥσπερ γὰρ οἱ ἀπὸ τῶν θεάτρων κατιόντες͵ δῆλοι πᾶσίν εἰσι συντεταραγμένοι͵ συγκεχυμένοι͵ μαλακιζόμενοι͵ τὰ εἴδωλα πάντων τῶν ἐκεῖ γεγενημένων φέροντες· οὕτω καὶ τὸν ἀπὸ θεωρίας μαρτύρων ἐπανιόντα πᾶσι γνώριμον εἶναι χρὴ͵ τῷ βλέμματι͵ τῷ σχήματι͵ τῇ βαδίσει͵ τῇ κατανύξει͵ τῇ συναγωγῇ τῆς διανοίας· πῦρ πνέοντα͵ συνεσταλμένον͵ συντετριμμένον͵ νήφοντα͵ ἐγρηγορότα͵ διὰ τῶν κινημάτων τοῦ σώματος τὴν ἔνδοθεν ἀνακηρύττοντα φιλοσοφίαν.

Οὕτω τοίνυν εἰς τὴν πόλιν ἐπανίωμεν͵ μετὰ τῆς προσηκούσης εὐταξίας͵ μετὰ εὐτάκτου βαδίσεως͵ μετὰ συνέσεως καὶ σωφροσύνης͵ μετὰ ἡμέρου καὶ γαληνοῦ βλέμματος. Στολισμὸς γὰρ ἀνδρὸς͵ καὶ γέλως ὀδόντων͵ καὶ βῆμα ποδὸς ἀπαγγελεῖ τὰ περὶ αὐτοῦ. Οὕτως ἀεὶ ἀπὸ μαρτύρων ἐπανίωμεν͵ ἀπὸ μύρων πνευματικῶν͵ ἀπὸ λειμώνων οὐρανίων͵ ἀπὸ θεαμάτων καινῶν καὶ παραδόξων͵ ἵνα καὶ αὐτοὶ πολλὴν καρπωσώμεθα τὴν εὐκολίαν͵ καὶ ἑτέροις ἐλευθερίας πρόξενοι γενησώμεθα͵ καὶ τῶν μελλόντων ἐπιτευξώμεθα ἀγαθῶν͵ χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ͵ μεθ΄ οὗ τῷ Πατρὶ͵ ἅμα τῷ ἁγίῳ Πνεύματι͵ δόξα͵ κράτος͵ τιμὴ͵ νῦν καὶ ἀεὶ͵ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
πηγή

Είναι ειδωλολατρεία να υπηρετείς όποιον ή ό,τι εκτός του Χριστού

Ένα πολύ ωραίο και διδακτικό κείμενο 
του αγίου Ιουστίνου για όσους αφιερώνουν 
τη ζωή τους υπηρετώντας κόμματα, 
ομάδες, ιδεολογίες και οτιδήποτε άλλο πέρα από τον Θεό.
Οι χριστιανοί είναι «συνεργοί τη αληθεία». Αυτή είναι η κλήση τους και το καθήκον τους. Οι μη χριστιανοί είναι, συνειδητά ή ασυνείδητα, συνεργοί του ψεύδους, αφού ο άνθρωπος, εάν δεν διακονεί τον αληθινό Θεό, τον Χριστό, υπηρετεί οποιοδήποτε άλλο θεό, άλλο «ιδανικό». Ενώ κάθε άλλος θεός, άλλο ιδανικό – είναι ψεύτικος θεός.
Είναι θεοαγνωσία, ειδωλολατρεία να υπηρετείς όποιον ή ό,τι εκτός του Χριστού, ακόμα δε, εάν υπηρετείς ως θεό οποιοδήποτε ανθρώπινο όν: τον ήρωα, τον προφήτη, τον σοφό, την ιδιοφυΐα, τον στρατηγό, τον επιστήμονα∙ ή όποιο ζωντανό όν: από το σκουλήκι έως τον Άγγελο, ή όποια ύλη: από το άτομο έως το σύμπαν∙ ή όποια ιδέα, κουλτούρα, πολιτισμό, φιλοσοφία, επιστήμη, τέχνη, τεχνική.
Εάν ο άνθρωπος βλέπει ως σκοπό και νόημα της ζωής του ό,τι άλλο εκτός του Χριστού – είναι ειδωλολάτρης, είναι ασεβής. Και μόνο μ’ αυτό είναι συνεργός του ψεύδους. Οι χριστιανοί μετούτο ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους, επειδή γνωρίζουν την Αλήθεια, κατέχουν την Αλήθεια, συνεργούν στην Αλήθεια. Μ’ αυτόν τον τρόπο γνωρίζουν το νόημα και τον σκοπό και του ανθρώπου και του κόσμου, και ως «συνεργοί τη αληθεία» εργάζονται για αυτήν μέρα και νύχτα. Ο άγιος Θεολόγοςγι’ αυτό και λέει: «ημείς ουν οφείλομεν απολαμβάνειν τους τοιούτους, ίνα συνεργοί γινώμεθα τη αληθεία»
π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ

Δεν κερδίζεις με το άγριο

 Δεν κερδίζεις με το άγριο
 
του Γέροντα Πορφύριου
Ένας φίλος δέχθηκε, όπως μου εκμυστηρεύθηκε, τη σκληρή συμπεριφορά εκ μέρους ανθρώπων αυστηρών αρχών, με αποτέλεσμα να εξουθενωθεί και να παρεξηγηθεί τελείως, ως προς τον χαρακτήρα του.
Ο Γέροντας τον ανέπαυσε, διότι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους, πραγματοποιώντας πετυχημένη ψυχική ακτινογραφία του.
Του είπε: «Είσαι καλός, ευαίσθητος, ήσυχος είσαι πρόβατο του Θεού. Αλλά, όταν σε πάρουν με το άγριο, μαζεύεσαι, αντιδράς εσωτερικά, και τότε είναι που σε παρεξηγούν πολύ και δεν σε καταλαβαίνουν. Όταν όμως σε πάρουν με το καλό, φανερώνεις από μέσα σου τέτοια καλά πράγματα, που κάνεις τους άλλους να ξαφνιάζονται. Οι άνθρωποι που σε παρεξήγησαν και σε πλήγωσαν δεν γνωρίζουν ούτε εκείνο τον παλιό μύθο, για τον άνεμο και τον ήλιο, που μάλωναν, ποιος είναι ο δυνατότερος κι έβαλαν στοίχημα, ότι όποιος βγάλει την κάπα του βοσκού, που εκείνη την ώρα ανηφόριζε το βουνό, θα είναι ο πιο δυνατός. Φύσηξε, ξαναφύσηξε ο άνεμος, αλλά ο βοσκός κρύωσε και τυλίχθηκε πιο σφιχτά στην κάπα του.
Βγήκε τότε ο ήλιος απ’ τα σύννεφα, σκόρπισε γύρω καλοσύνη και θερμότητα, ζεστάθηκε ο βοσκός κι έβγαλε την κάπα του. Τότε ο ήλιος φώναξε στον άνεμο: «Είδες, ποιος απ’ τους δυο μας είναι ο δυνατότερος;» Και συμπέρανε ο π. Πορφύριος: «Δεν κερδίζεις τον άνθρωπο με το άγριο, αλλά μόνο με την καλοσύνη».
Πηγή: «Ανθολόγιο Συμβουλών» Γέροντος Πορφύριου Ιερομονάχου 
πηγή

Το Αποστολικό ανάγνωσμα επί τη εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους Πηγή: Ι.Ν. Αγίων Χαραλάμπους & Αντωνίου Κρύα Ιτεών Πατρών: Το Αποστολικό ανάγνωσμα επί τη εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους

Προς Τιμόθεον Β΄ επιστολή Παύλου (β΄1-10)

Τέκνον Τιμόθεε, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καὶ ἃ ἤκουσας παρ' ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι. Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ. Τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν. Νόει ἃ λέγω· δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι. Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ' ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται. Διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.

Απόδοση στη νεοελληνική
Τέκνον Τιμόθεε, νὰ δυναμώνεσαι μὲ τὴν χάριν ποὺ ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καὶ ἐκεῖνα ποὺ ἄκουσες ἀπὸ ἐμέ ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων, αὐτὰ νὰ ἐμπιστευθῇς εἰς πιστοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θὰ εἶναι ἱκανοὶ νὰ διδάξουν καὶ ἄλλους. Σὺ λοιπόν, κακοπάθησε σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Κανεὶς ποὺ ὑπηρετεῖ εἰς τὸν στρατὸν δὲν ἐμπλέκεται εἰς βιοτικὰς ὑποθέσεις, διὰ νὰ γίνῃ ἀρεστὸς εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἐπεστράτευσεν. Καὶ ἐὰν κανεὶς μετέχῃ εἰς ἀγῶνας, δὲν στεφανώνεται, ἐὰν δὲν ἔχῃ ἀγωνισθῆ σύμφωνα πρὸς τοὺς κανόνας. Ὁ γεωργὸς ποὺ κοπιάζει, πρέπει πρῶτος νὰ παίρνῃ μέρος ἀπὸ τοὺς καρπούς. Κατάλαβε αὐτὰ ποὺ λέγω. Εἴθε ὁ Κύριος νὰ σοῦ δίνῃ σύνεσιν εἰς ὅλα. Ἐνθυμοῦ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀναστημένον ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καταγόμενον ἀπὸ τὸν Δαυΐδ, σύμφωνα μὲ τὸ εὐαγγέλιον ποὺ κηρύττω, διὰ τὸ ὁποῖον κακοπαθῶ ἁλυσοδεμένος σὰν κακοῦργος, ἀλλ' ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι δεμένος. Διὰ τοῦτο τὰ ὑπομένω ὅλα πρὸς χάριν τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ τύχουν καὶ αὐτοὶ τῆς σωτηρίας ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν μὲ δόξαν αἰώνιον.

Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα επί τη εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους Πηγή: Ι.Ν. Αγίων Χαραλάμπους & Αντωνίου Κρύα Ιτεών Πατρών: Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα επί τη εορτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους

Κατά Ιωάννην (ιε΄17 - ιστ΄2)


Εἶπεν ὁ Κύριος· ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. Μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. Ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. Εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. Ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ. Εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου. Ἀλλ' ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ' ἀρχῆς μετ' ἐμοῦ ἐστε. Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα μὴ σκανδαλισθῆτε. Ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ' ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ.
          
Απόδοση στη νεοελληνική
Εἶπεν ὁ Κύριος· Αὐτὴν τὴν ἐντολὴ σᾶς δίνω, νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἐὰν ὁ κόσμος σᾶς μισῇ, νὰ ξέρετε ὅτι πρὶν ἀπὸ σᾶς ἔχει μισήσει ἐμέ. Ἐὰν ἤσαστε ἀπὸ τὸν κόσμον, ὁ κόσμος θὰ ἀγαποῦσε τὸ δικό του. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶσθε ἀπὸ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἐγὼ σᾶς ἐδιάλεξα ἀπὸ τὸν κόσμον, γι’ αὐτὸ σᾶς μισεῖ ὁ κόσμος. Νὰ θυμᾶσθε τὸν λόγον ποὺ σᾶς εἶπα, Δὲν ὑπάρχει δοῦλος ἀνώτερος ἀπὸ τὸν κύριόν του. Ἐὰν κατεδίωξαν ἐμέ, θὰ καταδιώξουν καὶ σᾶς. Ἐὰν ἐτήρησαν τὸν λόγον μου, θὰ τηρήσουν καὶ τὸν δικόν σας. Ἀλλ’ ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς τὰ κάνουν ἕνεκα τοῦ ὀνόματός μου, ἐπειδὴ δὲν ξέρουν ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε. Ἐὰν δὲν εἶχα ἔλθει καὶ τοὺς εἶχα μιλήσει, δὲν θὰ εἶχαν ἁμαρτίαν· τώρα ὅμως δὲν ἔχουν καμμίαν πρόφασιν διὰ τὴν ἁμαρτίαν τους. Ἐκεῖνος ποὺ μὲ μισεῖ, μισεῖ καὶ τὸν Πατέρα μου. Ἐὰν δὲν εἶχα κάνει μεταξύ τους τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα κανεὶς ἄλλος δὲν ἔχει κάνει, δὲν θὰ εἶχαν ἁμαρτίαν, ἀλλὰ τώρα καὶ τὰ ἔχουν ἰδῆ καὶ ἔχουν μισήσει καὶ ἐμὲ καὶ τὸν Πατέρα μου. Ἀλλ’ ἔπρεπε νὰ ἐκπληρωθῇ ὁ λόγος ποὺ εἶναι γραμμένος εἰς τὸν νόμον τους: Μὲ ἐμίσησαν χωρὶς λόγον. Ὅταν ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, τὸν ὁποῖον ἐγὼ θὰ σᾶς στείλω ἀπὸ τὸν Πατέρα, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, τὸ ὁποῖον ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἐκεῖνος θὰ δώσῃ μαρτυρίαν δι’ ἐμέ. Καὶ σεῖς ἐπίσης μαρτυρεῖτε δι’ ἐμέ, διότι εἶσθε ἀπὸ τὴν ἀρχὴν μαζί μου. Αὐτὰ σᾶς τὰ εἶπα διὰ νὰ μὴ κλονισθῆτε. Θὰ σᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὰς συναγωγάς, μάλιστα ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ ὅποιος σᾶς σκοτώσῃ, θὰ νομίσῃ ὅτι προσφέρει ὑπηρεσίαν εἰς τὸν Θεόν.

πηγή

Ιερομάρτυς Χαράλαμπος, ο υπερήλικας αγωνιστής

Ο Άγιος Χαράλαμπος ήταν ιερεύς στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και έζησε επί αυτοκρατορίας του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211 μ.Χ.). Όταν το έτος 198 μ.Χ. ο Σεβήρος εξα­πέλυσε απηνή διωγμό κατά των Χριστιανών, ο έπαρχος της Μαγνησίας Λουκιανός συνέλαβε τον Άγιο και του εζήτησε να αρνηθεί την πίστη του. Όμως ο Άγιος όχι μόνο δεν το έκανε αυτό, αλλά αντίθετα ομολόγησε στον έπαρχο την προσήλωσή του στον Χριστό και εδήλωσε με παρρησία ότι σε οποιοδήποτε βασανιστήριο και να υποβληθεί δεν πρόκειται να αρνηθεί την πίστη της Εκκλησίας. Τότε η σκοτισμένη και σαρκική ψυχή του Λουκιανού επέτεινε την οργή της και διέταξε να αρχίσουν τα φρικώδη βασανιστήρια στο γέροντα ιερέα.
agxaral2
Πρώτα τον εγύμνωσαν και ο ίδιος ο Λουκιανός, παίρνοντας το ξίφος του προ­σπάθησε να πληγώσει το σώμα του Αγίου. Όμως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν κρεμασμένα στο σώμα του Ιερομάρτυρος και μόνο ύστερα από προσευχή του Αγίου συγκολλήθηκαν αυτά πάλι στο σώμα και ο ηγεμόνας κατέστη υγιής. Βλέποντας αυτό το θαύμα του Αγίου πολλοί από τους δήμιους επίστεψαν στον αληθινό Θεό.
Με το ζόφο στο νου και με τη θηριωδία στην καρδιά, ο έπαρχος έδωσε εντολή να διαπομπεύσουν τον Άγιο και να τον σύρουν διά μέσου της πόλεως με χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τον αποκεφαλισμό του Αγίου, ο οποίος με το μαρτύριό του έλαβε τον αμαράντινο στέφανο της δόξας.
Τμήματα της τιμίας κάρας αυτού φυλάσσονται στην ιερά μονή Αγίου Στεφάνου Μετεώρων και στον ομώνυμο προσκυνηματικό ναό της κωμοπόλεως των Θεσπιών της Βοιωτίας.
(Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Φεβρουάριος, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 108-109)

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων


Σύμφωνα μὲ τοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» τοῦ Μ. Γαλανοῦ, οἱ διάφοροι Συναξαριστὲς καθὼς καὶ τὰ Μηναῖα, ἀπὸ παραδρομὴ ἀναφέρουν τὴν ἡμέρα αὐτὴ μνήμη τοῦ Ἀναστασίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Ἐννοοῦν δὲ τὸν Ἀναστάσιο ἐκεῖνο, ποὺ διαδέχτηκε τὸν πατριάρχη Γερμανὸ ἀφοῦ τὸν ὑποστήριξε ὁ Λέων ὁ Γ´ καὶ συνέπραξε ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων. Αὐτὸς ἦταν τόσο μισητὸς στὸν κόσμο τῶν ὀρθοδόξων, ὥστε, καθὼς ἐξιστορεῖ ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, τὴν στιγμὴ ποὺ γινόταν πατριάρχης, εὐσεβεῖς καὶ σεμνὲς γυναῖκες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὤρμησαν στὴν Ἐκκλησία μὲ πέτρες καὶ ξύλα, καί, φωνάζοντάς τον πληρωμένο προδότη καὶ λύκο, τὸν ἔδιωξαν. Τέτοιος ἐλεεινὸς Ἱεράρχης, δὲν ἔχει φυσικὰ καμιὰ θέση στὴν τάξη τῶν Ἁγίων.

Ἀντ᾿ αὐτοῦ ἡ τιμὴ ἀνήκει σὲ ἄλλο Ἀναστάσιο, πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ποὺ ὑπῆρξε ἄνδρας εὐσεβὴς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν θεάρεστη ζωή του. Ἔχασε μάλιστα καὶ τὸ θρόνο του ὑποστηρίζοντας τὶς ἀποφάσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα. Τὴν ὀρθὴ αὐτὴ γνώμη χρεωστοῦμε στὸ σοφὸ πατριάρχη Κωνστάντιο τὸν Α´ .

Συναξαριστής της 10ης Φεβρουαρίου

Ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος

 


Ἦταν Ἱερέας στὴ Μαγνησία τῆς Μ. Ἀσίας. Ἡ ζωή του ἦταν μία συνεχὴς ὑπηρεσία ἀφοσίωσης στὸ Χριστὸ καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον.

Ὅταν τὸ 198 ὁ Σεπτίμιος Σεβῆρος ἐξαπέλυσε διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Λουκιανὸς ἔφερε μπροστά του τὸ Χαράλαμπο καὶ τὸν ἀπείλησε ὅτι θὰ τὸν βασάνιζε πολὺ σκληρά, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὁ γέροντας Ἱερέας χαμογέλασε καὶ ἀπάντησε:

«Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, εἴμαστε ἐξοικειωμένοι μὲ τοὺς ἀγῶνες καὶ τοὺς πολέμους, ὅπως οἱ γενναῖοι στρατιῶτες δὲν ἐπιθυμοῦν τὸν ἥσυχο θάνατο στὸ κρεβάτι, ἀλλὰ τὸν δοξασμένο τῆς μάχης. Σὲ μένα ὑπάρχουν τὰ γηρατειά, ἀλλὰ νὰ μάθετε καλὰ ὅτι στοὺς δικούς μας ἀγῶνες τὸ πᾶν εἶναι ἡ ψυχή, ἡ ἀποφασιστικότητα, ἡ αὐταπάρνηση. Αὐτὰ δὲν πέφτουν μὲ τὴν ἡλικία, ἀλλὰ μένουν πάντοτε ἀνθηρὰ καὶ νέα. Ἀμφιβάλλεις, ἔπαρχε; Δοκίμασε. Καὶ θὰ δεῖς ὅτι μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου μου Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ κουρασθοῦν ὅλοι οἱ ἀκμαῖοι δήμιοί σου, χωρὶς ὁ ἱερέας Χαράλαμπος νὰ ζητήσει τὴν ἐπιείκειά σου».

Ἐκνευρισμένος ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἔπαρχος, διατάζει καὶ τὸν γδέρνουν ζωντανό. Αὐτός, ὅμως, ἀντὶ νὰ σπαράζει ἀπὸ τὸν πόνο, δοξολογοῦσε τὸ Θεὸ γιὰ τὴν ἀντοχὴ ποὺ τοῦ ἔδινε.

Τότε πολλοὶ δήμιοι, ποὺ ἔβλεπαν αὐτὸ τὸ θαῦμα, πίστεψαν στὸ Χριστό. Φοβισμένος ὁ ἔπαρχος τὸν ἄφησε ἐλεύθερο.

Ἀργότερα ὁ ἴδιος ὁ Σεβῆρος, μὴ μπορῶντας νὰ τὰ βγάλει πέρα μαζί του, τὸν ἀποκεφάλισε σὲ ἡλικία 113 ἐτῶν.

 


Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στῦλος ἀκλόνητος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, καὶ λύχνος ἀείφωτος, τῆς οἰκουμένης σοφέ, ἐδείχθης Χαράλαμπες· ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, διὰ τοῦ μαρτυρίου, ἔλυσας καὶ εἰδώλων τὴν σκοτόμαιναν μάκαρ· διὸ ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωστὴρ ἀνέτειλας ἐκ τῆς Ἑῴας, καὶ πιστοὺς ἐφώτισας, ταῖς τῶν θαυμάτων σου βολαῖς, Ἱερομάρτυς Χαράλαμπες· ὅθεν τιμῶμεν, τὴν θείαν σου ἄθλησιν.

Μεγαλυνάριον.
Τὸν ἐν Ἀθλοφόροις ἱερουργόν, καὶ ἐν ἱερεῦσιν, ἱερώτατον Ἀθλητήν, τῶν θαυμάτων ῥεῖθρα, πηγάζοντα τῷ κόσμῳ, τὸν μέγαν Χαραλάμπην, ὕμνοις τιμήσωμεν.

 
Οἱ Ἁγίες Τρεῖς Γυναῖκες

Αὐτὲς ἦταν παροῦσες στὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους, καὶ ἀφοῦ εἶδαν τὰ θαύματά του, πίστεψαν στὸν Χριστό, τὸν ὁμολόγησαν καὶ ἀποκεφαλίστηκαν στὴ Μαγνησία.

 
Οἱ Ἅγιοι Βάπτος (ἢ Δαῦκτος) καὶ Πορφύριος

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ βασάνισαν μετὰ ἀπὸ διαταγὴ τοῦ ἐπάρχου τὸν ἅγιο Χαράλαμπο. Ἐπειδὴ ὅμως στὶς καρδιές τους ὑπῆρχε εὐσεβὴς διάθεση, ὁ Θεὸς τοὺς ἔφερε στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἡ ἠθικὴ λάμψη, ποὺ καταύγαζε τὸν μάρτυρα, φώτισε τὴν ψυχή τους καὶ τὴν ἔκανε νὰ πιστέψει στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.

Ἔτσι, ἀφοῦ πέταξαν τὰ ὄργανα τῶν βασανιστηρίων, ἔπεσαν στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου καὶ τοῦ ζητοῦσαν συγχώρηση. Ἡ φανερὴ αὐτὴ ἐνέργειά τους ὑπὲρ τῆς χριστιανικῆς πίστης, κίνησε ἐναντίον τους τὴν μανία τοῦ ἐπάρχου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποκεφαλιστοῦν ἐπὶ τόπου καὶ νὰ πάρουν ἔτσι τὸ αἰώνιο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

 
Οἱ Ἁγίες Ἐνναθᾶ, Οὐαλεντίνη καὶ ὁ ἅγιος Παῦλος

Ἡ Ἐνναθᾶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Γάζα καὶ ἡ Οὐαλεντίνη ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης. Ὅταν διώκονταν οἱ χριστιανοὶ καὶ βασανίζονταν στὴν Παλαιστίνη, καταγγέλθηκε καὶ ἡ Ἐνναθᾶ στὸν ἡγεμόνα Φιρμιλιανό. Ἡ γενναία κόρη δήλωσε ἀμέσως ὅτι πιστεύει στὸν Χριστὸ καὶ συμβούλευσε τὸν ἡγεμόνα νὰ μελετήσει καὶ αὐτὸς τὴν χριστιανικὴ θρησκεία γιὰ νὰ βρεῖ τὴν σωτηρία του.

Καὶ ἐπειδὴ ἐπέμενε στὴν ὁμολογία της, τὴν ἔδεσαν σ᾿ ἕνα ξύλο καὶ τὴν βασάνιζαν ποικιλοτρόπως. Ἀλλὰ τὸ μαρτύριό της ἔβλεπε καὶ ἡ Οὐαλεντίνη. Ἡ τίμια ψυχή της δὲν μπόρεσε νὰ ὑποφέρει τὴν σιωπή. Ἀποφασιστικὰ προχώρησε καὶ ἔκανε παρατηρήσεις στὸν Φιρμιλιανό.

Τότε καὶ αὐτὴ εἶχε τὴν ἴδια τύχη μὲ τὴν Ἐνναθᾶ. Ὅμως, τὴν στιγμὴ ἐκείνη, παρουσιάστηκε κάποιος νέος, ποὺ ὀνομαζόταν Παῦλος καὶ μὲ θάῤῥος στιγμάτισε τὸ κακούργημα τοῦ Φιρμιλιανοῦ.

Αὐτὸς τότε ἐξοργισμένος, διέταξε νὰ ἀποκεφαλίσουν τὸν Παῦλο καὶ νὰ κάψουν ζωντανὲς τὴν Ἐνναθᾶ καὶ τὴν Οὐαλεντίνη. Ἔτσι οἱ τρεῖς Ἅγιοι Μάρτυρες πῆραν τὰ οὐράνια ἀθάνατα στεφάνια.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων

Σύμφωνα μὲ τοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» τοῦ Μ. Γαλανοῦ, οἱ διάφοροι Συναξαριστὲς καθὼς καὶ τὰ Μηναῖα, ἀπὸ παραδρομὴ ἀναφέρουν τὴν ἡμέρα αὐτὴ μνήμη τοῦ Ἀναστασίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Ἐννοοῦν δὲ τὸν Ἀναστάσιο ἐκεῖνο, ποὺ διαδέχτηκε τὸν πατριάρχη Γερμανὸ ἀφοῦ τὸν ὑποστήριξε ὁ Λέων ὁ Γ´ καὶ συνέπραξε ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων. Αὐτὸς ἦταν τόσο μισητὸς στὸν κόσμο τῶν ὀρθοδόξων, ὥστε, καθὼς ἐξιστορεῖ ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, τὴν στιγμὴ ποὺ γινόταν πατριάρχης, εὐσεβεῖς καὶ σεμνὲς γυναῖκες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὤρμησαν στὴν Ἐκκλησία μὲ πέτρες καὶ ξύλα, καί, φωνάζοντάς τον πληρωμένο προδότη καὶ λύκο, τὸν ἔδιωξαν. Τέτοιος ἐλεεινὸς Ἱεράρχης, δὲν ἔχει φυσικὰ καμιὰ θέση στὴν τάξη τῶν Ἁγίων.

Ἀντ᾿ αὐτοῦ ἡ τιμὴ ἀνήκει σὲ ἄλλο Ἀναστάσιο, πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ποὺ ὑπῆρξε ἄνδρας εὐσεβὴς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν θεάρεστη ζωή του. Ἔχασε μάλιστα καὶ τὸ θρόνο του ὑποστηρίζοντας τὶς ἀποφάσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα. Τὴν ὀρθὴ αὐτὴ γνώμη χρεωστοῦμε στὸ σοφὸ πατριάρχη Κωνστάντιο τὸν Α´ .

 
Μνήμη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἀρεοβίνδου

Ο ναός αυτός υπήρχε απέναντι της βασιλικής πύλης (Μπαλατά), στο σημερινό Χάσκιοϊ της Κωνσταντινούπολης και κτίσθηκε το έτος 598 μ.Χ. από τον αδελφό του αυτοκράτορα Μαυρικίου (582 - 602 μ.Χ.), Πέτρο. Το όνομα Αρεόβινδος είχαν επιφανείς στρατιωτικοί της Ανατολής.

 
Ὁ Ὅσιος Ζήνων

Ἦταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ γιὸς πλουσίων καὶ εὐγενῶν γονέων. Ἐπὶ βασιλέως Οὐάλη (365) ἔκανε χρέη διακομιστῆ τῶν γραμμάτων του.

Ὅταν πέθανε ὁ Οὐάλης, ἀμέσως ὁ Ζήνων ἔριξε τὴν στρατιωτικὴ ζώνη καὶ ἀφοῦ βρῆκε ἕνα μεγάλο τάφο (πολλοὺς τέτοιους τάφους εἶχε τὸ βουνὸ τῆς Ἀντιοχείας) μπῆκε μέσα σ᾿ αὐτὸν καὶ καθάριζε τὴν ψυχή του μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Τὸ στρῶμα του ἦταν μία στοῖβα ἀπὸ χορτάρια πάνω σὲ πέτρες.

Ἦταν ντυμένος μὲ ἕνα τριμμένο ῥάσο, ἡ τροφή του λίγο ψωμί, ποὺ τοῦ ἔφερνε κάθε δυὸ μέρες κάποιος φίλος του καὶ τὸ νερὸ τὸ ἔφερνε ἀπὸ πολὺ μακριὰ ὁ ἴδιος. Ἔτσι πῆρε πολλὴ χάρη ἀπὸ τὸν Θεό.

Γι᾿ αὐτό λέγεται ὅτι, ὅταν ἐπέδραμαν στὸν τόπο ἐκεῖνο οἱ Ἴσαυροι καὶ σκότωναν πολλοὺς ἀσκητές, ὁ Ζήνων μὲ τὴν προσευχή του τοὺς τύφλωσε, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτοὶ νὰ μὴ βλέπουν τὴν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του. Ἔτσι ἅγια ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ζήνων, σὲ βαθιὰ γεράματα παρέδωσε τὴν δίκαια ψυχή του στὸν Θεό.

 
Διήγηση Περί ὑπακοῆς στοὺς γονεῖς καὶ Σεβασμοῦ τῆς Ἱερᾶς Λειτουργίας

Περιληπτικὰ ἡ διήγηση ἔχει ὡς ἑξῆς:

Στὶς ἡμέρες τοῦ βασιλιᾶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379-395), ἦταν στὴν Κωνσταντινούπολη κάποιος ἄνθρωπος ἐνάρετος καὶ πλούσιος, ποὺ ὀνομαζόταν Ἰουλιανός. Αὐτὸς εἶχε καὶ ἕνα γιό, ποὺ τὸν ἔλεγαν Θεόφιλο.

Ὅταν γέρασε, ἔπεσε σὲ μεγάλη φτώχεια καὶ τότε κάλεσε τὸν γιό του γιὰ νὰ τοῦ πεῖ κάτι σημαντικό. Τοῦ ζήτησε λοιπὸν νὰ τὸν πουλήσει σὰν δοῦλο του, γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὶς ἀνάγκες τῶν τελευταίων χρόνων τῆς ζωῆς του. Ἀλλὰ μὲ τὴν ὑπόσχεση ὅτι θὰ ἔκανε πλήρη ὑπακοὴ στὸν ἀφέντη του καὶ ὅταν εἶχε θεία Λειτουργία, πρῶτα θὰ πήγαινε σ᾿ αὐτὴ καὶ ἔπειτα θὰ συνέχιζε πρόθυμα τὴν ὑπηρεσία του. Ἔτσι θὰ εἶχε θαυματουργικὲς εὐεργεσίες ἀπὸ τὸν Θεό.

Ὁ ὑπάκουος γιὸς δέχτηκε τὸ αἴτημα τοῦ πατέρα του, ποὺ τὴν ἑπόμενη μέρα τὸν πούλησε σ᾿ ἕναν πατρίκιο τοῦ παλατιοῦ, τὸν Κων/νο. Αὐτὸς ἀγάπησε πολὺ τὸν Θεόφιλο γιὰ τὴν προθυμία καὶ τὴν ἐργατικότητά του. Κάποτε ὅμως ὁ πατρίκιος ξέχασε τὸν χαρτοφύλακα στὸ δωμάτιό του καὶ ἔστειλε τὸν Θεόφιλο νὰ τοῦ τὸν φέρει.

Ὁ Θεόφιλος μπῆκε στὸ δωμάτιο τὴν ὥρα ποὺ ἡ κυρία του μοιχευόταν μὲ ἕνα δοῦλο της. Ἀλλ᾿ ὁ Θεόφιλος ἐπάνω στὴ βιασύνη του δὲν τοὺς πρόσεξε καὶ ἀφοῦ πῆρε τὸν χαρτοφύλακα βγῆκε ἀπὸ τὸ δωμάτιο. Ἡ πονηρὴ ὅμως γυναῖκα τοῦ πατρικίου, συκοφάντησε τὸν Θεόφιλο στὸν ἄντρα της ὅτι δῆθεν τὴν βίασε. Τότε ὁ πατρίκιος θυμωμένος, συνεννοήθηκε μὲ τὸν ἔπαρχο νὰ τοῦ στείλει τὸν Θεόφιλο γιὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσει.

Στὸ δρόμο γιὰ τὸν ἔπαρχο, ὁ Θεόφιλος συνάντησε ναὸ ποὺ εἶχε θεία Λειτουργία καὶ μπῆκε μέσα γιὰ νὰ λειτουργηθεῖ. Ἐπειδὴ ἀργοῦσε, ὁ πονηρὸς δοῦλος εἶπε στὸν πατρίκιο νὰ πάει αὐτὸς νὰ φέρει τὸ κεφάλι τοῦ Θεόφιλου, ποὺ θὰ ἦταν ἤδη κομμένο.
Ὅταν ἔφτασε στὸν ἔπαρχο ὁ πονηρὸς δοῦλος, ὁ δήμιος ποὺ καραδοκοῦσε πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα, νόμισε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Θεόφιλος. Καὶ ἔτσι τοῦ ἔκοψε τὸ κεφάλι. Ἀμέσως μετὰ ἔφτασε καὶ ὁ Θεόφιλος. Καὶ ἀφοῦ πῆρε τὸ σακὶ μὲ τὸ κεφάλι τὸ μετέφερε στὸν πατρίκιο, χωρὶς νὰ γνωρίζει τίποτα.

Ὁ πατρίκιος καὶ ἰδιαίτερα ἡ γυναῖκα του, ὅταν εἶδαν ζωντανὸ τὸν Θεόφιλο καὶ τὸ κεφάλι τοῦ πονηροῦ δούλου μέσα στὸ σακί, ἔμειναν ἄφωνοι.

Ἡ γυναῖκα τοῦ πατρικίου τότε, ἔντρομη γιὰ τὴν θεία δίκη, ἐξομολογήθηκε τὴν ἀλήθεια στὸν ἄντρα της καὶ ζήτησε δημόσια συγχώρηση. Ἔτσι ὁ πατρίκιος, ἀγάπησε ἀκόμα περισσότερο τὸν Θεόφιλο καὶ τὸν ἔκανε κληρονόμο σ᾿ ὅλη του τὴν περιουσία.
 

 
Ἡ Ὁσία Ἄννα ἡ Πριγκίπισσα

 


Ἡ Ὁσία Ἄννα γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἦταν σύζυγος τοῦ ἡγεμόνα Γιαροσλάβου. Ἐργάσθηκε ἀποστολικὰ γιὰ τὴν στερέωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ζήσει σὲ μοναστήρι μὲ ἡσυχία καὶ προσευχή. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1056. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη της καὶ στὶς 17 Ὀκτωβρίου.

 
Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος καταγόταν ἀπὸ τὸ Σμολὲνκ τῆς Ρωσίας καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο γενόμενος μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἀπὸ τὸν ἡγούμενο Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἔνιωσε τὸν ἔνθεο ζῆλο τοῦ Προχόρου. Ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν μὲ μεγάλη αὐστηρότητα καὶ ἀκρίβεια στὶς ἀρχὲς τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν διέκρινε ἦταν ἡ νηστεία. Ποτὲ δὲν γευόταν ἄλλη τροφὴ ἐκτὸς ἀπὸ νερὸ καὶ ψωμὶ ποὺ ἦταν φτιαγμένο ἀπὸ λοποτιὰ ἢ ἀρνόγλωσσο, ἕνα πικρὸ φυτό (στὰ ρώσικα λέγεται «λέμπεντα»). Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπικαλεῖται «Λεμπεντιώτης». Καὶ ὁ Ἅγιος Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ὁσίου, μετέβαλε τὴν πίκρα αὐτοῦ τοῦ χόρτου σὲ γλυκύτητα.

Τὰ χρόνια ποὺ ζοῦσε ὁ Ὅσιος ἦταν δύσκολα γιὰ τὴν Ρωσία καὶ τὸν λαό της. Οἱ πολεμικὲς ἀναταραχὲς ἔφεραν πεῖνα. Ὁ θάνατος ἀπειλοῦσε τοὺς κατοίκους τοῦ Κιέβου. Ὁ Ὅσιος, ἀκούραστα, μάζευε τὸ πικρὸ αὐτὸ χόρτο καὶ καθημερινὰ ἑτοίμαζε ψωμιὰ καὶ τὰ μοίραζε στοὺς πεινασμένους ἀδελφούς του. Μερικοὶ θέλησαν νὰ μιμηθοῦν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ φτιάξουν μόνοι τους ψωμὶ ἀπὸ τὸ πικρὸ αὐτὸ χόρτο. Ἦταν ὅμως ἀδύνατο νὰ τὸ φάνε, γιατί ἦταν πολὺ πικρό. Τότε κατάλαβαν ὅτι κάτι θαυμαστὸ συνέβαινε μὲ τὸν Ἅγιο ἀσκητή, ὁ ὁποῖος ἐπιτελοῦσε τὸ ἔργο αὐτὸ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Στὸν καιρὸ τοῦ Ὁσίου συνέβη καὶ ὁ ἐμφύλιος πόλεμος ἀνάμεσα στὸν ἡγεμόνα Μιχαὴλ Σβιατοπὸλκ καὶ στοὺς πρίγκιπες τῶν πόλεων Βλαντιμὶρ καὶ Περεμίσλσκ. Τὰ τρόφιμα ἔφθαναν δύσκολα στὸ Κίεβο καὶ τὸ πρόβλημα μεγάλωσε ὅταν ἔπαψε νὰ ὑπάρχει ἁλάτι. Τότε ὁ Ὅσιος μάζεψε ἀπὸ τὰ κελιὰ τῶν μοναχῶν ὅλη τὴν στάχτη καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται. Ἡ στάχτη ἔγινε ἁλάτι, τὸ ὁποῖο ὁ Ὅσιος μοίραζε καὶ δὲν τελείωνε ποτέ.

Οἱ ἔμποροι παραπονέθηκαν τότε στὸν σκληρὸ ἡγεμόνα Μιχαὴλ Σβιατοπόλκ, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μεταφέρουν τὸ ἁλάτι στὴν αὐλή, γιὰ νὰ τὸ πωλεῖ αὐτός. Τότε τὸ ἁλάτι ἔγινε πάλι στάχτη καὶ ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε, γιὰ νὰ δοξασθεῖ τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἡγεμόνας, συντετριμμένος, πῆγε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων καὶ προσέπεσε μὲ ταπείνωση στὸν Ὅσιο, ὁ ὁποῖος προφήτεψε τὴ νίκη τοῦ ἡγεμόνος κατὰ τῶν Πολόφτσων.
Ὁ Ὅσιος Πρόχορος κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 1107. Ὁ ἡγεμόνας Μιχαὴλ Σβιατοπὸλκ δακρυσμένος ἐνταφίασε τὸ σκήνωμα τοῦ Ὁσίου κοντὰ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τῶν Σπηλαίων.

 
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἐξελέγη Μητροπολίτης τοῦ Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας τὸ 1329 καὶ χειροτονήθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ. Συνέγραψε τὸ προσφιλὲς ἀνάγνωσμα «Ὁ παράδεισος ἐπὶ τῆς γῆς». Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1352.

 
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Φιλόσοφος

 


Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ ἐπιλεγόμενος Φιλόσοφος λόγω τῶν ἐξαιρετικῶν σπουδῶν του στὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία, ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 11ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 12ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Γεωργία. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

 
Ὁ Ὅσιος Λογγίνος ὁ Ἐρημίτης

Ὁ Ὅσιος Λογγίνος τοῦ Κορυάζχεμκ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία. Ἀσκήτεψε ἀρχικὰ στὴ μονὴ Ἁγίου Παύλου τῆς Ὀμπνόρα καὶ στὴ συνέχεια στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Βορίδος καὶ Γκλὲμπ τοῦ Σολβυτσέγκοντ καὶ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τῆς περιοχῆς Κομέλ. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν μοναχὸ Συμεών, ᾖλθε σὲ ἐρημητήριο ποὺ ἦταν στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Κορυαζχέμα. Ἐκεῖ ἀνήγειρε κελιὰ καὶ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νικόλαο.
Ὁ Ὅσιος Λογγίνος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1540. Μετὰ 16 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμηση αὐτοῦ, τὸ τίμιο λείψανό του μεταφέρθηκε μέσα στὸ ναό.

 
Οἱ Ἅγιοι πάντες Ἱεράρχες ἐν Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας

Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ καθιερώθηκε μετὰ τὴ φανέρωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ († 7 Σεπτεμβρίου 1186) στὸν Ἅγιο Εὐθύμιο, Ἀρχιεπίσκοπο Νόβγκοροντ († 11 Μαρτίου 1458), ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε νὰ ἑορτάζει μὲ ἀγρυπνία στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοὺς μακαρίους Ἱεράρχες τῆς τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εὐαρέστησαν μὲ τὸ βίο καὶ τοὺς ἀγῶνες τους τὸν Θεό. Ἐπίσης, ἡ ἑορτὴ αὐτὴ ἐπιτελεῖται στὶς 4 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου, Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, σύμφωνα μὲ ὅσα εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, καὶ τὴν Τρίτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή.

Οἱ Ἅγιοι Ἱεράρχες εἶναι :
Ἰωακεὶμ († 1030), Λουκᾶς († 1060), Γερμανὸς († 1096), Ἀρκάδιος († 1162), Γρηγόριος († 1193), Μαρτύριος († 1199), Ἀντώνιος († 1231), Βασίλειος († 1352), Συμεὼν († 1421), Γεννάδιος († 1505), Ποιμὴν († 1571), Ἀφφώνιος († 1652).

 
Μνήμη Θαύματος ἀπαλλαγῆς νήσου Ζακύνθου ἐκ τῆς πανώλης

Συνέβη ὅταν τὸ ἔτος 1728 ἐνέσκυψε στὴ νῆσο τῆς Ζακύνθου πανούκλα, οἱ Χριστιανοὶ ἐστράφησαν στὸν Ἅγιο Χαράλαμπο καὶ ζήτησαν τὴν μεσιτεία του. Ἀποφάσισαν μάλιστα νὰ οἰκοδομήσουν ναὸ πρὸς τιμή του ὡς ἱκεσία καὶ ὑπὲρ τῆς ἀπαλλαγῆς αὐτῶν ἀπὸ τὴν συμφορά.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...