Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 07, 2015

Πάρτυ στην Εκκλησία Σαββατόβραδο;

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΟΝ ΕΝΑΣΤΡΟ ΟΥΡΑΝΟ
Σάββατο 12:45 τα ξημερώματα.
Πριν λίγο τελείωσε το ματς. Παράταση και πέναλτυ…
Χάσανε οι άχρηστοι πάλι. Οι καφετέριες ακόμα γεμάτες.
Περνάς απ’έξω από την εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας.
Ψυχή δεν υπάρχει…
Χωρίς να το πολυκαταλάβεις, το μάτι σου πέφτει εκεί, στο υπόγειο.
Σα ν’αρχίζει κάποιος να βγαίνει, εκεί κάτω από το παρεκκλήσι. Βιαστικός.
Αλλά δεν είναι μόνο ένας, βγαίνουν κι άλλοι τώρα.
Στέκεσαι, με τα χέρια στις τσέπες, χωρίς να ξέρεις το γιατί  και παρακολουθείς. Σαν χαζός…
Τρεις πιτσιρικάδες με φαρδιά παντελόνια μέχρι το γόνατο. Κρατούν στα χέρια τα κινητά και πειράζουν ο ένας τον άλλον.
Ακολουθεί ένα ζευγάρι. Αγκαλιά. Κουνάς το κεφάλι σου. Κάνει πράγματι ψύχρα τέτοια ώρα…
Μια παρέα, 45άρηδες τους κάνεις, κατευθύνονται, γελώντας δυνατά και κάνοντας χειρονομίες, προς το κοντινότερο σουβλατζίδικο, με την ελπίδα, λέει, να το βρουν ανοιχτό. Είναι νηστικοί, λένε οι 2 απ’αυτούς, από το πρωί…
Έχεις πάθει!
Καλά, από που βγήκαν όλοι αυτοί; Πάρτυ στην εκκλησία Σαββατόβραδο; Μα δεν ντρέπονται;
Για περίμενε. Ανεβαίνει τώρα ένας με την όπισθεν σηκώνοντας με προσοχή τα μπροστινά πόδια ενός καροτσιού. Ο μικρός κοιμάται του καλού καιρού…
Κι άλλο καρότσι αμέσως μετά. Και το μεγάλο αδελφάκι του δίπλα. Κι ένας καραφλός με αθλητικά να μιλάει ασταμάτητα, ενώ τα 2 αγόρια δίπλα του χασμουριούνται…
Καλά έχουν τρελαθεί όλοι τους,δεν εξηγείται αλλιώς. Τα παιδάκια όμως γιατί τα ταλαιπωρούν; Ποιος ξέρει τι τους έχουν τάξει…
Κάτσε. Μόλις ξεπρόβαλαν 5-6 γριές από εκείνες τις καλοζωισμένες με τα μαύρα και το κομοδινί μαλλί,
δυο-δυο πιασμένες αγκαζέ.
Προηγείται κουτσαίνοντας ένας γέρος κρατώντας τα κλειδιά του στα χέρια.
Μη μου πεις πως θα οδηγήσει κιόλας τέτοια ώρα ο Μαθουσάλας;
Μια μια οι γιαγιάδες μπαίνουν μέσα στο Corolla. Πέρασε κανένα τέταρτο, σου φαίνεται, για να μπει και η τελευταία…
Ένα κομμάτι φούστα είναι πιασμένο έξω από την κλειστή πόρτα. Μισή μαγκούρα είναι έξω από το παράθυρο…Τις πήρε κι έφυγε ο παππούς. Πυρετός το Σαββατόβραδο…
2 κοπελιές, Φοιτήτριες; Μαθήτριες; Μα πως μεγαλώνουν έτσι;
Δεν κρατιέσαι…
- Ρε κορίτσια, τι κάνατε όλοι εκεί κάτω;Θα μου πείτε ή να βάλω τις φωνές;
- Αγρυπνία είχε.
- Γιατί τι είναι σήμερα; Καμιά γιορτή; Ποιος Άγιος γιορτάζει;
- Ο Άγιος Ουάρος.
- Ο…ποιος;
- Α, και ο προφήτης Ιωήλ, λέει η άλλη.
- Α ναι. Παραλίγο να το ξεχάσεις…Ε και; Και είναι λόγος αυτός να ξενυχτήσετε, βρε κούκλες μου; Και καλά να ξενυχτήσετε! Αλλά στην εκκλησία;
- Δίνουμε πανελλήνιες, κύριε,τόλμησε δειλά να πει η μια.
- Ένας λόγος ακόμα,καλή μου. Δίνεις πανελλήνιες και αντί να είσαι σπίτι σου να διαβάζεις ή να κοιμάσαι ώρα που είναι, κάθεσαι σε ένα υπόγειο με τον Μαθουσάλα, τον παπά και τις γριές τους; Το ξέρουν οι μανάδες σας;
- Εδώ ήταν μαζί μας, με την γιαγιά και τον παππού. Είναι ο Μαθουσάλας, που είπατε. Του πάει, λέει στην κολλητή της! Θα τον λέω έτσι, από δω και πέρα…Και σκάνε στα γέλια…
Τα έχεις πάρει!
Σου” ρχεται να βρίσεις θεούς και δαίμονες…Μα δεν μπορείς. Μόλις ξεμύτισε ο παπάς. Ωραίος τύπος, το παραδέχεσαι. Τον είχες δει τις προάλλες να μιλάει ώρα με εκείνους τους πρεζάκηδες στην πλατεία. Ένας μάλιστα ήρθε και μαζί του…
Και τις άλλες, που ερχόσουν από το γυμναστήριο, ξεφόρτωνε με το station-wagon του, γεμάτες σακούλες του μάρκετ, στην πόρτα της χήρας με τα ορφανά. (3-4 έχει, ούτε που ξέρεις…) Χτύπησε το κουδούνι κι έφυγε πριν ανοίξει η πόρτα. Το’λεγες στους φίλους σου, αλλά κανείς τους δεν σε πίστεψε.
Μήπως να του μίλαγες; Τώρα που είναι βράδυ και δεν σε βλέπει και κανείς…
Διστάζεις. Άσε καλύτερα. Που να μπλέκεις τώρα με παπάδες και λιβάνια… Δεν το’κανες ποτέ. Ούτε τότε που σ΄έπρηζε η μάνα σου νύχτα μέρα…Θα το κάνεις τώρα, στα 44 σου; Φεύγεις!
- Εϊ παλληκάρι, λέει  χαμηλά ο παπάς!
- Σε μένα μιλάς; (Γύρισες.)
- Ναι! Θέλεις ένα πρόσφορο;
- Γιατί, εσύ παπά δεν το θες;
- Πήρα κι εγώ. Περίσσεψαν δυο. Έφεραν παραπάνω οι χριστιανοί.
- Καλά, να το πάρω. Εσύ που πας τέτοια ώρα στα σκοτάδια; Δεν έχεις το αμάξι;
- Χάλασε, είναι στο συνεργείο.
- Το φορτώνεις, παπά μου. Το φορτώνεις. (Δεν άντεξες!)
 Κάτσε να σε πάω εγώ.
- Σε ευχαριστώ!
 Μπήκες. Μπήκε κι ο παπάς, δίπλα σου. Τον παρατηρείς. Ατάραχος, φρέσκος, χωρίς ίχνος κούρασης πάνω του. Και πήγε μία η ώρα. Καλά, πως γίνεται; Και δεν έχει λειτουργία αύριο;
- Έχω Θεία Λειτουργία αύριο. Απόψε έψαλα, για να ξεκουραστεί λίγο ο ψάλτης. Θα έχουμε και τον Δεσπότη αύριο.
Μα καλά. Πως; Είσαι σίγουρος πως δεν το είπες! Παράξενος παπάς…
Παίρνεις θάρρος.
- Συγνώμη, παπά μου. Τι νόημα έχει όλο αυτό που κάνατε με τον κοσμάκη εκεί κάτω; Θα μου πεις;
- Θα σου πω, αφού το θες, με δυο κουβέντες. Είναι και αργά.
  Η πρώτη:
Για την προσευχή των λίγων, Ο Χριστός κρατάει και τους πολλούς…
Σταματάει να μιλά. Δεν σε κοιτάει. Σαν κάτι να παίζει με το χέρι του… Την σκέφτεσαι για λίγο την κουβέντα, που είπε…
  – Και η δεύτερη; ( βιάστηκες να ρωτήσεις!)
Η Μάνα Του…
- Τι η μάνα Του;
- Να…
«Πληρώνει» καλά!
Είσαι εντάξει τώρα;
(Τώρα σε κοιτάζει κατευθείαν στα μάτια!
 Τι εντάξει; Στέγνωσε το λαρύγγι μου…)
- Εντάξει είμαι, παπά μου, εντάξει είμαι…
  Την ευχή σου…
Σημείωση :
Μη μου πεις πως δεν έχεις πάρει χαμπάρι πως οι πιο πολλές εκκλησιές δεν είναι ασφυκτικά γεμάτες μόνο τις Κυριακές…
Και ότι δεν ξέρεις πως οικογενειάρχες με λίγα ή και με πολλά παιδιά τρέχουν βράδια, ακόμα και καθημερινές, στις εκκλησίες…
Και σε ρωτώ:
Ο ύπνος δεν  είναι γι΄αυτούς πολύτιμος;
Δεν έχουν την έννοια πως θα ξυπνήσουν αύριο;
Τα παιδιά τους, που παίρνουνε μαζί τους, δεν πάνε σχολείο;
Τα ματς σταμάτησαν να τους νοιάζουν;
Οι γυναίκες τους τι λένε;
Οι πεθερές τους;
Και τι πάνε και λένε στις εικόνες;
Και γιατί μετά απ΄όλα αυτά είναι και χαρούμενοι;
Δοκίμασες ποτέ;
Πολλά ρώτησα…
Συμπάθα με.
Κι εγώ ψάχνω να βρω τις απαντήσεις…
Καλό ξημέρωμα.-
ΥΓ:
Μόλις βρεις λίγο χρόνο, δες κι αυτό:
Και πάλι, συμπάθα με.
το είδαμε  εδώ

Μυστική ἡ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Λειτουργίας

«Θὰ ἤθελα νὰ πῶ δύο λόγια γιὰ τὴν μυστικὴ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς, ἀλλὰ καὶ ἄλλων εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας. Τὸ θέμα ἀνακινεῖται συχνὰ σὲ θεολογικὲς καὶ λειτουργικὲς συζητήσεις, εἴτε γραπτῶς σὲ ἄρθρα, εἴτε προφορικῶς σὲ ὁμιλίες καὶ εἰσηγήσεις σὲ Συνέδρια. Καὶ ἡ μὲν συζήτηση δὲν θὰ ἐνοχλοῦσε, ὡς καλοπροαίρετη ἐνασχόληση μὲ τὸ θεολογικὸ περιεχόμενο τῶν εὐχῶν, στὴν πράξη ὅμως δημιουργεῖ μία ἀταξία, γιὰ νὰ μὴν πῶ σύγχυση, ὄχι ἁπλῶς ὡς πρὸς τὴ λατρεία, ἀλλὰ ὡς λανθασμένη προσέγγιση τοῦ μυστηρίου.
Ἡ θεία Εὐχαριστία οὔτε ἀκρόαμα εἶναι, οὔτε θέαμα, οὔτε θεατρικὸ δρώμενο. Μπορεῖ φαινομενικὰ νὰ δείχνει ὅτι ἔχει αὐτὰ τὰ στοιχεῖα, ἀλλὰ κανένα ἀπὸ αὐτὰ δὲν τὴν προσδιορίζει. Εἶναι πράξη. Καὶ μάλιστα εἶναι μυστηριακὴ πράξη, ἀφοῦ ἐνεργεῖται μὲ τὴν παρουσία καὶ διὰ τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσεγγίσουμε, πολὺ περισσότερο νὰ κατανοήσουμε τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἱερῆς πράξης. Μόνον νὰ τὴν ζήσουμε ἔχουμε τὴ δυνατότητα, καὶ αὐτὸ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι' αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια τὸ καθαυτὸ μυστικὸ στοιχεῖο τῆς θείας ἱερουργίας φυλασσόταν, ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς ἀμύητους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀτελεῖς ὡς πρὸς τὴν πίστη, ἀκόμη καὶ ἀπὸ ὅσους δὲν λάμβαναν μέρος στὴ...
θεία Κοινωνία, δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς μετανοοῦντες ὅπως τοὺς ὀνόμαζαν, οἱ ὁποῖοι παρέμεναν στὸ Νάρθηκα τοῦ ναοῦ. Τὰ κείμενα αὐτὰ τὰ ἔλεγαν καὶ τὰ ἄκουγαν μόνον ὅσοι εἶχαν τὴ δωρεὰ τῆς χειροτονίας, δηλαδὴ οἱ ἱερεῖς.
Θέλω νὰ πῶ ὅτι ὁ μυστικὸς χαρακτήρας αὐτῶν τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας, ἰδιαίτερα τῆς θείας Εὐχαριστίας, κατὰ τὴν ὁποία συντελεῖται ὁ καθαγιασμὸς τῶν τιμίων δώρων, ἦταν πάντοτε οὐσιῶδες στοιχεῖο τῆς λειτουργικῆς παράδοσης. Τὸ μαρτυροῦν ἀρκετὰ κείμενα Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατὰ τὰ μέσα τοῦ ἕκτου αἰώνα, ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς ἐπεχείρησε νὰ ἀνατρέψει αὐτὴ τὴν παράδοση, μὲ μία ἀπὸ τὶς λεγόμενες «Νεαρές», ὅπως λέγονταν τὰ ἄρθρα τῆς νομοθεσίας ποὺ κατάρτισε. Ἀλλὰ ὁ νόμος δὲν ἴσχυσε γιὰ πολύ, γιατί τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἐπέστρεψε στὰ πρὸ τῆς Νεαρᾶς ἰσχύοντα. Οἱ μέχρι καὶ τὸν 18ο αἰώνα κατὰ καιροὺς ὑπομνήσεις ποὺ ὑπάρχουν σὲ πατερικὰ κείμενα γιὰ μυστικὴ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, δείχνει ἀσφαλῶς ὅτι ἐμφανίζονταν περιπτώσεις ἀντίθετης πρακτικῆς, ἀλλὰ πάντως ποτὲ δὲν παγιώθηκαν.

Οἱ πιὸ ἀνησυχητικὲς ὅμως περιπτώσεις ἀπόπειρας καταργήσεως τῆς μυστικῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν ἐμφανίστηκαν ἀπὸ τὸ 18ο αἰώνα καὶμετά, καὶ μάλιστα ὡς πρακτικὴ στὶς Ἐκκλησίες τῶν Οὐνιτῶν. Ἔχουν προηγηθεῖ οἱ ἀπαιτήσεις μιᾶς λογικοκρατούμενης κατανοήσεως τῶν μυστηρίων ποὺ ἀναπτύχθηκαν σὲ προτεσταντικὰ περιβάλλοντα. Πάντως, ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζονται ἀπαιτήσεις ἐκφωνήσεως τῶν μυστικῶν εὐχῶν σὲ κύκλους θρησκευτικῶν ὀργανώσεων, φαινόμενο ποὺ ἀπετέλεσε κύρια πρακτικὴ ὅλων σχεδὸν τῶν θρησκευτικῶν ὀργανώσεων ποὺ ἐμφανίστηκαν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα καὶ ἔπειτα.

Ἀλήθεια, τί θὰ σήμαινε μία κατάργηση τῆς μυστικότητας τῶν εὐχῶν; Ὅσοι γνωρίζουν τὸ περιεχόμενό τους, ὅσοι τὶς μελετοῦν, ἀντλοῦν θεολογικὸ λόγο ἐξαιρετικῆς πυκνότητας καὶ ἀκρίβειας. Δὲν θὰ ἦταν ἐπωφελέστερο, διερωτῶνται ἀρκετοί, νὰ μπορεῖ τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν νὰ παρακολουθεῖ τὰ τεκταινόμενα στὴ θεία Λειτουργία, ἀκούγοντας αὐτὲς τὶς εὐχές; Καὶ ἐπίσης, κανένας δὲν ἀμφισβητεῖ ὅτι ἡ θεία Λειτουργία εἶναι πράξη κλήρου καὶ λαοῦ. Δὲν πρέπει ὁ λαὸς νὰ γνωρίζει σὲ ποιές προτάσεις καλεῖται νὰ πεῖ τὸ «Ἀμήν»; Ἐνστάσεις καὶ ἐρωτήματα ἐκ πρώτης ὄψεως εὔλογα. Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ στοὺς Κορινθίους νὰ γνωρίζουν οἱ πιστοὶ σὲ ποιὰ πρόταση ἀπαντοῦν μὲ τὸ «Ἀμὴν» (βλ. Α´ Κορ. ιδ´ 16). Ὅμως, ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ κείμενα, ὅπως εἶπα καὶ παραπάνω, λογικοῦ περιεχομένου, ἀλλὰ μυσταγωγικοῦ. Ἡ διαφορὰ εἶναι σημαντική. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, προσεγγίζοντας αὐτὴ τὴ μυσταγωγικὴ διάσταση τοῦ περιεχομένου τῆς θείας Λειτουργίας, ἔγραψε ἕνα ἀπὸ τὰ ἐξοχότερα κείμενα ἑρμηνείας της, τὸ ἔργο ποὺ φέρει τὸν τίτλο Μυσταγωγία, στὸ ὁποῖο, ἐνῶ προσεγγίζει βῆμα βῆμα ὅλα τὰ τεκταινόμενα καὶ λεγόμενα τῆς θείας Λειτουργίας, δὲν ἀγγίζει τὸ τμῆμα τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς. Εἶχε συνείδηση ὅτι, ἐπειδὴ δὲν εἶχε χειροτονία ἱερωσύνης δὲν ἔπρεπε νὰ προσεγγίσει καὶ νὰ κοινοποιήσει τὸ περιεχόμενό της, ὥστε μηδένα μαθεῖν τὴν ἁγίαν ἀναφοράν, μὴ ἔχοντα χειροτονίαν (Λειμωνάριον, PG 87, 2872). Ξαναλέω: ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὴ λογικὴ καὶ στὴ μυσταγωγικὴ σχέση μὲ τὰ κείμενα τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι σημαντική. Ἡ ἄγνοια αὐτῆς τῆς διαφορᾶς μετατρέπει τὴ θεία Λειτουργία σὲ ἁπλὴ θρησκευτικὴ πράξη καὶ τῆς ἀφαιρεῖ τὸ ὑπερουράνιο περιεχόμενο ποὺ ἔχει ὡς παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Στὴ θεία Λειτουργία δὲν ἐπεξεργαζόμαστε ἔννοιες ἢ ἰδεολογήματα, ἀλλὰ ψηλαφοῦμε θαῦμα. Εἶναι ὑπεραρκετὲς οἱ ἐκφωνούμενες νύξεις στὸ διάλογο διακόνου ἢ ἱερέα καὶ λαοῦ, ὥστε ὁ λαὸς νὰ καταθέτει τὴ συμμετοχή του μὲ τὸ «Ἀμήν». Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, πρέπει «σιωπῇ τιμᾶσθαι τὰ ἅγια καὶ μυστικῶς τὰ μυστικὰ φθέγγεσθαι καὶ ἁγίως τὰ ἅγια» (Λόγος κζ´, ε´, ΒΕΠΕΣ 59, 215).


[«ΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ» – Προσεγγίσεις στὴ Θεία Λειτουργία», τοῦ Δημήτρη Μαυροπούλου, Ἐκδόσεις «Δόμος», Ἀθῆναι, 2013 σελ. 149-151]
Το είδαμε εδώ

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑΣ Ένας φλογερός ομολογητής και ένας ακλόνητος στύλος της ορθοδόξου πίστεως και αληθείας


Μέσα στη σεπτή χορεία των γενναίων ομολογητών και θεοφόρων αγωνιστών της αμωμήτου χριστιανικής πίστεως που διέλαμψαν τον 8ο – 9ο μ.Χ. αιώνα κατά τη ζοφερή περίοδο της Εικονομαχίας, συναριθμείται και ο τιμώμενος στις 8 Μαρτίου Άγιος Θεοφύλακτος Επίσκοπος Νικομηδείας, ο οποίος διακρίθηκε για την πλούσια ποιμαντική και φιλανθρωπική του δραστηριότητα, αλλά παράλληλα αναδείχθηκε σθεναρός αγωνιστής της ορθοδόξου πίστεως και ακλόνητος στύλος της Εκκλησίας. 

Ο Άγιος Θεοφύλακτος καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε περί το 765 επί των ημερών της βασιλείας του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ε΄ του Ισαύρου.
Σε νεαρή ηλικία περί το 780 ήρθε στην Κωνσταντινούπολη και συνδέθηκε με τον Άγιο Ταράσιο, τον μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (784-806), ο οποίος την εποχή εκείνη είχε το αξίωμα του «πρωτοασηκρήτου», ήταν δηλαδή ο αρχιγραμματέας επί των απορρήτων της βασίλισσας Ειρήνης. Ο Ταράσιος αναγνωρίζοντας την ευθύτητα και ακεραιότητα του χαρακτήρα του Θεοφυλάκτου και εκτιμώντας τη σεμνότητα και την ενάρετη πολιτεία του, φρόντισε να τον μορφώσει χριστιανικά. Έτσι απόκτησε χριστιανική αγωγή και επιμελημένη παιδεία. Το 784 και μετά την παραίτηση του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παύλου Δ΄, ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο ο Ταράσιος. Τότε ο Θεοφύλακτος, ο οποίος για τον νέο πατριάρχη θα ήταν ο εκλεκτός συνεργάτης και ο φλογερός αγωνιστής της χριστιανικής αλήθειας, εκάρη μοναχός στη μονή που είχε ιδρύσει ο Άγιος Ταράσιος στον Βόσπορο. Εκεί μαζί με τον Άγιο Μιχαήλ, τον μετέπειτα Επίσκοπο Συνάδων, επιδόθηκαν από κοινού ως πνευματικοί αδελφοί σε μακροχρόνια αυστηρή άσκηση και έφτασαν σε μεγάλα ύψη αρετής και ηθικής τελειότητος, αφού απωθούσαν κάθε απόλαυση και ικανοποίηση της σαρκός. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα το γεγονός ότι μία πολύ ζεστή ημέρα του καλοκαιριού, κατά την οποία όλοι οι μοναχοί διψούσαν υπερβολικά, άνοιξαν τη βρύση και ενώ το νερό έτρεχε ασταμάτητα, ο Θεοφύλακτος και ο Μιχαήλ δεν ήπιαν ούτε μία σταγόνα νερό. Γι’ αυτό και η εγκράτεια και η αυστηρή άσκηση τους κατέστησε ζώσες εικόνες της αρετής. Βλέποντας ο Άγιος Ταράσιος με θαυμασμό την ενάρετη και ασκητική πολιτεία των δύο μοναχών και πνευματικών του τέκνων, αλλά και έχοντας μεγάλη ανησυχία για τις κρίσιμες ημέρες που θα διερχόταν η Εκκλησία, αποφάσισε να τους χειροτονήσει επισκόπους, τον μεν Θεοφύλακτο Επίσκοπο της περιωνύμου πόλεως Νικομηδείας, τον δε Μιχαήλ Επίσκοπο Συνάδων στη Φρυγία.


Έτσι περί το 800 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Νικομηδείας ο Θεοφύλακτος και μιμούμενος την πολύπτυχη δραστηριότητα του Αγίου Ταρασίου στην Κωνσταντινούπολη, επιδόθηκε με ιδιαίτερο ζήλο στη διδασκαλία του λόγου του Θεού, αλλά παράλληλα ανέπτυξε και πλούσια φιλανθρωπική δραστηριότητα. Γι’ αυτό και σύντομα η Νικομήδεια απόκτησε χάρη στο άοκνο ενδιαφέρον του για τη φιλανθρωπία ευαγή ιδρύματα, όπως νοσοκομείο, ορφανοτροφείο και πτωχοκομείο, ενώ ανεγέρθηκε και ναός επ’ ονόματι των θαυματουργών και ιατρών Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού. Ο Άγιος Θεοφύλακτος μεριμνούσε με ιδιαίτερη αγάπη και ευσπλαχνία για τους ασθενείς, τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά. Παράλληλα ακολουθώντας το παράδειγμα του Αγίου Ταρασίου είχε καταρτίσει καταλόγους με τα ονόματα όλων των απόρων, στους οποίους χορηγούσε μηνιαίο βοήθημα, ενώ μιμούμενος τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό πήγαινε ο ίδιος στους ασθενείς του νοσοκομείου και περιποιείτο τις πληγές τους. Μάλιστα ο βιογράφος του αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ἐλεημόνει τόσον, ὥστε ἐπλήρου μίαν φιάλην ἀπό ζέον ὕδωρ καί μέ αὐτό ἔπλενε καί ἐκαθάριζε μέ τάς ἰδίας του τάς χείρας συμπαθέστατος τούς τυφλούς καί χωλούς καί τούς ἀσθενεῖς του». Γι’ αυτό και ο θεοπρόβλητος ιεράρχης της Νικομήδειας είχε καταστεί για τον λαό της επαρχίας του καιομένη λαμπάδα, η οποία έλαμπε, φώτιζε και θέρμαινε τις ψυχές. 


Μετά όμως από την έκπτωση από τον θρόνο της βασίλισσας Ειρήνης, ξέσπασε μεγάλη αναταραχή μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, όταν ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820). Ο νέος αυτοκράτορας εξαπέλυσε και πάλι σκληρό διωγμό εναντίον της τιμητικής προσκυνήσεως των αγίων εικόνων. Αυτό είχε ως συνέπεια να υβρίζονται και να βεβηλώνονται οι ιερές εικόνες, γεγονός που οδήγησε την Εκκλησία του Χριστού και την πίστη των Ορθοδόξων σε κατάσταση διωγμού. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή ο διάδοχος του Αγίου Ταρασίου στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, Άγιος Νικηφόρος (806-815), αντιτάχθηκε με γενναιότητα στην εικονομαχία μαζί με τους μοναχούς της περίφημης Μονής Στουδίου και με αγωνιστές ιεράρχες, μεταξύ των οποίων αξιομνημόνευτοι είναι ο Άγιος Αιμιλιανός Επίσκοπος Κυζίκου, ο Άγιος Ευθύμιος Επίσκοπος Σάρδεων, ο Άγιος Ιωσήφ Επίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Άγιος Μιχαήλ Επίσκοπος Συνάδων και ο Άγιος Θεοφύλακτος Επίσκοπος Νικομηδείας. Οι γενναίοι αυτοί ιεράρχες επισκέφθηκαν τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ τον Αρμένιο για να τον πείσουν να εγκαταλείψει την κακοδοξία του και να αντιληφθεί το λάθος, στο οποίο είχε υποπέσει. Όμως ο αυτοκράτορας επέδειξε επιμονή και αδιαλλαξία στις θέσεις του εναντίον των σεπτών και αγίων εικόνων, γεγονός που έκανε τον Άγιο Θεοφύλακτο να επιδείξει σθεναρή και ηρωική στάση ενώπιον του δυσσεβούς αυτοκράτορος. Έτσι με ξεχωριστή παρρησία και αδιαφορώντας για τις συνέπειες, στηλίτευσε με αυστηρότητα την αιρετική του στάση και τον έθεσε αντιμέτωπο με την τιμωρία του Παντοδυνάμου Θεού. Χαρακτηριστικά του είπε: «Γνωρίζω, βασιλεῦ, ὅτι καταφρονεῖς τήν ἀνοχήν καί τήν μακροθυμίαν τοῦ Θεοῦ˙ θά ἐπέλθη ὅμως ἐπί σέ αἰφνίδιος ὄλεθρος καί καταστροφή ὡς καταιγίς, καί οὐδείς θά εὑρεθῇ νά σέ σώσῃ κατ’ ἐκείνην τήν στιγμή ἐκ τοῦ κινδύνου». 


Μόλις άκουσε ο αιρετικός αυτοκράτορας τη σθεναρή ομολογία πίστεως τόσο από τον μαχητικό ιεράρχη της Νικομήδειας όσο και από τους υπόλοιπους θαραλλέους ομολογητές και φλογερούς επισκόπους, διέταξε να εκθρονισθεί ο Πατριάρχης Νικηφόρος και να εξορισθούν σε διαφορετικά μέρη οι υπόλοιποι γενναίοι ιεράρχες της αμωμήτου ορθοδόξου πίστεως. Ο Άγιος Θεοφύλακτος, αφού του ξερίζωσαν τα γένια και τον έδειραν ανελέητα, τον εξόρισαν στο παραθαλάσσιο φρούριο Στρόβιλο, στο Θέμα των Κιβυρραιωτών που ήταν περιοχή, η οποία περιλάμβανε την αρχαία Καρία, Παμφυλία και τμήμα της Φρυγίας και όπου υπήρχε πόλη με την ονομασία Κίβυρρα. Στην εξορία έζησε τριάντα ολόκληρα χρόνια κάτω από δυσβάσταχτες στερήσεις και κακουχίες, τις οποίες υπέμεινε με αξιοθαύμαστη καρτερία, λαμβάνοντας δύναμη από την προσευχή του στον Κύριο. Το 820 και παρά την ανάρρηση στον θρόνο του Μιχαήλ Β΄ του Τραυλού, δεν μπόρεσε να ωφεληθεί από την αμνηστία του νέου αυτοκράτορα, ο οποίος ανακάλεσε από την εξορία τον Πατριάρχη Νικηφόρο. Στο μεταξύ οι σωματικές δυνάμεις του Αγίου Θεοφυλάκτου άρχισαν να εξασθενούν. Παρόλα αυτά προσευχόταν για τη σωτηρία του λαού και την αποκατάσταση της Ορθοδοξίας και μέσα από τη συνεχή αλληλογραφία προσπαθούσε να ενισχύσει το αγωνιστικό φρόνημα των χριστιανών, ώστε να μην υποκύψουν στις πιέσεις των εικονομάχων, αλλά να ομολογήσουν με παρρησία την ορθή πίστη. Όμως και τη φιλανθρωπική του δραστηριότητα δεν ανέστειλε κατά τη διάρκεια της τριαντάχρονης εξορίας του, αφού ο εξόριστος ιεράρχης της Νικομήδειας βοηθούσε όσους υπέφεραν και είχαν ανάγκη. 


Περί το 840 ο Άγιος Θεοφύλακτος, ο φλογερός αυτός ομολογητής και ακράδαντος στύλος της Ορθοδοξίας, παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και έτσι εισήλθε στην ουράνια μακαριότητα. Αργότερα και επί των ημερών της αυτοκράτειρας Θεοδώρας (842-857) αποκαταστάθηκε η ειρήνη μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, αφού η ευσεβής αυτή αυτοκράτειρα συγκάλεσε σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επικύρωσε τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, γεγονός που έθεσε τέλος στη θεολογική διαμάχη και τους διωγμούς των ορθοδόξων από τους φανατικούς εικονομάχους. Έτσι η Ορθοδοξία θριάμβευσε και επικράτησε η αλήθεια, αφού το 843 έλαβε χώρα η αναστήλωση των αγίων εικόνων, γεγονός που έκτοτε εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά από τους απανταχού της Γης Ορθοδόξους την Κυριακή Α΄ Νηστειών, τη γνωστή ως «Κυριακή της Ορθοδοξίας». Μετά την επαναφορά της ειρήνης στην Εκκλησία ο Άγιος Μεθόδιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (842-846) μερίμνησε για τη μετακομιδή, σύμφωνα και με την επιθυμία των χριστιανών της Νικομήδειας, των ιερών λειψάνων του Αγίου Θεοφυλάκτου από τον τόπο της εξορίας του, όπου εκοιμήθηκε και ενταφιάσθηκε, στη Νικομήδεια. Εκεί τα εναπόθεσε στον ναό των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, τον οποίο ο ίδιος ο Άγιος είχε ανεγείρει κατά τη διάρκεια της ευδόκιμης και θεάρεστης αρχιερατείας του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία συναρίθμησε τον ενάρετο και μαχητικό ιεράρχη της Νικομήδειας στους φλογερούς ομολογητές και σθεναρούς αγωνιστές της ορθής χριστιανικής πίστεως και καθιέρωσε να τιμά την πανίερη μνήμη του στις 8 Μαρτίου, ενώ προς τιμήν του ποιήθηκε υπό του Ευθυμίου Σιμωνοπετρίτου Ασματική Ακολουθία. 

 

Ο Άγιος Θεοφύλακτος υπήρξε ο πρώτος πολιούχος της νήσου Ύδρας, αφού μετά το ένδοξο μαρτύριο του εξ Ύδρας νεομάρτυρος Αγίου Κωνσταντίνου, του εν Ρόδῳ αθλήσαντος στις 14 Νοεμβρίου 1800, καθιερώθηκε ο τοπικός νεομάρτυς ως πολιούχος και έφορος του ιστορικού νησιού του Αργοσαρωνικού με την πλούσια κολλυβαδική παράδοση. Ενδεικτικό είναι ότι ο πρώτος δήμαρχος της Ύδρας Λάζαρος Κουντουριώτης σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη θαυματουργική επέμβαση του Αγίου Θεοφυλάκτου στο νησί κατά τον σεισμό της 8ης Μαρτίου 1837, αφιέρωσε θαυμάσια φορητή εικόνα του Αγίου στην παλαίφατη Μονή Παναγίας Φανερωμένης, την ιδρυθείσα περί τα μέσα του 17ου αιώνα, η οποία αποτελεί τον σημερινό Καθεδρικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ύδρας. Μάλιστα κατά τη διάρκεια του σεισμού κατέπεσε ο σταυρός του κωδωνοστασίου της Μονής και παραλίγο να φονεύσει τον δήμαρχο. Η εικόνα αυτή, η οποία φέρει χρονολογία 1837, αποτελεί σήμερα ιστορικό κειμήλιο του ιδρυθέντος το 1999 Εκκλησιαστικού Μουσείου Ύδρας «Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς». Θαυμάσια φορητή εικόνα του Αγίου φυλάσσεται και στον ανεγερθέντα το 1780 ιστορικό ιερό ενοριακό ναό Υπαπαντής Χριστού πόλεως Ύδρας. Επ’ ονόματι του Αγίου Θεοφυλάκτου είναι αφιερωμένος ναός (εξωκκλήσιο) στο χωριό Παρπαριά της Χίου που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του ακριτικού αιγαιοπελαγίτικου νησιού, ενώ ο Άγιος τιμάται με ομώνυμο ναό και στην πόλη της Τήνου, ο οποίος ανεγέρθηκε με πρωτοβουλία του αειμνήστου Ιερομονάχου Θεοφυλάκτου Κρητικού. 

Ο φλογερός ομολογητής και μαχητικός ιεράρχης της Νικομήδειας, Άγιος Θεοφύλακτος, αναδείχθηκε σε χρόνους χαλεπούς για την πορεία της Ορθοδοξίας, στύλος ακλόνητος της αληθείας, φύλακας άγρυπνος της ευσεβείας, καθαιρέτης ισχυρός της δυσσεβείας, εδραίωμα αρραγές της Εκκλησίας, όπως άλλωστε τόσο χαρακτηριστικά υμνείται και γεραίρεται μέσα από το απολυτίκιό του: «Φύλαξ ἄγρυπνος τῆς Ἐκκλησίας, καί καθαίρεσις τῆς δυσσεβείας, ἱεράρχα Θεοφύλακτε πέφηνας˙ τοῦ γάρ Χριστοῦ τήν εἰκόνα σεβόμενος, ὑπερορίας καί θλίψεις ὑπέμεινας. Πάτερ ὅσιε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος». Ας ευχηθούμε λοιπόν να αποτελέσει ο πρόμαχος αυτός της Ορθοδοξίας για τους σημερινούς χριστιανούς έναν φωτεινό οδοδείκτη και ένα απαράμιλλο πρότυπο αγωνιστικότητος, ώστε να μπορέσουμε να διατηρήσουμε ακραιφνή την πίστη και τη λατρεία μας στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και έτσι να μην κινδυνεύσουμε να χάσουμε τον πνευματικό μας προσανατολισμό.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός

Βιβλιογραφία

· Γούναρη Γεωργίου Κων., Από την Πολιτεία των Αγίων, Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Γρεβενών, 2009.

· Μπεράτη Θεοδώρου Κ., Αρχιμανδρίτου, Αθληταί Στεφανηφόροι, Έκδοσις Αδελφότητος Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι 1991.

Εικόνες

[1] Ο Άγιος Θεοφύλακτος Επίσκοπος Νικομηδείας. Φορητή εικόνα του 1837 στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Ύδρας.

[2] Ο Άγιος Θεοφύλακτος ήταν ο πρώτος πολιούχος της Ύδρας, αφού διέσωσε θαυματουργικά το νησί κατά τον σεισμό της 8ης Μαρτίου 1837.

[3] Στη βορειοδυτική Χίο και στην περιοχή του χωριού Παρπαριά υπάρχει εξωκκλήσιο αφιερωμένο στον Άγιο Θεοφύλακτο. www.panoramio.com

[4] Το εξωκκλήσιο του Αγίου Θεοφυλάκτου στην Παρπαριά της Χίου. www.naoschios.blogspot.gr

[5] Ο Άγιος Θεοφύλακτος τιμάται με ομώνυμο ναό στην Ιερά Νήσο Τήνο.

[6] Εξωτερική άποψη του ναού του Αγίου Θεοφυλάκτου στην πόλη της Τήνου.

[7] Εξωτερική άποψη του ναού του Αγίου Θεοφυλάκτου στην πόλη της Τήνου.

[8] Άποψη από το εσωτερικό του ναού του Αγίου Θεοφυλάκτου στην πόλη της Τήνου.

[9] Φορητή εικόνα του Αγίου Θεοφυλάκτου στο τέμπλο του ομωνύμου ναού της Τήνου.

[10] Φορητή ασημένια εικόνα του Αγίου Θεοφυλάκτου στον ομώνυμο ναό της Τήνου.

[11] Οι Άγιοι Θεοφύλακτος και Χαράλαμπος. Φορητή εικόνα στον ομώνυμο ναό της Τήνου. 

Κυριακή Β Νηστειών Θεολογική αλήθεια και αλήθεια για τον Θεό του Καθ.Μιλτιάδη Κωνσταντίνου,

Αποτέλεσμα εικόνας για β νηστειων
Αντιμέτωπο με ένα πανίσχυρο κατεστημένο εμφανίζει τον Ιησού η περικοπή Μαρ β΄ 1-12, που, σύμφωνα με το λειτουργικό τυπικό της Ανατολικής Εκκλησίας, αποτελεί το ευαγγελικό ανάγνωσμα της δεύτερης Κυριακής της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Πρόκειται για το κατεστημένο εκείνο που διαμορφώνουν άνθρωποι, οι οποίοι παρουσιάζονται ως ειδικοί πάνω σε ένα θέμα και υπεραμύνονται με τέτοιο φανατισμό της αλήθειας που νομίζουν ότι κατέχουν, ώστε τους είναι αδύνατο να πιστέψουν ακόμη και την πραγματικότητα που βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια.
  Σύμφωνα με την περικοπή, ο Ιησούς κήρυττε σε κάποιο σπίτι της Καπερναούμ και είχε μαζευτεί τόσος κόσμος, ώστε κανείς δεν μπορούσε πια να τον πλησιάσει. Κάποιοι άνθρωποι που μετέφεραν έναν παράλυτο, όταν διαπίστωσαν ότι ήταν αδύνατο να προσεγγίσουν με άλλον τρόπο τον Ιησού, δεν δίστασαν να ανοίξουν μια τρύπα στην οροφή του σπιτιού -η κατασκευή των σπιτιών της εποχής στην Παλαιστίνη επέτρεπε τέτοιου είδους ενέργειες- και να κατεβάσουν με σχοινιά τον παράλυτο μπροστά του για να τον θεραπεύσει. Ο Ιησούς, βλέποντας τη μεγάλη πίστη των ανθρώπων αυτών, απευθύνεται στον παράλυτο λέγοντας: «Οι αμαρτίες σου συγχωρούνται». Αυτή ακριβώς η φράση όμως είναι που πυροδοτεί την αντίδραση των ανθρώπων για τους οποίους έγινε λόγος παραπάνω. Πρόκειται στη συγκεκριμένη περίπτωση για τους “γραμματείς”, τους μορφωμένους, δηλαδή, ανθρώπους της εποχής, οι οποίοι είχαν ως κύριο έργο τους τη μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία της Αγίας Γραφής· κάτι σαν τους σημερινούς θεολόγους. Πρόκειται για ανθρώπους που άσπρισαν τα μαλλιά τους στη μελέτη των ιερών κειμένων και πίστευαν ότι γνώριζαν πια τα πάντα για το Θεό. Είχαν αναπτύξει μια από κάθε άποψη ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη διδασκαλία για τον Θεό που δεν φαινόταν να χάνει από πουθενά, δεν μπορούσε να κλονιστεί με τίποτε. Είχαν μιαν απάντηση για κάθε ερώτημα, μπορούσαν να βρουν λύση σε κάθε πρόβλημα που τους έθεταν· κάτι σαν τους σημερινούς γεροντάδες. Και τώρα, όλο αυτό το οικοδόμημα, που τόσα χρόνια με τόσο κόπο έστηναν, έρχεται να τους το γκρεμίσει ένας νεαρός ραββίνος με τη φράση «Οι αμαρτίες σου συγχωρούνται». Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος, χρόνια παράλυτος, μπορεί και περπατάει το αφήνουν εντελώς ασχολίαστο. Αυτό που τους απασχολεί είναι το θεωρητικό θεολογικό ερώτημα αν ο Ιησούς έχει το δικαίωμα να συγχωρεί αμαρτίες ή όχι. Αφού η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτό που πιστεύουν, λάθος είναι η πραγματικότητα και όχι η θεωρία τους.
  Το κεντρικό, λοιπόν, θέμα της περικοπής είναι η σχέση θεωρίας και αλήθειας. Σε μια ανάλογη κατάσταση με αυτήν που αντιμετώπισε ο Ιησούς βρέθηκε αρκετούς αιώνες αργότερα και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στη μνήμη του οποίου είναι αφιερωμένη η δεύτερη Κυριακή της Σαρακοστής. Στις αρχές του ιδ΄ αιώνα κάποιοι μοναχοί στο Άγιο Όρος εφάρμοζαν μια ορισμένη τεχνική άσκησης και προσευχής με πλήρη απομόνωση από εξωτερικά ερεθίσματα, ώστε να αξιωθούν μιας έντονης εμπειρίας του θείου φωτός. «Αδύνατον», υποστήριζαν οι μορφωμένοι θεολόγοι της εποχής, «εφόσον ο Θεός είναι ακατάληπτος». Και πάλι η θεωρία ερχόταν να αμφισβητήσει αυτό που κάποιοι άνθρωποι βίωναν ως πραγματική εμπειρία. Την υπεράσπιση των μοναχών ανέλαβε ο Γρηγόριος. Συμφωνεί, βεβαίως, ότι ο Θεός είναι ακατάληπτος, επιμένει όμως ότι ο άνθρωπος μπορεί να τον γνωρίσει, όταν ο ίδιος ο Θεός το επιτρέπει και ο άνθρωπος πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Έτσι αναπτύσσει μια θεολογία, η οποία βασίζεται στη διάκριση ουσίας του Θεού και ενεργειών του Θεού. Η ουσία του Θεού είναι και παραμένει ακατάληπτη, η ενέργειά του όμως είναι καταληπτή. Στόχος της θεολογίας, επομένως δεν πρέπει να είναι η εξέταση της ουσίας του Θεού, αλλά η προσπάθεια προσέγγισης του Θεού κατά τις ενέργειες και τις σχέσεις του με τα δημιουργήματά του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η θεολογία από μια θεωρητική, φιλοσοφικού τύπου, ενασχόληση με το μυστήριο του Θεού γίνεται ζωή και εμπειρία, γίνεται μετοχή στις ενέργειες του Θεού και οδηγεί τον άνθρωπο στη “φυσική του κατάσταση”, όπως χαρακτηριστικά τόνιζε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στην ένωσή του με τον Θεό, στη θέωση.
  Μια τέτοια προσέγγιση του Θεού ζητάει ο Χριστός από τους μαθητές του όλων των εποχών. Μια προσέγγιση που θα βασίζεται στην προσωπική τους εμπειρία και όχι σε κάποιες θεωρητικές διδασκαλίες που άκουσαν στα μαθήματα των θρησκευτικών στο σχολείο. Το ερώτημα, βέβαια, είναι κατά πόσο ο σύγχρονος τρόπος ζωής επιτρέπει μια ζωντανή εμπειρία του Θεού. Ο ρυθμός της ζωής σήμερα ελάχιστα περιθώρια αφήνει στους ανθρώπους για μια ματιά μέσα τους, να σκεφτούν και να προβληματιστούν πάνω στον ρόλο τους ως χριστιανών και στον πραγματικό σκοπό της ζωής τους. Οι περισσότεροι περιορίζονται συνήθως στην τέλεση κάποιων τυπικών θρησκευτικών καθηκόντων και αφήνουν τα μεγάλα προβλήματα στα χέρια των ειδικών. Όσο λιγότερο όμως σκέφτονται οι χριστιανοί τόσο περισσότερο χώρο αφήνουν σε κάθε λογής “αυθεντίες”, οι οποίες αναλαμβάνουν να σκέφτονται για τους άλλους, να τους περνάνε τις όποιες απόψεις τους, έτοιμες και καλά διατυπωμένες μέσα από ένα σύνθημα, που μπορεί κανείς εύκολα να το αναμασά και να το διαδίδει. Έτσι όμως καταντούν οι άνθρωποι άβουλα όργανα στα χέρια αυτών που αναλαμβάνουν να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, ομαδοποιούνται κάτω από ένα λάβαρο και είναι έτοιμοι να εκστρατεύσουν ενάντια σε οποιονδήποτε τους υποδειχτεί ως εχθρός. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι, όταν κάποιος βρεθεί σε αυτήν την κατάσταση, νιώθει τόσο ασφαλής και κατοχυρωμένος από την κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής που άλλοι διαμόρφωσαν γι’ αυτόν, ώστε όχι μόνον τον Θεό δεν μπορεί να αναζητήσει και να δει, αλλά ούτε και την καθημερινή πραγματικότητα μπορεί να αντιληφθεί πλέον σωστά.
  Η ευαγγελική περικοπή Μαρ β΄ 1-12 είναι ένα προσκλητήριο αντίστασης· αντίστασης απέναντι σε όλους εκείνους που στοχεύουν στην πνευματική αγκύλωση της Εκκλησίας, που απεργάζονται την πνευματική μιζέρια και τύφλωση των χριστιανών. Είναι καιρός οι πιστοί να αντισταθούν στην ισοπέδωση που επιβάλλουν τα διάφορα (λεγόμενα) πνευματικά περιβάλλοντα και στην υπεραπλουστευμένη θεώρηση της ζωής που επιχειρούν να τους περάσουν. Είναι καιρός να γίνει σε όλους συνείδηση ότι το “ποίμνιο” της Εκκλησίας δεν αποτελείται από πρόβατα· αποτελείται από ανθρώπους που σκέφτονται, συζητούν, αποφασίζουν συνειδητά και προ πάντων ψάχνουν. Σε μια εποχή απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης το καθήκον των χριστιανών για επαναπροσδιορισμό της σχέσης τους με τον Θεό και πιο συνειδητή μαρτυρία της εμπειρίας τους από τη σχέση αυτή προβάλλει περισσότερο επιτακτικό από ποτέ.
Πηγή: www.amen.gr
Θεολογική αλήθεια και αλήθεια για τον Θεό (Μαρ β΄ 1-12)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...