Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 09, 2015

Η στάμνα της Σαμαρείτιδος. (†) Αρχ. Χριστοδούλου Φάσσου

Η στάμνα της Σαμαρείτιδος

Αρχ. Χριστοδούλου Φάσσου


Αυτή η ευαγγελική περικοπή, αδελφοί μου, που δια­βάσαμε, η συνομιλία του Κυρίου μας με τη Σαμαρείτιδα, είναι μία από τις ωραιότερες αλλά και διδακτικότερες σελίδες της ευαγγελικής διηγήσεως. Ο Κύριός μας αποκαλύπτει στη συνομιλία Του με τη γυναίκα αυτή αλή­θειες δογματικές, θεολογικές και λατρευτικές, τις οποίες για πρώτη φορά ακούμε και διαβάζουμε μέσα στο Ευαγγέλιο.

Οταν διάβαζα προ ολίγων ημερών για να προετοιμα­στώ για τη Θ. Λειτουργία, στάθηκα σε μία φράση, η οποία με προβλημάτισε. Η φράση αυτή είναι στο τέλος της συνομιλίας του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα. Οπως θυμάστε, ο Κύριος ήρθε κουρασμένος και κάθισε στο πηγάδι. Οι μαθητές έφυγαν για να αγοράσουν τρόφιμα. 

Ο Ιωάννης φαίνεται ότι έμεινε μαζί Του΄ γι' αυτό και περιγράφει τόσο λεπτομερώς αυτή την υπέροχη συζήτηση μεταξύ του Κυρίου και της Σαμαρείτιδος. Και αφού ο Κύριος απεκάλυψε αυτές τις αλήθειες, που σας είπα, και έφερε τη γυναίκα αυτή σε συναίσθηση της καταστάσεώς της, δημιουργήθηκε εκεί με τη Χάρη του Θεού μία μετα­βολή στον εσωτερικό της κόσμο, ώστε να καταλάβει την αμαρτωλή κατάστασή της και συγχρόνως να ανάψει μέσα στην καρδιά της ένας ζήλος για να μεταφέρει αυτό το μήνυμα: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» (Ιω. Α', 42). 
Διότι της απεκάλυ­ψε ο Κύριος ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας, πράγμα που δεν το είχε αποκαλύψει σε κανέναν. Και μόλις ήρθαν οι μαθη­τές, φέροντες τα τρόφιμα, αυτή έφυγε για να πάει να αναγγείλει το μήνυμα.

Στο σημείο αυτό ο Ευαγγελιστής έχει αυτή την πρό­ταση, που σας είπα ότι με προβλημάτισε. Λέει: «Αφήκεν ουν την υδρίαν αυτής η γυνή και απήλθεν εις την πόλιν, και λέγει, τοις ανθρώποις» (Ιω. Δ', 28).

 Οταν διαβάζει κανείς τα προηγούμενα, που είναι υψηλού θεολογικού περιεχομένου μηνύματα, και μετά έρχεται στη φράση: «Αφήκεν ουν την υδρίαν αυτής η γυνή...», ότι άφησε η γυναίκα τη στάμνα της εκεί πέρα και έφυγε, νομίζει ότι είναι αυτός ο στίχος μία ασήμαντη και ίσως περιττή λεπτομέρεια, την οποίαν αναγράφει ο Ευαγγελιστής. Αλλά σκέφτηκα΄ υπάρχουν ασήμαντα και περιττά, λέξεις και φράσεις ασήμαντες και περιττές στην ευαγγελική διήγηση; Υπάρχουν;

Οι μαθητές είχαν μία εμπειρία τριών χρόνων που συνανεστράφησαν τον Κύριο κι έπρεπε να γράψουν λίγες σελίδες ευαγγελικές, με την πλούσια αυτή εμπειρία που είχαν. Επρεπε να επιλέξουν τα πλέον σημαντικά. 

Μεταξύ, λοιπόν, των πλέον σημαντικών να βάζουν αυτή τη φράση, που εγώ τη θεωρώ ότι είναι ασήμαντη και κάπως περιττή; Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, συγκεκριμέ­να, ο οποίος γράφει το περιστατικό, λέει: «έστι δε και άλλα πολλά» (Ιω. ΚΑ', 24) από όσα έκαμε και δίδαξε ο Κύριος, τα οποία δεν είναι γραμμένα στο ευαγγέλιο΄ και αν γραφό­ντουσαν, ούτε ο κόσμος δεν θα χώραγε τα γραφόμενα βιβλία. 
Οταν λοιπόν υπάρχει τέτοια στενότητα χώρου, σκέπτομαι, θα κατανάλωνε έναν στίχο για να γράψει μία περιττή φράση, μία ασήμαντη φράση; Δεν φαντάζομαι. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η φράση αυτή, ότι άφησε η γυναίκα την υδρία της και πήγε μέσα στην πόλη να φέρει το μήνυ­μα, δεν είναι ασήμαντη.
Είναι πολύ σημαντική και από τη φράση αυτή αποκαλύπτονται πτυχές της  ψυχολογίας, μυστικές πτυχές της ψυχολογίας της γυναίκας, με τις οποίες ολοκληρώνεται η προσωπικότητά της. Επί πλέον με αυτή τη φράση, ότι η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, δίνει και σε μας κάποια μηνύματα ο Ευαγγελιστής Ιωάννης.

Ας την αναλύσουμε λοιπόν. Τί εξήγηση να δώσουμε; Γιατί άφησε τη στάμνα της; Θα μπορούσε να πει κανείς σαν πρώτη εξήγηση ότι την ξέχασε. Την ξέχασε, για να πάει να φέρει το μήνυμα. Αλλά κάθε μέρα, ή μέρα παρά μέρα, ερχότανε να πάρει νερό για τη λάτρα του σπιτιού και να πιει η πολυμελής οικογένεια, την οποίαν είχε. 

Τώρα λοιπόν γι' αυτό το λόγο ήρθε. Είναι δυνατόν να έφυγε με άδεια χέρια; Να μην πάρει τη στάμνα γεμάτη νερό για τη χρεία; Αλλά, αδελφοί μου, η σημερινή μέρα δεν είναι σαν τις άλλες. Σήμερα δεν είναι σαν τις άλλες μέρες που έπαιρνε νερό και πήγαινε στο σπίτι της. 
Σήμε­ρα συνέβη γεγονός, το οποίον είναι συγκλονιστικό γι' αυτή. Η συνάντησή της με τον Κύριο και η συνομιλία της μαζί Του έφερε μία μεταβολή και αναστάτωση και ανα­τροπή, θα έλεγα, σε ολόκληρο τον ψυχικό της κόσμο και στα όσα ως τώρα κυριαρχούσαν μέσα της. 
Αυτή η μετα­βολή δεν είναι δική μου κρίση, αλλά καταφαίνεται από τα λόγια τα οποία πήγε και είπε, μόλις συνάντησε τους συμπατριώτες της. Λέει: «Δεύτε ίδετε άνθρωπον (ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο) ος είπέ μοι πάντα όσα εποίησα» (Ιω. Δ', 29). 
Αυτές οι λέξεις «είπέ μοι πάντα όσα εποίησα...» δείχνουν έναν εσωτερικό κόσμο, ο οποίος έχει αναστατωθεί, ο οποίος έχει ανακαινισθεί. Ελάτε να δείτε κάποιον που μου φανέρωσε ό,τι έχω κάμει στη ζωή μου΄ «μήτι ούτός εστιν ο Χριστός;» (Ιω. Δ', 29). Αυτή έχει βεβαιωθεί ότι είναι ο Χρι­στός, διότι της το ομολόγησε ο Κύριος και το βεβαίωσε΄ αλλά το λέει έτσι για να κινήσει το ενδιαφέρον. 
Τα λόγια αυτά δείχνουν ότι σήμερα έγινε κάτι κοσμογονικό μέσα στην καρδιά της. Λέει ο ι. Χρυσόστομος: «Ούτως υπό των ειρημένων ανήφθη, ώστε και την υδρίαν αφείναι και την χρείαν δι' ην παρεγένετο» (Ioannes Chrysostomus, In Johannem, Homiliae 34, 59, 193, 21 TLG). 
Από όσα της είπε ο Χριστός άναψε τέτοια φωτιά μέσα της, ώστε και τη στάμνα και τη δίψα να ξεχάσει. Το σκοπό για τον οποίο ήρθε, να ξεδιψά­σει αυτή και η οικογένειά της, τον ξεχνάει. Από τί; Από τη φωτιά που άναψε μέσα της.
Εν πάση περιπτώσει είναι δυνατόν να την ξέχασε τη στάμνα, αλλά είναι και δυνατόν να την άφησε εσκεμμένα εκεί. Γιατί να την άφησε εσκεμμένα; Διότι από αυτή την ημέρα και μετά, από αυτή τη συνομιλία, όπως είπα, ένας καινούργιος κόσμος έχει ανοιχθεί μπροστά της και με και­νούργια μέτρα μετράει τώρα τα πράγματα της ζωής. 

Λέει ένας ερμηνευτής: «Διατίθεται η γυνή προς το ύδωρ ως ο Ιησούς μετ' ολίγον εις τον άρτον» (Βλ. Τρεμπέλας Π. Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, εκδ. «Σωτήρ», σελ. 153). Ο Κύριός μας, όταν πήγαν οι μαθητές και του έφεραν το ψωμί, τους είπε: Εγώ έφαγα. Την ξέχασε τη σωματική Του πείνα με όσα είχε ειπωμένα με τη Σαμαρείτιδα. 
Οπως ο Κύριος ξέχασε την πείνα, έτσι ξέχασε κι αυτή τη δίψα. Έτσι ξέχασε τώρα και το σταμνί. Γιατί; Γιατί είναι δευτερευούσης σημασίας πράγματα. Διότι άλλα πράγματα τώρα πήραν την πρώτη θέση μέσα στη ζωή της και την πολιτεία της.
Αλλά ακόμα, αδελφοί μου, αυτή η στάμνα η εγκατα­λελειμμένη είναι γι' αυτή τη γυναίκα μία ανάμνηση, αν θέλετε, αντιπροσώπευση της ζωής που έκανε ως τώρα. Δεν τη θέλει πια αυτή τη ζωή. Την εγκαταλείπει αυτή τη ζωή. 

Καινούργια ζωή αρχίζει και ως εκ τούτου μπορεί να εγκαταλείψει και τη στάμνα, διότι της θυμίζει την απο­γοήτευση που δοκίμασε ζώντας χωρίς το Χριστό. Δεν το έβλεπε πρώτα αυτό, τώρα το βλέπει. Γιατί τώρα γνώρισε το Χριστό. Τώρα άκουσε τη διδασκαλία Του. Τώρα άνοιξαν τα μάτια της τα πνευματικά και έτσι, ας πούμε, η στάμνα, σαν ένας αντιπρόσωπος εκείνης της παλιάς ζωής, της είναι πλέον περιττή. 
Λέει ένας ερμηνευτής: «Ούτως άρα ταχέως προετίμησε το ύδωρ του Χριστού της του Ιακώβ πηγής» (Βλ. Τρεμπέλας Π. Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, εκδ. «Σωτήρ», σελ. 153). Ξεχνάει τη δίψα. Προτιμάει το νερό που έδωσε ο Χριστός. Το ύδωρ το ζων, που όποιος πιει απ' αυτό, καθώς της είπε, δεν ξαναδιψάει. 
Προτιμάει αυτό το νερό παρά το νερό απ’ το πηγάδι του Ιακώβ. Και λέει ο Ι. Χρυσόστομος μία παρατήρηση, την οποίαν σας παρα­καλώ να την προσέξουμε, διότι από κει βγαίνει το δίδαγ­μά μας. «Ήλθεν υδρεύσασθαι (ήλθε για να πάρει νερό) και επειδή της αληθινής πηγής επέτυχε (και επειδή τώρα βρήκε την αληθινή πηγή με το ζωντανό νερό), κατεφρόνησε της αισθητής (κατεφρόνησε την πηγή την υλική) διδάσκουσα ημάς... (τί μας διδάσκει;) εν τη των πνευ­ματικών ακροάσει πάντων υπεροράν» (Ioannes Chrysostomus, In Johannem, Homiliae 34, 59, 193, 21 TLG). 
Οταν έχουμε μπροστά μας τον καινούργιο πνευματικό κόσμο και ασχο­λούμεθα με αυτόν και τον μελετάμε, τον κόσμο που μας φανερώνει ο Χριστός και το Ευαγγέλιό Του, όλα πρέπει να τα περιφρονούμε. 
«Πάντων υπεροράν των βιοτικών και μηδένα λόγον αυτών ποιείσθαι» (Ioannes Chrysostomus, In Johannem, Homiliae 34, 59, 193, 21 TLG) και δεν κάνουμε κουβέντα πλέον γι' αυτά τα πράγματα. Όλα όσα συζη­τούσε ως τώρα δεν την ενδιαφέρουν πλέον. Αλλες κουβέ­ντες κάνει τώρα, που τις εμπνέει ο Χριστός και η διδα­σκαλία Του. Αυτό είναι το μήνυμα για μας.

Να κάνουμε ένα ερώτημα: Συμβαίνει αυτό με μας; Μήπως εξακολουθούμε να αντλούμε από δύο πηγάδια; Εμείς -όταν λέω εμείς το συγκεκριμενοποιώ- είμαστε μέλη μίας χριστιανικής ομάδας, που εδώ και πενήντα χρόνια ιδρύθηκε στην Πάτρα και ακούσαμε τόσα πολλά πράγματα από πατέρες πνευματικούς και διδασκάλους θεολόγους. 

Τί έγιναν αυτά τα πράγματα; Μας ανοίξανε πηγάδι τότε, το πηγάδι του Χριστού, οι πνευματικοί και διδάσκαλοί μας. Αντλούμε από αυτό το πηγάδι ή έχουμε ακόμα το μαγγανοπήγαδο του κόσμου και αντλούμε από αυτό και από το Χριστό και τα ανακατεύουμε; 
Και ασφαλώς δεν πετάξαμε αυτή τη στάμνα. Να κοιτάξουμε πλάι στο πηγάδι της ζωής μας εγώ, εσύ, ο καθένας. Υπάρχει κάποια εγκαταλελειμμένη στάμνα; Αφήκαμε κάποια πράγματα; Να το πούμε, αδελφοί μου, καθαρά, αφήκαμε κάποια πράγματα από την παλιά ζωή μας; Τη ζωή των αδυναμιών, της αμαρτίας, των παθών μας; 
Λέει ο μακαριστός Τρεμπέλας σχολιάζοντας αυτήν την περι­κοπή για την οποία μιλάμε: «Οσοι εγνώρισαν τον Χριστόν αποδεικνύουν τούτο δι' αγίας περιφρονήσεως προς τα μάταια αγαθά του κόσμου» (Βλ. Τρεμπέλας Π. Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, εκδ. «Σωτήρ», σελ. 154). Να προβληματιστούμε μ' αυτή τη φράση.

Υπάρχει και άλλος ένας λόγος, αδελφοί μου, που μπο­ρεί γι' αυτό να άφησε τη στάμνα. Αυτή ξεκινάει να τρέξει να φέρει ένα μήνυμα. Μήνυμα ιεραποστολής και σωτη­ρίας. Η στάμνα είναι βαριά. Η στάμνα είναι ένα βάρος. Αυτή θέλει νά 'ναι εύζωνας. Δεν θέλει νά 'χει βάρη επάνω της. Γιατί το έργο της ιεραποστολής του Χριστού δεν επι­δέχεται βάρη. 


Και την αφήνει τη στάμνα για να γίνει γνή­σια ιεραπόστολος. Και έγινε γνήσια ιεραπόστολος. Μας το λέει το ευαγγέλιο. Ηλθαν οι Σαμαρείτες και παρακαλούσαν τον Κύριο να μείνει. Αλλά μας το λέει και η εκκλησιαστική μας ιστορία με το βίο της και με το μαρτύ­ριό της. Λοιπόν, η στάμνα ήταν βάρος γι' αυτήν. Η ιερα­ποστολή θέλει εύζωνους στρατιώτες.
Τώρα προσέξτε κάτι. Ο κάθε πιστός, από την ώρα που συνειδητοποιεί την πίστη του και τη διδασκαλία του Χρι­στού μας, είναι ιεραπόστολος και πρέπει να φέρνει αυτό το μήνυμα κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο στους συνανθρώπους του. Για να είναι ιεραπόστολος και να φέρνει αυτό το μήνυμα, δεν πρέπει νά 'χει βάρη επάνω του. 

Πόσες βαριές στάμνες, υδρίες, κουβαλάμε εμείς, ρωτήστε τον εαυτόν σας. Γεμάτες με εγωισμό, δειλία, ασυνέπεια, ακόμα και με νόμιμες απαιτήσεις της ζωής... Τις κουβαλάμε και αυτό είναι εμπόδιο στην ιεραποστολή μας και στο έργο μας το ιεραποστολικό. Λέει ο ι. Χρυσόστομος: «Οταν γαρ πυρωθή ψυχή τω πυρί τω θείω, προς ουδέν των εν τη γη λοιπόν ορά..» (Ioannes Chrysostomus, In Johannem, Homiliae 34, 59, 193, 21 TLG). 
Αμα ανάψει η φωτιά του Χριστού μεσ' την καρδιά, δεν βλέπει ο άνθρωπος τα γήινα πράγ­ματα. «Ενός εστι μόνου, της κατεχούσης αυτήν φλο­γός» (Ioannes Chrysostomus, In Johannem, Homiliae 34, 59, 193, 21 TLG). Η ψυχή ένα πράγμα νιώθει και αισθάνεται, τη φλόγα που την καίει.

Αδελφοί μου, αυτοί οι πατέρες και αδελφοί μας, για τους οποίους τελούμε σήμερα για τρίτη χρονιά μνημόσυ­νο - τη μία χρονιά πήγαμε επάνω στον Ομπλό, την άλλη στον Αγιο Κωνσταντίνο, εφέτος εδώ - αποτελούν για μας ιεραποστολικά πρότυπα. Εχει πάρα πολλή σημασία το ότι ήρθαμε εδώ εφέτος. Δεν θα επεκταθώ σ' αυτό το θέμα. 

Θα δοθεί ευκαιρία όσοι θέλετε να πείτε και δικές σας σκέψεις επάνω, όταν θα ανέβουμε στο χώρο της Κατασκήνωσης. Αλλά εδώ που είμαστε, είμαστε κάτω από τη σκιά μίας βασιλικής δρυός. Και η βασιλική δρυς, αυτό το δένδρο το πλατύκλαδο και σκιερό, υπήρξε ο πατήρ Γερβάσιος. Υπήρξε ο πρώτος κατηχητής. 
Πριν έλθουν οι δικοί μας μεταγενέστεροι κατηχητές, ο π. Γερβάσιος ήταν κατηχητής εδώ και εβδομήντα και πλέον χρόνια στην πόλη αυτή. Και ήταν ιεραπόστολος, όπως η Σαμαρείτισσα. Και όσοι μετά κάτω από τη σκιά του και δροσίστηκαν και διδάχτηκαν, κληρικοί και λαϊκοί, τους θυμάστε και θα ακούσετε τα ονόματά τους στο μνημόσυνο που θα κάνου­με, όλοι αυτοί κάτω από τη σκιά του ετράφησαν και αναπαύθηκαν και αναζωογονήθηκαν. 
Ολοι αυτοί, με επικε­φαλής τον π. Γερβάσιο, υπήρξαν ιεραπόστολοι χωρίς να κουβαλάνε πάνω τους στάμνες και βάρη. Θυμηθείτε τους έναν-έναν. Πόσο ανιδιοτελείς, πόσο αφιλοχρήματοι και πόσο άνθρωποι θυσίας υπήρξαν! Αληθινοί ιεραπόστολοι που μεσ' την καρδιά τους έκαιγε, όπως λέει ο Χρυσόστο­μος, αυτή η φλόγα, η οποία, άπαξ και άναψε, τους έκανε όλα τα άλλα να τα βλέπουν σαν δευτερεύοντα. 
Λοιπόν, αν θέλουμε να τους κάνουμε μνημόσυνο, να μην περιοριζόμα­στε στα κόλλυβα και στα κεριά, αλλά να είμαστε μιμητές όλοι της ζωής τους και του ιεραποστολικού τους έργου. Αυτά μας δίδαξε σήμερα η Σαμαρείτιδα. Αυτά μας διδά­σκει ο δίσκος με τα κόλλυβα. Αυτά μας διδάσκει η θρη­σκευτική ιστορία αυτής της πόλεως. Εχει μία ένδοξη ιστορία, θρησκευτική και εκκλησιαστική, αυτή η πόλη. Και μέσα σ' αυτή την ιστορία είμαστε γεννημένοι. Μέσα σ' αυτή την ιστορία είμαστε ποτισμένοι. Μέσα σ' αυτή την ιστορία είμαστε βαπτισμένοι.
Λοιπόν,  γεννημένοι, βαπτισμένοι και ποτισμένοι μ' αυτή την ιστορία και μ' αυτά τα ιδανικά που και η Σαμα­ρείτιδα και οι πατέρες μας και οι λαϊκοί διδάσκαλοί μας μας δίδαξαν, μ' αυτά να πορευόμαστε. Και αυτά να τα λέμε και στα παιδιά μας. Να τα διδάσκουμε στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας. Και πιστεύω πως η ευχή όλων αυτών, οι προσευχές τους, που είναι μέσα στην αγκαλιά του Θεού και απολαμβάνουν τα αγαθά του παραδείσου, θα ευλογήσουν το έργο το δικό μας. 

Δε θέλω να επε­κταθώ. Εμείς μπήκαμε σ' ένα χωράφι που το έσπειραν αυτοί. Το είπε σήμερα το ευαγγέλιο. Αλλοι σπέρνουν και άλλοι θερίζουν. Αλλοι κοπίασαν και άλλοι μπήκανε και αναπαύονται στους κόπους αυτών. Εμείς είμαστε μέσα σ' αυτούς. Ας προσπαθούμε τουλάχιστον να φανούμε αντά­ξιοι των κόπων που έκαμαν για μας. Αμήν.
 

Πάτρα 12-05-1996, Ομιλία στον Ι. Ναό Αγίας Παρασκευής Συχαινών (κατασκήνωση π. Γερβασίου)
Από το βιβλίο του † Αρχ. Χριστοδούλου Φάσσου
«Η Συγκατάβαση του Θεού και η Ευθύνη του Ανθρώπου» 
Εκδόσεις «ΤΑΩΣ» 2008
Πηγή Διαδικτύου Ἀλλοψις

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 10.5.2015 του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λέρου κ.κ. ΠαισίουΟ Θεός είναι Πνεύμα: «πνεύμα ο Θεός και τούς προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ   10.5.2015

Αγαπητοί μου αδελφοί,
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !

Ο Θεός είναι Πνεύμα: «πνεύμα ο Θεός και τούς προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν».

Η Θεία και ζωογόνος αυτή διδασκαλία κατέρριψε τις παλαιές των αρχαίων πλάνες, και ύψωσε πλέον τον αληθή βωμό, της αληθούς λατρείας, από την οποίαν χθές και σήμερα και στους αιώνες αναπέμπεται ο παγκόσμιος ύμνος και η παγκόσμιος δοξολογία προς τον εν Τριάδι Θεώ. «Δόξα εν υψίστοις Θεω και επί γης ειρήνη» και ως λέγει  ο Απόστολος Παύλος «εν Χριστώ, καινή κτίσις τα αρχαία παρήλθεν, ιδού καινά τα πάντα» β. Κορινθ. Κεφ. 5- στιχ 17.
Όσο και αν προσπαθεί ο άνθρωπος πολλές φορές να αντιπαρέλθει αυτή την αιώνια και ανεπανάληπτο θεία διδασκαλία, βρίσκεται εκτός εαυτού. Είναι πλέον πίστις ακλόνητος στους πιστεύοντας στον Ιησού Χριστό ότι, δεν περιορίζεται η παντοδυναμία του Θεού, ούτε το Άγιο Αυτού Πνεύμα, εν τόπω και χρόνω,  διότι το Θείο κατά τον Άγιον Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι «άπειρον και ακατάληπτον και τούτο μόνον καταληπτόν η απειρία και η ακαταληψία».
Ο Χριστιανός οπουδήποτε και αν βρίσκεται, δύναται να επικαλεστεί την βοήθεια του Θεού Πατρός των Φώτων και με ταπεινή προσευχή να ζητήσει το έλεος, την χάρη και την ευσπλαγχνία του πανοικτήρμονος Θεού, «παρ’ ου πάσα δόσις αγαθή, και πάν δώρημα τέλειον άνωθεν εστίν καταβαίνων εκ του Πατρός των φώτων».
Οι Ιεροί Ναοί, τα Ιερά Προσκυνήματα, οι Άγιοι τόποι έχουν τον προορισμό τους ως τόποι λατρείας και προσευχής, όχι όμως όπως το φαντάζονταν τότε οι Ιουδαίοι, ότι μόνο εν «εκκλησίας ευλογείται ο Θεός».
Η προσευχή με την μεγάλη δύναμή της τραβά και ελκύει τον άνθρωπο, όπως ακριβώς προσέλκυσε και την Αγία Φωτεινή την Σαμαρείτιδα και ισαπόστολο, και η οποία με καρδία καθαρή και ψυχή συντετριμμένη και τεταπεινωμένη είπε στον Κύριο: «Κύριε, δός μοι τούτο το ύδωρ, ίνα μη διψώ, μηδέ έρχομαι  ενθάδε αντλείν».
Τι θαυμασία μεταβολή, οποία μεγάλη χαρά έφερε ο λόγος του  Κυρίου στην διψασμένη εκείνη ψυχή και στις ψυχές των άλλων Σαμαρειτών. Από τότε έως της συντελείας του αιώνος θα επαναλαμβάνεται το  σωτήριο αυτό γεγονός,η θεία και σωτήριος αυτή διδασκαλία.
Επομένως, όπως το Πνεύμα είναι πανταχού παρόν, έτσι και η προσευχή μπορεί να γίνει οπουδήποτε και σε οποιαδήποτε στιγμή και ώρα, ημέρα ή νύκτα, αρκεί να γίνεται με καθαρή καρδιά και συνείδηση, «εν πνεύματι και αληθεία».
Άλλο τόπος λατρείας και άλλο τρόπος προσευχής· δεν πρέπει να συγχέονται οι όροι. Στον τόπο της λατρείας τελείται η κοινή προσευχή, η ομοκάρδιος, όλων εκείνων που πιστεύουν στον Ιησού Χριστό, τον  Αμνό του Θεού τον αίροντα τις αμαρτίες του κόσμου.
Όλες οι διψασμένες ψυχές της κάθε εποχής πού προστρέχουν στην πηγή του ζώντος ύδατος, στην Εκκλησία του Αναστάντος Χριστού, την μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν, ικανοποιούνται, χορταίνουν και χαίρουν εν τω συνδέσμω της αγάπης, τρώγοντες και πίνοντες αξίως το Σώμα  και το  Αίμα του Εσφαγμένου Αρνίου της Αποκαλύψεως, του Ιησού Χριστού.
Η αναίμακτος θυσία και η προσευχή, δια του Ιερέως Λειτουργού, και πάντων των πιστών παρισταμένων, ως μία  καρδιά και ως μία ψυχή, πληροί το είναι του Χριστιανού με τα πλούσια της θείας χάριτος νάματα, και τον καθαρίζει σώματι και ψυχή από τον ρύπο της αμαρτίας, από το άγχος της ενοχής, από τις τύψεις της συνειδήσεως, από την τυραννία των παθών, από την στενοχώρια και την οδύνη της αμαρτίας, της  οποίας αμαρτίας τα οψώνια είναι θάνατος πνευματικός, είναι ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό.
Αυτή την αναίμακτο δωρεά του Θεού προείδε ο Προφήτης Ησαΐας και προφητικώς προέτρεψε και προτρέπει τους ανθρώπους να προσέλθουν στη πηγή του ζώντος ύδατος. «Οι διψώντες, λέγει, πορεύεσθε εφ ύδωρ, διότι ο Πανάγαθος  Θεός «έδωκε εν τη ερήμω ύδωρ και ποταμούς, εν τη ανύδρω γη ποτίσαι το γένος μου το εκλεκτόν».
Μέγα και ιερότατο το καθήκον και το προνόμιο των χριστιανών είναι να προσερχόμαστε στον Ιερό Ναό δια να λατρεύουμε «εν πεύματι και αληθεία» τον Θεό, και ενωμένοι δια του σώματος και αίματος του Υιού Αυτού, να γενόμεθα χριστοφόροι και θεοφόροι.
Αυτή είναι η «εν πνεύματι και αληθεία» λατρεία, όταν όλες οι εσωτερικές δυνάμεις μας συνδυάζονται στην κοινή προσπάθεια, ώστε η διάνοια να δέχεται και να εννοεί την αλήθεια, η θέληση και η προσοχή μας να είναι απερίσπαστα δοσμένες στα τελούμενα εν τω Ναώ, στη μόνη κιβωτό της σωτηρίας μας, η καρδιά μας να πλημμυρίζει από ιερά αισθήματα ευγνωμοσύνης και δοξολογίας προς τον λατρευτό μας Κύριο, τον υπέρ ημών παθόντα και ταφέντα και αναστάντα.
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Η λατρεία και η προσευχή προς τον εν Τριάδι Θεώ είναι αναγκαίες και ενυπόστατες πνευματικές δυνάμεις δια τον άνθρωπο της κάθε εποχής και ιδιαιτέρως αυτής της αλλοπροσάλλου εποχής, η οποία δια των διανοουμένων αυτής αμφισβητεί κάθε όσιο και ιερόν, κάθε τι που αναφέρεται στον Θεό, στον Θεό του φωτός και της χάριτος.
Αυτοί οι άνθρωποι, μακράν  της θείας χάριτος και ευλογίας, μακράν του Θεού Πατρός των φώτων, δεν  φωτίζονται  και δεν καθαρίζονται ψυχή και σώματι από τον ρύπο της αμαρτίας, αλλά ζούν και κινούνται και υπάρχουν μέσα στο σκοτάδι.
Μόνο δια  Ιησού Χριστού και δι’Αυτού μόνον ανυψώνεται, καθαρίζεται και τελειούται ο γήινος άνθρωπος και γίνεται εν Χριστώ Ιησούς, άγιος, τέλειος, καθώς και ο ουράνιος Πατήρ τέλειος εστί.
Ας πορευθούμε και εμείς, ως η Σαμαρείτης, παρά το φρέαρ του Ιακώβ, δια να αντλήσουμε από το σωτήριο Εκείνο Φρέαρ ύδωρ ζωής αθανάτου. «Ίνα μη διψήσωμεν εις τον αιώνα».
ΧΡΙΣΤΟΣ  ΑΝΕΣΤΗ !
Ο Λ.Κ.Α.Π. 


Της Σαμαρείτιδος. Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος

Της Σαμαρείτιδος

Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος

Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!

  Κάθισε να αναπαυθεί πλησίον της πηγής του Ιακώβ, και εκεί, μη υπολογίζοντας την προσωπική Του κούραση, ο Κύριος ανοίγει διάλογο με μία γυναίκα Σαμαρείτιδα.  Διότι, προκειμένου να σωθεί έστω και μία ψυχή, καμία ευκαιρία δεν πρέπει να χάνεται. 
Ο Χριστός ύστερα από μιά μακρά και ταλαίπωρη οδοιπορία έφθασε στην πόλη της Σαμάρειας που ονομάζετο Συχάρ.

            Ο βοσκός, όταν χάσει έστω και ένα πρόβατο, αφήνει τα ενενήκοντα εννέα και βγαίνει προς αναζήτηση του ενός.  Δεν αδιαφορεί, δεν το αφήνει στην τύχη του, δεν το εγκαταλείπει στην ερημιά, όπου κινδυνεύει κάθε στιγμή να κατασπαραχθεί από τα άγρια θηρία.  Βγαίνει στις πεδιάδες, ανεβαίνει ψηλές κορυφές, κατεβαίνει χαράδρες και γκρεμούς, αναζητώντας το χαμένο πρόβατο. 
Ο καλός ποιμένας αναζητά το ένα που χάθηκε, που γι’ αυτόν έχει μεγαλύτερη αξία από τα υπόλοιπα ενενήντα εννέα.  Και, όταν το βρεί, το βάζει επάνω στους ώμους του γεμάτος από χαρά, ενθουσιασμό και ικανοποίηση.  Και ο Κύριος μας διαβεβαιώνει: Σας διαβεβαιώνω, ότι τόση μεγάλη χαρά γίνεται στον ουρανό, όταν ένας αμαρτωλός μετανοεί, παρά για ενενήκοντα εννέα δικαίους, που δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας (Λουκ. 15: 4-7).

Με παρόμοιο τρόπο ο Χριστός αναζήτησε τη ψυχή της Σαμαρείτιδος.  Επρόκειτο γιά μία ψυχή, που χανόταν μέσα στην έρημο της απουσίας του Θεού.  Για μία ζωή, που βυθιζόταν στα απήθμενα βάθη της αμαρτίας της μοιχείας.  Για μιά ύπαρξη, που καταστρέφετο από τα ολέθρια πάθη της σαρκός, των παρανόμων σαρκικών απολαύσεων της μοιχείας.  Η Σαμαρείτιδα, παρά την εξωτερική της διαγωγή, είχε ένα εσωτερικό κόσμο πλούσιο από ευγενικά αισθήματα και χάρη.  Ήταν μια γυναίκα, που ντρεπόταν για τις πράξεις της, για τις αμαρτίες.  Γι’ αυτό εξ άλλου, πηγαίνει μόνο το μεσημέρι να αντλήσει νερό από το πηγάδι, γιατί έτσι θα απέφευγε να συναντήσει τις συγχωριανές της και τις ειρωνικές τους επικρισίες.

Νοσταλγούσε τη λύτρωση.  Διψούσε να βρει τη σωτηρία.  Αναζητούσε την εσωτερική ειρήνη και ανάπαυση.  Και τώρα συναντάται με τον Μεσσία.  Ο Άγιος Θεός συνομιλεί με την αμαρτωλή γυναίκα, και εκείνη βρίσκει αυτό που αναζητούσε, την λύτρωση.

Πέντε άνδρες γνώρισε και με τον έκτο, η Σαμαρείτις, συζούσε παράνομα.  Ζούσε μέσα στη μοιχεία, μιά αρρωστημένη ηθική κατάσταση και χρειαζόταν οπωσδήποτε θεραπεία.  Ο Κύριος δεν ήρθε να καλέσει δικαίους, “αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν” (Ματθ. 9:13).  Με βάση αυτής της αρχής καταγίνεται ο Ιησούς να φωτίσει και να σώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο, που εξαγνίζεται κάτω από συγχωρητική και αγιαστική Χάρη του Θεανθρώπου. 

Η αμαρτωλή γυναίκα της Σαμάρειας όχι μόνον μετανόησε για τις προσωπικές της αμαρτίες, αλλά έσπευσε να καλέσει και άλλους να συμμερισθούν και να συμβιώσουν τη δική της αλλαγή και εσωτερική αναγέννηση.  Διότι, εκείνος που γνωρίζει έμπρακτα την άπειρη αγάπη του Θεού, πλημμυρίζεται από ανέκφραστη χαρά, ειρήνη και αγαλλίαση. Αυτήν την εσωτερική αναδημιουργία, θέλει να την συμμερισθεί. 

Ενώ ο μοιχός, με χίλια δύο τεχνάσματα, σαν δόλιος κλέφτης, σαν ύπουλο φίδι, προσπαθεί να εισχωρήσει μέσα στα σπίτια άλλων οικογενειών. Περιφρονούν τις δικές τους γυναίκες και αναζητούν τα θήματά τους όχι ανάμεσα σε δημόσιες πόρνες, αλλά ανάμεσα στους πιο στενούς φίλους ή και συγγενείς. Προσποιούνται μάλιστα τους καλούς φίλους, τους καλούς γείτονες, τους πληγωμένους και πονεμένους από τα κτυπήματα της ζωής, και αντί να στραφούν στην ενάρετη ζωή, επιδιώκουν με κάθε θυσία να επιτύχουν ένα και μοναδικό σκοπό, να παρασύρουν την γυναίκα του φίλου τους στα δόλια και σατανικά σχέδιά τους, να δημιουργήσουν αμαρτωλές εξωγαμηκές σχέσεις, να διαπράξουν και να ζήσουν μέσα στη θανάσιμη αμαρτία της μοιχεία. Ο μοιχός και η μοιχαλίς ξεπερνούν ακόμα και την αγριότητα των πιο αγρίων ζώων της φύσης, διότι τα παιδιά που παρανόμως συλλαμβάνουν, τα φονεύουν με ασπλαχνία και καταφεύγουν στις εκτρώσεις για να μη μαρτυρούν τον παράνομο καρπό τους. Αυτοί οι άνθρωποι μένουν αμετανόητοι, προσποιούνται τους ευσεβείς, πραγματοποιούν ταξίδια στο Άγιο Όρος ή σ’ άλλα ιερά προσκυνήματα, όμως αυτοί οι άνθρωποι, δυστυχώς, παρά τα κτυπήματα και τις σφαλιάρες της ζωής, μένουν μέσα στις μοιχείες τους, αμετανόητοι, αδιόρθωτοι,  σκληρόκαρδοι και τυφλωμένοι από τα πάθη της σάρκας. Γι’ αυτό τον λόγο, ο άγιος Απόστολος Παύλος στις Επιστολές του, δεν τους κατονομάζει καν «ανθρώπους», αλλά «σάρκες».

Ο λόγος του Θεού έχει να τους απευθύνει μία και μόνον κουβέντα: Μετανοήσετε πριν είναι αργά και έρθει και σας επισκεφθεί αιφνίδια ο θάνατος! Διορθώσετε τη ζωή σας ! Επιστρέψετε στις δικές σας οικογένειες και μη μολύνετε τις οικογένειες άλλων συγχωριανών σας ! Πόρνους και μοιχούς θα κρίνει ο Άγιος Θεός και αλίμονο σε εκείνον που θα πέσει στη φοβερή κρίση του Θεού ! Θα τον συνέφερε να μην είχε γεννηθεί ποτέ, όπως είπε ο Κύριος για το πρόσωπο του Ιούδα ! Γιατί η μοιχεία καταστρέφει οικογένειες ολόκληρες, αναστατώνει κοινωνίες, διαλύει φιλίες, συκοφαντεί αθώους !
  
Μέσα από την ειλικρινή μετάνοια μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό της Αγάπης.  Μέσα από τη άρνησή μας προς την αμαρτία μπορούμε να πραγματοποιήσουμε τη σύνταξή μας με τις αρετές, που μας καθιστούν όμοιοι κατά χάρη με την Πηγή κάθε αγαθού, τον Χριστό.  Μέσα από την έρημο των παθών, ανακαλύπτομε την όαση της ευσπλαχνίας του Θεού, που μας δροσίζει με τη ουράνιο δρόσο της Θείας Χάριτος.

Η Εκκλησία συνεχίζουσα το σωτηριώδες έργο του Χριστού καλεί, όπως Εκείνος, όλους τους ανθρώπους σε μετάνοια.  Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι, αρκεί να μιμηθούν το καλό παράδειγμα της σημερινής Σαμαρείτιδος γυναικός.  Η σωτηρία μιάς ψυχής, για το Θεό, είναι το μεγαλύτερο έργο που μπορεί κανείς να πραγματοποιείσει. Ούτε οι τεχνικές και επιστημονικές κατακτήσεις, ούτε τα διαστημικά κατορθώματα, ούτε ο πλούτος και κοσμικές δόξες, μπορούν να συγκριθούν στην αξία της σωτηρίας μιάς ψυχής.  Ο Κύριος εξ άλλου μας το διαβεβαίωσε λέγοντας: Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, εάν κερδίσει όλο τον κόσμο, αλλά ζημιωθεί στο ελάχιστο την ψυχή του; ή τι αντάλλαγμα μπορεί να δώσει ο άνθρωπος για την ψυχή του (Ματθ. 16: 26).

Ο Θεός φροντίζει τόσο στοργικά και σοφά γιά τη σωτηρία κάθε ανθρώπου. Ανοίγει τον δρόμο που οδηγεί στην ουράνια Βασιλεία Του, και δεν θέλει να χαθεί έστω και μιά ψυχή.   Με χαρακτηριστικό τρόπο γράφει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, “ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών” (Ιακ. 5: 20).  Η μετάνοια εξασφαλίζει τη σωτηρία και την απαλλαγή του ανθρώπου από την αιώνια καταδίκη και κόλαση.  Τίποτε περισσότερο δεν συγκινεί τον Άγιο Θεό, όσο η επιστροφή ενός αμαρτωλού.  Δεν υπάρχει πράξη πιό ευγενεστέρα από του να λυτρώσει κανείς μιά ψυχή από τον όλεθρο του πνευματικού θανάτου.  Και έτσι η ψυχή γίνεται ενώπιον του Θεού υπόθεση θείας δικαιοσύνης που συγχωρεί τις αμαρτίες εκείνων που μετανοούν.

Η Σαμαρείτιδα ήταν παγιδευμένη μέσα στα πλοκάμια της αμαρτωλής ζωής.  Απελευθερώθηκε μόνον με την ειλικρινή μετάνοια, όταν γνώρισε και σχετίσθηκε με τον Χριστό.  Ο σύνδεσμος της με τον Χριστό την οδήγησε να γίνει απόστολος της Θείας Χάριτος και η αγία Φωτεινή, όπως ονομαζόταν, καταξιώθηκε να καταταχθεί στην τάξη των Ισαποστόλων.  Γνώρισε τον Χριστό όχι μόνον στους συμπατριώτες της, αλλά και σ’ άλλα μέρη της Παλαιστίνης.

Η αγία Φωτεινή, η σημερινή Σαμαρείτιδα, μεταφέρει, σήμερα, ένα ελπιδοφόρο μήνυμα σ’ όλους τους Ορθοδόξους Εκκλησίας. Να στραφούμε με μετάνοια προς το Χριστό, που είναι η σωτηρία όλων.  Να αναπτερώσουμε τις ελπίδες μας.  Η Αγία Φωτεινή, η Σαμαρείτιδα, ενέπνευσε και εμπνέει με το παράδειγμά της.  Διότι η μετάνοια, τί άλλο είναι, παρά μιά μαρτυρία της παρουσίας του Θεού μέσα στη δική ζωή μας; 

Ας παρακαλέσουμε τον Άγιο μας Θεό, να μας χαρίζει και σε μας αυτό το πνεύμα της μετανοίας, ούτως ώστε και εμείς, μιμούμενοι την σημερινή εορτάζουσα αγία Φωτεινή, να δίδουμε επάξια την δική μας μαρτυρία στον τόπο όπου μας κάλεσε ο Θεός να ζούμε.  Ο Θεός να σαςευλογεί.

Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Ανάλυσις καί αναφορά στό εγώ ειμί ο λαλών σοι. π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος



Κηρύγματα του πατρός Στεφάνου Αναγνωστοπούλου.
Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Ανάλυσις καί αναφορά στό εγώ ειμί ο λαλών σοι.

«Εγώ ειμί ο λαλών σοι.»
Πώς να μην δοξάσομε τον Θεό χριστιανοί μου, όταν η Εκκλησία μας αφιερώνει μια ολόκληρη ημέρα, από την Μεγάλη Εβδομάδα σε μια αμαρτωλή γυναίκα, σε μια πόρνη, και πώς να μη δοξολογήσομε το όνομα του Σωτήρος Χριστού, όταν δεν κατακρίνει και συγχρόνως συγχωρεί, την επ’ αυτοφόρω μοιχαλίδα γυναίκα με την παράκληση και σύσταση, «Μηκέτι αμάρτανε, μην ξαναμαρτήσεις».
Και πώς να μην δοξολογήσουμε το Πανάγιον όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όταν ο ίδιος μας βεβαιώνει ότι αι πόρναι και τελώναι προάγουσιν ημάς, εις την βασιλείαν των ουρανών.
Μπαίνουν πιο μπροστά από σας δηλαδή, που νομίζετε τους εαυτούς σας ότι έχετε αρετή.
Και πώς να μην βροντοφωνήσουμε γεμάτοι από ευγνωμοσύνη «Δόξα τη μακροθυμία Σου Κύριε», όταν βλέπουμε να κάμει πρώτον πολίτην και κάτοικον του Παραδείσου, έναν ληστή, έναν κακούργο και φονιά;Μεγάλη η ελπίδα των αμαρτωλών στα σπλάχνα οικτιρμών, του Παντελεήμονος Αγίου Θεού.
Και ακόμα μεγαλύτερη γίνεται η ελπίδα μας όταν έλθουμε στη σημερινή ημέρα.
Γι’ αυτό και θα Τον δοξάσομε και σήμερα τον Θεόν, ακόμα περισσότερο, γιατί Τον βλέπομε να βεβαιώνει σε μια αμαρτωλή γυναίκα τη Σαμαρείτιδα, ότι Αυτός που στέκεται μπροστά της, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου.
«Εγώ ειμί ο λαλών σοι». Ότι είναι ο Χριστός και Σωτήρας του κόσμου, το διατράνωσαν όταν γνώρισαν ύστερα από λίγο, τον Κύριο και οι Σαμαρείτες.
Ναι χριστιανοί μου Αυτός είναι. Το φώς του κόσμου, το φως το αληθινόν, η οδός και η αλήθεια. Η ζωή και η Ανάστασις, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού όπως ομολογούμε στο

Σύμβολο της Πίστεως.
Είναι Αυτός που διαβεβαίωσε στη Σαμαρείτιδα ότι είναι το ύδωρ το ζόν, το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον.
Είναι Αυτός ο ίδιος που διεκήρυξεν ότι «Εγώ είμαι ο Άρτος της Ζωής, ο εκ του ουρανού 

καταβάς».
Είναι αυτός που μας τρέφει και μας συντηρεί με το Τίμιον Σώμα Του και το Πανάγιόν Του Αίμα.
«Ο τρώγων μου την Σάρκαν και πίνων μου το Αίμα έχει ζωήν αιώνιον».
Γι’ κι ημείς οι ιερείς όταν κοινωνούμε εσάς τους πιστούς, πρέπει να λέμε μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού τάδε, Σώμα και Αίμα Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.
Πως λοιπόν να μην αναπέμψομε δοξολογίες και ευχαριστίες, για την λυτρωτική αυτή προσφορά του Παναγίου Σώματος του Σωτήρος Χριστού μέσα από τη Θεία Λειτουργία;
Και όταν εμείς από ραθυμία, για να μην πω και από τέλεια αδιαφορία, δεν αναπέμπομε τις οφειλόμενες ευχαριστίες στο Θεό, τότε ο ίδιος ο Κύριος αναλαμβάνει να μας τις υπενθυμίσει διά μέσω της Εκκλησίας Του.
Η Εκκλησία όμως ως συγκροτημένο Σώμα Χριστού έχει τους εκπροσώπους της, τους οικονόμους δηλαδή της Θείας Χάριτος, τους επισκόπους, τους πρεσβυτέρους και τους διακόνους.
Η Εκκλησία λοιπόν έχει τα Πανάγια σωστικά μυστήρια, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Ευχαριστία και Ιερά Εξομολόγηση.
Έχει επίσης το Θείον και Ιερόν Ευαγγέλιον, δηλαδή την Αγία Γραφή αλλά και την Ιερά Παράδοση.
Έχεις τους Αγίους, έχει τα θαύματα, έχει ιερούς ναούς, έχει το Άγιον Δισκοπότηρον και μια ιστορία μαρτυρική.
Αλλά το κατ’ εξοχήν γνώρισμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η Θεία Λειτουργία, που μας χαρίζει το μέγιστον αγαθόν, το Θεία Κοινωνία, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.
Και να που στα μάτια όλων των χριστιανών, προβάλλεται η μορφή του ιερέως, του παπά, του ποιμένος των λογικών προβάτων.
Και τι είναι ο παπάς; Πολλοί λένε άνθρωπος.
Και τι είναι κάθε λειτουργός του Υψίστου;
Ναι είναι άνθρωπος. Αλλά περισσότερον όμως απ’ όλα, είναι προσφορά θυσίας, κόπου μόχθου και αγωνίας, όχι μόνον για τη δική του προσωπική σωτηρία, αλλά και για σας τους χριστιανούς που αποτελείτε το λογικό του ποίμνιο.
Γ’ αυτό όταν ιερουργεί οφείλει νάναι πάλευκος όπως πάλευκα είναι και λαμπερά και αστραφτερά τα άμφια που ενδύεται.
Αλλά και σεις με την παρουσία σας μέσα στους ιερούς ναούς, και ειδικά στην Θεία Λειτουργία, με όλο σας τον ψυχικό κόσμο, πρέπει να λαχταράτε τη λύτρωσή σας από τα δεσμά της αμαρτίας, από την τυραννία των παθών, από την μισανθρωπία των φθονερών πνευμάτων, των φθονερών δηλαδή δαιμόνων, και από την κακία του κόσμου που μας περιβάλλει.
Και ακόμα περισσότερο πρέπει να λαχταράμε, και σεις και μείς, ως λειτουργοί του Υψίστου, την Ένωσή μας με τον Θεόν, διά μέσου της Θείας Κοινωνίας.
Μας υποδέχονται οι κωδωνοκρουσίες των καμπαναριών των διαφόρων Εκκλησιών, στον Εξάψαλμο, στις καταβασίες ή στην ενάτη της Θεοτόκου, και στην θριαμβευτική Δοξολογία.
Μας υποδέχονται και μας φωνάζουν οι Άγιοι της θριαμβεύουσας Εκκλησίας, -γυρίστε και κοιτάξτε, λίγους έχουμε εδώ, άλλοι ναοί που είναι πολύ πιο μεγαλύτεροι, έχουν ασυγκρίτως πολύ περισσοτέρους αγιογραφημένους Αγίους-, και μας προσκαλούν ακόμα και από τις εικόνες των προσκυνηματηρίων, και του Ιερού Τέμπλου, όχι μόνον για ύμνους και ωδές πνευματικές, όχι μόνον για πνευματική προσευχή, αλλά και για αιματηρές θυσίες που δεν τις κάνομε.
Για να χτυπήσουμε το πολυκέφαλο φοβερό θηρίο του εγωισμού μας με τα άλλα κεφαλάκια της Λερναίας Ύδρας, της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας, της φιληδονίας και φιλαργυρίας, της μνησικακίας και του φθόνου, του θυμού, της οργής και των νεύρων, των ύβρεων και των αναθεματισμών με τα διαβολοστέλματα, της κακίας και της πονηρίας, της κατακρίσεως και τους ψεύδους, και να μην πω άλλα, τα πάθη δεν τελειώνουν ποτέ, αυτά που κουβαλάμε πάνω μας, αυτά και άλλα πολλά μας φωνάζουν και μας βεβαιώνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, με τις άλαλες αυτές φωνές τους, και τι μας λένε με τις φωνές τους τις άλαλες, ότι όλα αυτά είναι φωνή Θεού, είναι η φωνή του Χριστού προς την αμαρτωλή ψυχή μας, την ψυχή μου και την ψυχή σου,
τι φωνάζουν αυτές οι φωνές; «Εγώ ειμί ο λαλών σοι, Εγώ είμαι ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου».
Και τότε η καρδιά μας, τα αισθήματά μας, ακόμα και η αναπνοή μας βιώνει κατάπληκτη όσα βίωσε η σημερινή Σαμαρείτιδα από τις Θεϊκές αποκαλύψεις, που της έγιναν στο φρέαρ του Ιακώβ.
«Εγώ ειμί ο λαλών σοι, Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας Αυτόν εν Πνεύματι και Αληθεία δει προσκυνείν, και Γω είμαι το ύδωρ το ζον, το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον και άλλα πολλά».
Ζούμε όμως αυτά που έζησε η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα, η Σαμαρείτιδα, η μετέπειτα Αγία Φωτεινή;
Το να ενθυμούμεθα συνεχώς το Σωτήρα μας Χριστό ως Πανταχού Παρόντα, και ως ένοικον της ψυχής μας, επικαλούμενοι αδιαλείπτως το Πανάγιον όνομά Του, είναι μια ουράνια ακατάληπτη αίσθησις, που δεν έχει κορεσμόν ποτέ. Δοκιμάστε το.
Δοκιμάστε το. Με το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», και θα το βεβαιωθείτε αυτό που σας λέγω στην πράξη του. Τι θα βεβαιωθείτε; Ότι μέσα στην καρδιά μας, θα ακούσουμε την φωνήν του Αγίου Πνεύματος, να μας βεβαιώνει ότι «Εγώ είμαι ο λαλών σοι».
Αλλά θα μας το βεβαιώσουν όμως και οι μάρτυρες, οι μεγαλομάρτυρες, οι παιδομάρτυρες, οι νεομάρτυρες και οι οσιομάρτυρες των είκοσι αιώνων. Από τότε, από τον Πρωτομάρτυρα και Αρχιδιάκονο Στέφανο, μέχρι και σήμερα.
Είναι όλοι αυτοί, που ακύρωσαν τα διατάγματα των αυτοκρατόρων, και των συγχρόνων στρατευμένων αθέων, υλιστών και θεομάχων μέχρι και των ημερών μας.
Γιατί έχουμε ιδιαιτέρως θεομάχους αυτή την εποχή.
Και όλοι αυτοί οι άγιοι βρίσκονται στην ίδια πορεία, της θριαμβευτικής ομολογίας ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός, που απεκάλυψε όχι μόνον τον εαυτόν Του, ως Θεάνθρωπον Κύριον και Σωτήρα Χριστόν, αλλά και τις τρείς υποστάσεις του Ενός Θεού, του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Και όλοι αυτοί παρελαύνουν από μπροστά μας, σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το έκαναν και προηγουμένως, αμέσως μετά τον καθαγιασμόν των Τιμίων Δώρων, νέοι γέροι και παιδιά, άντρες και γυναίκες, άρχοντες και αρχόμενοι, δούλοι και ελεύθεροι, στρατηγοί, αξιωματούχοι και μεις, στρατιώτες δηλαδή.
Και όλοι αυτοί, τα εκατομμύρια δηλαδή των μαρτύρων, που ομολόγησαν με το αίμα τους Ιησούν Χριστόν, και τούτον Εσταυρωμένον, τον Αναστάντα εκ νεκρών, τον αληθινόν Θεόν ημών.
Όλοι αυτοί κατ’ αυτόν τον τρόπον ομολόγησαν. Εμείς πώς Τον ομολογούμε; Στην καθημερινή μας ζωή, στο σπίτι μας, στην εργασία μας, και ιδιαιτέρως όταν είμεθα μόνοι;
Εκείνοι γέμισαν τις φυλακές και τους τόπους εξορίας για να συρθούν στα αμφιθέατρα, για να αλεσθούν στα δόντια των θηρίων, για να βασανισθούν σκληρότατα από εκατοντάδες φρικτά μαρτύρια, για να πνιγούν στις παγωμένες λίμνες και στα ποτάμια, για να ριφθούν σε λάκκους από φίδια, και σε πηγάδια. Για να τους κάψουν ζωντανούς και να τους κρεμάσουν ή να τους θάψουν μέχρι το λαιμό αφήνοντας το κεφάλι απ’ έξω και πασαλείφοντάς το με μέλι. Σκεφτείτε τι φρικτό θανατο βρήκαν από τα διάφορα ζωύφια. Και τέλος να τους αποκεφαλίσουν.
Και όμως μέχρι το τέλος ομολογούσαν αγόγγυστα, όχι μόνο με τα χείλη τους, όχι μόνον με τα λόγια τους, όχι μόνον πιθανόν με ψαλμούς και ωδές, αλλά κυρίως με το αίμα τους, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Θεός.
Με αυτό το αίμα έπλυναν και ελεύκαναν τις στολές των ψυχών τους. Σ’ αυτό το αίμα των μαρτύρων στηρίζεται κάθε Αγία Τράπεζα, και εγκαινιάζεται κάθε ιερός ναός. Μάλιστα. Στο κέντρον της Αγίας Τραπέζης, σε κάθε Αγία Τράπεζα όλης της οικουμένης, ολοκλήρου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, βρίσκονται λείψανα Αγίων, μαρτύρων.
Αυτό το αίμα των μαρτύρων, ενωμένο με το αίμα του Χριστού, είναι αυτό που συντηρεί, και ποτίζει όλη την οικουμένη και ιδιαιτέρως εμάς τους σημερινούς νερόβραστους και χλιαρούς νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς.
Αφελφοί μου, τη φωνή του Χριστού την ακούσαμε και σήμερα. «Εγώ ειμί ο λαλών σοι, ο αληθινός Θεός, ο Σωτήσας ΣΟΥ, και σωτήρας μου, σωτήρας όλων».
Οι στρατιές των μαρτύρων πρόσφεραν το αίμα τους. Το νέφος των οσίων, των ασκητών και των Πατέρων της Εκκλησίας, πρόσφεραν το αναίμακτο μακροχρόνιο μαρτύριο της συνειδήσεώς των μαζί με την άσκηση.
Εμείς, εγώ; Εσύ και συ, και ο άλλος κι εκείνος και αυτός που είναι απέξω, τι μπορούμε να Του προσφέρομε; Τι Του προσφέραμε και τι μπορούμε να Του προσφέρομε;
Είδατε πως απάντησαν με τη ζωή τους και με το αίμα τους οι Άγιοι της Εκκλησίας μας και όσοι είναι καταξιωμένοι και εγγεγραμμένοι ως πολίτες του ουρανού. Εμείς τι θα Του προσφέρουμε;
Λέω και προτείνω να Του προσφέρομε λίγα δάκρυα αληθινής μετανοίας. Και λίγα δάκρυα υπομονής στους πειρασμούς της ζωής, πίστεως ζωντανής, ενεργουμένης αγάπης και αδιαλείπτου προσευχής.
Αυτά τα λίγα δάκρυα είναι αρκετά. Είναι αρκετά για να μας βάλουν μέσα στον Παράδεισο.
Το εύχομαι,
Αμήν. 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑΣ (Ι.Μ. Σερβίων και Κοζάνης) (Ἰω. 4, 5-42) - Τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας


(Ἰω. 4, 5-42)
- Τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας -
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ἀπό τίς πιό ξεχωριστές τοῦ Εὐαγγελίου. Τά νοήματά της εἶναι πολλά καί ἐξαιρετικά σημαντικά, ὄχι βέβαια πώς ὑπάρχει καί κάτι λιγότερο σημαντικό στό λόγο τοῦ Θεοῦ.
Πολλές φορές τίς ὡραῖες καί ὑψηλές διδασκαλίες του ὁ Ἰησοῦς τίς ἀπηύθυνε σέ ἁπλούς ἀνθρώπους πού δέν εἶχαν κανένα ἐξωτερικό χαρακτηριστικό ἁγιότητας ἤ θρησκευτικῆς ὑπεροχῆς. Δέν ἀπέφευγε μάλιστα νά συνομιλεῖ καί μέ γυναῖκες, ὅπως ἡ περίπτωση τῆς σημερινῆς περικοπῆς. Οἱ γυναῖκες δέν θεωροῦνταν  πρόσωπα ἰσάξια μέ τούς ἄνδρες καί ἱκανά νά ἀκούσουν μιά διδασκαλία, γι’ αὐτό  καί ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μέ τή Σαμαρείτιδα ἐντυπωσίασε τούς μαθητές. Ὁ Χριστός ὅμως σαρκώνει στό πρόσωπό του τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ὅλους τοὺς ἀνθρώπους χωρίς καμία διάκριση καταγωγῆς, γλώσσας, θρησκείας, κοινωνικῆς θέσης, ἠθικῆς ζωῆς. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι παιδιά τοῦ Θεοῦ στά ὁποῖα ἦρθε νά φανερώσει ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί τά ὁποῖα θέλει νά ἐλευθερώσει ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου.
Ἡ διήγηση τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, πού ἀκούσαμε σήμερα, μᾶς παρουσιάζει τόν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος διερχόταν μέ τούς μαθητές ἀπό τή Σαμάρεια, νά συζητᾶ στή Συχάρ, στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, μέ μιά Σαμαρείτιδα γυναίκα καί μάλιστα μέ γυναίκα ἡ ὁποία, ὅπως φαίνεται ἀπό τή συζήτηση, δέν ὑπῆρξε πολύ ἐνάρετη καί σεμνή στή ζωή της. Σ’ αὐτήν τή γυναίκα, ὁ Ἰησοῦς μιλάει γιά τό «ζωντανό νερό», πού δέν στερεύει ποτέ,  γιά τήν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» λατρεία τοῦ Θεοῦ καί γιά τή μεσσιανική του ἰδιότητα.
Ἀπό τή σημαντική αὐτή συζήτηση  θά σταματήσουμε σ’ ἕνα σημεῖο, στήν ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ στό ἐρώτημα τῆς Σαμαρείτιδας  «ποῦ εἶναι πιό σωστό νά λατρεύεται ὁ Θεός, στό Ναό τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπως πίστευαν οἱ Ἰουδαῖοι, ἤ στό ὅρος Γαριζεὶν, ὅπως ἤθελαν οἱ Σαμαρεῖτες», ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει τί εἶναι ὁ Θεός καί ποιά ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ: «Εἶναι ὅμως κοντά ὁ καιρός, ἦρθε κιόλας, πού ὅσοι πραγματικά λατρεύουν, θά λατρέψουν τόν Πατέρα μέ τή δύναμη τοῦ Πνεύματος, πού ἀποκαλύπτει τήν ἀλήθεια – γιατί ἔτσι τούς θέλει ὁ Πατέρας αὐτούς πού τόν λατρεύουν. Ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα. Κι αὐτοί πού τόν λατρεύουν πρέπει νά τόν λατρεύουν μέ τή δύναμη τοῦ Πνεύματος, πού φανερώνει τήν ἀλήθεια».
Μέ τήν ἀπάντηση αὐτή μετατίθεται τό θέμα ἀπό τόν τόπο στόν τρόπο τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ, αὐτόν ἀκριβῶς τόν τρόπο φανερώνει στούς ἀνθρώπους ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Εἶναι χαρακτηριστικές οἱ λέξεις «πνεῦμα» καί «ἀλήθεια» πού δεσπόζουν στήν ἀπάντηση. Σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ κατά Ἰωάννη Εὐαγγελίου ὁ Ἰησοῦς ἑνώνει πιό στενά τοὺς δύο αὐτούς ὅρους λέγοντας: «τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας θά σᾶς ὁδηγήσει σέ ὅλη τήν ἀλήθεια».
Πρόκειται γιά τήν πιό ὑψηλή διατύπωση περί τοῦ Θεοῦ καί περί τοῦ τρόπου λατρείας του, τήν ὁποία δέν κατανοεῖ κανείς θεωρητικά, ἀλλά ζώντας μέσα στήν ἀλήθεια καί στό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὁδηγούμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ εἶναι τό Πνεῦμα τῆς ἀλήθειας. Πρόκειται σέ τελευταία ἀνάλυση γιά δῶρο τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται διά τοῦ Χριστοῦ στήν ἀνθρωπότητα. Ἡ ἀλήθεια δέν εἶναι κατάκτηση τῆς νοητικῆς δύναμης τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι τό βέβαιο συμπέρασμα μιᾶς σειρᾶς συλλογισμῶν. Εἶναι ἀποκάλυψη Θεοῦ, εἶναι τό σαρκωμένο πρόσωπο τοῦ Λόγου πού διακηρύττει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Συνεπῶς ἡ ἀλήθεια δέν εἶναι μιά ἰδέα, ἀλλά ἕνα πρόσωπο, μιά ζωή, πού θυσιάζεται γιά νά προσφέρει ἀκόμη περισσότερη ζωή στούς ἀνθρώπους.
Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ὅτι «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν τόν Θεόν» πρέπει νά μᾶς ἀφυπνίζει πάντοτε καί νά μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ τρόπος πού λατρεύουμε τό Θεό δέν μπορεῖ νά ἔχει καμιά σχέση μέ τήν ψεύτικη ἱκανοποίηση τῆς συνειδήσεώς μας, μέ τήν ἐπιφανειακή τήρηση τοῦ γράμματος, μέ τόν ποσοτικό ὑπολογισμό τῶν πράξεών μας, μέ τήν ὠφελιμιστική σκέψη τῆς ἀμοιβῆς. Ἐπίσης, δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τήν τυποποίηση τῆς στάσης μας πρός τόν Θεό μέσα σέ καθιερωμένες καί ξηρές λέξεις ἤ ἐκφράσεις πού δέν ζοῦμε τό περιεχόμενό τους. Τό «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» σημαίνει ζωή ἐν Χριστῷ καί ζωή ἐν ἁγίῳ Πνεύματι· μέ ἄλλα λόγια, σημαίνει συμμετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μιᾶς Ἐκκλησίας βέβαια πού ἀποτελεῖ ζωντανό σῶμα Χριστοῦ καί ὄχι ὀργανισμό νεκροῦ γράμματος ἤ σύνολο ξηρῶν τύπων.
Τό μήνυμα τῆς περικοπῆς, ἰδιαίτερα τῆς φράσεως τοῦ Ἰησοῦ πού μᾶς ἀπασχόλησε σήμερα περισσότερο, εἶναι ἕνα μήνυμα ἀπαγκιστρώσεως ἀπό τό ψέμα τοῦ νεκροῦ θρησκευτικοῦ τύπου, στό ὁποῖο κινδυνεύει κανείς νά ἐγκλωβισθεῖ, ὅταν ξεχνᾶ τό «πνεῦμα τῆς ἀληθείας» καί θέλει νά ἱκανοποιήσει συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα τὸ δικό του πνεῦμα, πού μπορεῖ νά βρίσκεται σέ δρόμο πλανεμένο. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Κυριακή της Σαμαρείτιδος- Δίψα και πείνα



ΑΠΟΣΤΟΛΟΣΠράξια΄19-30
 ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝἸωάνδ΄ 5-42
Ἦχος δ´.– Ἑωθινόν: Ζ´
ΔΙΨΑ ΚΑΙ ΠΕΙΝΑ
1. Τ «δωρ τ ζν»
   Ἦταν ἤδη μεσημέρι, γύρω στὶς 12 ἡ ὥρα, ὅταν ὁ Κύριος ­κάθισε στὸ πηγάδι τοῦ Ἰακὼβ γιὰ νὰ ξεκουραστεῖ. Βάδιζε μὲ τοὺς μαθητές Του πρὸς τὴ Γαλιλαία καὶ περνοῦσαν μέσα ἀπὸ τὴ Σαμάρεια. Ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πόλη Συχάρ, σταμάτησε κατάκοπος ὁ Κύ­­ριος ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία δίπλα στὸ πηγάδι. Διψοῦσε. Οἱ μα­θητὲς εἶχαν φύγει στὴν πόλη γιὰ νὰ ­ἀγοράσουν τρόφιμα. Καὶ καθὼς εἶδε μία Σαμαρείτιδα ποὺ ἦρθε στὸ πηγάδι γιὰ νὰ ἀντλήσει νερό, τῆς ζήτησε νὰ Τοῦ δώσει νὰ πιεῖ. Ξαφνιάστηκε ἡ γυναίκα καὶ μό­νο ποὺ τῆς μίλησε, διότι ἦταν γνωστὴ ἡ ἔχθρα μεταξὺ Ἰουδαίων καὶ Σαμαρειτῶν. Ὡστόσο ὁ Κύριος δὲν ἤθελε τὸ νερὸ μό­νο γιὰ νὰ ξεδιψάσει.

Ζητοῦσε εὐκαιρία νὰ μιλήσει γιὰ κάποιο ἄλλο νερό. Γι’ αὐτὸ καὶ τῆς εἶπε:
   Ἐὰν γνώριζες τὴ δωρεὰ ποὺ δίνει ὁ Θεὸς στοὺς ἀν­θρώπους, καὶ ποιὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ σοῦ λέει τώρα, δός μου νὰ πιῶ, ἐσὺ θὰ Τοῦ ζητοῦσες καὶ θὰ σοῦ ἔδινε «ὕδωρ ζῶν»· νε­­ρὸ τρεχούμενο, ποὺ δὲν στε­ρεύ­­­ει ποτέ. 
   Ἀπόρησε ἡ γυναίκα: 
   Κύριε, οὔτε δοχεῖο ἔχεις γιὰ νὰ ἀντλήσεις νερό, ἀλλὰ καὶ τὸ πηγάδι εἶναι βαθύ. Ἀ­­­πὸ ποῦ λοιπὸν ἔχεις τὸ ἀ­­­στείρευτο νερό;... Ἀλλὰ ὁ Κύριος δὲν ἐννοοῦσε τὸ νε­­ρὸ τοῦ πηγαδιοῦ. Καὶ τῆς τὸ ἐξήγησε:
  Ὅποιος πίνει ἀπὸ τὸ ­νε­ρὸ αὐτόθὰ διψάσει πάλιἘ­­­κεῖ­­νος ὅμως ποὺ θὰ πιεῖ ἀπὸ τὸ νερὸ ποὺ θὰ τοῦ δώσω ἐγώ, δὲν θὰ ­διψάσει ποτὲ στὸν αἰ­ώνα· ἀλλὰ τὸ νερὸ ποὺ θὰ τοῦ δώσω θὰ μεταβληθεῖ μέ­σα του σὲ «πη­­γὴ ὕδατος ἁλ­λομένου εἰς ζωὴν αἰώνι­ον»· πη­γὴ νε­­ροῦ ποὺ δὲν θὰ στερεύει, ἀλλὰ θὰ ἀναβλύζει καὶ θὰ ἀ­­­ναπηδᾶ καὶ θὰ τρέχει πάν­τοτε γιὰ νὰ τοῦ μεταγ­γί­ζει ζωὴ αἰώνια. 
   Ἐντυπωσιασμένη ἡ γυναίκα, ζήτησε νὰ λάβει ἀπὸ τὸ ἀστείρευτο αὐτὸ νερό, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχει καταλάβει περὶ τίνος πρόκειται. 
   Ὁ Κύριος ὡς «ὕδωρ ζῶν» δὲν ἐννοοῦσε τὸ ­τρεχούμενο νερὸ κάποιας πηγῆς. Ὁ Ἴ­­διος τὸ ὀνόμασε ­«δωρεὰ τοῦ Θεοῦ» κι ἔτσι ­ἀποκάλυψε τὴν πνευματική του ­διά­­στα­ση. ­Ἄλ­λωστε σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ ἱερὸς ­Εὐαγγελιστὴς ἐξηγεῖ σα­φῶς ὅτι τὸ «ζῶν ὕδωρ» ἀναφέρεται στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο ­μεταδίδει ζωή, φῶς, ­δύναμη καὶ ­ἀλήθεια. ­Πρό­κειται λοιπὸν γιὰ τὴ ­χάρη τοῦ ­Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ σὰν πνευ­μα­τικὸ ­νε­ρὸ κα­­­θαρίζει, ­δροσίζει, ­πα­ρη­γορεῖ καὶ ζωο­ποι­εῖ τὶς ψυ­χές, χωρὶς νὰ στερεύει ποτέ. Αὐτὸ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν» εἶναι ποὺ ξεδιψᾶ τὴν ψυχή μας καὶ ἱκανοποιεῖ ὅλες τὶς ­ἐπιθυμίες της γιὰ δόξα, εὐτυχία καὶ ἀληθινὴ γνώση. Αὐτὸ δὲ τὸ «ζῶν ὕδωρ» μποροῦμε νὰ τὸ ­γευθοῦμε μόνο μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, μὲ τὴ ­συμ­μετοχή μας στὰ ἅγια Μυστήρια καὶ τὴν κοινωνία ἀγάπης μὲ τοὺς ἀδελφούς μας. 
   Ὡστόσο ὑπάρχει καὶ κάποια βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ καταστεῖ ἡ καρδιά μας δεκτικὴ στὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ: νὰ μετανοήσουμε.
2.  λλη «βρσις»
   Στὴ μετάνοια ὁδήγησε ὁ ­Θεάνθρωπος καὶ τὴ Σαμαρείτιδα. Τῆς ἀπεκάλυψε κάπως τὶς παρεκτροπὲς καὶ τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ ποὺ ἀκολουθοῦσε μέχρι τότε, τῆς μίλησε γιὰ τὴν εὐάρεστη λατρεία στὸ Θεὸ καί, τέλος, τῆς ἀπεκάλυψε τὴ ­μεγά­λη ἀλήθεια ὅτι Αὐτὸς ἦταν ὁ Μεσσίας Χριστὸς ποὺ προσδοκοῦσε νὰ συναντήσει: «ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι», τῆς εἶπε. 
   Σὰ νὰ ἔβγαλε τότε φτερὰ στὰ πόδια ἡ γυναίκα ἐκείνη, ἔτρεξε στὴν πόλη γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὴν ἄφιξη τοῦ Μεσσία καὶ νὰ καλέσει κι ἄλλους νὰ Τὸν γνωρίσουν. 
   Στὸ μεταξὺ ἐπέστρεψαν οἱ μαθητὲς κι ἔφεραν στὸν Κύριο τροφή. Ἐκεῖνον ὅμως δὲν Τὸν ἀπασχολοῦσε τὸ ὑλικὸ φαγητό. Εἶπε: «ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον»· δικό μου φαγητό, ποὺ μὲ χορταίνει καὶ μὲ τρέφει, εἶναι νὰ κάνω πάντοτε τὸ θέλημα Ἐκείνου ποὺ μὲ ἀπέστειλε στὸν κόσμο καὶ νὰ ὁλο­κλη­ρώσω τὸ ἔργο Του, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀν­θρώ­πων.
   Αὐτὴ τὴν κλήση σωτηρίας δέχθηκε ὄχι μόνο ἡ Σαμαρείτιδα ἀλλὰ καὶ οἱ συμ­πα­τριῶτες της. Διότι «πολλοὶ τῶν Σαμαρει­τῶν ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός»· μάλιστα παρεκάλεσαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ μείνει μαζί τους. Πράγματι, ὁ Χριστὸς ἔμεινε ἐκεῖ δύο μέρες καί, κατὰ τὸ διάστημα αὐτό, ὅλο καὶ περισσότεροι πίστευαν σ’ Αὐτόν.
   Αὐτὴ ἦταν ἡ μεγαλύτερη ­ἱκανοποίηση γιὰ τὸν Κύριο. Νὰ ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατρὸς καὶ νὰ βλέπει ψυχὲς νὰ μετανοοῦν καὶ νὰ ὁδηγοῦνται στὴ σωτηρία. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ φυσικὴ πείνα δὲν Τὸν ἀπασχολοῦσε ἐκείνη τὴν ὥρα. Ἦταν ἀπορροφημένος στὸ ἔργο γιὰ τὴ σωτηρία τῶν Σαμαρειτῶν.
   Πόσο ἀπέχουμε ἐμεῖς ποὺ φροντίζουμε μὲ σχολαστικότητα τὴ διατροφή μας καὶ μάλιστα προσέχουμε ἰδιαίτερα νὰ τρῶ­με ὑγιεινὰ καὶ ἀπολαυστικά φαγητά! Μακάρι νὰ δείχναμε ἀνάλογη φροντίδα καὶ γιὰ τὴν πνευματική μας τροφοδοσία: γιὰ τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐφαρμογή του στὴ ζωή μας. Μακάρι κι ἐμεῖς νὰ εἴχαμε αὐτὸ τὸν σφοδρὸ πόθο ποὺ ἐκφράζεται στὴν «Κυριακὴ προσευχὴ» μὲ τὸ «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου», ὥστε αὐτὸ νὰ εἶναι ἡ τροφὴ καὶ ἡ ἀπόλαυσή μας: Τὸ πῶς δηλαδὴ θὰ ἐφαρμόζουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ ἐργαζόμαστε, ὥστε νὰ σώζονται πολλὲς ψυχὲς καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Κυριακή της Σαμαρείτιδος – Φλογεροί χριστιανοί (Αποστολικό Ανάγνωσμα)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Πράξ. ια΄ 19-30
 ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Ἰωάν. δ΄ 5-42 1. 
Ὁ ἄνεμος αὐξάνει τὴ φλόγα 
Μετὰ τὴ σύλληψη καὶ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ πρωτομάρτυρος Στε­φάνου, ἄρχισε μεγάλος διωγμὸς ἐναν­τίον τῶν χριστιανῶν τῶν Ἱε­­­­ροσολύμων ἀ­­­πὸ τοὺς φανατικοὺς ­Ἰουδαίους. Ὁ διωγ­μὸς αὐ­τός, ὅ­­­πως μᾶς ­πληροφορεῖ ἡ σημερινὴ ἀποστολι­κὴ περικοπή, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ φύγουν πολλοὶ χριστιανοὶ ἀ­πὸ τὰ ­Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ φτάσουν «ἕως Φοι­νίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας… εὐαγγε­λι­ζόμενοι τὸν Κύ­­ριον Ἰησοῦν». Ὅπου πήγαιναν, κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτη­ρίας ποὺ ­χαρίζει ὁ Κύριος Ἰη­σοῦς. Καὶ ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου ἦταν μαζί τους, καὶ πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ δέχονταν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ γίνον­ταν χριστιανοί. Εἶναι θαυμαστὸ τὸ γε­γονὸς ὅτι ἕνας σφοδρὸς πειρασμός, ὅ­­­πως ἦταν ὁ διωγμὸς στὰ Ἱεροσόλυμα, ἔφερε τόσο εὐλογημένους καρπούς, δηλαδὴ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου. «Οἰκονομί­ας ὁ διωγμὸς ἦν· εἰ μὴ γὰρ γέγονεν, οὐκ ἂν οἱ μαθηταὶ διεσπάρησαν», σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυ­σόστομος. Δηλα­­δή, ὁ Θεὸς οἰκονόμησε ἔτσι τὰ πρά­γματα, ὥ­σ­­­τε ὁ διωγμὸς ἐκεῖνος νὰ σκορπίσει τοὺς χριστιανοὺς γιὰ νὰ διαδοθεῖ τὸ Εὐαγ­γέλιο. Ἂς μὴ μᾶς ἀπογοητεύουν λοιπὸν οἱ τυ­χὸν πειρασμοὶ καὶ οἱ θλίψεις ποὺ συναντοῦμε στὴ ζωή μας. Ὁ πανάγαθος Θε­ὸς γνωρίζει νὰ χρησιμοποιεῖ τὶς δοκιμασίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε γιὰ τὴν ὠφέλειά μας. Ἐμεῖς ἂς ἐμπιστευόμαστε τὴν πάνσοφη Πρόνοιά Του. Οἱ δυσκολίες ποὺ συναντοῦμε, ἀντὶ νὰ μᾶς φοβίζουν, ἂς μᾶς κάνουν περισσότερο δραστήριους καὶ ἀγωνιστικούς. Διότι, ὅπως ὁ ἄνεμος αὐξάνει τὴ φωτιά, ἔτσι καὶ οἱ δυσκολίες ἀνδρειώνουν τὴ ψυχὴ ποὺ διατηρεῖ ἀναμμένη τὴ φλόγα τῆς πίστεως καὶ πυρακτώνουν τὴ θέλησή της γιὰ ἀ­­γώνα. 2. Πιστοὶ μέχρι τέλους Καθὼς συνεχῶς ἔφταναν στὰ Ἱεροσόλυμα οἱ εὐχάριστες εἰδήσεις γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων ἀνέθεσε στὸν Βαρνάβα νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴν Ἀντιόχεια γιὰ νὰ διαπιστώσει ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμαστὰ σημεῖα καὶ νὰ στηρίξει τοὺς νεοφώτιστους χριστια­νούς. Πράγματι, ὁ ἀ­­πόστολος Βαρνάβας, ἀφοῦ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια καὶ εἶδε τὰ ἔργα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ποὺ φα­νε­ρωνόταν ἀ­­­πὸ τὸ πλῆθος αὐτῶν ποὺ εἶ­χαν πιστέψει καὶ ἀπὸ τὴ ζωή τους, χάρηκε «καὶ ­παρεκάλει πάν­τας τῇ ­προθέσει τῆς καρδίας προσμέ­νειν τῷ Κυρίῳ»· προέ­τρε­­πε ὅλους νὰ μένουν ἀφοσιωμένοι καὶ προσ­ηλωμένοι στὸν Κύριο μὲ ὅλη τὴ διάθεση τῆς ψυχῆς τους. Δὲν ἀρκεῖ νὰ γνωρίσουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν πιστέψουμε. Ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀκολουθοῦμε πιστὰ μέχρι τέλους. Διότι μερικὲς φορὲς ξεκινοῦμε τὴν πνευματικὴ ζωὴ μὲ ἐνθουσιασμό, ὕστερα ὅμως ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ὁ ζῆλος μας ἐξατμίζεται κι ὁ ἐνθουσιασμός μας μαραίνεται. Χρειάζεται λοιπὸν συστηματικὴ πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ ἐνίσχυση τῆς πίστεώς μας μὲ τὴν τακτικὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου, τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μυστηριακὴ ζωή, γιὰ νὰ μὴ λιποτακτήσουμε, ἀλλὰ νὰ παραμένουμε ἀφοσιωμένοι στὸν Κύριο. Εἶναι ἀπαραίτητο ἐπίσης νὰ γνωρίζουμε ὅτι στὴ χριστιανικὴ ζωὴ θὰ συναντήσουμε δυσκολίες καὶ ἐμπόδια. Θὰ ἀντιμετωπίσουμε τὶς σφοδρὲς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ, τὶς εἰρωνεῖες καὶ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ κόσμου, θὰ ἐμφανιστοῦν καὶ πολλὲς δικές μας ἀτέλειες καὶ ἀδυναμίες. Ὡστόσο, ἂν ἀγαποῦμε τὸν Κύριο μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις καὶ ζοῦμε ἑνωμένοι μαζί Του, τίποτε δὲν θὰ μπορέσει νὰ μᾶς λυγίσει. 3. Τὸ τιμητικό μας ὄνομα Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς δίνει καὶ μιὰ ἀκόμη σπουδαία πληροφορία: ὅτι στὴν Ἀντιόχεια ὀνομάστηκαν γιὰ πρώτη φορὰ «χριστιανοὶ» οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ: «ἐγένετο… χρηματίσαι πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς», γράφει. Μάλιστα στὴν ἀρχὴ αὐτὸ τὸ ὄνομα τοὺς τὸ ἀπέδιδαν οἱ εἰδωλολάτρες εἰρωνικά. Ὅμως, ἐνῶ οἱ ἐθνικοὶ θεωροῦσαν ὑποτιμητικὸ νὰ ἀνήκει κανεὶς στὴν παράταξη τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τοὺς χριστιανοὺς αὐτὸ ἦταν τιμὴ καὶ δόξα. Γι’ αὐτὸ ἀποδέχθηκαν καὶ διατήρησαν αὐτὸ τὸ ὄνομα. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι οἱ ἅγιοι Μάρτυρες αὐτὸ θεωροῦσαν ὡς τὸ κύριο συστατικὸ τῆς ταυτότητάς τους. Τοὺς ρωτοῦσαν «πῶς σὲ λένε;», «ἀπὸ ποῦ κατάγεσαι;», «τί ἐπαγγέλλεσαι;», καὶ ἀπαντοῦσαν μὲ ἱερὴ καύχηση: «Χριστιανός εἰμι»! Εἴμαστε κι ἐμεῖς χριστιανοὶ καὶ φέρουμε τὸ τιμητικὸ αὐτὸ ὄνομα. Ἡ πατρίδα μας ἡ Ἑλλάδα ἔχει παράδοση χριστιανική. Καὶ ὅλη ἡ Εὐρώπη, ἀπὸ τὰ χρόνια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ δέχθηκε τὸ κήρυ­γμα τοῦ Εὐαγγελίου, τὸν ­Χριστιανισμὸ ἀκολούθησε. Τώρα ὅμως;… Δυστυχῶς, ἡ Εὐρώπη θέλει νὰ διαγράψει τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἱστορία καὶ τὴν ταυτότητά της. Αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικὸ κατάν­τημα τοῦ σύγχρονου εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο μὲ τὸν τρόπο ζωῆς του. Τώρα δι­α­γράφει ἐντελῶς ἀκόμη καὶ τὸ ­ὄνομά Του. Ἀλίμονο ἂν ἀκολουθήσει καὶ ἡ Ἑλ­λά­δα αὐτὴ τὴν ὀλέθρια πορεία! Ἂς τὸ συνειδητοποιήσουμε. Ἡ μόνη λύση στὸ ἀδιέξοδο τῶν σύγχρονων προβλημάτων εἶναι νὰ ἐπιστρέψουμε στὶς ρίζες μας. Νὰ ἐπανεύρουμε τὴ χριστιανική μας ταυτότητα καὶ νὰ τιμήσουμε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἔργα μας. 
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ” 

Κυριακή της Σαμαρείτιδος «Τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον»(Ιω. 4,14)

Το σημερινό ιερό ευαγγελικό ανάγνωσμα ήταν μεγάλο. Μεγάλο και σε έκταση αλλά και σε νοήματα. Θα μπορούσε βέβαια κανείς σε πολλά του σημεία να σταθεί και εκεί πολλά να αναφέρει. Εμείς όμως ας σταθούμε σήμερα σε ένα μόνο από αυτά.
Θέλοντας ο Κύριος να πάει από την Ιουδαία στη Γαλιλαία, δηλαδή από το νότιο μέρος της Παλαιστίνης, των σημερινών Αγίων Τόπων, στο βόρειο μέρος της Παλαιστίνης, έπρεπε να περάσει από τη Σαμάρεια. Σαμάρεια δε κατά την εποχή εκείνη ονομαζόταν και η κεντρική Παλαιστίνη και μία από τις πόλεις της περιοχής αυτής.
Περνούσε λοιπόν από την Σαμάρεια ο Κύριος και έφτασε στην πόλη Συχάρ, καθώς δε ήταν μεσημέρι και αυτός κουρασμένος από την οδοιπορία, κάθισε σε ένα πηγάδι που βρισκόταν έξω από την πόλη. Το πηγάδι αυτό ήταν το πηγάδι του Ιακώβ και σε αυτό ήλθε για να πάρει νερό μία Σαμαρείτισσα. Από αυτή ζήτησε ο Χριστός νερό· «δός μοι πιεῖν».
Η γυναίκα παραξενεύτηκε και ρώτησε: «Πώς εσύ  Ιουδαίος ζητάς από μένα να πιεις νερό; Διότι δεν έχουν σχέσεις οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτες· «οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις». Και τι απήντησε ο Χριστός; «εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ, καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν». «Εάν γνώριζες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέγει· δώσε μου να πιω, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε «ύδωρ ζων», νερό ζωντανό. Να το κεντρικό νόημα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής αλλά και της χριστιανικής ζωής.
Τι εννοούσε δε ο Κύριος λέγοντας νερό ζωντανό; ποιο είναι το ζωντανό νερό;
Είναι αυτό που είπε μόλις πιο πάνω. Η δωρεά του Θεού. Δηλαδή η χάρη του Θεού, η χάρη του  αγίου Πνεύματος. Και για αυτή μεν έχουμε αρκετές φορές μέχρι τώρα μιλήσει. Χρειάζεται όμως «πάλιν καί πολλάκις» να επανερχόμαστε στο θέμα αυτό προκειμένου να εμπεδωθεί στο νου και την καρδιά μας, προκειμένου να καταλάβουμε καλά την σημασία και την αναγκαιότητά της και να ποθήσουμε έντονα την απόκτησή της.
Όλα όσα υπάρχουν έχουν ουσία και ενέργεια. Έτσι και ο Θεός έχει ουσία που είναι εντελώς άγνωστη στα πλάσματά του, έχει και ενέργεια. Με αυτή του τη θεϊκή ενέργεια δημιούργησε από αγάπη τον κόσμο, δηλαδή τον έφερε από το μηδέν στην ύπαρξη. Και όχι μόνο τον δημιούργησε αλλά και τον συντηρεί και τον κυβερνά, τον κατευθύνει προς ένα τέλος, προς ένα σκοπό. Και ο σκοπός αυτός είναι όλη η κτίση, όλα τα πλάσματα του Θεού να συμμετέχουν σε αυτή τη χάρη, σε αυτή τη θεϊκή αγάπη και ευλογία. Καθένα να συμμετέχει ανάλογα με τη δεκτικότητα που έχει, ανάλογα με το τι μπορεί να πάρει. Έτσι τα άψυχα μετέχουν μόνο στη δημιουργική χάρη του Θεού. Τα ζωντανά, τα έμβια, μετέχουν εκτός της δημιουργικής και στη χάρη του Θεού που δίνει τη βιολογική ζωή. Και τέλος τα λογικά κτίσματα, που είναι οι άγγελοι και οι άνθρωποι, μπορούν να μετέχουν επί πλέον και στη θεωτική ενέργεια του Θεού, στη χάρη του Θεού που μπορεί να τα κάνει να ζουν και να αισθάνονται όπως ο ίδιος ο Θεός. Να έχουν τη ζωή του Θεού. Την αιώνιο ζωή. Αιώνιος δε ζωή δεν είναι απλώς η χωρίς τέλος ζωή, η άπειρη από άποψη χρονική αλλά και η άπειρη από άποψη ποιοτική, πραγματικά θεϊκή ζωή. Επειδή όμως τα λογικά πλάσματα είναι και αυτεξούσια, δηλαδή ελεύθερα να δεχθούν ή να μη δεχθούν την προσφορά του Θεού, γι” αυτό και η θέωσή τους γίνεται μόνο αν την θέλουν, μόνο αν δεν προσπαθούν από μόνα τους να γίνουν θεοί, αλλά ταπεινά, με εμπιστοσύνη και αγάπη, δέχονται την χάρη, «τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ» όπως την ονόμασε ο ίδιος ο Κύριος.
Για αυτή τη χάρη λοιπόν και για την με αυτή θέωση είναι πλασμένος ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος επομένως και εμείς.
Για αυτή τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ήλθε ο Χριστός στη γη μας και δίδαξε και θαυματούργησε και σταυρώθηκε και αναστήθηκε και αναλήφθηκε.
Και εμείς έχουμε πάρει αυτή τη δωρεά με άγιο Βάπτισμά μας. Όμως είτε από άγνοια είτε από έλλειψη προσοχής ή και έλλειψη αγωνιστηκότητας, βρήκε ευκαιρία ο διάβολος και όπως λέει ο άγιος Μακάριος, αλλά και όλοι μας λίγο-πολύ το ζούμε, αιχμαλώτισε τον άνθρωπο και τον έντυσε με το πνευματικό σκοτάδι της αμαρτίας. Μίανε όλη την ψυχή, τους λογισμούς, τον νου, το σώμα. Κατέστησε τον άνθρωπο ακάθαρτο και θεομάχο, που δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού αλλά πονηρά βλέπει, πονηρά ακούει και έχει πόδια που τρέχουν προς το κακό και χέρια που εργάζονται την ανομία. Αλλά, συνεχίζει ο άγιος, ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας απαλλάξει από τον παλαιό άνθρωπο, διότι μόνο αυτός μπορεί να μας γλυτώσει από τον ισχυρότερό μας διάβολο και τη δουλεία σε αυτόν, δηλαδή από την αμαρτία.
Πώς μπορούμε, έτσι πιο πρακτικά να ξαναβρούμε την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος που έχουμε πάρει μυστικά στο άγιο Βάπτισμα; Κατά δύο τρόπους. Και πρώτα, γενικώς, με την εργασία των εντολών, με πολύ κόπο και χρόνο. Όσο εργαζόμαστε τις εντολές του Χριστού τόσο φανερώνεται η χάρις. Δεύτερον, φανερώνεται με την επιστημονική, την με επιμέλεια και συνεχή επίκληση του Κυρίου Ιησού, δηλαδή με τη μνήμη του Θεού, χωρίς όμως φαντασίες ή άλλα νοήματα. Με τον τρόπο αυτό βρίσκεται η χάρις συντομότερα. Η ενέργεια της ευχής μέσα στην καρδιά καταστρέφει την κυριαρχία των δαιμόνων, μπορεί να προξενήσει ταπείνωση και συντριβή και να φλογίσει την ψυχή από αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους. Αυτός που θα δουλέψει με υπομονή και επιμέλεια θα πετύχει οπωσδήποτε και θα παρηγορηθεί.
Η χάρη του Θεού γεμίζει τον άνθρωπο από χαρά, ευφροσύνη, μακαριότητα πνευματική. Τον γεμίζει πραγματικά, γι” αυτό και δεν επιθυμεί τα υλικά και  κοσμικά. Τα υλικά, όσα και αν είναι, αφήνουν ένα κενό και πάντα θέλουμε κάτι άλλο. Ο χαριτωμένος όμως άνθρωπος δεν διψά για τίποτε άλλο παρά μόνο τον Θεό, για τη χάρη, που του τη  δίνει ο Θεός όλο και περισσότερο. Να γιατί είπε ο Χριστός· «πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὃς δι” ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα». «Καθένας που πίνει από το νερό αυτό το υλικό θα ξαναδιψάσει· όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει εις τον αιώνα, δηλαδή ποτέ».
Αυτό το πνευματικό νερό αξιώθηκε να πάρει άφθονο η Σαμαρείτισσα και αγίασε, αλλά, όπως λέγει και το τροπάριό της, το μετέδωσε αφθόνως και σε πολλούς άλλους που διψούσαν τη σωτηρία. Γι” αυτό ονομάστηκε ισαπόστολος και επειδή αξιώθηκε μαρτυρικού τέλους και μεγαλομάρτυς.
Την απόκτησή της χάριτος του Θεού ας βάλουμε και εμείς σκοπό της ζωής μας. Αυτήν ας ζητάμε ακατάπαυστα. Θα την βρούμε μέσα στην Εκκλησία, που είναι το Σώμα του Χριστού, και ζώντας τη ζωή της Εκκλησίας. Μέσα σε αυτή και δι’ αυτής δίνεται το ζωντανό νερό που αναβλύζει την αιώνιο ζωή, τη θεϊκή ζωή, προς σωτηρία δική μας και δόξα του αγίου Τριαδικού Θεού. Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...