Ἡ πλεονεξία εἶναι πάθος τοῦ ἐπιθυμητικοῦ τῆς ψυχῆς, γιὰ συνεχῆ ἀπόκτηση πέρα ἀπὸ τὰ ἀναγκαία τῆς ζωῆς.
Δὲν εἶναι ἀπόλυτα συνδεμένη μὲ τὸν πλοῦτο ἢ τὴν ἀνέχεια, ἀλλὰ ἐπιθυμία, ποὺ βασανίζει τὴν καρδιά του «νὰ ἔχεις πάντοτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἀρκεῖ, δηλαδὴ τοῦ ἀναγκαίου» (Ζιγαβηνός).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴ θεωρεῖ ὡς τὴ χειρότερη ἀπὸ ὅλα τὰ πάθη.
Ὅλα τὰ ἄλλα μποροῦν νὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸ Θεό, ἐνῶ αὐτὴ ἀπομακρύνει τὸν ἴδιο τὸ Θεό, ἀφοῦ τὴ θέση τοῦ Θεοῦ τὴν παίρνει ὁ πλοῦτος, τὸ χρῆμα, ὁ ὑλισμὸς καὶ τὰ λοιπὰ «ἐράσμια» τοῦ κόσμου.
Ἡ πλεονεξία εἶναι ὕπουλο πάθος
Εἶναι ὕπουλο πάθος, γι΄ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁρᾶτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας· ὅτι οὐκ ἐν τῷ περισσεύειν τινὶ ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ» (Λουκᾶ 12,15). Δὲν ἀφήνει περιθώρια ἐπιλογῆς ὁ Κύριος καὶ μᾶς ἀποκλείει ἀπαρχῆς, ἐντελλόμενος: «Ἀπὸ πάσης πλεονεξίας, τουτέστι μικρᾶς τε καὶ μεγάλης», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας.
«Βόθρον γὰρ ἠμὶν ὑπέδειξε διαβολικὸν τὴν πλεονεξίαν», λέει πάλι ὁ ἴδιος ἅγιος. Δηλαδὴ εἶναι λάκκος, ποὺ σκάβει ὁ διάβολος, γιὰ νὰ πέσουμε μέσα σὰν τὰ θηράματα, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε, καθόσον εἴμαστε ἀπορροφημένοι ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀπολαύσουμε καὶ νὰ...
παρατείνουμε τὸν παρόντα βίο, προσπαθώντας νὰ ἀποκτήσουμε τὰ πλείονα καὶ τὰ πλεῖστα.
Ἡ πλεονεξία εἶναι φιλοχρηματία καὶ αἰσχροκέρδεια «καὶ ἐν πλεονεξία πλαστοῖς λόγοις ὑμᾶς ἐμπορεύσονται, (οἱ ψευδοπροφῆται) οἶς τὸ κρίμα ἔκπαλαι οὐκ ἀργεῖ, καὶ ἡ ἀπώλεια αὐτῶν οὐ νυστάξει». (Β΄ Πέτρ. 2,3)
«Λέγοντας πλεονεξία ἐδῶ, ἐννοεῖ τὴν αἰσχροκέρδεια τῶν ψευδοπροφητῶν. Διότι ἡ πλεονεξία ἄλλοτε σημαίνει τὴν ἀδικία, ἄλλοτε ἁπλῶς τὸ κέρδος. Γι΄ αὐτὸ κατάλληλα πρόσθεσε τὸ “θὰ σᾶς κάνουν ἐμπορεύματα”». (Οἰκουμένιος)
Ἡ πλεονεξία εἶναι εἰδωλολατρία
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴν ἀναφέρει μαζὶ μὲ ἄλλα πάθη καὶ τὴ χαρακτηρίζει εἰδωλολατρία: «Νεκρώσατε οὒν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν ἤτις ἐστὶν εἰδωλολατρία» (Κολοσ.3,5).
«Εἶναι ἴδιος μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες ὁ πλεονέκτης, διότι τὴν ἴδια ὕλη προσκυνοῦν καὶ φροντίζουν καὶ οἱ δύο», λέει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας.
«Ὀνομάζει δὲ εἰδωλολατρία τὴν πλεονεξία, διότι ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν (οἱ πλεονέκτες) τὴν ὑπακοὴ στὸ Θεό, γίνονται δοῦλοι τοῦ χρήματος». (Ἅγιος Ι. Δαμασκηνὸς)
«Οἱ μὲν Ἕλληνες προσκύνησαν τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, ὁ δὲ πλεονέκτης προσκυνάει τὸ δικό του δημιούργημα. Διότι δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τὴν πλεονεξία, ἀλλὰ ἡ δική μας ἀπληστία. Λοιπὸν αὐτὸς ποὺ λατρεύει τὸ ἀργύριο καὶ τὸ χρυσάφι εἶναι εἰδωλολάτρης». (Οἰκουμένιος)
Εἶναι εἰδωλολατρία ἐπίσης ἡ πλεονεξία, διότι ὑπηρετεῖ τὸ διάβολο, τὸ μαμμωνά, τὸ θεὸ τοῦ χρήματος: «Ὀνόμασε εἰδωλολατρία τὴν πλεονεξία (ὁ Ἀπόστολος) σύμφωνα μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου, “κανένας δὲν μπορεῖ νὰ δουλεύει σὲ δύο κυρίους΄ καὶ δὲν μπορεῖτε νὰ δουλεύετε γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸ μαμμωνά”». (Θεοδώρητος)
Καὶ ὁ Χριστὸς «ἀποκάλεσε τὸ μαμμωνὰ κύριο, διδάσκοντας ὅτι, αὐτὸς ποὺ ὑπηρετεῖ τὸ πάθος τῆς πλεονεξίας, τιμᾶ τὸν πλοῦτο σὰν Θεὸ» (Θεοδώρητος), ἄρα εἶναι εἰδωλολάτρης.
Πλεονεξία καὶ σαρκικὰ πάθη
Παίρνει ὅμως καὶ ἄλλες προεκτάσεις, καθὼς τώρα πιὸ καθαρὰ συνδυάζεται μὲ τὶς σαρκικὲς παραβάσεις: πορνεία, ἀσέλγεια, μοιχεία κὰ πάσα ἀκαθαρσία:
«οἵτινες, ἀπηλγηκότες, ἑαυτοὺς παρέδωκαν τὴ ἀσελγεία εἰς ἐργασίαν ἀκαθαρσίας πάσης ἐν πλεονεξία». (Ἐφεσ. 4,19) Ἡ πώρωση ὁδηγεῖ στὴν πνευματικὴ ἀναλγησία (ἀπηλγηκότες= δὲν αἰσθάνονται τὸν πόνο τῆς συνείδησης). Πόσο εὐεργετικὸς εἶναι ὁ πόνος! Εἶναι ἡ προειδοποίηση γιὰ νὰ τρέξουμε στὸ γιατρό, γιὰ μετάνοια. Αὐτὴ ἡ ἀναλγησία ὁδηγεῖ στὴν ἀχορτασιὰ κάθε ἀκαθαρσίας.
«Λέγοντας δὲ ἀκαθαρσία ἐν πλεονεξία, νομίζω πὼς ἐννοεῖ τὴ μοιχεία», λέει ὁ Ὠριγένης.
«Οἱ πλεονέκτες τολμοῦν κάθε εἴδους ἁμαρτία μέχρι τὴν ὑπερβολή, κάνοντας κατάχρηση τοῦ διεφθαρμένου βίου ποὺ διάγουν. Διότι ὁ Ἀπόστολος ὀνόμασε πλεονεξία τὴν ἔλλειψη τοῦ μέτρου». (Θεοδώρητος)
«πορνεία δὲ καὶ πάσα ἀκαθαρσία ἢ πλεονεξία μηδὲ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμίν, καθὼς πρέπει ἁγίοις» (Ἐφεσ. 5,3) Δὲν ὠφελεῖ καὶ μᾶλλον βλάπτει, ἔστω καὶ ἁπλῶς νὰ ἀναφερόμαστε σὲ αὐτὰ τὰ πάθη.
Παρεκκλίνοντας ἐλαφρῶς ἀπὸ τὸ θέμα, βλέπουμε ὅτι σήμερα συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Χριστιανοὶ βαπτισμένοι καὶ ἀσχολούμαστε μὲ τὰ σαρκικὰ καὶ τὰ χρήματα. Τὸ χειρότερο δὲ σήμερα πολλοὶ λαϊκοὶ καὶ κληρικοὶ ἀμνηστεύουν καὶ θεωρητικὰ τὴν πορνεία, λέγοντας πὼς πορνεία εἶναι μόνο ἡ ἐπὶ πληρωμὴ σαρκικὴ πράξη.
Ὅπως καὶ ἀλλοῦ ἔτσι καὶ ἐδῶ ἡ πλεονεξία εἶναι συνδυασμένη μὲ τὴν ἀκαθαρσία καὶ τὴν πορνεία. Ἴσως καὶ διότι «ἡ πλεονεξία εἶναι φυσικὸ ἐπακόλουθό της φιλοσαρκίας. Γὶ΄ αὐτὸ θέλουν τόσα πολλά, γιὰ νὰ ἔχουν λόγο νὰ τὰ ξοδέψουν στὶς ἡδονές». (Ἅγιος Ι. Δαμασκηνὸς)
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀναφερόμενος στοὺς ψευδοδιδασκάλους, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα πάθη τοὺς ἀποδίδει καὶ αὐτὸ τῆς πλεονεξίας μὲ πολὺ βαρὺ χαρακτηρισμό: «ὀφθαλμοὺς ἔχοντες μεστοὺς μοιχαλίδος καὶ ἀκαταπαύστους ἁμαρτίας, δελεάζοντες ψυχᾶς ἀστηρίκτους, καρδίαν γεγυμνασμένην πλεονεξίας ἔχοντες, κατάρας τέκνα!» (Β΄ Πέτρ. 2,14)
«Ἡ καρδία τους δὲν εἶναι ἐξασκημένη σὲ τίποτε ἄλλο, παρὰ στὴν πλεονεξία γιὰ ἀσέλγειες ἢ καὶ ἁρπαγὴ κτημάτων». (Οἰκουμένιος)
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος πάλι, παροτρύνοντας τοὺς χριστιανοὺς πρὸς τὴν ἁγνότητα καὶ τὴ φιλαδελφία, ταυτίζει τὴν πλεονεξία μὲ τὴν παράβαση τοῦ γάμου, δηλαδὴ τὴ μοιχεία: «νὰ μὴν ἁμαρτάνει καὶ ἐκμεταλλεύεται (πλεονεκτεῖν) τὸν ἀδελφό του στὰ ζητήματα αὐτά, διότι ὁ Κύριος θὰ εἶναι ὁ δίκαιος τιμωρὸς γιὰ ὅλα αὐτά, καθὼς καὶ σᾶς εἴπαμε καὶ τονίσαμε προηγουμένως» (A΄ Θεσ, 4,6)
«Ἐδῶ ὀνόμασε πλεονεξία τὴ μοιχεία. Διότι ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ κάτι ποὺ δὲν τοῦ ἀνήκει αὐτὸς ποὺ ὑπονομεύει ξένο γάμο καὶ ληστεύει τὴ συζυγικὴ κλίνη, ποὺ ἀνήκει σὲ ἄλλον». (Θεοδώρητος)
Τὸ ἴδιο καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος χαρακτηρίζει ληστὴ τὸν πλεονέκτη στὴν περίπτωση τῆς μοιχείας: «Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν καθένα μία γυναίκα καὶ ἔβαλε φυσικὰ ὅρια, τὴ συνεύρεση μὲ αὐτὴν τὴ μία. Ἄρα ἡ συνεύρεση μὲ ἄλλη εἶναι παράβαση τοῦ θείου νόμου καὶ ληστεία καὶ πλεονεξία».
Πλεονεξία εἶναι καὶ ἡ ἀναγκαστικὴ ἐλεημοσύνη
Πόσο εὐλογημένα μᾶς διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή! Νὰ ποιὰ ἄλλη μορφὴ μπορεῖ νὰ ἔχει ἡ πλεονεξία:
Τῆς ἀκούσιας ἐλεημοσύνης, τῆς κὰτ΄ἀνάγκην. Ὅταν κάποιος δίνει χωρὶς προαίρεση, χωρὶς χαρά, χωρὶς ἱλαρότητα, κατέχεται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς πλεονεξίας. «ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τὴ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός». (Β΄ Κoρ. 9,7)
«Γὶ΄ αὐτὸ θεώρησα ἀναγκαῖο νὰ παρακαλέσω τοὺς ἀδελφοὺς νὰ ἔρθουν πρωτύτερα σὲ σᾶς καὶ νὰ φροντίσουν γιὰ τὴν προσφορὰ ποὺ ὑποσχεθήκατε, ὥστε νὰ εἶναι ἕτοιμη σὰν προσφορὰ ποὺ δίνεται μὲ ἀγάπη καὶ προαίρεση καὶ ὄχι ἀναγκαστικὴ» (Β΄ Κoρ. 9,5)
«Αὐτὸς ποὺ δίνει ἐλεημοσύνη χωρὶς τὴ θέλησή του, εἶναι σὰν τὸν πλεονέκτη». (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας) καὶ «ὡς βρισκόμενος στὸ πάθος τῆς πλεονεξίας, παραμένει ἀνίατος» (Θεοδώρητος)
Ποιὰ θὰ εἶναι ἡ κατάληξη τῶν πλεονεκτῶν κατὰ τὴν Ἁγία Γραφή;
«οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὒχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι» (A΄ Κoρ.6,10)
«τοῦτο γὰρ ἐστε γινώσκοντες, ὅτι πᾶς πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὃ ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ» (Ἐφεσ. 5,5)
Τέλος, ὡς ἐπισφράγισμα ὅλων τῶν παραπάνω θέτουμε τὸ ἀποστολικό: «ἔστι δὲ πορισμὸς μέγας ἡ εὐσέβεια μετὰ αὐταρκείας». (A΄ Τίμ. 6,6)
Ὁ τέλειος συνδυασμὸς τῶν δύο ἀρετῶν, ὡς ἀσφαλὴς δικλίδα κατὰ τῆς πλεονεξίας: εὐσέβεια καὶ αὐτάρκεια, μὲ τὶς ὁποῖες πορεύτηκε καὶ θὰ συνεχίζει νὰ πορεύεται τὸ γένος τῶν Ρωμιῶν, παρὰ τὶς δύσκολες κατὰ τὰ ἀνθρώπινα συνθῆκες, ποὺ βιώνει τὸν καιρὸ αὐτό.
Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 7-7-2015