Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Μαρτίου 24, 2016

«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην»του Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄

του Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄

Αποτέλεσμα εικόνας για ευαγγελισμός 
Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, δηλαδὴ ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνεπανάληπτο θαῦμα, ποὺ ἐπετέλεσε ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.
Αὐτὸ τὸ μέγιστο θαῦμα εἶναι ἡ αἰτία καὶ ἡ ἀφορμὴ τῆς μεγαλύτερης χαρᾶς, ποὺ γεύθηκε ποτέ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τὸ «Εὐαγγέλιον», ἡ καλή ἀγγελία, τὸ πανευφρόσυνο μήνυμα, ποὺ διὰ τῆς Θεοτόκου ἔλαβε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, ὅτι «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον... ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται» . Γι' αὐτό καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ψάλλει: «Εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν».
Μέσα ἀπ' αὐτό τὸ πανθαύμαστο καὶ κοσμοχαρμόσυνο γεγονὸς τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γίνεται φανερὴ ὄχι μόνο ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ πανσοφία Του, ἡ παντοδυναμία Του καὶ ἡ «ἄκρα συγκατάβασις Αὐτοῦ» πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. α΄, 26). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε προικισθεῖ μὲ ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς (σὲ ἀνάλογο βαθμὸ φυσικὰ) καὶ μὲ ἐλευθερία. Ὁ Δημιουργὸς ἐπιθυμοῦσε τὸ πλάσμα Του, ἐλεύθερα καὶ μὲ τὴ Θεία Χάρη, νὰ ἀξιοποιήσει τὰ χαρίσματα τοῦ «κατ' εἰκόνα», ὥστε νὰ φθάσει στὸ «καθ' ὁμοίωσιν». Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, κάνοντας κακὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας του καὶ «ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μθ΄, 13), ἀφοῦ προτίμησε τὸν δρόμο τῆς ἀνυπακοῆς καὶ τῆς χωρὶς τὸν Θεὸ θεώσεως. Ἔτσι, βρέθηκε δοῦλος τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τοῦ διαβόλου, τῆς φθορᾶς καὶ τέλος τοῦ θανάτου.
Ὁ Πανάγαθος Θεὸς, ὅμως, δὲν τὸν ἐγκατέλειψε. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς πτώσεως προλέγει ὅτι ἕνας ἀπόγονος τῆς γυναίκας, ποὺ θὰ γεννηθεῖ χωρὶς ἄνδρα, θὰ συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως-διαβόλου καί θά σώσει τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο (βλ. Γέν. γ΄, 15). Μὲ τὸ «Πρωτευαγγέλιον» αὐτό, σκιαγραφεῖται, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας, τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ ὁ ρόλος της στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία.
Θέλοντας ὁ Θεὸς-Πατέρας νὰ ὁδηγήσει τὸ πλάσμα Του πάλι κοντά Του, χωρὶς νὰ παραβιάσει τὴν ἐλευθερία του, προνοεῖ, ὥστε, μετὰ τὴν ἄρνηση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου νὰ ὑπακούσει στὸ θέλημά Του, ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος νὰ ἀνταποκριθεῖ ἐλεύθερα στὸ κάλεσμά Του καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ νὰ φέρει στὸν κόσμο τὸν Σωτῆρα.
Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τὸν καθοριστικὸ ρόλο τῆς ὁποίας προανήγγειλαν καί προτύπωσαν χιλιάδες χρόνια πρὶν οἱ Προφῆτες μὲ πολλὲς συμβολικὲς εἰκόνες. Ὁ γνωστὸς ὕμνος, ποὺ ψάλλεται, ὅταν ἐνδύεται τὰ ἱερὰ ἄμφιά του ὁ ἀρχιερέας, στὸ μέσον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ, συνοψίζει μὲ γλαφυρότητα τοὺς συμβολισμοὺς αὐτούς: «Ἄνωθεν (δηλαδὴ ἀπὸ παλιὰ) οἱ Προφῆται σὲ προκατήγγειλαν· στάμνον, ράβδον, πλάκα, κιβωτόν, λυχνίαν, ὄρος ἀλατόμητον, χρυσοῦν θυμιατήριον καὶ σκηνήν, πύλην ἀδιόδευτον, παλάτιον καὶ κλίμακα, καὶ θρόνον τοῦ Βασιλέως».
Ὅταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εὐηγγελίσθη στὴ Θεομήτορα τὴ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκείνη, λέγοντας πρὸς αὐτὸν «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμα σου» (Λουκ. α΄, 38), ἀπεδέχθη ἐκ μέρους ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ ἀπολύτως ἐλεύθερα νὰ συνεργήσει στὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.
Χωρὶς αὐτὴ τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση τῆς Παναγίας μας νὰ συνεργήσει στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθεῖ!
Ἔτσι, λοιπόν, χάρις στὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου, «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ» (Γαλ. δ΄, 4), ὁ Ὁποῖος «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων... ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιπ. β΄, 6 - 7).
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀπετέλεσε, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ, «τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» . Αὐτὸ τὸ γεγονός ἀνυμνεῖ καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ψάλλοντας: «Ὤ θαύματος καινοῦ, πάντων τῶν πάλαι θαυμάτων!».
Στὸ μέγιστο αὐτὸ θαῦμα ἐμπεριέχονται καί πολλὰ ἄλλα. Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι:
Ὁ Ἄπειρος Θεὸς χωρεῖ στὴ μήτρα τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν καθιστᾶ «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν»!
Ὁ Δημιουργὸς ἑνώνεται μὲ τὸ δημιούργημά Του!
Ὁ Πλάστης πλάττεται!
Ὁ Ἄναρχος ἄρχεται!
Ὁ Αἰώνιος καί Ἀΐδιος εἰσέρχεται στόν χρόνο!
Ὁ Ἀθάνατος ἑνώνεται μέ τόν θνητό!
Ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, «ὁ ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθείς πρό πάντων τῶν αἰώνων» χωρίς μητέρα, συλλαμβάνεται στήν κοιλία τῆς Παναγίας χωρίς πατέρα!
Ὁ Ἀσώματος, Ἄσαρκος καί Ἄϋλος Λόγος, λαμβάνει σῶμα, σάρκα καί ὕλη!
Ὅλος ὁ Θεός παραμένει στόν Οὐρανό (δηλαδή πανταχοῦ παρών) καί ταυτοχρόνως ὅλος σκηνώνει στή μήτρα τῆς Θεοτόκου!
Ὁ Τέλειος Θεός ἑνώνεται «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως» μέ τόν τέλειο ἄνθρωπο καί, ἔτσι, συλλαμβάνεται «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» ὁ Θεάνθρωπος!
«Εὐαγγελίζου -λοιπόν- γῆ χαράν μεγάλην», διότι μέ τό μεγάλο θαῦμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στήθηκε ἡ «κλῖμαξ ἡ ἐπουράνιος, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός» καί ἡ «γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν».
Μέ τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου «χαρᾶς τά πάντα πεπλήρωται», ἀφοῦ «τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» (Ἐφεσ. β΄, 14) μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων ἀρχίζει νά γκρεμίζεται!
Τά Χερουβείμ μέ τή «φλογίνην ρομφαίαν τήν στρεφομένην» (Γέν. γ΄, 24) ἀποχωροῦν ἀπό τήν πύλη τοῦ Παραδείσου καί ἀνοίγει ὁ δρόμος πρός τό «ξύλον τῆς ζωῆς»!
Ὁ «ἀπ' ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος» (Ἰωάν. η΄, 44) διάβολος νιώθει ἤδη τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό νά τοῦ συντρίβει τή γεμάτη κακία κεφαλή του (βλ. Γέν. γ΄, 14)!
Τό «καθ' ἡμῶν χειρόγραφον» (Κολ. β΄, 14) τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀρχίζει νά σχίζεται, ἐνῷ πλησιάζει πλέον «τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις καί τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις»!
«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην», διότι τά θεμέλια τοῦ Ἅδη ἀρχίζουν νά τρέμουν καί οἱ πύλες του νά τρίζουν!
Ὁ θάνατος χάνει τήν παντοδυναμία του καί τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἀρχίζει ν' ἀνατέλλει!
Οἱ γυναῖκες δέν νιώθουν πλέον νά τίς βαραίνει τό ὄνειδος τῆς Εὔας, ἀφοῦ μιά γυναίκα, ἡ Θεοτόκος, συνέλαβε τόν δεύτερο Ἀδάμ, τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου!
«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοί Θεοῦ τήν δόξαν», διότι «ἰδού ἡ ἀνάκλησις νῦν ἐπέφανεν ἡμῖν· ὑπέρ λόγον ὁ Θεός, τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦται· ἀρχαγγέλου τῇ φωνῇ, ἡ πλάνη ἐκμειοῦται· ἡ Παρθένος γάρ δέχεται τήν χαράν· τά ἐπίγεια γέγονεν οὐρανός· ὁ κόσμος λέλυται τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς. Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις, καί φωναῖς ἀνυμνείτω. Ὁ ποιητής καί λυτρωτής ἡμῶν, Κύριε δόξα σοι».
Καλή ὑπόλοιπη Τεσσαρακοστή! Καλό Πάσχα!

Στρατιώτας τω Θεώ και τη Πατρίδι δεν έλειψε προσφέρων πάντοτε ο ιερός κλήρος

Στρατιώτας τω Θεώ και τη Πατρίδι δεν έλειψε προσφέρων πάντοτε ο ιερός κλήρος
Καλλίνικος Καστόρχης
ΤΗ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΩ
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Στρατιώτας τω Θεώ και τη Πατρίδι δεν έλειψε προσφέρων πάντοτε ο ιερός της Ανατολικής και μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας κλήρος. Πιεζόμενος υπό την τυραννίαν των Οθωμανών, εξήγαγεν εκ των κόλπων του φωστήρας θείους και του πνεύματος ευτυχείς προαγωγούς τους μακαρίους Ευγενίους, Θεοτόκεις, Πρωίους και μυρίους άλλους. Γνωρίζων την δύναμιν του Θεού των Όντων εν ασθενεία τελειουμένην, άμα η άπειρος Αυτού ευσπλαγχνία επήκουσε των δεήσεων του πιστού Λαού του ως Μήτηρ Φιλόστοργος, συνέδραμεν εις τον δίκαιον σκοπόν των τέκνων του και ιδού εν όπλοις μεγαλύνοντες την δόξαν του Θεού και της Πατρίδος oι Γερμανοί της Αχαΐας, oι Hσαΐαι των Σαλώνων, oι Άνθιμοι του Έλους και πλήθος άλλοι.
Ως εκράτυνε Κύριος το πνεύμα των νέων τούτων Μαρτύρων της Ελληνικής Ελευθερίας! Ενωπλισμένους με τον Σταυρόν, το τραύμα της δαιμονιώδους τυραννίας, απέστειλε τούτους και ενεθάρρυνε τον εκλεκτόν Λαόν του ευαγγελιζόμενος «ΝlΚΑ ΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΣΟΥ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΛΑΟΣ ΜΟΥ!». Αυτούς προπορευόμενος των Στρατών κατά γην και κατά θάλασσαν, ανέδειξεν άλλους Μωϋσείς κατα της δυναστείας του νέου Φαραώ, και εταπείνωσεν ενώπιόν του τους γαύρους υίούς της Άγαρ.
Η δικαιοσύνη ανατίθησι την πρώτην του ομίλου τούτου έδραν εις τον lεράρχην Γερμανόν, τόσον διακεκριμένον κατά την υπέρ Πίστεως και Πατρίδος πάλην. Της Πατρίδος και της Εκκλησίας του πιστόν και γενναίoν τέκνον, της Αχαΐας Ιεράρχης κλεινός, όχι μόνον ορθοτομών τηής θείας αληθείας τον λόγον, όχι μόνον στρατεύων, αλλά και συγγράφων επεχείρησε να λαμπρύνη την Εκκλησίαν και την Πατρίδα.
Μάρτυρες των θείων αρετών του η Αχαΐα και άπασα η Πελοπόννησος, κήρυκες των λαμπρών κατά τον Πόλεμον αγώνων του άπασα η Ελλάς και η Ιστορία της δεν αρνούνται την μάλλον ή κατά άνθρωπον αθανασίαν του ονόματός του, και ομολογούν την εις την μνήμην του εξαιρετικήν ευγνωμοσύνην των γενεών όλων.
Έργoν τοιούτου ιερού Ανδρός, καί Ποιμένος Λαών παρά της θείας Προνοίας προσκληθέντος τα Υπομνήματα ταύτα ανατίθενται προσφυώς τη Ιερά Υμών Συνόδω, ω ανώτατοι Ποιμένες της Εκκλησίας! Μέτοχοι του υπέρ ανεξαρτησίας Αγώνος, δεν αγνοείτε οπόσον η χειρ και το πνεύμα τοϋ Μητροπολίτου Γερμανού είργάσθησαν εις δόξαν της Εκκλησίας ανεξαρτήτου από την πολιτικήν διοίκησιν και επιρροήν Εξουσίας βαρβάρου, ξένης καί αλλοθρήσκου.
Ευλογούντες λοιπόν τον άλλοτε Συνάδελφον Υμών, και αποδεχόμενοι τούς γραφικούς τούτους κόπους του, εκπληροίτε καθήκον διπλούν και ως προς τον οποίον φέρετε διάσημον χαρακτήρα και ως προς την ιεράν δικαιοσύνην, την oπoίαν απονέμετε κατά τας πράξεις εκάστου.
Εν Καλάμαις τη 25 Σεπτεμβρίου, 1837
ΚΑΛΛlΝlΚΟΣ ΚΑΣΤΟΡΧΗΣ

Τετάρτη, Μαρτίου 23, 2016

Μία αγιορείτικη ιστορία για την θεία δικαιοσύνη

Ήμουν στο Άγιο Όρος για περιήγηση και προσκύνηση στα ιερά καθιδρύματα των μονών. Καλοκαίρι ήταν θαρρώ. Ένα απόγευμα ήμουν φιλοξενούμενος της ιεράς μονής Ξ. Μετά το απόδειπνο, ο κηπουρός της μονής, μοναχός, προσκάλεσε τους προσκυνητές της μονής -ήμασταν καμιά δεκαριά- για καφέ και συζήτηση στο κελλί του κήπου.
Το κελλί του κήπου ήταν χτισμένο στη μία άκρη του μεγάλου κήπου της μονής και με την παραδοσιακή πέτρινη αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους. Το κελλί είχε ισόγειο και ανώγειο με περιμετρικά ξύλινα μπαλκόνια. Καθίσαμε στο ξύλινο μπαλκόνι του ανωγείου και χαζεύαμε τη δύση του ηλίου απέναντι στη χερσόνησο της Κασσάνδρας.
Ο κηπουρός της μονής μάς έφτιαξε καφέ και μάς τον έφερε μαζί με νηστίσιμα κουλουράκια. Ταυτόχρονα μάς σύστησε έναν ιερομόναχο, ο οποίος άρχισε να μάς ρωτάει από πού ήμασταν, αν είχαμε ξαναέρθει στο Άγιο Όρος, αν πιστεύαμε στο Θεό και άλλα τέτοια. Ήθελε φαίνεται ν' ανοίξει συζήτηση με πνευματικό περιεχόμενο.
Ένας από την ομάδα των προσκυνητών ρώτησε αν ο Θεός οικονόμησε μετά την κοίμηση του θαυμαστού γέροντος Π. να φανερώσει άλλον στη θέση του, άλλον γέροντα χαρισματικό και πνευματικό.
Ο ιερομόναχος απάντησε ότι υπάρχουν πολλοί και ότι ο Θεός πάντοτε φανερώνει στον κόσμο αγίους και πνευματικούς. Του ζητήσαμε να μάς πει ποιοι ήταν, αν ήξερε κανέναν. Αυτός αρνήθηκε να μάς πει ονόματα, επέμενε όμως ότι υπάρχουν πολλοί και μερικούς τους ήξερε προσωπικά.
Έπειτα έγινε μία συζήτηση για τα διάφορα χαρίσματα και τη διαφορά ανάμεσα στο προορατικό και διορατικό χάρισμα.
Κάποια στιγμή τον ρώτησα πώς μπορεί κάποιος να απαλλαγεί από επίμονους λογισμούς. "Με εξομολόγηση και πνευματικό αγώνα" είπε. "Έχετε παιδιά μου λογισμούς που θα θέλατε να συζητήσουμε; Πολλές φορές ο πονηρός μάς βάζει στο νου λογισμούς για να αδυνατίσει την πίστη μας και να έχουμε αμφιβολίες για τον Θεό" ρώτησε.
"Εγώ, πάτερ, θα μπορούσα να σάς πω έναν λογισμό που έχω και με κατατρέχει καιρό τώρα" είπα. Όλοι έδειξαν ενδιαφέρον, μοναχοί και προσκυνητές.
"Υποθέστε", είπα, "ότι εντελώς αναίτια σκοτώνω κάποιον και μάλιστα με ιδιαίτερα επαχθή τρόπο. Με συλλαμβάνουν και πάω στο δικαστήριο. Το δικαστήριο μού επιβάλλει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Ξέρετε τι σημαίνει ισόβια κάθειρξη; Εικοσιπέντε χρόνια! Ο δικηγόρος μετά θα σου πει ότι ισόβια κάθειρξη είναι στην πραγματικότητα ποινή δώδεκα χρόνων λόγω των ευεργετικών διατάξεων του ελληνικού ποινικού κώδικα, όπως η απόλυση μετά την έκτιση των δύο τρίτων της ποινής, οι εργάσιμες ημέρες που προσμετρούνται διπλές κτλ. Χώρια πάλι οι μειώσεις της ποινής σε μεταγενέστερο στάδιο, η υπό όρους απόλυση λόγω καλής συμπεριφοράς ή λόγω υγείας, οι πενθήμερες ημέρες άδειας κ. ά."
"Σκεφθείτε", είπα μετά, "ότι πεθαίνεις και παρουσιάζεσαι μπροστά στο ιερό βήμα της δίκαιας κρίσης του Θεού. Και ότι ο Θεός για την ίδια πράξη σε στέλνει στην Κόλαση. Για πόσο καιρό; Για μια αιωνιότητα! Για περισσότερο ακόμα και από μια αιωνιότητα. Τιμωρία χωρίς τέλος! Και ποιες είναι οι ευεργετικές διατάξεις; Πυρ αιώνιο, σκώληξ ακοίμητος, σκότος εξώτερο, βρυγμός των οδόντων!"
 "Λοιπόν", συνέχισα, "δεν είναι η τιμωρία δυσανάλογη του παραπτώματος; Είναι δυνατόν η ανθρώπινη δικαιοσύνη να είναι επιεικέστερη της θεϊκής; Αυτός είναι ο λογισμός μου."
Ο λογισμός κέντρισε την προσοχή όλων. Όλοι περίμεναν ν' ακούσουν τι θα πει ο ιερομόναχος. Ο ιερομόναχος είπε μερικά κοινότυπα λόγια, έτσι μας φάνηκε τότε. Η ώρα είχε περάσει. Το βράδυ έπεφτε γοργά και έπρεπε να φύγουμε. Οι μοναχοί σηκώθηκαν και έδωσαν το σήμα της λήξης. Σηκωθήκαμε όλοι, τους ευχαριστήσαμε και φύγαμε για το αρχονταρίκι, όπου θα περνούσαμε το βράδυ στους κοιτώνες των προσκυνητών. Πριν φύγω, ο ιερομόναχος με κάλεσε παράμερα και μου έδωσε το όνομα ενός γέροντα με προορατικό χάρισμα. Ήταν ο ιερομόναχος Ι από την Αγία Άννα. ¨Πρέπει να πας να τον δεις" μου τόνισε.
Την άλλη μέρα αποφάσισα να πάω να συναντήσω τον γέροντα Ι. Δύο άλλοι από τους προσκυνητές θέλησαν να έρθουν μαζί μου, όταν τούς είπα ότι ο ιερομόναχος μού αποκάλυψε το όνομα και τη διεύθυνση ενός νεοφανούς προορατικού γέροντος.
Ξεκινήσαμε με τα πόδια νωρίς το πρωί, μετά τη θεία λειτουργία. Η σκήτη της Αγίας Άννας απέχει αρκετά από την μονή Ξ. Φθάσαμε το απόγευμα στο αρχονταρίκι της σκήτης. Ήταν αργά πια για να επισκεφθούμε τον γέροντα. Ρωτήσαμε τον αρχοντάρη για την ακριβή διεύθυνση του κελιού του και αυτός μάς έκανε ένα πρόχειρο σκαρίφημα του τόπου. Έπειτα καταλύσαμε στο αρχονταρίκι της σκήτης.
Την άλλη μέρα αργά το πρωί, κατηφορίσαμε για το κελλί του ως έλεγαν προορατικού γέροντος. Το κελλί πέτρινο και μικρό. Είχε και μία αυλή με λίγα οπωροφόρα δένδρα. Χτυπήσαμε ένα μεταλλικό μικρό καμπανάκι σφηνωμένο στην εξώπορτα της αυλής. Σε λίγο φάνηκε ένας νέος μοναχός και μας ρώτησε τι θέλαμε. Απαντήσαμε ότι ήρθαμε να επισκεφθούμε τον γέροντα Ι. Μάς είπε να περιμένουμε και πήγε μέσα. Περιμέναμε για λίγα λεπτά. Τέλος ο νέος μοναχός ήρθε και μάς οδήγησε σε ένα μικρό σαλονάκι και μάς προέτρεψε να καθίσουμε μέχρι να έρθει ο γέροντας.
Το σαλόνι είχε δύο παλιούς ξύλινους καναπέδες. Παρατήρησα ότι το πάτωμα ήταν γεμάτο από μία άσπρη σκόνη. Ήταν μαγνησία, αντικολλητική άσπρη σκόνη που χρησιμοποιείται στην κατασκευή θυμιάματος. Το θυμίαμα ήταν το εργόχειρο της συνοδείας του γέροντα.
Ο γέροντας ήρθε σε λίγο μαζί με τον νεαρό μοναχό, ο οποίος έφερε και το παραδοσιακό αγιορείτικο κέρασμα, δηλαδή καφέ, λουκούμι και νερό. Νερό αντί ρακής. Σηκωθήκαμε αμέσως και πήγαμε να του φιλήσουμε το χέρι. Αυτός αποτραβήχτηκε ταπεινά και μάς κάλεσε να κεραστούμε.
Ο γέροντας ήταν κάπου εξήντα  πέντε χρονών, κοντός κι αδύνατος πολύ, με άσπρα μακριά γένια. Μάς ρώτησε ποιοί ήμασταν, από πού ερχόμασταν και γιατί πήγαμε να τον επισκεφθούμε.
Είπαμε γενικά ότι πήγαμε να προσκυνήσουμε. Θυμήθηκα ότι ο ιερομόναχος στην ιερά μονή Ξ μού τόνισε ότι για κανένα λόγο δεν έπρεπε να πω ποιός μάς στέλνει, ούτε να κάνω λόγο για χαρίσματα και τέτοια. Είπαμε διάφορα τυπικά, αλλά σε λίγο σιωπούσαμε αμήχανοι. Η επίσκεψη φαινόταν να οδεύει στο τέλος της.
Θ
Αφού ήρθατε μέχρις εδώ τότε να σας πω μια ιστορία για πνευματική ωφέλεια. Εμένα μου αρέσει πολύ η Παλαιά Διαθήκη και γι' αυτό θα σας πω μια ιστορία που μοιάζει να είναι παλαιοδιαθηκική" είπε σε μια στιγμή ο γέροντας με ήρεμο τόνο χαμογελώντας ελαφρά. Και συνέχισε.
"Κάποτε στα αρχαία χρόνια, ο Κύρος, ο βασιλιάς της περσικής αυτοκρατορίας, πήγε στο ιερό όρος των αρχαίων Περσών να προσευχηθεί στους θεούς, ώστε να του χαρίσουν ένα παιδί, έναν γιο, έναν διάδοχο. Είχε οχτακόσιες γυναίκες και τρεις χιλιάδες παλλακίδες, αλλά καμιά δεν έμενε έγκυος, καμιά δεν του χάριζε ένα παιδί. Ήταν βαθύτατα θλιμμένος και συντετριμμένος. 
Τίποτα πια δεν τον ευχαριστούσε στη ζωή. Στο βουνό εκείνο πήγε μόνος, χωρίς εφόδια, ξυπόλητος. Νήστεψε σαράντα μέρες και με πόνο ψυχής παρακαλούσε τους θεούς να του χαρίσουν ένα παιδί, όσο ήταν ακόμα καιρός.

Καθώς κατέβαινε από το βουνό, μετά από σαράντα μέρες νηστείας και προσευχής, σκονισμένος και εξουθενωμένος, είδε μακριά απέναντι σκόνη από καβαλάρηδες που έτρεχαν προς το μέρος του.
Ήταν η αυτοκρατορική του φρουρά που με δυνατές φωνές και αλαλαγμούς τού ανακοίνωναν, όταν έφταναν κοντά του, ότι μία από τις γυναίκες του ήταν έγκυος. Ο Κύρος έπεσε αμέσως με μια κραυγή στο έδαφος κλαίγοντας. Ήταν όμως μεγάλα δάκρυα χαράς και ευχαριστίας αυτά τα δάκρυα που ανέβλυζαν από τα μάτια του. Διέταξε αμέσως ότι εκείνη την ημέρα κάθε κάτοικος της αχανούς τότε περσικής αυτοκρατορίας θα έπαιρνε ένα ασημένιο νόμισμα από τα βασιλικά θησαυροφυλάκια, ως δώρο για την καλή είδηση.
Ο καιρός περνούσε και μετά από μερικούς μήνες η έγκυος εκείνη γυναίκα τού έφερε στον κόσμο ένα παιδί, έναν γιο. Τα πανηγύρια του ερχομού του βάσταξαν σαράντα μέρες. Ο Κύρος διέταξε ότι όλοι οι κάτοικοι θα σιτίζονταν δωρεάν για σαράντα μέρες, όσο θα διαρκούσαν δηλαδή οι γιορτές, και ότι θα αποζημιώνονταν με ένα χρυσό νόμισμα, με έναν δαρεικό, για κάθε μέρα που θα κρατούσαν οι γιορτές.
Στο νάρθηκα του ιερού ναού του Αγίου Αχιλλείου,στον Πεντάλοφο Κοζάνης,απεικονίζoνται οι Πέρσες βασιλείς,
Κύρος, Πώρος και Δαρείος.κρατώντας στα χέρια τους σπαθιά.
Ακριβώς δίπλα τους εμφανίζεται η μορφήτου Μεγάλου Αλεξάνδρου,ο οποίος νικώντας τους,κληρονόμησε το βασίλειό τους.
Έτσι και έγινε. Η γενναιοδωρία του βασιλιά Κύρου διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και θαυμάστηκε σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Όλοι μιλούσαν γι' αυτόν τον φιλανθρωπο βασιλιά. Από εκείνη τη στιγμή, ο Κύρος βρισκόταν συνέχεια μαζί με το γιο του. Ότι και να έκανε, ο γιος του ήταν πάντα μαζί του. Επιτέλους η περσική αυτοκρατορία είχε διάδοχο! Το παιδί μεγάλωνε και ο Κύρος το υπεραγαπούσε, εξάλλου καμιά του γυναίκα από κει και πέρα δεν θα τού έκανε άλλο παιδί. Το παιδί θα ήταν τελικά μοναχοπαίδι.

Ο Κύρος είχε συνήθεια να ταξιδεύει στο βασίλειό του και να επισκέπτεται διάφορες πόλεις της επικράτειάς του. Και πάντοτε έπαιρνε και το παιδί του μαζί, δεν το αποχωριζόταν ποτέ. Έτσι μία φορά βρέθηκε στην Τύρο, λαμπρή πόλη της αρχαίας Φοινίκης.
Εκείνη την εποχή, μία άγρια και βάρβαρη φυλή, οι Φιλισταίοι, εισέβαλλε ξαφνικά στην περσική αυτοκρατορία και σκορπούσε παντού γύρω της το θάνατο. Κούρσευε πόλεις, διαγούμιζε θησαυρούς, κατέστρεφε σπίτια και σοδειές, εξολόθρευε ανθρώπους, σκότωνε ακόμα γέρους, γυναίκες και παιδιά.
Η συγκυρία το έφερε έτσι, ώστε οι βάρβαροι να πολιορκούν την Τύρο, τη στιγμή που ήταν και ο Κύρος μέσα. Περικύκλωσαν την πόλη, έστησαν πολιορκητικές μηχανές, έκοψαν τα νερά της πόλης και περίμεναν πότε θα παραδοθεί για να την καταστρέψουν.
Όσο η πολιορκία συνεχιζόταν, τα τρόφιμα σπάνιζαν και ο κόσμος άρχιζε να πεθαίνει από πείνα, δίψα και άλλες κακουχίες. Στρατός να ερχόταν να λύσει την πολιορκία δεν φαινόταν πουθενά, γιατί κανένας, εκτός από τους πολιορκημένους, δεν ήξερε ότι οι βάρβαροι πολιορκούσαν την Τύρο. Και πώς να το μάθουν;
Όταν άρχισε ο λαός της Τύρου να υποφέρει σοβαρά, ο Κύρος διέταξε να σταλούν το βράδυ κρυφά έξω από την πόλη αγγελιοφόροι με σκοπό να ειδοποιήσουν τον περσικό στρατό, ώστε να μαζευτεί και να έρθει προς αντιμετώπιση των βαρβάρων. Ο αγγελιοφόρος που θα κατόρθωνε να περάσει τις γραμμές του εχθρού, θα έπρεπε να κάνει ένα ειδικό σήμα με φωτιά, όταν θα ήταν μακριά, ώστε να ειδοποιήσει τους πολιορκούμενους γα την επιτυχή έκβαση της απόπειρας.
Μετά από διάφορες αποτυχημένες προσπάθειες, ένα βράδυ στάλθηκαν κρυφά έξω από την πόλη και σε διάφορες κατευθύνσεις δεκαεπτά αγγελιοφόροι. Μετά από μερικές ώρες, μακριά στον ορίζοντα, φάνηκε μία φωτιά να κάνει το συμφωνημένο σήμα. ΄Ενας είχε περάσει!
Χάραζε. Οι βάρβαροι, εκτός των διατεταγμένων φρουρών, κοιμόταν ήσυχοι στις σκηνές τους. Ξαφνικά ακούστηκαν διαπεραστικές σάλπιγγες να σχίζουν τον αέρα με το στριγκό ήχο τους. Τι έγινε αναρωτιόντουσαν οι βάρβαροι αγουροξυπνημένοι. Μέσα στο ημίφως και το πρωινό αγιάζι έστρεψαν τα μάτια τους προς την πόλη, από όπου ακούγονταν οι σάλπιγγες. Και τι να δουν με τα θαμπά τους μάτια; Ο ίδιος ο μέγας βασιλιάς, ο βασιλιάς των βασιλέων, ο ίδιος ο Κύρος βρισκόταν στις επάλξεις της Τύρου ντυμένος με τη χρυσή στολή του. Αμέσως έτρεξαν προς τα τείχη για να δουν καλύτερα. Ναι, χωρίς αμφιβολία, ήταν ο ίδιος ο Κύρος! Δεν ήξεραν ότι αυτός βρισκόταν εκεί μέσα πολιορκούμενος!
Όταν συγκεντρώθηκαν όλοι κάτω από τα τείχη, ο Κύρος διέταξε να σταματήσουν οι σάλπιγγες. Μόλις σταμάτησαν οι σάλπιγγες, ο Κύρος φέρνει μπροστά του ένα μικρό παιδί ντυμένο με λαμπρή, χρυσή στολή. Βγάζει τότε το σπαθί του, το σηκώνει ψηλά και με μια απότομη κίνηση κόβει το κεφάλι του παιδιού. Το σώμα του μικρού παιδιού πέφτει προς τα μέσα και ο Κύρος πετά το κομμένο κεφάλι στους βάρβαρους κάτω.
Οι βάρβαροι μαζεύονται όλοι έκπληκτοι γύρω από το κομμένο κεφάλι του παιδιού. Ανακαλύπτουν με φρίκη ότι είναι το κεφάλι του μονάκριβου, πολυαγαπημένου παιδιού του Κύρου! Του διάδοχου της περσικής αυτοκρατορίας!
Μέσα σε απόλυτη σιωπή ο Κύρος λέει: Βάρβαροι, σήμερα το βράδυ αγγελιοφόροι έφυγαν κρυφά από την πολιορκημένη πόλη και πέρασαν τις γραμμές σας. Σε λίγο ένας τεράστιος στρατός θα ετοιμασθεί και θα έρθει προς καταδίωξή σας. Τότε όταν τα στρατεύματά μου θα σάς σφάζουν, οι γυναίκες σας θα πέφτουν μπροστά στα πόδια μου τείνοντας προς εμένα τα παιδιά σας και θα εκλιπαρούν με δάκρυα και γόους το έλεος μου. Έλεος φιλάνθρωπε βασιλιά θα φωνάζουν!  Έλεος! Κι εγώ που είμαι φύση αγαθή και ελεήμων βασιλιάς, λίγο λίγο, σιγά σιγά, θα συγκινηθώ από τα παρακάλια και τις ικεσίες τους και στο τέλος θα χαρίσω, στις γυναίκες και στα παιδιά σας, τη ζωή. Αλλά τώρα, το άδικα χυμένο αίμα του αθώου μου παιδιού θα με εμποδίσει να σάς δείξω έλεος!

Αυτά είπε ο Κύρος και έφυγε. Οι βάρβαροι κοιτάχτηκαν αναμεταξύ τους σιωπηλά πολύ σκεφτικοί. Χωρίς καν να το συζητήσουν έλυσαν την πολιορκία την ίδια στιγμή. Άφησαν πίσω τους ένα σωρό, έμοιαζε με λόφο, ένα λόφο με όλα τα πολύτιμα πράγματα που διαγούμισαν από τόσες πόλεις και λαούς που συνάντησαν στο διάβα τους. Τα άφησαν ανάθημα στον Κύρο τιμώντας τον. Λένε μάλιστα πως αποφάσισαν να ζήσουν από εκεί και πέρα μακριά, στην άγνωστη και έρημη χώρα με τους μεγάλους πάγους, γιατί εξαφανίστηκαν από προσώπου γης"
Ο γέροντας σταμάτησε. Γύρισε αργά, σήκωσε τα μάτια και με κοίταξε. "Ο καλός Θεός, παιδί μου, ο αγαθός αυτός Πατέρας, έσφαξε τον μονάκριβο, μονογενή του γιο για μας. Το άδικα χυμένο αίμα του σταυρωμένου του παιδιού θα τον εμποδίσει να μάς δείξει έλεος;.

''... ούτε Πόρνοι, ειδωλολάτραι, μοιχοί, μαλακοί, αρσενοκοίται ...'' ΓΕΡΩΝ ΜΑΞΙΜΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ.

25η Μαρτίου - Η Ελληνική επανάσταση και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου!!

25η Μαρτίου - Η Ελληνική επανάσταση και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου!!

Η Ελληνική επανάσταση του 1821 υπήρξε ο αγώνας για απελευθέρωση των Ελλήνων από την οθωμανική καταπίεση. Ήταν η τελευταία από μια σειρά εξεγέρσεων που άρχισαν από τον 15ο αιώνα.
 Προετοιμάστηκε από την Φιλική Εταιρία τα μέλη της οποίας δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από την Μολδοβλαχία μέχρι την Κρήτη
Στην επιτυχία της συνέβαλε και το κίνημα του Ελληνικού Διαφωτισμού που αναπτύχθηκε από τον 18ο αιώνα. 
Στις περιοχές που επαναστάτησαν συγκαταλέγονται η 
Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα, τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, η Κρήτη, περιοχές της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, περιοχές της Μακεδονίας και η Κύπρος
Παρά την προσπάθεια καταστολής από τη πλευρά του
Σουλτάνου, η επανάσταση κατάφερε να επιζήσει οδηγώντας μετά από μία σειρά διεθνών συνθηκών μεταξύ 1827 και 1832 στη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
Η Ελληνική επανάσταση υπήρξε από τα σημαντικότερα γεγονότα του 19ου αιώνα. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις της Δυτικής Ευρώπης, προκάλεσε τη διάλυση της Ιεράς Συμμαχίας, ενέπνευσε διανοούμενους και καλλιτέχνες της δύσης και γέννησε το κίνημα του Φιλελληνισμού.
Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η 25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.

Ευαγγελισμός της Θεοτόκου Με την λέξη Ευαγγελισμός αναφερόμαστε στην χαρμόσυνη είδηση για τον Χριστιανισμό, της γέννησης του Ιησού Χριστού, που δόθηκε από τον αρχάγγελο Γαβριήλ προς την Μαριάμ. 
Επίσης, με τον ίδιο όρο αναφερόμαστε στην εκκλησιαστική θεομητορική εορτή που τελείται την 25η Μαρτίου προς ανάμνηση του γεγονότος αυτού.
Ευαγγελισμός σημαίνει αναγγελία χαρμόσυνης είδησης και ετυμολογικά προέρχεται από το ευάγγελος (=ευ+άγγελος < αγγέλω) μια πολύ παλαιότερη ελληνική λέξη.
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά το γεγονός του Ευαγγελισμού έλαβε χώρα στη Ναζαρέτ, το ασήμαντο αυτό χωριό που δεν συναντάμε ούτε στην Παλαιά Διαθήκη, ούτε στο Ταλμούδ, ούτε στα κείμενα του Ιώσηπου, αποτελεί την πατρίδα των γονέων της Μαρίας (Μαριάμ) και της ίδιας της μητέρας του Ιησού και πιθανόν και του μνήστορος Ιωσήφ. Τελικά όμως, η Ναζαρέτ τιμήθηκε ιστορικά ως η ιδιαίτερη πατρίδα του Ιησού Χριστού, του επονομαζόμενου και "Ναζωραίου".
Σύμφωνα με την παράδοση και στοιχεία που αντλούνται από πολλά απόκρυφα κείμενα, το κορίτσι που έμελλε να γίνει η μητέρα του Ιησού Χριστού, έζησε σ' ένα φτωχικό σπίτι της Ναζαρέτ, όπου η καθημερινή ζωή της περιελάμβανε μεταξύ άλλων, τις πνευματικές ενασχολήσεις που επέβαλλε το τυπικό της ιουδαϊκής θρησκείας (προσευχή, μελέτη των Γραφών, συμμετοχή στις λατρευτικές εκδηλώσεις της Συναγωγής). 
Τον έκτο μήνα από την σύλληψη του Προδρόμου, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, σταλμένος από τον θεό, συναντά την Μαρία στο μέρος όπου διέμενε και της απευθύνει τον χαιρετισμό: "Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου". 
Στον χαιρετισμό αυτό, η Μαρία αντιδρά φυσιολογικά για ένα κορίτσι περίπου δεκατεσσάρων ετών, που θα είχε σχεδόν μηδενικές κοινωνικές συναναστροφές. 
Οι λέξεις του Γαβριήλ "κεχαριτωμένη", "ευλογημένη συ εν γυναιξίν" δεν από αυτές που συνήθιζε να ακούει ένα κορίτσι αντίστοιχης ηλικίας και κοινωνικής θέσης. Αρχίζει έτσι να διερωτάται..
Ο άγγελος, βλέποντας τον δισταγμό της, την καθησυχάζει με τη φράση "Μή φοβού.!
 Αμέσως μετά της δηλώνει ότι βρήκε χάρη από το Θεό, πράγμα που δείχνει πως η Μαρία συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα σε εκείνα τα πρόσωπα που έγιναν αποδέκτες της εύνοιας του Θεού .
Ακολούθως, ο Γαβριήλ φανερώνει το περιεχόμενο της ευαγγελίας του. Η Μαρία πρόκειται να φέρει στον κόσμο ένα γιο τον οποίο θα ονομάσει Ιησού και ο οποίος "έσται μέγας" και θα αναγνωριστεί από όλους ως "υιός υψίστου". 
Για να δηλωθεί πως ο υιός αυτός θα είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, αναφέρει την καταγωγή του εκ του Δαυίδ όπως προείπαν οι προφήτες και το αιώνιο της Βασιλείας του κατά τον Δανιήλ.
Αμέσως μετά, η Μαρία εφράζει μια εύλογη απορία, που δείχνει ότι ο Λουκάς αποδίδει μεγάλη σημασία στην παρθενία της Μαρίας, όπως και σ' όλο του το έργο άλλωστε ενδιαφέρεται για την εγκράτεια και για την παρθενία.
 Αναφέρει βέβαια το γάμο της Μαρίας με τον Ιωσήφ γιατί βλέπει στο γεγονός αυτό τη βάση της μεσσιανικής νομιμότητας του Ιησού καθώς η αποκάλυψη του θεού, ανταποκρίνεται πάντοτε στα συγκεκριμένα δεδομένα της ιστορίας. 
Ο "γάμος" της με τον Ιωσήφ έδωσε την αναγκαία νομιμότητα στα γεγονότα που επακολούθησαν, χωρίς καμιά υποψία και μομφή. 
Μέσα στο μυστήριο αυτό της γέννησης του Ιησού, πίσω από το ιστορικό και κοινωνικό προσκήνιο, υπάρχει και μια άλλη αλληλουχία πραγμάτων, εκείνη που ανήκει σε μιας άλλης φύσεως πραγματικότητα, που δεν είναι θεατή και αποδεκτή από όλους. 
Στα ιερά κείμενα η αλληλουχία αυτή εκφράζεται με την επισήμανση ότι ο Ιησούς ήταν μόνο "ο υιός της Μαρίας" και απλώς "ενομίζετο" ως υιός του Ιωσήφ (Λκ. 3:23).
Ο Λουκάς λοιπόν τονίζει για τη νεαρή σύζυγο ότι είναι παρθένος και αυτό φαίνεται από την αντίρρηση που απευθύνει στον άγγελο, όταν της αναγγέλλει ότι θα γίνει η μητέρα του Μεσσία: "Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;" που σημαίνει: "πως θα γίνει αυτό, αφού ως τώρα δεν έχω συζυγικές σχέσεις". 
Ο Λουκάς υπαινίσσεται πως η Μαρία ρωτάει όχι από απιστία αλλά για να μάθει τον τρόπο, αφού την ερώτησή της δεν ακολουθεί κάποιο αντίστοιχο επιτίμιο όπως στον Ζαχαρία που έδειξε να μην πιστεύει την γέννηση του Προδρόμου. 
Καταλαβαίνει ίσως η Μαρία πως θα γίνει αμέσως μητέρα, όπως άλλωστε συνέβει στη μητέρα του Σαμψών που συνέλαβε μόλις ο άγγελος της ανήγγειλε τη μητρότητα της. 
Το ερώτημά της Μαρίας, οδηγεί τον Γαβριήλ να της αναγγείλει την παρθενική σύλληψη του Ιησού με τρόπο υπερφυσικό.
Κατόπιν, ο άγγελος συνεχίζει, και ως πιστοποίηση της δύναμης του Θεού για το θέμα αυτό της σύλληψης, φέρνει το παράδειγμα της Ελισσάβετ η οποία αν και ήταν σε προχωρημένη ηλικία ήταν ήδη στον έκτο μήνα της κυοφορίας της.
Στο τέλος της Ευαγγελικής περικοπής, ένα σημαντικό, θεολογικό μήνυμα περιέχεται: ο Γαβριήλ τελείωσε μεν την ευαγγελία του προς την Παρθένο, όχι όμως και την αποστολή του. Περιμένει τη συγκατάθεση της Μαρίας.
 Για τον Λουκά, ούτε μια τέτοια σπουδαία ενέργεια του Θεού δεν αφαιρεί από τον άνθρωπο το χάρισμα της συνδημιουργίας: "Ευτυχισμένη Μαρία, ο κόσμος όλος περιμένει τη συγκατάθεσή σου" αναφέρει ο ιερός Αυγουστίνος. Πράγματι, η μητρότητα αυτή είναι θεληματική. 
Μπροστά στην απροσδόκητη κλήση που της αναγγέλλει ο Γαβριήλ, η Μαρία ενδιαφέρεται να καταλάβει το κάλεσμα του Θεού. Οταν η Μαρία διαφωτίζεται πλήρως, δέχεται, και η διακονία της, είναι προπάντων ελευθερία.
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τις αναφορές του Ιωάννη που τοποθετεί την Μαρία να πλαισιώνει τη δημόσια ζωή του Ιησού σε δύο περιπτώσεις (στην Κανά και στον Γολγοθά) παρατηρείται μια προοδευτική συνειδητοποίηση από την Εκκλησία του ρόλου της Μαρίας ως μέρος του μυστηρίου του Ιησού, που εξελίσσεται αχώριστα από τη γυναίκα που τον γέννησε

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...