Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Αυγούστου 28, 2016

Ὅσιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος - Προσευχή τῶν δακρύων


Αποτέλεσμα εικόνας για ισαακ ο σύρος




Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὅστις ἔκλαυσας ἐπί Λαζάρῳ, καί ἔχυσας δάκρυα λύπης καί συμπαθείας ἐπάνω εἰς αὐτόν, δέξαι τά τῆς πικρίας μου δάκρυα· ἰάτρευσον διά τῶν ἁγίων σου παθημάτων τά πάθη μου· θεράπευσον διά τῶν πληγῶν σου τάς ψυχικάς μου πληγάς· διά τοῦ τιμίου σου αἵματος καθάρισόν μου τό αἷμα, καί ἕνωσον τήν εὐωδίαν τοῦ ζωοποιοῦ σου σώματος τῷ σώματί μου· ἡ χολή, τήν ὁποίαν παρά τῶν ἐχθρῶν ἐποτίσθης, ἂς γλυκάνῃ τήν ψυχήν μου ἀπό τήν πικρίαν, τήν ὁποίαν ὁ ἀντίδικός μου διάϐολος μ᾿ ἐπότισε· τὸ πανάγιόν σου σῶμα, τό ὁποῖον ἐτανύσθη ἐπί τοῦ σταυροῦ, ἂς ἀναπτερώσῃ πρός σέ τόν νοῦν μου, ὅστις ἐσύρθη κάτω ὑπό τῶν δαιμόνων· ἡ παναγία σου κεφαλή, τήν ὁποίαν ἔκλινας ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἂς ὑψώση τήν κεφαλήν μου, τήν περιϋϐρισθεῖσαν ὑπό τῶν ἀντιπάλων δαιμόνων· αἱ πανάγιαί σου χεῖρες, αἱ καθηλωθεῖσαι ὑπό τῶν παρανόμων ἐν τῷ σταυρῷ, ἂς μέ ἀναϐιϐάσωσι πρός σέ ἐκ τοῦ χάσματος τῆς ἀπωλείας, καθώς ὑπεσχέθη τὸ πανάγιόν σου στόμα· τό πρόσωπόν σου, τὸ δεξάμενον ραπίσματα καί ἐμπτύσματα ὑπό τῶν καταράτων Ἰουδαίων, ἂς μοῦ λαμπρύνῃ τό πρόσωπον,
τό ὁποῖον ἐμολύνθη ἀπό τάς ἁμαρτίας· ἡ ψυχή σου, τήν ὁποίαν ἐπί τοῦ σταυροῦ ὑπάρχον, παρέδωκας εἰς τόν πατέρα σου, ἂς μὲ ὁδηγήσῃ πρός σὲ διὰ τῆς χάριτός σου.Δέν ἔχω καρδίαν θλιϐομένην προς ἀναζήτησίν σου, δέν ἔχω μετάνοιαν, δέν ἔχω κατάνυξη, οὐδὲ δάκρυα, τὰ ὁποῖα ἐπαναφέρουσι τὰ τέκνα εἰς τὴν ἰδίαν αὐτῶν πατρίδα. Δέν ἔχω, δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν· ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς μου ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, καὶ δέν δύναται ν᾿ ἀτενίσῃ πρὸς σὲ μετὰ πόνου· ἐψυχράνθη ἡ καρδία μου ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν, καὶ δέν δύναται νὰ θερμανθῇ διὰ τῶν δακρύων τῆς πρός σὲ ἀγάπης.
Ἀλλὰ σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν καὶ καρδίαν ἐπίπονον, ἵνα ὁλοψύχως ἐξέλθω εἰς ἀναζήτησίν σου· διότι ἄνευ σοῦ θέλω ἀποξενωθῇ ἀπὸ παντὸς ἀγαθοῦ. Χάρισαί μοι λοιπόν, ὦ ἀγαθέ, τὴν χάριν σου· ὁ πατήρ, ὅστις σ᾿ ἐγέννησεν ἐκ τῶν κόλπων αὐτοῦ ἀχρόνως καὶ ἀϊδίως, ἂς ἀνανεώσῃ εἰς ἐμὲ τὰς μορφὰς τῆς εἰκόνος σου· σ᾿ ἐγκατέλιπον, μὴ μ᾿ ἐγκαταλείπῃς· ἐχωρίσθην ἀπὸ σοῦ, ἔξελθε εἰς ἀναζήτησίν μου, καὶ εὐρὼν εἰσάγαγέ με εἰς τὰς νομάς σου, καὶ συναρίθμησόν με μετὰ τῶν προϐάτων τῆς ἐκλεκτῆς σου ποίμνης, καὶ διάθρεψόν με μετ᾿ αὐτῶν ἐκ τῆς χλόης τῶν θείων σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων ὑπάρχει κατοικητήριον ἡ καθαρὰ καρδία, εἰς τὴν ὁποίαν ἀναφαίνεται ἡ ἔλλαμψις τῶν ἀποκαλύψεών σου, ἡ ὁποία ἔλλαμψις εἶναι παρηγορία καὶ ἀναψυχὴ τῶν κοπιώντων διὰ σὲ ἐν θλίψεσι καὶ διαφόροις μάστιξι· τῆς ὁποίας ἐλλάμψεως εἴθε ν᾿ ἀξιωθῶμεν καὶ ἡμεῖς διὰ τῆς χάριτος καὶ φιλανθρωπίας σου, τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Σὺ ποὺ ἔκλαψες γιὰ τὸ φίλο Σου Λάζαρο καὶ τὰ μάτια Σου ἔσταξαν δάκρυα λύπης καὶ συμπάθειας, δέξου τὰ δάκρυα τῆς πικρίας μου. Μὲ τὰ πάθη Σου θεράπευσε τὰ πάθη μου. Μὲ τὰ τραύματά Σου γιάτρεψε τὰ τραύματά μου. Μὲ τὸ Ἅγιο αἷμα Σου ἄγνισε τὸ αἷμα μου καὶ ἡ εὐωδία τοῦ ζωοποιοῦ Σου σώματος ἂς μοσχομυρίσει καὶ τὸ δικό μου σῶμα. Ἡ χολή, ποὺ Σὲ πότισαν, ἂς γλυκάνει τὴν ψυχή μου ἀπ᾿ τὶς πικρίες, ποὺ μὲ πότισε ὁ ἀντίδικος. Τὸ σῶμα Σου, ποὺ τὸ τάνυσαν πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ἀνεβάσει σὲ Σένα τὸ νοῦ μου, ποὺ τὸν τράβηξαν κάτω οἱ δαίμονες. Τὸ κεφάλι Σου, ποὺ ἔγειρε πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ὑψώσει τὸ δικό μου κεφάλι, ποὺ τὸ ταπείνωσε ὁ ἐχθρός. Τὰ Πανάγια χέρια Σου, ποὺ καρφώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀπίστους στὸ Σταυρό, ἂς μὲ τραβήξουν ἀπ᾿ τὸν γκρεμὸ τοῦ χαμοῦ, ὅπως ὑποσχέθηκε τὸ Πανάγιό Σου στόμα. Τὸ πρόσωπό Σου, ποὺ δέχθηκε χτυπήματα καὶ φτυσίματα ἀπὸ τοὺς καταραμένους, ἂς ὀμορφήνει τὸ πρόσωπό μου, ποὺ τὸ ἀσχήμιναν οἱ ἀνομίες μου. Ἡ ψυχή Σου, ποὺ ἀπ᾿ τὸ Σταυρὸ τὴν παρέδωσες στὸν Πατέρα Σου, ἂς μὲ ὁδηγήσει στὴ Χάρη Σου.Δὲν ἔχω καρδιὰ ἔμπονη γιὰ ἀναζήτησή Σου. Δὲν ἔχω μετάνοια, οὔτε κατάνυξη, πράγματα ποὺ φέρνουν τὰ παιδιὰ στὴν κληρονομιά τους. Δὲν ἔχω, Κύριε, δάκρυ ἱκετευτικό. Σκοτίστηκε ὁ νοῦς μου μὲ τὰ βιοτικὰ καὶ ὑλικά, καὶ δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ σὲ δεῖ μὲ πόνο καὶ συμπάθεια. Πάγωσε ἡ καρδιά μου ἀπ᾿ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζεσταθεῖ μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης γιὰ Σένα.
Ἀλλὰ Σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησέ μου ὁλοκληρωμένη μετάνοια καὶ καρδιὰ ἔμπονη γιὰ νὰ βγῶ καὶ νὰ Σ᾿ ἀναζητήσω μ᾿ ὅλη μου τὴν ψυχή, γιατί, χωρὶς Ἐσένα, εἶμαι ξένος κάθε καλοῦ. Χάρισέ μου, λοιπόν, Ἀγαθέ, τὴν Χάρη Σου. Ὁ Πατέρας Σου... ἂς ξανακαινουργώσει μέσα μου τὴν Εἰκόνα Σου. Σὲ ἐγκατέλειψα - μὴ μ᾿ ἐγκαταλείψεις. Μακρύνθηκα ἀπὸ Σένα - βγὲς νὰ μ᾿ ἀναζητήσεις, νὰ μὲ βρεῖς καὶ νὰ μὲ ξαναβάλεις στὸ κοπάδι τῶν λογικῶν Σου προβάτων, καὶ νὰ μὲ θρέψεις, μαζὶ μ᾿ αὐτά, μὲ τὴ χλόη τῶν Θείων Σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων τόπος εἶναι ἡ καθαρὴ καρδιά, στὴν ὁποία παρουσιάζεται καὶ ἡ ἔλλαμψη τῶν ἀποκαλύψεών Σου, ποὺ εἶναι παρηγοριὰ κι ἀναψυχὴ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κοπίασαν γιὰ Σένα μὲ θλίψεις καὶ ποικίλα βάσανα. Μακάρι ν᾿ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς νὰ δοῦμε αὐτὴ τὴν ἔλλαμψη, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία Σου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


το είδαμε εδώ

Ἀνακαλύπτοντας τοὺς θησαυροὺς ποὺ κρύβει ἡ καρδιὰ τοῦ πατέρα

10. Ανακαλύπτοντας τους θησαυρούς που κρύβει η καρδιά του πατέρα

τοῦ  π. Stephen Muse

Ὅταν οἱ γονεῖς μου χώρισαν, ὁ πατέρας μου μὲ ἐγκατέλειψε. Ἡ ἀρρώστια του, σχιζοφρένεια, πρῶτα τὸν ἔστειλε στὸ κελὶ τῆς φυλακῆς καὶ μετὰ σὲ ψυχιατρεῖο.  Ἡ συμπεριφορὰ του τὴν ἐποχὴ ποὺ ἦταν ψυχωτικός τοῦ προκαλοῦσε ντροπὴ κι ἔτσι, μετὰ τὸ διαζύγιο τῶν γονιῶν μου, δὲν τὸν ξαναεῖδα παρὰ μόνον ὅταν εἶχα πιὰ ἐνηλικιωθεῖ. Ἐξαίρεση ἀποτέλεσαν δύο σύντομες ἐπισκέψεις του μία στὰ γενέθλιά μου καὶ μία κάποια Χριστούγεννα. Ὅταν, μεγάλος πιά, τὸν συνάντησα πάλι, μοῦ εἶπε: «Τότε ποὺ ἦρθα νὰ σὲ δῶ, στὸ σπίτι τοῦ παπποῦ, ἀγκάλιασες τὰ πόδια μου, ἔκλαιγες καὶ παρακαλοῦσες:  ‘Μπαμπὰ μὴ φεύγεις’.  Ἐγώ, πάλι, σ’ ἀγαποῦσα καὶ ὁ κάθε ἀποχαιρετισμὸς μὲ πονοῦσε πολύ.  Ἔτσι δὲν ξαναῆρθα». Εἶχε ζήσει μ’ αὐτὴ τὴν ἀνάμνηση καὶ μ’ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση ἐπὶ εἴκοσι χρόνια, ἐνῶ ὅμως πλήρωνε τακτικὰ τὴ μηνιαία διατροφή μου καὶ μάθαινε τὰ νέα μου ἀπὸ δεύτερο χέρι.

Ὁ φόβος τοῦ πατέρα μου γιὰ τὴν συναισθηματικὴ εὐαλωτότητα, καὶ ἡ ντροπὴ ποὺ τὸν περιέσφιγγε σὰν τὴ φασκιὰ τοῦ Λάζαρου δὲν τὸν ἄφηναν νὰ ἀντέξει τὸν πόνο ποὺ κλείνουν οἱ λέξεις: «Θὰ ξανάρθω σύντομα. Σ’ ἀγαπῶ». Ἀντίθετα, στὴν πραγματικότητα, ἦταν σὰν νὰ ἔλεγε: «Προτιμῶ νὰ ἀποφύγω τὴ συναισθηματικὴ εὐαλωτότητα παρὰ νὰ σὲ βλέπω».

Στὴ γλῶσσα τῶν γηγενῶν, «πολεμιστὴς» εἶναι «αὐτὸς ποὺ προστατεύει καὶ ὑπηρετεῖ τὶς Ἱερὲς Ρίζες» κατὰ τὴ μετάφραση ἑνὸς φίλου Ἰνδιάνου. Οἱ ἄντρες εἶναι οἱ πνευματικοὶ πολεμιστὲς καὶ ἡ μάχη ποὺ δίνουν εἶναι ἡ μάχη τῆς ἀγάπης. Δὲν μιλῶ γιὰ τὴ συναισθηματικότητα ἢ τὴ σεξουαλικὴ ἐπιθυμία ἢ τὰ ρομαντικὰ αἰσθήματα – ποὺ ὅλα πιὰ τὰ ἀποδίδουμε μὲ τὴν τετριμμένη λέξη «ἀγάπη». Ἡ μάχη αὐτὴ εἶναι κάτι πολὺ πιὸ σημαντικὸ καὶ ζωτικό, κι ἀπ’  αὐτὴν ἐξαρτᾶται ἡ οἰκογένεια, ἡ κοινότητα, ὁ πολιτισμός. Ἀπαιτεῖ ἐπιμονή, θάρρος, διάκριση, ταπείνωση καὶ τὴν ἐπιθυμία νὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ «πάντα ὑπομένει» γιὰ χάρη ἐκείνων ποὺ ἀγαπᾶ.

Μετὰ ἀπὸ πολλὲς ὁμαδικὲς θεραπεῖες μὲ στελέχη τοῦ στρατιωτικοῦ, ἐπιχειρηματικοῦ καὶ θρησκευτικοῦ κόσμου, καθὼς καὶ χιλιάδες ὧρες συμβουλευτικῆς μὲ οἰκογένειες καὶ πατεράδες, τὰ τελευταῖα εἴκοσι πέντε χρόνια, ἔχω παρατηρήσει ὅτι μπορεῖ οἱ καιροὶ νὰ ἀλλάζουν, ἀλλὰ κάποια σχήματα ἐπιμένουν. Πληγωμένοι καὶ ἐγκαταλειμμένοι ἀπὸ τὸν πατέρα τους, οἱ ἄντρες ζοῦν συχνὰ «χωρὶς τὴν εὐλογία» τῆς ἀγάπης ποὺ περνᾶ ἀπὸ ἄντρα σὲ ἄντρα, ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά. Γιὰ νὰ ἀντισταθμίσουν τὴ συναισθηματικὴ ἀπουσία τοῦ πατέρα, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸς εἶναι σωματικὰ παρὼν στὸ σπίτι, οἱ ἄντρες εὔκολα στρέφονται πρὸς καρικατοῦρες τοῦ ἀνδρισμοῦ καὶ φθάνουν στὰ ἄκρα: αὐταρχικοί, ἄκαμπτοι, ἐμφορούμενοι ἀπὸ νομικιστικὸ καταναγκασμό, φοβοῦνται λὲς τὴ ντροπὴ «μὴ τυχὸν καὶ δὲν εἶναι σωστοί»∙ τὸ παίζουν «φίλοι τῶν παιδιῶν» ὑποθάλποντας τὶς ἀδυναμίες τους καὶ ἀποφεύγοντας τὶς θυσίες πού ἀπαιτεῖ ἡ ἀληθινὴ ἐνηλικίωση, γίνονται περισσότερο παιδιὰ οἱ ἴδιοι, φοβοῦνται νὰ γευτοῦν τὸν πόνο πού συνεπάγεται ἡ σταθερὴ στάση∙ ἄλλοτε πάλι, ἀποδεσμευμένοι ἐργασιομανεῖς, ἀπορροφημένοι ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση νὰ ‘παρέχουν’ στὴν οἰκογένεια, ἀναρωτιοῦνται «ποῦ νὰ βρεθεῖ χρόνος γιὰ ἐπικοινωνία, πότε νὰ δουλευτοῦν οἱ σχέσεις;» Μέχρι ποὺ καταφθάνει ἡ παροιμιώδης «κρίση τῆς μέσης ἡλικίας», γιὰ νὰ  ἀνοίξει τὴ σκουριασμένη θύρα τῶν πολυκαιρισμένης καταπιεσμένης συναισθηματικῆς πείνας καὶ τότε,  στὴν προσπάθεια νὰ γεμίσουμε τὴ συσσωρευμένη κενότητα χρόνων παραμέλησης, λιποτακτοῦμε μὲ τρόπους ποὺ συντρίβουν τὶς οἰκογένειές μας.

Ὅταν ὁ πατέρας μου πέθαινε ἀπὸ καρκίνο στὸ νοσοκομεῖο –μανιώδης καπνιστὴς– τηλεφώνησα καὶ τὸν ρώτησα ἂν φοβόταν.

-  Ναὶ.

-  Προσεύχεσαι;

-  Ναί.

Θυμᾶμαι πολὺ καθαρὰ πόσο πάλεψα μέσα μου ἐκείνη τὴ στιγμή, ἂν ἔπρεπε, πρὶν κλείσω, νὰ προσθέσω ἕνα «σ’ ἀγαπῶ»∙ ἤξερα ὅτι πιθανὸν δὲ θὰ τοῦ ξαναμιλοῦσα ποτὲ πιὰ σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Δὲν τὸ εἶπα. Συναισθηματικά, δὲν μοῦ φαινόταν τίμιο. Δὲν ἦταν παρὼν ὅταν μεγάλωνα. Τὸ ρόλο αὐτὸ τὸν εἶχε ἀναλάβει ὁ παππούς μου. Συνέχιζα νὰ αὐτοπροστατεύομαι∙ ὑποσυνείδητα εἶχα μάθει ὡς παιδὶ νὰ ἀποφεύγω κάθε τι ποὺ θὰ μὲ ἔκανε νὰ πονέσω ξανά:  «Μούδιασε. Μὴν νιώθεις. Μὴ ἐπιτρέψεις στὸν ἑαυτό σου νὰ εἶναι εὐάλωτος».

Ὁ πατέρας μου δὲν ἄντεχε τὸν συναισθηματικὸ πόνο νὰ πρέπει νὰ λέει «ἀντίο» στὸ γιὸ του κάθε φορά ποὺ τὸν ἐπισκεπτόταν… Κι ἀποφάσισε νὰ φύγει καὶ νὰ μὴν ξαναφανεῖ. Γιατί;  Ἐπειδή μὲ ἀγαποῦσε! Παράξενη λογικὴ στ’ ἀλήθεια. Καὶ τώρα, τριάντα χρόνια μετά, εἶναι ὁ γιὸς του αὐτὸς ποὺ … κρατιέται, γιατί πονάει πολὺ νὰ πεῖ «ἀντίο» γιὰ ἄλλη μιὰ φορά.

Τοῦτος ὁ δισταγμὸς νὰ εἶσαι ἀπόλυτα διαθέσιμος καὶ διάφανος στὴν ἀγάπη εἶναι πάντα ἡ αἰτία ποὺ ἕνας ἄντρας καταπνίγει τὴν ἱκανότητά του νὰ μοιράζεται τὸ χρυσάφι τῆς ἀνθρωπιᾶς του μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὴ γυναίκα του.  Ὅπως ἀκριβῶς οἱ στρατιῶτες μας ἔχουν διπλὴ ἀποστολή, νὰ εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένοι καὶ γιὰ τὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὸν πόλεμο, ἔτσι καὶ ὁ πατέρας καλεῖται νὰ ἰσορροπεῖ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴ σταθερότητα μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν συναισθηματικὴ διαθεσιμότητα, διακονώντας, διδάσκοντας, προστατεύοντας καὶ ψυχαγωγώντας τὰ παιδιά του.

Τὴν ὥρα ποὺ ἀρνήθηκα νὰ πῶ στὸν πατέρα μου «σ’ ἀγαπῶ», ἐνῶ πέθαινε, ἀναδυόταν γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἡ συντριπτικὴ ἀπώλεια ποὺ εἶχα βιώσει στὰ τρία μου χρόνια. Τὸ μικρὸ παιδὶ δὲν καταλαβαίνει καὶ πάντα κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του γιὰ μιὰ τέτοια ἀπώλεια. Ἡ ντροπὴ ὀρθώνεται σὰν λίθος ποὺ φράσσει τὴν εἴσοδο τῆς καρδιᾶς καὶ μετατρέπει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ τάφο, τὴν ἀδειάζει ἀπὸ τὴν τρυφερότητα καὶ τὴ χαρὰ ποὺ βρίσκεται στὸν πυρήνα τῶν Ἱερῶν μας Ριζῶν. Τὰ χρόνια περνοῦν κι ἐμεῖς μυστικὰ λαχταροῦμε νὰ βρεθεῖ ἕνας τρόπος νὰ ἀποκυλισθεῖ ὁ λίθος, ἡ καρδιὰ νὰ ἀναστηθεῖ καὶ νὰ προσφέρει τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι πλασμένη νὰ δίνει καὶ νὰ παίρνει.

Τί χρειάζεται, λοιπόν, ἕνας πατέρας γιὰ νὰ βάλει τὴ σάρκινη στὴ θέση τῆς λίθινης καρδιᾶς, γιὰ νὰ βοηθήσει τὰ παιδιά του νὰ γίνουν ἄντρες καὶ γυναῖκες ἱκανοὶ καὶ ἱκανὲς νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ ἀγαπηθοῦν;

 Έχει ἀνάγκη ἀπὸ Χάρη, θάρρος καὶ ἀπαντοχὴ νὰ ἀντικρίζει τὴ ντροπή, τὴν ἀπώλεια καὶ τὴ συντριβὴ ποὺ ἀναπόφευκτα συνοδεύουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴ συχώρεση.

 Ὁ πατέρας πρέπει νὰ βάλει τὴ διακονία τῆς γυναίκας του καὶ τῶν παιδιῶν του, καὶ τὸ καλό τῆς κοινότητας πάνω ἀπὸ τὴν προστασία τοῦ ἐγώ του.

 Χρειάζεται νὰ μπορεῖ νὰ δεῖ τὴ μοναδικότητα τῶν παιδιῶν του καὶ νὰ εἶναι πρόθυμος νὰ δείξει μὲ ἰδιαίτερο τρόπο στὸ καθένα πόση χαρὰ καὶ εὐτυχία ἀντλεῖ ἀπὸ αὐτό.

 Ὁ πατέρας πρέπει νὰ ἔχει τὴν ταπείνωση νὰ δέχεται τὰ μηνύματα ποὺ ἐκπέμπει ἡ καρδιὰ τῆς μάνας, γνωρίζοντας ὅτι αὐτὴ θυσιάζει καὶ τὴ ζωή της γιὰ τὰ παιδιά της. Οἱ μητέρες σέβονται τοὺς ἀληθινοὺς πολεμιστὲς καὶ τοὺς στηρίζουν, δὲν συμπολεμοῦν ὅμως μὲ ἄντρες ποὺ φθάνουν στὰ ἄκρα: στήν  ἀκαμψία, στὴν ἀνευθυνότητα ἢ στὴν ἀποσύνδεση, γιατί σ΄ αὐτὰ ἐντοπίζουν ἀπειλὲς κατὰ τῆς οἰκογένειας καὶ τοῦ γάμου.

Πάνω ἀπ’ ὅλα, ὁ πατέρας πρέπει νὰ γνωρίζει ὅτι ἀγαπᾶς ὅταν ἀγαπιέσαι. Κι ἔτσι τὸ δυσκολότερο πράγμα γιὰ τοὺς ἄντρες (καὶ γιὰ τὶς γυναῖκες ποὺ τοὺς ἀγαποῦν) δὲν εἶναι νὰ δίνουν, ἀλλὰ νὰ μποροῦν νὰ δέχονται, δὲν εἶναι νὰ διατηροῦν τὸν ἔλεγχο, ἀλλὰ νὰ ἐπιτρέπουν τὴν κλήση καὶ ἀνταπόκριση τῆς πρόθυμης εὐαλωτότητας ποὺ ὑπερβαίνει τὴ ντροπή. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, ὁ ἄντρας εἶναι πολὺ πιθανότερο νὰ ἀναγνωρίσει καὶ νὰ καταλάβει ὅτι ἡ ἀγάπη τῆς γυναίκας του, τοῦ γιοῦ καὶ τῆς κόρης του, ἡ ἀνάγκη ποὺ ἔχουν ἀπ’ τὸν ἴδιον κι ἀπ’ τὸ ἐνδιαφέρον του γι’ αὐτοὺς εἶναι τὴν ἴδια στιγμὴ τὸ κάλεσμα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα νὰ ρισκάρει καὶ νὰ ἀποκαλύψει τοὺς θησαυροὺς ποὺ εἶναι θαμμένοι στὴν καρδιὰ του κάτω ἀπὸ τὰ προστατευτικὰ στρώματα τῆς ντροπῆς. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ φρέαρ ὕδατος ζῶντος, θὰ ἀντλήσει καὶ θὰ προσφέρει δῶρα ἀνθρωπιᾶς πού, μὲ τρόπο μυστηριώδη, θὰ ἀρχίσουν νὰ γεμίζουν τὸ κενὸ καὶ νὰ γιατρεύουν τὶς πληγὲς ποὺ ἴσως δέχθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίγειο πατέρα του. Ὅταν παρὰ τὶς πληγὲς μας ἀγαποῦμε, τότε ἀκριβῶς γιατρευόμαστε, μόνο ποὺ πρέπει πρῶτα ἡ ἀγάπη νὰ ἀποκυλίσει τὸν λίθο ποὺ σκοπὸ εἶχε νὰ σφραγίσει τὸν μέσα μας κόσμο ἀπὸ ἐνδεχόμενο κίνδυνο κι ἄλλης ἀπώλειας.

Καὶ πῶς μπορεῖ ἡ μητέρα νὰ βοηθήσει;

 Στάσου δίπλα στόν ἄντρα σου, κι ὂχι ἀνάμεσα σ’ αὐτὸν καὶ στὰ παιδιά.

 Γίνε σύντροφος, ὄχι ἀφεντικό, κριτὴς ἢ ὑπάλληλος.

 Μήν παίρνεις προσωπικὰ τὴ σιωπή του ἢ τὶς ἀνησυχίες του. Κι ἐσὺ κι αὐτὸς εἶστε ἀρκετὰ καλοί.

 Μήν περιμένεις τὰ σημάδια τῆς ἀγάπης του, δῶσε πρώτη ἐσὺ τὰ σημάδια τῆς δικῆς σου ἀγάπης.

 Νά λὲς πάντα πὼς ὅ,τι κάνει εἶναι ἀπὸ ἀγάπη, ἀκόμη κι ἂν κάτι τέτοιο δὲν εἶναι φανερό. Ἂν διαφωνεῖς, ὅταν εἶσαι μόνη μαζί του, ρώτα τον τί προσπαθεῖ νὰ πετύχει.

 Ἡ εὐγνωμοσύνη, ἡ ἐκτίμηση, ἡ ζεστασιά, ἡ ἀγάπη κι ὁ σεβασμὸς μετακινοῦν τὸν λίθο ἀπὸ τὶς μοναχικὲς καὶ πονεμένες καρδιές.  Ἡ ἀπόρριψη, ἡ ἐγκατάλειψη, ἡ κριτική, οἱ ἀπαιτήσεις καὶ ἡ κάθε μορφῆς ἰσχὺς ἁπλῶς κάνουν τὸν λίθο ἀσήκωτο.

π. Stephen Muse

Μετάφραση: Πολυξένη Τσαλίκη

 Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Γιώργου Σικελιώτη.

πηγή κειμένου: Aντίφωνο

το είδαμε εδώ

Η δογματική διαστροφή του Παπικού «αλαθήτου»

Αποτέλεσμα εικόνας για pope francis ex Cathedra
Η ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ‘’ΑΛΑΘΗΤΟΥ’’
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Η δογματική διαστροφή του «αλαθήτου», μαζί με το Παπικό πρωτείο, καθίστανται οι κατ’ εξοχήν εμμονές, για τη μη επιστροφή των Παπικών στην Μία Αγία Εκκλησία. Tο αλάθητο ενισχύει το εξουσιαστικό Παπικό Πρωτείο. Αυτές οι δύο Παπικές πλάνες πρέπει να συζητούνται μαζί, καθότι η μία φανερώνει της άλλης το άτοπον. Ο παραλογισμός του «αλαθήτου» στη Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο, βρήκε τη μεγαλύτερη εδραίωσή του.

Το Παπικό δόγμα του «αλαθήτου», θεσπίστηκε κατά την Α΄ Σύνοδο του Βατικανού, με τη σημείωση «εκ καθέδρας». Όμως «το αλάθητο επεκτάθηκε σε κάθε απόφαση του Πάπα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης, δηλαδή όχι μόνο όταν αποφαίνεται ο Πάπας, αλλά όποτε αποφαίνεται. Ο Ομολογητής Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, μιλώντας γι’ αυτούς που προσπαθούν «να αντικαταστήσουν την πίστη στον Θεάνθρωπο με την πίστη στον άνθρωπο, να αντικαταστήσουν το Ευαγγέλιο κατ’ άνθρωπο, τη φιλοσοφία κατά Θεάνθρωπο με την φιλοσοφία κατ’ άνθρωπο, την κουλτούρα κατά Θεάνθρωπο με την κουλτούρα κατ’ άνθρωπο. Με μια λέξη να αντικαταστήσουν τη ζωή κατά Θεάνθρωπο με τη ζωή κατ’ άνθρωπο», σημειώνει ότι «το 1870 στην Α΄ Σύνοδο του Βατικανού, όλα αυτά συνεκεφαλαιώθησαν στο δόγμα του αλάθητου Πάπα» (Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς – Άνθρωπος και Θεάνθρωπος).
Kατά τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού, υποδείχθηκε ότι όποιος «αντείπει, ανάθεμα έστω», με αποτέλεσμα κάποιοι παπικοί θεολόγοι να λέγουν ότι και λάθος να πεί ο Πάπας, ως ορθό πρέπει τούτο να εκληφθεί. Και όπως είναι φυσικό το «αλάθητον», καθίσταται σοβαρός λόγος για την εμμονή, σε ότι πλάνο παρεισέφρησεν στον Παπισμό, καθότι δεν είναι εύκολο ο «αλάθητος πρώτος», να παραδεχθεί ότι λαθεύει.
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς σημείωνει τα εξής για το παπικό ‘’αλάθητο’’ : «Το αλάθητον είναι φυσικόν θεανθρώπινον ιδίωμα και φυσική θεανθρώπινη λειτουργία της Εκκλησίας ως Θεανθρωπίνου Σώματος του Χριστού, του οποίου αιωνία Κεφαλή είναι η Αλήθεια, η Παναλήθεια, η Δευτέρα Υπόστασις της Υπεραγίας Τριάδος, ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Δια του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα εις την πραγματικότητα ο πάπας ανεκηρύχθη εις Εκκλησίαν και ο πάπας-άνθρωπος, κατέλαβε τη θέση του Θεανθρώπου. Αυτός είναι ο τελικός θρίαμβος του ουμανισμού, αλλά συγχρόνως και ‘’ο δεύτερος θάνατος’’ (Αποκ. 20,14. 21,8) του παπισμού, μέσω δε αυτού και του κάθε ουμανισμού. Όμως κατά την Αληθινήν Εκκλησίαν του Χριστού, η οποία από της εμφανίσεως του Θεανθρώπου Χριστού υπάρχει εις τον επίγειον κόσμον ως θεανθρώπινον σώμα, το δόγμα περί του αλαθήτου του πάπα είναι όχι μόνο αίρεσις, αλλά παναίρεσις. Διότι καμμία αίρεσις δεν εξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικώς και τόσον ολοκληρωτικώς κατά του Θεανθρώπου Χριστού και της Εκκλησίας Του, ως έπραξε τούτο ο παπισμός δια του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα – ανθρώπου. Δεν υπάρχει αμφιβολία· το δόγμα αυτό είναι η αίρεσις των αιρέσεων, μία άνευ προηγουμένου ανταρσία κατά του Θεανθρώπου Χριστού. Το δόγμα αυτό είναι φευ! Η πλέον φρικτή εξορία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού από την γην»
«Αλάθητος εις την Ορθοδοξία δεν είναι εις άνθρωπος, αλλά η Εκκλησία. Αντιθέτως εις την Δύσιν η Τριαδική συνοδική αρχή αντικατεστάθη δια της αντιτριαδικής ολοκληρωτικής παπικής συγκεντρωτικής αρχής. Ο ρωμαίος ποντίφιξ εκηρύχθη με μια εωσφορικήν υπερηφάνειαν ‘’αλάθητος’’ και υπέρτατος αρχή της Εκκλησίας», αναφέρει ο Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης.

Ο ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ

Εὐάγγελου Π. Παπανούτσου
Καὶ στοὺς ἄλλους τομεῖς τοῦ πνευματικοῦ μας πολιτισμοῦ, ἰδιαίτερα ὅμως στὴ σφαίρα τῆς Φιλοσοφίας, ἡ Παιδεία μας -πρέπει νὰ τὸ ὁμολογήσομε- πάσχει ἀπὸ ἕνα εἶδος πρεσβυωπίας: στέκεται προσηλωμένη στὰ πολὺ μακρινά, στοὺς κλασσικοὺς χρόνους τῆς Ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας, καὶ τὰ κοντινὰ δὲν τὰ βλέπει, οὔτε τὰ λογαριάζει.
vivliothikiΣπουδάζομε τὰ πρῶτα σκιρτήματα τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ στὸν ἀρχαῖο κόσμο, τὰ χρόνια ποὺ ὁ Ἑλληνισμὸς μὲ τὴν ἀποικιακὴ διάπλωση ἐκτείνεται ἀπὸ τὴ μίαν ἄκρη τῆς Μεσογείου ἕως τὴν ἄλλη μὲ ὑπερηφάνεια (ἀφοῦ ἀπ᾿ ὅλους ἡ Φιλοσοφία ἀναγνωρίζεται γέννημα τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος) παρακολουθοῦμε τὴν ἄνδρωσή της στὴ γῆ τῆς Ἀττικῆς, μὲ τοὺς τρεῖς κορυφαίους στοχαστές: τὸ Σωκράτη, τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη στὸ τέλος φυλλομετροῦμε βιαστικὰ τὶς σελίδες τῶν τελευταίων αἰώνων τῆς ἀρχαίας ἱστορίας της (κ᾿ ἐδῶ ξεχωρίζουν τρία πάλι ὀνόματα σχολῶν Στωϊκοί, Ἐπικούρειοι, Νεοπλατωνικοὶ) – καὶ κλείνομε τὴ βίβλο τῶν ἐθνικῶν τίτλων.
Πέρ᾿ ἀπὸ τὸ ὅριο τοῦτο, τὸ τόσο μακρινό, πιστεύομε ὅτι δὲν εἶπε τίποτα πιὰ σημαντικὸ ὁ Ἑλληνικὸς λόγος. Τὴ βυζαντινὴ σκέψη τὴν προσγράφομε στὰ «θεολογούμενα», στὴ χριστιανικὴ Δογματική, καὶ γιὰ Φιλοσοφία στοὺς χρόνους ποὺ πλάθεται ὁ νέος Ἑλληνισμός, στοὺς μαύρους χρόνους τῆς δουλείας, νομίζομε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ γίνει συζήτηση σοβαρή. Τότε -λέμε- ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση δηλαδὴ κ᾿ ἐδῶθε, ἡ σκέψη ἡ φιλοσοφικὴ σβήνει στὶς χῶρες τὶς Ἑλληνικὲς- ἡ ἄλλη Εὐρώπη παίρνει στὰ χέρια της τὴν ἀρχαία κληρονομιά, τὴν ἀξιοποιεῖ καὶ μὲ τὸ δημιουργικὸ ἔργο της γράφει τὴ νέα περίοδο τῆς Ἱστορίας τῆς Φιλοσοφίας.
Πραγματικὰ ἔχει δημιουργηθεῖ καὶ πλατιὰ διαδοθεῖ (καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀνάμεσά μας) ὁ ἱστορικὰ ἀνεδαφικὸς καὶ γιὰ τὴ ἐθνική μας Παιδεία ἐπικίνδυνος μύθος, ὅτι σ᾿ ὁλόκληρη τὴ Βυζαντινὴ περίοδο, ἰδίως ὅμως ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ἀρχίζει οἰκονομικὰ καὶ πολιτικὰ νὰ ἀποσυντίθεται, καθὼς καὶ στοὺς μαύρους γιὰ τὸ δύστυχο Ἔθνος μας αἰῶνες τῆς δουλείας, ὁ Ἑλληνισμὸς χάνει τὴν πνευματική του δημιουργικότητα, πέφτει σιγὰ-σιγὰ στὴν ἀμάθεια καὶ στὴ βαρβαρότητα καὶ τίποτα πιὰ ἀξιόλογο, στὴν περιοχὴ τῆς Ἐπιστήμης καὶ τῆς Φιλοσοφίας, δὲν παράγει, ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ σταθεῖ κοντὰ στὰ ἐκπληκτικὰ προϊόντα τῶν χρόνων τοῦ ἀρχαίου κλέους. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν ἀνασταίνεται πάλι ἀπὸ τὴ στάχτη του μὲ τὴν ἡρωϊκὴ πράξη τοῦ Εἰκοσιένα, πνευματικοὶ καὶ πολιτικοὶ ἡγέτες στρέφονται πρὸς τοὺς κλασσικοὺς αἰῶνες τῆς Ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας καὶ ἐκεῖ ἀναζητοῦν τὶς βάσεις γιὰ νὰ στηρίξουν τὴν Παιδεία της ἐλευθερωμένη· οἱ «Ἀρχαῖοι» καὶ οἱ «Ξένοι», οἱ Εὐρωπαῖοι ποὺ τοὺς τέσσερις-πέντε τελευταίους αἰῶνες θαυματούργησαν καὶ δοξάστηκαν στὶς πνευματικὲς κατακτήσεις, γίνονται οἱ δάσκαλοί μας.
Τὸ ἄμεσο ἐθνικὸ παρελθὸν στὴν πνευματική μας ἱστορία διαγράφεται μὲ μία φοβερὴ γιὰ τὶς συνέπειές της μονοκοντυλιά. Ἀφήνοντας τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα διασκελίζομε βιαστικὰ καὶ μὲ συγκατάβαση δέκα αἰῶνες Βυζαντινῆς ἱστορίας καί, ἀποστρέφοντας τὸ πρόσωπο μὲ συναίσθημα πικρίας ἀπὸ τοὺς χρόνους τῆς Φραγκοκρατίας καὶ τῆς Τουρκοκρατίας, προσπαθοῦμε νὰ ξαναβροῦμε τὸν μετὰ τὸ Εἰκοσιένα ἐλεύθερο ἑαυτὸ μας μέσα ἀπὸ τὴν ἰταλική, τὴν ἀγγλική, τὴ γαλλικὴ Ἐπιστήμη καὶ Φιλοσοφία τῶν τετρακοσίων τελευταίων ἐτῶν. Νὰ ξανακολλήσομε στὴν Εὐρώπη γίνεται ἡ ἔγνοια μας καὶ ἀγωνιζόμαστε νὰ ἀνακουφίσομε τὸν πληγωμένο ἐθνικό μας ἐγωϊσμὸ μὲ τὴν προσπάθεια ν᾿ ἀποδείξομε, ὅτι οἱ προχωρημένοι στὸν πολιτισμὸ Εὐρωπαῖοι ὀφείλουν τὰ φῶτα τους στοὺς Ἀρχαίους μας προγόνους.
vivlia-monastiriaΠῶς δημιουργήθηκε, καὶ ἰδίως πῶς διαθόθηκε καὶ ἔπιασε αὐτὸς ὁ μῦθος· πῶς ἡ ἐλεύθερη μετὰ τὴν ἐθνικὴ ἀποκατάσταση Πατρίδα ἔπεσε σ᾿ αὐτὴ τὴ θανάσιμη πλάνη καὶ ἔκανε τὴν ἀσύγγνωστη ἀδικία νὰ σκίσει μὲ τὰ ἴδια της τὰ χέρια τόσες ἑκατοντάδες λαμπρῶν σελίδων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀκρωτηριάσει τὴν πνευματική της ἱστορία – αὐτὸ εἶναι θέμα χωριστὸ ποὺ ἡ ἀνάπτυξή του δὲν ἔχει θέση μέσα στὸ πλαίσιο αὐτῆς ἐδῶ τῆς μελέτης. Ἕνα πάντως εἶναι βέβαιο: ὅτι τὸ κακὸ ἔγινε, ὅτι ἡ πλάνη ἐξακολουθεῖ σὲ πολλοὺς νὰ ὑπάρχει. Ἀπὸ τὴ μόρφωση μᾶς ἀπουσιάζει σχεδὸν ὁλόκληρος ὁ βυζαντινός, ὁ μεσαιωνικὸς κόσμος μὲ τὴν Ἑλληνικὴ γραμματεία του καὶ -τὸ χειρότερο ἀκόμη- ἀπουσιάζει καὶ ὁ νέος Ἑλληνισμός, ἀπὸ τὸ 13ο αἰῶνα καὶ ἐδῶ. Ἔχομε ἀνοίξει μία μεγάλη πληγὴ ἀπάνω στὸ ἐθνικὸ σῶμα τῆς πνευματικῆς μας ἱστορίας· τὴ σταματοῦμε στοὺς πρώτους μεταχριστιανικοὺς αἰῶνες. Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα ἀκρωτηριασμός, ἀπότομη, χάσμα μέγα ἕως τὸ 1821. Τότε μόνο νομίζομε, ὅτι ἀρχίζει πάλι νὰ κελαηδάει ἡ βουβαμένη ἐπὶ τόσους αἰῶνες πηγὴ μὲ τοὺς πρώτους ψάλτες τῆς Ἐλευθερίας…
Οἱ συνέπειες αὐτῆς τῆς πλάνης εἶναι πολλές. Πρῶτα-πρῶτα ἀφαιρέσαμε ἀπὸ τὴν παιδεία τοῦ Ἔθνους τὸ στοιχεῖο ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει ὁ καλύτερος ἄξονάς της καὶ ποὺ δικαιολογημένα πρέπει νὰ εἶναι τὸ καμάρι μας: τὴν ἰδέα τῆς ἀκατάλυτης διάρκειας, τῆς ἀδιάσπαστης συνέχειας ποὺ παρουσιάζει αὐτὸς ἐδῶ ὁ μικρὸς καὶ βασανισμένος λαὸς στὴ μακρὰ καὶ γεμάτη ἀπὸ ὡραῖες σελίδες πνευματική του ἱστορία.
Καὶ ἀλήθεια ἀναμφισβήτητη καὶ χρέος μας ἐθνικὸ ἀπὸ τὰ πρῶτα εἶναι νὰ τονίζομε στὶς γενεὲς ποὺ ἔρχονται, γιὰ νὰ πάρουν τὴ θέση τους μέσα στὸν ἐθνικὸ στίβο, ὅτι ποτὲ δὲν ἔπαψε αὐτὴ ἡ φυλὴ νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ ἐκδηλώνεται πνευματικὰ μὲ πρόσωπα καὶ ἔργα ἀξιόλογα. Ὅτι σὲ ὅλες τὶς φάσεις τοῦ ἱστορικοῦ βίου της τραγούδησε, ἐρεύνησε καὶ στοχάστηκε, ἔγραψε καὶ φιλοσόφησε, ζωγράφισε, ἔπλασε καὶ ἔχτισε, δηλαδὴ ἔζησε καὶ πνευματικὰ καταξίωσε τὴ ζωή της, ὅπως ζοῦν καὶ πνευματικὰ καταξιώνουν τὴ ζωὴ τους οἱ λαοὶ ποὺ ἔχουν καὶ δημιουργοῦν παράδοση. Μπορεῖ, σὲ ὅλα τὰ στάδια τῆς μακραίωνης ἱστορίας της, τὰ πνευματικὰ κατορθώματά της νὰ μὴ βρίσκονται πάντα στὴν ἴδια γραμμή· ἄλλοτε νὰ λάμπουν περισσότερο, καὶ ἄλλοτε λιγότερο.
Ὅμως ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ ἱστορικό της παρελθόν, καὶ ἀπὸ τὸ μακρινὸ καὶ ἀπὸ τὸ πρόσφατο, ἡ Παιδεία μας ἔχει ν᾿ ἀντλήσει θησαυροὺς καὶ μορφωτικὰ ἀγαθὰ περιωπῆς, γιὰ νὰ ἐκτελέσει τὸ ἔργο της. Καὶ βαθιὰ μέσα στὴν ψυχὴ τῶν νέων μας νὰ φυτέψει τὴν πεποίθηση, ὅτι γιὰ ἕνα τοὐλάχιστο πρᾶγμα μποροῦν νὰ ὑπερηφανεύονται: γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ στὶς καλὲς καὶ στὶς μαῦρες μέρες τῆς μακρόχρονης ζωῆς του ὁ λαὸς μας ἀγάπησε τὸ πνεῦμα, δηλαδὴ τὸ ἀνθρώπινο μέσα στὸν ἄνθρωπο, καὶ πρόθυμα τὸ ὑπηρέτησε.
Ἡ δεύτερη συνέπεια τῆς πλάνης εἶναι ὅτι, ἐνῷ οἱ ἐπιστήμονες καὶ γενικὰ οἱ μορφωμένοι μας ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ ἱστορία τῶν πέντε τελευταίων αἰώνων γνωρίζουν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς σημαντικούς, ἀλλὰ καὶ πολλοὺς ἢ καὶ περισσότερους ἀσήμαντους Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους, Ἄγγλους καὶ Γερμανοὺς καλλιτέχνες, λογίους, φιλοσόφους καὶ γενικὰ πνευματικοὺς ἀνθρώπους, ἀγνοοῦν πολλοὺς ἀσήμαντους, ἀλλὰ καὶ περισ­σότερους σημαντικούς, δικούς μας.
Δὲν κηρύττω τὸν πνευματικὸ σωβινισμό. Καὶ ἀνόητο εἶναι νὰ περιορίζει κανεὶς τὸ πνεῦμα καὶ τὶς κατακτήσεις του μέσα σὲ ὁρισμένα ἐθνικὰ ἢ γεωγραφικὰ σύνορα, καὶ ἐπικίνδυνο γι᾿ αὐτὸν ποὺ θὰ τὸ κάνει. Ὀρθὸ καὶ συμφέρον ὑπῆρξε καὶ εἶναι γιὰ τὸ Ἔθνος μας νὰ μαθαίνει ξένες γλῶσσες καὶ νὰ μελετᾶ τοὺς ξένους ταξιδεύοντας στὸν τόπο τους ἢ ἀγοράζοντας τὰ βιβλία τους. Πρέπει, καὶ καλὰ πράττομε, ν᾿ ἀναζητοῦμε καὶ νὰ παίρνομε τὸ καλύτερο ὁπουδήποτε μᾶς προσφέρεται. Γιατί ὅμως, πρὶν ἀπευθυνθοῦμε στοὺς ξένους, ἢ τοὐλάχιστον παράλληλα μ᾿ αὐτούς, νὰ μὴ γνωρίσομε καὶ νὰ συμβουλευτοῦμε τοὺς δικούς μας λογίους καὶ σοφοὺς – ὄχι φυσικά τούς ἀσήμαντους, ἐπειδὴ καὶ μόνο εἶναι Ἕλληνες καὶ γράφουν ἑλληνικά, ἀλλὰ τοὺς πολὺ σημαντικούς, ποὺ βρίσκονται ψυχικὰ καὶ γλωσσικὰ κοντά μας καὶ μποροῦν νὰ γίνουν λαμπροὶ δάσκαλοί μας σὲ πλῆθος πράγματα;
Μὲ ποιά δικαιολογία θὰ ἐξακολουθοῦμε νὰ μελετοῦμε ἢ νὰ μεταφράζομε καὶ νὰ ἐκδίδομε ἄπειρα ξένα βιβλία (λογοτεχνικά, ἐπιστημονικά, φιλοσοφικὰ) τρίτης καὶ τέταρτης γραμμῆς, νὰ καμαρώνομε μάλιστα ποὺ ξέρομε τὰ ὀνόματα τῶν συγγραφέων καὶ τὸ περιεχόμενό τους, ἐνῷ ἀδιαφοροῦμε γιὰ συγγραφεῖς καὶ ἔργα πρώτης ποιότητας τῶν τελευταίων αἰώνων τῆς πνευματικῆς ἱστορίας τοῦ Ἔθνους μας, ποὺ ἀξίζουν καὶ πρέπει νὰ γίνουν βάση τῆς Παιδείας μας;
Ἡ ξενηλασία στὴν περιοχὴ τοῦ πνεύματος εἶναι πάντοτε ἀπόδειξη κουφότητας καὶ μικρόνοιας, ἀλλὰ καὶ ἡ παραμέληση τῶν ἐθνικῶν θησαυρῶν, ἀπὸ ἄγνοια ἢ κακὴν ἐκτίμηση τῆς ἀξίας τους καὶ ἀπὸ ὑπερτίμηση τῶν ξένων, εἶναι ἴδιο τῶν λαῶν ποὺ δὲν σέβονται ἢ ἔπαψαν νὰ πιστεύουν στὸν ἑαυτό τους.
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν Εἰσαγωγὴ τοῦ ἔργου του, Νεοελληνικὴ Φιλοσοφία, Ἐκδόσεις Ζαχαρόπουλος.

Στον Τίμιο Πρόδρομο

«Φωνή βοώντος εν τη ερήµω, ετοιµάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείται τας τρίβους αυτού».
Με αυτά τα λόγια περιγράφεται η µεγάλη προσωπικότητα του Προφήτη και Βαπτιστή Ιωάννη, από τους θεόπνευστους συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης. Προφήτης και Πρόδροµος της παρουσίας του Χριστού παρουσιάστηκε στη ξηρή και άγονη έρηµο της Ιουδαίας, για να προαναγγείλει, και να προπαρασκευάσει τις έρηµες από τη Χάρη του Θεού και διψασµένες για λύτρωση ψυχές των ανθρώπων, ώστε να υποδεχτούν το Χριστό.
Ασκητής αληθινός, απλός, λιτός στη διατροφή, κατοίκησε στα σπήλαια της Νεκρής Θάλασσας, νηστεύοντας και προσευχόµενος στο Θεό. Γεµάτος από αυταπάρνηση και αφοσίωση στο Θεό καλλιέργησε τις αρετές, που µόνον όσοι εξ ολοκλήρου ενώνονται µε το Θεό αξιώνονται να αποκτήσουν. Η παρουσία του στις ξηρές και άγονες περιοχές συµβόλιζε την παρουσία του αγίου ανάµεσα στην ηθική ξηρασία της ανθρωπότητας.
Έρηµη και χωρίς Χάρη Θεού ήταν η ανθρωπότητα τότε. Έρηµη από τα ευγενή αισθήµατα και αγαθές διαθέσεις, από καλές πράξεις και άγια παραδείγµατα. Ο κόσµος ζούσε µέσα σε µια έρηµο από την έλλειψη της αλήθειας του Θεού.
Μέσα σ’ αυτή την έρηµο της ανθρωπότητας στάλθηκε ο Πρόδροµος για να βροντοφωνάξει τα περήφηµα εκείνα λόγια: «Μετανοείτε, ήγγικε γάρ η Βασιλεία των Ουρανών».
Ένα µήνυµα που θα ακούγεται µέχρι το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας. Μετανοείτε λαοί, µετανοείτε χριστιανοί, γιατί έφτασε η Βασιλεία του Θεού ανάµεσά σας. Η προδροµική φωνή ακούγεται για να επιστρέψει τους αµαρτωλούς στο Θεό, να συγκινήσει τις σκληρές καρδιές, να φωτίσει εκείνους που ζουν µέσα στο σκοτάδι της αµαρτίας και να οδηγήσει τους καλοπροαίρετους στο δρόµο της ειρήνης.
Τα συγκλονιστικά κηρύγµατά του, αντηχούσαν στην έρηµο λίγους µήνες πριν εµφανιστεί δηµόσια ο Χριστός κηρύγµατα µετάνοιας και προπαρασκευής των ανθρώπων για να υποδεχτούν το Χριστό.
Μετανοείτε, έλεγε, αποµακρυνθείτε από τα έργα της αµαρτίας φερθείτε µε τιµιότητα και δικαιοσύνη µεταξύ σας.
Και όταν ερωτήθηκε τι πρέπει να κάνει κανείς, απάντησε: «Αυτός που έχει δύο χιτώνες, ας δώσει τον ένα σ’ εκείνον που είναι γυµνός. Αυτός, που έχει τρόφιµα πολλά, ας δώσει και στον πεινασµένο. Από το περίσσευµά σας, βοηθείτε εκείνους που στερούνται».
Το κύριο µέρος του κηρύγµατός του ήταν η χαρµόσυνη αγγελία του ερχοµού του Μεσσία. Έφτασε ο καιρός για να πραγµατοποιηθούν οι προφητείες σχετικά µε τον Μεσσία. Ο Βασιλιάς των Ουρανών, ο αναµενόµενος Λυτρωτής, έρχεται, βρίσκεται µεταξύ µας. Εκείνος, που είναι η πηγή του φωτός, θα φωτίσει την ανθρωπότητα για την αληθινή θεογνωσία. Εκείνος θα βαπτίσει όσους τον ακολουθούν µε το Πνεύµα το Άγιο και φωτιά.
Κι έχουν περάσει αιώνες από την εποχή, που κήρυξε στις διψασµένες ψυχές. Η φωνή, που κραυγάζει και σήµερα σ’ όλους το «µετανοείτε» καλεί όλους σε µετάνοια. Ο Πρόδροµος καλεί όλους όσοι διψούν νά έρθουν να δροσιστούν στη Χάρη του Θεού.
Καλεί όλους οσοι είναι σκληρόκαρδοι να συγκινηθούν• καλεί όλους όσοι ζούνε µέσα στο σκοτάδι της αµαρτίας, να ελευθερωθούν• καλεί όλους όσοι ζούσαν µέσα στην έρηµο της πνευµατικής απουσίας του Θεού, να έρθουν στη δροσερή παιδιάδα της παρουσίας του Θεού, να συµµετάσχουν στη Χάρη και τη δόξα της Ουράνιας Βασιλείας.
Η φωνή του Προδρόµου έχει ακουστεί σ’ όλη την οικουµένη και σ’ όλους τους λαούς. Ακούστηκε στις ερήµους και στα βουνά, στις πολυάνθρωπες πόλεις, και στις ακρότατες και µεµονωµένες συνοικίες, σ’ όλες τις ηπείρους και σ’ όλα τα νησιά. Και συνεχίζεται να ακούγεται το κάλεσµα «µετανοείτε» λαοί, γιατί έφτασε η Βασιλεία των Ουρανών.
Στη Χώρα µας, αγαπητοί µου εν Χριστώ αδελφοί, όπου αγαπάµε και τιµά µε τον Τίµιο Πρόδροµο, τα λόγια του Προφήτη και Βαπτιστή πρέπει ιδιαιτέρως να µας αγγίξουν την καρδιά µας, γιατί πόσο θα τιµήσουµε πραγµατικά τον Βαπτιστή, εάν, έστω και αυτή τη στιγµή µετανοήσουµε για τα πολλά αµαρτήµατά µας;
Πόση χαρά θα προξενήσουµε σ’ αυτόν, που κήρυξε τη µετάνοια, εάν εξετάσουµε τον εαυτό µας και χύσουµε µερικά δάκρυα µετάνοιας; Πόση χαρά θα αισθανθούν οι άγιοι άγγελοι στους ουρανούς, εάν πάρουµε την απόφαση να αφήσουµε το δρόµο της ακολασίας και στραφούµε στο δρόµο της ηθικής;
Ταυτόχρονα η φωνή του Προδρόµου φωνάζει µε αυστηρότητα στους αµετανόητους ανθρώπους: Μετανοήσατε, εσείς που αδικήσατε τους συνανθρώπους σας.
Μετανοήσατε, εσείς που καταπατήσατε τα στεφάνια του γάµου σας. Μετανοήσατε, εσείς που εµπορεύεστε τα ναρκωτικά και πλουτίζετε από την ηθική καταστροφή των νέων.
Μετανοήσατε εσείς που γίνεστε σωµατέµποροι και κρύβεστε πίσω από µια ψευτοκοινωνικήαξιοπρέπεια. Μετανοήσατε, εσείς που καταπατείτε τα δίκαια των εργαζοµένων σας. Μετανοήσατε, εσείς που κατατρώτε τις σάρκες των αδελφών σας µε τις συκοφαντίες, τις κατηγορίες και τις ρουφιανιές.
Σήµερα, η Προδροµική φωνή καλεί όλους σε µετάνοια, γιατί όλοι µας ξεφύγαµε από το δρόµο του Θεού. Για όλους, που βρισκόµαστε εδώ και για όσους απουσιάζουν, ο Πρόδροµος φωνάζει στις έρηµες ψυχές µας, να µετανοήσουµε. Ας µη µένει η καρδιά µας ξερή και ασυγκίνητη.
Δεν πρέπει ο λόγος του Θεού να παραµείνει «φωνή βοώντος» σε άνυδρη και άγωνη έρηµο, αλλά ας καρποφορήσει και ας αποδώσει καρπό µετάνοιας. Δεν αρκεί να λέµε, ότι είµαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι, αλλά να ζούµε ταυτόχρονα την ζωή του σωστού Χριστιανού.
Δεν αρκεί να κάνουµε παρακλήσεις και µετάνοιες στα σπίτια µας, ή να µη βλάπτουµε κάποιο συνάνθρωπό µας ταυτόχρονα πρέπει να πράττουµε το θέληµα του Θεού στο σύνολό του. Γιατί δεν θα εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού εκείνος που φωνάζει: «Κύριε, Κύριε, άνοιξέ µας», αλλά εκείνος που πράττει το θέληµα του Θεού. Και θέληµα του Θεού είναι η µετάνοια και η µεταστροφή του ανθρώπου από τα πονηρά έργα της αµαρτίας.
Αδελφοί µου, από τα βάθη της καρδιάς µας ας µετανοήσουµε, όσο έχουµε καιρό, γιατί ο καιρός µας σ’ αυτό τον κόσµον είναι πολύ µικρός. Διά της µετάνοιας η σωτηρία εν Χριστώ Ιησού. Αµήν.
Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος

Αποτομή Κεφαλής Προδρόμου

Η 29η Αυγούστου είναι αφιερωμένη στη φυσιογνωμία του Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος αποκεφαλίστηκε από τον Ηρώδη. Ο Ιωάννης είναι εκείνος για τον οποίο ο Κύριος είπε ότι άλλος σαν αυτόν δε γεννήθηκε από γυναίκα επάνω στη γη.
Και πράγματι η ζωή του Ιωάννη υπήρξε κάτι το μοναδικό στην ιστορία. Κατά πρώτον η γέννηση του υπήρξε τόσο απίθανη ώστε και αυτός ο πατέρας του Ζαχαρίας δεν πίστεψε. Αποτέλεσμα ήταν να μείνει βουβός μέχρι τη στιγμή που κλήθηκε να αναγράψει το όνομα του παιδιού σε πινακίδιο.
Το όνομα Ιωάννης σημαίνει δώρο του Θεού, και πράγματι ο Ιωάννης ήταν θεοδώρητος. Η ενδυμασία του όσο και η τροφή του ήταν απλή και λιτή. Φορούσε χιτώνα από τρίχες καμήλας και ζώνη στη μέση του. Τρεφόταν δε με ακρίδες, δηλαδή με βλαστάρια από διάφορα αγριόχορτα και μέλι άγριο που εύρισκε μέσα στα σπλάχνα των κορμών των δένδρων. Ο Ιωάννης όλως ιδιαιτέρως ήταν πολύ ταπεινός ώστε, ενώ ζούσε σαν επίγειος άγγελος, εν τούτοις είπε για το Χριστό ότι δεν είμαι άξιος να λύσω τον ιμάντα των υποδημάτων Του. Έτυχε δε της μεγάλης τιμής να βαπτίσει το Λόγο του Θεού, τον Οποίον όλοι οι άλλοι προφήτες τον αντίκρισαν μόνο μέσω των συμβόλων και οραμάτων. Ο Ιωάννης αντίθετα, αξιώθηκε να θέσει το χέρι του στην κεφαλή του Δεσπότου, και να ζήσει τη Θεοφάνεια του Τριαδικού Θεού στον Ιορδάνη ποταμό, στη βάπτιση του Κυρίου. Ο Ιωάννης είναι ο συνδετικός κρίκος της προ Χριστού και μετά Χριστό εποχής, και ο τελευταίος προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης.
Όμως αυτός ο Ιωάννης ο Πρόδρομος είχε μαρτυρικό τέλος εξ αιτίας του μίσους μιας γυναίκας εναντίον του, επειδή έκανε έλεγχο στα ηθικά της παραπτώματα. Αυτή ήταν η Ηρωδιάδα που ζούσε παράνομα με τον Ηρώδη, η οποία συμβούλεψε την κόρη της να ζητήσει την κεφαλή του Προδρόμου σε πινάκιο. Αυτό έγινε όταν ο Ηρώδης υποσχέθηκε να της χαρίσει ό, τι του ζητήσει μέχρι το μισό βασίλειο του. Έτσι ο Ηρώδης, αν και λυπήθηκε πάρα πολύ, όμως για τους όρκους που είχε δώσει και για να μη εκτεθεί στους συνδαιτυμόνας του ως επίορκος, δεν θέλησε να αθετήσει την υπόσχεση του. Αμέσως έστειλε δήμιο και διέταξε να φέρει την κεφαλή του Ιωάννη. Εκείνος πήγε, τον αποκεφάλισε στη φυλακή, έφερε την κεφαλή του σε πινάκιο και την έδωσε στην κόρη και η κόρη στη μητέρα της. Όταν άκουσαν οι μαθητές του Ιωάννη το θλιβερό γεγονός, ήλθαν και πήραν το νεκρό σώμα του και το έβαλαν στο μνημείο.
Επειδή το απαίσιο αυτό έγκλημα ήταν καρπός μέθης, η Εκκλησία όρισε νηστεία κατά την ημέρα αυτή, την οποία σέβονται όλοι οι Χριστιανοί. Αλλά δεν είναι μόνο η νηστεία, γιατί η Εκκλησία τίμησε τον Πρόδρομο και με πολλούς άλλους τρόπους. Χαρακτηριστικό είναι το ότι στο τέμπλο των ναών ευρίσκεται πάντοτε ο Πρόδρομος Ιωάννης παραπλεύρως του Κυρίου τον Οποίον υποδεικνύει στους ανθρώπους να πιστέψουν για να σωθούν. Και κάτι που, αν δεν το έλεγε ο Ίδιος ο Κύριος, δεν θα το πίστευε κανείς. Όλοι εκείνοι που θα αξιωθούν να κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού στον ουρανό, θα αποδειχθούν μεγαλύτεροι από τον Ιωάννη το βαπτιστή. Αυτοί θα βλέπουν το Πρόσωπο του Σωτήρα πολύ πιο ένδοξο από ότι το αντίκρισε ο Ιωάννης στον Ιορδάνη ποταμό. Αυτό είθε να αξιωθούμε όλοι μας με τις προσευχές του Τιμίου Προδρόμου. Αμήν.

Εἰς τὴν ἀποτομὴν τῆς Ἱ. Κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου Ἅγιος Θεοδώρος ὁ Στουδίτης



Πνευματικὴ πανήγυρις

Ὄντως λαμπρὰ καὶ θεϊκῆς χαρμοσύνης πλήρης ἡ σημερινὴ σύναξη, ποὺ μᾶς συγκέντρωσε ὅλους ἐμᾶς, ἀγαπητοὶ Χριστιανοί, γιὰ νὰ γιορτάσουμε σήμερα τὸ πνευματικὸ πανηγύρι. Καὶ δίκαια χαρακτηρίζεται λαμπρά, ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ ἐπώνυμο τοῦ ἁγίου, τοῦ ὁποίου τελοῦμε τὴν μνήμη, μιὰ καὶ εἶναι καὶ θεωρεῖται «λύχνος φωτός». Χωρὶς ἀμφιβολία δὲν πρόκειται γιὰ λύχνο, ποὺ περιαυγάζει τοὺς σωματικούς μας ὀφθαλμοὺς μὲ γήϊνη ἀκτινοβολία. Γιατὶ αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ λάμψη θὰ ἦταν παροδική, μὲ συνεχεῖς διακοπὲς ἀπὸ κάθε ἐμπόδιο, ποὺ θὰ παρεμβαλλόταν σὰν σκιά. Ἀντίθετα, πρόκειται γιὰ φῶς, ποὺ καταυγάζει μὲ τὴν ἀκτινοβολία τῆς θείας Χάριτος τὶς καρδιὲς ὅλων ἐκείνων, ποὺ ἀνέκαθεν ἔχουν συναχθεῖ στὴν ἑορτή, γιὰ φῶς, ποὺ ἀνυψώνει τὸν νοῦ στὴ θεωρία τῆς ἀθλήσεως τοῦ δικαίου. Κι ἔτσι, καθὼς μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας θὰ ἀτενίζουμε τὸ μακάριο τοῦτο πάθος, θὰ δημιουργοῦμε παράλληλα καὶ τὴν προϋπόθεση τῆς προσωπικῆς μας εὐφροσύνης. Γιατὶ τὸ αἷμα ὁποιουδήποτε ἄλλου, ποὺ ἀπὸ ξίφος ἔρρευσε κάτω στὴ γῆ, οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ τέρψει τὴν ἀνθρώπινη ὅραση οὔτε ἡ διήγηση τοῦ γεγονότος νὰ καλύψει μὲ σεβασμὸ τὴν μνήμη τοῦ νεκροῦ. Γιατί, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ἑλκύσει τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἀπὸ τὴν φύση του ἀγαπᾶ τὴ ζωή, μιὰ αἱματοχυσία ποῦ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο; Μᾶλλον τὸ ἀντίθετο θὰ τὸν ὁδηγοῦσε μὲ τὴν ἀπέχθεια ζωγραφισμένη στὸ πρόσωπό του σὲ συναισθήματα συμπαθείας καὶ ἐλέους γιὰ τὸ πάθημα, ἐκτὸς βέβαια ἐὰν κανεὶς βρίσκεται σὲ κατάσταση ἀλλοφροσύνης ἢ ἀποκτηνώσεως, μὴ μπορώντας νὰ ἀντιδράσει λογικὰ σὲ αὐτὰ ποὺ βλέπει, ὅπως κάνουν τὰ ἄγρια θηρία. Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς πετεινούς, ποὺ ἐνῷ ἄλλοι σφάζονται, αὐτοὶ χαίρονται, λαλοῦν, πηδοῦν δεξιὰ - ἀριστερά, μένοντας μόνο σὲ αὐτὸ ποὺ βλέπουν καὶ χωρὶς νὰ συλλογίζονται, ὅτι θὰ ἔλθει καὶ ἡ δική τους ἡ σειρὰ νὰ πάθουν τὸ ἴδιο. Τὸ αἷμα, ὅμως, τοῦ δικαίου τὸ βλέπει κανεὶς καὶ τέρπεται, ἀκούει γι᾿ αὐτὸ καὶ τοῦ μεταφέρονται χαροποιὰ ἀγγέλματα, ἀξίζει νὰ τὸ ψαύει μὲ τὰ χείλη προσκυνηματικά. Γιατὶ ἡ προσφορὰ αὐτοῦ τοῦ αἵματος χαρίζει τὴν μετοχὴ στὴν ἀθάνατη καὶ ἀληθινὴ ζωή. Καὶ πιστεύω, ὅτι ὄχι μόνο ἡ σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλὰ καὶ ὀ,τιδήποτε δικό του, εἴτε λείψανο εἴτε μία τρίχα εἴτε κάτι ἀπ᾿ ὅσα φοροῦσε ἢ ἄγγιζε, εἶναι περιζήτητο καὶ πολύτιμο σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔχει βάλει σκοπό του νὰ ζεῖ μὲ εὐσέβεια. Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει κάτι τέτοιο στὸ σπίτι του ἣ στὴν ἐκκλησία, δηλαδὴ ὁλόκληρο λείψανο ἢ ἕνα μέρος ἢ κάτι ἀπειροελάχιστο, τὸ θεωρεῖ καύχημά του, σὰν νὰ κατέχει κάποιο θησαυρό, ποὺ τοῦ χαρίζει ἁγιασμὸ καὶ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν σωτηρία. Καὶ προσέρχεται μὲ εὐλάβεια στὴ λειψανοθήκη μὲ τὴν ἱερὴ σκόνη καὶ ἀσπάζεται μὲ ἅγιο φόβο τὰ ἄψαυστα ἅγια λείψανα.


Τίμιο τὸ αἷμα τῶν προφητῶν

Τέτοιο, κατὰ τὴ γνώμη μου, ἦταν καὶ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἂν καὶ γιὰ τοὺς γονεῖς στάθηκε τότε αἰτία ἀσυνήθιστου καὶ γοεροῦ θρήνου. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσαν, ἐνῷ μέχρι τότε δὲν εἶχαν ἐμπειρία τοῦ νεκροῦ, νὰ μὴν χάσουν τὰ λογικὰ τοὺς γιὰ τὴ σφαγὴ τοῦ υἱοῦ τους, νὰ μὴν θρηνήσουν καὶ νὰ μὴν ξεσπάσουν σὲ γοερὲς κραυγές, καθὼς ξαφνικὰ τὸν βλέπουν νὰ κείτεται κατὰ γῆς αἱμόφυρτος καὶ πεσμένος νεκρὸς ἀπὸ τὸ φονικὸ χέρι τοῦ ἀδελφοῦ; Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἀμώς, ποὺ θανάτωσε μὲ ξίφος ὁ βασιλιὰς Ἀμασίας, ἀφοῦ συνέχεια τὸν βασάνιζε ἀνελέητα. Παραδίδει σὲ θάνατο τὸν δίκαιο, καθὼς τὸν πλήγωσε μὲ ρόπαλο στὸν κρόταφο, μιὰ κι ὁ ἴδιος πληγωνόταν μὲ τὰ προφητικὰ βέλη. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Μιχαίου, ποὺ τὸν σκότωσε γκρεμίζοντας τὸν ὁ Ἰωράμ, ὁ γυιὸς τοῦ Ἀχαάβ, ἐπειδὴ δίδασκε μὲ εἰλικρίνεια καὶ θάρρος τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ τὸν ἔλεγχε, καθὼς μαρτυρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή, γιὰ τὴν ἀσεβῆ συμπεριφορὰ τῶν προγόνων του. Τέτοιο ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἡσαΐου. Τὸν χώρισε σὲ δυὸ μέρη μὲ πριόνι ὁ Μανασσῆς, ποὺ εἶχε παρασύρει στὴν εἰδωλολατρεία τὸν μανιώδη στὰ πάθη καὶ ἐπιπόλαιο στὴν πίστη Ἰσραηλιτικὸ λαό, ἐπειδὴ δὲν ἄντεχε νὰ ἀκούει τὶς προφητικὲς ἀποκαλύψεις. Τὸ ἴδιο ἅγιο στάθηκε καὶ τὸ αἷμα τοῦ γενναίου Ἐλεάζαρ, ποὺ μαρτύρησε μὲ τὰ ἑπτὰ παιδιὰ καὶ τὴν θεοσεβῆ μητέρα τους· αἷμα, ποὺ σκόρπισε ἀσύστολα ὁ Ἀντίοχος μέσα ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, μὴ ὑποφέροντας τὴν σθεναρὴ ἀντίσταση τῶν ἀκαταμάχητων γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς σφράγισε ὁ θάνατος μέσα στὴν τέλεια πίστη τους. Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ζαχαρίου. Χύθηκε μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο ἀπὸ τὸ ἀφηνιασμένο καὶ ὠμότατο μαχαίρι τῶν Ἰουδαίων, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὰ προφητικὰ λόγια. Καὶ τί χρειάζεται νὰ ἀναφέρω περισσότερα παραδείγματα ἀπὸ τὸ νὰ μιλήσω συνοπτικὰ γιὰ τὸ ἅγιο αἷμα τῶν ἀποστόλων, τῶν προφητῶν καὶ τῶν μαρτύρων, αἷμα ποὺ πολλοὶ ἀλιτήριοι ἔκαναν νὰ ξεχυθεῖ ποικιλοτρόπως, σὰν νερὸ ἄφθονο ποὺ περικυκλώνει τὴ γῆ καὶ σβήνει τὴν ἀσέβεια;


Τὸ αἷμα ποὺ βοᾶ

Τέτοιο, λοιπόν, ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ Βαπτιστοῦ καὶ Προδρόμου τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο πρόκειται νὰ μιλήσουμε. Αὐτὸ χύθηκε σὰν πολυτελὲς μύρο ἀπὸ τὸν ἱερὸ τράχηλο καὶ εὐωδιάζει τὴν οἰκουμένη. Αἷμα, ποὺ σύναξε ὄχι ἡ γαστριμαργία οὔτε ἡ οἰνοποσία οὔτε ἡ τροφὴ κρεάτων ἢ κάποιου ἄλλου ἐδέσματος, ἀπὸ ὅσα συνηθίζουν νὰ λιπαίνουν καὶ νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ὀρέξεις, ἀλλὰ αἷμα, ποὺ σιγὰ - σιγά, ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ σπάργανα μέχρι τὸ τέλος, αὔξησε ἡ χάρη τῆς ἐγκρατείας. Γιατί, ὅπως λέει ὁ Κύριος, «ᾖλθε ὁ Ἰωάννης, ποὺ οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε». Αἷμα, ποὺ κενώθηκε, πρὶν ἀπὸ τὸ πανάγιο Αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καὶ ἀθανάτου ποτηρίου. Γιατὶ ἔπρεπε ὁ πρόδρομός του φωτός, ὅπως ἀνέτειλε μὲ τὴ γέννησή του ἀπὸ στεῖρα μητέρα καταυγάζοντας αὐτοὺς ποὺ ζοῦσαν πάνω στὴ γῆ, ἔτσι νὰ λάμψει καὶ στοὺς νεκροὺς περνώντας μέσα ἀπὸ τὸ θάνατο ὡς φωτόμορφος κήρυκας. Αἷμα, ποὺ μὲ πολὺ περισσότερη παρρησία βοᾶ πρὸς τὸν Κύριο ἀπ᾿ ὅ,τι τὸ αἷμα τῆς σφαγῆς τοῦ Ἄβελ. Καὶ γίνεται τοῦ φόνου ἡ ἐκτέλεση ἀναβόηση μυστικῆς φωνῆς, ποὺ δὲν προέρχεται ἀπὸ φωνητικὰ ὄργανα, ἀλλὰ ποὺ γίνεται ἀντιληπτὴ μὲ τὴ δύναμη τῆς ἴδιας της πράξεως. Αἷμα σεβασμιώτερο ἀπὸ αὐτὸ τῶν πατριαρχῶν, πολυτιμότερο τῶν προφητῶν καὶ ὁσιώτερο τῶν δικαίων. Ἀκόμη καὶ τῶν ἀποστόλων διαπρεπέστερο καὶ τῶν μαρτύρων ἐνδοξότερο, καθὼς μαρτυρεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ Λόγου. Αἷμα χαριέστατο, ποὺ καλλωπίζει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πιὸ ὄμορφο ἀπὸ κάθε ποικολόχρωμο καὶ σπάνιο ἀνθοστολισμό, αἷμα, ποὺ κενώθηκε κατὰ τὸ τέλος τοῦ παλαιοῦ νόμου ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης καὶ ἄνθος, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ προοίμιο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.


Δίκαιος ἔλεγχος

Ἀλλὰ ἂς συνθέσουμε τὸν λόγο ἀπὸ τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια γιὰ τὸ πῶς κενώθηκε αὐτὸ τὸ αἷμα, ἀπὸ ποιὸν καὶ γιὰ ποιὰ αἰτία. « Ὁ Ἡρῴδης, λοιπόν, λέει τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Γιατὶ τοῦ ἔλεγε ὁ Ἰωάννης: Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ συζεῖς μὲ αὐτήν. Καὶ ἐνῷ ἤθελε νὰ τὸν θανατώσει, φοβήθηκε τὸν λαό, γιατὶ ὅλοι τὸν θεωροῦσαν προφήτη». Κατ᾿ ἀρχὰς ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐξακριβώσουμε, ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ Ἡρῴδης, ἐπειδὴ ἡ συνωνυμία προξενεῖ ἀσάφεια γιὰ τὸ συγκεκριμένο πρόσωπο. Φανερὸ εἶναι, πὼς πρόκειται γιὰ τὸν τετράρχη. Γιατὶ ὁ πατέρας του ὁ Ἡρῴδης, ὁ φονέας τῶν νηπίων, εἶχε πεθάνει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Καὶ γιὰ ποιὸν λόγο τὸν ἤλεγχε ὁ Ἰωάννης; Γιατὶ ἔχοντας ἀπομακρύνει τὴ νόμιμη γυναῖκα του ὁ Ἡρῴδης, δηλαδὴ τὴν κόρη τοῦ βασιλιὰ Ἀρέτα, συνῆψε παράνομο δεσμὸ μὲ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Γιατὶ εἶχε τὴ δυνατότητα, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ἂν ἐκείνη ἦταν ἄτεκνη, νὰ τὴν νυμφευθεῖ, γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ ἀπόγονος στὸν ἀδελφό του. Παντελῶς, ὅμως, ἀπαγορευόταν, ἐφ᾿ ὅσον εἶχε μία κόρη, τὴν συνωνόματη Ἡρῳδιάδα (τὴν Σαλώμη), τὸ γέννημα τῆς ὀχιᾶς, τὸ διαβολικὸ ὄργανο τοῦ δικοῦ της ἀφανισμοῦ. Εὔλογος, λοιπόν,ὁ ἔλεγχος τοῦ Ἰωάννου. Καὶ ἔλεγχος ὄχι ὑβριστικός, ἀλλὰ συμβουλευτικός, χωρὶς νὰ δημιουργεῖ τραύματα, ἀλλὰ ἀπεναντίας, νὰ θεραπεύει πληγές. Γιατί, τί λέει; «Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὴν ἔχεις». Τὸν ἐπαναφέρει στὴν τάξη τῆς θείας νομοθεσίας, μιλώντας κάπως ἔτσι: «Δὲς καὶ πληροφορήσου μὲ ἀκρίβεια, γιὰ τὸ τί σου παραγγέλλει ὁ μωσαϊκὸς νόμος. « Ἐὰν μένουν μαζὶ δυὸ ἀδελφοὶ καὶ πεθάνει ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς χωρὶς νὰ ἔχει ἀφήσει ἀπογόνους, δὲν ἐπιτρέπεται ἡ χήρα του νὰ παντρευθεῖ ξένον ἄνδρα. Θὰ τὴν νυμφευθεῖ ὁ ἀδελφὸς τοῦ ἄνδρα της καὶ θὰ τὴν λάβει ὡς νόμιμη σύζυγο καὶ τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ θὰ λάβει τὸ ὄνομα τοῦ νεκροῦ καὶ ἔτσι δὲν θὰ σβήσει τὸ ὀνομά του ἀπὸ τὸ Ἰσραήλ». Αὐτὰ σοῦ παραγγέλλει ὁ νόμος. Ἐσύ, ἀντίθετα, συζεῖς μὲ τὴν γυναῖκα, ποὺ ἔχει ἤδη παιδὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό σου. Μή, λοιπόν, παραβεῖς τὸν κανόνα τοῦ νομοθέτου. Κι οὔτε μὲ ἀνόσιο αἷμα νὰ μολύνεις τὴν βασιλικὴ πορφύρα. Κι οὔτε ἐσύ, ποὺ ὀφείλεις νὰ ἀποτελεῖς γιὰ τοὺς ἄλλους τὸ ὑπόδειγμα τῆς ὑποταγῆς στοὺς νόμους, ἐμφανισθεῖς ὡς αἴτιος παρανομίας στοὺς ὑπηκόους σου. Κι ἂν πέσεις σὲ αὐτὸ τὸ παράπτωμα, δίκαια θὰ κριθεῖς, «γιατὶ ἡ τιμωρία, γιὰ ὅσους βρίσκονται στὴν ἐξουσία, εἶναι ἄμεση».


Ὁ αἰχμάλωτος τῶν παθῶν φυλακίζει τὸν ἐλεύθερο

Αὐτός, ὅμως, κατέχοντας τὴν ἐξουσία καὶ λησμονώντας ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἐξεμάνη, ἄναψε ἀπὸ θυμὸ καὶ ἀπέσεισε ἀπὸ πάνω του τὸν ἔλεγχο. Δὲν μιμήθηκε τὸν Δαυΐδ, ποὺ ὅταν τὸν ἤλεγξε ὁ προφήτης Νάθαν ἐπὶ μοιχείη, ἐβόησε: «Ἁμάρτησα στὸν Κύριο». Καὶ ὁ Κύριος γιὰ τὴν ταπείνωσή του αὐτή, τοῦ συγχώρησε τὸ ἁμάρτημα. Ἀντίθετα, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν φυλάκισε. Αὐτὸν ποὺ μὲ τὸν ἀσκητικό του βίο ζοῦσε τὴν ὕψιστη ἐλευθερία, τὸν δέσμευσε ὁ αἰχμάλωτος στὸ πάθος τῆς ἀσελγείας. Ἔδεσε τὸν ἀπελευθερωμένο ἀπὸ κάθε ἐμπαθῆ σχέση ὁ ἤδη δεσμευμένος στὴ γοητεία τῆς ἀκολασίας. Ἔβαλε στὴ φυλακὴ τὸν φύλακα καὶ κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας ὁ κατάδικος γιὰ τὴν πράξη τῆς ἀκαθαρσίας. «Ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου». Γιὰ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴν ὅμοια στοὺς τρόπους μὲ τὴν Δαλιδὰ καὶ συνεργὸ τοῦ διαβόλου. Γιατί αὐτή, τὸν συγκοιταζόμενο μαζί της, μᾶλλον δὲ παράνομο ἐραστή της, τὸν ἐξώθησε σὲ μανία κατὰ τοῦ Ἰωάννου. Δὲν ἀνέχομαι λέει, νὰ εἶμαι βασίλισσα καὶ νὰ χλευάζομαι ἀπὸ τὸ παιδὶ τοῦ Ζαχαρίου. Καθήλωσε στὴ φυλακὴ τὴ γλῶσσα, ποὺ μὲ στηλιτεύει. Σκότωσε ὅσο πιὸ γρήγορα γίνεται μὲ ξίφος αὐτόν, ποὺ μὲ λόγια σὰν βέλη μου πληγώνει τὴν ψυχή. «Καὶ θέλοντας νὰ τὸν σκοτώσει φοβήθηκε τὸν ὄχλο, γιατὶ θεωροῦσε τὸν Ἰωάννη ὡς προφήτη». Καὶ συμβαίνει, ὅταν θέλουν οἱ ἄρχοντες νὰ πράξουν κάτι παράνομο, νὰ μὴν κάνουν εὐθὺς ἀμέσως τὴν ὁρμητική τους διάθεση πράξη, ἀλλὰ ἀναβάλλουν ἀπὸ ντροπὴ καὶ φόβο στὸν λαὸ καὶ καραδοκοῦν, πότε θὰ βρεθεῖ ἡ κατάλληλη εὐκαιρία νὰ ξεχύσουν τὴ μοχθηρία τους.


Οἱ ρίζες τῆς ἀνομίας καρποφοροῦν


«Στὴ γιορτὴ τῶν γενεθλίων του Ἡρῴδη, ἀνάμεσα στοὺς καλεσμένους, χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη, γι᾿ αὐτὸ καὶ τῆς ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο, πὼς θὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι κι ἂν τοῦ ζητήσει». Κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ποὺ ὄφειλε νὰ ἀναπέμπει δοξολογία στὸ Θεό, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἐκεῖνος προτίμησε τὸ ἔργο τοῦ σκότους. Γιατὶ ἡ περίσταση ἐκείνη ἦταν εὐκαιρία γιὰ χαρὰ πνευματικὴ καὶ ὄχι γιὰ χορὸ καὶ μάλιστα γυναικώδη ἐνώπιον ἀνδρῶν. Καὶ ποιὸ τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ ὅρκος. Καὶ ἀπὸ τὸν ὅρκο; Ὁ φόνος. Ξερρίζωσε τὶς ρίζες τῆς κακίας καὶ δὲν θὰ βλαστήσει καρπὸς ἀνομίας. Ἄν, ὅμως, φυτρώσουν οἱ πρῶτες, ἀσφαλῶς καὶ θὰ ἀποδώσουν τοὺς καρπούς τους. «Χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας ἐν μέσῳ τῶν καλεσμένων καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη». Καὶ σὲ τί ἄλλο μποροῦσε νὰ ἔχει ἐκπαιδευθεῖ ἀπὸ τὴν μητέρα της ἡ πρόξενος τῆς πορνείας κόρη ἀπὸ τὸ νὰ χορεύει ἀδιάντροπα καὶ μάλιστα μὲ τέτοια τέχνη καὶ ἐπιτήδευση στὸ χορό, ὥστε νὰ ἀρέσει στὸν Ἡρῴδη; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος μὲ ὅρκο δέθηκε νὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι τοῦ ζητήσει. Σὲ τέτοιο βαθμὸ φθάνει ἡ προπέτεια αὐτῶν, ποὺ βακχικὰ ὀργιάζουν στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, ὥστε νὰ ἀποφαίνονται ἀπερίσκεπτα γιὰ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα ἔρχεται στὸ νοῦ τους. Καὶ αὐτὴ δασκαλεμένη ἄριστα ἀπὸ τὴν μητέρα της ἄδραξε τὴν εὐκαιρία γιὰ τὸν ἀποτροπιαστικὸ θάνατο, ποὺ ἀπὸ καιρὸ πάσχιζε νὰ πραγματοποιήσει ἡ Ἡρῳδιάδα, ἡ μάννα τῆς ὀχιᾶς. Καὶ ... ἐράσει τὸ ξίφος τὸν ἱερὸ τράχηλο τοῦ Προδρόμου, ἀλλὰ διαπραγματεύθηκες νὰ σοῦ δοθεῖ ἡ ἁγία κεφαλὴ καὶ ἐπὶ πίνακι. Ὢ ἀκόλαστη καὶ θηριωδέστερη καὶ ἀπὸ τὴν Ἰεζάβελ!


Συμπόσιο ἀνόσιο


«Καὶ λυπήθηκε, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ βασιλιάς. Ἐπειδή, ὅμως, εἶχε ὁρκισθεῖ καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐκτεθεῖ στοὺς καλεσμένους, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τῆς δοθεῖ ἡ κεφαλή. Καὶ ἔστειλε καὶ ἀποκεφάλισε τὸν Ἰωάννη στὴ φυλακή. Καὶ μεταφέρθηκε ἐπὶ πίνακι ἡ κεφαλὴ τοῦ Προδρόμου καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της». Φοβερὸς καρπὸς διαβολικῆς προμελέτης. Ποιὸς τόλμησε νὰ καταφέρει κατὰ τῆς θείας κεφαλῆς θανατηφόρο ξίφος; Ὁ δεύτερος Δωήκ, ὁ ἄνομος ὑπηρέτης, ποὺ δὲν μιμήθηκε ἐκείνους, ποὺ μὲ φρόνηση ἀντιτάχθηκαν στὸν βασιλέα Σαούλ, ὅταν αὐτὸς ἔδωσε διαταγὴ νὰ φονεύσουν τοὺς προφῆτες τοῦ Θεοῦ. «Καὶ προσφέρθηκε, λέει ἡ Γραφή, ἡ κεφαλὴ ἐπὶ πίνακι». Πῶς νὰ χαρακτηρίσουμε αὐτὸ τὸ γεῦμα; Συμπόσιο ἢ φονευτήριο; Καὶ πῶς νὰ ὀνομάσουμε αὐτοὺς τοὺς καλεσμένους; Συνδαιτυμόνες ἢ ἔκδοτους στὴ μέθη; Ὢ φοβερὸ θέαμα! Πονηρὸ ὅραμα! Ἐκεῖ παρετίθετο ὄρνιθα ὡς γεῦμα, ἐδῶ προσφερόταν προφητικὴ κεφαλή. Ἐκεῖ κερνοῦσαν καθαρὸ οἶνο, ἐδῶ κρουνηδὸν ἔρρεε τὸ αἷμα τοῦ δικαίου. Φοβερὴ ἡ ἀγγελία καὶ φρικτὴ ἡ ἀφήγηση: «Καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της». Ἀλλοίμονο, τί ἀτόπημα! Ἡ ἀτίμητη κάρα, ἡ ἁγνὴ καὶ ἄψαυστος καὶ στοὺς ἀγγέλους σεβάσμια, γιὰ μία ἄτιμη πράξη προσφέρθηκε στὴ μιαρὴ καὶ βέβηλο κόρη. Καὶ τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της σὰν νὰ παρέθετε γεῦμα σ᾿ αὐτήν, ποὺ ὀργίαζε ἀπὸ τὴν μανιώδη ἐπιθυμία τοῦ θανάτου τοῦ προφήτου. Σὰν νὰ τῆς ἔλεγε: Φᾶγε, μητέρα, τὶς σάρκες αὐτοῦ ποὺ ἔζησε ὡς ἄσαρκος. Πιὲς τὸ αἷμα αὐτοῦ ποὺ θυσίασε τὸ αἷμα του στὴν ἄσκηση. Τώρα πιὰ ἀσφαλίσαμε μία γιὰ πάντα τὸ στόμα ἐκείνου, ποὺ μᾶς στηλίτευε.


Ἡ εἰκόνα τῆς ταφῆς

«Καὶ ἦλθαν, συνεχίζει τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ μαθητές του καὶ πῆραν τὸ σῶμα καὶ τὸ ἐνταφίασαν». Πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, σὺ ὁ φιλομαθής, ἁγιογραφημένη τὴν εἰκόνα τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ δικαίου, καὶ τοὺς μὲν εἰκονομάχους μὴ σταματήσεις νὰ ἐπιπλήττεις ὡς ἐχθρούς της ἀληθείας, σὺ δὲ μελετώντας τὴν ἱστορία μὲ καθαρότητα ἀποκόμισε τὴν ὠφέλεια. Δές, πῶς σύρεται ὁ ἅγιος ἀπὸ τὴν φυλακὴ σιδηροδέσμιος. Πῶς ὁ ἀποτρόπαιος δήμιος προτείνει ἀπάνθρωπα τὸ ξίφος κατὰ τῆς ἱερᾶς κεφαλῆς. Πῶς μετὰ τὴν ἀποτομὴ ἡ μυρόβλυτη κάρα προσφέρεται στὴν μανιασμένη ἀπὸ ὄργια Ἡρῳδιάδα. Καὶ δές, πῶς θάπτεται τὸ ἱερὸ σῶμα ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μαθητῶν του, ποὺ τὸν παραστέκουν ὁλογυρὶς μὲ θερμὰ δάκρυα καὶ βαθὺ πόνο ψυχῇς. Καὶ ἄλλος μὲν ἐναγκαλίζεται τὰ πόδια τοῦ Ἁγίου, ἄλλος πασχίζει νὰ συναρμόσει τὴν κεφαλὴ μὲ τὸ ὑπόλοιπο σκήνωμα, ἐνῷ κάποιος τρίτος θυμιάζει καὶ ψάλλει τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ἐκεῖ βρίσκομαι κι ἐγώ, ἀκροατές, μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου καὶ βλέπω τὴν ταφὴ τοῦ δικαίου νὰ γίνεται μὲ εἰρήνη, ὅπως ἀναφέρεται στὴν Γραφή. Θεωρῶ τὸ ἀγγελικὸ ἐκεῖνο πρόσωπο, ποὺ οἱ ὀφθαλμοί του σὰν δυὸ φωστῆρες βασίλεψαν καὶ ποὺ ἡ ὄψη του ἀντιφέγγιζε τὴν ἀκτινοβολία τῆς Χάριτος. Δὲν ἀναπνέει τῆς πρόσκαιρης ζωῆς τὴν ζωτικὴ ἐνέργεια, ἀλλὰ κατ᾿ ἐξοχὴν ἀναπνέει τῆς Θείας Χάριτος τὴν εὐωδία. Ἀσπάζομαι ἐκεῖνες τὶς ἱερὲς χεῖρες, ποὺ ἡ ἁφή τους στάθηκε ἀνέπαφη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ποὺ ὁ δάκτυλός τους καθυπέδειξε στοὺς ἀνθρώπους Αὐτόν, ποὺ πῆρε πάνω Του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Προσκυνῶ τοὺς ὡραίους ἐκείνους πόδας τοῦ εὐαγγελιζομένου τὰ ἀγαθὰ στοὺς ἀνθρώπους, τοῦ Προδρόμου, ποὺ προευτρέπισε τὴν ὁδὸ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἂς μοῦ παραχωρηθεῖ γιὰ προσκύνηση καὶ ἡ τιμία ἅλυσις, ποὺ μ᾿ αὐτὴν κρατήθηκε δέσμιος ὁ πολυτίμητος ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἄγγελος. Ἂς μοῦ δοθεῖ καὶ τὸ ἱερὸ ἐκεῖνο πινάκιο, ποὺ πάνω του κατατέθηκε ἡ πανσεβάσμια κάρα, ἡ πολυτιμότερη καὶ ἀπὸ τὸν χρυσό. Καὶ οὔτε τὴν μάχαιρα τοῦ στυγνοῦ φονιᾶ, ποὺ διαπέρασε τὸν ἱερὸ τράχηλο, ἂν εὕρισκα, θὰ ἄφηνα ἀπροσκύνητη καὶ οὔτε τὸ χῶμα, ἂν τύχαινε νὰ βρῶ, ὅπου ἐφυλακίσθηκε ὁ θησαυρός, θὰ δίσταζα νὰ καταφιλήσω, μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι θὰ μοῦ μεταγγίσει Χάρη. Μακαριστὲ τάφε καὶ ἄπικρη πέτρα, ποὺ κρατᾷς μέσα σου κλεισμένο τὸ τρισευλογημένο ἐκεῖνο σκήνωμα, πολυτιμότερο ἀπὸ πολλὰ σμαράγδια καὶ μαργαριτάρια. Ἐκεῖ, λοιπόν, παρευρισκόταν ὀρατῶς ὅλη ἡ ὁμήγυρις τῶν μαθητῶν καὶ ἀοράτως πλῆθος ἀγγελικῶν δυνάμεων, ποὺ ἐγκωμίαζαν, τιμοῦσαν, ἀνύψωναν στὸν οὐρανὸ καὶ μετέφεραν στὴν αἰώνια χαρὰ αὐτόν, τὸν ἔνσαρκο ἄγγελο, τὸν γνήσιο φίλο τοῦ Κυρίου, τὸν νυμφαγωγὸ τοῦ νυμφίου, τὸν ἄσβεστο λύχνο τοῦ ἀρρήτου φωτός, τὴν ζωντανὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὸν ὑπεράνω τῶν προφητῶν καὶ μεγαλύτερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Τέτοια, λοιπόν, ὅπως εἰπώθηκε, εἰρηνική, ὑπῆρξε ἡ ταφὴ τοῦ δικαίου, πρόξενος ἀγαλλιάσεως καὶ σωτηρίας στὸν κόσμο.


Ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς μᾶς ἀνταμείβει


Ἄραγε ὁ παράφρων Ἡρῴδης διέφυγε ἔπειτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὴν δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ; (τὴν δικαιοκρισία). Ὄχι βέβαια. Ἀντίθετα, ὅπως ἀναφέρεται, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ ἐγκλήματος κατασφάττεται ὕστερα ἀπὸ ἀνταρσία ὅλων τῶν ὑπηκόων του. Κι αὐτὸ συνέβη, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς συνετίζει παιδευτικὰ αὐτούς, ποὺ πρόκειται νὰ βασιλεύσουν στὸ μέλλον, ὥστε νὰ μὴν περιπέσουν στὰ ἴδια ἐγκλήματα. Ἀλλά, ἀφοῦ ἐπανέλθω στὸ προκείμενο, ἂς ἀναβοήσω μὲ φωνή, ποὺ ἁρμόζει στὴ σημερινὴ ἡμέρα. Ἡμέρα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων τιμᾶται γιὰ τὸ ἐλεγκτικό του κήρυγμα καὶ ὁ παράφρων Ἡρῴδης ἀπὸ ὅλους ὅσους ἔχουν φόβο Θεοῦ στηλιτευόμενος ἐπὶ μοιχείη περιφρονεῖται. Σήμερα ἡ κεφαλὴ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου προσφέρεται ὡς ἱερὸ σφάγιο ἐπὶ πίνακι καὶ ἡ μοιχαλίδα Ἡρῳδιάδα παρὰ τὴν θέλησή της καταδικάζεται αἰώνια. Σήμερα τὸ αἷμα Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ θείου νόμου χύνεται καὶ ὁ ἐχθρός του Προδρόμου διὰ τῆς παρανομίας (μὲ τὴν κάκιστη διαγωγή του) δίκαια διαπομπεύεται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος γιὰ τὴν παρρησία του πρὸς τὸν Ἡρῴδη χάριν τῆς δικαιοσύνης φονεύεται καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς διδασκόμενοι νὰ μὴν χωρίζονται ἀπὸ τὶς νόμιμες γυναῖκες τοὺς τὸν ἤδη διαζευχθέντα βασιλέα ἀπεχθάνονται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήνει ὁρόσημο πάνω στὴ γῆ καὶ παραγγέλλει ν᾿ ἀρκεῖται κάθε ἄνθρωπος στὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ νὰ μὴν προχωρεῖ πάρα πέρα. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κατέρχεται στὸν Ἅδη καὶ οἱ νεκροὶ ἀφουγκράζονται (εὐαγγελίζονται) τὴν ἀνείπωτη χαρὰ τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα οἱ οὐρανοὶ μὲ πανευφρόσυνη ἀγαλλίαση ὑποδέχονται τὸν ἀποκεφαλισθέντα γιὰ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ οἱ ἄνθρωποι πάνω στὴ γῆ ἀναπέμπουν ἑόρτιους ὕμνους. Καὶ μοῦ φαίνεται, πὼς μᾶς παρακολουθεῖ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ μέγας τοῦ Κυρίου Πρόδρομος καὶ πὼς θὰ μᾶς ἀνταμείψει σὰν ὑμνῳδούς του μὲ θεία χαρίσματα. Μεταξὺ τῶν προφητῶν σὰν πρωϊνὸς διάττοντας ἀστέρας ποὺ καταγαύζει ἀνάμεσα στοὺς ἀποστόλους, σὰν ἥλιος μεταξὺ ἡλίων ποὺ προλάμπει καὶ ὑπερλάμπει, ἐν μέσῳ τῶν μαρτύρων σὰν οὐρανὸς κατάκοσμος μὲ τὰ ἄστρα τῶν θαυμάτων, μεταξὺ τῶν δικαίων ὑπέρτερος, ὑπερέχων γιὰ τοὺς πολλοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης φαίνεται ψηλότερος καὶ ἀπὸ τοὺς ψηλόκορμους κέδρους τοῦ Λιβάνου αὐτὸς ποὺ χαροποίησε σήμερα τὴν οἰκουμένη. Γιατί, ἂν πολλοὶ θὰ χαροῦν, κατὰ τὰ εὐαγγελικὰ λόγια, μὲ τὴν γέννησή του, ἀνάλογη θὰ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ πνευματικὴ εὐφροσύνη, γιὰ τὸ μαρτύριό του, τὸ ὁποῖον ἀξιωθήκαμε νὰ πανηγυρίσουμε ὅλοι ἐμεῖς, ἱερεῖς καὶ ἐρημῖτες, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, γιατί ὅλοι μετέχουμε στὴν ἀγαλλίαση, ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ μνήμη του. Ἰδιαίτερα, ὅμως, ἐμᾶς, ποὺ ἐγκαταβιώνουμε στὸν ἱερὸ τοῦτο οἶκο. Εἴθε νὰ τύχουμε ἐκτενέστερα ἀκόμη τῶν θείων πρεσβειῶν Του πρὸς τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, στὸν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, καθὼς καὶ στὸν Πατέρα καὶ τὸ πανάγιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, γιὰ σήμερα καὶ γιὰ πάντα καὶ αἰώνια. Ἀμήν.

OI ANΘΡΩΠΟΙ ΘΑΝΑΤΩΝΟΝΤΑΙ, ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΟΧΙ «Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ· Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18)Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου

Ἀποτομὴ κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου
29 Αὐγούστου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
OI ANΘΡΩΠΟΙ ΘΑΝΑΤΩΝΟΝΤΑΙ, ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΟΧΙ

«Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ· 
Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18)



ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡμέρα πένθους καὶ αὐστηρᾶς νηστείας, σὰν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι κι αὐτὰ ἀκόμη τὰ ἄψυχα θρηνοῦν τὴν ἄδικο σφαγὴ τοῦ Υἱοῦ τῆς Παρθένου· καὶ σήμερα 29 Αὐγούστου θρηνοῦν οἱ Χριστιανοὶ τὴν ἄδικο σφαγὴ τοῦ υἱοῦ τοῦ Ζαχαρίου καὶ τῆς Ἐλισάβετ, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε ἡ ὑψηλοτέρα φυσιογνωμία τοῦ ἀρχαίου κόσμου (βλ. Ματθ. 11,11· Λουκ. 7,28).
Τὸ ἱστορικὸ τῆς ἑορτῆς εἶνε γνωστό. Τὸ ἀκούσατε στὸ εὐαγγέλιο. Ἐδῶ θὰ πῶ τοῦτο μόνο.

Ὁ Πρόδρομος ἔζησε σὲ δύσκολη ἐποχή. Ἡ πολιτικὴ καὶ ἡ θρησκευτικὴ ἡγεσία τοῦ Ἰσραὴλ εἶχαν διαφθαρῆ. Κολακεία, ἰδιοτέλεια, συμφέρον, ψέμα, ἀπάτη, ἀσέβεια, ὑποκρισία, αὐτὰ τὴ χαρακτήριζαν. Εἶχαν στὰ χείλη τὸ Θεὸ καὶ στὴν καρδιὰ τὸ διάβολο. Κέντρο δὲ τῆς διαφθορᾶς ἦταν τὰ ἀνάκτορα. Ἐκεῖ ἦταν ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης· ὄχι ἐκεῖνος ποὺ ἔσφαξε τὰ 14.000 νήπια τῆς Βηθλεέμ, ἀλλ᾿ ἕνας υἱὸς ἐκείνου μὲ τὸ διο ὄνομα, ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας. Ἦταν λύκος γεννημένος ἀπὸ λύκο, παιδὶ πιὸ ἄγριο καὶ πιὸ ἀκόλαστο ἀπ᾿ τὸν πατέρα του. Αὐτὸς ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ πῆρε ὡς σύζυγο τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Ἡρῳδιάδα. Αἱμομειξία, δημόσιο σκάνδαλο! Καὶ «τὰ δημοσίως πραττόμενα πρέπει καὶ δημοσίως νὰ ἐλέγχωνται».
Ποιοί ἦταν ἁρμόδιοι νὰ ἐλέγξουν τὸ ἔγκλημα αὐτό; Οἱ φύλακες τοῦ δικαίου, οἱ διδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἦταν οἱ «διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες» (Ματθ. 23,24). Αὐτοί ἔπρεπε νὰ διαμαρτυρηθοῦν, κανείς ὅμως ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲ᾿ μίλησε. Σιγὴ νεκροταφείου.
Ἕνας μόνο βρέθηκε στὸ δικτατορικὸ ἐκεῖνο καθεστὼς νὰ ἐλέγξῃ τὸν αἱμομείκτη βασιλέα· ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Τί εἶχε νὰ φοβηθῇ; Μήπως τοῦ πάρουν τὴν περιουσία; Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἦταν μιὰ κάππα ἀπὸ τρίχες καμήλου· φαγητό του ἦταν ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο, ποτό του νερὸ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, στρῶμα του ἡ ἄμμος, κατοικία του τὰ σπήλαια, συντροφιά του τὰ ἄγρια θηρία. Αὐτὸς ἦταν ὁ Ἰωάννης· ἕνας ἄγγελος στὴν ἔρημο. Ὅταν λοιπὸν ἔμαθε τὸ δημόσιο σκάνδαλο, ἄφησε τὴν ἔρημο καὶ σὰν ἀετὸς κατέφθασε στὰ ἀνάκτορα. Ἀνέβηκε τὰ σκαλιά, παρουσιάστηκε στὸ βασιλιᾶ, καὶ ὁ ἐρημίτης ἀσκητὴς ἔῤῥιξε τὸν κεραυνό· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ διώξῃς τὴ νόμιμη γυναῖκα σου καὶ νὰ πάρῃς ξένη, καὶ μάλιστα τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου (Μᾶρκ. 6,18).
Ἐννέα λέξεις εἶπε, τὸ πιὸ σύντομο κήρυμα. Σπανίως μικρὸ κήρυγμα εἶχε τόσο μεγάλη δύναμι. Ἡ ἀξία ἑνὸς κηρύγματος ἐξαρτᾶται ὄχι ἀπὸ τὸ μῆκος τοῦ λόγου, ἀλλ᾿ ἀπὸ τὶς ἀλήθειες ποὺ περιέχει. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου ἦταν κεραυνός. Λόγοι ἱεροκηρύκων καὶ ῥητόρων ἔχουν λησμονηθῆ. Ποιός θυμᾶται σήμερα λόγους τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Κικέρωνος, τῶν φιλοσόφων; Οἱ ἐννέα ὅμως αὐτὲς λέξεις ἔμειναν ἀλησμόνητες· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου».
Πῶς ἄκουσε τὸν ἔλεγχο ὁ Ἡρῴδης, ποὺ ἦταν συνηθισμένος ν᾿ ἀκούῃ κολακεῖες; Σκληρὸς ὁ λόγος, πικρὰ ἡ ἀλήθεια. Ἐν τούτοις ὁ βασιλεὺς στάθηκε κατὰ κάποιο τρόπο πειθήνιος· ἤθελε ν᾿ ἀκούσῃ τὸν Ἰωάννη. Δίπλα του ὅμως ἦταν δυστυχῶς ἡ διεφθαρμένη ἀνδροχωρίστρα, καὶ δὲν τὸν ἄφηνε ἥσυχο. Ἔτσι ὁ Ἡρῴδης ἀναγκάστηκε, μὲ λύπη πολλή, νὰ ὑπογράψῃ διαταγή, νὰ φυλακιστῇ ὁ Ἰωάννης στὶς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος, ποὺ ἐρείπιά τους σῴζονται πέρα ἀπὸ τὴ Νεκρὰ θάλασσα. Σιώπησε τότε ἆραγε; Ὄχι. Καὶ μέσα ἀπὸ τὰ κάγκελλα τῆς φυλακῆς ἐρχόταν δυνατὴ ἡ φωνὴ τοῦ προφήτου «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» καὶ δὲν ἄφηνε τὴν Ἡρῳδιάδα νὰ κοιμηθῇ. Γι᾿ αὐτὸ ζητοῦσε εὐκαιρία νὰ ἐξοντώσῃ τὸν Πρόδρομο.
Καὶ ἡ εὐκαιρία δόθηκε. Γιὰ τὰ γενέθλια τοῦ Ἡρῴδου ἔγινε στὰ ἀνάκτορα χορός. Χορὸς ἀνήθικος, λάγνος, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μέχρι σήμερα χορεύουν οἱ λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς. 
Ὁ Ἡρῴδης διασκέδαζε καὶ εἶχε καλέσει ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους τῶν Ἰεροσολύμων. Κι ὅταν παρουσιάστηκε ἡ Σαλώμη ―ἀντάξια κόρη τῆς Ἡρῳδιάδος!― καὶ χόρεψε, τότε πλέον τοὺς κατέλαβε ντελίριο, δὲν ἤξεραν τί κάνουν. Τέτοιες ὧρες χάνεται πλέον ἡ ἀξιοπρέπεια. Στρατηγοί, κυβερνῆται, βασιλεῖς γίνονται μηδέν, σκουλήκια. Καὶ πάνω στὴ μέθη καὶ τὴν ἀπώλεια τῶν φρενῶν, ὁ Ἡρῴδης ὑποσχέθηκε μεγάλο βραβεῖο στὴν αἰσχρὰ χορεύτρια. ―Σοῦ δίνω, λέει, «ἕως ἡμίσους τῆς βασιλείας μου» (ἔ.ἀ. 6,23), μέχρι καὶ τὸ μισὸ βασίλειό μου… Ἰδοὺ εὐκαιρία. Μποροῦσε πολλὰ νὰ ζητήσῃ· χρήματα, ροῦχα, κοσμήματα, διαμάντια, κτήματα, πεδιάδες, σπίτια, ἀνάκτορα… Δὲ᾿ ζήτησε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Τί ζήτησε; ―Θέλω, εἶπε, τὸ κεφάλι Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ!… Ὤ κακία καὶ μοχθηρία γυναικός! Πρὸς στιγμὴν ὁ Ἡρῴδης κλονίστηκε· δὲν ἤθελε νὰ ἐκπληρώσῃ τὴν ἀπαίτησί της, ποὺ ἦταν ἔξω ἀπὸ ὅσα τῆς ὑποσχέθηκε. Ἀλλ᾿ ἕνα αὐστηρὸ βλέμμα τῆς Ἡρῳδιάδος τὸν ἔκανε ἀμέσως νὰ ὑποχωρήσῃ. Καὶ νά τον, μὲ τρεμάμενο χέρι ὑπογράφει διάταγμα, νὰ ἐκτελεσθῇ ὁ Ἰωάννης. Στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα πηγαίνει στὶς φυλακές, καὶ ἐκεῖ σπεκουλάτωρ, δήμιος, κόβει τὴν τιμία κεφαλὴ τοῦ Ἰωάννου.
Ἡσύχασε ἆραγε τὸ ἄνομο ζεῦγος; Ὄχι. Ὁ Ἰωάννης δὲν ὑπῆρχε πλέον στὸν κόσμο· ἀλλὰ ἡ φωνή του, καὶ μετὰ θάνατον, ἀκούστηκε ἀκόμη ἠχηροτέρα. Ὁ Ἡρῴδης δὲν εἶχε ὕπνο, λὲς καὶ τὸ προσκέφαλό του εἶχε καρφίτσες καὶ τὸ στρῶμα του ἀγκάθια. Πήγαινε νὰ κοιμηθῇ, καὶ ξαφνικὰ τί ἀκούει; Ἀκούγεται μιὰ φωνὴ ἀκόμη ἰσχυροτέρα· ἦταν ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν τό ᾿μαθε εἶπε· ―Ἡρῳδιάδα, χαθήκαμε· ὁ Ἰωάννης ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν! (βλ. ἔ.ἀ. 6,16)… Τὸ πίστευε καὶ ἔτρεμε.

Μεγάλο δίδαγμα μᾶς δίνει ἡ σημερινὴ ἡμέρα· οἱ ἄνθρωποι θανατώνονται, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες δὲ᾿ θανατώνονται. Κήρυκες τῆς ἀληθείας, τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἠθικῆς φυλακίζονται καὶ ἐκτελοῦνται, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες ὄχι. Συνέλαβαν οἱ Αὐστριακοὶ στὸ Βελιγράδι τὸ Ῥήγα Φεραῖο καὶ τὸν ἔπνιξαν στὸ Δούναβι, ἀλλὰ ἡ φωνή του ἔσεισε τὰ Βαλκάνια. Ἐπαναλαμβάνω ἐκ πείρας ὁμιλῶν· οἱ ἄνθρωποι ἐκτοπίζονται ἢ κλείνονται σὲ τρελλοκομεῖα, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες ὄχι. Ἡ ἰδέα εἶνε σεισμός, εἶνε κεραυνός, κι ἀλλοίμονο σ᾿ ἐκείνους ποὺ πέφτουν οἱ κεραυνοὶ τῆς θείας ἀληθείας.
Τέτοια εἶνε ἡ μοῖρα τῶν κακούργων καὶ δολοφόνων. Ὁ Κάϊν φόνευσε τὸν ἀδελφό του· ἀλλ᾿ ἀπὸ τότε δὲν ἡσύχασε. Κάϊν Κάϊν, ἄκουγε, ποῦ εἶνε ὁ ἀδελφός σου; (βλ. Γέν. 4,9), κ᾿ ἔτρεμε σὰν φύλλο στὸν ἄνεμο. Ὁ Ἰούδας πρόδωσε τὸ Χριστό· ἀλλ᾿ ὅταν ἔμαθε ὅτι σταυρώθηκε, «ἀπελθὼν ἀπήγξατο» (Ματθ. 27,5). Στὴν ἱστορία τοῦ Βυζαντίου ἀναφέρεται, ὅτι κάποιος σκότωσε τὸν ἀδελφό του γιὰ νὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλιᾶς, καὶ ἔγινε. Ὅταν τὴ νύχτα πῆγε νὰ κοιμηθῇ στὰ ἀνάκτορα, βλέπει μέσα στὸ δωμάτιό του τὴ μορφὴ τοῦ ἀδελφοῦ του νὰ κρατάῃ ἕνα ποτήρι μὲ αἷμα ποὺ ἄχνιζε καὶ νὰ τοῦ λέῃ· Ἀδελφέ, πίε τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου!… Τὸν ἔπιασε φόβος. Ἄλλαξε δωμάτιο, ἔφυγε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, πῆγε σὲ ἄλλα μέρη, ἀλλὰ ἡ σκιὰ ἐκείνη παρουσιαζόταν καὶ τοῦ ἔλεγε· Ἀδελφέ, πίε τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου…
Ἀλλὰ καὶ σήμερα νέα αἵματα ἀθῴων ἔρχονται νὰ προστεθοῦν στὰ παλαιὰ καὶ στὸ αἷμα τοῦ Προδρόμου. Στὸν Πόντο οἱ Τοῦρκοι ἐνεργοῦν γενοκτονία, στὴ Σμύρνη καῖνε καὶ καταστρέφουν, στὴ μεγαλόνησο Κύπρο ὁ Ἀττίλας σφάζει καὶ ἀτιμάζει… Νέοι πρόσφυγες, νέοι αἰχμάλωτοι, νέοι ὅμηροι, νέοι ἀγνοούμενοι βαδίζουν δρόμο αἱματοβαμμένο. Καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς φαντασίας βλέπω ἄγγελο Κυρίου μὲ λευκὰ φτερὰ νὰ πετᾷ πάνω ἀπὸ τὰ μαρτυρικὰ μέρη. Κρατεῖ ποτήριο καὶ συλλέγει σταλαγματιὰ – σταλαγματιὰ τὸ αἷμα ὅλων τῶν ἀθῴων θυμάτων. Ἐν συνεχείᾳ τὸ παίρνει καὶ πετᾷ ὑπεράνω τῆς Εὐρώπης, τῆς Ἀγγλίας καὶ τῆς Ἀμερικῆς, σείει τὸ ποτήριο αὐτὸ καὶ φωνάζει· Δολοφόνοι διπλωμάται, πίετε τὸ αἷμα τῶν λαῶν…
Θὰ πῆτε· Δὲν ὑπάρχουν πλέον αὐτιὰ τιμίων ἀνθρώπων ν᾿ ἀκούσουν· Σόδομα καὶ Γόμοῤῥα ἔγινε ἡ ἀνθρωπότης… Ἀλλ᾿ ἂς εἶνε βουλωμένα ὅλα τ᾿ αὐτιὰ μὲ βουλοκέρι τοῦ σατανᾶ· ἕνα αὐτί, τὸ αὐτὶ τοῦ Θεοῦ, μένει πάντοτε ἀνοιχτό. Ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων καὶ τοῦ δικαίου ἀκούει τὰ θύματα ποὺ κλαῖνε καὶ προσεύχονται. Ἡ φωνή τους φθάνει μέχρι τὸ θρόνο του. Μὲ ὑπομονή, λοιπόν, ἐγκαρτέρησι καὶ πίστι στὴν αἰωνιότητα ἂς ἀντλήσουμε δύναμι ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ τιμίου Προδρόμου γιὰ νὰ προχωροῦμε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης θὰ εἶνε μετὰ πάντων ἡμῶν· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 29-8-1974)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...