Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 24, 2017

Κυριακὴ της Τυροφάγου εσπέρας. Η ελεημοσύνη +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου


Αποτέλεσμα εικόνας για τυρινη

Ἡ ἐλεημοσύνη

Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου



Θὰ σᾶς μιλήσω ἁπλᾶ, ἀγαπητοί μου, καὶ θὰ παρακαλέσω νὰ δώσετε προσοχή.Ἤθελα σήμερα, ἂν μποροῦσα, νὰ κάνω τὰχέρια σας χρυσᾶ, νὰ τὰ κάνω χέρια ἁγίων καὶ ἀγγέλων –τί χαρὰ θὰ ἦταν αὐτὸ καὶ γιὰ μένα! Μὰ πῶς εἶνε δυνατὸν νὰ γίνῃ; Προσέξτε.


Ἀπὸ αὔριο ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή,ποὺ χαρακτηρίζεται βέβαια ἀπὸ νηστεία. Ἀλλὰ ἡ νηστεία πρέπει νὰ συνοδεύεται κι ἀπὸ ἄλλες ἀρετές, καὶ κυρίως ἀπὸ τὴ συγχώρησι καὶ τὴν ἐλεημοσύνη. Γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη μίλησε σήμερα ὁ Κύριος στὸ εὐαγγέλιο. Ἀπὸ ἀρνητικῆς πλευρᾶς εἶπε· «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς  ἐπὶ  τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου  κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι»· καὶ ἀπὸθετικῆς πλευρᾶς εἶπε·«θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν  θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις  ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6,19-20). Θὰ προσπαθήσω λοιπὸννὰ ζωγραφίσω μπροστά σας τὴν ἐλεημοσύνη ὅπως τὴ διδάσκει τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο.

Κατ᾽ ἀρχήν, ἀγαπητοί μου, νὰ ξεκαθαρίσο με τὸ ἔδαφος. Διότι ἡ ἐλεημοσύνη σήμερα ἔχει ἐχθρούς, φανατικοὺς θεωρητικοὺς ἐχθρούς. Εἶνε, λένε, μιὰ ἀνάξια πρᾶξι καὶ πρέπει νὰ σβηστῇ ἀπ᾽ τὸ λεξικό· εἶνε ἀρετὴ τῶν ἀφεντάδων, ἀπομεινάρι τοῦ φεουδαρχισμοῦ· δὲν ἔχει θέσι στὸ σύγχρονο κόσμο. Ἐμεῖς θέλουμε, λένε, νὰ φτειάξουμε μιὰ κοινωνία στὴν ὁποία δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἀνάγκη ἐλεημοσύνης, γιατὶ ἁπλούστατα δὲν θὰ ὑπάρχουν φτωχοί.

Σύνθημά τους εἶνε· «Γιὰ ὅλους ψωμί, ροῦχο, φάρμακο, ἄνεσις». Ἀλλ᾽ ἐὰν αὐτὸ τὸ λένε αὐτοὶ μιὰ φορά, ἐμεῖς τὸ λέμε χίλιες. Πόθος κάθε Χριστιανοῦ εἶνε νὰ ἐπικρατήσῃ ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας· γι᾽ αὐτὸ λέμε στὸν οὐράνιο Πατέρα «Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου» (Ματθ. 6,10· καὶ θ. Λειτ.) . Πρέπει ὅμως νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι τὰ μεγαλεπήβολα προγράματα ποὺ ὑπόσχονται παγκόσμια εὐτυχία ὥστε ἡ ἐλεημοσύνη νὰ περιττεύῃ, προσκρούουν σὲ ἕνα θλιβερὸ παράγοντα ποὺ τὰ ματαιώνει· κι αὐτὸς εἶνε ἡ ἀνθρώπινη κακία. Ὅπου νὰ πᾶμε, σὲ ὁποοδήποτε καθεστώς, θὰ συναντήσουμε τὸ φτωχό, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἔτσι ἀποδεικνύεται ἀληθινὸς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ὅτι «Οὐ μὴ ἐκλί πῃ ἐνδεὴς ἀπὸ τῆς γῆς σου» (Δευτ. 15,11) ·μπορεῖ νὰ ἐλαττωθῇ ἡ δυστυχία, ἀλλὰ δὲν θὰ λείψῃ τελείως ὁ φτωχὸς πάνω στὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι «Τοὺς πτω  χοὺς πάντοτε ἔχετε μεθ᾽ ἑαυτῶν» , πάντα θὰ ὑπάρχουν φτωχοὶ δίπλα σας (Ματθ. 26,11) . Συνεπῶς, ὅσο ὑπάρχουν φτωχοί, ἡ ἐλεημοσύνη θά ᾽νε ὁ ἥλιος ποὺ θερμαίνει τὸν κόσμο.

Ἀλλ᾽ ὅταν λέμε ἐλεημοσύνη δὲν τὴν ἐννοοῦμε ὅπως ὁ κόσμος· τὴν ἐννοοοῦμε ὅπως τὴν ἐννοεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. «Ἐλεεῖτε» (Ἰδ. 22)· ναί, ἀλλὰ ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νὰ εἶνε καθαρή . Ὅπως καὶ μιὰ σταγόνα δηλητήριο μέσα στὸ πιὸ ἐκλεκτὸ φαγητὸ τὸ κάνει ἄχρηστο, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ σταγόνες κακίας, ὅταν πέσουν μέσα στὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ἀχρηστεύουν. Ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ πρῶτον ἀπὸ κλοπή, δεύτερον ἀπὸ ἀνηθικότητα, τρίτον ἀπὸ κενοδοξία, καὶ τέταρτον ἀπὸ λύπη.

⃝ Πρῶτον καθαρὴ ἀπὸ κλοπή . Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μὲ τεράστιες περιουσίες, ποὺ δὲν τὶς ἀπέκτησαν μὲ τίμια μέσα. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο κανείς δὲν μπορεῖ νὰ πλουτήσῃ. Καὶ τί κάνουν· ἀπὸ τὰ χίλια κλεμμένα, τὰ «νομίμως» κλεμμένα, δίνουν τὸ ἕνα, καὶ ῥίχνουν «στάχτη στὰμάτια» τοῦ λαοῦ. Δὲν εἶνε αὐτὸ ἐλεημοσύνη,εἶνε ὑποκρισία. Δὲν εἶπε ὁ Χριστὸς νὰ γδύσῃςτὸν ἕνα γιὰ νὰ ντύσῃς τὸν ἄλλο. Ὅταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὴν Ἀκαρνανία, συνάντησα στὴν ἐπαρχία τοῦ Βάλτου κάποιο λῃστή, ποὺ λυμαινόταν τὴν περιφέρεια (εἶχε κλέψει, εἶχε κάψει, εἶχε σκοτώσει), καὶ μετὰ ἔκανε φιλανθρωπίες·ἔχτιζε καμπαναριά, ἀφιέρωνε εἰκόνες, προίκιζε κορίτσια…· ἀπ᾽ τὰ κλεμμένα σκόρπιζε ἕνα μέρος γιὰ ἐλεημοσύνη. Αὐτὴ ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε λῃστρική, δὲν εἶνε θεάρεστη. Δὲν μπορεῖς νὰ γδύνῃς τὸ λαό, νὰ παίρνῃς ἑκατομμύρια, μετὰ νὰ ῥίχνῃς στὸ δίσκο τῆς ἐκκλησίας ἕνα χιλιάρικο, καὶ νὰ θέλῃς νὰ σ᾽ ἔχουν γιὰ εὐεργέτη.

⃝ Ἡ ἐλεημοσύνη ἔπειτα πρέπει νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ ἀνηθικότητα. Κάποιοι ὅλο τὸ χρόνο εἶνε σκληροὶ καὶ ἀπάνθρωποι, καὶ τώρα τὶς ἀπόκριες γίνονται φιλάνθρωποι! Τί κάνουν αὐτοί· διοργανώνουν «φιλανθρωπικοὺς» χορούς· ὑπὲρ τῶν φυματικῶν, ὑπὲρ τῶν ἀναπήρων, ὑπὲρ τοῦ ἄλφα ἀσύλου, ὑπὲρ τοῦ βῆτα ἱδρύματος. Οἱ ἄσπλαχνοι, τώρα λὲς καὶ ἀπέκτησαν φτερὰ ἀγγέλων κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι νὰ κάνουν ἐλεημοσύνη… Λάθος! Δὲν ἀπατώμεθα.

Τὸ Εὐαγγέλιο δὲ σοῦ λέει, νὰ μαζέψῃς νέους καὶ νέες καὶ ν᾽ ἀρχίσετε ἐκεῖ χοροὺς ποὺοὔτε οἱ ἄγριοι χορεύουν. Ὄχι, δὲν εἶνε δεκτὰ τὰ χρήματα αὐτά· εἶνε «τριάκονταἀργύρια» ἀτιμίας καὶ διαφθορᾶς. Ἐὰν μία πόρνη ἀμετανόητη –ὄχι μετανοημένη–ἔρθῃστὴν ἐκκλησία καὶ προσφέρῃ ἕνα καντήλι στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἱερεὺς δὲν τὸδέχεται· ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τὸ χαρακτηρίζει «μίσθωμα  πόρνης» (Δευτ. 23,19· πρβλ.Μιχ. 1,7. Παρ. 19,13)· μακριὰ τέτοιο χρῆμα.

⃝ Ἡ ἐλεημοσύνη ἀκόμα πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ ἀπὸ κενοδοξία . Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε πρᾶξις μυστική, μία μυσταγωγία. Ὄχι λοιπὸν ὅταν κάνῃς ἐλεημοσύνη νὰ τρέχῃς ἀμέσως στὴν ἐφημερίδα νὰ γραφῇ στὴ στήλη,ὄχι νὰ γραφῇ τὸ ὄνομά σου στὴν πλάκα ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἢ τὸ ὀρφανοτροφεῖο κ.λπ..

Τὸ Εὐαγγέλιο λέει «νὰ μὴ ξέρῃ τὸ ἀριστερό σου χέρι τί κάνει τὸ δεξί σου» (Ματθ. 6,3) · οὔτε ἡ γυναί-κα σου νὰ μὴ γνωρίζῃ τὴν ἐλεημοσύνη σου.

⃝Τέλος, ἡ ἐλεημοσύνη νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ λύπη. Τί θὰ πῇ αὐτό· ὅταν ἐλεῇς νὰ μὴ λυπᾶσαι. «Ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ αὐτὸν ποὺ δίνει μὲ χαρούμενο τὸ πρόσωπο» (Β΄ Κορ. 9,7) . Νὰ χαίρεσαι ὅπως ὅταν εἰσπράττεις τὸ μισθό σου καὶ ἀπείρως περισσότερο . Νὰ κάνῃς τὴν ἐλεημοσύνη μὲ χαρά. Ὁ γεωργὸς ὅταν σκορπάει τὸ σπόρο δὲ λυπᾶται· χαρὰ ἔχει, ἐλπίζει ὅτι ἕνα ἔσπειρε - ἑκατὸ θὰ θερίσῃ. Κι ὅποιος καταθέτει στὴν τράπεζα τὸ κεφάλαιό του, δὲ λυπᾶται· γιατὶ τὸ ποσὸ αὐτὸ θὰ τὸ πάρῃ μαζὶ μὲ τόκο. Κ᾽ ἐσὺ γεωργὸς καὶ καταθέτης εἶσαι· χαρὰ νὰ ἔχῃς, γιατὶ αὐτὸ ποὺ δίνεις θὰ αὐξηθῇ. Ὑπάρχουν πολλὲς τράπεζες, ἐγὼ θὰ σᾶς συστήσω μία· εἶνε τράπεζα οὐράνια, δὲν ὑπάρχει κίνδυνος νὰ χρεωκοπήσῃ ποτέ, καὶ δίνει τὸ μεγαλύτερο ἐπιτόκιο. Εἶνε τράπεζα ἀσφαλισμένη· κι ἂν ἡ γῆ κι ὁ οὐρανὸς διαλυθοῦν, αὐτὴ θὰ μείνῃ· εἶνε ἡ τράπεζα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ φέρει τὴν ἐπιγραφὴ «Θησαυρίζε τε θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ…»(ἔ.ἀ.). Ἐδῶ ἐμπιστευθῆτε τὶς καταθέσεις σας, καὶ νά ᾽στε βέβαιοι ὅτι μιὰ μέρα θὰ εἰσπράξετε ἑκατονταπλάσια ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δίνετε τώρα. –Αὐτά, παπούλη, νὰ πᾷς νὰ τὰ πῇς στοὺς πλουσίους, ὄχι σ᾽ ἐμᾶς· ἐμεῖς εἴμαστε φτωχοί.Ποιός τὸ λέει αὐτό; ποιός φωνάζει καὶ λέει «Ἐγὼ εἶμαι φτωχός»; Ὅσο φτωχὸς καὶ νά ᾽σαι, δὲν εἶσαι πιὸ φτωχὸς ἀπὸ τὴ χήρα ἐκείνη ποὺ εἶχε ἕνα δίλεπτο καὶ τό ᾽δωσε, καὶ ὁ Χριστὸς εἶ πε ὅτι Ἄλλοι ἔδωσαν ἀπὸ τὸ περίσσευμά τους ἐνῷ αὐτὴ ἔδωσε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά της (βλ. Μᾶρκ. 12,42-44. Λουκ. 21,1-4) . Ποιός λέει πὼς εἶνε φτωχός; Ἐγὼ τὸν βλέπω νὰ ἔχῃ τὸ χέρι σφιχτὸ ὅταν πρόκειται νὰ δώσῃ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ στὸ φιλόπτωχο, ἀλλοῦ ὅμως τὸν βλέπω νὰ σκορπάῃ.

Πόσα ξοδεύουν οἱ ἄντρες γιὰ τὰ τσιγάρα τους; οἱ γυναῖκες, καὶ οἱ πιὸ φτωχιές, γιὰ τὰ καλλυντικά τους; πόσαδίνουν γιὰ διασκεδάσεις, θεάματα, λαχεῖα καὶ τυχερὰ παιχνίδια, γιὰ ματαιότητες; Τεράστια ποσά, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν τόσα καλά. «Εἶμαι φτωχός»; Φτωχοὶ ἦταν καὶ οἱ πρῶτοι Χριστιανοί, ἀλλὰ διαβάστε τὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή, νὰ δῆτε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὴ «λογία» (Α΄ Κορ. 16,1-2) . Εἶχαν σύνθημα «Νηστεύσωμεν, ἵνα ἐλεήσωμεν» ! μιὰ μέρα τὸ μῆνα ἢ τὴ βδομάδα ὥριζαν νηστεία,τελεία νηστεία, ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ δὲν ἔτρωγαν τίποτα, κι αὐτὰ ποὺ θὰ ξώδευαν γιὰ φαγητὸ τά ᾽διναν γιὰ φιλανθρωπία.Ἄλλοι, μὴ ὀρθόδοξοι, ἐφαρμόζουν τὸ σύνθημα αὐτό· ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι ἁγίων καὶ μαρτύρων, τί κάνουμε;

Ἡ ἁγία Φιλοθέη π.χ., ποὺ εἶχε τεράστια περιουσία, στὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς τὰ σκόρπισε ὅλα καὶ ἔσωσε κόσμο ἀπὸτὴ δυστυχία. Ὁ ἄγγελος τῆς Ἑλλάδος σήμερα κλαίει καὶ πενθεῖ· ῥίχνει μιὰ ματιὰ στὴν Ἀθήνα, στὴν Πάτρα, στὸ Βόλο…, καὶ βλέπει ἕνα λαὸ νὰ ὀργιάζῃ, νὰ ξοδεύῃ τεράστια ποσά,νὰ δίνῃ ἑκατομμύρια γιὰ τὸ διάβολο…

Θέλω, ἀδελφοί μου, ὅπως σᾶς εἶπα, ἂν μπορέσω, νὰ κάνω τὰ χέρια σας χρυσᾶ. Καὶ θὰ γίνουν χρυσᾶ, ἂν ἀνοίξουν σὲ ἐλεημοσύνη. Θὰ μ᾽ ἀκούσετε; Ἀλλὰ κι ἂν δὲν μ᾽ ἀκούσετε, ἐγὼ τὸ χρέος μου τὸ ἔκανα. Λέει κάπου ἡ Ἀποκάλυψις· Ὅταν φτάσῃ μέρα ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βουλώ-σουν τ᾽ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸν κήρυκατοῦ εὐαγγελίου, τότε θὰ σαλπίσουν «ἑπτὰ σάλπιγγες» (Ἀπ. 8,6 κ.ἑ.), καὶ τότε θ᾽ ἀνοίξουν ὅλα τ᾽ αὐτιά.Καὶ τώρα βαράει σάλπιγγα στὴν Ἑλλάδα, σαλπίζει ὁ ἀρχάγγελος· καὶ ὅμως «οὐκ ἦν ἀκρόασις» (Γ΄ Βασ. 18,26) οὐδὲ μετάνοια ἀκόμη στὸν κόσμο…

Εὔχομαι νὰ περάσετε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἐν εἰρήνῃ, μετανοίᾳ, νηστείᾳ καὶ ἐλεημοσύνῃ, γιὰ ν᾽ ἀξιωθοῦμε νὰ ἑορτάσουμε τὴν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ· ἀμήν

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Λουκᾶ ὁδ. Πατησίων Ἀθηνῶν τὴν 19-2-1961.

Ὑπνοβάτες Ἀδελφοί, «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι». Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου. (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης


Αποτέλεσμα εικόνας για τυρινη

Ὑπνοβάτες Ἀδελφοί, «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι». (῾Ρωμ. 13,11)

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
Ἀρχίζω τὸ κήρυγμα μὲ ἕνα παράδειγμα. Σᾶς ἐρωτῶ· ἔχετε δεῖ ποτέ σας ὑπνοβάτη; Εἶνε κάτι φοβερό. Ὁ ὑπνοβάτης σηκώνεται τὴ νύχτα καί, ἐνῷ κοιμᾶται, ἀνοίγει τὴν πόρτα, βγαίνει ἔξω καὶ περπατάει! Κι ἂν βοηθήσῃ ὁ Θεὸς καὶ δὲν πέσῃ σὲ κανένα πηγάδι ἢ ἀπὸ καμμιὰ ταράτσα, θὰ ἐπιστρέψῃ πάλι στὸ κρεβάτι του. Τὸ πρωί, ὅταν ξυπνήσῃ καὶ τὸν ρωτοῦν τί ἔγινε τὴ νύχτα, δὲ θυ μᾶται τίποτε.


Αὐτὸς εἶνε ὁ ὑπνοβάτης. Ἕνα φαινόμενο, ποὺ καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ καλὰ -καλὰ νὰ τὸ ἐξηγήσῃ.

Ὁ ὑπνοβάτης εἶνε ἕνα παράδειγμα· εἶνε εἰκόνα μιᾶς ἄλλης καταστάσεως γιὰ τὴν ὁποία μιλάει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Φωνάζει καὶ μᾶς λέει, ὅτι πρέπει νὰ ξυπνήσουμε ἀπὸ τὸν ὕπνο (βλ. Ῥωμ. 13,11). Ποιόν ὕπνο; Δὲν πρόκειται γιὰ τὸν φυσικὸ ὕπνο. Αὐ τὸς εἶνε ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἀνάπαυσις τοῦ σώματος, ἀνανέωσις τῶν δυνάμεων, φάρμακο ζωῆς, ὑγεία καὶ εὐλογία· ὅπως ἀντιθέτως ἡ ἀϋπνία εἶνε μιὰ τιμωρία, μιὰ μάστιγα.

Ὥστε ὅταν λέῃ ἐδῶ ὁ ἀπόστολος, ὅτι πρέπει νὰ ξυπνήσουμε, ἐννοεῖ ἀπὸ κάποιον ἄλλο ὕπνο, ὕπνο σὰν τοῦ ὑπνοβάτου, ὕπνο ἐπικίνδυνο καὶ θανατηφόρο, ὕπνο κατηραμένο. Εἶνε ὁ ὕπνος ποὺ ἔλεγε κι ὁ Δαυΐδ· Βοήθησέ με, Θεέ μου· «φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον, μήποτε εἴπῃ ὁ ἐχθρός μου· Ἴσχυσα πρὸς αὐτόν» (Ψαλμ. 12,4-5).

Καὶ ὁ ὕπνος αὐτός, ἀδελφοί μου, εἶνε ὁ ὕπνος ποὺ φέρνει στὴν ὕπαρξί μας ἡ ἁμαρτία· κάθε ἁμαρτία. Θέλετε παραδείγματα; Νά μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, ποὺ τὴν ἀνα φέρει σήμερα ὁ ἀπόστολος. Εἶνε ἡ μέθη (βλ.Ῥωμ. 13,13). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μεθύσῃ, ζαλίζεται, χάνει τὶς αἰσθήσεις του, δὲν κυριαρχεῖ πλέον στὸν ἑαυτό του. Ὁ μέθυσος δὲν ἔχει φρένο. Ἀνοίγει τὸ στόμα του, μὰ τὰ λόγια του εἶνε ἀνοησίες, ἀστειολογίες, αἰσχρολογίες καὶ ὕβρεις, ποὺ ἐκτοξεύει ἐναντίον τοῦ ἑνὸς καὶ

τοῦ ἄλλου.

Τὰ λόγια του ἀκόμα εἶνε ἐκμυστηρεύσεις· τὰ πιὸ σοβαρὰ μυστικὰ τῆς ζωῆς του, ποὺ δὲν τὰ λέει οὔτε στὴ γυ ναῖ κα του οὔτε στὸν πνευματικό του, τὰ λέει τότε μπροστὰ σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους, καὶ γίνεται καταγέλαστος. Ἀκόμη χειρότερα, τὴν ὥρα τῆς μέθης κυριαρχεῖ ὁ σατανᾶς καὶ ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ μεθύσου βγαίνουν φρικτὲς βλασφημίες τῶν θείων. Κ᾿ ἐπειδὴ στὸ θολωμένο μυαλό του δὲν κυριαρχεῖ πλέον ἡ λογική, ὁ δηγεῖται καὶ σὲ ἄλλες ἁμαρτίες, ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀ πόστολος.

Ἡ μέθη ἔχει γειτόνισσα τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία καὶ τὴν ἀκαθαρσία (ἔ.ἀ. 13,13).

Βάκχος καὶ Ἀφροδίτη γειτονεύουν, ὅπως λέει καὶ ἡ μυθολογία. Ἄλλος γείτονας τῆς μέθης εἶνε ὁ θυμός, καὶ ἄλλος ἀκόμη χειρότερος ὁ φόνος. Διότι ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ἀλκοὸλ καὶ ὁ πιὸ ἥσυχος ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαπράξῃ φρικτὰ ἐγκλήματα.

Ὁ ἔνδοξος Μέγας Ἀλέξανδρος σὲ συμπόσιο, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ἀλκοὸλ ἐφόνευσε – ποιόν;

Τὸν Κλεῖτο, τὸν καλύτερό του φίλο!

Ὑπνοβάτης ὁ μέθυσος. Θέλετε ἄλλον ὑπνοβάτη; Νά ὁ φιλάργυρος. Αὐτὸς πλέον δὲν μεθάει μὲ κρασί, ἀλλὰ μὲ τὸ χρῆμα. Ἀδικεῖ καὶ κλέβει, ἁρπάζει τὸ ψωμὶ τοῦ φτωχοῦ, τῆς χήρας καὶ τοῦ ὀρφανοῦ. Ἡ φιλαργυρία φτάνει ἀκόμη καὶ μέσα στὸν ἱερὸ ναό, ποὺ τὸν μεταβάλλει σὲ «οἶκον ἐμπορίου» (Ἰω. 2,16).

Ὁ φιλάργυρος ἐμπορεύεται ὅ,τι ἱερὸ καὶ ὅ σιο, γίνεται καὶ χριστέμπορος καὶ θεοκάπηλος. Καὶ σὰν

τὸν ὑπνοβάτη ἔχει τε λεία ἀναισθησία.

Ὑπνοβάτης ὁ μέθυσος, ὑπνοβάτης ὁ φιλάργυρος, ὑπνοβάτης καὶ ὁ φιλόδοξος. Αὐτὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴ νόμιμη ὁδό, καὶ προσπαθεῖ μὲ κάθε θεμιτὸ καὶ ἀθέμιτο μέσο ν᾿ ἀναρριχηθῇ σὲ ἀξιώματα. Ἕνα τὸν ἐνδιαφέρει, πῶς θὰ κα ταλάβῃ τὴν ἐπίζηλη θέσι. Εἶνε κι αὐτὸς ἕνας φοβερὸς ὑπνοβάτης.

* * *

Ἀλλὰ θὰ μοῦ πῆτε· Ἐμεῖς μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ οὔτε μέθυσοι οὔτε φιλάργυροι οὔτε φιλόδοξοι εἴμαστε. Εἴμαστε φτωχαδάκια· μεροδούλι - μεροφάι. Εἴμαστε ἐμεῖς ὑπνοβάτες;

Καὶ ὅμως δὲν σᾶς ἀδικῶ. Ἀφήνω ὅλους αὐτοὺς ποὺ εἴπαμε, καὶ σᾶς λέω ὅτι κι ἀπὸ σᾶς, ποὺ ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία, ἂν ἐξαιρέσω ἐλάχιστους, ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶστε ὑπνοβάτες.

–Ὑπνοβάτες ἐμεῖς; Ναί. Καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀποδείξω ἀμέσως μὲ μερικὰ παραδείγματα. Ἐὰν στὸ σχολεῖο, τὴν ὥρα ποὺ διδάσκει ἕνας σοφὸς δάσκαλος, κάποιον τὸν πάρῃ ὁ ὕπνος, τί θὰ γίνῃ ὅταν ξυπνήσῃ; Θ᾿ ἀκούῃ νὰ λένε οἱ ἄλλοι, «Μωρὲ τί σπου δαῖα πράγματα εἶπε ὁ δάσκαλος σήμερα!…», κι αὐτὸς δὲν θά᾿χῃ ἰδέα. Καὶ ἂν σ᾿ ἕνα θέατρο, ὅπου παίζεται ἕνα σοβαρὸ ἔργο, κάποιον σὲ μιὰ γωνιὰ τὸν πάρῃ ὕπνος καὶ ῥο χαλίζῃ, τί θὰ καταλάβῃ; Μόλις τελειώσῃ τὸ θέατρο θ᾿ ἀκούῃ νὰ λένε, «Πολὺ ὡραῖα ἔπαιξαν οἱ ἠθοποιοί, μᾶς ἔκαναν καὶ κλάψαμε…», αὐτὸς ὅμως δὲν θὰ καταλαβαίνῃ τίποτε.

Καὶ ἂν σὲ μιὰ συναυλία, ὅπου ἐκτελεῖται τὸ καλύτερο μουσικὸ ἔργο, κάποιος ἀποκοιμηθῇ, ὅταν στὸ τέλος ξυπνήσῃ, οἱ ἄλλοι θὰ εἶνε ἐνθουσιασμένοι, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν θά ᾿χῃ ἀκούσει τίποτε.

Αὐτὸ παθαίνουμε κ᾿ ἐμεῖς, ἰδίως στὴν ἐκκλησία τὴν ὥρα τῆς λατρείας. Ἐδῶ εἶνε τὸ ὑψηλότερο σχολεῖο, ὅπου διδάσκει αὐτὸς ὁ Χριστός. Ἐδῶ εἶνε τὸ οὐράνιο θέατρο, ποὺ ἂν ζήσῃς τὰ τελούμενα, ἀνεβαίνεις στὰ οὐράνια.

Ἐδῶ εἶνε ἡ ἀγγελικὴ συναυλία, ποὺ μπροστά της ὁ Μπετόβεν ὠχριᾷ. Ἐδῶ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι κατεβαίνουν ἀ πὸ τὰ οὐράνια καὶ σμίγουν μὲ τοὺς ταπεινοὺς ἱερεῖς. Ἂν τὰ πιστεύῃς αὐτά, νὰ ἔρχεσαι στὴν ἐκκλησία· ἂν δὲν τὰ πιστεύῃς, μὴν ἔρχεσαι.

Ἄχ, Θεέ μου, ποῦ καταντήσαμε· νὰ μπαίνουμε στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ μὴ νιώθουμε τίποτε! Ὁ ἕνας κοιτάει τὸ ρολόι του, ὁ ἄλλος χασμουριέται, ὁ τρίτος κουβεντιάζει…

Ποιός, σᾶς ἐρωτῶ, ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» ἔχει τὸ νοῦ του συγκεντρωμένο; Τελείως ἀφῃρημένοι εἴμαστε. Ἡ γυναίκα σκέπτεται τὴν κουζίνα καὶ τὸ σαλόνι της, ὁ ἄντρας τὸ μαγαζὶ ἢ τὸ γραφεῖο του.

Ὁ διάβολος φέρνει στὸ μυαλὸ ἀνεμοστρόβιλο καὶ τὰ παίρνει ὅλα. Παρόντες στὸ σῶμα, ἀλλ᾿ ἀπόντες στὸ πνεῦμα.

Ὑπνοβάτες ὅλοι, ἀκόμα καὶ οἱ ἱερεῖς. Ποῦ εἶνε οἱ παπᾶδες ἐκεῖνοι οἱ ἀγράμματοι, ποὺ λειτουργοῦσαν καὶ κλαίγανε; Ποῦ οἱ πιστοὶ ἐκεῖνοι, ποὺ μουσκεύανε τὰ πλακάκια τοῦ ναοῦ μὲ τὰ δάκρυά τους;…

Νά λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι εἴμαστε ὑπνοβάτες. Εἴμαστε ὅπως ὁ ὑπνωτισμένος, ποὺ βρίσκεται πάνω στὴ χειρουργι κὴ κλίνη καὶ δὲ νιώθει τί κάνουν δίπλα του οἱ γιατροὶ καὶ οἱ νοσοκόμες.

Ὅταν πᾶτε στὸ σπίτι σας ἐξετάστε, σὲ πόσες θεῖες λειτουργίες ἤρθατε στὸ ναὸ καὶ τὸ μυαλό σας ἦταν ἐκτὸς τῆς ἐκκλησίας ἢ σᾶς πῆρε ὁ ὕπνος σὰν τὸν Εὔτυχο (βλ. Πράξ. 20,8-12), χωρὶς συναίσθησι τοῦ μεγαλείου, τοῦ ὕψους καὶ τῆς λαμπρότητος τῶν ὅσων τελοῦνται.

* * *

Ἀδελφοί μου! Αὐτὰ ποὺ λέω σ᾿ ἐσᾶς, τὰ λέω πρῶτα στὸν ἑαυτό μου. Ζοῦμε ὅλοι σὰν ὑπνοβάτες. Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Εἶχα διαβάσει γιὰ ἕναν, ποὺ πῆγε πάνω στὸ βουνὸ τὸ Βεζούβιο καὶ κάθησε ἐκεῖ τὶς παραμονὲς τῆς ἐκρήξεως τοῦ ἡφαιστείου. Ὡραῖα, λέει, εἶνε ἐδῶ· ἡσυχία, δέντρα, σκιά… Ξάπλωσε στὸ χορτάρι καὶ πῆρε ἕνα θαυμάσιο ὕπνο. Ἀπὸ κάτω ὅμως τὸ ἡφαίστειο δούλευε. Ποιός νὰ τοῦ τό ᾽λεγε, ὅτι σὲ λίγο, ἐνῷ αὐτὸς θὰ ῥοχαλίζῃ, θ᾿ ἀνοίξῃ ὁ κρατήρας καὶ θὰ τὸν καλύψῃ ἡ λάβα;

Ὀφείλω, ἀδέρφια μου, νὰ τὸ πῶ· κοιμώμαστε κ᾿ ἐμεῖς ἐπάνω σ᾿ ἕνα ἡφαίστειο. Ἂς γλεντοῦν, ἂς διασκεδάζουν, ἂς χορεύουν, ἂς ὀργιάζουν· τὸ ἡφαίστειο λειτουργεῖ, καὶ μιὰ μέρα θὰ ἐκραγῇ. Οὐαὶ κι ἀλλοίμονο σὲ ὅλους μας.

Ὁ Βεζούβιος τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ (Ἰω. 3,36. ῾Ρωμ. 1,18· 9,22. Ἐφ. 5,6. Κολ. 3,6. Ἀπ. 19,15) θὰ μᾶς τινάξῃ. Τότε ὅλοι θὰ ξυπνήσουμε, μὰ θά ᾿νε ἀργά. Θὰ λέμε στὰ βουνά· Ἀνοῖξτε καὶ καλύψτε μας, κρύψτε μας ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Κυρίου (πρβλ. Λουκ. 23,30. Ἀπ. 6,16).

Εἶνε αὐτὰ παραμύθια; Ὄχι, ἀδελφοί μου. Εἶνε γεγονότα, γεγονότα τῆς Ἀποκαλύψεως, ποὺ ἔρχονται. Γι᾿ αὐτὸ κ᾿ ἐγώ, ἕνας μικρὸς σαλπιγκτὴς μέσα στὴν Ἐκκλησία, σαλπίζω καὶ λέγω· Ξυπνᾶτε, ξυπνᾶτε!

Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει ἄλλωστε καὶ τὸ τροπάριο ποὺ ἀκοῦμε τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ «Ψυχή μου ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις;…».

Ξύπνα, ψυχή μου· σήκω, γιατί κοιμᾶσαι; «Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι…». Τὸ τέλος πλησιάζει καὶ θὰ σὲ ζώσῃ ἡ ἀγωνία…

Ἂς μὴ κοιμώμαστε, ἀδελφοί μου, γιὰ ν᾿ ἀκούσουμε τὸ «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός…». Ἂς ξυπνήσουμε καὶ ἂς γρηγοροῦμε, γιὰ ν᾿ ἀξιωθοῦμε τοῦ θείου νυμφῶνος, κ᾿ ἐκεῖ νὰ δοξάζουμε Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.


(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Χρυσοσπηλαιωτίσσης Ἀθηνῶν τὴν 7-3-1965.

Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 17-3-2002, ἐπανέκδοσις 14-2-2013

Ἡρωισμός. Κυριακή τῆς Τυρινῆς. (†) ἐπίσκοπος Γεώργιος Παυλίδης Μητροπολίτης Νικαίας

Κυριακή τῆς Τυρινῆς
(Ματθ. στ΄ 14-21)
Αποτέλεσμα εικόνας για τυρινη
Ἡρωισμός
«Ἐάν αφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν...»

(†) ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου Μητροπολίτου Νικαίας
Ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἔχει μίαν ξεχωριστὴν σημασίαν. Μᾶς δίδει ἕνα σύνθημα σωτήριο. Μᾶς ἀνοίγει τὸν δρόμον διὰ τὴν ἁρμονικὴν συνεργασίαν τῶν ἀνθρώπων μέσα εἰς τὴν κοινωνίαν. Μᾶς ὑποδεικνύει καὶ τὸ μέσον διὰ νὰ ἐπιτύχωμεν τὴν συγγνώμην ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ διὰ τὰ καθημερινά μας λάθη. Εἶναι ἁπλοῦν καὶ σύντομον τὸ σύνθημα αὐτό. Εἶναι ὅμως καταπληκτικῆς δυνάμεως. Ἀξίζει νὰ τὸ μελετήσωμεν μὲ προσοχήν.



1.Λάθη καὶ συγκρούσεις.

Μέσα εἰς τήν κοινωνία ζοῦν διάφοροι ἄνθρωποι, μέ ποικιλίαν χαρακτήρων, μέ ἰδιαίτερα γνωρίσματα. Ὅλοι ἀγωνίζονται εἰς τὴν ζωήν. Ὅλοι προσπαθοῦν νὰ ἐξοικονομήσουν τὰ μέσα τῆς συντηρήσεώς των. Ὁ ἕνας κατευθύνεται πρὸς τὴν ἐπιστήμην. Ὁ ἄλλος πρὸς τὸ ἐμπόριον. Ὁ τρίτος πρὸς ἄλλην ἐργασίαν.
Φυσικὸν εἶναι, λοιπόν, στὸ δρόμο τῆς ζωῆς νὰ εὑρεθοῦν οἱ ἄνθρωποι κοντὰ-κοντά, γείτονες, συνεργάται, ἀντίθετοι, συναγωνιζόμενοι.
Ὁ καθένας πάλιν ἔχει τὸν χαρακτήρα του. Ἐσύ ἠμπορεῖ νὰ εἶσαι ἐκ φύσεως πρᾷος. Ὁ ἄλλος ὅμως δυνατὸν νὰ εἶναι ὀξύθυμος.
Θὰ πῇ μιὰ μέρα κάτι ὁ ἕνας. Θά κάμῃ τὴν ἄλλην κάτι ὁ ἄλλος. Ἄθρωποι εἴμεθα. Ἐλαττώματα ἔχομεν.
Δὲν εἶναι δύσκολον νὰ πέσωμεν σὲ λάθη.
Πολλὲς φορὲς χωρὶς νὰ ὑπάρχῃ κακὴ διάθεσις, γίνεται τοῦτο ἤ ἐκεῖνο ποὺ πικραίνει τὸν γείτονα, τὸν γνωστόν, τὸν σύντροφον. Ἄλλοτε πάλιν διαδίδονται πράγματα, ποὺ δὲν ἔγιναν, ποὺ δὲν ἐλέχθησαν ἔτσι. Κάτι εἶπεν ὁ α, ἀλλοιῶς τὸ ἀντιλήφθη ὁ β, διαφορετικὰ τό ἔμαθεν ὁ δ.

Εἶναι ἐνδεχόμενον, βέβαια, νὰ μὴ ἔγινεν ἡ διάδοσις ἀπὸ κακὴ πρόθεσι. Πιθανὸν ὅμως νὰ εἶναι καὶ δάκτυλος κακῶν ἀνθρώπων, ποὺ θέλουν νὰ χωρίσουν φίλους, νὰ ἀνάψουν φωτιές, νὰ σωρεύσουν ἐρείπια.... Δὲν λείπουν, δυστυχῶς, καὶ τέτοια παραδείγματα. Ἔτσι ἀπὸ στόμα σὲ στόμα ἔρχονται καὶ στὰ αὐτιὰ μας. Καὶ πικρανόμεθα. Καὶ ἐξειγειρόμεθα. Καὶ ταρασσόμεθα ἐσωτερικά. Καὶ διακόπτονται δεσμοί ἐτῶν. Καὶ ἀρχίζει ὁ διάβολος τὸ ἔργον τῆς φθορᾶς... Βέβαια ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις, ποὺ ὁ ἄλλος μᾶς κάμει συγκεκριμένον κακόν, ποὺ μᾶς συγκλονίζει, ποὺ μᾶς πληγώνει κατάβαθα. Εἶναι αἰ περιπτώσεις τῆς φανερῆς ἐχθρότητος, ποὺ ἔχουν ὡς ἐλατήριον τὴν κακίαν, τὴν μοχθηρίαν τοῦ ἄλλου..
2. Ἡ ἀντιμετώπισις.

Εἰς τὰς περιπτώσεις αὐτὰς δυὸ τρόποι ἀντιμετωπίσεως ὑπάρχουν: α) «Ὀφθαλμὸς ἀντὶ ὀφθαλμοῦ...» Εἶναι ὁ τρόπος τῆς ἀνταποδόσεως. Μοῦ κάνει κακό; Θὰ σου τὸ πληρώσω μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Θὰ σὲ κυνηγησω ἀμείλικτα. Θὰ σὲ χτυπήσω ὅπου μπορῶ. Μὲ ὅποιον τρόπον μπορῶ. Θὰ φθείρω τὴν ὑπόληψι τῆς οἰκογενείας σου.
Θὰ προσπαθήσω νὰ σὲ βλάψω εἰς τὴν ἐργασία σου. Θὰ χαίρω στὶς περιπτώσεις ἀτυχημάτων σου. Θὰ ἔχω διαρκῶς στὸ νοῦ μου πῶς νὰ βάζω φωτιὰ στὴν εὐτυχία σου. Χαρά μου θὰ εἶναι ἡ ἰδική σου συντριβή. Τρομερή ἡ ἐκδίκησις, ἀγαπητοί μου.
Καὶ αὐτὰ ποὺ ἐσημειώθηκαν, δυστυχῶς, συμβαίνουν πολὺ συχνὰ στὴν κοινωνία μας.  Καὶ γράφονται δράματα συγκλονιστικὰ ὑπὸ τὴν ἐπίδρασιν αὐτῶν τῶν αἰσθημάων. Καὶ τὸ σοβαρώτερον εἶναι, ὅτι πολλὲς φορὲς κάνομε κακὸ σὲ ἀνθρώπους, ποὺ δὲν φταῖνε, ποὺ δὲν μᾶς ἔκαναν κανένα κακό. Στηριζόμεθα σὲ διαδόσεις ψευδεῖς καὶ ἀρχίζομεν ἕνα ἀγῶνα ἄδικον, ἀδικαιολόγητον, ἀντιχριστιανικόν...
Καῖ πικραίνονται ψυχές.  Καὶ ἀνοίγονται πληγές. Καὶ δημιουργοῦνται ψυχικὰ χάσματα... Κρῖμα! Ἄς ποῦμε ὅτι ὅλα ὅσα λέγεις εἶναι ἀληθινά. Ἐσὺ ἆρά γε ποτέ σου δὲν ἡμάρτησες; Εἰς τὸν Θεὸν ποτέ σου δὲν ἐνεφανίσθης χρεώστης;
Καὶ πῶς θὰ ζητήσῃς αὔριον ἀπὸ τὸν Θεὸν ἔλεος καὶ συγγνώμην, ὅταν σήμερα ἀρνῆσαι νὰ δώσῃς τὴν συγγνώμην εἰς τοὺς συναθρώπους σου; Δὲν ἄκουσες τὶ λέγει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιον; «Ἐὰν μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ΄ 15). Δὲν μᾶς τρομάζει αὐτὴ ἡ ἀπειλή;
Καὶ πῶς τότε τολμῶμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν κάθε ἡμέραν τὴν φράσιν: «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὠς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν;» Δὲν ψευδόμεθα κατὰ τοῦ Θεοῦ;  Ἤ νομίζομεν ὅτι ὁ Θεὸς ἀγνοεῖ τὰ πραγματικὰ μας αἰσθήματα; Θεὲ μου!  Γιατί εἴμεθα τόσον κακοί!
β) «....Ἐὰν ἀφῆτε...»
Ὅπως ὑπάρχει εὐτυχῶς,καὶ ἡ ἄλλη τακτική: Ἡ συγγνώμη.  Μοῦ ἔκαμες κακὸ εἶτε μὲ τὰ λόγια σου, εἶτε μὲ τὰς ἐνεργείας σου; Ἔστω. Καλὸν θὰ ἦτο νὰ μὴ μοῦ τὸ ἔκαμνες. Ἔπρεπε καὶ σύ, ἀδελφέ, νὰ εἶσαι καλύτερος, προσεκτικώτερος.
Ἔπρεπε καὶ σύ νὰ ἔχῃς περισσοτέραν ἀγάπην στὴν καρδιά σου. Νὰ μὴ κρατᾷς  στὸ χέρι σου στιλέττο. Ἐν πάσῃ περιπτώσει. Ἔγινε τώρα. Ἐγὼ δὲν θὰ ἀκολουθήσω τὴν ἰδίαν τακτικὴν μὲ σένα. Ἐγὼ θὰ σὲ συγχωρήσω. Ἐγὼ θὰ τὰ λησμονήσω ὅλα. Ἠμπορεῖ ἡ καρδιά μου νὰ πονῇ ἀκόμη ἀπὸ τὴν πληγήν, ποὺ τῆς ἐπροξένησεν ἡ ἄδικος καὶ κακὴ συμπεριφορά σου.
Ὅμως ὁ Θεὸς μοῦ λέγει ὅτι ἀπένταντι στὸ μῖσος, πρέπει νὰ προσφέρω ἀγάπην. Ἀπέναντι στὴ χολή, νεράκι δροσερό. «Ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου ψώμιζε αὐτὸν, ἐὰν διψᾷ πότιζε αὐτόν... Μὴ νικῷ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν» (Ρωμ. ιβ΄, 20,21).
Ναί!  Θὰ νικήσω μὲ τὴν ἀγάπην, ὄχι μὲ τὸ μῖσος. «Μηδενὶ κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἀποδιδόντες» (Ρωμ. ιβ΄17). Ὄχι, δὲν θὰ σου κάμω κακόν. Θὰ σὲ συγχωρήσω. Ὅπως συμεχώρησε ὁ Κύριος τοὺς σταυρωτάς του. Ὅπως συνεχώρησεν ὁ Στέφανος τοὺς δημίους του. Ὅπως συνεχώρησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι τοὺς διώκτας των.
Ἔτσι θὰ διατηρῶ τὴν γαλήνην στὴν καρδιά μου Δὲν θὰ μὲ κατατρώγῃ ἡ κακία, ἡ ἐκδίκητικὴ διάθεσις.  Δὲν θὰ μὲ συνταράσσῃ καὶ στὸν ὕπνο μου ἡ ὁρμή μου νὰ ἀνταποδώσω μαχαιριὰ στὴ μαχαιριά σου. Ἐγώ, ἀδελφέ, θὰ κρατάω βαμβάκι· ὄχι στιλέττο... Βαμβάκι... Καὶ ἐλπίζω μὲ τὴν τακτικήν μου αὐτὴν νὰ σὲ κερδίσω καλύτερα.
Δὲν μπορεῖ. Ἄν εἶσαι ἄνθρωπος καὶ μὲ ὁλίγην συνείδησιν, θὰ σὲ συγκινήσῃ ἡ ἀγάπη μου. Θὰ λυγίσῃς. Θὰ ἔλθῃς κοντά μου.  Νικημένος ἀπὸ τὴν ἀγάπην μου αὐτήν.... Ἔπειτα, ἀδελφέ, ἔχω καὶ ἐγὼ τὰ λάθη μου πρὸς τὸν Θεόν. Μόνον ἔτσι ἐλπίζω νὰ μοῦ συγχωρηθοῦν. Μόνον ἔτσι θὰ τολμήσω νὰ σηκώσω τὰ μάτια μου πρὸς τὸν οὐρανὸν νὰ πῶ ἱκετευτικά: «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν....» . Ἔτσι, χριστιανοί μου, ὁμιλοῦν καὶ σκέπτονται οἱ πραγματικοὶ πιστοί.
3. Σάλπισμα! 

Σάλπισμα  εἶναι τὸ σημερινὸν Εὐαγγελικὸν ἀνάγνωσμα. Σάλπισμα εἰρήνης καὶ ὁμονοίας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Κύριος ζητεῖ νὰ δεικνύωμεν συγκατάβασιν καὶ συγχωρητικότητα, ὥστε νὰ ἀποφεύγωνται αἱ συγκρούσεις ἀναμεταξύ μας εἰς τὴν κοινωνίαν. Πολλαὶ ἀφορμαὶ δίδονται, διὰ νὰ δημιουργηθοῦν μεταξύ μας ἀντιπάθεσι. Διατί νὰ μαλώνωμεν, νὰ ζημιωνώμεθα, νὰ κρατᾶμε κακίαν, νὰ ἐκδικούμεθα, νὰ καταφεύγωμεν εἰς τὰ δικαστήρια, νὰ χωριζώμεθα ψυχικά;
Πρέπει νὰ μάθωμεν νὰ συγχωροῦμε ὁ ἕνας  τὸν ἄλλον, ὅσον καὶ ἄν μᾶς ἔπταισε. Εἶναι δύσκολον εἰς τὴν ἀνθρωπίνην ἀδυναμίαν, ἀλλ’ εἶναι ὡραῖον ἔργον, ὑψηλόν καὶ θεῖον. Εἶναι πραγματικὸς ἡρωϊσμός.  Ἔτσι ὅμως μόνον θεμελιώνονται ἁρμονιακαὶ κοινωνίαι. Ἔτσι δημιουργοῦνται εὐτυχισμένοι πολῖται. Ὅταν σκορπᾶμε τὴν συγγνώμην γύρω μας. Σπάταλα.  Χωρὶς κρατούμενα.  Γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὴ δική μας σωτηρία.
Ἀγαπητοί,
Ὅταν ἔθρονίστηκε ὁ αὐτοκράτωρ τοῦ Βυζαντίου Ἀλέξιος Κομνηνός, ἐζήτησε νὰ τοὺ φέρουν τὸν κατάλογο τῶν αὐλικῶν, ποὺ εἶχαν ὑπηρετήσει ἐπὶ τοῦ προκατόχου του. Πλάϊ δὲ στὰ ὀνόματα ἐκείνων ποὺ εἶχαν σταθῆ ἐχθροί του, ἐσημείωσεν ἕνα σταυρόν. Ὅταν αὐτοὶ τὸ ἔμαθαν, ἐφοβήθηκαν καὶ ἑτοιμάσθηκαν νὰ φύγουν σὲ ἄλλες χῶρες. Ἀλλ’ ὁ αὐτοκράτωρ τοὺς ἐκάλεσε καὶ τοὺς εἶπε: -Κάνετε λάθος. Ὁ σταυρός, ποὺ ἔβαλα δίπλα στὸ ὄνομα τοῦ καθενός σας, ἔχει τὸ ἴδιο νόημα ποὺ ἔχει καὶ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.  Σημαίνει ὅτι σᾶς συγχωρῶ.
Ἀδελφοί, Ἄς μάθωμεν νὰ συγχωροῦμεν. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἡρωϊσμός. Ἡ λαμπροτέρα νίκη στὴ ζωή μας.....

Ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου
Μητροπολίτου Νικαίας
Λύχνος τοῖς ποσί μου
Λόγοι εἰς τὰ Εὐαγγέλια τῶν Κυριακῶν
(σελ.232-237)
Ἐκδόσεις Β΄
Ἀποστολική διακονία
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 

Ἡ Κυριακή τῆς Τυρινῆς

Σχετική εικόνα

Ἡ Κυριακή τῆς Τυρινῆς εἶναι ἡ πύλη πού μᾶς εἰσάγει στό στάδιο τῶν ἀρετῶν, στήν πνευματικότερη περίοδο τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους, τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἤ, καλύτερα, εἶναι ἡ πύλη πού μᾶς εἰσάγει στόν Παράδεισο. Διότι σκοπός τῶν πνευματικῶν ἀγώνων τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀκριβῶς ἡ κατάκτηση τοῦ Παραδείσου. Γι᾿ αὐτόν τό λόγο ἡ Κυριακή τῆς Τυρινῆς ἔχει ὡς περιεχόμενό της τήν ἀνάμνηση τῆς ἐξορίας τῶν Πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο.  Ἕνα περιεχόμενο θλιβερό! Στούς ὕμνους τῆς ἡμέρας ἀντηχεῖ ὁ θρῆνος τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. «Ἐκάθισεν Ἀδάμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου καί τήν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο». Ὁ Ἀδαμιαῖος θρῆνος εἶναι θρῆνος ὅλης τῆς κτίσεως. Μᾶς ὑπενθυμίζει τί εἴχαμε καί τί χάσαμε! Μᾶς παρακινεῖ νά χύσουμε δάκρυα πικρά καί νά πενθήσουμε. Νά πονέσουμε βαθιά πού προσβάλαμε τόν πολυεύσπλαχνο Κύριο καί νά τόν ἱκετεύσουμε λέγοντας: «Ἐλεήμων, ἐλέησόν με τόν παραπεσόντα»! 
Μέσα σ᾿ αὐτήν τήν προοπτική τῆς ἐπιστροφῆς στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα καί τῆς ἀναβάσεως γιά τήν κατάκτηση τοῦ Παραδείσου τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μᾶς ὑποδεικνύει τόν ἀνηφορικό δρόμο πού καλούμαστε μέ αὐταπάρνηση νά ἀκολουθήσουμε, τή θεία κλίμακα τῶν ἀρετῶν πού καλούμαστε μέ προθυμία νά ἀνεβοῦμε. Τρία σκαλοπάτια αὐτῆς τῆς κλίμακος προβάλλουν ἐνώπιόν μας: Ἡ συγχώρηση, ἡ νηστεία καί ὁ ἀληθινός θησαυρισμός τῆς ψυχῆς. 
            Ἡ συγχώρηση εἶναι τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό, τό δυσκολότερο ἴσως, ἀλλά καί τό πιό ἀποφασιστικό.  Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι γιά νά εἰσέλθουμε στόν Παράδεισο εἶναι ἀναγκαῖο νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας. Πῶς, ὅμως, θά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας; Γιά νά μᾶς δοθεῖ ἡ συγχώρηση, εἶναι ἀπαραίτητο νά συγχωρήσουμε κι ἐμεῖς αὐτούς πού μᾶς ἔφταιξαν. Ὁ Κύριος δίνει τόσο μεγάλη σημασία στή συγχώρηση πού τήν θέτει ὡς ὅρο, γιά νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας: «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος». Καί γιά νά δείξει πόσο ἀπόλυτη ἰσχύ ἔχει ὁ ὅρος αὐτός, τόν διατυπώνει καί ἀρνητικά:«Ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν». Ἄν συγχωρεῖτε, μᾶς λέει, θά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας. Ἄν δέν συγχωρεῖτε, οὔτε οἱ δικές σας ἁμαρτίες θά συγχωρηθοῦν.
Νά συγχωροῦμε, λοιπόν, γιά νά μᾶς συγχωρήσει κι ἐμᾶς ὁ Θεός. Νά ἀγαποῦμε, γιά νά μᾶς ἀγαπήσει κι ἐμᾶς ὁ Θεός. Νά μακροθυμοῦμε, γιά νά μακροθυμήσει καί σέ μᾶς ὁ Θεός. Νά μήν ἐκδικούμαστε, γιά νά μήν τιμωρηθοῦμε ἀνάλογα μέ τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας.
 Τό δεύτερο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό εἶναι ἡ νηστεία. Ὄχι, ὅμως, ὅπως τήν ἐννοοῦν οἱ πολλοί, νηστεία μόνο τῶν τροφῶν, ἀλλά καί τῶν παθῶν. Δέν νηστεύει μόνο τό στόμα, ἀλλά νηστεύουν καί τά μάτια, ὅταν δέν  περιεργάζονται τά ξένα κάλλη, καί τά πόδια, ὅταν μένουν μακριά ἀπό τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία, καί τά χέρια, ὅταν μένουν καθαρά ἀπό τήν ἁρπαγή καί τήν πλεονεξία, καί τά λοιπά μέλη τοῦ σώματός μας.
Ἐπίσης στόν ἀγώνα τῆς νηστείας καί τῆς καθάρσεώς μας ἀπό τά πάθη λαμβάνονται ὑπόψη καί τά ἐλατήρια μέ τά ὁποῖα ἀγωνιζόμαστε. Δέν νηστεύουμε, γιά νά φανοῦμε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά ξεριζώσουμε ἀπό τήν ψυχή μας «πᾶσαν κακίαν». Ὁ θεῖος Διδάσκαλος μᾶς διδάσκει νά ἀγωνιζόμαστε ταπεινά, νά ἐπιτελοῦμε ἀθόρυβα τά ἔργα μας τά πνευματικά. «Ἐν τῷ κρυπτῷ»! «Σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μή φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλά τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή καλούμαστε νά μετανοήσουμε βαθύτερα, νά νηστέψουμε, νά προσευχόμαστε θερμότερα, νά προσερχόμαστε συχνότερα στό Ποτήριο τῆς ζωῆς. Πολύ ὡραῖα αὐτά τά παλαίσματα! Ἀλλά δέν τά κάνουμε, «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Νά ἀγαπήσουμε «τήν κρυπτήν τῶν ἀρετῶν ἐργασίαν καί Θεῷ φαινομένην μόνῳ», μᾶς προτρέπει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Πόσο πλανᾶται ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος πού θέλει νά φαίνεται! Ἡ ἁγιότητα ἀγαπᾶ νά κρύβεται. Καί ὁ Κύριος « ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ»  θά ἀποδώσει τήν ἀμοιβή Του «ἐν τῷ φανερῷ». 
 Τό τρίτο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό εἶναι ὁ ἀληθινός θησαυρισμός τῆς ψυχῆς. Πολλοί ἀρέσκονται νά θησαυρίζουν «θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς». Δίνουν τήν ἀγάπη τους στόν πλοῦτο, λησμονώντας πόσο ἐπισφαλεῖς εἶναι οἱ ἐπίγειοι θησαυροί. Ἄλλοτε ὁ «σής», ὁ σκόρος, ἄλλοτε ἡ «βρῶσις», ἡ σκουριά τούς κατατρώγουν καί τούς ἀχρηστεύουν. Κι ἄλλοτε «κλέπται διορύσσουσι καί κλέπτουσι». Τούς κλέβουν καί τούς ἐξαφανίζουν ἐπιτήδειοι κλέφτες.
Τί κρίμα, νά δίνουμε τήν καρδιά μας γιά πράγματα πρόσκαιρα πού ἐξαφανίζονται, ὅπως ὁ ἀτμός! Τή στιγμή πού ὑπάρχουν θησαυροί ἄφθαρτοι, θησαυροί ἀσύλητοι, οὐράνιοι! Εἶναι ἡ γνωριμία μας μέ τόν Σωτήρα Χριστό, οἱ ἀγῶνες τῆς ἀρετῆς, τά ἔργα τῆς ἀγάπης, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ χορτασμός τῆς ζωῆς τῆς μακαρίας καί αἰωνίου! Σ᾿ αὐτούς τούς θησαυρούς νά δίνουμε τήν ἀγάπη μας. Διότι «ὅπου ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν», ἐπιλέγει ὁ Κύριος.  
Ὅσοι δέν γεύθηκαν τούς οὐράνιους θησαυρούς, αἰσθάνονται ἱκανοποίηση ἔχοντας κτήματα πολλά, περιουσία μεγάλη! Ἐνῶ ἀντίθετα ὅσοι γεύονται τούς οὐράνιους θησαυρούς, ἀπολαμβάνουν πνευματικές καὶ θεῖες ἀπολαύσεις, προγεύονται τὸν γλυκύτατο παράδεισο, ἀναπαύονται πλήρως στό θεϊκό πλοῦτο. Ἀδελφοί, ὅσοι παράδεισό τους ἔχουν ἀναδείξει τούς ἐπίγειους θησαυρούς καί τίς φθηνές χαρές τῆς γῆς, ματαίως κοπιάζουν, ματαίως ἐλπίζουν, ματαίως περιμένουν τή χαρά τοῦ Παραδείσου!  Ἐδῶ στή γῆ θά σβήσουν οἱ χαρές τους. Καί θά μείνουν γιά πάντα ἔξω «τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς». Μακριά ἀπό τή χαρά τῆς θείας Βασιλείας.
Ἐνῶ ἀντίθετα ὅσοι παράδεισό τους ἔχουν τούς οὐράνιους θησαυρούς, ἡ ψυχή τους ἑλκύεται ἀδιάκοπα πρός τά ἄνω! Ἀλλά γιά νά χαιρόμαστε τήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ στήν ἀτελεύτητη μακαριότητα τοῦ Παραδείσου, ὀφείλουμε νά ὑπερνικήσουμε τήν ἐμπαθῆ μνησικακία, τήν ἀπατηλή κενοδοξία καί τήν ἀκόρεστη φιλοπλουτία! Ἔτσι θά βιώσουμε τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή ὡς περίοδο πνευματικότερου ἀγῶνος, περίοδο ψυχικῆς ἀνατάσεως καί ὡς ἀνοδική πορεία πρός τήν εὐλογημένη Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τους νεκρούς;

νεκρούς

Ο άνθρωπος είναι πάντα φιλοπερίεργος και τα περίεργα φαινόμενα το προκαλούν το ενδιαφέρον. Ο πόνος, σωματικός ή ψυχικός που μπορεί να προέλθει από κάποια απώλεια δικού μας προσώπου, κάνει πολλές φορές τους ανθρώπους να καταφεύγουν στους μάγους για να θεραπευθούν, να βρουν απαντήσεις ή να επικοινωνήσουν με τους νεκρούς.

Ο θάνατος κάποιου προσφιλούς προσώπου είναι αναμφισβήτητα ένα συγκλονιστικό γεγονός, που προκαλεί αναστάτωση και προβληματισμό στα συγγενικά και φιλικά πρόσωπα. Κάποιοι απ’ αυτούς καταφεύγουν στους μάντεις που τους υπόσχονται αυτή την πολυπόθητη επικοινωνία με τους νεκρούς. Όμως όλο αυτό το σκηνικό είναι μία επικίνδυνη απάτη. Σε καμία περίπτωση δε μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τους νεκρούς. Ο μάντης μόνο με τα πονηρά πνεύματα επικοινωνεί και αυτά είναι που αποκρίνονται μόνο και μόνο για να παρασύρουν τον άνθρωπο, δίνοντάς του κάποιες φορές πληροφορίες που θέλουν να ακούσουν, αλλά μόνο κακό θα του κάνουν. Να θυμάστε πως ό,τι κι αν λένε δεν προέρχεται από τον άνθρωπό μας που έχουμε χάσει.

Η εκκλησία θεωρεί μεγάλο αμάρτημα την ενασχόληση με τη μαγεία και ορίζει μεγάλα επιτίμια. 
Ο 61ος Κανόνας της 6ης Οικουμενικής Συνόδου ορίζει επιτίμιο έξι χρόνων. Εκείνους δε που επιμένουν σ’ αυτά τους αφορίζει. 
Ο Μ. Βασίλειος τους κατατάσσει με τους φονεύσαντες θεληματικά και τους κανονίζει να μην κοινωνούν για είκοσι χρόνια. Και τούτο γιατί η μαγεία δεν είναι ένα απλό πταίσμα, αλλά άρνηση του Θεού.
Ο άνθρωπος για να γλιτώσει από τη μαγεία και όλα τα σατανικά, θα πρέπει να αποφεύγει όλ’ αυτά με κάθε τρόπο. Να μην έχει καμία σχέση μαζί τους. Διαφορετικά σίγουρα θα βγει ζημιωμένος. 
Πρώτα οικονομικά: 
Πολλοί έχασαν περιουσίες στους μάγους, αλλά αυτό είναι το λιγότερο.

Έπειτα σωματικά: 
Κινδυνεύει κανείς να χάσει την υγεία του. Πολλοί έπαθαν νευρικό κλονισμό και σοβαρές ψυχικές παθήσεις. 

Τέλος ψυχικά:
 Αυτό είναι το κυριότερο. 
Με την μαγεία κινδυνεύει κανείς να χάσει την ψυχή του, αφού με την μαγεία, αρνείται κανείς τον ίδιο το Θεό.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 23, 2017

Η ΕΥΡΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ, ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ



«Η τίμια και σεβάσμια και στους αγγέλους κεφαλή πρώτα μεν βρέθηκε, κατ’ ευδοκία και φανέρωση του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, από δύο μοναχούς στην οικία του Ηρώδη, όταν ήλθαν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον ζωηφόρο τάφο του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Από τους μοναχούς αυτούς την έλαβε κάποιος κεραμέας και την μετέφερε στην πόλη των Εμεσηνών. Επειδή αισθανόταν χαρά κι ευτυχία στην καρδιά του μέσω αυτής ο κεραμέας, την τιμούσε εξαιρετικά. Έπειτα επειδή επρόκειτο να πεθάνει, την άφησε στην αδελφή του, αφήνοντας την εντολή να μην την μετακινεί ούτε να την ανοίγει, παρά μόνον να την τιμά. Και μετά τον θάνατο της γυναίκας, πολλοί δέχτηκαν την κεφαλή διαδοχικά ο ένας μετά τον άλλον. Τελευταία από όλους η κεφαλή του Προδρόμου περιήλθε σε κάποιο μοναχό και πρεσβύτερο Ευστάθιο, που ανήκε στην κακοδοξία των Αρειανών. Αυτός εκδιώχτηκε από τους ορθοδόξους από το σπήλαιο στο οποίο κατοικούσε, διότι καπηλευόταν τις ιάσεις που γίνονταν διά της τιμίας κάρας, λέγοντας ότι οφείλονται στην κακόδοξη πίστη του, γι’ αυτό κατά θεία οικονομία φεύγοντας άφησε την κάρα του θείου Προδρόμου στο σπήλαιο. Ήταν λοιπόν κρυμμένη εκεί, μέχρι των χρόνων του Μαρκέλλου, που ήταν αρχιμανδρίτης, επί της βασιλείας του Ουαλεντιανού του νέου και του επισκόπου Εμέσης Ουρανίου. Τότε ακριβώς, επειδή αποκαλύφθηκαν πολλά γι’ αυτήν, βρέθηκε να είναι σε υδρία, οπότε εισήχθη στην Εκκλησία από τον επίσκοπο Ουράνιο, ενεργώντας πολλές ιάσεις και θαύματα. Τελείται δε η σύναξη για την εύρεση της κάρας στο αγιότατο Προφητείο του Προδρόμου, που βρίσκεται στην περιοχή του Φωρακίου».

Αφορμή και πάλι για την Εκκλησία μας η εύρεση της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου, προκειμένου να τονίσει τη σπουδαία θέση του μεταξύ όλων των αγίων: να θυμηθούμε οι πιστοί ότι ήταν εκείνος που «κήρυξε τη σωτήρια έλευση του Σωτήρος Χριστού, κατενόησε την πτήση του αγίου Πνεύματος που σκήνωσε σ’ εκείνον, κατά το βάπτισμα του Κυρίου, που μεσίτευσε μεταξύ της Παλαιάς και της Νέας χάριτος» (στιχηρό εσπερινού) ότι ήταν εκείνος που «όταν παρανόμησε ο Ηρώδης τον έλεγξε και γι’ αυτό ως παράφρων ο δειλός του έκοψε την κεφαλή»(κάθισμα όρθρου) ότι ήταν εκείνος που «σφράγισε την Παλαιά Διαθήκη και υπήρξε το τέλος των προφητών, ενώ ετοίμασε τον δρόμο της καινής» (ωδή δ΄) ότι τέλος υπήρξε εκείνος που «φάνηκε με τη δύναμη και το πνεύμα του προφήτη Ηλία σαν ακράδαντος πύργος» (ωδή ε΄) ενώ υμνήθηκε από τον Κύριο «ως ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους» (ωδή ζ΄).

Πέραν όμως αυτών. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας σήμερα έρχεται να μας εξηγήσει γιατί ο Κύριος θέλησε να τον φανερώσει από την κρυμμένη στη γη για πολλά χρόνια θέση του. Κι η εξήγηση που προσάγει είναι διπλή: αφενός να κηρύξει εκ νέου μετάνοια  στους ανθρώπους, αφετέρου να γίνει ίαμα γι’ αυτούς με τα διάφορα θαύματά του. Με άλλα λόγια η εύρεση της κεφαλής του τιμίου Προδρόμου κατανοείται μέσα στα πλαίσια της ευεργεσίας του Χριστού στον πιστό λαό του, αποτελεί δηλαδή δώρο Του στην Εκκλησία, γιατί θέλει και να τον παρηγορήσει στον κόσμο τούτο με τα ιάματα που προσφέρει δια της κάρας του Ιωάννου, και να τον βοηθήσει και πάλι να βρει τον αληθινό δρόμο της ζωής, που δεν είναι άλλος από τον δρόμο της μετανοίας και του αγιασμού. Οι πολλές αναφορές του υμνογράφου επί των παραπάνω συγκεφαλαιώνονται θα λέγαμε στους στίχους του συναξαρίου: «Από τη γη φανερώνει ο Πρόδρομος τη σεβάσμια κάρα του, προτρέποντας πάλι να κάνουμε καρπούς άξιους της μετάνοιας. Πρόδρομε, συ που βάπτισες παλιά τον λαό στις πηγές των υδάτων, συ τώρα που φάνηκες από τη γη, βάπτιζέ τον στις πηγές των θαυμάτων» («Εκ γης προφαίνει Πρόδρομος σεπτήν Κάραν, καρπούς παραινών αξίους ποιείν πάλιν. Ο Βαπτίσας πριν υδάτων πηγαίς όχλους, γήθεν φανείς βάπτιζε πηγαίς θαυμάτων»).

Αλλ’ είπαμε, οι αναφορές του υμνογράφου είναι πάμπολλες: δεν μπορεί να κάνει οιαδήποτε αναφορά στον άγιο Ιωάννη, χωρίς να νιώσει την ανάγκη να μιλήσει για το πρώτιστο έργο του Προδρόμου, το κήρυγμα της μετανοίας. Προσαρμόζει όμως το έργο αυτό στα δεδομένα της εποχής του, και κάθε εποχής βεβαίως, όσο κι αν είναι σύγχρονη. «Στάλθηκε ο Πρόδρομος σαν φωνή ανθρώπου που φωνάζει στις έρημες καρδιές, εγκεντρίζοντας σ’ αυτές την ευσεβή πίστη του Υιού του Θεού, του αληθινού Θεού» («Απεστάλη βοώντος φωνή ο Πρόδρμος ταις ερήμοις καρδίαις, την του Υιού του Θεού πίστιν ευσεβή εγκεντρίζων του όντως Θεού») (ωδή η΄). Κι είναι ευνόητο για τον άγιο υμνογράφο ότι μιλώντας για τη μετάνοια μιλάμε για την οδό αγιασμού των ανθρώπων, που οδηγεί στο να γίνει ο άνθρωπος κατοικητήριο του Τριαδικού Θεού. Εκεί οδηγεί η μετάνοια και ο αγιασμός: όχι απλώς να γίνει ο άνθρωπος ένας καλός άνθρωπος – πολλοί «καλοί» άνθρωποι από ό,τι μας λένε οι άγιοί μας θα βρεθούν στην κόλαση, σε αρνητική δηλαδή σχέση με τον Θεό – αλλά να γίνει μία φανέρωση Εκείνου, μία ζωντανή παρουσία της Βασιλείας του Θεού στον κόσμο. «Ετοιμάστε, λέει και τώρα (που φανερώθηκε η κεφαλή του) ο Πρόδρομος, την οδό του Κυρίου, διά της αγιότητος. Διότι αυτός θα έλθει μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα και θα κατοικήσει αιωνίως στις καρδιές μας» («Ετοιμάσατε, φάσκει και νυν ο Πρόδρομος, του Κυρίου την τρίβον, δι’ αγιότητος ούτος γαρ ελθών, συν Πατρί και Πνεύματι, ταις ημών καρδίαις οικήσει εις αιώνας») (ωδή η΄).

Είναι περισσότερο από σαφές έτσι ότι η εύρεση της κεφαλής του τιμίου Προδρόμου λειτουργεί κατεξοχήν εισαγωγικά και αφυπνιστικά προς την περίοδο που εισερχόμαστε σε λίγες ημέρες: τη Σαρακοστή. Δεν υπάρχει καλύτερη προετοιμασία μας γι’ αυτήν, περίοδο νηστείας και εγκρατείας, πνευματικής αφύπνισης και κατάνυξης, από ό,τι μας προβάλλει η τεράστια προσωπικότητα του αγίου Ιωάννου. Κι ακριβώς αυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων και η υμνολογία της Εκκλησίας: «Ανέτειλε με λαμπρότητα η τίμια κάρα σου από τους άδυτους κόλπους της γης, Πρόδρομε Ιωάννη…Σε παρακαλούμε να μας δώσεις λύση στα δεινά της ζωής μας, όπως και να διανύσουμε τον καιρό της εγκράτειας καρποφόρα με τις πρεσβείες σου» («Λαμπροφανής ανέτειλεν η τιμία σου κάρα, εκ των αδύτων κόλπων γης, Πρόδρομε Ιωάννη…Δυσωπούμεν σε των δεινών ευρείν λύσιν και τον καιρόν ευμαρώς ανύσαι της εγκρατείας, πρεσβείαις σου») (εξαποστειλάριον όρθρου). Και στους αίνους διαβάζουμε: «Άνοιξε τα προπύλαια της εγκράτειας η πάνσεμνη κεφαλή σου, πανεύφημε, και παρέθεσε σε όλους γλυκύτατη ευχαρίστηση των θείων χαρισμάτων. Σ’ αυτά τα θεία χαρίσματα αν μετέχουμε με πίστη, γλυκαίνουμε την τραχύτητα της νηστείας» («Ήνοιξε προπύλαις της εγκρατείας η πάνσεμνος κεφαλή σου, πανεύφημε, και τρυφήν προέθηκεν ηδυτάτην πάσι θείων χαρισμάτων ων περ μετέχοντες πιστώς, το της νηστείας τραχύ γλυκαίνομεν»).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...