Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Αυγούστου 11, 2011

Ὁ Πανταρώτας

Παπαδιαμάντης Ἀλέξανδρος


Ναυτικὸν διήγημα



Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ὁ Καλοσκαιρὴς δὲν εἶχεν ἀνάγκην τοῦ πορθμείου τοῦ Χάρωνος διὰ νὰ πηδήσῃ εἰς τὸν ἄλλον κόσμον· εἶχε τὸ ἰδικόν του.

Καλὰ ποὺ εὑρέθη κι αὐτὸ τὸ ὑπόσαθρον πλοιάριον, αὐτόχρημα σκυλοπνίχτης, φελούκα παμπάλαιος, διὰ νὰ θαλασσοπνίγεται καὶ πορίζηται τὰ πρὸς τὸ ζῆν ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης. Ἦτο πτωχός, πάμπτωχος. Τόσα χρόνια ποὺ ἐγύριζε στὴν ξενιτειὰ κ’ ἐταξίδευε μὲ ξένα καράβια, κατάλαβες, καμμίαν προκοπὴν δὲν εἶχεν ἰδεῖ. Παραπάνω ἀπὸ λοστρόμος, δὲν κατώρθωσε νὰ φθάσῃ. Ἄλλοι σύντροφοί του, κατάλαβες, ἀπέκτησαν σκοῦνες καὶ βρίκια, καὶ δύο-τρεῖς μάλιστα εὑρίσκοντο, τὸ-σήμερο, μὲ μπάρκα. Κι αὐτὸς δὲν εἶχε τὸ-σήμερο, οὐδ’ ἕνα κότερο, μόνον ἦτον ἠναγκασμένος μ’ αὐτὴν τὴν παλιόβαρκα ν’ ἀγωνίζεται νὰ πορισθῇ τὸν ἄρτον τῆς οἰκογενείας του. Καὶ εἶχεν οἴκοι δύο «ἀδύνατα μέρη», ἐν ὥρᾳ γάμου, καὶ οἱ γαμβροί, κατάλαβες, τὸ-σήμερο, γυρεύουν πολλά. Σπίτι, ἀμπέλι, ἐλαιῶνα, παλιοχώραφα, τὰ χρειαζούμενα τοῦ σπιτιοῦ ὅλα, καὶ τὸ μέτρημα χωριστά.

Μήπως εἶχε, τοὐλάχιστον, βοήθειαν ἀπὸ κανένα; Ἐκ τῶν δύο υἱῶν του ὁ νεώτερος ὁ Δημήτρης, καλή του ὥρα, ὑπηρετοῦσε, ἂς εἶχε ζωή, εἰς τὸ Βασιλικὸν Ναυτικόν. Καλὰ ναυτικὰ ἤθελε μάθει! Ὁ ἄλλος, ὁ Ἀποστόλης ὁ μεγαλύτερος, ἔλειπε χρόνια εἰς τοὺς ὠκεανούς. «Οὔτε γράμμα οὔτε ἀπηλογιά». Πρὸ τριῶν ἐτῶν εἶχε μάθει ὅτι ἦτο μὲ ἓν ἀγγλικὸν ἀτμόπλοιον ναύτης, καὶ ὅτι περνοῦσε γιὰ Ἰταλός. Ἂς πᾷ-νὰ περνοῦσε καὶ γιὰ Σκλαβοῦνος! Αὐτὸς διάφορο δὲν εἶχε.

Ὡς ὁ κατάδικος εἰς τὸ ἰκρίωμά του, ὡς ὁ κοχλίας εἰς τὸ κέλυφός του, ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἦτο προσηλωμένος εἰς τὴν λέμβον του. Ἐταξίδευε μεταξὺ Μιτζέλας, Στυλίδος, Λιχάδος, Ὠρεῶν καὶ Αἰδηψοῦ. Διεπόρθμευε κάτι μικρὰ ἐμπορεύματα, σπανίως ἐπιβάτας. Ἅπαξ τοῦ μηνὸς κατέπλεεν εἰς τὴν χθαμαλὴν εὐλίμενον νῆσόν του, διὰ νὰ φέρῃ ἐξοικονόμησιν εἰς τὴν γριὰ καὶ εἰς τὰς δύο κόρας του.

Τὸ πάλαι εἶχε σύντροφον εἰς τὴν λέμβον τὸν γερο-Σαλαμάστρα (καλὰ ποὺ ηὗρε συμπλωτῆρα ἀρκετὰ ριψοκίνδυνον)· ἀλλ’ ὁ γερο-Σαλαμάστρας δὲν ἦτο εὐχαριστημένος ἀπὸ τὸ μερδικό, ἐγόγγυζεν ἀπαύστως καὶ μίαν πρωίαν τοῦ ἔφυγε καὶ τὸν ἄφησε «μὲς στὴ μέση». Ὕστερον, «ἀπὸ φεγγάρι σὲ φεγγάρι» εἶχεν ἐνίοτε τὸν μπαρμπα-γιάννην τὸν Λαλούμενον. Ἀλλ’ ὁ μπαρμπα-Γιάννης ὁ Λαλούμενος συνήθειαν εἶχε, τὴν ἡμέραν τοῦ ἀπόπλου, νὰ συμπίνῃ μὲ τοὺς φίλους, καὶ οὐχὶ σπανίως τὸ ταξίδι ἀνεβάλλετο ἐξ αἰτίας του, ἢ ὁ ναῦλος ἐναυάγει ἐξ ὁλοκλήρου. Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἠναγκάσθη νὰ τὸν ἀποπέμψῃ.

Τελευταῖον καὶ μόνιμον σύντροφον προσέλαβε τὸν Γιάννην τὸν Πανταρώτα.


***


Τί περίφημος ἄνθρωπος αὐτὸς ὁ Γιάννης ὁ Πανταρώτας! Ἠδύνατό τις νὰ τὸν ὀνομάσῃ καὶ γιάννην Ἄπιαστον. Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης μάλιστα τὸν ἐναυτολόγει ὑπὸ τὸ ὄνομα «Ἰωαννίδης». Ὑπελόγιζεν ὅτι, ἂν ὑπάρχουσιν ἀνὰ τὸν ἑλληνικὸν κόσμον ἑκατὸν χιλιάδες ἔγγαμοι γιάννηδες καὶ γιάνναιναι χῆραι, θὰ εἶναι, κατὰ μέσον ὅρον, διακόσιαι πενῆντα ἢ τριακόσιαι χιλιάδες Ἰωαννίδαι. Καὶ μετὰ τρεῖς γενεάς, ὅτε (ἂν περισωθῇ τὸ ἑλληνικὸν γένος) τὰ εἰς ιδης καὶ αδης θ’ ἀπαντῶνται μόνον εἰς τὰ ἡρωικο- κωμικὰ ἐπύλλια, τίς θὰ εὑρεθῇ ν ̓ ἀνησυχήσῃ ἂν οἱ ζήσαντες Ἰωαννίδαι ἦσαν σωστοὶ τριακόσιαι χιλιάδες ἢ τριακόσιαι χιλιάδες καὶ εἷς;

Τὸ ἀληθὲς εἶναι, ὅτι ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ὁ Καλοσκαιρὴς ἔτρεφε μεγάλην στοργὴν πρὸς τὸν συμπλωτῆρά του, τὸν Πανταρώταν. Δὲν ἐμερίμνα τόσον περὶ τοῦ ἑαυτοῦ του, ἂν θ’ ἀξιωθῇ νὰ λάβῃ σύνταξιν ἀπὸ τὸ Ναυτικὸν Ἀπομαχικὸν Ταμεῖον, ὅσον περὶ τοῦ συντρόφου του. Ἐκεῖ ποὺ ἔπλεεν ἀπὸ κάβον εἰς κάβον, ἀπὸ αἰγιαλὸν εἰς αἰγιαλόν, ἵστατο μίαν στιγμήν, ἄφηνε τὴν κώπην, ἔφερε τὴν χεῖρα εἰς τὸ μέτωπον, κ’ ἔλεγε:

― Τὸ ἐλάχιστο, αὐτὸς ὁ Ἰωαννίδης δὲ θὰ πάρῃ τίποτε σύνταξη; Τὸν ναυτολογῶ ταχτικά! Τίποτε δὲν τοῦ λείπει. Τὰ χαρτιά του εἶναι σωστά. Ἐγώ, ἂς κουρεύωμαι!

Καὶ στρεφόμενος πρὸς μεσημβρίαν ἔκαμνε λίαν ἐκφραστικὴν χειρονομίαν, μὲ τὸν ἀντίχειρα καὶ μὲ τὸν δείκτην λέγων:

―Ὅρσε, κουβέρνο!


***


Καὶ οὐχ ἧττον ὑπέφερε πολλὰ διὰ νὰ «τὸν περάσῃ στὰ χαρτιὰ» αὐτὸν τὸν γιάννη τὸν Πανταρώτα. Οἱ λιμενικοὶ ὑπάλληλοι μάλιστα «τοῦ ἔψηναν τὸ ψάρι στὰ χείλη». Εἶναι ἀληθὲς ὅτι ὁ ἐξακουσμένος σύντροφός του ἦτο ἐν διηνεκεῖ ἀπουσίᾳ. Οἱ ἁλιεῖς, οἱ συναντῶντες τὸν μπάρμπ’ Ἀλέξην παραπλέοντα τὰς ἀκτάς, ἐνίοτε καὶ οἱ αἰπόλοι, οἱ ὁδηγοῦντες τὰς αἶγάς των εἰς τὸν αἰγιαλόν, «διὰ ν’ ἁρμυρίσουν», τὸν ἠρώτων:

― Ποῦ εἶν’ ὁ σύντροφός σου; Μοναχός σου ἀρμενίζεις;

― Πάει ν’ ἀγοράσῃ ψωμιά, ἀπήντα ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης. Τώρα τὸν περιμένω νὰ γυρίσῃ.

Κ’ ἐνῷ ἔλεγεν ὅτι τὸν περιμένει, ἐξηκολούθει οὐδὲν ἧττον νὰ πλέῃ.

Οἱ ἐπιστάται τῶν λιμένων, οἱ ὑγειονομικοὶ φύλακες καὶ οἱ τελωνοσταθμάρχαι ἦσαν τὰ φόβητρα τοῦ μπάρμπ’ Ἀλέξη.

Ἐπαρουσιάζετο πάντοτε μόνος του, εἰς τὸν ὑγειονομικὸν ἢ λιμενικὸν σταθμόν, διὰ «νὰ βγάλῃ τὰ χαρτιά».

― Ποιὸς εἶν’ ὁ σύντροφός σου;

―Ὁ Γιάννης ὁ Πανταρώτας. (Ἀλλαχοῦ ἔλεγεν ὁ Ἰωαννίδης.)

― Καὶ ποῦ εἶν’ αὐτὸς ὁ γιάννης ὁ Πανταρώτας; ― Μὲ καρτερεῖ στὴ βάρκα. ― Πῶς δὲν τὸν παρουσιάζεις ποτέ; ―Ὁλημέρα στὴν πιάτσα βρίσκεται. Ἀδειάζει ἀπ’ τὸ μεθύσι; ― Κ’ ἐμπιστεύεσαι σὺ νὰ ταξιδεύῃς μὲ μέθυσον. ― Τὸν ἔχω διὰ τὸν τύπο, ἐπειδὴ ἔτσι τὸ θέλει ὁ νόμος.

Ἐγὼ ἀξίζω γιὰ δυό.

Καὶ ὁ λιμενικὸς ὑπάλληλος ἐφόρει τὰ γυαλιά του καὶ τοῦ ἔδιδε «τὰ χαρτιά».

Εἷς ὅμως ὑπάλληλος ἦτον πολὺ πονηρός, καὶ τὸν εἶχε καταλάβει.

Φαίνεται νὰ ἦτον «Μωραΐτης». Ἀλλ’ ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ταχέως τὸν ἀφώπλισε. Ὑπὸ τὴν πρῷραν τῆς βάρκας ἔκρυπτε πάντοτε μίαν τσότραν γεμάτην, ἢ καὶ δαμεζάναν ὁλόκληρον, τοῦ εὑρίσκοντο δὲ καὶ κάτι ὀρεκτικὰ ἐδέσματα τῆς πατρίδος του. Μὲ μισὴ ἀστακοουρά, μὲ κανὲν καπνιστὸ κεφαλόπουλο τῆς λίμνης, μὲ ὀλίγον αὐγοτάραχον, μ’ ἕνα ἔγχελυν ἁλατισμένον, ὅλα προϊόντα τῆς μικρᾶς ὡραίας νήσου, ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἔκαμνε τὴ δουλειά του.

Εἷς ἄλλος ὅμως ἦτο σκληρός. Ἦτο ὀλιγώτερον τρεπτὸς ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους θεούς, καὶ ἂς τοὺς εἶχε σχεδὸν πατριώτας. Ἦτο «Αὐστριακός, χειρότερος ἀπὸ Τοῦρκον», κ’ ἔτυχε νὰ γίνῃ ὑπάλληλος εἰς τὴν ἐλευθέραν Ἑλλάδα. Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης δὲν ἠμπόρεσε νὰ τὸν καταφέρῃ. Ἠναγκάσθη νὰ παύσῃ νὰ πλησιάζῃ εἰς τὸν σταθμὸν ἐκεῖνον τῆς Στερεᾶς.


***


Μίαν φορὰν ὅμως «τὰ ἔφερε σκοῦρα». Εὑρέθη εἰς τὸ πέλαγος, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Εὐβοϊκοῦ στενοῦ, εἰς ἴσην ἀπὸ τῆς ἠπείρου καὶ ἀπὸ τῆς νήσου ἀπόστασιν. Ἤρχετο ἀπὸ τοὺς Ὠρεοὺς κ’ ἔπλεε διὰ τὸ Θρόνιον. Εἶχε μικρὸν φορτίον ἀπὸ στάμνες καὶ κανάτια, καὶ ἡμίσειαν δωδεκάδα βαρέλια ἐντοπίων μικρῶν ἀφύων. Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἦτο ἀμέριμνος ὡς πάντοτε, κ’ ἐκάθητο εἰς τὴν πρύμνην κυβερνῶν τὸ σκάφος καὶ ἰθύνων τὸ ἱστίον.

Δὲν ἦτο ἀνάγκη τώρα νὰ κάμῃ τὴν τέχνην τὴν ὁποίαν ἐσυνήθιζεν ἄλλοτε. Νὰ καθίσῃ δηλαδὴ εἰς τὸ κύτος τῆς λέμβου, παρὰ τὸν ἱστόν, νὰ προσδέσῃ τὴν σκότα καὶ τὸν οἴακα διὰ διπλῶν σχοινίων, καὶ νὰ χειρίζηται ἀόρατος, ἀπὸ τοῦ κύτους, φλόκον, ἱστίον καὶ πηδάλιον, μὲ μία χεριά.

Ἐνίοτε μάλιστα ἐνησμενίζετο νὰ τὸ κάμνῃ ὁσάκις εἶχεν, ὅπερ σπάνιον, κανένα χερσαῖον ἐπιβάτην, τὸν ὁποῖον ὑπεχρέου νὰ καθίσῃ παρὰ τὸ πηδάλιον, ὅταν διήρχοντο πλησίον παραθαλασσίου χωρίου. Καὶ ἀπὸ τῆς ξηρᾶς ἔβλεπον τότε πρᾶγμα ἀπίστευτον, φουστανελὰν κυβερνῶντα τὴν λέμβον.

Τὴν φορὰν ὅμως ταύτην δὲν εἶχεν ἐπιβάτην κανένα χερσαῖον.

Αἴφνης βλέπει βασιλικὸν πλοῖον ἐρχόμενον ἀντίπρῳρα αὐτοῦ.

Ἦτο ἡ «Σαλαμινία» πιθανῶς. Ἴσως νὰ ἦτο καὶ ἡ «Πληξαύρα» ἢ ἡ «Ἀφρόεσσα».

Ἂν εἶχε κανένα ἐπιβάτην, ἂς ἦτο καὶ φουστανελάς, θὰ τὸν ὑπεχρέου νὰ μεταμφιεσθῇ εἰς ναύτην, νὰ φορέσῃ τὰ παλιὰ ἀμπαδίτικα τοῦ μπάρμπ’ Ἀλέξη, τὰ ὁποῖα εὑρίσκοντο ὑπὸ τὴν πρῷραν διὰ πᾶν ἐνδεχόμενον.

Ἀλλ’ ἐπιβάτην, εἴπομεν, δὲν εἶχε. Τί νὰ κάμῃ; Σηκώνεται, λαμβάνει τὸ ἓν τῶν ζυγῶν, ἐφ’ ὧν καθέζονται οἱ ἐρέται, τὸ ἀνορθοῖ, ἐβγάζει ἕνα σκαλμόν, τὸν προσδένει διὰ τοῦ τροπωτῆρος σταυροειδῶς ἐπὶ τοῦ ζυγοῦ.

Κύπτει ὑπὸ τὴν πρῷραν, ἀναζητεῖ τὰ παλαιὰ ράκη του, ἐνδύει τὸ διπλοῦν ξύλον μὲ μίαν κάπαν, τῆς ὁποίας τὰ μανίκια ἐκρέμαντο σπαρακτικῶς περὶ τὰς δύο ἄκρας τοῦ σκαλμοῦ.

Ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὀρθοῦ ξύλου θέτει ἕνα ναυτικὸν κοῦκον, τὸν ὁποῖον εἶχεν, ἀφ’ οὗ χρόνου ἐταξίδευε μὲ τὰ ξένα πλοῖα εἰς Ἰταλίαν καὶ εἰς τὸν Ἀδρίαν.

Διὰ νὰ σταθῇ ὁπωσοῦν ὁ κοῦκος, τὸν περιδένει ὁλόγυρα μὲ τὸ κίτρινον ζωνάρι του, ὡς σαρίκι.

― Εἶναι σωστὸ σκιάζουρο, ἐψιθύρισεν ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης.

Καὶ ἔστησε τὸ αὐτοσχέδιον τοῦτο ἀνδρείκελον ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ τῆς πρῴρας, μὲ τὴν βάσιν κάτω εἰς τὸ κύτος, ἐκεῖθεν τοῦ κολπουμένου ἱστίου.

Ἔβαλε καὶ τὴν μίαν κώπην ἐγκάρσιον, οἱονεὶ εἰς ἀνάπαυσιν ἐπὶ τῶν γονάτων τοῦ ἀνδρεικέλου, μὲ τὸ πτερύγιον ἄνω πρὸς τὸν οὐρανόν!

Ὀλίγα λεπτὰ ἀκόμη, καὶ τὰ δύο ἀντίπρῳρα πλοῖα συνηντήθησαν.

Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ὕψωσε τὴν σημαίαν, ἐμετρίασε τὸν δρόμον, καὶ ἀπέδωκε τὰς τιμάς.

Ὁ κελευστὴς τῆς βασιλικῆς ἡμιολίας, ὅστις ἐγνώριζε τὸν μπάρμπ’ Ἀλέξην ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν δὲν ἠδυνήθη νὰ μὴ θαυμάσῃ τὴν εὐχειρίαν καὶ τὴν ρᾳστώνην μεθ’ ἧς ἔπλεε.

― Μπράβο καπετὰν Ἀλέξη, τῷ ἔκραξεν, εἶσαι πολὺ σβέλτος.

― Ἀλήθεια, ἀπήντησεν ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης... καὶ μάλιστα ὁ σύντροφός μου.


***


Τούτων ἕνεκα, μεγάλης χαρᾶς ἦτο ἀφορμὴ διὰ τὸν μπάρμπ’ Ἀλέξην, ὅταν κατώρθωνε «στὴ χάση καὶ στὴ φέξη» νὰ ἔχῃ κανένα ἐπιβάτην, τὸν ὁποῖον, ἐν ἀνάγκῃ, νὰ περάσῃ ὡς τὸν περίφημον γιάννη τὸν Πανταρώτα. Ἀλλὰ ποῦ ἐπιβάτης; Ποῖος ἐτόλμα νὰ πατήσῃ τὸν πόδα εἰς τὴν παλιόβαρκα;

Μίαν φορὰν εὐτύχησε νὰ ἐπιβιβάσῃ ἀπὸ μίαν ἀκρογιαλιὰν τῆς Λοκρίδος ἕνα κάποιον ὀρεινόν, ὅστις ἤθελε νὰ περάσῃ ἀντικρύ, εἰς τὴν Εὔβοιαν.

Ἀλλ’ ἴσως ἦτο ἡ πρώτη φορά, καθ’ ἣν οὗτος ἐπάτησε τὸν πόδα εἰς πλοῖον ἐν γένει. Μόλις ἐκάθισε παρὰ τὴν πρύμνην, μὲ τὴν σκούφιαν του ἴσα μὲ τὸ αὐτί, μὲ τὸν στριμμένον μύστακά του, μὲ τὰ τουζλούκια του, εἰς μέρος, ὅπου ἐδιαναστοῦσεν ἡ βάρκα, καὶ ὅπου ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης εἶχε διπλαρώσει τὴν βάρκα ἐπίτηδες, διὰ νὰ τὸν παραλάβῃ, καὶ ἀμέσως, πρὶν λύσῃ ὁ ναύτης τὰ ἀπόγεια, πρὶν ἡ λέμβος σαλεύσῃ ἀκόμη, διότι ἦτο γαλήνη, ὁ ἐπιβάτης ἤρχισε νὰ πιάνεται ἀπὸ τὸν σκαλμόν, ἀπὸ τὴν κωπαστήν, ἀπὸ τὸν ὦμον τοῦ μπάρμπ’ Ἀλέξη, ἀπὸ ὅ,τι εὕρισκε.

― Τί ἔχεις; εἶπεν ὁ κυβερνήτης· κάμε ἥσυχα, μὴ φοβᾶσαι.

Καὶ ἤρχισε ν’ ἀνασπᾷ τὴν ἄγκυραν. Ἀλλ’ ὁ ἐπιβάτης δὲν ἦτο καλά! Εἶχε κύψει εἰς τὸ κύτος, κ’ ἐζήτει νὰ κρατηθῇ ἀπὸ τὰς ἐξοχὰς τῶν στραβοξύλων, ἀπὸ τὰ ἐσωτερικὰ φατνώματα.

Ἡ λέμβος ἐκινήθη.

―Ἔχε ἔννοια, εἶπεν ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης, τώρα θὰ λύσω τὸ πανί.

Ὁ ἐπιβάτης ἐκυρτώθη, ἔγινε κουβάρι. Ἐκρατεῖτο σπασμωδικῶς ἀπὸ τὸ πρυμναῖον ζυγόν, ἀπὸ τὸν θριγκὸν τῆς πρύμνης.

― Βγάλε με! Βγάλε με! ἐκραύγασε. ― Τί ἔπαθες, βρὲ ἄνθρωπε, σὲ καλό σου! ― Βγάλε με ὄξου, δὲν μποροῦ. Δὲν μποροῦ τὴν φευ γάλα τς βάρκας. Τὸ σκάφος ἐσάλευσεν ὀλίγον τι.

― Μὴ φοβᾶσαι, δὲν εἶναι φουρτούνα. Μπονάτσα κάλμα. ― Βγάλε με ὄξου, σ’ λένε. Τί μ’ κρένεις αὐτοῦ; ― Τώρα λιγάκι κ’ ἐφθάσαμε. Κάμε τὸ σταυρό σου.

Τράβα μιὰ ρακιά. ― Χοντρὲς καληῶρις μ’ κρένεις, βλέπου; Καὶ μὲ τὸν ἕνα γρόνθον ἐφοβέριζε τὸν μπάρμπ’ Ἀλέξην, ἐνῷ μὲ τὸν ἄλλον ἐκρατεῖτο σπασμωδικῶς ἀπὸ τὴν κωπαστήν.

Ὁ γηραιὸς ναυτικὸς ἔδωκε τόπον τῇ ὀργῇ. Ἠναγκάσθη νὰ προσεγγίσῃ ὀπίσω εἰς τὴν ξηρὰν καὶ νὰ τὸν ἀποβιβάσῃ.

Μόλις ἐπάτησεν εἰς τὰ ἅγια χώματα, ὁ ὀρεινός, ἀπεμακρύνθη ὀλίγα βήματα, καὶ στραφεὶς κατὰ τὸν αἰγιαλόν, ἐστάθη μεταξὺ ἑνὸς βράχου κ’ ἑνὸς θάμνου, καὶ προσβλέψας βλοσυρῶς πρὸς τὸν μπάρμπ’ Ἀλέξην, ὅστις ἀπεμακρύνετο σιωπηλὸς ἀπὸ τῆς ἀκτῆς, ἐπρότεινε καὶ τοὺς δύο γρόνθους τὴν φορὰν ταύτην, σείων ἀπειλη- τικῶς τὴν κεφαλὴν καὶ κράζων:

― Ἄχ! καραβά. Ἄχ! βρὲ καραβά. Ἄχ! μωρὲ καραβά!


***


Ἂν καὶ συνήθως ἐθήρευε τοὺς ἐπιβάτας, ὅπου τοὺς εὕρισκεν, ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἅπαξ εὑρέθη εἰς τὴν ἀνάγκην ν’ ἀποποιηθῇ νὰ παραλάβῃ ἐπιβάτην εἰς τὴν μικρὰν ὑπόσαθρον σκάφην του. Ἰδοὺ πῶς:

Ἦτο κατὰ τὰς τελευταίας ἡμέρας τοῦ ἔτους 1870. Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἡτοιμάζετο ν’ ἀποπλεύσῃ ἔκ τινος ἐρήμου ἀκτῆς τῆς Φωκίδος, μελετῶν, ἂν δὲν εὕρῃ ἐν τῷ μεταξὺ κανένα ναῦλον, ν’ ἀπέλθῃ εἰς τὴν μικρὰν νῆσόν του.

― Χειμῶνα, καλοκαίρι, ὣς τόσο, δὲ θὰ ξαποστάσω μιὰ φορὰ κ’ ἐγώ! Καλότυχοι εἶναι ὁ Καπετὰν Φραγκούλης, ὁ γιαλόξυλος, ὁ καπετὰν Θανασός, ὁ Ζευγαρωμένος, ὁ καπετὰν γιαννάκος, ὁ Ἔρωτας! Ἅμα μεσάσῃ ὁ Τρυγητὴς ὁ μήνας, ἔρχονται καὶ δένουν τὰ καραβάκια τους ἀπὸ τὴν Κολώνα τῆς πιάτσας, καὶ τραβοῦν φαῒ καὶ ὕπνο ποὺ πάει ἀντάρα καὶ καπνός!

Ἦτο περὶ τὴν ἑσπερινὴν ἀμφιλύκην, εἶχεν ἀρχίσει νὰ νυχτώνῃ.

Δὲν ἐφοβεῖτο νὰ πλέῃ καὶ διὰ νυκτὸς εἰς τόσον γνωστὰ πελάγη. Ἐκαυχᾶτο ὅτι «κ’ οἱ ξέρες καὶ τὰ γκρίφια τὸν ἐγνώριζαν».

Ἡτοιμάζετο ν’ ἀνασπάσῃ τὴν ἄγκυραν.

Τὰ νερὰ εἰς τὸν ὅρμον ἐκεῖνον ἦσαν ρηχά, «δὲν ἐδιαναστοῦσεν ἡ βάρκα».

Ἦτο ἀραγμένος μέχρι βολῆς τουφεκίου ἀπὸ τῆς ξηρᾶς.

Ἐκεῖ βλέπει κάτι τι κ’ ἔλαμψεν ἔξω ἐπί τινος βράχου τῆς παραλίας. Αὐτὸ δὲ τὸ λάμψαν ἔλαμψεν ἐπί τινος λίαν ἀμαυροῦ, λίαν θαμβοῦ.

Μὲ ὅλον τὸ ἐπικρεμάμενον ἤδη σκότος, ἡ ἀμαυρότης ἐφαίνετο δεσπόζουσα τοῦ σκότους.

Ἀκούει μίαν φωνήν, φωνὴν λίαν ἐπιτακτικὴν καὶ τραχεῖαν.

― Βρέ, καραβά!

Προσηλοῖ τὰ ὄμματα, διαστέλλων ὑπερβολικῶς αὐτά, ὅπως διακρίνῃ ἐν μέσῳ τοῦ λυκόφωτος.

Μεταξὺ δύο βράχων, εἰς μέρος, ὅπου ἤρχιζεν ἕνα μονοπάτι, γνωστὸν αὐτῷ, δι’ οὗ ἀνερριχᾶτό τις εἰς τὴν γυμνὴν καὶ ἀπόκρημνον ἀκτήν, βλέπει δύο ἄνδρας ἱσταμένους. Ἦσαν ἔνοπλοι, καὶ τὰ τουφέκια καὶ τὰ πιστόλιά των ἔστιλβον ἐπὶ τῆς λερῆς περιβολῆς των.

Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἐφοβήθη μέγαν φόβον. Οὐδ’ ἐπὶ στιγμὴν ἀμφέβαλεν ὅτι ἦσαν λῃσταί.

Ἀκούει δευτέραν φωνήν: ―Ἔ! καραβά! ἔλα γλήγορα νὰ μᾶς πάρῃς. ― Τώρα, τώρα! ἀπήντησε μηχανικῶς ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης. Καὶ ἀφοῦ ἀνέσυρε τὴν ἄγκυραν, ἔλαβε τὰς κώπας.

Ἀλλ’ ἀντὶ νὰ ἐλαύνῃ πρὸς τὴν ξηράν, ἐχαμήλωσεν τὴν ράχιν του, ἔκρυψε τὴν κεφαλήν του ἐντὸς τοῦ κύτους, γενόμενος ἀόρατος ἀπὸ τῆς ἀκτῆς, καὶ μὲ τὰς χεῖρας ἢ μὲ τοὺς πόδας ὅπως ἠδύνατο, ἤρχισε νὰ ἐλαύνῃ πρὸς τὸ πέλαγος.

Οἱ δύο ἀπὸ τῆς ξηρᾶς ἰδόντες τὸν δόλον, ἤρχισαν νὰ τὸν καταρῶνται καὶ νὰ τὸν ὑβρίζωσι μὲ τὰ φαυλότατα τῶν ἐπιθέτων.

Ἀλλ’ ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ἠδιαφόρει. Ἐφοβεῖτο νὰ ἔλθῃ εἰς ἐπαφὴν μὲ τοιούτους φοβεροὺς τὴν ὄψιν ἀνθρώπους. Καὶ πλουσίαν ἀμοιβὴν ἂν τοῦ ἔταζον, δὲν θὰ τοὺς ἐδέχετο ποτὲ εἰς τὴν λέμβον.

Ἠκούσθη μία τουφεκιά.

Ἡ βολὴ συρίξασα ἐκτύπησεν εἰς τὸ πηδάλιον τῆς λέμβου.

Δευτέρα τουφεκιὰ βροντώδης ἀντήχησεν.

Τὸ βόλι ηὐλάκωσε τὸ κῦμα, καὶ βυθισθὲν ἐχάθη εἰς τὸν μέλανα πόντον.

Ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης, ἐξακολουθῶν νὰ ἐλαύνῃ, ἦτο ἐκτὸς βολῆς ἤδη.

Ὅταν ἀπεμακρύνθη ἀρκετὰ ἀπὸ τῆς ξηρᾶς, ἀνωρθώθη περίτρομος ἀκόμη, καὶ ἤρχισε νὰ ψηλαφᾷ τὰ μέλη του.

―Ὤ! διάβολε! ἄλτρος κάβος κονταρέμους. Καὶ προσέθηκεν: ―Ὣς τόσο, καλὰ ποὺ τὴν ἐγλύτωσα. Πῶς θὰ χαρῇ ἡ καημένη ἡ γριά!


***


Εἴτε φαντασιώδης ἦτο ὁ κίνδυνος εἴτε πραγματικός, τοῦ μπάρμπ’ Ἀλέξη τοῦ ἐφάνη ὅτι «ἐξαναγεννήθη». Ἐν τούτοις δὲν ἦτο ἀπίθανον νὰ ἦσαν καὶ λῃσταὶ οἱ δύο ἐκεῖνοι ἄνθρωποι. Κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην, εἶχε γίνει ἐν Ἑλλάδι σπουδαία καὶ ἀποτελεσματικὴ ἐργασία πρὸς ἐξάλειψιν τῆς λῃστείας, ὅθεν οἱ τρεῖς ἢ τέσσαρες ἀρχηγοὶ τῶν τότε ἰσαρίθμων κομμάτων, συνασπισθέντες, ὡς νὰ ἦσαν ἐκδικηταὶ τῶν προγεγραμμένων, ἐκρήμνισαν παταγωδῶς ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τὸ ἔκφυλον ὑπουργεῖον.

Ἴσως οἱ δύο οὗτοι φυγάδες, ἂν ἦσαν πράγματι λῃσταί, νὰ ἦσαν τὰ τελευταῖα λείψανα καταστραφείσης τινὸς συμμορίας.


***


Καὶ ὅμως ὁ γηραιὸς ναύτης, ἂν ἐσώθη ἀπὸ ἀληθεῖς λῃστάς, δὲν ἐφυλάχθη ὅμως καὶ ἀπὸ κοινοὺς κλέπτας. Εἰς μίαν ἄλλην ἀκρογιαλιὰν εἶχε προσορμισθῆ μίαν ἡμέραν. Ὁ σταθμὸς ὁ λιμενικός, ὅπου ὤφειλε «ν’ ἀλλάξῃ τὰ χαρτιά του», ἀπεῖχεν ἐκεῖθεν ἡμισείας ὥρας ὁδόν. Τώρα, ἐὰν εἶχε σύντροφον ἄλλον τινὰ παρὰ τὸν Πανταρώταν, ὅστις διετέλει ἐν διηνεκεῖ ἀπουσίᾳ, θὰ τὸν ἄφηνε νὰ φυλάγῃ τὴν βάρκα, καὶ δὲν θὰ τὴν ἄφηνεν ἔρημην καὶ ὀρφανήν. Καὶ ἂν δὲν τὴν ἄφηνεν ἔρημην καὶ ὀρφανήν, δὲν θὰ
ἤρχοντο ἐν τῇ ἀπουσίᾳ του κλέπται, νὰ τοῦ πάρουν ὅ,τι εἶχε καὶ ὅ,τι δὲν εἶχε.

Τοῦτο δὲ ἀκριβῶς συνέβη.

Οἱ κλέπται ἐμβῆκαν μέσα ὡς καλοὶ οἰκοκυραῖοι. Τοῦ ἀφῄρεσαν τὰ πάντα, ἐνδύματα, τρόφιμα, κοντάρια, ἱστία, ὡς καὶ τὰς κώπας.

Τοῦ ἄφησαν μόνον τοὺς τροπωτῆρας καὶ τοὺς σκαλμούς.

Καὶ τοὺς μὲν σκαλμοὺς ἴσως δὲν ἠδυνήθησαν νὰ τοὺς ἐβγάλουν ἀπὸ τὲς σκαλμότρυπες· οἱ δὲ τροπωτῆρες θὰ τοὺς ἔπεσαν, δι’ ἀδεξιότητα, ἀπὸ τὰς κώπας.
Τί νὰ τοὺς κάμῃ τοὺς τροπωτῆρας καὶ τοὺς σκαλμούς! Πῶς νὰ ταξιδεύσῃ χωρὶς κώπας, χωρὶς ἱστία;

.........................................

Καὶ ἔκτοτε ὁ μπάρμπ’ Ἀλέξης ὁ Καλοσκαιρὴς ὡρκίσθη νὰ μὴ παραβῇ ἐπὶ ζωῆς του τοὺς περὶ ναυτιλίας νόμους, καὶ νὰ μὴ συνταξιδεύσῃ πλέον μὲ τὸν Γιάννη τὸν Πανταρώτα.


(1891)

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΩΗΛ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΟΥ-ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
(Φιλιπ. Β’ 5-11)


Μέσα σε λίγες γραμμές, το Αποστολικό κείμενο της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, προβάλλει εμπρός μας όλο το εκπληκτικό μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως.
            Πρόκειται για ένα δογματικό και θεολογικό αριστούργημα, που η θεόπνευστη γραφίδα του Αποστόλου Παύλου, μέσω των Φιλιππησίων, μας έχει αποθησαυρίσει στο σώμα της Εκκλησίας μας.
            Ο Υιός του Θεού, ο Άπειρος Θεός του ουρανού και της γης, ο Δημιουργός «δι’ ου τα πάντα εγένετο», έκρυψε την Θεία Του μεγαλειότητα και έγινε άνθρωπος όμοιος με εμάς, χωρίς αμαρτία.
            Ασύλληπτη η συγκατάβασίς Του, για αυτό και άπειρη η ύψωσις και η δόξα Του.
            Όσο χαμηλά κατέβηκε, τόσο ψηλά ανήλθε!
            Ο Θεός Πατήρ υπερίψωσε τον Υιόν Του και ως άνθρωπο στην εξουσία και τιμή της Θεότητος. Του δίνει την πρώτη θέση στην ιεραρχία του ορατού και αοράτου κόσμου!
            Αλλά την πορεία της υψώσεως και τιμής του Κυρίου Ιησού, ακολούθησε και η Πανάχραντος Μητέρα Του, της οποίας την ένδοξη Κοίμηση εορτάζει ολόκληρη η στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία Του.
            Αν θελήσουμε να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην Ορθόδοξη Θεολογία και στην εκκλησιαστική μας ιστορία, σχετικά με την Κυρία Θεοτόκο, θα δούμε ότι ανέκαθεν η Παναγία μας κατείχε την ειδική θέση μεταξύ των αγίων. Είναι η θαυμαστή προσωπικότητα που λαμβάνει διαρκώς την πρώτη θέση μεταξύ των κτισμάτων του Θεού. Για αυτό είναι και η περισσότερο εξυμνημένη μέσα στον λειτουργικό μας πλούτο. Είναι η «Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Και ακριβώς μέσα σε αυτήν την αγία και Ιερά παράδοση που κινούνται ακαταπαύστως οι Άγιοι Πατέρες μας, εδίδαξαν, από τα αποστολικά ακόμα έτη, ότι η Παρθένος γέννησε τον Θεάνθρωπο Κύριο και άρα είναι Θεοτόκος. Την ονόμασαν Θεοτόκον, όχι βέβαια ότι έδωσε αρχή και ύπαρξη στον προαιώνιο Θεό, αλλά διότι ο προαιώνιος Θεός – Λόγος, εχωρήθηκε «εν τη γαστρί αυτής και εξ αυτής αμεταβλήτως», έλαβε την ανθρωπίνη φύση και έγινε κάτι που δεν ήταν προηγουμένως, δηλ. Θεάνθρωπος.
            Οι δε Τρίτη, Πέμπτη και Έκτη Οικουμενικές Σύνοδοι, αναθεματίζουν εκείνους, που δεν ονομάζουν Θεοτόκον την Αγίαν Παρθένον.
            Αναθεματισμένος, τονίζουν, εκείνος ο οποίος «ουχ ομολογεί Θεόν είναι κατά αλήθειαν τον Εμμανουήλ και δια τούτο Θεοτόκον την Αγίαν Παρθένον».
            Όντως η Θεοτόκος είναι ο «κυματοθραύστης των αιρέσεων», και ως εκ τούτου επάνω της σπάζουν τα μανιασμένα κύματα των πλανών και των αιρέσεων και στο Πανάγιο πρόσωπό της, θρυμματίζεται ο ανήθικος τρόπος ζωής, τον οποίο μάλιστα ορισμένοι προσπαθούν να τον περάσουν ως δήθεν φυσιολογικό και ως κοινωνικώς αποδεκτόν...
            Αλλ’ αδελφοί μου, αυτοί που ξέπεσαν στο δόγμα, είναι δυνατόν να παραμείνουν στο ακέραιον ήθος, όπως αυτό μας το παρουσιάζει και το προβάλλει η Μητροπάρθενος Μητέρα του Λυτρωτού; Και είναι δυνατόν να έχουν την ευλογία του Υιού της, όσοι συμπροσεύχονται και συγχρωτίζονται με τους εχθρούς της Μητέρας Του; Δηλ. οι αναθεματισμένοι από τις Οικουμενικές Συνόδους, είναι δυνατόν να έχουν σχέση με την θεότητα και να είναι γνήσια μέλη της Εκκλησίας ώστε να δέχονται την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος;
            Πόσο, αλήθεια, θλίβουν την Κυρία των Αγγέλων, όσοι το «φρέαρ το συντετριμμένο» των κακοδόξων  αιρέσεων, το ονομάζουν «Εκκλησία», δίνοντας έτσι εντελώς παράλογα τον τίτλο που έχει το μοναδικό σώμα του Υιού της, σε ανθρώπους που είναι εχθροί του Θεανθρώπου και αυτής της Θεοτόκου...;  
            Αλλά η Μητέρα του Κυρίου μας και Μητέρα των πιστών Χριστιανών, βρίσκεται τώρα στον βασιλικό, απαστράπτοντα και υπερκόσμιο θρόνο της και αντικρίζει τον μοναδικό και ποθητό Υιό της. Στέκεται δίπλα Του με μητρική παρρησία και δέεται υπέρ όλου του κόσμου. Υπέρ του ταλαίπωρου Ελληνικού μας Έθνους που τόσο έχει προστατεύσει άχρι τούδε, και φυσικά προς πείσμα των δαιμόνων και των οργάνων τους, θα συνεχίσει να προστατεύει. Δέεται για την κάθε ψυχή, ώστε να οδεύει την οδόν της σωτηριώδους μετανοίας.  Δέεται και παρακαλεί κυρίως υπέρ των Ορθοδόξων ποιμένων, ώστε να παραμένουν στα χρυσά και αιώνια πλαίσια της Ορθοδόξου δογματικής και ηθικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, και συνάμα οι Ορθόδοξοι αυτοί ταγοί, να βρίσκονται μακριά από την κατάρα του οικουμενισμού, ορθοτομώντας τον Λόγον της Αληθείας Του Υιού της και Θεού μας.
            Είθε, αυτές οι θερμές θεομητορικές της πρεσβείες, να σώσουν τον κόσμο ολόκληρο και να μας χαρίσουν το ακριβό χάρισμα της Ορθοδοξίας και ορθοπραξίας, μέσα στην ευλογημένη ατμόσφαιρα της Αγίας Ταπεινώσεως.
            Αμήν
π.Ιωήλ
Κόνιτσα

ο π.Ανδρέας απο το Σαράι

undefined
«Δεν είμαι ταπεινός, επειδή αν ήμουν, ο Θεός θα έδινε να βλέπω τον παράδεισο κάθε μέρα» Έτσι μου απάντησε

Αύγουστος 1941-Ο αγώνας του Θανάτου!

όταν βλέποντας την πάντα γελαστή μορφή του τον «κατηγόρησα» ότι είναι ταπεινός.

Δε ξέρω πόσων ετών είναι. Ξέρω ότι άφησε τα εγκόσμια πριν από 18 χρόνια όταν η σύζυγός του, κάποιο βράδυ, της είπε ότι θα πάει στον Κύριο σ΄ ένα μήνα και αυτός να τ΄ αφήσει όλα και να πάει στο Άγιο Όρος. Την άκουγε έκπληκτος, επειδή η συμβία του δεν ήταν άρρωστη ποτέ πριν, αλλά ούτε μετά απ΄ αυτή την ανακοίνωση .
Πάντως πέθανε ακριβώς μετά από ένα μήνα.!
Έτσι ο πατέρας Ανδρέας τ΄ άφησε όλα και ήρθε στο Περιβόλι της Παναγίας. Ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και όχι το δικό του γι΄ αυτό απέκτησε καλοσύνη και ταπεινοφροσύνη. Η μορφή του είναι πάντα φωτεινή και εκπέμπει χαρά, επειδή λέει «χαίρεται για όλους και για όλα».
Δε θέλει να πει ένα λόγο διδασκαλίας επειδή: « μόνο οι άγιοί μας είναι δάσκαλοι. Εγώ είμαι ένας απλός μοναχός, τι να διδάξω εγώ τους άλλους εάν δεν είμαι άγιος»;
Είχε ήδη ανατείλει ο ήλιος πάνω στο γελαστό του πρόσωπο,όταν απομακρύνθηκε, πηγαίνοντας στην υπακοή του, τραβώντας ένα καρότσι.

Ντοκουμέντο. Άκαμπτος και απτόητος ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ειρηναίος


Μετά την προβολή της εκπομπής «ΑΘΕΑΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» (25 Ιανουαρίου 2011) του δημοσιογράφου κ. Κώστα Χαρδαβέλα σχετικά με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το αίσχος του εγκλεισμού (φυλάκιση) του κανονικού και νομίμου Πατριάρχη κ. κ. Ειρηναίου από τον μοιχεπιβάτη και πραξικοπηματία αρχιεπίσκοπο Θαβωρίου Θεόφιλο, τον αντικανονικό, παράνομο και παριστάνοντα τον «Πατριάρχη Ιεροσολύμων», εκδόθηκε από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων μία ανακοίνωση/δελτίο τύπου ότι δήθεν ο μακαριότατος παραμένει οικειοθελώς σε απομόνωση!






Εμείς εξασφαλίσαμε και κοινοποιούμε στο διαδίκτυο το αίτημα του Πατριάρχη Ειρηναίου προς το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ούτως ώστε να αρθούν όλα τα εμπόδια και να αποκτήσει όλα τα ανθρώπινα δικαιώματά του, συμπεριλαμβανομένων και των θρησκευτικών του ελευθεριών, αφού μια ομάδα επίορκων κληρικών της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας  έχει κλειδώσει από τις 11 Φεβρουαρίου 2008 και τις δύο πόρτες που επικοινωνούν/προσεγγίζουν το μοναστικό του κελί!!




Η σχετική έγγραφη αναφορά του Πατριάρχη Ειρηναίου μέσω του δικηγόρου του κατατέθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2010 και εντός τριμήνου η αρμόδια Διεύθυνση Εκκλησιών θα έπρεπε να μεριμνήσει του ζητήματος. Απεναντίας δεν έκανε καμία ενέργεια.

Ωστόσο, μετά την παρακάτω αποκάλυψη που κάνουμε, ας γνωρίζουν οι πάσης φύσεως ιθύνοντες ότι σε περίπτωση που συμβεί το παραμικρό στη ζωή ή την υγεία του αυθαίρετα έγκλειστου και μαρτυρικού Πατριάρχη, θα υπάρξει προσφυγή στη δικαιοσύνη κατά παντός υπευθύνου.

Σελίδα 1

Σελίδα 2


Σελίδα 3

Σελίδα 4


Σελίδα 5

Σελίδα 6


Σελίδα 7

Σελίδα 8


Σελίδα 9

Σελίδα 10


Σελίδα 11

Σελίδα 12


Σελίδα 13

Σελίδα 14


Σελίδα 15

Σελίδα 16

Μικρά Παράκλησις....


(Εράνισμα εκ των Ψαλμών)

Προς Σε τας χείράς μου, προς Σε τους οφθαλμούς μου αίρω,
τα φλέγοντά μου δάκρυα θυσίαν σοι προσφέρω•
ετάκη η καρδία μου, ωσεί κηρός, εντός μου•
ελέησόν με, ο Θεός, σπλαγχνίσου, ο Θεός μου.
Είναι πολύ το πέλαγος, πολύ, των οικτιρμών σου•
η προσευχή μου εις ναόν φοιτά τον άγιόν σου•
εις κρίσιν με τον δούλόν σου μη θέλης να εισέλθης,
πριν η με τα ελέη σου επί της γης κατέλθης.
Η δόξα σου ως ουρανός ατέρμονος απλούται•
ενώπιόν σου, ο Θεός, θνητός δεν δικαιούται•
το όνομά σου άπειρον πληροί την οικουμένην•
συ την ψυχήν μου οίκτειρον την καταβεβλημένην.
Η ύπαρξίς μου εις φθοράν και σκοτασμόν κατέβη•
κατέστην των μισούντων με και των εχθρών μου χλεύη•
οι συγγενείς μου μ’ ύβριζον, μ’ ενέπαιζον οι φίλοι,
τας κεφαλάς των σείοντες, λαλούντες με τα χείλη.
Και πάντες οι θεώμενοι σκληρώς με κατηρώντο,
και τόσα βέλη κατ’ εμού και ξίφη ημιλλώντο•
ω, πότε, πότε, Κύριε, θα παύσης την οργήν σου;
πάσαν αυγήν το στόμα μου λαλεί την αίνεσίν σου.
Ανωφελής ο βίος μου ενώπιόν σου ρέει•
πάσα πνοή και ύπαρξις το πρόσκαιρόν της κλαίει•
είς λίθος εις οικοδομήν ας ήμην του ναού σου
και ας ήμην καίουσα λαμπάς προ του σεπτού βωμού σου.
Οι ουρανοί την δόξαν σου σιγώντες διηγούνται•
προς αίνόν σου τα χείλη μου τα τρέμοντα κινούνται•
πώς ραγισμένη βάρβιτος θα βάλη αρμονίαν;
και πώς ψυχή βαρυαλγής θα είπη μελωδίαν;
Το πνεύμά μου ιλιγγιά, ω Κτίστα των αιώνων,
δεν έχω αλλ’ η δάκρυα να σοι προσφέρω μόνον•
ως του ηλίου η ακτίς την δρόσον καταπίνει,
το έλεός σου εκπεμφθέν τα δάκρυά μου σβήνει.
Προς Σε τον Πλάστην έκραξα εν συνοχή καρδίας,
σκώληξ της γης οικτρός εγώ και τέκνον ασθενείας•
μη αποβάλης προσευχήν εκ βάθους πεμπομένην
και μη απώση, ο Θεός, ψυχήν συντετριμμένην.
Ω, Κύριε, τίς εν Θεοίς υπάρχει όμοιός σοι;
και τίς το πλάσμα δύναται των σων χειρών να σώση;
αν παρά σοι ευπρόσδεκτος δεν είν’ η προσευχή μου,
ας αναλύση εις πηγάς δακρύων η ψυχή μου.
Προς Σε τας χείράς μου, προς Σε τους οφθαλμούς μου αίρω,
τα φλέγοντά μου δάκρυα θυσίαν Σοι προσφέρω•
ετάκη η καρδία μου, ωσεί κηρός, εντός μου•
ελέησόν με, ο Θεός, σπλαγχνίσου, ο Θεός μου.
(ΑΘΗΝΑΙ: 1881)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟυ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ, ΑΠΑΝΤΑ: ΤΟΜΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ
ΑΘΗΝΑ 1988. Α. ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Αφιερωμένο στους ήρωες Σολωμό Σολωμού και Τάσο Ισαάκ



 Αφιερωμένο στους δυο αγνούς ήρωες Σολωμό Σολωμού και Τάσο Ισαάκ, που δολοφονήθηκαν από τα βάρβαρα χέρια και τα ύπουλα πυρά των Τούρκων του ψευδοκράτους του Ντενκτάς.
Σήμερα η πουλημένη πολιτική ηγεσία της Κύπρου θα έπρεπε να κρύβεται.
Το αίμα των δολοφονημένων θα κυνηγάει πάντα όσους δολερώς σχεδιάζουν να ξεπουλήσουν την Κύπρο μας!
ΑΘΑΝΑΤΟΙ!!!
πηγη  Ιστολόγιο ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ ΠΑΤΡΩΝ

Συσχετισμοί συμφερόντων και δημοσίων σχέσεων η αλλαξοπατριαρχία στα Ιεροσόλυμα

Μέρος δεύτερο






Στην προηγούμενη ανάρτησή μας (7/5/2011), μεταξύ άλλων κάναμε λόγο α) για τις σχέσεις του ελληνοαμερικανού προέδρου του επιχειρηματικού συμβουλίου ΗΠΑ-Κατάρ κ. Πάτρικ Θέρος με τον αγιοταφίτη Θεόφιλο Γιαννόπουλο, β) το ρόλο του στην ανάπτυξη οικονομικών συνεργασιών της κυβέρνησης Παπανδρέου και της κυβέρνησης του Κατάρ, καθώς και γ) τη ματαίωση του φιλόδοξου ενεργειακού σχεδίου στη ναυτιλιακή και βιομηχανική περιοχή Αστακού Αιτωλοακαρνανίας.

Υπενθυμίζουμε ότι το κατασκευαστικό έργο θα αναλάμβανε κονσόρτσιουμ (κοινοπραξία) εταιρειών, ανάμεσα στις οποίες μία από τις μεγαλύτερες «δυνάμεις» του κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Consolidated Contractors Company, με έδρα την Αθήνα. Στο επενδυτικό σχήμα συμμετείχε με 33% μέσω της εταιρείας Shabbagh & Khoury SAL.

Το άλλο 33% θα το κατείχε η γερμανική εταιρεία Rosebud – θυγατρική (;) αμερικανικής επιχείρησης – που εκπροσωπείται από τον κ. Ι. Αντωνιάδη – Σπορίδη.

Πολλοί είχαν αναρωτηθεί πώς η άγνωστη Rosebud είχε καταφέρει να συνεταιριστεί με παγκόσμιους κολοσσούς όπως τους ιδιοκτήτες της CCC και τις δύο εταιρείες του Κατάρ (Qatar Petroleum International, Qatar Electricity and Water Company) που θα είχαν το υπόλοιπο 33%. Όλα δείχνουν πως η Rosebud δεν πρόσφερε μόνο τεχνολογία για παραγωγή βιοκαυσίμων, αλλά και πολιτικές διασυνδέσεις με παράγοντες της περιοχής και της κυβέρνησης. Η διοίκηση της Rosebud ήταν αυτή που ανέτρεψε τους αρχικούς κυβερνητικούς ισχυρισμούς για τις αιτίες του ναυαγίου καθώς εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία τα φόρτωνε όλα στην S&K SAL. Η Rosebud υποστήριζε πως οι Παλαιστίνιοι της CCC ήθελαν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη απόδοση από την επένδυση και πίεζαν το Κατάρ να προμηθεύσει το φυσικό αέριο σε χαμηλότερη τιμή. Το Κατάρ δεν δέχτηκε να πουλήσει αέριο σε χαμηλότερη τιμή και το σχέδιο ναυάγησε τουλάχιστον σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η πλευρά του Ι. Αντωνιάδη (εφημερίδα «Ισοτιμία», 23-24/10/2010).

Επισήμανση πρώτη: Από την αρχή που ανακοινώθηκε η ενεργειακή επένδυση από το Κατάρ στο λιμάνι του Αστακού έφερε την οσμή διαπλοκής. Ο τρόπος που δημοσιοποιήθηκε, σε συνδυασμό με το μέγεθος και τη συμφωνία της επένδυσης, δημιουργούσε ποικίλους προβληματισμούς για το τι κρύβεται πίσω από την υπόθεση αυτή.


Την υπόθεση χειρίστηκε εξ αρχής ο υπουργός Επικρατείας Χάρης Παμπούκης.

Το μνημόνιο στρατηγικής συνεργασίας για το ενεργειακό κέντρο Αστακού με το Κατάρ υπέγραψε για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης ο υφυπουργός Εξωτερικών-αρμόδιος για την Οικονομική Διπλωματία, Σπύρος Κουβέλης [...]


Στην υπόθεση ακούγεται και το όνομα του αδελφού του πρωθυπουργού, Νίκου Παπανδρέου... («Ελεύθερος Τύπος», 20.10.2010).

Επισήμανση δεύτερη: Στο ενδοκυβερνητικό και το εσωκομματικό παρασκήνιο από τη ματαίωση της επένδυσης στον Αστακό ήδη λέγονται πολλά. Κάποιοι θυμήθηκαν ότι νομικός εκπρόσωπος της CCC την περίοδο που το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν στην κυβέρνηση ήταν ο υπουργός Επικρατείας Χάρης Παμπούκης («Ελεύθερος Τύπος», 20.10.2010).


Επισήμανση τρίτη: Όπως αναφέραμε και στην προηγούμενη ανάρτησή μας (7.5.2011), η κατασκευαστική εταιρεία CCC υπήρξε εκ των χορηγών της έδρας Ελληνικών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Ταφτς, στη Βοστώνη.


Σύμφωνα με το μπλογκ Σίβυλλα (19.9.2010), ο ένας από τους δύο ιδρυτές της CCC κ. Σαιντ Χούρι και η σύζυγός του, παρέθεσαν στις 6.9.2010 κλειστό δείπνο στο σπίτι τους προς τιμήν του απερχόμενου αμερικανού πρεσβευτή κ. Ντάνιελ Σπέκχαρντ.

Ποιoς ήταν όμως ο πρέσβης των ΗΠΑ που επέστρεφε στην πατρίδα του για να εργαστεί στη Νέα Υόρκη σε εταιρεία συμβούλων για την Μέση Ανατολή; («Το Άρθρο», 5/9/2010). 





Ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ «όπως προκύπτει από το βιογραφικό του, έχει άμεση γνώση των στρατηγικών επιδιώξεων της Ουάσιγκτον στην περιοχή και ειδικώτερα στην Ελλάδα, όπως είναι τα ενεργειακά» σημείωνε ο «Κόσμος του Επενδυτή» (19-20/5/2007), προτού αντικαταστήσει τον Τσαρλς Ρις στην Αθήνα. 

Στις 6/2/2011 με συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα», ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ μας εξηγεί τελικά «γιατί από πρεσβευτής έγινα τραπεζίτης». Εκεί μαθαίνουμε ότι ανέλαβε πρόεδρος της Proton Bank, με προσωπική απόφαση του βασικού μετόχου της (και κουμπάρου του) Λαυρέντη Λαυρεντιάδη.

Η κίνηση αυτή του Έλληνα επιχειρηματία στην Proton Bank δεν σχετίζεται με την απομείωση της θέσης του στην Alapis και στην Lamda Partners, τις οποίες πούλησε στον βουλγαροϊρακινής καταγωγής σύμβουλο επιχειρήσεων κ. Mario Al-Jebouri, ούτε με την αποχώρηση του από τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες στην Ελλάδα σημειώνει η εφημερίδα «DealNews» στις 4-2-2011.

Επισήμανση πρώτη: Σύμφωνα με το βιογραφικό του ο κ. Mario Al-Jebouri έχει διατελέσει και στέλεχος της Lazard Investment Bank.

Επισήμανση δεύτερη: Ο τραπεζίτης του ομίλου Lazard κ. Ματιέ Πιγκάς είναι σύμβουλος της κυβέρνησης Παπανδρέου από τις αρχές του 2010.

Επισήμανση τρίτη: Η Lazard ήταν ο ανεξάρτητος εκτιμητής της θετικής έκθεσης ως προς τη αξιοπιστία και το παραδεκτό της μιας και μόνης πρότασης της ThyssenKrupp Marine Systems να μεταβιβάσει στην Abu Dhabi Mar ποσοστό 75,1% του μετοχικού κεφαλαίου για τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Υπενθυμίζεται εδώ ότι ο πρώην γενικός διευθυντής εξοπλισμών Ευάγγελος Βασιλάτος ενέπλεξε ευθέως το Νίκο Παπανδρέου στην υπόθεση δηλώνοντας «ο αδελφός του Καραμανλή δεν έκανε ταξίδια στο Άμπου Ντάμπι, όπως έκανε ο αδελφός του Παπανδρέου, με δημόσια τοποθέτηση της κυβέρνησης» («Ελεύθερος Τύπος» 19.12.2010).

Επισήμανση τέταρτη: Η Lazard έχει ήδη αναλάβει μαζί με τη Deutsche Bank (και την HSBC) να εκπονήσει μελέτη με εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον του ελληνικού τραπεζικού συστήματος («Το Βήμα» 17.9.2010).

Επισήμανση πέμπτη: Στις 03/10/2010 ο διοικητής της Deutsche Bank, Γιόζεφ Άκερμαν απένειμε το βραβείο «Κβαντρίγκα / Δύναμη για Αλήθεια» στον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου για «το θάρρος των αποφάσεών του για την αναδιάρθρωση της δημοσιονομικής πολιτικής της Ελλάδας και την αποτροπή πτώχευσης της χώρας».

Επισήμανση έκτη: Σύμφωνα με το «Πρώτο Θέμα» στις 20.6.2010, ο κ. Λαυρέντης Λαυρεντιάδης είναι από τους ελάχιστους Έλληνες επιχειρηματίες που διαθέτουν προσωπική και απευθείας επαφή με τον πρόεδρο της γερμανικής τράπεζας … η οποία αποτελεί το βασικό χρηματοοικονομικό σύμβουλο του ομίλου Λαυρεντιάδη, σε όλες τις επιχειρηματικές κινήσεις («Financial BOX» 7.9.2009).

Επισήμανση έβδομη: Ο κ. Mario Al-Jebouri (συνέταιρος του κ. Λαυρέντη Λαυρεντιάδη στο πανίσχυρο fund Lamda Partners που έχουν συστήσει με έδρα το Λονδίνο) ήταν και μέλος της εθνικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του Ιράκ μετά την αμερικανική επέμβαση («DealNews» 23.12.2010). Υπενθυμίζεται πως επικεφαλής στο πρόγραμμα Οικονομικής Ανάπτυξης και Ανοικοδόμησης του Ιράκ έχει διατελέσει και ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...