Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Ιουνίου 03, 2014

Ποίος δρόµος οδηγεί στον Χριστό; Και περί Ταπεινώσεως


72232Γέρων Πορφύριος
Και θα µ’ ερωτήσετε, πως θα περιπατήσουµε Γέροντα, σ’ αυτό το µονοπάτι; Σας λέγω, λοιπόν, αυτό το µονοπάτι το βάδισε πρώτα ο Χριστός µας και µετά οι Άγιοι. Ο Χριστός µας το λέγει καθαρά. Ακολουθήστε µε στα ίχνη µου. Μας χάραξε το δρόµο, παιδιά µου, µάς δίδαξε και τον τρόπο.
Έκανε στενό το δρόµο, µονοπάτι. Μόλις ένας χωράει να περπατεί. Είναι στενός, δύσκολος, ανηφορικός. Η πόρτα για να µπείς, στενή και χαµηλή• πρέπει να σκύψεις για να περάσεις!
Να σκύψεις µέ υποµονή στις δυσκολίες της ζωής. Να σκύψεις µέ πίστι και προσευχή στις ασθένειες. Να σκύψεις, ζητώντας την θεία βοήθεια σε όλα όσα σου συµβαίνουν. Να σκύψεις στις ύβρεις, στις κατηγορίες και στις συκοφαντίες.
Και τι σηµαίνει σκύβω; ταπεινώνοµαι σιωπηλά, αγόγγυστα, υποµονετικά, ευχαριστώντας και δοξολογώντας το Θεό για όλα. Αφήνοµαι στα χέρια του Θεού µέ απόλυτη εµπιστοσύνη και Του λέω: «Χριστέ µου ο,τι θέλει η Αγάπη Σου!».
«Δοξάσατε δη τον Θεό εν τω σώµατι υµών και εν τω πνεύµατι υµών, άτινα εστι του Θεού», αυτό είναι το νόηµα της χριστιανικής ζωής, κατά τον Απόστολο Παύλο.
Πρέπει να είµαστε ταπεινοί παιδιά µου. Έτσι θα αποκτήσουµε τη χάρι του Θεού. Χωρίς την Χάρι του Θεού, ο,τι και αν κάνουµε δεν θα φέρουν αποτέλεσµα και δεν θα αξιωθούµε να πάµε στον Παράδεισο. Ο Θεός δίνει την Χάρι Του σ’ εµάς, όταν είµαστε ταπεινοί.
Δεν είναι ακατόρθωτο να επιτύχουµε τον αγιασµό µας. Αυτό µάς το απέδειξαν τόσοι άγιοι της Εκκλησίας µας. Αρκεί εµείς να αποκτήσουµε ταπείνωσι και αγάπη. Έτσι θα γίνουµε άνθρωποι του Θεού. Φίλοι του Χριστού. Διότι όλοι οι άνθρωποι του Θεού είχαν ταπεινό φρόνηµα. Πως χαρακτήριζε ο Απόστολος Παύλος τον εαυτό του; «έκτρωµα» και πως τον θεωρούσε; «πρώτο µεταξύ των αµαρτωλών». Και ο Δαβίδ, πως έλεγε για τον εαυτό του; «εγώ ειµι σκώληξ και ουκ άνθρωπος, όνειδος ανθρώπων και εξουθένηµα λαού».
Η ταπείνωσι παιδιά µου, είναι «η αρετή των τελείων». Η ταπείνωσι, είναι «η ρίζα της αγάπης και κάθε αρετής». «Ο φρουρός και φύλακας» κάθε χαρίσµατος• αλλά και η ουσιαστική αιτία που προκαλεί και ελκύει τον Χριστό να χαρίζει πλούσιες πνευµατικές εµπειρίες.
«Ο έχων ταπείνωσιν ταπεινοί τον δαίµονα. Και ο µή έχων ταπείνωσιν ταπεινούται υπό των δαιµόνων».
Για να φθάσεις να γνωρίσεις τον Θεό, δηλαδή να φθάσεις στη Θεογνωσία, είναι ανάγκη, να ταπεινωθείς• δεν υπάρχει άλλος δρόµος να φθάσεις στον Χριστό. Και ο Χριστός θα ευλογήσει τον αγώνα σου. Την προσπάθειά σου περιµένει.
Να παρακαλάτε τον Χριστό, νύκτα και ηµέρα, όπως λέµε στην κατανυκτική ευχή του Προστάτη σας Αγίου του Οσίου Εφραίµ του Σύρου, «Κύριε και Δέσποτα της ζωής µου, πνεύµα ταπεινοφροσύνης χάρισαί µοι τω σω δούλω». Το φιλάνθρωπο και Πανάγιο Πνεύµα του Θεού, έχει την Βασιλεία του στους ταπεινούς.
Με αλήθεια και ειλικρίνεια πρέπει να εργαζόµαστε τις αρετές. Πολλοί είναι οι ταπεινολογούντες και οι ταπεινόσχηµοι, αλλά ελάχιστοι οι ταπεινοί όπως και πολλοί οι εξοµολογούµενοι, αλλά ελάχιστοι οι µετανοούντες. Η ταπεινολογία είναι δαιµονική συµπεριφορά.
Να φορέσετε παιδιά µου το «ένδυµα του Χριστού», που είναι η Ταπείνωσι.
Εύχοµαι! εύχοµαι!

Η δύναμη της συνήθειας


Όλα, γενικά, τα πάθη αναπτύσσονται στην ψυχή μας, όταν τους δείχνουμε συγκατάβαση. Η συγκατάβαση, όταν επαναληφθεί πολλές φορές, δημιουργεί συνήθεια. Και η συνήθεια κάνει το πάθος ισχυρό κυρίαρχό μας. Γι’ αυτό ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος είπε: «Να φοβάσαι τις κακές συνήθειες περισσότερο από τους εχθρούς», δηλαδή τους δαίμονες.
Αν, μόλις εμφανιστεί μέσα μας αμαρτωλή επιθυμία, την αρνηθούμε, στην επόμενη εμφάνισή της θα είναι πιο αδύναμη,
 
ώσπου τελικά θα σβήσει. Αν, όμως, την ικανοποιήσουμε, θα επιστρέψει λίγο αργότερα με μεγαλύτερη δύναμη. Και όσο την ικανοποιούμε, τόσο δυναμώνει, τόσο μεγαλύτερη εξουσία αποκτά πάνω στην προαίρεσή μας, αιχμαλωτίζοντάς την σιγά-σιγά, ώσπου τελικά γεννά τη συνήθεια.
Τα αμαρτήματα που διαπράττουμε από συνήθεια, όσο βαριά κι αν είναι, μας φαίνονται ελαφριά. Το καινούργιο αμάρτημα το φοβάται η ψυχή και δεν αποφασίζει σύντομα να το διαπράξει.
Τα πάθη είναι συνήθειες κακές, οι αρετές είναι συνήθειες καλές. Εδώ, βέβαια, εννοούμε τα πάθη και τις αρετές που έγιναν συνήθειες στον άνθρωπο με τη διαγωγή του, με τον τρόπο της ζωής του. Γιατί υπάρχουν πάθη και αρετές που αποτελούν έμφυτες ιδιότητες του ανθρώπου, ιδιότητες με τις οποίες αυτός γεννιέται.
Ο άνθρωπος του Θεού πρέπει να είναι όσο το δυνατό περισσότερο ελεύθερος από κακές συνήθειες, οι οποίες τον εμποδίζουν να πλησιάσει τον Χριστό. Ο άνθρωπος του Θεού πρέπει όχι μόνο από τις αμαρτωλές συνήθειες να απομακρύνεται, αλλά και απ’ όλες όσες οδηγούν άμεσα η έμμεσα στην αμαρτία, όπως είναι, για παράδειγμα, η τρυφή, η μαλθακότητα, ο περισπασμός.
Καμιά φορά μια ασήμαντη συνήθεια μας δένει τα πόδια και μας κρατά στη γη, ενώ θα μπορούσαμε να ήμασταν στον ουρανό!

Το διαβολικό πάθος της συκοφαντίας

Η συκοφαντία είναι ψευδής κατηγορία…Είναι, διαβολή. Και είναι βέβαιο ότι ο διάβολος είναι εφευρέτης της συκοφαντίας, ως πατέρας του ψεύδους, εφόσον ο συκοφάντης είναι εκείνος που κατεξοχήν ψεύδεται. Το να σηκώσει ο άνθρωπος τη συκοφαντία είναι μεγάλος άθλος.
 
 Και τον σηκώνει μόνο εκείνος που προσβλέπει προς τον Κύριο Ιησού, ο οποίος όταν «ενηνθρώπησε» και ήλθε στη γη, σήκωσε τον Σταυρό της συκοφαντίας και οδηγήθηκε ως τον ατιμωτικό θάνατο.
Η συκοφαντία είναι μέγα άλγος για τον συκοφαντούμενο και φοβερή δοκιμασία για την πνευματική του υπόσταση. «Ουκ έστιν», μας λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, «ουδέν αφορητότερον τοις οδυνωμένοις λόγον δυνάμενον δακείν
 
 
ψυχήν». Δεν υπάρχει δηλαδή τίποτε πιο αφόρητο για όσους υφίστανται την οδύνη της συκοφαντίας, γιατί η συκοφαντία είναι πραγματικά δάγκωμα για την ψυχή. Γι” αυτό και ο προφήτης Δαβίδ έλεγε προς τον Κύριο: «Λύτρωσέ με από τις συκοφαντίες των ανθρώπων και θα φυλάξω τις εντολές σου».
Τί είναι όμως εκείνο που κινεί τον άνθρωπο στο να συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του και να λέει ψέματα εναντίον του;
Η ασκητική εμπειρία μας έχει υποδείξει ότι τα κίνητρα του συκοφάντη συνήθως είναι η ζήλεια, ο φθόνος, η μνησικακία, η υπερηφάνεια και τα σαρκικά πάθη. Γι” αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατάκριση, η κακολογία, και πολύ περισσότερο η συκοφαντία, είναι επισφράγισμα και ενεργοποίηση άλλων παθών, τα οποία λερώνουν την ψυχή και της προκαλούν ανεπανόρθωτη βλάβη.
Μας λέει ο όσιος Θαλάσσιος: «Η ψυχή του κακόγλωσσου και του συκοφάντη έχει πολύ κακή γλώσσα. Ένας τέτοιος άνθρωπος βλάπτει τον εαυτό του, αυτόν που τον ακούει και καμιά φορά και αυτόν που συκοφαντεί».
Επίσης αυτός που εξευτελίζει και συκοφαντεί τον πλησίον του εξοργίζει τον Θεό και οι συνέπειες για τη στάση του αυτή είναι πολύ βαριές, διότι έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τη Χάρη του Θεού. Ο αββάς Ησαΐας λέει ότι «αυτός που κατηγορεί και εξουθενώνει τον αδελφό του, αποξενώνει τον εαυτό του από το έλεος που απολαμβάνουν οι Άγιοι». Και ο Νικήτας Στηθάτος μας υπογραμμίζει ότι η εγκατάλειψη της Χάρης έχει σαν αποτέλεσμα την πτώση ή σε παράπτωμα σαρκικό ή σε παράπτωμα γλώσσας ή λογισμού . Και η πτώση αυτή, αν δεν επέλθει η μετάνοια, ώστε να αποκατασταθεί η σχέση με τον Θεό και τον αδελφό, «είναι θάνατος της ψυχής», δηλαδή βίωμα κόλασης πριν από την επικείμενη κόλαση.
Οι Άγιοι σκέπαζαν τα αμαρτήματα του πλησίον, για να μας υποδείξουν την αγάπη και τη συγχωρητικότητα και το ότι πρέπει να ασκήσουμε τον εαυτό μας στο να μην κακολογούμε και να μη λέμε ψέματα εναντίον του αδελφού μας.
Αναφέρει το Γεροντικό ότι κάποιος από τους Πατέρες είδε έναν αδελφό να αμαρτάνει Έκλαψε τότε πικρά και είπε: «Αυτός σήμερα, εγώ αύριο!», θέλοντας να δείξει πόσο τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο όλοι είμαστε επιρρεπείς προς την αμαρτία.
Συνήθως βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι δεν κακολογούν και δεν συκοφαντούν κανέναν, αλλά ότι εκείνοι υφίστανται κατηγορίες και συκοφαντίες από το περιβάλλον τους. Όμως και οι ανακρίβειες, οι υπερβολές, οι εύκολες κρίσεις και κατακρίσεις, που τόσο πολύ ασύστολα σήμερα διατυπώνονται από μερικούς από μας για οποιονδήποτε ήθελε πέσει στην κριτική μας, είναι συχνά δυσφημιστικές και συκοφαντικές για το πρόσωπο του πλησίον.
Όλοι έχουμε δοκιμάσει την πικρότητα και το φαρμάκι της συκοφαντίας. Κι αυτό γιατί άλλα κίνητρα είχαμε εμείς σε κάποια κίνηση μας και άλλα κίνητρα μας απέδωσαν οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας. Και συχνά μπορεί αυτοί να είναι και φίλοι μας ή συγγενείς μας ή και πνευματικοί αδελφοί μας, οπότε ο πόνος μας γίνεται μεγαλύτερος και περισσότερο απαράκλητος.
Ας προσέχουμε λοιπόν να μην έχουμε στο στόμα μας δολιότητα για τον αδελφό μας. Γιατί η συκοφαντία είναι εξουθενωτική για τον κάθε άνθρωπο, «ακόμη και τον πιο συνετό τον κάνει να παραφέρεται και να χάσει την ευγένειά του»
Εκτός όμως απ” αυτά η πείρα έχει δείξει ότι ο Κύριος «ταπεινώνει τον συκοφάντη» ο οποίος με τη μοχθηρία του αυξάνει πάρα πολύ τις συμφορές του και πέφτει τελικά στο λάκκο που ανοίγει για τον πλησίον του.
Η κακολογία και η συκοφαντία δείχνουν ότι ο άνθρωπος που τις έχει εγκολπωθεί νοσεί και χρειάζεται θεραπεία η ψυχή του. Και η θεραπεία επέρχεται με το να «έλθουμε στον εαυτό μας», να δούμε τα δικά μας πάθη και να θεωρήσουμε ότι όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι για τις αμαρτίες και τα λάθη που γίνονται στο χώρο μας και ανάμεσά μας. Θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας, διότι αυτή δεν είναι πάντα ασφαλής. Τα αισθητήριά μας συχνά κάνουν λάθος. Δεν γνωρίζουμε την πρόθεση του άλλου, γι” αυτό ερμηνεύουμε λανθασμένα τη συμπεριφορά του. Άλλωστε δεν έχουμε τη δυνατότητα να κρίνουμε τον άλλο, γιατί δεν μπορούμε να μπούμε στην ψυχή του. Η κρίση είναι έργο μόνο του Θεού.
Και σε τελευταία ανάλυση, τί ωφελεί το να συκοφαντήσουμε τον συνάνθρωπό μας ή το να παρουσιάσουμε το τυχόν σφάλμα του, έστω κι αν ακόμη είναι αληθινό; Αν το σκεφθούμε ώριμα, θα δούμε ότι αυτή η ενέργειά μας εξυπηρετεί μόνο την εμπάθειά μας.
Πώς όμως θα αντιμετωπίσουμε τους άλλους όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε θύματα της συκοφαντίας τους;
Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να διατηρήσει αλώβητη τη σχέση του με τον Κύριο Ιησού και τον αδελφό, που είναι απαραίτητα στοιχεία για να μη χάσει το πρόσωπό του, αφενός μεν φροντίζει να υπομείνει την αδικία της συκοφαντίας με σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί πάθος και εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, και αφετέρου φροντίζει με τη στάση του να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. Εκείνο δε που τον παρηγορεί και τον κάνει να πάρει δύναμη είναι το ότι έχει ως στόχο του την Κρίση του Πανάγιου και Δικαιοκρίτη Θεού, καθώς το λέει και ο Μ. Βασίλειος προς τη Σιμπλικία, μια αιρετική γυναίκα που τον κατηγόρησε και τον συκοφάντησε πολύ προκλητικά: «Προτιμώ», της λέει, «από τους γήινους διχαστές, να περιμένω τον Ουράνιο Δικαστή, ο Οποίος ξέρει να υπερασπίζεται κάθε είδους αδικία καλύτερα από τον καθένα»
Άλλωστε αυτός που μας συκοφαντεί γίνεται αίτιος να λάβουμε μεγάλη Χάρη. Μας το παραγγέλλει κι ο Κύριός μας, όταν λέει: «Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι… και σας χλευάσουν και δυσφημήσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. Να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε όταν συμβεί αυτό, γιατί θα είναι μεγάλος ο μισθός σας, μεγάλη δη λαδή η Χάρη, που θα λάβετε στον Ουρανό»
Στον μεγάλο αυτό άθλο της υπέρβασης της συκοφαντίας, που πολύ λίγοι βέβαια μπορούν να τον σηκώσουν με χρηστότητα, αναφέρεται το μικρό τούτο τευχίδιο με τον τίτλο: «Το πάθος της συκοφαντίας».
Για να γνωρίσουμε το φοβερό αυτό πάθος της συκοφαντίας, διαλέξαμε και μεταφράσαμε ένα λόγο του Αντιόχου του μοναχού που αναφέρεται στη συκοφαντία και ένα λόγο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου από το βιβλίο του «Χρηστοήθεια». Επίσης προσθέσαμε και μερικές ωφέλιμες ιστορίες από την Αγία Γραφή και τη ζωή των ασκητών της ερήμου, οι οποίες μας μαλακώνουν την ψυχή και μας βοηθούν να είμαστε πιο ευαίσθητοι στο θέμα της κακολογίας και της συκοφαντίας προς τους αδελφούς μας. Ή, αν είμαστε στη δυσμενή θέση του συκοφαντημένου, να σηκώσουμε τον πόνο της συκοφαντίας με καρτερικότητα και, όσο γίνεται, με ειρήνη ψυχής, για να επιδοθούμε με περισσότερη θέρμη στο έργο της εν Χριστώ τελειώσεως και οικοδομής μας.


ΠΗΓΗ  το είδαμε εδώ

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: Στην πλάνη πέφτουμε είτε από απειρία, είτε από υπερηφάνεια!

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: Στην πλάνη πέφτουμε είτε από απειρία, είτε από υπερηφάνεια!
Δείξαμε μεγάλη αμέλεια και δεν καταλαβαίνουμε πια αν υπάρχει η κατά Xριστόν ταπείνωση και αγάπη.Bέβαια, η ταπείνωση αυτή και η αγάπη γίνονται γνωστές μόνο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Εμείς όμως δεν ξέρουμε ότι, για να προσελκύσουμε τη χάρη κοντά μας, πρέπει να την ποθήσουμε μ’ όλη μας την ψυχή. Αλλά πως θα ποθήσουμε κάτι που δεν το γνωρίζουμε καθόλου; Και όμως,όλοι μας τη γνωρίζουμε τη χάρη, έστω και λίγο, γιατί το Άγιο Πνεύμα κινεί κάθε ψυχή στήν αναζήτηση του Θεού.
Στόν αγώνα μας πρέπει να είμαστε ανδρείοι. Ο Κύριος αγαπάει τήν ανδρεία και συνετή ψυχή. Αν δεν έχουμε ανδρεία και σύνεση, τότε πρέπει να τα ζητάμε από το Θεό και να υπακούμε στους πνευματικούς, γιατί σ’ αυτούς ζει η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος μάλιστα, που ο νους του έπαθε βλάβη από δαιμονική ενέργεια, ιδίως αυτός πρέπει να υπακούει στον πνευματικό και να μήνεμπιστεύεται καθόλου τόν εαυτό του.
Eίναι πολύ δύσκολο να διαγνώσεις μέσα σου τήν υπερηφάνεια. Nά όμως μερικά συμπτώματα: Αν σε προσβάλλουν δαίμονες η σε βασανίζουν κακοί λογισμοί, αυτό σημαίνει πως δέν έχεις ταπείνωση. Γι’ αυτό, έστω κι αν δεν αντιλήφθηκες την υπερηφάνειά σου, ταπεινώσου.Αν είσαι οξύθυμος η, όπως λένε, νευρικός, αυτό είναι αληθινή συμφορά. Κι αν πάσχεις από παροξυσμούς και φοβίες, θα γιατρευτείς με τη μετάνοια, με το ταπεινό φρόνημα και με την αγάπη για τον αδελφό σου, ακόμα και για τούς εχθρούς. Όποιος δέν αγαπάει τους εχθρούς, σ’ αυτόν δέν έχει κατοικήσει ακόμα η χάρη του Θεού.
Στην πλάνη πέφτει κανείς είτε από απειρία είτε από υπερηφάνεια. Κι αν είναιαπό απειρία, ο Κύριος θεραπεύει γρήγορα αυτόν που πλανήθηκε. Άν όμως είναιαπό υπερηφάνεια, τότε θα υποφέρει για πολύν καιρό η ψυχή, ώσπου να μάθει την ταπείνωση, και τότε θα θεραπευθεί από τον Κύριο.
Στην πλάνη πέφτουμε, όταν νομίζουμε πως είμαστε πιο συνετοί και έμπειροι από τους άλλους, ακόμα κι από τον πνευματικό μας πατέρα.
Χωρίς εξομολόγηση στον πνευματικό δεν είναι δυνατό ν’ απαλλαγούμε από την πλάνη, γιατί στον πνευματικό έδωσε ο Θεός τη χάρη του «δεσμείν και λύειν».
Η γνωριμία με τον Θεόγή
IEPA MONH ΠAPAΚΛHTOY
ΩPΩΠOΣ ATTIΚHΣ

«Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΜΑ ΚΑΙ Η ΚΟΛΑΣΗ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΕΔΩ ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ»… - ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ


Η αθανασία του ανθρώπου ξεκινά από τη σύλληψή του μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Και πότε αρχίζει ο Παράδεισος και η κόλαση του ανθρώπου ; Από την ελεύθερη επιλογή για το θεϊκό αγαθό ή για το δαιμονικό κακό, για τον Θεό ή για τον διάβολο.Και ο Παράδεισος μα και η κόλαση του ανθρώπου αρχίζουν εδώ από την γη για να συνεχιστούν αιώνια στην άλλη ζωή. Τι είναι ο Παράδεισος ; Είναι η αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Άμα ο άνθρωπος αισθάνεται εντός του τον Θεό, είναι ήδη στον Παράδεισο, γιατί όπου είναι ο Θεός εκεί είναι και η Βασιλεία του Θεού, εκεί και ο Παράδεισος. Από τότε που ο Θεός Λόγος κατέβηκε στην γη και έγινε άνθρωπος, ο Παράδεισος έγινε η αμεσότερη πραγματικότητα για την γη και τον άνθρωπο. Επειδή, όπου είναι ο Χριστός εκεί και ο Παράδεισος.

ΠΗΓΗ : ΑΒΒΑ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ (1894-1979), ΣΥΝΤΟΜΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΣΟΦΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ.  41 – 42. 

Οι Αρχιερείς στον Αγώνα του 1821



Οι Αρχιερείς στον Αγώνα του 1821
 ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821
Είναι γνωστόν αλήθεια ότι οι μύδροι των επικριτών δε στρέφονται γενικά κατά του κλήρου αλλά κυρίως κατά των αρχιερέων η γενικά κατά του  ανωτέρου κλήρου. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή ότι ενώ ο κατώτε­ρος κλήρος (εννοώντας τους ιερείς) συμμετέσχε και συνέπραξε  σύξυλος  στον αγώνα, ο ανώτερος κλήρος και μάλιστα οι αρχιερείς ήταν εκείνοι που αντέδρασαν και αντιτάχθηκαν σ' αυτόν.
Για να υποστηρίξουν δε τις απόψεις και ισχυρισμούς τους οι επικριτές επικαλούνται πραγματικά περιστατικά και λόγους των ίδιων των ιεραρχών, που μαρτυρούν ότι μεμονωμένα ο α’ ή β’ ιεράρχης, ή μερικοί τουλάχιστον από αυτούς, έδειχναν να δυσπιστούν και να αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος, όπως ο γενικός ξεσηκωμός του γένους, ενώ για άλλους ότι έφθαναν να αντιδρούν και να φαίνονται ότι τάσσονται στο πλευρό των Τούρκων. Αναφέρονται ακόμα και ορι­σμένες αδυναμίες ή και πάθη των ιεραρχών, που τα προβάλλουν ως βδεληρά και αποτρόπαια, ξεχνώντας ότι και οι αρχιερείς είχαν σώμα και ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους συγχρόνους τους ή και σαν και εμάς σήμερα με τις μικροεπιθυμίες, φιλοδοξίες, όνειρα, εγωισμούς κ.λπ. και επομένως θα πρέπει να τους βλέπουμε -όσο κι' αν ήταν οι κατά τόπους κεφαλές της Εκκλησίας και  εις τύπον Θεού  -ως ανθρώπους και όχι ως αγγέλους.
Ξεπερνώντας λοιπόν τις ενδεχόμενες και αναγνωριζό­μενες ανθρώπινες αδυναμίες, που τους καταμαρτυρούν, θα πρέπει να αναζητήσουμε να δούμε εάν τελικά κατόρθωσαν να αρθούν στο ύψος των τότε περιστάσεων και να προσφέρουν θετικό έργο στην υπόθεση του 1821.
Επιχειρώντας μάλιστα να διερευνήσουμε τα μύχια των ανθρώπων εκείνων και να τους ηθογραφήσουμε καλό είναι να μη μένουμε στα λόγια ή τις ενέργειες κάποιας οποιασδήποτε στιγμής τους αλλά να αναζητούμε τις ορια­κές στιγμές της πολιτείας τους, και μάλιστα του τέλους τους, γιατί, όπως έγραφε και ο Θουκυδίδης,  προς το τελευταίον  εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται, και ανάλογα να τους μακαρίσουμε ή να τους κατακρίνου­με, κατά το απόφθεγμα του Σόλωνος  μηδένα προ του τέλους μακάριζε  (αλλά και κατάκρινε).
Πόσο κοντά λοιπόν στην αλήθεια είναι ο ισχυρισμός των επικριτών ότι αντέδρασαν οι αρχιερείς στο 1821; Ήταν στα αλήθεια εναντίον της αποτινάξεως του τουρκι­κού ζυγού ή όχι; Αλλά και εάν δεν αντέδρασαν ποια η συμμετοχή τους στο έπος του 1821; Ποια η θετική και αδιαμφισβήτητη συνεισφορά τους στην παλιγγενεσία των Ελλήνων;
Το ερώτημα αυτό θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί και να απαντηθεί. Πιο συγκεκριμένα θα αναζητηθούν στοιχεία και μαρτυρίες για το πόσοι και ποιοι από τους αρχιερείς συμ­μετέσχαν, αυτόβουλοι και απρόσκλητοι, ενεργά και δραστή­ρια στον αγώνα. Πόσοι και ποιοι πήραν στο ένα χέρι το Σταυρό και στο άλλο το γιαταγάνι. Πόσοι εγκατέλειψαν τις πατερίτσες για τα καρυοφύλλια, τους θρόνους για τα μετερί­ζια και τα ταμπούρια, την επισκοπή για την ελευθερία.
Ποιοι πάλι δοκιμάσθηκαν σαν αληθινοί ποιμένες χάρη του λαού στα ανήλια, υγρά, θεοσκότεινα, δυσώδη και φοβερά μπουντρούμια των τουρκικών φυλακών όπου επί μέρες και μήνες ή χρόνια καθημερινά δοκίμαζαν τα πάνδεινα βασα­νιστήρια και φρικτές στερήσεις.
Τέλος ποιοι έδωσαν και την τελευταία τους πνοή, ώστε το όραμα τόσων γενεών να θεμελιωθεί και στοιχειωθεί επάνω στα λιπόσαρκα, αιμάσσοντα και ασπαίροντα κορμιά- σκέλε­θρά τους, ώστε από τα κατ' εξοχήν ιερά τους κόκκαλα να εξανθίσει ο κάλλιστος σπόρος και καρπός της ελευθερίας.
Έτσι π.χ. ο Σκαρίμπας, αν και ισχυρίζεται ότι όλοι οι ιε­ράρχες χλεύασαν και αντέδρασαν στο 21, τελικά φθάνει να παραδεχθεί ότι, έστω, μόνον οι αρχιερείς Σαλώνων Ησαΐας, Μεθώνης Γρηγόριος και Ρωγών Ιωσήφ υπήρξαν εκείνοι, που με τη θέληση τους συμμετέσχαν στον αγώνα και έδωσαν και τη ζωή τους σ' αυτόν[1].
Άλλοι όμως ερευνητές δέχονται ότι ο αριθμός των αρ­χιερέων που συμετέσχαν με τον α' ή β' τρόπο στους αγώνες του 1821 και πρόσφεραν και τη ζωή τους ή βασανίσθηκαν και δοκιμάσθηκαν από τους δυνάστες σ' αυτόν τον ιερό πόλεμο είναι πολλαπλάσιοι.
Αλλά και αυτοί που υπεραμύνονται της προσφοράς των αρχιερέων δυστυχώς δεν αναφέρουν επώνυμα και συγκεκρι­μένα παρά μόνο ελάχιστα ονόματα αρχιερέων, συνήθως τα ίδια και τα ίδια, που επαναλαμβάνονται από όλους τους μελε­τητές και συγγραφείς, ως απόδειξη της συμπράξεως των αρ­χιερέων στην παλιγγενεσία[2].
Έτσι συνήθως αναφέρονται τα ονόματα του Πατριάρ­χου Γρηγορίου και των αρχιερέων Αδριανουπόλεως Δωροθέου, Εφέσου Διονυσίου, Δέρκων Γρηγορίου, Αγχιάλου Ευγενίου, Π. Πατρών Γερμανού, Χριστιανουπόλεως Γερμα­νού, Δημητσάνης Φιλόθεου, Σαλώνων Ησαΐα, Ρωγών Ιω­σήφ, Μεθώνης Γρηγορίου, Κορώνης Γρηγορίου, Κύπρου Κυπριανού, Κρήτης Γερασίμου, Έλους Ανθίμου, Ταλαντίου Νεοφύτου, και, κατά περίπτωση, μερικών άλλων, ωσάν μόνον αυτοί να ήταν οι αρχιερείς που πήραν μέρος στους αγώνες του Έθνους.
Αλλ' όπως είναι ευνόητο, εάν πραγματικά μόνον οι παραπάνω αρχιερείς ήταν εκείνοι που πήραν μέρος στον αγώνα, όσο κι αν, συγκρινόμενοι με τους 2-3 του Σκαρίμπα, θεωρούνται πολλαπλάσιοι, εν τούτοις αν ήθελαν συγκρι­θεί με τους 190 ή έστω 200 αρχιερείς που υπήρχαν σ' ολό­κληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία[3] θα πρέπει να ομολογηθεί ότι αποτελούν περιορισμένη μειοψηφία, και φαίνεται να δικαιώνονται σε αρκετά υψηλό βαθμό οι επικριτές των.
Φαίνεται όμως ότι ο αριθμός των αρχιερέων που έλαβε μέρος στην Επανάσταση και θυσιάσθηκε σ' αυτήν πρέπει να είναι μεγαλύτερος, γιατί διαφορετικά δε θα μπορούσε η επί των εκκλησιαστικών επιτροπή του Όθωνα να γράφει το 1833, οπόταν δηλ. ακόμα ήταν νωπές οι μνήμες, ότι  Εν διαστήματι της επαναστάσεως, πολλαί των επαρχιών της Ελλάδος εστερήθησαν τους Αρχιερείς τους, θυσιασθέντας τους περισσοτέρους εις τους υπέρ της πατρίδος αγώ­νας [4]. Όπως δε συνάγεται και από άλλα σημεία της ίδιας εκθέσεως από τους 49 αρχιερείς, που ποίμαιναν επί Τουρκο­κρατίας  τας ήδη συγκροτούσας το Βασίλειον της Ελλάδος επαρχίας  μόνον 22 αρχιερείς  επέζησαν εις τας άχρι τούδε πολιτικός μεταβολάς αυτού του τόπου [5], πράγμα βέβαια που σημαίνει ότι οι άλλοι 27, που πραγματικά ήταν και οι περισσότεροι,  θυσιάσθηκαν  κατά τη διάρκεια του ιερού αγώνα.
Για το λόγο αυτό θα επιχειρηθεί μια ενδελεχέστερη διε­ρεύνηση του όλου θέματος για τη στάση και συμπεριφορά αν όχι του συνόλου των αρχιερέων (γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρ­χουν στοιχεία για όλους) οπωσδήποτε όμως της συντριπτι­κής πλειονότητας αυτών. Να διαπιστωθεί επί τέλους εάν οι αρχιερείς έλαβαν θετική ή αρνητική στάση στην επανάστα­ση, κατά πόσο δηλ. την χλεύασαν ή την καταπολέμησαν, όπως διατείνονται οι επικριτές τους, ή την υπερασπίσθηκαν και την υπηρέτησαν με λόγια, έργα, όπλα, μαρτύρια ή και τη ζωή τους.
Για το λόγο αυτό και προκειμένου να είναι πιο συστημα­τική και μεθοδική η διερεύνηση της στάσεως και προσφοράς των αρχιερέων στο 21 θα επιχειρηθεί η παρουσίαση αυτών ταξινομημένη κατά την εξής σειρά:
α) Αγωνιστές ιεράρχες 1) της Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδος και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους και 2) των υπολοίπων περιοχών του Ελληνισμού, οι οποίοι εγκατέλει­ψαν τις επαρχίες και θέσεις τους, για να συμπράξουν και αυ­τοί στους αγώνες του Έθνους.
β) Αρχιερείς που φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν, εξορίσθηκαν και γενικά κακοπάθησαν ή αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους επειδή θεωρήθηκαν ότι συνεργούσαν στην παλιγγενεσία του Γένους και
γ) Αρχιερείς που θυσιάσθηκαν, ως ολοκαυτώματα, στο βωμό της ελευθερίας του Γένους.

Α’   ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Όπως τονίσθηκε και προηγουμένως οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί και μάλιστα οι κατά τόπους αρχιερείς στη συντριπτική τους πλειονότητα δέχθηκαν με νεανική αδημο­νία το μεσσιανικό μήνυμα της απολυτρώσεως του δούλου γένους, που, ως άγγελοι της σωτηρίας του Έθνους, ευαγγε­λίζονταν οι Φιλικοί και με Συμεωνική εγκαρτέρηση και ελ­πίδα προσδοκούσαν την ευλογημένη ώρα. Βέβαια ως υπεύθυ­νοι ταγοί του γένους έπρεπε να είναι μέχρι παρεξηγήσεως αυτοσυγκρατημένοι και προσεκτικοί,  φρόνιμοι  και επιφυ­λακτικοί, προσποιητοί κόλακες με ευλύγιστη μέση και απλόχερη γενναιοδωρία προς τους  κρατούντας, προς δε ελεγκτικοί και επιτιμητικοί προς τυχόν θερμόαιμους και ανυπόμονους πατριώτες και ταυτόχρονα ειδήμονες, δραστήριοι και άγρυπνοι  φιλογενείς.
Όταν όμως ήχησαν οι σάλπιγγες της ελευθερίας και σήμαναν της ανάστασης οι καμπάνες, οι αρχιερείς εγκατέ­λειψαν τα προσχήματα και τα κατά συνθήκη μειδιάματα ή προσκυνήματα προς τους αλλόθρησκους και αλλογενείς δυνάστες του γένους και έδειξαν τον πραγματικό τους εαυτό οπουδήποτε και αν υπηρετούσαν. Τά σκουλήκια μεταμορ­φώθηκαν σε σταυραετούς.
Ως ένας άνθρωπος συνεγέρθηκαν χωρίς αμφιταλαντεύσεις και αμφιγνωμίες και όχι απλώς συντάχθηκαν αλλά προ­τάχθηκαν των αγωνιζομένων Ελλήνων. Έτσι μαρτυρούνται να συμμετέχουν από την πρώτη στιγμή του ένοπλου πλέον αγώνα ενεργά και δραστήρια σχεδόν όλοι τους. Άλλοτε μέσα στις εκκλησιές με το λόγο, το κήρυγμα, τις ευχές, τις παροτρύνσεις ή τις απειλές για να ενθαρρύνουν και ξεσηκώσουν τους δειλούς και αμφιταλαντευόμενους και άλλοτε στα στρατόπεδα και τα πεδία των μαχών με τις συνταλαιπωρίες, τις πείνες, τις αγρυπνίες, τις συγκατακλείσεις στα ταμπούρια και την κοινή τύχη στις πολεμικές συρράξεις. Κοντά σ' αυτά αναδείχθηκαν οι ένθερμοι και ειλικρινείς προασπιστές του λαού στις εθνοσυνελεύσεις ή οι κατ' έξοχη άξιοι αντιπρόσω­ποι του έθνους στις διάφορες Ευρωπαϊκές συσκέψεις ή κυβερνήσεις.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρονται να έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα:
Α' Από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου οι:
1)  Παλ. Πατρών Γερμανός
2)  Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
3)  Δαμαλών  Ιωνάς
4)   Έλους  Άνθιμος
5)  Κερνίτσης Προκόπιος
6)  Κορίνθου Κύριλλος
7) Ανδρούσης Ιωσήφ
8)  Τριπολιτζάς Δανιήλ
9)  Βρεσθένης Θεοδώρητος
10)  Λακεδαιμονίας Χρύσανθος
11)  πρ. Τριπολιτζάς Διονύσιος
12)  Μαΐνης Νεόφυτος
13)  Μαΐνης Ιωσήφ
14)  Μαλτζίνης Ιωακείμ
15)  Χαριουπόλεως Βησσαρίων
16)  Ζαρνάτας Γαβριήλ
17)  Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
18)  Πλάτζης Ιερεμίας
19)  Καρυουπόλεως Κύριλλος
20)  Μηλέας Ιωσήφ
Β' Από τους αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος οι:
21)  Αθηνών Διονύσιος
22)  Ταλαντίου Νεόφυτος
23)  Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
24)  Θηβών Παΐσιος
25)  Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
26)  Μενδενίστης Γρηγόριος
27)  Μενδενίτσης Διονύσιος
Γ' Από τους αρχιερείς των Νήσων Αιγαίου Πελάγους οι:
28)  Καρύστου Νεόφυτος
29)  Παροναξίας Ιερόθεος
30)  Σάμου Κύριλλος
31)  Χίου Δανιήλ
32)  Σκιάθου και Σκοπέλου Ευγένιος
33)  Σκύρου Γρηγόριος
34)  Αιγίνης, Πόρου και Ύδρας Γεράσιμος
35)   Άνδρου Διονύσιος
36)  Τζιας και Θερμίων Νικόδημος
Για όλους του παραπάνω αρχιερείς όμως ο δύσπιστος επικριτής θα μπορούσε να αντιτείνει ότι όλοι αυτοί, ή, έστω οι περισσότεροι από αυτούς, ξεσηκώθηκαν στην επανά­σταση κάτω από το ζορμπαλίκι των ελληνικών γιαταγανιών.  Αν είναι δυνατόν! Αλλά και εάν υποτεθεί ότι αυτή είναι η αλήθεια, τι θα μπορούσε να ισχυρισθεί για ένα άλλο νέφος αρχιερέων, που επειδή στις επαρχίες τους δεν είχε εκδηλω­θεί ή δε μπόρεσε να ευδοκιμήσει η επανάσταση, δε δίστασαν να εγκαταλείψουν τους θρόνους και τις τιμές για να σπεύσουν αυτόκλητοι, όπου υπήρχαν επαναστατικές εστίες και μάλιστα προς την αγωνιζομένη νότια Ελλάδα για να συμμε­τάσχουν στον αγώνα προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού;
Έτσι βλέπουμε να σπεύδουν προς τις επαναστατημένες περιοχές αρχιερείς από διάφορα μέρη και με τον α' ή β' τρόπο να συμπράττουν και αυτοί για τον κοινό σκοπό. Πιο συγκεκριμένα:
Α' Από τη Θεσσαλία σπεύδουν οι:
37)   Πρ. Λαρίσης Κύριλλος
38)   Δημητριάδος Αθανάσιος
39)   Δημητριάδος Παρθένιος
40)   Σταγών Αμβρόσιος
41)   Φαναριοφαρσάλων Γεράσιμος
Β  Από την  Ήπειρο οι:
42)   πρ. Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
43)   πρ. Παραμυθιάς Προκόπιος
44)   πρ. Παραμυθιάς Αμβρόσιος
45)   Περιστεράς Λεόντιος
46)   πρ. Ρωγών Μακάριος
Γ  Από την Μακεδονία οι:
47)   Αρδαμερίου Ιγνάτιος
48)   Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου Γρηγόριος
49)   Σιατίστης Ιωαννίκιος
Δ' Από τη Θράκη οι:
50)  Μετρών Μελέτιος
51)  Σηλυβρίας Μακάριος
52)  Παμφίλου Κύριλλος
53)  Θεοδωρουπόλεως  Άνθιμος
Ε' Από τη Μικρά Ασία οι:
54)  Μοσχονησίων Βαρθολομαίος
55)  Ηλιουπόλεως Άνθιμος
56)  πρ. Αγκύρας Αγαθάγγελος
57)  Μυρρίνης Σωφρόνιος
58)  Ελαίας Παΐσιος
59)  Κομάνων Αγαθάγγελος
Τέλος για να κλείσει όλο αυτό το νέφος των γνωστών αγωνιστών ιεραρχών, θα πρέπει να συγκαταριθμηθούν ακόμα και οι:
60)  Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και
61)  Μολδοβλαχίας Βενιαμίν.
Για τους παραπάνω αρχιερείς που εγκατέλειψαν τις επαρχίες και τις τιμές για να λάβουν μέρος, όπου τους είχε ανάγκη η πατρίδα, δεν είναι εύκολο στον οποιονδήποτε επι­κριτή να ισχυρισθεί ότι το έκαμαν κάτω από τη βία των επαναστημένων Ελλήνων.
Αντίθετα, θέλω να πιστεύω πώς όλοι συμφωνούν ότι, οι αρχιερείς αυτοί[6] εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και το  «γάμο»  για τα  «πουρνάρια» , γιατί ένοιωθαν μέσα τους πύρωμα ψυχής για ελευθερία, σεβασμό, αξιοπρέπεια, τιμή και πάνω απ' όλα ΠΑΤΡΙΔΑ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
Κοντά όμως σ' όλους αυτούς τους αγωνιστές ιεράρχες θα πρέπει αναντίλεκτα να προστεθούν και οι:
62)   Μεθώνης Γρηγόριος
63)   Σαλώνων Ησαΐας
64)   Ρωγών Ιωσήφ
65)   Ιερισσού και Αγίου Όρους Ιγνάτιος
66)   Πλαταμώνος Γεράσιμος
67)   Μαρώνειας Κωνστάντιος και
68)   Σωζοπόλεως Παΐσιος
οι οποίοι, όπως θα αναφερθεί και πιο κάτω, πέρα από την αγωνιστική τους προσφορά, θυσιάσθηκαν στον υπέρ όλων αγώνα και για τούτο γι' αυτούς γίνεται λόγος και σε άλλη συνάφεια.
Τέλος θα πρέπει ακόμα να συγκαταριθμηθούν στους αγωνιστές ιεράρχες και οι:
69)   Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
70)   Βιζύης Ιωάσαφ
71)   Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
72)   Βάρνας Φιλόθεος και
73)   Ευδοκιάδος Γρηγόριος
οι οποίοι, πέρα από την αγωνιστική τους παρουσία, δοκιμάσθηκαν, βασανίσθηκαν ή αναγκάσθηκαν να εγκατα­λείψουν τις επαρχίες τους όπως θα γίνει αναλυτικώτερα λόγος πιο κάτω για τον καθένα από αυτούς
 Αθροιστικά λοιπόν ένα σύνολο 73 επωνύμων αρχιερέων μαρτυρούνται να έλαβαν ενεργό μέρος στις διάφορες φάσεις του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων από όλα τα διαμε­ρίσματα της Ελλάδος.
Και να ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότεροι από αυτούς μπήκαν στη τιτανομαχία παρά την κάποια προχωρημένη ηλικία, που οπωσδήποτε έφερναν στους ώμους τους και τις συμπαρομαρτούσες προς αυτά καχεκτικότητες και ασθέ­νειες, που αναμφίβολα καθιστούσαν αν όχι προβληματική πάντως δυσχερή τη διακίνηση και καθόλου δραστηριότητά τους, μέσα στις μύριες κακουχίες και δοκιμασίες, που συνε­παγόταν η απόφαση για την ανάσταση του Γένους ή όπως λέγει ένας δόκιμος μελετητής  «ενιδρώτι πολλώ και πόνοις και κακουχίαις, στερήσεσί τε και συμφοραίς....εν λιμώ, λοιμώ και δίψη, εν αυχμώ και κρυμώ» [7].
Παρ' όλα αυτά όμως οι αγωνιστές ιεράρχες περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία ή  «τάξη»  αγωνιστών απο­δείχθηκαν  «αεί παίδες»  στο φρόνημα και τη ψυχή.

Β.  ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Ο αριθμός όμως των αρχιερέων, που συνέδραμαν, συνέ­πραξαν και συναγωνίσθηκαν μαζί με όλους τους άλλους  Έλ­ληνες στο έπος της παλιγγενεσίας του 1821 δεν εξαντλείται μόνο με τον παραπάνω κατάλογο, των αγωνιστών ιεραρχών.
Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία αρχιερέων, οι οποίοι έδωσαν το παρόν τους, τη μαρτυρία και τη συνεισφορά τους στον αγώνα με πιο επώδυνο γι' αυτούς τρόπο.
Πρόκειται για το νέφος εκείνο των αρχιερέων, που με ποικίλους, ασύλληπτους από ανθρώπινο νου και απερίγρα­πτους από ανθρώπινα χείλη ή χέρια, τρόπους, δοκιμάσθη­καν, ταπεινώθηκαν, διαπομπεύθηκαν και εξευτελίσθηκαν από τους κρατούντες με φυλακίσεις, φοβερά βασανιστήρια, εξορίες, εκθρονίσεις, περιορισμούς, χλευασμούς και ταπει­νώσεις για τον απλό και μόνο λόγο ότι ήταν  Έλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί αρχιερείς. Μιλιέτ μπασήδες (=εθνάρ­χες) των ρωμιών και κύριοι υπόλογοι απέναντι στο σουλτάνο και τους επάρχους του για ό,τι ήθελε συμβεί στην επαρχία τους ή ακόμα και για απλή υπόνοια συνεργείας ή ανοχής, αν μη συμμετοχής, στον αγώνα των  απίστων.
Έτσι ουσιαστικά οι κατά τόπους αρχιερείς των Ελλή­νων ήταν στην κυριολεξία οι κυριώτεροι και πλέον υπεύθυ­νοι όμηροι στα χέρια του σουλτάνου, που μ' αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να κρατά υποχείριους και καταδυναστευόμενους τους  Έλληνες κάθε περιοχής.
Αλλά παρά τα φρικτά βασανιστήρια που κατά καιρούς δοκίμαζαν οι αρχιερείς στις διάφορες τουρκικές ειρκτές, «φούρνους», «λουτρά» και «μπουτρούμια», «υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακοχούμενοι»  και υφιστάμενοι τα πάνδεινα, αυ­τοί δε λύγισαν. Προτιμούσαν όλες τις ταπεινώσεις, εξαθλιώ­σεις, εξορίες και στερήσεις και υπέμειναν, όσο άντεχαν, πιο αγόγγυστα τα ποικίλα βασανιστήρια των δημίων τους, παρά να προδώσουν το  Έθνος και τους οραματισμούς του.
Αν και δεν είναι γνωστά όλα όσα υπέμειναν οι αρχιερείς από τους δυνάστες τους στα δύσκολα εκείνα χρόνια της νεώ­τερης Ελληνικής τιτανομαχίας και για τους περισσότερους από αυτούς ελάχιστες μόνο πληροφορίες ή απλώς νύξεις και ενδείξεις έχουμε, ενώ για τη συντριπτική πλειονότητα αυτών δε γνωρίζουμε απολύτως τίποτα, θα καταβληθεί προσπάθεια να εκδιπλωθεί και η πτυχή αυτή της προσφοράς των αρχιε­ρέων στο 1821. Και τούτο, διότι κι αν ακόμα αυτοί δεν έφθα­σαν να γευθούν την τελευταία σταγόνα της ολοκληρωτικής δοκιμασίας και θυσίας τους, το θάνατο, εν τούτοις, με τα καθημερινά βασανιστήρια και εκροές των αιμάτων τους, ήταν σα να έδιναν τη ζωή τους κάθε μέρα, επιβεβαιώνοντας το Γραφικό:  «ένεκά σου θανατούμεθα όλη την ημέραν»  (Ρωμ.8,36)
Έτσι η σιωπηλή και σεμνή αυτή στρατιά των βασανι­σμένων και μαρτυρικών αρχιερέων, κι αν δεν έλαβε από τους ανθρώπους το φωτοστέφανο του εθνομάρτυρα και νεομάρτυρα, αναμφίβολα και αναμφισβήτητα αποτελεί την εκλεκτή μερίδα των ιδανικών εκείνων ποιμένων, που αυταπαρνούμε­νοι θέσεις, αίγλη, ανέσεις, τιμές,  «πολυχρόνια», «φήμες», χειροφιλήματα αλλά και ελευθερία κινήσεως, σωματική ακε­ραιότητα κ.λπ μέχρι και τη ζωή τους, έθεσαν τον εαυτό τους υπέρ του λαού του Θεού, που τους εμπιστεύθηκε το γένος και η Εκκλησία, και αναδείχθηκαν πραγματικοί μάρτυρες, που με όλες τις δοκιμασίες και τα βασανιστήριά τους φανέ­ρωσαν, μαρτύρησαν και διακήρυξαν μπροστά στους αλλόπι­στους τι σημαίνει Ορθόδοξος επίσκοπος.
Η στάση τους λοιπόν μπροστά στις δοκιμασίες αναδει­κνύεται από τις ουσιαστικώτερες εκδουλεύσεις των αρχιε­ρέων προς το  Έθνος μια και η δική τους δοκιμασία αποδεί­χθηκε ακατάβλητος κυματοθραύστης όπου εκτονώνονταν το μένος, η αντεκδικητικότητα και ο θρησκευτικός φανατι­σμός των Μουσουλμάνων Τούρκων αφ' ετέρου δε σωτήριο κρηπίδωμα για τους αγωνιζόμενους  Έλληνες, γιατί αντλού­σαν δύναμη και κουράγιο να υπομένουν και αυτοί τους δικούς τους κατατρεγμούς και δοκιμασίες.
Αναδιφώντας λοιπόν τις πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων, τις γνωστές και άγνωστες μαρτυρίες, ενθυμή­σεις, απομνημονεύματα, επιστολές, κώδικες και λοιπά κεί­μενα με έκπληξη ανακαλύπτουμε ένα αρκετά μεγάλο αριθμό αρχιερέων να έχει δεχθεί ποικίλες δοκιμασίες, φυλακίσεις και βασανιστήρια. Το πιο ίσως αξιοθαύμαστο είναι ότι όλοι αυτοί, σεμνοί από τη φύση ή τη θέση τους, βάσταζαν, με υπε­ρηφάνεια μεν αλλά χωρίς κομπορρημοσύνες, τα στίγματα των βασάνων ως εύσημα της συνεισφοράς των στην κοινή υπόθεση της ελευθερίας του γένους.
Ποιος όμως ο ακριβής αριθμός των δοκιμασθέντων αρ­χιερέων παραμένει άγνωστος. Από το λίγα στοιχεία που μπόρεσαν να συλλεγούν προκύπτει ο παρακάτω κατάλογος, που δε νομίζω να είναι ευκαταφρόνητος:
Α' Οι Πατριάρχες
1) Ευγένιος
2)   Άνθιμος
3)  Χρύσανθος
4)  Αγαθάγγελος
Β' Οι Αρχιερείς
5)  Χαλκηδόνος  Άνθιμος
6)  Νικομήδειας Πανάρετος
7)  Δέρκων Ιερεμίας
8)  Θεσσαλονίκης Ματθαίος
9)  Μυτιλήνης Καλλίνικος
10)Σμύρνης Παΐσιος
11) Εφέσου Μακάριος
12) Δέρκων Νικηφόρος
13) Προύσης Νικόδημος
14) Σβορνικίου Γαβριήλ
15) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
16) Ηρακλείας Ιγνάτιος
17) Τορνόβου Ιλαρίων
18) Ρασκοπρεσρένης Ζαχαρίας
19) Βιζύης Ιωάσαφ
20) Φιλιππουπόλεως Σαμουήλ
21) Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος
22) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
23) Βάρνας Φιλόθεος
24) Ρόδου Αγάπιος
25) Ιωαννίνων Γαβριήλ
26) Άρτης  Άνθιμος
27) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
28) πρ. Ελασσώνος Σαμουήλ
29) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
30)  Βρεσθένης Θεοδώρητος
31)  Ευρίπου Γρηγόριος
32)  Σερρών Χρύσανθος
33)   Τριπολιτζάς Δανιήλ
34)   Ανδρούσης Ιωσήφ
35)   Κορίνθου Κύριλλος
36)   Βιδύνης Γερμανός
37)   Λαρίσης Μελέτιος
38)   Αρκαδίας (Κρήτης) Νεόφυτος
39)   Διδυμοτείχου Καλλίνικος
40)   Μυριοφύτου Σεραφείμ
41)   Νύσσης Ιωσήφ
42)   πρ. Μήλου Διονύσιος

Γ’ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΘΥΜΑΤΑ
Τρίτη μερίδα, ασφαλώς η εκλεκτότερη και ηρωικώτερη, των αρχιερέων που συνέπραξαν και συνέπαθαν μαζί μ' όλους τους άλλους Έλληνες για τον κοινό σκοπό, την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού και την απόλαυση της θρησκευτικής και εθνικής ελευθερίας, είναι αναμφίβολα όλες εκείνες οι σεπτές και άγιες μορφές των ανωτάτων κληρικών, οι οποίες, ως εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα, πορεύθηκαν το δρόμο του μαρτυρίου και της θυσίας.
Όλοι αυτοί αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον κατ' εξοχή σεβάσμιο χορό, που πήρε επάνω του, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εκλεκτή μερίδα των Ελλήνων, την οργή, το μίσος, το πάθος, τη θρησκευτική υστερία και φανατισμό του μουσουλμανικού όχλου και της εξουσίας. Ταυτόχρονα όμως όλοι αυτοί με την αυτοθυσία και το αίμα τους θεμελίω­σαν ασάλευτα και στερέωσαν αταλάντευτα το οικοδόμημα της ελευθερίας των Ελλήνων, σφυρηλάτησαν, χαλύβδωσαν και γαλβάνισαν τη θέληση κάθε ελληνικής ψυχής, ώστε να πληρωθεί με ιδανικά και οραματισμούς για ιερή εκδίκηση και την επίτευξη του επιδιωκομένου με κάθε τρόπο, και να αναζητεί πλέον «ή τη νίκη ή τη θανή», όπως θα τραγουδήσει ο εθνικός μας ποιητής, χωρίς πισωγυρίσματα.
Παράλληλα η θυσία όλων αυτών γέννησε και γιγάντωσε την απαίτηση και των άλλων Ορθοδόξων λαών, και μάλιστα των Ρώσων, για θρησκευτική ικανοποίηση και αντάξια τιμω­ρία των υβριστών της θρησκείας του Χριστού, αλλά και συνετέλεσε όσο τίποτε άλλο στη μεταστροφή των εχθρικών αισθημάτων των Ευρωπαίων, στον αγώνα των Ελλήνων, σε κατανόηση, συμπάθεια, συνδρομή και τέλος συμπαράσταση και συμπαράταξη.
Δυστυχώς όμως παρά την τόσο υψηλή και ουσιαστική συμβολή της θυσίας των αρχιερέων για τη θεμελίωση και επίτευξη της ελευθερίας των νεοελλήνων, ο χορός αυτός στην πλειονότητα του είναι αφανής και άγνωστος. Και το ακόμα πιο ειρωνικό είναι ότι αυτή η άγνοια υπάρχει και σ' αυτή την επίσημη Εκκλησία, ώστε και αυτή να σιωπά ή να αναμασά και να προβάλλει μόνο 5-10 ονόματα αρχιερέων, που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, ωσάν μόνον αυτοί να ήσαν. Οι πολέμιοι δε και αρνητές της προσφοράς των αρχιε­ρέων, τους περιορίζουν σε 2-3 με συνέπεια να εκμηδενίζεται και να καταντά ανύπαρκτη η αιματηρή συνεισφορά των Ιε­ραρχών στον αγώνα και να διατείνονται ότι οι αρχιερείς χλεύασαν, αφόρισαν και πολέμησαν τον αγώνα του 1821.
Και όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι αρχιερείς που έπεσαν θύματα της οργής και του φανατισμού των Τούρκων αποτελούν επιβλητικό χορό δεκάδων ιε­ραρχών.  Αν και δεν μπορούμε να έχουμε υπόψη μας το σύνολο των ιεραρχών που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, από τα στοιχεία που κατέστη δυνατόν να συλλεγούν προκύ­πτει ο εξής εντυπωσιακός κατάλογος των αρχιερέων που ανα­δείχθηκαν εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα:
Α' Οι Πατριάρχες
1)  Γρηγόριος Ε'2)  Κύριλλος ΣΤ'

Β' Οι Αρχιερείς
3)  Εφέσου Διονύσιος
4)  Αγχιάλου Ευγένιος
5)  Νικομηδείας Αθανάσιος
6)  Τορνόβου Ιωαννίκιος
7)  Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
8)  Θεσσαλονίκης Ιωσήφ
9)  Δέρκων Γρηγόριος
10) Σωζοπόλεως Παΐσιος
11) Μαρωνείας Κωνστάντιος
12) Γάνου και Χώρας Γεράσιμος
13) Μυριοφύτου και Περιστάσεως Νεόφυτος
14) Σαμμακοβίου Ιγνάτιος
15)  Μονεμβασίας Χρύσανθος
16)  Χριστιανουπόλεως Γερμανός
17)  Άργους και Ναυπλίου Γρηγόριος
18)  Ωλένης Φιλάρετος
19)  Δημητσάνης Φιλόθεος
20)  Κορώνης Γρηγόριος
21)  Μεθώνης Γρηγόριος
22)  Σαλώνων Ησαΐας
23)  Ρωγών Ιωσήφ
24)  Λαρίσης Πολύκαρπος
25)  Λαρίσης Κύριλλος
26)  Γηρομερίου Αγαθάγγελος
27)  Κίτρους Μελέτιος
28)  Ιερισσού και  Αγ. Όρους Ιγνάτιος
29)  Πλαταμώνος Γεράσιμος
30)  Χίου Πλάτων
31)  Κύπρου Κυπριανός
32)  Πάφου Χρύσανθος
33)  Κιτίου Μελέτιος
34)  Κυρηνείας Λαυρέντιος
35)   Κρήτης Γεράσιμος
36)   Κνωσού Νεόφυτος
37)   Χερσονήσου Ιωακείμ
38)   Ρεθύμνης Γεράσιμος
39)   Κυδωνίας Καλλίνικος
40)   Λάμπης Ιερόθεος
41)   Πέτρας Ιωακείμ
42)   Σητείας Ζαχαρίας
43)   Κισάμου Μελχισεδέκ
44)   Διουπόλεως Καλλίνικος
45)   Νύσσης Μελέτιος
Για την ιστορική αλήθεια θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι αναφερόμενοι από άλλους[8] ως εθνομάρτυρες αρχιε­ρείς  Άρτας, Ιωαννίνων και Γρεβενών, δε μαρτυρούνται να θυσιάσθηκαν και γι' αυτό δε τους συμπεριλαμβάνω στην παραπάνω λίστα των θυμάτων αρχιερέων.

Απολογιστικό συμπέρασμα
Μετά τα παραπάνω νομίζω ότι είναι καιρός πλέον να επι­χειρήσουμε να κάνουμε έναν απολογιστικό συγκριτικό πίνακα για να δούμε με αριθμούς και ποσοστά τη συμμετοχή των αρχιερέων στον εθνικό μας αγώνα.
Έτσι με βάση την αψεγάδιαστη και ανελέητη γυμνή αλήθεια των αριθμών θα μπορούμε πλέον να μιλούμε για μικρή ή μεγάλη συμμετοχή αυτών στην παλιγγενεσία και να παύσουν επί τέλους οι μεγαλοστομίες για αόριστες  «εκατόμ­βες»  θυμάτων αλλά και οι γκρίνιες και μεμψιμοιρίες των επι­κριτών ότι μόνο 2-3 ήταν οι αρχιερείς που έλαβαν μέρος στον αγώνα.
Από τους 200 λοιπόν αρχιερείς, που, όπως είδαμε πιο μπροστά, υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατο­ρία, μαρτυρούνται να :
α)  Έλαβαν ενεργό μέρος, στον αγώνα επώνυμα και αδιαμφισβήτητα, 73 ιεράρχες, δηλ. ποσοστό 36,5%.
β) Είναι γνωστοί ότι δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν κ.λπ. 42 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 21,0% και
γ) Μαρτυρείται ότι θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, είτε από βασανιστήρια και θανατώσεις των Τούρκων είτε στις πολεμικές συρράξεις, 45 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 22,5%
Συγκεντρωτικά λοιπόν έχουμε:
α) Ποσοστό αγωνιστών ιεραρχών  36,5%
β) Ποσοστό μαρτύρων ιεραρχών  21,0%
γ) Ποσοστό θυμάτων ιεραρχών  22,5%
Γενικό ποσοστό  80,0%
Αν όμως ληφθεί υπόψη ότι οι πλείστοι αρχιερείς της Μ. Ασίας, της Συρίας, της Σερβίας ή Βουλγαρίας λόγω αδιαφο­ρίας ή αδυναμίας των χριστιανών των περιοχών αυτών, δεν έλαβαν μέρος στους αγώνες, τότε το ποσοστό των αρχιερέων της Ελληνικής χερσονήσου, δηλ. από τη Θράκη, τη Μακε­δονία και τα δυτ. παράλια της Μ. Ασίας και κάτω είναι ασφαλώς πολύ υψηλότερο, που φθάνει οπωσδήποτε γύρω στα 90% του συνολικού αριθμού των αρχιερέων. Σε τελική ανάλυση λοιπόν δε θα πρέπει να αναζητούμε ποιοι αρχιερείς και πώς έλαβαν μέρος στον αγώνα αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ελάχιστοι αρχιερείς, δηλ. το υπόλοιπο 10% που δεν έλαβαν μέρος στην εθνεγερσία του 1821 και γιατί.

Πέτρου Α. Γεωργαντζή δ. Θ.ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ(αντίδραση ή προσφορά;)ΞΑΝΘΗ 1985


[1] Γ. Σκαρίμπα, 6.π. τ. Α' σ. 78 και τ. Β' σ. 127
[2] Ενδεικτικά βλέπε στους :
Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, ό.π. τ. Α' σ. 88,91,195 εξ.- Φωτάκου, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών, ό.π. σ. 150-154, 157-161. -Κ. Οικονόμου, Τα σωζόμενα εκκλησιαστικά συγγράμματα, ό.π. τ.Β'σ. 15εξ.-Χρυσ. Παπαδοπούλου, Η Εκκλησία Κωνσταντι­νουπόλεως και η Μεγάλη Επανάστασις, ό.π. σ. 480 εξ. - Κ. Βοβολίνη, Η Εκκλησία εις τον αγώνα της ελευθερίας, ό.π. σ. 95 εξ. -Β. Ατέση, Εθνο­μάρτυρες Αρχιερείς, ό.π. σ. 5 εξ. - Θ. Σιμοπούλου, Μάρτυρες και αγωνισταί Ιεράρχαι, τ. Α' και Β'-Εκδοτ. Αθηνών, Ιστορία του Ελληνι­κού Έθνους, τ. 12 σ. 135 εξ.-Απ. Βακαλοπούλου, Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τ. Ε' ό.π.σ. 315,324,509,517. -Ιωάν. Παπαϊωάννου, Ι­στορικές γραμμές, ό.π. τ. Α' σ. 99,102. - Α θα ν. Κι ρμιζή, Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' και το εικοσιένα, Κοινωνία, ετ. ΚΖ' (Απρίλιος- Ιούνιος) 1984 σ. 164
[3] Από αυτούς οι 112 περίπου βρισκόταν στη σημερινή Ελλάδα και Κύπρο ήτοι
 α) 25 στην Πελοπόννησο (Κορίνθου, Μονεμβασίας, Π.Πατρών, Λακεδαιμόνιας, Χριστιανουπόλεως, Ναυπλίου, Ωλένης, Τριπολιτζάς, Ρέο­ντος και Πραστού, Δημητσάνης, Έλους, Ανδρούσης, Κερνίτσης, Μεθώ­νης, Κορώνης, Βρεσθένης, Καρυουπόλεως, Μαλτζίνης, Δαμαλών, Ζαρνάτας, Ακόβων, Μαΐνης, Ανδρουβίτσας, Πλάτζης και Μηλέας.)
β) 9 στην Στερεά Ελλάδα (Αθηνών, Θηβών, Ν. Πατρών, Ταλαντίου, Σαλώνων, Μενδενίτσης, Λοιδωρικίου, Ζητουνίου και Λιτζάς και Αγρά­φων).
γ) 20 στα νησιά του Αιγαίου (Αιγίνης και Ύδρας, Παροναξίας, Τζιας, Σίφνου- Μήλου - Μυκόνου, Άνδρου - Σύρου, Τήνου, Σαντορίνης, Σκοπέ­λου, Σκύρου, Ευρίπου, Καρύστου, Ρόδου, Κώου, Σάμου, Καρπάθου, Λέρου, Λήμνου, Μυτιλήνης, Μηθύμνης, Χίου)
δ) 8 στην Θεσσαλία (Λαρίσης, Φαναριοφαρσάλων, Ελασσώνος, Τρίκης, Σταγών, Γαρδικίου, Ραδοβιζίου, Θαυμακού)
ε) 20 στη Μακεδονία (Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράμας, Βερροίας, Κασσανδρείας, Βοδενών, Σισανίου, Κοζάνης, Γρεβενών, Καστοριάς, Κίτρους, Καμπανίας, Πλαταμώνος, Σερβίων, Αρδαμερίου, Πέτρας, Πολυανής, Ιε­ρισσού και Αγ. Όρους, Ελευθερουπόλεως.)
ς) 3 στη Θράκη (Ξάνθης, Μαρώνειας και Διδυμοτείχου)
ζ) 7 στην Ήπειρο (Ιωαννίνων, Άρτης και Ναυπάκτου, Κορυτζάς, Παραμυθίας Δρυϊνουπόλεως, Βελλάς, Χειμάρας)
 η) 12 στην Κρήτη (Κρήτης- Ηρακλείου, Κνωσού, Αρκαδίας, Χερσο­νήσου, Αυλοποτάμου, Ρεθύμνης, Κυδωνιάς, Λάμπης, Πέτρας, Σητείας, Ιε­ράς και Κισσάμου)
θ) 4 στα Επτάνησα (Κερκύρας, Κεφαληνίας Ιθάκης και Ζακύνθου)
και
ι) 4 στην Κύπρο (Κύπρου, Πάφου, Κιτίου, Κυρήνειας)
[4] Θεοκλ. Στράγκα, Εκκλησίας Ελλάδος, ο.π. τ. Α' σ. 31
[5] Θεοκλ. Στράγκα, ο.π. τ. Α' σ. 27 και 35
[6] Φαίνεται όμως ότι εκτός από τους παραπάνω γνωστούς αρχιερείς που κατέφυγαν στην επαναστατημένη Ν. Ελλάδα από τους  «υπό τους Τούρ­κους τελούντων τόπων» , πρέπει να ήταν και άλλοι γιατί ο συνολικός αριθμός αυτών, σύμφωνα με την εκκλησιαστική επιτροπή του 1833, ανερχόταν σε 30. (Θεοκλ. Στράγκα, Εκκλησίας Ελλάδος, ό.π. τ. Α' σ. 35).
[7] Θ. Σιμοπούλου, ό.π. τ.Α'σ. 12
[8] Εκδ. Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού  Έθνους, τ. 12σ. 135-136-Παρβλ. και  Αθαν. Κ ι ρ μ ι ζ ή. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος και το εικοσιένα, ό.π. σ. 164.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...