Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νισύριος


 


Γεννήθηκε στὴ Νίσυρο τὸ 1716 (κατ᾿ ἄλλους 1717) ἀπὸ γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἦταν προύχοντες στὴν κωμόπολη Μανδράκι τῆς Νισύρου. Ὁ πατέρας του, δημογέροντας τοῦ νησιοῦ αὐτοῦ, ἔπεσε στὴ δυσμένεια τῶν Τούρκων καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὶς τιμωρίες τους, ἐξισλαμίστηκε μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια καὶ μετακόμισε στὴ Ῥόδο. Ὁ μικρότερος γιός τους ὀνομάστηκε Μεχμέτ.

Κάποτε ὅμως, ὁ Μεχμέτ, τυχαῖα ἔμαθε πὼς ἦταν χριστιανὸς καὶ ἀπὸ τὴν μητέρα πληροφορήθηκε πὼς τὸν ἔλεγαν Νικήτα. Τότε σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν ὁ Νικήτας, πῆγε στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, ὅπου στὸν ἡγούμενο ἐξομολογήθηκε τὰ συμβαίνοντα μ᾿ αὐτόν. Ὁ ἡγούμενος τὸν παρέπεμψε στὸν ἐκεῖ ἐφησυχάζοντα, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἀρχιερέα, πρώην Θηβῶν Μακάριο, ὁ ὁποῖος τὸν μύρωσε καὶ τοῦ ἔδωσε χρήσιμες συμβουλές.

Τότε ὁ Νικήτας ἔμεινε στὴ Μονὴ αὐτὴ κατηχούμενος καὶ ἐπέδειξε θαυμαστὸ ζῆλο στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία.  Ἐκεῖ τὸν κατέλαβε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ μὲ τὶς συμβουλὲς τοῦ ἀσκητῆ Ἀνθίμου Ἁγιοπατερίτη καὶ τὴν εὐχὴ τῶν ἄλλων πατέρων τῆς Μονῆς, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Χίο.

Ὅταν ἔφτασε, τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους ὁ κεφαλικὸς φόρος, τὸν ὁποῖο δὲν εἶχε πληρώσει. Τὸν παρέλαβε ὁ ὑπάλληλος Τοῦρκος, Κριμλὴς ὀνομαζόμενος, γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ φυλακὴ στὴ θέση Βουνάκι. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη, πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ κάποιος Ἱερέας, Δανιὴλ ὀνομαζόμενος, χαιρέτησε τὸν Νικήτα μὲ τὸ ὄνομα Μεχμέτ. Ὁ Κριμλὴς ὅταν τὸ ἄκουσε, ἔμαθε περὶ τίνος πρόκειται καὶ τὸν ὁδήγησε στὸν Ἀγά.

Ἐκεῖ ὁ Νικήτας ὁμολόγησε μὲ πολὺ θάῤῥος τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ Τοῦρκοι, μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες προσπάθησαν νὰ συγκρατήσουν τὸν μάρτυρα στὴ θρησκεία τους. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ καταφέρουν, τὸν ὑπέβαλαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, ποὺ διήρκησαν δέκα μερόνυκτα.
Κατόπιν τὸν ἔσυραν σὲ κάποια ἄκρη τῆς πόλης, «Κάτω Γιαλό» ὀνομαζόμενη, ὅπου οἱ δήμιοι τὸν ἔστησαν κάτω ἀπὸ τὸ Ἰβηρίτικο Μετόχι καὶ ἄρχισαν πάλι μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις, μήπως μπορέσουν καὶ τὸν μεταπείσουν. Ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος ἀπάντησε: «Χριστιανὸς εἶμαι, Νικήτας ὀνομάζομαι καὶ Νικήτας θὰ πεθάνω». Τότε τὸν ἀποκεφάλισε ὁ ἴδιος ὁ Κριμλὴς στὶς 21 Ἰουνίου 1732, σὲ ἡλικία 16 ἢ 17 χρονῶν στὴ Χίο. Οἱ Τοῦρκοι, γιὰ νὰ μὴ πάρουν οἱ χριστιανοὶ κάτι ἀπὸ τὸ ἱερό του λείψανο, ἀφοῦ τὸ ἄλειψαν μὲ ἀκαθαρσίες τὸ πέταξαν στὴ θάλασσα.

Σήμερα στὴ γενέτειρα τοῦ Ἁγίου, τὸ Μανδράκι τῆς Νισύρου, ὑψώνεται βυζαντινὸς ναός, ποὺ τιμᾶται στὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νικήτα.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ΄. Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς.
Ἀκαταγώνιστος ὀφθεὶς Ἀθλοφόρε, τῶν ἐκ τῆς Ἄγαρ μηχανὰς ἐτροπώσω, καὶ ἐναθλήσας ἔνδοξε στεῤῥότατα, ξίφος κατεπάλαισας, δυσμενῶν ἀοράτων, ὅθεν τὸ διάδημα, ἀνεπλέξω τῆς νίκης, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκέτευε Χριστὸν, νέε Νικήτα τῶν πίστει τιμώντων σε.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ΄. Ὁ Ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Νεοφανὴς ὥσπερ ἀστὴρ ἀθλοφόρε, ἐξανατείλας τῇ σεπτῇ Ἐκκλησίᾳ, τῶν εὐσεβῶν κατηύγασας τὰ πρόσωπα, πόθῳ εὐφημούντων σε, καὶ τελούντων Νικήτα, σῆς στεῤῥᾶς ἀθλήσεως, τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, καὶ ἐκβοώντων· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.

Ὁ Οἶκος Τοῦ ἀθλοφόρου τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, δεῦτε πάντες τῶν ὕμνων τοῖς στεφάνοις λαμπρῶς καταστέψωμεν, καὶ γὰρ οὗτος ὁ τῆς ἐπουρανίου νίκης φερώνυμον κλῆσιν πλουτῶν, τὸν παλαιὸν πτερνιστὴν ἐν ἀπαλῷ κομιδῇ τῷ σώματι ἐκνικήσας, ὀμβρίζει ἀντὶ αἱμάτων ἱερῶν, ἰαμάτων τὰ ῥεύματα, σὺν τούτοις δὲ πᾶσι χαίρει Χριστῷ, καὶ δίδωσιν εἰρήνην ἀνέκλειπτον, τοῖς ἐκ πόθου βοῶσι· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.

Κάθισμα 
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτῦρων ἐν αἵματι, καλλωπιζόμενος, Κυρίῳ παρίστασαι τῷ τοῦ παντὸς βασιλεῖ, Νικήτα πανεύφημε, ὅθεν ἐν εὐφροσύνῃ τὴν ἁγίαν σου μνήμην, σήμερον ἐκτελοῦμεν, ὀφλημάτων τὴν λύσιν, αἰτούμενοι, εὑρεῖν διὰ σοῦ, καὶ μέγα ἔλεος.

Μεγαλυνάριον 
Μάρτυς ἀθλοφόρε ταῖς πρὸς Θεὸν, ἱεραὶς εὐχαῖς σου, διατήρει τοὺς εὐλαβῶς, τῇ σῇ θείᾳ σκέπῃ, προσφεύγοντας ἐκ πάντων, παθῶν τε καὶ κινδύνων, ψυχῆς καὶ σώματος.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον 
Νίκης διαδήματι κατ’ ἐχθρῶν, ἐστέφθης Νικήτα, φερωνύμως παρὰ Χριστοῦ, καὶ νῦν σὺν Μαρτύρων τοῖς δήμοις Ἀθλοφόρε, γηθόμενος ἀφράστως, Αὐτῷ παρίσταται.

Ὁ Ἅγιος Ἀφροδίσιος


Δόξασε μὲ τὸ μαρτύριό του τὴν γῆ τῆς Κιλικίας. Γεμάτος θεῖο ζῆλο, ἐργάστηκε γιὰ τὸ φωτισμὸ τῶν ἀπίστων, ἀποκαλύπτοντας τὸ ψεῦδος τῆς εἰδωλολατρίας καὶ διδάσκοντας τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. 

Ὁ ἄρχοντας Διονύσιος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Ἀφροδισίου, τὸν καταδίκασε σὲ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ τὸν ἔριξαν τροφὴ σὲ κάποια λέαινα μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἀλλὰ συνέβη κάτι παράδοξο. Ἡ ὁρμὴ τῆς λέαινας σταμάτησε λίγα βήματα ἀπὸ τὸν Ἅγιο, καὶ τὸ πεινασμένο θηρίο τὸν προσπέρασε χωρὶς νὰ τὸν ἀγγίξει. Κατόπιν τὸν ἔκαψαν μὲ πυρακτωμένο σίδερο, καὶ τελικὰ βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο μεταξὺ δυὸ μεγάλων λιθαριῶν, ὅπου τὸν εἶχαν βάλει καὶ τὸν συνέθλιψαν. Τὸ σῶμα του κυριολεκτικὰ θρυμματίστηκε, ἀλλὰ ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς του καὶ ἡ πίστη του διατηρήθηκαν ἀκέραιες.

Οἱ Ἁγίες Δημητρία καὶ Βιβιανὴ οἱ Παρθενομάρτυρες

Οἱ Ἁγίες Δημητρία καὶ Βιβιανὴ ἐζοῦσαν κατὰ τοὺς χρόνους τοὺς αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου στὴ Ρώμη καὶ ἦταν θυγατέρες τῶν Ἁγίων Φλαβιανοῦ ( 22 Δεκεμβρίου) καὶ Δαφροσίας ( 4 Ἰανουαρίου). Ὁ διοικητὴς τῆς Ρώμης μετὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τῶν γονέων τους, ἀφοῦ συνέλαβε τὴν Δημητρία καὶ τὴν Βιβιανὴ καὶ τὶς ἐβασάνισε  ἀνηλεῶς, δὲν κατάφερε νὰ τὶς ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Ἔτσι, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὶς ἀποκεφαλίσουν, τὸ 363 μ.Χ. Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης Σιμπλίκιος (468 – 483 μ.Χ.) καθιέρωσε ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Ἁγίας Βιβιανῆς, ὁ δὲ Οὐρβανὸς ὁ Η’, τὸ 1628, ἀνακαίνισε αὐτὸν καὶ μετακόμισε ἐκεῖ τὰ ἱερὰ λείψανα τῆς Ἁγίας Δημητρίας καὶ τῆς μητρὸς αὐτῆς.

Ὁ Ἅγιος Τερέντιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἰκονίου

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Τερέντιος ἢ Τέρτιος ἦταν Ἐπίσκοπος Ἰκονίου καὶ ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. Ἐτελειώθηκε, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν μέσα σὲ ἀγκάθια. Ὁρισμένοι τὸν ταυτίζουν μὲ τὸν Ἅγιο Τέρτιο ( 30 Ὀκτωβρίου), ὁ ὁποῖος διετέλεσε δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μετὰ τὸν Σωσίπατρο, καὶ ἀναφέρεται στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.

Οἱ Ἅγιοι Ἀντώνιος, Ἀναστάσιος, Κέλσιος, Βασίλισσα, εἴκοσι δεσμοφύλακες καὶ ἑπτὰ ἀδελφοί οἱ Μάρτυρες μετὰ τοῦ Ἁγίου Ἰουλιανοῦ μαρτυρήσαντες


Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ποὺ ἄθλησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰουλιανὸ, ἤτοι Ἀντωνίου πρεσβυτέρου, Ἀναστασίου τοῦ ἐκ νεκρῶν ἀναστάντος, Κελσίου, Βασιλίσσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ, εἴκοσι δεσμοφυλάκων καὶ ἑπτὰ συγγόνων (αδελφῶν), τιμᾶται τὴν 8ηἸανουαρίου, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰουλιανό, ὅπου καὶ ὁ Βίος τους.

Συναξαριστής της 21ης Ιουνίου

Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ἀπὸ τὴν Κιλικία

 


Ἦταν ἀπὸ τὴν Διοκαισάρεια τῆς Κιλικίας. Ὁ πατέρας του ἦταν εἰδωλολάτρης βουλευτής, ἀλλὰ ἡ μητέρα του εἶχε προσχωρήσει στὴ χριστιανικὴ θρησκεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀνέθρεψε τὸ γιό της Ἰουλιανὸ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ Ἰουλιανὸς ἀγάπησε τόσο πολὺ τὸν ἐσταυρωμένο Κύριο, ὥστε σὲ ἡλικία 18 χρονῶν ὁμολόγησε μὲ πολὺ θάῤῥος τὴν πίστη του στὸν ἔπαρχο Μαρκιανό, ἐνῷ γνώριζε ὅτι τὸν περίμεναν ἄγρια βασανιστήρια. Πράγματι, μόλις τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος, διέταξε καὶ τὸν ἔδειραν ἀνελέητα, καὶ κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴν πιὸ ἄθλια φυλακή.

Ἔπειτα ὁ Μαρκιανὸς κάλεσε τὴν μητέρα τοῦ Ἰουλιανοῦ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸ γιό της καὶ νὰ τὸν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ἡ χριστιανὴ γυναῖκα, ὅταν συνάντησε τὸ νεαρὸ σπλάχνο της, ἔκανε ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Προέτρεψε τὸν Ἰουλιανὸ νὰ μείνει στὸ ὕψος τοῦ χριστιανικοῦ του φρονήματος καὶ τὸν ἐνθάῤῥυνε νὰ ὑπομείνει ὅλα τὰ μαρτύρια.  Ἔτσι καὶ ἔγινε.

Ὅταν ὁ ἔπαρχος ξανακάλεσε τὸν Ἰουλιανό, αὐτὸς μὲ περισσότερο θάῤῥος ὁμολόγησε μπροστά του καὶ πάλι τὸ Χριστό. Ἐξοργισμένος τότε ὁ ἔπαρχος Μαριανὸς ἔκλεισε τὸν Ἰουλιανὸ μέσα σὲ ἕνα σάκο μὲ δηλητηριώδη φίδια καὶ τὸν ἔριξε στὸ πιὸ βαθὺ σημεῖο τῆς θάλασσας, ὅπου μαρτυρικὰ ὁ Ἰουλιανὸς παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Θεό.

Καὶ ἔτσι, δίκαια «λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Ἄξια, δηλαδή, θὰ πάρει καὶ ὁ Ἰουλιανὸς τὸ λαμπρὸ καὶ ἔνδοξο στεφάνι τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σ᾿ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν.

Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μητρικαὶς ὑποθήκαις μυστανωνούμενος, πανευκλεὴς στρατιώτης ὤφθης Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, παντευχίαν μυστικὴν περιζωσάμενος• ὅθεν καθεῖλες τὸν ἔχθρον, ὡς γενναῖος ἀριστεύς, καὶ ἤθλησας θεοφρόνως, Ἰουλιανὲ θεόφρον, ὑπὲρ ἠμῶν ἀεὶ πρεσβεύων Θεῶ.

Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Νεανίας ἔκλαμπρος, ὡς ἀληθῶς δεδειγμένος, Ἀθλοφόρος ἔνδοξος, τῆς εὐσεβείας ἐφάνης· πόνων γάρ, τῶν ἐν ἀθλήσει καταφρονήσας, ἔφερες, τὸν ἐν θαλάσσῃ πνιγμὸν ἀνδρείως, Ἰουλιανὲ παμμάκαρ· διὸ πρὸς ὕδωρ ζωῆς ἐσκήνωσας.

Μεγαλυνάριον
Σώματι ἀκμάζοντι καὶ τερπνῷ, καὶ ψυχῇ ἀρίστῃ, ὑπεδέξω ὡς πίων γῆ, τῆς μητρὸς τοὺς λόγους, καὶ τούτους γεωργήσας, ἀθλητικοὺς προσάγεις, καρποὺς τῷ Κτίστῃ σου.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ Αἰγύπτιος ἢ Λίβυος καὶ οἱ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν μαρτυρήσαντες Βασίλισσα, Κέλσιος, Ἀναστάσιος, Ἀντώνιος ὁ Πρεσβύτερος, εἴκοσι δεσμοφύλακες καὶ Ἑπτὰ ἀδέλφια

Βλέπε βιογραφία τους στὶς 8 Ἰανουαρίου. Ἐδῶ, ἄγνωστο γιατί, ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη τους.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Ἀφροδίσιος

Δόξασε μὲ τὸ μαρτύριό του τὴν γῆ τῆς Κιλικίας. Γεμάτος θεῖο ζῆλο, ἐργάστηκε γιὰ τὸ φωτισμὸ τῶν ἀπίστων, ἀποκαλύπτοντας τὸ ψεῦδος τῆς εἰδωλολατρίας καὶ διδάσκοντας τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ ἄρχοντας Διονύσιος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Ἀφροδισίου, τὸν καταδίκασε σὲ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ τὸν ἔριξαν τροφὴ σὲ κάποια λέαινα μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἀλλὰ συνέβη κάτι παράδοξο. Ἡ ὁρμὴ τῆς λέαινας σταμάτησε λίγα βήματα ἀπὸ τὸν Ἅγιο, καὶ τὸ πεινασμένο θηρίο τὸν προσπέρασε χωρὶς νὰ τὸν ἀγγίξει. Κατόπιν τὸν ἔκαψαν μὲ πυρακτωμένο σίδερο, καὶ τελικὰ βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο μεταξὺ δυὸ μεγάλων λιθαριῶν, ὅπου τὸν εἶχαν βάλει καὶ τὸν συνέθλιψαν. Τὸ σῶμα του κυριολεκτικὰ θρυμματίστηκε, ἀλλὰ ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς του καὶ ἡ πίστη του διατηρήθηκαν ἀκέραιες.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Τερέντιος ἐπίσκοπος Ἰκονίου

Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν μέσα σὲ ἀγκάθια.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νισύριος

 


Γεννήθηκε στὴ Νίσυρο τὸ 1716 (κατ᾿ ἄλλους 1717) ἀπὸ γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἦταν προύχοντες στὴν κωμόπολη Μανδράκι τῆς Νισύρου. Ὁ πατέρας του, δημογέροντας τοῦ νησιοῦ αὐτοῦ, ἔπεσε στὴ δυσμένεια τῶν Τούρκων καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὶς τιμωρίες τους, ἐξισλαμίστηκε μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια καὶ μετακόμισε στὴ Ῥόδο. Ὁ μικρότερος γιός τους ὀνομάστηκε Μεχμέτ.

Κάποτε ὅμως, ὁ Μεχμέτ, τυχαῖα ἔμαθε πὼς ἦταν χριστιανὸς καὶ ἀπὸ τὴν μητέρα πληροφορήθηκε πὼς τὸν ἔλεγαν Νικήτα. Τότε σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν ὁ Νικήτας, πῆγε στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, ὅπου στὸν ἡγούμενο ἐξομολογήθηκε τὰ συμβαίνοντα μ᾿ αὐτόν. Ὁ ἡγούμενος τὸν παρέπεμψε στὸν ἐκεῖ ἐφησυχάζοντα, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἀρχιερέα, πρώην Θηβῶν Μακάριο, ὁ ὁποῖος τὸν μύρωσε καὶ τοῦ ἔδωσε χρήσιμες συμβουλές.

Τότε ὁ Νικήτας ἔμεινε στὴ Μονὴ αὐτὴ κατηχούμενος καὶ ἐπέδειξε θαυμαστὸ ζῆλο στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία.  Ἐκεῖ τὸν κατέλαβε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ μὲ τὶς συμβουλὲς τοῦ ἀσκητῆ Ἀνθίμου Ἁγιοπατερίτη καὶ τὴν εὐχὴ τῶν ἄλλων πατέρων τῆς Μονῆς, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Χίο.

Ὅταν ἔφτασε, τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους ὁ κεφαλικὸς φόρος, τὸν ὁποῖο δὲν εἶχε πληρώσει. Τὸν παρέλαβε ὁ ὑπάλληλος Τοῦρκος, Κριμλὴς ὀνομαζόμενος, γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ φυλακὴ στὴ θέση Βουνάκι. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη, πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ κάποιος Ἱερέας, Δανιὴλ ὀνομαζόμενος, χαιρέτησε τὸν Νικήτα μὲ τὸ ὄνομα Μεχμέτ. Ὁ Κριμλὴς ὅταν τὸ ἄκουσε, ἔμαθε περὶ τίνος πρόκειται καὶ τὸν ὁδήγησε στὸν Ἀγά.

Ἐκεῖ ὁ Νικήτας ὁμολόγησε μὲ πολὺ θάῤῥος τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ Τοῦρκοι, μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες προσπάθησαν νὰ συγκρατήσουν τὸν μάρτυρα στὴ θρησκεία τους. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ καταφέρουν, τὸν ὑπέβαλαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, ποὺ διήρκησαν δέκα μερόνυκτα.
Κατόπιν τὸν ἔσυραν σὲ κάποια ἄκρη τῆς πόλης, «Κάτω Γιαλό» ὀνομαζόμενη, ὅπου οἱ δήμιοι τὸν ἔστησαν κάτω ἀπὸ τὸ Ἰβηρίτικο Μετόχι καὶ ἄρχισαν πάλι μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις, μήπως μπορέσουν καὶ τὸν μεταπείσουν. Ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος ἀπάντησε: «Χριστιανὸς εἶμαι, Νικήτας ὀνομάζομαι καὶ Νικήτας θὰ πεθάνω». Τότε τὸν ἀποκεφάλισε ὁ ἴδιος ὁ Κριμλὴς στὶς 21 Ἰουνίου 1732, σὲ ἡλικία 16 ἢ 17 χρονῶν στὴ Χίο. Οἱ Τοῦρκοι, γιὰ νὰ μὴ πάρουν οἱ χριστιανοὶ κάτι ἀπὸ τὸ ἱερό του λείψανο, ἀφοῦ τὸ ἄλειψαν μὲ ἀκαθαρσίες τὸ πέταξαν στὴ θάλασσα.

Σήμερα στὴ γενέτειρα τοῦ Ἁγίου, τὸ Μανδράκι τῆς Νισύρου, ὑψώνεται βυζαντινὸς ναός, ποὺ τιμᾶται στὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νικήτα.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ΄. Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς.
Ἀκαταγώνιστος ὀφθεὶς Ἀθλοφόρε, τῶν ἐκ τῆς Ἄγαρ μηχανὰς ἐτροπώσω, καὶ ἐναθλήσας ἔνδοξε στεῤῥότατα, ξίφος κατεπάλαισας, δυσμενῶν ἀοράτων, ὅθεν τὸ διάδημα, ἀνεπλέξω τῆς νίκης, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκέτευε Χριστὸν, νέε Νικήτα τῶν πίστει τιμώντων σε.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ΄. Ὁ Ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Νεοφανὴς ὥσπερ ἀστὴρ ἀθλοφόρε, ἐξανατείλας τῇ σεπτῇ Ἐκκλησίᾳ, τῶν εὐσεβῶν κατηύγασας τὰ πρόσωπα, πόθῳ εὐφημούντων σε, καὶ τελούντων Νικήτα, σῆς στεῤῥᾶς ἀθλήσεως, τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, καὶ ἐκβοώντων· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.

Ὁ Οἶκος Τοῦ ἀθλοφόρου τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, δεῦτε πάντες τῶν ὕμνων τοῖς στεφάνοις λαμπρῶς καταστέψωμεν, καὶ γὰρ οὗτος ὁ τῆς ἐπουρανίου νίκης φερώνυμον κλῆσιν πλουτῶν, τὸν παλαιὸν πτερνιστὴν ἐν ἀπαλῷ κομιδῇ τῷ σώματι ἐκνικήσας, ὀμβρίζει ἀντὶ αἱμάτων ἱερῶν, ἰαμάτων τὰ ῥεύματα, σὺν τούτοις δὲ πᾶσι χαίρει Χριστῷ, καὶ δίδωσιν εἰρήνην ἀνέκλειπτον, τοῖς ἐκ πόθου βοῶσι· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.

Κάθισμα 
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτῦρων ἐν αἵματι, καλλωπιζόμενος, Κυρίῳ παρίστασαι τῷ τοῦ παντὸς βασιλεῖ, Νικήτα πανεύφημε, ὅθεν ἐν εὐφροσύνῃ τὴν ἁγίαν σου μνήμην, σήμερον ἐκτελοῦμεν, ὀφλημάτων τὴν λύσιν, αἰτούμενοι, εὑρεῖν διὰ σοῦ, καὶ μέγα ἔλεος.

Μεγαλυνάριον 
Μάρτυς ἀθλοφόρε ταῖς πρὸς Θεὸν, ἱεραὶς εὐχαῖς σου, διατήρει τοὺς εὐλαβῶς, τῇ σῇ θείᾳ σκέπῃ, προσφεύγοντας ἐκ πάντων, παθῶν τε καὶ κινδύνων, ψυχῆς καὶ σώματος.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον 
Νίκης διαδήματι κατ’ ἐχθρῶν, ἐστέφθης Νικήτα, φερωνύμως παρὰ Χριστοῦ, καὶ νῦν σὺν Μαρτύρων τοῖς δήμοις Ἀθλοφόρε, γηθόμενος ἀφράστως, Αὐτῷ παρίσταται.

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ ΤΟΥ ΤΑΡΣΕΩΣ

Τῌ ΚΑ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΙΟΥΝΙΟΥ

Μνήμη 

τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἰουλιανοῦ τοῦ Ταρσέως.

Τῇ ΚΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός,

 Μνήμη 
τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἰουλιανοῦ τοῦ ἐν Κιλικίᾳ.

Φέρων τι χρῆμα σάκκος ἄξιον πόλου,
Ἰουλιανόν, βάλλεται πόντου μέσον.
Σάκκῳ Ἰουλιανὸς βυθὸν εἰσέδυ εἰκάδι πρώτῃ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, 

Μνήμη 
τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος, Ἀφροδισίου.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, 

Μνήμη
 τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Τερεντίου, Ἐπισκόπου Ἰκονίου.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις,

 ὁ Θεός, 
ἐλέησον ἡμᾶς. 
Ἀμήν.

Τι είπαν Αγιορείτες πατέρες για την σατανιστική ανθρωποθυσία στη Γλυφάδα

(Του Γιώργου Θεοχάρη, agioritikovima.gr)

 
Έκπληξη προκάλεσε στον Ορθόδοξο κόσμο η αποκάλυψη της σατανιστικής θυσίας που έγινε την ημέρα της Αναστάσεως του περασμένου Πάσχα στην πλατεία της Γλυφάδας.
 
Το ''Αγιορείτικο Βήμα'' επικοινώνησε με Αγιορείτες πατέρες και ζήτησε τη γνώμη τους και την ερμηνεία τους για αυτό το σοκαριστικό φαινόμενο.
 
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, λένε Αγιορείτες μοναχοί, ότι η θυσία στον Εωσφόρο έγινε την ημέρα του Πάσχα, δηλ της Αναστάσεως του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
Γιατί άραγε ζήτησε ο σατανάς να γίνει η θυσία αυτή την ημέρα;, διερωτήθηκαν οι πατέρες.
 
Γιατί γράφτηκε με αίμα το σύμβολο του σατανά με αναποδογυρισμένο τον Σταυρό του Χριστού;
 
Ακριβώς γιατί ο σατανάς ήθελε να δείξει την δική του δύναμη στον θρησκευόμενο κόσμο, υπογραμμίζουν και εξηγούν:
 
«Όμως αυτό ήτανε ένδειξη της ίδιας του της αδυναμίας. Διότι προσθέτουν: όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίος Επιστολή (Κεφάλαιο 2,14): Ο Θεός κατήργησε με τον Θάνατο του Ιησού αυτόν που εξουσίαζε τον θάνατο, δηλ τον διάβολο)».
 
Οι Αγιορείτες πατέρες θεωρούν αυτή την πράξη ως την άμεση απόδειξη της σχέσεως του σατανά με τον άνθρωπο.
 
Οι πατέρες παρατηρούν ότι αυτό μπορεί να συμβεί στις περιπτώσεις εκείνες που ο άνθρωπος δίνει εξ ολοκλήρου την ψυχή του στην ενέργεια των δαιμονικών δυνάμεων.
 
Και διευκρινίζουν: «Οι δαίμονες είναι εκείνοι οι οποίοι ζητούν κάθε στιγμή να προσβάλουν την πίστη στο Θεό και εξασφαλίζοντας αυτή τη συναίνεση του ανθρώπου λαμβάνουν κατόπιν και ορισμένα δικαιώματα.
 
Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος ο οποίος κυριεύεται από τον σατανά είναι πολύ εύκολο κατόπιν να προβεί βήμα -βήμα και στη λατρεία του.
 
Απέχοντας επί μακρόν και από τα μυστήρια της εκκλησίας, πρωτίστως από την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία ο κάθε άνθρωπος είναι εύκολο να προσβάλλεται από τις επιθέσεις του σατανά χωρίς να μπορεί να αντιμετωπίσει την προσβολή αυτή με άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο.
 
Για αυτό και οι πατέρες της εκκλησίας συνιστούν στον κάθε ορθόδοξο πιστό να μην απέχει επί μακρόν από την λατρευτική ζωή της εκκλησίας.
 
Η ανάγνωση των θείων γραφών, κυρίως δε του Ψαλτηρίου και της Καινής Διαθήκης είναι ένα αλεξίσφαιρο στις δυνάμεις του σκότους. Πολύ ωφελεί επίσης ο τακτικός εκκλησιασμός, όπως και οι ελεημοσύνες που μπορεί να κάνει κάποιος πιστός».
 
Αναφορικά με το συγκλονιστικό περιστατικό της Γλυφάδας που μας δίνει πάρα πολλά μηνύματα για την εποχή μας, οι Αγιορείτες πατέρες τόνισαν στο ''Αγιορείτικο Βήμα'' για το πόσο ευάλωτος έχει γίνει ο σύγχρονος άνθρωπος με το να αποδέχεται και να ερευνά τα μηνύματα της νέας εποχής, (σατανικά σύμβολα, μουσική τύπου Heavy Metal, εθισμός σε εικόνες και παραστάσεις τύπου daimon και HELL με σατανικά λογότυπα, και διάφορα τέτοια παρόμοια).
 
Το κύριο μέλημα του κάθε Ορθόδοξου πιστού (γονέων, οικογένειες) είναι να μην απομακρύνεται από την ζωή και την διδασκαλία της Eκκλησίας του Χριστού.

Περί του φθόνου (Ι. Χρυσόστομος).


«Είναι φοβερό πράγμα ο φθόνος και γεμάτος από υποκρισία. Αυτός γέμισε την οικουμένη από αμέτρητα κακά· εξ αιτίας αυτού του νοσήματος τα δικαστήρια είναι γεμάτα από κατηγορούμενους· από αυτό γεννάται η επιθυμία για την δόξα και τα χρήματα· από αυτό η φιλαρχία και η υπεροψία, εξ αιτίας αυτού οι δρόμοι είναι γεμάτοι από μιαρούς ληστές και η θάλασσα από πειρατές· εξ αιτίας αυτού διαπράττονται οι φόνοι σε όλο τον κόσμο· εξ αιτίας αυτού το ανθρώπινο γένος έχει διαιρεθεί· όποιο κακό και αν δεις θα διαπιστώσεις ότι από φθόνο προέρχεται· αυτό το κακό έχει εισχωρήσει και στις εκκλησίες· αυτό μέχρι σήμερα προξένησε αμέτρητα κακά· αυτό γέννησε την φιλαργυρία· αυτή η νόσος ανέτρεψε τα πάντα και διέφθειρε το δίκαιο, διότι λέγει ‘’Τα δώρα τυφλώνουν τους οφθαλμούς των σοφών και σαν φίμωτρο στο στόμα διαστρέφουν τους ελέγχους’’ (Σοφία Σειράχ 20,29). Αυτό κάνει τους ανθρώπους από ελεύθερους δούλους· για αυτό καθημερινά μιλάμε και τίποτα επί πλέον δεν γίνεται. Γινόμαστε χειρότεροι από τα θηρία, αρπάζουμε τα των ορφανών, απογυμνώνουμε τις χήρες, αδικούμε τους φτωχούς, και επισωρεύουμε συμφορές πάνω σε συμφορές. ‘’Αλίμονο, διότι  χάθηκε ο ευσεβής από την γη’’ (Μιχαίας 7,2). Και εμείς πρέπει να θρηνούμε εις το εξής, μάλλον αυτό πρέπει να λέμε καθημερινά. Τίποτα δεν κερδίζουμε από τις προσευχές, τίποτα με τις συμβουλές και τις παραινέσεις· υπολείπεται άρα να θρηνήσουμε. Αυτό και ο Χριστός έκανε· μετά από τις πολλές παραινέσεις του προς την Ιερουσαλήμ, επειδή εκείνοι δεν αποκόμιζαν κανένα κέρδος,δάκρυσε για την πώρωσή των· αυτό κάνουν και οι προφήτες· αυτό ας κάνουμε και εμείς τώρα. Είναι πλέον καιρός για θρήνους και δάκρυα και οδυρμούς. Είναι κατάλληλη στιγμή να πούμε και εμείς τώρα· ‘’Καλέσατε τις θρηνούσες και αποστείλατε προς τους σοφούς ανθρώπους και να αναγγείλουν  αυτό’’(Ιερεμίας 9,17). Ίσως έτσι να μπορέσουμε να θεραπεύσουμε την ασθένεια εκείνων που κτίζουν λαμπρές οικίες, εκείνων που αποκτούν τους αγρούς με αρπαγή. Είναι κατάλληλη στιγμή για θρήνους, αλλά συνοδέψτε με στους θρήνους και σεις οι γυμνοί και αδικημένοι· στους θρήνους σας προσθέσατε και τα δάκρυά μου. Όμως ας μη θρηνήσουμε τους εαυτούς μας, αλλά ας θρηνήσουμε εκείνους· δεν αδίκησαν εσάς, αλλά τους εαυτούς τους οδήγησαν στην απώλεια, διότι εσείς μεν έχετε αντί της αδικίας την ουράνια Βασιλεία, ενώ εκείνοι αντί κέρδους την γέεννα. Για αυτό είναι προτιμότερο να αδικείται κανείς και να μην αδικεί»

Ι. Χρυσόστομος, ΕΠΕ 14, σελ. 245- 247


.πηγή 

Πρωτοπρ. Βασ. Γεωργόπουλος, Συζητώντας με ένα μάρτυρα του Ιεχωβά.



Συζητῶντας μὲ ἕνα μάρτυρα τοῦ Ἰεχωβᾶ.
Προσοχὴ εἰς τὰς μεθοδεύσεις
Τοῦ πρωτ. π. Βασιλείου Ἀ. Γεωργοπούλου,Ἐπικ. Καθ. Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ
Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὄχι μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀλλὰ καὶ τὸ σύνολο τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου δὲν ἔχει ἀπολύτως τίποτα κοινὸ στὴν πίστη μὲ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ. Εἶναι ἐπίσης γνωστοὶ οἱ ἀπαξιωτικοὶ χαρακτηρισμοὶ μὲ τοὺς ὁποίους ἀναφέρεται ἡ ἑταιρεία «Σκοπιὰ» στὰ ἔντυπά της γιὰ τὸ σύνολο τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.
Δὲν εἶναι ὅμως εὐρύτατα γνωστὲς οἱ πρακτικὲς καὶ οἱ μεθοδεύσεις, ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, κατὰ τὶς συζητήσεις τους, στὰ πλαίσια τῆς προσηλυτιστικῆς τους δραστηριότητας. Οἱ μέθοδοι, ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ ὀπαδοὶ τῆς ἐν λόγῳ αἱρέσεως, ἔχουν πάντα συγκεκριμένη στόχευση καὶ προϋποθέτουν καὶ ἀντίστοιχη ἐκπαίδευση.

Ἂς δοῦμε κάποιες ἀπὸ αὐτὲς τὶς πρακτικές.
Ι) Ἀναζήτηση σημείου ἐπαφῆς
Πρόκειται γιὰ τὴν ἀφορμὴ ἐκκίνησης τῆς συζήτησης. Θέματα θρησκευτικὰ ( π.χ. ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἱερὲς εἰκόνες κ.ἄ.) καὶ κοινωνικά, ποὺ “ἐντυπωσιάζουν”, μὲ μιὰ δομημένη διατύπωση, ποὺ στὴν συνέχεια, ἀναλόγως τῶν ἀπαντήσεων, ἀγνοώντας τὴ στόχευση, ὁ ἄνθρωπὸς θὰ ὁδηγηθεῖ σὲ μιὰ λογικοφανῆ χειραγώγηση. (Πρβλ. G. Pape, Ich War Zeuge Jehovas, 1993, σσ.164-167)
II) Παράθεση χωρίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς 
Ἡ στόχευση ἐδῶ εἶναι ὁ ἐντυπωσιασμός. Δημιουργεῖται στὸν ἄνθρωπο ἡ ἐντύπωση, ἐφόσον συζητήσει, πόσο δῆθεν καλὰ γνωρίζουν τὴν Ἁγία Γραφή. Ἐντύπωση μάλιστα, ποὺ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴ δική του, ἐνδεχομένως ἄγνοια, ἢ τὴν ἀνεπαρκῆ γνώση ἢ τὴ μὴ συστηματικὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Προφανῶς δὲν γνωρίζει ὅτι αὐτὴ ἡ σωρηδὸν παράθεση βιβλικῶν χωρίων, ἀπὸ τὸν Μάρτυρα τοῦ Ἰεχωβᾶ, εἶναι προετοιμασμένα γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή. Ἂν παρασυρθεῖ, ἐντυπωσιαστεῖ, τὸν ἐμπιστευθεῖ καὶ τὸν ἀκολουθήσει στὶς «Γραφικὲς Μελέτες» ἀναζήτησης τῆς ἀλήθειας» τότε ἔχει ἀρχίσει, ἄθελά του, ἡ χειραγώγησή του στὴν πλάνη.
ΙΙΙ) Ἡ διαστρέβλωση τῶν ἁγιογραφικῶν χωρίων 
Πρόκειται γιὰ μία διαχρονικὴ πρακτικὴ ὅλων τῶν αἱρετικῶν. Τὰ ἁγιογραφικὰ χωρία ἀπομονώνονται ἀπὸ τὸ ἱστορικό τους πλαίσιο, ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴ νοηματική τους συνάφεια, ἑρμηνεύονται αὐθαίρετα καὶ προσάγονται ὡς ἁγιογραφικὲς δῆθεν μαρτυρίες αἱρετικῶν δοξασιῶν.
Ἕνα ἀντιπροσωπευτικὸ παράδειγμα, μεταξὺ τῶν πολλῶν, ἀποτελεῖ ἡ θέση τῆς αἵρεσης γιὰ τὴν μετάγγιση αἵματος. Τὰ βιβλικὰ χωρία, ποὺ ἀπαγορεύουν τὴ βρώση αἵματος ἢ τὴν ἀφαίρεση τῆς ζωῆς μὲ βίαιο τρόπο οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ τὰ προσάγουν ὡς δῆθεν ἁγιογραφικὲς μαρτυρίες, ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν μετάγγιση αἵματος.
ΙV) Στὴν ἴδια συνάφεια σχετικὰ μὲ τὴ χρήση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, συζητώντας κάποιος μὲ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, θὰ διαπιστώσει, κατὰ περίπτωση, τὰ ἑξῆς: α) παραποίηση χωρίων,β) ἐπιλεκτικὴ χρήση καὶ ἀποσιώπηση ἄλλων, γ) σύγχυση γραμματικῆς καὶ ἀλληγορικῆς ἑρμηνείας, δ) συνδυασμὸ ἄσχετων χωρίων, ε) χρήση προβληματικῶν μεταφράσεων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ ἐξυπηρετοῦν τὴν ἰδεολογικὴ χειραγώγηση στὶς κακοδοξίες τῆς αἵρεσης, στ) μὴ διάκριση ὡς πρὸς τὴν ἀπόλυτη καὶ σχετικὴ ἔννοια μιᾶς λέξης καὶ ζ) ἑρμηνευτικὴ κακοποίηση πολυσήμαντων λέξων καὶ ὅρων ὅπως λ.χ. τῆς λέξης «ψυχή». (Πρβλ. F.W.Haack, Jehovas Zeugen, 19753, σσ. 34-36).
V) Ἐπιλεκτικὴ «ἀμνησία» 
Αὐτὴ ἡ παράμετρος ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ἱστορία καὶ τὸ παρελθὸν τῆς αἵρεσης. Οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, συνήθως, δὲν ξέρουν ἢ παθαίνουν «ἀμνησία», ὅταν πρέπει νὰ ἀπαντήσουν γιὰ τὶς κατὰ καιροὺς ἀλλαγὲς στὶς διδασκαλίες τους, γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ψευδοπροφητειῶν τους, ποὺ διαψεύστηκαν οἰκτρὰ ἢ γιὰ ὁρισμένα γεγονότα ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς μετοχικῆς ἑταιρείας «Σκοπιά».
Ὡς ἐπίλογο θὰ παραθέσουμε τὴν συγκλονιστικὴ μαρτυρία, ἑνὸς πρώην «πρεσβύτερου», ἐπὶ 53 χρόνια ὀπαδοῦ τῆς αἵρεσης τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ στὴ Θεσσαλονίκη. Ὁ ἂνθρωπος αὐτός, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀναφέρει καὶ τὰ ἑξῆς ἀποκαλυπτικά: «Μετὰ ἀπὸ σκληρὸ ἀγώνα 53 ἐτῶν, κατέληξα σὲ μιὰ τραγικὴ διαπίστωση: Κοντὰ στοὺς μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ὄχι μόνο δὲν εἶχα βρῆ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ καὶ ἔβλεπα καθημερινὰ νὰ διαστρεβλώνεται συστηματικὰ καὶ νὰ κακοποιῆται μπροστὰ στὰ μάτια μου καὶ μὲ τοὺς πιὸ χονδροειδεῖς τρόπους, κάθε ἔννοιά της. (…) Ἕνα πολὺ βρώμικο καὶ ἀπατηλὸ παιχνίδι παίζει ἡ Σκοπιὰ εἰς βάρος τῆς νοημοσύνης, τῆς ἀξιοπρέπειας καὶ τῆς πίστεως τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, οἱ ὁποῖοι -ἐκτὸς τῶν ἄλλων εἶνε καὶ μιὰ πλουτοφόρα πηγή, ἕνας σωστὸς Πακτωλὸς γι’ αὐτήν» (Βλ. Ἐμ. Ἰ. Ἀντωνιάδη, Διαψεύδονται οἱ προφητεῖες τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, 1994, σ. 10. σ. Σ. Διατηρήσαμε τὴν ὀρθογραφία καὶ τὴν ὑπογράμμιση τοῦ συγγραφέα).
Ορθόδοξος Τύπος,13/06/2014

Ἀξιοποιοῦμε σωστὰ τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας; Μόνοι μποροῦμε νὰ σηκωθοῦμε ψηλά; Ὄχι! Πρέπει κάποιος ἄλλος ὑψηλώτερος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μᾶς σηκώσει. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεία χάρις

  χρόνος τῆς ζωῆς μας, ἀδελφοί μου, εἶναι ἄπιαστος. Κυλάει σὰν ποτάμι ὁρμητικὸ καὶ στὸ πέρασμά του παρασύρει τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες μας. Μέχρι νὰ ξημερώσει βλέπουμε τὸν ἥλιο νὰ μεσουρανεῖ καὶ πάλι νὰ δύει χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ τὸν συγκρατήσουμε, νὰ τὸν σταματήσουμε, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὶς εὐχάριστες στιγμές του, τὶς μοναδικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες στιγμὲς τοῦ σήμερα, ποὺ ἤδη ἔγινε παρελθόν, ἔγινε χθές.
    Ὡς ἀνθρώπινο κατασκεύασμα ὁ χρόνος δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν ἄχρονο Θεό μας, ἀφοῦ ὅπως λέει καὶ ὁ ποιητὴς, ὁ αἰῶνας εἶναι στιγμὴ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅμως ὁ ἄχρονος Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου καταδέχθηκε σὲ κάποια χρονικὴ στιγμὴ νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ φορέσει τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, χωρὶς βέβαια νὰ χάσει κάτι ἀπὸ τὴ θεϊκή Του ὑπόσταση, γιὰ νὰ θεώσει ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μᾶς φθείρει ὁ πανδαμάτορας χρόνος· αὐτὸς ποὺ περνᾶ ἀπὸ πάνω μας καὶ ἀφήνει ἔντονα τὰ σημάδια τοῦ περάσματός του. Ὅλοι μας ἀποροῦμε βλέποντας τὸ χρόνο νὰ μᾶς στιγματίζει καὶ προβληματιζόμαστε γιὰ τὴν ταχύτητά του. Τὸ παρελθὸν συνεχῶς μεγαλώνει, τὸ παρὸν μένει ἄπιαστο, τὸ μέλλον γίνεται παρὸν καὶ παρελθὸν σὲ κλάσματα δευτερολέπτου. Τρέχουμε ἄραγε νὰ κατακτήσουμε τὴ ζωὴ ἢ νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴ ζωή; Καὶ ποιὰ ζωὴ ζητοῦμε νὰ κατακτήσουμε; Τὴν πρόσκαιρη, αὐτὴ ποὺ κυλᾶ σὰν τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, ἢ τὴν ἄρρευστη, τὴν αἰώνια, αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Δημιουργός μας; Ἀσφαλῶς τὸ ἐρώτημα δὲ στέκει. Μία εἶναι ἡ ζωή· ἡ ζωὴ κοντὰ στὸ Χριστό, αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ὄντως «Ζωή» (Ἰω. ια΄25). Καὶ ἄν τὸ χρόνο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς μας τὸν ἐκμεταλλευθοῦμε γιὰ ἀπόκτηση τῆς κατὰ Θεὸν ἀρετῆς καὶ σοφίας, τότε ἡ χαρά μας θὰ εἶναι ἀνυπέρβλητη, γιατὶ θὰ ἔχουμε ἐπιτύχει τὸ ἐφετό, τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν ἄχρονο Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅμως τὸ κύλισμα τοῦ χρόνου προκαλεῖ θλίψη βαθύτατη. Θλίψη γιὰ δύο λόγους: Πρῶτα γιατὶ δὲν ἐκμεταλλευόμαστε σωστὰ τὸ χρόνο ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ζήσουμε καὶ δεύτερο γιατὶ οἱ καλὲς στιγμές του δὲν ἐπαναλαμβάνονται. Ἕνα μᾶς μένει νὰ πράξουμε. Νὰ ἐκμεταλλευτοῦμε τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας ἐπαναλαμβάνοντες τὸ αἴτημα: " Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα".
   Μὲ αὐτὴ τὴν αἴτηση πρῶτα ἀπ’ ὅλα ζητοῦμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν εἰρήνη, ἰδίως τὴν ἐσωτερική, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὰ χαμαίζηλα πάθη καὶ τὶς καθημερινὲς ἁμαρτίες. Μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἡ εἰρήνη εἶναι καρπὸς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, εἶναι πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἀγωνιζόμενο καὶ ἀπὸ παντοῦ πολεμούμενο ἄνθρωπο. Μᾶς τὸ τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλατ. ε΄ 22). Ἡ μετάνοια ἐξ ἄλλου ἀποτελεῖ τὸ μόνο μέσο γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, γιὰ μιὰ δημιουργικὴ πορεία πρὸς τὸ μέλλον μὲ σαφῆ ἀξιοποίηση τῶν ἀρνητικῶν ἐμπειριῶν τοῦ παρελθόντος.
   Δὲν πρέπει, ἀδελφοί μου, νὰ λησμονοῦμε ὅτι ἡ ἀξιοποίηση τοῦ χρόνου παραμονῆς μας ἐπάνω στὴ γῆ εἶναι ἡ ἀφετηρία τοῦ τελικοῦ στόχου τῆς ζωῆς μας, ποὺ εἶναι τὰ χριστιανικὰ τέλη καὶ ἡ καλὴ ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου. Ὁ χρόνος μας αὐτὸς εἶναι περιορισμένος καὶ τελειώνει σύντομα. Ἀποτελεῖ, λοιπόν, θανάσιμο ἁμάρτημα ἡ μὴ σωστὴ ἀξιοποίησή του· ἁμάρτημα, ποὺ ὄχι μόνο δεικνύει ἀχαριστία μπροστὰ στὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν καθένα μας, ἀλλὰ καὶ πονηρία καὶ ὀκνηρία μαζί. Ἄν δὲν τὸν ἀξιοποιοῦμε σωστά, γιὰ νὰ παρουσιάσουμε θετικὸ πνευματικὸ ἔργο, ἁμαρτάνουμε, ἰδίως ὅταν τὸν σπαταλοῦμε ράθυμα, σὲ φληναφήματα, μωρολογίες, ἀργολογίες, κακοήθεις διασκεδάσεις, ποὺ φουντώνουν τὴ σάρκα καὶ ἀτονοῦν τὸ πνεῦμα, τρυφηλὴ ζωή, παχυλὰ γεύματα, ἀποχαυνωτικὸ ὕπνο, ἄσεμνα ἀναγνώσματα, πονηρὰ θεάματα καὶ πολλὲς ἄλλες χρονοβόρες καί, φυσικά, ψυχοκτόνες ἀναλώσεις.
   Ἀδελφοί μου, ἔχουμε χρέος μας νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ σύμφωνα μὲ τὴν προτροπὴ πάλι τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν: "Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ' ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσιν" (Ἐφεσ. ε΄ 15 ). Νὰ ἀξιοποιοῦμε τὸ χρόνο μας μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, μὲ δικαιοσύνη, μὲ σωφροσύνη, μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ πρὸς τὸν ἄχρονο Δημιουργὸ καὶ Κυρίαρχο τῶν καρδιῶν μας. Μὴ λησμονοῦμε, λέγω πάλι, ὅτι τὸ τέλος ἐγγύς, καὶ οὐδεὶς αὐτὸ τὸ γνωρίζει. Ἔρχεται ὅπως ὁ κλέπτης τὴ νύχτα καὶ κλέβει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. «Ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται» μᾶς προειδοποιεῖ ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος στοὺς Θεσσαλονικεῖς (Κεφ. ε΄ 1-8). Ὀφείλουμε λοιπὸν νὰ ζοῦμε ὡς υἱοὶ τοῦ φωτὸς καὶ υἱοὶ ἡμέρας καὶ ὄχι ὡς υἱοὶ τῆς νύχτας καὶ τοῦ σκότους. Ἄς τὸν ἀκούσουμε τὶ μᾶς παρωτρύνει νὰ πράττουμε: «Μὴ καθεύδομεν ὡς οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν· οἱ γὰρ καθεύδοντες νυκτὸς καθεύδουσι καὶ μεθυσκόμενοι νυκτὸς μεθύουσιν. Ἡμεῖς δὲ ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καὶ ἀγάπης καὶ περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας».
   Τὸ τρίπτυχον τοῦ χρόνου μας ἄς εἶναι πάντοτε ἔμβλημά μας στὴν ἐπίγεια πορεία μας: «Πάντοτε, χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 16-18). Δηλαδή, πάντοτε νὰ παρουσιαζόμαστε χαρούμενοι μὲ ἐσωτερικὴ χαρά, ἀνείπωτη ἀπὸ τὴν ζωντανὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή μας. Συνεχῶς νὰ προσευχόμαστε, γιὰ νὰ μᾶς ἐπισκιάζει ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὰ βήματά μας πρὸς ἔργα σωτηριώδη, καὶ γιὰ κάθε δωρεὰ τοῦ δωρεοδότη Χριστοῦ μας, ποὺ μᾶς ξημερώνει ζωντανούς, μᾶς δίνει τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, μᾶς χαρίζει ὑγεία καὶ δύναμη καὶ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἀπολαμβάνουμε τὰ ἀγαθὰ τῆς δημιουργίας Του, νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε ἀκατάπαυστα.
   Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε καὶ τὴν ἄλλη προτροπὴ τοῦ θεηγόρου Παύλου: «Ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». ( Ἐφεσ. δ΄ 26). Δηλαδὴ νὰ μὴ νυκτώνει καὶ μᾶς βρίσκει ἡ ἑσπέρα μαλωμένους μὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν πρέπει νὰ βαστᾶμε τὴν ὀργὴ καὶ τὸ θυμό μας γιὰ χρόνο πολύ. Ἡ ἁγία Συγκλητικὴ μᾶς διδάσκει γι' αὐτό: «Τί μισεῖς τὸν λυπήσαντά σε ἄνθρωπον; Οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ ἀδικήσας, ἀλλ' ὁ διάβολος. Μίσησον τὴν νόσον, καὶ μὴ τὸν νοσοῦντα». Δηλαδή, Νὰ μὴ μισοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ ἄν μᾶς ἀδικοῦν, γιατὶ πίσω ἀπὸ αὐτοὺς κρύβεται ὁ μισόκαλος διάβολος. Νὰ μισοῦμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς.
   Ὀφείλουμε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε στὴ ζωὴ αὐτή, ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας σὰν νὰ μὴ πεθάνουμε ποτέ, ἀλλὰ καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὸ θάνατο σὰν νὰ πεθάνουμε αὐτὴ τὴ στιγμή. Ἔτσι θὰ εὐαρεστήσουμε τὸν ἄχρονο Θεό μας καὶ θὰ κληρονομήσουμε τὴν οὐράνια Βασιλεία, «τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε΄ 34).
   Ὁ θαυμαστὸς Γέροντας Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης, ὁ φιλόσοφος καὶ θεολόγος τῆς οἰκονομίας τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς, ἐπανελάμβανε τὸ τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ: «Ἐκ τῆς πολυλογίας συμφύρεται καὶ ὁ λογικώτερος νοῦς» (Λόγ. μγ΄, σελ. 178) καὶ τὸ ἐφάρμοζε ἀπόλυτα. Σιωποῦσε καὶ λόγος ἀργὸς καὶ σαπρὸς δὲν ἔβγαινε ἀπὸ τὰ χείλη του, γιὰ νὰ εἶναι σύμφωνος μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «Λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω» (Ἐφεσ. δ΄ 29). Αὐτὸ δίδασκε ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ πρακτικά, χωρὶς νὰ ἀφήνει οὔτε δευτερόλεπτο τῆς ζωῆς νὰ κυλᾶ χωρὶς νὰ βρίσκεται μέσα στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ὠφελεῖ ἢ νὰ ὠφελεῖται ἀπὸ τὶς συναναστροφές του ἢ ἀπὸ τὴν ἄσκηση τῆς σιωπῆς, ἡ ὁποία τὸν διατηροῦσε σὲ διαρκῆ ἑνότητα μὲ τὸν πανοκτίρμονα καὶ ψυχοσώστη Κύριό μας. Τὸ σύνθημα τῶν ἀρχαίων προγόνων μας «Φείδου χρόνου» τὸν συνεῖχε ἔτσι ὥστε ἀπὸ τὸ περίσσευμα τῆς καρδιᾶς του δίδασκε νὰ ἀποφεύγουμε τὶς σχοινοτενεῖς ὁμιλίες καὶ νὰ προτιμοῦμε τὴν ἐσωκάρδια εὐχὴ ἀπὸ τὶς μωρὲς συζητήσεις καὶ γενεαλογίες ὑπακούοντας στὸ Παύλειο: «Μωρὰς ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι» (Τιτ. γ΄ 9).
     Τὴ βεβαιότητά του ἐξ ἄλλου ὅτι μιὰ φορὰ μονάχα ζοῦμε καὶ ὅτι τὰ ἔργα μας γράφονται στὶς δέλτους τοῦ οὐρανοῦ περιγράφει πολὺ παραστατικὰ ὁ Γέρων Ἰωάννης, ὁ Δομβοΐτης, στὸ ποίημά του «Ἅπαξ μόνον» ὡς ἑξῆς:
ἐξ ἀναστροφῶν σου
καὶ ὡς πνεύματος ἀγαθῶν
 
Θὰ διέλθω ἅπαξ μόνον
φεῦ! τοῦ βίου τὴν ὁδὸν
κι’ ἂς προσέχω πάντα χρόνον
πᾶν μου βῆμα τῶν ποδῶν.
 
Κι’ ἀπὸ τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
εἰς τὴν γῆν δὲν θἄλθω πάλιν.
 
Κι’ ἔχω ἤδη προχωρήσει
-τρέχω ὅσον κι’ ὁ καιρός-
καὶ ποιὸς ξέρει ἂν θ’ ἀργήσῃ
τέρμα νὰ φανῇ ἐμπρός;
 
Κι’ ἀπὸ τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
εἰς τὴν γῆν δὲν θἄλθω πάλιν.
 
Πᾶς τις ὅ,τι ἐδῶ πράττει
θεῖον ἢ οὐτιδανὸν
ἀνεξίτηλος χαράττει
σμίλη εἰς τὸν οὐρανόν·
 
Σ’ τοῦ Θεοῦ τὰ ὑπερῶα
τῶν ψυχῶν εἶν’ τὰ μητρῷα.
  
   Σὲ ἄλλο ποίημά του μὲ τίτλο: «Μὴ θορυβεῖτε, μὴ περιφέρεσθε» καταγράφει τὶς διαπιστώσεις του καὶ τὰ συμπεράσματά του ἀπὸ τὴν κακὴ ἐκμετάλλευση τοῦ χρόνου, ποὺ ἔγκειται στὶς πολλές, ἀλλὰ ἀνωφελεῖς γνωριμίες, στὶς ἄσκοπες ὁμιλίες, στὰ γέλια, τοὺς ἀστεϊσμοὺς καὶ τὶς ἀργολογίες. Μὲ ὅλα, δηλαδή αὐτά, ποὺ ἀποπροσανατολίζουν τὴν πυξίδα προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, σκοτίζουν τὴ διάνοιά του καὶ προκαλοῦν ταραχὴ στὴν καρδιά του:
 
Αἱ γνωριμίαι αἱ πολλαὶ κι’ ἄσκοποι ὁμιλίαι,
οἱ γέλωτες, ἀστεϊσμοὶ καὶ αἱ ἀργολογίαι,
αὐτὰ σκοτίζουσι τὸν νοῦν, ταράσσουν τὴν καρδίαν
κι’ ἀνεπαισθήτως γίνονται ὁδὸς πρὸς ἁμαρτίαν.
 
   Φιλοσοφώντας ἀδιάκοπα ὁ Γέρων Ἰωάννης ὅτι «ματαιότης ματαιοτήτων τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. ι, 2), στὸ ποίημα του «Μάταια ἢ κακά» ἀναφέρει ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἀπευθυνόμενος ταπεινὰ στὸν ἑαυτό του, ἐκτὸς ἀπὸ λίγα καλὰ ποὺ κάνει στὴ ζωή του, τὰ περισσότερα ἢ εἶναι μάταια ἢ τὸν κάνουν νὰ μετανοίωνει γι’ αὐτά :
 
Ὅσ’ εἶδα κι’ ὅσα ἔκανα σ’τοῦ βίου μου τὸν χρόνο
γι’ ἄλλα εἶπα· «εἶν’ μάταια», γιὰ ἄλλα «μετανοιώνω».
Μ’ ἂν ἔκανα κἀνα καλό, στ’ ἀλήθεια, ἀπ’ τὴν ψυχή μου,
μόνον γι’ αὐτὸ «κατ’ ἔκανα», λέω, εἰς τὴν ζωή μου.
 
   Συμβουλεύοντας τέλος κάποιο μοναχὸ γιὰ νὰ μὴ δώσει «εἰς σάλον τὸν πόδα» (Ψαλμ. 120, 3) του καὶ νὰ μὴ περιπέσει σὲ ραθυμία θανατηφόρα, γιὰ τὴν ὁποίαν δὲν ὠφελεῖ νὰ μετανοιώσει, ὅταν ἔλθει ὁ θάνατος, γράφει:
 
Ὅταν τὸν χρόνο ἄδικα ἀφήνῃς τὰ περνάῃ
μὴ λησμονῆς ὅ,τ’ ἔχασες πὼς πίσω δὲν γυρνάει.
Γι’ αὐτό, τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς ἡ κάθε μιὰ σπατάλη
εἶναι ἀπώλεια βαρειά, σἂν κείνη δὲν εἶ’ ἄλλη.
Διαβαίνεις μόνο μιὰ φορὰ τὸ δρόμο τῆς ζωῆς σου
σκέψου τ’ αὐτὸ, φίλε, καλὰ κι’ ἐντός σου μόνος κλείσου.
Ἂν ὅ,τι πρέπει νὰ γινῇ στὸ δρόμο αὐτὸ δὲν γίνῃ
τί τ’ ὄφελος ἂν δάκρυα αἰώνια κανεὶς χύνῃ.
 
 Δὲν πρέπει λοιπόν νὰ λησμονοῦμε ὅτι κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας εἶναι ἀνεπανάληπτη καὶ ὀφείλουμε νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ μὲ τὴν προσευχή. Πολλὲς φορὲς ὅμως ἐνῶ προσευχόμεθα δὲν λαμβάνουμε, δὲν βρίσκουμε ἀνταπόκριση. Τὸ ταμεῖο τῆς χάριτος δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἐκβιάσουμε. Ὁ Κύριος ἔχει στὰ χέρια Του τὸ κλειδὶ καὶ θὰ ἀνοίξει νὰ μᾶς δώσει, ὅταν πρέπει. Ἡ θεία χάρις εἶναι ἕνας πολὺ διακριτικὸς ἐπισκέπτης καὶ τὸ παραμικρὸ νὰ συμβεῖ συστέλλει τὶς ἀκτῖνες της. Αὐτὴ μᾶς σηκώνει ψηλά, μᾶς θεώνει. Μόνοι μποροῦμε νὰ σηκωθοῦμε ψηλά; Ὄχι! Πρέπει κάποιος ἄλλος ὑψηλώτερος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μᾶς σηκώσει. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεία χάρις. Ἐὰν ποτὲ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ μποῦμε στὸν Παράδεισο, θὰ ἀπορήσουμε γιὰ τρία πράγματα:
·        Δὲν θὰ δοῦμε μέσα αὐτοὺς ποὺ περιμέναμε νὰ δοῦμε.
·        Θὰ δοῦμε αὐτοὺς ποὺ δὲν περιμέναμε νὰ δοῦμε, καί
·        Θὰ ἀπορήσουμε πῶς μπήκαμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μέσα.
    Ὀφείλουμε, λοιπόν, νὰ συστήνουμε σὲ ὅλους νὰ μὴ χάνουν τὸν καιρό τους. Κάθε στιγμὴ τοῦ χρόνου πρέπει νὰ μᾶς εὑρίσκει εἴτε στὴν προσευχή, εἴτε στὴν κατὰ Θεὸ ἐργασία, σὲ διαρκῆ ἐπιδίωξη τοῦ ἁγιασμοῦ μας.   
 Ὁ χρόνος τρέχει. Ὅλα παρέρχονται καὶ σβήνουν. Ἕνας μόνο μένει στοὺς αἰῶνες. Ὁ Χριστός μας καὶ μαζί του «ὁ ποιῶν τὸ θέλημα Αὐτοῦ» (Α΄ Ἰωάν. β΄ 17). Ὁ χρόνος κυλάει, ἀλλὰ ἀφήνει πίσω τὰ σημάδια του. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς μεγαλώνει καὶ μᾶς μικραίνει. Ὅσο αὐξάνονται τὰ χρόνια τῆς γήϊνης ζωῆς μας τόσο φθίνει ὁ χρόνος ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς φθείρει καὶ μᾶς ἀνακαινίζει. Φθορὰ εἶναι τὸ γῆρας, οἱ ἀσθένειες, οἱ πόνοι. Ἀνακαίνιση ἡ μετάνοια, ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ» (Β΄ Κορ. δ΄ 16). Γι’ αὐτὸ ἐπιγραμματικὰ ἂς τονίσουμε ὅτι τὸ χθές, ὅσο ἐπαχθὲς κι ἂν εἶναι, ὁ Χριστὸς τὸ ἀλλάζει. Τὸ σήμερα, ὅσο ἀγχῶδες καὶ ἂν εἶναι καὶ δύσκολο καὶ ἔμπονο ὁ Χριστὸς τὸ μεταποιεῖ σὲ ἀγῶνα ὡραῖο, σὲ ζυγὸ χρηστὸ καὶ ἐλαφρύ. Τὸ αὔριο, ὅσο θολὸ κι ἂν εἶναι τὸ μετατρέπει Αὐτὸς σὲ ἐλπιδοφόρο. Ἂς εἴμαστε λοιπόν, ἀδελφοί μου, πάντοτε κοντὰ στὸ Χριστό μας, τὴν ὄντως ἀγάπη, καὶ ἐκμεταλλευόμενοι τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας νὰ μὴ λησμονοῦμε τὰ λόγια τοῦ μεγάλου συγχρόνου Γέροντος, Γαβριὴλ τοῦ Κυπρίου, ὅτι πρέπει τὴ ζωή μας νὰ τὴν θεμελιώνουμε στὸτρίπτυχο ποὺὁδηγεῖστὴσωτηρίακαὶποὺἀποτελεῖται ἀπὸΖῶσαπίστη,βεβαίαἐλπίδακαὶἐνεργὸἀγάπη.


Συντάκτης: Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2014


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...