Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 23, 2014

Μαρτυρίες για τον Γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή


Η κ.Μαρία Πετρούτσου (τ.Διευθύντρια της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ρόδου), αφήνει την δική της μαρτυρία για τον Γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή (1889–1970). Μας λέει τα εξής: 
«Γνώρισα τον Γέροντα Αμφιλόχιο όταν ήμουν μαθήτρια Γυμνασίου στην Κάλυμνο, καθώς και την Γερόντισσα Ευστοχία (την Ηγουμένη της Μονής του Ευαγγελισμού) όταν ήταν δασκάλα ακόμη.

Στην Πάτμο όταν έγινα δασκάλα κι εγώ, είχα την ευτυχία να τους πλησιάσω περισσότερο και να ζήσω μαζί τους εκείνες τις ευλογημένες αλλά και πολύ δύσκολες μέρες της αδελφότητας και τις δικές μου. Συνδεθήκαμε ιδιαίτερα καθώς συνεργαστήκαμε στο “Κρυφό Σχολειό” όταν το 1937 η Ιταλική Κυβέρνηση κατάργησε την Ελληνική Παιδεία και στα σχολεία τα Ελληνόπουλα της Δωδεκανήσου διδάσκονταν μόνο την Ιταλική γλώσσα.

Ο Γέροντας υπήρξε τότε για μένα το στήριγμα, ο απεσταλμένος του Θεού, ο παρηγορητής, ο ενισχυτής, ο σοφός συμπαραστάτης. Όταν η δική μου συνείδηση επαναστατούσε για τα όσα ήμουν υποχρεωμένη να λέω ή να κάνω στο δημόσιο τότε Σχολείο, όταν άγρια τρικυμία αναστάτωνε το είναι μου, έτρεχα στον Γέροντα να βρω ανακούφιση.

“Δεν αντέχω άλλο, Γέροντα!”, του έλεγα με λυγμούς, “Θα παραιτηθώ!”. 

Εκείνος, με άκουγε ψύχραιμος αλλά κατά βάθος υπέφερε μαζί μου. Μου έλεγε: “Εε! Να παραιτηθείς, Μαρία! Να μείνουν τα Ελληνόπουλα μόνα τους μαζί με τους Ιταλούς δασκάλους (ήμουν η μοναδική Ελληνίδα στο δημόσιο Σχολείο). Εσύ θα ησυχάσεις κι εκείνα δεν θα βλέπουν πια έναν άνθρωπο δικό τους να βρίσκεται κοντά τους!”.
Έτσι, με βοηθούσε να βλέπω το βαθύτερο νόημα του σταυρού μου και να τον αισθάνομαι ελαφρότερο.

Όταν ήταν αργία, πήγαινα με τα παιδιά στην εξοχή για να μαζέψουμε χόρτα και 

αγριολούλουδα, με σκοπό να περάσουμε και από την Μονή του Ευαγγελισμού για να τον συναντήσουμε, να τα συμβουλέψει, να τα εξομολογήσει.
Η Γερόντισσα της Μονής του Ευαγγελισμού, Ευστοχία, μας μάθαινε τραγούδια 

εθνικού και θρησκευτικού περιεχομένου και εκκλησιαστικούς ύμνους. Μερικοί τους έλεγαν ότι οι επισκέψεις μας εκεί στο Μοναστήρι ήταν επικίνδυνο πράγμα. Αλλά εκείνοι, δεν λογάριαζαν τίποτα.
Συμφωνώ απόλυτα με ένα ξένο περιοδικό που αποκάλεσε τον Γέροντα “πολύκορφο όρος”. Με εξέπληττε η ευρύτητα του πνεύματός του, παρά το αυστηρό ασκητικό του ήθος. 
Ένα, μόνο παράδειγμα θα δώσω:
Κάποτε μια μοναχή πήγε και του είπε για μένα τα εξής:
“Γέροντα! Δεν της λες να καθίσει να παρακολουθήσει τον Εσπερινό, αντί να τρέχει πέρα στα βουνά;”.
Η απρόσμενη απάντησή του, ήταν αυτή:
“Άφησέ την! Αυτή εκεί πάνω συναντά τον Θεό!”.
Ποτέ δεν δυσανασχέτησε για τον θόρυβο και την ανησυχία που δημιουργούνταν
 από τα παιδιά, όποτε πηγαίναμε εκδρομή εκεί στο Μοναστήρι. Η απεριόριστη 
αγάπη του γι’ αυτά, τα έβλεπε όλα ωραία. Άλλωστε, ήταν πολύ ισχυρός ο πόθος του να τα νιώθει να βρίσκονται όλα κοντά στον Χριστό.
Στις συζητήσεις μας, κατά την εξομολόγηση, θαύμαζα την ψυχολογική του 
εμβάθυνση. Συχνά σκεφτόμουν: “Ο Γέροντας μιλάει σαν να έχει μελετήσει την ψυχολογία του βάθους”. Αλλά και μήπως οι νηπτικοί μας Πατέρες δεν μίλησαν γι’ αυτά τα φαινόμενα, αιώνες πριν από τους ψυχολόγους;…».
«ΦΙΛΟΙ, ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ;…»
Σύμφωνα με την μαρτυρία της κ.Μαρίκας Κουφάκη, «συνέβη κάποτε να δημιουργηθεί ένα απόστημα στο πόδι του Γέροντα Αμφιλόχιου. Βρισκόταν τότε στην Πάτμο. Τον εξέτασε γιατρός και του είπε ότι έπρεπε να χειρουργηθεί επειγόντως. Αυτό όμως θεραπεύτηκε θαυματουργικά, όπως μου το διηγήθηκε ο ίδιος ο Γέροντας, όταν τον συνάντησα αργότερα στην Αθήνα. Τον ρώτησα:
–Γέροντα, πώς εξαφανίστηκε το απόστημα;
–Ο Άγιος Νεκτάριος με έκανε καλά, μου απαντά.
–Τον είδατε τον Άγιο Νεκτάριο εσείς; Πώς έγινε;
–Ευλογημένη! Φθάνουν τα δικά μου μάτια ως εκεί (του να βλέπω τον Άγιο); Τα γυαλιά μου (που φοράω) βλέπουν αυτά (τα πράγματα);
Εγώ, επέμενα.
–Πείτε μου· πώς έγινε το θαύμα;
–Να, όταν ο γιατρός έκανε την διάγνωση, το βράδυ που έμεινα μόνος μου, ζήτησα από τις αδελφές να μου ανεβάσουν στον Πύργο το λείψανο του Αγίου.
Και όταν μείναμε μόνοι, του είπα:
–“Φίλοι, δεν είμαστε; Σε παρακαλώ, τώρα να με βοηθήσεις!”.
Και το πρωί, δεν υπήρχε τίποτε. Μόνο μια μελανή κηλίδα.
Έτσι, είδα και το πόδι του εκείνη την στιγμή. Είδα την μελανή κηλίδα, που δεν είχε ούτε ερεθισμό ούτε φλεγμονή…».
«Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ…»
Σύμφωνα με την μαρτυρία της μακαριστής Αρσενίας Μοναχής, «κάποτε ο Γέροντας Αμφιλόχιος βρισκόταν στην Αθήνα και πήγαινε να συλλυπηθεί μια οικογένεια που πρόσφατα είχε χάσει το μονάκριβο παιδί της. Στην αρχή της οδού Πειραιώς, στην Ομόνοια, τον σταματά ένας νέος, τον πιάνει από τον ώμο και του λέει:
–Παπά, εσύ πιστεύεις στον Θεό;
Ο Γέροντας τον κοιτάζει με έκπληξη και με συγκίνηση και του απαντά:
–Παιδί μου· η Χάρη του Θεού είναι για όλους τους ανθρώπους.
–Παπά μου, χάνομαι! Βοήθησέ με!
Τότε ο Γέροντας στέλνει αυτόν που τον συντρόφευε στο σπίτι της οικογένειας, όπου στο μεταξύ είχαν φτάσει, για να ρωτήσει αν υπάρχει ένα ιδιαίτερο δωμάτιο για να εξομολογήσει τον άγνωστο. Πράγματι, παραχωρήθηκε το κατάλληλο δωμάτιο και ο Γέροντας παρέμεινε για πολύ μαζί του. Στο τέλος, όταν άνοιξε η πόρτα και βγήκαν, ήταν και οι δύο τους κατασυγκινημένοι και με την ιλαρότητα διάχυτη στο πρόσωπό τους. Ο άγνωστος, στην μορφή του Γέροντα είδε κάτι το ξέχωρο και αγκιστρώθηκε από αυτόν για να βρει τελικά τον Χριστό.
Ο Γέροντας, φιλοξενούσε ακόμη και τους εχθρούς.
Ακόμη και στην στεναχώρια, γελούσε. Μετά, έπαιρνε στάση σοβαρότητας και έλεγε:
–“Με τον παραστρατημένο τον άνθρωπο, ποτέ να μην έρθεις σε διένεξη, γιατί θα τον χάσεις. Άφησέ τον να σκεφτεί καλύτερα, ηρεμότερα”.
Τί ηρεμία είχε αυτός ο άνθρωπος! Τί σκέπη ήταν εκείνη!…».
«ΕΛΕΝΗ, ΠΟΥ ΠΑΣ; ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΗΡΘΑ!»
Σύμφωνα με την μαρτυρία του μακαριστού Αρχιμ. π.Παύλου Νικηταρά, «κάποτε ενώ βρισκόταν ο Γέροντας στο κελλί του στην Πάτμο, ακούει κάποια Ελένη από την Ικαρία να τον φωνάζει να πάει γρήγορα να την σώσει. Δεν χάνει καιρό, κατεβαίνει στο λιμάνι του νησιού και, από θαύμα, βρίσκει ιστιοφόρο που έφευγε για την Ικαρία. Θαλασσοδαρμένος, φτάνει στον προορισμό του και ρωτάει αν υπάρχει κάποια Ελένη χήρα και πληροφορείται ότι πριν από μέρες έχασε τον άντρα της· αμέσως ρώτησε να μάθει τον δρόμο που οδηγεί στο σπίτι της. Δεν ζήτησε να αναπαύσει το κουρασμένο του σώμα, αλλά βιάζεται χωρίς καμμία καθυστέρηση, γιατί η φωνή της Ελένης τον ενοχλεί.
Εκεί που βάδιζε, βλέπει μια έξαλλη γυναίκα να τρέχει απελπισμένη. Αμέσως, την φωνάζει με τ’ όνομά της και της λέει:
–Ελένη, που πηγαίνεις; Για σένα, ήρθα!
Και η πονεμένη γυναίκα συνέρχεται, βλέπει τον Πνευματικό, σκέφτεται αυτό που θα έκαμνε και εξομολογείται ότι, την στιγμή εκείνη, πήγαινε να πνιγεί στην θάλασσα.
Το θαύμα έγινε και η γυναίκα σώθηκε!…».
Ο μακάριος Γέροντας, ήταν αυτό που συχνά έλεγε ο ίδιος:
«Ο Χριστιανός, είναι πραγματικά άνθρωπος. Ξέρει όλους τους τρόπους της ευγενείας. Δεν θέλει να λυπήσει κανένα!».
Γι’ αυτό και η αγάπη του, τον ωθούσε να διαβεβαιώνει όσα ιερά αισθήματα ένιωθε για όλους τους αδελφούς του, για όλα τα παιδιά του:
«Παράδεισο, χωρίς εσάς παιδιά μου, δεν τον θέλω!».
Μητροπολίτου Αυλώνος Ιγνατίου Τριάντη: «Ο Γέροντας της Πάτμου», κεφ. κβ΄, σελ. 447, 449,483–484, 486–487, 494–495, 497–498, Ιερά Μονή «Ευαγγελισμός Μητρός Ηγαπημένου», Πάτμος 2004./π.Δαμιανὸς Σαράντης

Τό "εὐχαριστήριο"

 https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgXsxw5drKzaS5v4gqXzSLjBdUiojIG7vfvLzAoWpKM4ViauCbtXaZyzVXk1DcwkfKXhBVNR-kNAaTqbJ-ZRugQrwip3NKSpwH0038ln6M2ChzFgMBOrIEUXAyAucktUqePz3weG4DkTa8Q/s1600/1601517_705727536127949_1148064778_n.jpg
http://korners.kiev.ua/auction/2693.jpg 
Εἶδα στόν ὕπνο μου πώς ἐπισκέφθηκα τόν Παράδεισο καί ἕνας Ἄγγελος ἀνέλαβε νά μέ ξεναγήσει.
Περπατούσαμε δίπλα-δίπλα σέ μιά τεράστια αἴθουσα γεμάτη μέ Ἀγγέλους.
Ὁ Ἄγγελος-ὁδηγός μου σταμάτησε μπροστά στόν πρῶτο σταθμό ἐργασίας καί εἶπε:
-Αὐτό εἶναι τό Τμῆμα Παραλαβῆς. Ἐδῶ παραλαμβάνουμε ὅλες τίς αἰτήσεις πού φτάνουν στόν Θεό, μέ τή μορφή προσευχῆς.

Κοίταξα γύρω-γύρω στό χῶρο. Ἔσφυζε ἀπό κίνηση, μέ τόσο πολλούς Ἀγγέλους νά βγάζουν καί νά ταξινομοῦν αἰτήσεις γραμμένες σέ ὀγκώδεις στοῖβες ἀπό χαρτιά καί σημειώματα, ἀπό ἀνθρώπους σέ ὅλον τόν κόσμο. Μετά, προσχωρήσαμε σέ ἕνα μακρύ διάδρομο, μέχρι πού φτάσαμε στό δεύτερο σταθμό. Ὁ Ἄγγελος μοῦ εἶπε:
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhT0N0sJRfsKuhQ9-0_7G-ZWW8wYOV6oa9LbtKKmeJJP8B5oaLbT7X3L0H2iYI_oJp-juq2VGqpcyW9U4s7-yPs7RpfzftUFhjprZa8anCn9jK7Cbm4-YhU77uglb26e6Q-gXGFBVabcBI/s400/45TYH.jpg-Αὐτό εἶναι τό Τμῆμα συσκευασίας καί  Παράδοσης. Ἐδῶ οἱ χάρες καί οἱ εὐχές, πού ἔχουν ζητηθεῖ προωθοῦνται καί παραδίδονται σέ αὐτούς πού τίς ζήτησαν.
Πρόσεξα καί πάλι πόση κίνηση εἶχε καί ἐδῶ. Ἀμέτρητοι Ἄγγελοι πηγαινοέρχονταν δουλεύοντας σκληρά, ἀφοῦ τόσες πολλές ἐπιθυμίες εἶχαν ζητηθεῖ καί συσκευάζονταν γιά νά παρδοθοῦν στή γῆ.Τέλος, στήν ἄκρη ἑνός μακριοῦ διαδρόμου, σταματήσαμε στήν πόρτα ἑνός πολύ μικροῦ σταθμοῦ. Πρός μεγάλη μου ἔκπληξη μόνο ἔνας Ἄγγελος καθόταν ἐκεῖ, χωρίς να΄κάνει οὐσιαστικά τίποτα.
-Αὐτό εἶναι τό Τμῆμα τῶν Εύχαριστιῶν, μοῦ εἶπε σιγανά ὁ φίλος Ἄγγελός μου. Ἔδειχνε λίγο ντροπιασμένος.
-Πῶς γίνεται αὐτό; Δέν ὑπάρχει δουλειά ἐδῶ; ρώτησα.
-Εἶναι λυπηρό, ἀναστέναξε ὁ Ἄγγελος. Ἀφοῦ παραλάβουν τίς χάρες του οἱ ἄνθρωποι, πολύ λίγοι στέλνουν εὐχαριστήρια.
-Πῶς μπορεῖ κάιποις νά εὐχαριστήσει τόν Θεό γιά τίς εὐλογίες πού παρέλαβε; ρώτησα πάλι.
-Πολύ ἁπλά, ἀπάντησε. Χρειάζεται μόνο νά πεῖς: εὐχαριστῶ Θεέ μου!
-Καί γιά τί ἀκριβῶς πρέπει νά εὐχαριστήσουμε;
    http://www.agiosmarkoskofos.gr/images/PNEYMATIKA/KOSMOS/fylakasAggelos.jpg
  • -Ἄν ἔχεις τρόφιμα στό ψυγεῖο σου, ροῦχα στήν πλάτη σου, μιά στέγη πάνω ἀπ' τό κεφάλι σου καί ἕνα μέρος γιά νά κοιμηθεῖς, εἶσαι πλουσιότερος ἀπό τό 75% αὐτοῦ τοῦ κόσμου!
  • Ἄν ἔχεις χρήματα στήν τράπεζα, στό πορτοφόλι σου καί λίγα κέρματα σ' ἕνα πιατάκι, εἶσαι στό 8% τῶν ἀνθρώπων πού εὐημεροῦν!
  • Ἄν ξύπνησες σήμερα τό πρωί μέ περισσότερη ὑγεία ἀπό ὄ,τι ἀρρώστια, εἶσαι πιό εὐλογημένος ἀπό ὅσους δέν θά ἐπιζήσουν κἄν ὡς αὐτή τή μέρα!
  • Ἄν ποτέ δέ βίωσες τήν ἐμπειρία τοῦ φόβου τοῦ πολέμου, τῆς μοναξιᾶς τῆς φυλακῆς, τῆς ἀγωνίας τοῦ βασανισμοῦ καί τῆς σουβλιᾶς τῆς πείνας, εἶσαι μπροστά ἀπό 700 ἑκατομμύρια ἀνθρώπους αὐτῆς τῆς γῆς!
  • Ἄν μπορεῖς νά προσευχηθεῖς σέ ἕνα ναό χωρίς τό φόβο τῆς ἐπίθεσης, τῆς σύλληψης ἤ τῆς ἐκτέλεσης, θά σέ ζηλεύουν σίγουρα περίπου 3 δισεκατομμύρια ἄνθρωποι στόν κόσμο!
  • Ἄν οἱ γονεῖς σου εἶναι ἀκόμοι ζωντανοί καί εἶναι ἀκόμα παντρεμένοι, εἶσαι σπάνιος!
  • Ἅν μπορεῖς νά κρατᾶς τό κεφάλι σου ψηλά καί νά χαμολγελᾶς, δέν εἶσαι ὁ κανόνας, εἶσαι ἡ ἐξαίρεση γιά ὄλους ὅσους ζοῦν μέσα στήν ἀμφιβολία καί στήν ἀπόγνωση!
http://s.protagon.gr/resources/2014-01/korto-thumb-large.jpg
  • Καί ἄν διαβάζει τώρα αὐτό τό μήνυμα, μόλις ἔλαβες μία διπλή εὐλογία, γιατί σοῦ τό ἔδωσε κάποιος πού σ' ἀγαπάει καί γιατί εἶσαι πιό τυχερός ἀπό 2 δισεκατομμύρια ἀνθρώπους, πού δέν ξέρουν κἄν νά διαβάζουν!
-Κατάλαβα. Καί τώρα τί νά κάνω; Πῶς νά ἀρχίσω;
-Νά πεῖς καλημέρα, μοῦ χαμογέλασε ὁ Ἄγγελος μου, νά μετρήσεις τίς εὐλογίες σου καί νά περάσεις αὐτό τό μήνυμα καί σέ ἄλλους ἀνθρώπους, γιά νά τούς θυμίσεις πόσο εὐλογημένοι εἶναι!
Καί μήν ξεχάσεις νά στείλεις τό εὐχαριστήριό σου!
Περ. "Τόλμη", Ἀρχιμ. Δανιήλ Σάπικα, Ἰατροῦ
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhaVzAFV6MClOpHla_2e2NzkUeJb4PaaDXDHzJQPSJ3_6xSyyZvnsF00n4-b-6Zmjs-ycseYz90e1gZh9q6MFlVhP8Hes1bZhgXWsytZDHme2O6Oyk3Ti03LjwLU6EKmp8nLuCT7a4mNehe/s1600/%CE%A3'+%CE%B5%CF%85%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CF%8E+%CE%98%CE%B5%CE%AD+%CE%BC%CE%BF%CF%85+....jpg 
Μᾶς ἔδωσε τό κείμενο μία φίλη πού μᾶς ἀγαπάει, πού τῆς τό ἔδωσε κάποιος πού τήν ἀγαπάει, πού τοῦ τό ἔδωσε κάποιος....
Ἄν ἀγαπᾶτε, δῶστε το κι ἐσεῖς.

Η Μάχη της Δοϊράνης (23 Ιουνίου 1913).

Η Μάχη της Δοϊράνης έλαβε χώρα μεταξύ ελληνικών και βουλγαρικών δυνάμεων, στις 23 Ιουνίου 1913 και συνέβαλε στην συνέχιση της ελληνικής προέλασης προς τα βόρεια.
Ιστορικό της μάχης.
Κατά τις πρώτες ημέρες του Β’ Βαλκανικού Πολέμου, η αποτυχημένη βουλγαρική επίθεση κατά των Ελλήνων κυρίως και των συμμάχων τους, μετατράπηκε σύντομα σε υποχώρηση, που κορυφώθηκε με την νικηφόρα για τις ελληνικές δυνάμεις (Μάχη Κιλκίς-Λαχανά), στις 19-21 Ιουνίου 1913. Αμέσως μετά η ελληνική στρατιά συνέχισε την προέλασή της βορειότερα. Οι Ελληνικές Μεραρχίες (3η και 10η), σύμφωνα με διαταγή του Γενικού Επιτελείου, επιτέθηκαν το πρωί της 23ης Ιουνίου στα υψώματα της (Παλαιάς) Δοϊράνης (σήμερα ΠΓΔΜ), όπου ευρίσκονταν οχυρωμένες βουλγαρικές δυνάμεις. Η 10η Μεραρχία επιτέθηκε κατά των υψωμάτων της διάβασης Περάσματα, στα νοτιοδυτικά της Δοϊράνης. Τα ελληνικά τμήματα δέχθηκαν σφοδρά πυρά πεζικού και πυροβολικού, με αποτέλεσμα να καθηλωθούν. Σε αυτό συνέβαλλε και η καθυστέρηση της 3ης Μεραρχίας, που έδωσε την ευκαιρία στο σύνολο των βουλγαρικών δυνάμεων να συγκεντρώσουν τα πυρά τους κατά της 10ης Μεραρχίας.
Στις 10.00 π.μ. ξεκίνησε να επιτίθεται και η 3η Μεραρχία. Ύστερα από σύντομο, αλλά και σφοδρό αγώνα, τα ελληνικά τμήματα κατάφεραν να απελευθερώσουν την πόλη της Δοϊράνης. Τα βουλγαρικά τμήματα συμπτήχθηκαν άτακτα προς βορρά, αφού απήγαγαν ως ομήρους τον Μητροπολίτη Πολυανής Φώτιο και 30 προκρίτους της πόλης. Αποτεφρώνουν επίσης, τη μητρόπολη Πολυανής μαζί με τα αρχεία του Κώδικα, που αποτελούσαν τη σημαντικότερη καταγραφή της ιστορίας της περιοχής[1]. Στο πέρασμά τους, κατά την οπισθοχώρηση, οι Βούλγαροι δεν άφησαν τίποτα όρθιο, ούτε έμψυχο ούτε άψυχο υλικό. Επρόκειτο για μια ολοκληρωτική καταστροφή[2].
Η 3η Μεραρχίας συνέχισε την καταδίωξη και το ίδιο βράδυ κατέλαβε τα υψώματα βόρεια της πόλης. Μετά τη χάραξη των συνόρων όμως, το βορειοδυτικό τμήμα του λεκανοπεδίου της Δοϊράνης μαζί με την ομώνυμη πόλη, (Παλαιά) Δοϊράνη ή Πολυανή, πέρασε στη Βουλγαρική πλευρά και οι κάτοικοί της προσέφυγαν στη Δοϊράνη του Κιλκίς και σε άλλα μέρη της Ελλάδος.
Απολογισμός της μάχης.
Μεγάλος υπήρξε ο αριθμός των Βουλγάρων αιχμαλώτων καθώς και αυτών, οι οποίοι, στην προσπάθειά τους να διαφύγουν τη σύλληψη, πνίγηκαν στην ομώνυμη λίμνη. Οι συνολικές απώλειες της ελληνικής πλευράς ανήλθαν για την 3η Μεραρχία σε 146 νεκρούς και τραυματίες και για την 10η Μεραρχία σε 106 νεκρούς και 755 τραυματίες.
Παραπομπές:
list of 2 items
1. Ιερά Μητρόπολις Πολυανής και Κιλκισίου, Σύντομη ιστορική επισκόπηση
2. Λέων Τρότσκυ, Τα Βαλκάνια και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, μετάφραση Παρασκευάς Ματάλας, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1993, σελ. 260
list end
Πηγές.
list of 2 items
• Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Εκδοτική Αθηνών. Τόμος ΙΔ’. Αθήνα 1980.
• Εμείς οι Έλληνες. Σκάι 2008. Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας.
Η/Υ ΠΗΓΗ:
Βικιπαίδεια.

Ένα σύγχρονο θαύμα της Παναγίας της Πορταίτισσας.Η μαρτυρία ενός Αρχιερέως



Η ακόλουθος ιστορία αποτελεί πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα στο Νοσοκομείο «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» στην Αθήνα το 1985 και αποτελεί μία ζωντανή μαρτυρία, ότι ο Άγιος Θεός επιτελεί θαύματα, όταν εμείς ειλικρινά πιστεύομε χωρίς δισταγμούς ή αμφισβητήσεις. Τα όσα γράφονται είναι η προσωπική μαρτυρία του σημερινού εφησυχάζοντος Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος (κατά κόσμο Γεωργίου Λαμπαδαρίου).
 «Γεννήθηκα στην Κάλυμνο στις 14 Μαΐου 1955 από ευσεβείς γονείς, τον Παντελή Λαμπαδάριο και την Καλλιόπη, το γένος Ζαΐρη. Το 1975 έγινε η κουρά μου ως μοναχού από τον σεβαστό Γέροντα μου Αρχιμ. π. Αμφιλόχιο Τσούκο, σημερινό Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας. Η κουρά έλαβε χώρα στην 



Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος Καλύμνου και μετονομάστηκα «Ευθύμιος». Στις 20 Μαΐου 1980, γιορτή του Αγίου Πνεύματος, χειροτονήθηκα Διάκονος από τον μακαριστό Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας Ισίδωρο Αηδονόπουλο και στις 6 Δεκεμβρίου 1983 προχειρίζομαι στο βαθμό του Πρεσβυτέρου λαμβάνοντας και το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη από τον Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας κ. Νεκτάριο Χατζημιχάλη.
 »Ένα χρόνο μετά από την χειροτονία μου, στο τέλος Νοεμβρίου του 1984, αισθάνθηκα μεγάλους πόνους στη μέση μου. Νόμιζα, ότι οι πόνοι προήρχοντο από υπερβολική κούραση ή είχα κάποιο πρόβλημα με τα νεφρά μου. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία. Άφησα το πρόβλημα να περάσει. Δεν το πήρα στα σοβαρά. Νόμιζα, ότι ήταν κάτι το περαστικό.
»Αναχώρησα από την Κάλυμνο στις 8 Ιανουαρίου 1985 με σκοπό να δώσω εξετάσεις – χρεωστούσα τρία μαθήματα του πρώτου έτους των Θεολογικών μου σπουδών. Στην Αθήνα μόλις που πρόλαβα να δώσω το ένα από τα τρία μαθήματα που χρεωστούσα. Μέσα σε δύο εβδομάδες, μετά από την άφιξή μου στην Αθήνα τα πράγματα πήραν άλλη τροχιά. Οι πόνοι αυξήθηκαν τόσο πολύ που δεν μπορούσα να βρω ανάπαυση. Το συκώτι πρήστηκε και εγώ ήμουν μόνος μέσα στο διαμέρισμα που είχα ενοικιάσει ακριβώς απέναντι από τη Θεολογική Σχολή.
 »Για μερικές μέρες οι συμφοιτητές μου μ’ έχασαν. Κανείς δεν ήξερε τι απέγινα. Οι στενοί και καλοί μου φίλοι άρχισαν να ανησυχούν. Δεν συνήθιζα να χάνω μαθήματα και αυτό ήταν που τους έκανε να ανησυχήσουν πιο πολύ. Ήρθαν στο διαμέρισμα μου ο διάκονος π. Δημήτριος Αργυρός (σήμερα Αρχιμανδρίτης και Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Σχολής Βελλά στα Ιωάννινα), ο Πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Ράπτης, σήμερα εφημέριος στο χωριό Άνω Ζάλογγο-Ιωαννίνων, ο Παναγιώτης Σταυρόπουλος, σήμερα Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιταλίας, ο κ. Θεόδωρος Ζήσης, συνταξιούχος Γεωπόνος, κι άλλοι που δεν θυμάμαι. Η κατάσταση ήταν πολύ σοβαρή. Όταν μάλιστα τους έδειξα το πρήξιμο του συκωτιού, ο π. Δημήτριος χωρίς δεύτερη κουβέντα πρόσταξε να πάμε σε νοσοκομείο.
»Πράγματι, οι καλοί φίλοι μου με πήγαν στο νοσοκομείο των Κληρικών στην Αγία Βαρβάρα (τότε ονομαζόταν Ν.Ι.Ε.Ε.). Κάναμε εξετάσεις, αλλά δεν μπορούσαν να εντοπίσουν το πρόβλημα. Μέρα με τη μέρα η κατάσταση χειροτέρευε. Ενθυμούμαι, ότι ένα απόγευμα θέλησα να κατέβω την σκάλα, αλλά κάτι με εμπόδιζε. Αισθανόμουν μεγάλο φόβο. Δεν μπορούσα να ελέγξω τα πόδια μου. Πίστευα ότι θα έπεφτα. Έτσι, γύρισα στο δωμάτιό μου. Το βράδυ θέλησα να πάω για τη σωματική μου ανάγκη. Εκεί διαπίστωσα ότι η υγεία χειροτέρεψε για τα καλά. Πράγματι από εκείνη την βραδιά άρχιζα να χάνω την κινητικότητα των κάτω άκρων. Οι γιατροί άρχισαν να ανησυχούν. Κάλεσαν κάποιο νευρολόγο και εκείνος με συνεργασία κάποιας γιατρού μου έκαναν παρακέντηση. Η γιατρός ήταν εντελώς άπειρη. Ήταν η πρώτη φορά που θα έκανε παρακέντηση. Από τη νευρικότητά της κτύπησε την ρίζα του νεύρου και το δεξί μου πόδι αντέδρασε δυναμικά και με τρομερούς πόνους. Οι πόνοι ήσαν αφόρητοι και η ταραχή μου απερίγραπτη, τόσο πολύ υπόφερα που οι άλλοι ασθενείς από συμπάθεια δεν μπορούσαν να μείνουν άλλο στο κοινό δωμάτιο και βγήκαν έξω. Τα πράγματα δεν ήταν ευχάριστα. Μόλις ο νευρολόγος είδε την σύριγγα είπε, ότι η κατάσταση χρειάζεται νευροχειρούργο.
 »Στο μεταξύ χρόνο φθάνει στην Αθήνα η αδελφή μου, η Θέμις. Μέχρι την ημέρα εκείνη δεν είχα ειδοποιήσει κανένα από του δικούς μου. Δεν ήθελα να ανησυχήσουν. Μετά από πολλές παρακλήσεις μ’ έπεισαν να με μεταφέρουν στο νοσοκομείο «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ». Θυμάμαι, ότι βγαίνοντας από το νοσοκομείο Ν.Ι.Ε.Ε. τελούσαν Θεία Λειτουργία στο παρεκκλήσι. Ήταν η γιορτή του Αγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου 1985). Έκανα τον σταυρό μου και παρακάλεσα την Παναγία να με προστατεύσει.
»Με το ασθενοφόρο φθάσαμε στο νοσοκομείο «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ». Μου έδωσαν αμέσως κρεβάτι σ’ ένα δωμάτιο με οκτώ άτομα. Οι εξετάσεις δεν καθυστέρησαν. Με πήραν αμέσως και μου έκαναν μυελογράφημα. Η κατάσταση δεν ήταν τόσο ευχάριστη. Προσπάθησα να συνεργαστώ, όσο μπορούσα, με τους γιατρούς. Μόλις τελείωσαν, συνεδρίασαν κάτω από την προεδρία του κ. Καρβούνη. Η διάγνωση δεν ήταν ευχάριστη. Προσβλήθηκα από την σοβαρά ασθένεια μεταστατικού καρκίνου του νωτιαίου μυελού που προκάλεσε την πλήρη παραλυσία των κάτω άκρων. Ήμουν μόλις 29 χρονών.
 »Μ’ έβαλαν σ’ ένα δωμάτιο, για να μου πουν τα αποτελέσματα. Εκεί ήμουν μόνος και από το κρεβάτι παρατηρούσα τα διάφορα εργαλεία. Είχα πλήρεις τις αισθήσεις μου και δεν ήμουν κάτω από την επήρεια κάποιου φαρμάκου. Απλά περίμενα υπομονετικά τα αποτελέσματα. Ξαφνικά ακούω μία αντρική φωνή να μου λέγει:
-«Δεν πρέπει να φύγεις από την Ελλάδα, διότι, η Παναγία θα σε κάνει καλά εδώ μέσα, εάν φύγεις, θα πεθάνεις!»
 »Στο άκουσμα αυτής της φωνής ξαφνιάστηκα και γυρνούσα το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά για να δω ποίος μου μίλησε. Δεν ήταν κανείς μέσα στο δωμάτιο. Μονολογούσα και έλεγα:
-«Η φαντασία μου θάταν.»
» Ησύχασα και έβλεπα το ταβάνι του δωματίου. Τότε, μόλις που πέρασαν λίγα λεπτά, η φωνή επαναλήφθηκε για δεύτερη φορά, καθαρά, πεντακάθαρα, όπως και την πρώτη φορά:
-«Δεν πρέπει να φύγεις από την Ελλάδα, διότι, η Παναγία θα σε κάνει καλά εδώ, εάν φύγεις, θα πεθάνεις!»
 »Δεν πρόλαβα να κοιτάξω ξανά και ένας από τους νευροχειρούργους μπήκε στο δωμάτιο και μου είπε:
-«Πάτερ, αποφασίσαμε, ότι δεν μπορούμε να σε χειρουργήσουμε εδώ στην Ελλάδα. Έχομε υπογράψει τα σχετικά έγγραφα. Πρέπει να φύγεις αμέσως είτε για Αγγλία, είτε για Αμερική. Η εκλογή είναι δική σου. Εμείς δεν μπορούμε να σε χειρουργήσουμε.»
»Εγώ αρνήθηκα και του εξήγησα τι ακριβώς συνέβη προ ολίγου στο δωμάτιο. Ο γιατρός μου είπε:
-«Πάτερ, και εγώ είμαι Ορθόδοξος Χριστιανός και πιστεύω στο Θεό, αλλά εδώ παίζουμε την ζωή σου. Κάθε δευτερόλεπτο που περνά δεν είναι σε βάρος της υγείας σου, αλλά της ζωής σου. Πρέπει να φύγεις αμέσως.»
»Τότε, του απήντησα:
-«Όχι, δεν φεύγω απ’ εδώ. Δεν γνωρίζω τι ήταν εκείνη η φωνή, που μου μίλησε. Αλλά, εάν υποθέσουμε ότι ήταν από τον Θεό, τότε δεν θα την παρακούσω, αλλά θα την υπακούσω και εάν εσείς δεν θέλετε να με χειρουργήσετε, τότε προτιμώ να πεθάνω.»
 »Οι γιατροί δεν είχαν άλλη επιλογή. Προσπάθησαν να με πείσουν μέσον της αδελφής μου και του θειου μου, Γιάννη Π. Ζαΐρη, που ήταν τότε Πρόεδρος Εφετών στην Αθήνα. Η αδελφή μου η Θέμις και μερικοί από στους καλούς μου φίλους ήταν πάντοτε δίπλα μου. Ένας από τους Καθηγητές μου, ο κ. Γεώργιος Γρατσέας, ήταν επίσης κοντά μου. Η εγχείρηση έλαβε χώρα χωρίς καμία καθυστέρηση το ίδιο απόγευμα.
»Ο θεράπων γιατρός ήταν ο κ. Κωνσταντίνος Κρασανάκης, Νευροχειρούργος. Όταν με βάλανε στο δωμάτιο για την μεγάλη εγχείρηση είδα απέναντι μου την εικόνα της Θεοτόκου Μαρίας. Την παρακάλεσα λέγοντας:
-«Παναγία μου, εσύ κάνε την εγχείρηση με τα χέρια των γιατρών!»
 »Η εγχείρηση κράτησε αρκετές ώρες. Όταν ξύπνησα από τη νάρκωση δίπλα μου ήταν ο καλός μου φίλος και συμφοιτητής π. Δημήτριος Αργυρός. Πάντοτε τον χαρακτήριζε το θαρραλέο του φρόνιμα. Μού’ δωσε κουράγιο. Βρισκόταν δίπλα μου στις πιο δύσκολες ώρες της ζωής μου, όπως και ο π. Κωνσταντίνος Ράπτης και άλλοι.
»Μετά από λίγο βρέθηκα στο δωμάτιο μου με την αδελφή μου. Οι μέρες περνούσαν και αντιμετώπισα άλλους κινδύνους. Όλα τα εσωτερικά όργανα είχαν παραλύσει. Τίποτε δεν λειτουργούσε κανονικά. Κύστη και έντερα έμειναν παράλυτα και αδρανή. Ευτυχώς που μία νοσοκόμα αντιλήφθηκε το πρόβλημα και πρόσταξε να μου βάλουν καθετήρα, ειδάλλως η κύστη θα σπούσε.
 »Δεν θυμάμαι πόσες μέρες πέρασαν και με επισκέφθηκε ο ιατρός κ. Κωνσταντίνος Αλεξόπουλος, Παθολόγος-Ογκολόγος και σήμερα Διευθυντής Ογκολογικού Τμήματος Γ.Ν.Α. «Ο Ευαγγελισμός». Μου είπε, ότι θα αρχίσει χημειοθεραπεία και με μετέφερε σ’ ένα ιδιαίτερο δωμάτιο στο 10ο όροφο της Β’ Παθολογικής. Εκεί έμεινα το περισσότερο διάστημα της παραμονής μου στο Νοσοκομείο. Προϊσταμένη Νοσοκόμα την περίοδο εκείνη ήταν η Δ/νίς Μαρία Κτενοπούλου.
»Ήταν μία δύσκολη περίοδος, γιατί κάθε μέρα ευρισκόμουν αντιμέτωπος με τον θάνατο. Ήταν μία πάλη μεταξύ ζωής και θανάτου. Αλλά, ποτέ δεν έχασα την πίστη μου ή τις ελπίδες μου ή την εμπιστοσύνη μου στην υπόσχεση του Θεού, ότι θα με κάνει καλά μέσον της Μητέρας Του, την Υπεραγία Θεοτόκο Μαρία, όπως μου αναγγέλθηκε.
 »Στο μεταξύ χρόνο η αδελφή μου θυμήθηκε ένα όνειρο που είχε δει στα μέσα του Γιαννάρη, αλλά δεν είχε δώσει σ’ αυτό σημασία. Είδε την Παναγία ντυμένη ως νοσοκόμα και με κρατούσε στην αγκαλιά της ως βρέφος. Λέγει στην αδελφή μου:
-«Ο αδελφός σου πεθαίνει αυτή την ώρα, αλλά μη φοβάσαι, διότι εγώ θα τον κάμω καλά.»
»Η Παναγία πήρε στα χέρια της ένα νυστέρι και έκανε δύο εγχειρήσεις. Ακριβώς στα ίδια ακριβώς σημεία που έγιναν και οι εγχειρήσεις μου. Τότε πίεσε τις πληγές και απ’ αυτές βγήκε πύο και στο τέλος ένα σκουλήκι. Καθάρισε τις πληγές, τις έραψε και μετά λέγει στην αδελφή μου:
-«Ο αδελφός σου θα ζήσει, αλλά θα κάνει δύο χρόνια για να ξαναπερπατήσει!»
»Η Θέμις, όπως μου είπε, είχε εντελώς λησμονήσει το όνειρο εκείνο και μόνον όταν πραγματοποιήθηκε η δεύτερη χειρουργική επέμβαση, μετά από μήνες, το ξαναθυμήθηκε.
»Το περίεργο είναι, ότι κάθε φορά που ζητούσα από κάποιο επισκέπτη να μου φέρει μία εικόνα, μου έφερναν πάντοτε την εικόνα της Παναγίας της Πορταϊτίσσης του Αγίου Όρους. Έτσι, πίστεψα, ότι ήταν η Παναγία η Πορταϊτισσα που με προστάτευε και της έταξα, ότι, «εάν γίνω καλά, θα Την διακονήσω»
 »Οι μέρες, οι εβδομάδες και οι μήνες περνούσαν και εγώ ακόμη βρισκόμουν στο κρεβάτι του πόνου χωρίς καμία αλλαγή. Οι ασθενείς στο διπλανό κρεβάτι ερχόντουσαν και έφευγαν, και εγώ ακόμη εκεί. Χρειαζόμουν πολύ υπομονή. Παρ’ όλο που ήμουν κάτω από χημειοθεραπεία, ο καρκίνος μεταδόθηκε σε άλλα σημεία του οργανισμού (πνεύμονες, σηκώτι και αίμα). Από ιατρικής πλευράς δεν υπήρχε ελπίδα. Ο Καθηγητής κ. Αλεξόπουλος, αν δεν επέμενε η Προϊσταμένη Δ/νίς Μαρία Κτενοπούλου, αρνιόταν ακόμα να συνεχίσει την θεραπεία.
-«Είναι άσκοπο να συνεχίσουμε, έλεγε ο γιατρός. Δεν υπάρχει ζωή μέσα του. Το πολύ, μέσα σε δύο ή τρεις μέρες θα πεθάνει. Ας τον αφήσουμε να φύγει χωρίς άλλη ταλαιπωρία.»
»Μάλιστα, ο ίδιος τηλεφώνησε τον Μητροπολίτη Καλύμνου Νεκτάριο και του ανάφερε, ότι:
-«Η κατάσταση είναι σοβαρή. Το πολύ, Σεβασμιώτατε, το Σάββατο ή την Κυριακή θα έχει κοιμηθεί. Να ετοιμαστείτε να τον υποδεχθείτε.»
»Ο Μητροπολίτης Καλύμνου Νεκτάριος κάλεσε τους ιερείς της Καλύμνου σε συνεδρίαση. Τους ανάγγειλε τα όσα ο κ. Αλεξόπουλος του είπε και πρότεινε να προετοιμαστούνε κατάλληλα. Ένας από του ιερείς, ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Ιάκωβος Συριώτης, ζήτησε τον λόγο. Ο Μητροπολίτης του έδωσε την άδεια να μιλήσει. Ο π. Ιάκωβος είπε:
-«Σεβασμιώτατε, δεν νομίζετε, ότι βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα. Εδώ ο άνθρωπός μας δεν πέθανε και εσείς σχεδιάζετε την κηδεία του. Εάν ο κόσμος μάθει το τι συζητάμε αυτή την στιγμή θα μας κυνηγήσει όλους και εσάς πρώτα θα πετάξει στη θάλασσα. Γι’ αυτό, ας περιμένουμε να δούμε το θέλημα του Θεού και μετά ενεργούμε.»
»Ο κ. Αλεξόπουλος, στο μεταξύ χρόνο, ενημέρωσε την αδελφή μου για την κατάστασή μου και πρότεινε να ενημερωθεί η οικογένειά μου.
-«Δεν υπάρχει ζωή μέσα του», έλεγε.
 » Ήταν ημέρα Πέμπτη, θα ήταν μεσημέρι και ενώ μιλούσα με την αδελφή μου, ξαφνικά, βλέπω το εξής όραμα:
»Βρέθηκα σ’ ένα χωριό μέσα σ’ ένα απέραντο δάσος. Όλα ήταν όμορφα και καταπράσινα. Όμως από τα σπίτια των χωριανών έβγαιναν κάποιοι με σατανικά πρόσωπα και άρχισαν να μου ρίχνουν βόμβες, χειροβομβίδες και κάθε είδους όπλα. Τίποτε όμως δεν μ’ άγγιζε. Όλα έπεφταν γύρω μου χωρίς να με βλάπτουν. Εγώ, τότε είπα:
-«Για κοίταξε! Έρχεσαι στο χωριό να βρεις ησυχία και εδώ πολεμά ο ένας τον άλλο».
»Αποφασίζω να φύγω απ’ εκείνο το χωριό. Και πράγματι, ενώ έφευγα, βρίσκομαι σ’ άλλο χωριό. Η ίδια και χειρότερη κατάσταση. Μονολογούσα ξανά και φεύγοντας από το δεύτερο χωριό κατέβαινα ένα μονοπάτι. Συνάντησα δύο νέους στα λευκά ντυμένους που στάθηκαν απέναντι μου. Τα πρόσωπά τους ήταν αστραφτερά σαν τον ήλιο και τα ρούχα τους πάνλευκα. Δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια την ομορφιά των προσώπων τους. Μόλις αντίκρισα κατάματα τον ένα από τους δύο νέους ένοιωσα σ’ όλο το σώμα μου κάτι περίεργο. Αισθάνθηκα, ότι περνούσα μέσα από το δικό του σώμα και βρέθηκα σ’ άλλο κόσμο πνευματικό, όπου κανείς δεν ήταν παρά αισθανόμουν ζωντανά την παρουσία κάποιου που ήταν αγάπη και ειρήνη. Όλα γύρω μου δένδρα, λουλούδια, φυτά, πέτρες και χορτάρι ήταν από γαλάζιο διαμάντι! Όλα ζωντανοί οργανισμοί, αλλά καμωμένα από γαλάζιο διαμάντι! Μάλιστα, από περιέργεια έσκυψα και άγγιξα με την άκρη του δακτύλου μου ένα τριαντάφυλλο και μονολογούσα:
-«Μα, πώς είναι δυνατό νάναι ζωντανό τριαντάφυλλο, ενώ είναι διαμάντι;»
»Η αίσθηση εκείνη στο άκρο του δακτύλου μου δεν είχε απομακρυνθεί για πολλούς μήνες. Μετά κοίταξα κάτω και είδα στρώματα διάφορα γεμάτα από ανθρώπους που συζητούσαν μεταξύ τους μέσα σε μια ατμόσφαιρα χαράς και ευτυχίας. Όταν σήκωσα το κεφάλι μου για να απολαύσω ξανά εκείνη την πανέμορφη πεδιάδα, βρέθηκα ξανά μπροστά στους δύο νέους. Κάτι μου λέγανε και εγώ απαντούσα. Δεν μπορώ να θυμηθώ την γλώσσα που μιλούσαμε. Ήταν μία γλώσσα που μιλούσα μόνον για εκείνη την στιγμή. Όμως θυμάμαι, ότι ο ένας από τους δύο μου έδιδε κάποιες οδηγίες, γιατί κτυπούσε τον δείκτη του δεξί χεριού στην παλάμη του αριστερού, όπως κάμνομε, όταν δίνουμε οδηγίες σε κάποιο. Όταν συνήλθα από το όραμα και βρέθηκα ξανά με την αδελφή την Θέμιδα. Εκείνη, μάλιστα, νόμιζε, ότι ήρθε το τέλος μου και ότι παραμιλούσα, γιατί το κεφάλι μου ήταν στραμμένο προς την εικόνα του Χριστού.
»Πρέπει να σημειώσω, ότι ο πυρετός εκείνο το διάστημα και για περισσότερο από ένα μήνα ήταν 42.5 C. Κανένα φάρμακο δεν βοηθούσε στο να κατεβάσει τον πυρετό. Εκείνη την περίοδο για μία ολόκληρη εβδομάδα οι νοσοκόμες έπαιρναν τον πυρετό κάθε μία ώρα. Τι κουραστική εβδομάδα ήταν εκείνη! Κάθε ώρα και θερμόμετρο. Νύκτα και μέρα δεν έβρισκα χρόνο να ξεκουραστώ. Πρέπει να ήταν ένα Σάββατο στα μέσα του Μάη 1985. Ο πυρετός να με καίει και ενώ στις 06:00 το πρωΐ ο πυρετός ήταν 42.5 C, στις 07:00 π.μ. έγινε ξαφνικά 36.6 C. Η νοσοκόμα έγινε έξαλλη γιατί νόμιζε ότι μετακίνησα το θερμόμετρο.
-«Πάτερ, μου είπε με αυστηρό τόνο, έχομε κι άλλους ασθενείς να κοιτάξουμε. Βάλτο σωστά αυτή τη φορά!»
»Μα, εγώ γνωρίζω και δεν σφάλλω στη μαρτυρία μου, ότι το είχα τοποθετήσει σωστά και ήμουν αμετακίνητος. Η νοσοκόμα βάζει το θερμόμετρο για δεύτερη φορά. Τα ίδια αποτελέσματα. 36,6 C! Φωνάζει την αδελφή μου τη Θέμιδα. Το ξαναβάζει για τρίτη φορά και πάλι τα ίδια αποτελέσματα. 36,6 C! Τότε φωνάζει την προϊσταμένη, Μαρία Κτενοπούλου, που αντί να εξετάσει το θερμόμετρο τηλεφωνεί αμέσως τον γιατρό μου, τον κ. Αλεξόπουλο.
»Ο γιατρός απουσίαζε εκείνο το πρωινό.   Στη τηλεφωνική τους επικοινωνία η κ. Κτενοπούλου του αναφέρει για την απότομη αλλαγή. Εκείνος δεν πίστεψε, αλλά είπε:
-«Κοιτάξτε, αδελφή, αγαπάμε και σεβόμαστε τον π. Παντελεήμονα, αλλά αυτός ο νέος δεν έχει ζωή μέσα του. Μέσα σε δύο μέρες θα πρέπει να πεθάνει. Πρέπει όλοι να το συνειδητοποιήσουμε.»
»Η κ. Κτενοπούλου και πάλι επέμενε νάρθει να εξετάσει ο ίδιος.
-«Δεν ξέρω αν πρέπει να πεθάνει ή όχι, είπε, αλλά είναι η μοναδική σου ευκαιρία. Έλα να δεις από μόνος σου. Ο πυρετός εξαφανίστηκε!»
»Έτσι, ο γιατρός πείσθηκε και ήρθε στο Νοσοκομείο. Όταν ήρθε ούτε καν με χαιρέτισε, αλλά όταν ο ίδιος έβαλε το θερμόμετρο και είδε ότι ήταν στα φυσιολογικά όρια δεν πίστεψε στα μάτια του και ξανάβαλε το θερμόμετρο. Στη δεύτερη διαπίστωση, που κράτησε 12 λεπτά, μονολογούσε και έλεγε:
-«Ε, είπαμε ότι πιστεύομε, αλλ’ εδώ μέσα παραγίνεται.»
»Και γυρνώντας στους άλλους γιατρούς είπε:
-«Ό,τι έγινε εδώ μέσα δεν ήταν από εμάς. Μόνον ένας Θεός μπορεί να τα κάνει. Αλλά είναι σημάδια για μας. Γι’ αυτό εσύ θα κάνεις αυτό, κι εσύ θα κάνεις το άλλο.»
 »Έδωσε τις κατάλληλες οδηγίες στον κάθε γιατρό να ενεργήσει ανάλογα. Το πρωΐ της Δευτέρας μ’ επισκέφθηκε κατά τις 08:00. Πρώτη φορά τέτοια ώρα. Κάθισε δίπλα μου και με ρώτησε, το πώς αισθανόμουν.
-«Καλά, γιατρέ μου, απήντησα, δόξα το Θεό, καμιά αλλαγή.»
»Εκείνος απήντησε:
-«Ξέρεις, πάτερ, εσύ είσαι σαν τον Λάζαρο, αλλά κάπως διαφορετικά. Γιατί εκείνος πέθανε και τάφηκε για τέσσαρες μέρες. Εσύ, ενώ πέθαινες, πριν προλάβομε να σε βάλουμε στον τάφο, πήδηξες έξω.»
-«Και, λοιπόν, τι θες να πεις;»
-«Να, το Σάββατο πρωΐ μεταξύ 06:00 και 07:00  κάτι συνέβη και άλλαξε όλη την πορεία της αγωγής σου και τώρα χρειαζόμαστε να δούμε τι ακριβώς συνέβη.»
»Εγώ ρώτησα:
-«Τι συνέβη, γιατρέ;»
»Και εκείνος απάντησε:
-«Δεν ξέρω. Αυτό θέλομε να μάθουμε και είναι η μοναδική μας ευκαιρία να το δούμε, αλλά πρέπει να κάνουμε μερικές εξετάσεις.»
 »Επακολούθησαν λεπτομερείς εξετάσεις. Τα αποτελέσματα ήταν θαυμαστά και ενώ τέσσαρες φορές έδειξαν κατάμεστο τον οργανισμό από καρκίνο σ’ αυτό κανένα ίχνος δεν βρέθηκε. Το θαύμα πραγματοποιήθηκε.
 »Το επίσημο ιστορικό υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον κ. Κ. Αλεξόπουλο έχει ως εξής:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ
Α’ Πε.Σ.Υ. ΑΤΤΙΚΗΣ Ν.Π.Δ.Δ.
Γ. Ν. Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ»
ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αθήνα 11 Νοεμβρίου 2003
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ
 Ο ασθενής Λαμπαδάριος Παντελεήμων νοσηλεύτηκε στο Ογκολογικό Τμήμα Β’ Προπ. Παθολογικής Κλινικής από 07/03/85 μέχρι και 16/07/85. Ο άρρωστος εισήχθη εκτάκτως προερχόμενος από την Νευροχειρουργική Κλινική του νοσοκομείου με εγκατεστημένη παραπληγία. Στην Νευροχειρουργική Κλινική είχε χειρουργηθεί επειγόντως λόγω συνδρόμου συμπίεσης νωτιαίου μυελού στο ύψος του Θ8 αποτέλεσμα της ανάπτυξης επισκληριδίου όγκου. Έγινε αποσυμπίεση και αφαίρεση τμήματος του επισκληριδίου όγκου, η ιστολογική του οποίου έδειξε αμετάπλαστο νεόπλασμα με συχγκυτιακά στοιχεία, υπενθυμίζοντα τροφοβλαστικό ιστό. Να σημειωθεί ότι, κατά την αντικειμενική εξέταση στο Ογκολογικό Τμήμα, διαπιστώθηκε ευμεγέθης διόγκωση αρ. όρχεος συνηγορητική πρωτοπαθούς νεοπλάσματος του οργάνου. Ο κλινικοεργαστηριακός έλεγχος έδειξε μεταστατική νόσο στον οπισθοπεριτοναΐκό χώρο και τους πνεύμονες. Ο ασθενής υποβλήθηκε σε συνδυασμένη χημειοθεραπεία με Cisplatin, Vepesid, Bleocin, Vinblastine και συμπλήρωσε πέντε συνολικά κύκλους μέχρι τις 19/06/1985 με αποτέλεσμα πλήρη ύφεση της νόσου.
 Η όλη αντιμετώπιση του ασθενούς συμπληρώθηκε με εκτέλεση αρ. ορχεκτομής.
Έκτοτε ο ασθενής παραμένει σε πλήρη ύφεση και πλήρη δραστηριότητα. Το παρόν χορηγείται μετά αίτηση του ιδίου για κάθε νόμιμη χρήση.
Κ. Γ. Αλεξόπουλος Διευθυντής Ογκολογικού Τμήματος Γ.Ν.Α. «Ο Ευαγγελισμός»
»Μετά από το Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» με πήραν με ασθενοφόρο και πήγαμε στο Ίδρυμα Αποκατάσταση Αναπήρων στη Χασιά της περιοχής Αγίων Αναργύρων. Εκεί έμεινα ένα ολόκληρο χρόνο 1985-1986 και υποβλήθηκα σε εντατική φυσιοθεραπεία. Η κάθε μου άσκηση και κάθε μου κίνηση ήταν και μία προσευχή στην Παναγία, υπενθυμίζοντάς Την για τη δική Της υπόσχεση, ότι θα με έκανε καλά.
 »Στο διάστημα εκείνο αποφάσισα να συνεχίσω να δίδω τις εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, έστω και πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι, για να μη υστερήσω από τους άλλους συμφοιτητές μου. Μάλιστα, αυτό το οφείλω στην αγαπητή μου φίλη και συμφοιτήτρια, Δ/ίδα Μαυρέτα Αλεσίου, γιατί εκείνη ήταν, που με τις απλοΐκές συζητήσεις της πάνω στα θεολογικά μαθήματα, μου άναψε την φλόγα και μου έδωσε κουράγιο για να συνεχίσω. Ζήτησα να μου φέρει τα σχετικά βιβλία. Σήμερα, εάν ολοκλήρωσα τις Θεολογικές μου σπουδές το οφείλω πρώτα στη Χάρη του Θεού και κατόπιν στους αγαπητούς μου φίλους, Δ/ίδα Μαυρέτα Αλεσίου, π. Κωνσταντίνο Ράπτη και π. Δημήτριο Αργυρό, οι οποίοι με βοήθησαν μεταφέροντάς με πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι για να δώσω τις προφορικές ή γραπτές εξετάσεις.
 Μεγάλη ευγνωμοσύνη οφείλω προς όλους τους Καθηγητές μου της Θεολογικής Σχολής της Ποιμαντικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά και πολύ περισσότερο προς την μητέρα μου και την αδελφή μου Θέμιδα Λαμπαδαρίου, που για δύο ολόκληρα χρόνια, νύκτα και ημέρα, δεν έλειψε από το πλευρό μου.
»Η υπόσχεση της Θεοτόκου ολοκληρώθηκε, γιατί ακριβώς μετά από δύο χρόνια άρχισα να περπατώ και όχι μόνον δεν απέθανα, αλλά η Χάρις του Θεού με καταξίωσε να διακονήσω την Εκκλησία του Θεού στην Αφρική και να γίνω πρώτος Επίσκοπος στην Ιεραποστολική Επισκοπή Γκάνας (Δυτική Αφρική, 1999-2004), κατόπιν να διακονώ ως Μητροπολίτης στην ιστορική και αρχαία Μητρόπολη Πηλουσίου (2004-2006) και, σήμερα, ως εφησυχάζοντα Μητροπολίτη Αντινόης, να φιλοξενούμαι από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ.κ. Δημήτριο, ο οποίος έδωσε την ευλογία του για να φιλοξενηθώ στην Ιερά Μητρόπολή του.
ΠΗΓΗ: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΓΚΟΛΠΙΟ
πηγή

ENAΣ ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΟΙΜΕΝΑΣ – π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1964- 2014)


P. GERBASIOS
Αρχιμ. Κύριλλου Κωστόπουλου
Ιεροκήρυκα Ι. Μ. Πατρών
Δρος Θεολογίας

Πενήντα χρόνια πέρασαν από την προς Κύριον εκδημία ενός κατά πάντα Ορθοδόξου Ποιμένος, του π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου.
Δραττόμενος της ευκαιρίας αυτής, θα ήθελα να αναφερθώ μέσα σε λίγες γραμμές στον πνευματικό μου πατέρα και οδηγό από αυτής ακόμη της παιδικής ηλικίας των δέκα ετών, παρουσιάζοντάς τον ως το πρότυπο Ορθοδόξου κληρικού και ποιμένος.
Ο Ιερός Χρυσόστομος στους περί Ιερωσύνης Λόγους του αναφωνεί: «Φωτός δίκην την οικουμένην καταυγάζοντος, λάμπειν δει του ιερέως την ψυχήν» (S.chr. 272, κεφ. 6, 446). Τέτοια λαμπρή και φωτισμένη από το άκτιστο φως της Τρισηλίου Θεότητος ψυχή ήταν και η ιερατική – ποιμαντική ψυχή τού αειμνήστου Πατρός και Διδασκάλου μου.
Ο πατήρ Γερβάσιος ήταν μύστης και κήρυκας της εμπειρικής ευχαριστιακής Θεολογίας, χωρίς να αφίσταται και της ακαδημαϊκής Θεολογίας. Ο ίδιος ακολούθησε την εμπειρική Θεολογία, η οποία τρέφεται με την προσευχή της μετανοίας και την θέα του ακτίστου φωτός. Γι’ αυτό και την αγάπη προς τις Ιερές Ακολουθίες, αλλά και την Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας την έκαμε εντρύφημα της καρδίας μας.
Ήταν ο διακριτικός Ορθόδοξος πνευματικός «Γέροντας», ο οποίος διέκρινε τα βάθη της ψυχής μας, τις μυστικές πτυχές της και μας οδηγούσε «εις νομάς σωτηρίους».
Η ικανότητά του να εισδύει στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και να ανασύρει από εκεί τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και τους στεναγμούς τής διψασμένης ψυχής για την Ορθόδοξη αλήθεια, δεν ήταν μόνον αποτέλεσμα της μακράς πείρας του, αλλά και του χαρίσματος του δοσμένου από τον Θεό, χαρίσματος διορατικού, παρακλήσεως και πατρικής αγάπης.
Όταν πλησίαζες τον πατέρα Γερβάσιο, αισθανόσουν ότι η σχέση σου μαζί του ήταν μια ελεύθερη αναγεννητική σχέση, η οποία σε αναγεννούσε στην αληθινή πνευματική ζωή και όχι απλώς μια παιδαγωγία. Ήταν η σχέση που αποκτούσαν οι πιστοί με τον Απόστολο Παύλο: «Εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας, εν γαρ Χριστώ Ιησού δια του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα» (Α΄ Κορ. 4, 15).
Ο ζήλος του πνευματικού μου πατρός Γερβασίου ήταν τόσος και τέτοιος, ώστε οι παρεμποδίσεις και οι συκοφαντίες που του γίνονταν στο ποιμαντικό του έργο, ακόμη και από εκκλησιαστικούς παράγοντες, δεν στάθηκαν ικανές να αναχαιτίσουν ή να σταματήσουν ή ακόμη και να μετριάσουν τον ζήλο του αυτόν.
Μας δίδαξε μέσα από το Ορθόδοξο φρόνημά του, μέσα από την σκληρή προσωπική εκκλησιαστική άσκησή του, μέσα από την εν Χριστώ αγάπη και την ταπείνωσή του. Έτσι η ποιμαντική του, ως απαύγασμα της προσωπικής αγίας ζωής του, μας οδηγούσε στην Εκκλησία του Χριστού και όχι σε ένα ιδεολογικό σύστημα ή έστω σε μία θρησκευτική οργάνωση. Και τούτο γιατί η ζωή της Εκκλησίας γίνεται κατανοητή και προσιτή μέσα από ένα γεγονός ζωής και όχι με μια προσχώρηση σε κάποια ιδεολογία ή σε ένα «σύστημα σωτηρίας». Εμείς «χειραγωγούμεθα» στην Θεογνωσία, στην προσευχή, στην εκκλησιαστική άσκηση, στην αλήθεια και την εκκλησιαστική ζωή, συντονιζόμενοι με την πείρα του πατρός μας Γερβασίου στην οδό προς τον «θείο έρωτα».
Η προσέγγιση της ζωής και του έργου μιας πνευματικής εκκλησιαστικής μορφής, όπως αυτής του αειμνήστου πατρός Γερβασίου, στα πλαίσια ενός άρθρου δεν είναι μόνο δύσκολη, αλλά και επικίνδυνη. Και τούτο γιατί αναγκαστικά οι εντυπώσεις δεν ανταποκρίνονται στην όλη οντολογική προσωπικότητά του. Εμείς απλώς προσεγγίσαμε την Αγία αυτή μορφή, ώστε να γίνει έστω και ακροθιγώς φανερή η μεγάλη, από πάσης πλευράς, θεολογική και εκκλησιαστική αυτή προσωπικότητα.


* Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «Πελοπόννησος» των Πατρών στις 1/6/2014

Οἱ Ἅγιοι Γεράσιμος, Νεόφυτος, Ἰωακείμ, Ἱερόθεος, Ζαχαρίας, Ἰωακείμ, Γεράσιμος, Καλλίνικος, Μελχισεδέκ, Καλλίνικος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς ἀθλήσαντες κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἐν ἔτεσιν 1821 καὶ 1822

Στὶς 23 Ἰουνίου 1821 ἔγινε Σύνοδος στὴ Μητρόπολη τῆς Κρήτης, στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἐπίσκοπος Κρήτης ἄρχισε νὰ διαβάζει ἕνα γράμμα ἀπεσταλμένο ἀπὸ τὸ βεζύρη. Οἱ ἐχθροὶ καιροφυλακτοῦντες, ὅρμησαν στὸ ναὸ καὶ ἐφόνευσαν τοὺς Ἀρχιερεῖς, δεκαεπτὰ ἱερεῖς καὶ πέντε ἁγιορεῖτες πατέρες ἀπὸ τὴ μονὴ Βατοπαιδίου, ποὺ εἶχαν προσκομίσει στὸ Μέγα Κάστρο γιὰ προσκύνηση κατὰ τῆς ἐπιδημίας τῆς πανώλους τίμια λείψανα καὶ τὴν Ἁγία Ζώνη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἐπίσης ἐφόνευσαν ὡς τριακόσιους παρευρεθέντες Χριστιανούς. Ἀπὸ ἐκεῖ διασπαρέντες στὴν πόλη ἐδίωκαν τοὺς λοιποὺς Χριστιανοὺς φονεύοντες ἀνηλεῶς ὅσους ἀπαντοῦσαν στοὺς δρόμους, ὅπου συνάντησαν καὶ τὸν Ἐπίσκοπο Λάμπης Ἱερόθεο, τὸν ὁποῖο ἐφόνευσαν μετὰ τοῦ διακόνου του. Τὴν ἑπομένη ἡμέρα στὸ χωριὸ Ἐπάνω Φουρνή, ὅπου ἡ ἔδρα τῆς Ἐπισκοπῆς Πέτρας, ἐτυφεκίσθηκε ὁ Ἀρχιερεὺς αὐτῆς Ἰωακεὶμ ἔξω ἀπὸ τὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ὁ Ὅσιος Βάρβαρος ὁ Μυροβλήτης

Ὁ Ἅγιος Βάρβαρος ἀνῆκε, σύμφωνα μὲ τὸν ἐγκωμιαστή του Κωνσταντίνο Ἀκροπολίτη, καὶ τὸ Συναξάρι, σὲ ληστρικὴ ὁμάδα Ἀράβων, ἡ ὁποία ἐπέδραμε στὴ νότια Ἤπειρο καὶ τὴν Αἰτωλία ἐπὶ τῶν ἡμερῶν Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820 – 829 μ.Χ.). Σὲ κάποια σύγκρουση οἱ σύντροφοί του ἐφονεύθησαν καὶ ἀπὸ τότε ὁ Βάρβαρος περιφερόταν μόνος «λήσταρχος γενόμενος, καὶ ποιῶν ἀβάτους τὰς ὁδούς, οἰκῶν ἐν ὄρεσι καὶ ἁλσώδεσι τόποις». Κατ’ οἰκονομία Θεοῦ κάποια ἡμέρα εἰσῆλθε σὲ ναὸ ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, σὲ τόπο ποὺ ὀνομαζόταν Νῆσα, ὅπου ἐλειτουργοῦσε ὁ ἱερεὺς Ἰωάννης Νικοπολίτης. Κατὰ τὴν ὥρα τῆς ὑψώσεως τῶν Τιμίων Δώρων ὁ ἱερεὺς τὸν εἶδε καὶ προσευχήθηκε μετὰ φόβου στὸν Θεό. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη, ὁ Κύριος ἄνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ ληστοῦ, ποὺ εἶδε τοὺς Ἀγγέλους νὰ συλλειτουργοῦν μὲ τὸν ἱερέα. Ὅταν ὁ ἱερεὺς τελείωσε τὴν Θεία Λειτουργία, ὁ Βάρβαρος τὸν ἐρώτησε: «Ποῦ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἦταν μαζί σου;». Ὁ δὲ ἱερεὺς τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἡ Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ τὸν ἀξίωσε νὰ δεῖ αὐτὰ ποὺ δὲν μποροῦν νὰ δοῦν τὰ ἀνθρώπινα μάτια, γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ μετάνοια. Ὁ Βάρβαρος ἀμέσως ἀπέβαλε τὰ λησταρχικὰ ὅπλα, μετανόησε, ἄρχισε τὴν ἄσκηση καὶ ἐβαπτίσθηκε. Ὁ ἀσκητικὸς ἀγώνας στὴν περιοχὴ τοῦ Ξηρομέρου (ἢ Ξηρομένων) Αἰτωλοακαρνανίας ἔγινε μεγαλύτερος. Ἐπὶ τρία ἔτη ἀγωνίσθηκε πνευματικὰ καὶ «πεποίηκε χρόνους τρεῖς κυλιόμενος ὡς τετράπους καὶ ἐσθίων χοῦν καὶ βοτάνας τὰς φυομένας, κλαίων καὶ ὀδυρόμενος, κατακοπτομένων αὐτοῦ τῶν σαρκῶν». Μιὰ νύχτα, ἕνας γεωργὸς ποὺ ἔτρωγε σὲ ἐκεῖνο τὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε ὁ Ἅγιος, τὸν ἐφόνευσε κατὰ λάθος, νομίζοντας ὅτι ἦταν θηρίο.
Ὁ τάφος του ἀνέδιδε  μύρο καὶ ὁ Ἅγιος ἐπιτελοῦσε θαύματα πολλά. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη του καὶ στὶς 15 Μαΐου. Ὁ Ὅσιος ἀναφέρεται στὴν τοπικὴ ἁγιολογία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας καὶ Κερκύρας ὡς Ὅσιος Βάρβαρος ὁ Πενταπολίτης, ἡ ὁποία τιμᾶ τὴ μνήμη του στὶς 23 Ἰουνίου.
Μέχρι σήμερα στὴν Αἰτωλο-Ἀκαρνανία ὁμιλοῦν γιὰ τὸ σπήλαιο, ὅπου ὁ Ἅγιος Βάρβαρος ἐπέρασε τὰ 18 χρόνια τῆς ἀσκήσεώς του καὶ τὸ ἁγίασμά του. Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν ἀναφορὰ τὸ 1571 μ.Χ. ἕνας Βενετὸς στρατιωτικός, ὀνόματι Σκλαβοῦνος, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴ Ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, ἀσθένησε ξαφνικὰ ἐπὸ θανατηφόρο ἀσθένεια. Ὁ ἀσθενὴς βλέπει τὸν Ἅγιο σὲ ὅραμα, ὁ ὁποῖος τὸν καλεῖ νὰ προσκυνήσει τὸν τάφο του, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ. Πράγματι, ὅταν ἔφθασε στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου, προσκύνησε μὲ εὐλάβεια καὶ ἐγινε καλά. Θέλοντας νὰ τιμήσει τὸν Ἅγιο Βάρβαρο ἔκανε ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του μὲ σκοπὸ νὰ μεταφέρει τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ Βενετία. Περνώντας ἀπὸ τὴν Κέρκυρα, γιὰ ἀνεφοδιασμό, σταμάτησε στὸ χωριὸ Ποταμός, ὅπου θεραπεύθηκε ἕνας παράλυτος νέος. Γι’ αὐτὸ καὶ σήμερα ὑπάρχει ἐκεῖ ναὸς ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο. 

Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐκ Θηβῶν

Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νικήτα καταγράφεται στὸ χειρόγραφο 552 τῆς μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐγεννήθηκε στὴν πόλη τῶν Θηβῶν πιθανὸν κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰῶνος μ.Χ. Οἱ γονεῖς του, Ἀνδρέας καὶ Θεοδώρα, ἦσαν εὐπάτριδες καὶ εὐσεβεῖς. Ὁ βιογράφος του ἀναφέρει ὅτι, ὅταν ὁ Ὅσιος ἐβαπτιζόταν «ἄνωθεν ἡ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χάρις ἐν εἴδει περιστερᾶς εἰς αὐτὸν ἐπεφοίτησεν». Ὅταν ἔγινε πέντε ἐτῶν, οἱ γονεῖς του τὸν παρέδωσαν στὸ διδασκαλεῖο τῆς ἐποχῆς, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ θεῖα καὶ ἱερὰ γράμματα καὶ νὰ προκόψει στὴν ἀρετὴ καὶ τὴ μάθηση.
Ὁ Ὅσιος διακρινόταν γιὰ τὴν φρόνηση, τὴν ἀνδρεία, τὴ σωφροσύνη καὶ τὴ δικαιοσύνη καὶ ἐπορευόταν τὴν ὁδὸ τῆς ἁγιότητος καὶ τοῦ θεοφιλοῦς βίου. Βλέποντάς τον οἱ γονεῖς του εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεὸ καὶ προσεύχονταν γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν αὔξησή του.
Ἡ καρδιὰ τοῦ Ὁσίου ἐπιθυμοῦσε τὸ μονήρη καὶ ἀσκητικὸ βίο. Ἔτσι σὲ ἡλικία δεκαέξι ἐτῶν, παίρνοντας μαζὶ τὸν ἀδελφό του, κατέφυγε μυστικὰ στὴ μονὴ Θεοκλήτου, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς ἀπὸ τὸν ἡγούμενο. Ἐδῶ ζοῦσε ἀσκητικὰ καὶ προσευχητικά. Ἐκεῖνος ὅμως ἀναζητοῦσε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ἡσυχία καὶ νὰ γίνει ἐρημίτης καὶ ἀναχωρητής. Τότε Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάζεται στὸν ἡγούμενος τῆς μονῆς καὶ τοῦ παραγγέλει νὰ μὴν ἐμποδίσει τὸ νέο μοναχὸ στὰ σχέδιά του γιὰ τὴν ἀναχώρησή του στὴν ἔρημο. Τὸ ἴδιο πρωΐ ὁ ἡγούμενος προσκαλεῖ τὸν Ὅσιο καὶ τοῦ δίδει τὴν εὐχή του: «Πορεύου, τέκνον, καὶ Κύριος κατευθύναι τὰ πρὸς αὐτόν σου διαβήματα». Καί τότε, παίρνοντας τὸν αὐτάδελφό του μαζί, ἔφυγαν στὴν ἔρημο ἀναζητώντας ἡσυχαστικὸ τόπο. Ἔφθασαν στὴν περιοχὴ τῆς Ὀστείας, ὅπου εὑρῆκαν ἕνα«σπηλοειδὲς κογχάριον» καὶ ἐκεῖ ἐδιάλεξαν νὰ στήσουν τὴ σκηνὴ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων τους.
Ἐδῶ ἄρχισαν τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς μὲ ἐγρυπνίες, προσευχές, ὑπομένοντες κάθε κακουχία καὶ ἀντιξοότητα. Ἔτσι ἀξιώθηκαν τῆς διακρίσεως πρὸς Θεόν.
Ἡ φήμη τοῦ ἐνάρετου ἀσκητοῦ ἐξαπλώθηκε παντοῦ καὶ πολλοὶ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ τὸν ἐπισκέπτονται, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευθοῦν στὰ πνευματικὰ θέματα καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐχή του. Ἐκεῖ ἔλαβε καὶ τὴν ἱερωσύνη ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς περιοχῆς. Τότε ἄρχισε νὰ μεγαλώνει καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν ποὺ ἐζοῦσαν κοντά του μιμούμενοι τὸν ἀγγελικὸ βίο.
Γιὰ τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τῶν συμμοναστῶν του ἔκτισε στὴ σπηλιὰ ἐκείνη ναὸ ἀφιερωμένο στὸ Σωτήρα Χριστὸ καὶ ἐκεῖ, μπροστὰ στὸν πρόναο τοῦ κογχοειδοῦς αὐτοῦ σπηλαίου, εὑρισκόταν σχεδὸν ὅλη μέρα καὶ ὅλη νύκτα προσευχόμενος.
Παροιμιώδης ἦταν καὶ ἡ ἀκτημοσύνη τοῦ Ὁσίου. Εἶχε τὸ χάρισμα νὰ ἀναστράφεται μὲ τὰ θηρία τοῦ δάσους χωρὶς τὸν παραμικρὸ κίνδυνο. Δὲν εἶχε φροντίδα γιὰ τὸ τί θὰ ἐνδυθεῖ ἢ τί θὰ φάγει. Ὄλα τὰ ἄφηνε μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν κάποιοι τὸν ἐπισκέπτονταν καὶ τοῦ ἔφερναν κάτι φαγώσιμο, δὲν ἐδίσταζε νὰ γευθεῖ, ἔστω καὶ ἐλάχιστα, μαζί τους, ἀκόμη καὶ λίγο κρασί, γιὰ νὰ διώχνει μακριὰ τὸ «οἴημα τῆς ἀνθρωπαρέσκειας», δηλαδὴ τὴν ὑπερηφάνεια. Ὡστόσο, ὅταν ἔμενε μόνος, ἐπανελάμβανε τὴν αὐστηρὴ νηστεία. Μάλιστα κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τὴν ξηροφαγία τὴν εἶχε μόνο τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή, τηρώντας ἀπόλυτη νηστεία τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος.
Στὸ τέλος τοῦ Βίου τοῦ Ὁσίου Νικήτα, ὁ βιογράφος του ἀναφέρει καὶ δύο ἀπαντήσεις τοῦ Ὁσίου σὲ θεολογικὰ ἐρωτήματα, ποὺ διάφοροι ἱερεῖς ὑπέβαλαν στὸν Ὅσιο.
Τὸ πρῶτο ἦταν σχετικὸ μὲ τὴ νηστεία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου: μετὰ τὴ Θεία Κοινωνία, καταλύουμε ἢ ὄχι; ὁ Ὅσιος τοὺς ἀπαντᾶ προκαταβολικῶς καὶ τοὺς ἀναφέρει τὸ συγκλονιστικὸ ἐκεῖνο παράδειγμα τοῦ Λειμωναρίου. Ἔνας ἐρημίτης μοναχός, ποὺ δὲν εἶχε δεῖ ἄνθρωπο στὴν ἔρημο ποὺ ἀσκήτευε γιὰ πολλὰ χρόνια, ἐδέχθηκε τὴν ἐπίσκεψη κάποιων Χριστιανῶν τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ποὺ τοῦ ἔφεραν καὶ διάφορα δῶρα, τυρὶ καὶ ἄλλα φαγώσιμα. Ὁ ἀσκητὴς τοὺς προσέφερε καὶ ἔφαγε καὶ αὐτὸς μαζί τους «μηδόλως διακριθείς». Οἱ πιστοὶ τὸ εἶδαν καὶ ἐξαφνιάσθηκαν κάπως δυσάρεστα, μὰ δὲν εἶπαν τίποτε. Μόλις ἐγύρισαν, ὅμως, στὴν πόλη πῆγαν καὶ τὸ ἀνέφεραν στὸν Ἐπίσκοπο. Ἐκεῖνος τὸν ἐκάλεσε μπροστά του, τὸν ἤλεγξε μὲ αὐστηρὸ τρόπο καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή, ἀποκαλώντας τον πλάνο καὶ παραβάτη. Τὸ μεσημέρι ὁ Ἐπίσκοπος ἐκάλεσε τοὺς ἱερεῖς σὲ τράπεζα καὶ εἶπε νὰ φέρουν καὶ τὸν ἀσκητὴ ἀπὸ τὴ φυλακή, γιὰ νὰ τὸν λοιδορήσει καὶ νὰ τὸν προσβάλει. Ὁ ἀσκητὴς προσπάθησε νὰ ἐξηγήσει μὲ πνευματικὰ καὶ εὐγενικὰ ἐπιχειρήματα, γιατὶ τὸ εἶχε κάνει: «Τόσα χρόνια στὴν ἔρημο καθήμενος δὲν εἶδα ἄνθρωπο, γι’ αὐτὸ ὅταν εἶδα τοὺς ἀδελφοὺς ἐθεώρησα τὴν ἄφιξή τους Πάσχα. Καὶ ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, δὲν μοῦ ἐφάνηκε βαρὺ ἢ νὰ λογισθεῖ ἁμαρτία τὸ ὅτι ἔφαγα τυρὶ μαζί τους». Ὅμως, ὁ Ἐπίσκοπος δὲν ἤθελε νὰ ἀκούσει τίποτε. Τότε ὁ ἀσκητὴς φωνάζει ἕνα βρέφος σαράντα ἡμερῶν, παιδὶ τοῦ πρωτοπαππᾶ, τὸ πιάνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ ἐρωτᾶ δυνατά, γιὰ νὰ ἀκούσουν ὅλοι: «Πές μου, ὢ παιδί μου, ποιὸς εἶναι ὁ πατέρας σου; Καὶ ὢ τοῦ ξένου ἀκούσματος: τὸ βρέφος ἐξεβόησε ἐκ τρίτου: ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ἐπίσκπος». Φρίκη καὶ ντροπὴ κατέλαβε τοὺς ἄλλους, ποὺ δὲν ἤξεραν πῶς νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ χῶρο γρηγορώτερα.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1079, ὅταν ἐβασίλευε στὸ Βυζάντιο ὁ αὐτοκράτορας Νικηφόρος ὁ Βοτανειάτης (1078 – 1081).
 

Ὁ Ἅγιος Καλλίνικος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Βεροίας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Καλλίνικος ἐγεννήθηκε στὴν ἁγιοτόκο πόλη τῆς Βεροίας σὲ καιροὺς χαλεποὺς κατὰ τὸ 1790. Κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Βεροίας ἐδιδάχθηκε μαζὶ ἐγκύκλια γράμματα καὶ τὴν ἀγάπη στὸν Χριστό.
Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τὸν ὁδήγησε μακριὰ ἀπὸ τὴ γενέθλιά του γῆ, πρῶτα ἴσως στὸ Ἰάσιο, ὄπου ἐσπούδασε σύμφωνα μὲ κάποιες πληροφορίες κοντὰ στὸ διδάσκαλο Κλεόβουλο, καὶ στὴ συνέχεια στὴν Κρήτη, γιὰ νὰ συμβάλει ἐκεῖ μὲ τὶς γνώσεις του ὡς διδάσκαλος στὴ διατήρηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως. Ἱεροδιάκονος ἤδη καὶ μυημένος στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία, ποὺ εἶχε ὡς μοναδικὸ σκοπὸ τὴν ἀφύπνιση τῶν Ἑλλήνων, καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους ἀπὸ τὸν Τουρκικὸ ζυγό, δὲν παρέλειπε νὰ ἀγωνίζεται μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Στενὸς συνεργάτης τοῦ Μητροπολίτου Κυδωνίας Καλλινίκου, τὸν ὁποῖο καὶ ἐμύησε, τὸ 1820, στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία, ἐδοκίμασε τὴν ὀργὴ τῶν Τούρκων δύο μόλις μῆνες μετὰ τὸ ξέσπασμα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Συνελήφθη περὶ τὰ μέσα Μαΐου μὲ τὴν κατηγορία ὅτι ἐγύμναζε τοὺς μαθητές του μὲ στρατιωτικὲς ἀσκήσεις καὶ ἐφυλακίσθηκε μαζὶ μὲ τὸ Μητροπολίτη Κισάμου Μελχισεδέκ. Ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου εἶχε σημάνει γιὰ τὸ νεαρὸ ἀλλὰ γενναῖο ἱεροδιάκονο Καλλίνικο, ποὺ ὑπέμεινε μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία τὰ βασανιστήρια καὶ τοὺς ἐξευτελισμούς.
Στὶς 19 Ἰουνίου τοῦ 1821, ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως, κρεμασμένος στὴν πλατεία Σπλάτζιας τῶν Χανίων, παρέδωσε μαζὶ μὲ τὸ Μητροπολίτη Μελχισεδὲκ τὸ πνεῦμά του στὸν Θεό.

Ὁ Ἅγιος Εὐστόχιος ὁ Πρεσβύτερος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Ὁ Ἅγιος Εὐστόχιος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Οὐσάδων καὶ ἦταν ἱερεὺς τῶν εἰδώλων κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν βασιλέων Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), Γαλερίου (305 – 311 μ.Χ.) καὶ τοῦ ἡγεμόνος Ἀγρίππα. Βλέποντας τὸ πλῆθος τῶν Μαρτύρων καὶ τὰ τελούμενα θαύματα ἀπὸ αὐτούς, ἀπαρνήθηκε τὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων καὶ προσῆλθε στὸν Ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Εὐδόξιο, ὁ ὁποῖος τὸν ἐβάπτισε καὶ τὸν ἐχειροτόνησε πρεσβύτερο. Ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια μετέβη στὰ Λύστρα, ὅπου εὑρῆκε τὸν ἀνεψιό του Γαϊανὸ, τὸν ὁποῖο καὶ ἐφείλκυσε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐβάπτισε αὐτὸν καὶ τὰ παιδιά του Λολλία, Πρόβη καὶ Οὐρβανό. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τὴν ἡγεμόνα καὶ ἐβασανίσθηκε, ἀφοῦ τὸν ἀνήρτησαν ἐπὶ ξύλου. Στὴ συνέχεια μὲ τὸν ἀνεψιό του καὶ τὰ παιδιά του παραπέμφθηκε στὸν ἡγεμόνα τῆς Ἄγκυρας Ἀγρίππα ἢ Ἀγριππίνο, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τοὺς ἐβασάνισε σκληρά, στὸς τέλος τοὺς ἀπεκεφάλισε.

Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος τῆς Βάτου

Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Σιναΐτης ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς φλεγομένης βάτου κατὰ τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καί, ἀφοῦ διέλαμψε στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Τούτου σώζεται ἔργο, ὑπὸ τὸν τίτλο: «Πρὸς Θεόδουλον λόγος ψυχωφελὴς περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς κεφαλαιώδης, τὰ λεγόμενα ἀτνιρρητικὰ καὶ εὐκτικά».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...