Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουλίου 19, 2014

Μια προφητεία της γερόντισσας Νίλας για το σφράγισμα των νεογέννητων

Διαβάζοντας την ακόλουθη είδηση...
ΙΣΩΣ δὲν τὸ ἔχουμε συνειδητοποιήσει ἀρκούντως ὅτι βρισκόμαστε σὲ μία πρωτόγνωρη ἐποχὴ ἀνελευθερίας, ὅπου τὰ δεσμὰ μᾶς εἶναι, (καὶ θὰ γίνουν ἀκόμα πιὸ αἰσθητὰ στὸ ἄμεσο μέλλον), ἀόρατα.
 Ἐπιστρατεύτηκε ἡ σύγχρονη τεχνολογία νὰ μᾶς δημιουργήσει τὶς πιὸ «βαριὲς καὶ ἄρρηκτες ἁλυσίδες», οἱ ὁποῖες θὰ μᾶς καταστήσουν «φρόνιμα παιδιὰ» στὸν νέο κόσμο τῆς «Νέας Τάξεως Πραγμάτων». Ἐπειδὴ δὲ μποροῦν νὰ μᾶς τὶς «φορέσουν» ἀκόμη, ἄρχισαν ἀπὸ τὰ νεογέννητα βρέφη!
Δεῖτε τὴν εἴδηση καὶ θὰ καταλάβετε τι ἐννοοῦμε: «Τὸ σχέδιο τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων γιὰ τὴν πλήρη ὑποδούλωση τῆς Ἑλλάδας… τρέχει μὲ γοργοὺς ρυθμούς. Καὶ ἀφοῦ μὲ πρόφαση τὴν κρίση οἱ Ἕλληνες Πολίτες σκλαβώθηκαν οἰκονομικὰ γιὰ ἀρκετὰ χρόνια, τώρα πλησιάζει ἡ ὥρα νὰ ὑποστοῦν καὶ τὴν ἠλεκτρονικὴ σκλαβιά. Καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα τῆς γέννησής τους.
 Τί ἀκριβῶς θὰ συμβεῖ; Σύμφωνα μὲ τὸν κανονισμὸ ποὺ ἔχει ἐπιβληθεῖ ἀπὸ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση, ὅλες οἱ χῶρες ποὺ ἀνήκουν σὲ αὐτή, ἀνάμεσά τους καὶ ἡ Ἑλλάδα, εἶναι ὑποχρεωμένες ἀπὸ τὸν Ἰούνιο τοῦ 2014 νὰ ὑποβάλλουν ὅλα τὰ βρέφη, γιὰ νὰ ἐγκαταστήσουν σὲ αὐτὰ μικροτσὶπ κάτω ἀπὸ τὸ δέρμα, τὸ ὁποῖο θὰ ἐφαρμόζεται στὰ δημόσια νοσοκομεῖα κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς γέννησής τους. Τὸ τσὶπ θὰ παρέχεται, καθὼς καὶ ἕνα φύλλο δεδομένων μὲ πληροφορίες γιὰ τὸ ἄτομο (ὄνομα, τὸν τύπο τοῦ αἵματος, ἡμερομηνία γέννησης κλπ..), θὰ εἶναι ἐπίσης ἕνας ἰσχυρὸς ἀνιχνευτὴς GPS ποὺ θὰ εἶναι μὲ μία μικρὸ-μπαταρία καὶ θὰ γίνεται ἀλλαγὴ κάθε 2 χρόνια στὰ κρατικὰ νοσοκομεῖα!» (Ἱστολ. Κατοχικὰ)! Φρικιαστικὴ εἴδηση, ἡ ὁποία δὲ χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό!(Ορθόδοξος Τύπος, 11/07/2014 /aktines)
...θυμήθηκα μια προφητεία της γερόντισσας Νίλας(+6 Μαρτίου 1999)
 «Κάποια φορά το πρόσωπό της ξαφνικά πήρε μία έκφραση απειλητική,σαν κάτι να έβλεπε με τους πνευματικούς της οφθαλμούς.Χτύπησε μερικές φορές με την βίτσα της το πάτωμα λέγοντας:«Κοίτα τι σκέφτηκαν.Βάζουν στα βρέφη το σφράγισμα του Αντιχρίστου!Ο άγγελος θα τους καταστρέψει αυτούς που θα κάνουν κάτι τέτοιο»
o15-6
Ο βίος της μεγαλόσχημης μοναχής Νίλας και άλλες προφητείες της ΕΔΩ & ΕΔΩ

Το στερεότυπο του Δυτικού ανθελληνισμού

Πανοραμική άποψη της πόλης-κράτους του Βατικανού.

«Όστις ολίγον μόνον διέτριψεν εν Ιταλία, ήκουσε και είδεν οποίαν καταφοράν και πάθησιν κατά των Ελλήνων οι οπαδοί του (σ.σ.: του Πάπα) προς ενέργειαν της ελληνικής θρησκείας μέρη δεν συγχωρείται να ενταφιασθή Έλλην με την θρησκευτική τελετή, ούτε η εκφορά του νεκρού να γείνη ημέραν, ούτε ευκόλως γην διά να ταφή δίδουσι, και εάν δίδωσι, διατάττουσι την ταφήν, εις λίαν μεμακρυσμένον διάστημα της πόλεως, ωσάν ο νεκρός Έλλην είνε χειρότερος και αυτών των Τούρκων, ωσάν ο Έλλην είναι μικρότερος των ανθρώπων».
Επιστολή Ιωάννη Π. Πύρλα, όπως βρέθηκε στο αρχείο Διγενόπουλου, και η οποία χρονολογείται στις 20/8/1845. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Βασιλείου Χρ. Σκολαρίκου «Δημοτική, Πολιτική και Οικονομική Πορεία της Δημητσάνας και της Γορτυνίας την περίοδο 1800-1945 μέσα από ανέκδοτες επιστολές και έγγραφα».Εκδότης Τάκης Ιωάννου Γκιώνης, σελ. 372

Η επικρατούσα σχολή της Ιστορίας αλλά και της Κοινωνιολογίας αποφάνθηκε ότι τα στερεότυπα αποτελούν μέγα εμπόδιο για την ανάπτυξη, την εξέλιξη και την διδασκαλία των επιστημών. Οι οπαδοί της κυρίαρχης ιδεολογίας συνιστούν την θραύση και το ξεπέρασμά τους. Οι εισηγητές της αναίρεσης των στερεοτύπων είναι πεπεισμένοι πως τα σύνολα μπορούν να περάσουν σε μια ανώτερη κατάσταση από την υπάρχουσα, αν κατά κάποιον τρόπο, κατορθώσουν να ξεπεράσουν τις εμπειρίες τους – ειδικά τις αρνητικές. Όσοι δεν το πιστεύουν αλλά το επιδιώκουν απλά πληρώνονται καλά γι' αυτή την άχαρη εργασία.
Η συστηματική και άνευ όρων και φραγμών πολεμική στα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις αρνητικές εμπειρίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά η θεολογία της ανιστορικότητας. Η επέλαση της λήθης πραγματοποιείται με αιχμή του δόρατος μια νεφελώδη αντίληψη περί «καλοσύνης». Τα στερεότυπα είναι «κακά». Η αοριστία είναι «καλή». Η ιδεολογία της αυτοκρατορίας (των ΗΠΑ εν προκειμένω) προϋποθέτει την...
αφαίρεση της ιστορικής μνήμης από τους υποτελείς υπηκόους ούτως ώστε στη συνέχεια να μπορεί να οικοδομηθεί με άνεση χρόνου και ελάχιστα μέσα το νέο συλλογικό «εγώ» του μαζανθρώπου. Τα στερεότυπα δεν βοηθούν στον συγκεκριμένο σχεδιασμό και αποτελούν στόχο της κριτικής των ακούσιων ή εκούσιων υπηρετών της μονοκρατορίας της Αμερικής – τουλάχιστον του τμήματος της ελίτ τούτης της υπερδύναμης, που σχεδιάζει το παγκόσμιο «αύριο». Το παιδί πρέπει να αγαπήσει την πρίζα και να δοκιμάζει πάντοτε να βάζει το καρφί μέσα της διότι οφείλει να ξεχάσει, να καταργήσει, να εκμηδενίσει το στερεότυπο της ηλεκτροπληξίας.

Έθνος ανάδελφον

Ένα από τα στερεότυπα, το οποίο πάντοτε χρωματίζει τις αφηγήσεις και τα συναισθήματα των παλαιοτέρων γενεών, είναι ο ανθελληνισμός της Δύσης. Η βουλιμία των Φράγκων, η μοχθηρία των Παπικών και η βαναυσότητα των Τευτόνων σε βάρος των φυσικών φορέων της ελληνικότητας. Είτε στην αρχαιότητα είτε στα χρόνια του Βυζαντίου είτε στην περίοδο του Οθωμανικού ζόφου αλλά και του νεώτερου ελληνικού κράτους, ήταν εμπεδωμένη η αντίληψη ότι υπάρχει από την πλευρά της Δύσης ένας φθονερός θαυμασμός για τον Ελληνισμό αλλά και ένα ασίγαστο, εωσφορικό μίσος για τους Έλληνες.
Για την προαναφερθείσα πτυχή της ελληνικής Ιστορίας υπάρχουν αμάχητα τεκμήρια. Διάσπαρτα στον χρόνο και στους τόπους όπου έζησε, ζει, μαρτύρησε και βασανίζεται το Γένος μας. Από την Άλωση του 1204 μέχρι την αιματηρή περιήγηση του Αλάριχου στην Ελλάδα κι από τα χρόνια που αλώνιζαν τα Ες Ες μέχρι την περίοδο της λεηλασίας του πλούτου μας από τους γκρίζους τροϊκάνους, τα στερεότυπα επιβεβαιώνονται ένα προς ένα. Η στοιχειώδης σοβαρότητα από την πλευρά των μελετητών θα επέβαλε την αποδοχή των γεγονότων. Όμως, σύμφωνα με την «καλοσύνη» που έχει επιβάλλει η πολεμική μηχανή της δυτικοκρατίας, οι Έλληνες φταίνε. Όχι οι δεσμώτες τους. Όπως έφταιγαν οι νεκροί μας στην Ιταλία, που θάβονταν εν κρυπτώ, τη νύχτα, χωρίς θρησκευτική τελετή και μακριά από την πόλη, επειδή ήταν Έλληνες και ο Πάπας τους μισούσε και ήθελε να ιδιοποιηθεί τις περιουσίες των εκκλησιών μας.
Ο άνθρωπος που έγραψε αυτή την επιστολή δεν είχε προλάβει να διαβάσει τους ιστορικούς και τους κοινωνιολόγους της εποχής μας. Γι' αυτό απλά έγραψε ό,τι άκουγαν τα αυτιά του και όσα έβλεπαν τα μάτια του. Γι' αυτό τον πίστεψε ο παραλήπτης της επιστολής. Γι' αυτό το στερεότυπο μιας Δύσης που μας βδελύσσεται δύσκολα θα θρυμματιστεί από τους κήρυκες των «ανθρωπιστικών» βομβαρδισμών και των δημοκρατιών των πιστωτών. Γι' αυτούς οι Έλληνες είναι «οι μικρότεροι των ανθρώπων».

ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ – ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ





Ας σταθούμε για λίγο και ας κοιτάξουμε ένα μικρό κομποσκοίνι, σαν αυτό που κατασκευάζεται από μαύρο μαλλί στο Άγιον Όρος. Είναι μία ευλογία από έναν Άγιο τόπο. Όπως τόσα άλλα που έχουμε στην Εκκλησία, είναι κι αυτό μία ευλογία ετοιμασμένη και δοσμένη σε μας από κάποιον εν Χριστώ αδελφό η πατέρα, έναν ζωντανό μάρτυρα μιας ζώσης παραδόσεως. Είναι μαύρο το χρώμα του πένθους και της λύπης και αυτό μας θυμίζει να είμαστε νηφάλιοι και σοβαροί στη ζωή μας. Έχουμε διδαχθεί ότι η προσευχή της μετανοίας, ειδικά η προσευχή του Ιησού, μπορεί να μας φέρει αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν «χαρμολύπη». Εμείς νιώθουμε λύπη για τις αμαρτίες και αδυναμίες και πτώσεις μας ενώπιον του Θεού, των συνανθρώπων μας και του εαυτού μας, όμως η λύπη αυτή γίνεται πηγή χαράς και αναπαύσεως εν Χριστώ, ο οποίος εκχύνει το έλεός Του και την συγχώρηση σε όλους όσοι επικαλούνται το όνομά Του.

Το κομποσκοίνι αυτό είναι πλεγμένο από μαλλίέχει δηλαδήληφθεί από πρόβατογεγονός που μας θυμίζει ότι είμαστεπρόβατα του Καλού Ποιμένοςτου Κυρίου Ιησού Χριστού.Θυμίζει ακόμη τον «Αμνόν του Θεού, τον αίροντα τας αμαρτίας τον Κόσμου»[1]. Παρόμοια και ο Σταυρός του κομποσκοινιού μας μιλά γιʹ αυτή τη θυσία και τη νίκη της ζωής επί του θανάτου, της ταπεινώσεως επί της υπερηφανίας, της αυτοθυσίας επί του φωτός επί του σκότους. Και η φούντα; Αυτή να τη χρησιμοποιείς, για να σκουπίζεις τα δάκρυα από τα μάτια σου ή, αν δεν έχεις δάκρυα, να σου θυμίζει να πενθείς, γιατί δεν έχεις πένθος. Εξ άλλου, μικρές φούντες στόλιζαν τα ιερά άμφια από τον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτό μας θυμίζει την Ιερά Παράδοση της οποίας μετέχουμε, όταν χρησιμοποιούμε το κομποσκοίνι.

Τα κομποσκοίνια πλέκονται σύμφωνα με μία παράδοση που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ίσως μία από τις πιο πρώιμες μορφές κάποιου μέσου βοηθητικού της προσευχής ήταν η συγκέντρωση μικρών λιθαριών η σπόρων και η μετακίνησή τους από ένα σημείο η δοχείο σε ένα άλλο κατά την διάρκεια του «κανόνα» της προσευχής η του «κανόνα» των μικρών η μεγάλων μετανοιών. Αναφέρεται ακόμη η ιστορία ενός μονάχου που σκέφθηκε να κάνει απλούς κόμπους σε ένα σχοινί και να το χρησιμοποιεί στον καθημερινό «κανόνα» της προσευχής του. Ο διάβολος όμως έλυνε τους κόμπους από το σχοινί και ματαίωνε τις προσπάθειες του φτωχού μονάχου. Εμφανίστηκε τότε ένας Άγγελος και δίδαξε στον μοναχό έναν ειδικό κόμπο, όπως είναι τώρα διαμορφωμένος στα κομποσκοίνια, αποτελούμενο από αλλεπάλληλους Σταυρούς. Τους κόμπους αυτούς ο διάβολος δεν μπορούσε να τους λύσει λόγω της παρουσίας των Σταυρών.

Κομποσχοίνια υπάρχουν σε μεγάλη ποικιλία σχημάτων και μεγεθών. Τα περισσότερα έχουν ένα Σταυρό πλεγμένο ανάμεσα στους κόμπους η στην άκρη τους, ο οποίος σημειώνει το τέλος, καθώς επίσης και ένα είδος σημαδιού μετά από κάθε δέκα, εικοσιπέντε η πενήντα κόμπους η χάνδρες. Υπάρχουν πολλά είδη κομποσχοινιών. Μερικά είναι πλεγμένα από μαλλί ή μετάξι ή κάποιο άλλο πιο πολυτελές ή πιο απλό υλικό. Άλλα είναι κατασκευασμένα με χάνδρες ή με το αποξηραμένο λουλούδι ενός φυτού που λέγεται «δάκρυ της Παναγίας».

Το κομποσχοίνι είναι ένα από τα αντικείμενα που δίδονται σε έναν Ορθόδοξο μοναχό κατά την τελετή της κούρας του. Του δίνεται σαν το πνευματικό του ξίφος με το οποίο ως στρατιώτης του Χριστού πρέπει να πολεμήσει κατά του νοητού εχθρού μας, του διαβόλου. Το ξίφος αυτό το χρησιμοποιεί επικαλούμενος το όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού και ικετεύοντας για το έλεος Του με την προσευχή του Ιησού: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ τον Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν. Η προσευχή αυτή μπορεί να λεχθεί σε συντομότερη μορφή: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, ή σε εκτενέστερη: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, δια πρεσβειών της υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων των Αγίων, ελέησόν με τον αμαρτωλόν.

Με την βοήθεια του κομποσχοινιού μπορούν να γίνουν και άλλες σύντομες προσευχές, όπως η προσευχή του τελώνη: ο Θεός, ίλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ[2], η προσευχή στην Θεοτόκο:

Ύπεραγία Θεοτόκε, σώσον Ημάς, ή άλλες σύντομες προσευχές στον φύλακα Άγγελο, σε μεμονωμένους Αγίους ή στους Αγίους Πάντες. Η συνηθισμένη μορφή μιας τέτοιας προσευχής είναι: Άγιε Άγγελε  ή Άγιε (δείνα) πρέσβευε υπέρ εμού. Μετατρέποντας τις λέξεις των συντόμων αυτών προσευχών σε «ελέησον ημάς» ή «πρέσβευε υπέρ ημών» ή συμπεριλαμβάνοντας το όνομα ή τα ονόματα ανθρώπων για τους όποιους θέλουμε να προσευχηθούμε, μπορούμε επιπλέον να χρησιμοποιούμε το κομποσχοίνι για προσευχές υπέρ των άλλων. Το ίδιο ισχύει και για προσευχή υπέρ των κεκοιμημένων: Ανάπαυσον, Κύριε, τηv ψυχήν του δούλου σου.

Όταν οι μοναχοί και οι λαϊκοί κρατούν το κομποσχοίνι στα χέρια τους, αυτό αποτελεί υπενθύμιση της υποχρεώσεώς τους να προσεύχονται χωρίς διακοπή, σύμφωνα με την εντολή του Αποστόλου Παύλου: αδιαλείπτως προσεύχεσθε[3]. Ο καθένας μπορεί να κρατά ένα κομποσχοίνι στην τσέπη ή σε κάποιο διακριτικό μέρος, όπου μπορεί εύκολα να το χρησιμοποιήσει απαρατήρητος, σε περιπτώσεις που είναι προτιμότερο να προσευχηθεί μυστικά, χωρίς να ελκύσει την προσοχή των άλλων. Το κομποσχοίνι μπορεί επίσης να τοποθετηθεί επάνω από το προσκέφαλο του κρεβατιού μας, στο αυτοκίνητο, μαζί μʹ ένα μικρό Σταυρό ή εικόνισμα ή σε άλλα κατάλληλα σημεία ως υπενθύμιση προσευχής και ως ένα είδος ευλογίας και μία άγια και θεία παρουσία στη ζωή μας.

Τώρα ας δούμε σύντομα τον πρωταρχικό σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκε το κομποσχοίνι. Ο κύριος σκοπός του κομποσχοινιού είναι να μας βοηθά κατά την προσευχή μας προς τον Θεό και τους Αγίους Του. Εκτός από το να μας χρησιμεύει ως μία διαρκής εξωτερική υπενθύμιση και ευλογία, πως μπορεί αυτό το μικρό κομποσχοίνι να μας βοηθήσει να προσευχόμαστε; Μπορούμε βέβαια και χωρίς αυτό να προσευχηθούμε, μερικές φορές μάλιστα μπορεί να μας αποσπάσει στην προσπάθειά μας να συγκεντρωθούμε στην προσευχή. Έχοντας αυτά υπʹ όψιν, ας δούμε μερικούς τρόπους με τους όποιους μας βοήθα το κομποσχοίνι.

Μερικές φορές η προσευχή μας είναι θερμή και μας είναι εύκολο να προσευχηθούμε. Άλλοτε όμως ο νους μας είναι τόσο σκορπισμένος ή είμαστε τόσο ταραγμένοι ή με τόσο διασπασμένη την προσοχή, που μας είναι πρακτικά αδύνατο να συγκεντρωθούμε στην προσευχή. Αυτό συμβαίνει κυρίως, όταν προσπαθούμε να τηρούμε κάποιον καθημερινό κανόνα προσευχής. Μερικές ημέρες πάει καλά, άλλοτε όμως ίσως τις περισσότερες φορές οι προσπάθειές μας φαίνονται σχεδόν μάταιες. Αλλʹ επειδή, όπως λέγεται, είμαστε όντα της συνήθειας, είναι πολύ ωφέλιμο να καθορίσουμε μία ειδική και τακτή ώρα της ημέρας για προσευχή. Η βραδινή ώρα (όχι πολύ αργά) πριν κοιμηθούμε είναι καλή, επειδή είναι σημαντικό να τελειώνουμε την ημέρα με προσευχή. Το πρωί, ξυπνώντας, είναι επίσης καλό να ξεκινούμε την νέα ημέρα με προσευχή. Μπορεί ακόμη κανείς να βρει άλλες ώρες της ημέρας που να μπορεί να ησυχάζει και να συγκεντρώνεται.

Η προσπάθειά μας είναι να καθιερώσουμε την προσευχή ως έναν κανόνα στη ζωή μας, όχι ως μία εξαίρεση. Εν αυτό επιδιώκουμε να βρούμε κάποια ώρα που καθημερινά θα μπορούμε να έχουμε λίγη ησυχία, ώστε να συγκεντρωθούμε και να στρέψουμε τα μάτια της ψυχής μας στον Θεό. Ως μέρος αυτού του κανόνα ίσως θελήσουμε να διαβάσουμε μερικές προσευχές από κάποιο προσευχητάριο ή να προσευχηθούμε και να βρούμε ψυχική γαλήνη με άλλους τρόπους, όπως με το διάβασμα θρησκευτικών κειμένων ή με την ανασκόπησιν[4] των γεγονότων της ημέρας που πέρασε κ.ο.κ. Ο πιο αποτελεσματικός όμως τρόπος για να ωφεληθεί κανείς από τον κανόνα της προσευχής είναι να λέγει τακτικά σε καθορισμένο αριθμό την ευχή του Ιησού (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με). Ο αριθμός αυτός δεν χρειάζεται να είναι μεγάλος και ίσως χρειαστούν μόνο δεκαπέντε περίπου λεπτά. Αυτό όμως θα είναι το τμήμα της ημέρας μας που ανήκει στον Θεό, οι λίγοι κόκκοι αλάτι που θα νοστιμίσουν όλη την πνευματική μας ζωή. Πολλοί γιατροί σήμερα συνιστούν αυτή την πρακτική χάριν της σωματικής υγείας, ιδιαίτερα για να ξεπεράσει κανείς το άγχος. Ακόμη καλύτερα, ας βρίσκουμε διάφορα τέτοια μικρά χρονικά διαστήματα καθʹ όλη την διάρκεια της ημέρας και ας τα γεμίζουμε τακτικά με τους πολύτιμους θησαυρούς της προσευχής, τους όποιους κανείς δεν μπορεί να κλέψει και που αποταμιεύονται για λογαριασμό μας στον Ουρανό[5].

Αν θέλεις να τηρείς κάποιο σταθερό αριθμό προσευχών ως μέρος του καθημερινού κανόνος, θα βοηθηθείς πολύ από το κομποσχοίνι. Με αυτό μπορείς να προφέρεις έναν καθορισμένο αριθμό προσευχών και να συγκεντρώνεσαι στα λόγια της προσευχής, καθώς την προφέρεις. Αφού συγκεντρώσεις τους λογισμούς σου, πάρε το κομποσχοίνι στο αριστερό σου χέρι και κράτησέ το ελαφρά μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη. Έπειτα κάνοντας ήσυχα τον Σταυρό σου ψιθύρισε την ευχή του Ιησού. Καθώς οι λογισμοί σου θα συγκεντρώνονται όλο και περισσότερο, ίσως να μη χρειάζεται να συνεχίζεις να σταυροκοπιέσαι ή να λέγεις την προσευχή δυνατά. Όταν όμως δυσκολεύεσαι να συγκεντρωθείς, χρησιμοποίησε το σημείο του Σταυρού και το ψιθύρισμα ως μέσα που σε βοηθούν να κρατάς τον νου σου στην προσευχή.

Είναι καλό να στέκεσαι όρθιος με το κεφάλι σκυμμένο σε στάση ταπεινή. Ορισμένοι θέλουν να υψώνουν τα χέρια τους πότεπότε, ζητώντας έλεος. Άλλοι όμως βρίσκουν πιο βοηθητικό το να κάθονται ή να γονατίζουν με το κεφάλι σκυμμένο, για να μπορέσουν να συγκεντρωθούν. Πολλά εξαρτώνται από το ίδιο το άτομο, από την υγεία του και την ανατροφή του. Το πιο σημαντικό είναι να μένεις ακίνητος και να συγκεντρώνεσαι στα λόγια της προσευχής, καθώς την επαναλαμβάνεις.

Φυσικά, πρέπει να αποκρούει κανείς τον πειρασμό της βιασύνης. Για τον λόγο αυτό μερικοί αντί για κομποσχοίνι χρησιμοποιούν ένα ρολόγι ως εξωτερικό μετρητή της διάρκειας της προσευχής τους ρυθμίζοντας ανάλογα το ξυπνητήρι, Με την χρήση του ρολογιού μπορεί κανείς να αφιερώσει καθορισμένο χρόνο στην προσευχή, χωρίς να μετρά τον ακριβή αριθμό των προσευχών.

Το κομποσχοίνι είναι επίσης ένας βολικός τρόπος να μετρά κανείς τις μικρές η μεγάλες «μετάνοιες» (γονυκλισίες) που κάνει στον κανόνα του. Το να κάνουμε το σημείο του Σταυρού και μετά να σκύβουμε και να ακουμπούμε το έδαφος με τα δάκτυλα ή να γονατίζουμε και να ακουμπούμε το μέτωπο στο έδαφος αποτελεί αρχαίο τρόπο προσευχής στον Θεό και τους Αγίους Του. Μπορεί κανείς να συνδυάσει αυτές τις μικρές η τις μεγάλες μετάνοιες με την ευχή του Ιησού η τις σύντομες προσευχές που αναφέραμε προηγουμένως. Η σωματική κίνηση της μικρής η της μεγάλης «μετάνοιας» (ελαφράς η βαθιάς, δηλαδή εδαφιαίας, γονυκλισίας) μπορεί να συντελέσει στην θέρμη της προσευχής και να δώσει εξωτερική έκφραση στην ικεσία μας καθώς ταπεινωνόμαστε μπροστά στον Θεό. Είναι ακόμη ένας τρόπος εφαρμογής της Αποστολικής εντολής να δοξάζουμε τον Θεό και με τις ψυχές και με τα σώματα μας[6].

Αρκετοί χρησιμοποιούν το κομποσχοίνι όταν αποσύρονται, για να κοιμηθούν. Σταυρώνουν το κρεβάτι τους, παίρνουν το κομποσχοίνι, κάνουν το σημείο του Σταυρού, ξαπλώνουν και λένε ήσυχα την ευχή, μέχρι να αποκοιμηθούν. Το να ξυπνάς με το κομποσχοίνι ανάμεσα στα δάκτυλά σου η δίπλα στο μαξιλάρι σου σε βοήθα να ξεκινήσεις την καινούργια ημέρα με προσευχή. Όμως το να τελειώνει κανείς την προηγούμενη ημέρα με ήσυχη προσευχή είναι ένας ακόμη καλύτερος τρόπος προετοιμασίας για ένα προσευχητικό ξεκίνημα της καινούργιας ημέρας για να μην αναφέρουμε και την προετοιμασία για την Αιώνια ημέρα, σε περίπτωση που τη νύχτα εκείνη μας έρθει ο ύπνος του θανάτου. Άλλοι πάλι παίρνουν το κομποσχοίνι στο χέρι τους σε στιγμές απραξίας, όπως όταν πηγαίνουν στην εργασία τους η ταξιδεύουν. Σε οποία στιγμή της ημέρας το θυμηθείς, πάρε στο χέρι σου ένα μικρό κομποσχοίνι. Ο συνδυασμός της κινήσεως αυτής με την προσευχή που κάνεις άλλες ώρες θα σε βοηθήσει να συγκεντρωθείς και να προσευχηθείς μερικές φορές στην διάρκεια της ημέρας, όπου κι αν είσαι και ό,τι κι αν κάνεις. Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα στην εκπλήρωση της εντολής του αδιαλείπτως προσεύχεσθε.

Ο άγιος Επίσκοπος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ αναφέρει ότι και οι μακρές ακολουθίες της Εκκλησίας είναι μία καλή ευκαιρία να προσεύχεσαι με το κομποσχοίνι. Συχνά είναι δύσκολη η συγκέντρωση στα λόγια που διαβάζονται η ψάλλονται στον Ιερό Ναό και πιο εύκολα κανείς συγκεντρώνεται ήσυχα στις δικές του προσευχές, είτε αυτές είναι αυτοσχέδιες, σχετικές με κάποια ειδική ανάγκη, είτε προσευχές και ύμνοι που γνωρίζει απʹ έξω, είτε σύντομες προσευχές ειδικά η ευχή του Ιησού επαναλαμβανόμενες με την βοήθεια του κομποσχοινιού. Στην πράξη με τον τρόπο αυτό μπορεί κάνεις να συγκεντρώνεται καλύτερα στην ίδια την Ιερά Ακολουθία, όπως λέγει και ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Φυσικά, όταν προσευχόμαστε στις Ιερές Ακολουθίες, η προσευχή μας ενώνεται με την προσευχή όλης της Εκκλησίας.

Ο νους μας είναι διαρκώς απασχολημένος με διάφορες σκέψεις. Δεν προλαβαίνουμε να αρχίσουμε την προσευχή και αμέσως συλλαμβάνουμε τον νου μας να σκέφτεται κάτι άλλο. Και σʹ αυτήν την περίπτωση η παρουσία του κομποσχοινιού στα δάκτυλά μας μπορεί να μας βοηθήσει να κρατήσουμε τον νου μας και να επιστρέψουμε στην εργασία της προσευχής πιο γρήγορα. Επίσης, όταν συναντούμε μία χάνδρα σημάδι ή τον Σταυρό του κομποσχοινιού, καθώς μετακινούμε τους κόμπους του με τα δάκτυλα μας, καταλαβαίνουμε αν ο νους μας δεν πρόσεχε στις προσευχές που σκοπεύαμε να κάνουμε. Έτσι, μπορούμε να προσφέρουμε εκ νέου τις προσευχές μας, χωρίς να εμπλακούμε σε σκέψεις σχετικά με το πόσο εύκολα αποσπώμεθα από την προσευχή μας στον Θεό.

Εδώ κάναμε μία αναφορά στην μεγάλη επιστήμη της προσευχής, αυτήν που οι Άγιοι Πατέρες ονόμασαν τέχνη τεχνών. Υπάρχει εκτεταμένη και πλούσια γραμματεία από τους μεγάλους ανθρώπους της προσευχής όλων των εποχών, που μπορεί να μας βοηθήσει και να μας καθοδηγήσει στην εκμάθηση, με την βοήθεια του Θεού, αυτής της πιο μεγάλης και της πιο ωφέλιμης απʹ όλες τις επιστήμες. Η τακτική ανάγνωση της Άγιας Γραφής, των Βίων των Αγίων και άλλων ευσεβών και πνευματικών κειμένων μπορεί να βοηθήσει σημαντικά. Βιβλία όπως ή «Φιλοκαλία» περιέχουν σπουδαίες και εμπνευσμένες συμβουλές και οδηγίες, για να μάθει κανείς να προσεύχεται ως Χριστιανός, γιατί η προσευχή είναι ένα ουσιώδες στοιχείο του να είναι κανείς Χριστιανός. Πάνω απʹ όλα όμως χρειάζεται η χάρις του Θεού εν τη Εκκλησία, ιδιαίτερα μέσω της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Μετάλήψεως των Αχράντων Μυστηρίων.

Αυτές είναι μερικές εισαγωγικές μόνο σκέψεις για το πως να χρησιμοποιούμε επωφελώς το κομποσχοίνι. Όμως το πιο σημαντικό είναι να αρχίσει κάνεις να προσεύχεται. Το κομποσχοίνι δεν προσεύχεται από μόνο του, αν και μερικά είναι τόσο ωραία, που μπορεί να δώσουν αυτή την εντύπωση. Είναι βέβαια ένα σημαντικό παραδοσιακό βοήθημα για την προσευχή μας και ειδικά για έναν καθημερινό κανόνα προσευχής. Το βασικό όμως είναι να συγκεντρωνόμαστε στα λόγια της προσευχής και να προσφέρουμε προσευχές από την καρδιά μας στον Ιησού Χριστό, τον Κύριο και Θεό μας. Άν αυτό το μικρό κομποσχοίνι σε βοήθα να πεις μία προσευχή η σου θυμίζει να προσεύχεσαι ή σε βοήθα με κάποιο τρόπο να γίνεις πιο προσευχητικός, τότε έχει εκπληρώσει τον σκοπό του. Σε έχει δέσει πιο κοντά και πιο στενά με τον Χριστό, τον Θεό μας, και σε έχει φέρει πιο κοντά στην Βασιλεία του Θεού, διότι η Βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν[7].

ΠΗΓΗ : ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ - ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ, Ι. ΜΟΝΗ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ, τ. 1213.

_______________________________
[1] πρβλ. Ιωάν. α.
[2] Λουκ. Ιη΄ 13.
[3] Αʹ Θεσσ. ε΄ 17.
[4] ανασκόπησις: με την πατερική έννοια της «ανακρίσεως», τον έλεγχου του εαυτού προς μεταμέλεια των αμαρτημάτων και διόρθωση, αλλά και της αναγνωρίσεως των ευεργεσιών του Θεού.
[5] πρβλ. Ματθ. στ΄ 20 και Αγ, Κυρίλλ. Ιεροσ., «Κατηχήσεις», ΙΕ, 23.: «ανάγραπτός εστίν (είναι γραμμένη στον Ουρανό) πάσα η ευχή σου».
[6] πρβλ. Αʹ Κορ. στ΄ 20: «δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών κα εν τω πνεύματι υμών, άτινά έστι του Θεού».
[7]. Λουκάς Ιζ΄ 21.

Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης: Η ζωή και ο φρικτός θάνατος του πατέρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Σαν σήμερα, 19 Ιουλίου 1780, ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, πατέρας του Θεόδωρου, και άλλοι αγωνιστές, αφού πολιορκήθηκαν στη Μάνη από τους Τούρκους, βγαίνουν από τα οχυρά τους και κατακρεουργούνται. Σας παρουσιάζουμε  τη ζωή του "άγνωστου" πατέρα του σπουδαίου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης ήταν ο πατέρας της ηγετικής φυσιογνωμίας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, αλλά και μια από τις σπουδαιότερες ιστορικές φυσιογνωμίες των αρματολών στον προεπαναστατικό αγώνα.

ΒΙΟΓΡΑΦΊΑ

Γεννήθηκε πιθανόν το 1745 και ήταν ένα από τα πέντε παιδιά του Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Είχε ανάστημα μέτριο, ήταν μελαμψός, ξερακιανός, στεγνός ατσαλένιος και λυγερός και ελέυθερος. Έτρεχε δε γρήγορα σαν το άλογο.
Νέος ακόμα ο Κωνσταντής διορίστηκε από τον Χαλήλ μπεη αρματολός της Κορίνθου, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια. Συνδέθηκε στενά με τις πιο ισχυρές οικογένειες του Μοριά, τους Πετιμεζαίους και απέκτησε σημαντική δύναμη. Έφθασε στο σημείο να επηρεάζει αποφασιστικά τους διορισμούς των πασάδων της Πελοποννήσου. Στα τέσσερα χρόνια που βαστούσε το αρματωλίκι της Κορίνθου γεννήθηκε μέσα του το μεγάλο σχέδιο να αποτινάξει τους Τούρκους από την Πελοπόννησο. Έγινε βλάμης με τον περίφημο κλέφτη του Ταϋγέτου τον Παναγιώταρο. Το 1762 άφησε το αρματωλίκι, ανέβηκε στον Ταΰγετο και μαζί με τον Παναγιώταρο έκτισε πύργο στην Καστάνιτσα της Μάνης, και κοντά σ΄ αυτόν δύο χαμόσπιτα. Από εκεί ξεκινούσαν καταστροφικές επιδρομές στους Τούρκους.
Το 1770 τάχθηκε υπέρ του κινήματος των Ορλωφικών και έδειξε ανδρεία στις μάχες που ακολούθησαν μάλιστα δυο από τους αδερφούς του σκοτώθηκαν καθώς και ο πατέρας του που βρήκε σκληρότατο θάνατο από τους Τούρκους. Πολέμησε τους Τούρκους σε όλη την Πελοπόννησο και τους έκανε μεγάλη ζημιά. Κάποτε παραφύλαξε στην γέφυρα του Μπίρμπαγα στην Κατσάνα και σκότωσε τον Μπεκιάρη, τον πιο γενναίο και πιο αιμοβόρο από τους αρχηγούς των Αρβανιτών, με 36 παλληκάρια του. Μιά άλλη φορά πάλι, κοντά στην Ανδρούσα, ξέκανε άλλον γενναίο οπλαρχηγό Αρβανίτη, τον Βέιζο με 24 παλληκάρια του. Με τις πράξεις του αυτές ενθάρυνε τους Έλληνες να βγουν στα βουνά και να γίνουν πέντε χιλιάδες κλέφτες. Μετά το μακελειό της Αρβανιτιάς, όπου ο Κολοκοτρώνης με τρεις χιλιάδες παλληκάρια του αντιμετώπισε δώδεκα χιλιάδες Αρβανίτες και τους ξετίναξε, το όνομα του Κολοκοτρώνη ακούστηκε σε όλο τον Ελληνισμό. Τόσο ήταν το μίσος των Τούρκων, που ο Χασάν Τσεζάερλης, μαζί με τον μεγάλο δραγουμάν του στόλου, τον Μαυρογένη μάζεψαν καράβια και δεκατέσσερις χιλιάδες στρατό και ήρθαν στο Γύθειο για να τον πιάσουν. Ο Κωνσταντής και ο βλάμης του ο Παναγιώταρος πολέμησαν γενναία στην πολιορκία της Καστανίτσας, και ο Παναγιώταρος πιάστηκε ζωντανός και κρεουργήθηκε. Ο Κωνσταντής πληγώθηκε θανάσιμα από μια σπαθιά. Έτσι πληγωμένο θανάσιμα και με πυρετό ετοιμοθάνατο τον βρήκαν εφτά Μπαρδουνιώτες Τούρκοι και τον πετσόκοψαν. Πέταξαν το κεφάλι του σε μια τρύπα και το κορμί του στον γκρεμό. 
πηγή

Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου - Η άφεση των αμαρτιών μας.



Απόστολος: Ιακ. ε΄ 10-20
Ευαγγέλιο: Ματθ. θ΄ 1-8
Η άφεση των αμαρτιών μας.
 Η μεγαλύτερη δωρεά του Κυρίου προς τους ανθρώπους είναι η άφεση των αμαρτιών τους. Ο ίδιος έδινε την άφεση και στην συνέχεια μεταβίβασε την εξουσία αυτή στους αποστόλους, οι οποίοι την μεταβίβασαν στους επισκόπους-διαδόχους τους και οι επίσκοποι στη συνέχεια στους εντεταλμένους ιερείς-πνευματικούς. «Όσα εάν  δήσητε επί της γης έσται δεδεμένα εν ουρανώ και όσα εάν λυσητε επί της γης έσται λελυμένα εν ουρανώ» τους είπε. Από τότε η άφεση των αμαρτιών δίδεται με το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως.
Θέμα σημαντικό και θεμελιώδες για την πνευματική ζωή των χριστιανών. Οφείλομαι οι εξομολογούμενοι να μάθουμε πως να εξομολογούμεθα και να ωφελούμεθα από το ιερό μυστήριο-δώρο της αγάπης του Δημιουργού στα πλάσματά του.

Πρέπει να γνωρίζουμε ότι για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες μας δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά η εξομολόγηση. Δεν συγχωρούνται οι αμαρτίες, ούτε κάνοντας μετάνοιες, ούτε διαβάζοντας την «Αγία Επιστολή», ούτε με την προσευχή μπροστά στην εικόνα, αλλά ενώπιον του πνευματικού μας.
Για να γίνει σωστή και καλή εξομολόγηση χρειάζεται προηγουμένως να μελετήσουμε να εξετάσουμε τον εαυτό μας, να ανακαλύψουμε τις αμαρτίες που κάνουμε «εν λόγω, εν έργω ή κατά διάνοια» και να τις καταγράψουμε σε ένα χαρτί επιγραμματικά.
Στην εξομολόγηση πηγαίνουμε να πούμε αμαρτήματα δικά μας και όχι των άλλων, ούτε για να εξιστορήσουμε τα βάσανα της ψυχής μας.
Κάποιοι πηγαίνουν στην εξομολόγηση για να τους διαβαστεί η συγχωρητική ευχή χωρίς εξομολόγηση. Απλά λένε ότι είναι αμαρτωλοί. Οφείλουμε την ομολογία των αμαρτιών. Η ευχή είναι η τελευταία φάση της εξομολογήσεως.
Μερικοί αρχίζουν την εξομολόγηση ως εξής: «δεν σκότωσα, δεν έκλεψα, δεν ορκίστηκα». Λάθος μεγάλο. Στην εξομολόγηση θα πούμε τις αμαρτίες μας, όχι αυτά που δεν κάμαμε. Και βέβαια, δεν είναι μόνον αυτές οι αμαρτίες. Εξετάσαμε άραγε τον εαυτό μας πόσες αμαρτίες όπως το ψέμα, οι αισχρές λέξεις, βλασφημίες, κατάκριση, κατηγορίες, θυμό, οργή, ολιγοπιστία, φθόνο, ανηθικότητα, υπερηφάνεια, εγωισμός, και άλλα διαπράττουμε στην καθημερινότητά μας;
Στην εξομολόγηση δεν χρειάζονται πολυλογίες και άσχετες ιστορίες με τις αμαρτίες μας. Είναι τάση για συγκάλυψη της ενοχής μας.
Με ειλικρίνεια και παρρησία να ομολογούμε τις αμαρτίες μας. Να είμαστε αντικειμενικοί. Μόνο έτσι θα έρθει η χάρις του θεού διαφορετικά εμπαίζουμε τον εαυτό μας, τον πνευματικό μας, και το Θεό. Ο Θεός όμως ούτε εμπαίζεται ούτε μυκτηρίζεται. Όταν νοιώθουμε την ανάγκη, όσες φορές κινδυνεύει η ψυχή μας να τρέχουμε στον πνευματικό μας, όπως όταν κινδυνεύει το σώμα μας τρέχουμε στον προσωπικό μας γιατρό.
Η ιερά εξομολόγηση είναι για όλους. Είναι περισσότερο για τους νέους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν πολλούς πειρασμούς και έχουν ανάγκη από καθοδήγηση πέρα από την άφεση των αμαρτιών. Ας κάμουμε την αρχή! Η λύτρωση της ψυχής, του πνεύματος και του σώματος, είναι τα μεγαλύτερα δώρα που θα αποκομίσουμε.  

Μ.Φ.Ν.Θ

ΣΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΤΟΝ ΘΕΣΒΙΤΗ Σεβ. Μητροπολίτης Αντινόης κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ


Ένας από τους μεγαλύτερους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης υπήρξε ο Προφήτης Ηλίας.  Έζησε και προφήτευσε στις μέρες των βασιλέων Αχαάβ (873-854 π.Χ.) και Οζία (854-853 π. Χ.) (Γ΄ Βασιλειών 17:1- Δ΄ Βασιλειών 2:18). Ο ζήλος του για την αληθινή πίστη στον ένα και μόνον Θεό του Ισραήλ τον οδήγησε να αντισταθεί στην πονηρά βασίλισσα Ιεζάβελ, που εγκατέλειψε τον αληθινό Θεό και διάταξε τους Ισραηλίτες να λατρεύσουν και να προσκυνήσουν τον ψευδή θεό Βάαλ (Γ΄ Βασιλειών 16:29-33).

Ο βασιλιάς Αχαάβ και η πονηρά βασίλισσα Ιεζάβελ καταδίωξαν τους αληθινούς προφήτες και ιερείς του Θεού, πολλούς φυλάκισαν και άλλους θανάτωσαν.  Ο Θεός προείπε στον Προφήτη Ηλία, ότι η Ιεζάβελ τον αναζητά για να τον θανατώσει και εκείνος έφυγε στην έρημο Χωράθ (σήμερα: Badi Jiambis), κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.  Ο Θεός φρόντιζε και έστελνε ένα κόρακα για να ταΐζει τον Προφήτη Του• και το πρωί του έστελνε ψωμί και το βράδυ κρέας (Γ΄ Βασιλειών 17:2-6).  Αλλά, όταν το ποτάμι Χωράθ ξηράθηκε, ο Ηλίας έφυγε στα Σέραπτα της Σιδωνίας.  Εκεί τον υποδέχθηκε μία χήρα και διά των προσευχών του ευλογήθηκε το βάζο ελαίου και αλεύρου και ουδέποτε εξαντλήθηκαν.  Την περίοδο εκείνη ο υιός της χήρας απέθανε και ο Ηλίας προσευχήθηκε στο Θεό και ανάστησε τον νέο (Γ΄ Βασιλειών 17:7-24).

Ο Προφήτης Ηλίας εμφανίσθηκε μπροστά στον Βασιλέα Αχαάβ και προκάλεσε τους ψευδείς προφήτες να αποδείξουν ποίος Θεός είναι ο αληθινός, ο Θεός του Ισραήλ ή ο Βάαλ (Γ΄ Βασιλειών 18:16-40).  Τετρακόσιοι και πενήντα ιερείς του Βάαλ συγκεντρώθηκαν στο όρος του Καρμήλου (Γ΄ Βασιλειών 18:22).  Ο Ηλίας πρόσταξε να κτισθούν δύο θυσιαστήρια και να θυσιαστούν δύο βόδια. Όποιος Θεός θα έστελνε φωτιά εξ ουρανού και έκαιγε την προσφορά, αυτός θα είναι ο αληθινός Θεός.  Όλοι συμφώνησαν.

Οι ιερείς του ψευδούς θεού Βάαλ από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου προσευχήθηκαν, αλλά τίποτε δεν συνέβη.  Ο Ηλίας διάταξε να χύσουν νερό επάνω στο θυσιαστήριο τρεις φορές και μόλις προσευχήθηκε φωτιά από τον ουρανό κατέβηκε και κατέκαυσε όχι μόνον την προσφορά, αλλά και τα ξύλα, τις πέτρες και το χώμα (Γ΄ Βασιλειών 18:36-38).  Τίποτε δεν έμεινε.  Μετά απ’ αυτό το θαύμα ο Προφήτης Ηλίας διάταξε τον λαό να κατασφάξουν τους ιερείς και τους ψευδείς προφήτες του Βάαλ (Γ΄ Βασιλειών 18:40).

Νέοι διωγμοί επακολούθησαν και ο Ηλίας καταφεύγει στο όρος Χωρήβ.  Εκεί έζησε την παρουσία του Θεού μέσα από την λεπτή αύρα αέρος (Γ΄ Βασιλειών 19:11-12).

    Ο Προφήτης Ηλίας πάρθηκε στον Ουρανό πάνω σε πύρινο άρμα (Δ΄ Βασιλειών 2:11) και άφησε στο μαθητή του Ελισσαιέ διπλή την ευλογία του (Δ΄ Βασιλειών 2:9).

    Ο Προφήτης Ηλίας είναι ένας από τους πιο αγίους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.  Δεν άφησε κανένα σύγγραμμα, αλλά ο ζήλος του για την αληθινή πίστη στον Θεό τον ανάδειξε ως ένα από τους πιο γνωστούς και μεγαλύτερους Προφήτες του Θεού μέχρι σήμερα.

Ο Προφήτης Μαλαχίας (4:4) και η Σοφία Σειράχ (48:1-15)  μιλούν για την Δευτέρα έλευσή του και την προετοιμασία της υποδοχής του Μεσσία (Mαλαχίας 4:4).  

Στην Καινή Διαθήκη ο Προφήτης Ηλίας εμφανίστηκε κατά την μεταμόρφωση του Κυρίου μαζί με τον Μωϋσή στο όρος Θαβώρ (Ματθ. 17:1-8; Μάρκ. 9:2-13; Λουκ. 9:28-36).  Σύμφωνα με το βιβλίο της Αποκαλύψεως, πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, οι δύο Προφήτες, Ενώχ και Ηλίας, θα έρθουν και θα προφητεύσουν για τριάμισι χρόνια (Αποκ. 11:3).  Και τότε θα φονευθούν από το θηρίο (Αποκ. 11:7).  Μετά από τρεις μέρες θα αναστηθούν.  Φόβος μέγας θα κυριεύσει όλους που φόνευσαν τους Προφήτες του Θεού και οι δύο Προφήτες θα αναληφθούν στους ουρανούς (Αποκ. 11:12).   

Στην Καινή Διαθήκη ο Κύριος χρησιμοποίησε τον Ηλία σαν παράδειγμα για να περιγράψει τον ζήλο του Προφήτη Ιωάννη του Βαπτιστή (Λουκ. 1:17). Όταν ο Κύριος ερωτήθηκε, γιατί πρέπει ο Ηλίας νάρθει πρώτα;  Εκείνος απάντησε, ότι ο Ηλίας έχει ήδη έρθει (Mατθ. 11:13-14 και 17:12).   

Σήμερα η Αγία μας Ορθόδοξο Εκκλησία σ’ όλο τον κόσμο εορτάζει τον Προφήτη του Θεού Ηλία τον Θεσβίτη.  Με την απλή του την καρδιά και αγάπη προς τον αληθινό Θεό ο Ηλίας αντιστάθηκε εναντίον πονηρών ανθρώπων που άλλαξαν την αληθινή Πίστη σε ψεύδος και λάτρευσαν τον Βάαλ.  

Στις μέρες μας ο Προφήτης Ηλίας συνεχίζει να κηρύττει στο λαό του Θεού και καλεί όλους να μετανοήσουμε και να εγκαταλείψουμε κάθε είδωλο και ψευδή θεότητα.  Σήμερα,  ο Προφήτης Ηλίας μας κηρύττει, να επιστρέψουμε με αγνότητα και αληθή πίστη στον Κύριο και να μη επιτρέπουμε ψευδείς διδασκαλίες να μολύνουν την καρδιά μας.  Σήμερα, ο Προφήτης του Θεού μας φωνάζει λέγοντας, μη λατρεύετε ψευδείς θεούς!  Μη προσκυνάτε τα είδωλα του 21ου αιώνα!  Μη προσκυνάτε το χρήμα, τις απολαύσεις της σάρκας, τις μάταιες δόξες και τα υλικά πλούτη!  Σήμερα, ο Προφήτης μας φωνάζει λέγοντας, ότι ζει Κύριος ο Θεός και θα κρίνει τον λαό Του κατά τα έργα του!  Μετανοήσατε και επιστρέψατε στον Κύριο της αγάπης και θα δείτε τα μεγαλεία Του!

 Αγαπητά μου παιδιά,

    Ας μιμηθούμε την φλογερή πίστη του Προφήτη Ηλία.  Ας τον έχομε παράδειγμα προς μίμηση.  Ας δεχθούμε στις καρδιές μας, σαν σε άρματα φωτιάς, τον Χριστό και Σωτήρα μας.  Ας αφήσουμε τις φλόγες της θείας Χάριτος να καίουν μέσα στις καρδιές μας.

    Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή ο Προφήτης Ηλίας μας κηρύττει, ζει και η φωνή του ακούγεται παντού.  Ας στραφούμε προς τον Θεό.  Ας εγκαταλείψουμε την ασθενή μας φύση.  Ας δοξάσουμε τον Χριστό και με αρετές, ας αναφωνήσουμε: Πράγματι, Κύριε, είσαι ο Θεός μας, ο μόνος αληθινός Θεός.

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Τα θαύματα του Κυρίου που μάς περιγράφουν οι ιεροί Ευαγγελιστές είναι αναρίθμητα. Όλα μεγάλα, καταπληκτικά και ευεργετικά για τους ανθρώπους. Ποιο πρώτο και ποιο δεύτερο να θαυμάσει κανείς. Το καθένα εκφράζει το μεγαλείο της θείας δύναμης και αγάπης. Μαρτυρεί με τον πιο εύγλωττο τρόπο την θεία αποστολή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αλλά μέσα στο πλήθος των θαυμάτων υπάρχει και ένα, μεγάλο πραγματικά, το οποίο διαλαλεί όχι απλά την θεία αποστολή του Χριστού, αλλά την θεότητά του. Αυτό το ομολόγησαν και μάλιστα πάνω στο φθόνο τους οι γεμάτοι μοχθηρία  γραμματείς των Ιουδαίων.
Έπειτα από το θαύμα της θεραπείας του δαιμονιζόμενου στη πόλη των Γεργεσηνών, ο Κύριος επέστρεψε στην Καπερναούμ και μπήκε σε ένα σπίτι. Αμέσως πλήθη λαού κατέκλυσαν το σπίτι αυτό, ώστε να μην μπορεί κανείς να μπει μέσα. Τότε, έφεραν στον Κύριο ένα παράλυτο για να τον θεραπεύσει. Επειδή όμως ήταν αδύνατο να περάσουν ανάμεσα από το πλήθος του κόσμου, οι τέσσερεις καλοί και πιστοί άνθρωποι που τον είχαν μεταφέρει μέχρι την είσοδο του σπιτιού, τον κατέβασαν από τη στέγη μπροστά στον Κύριο, όπως μάς διηγείται άλλος Ευαγγελιστής. Ο παράλυτος αντίκρισε τον Κύριο με βαθειά πίστη, ίσως όμως και με κάποιο αίσθημα φόβου και αγωνίας. Πιθανόν εκείνη την ώρα να θυμήθηκε τις αμαρτίες του και ίσως να δείλιασε, μήπως οι αμαρτίες του αυτές παρεμβληθούν τώρα ως εμπόδιο για την θεραπεία του σώματός του.
Ο παντογνώστης Κύριος είδε πολύ καθαρά την ψυχική κατάσταση του παραλύτου, την αποθάρρυνση που τον είχε καταλάβει και γι’ αυτό, ασφαλώς, πριν του χαρίσει την θεραπεία θέλησε να του αναπτερώσει το φρόνημα, να του δώσει θάρρος. «Θάρσει, τέκνον», του είπε. Του μίλησε γλυκά, στοργικά, ενθαρρυντικά. Τον ονόμασε «τέκνον του», διότι αυτός ήταν ο πλάστης και δημιουργός του, ο πατέρας του και ο χορηγός της ζωής. Αυτός που ήρθε να αναζητήσει με αγάπη και σώσει τα απολωλότα τέκνα του. Η λέξη «τέκνον» δεν ήταν μια απλή φιλοφρόνηση, αλλά συγκινητική έκφραση πατρικής αγάπης και συμπάθειας. Ο παράλυτος που την άκουσε και είδε να συνοδεύεται από ένα βλέμμα βαθιάς καλοσύνης και στοργής, κατάλαβε την σημασία της και πλημμύρισε από χαρά και αγαλλίαση. Ο Κύριος «ἰδών τήν πίστιν» του παραλύτου και των τεσσάρων ανθρώπων που τον μετέφεραν, πρόσθεσε «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι». Την ώρα εκείνη πραγματοποιήθηκε το μεγάλο θαύμα. Διαγράφηκαν αμέσως και εξαφανίσθηκαν οι αμαρτίες του παραλύτου. Θαύματα, θεραπείες ασθενειών και αναστάσεις νεκρών είχαν κάνει οι προφήτες και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης. Κανείς όμως από αυτούς δεν συγχώρησε και δεν εξάλειψε αμαρτίες. Διότι αποκλειστικό δικαίωμα και μόνο στην εξουσία του Θεού είναι η άφεση των αμαρτιών. 
Αυτό το γνώριζαν πολύ καλά οι παρόντες εκεί γραμματείς και φαρισαίοι, οι οποίοι, πωρωμένοι καθώς ήταν, δεν πίστευαν τον Χριστό ως Θεό. Γι’ αυτό σκεπτόταν στις πονηρές τους καρδιές και έλεγαν· «οὗτος βλασφημεῖ». «Τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας, εἰ μή εἷς ὁ Θεός;». Το μεγάλο λάθος των γραμματέων και όλων αυτών που τους ακολουθούσαν ήταν ότι δεν πίστευαν στην θεότητα του Χριστού, ότι ο Χριστός ήταν Θεός και ως Θεός έχει την απόλυτη εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες.
Ο παντογνώστης Κύριος, τους έλεγξε για τις πονηρές τους σκέψεις και για να τους αποστομώσει και να πιστοποιήσει ενώπιον όλων ότι είναι ο σαρκωθείς Θεός, λέει σ’ αυτούς· «ἳνα εἰδῆτε ὃτι ἐξουσίαν ἒχει ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας – τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθείς ἇρόν σου τήν κλίνην καί ὓπαγε εἰς τόν οἶκόν σου». Ο λόγος του Κυρίου έγινε έργο. Ο παράλυτος απέκτησε αυτοστιγμεί την υγεία του. Θεραπεύθηκε ψυχικά και σωματικά. Οι όχλοι είδαν το θαύμα και χωρίς να μπορέσουν να καταλάβουν το βαθύτερο νόημά του, δόξασαν τον Θεό.
Ποιο ήταν όμως το βαθύτερο και συγκλονιστικό νόημά του; Ήταν η άμεση απόδειξη για τους γραμματείς ότι ο Χριστός είχε, ως Θεός, το δικαίωμα και τη δύναμη να συγχωρεί αμαρτίες. Και αυτό είναι το μεγάλο θαύμα της θείας αγαθότητος και δυνάμεως, το οποίο από την ημέρα εκείνη και μετά επαναλαμβάνεται συνεχώς. Διότι, τι άλλο είναι η μετάνοια και η εξομολόγηση παρά η επανάληψη, για κάθε πιστό, του μεγάλου θαύματος της αφέσεως των αμαρτιών; Το δίδαξε και το διαβεβαίωσε ο Χριστός. Το διέδωσαν οι Απόστολοι, οι οποίοι κήρυξαν «τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν». Το παρέλαβε η Εκκλησία ως ένα από τα μυστήρια της χάριτος και το τελεί δια μέσου των αιώνων προς σωτηρία των πιστών. Χιλιάδες πιστοί έλαβαν και θα λαμβάνουν μέχρι συντελείας των αιώνων την άφεση των αμαρτιών με την μετάνοια.
Ο καθένας απ’ αυτούς προσωπικά λαμβάνει πείρα του θαύματος. Το αισθάνεται σαν αναντίρρητη, λυτρωτική και χαρμόσυνη πραγματικότητα. Προσέρχεται στον ιερέα καμπτόμενος από το βάρος της ενοχής, θλιμμένος από τις τύψεις της συνείδησης, με ντροπή ενώπιον Θεού και ανθρώπων για όσα έπραξε. Δεν τολμά, όπως ο Τελώνης, να υψώσει το κεφάλι του προς τον ουρανό. Κι όλα αυτά μετά την εξομολόγηση χάνονται, σβήνουν. Το ασήκωτο βάρος, που τον συνέθλιβε, διαλύεται και εξαφανίζεται. Οι τοίχοι της ανήλιας φυλακής, μέσα στην οποία έμενε κατάκλειστος ο αμαρτωλός, κονιορτοποιούνται. Κι αυτός, λυτρωμένος και χαρούμενος απολαμβάνει το φως του ήλιου, αναπνέει τον αέρα της ελευθερίας, αισθάνεται ότι αναγεννάται, ότι εισέρχεται σε μια νέα ζωή. Και γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη δοξολογεί τον Θεό για το θαύμα που έγινε.

Ιωάννης Ξιφιλίνος, Ιωάννης Ξιφιλίνος- Κυριακή ΣΤ Ματθαίου

Κυριακή ΣΤ' Ματθαίου: Ομιλία περί του παραλύτου τον οποίον κατέβασαν από την στέγη (Ιωάννης Ξιφιλίνος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως)

(Ματθ. θ’ 1-8)


Οι ψυχές όσων μιμούνται θεοφιλώς την φιλοπονία και εργατικότητα των μελισσών, ελκύονται από την γλυκύτητα των θείων λόγων και δρέπουν από αυτούς χρήσιμα και ωφελιμότατα πράγματα, πετώντας όπως εκείνες επάνω από τους λειμώνες και συλλέγοντας από όλα τα αμάραντα βότανα και τα άνθη ό,τι χρησιμώτερον υπάρχει εκεί. Και από άλλους μεν λόγους συλλέγουν το άνθος της σωφροσύνης· από άλλους δε το της δικαιοσύνης· από άλλους το της φρονήσεως· από άλλους το της ανδρείας· από αλλούς το άνθος της συμπαθείας και της φιλανθρωπίας προς τους ομοδούλους· το της πραότητος και της επιεικείας από εδώ, το της υπομονής και της καρτερίας στα δεινά από εκεί. Και γενικώς, απανθίζοντας από παντού όλα όσα συντελούν στην σωτηρίαν της ψυχής, τα εναποθέτουν στην κυψέλη της καρδίας, τα κατεργάζονται και παρασκευάζουν εκεί το «υπέρ μέλι και κηρίον γλυκάζον» μέλι των αρετών.

Αυτούς, λοιπόν, ας μιμούμεθα και εμείς, αδελφοί μου, και όταν προσερχώμεθα στον θείο και περικαλλή αυτόν λειμώνα, την Εκκλησίαν, ας μη χρησιμοποιούμε την εδώ προσέλευσί μας σαν αφορμή για συζητήσεις μεταξύ μας, αλλά να περιεργαζώμεθα τις θείες Γραφές, οι οποίες αναγιγνώσκονται για την σωτηρία μας, και να ζητούμε το ψυχικόν όφελος που πηγάζει από αυτές, επιμελώς, με μεγάλην προσοχή και εξεταστικήν διάθεσι. Με τον τρόπον αυτόν, άλλοτε νουθετούμενοι περί αυτής της αρετής, άλλοτε διδασκόμενοι περί εκείνης, μίαν άλλη φορά ακούγοντας παραινέσεις για κάποιαν άλλη, και συνεχώς μέσα σ’ αυτό το κλίμα παιδαγωγούμενοι και γυμναζόμενοι, θα ημπορέσωμε να κατορθώσωμε κι εμείς τις αρετές και να προσφέρωμε στον Θεόν την γλυκύτητα και τον φωτισμόν που γεννάται από αυτές μέσα στις ψυχές μας, σαν μέλι και κηρήθρα. Διότι πάντοτε η Θεία Γραφή τα θεοφιλή και σωτήρια διδάσκει και προβάλλει, και τίποτε δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν που να μη συντελή στην ωφέλεια της ψυχής. Επειδή λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, ας μάθωμε από τα λόγια του σημερινού Ευαγγελίου πόσο μεγάλο κακόν είναι η αμαρτία, και ότι βλάπτει πάρα πολύ την ψυχή, αλλά είναι και η βασική αιτία των περισσοτέρων σωματικών νοσημάτων.


Η υπόθεσις έχει ως εξής: «Τω καιρώ εκείνω εμβάς ο Ιησούς εις πλοίον διεπέρασε, και ήλθε εις την ιδίαν πόλιν. Και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον».

Εξέρχεται ο Κύριος από την χώρα των Γεργεσηνών, επειδή οι ίδιοι τον παρεκάλεσαν. Εφοβήθησαν οι Γεργεσηνοί, αφού έχασαν τους χοίρους, μην πάθουν και καμμίαν άλλη ζημία. Γι’ αυτό και παρακαλούν τον Χριστόν και ζητούν να απομακρυνθή από την περιοχή τους· άλλωστε δεν ήσαν άξιοι της Δεσποτικής διδασκαλίας. Ο δε Χριστός δεν αντεστάθη, αλλά με επιείκεια και πραότητα ανεχώρησε· διότι όπου ο βίος είναι χοιρώδης και απεξενωμένος από το καλό, ο Χριστός δεν παραμένει εκεί. Άφησε όμως αυτούς που ελευθερώθησαν από τα δαιμόνια και εκείνους που έβοσκαν τους χοίρους να ομι­λούν και να ανακηρύττουν οι ίδιοι τα θαυμαστά γεγονότα. «Και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον». Επειδή εθεωρήθη ανίκανος η τέχνη των ιατρών να θεραπεύση την παράλυσι, μετέφεραν τον παράλυτο οι οικείοι του προς τον υψηλόν επισκέπτη και ουράνιον ιατρόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Πολλοί από αυτούς που διαβάζουν απλώς και ανεξετάστως τις Θείες Γραφές, νομίζουν ότι ο παράλυτος που αναφέρουν οι τέσσερις ευαγγελισταί είναι ένας και ο αυτός. Ωρισμένοι μάλιστα επικρίνουν τους Ευαγγελιστάς, ότι αντιμάχονται και διαφωνούν μεταξύ τους. Δεν συμβαίνει όμως αυτό· μη γένοιτο. Διότι μία είναι η χάρις του Αγίου Πνεύματος που ενήργησε μέσα τους· όπου δε η χάρις του Αγίου Πνεύματος, εκεί αγάπη, χαρά, ειρήνη· και όπου ειρήνη, φυγαδεύεται από εκεί κάθε μάχη και εναντίωσι, και εξαφανίζεται κάθε αμφιβολία και διαφωνία. Πράγματι και ο τόπος, και ο χρόνος και ο καιρός, και η ημέρα, και ο τρόπος της θεραπείας και ωρισμένα άλλα δεικνύουν σ’ εκείνους που κάπως προσέχουν ότι άλλος είναι αυτός ο παράλυτος και άλλος ο αναφερόμενος από τον Ιωάννη τον Ευαγγε­λιστήν και Θεολόγον. Επειδή εκείνος μεν θεραπεύεται στα Ιεροσόλυμα, ενώ αυτός στην Καπερναούμ· εκείνος κοντά στην κολυμβήθρα, αυτός σε κάποια μικράν οικία, όπως λέγουν ο Λουκάς και ο Μάρκος. Και εκείνος μεν ο παράλυτος έλαβε την ίασι κατά την διάρκεια μιας εορτής· αυτός όμως όχι σε εορτή, αλλά κάποιαν άλλην ημέρα. Εκείνος υπέφερε τριανταοκτώ έτη από την ασθένεια, ενώ γι’ αυτόν τίποτε παρόμοιο δεν λέγει ο Ευαγγελιστής. Και εκείνος μεν εθεραπεύθη την ημέρα του Σαββάτου, ενώ αυτός άλλην ημέρα. Διότι, εάν και αυτός είχε θεραπευθή την ημέρα του Σαββάτου, δεν θα το είχε αποσιωπήσει ο Ευαγγελιστής, ούτε οι Ιουδαίοι θα είχαν μείνει ήσυχοι. Αυτός μεν ο παράλυτος φέρεται στον Χριστόν βασταζόμε­νος· ενώ προς εκείνον έρχεται ο ίδιος ο Χριστός· και εκείνος μεν ο παράλυτος δεν είχε κανέναν να τον βοηθήση (διότι έλεγε, «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω»), ενώ αυτός είχε πολλούς γνωστούς, οι οποίοι τον εσήκωσαν και τον μετέφεραν. Αλλά και ο τρόπος της θεραπείας φαίνεται διαφορετικός στον καθένα. Εκείνου μεν ο Χριστός πριν από την ψυχήν εθεράπευσε το σώμα· διότι αφού πρώτα εθεράπευσε την παράλυσί του, τότε είπε: «Ίδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε». Δεν συνέβη όμως το ίδιο και εδώ, αλλά πρώτα του εχάρισε την υγεία της ψυχής, λέγοντας: «Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» και τότε διώρθωσε την σωματική του παράλυσι. Και σε αυτόν μεν τον πα­ράλυτον οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι εσιώπησαν στην άλλη περίπτωσι όμως αντέδρασαν, εκδιώκοντας και γογγύζοντας και κατη­γορώντας. Άλλος λοιπόν είναι ο παράλυτος αυτός, και άλλος εκείνος, όπως σαφώς απεδείχθη από όσα ελέχθησαν.

«Και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών, είπε τω παραλυτικώ». Έγινε όντως δεκτή από τον αγαθόν ιατρό και Σωτήρα μας η πίστις εκείνων που έφεραν τον παράλυτο, επειδή είναι γνώστης των καρ­διών. Λέγουν δε ωρισμένοι ότι ο Κύριος είδε την πίστι όχι του παραλυτικού αλλά των μεταφορέων του. Πράγματι, μερικές φορές θεραπεύονται κάποιοι από την πίστι των άλλων, όπως συμβαίνει με το βάπτισμα που δίδεται στα παιδιά· διότι εκεί ενεργεί η πίστις των γονέων που τα προσφέρουν. Όπως επίσης έγινε και με την Χαναναία· επειδή επίστευσεν αυτή, εθεραπεύθη η θυγατέρα της. Και με την πίστι του εκατοντάρχου ανέστη ο δούλος του. Με τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, λέγουν ότι εθεραπεύθη και εδώ ο παράλυτος από την πίστι αυτών που τον έφεραν ενώπιον του Χριστού. Αλλά όχι, δεν συνέβη το ίδιο. Διότι λέγει: «Ιδών την πίστιν αυτών» όχι μόνον των μεταφορέων, αλλά και του παραλύτου. Διότι δεν σώζεται κάποιος με την πίστιν άλλου, εκτός εάν ευρίσκεται σε πολύ πρώιμον ηλικία, όπως συμβαίνει με τα παιδιά, όπως είπαμε, ή σε μία πολύ προχωρημένη ασθένεια, όταν οι προσβεβλημένοι από αυτήν δεν έχουν πλέον επικοινωνία με το περιβάλλον και γι’ αυτό αδυνατούν να πιστεύσουν, όπως συνέβη με την θυγατέρα της Χαναναίας. «Η θυγάτηρ μου», έλεγεν εκείνη, «κακώς δαιμονίζεται», και «πολλάκις μεν πίπτει εις το ύδωρ, πολλάκις δε εις το πυρ».

Η δαιμονιζομένη, λοιπόν, η οποία δεν είναι σε θέσι να έχη τον έλεγχο του εαυτού της, πώς θα ημπορούσε να πιστεύση; Το ίδιο και με τον εκατόνταρχο· ο δούλος του ευρίσκετο στην οικία κατάκοιτος, και ούτε καν εγνώριζε ποιος επί τέλους ήταν ο Χριστός. Πώς λοιπόν θα επίστευε σε κάποιον που αγνοούσε; Σε εκείνες λοιπόν τις περιπτώσεις σώζεται κάποιος και με την πίστιν άλλου, εδώ όμως δεν ημπορούμε να το ισχυρισθούμε αυτό, αλλά και ο παράλυτος επίστευσε αδιστάκτως, και αυτό γίνεται φανερό από πολλά. Αναλογίσου πόσο δύσκολον είναι κάποιος, ενώ είναι άρρωστος, να πάθη τόσα πολλά και να υπομένη. Γνωρίζετε οπωσδήποτε ότι οι ασθενείς είναι τόσο μικρόψυχοι και δυσανασχετούν τόσο, ώστε και στο κρεββάτι ευρισκόμενοι να προβάλλουν αντίστασι στις θεραπείες και να δακρύζουν και να θεωρούν πολλές φορές καλλίτερο να υποφέρουν τους πόνους των ασθενειών, παρά να υπομένουν την κακουχία και την αηδία που προξενούνται από τα διάφορα βοηθήματα. Αυτός δε ο παράλυτος και από την οικία του εδέχθη να εξέλθη, και μέσα από την αγορά να περάση σηκωτός εκαρτέρησε, και δεν απέφυγε να γίνη αντιληπτός από όλους. Διότι οι άρρωστοι συνήθως δεν θέλουν να έχουν μάρτυρες του νοσήματός τους, και πολλοί προετίμησαν να αποθάνουν καλλίτερα από την αρρώστια τους, παρά να αποκαλύψουν στους άλλους την συμφορά τους. Αλλά ο παράλυτος αυτός δεν έκαμε έτσι, ούτε είπε γογγύζοντας σ’ αυτούς που τον μετέφεραν: Τί είναι αυτό; Γιατί θορυβείσθε; Γιατί βιάζεσθε; Ας περιμένωμε με υπομονή να υποχωρήση το πλήθος και τότε να προσέλθωμε στον ιατρόν ιδιαιτέρως και να τον ενημερώσωμε για την φοβεράν ασθένειά μου. Διότι τί θα ωφελήση, την στιγμή που θα μας βλέπουν όλοι, να παρουσιάσωμε ενώπιον τους την συμφορά μου; Τίποτε από αυτά δεν είπε, αλλά εθεώρησε κόσμημα και καλλωπισμόν το να κάμη τόσους πολλούς μάρτυρες της ασθενείας και της θεραπείας του.

Δεν είναι μόνον αυτά που φανερώνουν την πίστι του παραλύτου, αλλά και τα λόγια του Χριστού. Διότι όταν του τον έφεραν και του είπε: «Τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου», δεν ηγανάκτησε, δεν δυσανασχέτησε καθόλου, δεν είπε προς τον αγαθόν ιατρό: «τί είναι αυτό, Κύριε, από άλλο πάθος ήλθα εγώ να θεραπευθώ, και συ άλλο θεραπεύεις. Αυτό είναι υπεκφυγή και πρόφασις και ένδειξις αδυναμίας, την οποία προσπαθείς να αποκρύψης με αυτόν τον τρόπο. Συγχωρείς αμαρτίες που δεν φαίνονται;» Τίποτε παρόμοιο δεν είπε ούτε εσκέφθη, αλλ’ ανέμενε πιστεύοντας ότι η συμπάθεια του αγαθού ιατρού θα τον θεραπεύση και όλα θα τα διορθώση. Δεικνύοντας δε ο Κύριος ότι η πίστις είναι αυτή που αφανίζει την αμαρτία, είπε στον παράλυτο: «Θάρσει, τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου».

Όπως βλέπουμε, δεν προχωρεί αμέσως ο Δεσπότης στην ίασι της παραλύσεως, αλλά θεραπεύει πρώτα αυτό που δεν φαίνεται, την ψυχήν δηλαδή, συγχωρώντας του τα αμαρτήματα, πράγμα που τον μεν παράλυτον έσωζε, ενώ στον Κύριο δεν προξενούσε πολλήν δόξα· διότι δεν ήθελε να κάμη κάτι για επίδειξι και ανθρωπαρέσκεια. Και πρώτα μεν συγχωρεί στον άρρωστο τις αμαρτίες του, μετά δε την συγχώρησι θεραπεύει το σώμα, διδάσκοντας έτσι ότι τα περισσότερα νοσήματα προξενούνται από τις αμαρτίες και πρέπει πρώτα να θεραπευθή το αίτιο. Παραλλήλως, με τον τρόπον αυτόν αποδεικνύει ότι είναι Θεός και ενεργεί τα πάντα εξουσιαστικώς, όπως θέλει. Διότι η θεραπεία των σωματικών ασθενειών ανήκει μόνον στον Θεό. Γι’ αυτό και στον παράλυτον εκείνον που ήταν κοντά στην κολυμβήθρα, έλεγε: «Ίδε, υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον τι σοι γένηται». Πηγή και ρίζα και μητέρα όλων των κακών είναι η αμαρτία. Αυτή παραλύει τα σώματά μας, αυτή προκαλεί τις ασθένειες· και αυτό φανερώνοντας ο Κύριος, σ’ αυτόν μεν τον παράλυτον έλεγε: «Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου», σε εκείνον δε που ήταν τριανταοκτώ χρόνια κατάκοιτος έλεγε: «Ίδε υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε».

Από την αρχή της κτίσεως η νόσος αυτή επήλθε στο σώμα του Κάιν ως αποτέλεσμα των αμαρτιών. Διότι το σώμα του παρελύθη μετά την αδελφοκτονία και «ην στένων και τρέμων επί της γης». Και το να τρέμη κανείς δεν είναι τίποτε άλλο από την παράλυσι. Διότι όταν αδυνατίση η δύναμις που οικονομεί τον οργανισμό και δεν ημπορεί να βαστάζη πλέον όλα τα μέλη, τα αφήνει έρημα από την θεία πρόνοια, και έτσι εκείνα, αφού χαλαρώνουν, τρέμουν και αιωρούνται ανεξέλεγκτα. Αυτό εφανέρωσε και ο θείος Παύλος ελέγχοντας για κάποιες αμαρτίες τους Κορινθίους και λέγοντας: «διά τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί». Και ο Χριστός γι’ αυτό είπε: «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου», για να μάθο­με ότι ως Θεός επισκέπτεται σιωπηλώς και ανεπαισθήτως τα ανθρώπινα και παρακολουθεί την οδό της ζωής του καθενός. Διότι όπως έχει γραφή: «Ενώπιόν εισι των του Θεού οφθαλμών οδοί ανδρός, εις δε πάσας τας τροχιάς αυτού σκοπεύει». Επειδή δε ο Θεός είναι αγαθός και θέλει όλοι να σωθούν, πολλές φορές παραχωρεί να περιπέσουν οι άνθρωποι σε ασθένειες, ώστε οι κατεχόμενοι από αυτές με την συντριβή να καθαίρωνται από τις αμαρτίες. Έτσι έχει λεχθή και με το στόμα του Ιερεμίου: «Πόνω και μάστιγι παιδευθήση, Ιερουσα­λήμ». Και ο Παροιμιαστής λέγει: «Υιέ, μη ολιγώρει (περιφρονής) παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου (λιποψυχής) υπ’ αυτού ελεγχόμενος· ον γάρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν, ον παραδέχεται». Ο Χριστός λοιπόν κόπτει πρώτα την ρίζα του σωματικού πάθους, δηλαδή την αμαρτία. Διότι, όταν αυτή αφαιρεθή, κατ’ ανάγκην απομακρύνεται μαζί της και η νόσος. Και λέγοντας: «τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου», εξυψώνει και το φρόνημα του παραλύτου και διεγείρει την καταβεβλημένη του ψυχή. Διότι ο λόγος έγινε έργον και εισερχόμενος στην συνείδησί του ήγγισε την ιδία την ψυχή του και εξέβαλε από αυτήν κάθε ίχνος αγωνίας. Επειδή τίποτε δεν προκαλεί τόσην δειλία και φόβο, όσον η συναίσθησις των αμαρτημάτων και πάλι τίποτε δεν παρέχει τόσην ηδονή και δεν προξενεί τόσο θάρρος, όσο το να μη σε ελέγχη για τίποτε η συνείδησις. Ονομάζει δε «τέκνον» ο Κύριος τον παράλυτο, ή επειδή είναι ο Δημιουργός του, ή επειδή επίστευσε, ή επειδή επρόκειτο να του δώση την άφεσι των αμαρτημάτων διότι όπου συμβαίνει άφεσις αμαρτημάτων, εκεί και υιοθεσία. Έτσι λοιπόν και εμείς, αδελφοί μου, δεν ημπορούμε να ονομάσωμε πατέρα τον Θεόν, έως ότου καθαρισθούμε από τα αμαρτήματα στην κολυμβήθρα του Βαπτίσματος. Όταν λοιπόν ανέλθωμε από εκεί, έχοντας αποθέσει το πονηρόν εκείνο φορτίο, τότε λέγομε το «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς».

«Και ιδού τινες των Γραμματέων είπον εν εαυτοίς· ούτος βλασφημεί». Εσκανδαλίζοντο οι Γραμματείς και εθορυβούντο, έλιωναν από φθόνο και βασκανία· διότι πολλές φορές είδαν τον Χριστό να φυγαδεύη εξουσιαστικώς ασθένειες και να εκδιώκη δαίμονες και να επιτιμά τους ανέμους και την θάλασσα, και να τα διαπράττη αυτά υπερανθρώπως. Αλλά εκείνοι οι απειθείς και αγνώμονες, ενώ ενόμιζαν ότι εκδικούνται προς χάριν του Θεού, το έκαμαν αυτό, επειδή προσεβάλοντο τα πάθη τους· και επιβουλευόμενοι τις ευεργεσίες των άλλων, ταράσσονται και αγανακτούν και γογγύζουν και επινοούν βλασφημίες κατά του Σωτήρος και Δεσπότου: «Ιδών δε ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν· ίνα τί υμείς ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών;». Ιδού ότι ο Χριστός εδώ δεικνύει και άλλο αναντίρρητο και φανερόν σημείο της θεότητός του και της ισότητος προς τον Πατέρα. Επειδή η γνώσις των διαλογισμών των καρδιών ανήκει μόνον στον Θεόν, ομοίως και η άφεσις των αμαρτιών. Διότι έχει γραφή: «Συ επίστασαι καρδίας μονώτατος»· και πάλιν: «Ετάζων καρδίας και νεφρούς ο Θεός», και αλλού: «Ο μεν άνθρωπος όψεται εις πρόσωπον, ο δε Θεός όψεται εις καρδίαν». Λέγει λοιπόν ο Χριστός στους Γραμματείς ως αναμφίβολον το «ίνα τί ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών» επειδή εθεώρησαν αδύνατον το να συγχωρή αμαρτίες, και δεν το εδέχθησαν.

Με αυτό που είπε επιβεβαίωσε και εκείνο, και τρόπον τινά είπε προς τους Γραμματείς ότι όντως κανείς δεν ημπορεί να συγχωρή αμαρτίες, εκτός μόνον από ένα, αυτόν που βλέπει τις ενθυμήσεις των ανθρώπων. «Τί γαρ ευκοπώτερον ειπείν, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, ή ειπείν, έγειραι και περιπάτει;». Επειδή με θεωρείτε βλάσφημο, λέγει, για το ότι συγχωρώ αμαρτίες και κάμνω τον εαυτόν μου ίσον με τον Θεόν, αποκριθήτε μου, ποίον είναι ευκολώτερο και ευχερέστερο στην πράξι, το να ειπώ αυτό, το «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» ή να ειπώ «έγειραι και περιπάτει;». Ήσαν δε, και τα δύο αυτά για τα οποία τους ερώτησε, δυνατά μεν για τον Θεό, για δε τον άνθρωπον αδύνατα· διότι και το να συγχωρή αμαρτίες είναι μόνον του Θεού, ομοίως δε και το να εγείρη ως εξουσιαστής και να θεραπεύση πλήρως τον παράλυτο· επειδή η τιμωρία κάποιου δούλου που αμαρτάνει δεικνύει εξουσίαν Δεσποτική· όταν μάλιστα αυτός που τιμωρεί είναι ο Θεός, είναι επόμενο να στρέφεται πάλι προς φιλανθρωπίαν και να απαλλάσση από την μάστιγα· όταν δε απομακρύνεται η μάστιγα, οπωσδήποτε συγχωρείται και η αμαρτία εξ αιτίας της οποίας έχει παραχωρηθή η πληγή. Εάν δε ο Κύριος θεραπεύει, αυτός βεβαίως ήταν και που επαίδευσε· και εάν παιδεύη, είναι φανερόν ότι έχει την εξουσία να απαλλάξη από την παιδαγωγική μάστιγα, επομένως και από το πλημμέλημα για το οποίον αυτή παρεχωρήθη. «Ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας». Για να γνωρίσετε, λέγει, ότι αυτός που σας φαίνεται άνθρωπος, έχει εξουσίαν Θεϊκήν, παρατηρήσετε και αντιληφθήτε το κρυπτόν και αφανές από το φανερόν. Διότι ενώ είμαι Θεός Λόγος, έγινα άνθρωπος για λόγους οικονομίας, ζω δε και συναναστρέφομαι στην γη και χαρίζω άφεσιν αμαρτιών σε όσους με πιστεύουν. Γι’ αυτό είπε «επί της γης», για να δείξη ότι αν και εφάνη στην γη, είναι κατά φύσιν Θεός, και για να μάθωμε ότι οι αμαρτίες συγχωρούνται στην γη. Διότι όσον είμεθα ακόμη στην γη, αδελφοί μου, ημπορούμε να εξα­λείψομε τις αμαρτίες μας· όταν όμως φεύγωμε από εδώ, δεν έχουμε πλέον την δυνατότητα να εξομολογηθούμε στον Θεόν και να επιτύχωμε έτσι την άφεσι των αμαρτιών, διότι η θύρα πλέον έκλεισε οριστικώς. «Τότε λέγει τω παραλυτικώ· εγερθείς άρον την κλίνην σου και ύπαγε εις τον οίκον σου. Και εγερθείς απήλθεν εις τον οίκον αυτού». Επειδή η μεν συγχώρησις των αμαρτιών δεν ημπορούσε να αποδειχθή φανερώς, ενώ το να εγείρη εξουσιατικώς τον παράλυτον ήταν κάτι που αποτελούσε οφθαλμοφανή απόδειξι, καταφεύγει ο Χριστός σ’ αυτή την οφθαλμοφανή ως τεκμήριο και φανέρωσι της αφανούς. Πληροφορεί έτσι με αυτήν την φανεράν απόδειξι και περί εκείνης, ότι δηλαδή εκείνος που ημπόρεσε να κάμη αυτό, είναι σε θέσι να κάμη και εκείνο. Και για επιβεβαίωσι και πληροφορία της συσφίγξεως του παραλυμένου σώματος, τον προσέταξε να φορτωθή το κρεββάτι, για να μην νομίση κάποιος ότι αυτό που συνέβη ήταν φαντασία. Αποστέλλει δε ο Κύριος τον παράλυτο στον οίκο του, αφ’ ενός μεν για να μη προξενήση στον εαυτόν του έπαινο με την παρουσία και την θέαν εκείνου, αφ’ ετέρου δε για να έχη αυτόπτες μάρτυρες της θεραπείας αυτούς τους ίδιους που υπήρξαν και αναντίρρητοι μάρτυρες της ασθενείας, και έτσι να γίνη σ’ αυτούς αφορμή πίστεως. «Ιδόντες δε οι όχλοι εθαύμασαν, και εδόξασαν τον Θεόν, τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις». Εθαύμασαν μεν οι όχλοι για το ότι εθαυματούργησεν ως Θεός, ενόμιζαν όμως ότι είναι άνθρωπος, ο όποιος είχε υπερανθρώπινη εξουσία.

Και εμείς, αδελφοί μου, που είμεθα παράλυτοι και έχουμε τις δυνάμεις της ψυχής ανενέργητες, έχουμε την δυνατότητα να θεραπευθούμε και να σταθούμε όρθιοι, αρκεί μόνον να έχωμε την προαίρεσι και την θέλησι. Διότι και τώρα ευρίσκεται ο Χριστός στην ιδικήν του πόλι, την Καπερναούμ, εννοώ στον οίκο της παρακλήσεως, που είναι η Εκκλησία· διότι οίκος του Παρακλήτου είναι η Εκκλησία. Είμεθα δε και εμείς παράλυτοι ψυχικώς, ακίνητοι δηλαδή και ανενέργητοι προς το καλόν αλλ’ εάν η μετάνοια και η εξομολόγησις μας εγείρουν και μας οδηγήσουν στον Κύριον, τότε θα ακούσωμε την γλυκεία και παντοδύναμο φωνή του να μας λέγη: «Τέκνα, αφέωνται υμίν αι αμαρτίαι». Επειδή τότε γινόμεθα υιοί του Θεού, όταν επιστρέφωμε προς Αυτόν με καθαράν μετάνοια και εξομολόγησι. Τότε ακριβώς και θα θεραπευθούμε και θα «άρωμεν τον κράββατόν» μας, δηλαδή το σώμα και θα το κινητο­ποιήσομε προς εργασίαν των εντολών. Διότι δεν αρκεί μόνο να εγερθούμε από την αμαρτίαν ή και να καταλάβωμε ότι αμαρτάνουμε, αλλά πρέπει να «άρωμεν και τον κράββατον», δηλαδή το σώμα και να το ενεργοποιήσωμε στην εργασία του καλού και της αρετής.

 (11ος αιών - Migne, P.G., τόμ. 120, στ. 1245, Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον"
)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...