Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 21, 2017

Συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ (Λουκ. ιθ΄1-10)




Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι μιὰ προετοιμασία γιὰ τὴν κατανυκτικὴ περίοδο τοῦ Τριωδίου ποὺ ἀνοίγεται μπροστά μας. Μέσα ἀπὸ τὴ γνωστὴ ἱστορία τῆς συνάντησης τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Ζακχαῖο καλούμαστε καὶ ἐμεῖς νὰ ἀναζητήσουμε, νὰ ἀνακαλύψουμε, καὶ τελικὰ νὰ ζήσουμε τὴ δική μας προσωπικὴ «μυστικὴ» συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ μέσα στὸ σῶμα Του, τὴν Ἐκκλησία.



Ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ κόσμου;

Ἕνας διακεκριμένος θεολόγος τοῦ καιροῦ μας μέσα ἀπὸ μιὰ ἐνδιαφέρουσα προσέγγιση βαθαίνει τὸν ἐσωτερικό μας στοχασμὸ καὶ διάλογο γιὰ νὰ ξαναδοῦμε ἂν κάτι μᾶς ἑλκύει ἤ ἐνδεχομένως μᾶς ἐμποδίζει νὰ συναντήσουμε τὸν Χριστό. Ὁ Ζακχαῖος ἤθελε νὰ δεῖ τὸν Χριστό, τὸ ἤθελε τόσο πολύ, ὥστε ἡ ἐπιθυμία του τράβηξε τὴν προσοχὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐπιθυμία εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ παντός. Ὅπως λέει τὸ εὐαγγέλιο, «ὅπου γὰρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. 6,21).

Τὰ πάντα στὴ ζωὴ μᾶς ἀρχίζουν ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία, ἐπειδὴ ὅτι, ἐπιθυμοῦμε εἶναι καὶ αὐτὸ ποὺ ἀγαποῦμε, αὐτὸ ποὺ μᾶς τραβάει ἀπὸ μέσα, αὐτὸ στὸ ὁποῖο παραδινόμαστε. Ὁ Ζακχαῖος ἀγαποῦσε τὸ χρῆμα, καὶ κατὰ τὴ δική του παραδοχή, γιὰ νὰ τὸ ἀποκτήσει δὲν εἶχε κανέναν ἐνδοιασμὸ νὰ κλέβει τοὺς ἄλλους. Ἐπίσης, ἀγαποῦσε τὸν πλοῦτο, ἀλλὰ μέσα του ἀνακάλυψε μιὰ ἄλλη ἐπιθυμία, ἤθελε κάτι ἄλλο, καὶ αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία ἔγινε κεντρικὴ στιγμὴ τῆς ζωῆς του. Αὐτὴ ἡ εὐαγγελικὴ ἱστορία θέτει ἕνα ἐρώτημα καὶ στὸν καθένα μας: Τί ἀγαπᾶμε, τί ἐπιθυμοῦμε, ὄχι φυσικὰ ἐπιπόλαια ἀλλὰ κατὰ βάθος;

Καλὸ θὰ ἦταν λοιπόν, νὰ ἐξετάζουμε τὸν ἑαυτό μας, ἂν ἐπιθυμοῦμε κάτι ἀληθινὸ καὶ οὐσιαστικὸ ἤ ἀκόμη -ἀπορροφημένοι συνήθως ἀπὸ μιὰ πληθώρα πραγμάτων καὶ ἐνδιαφερόντων- παραδινόμαστε σὲ ἐναγώνιες προσπάθειες, ποὺ κάνουν νὰ ξεχνᾶμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς καὶ νὰ χανόμαστε μέσα στὸν «ὄχλο τῶν παθῶν» μας καὶ τὴν τύρβη τοῦ κόσμου.



Προϋποθέσεις συνάντησης μὲ τον Χριστό

Ὁ Ζακχαῖος ζοῦσε σὲ μιὰ φαυλότητα, ἦταν ὅμως καλοπροαίρετος, γιατί «εἶχε ψυχὴ ἐπιτήδεια πρὸς ἀρετήν», κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ. Γι' αὐτὸ μπόρεσε νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὴ «συκομορέα» του, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία του, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Χριστὸ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἐγωισμὸς μᾶς ἐγκλωβίζει καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ δοῦμε τὸν Θεό. Τοποθετεῖ ἕνα πέπλο ἀνάμεσα στὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους. Ὑψώνει ἕνα ἀδιαπέραστο τεῖχος ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Ὁ Ζακχαῖος ἦταν «κοντός». Εἶχε φυσικὰ καὶ πνευματικὰ ἐμπόδια ποὺ δὲν τὸν ἄφηναν νὰ συναντήσει τὸν Χριστό. Ὅμως ὑπερνίκησε τὶς δυσκολίες ποὺ μέχρι τότε τὸν καθήλωναν στὸν ἀτομικισμό του. Ταπεινώνεται, καὶ ἔτσι ὑπερβαίνει κυριολεκτικὰ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό.

Ἐδῶ βρίσκεται τὸ κομβικὸ σημεῖο, καθὼς ὁ ἄνθρωπος ἀνακαλύπτει τί ἀκριβῶς θέλει ἤ, μᾶλλον, διαχωρίζει τὰ πολλὰ θέλω τῆς πεσμένης ἀνθρώπινης φύσης καὶ τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸ θέλω τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου Του, χτυπώντας τὴν πόρτα τῆς μετάνοιας. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ μιᾶς διαφορετικῆς πορείας στὴ ζωή μας, στὴ διάρκεια τῆς ὁποίας συνειδητοποιοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ μέσα μας καὶ γύρω μας «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως». Νιώθουμε τότε τὸ ἐσωτερικὸ ἄγγιγμα τῆς Χάριτός Του μέσα ἀπὸ καταστάσεις καὶ γεγονότα τῆς καθημερινότητάς μας καὶ τότε ἀκοῦμε νὰ μᾶς λέει «σήμερον ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖνε».

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι συναντᾶμε τὸν Θεό, κάθε φορὰ ποὺ ζοῦμε τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν αἰσθανόμαστε τὴ θεία κοινωνία τροφή, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ζοῦμε μία ζωὴ ποὺ ἀρχίζει ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ συνεχίζεται στὴν αἰωνιότητα. Ὅταν νιώθουμε τὴν ἐξομολόγηση λουτρὸ καθαρισμοῦ, ποὺ μᾶς πλένει ἀπὸ ἐνοχὲς καὶ μᾶς θεραπεύει ἀπὸ πάθη. Ὅταν φωτιζόμαστε ἀπὸ τὴ μελέτη καὶ τὴν ἀκοὴ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στὴ σύγχυση καὶ τὰ σκοτάδια τῆς ζωῆς. Ἀκόμη συναντᾶμε τὸν Θεὸ ὅταν ζοῦμε τὴν παρουσία Του μέσα στὸ θαῦμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς φύσης ἤ στὸ μυστήριο τοῦ θανάτου. Στὶς δύσκολες καὶ ὀδυνηρὲς καταστάσεις ποὺ μᾶς συγκλονίζουν ἀλλὰ καὶ στὶς ὅποιες χαρούμενες στιγμὲς μᾶς γεμίζουν εὐτυχία.



Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, γιὰ ὅσους ὅμως ἔχουν παραδοθεῖ στὴν ἐπιθυμία τοῦ κόσμου ὅλα αὐτὰ δὲν σημαίνουν τίποτα. Καὶ ὅμως αὐτοὶ τῶν ὁποίων «ἡ καρδία εἶναι καιομένη» συναντοῦν τὸν Χριστὸ ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν τὸν ὑποψιάζονται καὶ τὸν βλέπουν ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄλλοι τὸν ἀγνοοῦν. Ἀμήν.

Η προσπάθεια να σπιλώσουν την Αγία Αγνή


Αγία Αγνή
Η Αγία Αγνή γεννήθηκε στη Ρώμη, από ευγενείς γονείς. Ως σκοπό της ζωής της έθεσε να φέρνει τις ψυχές στον δρόμο του Χριστού. Καταγγέλθηκε όμως σε κάποιον άρχοντα, ο οποίος την διέταξε ν’ αρνηθεί την πίστη της. Ο πανούργος άρχοντας για να σπιλώσει την τιμή της και να την κάμψει την έριξε σε κάποιο πορνείο. Όμως η αγία Αγνή, προσευχόμενη προκάλεσε σεισμό και οι γυναίκες του πορνείου την έβγαλαν έξω από αυτό. Για να ικανοποιήσει την μανία του ο άρχοντας την έριξε στη φωτιά και έτσι παρέδωσε τη ψυχή της με μαρτυρικό τρόπο. Η Κάρα της Αγίας Αγνής βρίσκεται στον ρωμαιοκαθολικό Ναό της Αγίας Αγνής «ἐκτός τῶν Τειχῶν» Ρώμης.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως ἁγνείας ὤφθης κειμήλιον, καὶ ἀνδρικῶς ἠγωνίσω ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, καλλιπάρθενε σεμνὴ Ἁγνὴ πανεύφημε· ὡς γὰρ θυσία καθαρά, προσενήνεξαι αὐτῷ, τελέσασα τὸν ἀγῶνα, διὰ πυρὸς Ἀθληφόρε, καὶ τοῦ ἐχθροῦ τὴν πλάνην ἔφλεξας.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας λάμπουσα, μαρμαρυγαῖς ἀκηράτοις, μαρτυρίου ἤνυσας, περιφανῶς τοὺς ἀγῶνας· πίστει γὰρ, καὶ θείῳ ἔρωτι φλεγομένη, ἤνεγκας, πυρὸς τὴν καῦσιν ἀνδρειοφρόνως, καὶ πρὸς φῶς τῆς ἄνω δόξης, Ἁγνὴ θεόφρον, χαίρουσα ἔδραμες.

Ο Άγιος Μάξιμος και ο αγώνας κατά των αιρετικών

Άγιος Μάξιμος

Η Εκκλησία σήμερα, 21 Ιανουαρίου, τιμά τη μνήμη του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή.

Ο Άγιος Μάξιμος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 από πλούσιους και ευγενείς γονείς. Πραγματοποίησε λαμπρές θεολογικές, φιλολογικές και φιλοσοφικές σπουδές. Για τα πνευματικά αλλά και τα διοικητικά του χαρίσματα προσελήφθη αρχιγραμματέας του αυτοκράτορα Ηρακλείου. Παραιτήθηκε όμως γρήγορα για να υπερασπιστεί τις αλήθειες της πίστεώς του από την αίρεση των Μονοθελητών.
Ο Άγιος Μάξιμος εκάρη μοναχός και άρχισε σκληρό και ανελέητο αγώνα κατά των αιρετικών. Στον αγώνα του αυτό συνάντησε πολλά εμπόδια, κυρίως από τον αυτοκράτορα Κώνστα, ο οποίος ήταν υπέρμαχος των Μονοθελητών και έφθασε στο σημείο να συγκαλέσει ψευδο-σύνοδο, η οποία καταδίκασε και αναθεμάτισε τον όσιο. Τέλος τον παρέδωσε στον έπαρχο της πόλης για να τιμωρηθεί. Μαστιγώθηκε και του έκοψαν τη γλώσσα και το δεξί του χέρι. Το ακρωτηριασμένο του σώμα άντεξε με θαυματουργικό τρόπο τρία χρόνια και ήταν η πιο εύγλωττη μαρτυρία της πίστεως και της αφοσιώσεώς του στο Θεό. Μετά από ολιγοήμερη ασθένεια άφησε τη μακάριά του ψυχή στον τόπο της εξορίας του το 662.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τη Εκκλησία, υπερκοσμίων δογμάτων πανεύφημε, θεολόγων δε του Λόγου την κένωσιν, ομολογίας αγώσι διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το μέγα έλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Μάξιμε σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Συναξαριστής της 21ης Ιανουαρίου

Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής



Ὃς ἂν ὁμολογήσει ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ».
Δηλαδή, ὅποιος ὁμολογήσει μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς μένει μέσα σ᾿ αὐτὸν καὶ αὐτὸς μέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἕνας τέτοιος ὁμολογητὴς ὑπῆρξε καὶ ὁ Ὅσιος Μάξιμος, ποὺ πραγματικὰ εἶχε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπάνω του.

Ἦταν εὐγενικῆς καταγωγῆς καὶ γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 580 μ. Χ. Ἔκανε λαμπρὲς σπουδὲς στὴ θεολογία, ἀλλὰ καὶ στὴ φιλοσοφία. Μάλιστα, ἔκανε ἰδιαίτερος γραμματέας τοῦ αὐτοκράτορα Ἡρακλείου. Τότε προόδευε ἡ αἵρεση τῶν Μονοθελητῶν.

Ὁ Μάξιμος ἀφήνει τὶς λαμπρότητες τῶν ἀνακτόρων καὶ γίνεται μοναχός, πολεμῶντας παντοιοτρόπως τὴν σατανικὴ αὐτὴ αἵρεση. Στὸν ἀγῶνα του αὐτὸ βρίσκει πολλὰ ἐμπόδια. Κυρίως, τὸν αὐτοκράτορα Κώνστα, ποὺ ὑποστήριζε τοὺς Μονοθελητές. Μάλιστα, ἔφτασε στὸ σημεῖο μὲ μία ψευτοσύνοδο νὰ καταδικάσει τὸν ὅσιο, νὰ τὸν ἀναθεματίσει(!), καὶ τὸν παρέδωσε στὸν ἔπαρχο τῆς πόλης γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ. Μαστιγώνεται σκληρὰ καὶ τοῦ κόβουν τὴν γλῶσσα καὶ τὸ δεξὶ χέρι. Ἡ θέα, ὅμως, τοῦ ἄγλωσσου, πλέον, στόματος, θὰ ἦταν ἡ εὐγλωττότερη καὶ φλογερώτερη ὑπόμνηση τῆς ἀφοσίωσης ποὺ χρωστοῦν ὅλοι νὰ ἔχουν στὴν Ἱερὴ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Πεθαίνει ἐξόριστος στὴ Λαζικὴ τὸ 662 μ.Χ.


Ἀπολυτικιον Ἠχος γ'. Θείας πιστεως.
Θείου Πνευματος, τή ἐπομβρια, ρειθρα ἔβλυσας, τή Ἐκκλησια, ὑπερκόσμιων δογμάτων πανευφημε, θεολογῶν δέ τοῦ Λογου τήν κένωσιν, ὁμολογιας ἀγωσι διελαμψας. Πατερ Μαξιμε, Χριστον τόν Θεόν ἰκετευε, δωρησασθσι ἠμιν τό μεγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτικιον
Ἠχος πλ. α΄.
Ὀρθοδοξιας ὁδηγε, εὐσεβειας Διδασκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμενης ὀ φωστηρ, τῶν Μοναζοντων θεοπνευστον ἐγκαλλωπισμα, Μαξιμε σοφε, ταῖς διδαχαίς σοῦ παντας ἐφωτισας, λυρα τοῦ Πνευματος. Πρεσβευε Χριστω τῷ Θεω, σωθηναι τάς ψυχας ἠμων.

Κοντακιον 
Ἠχος πλ. α΄. Τή ὑπερμαχω.
Τόν τῆς Τριάδος ἐραστήν καί Μεγαν Μαξιμον, τόν ἐκδιδαξαντα τρανως πιστιν τήν ἐνθεον, τοῦ δοξαζειν τόν Χριστον, ἕν δύο φυσεσι, θελησεσι τέ καί ἐνεργειαις ὑπαρχοντα, ἐπαξιως ἕν ὠδαις πιστοι τιμησωμεν, ἀνακράζοντες• Χαιρε κῆρυξ τῆς Πιστεως.

Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος



Γεννήθηκε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Θεόδωρο καὶ τὴν Φλωρεντία, ἐπὶ βασιλέως Διοκλητιανοῦ (284-304). Σὲ νεαρὴ ἡλικία κατέφυγε στὸν Ὄλυμπο καὶ ζοῦσε ἀσκητικὰ μέσα σὲ μία σπηλιά. Ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο ἐπανῆλθε στὴ Νίκαια, ὅπου ἐπισκέφθηκε τοὺς γονεῖς του, καὶ κατόπιν πάλι ἐπέστρεψε στὸν Ὄλυμπο.

Ἡ ζωή του ὑπῆρξε πολὺ πνευματική. Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ὅμως, οἱ διῶκτες τοῦ Χριστιανισμοῦ Διοκλητιανὸς καὶ Μαξιμιανός, ἔστειλαν στὴν ἐπαρχία τῆς Βιθυνίας ἕναν θηριώδη ἄρχοντα, τὸν Μάξιμο. Αὐτὸς κομματίαζε τοὺς χριστιανοὺς μὲ τὸν πιὸ ἀπάνθρωπο τρόπο.

Τότε ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίστηκε στὸν Νεόφυτο καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάει στὴ Νίκαια γιὰ νὰ μαρτυρήσει. Ἔτσι ὥστε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νὰ ἐνισχύσει ψυχικὰ τοὺς χριστιανούς. Πράγματι ὁ Νεόφυτος παρουσιάστηκε στὸν Μάξιμο καὶ μὲ πρωτοφανὲς θάῤῥος τὸν ἤλεγξε. Τότε ὁ ἄγριος ἄρχοντας διέταξε καὶ τὸν ἔδειραν σκληρά. Κατόπιν τὸν ἔριξαν μέσα σὲ καζάνι μὲ βραστὸ νερό, ἔπειτα στὰ θηρία καὶ στὸ τέλος τὸν σκότωσαν μὲ ξίφος. Τὸ μαρτύριό του, ὅμως, ἐμψύχωσε σὲ μεγάλο βαθμὸ τοὺς χριστιανοὺς τοῦ τόπου ἐκείνου.



Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον
Ἐκ σπάργανων ἐπλήσθης τῆς θείας χάριτος, ὦσπερ νεοφυτοι ἔρνος χαριτωθεῖς τήν ψυχήν, καί θαυμάτων αὐτουργός ξένων γενόμενος, ἠνδρανάθησας στερρῶς, δί' ἀγώνων Ἱερῶν, Νεοφυτε Ἀθλοφόρε. Ἀλλά μή παύση πρεσβεύων, ἐλεηθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ὁ Ὅσιος Ζώσιμος ἐπίσκοπος Συρακουσῶν

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σικελία. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του εἶχαν ἕνα κτῆμα κοντὰ σ᾿ ἕνα μοναστήρι, καὶ ὁ μικρὸς γιός τους γρήγορα ἀγαπήθηκε ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ μοναχοὺς γιὰ τὴν ἀφοσίωσή του στὰ θεῖα. Ὁ ἡγούμενος μάλιστα τοῦ μοναστηρίου φρόντισε ὁ μικρὸς νὰ μάθει γράμματα καὶ ὅταν μεγάλωσε, ὁ ἴδιος πλέον δίδασκε τὰ θεολογικὰ γράμματα.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγουμένου ἔγινε αὐτὸς διάδοχός του, διότι θεωρήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Συρακουσῶν ἀξιώτερος ὅλων. Ὑπῆρξε τόσο μεγάλη ἡ εὐσεβὴς δράση του, ὥστε μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Συρακουσῶν, ἡ φωνὴ τοῦ λαοῦ τὸν ἔφερε στὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα.

Ἀπὸ τὴν νέα του θέση, ὑπηρέτησε λαμπρὰ τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου καθὼς καὶ ὅλα τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα. Καὶ ἔτσι ἅγια ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Οἱ Ἅγιοι Εὐγένιος, Οὐαλεριανός, Κάνδιδος καὶ Ἀκύλας οἱ ἐκ Τραπεζοῦντας



Κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ ζήτησαν νὰ προφυλαχθοῦν στὰ ὄρη. Συνελήφθησαν ὅμως καὶ διατάχθηκαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό. Ἐκεῖνοι ἀπάντησαν γενναία, ὅτι δὲν Τὸν ἀρνοῦνται, καὶ τότε τοὺς ἐξόρισαν στὸ φρούριο τῆς Πιτυοῦντος τῶν Λάζων.

Ἡ φυλακὴ δὲν μπόρεσε νὰ δαμάσει τὸ φρόνημά τους. Τοὺς ἔφεραν λοιπὸν καὶ πάλι στὴν Τραπεζοῦντα, ὅπου μὲ ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλές, προσπάθησαν νὰ τοὺς σύρουν στὴν εἰδωλολατρεία. Ἡ ἀποτυχία, ὅμως, ἐξόργισε τὸν ἔπαρχο Λυσία καὶ διέταξε νὰ τοὺς βασανίσουν σκληρά. Πρῶτα τους γύμνωσαν, καὶ ἄνδρες δυνατοὶ μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν, καταξέσχισαν τὶς σάρκες τους. Ἔπειτα ἔμπηξαν σιδερένια νύχια στὰ σώματά τους καὶ ἄνοιξαν βαθειὲς πληγὲς στὰ πλευρά τους. Κατόπιν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, ἔκαψαν τὶς ματωμένες πληγές τους. Τελικὰ θανατώθηκαν μὲ ἀποκεφαλισμό, ἀφοῦ ἔμειναν ἄσειστοι καὶ νικηφόροι στὴν πίστη τους.

(Στὸ τυπικό της Μονῆς Καρακάλου, ἀριθ. 25 φ. 123 σημειώνεται: «τῇ 24η Ἰουνίου τελεῖται καὶ ἡ γέννησις τοῦ ἁγίου καὶ ἐνδόξου μεγαλομάρτυρας Εὐγενίου»).

Ἡ Σύναξις τῆς Ἁγίας Εἰρήνης

Στὴν ἐκκλησία ποὺ βρίσκεται πρὸς τὴν θάλασσα. Αὐτὴ ἴσως εἶναι ἡ ἐκκλησία ποὺ ἔκτισε ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς (+ 10 Ἰανουαρίου), ὁ οἰκονόμος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Διότι αὐτὸς ἔκτισε ἕναν ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης πρὸς τὴν θάλασσα. Καὶ σ᾿ ἄλλα μέρη τῶν Συναξαριστῶν ἀναφέρεται αὐτὴ ἡ Ἁγία Εἰρήνη πρὸς τὴν θάλασσα.

Ἡ Ἁγία Ἁγνή



Ἦταν κόρη οἰκογενείας εὐγενῶν ἀπὸ τὴν Ῥώμη. Οἱ δραστηριότητες τῆς Ἁγνῆς ἦταν νὰ φέρνει ψυχὲς στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ οἱ ἐπιτυχίες της ἦταν μεγάλες. Καταγγέλθηκε στὸν ἄρχοντα καὶ διατάχτηκε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Ἁγνὴ ἐπέμενε νὰ τὸν ὁμολογεῖ.

Τότε ὁ σκληρὸς ἄρχοντας τὴν ἔριξε σὲ πορνεῖο γιὰ νὰ σπιλώσει τὴν τιμή της. Ἀλλ᾿ ἡ Ἁγνὴ διὰ τῆς προσευχῆς ἔφερε πραγματικὸ σεισμὸ μέσα στὸ πορνεῖο, καὶ ὅσους διεφθαρμένους τόλμησαν νὰ τὴν πλησιάσουν τοὺς ἔριξε κάτω νεκρούς. Ἀμέσως τότε οἱ διεφθαρμένες γυναῖκες τὴν ἔβγαλαν ἀπὸ τὸ πορνεῖο καὶ ὁ ἄρχοντας ἀπὸ τὴν μανία τὴν ἔριξε στὴν φωτιά.

Ἔτσι ἡ ψυχή της στεφανηφόρα πέταξε πρὸς τὸν Θεό. Εὐσεβεῖς χριστιανοὶ παρέλαβαν τὰ ἀπανθρακωμένα λείψανά της καὶ τὰ ἔθαψαν μὲ μεγάλη εὐλάβεια (ἡ μνήμη τῆς περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 5ην Ἰουλίου).

Οἱ Ἅγιοι τέσσερις Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὴν Τύρο.

Ὁ Ὅσιος Νεόφυτος Προσμονάριος τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου

Ἄκουσε τὴν φωνὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀπὸ τὸ στόμα τῆς ἁγίας της εἰκόνας. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πάτροκλος, Μνήμη ὅλων τῶν Μαρτύρων

Ποὺ μαρτύρησαν ἀπὸ τὸ χρόνο τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου μέχρι σήμερα. Ἡ μνήμη τους συναντᾶται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (σελ. 30). Ἡ δὲ πανήγυρί τους γινόταν στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Στεφάνου τῶν Ἱεροσολύμων, ποὺ ἔκτισε ἡ βασίλισσα Εὐδοκία (+ 460), σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ.

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος Γραικός


Γεννήθηκε στὴν Ἄρτα τὸ 1470, ἀλλὰ ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπὸ τὸν Μοριᾶ καὶ τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Μιχαὴλ Τριβώλης. Μαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἰωάννη Μόσχο καὶ ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὴν Ἰταλία. Ἐπίσης, μαθήτευσε στὴν Ἑλληνικὴ σχολὴ τῆς Βενετίας καὶ κατόπιν σπούδασε στὰ Πανεπιστήμια τῆς Πάδοβας, τῆς Φλωρεντίας καὶ τοῦ Μιλάνου ἔχοντας ἐπιφανεῖς Ἕλληνες δασκάλους, ὅπως ὁ Ἰανὸς Λάσκαρης, ὁ Λαόνικος Χαλκοκονδύλης κ.ἄ.

Τὸ 1505-6 πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Μάξιμος. Ἀργότερα ὁ Ἅγιος, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ τσάρου τῆς Ῥωσίας Βασιλείου Ἰβάνοβιτς, τὸ 1516, πῆγε στὴ Ῥωσία προκειμένου νὰ μεταφράσει διάφορα λειτουργικὰ καὶ θεολογικὰ βιβλία στὴ σλαβωνική.

Ἐκεῖ ὅμως συκοφαντήθηκε ἄγρια ἀπὸ τὸν ἰσχυρὸ ἡγούμενο τῆς Μονῆς Βολοκαλὰμκ Δανιὴλ καὶ ἔτσι ὁ Μάξιμος ταλαιπωρήθηκε ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν μὲ ἐξορίες, στέρηση θείας κοινωνίας, φυλακίσεις σιδηροδέσμιος καὶ ἄλλα βάσανα.

Τελικὰ τὸ 1551 μεταφέρθηκε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σεργίου, ὅπου ὁ ἡγούμενος τὸν περιέβαλε μὲ πολλὴ ἀγάπη, ἐκτιμῶντας τὸ πνευματικό του ἔργο. Ἐδῶ ἄφησε καὶ τὴν τελευταία του πνοὴ στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 1556, ἀφοῦ συνέγραψε πολλὰ ἀπολογητικὰ καὶ ἑρμηνευτικὰ ἔργα.

Ἁγιοποιήθηκε στὶς 31 Μαίου 1988.



Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α'.
Τοῦ λίθου σφραγισθέντος Λακεδαιμονίων τόν γόνον, καί τῆς Ἄρτης τό καύχημα, τόν φωστήρα τῶν Ρώσων καί τοῦ Ἄθω ἀγλάισμα, τιμήσωμεν συμφώνως οἰ πιστοί, βοῶντες πρός αὐτόν εἰλικρινῶς, δόξα τῷ δεδωκότι σοί ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῶν Ὀρθοδόξων τό νέον καύχημα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ'.
Ἔξ Ἄρτης ἀνέτειλας, ὦσπερ ἀστήρ φαεινός, σοφία κοσμούμενος, καί ἀρετῶν τῷ φωτί, Πατήρ ἠμῶν Μάξιμε` ὄθεν τήν ἕν Ρωσία , Ἐκκλησίαν λαμπρύνας, λόγω σου Ὀρθοδόξω, καί ὀρθοτητι βίου,ἐνήθλησας νομίμως, καί δόξης ἠξίωσαι.

Μεγαλυνάριον 
Χαίροις ὀ τῆς Ἄρτης Θεῖος βλαστός, καί τῆς ἕν Ρωσία Ἐκκλησίας ὑφηγητής, πρός ὀρθοδοξίας, τάς θείας παραδόσεις, ὤ Μάξιμε θεοφρον, ἀξιοθαύμαστε.

Ὁ Ὅσιος Ἀπολλώνιος ὁ Ἀναχωρητής

Ὀ Ὄσιος Ἀπολλώνιος ἔζησε περί τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί κοιμήθηκε μέ εἰρήνη. 

Εἰς τὸν Ζακχαῖον τὸν τελώνην -Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομο



Οἱ τῶν καλῶν ἐρῶντες, οὐδὲν ἀπέχουσι τῶν διψώντων, ὦ ἀγαπητοί. Ὅσῳ γὰρ οὐχ εὑρίσκουσι τὸ ζητούμενον, τοσούτῳ πρὸς τὴν δίψαν τῶν ποθουμένων καίονται· καὶ νύκτωρ μὲν φαντάζονται τὰς ποθουμένας, ὡς διψῶντες, πηγάς· μεθ’ ἡμέραν δὲ τόπον ἐκ τόπου περιερχόμενοι, ὅμμασι πολυκινήτοις περιβλεπόμενοι, ζητοῦσι τὰ τῆς καρδίας ποθούμενα.

Καὶ ὥσπερ ὁδοιπόροι ἐν ὥρᾳ καύσωνος τὴν ἄνυδρον γῆς διατρέχουσιν, ὑπὸ τῆς δίψης πιεσθέντες, καὶ τὰς πηγὰς περιβλέπονται, ὡς πολλάκις καὶ ἐπὶ βουνοὺς ἀνατρέχοντας αὐτοὺς ὅπου πηγή· κἄν ἴδωσιν αὐτὴ πόρρωθεν, χαίρουσι, καὶ ἐπιτείνονται τὴν πορείαν πρὸς αὐτὴν σπεύδοντες· εἶτα ἐλθόντες ἐπὶ τὴν πηγὴν τὴν δίψαν τῷ ὕδατι παύσουι τοιοῦτοί εἰσιν οἱ φιλόχριστοι ἄνδρες.

Ἐν γὰρ τῇ ἡμέρα τὸν ποθούμενον αὐτοῖς Χριστὸν ἔργοις ἀγαθοῖς ἐκζητοῦσι, καὶ ἐν νυκτὶ δι’ εὐχῶν προσομιλοῦσιν αὐτῷ καὶ ἐν τοῖς ὕπνοις μετ’ αὐτοῦ βηματίζειν φαντάζονται· ἐὰν ἐν ὁράμασιν αὐτὸν ἴδωσι πόρρωθεν, χαίρονται καὶ ἀγάλλονται, ὥσπερ οἱ διψῶντες, ὅταν εὕρωσι τὰς ποθουμένας πηγάς· καὶ πάλιν διυπνισθέντες καθεύδειν ἐθέλουσιν, ἵνα τῇ αὐτῇ ὁπατασίᾳ τοῖς ὕπνοις περιτύχωσι.

Τοιοῦτος ἦν καὶ Ζακχαῖος ὁ ἀρτίως ὑμῖν ὑπὸ εὐαγγελίου διαναγνωσθείς. Ὅρα γὰρ μοι αὐτὸν καὶ τρέχοντα, καὶ πόθῳ φλεγόμενον θείῳ καὶ ἐπὶ τὸ δένδρον ἀναβαίνοντα, καὶ Ἰησοῦν περιβλεπόμενον, ὅπως ἴδῃ τὴν ζωοφόρον πηγήν.

Θεωρήσας δὲ Ζακχαῖος τὸν Κύριον, τὴν μὲν ὅρασιν ἀνέπαυσε, τὴν δὲ καρδίαν πλέον πρὸς πόθον ἐξέκαυσεν. Εἰσελθὼν δέ, φυσίν, ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεριχώ, διήρχετο. Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀν ὀνόματι Ζακχαῖος· καὶ οὗτος ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος· καὶ ἐπιθύμει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν, ὅτι ἐκεῖ ἔμελλε διέρχεσθαι.

Ὅρα μοι πόθον ἄνθρώπου, ἀγαπητέ. Καὶ οὐκ ἠδύνατο βλέπειν ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι μικρὸς ἦν τῇ ἡλικίᾳ. Καὶ προλαβὼν εἰς τὰ ἔμπροσθεν, ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ τὸν Ἰησοῦν, ὅτι ἐκεῖθεν ἤμελλε διέρχεσθαι· Ζακχαῖος ὁ τὴν ἡλικίαν τοῦ σώματος μικρός, τῇ δὲ φρονήσει τοῦ πνεύματος μέγας, ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν, ἐπεθύμει ἰδεῖν τὸν Θεὸν ἐν ἀνθρώποις τὰ οὐράνια χαριζόμενον· ἐζήτει ἰδεῖν τὸν τῶν ἀγγέλων κτίστην, καὶ τοῦ οὐρανίου καὶ ὑπεργείου φωτὸς λαμπαδοθέτην βήμασιν ἀνθρωπίνοις περιπατοῦντα· ἐζήτει ἰδεῖν πῶς ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης ἐν τῇ νεφέλῃ τοῦ σώματος καθεζόμενος, τῶν πιστῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας κατήυγασεν· ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Θεὸν Ἰησοῦν, τὸ καλὸν σχῆμα, τὸ ποθεινὸν πρᾶγμα, τὸ γλυκὺ ὄνομα Ἰησοῦν, τὸν ἐκ τοῦ ὀνόματος πρᾶγμα σημαίνοντα· ἐπεθύμει ἰδεῖν τὸ πορφυρόμαλλον πρόβατον, οὗ τὸ αἷμα τὴν οἰκουμένην ἐξηγόρασε, καὶ ὁ πόκος αὐτοῦ ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι τέλους γυμνωθέντας ἐσκέπασεν· ἐπιθύμει ἰδεῖν ὁ αἰχμάλωτος στρατιώτης τὸν ἴδιον βασιλέα, τὸ πρόβατον τὸν ποιμένα, ὁ πεπλανημένος τὴν ὁδὸν, ὁ ἐσκοτισμένος τὸ φέγγος· ἐπεθύμει ἰδεῖν τὸν τῆς εὐσεβείας κήρυκα, ὁ μὴ ἔχων τὸ τῆς θεογνωσίας γλυκύτατον ἄρτυμα· ἐζήτει ἰδεῖν ὁ ἄρρωστος τὴν ὑγείαν, ὁ πεινῶν τὸν οὐράνιον ἄρτον, ὁ διψῶν τὴν ζωοφόρον πηγήν· ἐπεθύμει ἰδεῖν τὸν τῶν ἱερέων ζωοδότην, καὶ ἐξυπντιστὴν τοῦ Λαζάρου.

Ὤ ἔρωτος θείου, ὤ ἐπιθυμίας ! ὤ ἔρωτος χρυσοπτέρον, μᾶλλον δὲ Χριστοῦ, τοῦ τὴν ἔχουσαν αὐτὸν ψυχὴν εἰς οὐρανοὺς ἀναφέροντος!

Ἤδη ὁ Θεῖος ἔρως ὁ ἄρας αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς, δενδροβάτην παρισκεύασεν· οὐκ ἔτι τὰ ἐπίγεια βλέπειν αὐτὸν ἤδη, οὔκ ἔτι ἀνθρώποις συνεχώρησεν αὐτὸν ὁμιλεῖν· ἀλλὰ πρὸς θείαν βλέψας ἀγάπην, τὰ οὐράνια ἐξεδέχετο· ἀπ’ ἐκεῖνων πρὸς ἐκεῖνα ἔτρεχε πρὸς ἅ ἠπείγετο, καὶ ἐπὶ τὸ δένδρον ἀναβὰς πριεβλέπετο τὸν Χριστὸν, καὶ τῇ διανοίᾳ τῆς νεφέλης ἐπέβαινεν.

Ἰδὼν δὲ τὸν Χριστὸν ὁ Ζακχαῖος ἁρμοζόντως ἔλεγε· Πρὸς σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμοὺς μου τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ. Εἶδε Ζακχαῖος τὸν Κύριον, καὶ πλέον πρὸς πόθον ἐξεφλέγετο· ἥψατο αὐτοῦ τῆς καρδίας, καὶ ἄλλος ἐξ ἄλλου ἐγίνετο· ἀντὶ τελώνων ζηλωτής, ἀντὶ ἀπίστου πιστός, καὶ ἀντὶ λύκου πρόβατον σφραγιδοφόρον.

Τίς οὕτω ποθεῖ πατέρα ἤ μητέρα, τίς οὕτω ποτὲ ἠγάπησε γυναῖκα ἤ τέκνα, ὡς Ζακχαῖος τὸν Κύριον ὡς ἐξ αὐτοῦ τοῦ πράγματός ἐστι δοκιμάσαι; Πάντα γὰρ αὐτοῦ τὰ ὑπάρχοντα διὰ τὸν Χριστὸν τοῖς πένησιν ἔδωκε, καὶ οὕς ἐσυκοφάντησε, τετραπλασίονα, ἀπέδωκεν.

Ὤ μαθητοῦ τρόπος ἀγαθός, ὤ διδασκάλου ἐπιείκεια καὶ δύναμις θεία, ἐκ τοῦ ὀφθῆναι μόνον τὸν Ἰησοῦν εἰς πρᾶξιν ἐνάγοντα! Οὕπω γὰρ κατηχητικὸν λόγον τῷ Ζακχαίῳ ἔλεγεν ὁ Κύριος ἀλλὰ ὤφθη μόνον τῷ ποθοῦντι καὶ ἡ τῆς πίστεως δύναμις ὑπὲρ τῆς τοῦ ποθοῦντος καρδίας ἀνείλκετο. Τοτοῦτόν τι γέγονεν καὶ ἐπὶ τῆς αἱμορροούσης· προσελθοῦσα γὰρ τῷ Κυρίῳ, καὶ ἀξιοῦσα αὐτὸν, ἵνα ἰάσησται αὐτὴν, οὐ μὴν ἐξεδέχετο τὴν ἁφὴν τῆς χειρός, ἀλλὰ αὐτὴ προσελθοῦσα ἤψατο αὐτοῦ τοῦ κρασπέδου κρυφίως· καὶ ἡ δύναμις τῆς ἰάσεως ὑπὸ τῆς ἀψομένης ὡς σπόγγος εἵλκετο.
Καὶ ὁ μὲν Ζακχαῖος ἀγνοῶν ἐποίει, θείῳ ζήλῳ φερόμενος, καὶ πνευματικῷ ἔρωτι φλεγόμενος ἐπὶ τὴν συκομορέαν ἔτρεχεν· ὁ δὲ Κύριος μυστικόν τι θεωρήσας, ἔλεγε κατάβηθι· οἶδά σου τὴν ψυχὴν, οἶδά σου τὸν ὅσιον ἔρωτα· Κατάβηθι· μνήσθητι ὅτι ὁ Ἀδὰμ γυμνωθεὶς, ὑπὸ τῆς συκῆς ἐκρύβη· σὺ δὲ θέλων σωθῆναι, ἐπὶ συκομορέαν μὴ ἀνάτρεχε.

Δεῖ με τὸ συκόμορον τοῦτο ξηρᾶναι, καὶ ἄλλο φυτεῦσαι, σταυρόν. Ἐκεῖνο χρηστὸν δένδρον ἐστίν, ἐπ’ ἐκεῖνο βήματι ψυχῆς ἀνάτρεχε.

Ἐκεῖθεν γὰρ εἰς οὐρανοὺς ἕτοιμος ἀκονίζῃ· εἰς τοῦτον τὸ δένδρον καὶ ὁ ὄφις τοῖς φύλλοις περιπλέκεται, εἰς τοῦτο κρύπτεται, ἐν τούτῳ ἐνόσσευσε· σπεῦσον, κατάβηθι πρὸ τοῦ αὐτὸν ψιθυρίζειν τῇ ψυχῇ σου, ὡς καὶ ἐπὶ τῆς Εὔας πείσας αὐτὴν γεύσασθαι τῆς γλυκείας ἡδονῆς· σπεῦσον, κατάβηθι· ἕως ἔστηκα ἐγώ, κατάβηθι· ἐμοῦ γὰρ ὁρῶντος αὐτόν, ἐκεῖνος πεφίμωται.

Σπεῦσον, κατάβηθι, οὐ θέλω σε ἐᾶσαι ἐπὶ τὴν συκομορέαν, οὐ θέλω σε ἀπολέσθαι· ἐμὸν γὰρ εἶ πρόβατον, ἐμοὶ προσέδραμες. Σπεῦσον, κατάβηθι, καὶ πρόλαβε εἰς τὸν οἶκον σου· δεῖ με ἀναπαύειν ἐκεῖ.

Ὅπου γὰρ πίστις, ἐκεῖ ἀναπαύομαι· ὅπου ἀγάπη, ἐκεῖ ἀπέρχομαι.

Οἶδα τί μέλλεις ποιεῖν· οἶδα ὅτι ὅλα σου τὰ ὑπάρχοντα μέλλεις διδόναι πένησι καὶ πρῶτον ἀποδιδόναι οἷς ἐσυκοφάντησας, τετραπλασίονα. Παρὰ τοῖς τοιούτοις ἡδέως αὐλίζομαι. Καὶ ὁ Ζακχαῖος σπεύσας κατέβη, καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶ Ἰησοῦν ὑπεδέξατο.
Χαρᾶς δὲ ἐμπλησθείς, σταθεὶς εἶπεν· οὐ περιπατῶν, οὐ καθήμενος, ἀλλὰ σταθείς, ἵνα δείξῃ τὴν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ ἀμετάθετον γνώμην σταθεὶς εἶπεν, ὅτε ζέων τῷ πνεύματι, ἀμεταμέλητα νοήσας ἠγωνίζετο· ἤδει γὰρ ὅπου σπείρει, καὶ ὅπου μέλλει θερίζειν καὶ εἶπεν· Ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου δίδωμι τοῖς πτωχοῖς· καὶ οὕς ἐσυκοφάντησα, τετραπλασίονα ἀποδίδωμι.

Ὤ ἐξομολόγησις καθαρὰ ἐκ καρδίας καθαρᾶς προερχομένη· ἐξομολόγησις ἀνεπαίσχυντος ἀνεπαισχύντῳ δόξῃ Θεοῦ παρισταμένη, πίστιν ἀποπνέουσι, καὶ δικαιοσύνην ἀνθοῦσα! ἧς δικαιοσύνης καταξιώσειεν ἡμᾶς ὁ τῶν ὅλων Θεός, χάριτι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής [21.1 και 13.8]


Αποτέλεσμα εικόνας για άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής [21.1 και 13.8]
από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑΟ άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 και πέθανε στη Λαζική του Πόντου το 662. Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες φωτισμένες εκκλησιαστικές προσωπικότητες της μεσοβυζαντινής περιόδου1. Κατά τη νεότητά του, ως λαϊκός, διετέλεσε στέλεχος κρατικών διοικητικών θέσεων ενώ αργότερα εκάρη μοναχός. Ως μοναχός πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση των ορθοδόξων θέσεων κατά την εκκλησιαστική έριδα του μονοθελητισμού. Μάλιστα η όλη θεολογική του θέση υπήρξε κεντρικός πυλώνας της αντίδρασης της ορθοδόξου Εκκλησίας στις βασιλικές επιδιώξεις για θεολογικό συμβιβασμό μεταξύ Ορθοδόξων και Μονοφυσιτών που εξυπηρετούσαν απλώς τα σχέδια για μια όπως-όπως ενότητα στην αυτοκρατορία την δύσκολη εκείνη εποχή ανόδου και εξάπλωσης του Μωαμεθανισμού. Εξέφρασε ακόμη με αγωνιστικότητα και αυταπάρνηση τη διδασκαλία των προηγούμενων Οικουμενικών Συνόδων, πράγμα που τελικά οδήγησε τον ίδιο στο μαρτύριο και την εξορία. 

Το θεολογικό συγγραφικό του έργο εκτιμάται για την αρτιότητα και την ιδιαιτερότητα του, ως ένα κορυφαίο δείγμα υψηλής θεολογίας που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να συναρπάζει τους σημαντικότερους θεολόγους, ερευνητές αλλά και φιλοσόφους της εποχής μας. Ο Μάξιμος συναριθμήθηκε στους Αγίους Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας [αλλά και της Ρωμαιοκαθολικής και διαφόρων προτεσταντικών ομολογιών]. Η μνήμη του τιμάται την 21η Ιανουαρίου αλλά και την 13η Αυγούστου.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ: Λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τη νεανική περίοδο της ζωή του. Κάποιες πληροφορίες αντλούμε κυρίως από έναν ανώνυμο βιογράφο2 του και κάποια αποσπασματικά βιογραφικά κείμενα3. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 προφανώς από πλούσιους γονείς οι οποίοι του παρείχαν σπουδαία εγκύκλια και θεολογική παιδεία. Γράφει σχετικά ο Γ. Φλορόσκι: “αυτό σημαίνει ότι η εκπαίδευσή του θα διήρκησε απο το 6ο ή 7ο έτος της ηλικίας τους εως το 21ο και περιελάμβανε γραμματική, κλασσική φιλολογία, ρητορική και φιλοσοφία (συμπεριλαμβανομένων αριθμητικής, μουσικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ηθικής, δογματικής, μεταφυσικής) και επίσης πρέπει να συμπεριελάμβανε την πρώτη επαφή με τον Αριστοτέλη και τους νεοπλατωνικούς (μέσω υπομνημάτων του Πρόκλου και του Ιάμβλιχου)”. Σύντομα έγινε αρχιγραμματέας στην διοικητική θέση του πρώτου υπογραφέα των βασιλικών υπομνημάτων, στην αυλή του Αυτοκράτορα Ηράκλειου. Το κλίμα, όμως, του παλατιού όσο και των διοικητικών καθηκόντων, φαίνεται πως τελικά δε τον γοήτευσε και στράφηκε προς τον μοναχικό βίο. Εκάρη μοναχός στη μονή της Χρυσουπόλεως [Σκούταρι], στην ασιατική πλευρά της Κων/λης, κοντά στην Χαλκηδόνα. Εκεί ο Μάξιμος δεν επιζήτησε κάποιο ιερατικό βαθμό, αλλά παρέμεινε απλός μοναχός στο μοναστήρι περί τα 10 έτη, διακρινόμενος για το ασκητικό του φρόνημα, αλλά και για το πνεύμα του και τη σοφία του ανάμεσα στους συμμοναστές του. Γύρω στο το 624 υποχρεώθηκε να μετακινηθεί από το μοναστήρι, εξ αιτίας Περσικών επιδρομών. Η περιπλάνησή του θα διαρκέσει αρκετά χρόνια μέχρι να καταλήξει στη Ρώμη, όπου θα οργανώσει τον αγώνα της Ορθοδοξίας κατά του μονοθελητισμού. Αργότερα πέρασε από την Κύζικο, την Κρήτη, την Κύπρο, ίσως την Αλεξάνδρεια και την Καρθαγένη. Σε όλο αυτό το διάστημα γνώρισε και μελέτησε επισταμένως τη θεολογία της αίρεσης του μονοθελητισμού, η οποία προσπάθησε να επιβληθεί στην Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, με βασιλικό συνέργεια.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟΘΕΛΗΤΙΣΜΟΣ: Στα τέλη του 6ου αιώνα το Βυζάντιο βρισκόταν σε δυσχερή θέση. Οι επιθέσεις των Περσών αλλά κυρίως η διαρκώς αυξανόμενη άνοδος των Ισλαμιστών Αράβων, είχαν θέσει σε κίνδυνο ζωτικά τμήματα της Αυτοκρατορίας στην Ανατολή και την Αφρική. Συγχρόνως η μονοφυσιτική έριδα είχε αφήσει σημάδια μίσους στην πλειοψηφία των Αντιχαλκηδόνιων αιρετικών κατοίκων των νότιων και ανατολικών επαρχιών σε βάρος της κεντρικής διοίκησης του κράτους. Μία σειρά αυτοκρατόρων από τον Ιουστινιανό και έπειτα πίστεψαν πως με την υποχωρητικότητα προς τους αραβικούς αυτούς μονοφυσίτες λαούς θα διατηρούνταν τα κεκτημένα της Αυτοκρατορίας. Έτσι προσπάθησαν με χρήση εκκλησιαστικής πολιτικής, μάλλον ανορθόδοξα, να συμβιβάσουν τις δυο αντίπαλες ομάδες των μονοφυσιτών και των ορθοδόξων. Οι περιοχές της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, ήταν και οι περιοχές οι οποίες είχαν περισσότερο ασπαστεί το μονοφυσιτισμό. Αυτό είχε επιφέρει αυξανόμενη δυσφορία, σε σημείο οι Περσικές ή αραβικές επιθέσεις στις περιοχές αυτές να αντιμετωπίζονται στην καλύτερη περίπτωση με απάθεια από την τοπικό πληθυσμό, ή συχνά με ανοιχτή στήριξη των Μωαμεθανών από τους τοπικούς μονοφυσίτες ηγέτες! Η βασιλική προσπάθεια στα χρόνια του Μάξιμου αφορούσε στο ζήτημα της ένωσης της εκκλησίας με τους μονοφυσίτες των περιοχών αυτών, υπό τον [επίσης αιρετικό] θεολογικό όρο της “μίας ενέργειας και μίας θέλησης στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού”. Σύμφωνα με τον όρο της Χαλκηδόνιας Οικουμενικής Συνόδου, ο Ιησούς Χριστός είχε δύο φύσεις ασύγχυτες και άτρεπτες μεν, σε κοινωνία όμως στην υπόσταση του ενός προσώπου. Θεολογική συνέπεια ήταν πως κάθε φύση ενεργεί και θέλει. Η προσπάθεια λοιπόν τότε από το επίσημο κράτος, που επιθυμούσε άμεσα μια συμβιβαστική λύση, επικεντρώθηκε στην αποσαφήνιση των όρων της μίας ενέργειας και θέλησης του προσώπου του Ιησού, παρακάμπτοντας το ζήτημα της άμεσης ένωσης των φύσεων και των συνεπειών της. Τελικά με την προσπάθεια του πατριάρχη Σέργιου η λεγόμενη "Εκθεση" ήταν το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης με τους μετριοπαθείς μονοφυσίτες, με τους οποίους επετεύχθη σε πρώτη φάση σύγκλιση, η οποία επικυρώθηκε με συνοδική απόφαση (την επονομαζόμενη "Ψήφο"). Ο Σέργιος, σε συνεργασία με τον Ηράκλειο, πέτυχε να πείσει και τους άλλους Πατριάρχες [και τον πάπα Ονώριο στη Ρώμη] ξεπερνώντας τον σκόπελο του “μονοενεργητισμού” του οποίου υπήρξε υπέρμαχος, με την θεολογία της “μίας θελήσεως στην υπόσταση του Λόγου”. Έτσι τα πατριαρχεία ευθυγραμμίστηκαν στην Κωνσταντινουπολίτικη Σύνοδο του 638, παρά τις διαφωνίες του Σωφρονίου Ιεροσολύμων, ο οποίος είχε πεθάνει. Ο θάνατος όμως των πατριαρχών Ιεροσολύμων, Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης και η απώλεια των επαρχιών στις οποίες είχαν καταφύγει οι υπέρμαχοι των δογμάτων της Χαλκηδόνας, δεν επέτρεψε την αυτοκρατορική καταστολή των αντιδράσεων[!], με αποτέλεσμα η υποβόσκουσα τάση της θεολογίας των δύο θελήσεων να αντιδράσει και να έλθει δυναμικά στο προσκήνιο με ηγέτη το Μάξιμο.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΟΝ ΜΟΝΟΘΕΛΗΤΙΣΜΟ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Μάξιμος, στο μεταξύ είχε κατευθυνθεί στη Δύση. Στον αγώνα ενάντια στο μονοενεργετισμό και το μονοθελητισμό συναγωνιστής του θα αποβεί ο Σωφρόνιος4, ηγέτης του μοναστικού κινήματος και μετέπειτα πατριάρχης Ιεροσολύμων. Οι δύο τους θα μεταβούν στην Αλεξάνδρεια, το 633, για να ενημερωθούν αναλυτικότερα για την σχετική κακοδοξία. Ο Μάξιμος, λαμβάνοντας υπόψιν του την συνοδική απόφαση της Ψήφου (634), επαινεί αρχικά τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ζητώντας όμως πρόσθετες εξηγήσεις, κι αυτό ίσως κερδίζοντας χρόνο για να διατρανώσει αργότερα την ευθεία αντίθεσή του στις απόψεις του μονοθελητισμού, τον οποίο θεωρεί πως είναι ξένο προς την βιβλική διδασκαλία και τις αποφάσεις των Πατέρων της Εκκλησίας. Ο Μάξιμος θα μεταβεί τελικά στη Ρώμη το 646, αλλά είναι βέβαιο πως, από το 638 και μετά, ο αγώνας του βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη κάτι που γίνεται φανερό και από το συγγραφικό του έργο. Η “Έκθεση”, στην οποία στράφηκε πολέμιος ο Μάξιμος, στην ουσία επιχειρούσε συμβιβαστικά να αμβλύνει τους Χαλκηδόνιους όρους, οι οποίοι δεν άρεσαν στους μονοφυσίτες και ομολογούσε πως στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού “υπάρχει ενέργεια τόσο στην ανθρώπινη όσο και τη θεϊκή φύση, αλλά στην υπόσταση του Λόγου παρουσιάζεται μόνο ένα θέλημα”, μια καθαρά αιρετική άποψη δηλαδή. Ο Μάξιμος, ως ηγέτης της Χαλκηδόνιας θεολογίας απορρίπτει την έκθεση και με δεινή επιχειρηματολογία, πείθει για λίγο διάστημα και τον πατριάρχη Πύρρο Κωνσταντινουπόλεως, πως η έννοια του μονοθελητισμού είναι αιρετική απόκλιση. Αργότερα έπεισε και τον Πάπα Ρώμης Μαρτίνο να συγκαλέσει Σύνοδο (Λατερανό, 649), που καταδίκαζε το μονοθελητισμό και απέκοβε την κοινωνία με τις εκκλησίες που υποστήριζαν την Έκθεση του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Στο μεταξύ ο νέος αυτοκράτορας, ο Κώνστας, το 648 θα επιχειρήσει να επιβάλλει για ειρήνευση στο εσωτερικό της εκκλησίας το λεγόμενο Τύπο (που προσυπογράφηκε και από τον Σέργιο), διατάσσοντας την απαγόρευση της χρήσης των όρων ενεργείας και θελήσεως στο εν λόγο ζήτημα. Όμως, η μη συμμόρφωση του Πάπα Μαρτινου και του Μάξιμου επέφερε τις διώξεις τους και το μαρτύριο τους.
ΔΙΚΗ - ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Ο Μάξιμος συνελήφθη το 653 και φυλακίστηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η δίκη του διενεργήθηκε το 655, υπό την κατηγορία του εχθρού και εγκληματία του κράτους και του ανατροπέα της εκκλησιαστικής και πολιτειακής ειρήνης[!!] Η δίκη του, όχι άδικα, χαρκτηρίστηκε “φονική”, ενώ τα πρακτικά της διασώζονται μέχρι και σήμερα. Οι υπερασπιστές της λεγόμενης “ενωτικής σύνθεσης” με τους μονοφυσίτες και ιδίως οι άρχοντες είχαν εκνευριστεί από τη συμπεριφορά του Μαξίμου και ιδίως από την πνευματική ανεξαρτησία και αδιάλλακτη άρνηση του στα αυτοκρατορικά διατάγματα. Ο Μάξιμος γενναία κατηγορούσε την πολιτεία για ανάμιξη στην εκκλησιαστική τάξη5, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε εξορία σε πρώτη φάση στη θρακική Βιζύη. Όμως, η εκκλησιαστική ειρήνευση και η επιτυχία των αυτοκρατορικών επιδιώξεων ήταν φανερό πλέον πως περνούσαν από την πλήρη υποταγή του Μαξίμου. Έτσι οδηγήθηκε το 656 ενώπιον επισκοπικού δικαστηρίου, χωρίς όμως να επιτευχθεί το ζητούμενο από τους αντιπάλους του αποτέλεσμα. Έτσι εξορίστηκε ξανά, στο Ρήγιο της Ιταλίας τη φορά αυτή, όπου οι διαβουλεύσεις συνεχίστηκαν. Ο ίδιος αμετακίνητος εξορίστηκε ακόμα πιο μακριά στη βόρεια Θράκη. Το 662 τον οδήγησαν μαζί με το μαθητή του Αναστάσιο σε σύνοδο επισκόπων στην Κων/πολη. Εδώ η απόφαση του “δικαστηρίου” οδήγησε σε αιματηρό μαρτύριο για τον Μάξιμο: αποκοπή του δεξιού του χεριού, για να μην γράφει, και της γλώσσας του, για να μην ομιλεί! Τέλος, εξορίστηκε στη Λαζική του Πόντου. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής υπέκυψε από τις κακουχίες στις 13 Αυγούστου το 662.
ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥΤο μαρτύριο του Μάξιμου προκάλεσε στη Βυζαντινή κοινωνία ιδιαίτερη εντύπωση. Χαρακτηριστικές είναι οι ιστορίες της εκκλησιαστικής παραδόσεως που μαρτυρούν την αγάπη και το σεβασμό για την προσωπικότητά του και την έπίδραση του στον ορθόδοξο κόσμο. Μετά την οριστική καταδίκη του μονοθελητισμού από την Στ΄Οικουμενικη Σύνοδο, όπου η διδασκαλία του Μαξίμου υπήρξε θεμέλιο της απόφασης της συνόδου, τιμήθηκε ως Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μάρτυρας, μεγάλος εκλησιαστικός Πατέρας και κήρυκας της Ορθοδοξίας. Εκτιμήθηκε επίσης ως φιλόσοφος, μυστικός και ασκητής. Τα βιβλία του μάλιστα αποτέλεσαν και αποτελούν αγαπημένα αναγνώσματα λαϊκών και μοναχών.
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟΟ Μάξιμος αναδείχθηκε γόνιμος και πολυγραφότατος συγγραφέας, όμως το έργο του είναι κάπως “δυσνόητο και δυσανάγνωστο”, κατά τον Μ. Φώτιο, γεμάτο αλληγορίες και λογοτεχνικά σχήματα, ενώ για την κατανόησή του απαιτείται μια βαθύτερη γνωριμία με το σύστημα και τον κόσμο του συγγραφέα. Μέσα από τη εργογραφία του επίσης γίνεται φανερό πως προτιμά να εμβαθύνει παρά να πλατειάζει, εισερχόμενος βαθύτερα, στον πυρήνα του θέματος, με τη πολύ γνωστή σε αυτόν διαλεκτική μέθοδο. Η θεολογία του επηρέασε όσο κανενός άλλου τη μεταγενέστερη σκέψη και τη βυζαντινή φιλολογία. Η ορθόδοξη παράδοση, επηρεασμένη ιδιαίτερα από του Καππαδόκες μεγάλους Πατέρες, αλλά και τα ασκητικά έργα του Ευαγρίου Ποντικού και Διονυσίου Αρεοπαγίτη είναι η βάση που στηρίχθηκε το έργο του. Το έργο του Μάξιμου διαχωρίζεται σε έξι κατηγορίες: ερμηνευτικά των γραφώνερμηνευτικά των πατέρωναπολογητικά ή επιστολέςλειτουργιολογικά-πνευματικά και τέλος μυστικά [ασκητικά]. Κυριότερα έργα του είναι οι απορίες, Ερωτήσεις και αποκρίσεις προς Θαλάσσιον, Πεύσεις και αποκρίσεις, η επιστολή προς Θεόπεμπτον σχολαστικόν, τέσσερις εκατοντάδες κεφάλαια περί αγάπης, ασκητικός λόγος, μυσταγωγία, το οποίο εκτιμάται σήμερα για τη φιλολογική και θεολογική του επιρροή στους μετέπειτα συγγραφείς και τα απολογητικά του έργα, τα οποία μας δίνουν πλήρη εικόνα της δογματικής του σκέψης και θεολογίας.
Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ: Η θεολογία του Μάξιμου χαρακτηρίζεται ως αποκαλυπτική, αφού στηρίζεται κυρίως στη θεία Αποκάλυψη και αποτελεί διδασκαλία στην οποία στηρίχτηκαν από πολύ νωρίς [2ος αι.] και οι πρώτοι απολογητές αλλά και αργότερα οι μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες. Το μυστήριο της Τριάδος, στο σύστημα του Μάξιμου, γνωρίζεται μέσω του Λόγου. Ο Θεός είναι τριάδα και συνάμα μονάδα. [Τριάς εν Μονάδι και Μονάς εν Τριάδι]. Τα πρόσωπα αποτελούν μεν ετερότητες, αλλά είναι αδιάσπαστα ενωμένες σε μία μονάδα, χωρίς συγχώνευση ή μίξη. Ταυτόχρονα ενεργούν και επιθυμούν πάντοτε το ίδιο πράγμα. Ο Λόγος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, είναι ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενδημούσε στους Πατριάρχες και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενσαρκώθηκε γι τη σωτηρία του κόσμου. Η σάρκωση του Λόγου, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι το μυστήριο της προαιώνιας βουλής του Θεού και το σχέδιο εξαγιασμού της ανθρώπινης φύσης. Η ίδια οδηγεί σε λύτρωση, που οφείλει το γεγονός της στην ολοκλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Γι αυτό ο Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση ακέραιη και αμόλυντη από τις συνέπειες της πτώσης [όπως ήταν δηλαδή προπτωτικά]. Λαμβάνει την ανθρώπινη φύση, όπως οι πρωτόπλαστοι και αυτό συμβαίνει με τη θέληση Του και όχι λόγω φυσικής αναγκαιότητας. Το θέλημα της φύσεως Του, κατά το Μάξιμο, δε γνωρίζει διαφθορά και δεν αντιμάχεται τα ανθρώπινα πάθη. Η θέληση της ανθρώπινης φύσεως του, είναι εναρμονισμένη με το Θείο θέλημα, γιατί η ανθρώπινη φύση δημιουργήθηκε κατ΄ εικόνα του Λόγου. Ο Θεός Λόγος, κατά τον μεγάλο Ομολογητή Πατέρα, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση η οποία είναι πλήρης και ακέραια, με το δικό της θέλημα και τη δική της ελευθερία, πράγμα που αποκλείει οποιαδήποτε σύγχυση, μίξη ή εξαφάνισή της. Ο άνθρωπος μετά την ενσάρκωση, οδηγείται δια της θεώσεως σε μία νέα ιδιαίτερη μορφή υπάρξεως. Η ύπαρξη αυτή, η κατ΄ εικόνα και ομοίωση πλέον, κινείται στο δρόμο της ίδιας της ύπαρξης του δημιουργού, με αποτέλεσμα η ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Ιησού, να θέλει και να επιθυμεί την αχώριστη με το Θεό κοινωνία και να μιμείται την ίδια τη θεία ζωή [αγιασμός]. Το θέλημα του Θεού, οι θείες δηλαδή ενέργειες διορθώνουν και διαμορφώνουν το θέλημα του ανθρώπου, δίχως αυτό να αίρει την ανθρώπινη ιδιαιτερότητα ή να εξαφανίζει την ανθρώπινη φύση σε όλες τις εκφράσεις της ή εκφάνσεις της. Οι μονοθελητές δέχονταν πως, εφόσον μιλάμε για ένα πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, πρέπει να μιλάμε για μία θέληση και μια βούληση. Ο Μάξιμος εντοπίζει το πρόβλημα της θεολογικής σκέψης των μονοφυσιτών. Αφενός μήπως όταν αναφέρουμε μία θέληση στο πρόσωπο του Χριστού εννοείται απορρόφηση της ανθρώπινης θέλησης και άρα και κατάργηση της φύσεως με έμμεσο τρόπο ή μήπως εννοείται μία σύνθετη, τρίτη θέληση, σύνθετη των δύο φύσεων[!!] Εφόσον, όμως, ο Λόγος προσλαμβάνει σάρκα, για τη μόνη θέληση που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε είναι θέληση του Θεού Λόγου, σύμφωνα με το Μάξιμο. Σε αντίθετη περίπτωση θα οδηγούσε άμεσα στο δοκητικό μονοφυσιτισμό, ο οποίος κατά τη Χαλκηδόνεια Σύνοδο είχε απορριφθεί, καθώς απομειώνει τη σωτηρία της ανθρώπινης ύπαρξης, δια μέσου της ενώσεώς τους ή της φαινομενικής ύπαρξης της.
Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Α. ΜΑΞΙΜΟ: Τρεις είναι οι βασικοί άξονες της αμαρτίας κατά το Μάξιμο. Υπερηφάνεια, μίσος και άγνοια, τέρψη και δόξα, αντίστοιχα. Παράλληλα οι δαίμονες προσπαθούν να δελεάσουν τις ψυχές αποκοιμίζοντάς τες, προβάλλοντας στην ψυχή εικόνες αισθησιακές προς επίτευξη των στόχων τους. Αλλά η νίκη ανήκει στη βούληση του ανθρώπου και τη δική του εκλογή. Στη δοκιμασία αυτή ο άνθρωπος πρέπει να οργανώσει τη ψυχή του. Θα πρέπει πρώτα με την άσκηση να εκριζώσει και να μεταμορφώσει τα πάθη του έτσι ώστε να επέλθει η κάθαρση, που είναι το πρώτο στάδιο της θέωσης. Έτσι ο νους γίνεται ηγεμονικός, υπερνικά τις κατώτερες αισθήσεις, εγκρατεύει από τη φιληδονία και την επιθυμία. Άλλοτε οφείλει να υπερνικά και το ακούσιο πάθος, το οποίο συμβαίνει κατά την αποκοπή των παθών. Τη θλίψη, για παράδειγμα, που επακολουθεί κατά τη μη τέλεση των παθών αυτών. Όλες αυτές οι απόψεις του αγίου Μαξίμου θυμίζουν και τους νεότερους Νηπτικούς Πατέρες αλλά και τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.
Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ: Ο Θεός κατά Μάξιμο θα αποκαταστήσει τη φύση όλων των ανθρώπων στη Μέλλουσα αιώνια ζωή. Αλλά αυτή η ανακαίνιση, δε σημαίνει παράλληλα ότι η θέληση θα μεταλλαχτεί η θα βιασθεί. Ο Λόγος την ημέρα της κρίσεως θα αποτελέσει για τους σωσμένους διαφωτιστικό πυρ, ενώ για τους ασεβείς καίουσα φλόγα. Ο Θεός θα αγκαλιάσει όλη τη δημιουργία, όλη την ανθρωπότητα τόσο το καλό όσο και το κακό. Αλλά το μέτρο της μετοχής μας θα εξαρτηθεί από το βαθμό της δοκιμασίας καθενός. Όσοι δεν θα βρεθούν μέσα στις ζωοποιητική χάρη του θεού, δεν είναι επειδή ο Θεός κάτι τέτοιο το επιθυμεί, αλλά επειδή οι ίδιοι δε θα επιθυμήσουν τη σωτηρία αυτή. Ο Θεός θα αποκαταστήσει η φύση τους, ίσως δε και τις ψυχικές τους δυνάμεις, σε σημείο να αναγνωρίζουν το Θεό ή ακόμα και να απολέσουν της μνήμη της αμαρτίας τους. Αλλά αυτοί, οι οποίοι έζησαν με επιθυμίες μακριά από την πραγματική τους φύση και άρα του θεραπευμένου θελήματος, εκείνη την ημέρα θα βασανίζονται γιατί ανέβαλαν τη μετάνοιά τους, θα βασανίζονται από τη συνείδητοποίηση της παράλογου οδού που πήραν.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΗ Εκκλησία, σύμφωνα με το Μάξιμο, αποτελεί το μέσο γνωριμίας και συνειδητής μετοχής των λογικών όντων στη ύπαρξη του. Για αυτό και κατά το Μάξιμο ταυτόχρονα με τη δημιουργία ο Θεός οικοδομεί και την Εκκλησία, που αποτελεί και δική Του εικόνα. Ο Μάξιμος, για να περιγράψει την εκκλησία χρησιμοποιεί παραβολικό λόγο. Δεν αποτελεί για τα Μάξιμο η Εκκλησία κάτι το στατικό, το ταυτισμένο ή το απομονωμένο, περιχαρακωμένο, σε κλειστά περιγράμματα. Γι αυτό η εκκλησία μπορεί να είναι εικόνα τόσο του θεού, όσο και του σύμπαντος κόσμου, του ίδιου του αισθητού κόσμου, αλλά και του ανθρώπου ή μόνο της ψυχής του. Η εκκλησία παράλληλα ως ψυχή έχει το ιερατείο, νου το ιερό θυσιαστήριο και σώμα το ναό, στοιχεία τα οποία βρίσκονται σε αδιάσπαστη ενότητα. Η ενότητα αυτή δε καταργεί την διάκριση, αλλά και η διάκριση, στα πλαίσια κλήρου και λαού δε νοείται σε μία σχέση ανωτερότητας και κατωτερότητας ή κυριαρχικότητας, όπως ίσως, εν πολλοίς, παρατηρείται σήμερα, αλλά διαφοροποίησης της οργανικής ενότητας που είναι ο κόσμος. Η εκκλησία. σύμφωνα με το Μάξιμο, αποτελεί μυστήριο μέσα στη φυσική και ιστορική πραγματικότητα, το οποίο ως σκοπό έχει να επιτελέσει μια συγκεκριμένη αποστολή. Την βαθμιαία εξαφάνιση του κακού μέσα στον κόσμο και την τελείωση των λογικών και νοερών όντων. Σκοπός δηλαδή είναι η κοινωνία των όντων με τον Θεό, δια μέσου τη συμφιλίωσης και της συνάντησης κτιστής δημιουργίας και του Θεού-δημιουργού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Νίκος Ματσούκας, "Κόσμος, Κοινωνία, Άνθρωπος κατά το Μάξιμο Ομολογητή", Γρηγόρης, Αθήνα 1980. Γεώργιος Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί πατέρες του 6ου-7ου-8ου αιώνα", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007. Βλάσσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία τ. Α', Διήγηση, Αθήνα 2002. Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. Ε', Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006. ΘΗΕ, λήμμα Μάξιμος Ομολογητής, τ. 8ος, σελ. 614-623, Μαρτίνος, Αθήνα 1964. PG 91.
………………………………………………………………………
1. "Είναι δύσκολο να ευρεθή άλλος θεολόγος που να επηρέασε περισότερον την πορείαν της ελληνικής ορθοδόξου θεολογίας από αυτόν", γράφει ο Π. Χρήστου [Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 266].
2. Π, Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278.
3. PG 90, 57-110.
4. Εις τον βίον και άθλησιν του οσίου Πατρός Ομολογητού Μαξίμου PG 90, 76 A

5. "είναι έργο των ιερέων και όχι των Αυτοκρατόρων να ορίσουν τα σωτηριώδη δόγματα της καθολικής εκκλησίας"

Παρασκευή, Ιανουαρίου 20, 2017

Τό κοσμικό φρόνημα ἐπικρατεῖ στό Φανάρι Ὁ Πατριάρχης λειτουργώντας ὡς «κακιά μητριά» ἀπειλεῖ μέ καθαιρέσεις καί ἐπιτίμια ὅλους αὐτούς πού τόν κατακρίνουν

Ὁμοιότητες τῆς προδοσίας τοῦ Ἰούδα καί τῆς προδοσίας τοῦ Βαρθολομαίου
Τί συμβαίνει στό Φανάρι; 
Γιατί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐγκαταλείπει τίς ἀλήθειες τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καί ὑπεραμύνεται τῆς αἵρεσης τοῦ οἰκουμενισμοῦ; 
Τί εἶναι αὐτό πού κάνει τό Φανάρι νά κινεῖται στόν κύκλο τοῦ παραλόγου; 
Γιατί προκαλεῖ διχαστικές ἔριδες στό ὀρθόδοξο χριστεπώνυμο ποίμνιο καί λειτουργεῖ ὁ νῦν Πατριάρχης ὡς Πάπας τῆς Ἀνατολῆς;
 Λέτε νά ἀγνοεῖ ὡς ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος τά δόγματα καί τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί νά γράφει στά παλαιά ὑποδήματα του τίς Παραδόσεις τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας;
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ συμπεριφορά τῆς «κακιᾶς μητριᾶς» πού ἐκδηλώνει τά τελευταῖα χρόνια τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο ἔχει ἀρχίσει νά προβληματίζει τό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Καί μιλᾶμε γιά συμπεριφορά πού στηρίζεται ἀμιγῶς στή συνειδητή ἀσέβεια πρός τούς ἄλλους καί στή γνωστή φράση τοῦ «ἀποφασίζομεν καί διατάζομεν»  μέσα ἀπό ἕνα κατακριτέο συναίσθημα μίας δῆθεν ὑπεροχῆς καί τῆς ἀντιλήψεως τοῦ «ἐμεῖς κι οἱ ἄλλοι». Μάταια ἕνας καλοπροαίρετος παρατηρητής θά μποροῦσε νά ἑρμηνεύσει τίς ὁλοφάνερα ἐπιζήμιες γιά τήν Ὀρθοδοξία πράξεις καί ἀποφάσεις, ὅπως λ.χ. αὐτές πού ἐλήφθησαν στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης μέσα στό πλαίσιο τῆς ἄσκησης ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης. Οὔτε οἱ πράξεις αὐτές δύνανται νά δικαιολογηθοῦν μέ τήν ἐπιστράτευση τῆς παρουσίας τοῦ Πατριαρχείου σέ μία μουσουλμανική χώρα καί τίς πιέσεις πού εὐλόγως δέχεται.
Σύγχρονοι ἅγιοι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὅπως ὁ Ὅσιος γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶχαν προβλέψει τήν ἐκλογή τοῦ νῦν Πατριάρχη καί εἶχαν μιλήσει μέ κολακευτικά λόγια γιά τό πρόσωπό του. Φαίνεται ὡστόσο, πώς αὐτό τό ἔπραξαν προκειμένου νά ἐνισχύσουν τό ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ ἀνδρός καί νά τόν παρακινήσουν πώς πιό σημαντική εἶναι ἡ ἁγιότητα γιά τό Θεό καί ὄχι ἡ σπουδαιότητα γιά τόν κόσμο!  Ὡστόσο, τά σοφά λόγια τους δέν κατάφεραν νά ἀποτρέψουν τόν Πατριάρχη ἀπό τήν προσκύνηση τοῦ Ἀντιχρίστου, τοῦ θηρίου τῆς εὐσεβείας κατά τόν Ἅγιο Ἀναστάσιο τόν Γόρδιο, τόν θεομίσητο Πάπα τῆς Ρώμης. Πιθανόν στό βάθος τῆς καρδιᾶς του νά ἔτρεφε καί νά τρέφει ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τήν πεποίθηση ὅτι θά ἐπαναφέρει τόν αἱρεσιάρχη στό σωστό δρόμο. Πεποίθηση πού ἴσως τοῦ καλλιεργήθηκε κατά τή φοίτησή του στά σχολεῖα τοῦ Βατικανοῦ καί στίς ἐκεῖ φιλίες πού ἀνέπτυξε μέ συμμαθητές του πού ἀργότερα ἀνῆλθαν σέ ὑψηλά ἀξιώματα τοῦ Παπισμοῦ. Ἀλλά ὅπως προσφάτως εἶπε ὁ σοφός ἅγιος γέροντας ἀσκητής π. Γαβριήλ ἀπό τίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι «πιό εὔκολο νά βαπτίσεις τό Σατανᾶ ἀπό τό νά συνετίσεις τόν Πάπα»! Βέβαια ἡ μύχια αὐτή πεποίθηση τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ὑποκρύπτει τά ἴδια ἀκριβῶς ἐγωιστικά πάθη πού ἐπέδειξε ὁ μαθητής τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, ὅταν ἀποφάσισε νά Τόν προδώσει ἔναντι τριάκοντα ἀργυρίων. Κι ἐκεῖνος ἔφθασε στήν προδοσία γιατί ἔθεσε ὡς προτεραιότητα τήν σπουδαιότητα πού θά ἀποκτοῦσε ἄν ἐξανάγκαζε τόν Κύριό μας νά ἀναλάβει ὡς κοσμικός ἄρχων καί Μεσσίας μέ τή δύναμη τῆς θεότητας του τήν ἐξουσία τοῦ Ἰσραήλ. Ἀκριβῶς στό ἴδιο πλαίσιο μ’ αὐτό τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη, δηλαδή τῆς προδοσίας τῶν ἱερῶν καί τῶν ὁσίων τῆς ὀρθόδοξης πίστης, ἔναντι πιθανόν περισσότερων χρηματικῶν ποσῶν ἀπό τριάκοντα ἀργυρίων κινεῖται καί ἡ ἐκκλησιαστική πολιτική τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Μία πολιτική στήν ὁποία προπορεύεται ἡ κοσμική «ἀξία τοῦ προσώπου» μέσα ἀπό τήν ἀνάπτυξη μίας διπλωματίας, πού χαϊδεύει τόν ἐχθρό ἀνοίγοντας του διάπλατα τίς πόρτες καί ταυτόχρονα ἀναδεικνύει τόν κατά Χριστόν πλησίον καί φίλο, ὡς ἐχθρό. Μέσα στό πλαίσιο αὐτό ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος κατάφερε νά τραυματίσει μία διαχρονική παράδοση πού ἤθελε κάθε ὀρθόδοξο χριστιανό νά βλέπει τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο ὡς Μητέρα καί τροφό τῆς Ἁγίας Ὀρθοδοξίας. Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς συνεχοῦς ἐπικοινωνίας μέ τόν Ἀντίχριστο καί τά ταγκαλάκια πού ἀπό τό παπισμό ἐκπορεύονται. Καί γιά νά καταλάβετε τήν παθογένεια αὐτῆς τῆς διαβρωτικῆς-ἰσοπεδωτικῆς πολιτικῆς θά ἀναφερθῶ στό πῶς συμπεριφέρθηκε ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος Τσαλίκης, ὅταν τό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Δαυίδ πού μόναζε  ἐπισκέφθηκε ἕνας ρασοφόρος τοῦ Παπισμοῦ. Ὁ σοφός γέροντας μέ μεγάλη εὐγένεια τόν ξενάγησε, δείχνοντας τούς θησαυρούς τῆς ὀρθόδοξης πίστης, τά κειμήλια καί τά ἱερά λείψανα, τοῦ μίλησε γιά τή ζωντανή παρουσία τῶν ἁγίων μας. Καί ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, παρουσία τοῦ παπικοῦ ρασοφόρου ἀπέφυγε νά κάνει προσευχή-συμπροσευχή καί ἀρκέστηκε νά κάνει μόνο τό σταυρό του, πρός ἔκπληξη ὅλων. Ἀντιθέτως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, μέ ἀποῦσα παντελῶς τήν ἀρετή τῆς διάκρισης δέν ἀρκεῖται στήν ξενάγηση ἀλλά ἔφθασε στό τραγικό σημεῖο παραφροσύνης καί ἐπέτρεψε στόν Πάπα καί τούς Καρδιναλίους του νά μπαινοβγαίνουν ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, νά συμπροσεύχονται καί νά συμμετέχουν στήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας!!! Καί τό παράφρον τοῦ συγκεκριμένου ἀνδρός κατέληξε στήν ἀναγνώριση τῆς αἵρεσης τοῦ παπισμοῦ καί ὄχι μόνο, ὡς «ἑτερόδοξη Ἐκκλησία»! Προκειμένου δέ νά δώσει περαιτέρω κύρος στήν ἀπαράδεκτη αὐτή πράξη του πίεσε, ἀπείλησε, ἐκβίασε μέσω τῶν ὀργάνων του καί τῶν ὀπαδῶν του στήν ὁδό τῆς θεολογικῆς κατρακύλας πού τραβᾶ καί πολλούς ἄλλους Προκαθημένους τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐκτός τεσσάρων νά συνυπογράψουν τήν μεγάλη αὐτή προδοσία.
Καί τώρα πού ὁλοένα καί περισσότεροι Χριστιανοί ἀντιλαμβάνονται τήν προδοσία αὐτή ἀπειλεῖ μέ καθαιρέσεις καί ἐπιτίμια ἐνισχύοντας τό διχασμό καί τά σχίσματα στό χριστεπώνυμο ποίμνιο. Κατόπιν αὐτῶν εἶναι προφανές ὅτι τό  Σεπτό Κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας ἄν καί κατά κόσμον ἔχει ἡγέτη τόν νῦν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, αὐτόν δηλαδή πού ἀρέσκεται νά τόν ἀποκαλοῦν οἱ φίλοι του στά ἄνομα κέντρα τῆς Οὐάσιγκτον καί τῶν Βρυξελλῶν ὡς πράσινο Πατριάρχη καί μ’ ἄλλες ἀπαράδεκτες ἐκκοσμικευμένες φιλοφρονήσεις, κατά Θεόν παραμένει ἐδῶ καί πολλά χρόνια ἀκέφαλο λόγω τῆς ἀπουσίας τῆς ἁγιότητας...
Καί ὅπως ὁ κοινός νοῦς ἀντιλαμβάνεται γιά νά εἶσαι ἰσχυρός κατά κόσμον χρειάζεσαι νά συμπορεύεσαι μέ τό χρῆμα καί τή δόξα. Κι αὐτό ἀκριβῶς πράττει ἡ διοίκηση τοῦ Φαναρίου. Ἐπιζητᾶ τήν κοσμική ἀναγνώριση καί τήν οἰκονομική ἰσχύ, παντί τῷ τρόπω, κάτι πού διαφαίνεται ἀπό σειρά ἀποφάσεων καί πράξεων πού δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἀναλύσουμε.
Βέβαια ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἔκλινε γόνυ καί προσκύνησε καί τό ἕτερον θηρίο τῆς Ἀποκάλυψης αὐτό τῆς ἀσεβείας, τό ὁποῖο ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος ταυτίζει μέ τόν Μωάμεθ. Πῶς θά μέ ρωτήσετε; Μέ πολλούς τρόπους πού δικαιολογεῖ μέ τήν ἐπιστράτευση τῆς δῆθεν ἐκκλησιαστικῆς διπλωματίας. Θά ἀναφερθοῦμε μόνο στό ὅτι τίμησε τόν μουσουλμάνο  πρόεδρο τῆς «κόκα-κόλας» τοῦ ἀναψυκτικοῦ τῆς Ν. Τάξης Πραγμάτων πού λειτουργεῖ ὡς ἀργός θάνατος γιά τόν ἄνθρωπο μέ τό νά τοῦ ἐπιδώσει τό Κοράνιον ὡς δῶρο καί ταυτόχρονα νά τόν εὐχαριστήσει γιά τό γεγονός ὅτι ἔκανε γνωστό τόν Ἅγιο Βασίλειο, αὐτόν πού φέρει τήν καταγωγή του ἐκ τῆς Λαπωνίας καί ὄχι ἐκ τῆς Καισάρειας τῆς Καππαδοκίας παγκοσμίως!!! Καί δέν εἶναι τό μοναδικό ἀτόπημά του...
Μόνο ὁ καλός Θεός μπορεῖ νά γλυτώσει ἀπό τήν θεολογική κατρακύλα αὐτό τό ἁγνό παιδί τῆς Ἴμβρου πού ἀξιώθηκε νά φθάσει σέ ὑψηλά ἀξιώματα , ἀπό τά ὁποῖα τελικῶς , ὅπως διαπιστώνεται στήν πράξη παρασύρθηκε καί τώρα κινδυνεύει νά χάσει τή σωτηρία του. Εἴθε ὁ Θεός νά βάλει τό χέρι Του... 


Συντάκτης: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΚΡΗΣ, Θεολόγος, Δημοσιογράφος
 Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (ΤΕΥΧ. 184) ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016

Τρίτη, Ιανουαρίου 17, 2017

Προσευχή για την κρίση των καιρών μας



προσευχή

Κύριε ο Θεός ημών, ο δείξας το έλεός Σου εν πάσι τοις προσιούσι σοι και εξαιτουμένοις τούτο, ο ευμήχανος και ποικίλα έχων της σωτηρίας τα φάρμακα, «ο πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως, ο παρακαλών ημάς επί πάση τη θλίψει ημών» (2 Κορ. 1,3), ο δια του μονογενούς Σου Υιού πληροφορήσας ημάς ότι «οικτίρμων» (Λουκ.6,3) υπάρχεις και πολυέλεος, «ο ελεών πάντας, ότι πάντα δύνασαι και παρορών αμαρτήματα ανθρώπων εις μετάνοιαν» (Σοφ. Σολ.11,23), ο παρακινήσας τον προφητάνακτα Δαυΐδ ειπείν· «καθαρισθήσομαι από αμαρτίας μεγάλης» τη δυνάμει σου, ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, πρόσδεξαι εν ταύτη τη ώρα την δέησιν ημών υπέρ του Έθνους και της Πατρίδος ημών.=

Πάντες γαρ οι ομοπάτριδες κείμεθα επί ξυρού ακμής των θλίψεων οδυνόμενοι επί τη χλεύη και καταφρονήσει της φιλτάτης ημών πατρίδος ου μην αλλά και τη δυστυχία των κατοίκων αυτής. Όντως εκ τε των αμαρτιών ημών και εκ της ενεστώσης οικονομικής ανάγκης και της πνευματικής κρίσεως των Εθνών κατέστημεν άνθρωποι θλίψιν μόνιμον έχοντες και Έθνος υπό των άλλων Εθνών ονειδιζόμενον.
Δος, ουν, ημίν, Κύριε ο Θεός ημών, άνεσιν βίου, πάντα τα χρειώδη της καθ’᾽ημέραν επί της γης ημών διαβιώσεως, μετάνοιαν δια τας παραλείψεις και αμαρτίας ημών, ελευθερίαν εκ των πολλών δυσοιώνων λογισμών, πίστιν βεβαίαν προς Σε, ελπίδα επί τα βελτίω των οχληρών ημών καταστάσεων, ακαταίσχυντον, χαράν εν ταις καρδίαις ημών σταθηράν. Εξάγαγε ημάς εκ των λυπηρών επί τα θυμηδέστερα, εκ των στενωπών της απελπισίας εις τον δίαυλον του θάρσους, εκ της ολισθηράς οδού της απωλείας εις την ατραπόν της σταθερότητος, εκ της απιστίας εις την πίστιν, φανερών τοις πάσι τον δρόμον της αληθινής ζωής.
Ότι συ ει η πηγή της ζωής και σοι την δόξαν αναπέμπομεν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
† Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

το είδαμε εδώ

Καθηγούμενος Μονής Δοχειαρίου Γρηγόριος, Το μπαταρισμένο καράβι


ΤΟ ΜΠΑΤΑΡΙΣΜENΟ ΚΑΡΑΒΙ
Επίκαιρο άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγ. Όρους Γέροντα Γρηγορίου
Δὲν εἶναι οὔτε τὸ Μοσχάνθη, οὔτε τὸ Ἄνδρος, οὔτε τὸ Δεσποινάκι, οὔτε τὸ Κυκλάδες, οὔτε τὸ Κατερίνη, οὔτε τὸ Παντελῆς. Εἶναι ἡ ἔνδοξη καὶ περιώνυμη Ἑλλάδα!
Εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τοῦ κόσμου, εἶναι ὁ βράχος στὴν ἀκροθαλασσιά, ποὺ τὸν χτυπᾶν αἰῶνες τὰ κύματα, καὶ ὅμως δὲν μετακινήθηκε καὶ κόλλησαν ἀπάνω του ὅλα τὰ στρείδια καὶ μύδια τοῦ πελάγους καὶ διασώθηκαν· δὲν τὰ κατέφαγαν τὰ μαλάκια. Εἶναι τὸ ψηλὸ βουνό, ποὺ ἔδειξε στὸν κόσμο πῶς νὰ σκέπτωνται καὶ νὰ ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι. Εἶναι ἡ ἑστία, εἶναι τὸ τζάκι, ποὺ συγκέντρωσε γύρω του ὅλο τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ἀπολαύση θαλπωρή. Στὸ τραπέζι της ἤπιαν λιαστὸ κρασὶ ὅλα τὰ ἔθνη.

Ἀπὸ χρόνια εἶναι ὁ συλημένος οἶκος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὅλοι οἱ ψευτοπολιτισμένοι ἔκλεψαν ἀκόρεστα ὅ,τι ὁ ὑψηλὸς νοῦς ἔφτιαξε τῶν Ἑλλήνων. Γέμισαν τὰ μουσεῖα τους, τὰ σπίτια τους, μὲ τὰ καμώματα τῆς ὑψηλῆς σκέψης καὶ τῆς ἀριστοτεχνίας τῶν Ἑλλήνων. Ὅπου καὶ νὰ πᾶς στὴν Εὐρώπη, θὰ σκοντάψης στὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, γιὰ νὰ ξυπνήσης. Μὲ τὴν ἴδια ἀριστοτεχνία καὶ ἐπιδεξιότητα συνέχισε τὰ χρόνια τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανισμοῦ ἡ Ρωμιοσύνη. Ὅταν ἀκόμα οἱ πολιτισμένοι Εὐρωπαῖοι ἔτρωγαν μὲ τὰ χέρια, οἱ πρόγονοί μας σκάλιζαν στὰ ξύλα τέμπλα καὶ ζωγράφιζαν ἅγιες εἰκόνες. Καὶ ἡ ἀργυροχοΐα τους ἦταν θαυμαστὴ καὶ ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τους ἀξιοθαύμαστη. Μποροῦσες μὲ τὴν πέτρα ποὺ τοποθετοῦσαν στὸν τοῖχο νὰ κουβεντιάσης καὶ μὲ τοῦ ἀργαλειοῦ τὴν τέχνη νὰ ζήσης καὶ νὰ ἀναπνεύσης εὐωδιά.
Ποιός ἀληθινὸς Ἕλληνας θὰ βρεθῆ νὰ καταγράψη τὶ ἡ Εὐρώπη ἔκλεψε ἀπὸ τοῦ Ἕλληνα τὸν νοῦ καὶ τὸ χέρι; Εἶναι μιὰ ἔρευνα ποὺ ἀνεπίτρεπτα λείπει ἀπὸ τοὺς γραμματισμένους Ἕλληνες.
Αὐτὸ τὸ καράβι οἱ πατέρες μας ἔθεσαν μπροστὰ στὰ μάτια ὅλου τοῦ κόσμου. Πολεμήθηκε καὶ σήμερα μπατάρισε. Ἔπεσε τὸ πάθος τῶν δαιμόνων, ἡ ζήλεια καὶ ὁ φθόνος, πάνω σ᾽ αὐτὸ τὸ πανώριο καράβι καὶ σήμερα ἀκοῦμε τὸν καπετάνιο νὰ φωνάζη ἀπὸ τὴν γέφυρα: «Τὸ καράβι παίρνει τὴν τελευταία κλίση του. Ὅσοι εἶστε στὴν γέφυρα τοῦ καραβιοῦ καὶ ξέρετε κολύμπι, κάνετε ἕνα μακροβούτι, νὰ μὴ σᾶς πάρη ἡ δίνη κάτω». Τὸ ναυάγιο ἔγινε μόνον ἀπὸ τὴν θαλασσοταραχὴ τῶν ξένων ἢ καὶ τὴν δικιά μας; Ἐπιτρέψατέ μου νὰ ὁμολογήσω ὅτι ἐμεῖς ναυαγήσαμε τὸ καράβι, γιατὶ τοποθετήσαμε καπεταναίους ἀθέους καὶ ἀντιχρίστους. Οἱ πρόγονοί μας μὲ τὸν σταυρὸ στὸ χέρι ἐπέζησαν καὶ ἐπιζοῦμε καὶ ἐμεῖς. Ὅταν οἱ νέοι μας καῖνε τὴν σημαία ἀτιμωρητί, μὲ ποιά σημαία θὰ ταξιδέψη αὐτὸ τὸ καράβι ποὺ λέγεται Ἑλλάδα; Ὅταν βρίσκεται στὰ πελάγη, ποιός θὰ τὸ ἀναγνωρίζη ἑλληνικὸ καράβι;
Ἐσμικρύνθημεν παρὰ πάντα τὰ ἔθνη.
 Πετάξτε τὶς ἁλυσίδες καὶ φωνάξτε:
 «Ἐμεῖς θέλουμε Χριστὸ καὶ Ἑλλάδα!». 
Ἕλληνες, σηκῶστε ἱερὸ πόλεμο καὶ διῶξτε ὅποιον κάνει ἔργο διαβόλου σ᾽ αὐτὴν τὴν ματωμένη χώρα. Δὲν σηκώνει ἄλλο. Ἐξεγέρθητε καὶ μὴ ὑπνῆτε, γιατὶ ἐγγὺς τὸ τέλος, ὄχι τοῦ κόσμου, ἀλλὰ τῆς Ἑλλαδίτσας.
ὁ Καθηγούμενος Δοχειαρίου

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης

το είδαμε εδώ

Πρόσεχε, μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα



Άκουσα, ότι η οικογενειακή σας ζωή, το σπίτι σας, δεν είναι έξω από αρρώστιες και από άλλες λυπηρές καταστάσεις, και λυπήθηκα πολύ.

Καί παρακάλεσα τον Κύριο, να σας επισκεφθή με ευσπλαχνία και έλεος· και να θεραπεύσει τις ασθένειές σας.

Τι να κάμωμε;

Έτσι το θέλησε ο Κύριος: να μη περνάει η πρόσκαιρη αυτή ζωή χωρίς πίκρες και θλίψεις.

* * *

Η αγία Γραφή λέγει: «πάσα κεφαλή εις πόνον και πάσα καρδία εις λύπην» (Ησ. 1,5). Δηλαδή: Δεν θα βρείς στον κόσμο κεφάλι χωρίς σκοτούρες- καρδιά χωρίς πόνο και στενοχώριες.

Καί αυτό ισχύει όχι απλά για κάθε άνθρωπο· αλλά και για τους αγίους!

Δεν υπάρχει άγιος, που – όσο άγιος και τέλειος και αν ήταν – να πέρασε στη ζωή του χωρίς πόνο και θλίψη, χωρίς να υποφέρει.

Γιατί όμως; γιατί;

Απαντάει ο απόστολος Παύλος: «Ίνα μη υπεραίρομαι». Γιά να μη πάρουν τα μυαλά μου αέρα! Γιατί, ο άνθρωπος, όταν τα έχει όλα καλά, μεγαλοπιάνεται (Β’ Κορ. 12,7).

Καί όποιος μεγαλοπιάνεται, σκέφτεται απάνθρωπα· και μιλάει και ενεργεί απάνθρωπα!

Αν λοιπόν άγιοι σαν τον απόστολο Παύλο υπόφεραν πολλά, για να μην πάρουν τα μυαλά τους αέρα, πόσο πιο πολύ είναι για μας ευεργεσία θεική, όταν υποφέρουμε!

Πότε είναι για μας ο πόνος ευεργεσία;

Όταν μας κάνει και ψάχνουμε να ιδούμε, πως περπατάμε».

Όταν αυτό δεν το κάνουμε, από μόνοι μας, μας χρειάζονται οι θλίψεις· γιατί είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να μας κάμει να ξυπνήσουμε.

Άγιος Αντώνιος της Όπτινα

Μετάφραση: +ο Ν. Μ.
Περιοδικο Λυχνία, Ι. Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, 2007

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...