Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 19, 2015

Κυριακὴ πρὸ Χριστοῦ Γεννήσεως (Ματθ. 1,1-25) «ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟ ΥΠΕΡ ΠΑΝ ΟΝΟΜΑ» «…Καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,25)

Κυριακὴ πρὸ Χριστοῦ Γεννήσεως (Ματθ. 1,1-25)
19 Δεκεμβρίου

«ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟ ΥΠΕΡ ΠΑΝ ΟΝΟΜΑ»

«…Καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,25) 

Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
eik.PLATYTERAΤΟ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα,  ἀγαπητοί μου, διαφέρει ἀπὸ τὰ  εὐαγγέλια ὅλου τοῦ χρόνου. Ὅπως εͺδατε, ἔχει πολλὰ ὀνόματα. Τὰ ὀνόματα  εἶνε ἑβραϊκά, ὀνόματα ἀνδρῶν γυναικῶν  παιδιῶν, ἀνθρώπων ποὺ ἔζησαν στὰ παλιὰ  τὰ χρόνια, προτοῦ νὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος ἡμῶν  Ἰησοῦς Χριστὸς στὸν κόσμο.
Ὅλοι αὐτοὶ οἱ πρὸ Χριστοῦ ἔζησαν μὲ μιὰ  ἐλπίδα· ὅτι θὰ ἔρθῃ ὁ Χριστὸς στὴ γῆ νὰ  σώσῃ τὸν κόσμο. Ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν  βοσκοὶ ποὺ ἔβοσκαν τὰ πρόβατα στὰ  λιβάδια καὶ ἔπαιζαν τὴ φλογέρα, ἄλλοι  ἦταν γεωργοὶ ποὺ ἔσκαβαν τὴ γῆ, ἄλλοι  ἦταν βασιλεῖς ἔνδοξοι ποὺ νίκησαν σὲ  διαφόρους πολέμους, ἄλλοι ἦταν  προφῆται ποὺ μποροῦσαν νὰ δοῦν τί θὰ  συμβῇ ὕστερα ἀπὸ ἑκατὸ – διακόσα  χρόνια, κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν  πατριάρχαι ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ  Ἰακώβ.
Τί θὰ πῇ πατριάρχης; Ἀκοῦμε ὁ  πατριάρχης Ἀβραάμ· τί θὰ πῇ  πατριάρχης; Τότε, τὰ παλιὰ ἐκεῖνα  χρόνια, οἱ οἰκογένειες ἦταν  πολυμελεῖς. Ἂν πᾷς σήμερα σ᾿ ἕνα  σπίτι, βλέπεις δύο τρεῖς τέσσερις  ἀνθρώπους· στὰ σπίτια ἐκεῖνα τὰ παλιά,  τῆς ἀρχαίας ἐποχῆς, ξέρετε πόσοι ἦταν;  Διακόσοι τριακόσοι τετρακόσοι  πεντακόσοι!… Γεννοῦσαν παιδιά, καὶ  εἶχαν ἐγγόνια καὶ δισέγγονα. Οἱ  γενάρχαι λοιπόν, οἱ ἀρχηγοὶ τέτοιων  μεγάλων οἰκογενειῶν, ὠνομάζοντο  πατριάρχαι. Καὶ μέχρι σήμερα, μιὰ  οἰκογένεια ποὺ ἔχει πολλὰ παιδιὰ  λέγεται πατριαρχική. Τέτοιες  οἰκογένειες εἶνε σήμερα πολὺ σπάνιες.  Μία τέτοια βρῆκα στὴν Πρέσπα. Τώρα ἡ  οἰκογένεια ἔχει συνήθως τρία -  τέσσερα μέλη, καὶ τελείωσε. Τότε ὅμως  τὰ σπίτια ἦταν γεμᾶτα παιδιὰ ἐγγόνια  καὶ δισέγγονα, εὐλογία Θεοῦ. Ὅπως σ᾿  ἕνα χωριὸ τῆς περιφερείας μας. Εἶχε  πεθάνει ἕνας γέροντας ἐνενήντα  χρονῶν καὶ πῆγα στὴν κηδεία. Ἡ ἐκκλησία  ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του. Εἶχε  δέκα παιδιά, εἰκοσιπέντε – τριάντα  ἐγγόνια, καὶ καμμιὰ πενηνταριὰ  δισέγγονα. Αὐτὴ εἶνε ἡ πατριαρχικὴ  οἰκογένεια, καὶ σπανίζει πλέον.
Ὅλοι αὐτοὶ βέβαια ποὺ ἀκούσαμε τὰ  ὀνόματά τους εἶνε σήμερα ἄγνωστοι  στοὺς πολλούς. Ἄλλοι τώρα εἶνε γνωστοὶ  στὸν κόσμο. Ἂν ἀνοίξῃς ἐφημερίδες  τηλεοράσεις ῥαδιόφωνα, ἀκοῦς ὀνόματα  νομαρχῶν, ὑπουργῶν, πρωθυπουργῶν,  μεγάλων καὶ ὑψηλῶν προσώπων. Ὕστερα  ὅμως ἀπὸ λίγα χρόνια ὅλα τὰ ὀνόματα  αὐτὰ θὰ σβήσουν. Σᾶς ἐρωτῶ, μπορεῖτε νὰ  μοῦ πῆτε πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ποιός  ἦταν ὁ πιὸ πλούσιος στὴν πόλι σας;  Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιός κυβερνοῦσε  τὴ χώρα; Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιός ἦταν  ὁ δεσπότης σας; Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε  ποιά ἦταν ἡ πιὸ ὡραία γυναίκα καὶ ποιός  ἦταν ὁ πιὸ λεβέντης νέος ποὺ τοὺς  θαύμαζε ὁ κόσμος; Κανείς δὲ᾿ θυμᾶται.  Μόνο τὰ κόκκαλά τους μείνανε, κι αὐτὰ σὲ  λίγο θὰ λειώσουν. «Ματαιότης  ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ.  1,2).
Λησμονοῦνται λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι,  λησμονοῦνται τὰ ὀνόματα. Ἀλλὰ μέσ᾿ στὰ  δισεκατομμύρια ὀνόματα ἕνα δὲ᾿  λησμονεῖται. Θὰ περάσουν ἑκατὸ διακόσα  τριακόσα χίλια χρόνια, θὰ σβήσῃ ὁ  ἥλιος καὶ τὰ ἄστρα, μὰ τὸ ὄνομα αὐτὸ θὰ  μείνῃ αἰώνιο καὶ ἀθάνατο. Εἶνε τὸ ὄνομα  τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶνε τὸ ὄνομα μὲ τὸ  ὁποῖο τελειώνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο.  Ἀφοῦ ἀναφέρει ὅλα τὰ ὀνόματα μικρῶν- μεγάλων, βοσκῶν-γεωργῶν, ἀνδρῶν- γυναικῶν, βασιλέων-προφητῶν,  καταλήγει· «…καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα  αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,25).

* * *

Ἰησοῦς! Τί σημαίνει τὸ ὄνομα Ἰησοῦς;  Εἶνε ἑβραϊκό. «Ἰησοῦς» σημαίνει σωτήρ,  λυτρωτής, ἐλευθερωτής. Μᾶς ἔσωσε ὁ  Χριστός. Ἀπὸ τί μᾶς ἔσωσε; Θ᾿ ἀκούσατε  νὰ λέῃ κάποιος· Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος μὲ  ἔσωσε· ἤμουν χρεωμένος, θὰ πήγαινα  φυλακή, κι αὐτὸς πῆγε καὶ πλήρωσε τὸ  χρέος μου καὶ τώρα εἶμαι ἐλεύθερος. ῎ Αλλος πάλι, ποὺ ἦταν ἄῤῥωστος, λέει·  Αὐτὸς ὁ γιατρὸς μὲ ἔσωσε· ἤμουν γιὰ  θάνατο, κι αὐτὸς μοῦ ἔκανε ἐγχείρησι  καὶ ζῶ. Καὶ ἄλλος πάλι λέει· Κινδύνευα  νὰ πνιγῶ στὸ ποτάμι, καὶ ὁ τάδε ῥίχτηκε  καὶ μ᾿ ἔσωσε.
Αὐτὲς εἶναι μικρὲς σωτηρίες. Ὁ Χριστὸς  ἀπὸ τί μᾶς ἔσωσε; Ἄχ νὰ μπορούσαμε νὰ  τὸ καταλάβουμε! Μᾶς ἔσωσε ἀπ᾿ τὸν πιὸ  μεγάλο κίνδυνο. Παραπάνω ἀπ᾿ τὸν πνιγμὸ  στὸ ποτάμι, παραπάνω ἀπ᾿ τὸ ναυάγιο στὴ  θάλασσα, παραπάνω ἀπὸ τὴν πυρκαγιά,  παραπάνω ἀπὸ τὴν πλημμύρα, παραπάνω ἀπ᾿  τ᾿ ἀστροπελέκια, παραπάνω ἀπ᾿ τὸ  σεισμό, παραπάνω ἀπὸ ἀσθένειες,  παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο κακό, τὸ πιὸ  φοβερὸ εἶνε κάτι ποὺ δὲν τὸ  ὑπολογίζουμε· γελᾶμε ἅμα τ᾿  ἀκούσουμε. Ποιό εἶνε τὸ φοβερώτερο κακὸ  ἀπ᾿ ὅλα; Ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία ἔχει πολλὰ  ὀνόματα· εἴτε λέγεται ἀδικία καὶ  κλεψιά, εἴτε λέγεται ψευδομαρτυρία  (πᾷς στὸ δικαστήριο καὶ ξαπλώνεις τὸ  χέρι σου στὸ Εὐαγγέλιο), εἴτε λέγεται  πορνεία καὶ μοιχεία, εἴτε λέγεται  φθόνος καὶ κακία καὶ μῖσος, εἴτε  λέγεται ὑπερηφάνεια καὶ ἀλαζονεία,  κ.τ.λ., ἡ ἁμαρτία εἶνε τὸ φοβερώτερο  κακό. Εἶνε θηρίο ἑπτακέφαλο σὰν ἐκεῖνο  ποὺ εἶδε ὁ Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψι. ῎ Εχει ἕνα σῶμα καὶ ἕνα στομάχι, ἀλλὰ  ἑπτὰ κεφάλια· ὅποιο κεφάλι κι ἂν σὲ  φάῃ, στὸ διο στομάχι θὰ πᾷς. Ἀπὸ τὴν  ἁμαρτία λοιπὸν μᾶς ἔσωσε ὁ Χριστός. Καὶ  γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζεται σωτήρας· διότι  ἔσωσε τὸν κόσμο.
Τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶνε δύναμις. Μέγα  ὄνομα. Ἂν δὲ᾿ μπορῇς νὰ κάνῃς πολλὲς  προσευχές, ἀρκεῖ νὰ ἐπικαλεσθῇς τὸ  ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γονάτιζε κάθε  βράδυ, προτοῦ νὰ κοιμηθῇς· προτοῦ νὰ  σᾶς πάρῃ ὁ ὕπνος, γονεῖς καὶ παιδιὰ  γονατίστε κάτω ἀπ᾿ τὶς εἰκόνες καὶ  πέστε δυὸ λέξεις· «Κύριε Ἰησοῦ  Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό». Ἂν  πῇς μὲ τὴν καρδιά σου τὸ «Κύριε Ἰησοῦ  Χριστέ…», τὸ ὄνομα αὐτὸ κατεβάζει τὰ  ἄστρα ἀπὸ τὸν οὐρανό. Τὸ εἶπε ὁ ίδιος ὁ  Χριστός· Στὸ ὄνομά μου θὰ βγάλετε  δαιμόνια, στὸ ὄνομά μου θὰ θεραπεύετε  ἀῤῥώστιες, στὸ ὄνομά μου θὰ ἀνασταίνετε  νεκρούς, στὸ ὄνομά μου θὰ μετακινῆτε  βουνά. Ἔχει δύναμι τὸ ὄνομα τοῦ  Χριστοῦ, ἀρκεῖ νὰ τὸ ἀναφέρουμε μὲ  εὐλάβεια καὶ μὲ πίστι.
Γι᾿ αὐτὸ νὰ μὴ φοβᾶται ὁ Χριστιανὸς  τίποτα. Ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ γυναίκα  ἀπὸ ἕνα χωριὸ καὶ ἔτρεμε. ―Τί ἔχεις;  ―Φοβᾶμαι. ―Τί φοβᾶσαι; ―Νά, ἐκεῖ στὴ  γειτονιὰ μιὰ κακιὰ γυναίκα μοῦ ἔῤῥιξε  μάγια στὴν αὐλή. Κ᾿ ἐγὼ τώρα τρέμω μὴ μοῦ  συμβῇ κανένα κακό, στὸν ἄντρα μου, στὰ  παιδιά μου. Λέω· ―Πιστεύεις στὸ  Χριστό; ―Πιστεύω. ―Ποιός εἶνε πιὸ  δυνατός, τὴ ρωτῶ, ὁ σατανᾶς ἢ ὁ Χριστός;  ―Ὁ Χριστός. ―Ἔ, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶνε  πιὸ δυνατός, μὴ φοβᾶσαι. Κάνε τὸ σταυρό  σου καὶ τὴν προσευχή σου, κι ὅπως ὁ  λαγὸς φοβᾶται τὴ βροντή, ἔτσι καὶ ὁ  διάβολος φοβᾶται τὸ σημεῖο τοῦ  σταυροῦ. Ὅταν πιστεύῃς, ὅλοι οἱ  μάγοι κι ὅλοι οἱ διαβόλοι νὰ  μαζευτοῦνε, δὲ᾿ μποροῦν νὰ σοῦ κάνουν  τίποτε ἀπολύτως.
Τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶνε τὸ πιὸ γλυκύ,  τὸ ὄνομα ποὺ πρέπει ν᾿ ἀγαποῦμε  περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο. Στὸ Παρίσι  ἕνας ἄῤῥωστος μπῆκε στὸ νοσοκομεῖο.  Εἶχε ―Θεὸς φυλάξοι― καρκίνο, αὐτὴ τὴν  ἀῤῥώστια ποὺ σαρώνει τὸν κόσμο σὰν  τιμωρία ἀπὸ τὸ Θεό (τὸ λένε τὰ βιβλία,  ὅτι θά ᾿ρθῇ μιὰ ἀῤῥώστια ποὺ θὰ σαρώνῃ  τὸν κόσμο). Ὁ καρκίνος πιάνει σὲ ὅλα τὰ  μέλη τοῦ σώματος· ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς  εἶχε καρκίνο στὴ γλῶσσα. Ὁ γιατρὸς τοῦ  εἶπε, ὅτι ἦταν ἐπιβεβλημένο νὰ τοῦ  κόψουν τὴ γλῶσσα. Μετὰ τὴν ἐπέμβασι, τοῦ  εἶπε, δὲν θὰ μπορῇς νὰ μιλᾷς πλέον  καθόλου· θὰ εἶσαι ἀμίλητος. Πὲς λοιπόν,  ποιά λέξι θέλεις νὰ εἶνε ἡ τελευταία  ποὺ θὰ προφέρῃς;… Περίμεναν ὅλοι ν᾿  ἀκούσουν τί θὰ πῇ. Μάνα μου, εἶπε;  πατέρα μου, εἶπε; παιδί μου, εἶπε; Τί  εἶπε; Χριστέ μου, ἐλέησέ με! Μακάρι,  ὅταν πλησιάζῃ ἡ τελευταία ὥρα μας, νὰ  μᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς δύναμι νὰ ποῦμε κ᾿  ἐμεῖς· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν  ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).

* * *

Τ᾿ ἀγαποῦμε, ἀδελφοί μου, ἐμεῖς τὸ ὄνομα  αὐτό; Ἀγαποῦμε τὸ παιδάκι μας, τὸν  ἄντρα μας, ἄλλα πρόσωπα· τὸ Χριστὸ δὲν  τὸν ἀγαποῦμε. Ἢ τὸν ἀγαποῦμε λίγο,  ψυχρά. Δὲ᾿ μᾶς συγκινεῖ τὸ ὄνομά του. Κι  ὄχι μόνο δὲν τὸ τιμοῦμε, ἀλλὰ καὶ τὸ  βλαστημοῦμε. Μέσα στὴν ἐκκλησία  ψάλλουμε «Δόξα σοι ὁ Θεός»· καὶ μόλις  βγοῦμε ἔξω, ὅπου νὰ σταθῇς, σὲ δρόμους  σὲ λεωφορεῖα σὲ σιδηροδρόμους σὲ  καφενεῖα σὲ ταβέρνες σὲ νυχτερινὰ  κέντρα, παντοῦ, ἀκοῦς νὰ βλαστημοῦν τὸ  ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὄχι ἔτσι! Εἴπαμε ὅτι ὅλα τὰ ὀνόματα θὰ  σβήσουν, θὰ ξεχαστοῦν· μετὰ ἑκατὸ  χρόνια κανείς δὲ᾿ θὰ τὰ θυμᾶται. Ἀλλὰ  ἕνα ὄνομα θὰ μείνῃ αἰώνιο· τὸ ὄνομα  τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ ὄνομα νὰ  τιμοῦμε μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα μας,  γιὰ νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ·  ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία  ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Νικολάου  Ἀμμοχωρίου – Φλωρίνης τὴν 20-12-1981. 

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 18, 2015

O Άγιος Σεβαστιανός αρωγός στον αγώνα κατά των σαρκικών παθών

O Άγιος Σεβαστιανός προστάτης των ασθενών που έχουν πολιομυελίτιδα, του αθλήματος της τοξοβολίας και διώκτης των επιδημιών.
Πληροφορίες για τον Άγιο Σεβαστιανό λαμβάνουμε από το «Εκκλησιαστικό Ημερολόγιο» του έτους 354 και στο οποίο  αναφέρονται το όνομα, το μαρτύριο και ο τόπος ταφής του. Στα τέλη του 4ου αι. ο Άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων στον 118ο ψαλμό του μνημονεύει το όνομα του Αγίου κάνοντας ιδιαίτερο λόγο για την πατρίδα του τα Μεδιόλανα. Το έτος 440 επί Πάπα Σίξτου Γ’ συνεγράφη το passio(=πάθος, μαρτύριο) του Αγίου Σεβαστιανού με αρκετές λεπτομέρειες ενώ τον 10ο μόλις αιώνα ο Όσιος Συμεών ο Μεταφράστης οριστικοποίησε στο έργο του το κείμενο του βίου του Αγίου.
ag.sebastianos4
Ο Άγιος Σεβαστιανός ήταν γόνος επιφανούς ρωμαϊκής οικογενείας με υψηλή καταγωγή που τα μέλη της απολάμβαναν μεγάλη δόξα. Γεννήθηκε στην Ναρβόννη αλλά μεγάλωσε στα Μεδιόλανα∙ τόπος δράσης του όμως υπήρξε η πολύβοη πόλη της Ρώμης. Ήταν τα χρόνια που την αυτοκρατορία διοικούσαν οι χριστιανομάχοι Μαξιμιανός και Διοκλητιανός (τέλη 3ου – αρχές 4ου αι.). Ο προκάτοχός τους Καρίνος αναγνωρίζοντας την αξία και τα προσόντα του τον είχε διορίσει στρατηγό της πραιτωριανής φρουράς. Την ίδια περίοδο ήλθε σε επαφή με χριστιανούς από τους οποίους κατηχήθηκε και βαπτίσθηκε. Με ιδιαίτερο ζήλο άρχισε να διαδίδει τον λόγο του Θεού και χρησιμοποιώντας το αξίωμά του έμπαινε ανενόχλητος στις φυλακές όπου εκρατούντο και εβασανίζοντο οι χριστιανοί. Τους τόνωνε στην πίστη και τους παρηγορούσε ώστε να μην φοβούνται τον μαρτυρικό θάνατο διότι έτσι θα εξαγόραζαν την σωτηρία της αθάνατης ψυχής τους. Ανεδείχθη λοιπόν σε ιεραπόστολο των φυλακών καθ’όσον πολλοί εστηρίχθησαν στον αγώνα τους μέχρι τέλους και έτσι έλαβαν τον μαρτυρικό στέφανο.
Κατ’εκείνο τον καιρό ευρίσκοντο φυλακισμένοι και οι κοινωνικά επιφανείς Μάρκος και Μαρκελλίνος  οι οποίοι δεν υπέκυψαν στις παρακλήσεις των ειδωλολατρών συγγενών τους να θυσιάσουν στα είδωλα για να γλυτώσουν την ζωή τους. Και αυτό γιατί καρποφόρησε στην ψυχή τους η διδαχή του Αγίου Σεβαστιανού που τους μίλησε για την αιώνια δόξα των μαρτύρων. Την ίδια σωτήρια επιρροή άσκησε και στους συγγενείς τους Τρανκουϊλίνο και Μαρκία που ασπάστηκαν τον χριστιανισμό αφού τους θεράπευσε ο Άγιος από λοιμώδη ασθένεια. Στον χριστιανισμό άγρευσε και τον αξιωματούχο Νικόστρατο με την κωφάλαλη σύζυγό του Ζωή που θεράπευσε σημειώνοντας στα χείλη της τον τύπο του Τιμίου Σταυρού. Αυτοί προσηλύτισαν τον κομενταρήσιο Κλαύδιο και πλήθος άλλων που κατήχησε ο Άγιος Σεβαστιανός και εβάπτισε ο ιερέας Πολύκαρπος. Κατ’εκείνη την ημέρα έλαβαν την σφραγίδα του βαπτίσματος 68 άτομα. Ενισχυμένοι από το Άγιο Πνεύμα οι μάρτυρες δια των λόγων του Τρανκουϊλίνου έκαναν χριστιανό και τον ύπατο Χρωμάτιο που είχε διατάξει την θανάτωσή τους. Το ίδιο έγινε και με τον γιο του Τιβούρτιο ο οποίος έβαλε σαν όρο για την μεταστροφή τους, την θεραπεία του πατέρα του από ασθένεια που έπρηζε τα πόδια και συντελούσε στην ολική παραλυσία του. Αμέσως μετά την θεραπεία του Χρωματίου από τον Άγιο Σεβαστιανό ο Τιβούρτιος πίστευσε και βαπτίσθηκε μαζί με τον πατέρα του και αρκετούς οικείους του.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ρώμης Γάϊος σαν έμαθε τα ευχάριστα νέα για την οικογένεια του υπάτου έσπευσε να επισκεφθεί τους μάρτυρες για να τους τονώσει επειδή το μαρτύριο ήταν αναπόφευκτο καθώς άλλοι αξιωματούχοι θα λάμβαναν την θέση τους. Με την καθοδήγησή του οι μάρτυρες χωρίσθηκαν σε δύο συνοδείες με αρχηγούς τον Σεβαστιανό και τον Πολύκαρπο. Οι πρώτοι θα μαρτυρούσαν και οι δεύτεροι θα φυγαδεύονταν μακριά για να συνεχίσουν την ιεραποστολική εργασία. Από την συνοδεία του Αγίου Σεβαστιανού οι Μάρκος και Μαρκελλίνος  χειροτονήθηκαν διάκονοι και ο Τρανκουϊλίνος πρεσβύτερος. Στηρίζοντας πνευματικά τους άλλους, νηστεύοντας, προσευχόμενοι και ψάλλοντας ανέμεναν την στιγμή του μαρτυρικού τους τέλους με αμείωτη πίστη.
Ο Διοκλητιανός διψούσε για αίμα και σύντομα έδωσε την εντολή για την θανάτωση των μαρτύρων. Την Αγία Ζωή την συνέλαβαν καθώς έσπευδε να εκκλησιασθεί και την κρέμασαν ανάποδα πάνω από αναμμένη φωτιά μέχρι που πέθανε από ασφυξία και την έριξαν στον Τίβερη. Ο πρεσβύτερος Τρανκουϊλίνος ετελειώθη με λιθοβολισμό και τον έριξαν στον ποταμό. Οι Νικόστρατος και Κλαύδιος εθανατώθησαν με ραβδισμούς καθώς έψαχναν τα σώματα των άλλων μαρτύρων στο ποτάμι. Τον Τιβούρτιο αφού τον ξάπλωσαν σε αναμμένα κάρβουνα, τον αποκεφάλισαν. Τον Κάστουλο που παρείχε καταφύγιο στους μάρτυρες τον έθαψαν ζωντανό και τους Μάρκο και  Μαρκελλίνο τους λόγχευσαν έως θανάτου.
Τελευταίος στο μαρτύριο οδηγήθηκε ο Άγιος Σεβαστιανός αφού απολογήθηκε ενώπιον του αυτοκράτορα και του ηγεμόνα. Πλήθος κόσμου τον συνόδευσε στον τόπο εκτελέσεώς του. Τον έδεσαν σε στύλο ή δένδρο και άρχισαν τοξότες να τον τοξεύουν μέχρι που το σώμα του από τα πολλά βέλη άρχισε να θυμίζει ακανθόχοιρο. Αιμόφυρτο τον εγκατέλειψαν, νομίζοντας ότι ήταν νεκρός.
Την νύχτα όμως η χριστιανή Ειρήνη, χήρα του μάρτυρα Καστούλου πλησίασε με θάρρος τον τόπο του μαρτυρίου με σκοπό να κηδεύσει το λείψανο του Αγίου. Τον βρήκε ζωντανό όμως και τον πήρε στο σπίτι της για να τον περιθάλψει. Εκεί με τις φροντίδες της και την ιαματική χάρη του Ιησού Χριστού γιατρεύτηκε πλήρως. Μάταια η Ειρήνη προσπαθούσε να τον κρύψει από τους ειδωλολάτρες και αυτό γιατί ο Άγιος λαχταρούσε να αποκτήσει τον μαρτυρικό στέφανο. Όταν κάποτε έμαθε ότι ο Διοκλητιανός θα εισήρχετο στον ναό του Ηρακλέους για προσευχή, παρουσιάστηκε με θάρρος και τόλμη μπροστά του.
Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε να οδηγήσουν τον Σεβαστιανό στον Ιππόδρομο του Παλατίνου και να τον χτυπήσουν έως θανάτου με ρόπαλα. Η εντολή εξετελέσθη μέχρι που καταξεσχίσθηκε το σώμα του. Οι δε δήμιοι σήκωσαν το λείψανό του και με αυτοκρατορική εντολή το πέταξαν σε έναν από τους υπόνομους της πόλεως γνωστό με το όνομα Cloaca Massima. Όμως την νύκτα ο Άγιος παρουσιάστηκε στον ύπνο της πλούσιας χριστιανής Λουκίνας και της έδωσε εντολή να ανασύρει το σκήνωμά του από τον υπόνομο και να το θάψει με τιμές «στην κρύπτη πλησίον των ποδών των Αποστόλων».
Η Λουκίνα έσπευσε αμέσως να πραγματοποιήσει την εντολή του Αγίου και ανέσυρε το λείψανο από τα νερά του καναλιού Euripus Agrippae. Με ευλάβεια συνέστειλε τον ιερό θησαυρό και αφού περιποιήθηκε το λείψανο το έθαψε με τιμές στην κατακόμβη ενταφιασμού των πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Πλησίον του τάφου έμεινε τριάντα ημέρες και μετά το διάταγμα της ανεξιθρησκείας μετέτρεψε το σπίτι της σε ιερό φροντιστήριο υποδεχόμενη τους προσκυνητές και διηγούμενη τα θαύματα του Αγίου Σεβαστιανού.
ag.sebastianos5170
Τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Σεβαστιανού
Ο Άγιος Σεβαστιανός υπήρξε από τους πλέον λαοφιλείς Αγίους της πρώτης Εκκλησίας της Ρώμης. Γι’αυτό ο Άγιος Βασιλεύς, ο Μέγας Κωνσταντίνος, επί Πάπα Ρώμης Ιουλίου Α’ επάνω από την κατακόμβη και τον τάφο του Αγίου έφτιαξε μεγαλόπρεπη Βασιλική υπό την ονομασία Ecclesia Apostolorum. Όταν όμως Πάπας έγινε ο Μέγας Γρηγόριος (590-604), η ιστορική αυτή εκκλησία ονομάστηκε «Βασιλική του Αγίου Σεβαστιανού» εις ανάμνησιν των πολλών θαυμάτων του Αγίου και ο Άγιος ονομάστηκε από τον ίδιο Πάπα «τρίτος προστάτης της Ρώμης» μετά τους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο και τρίτος ανάμεσα στους επτά υπέρμαχους της Εκκλησίας. Έτσι σταδιακά η τιμή του Αγίου Σεβαστιανού από την Ρώμη εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο.
Το έτος 826 επί Πάπα Ευγενίου Β’ τα Άγια λείψανα μεταφέρθηκαν από την Κατακόμβη σε περίλαμπρη θέση όπου παρέμειναν μέχρι το 1218 οπότε επί Πάπα Ονωρίου Γ’ τα ιερά λείψανα (εκτός από την Αγία Κάρα) μεταφέρθηκαν πίσω και τοποθετήθηκαν στην Βασιλική του Αγίου. Το έτος μάλιστα 1672 ο Καρδινάλιος Φραντζέσκο Μπαρμπερίνι έδωσε εντολή και τοποθετήθηκε το υπέροχο άγαλμα «ο Άγιος Σεβαστιανός νεκρός» που φιλοτέχνησε ο Giuseppe Georgetti πάνω από την λειψανοθήκη του Αγίου.
Τα ιερά του λείψανα μέχρι σήμερα ευρίσκονται και προσκυνούνται στην ίδια Εκκλησία.
Η τιμία του κάρα όμως φυλάσσεται στο παρεκκλήσιο των τεσσάρων εστεμμένων Μαρτύρων της Ρώμης.
Επίσης τεμάχια λειψάνων του φυλάσσονται στον Ιερό Ναό του Αγίου Medard στην Soissons στην Γαλλία.
1
Η τιμή προς τον Άγιο Σεβαστιανό.
Κατ’αρχάς το όνομα του Αγίου Σεβαστιανού είναι μεικτό δηλαδή και Ελληνικό και Λατινικό. Το όνομα Σεβαστός που δηλώνει τον αξιοσέβαστο άνθρωπο είναι Ελληνικό όπως ελληνικό όνομα έφεραν οι τρεις συμμαρτυρήσαντες με τον Άγιο Ζωή, Νικόστρατος και Κάστωρ (ή Κάστουλος, οπότε είναι λατινικό). Έχει όμως το όνομα και την λατινική κατάληξη -ιανός.
Στην Δυτική Εκκλησία η μνήμη του τελείται την 20η Ιανουαρίου που είναι και η ημέρα του μαρτυρίου του ενώ η Ανατολική την μετέφερε την 18η Δεκεμβρίου για άγνωστους προς τους ερευνητές λόγους. Στην Κωνσταντινούπολη μάλιστα γίνεται αναφορά για εορτή της ανακομιδής του Αγίου στις 27 Ιουνίου χωρίς άλλες πληροφορίες. Αυτό μπορεί να προέρχεται είτε από το Λατινικό Μαρτυρολόγιο είτε να σημαίνει μετακομιδή λειψάνων του Αγίου στην Βασιλεύουσα είτε να συνδέεται με την ανάβλυση του ομωνύμου Αγιάσματος κ.τ.λ.
Στην Δύση ο Άγιος τιμήθηκε ως defensor Ecclesiae, δηλαδή ως προστάτης και υπέρμαχος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πολλοί ναοί ανηγέρθησαν στην μνήμη του σ’όλη την ιταλική επικράτεια, οι οποίοι κοσμούνται με αποτμήματα των λειψάνων του.
Στην Ρώμη όπως προαναφέραμε υπάρχει κατακόμβη με το όνομά του πάνω από τον τάφο του (όπου και τα λείψανά του) καθώς και η Κωνσταντίνειος ομώνυμος Βασιλική ανακαινισμένη. Το όνομά του επίσης φέρουν η Πύλη του Αγίου Σεβαστιανού (Porta di San Sebastiano) και η σχετική Οδός (Via di Porta San Sebastiano).
Ιδιαιτέρως τιμάται στην πόλη Παβία επειδή την έσωσε από επιδημία. Πολλές πόλεις στην Ρωμαιοκαθολική Ευρώπη και την Λατινική Αμερική φέρουν το όνομα του Αγίου (Γαλλία, Ισπανία, Σαν Σαλβαδόρ κ.α.) όπως και ένα νησί στην Βραζιλία.
Επίσης θεωρείται και τιμάται ως διώκτης των επιδημιών και προστάτης των στρατιωτικών, των βουλευτών, των αθλητών, των σκοπευτών, των τοξοτών, των αγνών νέων, των υπαλλήλων γραφείων τελετών, των τραυματιοφορέων, των τροχονόμων, των αστυνομικών, όσων εμπορεύονται παλαιά σίδερα, των ταπετσέρηδων και όσων υποφέρουν από πολιομυελίτιδα. Επίσης βοηθά στον αγώνα κατά των σαρκικών παθών και σιώκει τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού.
Αμέτρητοι πίνακες του Αγίου στολίζουν ναούς, μουσεία και σπίτια. Οι πλέον ονομαστοί είναι του Pietro Perugino στο μουσείο της Νάντης και του Andrea Madegna στο μουσείο του Λούβρου. Πολλοί μουσικοσυνθέτες όπως ο Ντεμπυσσύ συνέθεσαν έργα προς τιμήν του.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία η Αγία του μορφή καθώς και το μαρτύριό του κοσμούν Ιερούς Ναούς και Μονές όπως τις Αθωνικές Μονές Σταυρονικήτα και Ιβήρων, τις Μετεωρικές Μονές Μεγάλου Μετεώρου, Βαρλαάμ, Ρουσάνου κ.τ.λ.
Μοναδικός ορθόδοξος ναός στην πατρίδα μας που φέρει το όνομά του ευρίσκεται στο Λινοπότι της Κω, εντός του στρατοπέδου «Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος» (282 Μ/Κ ΤΕ) ενώ Ρωμαιοκαθολική ενορία με ιστορικό ναό (19ος αι.) ευρίσκεται στην Άνω Σύρο της νήσου Σύρου.
Το όνομά του φέρουν με καμάρι μοναχοί και άγαμοι κληρικοί ενώ το γυναικείο όνομα Σεβαστιανή ή Σεβαστή παραπέμπει στις Άγιες Μάρτυρες της 7ης Ιουνίου και της 24ης Οκτωβρίου.
Στην Κωνσταντινούπολη ιδιαιτέρως τιμάται ο Άγιος Σεβαστιανός στο αγίασμα που φέρει το όνομά του και το οποίο ευρίσκεται παραπλεύρως του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου Σαρμασίκ.
Κατά τους πρό της αλώσεως αιώνες η μνήμη του Αγίου ετιμάτο με λαμπρότητα στην Βασιλεύουσα όπου πλήθος λαού έβρισκε «λύσιν» των ψυχικών και σωματικών τους αρρωστημάτων. Λόγω των καταστροφών της Πόλεως το αγίασμα κατεχώσθη και αφανίσθηκε. Όμως ο Άγιος κατά τις αρχές του 19ου αι. εμφανίσθηκε εν οράματι σε κάποια γυναίκα και της υπέδειξε τον τόπο και την ύπαρξη του αγιάσματος.
Ευρίσκεται στην εσωτερική πλευρά των χερσαίων τειχών πλησίον της πύλης της Αδριανουπόλεως (Edirne Kapi) απ’όπου άρχιζε η ιστορική οδός που οδηγούσε στην γνωστή πόλη της Θράκης. Από αυτή την πύλη εισήλθε ο Μωάμεθ ο Πορθητής κατά την Άλωση.
Σαρμασίκ λέγεται ο τόπος όπου και ο Ναός του Αγίου Δημητρίου. Σαρμασίκ τουρκιστί σημαίνει αναρριχώμενο φυτό, κισσός. Άλλοι (Δημήτριος Σκαρλάτος Βυζάντιος) θεωρούν ότι η λέξη προέρχεται από τον Μάγιστρο Αρμάτιο που ήκμασε επί αυτοκράτορος Ζήνωνος (5ος αι.) και από τον οποίο πήρε το όνομά της η παρακείμενη συνοικία «εν τοις Αρματίου» ή «τα Αρματίου». Στο Σαρμασίκ κτίστηκε το 1834 ο Ναός του Αγίου Δημητρίου επί των θεμελίων παλαιοτέρου ναού και παραπλεύρως αυτού ευρίσκεται το Ιερό Αγίασμα του Αγίου Σεβαστιανού στο οποίο εισέρχεται ο προσκυνητής από θύρα διανοιγμένη στο βόρειο κλίτος του ναού. Είναι ένα απέριττο δωμάτιο διαστάσεων 4Χ5 περίπου. Το αγίασμα αντλείται από πηγάδι και είναι παράδοξο ότι είναι ύδωρ υγιεινό και θαυματουργό εν αντιθέσει με το νερό της υδρεύσεως που είναι ακατάλληλο προς πόσιν.
Περί του Αγίου Σεβαστιανού σώζονται δύο passiones. Το ένα συνετάχθη τον 10ο αι. από τον Συμεών τον Μεταφράστη και ευρίσκεται στο J.P.Migne, PG, τ. 116, στ. 793-816. Στην υπάρχουσα ακολουθία του Αγίου στα Μηναία δημοσιεύεται κανόνας του Ιωσήφ του Υμνογράφου (9ος αι.), του οποίου η ακροστιχίδα είναι : «Θείον σέβας σοι Μάρτυς εμφρόνως νέμω∙ Ιωσήφ».
Κανόνας του Αγίου, ποίημα ανωνύμου, δημοσιεύεται στα Analecta Hymnica Graeca (Canones Decembris), Roma 1976 και φέρει ακροστιχίδα: «Σεβαστιανώ μάρτυρι πρέπει σέβας».
Κατά τα νεώτερα χρόνια Αναπλήρωση της Ακολουθίας του Αγίου Σεβαστιανού και Παρακλητικό Κανόνα (ο οποίος αναφέρεται στο θαυματουργό αγίασμα της Πόλεως) εις αυτόν συνέθεσε ο Όσιος Γέρων Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης ενώ ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Τατάρνης Ευρυτανίας, Αρχιμανδρίτης Δοσίθεος Κανέλλος, συνέθεσε την ακολουθία του Μικρού Εσπερινού ώστε ο Άγιος να τιμάται με πλήρη Ασματική Ακολουθία στην μνήμη του.
 ag.sebastianos5181
Από την Υμνολογία για τον Άγιο Σεβαστιανό
Απολυτίκιον.
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Συγκλήτου σφαλλομένης παριδών τα συνέδρια, Σεβαστιανέ πανολβίαν, συναγείρεις συνέλευσιν, Μαρτύρων αληθώς πανευκλεών, συν σοι καταβαλόντων τον εχθρόν, μεθ’ών θείας συναυλίας αξιωθείς, φαιδρύνεις τους βοώντας σοι∙ δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.
Κοντάκιον.
Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Της ευσεβείας διαπρέπων τω ζήλω, μαρτυρικόν συνασπισμόν συναγείρεις, ών εν τω μέσω ήστραψας ως άστρον φαεινόν∙ όθεν και τοις βέλεσιν, οίς ετρώθης το σώμα, του εχθρού κατέτρωσας, την καρδίαν καιρίως, Μεγαλομάρτυς Σεβαστιανέ∙ όθεν Χριστός σε, ενθέως εδόξασε.
Μεγαλυνάριον.
Βούλημα το θείον αποπληρών, βουλής ασεβούντων, απεμάκρυνας σεαυτόν, και συν Αθλοφόροις, Χριστώ, προσωκειώθης∙ ώ Σεβαστιανέ σε, όθεν δοξάζομεν.
Βιβλιογραφική Πηγή
  1. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «Συναξαριστής των δώδεκα μηνών», τόμος δεύτερος, Νοέμβριος-Δεκέμβριος, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1998.
  2. Βασιλοπούλου Χαραλάμπους, Αρχιμανδρίτου, «Ο Άγιος Σεβαστιανός», εκδόσεις Ορθόδοξος Τύπος, Βίοι Αγίων, Αθήναι.
  3. Ευστρατιάδου Σωφρονίου Μητροπολίτου πρ. Λεοντοπόλεως «Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας», Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1955.
  4. Μεταλληνού Δ. Γεωργίου, «Σεβαστιανός», εν Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, τόμος δέκατος, Αθήναι 1965.
  5. Λαγγή Ματθαίου, Αρχιμανδρίτου «Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμος Β’, Μην Δεκέμβριος, Αθήναι 1979.
  6. Μικραγιαννανίτου Γερασίμου, Μοναχού, «Νέος Ενιαύσιος Στέφανος», Άγιον Όρος, 2006.
  7. Μολοττού Ζώτου, «Λεξικόν των Αγίων Πάντων της Ορθοδόξου Εκκλησίας», έν Αθήναις 1904.
  8. Σιμωνοπετρίτου Μακαρίου, Ιερομονάχου, «Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», Διασκευή εκ του Γαλλικού Ξενοφών Κομνηνός, τόμος τέταρτος, Δεκέμβριος, Ίνδικτος, Αθήναι 2008.
  9. «Συναξάριον Κωνσταντινουπόλεως», (Delehaye Hippolyte, Propylaeum ad Acta Sanctorum, Novembris, Synaxarium Ecclesiae Constantinopolitanae), Bruxellis
10.  «Martyrologium Romanum».
11. Τασούλα Μανουήλ, «Ο Άγιος Σεβαστιανός», Αθήνα 1996.
12. Κανέλλου Δοσιθέου, Ηγουμένου Ι.Μ. Τατάρνης Ευρυτανίας (επιμέλεια), «Μαρτύριον Ιερά Ακολουθία πλήρης και Παρακλητικός Κανών του Αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Σεβαστιανού και των συν αυτώ, ών η μνήμη τη ΙΗ’ Δεκεμβρίου», Αθήναι 2001.
13. Συμεών του Μεταφραστού, «Μαρτύριον του Αγίου Σεβαστιανού», εν PG, τ.116, στ. 793-816.
14. Acta SS. Ιανουάριος II, σ. 621-662.
15. BHG, II (1957), σ. 236-237.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 14, 2015

ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ - Την 14ην Δεκεμβρίου 1943 πυρπολήθηκε η Εκκλησία της Αγίας Λαύρας.


Την 14ην Δεκεμβρίου 1943 πυρπολήθηκε η Εκκλησία της Αγίας Λαύρας.

Προηγήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου το μαρτύριο των καλογήρων, που βασανίστηκαν φρικτά για να μαρτυρήσουν τα κρησφύγετα των ανταρτών.

Δεν μίλησαν.

Ακόμη κι έναν κατάκοιτο και παράλυτο γέροντα τον πατέρα Ευθύμιον Χρυσανθακόπουλον, τον παιδέψανε πριν τον σκοτώσουν μαζί με τους υπόλοιπους.

Η σφαγή έγινε κάτω από τον ιστορικό πλάτανο, εκεί που είχαν κρεμάσει τα καριοφίλια τους οι ήρωες του ‘ 21 μαζί με τον Κολοκοτρώνη.

Προηγουμένως ” 70 φορτία ιερών αμφίων, κειμηλίων, επίπλων κλπ., αξίας πολλών εκατομμυρίων αφαιρέθηκαν με τον τρόπον της κλοπής από την ιερή αυτή εστία του Ελληνισμού…” γράφει ο Χρήστος Ε. Λεβέντης , Θεολόγος-Φιλόλογος στο βιβλίο του “50 χρόνια από το Ολοκαύτωμα Καλαβρύτων 1943-1993″ που εκέρδισε το αργυρό μετάλλιο του Στασινοπούλειου βραβείου.

Την ημέρα της μεγάλης θυσίας των 1.300 αδικοσκοτωμένων Καλαβρυτινών , ο κόσμος ήδη θρηνούσε 60 άνδρες από 16 ετών και άνω που είχαν σφαγεί στις 8 Δεκεμβρίου και 16 καλογήρους μαζί με 8 επισκέπτες στο Μέγα Σπήλαιο, την ίδια μέρα.

Ανάμεσα στους επισκέπτες κι ένα 10 χρονο ορφανό καλογεροπαίδι τον Ηλία Ατσάρο.

Από τον Δύσπιστο

olympia.gr

Κυριακή, Δεκεμβρίου 13, 2015

Οι άγιοι στέκονται δίπλα μας (Πέντε Μάρτυρες, † 13 Δεκεμβρίου)

ενοι συνήθως στο βίο κάποιου αγίου, έχουμε την τάση να εξαίρουμε τις πράξεις του και να τον αναδεικνύουμε μέσα από τα θαυμαστά που επιτέλεσε. Από πολύ παλαιότερες εποχές θεωρήθηκε ότι αυτή η έξαρση και ο υπερτονισμός, ακόμη και η υπερβολή, στη διήγηση της ζωής ενός αγίου, αποτελεί ένα είδος απόδοσης τιμής στο πρόσωπό του.
mardarius_orestes_eustratius_eugenius_auxentius
Αυτή η τακτική μπορεί να θεωρηθεί επωφελής στην κατεύθυνση της ανύψωσης του φρονήματος των πιστών, δημιουργεί όμως ένα συναίσθημα απόστασης μεταξύ του αγίου και των χριστιανών: προκαλείται η εντύπωση ότι ο άγιος ήταν ένα πρόσωπο με ξεχωριστές ικανότητες, κάποιος που από τη φύση του είχε τη δυνατότητα να διακριθεί στο μαρτύριο ή την αρετή. Έτσι όμως ασυναίσθητα οι πιστοί αποθαρρύνονται από το να επιδοθούν σε πνευματικούς αγώνες, καθώς θεωρούν ότι οι ίδιοι δεν είναι σε θέση να αντέξουν τις παγίδες και τους πειρασμούς που διαρκώς ανακύπτουν.
Στην περίπτωση των πέντε μαρτύρων που τιμούμε σήμερα, Ευστρατίου, Αυξεντίου, Ευγενίου, Μαρδάριου και Ορέστη (μαρτύρησαν στα τέλη του 3ου αι.), συναντούμε όμως μια διαφορετική προσέγγιση. Πρόκειται για ένα θαύμα που αναφέρει ο Πρωτοπαπάς του Ναυπλίου Νικόλαος Μαλαξός (16ος αι.) και διέσωσε ο άγ. Νικόδημος Αγιορείτης. Το γεγονός συνέβη σε ένα μετόχι της Νέας Μονής Χίου, κατά την ημέρα της εορτής τους.
Εκείνη, λοιπόν, την ημέρα υπήρχε τόσο σφοδρή κακοκαιρία, που δεν μπόρεσαν ούτε οι πατέρες της Μονής να κατέβουν στο μετόχι, αλλά ούτε και ο κόσμος να προσέλθει. Ενώ ο ιερέας είχε ξεκινήσει τον Όρθρο, είδε κάποια στιγμή να εισέρχονται στο ναό πέντε άγνωστοί του άνδρες, με χαρακτηριστικά που έμοιαζαν στους τιμώμενους αγίους, όπως ιστορούνταν στις εικόνες τους. Δύο από αυτούς πήγαν στο δεξιό χορό, δύο στον αριστερό και ο πιο νέος, αυτός που έμοιαζε με το μάρτυρα Ορέστη κανοναρχούσε. Έτσι, συνεχίστηκε η Ακολουθία του Όρθρου, και κάποτε ήλθε η στιγμή που ο κανονάρχης άρχισε να διαβάζει το Συναξάρι του μαρτυρίου τους.
Σε κάποιο σημείο της διήγησης αναφέρεται ότι ο άρχοντας Σεβάστειας Αγρικόλας διέταξε να φέρουν ένα πυρωμένο κρεβάτι και πάνω σ’ αυτό να ξαπλώσουν τον Ορέστη. Το Συναξάριο αναφέρει πως ο Ορέστης τότε «εδειλίασεν». Ο νεαρός κανονάρχης όμως δε διάβασε αυτό που ήταν γραμμένο, αλλά άλλαξε το ρήμα και αντί του «εδειλίασεν», είπε «εμειδίασεν».
Αμέσως τότε δέχθηκε την αυστηρή επιτίμηση του πρεσβυτέρου από τους πέντε, εκείνου που έφερε τα χαρακτηριστικά του αγ. Ευστρατίου, ο οποίος του ζήτησε να διαβάσει το κείμενο όπως ακριβώς έχει. Ο νεαρός κανονάρχης, ο οποίος προφανώς ήταν ο άγ. Ορέστης και ντρεπόταν για τη δειλία που είχε επιδείξει, ξαναδιάβασε το Συναξάρι λέγοντας πάλι «εμειδίασεν». Ο πρεσβύτερος, προφανώς ο άγ. Ευστράτιος, τον μάλωσε και πάλι λέγοντάς του: «Ανέγνωσε το γραμμένο καθώς το έπαθες, διότι δεν εμειδίασες βλέποντας την κλίνη, αλλά εδειλίασες».
Τελικά, οι πέντε άγιοι εξαφανίστηκαν και ο ιερέας, αφού συνήλθε τέλειωσε τη Θ. Λειτουργία και διηγήθηκε το θαυμαστό γεγονός στους συμπολίτες του
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι οι άγιοι είναι άνθρωποι όπως όλοι μας, με τις δικές τους δυνάμεις και αδυναμίες. Δεν έχουν από τη φύση τους κάτι ξεχωριστό ή ιδιαίτερο, που τους βοήθησε να φέρουν σε πέρας επιτυχώς τον αγώνα τους. Αν θα θέλαμε να εντοπίσουμε κάτι ιδιαίτερο, αυτό θα ήταν η μεγάλη τους αγάπη για το Θεό, που τους βοήθησε εντέλει να ξεπεράσουν τους επιμέρους φόβους και τις αδυναμίες τους. Και αν θα έπρεπε να κρατήσουμε κάτι ακόμα, είναι η κατανόηση που οι ίδιοι επιδεικνύουν προς τις δικές μας αδυναμίες, αλλά και η διάθεσή τους να μας συνδράμουν ώστε να τις αντιμετωπίσουμε.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 12, 2015

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Γέννησης του Χριστού


           

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


 
Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνεργούν στη μετοχή του πιστού στο καλοάγγελτο γεγονός της ενανθρώπισης. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο πιστός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται για να γίνουν μέσα επικοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεως ανταποκρίνεται στο κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» και «βλέπει» με τα μάτια του την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως. 
Ο εικονογραφικός τύπος διαμορφώθηκε έτσι ώστε να συνοψίζει τη θεολογία της Γεννήσεως ντύνοντάς την με άρτια αισθητική μορφή. Η παράσταση έχει οργανωθεί αντιρρεαλιστικά και συμβολικά συνθέτοντας στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, πνευματικά και διαχρονικά. Το βουνό, το σπήλαιο, η φάτνη, τα ζώα συνυπάρχουν με τον χρυσό κάμπο που είναι ο πνευματικός χώρος του ουρανού. Έτσι η εικόνα αμέσως παρουσιάζει την σύνθεση του γήινου και του ουράνιου, του ανθρώπινου και του θείου. 


Όλες οι μορφές έχουν ειδικό νόημα και συμβολισμό. Η Γέννηση τοποθετείται μέσα σε σπήλαιο, στοιχείο που δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια, αλλά από την παράδοση που ξεκινάει μεν από το απόκρυφο το λεγόμενο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αλλά την παίρνει ο ορθόδοξος θεολογικός στοχασμός (Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς) και την καθιερώνει η υμνογραφία με τον Ρωμανό «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (Κοντάκιον), και τους άλλους Υμνωδούς των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος… η γη το σπήλαιον» (Ιδιόμελον Εσπερινού), «τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» (κάθισμα Όρθρου). 



 
Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Συμβολίζει όμως και τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου στην οποία θα λάμψει το χαρούμενο, λυτρωτικό φως «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις αυτοίς εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ. 4,16). 

Ο Χριστός εικονίζεται σπαργανωμένος. Η εικονογραφία εδώ ακολουθεί πιστά την ευαγγελική διήγηση «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινε αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. 2,7). Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει οπτικά σε μορφές νεκρών (όπως του Λαζάρου), δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα νύξη για το σάββανο και την ταφή του Κυρίου. 
 


 
Η θέση της Παναγίας είναι καίρια στην εικόνα δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο της μέσα στο έργο της σωτηρίας. Εικονίζεται σε άμεση σχέση με το γλυκύτατο Τέκνο της, αλλά διατηρεί και κάποια απόσταση απ’ Αυτό, υπαγορευόμενη από την γνώση της θεότητάς Του. Για τη στάση στην οποία ζωγραφίζεται η Θεοτόκος έχει διατυπωθεί η άποψη ότι καθορίζεται από τον με ή χωρίς ωδίνες τοκετό. Τόσο όμως η υμνολογία της Εκκλησίας όσο και μεγάλοι Πατέρες (Μ. Φώτιος) αποφαίνονται με σαφήνεια ότι έτεκεν ανωδίνως. Η μητρική τρυφερότητα και κάποια προορατική αίσθηση της ρομφαίας που θα διαπεράσει την καρδιά της ίσως προσδιορίζουν αυτή τη στάση της Θεομήτορος. 

Μέσα στο σπήλαιο δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο από την Μητέρα και το Βρέφος. Μόνο τα δύο ζώα (βόδι και ονάριο), που η παρουσία τους είναι μια ζωγραφική υπόμνηση των καυτερών για το Ισραήλ λόγων του Ησαΐα. Η αποστασία του εκλεκτού λαού του Θεού στηλιτεύεται με τον διακριτικό αυτόν τρόπο μέσα στην εικόνα. 
 




 
Ο Ιωσήφ κάθεται έξω και κάπως απόμακρα από το σπήλαιο. Μ’ αυτό το τρόπο διατρανώνει η βυζαντινή ζωγραφική την θεμελιώδη πίστη της Εκκλησίας για την απείρανδρο γέννηση του Ιησού. Ο Ιωσήφ κάθεται συλλογισμένος, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μοιάζει να έχει σαν πρότυπο αγάλματα σκεπτόμενων μορφών. Η στάση αυτή υποσημαίνει τις αμφιβολίες που φαίνεται ακόμα να έχει. 




Σε μερικές εικόνες μπροστά στον Ιωσήφ στέκεται και συνομιλεί ένας τσοπάνος, συνήθως γέρος, κακόμορφος, που σύμφωνα με τα Απόκρυφα είναι ο διάβολος μεταμορφωμένος σε τσοπάνη που πειράζει τον Ιωσήφ δείχνοντας την ροζιασμένη μαγκούρα του λέγοντας ειρωνικά, πως αν αυτό το ξεραμένο ξύλο βλαστήσει με φύλλα και κλαδιά, τότε μπορεί και μια Παρθένα να γεννήσει. Σε κάποιες μάλιστα εικόνες, σαν άλλη επίρρωση της Παρθενίας της Θεοτόκου, ζωγραφίζεται βλαστημένη η ποιμενική ράβδος. 
 


Η ένταξη των αμφιβολιών του Ιωσήφ στην εικόνα της Γεννήσεως, έχει χαρακτήρα διδακτικό. «Στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ, η εικόνα αφηγείται ένα παγκόσμιο δράμα που παράγεται δια μέσου όλων των αιώνων… Το Μυστήριο του Ευαγγελίου απευθύνεται στη πίστη και συναντά το εμπόδιο τις αμφιβολίες» (Π. Ευδοκίμωφ). Η συλλογισμένη και συνεσταλμένη στάση του δείχνει άνθρωπο που βρέθηκε σε γεγονότα πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά που δεν του λείπει η αγαθή προαίρεση. Για αυτό και τη Μαρία δεν θα τη διώξει κρυφά, όπως προς στιγμή σκέφτηκε, αλλά θα σταθεί δίπλα στη Μητέρα και το Παιδίον σαν προστάτης. Έτσι η αμφιβολία του Ιωσήφ γίνεται στήριγμα γι’ αυτούς που δοκιμάζονται από λογισμούς αμφιβολίας και δυσπιστίας. 




 
Οι ποιμένες, ανοιχτόκαρδοι, καλοκάγαθοι, ειρηνικοί άνθρωποι δέχονται με κατάπληξη, αλλά και χαρά το μήνυμα του ερχομού του Μεσσία, αντιπροσωπεύοντας την αγαθή μερίδα των αληθινών Ισραηλιτών που άκουσαν το καλό άγγελμα της σωτηρίας και το ενστερνίστηκαν αμέσως. 





Οι Μάγοι είναι οι σοφοί και διαβασμένοι, που όμως η γνώση τους δεν στέκει εμπόδιο στην προσκύνηση του σαρκωθέντος Λόγου. Γι’ αυτό και η τέχνη της Εκκλησίας δίνει μεγάλη σημασία στην παρουσία τους. Οι Μάγοι, με τις λαμπρές και παράξενες στολές τους, είναι οι αναζητητές που πασχίζουν να βρουν την Αλήθεια έξω από το χώρο του Ισραήλ. Αντιπροσωπεύουν τους ανά τους αιώνες αναζητητές της αλήθειας που μέσα από τους πολυδαίδαλους ατραπούς της σκέψης ακολουθώντας τον αστέρα της εσώτερης παρόρμησής τους φτάνουν κάποτε με ταπείνωση στην απλότητα της Φάτνης για να καταθέσουν τα δώρα του πνευματικού τους μόχθου και να χαρούν μαζί με τους ποιμένες. Τέλος, οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία. 
 





 
Οι Άγγελοι ολόσωμοι, ευγενικοί και μεγαλόπρεποι, ντυμένοι με τα αρχαία ενδύματά τους (ιμάτιο και χιτώνα), σε στάσεις και κινήσεις που δείχνουν το σεβασμό στο Βρέφος αναγγέλλουν στους ποιμένες το μέγα γεγονός ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος». Και όταν όμως σκύβουν για να εκφράσουν το σεβασμό τους δεν ζωγραφίζονται μέσα στη σπηλιά, αλλά στέκουν απ’ έξω, ώστε να προβάλλεται ανεμπόδιστα και αδιάσπαστα το κεντρικό θέμα. Οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία. Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο, «Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». 





Από τον ουρανό εξέρχεται μια ακτίνα και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος. Η ακτίνα αυτή σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας. 
 





 
Η όλη σύνθεση κλείνει με ένα ακόμα επεισόδιο, που προέρχεται από τα Απόκρυφα: το πρώτο λουτρό του βρέφους. Στο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφονται διάφορες φροντίδες για τον τοκετό της Μαρίας καθώς και η μαία και η βοηθός της που συνδράμανε την Παναγία και έλουσαν το αρτιγέννητο. Εικονογραφικά η σκηνή κατάγεται από αρχαία παράσταση λουτρού του Διονύσου. Η χριστιανική τέχνη από τους πρώτους αιώνες προσέλαβε το θέμα. Εξαίρεση σημειώνεται τον 18ον αι. στο Άγιο Όρος, όπου η σκηνή θεωρήθηκε μειωτική της θεότητος και κατά συνέπεια απόβλητη. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον». Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία. 


Παραταύτα όμως η σκηνή επεκράτησε. Στην ορθόδοξο αίσθηση του λαού της εκκλησίας δεν προξένησε κανένα σκανδαλισμό. Είδε στην απεικόνιση αυτή μια ακόμη έκφανση της σαρκώσεως και ενανθρωπίσεως. Μερικοί μελετητές και θεολόγοι βλέπουν και μια προεικόνιση της Βαπτίσεως. 

*** 

Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο. Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στη ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη αίσθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναι αποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σαρκώσεως, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμήν «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ. 4,4) δεν έπαυσε να είναι ο «προ αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιός. 

Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό το τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός. Αυτό είναι και το μεγάλο επίτευγμα της Βυζαντινής ζωγραφικής. Πέτυχε να φανερώσει με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση στην σωτηριώδη, θεολογική διάσταση και χωρίς να μας στερήσει την αισθητική χαρά που γεννιέται από την μεγάλη τέχνη, κατόρθωσε να καταστήσει την εικόνα πύλη εισόδου στο μυστήριο που μπαίνουμε με ευφροσύνη και δοξολογία. 


Βιβλιογραφικές αναφορές: 

- Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας, άρθρο κ. Νικόλαου Ζία 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ


Παρασκευή, Δεκεμβρίου 11, 2015

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ


                                                
Οι μεγαλύτεροι θα θέλαμε οι νέοι της εποχής να έχουν πρότυπα. Να μπορούν να έχουν υπ’ όψιν τους μορφές οι οποίες θα τους εμπνέουν, θα τους καθοδηγούν, αλλά και θα τους αφυπνίζουν από μία παθητικότητα, η οποία τους εγκλωβίζει στον εαυτό τους, στις μικροπαρέες τους, στην ενασχόληση με την εικόνα τους. Ο τρόπος που οι νέοι μεγαλώνουν και οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις τους δύσκολα τους επιτρέπει να έχουν και να αναζητούν πρότυπα, αλλά μόνο να καταναλώνουν εικόνες. Ίσως διότι δε γνωρίζουν μορφές εξαιρετικές, δυναμικές και που να οδηγούν την ίδια στιγμή στο Αιώνιο και όχι μόνο να ικανοποιούν την ανάγκη για μία, ξεχωριστή έστω, πρόσκαιρη πορεία.
Μία τέτοια μορφή είναι ο άγιος Σπυρίδωνας. Ένας καθημερινός άνθρωπος του 4ου αιώνα μ.Χ., ο οποίος εξακολουθεί να τιμάται από όλη τη χριστιανική οικουμένη, Ανατολή και Δύση, απανταχού της γης. Δεν είναι μόνο η αφθαρσία του λειψάνου του, το οποίο βρίσκεται στην Κέρκυρα, σημείο της Ανάστασης και της αιωνιότητας, μυστήριο ανεξήγητο με τη δύναμη της λογικής. Είναι η ίδια η ζωή του, που τον καθιστά μία ύπαρξη προσιτή σε όλους, οικειότερη όμως στους νέους ανθρώπους, καθώς συνδυάζει έναν μοναδικό ηρωισμό και ένα χάρισμα ερμηνείας του κόσμου και βίωσης της Αλήθειας που συναρπάζει και εμπνέει.
Ένας νέος θα μπορούσε να αντλήσει από τη ζωή του αγίου Σπυρίδωνα αξίες όπως η απλότητα και η εργατικότητα. Η πίστη που σε κάνει να ερμηνεύεις αλήθειες δύσκολες όπως το δόγμα της Αγίας Τριάδος με την παρομοίωση με το κεραμίδι. Η δύναμη της ελεημοσύνης και της αγάπης που σε κάνει να παρακαλείς τον Θεό και να μετατρέπει το φίδι σε χρυσάφι για να μην στερηθεί ο φτωχός το ψωμί από την ακαρδία του πλούσιου. Της συγχώρεσης γι’ αυτόν που επιχειρεί να σου αφαιρέσει ό,τι σου ανήκει και την ίδια στιγμή της προσφοράς που τον κάνει να συγκινηθεί και να μετανιώσει για την αρπακτικότητά του, για την πορεία της ίδιας του της ύπαρξης. Της αγάπης για τον Θεό που σε κάνει να προσεύχεσαι με τόση θέρμη, ώστε άγγελοι να σε συντροφεύουν την ώρα που γίνεται η λειτουργία και οι ιερές ακολουθίες. Της έγνοιας για τον τελευταίο άνθρωπο, που σε κάνει να συζητάς ακόμη και με νεκρούς, για να μην χάσει την ελπίδα του αυτός που την έχει ανάγκη. Κυρίως όμως της παρουσίας του Χριστού στη ζωή σου που σε κάνει να αντέχεις δοκιμασίες, φυλακίσεις, κόπους και να γίνεσαι δοχείο χάριτος.
Τίποτε δεν είχε και τα πάντα κατείχε. Έδωσε γη και πήρε ουρανό. Αλλά και τιμήθηκε και τιμάται από τη γη. Να μια μορφή ανυπέρβλητης αξίας, η οποία μπορεί να κάνει τους σύγχρονους νέους που δεν γνωρίζουν πώς να εκδηλώσουν την ευαισθησία τους, την αγάπη τους, την αγωνία για δικαιοσύνη, την αναζήτηση της ελπίδας, την ανάγκη για συνύπαρξη και συγχώρηση, να βρούνε βοηθό και εμπνευστή. Τους νέους που θέλουν αλήθειες, αλλά δεν αισθάνονται έτοιμοι να συναντήσουν την όντως Αλήθεια, τον Χριστό που εμπνέει τους αγίους και τους κρατά ζωντανούς αιώνια. Ας τολμήσουμε να τους παρουσιάσουμε τέτοια πρότυπα και ας τους αφήσουμε να αποφασίσουν αν τους τελικά τους ταιριάζουν. 


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα « Ορθόδοξη Αλήθεια», 
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015 
π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Πηγή

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 09, 2015

Για να έχουν αποτέλεσμα οι Προσευχές μας

Όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό.
Αλλά επειδή μονάχα η κατάνυξη και τα δάκρυα δεν είναι αρκετά για να πείσουν τον Θεό να μας δώσει αυτά που του ζητούμε στις προσευχές μας αυτές, πρέπει να προσθέσουμε και κάποια άλλα στοιχεία που χρειάζονται ακόμη, για να έχουν θετικό αποτέλεσμα οι προσευχές μας. Ιδού μερικές από αυτές τις προϋποθέσεις στη συνέχεια, έξι τον αριθμό.


α) Όποιος θέλει να πάρει θετική απάντηση στο πρώτο του αίτημα, που είναι η συγχώρηση των αμαρτημάτων του, πρέπει κι αυτός ο ίδιος, όταν προσεύχεται, να συγχωρεί τ’ αμαρτήματα που διέπραξαν εις βάρος του οι άλλοι, καθώς μας δίδαξε ο Κύριος: «όταν στέκεστε σε προσευχή, ν’ αφήνετε ότι διαφορές έχετε με κάποιον, συγχωρώντας τον, κ’ έτσι να συγχωρήσει και ο Πατέρας μας ο ουράνιος και τα δικά σας παραπτώματα» (Μαρκ. ια’ 25).
β) Όποιος ζητάει να λάβει κάτι από τον Θεό, πρέπει να το ζητάει χωρίς διψυχία και δισταγμό, αλλά με στερεή και αδίσταχτη πίστη, όπως μας λέει πρώτα ο ίδιος ο Κύριος μας: «όλα όσα ζητάτε στην προσευχή σας με πίστη, θα τα λάβετε» (Ματθ. κα’ 22) και, κατόπιν, ο αδελφόθεος Ιάκωβος: «κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητήσει από τον Θεό, που τη χαρίζει με απλότητα σε όλους, χωρίς να περιφρονεί κανέναν αλλά που να τη ζητάει με πίστη, δίχως αμφιβολία, διότι όποιος έχει αμφιβολίες ομοιάζει με το κύμα της θάλασσας, που ο άνεμος το παρασέρνει και το πηγαίνει πότε εδώ και πότε εκεί· να μην ελπίζει ποτέ πως θα πάρει κάτι από τον Κύριο ένας τέτοιος άνθρωπος δίγνωμος και άστατος σ’ όλους τους τρόπους της ζωής του» (Ιακ. α΄ 5-7).
γ) Όποιος ζητάει, πρέπει να μην παρακαλεί για ζητήματα που δεν τον συμφέρουν πνευματικά, δηλαδή για κοσμικά πράγματα που προξενούν τις ηδονές του, αλλά να ικετεύει για ζητήματα κατά Θεόν, δηλαδή που συμφέρουν κ’ ενδιαφέρουν τη σωτηρία της ψυχής του. Ακούστε και τον ονειδισμό εκ μέρους του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, που λέει: «ζητάτε κάτι και δεν το λαμβάνετε, διότι το ζητάτε με κακό σκοπό, δηλαδή το ζητάτε για να το κατασπαταλήσετε για τις ηδονές σας» (Ιακ. δ’ 3)
δ) Όποιος θέλει να λάβει όσα συμφέροντα για την ψυχή του ζητάει από το Θεό, πρέπει κι αυτός να εργάζεται και να κάνει όλα όσα δύνεται και μπορεί, σύμφωνα και με την κοινή παροιμία, που λέει «συν Αθηνά και χείρα κίνει»· πρέπει δηλαδή να μην αμελεί και να μην παραδίνει θεληματικά τον εαυτό του πρώτα στα πάθη, και τις επιθυμίες, κ’ έπειτα ζητάει τη θεία βοήθεια, διότι δεν θα τη λάβει ποτέ, σύμφωνα και με τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου: πρέπει, λοιπόν, πρώτα να προσφέρει κάνεις όλα όσα μπορεί μόνος του, και υστέρα να παρακαλεί τον Θεό να έρθει βοηθός και σύμμαχος του- διότι, όταν κάποιος παραδώσει τον εαυτό του με νωθρότητα στις επιθυμίες και παραδοθεί έτσι μόνος του στους εχθρούς, αυτόν ο Θεός δεν τον βοηθάει ούτε εισακούει τις δεήσεις του, διότι πρόλαβε ο ίδιος και με την αμαρτία του αποξενώθηκε από τον Θεό· γιατί, βέβαια, όποιος επιθυμεί να έχει τη βοήθεια του Θεού, δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον· κι αυτός που δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον, δεν προδίδεται και δεν εγκαταλείπεται ποτέ από τη θεία πρόνοια και βοήθεια» (Ασκητικαί Διατάξεις, κεφ. α’).
Και, ακριβώς, γι’ αυτούς λέγει ο Θεός με το στόμα του προφήτου Ησαΐα: «με αναζητούν την κάθε ημερα, κ’ επιθυμούν να γνωρίσουν τις εντολές μου, ωσάν λαός που έπραξε το δίκαιο και που δεν εγκατέλειψε την κρίση του Θεού» (Ησ. νη’ 2).
Και, για να το πούμε με δυο λόγια, οποίος θέλει να εισακούσει ο Θεός τη δέησή του και να λάβει θετική απάντηση στο ζήτημά του, πρέπει να βιάζει τον εαυτό του, όσο μπορεί, για να φυλάγει τις εντολές του Θεού, ώστε να φτάσει στο σημείο να μην τον κατηγορεί η συνείδηση του ότι καταφρόνησε ή αμέλησε κάποιο πράγμα, που μπορούσε να το κάμει και δεν το έκαμε. Διότι, όπως λέει ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «όταν η καρδιά μας παύει να μας κατηγορεί, τότε αποκτούμε θάρρος εμπρός στον Θεό, κι Εκείνος μας δίνει ότι Του ζητούμε, γιατί εκτελούμε τις εντολές Του, και κάνουμε όλα όσα είναι αρεστά σ’ Εκείνον» (Α’ Ιωάν. γ’ 21-22). Και ο μέγας Βασίλειος προσθέτει:
«Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να μη μας κατηγορεί σε τίποτε η συνείδησή μας, και τότε μονάχα μπορούμε να επικαλούμαστε τη θεία βοήθεια» (Ασκητ. Διατ., ο.π.) Και όχι μονάχα, όταν κάποιος προσεύχεται για τον εαυτό του, πρέπει να κάνει τα καθήκοντά του όσο μπορεί καλύτερα, αλλά και στην περίπτωση που κάποιος άλλος προσεύχεται για κείνον, πρέπει κι αυτός να συνεργεί προσωπικά για να καρποφορήσει η προσευχή που γίνεται για λόγου του.
Αυτό ακριβώς σημαίνει ο λόγος του Αδελφοθέου, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (Ιακ. ε’ 16), τον οποίο ερμηνεύοντας ο θείος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγει: «Πράγματι, πολύ ισχύει η δέηση του δικαίου, είτε χάρη στον δίκαιο που την κάνει, είτε και χάρη σ’ εκείνον που ζητάει από τον δίκαιο να την πραγματοποιήσει· διότι, από μεν την πλευρά του δικαίου που γίνεται η δέηση, αυτή δίνει θάρρος να παρουσιαστεί και να ζητήσει από Κείνον που μπορεί να εισακούσει τα αιτήματα των δικαίων, ενώ από την πλευρά εκείνου που ζητάει από τον δίκαιο να κάμει γι’ αυτόν τη δέηση, του δίνει την ευκαιρία ν’ απομακρυνθεί από την κακία και να εγκολπωθεί πάλι την διάθεση για ενάρετο βίο» (Ε’ εκατ. περί θεολογίας, κεφ. πδ’).
Και ο ίδιος πάλι, σε άλλο σημείο, λέει: «Είναι πράγματι δείγμα μεγάλης νωθρότητας, για να μην πω παραφροσύνης, να επιζητεί κανείς τη σωτηρία του με τις δεήσεις των δικαίων, ενώ η διάθεσή του στρέφεται προς τις τέρψεις, και να ζητάει τη συγχώρεση εκείνων των αμαρτημάτων, για τα οποία σπιλώνεται με δική του διάθεση και ενέργεια. Πρέπει, λοιπόν, να μην αφήνει ανενεργή και ακίνητη τη δέηση του δικαίου…, αλλά να την ενεργοποιεί και να την ισχυροποιεί, δίνοντάς της φτερά με τις δικές του αρετές» (ο.π., κεφ. πγ’).
ε) Όποιος θέλει να εισακούσει ο Κύριος το αίτημά του, πρέπει να μην λιποψυχάει, ούτε να θλίβεται και να στενοχωριέται όταν προσεύχεται, αλλά να προσμένει με υπομονή και μακροθυμία, κι ας περνάει αρκετός καιρός αναμονής.
Έτσι και ο Κύριος, για να μας διδάξει να προσμένουμε υπομένοντας και προσκαρτερώντας στην προσευχή, χωρίς να στενοχωριόμαστε καθόλου, μας αναφέρει στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο την παραβολή της χήρας, η οποία με την επιμονή και την υπομονή της, έπεισε στο τέλος τον άδικο δικαστή να της αποδώσει το δίκιο της. «Και τους έλεγε και την παραβολή αυτή, για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποκάμουν» (Λουκ. ιη’ 1).
Έχουμε, από την άλλη πλευρά, και τον λόγο του μεγάλου Βασιλείου, που λέει ότι, μπορεί στη δέησή σου πολλές φορές να ζητήσεις τα πνευματικώς συμφέροντα, όμως δεν επέμεινες αρκετά. Διότι, όπως είναι γραμμένο, «με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας» (Λουκ. κα’ 19). Και, «όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί» (Ματθ. ι’ 22).
Έχουμε γι’ αυτό το θέμα παράδειγμα τον Αβραάμ, ο οποίος, αν και ήταν νέος όταν προσεκλήθη από την Ασσυρία να πάει στην Παλαιστίνη, και είχε λάβει μάλιστα και υπόσχεση από το Θεό, πως θα πληθυνθεί το σπέρμα της γενιάς του όπως τ’ αστέρια τ’ ουρανού, είδε να πραγματοποιείται η παραπάνω υπόσχεση του Θεού μόλις στα εκατό χρόνια της ηλικίας του! Επίσης, και το παράδειγμα του Ισαάκ, ο οποίος παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσει τέκνα, αλλά η δέησή του εισακούστηκε μόλις ύστερα’ από είκοσι χρόνια!
Ο Μέγας Βασίλειος σε συμβουλεύει: «μιμήσου, λοιπόν, και σύ, αδελφέ μου, αυτούς τους Πατριάρχες και την πίστη τους· και αν περάσει κ’ ένας χρόνος, τρίτος ή τέταρτος ή περισσότερα χρόνια δίχως να λάβεις το αίτημά σου, μην αφήνεις την προσευχή, αλλά να επιμένεις με πίστη, εργαζόμενος πάντα το αγαθό». Και ο άββάς Μακάριος προσθέτει: «οποίος δεν βλέπει να εισακούεται γρήγορα η δέησή του, αλλά ν’ αναβάλλεται από το Θεό, αυτός αισθάνεται πιο φλογερή την επιθυμία της προσευχής· και όσο πιο πολύ μακροθυμεί ο Θεός, δοκιμάζοντάς μας στον πόνο, τόσο πιο πολύ έντονα οφείλει ο προσευχόμενος να επιμένει, ζητώντας την δωρεά του Θεού» (Σειρά στο Κατά Ματθαίον, κεφ. ζ’).
ς) και τελευταίον· όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό, είτε λάβει γρήγορα εκείνο που ζητά, είτε και αργότερα. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος μας λέγει: «τα αιτήματά σας να τ’ απευθύνετε στο Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία» (Φιλιπ. δ’ 6). Επειδή, πολλές φορές, ο Θεός δεν μας δίνει γρήγορα εκείνο που του ζητούμε, ή γιατί ξέρει πως θα χάσουμε αυτό που θα μας χαρίσει και, γι’ αυτόν το λόγο, θα τιμωρηθούμε περισσότερο, αφού αθετήσαμε το χάρισμα του και τη δωρεά του· ή, γιατί, γνωρίζοντας πως μόλις λάβουμε το αίτημά μας θα πάψουμε να προσευχόμαστε.
Γι’ αυτό αναβάλλει το ζήτημα μας και δεν το πραγματοποιεί, θέλοντας και προνοώντας να τον παρακαλούμε πάντοτε και να βρισκόμαστε κοντά του με την προσευχή· ή, ακόμη, για να φανεί η πίστη και η αγάπη μας προς τον Θεό, ή και για άλλους λόγους που έχει ο Θεός, ακατανόητους βέβαια σ’ εμάς, αλλά δίκαιους, που αποβλέπουν πάντοτε προς το πνευματικό συμφέρον μας.
Τα βεβαιώνει όλα αυτά και ο βαθύς θεολόγος και πράγματι μέγας Βασίλειος, με όσα γράφει στο α’ κεφάλαιο των Ασκητικών του Διατάξεων, οπού συμπερασματικά μας λέγει: «Γνωρίζοντας, λοιπόν, όλα αυτά, είτε πιο γρήγορα εισακουστούμε και λάβουμε, είτε πιο αργά, ας παραμείνουμε πάντοτε με ευχαριστίες στον Κύριο, διότι όλα όσα κάνει ο Δεσπότης τα κάνει πάντοτε οικονομώντας τη δική μας σωτηρία· και να μην λιποψυχούμε, σταματώντας τις προσευχές και τις δεήσεις».
Και τί λέω; είτε λάβουμε απ’ το Θεό, είτε δεν λάβουμε τα αιτήματά μας, εμείς πρέπει να τον ευχαριστούμε πάντοτε και να επιμένουμε κρούοντας τη θύρα του Θεού και ζητώντας πάλι και πάλι με την προσευχή μας· διότι μας αρκεί και τούτο το μέγα χάρισμα που λαβαίνουμε, δηλαδή το ότι αξιωνόμαστε να συνομιλούμε με τον ίδιο το Θεό και να παραμένουμε ενωμένοι μ’ Εκείνον όταν προσευχόμαστε. Έτσι μας λέει και ο χρυσός κάλαμος του αγίου Ιωάννου, με κομψότητα και γλαφυρότητα, γράφοντας τα παρακάτω: «μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με διάνοια καθαρή και χαρούμενη, κι όταν μάθουμε τους εαυτούς μας να ευχαριστούν το Θεό πάντοτε: όχι μονάχα όταν λαβαίνουμε τα αιτήματα της προσευχής, μα κι όταν δεν τα λαβαίνουμε.
Διότι, άλλοτε μεν μας δίνει κι άλλοτε δεν μας δίνει· ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις είσαι κερδισμένος, αφού είτε λάβεις είτε δεν λάβεις, ήδη έχεις λάβει και μη λαμβάνοντας· κι όταν επιτύχεις το ζητούμενο κι όταν δεν το πετύχεις· ήσουν τυχερός κι όταν δεν το πέτυχες, επειδή μερικές φορές το να μη λάβεις το αίτημά σου είναι επωφελέστερο· διότι, αν δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μην το λάβουμε, ο Θεός θα μας το έδινε οπωσδήποτε. Και το να μην πετυχαίνουμε κάτι, όταν καταλήγει προς το συμφέρον μας, είναι όντως επιτυχία» (Εις Ανδριάντας, λόγ. α΄· και Περί ευχής, τ. ζ’). Ανάλογα έγραψε και ο άγιος Ιωάννης, που μας παρέδωκε την ουράνια Κλίμακα: «να μη λες, πως περνάς πολλή ώρα στην προσευχή, δίχως να κατορθώσεις τίποτε, γιατί ήδη έχεις κάτι κατορθώσει· διότι, ποιό άλλο αγαθό θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερο απ’ το να βρίσκεσαι κοντά στον Κύριο και να είσαι με την προσευχή εκεί, αδιαλείπτως περιμένοντας την ένωση μ’ Εκείνον;»
Αν, λοιπόν, αδελφοί και πατέρες, συμφωνείτε με όλα όσα είπαμε πιο πάνω, και προσφέρετε στον άγιο Θεό τις προσευχές, εγώ σας πληροφορώ πως θα πλουτίσετε τις ψυχές σας με πίστη ακλόνητη, με βέβαιη ελπίδα, με αγάπη ανόθευτη, με συγχώρεση των αμαρτημάτων, και θα έχετε την απαλλαγή των ορατών και των αοράτων κακών, την απόλαυση των αιτημάτων σας, τη λύτρωση από τους πειρασμούς των δαιμόνων και την επικοινωνία και ένωση με τον Θεό και τους Αγγέλους του· επειδή, κατά τον χαριτώνυμο και χρυσόστομο κήρυκα της προσευχής: «όταν αληθινά συνομιλούμε στην προσευχή με τον Θεό, τότε γινόμαστε ένα με τους Αγγέλους» (Λόγος Περί Προσευχής).
Και μ’ ένα λόγο, θέλω να σας πω, ότι με τις θείες τούτες προσευχές θ’ απολαύσετε ένα σωρό αγαθά, μια απέραντη θάλασσα από θησαυρούς, πλήθος από καλά, ολόκληρη θημωνιά από αρετές, ατελείωτη σειρά χαρισμάτων και ώριμους καρπούς πνευματικής ωφελείας.

το είδαμε εδώ

Τρίτη, Δεκεμβρίου 08, 2015

Προφητεία - ΣΟΚ Κοσμά του Αιτωλού: "O Γ' παγκόσμιος πόλεμος θα είναι θρησκευτικός και..."

Ο Κοσμάς ο Αιτωλός ήταν ένας από εκείνους που έβλεπαν για το τι θα γίνει στο μέλλον και όπως φαίνεται, με τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής βγήκε αληθινός.

Αυτά τα οποία συνέβησαν με την Συρία αλλά και με την Ουκρανία έκαναν πολλούς ανθρώπους να στραφούν στις προφητείες του Κοσμά του Αιτωλού.

Κάποια από τα λόγια που είπε για τις συγκεκριμένες καταστάσεις είναι:


«…Όταν ακούσετε ότι ο πόλεμος πιάστηκε από κάτω, τότε κοντά θα είναι. Αν ο πόλεμος πιαστεί από κάτω, λίγα θα πάθετε· αν πιαστεί από πάνω, θα καταστραφήτε».

Πολλοί λένε πως αφού ο πόλεμος ξεκίνησε απο την Ουκρανία που βρίσκεται από πάνω δεν θα γλιτώσουμε, άλλοι όμως λένε πως ο πόλεμος ξεκίνησε από κάτω δηλαδή από τα Αραβικά κράτη.

 
    το είδαμε : εδώ

Η Αγία Άννα "στήριγμα" των άτεκνων γυναικών


Στις 9 Δεκεμβρίου γιορτάζουμε τη σύλληψη της Αγίας Άννης.
Η Αγία Άννα… μια γυναίκα που δοκιμάστηκε όσο πολλές σύγχρονες γυναίκες… Ήθελε να γίνει μανούλα κι αυτή… Πόνεσε, έκλαψε, προσευχήθηκε στο Θεό να ακούσει την επιθυμία της…

Σ' αυτή την αγιογραφία απεικονίζεται το θαύμα: η Αγία Άννα, με ρυτίδες στο πρόσωπό της, σφιχταγκαλιάζει την κόρη της Μαρία. Ποιος θα πίστευε αιώνες πριν ότι αυτή η εικόνα της συγκεκριμένης γυναίκας θα αντικατόπτριζε τη γυναίκα-μητέρα του σήμερα.

Δεν είναι τυχαίο ότι τόσες γυναίκες που βρίσκονται στην προσπάθεια για παιδάκι, προσεύχονται στο όνομά της.

Η Άννα είχε παντρευτεί τον Ιωακείμ και ζούσαν στα Ιεροσόλυμα. Δυστυχώς, όμως, δεν είχαν καταφέρει να γίνουν γονείς… Καταλαβαίνετε τον πόνο αυτών των ανθρώπων! Μέσα στην απογοήτευσή τους, η Άννα κάνει τάμα: «Αν με αξιώσεις να γίνω μητέρα, το παιδί που θα μου δώσεις, θα το προσφέρουμε εγώ και ο Ιωακείμ, αφιέρωμα σε σένα, Θεέ μου». Σύμφωνα με την παράδοση, όμως, η προσευχή τους έμοιαζε σαν να μην εισακούστηκε… Τα χρόνια περνούσαν… Η ελπίδα τους μαράθηκε… Το ζευγάρι δοκιμάστηκε πολύ, όπως δοκιμάζονται πολλά ζευγάρια στη σύγχρονη εποχή.

Ο Θεός δεν τους ξέχασε και τους αντάμειψε γι’ αυτή τους την υπομονή και καρτερία και όχι απλώς τους έστειλε παιδί, αλλά τους τίμησε με να τους δωρίσει τη Μαρία, την Παναγία, τη μητέρα του Υιού του, τη γυναίκα στην οποία θα εμπιστευόταν να μεγαλώσει στα σπλάχνα της το Χριστό!

Πιστεύω ακράδαντα ότι διαβάζοντας κάποιος την ιστορία του ζευγαριού Άννας και Ιωακείμ –είτε είναι θρησκευόμενος είτε όχι, είτε πιστεύει στο Θεό είτε όχι- δεν μπορεί να μην ευαισθητοποιηθεί, πολλοί μάλιστα από εσάς θα ταυτιστούν. Η γυναίκα αυτή έμεινε έγκυος σε μεγάλη ηλικία, όταν πια είχε χαθεί κάθε ελπίδα τεκνοποίησης.

Στο πρόσωπό της βρίσκουν παρηγοριά γυναίκες (πολλές από αυτές έχουν περάσει τα 40 τους χρόνια) που προσπαθούν να μείνουν έγκυες -είτε με φυσιολογικό τρόπο είτε με την εξωσωματική γονιμοποίηση-, να αποκτήσουν ένα παιδί χρόνια και χρόνια… Πολλές φορές ακούω αριθμούς, όπως 8 χρόνια, 10 χρόνια, 15 χρόνια και μένω άφωνη στο μεγαλείο και στην υπομονή αυτών των γυναικών. Μου φάνηκαν βουνό τα 3 χρόνια, μέχρι να αποκτήσουμε τη Μαρία… Σε μερικές από αυτές τις σύγχρονες «αγίες» φαντάζει αδύνατος ο ερχομός ενός παιδιού! Είναι όμως;

Η δύναμη της πίστης, που γεμίζει θετική ενέργεια τoν άνθρωπο σε συνδυασμό με την επιστήμη μπορεί να κάνει θαύματα. Άλλωστε, τι είναι θαύμα; Όλα γύρω μας είναι ένα θαύμα. Θαύμα είναι η κάθε ανακάλυψη που επιτυγχάνει ένας επιστήμονας και καταφέρνει να σώσει χιλιάδες ζωές. Θαύμα είναι η ανακάλυψη της εξωσωματικής γονιμοποίησης –πάντα μέσα στο πλαίσιο της βιοηθικής- που με τη βοήθειά της χιλιάδες ζευγάρια σ’ όλο τον κόσμο γίνονται γονείς.

Θαύμα είναι αυτή η δύναμη που έχει εμφυτεύσει ο Θεός στον άνθρωπο να «ανεβαίνει προς τα πάνω», να προοδεύει, να του μοιάσει… Τίποτα δεν είναι αδύνατο για το Θεό! Άλλωστε εκείνος είναι η ζωή και ζωή δίνει, με όποιον τρόπο επιτρέψει Εκείνος…

Η Αγία Άννα, σύμφωνα με εκμυστηρεύσεις ανθρώπων, έχει θαυματουργήσει πολλές φορές και έχει μεσολαβήσει να αποκτήσουν παιδιά άτεκνα ζευγάρια. Οι γυναίκες νιώθουν ότι η Άννα συμπάσχει, τις καταλαβαίνει, τις συμπονά… Μακάρι κανένα ζευγάρι να μην ένιωθε τον πόνο της ατεκνίας της Άννας και του Ιωακείμ. Μακάρι όλα τα ζευγάρια να ζήσουν την ευτυχία της μητρότητας και της πατρότητας! Μην χάνετε τις ελπίδες σας. Παλέψτε, προσπαθήστε, πιστέψτε… Θα γίνει…

πηγή
Το  είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...