Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 21, 2017

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής [21.1 και 13.8]


Αποτέλεσμα εικόνας για άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής [21.1 και 13.8]
από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑΟ άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 και πέθανε στη Λαζική του Πόντου το 662. Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες φωτισμένες εκκλησιαστικές προσωπικότητες της μεσοβυζαντινής περιόδου1. Κατά τη νεότητά του, ως λαϊκός, διετέλεσε στέλεχος κρατικών διοικητικών θέσεων ενώ αργότερα εκάρη μοναχός. Ως μοναχός πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση των ορθοδόξων θέσεων κατά την εκκλησιαστική έριδα του μονοθελητισμού. Μάλιστα η όλη θεολογική του θέση υπήρξε κεντρικός πυλώνας της αντίδρασης της ορθοδόξου Εκκλησίας στις βασιλικές επιδιώξεις για θεολογικό συμβιβασμό μεταξύ Ορθοδόξων και Μονοφυσιτών που εξυπηρετούσαν απλώς τα σχέδια για μια όπως-όπως ενότητα στην αυτοκρατορία την δύσκολη εκείνη εποχή ανόδου και εξάπλωσης του Μωαμεθανισμού. Εξέφρασε ακόμη με αγωνιστικότητα και αυταπάρνηση τη διδασκαλία των προηγούμενων Οικουμενικών Συνόδων, πράγμα που τελικά οδήγησε τον ίδιο στο μαρτύριο και την εξορία. 

Το θεολογικό συγγραφικό του έργο εκτιμάται για την αρτιότητα και την ιδιαιτερότητα του, ως ένα κορυφαίο δείγμα υψηλής θεολογίας που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να συναρπάζει τους σημαντικότερους θεολόγους, ερευνητές αλλά και φιλοσόφους της εποχής μας. Ο Μάξιμος συναριθμήθηκε στους Αγίους Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας [αλλά και της Ρωμαιοκαθολικής και διαφόρων προτεσταντικών ομολογιών]. Η μνήμη του τιμάται την 21η Ιανουαρίου αλλά και την 13η Αυγούστου.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ: Λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τη νεανική περίοδο της ζωή του. Κάποιες πληροφορίες αντλούμε κυρίως από έναν ανώνυμο βιογράφο2 του και κάποια αποσπασματικά βιογραφικά κείμενα3. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 580 προφανώς από πλούσιους γονείς οι οποίοι του παρείχαν σπουδαία εγκύκλια και θεολογική παιδεία. Γράφει σχετικά ο Γ. Φλορόσκι: “αυτό σημαίνει ότι η εκπαίδευσή του θα διήρκησε απο το 6ο ή 7ο έτος της ηλικίας τους εως το 21ο και περιελάμβανε γραμματική, κλασσική φιλολογία, ρητορική και φιλοσοφία (συμπεριλαμβανομένων αριθμητικής, μουσικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, μουσικής, ηθικής, δογματικής, μεταφυσικής) και επίσης πρέπει να συμπεριελάμβανε την πρώτη επαφή με τον Αριστοτέλη και τους νεοπλατωνικούς (μέσω υπομνημάτων του Πρόκλου και του Ιάμβλιχου)”. Σύντομα έγινε αρχιγραμματέας στην διοικητική θέση του πρώτου υπογραφέα των βασιλικών υπομνημάτων, στην αυλή του Αυτοκράτορα Ηράκλειου. Το κλίμα, όμως, του παλατιού όσο και των διοικητικών καθηκόντων, φαίνεται πως τελικά δε τον γοήτευσε και στράφηκε προς τον μοναχικό βίο. Εκάρη μοναχός στη μονή της Χρυσουπόλεως [Σκούταρι], στην ασιατική πλευρά της Κων/λης, κοντά στην Χαλκηδόνα. Εκεί ο Μάξιμος δεν επιζήτησε κάποιο ιερατικό βαθμό, αλλά παρέμεινε απλός μοναχός στο μοναστήρι περί τα 10 έτη, διακρινόμενος για το ασκητικό του φρόνημα, αλλά και για το πνεύμα του και τη σοφία του ανάμεσα στους συμμοναστές του. Γύρω στο το 624 υποχρεώθηκε να μετακινηθεί από το μοναστήρι, εξ αιτίας Περσικών επιδρομών. Η περιπλάνησή του θα διαρκέσει αρκετά χρόνια μέχρι να καταλήξει στη Ρώμη, όπου θα οργανώσει τον αγώνα της Ορθοδοξίας κατά του μονοθελητισμού. Αργότερα πέρασε από την Κύζικο, την Κρήτη, την Κύπρο, ίσως την Αλεξάνδρεια και την Καρθαγένη. Σε όλο αυτό το διάστημα γνώρισε και μελέτησε επισταμένως τη θεολογία της αίρεσης του μονοθελητισμού, η οποία προσπάθησε να επιβληθεί στην Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, με βασιλικό συνέργεια.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟΘΕΛΗΤΙΣΜΟΣ: Στα τέλη του 6ου αιώνα το Βυζάντιο βρισκόταν σε δυσχερή θέση. Οι επιθέσεις των Περσών αλλά κυρίως η διαρκώς αυξανόμενη άνοδος των Ισλαμιστών Αράβων, είχαν θέσει σε κίνδυνο ζωτικά τμήματα της Αυτοκρατορίας στην Ανατολή και την Αφρική. Συγχρόνως η μονοφυσιτική έριδα είχε αφήσει σημάδια μίσους στην πλειοψηφία των Αντιχαλκηδόνιων αιρετικών κατοίκων των νότιων και ανατολικών επαρχιών σε βάρος της κεντρικής διοίκησης του κράτους. Μία σειρά αυτοκρατόρων από τον Ιουστινιανό και έπειτα πίστεψαν πως με την υποχωρητικότητα προς τους αραβικούς αυτούς μονοφυσίτες λαούς θα διατηρούνταν τα κεκτημένα της Αυτοκρατορίας. Έτσι προσπάθησαν με χρήση εκκλησιαστικής πολιτικής, μάλλον ανορθόδοξα, να συμβιβάσουν τις δυο αντίπαλες ομάδες των μονοφυσιτών και των ορθοδόξων. Οι περιοχές της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, ήταν και οι περιοχές οι οποίες είχαν περισσότερο ασπαστεί το μονοφυσιτισμό. Αυτό είχε επιφέρει αυξανόμενη δυσφορία, σε σημείο οι Περσικές ή αραβικές επιθέσεις στις περιοχές αυτές να αντιμετωπίζονται στην καλύτερη περίπτωση με απάθεια από την τοπικό πληθυσμό, ή συχνά με ανοιχτή στήριξη των Μωαμεθανών από τους τοπικούς μονοφυσίτες ηγέτες! Η βασιλική προσπάθεια στα χρόνια του Μάξιμου αφορούσε στο ζήτημα της ένωσης της εκκλησίας με τους μονοφυσίτες των περιοχών αυτών, υπό τον [επίσης αιρετικό] θεολογικό όρο της “μίας ενέργειας και μίας θέλησης στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού”. Σύμφωνα με τον όρο της Χαλκηδόνιας Οικουμενικής Συνόδου, ο Ιησούς Χριστός είχε δύο φύσεις ασύγχυτες και άτρεπτες μεν, σε κοινωνία όμως στην υπόσταση του ενός προσώπου. Θεολογική συνέπεια ήταν πως κάθε φύση ενεργεί και θέλει. Η προσπάθεια λοιπόν τότε από το επίσημο κράτος, που επιθυμούσε άμεσα μια συμβιβαστική λύση, επικεντρώθηκε στην αποσαφήνιση των όρων της μίας ενέργειας και θέλησης του προσώπου του Ιησού, παρακάμπτοντας το ζήτημα της άμεσης ένωσης των φύσεων και των συνεπειών της. Τελικά με την προσπάθεια του πατριάρχη Σέργιου η λεγόμενη "Εκθεση" ήταν το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης με τους μετριοπαθείς μονοφυσίτες, με τους οποίους επετεύχθη σε πρώτη φάση σύγκλιση, η οποία επικυρώθηκε με συνοδική απόφαση (την επονομαζόμενη "Ψήφο"). Ο Σέργιος, σε συνεργασία με τον Ηράκλειο, πέτυχε να πείσει και τους άλλους Πατριάρχες [και τον πάπα Ονώριο στη Ρώμη] ξεπερνώντας τον σκόπελο του “μονοενεργητισμού” του οποίου υπήρξε υπέρμαχος, με την θεολογία της “μίας θελήσεως στην υπόσταση του Λόγου”. Έτσι τα πατριαρχεία ευθυγραμμίστηκαν στην Κωνσταντινουπολίτικη Σύνοδο του 638, παρά τις διαφωνίες του Σωφρονίου Ιεροσολύμων, ο οποίος είχε πεθάνει. Ο θάνατος όμως των πατριαρχών Ιεροσολύμων, Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης και η απώλεια των επαρχιών στις οποίες είχαν καταφύγει οι υπέρμαχοι των δογμάτων της Χαλκηδόνας, δεν επέτρεψε την αυτοκρατορική καταστολή των αντιδράσεων[!], με αποτέλεσμα η υποβόσκουσα τάση της θεολογίας των δύο θελήσεων να αντιδράσει και να έλθει δυναμικά στο προσκήνιο με ηγέτη το Μάξιμο.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΟΝ ΜΟΝΟΘΕΛΗΤΙΣΜΟ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Μάξιμος, στο μεταξύ είχε κατευθυνθεί στη Δύση. Στον αγώνα ενάντια στο μονοενεργετισμό και το μονοθελητισμό συναγωνιστής του θα αποβεί ο Σωφρόνιος4, ηγέτης του μοναστικού κινήματος και μετέπειτα πατριάρχης Ιεροσολύμων. Οι δύο τους θα μεταβούν στην Αλεξάνδρεια, το 633, για να ενημερωθούν αναλυτικότερα για την σχετική κακοδοξία. Ο Μάξιμος, λαμβάνοντας υπόψιν του την συνοδική απόφαση της Ψήφου (634), επαινεί αρχικά τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ζητώντας όμως πρόσθετες εξηγήσεις, κι αυτό ίσως κερδίζοντας χρόνο για να διατρανώσει αργότερα την ευθεία αντίθεσή του στις απόψεις του μονοθελητισμού, τον οποίο θεωρεί πως είναι ξένο προς την βιβλική διδασκαλία και τις αποφάσεις των Πατέρων της Εκκλησίας. Ο Μάξιμος θα μεταβεί τελικά στη Ρώμη το 646, αλλά είναι βέβαιο πως, από το 638 και μετά, ο αγώνας του βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη κάτι που γίνεται φανερό και από το συγγραφικό του έργο. Η “Έκθεση”, στην οποία στράφηκε πολέμιος ο Μάξιμος, στην ουσία επιχειρούσε συμβιβαστικά να αμβλύνει τους Χαλκηδόνιους όρους, οι οποίοι δεν άρεσαν στους μονοφυσίτες και ομολογούσε πως στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού “υπάρχει ενέργεια τόσο στην ανθρώπινη όσο και τη θεϊκή φύση, αλλά στην υπόσταση του Λόγου παρουσιάζεται μόνο ένα θέλημα”, μια καθαρά αιρετική άποψη δηλαδή. Ο Μάξιμος, ως ηγέτης της Χαλκηδόνιας θεολογίας απορρίπτει την έκθεση και με δεινή επιχειρηματολογία, πείθει για λίγο διάστημα και τον πατριάρχη Πύρρο Κωνσταντινουπόλεως, πως η έννοια του μονοθελητισμού είναι αιρετική απόκλιση. Αργότερα έπεισε και τον Πάπα Ρώμης Μαρτίνο να συγκαλέσει Σύνοδο (Λατερανό, 649), που καταδίκαζε το μονοθελητισμό και απέκοβε την κοινωνία με τις εκκλησίες που υποστήριζαν την Έκθεση του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Στο μεταξύ ο νέος αυτοκράτορας, ο Κώνστας, το 648 θα επιχειρήσει να επιβάλλει για ειρήνευση στο εσωτερικό της εκκλησίας το λεγόμενο Τύπο (που προσυπογράφηκε και από τον Σέργιο), διατάσσοντας την απαγόρευση της χρήσης των όρων ενεργείας και θελήσεως στο εν λόγο ζήτημα. Όμως, η μη συμμόρφωση του Πάπα Μαρτινου και του Μάξιμου επέφερε τις διώξεις τους και το μαρτύριο τους.
ΔΙΚΗ - ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Ο Μάξιμος συνελήφθη το 653 και φυλακίστηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η δίκη του διενεργήθηκε το 655, υπό την κατηγορία του εχθρού και εγκληματία του κράτους και του ανατροπέα της εκκλησιαστικής και πολιτειακής ειρήνης[!!] Η δίκη του, όχι άδικα, χαρκτηρίστηκε “φονική”, ενώ τα πρακτικά της διασώζονται μέχρι και σήμερα. Οι υπερασπιστές της λεγόμενης “ενωτικής σύνθεσης” με τους μονοφυσίτες και ιδίως οι άρχοντες είχαν εκνευριστεί από τη συμπεριφορά του Μαξίμου και ιδίως από την πνευματική ανεξαρτησία και αδιάλλακτη άρνηση του στα αυτοκρατορικά διατάγματα. Ο Μάξιμος γενναία κατηγορούσε την πολιτεία για ανάμιξη στην εκκλησιαστική τάξη5, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε εξορία σε πρώτη φάση στη θρακική Βιζύη. Όμως, η εκκλησιαστική ειρήνευση και η επιτυχία των αυτοκρατορικών επιδιώξεων ήταν φανερό πλέον πως περνούσαν από την πλήρη υποταγή του Μαξίμου. Έτσι οδηγήθηκε το 656 ενώπιον επισκοπικού δικαστηρίου, χωρίς όμως να επιτευχθεί το ζητούμενο από τους αντιπάλους του αποτέλεσμα. Έτσι εξορίστηκε ξανά, στο Ρήγιο της Ιταλίας τη φορά αυτή, όπου οι διαβουλεύσεις συνεχίστηκαν. Ο ίδιος αμετακίνητος εξορίστηκε ακόμα πιο μακριά στη βόρεια Θράκη. Το 662 τον οδήγησαν μαζί με το μαθητή του Αναστάσιο σε σύνοδο επισκόπων στην Κων/πολη. Εδώ η απόφαση του “δικαστηρίου” οδήγησε σε αιματηρό μαρτύριο για τον Μάξιμο: αποκοπή του δεξιού του χεριού, για να μην γράφει, και της γλώσσας του, για να μην ομιλεί! Τέλος, εξορίστηκε στη Λαζική του Πόντου. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής υπέκυψε από τις κακουχίες στις 13 Αυγούστου το 662.
ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥΤο μαρτύριο του Μάξιμου προκάλεσε στη Βυζαντινή κοινωνία ιδιαίτερη εντύπωση. Χαρακτηριστικές είναι οι ιστορίες της εκκλησιαστικής παραδόσεως που μαρτυρούν την αγάπη και το σεβασμό για την προσωπικότητά του και την έπίδραση του στον ορθόδοξο κόσμο. Μετά την οριστική καταδίκη του μονοθελητισμού από την Στ΄Οικουμενικη Σύνοδο, όπου η διδασκαλία του Μαξίμου υπήρξε θεμέλιο της απόφασης της συνόδου, τιμήθηκε ως Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μάρτυρας, μεγάλος εκλησιαστικός Πατέρας και κήρυκας της Ορθοδοξίας. Εκτιμήθηκε επίσης ως φιλόσοφος, μυστικός και ασκητής. Τα βιβλία του μάλιστα αποτέλεσαν και αποτελούν αγαπημένα αναγνώσματα λαϊκών και μοναχών.
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟΟ Μάξιμος αναδείχθηκε γόνιμος και πολυγραφότατος συγγραφέας, όμως το έργο του είναι κάπως “δυσνόητο και δυσανάγνωστο”, κατά τον Μ. Φώτιο, γεμάτο αλληγορίες και λογοτεχνικά σχήματα, ενώ για την κατανόησή του απαιτείται μια βαθύτερη γνωριμία με το σύστημα και τον κόσμο του συγγραφέα. Μέσα από τη εργογραφία του επίσης γίνεται φανερό πως προτιμά να εμβαθύνει παρά να πλατειάζει, εισερχόμενος βαθύτερα, στον πυρήνα του θέματος, με τη πολύ γνωστή σε αυτόν διαλεκτική μέθοδο. Η θεολογία του επηρέασε όσο κανενός άλλου τη μεταγενέστερη σκέψη και τη βυζαντινή φιλολογία. Η ορθόδοξη παράδοση, επηρεασμένη ιδιαίτερα από του Καππαδόκες μεγάλους Πατέρες, αλλά και τα ασκητικά έργα του Ευαγρίου Ποντικού και Διονυσίου Αρεοπαγίτη είναι η βάση που στηρίχθηκε το έργο του. Το έργο του Μάξιμου διαχωρίζεται σε έξι κατηγορίες: ερμηνευτικά των γραφώνερμηνευτικά των πατέρωναπολογητικά ή επιστολέςλειτουργιολογικά-πνευματικά και τέλος μυστικά [ασκητικά]. Κυριότερα έργα του είναι οι απορίες, Ερωτήσεις και αποκρίσεις προς Θαλάσσιον, Πεύσεις και αποκρίσεις, η επιστολή προς Θεόπεμπτον σχολαστικόν, τέσσερις εκατοντάδες κεφάλαια περί αγάπης, ασκητικός λόγος, μυσταγωγία, το οποίο εκτιμάται σήμερα για τη φιλολογική και θεολογική του επιρροή στους μετέπειτα συγγραφείς και τα απολογητικά του έργα, τα οποία μας δίνουν πλήρη εικόνα της δογματικής του σκέψης και θεολογίας.
Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ: Η θεολογία του Μάξιμου χαρακτηρίζεται ως αποκαλυπτική, αφού στηρίζεται κυρίως στη θεία Αποκάλυψη και αποτελεί διδασκαλία στην οποία στηρίχτηκαν από πολύ νωρίς [2ος αι.] και οι πρώτοι απολογητές αλλά και αργότερα οι μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες. Το μυστήριο της Τριάδος, στο σύστημα του Μάξιμου, γνωρίζεται μέσω του Λόγου. Ο Θεός είναι τριάδα και συνάμα μονάδα. [Τριάς εν Μονάδι και Μονάς εν Τριάδι]. Τα πρόσωπα αποτελούν μεν ετερότητες, αλλά είναι αδιάσπαστα ενωμένες σε μία μονάδα, χωρίς συγχώνευση ή μίξη. Ταυτόχρονα ενεργούν και επιθυμούν πάντοτε το ίδιο πράγμα. Ο Λόγος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, είναι ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενδημούσε στους Πατριάρχες και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο ίδιος Λόγος ο οποίος ενσαρκώθηκε γι τη σωτηρία του κόσμου. Η σάρκωση του Λόγου, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι το μυστήριο της προαιώνιας βουλής του Θεού και το σχέδιο εξαγιασμού της ανθρώπινης φύσης. Η ίδια οδηγεί σε λύτρωση, που οφείλει το γεγονός της στην ολοκλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Γι αυτό ο Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση ακέραιη και αμόλυντη από τις συνέπειες της πτώσης [όπως ήταν δηλαδή προπτωτικά]. Λαμβάνει την ανθρώπινη φύση, όπως οι πρωτόπλαστοι και αυτό συμβαίνει με τη θέληση Του και όχι λόγω φυσικής αναγκαιότητας. Το θέλημα της φύσεως Του, κατά το Μάξιμο, δε γνωρίζει διαφθορά και δεν αντιμάχεται τα ανθρώπινα πάθη. Η θέληση της ανθρώπινης φύσεως του, είναι εναρμονισμένη με το Θείο θέλημα, γιατί η ανθρώπινη φύση δημιουργήθηκε κατ΄ εικόνα του Λόγου. Ο Θεός Λόγος, κατά τον μεγάλο Ομολογητή Πατέρα, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση η οποία είναι πλήρης και ακέραια, με το δικό της θέλημα και τη δική της ελευθερία, πράγμα που αποκλείει οποιαδήποτε σύγχυση, μίξη ή εξαφάνισή της. Ο άνθρωπος μετά την ενσάρκωση, οδηγείται δια της θεώσεως σε μία νέα ιδιαίτερη μορφή υπάρξεως. Η ύπαρξη αυτή, η κατ΄ εικόνα και ομοίωση πλέον, κινείται στο δρόμο της ίδιας της ύπαρξης του δημιουργού, με αποτέλεσμα η ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Ιησού, να θέλει και να επιθυμεί την αχώριστη με το Θεό κοινωνία και να μιμείται την ίδια τη θεία ζωή [αγιασμός]. Το θέλημα του Θεού, οι θείες δηλαδή ενέργειες διορθώνουν και διαμορφώνουν το θέλημα του ανθρώπου, δίχως αυτό να αίρει την ανθρώπινη ιδιαιτερότητα ή να εξαφανίζει την ανθρώπινη φύση σε όλες τις εκφράσεις της ή εκφάνσεις της. Οι μονοθελητές δέχονταν πως, εφόσον μιλάμε για ένα πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, πρέπει να μιλάμε για μία θέληση και μια βούληση. Ο Μάξιμος εντοπίζει το πρόβλημα της θεολογικής σκέψης των μονοφυσιτών. Αφενός μήπως όταν αναφέρουμε μία θέληση στο πρόσωπο του Χριστού εννοείται απορρόφηση της ανθρώπινης θέλησης και άρα και κατάργηση της φύσεως με έμμεσο τρόπο ή μήπως εννοείται μία σύνθετη, τρίτη θέληση, σύνθετη των δύο φύσεων[!!] Εφόσον, όμως, ο Λόγος προσλαμβάνει σάρκα, για τη μόνη θέληση που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε είναι θέληση του Θεού Λόγου, σύμφωνα με το Μάξιμο. Σε αντίθετη περίπτωση θα οδηγούσε άμεσα στο δοκητικό μονοφυσιτισμό, ο οποίος κατά τη Χαλκηδόνεια Σύνοδο είχε απορριφθεί, καθώς απομειώνει τη σωτηρία της ανθρώπινης ύπαρξης, δια μέσου της ενώσεώς τους ή της φαινομενικής ύπαρξης της.
Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Α. ΜΑΞΙΜΟ: Τρεις είναι οι βασικοί άξονες της αμαρτίας κατά το Μάξιμο. Υπερηφάνεια, μίσος και άγνοια, τέρψη και δόξα, αντίστοιχα. Παράλληλα οι δαίμονες προσπαθούν να δελεάσουν τις ψυχές αποκοιμίζοντάς τες, προβάλλοντας στην ψυχή εικόνες αισθησιακές προς επίτευξη των στόχων τους. Αλλά η νίκη ανήκει στη βούληση του ανθρώπου και τη δική του εκλογή. Στη δοκιμασία αυτή ο άνθρωπος πρέπει να οργανώσει τη ψυχή του. Θα πρέπει πρώτα με την άσκηση να εκριζώσει και να μεταμορφώσει τα πάθη του έτσι ώστε να επέλθει η κάθαρση, που είναι το πρώτο στάδιο της θέωσης. Έτσι ο νους γίνεται ηγεμονικός, υπερνικά τις κατώτερες αισθήσεις, εγκρατεύει από τη φιληδονία και την επιθυμία. Άλλοτε οφείλει να υπερνικά και το ακούσιο πάθος, το οποίο συμβαίνει κατά την αποκοπή των παθών. Τη θλίψη, για παράδειγμα, που επακολουθεί κατά τη μη τέλεση των παθών αυτών. Όλες αυτές οι απόψεις του αγίου Μαξίμου θυμίζουν και τους νεότερους Νηπτικούς Πατέρες αλλά και τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.
Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ: Ο Θεός κατά Μάξιμο θα αποκαταστήσει τη φύση όλων των ανθρώπων στη Μέλλουσα αιώνια ζωή. Αλλά αυτή η ανακαίνιση, δε σημαίνει παράλληλα ότι η θέληση θα μεταλλαχτεί η θα βιασθεί. Ο Λόγος την ημέρα της κρίσεως θα αποτελέσει για τους σωσμένους διαφωτιστικό πυρ, ενώ για τους ασεβείς καίουσα φλόγα. Ο Θεός θα αγκαλιάσει όλη τη δημιουργία, όλη την ανθρωπότητα τόσο το καλό όσο και το κακό. Αλλά το μέτρο της μετοχής μας θα εξαρτηθεί από το βαθμό της δοκιμασίας καθενός. Όσοι δεν θα βρεθούν μέσα στις ζωοποιητική χάρη του θεού, δεν είναι επειδή ο Θεός κάτι τέτοιο το επιθυμεί, αλλά επειδή οι ίδιοι δε θα επιθυμήσουν τη σωτηρία αυτή. Ο Θεός θα αποκαταστήσει η φύση τους, ίσως δε και τις ψυχικές τους δυνάμεις, σε σημείο να αναγνωρίζουν το Θεό ή ακόμα και να απολέσουν της μνήμη της αμαρτίας τους. Αλλά αυτοί, οι οποίοι έζησαν με επιθυμίες μακριά από την πραγματική τους φύση και άρα του θεραπευμένου θελήματος, εκείνη την ημέρα θα βασανίζονται γιατί ανέβαλαν τη μετάνοιά τους, θα βασανίζονται από τη συνείδητοποίηση της παράλογου οδού που πήραν.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΗ Εκκλησία, σύμφωνα με το Μάξιμο, αποτελεί το μέσο γνωριμίας και συνειδητής μετοχής των λογικών όντων στη ύπαρξη του. Για αυτό και κατά το Μάξιμο ταυτόχρονα με τη δημιουργία ο Θεός οικοδομεί και την Εκκλησία, που αποτελεί και δική Του εικόνα. Ο Μάξιμος, για να περιγράψει την εκκλησία χρησιμοποιεί παραβολικό λόγο. Δεν αποτελεί για τα Μάξιμο η Εκκλησία κάτι το στατικό, το ταυτισμένο ή το απομονωμένο, περιχαρακωμένο, σε κλειστά περιγράμματα. Γι αυτό η εκκλησία μπορεί να είναι εικόνα τόσο του θεού, όσο και του σύμπαντος κόσμου, του ίδιου του αισθητού κόσμου, αλλά και του ανθρώπου ή μόνο της ψυχής του. Η εκκλησία παράλληλα ως ψυχή έχει το ιερατείο, νου το ιερό θυσιαστήριο και σώμα το ναό, στοιχεία τα οποία βρίσκονται σε αδιάσπαστη ενότητα. Η ενότητα αυτή δε καταργεί την διάκριση, αλλά και η διάκριση, στα πλαίσια κλήρου και λαού δε νοείται σε μία σχέση ανωτερότητας και κατωτερότητας ή κυριαρχικότητας, όπως ίσως, εν πολλοίς, παρατηρείται σήμερα, αλλά διαφοροποίησης της οργανικής ενότητας που είναι ο κόσμος. Η εκκλησία. σύμφωνα με το Μάξιμο, αποτελεί μυστήριο μέσα στη φυσική και ιστορική πραγματικότητα, το οποίο ως σκοπό έχει να επιτελέσει μια συγκεκριμένη αποστολή. Την βαθμιαία εξαφάνιση του κακού μέσα στον κόσμο και την τελείωση των λογικών και νοερών όντων. Σκοπός δηλαδή είναι η κοινωνία των όντων με τον Θεό, δια μέσου τη συμφιλίωσης και της συνάντησης κτιστής δημιουργίας και του Θεού-δημιουργού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Νίκος Ματσούκας, "Κόσμος, Κοινωνία, Άνθρωπος κατά το Μάξιμο Ομολογητή", Γρηγόρης, Αθήνα 1980. Γεώργιος Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί πατέρες του 6ου-7ου-8ου αιώνα", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007. Βλάσσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία τ. Α', Διήγηση, Αθήνα 2002. Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. Ε', Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2006. ΘΗΕ, λήμμα Μάξιμος Ομολογητής, τ. 8ος, σελ. 614-623, Μαρτίνος, Αθήνα 1964. PG 91.
………………………………………………………………………
1. "Είναι δύσκολο να ευρεθή άλλος θεολόγος που να επηρέασε περισότερον την πορείαν της ελληνικής ορθοδόξου θεολογίας από αυτόν", γράφει ο Π. Χρήστου [Ελλ. Πατρολογία, τ. Ε', σελ. 266].
2. Π, Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278.
3. PG 90, 57-110.
4. Εις τον βίον και άθλησιν του οσίου Πατρός Ομολογητού Μαξίμου PG 90, 76 A

5. "είναι έργο των ιερέων και όχι των Αυτοκρατόρων να ορίσουν τα σωτηριώδη δόγματα της καθολικής εκκλησίας"

Παρασκευή, Ιανουαρίου 20, 2017

Τό κοσμικό φρόνημα ἐπικρατεῖ στό Φανάρι Ὁ Πατριάρχης λειτουργώντας ὡς «κακιά μητριά» ἀπειλεῖ μέ καθαιρέσεις καί ἐπιτίμια ὅλους αὐτούς πού τόν κατακρίνουν

Ὁμοιότητες τῆς προδοσίας τοῦ Ἰούδα καί τῆς προδοσίας τοῦ Βαρθολομαίου
Τί συμβαίνει στό Φανάρι; 
Γιατί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐγκαταλείπει τίς ἀλήθειες τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καί ὑπεραμύνεται τῆς αἵρεσης τοῦ οἰκουμενισμοῦ; 
Τί εἶναι αὐτό πού κάνει τό Φανάρι νά κινεῖται στόν κύκλο τοῦ παραλόγου; 
Γιατί προκαλεῖ διχαστικές ἔριδες στό ὀρθόδοξο χριστεπώνυμο ποίμνιο καί λειτουργεῖ ὁ νῦν Πατριάρχης ὡς Πάπας τῆς Ἀνατολῆς;
 Λέτε νά ἀγνοεῖ ὡς ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος τά δόγματα καί τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί νά γράφει στά παλαιά ὑποδήματα του τίς Παραδόσεις τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας;
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ συμπεριφορά τῆς «κακιᾶς μητριᾶς» πού ἐκδηλώνει τά τελευταῖα χρόνια τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο ἔχει ἀρχίσει νά προβληματίζει τό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Καί μιλᾶμε γιά συμπεριφορά πού στηρίζεται ἀμιγῶς στή συνειδητή ἀσέβεια πρός τούς ἄλλους καί στή γνωστή φράση τοῦ «ἀποφασίζομεν καί διατάζομεν»  μέσα ἀπό ἕνα κατακριτέο συναίσθημα μίας δῆθεν ὑπεροχῆς καί τῆς ἀντιλήψεως τοῦ «ἐμεῖς κι οἱ ἄλλοι». Μάταια ἕνας καλοπροαίρετος παρατηρητής θά μποροῦσε νά ἑρμηνεύσει τίς ὁλοφάνερα ἐπιζήμιες γιά τήν Ὀρθοδοξία πράξεις καί ἀποφάσεις, ὅπως λ.χ. αὐτές πού ἐλήφθησαν στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης μέσα στό πλαίσιο τῆς ἄσκησης ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης. Οὔτε οἱ πράξεις αὐτές δύνανται νά δικαιολογηθοῦν μέ τήν ἐπιστράτευση τῆς παρουσίας τοῦ Πατριαρχείου σέ μία μουσουλμανική χώρα καί τίς πιέσεις πού εὐλόγως δέχεται.
Σύγχρονοι ἅγιοι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὅπως ὁ Ὅσιος γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶχαν προβλέψει τήν ἐκλογή τοῦ νῦν Πατριάρχη καί εἶχαν μιλήσει μέ κολακευτικά λόγια γιά τό πρόσωπό του. Φαίνεται ὡστόσο, πώς αὐτό τό ἔπραξαν προκειμένου νά ἐνισχύσουν τό ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ ἀνδρός καί νά τόν παρακινήσουν πώς πιό σημαντική εἶναι ἡ ἁγιότητα γιά τό Θεό καί ὄχι ἡ σπουδαιότητα γιά τόν κόσμο!  Ὡστόσο, τά σοφά λόγια τους δέν κατάφεραν νά ἀποτρέψουν τόν Πατριάρχη ἀπό τήν προσκύνηση τοῦ Ἀντιχρίστου, τοῦ θηρίου τῆς εὐσεβείας κατά τόν Ἅγιο Ἀναστάσιο τόν Γόρδιο, τόν θεομίσητο Πάπα τῆς Ρώμης. Πιθανόν στό βάθος τῆς καρδιᾶς του νά ἔτρεφε καί νά τρέφει ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τήν πεποίθηση ὅτι θά ἐπαναφέρει τόν αἱρεσιάρχη στό σωστό δρόμο. Πεποίθηση πού ἴσως τοῦ καλλιεργήθηκε κατά τή φοίτησή του στά σχολεῖα τοῦ Βατικανοῦ καί στίς ἐκεῖ φιλίες πού ἀνέπτυξε μέ συμμαθητές του πού ἀργότερα ἀνῆλθαν σέ ὑψηλά ἀξιώματα τοῦ Παπισμοῦ. Ἀλλά ὅπως προσφάτως εἶπε ὁ σοφός ἅγιος γέροντας ἀσκητής π. Γαβριήλ ἀπό τίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι «πιό εὔκολο νά βαπτίσεις τό Σατανᾶ ἀπό τό νά συνετίσεις τόν Πάπα»! Βέβαια ἡ μύχια αὐτή πεποίθηση τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου ὑποκρύπτει τά ἴδια ἀκριβῶς ἐγωιστικά πάθη πού ἐπέδειξε ὁ μαθητής τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, ὅταν ἀποφάσισε νά Τόν προδώσει ἔναντι τριάκοντα ἀργυρίων. Κι ἐκεῖνος ἔφθασε στήν προδοσία γιατί ἔθεσε ὡς προτεραιότητα τήν σπουδαιότητα πού θά ἀποκτοῦσε ἄν ἐξανάγκαζε τόν Κύριό μας νά ἀναλάβει ὡς κοσμικός ἄρχων καί Μεσσίας μέ τή δύναμη τῆς θεότητας του τήν ἐξουσία τοῦ Ἰσραήλ. Ἀκριβῶς στό ἴδιο πλαίσιο μ’ αὐτό τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη, δηλαδή τῆς προδοσίας τῶν ἱερῶν καί τῶν ὁσίων τῆς ὀρθόδοξης πίστης, ἔναντι πιθανόν περισσότερων χρηματικῶν ποσῶν ἀπό τριάκοντα ἀργυρίων κινεῖται καί ἡ ἐκκλησιαστική πολιτική τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Μία πολιτική στήν ὁποία προπορεύεται ἡ κοσμική «ἀξία τοῦ προσώπου» μέσα ἀπό τήν ἀνάπτυξη μίας διπλωματίας, πού χαϊδεύει τόν ἐχθρό ἀνοίγοντας του διάπλατα τίς πόρτες καί ταυτόχρονα ἀναδεικνύει τόν κατά Χριστόν πλησίον καί φίλο, ὡς ἐχθρό. Μέσα στό πλαίσιο αὐτό ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος κατάφερε νά τραυματίσει μία διαχρονική παράδοση πού ἤθελε κάθε ὀρθόδοξο χριστιανό νά βλέπει τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο ὡς Μητέρα καί τροφό τῆς Ἁγίας Ὀρθοδοξίας. Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς συνεχοῦς ἐπικοινωνίας μέ τόν Ἀντίχριστο καί τά ταγκαλάκια πού ἀπό τό παπισμό ἐκπορεύονται. Καί γιά νά καταλάβετε τήν παθογένεια αὐτῆς τῆς διαβρωτικῆς-ἰσοπεδωτικῆς πολιτικῆς θά ἀναφερθῶ στό πῶς συμπεριφέρθηκε ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος Τσαλίκης, ὅταν τό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Δαυίδ πού μόναζε  ἐπισκέφθηκε ἕνας ρασοφόρος τοῦ Παπισμοῦ. Ὁ σοφός γέροντας μέ μεγάλη εὐγένεια τόν ξενάγησε, δείχνοντας τούς θησαυρούς τῆς ὀρθόδοξης πίστης, τά κειμήλια καί τά ἱερά λείψανα, τοῦ μίλησε γιά τή ζωντανή παρουσία τῶν ἁγίων μας. Καί ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, παρουσία τοῦ παπικοῦ ρασοφόρου ἀπέφυγε νά κάνει προσευχή-συμπροσευχή καί ἀρκέστηκε νά κάνει μόνο τό σταυρό του, πρός ἔκπληξη ὅλων. Ἀντιθέτως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, μέ ἀποῦσα παντελῶς τήν ἀρετή τῆς διάκρισης δέν ἀρκεῖται στήν ξενάγηση ἀλλά ἔφθασε στό τραγικό σημεῖο παραφροσύνης καί ἐπέτρεψε στόν Πάπα καί τούς Καρδιναλίους του νά μπαινοβγαίνουν ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, νά συμπροσεύχονται καί νά συμμετέχουν στήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας!!! Καί τό παράφρον τοῦ συγκεκριμένου ἀνδρός κατέληξε στήν ἀναγνώριση τῆς αἵρεσης τοῦ παπισμοῦ καί ὄχι μόνο, ὡς «ἑτερόδοξη Ἐκκλησία»! Προκειμένου δέ νά δώσει περαιτέρω κύρος στήν ἀπαράδεκτη αὐτή πράξη του πίεσε, ἀπείλησε, ἐκβίασε μέσω τῶν ὀργάνων του καί τῶν ὀπαδῶν του στήν ὁδό τῆς θεολογικῆς κατρακύλας πού τραβᾶ καί πολλούς ἄλλους Προκαθημένους τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐκτός τεσσάρων νά συνυπογράψουν τήν μεγάλη αὐτή προδοσία.
Καί τώρα πού ὁλοένα καί περισσότεροι Χριστιανοί ἀντιλαμβάνονται τήν προδοσία αὐτή ἀπειλεῖ μέ καθαιρέσεις καί ἐπιτίμια ἐνισχύοντας τό διχασμό καί τά σχίσματα στό χριστεπώνυμο ποίμνιο. Κατόπιν αὐτῶν εἶναι προφανές ὅτι τό  Σεπτό Κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας ἄν καί κατά κόσμον ἔχει ἡγέτη τόν νῦν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, αὐτόν δηλαδή πού ἀρέσκεται νά τόν ἀποκαλοῦν οἱ φίλοι του στά ἄνομα κέντρα τῆς Οὐάσιγκτον καί τῶν Βρυξελλῶν ὡς πράσινο Πατριάρχη καί μ’ ἄλλες ἀπαράδεκτες ἐκκοσμικευμένες φιλοφρονήσεις, κατά Θεόν παραμένει ἐδῶ καί πολλά χρόνια ἀκέφαλο λόγω τῆς ἀπουσίας τῆς ἁγιότητας...
Καί ὅπως ὁ κοινός νοῦς ἀντιλαμβάνεται γιά νά εἶσαι ἰσχυρός κατά κόσμον χρειάζεσαι νά συμπορεύεσαι μέ τό χρῆμα καί τή δόξα. Κι αὐτό ἀκριβῶς πράττει ἡ διοίκηση τοῦ Φαναρίου. Ἐπιζητᾶ τήν κοσμική ἀναγνώριση καί τήν οἰκονομική ἰσχύ, παντί τῷ τρόπω, κάτι πού διαφαίνεται ἀπό σειρά ἀποφάσεων καί πράξεων πού δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἀναλύσουμε.
Βέβαια ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἔκλινε γόνυ καί προσκύνησε καί τό ἕτερον θηρίο τῆς Ἀποκάλυψης αὐτό τῆς ἀσεβείας, τό ὁποῖο ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος ταυτίζει μέ τόν Μωάμεθ. Πῶς θά μέ ρωτήσετε; Μέ πολλούς τρόπους πού δικαιολογεῖ μέ τήν ἐπιστράτευση τῆς δῆθεν ἐκκλησιαστικῆς διπλωματίας. Θά ἀναφερθοῦμε μόνο στό ὅτι τίμησε τόν μουσουλμάνο  πρόεδρο τῆς «κόκα-κόλας» τοῦ ἀναψυκτικοῦ τῆς Ν. Τάξης Πραγμάτων πού λειτουργεῖ ὡς ἀργός θάνατος γιά τόν ἄνθρωπο μέ τό νά τοῦ ἐπιδώσει τό Κοράνιον ὡς δῶρο καί ταυτόχρονα νά τόν εὐχαριστήσει γιά τό γεγονός ὅτι ἔκανε γνωστό τόν Ἅγιο Βασίλειο, αὐτόν πού φέρει τήν καταγωγή του ἐκ τῆς Λαπωνίας καί ὄχι ἐκ τῆς Καισάρειας τῆς Καππαδοκίας παγκοσμίως!!! Καί δέν εἶναι τό μοναδικό ἀτόπημά του...
Μόνο ὁ καλός Θεός μπορεῖ νά γλυτώσει ἀπό τήν θεολογική κατρακύλα αὐτό τό ἁγνό παιδί τῆς Ἴμβρου πού ἀξιώθηκε νά φθάσει σέ ὑψηλά ἀξιώματα , ἀπό τά ὁποῖα τελικῶς , ὅπως διαπιστώνεται στήν πράξη παρασύρθηκε καί τώρα κινδυνεύει νά χάσει τή σωτηρία του. Εἴθε ὁ Θεός νά βάλει τό χέρι Του... 


Συντάκτης: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΚΡΗΣ, Θεολόγος, Δημοσιογράφος
 Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (ΤΕΥΧ. 184) ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016

Τρίτη, Ιανουαρίου 17, 2017

Προσευχή για την κρίση των καιρών μας



προσευχή

Κύριε ο Θεός ημών, ο δείξας το έλεός Σου εν πάσι τοις προσιούσι σοι και εξαιτουμένοις τούτο, ο ευμήχανος και ποικίλα έχων της σωτηρίας τα φάρμακα, «ο πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως, ο παρακαλών ημάς επί πάση τη θλίψει ημών» (2 Κορ. 1,3), ο δια του μονογενούς Σου Υιού πληροφορήσας ημάς ότι «οικτίρμων» (Λουκ.6,3) υπάρχεις και πολυέλεος, «ο ελεών πάντας, ότι πάντα δύνασαι και παρορών αμαρτήματα ανθρώπων εις μετάνοιαν» (Σοφ. Σολ.11,23), ο παρακινήσας τον προφητάνακτα Δαυΐδ ειπείν· «καθαρισθήσομαι από αμαρτίας μεγάλης» τη δυνάμει σου, ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, πρόσδεξαι εν ταύτη τη ώρα την δέησιν ημών υπέρ του Έθνους και της Πατρίδος ημών.=

Πάντες γαρ οι ομοπάτριδες κείμεθα επί ξυρού ακμής των θλίψεων οδυνόμενοι επί τη χλεύη και καταφρονήσει της φιλτάτης ημών πατρίδος ου μην αλλά και τη δυστυχία των κατοίκων αυτής. Όντως εκ τε των αμαρτιών ημών και εκ της ενεστώσης οικονομικής ανάγκης και της πνευματικής κρίσεως των Εθνών κατέστημεν άνθρωποι θλίψιν μόνιμον έχοντες και Έθνος υπό των άλλων Εθνών ονειδιζόμενον.
Δος, ουν, ημίν, Κύριε ο Θεός ημών, άνεσιν βίου, πάντα τα χρειώδη της καθ’᾽ημέραν επί της γης ημών διαβιώσεως, μετάνοιαν δια τας παραλείψεις και αμαρτίας ημών, ελευθερίαν εκ των πολλών δυσοιώνων λογισμών, πίστιν βεβαίαν προς Σε, ελπίδα επί τα βελτίω των οχληρών ημών καταστάσεων, ακαταίσχυντον, χαράν εν ταις καρδίαις ημών σταθηράν. Εξάγαγε ημάς εκ των λυπηρών επί τα θυμηδέστερα, εκ των στενωπών της απελπισίας εις τον δίαυλον του θάρσους, εκ της ολισθηράς οδού της απωλείας εις την ατραπόν της σταθερότητος, εκ της απιστίας εις την πίστιν, φανερών τοις πάσι τον δρόμον της αληθινής ζωής.
Ότι συ ει η πηγή της ζωής και σοι την δόξαν αναπέμπομεν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
† Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

το είδαμε εδώ

Καθηγούμενος Μονής Δοχειαρίου Γρηγόριος, Το μπαταρισμένο καράβι


ΤΟ ΜΠΑΤΑΡΙΣΜENΟ ΚΑΡΑΒΙ
Επίκαιρο άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγ. Όρους Γέροντα Γρηγορίου
Δὲν εἶναι οὔτε τὸ Μοσχάνθη, οὔτε τὸ Ἄνδρος, οὔτε τὸ Δεσποινάκι, οὔτε τὸ Κυκλάδες, οὔτε τὸ Κατερίνη, οὔτε τὸ Παντελῆς. Εἶναι ἡ ἔνδοξη καὶ περιώνυμη Ἑλλάδα!
Εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τοῦ κόσμου, εἶναι ὁ βράχος στὴν ἀκροθαλασσιά, ποὺ τὸν χτυπᾶν αἰῶνες τὰ κύματα, καὶ ὅμως δὲν μετακινήθηκε καὶ κόλλησαν ἀπάνω του ὅλα τὰ στρείδια καὶ μύδια τοῦ πελάγους καὶ διασώθηκαν· δὲν τὰ κατέφαγαν τὰ μαλάκια. Εἶναι τὸ ψηλὸ βουνό, ποὺ ἔδειξε στὸν κόσμο πῶς νὰ σκέπτωνται καὶ νὰ ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι. Εἶναι ἡ ἑστία, εἶναι τὸ τζάκι, ποὺ συγκέντρωσε γύρω του ὅλο τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ἀπολαύση θαλπωρή. Στὸ τραπέζι της ἤπιαν λιαστὸ κρασὶ ὅλα τὰ ἔθνη.

Ἀπὸ χρόνια εἶναι ὁ συλημένος οἶκος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὅλοι οἱ ψευτοπολιτισμένοι ἔκλεψαν ἀκόρεστα ὅ,τι ὁ ὑψηλὸς νοῦς ἔφτιαξε τῶν Ἑλλήνων. Γέμισαν τὰ μουσεῖα τους, τὰ σπίτια τους, μὲ τὰ καμώματα τῆς ὑψηλῆς σκέψης καὶ τῆς ἀριστοτεχνίας τῶν Ἑλλήνων. Ὅπου καὶ νὰ πᾶς στὴν Εὐρώπη, θὰ σκοντάψης στὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, γιὰ νὰ ξυπνήσης. Μὲ τὴν ἴδια ἀριστοτεχνία καὶ ἐπιδεξιότητα συνέχισε τὰ χρόνια τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανισμοῦ ἡ Ρωμιοσύνη. Ὅταν ἀκόμα οἱ πολιτισμένοι Εὐρωπαῖοι ἔτρωγαν μὲ τὰ χέρια, οἱ πρόγονοί μας σκάλιζαν στὰ ξύλα τέμπλα καὶ ζωγράφιζαν ἅγιες εἰκόνες. Καὶ ἡ ἀργυροχοΐα τους ἦταν θαυμαστὴ καὶ ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τους ἀξιοθαύμαστη. Μποροῦσες μὲ τὴν πέτρα ποὺ τοποθετοῦσαν στὸν τοῖχο νὰ κουβεντιάσης καὶ μὲ τοῦ ἀργαλειοῦ τὴν τέχνη νὰ ζήσης καὶ νὰ ἀναπνεύσης εὐωδιά.
Ποιός ἀληθινὸς Ἕλληνας θὰ βρεθῆ νὰ καταγράψη τὶ ἡ Εὐρώπη ἔκλεψε ἀπὸ τοῦ Ἕλληνα τὸν νοῦ καὶ τὸ χέρι; Εἶναι μιὰ ἔρευνα ποὺ ἀνεπίτρεπτα λείπει ἀπὸ τοὺς γραμματισμένους Ἕλληνες.
Αὐτὸ τὸ καράβι οἱ πατέρες μας ἔθεσαν μπροστὰ στὰ μάτια ὅλου τοῦ κόσμου. Πολεμήθηκε καὶ σήμερα μπατάρισε. Ἔπεσε τὸ πάθος τῶν δαιμόνων, ἡ ζήλεια καὶ ὁ φθόνος, πάνω σ᾽ αὐτὸ τὸ πανώριο καράβι καὶ σήμερα ἀκοῦμε τὸν καπετάνιο νὰ φωνάζη ἀπὸ τὴν γέφυρα: «Τὸ καράβι παίρνει τὴν τελευταία κλίση του. Ὅσοι εἶστε στὴν γέφυρα τοῦ καραβιοῦ καὶ ξέρετε κολύμπι, κάνετε ἕνα μακροβούτι, νὰ μὴ σᾶς πάρη ἡ δίνη κάτω». Τὸ ναυάγιο ἔγινε μόνον ἀπὸ τὴν θαλασσοταραχὴ τῶν ξένων ἢ καὶ τὴν δικιά μας; Ἐπιτρέψατέ μου νὰ ὁμολογήσω ὅτι ἐμεῖς ναυαγήσαμε τὸ καράβι, γιατὶ τοποθετήσαμε καπεταναίους ἀθέους καὶ ἀντιχρίστους. Οἱ πρόγονοί μας μὲ τὸν σταυρὸ στὸ χέρι ἐπέζησαν καὶ ἐπιζοῦμε καὶ ἐμεῖς. Ὅταν οἱ νέοι μας καῖνε τὴν σημαία ἀτιμωρητί, μὲ ποιά σημαία θὰ ταξιδέψη αὐτὸ τὸ καράβι ποὺ λέγεται Ἑλλάδα; Ὅταν βρίσκεται στὰ πελάγη, ποιός θὰ τὸ ἀναγνωρίζη ἑλληνικὸ καράβι;
Ἐσμικρύνθημεν παρὰ πάντα τὰ ἔθνη.
 Πετάξτε τὶς ἁλυσίδες καὶ φωνάξτε:
 «Ἐμεῖς θέλουμε Χριστὸ καὶ Ἑλλάδα!». 
Ἕλληνες, σηκῶστε ἱερὸ πόλεμο καὶ διῶξτε ὅποιον κάνει ἔργο διαβόλου σ᾽ αὐτὴν τὴν ματωμένη χώρα. Δὲν σηκώνει ἄλλο. Ἐξεγέρθητε καὶ μὴ ὑπνῆτε, γιατὶ ἐγγὺς τὸ τέλος, ὄχι τοῦ κόσμου, ἀλλὰ τῆς Ἑλλαδίτσας.
ὁ Καθηγούμενος Δοχειαρίου

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης

το είδαμε εδώ

Πρόσεχε, μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα



Άκουσα, ότι η οικογενειακή σας ζωή, το σπίτι σας, δεν είναι έξω από αρρώστιες και από άλλες λυπηρές καταστάσεις, και λυπήθηκα πολύ.

Καί παρακάλεσα τον Κύριο, να σας επισκεφθή με ευσπλαχνία και έλεος· και να θεραπεύσει τις ασθένειές σας.

Τι να κάμωμε;

Έτσι το θέλησε ο Κύριος: να μη περνάει η πρόσκαιρη αυτή ζωή χωρίς πίκρες και θλίψεις.

* * *

Η αγία Γραφή λέγει: «πάσα κεφαλή εις πόνον και πάσα καρδία εις λύπην» (Ησ. 1,5). Δηλαδή: Δεν θα βρείς στον κόσμο κεφάλι χωρίς σκοτούρες- καρδιά χωρίς πόνο και στενοχώριες.

Καί αυτό ισχύει όχι απλά για κάθε άνθρωπο· αλλά και για τους αγίους!

Δεν υπάρχει άγιος, που – όσο άγιος και τέλειος και αν ήταν – να πέρασε στη ζωή του χωρίς πόνο και θλίψη, χωρίς να υποφέρει.

Γιατί όμως; γιατί;

Απαντάει ο απόστολος Παύλος: «Ίνα μη υπεραίρομαι». Γιά να μη πάρουν τα μυαλά μου αέρα! Γιατί, ο άνθρωπος, όταν τα έχει όλα καλά, μεγαλοπιάνεται (Β’ Κορ. 12,7).

Καί όποιος μεγαλοπιάνεται, σκέφτεται απάνθρωπα· και μιλάει και ενεργεί απάνθρωπα!

Αν λοιπόν άγιοι σαν τον απόστολο Παύλο υπόφεραν πολλά, για να μην πάρουν τα μυαλά τους αέρα, πόσο πιο πολύ είναι για μας ευεργεσία θεική, όταν υποφέρουμε!

Πότε είναι για μας ο πόνος ευεργεσία;

Όταν μας κάνει και ψάχνουμε να ιδούμε, πως περπατάμε».

Όταν αυτό δεν το κάνουμε, από μόνοι μας, μας χρειάζονται οι θλίψεις· γιατί είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να μας κάμει να ξυπνήσουμε.

Άγιος Αντώνιος της Όπτινα

Μετάφραση: +ο Ν. Μ.
Περιοδικο Λυχνία, Ι. Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, 2007

Ἡ παιδεία τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν τῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς ὀρθόδοξης κληρονομιᾶς, εἶναι ἡ παιδεία ποὺ χρειάζεται ἡ Εὐρώπη σήμερα, γιὰ νὰ ξαναβρεῖ τὰ ὑπαρκτικὰ καὶ πνευματικὰ θεμέλιά της

Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, 
Ὁμοτίμου καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

1. Ἡ ἀποκτηθεῖσα ἐμπειρία ἀπὸ τὴν προενταξιακὴ διαδικασία (ἀπὸ τὸ 1958) καὶ τὴν μετέπειτα ἔνταξή μας στὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη, ὁδήγησε σὲ κάποιες ἀξιωματικὲς ἀρχές, ὡς σταθερές τῆς πορείας μας μέσα σ' αὐτήν. Ἡ πρώτη ἀρχὴ εἶναι, ὅτι τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ἡ Εὐρώπη, ὅπως δὲν ὑπῆρξε ποτὲ πρόβλημα κάθε ἀναγκαστικὸς ἀναπροσανατολισμὸς τῆς ἐθνικῆς μας πολιτικῆς σ' ὅλη τὴν ἱστορική μας διάρκεια. Τὸ πρόβλημα εἴμαστε ἐμεῖς, ἡ δική μας...
δηλαδὴ παρουσία μέσα στὴν Εὐρώπη. Ἡ δεύτερη ἀρχὴ εἶναι, ὅτι τὸ πρόβλημα τῆς Εὐρώπης δὲν εἶναι πρώτιστα πολιτικὸ ἢ οἰκονομικό, ἀλλὰ πνευματικὸ καὶ πολιτιστικό. Διότι τὸ ἀμείλικτο ἐρώτημα εἶναι, ποιὸν ἄνθρωπο καὶ ποιὰ κοινωνία μπορεῖ νὰ παραγάγει ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη, καὶ τελικὰ ποιὸν πολιτισμό.

Εἶναι πράγματι γεγονός, ὅτι μέσα στὴν νέα μεγάλη μας Πατρίδα κρίνεται ἡ ταυτότητά μας, ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστορική μας συνέχεια καὶ συνεπῶς ἡ ἱστορικὴ (μὲ ὅ,τι σημαίνει αὐτὸ) ἐπιβίωσή μας. Ἡ ἀποτίμηση ὅμως τῆς Εὐρώπης, ὡς μητέρας τοῦ Δυτικοῦ Κόσμου, εἶναι θέμα προοπτικῆς. Ὑπάρχουν δύο προοπτικές: ἡ ἑλληνορθόδοξη καὶ ἡ οὐνιτίζουσα τῶν εὐρωπαϊστῶν μας. Οἱ πρῶτοι διαπιστώνουν στὸν πολιτισμὸ διαφοροποιήσεις καὶ ἀποστασιοποίηση. Οἱ δεύτεροι, συμπτώσεις καὶ ταύτιση. Τὸ tertium comparationis, τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς, εἶναι ὁ πολιτισμός.

Καὶ εἶναι γνωστό, ὅτι καρδιὰ τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι ἡ παιδεία, ὡς καλλιέργεια καὶ διάπλαση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος στὴν συλλογικὴ πραγμάτωσή του παράγει τὸν πολιτισμό, ὡς ὀργάνωση καὶ διευθέτηση τοῦ κοινωνικοῦ χώρου, σύμφωνα μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς του. Διότι, ὅπως εἶπε ὁ γνωστὸς ἱστορικὸς τῶν πολιτισμῶν καὶ διακεκριμένος διπλωμάτης Arnold Toynbee «ψυχὴ τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι ὁ πολιτισμὸς τῆς ψυχῆς»! Ἀκριβῶς τὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς διαμορφώνεται μὲ τὴν Παιδεία, τὴν ὅλη ἀγωγὴ δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου.


2. Ἡ Εὐρώπη, τῆς προκαρλομάγνειας περιόδου, ξεκίνησε μὲ τρία βασικὰ θεμέλια: τὸν Ρωμαϊκὸ Κρατικὸ φορέα, ποὺ βαθμιαία ἐκχριστιανίσθηκε (ὅσο μπορεῖ νὰ ἐκχριστιανισθεῖ τὸ Κράτος). τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, μὲ σταθερὸ φορέα του τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. καὶ τὸν Χριστιανισμό, ὡς ἀποστολικοπατερικὴ Ὀρθοδοξία. Οἱ παράγοντες αὐτοί, μὲ τὴν σύνθεσή τους, παρήγαγαν τὸν πολιτισμὸ τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης τῆς πρώτης χιλιετίας. Ἡ Εὐρώπη, στὴν ὁποία ζοῦμε καὶ κινούμεθα σήμερα, προῆλθε ἀπὸ τὴν διαλεκτικὴ διαφόρων ἰδεολογικοφιλοσοφικῶν συστημάτων, ποὺ διαμορφώθηκαν στὸν δυτικὸ μεσαίωνα: 


α) τοῦ σχολαστικισμοῦ, τῆς ἐκφιλοσόφησης καὶ ἐκκοσμίκευσης τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς μετατροπῆς του σὲ σύστημα ἐπιστημονικό. β) τοῦ νομιναλισμοῦ, ποὺ ἐκφράζεται ὡς δυαλισμὸς (φιλοσοφικὰ) καὶ ἀτομισμὸς (ὠφελιμισμὸς) κοινωνικὰ καὶ εἶναι τὸ DΝΑ τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀτομικῆς καὶ συλλογικῆς συνείδησης. γ) τοῦ οὐμανισμοῦ τῆς Ἀναγέννησης καὶ δ) τοῦ διαφωτισμοῦ, τῆς αὐτοθεοποίησης δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ ὅλες τὶς σχετικὲς συνέπειες. Ἀπὸ τὸ «credo, ut intelligam» (πιστεύω, γιὰ νὰ κατανοήσω) τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, ἔφθασε ἡ Δυτικὴ Εὐρώπη στὸ «cogito, ergo sum» τοῦ Καρτεσίου, τὴν ἀπολυτοποίηση τῆς διάνοιας καὶ τῆς λογικῆς, ὡς ἀπόλυτου κριτηρίου τῶν ἀνθρωπίνων. Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς διαφωτιστικῆς συγκρότησης τῆς Εὐρώπης ἐκφράσθηκε μὲ μία συμβολικὴ πράξη τοῦ Ροβεσπιέρου: Μία κοινὴ γυναίκα τοποθετήθηκε γυμνὴ στὴν «ἁγία Τράπεζα» τῆς Παναγίας τῶν Παρισίων καὶ λατρεύθηκε ὡς Θεὰ Λογικὴ (Raison).

Ἡ ἑλληνορθόδοξη Ἀνατολὴ καὶ ὡς ἕνα σημεῖο ὅλη ἡ ἀρχαία Ἑνωμένη Εὐρώπη, μὲ ἐντελῶς διαφορετικὲς παιδευτικὲς προϋποθέσεις, ἔφθασαν σὲ ἕναν πολιτισμό, ποὺ βιώνεται ὡς σήμερα στοὺς ὑπαρκτικοὺς θύλακες τῆς παράδοσής μας, κυρίως στὰ μοναστήρια.

3. Θεμελιακὰ συστατικά του ἑνιαίου αὐτοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ εἶναι:
α) Ἡ ἰσορροπία τῶν σχέσεων μὲ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὸν ἑαυτό μας, σὲ ἕνα τρισορθογώνιο σύστημα βιωματικῆς ἀναφορᾶς, ποὺ συνιστᾶ τὴν ἀκεραιότητα καὶ ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὅπως φαίνεται στὴν περίπτωση τοῦ «Ἁγίου», ποὺ εἶναι τὸ βιοκοινωνικὸ πρότυπο τῆς ὀρθοδοξίας. Οἱ λειτουργικὲς φράσεις «ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας», «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πάσαν τὴν ζωὴν ἠμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ἢ «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἴνα ἐν ὁμονοία ὁμολογήσωμεν. Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα...», εἶναι οἱ συντεταγμένες αὐτῆς τῆς συνείδησης, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ ἀνάλογο ἦθος.


β) Ἡ ὑπέρβαση τῆς θρησκείας καὶ τῆς θρησκειοποίησης τῆς πίστεως, ὡς τρόπου ὑπάρξεως καὶ ἀναφορᾶς ὅλου τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ μὲ συνεχῆ ζήτηση τῆς Χάρης Του. Ὄχι φυσικὰ μὲ τὴν θρησκευτικὴ ἔννοια τῆς δοσοληψίας, (do ut des), ἀλλὰ ὡς βίωση καὶ ἔκφραση τῆς συνειδήσεως, ὅτι «ἐν αὐτῶ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμὲν» (Πράξ. 17, 28) καὶ ὅτι «χωρὶς Αὐτοῦ οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰω. 15, 5).

γ) Ἡ προτεραιότητα τῆς καρδιᾶς, ὄχι μόνο ὡς πηγῆς τῶν συναισθημάτων, ἀλλὰ ὡς κέντρου τῆς ὑπάρξεως, στὸ ὁποῖο συντελεῖται ἡ κοινωνία μὲ τὴν θεϊκὴ Χάρη, ποὺ παράγει τὸ Χριστοειδὲς ἦθος. Ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη δὲν εἶναι μόνο ἡ ἀφετηρία τοῦ ἀγώνα γιὰ τὴν θέωση, τὸν ἀπόλυτο σκοπὸ τῆς ὕπαρξης, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν δυνατότητα σχέσης ἀνιδιοτέλειας μὲ τοὺς συνανθρώπους. Στὸ πανηγύρι ἢ τὸ γλέντι του ὁ Ἕλληνας εὔχεται: «καλὴ καρδιά», ποὺ παραπέμπει στὸν ἀναστάσιμο ὕμνο «ἐν καθαρὰ καρδία Σὲ δοξάζειν». Χωρὶς «καθαρὴ»-«καλὴ»-φιλόθεη δηλαδὴ καὶ φιλάνθρωπη καρδία, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συγκροτηθεῖ αὐθεντικὴ διανθρώπινη κοινωνία. Τὸ πνεῦμα τῆς ἀνιδιοτέλειας ἐκφράζει ἡ μοναδικὴ στὸν κόσμο ἑλληνικὴ παροιμία: «κάμε τὸ καλὸ καὶ ρίξ' το στὸν γυαλό», ποὺ δὲν εἶναι παρὰ νεώτερη ἀπόδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου: «μακάριον ἐστίν διδόναι μᾶλλον ἢ λαμβάνειν» (Πράξ. 20, 25). 


Αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματικὴ μήτρα, ποὺ γεννᾶ στοὺς αἰῶνες τὸ ἑλληνορθόδοξο ὁλοκαύτωμα, ὡς ἑκούσια αὐτοθυσία γιὰ τοὺς ἄλλους. Θερμοπύλες, Ἀλαμάνα, Μανιάκι, Κούγκι, Ζάλογγο, Ἀρκάδι εἶναι ὁριακὲς στιγμὲς τοῦ ἑλληνικοῦ ὁλοκαυτώματος. Αὐθεντικὸς ἄνθρωπος στὴν κοινὴ εὐρωπαϊκὴ παράδοση εἶναι ὁ Ἅγιος, ὁ ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος, τὸ ἀρχετυπικὸ πρότυπο τῆς ἀρχαίας Ἑνωμένης Εὐρώπης. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζεῖ χαρισματικὰ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ πρὸ τοῦ πάθους Του: «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἴνα τὶς θῆ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ἰωάν. 15, 13).

4.Αὐτὸ τὸ φρόνημα καλλιεργοῦσαν οἱ Ἅγιοι τῆς προσχισματικῆς Εὐρώπης καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ καρπὸς τῆς παιδείας καὶ ἀγωγῆς, ποὺ προσφερόταν ἀπὸ τοὺς ἁγίους τῆς Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, μὲ πρωτοπόρους τούς τιμώμενους σήμερα Τρεῖς Ἱεράρχες. Ἡ ἐπιλογὴ καὶ κοινὴ ἑορταστικὴ τιμὴ τους τὴν 30η Ἰανουαρίου ἀπὸ τὸν 11ο αἰώνα, συνιστᾶ ἀναγνώρισή τους ὡς αὐθεντικῶν μαρτύρων τῆς σώζουσας πίστης καὶ προβολέων τῆς γνήσιας ἑλληνοχριστιανικῆς ἀγωγῆς, ἀλλὰ προπάντων τῆς παιδείας τῆς παράδοσής μας. Τὸ ἴδιο νόημα εἶχε καὶ ἡ συνέχιση τῆς σημερινῆς Ἑορτῆς στὰ Ἀνώτατα Πνευματικά μας Ἱδρύματα, ἤδη ἀπὸ τὸ 1826 στὸ πρῶτο ἑλληνικὸ Πανεπιστήμιο, τὴν περίλαμπρη «Ἰόνιο Ἀκαδημία» (Κέρκυρα) καὶ ἀπὸ τὸ 1842 στὸ Πανεπιστήμιο τῶν Ἀθηνῶν. Ὁ λόγος καὶ ἡ πράξη τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι τὸ παιδευτικὸ καὶ παιδαγωγικὸ Ἐγκόλπιο, ὄχι μόνο τοῦ Ἔθνους μας, ἀλλὰ καὶ συνόλης τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ τιμᾶ ἐξ ἴσου μὲ μᾶς σήμερα τοὺς Μεγάλους αὐτοὺς Πατέρες καὶ Διδασκάλους.

5. Τὸ πρόβλημα τῆς παιδείας ἐπικεντρώνεται στὴν νοηματοδότηση τῶν ἀνθρωπίνων καὶ τοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι προβάλλεται στὸν λόγο καὶ τὴν ποιμαντικὴ διακονία τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ συνοψίζονται στὰ ἀκόλουθα σημεῖα:
α) Δὲν εἶναι ἁπλὴ ἐκπαίδευση, μύηση δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ μία ἀναπαραγόμενη γνώση, ποὺ τὸν καθιστὰ γρανάζι τῆς κρατικῆς μηχανῆς (ὂν παραγωγικό). Στὴν περίπτωση αὐτὴ τὸ κύριο ἐνδιαφέρον εἶναι γιὰ τὴν τελειοποίηση τῶν μηχανῶν καὶ ΟΧΙ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ χριστιανικὴ παιδεία εἶναι ἀγωγὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ μορφωτικὸ πρότυπο ὄχι τὸν καλὸν καγαθὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν Θεάνθρωπο. Αὐτὸ εἶχε κατὰ νοῦν ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅταν ἔλεγε: «Πάντα δεύτερα ἔστω τῆς προνοίας τῶν παίδων» (ΡG 62, 151). Αὐτὴ ἡ παιδεία συνδέεται ἄμεσα πρῶτα μὲ τὸν χῶρο τῆς οἰκογένειας. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες γνώρισαν στὰ πρόσωπα τῶν γονέων τους, καὶ μάλιστα τῶν μητέρων τους, ἀπαράμιλλα πρότυπα ἀγωγῆς. 


Ὁ Μέγας Βασίλειος ὁμολογεῖ, ὅτι ἡ διαμόρφωση τῆς προσωπικότητάς του δὲν ἦταν παρὰ ἐποικοδομῆ στὶς καταβολές, ποὺ ἔθεσαν ἡ μητέρα του Ἐμμέλεια καὶ ἡ γιαγιὰ του Μακρίνα: «ἢν ἐκ παιδός, γράφει, ἔλαβον ἔννοιαν περὶ Θεοῦ παρὰ τῆς μακαρίας μητρός μου καὶ τῆς μάμμης μου Μακρίνης, ταύτην αὐξηθεῖσαν ἔσχον ἐν ἐμαυτῶ» (32, 825). Στὸ σημεῖο αὐτὸ συναντῶνται οἱ Πατέρες μας μὲ τὸν τραγικὸ Εὐριπίδη: «ἂν κρηπὶς μὴ καταβληθῆ γένους ὀρθῶς, ἀνάγκη δυστυχεῖν τοὺς ἐκγόνους» (Ἡρακλῆς μαινόμενος, 1261). Ἡ διαχρονικότητα δὲ αὐτῆς τῆς νοηματοδότησης τῆς παιδείας στὴν ἑλληνικὴ παράδοσή μας φαίνεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Πατροκοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ πρὸς τοὺς γονεῖς: «Ἁμαρτάνετε πολὺ νὰ τὰ ἀφήνετε (δηλ. τὰ παιδιὰ σας) ἀγράμματα καὶ τυφλά, καὶ μὴ μόνον φροντίζετε νὰ τοὺς ἀφήνετε πλούτη καὶ ὑποστατικά, καὶ μετὰ τὸν θάνατόν σας νὰ τὰ τρῶν καὶ νὰ σᾶς πισολογοῦν (νὰ σᾶς τὰ ψέλνουν) κι ὄλας. Καλύτερα νὰ τὰ ἀφήνετε πτωχὰ καὶ γραμματισμένα, παρὰ πλούσια καὶ ἀγράμματα»!

β) Ἡ παιδεία συνδέεται ὅμως καὶ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ διδασκάλου. Στὸ σημεῖο αὐτὸ γίνεται ταύτιση ποιμαντικῆς καὶ παιδαγωγίας. Τὸ δυαδικὸ σχῆμα τῆς πνευματικῆς μας παράδοσης: πνευματικὸς πατέρας - πνευματικὸ τέκνο ἐκφράζεται ἐξ ἴσου καὶ μὲ τὴν δυάδα: Διδάσκαλος - Μαθητής. Ναὸς καὶ σχολεῖο στὸν πολιτισμὸ μας βρίσκονται σὲ σχέση ἀμοιβαιότητας καὶ συμπληρωματικότητας, ὡς χῶροι διαποίμανσης καὶ διαμόρφωσης τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ βάρος πέφτει ὅμως στὸ ἦθος καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ διδάσκοντος. «Ὁ γὰρ μὴ ποιῶν καὶ διδάσκων (πρβλ. Ματθ. 6, 19) ἀναξιόπιστος ἐστιν εἰς ὠφέλειαν», κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο (ΡG 30, 497), ὁ ὁποῖος δὲν παραλείπει νὰ διατυπώσει τὸν σκεπτικισμό του γιὰ τοὺς διδασκάλους τῆς ἐποχῆς του: «Πολλῶν μὲν ἀκήκοα λόγων ψυχωφελῶν, πλὴν παρ' οὐδενί (!) τῶν διδασκάλων εὗρον ἀξίαν τῶν λόγων τὴν ἀρετὴν» (ΡG 32, 358).

γ) Εἶναι παιδεία θεοκεντρική. O σκοπὸς τῆς παιδευτικῆς λειτουργίας εἶναι κατὰ τoν Μ. Βασίλειο «ὁμοιωθῆναι Θεῶ κατὰ τo δυνατὸν ἀνθρώπου φύσει. Ὁμοίωσις δὲ οὐκ ἄνευ γνώσεως, ἡ δὲ γνῶσις οὐκ ἐκτὸς διδαγμάτων» (ΡG 32, 69). Σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀναδύεται ἡ προβληματική τῆς στοχοθεσίας τῶν ἐκπαιδευτικῶν προγραμματισμῶν. Ἡ προτεραιότητα τοῦ οἰκονομισμοῦ καὶ μίας ἐνδοκοσμικῆς ἐσχατολογίας, μέσα σὲ χιλιαστικὰ ὁράματα εὐημερίας, ὁδηγεῖ στὸ ἀνθρωποείδωλό του «homo oeconomicus». Ἡ παιδεία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πρωταρχικὰ ἀποβλέπει στὴν ἐν Χριστῷ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου. 


Προεκτείνοντας τὸν λόγο τοῦ Μενάνδρου («ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ἦ») ὁ Χρυσόστομος διακηρύσσει: «ἄνθρωπον γὰρ ἐκεῖνον ἂν καλέσαιμι τὸν τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ διασώζοντα... Τὸ ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Δεσπότου κατακολουθεῖν, τοῦτο ἄνθρωπος» (ΡG 53, 201). Κάθε ἄνθρωπος, κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο εἶναι «Θεὸς κεκελευσμένος», ἔχει δηλαδὴ μέσα του τὴν ἐντολὴ νὰ γίνει Θεὸς κατὰ χάρη. Ἡ ἀξία, συνεπῶς, ἡ ἀπαξία τοῦ ἀνθρώπου ὁρίζεται ἀπὸ τὴν σχέση του μὲ τὸν Θεό. «Ψυχῆς δὲ ἀνθρωπίνης οὐδὲν οὕτω τεκμήριον ὡς τῶν θείων ἐρᾶν λογίων» (Ἰω. Χρυσοστόμου, ΡG 51, 113). Σ' αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ζοῦμε μόνιμα οἱ Ἕλληνες, ὅταν, ἀξιολογώντας τὸν ἄνθρωπο, διερωτώμεθα «ἂν ἔχει Θεὸ μέσα του» καὶ δὲν εἶναι «ἀθεόφοβος» ἢ «θεομπαίχτης». Κατὰ τὸν Χρυσόστομο, «εἰ τοὺς παίδας ἐπαιδεύομεν φίλους εἶναι τῷ Θεῷ, πάντα ἂν ἀνεπήδησε τὰ λυπηρὰ καὶ μυρίων ἀπηλλάγη κακῶν ὁ βίος ὁ παρὼν» (ΡG 51, 327).

δ) Σκοπὸς τῆς παιδείας δὲν εἶναι ἡ πολυμάθεια, ἀλλὰ ἡ ἐν Χριστῷ μόρφωση τοῦ νέου ἀνθρώπου. Αὐτὸ βέβαια δὲν ὁδηγεῖ στὴν ἀμάθεια. Μὲ τὸ νὰ σᾶς προτρέπω, λέγει ὁ Χρυσόστομος, νὰ διδάσκετε στὰ παιδιὰ σας τὴν Ἁγία Γραφή, «μὴ νομιζέτω μὲ νομοθετεῖν ἀμαθεῖς τούς παίδας γίνεσθαι. Οὐ κωλύων παιδεύειν ταῦτα λέγω, ἀλλὰ κωλύων ἐκείνοις μόνοις προσέχειν» (ΡG 47, 368). Στὸν Πλάτωνα, ἄλλωστε, ἀποδίδεται ὁ παράλληλος λόγος: «ἐπιστήμη χωριζομένη ἀρετῆς, πανουργία οὐ σοφία».

ε) Ἡ παιδεία τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν βοηθεῖ στὴν ἱεράρχηση τῶν ἀνθρωπίνων καὶ τὴν δημιουργία ρεαλιστικῆς φιλοσοφίας ζωῆς. Ἀρχὴ γίνεται μὲ τὴν αὐτογνωσία. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Μικρὸς εἰμὶ καὶ μέγας, ταπεινὸς καὶ ὑψηλός, θνητὸς καὶ ἀθάνατος, ἐπίγειος καὶ οὐράνιος» (ΡG 35, 785). Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν μετοχή του στὸ Ἄκτιστο, γίνεται «μέγας κόσμος ἐν μικρῷ» (ΡG 36, 524). Τότε μόνο ἀκολουθεῖ ἡ εὔστοχη ἱεράρχηση τῶν ἀνθρωπίνων: «Ὑπερορᾶν μὲν σαρκὸς -προτρέπει ὁ Μ. Βασίλειος- παρέρχεται γάρ. ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου» (ΡG 31, 204). Καὶ ὁ Χρυσόστομος συχνὰ ἐπαναλαμβάνει: «Ἀποδημία ὁ παρὼν βίος... ὀδίτης εἰ... Πανδοχεῖον ἐστίν ὁ παρὼν βίος» (ΡG 52, 401). Εἶναι ἡ συνείδηση, ποὺ φθάνει μέχρι τοὺς νεώτερους Πατέρες μας, ὅπως ὁ Πατροκοσμᾶς: «Ἠμεῖς, Χριστιανοί μου, ἔλεγε, δὲν ἔχομεν ἐδῶ πατρίδα. Δία τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔβαλε τὸν νοῦν μας εἰς τὸ ἐπάνω μέρος, διὰ νὰ στοχαζώμεθα πάντοτε τὴν οὐράνιον βασιλείαν, τὴν ἀληθινὴν πατρίδα μας».

ς) Ἡ εὐρύτητα τῆς σκέψης τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν φαίνεται ἀπὸ τὴν θετικὴ ἀξιολόγηση τῆς τεχνικῆς παιδείας, τῆς ὁποίας δέχονται τὴν χρησιμότητα καὶ σπουδαιότητα. Σὲ ἐποχὴ ποὺ οἱ χειρωνακτικὲς τέχνες ὀνομάζονταν «βάναυσοι», θὰ πεῖ ὁ Χρυσόστομος: «Μὴ καταφρονῶμεν τῶν ἀπὸ χειρῶν τρεφομένων, ἀλλὰ μᾶλλον αὐτοὺς μακαρίσωμεν διὰ τοῦτο» (ΡG 51, 193). Προτρέπει μάλιστα, νὰ θαυμάζουμε τὸν λασπωμένο καὶ μουτζουρωμένο ἐργάτη (ΡG 61, 1017). Ἐντροπὴ πρέπει νὰ προκαλοῦν μόνο «οἱ εἰκῆ τρεφόμενοι καὶ ἀργοῦντες», ὅσοι χρησιμοποιοῦν ὑπηρέτες καὶ ζοῦν μὲ τὸν κόπο τῶν ἄλλων (ΡG 61, 47).

ζ) Ἡ παιδεία κατὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι ζήτηση τῆς Ἀλήθειας καὶ μύηση σ' αὐτήν. Αὐτὸ σημαίνει καὶ ὁ ἑλληνικὸς ὅρος φιλοσοφία. Ἡ ζητούμενη δὲ σοφία εἶναι κατ' αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς ἔνσαρκη Παναλήθεια. Ἡ ἐπιστήμη θεραπεύεται ὡς λειτουργία ψηλάφησης τῶν θείων ἐνεργειῶν μέσα στὴν Κτίση. Οἱ τέχνες ἀσκοῦνται ὡς πραγμάτωση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀλληλοδιακονία. Ἡ ζήτηση τῆς Ἀλήθειας (φιλοσοφία), ἡ ἀγάπη γιὰ τὸ ὡραῖο (φίλο-καλία), ἡ θεραπεία τοῦ δικαίου, ἀστασίαστα συστατικά τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, καταφάσκονται ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας καὶ κυρίως ἀπὸ τὸν Μ. Βασίλειο, ποὺ κατεῖχε σὲ ὑπέρτατο βαθμὸ ὅλες τὶς ἐπιστῆμες στὴν ἐποχὴ του (ΡG 31, 389-392. 416).

η) Ὁ ἀπώτερος ὅμως σκοπὸς τῆς παιδείας εἶναι κατὰ τοὺς Πατέρες μας ἡ ὁλοτελὴς ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὸ συλλογικὸ-κοινωνικὸ σῶμα. Εἶναι, συνεπῶς, παιδεία κοινωνική, ἀνατρεπτικὴ κάθε πραγματικῆς ἢ ὑποθετικῆς σύγκρουσης προσώπου καὶ κοινωνίας. Ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι ὁ ὀργανωτὴς τοῦ κοινοβίου, ὡς συνέχειας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν «κοινῶν», τὰ ὁποία ἐθαύμαζε («αἰδεσθῶμεν τὰ τῶν Ἑλλήνων κοινά», ἔλεγε).
Ἡ παιδεία ποὺ ἐνσάρκωσαν καὶ ὑπηρέτησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες θεμελιώνει καὶ ὑποστασιώνει ἕνα πολιτισμό, ποὺ βρίσκεται στὰ πνευματικοκοινωνικὰ θεμέλια τῆς ἀρχαίας Εὐρώπης. Τὸ ἐρώτημα ὅμως, ποὺ προκύπτει εἶναι, ποιὰ σχέση ἔχει ἡ σημερινὴ Εὐρώπη, σ' ὅλο τὸ φάσμα της, μὲ τὴν πολιτιστικὴ αὐτὴ παράδοση. Φοβοῦμαι ὅτι, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι διασώζουμε ἀκόμη ἁπτὰ ἴχνη αὐτοῦ τοῦ ἤθους, στὸν δυτικὸ κόσμο ἡ Παιδεία αὐτὴ ἔχει πιὰ χαθεῖ.

6. Ἡ Εὐρώπη, σχεδὸν στὸ σύνολό της, ἔχει χάσει τὸν Θεὸ τῶν πατέρων της. Ὁ Θεὸς εἶναι τὸ πρόβλημα τῆς Εὐρώπης. Ἐντασσόμενος μέσα σὲ δικανικὰ καὶ φιλοσοφικὰ σχήματα, ἔγινε ἀγνώριστος. Μετὰ τὴν ἔξωση τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν κόσμο (Deismus), ἔφθασε ὁ δυτικὸς κόσμος τὸν 20ο αἰώνα στὴν «θεολογία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ» (τοῦ νεκροῦ Θεοῦ), ἑνὸς Θεοῦ ποὺ δὲν ἔχει πιὰ σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Μαζὶ ὅμως μὲ τὸν Θεὸ χάθηκε καὶ ὁ ἄνθρωπος καὶ ἡ δυνατότητα σύμπηξης ἀδελφικῆς κοινωνίας, παρὰ τὴν καύχηση γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐπιστήμης, ποὺ καταντᾶ ἐπιστημοπληξία. Διότι, ὅπως παρατήρησε ὁ Μακρυγιάννης: «Αὐτεῖνοι ( = οἱ Εὐρωπαῖοι) εἶναι ἄνθρωποι χωρὶς ἠθικὴ καὶ πίστη, καὶ κρίμα στὰ φῶτα τους. ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάνει τὰ φῶτα καὶ ὄχι τὰ φῶτα τὸν ἄνθρωπο»!

Ὅπως εὐστοχότατα ἔχει ἐπισημάνει καὶ ὁ μακαριστὸς π. Ἰουστίνος Πόποβιτς, Σέρβος ὀρθόδοξος Θεολόγος καὶ πρώην Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Βελιγραδίου: «Ἰδοὺ εἰς τί μετεβάλλετο καὶ τελικῶς μετεβλήθη ἀπὸ τὴν Ἀναγέννησιν ἕως σήμερον ἡ Εὐρώπη. εἰς ἐργαστήριον ρομπότ. Τὸ δὲ ρομπὸτ εἶναι ὁ ἀθλιώτερος τύπος ἀνθρώπου. Ὅστις ἔχει ὀφθαλμοὺς διὰ νὰ βλέπη, ἂς ἴδη. δὲν ὑπῆρξεν ἐπὶ τοῦ πλανήτου ἀθλιώτερος, ἀσχημότερος καὶ ἀπανθρωπότερος ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ εὐρωπαϊκὸ ρομπότ... Ἄνθρωπος χωρὶς Θεὸ καὶ χωρὶς ψυχήν... Ἀφοῦ ἐφόνευσε τὸν Θεὸν καὶ τὴν ψυχὴν μέσα του ὁ τύπος κάθε εὐρωπαίου ἀνθρώπου... βαθμηδὸν αὐτοκτονεῖ. Διότι ἡ αὐτοκτονία εἶναι ὁ ἀναπόφευκτος ἀκόλουθος τῆς Θεοκτονίας». Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς διεκτραγωδήθηκε ἀπὸ τὸν μεγάλο Charly Chaplin, ὡς ὁ «ἀνθρωπάκος τοῦ ἐργοστασίου» στὴν πρωτοποριακὴ ταινία τοῦ «Modern Times» (Μοντέρνοι καιροί). Μετὰ τὴν αὐτοϋποδούλωσή του στὴν τεχνολογία του ὁ δυτικὸς ἄνθρωπος, αὐτοϋποδουλώνεται σήμερα καὶ στὴν ἐπιστήμη του (λ.χ. τὴν Βιοτεχνολογία ἢ τὴν Γενετικὴ Μηχανική).

Ἔτσι ὅμως φθάσαμε στὸν «ἀνθρωπισμὸ» τῆς Pax Americana καὶ τοῦ ΝΑΤΟ καὶ τὴν «ἀνθρωπιστικὴ βοήθεια» τῶν Νεοεποχιτῶν. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος, ποὺ πέρασε ἀπὸ τὴν φραγκικὴ φεουδαρχία, τὴν κρατικοποίηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, τὴν Ἱερὰ Ἐξέταση, τοὺς Σταυροφόρους, τὸν Ναπολέοντα, τὸν Χίτλερ καὶ τὸν Στάλιν. Εἶναι τὸ παράγωγο μίας παιδείας, ποὺ ἔχασε τὴν πνευματικὴ λειτουργία τῆς καθαρῆς καρδιᾶς, δίνοντας ἀπόλυτη προτεραιότητα στὸν κατ' ἐπίφαση «ὀρθὸ λόγο» (τὴν Raison), ποὺ παρουσιάζει τὴν σχιζοφρένεια νὰ διανοεῖται μὲν βαθυστόχαστα ἢ νὰ δημιουργεῖ στὴν Τέχνη, ἀλλὰ παράλληλα νὰ κατεργάζεται τὴν ἐξόντωση ἀθώων, ὅπως συνέβαινε μὲ τοὺς χιτλερικοὺς στρατιωτικοὺς-καλλιτέχνες καὶ ὅπως συμβαίνει σήμερα μὲ τὶς ληστρικὲς ἐπεμβάσεις στὸ Κόσοβο, τὸ Ἀφγανιστᾶν, τὸ Ἰρὰκ καὶ ὅπου ἀλλοῦ.

7. Τὰ συστατικά τῆς ἀγωγῆς τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ συνοπτικὰ ἐξεθέσαμε παραπάνω, ἦταν κοινὴ κληρονομιὰ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης τὴν πρώτη χιλιετία. Ἡ Ἀνατολὴ ἐπὶ αἰῶνες ἦταν ἡ πνευματικὴ μητέρα καὶ τροφοδότρια τῆς δυτικῆς εὐρωπαϊκῆς κοινωνίας (ex Oriente lux). Μὲ τὴν ἀρχὴ ὅμως τῆς «μετακένωσης» τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ μάθαμε στοὺς τελευταίους αἰῶνες νὰ θαυμάζουμε τὰ «φῶτα τῆς Εὐρώπης» (ex Occidente lux). Ἡ μανία τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ, μάλιστα, μᾶς μετέβαλε σὲ ἀξιοθρήνητους οὐραγούς τῆς Εὐρώπης, ὄχι μόνο πολιτικὰ καὶ στρατιωτικά, ἀλλὰ καὶ πνευματικὰ καὶ πολιτιστικά.

Ἡ παιδεία, συνεπῶς, τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ σώζει τὴν πεμπτουσία τῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς ὀρθόδοξης κληρονομιᾶς, εἶναι ἡ παιδεία, ποὺ χρειάζεται ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη σήμερα, γιὰ νὰ ξαναβρεῖ τὰ ὑπαρκτικὰ καὶ πνευματικὰ θεμέλιά της. Ὁ νομπελίστας τοῦ 2002 Ἴμρε Κέρτες, ὁ συγγραφέας τοῦ «μυθιστορήματος ἑνὸς ἀνθρώπου δίχως πεπρωμένο», ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπέζησε ἀπὸ τὰ στρατόπεδα συγκεντρώσεως τῶν Ναζί, ἀλλὰ πιστεύει ὅτι τραγωδίες σὰν αὐτὲς τοῦ ὁλοκαυτώματος καὶ τῶν γκουλὰκ μποροῦν νὰ ἐπαναληφθοῦν, ὑπεστήριξε πρόσφατα ὅτι «πρέπει νὰ δημιουργήσουμε νέες ἀξίες, ἕνα νέο σύστημα, γιὰ νὰ ὑπερασπιστοῦμε τὴν Εὐρώπη καὶ τὶς εὐρωπαϊκὲς ἰδέες (ἐφημ. «Ἐλευθεροτυπία» 9.1.2008). Ἡ σκέψη ὅμως ὅτι εὐρωπαϊκὲς ἰδεολογικὲς συλλήψεις ἦταν καὶ οἱ τραγωδίες, ποὺ αὐτὸς δίκαια καταδικάζει, μὲ κάνει νὰ πιστεύω, ὅτι αὐτὸ ποὺ χρειάζεται σήμερα ἡ Εὐρώπη, δὲν εἶναι νέες ἰδέες, ἀλλὰ ἐπανανακάλυψη τοῦ παλαιοῦ ἑαυτοῦ της, μὲ βάση τὴν παλαιὰ πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ἑνότητά της.

Τὸ κρίσιμο ὅμως ἐρώτημα εἶναι, ἂν χωρᾶ σήμερα ἡ παιδευτικὴ πρόταση τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὸ ἀξιολογικὸ σύστημα τοῦ ἑνωμένου εὐρωπαϊκοῦ χώρου. Διότι ὑπάρχουν δύο οὐσιαστικὲς παρακωλύσεις, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὶς ὁμάδες, ποὺ ἐξουσιάζουν τὴν Εὐρώπη καὶ κατευθύνουν τὴν παιδεία, ἀλλὰ καὶ σύνολη τὴ ζωή της:


Α) Εἶναι οἱ Εὐρωπαῖοι φορεῖς τοῦ καρλομάγνειου ἐπεκτατικοῦ καὶ ἐξουσιαστικοῦ πνεύματος καὶ τῆς σχετικῆς μὲ αὐτὸ νοοτροπίας. Ἀπὸ τὰ εὐρωπαϊκὰ κείμενα, ποὺ ἀναφέρονται σὲ θέματα παιδείας, διαπιστώνεται ἡ ἐπιδίωξη βαθμιαίας καθολικῆς ἐνιαιοποίησης, γιὰ τὴν δημιουργία ἑνιαίας εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς, πολιτισμικῆς καὶ ἱστορικῆς συνείδησης. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὰ ὑποστηριζόμενα ἀπὸ τὸν ἐκφραστὴ τῆς Νέας Ἐποχῆς καθηγητὴ Samuel Hantington καὶ τὴν κυρίαρχη θέση γιὰ νέα ἀνάγνωση, κατανόηση καὶ γραφὴ τῆς Ἱστορίας. (Ἐδῶ ἀκριβῶς ἀνήκει καὶ ὁ βαθύτερος προβληματισμὸς τοῦ διαβόητου ἐγχειριδίου τῆς ΣΤ' Δημοτικοῦ). Ἡ πολιτιστικὴ πρόταση, συνεπῶς, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ ταυτίζεται μὲ τὸν πολιτισμὸ τῆς ἀρχαίας Εὐρώπης, δὲν γίνεται εὐχάριστα δεκτή, διότι ἀναιρεῖ καὶ ἀνατρέπει αὐτόχρημα ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς πραγματώσεις κατὰ τὴν β' χιλιετία. Γι' αὐτὸ ἡ Ὀρθοδοξία τῆς Ἀνατολῆς μόνον ὡς οὐνιτίζουσα γίνεται δεκτὴ στὸν διαχριστιανικὸ Διάλογο μὲ τὴν «Δύση», πρόθυμη δηλαδὴ νὰ ἀναγνωρίσει τὸν δυτικὸ πολιτισμὸ σ' ὅλο τὸ φάσμα του καὶ νὰ ὑποταχθεῖ σ' αὐτόν, αὐτοαναιρούμενη φυσικά. 


Ὁ προβληματισμὸς αὐτὸς δὲν εἶναι θεωρητικός, ὅπως δείχνουν τὰ ἴδια τὰ πράγματα. Τὸ 1996 τέθηκε τὸ θέμα δημιουργίας τοῦ «Μουσείου» τῆς Εὐρώπης τῆς μετακαρλομάγνειας περιόδου καὶ ἀποκλείσθηκε σ' αὐτὸ ὄχι μόνον ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ ἡ Ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα. Ἀλλὰ καὶ ὁ Hantington μᾶς συγκατατάσσει μὲ τὸ Ἰσλάμ, ἀρνούμενος τὴν σχέση μας μὲ τὸν δυτικὸ πολιτισμό. Καὶ ναὶ μὲν σ' αὐτὸ ἔχει δίκιο, τὸ τραγικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι φθάσαμε σὲ σημεῖο νὰ λυπούμεθα γιὰ τὴν στάση αὐτὴ τῆς Εὐρώπης ἀπέναντί μας καὶ νὰ διαμαρτυρόμεθα κι' ὄλας. 


Ἡ ἀπάντηση ὅμως, σὲ ἀνάλογη στιγμή, τοῦ Μακρυγιάννη πρὸς τὸν Γάλλο Μαλέρμπ, δείχνει τὴν ἐπιβίωση τοῦ πνεύματος τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν: Ὅταν ὁ εὐρωπαῖος Μαλὲρμπ τοῦ εἶπε: «Ἕνα θὰ σᾶς βλάψη ἐσᾶς, τὸ κεφάλαιον τῆς θρησκείας, ὅπου εἶναι αὐτήνη ἡ ἰδέα σ' ἐσᾶς πολὺ τυπωμένη», ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Πράγμα τζιβαϊρικὸν πολυτίμητο, ὁπού τὸ βαστήξαμεν εἰς τὴν τυραννία τοῦ Τούρκου, δὲν τὸ δίνομεν τώρα, οὔτε τὸ καταφρονοῦμε οἱ Ἕλληνες... Καὶ τί ἔχεις ἐσὺ διὰ μένα τί δοξάζω ἐγώ; ...Καὶ ὄχι τοῦ λόγου σου νὰ μοῦ τὸ εἰπῆς, δὲν σ' ἀκούγω, ἀλλὰ κι ὁ Θεὸς ὁ δικός σου νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, δὲν σαλεύει τὸ μάτι μου»...

Β) Ἡ δεύτερη παρακώλυση προέρχεται ἀπὸ τοὺς δικούς μας ἀθεράπευτα εὐρωπαϊστές. Οἱ εὐρωπαϊστές, συνεχίζοντας τὴν παράδοση τῶν Ἑνωτικῶν τῆς ὕστερης βυζαντινῆς περιόδου καὶ τῆς δουλείας, θεωροῦν τὴν ἀπόλυτη ταύτιση (καὶ τὴν πολιτιστικὴ) μὲ τὴν δυτικὴ Εὐρώπη ὡς σωτηρία. Σ' αὐτοὺς ὅμως ἀπάντησε ἤδη ὁ ἀείμνηστος ἑλληνομαθὴς καὶ ἑλληνολάτρης, αὐστριακὸς διανοούμενος Λαυρέντιος Γκεμερέϋ (†1992), ποὺ βλέποντας τὴν ἑλλαδικὴ ὑστερία γιὰ τὴν ἔνταξη στὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη, ἔγραψε: «Νομίζω πὼς τώρα, ποὺ ἡ Ἑλλάδα θὰ ἐνταχθεῖ στὴν Εὐρωπαϊκὴ Κοινότητα, μπορεῖ νὰ εἶναι χρήσιμο γιὰ τὸν Ἕλληνα νὰ δεῖ τὸν περίφημο Εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ μὲ πιὸ κριτικὸ μάτι, γιὰ νὰ χάσει λίγο ἀπὸ τὸν σεβασμό του πρὸς αὐτὸν τὸν πολιτισμό, ποὺ ἀκόμα τοῦ λείπει. Ἐγὼ εὔχομαι νὰ τὸν γλυτώσει...» (Λ. Γκεμερέϋ, Ἡ δύση τῆς Δύσης - ἡ ἀπομυθοποίηση τῆς Εὐρώπης καὶ ὁ Ἑλληνισμός, Ἀθήνα 1977, σ. 12). 


Βέβαια ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη Εὐρώπη, ποὺ ἔχει συνειδητοποιήσει τὰ παραπάνω καὶ ἀναγνωρίζει τὴν σημασία γι' αὐτὴν τοῦ πολιτισμοῦ τῆς ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Ὅταν τὸ 1981 ἔγινε ἡ ἐπίσημη ἔνταξη τῆς Χώρας μας στὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη, ἡ ἔγκριτη γαλλικὴ ἐφημερίδα Le Monde ἔγραφε μὲ πηχυαία γράμματα: «Ἡ Χώρα τῆς Φιλοκαλίας εἰσῆλθε στὴν Εὐρώπη». Φιλοκαλία εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης. Πιστεύω ὅτι τὸ ἔλεγαν εἰλικρινὰ καὶ γιὰ νὰ μᾶς τιμήσουν. Πρὸς αὐτὴ τὴν Εὐρώπη ὀφείλουμε πρωταρχικὰ νὰ στραφοῦμε ὡς Ἔθνος γιὰ τὴν πολιτιστικὴ ὁλοκλήρωση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χώρου, καὶ αὐτὸ εἶναι εὐκολότερο σήμερα, ὅταν χῶρες τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καὶ τῶν Βαλκανίων, μὲ ζωντανὴ τὴν παράδοση τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἀνήκουν πλέον στὰ τακτικὰ μέλη της. Αὐτὴ ἡ Εὐρώπη, ποὺ νοσταλγεῖ τὴν ἀρχαία ταυτότητά της, μπορεῖ νὰ λειτουργήσει ὡς γέφυρα πολιτιστικὴ γιὰ μία τελεσφόρα καὶ γόνιμη συνάντηση ὅλων τῶν Κρατῶν-Μελῶν της στὸ ἔδαφος τῆς κοινῆς κληρονομιᾶς καὶ ἑνότητας.


* * *
Βιβλιογραφικὴ ἐπισημείωση
Διεύρυνση τῆς παραπάνω θεματικῆς βλέπε στὶς ἀκόλουθες μελέτες τοῦ ἰδίου συγγραφέως:
1. Ἑλληνορθόδοξη παιδεία καὶ πολιτισμικὴ ταυτότητα στοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες, στὸ: Ἰχνηλασία πνευματικῆς σχοινοβασίας (ψηλάφηση καίριων στιγμῶν στὴν πορεία τοῦ Χριστιανικοῦ Ἑλληνισμοῦ), Τέρτιος, Κατερίνη 1999, σ. 23-44.
2) Γιὰ τὴν Εὐρώπη μας μὲ ἀγάπη, Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2003.
«ΟΦΕΙΛΗ ΑΓΑΠΗΣ»
π. Γ. Δ. Μεταλληνοὺ ὁμοτ. Κάθ. Πανεπ. Ἀθηνῶν ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...