Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2017

ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Το θέμα του ολοκληρωτισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι υπόθεση όχι μόνο διδακτορικών διατριβών (καθώς έχει πολλές πτυχές) αλλά ίσως και μιας γενικότερης έρευνας. 
Εστιάζω στην Ελλαδική πραγματικότητα διαγράφοντας μερικές μόνο πινελιές – ενδεικτικές της κατάστασης που επικρατεί. 
Παλαιότερα η «δεσποτοκρατία» θεωρούνταν η πλέον απολυταρχική μορφή στο χώρο της Εκκλησίας. Συν τω χρόνω αυτό άλλαξε ριζικά, καθώς πολλοί νέοι παράγοντες αναδύθηκαν στον εκκλησιαστικό χώρο. 
Οι λεγόμενες «οργανώσεις», αρχικώς, στο όνομα του «έργου» και της «καθαρότητας» συστηματοποίησαν ολοκληρωτικές πρακτικές, που άγγιζαν τις εκφάνσεις όλου του βίου και της προσωπικότητας του ανθρώπου. 
Παράλληλα με τις «οργανώσεις» άνθισε και το φαινόμενο του γεροντισμού, με εμφανή, επίσης, σημάδια ολοκληρωτισμού. Ο «γέροντας» ως αυθεντία μπορεί να ελέγχει τις ζωές των πνευματικοπαιδιών του, άνευ ορίων άνευ όρων. Σ’ αυτή την κατηγορία εμπίπτει και το Άγιον Όρος, το οποίο με την δική του υπερ – αυθεντία, συνέβαλε στην εμπέδωση ενός ολοκληρωτισμού ως κανονικότητας! 
Ο «γεροντισμός» στις μέρες μας έχει και τον μανδύα του «προοδευτισμού», καθώς πολλοί «γέροντες» χρησιμοποιούν σύγχρονους όρους στην διδασκαλία τους, αλλά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: έλεγχος της ζωής των άλλων. 
Κι ακόμα, οι διάφορες ομάδες «καθαρών» της πίστης (αντιοικουμενιστές και ομόφρονες) έχουν δημιουργήσει έναν ολοκληρωτισμό που κρατάει την Εκκλησία δεμένη χειροπόδαρα. Τρανή απόδειξη η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδοξίας που δεν τόλμησε παραπάνω σε μερικά θέματα, καθώς οι ιεράρχες ήσαν όμηροι ολοκληρωτικών νοοτροπιών αυτών των ομάδων, οι οποίες δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο – και κυρίως το διαδίκτυο - με τρόπο καθαρά εκβιαστικό. 
Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκε από σημαντικούς θεολόγους μια θεολογία της ελευθερίας. Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το αυτεξούσιο του ανθρώπου και την ελευθερία του ανθρώπου ως χάρισμα του Θεού, αλλά στην πραγματικότητα όλα αυτά μένουν στα χαρτιά. 
Οι «εκκλησιαστικοί» άνθρωποι μαθαίνουν να μεταθέτουν τις ευθύνες τους σε άλλους, να υπακούνε τυφλά σε ένα γέροντα – λες και δεν θα δώσουν οι ίδιοι λόγο στην Δευτέρα Παρουσία – και να αποστρέφονται το κατόρθωμα της ελευθερίας, ως δυσκολότατο άθλημα. 
Ο λόγος περί αγάπης που υπερπερισσεύει στις μέρες μας, νομίζω πως δεν θα ευδοκιμήσει αν δεν ασκηθούμε σκληρά στην ελευθερία, αποτινάσσοντας κάθε ζυγό πνευματικού ή άλλου ολοκληρωτισμού.

Ορθόδοξη οικολογία

Αποτέλεσμα εικόνας για orthodox church ecology
Πριν ένα μήνα διάβασα στην Καθημερινή μια ενδιαφέρουσα επιστολή (Κινητά, φλυαρία, κεραίες, ρύπανση, 5/8/2017) ενός ειδικού επιστήμονα που επισημαίνει το εξής παράδοξο: «Ο πολίτης έχει παρασυρθεί στη δίνη μιας αλόγιστης χρήσης, έχει χάσει κάθε μέτρο και λογική, εμμέσως απαιτεί καλύτερο σήμα και ταχύτητες, ενώ παράλληλα καταθέτει αγωγές και ασφαλιστικά μέτρα για την απομάκρυνση κεραιών... 
Το κινητό μας, αντί για μέσον επικοινωνίας, γίνεται μέσον απασχόλησης και αντικοινωνικής συμπεριφοράς... Οι δικές μας συνήθειες και παράλογη χρήση της ασύρματης επικοινωνίας έχει ωθήσει τους παρόχους σε αύξηση της ισχύος του σήματος, αύξηση του αριθμού κεραιών και χρήση υψηλών συχνοτήτων για τη μεταφορά δεδομένων». Με άλλα λόγια, θέλουμε περισσότερη κινητή τηλεφωνία χωρίς κεραίες και ακτινοβολία. Τα καλά του Γιάννη χωρίς τον Γιάννη, κατά την παροιμία. 

Περίπου την ίδια εποχή η Guardian φιλοξενούσε ένα άρθρο που έκανε προβλέψεις για επικείμενη ‘έκτη μαζική βιολογική εξαφάνιση ζωικών ειδών στην ιστορία του κόσμου’. Οι ειδικοί αποδίδουν την κρίση αυτή στον υπερπληθυσμό και την υπερκατανάλωση φυσικών πόρων και προειδοποιούν ότι απειλεί την επιβίωση του ανθρώπινου πολιτισμού, ενώ απομένει πολύ λίγος χρόνος για δράση. 

Εξάλλου, αυτές τις μέρες, με αφορμή τον τυφώνα Χάρβεϊ, έγινε πάλι λόγος για την υπερθέρμανση του πλανήτη και τις συνέπειές της. Η βιομηχανοποίηση, η αυτοκίνηση, η κάθε είδους ευκολία στον σύγχρονο τρόπο ζωής σημαίνει κατανάλωση ενέργειας, δηλ. καύσεις. Οι καύσεις αυξάνουν τη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, μας δίνουν πιο ζεστά καλοκαίρια, και συνεπώς θέλουν και ψύξη. Η τεχνητή ψύξη όμως, παραδόξως, παράγεται με περισσότερη κατανάλωση ενέργειας, άρα οδηγεί σε μεγαλύτερη υπερθέρμανση. Ο κύκλος είναι εξ ορισμού «φαύλος», με την έννοια ότι εμπεριέχει την τάση για αυτοκαταστροφή (όπως και η εξάπλωση της κινητής τηλεφωνίας που αναφέρουμε παραπάνω). Μπορούμε ίσως να τον περιορίσουμε (άρα να επιβραδύνουμε κάπως την καταστροφική εξέλιξη), όχι όμως και να τον αναιρέσουμε: κάτι τέτοιο (ακόμη κι αν ήταν εφικτό σε παγκόσμια κλίμακα) θα σήμαινε επιστροφή στη λίθινη εποχή. 

Τελικά, αν θέλουμε να το ομολογήσουμε, ως άνθρωποι αδυνατούμε να διαχειρισθούμε με σωφροσύνη, πολύ περισσότερο με τελειότητα, τον κόσμο όπου κατοικούμε, σε οποιαδήποτε μορφή της δραστηριότητάς μας. 

Οι σκέψεις αυτές, με αφορμή τη σημερινή είσοδο στο νέο εκκλησιαστικό έτος, ημέρα που έχει εδώ και χρόνια καθιερωθεί να εκδίδονται πατριαρχικά μηνύματα και να αναπέμπονται προσευχές για το περιβάλλον, μας κάνουν να ανατρέξουμε στον Ποιητή και Δεσπότη των αιώνων που έχει «καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ» και να θυμηθούμε έναν από τους ύμνους της εορτής:
«Ὁ καιροὺς καρποφόρους καὶ ὑετούς, οὐρανόθεν παρέχων τοῖς ἐπὶ γῆς, καὶ νῦν προσδεχόμενος, τὰς αἰτήσεις τῶν δούλων σου, ἀπὸ πάσης λύτρωσαι, ἀνάγκης τὴν πόλιν σου, οἱ οἰκτιρμοὶ καὶ γάρ σου, εἰς πάντα τὰ ἔργα σου. Ὅθεν τὰς εἰσόδους, εὐλογῶν καὶ ἐξόδους, τὰ ἔργα κατεύθυνον ἐφ᾿ ἡμᾶς τῶν χειρῶν ἡμῶν, καὶ πταισμάτων τὴν ἄφεσιν, δώρησαι ἡμῖν ὁ Θεός· σὺ γὰρ ἐξ οὐκ ὄντων τὰ σύμπαντα, ὡς δυνατὸς εἰς τὸ εἶναι παρήγαγες».



ΕΦΥΤΕΥΣΕΝ, ΠΕΡΙΕΘΗΚΕ, ΩΡΥΞΕΝ, ΩΚΟΔΟΜΗΣΕ, ΕΞΕΔΟΤΟ


         Μία από τις πιο συγκλονιστικές παραβολές για τον κόσμο και τον άνθρωπο είναι αυτή των κακών γεωργών.  Λίγο πριν το Πάθος Του ο Χριστός διηγείται στους μαθητές Του και κατ’ επέκτασιν στον καθέναν από εμάς, Ποιος είναι ο Θεός, ποιος ο άνθρωπος και ποιος ο κόσμος. Σκοπός της παραβολής δεν είναι να απεικονίσει μόνο την κακία των Εβραίων, οι οποίοι επρόκειτο να σταυρώσουν τον Κύριο. Ο Χριστός θέλει να καταλάβουμε Ποιος είναι ο Θεός και τι μας ζητά, αλλά και να πάρουμε θέση έναντί Του και έναντι του κόσμου και με βάση αυτή τη θέση να αντλήσουμε νόημα από την ζωή.
        Ο Θεός χαρακτηρίζεται ως «οικοδεσπότης».   Με μία σειρά από ρήματα, που μαρτυρούν λόγο και ενέργεια, αποκαλύπτεται ο τρόπος με τον οποίο μας φανερώνεται. «Εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον, και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν» (Ματθ. 21, 33)«Φύτεψε ένα αμπέλι, το περιέφραξε, έσκαψε σ’ αυτό πατητήρι, έχτισε πύργο, το παραχώρησε σε γεωργούς και έφυγε για άλλον τόπο».
Ο κόσμος είναι αμπελώνας που φυτεύτηκε από τον άρχοντα, τον οικοδεσπότη, τον νοικοκύρη Θεό. Ο αμπελώνας παράγει σταφύλια, τα οποία τρέφουν και χαροποιούν με το κρασί τον άνθρωπο. Τα σταφύλια έχουν μία ξεχωριστή ομορφιά. Μαρτυρούν αφθονία και ταυτόχρονα λιτότητα. Αφθονία με τη γεμάτη όψη που έχουν πάνω στο κλήμα. Λιτότητα με τις μικρές ρώγες, που γλυκαίνουν και χορταίνουν, αλλά δε χρειάζεται να φάει κανείς πολύ.
 Ο Θεός έβαλε όρια στον κόσμο, περιφράσσοντάς τον. Τα πάντα είναι δικά μας, αλλά υπάρχει και κάτι που δεν μας ανήκει. Αυτό είναι η δυνατότητα να γίνουμε θεοί από μόνοι μας. Η θέωση έρχεται εντός του αμπελώνος. Γιατί ο αμπελώνας δεν είναι μόνο υλικός. Είναι η ίδια η Εκκλησία, δηλαδή ο κόσμος στον οποίο η σχέση με τον Θεό δίνει το νόημα της ζωής. Αν βγούμε από τα όρια του αμπελώνα, τότε απομακρυνόμαστε από την τροφή που ο Θεός μας παρέχει. Και τροφή είναι η ζωή, τόσο του παρόντος, όσο και του αιώνιου κόσμου. Η απομάκρυνση είναι η αμαρτία. Κάθε τι που είναι εκτός των ορίων του αμπελώνος, μας κάνει να αυτοθεωνόμαστε, να θεωρούμαστε αυτάρκεις, αλλά δεν μας επιτρέπει να φυλαχθούμε από την αμαρτία.
  Ο Θεός όμως έσκαψε πατητήρι. Δεν μας στέρησε τη χαρά, αλλά μας έδωσε την ευκαιρία να την βιώσουμε. Ευλόγησε τη ζωή και τους καρπούς της. Τον έρωτα και την αγάπη. Την συνάντηση των τρυγητάδων που φέρνουν τον καρπό του αμπελώνος, για να τον πατήσουν στο πατητήρι, να τον κάνουν μούστο και κρασί. Ο μούστος παράγει προϊόντα που τρέφουν. Αν βράσει, γίνεται ο οίνος της χαράς και της ζωής. Δεν πατά μόνο ένας τα σταφύλια, αλλά πολλοί. Η Εκκλησία μας δίνει την ευκαιρία να χαρούμε μαζί με τους άλλους, στην ένωση και τον χορό της αγάπης, όπως γινόταν παλαιότερα που ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών ήταν γιορτή!
Ο Θεός όμως έχτισε και πύργο. Άφησε δηλαδή τόπο και για να ετοιμαστεί το κρασί στα υπόγειά του, αλλά και να μπορούν όσοι ζούνε στον αμπελώνα να κατοικούν και να χαίρονται.  Η Εκκλησία μας δίνει  τον πύργο της πρόνοιας του Θεού μέσα στον κόσμο. Και αυτός ο πύργος μας κάνει να παλεύουμε και για τον επιούσιο άρτο και για τον άρτο της ζωής με επίγνωση ότι όλα ανήκουν στον Θεό.
Ο Θεός όμως παραχωρεί τον αμπελώνα και τα πάντα σ’ αυτόν στους γεωργούς, στους ανθρώπους, σε μας δηλαδή.  Ο Ίδιος φεύγει. Μας εμπιστεύεται τον κόσμο και μας δίνει την ελευθερία να παλέψουμε σ’ αυτόν. Να χαρούμε. Να καρπωθούμε τα αγαθά του, αλλά και με αγάπη να μοιραστούμε με τους συνανθρώπους μας ό,τι μας δόθηκε. Ο Θεός στέλνει στον κόσμο εκείνους που μας υπενθυμίζουν ότι υπάρχει πάντοτε ένα μερίδιο που ανήκει σ’ Εκείνον. Αυτό είναι η αγάπη. Η ευγνωμοσύνη. Το ευχαριστώ για όσα μας έδωσε και την ίδια στιγμή η ευλογία της αγάπης που μοιράζεται με τους συνανθρώπους μας, όχι μόνο υλικά, αλλά και παρηγορητικά, πνευματικά,, συγχωρητικά. Από το νόημα να ζούμε με τον Θεό να πάρουν και οι άλλοι. Και μέσω των άλλων ο Θεός παίρνει από εμάς ό,τι του ανήκει. Την δωρεά της ομοίωσής μας προς Εκείνον που είναι η αγάπη.
Κάποιοι από μας μοιάζουμε με τους κακούς γεωργούς. Αψηφούμε τον Θεό  γιατί δεν Τον βλέπουμε με τα σωματικά μας μάτια. Γιατί έχουμε τόση εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και το λογικό μας, τα όπλα και τις δυνάμεις μας που νομίζουμε ότι μπορούμε να Τον περιφρονούμε και να θανατώνουμε όσους μας ζητούν το μερίδιο του Θεού. Να αρνούμαστε την αγάπη και να προτάσσουμε την αυτάρκεια. Να αρνούμαστε την ευχαριστία και να προτάσσουμε τα δίκια μας. Να αρνούμαστε την επιστροφή του Θεού και να πιστεύουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα ανεξέλεγκτοι.  Και ο Θεός επιμένει. Στέλνει μέχρι και τον Υιό Του, τον Κύριό μας. Κι εμείς επιμένουμε να κρατήσουμε τον κόσμο εγωκεντρικά για μας. Και βγάζουμε τον Χριστό «έξω του αμπελώνος», έξω από τη ζωή μας, για να Τον σκοτώσουμε, να πούμε ότι δεν υπάρχει για μας, ώστε να θεωρούμε ότι τα πάντα μας ανήκουν.
Ο Θεός θα επανέλθει. Την ώρα του θανάτου μας θα γίνει και η κρίση μας. Και τότε ο κόσμος θα δοθεί σε άλλους, που θα ξέρουν ότι η νοικοκυροσύνη, η δημιουργικότητα, η πρόνοια, το σχέδιο του Θεού, η θεία οικονομία έχει ως βάση της την Αγάπη. Μόνο που μαζί με την αγάπη συνυπάρχει η δικαιοσύνη. Διότι κι αυτή αναδεικνύει τη αλήθεια. Και η Αλήθεια είναι ο Θεός.
Ας διαλέξουμε να ζούμε στον κόσμο βλέποντάς τον όπως πραγματικά ο Θεός τον δημιούργησε, ως Εκκλησία. Ας διδαχθούμε από την νοικοκυροσύνη του Θεού και στην δική μας ύπαρξη.  Ας έχουμε σχέδιο στη ζωή μας. Ας φυτεύουμε καθημερινά στις καρδιές μας την αγάπη, ας γνωρίζουμε τα όριά μας, ας χαιρόμαστε την συνάντηση με τους άλλους και ας έχει η ύπαρξή μας τόπο στη αγάπη. Νικώντας την αυτάρκεια και τον εγωκεντρισμό, δίνουμε το μερίδιο  της αγάπης στον Θεό, όχι γιατί Εκείνος υστερεί, αλλά γιατί έτσι καταλαβαίνουμε για ποιον λόγο ζούμε. Και ας μην Τον έχουμε εκτός της ζωής μας, για να μην κριθούμε όπως οι κακοί γεωργοί, οι αχάριστοι της αγάπης, αυτοί που επένδυσαν στο «εγώ- θεό» και διέλυσαν κάθε ίχνος αληθινής ζωής που δεν έγκειται στην εξουσία, αλλά στο μοίρασμα της αγάπης που πλουσιοπάροχα  παρά Θεού γευόμαστε!

Κέρκυρα, 3 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΛΗΡΙΚΟΥ!!! «Ουαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι»

Αποτέλεσμα εικόνας για καντιωτης
 
"Αν δείτε παπά, 
αν δείτε θεολόγο, 
αν δείτε μητροπολίτη
 και αρχιεπίσκοπο,
 που δεν διώκεται… 
να ξέρετε πολύ καλά
 ότι αυτός δεν βαδίζει καλώς"
 
Αυγουστίνος Καντιώτης: 

Δεν ξέρω τι διωγμούς 
θα υποστώμεν
 οι Επίσκοποι που
 επαύσαμε 
το μνημόσυνο
 του Πατριάρχη!






"Οι σύγχρονοι Επίσκοποι και Ποιμένες, όμως, ΞΕΡΟΥΝ και γι' αυτό …σιωπούν!"

Τα γνωρίσματα του Ορθόδοξου κληρικού:
Αγαπητοί, πρέπει να ομολογήσουμε μία πικρά αλήθεια. 
Οι πιστοί, που αγωνίζονται για να κρατήσουν την Ορθοδοξία, είναι ολίγοι.
Το ρεύμα το μεγάλο και το απέραντο είναι εκείνο που σιγά – σιγά
 έχουν απομακρυνθεί από την ορθόδοξο πίστη.
Θα πω ένα λόγο, που ποτέ δεν τον είπα.
 Θα τον πείτε εγωιστικό, αλλά σας δίνω μια ζυγαριά, 
για να ζυγίσετε παπάδες, δεσποτάδες και όλο τον κλήρο και όλους τους θεολόγους.
Η ζυγαριά αυτή ποια είναι;
 Ποιο είναι το γνώρισμα του παπά;
Να μαζεύει πρόσφορα; 
Να κάνει ωραίες ακολουθίες; 
Να κηρύττει χαριτωμένα και να χρηστολογεί από του
 άμβωνος και να δακρύζουν τα μάτια μερικών 
δεσποιναρίων για τους στοχαστικούς του λογισμούς; 
Ποιο είναι το γνώρισμα του παπά και του δεσπότη σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια;
Το γνώρισμα του δεσπότη και του παπά είναι η μαχητικότης, η παρρησία. 
Είναι εκείνο που είπε ο απόστολος Παύλος, ότι 
«Οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται». 
Αν δείτε παπά, αν δείτε θεολόγο, αν δείτε μητροπολίτη και αρχιεπίσκοπο,
 που δεν διώκεται, αλλά απολαύει της αγάπης και της εκτιμήσεως όλων,
 τότε έχει εφαρμογή ο λόγος του Χριστού 
«Ουαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι», να ξέρετε πολύ 
καλά ότι αυτός δεν βαδίζει καλώς.
Ή αν λέγεται ορθόδοξος και δεν θέλει να αντιμετωπίσει το ρεύμα, 
την χιονοστιβάδα αυτή που κατέρχεται για να διαλύσει τον κόσμο. 
Ο παπάς ο ορθόδοξος πάει κόντρα με τα ρεύματα. 
Ο Μέγας Αθανάσιος ένας ήτο, αλλά κράτησε στους ώμους
 του ως Άτλας ολόκληρη της Ορθοδοξία. 
Ο Μάρκος ο Ευγενικός ένας ήτο, αλλά κράτησε στα χέρια
 του ολόκληρη της Ορθοδοξία.
Ο ιερός Φώτιος τα ίδια. 
Ολίγοι είναι, αλλά δεν νικάει με τα νούμερα, νικάει με την πίστη. 
Γιατί όσο αξίζει ένας πιστός παπάς, όσο αξίζει ένας πιστός
 επίσκοπος, όσο αξίζει ένας πιστός αρχιεπίσκοπος, 
όσο αξίζει ένας λαϊκός και μία γυναίκα δεν αξίζει ολόκληρος ο ντουνιάς.
 
Λοιπόν να μη πτοούμεθα διότι γίνεται αυτή η προδοσία της πίστεως
 μας δεξιά και αριστερά.
Ένα σας συνιστώ. Μη μου λέτε, ότι Αυτός είναι καλός, αυτός 
είναι θεολόγος σπουδαίος, αυτός κάνει διαλεκτική, αυτός άνοιξε
 ακαδημία του Πλάτωνος και άμα τον ακούσεις είναι θαύμα!…
Μέτρησε τον 
αν έχει μία σπίθα από το Μάρκο τον Ευγενικό, 
αν έχει μία σπίθα από τον ιερό Φώτιο, 
αν έχει μία σπίθα από τον Κηρουλάριο,
 αν έχει μία σπίθα από τον Παπουλάκο (ο αγράμματος αυτός
 στάθηκε απέναντι ολόκληρου του κόσμου).
Τα λέγω αυτά έχων επίγνωση της θέσεως μου ως Έλληνος 
και ως επισκόπου έχοντος τεράστια ευθύνας. 
Είμεθα έτοιμοι τα πάντα να θυσιάσωμεν. 
Τολμώ, ίσως για τελευταία φορά από του βήματος αυτού, να πω: 
Όσοι αγαπάτε το Χριστό, όσοι αγαπάτε την Εκκλησία,
 έχουμε την Παναγία μαζί μας, έχουμε μαζί με όλους
 εκείνους που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την ορθόδοξο πίστη μας.
Όσοι είναι με το διάβολο, να κάτσουν κάτω, να κλείσουν τα στόματα τους. 
Διότι διάβολος είναι η δειλία των, διάβολος είναι η δελεαστικότης των,
 διάβολος τα επιχειρήματα των, που ζητούν να ψυχράνουν μια
 χούφτα ανθρώπων οι οποίοι βασανίζονται και τυραννιούνται και
 διώκονται για την πίστη του Χριστού μας.
Εμείς έχομεν ανέκαθεν ως σύνθημα τον όρκο των εφήβων των Αθηνών.
 Τα παλικάρια της αρχαίας Ελλάδος επάνω από την Ακρόπολη ορκίζονταν
 και λέγανε,
 «Ή μόνος ή μετ’ άλλων τα όσια και ιερά υπερασπιώ».
Και εγώ, μικρός στρατιώτης, το δηλώνω παρρησία.
 Ή μόνος ή μετ’ άλλων τα όσια και ιερά της πίστεως θα
 τα υπερασπίσω μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος μου. 
Και εσείς αντί χειροκροτημάτων ματαίων, τα οποία ουδέν
 λέγουν, αντί επαίνων, να προσευχηθείτε πολύ.
Γιατί οι ορθόδοξοι έμειναν ολίγοι και η μάχη επεκτείνεται και θα βρεθούμε
 προ νέων γεγονότων. 
Όχι μόνο στην μικρά μας Ελλάδα, αλλά και εις όλα τα πλάτη και 
τα μήκη της γης ο εωσφόρος έχει εκστρατεύσει και λυσσάει για να ξεριζώσει
 μέσα από τα στήθη των ανθρώπων την ορθόδοξο πίστη.
Δεν ξέρω τι θα γίνει. Δεν ξέρω τι διωγμούς θα υποστώμεν οι επίσκοποι
 που επαύσαμε το μνημόσυνο του Αθηναγόρου και οι άλλοι κληρικοί οι οποίοι
 είναι γύρω μας. 
Δεν ξέρω σε ποιο Άγιον Όρος θα καταφύγωμεν. 
Ένα γνωρίζω πως ότι και αν γίνει, ότι και αν συμβεί και τα άστρα να 
πέσουν και οι ποταμοί να ξηραθούν και άνω κάτω να γίνει ο κόσμος,
 ένα γνωρίζω – το πιστεύω ακραδάντως, ότι στο τέλος θα νικήσει η Ορθοδοξία.
Όταν θα έρθει η στιγμή του διωγμού των ορθοδόξων, τότε έχομε και ημείς 
το σχέδιο μας, όπως και πάς πιστός.
 Και εσείς όλοι – είστε εδώ 3.000;- αυτά που σας είπα να τα σκορπίσετε παντού.
 Ο ένας να γίνει δύο. 
Οι δύο τέσσερις,
 οι τέσσερις οκτώ… 
Να γίνει μεγάλο κύμα θαλάσσης, να ξεπλύνομε την πατρίδα μας εις
 τρόπον ώστε η Ελλάς να γίνει άστρον του ουρανού, ορθόδοξος 
τόπος, παράδεισος της Ορθοδοξίας. Αμήν.

Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,
 «Οι Χριστιανοί στους έσχατους καιρούς»
ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: ΕΔΩ

Αγία γερόντισσα: Ο Χριστός μου αποκάλυψε.. «Πρέπει να ξανασυστηθώ στους ...

Ὁ Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος μιλᾶ γιὰ ἕνα συγκλονιστικὸ - θαυμαστὸ γεγονὸς ποὺ τοῦ ἀποκάλυψε μιὰ Ἁγία γερόντισσα ἡ ὁποία βρίσκεται ἐν ζωή. Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος: Μιὰ ἁγία γυναίκα ποὺ πολὺ καθοδηγεῖ τὴν σύγχρονη Ἑλλάδα μέσα ἀπὸ τὴν ἀνωνυμία της καὶ τὴν μυστικότητα ποὺ τὴν περιβάλει, χάριτι Θεοῦ ἐμᾶς μᾶς ἐμπιστεύθηκε, δὲν ξέρω γιατί, καὶ ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτὸ τῆς τρόπον τινά. Μοῦ εἶπε αὐτὲς τὶς τελευταῖες μέρες «Ὁ κόσμος ὅσα καὶ νὰ ἀκούσει, δὲν ἔρχεται πλέον σὲ μετάνοια… Ἔχει συνηθίσει τὴν ἁμαρτία… Πρέπει ὁ κόσμος νὰ φοβηθεῖ γιὰ νὰ εἰσέλθει στὴν μετάνοια τῶν Ἁγίων. Καὶ ὁ Χριστός μου, μοῦ ἀποκάλυψε εἰς τὴν καρδίαν ὅτι: Γερόντισσα, πρέπει νὰ ξανασυστηθῶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους...!!»
πηγή

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΜΑΤΘΑΙΟΥ H Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας


Σκέψεις στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής Γ΄Ματθαίου (Ματθ., στ’, 22-33)
Οι αρχαίοι λαοί είχαν μιαν εμπορική σχέση με τους θεούς τους. Μια σχέση “σου δίνω-μου δίνεις”. Για παράδειγμα, αν η θεά Δήμητρα, φύλαττε τη σοδειά του ικέτη της, τότε αυτός αφιέρωνε στο ναό της ένα μέρος της σοδειάς του. Ήρθε όμως ο Χριστός και κάθε τέτοια λατρεία καταργήθηκε μαζί κι ο κάθε εγωισμός στη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.
Ο Χριστός μας διδάσκει να λατρεύουμε τον Θεό εν Πνεύματι και Αληθεία. Κάθετι που αντιβαίνει τους νόμους του Πνεύματος, έρχεται να καταργήσει την Αλήθεια. Τότε η λατρεία του καθενός είναι μάταιη, ψεύτικη κι εγωιστική. Σαν τους αρχαίους κι εμείς συχνά ζητάμε απ’ τον Θεό ό, τι μας συμφέρει και ό, τι μας κάνει τη ζωή πιο εύκολη. Πολλοί από ‘μας δε, όταν συμβεί κάτι κακό αγανακτούμε προς τον Θεό και φωνάζουμε το “γιατί σ’ εμένα” ή και καταντάμε να ευχηθούμε το κακό του άλλου μολονότι δηλώνουμε χριστιανοί. Κι όταν ο εγωισμός φουσκώσει τα πανιά μας… υψώνουμε προς τον Θεό μπόι και τον χαρακτηρίζουμε ως “άδικο” κι “εγωϊστή”!
Μάλλον δεν έχουμε καταλάβει γιατί βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Οι λόγοι που μας έφεραν στην Εκκλησία είναι ο προσωπικός δρόμος του καθένα, δρόμος συνάντησης Πρόσωπο με Πρόσωπο με τον ίδιο τον Χριστό. Ζούμε μες την Εκκλησία κι αγωνιζόμαστε να ζούμε την ζωή του ίδιου Χριστού. Πώς θα την ζήσουμε αν δεν αφεθούμε σ’ Αυτόν; Και πώς θα αφεθούμε αν δεν αποχωριστούμε το θέλημά μας; Εμείς μπορεί να θέλουμε το ένα και τ’ άλλο… μα ο Χριστός μας λέει ότι πρώτα πρέπει να ζητάμε τη Βασιλεία και τη Δικαιοσύνη του Θεού. Κι όλα τ’ άλλα -μαζί μ’ όλα τα άγχη μας; ; Αυτός θα μεριμνήσει.
Ή πιστεύουμε τελικά ή δεν πιστεύουμε…!
Εφόσον λοιπόν πιστεύουμε, ζητάμε πρώτα τη Βασιλεία και την Δικαιοσύνη του Θεού κι αγωνιζόμαστε για να έλθουν. Αγωνιζόμαστε δηλαδή να φανερώνουμε τον Χριστό παντού και χωρίς διακρίσεις. Πώς λοιπόν μπορούμε να παρακαλάμε τον Θεό για όλα αυτά αν δεν τα φανερώνουμε με τη σειρά μας κι εμείς στη ζωή μας; Αγάπαμε τους άλλους αδιάκριτα; Ας “τεστάρουμε” τον εαυτό μας…
Ζούμε στην εποχή της κατάθλιψης, απότοκη κι αυτή της φρικτής μοναξιάς των καιρών μας. Ξεχάσαμε να εμπιστευόμαστε τον Θεό, ξεχάσαμε την εμπιστοσύνη στον αδελφό μας. Άνθρωποι πια από παντού εχθρούς αναζητάνε. Οι στιγμές των χαμηλών ντεσιμπέλ στην τηλεόραση είναι σπάνιες. Όλοι χωρίζονται σε “στρατόπεδα” κι ό,τι ώρα και ν’ ανοίξει κανείς για παράδειγμα, την τηλεόραση, κάποιος τσακωμός θα λαβαίνει χώρα. Ο καθένας το δίκιο του αναζητά κι όμως ο Χριστός διδάσκει τη Δικαιοσύνη της σιωπής μας.
Κανείς πια δεν αγαπά τη σιωπή. Όμως στη σιωπή συναντιέται κανείς με τον εαυτό του κι έπειτα με τον ίδιο τον Θεό. Η Βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήσυχα εντός μας. Ο Χριστός δε μας αφήνει “χωρίς οδηγίες” στο ταξίδι προς την Βασιλεία Του. Η βασικότερη “οδηγία” έχει να κάνει σε σχέση με το χρήμα. Δε μπορούμε ν’ αγαπάμε ό, τι μας δένει με τη γη και να θέλουμε από την άλλη ν’ αποκαλούμε τους εαυτούς μας εργάτες του Ευαγγελίου και της έλευσης της Βασιλείας του Θεού!
Ας ζήσουμε λίγο με σιωπή μήπως και ακούσουμε τον ερχόμενο Χριστό. Όσες λιγότερες οι ανάγκες μας, άλλη τόσο κι η λευτεριά μας. Ας ζητήσουμε “πρώτα την Βασιλεία του Θεού και τη Δικαιοσύνη Του κι όλα τ’ άλλα θα μας προστεθούν” (Ματθ. στ’, 33)
Ιάσων Ιερομ. 
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως N.I.

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΜΑΤΘΑΙΟΥ «Απελευθέρωση από το άγχος»

Ἀνάγκες ποικίλες πιέζουν τὸν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς. Καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὸ αὔριο ἀποτελεῖ συνήθως τρόπο ζωῆς. Δὲν ταλαιπωρεῖ μόνο τοὺς οἰκονομικὰ ἀδύνατους∙ ταράζει καὶ τοὺς εὐκατάστατους. Αὐτοὶ δὲν ἀνησυχοῦν γιὰ τὸ καθηνερινό τους τραπέζι, ἀλλὰ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ ἄλλες ἀπαιτήσεις πού ἡ καταναλωτική κοινωνία ἀδιάκοπα πολλαπλασιάζει.
Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀγχώδη μέριμνα ζητεῖ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ὁ Χριστός, λέγοντας: «Μὴ μεριμνᾶτε», μὴν ἀνησυχεῖτε, μὴν ἀφήνετε νὰ σᾶς τυραννοῦν ἀγωνιώδεις σκέψεις, σπᾶστε τά δεσμά τῆς ἀνησυχίας μέ τήν ἐμπιστοσύνη πρός τόν Θεό.
«Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα;» Ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἔδωσε τὸ δῶρο τῆς ζωῆς, δὲ θὰ μεριμνήσει καὶ τὴ συντήρησή του; Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐκδηλώνεται γιὰ ὅλα τὰ δημιουργήματα, ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ πιὸ ἀσήμαντα. Τά πουλιά πού πετοῦν ἐλεύθερα στόν οὐρανό τά κρινολούλουδα πού ντυμένα μέ χαρούμενα χρώματα λικνίζονται στήν αὐρα τού κάμπου.
Ἡ ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ δὲ σημαίνει ἀδιαφορία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὰ βιοτικά. Τὸ «μὴ μεριμνᾶτε» τοῦ Χριστοῦ δὲ σημαίνει «μὴ ἐργάζεσθε». Ὁ Κύριος δὲ συνηγορεῖ σὲ μιὰ παθητικότητα ἀπέναντι στὴ ζωή. Δὲν περιφρονεῖ τὴ σοβαρὴ καὶ ἐπίπονη ἐργασία. Μὲ ἄλλη ἀφορμή, τὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων, καταδικάζει τὴ ραθυμία. Ἐκεῖνο ποὺ θέλει νὰ χτυπήσει ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἀγωνιώδης μέριμνα, ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή.
Ὁ Κύριος δὲν ἀμφισβητεῖ ὅτι ἡ τροφὴ καὶ τὸ ἔνδυμα εἶναι ἀπαραίτητα. «Ὅλα αὐτὰ θὰ σᾶς χορηγηθοῦν», μᾶς λέει. Τονίζει ὅμως μιὰ θεμελιώδη προϋπόθεση: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.»
Συνιστᾶ μιὰ δυναμικὴ καὶ ὑπεύθυνη τοποθέτηση μέσα στὴ ζωή, τονίζοντας ὅτι πρὶν ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ «βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ», ἡ νέα πραγματιότητα ποὺ ἐγκαινίασε Ἐκεῖνος μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο Του, ἡ βασιλεία τῆς Ἀγάπης, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ σκοπὸ τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Σέ παλαιότερες ἐποχές στήν καθημερινή ἐποικοινωνία τῶν ἀνθρώπων ἄκουγε κανεῖς τό ‘’ἔχει ὁ Θεός’’, αὐτό μαρτυρεῖ τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Τὸ ζήτημα λοιπὸν εἶναι σὲ τί θὰ δώσουμε προτεραιότητα∙ ἂν θὰ προτάξουμε τὴν ἐφαρμογὴ τῆς δικαοσύνης Του. Τὰ ὑπόλοιπα θὰ ἔρθουν μόνα τους. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ κλειδὶ γιὰ τὴν ἔξοδο τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ δεσμωτήριο τῆς μέριμνας.

Κυριακή Γ Ματθαίου-Θεός και Μαμωνάς,Δουλεία και Φιλία

Μια από τις πιο δύσκολα εφαρμόσιμες φράσεις της Καινής Διαθήκης είναι ο λόγος του Χριστού: «δεν μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα» (Ματθ. 6, 24) . Συχνά αναρωτιόμαστε πόσο εύκολο είναι να υποδουλωθεί ο άνθρωπος στο χρήμα. Το χρήμα καλύπτει τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου, αυτές που εξασφαλίζουν την επιβίωση στον κόσμο μας, αλλά και αυτό που ονομάζουμε ποιότητα ζωής. Αν κάποιος έχει χρήματα, μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του, πιθανότατα και όλες. Τα πάντα, άλλωστε, αγοράζονται και πουλιούνται σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο Χριστός προφανώς δεν εννοεί ο άνθρωπος να μην χρησιμοποιεί το χρήμα ή να επιλέξει να ζει εκτός του κόσμου. Ο Χριστός αναφέρεται στην δουλεία του ανθρώπου στο χρήμα. Και δουλεία σημαίνει την μετατροπή του χρήματος σε σκοπό για τον άνθρωπο, σε νόημα ζωής. Τότε ο άνθρωπος παύει να υφίσταται ως ελεύθερη προσωπικότητα. Μετατρέπεται σε ύπαρξη που παραδίδεται στις επιθυμίες που ικανοποιούνται δια του χρήματος. Υποκύπτει στην φιλοδοξία, στην φιλαυτία, στην φιληδονία. Δεν είναι ο πυρήνας της ύπαρξής του, ο αληθινός εαυτός του αυτό που τον απασχολεί. Δεν είναι ο υπαρξιακός του προβληματισμός σχετικά με το ποιος είναι, πού πορεύεται, με ποια κριτήρια θα πρέπει να αντιμετωπίσει και να συνυπάρξει με τους πλησίον του, αλλά το πώς θα καταστήσει τον εαυτό του κέντρο του κόσμου. Και το χρήμα συμβάλλει σ’ αυτόν τον εγωκεντρισμό.
Ο Χριστός ταυτίζει την υποδούλωση στο χρήμα με την υποδούλωση στον διάβολο. Δεν είναι το χρήμα ο διάβολος, αλλά το χρήμα ως αυτοσκοπός που γίνεται υποταγή του ανθρώπου στο δαιμονικό πνεύμα. Και ο διάβολος έχει ως κύριο χαρακτηριστικό του την συνεχή επιδίωξη να είναι ελεύθερος σε σχέση με το Θεό και να έχει ως κριτήριο της ύπαρξής του τον εαυτό του. Επιδιώκει το αυτόφωτον, την ίδια δόξα, απολαμβάνει την ηδονή να είναι κυρίαρχος του εαυτού του όντας μακριά από το Θεό. Και μεταφέρει αυτή την πνευματική του κατάσταση στον κόσμο και σε κάθε ύπαρξη που ο Θεός έχει δημιουργήσει, προκαλώντας έναν συνεχή πόλεμο σ’ αυτήν για να την υποτάξει σε μια ζωή μακριά από το Θεό. Ζωή όμως χωρίς Θεό δεν έχει νόημα, δεν αντέχεται.
Γι’ αυτό και ο Χριστός ξεκαθαρίζει στην επί του όρους ομιλία Του ότι δεν μπορεί κάποιος να υπακούει σε δύο κυρίους. Ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Αυτό βέβαια, για τον άνθρωπο όχι μόνο της εποχής μας, αλλά και κάθε εποχής δεν είναι εύκολο να γίνει αποδεκτό ως στάση ζωής. Υπάρχει η αίσθηση ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι αληθινά ελεύθερος όντας δούλος Θεού. Αληθινά ελεύθερος είναι εκείνος που δεν παραδέχεται κανέναν άλλον ως Θεό, παρά μόνο τον εαυτό του. Έτσι, ο άνθρωπος πέφτει στην παγίδα του διαβόλου. Θέλοντας να είναι ελεύθερος από το Θεό, γίνεται δούλος του εαυτού του και κατ’ επέκτασιν βιώνει την στάση ζωής του διαβόλου.
Γιατί όμως ενοχλείται ο άνθρωπος όταν ακούει ή του προτείνεται να είναι δούλος του Θεού;
Διότι ο άνθρωπος νομίζει ότι η δουλεία στο Θεό είναι όπως η δουλεία σε κάποιον άνθρωπο-δεσπότη και αφέντη. Ότι ο άνθρωπος δεν έχει δικαιώματα, αλλά άλλος ρυθμίζει τη ζωή του. Ότι δεν μπορεί να χαρεί. Ότι η ζωή του είναι γεμάτη απαγορεύσεις. Ότι θα πρέπει μόνο να εργάζεται, χωρίς να αναπαύεται και ότι η ακεραιότητα της ύπαρξής του πάντοτε θα είναι υπό αίρεσιν. Ακόμη κι όταν θα έχει τη δυνατότητα κάποιας μικροχαράς, και πάλι η ενοχή θα καραδοκεί ότι ο Θεός δεν είναι ευχαριστημένος μαζί του και ότι η αμαρτία είναι το μόνο που έχει ο άνθρωπος να επιδείξει έναντι του κυρίου του. Κι έτσι, ο άνθρωπος πείθεται ότι πρέπει να αποτινάξει την δουλεία του στο Θεό.
Όμως, για το Χριστό η δουλεία δεν είναι τέτοιου είδους. Το να είναι ο άνθρωπος δούλος Θεού σημαίνει στην ουσία να είναι φίλος με το Θεό. Δεν είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος να σταθεί κοντά στο Θεό, αλλά διαλέγει την οδό της εμπιστοσύνης και της αγάπης, όπως το παιδί προς τον πατέρα του. Δεν αρνείται ο Θεός τη χαρά στον άνθρωπο. Αντιθέτως, η συνεχής κοινωνία του ανθρώπου με το Θεό είναι χαρά. Και η χαρά δεν εκφράζεται ούτε μπαίνει σε καλούπια συμπεριφοράς ή κανόνων, αλλά πηγάζει από το βάθος της ύπαρξης. Όπως το παιδί, όταν παίζει με τους γονείς του ή όταν μιλάει μαζί τους δεν τηρεί το savoir vivre, αλλά εκφράζεται με την άνεση της αγάπης, της σχέσης, της υιότητας, έτσι και ο άνθρωπος στη σχέση του με το Θεό εκφράζεται μέσα από την χαρά της εμπιστοσύνης, της αγάπης, της υιότητας. Αυτό είναι και το αληθινό νόημα της ζωής της Εκκλησίας. Ο συνεχής επαναπροσδιορισμός της σχέσης της υιότητας και της φιλίας με το Θεό.
Μια τέτοια σχέση δεν αφήνει περιθώρια δουλείας στον όποιο μαμωνά. Αν αγαπάμε το Θεό, τότε η σχέση μάς γεμίζει πληρότητα. Δεν μας χρειάζεται λοιπόν η αυτοθεοποίηση ή η μετατροπή της ύλης ως αυτοσκοπού για την όποια ευτυχία εν τω κόσμω. Αυτό δεν σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τον αγώνα για τη ζωή μας και την ποιότητά μας, αλλά δεν είναι αυτός ο αγώνας το κλειδί για να έχει η ζωή μας νόημα. Είναι η βάση για να μεταδώσουμε και στους άλλους από όσα ο Θεός επιτρέπει να έχουμε. Γι’ αυτό και δεν υποδουλωνόμαστε, αλλά μοιραζόμαστε, το περίσσευμα ή το υστέρημά μας, χωρίς αυτό και πάλι να σημαίνει ότι καλλιεργούμε την ανευθυνότητα στη ζωή των άλλων. Έτοιμοι να προσφέρουμε, αρνητικοί στο να καθιστούμε το κατέχειν νόημα της ζωής μας.
Στην εποχή της μεγάλης κρίσης, η οποία ήρθε ως αποτέλεσμα της θεοποίησης των αγαθών και του εαυτού μας και της περιθωριοποίησης του Θεού, ο ευαγγελικός λόγος αποτελεί ευκαιρία επαναπροσδιορισμού των προτεραιοτήτων μας. Θα ξαναγίνουμε φίλοι του Θεού, θα Τον εμπιστευτούμε και σε προσωπικό και σε κοινωνικό επίπεδο, για να εξέλθουμε από την κρίση ή θα παραμείνουμε δούλοι του Μαμωνά, είτε αυτός έχει να κάνει με το χρήμα είτε με το διάβολο είτε με τον εγωκεντρισμό μας και θα αποτύχουμε γιατί δεν θα υπάρξει συλλογική αλλαγή; Ο λόγος του Χριστού δεν εξαιρεί κανέναν. Από τον πιο σπουδαίο μέχρι τον πιο ταπεινό. Από τους ταγούς μέχρι αυτούς που μοιάζουν ανώνυμοι. Καιρός του ποιήσαι.

ΠΗΓΗ

Κυριακή Γ’ Ματθαίου – Η πρόνοια του Θεού Τι θησαυρίζουμε

Η πρόνοια του Θεού

Τι θησαυρίζουμε

Το λυχνάρι που δίνει φως στο σώμα, είπε o Κύριος, είναι το µάτι· και το λυχνάρι που φωτίζει την ψυχή είναι ο νους. Εάν λοιπόν το µάτι µας είναι υγιές, όλο το σώμα µας θα είναι γεμάτο φως. Εάν όμως το µάτι µας είναι τυφλό, όλο το σώμα µας θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν επομένως ο νους µας σκοτισθεί από την προσκόλληση στον πλούτο, σε πόσο σκοτάδι θα βυθισθεί ή ψυχή µας;
Και συνέχισε ο Κύριος λέγοντας: Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δυο κυρίους. Ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο· ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα καταφρονήσει τον άλλο. Διότι δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα καταφρονήσετε τον Θεό.
Γιατί όμως ο Κύριος μας ζητεί να διαλέξουμε ένα από τα δύο: ή τον Θεό και το θέλημά του, ή τον πλούτο και τις συνέπειές του; Δεν μπορεί κανείς να αγαπά και τον πλούτο και τον Θεό; Όχι! Διότι όποιος έχει προσκόλληση στον πλούτο δεν μπορεί να αγαπήσει αληθινά τον Θεό και τον ουρανό. Διότι ο πλούτος, όταν κυριεύσει τον άνθρωπο, υποδουλώνει τις ψυχές και δεν τις αφήνει να στραφούν προς τα ουράνια αγαθά. Τα πλούτη, οι ανέσεις σκλαβώνουν τον άνθρωπο.
Στα λόγια του Κυρίου μάλιστα ο πλούτος προσωποποιείται ως ανταγωνιστής και ως εχθρός του Θεού. Διότι ο άνθρωπος με τα πολλά χρήματα έχει την αίσθηση της δυνάμεως. Και αγοράζει διαρκώς υλικά αγαθά και αποξενώνεται από τα πνευματικά. Όποιος σκλαβώθηκε στο χρήμα, δεν μπορεί να είναι γνήσιος δούλος Ιησού Χριστού, ο Οποίος ζητά από μας αποκλειστική αφοσίωση. Και η καθημερινή πραγματικότητα αυτό αποδεικνύει. Σε εποχές και σε περιοχές που οι άνθρωποι ζουν μέσα στις ανέσεις, στην πολυτέλεια και την καλοπέραση, πολύ εύκολα ξεχνούν τον Θεό και το θέλημά του. Αντίθετα όταν έλθουν καιροί δύσκολοι, καιροί στερήσεων και πείνας, οι άνθρωποι συνέρχονται, μετανοούν, συναισθάνονται τη μικρότητά τους και την ανάγκη του Θεού. Επιπλέον η προσκόλληση στο χρήμα καλλιεργεί μέσα μας την πλεονεξία, η οποία χαρακτηρίζεται από τον λόγο του Θεού ως ειδωλολατρία. Το βλέπει κανείς και στις μέρες μας ότι κι εμείς οι πιστοί επηρεαζόμαστε συχνά από το κλίμα αυτό της πλεονεξίας. Θέλουμε διαρκώς να αγοράζουμε, να αποκτούμε περισσότερα, έπιπλα, σκεύη, αυτοκίνητα, σπίτια. Και χωρίς να το καταλαβαίνουμε γινόμαστε ειδωλολάτρες. Δηλαδή κινδυνεύουμε να χάσουμε τον Θεό και την ψυχή μας.

Έχουμε πατέρα

Μη φροντίζετε, συνεχίζει ο Κύριος, με αγωνία και στενοχώρια για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε και τι θα φορέσετε. Δεν αξίζει η ζωή περισσότερο από την τροφή, και το σώμα πιο πολύ από το ένδυμα; Ο Θεός που σας έδωσε αυτά τα ανώτερα, θα σας δώσει και τα κατώτερα.
Κοιτάξτε τα πουλιά που πέφτουν στον αέρα. Ούτε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε μαζεύουν τροφές σε αποθήκες. Κι όμως ο επουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει. Εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο από αυτά; Άλλωστε, ποιος από σας μπορεί να προσθέσει στο ανάστημά του έναν πήχυ; Κανένας. Άλλα και για το ντύσιμό σας γιατί αγωνιάτε; Παρατηρήστε τα αγριολούλουδα, που φυτρώνουν μόνα τους στους αγρούς κι όμως ούτε ο σοφός Σολομών με όλη τη βασιλική του μεγαλοπρέπεια δεν ντύθηκε με ένδυμα τόσο ωραίο, όπως ένα από τα αγριολούλουδα αυτά. Κι αν ο Θεός ντύνει µε τόση μεγαλοπρέπεια τα αγριόχορτα, που σήμερα υπάρχουν και αύριο ρίχνονται στη φωτιά, δεν θα φροντίσει πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι; Μην κυριευθείτε λοιπόν από αγωνιώδη φροντίδα λέγοντας, τι θα φάμε, τι θα πιούμε και τι θα ντυθούμε; Διότι για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται τη ζωή τους στον Θεό. Άλλωστε ο Πατέρας σας γνωρίζει τι έχετε ανάγκη και θα σας το δώσει. Γι’ αυτό πάνω από όλα να ζητάτε τα πνευματικά αγαθά της βασιλείας του Θεού. Και τότε θα σας δοθούν και όλα το επίγεια.
Τι µας λέει λοιπόν ο Κύριος; Ότι το άγχος, που στις μέρες µας έχει καταντήσει αληθινή μάστιγα, θεραπεύεται όταν εμπιστευθούμε τη ζωή µας στο χέρια του Θεού. Δεν λέει βέβαια ο Κύριος να μην εργαζόμαστε ή να µη νοιαζόμαστε για τα καθημερινά µας προβλήματα. Αλλά λέει να μην αγωνιούμε αρρωστημένα γι’ αυτά. Θα εργαστούμε βέβαια, θα κουραστούμε, αλλά χωρίς υπερβολές. Όχι εξοντωτικές διπλές και τριπλές εργασίες µόνο και µόνο για να έχουμε πολλές ανέσεις και τελικά γινόμαστε νευρικοί και τρέχουμε στους γιατρούς να µας ηρεμήσουν και να µας θεραπεύσουν. Θα φροντίζουμε εμείς για τα απαραίτητα µε σύνεση, εργατικότητα και υπομονή. Και θα φροντίζει πολύ περισσότερο για µας ο ίδιος ο Θεός. Θα µας δώσει τα αγαθά που χρειαζόμαστε εκεί που δεν το περιμένουμε. Ιδιαιτέρως θα φροντίσει για τους αδικημένους, τους φτωχούς, τους πεινασμένους, αλλά και για εκείνες τις πολύτεκνες οικογένειες που κάποιες στιγμές βρίσκονται σε οικονομικά αδιέξοδα και μεγάλες στερήσεις και προβλήματα που φαίνονται άλυτα. Δεν µας εγκαταλείπει ο Θεός. Αυτός που τρέφει τα πουλιά και ντύνει τα λουλούδια, πολύ περισσότερο θα φροντίσει για µας. Με µία όμως προϋπόθεση. Να ζητούμε εμείς πάνω απ’ όλα τα πνευματικά αγαθά της Βασιλείας του.

Κυριακή Γ' Ματθαίου

Ματθ. 6, 22-33  



Την περασμένη Κυριακή είδαμε ότι ο Χριστός περιμένει από όλους μας να Τον ακολουθήσουμε, εγκαταλείποντας ει δυνατόν τα πάντα, ακόμα και τους ίδιους μας τους συγγενείς, αν είναι απαραίτητο. Και ίσως κανείς αναρωτηθεί “μα πώς θα ζήσουμε, αν αφήσουμε τα πάντα;” την απάντηση μας τη δίνει σήμερα ο ίδιος ο Κύριός μας, μέσα από το απόσπασμα της επί του Όρους Ομιλίας Του που μας μεταφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Τα μάτια του ανθρώπου, μας λέει, είναι ο λύχνος δηλαδή το φως του σώματός του. Επομένως, αν τα μάτια του είναι φωτεινά, όλο το σώμα του είναι φωτεινό. Αντίθετα, αν τα μάτια είναι σκοτεινά, όλο το σώμα είναι σκοτεινό. Αληθινά, αναρωτιέται, αν το φως του σώματός μας είναι σκοτάδι, τότε το σκοτάδι πώς μοιάζει; Με τα λόγια αυτά θέλει να μας τονίσει ότι αν όντως ενδιαφερόμαστε να φωτίσουμε την ύπαρξη και τη ζωή μας, θα πρέπει να αφήσουμε πίσω οτιδήποτε αντιστρατεύεται στο θέλημα του Θεού, ότι οφείλουμε να μεριμνήσουμε για τον πνευματικό μας κόσμο και να μη φορτώνουμε τη ζωή μας με μέριμνες περιττές και ανούσιες. Και για να το καταστήσει πιο σαφές, συνεχίζει λέγοντας ότι δεν μπορεί να δουλεύει κανείς σε δύο κυρίους, στον Θεό και στον μαμμωνά. Ή τον ένα θα αγαπήσει και τον άλλο θα μισήσει, ή θα υπακούσει στις επιταγές του ενός και θα καταφρονήσει τον άλλο. Με τον όρο “μαμμωνά” υπονοεί ο Κύριος τόσο τον ίδιο το διάβολο και τα έργα του σκότους, όσο και τις βιοτικές μέριμνες, οι οποίες αποσπούν την προσοχή μας από τη μελέτη και εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Γι αυτό σας λέω, συνεχίζει, μη μεριμνάτε και μην απασχολείτε την ψυχή σας με το τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, ούτε το σώμα σας, με το τι θα ντυθείτε. Στα αλήθεια, η ψυχή δεν είναι παραπάνω από την τροφή και το σώμα από την ενδυμασία; κοιτάξτε τα πουλιά, δεν σπέρνουν, δεν θερίζουν, δεν αποθηκεύουν σε αποθήκες, και ο Πατέρας σας ο επουράνιος τα τρέφει. Δε νομίζετε ότι διαφέρετε τόσο πολύ από αυτά, ώστε ο Θεός να σας σκέφτεται ακόμα περισσότερο; ποιος μπορεί, όσο κι αν μεριμνήσει, να προσθέσει μια πιθαμή στο ύψος του; Και για την ενδυμασία σας τι αγωνιάτε; πάρτε μάθημα από τα κρίνα του αγρού, που δεν υφαίνουν ούτε γνέθουν, κι όμως είναι ντυμένα πιο λαμπρά κι από τον Σολομώντα. Αν επομένως ο Θεός ντύνει τόσο όμορφα τα αγριόχορτα, που σήμερα είναι και αύριο, σαν ξεραθούν, καίγονται στον κλίβανο, πόσο περισσότερο δεν θα ενδιαφερθεί για σας, ολιγόπιστοι; Μην μεριμνάτε λοιπόν, λέγοντας τι θα φάμε; ή τι θα πιούμε;ή τι θα ντυθούμε; διότι ο Πατέρας σας ο επουράνιος γνωρίζει τις ανάγκες σας. Αλλά να επιζητείτε πρώτα τη Βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη Του, και όλα τα άλλα θα σας δοθούν. Ο Χριστός χρησιμοποιεί το παράδειγμα των άγριων πουλιών και λουλουδιών, που είναι εφήμερα κι όμως επιβιώνουν με την πρόνοια του Θεού, για να καταδείξει ότι ο άνθρωπος, που ως έλλογο ον έχει μεγαλύτερη αξία και σημασία, δεν μπορεί παρά να ελκύει και το ενδιαφέρον και την πρόνοια του Θεού. Γι αυτό και αποκαλεί ολιγόπιστους όλους εκείνους που θέτουν ως προτεραιότητα στη ζωή τους την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Η υπέρμετρη ενασχόληση με την εξασφάλιση της καθημερινής τροφής, με τα ενδύματα και με τα υλικά αγαθά, περιέχει τον κίνδυνο της εγκατάλειψης ή της περιφρόνησης του Θεού, σύμφωνα με τα όσα μας είπε ο Χριστός στην πρώτη συνάφεια της σημερινής περικοπής. Δείχνει έλλειμμα πίστεως, έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αγάπη και στην πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο. Αν ο Θεός έστειλε τον Υιό Του τον μονογενή στον κόσμο, με σκοπό να θεραπεύσει και να αναστήσει τον έσω άνθρωπο, θα αφήσει άραγε κανέναν να χαθεί από έλλειψη των στοιχειωδών αγαθών; Κι όμως, στην καθημερινότητά μας λησμονούμε αυτή τη μεγάλη αλήθεια. Θεωρούμε τους εαυτούς μας πιστούς χριστιανούς, και παρόλα αυτά αναλώνουμε όλο το χρόνο μας στο κυνήγι των υλικών αγαθών, στην ικανοποίηση των βιοτικών μας αναγκών και μόνο. Οι συνθήκες του σύγχρονου τρόπου ζωής και οι συγκυρίες των τελευταίων ετών επιτείνουν αυτή τη μονοσήμαντη αγωνία μας και μας απορροφούν κάθε ικμάδα σωματική και ψυχική. Και όσο εξαρτάμε την ευτυχία μας από τα υλικά και τα γήινα, τόσο οι δυσκολίες της ζωής μάς οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερη απελπισία και απόγνωση. “Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού”. Αυτή είναι η απάντηση του Χριστού, αυτή είναι η μόνη προοπτική για να ξεφύγουμε από τα απελπιστικά δεσμά του μαμμωνά, στον οποίο έχει υποδουλωθεί η ύπαρξή μας. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος από κάθε ανθρώπινη κρίση, ιδιαίτερα σήμερα. Όσο κι αν αγωνιζόμαστε χωρίς Θεό, η ζωή μας και οι κοινωνίες μας θα σκοτεινιάζουν. Ας στραφούμε, επομένως, στην αναζήτηση του Θεού, ας Τον εμπιστευτούμε, και θα φροντίσει Εκείνος για τα υπόλοιπα. 




--- Πηγή: Απλά και Ορθόδοξα: http://xerouveim.blogspot.gr/2010/06/13-6-2010.html

Κυριακή Γ’ Ματθαίου: Η αγωνιώδης μέριμνα



κεφ. 6, στχ. 26-33

Ο τελευταίος στίχος του χερουβικού ύμνου, που ψάλλεται πριν την μεγάλη είσοδο, προτρέπει τους πιστούς να απωθήσουν «πᾶσα τήν βιοτικήν μέριμναν» για να υποδεχτούν «τόν βασιλέα τῶν ὅλων».
Με τον ύμνο αυτό η Εκκλησία εξαγγέλλει μυσταγωγικά το κύριο αίτημα του σημερινού ευαγγελίου και μας καλεί να συγκρίνουμε τις ανάγκες του βίου μας με τις ανώτερες αξίες της ψυχής. Το αίτημα διατυπώνεται με συνοπτικό τρόπο στην εντολή «μή μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καί τί πίετε μηδέ τό σῶμα ὑμῶν τί ἐνδύσησθε …». Πρόκειται για ένα αίτημα που φωτογραφίζει την εποχή μας. Ποτέ άλλοτε οι μέριμνες του βίου δεν απορρόφησαν τόσο πολύ τον άνθρωπο όσο σήμερα. Προβλέποντας τις συνέπειες, μιας τέτοιας αγωνιώδους μέριμνας, η παραπάνω εντολή απευθύνεται σήμερα σε μας και μάς καλεί να δώσουμε μαρτυρία εγκράτειας και αυτοθυσίας για να πείσουμε τους άλλους με τη στάση μας να δοξάζουνε μαζί μας «τόν πατέρα ἡμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Όμως, υπάρχουν και οι «κρίνοντες» ότι η εντολή αυτή δεσμεύει και την χρήση των υλικών αγαθών και την ελευθερία. Ίσως αυτοί αγνοούν ότι η Εκκλησία όχι μόνον απελευθερώνει τον άνθρωπο, αλλά επιτρέπει και ευλογεί την χρήση των αγαθών, όπως φαίνεται μέσα από την λατρεία και τις ευχές που γι’ αυτό τον σκοπό έχει καθιερώσει.
Η έκρηξη του καταναλωτισμού, που σημαίνει απόρριψη στην πράξη της εντολής του Θεού, είναι σήμερα η πιο σοβαρή απειλή για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Η αντιμετώπισή της με όπλο τη συγκεκριμένη εντολή θα συμβάλει στην διάσωση του φυσικού κόσμου από μια επικείμενη καταστροφή και θα λυτρώσει τον άνθρωπο από τον κίνδυνο του πνευματικού θανάτου που προκαλούν οι αυξανόμενες βιοτικές μέριμνες της υπερκατανάλωσης και τα αλόγιστα ψυχοσωματικά πάθη. Δεν πρέπει, βέβαια, να μας διαφεύγει ότι πίσω από το αμόκ της υπερπαραγωγής και υπερκατανάλωσης και τον μύθο της ευμάρειας κρύβονται τα άνομα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας που σε λίγο θα ελέγχει πλήρως την παγκόσμια κοινωνία και οικονομία.
Παρά ταύτα, με την προπαγάνδα και την πλύση εγκεφάλου που κάνουν τα ΜΜΕ, είναι αλήθεια, ότι κάθε άνθρωπος, όχι μόνο χριστιανός, επιθυμεί κατά βάθος να υπακούσει στην εντολή του Χριστού και να την εφαρμόσει στην ζωή του. Δηλ. πιστεύουμε πως κάθε λογικός άνθρωπος θα αποδεχόταν τον δραστικό περιορισμό της υπερκατανάλωσης, όπου έχει παγιδευτεί και ικανοποιεί ανάγκες που τον υποδουλώνουν αντί να τον ελευθερώνουν.
Ποιος αγνοεί ότι περιορίζοντας την απληστία βάζει φραγμό σε άλλες κατώτερες επιθυμίες και ορμές ; Ποιος δεν αναγνωρίζει πως αν η αυτοσυγκράτηση και ο περιορισμός των πρόσθετων αναγκών γινόταν άσκηση, θα αναχαιτίζονταν το ακάθεκτο ρεύμα, το θράσος των πολυεθνικών εταιριών και ο κίνδυνος αφανισμού του ανθρώπου στο πέλαγος της υλοφροσύνης του ; Σε μια τέτοια επιβαλλόμενη αντίσταση κριτήριο σταθερό πρέπει να είναι η αξιολογική ρήση : «οὐχί ἡ ψυχή ἐπιθυμεῖ πλεῖον ἐστί τῆς τροφῆς καί τό σῶμα τοῦ ἐνδύματος ;»
Το πιο σημαντικό δεν είναι η καταπολέμηση της υλοφροσύνης, αλλά η απελευθέρωση της ψυχής από την δουλεία των παθών. Και, όπως βεβαιώνει ο Ιησούς Χριστός, αυτό θα συμβεί, όταν οι επιθυμίες και οι αναζητήσεις αυτού του κόσμου καθώς και τα επίγεια αγαθά κάθε είδους εκτιμηθούν σωστά και πάρουν την θέση που τους ανήκει, όταν δηλ. η αξία του Θεού αναγνωριστεί και βιωθεί ως πρώτο και κύριο μέλημα της ζωής μας (Ματθ. 6,33 Λουκ. 12,31)

Ἡ Παραβολὴ τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. 21,33-42) Anthony Bloom



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς, καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, μετὰ ἀπὸ μιὰ σειρὰ ἀπὸ εὐχάριστα ἀναγνώσματα, εἶναι, νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τρομαχτικό: εἶναι ἡ ἱστορία τῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος ποὺ γίνονται προδότες. Καὶ πράγματι τούτη ἡ παραβολὴ ἀντικατοπτρίζει ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀλλὰ στὸ πλαίσιο ὅλων τῶν κειμένων ποὺ προηγήθηκαν, μᾶς μιλάει ἐπίσης γιὰ τὴν τρομερὴ, μὲ ὅλη τὴ σημασία τοῦ ὅρου, ἀγνωμοσύνη τῆς ἀνθρωπότητας πρὸς τὸν Θεό. Ἀπέναντι στὴν ἀγάπη Του, τὰ θαύματα Του, σὲ ὅλα ὅσα ἔκανε γιὰ ἐμᾶς, παραμένουμε ἀσυγκίνητοι καὶ ἐγωκεντρικοί· σκεφτόμαστε τὸν ἑαυτό μας, δὲν σκεφτόμαστε τὸν πλησίον μας, ἀκόμα λιγότερο σκεφτόμαστε τὸν Θεό· ἀχαριστία, ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας, ἐγωκεντρισμός, συγκέντρωση σὲ αὐτὸ ποὺ θέλουμε, ποὺ μᾶς γοητεύει, σ’ ὅ,τι μᾶς φαίνεται ἀπαραίτητο.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς λέει ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε ἕναν ὄμορφο, ὑπέροχο κόσμο, τὸν περιέβαλλε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν πρόνοια Του, προετοίμασε τὰ πάντα ὥστε νὰ γίνουν τόπος τῆς Βασιλείας Του, τοῦ Βασιλείου τῆς ἀμοιβαίας ἀγάπης, τῆς χαρᾶς. Ἀλλὰ γνωρίζουμε τὶ κάναμε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο· φτιάξαμε ἕναν κόσμο ὅπου οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται νὰ ζήσουν, ὅπου ὑπάρχει αἱματοχυσία, ὅπου διαπράττονται ἀπάνθρωπες, σκληρὲς πράξεις ὄχι μόνο σὲ σὲ παγκόσμια κλίμακα, ἀλλὰ σὲ ἐπίπεδο οἰκογενειακό, ἐνοριακό, καὶ μεταξὺ τῶν πιὸ κοντινῶν φίλων. 

Ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ ὁ Κύριος ἔστελνε τοὺς ἀπεσταλμένους Του: πατριάρχες, προφῆτες, ἀγγέλους, κήρυκες, τὸν Πρόδρομο καὶ στὸ τέλος ἦλθε ὁ ἴδιος νὰ μᾶς θυμίσει ὅτι ὁ κόσμος πλάστηκε γιὰ τὴν ἀγάπη. Καὶ ὅπως στὴν παραβολὴ ὁδήγησαν τὸν υἱὸ ἕξω ἀπὸ τὸν ἀμπελώνα καὶ τὸν σκότωσαν, ἔτσι τὸ ἀνθρώπινο γένος φέρθηκε στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν μιλῶ γιὰ «ἀνθρωπότητα», δὲν ἀναφέρομαι στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ σ’ ἐμᾶς, ἐπειδὴ ὁ Κύριος μᾶς ἐμπιστεύτηκε τὴν ζωὴ γιὰ νὰ τὴν κάνουμε θρίαμβο τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς ἁρμονίας, τῆς πίστης καὶ τῆς χαρᾶς, καὶ δὲν τὸ κάνουμε ἐπειδὴ σκεφτόμαστε τοὺς ἑαυτοὺς μας. Σὲ ἀνταπόδοση ὅσων ἔκανε γιὰ μᾶς, ποὺ μᾶς δημιούργησε, ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό Του, ποὺ μᾶς πρόσφερε ὅλη Του τὴν ἀγάπη καὶ στὸ τέλος τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ Του, μόλις καὶ μετὰ βίας προφέρουμε ἕνα «Εὐχαριστῶ» καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ξεχνᾶμε. 

Στραφῆτε πίσω σὲ ὅ,τι ἀκούσατε στὴ διάρκεια τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὲ ὅ,τι εἴδατε τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης, σὲ ὅ,τι εἰπώθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους τὶς μετέπειτα ἑβδομάδες, τοὺς ἁγίους τῆς Ρωσίας, τοὺς ἁγίους αὐτῶν τῶν νησιῶν, ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀνθρωπιᾶς. Μελετῆστε τα ὅλα αὐτὰ καὶ ἀναρωτηθῆτε: «Εἶμαι ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ εἶμαι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀπωθεῖ μακρυὰ τὸν Χριστὸ κάθε φορὰ ποὺ ἔρχεται στὴν ζωή μου; Δὲν Τοῦ λέω: Βγὲς ἀπὸ τὸν δρόμο μου, βγὲς ἀπὸ τὴν ζωή μου – θέλω νὰ εἶμαι ὁ Θεὸς, ὁ ἀφέντης, θέλω νὰ διαχειρίζομαι τὰ πάντα.» Ἔτσι μιλάει ὁ καθένας μας, ἴσως ὄχι μὲ τέτοια ἀγένεια, τόσο βλάσφημα, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα μας, μὲ κούφιες λέξεις. 

Πρέπει νὰ συνέλθουμε. Ἔχω πεῖ τόσες φορὲς ὅτι σωζόμαστε ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός, ἀλλὰ ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ ὰπὸ τὴν ἀνταπόκριση μας σ’ αὐτὴν. Ἄν ἐπιθυμία μας εἶναι ἁπλῶς νὰ καρπωθοῦμε τοὺς καρποὺς τοῦ Σταυροῦ, τῆς σταύρωσης, τῶν ἡμερῶν τοῦ πάθους, καὶ νὰ μὴν ἐπιστρέψουμε κάτι στὸν Θεό, καὶ νὰ μὴν προσφέρουμε κάτι στὸν πλησίον μας γιὰ τὸν ὁποῖο πέθανε ὁ Θεός, παρὰ μόνο μιὰ στιγμιαία σκέψη, εἴμαστε ἐχθρικοὶ πρὸς κάθε τι ποὺ ἔκανε γιὰ μᾶς.

Ἄς πάρουμε θέση ἐνώπιον αὐτῆς τῆς προειδοποίησης, τῆς ὑπενθύμισης τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἄς σκεφτοῦμε: «ποῦ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη μου, εὐγνωμοσύνη ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ στὴν πράξη;» Ἄς κρίνουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας καὶ ἄς ξεκινήσουμε μιὰ νέα ζωή. Εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ εἴμαστε ἡ χαρά Του, καὶ στήριγμα, σωτηρία καὶ χαρὰ πρὸς τὸν πλησίον μας. Ἄς ξεκινήσουμε σήμερα νὰ φέρουμε καρποὺς ἀπ’ ὅ,τι μόλις μάθαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα ὰπὸ τὴν ζωή τοῦ Χριστοῦ. 
Ἀμήν. 

Παραβολὴ ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος(Ματθ.21,33-46)

Παραβολὴ τῶν κακῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος καὶ τῶν κακῶν οἰκοδόμων.

Ματθ. 21, 33-46. Μάρκ. 12, 1 -12. Λουκ. 20, 9—19.



Εἰς τὴν προηγουμένην παραβολὴν τῶν δύο υἱῶν ὁ Κύριος ἐτόνισε τὴν ἀδιαφορίαν τῶν Ἰουδαϊκῶν ἀρχόντων διὰ τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ θείου θελήματος. Εἰς τὰς παραβολάς ὅμως ταύτας τῶν κακῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος καὶ τῶν κακῶν οἰκοδόμων ὁ Κύριος ζωγραφίζει τὰς μεγάλας εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ Ἰουδαϊκὸν ἔθνος, τὴν μεγάλην ἀχαριστίαν τούτου, ἡ ὁποία ἔφθασε μέχρι χριστοκτονίας καὶ τὴν παραδειγματικὴν τιμωρίαν του ὡς καὶ τὴν κλῆσιν τῶν ἐθνῶν. Ἂς ἴδωμεν.

Πρῶτον. Αἱ θεῖαι εὐεργεσίαι. «Ἤρξατο δὲ πρὸς τὸν λαὸν λέγων τὴν παραβολὴν ταύτην. Ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα» καὶ πρὸς προφύλαξίν του ἀπὸ ἀνθρώπους καὶ ζῷα «φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε» κατεσκεύασε γύρω τοῖχον ἤ φράκτην. Πλὴν τοῦ φραγμοῦ τούτου «ὤρυξε ἐν αὐτῷ ληνὸν» ἔσκαψε καὶ ἄνοιξε ἐντός τῆς ἀμπέλου ληνὸν διὰ τὴν ἔκθλιψιν τῶν σταφυλῶν. Ἐπίσης πρὸς προφύλαξιν τοῦ ἀμπελῶνος «ᾠκοδόμηοε» ἔκτισε «πύργον» ὅθεν οἱ φύλακες τοῦ ἀμπελῶνος τούτου ἐφύλασσον τὸν ἀμπελῶνα. Τὸν ἀμπελῶνα τοῦτον «ἐξέδοτο γεωργοῖς» τὸν ἐνοικίασεν εἰς γεωργοὺς «καὶ ἀπεδήμηοε χρόνους ἱκανοὺς» καὶ ἀπεμακρύνθη διὰ πολὺ χρονικὸν διάστημα.

Ἐδῶ οἰκοδεσπότης εἶναι ὁ Θεός. Ἀμπελών κατὰ τὸν Ἡσαΐαν 5, 1 εἶναι ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός. Φραγμὸς τοῦ ἀμπελῶνος εἶναι ὁ Ἑβραϊκὸς Νόμος, ὁ ὁποῖος προφυλάσσει τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τοὺς Ἐθνικοὺς εἰδωλολάτρας. Ληνὸς εἶναι τὸ θυσιαστήριον τοῦ ναοῦ, ὅπου ἐθυσιάζοντο οἱ καρποὶ τῆς ἀμπέλου τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, φόβος Θεοῦ, μετάνοια καὶ ἄλλαι ἀρεταί ὡς θυσία εὐώδης ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Πύργος δὲ ἦτο ὁ Ναὸς ὑψούμενος ὑπεράνω τῆς Ἱερουσαλὴμ εἰς τὸν λόφον Μωριά. Γεωργοί, εἰς τοὺς ὁποίους ἐνοικίασε τὸ ἀμπέλι Του ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀποδόσει λογαριασμοῦ, εἶναι οἱ ἄρχοντες τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νὰ καλλιεργήσωσι τὸν λαὸν θρησκευτικῶς. Ἀποδημία τοῦ οἰκοδεσπότου εἶναι ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ νὰ καρποφορήσωσιν οἱ Ἰσραηλῖται, ὅταν ὁ Θεὸς ἔκαμε τὸ πᾶν δὶ’ αὐτούς. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ μετὰ τὴν χορήγησιν τοῦ Νόμου διὰ τοῦ Μωϋσέως ἀφῆκε νὰ ἐπιδράσῃ ἡ δωρεὰ αὕτη εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας. Ἰδοὺ αἱ εὐεργεσίαι τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους.

Δεύτερον. Ἡ Ἰουδαϊκὴ ἀχαριστία. «Ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν» ὅταν ἐπλησίασεν ἡ ἐποχὴ τῆς συγκομιδῆς «ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν» ἵνα λάβωσι «τοὺς καρποὺς αὐτοῦ. Καὶ λαβόντες» συλλαβόντες «οἱ γεωργοί τούς δούλους αὐτοῦ, ὅν μὲν ἔδειραν» ἄλλον μὲν ἔδειραν «ὅν δὲ ἀπέκτειναν» ἄλλον ἐφόνευσαν «ὅν δὲ ἐλιθοβόλησαν» ἄλλον δὲ ἐφόνευσαν διὰ λιθοβολισμοῦ. Ὁ οἰκοδεσπότης «καὶ πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων» περισσοτέρους τῶν πρώτων «καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως» ἔκαμον καὶ εἰς αὐτοὺς τὰ ἴδια. Ὁ Λουκᾶς λέγει : «Προσέθετο αὐτοῖς πέμψαι ἕτερον δοῦλον. Οἱ δὲ κἀκεῖνον δείραντες καὶ ἀτιμάσαντες ἑξαπέστειλον κενόν. Καὶ προσέθετο πέμψαι τρίτον οἱ δὲ καὶ τοῦτον τραυματίσαντες ἐξέβαλον». Δάρσιμον, ὕβριν, ἐπιστροφὴν μὲ ἄδεια τὰ χέρια καὶ τέλος τραυματισμόν, ἰδοὺ τί ἔδωκαν εἰς αὐτούς. Ἡ ἀποστολὴ τῶν δούλων πρὸς συγκομιδὴν τῶν καρπῶν εἶναι ἡ ἀποστολὴ τῶν προφητῶν, ἵνα συλλέξωσι συγκομιδὴν ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊκὸν λαὸν ἀρετῶν. Ἀλλὰ οἱ Ἰουδαῖοι ἄλλους μὲν προφήτας ἐφόνευσαν διὰ λιθοβολισμοῦ, ἄλλους ἔδειραν, ἄλλους ἐφόνευσαν δὶ’ ἄλλου τρόπου.

Ὁ οἰκοδεσπότης «ὕστερον ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν» ἐρχόμενον «εἶπον ἐν ἑαυτοῖς» εἶπον μεταξὺ των : «Οὗτός ἐστιν» αὐτὸς εἶναι «ὁ κληρονόμος˙ δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν» ἐλᾶτε νὰ τὸν φονεύσωμεν «καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. Καὶ λαβόντες αὐτὸν» συλλαβόντες αὐτὸν «ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν» ἐφόνευσαν αὐτόν. Ὁ υἱὸς οὗτος εἶναι ὁ Χριστός, τὸν ὁποῖον ἐφόνευσαν «οἱ γεωργοὶ» οἱ Ἑβραῖοι ἀρχηγοί. Ὁ Χριστὸς ὀνομάζεται κληρονόμος, διότι εἶναι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Κατάσχεσις τῆς κληρονομίας ὑπὸ τῶν γεωργῶν εἶναι ἡ ἄρνησις τῆς μεσσιανικότητος τοῦ Χριστοῦ ὑπὸ τῶν Ἑβραίων καὶ ἡ ἰδιοποίησις τῆς κυριότητος ἐπὶ τῶν τοῦ ναοῦ ὑπὸ τῶν ἀρχόντων αὐτῶν. Ὁ φόνος ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος εἶναι ἡ σταύρωσις τοῦ Χριστοῦ ἔξω τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἰδοὺ ἡ ἀχαριστία τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους πρὸς τὸν Θεόν. Ἔρχεται καὶ ἡ τιμωρία.

Τρίτον. Ἡ Τιμωρία. Αὕτη εἶναι διπλῆ. Ἀπόρριψις Ἰουδαίων καὶ κλῆσις ἐθνῶν. Ἀπόρριψις Ἰουδαίων. Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ τοὺς ἀκροατάς. «Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;» τί θὰ κάμῃ εἰς τοὺς γεωργοὺς ἐκείνους; «λέγουσιν αὐτῷ˙ κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτοὺς» ἐπειδὴ ἦσαν κακοὶ διὰ σκληροῦ τρόπου θὰ καταστρέψῃ αὐτούς˙ «καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς» καὶ τὸ ἀμπέλι θὰ ἐνοικιάσῃ εἰς ἄλλους γεωργοὺς «οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν». Ἔλευσις τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ κατὰ τὸ 70 μ.Χ. καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἐνοικίασις τοῦ ἀμπελῶνος εἰς ἄλλους γεωργοὺς εἶναι ἡ κλῆσις τῶν ἐθνῶν εἰς τὴν πίστιν. Ἀπόδοσις τῶν καρπῶν ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν σημαίνει, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἐξ ἐθνῶν θὰ καρποφορήσωσι τὰς ἀρετάς. Ὁ Κύριος ἐγκρίνει τὴν γνώμην τῶν ἀκροατῶν Του καὶ λέγει: «Ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργούς τούτους» ναί, θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ τιμωρήσῃ τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς «καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις» καὶ θὰ ἐνοικίασῃ τὸ ἀμπέλι του εἰς ἄλλους. Οἱ ἀκροαταὶ ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου καὶ τὸν τόνον τῆς φωνῆς Του ἀντελήφθησαν, ὅτι ὁμιλεῖ περὶ καταδίκης των καὶ εἶπαν «μὴ γένοιτο!»

Ὁ Κύριος «ἐμβλέψας αὐτοῖς» παρατηρήσας αὐτοὺς καὶ ἐπιβεβαιῶν τὴν καταδίκην, τὴν ὁποίαν δὲν ἐπεθύμουν οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ κακοὶ γεωργοί, ἀναφέρει τὴν παραβολὴν τῶν κακῶν οἰκοδόμων, ὅπου ἀναφέρεται ἡ κλῆσις τῶν ἐθνῶν. «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς» ψαλμ. ριζ «λίθον, ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγεννήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας;». Κατὰ τὴν προφητείαν ταύτην οἱ οἰκοδόμοι μιᾶς οἰκίας, οἱ ἄρχοντες δηλαδὴ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἀπέρριψαν λίθον τινὰ ὡς ἄχρηστον, τὸν Ἰησοῦν. Ὁ λίθος, ὁ Χριστός, ὅμως οὗτος ἔγινε «κεφαλὴ γωνίας» θεμέλιος λίθος καὶ ἀγκωνάρι συνδέον δύο τοίχους ἤτοι Ἰσραηλίτας καὶ Ἐθνικοὺς εἰς ἕν οἰκοδόμημα, τὴν ἐκκλησίαν Του. «Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;» Ἡ τοποθέτησις τοῦ λίθου τούτου τοῦ Χριστοῦ ὡς κεφαλόπετρας, ἐπὶ τῆς ὁποίας ᾠκοδομήθη ἡ ἐκκλησία, ἦτο θέλημα Θεοῦ καὶ προὐξένησε ἡ ἵδρυσίς της τὸν θαυμασμὸν τοῦ κόσμου!

Συνδέων ὁ Κύριος τὰς δύο αὐτάς παραβολάς τῶν κακῶν γεωργῶν καὶ κακῶν οἰκοδόμων λέγει ῥητῶς : «Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀρθήσεται ἀφ’ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» θὰ ἀφαιρεθῇ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀπό σᾶς, θὰ παύσετε νὰ εἶσθε περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ σεῖς «καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς». Ἔθνος εἰς τὸ ὁποῖον θὰ δοθῇ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὰ Ἔθνη, οἱ εἰδωλολάτραι, οἱ ὁποῖοι θὰ πιστεύσουν καὶ θὰ γίνουν χριστιανοί. Τέλος ὁ Κύριος ἀναφερόμενος εἰς τὴν δύναμιν τοῦ ἀκρογωνιαίου λίθου τούτου, εἰς τὸν ἑαυτόν Του, λέγει: «πᾶς ὁ πεσών ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται». Έκεῖνος ὁ ὁποῖος θά θελήσῃ νά συγκρουσθῇ μετά τοῦ Ίησοῦ, θά συντριβῇ. «Ἐφ’ ὅν δ’ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν». Ἐκεῖνον ὅμως, ἐναντίον τοῦ ὁποίου θὰ ἐπιτεθῇ ὁ Χριστὸς «λικμήσει αὐτόν», θὰ τὸν συντρίψῃ τόσον πολύ, ὥστε θὰ τὸν λιχνίσῃ εἰς τὸν ἄνεμον. Ὁ Χριστὸς ἀμυνόμενος, ὅταν πολεμῆται, ἐπιτιθέμενος, ὅταν πρόκειται νὰ τιμωρήσῃ, θὰ εἶναι πάντοτε θριαμβευτής!

Ἑπομένως ἡ καταστροφὴ τῆς Χριστοκτόνου Ἱερουσαλὴμ θὰ εἶναι τρομερά, διότι «λικμήσει» αὐτήν, θὰ τὴν λιχνίσῃ. « Ἀκούσαντες δὲ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν» ἐνόησαν «ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει. Καὶ ἐζήτουν αὐτὸν κρατῆσαι ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ» ἤθελον νὰ Τὸν συλλάβωσιν ἀμέσως, διότι τὸ μῖσος των ἐκορυφώθη, ἀλλὰ «ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους, ἐπειδὴ ὡς προφήτην Αὐτὸν εἶχον. Καὶ ἀφέντες Αὐτὸν ἀπῆλθον». Ἰδοὺ ἡ προφητεία τῆς τιμωρίας.


Θέμα: Ἀδικία—Δικαιοσύνη.

Πολλάκις εὑρέθημεν εἰς τὴν θέσιν νὰ ἐξάρωμεν τὰ ἀθάνατα λόγια τοῦ Κυρίου. Ἐδῶ ὅμως τὰ λόγια Του εἶναι ὄχι μόνον θαυμαστά, ἀλλὰ καὶ τρομακτικά, διότι προφητεύουν τὴν τύχην τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦνται, διότι ἠδίκησαν. Τὴν τιμωρίαν ταύτην μαρτυρεῖ ἡ δισχιλιετὴς ἱστορία των.

Ἂς ἴδωμεν λοιπὸν ταύτην καὶ τὰ ἐκ ταύτης ὠφέλιμα.

Α. Ἡ δισχιλιετὴς τραγικὴ ἱστορία τῶν Ἰουδαίων. Ὅταν ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ διαπράξας τὸν πρῶτον φόνον κατὰ τοῦ πρώτου κατὰ χρονολογικὴν σειρὰν δικαίου, τοῦ Ἄβελ, ὁ Θεὸς ἐτιμώρησε τὸν φονέα μὲ δύο πράγματα : νὰ ζήσῃ ἐπ’ ἀρκετὸν καιρὸν καὶ «στένων καὶ τρέμων» νὰ εἶναι ἐπὶ τῆς γῆς. Ἂν τὸ ἀποδώσωμεν εἰς τὴν σημερινήν μας γλῶσσαν, αὐτὸ σημαίνει «νὰ ζῇ καὶ νὰ τίζεται». Κἄτι παρόμοιον κατηράσθη ὁ Θεὸς καὶ τοὺς Ἰουδαίους, οἵτινες ἐφόνευσαν τὸν πρῶτον κατ’ἀξίαν Δίκαιον Ἰησοῦν, διότι ὁ μὲν Κύριος λέγει, ὅπως εἴδομεν, «κακοὺς κακῶς ἀπολέσῃ» τοὺς Χριστοκτόνους Ἑβραίους, καὶ «λικμήσει», θὰ λιχνίσῃ αὐτούς, εἰς ὅλον τὸν κόσμον θὰ διασπείρῃ, ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος προφητεύει τὴν ὕπαρξιν των μέχρις ὅτου ὡς ἔθνος, ὁμαδικῶς ἐπιστρέψουν εἰς Χριστὸν «καὶ πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται». Ρωμ. 11, 26. Ἡ Ἱστορία μαρτυρεῖ ταῦτα περιτράνως.

Καὶ 1) Ὅταν ὁ Χριστὸς ὀλίγας ἡμέρας πρὸ τοῦ πάθους Του ἐκάθητο μετὰ τῶν μαθητῶν Του εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν καὶ εἶχεν ἔναντι τὸν λαμπρὸν Ναὸν τοῦ Σολομῶντος, οἱ θαυμάζοντες μαθηταὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ : «ποταποὶ λίθοι καὶ ποταπαὶ οἰκοδομαί». Ὁ δὲ Κύριος ἀπαντᾷ.˙ «Οὐ μὴ μείνῃ λίθος ἐπὶ λίθον». Ὅταν ὁ Πιλᾶτος ἔνιψε τὰ χέρια του ἐνώπιον τοῦ πλήθους καὶ ἔλεγε «τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ὑμᾶς», οἱ Ἰουδαῖοι ἐφώναζον: «Τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ τὰ τέκνα ἡμῶν». Μετὰ 40 περίπου χρόνια ἡ Ἱερουσαλὴμ ἐπολιορκεῖτο ὑπὸ τῶν Ρωμαίων. 1.200.000 ἦσαν οἱ ἐντός τῆς πόλεως. Πάντες οὗτοι πλὴν 100.000 περίπου οἱ ὁποῖοι ἐξηνδραποδίσθησαν, οἱ λοιποὶ ἀπέθανον ἐκ πείνης, μαχαίρας ἐχθρικῆς καὶ φιλίας. Μία μάλιστα Ἑβραία, Μαριὰμ ὀνόματι, κατὰ τὸν καιρὸν τῆς πολιορκίας λόγῳ πείνης ἔψησε τὸν ὑπομάστιον υἱόν της καὶ τὸ ἥμισυ προσφέρει εἰς τοὺς Ρωμαίους στρατιώτας, οἱ ὁποῖοι εἰσέβαλον εἰς τὴν πόλιν, λέγουσα: «Μὴ γίνεσθε μαλθακώτεροι μητρός˙ δεῦτε ἀριστήσωμεν». Ὁ Κύριος δὲν εἶπε «οὐαὶ ταῖς θηλαζούσαις ταῖς ἡμέραις ἐκείναις»;

2) Μετὰ 300 περίπου χρόνια μ.Χ. ὁ Αὐτοκράτωρ Ἰουλιανὸς ἠθέλησε νὰ διαψεύσῃ τὴν προφητείαν τοῦ Κυρίου περὶ καταστροφῆς τοῦ ναοῦ τῶν Ἑβραίων καὶ δημοσίᾳ δαπάνῃ ἐπιχειρεῖ ν’ ἀνοικοδόμησῃ τὸν Ναὸν τοῦτον. Ἀλλὰ διὰ νυκτὸς σεισμὸς γενόμενος «ἀνέβρασε τοὺς λίθους τῶν παλαιῶν θεμελίων του Ναοῦ καὶ πάντας διέσπειρε. Πῦρ δὲ ἐξ οὐρανοῦ κατασκῆψαν τὰ τῶν οἰκοδόμων ἐργαλεῖα διέφθειρε, πριόνας κ.λ.π.».

3) Μετὰ ταῦτα ὑφίστανται οἱ Ἑβραῖοι πολλοὺς διωγμούς. Κατὰ τὸν IB αἰώνα ἔγινε τόση σφαγὴ τῶν Ἑβραίων, ὥστε τὸ αἷμα των ἔρρευσεν ἀφθόνως ἀπὸ τῆς Ἱσπανίας μέχρι τῆς Γερμανίας. Τὰ βασανιστήριά των διαρκοῦν καὶ σήμερον. Τὸ Γκέττο τῆς Βαρσοβίας, ἔνθα εὑρίσκονται οἱ περισσότεροι Ἑβραῖοι, κατεστράφη ὑπὸ γερμανικῶν ἀεροπλάνων καθέτου ἐφορμήσεως Stukas. Ὅταν τὸ 1940 ἔγινεν ἡ προσάρτησις τῆς Αὐστρίας εἰς τὴν Γερμανίαν, οἱ ἐκεῖ Ἰουδαῖοι ἐξεδιώχθησαν, εἰσήχθησαν ἐντὸς πλοίου καὶ ἀφέθησαν εἰς τὸν ποταμὸν τὸν Δούναβιν νὰ φύγουν ἐκ τῆς Αὐστρίας. Ἔπλευσαν τὸν ποταμὸν καὶ φθάνουν εἰς τὸ Βιδίνιον, πόλιν κειμένην ἐν τοῖς παραμεθορίοις Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Σερβίας. Οἱ ἐν τῷ πλοίῳ Ἑβραῖοι ἀπετάθησαν εἰς ἕν ἕκαστον ἐξ αὐτῶν τῶν κρατῶν, ἵνα ἐπιτρέψῃ εἰς αὐτοὺς καὶ ἐξέλθωσιν. Οὐδεμία χώρα ἐπέτρεψε, διότι ἐφοβοῦντο τὸν Χίτλερ. Ἠγκυροβόλησαν καὶ ἔμειναν ἐκεῖ ἐπ’ ἀρκετὸν χρόνον. Ἐθεώρησαν τὸ πλοῖον ὡς νησίδα !

Ἀλλὰ καὶ κἄτι τὸ ὁποῖον διαρκεῖ ἐπὶ αἰῶνας. Οἱ ἐν Ἱερουσαλὴμ Ἑβραῖοι μεταβαίνουσιν ἑκάστην Παρασκευὴν εἰς ἕν τῶν νομιζομένων ὑπολειμμάτων τειχῶν τοῦ Σολομῶντος καὶ κτυπῶντες τὰς κεφαλάς των μέχρι αἵματος λέγουν : «Καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ». Τὸ ἀξιοσημείωτον δὲ εἶναι κἄτι ἄλλο. Θέλουν νὰ ἐπιστρέψουν εἰς Παλαιστίνην, νὰ ἱδρύσουν κράτος, ἔχουν τὴν μεγαλυτέραν οἰκονομικὴν ἰσχὺν τοῦ κόσμου, ὑπεστηρίχθησαν πρὸς τοῦτο ὑφ’ ὅλων, ἰδίως ὑπὸ τῆς Ἀγγλίας (καὶ ἡ Ἑλλὰς ὑπέγραψε) καὶ ὑπὸ τῆς κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν, ἀλλὰ δὲν δύνανται. Ἐκ τῶν ἀνὰ τὸν κόσμον 15.000.000 Ἰουδαίων μόνον 200.000 κατώρθωσαν νὰ ἐγκατασταθοῦν, διότι 700.000 Ἄραβες ἀντέστησαν. Τὸ ἔθνος τοῦτο τῶν Ἑβραίων οὔτε ἀφομοιοῦται μετὰ τῶν ἄλλων Ἐθνῶν, οὔτε ἐξαφανίζεται, οὔτε κράτος δύναται νὰ ἱδρύσῃ, παρ’ ὅλον τὸν πόθον του καὶ τὴν οἰκονομικὴν ἀντοχὴν καὶ τὴν ὑποστήριξιν, τὴν ὁποίαν ἔλαβε. Τί σημαίνουν αὐτά; Κατάρα! Νὰ ζῇ καὶ νὰ τίζεται, διότι ἠδίκησεν. Ὥστε δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν, ὅτι καὶ σήμερον ἀδικεῖται, διότι ἠδίκησε !

Β. Πόσα διδάγματα: Ἀδικοῦμεν ; θὰ ἀδικηθῶμεν. Ὅταν ἁμαρτήσῃς καὶ τιμωρηθῇς δὶ’ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἠμάρτησες, ἐξοφλεῖς ἕνα χρέος σου. Ὁσονδήποτε βαρεῖα καὶ ἂν εἶναι ἡ τιμωρία διὰ τὴν ἁμαρτίαν σου ἐλαφρώνεται τὸ βάρος τῆς τιμωρίας, ὅταν συναισθάνεσαι, ὅτι δικαίως πάσχεις. Ἠμάρτησες σαρκικῶς, ἐπῆρες ἀρρώστεια καὶ ὑποφέρεις. Τὸ βάρος τῆς νόσου ἐλαφρώνεται μὲ τὴν συναίσθησιν, ὅτι πταίεις καὶ δικαίως πάσχεις. Ὅταν ὅμως ἀδικῆσαι, τιμωρῆσαι δηλαδὴ χωρὶς νὰ πταίῃς, ὅσον ἐλαχίστη καὶ ἂν εἶναι ἡ ἄδικος τιμωρία σου, γίνεσαι ἀνάστατος ἀπὸ τὸν πόνον τῆς ἀδικίας.

Ὁ Θεὸς λοιπὸν θέλων νὰ τιμωρήσῃ μερικοὺς ἀνθρώπους πολύ, διότι ἠδίκησαν, δὲν τοὺς τιμωρεῖ ἐκεῖ ὅπου πταίουν καὶ ὅταν πταίουν, ἀλλὰ ἐκεῖ ὅπου δὲν πταίουν, διότι τότε θὰ πονέσουν. Τοῦτο δὲν εἶναι ἀδικία ἀλλὰ δικαιοσύνη, διότι ὁ ἀδικῶν θὰ τιμωρηθῇ δικαίως, ὅταν καὶ αὐτὸς ἀδικηθῇ. Τότε θὰ πονέσῃ, ὅσον ἐπόνεσε καὶ ὁ ἄλλος, τὸν ὁποῖον ἠδίκησε. Ἠδίκησας κἄποιον εἰς τὴν κρίσιν σου κατακρίνων καὶ συκοφαντῶν αὐτόν.Θὰ ἀδικηθῇς καὶ σὺ ἀπὸ κἄποιον ἄλλον ἀδικοσυκοφαντούμενος. Ἠδίκησας τὸ κορίτσι ἑνὸς ἄλλου καταστρέφων αὐτὸ σωματικῶς ἤ ἠθικῶς. Θὰ ἀδικηθῇς καὶ σὺ εὑρίσκων τὸ ἴδιον κακὸν εἰς τὸ σπίτι σου. Ἔκλεψες κάποιον. Κάποιος ἄλλος θὰ σὲ κλέψῃ. Πικρὸν εἶναι νὰ ἀδικῆταί τις. Πόσον δίκαιον ὅμως εἶναι τοῦτο, ὅταν ἀδικῆται, διότι ἠδίκησε!

Ἑπομένως ὅταν ἀδικούμεθα, καλὸν εἶναι νὰ σκεπτώμεθα, μήπως καὶ ἡμεῖς ἠδικήσαμεν. Ὅταν συλλάβωμεν τὸν ἑαυτὸν μας ἀδικήσαντα κἄποιον ἄλλον, ἂς σκεφθῶμεν, ὅτι ὅπως πονοῦμεν ἡμεῖς, ὅταν ἀδικούμεθα, ἔτσι ἐπόνεσε καὶ αὐτός, ὅταν ἀπὸ ἡμᾶς ἠδικήθη. Ἐπειδὴ ἐκάμαμε νὰ πονέσῃ αὐτός, πονοῦμεν καὶ ἡμεῖς. Ἔτσι μόνον θὰ ἀνακουφίσῃς τὸν πόνον σου, ὅταν ἀδικῆσαι, ἐὰν σκεφθῇς καὶ σὺ τὰς ἀδικίας σου. Ἐὰν ὅμως εὕρῃς ὅτι οὐδένα ἠδίκησες—πρᾶγμα σπανιώτατον—δέν πρέπει νὰ στενοχωρῆσαι, διότι ἀδικῆσαι, ἀλλὰ νὰ δοξάζῃς τὸν Θεόν, διότι «πάσχεις ἀδίκως». Ὅταν πρόκειται νὰ ἀδικήσῃς διὰ τῶν λόγων σου καὶ τῶν ἔργων σου τοὺς ἄλλους, σκέψου, ὅτι θὰ ἀδικηθῇς. Ὁ ἐνθουσιασμός σου τὸν ὁποῖον ἔχεις, ὅταν ἀδικῇς, θὰ μεταβληθῇ εἰς πίκραν σου, ὅταν θὰ ἀδικῆσαι. Ἂς προσέχωμεν νὰ μὴ ἀδικῶμεν, ἵνα μὴ ἀδικηθῶμεν!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...