Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Αμβόσιος Μεδιολανων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Αμβόσιος Μεδιολανων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 26, 2014

ΤΟ ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ...

1Άγιος Αμβρόσιος

Οι άγιοι Απόστολοι παρεκάλεσαν τον Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι, καθώς Ιωάννης εδίδαξε τους μαθητάς αυτού» (Λουκ. ια´, 1). Τότε ο Κύριος τους παρέδωσε την Κυριακή προσευχή (Ματθ. στ´, 9-13).

Πάτερ ημών Η πρώτη λέξι, πόσο είναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δεν τολμούσαμε να στρέψωμε το βλέμμα προς τον ουρανό. Χαμηλώναμε τα μάτια στην γη και, ξαφνικά, δεχθήκαμε την χάρι του Χριστού κι όλα τα αμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Από πονηροί δούλοι, που ήμασταν, εγίναμε καλοί «υιοί». Μην υπερηφανευώμεθα, όμως, για την δική μας προσπάθεια, αλλά για την χάρι του Χριστού. «Χάριτί εστε σεσωσμένοι», λέγει ο Απόστολος Παύλος (Εφεσ. β´, 5). 
Το να ομολογήσωμε την χάρι δεν είναι οίησι, δεν είναι έπαρσι, αλλά πίστι. Το να διακηρύξωμε αυτό που ελάβαμε δεν είναι υπερηφάνεια, αλλά αφοσίωσι· ας υψώσωμε τα μάτια προς τον Πατέρα, που μας αναγέννησε με το λουτρό του Βαπτίσματος, προς τον Πατέρα, που μας «εξηγόρασε» με τον Υιό Του κι ας πούμε: «Πάτερ ημών». Είναι αυτή μια καλή, μια ταπεινή καύχησι. Σαν ένα παιδί, τον ονομάζομε πατέρα. Αλλά, μη διεκδικούμε κάποιο προνόμιο. Με τον ειδικό κι απόλυτο τρόπο δεν είναι Πατέρας παρά του Χριστού μονάχα· για μας είναι ο κοινός Πατέρας. Γιατί μόνο Εκείνον τον εγέννησε, ενώ εμάς μας εδημιούργησε. Ας λέμε λοιπόν και μείς, κατά χάριν, «Πάτερ ημών», για να γίνωμε άξιοι να είμαστε παιδιά Του. Ας κάνωμε δική μας την εύνοια και την τιμή, που εχάρισε στην Εκκλησία.

Ο εν τοις ουρανοίς
Τι σημαίνει «ο εν τοις ουρανοίς»; ας ακούσωμε την Γραφή, που λέγει: «Υψηλός επί πάντα τα έθνη (υψηλότερος από όλα τα έθνη), ο Κύριος, επί τους ουρανούς η δόξα αυτού» (Ψαλμ. ριβ´, 4). Παντού θα δούμε να γίνεται λόγος ότι ο Κύριος είναι στους ουρανούς, για τους οποίους λέγει ο ψαλμωδός: «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού» (Ψαλμ.ιη´, 2). Ο ουρανός είναι εκεί οπού έχουν σταματήσει οι αμαρτίες. Ο ουρανός είναι εκεί οπού οι παραβάσεις τιμωρούνται. Ο ουρανός είναι εκεί οπού δεν υπάρχει καμμιά πληγή θανάτου.

Αγιασθήτω το όνομά σου
Τι σημαίνει «αγιασθήτω;». Σαν να ευχώμαστε να αγιασθή Εκείνος, που είπε: «άγιοι έσεσθε, ότι άγιος εγώ Κύριος ο Θεός υμών» (Λευιτ. ιθ´, 2). Σαν να έχη την δύναμι ο δικός μας λόγος, να αυξήση τη δική Του αγιότητα… Όχι, δεν είναι αυτό. Ζητάμε να αγιασθή ο Θεός «εν ημίν», εντός μας. Το αγιαστικό του έργο να φθάση σε μας.

Ελθέτω η βασιλεία σου
Άρα γε δεν είναι αιώνια η βασιλεία του Θεού; Ο Ιησούς λέγει: «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον» (Εγώ γι᾿ αυτό γεννήθηκα και γι᾿ αυτό ήλθα στον κόσμο, Ιωάν. ιη´, 37), και μείς λέμε: «ελθέτω η βασιλεία σου», σαν να μην έχη έλθει· όμως, το αίτημα αυτό έχει ένα διαφορετικό νόημα. Ο Θεός έρχεται, όταν δεχώμαστε την χάρι Του. Ο ίδιος το βεβαιώνει: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστι» (Λουκ. ιζ´, 21).

Γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης
Με το Αίμα του Χριστού όλα ειρήνευσαν και στον ουρανό και στην γη. Ο ουρανός αγιάσθηκε, ο διάβολος εκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιά εκεί, οπού βρίσκεται ο άνθρωπος, τον οποίον απάτησε. «Γενηθήτω το θέλημά σου» σημαίνει να έλθη ειρήνη στην γη, όπως υπάρχει στον ουρανό.

Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον
Προτού εκφωνήσει ο ιερέας, κατά την Θ. Ευχαριστία, τα λόγια του Χριστού: «Λάβετε φάγετε… πίετε εξ αυτού πάντες…», αυτό που προσφέρομε ονομάζεται άρτος. Μετά την εκφώνησι δεν το ονομάζομε πιά άρτο, αλλά Σώμα. Γιατί, όμως, στην Κυριακή προσευχή, την οποίαν απαγγέλλομε μετά τον καθαγιασμό, λέμε «τον άρτον ημών»; … Αλλά, προσθέτομε «τον επιούσιον», δηλαδή τον απαραίτητο για την συντήρησι της ουσίας· την υπόστασι της ψυχής μας δεν την ενισχύει ο άρτος ο υλικός, που μπαίνει στο σώμα μας, αλλ᾿ ο άρτος ο ουράνιος· τον ονομάζομε, όμως, κι «επιούσιο», που σημαίνει επίσης «καθημερινό», γιατί οι αρχαίοι ονόμαζαν την «αύριον»: «επιούσαν ημέραν». Έτσι εκφράζομε δύο έννοιες με μια λέξι.
Εάν, όμως, ο άρτος αυτός είναι και καθημερινός και απαραίτητος για την συντήρησι της ουσίας, γιατί περιμένομε να περάση ένας ολόκληρος χρόνος, για να μεταλάβωμε; ας λάβωμε κάθε ημέρα αυτό που μας χρειάζεται κάθε ημέρα. Ας ζούμε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είμεθα άξιοι να μεταλαμβάνωμε κάθε ημέρα. Γιατί, εκείνος που δεν είναι άξιος να τον λαμβάνη κάθε ημέρα, δεν θα είναι άξιος να τον δεχθή ούτε μια φορά τον χρόνο. Ο Ιώβ προσέφερε κάθε ημέρα θυσία για τους γιούς του, από φόβο μήπως διέπραξαν κανένα αμάρτημα με τα λόγια η με τις ενθυμήσεις της καρδιάς τους (Ιώβ α´, 5). Καί μείς ακούμε πως, κάθε φορά που προσφέρεται η αναίμακτος θυσία, αναπαριστάνεται ο θάνατος και η Ανάστασι και η Ανάληψι του Κυρίου, και ξαναδίδεται η συγχώρησι των αμαρτιών, και δεν δεχώμεθα τον άρτο της ζωής; Όποιος έχει μια πληγή ζητάει κάποιο φάρμακο. Το να είμαστε υποταγμένοι στην αμαρτία είναι μια πληγή. Το ουράνιο φάρμακο είναι τα άχραντα Μυστήρια.

Αν μεταλαμβάνωμε κάθε ημέρα, τότε η κάθε ημέρα είναι για μας μία «σήμερον». Εάν σήμερα ο Χριστός είναι μέσα μας, αναγεννάει κι ανασταίνει την σημερινή μας ημέρα. Με ποιόν τρόπο; Ο Πατήρ ο εν τοις ουρανοίς λέγει στον Ιησού: «Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β´, 7). Το «σήμερον» είναι η ημέρα κατά την οποίαν ο Χριστός ανασταίνεται. Υπάρχει το χθες και το σήμερα· όμως, ο Απόστολος λέγει: «Η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν» (Ρωμ. ιγ´, 12). Η νύχτα της «χθες» πέρασε. Η σημερινή ημέρα έφθασε.

Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών
Ποιό άλλο είναι το «οφείλημα», το χρέος, εκτός από την αμαρτία; αν δεν δεχώμασταν χρήματα από έναν ξένο δανειστή, δεν θα χρωστούσαμε. Ακριβώς γι᾿ αυτόν τον λόγο μας καταλογίζεται αμαρτία.

Είχαμε στην διάθεσί μας το «χρήμα» και ωφείλαμε μ᾿ αυτό να γεννηθούμε πλούσιοι. Ήμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εικόνα και καθ᾿ ομοίωσιν Θεού» (Γεν. α´, 26-27). Εχάσαμε αυτό που κατείχαμε, δηλαδή την ταπείνωσι, όταν από υπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Εχάσαμε το χρήμα μας. Εμείναμε γυμνοί σαν τον Αδάμ. Πήραμε από τον διάβολο ένα δάνειο, που δεν μας ήταν απαραίτητο. Κι έτσι εμείς, που ήμασταν ελεύθεροι «εν Χριστώ», εγίναμε αιχμάλωτοι του διαβόλου. Ο εχθρός κρατούσε το γραμμάτιο. Αλλ᾿ ο Κύριος το κάρφωσε πάνω στον Σταυρό και το έσβησε με το Αίμα Του (Κολ. β´, 14-15). Εξάλειψε το χρέος και μας ελευθέρωσε. Επομένως έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό που λέμε: «Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Ας το προσέξωμε: «άφες ημίν…, ως και ημείς αφίεμεν…», (Συγχώρησέ μας…, όπως κι εμείς συγχωρούμε). Αν συγχωρούμε, τότε κάνομε κάτι που είναι απαραίτητη προϋπόθεσι για να συγχωρηθούμε. Αν δεν συγχωρούμε, πως ζητούμε, πως απαιτούμε από τον Θεό να μας συγχωρήση;

Καί μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού
Ας το προσέξωμε αυτό: «Μη εισενέγκης», μη μας αφήνεις να πέσωμε σε πειρασμό, στον οποίο δεν μπορούμε να αντισταθούμε. Δεν λέγει: «Μη μας οδηγείς στον πειρασμό». Αλλά σαν αθλητές, που θέλουμε να αγωνιστούμε, ζητάμε να έχωμε την δύναμι ν᾿ αντισταθούμε στον εχθρό, δηλαδή στην αμαρτία. Ο Κύριος, που σήκωσε στους ώμους Του τις αμαρτίες μας και συγχώρησε τα λάθη μας, είναι ικανός να μας προστατεύση και να μας φυλάξη από τα τεχνάσματα του διαβόλου, που μας πολεμάει, ώστε ο εχθρός, που γεννάει συνεχώς το κακό, να μη μας κατακτήση· όποιος εμπιστεύεται στον Θεό, δεν φοβάται τον διάβολο. Γιατί «ει ο Θεός υπέρ ημών, τις καθ᾿ ημών;» (Ρωμ. η´, 31). Σ᾿ Αυτόν, λοιπόν, ανήκει η τιμή και η δόξα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 
πηγή

Κυριακή, Αυγούστου 25, 2013

Ἑρμηνεία τοῦ Πάτερ ἡμῶν - Ἅγιος Ἀμβρόσιος (Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων)


Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παρεκάλεσαν τὸν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι, καθώς Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ» (Λουκ. ια´, 1). Τότε ὁ Κύριος τοὺς παρέδωσε τὴν Κυριακὴ προσευχή (Ματθ. στ´, 9-13).


Πάτερ ἡμῶν

Ἡ πρώτη λέξι, πόσο εἶναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δὲν τολμούσαμε νὰ στρέψωμε τὸ βλέμμα πρὸς τὸν οὐρανό. Χαμηλώναμε τὰ μάτια στὴν γῆ καί, ξαφνικά, δεχθήκαμε τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ κι ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Ἀπὸ πονηροὶ δοῦλοι, ποὺ ἤμασταν, ἐγίναμε καλοὶ «υἱοί». Μήν ὑπερηφανευώμεθα, ὅμως, γιὰ τὴν δική μας προσπάθεια, ἀλλὰ γιὰ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ. «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. β´, 5). Τὸ νὰ ὁμολογήσωμε τὴν χάρι δὲν εἶναι οἴησι, δὲν εἶναι ἔπαρσι, ἀλλὰ πίστι. Τὸ νὰ διακηρύξωμε αὐτὸ ποὺ ἐλάβαμε δὲν εἶναι ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ ἀφοσίωσι· ἂς ὑψώσωμε τὰ μάτια πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς ἀναγέννησε μὲ τὸ λουτρὸ τοῦ Βαπτίσματος, πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς «ἐξηγόρασε» μὲ τὸν Υἱό Του κι ἂς ποῦμε: «Πάτερ ἡμῶν». Εἶναι αὐτὴ μιὰ καλή, μιὰ ταπεινὴ καύχησι. Σάν ἕνα παιδί, τὸν ὀνομάζομε πατέρα. Ἀλλά, μὴ διεκδικοῦμε κάποιο προνόμιο. Μὲ τὸν εἰδικὸ κι ἀπόλυτο τρόπο δὲν εἶναι Πατέρας παρὰ τοῦ Χριστοῦ μονάχα· γιὰ μᾶς εἶναι ὁ κοινὸς Πατέρας. Γιατὶ μόνο Ἐκεῖνον τὸν ἐγέννησε, ἐνῶ ἐμᾶς μᾶς ἐδημιούργησε. Ἂς λέμε λοιπὸν καὶ μεῖς, κατὰ χάριν, «Πάτερ ἡμῶν», γιὰ νὰ γίνωμε ἄξιοι νὰ εἴμαστε παιδιά Του. Ἂς κάνωμε δική μας τὴν εὔνοια καὶ τὴν τιμή, ποὺ ἐχάρισε στὴν Ἐκκλησία.


Ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς

Τί σημαίνει «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»; ἂς ἀκούσωμε τὴν Γραφή, ποὺ λέγει: «Ὑψηλὸς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη (ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη), ὁ Κύριος, ἐπὶ τοὺς οὐρανούς ἡ δόξα αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριβ´, 4). Παντοῦ θὰ δοῦμε νὰ γίνεται λόγος ὅτι ὁ Κύριος εἶναι στούς οὐρανούς, γιὰ τοὺς ὁποίους λέγει ὁ ψαλμωδός: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (Ψαλμ.ιη´, 2). Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁπού ἔχουν σταματήσει οἱ ἁμαρτίες. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ οἱ παραβάσεις τιμωροῦνται. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ δὲν ὑπάρχει καμμιὰ πληγὴ θανάτου.


Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου

Τί σημαίνει «ἁγιασθήτω;». Σάν νὰ εὐχώμαστε νὰ ἁγιασθῇ Ἐκεῖνος, ποὺ εἶπε: «ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν» (Λευϊτ. ιθ´, 2). Σάν νὰ ἔχη τὴν δύναμι ὁ δικός μας λόγος, νὰ αὐξήση τὴ δική Του ἁγιότητα... Ὄχι, δὲν εἶναι αὐτό. Ζητᾶμε νὰ ἁγιασθῆ ὁ Θεὸς «ἐν ἡμῖν», ἐντός μας. Τὸ ἁγιαστικό του ἔργο νὰ φθάση σὲ μᾶς.


Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου

Ἆρα γε δὲν εἶναι αἰώνια ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ Ἰησοῦς λέγει: «Ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον» (Ἐγὼ γι᾿ αὐτὸ γεννήθηκα καὶ γι᾿ αὐτὸ ἦλθα στὸν κόσμο, Ἰωάν. ιη´, 37), καὶ μεῖς λέμε: «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», σάν νὰ μήν ἔχῃ ἔλθει· ὅμως, τὸ αἴτημα αὐτὸ ἔχει ἕνα διαφορετικὸ νόημα. Ὁ Θεὸς ἔρχεται, ὅταν δεχώμαστε τὴν χάρι Του. Ὁ ἴδιος τὸ βεβαιώνει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ´, 21).


Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς

Μὲ τὸ Αἶμα τοῦ Χριστοῦ ὅλα εἰρήνευσαν καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ. Ὁ οὐρανὸς ἁγιάσθηκε, ὁ διάβολος ἐκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιὰ ἐκεῖ, ὁποῦ βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, τὸν ὁποῖον ἀπάτησε. «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου» σημαίνει νὰ ἔλθῃ εἰρήνη στὴν γῆ, ὅπως ὑπάρχει στὸν οὐρανό.


Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον

Προτοῦ ἐκφωνήσει ὁ ἱερέας, κατὰ τὴν Θ. Εὐχαριστία, τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Λάβετε φάγετε... πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...», αὐτὸ ποὺ προσφέρομε ὀνομάζεται ἄρτος. Μετὰ τὴν ἐκφώνησι δὲν τὸ ὀνομάζομε πιὰ ἄρτο, ἀλλὰ Σῶμα. Γιατί, ὅμως, στὴν Κυριακὴ προσευχή, τὴν ὁποίαν ἀπαγγέλλομε μετὰ τὸν καθαγιασμό, λέμε «τὸν ἄρτον ἡμῶν»; ... Ἀλλά, προσθέτομε «τὸν ἐπιούσιον», δηλαδὴ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας· τὴν ὑπόστασι τῆς ψυχῆς μας δὲν τὴν ἐνισχύει ὁ ἄρτος ὁ ὑλικός, ποὺ μπαίνει στὸ σῶμα μας, ἀλλ᾿ ὁ ἄρτος ὁ οὐράνιος· τὸν ὀνομάζομε, ὅμως, κι «ἐπιούσιο», ποὺ σημαίνει ἐπίσης «καθημερινό», γιατὶ οἱ ἀρχαῖοι ὀνόμαζαν τὴν «αὔριον»: «ἐπιοῦσαν ἡμέραν». Ἔτσι ἐκφράζομε δύο ἔννοιες μὲ μιὰ λέξι.

Ἐάν, ὅμως, ὁ ἄρτος αὐτὸς εἶναι καὶ καθημερινὸς καὶ ἀπαραίτητος γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας, γιατὶ περιμένομε νὰ περάση ἕνας ὁλόκληρος χρόνος, γιὰ νὰ μεταλάβωμε; ἂς λάβωμε κάθε ἡμέρα αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται κάθε ἡμέρα. Ἂς ζοῦμε κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ εἴμεθα ἄξιοι νὰ μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα. Γιατί, ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι ἄξιος νὰ τὸν λαμβάνῃ κάθε ἡμέρα, δὲν θὰ εἶναι ἄξιος νὰ τὸν δεχθῇ οὔτε μιὰ φορὰ τὸν χρόνο. Ὁ Ἰὼβ προσέφερε κάθε ἡμέρα θυσία γιὰ τοὺς γιούς του, ἀπὸ φόβο μήπως διέπραξαν κανένα ἁμάρτημα μὲ τὰ λόγια ἢ μὲ τὶς ἐνθυμήσεις τῆς καρδιᾶς τους (Ἰώβ α´, 5). Καὶ μεῖς ἀκοῦμε πώς, κάθε φορὰ ποὺ προσφέρεται ἡ ἀναίμακτος θυσία, ἀναπαριστάνεται ὁ θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασι καὶ ἡ Ἀνάληψι τοῦ Κυρίου, καὶ ξαναδίδεται ἡ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ δὲν δεχώμεθα τὸν ἄρτο τῆς ζωῆς; Ὅποιος ἔχει μιὰ πληγὴ ζητάει κάποιο φάρμακο. Τὸ νὰ εἴμαστε ὑποταγμένοι στὴν ἁμαρτία εἶναι μιὰ πληγή. Τὸ οὐράνιο φάρμακο εἶναι τὰ ἄχραντα Μυστήρια.

Ἄν μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα, τότε ἡ κάθε ἡμέρα εἶναι γιὰ μᾶς μία «σήμερον». Ἐὰν σήμερα ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα μας, ἀναγεννάει κι ἀνασταίνει τὴν σημερινή μας ἡμέρα. Μὲ ποιὸν τρόπο; Ὁ Πατήρ ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς λέγει στὸν Ἰησοῦ: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β´, 7). Τὸ «σήμερον» εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Χριστὸς ἀνασταίνεται. Ὑπάρχει τὸ χθές καὶ τὸ σήμερα· ὅμως, ὁ Ἀπόστολος λέγει: «Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. ιγ´, 12). Ἡ νύχτα τῆς «χθές» πέρασε. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα ἔφθασε.


Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν

Ποιὸ ἄλλο εἶναι τὸ «ὀφείλημα», τὸ χρέος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; ἄν δὲν δεχώμασταν χρήματα ἀπὸ ἕναν ξένο δανειστή, δὲν θὰ χρωστούσαμε. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο μᾶς καταλογίζεται ἁμαρτία.

Εἴχαμε στὴν διάθεσί μας τὸ «χρῆμα» καὶ ὠφείλαμε μ᾿ αὐτὸ νὰ γεννηθοῦμε πλούσιοι. Ἤμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ» (Γεν. α´, 26-27). Ἐχάσαμε αὐτὸ ποὺ κατείχαμε, δηλαδὴ τὴν ταπείνωσι, ὅταν ἀπὸ ὑπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Ἐχάσαμε τὸ χρῆμα μας. Ἐμείναμε γυμνοὶ σὰν τὸν Ἀδάμ. Πήραμε ἀπὸ τὸν διάβολο ἕνα δάνειο, ποὺ δὲν μᾶς ἦταν ἀπαραίτητο. Κι ἔτσι ἐμεῖς, ποὺ ἤμασταν ἐλεύθεροι «ἐν Χριστῷ», ἐγίναμε αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Ὁ ἐχθρὸς κρατοῦσε τὸ γραμμάτιο. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος τὸ κάρφωσε πάνω στὸν Σταυρὸ καὶ τὸ ἔσβησε μὲ τὸ Αἶμα Του (Κολ. β´, 14-15). Ἐξάλειψε τὸ χρέος καὶ μᾶς ἐλευθέρωσε. Ἑπομένως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία αὐτὸ ποὺ λέμε: «Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἂς τὸ προσέξωμε: «ἄφες ἡμῖν..., ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν...», (Συγχώρησέ μας..., ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε). Ἄν συγχωροῦμε, τότε κάνομε κάτι ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιὰ νὰ συγχωρηθοῦμε. Ἄν δὲν συγχωροῦμε, πῶς ζητοῦμε, πῶς ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς συγχωρήση;


Καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ

Ἂς τὸ προσέξωμε αὐτό: «Μὴ εἰσενέγκης», μὴ μᾶς ἀφήνεις νὰ πέσωμε σὲ πειρασμό, στὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ ἀντισταθοῦμε. Δέν λέγει: «Μὴ μᾶς ὁδηγεῖς στὸν πειρασμό». Ἀλλὰ σάν ἀθλητές, ποὺ θέλουμε νὰ ἀγωνιστοῦμε, ζητᾶμε νὰ ἔχωμε τὴν δύναμι ν᾿ ἀντισταθοῦμε στὸν ἐχθρό, δηλαδὴ στὴν ἁμαρτία. Ὁ Κύριος, ποὺ σήκωσε στούς ὤμους Του τίς ἁμαρτίες μας καὶ συγχώρησε τὰ λάθη μας, εἶναι ἱκανὸς νὰ μᾶς προστατεύσῃ καὶ νὰ μᾶς φυλάξῃ ἀπὸ τὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, ποὺ μᾶς πολεμάει, ὥστε ὁ ἐχθρός, ποὺ γεννάει συνεχῶς τὸ κακό, νὰ μὴ μᾶς κατακτήσῃ· ὅποιος ἐμπιστεύεται στὸν Θεό, δὲν φοβᾶται τὸν διάβολο. Γιατὶ «εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν;» (Ρωμ. η´, 31). Σ᾿ Αὐτόν, λοιπόν, ἀνήκει ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
πηγή

Πέμπτη, Ιανουαρίου 31, 2013

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ


Ἑρμηνεία τοῦ Πάτερ ἡμῶν, ἀπὸ τὶς Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου, ἐπισκόπου Μεδιολάνων


Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι παρεκάλεσαν τὸν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι, καθώς Ἰωάννης ἐδίδαξε τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ» (Λουκ. ια´, 1). Τότε ὁ Κύριος τοὺς παρέδωσε τὴν Κυριακὴ προσευχή (Ματθ. στ´, 9-13).

ΠΑΤΕΡ ΥΜΩΝ

Ἡ πρώτη λέξι, πόσο εἶναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δὲν τολμούσαμε νὰ στρέψωμε τὸ βλέμμα πρὸς τὸν οὐρανό. Χαμηλώναμε τὰ μάτια στὴν γῆ καί, ξαφνικά, δεχθήκαμε τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ κι ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Ἀπὸ πονηροὶ δοῦλοι, ποὺ ἤμασταν, ἐγίναμε καλοὶ «υἱοί». Μὴν ὑπερηφανευώμεθα, ὅμως, γιὰ τὴν δική μας προσπάθεια, ἀλλὰ γιὰ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ. «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. β´, 5). Τὸ νὰ ὁμολογήσωμε τὴν χάρι δὲν εἶναι οἴησι, δὲν εἶναι ἔπαρσι, ἀλλὰ πίστι. Τὸ νὰ διακηρύξωμε αὐτὸ ποὺ ἐλάβαμε δὲν εἶναι ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ ἀφοσίωσι· ἂς ὑψώσωμε τὰ μάτια πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς ἀναγέννησε μὲ τὸ λουτρὸ τοῦ Βαπτίσματος, πρὸς τὸν Πατέρα, ποὺ μᾶς «ἐξηγόρασε» μὲ τὸν Υἱό Του κι ἂς ποῦμε: «Πάτερ ἡμῶν». Εἶναι αὐτὴ μιὰ καλή, μιὰ ταπεινὴ καύχησι. Σάν ἕνα παιδί, τὸν ὀνομάζομε πατέρα. Ἀλλά, μὴ διεκδικοῦμε κάποιο προνόμιο. Μὲ τὸν εἰδικὸ κι ἀπόλυτο τρόπο δὲν εἶναι Πατέρας παρὰ τοῦ Χριστοῦ μονάχα· γιὰ μᾶς εἶναι ὁ κοινὸς Πατέρας. Γιατὶ μόνο Ἐκεῖνον τὸν ἐγέννησε, ἐνῶ ἐμᾶς μᾶς ἐδημιούργησε. Ἂς λέμε λοιπὸν καὶ μεῖς, κατὰ χάριν, «Πάτερ ἡμῶν», γιὰ νὰ γίνωμε ἄξιοι νὰ εἴμαστε παιδιά Του. Ἂς κάνωμε δική μας τὴν εὔνοια καὶ τὴν τιμή, ποὺ ἐχάρισε στὴν Ἐκκλησία.

Ο ΕΝ ΤΟΙΣ ΟΥΡΑΝΟΙΣ

Τί σημαίνει «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»; ἂς ἀκούσωμε τὴν Γραφή, ποὺ λέγει: «Ὑψηλὸς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη (ὑψηλότερος ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη), ὁ Κύριος, ἐπὶ τοὺς οὐρανούς ἡ δόξα αὐτοῦ» (Ψαλμ. ριβ´, 4). Παντοῦ θὰ δοῦμε νὰ γίνεται λόγος ὅτι ὁ Κύριος εἶναι στούς οὐρανούς, γιὰ τοὺς ὁποίους λέγει ὁ ψαλμωδός: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (Ψαλμ.ιη´, 2). Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁπού ἔχουν σταματήσει οἱ ἁμαρτίες. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ οἱ παραβάσεις τιμωροῦνται. Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ δὲν ὑπάρχει καμμιὰ πληγὴ θανάτου.

ΑΓΙΑΣΘΗΤΩ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ

Τί σημαίνει «ἁγιασθήτω;». Σάν νὰ εὐχώμαστε νὰ ἁγιασθῇ Ἐκεῖνος, ποὺ εἶπε: «ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν» (Λευϊτ. ιθ´, 2). Σάν νὰ ἔχη τὴν δύναμι ὁ δικός μας λόγος, νὰ αὐξήση τὴ δική Του ἁγιότητα... Ὄχι, δὲν εἶναι αὐτό. Ζητᾶμε νὰ ἁγιασθῆ ὁ Θεὸς «ἐν ἡμῖν», ἐντός μας. Τὸ ἁγιαστικό του ἔργο νὰ φθάση σὲ μᾶς.

ΕΛΘΕΤΩ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΣΟΥ

Ἆρα γε δὲν εἶναι αἰώνια ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὁ Ἰησοῦς λέγει: «Ἐγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον» (Ἐγὼ γι᾿ αὐτὸ γεννήθηκα καὶ γι᾿ αὐτὸ ἦλθα στὸν κόσμο, Ἰωάν. ιη´, 37), καὶ μεῖς λέμε: «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», σάν νὰ μήν ἔχῃ ἔλθει· ὅμως, τὸ αἴτημα αὐτὸ ἔχει ἕνα διαφορετικὸ νόημα. Ὁ Θεὸς ἔρχεται, ὅταν δεχώμαστε τὴν χάρι Του. Ὁ ἴδιος τὸ βεβαιώνει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ´, 21).

ΓΕΝΗΘΗΤΩ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΣΟΥ, ΩΣ ΕΝ ΟΥΡΑΝΩ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ

Μὲ τὸ Αἶμα τοῦ Χριστοῦ ὅλα εἰρήνευσαν καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ. Ὁ οὐρανὸς ἁγιάσθηκε, ὁ διάβολος ἐκδιώχθηκε. Βρίσκεται πιὰ ἐκεῖ, ὁποῦ βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, τὸν ὁποῖον ἀπάτησε. «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου» σημαίνει νὰ ἔλθῃ εἰρήνη στὴν γῆ, ὅπως ὑπάρχει στὸν οὐρανό.

ΤΟΝ ΑΡΤΟΝ ΗΜΩΝ ΤΟΝ ΕΠΙΟΥΣΙΟΝ ΔΟΣ ΗΜΙΝ ΣΗΜΕΡΟΝ

Προτοῦ ἐκφωνήσει ὁ ἱερέας, κατὰ τὴν Θ. Εὐχαριστία, τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Λάβετε φάγετε... πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες...», αὐτὸ ποὺ προσφέρομε ὀνομάζεται ἄρτος. Μετὰ τὴν ἐκφώνησι δὲν τὸ ὀνομάζομε πιὰ ἄρτο, ἀλλὰ Σῶμα. Γιατί, ὅμως, στὴν Κυριακὴ προσευχή, τὴν ὁποίαν ἀπαγγέλλομε μετὰ τὸν καθαγιασμό, λέμε «τὸν ἄρτον ἡμῶν»; ... Ἀλλά, προσθέτομε «τὸν ἐπιούσιον», δηλαδὴ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας· τὴν ὑπόστασι τῆς ψυχῆς μας δὲν τὴν ἐνισχύει ὁ ἄρτος ὁ ὑλικός, ποὺ μπαίνει στὸ σῶμα μας, ἀλλ᾿ ὁ ἄρτος ὁ οὐράνιος· τὸν ὀνομάζομε, ὅμως, κι «ἐπιούσιο», ποὺ σημαίνει ἐπίσης «καθημερινό», γιατὶ οἱ ἀρχαῖοι ὀνόμαζαν τὴν «αὔριον»: «ἐπιοῦσαν ἡμέραν». Ἔτσι ἐκφράζομε δύο ἔννοιες μὲ μιὰ λέξι.
Ἐάν, ὅμως, ὁ ἄρτος αὐτὸς εἶναι καὶ καθημερινὸς καὶ ἀπαραίτητος γιὰ τὴν συντήρησι τῆς οὐσίας, γιατὶ περιμένομε νὰ περάση ἕνας ὁλόκληρος χρόνος, γιὰ νὰ μεταλάβωμε; ἂς λάβωμε κάθε ἡμέρα αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται κάθε ἡμέρα. Ἂς ζοῦμε κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ εἴμεθα ἄξιοι νὰ μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα. Γιατί, ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι ἄξιος νὰ τὸν λαμβάνῃ κάθε ἡμέρα, δὲν θὰ εἶναι ἄξιος νὰ τὸν δεχθῇ οὔτε μιὰ φορὰ τὸν χρόνο. Ὁ Ἰὼβ προσέφερε κάθε ἡμέρα θυσία γιὰ τοὺς γιούς του, ἀπὸ φόβο μήπως διέπραξαν κανένα ἁμάρτημα μὲ τὰ λόγια ἢ μὲ τὶς ἐνθυμήσεις τῆς καρδιᾶς τους (Ἰώβ α´, 5). Καὶ μεῖς ἀκοῦμε πώς, κάθε φορὰ ποὺ προσφέρεται ἡ ἀναίμακτος θυσία, ἀναπαριστάνεται ὁ θάνατος καὶ ἡ Ἀνάστασι καὶ ἡ Ἀνάληψι τοῦ Κυρίου, καὶ ξαναδίδεται ἡ συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ δὲν δεχώμεθα τὸν ἄρτο τῆς ζωῆς; Ὅποιος ἔχει μιὰ πληγὴ ζητάει κάποιο φάρμακο. Τὸ νὰ εἴμαστε ὑποταγμένοι στὴν ἁμαρτία εἶναι μιὰ πληγή. Τὸ οὐράνιο φάρμακο εἶναι τὰ ἄχραντα Μυστήρια.
Ἄν μεταλαμβάνωμε κάθε ἡμέρα, τότε ἡ κάθε ἡμέρα εἶναι γιὰ μᾶς μία «σήμερον». Ἐὰν σήμερα ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα μας, ἀναγεννάει κι ἀνασταίνει τὴν σημερινή μας ἡμέρα. Μὲ ποιὸν τρόπο; Ὁ Πατήρ ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς λέγει στὸν Ἰησοῦ: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β´, 7). Τὸ «σήμερον» εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Χριστὸς ἀνασταίνεται. Ὑπάρχει τὸ χθές καὶ τὸ σήμερα· ὅμως, ὁ Ἀπόστολος λέγει: «Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ. ιγ´, 12). Ἡ νύχτα τῆς «χθές» πέρασε. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα ἔφθασε.

ΑΦΕΣ ΗΜΙΝ ΤΑ ΟΦΕΙΛΗΜΑΤΑ ΗΜΩΝ, ΩΣ ΚΑΙ ΗΜΕΙΣ ΑΦΙΕΜΕΝ ΤΟΙΣ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙΣ ΗΜΩΝ

Ποιὸ ἄλλο εἶναι τὸ «ὀφείλημα», τὸ χρέος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; ἄν δὲν δεχώμασταν χρήματα ἀπὸ ἕναν ξένο δανειστή, δὲν θὰ χρωστούσαμε. Ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο μᾶς καταλογίζεται ἁμαρτία.
Εἴχαμε στὴν διάθεσί μας τὸ «χρῆμα» καὶ ὠφείλαμε μ᾿ αὐτὸ νὰ γεννηθοῦμε πλούσιοι. Ἤμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ» (Γεν. α´, 26-27). Ἐχάσαμε αὐτὸ ποὺ κατείχαμε, δηλαδὴ τὴν ταπείνωσι, ὅταν ἀπὸ ὑπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Ἐχάσαμε τὸ χρῆμα μας. Ἐμείναμε γυμνοὶ σὰν τὸν Ἀδάμ. Πήραμε ἀπὸ τὸν διάβολο ἕνα δάνειο, ποὺ δὲν μᾶς ἦταν ἀπαραίτητο. Κι ἔτσι ἐμεῖς, ποὺ ἤμασταν ἐλεύθεροι «ἐν Χριστῷ», ἐγίναμε αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Ὁ ἐχθρὸς κρατοῦσε τὸ γραμμάτιο. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος τὸ κάρφωσε πάνω στὸν Σταυρὸ καὶ τὸ ἔσβησε μὲ τὸ Αἶμα Του (Κολ. β´, 14-15). Ἐξάλειψε τὸ χρέος καὶ μᾶς ἐλευθέρωσε. Ἑπομένως ἔχει ἰδιαίτερη σημασία αὐτὸ ποὺ λέμε: «Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἂς τὸ προσέξωμε: «ἄφες ἡμῖν..., ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν...», (Συγχώρησέ μας..., ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε). Ἄν συγχωροῦμε, τότε κάνομε κάτι ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιὰ νὰ συγχωρηθοῦμε. Ἄν δὲν συγχωροῦμε, πῶς ζητοῦμε, πῶς ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς συγχωρήση;

ΚΑΙ ΜΗ ΕΙΣΕΝΕΓΚΗΣ ΗΜΑΣ ΕΙΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΝ, ΑΛΛΑ ΡΥΣΑΙ ΗΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΟΝΗΡΟΥ

Ἂς τὸ προσέξωμε αὐτό: «Μὴ εἰσενέγκης», μὴ μᾶς ἀφήνεις νὰ πέσωμε σὲ πειρασμό, στὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ ἀντισταθοῦμε. Δέν λέγει: «Μὴ μᾶς ὁδηγεῖς στὸν πειρασμό». Ἀλλὰ σάν ἀθλητές, ποὺ θέλουμε νὰ ἀγωνιστοῦμε, ζητᾶμε νὰ ἔχωμε τὴν δύναμι ν᾿ ἀντισταθοῦμε στὸν ἐχθρό, δηλαδὴ στὴν ἁμαρτία. Ὁ Κύριος, ποὺ σήκωσε στούς ὤμους Του τίς ἁμαρτίες μας καὶ συγχώρησε τὰ λάθη μας, εἶναι ἱκανὸς νὰ μᾶς προστατεύσῃ καὶ νὰ μᾶς φυλάξῃ ἀπὸ τὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, ποὺ μᾶς πολεμάει, ὥστε ὁ ἐχθρός, ποὺ γεννάει συνεχῶς τὸ κακό, νὰ μὴ μᾶς κατακτήσῃ· ὅποιος ἐμπιστεύεται στὸν Θεό, δὲν φοβᾶται τὸν διάβολο. Γιατὶ «εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν;» (Ρωμ. η´, 31). Σ᾿ Αὐτόν, λοιπόν, ἀνήκει ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...