Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όσιος Ισαάκ ο Σύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Όσιος Ισαάκ ο Σύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Μαρτίου 04, 2014

Αββά Ισαάκ του Σύρου, Λόγος περί της αδιαλείπτου νηστείας

ΛΟΓΟΣ ΚΣΤ': ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΟΥ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΑΞΑΙ EΑΥΤΟΝ ΕΝ ΕΝΙ ΤΟΠΩ ΚΑΙ ΤΙ ΤΑ ΕΚ ΤΟΥΤΟΥ ΓΕΝΟΜΕΝΑ KΑΙ ΟΤΙ ΕΝ ΓΝΩΣΕΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΕΔΙΔΑΧΘΗ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑΝ ΤΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΤΟΙΟΥΤΩΝ
Εν πολλώ καιρώ πειραζόμενος εν τοις δεξιοίς και αριστεροίς και εαυτόν δοκιμάσας εν τοις δυσί τρόποις τούτοις πολλάκις και δεξάμενος εκ του εναντίου πληγάς αναριθμήτους και αξιωθείς μεγάλων αντιλήψεων κρυπτώς, εκομισάμην εαυτώ πείραν εκ των μακρών χρόνων των ετών, και εν δοκιμασία και Θεού χάριτι ταύτα έμαθον. Ότι ο θεμέλιος πάντων των αγαθών και η ανάκλησις της ψυχής εκ της αιχμαλωσίας του εχθρού και η οδός η προς το φως και την ζωήν φέρουσα, ούτοι οι δύο τρόποι εισί. Το συνάξαι εαυτόν είς ένα τόπον, και το αεί νηστεύσαι, τουτέστι το κανονίσαι εαυτόν εν εγκρατεία γαστρός σοφώς και φρονίμως εν ακινήτω καθέδρα και αδιαλείπτω σχολή και μελέτη Θεού.
Εντεύθεν η των αισθήσεων υποταγή, εντεύθεν η του νου νήψις, εντεύθεν τα άγρια πάθη ημερούνται, τα εν τω σώματι κινούμενα, εντεύθεν ή πραότης των λογισμών, εντεύ­θεν αι της διανοίας φωτεινοί κινήσεις, εντεύθεν η σπουδή η προς τα έργα της αρετής, εντεύθεν τα υψηλά νοήματα και λε­πτά, εντεύθεν τα άμετρα δάκρυα, τα εν παντί καιρώ γινόμενα, και του θανάτου η μνήμη. Εντεύθεν η σωφροσύνη η καθαρά, η τελείως απέχουσα εκ πάσης φαντασίας της την διάνοιαν πειραζούσης, εντεύθεν η οξυδέρκια και η οξύτης των μακράν όντων, εντεύθεν τα βαθύτερα των μυστικών νοημάτων, άπερ η διανοία καταλαμβάνει εν τη δυνάμει των θείων λογίων, και αϊ εσώτεραι κινήσεις, αϊ εν τη ψυχή γινόμεναι, και η διαφορά και η διάκρισις των πνευματικών εκ των αγίων δυνάμεων και των αλη­θινών οράσεων εκ των ματαίων φαντασιών. Εντεύθεν ο φόβος των οδών και των τριβών, ο εν τω πελάγει της διανοίας, ο κό­πτων την ραθυμίαν και την αμέλειαν, και η φλόξ του ζήλου η καταπατούσα πάντα κίνδυνον και διαβαίνουσα πάντα φόβον, και η θέρμη η καταφρονούσα πάσης επιθυμίας και εκ της δια­νοίας αυτήν εξαλείφουσα και λήθην εμποιούσα πάσης μνήμης
των παρερχομένων μετά των άλλων. Και ίνα συντόμως είπω, η ελευθερία του αληθινού ανθρώπου και η χαρά της ψυχής και η ανάστασις η μετά του Χριστού εν τη βασιλεία.
Εί τις δε αμελήσει των δύο τούτων, γνώτω, ότι ου μόνον εκ πάντων τούτων των προειρημένων ζημιοί εαυτόν, αλλά και τον θεμέλιον πασών των αρετών διασείει εν τη κατα­φρονήσει των δύο τούτων αρετών. Και ώσπερ εισίν αύται αρχή και κεφαλή της θείας εργασίας εν τη ψυχή, και θύρα και οδός προς τον Χριστόν, εάν τις κράτηση αυτάς και εν αυταίς ύπομείνη, όντως εάν τις αναχωρήση εξ αυτών και αποπηδήση απ' αυτών, προς ταύτα τα δύο τα εναντία τούτων καταντά. Λέγω δη τον σωματικόν μετεωρισμόν και το γαστριμαργείν ασέμνως. Αύται αρχαί εισί των εναντίων των προειρημένων και χώραν παρέχουσι τοις πάθεσιν εν τη ψυχή.
Και η μεν πρώτη αρχή της μιάς, εν πρώτοις τάς αισθήσεις τάς υποταγείσας απολύει των δεσμών της συστολής. Και τι λοιπόν εκ τούτου γίνεται; Εντεύθεν άτοποι απαντήσεις και απροσδόκητοι, πλησιόχωροι των πτώσεων. Η ταραχή των ισχυρών κυμάτων, η εκ της οράσεως εξυπνιζομένη. Των οφθαλμών πύρωσις οξεία, κρατούσα του σώματος και συνέχουσα ολισθήματα ευχερή, εν τω φρονήματι γινόμενα. Λογισμοί ακρατείς, προς πτώσιν σπουδάζοντες. Η χλιαρότης του πόθου των έργων του Θεού και ατονία κατά μικρόν μικρόν της διαφοράς της ησυχίας, και του τελείως καταλείψαι τον κανόνα της πολιτείας αυτού. Εγκαινισμός των επιλησθέντων κακών και διδαχή ετέρων, ων ουκ ηπίστατο, εκ των αεί επιγινομένων αυτώ δι' ακουσίων πολυτρόπων οράσεων, των εκ της μεταναστάσεως από χώρας είς χώραν και από τόπου εις τόπον συναντουσών αυτώ, και τα πάθη, άπερ δια της χάριτος του Θεού ήδη εκ της ψυχής νεκρωθέντα και δια της λήθης των μνημών των εν τη διανοία απολεσθέντα, πάλιν ταύτα προς κίνησιν άρχονται διεγείρεσθαι και την ψυχήν προς εργασίαν αυτών αναγκάζειν. Και ίνα μη όλα τα λοιπά λέγω και διηγήσωμαι, ταύτα μεν εκ της πρώτης εκείνης αιτίας ανοίγονται έπ' αύτω, τουτέστιν εκ του μετεωρισμού του σώματος και του μη υπομείναι την της ησυχίας ταλαιπωρίαν.
Τί δε εκ της άλλης, τουτέστι του άρξασθαι εν τω έργω των χοίρων; Και τι εστί το έργον των χοίρων, ή το αόριστον αφιέναι την γαστέρα και διαπαντός εμπιπλάν αυτήν και μη έχειν καιρόν δεδηλωμένον προς την του σώματος χρείαν καθώς οι λογικοί; Και τί λοιπόν γίνεται εκ τούτου; Εντεύθεν καρηβαρία και βάρησις τον σώματος πολλή μετά χαλασμού των ώμων. Όθεν ανάγκη απολειφθήναι εκ της λειτουργίας του Θεού. Και οκνηρία γαρ επιγίνεται είς το μη ποιείν μετανοίας εν αυτή αμέλεια των συνήθων προσκυνήσεων σκότωσις και ψυχρότης της διανοίας νους παχύς και αδιάκριτος εκ των ταραχών και των πολλών σκοτώσεων των λογισμών γνόφος παχύς και ζοφώδης, ηπλωμένος εν όλη τη ψυχή αηδία πολλή εν παντί έργω του Θεού, άμα δε και εν τη αναγνώσει, δια το μη γεύσασθαι αυτόν της ηδύτητος των λογίων του Θεού αργία πολλή των αναγκαίων νους ακράτητος και μετεωριζόμενος εν πάση τη γή χυμός πολύς συναγόμενος εν πάσι τοις μέλεσι φαντασίαι ακάθαρτοι ταίς νυξί δια φασμάτων βεβήλων και ατόπων εικόνων, πεπληρωμένων επιθυμίας, εν τη ψυχή διαβαινούσης και εν αυτή τη ψυχή τα εαυτής θελήματα αποπληρούσης ακαθάρτως. Και η στρώμνη δε του αθλίου και τα ενδύ­ματα αυτού και αυτό το σώμα όλον μολύνεται δια το πλήθος της αισχράς ρεύσεως, της ως από πηγής εξ αυτού βλυζούσης και τούτο ου μόνον εν τη νυκτί, αλλά και εν ημέρα συμβαίνει αυτώ το γαρ σώμα πάντοτε ρέει και μιαίνει την διανοίαν, ώστε αυτόν δια τούτων των πραγμάτων την σωφροσύνην απαρνήσασθαι η γαρ ηδύτης των γαργαλισμών ενεργείται εν όλω τω σώματι αυτού εν αδιαλείπτω πυρώσει και ανυπομονήτω.
Και λογισμοί δε απατηλοί συμβαίνουσιν αυτώ, εικονίζοντες κάλλος κατέναντι αυτού και ερεθίζοντες αυτόν εν παντί καιρώ και γαργαλίζοντες τον νουν εν τη ομιλία αυτών. Και αδιστάκτως συνδυάζει αυτοίς εν τη μελέτη αυτών και εν τη επιθυμία αυτών, δια το σκοτισθήναι αυτού το διακριτικόν. Και τούτο εστίν όπερ είπεν ο Προφήτης «τούτο το ανταπόδομα της αδελφής Σοδόμων, ήτις τρυφώσα ήσθιεν άρτον είς πλησμονήν», και τα εξής. Και τούτο δε ερρέθη υπό τίνος των μεγάλων σο­φών, ότι Ει τις θρέψει το σώμα αυτού εν τρυφή μεγάλως, είς πόλεμον εκβάλλει την εαυτού ψυχήν, και εάν ποτέ έλθη είς εαυ­τόν και ζήτηση βιάσασθαι είς το κρατήσαι εαυτού, ου δύναται, δια την υπερβάλλουσαν πύρωσιν των κινήσεων του σώματος και δια την βίαν και την ανάγκην των ερεθισμών και των γαργαλισμάτων των την ψυχήν αιχμαλωτιζόντων εν τοις θελήμασιν αυτών. Οράς ώδε λεπτότητα τούτων των αθέων; Και πάλιν ο αυτός λέγει Η τρυφή του σώματος εν απλότητι και υγρότητι, της νεότητος τα πάθη εν τη ψυχή οξέως κτάσθαι παρασκευάζει, και περικυκλοί αυτήν ο θάνατος, και εμπίπτει ούτος υπό την κρίσιν του Θεού.
Ψυχή δε η αδολεσχούσα αεί εν τη μνήμη των οφειλομένων, αναπαύεται εν τη ελευθερία εαυτής και αι φροντίδες αυ­τής μικραί, και ου μεταμελείται εν τινί, πρόνοιαν ποιουμένη υπέρ της αρετής, ηνιοχούσα τα πάθη και φυλάττουσα την αρετήν, είς αύξησιν και χαράν αμέριμνον και ζωήν αγαθήν και λι­μένα ακίνδυνον άγει. Απολαύσεις γαρ σωματικαί ου μόνον ενισχύουσι τα πάθη και στερεούσιν αυτά κατά της ψυχής, αλλά και εκριζούσιν αυτήν εκ των ριζών αυτής. Και συν τούτοις εξάπτουσι την γαστέρα εις ακρασίαν και αταξίαν όρων άκρας ασωτίας, και παρά καιρόν την χρείαν του σώματος εκτελείν βιάζονται. Και ο πολεμούμενος εν τούτοις ου θέλει υπομείναι μικράν πείναν και εξουσιάσαι εαυτού, διότι ηχμαλωτίσθη υπό των παθών.
Ούτοι εισίν οι καρποί της αισχύνης, οι εκ της γαστριμαργίας. Και οι προ τούτων είσιν οι καρποί της υπομονής, της εν ενί τόπω και ησυχία διαγωγής. Δια τούτο και ο εχθρός τους καιρούς επισταμένος των χρειών ημών των φυσικών, δι' ων η φύσις κινείται προς την χρείαν αυτής, και ότι ο νους εκ του μετεωρισμού των οφθαλμών ρέμβεται και εκ της αναπαύ­σεως της γαστρός, σπουδάζει και αγωνίζεται ερεθίσαι ημάς προσθήκην ποιήσασθαι εις την φυσικήν χρείαν και σπείραι εν ημίν σχήματα λογισμών πονηρών εν τοις τοιούτοις καιροίς, ώστε, εάν ενδέχηται, υπερισχύσαι τα πάθη κατά της φύσεως δια την περισσοτέραν συμπλοκήν και καταποντίσαι τον άνθρωπον εν τοις πτώμασι.
Διά τούτο έδει ημάς, ώσπερ ο εχθρός γινώσκει τους καιρούς, ούτω και ημάς γνωρίσαι την ασθένειαν ημών και την δύναμιν της φύσεως ημών, ότι ανίκανος εστί προς τάς ορμάς και τάς κινήσεις εκείνων των καιρών και προς την λεπτότητα των λογισμών, των ως χνούν όντων τη λεπτότητι κατέναντι των οφθαλμών ημών, και ότι ου δυνάμεθα οράν εαυτούς και απαντήσαι τοις συμβαίνουσιν ημίν και δια την πολλήν δοκιμασίαν, ην επειράσθημεν υπό του εχθρού, και εν ταλαιπωρία εξ αυτού ελάβομεν πολλάκις, του λοιπού σοφίσασθαι και μη εάσαι εαυτούς ριφθήναι του ποιήσαι το θέλημα της ημών ανα­παύσεως και ηττάσθαι εκ της πείνης, αλλά μάλλον καν κατα­πονήση ημάς η πείνα η στένωση, μη σαλευθώμεν εκ του τόπου της ησυχίας ημών και καταντήσωμεν όπου ευχερώς συμβαίνουσιν ημίν τα τοιαύτα, μηδέ σκευάσωμεν εαυτοίς αφορμάς και τρόπους, όπως εκ της ερήμου εξέλθωμεν. Ταύτα γαρ είσι τα επιτηδεύματα του εχθρού τα φανερά. Εάν δε υπομείνης εν τη ερήμω, ου μη πεψασθής. Ου γαρ οράς εν αυτή γυναίκα ούτε τι βλάπτον την πολιτείαν σου, ούτε φωνάς απρεπείς ακούεις.
Τί σοι και τη οδώ της Αιγύπτου; Ίνα πίης το ύδωρ Γηών»; Νοεί τι σοι λέγω. Δείξον τω εχθρώ την υπομονήν σου και το δοκίμιον σου εν τοις μικροίς, ίνα μη ζήτηση παρά σου τα μεγάλα. Όρος δε έστωσαν σοι τα μικρά ταύτα, ίνα δια τούτων καταβάλης τον αντίπαλον, όπως μη σχολάση και ορύξη σοι παγίδας μεγάλας. Ο γαρ μη πειθόμενος τω εχθρώ, μηδέ πέντε βήματα εξελθείν εκ του ησυχαστηρίου αυτού, πώς πείσαι δύναται εαυτόν εκ της ερήμου εξελθείν ή πλησιάσαι κώμη; Και ο μη καταδεχόμενος παρακύψαι δια θυρίδος εκ του ησυχαστηρίου αυτού, πώς πείσει εαυτόν εξελθείν εξ αυτού; Και ο μόλις εν εσπέρα πειθόμενος μετασχείν τροφής ελαχίστης, πώς προς καιρού εσθίειν υπό των λογισμών αυτού δελεασθήσεται; Και ο εκ των ευτελών ερυθριών εμπλησθήναι, πώς εκ των μεγάλων ορεχθήσεται; Και ο μηδέ προς το ίδιον σώμα πειθόμενος κατιδείν, πώς προς τα αλλότρια κάλλη τούτον δελεάσει περιεργάσασθαι;
Δήλον ούν, ότι εξ αρχής εν τοις μικροίς καταφρονών, ηττάται τις, και ούτως αφορμήν παρέχει τω εχθρώ πολεμείν αυτώ εν τοις μεγάλοις. Επεί, ο της πρόσκαιρου ζωής μη ποιού­μενος πρόνοιαν του μηδέ προς βραχύ εμμείναι εν αυτή, πώς φοβηθήσεται τας κακώσεις και τας θλίψεις τας προς τον θάνατον τον προσφιλή φερούσας; Ούτος εστίν ο πόλεμος της διακρίσε­ως, ότι οι σοφοί ου συγχωρούσιν εαυτούς προς τους μεγάλους αγώνας παρασκευάσασθαι αλλ' η υπομονή, η ενδεικνυμένη εν τοις μικροίς υπ' αυτών, αύτη εστίν η φυλάττουσα αυτούς του μη πεσείν εις τους μεγάλους κόπους.
Πρώτος μεν ούν ο διάβολος την αδιάλειπτον προσοχήν της καρδίας αγωνίζεται καταργήσαι. Ειθ' ούτω πείθει και τους δεδηλωμένους καιρούς της προσευχής και του κανόνος του σωματικώς γενομένου καταφρονήσαι. Και ούτω πρώτον χαυνούται ο λογισμός, προ του καιρού μετασχείν τροφής, εν τοις ελαχίστοις και μικροίς και ουδαμινοίς, και μετά την πτώσιν της καταλύσεως της εγκράτειας αυτού, διολισθαίνει εις ακρασίαν και ασωτείαν. Και πρώτον μεν ηττάται, μάλλον δε ελάχιστον ηγείται εν οφθαλμοίς αυτού ατενίσαι εις την γύμνωσιν του σώματος αυτού ή εις άλλην τινά καλλονήν των μελών αυτού όταν αποδύηται τα ιμάτια αυτού ή όταν έξέλθη έξω προς την χρείαν του σώματος ή προς ύδωρ και χαυνώση τα αισθη­τήρια αυτού, ή εισαγάγη την χείρα αυτού θαρσαλέως έσωθεν των ιματίων αυτού και ψηλάφηση το σώμα αυτού και τότε ανακύψουσιν αυτώ αλλά και αλλά. Και ο πρώτην την ασφάλειαν του νοός φυλάσσων και δι' εν τούτων λυπούμενος, τότε ανοίγει καθ' εαυτού μεγάλας και χαλεπάς εισόδους.
Οι γαρ λογισμοί, ιν' ως εν υποδείγματι είπω, ως ύδωρ εισί, και όσον συνέχονται πάντοθεν, εν τη ευταξία αυτών πο­ρεύονται, εάν δε εκείθεν μικρόν επί τα έξω εξέλθωσι, κατάλυσιν φραγμού και ερήμωσιν πολλήν κατεργάζονται. Ίσταται γαρ ο εχθρός κατανοών και παρατηρών και εκδεχόμενος νυχθημερώς κατέναντι των οφθαλμών ημών, και περισκοπεί δια ποίας εισόδου των αισθητηρίων ημών ανοιχθείσης αυτώ εισέλθη. Αμελείας δε τίνος εις εν των προρρηθέντων ημίν γενομένης, τότε και αυτός ο δόλιος και αναιδής κύων τα αυτού ημίν εξαποστέλλει βέλη. Και ποτέ μεν αύτη η φύσις αφ' εαυτής την ανάπαυσιν αγαπά και την παρρησίαν και τον γέλωτα και τον μετεωρισμόν και την ραθυμίαν και γίνεται πηγή των παθών και πέ­λαγος ταραχής, ποτέ δε ο ενάντιος υποβάλλει ταύτα τη ψυχή. Αλλ' ημείς αλλάξωμεν λοιπόν τους μεγάλους κόπους ημών εν τοις μικροίς κόποις ημών, ους ηγούμεθα ουδέν. Ει γαρ ούτοι, ως εδείχθη, οι παρ’ ημών καταφρονούμενοι, τοσούτους αγώνας μεγάλους και κόπους δυσκατορθώτους και πάλας συγκεχυμένας και πληγάς μεγίστας αποστρέφουσι, τίς μη σπεύση δια των μικρών τούτων της εισαγωγής κόπων την γλυκείαν ευρείν ανάπαυσιν;
Ω σοφία, πόσον θαυμαστή υπάρχεις καί πώς προβλέπεις τα πάντα πόρρωθεν. Μακάριος ο ευρών σε, εκ γαρ της ραθυμίας της νεότητος ηλευθέρωται. Ει τις εμπορεύεται δια μικράς εμπορεύσεως, ήτοι περιποιήσεως την ιατρείαν των μεγάλων παθών, καλώς ποιεί. Και γαρ ποτέ τις των φιλοσόφων, εν χαυνότητι κινηθείς και αισθηθείς, θάττον διωρθώσατο εαυτόν καθήμενος εξαίφνης. Και ιδών αυτόν άλλος, εγέλασε χάριν τού­του. Ο δε απεκρίθη
Ου διά τούτο εφοβήθην, άλλ' εκ της καταφρονήσεως φοβούμαι διότι πολλάκις και η μικρά καταφρόνησις μεγάλων κινδύνων πρόξενος γίνεται. Τω δε παρά τάξιν γενέσθαι και ταχέως διορθώσασθαι εμαυτόν, έδει­ξα εμαυτόν νήφοντα και το μηδέ ον άξιον φόβου καταφρονούντα.
Τούτο γαρ εστί φιλοσοφία, ίνα τις και εν τοις ελαχίστοις και μικροίς, τοις γινομένοις παρ' αυτού, αεί νήφει. Αναπαύσεις γαρ μεγάλας θησαυρίζει εαυτώ και ούχ υπνοί, ίνα μη συμβή αυτώ τι ενάντιον, αλλά τάς αιτίας κόπτει προ καιρού και δια των ελαχί­στων πραγμάτων υποφέρει την μικράν λύπην, εξαφανίζων δι' αυτής την μεγάλην.
Οι δε άφρονες προτιμώσι την μικράν ανάπαυσιν την εγγύς υπέρ την απέχουσαν βασιλείαν, αγνοούντες ότι κρείσσον υπομείναι κολάσεις εν τω αγώνι, υπέρ το αναπαυθήναι εν τη στρώμνη της επιγείου βασιλείας εν κατακρίσει ραθυμίας. Τοις σοφοίς γαρ ποθητός εστίν ο θάνατος υπέρ του μη κατηγορηθήναι, ότι άνευ νήψεως ετέλεσάν τι εν τοις έργοις αυτών. Διό και λέγει ο σοφός «Γενού εγρήγορος και νηφάλιος υπέρ της ζωής σου. Συγγενής γαρ εστίν ο ύπνος της διανοίας, και εικών του αληθινού θανάτου». Ο δε θεοφόρος Βασίλειος φησίν «Όστις είς τα μικρά εαυτού ονκηρός εστί, μη πιστεύσης αυτώ είς τα μεγάλα διαπρέψαι».
Υπέρ ων μέλλεις ζην, μη ακηδιάσης, μηδέ οκνήσης υπέρ αυτών αποθανείν. Σημείον γαρ εστί της ακηδίας η μικροψυχία, μήτηρ δε εστί των δύο τούτων η καταφρόνησις. Δειλός άνθρωπος σημαίνει, ότι υπό δύο νόσων νοσεί - λέγω δη υπό φιλοσωματίας και ολιγοπιστίας, η δε φιλοσωματία σημείον εστί της απιστίας. Ο δε τούτων καταφρονών βεβαιούται, ότι τω Θεώ πιστεύει ολοψύχως και τα μέλλοντα εκδέχεται.
Εάν τις εκτός κινδύνων και αγώνων και πειρασμών τω Θεώ προσήγγισε, και συ αυτόν μίμησαι. Η ευτολμία της καρδίας και η καταφρόνησις των κινδύνων από ενός των δύο αφορμών τούτων γίνεται, ή εκ της σκληροκαρδίας, ή εκ της πολλής πίστεως της προς τον Θεόν. Και τη μεν σκληροκαρδία ακολουθεί υπερηφανία, τη δε πίστει ταπεινοφροσύνη καρδίας. Ου δύναται άνθρωπος κτήσασθαι ελπίδα προς τον Θεόν, ει μη πρώτον ετελείωσε το θέλημα αυτού κατά μέρος. Η γαρ ελπίς η προς τον Θεόν και η της καρδίας ανδρεία εκ της μαρτυρίας της συνειδήσεως γεννώνται, και δια της αληθινής μαρτυρίας της διανοίας ημών την προς τον Θεόν πεποίθησιν έχομεν. Η μαρ­τυρία δε της διανοίας γίνεται εν τω μη κατακρίνεσθαι τινά εν μηδενί υπό του συνειδότος, ότι ημέλησεν εις το οφειλόμενον κατά την δύναμιν αυτού. Εάν δε η καρδία ημών μη κατακρίνη ημάς, παρρησίαν προς τον Θεόν εχομεν. Η παρρησία ούν εκ των κατορθωμάτων των αρετών και της καλής συνειδήσεως προσγίνεται. Σκληρόν γούν εστί το δουλεύσαι τω σώματι. Όστις δε ολίγον εκ πολλού αίσθηται της ελπίδος της προς τον Θεόν, ουκ έτι πεισθήσεται κατ' ανάγκην δουλεύσαι τω σκληρώ τούτω δεσπότη, τω σώματι.
Περί της σιωπής και της ησυχίας
Το αεί σιωπάν και η φυλακή της ησυχίας εκ των τριών τούτων αιτιών εν τινι γίνονται ή δια την δόξαν των ανθρώπων ή δια την θερμότητα του ζήλου της αρετής ή ότι ομιλίαν τινά θείαν τις έχει εντός εαυτού και η διανοία αυτού έλκεται προς αυτήν. Ει τις γούν μίαν των εσχάτων ουκ έχει, εξ ανάγκης την πρώτην ασθένειαν ασθενεί. Αρετή εστίν, ούχ η φανέρωσις των πολλών και διαφόρων πράξεων, των δια του σώματος επιτελουμένων, αλλ 'η σοφωτάτη καρδία εν τη ελπίδι αυτής. Συνάπτει γαρ αυτήν τοις κατά Θεόν έργοις ο ορθός σκοπός.
Η μεν γαρ διάνοια δύναται χωρίς πράξεων σωματικών επιτελέσαι το αγαθόν, το δε σώμα εκτός της σοφίας της καρδίας, καν εργάσηται, ου δύναται ωφεληθήναι όμως ούχ υποφέρει ο άνθρωπος του Θεού, όταν άδειαν εύρη αγαθοεργίας, εί μη δείξη την αγάπην εν κόπω της εργασίας αυτού προς τον Θεόν. Η μεν πρώτη τάξις πάντοτε κατευοδούται, η δε δευτέρα πολλάκις κατευοδούται, ποτέ δε και ου. Μη νομίσης δε, ότι το πράγμα τούτο μικρόν εστίν, ίνα τις εκ των αίτιων των παθών μακράν απέχη πάντοτε.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
πηγή

ABBAΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ:ΛΟΓΟΣ ΠΒ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΑΚΟΠΩΣ ΕΙΣΕΡΧΕΤΑΙ Η ΨΥΧΗ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΙΝ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΤΙΣΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΥ, ΕΑΝ ΗΣΥΧΑΣΗ ΑΠΟ ΤΕ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ 
ΜΕΡΙΜΝΩΝ ΤΩΝ ΒΙΩΤΙΚΩΝ. ΤΟΤΕ ΓΑΡ ΔΥΝΑΤΑΙ ΓΝΩΝΑΙ ΕΑΥΤΗΣ ΚΑΙ ΟΥΣ ΕΧΕΙ ΕΣΩΘΕΝ ΚΕΚΡΥΜΜΕΝΟΥΣ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ
Όταν μη εισέλθωσιν έξωθεν μέριμναι βιωτικαί επί την ψυχήν, αλλά μείνη επί την φύσιν αυτής, ου χρονίζει κοπιάσαι του εισελθείν και κατανοήσαι την σοφίαν του Θεού' ότι ο χωρισμός αυτής ο εκ του κόσμου και η ησυχία αυτής φυσικώς κινούσιν αυτήν προς κατανόησιν των κτισμάτων του Θεού, και εκ τούτου υψούται προς τον Θεόν και εκπλήττε­ται θαυμάζουσα και παραμένει τω Θεώ. Όταν γαρ μη εισέλθη ύδωρ έξωθεν επί την πηγήν της ψυχής, το ύδωρ το βρύον το φυσικόν εν αυτή νοήματα βλαστάνει εν αυτή των θαυμάσιων του Θεού διαπαντός.
Όταν δε ευρεθή η ψυχή εκτός τούτων, ή τίνα αιτίαν εκ τί­νος αλλοτρίας μνήμης έλαβεν ή αι αισθήσεις εκίνησαν κατ' αυτής ταραχήν εκ της απαντήσεως των πραγμάτων. Όταν δε συγκλεισθώσιν αι αισθήσεις τη ησυχία και μη εκπηδήσαι συγχωρηθώσι και παλαιωθώσιν αι μνήμαι τη ταύτης βοηθεία, τότε θέαση τους φυσικους λογισμούς της ψνχής, τι εισι και τι εστίν η φύσις της ψυχής, και ποίους θησαυρούς κεκρυμμένους έχει εν εαυτή. Οι δε θησαυροί είσιν, η κατανόησις των ασωμάτων, η κινουμένη εν εαυτή αφ' εαυτής χωρίς προνοίας και κόπου του υπέρ αυτής. Ουκ επίσταται δε ο άνθρω­πος, ότι τοιούτοι λογισμοί κινούνται εν τη ανθρωπίνη φύσει. Τις γαρ ην αυτού διδάσκαλος, ή πώς αυτό κατέλαβεν, όπερ και νοηθέν αδύνατον άλλοις σαφηνισθήναι, ή τις ην αυτώ οδηγός προς όπερ παρ' άλλου μηδαμώς μεμάθηκε;
Τοιαύτη τίς εστίν η φύσις της ψυχής. Ουκούν τα πάθη προσθήκη εστίν εξ αιτίας ψυχικής' επεί φυσικώς α­παθής εστίν η ψυχή. Όταν δε ακούσης εν τη Γραφή πάθη ψυ­χικά και σωματικά, γνώθι, ότι προς τας αιτίας είρηται. Η γαρ ψυχή φυσικώς απαθής εστίν. Οι δε της έξω φιλοσοφίας ου πα­ραδέχονται τούτο, ομοίως δε και οι τούτοις ακόλουθοι. Αλλ' ημείς ούτω πιστεύομεν, ότι ο Θεός τον κατ εικόνα απαθή πεποίηκε' κατ εικόνα δε λέγω, ου κατά το σώμα, αλλά κατά την ψυχήν, ήτις εστίν αόρατος. Πάσα γαρ εικών εκ προϋποκειμένης εικόνος ανιμάται, αδύνατον δε τίνα παραστήσαι εικόνα, μη προθεαθέντος αυτώ ομοιώματος. Ώστε δει πιστεύειν σε, ότι τα πάθη, ως προείπομεν, της ψυχής ουκ είσιν. Ει δε τις ανθίσταται τοις ειρημένοις, ημείς ερωτήσομεν, ο δε αποκρινέσθω.
Ερώτησις. Τι εστίν η φύσις της ψυχής; Άρα απαθής τις και φωτός πλήρης, ή εμπαθής τις και σκοτεινή; Απόκρισις. Ει γαρ ην ποτέ η φύσις της ψυχής διαυγής και καθαρά τη του μακαρίου φωτός υποδοχή, ομοίως δε και όταν προς την αρχαίαν ανέλθη τάξιν ούτως ευρίσκεται λοιπον, όταν εμπαθώς κινηθή, έξω της φύσεως αυτής ομολογου­μένως εστίν, ως οι της Εκκλησίας τρόφιμοι διαβεβαιούνται. Ώστε τα πάθη ύστερον τη ψυχή επεισήλθε, και ου δίκαιον ει­πείν της ψυχής είναι τα πάθη, καν εν τούτοις αύτη κινήται.
Φανερόν ουν εστίν, ότι τοις έξωθεν κινείται, ουχ ως ιδίοις. Και εις εν τούτοις τοις πάθεσι της ψυχής κινουμένης άνευ του σώματος, κατά τούτο λέγονται φυσικά, λοιπόν η πείνα καιη δίψα και ο ύπνος ψυχικά αν είη' ότι και εν τούτοις πάσχει καισυστενάζει τω σώματι και τη των μελών εκκοπή και τοις πυρετοίς και ταίς νόσοις και τοις παραπλησίοις. Διότι τη κοινωνία συναλγεί τω σώματι η ψυχή, ώσπερ δη και το σώμα αυτή και συγκινείται τη του σώματος ευφροσύνη και δέχεται τάς τούτουθλίψεις.
Τω δε Θεώ ημών δόξα και κράτος είς τους αιώνας. Αμήν.

Κυριακή, Νοεμβρίου 17, 2013

Ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος - Προσευχὴ τῶν δακρύων

Ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος


Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅστις ἔκλαυσας ἐπὶ Λαζάρῳ, καὶ ἔχυσας δάκρυα λύπης καὶ συμπαθείας ἐπάνω εἰς αὐτόν, δέξαι τὰ τῆς πικρίας μου δάκρυα· ἰάτρευσον διὰ τῶν ἁγίων σου παθημάτων τὰ πάθη μου· θεράπευσον διὰ τῶν πληγῶν σου τὰς ψυχικάς μου πληγάς· διὰ τοῦ τιμίου σου αἵματος καθάρισόν μου τὸ αἷμα, καὶ ἕνωσον τὴν εὐωδίαν τοῦ ζωοποιοῦ σου σώματος τῷ σώματί μου· ἡ χολή, τὴν ὁποίαν παρὰ τῶν ἐχθρῶν ἐποτίσθης, ἂς γλυκάνῃ τὴν ψυχήν μου ἀπὸ τὴν πικρίαν, τὴν ὁποίαν ὁ ἀντίδικός μου διάϐολος μ᾿ ἐπότισε· τὸ πανάγιόν σου σῶμα, τὸ ὁποῖον ἐτανύσθη ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἂς ἀναπτερώσῃ πρὸς σὲ τὸν νοῦν μου, ὅστις ἐσύρθη κάτω ὑπὸ τῶν δαιμόνων· ἡ παναγία σου κεφαλή, τὴν ὁποίαν ἔκλινας ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἂς ὑψώση τὴν κεφαλήν μου, τὴν πειϋϐρισθεῖσαν ὑπὸ τῶν ἀντιπάλων δαιμόνων· αἱ πανάγιαί σου χεῖρες, αἱ καθηλωθεῖσαι ὑπὸ τῶν παρανόμων ἐν τῷ σταυρῳ, ἂς μὲ ἀναϐιϐάσωσι πρὸς σὲ ἐκ τοῦ χάσματος τῆς ἀπωλείας, καθὼς ὑπεσχέθη τὸ πανάγιόν σου στόμα· τὸ πρόσωπόν σου, τὸ δεξάμενον ραπίσματα καὶ ἐμπτύσματα ὑπὸ τῶν καταράτων Ἰουδαίων, ἂς μοῦ λαμπρύνῃ τὸ πρόσωπον, τὸ ὁποῖον ἐμολύνθη ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας· ἡ ψυχή σου, τὴν ὁποίαν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ὑπάρχον, παρέδωκας εἰς τὸν πατέρα σου, ἂς μὲ ὁδηγήσῃ πρὸς σὲ διὰ τῆς χάριτός σου.Δὲν ἔχω καρδίαν θλιϐομένην προς ἀναζήτησίν σου, δὲν ἔχω μετάνοιαν, δὲν ἔχω κατάνυξη, οὐδὲ δάκρυα, τὰ ὁποῖα ἐπαναφέρουσι τὰ τέκνα εἰς τὴν ἰδίαν αὐτῶν πατρίδα. Δὲν ἔχω, δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν· ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς μου ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, καὶ δὲν δύναται ν᾿ ἀτενίσῃ πρὸς σὲ μετὰ πόνου· ἐψυχράνθη ἡ καρδία μου ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν, καὶ δὲν δύναται νὰ θερμανθῇ διὰ τῶν δακρύων τῆς πρὸς σὲ ἀγάπης.
Ἀλλὰ σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν καὶ καρδίαν ἐπίπονον, ἵνα ὁλοψύχως ἐξέλθω εἰς ἀναζήτησίν σου· διότι ἄνευ σοῦ θέλω ἀποξενωθῇ ἀπὸ παντὸς ἀγαθοῦ. Χάρισαί μοι λοιπόν, ὦ ἀγαθέ, τὴν χάριν σου· ὁ πατήρ, ὅστις σ᾿ ἐγέννησεν ἐκ τῶν κόλπων αὐτοῦ ἀχρόνως καὶ ἀϊδίως, ἂς ἀνανεώσῃ εἰς ἐμὲ τὰς μορφὰς τῆς εἰκόνος σου· σ᾿ ἐγκατέλιπον, μὴ μ᾿ ἐγκαταλείπῃς· ἐχωρίσθην ἀπὸ σοῦ, ἔξελθε εἰς ἀναζήτησίν μου, καὶ εὐρὼν εἰσάγαγέ με εἰς τὰς νομάς σου, καὶ συναρίθμησόν με μετὰ τῶν προϐάτων τῆς ἐκλεκτῆς σου ποίμνης, καὶ διάθρεψόν με μετ᾿ αὐτῶν ἐκ τῆς χλόης τῶν θείων σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων ὑπάρχει κατοικητήριον ἡ καθαρὰ καρδία, εἰς τὴν ὁποίαν ἀναφαίνεται ἡ ἔλλαμψις τῶν ἀποκαλύψεών σου, ἡ ὁποία ἔλλαμψις εἶναι παρηγορία καὶ ἀναψυχὴ τῶν κοπιώντων διὰ σὲ ἐν θλίψεσι καὶ διαφόροις μάστιξι· τῆς ὁποίας ἐλλάμψεως εἴθε ν᾿ ἀξιωθῶμεν καὶ ἡμεῖς διὰ τῆς χάριτος καὶ φιλανθρωπίας σου, τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


ΕΡΜΗΝΕΙΑ:

 Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Σὺ ποὺ ἔκλαψες γιὰ τὸ φίλο Σου Λάζαρο καὶ τὰ μάτια Σου ἔσταξαν δάκρυα λύπης καὶ συμπάθειας, δέξου τὰ δάκρυα τῆς πικρίας μου. Μὲ τὰ πάθη Σου θεράπευσε τὰ πάθη μου. Μὲ τὰ τραύματά Σου γιάτρεψε τὰ τραύματά μου. Μὲ τὸ Ἅγιο αἷμα Σου ἄγνισε τὸ αἷμα μου καὶ ἡ εὐωδία τοῦ ζωοποιοῦ Σου σώματος ἂς μοσχομυρίσει καὶ τὸ δικό μου σῶμα. Ἡ χολή, ποὺ Σὲ πότισαν, ἂς γλυκάνει τὴν ψυχή μου ἀπ᾿ τὶς πικρίες, ποὺ μὲ πότισε ὁ ἀντίδικος. Τὸ σῶμα Σου, ποὺ τὸ τάνυσαν πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ἀνεβάσει σὲ Σένα τὸ νοῦ μου, ποὺ τὸν τράβηξαν κάτω οἱ δαίμονες. Τὸ κεφάλι Σου, ποὺ ἔγειρε πάνω στὸ Σταυρό, ἂς ὑψώσει τὸ δικό μου κεφάλι, ποὺ τὸ ταπείνωσε ὁ ἐχθρός. Τὰ Πανάγια χέρια Σου, ποὺ καρφώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀπίστους στὸ Σταυρό, ἂς μὲ τραβήξουν ἀπ᾿ τὸν γκρεμὸ τοῦ χαμοῦ, ὅπως ὑποσχέθηκε τὸ Πανάγιό Σου στόμα. Τὸ πρόσωπό Σου, ποὺ δέχθηκε χτυπήματα καὶ φτυσίματα ἀπὸ τοὺς καταραμένους, ἂς ὀμορφήνει τὸ πρόσωπό μου, ποὺ τὸ ἀσχήμιναν οἱ ἀνομίες μου. Ἡ ψυχή Σου, ποὺ ἀπ᾿ τὸ Σταυρὸ τὴν παρέδωσες στὸν Πατέρα Σου, ἂς μὲ ὁδηγήσει στὴ Χάρη Σου.
Δὲν ἔχω καρδιὰ ἔμπονη γιὰ ἀναζήτησή Σου. Δὲν ἔχω μετάνοια, οὔτε κατάνυξη, πράγματα ποὺ φέρνουν τὰ παιδιὰ στὴν κληρονομιά τους. Δὲν ἔχω, Κύριε, δάκρυ ἱκετευτικό. Σκοτίστηκε ὁ νοῦς μου μὲ τὰ βιοτικὰ καὶ ὑλικά, καὶ δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ σὲ δεῖ μὲ πόνο καὶ συμπάθεια. Πάγωσε ἡ καρδιά μου ἀπ᾿ τὸ πλῆθος τῶν πειρασμῶν καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζεσταθεῖ μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης γιὰ Σένα.
Ἀλλὰ Σύ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μου, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησέ μου ὁλοκληρωμένη μετάνοια καὶ καρδιὰ ἔμπονη γιὰ νὰ βγῶ καὶ νὰ Σ᾿ ἀναζητήσω μ᾿ ὅλη μου τὴν ψυχή, γιατί, χωρὶς Ἐσένα, εἶμαι ξένος κάθε καλοῦ. Χάρισέ μου, λοιπόν, Ἀγαθέ, τὴν Χάρη Σου. Ὁ Πατέρας Σου... ἂς ξανακαινουργώσει μέσα μου τὴν Εἰκόνα Σου. Σὲ ἐγκατέλειψα - μὴ μ᾿ ἐγκαταλείψεις. Μακρύνθηκα ἀπὸ Σένα - βγὲς νὰ μ᾿ ἀναζητήσεις, νὰ μὲ βρεῖς καὶ νὰ μὲ ξαναβάλεις στὸ κοπάδι τῶν λογικῶν Σου προβάτων, καὶ νὰ μὲ θρέψεις, μαζὶ μ᾿ αὐτά, μὲ τὴ χλόη τῶν Θείων Σου μυστηρίων, τῶν ὁποίων τόπος εἶναι ἡ καθαρὴ καρδιά, στὴν ὁποία παρουσιάζεται καὶ ἡ ἔλλαμψη τῶν ἀποκαλύψεών Σου, ποὺ εἶναι παρηγοριὰ κι ἀναψυχὴ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κοπίασαν γιὰ Σένα μὲ θλίψεις καὶ ποικίλα βάσανα. Μακάρι ν᾿ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς νὰ δοῦμε αὐτὴ τὴν ἔλλαμψη, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία Σου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
πηγή

Πέμπτη, Αυγούστου 22, 2013

Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, τί σημαίνει; (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

acce0-ce97ceadcebbcebbceb5ceb9cf88ceb7cea4ceb7cf82ceb5cebccf80ceb9cf83cf84cebfcf83cf8dcebdceb7cf82ce91ceb3-ce99cf83ceb1ceaccebacebfΝα εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, σημαίνει να μην κυριεύεσαι πλέον από καμιά αγωνία η φόβο, να μην βασανιστείς ξανά από κανέναν λογισμό, από καμιά σκέψη πώς δεν έχεις κανέναν για να σε φροντίσει.

Όταν ο νους εκπέσει από αυτήν την εμπιστοσύνη, ο άνθρωπος αρχίζει να πέφτει μέσω των λογισμών σε χιλιάδες πειρασμούς.
Όπως λέγει ο μακάριος ερμηνευτής (ενν. ο Θεόδωρος Μοψουεστίας) στο βιβλίο του για τον Ευαγγελιστή Ματθαίο,«όλη η μέριμνα του Σατανά είναι να πείσει τον άνθρωπο πώς ο Θεός δεν ενδιαφέρεται γι” αυτόν».
Γιατί ξέρει πώς. όσο έχουμε την ακριβή γνώση της Πρόνοιάς Του στερεωμένη μέσα μας, οι ψυχές μας θα κατοικούν στην απόλυτη ειρήνη. Κι επιπλέον θ” αποκτήσουμε την Αγάπη του Θεού και θα μεριμνάτε για καθετί πού Τον ευχαριστεί. Αυτόν τον λογισμό προσπαθεί να μας τον αποσπάσει ο σατανάς.
Η παντελής ανάθεση τον ανθρώπου στη θεία πρόνοια και η ανταπόκριση της θείας Χάρης
Άμα ό άνθρωπος απορρίψει για τον εαυτό του κάθε αισθητή βοήθεια και κάθε ανθρώπινη ελπίδα, όπως συμβαίνει με τους ησυχαστές, και αφιερωθεί στο Θεό με εμπιστοσύνη και καθαρή καρδιά, αμέσως ακολουθεί ή θεία χάρη και του αποκαλύπτει τη δύναμη της βοηθώντας τον με πολλούς τρόπους.
Πρώτα, πρώτα στα φανερά σωματικά προβλήματα, όπου του δείχνει εμφανώς τη δύναμη της πρόνοιας του Θεού γι’ αυτόν προσωπικά. Και καθώς βλέπει τη φανερή βοήθεια του Θεού, βεβαιώνεται και για τη μυστική βοήθεια του Θεού, όπως ταιριάζει στο ταπεινό και άκακο φρόνημα του και στη σεμνή διαγωγή του. Καταλαβαίνει δηλ. πώς τακτοποιούνται οι σωματικές του ανάγκες χωρίς κόπο, αφού δε φροντίζει καθόλου γι’ αυτές.
Και ή θεία χάρη τον απαλλάσσει από πολλά δυσάρεστα και επικίνδυνα πολλές φορές, πράγματα, χωρίς αυτός να τα καταλαβαίνει. Όλα αυτά τα αποδιώχνει άπ’ αυτόν, ανεπαίσθητα, ή θεία χάρη, με θαυμαστό τρόπο, και τον σκεπάζει σαν την κλώσα, πού ανοίγει τα φτερά της και σκεπάζει τα κλωσσόπουλα, για να μην πάθουν κανένα κακό. Έτσι, του δείχνει (ή Θεία Χάρη), στα μυστικά μάτια της ψυχής του, πώς πλησίαζε ή απώλεια του, και φυλάχτηκε αβλαβής. Έτσι, τον γυμνάζει στα πνευματικά και του φανερώνει τις ενέδρες και τις μηχανές των κακών και ακατάληπτων λογισμών.
Και τότε, εύκολα τους καταλαβαίνει, και παρακολουθεί πώς ό ένας διαδέχεται τον άλλο, και πώς παραπλανούν και εξαπατούν τον άνθρωπο, και σε ποιο λογισμό κολλάει ό νους, και πώς γεννιούνται ό ένας από τον άλλο, και εξολοθρεύουν την ψυχή. Και κάνει (ή Θεία Χάρη) καταγέλαστη στα πνευματικά του μάτια κάθε ενέδρα και παγίδα των δαιμόνων, και αποκαλύπτει πώς εξαφανίζονται οι κακοί λογισμοί τους, και του δίνει σοφία και σύνεση, ώστε να καταλαβαίνει Τι μέλλει να συμβεί.
Ακόμη, ανατέλλει μέσα στην απλή καρδιά του ένα μυστικό φως, για να βλέπει τα πάντα, και τη δύναμη των λεπτών συλλογισμών, και του δείχνει φανερά Τι έμελλε να πάθει, αν δεν γνώριζε τις δαιμονικές πανουργίες. Και τότε γεννιέται μέσα του ή βεβαιότητα ότι για κάθε πράγμα, μικρό και μεγάλο, πρέπει να ζητούμε στην προσευχή μας τη βοήθεια του Δημιουργού μας.
Αγ. Ισαάκ ο Σύρος
πηγή  /
μεταφορά

Τρίτη, Αυγούστου 20, 2013

"Και όταν Τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μά­θεις έτσι, ότι ο Θεός είναι αυτός που σε λυτρώνει."


Όταν θελήσεις να κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα να ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πει­ρασμών, που πρόκειται να έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο ε­χθρός, όταν δει κάποιον ν' αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει να του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε να δειλιάσει απ' αυτούς ο άν­θρωπος και να εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση. Και παραχωρεί ο Θεός να πέσει σε πειρασμό για να χτυπήσεις επίμονα τη θήρα (του ελέους) Του και για να ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, η μνήμη Εκείνου, και για να Τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν' αγιασθεί έτσι η καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν Τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μά­θεις έτσι, ότι ο Θεός είναι αυτός που σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου που σ' έπλασε και σε δυ­ναμώνει και σε προστατεύει. Γιατί η σκέπη και η πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους. Δεν γίνεται ό­μως ορατή παρά μόνο σ' εκείνους που καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και είναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ' αυτούς η βοήθεια και η πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας. γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου.

Μερικοί, που είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωμα­τικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστω­σαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ' αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τους Τρεις Παίδες και τον απόστολο Πέτρο και τους άλλους αγίους, που άθλησαν για το Χριστό. Σ' αυτούς (η θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έ­χοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προε­τοιμάζοντάς τους για τον αγώνα της ευσέβειας. Αλλά και στους πατέρες, που έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κει τους δαίμονες και έγιναν κατοικητήρια αγγέλων, και σ' αυ­τούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τους βοηθούσαν και τους συμπαραστέκονταν σε όλα και τους στήριζαν και τους λύτρωναν από τους πειρασμούς, που οι άγριοι δαίμονες τους προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται η βοήθεια του Θεού από τους ανθρώπους που ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα που Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους ό­σοι Τον επικαλούνται

του Αββά Ισαάκ του Σύρου

πηγή

Παρασκευή, Ιουλίου 05, 2013

ΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ*


ISAAK O SYROSὉ Ἀβ­βᾶς Ἰ­σα­άκ ὁ Σῦ­ρος ὑ­πῆρ­ξε μέ­γας ἀ­σκη­τι­κός συγ­γρα­φέ­ας, Ἐ­πί­σκο­πος Νι­νευΐ καί Ἅ­γιος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. (Ἡ μνή­μη του ἑ­ορ­τά­ζε­ται στίς 28 Σε­πτεμ­βρί­ου). Ἀφ᾿ ὅ­του τά Ἀ­σκη­τι­κά του ἔρ­γα με­τα­φρά­στη­καν τόν Θ΄ αἰ­ῶ­να στήν Ἑλ­λη­νι­κή ἀ­πό το­ύς Σαβ­βα­ΐ­τες Ἀβ­βάδες Πα­τρί­κιο καί Ἀ­βρά­μιο κα­τέ­λα­βαν τήν κο­ρυ­φή τῆς ἀ­σκη­τι­κῆς καί νη­πτι­κῆς γραμ­μα­το­λο­γί­ας καί ἀ­να­γι­νώ­σκον­ται ἀ­πλή­στως ἀ­πό λα­ϊ­κούς­, μο­να­χο­ύς καί Ἁ­γί­ους.
Οἱ με­γά­λοι νη­πτι­κοί, ἅ­γιος Συ­με­ών ὁ νέ­ος Θε­ο­λό­γος, ὅ­σιος Γρη­γό­ριος ὁ Σι­να­ΐ­της καί ἅ­γιος Γρη­γό­ριος ὁ Πα­λα­μᾶς, ἀ­να­φέ­ρον­ται στόν ὅ­σιο ἤ ἅ­γιο Ἰ­σα­άκ, ὅ­πως τόν ὀ­νο­μά­ζουν, ὡς πνευ­μα­τι­κή αὐ­θεν­τί­α. Ὁ ὅ­σιος Νι­κό­δη­μος ὁ Ἁ­γι­ο­ρε­ί­της τόν θε­ω­ρεῖ δι­δά­σκα­λό του καί τόν ἀ­πο­κα­λεῖ “Ὁ ἐ­μός φι­λό­σο­φος”. Ὁ ἅ­γιος Σε­ρα­φε­ίμ τοῦ Σάρωφ πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πό κά­θε ἄλ­λον Ἅ­γιο μνη­μο­νε­ύ­ει τόν ἅ­γιο Ἰ­σα­άκ καί ἀ­να­φέ­ρει πολ­λά ἀ­πο­σπά­σμα­τα ἀ­πό τά Ἀ­σκη­τι­κά του. Πολ­λοί ἄλ­λοι Ἅ­γιοι με­λε­τοῦ­σαν τόν Ἀβ­βᾶ Ἰ­σα­άκ καί πλεῖ­στοι νε­ώ­τε­ροι Γέροντες καί Ἀ­σκη­τές εἶ­χαν τήν βί­βλο του με­τά τό Εὐ­αγ­γέ­λιο.
Ὁ ἅ­γιος Ἰ­σα­άκ στο­ύς λό­γους του πε­ρι­γρά­φει ἀ­νώ­τε­ρες πνευ­μα­τι­κές κα­τα­στά­σεις, ὅ­πως τά στά­δια τῆς προ­σευ­χῆς, τίς ἐ­νέρ­γει­ες τῆς θε­ί­ας χά­ρι­τος, τόν θεῖ­ο ἔ­ρω­τα καί τά εἴ­δη τῶν δα­κρύ­ων. Συμ­βου­λε­ύ­ει μέ πο­λύ λε­πτό­τη­τα καί ἀ­κρί­βεια γιά τήν δι­ά­κρι­ση καί ἀν­τι­με­τώ­πι­ση τῶν λο­γι­σμῶν, τήν Εὐ­αγ­γε­λι­κή σχέ­ση καί συμ­πε­ρι­φο­ρά μας πρός το­ύς ἀ­δελ­φο­ύς, τόν μο­να­χι­κό τρό­πο ζω­ῆς καί γε­νι­κά ὅ,τι μπο­ρεῖ νά βο­η­θή­ση ὅ­ποι­ον ἐ­πι­θυ­μεῖ νά ζή­ση ὄ­χι ἁ­πλῶς μιά πρα­κτι­κή ἀ­σκη­τι­κή ζωή ἀλ­λά τήν πο­λι­τε­ί­α τῆς δι­α­νοί­ας, τήν νο­ε­ρά καί ἀ­δι­ά­λει­πτη προ­σευ­χή καί τήν θε­ω­ρί­α.
Οἱ Λόγοι του ἔ­χουν πράγ­μα­τι ἰ­δι­α­ί­τε­ρη χά­ρη καί βά­θος πνευ­μα­τι­κό.  Ὅ­πως ἔ­λε­γε ὁ γέ­ρον­τας Πα­ΐ­σιος εἶ­ναι σάν τίς πο­λυ­βι­τα­μι­νοῦ­χες τρο­φές.  Ἕ­νας λό­γος του σέ τρέ­φει γιά μέ­ρες. Οἱ Λόγοι τοῦ Ἀβ­βᾶ Ἰ­σα­άκ θε­ω­ροῦν­ται ὅ­τι εἶ­ναι γιά προ­χω­ρη­μέ­νους πνευ­μα­τι­κά ἀλ­λά μπο­ροῦν ὅ­λοι νά ὠ­φε­λη­θοῦν. Εἶ­ναι πο­λύ συγ­κα­τα­βα­τι­κός ὁ Ἅ­γιος καί δί­νει προ­θυ­μί­α σέ ὅ­λους. Ἰ­δι­αι­τέ­ρως πα­ρη­γο­ρεῖ καί κα­θο­δη­γεῖ το­ύς μο­να­χο­ύς καί μά­λι­στα το­ύς Ἡ­συ­χα­στές.
Σήμερα πού οἱ ἄν­θρω­ποι ἔ­γι­ναν πο­λυ­ά­σχο­λοι καί δέν ἔ­χουν χρό­νο γιά πολ­λές ἀ­να­γνώ­σεις, ἀλ­λά ἐ­πι­ζη­τοῦν καί τήν πνευ­μα­τι­κή ζωή, ἡ πα­ροῦ­σα Ἀν­θο­λο­γί­α καί ἐ­πι­λο­γή τῶν Ἀ­πο­φθεγ­μά­των ἀ­πό το­ύς Ἀ­σκη­τι­κο­ύς Λόγους τοῦ ἁ­γί­ου Ἰ­σα­άκ εἶ­ναι εὔ­και­ρο καί πρα­κτι­κό βο­ή­θη­μα. Πε­ρι­έ­χει 584 Ἀ­πο­φθέγ­μα­τα σέ με­τά­φρα­ση ἀ­πό τήν ἔκ­δο­ση τοῦ δι­δα­σκά­λου τοῦ Γένους Νι­κη­φό­ρου Θε­ο­τό­κη τοῦ ἔ­τους 1770.
        Εὐ­χώ­μα­στε μέ τίς πρε­σβεῖ­ες τοῦ ἁ­γί­ου Ἰ­σα­άκ οἱ ἀ­να­γνῶ­στες νά αἰ­σθαν­θοῦν τήν γλυ­κύ­τη­τα τῶν χα­ρι­τω­μέ­νων Λόγων του καί νά ἐ­ξα­φθῆ ὁ ζῆ­λος τους γιά νά προ­σπα­θή­σουν νά εἰ­σέλ­θουν ἀ­γω­νι­ζό­με­νοι στό νο­ε­ρό-καρ­δια­κό στά­διο γιά νά λά­βουν αἴ­σθη­ση τῆς Χάριτος καί τῆς αἰ­ω­νί­ου ζω­ῆς. Ἀ­μήν. 


Ἀποφθέγματα Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου.

ποι­ος ἐ­πι­θυ­μεῖ τήν τι­μή τοῦ μα­τα­ί­ου κό­σμου, δέν μπο­ρεῖ νά ἀ­πο­φύ­γη τίς αἰ­τί­ες τῆς λύ­πης. (Α΄,3).

σον και­ρό κά­ποι­ο πα­ρά­πτω­μά σου εἶ­ναι μι­κρό ξερ­ρί­ζω­σέ το, πρίν με­γα­λώ­ση καί ὡ­ρι­μά­ση. Μή ἀ­με­λή­σης, ὅ­ταν τό ἐ­λάτ­τω­μα σοῦ φα­ί­νε­ται μι­κρό· δι­ό­τι ἀρ­γό­τε­ρα θά σοῦ γί­νη ἀ­πάν­θρω­πος αὐ­θέν­της καί θά τρέ­χης ἐμ­πρός του σάν δε­μέ­νος δοῦ­λος. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως πού ἀ­γω­νί­ζε­ται κα­τά τοῦ πά­θους ἀ­πό τήν ἀρχή, θά τό κα­τα­δα­μά­ση γρή­γο­ρα. (Ε΄,20).

­γά­πη­σε το­ύς ἁ­μαρ­τω­λο­ύς, μί­ση­σε δέ τά ἔρ­γα τους, καί μή το­ύς κα­τα­φρο­νή­σης γιά τά ἐ­λατ­τώ­μα­τά τους, μή τυ­χόν καί σύ πει­ρα­σθῆς μέ πα­ρό­μοι­α κα­κά. (Ε΄,30).

Νά μή ἐ­λέγ­ξης κα­νέ­να γιά κά­ποι­ο πα­ρά­πτω­μα, ἀλ­λά νά θε­ω­ρῆς τόν ἑ­αυ­τόν σου ὑ­πε­ύ­θυ­νο καθ᾿ ὅ­λα καί αἴ­τιον τοῦ πτα­ί­σμα­τος. (Ζ΄,34).
  
Δέξου νά κα­τα­φρο­νη­θῆς, ἀλ­λά νά μή κα­τα­φρο­νή­σης· νά ἀ­δι­κη­θῆς, ἀλ­λά νά μή ἀ­δι­κή­σης. Προ­τι­μό­τε­ρο εἶ­ναι νά δι­α­φθα­ροῦν τά σω­μα­τι­κά μα­ζί μέ τό σῶ­μα, πα­ρά νά ζη­μι­ω­θῆς σέ κά­τι ψυ­χι­κό. Νά μή ἔλ­θης σέ δι­κα­στή­ριο μέ κα­νέ­να, ἀλ­λά ἄν κα­τα­κρι­θῆς, ὑ­πό­μει­νε, ἔ­στω κι ἄν δέν εἶ­σαι ἔ­νο­χος. (Ζ΄,35).

Τά ἔρ­γα τῆς ἡ­συ­χί­ας εἶ­ναι ἡ πεῖ­να, ἡ ἀ­νά­γνω­ση, ἡ ὁ­λο­νύ­κτιος καί προ­σε­κτι­κή ἀ­γρυ­πνί­α, κα­τά τήν δύ­να­μη τοῦ κα­θε­νός, καί τό πλῆ­θος τῶν με­τα­νοι­ῶν, πρᾶγ­μα πού χρει­ά­ζε­ται νά γί­νε­ται καί κα­τά τίς ὧ­ρες τῆς ἡ­μέ­ρας καί κα­τά τή νύ­κτα πολ­λές φο­ρές. (Θ΄,42).

 ἀ­λη­θι­νή τα­πε­ί­νω­ση εἶ­ναι γέν­νη­μα τῆς γνώ­σε­ως, καί ἡ ἀ­λη­θι­νή γνῶ­ση εἶ­ναι γέν­νη­μα τῶν πει­ρα­σμῶν. (ΙΣΤ΄,59).

­ποι­ος ὁ­μι­λεῖ πε­ρι­φρο­νη­τι­κῶς κα­τά τοῦ τα­πει­νό­φρο­νος καί δέν τόν ὑ­πο­λο­γί­ζει ὡς ζων­τα­νό, εἶ­ναι σάν νά ἄ­νοι­ξε τό στό­μα του κα­τά τοῦ Θε­οῦ. (Κ΄,78).

 συ­νε­χής ἡ­συ­χί­α μα­ζί μέ τήν ἀ­νά­γνω­ση, ἡ σύμ­με­τρη με­τά­λη­ψη τῶν φα­γη­τῶν καί ἡ ἀ­γρυ­πνί­α ἐ­ξυ­πνί­ζουν γρή­γο­ρα τήν δι­ά­νοι­α πρός τήν ἔκ­πλη­ξη ἐ­νώ­πιον τῶν θε­ί­ων πραγ­μά­των, ἐ­άν δέν με­σο­λα­βή­ση καμ­μιά ἀ­φορμή πού δι­α­λύ­ει τήν ἡ­συ­χί­α. (ΚΘ΄,126).

 ἀ­κη­δί­α γεν­νᾶ­ται ἀ­πό τόν με­τε­ω­ρι­σμό τῆς δι­α­νο­ί­ας, καί αὐ­τός ἀ­πό τήν ἀ­πο­φυ­γή τῶν κό­πων καί τῆς ἀ­να­γνώ­σε­ως καί ἀ­πό τήν μά­ται­η συ­νάν­τη­ση· ἤ προ­έρ­χε­ται ἀ­πό τήν ὑ­περ­πλή­ρω­ση τῆς κοι­λιᾶς. (ΛΓ΄,144).

 ἀ­πό­το­μη καί σκλη­ρή καρ­διά δέν κα­θα­ρί­ζε­ται πο­τέ. Ὁ ἐ­λε­ή­μων εἶ­ναι ἰα­τρός τῆς ψυ­χῆς του, δι­ό­τι δι­ώ­χνει ἀ­πό μέ­σα του τό σκο­τά­δι τῶν πα­θῶν σάν μέ δυ­να­τό ἄ­νε­μο. (ΛΔ΄,151).

­σον και­ρό εἴ­μα­στε στόν κό­σμο τοῦ­τον ὁ Θε­ός δέν το­πο­θε­τεῖ τήν σφρα­γῖ­δα, οὔ­τε στά ἀ­γα­θά, οὔ­τε στά κα­κά, ἕ­ως τήν ὥ­ρα τῆς ἐ­ξό­δου, κα­τά τήν ὁ­πο­ί­α τε­λει­ώ­νει τό ἔρ­γο τῆς ἐ­πί­γειας πα­τρί­δας μας καί φθά­νο­με στήν ἀ­πο­δη­μί­α. (ΛΗ΄,167).



νά­λο­γα μέ τό μέ­τρο τῆς τα­πει­νο­φρο­σύ­νης, σοῦ δί­δε­ται καί ἡ ὑ­πο­μο­νή στίς συμ­φο­ρές σου. Καί ἀ­νά­λο­γα μέ τήν πα­ρη­γο­ριά σου, με­γα­λύ­νε­ται ἡ πρός τόν Θεό ἀ­γά­πη σου. (Μς’,195).

Γίνε φί­λος ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων, ἀλ­λά μέ τήν σκέ­ψη σου νά εἶ­σαι μο­να­χός. Γίνε κοι­νω­νός στά πα­θή­μα­τα τῶν πάν­των καί μέ τό σῶ­μα σου ἀ­πο­μα­κρύν­σου ἀ­πό ὅ­λους. (ΝΗ΄,239).

Πρίν ἀ­πό τήν Χάρι τρέ­χει ἡ τα­πε­ί­νω­ση καί πρίν ἀ­πό τήν τι­μω­ρί­α τρέ­χει ἡ οἴ­η­ση. (ΟΓ΄,284).

Κάθε προ­σευ­χή στήν ὁ­πο­ί­α δέν μο­χθεῖ τό σῶ­μα καί δέν θλί­βε­ται ἡ καρ­διά, θε­ω­ρεῖ­ται ἔ­κτρω­μα· δι­ό­τι εἶ­ναι προ­σευ­χή χω­ρίς ψυ­χή. (Ος΄,297).

Τίς πα­λαι­ές ἐν­το­λές φυ­λάτ­τει ὁ φό­βος, ὅ­πως εἶ­πε ὁ Κύριος, ἐ­νῶ τίς ζω­ο­ποι­ο­ύς ἐν­το­λές τοῦ Χρι­στοῦ φυ­λάτ­τει ἡ ἀ­γά­πη. (Ἐ­πι­στο­λή Δ΄,385).

(Ἀπό τό ἐκδοθέν βιβλίον ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ἐκ τῶν ἐκδόσεων τῆς ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ).

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Ε΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΑΝ.-ΜΑΡ. 2011

Σάββατο, Μαρτίου 30, 2013

Ενάντια στους πειρασμούς . . .

 

Νουθετώντας μας ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
για την αντιμετώπιση των καθημερινών πειρασμών
που δεχόμαστε ασταμάτητα στη ζωή μας , μας λέει :

"Όπως πλησιάζουν τα βλέφαρα το ένα το άλλο, έτσι και οι πειρασμοί 

είναι κοντά στους ανθρώπους. Και αυτό το οικονόμησε ο Θεός να είναι
 έτσι, με σοφία, για να έχουμε ωφέλεια. Για να κρούεις δηλαδή επίμονα, 
εξαιτίας των θλίψεων, τη θύρα του ελέους του Θεού και για να μπει μέσα
 στον νου σου, με το φόβο των θλιβερών πραγμάτων, ο σπόρος της μνήμης
 του Θεού, ώστε να πας κοντά Του με τις δεήσεις, και να αγιασθεί η
 καρδιά σου με τη συνεχή ενθύμησή Του. 
Και ενώ εσύ θα Τον παρακαλείς,
 Αυτός θα σε ακούσει.

Ο πορευόμενος στον δρόμο του Θεού πρέπει να

 Τον ευχαριστεί για όλες τις θλίψεις που τον βρίσκουν, και να κατηγορεί
 και να ατιμάζει τον αμελή εαυτό του, και να ξέρει ότι ο Κύριος, 
που τον αγαπά και τον φροντίζει, δεν θα του παραχωρούσε τα λυπηρά, 
για να ξυπνήσει τον νου του, αν δεν έδειχνε κάποια αμέλεια. 
Ακόμη μπορεί να επέτρεψε ο Θεός κάποια θλίψη, διότι ο άνθρωπος
 έχει υπερηφανευθεί, οπότε ας το καταλάβει και ας μην ταραχθεί κι 
ας βρίσκει την αιτία στον εαυτό του, ώστε το κακό να μη γίνει διπλό,
 δηλαδή να υποφέρει και να μη θέλει να θεραπευθεί. Στον Θεό που
 είναι η πηγή της δικαιοσύνης, δεν υπάρχει αδικία. 
Αυτό να μην περάσει από το νου μας.

Μην αποφεύγεις τις θλίψεις, διότι βοηθούμενος απ' αυτές μαθαίνεις 

καλά την αλήθεια και την αγάπη του Θεού.Και μη φοβηθείς τους πειρασμούς,
 διότι μέσα από αυτούς βρίσκεις θησαυρό. Να προσεύχεσαι να μην εισέλθεις
 στους ψυχικούς πειρασμούς, όσο για τους σωματικούς, να ετοιμάζεσαι 
να τους αντιμετωπίσεις με όλη τη δύναμή σου, γιατί χωρίς αυτούς 
δεν μπορείς να πλησιάσεις τον Θεό. Μέσα σ' αυτούς εμπεριέχεται
 η θεία ανάπαυση. Όποιος αποφεύγει τους σωματικούς πειρασμούς, 
αποφεύγει την αρετή.

Χωρίς πειρασμούς η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο δεν φανερώνεται, 

και είναι αδύνατον, χωρίς αυτούς, να αποκτήσεις παρρησία στον Θεό, 
και να μάθεις τη σοφία του αγίου Πνεύματος και, ακόμη, δεν θα μπορέσει 
να στεριωθεί μέσα στην ψυχή σου ο θεϊκός πόθος. 
Προτού να έρθουν οι πειρασμοί, ο άνθρωπος προσεύχεται στον Θεό σαν ξένος. 
Από τότε όμως που θα εισέλθει σε πειρασμούς για την αγάπη του Θεού,
 και δεν αλλάξει γνώμη, έχει τον Θεό, να πούμε, υποχρεωμένο απέναντί 
του, και ο Θεός τον λογαριάζει για γνήσιο φίλο του. Διότι πολέμησε και νίκησε 
τον εχθρό του, για να εκπληρώσει το θέλημα του Θεού.

Ο Θεός δεν δίνει μεγάλο χάρισμα χωρίς να προηγηθεί μεγάλος πειρασμός

 γιατί ανάλογα με την σφοδρότητα των πειρασμών ορίσθηκαν τα χαρίσματα 
από τη σοφία του Θεού, την οποία όμως δεν καταλαβαίνουν συνήθως οι άνθρωποι. 
Από το μέγεθος των μεγάλων θλίψεων που σου στέλνει η πρόνοια του Θεού, 
καταλαβαίνεις πόση τιμή σου κάνει η μεγαλοσύνη του. 
Διότι ανάλογη με τη λύπη που δοκιμάζεις είναι και η παρηγοριά που δέχεσαι.

Αν με ρωτήσεις ποια είναι η αιτία για όλα αυτά, σου απαντώ: Η αμέλεια σου,

 γιατί δεν φρόντισες να βρεις τη γιατρειά τους. Η γιατρειά όλων αυτών είναι μία, 
και μ' αυτήν ο άνθρωπος βρίσκει αμέσως στην ψυχή του την παρηγοριά που ποθεί.
 Και ποια λοιπόν είναι αυτή η γιατρειά; Είναι η ταπεινοφροσύνη της καρδιάς.
 Χωρίς αυτήν είναι αδύνατο να χαλάσεις τον φράχτη των πειρασμών, 
απεναντίας μάλιστα βρίσκεις ότι οι πειρασμοί είναι ισχυρότεροι και σε εξουθενώνουν.

Κατά το μέτρο της ταπεινοφροσύνης, σου δίνει ο Θεός και τη δύναμη να 

υπομένεις τις συμφορές σου. Και κατά το μέτρο της υπομονής σου,
 το βάρος των θλίψεών σου γίνεται ελαφρύ και, έτσι, παρηγοριέσαι. 
Και όσο παρηγοριέσαι, τόσο η αγάπη σου προς τον Θεό αυξάνει. 
Και όσο αγαπάς τον Θεό, τόσο μεγαλώνει η χαρά που σου χαρίζει το 
άγιο Πνεύμα. Ο εύσπλαχνος Πατέρας μας, θέλοντας να βγάλει σε καλό 
τους πειρασμούς των πραγματικών του παιδιών, δεν τους παίρνει, παρά τους 
δίνει τη δύναμη να τους υπομείνουν.
 Όλα αυτά τα αγαθά (την παρηγοριά, την αγάπη, τη χαρά) τη δέχονται
 οι αγωνιστές ως καρπό της υπομονής, για να φτάσουν οι ψυχές 
τους στην τελειότητα.

Οι αγωνιστές, λοιπόν, πειράζονται για να αυξήσουν τον πνευματικό τους

 πλούτο, οι αμελείς, για να φυλαχθούν απ' ό,τι τους βλάπτει, οι κοιμισμένοι,
 για να ξυπνήσουν. Οι απομακρυσμένοι, για να πλησιάσουν στον Θεό και
 οι φίλοι του Θεού, για να εισέλθουν στον άγιο οίκο του με παρρησία.
 Ένας γιος, άβγαλτος στη ζωή, δεν μπορεί να διαχειρισθεί τον πλούτο
 του πατέρα του και να βοηθηθεί απ' αυτόν. Γι' αυτό λοιπόν, στην αρχή 
στέλνει δυσκολίες και βάσανα ο Θεός στα παιδιά του και, μετά, τους 
φανερώνει τι τους χαρίζει.
Δόξα τω Θεώ που, με πικρά φάρμακα, μας χαρίζει την απόλαυση της 

πνευματικής υγείας.

Αν σκύψουμε το κεφάλι, τότε ό,τι καλό και ωφέλιμο ζητήσουμε 

από τον Θεό στην προσευχή μας με ταπείνωση, με διαρκή πόθο και 
με υπομονή, όλα θα μας τα δώσει.

Όπως τα μικρά παιδιά τρομάζουν από τα φοβερά θεάματα, και τρέχουν

 και πιάνονται από τα φορέματα των γονέων τους, και ζητούν τη
 βοήθειά τους, έτσι και η ψυχή: όσο στενοχωριέται και θλίβεται από το 
φόβο των πειρασμών, προστρέχει και κολλάει στον Θεό,
 και τον παρακαλεί με ακατάπαυτες δεήσεις. 
Και όσο οι πειρασμοί πέφτουν επάνω της, ο ένας μετά τον άλλο, 
τόσο και παρακαλεί περισσότερο.
 Αλλά όταν σταματήσουν και ξαναβρεί την ανάπαυσή της, συνήθως 
χάνει την επαφή της με την πραγματικότητα και απομακρύνεται 
από τον Θεό.




Άφησε λοιπόν τη φροντίδα σου στον Θεό, και σε όλες τις δυσκολίες
 σου κατάκρινε τον εαυτό σου, ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο αίτιος για όλα.

Όλες οι λυπηρές περιστάσεις και οι θλίψεις, αν δεν έχουμε υπομονή, 

μας διπλοβασανίζουν. Γιατί ο άνθρωπος με την υπομονή του διώχνει
 την πίκρα των συμφορών, ενώ η μικροψυχία γεννά την απελπισία της
 κόλασης. Η υπομονή είναι μητέρα της παρηγοριάς, είναι μια δύναμη
 ψυχική, που γεννιέται από την πλατιά καρδιά. Αυτή τη δύναμη ο άνθρωπος
 δύσκολα τη βρίσκει πάνω στις θλίψεις του, αν δεν έχει τη θεία χάρη, 
που την αποκτά με την επίμονη προσευχή και με δάκρυα."

πηγή

Πέμπτη, Μαρτίου 14, 2013

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ -ΠΕΡΙ ΤΥΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ




ΛΟΓΟΣ 
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
 ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

ΠΕΡΙ ΤΥΠΟΛΟΓΙΚΗΣ 
ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ 
ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ

 


Κυριακή είναι μυστήριο της αληθινής γνώσεως, το όποιο δεν αποκτάται μέσα στην σάρκα και το αίμα, διότι υπέρκειται των σκέψεων. Στον παρόντα αιώνα δεν υπάρχει ογδόη ούτε αληθινό Σάββατο. Εκείνος πού είπε, «έπαυσε το έργο του την εβδόμη ήμερα», εννοούσε την κατάπαυση του δρόμου της ζωής αυτής• διότι ό τάφος είναι σώμα και ανήκει στον κόσμο. Οι έξι ήμερες στην καλλιέργεια της ζωής τελειώνονται δια της φυλάξεως των εντολών, ή εβδόμη ολοκληρώνεται στον τάφο, και ή ογδόη με την έξοδο από αυτόν. Όπως οι άξιοι σ' αυτόν τον κόσμο δέχονται τα μυστήρια της Κυριακής συμβολικός, και όχι την ίδια την ήμερα σωματικός, έτσι και οι αγωνιστές δέχονται τα μυστήρια του Σαββάτου παραβολικός, και όχι το ίδιο το Σάββατο αληθινά, πού σημαίνει κατάπαυση από κάθε θλιβερό και τελεία απαλλαγή από τα ενοχλητικά. Διότι ό Θεός μας έδωσε να ζούμε εδώ σε μυστήριο και όχι σε πραγματικότητα. Το αληθινό και ασύγκριτο Σάββατο είναι το μνήμα πού υποδεικνύει και επισημαίνει την τελεία κατάπαυση των θλίψεων από τα πάθη και από την ενέργεια πού αντιτίθεται σ' αυτήν. Όλη ή ανθρωπινή υπόστασης αναπαύεται εκεί, και ή ψυχή και το σώμα.
 


Σε έξι ήμερες ολοκλήρωσε ό Θεός την σύσταση του κόσμου τούτου και συνέστησε τα στοιχεία και συνέδεσε την σύσταση τους με αεικίνητη κίνηση για την λειτουργία τους, και δεν θα σταματήσουν τον δρόμο τους πριν από την διάλυση τους. Και από την δύναμη αυτών, των αρχεγόνων δηλαδή στοιχείων, αποτελέστηκαν τα σώματα μας. 'Αλλ' ούτε σ' αυτά έδωσε κατάπαυση της κινήσεως τους, ούτε στα δικά μας σώματα πού έγιναν από αυτά έδωσε να καταπαύσομε την εργασία. Έθεσε όμως σ' εμάς όριο της καταπαύσεως, να ακολουθήσουμε την πρώτη μας συγγένεια, δηλαδή την κατάλυση της ζωής. Έτσι είπε στον Αδάμ• «με τον ίδρωτα του προσώπου σου θα φάγεις τον άρτο σου». Έως πότε; «Ως πού να επιστρέψεις στην γη από την οποία ελήφθης», ή οποία θα σου παραγάγει αγκάθια και τριβόλια, πού είναι μυστήρια της γεωργίας του βίου τούτου, όσο υπάρχει αυτός.

 

Επί πέντε χιλιάδες πεντακόσια χρόνια, και περισσότερα, άφησε τον Αδάμ να μοχθεί σ' αυτήν την εργασία, διότι μέχρι τότε δεν είχε αποκαλυφθεί ή οδός των αγίων, όπως είπε ό θειος Απόστολος, αλλά κατά τις τελευταίες ήμερες επεδήμησε και παρήγγειλε στο αυτεξούσιο μας να μετάλλαξη ίδρωτα με ίδρωτα• πάντως δεν παρήγγειλε ανάπαυση, αλλά μεταλλαγή, διότι μας λυπήθηκε για την συνεχή κακοπάθειά μας επάνω στην γη. Αν λοιπόν παύσομε να ιδρώνομε σ' αυτήν, τότε αναγκαστικά θα θερίσομε αγκάθια. Διότι ή εγκαταλείψεις του ίδρωτα της προσευχής σημαίνει καλλιέργεια της σωματικής γης πού παράγει εκ φύσεως αγκάθια. Στην πραγματικότητα τα πάθη είναι αγκάθια πού φυτρώνουν για μας από τον σπόρο μέσα στο σώμα. Όσον καιρό φέρομε την εικόνα του Αδάμ, κατ' ανάγκη φέρομε και τα πάθη του. Είναι αδύνατο στην γη να παύση να παράγει βλαστούς κατά την φύση της. Τέκνο δε της φύσεως αυτής είναι ή γη των δικών μας σωμάτων, όπως βεβαιώνει ή μαρτυρία του Θεού «ή γη από την οποία ελήφθη»• Εκείνη παράγει αγκάθια, ενώ αυτή εδώ, ή λογική, πάθη.
 


Αν ό Κύριος ήταν για μας συμβολικός τύπος από κάθε άποψη του μυστηρίου, δηλαδή σε όλες τίς λεπτομέρειες της οικονομίας του, και μέχρι της ενάτης ώρας της Παρασκευής δεν σταμάτησε το έργο και τον μόχθο του (πράγμα πού είναι σύμβολο της εργασίας μας σε όλη μας την ζωή), ενώ το Σάββατο σταμάτησε στον τάφο, που είναι αυτοί πού λέγουν ότι υπάρχει Σάββατο στην παρούσα ζωή, δηλαδή κατάπαυσης από τα πάθη;

 

Το να μιλήσομε περί της Κυριακής είναι σπουδαίο πράγμα. Το Σάββατο μας είναι ή ήμερα της ταφής, όπου πραγματικά σαββατίζει ή φύσις μας. Επομένως είναι για μας ανάγκη να ξεριζώνομε από αυτήν τα αγκάθια, όσον καιρό αυτή υφίσταται. Από την επίπονη εργασία μας στην καλλιέργεια περιορίζονται τα αγκάθια, αν και δεν καθαρίζεται εντελώς απ' αυτά ή γη. Και επειδή παρατηρείται το φαινόμενο κατά το όποιο από πρόσκαιρη ραθυμία ή μικρή αμέλεια τα αγκάθια πληθύνονται και καλύπτουν την επιφάνεια της γης, συμπνίγουν τον σπόρο σου και εξαφανίζουν τον κόπο σου, είναι αναγκαίο να την καθαρίζομαι καθημερινά. Διότι ή απ' αυτό κατάπαυσης αυξάνει την παραγωγή αγκαθιών.

 

Είθε να καθαρισθούμε από αυτά με την χάρι του ομοουσίου και μονογενούς Υιού του Θεού, στον όποιο ανήκει ή δόξα μαζί με την άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα στους αιώνες.

Γένοιτο.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ. Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

Παρασκευή, Μαρτίου 08, 2013

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ -ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΛΗΡΕΙΣ ΩΦΕΛΕΙΑΣ





ΛΟΓΟΣ
 ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ 
ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
Περιέχων 
συμβουλάς πλήρεις ωφελείας.
  
 


Πάσα καλή έννοια εμπίπτει στην καρδία του ανθρώπου εκ της θείας χάριτος και πάς κακός λογισμός πλησιάζει στην ψυχήν προς πειρασμό και δοκιμήν.
 


Οποιος φθάσει να γνωρίσει την ιδίαν αυτού ασθένεια, αυτός έφθασε το τέλειον της ταπεινώσεως.
 

Ο οδηγός των χαρισμάτων του Θεού στον άνθρωπον είναι ή καρδία, η οποία κινείται σε αδιάλειπτο ευχαριστία. Ο οδηγών τους πειρασμούς στην ψυχήν υπάρχει ή έννοια του γογγυσμού, ή οποία κινείται πάντοτε στην καρδίαν.

 

Ο
 Θεός υποφέρει πάσας τάς ασθενείας των ανθρώπων, δεν υπομένει όμως εκείνον, ο οποίος γογγύζει πάντοτε, άλλα και παιδεύει αυτόν.

 

Η ψυχή, ήτις απέχει, εκ πάσης ελλάμψεως της γνώσεως, εις τάς τοιαύτας εννοίας ευρίσκεται.

 

Το στόμα, το οποίον ευχαριστεί πάντοτε, δέχεται ευλογία παρά Θεού• στην δε καρδίαν, ήτις εμμένει σε ευχαριστία, εμπίπτει ή θεία χάρις. Προ της χάριτος προηγείται ή ταπείνωσις και προ της παιδεύσεως ή οιήσεις.

 

Οστις υπερηφανεύεται παραχωρείται υπό του Θεού να πέσει σε βλασφημία. Όποιος επαίρεται δια πρακτικές αρετάς, παραχωρείται να πέσει σε πορνεία. και όποιος επαίρεται δια την εαυτού σοφία, παραχωρείται να πέσει στις σκοτεινές παγίδες της αγνωσίας.

 

Οποιος απομακρύνεται εκ της ενθυμήσεως του Θεού, βαστά μέσα του πονηρή καρδία μίσος κατά του πλησίον. Όποιος μετά της ενθυμήσεως του Θεού τιμά πάντα άνθρωπον, ευρίσκει βοήθειαν εκ παντός ανθρώπου δια του νεύματος του Θεού.
 

Οποιος απολογείται υπέρ του αδικούμενου, ευρίσκει τον Θεό υπερμαχούντα δι' αυτόν. Όποιος βοηθά τον πλησίον αυτού, λαμβάνει την βοήθειαν του Θεού.
 

Οποιος κατηγορεί τον αδελφόν αυτού υπό κακίας κινούμενος, ευρίσκει τον Θεόν κατήγορο κατ' αυτού.
 

Οποιος διορθώνει τον αδελφόν αυτού εν τω κρύπτω, θεραπεύει την ιδίαν αυτού κακίαν και Όποιος κατηγορεί τίνα έμπροσθεν των ανθρώπων, ενδυναμοί τάς ιδίας αυτού πληγάς.
 

Οποιος θεραπεύει τον αδελφό αυτού κρυπτώς, ποιεί φανερά την δύναμιν της εαυτού αγάπης• και όποιος καταισχύνει αυτόν ενώπιον των φίλων αυτού, δεικνύει την δύναμιν του φθόνου αυτού.
 

Οποιος ελέγχει τον άλλον κρυπτώς, υπάρχει ιατρός σοφός• και όποιος θεραπεύει τον άλλον έμπροσθεν πολλών ανθρώπων, πραγματικός ονειδίζει αυτόν. Το σημείον της συμπαθείας υπάρχει ή συγχώρησης του σφάλματος παντός ανθρώπου• το δε σημείον της κακής προαιρέσεως είναι ή αντιλογία προς τον πταίσαντα.

 

Οποιος παιδεύει τον άλλον δια την ψυχική αυτού υγεία, αυτός παιδεύει αυτόν μετ' αγάπης• όποιος όμως ζητεί έκδίκησιν, υπάρχει κενός αγάπης. Ό Θεός παιδεύει τον άνθρωπον μετ' αγάπης πάντοτε, ίνα ιατρευθή ή είκών αυτού, χωρίς να φυλάττει την οργή αυτού επί πολύν καιρόν αυτός ό τρόπος της αγάπης είναι ευθύς και δεν εκκλίνει εμπαθώς σε εκδίκησιν.
Ο σοφός δίκαιος είναι όμοιος τω Θεό• διότι δεν παιδεύει ποτέ άνθρωπον για να εκδικηθεί αυτόν δια την κακίαν αυτού, άλλ' η αυτός να διορθωθεί, η να φοβηθώσιν άλλοι• εάν όμως δεν εχη ταύτην την αγάπη, ή παίδευσης αυτού δεν είναι πλέον παιδεία προς διόρθωση, άλλα προς έκδίκησιν.

 

Οποιος πράττει το καλόν, ινα ανταμειφθεί, ταχέως τρέπεται εις το κακόν.
 

Οποιος εκ της δυνάμεως της ιδίας αυτού γνώσεως θαυμάζει δια της θεωρίας την γνώσιν του Θεού, αυτός, εάν και κατάκοπη το σώμα αυτού, δεν επαίρεται ποσώς, ούτε εκκλίνει εκ της αρετής. Ου τίνος ή διάνοια φωτίζεται κατ' άξία υπό του Θεού, αυτός κατήντησεν εις το βάθος της ταπεινοφροσύνης ψυχή τε και σώματι• επειδή πριν έτι πλησίαση τις εις την γνώσιν, ανέρχεται και κατέρχεται δια της πολιτείας αυτού• όταν όμως πλησίαση εις την γνώσιν, αίρεται όλος και όσον υψωθεί, δεν τελειώνει ή ανάβασης της γνώσεως αυτού, μέχρις ου έλθει εκείνος ό αιών της δόξης και λαβή πάντα αυτού τον πλούτο διότι όσον ό άνθρωπος τελειούται παρά τω Θεό, τόσον περισσότερον ακολουθεί αυτόν και εις εκείνον τον αληθή αιώνα δείκνυσι το πρόσωπον του εις αυτόν ό θεός, όχι όμως όπως και ότι είναι• επειδή οι δίκαιοι όσον και αν εισέλθωσιν στην θεωρία του Θεού, την εικόνα αυτού βλέπουν ως σε καθρέπτη, εκεί όμως θέλουσιν να δουν την φανέρωσιν της αληθείας.

 

Καθώς το πυρ, το οποίον ανάπτει εις τα ξηρά ξύλα δυσκόλως σβήνονται., ούτω και ή θέρμη του Θεού, ήτις εμπίπτει- εις την καρδίαν του απαρνησαμένου τον κόσμον, δεν θέλει σβεσθή ευκόλως, δριμύτερα ούσα του πυρός. Όταν ή δύναμις του οίνου εισέλθει στα μέλη του σώματος, τότε ο νους λησμονεί την ακρίβεια όλων των πραγμάτων και ή ενθύμησης του Θεού όταν κυρίευση την ψυχήν, εξαφανίζει πάσαν ματαίαν ενθύμησιν εκ της καρδίας. Ή διάνοια, ήτις απέκτησε την σοφία του πνεύματος, ομοιάζει με άνθρωπον, ο Οποίος βρίσκει πλοίο έτοιμο στην θάλασσαν και ταξιδεύει αμέσως και φθάνει στην νήσο του μέλλοντος αιώνος• ούτως έχει ή αίσθησης του μέλλοντος αιώνος ως προς τούτον τον κόσμον, είναι ως νήσος μικρά εντός της θαλάσσης και όποιος πλησιάζει σε αυτήν, δεν κοπιά πλέον στα κύματα της φαντασίας τούτου του κόσμου.

 

Οταν ο Έμπορος πώληση πάσαν αυτού την πραγματεία, σπουδάζει να επανέλθει εις τον ίδιον αυτού οίκον ο δε μοναχός, όταν υπολείπηται εισέτι ο καιρός της εργασίας αυτού, λυπείτε να χωριστή εκ του σώματος αυτού• όταν όμως αισθανθεί, ότι εξαγόρασε τον καιρόν και έλαβε τον αρραβώνα, τότε επιθυμεί τον μέλλοντα αιώνα. Ό έμπορος, εν όσο ευρίσκεται στην θάλασσαν, φοβείται, μη τυχόν εγερθεί τρικυμία και βυθιστεί ή ελπίς της εργασίας αυτού και ό μοναχός, εν όσο ευρίσκεται σε τούτο τον κόσμο, φοβείται, μήπως διεγερθεί κατ' αυτού ο χειμώνας των παθών και χαθεί ό καρπός του αγώνος αυτού, ονπερ εκ νεότητος μέχρι γήρως απέκτησε. Ό μεν έμπορος επιθυμεί την στερεά γήν, ό δε μοναχός την ώραν του θανάτου.

 

Ο μεν ναύτης, όταν πλέει στην θάλασσαν, βλέπει τους αστέρας και κατά την θέση των αστέρων διευθύνει το πλοίο, έως ου φθάσει στον λιμένα• ό δε μοναχός βλέπει στην ευχή διότι αυτή ορθοποδεί αυτόν και διευθύνει την πορεία της πολιτείας αυτού στον λιμένα της σωτηρίας. Ό ναύτης προσπαθεί να φθάσει στη νήσο, οπού αφού δέση το πλοίο αυτού και λαβή τα αναγκαία προς ζωοτροφία, διευθύνεται εκείθεν σε άλλην νήσο παρόμοια είναι και ή πορεία του μονάχου, εν όσο ευρίσκεται στην παρούσα ζωήν, από νήσου σε νήσο μεταβαίνει, δηλαδή από γνώσεως σε γνώσιν και δια της εναλλαγής της γνώσεως προκόπτει, έως ότου απαλλαγή εκ της θαλάσσης της ζωής ταύτης και φθάσει στην αληθινή εκείνη πόλιν, της οποίας οι κάτοικοι δεν εμπορεύονται πλέον, άλλ' έκαστος επαναπαύεται στον πλούτο των εαυτού αρετών.
 

Μακάριος εκείνος, του οποίου ή πραγματεία δεν πνίγηκε στην θάλασσαν του ματαίου τούτου κόσμου.

 

Μακάριος εκείνος, του οποίου το πλοίο δεν συνετρίβη, άλλ' αξιώθηκε να φθάσει μετά χαράς στον αχείμαστο λιμένα.

 

Οποιος θέλει να βρει τον πολύτιμο μαργαρίτη, εισέρχεται γυμνός στην θάλασσα και ό φρόνιμος μοναχός γυμνός και ακτήμων διέρχεται στην παρούσα ζωήν, έως ου βρει εις εαυτόν μαργαρίτη Ιησούν άριστον και όταν βρει αυτόν, δεν αποκτά μετ αυτού κανένα άλλο εκ των πραγμάτων του κόσμου. Ό μεν αισθητός μαργαρίτης φυλάττεται σε ασφαλές ταμείον, ή δε τρυφή και απόλαυσης του νοητού μαργαρίτου του μονάχου φυλάττεται στην ησυχία.
 


Καθώς ή παρθένος βλάπτεται, όταν παρευρίσκηται σε συναναστροφές μεταξύ του πλήθους, ούτω και ή καρδία του μονάχου δια της μετά των πολλών συναναστροφής και συνομιλίας.

 

Το όρνεο εκ παντός τόπου καταφεύγει στην φωλιά αυτού, ίνα τεκνογονήση• και ο μοναχός, εάν έχει διάκρισιν, επιταχύνει στην εαυτού κατοικία, ίνα εν αύτη απόκτηση καρπό ζωής. Ό όφις εις πάντα κίνδυνο της ζωής αυτού φυλάττει την κεφαλήν του• και ό σοφός μοναχός εις πάσαν δυσχερή περίστασιν φυλάττει, την εαυτού πίστιν, ήτις υπάρχει το θεμέλιο της ζωής αυτού. Ή μεν νεφέλη σκοτίζει τον ήλιον, ή δε πολυλογία την ψυχήν, ήτις ήρξατο να φωτίζεται δια της θεωρίας της ευχής.
'Καθώς το όρνεο, το οποίον ονομάζεται Ερωδιός, κατ' εκείνον τον καιρόν χαίρει και ευφραίνεται, ως λέγουσι οί σοφοί, καθ' ον απομακρυνθεί εκ των ανθρώπων και κατοικήσει σε έρημον τόπον ούτω και ή ψυχή του μονάχου κατ' εκείνον τον καιρόν δέχεται την ουράνιον χαράν, καθ' ον απομακρυνθεί εκ των ανθρώπων και κατοικήσει σε ησυχαστικό τόπον μέχρι της εξόδου αυτής. Λέγεται περί του ορνέου, του καλουμένου Σειρήνος, ότι όποιος ακούσει την μελωδία της φωνής αυτού, αιχμαλωτίζεται υπ' αυτής τοσούτον, στην οδοιπορία της ερήμου, ώστε λησμονεί και αυτήν αυτού την ζωήν και πίπτει και αποθνήσκει• παρόμοιό συμβαίνει και στην ψυχή διότι όταν ή ουράνιος γλυκύτης εμπέσει σε αυτήν, εκ της μελωδίας της γλυκύτητας των λόγων του Θεού τόσον αιχμαλωτίζεται, ώστε λησμονεί και αυτήν την σωματική ζωήν και τις σωματικές ορέξεις και υψούται όλη προς τον Θεόν.
 


Εάν το δένδρον δεν αποβάλλει πρώτον τα παλαιά αυτού φύλλα, δεν εκβάλλει νέους κλάδους• και ό μοναχός έως ότου δεν απόρριψη εκ της καρδίας αυτού την ενθύμησιν των προτέρων αυτού πράξεων, δεν εκβάλλει νέους κλάδους και νέους καρπούς δια Ιησού Χριστού.
 

Ο άνεμος τρέφει τους καρπούς των δένδρων και ή πρόνοια του Θεού τους καρπούς της ψυχής. Λέγεται, ότι το οστρείδιον, έως ότου να δεχθεί σπινθήρα τίνα εκ της αστραπής και εκ του αέρος την ύλη και να γέννηση τον μαργαρίτη, είναι απλή σαρξ• και ή καρδία του μονάχου, έως ότου να δεχθεί μετά φρονήσεως την ουράνιον ύλη του πνεύματος, είναι γυμνή και δεν έχει καρπόν παρηγοριάς.
 

Ο σκύλος, όταν γλύφει το ρινίο, ματώνει την εαυτού γλώσσα και πίνων εκ του ιδίου του αίματος, δεν αισθάνεται την βλάβη αυτού• και ο μοναχός, όταν κλίνη εις κενοδοξίαν, συμπίνει εκ του αίματος της εαυτού ζωής και εκ της προς ώραν γλυκύτητας δεν αισθάνεται την ιδίαν αυτού βλάβη. Ή κοσμική δόξα υπάρχει ως πέτρα εντός της θαλάσσης, σκεπασμένη υπό των υδάτων και άγνωστος στον ναύτη, στην οποίαν αίφνης κτυπά το πλοίο και βυθίζεται• ούτω ποιεί και ή κενοδοξία τον άνθρωπον έως ότου βύθιση και αφανίσει αυτόν περί ταύτης έλεγαν και οι θείοι πατέρες, ότι στην κενόδοξο ψυχή επιστρέφουσι πάλιν πάντα εκείνα τα πάθη, τα οποία δια της θείας χάριτος νικήθηκαν πρότερον και αναχώρησαν εξ αυτής.
 


Μικρά νεφέλη σκεπάζει τον κύκλο του ηλίου και αφού παρέλθει ή νεφέλη, ό ήλιος γίνεται πολλά θερμός ούτω και μικρά ακηδία σκεπάζει το φως της ψυχής, άλλ' ή χαρά, ήτις συμβαίνει μετά την ακηδία, είναι πολλά μεγάλη.

 

Μη ζητήσεις ποτέ να εννοήσεις τους λόγους των θείων μυστηρίων, των εκτιθεμένων στην αγίαν Γραφή, άνευ προσευχής και αιτήσεως βοηθείας παρά Θεού• αλλά λέγε: Κύριε, δός μοι σύνεσιν και αίσθησιν της δυνάμεως, της ευρισκομένης εις τάς αγίας γραφές• γνώριζε δε, ότι το κλειδί των αληθών νοημάτων των θείων γραφών υπάρχει στη προσευχή• Όταν θελήσεις να πλησίασης δια της καρδίας σου στον Θεόν πρώτον δια των σωματικών κόπων δείξον σε αυτόν τον πόθον σου• διότι εκ τούτων των κόπων άρχεται ή πολιτεία του μονάχου• ή δε καρδία ευκόλως πλησιάζει στον Θεό δια της στερήσεως της σωματικής χρείας και της ασκήσεως του ενός είδους της τροφής καθ' ότι ό Κύριος έπ' αυτής της κακοπαθείας θεμελίωσε την τελειότητα. Γνώριζε, ότι ή αργία υπάρχει αρχή της σκοτώσεως της ψυχής, άλλα σκοτώσιν επί σκοτώσει προξενούσιν οι μετά των ανθρώπων ομιλίαι και αφορμή του πρώτου είναι το δεύτερον διότι εάν οι περί ψυχικής ωφελείας λόγοι αμέτρως γινόμενοι, προξενούν σκότωσιν, πόσον μάλλον ματαίως λεγόμενοι; επειδή εξευτελίζεται και εξαχρειούται ή ψυχή από τάς άμετρους ομιλίας, καν έχει τον φόβον του Θεού. Λοιπόν ή σκότωσις της ψυχής προκύπτει εκ της αταξίας της πολιτείας.
 
Οταν υπάρχει τάξη και μέτρο στην πολιτεία, φωτίζεται ή διάνοια και φεύγει ή σύγχυσης• διότι ή της διανοίας σύγχυσης, ήτις προέρχεται εκ της αταξίας, προξενεί σκότωσις εις την ψυχή και ή σκότωσις προξενεί θόλωση ή δε ειρήνη της διανοίας προκύπτει εκ της καλής τάξεως και εκ της ειρήνης γεννάται το φως στην ψυχήν και ό καθαρός αέρας λάμπει στην διάνοιαν και καθ' όσον απομακρύνεται τις εκ του κόσμου και πλησιάζει στην σοφία του πνεύματος, κατά τοσούτον δέχεται και την χαράν παρά Θεού και αισθάνεται την διάκρισιν της σοφίας εις την εαυτού ψυχήν και διακρίνει ότι ή σοφία του πνεύματος υπάρχει πολύ ανωτέρα της σοφίας του κόσμου• διότι εις την σοφία του πνεύματος ή σιωπή κυριεύει την ψυχήν, άλλ' στην κοσμική σοφία υπάρχει πηγή πολυλογίας. Μετά την εύρεση της σοφίας του Πνεύματος πληρούται κάποιος πολλής ταπεινοφροσύνης και πραότητας και ειρήνης, η οποία βασιλεύει σε όλους τους λογισμούς, τα δε σωματικά μέλη παύουσι και ησυχάζουν από την ταραχή και αταξία της ακολασία. Μετά δε την εύρεση της κοσμικής σοφίας αποκτά την υπερηφάνειαν του φρονήματος και λογισμούς διαφόρους και αδιηγήτους και την ταραχή του νοός και την αναίδεια των αισθήσεων και την έπαρσιν. Μη νομίσεις, ότι δύναται να παρρησιαστή κάποιος ποτέ δια της προσευχής στον Θεόν, εν όσο υπάρχει δεδεμένος στα σωματικά πράγματα• διότι ή ανελεήμων ψυχή στερείται της σοφίας του πνεύματος, ή δε ελεήμων σοφίζεται παρά του αγίου πνεύματος.

 

Καθώς το έλαιον τρέφει το φως του λύχνου, ούτω και ή ελεημοσύνη τρέφει την γνώσιν της ψυχής. Ή κλεις της καρδίας προς απόκτησιν των θείων χαρισμάτων δίδεται δια της αγάπης του πλησίον και καθ' όσον ή καρδία απαλλάττεται εκ του δεσμού του σώματος, κατά τοσούτον ανοίγεται εις αυτήν ή θύρα της γνώσεως. Ή μετάβασης της ψυχής εκ τούτου του κόσμου εις τον άλλον είναι ή υπεροχή της γνώσεως, του πνεύματος. Ω, πόσον ωραία και επαινετή υπάρχει ή αγάπη του πλησίον, εάν ή προσπάθεια αυτής δεν αποσπά ημάς εκ της αγάπης του Θεού. Πόσον γλυκεία είναι ή μετά των πνευματικών ημών αδελφών συναναστροφή και συνομιλία, εάν δυνηθώμεν να φυλάξωμεν μετ' αυτής και την μετά του Θεού. Καλόν λοιπόν είναι να φροντίζωμεν περί τούτων, καθόσον ήθελε επιτρέπει τούτο ό αρμόδιος καιρός, όχι όμως προφάσει της μετά των αδελφών ομιλίας και της του πλησίον αγάπης να εκπίπτωμεν εκ της κρυπτής εργασίας και της υψηλής πολιτείας και εκ της μετά του Θεού αδιάλειπτου ομιλίας• επειδή ή σύγχυσης του δευτέρου, δηλαδή της πτώσεως της πολιτείας και της θεϊκής συνομιλίας προέρχεται εκ της συστάσεως του πρώτου, δηλαδή εκ της μετά των αδελφών συνομιλίας• διότι ο νους ημών δεν είναι ικανός να φύλαξη συγχρόνως και τάς δύο συνομιλίας.

 

Η θεωρία των κοσμικών προξενεί σύγχυσιν στην ψυχήν εκείνου, ο Όποιος απαρνήθηκε τον κόσμον δια το έργον του Θεού• και εάν μεν ή διαρκής ομιλία των πνευματικών αδελφών βλάπτει, άλλα των κοσμικών και ή μόνη εξωτερική θεωρία.

 

Η μεν εργασία των πρακτικών αρετών δεν εμποδίζεται εκ της ενεργείας των αισθήσεων όποιος όμως θέλει εκ της ειρήνης του νοός αυτού να τρύγηση την χαράν δια της εργασίας των κρυπτών πράξεων της ψυχής, ή ανάπαυσις της καρδίας του τοιούτου ταράσσεται και από μονάς τάς φωνάς των κοσμικών, χωρίς να δη αυτούς. Ή εσωτερική νέκρωσις άνευ της αργίας των σωματικών αισθήσεων δεν δύναται να πρόκυψη• και ή μεν πρακτική εργασία θέλει την προσοχήν των αισθήσεων, ή δε πνευματική εργασία απαιτεί την προσοχήν και ησυχία της καρδίας. 


Καθώς ή ψυχή υπάρχει ανωτέρα του σώματος, ούτω και ή εργασία αυτής ειναι ανωτέρα της εργασίας του σώματος• και καθώς εν αρχή προηγήθη ή πλάσης του σώματος από το εμφύσημα της ψυχής, ούτω και τα σωματικά έργα προηγούνται των έργων της ψυχής. Μεγάλη είναι ή δύναμις της μικράς πνευματικής εργασίας, εάν γίνεται τακτικώς και διαμένει πάντοτε• επειδή και ή μικρά σταγόνα του απαλού ύδατος, εάν στάζει πάντοτε, βαθουλώνει την σκληρά πέτραν.

 

Οταν πλησιάζει ν' αναστηθεί εις σε ό πνευματικός άνθρωπος, τότε σοι διεγείρεται ή νέκρωσις πάντων των του κόσμου πραγμάτων και θερμαίνεται ή ψυχή σου εκ της χαράς και εκ της γλυκύτητας της καρδίας σου οι λογισμοί σου περιορίζονται εντός σου• και πάλιν όταν μέλλει ν' αναστηθεί εις σε ο κόσμος, αυξάνει ο διασκορπισμός του νοός σου και το μικρόν και άτακτο φρόνημα. Κόσμον ενταύθα ονομάζω τα πάθη, τα οποία γεννά ο διασκορπισμός του νοός• όταν ταύτα γεννηθώσι και αυξηθώσι, τότε γίνονται οι αμαρτίαι και θανατώνουσι τον άνθρωπον. Καθώς δεν γεννώνται τέκνα χωρίς μητέρα, ούτω δεν γεννώνται τα πάθη χωρίς τον διασκορπισμό της διανοίας, ούτε ή αμαρτία τελειώνει χωρίς της ενεργείας των παθών.

 

Οταν ή υπομονή αυξηθεί εις τάς ημετέρας ψυχάς, είναι σημείο, ότι λάβαμε κρυπτώς την χάριν της παρηγοριάς. Ή δύναμης της υπομονής είναι δυνατότερα από τάς εις την καρδίαν εμπίπτουσας εννοίας της χαράς. Ή κατά Θεόν ζωή είναι ή ταπείνωσις των αισθήσεων και όταν ζή ή καρδία, οι αισθήσεις ταπεινούνται, όταν δε διεγείρονται οι αισθήσεις, νεκρούται ή καρδία από τον θεόν επειδή ή διέγερσης των αισθήσεων προξενεί την νέκρωσιν της καρδίας.

 

Εκ των μεταξύ των ανθρώπων γινομένων αρετών ή συνείδησης δεν λαμβάνει την αξιότητα. Ή αρετή, την οποίαν πράττει τις δι' άλλων, δεν δύναται να καθαρίσει την ψυχήν επειδή ή τοιαύτη αρετή δεν είναι αξιόμισθος παρά το Θεό• άλλ' εκείνη ή αρετή, την οποίαν πράττει ό άνθρωπος άφ' εαυτού, λογίζεται τελεία αρετή και τέλειοι δύο τινά συγχρόνως και αξιόμισθος θεωρείται και την καθαρότητα της καρδίας προξενεί• δια τούτο άφησε το πρώτον είδος και ακολούθησαν το δεύτερον καθότι εάν δεν αφήσεις το πρώτον και φροντίσεις περί του δευτέρου, εκπίπτεις εξάπαντος από του Θεού.

Η ανάπαυσις του σώματος και ή αργία είναι απώλεια της ψυχής και περισσότερον από τους δαίμονας δύνανται να βλάψουν κάποιον . Εάν παραβίασης το αδύνατον σώμα εις έργα ανώτερα της δυνάμεως αυτού, προξενείς σκότωσιν και ταραχή και σύγχυσιν εις την ψυχήν σου εάν όμως το δυνατόν σώμα εκδώσεις εις την ανάπαυσιν και αργία, πάσα κακία τελειούται εις την ψυχήν σου• και εάν κάποιος μεγάλως επιθυμεί το καλόν, άλλ' ή ανάπαυσις και ή αργία λίγο κατ` λίγο αφαιρούν άπ' αυτού και αυτήν την έννοια του καλού, την οποία είχε.

 

Οταν ή ψυχή μεθύσι εκ της χαράς της ελπίδος αυτής και εκ της ευφροσύνης του Θεού, τότε το σώμα αναίσθητη και δεν αισθάνεται τάς θλίψεις, καν ασθενές υπάρχει• και ενώ τότε βαστάζει διπλό βάρος δεν ατονεί αλλά συναπολαύει και συνεργεί στην τρυφή της ψυχής ούτω συμβαίνει, όταν ή ψυχή εισέλθει σε εκείνη την χαρά του αγίου Πνεύματος.

 

Αδελφέ, εάν φυλάξεις την γλώσσάν σου, σόι δίδεται παρά Θεού ή χάρις της κατανύξεως της καρδίας και βλέπεις εις αυτήν την κατάστασιν της ψυχής σου και δι' αυτής εισέρχεσαι στην χαράν του αγίου Πνεύματος• εάν όμως σε νικήσει ή γλωσσά σου, πίστευσόν μοι, ότι ουδέποτε θέλεις δυνηθεί να ελευθερωθείς εκ της σκοτώσεως• εάν δεν έχεις καθαράν καρδίαν, έχε τουλάχιστον στόμα καθαρόν, ως είπεν ο μακάριος Ιωάννης της κλίμακος.

 

Οταν θέλεις να συμβούλευσες τινά εις το καλόν, πρώτον ανάπαυσον αυτόν σωματικός και τίμησον αυτόν δια λόγου αγάπης• διότι κανένα άλλο δεν πείθει τον άνθρωπον τόσον, ώστε να εντραπεί και να μεταβάλει εαυτόν εκ της κακίας εις την αρετή, όσον ή σωματική περιποιήσεις και ή τιμή, την οποίαν βλέπει από σε. Όσον εισέρχεται κάποιος στον αγώνα δια τον θεόν, τοσούτον ή καρδία αυτού ευρίσκει παρησίαν στην προσευχήν και όσον έλκεται ό άνθρωπος εκ των πραγμάτων του κόσμου, στερείται την βοήθειαν του Θεού. Μη λυπάσαι στάς στενοχώριας και κακοπαθείας του σώματος• καθότι όταν ό θεός ιδεί την υπομονή σου, αφαιρεί αυτάς τελείως από σου. Μη φόβου τον θάνατον διότι ο θεός ετοίμασε τα μέλλοντα αγαθά, ίνα σε κάμει ανώτερο αυτού. Αύτω ή δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.

Αμήν.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 
ΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ 
ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...