Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αδελφότης Θεολόγων Η ΖΩΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αδελφότης Θεολόγων Η ΖΩΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Ιουνίου 03, 2015

«ΟΤΑΝ ΕΛΘῌ ΚΑΥΜΑ…» (Στὴν ζωὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου θὰ ὑπάρξη ὁπωσδήποτε αὐτὴ ἡ ἐπίσκεψη τοῦ καύσωνα.)



«Ὅταν ἔλθῃ καῦμα…»

(Ἱερεμίας ιζ´ 8)

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»
ἀρ. τ. 4258, Ἰούνιος 2012


.              Ἡ θερμοκρασία ἀνεβαίνει. Ζέστη. Ζέστη ποὺ ὥρα μὲ τὴν ὥρα γίνεται πιὸ αἰσθητή. Ὁ ἀέρας ἀκίνητος. Μιὰ δυσφορία πιέζει τὸ στῆθος. Ἔρχεται ὁ καύσωνας, ἀνυπόφορος καὶ ἀπειλητικός. Τὸ «καῦμα» φθάνει.
.              Τὰ δένδρα τρέμουν. Σὰν νὰ αἰσθάνωνται ὅτι ὁ καύσωνας θὰ τὰ συντρίψη, θὰ τὰ ξεράνη, θὰ τὰ κάψη μέσα στὴν πύρινη ἀγκάλη του.
.              Φοβοῦνται τὰ δέντρα. Ὄχι ὅμως ὅλα. Ὑπάρχουν κι ἐκεῖνα ποὺ δὲν φοβοῦνται: «οὐ φοβηθήσονται, ὅταν ἔλθῃ καῦμα» (Ἱερεμ. ιζ´ 8). Δὲν θὰ τρομάξουν στὴν ἐπίθεση τοῦ καύσωνα. Ὅσο κι ἂν εἶναι σφοδρός, ὅσο κι ἂν στὸ πέρασμά του ξεραίνη τὰ πάντα, ὁρισμένα δένδρα δὲν τὸν ὑπολογίζουν. Μποροῦν νὰ διατηροῦνται ὁλόδροσα. Μέσα στὴν ἀποπνικτικὴ ζέστη ἁπλώνουν τὸ φρέσκο φύλλωμά τους καὶ εἶναι φορτωμένα καρπό. Δὲν φοβοῦνται τὸ καῦμα. Ἡ ἐξήγηση εἶναι ἁπλή. Δίπλα τους περνάει τὸ ποτάμι. Οἱ ρίζες τους βυθίζονται στὰ βάθη τῆς γῆς τὰ πάντοτε ὑγρά. «Ξύλον εὐθηνοῦν παρ’ ὕδατα καὶ ἐπὶ ἰκμάδα βαλεῖ ρίζαν αὐτοῦ καὶ οὐ φοβηθήσεται, ὅταν ἔλθῃ καῦμα» (Ἱερεμ. ιζ´ 8).
.              Ἡ ζωή μας δὲν εἶναι μιὰ συνεχὴς ἄνοιξη. Τὸ ξέρεις πολὺ καλά. Ἡ ἐποχή, ποὺ ὅλα εἶναι πράσινα καὶ δροσερὰ καὶ ὅλα ἀνθισμένα καὶ γελαστὰ δὲν κρατάει πολύ. Ὁ εὐχάριστος καιρὸς μὲ τὸν φρέσκο εὐωδιαστὸ ἀέρα καὶ τὸ νοτισμένο χῶμα περνάει γρήγορα. Ἔρχεται τὸ καλοκαίρι. Καὶ μαζί του ἔρχεται καὶ ἡ ζέστη. Καὶ πολὺ συχνὰ ἡ ζέστη μεταβάλλεται σὲ καύσωνα. Γίνεται καῦμα ποὺ κατακαίει στὴν φλογισμένη ἐπαφή του τὰ πάντα.
.              Στὴν ζωὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου θὰ ὑπάρξη ὁπωσδήποτε αὐτὴ ἡ ἐπίσκεψη τοῦ καύσωνα. Θὰ νιώση μιὰ καυτὴ ἀτμόσφαιρα νὰ τυλίγη τὴν ψυχή του, νὰ τῆς ἀφαιρῆ κάθε δροσιὰ καὶ δύναμη.
.              Θὰ ἔλθη τὸ καῦμα, ποὺ λέγεται θάνατος ἀγαπημένου προσώπου.
.              Θὰ ἔλθη τὸ καῦμα, ποὺ λέγεται ἀπώλεια μιᾶς θέσης, ἀνέχεια καὶ στέρηση.
.              Θὰ φθάση ὁ καύσωνας ποὺ ὀνομάζεται ἀρρώστια. Ἀρρώστια μακρά, βαριά, δαπανηρή, ἀνίατη.
.          Θὰ φυσήξη ἴσως ὁ λίβας τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας μέσα στὸ σπίτι. Καὶ τότε ἀπὸ τὸ στῆθος τοῦ πατέρα ἢ τῆς μάνας θὰ βγῆ ὁ στεναγμὸς τῆς ὀδύνης. Μπῆκε φωτιὰ στὴν οἰκογένειά μας. Καιγόμαστε. Πᾶμε νὰ σκάσουμε.
.              Θὰ ἔλθη κάποτε τὸ καῦμα τῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Τότε ἡ ἀγωνία θὰ πλακώση τὴν ψυχή. Ὁ φόβος θὰ θρονιαστῆ στὴν καρδιὰ καὶ μαζί του ὁ πόνος. Τὰ μάτια θὰ γεμίσουν σκιὲς καὶ ἡ ὄψη θὰ μαραθῆ. Ὁ ἄνθρωπος θὰ μοιάζη μὲ δέντρο, ποὺ τὸ χτύπησε καὶ τὸ ξέρανε ὁ καύσωνας. Θὰ τρέμη, θὰ πνίγεται, θὰ ἀναζητάη λίγη δροσιά, μιὰ κάποια ἀνακούφιση. Θὰ ζητάη γαλήνη, ἀσφάλεια.
.              Δὲν θὰ εἶναι ὅμως μόνο ἔτσι. Θὰ ὑπάρξουν πολλοὶ ποὺ θὰ ἀντιμετωπίσουν διαφορετικὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ καύματος. Χωρὶς φόβο. Χωρὶς τρομοκρατημένο βλέμμα. Θὰ ἀκούσουν τὸ χτύπημα τῆς ἀρρώστιας στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τους, θὰ ὀσφρανθοῦν τὴν οἰκονομικὴ καταστροφή, ποὺ ἔρχεται. Καὶ ὅμως δὲν θὰ φοβηθοῦν. Γιατί θὰ εἶναι οἱ εὐλογημένοι ἄνθρωποι, ὅπως τοὺς ὀνομάζει ὁ προφήτης Ἱερεμίας. «Εὐλογημένος ὁ ἄνθρωπος, ὃς πέποιθεν ἐπὶ τῷ Κυρίῳ καὶ ἔσται Κύριος ἐλπὶς αὐτοῦ καὶ ἔσται ὡς ξύλον εὐθυνοῦν παρ’ ὕδατα καὶ ἐπὶ ἰκμάδα βαλεῖ ρίζαν αὐτοῦ καὶ οὐ φοβηθήσεται, ὅταν ἔλθῃ καῦμα» (Ἱερεμ. ιζ΄ 7-8). Εὐλογημένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει στηρίξει τὴν πεποίθησή του στὸν Θεὸ καὶ ὁ Κύριος εἶναι ἡ ἐλπίδα του. Θὰ εἶναι γιὰ πάντα πολύκαρπο καὶ εὐσκιόφυλλο δέντρο καὶ ποτὲ δὲν θὰ φοβηθῆ τὸν καύσωνα.
.              Εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος βαθιὲς ρίζες. Νὰ εἶναι ριζωμένος στὸν Θεό. Νὰ στηρίζεται γεμάτος ἐμπιστοσύνη σ’ Αὐτόν. Ἡ ὕπαρξή του νὰ φυτρώνη δίπλα στὸν μεγάλο ποταμὸ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ζωογονῆται ἀπὸ τὴν πεποίθησή του στὸν Κύριο. Τότε δὲν θὰ ἔχη νὰ φοβηθῆ τὸν καύσωνα. Σὰν τὸ δέντρο, ποὺ οἱ ρίζες του βυθίζονται στὰ βάθη τῆς γῆς εἶναι πάντοτε ὑγρά, ἔτσι κι αὐτὸς θὰ δέχεται ἤρεμα καὶ θαρραλέα τὸν ἀπειλητικὸ καύσωνα. «Οὐ φοβηθήσεται, ὅταν ἔλθῃ καῦμα». Ἀπὸ ὅπου κι ἂν ἔλθη, ὁσοδήποτε σφοδρὸ κι ἂν εἶναι, ὅσο κι ἂν διαρκῆ.
.              Μέσα στὴν ἀνυπόφορη ζέστη, ποὺ θὰ βασανίζη τὴν ψυχή του, ὁ πιστὸς στὸν Θεὸ ἄνθρωπος θὰ νιώθη τὴν δροσιὰ καὶ τὴν ἀναψυχὴ ποὺ χαρίζει ὁ Κύριος. Θὰ τὴν νιώθη βαθιὰ καὶ γεμάτος εὐγνωμοσύνη θὰ προσεύχεται.
.              Κύριε, ἂς εἶσαι εὐλογημένος, γιατί εἶσαι ὁ μεγάλος ποταμὸς ποὺ μὲ ζωογονεῖ μέσα στὸν καύσωνα τῆς ζωῆς.
.              Κύριε, ἂς εἶσαι δοξασμένος, γιατί μᾶς κάνεις τὸ ἀσύγκριτο δῶρο νὰ μᾶς ἀξιώνης νὰ ριζώσουμε σὲ Σένα. Ὅσο μεγάλη κι ἂν εἶναι ἡ ξηρασία, δὲν φοβόμαστε. Ἡ δροσιά Σου δὲν θὰ μᾶς λείψη ποτέ…
.              Κύριε, ἂς εἶσαι εὐλογημένος!
.          Θερμὰ Σὲ ἱκετεύω, κάνε με σὰν τὸ δέντρο τὸ φυτευμένο στὰ ἄφθονα τρεχούμενα νερὰ ποὺ θὰ φέρνη πλούσιους καὶ ὥριμους καρποὺς στὸν κατάλληλο καιρὸ καὶ τὰ καταπράσινα φύλλα του θὰ διατηροῦνται γιὰ πάντα (Ψαλμὸς α´ 3).

Σάββατο, Φεβρουαρίου 21, 2015

«Ψυχή μου, ψυχή μου, άνάστα τί καθεύδεις;»



«ΨΥΧΗ ΜΟΥ... ΑΝΑΣΤΑ ΤΙ ΚΑΘΕΥΔΕΙΣ;»
 Η ΨΥΧΗ μας! ’Άπειρη ή άξια της. Αιώνιο το μέλ­λον της. Γι’ αυτήν την αθάνατη ψυχή μας, την πνοή του Θεού, πού μας ξεχωρίζει από όλη την άλλη υλική δημιουργία, ήρθε ό Χριστός στον κόσμο. Ήλθε και πρόσφερε την σταυρική Του θυσία, για να λυτρώσει την ψυχή μας, από τη δουλεία της αμαρτίας και την εξουσία του Πονηρού. Και θα ερχόταν, έστω και αν επρόκειτο να σώσει και μία μόνο ψυχή. Τόσο ανυπολόγιστη είναι ή άξια της. «Ήγοράσθητε τιμής» ' Κορινθ. στ' 20). «Έλυτρώθητε... τιμίω αίματι» (Α' Πέτρ. α' 18­19)διακηρύττουν οι δυο κορυφαίοι Απόστολοι, Παύλος και Πέτρος. Είσαστε εξαγορασμένοι με το τίμιο αίμα του Σωτήρος Χριστού. Αδυνατεί να συλλάβει ή ανθρώπινη σκέψη το μέγεθος της αγάπης του Θεού, αφού, για την σωτηρία της ψυχής του, «τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστευων εις αυτόν μη αποληται, αλλ εχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. γ' 16).

    Γι ’ αυτήν, λοιπόν, την ψυχή, τη δική μας ψυχή, ή Εκκλησία αυτή την εβδομάδα βάζει στα χείλη μας ένα «έκ βαθέων» άναστεναγμό:«Ψυχή μου, ψυχή μου, άνάστα τί  καθεύδεις;» Ή κραυγή αυτή προέρχεται από τον Μεγάλο Κανόνα πού μάς δίνει υπέροχα πνευματικά συνθήματα για τη Μ. Τεσσαρακοστή και είναι ή ηχώ και ό αντίλαλος των λόγων της Αγίας Γραφής: «ώρα ήμάς ήδη έξ υπνου έγερθήναι» (Ρωμ. ιγ' 11).'Ύπνος! Κάτι το φυσικό και απαραίτητο για το σώμα, μα κάτι επικίνδυνο και ολέθριο για την ψυχή. Ψυχή μου, δεν είναι νοητό, δεν μπορείς, δεν πρέπει να κοιμάσαι.
Ό ύπνος της ψυχής είναι ό ύπνος της ραθυμίας, λέει ό υμνογράφος του Μ. Κανόνος. Αμέλεια για προσευχή και επικοινωνία με τον Θεό. Ραθυμία στη σκέψη. Αμέλεια στις θυρίδες, δηλαδή στις αισθήσεις και μάλιστα στα μάτια, από όπου εισέρχεται ό εχθρός. Ραθυμία και αμέλεια «του άκούσαι λόγον Θεού». Κάποτε ή ψυχή λαχταροϋσε τον θείο λόγο. Κάποτε «ήδολέσχει έν τοΐς δικαιώμασι» του Κυρίου. Τώρα όμως με την ραθυμία «ό νόμος ησθένησεν, αργεί το Εύαγγέλιον, Γραφή δε πάσα, έν σοι παρημέληται. Προφήται ητόνισαν και πας δικαίου λόγος- αί τραυματίαι σου, ώ ψυχή, έπληθύνθησαν, ούκ όντος ιατρού του ύγιούντος σε».
    Μια τέτοια αμέλεια εξαρθρώνει την ψυχή, αποχαυνώνει το πνεύμα και το σώμα. Παραλύει και αχρηστεύει τις πνευματικές δυνάμεις. Αναιμική και άτονη ή ηθική ζωή. Και καταλήγει σ ’ αυτό πού πάλι σημειώνει ό ιερός υμνωδός: «Ό νους τετραυμάτισται, το σώμα μεμαλάκισται (άποχαυνώθηκε από την μαλθακότητα), νοσεί το πνεύμα, ό λόγος ησθένισεν, ό βίος νενέκρωται». Και ύστερα άκολουθεί ό θερισμός, ή θλιβερή συγκομιδή, ή πνευματική ξεραΐλα. «Τη δρεπάνη έθέρισας τούς στάχυας της άμελείας». Να ή συγκομιδή. Τα στάχυα της άμελείας πού δεν είναι άλλα από την αμαρτία και τον θάνατο.«Ψυχή μου, ψυχή μου, άνάστα, τί καθεύδεις; Το τέλος έγγίζει». Αύτός είναι ό μεγάλος λόγος για τον όποιο πρέπει να ξυπνήσεις, να εγερθείς.Κάθε ώρα, κάθε στιγμή πού περνάει σε φέρνουν πιο κοντά στο τέρμα:
«Το τέλοςέγγίζει». Μήν καθυστερείς.Μήναναβάλλεις: «Ύπνον άπώθου (άπώθησε, διώξε), ψυχή, της δεινής ραθυμίας, και προθύμως γρηγόρει, προς τάς θείας έντολάς. Έγγίζει ό Νυμφίος, λαμπαδηφόρος σπεύσον αύτώ προϋπαντήσαι». Και όχι μόνον«άνάστα». Αλλά και «άνάνηψον». Να γίνει μέσα σου το ξύπνημα. Να άκουσθεί καλά το σάλπισμα στα βάθη της ψυχής σου. Να άφανισθεί ή ραθυμία, «ίνα φείσηταί σου Χριστός ό Θεός, ό πανταχού παρών και τά πάντα πληρών».Κύριε, ιδού στέκομαι μπροστά Σου. Είμαι μόλις στην αρχή αυτής της αγίας και κατανυκτικής περιόδου. Άκουσέ με, Κύριε Ιησού: «Εξαγγέλλω σοι, Σωτήρ, τάς αμαρτίας άς είργασάμην, και τάς της ψυχής και του σώματός μου πληγάς, άς μή ένδον μιαιοφόνοι λογισμοί ληστρικώς έναπέθηκαν». Και πάλι σε ικετεύω. Ακουσέ με, μίλησέ μου, πρόσταξέ με. Άς γίνει και σε μένα αύτό πού ό ψαλμωδός Σου είπε: «Έβόησα έν όλη καρδία μου προς τον οΐκτίρμονα Θεόν, και έπήκουσέ μου, έξ 'Άδου κατωτάτου, και άνήγαγεν έκ φθοράς την ζωήν μου».

"ΖΩΗ"
ΠΗΓΗ

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Κυριακή Β΄ Ματθαίου – Η κλήση των τεσσάρων μαθητών (Ματ. δ’, 18-23)

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στην κλήση των τεσσάρων μαθητών του Κυρίου, δηλαδή του Ανδρέα του Πέτρου του Ιάκωβου και του Ιωάννη, οι οποίοι άφησαν τα δίκτυα και ακολούθησαν Αυτόν. Κατόπιν προσχώρησαν και οι υπόλοιποι μαθητές και έτσι συμπληρώθηκε ο αριθμός των δώδεκα.
Ο μαγνήτης όμως του Χριστού σαγηνεύει τους ανθρώπους και έτσι πολλοί άλλοι προστέθηκαν στους ακολούθους Του εις τρόπον ώστε ο κύκλος μεγάλωσε με την προσέλευση των εβδομήκοντα, των πεντακοσίων, καθώς και των τριών χιλιάδων που προστέθηκαν στην Εκκλησία κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Αλλά και στη συνέχεια η εκκλησιαστική κοινωνία των πιστών συνεχώς μεγάλωνε με την προσέλευση μυριάδων ανθρώπων από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Έγινε αυτό, γιατί   η Εκκλησία έχει στόχο να συμπεριλάβει όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους που θα αποτελούν μία οικογένεια με πατέρα το Θεό.
Οι πύλες της Εκκλησίας παραμένουν διαρκώς ανοιχτές ώστε κάθε συνετός άνθρωπος να μπορεί να εισέλθει σ” Αυτή ελεύθερα εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, γιατί οι ημέρες είναι πονηρές.
Ο Θεός φυσικά δεν εκβιάζει κανένα να γίνει μέλος της Εκκλησίας.   Οι προσερχόμενοι όμως αναλαμβάνουν την υποχρέωση να είναι συνεπείς με τα καθήκοντα τους ως χριστιανοί, γιατί η χριστιανική ζωή είναι αγώνας και δεν είναι αρκετό να είναι κανείς χριστιανός μόνο των τύπων. Πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι αγνοούν το περιεχόμενο του Ευαγγελίου και συνεχίζουν να βρίσκονται στους κόλπους της αμαρτίας. Άλλοι πάλι δεν προσέχουν το Ευαγγέλιο και συνεχίζουν να ζουν στο βασίλειο της ανομίας αν και άκουσαν τη χριστιανική διδασκαλία   και διαπίστωσαν ποια είναι η αλήθεια και η οδός της ζωής. Αυτοί αν και νομίζουν ότι απολαμβάνουν τη ζωή, κατά βάθος είναι δυστυχείς, δούλοι των παθών και της αμαρτίας, αφού «πας ο ποιών την αμαρτίαν δούλος εστί της αμαρτίας». Ασκεί δε τέτοια γοητεία και δύναμη η αμαρτία σ” εκείνους που υποτάσσονται σ” αυτή ώστε όχι μόνο η σκέψη τους ρέπει επιμελώς στα πονηρά αλλά και όλα τα κέντρα της ψυχής μαγνητίζονται, και έλκονται από αυτή.
Μοναδικός δρόμος σωτηρίας είναι η χριστιανική διδασκαλία την οποία απολαμβάνουν όσοι είναι αφοσιωμένοι σ” αυτή.
Μόνο η πνευματική καθαρότητα και η συνεχής πειθαρχία στη διδασκαλία του Κυρίου εξασφαλίζουν τη σωτηρία του ανθρώπου καθότι χωρίς αυτούς τους δύο σημαντικούς παράγοντες δεν είναι δυνατή η ελπίδα σωτήριας του ανθρώπου.
Τα ρήματα της χριστιανικής διδασκαλίας αρδεύουν όλη την οικουμένη, αποτελούν ζωηφόρα νάματα κάθε ψυχής, εμποτίζουν την ανθρώπινη οντότητα, φρεσκάρουν τη δύναμη της ανθρώπινης προσωπικότητας, τονώνουν την τάση της ψυχής προς το αγαθό, διατηρούν τη λαμπρότητα της πνευματικής στολής, προσθέτουν ενθουσιασμό και αισιοδοξία και κάνουν τα φτερά της ψυχής καθαρά.
Έτσι η πίστη δυναμώνει και ο πιστός ατενίζει τον ουράνιο κόσμο και συμμετέχει και προγεύεται τα ουράνια αγαθά, τα οποία οφθαλμός δεν είδε, αυτιά δεν άκουσαν και καρδιά ανθρώπινη δεν ένιωσε.
Όταν όμως ο πιστός βρεθεί στον ουρανό τότε θα ολοκληρωθεί η γνώση του και θα γνωρίσει «πρόσωπον προς πρόσωπον» την ουράνια πραγματικότητα, την οποία μακάρι να απολαύσουμε όλοι μας. Αμήν.
π. Χ.Φ.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 04, 2014

Ὅταν ἡ ἀγάπη «παιδεύει.»

   
«Ὃν ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει. Ποιὰ ἡ ἑρμηνεία αὐτῆς τῆς φράσης; Οἱ πολέμιοι τοῦ Χριστιανισμοῦ λένε: Ἀφοῦ ὁ Θεὸς παιδεύει αὐτοὺς ποὺ ἀγαπάει, καλύτερα νὰ μὴν πιστεύουμε. Ὕστερα δὲν εἶναι παθητικὴ καὶ μοιρολατρικὴ μιὰ τέτοια ἀντιμετώπιση ἐκ μέρους τῶν Χριστιανῶν; Τί διαφορὰ ἔχει ὁ Χριστιανισμὸς ἀπὸ τὶς ἄλλες θρησκεῖες καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν Βουδισμὸ καὶ τὸν Μωαμεθανισμὸ ποὺ διδάσκουν τὴν ἀπάθεια;...»


Ὁ στίχος αὐτὸς ἀποτελεῖ μέρος περικοπῆς ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου (κεφ. ιβ´ στ. 1-13). Ὡς μεμονωμένος στίχος, ἀπὸ ὅπου καὶ ἔχει φερθεῖ ἐδῶ, βρίσκεται στὶς Παροιμίες Σολομῶντος (γ´ 12). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν ἐπαναλαμβάνει, τὸν ἑρμηνεύει καὶ τὸν ἀναπτύσσει μὲ τρόπο πειστικό. Ξεκινάει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως. Τί τράβηξαν καὶ τί ἀπερίγραπτα μαρτύρια ὑπέμειναν, γιὰ νὰ μὴν προδώσουν τὴν πίστη τους, ἀλλὰ νὰ μείνουν πιστοὶ στὸ Θεό! Ὅλα αὐτὰ τὰ γνώριζε ὁ Θεὸς καὶ τὰ ἐπέτρεψε, ὄχι γιὰ νὰ τοὺς τιμωρήσει, ὄχι νὰ τοὺς συντρίψει, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀναδείξει. Μικροῦ χρόνου ἡ δοκιμασία καὶ ὁ πόνος, μακρὰ ὅμως ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα καὶ στὴ γῆ αὐτὴ καὶ στὸν οὐρανό. Αὐτοὺς τοὺς μάρτυρες τοὺς προβάλλει ὁ θεῖος Παῦλος ὡς ὑποδείγματα θάρρους καὶ ὑπομονῆς καὶ ὡς πηγὴ ἐμπνεύσεως καὶ παραδειγματισμοῦ. Τί μᾶς λέει;

Ἔχουμε ὁλόγυρά μας μεγάλο νέφος μαρτύρων ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τους κι ἐμεῖς κατὰ τὸ παράδειγμά τους ἂς τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ τὸν ἀγῶνα ποὺ βρίσκεται μπροστά μας. Στὴν προσπάθειά μας αὐτὴ ἂς ἔχουμε στραμμένο ἀδιάκοπα τὸ βλέμμα μας στὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας, τὸν Χριστό, τὸν ἐμπνευστὴ τῶν μαρτύρων. Αὐτὸς μᾶς ἄφησε μοναδικὸ παράδειγμα ὑπομονῆς καὶ καρτερίας μὲ τὴ σταυρική θυσία Του. Σκεφθεῖτε τί ὑπέστη καὶ τί ὑπέμεινε ἀπὸ τοὺς σταυρωτές του, γιὰ νὰ μὴ λιποψυχήσετε καὶ ἀποθαρρυνθεῖτε. Ἄλλωστε δὲν συγκρίνονται οἱ δικές σας δοκιμασίες μὲ τὴν καταφρόνια καὶ τοὺς ἐξευτελισμοὺς Ἐκείνου. Καὶ ὅμως ξεχάσατε τὴν παρηγοριὰ καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς ἀπευθύνει, σὰν παιδιά Του ποὺ εἴμαστε, καὶ μᾶς λέει: Παιδί μου, μὴν παραμελεῖς καὶ μὴ βγάζεις ἀπὸ τὴ σκέψη σου τὴν ὠφέλεια καὶ τὴν παιδαγωγία τῶν θλίψεων ποὺ σοῦ δίνει ὁ Κύριος καὶ μὴν ἀποθαρρύνεσαι ὅταν ἐλέγχεσαι ἀπὸ Αὐτόν. Γιατὶ ἐκεῖνον ποὺ ἀγαπάει ὁ Κύριος τὸν παιδαγωγεῖ μὲ θλίψεις καὶ δοκιμάζει καθένα ποὺ τὸν δέχεται σὰν παιδί του. Καὶ συνεχίζει;

Ἂν δείχνετε ὑπομονὴ καί δεχόσαστε τὴν παιδαγωγία τοῦ Κυρίου μὴν ξεχνᾶτε πὼς ὁ Θεὸς φέρεται σὲ σᾶς σὰν σὲ παιδιά Του. Γιατί ποιὸ παιδὶ δὲν παιδαγωγεῖ ὁ πατέρας του; Ἂν εἴσαστε χωρὶς παιδαγωγία, τότε σημαίνει πὼς δὲν εἴσαστε γνήσια παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Οἱ καλοὶ πατέρες πάντοτε παιδαγωγοῦν τὰ παιδιά τους γιὰ τὸ καλό τους, ἔστω κι ἂν κάνουν οἱ ἴδιοι λάθη. Ὁ Θεὸς ὅμως μᾶς παιδαγωγεῖ γιὰ τὸ συμφέρον μας, γιὰ νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς δόξας Του.

Κάθε παιδαγωγία, ὅσο χρόνο διαρκεῖ, δὲν φαίνεται νὰ φέρνει χαρὰ ἀλλὰ λύπη. Ὕστερα ὅμως ἔρχονται τὰ εὐχάριστα ἀποτελέσματα, πλούσιοι καὶ ὥριμοι πνευματικοὶ καρποί. Λοιπὸν μὴν ἀποθαρρύνεσθε, ἀλλὰ σηκῶστε καὶ χαλυβδῶστε τὰ πεσμένα κάτω χέρια σας καὶ τὰ παραλυμένα γόνατά σας.

Παιδαγωγεῖ, λοιπόν, ὁ Θεὸς καὶ δοκιμάζει καὶ ἐπιτρέπει θλίψεις «ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ». Κίνητρο ἡ ἀγάπη καὶ ἀποκλειστικὸς σκοπὸς ἡ ὠφέλεια καὶ τὸ συμφέρον τοῦ δοκιμαζομένου. Ἐδῶ ὅμως εἶναι ὁ προβληματισμός, ἡ ἀπορία ἢ καὶ ἡ ἀντίδραση μερικῶν: Τί νὰ τὶς κάνω τὶς θλίψεις; Μοῦ εἶναι τόσο ἐνοχλητικές. Θὰ ἦταν καλύτερα νὰ λείπουν. Ξεχνᾶμε στὶς περιπτώσεις αὐτὲς πὼς χωρὶς παιδαγωγία, ἄσκηση, γυμνασία, κακοπάθεια, προσπάθεια, ἀγώνα σκληρό, δὲν ὑπάρχει πουθενὰ πρόοδος, δημιουργία. Ὁ μαθητὴς ποὺ δὲν κοπιάζει, ποὺ δὲν ἔμαθε νὰ κάνει θυσίες γιὰ τὴν πρόοδό του, νὰ ὑποβάλλεται σὲ διάφορες στερήσεις, συχνὰ νὰ κακοπαθεῖ χάριν ἑνὸς ὑψηλοῦ σκοποῦ, δὲν θὰ κάνει τίποτα μεγάλο στὴ ζωή του. Εἶπαν καὶ εἶναι σωστό, πὼς τὸ χαϊδεμένο καὶ καλομαθημένο παιδί, εἶναι τὸ χαλασμένο παιδί. Γονεῖς ποὺ δὲν ἔκαναν τὰ παιδιά τους ποτὲ νὰ κλάψουν, θὰ κλάψουν οἱ ἴδιοι ἀργότερα γι´ αὐτά. Γονεῖς ποὺ σκληραγώγησαν τὰ παιδιά τους δρέπουν τοὺς καρποὺς τῆς προόδου καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης τους.

«Πᾶσα παιδαγωγία, ὅσο διαρκεῖ ἡ παίδευση δὲν φαίνεται νὰ προξενεῖ χαρά, ἀλλὰ προκαλεῖ λύπη, ὕστερα ὅμως ἀνταμείβει, αὐτοὺς ποὺ παιδαγωγήθηκαν καὶ γυμνάσθηκαν, μὲ καρποὺς εἰρήνης, δικαιοσύνης καὶ ἁγιότητος!» (Ἑβρ. ιβ´11). Δὲν φαίνεται ἡ δοκιμασία σὰν ἀφορμὴ χαρᾶς, ἀλλὰ λύπης. Στὴν οὐσία ὅμως εἶναι ἀφορμὴ χαρᾶς. Οἱ ρίζες τῆς παιδείας δὲν εἶναι γλυκές. Εἶναι πικρές. Ὕστερα ὅμως οἱ καρποὶ εἶναι γλυκύτατοι. Ὁ γυμναστὴς ποὺ θέλει νὰ καταρτίσει καὶ νὰ ἀναδείξει τὸν ἀθλητὴ δὲν τὸν καλοπιάνει, δὲν τὸν ἀφήνει σὲ ἡσυχία οὔτε φοβᾶται μήπως κακοπάθει. Τί κάνει;

Τὸν γυμνάζει συνεχῶς, τὸν κουράζει μὲ κοπιαστικὲς ἀσκήσεις, τὸν ὑποβάλλει σὲ στερήσεις καὶ τόσα ἄλλα μὲ ἀντικειμενικὸ σκοπὸ νὰ τὸν προπονήσει σωστὰ καὶ νὰ τὸν κάνει πρωταθλητή. Ἀκριβῶς γιατὶ τὸ κίνητρό του εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ ἀγάπη.

πηγή : Ὀρθόδοξον Χριστιανικὸν Περιοδικόν.


Ὄργανον Ἀδελφότητος Θεολόγων ἡ «ΖΩΗ»

Κυριακή, Ιουνίου 23, 2013

ΕΤΟΙΜΑΣΑΤΕ ΤΗΝ ΟΔΟΝ ΚΥΡΙΟΥ Γενέθλιον Τιμ. Προδρόμου- [Λουκ. α´ 1-25, 57-68, 76-80] «Καὶ σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ· προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ»

ΕΤΟΙΜΑΣΑΤΕ ΤΗΝ ΟΔΟΝ ΚΥΡΙΟΥ


(Γενέθλιον Τιμ. Προδρόμου)
[Λουκ. α´ 1-25, 57-68, 76-80]

«Καὶ σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ·
προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ»

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»
ἀρ. τ. 4258, Ἰούνιος 2012



.          Ἡ Ἐκκλησία µας ἑορτάζει τὴν Κυριακὴ αὐτὴ τὸ γενέθλιο τοῦ τιµίου Προφήτου Προδρόµου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου. Σπάνια προφητικὴ µορφὴ ὁ Ἰωάννης. Ἀπαράµιλλη ἡ ἀρετή του. Μοναδικὸ τὸ ψυχικὸ µεγαλεῖο του.
.          Μὲ πόση ἄνεση καὶ ἀνωτερότητα θὰ κινῆται ὁ ἀσκητὴς αὐτὸς τῆς ἐρήµου! Ἀληθινὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ στοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἀνθρώπους κάθε ἐποχῆς. Ἦλθε γιὰ νὰ ἀνοίξη τὸν δρόµο καὶ νὰ προετοιµάση τὴν ὁδό, ποὺ θὰ φέρη τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσµου στοὺς ἀνθρώπους. Συγχρόνως ἀνοίγει τὸν δρόµο, ποὺ θὰ φέρη τοὺς ἀνθρώπους κοντὰ στὸν Χριστό. Πραγµατοποίησε τόσο τὴν προφητεία τοῦ πατέρα του ὅσο καὶ τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα: «ἐτοιµάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου».
.          Ὑπόδειγµα ὁ Προδροµος καὶ γιὰ µᾶς. Καλεῖ τὸν καθένα µας νὰ γίνη ἕνας ἀκούραστος ὁδοποιός, γιὰ νὰ ὁδηγοῦνται οἱ ἄνθρωποι κοντὰ στὸν Σωτήρα Χριστό.
.          Ἡ ἐποχή µας γιὰ νὰ διευκολύνη τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ τοὺς φέρη κοντά, γιὰ νὰ ἐκµηδενίση τὶς ἀποστάσεις, χαράσσει ὁδούς, ἀνοίγει δρόµους, κατασκευάζει λεωφόρους. Κι ὄχι µονάχα στὴν γῆ, ἀλλὰ καὶ σ᾽ αὐτὸ τὸ διαστηµα τὰ ὁδικὰ δίκτυα ἔχουν γίνει τὸ σύµβολο τοῦ σύγχρονου τεχνοκρατικοῦ πολιτισµοῦ.
.          Χρήσιµοι ἀσφαλῶς οἱ δρόµοι. Μποροῦν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν κουραστικὴ µόνωση. Νὰ κάνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ νιώσουν πὼς ἔχουν κι ἄλλoυς ἀδελφοὺς πάνω σ᾽ αὐτὸν τὸν πλανήτη. Φέρνουν ἀκόµα κοντά µας τὰ ἀγαθὰ τοῦ πολιτισµοῦ, τὰ τεχνικὰ µέσα, τὶς σύγχρονες εὐκολίες.
.          Ἕνας δρόµος ὄµως δὲν ἀνοίγει χωρὶς νὰ ξεριζωθοῦν δένδρα, νὰ σπάσουν βράχοι, νὰ ἐξοµαλυνθοῦν ἐδάφη, νὰ ἰσοπεδωθοῦν ὑψώµατα.
.          Οἱ δρόµοι γίνονται µἐ σύστηµα, µἐ κόπο, µἐ προσπάθεια. Μονάχα οἱ ἀτραποὶ καὶ τὰ µονοπάτια δὲν χρειάζονται σχεδιασµὸ καὶ µόχθο.
.          Ἕνας δρόµος χρειάζεται καὶ σὲ µᾶς σήµερα. Ὁ µόνος δρόµος, ὁ σωτήριος, ποὺ φέρνει στὴν πηγὴ τῆς σωτηρίας. Ἡ προφητικὴ φωνὴ ἀκούγεται καὶ στὴν σύγχρονη ἔρηµο τῆς κοινωνίας µας : «Ἑτοιµάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου». Καὶ εἶναι ἀπαραίτητος, γιατί ὁ σηµερινὸς ἄνθρωπος ἔχει χαθῆ στὰ ὕποπτα µονοπάτια τῆς ἀµαρτωλῆς ζωῆς.  Ἄνοιξε δρόµους ποὺ τὸν ἀποµακρύνουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς, τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ τὸν φέρνουν στὸ χρῆµα, στὴν χλιδή, στὶς ἀπολαύσεις. Εἶναι ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλεια».
.          Ἐπιτακτική, λοιπόν, ἐπείγουσα ἡ ἀνάγκη νὰ «ἐτοιµάσουµε τὴν ὁδὸν Κυρίου», τὴν «ἀπάγουσαν εἰς τὴν ζωήν». Νὰ χαράξουµε τὴν ὁδὸ τῆς ἀγάπης, τῆς θυσίας, τῆς εἰλικρινείας, τῆς τελειότητος, τῆς ἁγνότητος, τῆς ἁγιότητος, γιὰ νὰ βγοῦµε, ἐπιτέλους, ἀπὸ τὴν ζούγκλα τῆς ἐκµεταλλεύσεως, τῆς σκληρότητος, τῆς ἀπανθρωπίας, τῆς ἀπάτης.
.          Ὁ ἐγωισµὸς καὶ σήµερα κλείνει τὸν δρόµο. Ὁ πειρασµὸς τοῦ χρήµατος ὑψώνει τείχη καὶ φυλακίζει τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ αἰσθησιασµὸς γεµίζει τὸ ἔδαφος µὲ τὰ ἀγκάθια τῆς ἡδυπαθείας. Τὰ βράχια τῆς σκληρότητος φράσσουν τὸ πέρασµα τῆς ἀγάπης. Τὰ ἠθικὰ χάσµατα ἐµποδίζουν τὸν Θεὸ τῆς καθαρότητος, τῆς ἀγάπης, τὸν «πράον καὶ ταπεινὸν τῇ καρδίᾳ», νὰ ἔλθη κοντά µας.
.             Ὁ καλὸς Ποιµένας τῶν ψυχῶν πρέπει νὰ ἀνέβη ἀποτοµα φαράγγια καὶ ἀποκρηµνες χαράδρες, νὰ διαβῆ λαγκαδιές, νὰ σκαρφαλώση σὲ ἄγριες βουνοπλαγιές, γιὰ νὰ βρῆ τὸ χαµένο πρόβατο. Πρέπει πολὺ νὰ ταλαιπωρηθῆ ἀπὸ τὴν ἀµέλεια καὶ ἀδιαφορία µας νὰ τοῦ ἀνοίξουµε τὸν δρόµο.
.          Πρόκειται γιὰ µιὰ θλιβερὴ πραγµατικότητα, ἡ ὁποία ὅµως δὲν µπορεῖ νὰ παραταθῆ ἐπὶ πολύ. Οἱ ἄνθρωποι σήµερα ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, ὑποφέρουν µέσα στὴν χλιδὴ καὶ τὸν πλοῦτο. Ἔχουν τὰ πάντα καὶ τίποτα δὲν ἔχουν. Ἀκριβῶς γιατί τοὺς λείπει τὸ ἕνα ἢ µᾶλλον ὁ Ἕνας, ὁ  Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ «ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή».
.        Δὲν µποροῦν νὰ µείνουν ἄλλο µακριὰ ἀπὸ τὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ τῶν ψυχῶν. Κουράστηκαν πιὰ στὶς ἀφιλόξενες ἐρηµίες τῆς ἀποστασίας, στὶς µακρινὲς χῶρες τῆς ἀσωτίας µἐ ἀποκλειστικὴ τροφὴ τὰ ξυλοκέρατα. Ἀρκετὰ περιπλανήθηκαν στὰ ὕποπτα µονοπάτια τῆς ἀµαρτίας. Ποθοῦν νὰ βροῦν τὸν δρόµο ποὺ θὰ τοὺς φέρη κοντὰ στὸν Χριστό, ποὺ θὰ φέρη τὸν Χριστὸ στὴν ψυχή τους, σὲ κάθε ἐκδήλωση τῆς ζωῆς τους.
.          Πρέπει ὄµως νὰ τὸ ὑπογραµµίσουµε: ὁ δρόµος αὐτὸς δὲν ἀνοίγει µόνος του. Θέλει πολλὴ δουλειά. Νὰ ξεριζωθοῦν δένδρα – πάθη τυραννικά. Νὰ ἀνατιναχθοῦν τὰ βράχια τῆς σκληρότητος. Νὰ ἰσοπεδωθῆ µἐ τὴν ταπείνωση τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς. Νὰ φύγουν οἱ ἀνωµαλίες τῆς ἐπάρσεως, τῆς ἀλαζονείας, τοῦ ἀτοµισµοῦ, τοῦ συµφεροντολογισµοῦ. Χρειάζεται δυναµίτης, ὁ πανσθενουργὸς λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ δραστικὴ καὶ σωτήριος χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύµατος, γιὰ νὰ σπάση τοὺς ὀγκόλιθους τῆς κακίας. Τὰ βράχια τῆς ἁµαρτίας, γιὰ νὰ σπάσουν, χρειάζονται οἱ ἐκσκαφεῖς τῆς µετανοίας καὶ συντριβῆς.
.            Ἰωάννης ὁ Προδροµος µὲ περισσὴ φροντίδα, µὲ φλογερὸ φρόνηµα, δὲν ἔπαυσε οὔτε στιγµὴ νὰ ἐργάζεται σὰν ἀκούραστος ὁδοποιὸς τὸ ἔργο τῆς προετοιµασίας γιὰ τὸν ἐρχοµὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὶς ψυχές. Εἶναι τὸ κατ᾽  ἐξοχὴν ἔργο ποὺ µπορεῖ νὰ ἐπιθυµήση κανεὶς στὴν ζωὴ αὐτή. Τὸ φωτεινὸ καὶ ἅγιο παραδειγµα τοῦ πιὸ µεγάλου προφήτου, τοῦ προφήτου τοῦ ὁποίου τὸ ἐγκώµιο γιὰ τὴν ἀρετή του ἔπλεξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἂς γίνη καὶ γιὰ µᾶς ὁδηγός. Νὰ ἑτοιµάσουµε µἐ ἐπιµέλεια τὸν ἴσιο δρόµο, ποὺ θὰ φέρη τοὺς ἀνθρώπους κοντὰ στὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτή. Θὰ φέρη τὸν Χριστὸ στοὺς ἀνθρώπους. Θὰ Τὸν φέρη ἔνοικο µόνιµο στὴν ψυχή µας.

Σάββατο, Μαρτίου 02, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ «ΦΥΓΑΔΕΣ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ»


«ΦΥΓΑΔΕΣ…»
(Σοφία Σολομῶντος ιζ΄ 2)

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ», 
ἀρ. τ. 4265, Φεβρ. 2013

.          Φεύγουν. Διαβαίνουν τὰ σύνορα καί ἀπομακρύνονται. Τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας πνίγει τὰ βήματά τους. Τὸ ἄγνωστο ἔδαφος ἀνοίγει κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους ἀβύσσους καί γκρεμούς. Ὅπου καὶ νὰ πᾶνε, θὰ εἶναι οἱ φυγάδες. Αὐτοὶ ποὺ ἐγκατέλειψαν ἕναν ὄμορφο κόσμο, μίαν ἅγια γῆ, γιὰ νὰ  πορευθοῦν στὸ χάος καί στήν καταστροφή. Αὐτοὶ ποὺ διάλεξαν τὸν τραγικὸ κλῆρο, τὴν θλιβερὴ καί σκοτεινὴ ζωὴ τῶν φυγάδων.
.          Μὰ γιὰ ποιούς φυγάδες πρόκειται; Τὸ βιβλίο τῆς Σοφίας Σολομῶντος μᾶς παρουσιάζει μιὰ εἰδικὴ κατηγορία τους στὸ δέκατο ἕβδομό του κεφάλαιο. Ἀσφαλῶς εἶναι ἡ τραγικότερη, ἡ σκοτεινότερη καί πάντως ἡ πιὸ παράξενη κατηγορία φυγάδων. Πρόκειται γιὰ τους «φυγάδες τῆς αἰωνίου προνοίας» (Σοφία Σολομῶντος ιζ΄ 2).

*   *   *

.          «Φυγάδες τῆς αἰωνίου προνοίας», τῆς ἀγαθῆς καί σαφῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ!  Ὑπῆρξαν στὸ παρελθὸν πολλοί. Ὑπάρχουν καί στήν ὥρα αὐτὴ ποὺ ζοῦμε. Εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ εἶπαν: «Δὲν πιστεύουμε σὲ θεία Πρόνοια. Δὲν πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεὸς κυβερνάει τὸν κόσμο μὲ τὴν ἀγάπη του καὶ τὴν σοφία του. Στήν τύχη προχωρεῖ ὁ κόσμος τὸν δρόμο του. Στήν τύχη ζοῦμε, γεννιόμαστε, πεθαίνουμε. Δὲν ὑπάρχει κανένα στοργικὸ χέρι ἐπάνω μας».
.          Ἡ ἀπόρριψη τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ τὴν πρώτη φάλαγγα τῶν «φυγάδων τῆς αἰωνίου προνοίας».
.          Κλείνουν μὲ ἕναν ἀξιοθρήνητο τρόπο τὰ μάτια τους οἱ φυγάδες αὐτοί. Δὲν βλέπουν τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο του. Τοὺς τρομάζει τὸ κακό, ἡ ἀδικία, τὸ μίσος, ἡ παλιανθρωπιά, ἡ κυριαρχία τῶν τυφλῶν συμφερόντων. Καί ἀφήνουν νὰ κλονιστεῖ ἡ ἐμπιστοσύνη τους στήν ἀγάπη καί τὴν στοργὴ τοῦ Θεοῦ. Ξεχνοῦν τὴν Σάρκωση, τὴν Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Δὲν συλλογίζονται ὅτι «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν…» (Ἰωάν. γ´ 16). Καί δὲν σκέπτονται ὅτι πίσω ἀπὸ τὸν ἥλιο, ποὺ λάμπει στὸν οὐρανό, ὑπάρχει ἕνας Πατέρας ὅλος στοργή, ποὺ «ἀνατέλλει τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἐπὶ πονηροὺς καί ἀγαθοὺς» (Ματθ. ε΄ 4), διότι γιὰ ὅλους προνοεῖ.
.          Ἔτσι οἱ «φυγάδες τῆς αἰωνίου προνοίας» ἀνταλλάσσουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἄρνηση, τὴν ἀγωνία, τὴν φρικτὴ ἀβεβαιότητα. Ἐγκαταλείπουν τὴν πατρίδα τους, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν στοργὴ τοῦ Κυρίου καὶ φεύγουν, τραβοῦν γιὰ τὰ σκοτάδι, τὴν τύχη, τὸ χάος. Καί πνίγονται μέσα στὴν θλίψη, τὴν μόνιμη ταραχή, τὸ κενό…
.          «Φυγάδες τῆς αἰωνίου προνοίας». Εἶναι καί ἄλλοι. Σχηματίζουν ἀτέλειωτα καραβάνια μέσα στὴν ἔρημο τοῦ σημερινοῦ κόσμου. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ λένε: «Δὲν ὑπολογίζω στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Εἴτε ὑπάρχει εἴτε δὲν ὑπάρχει τέτοια Πρόνοια, μοῦ εἶναι ἀδιάφορο. Ἐγὼ κοιτάζω τὰ χέρια μου. Κοιτάζω νὰ ζήσω τὴν ζωή μου. Νὰ τὴν φτιάξω μόνος μου. Νὰ τὴν κερδίσω χωρὶς τὴν βοήθεια καμιᾶς θείας Πρόνοιας». Ἔτσι λένε. Εἶναι οἱ ἀρνητές. Καί γίνονται φυγάδες, ὅπως οἱ προηγούμενοι. Παύουν νὰ προσεύχονται. Παύουν νὰ ὑπολογίζουν τοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ. Παύουν νὰ αἰσθάνονται ὅτι ἡ ζωή τους εἶναι στὰ χέρια τοῦ Παντοδυνάμου. Ἀφήνουν τὴν ἀγκάλη τοῦ Θεοῦ. Αὐτοῦ ποὺ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ εἶναι μαζί μας «ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη΄ 20). Καί ἀρχίζουν τὴν θλιβερή τους περιπλάνηση στοὺς ἄχαρους δρόμους τοῦ κακοῦ. Φυγάδες ἀπὸ μιὰ χώρα ὅπου κυριαρχοῦν ἡ ἀγάπη, ἡ σοφία, ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη καί τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, παραδίδονται σὲ μιὰ ζωὴ ἀγιάτρευτης, μόνιμης, σκληρῆς προσφυγιᾶς.

*   *   *

.          «Φυγάδες τῆς αἰωνίου προνοίας». Μήπως εἴμαστε λίγο πολὺ τέτοιοι κι ἐμεῖς; Μήπως, ἂν δὲν ἔχουμε φύγει, πάντως βρισκόμαστε ἤδη στὰ σύνορα, ἕτοιμοι νὰ γίνουμε φυγάδες;
.          Ἂν ὄχι, τότε γιατί σκεπτόμαστε ἐλάχιστα ἢ καθόλου τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί τὴν ἀποφασιστική του βοήθεια στὰ ζητήματά μας;
.          Ἂν ὄχι, τότε γιατί ἀφήνουμε νὰ μᾶς παρασύρει τὸ ρεῦμα τῆς ἀπελπισίας, πού δέρνει τόσες ψυχὲς πού δὲν  πιστεύουν;
.          Ἂν ὄχι, τότε γιατί βασανιζόμαστε ἀπὸ ἕνα σωρὸ ἀγωνίες, σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει Θεὸς Πατέρας ἐπάνω μας;
.          Ἂν ὄχι, τότε γιατί δὲν ἐμπιστευόμαστε τὴν οἰκογένειά μας, τὰ παιδιά μας, τὶς ἐπαγγελματικές μας μέριμνες, τὶς ἀρρώστιες μας, τὸ μέλλον μας στήν  πρόνοια τοῦ Θεοῦ;

*   *   *

.          Πατέρα μου, Θεέ μου, μὲ πόση ἀγαλλίαση μπορῶ νὰ Σὲ ὀνομάζω ἔτσι! Νὰ ξέρω, νὰ ζῶ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶσαι ἕνας ἀληθινὸς Πατέρας, σοφός, παντοδύναμος, μακρόθυμος, ποὺ κυβερνᾶ τὴν ζωή μου καί τὴ ζωὴ τῶν ἀδελφῶν μου. Νὰ ξέρω ὅτι ἐπάνω μου εἶναι χυμένη ἡ πιὸ μεγάλη στοργή, νὰ νιώθω τὸ χέρι μου μέσα στὸ δικό Σου.
.          Κύριε, πιστεύω στήν πρόνοιά Σου καί ὁμολογῶ ὅτι θέλω ν’ ἀνήκω γιὰ πάντα στὸ βασίλειο τῆς ἀγάπης Σου.
.          Μὴ μ’ ἀφήσης, Πατέρα μου, νὰ βρεθῶ ἔξω ἀπὸ τὸ βασίλειο αὐτό. Κράτησέ με κοντά Σου, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ χαίρομαι μαζί Σου. Κοντά Σου, κοντά Σου γιὰ πάντα. Ἀμήν.


Κυριακή, Φεβρουαρίου 24, 2013

ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ «Ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Ἀποστ. ἀνάγν. Κυρ. 24.02.13)


ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013

ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ
«Ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι»
[Β´ Κορ. δ´ 6- 15]

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»,
ἀρ. τ. 4265, Φεβρ. 2013

Ἠλ. στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

.             Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει σήμερα τὴν εὕρεση τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα κάνει λόγο γιὰ θησαυρό. Ἔχομεν, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τὸν θησαυρὸν τοῦτον μέσα στὰ ὀστράκινα, στὰ εὔθραυστα σώματά μας.
.             Πραγματικὸς θησαυρὸς ἡ τιμία κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου. «Θεῖον θησαύρισμα» τὴν ὀνομάζει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος. Εἶναι ἡ κεφαλὴ ἐκείνη ἡ ὁποία δὲν γνώρισε μολυσμὸ ἁμαρτίας, διότι ἐκ νεότητος ὁ Ἰωάννης ἀνεχώρησε ἀπὸ τὸν κόσμο, ὅπου ἐπικρατοῦσε ἡ ἁμαρτία, καί πῆγε στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Ἐκεῖ ἔζησε βίο καθαρὸ καί ἀσκητικό, ἁγιασμένος ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ. Κήρυττε μετάνοια καί καλοῦσε ὅλους σὲ μετάνοια. «Μετανοεῖτε, ἔλεγε, ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ὁ Ἰωάννης ἦταν ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο εἶχε προφητεύσει ὁ Ἠσαΐας λέγοντας «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ. Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Προετοιμάσατε τὸν δρόμο, τὶς ψυχές σας, γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου. Ἀτρόμητος, ποτὲ δὲν φοβήθηκε ἀλλὰ ἤλεγξε καί τὸν βασιλιὰ Ἡρώδη γιὰ τὴν ἠθικὴ παρανομία του καί ἀπηύθηνε ἐκεῖνο τὸ «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Καί γι’ αὐτὸ κίνησε τὸ μίσος τῆς πονηρῆς Ἡρωδιάδος, ποὺ ζήτησε τὴν κεφαλὴ τοῦ Ἰωάννου ἐπὶ πίνακι. Καί ἔτσι ἡ ἁγία ἐκείνη κεφαλὴ ἐδέχθη τὸ κτύπημα τοῦ ἀπεσταλμένου τοῦ βασιλιᾶ.

*   *   *

.             Ποιόν ἢ ποιούς ἄλλους θησαυροὺς ἐννοοῦσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔγραφε «ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι»; Θησαυρὸς πολύτιμος εἶναι ἡ ἀλήθεια. Τὸ φῶς τῆς ἀληθείας. Ἡ ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια περὶ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνώση τῆς ἀληθείας. «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς». Εἶναι οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως οἱ ἀπόκρυφοι. Ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα στοὺς Χριστιανοὺς ἀλήθεια τῆς πίστεως. Ἡ παραδοχὴ καί ἡ βίωση τῆς ἀποκαλυφθείσης ἀληθείας. Εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς σωτηρίας. Τὸ κήρυγμα καί τὸ καύχημα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί τῶν ἁγίων.
.             Θησαυρὸς πολύτιμος εἶναι ἡ ἀθάνατη ψυχή μας. Ἡ πνοὴ τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Μέσα στὰ εὔθραυστα σώματά μας. Ἀνυπολόγιστη ἡ ἀξία της. Αὐτὸν τὸν θησαυρὸ τὸν ἐξηγόρασε ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας καί τὴν ἐξουσία τοῦ Πονηροῦ ὁ Κύριός μας μὲ τὸ τίμιο αἷμα Του. Καί γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀνυπολόγιστη ἀξία της, εἶπε τὰ βαρυσήμαντα ἐκεῖνα λόγια: «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καί ζημιωθῇ τὴν ψυχὴ αὐτοῦ;» (Μάρκ. η´ 36).
.             Αὐτὸν τὸν πολύτιμο θησαυρό, τὴν ἀθάνατη ζωή μας, καλούμαστε νὰ τὸν διαφυλάξουμε, γιατί πολλοὶ ἐχθροὶ καιροφυλακτοῦν νὰ τὸν ἁρπάξουν. Ἔχουμε χρέος νὰ τὸν σεβόμαστε. Νὰ φροντίζουμε, ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ τὴν ἀθάνατη ψυχή μας, καλεσμένη γιὰ νὰ ζήσει στήν αἰωνιότητα καί νὰ ἀπολαμβάνει τὴν δόξα καί τὴν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ.
.             Καί ἀκόμη θησαυροὶ πολύτιμοι εἶναι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅλοι ὅσοι ἀγωνίστηκαν καί εὐαρέστησαν στὸν Θεό. Οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ αἰσθητὰ σημεῖα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. Τὸ πλῆθος καί τὸ νέφος τῶν μαρτύρων, τῶν ἁγίων καί τῶν ὁμολογητῶν. εἶναι οἱ πρωτότοκοι ἀδελφοί μας, οἱ ὁποῖοι δὲν ἀπήλαυσαν πλήρως τὴν ὑπόσχεση τῆς λυτρώσεως καί τῆς οὐρανίου βασιλείας, ἀλλὰ περιμένουν καί ἐμᾶς, ὥστε μαζί, ὡς ἕνα πνευματικὸ σῶμα νὰ ἀπολαύσουμε τὴν μακαριότητα τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν κατὰ τὴν δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου.

*   *   *

.             Πολύτιμοι θησαυροί μας αὐτοί. Ἂς εὐχαριστοῦμε καί δοξολογοῦμε τὸν Τριαδικὸ Θεὸ γιὰ τοὺς πολύτιμους αὐτοὺς θησαυρούς, γιὰ τὰ ἀνεκτίμητα αὐτὰ δῶρα τῆς ἀγάπης Του, τὰ ὁποῖα μᾶς ἔχει δωρήσει. Καί ἂς μὴ λησμονοῦμε ποτὲ τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας γιὰ τὴν ἰδιαίτερη φροντίδα τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας, ἡ ὁποία διαρκῶς ἀπειλεῖται, ἀλλὰ καί μὲ τίποτα δὲν ἀνταλλάσσεται.


Σάββατο, Φεβρουαρίου 16, 2013

ΝΑΟΣ ΘΕΟΥ ΖΩΝΤΟΣ «Ὑμεῖς ἐστὲ ναὸς Θεοῦ ζῶντος» (Ἀποστολ. ἀνάγν. Κυρ. 17.02.13)


ΝΑΟΣ ΘΕΟΥ ΖΩΝΤΟΣ

«Ὑμεῖς ἐστὲ ναὸς Θεοῦ ζῶντος»
[Β´ Κορ. ϛ´ 16- ζ´1]

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»,
ἀρ. τ. 4265, Φεβρ. 2013


.            Μεγάλη καί θαυμαστὴ ἀλήθεια μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Τὴν ἀλήθεια ὅτι οἱ Χριστιανοὶ ἀναδεικνύονται καί γίνονται ναοὶ καί κατοικητήρια τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. «Ὑμεῖς ἐστὲ ναὸς Θεοῦ ζῶντος».

*   *   *

.            Ἡ ἔννοια τοῦ ναοῦ μᾶς εἶναι γνωστή. Σ’ αὐτὸν τελοῦνται τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ καί ὁ κάθε πιστὸς Χριστιανὸς εἶναι ἔμψυχος ναὸς τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἀνώτερος τοῦ κτιστοῦ καί ὑλικοῦ ἱεροῦ ναοῦ. Διότι ὁ ναὸς ὡς ὑλικὸς κάποτε θὰ καταστραφεῖ. Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, ὡς ναὸς τοῦ Θεοῦ, θὰ μείνει στὸν αἰώνα. Πότε καί πῶς ὁ ἄνθρωπος ἀναδεικνύεται ναὸς τοῦ Θεοῦ; Μὲ τὸ βάπτισμα καί τὸ χρίσμα, τὰ δύο ἀπαραίτητα αὐτὰ μυστήρια. Μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος ὁ Χριστιανὸς δὲν λαμβάνει μόνο τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του, ἀλλὰ ἐντός του εἰσέρχεται τὸ ὑπερφυσικὸ καί θεϊκὸ στοιχεῖο. Λαμβάνει τὶς δωρεὲς καί τὰ χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μετὰ τὸ βάπτισμα ὁ ἱερέας χρίει σταυροειδῶς μὲ τὸ Ἅγιο Μύρο τὰ διάφορα σημεῖα τοῦ σώματος τοῦ νεοβαπτισθέντος, λέγοντας: «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου. Ἀμήν». Ἔτσι ὁ Χριστιανὸς δέχεται ἐντός του τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Λαμβάνει τὴν Χάρη, τὶς θεῖες δωρεὲς καί τὰ ὑπερφυσικὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀναδεικνύεται πνευματέμφορος καί θεοφόρος. Γίνεται ναὸς καί κατοικία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατρὸς καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
.            Νὰ γιατί ὁ πατέρας τοῦ Ὡριγένη, ὁ μάρτυς Λεωνίδης, πήγαινε, ὅταν κοιμόταν, τὸ μικρὸ παιδὶ του καί ἀσπαζόταν μὲ εὐλάβεια τὸ στῆθος του, γιατί πίστευε ὅτι ἐκεῖ ὑπάρχει καί κατοικεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Παραμένοντας, λοιπόν, καί ζώντας μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ πιστὸς Χριστιανός, μὲ τὴν ὅλη λειτουργικὴ καί μαρτυρικὴ ζωὴ καί κοινωνώντας τὸ ἄχραντο σῶμα καί τὸ τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου, φιλοξενεῖ καί κατέχει ἐντός του μὲ τρόπο μυστηριακὸ καί πραγματικὸ τὸν Χριστό. «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καί πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν. ϛ΄ 56). Ἔτσι ὁ πιστὸς Χριστιανὸς ἀναδεικνύεται καί παραμένει πραγματικὸς καί ἀληθινὸς ἔμψυχος ναὸς τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

*   *   *

.            Ἑνὸς τέτοιου χαρίσματος, μιᾶς τέτοιας δωρεᾶς καί εὐλογίας, ποὺ ἀξιώνεται ὁ Χριστιανός, συνεπάγονται ὁρισμένες εὐθύνες καί ὑποχρεώσεις. Κατ’ ἀρχὴν τὸ πιστεύουμε, τὸ αἰσθανόμαστε ὅτι βρισκόμαστε καί ζοῦμε τὴν πνευματικὴ αὐτὴ θέση, μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Εἴμαστε ἔμψυχοι ναοὶ τοῦ Θεοῦ. Τὸ ὑπενθυμίζουμε στὸν ἑαυτό μας, ὅτι ἔγινε καί εἶναι ναὸς τοῦ ζῶντος Θεοῦ; Τοὺς ἱεροὺς ναούς, ποὺ τελοῦνται τὰ μυστήρια, προσπαθοῦμε νὰ τοὺς διατηροῦμε καθαρούς. Τοὺς ἐμψύχους ναούς μας προσπαθοῦμε νὰ τοὺς διατηροῦμε καθαρούς; Καταλαβαίνουμε ὅλοι πότε λερώνεται ὁ δικός μας ναὸς καί πῶς καθαρίζεται; Ὅτι λερώνεται μὲ τὴν ποικιλώνυμη καί «εὐπερίστατον» ἁμαρτία καί καθαρίζεται μὲ τὰ ἁγιαστικὰ μέσα τῆς Ἐκκλησίας καί κυρίως μὲ τὸ λυτρωτικὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως;
.            Λοιπόν, «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ». Ἂς καθαριστοῦμε καί ἂς καθαρίζουμε συνεχῶς τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ ἁμαρτίας. Ἂς ἀγωνιζόμαστε μέχρι τέλους στὸν δρόμο τῆς ἁγιότητος μὲ φόβο τοῦ Θεοῦ. Στὸν Χριστιανὸ ποὺ συναισθάνεται τὸ μεγαλεῖο τῆς τιμητικῆς κλήσεως καί θέσεώς του καί συνεχῶς καθαρίζεται ἀπὸ τὶς ἐπιδράσεις τοῦ κόσμου καί τοὺς μολυσμοὺς τῆς ἁμαρτίας, ἐγώ, λέγει ὁ Θεός, θὰ «ἐνοικήσω», θὰ ἔλθω νὰ μείνω καί «ἐμπεριπατήσω», θὰ περιπατήσω καί θὰ εἶμαι δικός τους Θεὸς καί αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου. Ἐγὼ θὰ εἶμαι πατέρας τους καί αὐτοὶ θὰ εἶναι υἱοὶ καί θυγατέρες μου.
.            Καί ἀκόμη τοὺς ἱεροὺς ναοὺς τοὺς σεβόμαστε. Τοὺς ἐμψύχους ναοὺς ποὺ ὑπάρχουν καί κυκλοφοροῦν γύρω μας, τοὺς σεβόμαστε; Ὁ ἄλλος ἢ ἡ ἄλλη δὲν εἶναι νούμερο, μηχανή, μέσον ἐκμετάλλευσης. Προσπαθῶ νὰ σέβομαι κάθε ἄνθρωπο. Καί ἀκόμη προσπαθοῦμε ἀπὸ τὴν μικρὴ παιδικὴ ἡλικία νὰ μεταδίδουμε τὶς ἀλήθειες αὐτὲς καί νὰ ἐμπνεύσουμε τὰ παιδιὰ νὰ σέβονται τὸν ἑαυτό τους καί τὰ ἄλλα παιδιὰ γύρω τους.

Σάββατο, Ιανουαρίου 19, 2013

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ «Ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ…»


ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡ. 20.01.13

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

«Ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ…»
(Β´ Κορ. δ´ 6-15)

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»,
ἀρ. τ. 4264, Ἰαν. 2013

.           Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶχε ἀνακαλύψει ἕνα μεγάλο μυστικό. Τὴν ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Κοντὰ δηλαδὴ στὸν Θεὸ βρῆκε δύναμη ὑπεράνθρωπη. Αὐτή, γέμιζε τὴν ψυχὴ του μὲ οὐράνιο φῶς καὶ τὸν ἰσχυροποιοῦσε στὶς ποικίλες δυσκολίες.
.           Κι ἀποτελεῖ καὶ σ’ αὐτὸ παράδειγμα γιὰ μᾶς. Μᾶς ὑπενθυμίζει πὼς μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε πάρα πολλά. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὰ «πάντα ἴσχυε» μὲ τὴν δύναμη τοῦ Κυρίου. Νὰ μερικὰ χαρακτηριστικά.

*   *   *

Α) Ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς

.           Πόσο ὄμορφα νιώθουμε, ὅταν φεύγει τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας καὶ ἔρχεται τὸ φῶς τῆς ἡμέρας! Ὅλα τότε κινοῦνται, ζωντανεύουν. Ἡ φύση ζωηρεύει. Οἱ ἄνθρωποι χαίρονται τὴν πλάση, ἐργάζονται, δημιουργοῦν. Τὸ ἴδιο ἢ καὶ περισσότερο καὶ ἡ ψυχή, ὅταν ἀνατέλλει μέσα της τὸ φῶς τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ δύναμη τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἀπόστολος τὸ τονίζει ἰδιαίτερα σήμερα: «Ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν».
.           Ὁ Θεὸς ὅταν δημιούργησε τὸν κόσμο μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο Του, μέσα ἀπὸ τὸ χάος καὶ τὸ σκοτάδι, ἔλαμψε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου. Καὶ ἄρχισε νὰ σφύζει ἡ ζωὴ καὶ ἡ κίνηση πάνω στὸν πλανήτη.

 Β) Τὸ πνευματικὸ σκοτάδι

.           Ὁ Θεὸς ὅμως ἐξακολουθεῖ νὰ ἐργάζεται, στὸν κόσμο τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ βρίσκεται στήν ἄγνοια, μέσα στὸ πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ σκοτάδι. Ἐκεῖ φέρνει τὸ γλυκὸ καὶ λαμπερὸ φῶς τῆς χάριτός Του. Στὸ χάος καὶ στὴν σύγχυση ποὺ ἐπικρατεῖ μέσα στὶς ψυχές, ρίχνει τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας. Στὶς καρδιὲς ποὺ φωλιάζουν τὰ ἑρπετὰ τῶν παθῶν, στέλνει πλούσιο τὸ φῶς Του καὶ τὰ φυγαδεύει. Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἦσαν κάποτε σκότος, εἶναι τώρα «φῶς ἐν Κυρίῳ» (Ἐφεσ. ε´, 8). Αὐτοὶ ποὺ ἦσαν «πεπληρωμένοι πάσῃ ἀδικίᾳ, πορνείᾳ, πλεονεξίᾳ, κακίᾳ, μεστοὶ φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου, κακοηθείας» (Ρωμ. α´, 29), τώρα εἶναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαγχνοι, φιλόφρονες» (Α´ Πέτρ. γ´, 8). Δὲν κάνουν πιὰ τὰ ἔργα τοῦ σκότους. Ἐργάζονται τὰ ἔργα τοῦ φωτός. Τὰ καλά, τὰ εὐάρεστα στὸν Θεὸ καὶ ὠφέλιμα στοὺς ἀνθρώπους. Ξύπνησαν ἀπὸ τὸν ὕπνο τῆς ἁμαρτίας καὶ τώρα δραστηριοποιοῦνται στὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. Προΐστανται σὲ ἔργα φιλανθρωπίας, γιὰ νὰ τονώσουν, νὰ ἐνισχύσουν, νὰ παρηγορήσουν, νὰ συμπονέσουν, νὰ συμπαρασταθοῦν.

 Γ) Ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωὴ

.           Ἀπερίγραπτες οἱ θλίψεις, οἱ δοκιμασίες, οἱ διωγμοί, ποὺ δοκίμασε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἅγιοι καὶ οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Κι ὅμως ὅλα αὐτὰ δὲν τοὺς στενοχωροῦσαν, δὲν τοὺς λύγιζαν. Τὰ ἀντιμετώπιζαν μὲ θάρρος καὶ χαρά, μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἀναφέρει στὴν συνέχεια ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν: «Ἐν παντὶ θλιβόμενοι, ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι…». Φτάνουμε σὲ ἀδιέξοδο, χωρὶς νὰ ἀπελπιζόμαστε, συνεχίζει. Καταδιωκόμαστε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἐγκαταλειπόμαστε ὅμως ἀπὸ τὸν Θεό. Φαίνεται πὼς μᾶς νικοῦν κάποτε οἱ ἐχθροί μας, ποτὲ ὅμως δὲν χανόμαστε. Κάθε μέρα κινδυνεύουμε νὰ πεθάνουμε. Καὶ ὅμως ζοῦμε. Κι αὐτὰ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Τὴν «ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ». Αὐτὴ τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κάνει δυνατοὺς νὰ ὑπερνικοῦν τὰ ἐμπόδια, νὰ ἀνατρέπουν τὶς δυσκολίες. Αὐτή, νικάει ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο.

*   *   *

.          Αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ποὺ τὸν γιορτάζουμε σήμερα. Ὀνομάστηκε μέγας, γιατί τὰ ἔργα του ἦταν ἀληθινὰ μεγάλα. Ὀργάνωσε ὑποδειγματικὰ καὶ ἀνέδειξε πνευματικὰ κέντρα τὰ μοναστήρια στήν Ἀρμενία καὶ στήν Παλαιστίνη. Συστηματοποίησε τὴν χριστιανικὴ ἱεραποστολὴ ἀνάμεσα στοὺς ἀραβικοὺς πληθυσμοὺς καὶ συνετέλεσε νὰ ἐπιστρέψουν στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας πολυάριθμοι αἱρετικοί. Γεμάτη πνευματικὴ καρποφορία καὶ ἀξιοθαύμαστη δραστηριότητα ἡ ζωή του, ἀπὸ τότε ποὺ ἔλαμψε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ μέσα του.

Σάββατο, Ιανουαρίου 12, 2013

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡ. ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ [Ἐφ. δ´ 7-13] Ο ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΣ ΜΑΣ «Πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων»


ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡ. ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ
[Ἐφ. δ´ 7-13]

Ο ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΣ ΜΑΣ
«Πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων»

τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»
 ἀρ. τ. 4264, Ἰαν. 2013

        Ὁ Κύριος καὶ Λυτρωτής µας ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία Του στὴν γῆ. Καὶ µοίρασε πλούσια τὶς δωρεές Του. Ἀνέδειξε καὶ ἔδωσε µέσα σ᾽ αὐτὴ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Προφῆτες ποὺ θὰ παρουσιάσουν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ἔδωσε τοὺς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, τοὺς ποιµένες καὶ διδασκάλους, ποὺ θὰ καθοδηγοῦν τὸν καθένα ξεχωριστὰ καὶ ὅλους µαζὶ τοὺς Χριστιανούς.

.           Καὶ ὅλα αὐτά, µᾶς τονίζει στὴν σηµερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, µᾶς τὰ ἔδωσε γιὰ ἕνα µεγάλο σκοπό: «πρὸς τὸν καταρτισµὸν τῶν ἁγίων», δηλαδὴ γιὰ νὰ καταρτίζονται, νὰ οἰκοδοµοῦνται πνευµατικά, νὰ προοδεύουν καὶ νὰ τελειοποιοῦνται στὴν ἀρετὴ οἱ πιστοὶ στὴν χριστιανικὴ ζωή.
.           Πῶς θὰ ἐπιτύχουµε αὐτὸ τὸν πνευµατικὸ καταρτισµό µας;

*  *  *

Α) Μὲ σοβαρότητα κι ἀποφασιστικότητα.

 .           Πρῶτα-πρῶτα χρειάζεται νὰ καταλάβουµε ὅτι πρέπει νὰ πάρουµε στὰ σοβαρὰ αὐτὴ τὴν ὑπόθεση τοῦ πνευµατικοῦ µας καταρτισµοῦ. Ὁ χριστιανικός µας καταρτισµὸς εἶναι πολὺ σπουδαία ὑπόθεση. Δὲν εἶναι παιγνίδι οὔτε ψυχαγωγία. Εἶναι σκληρὴ ἐργασία, συνεχὴς καὶ ἐντατικὴ πάνω στὸν ἑαυτό µας. Γιατί ὁ κακοµαθηµένος ἑαυτός µας ἀντιστέκεται, γλιστράει, µᾶς ξεγελάει. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος µᾶς προτρέπει: «Μετὰ φόβου καὶ τρόµου» νὰ ἐργαζόµαστε γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουµε τὴν σωτηρία µας. Εἶναι ὁ πρῶτος καὶ κύριος σκοπὸς τῆς ζωῆς µας. Χρειάζεται λοιπόν, νὰ ἐπισηµάνουµε τὰ ἀδύνατα σηµεῖα ποὺ ἔχει. Καὶ τότε µὲ ὑποµονὴ καὶ ἐπιµονή, ἀλλὰ καὶ µὲ αὐστηρὴ αὐτοκριτικὴ νὰ προχωρήσουµε ἀποφασιστικὰ στὴν διόρθωσή του.

Β) Μὲ τὴν συµπαράσταση τῶν ἄλλων.

.           Στὴν προσπάθειά µας αὐτή, πολὺ θὰ µᾶς βοηθήσει ἡ παρουσία καὶ βοήθεια πνευµατικῶν ἀδελφῶν. Ἐµεῖς φυσικὰ θὰ προσπαθοῦµε µὲ ὅλες µας τὶς δυνάµεις, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουµε κόπους καὶ θυσίες γιὰ τὸν καταρτισµό µας. Θὰ κάνουµε ὅ,τι µποροῦµε. Ὅµως πάντοτε ὑπάρχει ὁ ὑποκειµενικὸς παράγων. Δηλαδὴ τὸν ἑαυτό µας τὸν δικαιολογοῦµε πολλὲς φορὲς καὶ τοῦ χαριζόµαστε.
.           Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ζητᾶµε τὴν βοήθεια καὶ νὰ δεχόµαστε τὶς ὑποδείξεις πνευµατικῶν ἀδελφῶν. Αὐτοὶ µᾶς βλέπουν πιὸ ἀντικειµενικὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ πιὸ σωστά.

Γ) Οἱ πνευµατικοί µας πατέρες.

.           Ἀκόµη θὰ πρέπει νὰ τονίσουµε, πὼς εἶναι ἀπαραίτητοι γιὰ τὸν πνευµατικό µας καταρτισµό, οἱ ποιµένες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ συνετοὶ καὶ σώφρονες πνευµατικοὶ ὁδηγοί. «Οἱ ἀληθεύοντες ἐν δόγµασι καὶ βίῳ καὶ λόγῳ».
.           Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ στρατηγὸς τοῦ πνευµατικοῦ ἀγώνα, ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, τονίζει τὴν ἀνάγκη ποιµένων καὶ διδασκάλων «πρὸς τὸν καταρτισµὸν τῶν ἁγίων». Καὶ ὄχι µόνο τονίζει, ἀλλὰ ὅπως γράφει στοὺς Θεσσαλονικεῖς, «παρακαλοῦµε νύχτα καὶ ἡµέρα τὸν Θεὸ νὰ φέρει τὶς περιστάσεις νὰ δοῦµε τὸ πρόσωπό σας καὶ καταρτίσαι τὰ ὑστερήµατα τῆς πίστεως ὑµῶν» (Α´ Θεσ. γ´ 10).

*  *  *

.           Ἀλλὰ δὲν φτάνει µόνο ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν καταρτισµό του. Ταυτόχρονα εἶναι ἀπαραίτητn ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς αὐτὴ τίποτε δὲν γίνεται. Ὁ Κύριος εἶχε τονίσει: «χωρὶς ἐµοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰω. ιε´ 5).
.           Ἡ θεία Χάρη µᾶς δίνεται µὲ τὴν συµµετοχή µας στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας µας. Εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸν πνευµατικό µας καταρτισµό. Παίρνουµε  µ᾽ αὐτή τὴν θεία βοήθεια καὶ νικᾶµε τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναµίες µας. Νικᾶµε τὸν ἴδιο τὸν πονηρό.
.           Ἂς ζητᾶµε τὴν θεία Χάρη µὲ θερµὴ προσευχή. Ἂς τὴν παίρνουµε τακτικὰ µὲ τὰ ἅγια Μυστήρια. Καὶ ἂς προσφέρουµε ὅλη µας τὴν θέληση καὶ τὴν προσπάθειά µας στόν Κύριο γιὰ τὸν πνευµατικό μας καταρτισµό.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 16, 2012

ΤΙΣ ΕΜΕΤΡΗΣΕ τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ; ΤΙΣ ΕΓΝΩ ΝΟΥΝ ΚΥΡΙΟΥ; (Νὰ ἀναγνωρίσουμε ταπεινὰ τὰ ὅριά μας)




 

Κοίταξε τὸ χέρι σου. Κοίταξέ το καλά, προσεκτικά. Μελέτησε τὶς

 διαστάσεις του. Σπούδασε τὸ σχῆμα του καὶ τὶς κινήσεις του. 

Δὲς τὰ δάκτυλά του, τὴν παλάμη. Πρόσεξε ἰδιαίτερα τὸ χέρι
σου. Ὑπάρχει εἰδικὸς λόγος γι᾽ αὐτό. Καὶ τώρα ἄκουσε 

τὴν πρώτη ἐρώτηση τοῦ Προφήτη: Ποιός μπορεῖ μ᾽ ἕνα τέοιο 

ἀνθρώπινο χέρι, σὰν τὸ δικό σου, νὰ μετρήσει τοὺς ὄγκου τοῦ

 νεροῦ ποὺ καλύπτουν τὴ γῆ; Ποιός μπόρεσε χρησιμοποιώντας

 τὴν παλάμη του, τὴν χούφτα τοῦ χεριοῦ του, νὰ περάσει ἀπὸ

 αὐτὴν ὅλα τὰ νερά τῶν θαλασσῶν καὶ τῶν ποταμῶν καὶ νὰ

 δώσει τὸ μέτρο τους;

 Ὁ Προφήτης θέτει κι ἕνα δεύτερο ἐρώτημα: Ποιός μπορεῖ

 μ᾽ ἕνα τέτοιο ἀνθρώπινο χέρι, σὰν τὸ δικό σου, νά μετρήσει 

τὸν ἀπέραντο οὐρανό; Νὰ τὸν μετρήσει μὲ τὰ ἴδια του τὰ δάχτυλα, 

σπιθαμὴ μὲ σπιθαμή, ὅπως μετρᾶμε ἕνα ὕφασμα ἢ ἕνα τραπέζι; 

Καὶ νὰ πεῖ: «Ὁ οὐρανὸς ἔχει πλάτος τόσες σπιθαμές! Μέτρησα 

μὲ τὸ ἴδιο μου τὸ χέρι τὸ διάστημα, τὰ ἄστρα, τοὺς γαλαξίες…»
    Τώρα ἀκολουθεῖ τὸ τρίτο ἐρώτημα τοῦ Προφήτη: 

Ποιός μπορεῖ μὲ ἕνα τέτοιο ἀνθρώπινο χέρι, σὰν τὸ δικό σου,

 νὰ μετρήσει τὴν γῆ; Νὰ τὴν μετρήσει κομμάτι κομμάτι, ὁλόκληρη 

τὴν γῆ; Νὰ κρατήσει στὴν παλάμη του τὸ χῶμα τῆς Εὐρώπης, 

τὴν παγωμένη γῆ τῶν Πόλων, τὴν ἄμμο τῆς Σαχάρας καὶ τοὺς

 βράχους τῆς Ἀμερικῆς; Καὶ νὰ πεῖ: «Κατάφερα καὶ μέτρησα

 ὁλόκληρη τὴν γῆ μὲ αὐτὸ τὸ χέρι. Ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ δάχτυλά 

μου γλίστρησαν ὅλοι οἱ κόκκοι τοῦ χώματος ποὺ σκεπάζει τὰ

 βουνά, τοὺς κάμπους, τὶς κοιλάδες καὶ τὶς ἐρήμους τοῦ 

πλανήτη μας»!         

 Αὐτὰ ρωτάει ὁ Προφήτης: 

«Τίς ἐμέτρησε τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸν οὐρανὸν σπιθαμῇ 

καὶ πᾶσαν τὴν γῆν δρακί;» (Ἠσαΐου μ´ 12).

 Μετὰ τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ ὁ Προφήτης προσθέτει κάτι 

ἄλλο. Μετὰ τὸ «τίς ἐμέτρησε…» ρωτάει:

«Καὶ τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου;» (Ἠσ. μ´ 13).

 Τὴν θάλασσα εἶναι ἀδύνατον νὰ τὴν χωρέσει τὸ

 ἀνθρώπινο χέρι. Τὸν οὐρανὸ καὶ τὸ διάστημα ἀποκλείεται

 νὰ τὰ μετρήσει ἡ ἀνθρώπινη παλάμη. Ἔτσι καὶ «τὸν Νοῦν»

 τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸν χωρέσει τὸ ἀνθρώπινο μυαλό.
     Μπορεῖ κανεὶς μὲ τὸ μικρό του ἀνθρώπινο μυαλὸ 

νὰ γνωρίσει «τὸν Νοῦν» τοῦ ἀπείρου Θεοῦ; Μπορεῖ κανεὶς 

νὰ ὑπολογίσει τὸ ἀπύθμενο βάθος καὶ τὸ ἀπέραντο πλάτος 

τῆς θείας Διανοίας;
  Ἂν μὲ τὸ χέρι εἶναι ἀδύνατον νὰ μετρηθεῖ ἡ θάλασσα,

 ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ —τὰ πεπερασμένα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ— 

πῶς θὰ μετρηθεῖ μὲ τὸ μυαλό μας ὁ θεῖος Νοῦς καὶ τὰ

 σχέδιά του; Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν τουλάχιστον παραλογισμός.

 Καὶ ὅμως σ᾽ αὐτὸ τὸν παραλογισμὸ πέφτουμε συχνά. 

Μὴν βιαστεῖς νὰ πῆς ὄχι! Σκέψου μόνο λίγο. Καὶ θυμήσου. 

Θυμήσου…
   Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ συναντήθηκες μέσα στὴν

 καθημερινότητα πρόσωπο μὲ πρόσωπο μὲ τὴν ἀδικία. 

Ἀντίκρισες τὴν φρικτὴ μορφή της. Καὶ τὴν εἶδες ἴσως νὰ 

θριαμβεύει. Εἶπες τότε μέσα σου —θυμήσου— μὲ παράπονο: 

«Τέλος πάντων, πῶς ἐνεργεῖ ἔτσι ὁ Θεός; Τί σχέδιο ἐφαρμόζει; 

“Ἱνατὶ ὁδὸς ἀσεβῶν εὐοδοῦται;” Δὲν βλέπει τὴν

 ἀδικία;» Χωρὶς ἴσως νὰ τὸ ἀντιλαμβάνεσαι, μέτρησες μὲ τὰ 

μέτρα τοῦ φτωχοῦ μυαλοῦ σου τὸν Νοῦ τοῦ Πανσόφου. 

«Τίς ἐμέτρησε… Τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου;»
   Καὶ ἄλλες πάλι φορὲς εἶδες τὴν δυστυχία νὰ χτυπάει μιὰ

 οἰκογένεια γνωστὴ καὶ τὸν πόνο νὰ τὴν θερίζει. 

Εἶδες ἀναστατώσεις καὶ διαλύσεις σπιτιῶν, εἶδες ἀρρώστιες

 καὶ θανάτους. Καὶ τότε —θυμήσου— σκέφθηκες: 

«Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω γιατὶ τόσα πλήγματα, 

γιατὶ τόσα μαστιγώματα σ᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους;»

 Καὶ κατέκρινες τὸν Ὕψιστο καὶ τὸν κατηγόρησες. 

Καὶ ἄφησες νὰ φανεῖ ὅτι ἐσὺ κι ἐγὼ στὴ θέση του

 θὰ σκεπτώμαστε ἴσως πιὸ σωστά!

 Να ὁ παραλογισμός. Ὁ παραλογισμὸς τόσων

 ἀνθρώπων ποὺ εὐκολώτατα καὶ προχειρότατα 

κρίνουν τὸν Παντοδύναμο Κύριο, χωρὶς νὰ

 σκεφθοῦν τὴν ἄπειρη σοφία του. 

«Τίς ἐμέτρησε τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ… Καὶ τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου».
    Εἶναι καιρὸς νὰ σταθοῦμε μὲ δέος καὶ ἀπέραντο 

σεβασμὸ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μας. Νὰ σκύψουμε

 εὐλαβικὰ τὸ κεφάλι καὶ νὰ ἀναγνωρίσουμε ταπεινὰ τὰ 

ὅριά μας. Νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι εἶναι ἀδύνατον, εἶναι

 παράλογο νὰ μετρᾶμε τὴν σκέψη τοῦ Θεοῦ, τὸν 

Νοῦ του, τὸν τέλειο, με τὰ φτωχὰ ἀνθρώπινα μέτρα μας.
    Ἂς μάθουμε νὰ κοιτάζουμε τακτικὰ τὰ χέρια μας. 

Κοιτάζοντάς τα ἂς σκεπτώμαστε τὸν οὐρανό, τὴν γῆ,
τὴν θάλασσα. «Τίς ἐμέτρησε τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸν 

οὐρανὸν σπιθαμῇ καὶ πᾶσαν τὴν γῆν δρακί;» 

Καὶ ἂς προσθέτουμε εὐλαβικά: «Τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου;»

Κύριε, ποιός μπορεῖ νὰ μετρήσει τὴν σοφία Σου; 

Ποιός μπορεῖ νὰ συλλογισθεῖ ἔστω καὶ γιὰ ἕνα 

δευτερόλεπτο τὸ βάθος τοῦ θείου Σου Νοῦ, χωρὶς 

νὰ αἰσθανεῖ ἴλιγγο;
   Σὲ προσκυνοῦμε ταπεινά, Πάνσοφε, Παντογνώστη 

καὶ Παντοδύναμε. Γεμάτοι δέος γονατίζουμε μπροστά 

Σου, ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε ἕνα μηδέν, γιὰ νὰ Σοῦ ἀπονείμουμε τὸν

 ὕμνο μας, τὴν δοξολογία μας. Καὶ βοήθησέ μας νὰ μὴ

 λησμονοῦμε ποτέ τὴν εἰκόνα τοῦ μικροῦ παιδιοῦ,

 ἐκεῖ στὴν ἀμμουδιά, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ χωρέσει τὸν 

ὠκεανὸ στὸ κουβαδάκι του.

 Περιοδ. «ΖΩΗ»,ἀρ. τ. 4262, Νοέμβριος 2012

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...