Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόψεις περί του Ιησού Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Απριλίου 27, 2013

Η δίκη του Ιησού και η αναψηλάφησή της του καθηγητή Παναγιώτη Ι. Μπούμη,

από το ένθετο της εφημερίδας «Δημοκρατία» για την Ορθοδοξία




Περίπου από το 33 μ.Χ. και μετά γίνεται λόγος για μια δίκη και καταδίκη σε σταυρικό θάνατο του Ιησού Χριστού. Αλλοι μιλούν για (κατα)δίκη βάσει του Μωσαϊκού νόμου και άλλοι βάσει του Ρωμαϊκού δικαίου. Και οι δύο όμως πλευρές δεν ικανοποιούν, γιατί ο Ιησούς Χριστός ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος και επομένως ήταν αναμάρτητος. Δεν ήταν παράνομος ούτε ως προς το ένα ούτε ως προς το άλλο δίκαιο. 
Παρά ταύτα, επειδή γύρω στο 33 μ.Χ. έλαβε χώρα αυτή η (κατα)δίκη του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, πολλοί επιχειρούν να ανατρέψουν το «δόγμα» περί της αθωότητάς Του. Και στον ισχυρισμό τους αυτό επιμένουν από το ότι δήθεν όλος ο ιουδαϊκός λαός ανέλαβε την ευθύνη για την (κατα)δίκη αυτή (πρβλ. Ματθ. 27,25).
Οπότε εδώ ανακύπτουν τα εξής ουσιαστικά ερωτήματα: Τι ήταν πράγματι ο Ιησούς, ένοχος ή αθώος; Και, δεύτερον, ποιος τον καταδίκασε; Και ειδικότερα: Ποιος έχει την ευθύνη για τον σταυρικό Του θάνατο; 
Οι πληροφορίες οι οποίες προσφέρονται γι' αυτήν την (κατα)δίκη είναι καταγεγραμμένες κυρίως στα τέσσερα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Αυτά αποτελούν τις αυθεντικότερες πηγές του κοσμοϊστορικού αυτού γεγονότος.
Βάσει, λοιπόν, αυτών των μαρτυριών έχουμε τα εξής δεδομένα: Από πλευράς του Ρωμαϊκού δικαίου δεν υπάρχει θέμα ενοχής του Ιησού Χριστού, γιατί έχουμε την επίσημη-κατηγορηματική διαβεβαίωση του Ρωμαίου ηγεμόνα της Παλαιστίνης Ποντίου Πιλάτου, ο οποίος έπειτα από ανάκριση απεφάνθη λέγοντας «εγώ ουδεμίαν ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν» (Ιω. 18,38. Πρβλ. και Λουκ. 23,21).
Και ερχόμαστε να ερευνήσουμε αν υφίσταται θέμα από πλευράς του Ιουδαϊκού νόμου: Η βασική κατηγορία στην οποία στηρίχθηκαν ο αρχιερέας Καϊάφας και το Ιουδαϊκό Συνέδριο για να καταδικάσουν τον Ιησού ήταν «ότι εποίησεν εαυτόν Υιόν Θεού» (Βλ. Ματθ. 26,65-66).
Τούτο όμως δεν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι βρίσκει έρεισμα στον Νόμο της Π. Διαθήκης, γιατί αυτός λέει να μη χρησιμοποιείται το όνομα του Θεού επί ματαίω, ασκόπως, και να μη βλασφημείται (Πρβλ. Έξοδ. 20,7, Λευιτ. 24,16), και όχι ότι απαγορεύεται κάποιος να λέει ότι είναι υιός του Θεού. Εξάλλου και πολλοί Ιουδαίοι είχαν διακηρύξει ότι «έναν πατέρα έχομεν, τον Θεόν» (Ιω. 8,41) και όμως δεν κατηγορήθηκαν από τους γραμματείς ως ένοχοι βλασφημίας. Αλλωστε δεν ήταν και αντίθετη προς τη διδασκαλία της Π. Διαθήκης μια τέτοια αυτομαρτυρία. Ηδη στον Ψαλμ. 2,7 λέγεται: «Κύριος είπεν προς με· Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγένηκά σε».
Πάντως φαίνεται ότι ούτε οι αρχιερείς ήταν βέβαιοι για τη βασιμότητα αυτής της κατηγορίας. Και τούτο γίνεται αντιληπτό από το ότι, αντί να χρησιμοποιήσουν εξαρχής αυτήν την κατηγορία, προσπάθησαν με άλλες κατηγορίες να τον καταδικάσουν. Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι θέλησαν να ενοχοποιήσουν τον Ιησού ακόμη και με ψευδομάρτυρες (Μάρκ. 14,56 και 59).
Ετσι όμως όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, το γεγονός είναι ότι είτε από άγνοια είτε από φθόνο παρασύρθηκαν και παραπλανήθηκαν πρώτα οι ίδιοι οι αρχιερείς και οι γραμματείς της τότε εποχής. Υστερα παραπλάνησαν και όλο το Ιουδαϊκό Συνέδριο και μέρος του λαού που τους ακολουθούσε πιστά. Ακόμη και τον Πιλάτο παρέσυραν, τον οποίον επιπροσθέτως εκφόβησαν τεχνηέντως, για να ενδώσει στη θέλησή τους και να δώσει την εντολή στους στρατιώτες του να σταυρώσουν τον Ιησού Χριστό.
Μετά την παράθεση των ανωτέρω μαρτυριών μπορούμε να διατυπώσουμε επιγραμματικώς και τα εξής:
1) Οι τότε θρησκευτικοί άρχοντες του ιουδαϊκού λαού ήταν εκείνοι που καταδίκασαν τον Ιησού Χριστό σε θάνατο (πρβλ. Ματθ. 20, 18-19, Μάρκ. 10,33-34 και Λουκ. 18,32-33).
2) Δεν ήταν όλος ο λαός εκείνος που σταύρωσε τον Χριστό ή που απαίτησε να σταυρωθεί. Ποια ευθύνη μπορούσαν να έχουν εκείνοι οι οποίοι δεν παροικούσαν στην Ιερουσαλήμ αλλά σε άλλες πόλεις της Ιουδαίας;
3) Αλλά και εκείνοι από τον λαό που απαίτησαν τότε να σταυρωθεί το έπραξαν εν αγνοία, παραπλανηθέντες δολίως από τους θρησκευτικούς ηγέτες τους. Και τούτο ενισχύεται και από το ότι δεν ήταν λογικό να (αυτο)καταδικάσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους και τα παιδιά τους με το φρικτό εκείνο ανάθεμα «το αίμα αυτού εφ' ημάς και επί τα τέκνα ημών» (Ματθ. 27,25), αν γνώριζαν τα πράγματα.
Είναι σημαντικό να προσθέσουμε ότι με αυτή τους την (αυτο)καταδίκη εμφανίζονται ότι αντιπροσωπεύουν και τις επερχόμενες γενεές των Ιουδαίων, τους απογόνους τους, και ότι υπάρχει μια συλλογική ευθύνη. Αλλά το ερώτημα είναι αν πράγματι τους αντιπροσωπεύουν. Η απάντηση μπορεί να είναι θετική μόνον εάν λάβουμε υπόψη ότι ο Χριστός σταυρώθηκε για τις αμαρτίες όλων και όχι ότι συναίνεσαν τα «τέκνα» τους στη σταύρωση του Ιησού.
Αλλά μήπως τότε αντιπροσωπεύουν όχι μόνο τους Ισραηλίτες, αλλά κατ' επέκταση όλη την ανθρωπότητα; Οι λόγοι του Κυρίου στο Ματθ. 20,18-19, Μάρκ. 10,33-34 και Λουκ. 18,32-33, ενώ την ευθύνη για την απόφαση της καταδίκης Του την περιορίζουν στους αρχιερείς, αντιθέτως την πράξη της σταυρώσεως την επεκτείνουν στα έθνη. Ηδη και ο προφήτης Ησαΐας είχε προείπει: «Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται» (Ησ. 53,4). Αρα και για τη σταυρική οδύνη του Κυρίου έχουμε όλοι οι άνθρωποι τη σχετική ευθύνη.
Συνεπώς έχει δίκαιο και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος που μιλάει για «ταπείνωση και μετάνοια σε όσα η ανθρωπότητα τότε και σήμερα “μελετά” εναντίον του Χριστού» .
Τέλος, ειδικότερα και οι σημερινοί Ισραηλίτες μπορούν σαν αντιπρόσωποι και των τότε προγόνων τους κατ' αντίστροφο τρόπο να αποτινάξουν τον παλαιό εκείνο επιβληθέντα βαρύ αυτοαναθεματισμό και την αυτοκαταδίκη τους με μια επιτυχημένη (ανα)θεώρηση των γενομένων. 

Πέμπτη, Απριλίου 25, 2013

Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ: Τελευταίο



IV. Η ΔΙΚΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ

Η δίκη ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου, του Ρωμαίου Έπαρχου, ξεκίνησε στο Πραιτόριο νωρίς το πρωί. Δε διεξήχθει κεκλεισμένων των θυρών, καθώς οι Ιουδαίοι δε θα εισέρχονταν στην αίθουσα σε μέρα γιορτής γιατί θα είχαν το φόβο ότι θα μολυνθούν. Αυτή δεν είναι η μόνη περίπτωση στην ιστορία, όπου η σχολαστική τήρηση των θρησκευτικών εθίμων ή της ηθικής συνόδευσε ένα παράδειγμα ανθρώπινης απανθρωπιάς εναντίον ενός ανθρώπου. Ο Χριστός οδηγήθηκε ενώπιον του Πιλάτου επειδή η Σανχεντρίν δεν ήταν εξουσιοδοτημένη να επιβάλλει την ποινή του θανάτου χωρίς την έγκριση του Ρωμαίου Έπαρχου.
Όταν οδηγήθηκε ο Ιησούς στο Πραιτόριο, ο Πιλάτος βγήκε έξω και είπε
"ΤΙΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΝ ΦΕΡΕΤΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΟΥΤΟΥ" Κατά Ιωάννην - κεφ. 18, §29. Κατ' αυτόν τον τρόπο, εξέφρασε σαφές αίτημα για έκθεση των κατηγοριών. Οι ιερείς δεν διατύπωσαν συγκεκριμένη κατηγορία, αλλά απήντησαν "ΕΑΝ ΟΥΤΟΣ ΔΕΝ ΗΤΟ ΚΑΚΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΗΘΕΛΟΜΕΝ ΣΟΙ ΠΑΡΑΔΩΣΕΙ ΑΥΤΟΝ". Ο Πιλάτος τους είπε "ΛΑΒΕΤΕ ΑΥΤΟΝ ΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟΝ ΣΑΣ ΚΡΙΝΑΤΕ ΑΥΤΟΝ". Και εκείνοι απήντησαν "ΟΙ ΙΟΥΔΑΙΟΙ ΗΜΕΙΣ ΔΕΝ ΕΧΟΜΕΝ ΕΞΟΥΣΙΑΝ ΝΑ ΘΑΝΑΤΩΣΩΜΕΝ ΟΥΔΕΝΑ".
Αυτός ο διάλογος δεικνύει ότι οι Ιουδαίοι ζητούσαν μόνον ν' αποσπάσουν την έγκριση του Έπαρχου για την καταδίκη εις θάνατον για βλασφημία, την οποία η Σανχεντρίν είχε καθορίσει. Παρόλο που ήταν καθήκον του Ρωμαίου Έπαρχου να κρίνει όλες τις υποθέσεις στις οποίες είχε επιβληθεί η θανατική καταδίκη, ήταν συνήθης πρακτική, για να αποφεύγονται όσο το δυνατόν οι τριβές με τις τοπικές αρχές, να επικυρώνεται η καταδίκη χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και σαν να είναι ένα καθαρά τυπικό θέμα. Η αμέλεια των ιερέων να παρουσιάσουν μία συγκεκριμένη κατηγορία εις απάντησιν της ερώτησης του Πιλάτου, ήταν εμμέσως μία υπόδειξη προς εκείνον ότι αυτή η συνήθεια θα ήταν ιδιαιτέρως αρεστή στη Σανχεντρίν για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Υπάρχουν αρκετοί προφανείς λόγοι, για τους οποίους ο Πιλάτος αρνήθηκε να ενεργήσει κατά την υπόδειξη. Ήξερε ότι "ΔΙΑ ΦΘΟΝΟΝ ΠΑΡΕΔΩΚΑΝ" (Κατά Ματθαίον - κεφ. 27, §18) τον Χριστό σε εκείνον. Παρουσιάζεται να τρέφει αξιοσημείωτο σεβασμό προς τον Ιησού, για του οποίου τα έργα είχε ακούσει. Όντας πολυθεϊστής, θα ήταν μάλλον άτοπο να περιμένει κανείς ότι θα γεμίσει αγανάκτηση λόγω διαφορών, οι οποίες αφορούσαν σε δεισιδαιμονίες. Γνωρίζοντας ότι η κατηγορία επινοήθηκε από φθόνο και χωρίς να λαμβάνει υπ' όψιν προφανώς το ζήτημα της όποιας ιδιαίτερης επίπτωσης, δεν έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια για την αντικειμενική επιδίωξη των ιερέων. Έτσι δικαιολογείται η περιφρονητική του συμβουλή να δικάσουν τον Ιησού σύμφωνα με τον Ιουδαϊκό νόμο, με τον οποίο ήξερε ότι θανατική καταδίκη δεν μπορούσε να επιβληθεί.
Οι ιερείς επίσης γνώριζαν ότι η κατηγορία της βλασφημίας δεν ήταν ιδιαίτερα βαρύνουσα για έναν πολυθεϊστή Έπαρχο και έτσι, παράλλαξαν την αληθινή καταγγελία τους και διατύπωσαν εναντίον του Χριστού την κατηγορία της συνομωσίας εις βάρος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
"ΤΟΥΤΟΝ ΕΥΡΟΜΕΝ ΔΙΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΔΙΖΟΝΤΑ ΤΟ ΝΑ ΔΙΔΩΣΙ ΦΟΡΟΥΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ ΛΕΓΟΝΤΑ ΕΑΥΤΟΝ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ" Κατά Λουκάν - κεφ. 23, §2.
Μία τέτοια κατηγορία ευνοήτως δεν μπορούσε να απορριφθεί χωρίς ανάκριση από τον Έπαρχο. Πέραν των διοικητικών εξουσιών του, ήταν και δικαστής, έχων τη δυνατότητα να δικάζει, να καταδικάζει και να εκτελεί. Αρνούμενος να εξασκήσει τις διοικητικές και απεριόριστες εξουσίες του υπέρ της θανατικής καταδίκης για βλασφημία κατά την ετυμηγορία της Σανχεντρίν, ήταν αναγκασμένος, ως δικαστής, να κρίνει αυτή τη νέα καταγγελία, της συνομωσίας εις βάρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σύμφωνα με το Ρωμαϊκό δικαστικό ποινικό κώδικα. Οι γραφές δείχνουν ότι πάσχισε για να το πράξει.
Όταν ο Χριστός κατηγορήθηκε εκ νέου από τους αρχιερείς και τους γέροντες, δεν απάντησε κάτι. Γιατί; Η κατηγορία ήταν τριπλής φύσεως: 1. ο εκμαυλισμός του έθνους, 2. η παρεμπόδιση της πληρωμής των φόρων υποτελείας προς τον Καίσαρα, και 3. ο ισχυρισμός ότι είναι βασιλεύς. Η κατηγορία του εκμαυλισμού του έθνους ήταν πολύ αόριστη για να απαντηθεί συγκεκριμένα. Η κατηγορία της παρεμπόδισης της πληρωμής των φόρων υποτελείας ήταν ψευδής και οι κατήγοροί του το γνώριζαν. Νωρίτερα μέσα στην ίδια εβδομάδα όταν οι Φαρισαίοι, προσπαθώντας να τον παγιδεύσουν, τον είχαν ρωτήσει εάν ήταν νόμιμο να πληρώνουν φόρους στον Καίσαρα, εκείνος είχε απαντήσει, "ΑΠΟΔΟΤΕ (ΛΟΙΠΟΝ) ΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ" Κατά Λουκάν - κεφ. 20, §25. Η κατηγορία του ισχυρισμού ότι ήτο βασιλεύς είχε διττή φύση, έχοντας πολιτικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, και προφανώς περίμενε να του συγκεκριμενοποιήσουν τι εννοούσαν. Ο Πιλάτος, όπως θα δούμε, αγνόησε την κατηγορία σχετικά με την πληρωμή των φόρων υποτελείας και διεξήγαγε τη δίκη απλώς επί της κατηγορίας ότι ο Χριστός διατεινόταν ότι ήταν βασιλιάς κι αυτό σε συνάρτηση με το νόημα του ισχυρισμού ότι διέβαλλε το λαό.
Πήρε τον Ιησού μέσα στο Πραιτόριο, μακριά από τους άλλους, και τον ανέκρινε ιδιαιτέρως. Η πρώτη του ερώτηση ήταν "ΣΥ ΕΙΣΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ"; (Κατά Ιωάννην - κεφ. 18, §33) Ο Ιησούς προσπάθησε αμέσως να μάθει εάν ο Πιλάτος ασκούσε δίωξη σε πολιτική ή θρησκευτική βάση και απήντησε ερωτώντας: "ΑΦ ΕΑΥΤΟΥ ΛΕΓΕΙΣ ΣΥ ΤΟΥΤΟ Η ΑΛΛΟΙ ΣΟΙ ΕΙΠΟΝ ΠΕΡΙ ΕΜΟΥ"; Είχε σημασία εάν η ερώτηση του Πιλάτου αναφερόταν σ' ένα βασιλιά όπως εκείνος κατανοούσε τον όρο και με την έννοια ότι ο Καίσαρας ήταν ένας βασιλιάς ή όπως οι Ιουδαίοι τον κατανοούσαν, ως ένα Μεσσία. Ο Πιλάτος δεν ενδιαφερόταν για θρησκευτικές διενέξεις. Ξεκαθάρισε ότι ρωτούσε μόνον από την πολιτική σκοπιά και, ενοχλημένος που δεχόταν ερώτημα από έναν Ιουδαίο, ρώτησε επιτακτικά: "ΜΗΠΩΣ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΙΟΥΔΑΙΟΣ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΤΟ ΙΔΙΚΟΝ ΣΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΕΔΩΚΑΝ ΕΙΣ ΕΜΕ ΤΙ ΕΚΑΜΕΣ"; Ο Ιησούς απάντησε το ερώτημα και για τις δύο περιπτώσεις εξηγώντας, για το πολιτικό θέμα, ότι δεν ήταν αντίπαλος του Καίσαρα επειδή το βασίλειό του δεν ανήκε σ' αυτόν τον κόσμο αλλά, όσον αφορά στο θρησκευτικό θέμα, ότι ήταν βασιλιάς στο βασίλειο της αλήθειας. Και ο Πιλάτος, χωρίς άλλη καθυστέρηση, ερώτησε το καίριο ερώτημα, το οποίο βασανίζει τους ελεύθερους ανθρώπους με την ελεύθερη σκέψη από αρχής κόσμου, "ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ";
Βγήκαν έξω από το Πραιτόριο και μπροστά σε όλο το συγκεντρωμένο πλήθος ο Πιλάτος επισήμως ανακοίνωσε μία αθωωτική ετυμηγορία. "ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΥΡΙΣΚΩ ΟΥΔΕΝ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΝ ΑΥΤΩ"
Κατά το νόμο, η υπόθεση εκεί είχε κλείσει. Σε πολλά σύγχρονα νομικά συστήματα τηρείται η αρχή του ακαταδίωκτου για αδίκημα για το οποίο ένα πρόσωπο έχει ήδη δικαστεί. Αυτή η αρχή ήταν μέρος του Ρωμαϊκού κώδικα πολύ πριν και μετά την εποχή του Χριστού, ως εκ τούτου υιοθετήθηκε στη νομοθεσία της Αγγλίας και κληρονομήθηκε παραδοσιακά στην Αμερικάνικη φιλοσοφία του δικαίου. Η ετυμηγορία του Πιλάτου διατυπωμένη μετά την ανάκριση και ενώπιον των κατηγόρων ήταν οριστική. Οποιαδήποτε περαιτέρω άσκηση δίωξης με την ίδια κατηγορία ήταν παράνομη.
Όμως ο κόσμος δεν είχε ικανοποιηθεί. Είτε αναμασώντας την προηγούμενή τους κατηγορία, είτε διαμαρτυρόμενοι εκ νέου, "ΟΙ ΔΕ ΕΠΕΜΕΝΟΝ" (Κατά Λουκάν - κεφ. 23, §5), λέγοντες "ΤΑΡΑΤΤΕΙ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ ΚΑΘ ΟΛΗΝ ΤΗΝ ΙΟΥΔΑΙΑΝ ΑΡΧΙΣΑΣ ΑΠΟ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ ΕΩΣ ΕΔΩ".
Ο Ηρώδης, ο Έπαρχος της Γαλιλαίας, ήταν τότε στην Ιερουσαλήμ.
Ο Πιλάτος, συνειδητοποιώντας ότι ο Ιησούς ήταν Γαλιλαίος, τον έστειλε στον Ηρώδη για να δικαστεί.
Αυτό θα μπορούσε να ήταν νομότυπο. Συνήθως, αλλαγές τόπου εκδίκασης διατάσσονταν ανάλογα με την αρμοδιότητα, η οποία προέκυπτε από τον τόπο κατοικίας του κρατούμενου. Θεωρείται κοινώς αποδεκτό ότι ο Πιλάτος έστειλε τον Ιησού στον Ηρώδη ώστε ν' αποφύγει την ευθύνη της περαιτέρω δικαστικής εμπλοκής και να μεταθέσει το βάρος του προβλήματος, το οποίο συσσωρευόταν. Δεν γνωρίζω εάν αυτό είναι αληθές. Πάντως, επειδή η καταγγελία, η οποία εκείνη την στιγμή διατυπώθηκε, ήταν ότι ο Χριστός υποκινούσε το λαό της Γαλιλαίας, δεν είναι παράλογο να υποτεθεί ότι ο Πιλάτος, έχοντας κηρύξει αθώο τον κατηγορούμενο για διάπραξη εγκλήματος στην Ιερουσαλήμ, μάλλον επιθυμούσε όπως ο Έπαρχος της Γαλιλαίας διερευνούσε τον ισχυρισμό της παραβίασης του νόμου σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του.
Ο Χριστός οδηγήθηκε στον Ηρώδη, ο οποίος χάρηκε που τον είδε, επειδή ήθελε να του πραγματοποιήσει κάποια απ' τα θαύματα, για τα οποία ο Ηρώδης είχε ακούσει, να κάνει τον "μασκαρά". Ο Χριστός αρνήθηκε να πει κάτι. Και οι αρχιερείς και οι Γραμματείς τον κατηγόρησαν μπροστά στον Ηρώδη. Παρόλο που οι λεπτομέρειες αυτής της καταγγελίας δεν εκθέτονται, ήταν προφανές ότι αφορούσε στον ισχυρισμό του Χριστού ότι ήταν βασιλεύς, καθώς ο Ηρώδης τον περιγέλασε, τον περιέβαλλε με έναν ωραιότατο μανδύα και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο. Είναι σαφές ότι ο Ηρώδης δε θεώρησε τις κατηγορίες σοβαρές ή βάσιμες. Και ο Ηρώδης ήταν Ιουδαίος.
Άμα τη επιστροφή του Ιησού, ο Πιλάτος κάλεσε τους αρχιερείς, τους άρχοντες και τον κόσμο μαζί και για μία ακόμη φορά αποφάνθηκε μετά από ώριμη σκέψη ότι ο κατηγορούμενος ήταν αθώος.
"ΕΦΕΡΑΤΕ ΠΡΟΣ ΕΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΤΟΥΤΟΝ ΩΣ ΣΤΑΣΙΑΖΟΝΤΑ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΚΑΙ ΙΔΟΥ ΕΓΩ ΕΝΩΠΙΟΝ ΣΑΣ ΑΝΑΚΡΙΝΑΣ ΔΕΝ ΕΥΡΟΝ ΕΝ ΤΩ ΑΝΘΡΩΠΩ ΤΟΥΤΩ ΟΥΔΕΝ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΞ ΟΣΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΕΙΤΕ ΚΑΤ ΑΥΤΟΥ, ΑΛΛ ΟΥΔΕ Ο ΗΡΩΔΗΣ ΔΙΟΤΙ ΣΑΣ ΕΠΕΜΨΑ ΠΡΟΣ ΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΙΔΟΥ ΟΥΔΕΝ ΑΞΙΟΝ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΟΝ ΥΠ ΑΥΤΟΥ, ΑΦΟΥ ΛΟΙΠΟΝ ΠΑΙΔΕΥΣΩ ΑΥΤΟΝ ΘΕΛΩ ΑΠΟΛΥΣΕΙ".
Από νομικής απόψεως, η απόφαση του Πιλάτου να μαστιγώσει τον Ιησού μπορεί να δικαιολογείται κατά μία μόνο έννοια. Ο Πιλάτος, ο δικαστής, έχοντας κρίνει αθώο τον Χριστό για τα εγκλήματα εναντίον του Καίσαρα, μεταβίβασε την υπόθεση στον Πιλάτο, τον Έπαρχο και Διοικητή, του οποίου καθήκον ήταν να εγκρίνει την ετυμηγορία της Σανχεντρίν. Έχοντας συμπεράνει ότι ο Χριστός δεν είχε κάνει "ΟΥΔΕΝ ΑΞΙΟΝ ΘΑΝΑΤΟΥ", δέχτηκε την καταδίκη από τη Σανχεντρίν, αλλά, έχοντας πλήρη εξουσία, τη μετέτρεψε και αντικατέστησε το "εις θάνατον" με την ποινή του μαστιγώματος.
Η άποψη η οποία μάλλον επικρατεί όμως, πέραν της νομικής σκοπιάς, είναι ότι ο Πιλάτος πήρε αυτή την απόφαση απλά για να μπορέσει να κατευνάσει τον κόσμο, ο οποίος επίμονα επιθυμούσε την τιμωρία του Χριστού και η δήλωσή του ότι θα τον άφηνε μετά ελεύθερο ήταν προφανώς μία ενθάρρυνση προς τον κόσμο, ώστε να ζητήσουν την απελευθέρωσή του. Ήταν έθιμο την αργία του Πάσχα να απελευθερώνεται ένας κρατούμενος κατ' επιλογήν του λαού. Ο Πιλάτος, έχοντας κρίνει τον Χριστό αθώο, για να ενισχύσει την υπονοούμενη έκκλησή του και να σιγουρέψει την επιλογή, τους πρότεινε να επιλέξουν μεταξύ του Χριστού και του πιο επικίνδυνου εγκληματία των φυλακών, του Βαραββά.Και ο όχλος, υποκινούμενος από τους ιερείς και τους πρεσβύτερους, επιλέγει το Βαραββά.
Αμέσως μετά ο Πιλάτος πήρε τον Ιησού και έδωσε εντολή να τον μαστιγώσουν. Οι στρατιώτες, κατά τη διάρκεια του μαστιγώματος, τον έφτυναν, τον περιγελούσαν και του φόρεσαν το ακάνθινο στεφάνι.
Κάτω από οποιοδήποτε πρίσμα εκ των ανωτέρω, η ετυμηγορία ήταν οριστική και η υπόθεση είχε κλείσει.
Εάν η απόφαση ήταν η πλήρης αθώωση του κατηγορουμένου, τότε η ποινή του μαστιγώματος ήταν αδικαιολόγητη και παράτυπη. Εάν αποτελούσε έγκριση της υπό της Σανχεντρίν αποδιδόμενης ετυμηγορίας, τότε το μαστίγωμα ήταν η ανακοίνωση της ποινής επί της ετυμηγορίας αυτής και η ποινή, εφόσον εκτελέστηκε κανονικά, ήταν το έσχατο μέτρο επί του οποίου δεν επιτρεπόταν να ασκηθεί οποιαδήποτε περαιτέρω νομική διαδικασία.
Μετά το μαστίγωμα, ο Πιλάτος έφερε τον Ιησού πάλι μπροστά στον όχλο. Φορούσε πορφυρό μανδύα, με τον οποίο τον είχαν περιβάλλει καθώς τον περιγελούσαν και το ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι του. Για τρίτη φορά ανακοινώθηκε αθωωτική ετυμηγορία. "ΙΔΟΥ ΣΑΣ ΦΕΡΩ ΑΥΤΟΝ ΕΞΩ ΔΙΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΗΤΕ ΟΤΙ ΟΥΔΕΝ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΥΡΙΣΚΩ ΕΝ ΑΥΤΩ". (Κατά Ιωάννην - κεφ. 19, §4)
Όταν εμφανίστηκε ο Ιησούς, ο Πιλάτος, προσπαθώντας να ξυπνήσει στις καρδιές του κόσμου κάποιο συναίσθημα οίκτου προς το δίκαιο και αθώο άνθρωπο, τον παρουσίασε στους συγκεντρωμένους, "ΙΔΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ". Και οι προσπάθειές του ν' αφυπνίσει οίκτο έλαβαν την ίδια απάντηση, η οποία δίδεται συνήθως από όσους απορροφώνται τελείως από φατριαστικό μίσος, "ΣΤΑΥΡΩΣΟΝ ΣΤΑΥΡΩΣΟΝ ΑΥΤΟΝ".
Ωστόσο, σ' αυτή την σκηνή υπάρχει ένα εξιλεωτικό χαρακτηριστικό. Ο όχλος, ο οποίος είχε παρακινηθεί από τους ηγέτες του να ζητήσει την σταύρωση του Χριστού και εξέφραζε επίμονα μέχρι εκείνη την στιγμή την απαίτηση αυτή, τότε έμεινε σιωπηλός. Τον λυπήθηκαν καθώς στεκόταν εκεί. Μόνον οι ηγέτες, οι αρχιερείς και οι αξιωματικοί τότε φώναξαν "ΣΤΑΥΡΩΣΟΝ ΑΥΤΟΝ".
Για μία ακόμη φορά ο Πιλάτος, θυμωμένος με την ακόρεστη μνησικακία των ηγετών, εκφώνησε αθωωτική ετυμηγορία. Αυτή τη φορά, με την ετυμηγορία τους προκάλεσε ευθέως να αναλάβουν οι ίδιοι την ευθύνη της εκτέλεσης του Χριστού.
"ΛΑΒΕΤΕ ΑΥΤΟΝ ΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΩΣΑΤΕ ΔΙΟΤΙ ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΥΡΙΣΚΩ ΕΝ ΑΥΤΩ ΕΓΚΛΗΜΑ".
Και εκείνοι απάντησαν: "ΗΜΕΙΣ ΝΟΜΟΝ ΕΧΟΜΕΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟΝ ΗΜΩΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΘΑΝΗ ΔΙΟΤΙ ΕΚΑΜΕΝ ΕΑΥΤΟΝ ΥΙΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ".
Η αιτία αυτής της δήλωσης των ιερέων δε μου είναι και τόσο ξεκάθαρη. Δεν επιζητούσαν απλά την επικύρωση της καταδικαστικής αποφάσεως της Σανχεντρίν. Επιζητούσαν την ποινή της σταυρώσεως υπό την κηδεμονία της Ρώμης. Οι θρησκευτικές διεκδικήσεις δε θα μπορούσαν παρά να ασκούν λίγη επιρροή σε έναν πολυθεϊστή Έπαρχο, συνηθισμένο στη λατρεία πολλών θεών. Πιθανόν να ήταν μία αθέλητη δήλωση, μέσω της οποίας εκδηλώθηκε η μνησικακία τους, μετά τη δεικτική πρόκληση του Πιλάτου. Όμως, η εξήγηση, η οποία δείχνει η πιο λογική σ' εμένα, είναι ότι ήταν ένα επιχείρημα ώστε να δικαιολογήσουν την στάση τους απευθυνόμενο προς τον όχλο, ο οποίος προφανώς είχε αρχίσει να λυπάται τον Χριστό, να του αποτυπώσουν το γεγονός ότι ο Ιησούς ήταν ένοχος βλασφημίας κατά την Ιουδαϊκή θρησκεία και να μεταστρέψουν τον οίκτο του σε αντιπαλότητα. Σε καμία άλλη περίπτωση δε θα μπορούσαν να υποκινήσουν τόσο σίγουρα τη δυσαρέσκεια αυτού του όχλου, παρά με την κατηγορία ότι ο Ιησούς ισχυριζόταν ότι καταγόταν και ήταν ίσος με το Γιεχόβα.
Η δήλωση είχε σαν αποτέλεσμα να κινήσει την προσοχή του Πιλάτου.
Εκείνος, ο οποίος πίστευε σε "ειδωλολατρικούς" μύθους θεών και γιων των θεών, οι οποίοι άφηναν τις ουράνιες σφαίρες και ανακατεύονταν με τα ανθρώπινα όντα πάνω στη γη, παίρνοντας τη μορφή ανθρώπων, αλλά διατηρώντας τις θείες δυνάμεις τους, φοβήθηκε μήπως ο Ιησούς ήταν γιος του Δία ή κάποιου άλλου θεού και τον ανέκρινε εκ νέου ιδιαιτέρως. Παρόλο που η περιέργειά του δεν είχε ολοκληρωτικά ικανοποιηθεί, ήταν τόσο εντυπωσιασμένος που "ΕΚΤΟΤΕ ΕΖΗΤΕΙ Ο ΠΙΛΑΤΟΣ ΝΑ ΑΠΟΛΥΣΗ ΑΥΤΟΝ" και ήταν η πιο κατάλληλη στάση από πλευράς Ρωμαίου Επάρχου και Δικαστή δεδομένων των πολλών αθωωτικών αποφάσεων, τις οποίες είχε ήδη εκδώσει.
Οι προσπάθειές του ήταν άκαρπες. Η επιχειρηματολογία των ηγετών, επικαλούμενη το θρησκευτικό αίσθημα και την πίστη του όχλου, έπεισε ότι ο Ιησούς έπρεπε να πεθάνει. Με πανούργα κακεντρέχεια, παρουσίασαν στον Πιλάτο το τελευταίο και πειστικότατο επιχείρημά τους.
Η διακυβέρνηση του Πιλάτου ως Έπαρχου δεν ήταν απόλυτα αδιάφθορη. Αντιθέτως, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ληστρική σε κάποιες περιπτώσεις. Σχετική έρευνα θα μπορούσε ν' αποκαλύψει παρατυπίες και ατασθαλίες. Ο Τιβέριος ήταν ένας καχύποπτος Καίσαρας, ο οποίος πίστευε χωρίς τις απαραίτητες αποδείξεις και ευχαριστιόταν να εξευτελίζει και να τιμωρεί. Καταγγελία στον Καίσαρα ήταν πρακτικά ίση με την καταδίκη από τον Καίσαρα. Και ο Πιλάτος φοβόταν μήπως καταγγελθεί. Η φιλία του Καίσαρα ήταν η πιο ισχυρή, αλλά και η πιο ασταθής βάση.
Αδυνατώντας να πείσουν το δικαστή Πιλάτο και μη μπορώντας να επιτύχουν τη θανατική καταδίκη του Ιησού δια του νόμου, οι Γραμματείς αντεπιτέθηκαν με πολιτικό επιχείρημα, με καλυμμένο υπαινιγμό ότι θα προβούν σε καταγγελία στη Ρώμη.
"ΕΑΝ ΤΟΥΤΟΝ ΑΠΟΛΥΣΗΣ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΟΣ ΠΑΣ ΟΣΤΙΣ ΚΑΜΝΕΙ ΕΑΥΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΑΝΤΙΛΕΓΕΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ".
Η δίκη είχε περατωθεί. Ο δικαστής Πιλάτος εγκατέλειψε την εξουσία του και υποχώρησε ενώπιον του καιροσκόπου και φοβισμένου πολιτικού Πιλάτου.
Πήρε νερό και έπλυνε τα χέρια του ενώπιον του πλήθους, λέγοντας "ΑΘΩΟΣ ΕΙΜΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥΤΟΥ ΥΜΕΙΣ ΟΨΕΣΘΕ" (Κατά Ματθαίον - κεφ. 27, §24). Και τον "ΠΑΡΕΔΩΚΕ ΔΙΑ ΝΑ ΣΤΑΥΡΩΘΗ".
ΚΑΜΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΤΥΜΗΓΟΡΙΑ

Δεν ανακοινώθηκε καμία καταδικαστική ετυμηγορία. Την στιγμή που οι στρατιώτες τον οδηγούσαν προς την εκτέλεση, τα λόγια του δικαστή ακόμη ηχούσαν στον αέρα. Δίκαιος άνθρωπος, αθώος των κατηγοριών οι οποίες διατυπώθηκαν εναντίον του. Δεν εκτελέστηκε νόμιμα. Το αν δολοφονήθηκε για δικονομικούς ή πολιτικούς λόγους, μάλλον δεν έχει καμία σημασία.

Εξιστορώντας τη δίκη του Χριστού, συν-έραψα τις διάφορες αφηγήσεις των τεσσάρων ευαγγελίων κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν πιο καθαρά το εμπλεκόμενο νομικό ζήτημα, αφού η κάθε αφήγηση παρουσίαζε από μόνη της κενά.
Το συμπέρασμα είναι προφανώς ότι ο Ιησούς δεν καταδικάσθηκε ποτέ νόμιμα από οποιοδήποτε δικαστήριο. Στη συνεδρίαση της Σανχεντρίν, δικάσθηκε από φατριαστές δικαστές, οι οποίοι συνεκάλεσαν το δικαστήριο παρανόμως, παρατύπησαν ως προς τη διεξαγωγή και εξέδωσαν εξίσου παράτυπη ετυμηγορία. Συν τοις άλλοις, η ποινή του δεν εγκρίθηκε από τον αρμόδιο αξιωματούχο, ενώ νέα ποινή του επιβλήθηκε και ετέθη υπό την κρίση και την αρμοδιότητα του αξιωματούχου αντί εκείνης. Ενώπιον του Πιλάτου, ανακηρύχθηκε αθώος τουλάχιστον τέσσερις φορές. Ουδέποτε κηρύχθηκε ένοχος για οποιοδήποτε αδίκημα και εκτελέστηκε χωρίς σχετική εντολή. Ενώπιον του Ηρώδη είχε κηρυχθεί επίσης αθώος των κατηγοριών, οι οποίες τον βάραιναν. Ήταν θύμα θρησκευτικού μίσους και βάδιζε προς το θάνατο, για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις εκείνων, οι οποίοι φοβόντουσαν να αφήσουν τους ανθρώπους να σκεφθούν.
Το να διαβάσει κάποιος την ιστορία της δίκης απαιτεί λίγα λεπτά της ώρας. Είναι αδύνατο να απαντηθούν όλα τα ερωτήματα, τα οποία προκύπτουν στο νου του αναγνώστη. Η αφήγηση είναι σύντομη, λιτή και σχεδόν χωρίς πάθος. Παρόλα αυτά, η ιστορία, όπως παρουσιάζεται, είναι απερίγραπτα θλιβερή. Η αδικία έναντι του κεντρικού προσώπου είναι σπαραξικάρδια.
Όμως, αυτό το οποίο είναι κυρίως πιο λυπηρό είναι ότι σε όλη αυτή την τραγική σκηνή δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος, εκτός ενός, αντάξιος πιστός και νομιμόφρων ενήλικας. Ίσως η ιστορία να μην έχει καταγραφεί πλήρως. Πιθανά κάτω από την αμείλικτη λάμψη του λευκού φωτός του χαρακτήρα του Χριστού, οι άνθρωποι δείχνουν ποταποί. Σίγουρα, ανάμεσα στους Ρωμαίους, των οποίων το περί δικαίου αίσθημα ήταν από τα υψηλότερα, στους ηγέτες και τους Γραμματείς των Ιουδαίων, οι οποίοι λάτρευαν το Γιαχβέ με αφοσίωση, ανάμεσα στο τεράστιο πλήθος, το οποίο ακολουθούσε τον Ιησού, ανάμεσα στους μαθητές, οι οποίοι είχαν ζήσει μαζί του και από τα ίδια του τα χείλη είχαν ακούσει το κήρυγμά του και οι οποίοι εν συνεχεία υπόμειναν μαρτύρια στο όνομά του, θα υπήρχε έστω ένας άνθρωπος. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι όλη η ιστορία έχει καταγραφεί.

Εν κατακλείδι, επιτρέψτε μου μοναχά να διατυπώσω μία πρόταση, από νομικής πάντα απόψεως και με βάση τη δίκη, την οποία περιέγραψα πιο πάνω.
Συχνά οι άνθρωποι έχουμε την τάση να καταδικάζουμε τις διαδικασίες του δικονομικού μας συστήματος. Αγανακτισμένοι με τις συνθήκες ή το χαρακτήρα ενός εγκλήματος, κηρύσσουμε αμέσως ένοχο τον κατηγορούμενο και αδημονούμε κατά τη διαδικασία ή με τα τεκμήρια τα οποία περιβάλλεται κατά το νόμο και βάσει των οποίων οφείλει το δικαστήριο να τον προστατέψει. Οι διαδικασίες οι οποίες τηρούνται από τα δικαστήρια αποτελούν την καλύτερη δυνατή έκφραση της καταληκτικής απόφασης των νομομαθών για μία σωστή διεξαγωγή δίκης, η οποία προορίζεται να προσεγγίσει την αλήθεια. Αλλάζουν με αργούς ρυθμούς, επειδή θα πρέπει πάντα να αλλάζουν προς το καλύτερο κι όχι προς το χειρότερο. Θα πρέπει πάντα να προστατεύουν από τυχόν αδικίες αντί να τις ευνοούν. Για όσο κι αν ισχύουν, θα πρέπει να τηρούνται με απαράμιλλο ζήλο. Η ζωή και η ελευθερία είναι τόσο ιερές έννοιες, που είναι ανεπίτρεπτο να καταστρέφονται εξ αιτίας της όποιας κατακραυγής ή του όποιου πάθους της στιγμής. Εάν οι πρέπουσες νομικές διαδικασίες είχαν τηρηθεί στην περίπτωση της δίκης του Χριστού, το πιο πιθανό είναι ότι δε θα είχε καταδικασθεί και δε θα είχε εκτελεσθεί.
Ακόμα και στην προσωπική μας ζωή, θα έπρεπε να τηρούμε πιστά τους τύπους και το πνεύμα του νόμου. Συχνά δικάζουμε, ενώπιον των προκαταλήψεών μας, εκείνους οι οποίοι δε συμπεριφέρονται αποκλειστικά σύμφωνα με τις δικές μας δογματικές αντιλήψεις και, χωρίς να μπαίνουμε στον κόπο καν ν' ακούσουμε την άλλη πλευρά, τους καταδικάζουμε και απαιτούμε να σταυρωθούν από τον Πιλάτο της κοινής γνώμης. Κάποιες φορές, φτάνουμε και στο σημείο να τους σύρουμε έξω από το μαρτύριο μίας άλλης Γεθσημανής μέσα στη νύχτα, ώστε να εκδώσουμε την ετυμηγορία μας και να απαιτήσουμε την κοινωνική ή πολιτική εξόντωσή τους. Και οτιδήποτε κι αν γνωρίζουμε γι' αυτούς, μπορεί να είναι πρίγκιπες στο βασίλειο της αλήθειας.
Ας απαγγέλλουμε κατηγορητήριο εναντίον συνανθρώπων μας μόνον ενώπιον της Σανχεντρίν των συνειδήσεών μας. Ας μην επιτρέπουμε σε πάθη, επιδιώξεις και κακόβουλα αισθήματα να προκαταβάλουν το δικαστήριο. Ας τους θεωρούμε αθώους έως ν' αποδειχθούν ένοχοι. Ας απαιτούμε την ύπαρξη τουλάχιστον δύο μαρτυριών και όχι ψευδών, οι οποίες θα πρέπει να είναι σύμφωνες μεταξύ τους.
Ας ορίζουμε την Ανοχή μας συνήγορο του κατηγορουμένου και ας δεχόμαστε ελεύθερα τεκμήρια της αθωότητός τους. Εάν η ετυμηγορία μας είναι αθωωτική, ας την αναγορεύουμε αμέσως και ξεκάθαρα. Εάν πρόκειται για καταδικαστική, ας εκδίδεται μόνον μετά από μία ημέρα νηστείας, προσευχής και διαλογισμού.
Ακόμα και μετά την εκφώνηση της απόφασης, ας μη λύουμε τη συνεδρίαση του δικαστηρίου της Ανθρωπιάς μας και ας τοποθετούμε τα σημαιάκια σηματοδοσίας από την Αίθουσα έως τον τόπο εκτέλεσης. 
Και καθώς εκείνος, τον οποίο καταδικάσαμε, οδηγείται κατά την κρίση, ας επιτρέπουμε στον πρώτο τυχόντα μάρτυρα γεγονότος, αμφιβολίας ή απλής φήμης υπέρ του να αναστέλλει την εκτέλεση και να του εκχωρεί το δικαίωμα να δικασθεί εκ νέου. Παραφράζοντας τη ρήση σχετικά με τη Σανχεντρίν, ας λέμε για τον εαυτό μας: "Αποζητά να σώσει τον ψυχισμό, όχι να τον θανατώσει".

πηγή

Κυριακή, Απριλίου 14, 2013

Γνώριζαν οι αρχαίοι Ελληνες για την έλευση του Χριστού;


 

Τα εξουσιαστικά ιερατεία που υπογείως κινούν τα νήματα του κόσμου και κατευθύνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την Γνώση… προσπαθούν εδώ και πολλούς αιώνες – πλαστογραφώντας τις πηγές ή αποκρύπτοντάς τες – να φέρουν σε σύγκρουση τον Ελληνισμό με τον Χριστιανισμό. Ξέρουν ότι…η σύνδεση αυτών των δύο δυνάμεων είναι το ισχυρότερο εμπόδιο για την υλοποίηση των υποχθόνιων σχεδίων τους, ξέρουν ότι αν οι λαοί γαντζωθούν πάνω σ’ αυτά, θα είναι αδύνατο να εφαρμόσουν την Νέα Τάξη πραγμάτων. 


Αυτός είναι ο λόγος πού αποκρύπτονται οι προφητείες των Αρχαίων Ελλήνων οι οποίες μιλούν ξεκάθαρα για την έλευση του Χριστού… Προσπαθούν να παρουσιάσουν τον Χριστιανισμό ως εβραιογενή θρησκεία και όλους τους Αρχαίους Έλληνες ως ειδωλολάτρες.

Ωστόσο έχουν διασωθεί αρχαία κείμενα πού αποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο.

Στην Πολιτεία του Πλάτωνα (B, V , 362) – βιβλίο πού το σύστημα το αποδέχεται – περιέχεται μία προφητεία ισάξια μ’ αυτές των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης:

«Θα απογυμνωθεί απ’ όλα εκτός της δικαιοσύνης, διότι φτιάχτηκε αντίθετος στην ως τότε συμπεριφορά. Χωρίς να αδικήσει κανέναν θα δυσφημισθεί πολύ ως άδικος ώστε να βασανισθεί για την δικαιοσύνη και θα γεμίσει με δάκρυα εξαιτίας της κακοδοξίας αλλά θα μείνει αμετακίνητος μέχρι θανάτου και ενώ θα είναι δίκαιος θα θεωρείτε άδικος για όλη του τη ζωή. Έχοντας τέτοιες διαθέσεις ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα δεθεί, θα ανάψουν τα μάτια του και στα τελευταία του αφού πάθει κάθε κακό θα καρφωθεί πάνω σε πάσσαλο, και να ξέρεις ότι δεν είναι δίκαιο αλλά αφού έτσι το θέλει ας γίνει».

Στο έργο Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου, ο Προμηθέας όντας φυλακισμένος στον Καύκασο προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα γεννηθεί από την παρθένο `Ιώ και τον Θεό(στ.772,834,848) θα είναι δηλαδή υιός Θεού και υιός Παρθένου. Αυτός ο Θεάνθρωπος θα καταλύσει την εξουσία των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908,920).\

Ο Ερμής τότε σταλμένος από τον Δία προαναγγέλλει στον Προμηθέα τα εξής:

«Τοιούδαι μόχθου τέρμα μη τί προσδόκα πριν αν θεός τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ είς αναύγητον μολείν ‘Άιδην , κνέφαια τ’ άμφί Ταρτάρου βάθη» μετάφραση «μην περιμένεις να λυτρωθείς από τους πόνους προτού θεός πάρει τα πάθια τα δικά σου πάνω του και με τη θέλησή του κατέβει στον ‘Άδη τον ανήλιαγο, στους άφεγγους του Ταρτάρου βυθούς» (στ. 1041-1043).

Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει τα ακόλουθα:

«Θα μείνετε κοιμισμένοι σε όλη σας τη ζωή εάν δεν σας λυπηθεί ο Θεός να σας στείλει κάποιον άλλον» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18{31α}). Στο Άγιο Όρος υπάρχουν χειρόγραφα που διασώζουν προφητείες της Σίβυλλας – της ιέρειας του Απόλλωνα – για την έλευση του Χριστού π.χ σε χειρόγραφο με την ονομασία «Υπόμνημα εις τον Άγιον Απόστολον Φίλιππον» πού φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρείου αναφέρονται τα εξής: «Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ώς Θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπον από την φθοράν των ανίατων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμασθεί ψηλά ώς κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα».

Στο ίδιο χειρόγραφο αναφέρεται μία ανατριχιαστική προφητεία για την θεανθρώπινη φύση του Χριστού, για το εκούσιον πάθος Του, αλλά και για την Ανάστασή Του «Ένας ουράνιος με πιέζει ισχυρά, ό οποίος είναι φως τριλαμπές. Αυτός είναι ο παθών Θεός, χωρίς να πάθει τίποτε ή Θεότης Του, διότι είναι συγχρόνως θνητός και αθάνατος. Αυτός είναι συγχρόνως Θεός και άνθρωπος, που υποφέρει από τους θνητούς τά πάντα, δηλαδή τον σταυρό, την ύβριν, την ταφή. Αυτός κάποτε από τα μάτια του έχυσε δάκρυα θερμά. Αυτός πέντε χιλιάδες χόρτασε με πέντε άρτους, κάτι που ήθελε δύναμη θεϊκή. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος εσταυρώθη εις το ξύλον, ο οποίος εξέπνευσεν, ο οποίος εκ του τάφου ανήλθεν εις τον ουρανόν».

Οι παραπάνω προφητείες αναφέρονται και σε άλλα χειρόγραφα πού βρίσκονται σε άλλες Μονές του Αγίου Όρους η αλλού(π.χ Μονή Σινά).

Παρατίθενται ακόμη σε σύγχρονο βιβλίο, στον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτη Βίκτωρος Ματθαίου.

Και γι’ αυτούς που ίσως αμφισβητήσουν ότι τα παραπάνω ειπώθηκαν πράγματι από την Σίβυλλα και ισχυριστούν ότι είναι επινοήσεις κάποιον Χριστιανών Μοναχών, αρκεί το εξής αδιαμφισβήτητο γεγονός:

Από διάφορες πηγές έχει διασταυρωθεί πώς τις προφητείες αυτές αλλά και άλλες –είτε της Σίβυλλας είτε άλλων σοφών Ελλήνων- χρησιμοποίησε η Αγία Αικατερίνη. Συγκεκριμένα, το 305 η Αγία Αικατερίνη η Αλεξανδρινή έλεγχε τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο για την ειδωλολατρική του πολιτική. Ό τελευταίος συγκέντρωσε τότε τους σοφότερους ειδωλολάτρες της αυτοκρατορίας για να την μεταπείσουν και να την κάνουν παγανίστρια.

Στο διάλογο που ακολούθησε, αυτή η πάνσοφη και σπουδαγμένη στην Ελληνική παιδεία γυναίκα στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός Θεός ανέφερε – μεταξύ άλλων – και τις προφητείες της Σίβυλλας. Και για να προληφθεί η κάθε απερίσκεπτη “σκέψη”, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να έπλασε αυτές τις προφητείες η ίδια η Αγία για τους εξής βασικότατους λόγους:

Δεν θα μπορούσε να πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα σχετικά με την ιέρεια του Απόλλωνα μπροστά στους σοφότερους εκπροσώπους της αρχαίας θρησκείας, διότι αμέσως όλοι θα διαπίστωναν το ψέμα της. Όμως, όχι μόνο δεν την κατηγόρησε κανείς για αναλήθειες, αλλά αντιθέτως οι σοφοί ειδωλολάτρες παραδέχτηκαν την λεκτική τους ήττα και όλοι αμέσως ασπάστηκαν με τη θέληση τους τον Χριστιανισμό με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τους θανατώσει. Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να αμφισβητήσει την αδιάσειστη αλήθεια ότι τα προφητικά αυτά λόγια βγήκαν από το στόμα της Σίβυλλας.

Σε άλλο χειρόγραφο που βρίσκεται στην Αγιορείτικη Μονή Διονυσίου, αναφέρεται μια άλλη προφητεία της Σίβυλλας «Σας προφητεύω έναν τρισυπόστατο Θεό στα ύψη εκτεινόμενο του οποίου ο αιώνιος Λόγος σε ανυποψίαστο κόρη θα κυοφορηθεί, όπως ακριβώς το φέρον φωτιά τόξο, το μέσον του κόσμου διαπερνώντας . Όλο τον κόσμο αφού επαναφέρει στην ζωή, και στον Πατέρα θα τον προσφέρει σαν δώρο. Μαρία θα είναι το όνομα αυτής».

Βλέπουμε λοιπόν ότι η Θεία Πρόνοια μέσω του “σπερματικού λόγου” (όπως τον ονόμασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας) φώτισε κάποιους Έλληνες της Αρχαιότητας και έτσι άφησαν εκατοντάδες χρόνια πρίν τον Χριστό προφητείες για την έλευσή Του. Και άλλοι αρχαίοι λαοί έδωσαν τέτοιες προφητείες χωρίς να πλησιάζουν σε καμία περίπτωση την ακριβολογία των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης περιοριζόμενες αποκλειστικά και μόνο στην αναφορά για τον ερχομό κάποιου Σωτήρα πού θα λυτρώσει τον κόσμο. Οι προφητείες όμως των αρχαίων Ελλήνων δίνουν λεπτομερέστατα στοιχεία για τον Χριστό (γέννηση Του από την Παρθένο Μαρία, θεανθρώπινη φύση Του, θαύματα Του, Σταύρωση, Κάθοδος στον Άδη και Ανάσταση Του, τρείς υποστάσεις του Θεού). Έτσι, πολλές απ’ αυτές καθίστανται ισάξιες με τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ κάποιες άλλες τις ξεπερνούν κιόλας. Αυτό ακριβώς αναγνωρίζει και ο μεγάλος μας εκκλησιαστικός συγγραφέας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος αιώνας μ.Χ), ο οποίος στο έργο του Στρωματείς (5,13) δηλώνει απερίφραστα: «Ούκ οίμαι υπό Ελλήνων σαφέστερον προσμαρτυρήσεσθαι τόν Σωτήρα ημών» δηλαδή«δεν είναι δυνατόν, νομίζω, να προαναγγελθεί σαφέστερα από τους Έλληνες ό Σωτήρας μας».

Και μόνο αυτές οι λίγες προφητείες πού αναφέρθηκαν (σε σχέση με το πλήθος που υπάρχει αλλά βρίσκεται κρυμμένο εδώ και αιώνες) αρκούν να καταρρίψουν την γελοιότητα εκείνη που δυστυχώς παρασέρνει πολλούς και πού ψευδώς κηρύττει ότι ό Χριστιανισμός είναι ένα εβραϊκό κατασκεύασμα, όλοι οι αρχαίοι Έλληνες ειδωλολάτρες και ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός δύο εντελώς αντικρουόμενοι κόσμοι. Για να τελειώνουν τα ψέματα, ο Χριστιανισμός δεν είναι εβραιογενής θρησκεία. Δεν είναι κατασκεύασμα των Εβραίων ούτε κανενός άλλου λαού… Είναι η αληθινή θρησκεία που αποκαλύπτεται ανεξαιρέτως σε όλους τους λαούς της γης.

Το ότι αποκαλύφθηκε πρώτα στους Εβραίους δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι είναι εβραιογενής θρησκεία. Άλλωστε, λίγες δεκαετίες μετά την Ανάληψη του Χριστού, ό Χριστιανισμός πέρασε στα χέρια των Ελλήνων (αυτό δηλαδή σημαίνει πως έγινε θρησκεία Ελληνογενής; Εννοείτε πώς όχι) και άρχισε να απομακρύνεται από τα Εβραϊκά στεγανά για να απλωθεί σε όλη τη γή. Από την άλλη βλέπουμε ότι οι σοφοί Έλληνες της αρχαιότητας όχι μόνο πίστευαν σε ένα Θεό αλλά μίλησαν κιόλας για την τριαδικότητα Του, για την διττή φύση του Χριστού, για την Σταύρωση και την Ανάστασή Του.

Προσπαθούσαν να αποδεσμευτούν από την δυναστεία των θεών και να πλησιάσουν τον ένα και αληθινό Θεό. Αποδεικνύεται πώς περίμεναν καρτερικά την έλευση του Χριστού για αιώνες. Γι’ αυτό και όταν έγινε η συνάντηση Χριστού και Ελλήνων, ο Χριστός είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ‘ινα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου»(Κατά Ιωάννην -12,23) δηλαδή «έφτασε ή ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (=ο Χριστός)»

Και έτσι έγινε… Όλα τα Ευαγγέλια γράφτηκαν στα ελληνικά, σε χέρια Ελλήνων πέρασε άπ’ την πρώτη στιγμή ή Εκκλησία, Έλληνες Πατέρες διατύπωσαν τις αιώνιες αλήθειες στο αίμα χιλιάδων Ελλήνων μαρτύρων στερεώθηκε τους πρώτους αιώνες η Εκκλησία, Έλληνες αυτοκράτορες και κληρικοί ανέλαβαν επί Βυζαντίου την διάδοση του Ευαγγελίου και τον εκχριστιανισμό των ως τότε βάρβαρων λαών.

Επομένως, όχι μόνο δεν συγκρούονται ο Χριστιανισμός και ο Ελληνισμός αλλά αντιθέτως συνδέονται τόσο στενά, σε σημείο ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως να γράψει στο έργο του «Περί της Ελληνικής φιλοσοφίας ως προπαιδείας εις τον Χριστιανισμόν» τα εξής: «Ο Έλλην είναι πλασμένος φιλόσοφος, είναι και πλασμένος Χριστιανός, είναι πλασμένος να γνωρίζει την αλήθεια και να την διαδίδει εις τα άλλα έθνη (…)

Ναι, ό Έλλην εγεννήθη κατά την Θεία Πρόνοια διδάσκαλος της ανθρωπότητας (…) Αυτή είναι η αποστολή του, αυτό είναι το ξεχωριστό κάλεσμά του μεταξύ των εθνών (…) Από καταβολής κόσμου, το Ελληνικό Έθνος ήταν πλασμένο διά τον σκοπόν αυτόν.

Ο Θεός (…) διέπλασε το Ελληνικό Έθνος ως οφθαλμόν εις το σώμα της ανθρωπότητας».

Ακόμη, οι αρχαιοελληνικές προφητείες αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο Χριστός είναι ο μόνος Θεός… Πολλοί ανόητοί κατά καιρούς λένε πώς οι Εβραϊκές προφητείες γράφτηκαν από Χριστιανούς μετά Χριστόν για να ισχυροποιήσουν την πίστη τους. Ψέμα μεγάλο μιας και έχουν βρεθεί χειρόγραφα της Παλαιάς Διαθήκης γραμμένα στα Ελληνικά (από την μετάφραση των εβδομήκοντα) πού χρονολογούνται τον 2ο με 1ο αιώνα πριν τον Χριστό.

Τι μπορεί όμως να πει κανείς για τις προφητείες του Πλάτωνα και του Αισχύλου (4ος και 3ος αιώνας π.Χ) που είναι καταγεγραμμένες σε επίσημα βιβλία («Πολιτεία» και «Προμηθεύς Δεσμώτης») – άσχετα αν κανείς δεν τις δίνει σημασία; Χωρίς αμφιβολία, ο Χριστός είναι ο μόνος Θεός, η Ορθοδοξία η κιβωτός της Αλήθειας, και το Γένος των Ελλήνων επιφορτισμένο με το ιερό χρέος να κρατά την δάδα της αληθινής Πίστης άσβεστη μέχρι τα έσχατα.

Αναγνώστης

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 17, 2012

Ο Βίος και η Διδασκαλία του Ιησού Χριστού


Απόσπασμα από το νέο βιβλίο το Σεβασμ,Μητροπολίτου πρώην Πειραιώς κ.Καλλινίκου
 Το μεγαλύτερο και συγκλονιστικότερο γεγονός της παγκοσμίου ιστορίας είναι η ενανθρώπηση του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος. Ολόκληρο το μυστήριο της πίστεώς μας συμποσούται σε τέσσερις λέξεις: Θεός εφανερώθη εν σαρκί. (Α Τιμ.γ.16). Το παμμέγιστο αυτό γεγονός δεν είναι κάτι το οποίο συνετελέσθη απλώς κάποτε. Είναι γεγονός,το οποίο πρέπει να ζούμε ως ζωντανό παρόν ανά πάσα στιγμή. Όταν γιορτάζουμε Χρστούγεννα, δεν λέμε «Κάποτε γεννήθηκε ο Χριστός»,αλλά σήμερον γεννάται εκ Παρθένου»(Δοξαστικό Θ’ ώρας Χριστουγέννων…).
Το γεγονός της ενανθρωπήσεως δεν είναι παρωχημένο. Είναι γεγονός που πρέπει να το ζούμε σαν συνεχές παρόν. Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός πρέπει να αποτελεί πάντοτε το κέντρο της σκέψεώς μας ,το κέντρο της αγάπης μας και της καθημερινής λατρείας μας. Το κέντρο της ζωής μας είναι ο Χριστός. Δεν μπορούμε να ζούμε ούτε μία στιγμή χωρίς τον Χριστό. Είναι ο Σωτήρας μας. Έγινε άνθρωπος για μας. Η ενανθρώπησή Του είναι η άπειρη συγκατάβασή Του, η άπειρη αγάπη Του για μας. Περπάτησε στη γη μας,συνανεστράφη με τους ανθρώπους .Ποιος; Ο Δημιουργός της ζωής, ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Παντοδύναμος Θεός και Δημιουργός του Σύμπαντος.
 
Είναι μεγάλη και απρόσιτη στην ανθρώπινη διάνοια η ενανθρώπηση του Υιού και λόγου του Θεού.Είναι όμως αληθινή και βεβαιωμένη. Είναι το κέντρο της πίστεώς μας. Γι αυτό και πρέπει να τη ζούμε σαν διαρκές παρόν. Ολόκληρη η ζωή μας πρέπει να περιστρέφεται γύρω από τον Σωτήρα και Λυτρωτή μας και ολόκληρη η αγάπη μας να είναι δοσμένη σε Αυτόν. Πρέπει να έχουμε βαθειά συνείδηση του Μυστηρίου της Ενανθρωπήσεως. Ο Σωτήρας μας Ιησούς χριστός πρέπει να είναι ο αχώριστος σύντροφος του βίου μας, το μοναδικό θεμέλιο της ζωής μας,ο μοναδικός Οδηγός στο δρόμο της ζωής,το μοναδικό Φως στην πορεία μας,το Α και το Ω της υπάρξεώς μας.
Και ο σκοπός της χριστιανικής ζωής δεν είναι τίποτε άλλο παρά «βίωσις Χριστού».Πρέπει να ζούμε πάντοτε εν Χριστώ και δια Χριστόν.Να αναπνέουμε Χριστόν.Ο Άγιος της εποχής μας Ιουστίνος Πόποβιτς λστο βιβλίο του « Άνθρωπος και Θεάνθρωπος» λέγει ότι ο βασικός σκοπός της πνευματικής ζωής είναι η ολοκληρωτική ενχρίστωση κι Χριστοποίηση του ανθώπου και εν ταυτώ ολοκληρωτική μόρφωση του χριστού εν ημίν.
O πιστός Χριστιανός λέει ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς» με ολόκληρη την ύπαρξη του ζει τον Χριστόν,ενσωματούται με τον Χριστόν,γίνεται σύσσωμος του Θεανθρωπίνου σώματός του.Και όλος ζει δια του Χριστού,εν τω Χριστώ και εκ του Χριστού.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρώην Πειραιώς κ.Καλλινίκου: Ο βίος και η διδασκαλία του Σωτήρος Χριστού.
Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Χρυσοπηγή στα Εκκλησιαστικά βιβλιοπωλεία, και στην έκθεση της Ιεράς Μονής Παναγίας Χρυσοπηγής Πολυδενδρίου Αττικής.

Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2012

Είχε σύζυγο ο Ιησούς;




Το αμφιλεγόμενο «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού» θέλει τον Χριστό παντρεμένο. Δύο σημαντικοί μελετητές της Καινής Διαθήκης το αμφισβητούν
Είχε σύζυγο ο Ιησούς;

Εχει διαστάσεις μόλις 4 x 8 εκατοστά, ονομάστηκε κάπως καθ’ υπερβολή «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού» και, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε διεθνή αίσθηση. Οταν στις 13 Σεπτεμβρίου η Κάρεν Κινγκ, καθηγήτρια Θεολογίας του Χάρβαρντ και η πρώτη γυναίκα που κατέλαβε μία από τις αρχαιότερες ακαδημαϊκές έδρες των ΗΠΑ, παρουσίαζε  το εύρημά της σε συνέντευξη Τύπου στη Νέα Υόρκη ήταν ανήσυχη για το πώς θα γινόταν αντιληπτή στο ευρύ κοινό η ανακάλυψή της. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι οι τίτλοι των εφημερίδων, αλλά η γνησιότητα του κειμένου. Μιλώντας στο BHmagazino δύο σημαντικοί βρετανοί μελετητές της Καινής Διαθήκης, οι καθηγητές Φράνσις Γουότσον του Πανεπιστημίου του Ντάραμ και Πολ Φόστερ του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, αμφισβητούν την αυθεντικότητα και τη σημασία του ευρήματος, τονίζοντας ότι αν το κείμενο αποδεικνύει κάτι αυτό δεν είναι ο γάμος του Κυρίου, αλλά η ποικιλία των δοξασιών ανάμεσα στους πρώτους χριστιανούς.
Μικροσκοπικά δεδομένα
Ο πάπυρος, που αποτελεί το κατά Κάρεν Κινγκ «Ευαγγέλιο της Συζύγου του Ιησού», περιήλθε εις γνώσιν της υπό μυθιστορηματικές συνθήκες το 2010, όταν ο ιδιοκτήτης του, ο οποίος επιθυμεί να παραμείνει άγνωστος για να μην καταστεί στόχος επίδοξων αγοραστών, επικοινώνησε μαζί της και της ζήτησε να το μεταφράσει. Συλλέκτης σπάνιων ελληνικών, αραβικών και κοπτικών (αιγυπτιακής κοινής της ρωμαϊκής περιόδου) παπύρων, δήλωσε ότι είχε αποκτήσει το συγκεκριμένο σπάραγμα το 1997 ως τμήμα μιας παρτίδας εγγράφων.
Οι οκτώ γραμμές του κειμένου δεν συνθέτουν καν πλήρεις προτάσεις, διαβάζοντας όμως τις φράσεις «Ο Ιησούς τούς είπε: η σύζυγός μου...», «θα γίνει μαθήτριά μου», «η Μαρία είναι άξια», η ερευνήτρια θεώρησε ότι οπωσδήποτε έχρηζε περαιτέρω μελέτης – αν μη τι άλλο επρόκειτο για το μοναδικό γραπτό της χριστιανικής γραμματείας που αναφέρεται ρητά σε σύζυγο του Ιησού, με την ονομαστική αναφορά να στρέφει την προσοχή προς τη (συνήθη ύποπτο) Μαρία Μαγδαληνή. Οταν δύο διεθνούς φήμης παπυρολόγοι, στους οποίους η Κινγκ έδειξε το χειρόγραφο, δεν αμφισβήτησαν την αυθεντικότητά του, πείστηκε και εκείνη ότι βρισκόταν μπροστά σε ένα γνήσιο νέο απόκρυφο ευαγγέλιο.
Τα 40 ευαγγέλια
Τι ακριβώς εστί «απόκρυφο ευαγγέλιο»; Τα «απόκρυφα» ή «μη κανονικά» ευαγγέλια αποτελούν παραδόσεις για τη ζωή και τη διδασκαλία του Χριστού, που έμειναν εκτός Καινής Διαθήκης, όπως αυτή συγκροτήθηκε από την επίσημη Εκκλησία μεταξύ 2ου και 4ου μ.Χ. αιώνα. Προηγουμένως, τόσο η χαλαρή οργάνωση των χριστιανικών κοινοτήτων όσο και οι συνθήκες στις οποίες διαδιδόταν το μήνυμα, είχαν αποτέλεσμα μια ποικιλία διαφοροποιήσεων – «αν και όχι χάος», όπως μας είπε ο Φράνσις Γουότσον, καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ.
Οπως περιγράφει ο Γουότσον: «Στη βάση των ίδιων ευαγγελίων μπορούσαν να διατυπώνονται διαφορετικές πεποιθήσεις: ένας γνωστικός της Βαλεντινιανής Σχολής, που διαχώριζε τον Θεό του Ιησού από την κατώτερη δημιουργό θεότητα της Παλαιάς Διαθήκης, μπορούσε να εκτιμά τα ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη, ερμηνεύοντάς τα διαφορετικά. Κάποια από τα μη κανονικά ευαγγέλια, επίσης, ήταν αρκετά συμβατικά σε όσα εξέφραζαν. Και ας μην ξεχνάμε ότι τα ευαγγέλια δεν είχαν ταμπέλες στην εποχή τους: ο “Θωμάς” δεν γνώριζε ότι θα έγραφε ένα μη κανονικό ευαγγέλιο ούτε ο “Ιωάννης” ένα κανονικό, η διάκριση αυτή δεν υπήρχε ακόμη. Η “ένταξη” των τεσσάρων ευαγγελίων στον κανόνα της Καινής Διαθήκης έγινε κατά κύριο λόγο επειδή ήταν πιο διαδεδομένα και αποδεκτά από τα υπόλοιπα, έτσι ώστε σταδιακά να διαμορφωθεί ομοφωνία για την περίπτωσή τους».
Τα προϊόντα μιας εποχής όπου διδαχές του Ιησού ή «ευαγγέλια» κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστα σε πλήθος παραλλαγών μπορεί να αποσύρθηκαν σταδιακά από το προσκήνιο της ιστορίας, δεν εξαφανίστηκαν όμως. Μεγάλες «βιβλιοθήκες» παρόμοιων εγγράφων ανακαλύφθηκαν το 1897 στις αρχαίες χωματερές της Οξυρρύγχου και το 1945 στο Ναγκ Χαμαντί της Αιγύπτου: ως αποτέλεσμα, ο Πολ Φόστερ, λέκτορας Θεολογίας της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, υπολογίζει στο βιβλίο του «The Apocryphal Gospels. A Very Short Introduction» (Oxford University Press, 2009) ότι ο αριθμός των μη κανονικών ευαγγελίων που διασώζονται σήμερα κυμαίνεται γύρω στα 40. Κείμενα όπως το «Ευαγγέλιο του Θωμά» ή το «Ευαγγέλιο του Ιούδα», διεθνές μπεστ σέλερ το 2006, σε μετάφραση και έκδοση της National Geographic Society, δεν νοούνται για την ιστορική επιστήμη και τη βιβλική ερμηνεία ούτε ως αντιφάσκοντα προς τα κανονικά ούτε ως ψήγματα μιας αλήθειας κρυμμένης από την επίσημη Εκκλησία, αλλά ως σταθμοί μιας εξελικτικής διαδικασίας, σκηνές από το making of του χριστιανισμού.
Το γνήσιο της (υπο)γραφής
Ωστόσο, το ζήτημα της αυθεντικότητας δικαίως είθισται να τίθεται πάντοτε πρώτο σε τέτοιες περιπτώσεις, προτού περάσουμε σε θέματα ουσίας και περιεχομένου. Εκεί, άλλωστε, εστιάζονται και οι ενστάσεις των συναδέλφων της Κάρεν Κινγκ, ορισμένες από τις οποίες, αναφορικά με τη γραφή και τη γραμματική του «Ευαγγελίου της Συζύγου», ήδη εκφράστηκαν στο Διεθνές Συνέδριο Κοπτικών Σπουδών στη Ρώμη στις 18 Σεπτεμβρίου, όπου η Κινγκ παρουσίασε τα προσωρινά της συμπεράσματα. Ελλείψει μιας φασματοσκοπικής εξέτασης μελάνης που θα επιβεβαιώσει την ηλικία του χειρογράφου, οι αμφιβολίες επεκτάθηκαν.
Σε μια σειρά εμπεριστατωμένων δικτυακών κειμένων του που δημοσιεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα σε ακαδημαϊκούς ιστότοπους με αντικείμενο την Καινή Διαθήκη και την ερμηνεία της Βίβλου, ο Φράνσις Γουότσον, αναγνωρισμένη αυθεντία στον τομέα του, συνέκρινε το σπάραγμα με υπάρχοντα χωρία άλλων απόκρυφων ευαγγελίων και διατύπωσε την πεποίθησή του ότι το θραύσμα της Κινγκ αποτελείται από κλεμμένα αποσπάσματα του «Ευαγγελίου του Θωμά». Η επιλογή των φράσεων, η διάταξή τους στον πάπυρο και η εσωτερική συνοχή του κειμένου κάνουν τον Γουότσον να κλίνει προς την άποψη ότι με τα μέχρι στιγμής δεδομένα πρόκειται για σύγχρονη πλαστογραφία: «Είναι κάτι που συμβαίνει στο πλαίσιο της ανεύρεσης γνήσιου υλικού αρχαίων ευαγγελίων. Συνέβη το 1892 με ένα τμήμα του “Ευαγγελίου του Πέτρου”, το 1956 με τις κοπτικές μεταφράσεις του “Ευαγγελίου του Θωμά”, το 2006 με το “Ευαγγέλιο του Ιούδα”. Η πιο επιτυχημένη πλαστογραφία ήταν αυτή του λεγόμενου “Μυστικού Ευαγγελίου του Μάρκου”» που δημοσιεύτηκε το 1973. Αν δώσει κανείς πίστη στα λεγόμενα του Γουότσον (ο οποίος δεν παραλείπει να αφήσει για τον εαυτό του ένα περιθώριο λάθους), η Κινγκ εξαπατήθηκε – συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες.
Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που αποδειχθεί γνήσιο το «Ευαγγέλιο της Συζύγου», προσθέτει άραγε κάτι στις γνώσεις μας για τον Ιησού και την εποχή του; Κατηγορηματικά «όχι», απαντά ο Πολ Φόστερ, λέκτορας Θεολογίας της Καινής Διαθήκης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στον οποίο θέσαμε το συγκεκριμένο ερώτημα. Ο Φόστερ παρατηρεί ότι οι οκτώ γραμμές κειμένου στον διαστάσεων επαγγελματικής κάρτας πάπυρο «δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από ήδη γνωστές θεματικές του λεγόμενου “Ευαγγελίου του Φιλίππου”», ενός από τα πολλά απόκρυφα γνωστικά ευαγγέλια του 4ου μ.Χ. αιώνα. «Ελάχιστα θα άλλαζε τις γνώσεις μας για την πρώιμη χριστιανική περίοδο, εφόσον ξέρουμε ήδη ότι από τον 2ο ως τον 4ο μ.Χ. αιώνα ο χριστιανισμός υπήρξε ένα εξαιρετικά διαφοροποιημένο θρησκευτικό κίνημα. Κανείς, φυσικά, δεν υποστηρίζει ότι όσα λέει το κείμενο αποτελούν ιστορική πραγματικότητα, μόνο ότι κάποιοι χριστιανοί θεώρησαν χρήσιμο να μεταχειριστούν τη μεταφορά, ή ίσως και τη δοξασία, ότι ο Ιησούς είχε παντρευτεί τη Μαρία Μαγδαληνή. Οσον αφορά τώρα το εύρος των εν λόγω δοξασιών, το κείμενο πάλι δεν προσθέτει κάτι καινούργιο: οι κώδικες του Ναγκ Χαμαντί μάς έχουν ήδη καταστήσει κοινωνούς τους».
Το θείο ζεύγος
Το γιατί ένας έγγαμος Ιησούς θα αποτελούσε σκάνδαλο έχει να κάνει τόσο με τον ρόλο των φύλων εντός της Εκκλησίας όσο και με την πολιτισμική ιστορία δύο χιλιάδων χρόνων χριστιανισμού. Ο Φράνσις Γουότσον αναγνωρίζει ότι η σεξουαλική ζωή του Κυρίου δεν είναι παίξε-γέλασε: «Για τη χριστιανική παράδοση, η οποία αποδίδει μεγάλη σημασία στην αγαμία, ο Ιησούς είναι ο απόλυτος άγαμος» επισημαίνει στο δικτυακό κείμενό του με τίτλο «Inventing Jesus’ Wife» και συμπληρώνει: «O Ιησούς αυτού του κειμένου δεν αποκηρύσσει μόνο την αγαμία του, αλλά και την κοινότητα για την οποία αυτή αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό».
Επειτα, είναι και η έντονη διένεξη για τη χειροτονία των γυναικών που επανέρχεται κυκλικά στο προσκήνιο των δυτικών εκκλησιών εδώ και 30 χρόνια, με την Αγγλικανική να αποδέχεται τις ιέρειες, προκαλώντας πονοκεφάλους τόσο στο Βατικανό όσο και στις ομόλογές της προτεσταντικές: η ισότητα που υπονοεί ένας θείος γάμος θα αναζωπύρωνε το ζήτημα με απρόβλεπτες συνέπειες. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η Κινγκ, η οποία στο παρελθόν είχε βρεθεί στο στόχαστρο φανατικών οπαδών της κυριολεξίας της Βίβλου εξαιτίας των ερευνών της, φρόντισε εξαρχής να ξεκαθαρίσει πως οτιδήποτε και αν ανακάλυψε, δεν πρόκειται για πιστοποιητικό γάμου: «Το απόσπασμα υπονοεί ότι κάποιοι πρώιμοι χριστιανοί ακολουθούσαν μια παράδοση που ήθελε τον Χριστό νυμφευμένο. Γνωρίζουμε ότι τον 2ο μ.Χ. αιώνα υπήρξε μια διαμάχη αναφορικά με τον γάμο του Ιησού, στο πλαίσιο μιας διένεξης για το αν οι πιστοί πρέπει να κάνουν έρωτα και να παντρεύονται» τόνισε στους «New York Times».
Και η πολύφερνη νύφη Μαρία Μαγδαληνή; Ο καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Πέτρος Βασιλειάδης επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει καμιά απολύτως ιστορική ένδειξη, ή έστω υποψία, ότι η Μαγδαληνή ήταν πόρνη, ερωμένη ή σύντροφος του Ιησού. Αντίθετα, είναι πέρα για πέρα επιβεβαιωμένο ότι ήταν προβεβλημένη μαθήτριά του, απόστολος των αποστόλων». Ηταν η ταύτισή της με άλλες ανώνυμες γυναίκες που αναφέρονται στα ευαγγέλια και η εξίσωσή της με μετανοημένη μοιχαλίδα από τον Πάπα Γρηγόριο τον Μέγα τον 6ο μ.Χ. αιώνα που παγίωσαν «τον μύθο της Μαρίας της Μαγδαληνής ως της πόρνης με τη χρυσή καρδιά». Η Μαρία Μαγδαληνή υπήρξε επομένως θύμα των περιστάσεων. Μένει να φανεί αν το ίδιο συνέβη και με την Κάρεν Κινγκ. 
Ο Χριστός ξανατυπώνεται
Για έναν επιχειρηματικό νου, βέβαια, οι παραδόσεις των μη κανονικών ευαγγελίων θα ήταν ιδανικές προς εμπορική χρήση. Εξού και η σύγχρονη φιλολογία περί γάμων, Μαρίας Μαγδαληνής και τέκνων του Κυρίου, που χρονολογείται από το 1982, όταν οι «ερευνητές» Μάικλ Μπέιτζεντ, Ρίτσαρντ Λι και Χένρι Λίνκολν δημοσίευσαν το «The Holy Blood and the Holy Grail» (εκδ. Delacorte Press, 1982), επιστημονικοφανές συμπίλημα με άκρως προκλητικό περιεχόμενο: ο Ιησούς παντρεύτηκε μυστικά τη Μαρία Μαγδαληνή, απέκτησε μαζί της ένα ή περισσότερα παιδιά, των οποίων οι απόγονοι μετανάστευσαν στη Νότια Γαλλία, αναμείχθηκαν σε ενδογαμίες με τις τοπικές οικογένειες ευγενών και κατέληξαν γενάρχες των Μεροβιγγείων, βασιλικού οίκου των Φράγκων στον πρώιμο Μεσαίωνα. Το βιβλίο χαιρετίστηκε από μελετητές και κριτικούς ως «ψευδοϊστορικό», κάτι που δεν το εμπόδισε να σκαρφαλώσει στις λίστες των ευπώλητων φθάνοντας τα 2.000.000 αντίτυπα. Τις δικές του δάφνες έδρεψε το 2003 ο Νταν Μπράουν: αντιγράφοντας στον «Κώδικα Ντα Βίντσι» την κεντρική ιδέα των Μπέιτζεντ, Λι και Λίνκολν, με την απλή προσθήκη ενός αρρενωπού καθηγητή ερμηνευτικής των συμβόλων, μιας σέξι βοηθού και των στερεοτύπων μιας ταχύρυθμης αστυνομικής πλοκής, κούνησε το σέικερ και κατασκεύασε ένα εκδοτικό φαινόμενο 81 εκατ. αντιτύπων και εσόδων ύψους 250 εκατ. δολαρίων.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 27, 2012

Ψευδείς διαδόσεις και αυθεντικές μαρτυρίες: η αλήθεια για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού


Το Τμήμα Θεολογικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου απαντά σε μυθεύματα των ημερών μας προβάλλοντας την αυθεντική αλήθεια των Βιβλικών κειμένων για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Η αλήθεια για το πρόσωπο και τη ζωή του Χριστού δεν στηρίζεται σε ψευδείς και ανώνυμες διαδόσεις, αλλά σε τεκμηριωμένα στοιχεία χιλιάδων χειρογράφων, ιστορικές αναφορές, αυθεντικές πληροφορίες και μαρτυρίες ζωής. Τα Ευαγγέλια που περιγράφουν τη ζωή του Χριστού δεν είναι ανώνυμα ή ψευδεπίγραφα και ανεύθυνα κείμενα, αλλά επώνυμες και υπεύθυνες καταθέσεις αυτοπτών και αυτηκόων μαρτύρων και ανθρώπων που σφράγισαν με το αίμα τους την μαρτυρία τους.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει χαρακτηριστικά στον παραλήπτη του έργου του, ότι το ευαγγέλιό του στηρίζεται στη μαρτυρία των αυτοπτών και αυτηκόων μαρτύρων του ιστορικού Ιησού: «όπως μας τα παρέδωσαν εκείνοι που από την αρχή ήταν αυτόπτες μάρτυρες και έγιναν κήρυκες του ευαγγελίου… για να βεβαιωθείς ότι τα γεγονότα που διδάχθηκες είναι αυθεντικά» (Λουκά 1, 2.4).
Αυθεντικός είναι και ο λόγος του αυτόπτη και αυτήκοου μαθητή του Ιησού, του Ιωάννη, ο οποίος με απόλυτη σαφήνεια αναφέρει στην Α΄ Καθολική Επιστολή του, ότι οι πληροφορίες των Αποστόλων για τον Χριστό προέρχονται από προσωπική τους αυτοψία και αυτηκοΐα: «σας γράφουμε για τον ζωοποιό Λόγο, που υπήρξε εξαρχής. Τον ακούσαμε και τον είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια. Μάλιστα τον είδαμε από κοντά, και τα χέρια μας τον ψηλάφισαν… Καταθέτουμε, λοιπόν, τη μαρτυρία μας και σας μιλάμε για την αιώνια ζωή… Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε το αναγγέλλουμε και σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’εμάς στην ίδια κοινωνία…» (Α΄ Ιω. 1,1.2.3).
Επίσης ο Απόστολος Πέτρος γράφει χαρακτηριστικά στους παραλήπτες της επιστολής του: «δεν στηριχθήκαμε σε επιτηδευμένους μύθους, αλλά σας γνωστοποιήσαμε τη δύναμη και την παρουσία του Ιησού Χριστού, γιατί είδαμε με τα μάτια μας το μεγαλείο του» (Β΄ Πέτρ. 1, 16).
Αλλά και η ίδια η Εκκλησία, που κάλυψε με το κύρος της τα κείμενα αυτά, είναι μια πολυάνθρωπη κοινωνία, που εκτείνεται αδιάκοπα και διαχρονικά από την εποχή του Χριστού μέχρι σήμερα. Με τη συλλογική μνήμη της βεβαιώνει την ευαγγελική αλήθεια για το πρόσωπο και τη ζωή του Χριστού.
Ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους υπήρξαν αρκετοί αιρετικοί που θέλησαν να παραχαράξουν την μαρτυρημένη και βεβαιωμένη αλήθεια των Ευαγγελίων και της Εκκλησίας, γράφοντας για τον Χριστό  μυθώδεις αφηγήσεις με φαντασία και νοσηρές αντιλήψεις. Έτσι εμφανίστηκαν και τα λεγόμενα «απόκρυφα ευαγγέλια», που απέκρουσε η Εκκλησία καθιερώνοντας τον «Κανόνα της Καινής Διαθήκης» με τα είκοσι επτά βιβλία.
Είναι πραγματικά απαράδεκτο να προβάλλεται κάποιο απόσπασμα παπύρου, που όπως υποστήριξαν αρκετοί ειδικοί επιστήμονες (π.χ. ο Stephen Emmel,καθηγητής της Κοπτολογίας του Πανεπιστημίου Münster της Γερμανίας, και ο Βρετανός καθηγητής του Πανεπιστημίου Durham Francis Watson) φαίνεται ότι είναι πλαστό ή στην καλύτερη περίπτωση προέρχεται από το απόκρυφο ευαγγέλιο του Θωμά στην κοπτική γλώσσα, με φράση που αποδίδεται στον Χριστό και λέει «η γυναίκα μου». Με δυο λόγια παραμερίζουμε ή και απορρίπτουμε ολόκληρη την μαρτυρία της Καινής Διαθήκης και σύνολη την γραπτή και προφορική παράδοση της Εκκλησίας για να πιστέψουμε στην ψευδώνυμη και ψευδεπίγραφη «αποκάλυψη» ότι ο Χριστός ήταν νυμφευμένος.
Στην επιστημονική έρευνα και στον ακαδημαϊκό λόγο χρειάζεται πρωτίστως σοβαρότητα, υπεύθυνη επιχειρηματολογία και τεκμηριωμένα στοιχεία. Ας μην παίζουμε με τα ιερά και τα όσια ενός πονεμένου λαού και τις πνευματικές αξίες της ανθρωπότητας με χυδαιολογίες που δείχνουν το περίσσευμα της καρδίας των υβριστών και το θλιβερό πνευματικό, ηθικό και πολιτιστικό τους επίπεδο.
Στην Κύπρο,όπως και σ’ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν άγιοι άνθρωποι που ακολούθησαν τον Χριστό και έδωσαν γι’ αυτόν την ζωή τους. Ο τελικός σκοπός της ζωής του ανθρώπου είναι η αγιότητα. Αν δεν μπορούμε βασικές αλήθειες της διδασκαλίας του Χριστού και της Εκκλησίας να τις καταλάβουμε και να τις βιώσουμε, τουλάχιστον ας μην τις διαβάλλουμε και τις διασύρουμε.

Τρίτη, Ιουνίου 26, 2012

Ποιος είναι ο Χριστός κατά το χριστιανισμό




Θ. Ρηγινιώτης (Άρωμα Ασίας)

Κατά την χριστιανική θεολογία, όπως την παρέδωσαν ως εμάς οι άγιοι δάσκαλοι της πίστης μας, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν και είναι ο Χριστός, για τον οποίο μίλησαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και τον ερχομό Του προανήγγειλε ο Θεός στο «πρωτευαγγέλιο», Γένεση, 3, 14-15:
Και είπε Κύριος ο Θεός τω όφει· … και έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής· αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν (και είπε ο Κύριος ο Θεός στον όφη: […] και θα θέσω έχθρα ανάμεσά σε σένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της· εκείνος θα σου χτυπήσει την κεφαλή κι εσύ θα χτυπήσεις τη φτέρνα του). Τα λόγια αυτά, κατά τη χριστιανική θεολογία, αναφέρονται στο Χριστό, που ονομάζεται «σπέρμα της γυναικός», γιατί γεννήθηκε χωρίς ανδρική παρέμβαση, και που ο «όφης» ο διάβολος «Τον χτύπησε στη φτέρνα», δηλαδή Του κατάφερε μια μικρή πληγή (τη σταύρωση). [Σημείωση: για τις παραπομπές στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, μπορείς να μπεις εδώ & εδώ].
Ο Ιησούς ονομάζεται «Χριστός» (εβραϊκά: Μεσσίας), γιατί, ως άνθρωπος, είναι «χρισμένος» από το Θεό, δηλαδή έχει πάρει την εξουσιοδότηση να πραγματοποιήσει το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Δεν είναι «ένας προφήτης», αντίθετα, οι προφήτες μίλησαν για τον ερχομό Του. Η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη από τις προφητείες τους και τα ευαγγέλια γεμάτα από αναφορές σ’ αυτές τις προφητείες, καθώς επαληθεύονταν σιγά σιγά.
Είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, χωρίς όμως το προπατορικό αμάρτημα. Έτσι, ενώνοντας στο Πρόσωπό Του Θεό και άνθρωπο, δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να ενωθούν μαζί Του και –επομένως– να ενωθούν και με το Θεό: να φτάσουν δηλαδή στη θέωση, δηλαδή στην αγιότητα.
Αν ο Χριστός δεν ήταν Θεός, η ένωση μαζί Του δε θα ένωνε τους ανθρώπους με το Θεό. Αν δεν ήταν άνθρωπος, αλλά μόνο Θεός, δε θα μπορούσαμε να ενωθούμε μαζί Του.

Ο Χριστός ως Θεός

• Υπάρχει πάντα γεννημένος με μυστηριώδη πνευματικό τρόπο από τον Πατέρα, αχώριστο μέλος της Αγίας Τριάδας.
• Δημιούργησε τον κόσμο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.
• Εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, ιδίως στα οράματα των προφητών (π.χ. Ησαΐα, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ κ.τ.λ.), καθώς και στη φλεγόμενη βάτο του Μωυσή. Είναι ο Γιαχβέ (=ο Ων, δηλαδή ο Υπάρχων), ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ.
• Είναι ο Λόγος και η Σοφία του Θεού.

Στην Αγία Γραφή φαίνεται ότι είναι:
 
Θεός: Λέγει αυτώ ο Φίλιππος· Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν. Λέγει αυτώ ο Ιησούς· τοσούτον χρόνον μεθ’ ημών ειμί και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; (=τόσο χρόνο είμαι μαζί σας και δε με γνώρισες, Φίλιππε;). Ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα (=όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα). Και πώς συ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα; Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί εστί; (κατά Ιωάννην 14, 8-9).
Σε αρκετά σημεία της Καινής Διαθήκης ο Ιησούς χαρακτηρίζεται «Θεός», π.χ. κατά Ιωάννην 1, 1, κατά Ιωάννην 20, 28 [ο Θωμάς «είπεν αυτώ» (σ’ Αυτόν) «ο Κύριός μου και ο Θεός μου»], Πράξεις των αποστόλων 20, 28, προς Ρωμαίους 9, 5, προς Εφεσίους 5, 5 («εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού»), Α΄ προς Τιμόθεον 3, 16 («Θεός εφανερώθη εν σαρκί»), προς Τίτον 1, 10 («την διδασκαλίαν του σωτήρος ημών Θεού» –ο Χριστός δίδαξε, όχι ο Πατήρ) και 2, 13 («επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ος έδωκεν εαυτόν υπέρ πάντων» –η επιφάνεια [εμφάνιση] θα είναι του Χριστού, όχι του Πατρός), προς Εβραίους 3, 4, Β΄ επιστολή Πέτρου 1, 1, Α΄ επιστολή Ιωάννου 5, 20 κ.ά.
 
Πρέπει να επισημάνουμε ότι ο απόστολος Παύλος γράφει κάτι παράξενο στην επιστολή Α΄ προς Κορινθίους 8, 6: «αλλ’ ημίν είς Θεός ο Πατήρ, εξ ου τα πάντα και ημείς εις αυτόν, και είς Κύριος Ιησούς Χριστός, δι’ ού τα πάντα και ημείς δι’ αυτού» (=αλλά για μας [υπάρχει] ένας Θεός, ο Πατέρας, από τον οποίο [προέρχονται] τα πάντα και εμείς απ’ Αυτόν, και ένας Κύριος, ο Ιησούς Χριστός, διά του οποίου τα πάντα και εμείς δι’ Αυτού). Αν ο «Ένας Θεός» είναι ο Πατήρ, πώς λέμε ότι ο Χριστός είναι Θεός;
Το αίνιγμα αυτό λύνεται με τη βοήθεια των λόγων του Κυρίου Ιησού ότι η ταύτισή Του με τον Πατέρα είναι απόλυτη, σε σημείο που Πατήρ και Υιός να είναι ένα, να είναι ο Ένας μέσα στον Άλλο, όλα όσα έχει ο Ένας να τα έχει και ο Άλλος, όποιος είδε τον Υιό, να έχει δει και τον Πατέρα (άρα Πατήρ και Υιός είναι όμοιοι)· βλ. Ιω. 10, 30. 14, 9-11. 16, 15. 17, 10 και 17, 21.

Παράλληλα όμως ο Κύριος μπορεί να λέει «ο Πατήρ μου είναι μεγαλύτερος από μένα» (Ιω. 14, 28), διότι ο Πατήρ είναι Πατήρ, πηγή της ύπαρξης του Υιού. Όχι όμως δημιουργός Του, αλλά Πατήρ Του (γεννήτοράς Του), ούτε μεγαλύτερος σε χρόνο, αφού διά του Υιού «δημιούργησε τους αιώνες» (προς Εβραίους, 1, 2), άρα και ο Υιός, όπως και ο Πατήρ, υπάρχει πριν το χρόνο, είναι άχρονος.
Σημειωτέον ότι ο Ιησούς διακήρυξε ευθέως τον Εαυτό Του ως ισότιμο προς το Θεό, σε περιπτώσεις όπου συγχώρησε αμαρτίες ανθρώπων ή έδωσε στους μαθητές του το χάρισμα να συγχωρούν αμαρτίες και να κάνουν θαύματα και ιδίως στο χαρακτηριστικό σημείο του κατά Ιωάννην ευαγγελίου (13, 34), όπου παρέδωσε στους μαθητές Του –και κατ’ επέκτασιν στους ανθρώπους– την εντολή της αγάπης (ως δική Του εντολή), όπως στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός είχε παραδώσει τις εντολές του «παλαιού νόμου» στο Μωυσή.

Παραδόξως όμως ο Ιησούς ονομάζεται στην Αγία Γραφή και «Λόγος» αλλά και «Σοφία» του Θεού.
 
Λόγος: Ένα αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος… Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν… Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού (=είδαμε τη λαμπρότητά Του), δόξαν ως μονογενούς παρά Πατρός (αρχή του κατά Ιωάννην ευαγγελίου).
Σοφία: ο απόστολος Παύλος μιλάει για «Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν» (Α΄ προς Κορινθίους 1, 24, βλ. και 1, 30). Αυτός ο χαρακτηρισμός, «Θεού σοφία», παραπέμπει σε μερικά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης, όπου εμφανίζεται ένα θείο Ον, που ονομάζεται Σοφία και δεν είναι ο Θεός Πατήρ. Η Σοφία αυτή κατά την ορθόδοξη θεολογία είναι ο Υιός, γι’ αυτό και ο μεγάλος καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης που αφιερώθηκε σ’ Αυτόν –καθώς και οι άλλοι ανάλογοι ναοί που χτίστηκαν στην Ελλάδα και στις σλαβικές χώρες– ονομάστηκε «Ναός της του Θεού Σοφίας», Αγία Σοφία.
Η Σοφία, στην Παλαιά Διαθήκη, μιλάει διά των προφητών και λέει: Εγώ από στόματος Υψίστου εξήλθον και ως ομίχλη κατεκάλυψα γην· εγώ εν υψηλοίς κατεσκήνωσα, και ο θρόνος μου εν στύλω νεφέλης· γύρον ουρανού εκύκλωσα μόνη και εν βάθει αβύσσων περιεπάτησα· εν κύματι θαλάσσης και εν πάση τη γη και εν παντί λαώ και έθνει εκτησάμην… έτι διδασκαλίαν ως προφητείαν εκχεώ (=θα αναβλύσω) και καταλείψω αυτήν εις γενεάς αιώνων· ίδετε ότι ουκ εμοί μόνω εκοποίασα, αλλά πάσι τοις εκζητούσιν αυτήν (Σοφία Σειράχ, κεφ. 24. βλ. και Παροιμίες, Σοφία Σολομώντος, Ιώβ).
Ο προφήτης συγγραφέας του βιβλίου Σοφία Σολομώντος, στην Παλαιά Διαθήκη, προσεύχεται στο Θεό και λέει: …και μετά σου η σοφία η ειδυία τα έργα σου και παρούσα, ότε εποίεις τον κόσμον… Εξαπόστειλον αυτήν εξ αγίων ουρανών και από θρόνου δόξης σου πέμψον αυτήν… (=μαζί σου η σοφία που γνώριζε τα έργα Σου και ήταν παρούσα, όταν δημιουργούσες τον κόσμο… Στείλε την από τους ιερούς ουρανούς και από το φωτεινό θρόνο Σου, Σοφία Σολομώντος, 9, 9-10).

Λόγος και Σοφία

Οι χαρακτηρισμοί «Λόγος» και «Σοφία» για το Χριστό είναι αρκετά μυστηριώδεις, όμως μπορούμε να επιχειρήσουμε μια διερεύνηση:
Ο άνθρωπος έχει νου, λόγο (=λογική) και σοφία, καθώς και πνεύμα (πνοή, αναπνοή ή ψυχή). Ανάλογες ιδιότητες έχει κι ο Θεός. Ο Θεός όμως είναι το απόλυτο Ον, και μάλιστα το απόλυτο Πρόσωπο. Γι’ αυτό, ο Νους, ο Λόγος, η Σοφία και το Πνεύμα Του δεν είναι απλές ιδιότητες, όπως σ’ εμάς, αλλά ολοκληρωμένα και λογικά Πρόσωπα με συνείδηση της ύπαρξής Τους και αγάπη: ο Πατήρ (Νους), ο Υιός (Λόγος και Σοφία) και το Άγιο Πνεύμα (Πνεύμα).
Ο Υιός, ως Λόγος, έχει και μιαν άλλη σημασία: πολλοί αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, όπως ο Ηράκλειτος και οι στωικοί, πίστευαν ότι υπάρχει μια θεϊκή δύναμη, που δημιούργησε και συντηρεί το σύμπαν, και την ονόμαζαν «Λόγο του κόσμου» (λογική). Κατά την Παλαιά Διαθήκη (Γένεσις, 1, 1-27), ο Θεός «είπε και εγενήθησαν» ο κόσμος και όσα περιλαμβάνει, εκτός από τον άνθρωπο, για τον οποίο ακολουθήθηκε εντελώς διαφορετική δημιουργική διαδικασία (η οποία όμως επίσης άρχισε με λόγο, δηλ. λόγια, Γέν. 1, 26). Ένας Ιουδαίος φιλόσοφος της Αλεξάνδρειας, ο Φίλων, που έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. (αλλά δεν ήταν χριστιανός), συνέδεσε το «Λόγο του κόσμου» των αρχαίων Ελλήνων με το «λόγο του Θεού» της Παλαιάς Διαθήκης, υποστηρίζοντας ότι και οι φιλόσοφοι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, μιλούσαν για τον αληθινό Θεό (η άποψη αυτή είναι σωστή, κατά το χριστιανισμό, και την υποστήριξαν πολλοί άγιοι, όπως ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς και ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ονομάζοντας Λόγο τον Υιό, απαντάει στο Φίλωνα και στους φιλοσόφους ότι Αυτός ο Λόγος, για τον Οποίο μιλούσαν, δεν είναι μια απρόσωπη δύναμη, αλλά ένα Πρόσωπο, και μάλιστα Ένας από την Αγία Τριάδα. Συνδέει λοιπόν τη χριστιανική θεολογία με την ιουδαϊκή και την ελληνική φιλοσοφία της αρχαιότητας.
Έτσι ερμηνεύεται από τους αγίους διδασκάλους της χριστιανικής πίστης ο λόγος του Θεού, με τον οποίο δημιούργησε τον κόσμο, όχι ως «φωνή», αλλά ως συμβολισμός της συμμετοχής του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδας στο έργο της δημιουργίας του κόσμου:
«Φωνή δε τί άλλο εστίν, αλλ’ ή ο Λόγος ο του Θεού, ός έστι και Υιός αυτού;» (τι άλλο είναι η «φωνή» [του Θεού στη Γένεση], παρά ο Λόγος του Θεού, που είναι και Υιός Του), άγιος Θεόφιλος Αντιοχείας, Προς Αυτόλυκον ΙΙ, κεφ. 22, P.G. 6, 1088Α (1).
Λόγος, Νους και Σοφία είναι ο Χριστός, γράφει και ο άγιος Αθηναγόρας ο Αθηναίος φιλόσοφος, στην Πρεσβεία περί χριστιανών (απολογία για τους χριστιανούς που θανατώνονταν από το ρωμαϊκό κράτος), κεφ. 24, P.G. 945Β: «Ως γαρ Θεόν φαμέν (=λέμε), και Υιόν τον Λόγον αυτού, και Πνεύμα άγιον, ενούμενα μεν κατά δύναμιν, τον Πατέρα, τον Υιόν, το Πνεύμα, ότι Νους, Λόγος, Σοφία, Υιός του Πατρός, και απόρροια, ως φως από Πυρός, το Πνεύμα».

Η κάθοδος του Ιησού στον Άδη, που είναι και η ορθόδοξη εικόνα της ανάστασής Του (από το post Τα πνεύματα των νεκρών και εμείς)

Ο Χριστός ως Άνθρωπος

Ο Ιησούς, ως άνθρωπος, είναι ο δεύτερος Αδάμ, πρωτόπλαστος, ο πρώτος της δεύτερης δημιουργίας του ανθρώπου, στην οποία ο Θεός καλεί όποιον άνθρωπο θέλει να συμμετάσχει, για τη θεραπεία του προπατορικού αμαρτήματος. 
Είναι αθάνατος ως προς το φυσικό θάνατο, αφού δεν έχει το προπατορικό αμάρτημα, αλλά πεθαίνει από ανθρώπινο χέρι επειδή ήταν πολύ καλός για να τον αντέξουν οι άνθρωποι, που είχαν απομακρυνθεί από το Θεό. Ο θάνατός Του –όπως και η επίγεια ζωή Του– συνετέλεσε ώστε:
• να υποστεί όλα τα δεινά και τις τραγωδίες του ανθρώπινου γένους (παιδί άγαμης μητέρας που κινδυνεύει να λιθοβοληθεί, γεννημένος σε στάβλο, σε θετή οικογένεια, πρόσφυγας ως βρέφος, περιπλανώμενος, προδομένος από φίλο, εγκαταλελειμμένος από τους φίλους, αθώος που καταδικάζεται και πεθαίνει με σταύρωση, νιώθοντας με ανεξήγητο τρόπο, πάνω στο σταυρό, ακόμη και την «εγκατάλειψη από το Θεό», όπως πολλές φορές νιώθουν οι άνθρωποι),
• να ενώσει στο πρόσωπό Του όλη την ανθρωπότητα, προ Χριστού και μετά Χριστόν, όχι μόνο τη μετά Χριστόν: κατά το διάστημα της παραμονής Του στον Άδη, κηρύσσει στους νεκρούς και τους μεταφέρει από εκεί (από τον τόπο του αιώνιου θανάτου) στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές σήμερα, που είναι τόπος προσωρινού θανάτου και αναμονής της ανάστασης: «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξε» (Α΄ επιστολή Πέτρου, 3, 19),
• να ανοίξει το δρόμο για την κοινή ανάσταση, γιατί οι απόγονοι κληρονομούν τις ιδιότητες του προγόνου τους (=Αδάμ). Με την ανάστασή Του δε νικάει μόνο το δικό Του θάνατο, αλλά το θάνατο όλης της ανθρωπότητας. «Ο Χριστός άνοιξε την πόρτα της ανάστασης, αλλά δεν την έκλεισε» (άγ. Νικόλαος Καβάσιλας).

Έτσι, καλεί τους πάντες:

• να βαφτιστούν στο όνομά Του (και στο όνομα του Πατρός και του Αγ. Πνεύματος, δηλ. του Τριαδικού Θεού) και έτσι να πάψουν να είναι απόγονοι του παλαιού Αδάμ και να γίνουν απόγονοι του νέου Αδάμ (κατά Iωάννην 3, 5: «εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού», Ματθ. 28, 19: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»)·
• να φάνε το Σώμα Του και να πιουν το Αίμα Του, ώστε να ενωθούν μαζί Του(Ιω. 6, 51-59: «ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ»), και φυσικά
• να εφαρμόσουν τη «νέα εντολή»: αγαπάτε αλλήλους, έως και τους εχθρούς σας.
Αυτή η ένωση μαζί Του θα δώσει τη δύναμη για εφαρμογή της εντολής.

Προσοχή: ο Ιησούς ζητάει να Τον αγαπούν οι άνθρωποι περισσότερο από τους γονείς και τ’ άλλα μέλη της οικογένειάς τους (π.χ. Ματθ. 10, 34-37), γιατί Εκείνος συνενώνει όλη την ανθρωπότητα, η αγάπη Του είναι η «παν-αγάπη», ενώ όταν «βάζουμε την οικογένειά μας πάνω απ’ όλα», χτίζουμε τείχος ανάμεσα στους «δικούς μας» και τους «ξένους» ή «εχθρούς» μας.
Κομβικό σημείο: ο Ιησούς δε σώζει τον κόσμο με τη διδασκαλία Του, αλλά με την ανάστασή Του, που ανοίγει το δρόμο για τη δική μας ανάσταση. Αν η ανάσταση του Χριστού είναι ψέμα ή συμβολικός μύθος, όλος ο χριστιανισμός είναι μια απάτη.
Όλοι θ’ αναστηθούμε μαζί, στο «Τέλος των ημερών» (δευτέρα παρουσία), γιατί όλη η ανθρωπότητα είναι ένα σώμα, το Σώμα του Χριστού (η Εκκλησία), δεμένο με τα δεσμά της αγάπης. Αν ο καθένας που πέθαινε ανασταινόταν την άλλη μέρα, ο σύνδεσμος της ενιαίας ανθρωπότητας θα ράγιζε.

(1) Τα αρχικά P.G. σημαίνουν Patrologia Graeca (Ελληνική Πατρολογία) και παραπέμπουν στο μνημειώδες έργο του J. P. Migne, Patrologiae cursus completus, serieus graeca, Paris 1857-1866. Είναι μια πολύτομη έκδοση όλων των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας και άλλων χριστιανών συγγραφέων, που είχε στη διάθεσή του ο εκδότης. Ο ίδιος εξέδωσε και Patrologia Latina, ανάλογη έκδοση των Πατέρων που έγραψαν στα λατινικά.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...