Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βασίλειος Στόγιαννος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βασίλειος Στόγιαννος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιανουαρίου 02, 2016

Ἐπιφάνεια τοῦ Χριστοῦ

Βασιλείου Στογιάννου
Ἐπιφάνεια εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Μία ἀποκάλυψη τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ποὺ σημαίνει πρῶτα-πρῶτα ἀληθινὴ θεογνωσία. Ἀποκαλύπτεται ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, ὄχι σὰν φοβερὸς καὶ ἀποτρόπαιος, ὅπως τὸν πίστευαν οἱ εἰδωλολάτρες οὔτε σκληρὸς καὶ ἄτεγκτος κριτής, ὅπως τὸν φανταζόταν ὁρισμένοι ἰουδαϊκοὶ κύκλοι. Ὁ Θεὸς ποὺ φανερώνεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι μία ψυχρὴ λογικὴ ἐξήγηση τοῦ σύμπαντος, ὅπως νόμιζαν οἱ φιλόσοφοι οὔτε ὁ ὁδηγὸς ἑνὸς μόνο λαοῦ στὴν πορεία του, ὅπως πίστευε ὁ Ἰσραήλ.
Ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται μὲ τὴν Ἐπιφάνειά του ὡς Πατέρας στοργικὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀνεξάρτητα ἀπὸ φυλετικές, πολιτικές, πολιτιστικὲς ἢ καὶ θρησκευτικὲς ἀκόμη παραδόσεις. Ὁ Θεὸς εἶναι Πατέρας τῶν ἀνθρώπων ὄχι μόνον ὡς Δημιουργός, ἀλλὰ κυρίως ὡς Πατέρας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ μεγάλου πρωτότοκου ἀδελφοῦ ὅλων μας. Καὶ ἀποκαλύπτει αὐτὴ τὴ νέα του σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο ὁ Θεὸς ὄχι μέσα ἀπὸ βροντὲς καὶ καπνούς, ὅπως ἄλλοτε στὸ Σινά, ἀλλὰ μὲ τὴν ταπεινὴ ἀνθρώπινη μορφὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ σκηνὴ κατὰ τὴ Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως μετὰ ἡ Μεταμόρφωση καὶ ἡ Ἀνάσταση εἶναι σκηνὴ δόξας καὶ ἀποκάλυψη τῆς Θείας μεγαλειότητας. Δὲν ἔχουν ὅμως σὰν στόχο νὰ καταπλήξουν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ νὰ τοῦ θυμίσουν πὼς ἡ καινούρια θεογνωσία προέρχεται ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Λόγο ποὺ ἔγινε σάρκα καὶ ὄχι ἀπὸ ἕναν οἱοδήποτε ἄνθρωπο. Κι ἀκόμα οἱ λίγες ἀκτίνες τῆς δόξας ἀφήνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ δεῖ ἀπὸ τώρα, ὅσο μπορεῖ, τὸ νέο κόσμο κοντὰ στὸν Θεὸ Πατέρα του.
Περισσότερο ὅμως ἀπὸ τὴ δόξα, μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ Ἐπιφάνεια τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου εἶναι δεῖγμα περίτρανο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὅσοι βιάζονται νὰ δοῦν γύρω τους σκοτάδι καὶ ἀντιμετωπίζουν τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη στὴ γῆ χωρὶς νόημα, δὲν ἔχουν παρὰ νὰ θυμηθοῦν τὴ φιλανθρωπία, ὅπως φανερώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐπιφάνεια τοῦ Λόγου. Θὰ ἀνακαλύψουν τότε πὼς ὁ Θεὸς Πατέρας βρίσκεται πάντα κοντά μας, δίπλα μας, ἀκόμη καὶ ὅταν ἐμεῖς τὸν ἐγκαταλείπουμε -κυρίως τότε!
Ἔτσι ἡ ἀληθινὴ θεογνωσία γίνεται πηγὴ ἐλπίδας γιὰ τὸν ἄνθρωπο, φῶς γιὰ τὴν καθημερινή του πορεία μέσα στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἁμαρτίας.
Ἡ Ἐπιφάνεια τοῦ Λόγου εἶναι ὅμως καὶ ἀληθινὴ κοσμογνωσία. Ὄχι φυσικὰ μὲ τὴν ἔννοια ποὺ δίνει ἡ φυσικὴ καὶ οἱ συναφεῖς ἐπιστῆμες. Ἡ ἀνακάλυψη τῶν μυστικῶν τῆς κτίσεως καὶ ἡ διατύπωση τῶν νόμων ποὺ τὰ διέπουν ἀφέθηκε ἀπὸ τὸν Θεό στὸ λογικό τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὴ δύναμη τοῦ νοῦ του. Ὁ Θεὸς προίκισε τὸν ἄνθρωπο μὲ πολλὲς ἱκανότητες, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ βρεῖ μέσα ἀπὸ τὰ μονοπάτια τῆς ἐπιστήμης τὸ θαῦμα τῆς δημιουργίας καὶ νὰ ἀχθεῖ καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸν Δημιουργό. Τὰ μεγάλα ὅμως ἐρωτήματα γιὰ τὴν πορεία τοῦ κόσμου ὡς κατοικίας τοῦ ἀνθρώπου μένουν πάντα ἀναπάντητα ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη. Γιατί ἡ ἐπιστήμη βλέπει περιορισμένα τοπικὰ καὶ χρονικά, ὅπως περιορισμένος εἶναι κι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος. Τὸ πολὺ-πολὺ φτάνει μέχρι τὴ διατύπωση τῶν μεγάλων ἐρωτημάτων. Ἐκεῖ σταματᾶ, περιμένοντας μία ἀπάντηση ἀπὸ ἀλλοῦ. Κι ἐδῶ ἔρχεται ἡ ἀπάντηση τῆς Ἐπιφάνειας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν θεόπνευστων μαθητῶν καὶ ἀποστόλων του. Δὲν εἶναι ἀπάντηση σὲ λεπτομέρειες, ἀλλὰ στὸ σύνολο. Μιλᾶ ἡ ἀποκάλυψη γιὰ τὴν παρέλευση τοῦ παρόντος σχήματος τοῦ κόσμου καὶ γιὰ τὴν προοδευτικὴ ἀνάκτησή του ἀπὸ τὴν παντοδύναμη δεξιὰ τοῦ Ὑψίστου. Μὲ εἰκόνες καὶ παραβολὲς μᾶς ἀποκαλύπτει ἕνα νέο κόσμο ποὺ κατοικεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Μᾶς σκιαγραφεῖ ἕνα κόσμο χωρὶς κακὸ καὶ ἁμαρτία, χωρὶς φθορὰ καὶ θάνατο. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ εἶναι φανερὴ καὶ στὴ νέα, ἀληθινὴ κοσμογνωσία…
Ἡ Ἐπιφάνεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅμως καὶ ἀληθινὴ ἀνθρωπογνωσία Ἡ πιὸ μεγάλη ἀποκάλυψη γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν πραγματικὴ φύση του, γιὰ τὴ θέση του μέσα στὸν κόσμο καὶ τὴν πορεία του τόσο ἀτομικὰ ὅσο καὶ συλλογικά, γιὰ τὸ προσωπικὸ καὶ ὁμαδικὸ μέλλον του, ὅλα αὐτὰ ἔχουν ἀποκαλυφθεῖ μιά γιὰ πάντα μὲ τὴν Ἐπιφάνεια τοῦ Λόγου, μὲ τὴν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀναστροφὴ τοῦ ἀνάμεσά μας. Ὅσο εὔκολα ὅμως θυμόμαστε τὴ θεϊκὴ φύση τοῦ Χριστοῦ τόσο δύσκολα φέρνουμε στὸ νοῦ μας τὴν ἀνθρώπινη φύση Του -αὐτὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴ νέα ἀνθρωπογνωσία, ποὺ μᾶς ἄνοιξε τὸ μυστικὸ κόσμο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς.
Ἐπιφάνεια εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μὲ ἀνθρώπινη μορφὴ πάνω στὴ γῆ. Εἶναι ὅμως καὶ ἀποκάλυψη τῆς ἐσώτερης οὐσίας τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί ὁ Χριστὸς παίρνει τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ τὴν ἀναπλάσει, τὴν ἀνακαινίζει, τὴν ἀναγεννᾶ. Οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας ἐπιμένουν πολὺ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Γιατί ἀκριβῶς συνδέεται μὲ τὴ χριστιανικὴ εἰκόνα γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ξέρουμε τὸν ἄνθρωπο, γιατί ὁ Χριστός μᾶς τὸν ἀποκάλυψε σ’ ὅλο τὸ βάθος του, σ’ ὅλη τὴν ἔκταση τῶν σχέσεών του μὲ τὸν Θεό, τὸν κόσμο καὶ τοὺς συνανθρώπους. Κοντολογίς, ξέρουμε ποιοὶ εἴμαστε, γιατί ξέρουμε ποιὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς ἄνθρωπος, ὁ Χριστός. Μὲ τὸν Χριστὸ ἀποκτήσαμε ἕνα καθρέφτη, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ συγκρίνουμε κάθε φορά τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ βλέπουμε πόσο ἔχουμε ἀποκτήσει τὴν πραγματικὰ ἀνθρώπινη μορφή.
Ἡ νέα, ἀληθινὴ εἰκόνα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἀποκάλυψε μὲ τὴν παρουσία του στὴ γῆ ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι βέβαια πάντα εὐχάριστη γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γιατί τοῦ δείχνει γυμνὴ τὴν ἀλήθεια, τοῦ θυμίζει πόσο λίγο εἶναι ἄνθρωπος, πόσο λίγο συμπεριφέρεται ὡς ἄνθρωπος, πόσο λίγο λογαριάζει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση τῶν συνανθρώπων του. Νὰ γιατί οἱ ἄνθρωποι φαίνονται πολλὲς φορὲς πρόθυμοι νὰ δεχτοῦν τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ τὸ ἐγκαταλείπουν γρήγορα, ἀμέσως μόλις γίνει λόγος γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ὡς ὁμοίωση μὲ τὸν Χριστό…
Ἄνθρωπος εἶναι ὁ γιὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀδελφός του Χριστοῦ. Σ’ αὐτὴ τὴν ἁπλὴ πρόταση συνοψίζεται ἡ νέα ἀνθρωπογνωσία. Ἁπλὴ στὴ διατύπωση, ἀλλά μὲ συνέπειες ἀνυπολόγιστες γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν καθημερινὴ πράξη μας. Γιατί θεμελιώνει τὴν ὕπαρξή μας στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ τὴ φιλανθρωπία του. Γιατί μᾶς συνδέει μὲ τὴν ἄκρα ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Γιατί μᾶς κάνει νὰ βλέπουμε τὸν κόσμο μὲ τὰ μάτια τῆς ἐλπίδας τοῦ νέου, μεταμορφωμένου καὶ αἰώνιου κόσμου. Κι ὅλα τοῦτα μπορεῖ νά φαίνονται ὄμορφα καὶ ἑλκυστικὰ ὅσο μένουν στὴ θεωρία. Μόλις ὅμως ἔλθει ἡ ὥρα ποὺ πρέπει νὰ μεταβληθοῦν σὲ πράξη, ποὺ πρέπει νὰ κατευθύνουν τὴ ζωή μας καὶ τὶς καθημερινὲς συναλλαγές μας, ἀρχίζει νὰ μεταβάλλεται ἡ εἰκόνα. Ἡ ἀνθρωπογνωσία μᾶς γίνεται βάρος καὶ βαρεία ἐπιταγή, ποὺ προσπαθοῦμε νὰ ἀποφύγουμε μὲ κάθε τρόπο καὶ μ’ ὁποιαδήποτε δικαιολογία. Ἡ ἀνθρωπογνωσία ἀποκτᾶ τότε καὶ μία ἄλλη διάσταση: γίνεται κριτήριο, δικαστήριο φοβερὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅσο δὲν ἀνοίγει διάπλατη τὴν καρδιὰ του σ’ ὅλη τὴν ἀλήθεια καὶ σ’ ὅλη τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ τελευταία διάσταση τῆς Ἐπιφάνειας, ἡ κρίση ποὺ ἐπιφέρει γιὰ τὸν ἄνθρωπο, φαίνεται νὰ λειτουργεῖ ὑποτονικὰ μέσα στὸ χριστιανικὸ κόσμο τὸν τελευταῖο καιρό. Ἀπόδειξη ἡ πνευματικὴ ραθυμία τοῦ καιροῦ μας καὶ ἡ πρακτικὰ ἀντιπνευματικὴ καὶ ἀντικοινωνικὴ στάση τῶν πολλῶν. Ἡ ἀνθρωπογνωσία μας ἔφτασε νὰ περιορίζεται στὴ γνώση τοῦ ἐξωτερικοῦ, τῆς ὕλης καὶ μάλιστα σὲ μία ἀτομοκρατικὴ διάσταση. Εἶναι κι αὐτὸ μία τρανὴ ἀπόδειξη γιὰ τὸ πόσο ἀπομακρύνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ χειρότερο εἶναι πὼς δὲν ὑποψιάζονται κἄν οἱ πολλοὶ τὴν ὕπαρξη τῆς ἐλπίδας, τῆς πνευματικῆς ἀναγεννήσεως καὶ τῆς ἀλλαγῆς ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο ὁ ἐπιφανεῖς Λόγος τοῦ Θεοῦ. Παχυλὴ ἄγνοια, πρακτικὸς ὑλισμὸς καὶ κυρίως ἡ ἀντιπνευματικὴ ἀτμόσφαιρα –δημιούργημα τῶν πολέμων-, συντελοῦν στὴν παραθεώρηση τῆς ἀληθινῆς ἀνθρωπογνωσίας, τῆς ἀληθινῆς κοσμογνωσίας, τῆς ἀληθινῆς θεογνωσίας ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο, θεῖο καὶ λυτρωτικὸ δῶρο ὁ Χριστός.
Ἡ ἐπιφάνεια τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι μία ἱστορία ποὺ ἀνήκει στὸ παρελθόν. Εἶναι τὸ παρόν, ἡ βεβαία ἐλπίδα τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ αἰσιόδοξη προοπτικὴ γιὰ ἕνα νέο κόσμο, γιὰ μία νέα σχέση μὲ τὸν Θεό, γιὰ μία νέα ἀγαπητικὴ σχέση μὲ τοὺς συνανθρώπους. Ἀρκεῖ νὰ εἶναι ἕτοιμος ὁ ἄνθρωπος νὰ δεχτεῖ τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου…
Ἀπό τό βιβλίο: «Ἡ Ἐκκλησία στὴν ἱστορία καὶ τὸ παρόν».
Ἔκδ. Π. Πουρναρὰ

Πέμπτη, Αυγούστου 06, 2015

Η Μεταμόρφωση του Χριστού αποκαλύπτει την αληθινή φύση του ανθρώπου


Μας αποκαλύπτει έτσι η Μεταμόρφωση του Χριστού και την αληθινή φύση του ανθρώπου. Γνωρίζοντας από κοντά την θεωμένη φύση του Χριστού, όπως αποκαλύφθηκε κατά την ένδοξη εμφάνισή του στο όρος Θαβώρ, μαθαίνομε συγχρόνως και τη δική μας αληθινή φύση. Δεν ήμαστε αυτό που με τόση ευκολία και ευπιστία νομίζομε. Δεν είναι η αληθινή φύση μας αυτή που θεωρούμε πραγματικότητα με βάση την καθημερινή εμπειρία. Αυτά όλα φαίνονται, μα δεν είναι αληθινά, γιατί δεν εκφράζουν την βούληση του Θεού για το γένος μας, όταν το έπλασε. Ίσως μιλήσει κάποιος για πραγματικότητα. Είναι όμως, αληθινά πραγματικότητα το μίσος, το άγχος, ο φόβος του θανάτου, τα κόμπλεξ, η αποξένωση από τον συνάνθρωπο; Είναι στ’ αλήθεια πραγματικότητα οι καυγάδες, η ζήλεια, ο πόλεμος και η διαμάχη ανάμεσα στους ανθρώπους, που ο Θεός έπλασε για να ’ναι αδελφοί; Η απάντηση της Μεταμορφώσεως είναι μονοσήμαντη: όχι, δεν είναι αυτή η ανθρώπινη φύση, όπως την θέλει και την έπλασε ο Θεός. Η πραγματικότητα είναι η αλήθεια που παρουσιάστηκε ζωντανή στον κόσμο με τον Χριστό. Είναι η πραγματικότητα του Χριστού. Αυτός έδειξε ποιός είναι ο αληθινός άνθρωπος.
shmasmet2
Η αληθινή ανθρώπινη ύπαρξη είναι όμως δυνατή μέσα στο κοινωνικό σύνολο, μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης ιστορίας. Κι αυτό μας το θυμίζουν τα πρόσωπα που παρίστανται στη Μεταμόρφωση. Την μέχρι τότε πορεία του ανθρώπου τη θυμίζουν ο Μωϋσής και ο Ηλίας. Ο μεγάλος νομοθέτης και ο Προφήτης που μετατέθηκε ζωντανός κοντά στο Θεό μέσα στο πύρινο άρμα της θεϊκής δόξας. Αυτοί είναι όσοι βάδισαν συνειδητά προς το Χριστό, όσοι έζησαν προσμένοντας τη δόξα του. Και κοντά σ’ αυτούς οι τρεις Απόστολοι, οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας. Αυτοί προγεύονται την τελική δόξα. Ζουν από τώρα κιόλας, από το παρόν την αλλαγή που προσμένει όλους τους πιστούς στο μέλλον. Παίρνουν από τώρα μια γεύση της θαυμαστής αλλαγής. Για να μπορούν να μαρτυρήσουν μέσα στον κόσμο για τη θεϊκή δωρεά. Για να έχουν καθαρή την αίσθηση και να μη ξεγελιούνται από τα ψεύτικα φώτα του παρόντος. Για να φωτίσουν τους άλλους με το άκτιστο φως που την ομορφιά του πρώτοι οι ίδιοι δοκίμασαν. Βλέπουν οι Απόστολοι τον Χριστό «εν ετέρα μορφή», για να πάρουν μια ιδέα πώς θα γίνουν και οι ίδιοι, αλλά και όλοι οι πιστοί στο τέλος των καιρών, όταν το φως της παρουσίας του Θεού θα φωτίζει τον κόσμο. Για τον Μωϋσή και τον Ηλία η Μεταμόρφωση είναι η ώρα που εκπληρώνεται η προσδοκία τους. Για τους τρεις Αποστόλους και για μας είναι η στιγμή που ανοίγει ένα παράθυρο στον μελλούμενο κόσμο.
Αυτό το τελευταίο σημείο αξίζει να το δούμε από πιο κοντά. Ζούμε καθημερινά τις κραυγαλέες επαγγελίες διαφόρων ιδεολογιών για το μέλλον. Τη δική μας άποψη, τη χριστιανική τη δίνει η Μεταμόρφωση. Όχι με θεωρίες και λόγια, αλλά με μια αποκαλυπτική πράξη του Θεού.
Το τέλος του δρόμου μας δεν απολήγει σε μια υλική άνεση, όπως υποστηρίζουν παλαιοί και νέοι, θρησκευόμενοι ή άθεοι, χιλιαστές. Δεν βρίσκονται σ’ ένα συμπόσιο με υλικά αγαθά οι τρεις Απόστολοι. Δεν είναι η υλική ευημερία που τους θαμπώνει ούτε η τεχνολογική ανάπτυξη που τους εμπνέει αυτή τη στιγμή. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν σκέπτονται τί θα φάνε ή τί θα ντυθούν ή πού θα μείνουν. Τους αρκεί να κάνουν μια σκηνή -κι αυτήν όχι για τον εαυτό τους! Η ευτυχία τους δεν βρίσκεται στην ύλη, αλλά στην πνευματική αγαλλίαση, στη θέα του ακτίστου θεϊκού φωτός που τους περιβάλλει. Κι εδώ φαίνεται πόσο είχαν καταλάβει σωστά το νόημα της αποκαλύψεως του Θεού εν Χριστώ. Ο άνθρωπος ζητεί στην Κυριακή προσευχή να έλθει η βασιλεία του Θεού, να γίνει το θέλημά Του, να αγιαστεί το όνομά Του πάνω στη γη. Αυτά όλα μπορούν να συνοψισθούν στην αποκάλυψη της δόξας του Θεού. Κι αυτή τη δόξα την είχαν μπροστά στα μάτια τους οι μαθητές, όταν είδαν το φως της να λάμπει γύρω στον μεταμορφωμένο Χριστό. Τί άλλο ήθελαν; Είχαν κιόλας το πλήρωμα κάθε ανθρώπινης επιθυμίας…
Στο τέλος του δρόμου μας δεν βρίσκεται ούτε η ηθική πληρότητα ούτε η ολοκλήρωση της προσωπικότητας του ανθρώπου, με την έννοια που τους δίνομε συνήθως. Κάτι τέτοιο είναι καθαρά ανθρώπινο όνειρο, που βασίζεται στην ψευδαίσθηση του ανθρώπου, ότι μπορεί τάχα από μόνος του να φτάσει σ’ ένα τέλος. Η Μεταμόρφωση όμως δείχνει ότι ένας παρόμοιος δρόμος δεν οδηγεί πουθενά. Δεν αποκαλύπτεται το άκτιστο φως σε ηθικά τέλειους ανθρώπους σαν αμοιβή ούτε είναι το επιστέγασμα της ολοκληρώσεως της προσωπικότητάς των. Οι μαθητές του Χριστού δεν είναι τέλειοι με τα μέτρα των ηθικολόγων, παλαιών και συγχρόνων. Είναι απλά άνθρωποι, που ο Θεός τους δέχεται όπως είναι, με μόνο κριτήριο την απλότητα της καρδίας των που φλέγεται από αγάπη για τον Χριστό. Αυτό είναι το μοναδικό προσόν του ανθρώπου, που στη συνέχεια μεταμορφώνει και αλλάζει ριζικά το άγιο Πνεύμα.
Αυτό σημαίνει όμως ευθύνη και ελπίδα συνάμα για τον καθένα μας. Ελπίδα, γιατί πάντα μας προσμένει ο Θεός, για να μας αποκαλύψει με τη δύναμη του ακτίστου φωτός του τον καινούριο κόσμο και να μας μεταμορφώσει σε πολίτες της βασιλείας του. Ευθύνη, γιατί από τη δική μας αγάπη για τον Θεό και τον Κύριο Ιησού εξαρτάται η σωτηρία μας και η μετοχή μας στην δόξα του Θεού.
Το φως του Θαβώρ δεν περιορίστηκε στους τρεις Αποστόλους. Από την ημέρα της Πεντηκοστής καταυγάζει την Εκκλησία του Χριστού και σκορπίζεται στον κόσμο με την παρουσία των αγίων του. Δικό μας καθήκον και δική μας χαρά και ελπίδα είναι να δοκιμάσουμε την αγαλλίαση της δόξας του Θεού με τη δική μας προσωπική μετοχή σ’ αυτή την θεϊκή αποκάλυψη.
(Βασ. Στογιάννος, «Η Εκκλησία στην ιστορία και στο παρόν», Εκδ. Πουρναρά – Θεσ/κη, σ. 87-92).

Κυριακή, Μαΐου 31, 2015

Η έλευση του Παρακλήτου στην Εκκλησία

Σήμερα είναι η γενέθλιος ημέρα της Εκκλησίας. Γιορτάζομε την Πεντηκοστή, την επιφοίτη­ση του αγίου Πνεύματος, που δημιούργησε, αποκάλυψε στον κόσμο και δυνάμωσε από τα πρώτα κιόλας βήματά της την Εκκλησία.
Το γεγονός που περιγράφει ο ιερός ευαγγελιστής Λουκάς δεν είναι ένα «θαύμα» με τη συνηθισμένη έννοια της λέξεως. Εί­ναι μια πράξη του Θεού που έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία και προ παντός πολύ μεγαλύτερη διάρκεια. Πρώτα – πρώτα δεν περιορίζεται σε μερικούς ανθρώπους. Το άγιο Πνεύμα δεν επιφοίτησε μόνο στους αποστόλους, αλλά σε όλους τους πι­στούς, κάπου εκατόν είκοσι άτομα, στο σύνολο δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτό σημαίνει ότι η επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος αποτελεί βασικό και ουσιαστικό χαρακτηριστικό της Εκκλησίας, ανεξάρτητο από τα ειδικά αξιώματα και χαρίσματα που υπάρχουν σ’ αυτήν. Δεν είναι ένα θαύμα, αλλά μια συνεχής αποκάλυψη του Θεού, μια διαρκής παρουσία του Παρακλήτου, μια αδιάκοπη αποκάλυψη του νέου κόσμου που εγκαινίασε ο Χριστός με την ανάστασή του.
Πηγή:hamomilaki.blogspot.com
Πηγή:hamomilaki.blogspot.com
Αν δούμε την Πεντηκοστή μ’ αυτό το πρίσμα, τότε παύει να είναι μόνον ένα γεγονός της ιστορίας. Γίνεται παρόν. Δεν είναι πια μία ανάμνηση, αλλά γίνεται νέα, καθημερινή, τωρι­νή πραγματικότητα. Δεν αποτελεί ένα ενδιαφέρον, έστω, αλλά ξένο για μας επεισόδιο της ιστορίας, μα μια απεριόριστη στο πλάτος και το βάθος της επενέργειάς της πράξη του Θεού στο εκάστοτε παρόν. Μ’ άλλα λόγια, δεν γιορτά­ζομε την ανάμνηση ενός γεγονότος του παρελθόντος, αλλά τα δικά μας γενέθλια, την επέτειο του δικού μας φωτισμού από το άγιο Πνεύμα.
Αυτό το τελευταίο σημείο όμως δεν πρέπει να το περιο­ρίσουμε σ’ ένα μυστικοπαθή και συναισθηματικό μόνον χώρο της υπάρξεώς μας. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε αλλοίωση του νο­ήματος της εκχύσεως του Παρακλήτου στην Εκκλησία. Ο περιορισμός της επενεργείας του Παρακλήτου στη συναισθηματική σφαίρα μόνον, θα μετέβαλλε τον ζωντανό χριστιανι­σμό μας σε μυστικιστική ανατολίτικη αίρεση. Όμως ποτέ η ορθόδοξη θεολογία μας δεν περιόρισε τη δράση του Πνεύμα­τος σ’ ένα μόνον μέρος της ανθρώπινης ζωής ούτε δέχτηκε ποτέ να τον κλείσει σε μερικές μόνον ψυχές. Το άγιο Πνεύμα ενεργεί σε ολόκληρη την Εκκλησία και σ’ ολό­κληρη την ζωή των πιστών. Ακόμη πιο πολύ: ενεργεί σ’ ολόκληρο τον κόσμο κάθε στιγμή της ιστορίας του. Είναι οικουμενική και καθολική η δράση του αγίου Πνεύματος μέσα στον κόσμο. Γι’ αυτό είναι και οικουμενική και καθολική και η Εκκλησία, το σώμα, ο ζωντανός οργανισμός μέσα από τον οποίον εμφανίζεται καθημερινά ο Παράκλητος. Με δύο λόγια: ο Παράκλητος είναι ο νους και η καρδιά της Εκκλησίας και η Πεντηκοστή είναι το συνεχές παρόν της Εκκλησί­ας μέσα στον μεταβαλλόμενο κόσμο μας.
Αυτό σημαίνει για τον κάθε πιστό μερικά πολύ πρακτικά πράγματα, θεμέλιο και κριτήριο συνάμα της γνησιότητας και της ειλικρίνειας της χριστιανικής του πίστεως. Όπως λέγει ο απόστολος Παύλος, το άγιο Πνεύμα ανακαινίζει και μετα­μορφώνει συνεχώς τον άνθρωπο, ώστε να γίνει πολίτης του νέου κόσμου: ανακαινίζει το λογικό του, ώστε να μπορεί κά­θε φορά να διακρίνει, να ξεχωρίσει ποιό είναι το θέλημα του Θεού, ποιό δηλαδή είναι το αγαθό και το τέλειο που αρέσει στον Θεό. Ακούγεται εύκολα αυτό το πράγμα. Κι όμως δεν είναι καθόλου εύκολο. Ας αναλογιστούμε τις καθημερινές μας πράξεις. Πόσες φορές μπορούμε να ξεχωρίσουμε το προ­σωπικό μας συμφέρον από το θέλημα του Θεού; Πόσες φο­ρές στις προσευχές μας σκεφτόμαστε, έστω, να ζητήσουμε από τον Θεό να κάνει ό,τι Εκείνος θέλει; Δεν ζητάμε να κά­νει ό,τι εμείς θέλομε; Δεν βάζομε τον εαυτό μας πάνω από όλα; Δεν κολλάμε σαν στρείδια στον εαυτούλη μας; Είναι δείγμα ανακαινίσεως του λογικού μας όμως αυτό; Είναι απόδειξη ότι πράγματι ζούμε την Πεντηκοστή; Είναι ο εγωισμός μας σύμφωνος με την οικουμενική και καθολική δράση του αγίου Πνεύματος;
Τα κριτικά ερωτήματα περισσεύουν ακόμη πιο πολύ όμως, όταν αναλογισθούμε και τα εκκλησιολογικά, τα κοινωνικά αποτελέσματα της επιφοιτήσεως του Παρακλήτου, όπως τα διδά­σκει η Εκκλησία με την υμνολογία της μεγάλης εορτής. Η επιφοίτηση του Παρακλήτου, μας τονίζει η υμνολογία μας, έφερε την ενότητα στον κόσμο. Όχι μια ισότητα νομι­κή, ούτε μια ισότητα οικονομική, αλλά μια ενότητα αγάπης που ξεπερνά όλες τις ανθρώπινες αντιθέσεις. Κι αυτό όχι σ’ έναν άλλο κόσμο, αλλά στο εκάστοτε παρόν της Εκκλησίας, στο εδώ και στο τώρα κάθε πιστού. Εδώ βρίσκεται η αφετηρία για την προσωπική αναμόρφωση του πιστού. Εδώ κρύβεται και το βαθύτερο νόημα της Πεντηκοστής, που γίνεται έ­τσι γεγονός κοσμογεννητικό και στο πλήρες νόημα της λέξεως κοσμοϊστορικό.
[Συνεχίζεται
πηγή

Κυριακή, Φεβρουαρίου 22, 2015

Η αληθινή νηστεία

Στην ευαγγελική περικοπή αντιπαρατίθεται η νέα δικαιοσύνη προς την παλαιά. Μετά την ελεημοσύνη και την προσευχή ο Κύριος αντιτάσσει τη νηστεία στην αληθινή και πραγματική μορφή της προς αυτή των «υποκρι­τών». Το θέμα της νηστείας αποτελούσε ήδη από την εποχή των Προφητών αντικείμενο συζητήσεως μεταξύ των ευσεβών του Ισραήλ. Η νηστεία αποτελούσε εκδήλωση μετανοίας και συντριβής, συνδεόταν δε στενά με την προσευχή, στην οποίαν εθεωρείτο ότι έδινε ιδιαίτερη δύναμη. Έτσι υπήρχε ο κίνδυνος μεταβολής του θεσμού της νηστείας σε αξιόμισθο έργο, όπως συνέβαινε λ.χ. και με την τήρηση της αργίας του Σαββάτου, το οποίον ήταν υποχρεωμένος να λάβει υπόψη ο Θεός. Εναντίον αυτής της αντιλήψεως λέει ο Ησαΐας:
alnhst1
«Σαν λαός, ο οποίος έχει τάχα τηρήσει δικαιοσύνη στη ζωή του, και δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ τις εντολές του Θεού, ζητούν τώρα από μένα δίκαιη κρίση εναντίον των εχθρών τους. Θέλουν να πλησιάσουν τον Θεό επειδή επιθυμούν να βρουν προστασία και λένε· Γιατί, όταν νηστέψαμε, δεν πρόσεξες τη νηστεία μας; Ταπεινώσαμε με τη μετάνοια τις ψυχές μας και συ δεν θέλησες να λάβεις γνώση. Δεν θα σας πρόσεξα, όταν τα κάνατε αυτά, λέει ο Κύριος, διότι και κατά τις ημέρες των νηστειών σας πραγματοποιούσατε τα δικά σας εγωιστικά θελήματα. Καταπιέζατε δε και τραυματίζατε όλους εκείνους, που ήσαν στην εξουσία σας. Εάν, ενώ νηστεύετε, εκτρέπεσθε σε φιλονικίες και σε μάχες, και με τις γροθιές σας κτυπάτε και ταπεινώνετε τον άσημο και ανίσχυρο, είναι μάταιη και ανωφελής η νηστεία σας.
Για ποιο λόγο λοιπόν να νηστεύετε, όπως νηστεύετε σήμερα, για να ακουστεί η δυνατή κραυγή σας από εμένα; Εγώ δεν διάλεξα και δεν ενέκρινα αυτού του είδους τη νηστεία. Δεν μου είναι ευάρεστη η ημέρα, κατά την οποίαν ο άνθρωπος με μια τέτοια νηστεία ταπεινώνει τον εαυτόν του. Ούτε, εάν από την πολλή νηστεία σκύψεις τον τράχηλό σου, σαν τον κρίκο, και στρώσεις να κοιμηθείς πάνω σε στάχτη, ούτε αυτήν την κακουχία σας δεν μπορείτε να την χαρακτηρίσετε ως νηστεία δεκτή από εμένα. Δεν διάλεξα και δεν όρισα εγώ τέτοια νηστεία, λέει ο Κύριος, αλλά διάλυσε κάθε δεσμό και σύνδεσμο με την αδικία. Ακύρωσε και σχίσε τις διεστραμμένες συμφωνίες, τις οποίες εσύ με τη βία και εξαναγκασμὀ έχεις συνάψει με τους άλλους.
Άφησε ελεύθερους τους συντετριμμένους από τον πόνο και τη συμφορά, και κάθε σχίσε κάθε συμβόλαιο άδικης συναλλαγής. Κόβε το ψωμί σου και μοιράσου το με τον πτωχό. Βαλε άστεγους στο σπίτι σου, εάν δεις γυμνό ντύσε τον. Και στους οικείους σου μη δείξεις αδιαφορία και καταφρόνηση. Εάν τα τηρήσεις αυτά, τότε θα λάμψει σαν της αυγής χαρούμενο το φως της ειρήνης και της χαράς σου. Γρήγορα θα ανατείλει η θεραπεία των πληγών σου και θα αποκατασταθεί η υγεία σου. Μπροστά σου θα προπορεύεται η αρετή σου, η δε δόξα του Θεού θα σε περιβάλλει πάντοτε. Τότε, με την ειλικρινή προσευχή θα φωνάξεις προς τον Θεό, και ο Θεός θα σε ακούσει. Όση ώρα ακόμη θα προσεύχεσαι προς αυτόν, εκείνος θα σου απαντήσει· Ιδού εγώ είμαι παρών, βρίσκομαι κοντά σου. Και αυτά θα γίνουν, εάν αφαιρέσεις και σταματήσεις κάθε άδικη καταπίεση, κάθε εμπαικτική και απειλητική χειρονομία, κάθε λόγο γογγυσμού» (58, 2-9). Ο Προφήτης καταλήγει στο ανωτέρω κείμενο στην μεταβολή της νη­στείας σε εκδήλωση αγάπης, προχωρώντας πέραν του γνωστού λόγου του Μ. Βασιλείου «νηστεία είναι η απαλλαγή από τα πάθη», στην αγάπη δε βρίσκει την αληθινή σύντρο­φο της προσευχής.
Στην ευαγγελική περικοπή ο Κύριος αντιμετω­πίζει το πρόβλημα της νηστείας από διαφορετικό πρίσμα απ’ ότι ο Προφήτης. Κατ’ αρχήν δεν αναφέρεται στις τηρούμενες νηστείες από όλο το λαό, όπως ήταν λ.χ. η νηστεία κατά την ημέρα του εξιλασμού, αλλά μάλλον στις ιδιω­τικές, οι οποίες τηρούνταν  Δευτέρα και Πέμπτη από τους ευσεβείς Ισραηλίτες. Οι δημόσιες νηστείες, οι οποίες είχαν σκοπό την προετοιμασία του λαού διά την συνάντηση με τον Θεό είχαν όχι μόνον χαρακτήρα λειτουργι­κής καθάρσεως προ του Αγίου, αλλά υπενθύμιζαν στον άνθρωπο τη γυμνότητά του ενώπιον του Κυρίου. Τις νηστείες αυτές δεν φαίνεται ότι αποδοκίμασε ο Κύριος ή οι Από­στολοι (η περικοπή Ματθ. 9, 14 – 17 και παράλληλα έχει άλλο νόημα). Άλλωστε ούτε την ιδιωτική νηστεία απορ­ρίπτει εδώ ο Κύριος. Το βάρος των λόγων βρίσκεται στην κριτική της ματαιόδοξης ευσέβειας των Ιουδαίων, η οποία εξαντλείται στην αυτοδικαίωση του ευσεβούς και την από τους ανθρώπους απονεμόμενη τιμή, όπως φαίνεται  στις λεπτομέρειες της περικοπής.
Ο Κύριος κατακρί­νει την εις το όνομα της ευσέβειας μεταβολή της εξωτερικής εμφανίσεως του ανθρώπου, η οποία συνιστά την υποκρισία των ευσεβών Ισραηλιτών. Η κατήφεια του προσώ­που, και αν ακόμη προέρχεται από εσωτερική συντριβή για τα αμαρτήματα αυτού που νηστεύει ή της καταπτώσεως του λαού, παραμένει υποκρισία, διότι ο άνθρωπος αναλαμβάνει ρόλο, τον οποίον δεν έταξε σ’ αυτόν ο Θεός ούτε έχει σκοπό τη  δόξα του Θεού, αλλ’ απεναντίας πηγάζει από την καρδιά του και αποβλέπει  στην κατάκτηση του επαίνου των άλλων για την ευσέβειά του. Το λογοπαίγνιο «αφανίζουσιν… όπως φανώσιν» κάνει σαφή την πρόθεση των υποκριτών να αυτοδιαφημιστούν και να δοξαστούν από τους ανθρώπους.
Η νηστεία από μέσο προσεγγίσεως του Θεού και από εκδήλωση της ταπεινώσεως του ανθρώπου ενώπιον του Κυρίου έχει μεταβληθεί σε όργανο εξυπηρετήσεως του ανθρώπινου εγωισμού, σε μέσον εκπαραθυρώσεως του Θεού και εγκαθιδρύσεως του ανθρώπου στον θρόνο του Υψίστου. Επόμενο είναι να γίνεται αμάρτημα που επισύρει τη θεία τιμωρία, όπως γίνεται φανερό από το: «απέχουσι τον μισθόν αυτών»· αποτελεί έμμεση υπόμνηση της ημέρας της κρίσεως από τον Θεό, η οποία περιγράφεται ότι ήδη είναι παρούσα. Η φράση δεν σημαίνει απλώς ότι η ικανοποίηση της φι­λαυτίας των υποκριτών αποτελεί τον μισθό τους αλλ’ ότι ο Θεός τους επιφυλάσσει δίκαιη τιμωρία.
Στην ανθρωποκεντρική νηστεία αντιπαραθέτει ο Κύριος την αληθινή νηστεία που αποβλέπει στη δόξα του Θεού. Οι λόγοι του περί περιποιήσεως του εξωτερικού σχήμα­τος του ανθρώπου δεν σημαίνουν, βεβαίως, την εισαγωγή νέου είδους υποκρισίας, να εμφανίζεται  δηλαδή κάποιος εξωτερικά με τρόπο διαφορετικό από την εσωτερική του κατάσταση. Το νόημα είναι ότι δεν είναι τα εξωτερικά γνωρίσμα­τα αλλά η σωστή σχέση προς τον Θεόν Πατέρα, η οποία δί­νει το σωστό νόημα στην νηστεία. Στην χαρούμενη εμφάνιση των πιστών που νηστεύουν  πρέπει να δούμε και ένα άλλο στοιχείο που τονίζεται από τους Πατέρες και τους νεώτερους ερμηνευτές: την χαρά των πιστών για την ευσπλαχνία του Πατέρα, η οποία είναι μεγαλύτερη της λύπης για τις αμαρτίες του πιστού. Δεν πρέπει να παραθεωρείται και εδώ η πίστη στον Πατέρα, προς τον οποίον ως υιός ο πιστός προσφέρει την νηστεία. Όπως η ελεημοσύ­νη και η προσευχή έτσι και η νηστεία αποκτά νόημα και αληθινό περιεχόμενο, μόνον όταν θεμελιώνεται πάνω στη νέα σχέση Θεού και ανθρώπου, η οποία αποκαλύφθηκε από τον ενανθρωπήσαντα Υιό στον άνθρωπο.

(+ Β. Π. Στογιάνου, Κυριακή της Τυρινής, Ερμηνεία Ευαγγελίων των Κυριακών, τ.Α΄, εκδ. Ι. Μ. Αγίας Θεοδώρας, Θεσ/νίκη 1972, σ. 243-246, απόσπασμα σε νεοελληνική απόδοση).
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...