Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνική Συνείδηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνική Συνείδηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Ιουλίου 19, 2015

Ἡ Ῥωμαίικη Παράδοση, ὁ Ῥωμαίικος πολιτισμός, εὑρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Τὸ γνωρίζουν αὐτὸ καλὰ οἱ Εὐρωπαῖοι καὶ τὸν πολεμοῦν μὲ μανία

Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μοναχοῦ Ἀβραὰμ Ἁγιορείτου: «Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό»
«Χρειάζεται, λοιπόν, μία δυναμικὴ ἀναθεώρηση τῶν ἱστορικῶν μας δεδομένων. Χρειάζεται, θὰ ἔλεγα, μία ἐπανάσταση ποὺ πρέπει νὰ κάμει ὁ καθένας στὸν ἑαυτό του. Χρειάζεται ἀποτοξίνωση ἀπὸ τὰ πλέγματα τοῦ κακομοίρικου ἑλλαδίτικου πνεύματος. Καιρὸς νὰ ξαναζήσει τὸ Πνεῦμα τῆς Ῥωμηοσύνης. Τὸ πνεῦμα ποὺ μᾶς κληροδότησαν ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ προπάτορες τοῦ γένους μας ὡς ἀκαταμάχητο ὅπλο πνευματικῆς ἔνσαρκης σωτηρίας».
Τὰ παραπάνω λέγονται ἀπὸ χείλη πατριωτῶν ποὺ εἶναι γνῶστες τῆς Ἱστορίας μας ἀλλὰ παρ΄ ὅλη τὴν καλή τους προαίρεση, ἀποτελοῦν ἕνα εὐχολόγιο μᾶλλον θὰ ἔλεγα, γιατί καὶ ἀπὸ τὴν πλευρά μας, ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας τῶν περισσοτέρων ἀπὸ τὴν Παράδοσή μας, ἀλλὰ καὶ τῶν Εὐρωπαίων, ποὺ εἶναι ἀντίθετοι πρὸς αὐτὴν (τὴν Παράδοση) δὲν εἶναι ἐφικτὴ...
ἡ ἀναβίωσή της. Ἡ Ῥωμαίϊκη Παράδοση, ὁ Ῥωμαίϊκος πολιτισμός, εὑρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Τὸ γνωρίζουν αὐτὸ καλὰ οἱ Εὐρωπαῖοι καὶ τὸν πολεμοῦν μὲ μανία, ἄλλωστε τὰ παραπάνω ποὺ παραθέσαμε αὐτὸ ἀποδεικνύουν. Ἡ ἱστορία μιλάει ξεκάθαρα, τὰ γεγονότα βοοῦν. Ἡ εἴσοδός μας στὴν Ε.Ε. ἀποτελεῖ μία καλὰ μεθοδευμένη καὶ καλοστημένη παγίδα ὅπου ἐπὶ τέλους μέσα σ΄ αὐτὴ τὴ χοάνη θὰ ἀπαορροφηθοῦμε καὶ ὡς Ἑλληνισμὸς καὶ ὡς Ὀρθοδοξία!... Τὰ εἴκοσι πέντε χρόνια εἰσόδου μας αὐτὸ μᾶς πιστοποιοῦν κάθε μέρα καὶ ἐντονώτερα. Συνεχῶς χάνουμε τὴν αὐτοπροσωπεῖα μας, τὸ κράτος χάνει τὴν ὀντότητά του, τὸ Κοινοβούλιο λειτουργεῖ μεταπρακτικὰ ἀφοῦ οἱ ἀποφάσεις λαμβάνονται στὸ Κοινοβούλιο τῶν Βρυξελλῶν καὶ τὸ δικό μας λαμβάνει ἐντολὲς πρὸς ἐκτέλεση. Ἡ εἴσοδός μας στὴν Ε.Ε. ἀποτελεῖ τὴν τελευταία πράξη μιᾶς μακραίωνης συνομωτικῆς διεργασίας γιὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ κατ΄ ἐπέκταση τοῦ Ῥωμαίϊκου πολιτισμοῦ ποὺ κέντρο ἔχει τὸν Θεάνθρωπο. Ἂς μὴ ἔχουμε αὐταπάτες· τὸ Γένος μας βρίσκεται πλέον στὴν πιὸ ἐπικίνδυνη αἰχμαλωσία ὅλων τῶν αἰώνων. Μᾶς περιμένουν ἀκόμα μεγαλύτερες ἐκπλήξεις ἀπὸ αὐτὲς ποὺ γνωρίσαμε στὰ μέχρι σήμερα χρόνια τῆς ἔνταξής μας στὴν Ε.Ε. Βέβαια ὁ κίνδυνος ποὺ ἀναπτύσσεται στὰ πλαίσια τῆς Νέας Τάξης πραγμάτων εἶναι παγκόσμιος.


Ναί, λοιπόν, νὰ ξαναζήσει τὸ πνεῦμα τῆς Ῥωμηοσύνης ποὺ ἀποτελεῖ τὴν αὐθεντικὴ Παράδοση τοῦ γένους μας, μόνο ποὺ αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει σὲ προσωπικὸ καὶ οἰκογενειακὸ ἐπίπεδο καὶ φυσικὰ στὸν αὐθεντικὸ φορέα του τὴν Ἐκκλησία ποὺ εἶναι θεοσύστατος ὀργανισμὸς καὶ στὰ συνειδητὰ μέλη της. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπικεντρώνεται ὅλη ἡ προσπάθεια καὶ ὁ ἀγώνας τῶν συνειδητῶν ἀνθρώπων τοῦ Γένους μας. Ὅλα τὰ ἄλλα ἀποτελοῦν μία οὐτοπία καὶ μία πλάνη. Ἡ Ἑλλάδα, ἀνήκει, ὅπως ξαναείπαμε, στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, καὶ στοὺς Ἕλληνες, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ τὴν κατοικήσουμε ὡς προσωρινὸ τόπο. Οἱ δὲ λαοί, τόσο τῆς Εὐρώπης ὅσο καὶ τῶν ἄλλων κρατῶν, εἶναι τὰ θύματα τῆς πνευματικῆς καὶ πολιτικῆς τους ἡγεσίας. 

το είδαμε εδώ

Κυριακή, Ιουλίου 05, 2015

Κωστής Μοσκώφ, Ο καημός της Ρωμιοσύνης





Πηγή: Άρδην, τεύχος 54, Ιούνιος – Ιούλιος 2005



[Απόσπασμα από το βιβλίο του Κ. Μοσκώφ Η Εθνική και Κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα (1830-1909): Ιδεολογία του μεταπρατικού χώρου, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 269-271]






1. Το γένος βλέπουμε σέρνει μέσα του, σε όλες τις διαδοχικές φάσεις του κοινωνικού του μετασχηματισμού, τον «καημό της ρωμιοσύνης»· πάνω σ’ αυτόν εξυφαίνει κάθε άλλη αντίληψη που αποκτά της γύρω ζωής. Αυτό μένει το διαρκές στοιχείο, το βασικό, στην ιδεολογία του ελλαδικού ανθρώπου – έκφραση του τραγικού, της αντίφασης ανάμεσα στην κοινωνική πράξη και τα όρια που ορθώνει στην εθνική πορεία η αντικειμενική πραγματικότητα. Τις ρίζες του «καημού της ρωμιοσύνης» θα πρέπει έτσι να τις γυρέψουμε στα αργόσυρτα χαρακτηριστικά του υλικού υπόβαθρου της ελληνικής κοινωνίας. εκεί, μέσα στις τάσεις αιώνων, σε ό,τι μονιμώτερα αποδυναμώνει την ελλαδική δομή, σε ό,τι φέρνει αυτή την συχνή εξουδετέρωση της ενέργειας, δίχως πο­λύ απόηχο μέσα στην ιστορία.
Βασική ιδιότητα αυτής της τάσης είναι η στήριξη της ελλαδικής κοινωνικής δομής στον εξωτερικό χώρο. Η ελληνική κοινωνία μένει σταθερά ανοιχτή, δίχως να λειτουργεί, σαν μια οντότητα αυτόνομη, δίχως να παραγάγει από μόνη τις κινητήριες δυνάμεις της ύπαρξής της – οι οικονομικές της διαδικασίες πραγ­ματοποιούνται σε εξάρτηση με χώρους που δεν ελέγχει.
Η ροπή αυτή αναβλύζει από την γεωγραφική διάρθρωση. Το τετμημένο του τοπίου, η αλληλουχία ξηράς και θάλασσας, έχουν οδηγήσει στην εξειδίκευση και την εμπορευματική διαμόρφωση της παραγωγής πρώτα, κατόπιν, σαν επακόλουθο, στο σύνθετο «παροικιακό φαινόμενο». Ο ελληνισμός, πραγματοποιών­τας την οικονομική δράση του, διαχέεται έτσι συγχρόνως σε ολόκληρο τον ανα­τολικό μεσογειακό χώρο. Mεταφυτεύει εκεί παντού τις εγγενείς τάσεις του, α­νοίγει τον δρόμο στις εμπορευματικές σχέσεις: αυτός θα ρίξει τις πρώτες πε­τριές στην πατριαρχική και φεουδαλική οικονομία, από την Ιωνία ως την Αί­γυπτο των Ελλήνων «πρωτοκλασσάτων» και του Μωχάμετ Άλι. Αυτός εί­ναι που θα τοποθετήσει κυρίαρχο, δίπλα στον παλιό γαιοκτήμονα και τον δε­σπότη, τώρα τον καραβοκύρη και τον μπακάλη, μια τάξη πολυπληθέστερη, φο­ρέα νέων ιδεών, κινητικών, δημιουργό μιας πιο δημοκρατικής ανασυγκρότησης της κοινωνίας.
Η αποδυνάμωση του ελληνισμού μέσα σε μία τέτοια διαδικασία, η συχνή εξουδετέρωση της υλικής και πολιτικής του ενέργειας έρχεται έτσι επακόλου­θο αυτής της δομής του συστήματος. Aναγκαστικά ο σπόρος της δράσης του καρπίζει συχνά σε ξένο χωράφι. Όμως μια παρόμοια μέσα στην ιστορία πρακτική αφήνει τον Έλληνα κυρίαρχο στον τόπο του — μπορεί ακόμα να διαφεντέ­ψει, να συγκατατεθεί, αν όχι και να διαλέξει την μοίρα του, είναι ακόμα ένας Οδυσσέας που βγαίνει στον πηγαιμό προς την Ιθάκη, με πλήρη την επίγνωση του πρόσφορου ενός τέτοιου ταξειδιού. Ο καημός ήδη υπάρχει στις παλιότερες περιόδους της ιστορίας του, αλλά δεν αντικαθρεφτίζει παρά το ιδιότυπο αλισβερίσι του ρωμηού με την ζωή. Κερδισμένος βγαίνει, παρά τις πληγές του, αυτός· ακόμα μαθαίνει νωρίς πως δεν πλουτίζει παρά αυτοαναλωνόμενος.

2. Αλλού θα πρέπει να ψάξουμε —στον χώρο της μεσαίας διάρκειας— τα αίτια της αλλοτρίωσης της ελλαδικής συνείδησης που θα επέλθει, τα αίτια της μεταπρατικής παρεκτροπής που χαρακτηρίζει την ιδεολογία της νεώτερης κοι­νωνίας μας. Γιατί η μεταπρατική παρεκτροπή αντανακλά τις αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί μέσα στον πλατύτερο χώρο της λειτουργίας του ελληνισμού τα νεώτερα χρόνια. Οι εμπορευματικές διαδικασίες θα πάψουν να κατευθύνον­ται από τον ελληνισμό μέσα στον εθνικό χώρο του όταν, μεμονωμένα έθνη αρ­χικά, μετά ολόκληρος ο κόσμος της «αναπτυγμένης» Ευρώπης, θα κυριαρχήσει στην παγκόσμια αγορά, όταν αρχίσει να επικρατεί αυτό που περιγράφεται από την Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Ουλιάνωφ, σαν το «ιμπεριαλιστικό φαινόμε­νο», υπέρτατο στάδιο ανάπτυξης των αστικών παραγωγικών σχέσεων.
Τις απαρχές αυτής της παρεκτροπής ορισμένοι Έλληνες ιστοριογράφοι θα τις τοποθετήσουν στον 11ο ήδη αιώνα, με τα προνόμια που το αδυνατισμένο με την Σελτζουκική κατάκτηση τού εσωτερικού της Μικρασίας Βυζάντιο αναγκάζεται να παραχωρήσει στις Ιταλιώτιδες εμπορικές πόλεις. Το φαινόμενο όμως ακόμα μένει τότε περιφερειακό, δεν αποβαίνει κυριαρχικό παρά μόνο μετά την Οθωμανική παρακμή. Η τομή ανάμεσα στα ελλαδικά εδάφη και στην Δύση —που φέρνει η οθωμανική κατάκτηση τα χρόνια ακριβώς της πολιτιστικής αλλά και οικονομικής Αναγέννησης—θα γεννήσει βέβαια τις βασικές δια­φορές ανάμεσα στους δυο χώρους. Η φυγή προς το βουνό, ο εποικισμός του ορεινού χώρου που επακολουθεί την Οθωμανική παρακμή συντελεί στο να πραγ­ματοποιήσει και ο ελληνισμός μια απογείωση οικονομική, ανάλογη με την ευ­ρωπαϊκή. Η καθυστέρηση είναι όμως ήδη τριών αιώνων. Χωρίς δασμολογική προστασία, με αντιμέτωπη την παρασιτική οθωμανική κρατική μηχανή, η α­πογείωση αυτή δεν θα μπορέσει παρά να επιβραδύνει για λίγες δεκαετίες την μεταπρατική αλλοτρίωση. Γρήγορα, η ευρωπαϊκή οικονομία θα επιβληθεί παντού εξουδετερώνοντας με την πολιτική ή και αμεσώτερα οικονομική της πα­ρουσία τις εστίες της εθνωτικής ανάπτυξης. Ο ελλαδικός άνθρωπος κινείται τώρα σε ιδεολογικά πλαίσια που άλλοι του θέτουν, καθώς όλο και στενώτερα συν­δέεται με τον ευρωπαϊκό χώρο, τις κυρίαρχες δυνάμεις του, όλο και εξαρτάται περισσότερο από την αφομοίωση μέσα στην Προστασία. Το Ναυαρίνο επικυρώ­νει απλώς αυτό το μήνυμα, σφραγίζοντας τις μεταπρατικές συνειδήσεις. Ο ρωμηός δεν ορίζει, δεν διαφεντεύει πια την μοίρα του, η Ιθάκη παύει να υπάρ­χει—του μένει ο πηγαιμός σαν αυτοσκοπός· αν συμβιβάζεται, το κάνει γιατί τον πιάνει η ναυτία μπρος στο αδιέξοδο, το κάνει για να διασώσει ό,τι από το έθνος πια απομένει…
Ο ελληνισμός μεταβάλλεται σταδιακά από την κατ’ εξοχήν εμπορευμα­τική κάστα της Ανατολικής Μεσογείου, από nation-classe, σε πράκτορα της οικονομίας της Ευρώπης. Τότε, μέσα στον 19ο αιώνα, θα συντελεστεί η ουσιαστική άλωση της ελλαδικής ψυχής.
Η ιδεολογική αντίθεση ανάμεσα στον φραγκοφορεμένο φιλελεύθερο μεταπρατικό κόσμο από την μια πλευρά, τις λαϊκιστικές φιλορθόδοξες δυνάμεις του εθνωτικού βιοτεχνικού χώρου από την άλλη, αφού χαρακτηρίσει την πολιτική ζωή της χώρας από τα 1821 ως την Έξωση του Όθωνα, γρήγορα θα χα­λαρώσει. Ο τόνος χαμηλώνει στο σημείο που ο ορεινός βιοτεχνικός κόσμος καταστρέφεται και παρακμάζει, σαν αποξενωμένος από το οικονομικό του περιεχόμενο· θα μείνει κατάλληλος μόνο για ποιμενικά ειδύλλια, προπύργιο, μες στην πίκρα του, κάθε αντίδρασης. […]

7. Ωστόσο, κάτω απ’ αυτή την επιφάνεια των πραγμάτων, κινήσεις και­νούργιες διαφαίνονται· μέσα από τα σκληρά πλαίσια της καθιερωμένης ιδεο­λογίας, άλλες καινούργιες ιδεολογικές ροπές εμφανίζονται. Αν, όπως είδαμε, κάποτε αφομοιώνονται και τούτες μες στο σύστημα, όμως η ενυπάρχουσα για την εμφάνιση τους τάση βρίσκεται στην εντελέχεια τής κοινωνικής δομής: δυ­ναμώνουν καθώς πληθαίνει σταδιακά ο καινούργιος κοινωνικός κόσμος που τα γέννησε· διεκδικούν απ’ την μεταπρατική σκέψη –με τις ρίζες του εκλεκτικι­σμού και τις ασάφειες έστω, πού κουβαλούν από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα– μιαν κάποια ιδεολογική αυτονομία.[…]
Είτε πρόκειται για τους πυρήνες αυτούς της εθνικής αστικής τάξης, είτε για κοινωνικές ομάδες λαϊκώτερες, εργατικές ή υπαλληλικές, τα καινούργια κοινωνικά στρώματα θα βρίσκονται ως ταγοί και στην εθνογενετική πάλη.
Το πρόβλημα της απελευθέρωσης του ακόμα υπόδουλου Ελληνισμού –Μα­κεδονία, Ήπειρος, Κρήτη, Αρχιπέλαγος, Ιωνία–, το πρόβλημα ακόμα του πολέμου ή της ειρήνης σε μία σπαραζόμενη ήδη Ευρώπη απασχολεί τα χρόνια αυτά πρωταρχικά τις συνειδήσεις. Είδαμε πώς η στάση των ηγετών του δη­μοτικισμού ήταν πολύ λίγο συνεπής με την εθνικιστική τους ιδεολογική βάση. «Τα μπλεξαν οι Κρητικοί τα πράματα», ας θυμηθούμε, έγραφε –μ’ αφορμή την κήρυξη από τους Κρητικούς της Ένωσης– στα 1908, ο Α. Πάλλης.
Από τα καινούργια κοινωνικά στρώματα, αντίθετα, και τις πρώτες τους οργανώσεις θα έρθει ή πρωτοβουλία για μια γρήγορη διευθέτηση του εθνικο-απελευθερωτικού προβλήματος μέσα στους Βαλκανικούς λαούς και στους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η «Αδελφότητα» του Βόλου θα είναι ι­διαίτερα δραστήρια στον τομέα αυτόν, αλλά πρωτοβουλίες θα αναλάβει, ωθού­μενος από τα νεώτερα μέλη του «Σοσιαλιστικού Κόμματος» και ο Πλάτων Δρακούλης, με μια σειρά από περιοδείες και επαφές στις βαλκανικές πρω­τεύουσες και στην Πόλη.
Από το πεδίο τέτοιων μαχών κανείς δεν αποκλείεται· φωτεινές μορφές του μεταπρατικού κόσμου θα ενδώσουν στις νέες ιδεολογικές τάσεις. Έστω από μια παροδική όξυνση του ουμανιστικού πάθους τους, με κάποια επιφύλαξη έστω. Ό Κωστής Παλαμάς, ο Ίων Δραγούμης, ο Κώστας Χατζόπουλος, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Σικελιανός — από τους πνευματικούς ταγούς — εκατοντάδες άλλοι από τους ελάσσονες, θα μπουν τα χρόνια αυτά στο μεγάλο πανηγύρι, για να γυρίσουν γρήγορα όμως πάλι πίσω, στον φιλελευθερισμό ή στον «εθνι­κιστικό» υπαρξισμό τους.
Έτσι, δειλά ακόμα διαφαίνεται πως η απηύδηση από τον «καημό της ρωμιοσύνης», δεν έχει στερέψει το μεράκι του γένους για ένα διαφορετικό αύριο· αν έχει αιστανθεί μια κόπωση, ξέρει ωστόσο, του το υπενθυμίζει η μα­κραίωνη μνήμη της ιστορίας του, πως κάποτε μια καινούργια της έξαρση θάρθει· σ’ αυτήν αποβλέπει με το καθημερινό του είδαμε, «φτου, κι’ απ’ την αρχή».
Έχοντας δρασκελίσει το κατώφλι της γνώσης, με την οργανική δική τους πρακτική, τα καινούργια κοινωνικά στρώματα θα μάθουν κάποτε, θεϊκά τραγιά αυτά, τι χρειάζεται για να γονιμοποιηθεί ή ιστορία.
Μες στην βραχεία διάρκεια, την ζωή μιας γενιάς, όπου ή πράξη δεν είναι ταυτόχρονη πάντα με την σκέψη, μια συνείδηση της πραγματικότητας από μόνη της δεν επαρκεί βέβαια, για να συντελεστεί μια νέα υλική διεργασία.
Το τραγικό, «ο καημός της ρωμιοσύνης», απομένει ακόμα εκκρεμές συ­στατικό της ελληνικής πραγματικότητας — όσο οι πόθοι του ανθρώπου θα βρίσκονται ανήμποροι να συνταυτιστούν με την ροή των πραγμάτων, όσο η καινούργια κοινωνική συνείδηση, μη έχοντας γίνει ακόμα πράξη καθολική, θα δυσκολεύεται να επιζήσει, ευάλωτη μέσα στην ελλαδική δομή, στο ξέφραγο αυτό μέσα στην ιστορία αμπέλι...

ΠΡΟΣΚΥΝΩ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΣΟΥ ΛΑΕ ΜΟΥ




Μια εβδομάδα ,σαν ένας αιώνας…
Προσπάθησαν να σε φοβήσουν….
Σου έκλεισαν τις Τράπεζες….
Σου είπαν ότι θα λείψουν τρόφιμα….και φάρμακα…
Σε εκβίασαν να χάσεις τη δουλειά σου….
Είδες τη μικρή σου επιχείρηση να ξεμένει από ρευστό…
Στήθηκες στην ουρά για 60 Ευρώ…
Σου είπαν πως δεν υπάρχει αύριο…
Προσπάθησαν να σε κάνουν να με μισήσεις κι εμένα να σε μισήσω..



Κι ΕΣΥ ΛΑΕ ΜΟΥ…έδειξες ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ….ΚΑΡΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ….ΝΗΦΑΛΙΟΤΗΤΑ….ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ….


Παρέδωσες για μια ακόμα φορά,σ’όλο τον κόσμο ,πανάκριβα ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ….
Κι όλος ο Κόσμος κοιτάει τώρα εσένα….
Αυτή η μικρή κουκίδα στην Υδρόγειο ,έγινε για ακόμα μια φορά Φάρος …Φάρος ΕΛΠΙΔΑΣ …
Για ακόμα μια φορά όλος ο Κόσμος ακουμπάει πάνω σου ΛΑΕ ΜΟΥ…
Η επικράτηση του ΝΑΙ ή του ΟΧΙ ,έρχεται σε δεύτερη μοίρα τώρα…
Εχεις ήδη βγει ΝΙΚΗΤΗΣ ,ΛΑΕ ΜΟΥ….
Κράτησες ψηλά το κεφάλι,μετά από μια απίστευτη εβδομάδα και είσαι έτοιμος να πάς νηφάλια να ψηφίσεις…..Πανάρχαια συνήθεια…
Τα κατάφερες ΕΛΛΗΝΑ….
ΠΡΟΣΚΥΝΩ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΣΟΥ ΛΑΕ ΜΟΥ !!!
Γιάννης Ταμπάκης

το είδαμε εδώ

Σάββατο, Ιουλίου 04, 2015

Η Προσευχή του Μακρυγιάννη για την Ελευθερία της Πατρίδος.


Εἰς τὴν δόξα, εἰς τὴν δόξα, εἰς τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀγιά Τριάδος, τῆς Θεοτόκος, τοῦ ἃ-Γιάννη τοῦ Βαφτιστῆ καὶ πάντα τῶν ἁγίων καὶ τοῦ ἁγίου Βασιλείου, νὰ πρεσβέψει εἰς τὴν παντοδυναμίαν του καὶ εἰς τὴν βασιλείαν του, νὰ μᾶς λευτερώσει τώρα εἰς τὸ νέον ἔτος, νὰ μᾶς λευτερώσει ἀπὸ τὴν κακία μας, ἀπὸ τὴν διοτέλειά μας καὶ ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιβουλίαν τῶν ξένων.
Ἡ παντοδυναμία σου εἶσαι πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, ἡ ἀγαθότη σου εἶναι ἄβυσσος τῆς θαλάσσης. Ἔλεος ζητῶ, νὰ μοῦ καθαρίσεις τὴν ἁμαρτωλή μου ψυχὴ καὶ τὰ βρωμερά μου σπλάχνα καὶ νὰ μοῦ δώσεις ταπεινοσύνη, σωφροσύνη καὶ πίστη καθαρά, νὰ δυνηθῶ νὰ σὲ προσκυνήσω καὶ νὰ σὲ δοξολογήσω καὶ νὰ σὲ εὐνογήσω μὲ καθαρότης καὶ νὰ σὲ περικαλέσω, ὁ ἁμαρτωλός, διὰ τῆς πρεσβείας τῆς Θεοτόκος καὶ τῶν ἁγίων, νὰ σώσει τὴν ματοκυλισμένη μου πατρίδα καὶ θρησκείαν καὶ γενικῶς τοὺς τίμιους ἀνθρώπους, ὅσοι φέρνουν δοξολογίαν εἷς τὴν παντοδυναμίαν σου καὶ εἰς τὴν βασιλείαν σου, τρισυπόστατε Θεέ, σωτήρα τοῦ παντός, νὰ μᾶς σώσεις, νὰ μᾶς λευτερώσεις ἀπὸ τὰ κοφτερὰ δόντια τῶν γουρνόλυκων.
Τρέχομεν εἰς τὸ ἔλεός σου καὶ εἰς τὴν ἐσπλαχνίαν σου καὶ τῆς βασιλείας σου. Τὸ ἔλεός σου ζητοῦμεν, οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ οἱ ἀδύνατοι, οἱ ἀνάξιοι δοῦλοι σου καὶ σκλάβοι σου. Συχώρησε μὲ , Κύριέ μου, ὀποὶ σὲ βάρυνα. Ποῦ ἀλλοῦ νὰ τρέξω; Ποῦ ἀλλοῦ νὰ τρέξομεν οἱ ἀνάξιοι δοῦλοι σου, ποῦ ἀλλοῦ οἱ ἀδύνατοι νὰ βροῦμεν δικιοσύνη, ποιὸς ποιμένας καὶ πίτροπός σου ἔχει δικιοσύνη νὰ δικιώσει τὸ δίκιον τοῦ κάθε ἀνθρώπου; Θεὲ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γὴς καὶ τῆς θάλασσας.
Σῶσε μας, ἡ παντοδυναμία σου, ὅτι χαθήκαμεν ἐδῶ καὶ εἰς τὴν ἄλλη ζωή. Κύριε, μὲ τί στόμα νὰ σὲ περικαλέσουμεν, μὲ τί μάτια νὰ σηκώσουμεν νὰ σὲ τηράξομεν καὶ νὰ περικαλέσουμεν τὸ πανάγαθό σου ὄνομα καὶ τῆς βασιλείας σου;
Κύριε, ἡ παντοδυναμία σου ἐπολέμησες, ἀγωνίστης, ἐσπαλχνίστης, ἡ παντοδυναμία σου καὶ ἡ βασιλεία σου, καὶ ἀνάστησες νεκρούς, πεθαμένους, λιωμένους τόσες αἰῶνες, καὶ τοὺς πεθαμένους καὶ λιωμένους καὶ ὀλίγους καὶ ἀδύνατους καὶ ἀμαθεῖς, μὲ δεμένα σκοινιὰ τὰ περισσότερα τουφέκια, καὶ μὲ χωρὶς ἀναγκαία του πολέμου, ξιπόλυτοι καὶ γυμνοὶ καὶ νηστικοὶ τὶς περισσότερες φορές, καὶ ἀντινέργειες τῶν δυνατῶν, πενήντα χιλιάδες δὲν ἤμαστεν ποτὲς εἰς τὸν πόλεμον, στεριὰ καὶ τοῦ πελάου, καὶ ν’ ἀφανιστοῦν περίτου τετρακόσιες χιλιάδες ψυχές, ντόπιοι καὶ ξένοι Τοῦρκοι, δύναμη δική μας ἦτον, ἀντρεία δική μας ἦταν, ἀρετὴ καὶ πατριωτισμὸς δικός μας ἦταν, ὅτι πατριωτισμὸν καὶ ἀρετὴ θυσιάζομεν.
Καὶ τώρα χερότερον εἴχαμεν, καὶ τότε μᾶς ἔσωσες, πανάγαθε Θεέ, μᾶς ἀνάστησες καὶ μᾶς σώνεις κάθε στιγμὴν καὶ κάθε… ἀπὸ τὴν διοτέλειά μας, ἀπὸ τὴν χαμέρπειά μας, ἀπὸ τὴν ἀπιστία μᾶς πωλοῦμεν, καὶ τὴν παντοδυναμίαν σου καὶ τὴν βασιλείαν σου κατακρένομεν, καταλαλοῦμεν.
Καταπωλήσαμεν μέσα εἰς τὶς ἀγορὲς καὶ σοκάκια δισκοπότηρα, ὅτι δὲν ματαείχαμεν τὴν ἀνάγκη τους νὰ μεταλάβομεν, πουλήσαμεν τὰ πολυτίμητα εὐαγγέλια καὶ ὅλα τὰ γερὰ τῶν ναῶν σου, καὶ ζωντανὰ καὶ τόπους, καὶ κατακερματίσαμεν καὶ τ’ ἅγια μοναστήρια καὶ τὶς ἐκκλησίες, καὶ τὶς φκιάσαμεν σπίτια, ἀχούρια καὶ τὰ ἑξῆς.
Ὅ,τι ἀνταμεβῆ ἧβρες ἀπὸ τοὺς Ὁβραίους, ὁπού ’ταν ἀλλόθρησκοι καὶ σὲ σταύρωσαν, ἧβρες καὶ ἀπὸ ἐκείνους ὁπού κοπίασες καὶ κοπιάζεις καὶ ἀνάστησες καὶ ἀναστήνεις, ἀπὸ τοὺς ὀρθόδοξους χριστιανούς.
Μὲ τί πρόσωπον, Κύριέ μου, νὰ παρουσιαστῶμεν ὀμπρός σου, καὶ μὲ τί στόμα καὶ γλώσσα νὰ σὲ περιλέσουμεν καὶ εἰς τὸ ἑξῆς, ὁπού κιντυνεύομεν, οἱ ἀχάριστοι, οἱ διοτελεῖς, οἱ κακοὶ τεμπέληδές του κόσμου, οἱ προδότες καὶ ἀσεβεῖς, κάθε γερὸν πράμα!
Θεοτόκε, μητέρα τοῦ παντός, τὸ καύκημα τῆς παρθενίας, τὸ καύκημα τῆς ἀρετῆς καὶ τὰ πάντα τῆς ἀγαθότης, προστρέχομεν οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ ἀδύνατοι, εἰς ἐσπλαχνίαν τῆς ἀγαθότης σου, νὰ λυπηθεῖς τοὺς ἀθώους ἐκείνους ὁπού φέρνουν τὴν ἁμαρτωλή τους προσευχὴ ’λικρινώς εἰς τὸν παντουργὸν καὶ εἰς τὴν βασιλείαν του, ἐκείνους ὁπού ’τρεξαν ξιπόλυτοι καὶ γυμνοί, ἐκείνους ὁπού ἄφησαν χῆρες καὶ ἀρφανά, ἐκείνους ὁπού ’χυσαν τὸ αἷμα τους, κατὰ τὸν ὅρκον τους, ν’ ἀναστηθεῖ διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Παντοκράτορα ἡ σκλαβωμένη τοὺς πατρίδα καὶ νὰ λαμπρυθεῖ ὁ σταυρὸς τῆς ὀρθοδοξίας, καὶ δὶ’ αὐτὸν τὸν ὅρκον αὐτεῖνοι πέθαναν δὶ αὐτείνη τὴν πατρίδα καὶ θρησκεία, καὶ θυσίασαν καὶ τὸ ἔχει τους, καὶ πολλῶν οἱ γυναῖκες τους, τὰ παιδιά τους, οἱ συγγενεῖς τους διακονεύουν καὶ ταλαιπωροῦνται ξιπόλυτοι, γυμνοί, νηστικοὶ στὰ σοκάκια ἐκείνης τῆς ματοκυλισμένης πατρίδος ὁπού ζύμωσαν οἱ γονέοι τους καὶ οἱ συγγενεῖς τους μὲ τὸ αἷμα τους, καὶ τὴν γοδέρουν σήμερα καὶ τὴν τρῶνε καὶ τὴν προδίνουν οἱ γουρνόλυκοι μὲ τ’ ἀκονισμένα δόντια καὶ οἱ σύντροφοί τους αὐτεινῶν οἱ τοιοῦτοι. Θεοτόκο, μήτηρ τοῦ παντός, αὐτοὺς τοὺς ἀθώους νὰ λυπηθεῖς, αὐτοὺς τοὺς γυμνοὺς καὶ ταλαίπωρους.
Αὐτεῖνοι φέρνουν δοξολογίαν εἰς τὸν Θεὸν καὶ τὴν βασιλείαν του. Νὰ πρεσβέψεις εἰς τὴν παντοδυναμίαν τοῦ ν’ ἀναστήσει πίσου τοὺς γερούς του ναούς, τ’ ἅγια τὰ μοναστήρια ὁπού τρώγαν ψωμὶ οἱ δυστυχισμένοι, ἀφοῦ αὐτὰ ὅπου ζοῦσαν πολὺ ἀδύνατοι ἀπὸ τὴν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τοὺς κόπους τῶν πατέρων, τῶν καλογέρων – δὲν ἦταν καπιτσίνοι δυτικοί, ἦταν ὑπηρέτες τῶν μαναστηριῶν τῆς ὀρθοδοξίας.
Δὲν ἦταν τεμπέληδες, δούλευαν καὶ προσκυνοῦσαν. Καὶ εἰς τὸν ἀγώνα τῆς πατρίδος σ΄ αὐτὰ τὰ μοναστήρια γενόταν τὰ μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τὰ ὀλίγα ἀναγκαῖα του πολέμου, καὶ εἰς τὸν πόλεμον θυσίαζαν καὶ σκοτωνόταν αὐτεῖνοι οἱ ὑπηρέτες τῶν μαναστηριῶν καὶ τῶν ἐκκλησιῶν – τριάντα εἶναι μόνον μὲ μένα σκοτωμένοι ἔξω εἰς τοὺς πολέμους καὶ εἰς τὸ τὸ Νιόκαστρο, καὶ εἰς τὴν Ἀθήνα.
Ἔλιωσαν αὐτεῖνοι οἱ πατέρες, τώρα εἰς τὰ γερατειὰ τοὺς βασανίζονται πολὺ εἰς τοὺς δρόμους. Θεοτόκο μου, νὰ περικαλέσεις τὸν ἀφέντη μας καὶ τὸν μονογενῆ σου ν’ ἀναστήσει πίσου αὐτά, καὶ τὶς ἅγιες ἐκκλησίες του, ὁπού κατακερματίσαμεν ἐμεῖς οἱ ἀχάριστοι καὶ μᾶς ἧβρε ἡ δίκια τοῦ ὀργὴ καὶ τῆς βασιλείας του, νὰ τὸν περικαλέσεις, Θεοτόκο μου, νὰ τὰ ἀναστήσει πίσου, καὶ νὰ σηκώσει τὴ δίκια τοῦ ὀργὴ ὁπού ’χει σὲ μᾶς τοὺς ἀχάριστους καὶ νὰ φέρει πίσου τὴν εὐκή του καὶ τὴν εὐλογία του καὶ τῆς βασιλείας του, ὁπού τὴν στερηθήκαμεν ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ διοτέλειά μας καὶ ἐγίναμεν ἡ παλιοψάθα τῆς κοινωνίας, καὶ ἐγίναμεν καθὼς φαινόμαστε ὡς τὴν σήμερον.
Τὸ ἔλεός του εἶναι ἄβυσσος τῆς θαλάσσης, καὶ τοὺς ἀνόητους ἐμᾶς καὶ τοὺς διοτελεῖς νὰ μᾶς ἑνώσει καὶ νὰ μᾶς φωτίσει καὶ νὰ μᾶς δώσει εἰς τὸ ἑξῆς πατριωτικὰ αἰστήματα διὰ τὴν πατρίδα μας καὶ θρησκεία μας, καὶ πίστη καθερὰ νὰ ’χωμεν εἰς τὸν παντουργό μας καὶ εἰς τὴν βασιλείαν του, νὰ μᾶς σώσει ἐδῶ καὶ εἰς τὴν παντοτινὴ ζωή, νὰ δώσει τοῦ γερατείου τοῦ ρήνη καὶ ὁμόνοιαν, τὴν εὐκή του καὶ τὴν εὐλογία του, καὶ εἰς τοὺς προκρίτους, τοὺς ποιμένες, καὶ γενικῶς τὸν λαόν του, νὰ ’ρθει πίσου ἡ νεκρανάστασή του διὰ τῆς εὐλογίας του.
Προστρέχομεν οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ ἀνάξιοι δοῦλοι σου καὶ οἱ σκλάβοι σου εἰς τὸ ἔλεός σου καὶ εἰς τὴν ἐσπλαχνίαν σου καὶ τῆς βασιλείας σου. ἔλεος ζητοῦμεν, νὰ μᾶς δώσεις καθαρὰ σπλάχνα καὶ καθαρὰ ψυχή, νὰ δυνηθῶμεν νὰ σὲ προσκυνήσουμεν καὶ νὰ σὲ δοξολογήσουμεν μ’ ἐξ ὅλης καρδίας, εὐεργέτη καὶ προστάτη ἀληθινέ.
Πηγή: Έλλας- Ορθοδοξία

Τετάρτη, Ιουλίου 01, 2015

Το παράπονο και η οργή των Ελλήνων

Δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας, Υμνογράφος
Ευρώπη, τι εποίησά σοι, και τι μοι ανταπέδωκας; Αυτό το παράπονο κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες στα χείλη των Ελλήνων. Τι σού έκανα, φίλη και συνεταίρε μου Ευρώπη, και μου συμπεριφέρεσαι με αυτό τον αναίσχυντο τρόπο; Τι κακό σού έκανα και κατά τι σε στεναχώρησα; Δεν σού έδωσα τον πολιτισμό, αυτόν για τον οποίο σήμερα καυχάσαι; Δεν σε έμαθα στην ευγενή άμιλλα και σού χάρισα τους Ολυμπιακούς αγώνες; Δεν σού έδειξα τον τρόπο πολιτισμού και δεν σού παρουσίασα μνημεία, όπως Παρθενώνες και Άγιες-Σοφιές, μπροστά στα οποία υποκλίνονται όλοι οι λαοί της γης; Δεν σού έδωσα τη γλώσσα της επιστήμης και της ιατρικής την οποία χρησιμοποιείς και ας μη είσαι βαθύς γνώστης της προελεύσεώς της; Δεν σού έδωσα παραδείγματα ανδρείας με το Λεωνίδα, με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, με το Ζάλογγο, με το Μεσολόγγι; Δεν σού δίδαξα τη δημοκρατία, την οποία, δυστυχώς, μόνο επιδερμικά και επιλεκτικά εφαρμόζεις; Καί το κυριώτερο, δεν σού έδωσα τη γλώσσα του Ευαγγελίου της αγάπης και της ειρήνης, τη γλώσσα τη σωτηρίας σου; Ακόμη και το όνομα που έχεις, το όνομα «Ευρώπη» δικό μου είναι και στο χάρισα για να με θυμάσαι και όχι να το καπηλεύεσαι και να φέρεσαι με αγνωμοσύνη απέναντί μου.
ellaeur1
Ο,τι καλύτερο είχα, σού το έδωσα και συ τι μου ανταπέδωσες; «Άντί του μάνα χολήν, αντί του ύδατος όξος», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Αντίφωνο της Μεγάλης Πέμπτης, όπου ο Χριστός μας συνδιαλεγόμενος με τους Εβραίους εκφράζει το παράπονό Του, εκφράζει το μεγάλο Του πόνο ψυχής για τη σκληροκαρδία και την αχαριστία τους. Καί εσύ, Ευρώπη, τι μου ανταπέδωσες; Με τιμώρησες με μνημόνια ανυπόφορα, με ανεργία των νέων μου, με καταδυνάστευση καμουφλαρισμένη, με πόνους και θλίψεις, με πτώχευση!
Να γνωρίζεις, όμως, Ευρώπη μου, ότι δεν πτοούμαι. Κάνω υπομονή, γιατί έτσι έχω μάθει να ζω. Μακροθυμώ. Μην παίζεις, όμως, με την ανοχή και τη μακροθυμία μου. Σ᾽ όλα τα πράγματα υπάρχουν όρια, όπως και στη δική μου αντοχή και ανοχή. Μπορεί να έχεις οικομική άνεση. Μπορεί να έχεις άρματα και ίππους χρημάτων. Εγώ, όμως, αγαπώ το Χριστό μου και γνωρίζω καλά, ότι «τοις αγαπώσι τον Χριστόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν». Καί παίρνω θάρρος από το λόγια του Ψαλμωδού: «Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, εμείς δε εν ονόματι Θεού μεγαλυνθησώμεθα» (Ψαλμ. 19,8)».
Έτσι έχω τη δύναμη να φωνάζω με παρρησία σε κάθε μου επίβουλο: «Γνώτε έθνη και ηττάσθε, ότι μεθ’ ημών ο Θεός» (Ησ. 8,9). Ο φλογερός μου Ιεράρχης Φλωρίνης, ο πατήρ Αυγουστίνος Καντιώτης βροντοφώναζε: «Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, να έχουμε σύμμαχό μας το Χριστό! Ας έρθουν να μας πολεμήσουν. Θα αγωνισθούμε, όπως οι πρόγονοί μας και θα νικήσουμε, δοξάζοντες Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα». Ναί, θα νικήσουμε, όταν δοξολογούμε την Αγία μας Τριάδα όχι όμως μόνο με λόγια, αλλά έμπρακτα, με την ίδια τη ζωή μας.
Εκτός, όμως, από το παράπονό μου, Ευρώπη μου, θέλω να εκφράσω και την οργή μου, για την ανάδελφη συμπεριφορά σου μιμούμενος τον Τίμιο Πρόδρομο του Χριστού μας, που κτυπώντας το χέρι στο πνευματικό τραπέζι του είπε: «Ουκ έξεστί σοι» (Μαρκ. στ΄ 18). Δεν σού επιτρέπεται να συμπεριφέρεσαι με τέτοιο ανίερο τρόπο. Δεν σού επιτρέπεται, Ευρώπη μου, να ταπεινώνεις έναν ολόκληρο λαό, για την ικανοποίηση των δικών σου ταπεινών ορέξεων. Δεν σού επιτρέπεται να οδηγείς στον αφανισμό ένα λαό, στον οποίο είσαι άμεσα υποχρεωμένη. Αν σε πειράζει η Ορθοδοξία του προσπάθησε να την προσεγγίσεις και όχι να γίνεσαι νέος Νέρωνας και διώκτης των ορθών παραδόσεων. Μη λησμονείς ότι «έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας» (Κολσ. γ΄ στ). Δεν φοβάσαι τους ανθρώπους, γιατί έχεις οικονομική υπεροχή και με αυτή καθηλώνεις τους πάντες. Δεν φοβάσαι, όμως, το Θεό; Σύνελθε και άλλαξε πορεία πλεύσεως, αναγνωρίζοντας την αδικία σου, την αγνωμοσύνη σου και την αχαριστία σου προς τους Έλληνες.

 πηγή

Σάββατο, Ιουνίου 27, 2015

Το μίσος των Δυτικών εναντίον μας oφείλεται ξεκάθαρα στο ασίγαστο μίσος τους εναντίον της Ορθόδοξης Ελληνικότητας.



Γράφει ο Φώτης Μιχαήλ

Σήμερα, 25 Ιουνίου 2015, γράφει το Βήμα: ’’Θρίλερ διαρκείας στις Βρυξέλλες με άγνωστο φινάλε’’.(1)

Τι είναι άραγε αυτό, που έχει μετατρέψει τις διαπραγματεύσεις σε θρίλερ και το φινάλε αυτών των διαπραγματεύσεων το έχει καταστήσει άγνωστο;

Είναι μονάχα τα νούμερα των δήθεν οφειλόμενων ποσών ή μήπως είναι κάτι άλλο, εντελώς άσχετο με τα μεγέθη τα καθαρώς οικονομικά;

Την ίδια απορία εξέφρασε χθες και ο Πρωθυπουργός μας, ο οποίος φανερά εκνευρισμένος δήλωσε τα εξής: ’’Είτε δεν θέλουν συμφωνία είτε εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα’’.(2)

Και γιατί άραγε να μην θέλουν συμφωνία; Και ποια είναι αυτά τα άδηλα συμφέροντά τους, εξ αιτίας των οποίων οδηγείται στον αφανισμό ένας ολόκληρος Λαός;

Η απάντηση είναι απλή και μάλιστα ιστορικά κατ’ επανάληψη βεβαιωμένη.

Ο παραλογισμός των δανειστών μας δεν οφείλεται ούτε στο μέγεθος των δήθεν οφειλομένων χρημάτων ούτε στην οποιαδήποτε δυσκαμψία των δικών μας πολιτικών εκπροσώπων.

Οφείλεται ξεκάθαρα στο ασίγαστο μίσος τους εναντίον της Ορθόδοξης Ελληνικότητας. Εναντίον της Ρωμηοσύνης.

Το μίσος των Δυτικών εναντίον μας, γράφει ο  Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, δεν είναι κάτι το καινοφανές.(3)

Αρχίζει από τα χρόνια της έβδομης Οικουμενικής Συνόδου (787 μ.Χ.) και οφείλεται όχι βέβαια σε αίτια οικονομικά, αλλά αποκλειστικά και μόνον  σε διαφορές καθαρά θεολογικές.

Αύριο να τους πούμε, ότι  αρνιόμαστε την Ορθοδοξία και γινόμαστε κι εμείς ένα μ’ εκείνους, να δείτε πώς θα λήξει  στα γρήγορα-γρήγορα  ο ’’οικονομικός μας Γολγοθάς’’ …
Είναι εντελώς αφελές να πιστεύουμε, ότι  τα καμώματα των ’’εταίρων και συμμάχων μας’’ έχουνε κίνητρα απλά και μόνον οικονομικού χαρακτήρα.Διότι το πρόβλημά τους το οικονομικό, σε σχέση με μας,το έλυσαν στα 1204, τότε που με τις ευλογίες του πάπα άρπαξαν όλα μας τα πλούτη από την Βασιλεύουσα και με τα λάφυρα εκείνα ίδρυσαν αμέσως τις πρώτες τους Τράπεζες, που τις θερμοπαρακαλάμε σήμερα να μας δανείσουν!!!
Επιτέλους θα πρέπει να καταλάβουμε, ότι το πρόβλημα των λεγόμενων δανειστών δεν είναι τα λεφτά. Είναι κάτι άλλο.
Μήπως για τα λεφτά –οι ίδιοι δανειστές- συνέτριψαν την Ορθόδοξη Σερβία;
Μήπως για τα λεφτά έβαλαν το χεράκι τους στην Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης; 
Ή μήπως για τα λεφτά κάνουν την ’’στρουθοκάμηλο’’ μπροστά στον επιχειρούμενο σήμερα αφανισμό της Ορθοδοξίας μας στην Μέση Ανατολή;
Μας μισούν θανάσιμα. Αυτό είναι όλο. Και δεν χάνουν ευκαιρία, να το αποδείχνουν κάθε τόσο και εμπράκτως.
Πάντως, τα γεγονότα βεβαιώνουν, ότι ακόμα και σήμερα οι απόγονοι του Καρλομάγνου συνεχίζουν και ζουν τον σκοτεινό Μεσαίωνα των παππούδων τους, ενώ εμείς ως Λαός,έστω και ανεπίγνωστα, κουτσά-στραβά κατορθώνουμε και πορευόμαστε πάνω στον δρόμο, που χάραξαν με την θυσία τους οι Νεομάρτυρες, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, οι Κολλυβάδες Πατέρες, οι Αντάρτες του Πόντου, τα παλληκάρια του Παύλου Μελά, οι φαντάροι του Δαβάκη, ο Σολωμός Σολωμού κ.ο.κ.
Η πολιτισμική μας υπεροχή έναντι της δυτικής συγκαλυμμένης βαρβαρότητας είναι ηλίου φαεινότερη και ως γνωστόν διεθνώς αναγνωρισμένη. Γι’ αυτό και δεν τους πιάνει ύπνος τους καημένους,  μέχρι να κατορθώσουν τον πλήρη αφανισμό μας, που ονειρεύονται.
Ξέρετε, όμως, τι έλεγαν οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι του αιμοσταγούς Κεμάλ, όταν κυνηγούσαν τους αντάρτες πάνω στα βουνά του Πόντου; Άνθρωποι, που φτάνουνε να θυσιάσουν ακόμα και τα παιδιά τους για την Ελευθερία και την Πίστη τους, ζάπι δεν γίνονται!!!...(4)
Αυτό και πολλά άλλα παρόμοια θα είχε υπ’ όψη του και οΜίκης Θεοδωράκης, ο οποίος σε προχθεσινή του συνέντευξη σε γερμανική εφημερίδα δήλωσε: ’’Όταν ασκείς πίεση σε έναν Λαό, τότε αυτός κάποτε ξεσηκώνεται’’.(5)
Και το μεγαλύτερο ξεσήκωμα, ως γνωστόν,δεν γίνεται μέσα στις πλατείες. Γίνεται πρώτα μέσα στις καρδιές μας και δεν είναι άλλο από την αφύπνιση την Πνευματική. Κάτι, που άρχισε ήδη να φαίνεται και που θα θεριέψει ακόμα περισσότερο, όσο η μετάνοιά μας θα γίνεται πιο ειλικρινής και πιο έμπρακτη .
Η κάθε έκβαση, λένε οι Πατέρες, είναι ζήτημα λειτουργίας των Πνευματικών Νόμων…
(1) www.tovima.gr/politics/article/?aid=716392
(2) http://www.efenpress.gr/2015/06/blog-post_493.html
(3) http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=307
 ‘’Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ ΑΛΛΑ ΖΗ’’, Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου.
’’…Τό μίσος αυτό εκδηλώθηκε ακόμη από την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο, η οποία θέσπισε την προσκύνηση των ιερών εικόνων και συνεχίσθηκε αργότερα. Η πολιτική των Φράγκων συνδέθηκε με μια θεολογία που ήταν αντίθετη με την θεολογία της ορθοδόξου Ανατολής’’.
(4) ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΦΑΝΗ ΜΑΛΚΙΔΗ ‘’Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ’’.
Για να μην αποκαλυφθούν οι αντάρτες και τα γυναικόπαιδα ’’…πολλά παιδιά, επειδή αι γυναίκες των δεν μπορούσαν να σταματήσουν τας φωνάς των παιδιών τους, τα σκότωσαν και τα άφησαν επί τόπου’’.  (ΧειμωνίδηςΕ.)
 ’’…ο στρατός, όταν είδε ότι δεν είμαστε εκεί επροχώρησαν μέχρι το λημέρι και το βρήκαν άδειο και ανέβηκαν ειςΜερτσιάνΛιθάρ, όπου βρήκαν τα έξι μικρά σκοτωμένα και αμέσως ειδοποίησαν τον Μέραρχονκαι ήλθαν επί τόπου. Και όταν είδε τα μικρά σφαγμένα διέταξε αμέσως τον στρατόν να φύγουν πίσω και να μαζευθούν όλοι στη Σάντα και εκείθεν να πάνε πίσω λέγων ότι οι άνθρωποι που σφάζουν τα παιδιά τους είναι αδύνατον να παισθούν και ως εκ τούτου είναι περιττόν να μείνωμεν…’’.  (Από το ημερολόγιο του Καπετάν Ευκλείδη Κουρτίδη)
(5) http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=716045

Κυριακή, Ιουνίου 14, 2015

Η μετά θάνατον ζωή - Κοίτα την πατρίδα

H-meta-thanaton-zwi%25C2%25ABSophia-Drekou-Nikos-Lygeros-poihsh-Kai-Logoi-%25CE%2586%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25BF%25CF%2582%2B%25CE%2599%25CE%25BF%25CF%2585%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25AF%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%2582-%25CE%25BF-%25CE%25A6%25CE%25B9%25CE%25BB%25CF%258C%25CF%2583%25CE%25BF%25CF%2586%25CE%25BF%25CF%2582%252C%25CE%258C%25CE%25BC%25CE%25B7%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2582

Η μετά θάνατον ζωή - Κοίτα την πατρίδα - Ν. Λυγερός
Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου

Κοίτα την πατρίδα

Κοίτα την πατρίδα και μπορείς να δεις τον Ελληνισμό
να παλεύει για την ελευθερία ενώ νόμιζες ότι πρόκειται 
για το τέλος του αφού δεν άκουγες για τα λόγια 
των φιλοσόφων εδώ και χρόνια παρά μόνο 
σε μερικές εκκλησίες όπου υπήρχαν 
ιερές εικόνες με τη μορφή τους.

Η μετά θάνατον ζωή

Για αιώνες, όλοι είχαν πιστέψει ότι ο Ελληνισμός είχε πεθάνει χωρίς να αμφισβητεί αυτό το γεγονός.

Στην πραγματικότητα, ο Ελληνισμός είχε μεταμορφωθεί κι είχε πάρει άλλη εμφάνιση για τους άλλους.

Μετά τη νίκη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχε γίνει ρωμιοσύνη για να επιβιώσει.

Αυτή η εξέλιξη έγινε αντιληπτή μόνο σε όσους την έζησαν.

Οι επόμενοι δεν κατάλαβαν ότι ήταν μία αλλαγή κύκλου της πολυκυκλικότητας.

Έτσι είχαν την εντύπωση ότι ο Ελληνισμός είχε πεθάνει.

Και η πίστη φαινόταν το μοναδικό μέσον της διατήρησης και της διάσωσης του Έθνους.

Έκαναν λάθος όμως.

Και αυτό δεν το είχαν προβλέψει.

Γιατί με την εμφάνιση μιας νέας θρησκείας απέκτησαν έναν εχθρό που δεν τον ενοχλούσε η χρήση της βαρβαρότητας.

Επίσης λόγω φόβου και εκφοβισμού, παρουσιάστηκε ένα νέο φαινόμενο.

Η αλλαξοπιστία.

Για τον Ελληνισμό αυτό δεν είχε νόημα.

Διότι πολύ απλά δεν μπορούσες να μην είσαι πια Έλληνας.

Εκτός βέβαια για όσους εξέταζαν μόνο και μόνο το πλαίσιο της θρησκείας.

Το έθνος δεν άλλαζε.

Ζούσε ήδη με τη διαχρονικότητά του.

Με το Βυζάντιο, όσοι δεν ήξεραν ότι αποτελούσε τη νέα συνέχεια του Ελληνισμού, θεμελίωσαν τις θέσεις τους αποκλειστικά πάνω στη θρησκεία.

Τότε άρχισαν άλλα προβλήματα.

·✬ . ✟. Βίντεο: Μονή των Φιλανθρωπηνών στο νησί των Ιωαννίνων, η αρχαιολόγος Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου αναλύει την ιστορία και την μεγάλη πνευματική και καλλιτεχνική αξία των τοιχογραφιών της Μονής.

19458) Κοίτα την πατρίδα. (ποίημα). Perfection 16 4 4/2015. 
19442) Η μετά θάνατον ζωή. Perfection 16 4 4/2015. En. The Afterlife.
το είδαμε εδώ

Κυριακή, Ιουνίου 07, 2015

Η ΖΩΝΤΑΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ


  

ellas-ekklhsia

Όταν οι Ιουδαίοι ηττήθησαν και απήχθησαν βιαίως στην Βαβυλώνα, η γη τους δεν ερημώθηκε τελείως. Έμειναν αρκετοί. Άλλοι απ’ αυτούς σκορπίσθηκαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντος και απετέλεσαν την Ιουδαϊκή διασπορά. Στο τέλος, στην γη των πατέρων τους έμειναν ελάχιστοι, το ‘λείμμα’.  Αυτοί οι ολίγοι τηρούσαν με πείσμα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Καίτοι ο Ναός του Σολομώντος είχε δηωθή. Καίτοι τα ιερά του σκεύη είχαν απαχθή. Καίτοι η Αγία Γη γέμισεν από αλλοφύλους και αλλοθρήσκους.
 Εδουλώθηκαν διοικητικώς  αλλά πνευματικώς έμειναν αδούλωτοι. Ποτέ δεν μετριόνταν. Αγνοούσαν πόσοι είναι. Ήξεραν ότι είναι λίγοι αλλ΄ αυτό δεν παρέλυε την θέλησί τους.
       Κάποτε, κάποιος εδώ [στη Πόλη] στην επαρχία όπου εκμετρώ το ζην, όπου ωσαύτως έχουμε μείνει ελάχιστοι, με ρώτησε: ‘Πόσοι είναι οι κάτοικοι της Αθήνας;’ ‘Εκατό με εκατόν πενήντα’ απήντησα. ‘Με  κοροϊδεύεις;’ ήταν η πρώτη αντίδρασις. ‘Δεν σε κοροϊδεύω καθόλου. Μπορεί να είναι πολλά εκατομμύρια, αλλά εγώ τόσους γνωρίζω. Οι υπόλοιποι είναι για μένα σαν να μην υπάρχουν’.
       Το ίδιο συμβαίνει και στη Πόλη. Αυτοί οι λίγοι, οι απροσδιόριστοι σε αριθμούς Ρωμηοί, ζουν σ’ ένα περιβάλλον πολυπληθές. Εγγίζει τα είκοσι εκατομμύρια. Και όμως αυτοί οι λίγοι υπάρχουν, ζουν, κινούνται σαν να μην υπάρχουν αυτά τα εκατομμύρια. Η Κωνσταντινούπολις είναι γι’ αυτούς ένα χωριό με δύο, τρεις χιλιάδες κατοίκους.  Κι αυτοί οι λίγοι ζουν σαν να είναι πολλοί. Με όλα τα έθιμά τους. Έχουν επίγνωση της ευγενούς καταγωγής των. Γνωρίζουν ότι οι ‘άγγλοι’ [άλλη ονομασία των ‘λεγάμενων’] βλέπουν τον κάθε Ρωμηό σαν γίγαντα. Γνωρίζουν ότι είναι από μια ράτσα ανθρώπων με δυνάμεις και διαστάσεις απεριόριστες.  Γι’ αυτό και οι ‘λεγάμενοι’ στέκονται με δέος, με σέβας θα μπορούσε να πη κανείς μπροστά τους.
       Συνάντησα στα νησιά μια Ρωσσίδα. Παντρεμένη με Ρωμηό αρχιμουσικό, εδώ και χρόνια πολλά. Χήρα τώρα αλλ΄ όχι και απαρηγόρητη. Τα ελληνικά της άψογα και καθαρώς πολίτικα. Έχει ‘λέγειν’ ραπτομηχανής και δη ηλεκτρικής. Μας μιλούσε για ώρα πολλήν για τους ‘άγγλους’ και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε για ποιούς μιλούσε. Αφού μας είπε πολλά κατέληξε [δηλαδή το ‘κατέληξε’ είναι τρόπος του λέγειν. Σφύριξε το καράβι και έπρεπε να βιαστούμε].. ‘Δεν θέλω να πηγαίνω στην Ελλάδα. Εκεί όλο Χριστό και Παναγία βρίζουν. Εδώ εσείς με το σεις και με το σας μας φέρονται’.
       Και πράγματι οι νουν έχοντες ΄΄λεγάμενοι” συμπεριφέρονται καλώς τους εναπομείναντες. Ίσως γιατί τους θεωρούν ακίνδυνους πια…και δεν είναι όλοι οι ”νουν έχοντες”. Θα ήθελα να μπω στο μυαλό ενός Τούρκου, ενός συγχρόνου, σοβαρού Τούρκου για να μάθω πώς σκέπτεται. Πώς αισθάνεται σε μια Πόλι όπου η ιστορία, μνημεία, κτίρια είναι όλα Ρωμαίικα. Αισθάνεται ντόπιος; Αισθάνεται ότι ο τόπος αυτός είναι δικός του; Αισθάνεται ιδιοκτήτης ή νοικάρης; Όχι να μου πη πώς σκέπτεται γιατί ξέρω καλά το τι θα μου πή. Θέλω να είμαι στο μυαλό του, ώστε να μη, μπορή να με ξεγελάση με ανατολίτικες διπλωματικές πονηριές.
       Πάντως εγώ περπατώντας στα σοκάκια του Beyoglu και του  Cihangir αισθάνομαι σαν να είμαι στην Ελλάδα. Σε μια συνοικία των Αθηνών όπου Αλβανοί, Βούλγαροι, Πακιστανοί, Κούρδοι και Μαύροι δίνουν άλλο χρώμα, εκτός από ελληνικό. Βλέπω παντού ελληνικές επιγραφές. Κυρίως εκεί που δεν φθάνουν για να τις αφανίσουν. Βλέπω χρονολογίες από Χριστού [έχει σημασία αυτό γιατί οι Τούρκοι χρησιμοποιούν την Εγείρα, 641 χρόνια μετά], του ΙΘ΄ αιώνος. Βλέπω πολυκατοικίες χτισμένες σε εποχή που στην Αθήνα τα διώροφα θεωρούνταν ουρανοξύστες. Περπατώ και αισθάνομαι ότι είμαι στον τόπο μου. Η γλώσσα άλλαξε. Η πίστις άλλαξε. Αλλά τα κτίρια μένουν. Κι αν ”οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών Αυτού αναγγέλλει το στερέωμα”. Δόξαν Ρωμηοσύνης και ποίησιν Ρωμηών αρχιτεκτόνων και μαστόρων αναγγέλλουν αυτά τα μεγαλοπρεπή οικοδομήματα.
       Όπως δεν είναι η Ακρόπολις που χαρακτηρίζει την Αθήνα, αλλ’ είναι και η Πλάκα, έτσι και την Πόλι δεν την χαρακτηρίζει μόνο η Αγία Σοφία ή τα κάστρα της, αλλά κι αυτές οι συνοικίες, αυτά τα κτίρια που αποπνέουν άρωμα Ρωμηοσύνης.
       Είναι αυτά τα κτίρια που χαμογελούν και αγάλλονται όταν βλέπουν κάποιο περαστικό να τ’ αποθαυμάζει και να τους μιλάη στη γλώσσα τους, στα ελληνικά. Είναι αυτά τα κτίρια που σε χαιρετούν εγκάρδια όταν κοντοστέκεσαι και τα δείχνεις με το δάχτυλο. Ήταν κι αυτό ρωμαίικο. Είναι αυτά τα κτίρια που κλαίνε όταν τα αντιπαρέρχεσαι, φεύγεις και χάνεσαι. Είσαι ο οικείος, ο δικός τους άνθρωπος. Είσαι αυτός που τα καταλαβαίνει. Αυτός που τον καταλαβαίνουν. Αν τα άψυχα είχαν ψυχή, στεναγμοί και δάκρυα θα έρρεαν από τα παράθυρα και τους εξώστες που δεν τα στολίζει πια βασιλικός και μαντζουράνα. Αυτοί οι ετοιμόρροποι τοίχοι δεν καταρρέουν γιατί περιμένουν τον ρωμηό τον μάστορα. Αυτές οι σαραβαλιασμένες πόρτες που χέρι στοργικό δεν τις έβαψε ποτέ από τότε..στέκουν ορθές και περιμένουν..Να έλθη ο νοικοκύρης. Να ‘ρθουν αυτοί που τα πονούσαν γιατί ήταν ο ιδρώτας τους, το αίμα τους, η ζωή τους. Παρακαλώ σας όταν περάσετε απ’ εκεί μη πείτε ότι οι νοικοκυραίοι δεν θα ξανάρθουν πια. Αφίστε να περιμένουν. Η προσμονή τα κρατάει όρθια.
       Αυτοί οι λίγοι δεν είναι οι κακομοίρηδες, αυτοί που δεν έφυγαν γιατί δεν μπορούσαν να φύγουν. Όχι! Οι περισσότεροι έμειναν γιατί δεν θέλησαν να φύγουν.. Στο προαύλιο του Πατριαρχικού ναού μια Πολίτισσα συζητεί με δυο κοπέλλες, πνευματικά μου τέκνα. Είναι κι αυτές ερωτευμένες με τη Πόλι. Λέγει λοιπόν η ελαφρώς ηλικιωμένη Πολίτισσα: ”Είδατε πώς κατήντησαν την Πόλι μας; Έπρεπε να την γνωρίζατε παληά, στις δόξες της. Εγώ είμαι απ’ εδώ. Εδώ γεννήθηκα, εδώ θα πεθάνω. Δεν έφυγα ποτέ απ’ εδώ. Ούτε που μ’ ενδιαφέρει να πάω πουθενά. Όταν με ρωτούν, δεν λέγω ότι είμαι Πολίτισσα, λέγω ότι είμαι Κωνσταντινουπολίτισσα. Κωνσταντινούπολις λέγεται η Πόλι μας. Ας λένε ότι θέλουν οι ΄λεγάμενοι’. Δεν λέγεται Ισταμπούλ. Κωνσταντινούπολις λέγεται”.
       Έχουν επίγνωσι αυτοί οι λίγοι. Έχουν πνευματική ταυτότητα.. Η συζήτησις στην Ρωμαίικη ψαροταβέρνα είχε ανάψει. Όσο να ψηθούν τα ψάρια. Τι σημαίνει Ρωμηός, τι Ρωμηοσύνη. Ποιοί είναι οι Ρωμηοί. Προσπαθούσα να βγάλω τους συνομιλητές μου απ’ τη στενότητα του ελλαδισμού. Αγωνιζόμουν να τους κάνω να καταλάβουν την Οικουμενικότητα της Ρωμηοσύνης. ”Και εμείς τί είμαστε;” επιμένει ο ελλαδικός. ΄΄Εμείς είμαστε Ρωμηοί, κάτοικοι της Ελλάδος. Και εφόσον είμαστε υπήκοοι αυτού του κράτους είμαστε, ή μάλλον λεγόμαστε και Έλληνες.” Ο ”Ρωμηός” έχει ευρύτερη έννοια από τον ΄΄Έλληνα”. Όπως ο Ρουμελιώτης ή ο Μωραΐτης είναι Έλληνας. Αλλά το ‘Ρουμελιώτης’ και το ‘Μωραΐτης’ είναι έννοιες στενότερες από το ‘Ελληνας’. ”Οι εδώ τί είναι;” ερωτά ο αεί επιμένων. ”Αυτοί εδώ είναι Ρωμηοί, το ίδιο με μας. Μόνο που έχουν τουρκικήν υπηκοότητα, εφ’ όσον μένουν εδώ”. Είμαστε όλοι το ίδιο. Ρωμηοί της Ελλάδος, Ρωμηοί της Κύπρου, Ρωμηοί της Πόλης. Δεν μπορούσε να καταλάβη. Εν τω μεταξύ έρχεται η πιατέλα με τα ψάρια. Ακούει ο εστιάτωρ τη συζήτησι. ‘Επεσε πάνω στην ερώτησι: ”Και ποιοί είναι οι Ρωμηοί”, απαντά ο εστιάτωρ αυτόκλητος: ”Εμείς είμαστε οι Ρωμηοί”. Η απάντησις εδόθη. Η συζήτησις τελείωσε. Primun edere, deide philosophare.
       Παρευρέθην σε δύο εκδηλώσεις: Η μία στα τέλη Φεβρουαρίου 2000. Στο Ελληνικό Προξενείο. Στο Πέραν. Ένα κτίριο του ΙΘ΄ αιώνος, πλήρως ανακαινισμένο, χάρμα οφθαλμών. Παλαιό μετόχι του Παναγίου Τάφου. Έχει μέσα παρεκκλήσιον του οσίου ημών Σάββα του Ηγιασμένου. Θα τιμούσαν την έξοδο από την υπηρεσία της γνωστής τοις πάσι διδασκαλίσσης Σουλτάνας Αμπατζή. Παρών ο Πατριάρχης, ιεράρχαι, λοιποί κληρικοί και το κυριώτερο, κόσμος πολύς. Κόσμος σοβαρός. Άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της Πόλης. Μέχρι στην σκάλα. Ομιλία του Προξένου, η ομιλία της τιμωμένης, η ομιλία του Πατριάρχου. Λόγια θερμά, ατμόσφαιρα ζεστή, άνθρωποι ζωντανοί, ανθοδέσμες, χαρά, συγκίνησις, δάκρυα, γέλια. ‘Ολα για τη δασκάλα που για πάνω από σαράντα χρόνια προσέφερε την καρδιά της, το είναι της, την ύπαρξί της για τα παιδιά της Ρωμηοσύνης. Για την γλώσσα, την πίστι, την ταυτότητα. Και μετά τα κεράσματα, ο μπουφές, τα παπιγιόν των γκαρσονιών. Τα αναψυκτικά, οι περιφερόμενοι [και αμέσως αδειάζοντες] δίσκοι. Χαιρετούρες, συστάσεις, χειροφιλήματα. Η Ρωμηοσύνη ζη και το χαίρεται…
        Η άλλη φορά ήταν στα Νοσοκομεία μας.  Στο Μπαλουκλή. Κυριακή των Μυροφόρων. Πρώτα Πατριαρχική και Συνοδική Θ. Λειτουργία στη Μονή. Μετά δεξίωσις. Τρισάγιον υπό του Πατριάρχου στο παρακείμενο κοιμητήρι. Κατόπιν στα Νοσοκομεία. Μια αίθουσα καινούργια, φρεσκαρισμένη ίσως, αλλά φαίνεται σαν καινούργια. Χωράει πάνω από τριακόσια άτομα. Τραπέζια, καρέκλες, τραπεζομάνδηλα. Τραπέζωμα πολυτελείας. Τα φαγητά ακόμη καλύτερα. Η ομογένεια παρούσα. Μια χαρμόσυνη αναστάσιμη ομήγυρις. Με ομιλίες, ευχές και..μπηχτές. Πώς θα ήταν ρωμαίικο πανηγύρι..  Διερωτώμαι: Πώς καταφέρνουν αυτοί οι άνθρωποι να διοργανώνουν τέτοιες συνεστιάσεις, να ξενίζουν τόσα άτομα και να σε κάνουν να ξεχνιέσαι ότι βρίσκεσαι σε τόπο πολλές φορές εχθρικό; Και τα γέλια, τα πειράγματα, τα αστεία είναι αυθόρμητα, γεμάτα ζωντάνια. Ζωντάνια που εκπλήσσει.  Τ’ ακούς γοργόνα;  Δεν σου είπα ψέματα..
       Νομίζω ότι την αγάπη του ”λείμματος” για την Πόλι του, όχι απλώς την Πόλι , την Πόλι ”του” εκφράζει κατά κάποιον μοναδικό τρόπον ένας γηραιός Μητροπολίτης του Θρόνου: ”Αρρώστησα βαρειά. Πήγα στην Αθήνα. Νοσηλεύθηκα σε Νοσοκομείο. Έφθασα μέχρι το θάνατο. Ένα μόνο σκεπτόμουν, ένα έλεγα στους συγγενείς μου. Για ένα προσευχόμουν. Να γυρίσω ζωντανός, να πεθάνω στη Πόλι, στην Πόλι μου”…
       Είχα μια ενδόμυχη επιθυμία. Να μπώ σε ρωμαίικο σπίτι. Δεν το είχα πει σε κανένα. Έλεγα εν εαυτώ: Θάρθη η ώρα που κι’ αυτό θα γίνη. Η επιθυμία μου αυτή δεν ήταν από περιέργεια. Ήθελα μόνον και μόνον να νοιώσω τη χαρά ότι υπάρχει στην Πόλι ρωμαίικο σπίτι. Ανοιχτό, πρόσχαρο, γεμάτο αισιοδοξία. Είχα δει σε βιβλία φωτογραφίες από κάποια ερείπια και κάποιες αχνές μορφές να κατοικούν μέσα σ’ αυτά. Είχα διαβάσει λεζάντες ”ο τελευταίος Ρωμηός ή Ρωμηά” και τα παρόμοια.  Μ’ αξίωσεν ο Θεός και μπήκα. Προσκεκλημένος. Δεν ξέρετε πόσο χάρηκα. Ήταν σαν να μπήκα στο Άγιο Βήμα. Ένα διαμέρισμα ολόφωτο. Με εικονοστάσι, με το καντήλι αναμμένο. Με ωραία κάδρα στους τοίχους από τα νησιά τα δικά μας, τα ελληνικά νησιά. Με γέλια, με κεράσματα, με καφεδάκι. Με τους αναπαυτικούς καναπέδες, με μπαλκονάκι γεμάτο λουλούδια. Στο τραπέζι του μπαλκονιού το πλεχτό, το κέντημα για τις ώρες της αναμονής. Του άντρα, του γιού. Η τηλεόρασι σε ειδήσεις ελληνικές. Μεγάλη ευλογία για τους ομογενείς. Ακούν την γλώσσα μας, μαθαίνουν τι γίνεται στον έξω κόσμο. Γελούν με τα παληά ελληνικά έργα. Με την Βασιλιάδου, τον Αυλωνίτη, τον Λογοθετίδη που ήταν και πατριώτης τους.  Η..θεία απ’ το Σικάγο γίνεται η δασκάλα της ελληνικής γλώσσης. Πού να το ήξερε η μακαρίτισσα..
        Τι κι αν στο πάνω πάτωμα μένει εβραϊκή οικογένεια; Τι κι αν στο κάτω πάτωμα μένουν Αρμένιοι; Τί κι αν στο διπλανό μένουν Τούρκοι; Μόλις με το ”καλώς ορίσατε, περάστε”, κλείνει και η πόρτα πίσω σου, όλα αλλάζουν, όλα ξεχνιούνται. Ζης, αναπνέεις άλλον αέρα. Αέρα ζείδωρο, ρωμαίικο.  Μεγάλη ευλογία να πιης καφέ σε σπίτι ρωμαίικο, εκεί στην καρδιά της Ρωμηοσύνης, στην Πόλι. Κι’ ακόμη όταν σε καλούν σε δείπνο. Με λακέρδα και γαράτα φτιαγμένα απ’ τον νοικοκύρη. Με γιαλαντζή ντολμάδες και σπανακόπιττα στο τέλος, για να φύγη το ψάρι’, φτιαγμένα απ’ την νοικοκυρά. Κι η τηλεόρασι να παίζει έργο με τον Λ. Κωνσταντάρα.  Σκέτη απόλαυσις.
       Έθιμα διατηρούνται πολλά. Βεβαίως όχι όλα. Ιδίως τα συλλογικά έθιμα, πανηγύρια, γλέντια, εξοχές και ξέφωτα. Διατηρούνται αυτά που δεν απαιτούν  ΄΄πολυκοσμία”…

                          ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΥΣ 1.830

        350.000. Τόσοι ήσαν κατά τους μετριωτέρους υπολογισμούς οι Ρωμηοί της Πόλης στις αρχές του εικοστού αιώνος. Και ήσαν τόσοι, όταν οι Τούρκοι ήσαν μόλις εξακόσιες χιλιάδες και οι υπόλοιποι, Αρμένιοι, Εβραίοι και Φραγκολεβαντίνοι εκατόν πενήντα χιλιάδες, όλοι μαζί. Τα χρόνια πέρασαν. Πέρασαν και οι δόξες. Πιέσεις, φόροι, στρατεύσεις, καταστροφές, απελάσεις. Φόβος και τρόμος έπεσε στην ομογένεια. Και συνεχώς αιμορραγούσε. Διαρκής συρρίκνωσις που άλλην όμοιά της η ιστορία δεν θα επιδείξη.
       Και εφέτος ήλθεν η είδησις. Εγράφη σε πολίτικες εφημερίδες που εκδίδονται στην Αθήνα: Οι ομογενείς στην Πόλι αριθμούνται σε 1.830. Δυσάρεστος η είδησις. Και την ώρα που ήλθε η εφημερίδα κρατούσα στα χέρια μου την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Διάβαζα το τελευταίο κεφάλαιό της. Την άμυνα της Ελλάδος απέναντι στον πανίσχυρο Άξονα. Γραμμή Μεταξά, οχυρά Ρούπελ. Απρίλιος του 1941. Η επίθεσις των Γερμανών ήτο λυσσαλέα. Αλλά και η άμυνα αποτελεσματική. Τέτοιαν άμυνα δεν την περίμεναν. Τα οχυρά ξερνούσαν φωτιά και σίδερο. Οι απώλειες μεγάλες. Η προέλασις καθυστερούσε. Οι Γερμανοί βιάζονταν να κάμψουν την αντίστασι. Να φθάσουν ως το Ταίναρο, ως την Κρήτη. Η Θεσσαλονίκη είχεν ήδη καταληφθή αλλ’ οι αμυνόμενοι στα οχυρά  συνέχιζαν απτόητοι την μάχη. Ώσπου η Γιουγκοσλαβία κατέρρευσε μέσα σε τρεις ημέρες. Τα οχυρά κυκλώθηκαν. Τα πυρομαχικά, τα τρόφιμα σώθηκαν. Και άρχισεν ένας άνισος αγώνας μέσα στις στοές, μέσα στα σκοτάδια, σώμα με σώμα. Οι λίγοι που απέμειναν αποκαμωμένοι από την  αϋπνία, νηστικοί, ψειριασμένοι, καταπληγωμένοι ,παραδόθηκαν. Και έκπληκτοι οι Γερμανοί αξιωματικοί είδαν να βγαίνουν απ’ τα οχυρά φαντάσματα. Και ήλθεν η διαταγή από το Βερολίνο: Τιμήστε αυτούς τους αγωνιστές. Τους πρέπει κάθε σεβασμός. Είναι ήρωες. Και έτσι αυτοί οι ηρωικοί μαχητές παρήλασαν με τον οπλισμό τους μπροστά στο γερμανικό σύνταγμα που απέδιδε τιμές.
       Συλλογίζομαι:  Σ’ αυτούς τους λίγους που απέμειναν στην Πόλι, σ’ αυτούς τους εκατόν πενήντα του Γηροκομείου, τους πενήντα του φρενοκομείου, σ’ αυτούς που μάχονται σε κάποια οχυρά, στο Κουρτουλούς, στο Τζιχανγκίρ, στον Άγιο Στέφανο και όπου αλλού, χωρίς βοήθεια ουδενός, χωρίς στοργή, χωρίς αγάπη, χωρίς συναίσθησι καθήκοντος, δεν τους πρέπει τιμή, δόξα, σεβασμός;
       Αν δεν μπορούμε να μιμηθούμε τον Χριστό μας γιατί τα πάθη μας μάς εμποδίζουν, ας μιμηθούμε τουλάχιστον εκείνους που απέδωσαν τιμές στους μαχητές του Ρούπελ!!

*[Αποσπάσματα από το βιβλίο  ”Μια γοργόνα στον Κεράτιο”, έκδοσις τρίτη. Του αρχιμ. Δοσιθέου, Ηγουμένου Ιεράς Μονής Τατάρνης Ευρυτανίας]

Πέμπτη, Μαΐου 28, 2015

Αφιέρωμα: Η Αλωση της Πόλης

Αφιέρωμα: Η Αλωση της Πόλης (α΄ μέρος)

Είναι ιστορία και μνήμη η ζωή μας. H μνήμη απαντά από πού ερχόμαστε. Τα γεγονότα που ιστορούνται συνεχίζουν έως την αιωνιότητα, την ύπαρξη της πατρίδας και την αθανασία των ανθρώπων της.
Αναπολώντας την εθνική μας μνήμη ας ανέλθουμε, ψηλά με τα φτερά της ιστορίας που μας μεταφέρει την διάρκεια του βίου των προγόνων μας, προβάλλει τις μορφές των συλλογικών τύπων τους, και εγκλείει τους μαγικούς τους μύθους μες απ΄ τους οποίους δυνατόν είναι να μεταπλάθεται αλληγορικά στο σήμερα και το αύριο η πορεία της γης μας και η ζωή των παιδιών της.
Μάιος 2014, 561 χρόνια από όταν η τελευταία πανσέληνος πλησίαζε τον τρούλο της Αγίας Σοφιάς. Οι Προφητείες έλεγαν πως όσον καιρό μεγαλώνει η σελήνη, η Πόλη δεν κινδυνεύει. Μα όταν αρχίσει να μικραίνει, μετά την πανσέληνο, τότε η πόλη θα πέσει.
23 Μαΐου 1453. Είναι η 52η μέρα από τις 57 της πολιορκίας της Πόλης (2 Απριλίου 1453 είχε αρχίσει η πολιορκία της από τον Μωάμεθ). Καθώς ο χρόνος γίνεται εικονικός, μορφοποιείται σε έναν ατέρμονα ορίζοντα μιας αράγιστης διάρκειας, ας εγερθούμε, κι ανυπόδητοι και καίγοντας την ψυχή μας στον βωμό της Βασιλεύουσας, και στην πολιορκημένη πόλη να προστρέξουμε που έχει ζητήσει βοήθεια και καρτερεί ενισχύσεις.
Οδηγοί μας, η γεγυμνωμένη συνείδησή μας, οι αυθεντικές πηγές της ιστορίας, οι χρονικογράφοι της Πολιορκίας αλλά και οι νεώτεροι ιστορικοί λόγοι, μα και της λογοτεχνίας οι εκφράσεις.
Μήπως πρέπει να απολογηθώ διότι για την Κωνσταντινούπολη πάλι θα μιλήσω; Αντιλέγω πως αυτό γίνεται καθ όσον η αντίστοιχη παράλληλη της εποχής εκείνης με την σήμερον ημέρα του Μάη μήνα είναι αλληγορική και πρώτιστα οροσήμαντη.
Πίσω επομένως στο 1453 σαν σήμερα, σαν χθες σ΄ εκείνο το πρωινό.
Το Μαγιάτικο φως σαν ένας μεγάλος ποταμός κατεβαίνει απροσμάχητο στην Επτάλοφη που άγρυπνη πάνω στο κάστρο της ψυχανεμίζεται, ξεκληρισμένη, εξουθενωμένη, την δραματική μοίρα της.
Οι βιγλάτορες από τα θαλασσινά τείχη διακρίνουν στην Προποντίδα να έρχεται μόνο του το μπριγκαντίνι, το μικρό εκείνο πολεμικό πλοίο που στις 3 Μαΐου έφυγε νύχτα από την αλυσίδα του Κεράτιου να πάει να ανταμώσει στο Αιγαίο τον στόλο της Δύσης, και να δώσει στον Ενετό Ναύαρχο Λοβέρδο το μήνυμα της Πόλης, «να έρθει γρήγορα... να βιαστεί γιατί κρατάμε ακόμα».
Στην αρχή μόλις το είδαν, νόμισαν πως ήταν προπομπός, πως ο στόλος της βοήθειας ακολουθούσε. Ομως γρήγορα κατάλαβαν πως ήταν μονάχο και το κυνηγούσαν τα Τούρκικα καράβια.
Το πλήρωμά του γενναίοι άντρες, που γύριζαν να πεθάνουν μαζί με τους άλλους στην Βασιλεύουσα, κατάφεραν, τραβώντας κουπιά σαν αλαλιασμένοι, να τους ξεφύγουν και να μπουν στον Κεράτιο κόλπο.
Από τα τείχη, αγωνιστές και πολίτες τους ζητωκραυγάζουν. Σαν άραξαν τρέχουν και αγκαλιάζουν εκείνους τους ναυτίλους, τους ανώνυμους έντιμους - που δεν υπέκυψαν στον πειρασμό να φύγουν και να σωθούν, παρά γύρισαν πίσω, στο χρέος τους, με βέβαιο κίνδυνο της ζωής τους.
Κι όταν οι πολιορκημένοι με λαχτάρα τους ρωτούν τι νέα φέρνουν, εκείνοι απαντούν.

- Η Βενετσιάνικη αρμάδα δεν βρίσκεται στην Ασπρη θάλασσα. Ηταν το μήνυμα του θανάτου ... Κι όταν αναγγείλανε στον Αυτοκράτορα πως «δεν συνάντησαν κανένα στόλο σ΄ όλο το αρχιπέλαγος, πως κατέβηκαν έως την Εύβοια, το Νεγρεπόντε, μα οι θάλασσες άδειες», «μήτε ιστίο μήτε κουπί...», πικρά κατάπικρα δάκρυα κύλησαν στο χαρακωμένο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου...
Αφιέρωμα: Η Αλωση της Πόλης (β΄ μέρος)


Ο Αυτοκράτορας δεν μπορούσε να πιστέψει πως το «Filioque», ακούστηκε μάταια μες στην Αγια-Σοφιά, δεν μπορούσε να δεχτεί πως τον άφησαν μόνο του οι Χριστιανοί του Δυτικού Κόσμου, πως τον εγκατέλειψαν αβοήθητο σε αυτή την κρίσιμη ώρα της πολιορκίας και του χαμού.

Δυστυχώς με απόγνωση βαριά έσκυψε το κεφάλι κοιτάζοντας γεμάτος αγωνία τον δρόμο, τον δύσβατο του Γολγοθά που θ΄ ανέβαιναν κάτω απ΄ το βαρύ φορτίο του Σταυρού η ανελέητη Βασιλεύουσα, αυτός και ο δύσμοιρος λαός του.

Ωστόσο όταν ανασήκωσε το κουρασμένο, το αγέρωχο πρόσωπό του, κοίταξε όλους τους αγγελιοφόρους, τους αξιωματούχους, τους διαλαλητές που θα ενημέρωναν τον λαό, τους κοίταξε βαθιά στα μάτια και με φωνή κομματιασμένη από τον πόνο αλλά αποφασιστική είπε:

- Τώρα η Πόλη μας μπορεί να ελπίζει πια μόνο στον Χριστό, στην Θεοτόκο και στον Αγιο Κωνσταντίνο, τον ιδρυτή της. Τώρα που καμιά Χριστιανική δύναμη δεν θα έλθει να μας βοηθήσει, θα συνεχίσουμε μόνοι τον αγώνα, εάν αυτή είναι και η δική σας θέληση...

Και πρόσθεσε πιο σιγά:

- Τώρα μόνο το θαύμα της πίστης μας μπορεί να μας σώσει... (Π. Λαμπαδαρίδου - Πόθου)
Τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τον σπαραγμό του. Κι όλων τα μάτια δάκρυσαν. Κι όλοι σιωπηρά συμφώνησαν μαζί του πως θα συνέχιζαν τον αγώνα. Μόνοι και εγκαταλελειμμένοι, όμως ορθοί ως το τέλος, αλύγιστοι. Με την πίστη ακλόνητη στο θαύμα.
Σε αυτήν την πίστη που είχε δικαιωθεί πολλές φορές μα που τώρα δοκιμαζόταν σκληρά, περισσότερο από κάθε άλλη εμπερίστατη και τραγική κατάσταση.
Την αυτή ημέρα έφιπποι Τούρκοι πρεσβευτές κρατώντας λευκές σημαίες, παρουσιάστηκαν μπροστά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ο πόλεμος σταμάτησε.
Αυτοί φώναζαν πως έχουν μήνυμα του Σουλτάνου προς τον Αυτοκράτορα και να τους αφήσουν να περάσουν. Είπαν μάλιστα - για να τους δοθεί η άδεια - πως Πρέσβης ήταν ο παλιός γνώριμος του Παλαιολόγου, Ισμαήλ Χάμζα Ισπεντιάρογλου, κυβερνήτης της Σινώπης.
Ο Κωνσταντίνος τον δέχτηκε σαν παλιό φίλο, στην αίθουσα των πολεμικών συμβουλίων του πύργου. Γύρω του βρίσκονταν οι εκπρόσωποι του λαού και της Εκκλησίας, οι σύμβουλοί του, οι στρατηγοί του, ο πρωτοστάτωρ, ο μεγάλος Δούκας (πρωθυπουργός) Λουκάς Νοταράς. Μάντευε το μήνυμα του Σουλτάνου ο Αυτοκράτορας, το μάντευε ο γενναίος, και προσπάθησε να αντλήσει όλη την δύναμη της υπερηφάνειας που οδηγεί στον έντιμο θάνατο, και από την άλλη, να ιδεί την ευθύνη του απέναντι στον λαό του, αυτή την μεγάλη ευθύνη που το βάρος της το ένιωθε στους ώμους του να τον συντρίβει.
Γιατί έπρεπε να δώσει στον Σουλτάνο την σωστή απάντηση, κι αυτή, το ήξερε από πριν ήταν μια και αδιάσειστη (θα γράψει η Μαρία Λαμπαδαρίδου - Πόθου, στο μυθιστόρημα «Πήραν την Πόλη πήραν την»).
- Μάθε, λεει ο Ισμαήλ στον Κωνσταντίνο, πως όλα είναι έτοιμα για το γενικό ρεσάλτο. Σου προτείνει ο Πατισάχ μας, κύριος και αφέντης ολόκληρου του κόσμου, να παραδώσεις την Πόλη και να φύγεις με τους άρχοντές σου και τον λαό σου, με τους υπηρέτες και τους αυλικούς σου, με τους ιερωμένους σου, να πάτε να ζήσετε όπου θέλετε...
Να πάρετε και τα υπάρχοντά σας όλα, τους θησαυρούς σας, το βιός σας. Ο αφέντης μου, ο Μεχμέτ, σας δίνει την ελευθερία και σας προτείνει ειρήνη... Και αν πάλι κάποιοι από τους κατοίκους θέλουνε να μείνουν, να είναι ήσυχοι πως κανείς δεν θα τους ενοχλήσει ποτέ. Ο αφέντης μου, ο Μεχμέτ, σου προσφέρει ακόμα ολόκληρο τον Μωριά, όπου μπορείς να πας κάτω από την δική σου κυριαρχία. (...)
Αν παρακούσεις θα πάρει την Πόλη με σπαθί του. Και τότε και εσύ θα χαθείς κι όλοι οι δικοί σου, καθώς και τα υπάρχοντα σας και σκλάβοι θα γίνουν όσοι την κατοικούν.
Σταμάτησε για λίγο ο Ισμαήλ, ο Πρεσβευτής, και πρόσθεσε:
- Σκέψου, Βασιλέα, πριν αποφασίσεις. Οι στρατιώτες σου έχουν κουραστεί να πολεμάνε και ο λαός σου να υπομένει. Τα τείχη σου γκρεμίζονται καθημερινά, σκέψου Βασιλέα.
Το είχε μαντέψει το μήνυμα ο Αυτοκράτορας. Γνώριζε την δόλια σκέψη του Σουλτάνου που στόχο είχε να εκπατρίσει τον λαό της Βασιλεύουσας, να τον εξορίσει ανέστιο και καταφρονεμένο στα Πέρατα του κόσμου και να φέρει δικούς επήλυδες (εποίκους) να κατοικήσουν την Πόλη.
Ωστόσο ο Παλαιολόγος δεν βιαζόταν να μιλήσει και να δώσει την απάντηση που την είχε έτοιμη από την πρώτη λέξη του Ισμαήλ. Σφίγγοντας την καρδιά του για να μην καταλάβουν τον πόνο του οι Πρέσβεις του Μεχμέτ γύρισε και κοίταξε έναν έναν τους δικούς του ανθρώπους που τον τριγύριζαν.
Οσο και αν ήταν αποφασισμένος για την απάντηση που περιείχε τιμημένη ζωή ή θάνατο δόξας και τιμής, ήθελε και την συγκατάθεση των άλλων. Επρεπε να μοιραστεί μαζί τους την ευθύνη και την απόφαση της τελικής πράξεως.
Και όλοι ένας ένας του έστειλαν το μήνυμα με τη ματιά τους πως ναι συμφωνούσαν με την απάντησή του που τη διάβασαν στο πρόσωπό του και του έγνεφαν πως δεν μπορούσε να είναι διαφορετική.
«Το δε την πόλην σοι δούναι, ουκ εμόν εστίν ουτ΄ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Αυτή είναι η άλλη έκφραση του: Μολών Λαβέ!
Δηλαδή: «Να σου παραδώσω τη Χριστιανική πολιτεία ούτε στο χέρι μου είναι, ούτε κανενός άλλου απ' όσοι την κατοικούν. Κοινή είναι η απόφασή μας να πεθάνουμε πολεμώντας» (Μετάφραση: Δ. Φωτιάδη από «Η Επανάσταση του 21»).
Αν τίποτα πια δεν μπορούσε να σώσει την Πόλη, το Βυζάντιο, αυτή οπωσδήποτε η απάντηση έσωζε την Τιμή του.
Κι ο Αλεξανδρινός μας ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης θα εκφράσει καίρια με το ποίημα «Θερμοπύλες» τον ηρωισμό και το μεγαλείο της τραγωδίας του Λεωνίδα κάθε εποχής:
«Τιμή σ΄ εκείνους όπου στη ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
(...)
και περισσότερη τιμή τους πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος
κι οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε»
Αφιέρωμα: Η Αλωση της Πόλης (γ΄ μέρος)


Οι παλιές προβλέψεις το έλεγαν:

«Η Πόλη που έχτισε ο γιος της Αγίας Ελένης, ο ισαπόστολος και Μέγας Κωνσταντίνος, θα ζήσει .1000 χρόνια. Και θα χαθεί, είχαν πει οι αστρολόγοι, όταν θα βασιλεύσει πάλι κάποιος Κωνσταντίνος, γιος κι αυτός μιας μάνας που θα ονομάζεται Ελένη. (σ. Ελένη Δραγάτση).

«Και τα τελευταία μεσάνυχτα της ύστατης αγωνίας θα αρχίσουν μετά την πανσέληνο του Μαΐου».

Το ΄λεγαν κι αυτό οι παλιές προφητείες. (Από Μαριάννας Κορομηλά: «Η ύστατη αγωνία της Βασιλεύουσας»)

Ωστόσο παρ΄ όλον ότι τα κακά σημεία και οι προβλέψεις νόμιζε κανείς πως έβγαιναν σωστές, η πίστη πως με τη βοήθεια του Θεού η Πόλη θα σωζόταν, καθώς αυτό επιβεβαιωνόταν με νίκες της απίστευτες στις αδιάκοπες επιθέσεις των πολιορκητών, ήταν βαθειά ριζωμένη στις ψυχές των πολιορκημένων.

Και για άλλη μια φορά στις 23 του Μάη το ίδιο βράδυ άρχισε από το εχθρικό στρατόπεδο ατελείωτο κανονίδι.
Το κάστρο χτυπιόταν από όλες τις μεριές και με το πυροβολικό και με το μεγάλο κανόνι του Ουρβάνου, το πρωτοποριακό της εποχής.
Ο Μωάμεθ είχε διατάξει γενική επίθεση. Ολοι πίστεψαν πως δεν θα βαστούσαν τα τείχη.
Αλλά το κάστρο πάλι βάσταξε. Η Πόλη πάλι σώθηκε ενισχύοντας την πίστη των πολιορκημένων στο λόγο που έλεγε ότι:
«Του πολέμου η νίκη και των θρόνων
η κατάλυση είναι έργο της Θείας Πρόνοιας».
Η Πόλη πάλι σώθηκε ωστόσο οι μέρες της είναι μετρημένες και η πανσέληνος ανατέλλει φωτίζοντας τα νυχτερινά τριαντάφυλλα που ανθίζουν στους κήπους της Βασιλεύουσας να υποδεχθούν το Θάνατο-Χάρο.
Στις 24 Μαΐου μαθεύτηκε ότι ο σουλτάνος αποφάσισε να επιτεθεί στις 29 του μήνα από ξηρά και από θάλασσα με όλες του τις δυνάμεις.
Ολοι οι στρατιωτικοί και πολιτικοί άρχοντες, ιερείς και λαός δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή να κάνουν αντιπερισπασμούς στον εχθρό και να επισκευάζουν τις νύχτες με κάθε μέσο τα τείχη που γκρεμίζονταν από τις κανονιές.
Στις 25 Μαΐου συνάχτηκαν στο παλάτι των Βλαχερνών οι άρχοντες κι ο κλήρος. Μερικοί, υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει σωτηρία για τη Βασιλεύουσα και πως πρέπει τουλάχιστον να φύγει ο αυτοκράτορας με το επιτελείο του και να σωθεί.
Μα εκείνος αρνιέται.
- Οχι δεν παρατάω το ποίμνιό μου, λέει με δάκρυα στα μάτια. Θα μείνω μαζί του και θα πεθάνω μαζί του.
(Αρχαίο σλαβικό χρονικό της πολιορκίας και της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, που εκδόθηκε το 1855 στην Πετρούπολη στην ρωσική γλώσσα, μας πληροφορεί πως ο Παλαιολόγος λιποθύμησε στο συμβούλιο αυτό, καθώς οι άρχοντες επιμένανε να φύγει ο Αυτοκράτορας)
Από το «Χρονικόν» της Αλωσης του βυζαντινού συγγραφέα Γεωργίου Φραντζή, ο οποίος υπήρξε επιστήθιος φίλος και σύμβουλος - πρωτοβεστιάριος του τελευταίου αυτοκράτορα των Ελλήνων Κ. Παλαιολόγου, μεταφέρουμε από το βιβλίο «η Πόλις εάλω» των εκδόσεων «Νέα Σύνορα - Λιβάνη», (σε μεταγλώττιση του κειμένου από Γ. Κουσουνέλο), αποσπάσματα από την τελευταία ομιλία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, καθόσον ενέχει αυτή θέση ιστορικού ντοκουμέντου και προς όλους μας παρακαταθήκη. Είναι - καθώς αυτή η ομιλία έγινε από τον Αυτοκράτορα - σαν μια ύστατη προσπάθεια μυστικής, υπέρτατης κοινωνίας με το λαό της Πόλης και τους υπερασπιστές της - τότε και πάντοτε.
Λέγει ο Φραντζής: «Ο Αυτοκράτορας στο οδυνηρό βράδυ της Δευτέρας, 28 Μαΐου, αφού συγκέντρωσε όλους τους άρχοντες, τους δήμαρχους, τους εκατόνταρχους και τους άλλους βαθμοφόρους του στρατού, είπε τα παρακάτω λόγια:
''Ευγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, ξέρετε όλοι πολύ καλά ότι έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας αποφάσισε να μας πιέσει ακόμη περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα που διαθέτει.
Θέλει να αρχίσει μια γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά και από τη θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι.
Γι΄ αυτό το λόγο σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι στους εχθρούς της πίστης μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δοξασμένης και λαμπρής πατρίδας μας, της μεγαλοπρεπέστατης και ευγενούς Βασιλεύουσας όλων των πόλεων.
Ξέρετε πολύ καλά, αδέλφια μου, ότι για τέσσερις λόγους είμαστε υποχρεωμένοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή.
Πρώτον, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερον, για την πατρίδα, τρίτον, για τον βασιλιά, τον αντιπρόσωπο του Κυρίου μας, και τέταρτον, για τους συγγενείς και τους φίλους μας.
Αν λοιπόν, αδέλφια μου, πρέπει να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για έναν από τους παραπάνω λόγους, τότε έχουμε υποχρέωση να πολεμάμε ακόμη σκληρότερα όταν πρόκειται και για τα τέσσερα μαζί, διαφορετικά θα χάσουμε τα πάντα. (...) Ο βάρβαρος σουλτάνος μας έχει αποκλείσει 57 μέρες τώρα με όλες τις δυνάμεις του και μας πολιορκεί μέρα νύχτα με κάθε μέσον που διαθέτει, αλλά καταφέραμε να τον αποκρούσουμε με τη βοήθεια του Κυρίου μας Χριστού που βλέπει τα πάντα. Μη δειλιάσετε λοιπόν αδέλφια μου. (...)
Ηρθε λοιπόν, αδέλφια μου, ο σουλτάνος, μας πολιόρκησε και έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του να μας καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την Πόλη που έχτισε ο αείμνηστος μεγάλος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος την αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο και Αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντα βοηθό και προστάτη της πατρίδας μας, που αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων, και καύχημα όλου του κόσμου''. (...)
Τελειώνοντας ο Αυτοκράτορας είπε:
''Δεν υπάρχει χρόνος για περισσότερα λόγια. Παραδίδω στα χέρια σας το ταπεινό μου σκήπτρο για να το φυλάξετε με αγάπη. Σας παρακαλώ να δείξετε αφοσίωση και υπακοή στους ανωτέρους σας (...) Να αγωνιστείτε όλοι σύμφωνα με το αξίωμά σας (...)
Να έχετε υπόψη σας ότι: (...) μας περιμένει στον ουρανό το αμάραντο στεφάνι και στη γη η αιώνια δόξα.
Ας πεθάνουμε όλοι για την πίστη του Χριστού και για την πατρίδα μας» απάντησε το ακροατήριο με μια φωνή''.
Τέλος ο Αυτοκράτορας πρόσθεσε ακόμη:
''Λοιπόν, αδέλφια και συμπολεμιστές μου, να είστε όλοι έτοιμοι το πρωί. Με τη δύναμη που μας δίνει ο Θεός και τη βοήθεια της Αγίας Τριάδας, στην οποία στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες, ας κάνουμε τους εχθρούς μας να φύγουν νικημένοι από την πόλη μας''».
Και στην ύστατη αντίσταση, μές στην πρώτη λάμψη της αυγής της 29ης Μαϊου 1453, έπεσε «άπαρτος» ο τελευταίος της Βασιλευούσης Πόλης Αυτοκράτορας, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ, φυλάσσοντας αιώνια τις Θερμοπύλες των δικαίων του Ελληνισμού.
* Τα κείμενα ήταν της Γεωργίας Κούτσαρη

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...