Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξομολόγηση και Μετάνοια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξομολόγηση και Μετάνοια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 14, 2014

Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι.

Δεν σε κατηγορώ ότι έκανες αμαρτίες πολλές και σοβαρές, όχι, άνθρωπος είσαι.

Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι.
 

Αυτό σε κατηγορώ.
 

Έπεσες; Στον πνευματικό.
 

Έπεσες; Στον πνευματικό, όλα στον πνευματικό.
Και η όσια Μαρία, πρώτα εξομολογήθηκε.

Πηγή:
 Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδοση .                                                                                                                            Ι.  Hσυχαστηρίου Hσυχαστηρίου                                                                               «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, Α’ έκδοση 2000.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 09, 2014

Ἐξομολόγηση, ἐξομολόγος, ἐξομολογούμενος


 
 


Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι θεοπαράδοτη ἐντολή καί ἀποτελεῖ ἕνα τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἐξομολόγηση δέν εἶναι μία τυπική, ἀπό συνήθεια «γιά τό καλό» καί λόγω τῶν ἐπικείμενων ἑορτῶν, βεβιασμένη καί πρόχειρη πράξη ἀπό ἕνα καί μόνο καθῆκον ἤ ὑποχρέωση καί πρός ψυχολογική ἐκτόνωση. Ἡ ἐξομολόγηση θά πρέπει νἄναι συνδυασμένη πάντοτε μέ τή μετάνοια. Μᾶς ἔλεγε Ἁγιορείτης Γέροντας: Πολλοί ἐξομολογοῦνται, λίγοι μετανοοῦν! (Αἰμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).

Ἡ μετάνοια εἶναι μία ἐλεύθερη, καλλιεργημένη, ἐσωτερική διεργασία ἐπιμελημένη, συντριβῆς καί λύπης, γιά τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό διά τῆς ἁμαρτίας. Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινή δέν συνδυάζεται μέ τήν ἀφόρητη θλίψη, τήν ὑπερβολική στενοχώρια καί τίς ἀδυσώπητες ἐνοχές. Τότε δέν εἶναι μᾶλλον εἰλικρινής μετάνοια, ἀλλά κρυφός ἐγωισμός, στραπατσάρισμα τοῦ «ἐγώ», θυμός μέ τόν ἑαυτό μας, πού ἐκδικεῖται γιατί ἐκτίθεται καί ντροπιάζεται καί δέν ἀνέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει ἀλλαγή νοῦ, νοοτροπίας, μεταβολισμός, ἐγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος τῆς ἁμαρτίας. Μετάνοια ἀκόμη σημαίνει ἀγάπη τῆς ἀρετῆς, καλοκαγαθία, ἐπιθυμία, προθυμία καί διάθεση σφοδρή ἐπανασυνδέσεως μέ τόν Χριστό διά τῆς Χάριτος τοῦ πανσθενουργοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μετάνοια ξεκινᾶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς, ὁλοκληρώνεται ὅμως ἀπαραίτητα στό μυστήριο τῆς θείας καί ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ὁ ἐξομολογούμενος ἐξομολογεῖται εἰλικρινά καί ταπεινά ἐνώπιον τοῦ ἐξομολόγου, ὡς ἐν προσώπῳ τοῦ Χριστοῦ. Κανένας ἐπιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δέν μπορεῖ ν' ἀντικαταστήσει τόν ἐξομολόγο. Καμία εἰκόνα, ἔστω καί ἡ πιό θαυματουργή, δέν μπορεῖ νά δώσει αὐτό πού δίνει τό πετραχήλι τοῦ ἐξομολόγου, τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Ὁ ἐξομολόγος ἀναλαμβάνει τόν ἐξομολογούμενο, τόν υἱοθετεῖ καί τόν ἀναγεννᾶ πνευματικά, γι' αὐτό καί ὀνομάζεται πνευματικός πατέρας. Ἡ πνευματική πατρότητα κανονικά εἶναι ἰσόβια, ἱερή καί δυνατή, δυνατότερη καί συγγενικοῦ δεσμοῦ. Ὁ πνευματικός τοκετός εἶναι ὀδυνηρός. Ὁ ἐξομολόγος μέ φόβο Θεοῦ «ὡς λόγον ἀποδώσων», γνώση, ταπείνωση καί ἀγάπη παρακολουθεῖ τόν ἀγώνα τοῦ ἐξομολογούμενου καί τόν χειραγωγεῖ διακριτικά στήν ἀνοδική πορεία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Ὁ ἐξομολόγος ἱερεύς ἔχει εἰδική εὐλογία ἀπό τόν ἐπίσκοπο γιά τό ἐξομολογητικό του ἔργο. Κανονικά ὅμως τό χάρισμα τοῦ «δεσμεῖν καί λύειν» ἁμαρτίες τό λαμβάνει μέ τή χειροτονία του εἰς πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἔτσι σημασία κύρια καί μεγάλη ἔχει ἡ ἐγκυρότητα καί ἡ κανονικότητα τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς διά τῶν ἐπισκόπων. Τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ὅπως καί ὅλα τ' ἅγια μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας τελεσιουργοῦνται καί χαριτώνουν τούς πιστούς ὄχι κατά τήν ἀξία, ἱκανότητα, ἐπιστημοσύνη, λογιοσύνη, εὐφράδεια, δραστηριότητα καί τέχνη τοῦ ἱερέως, ἀκόμη καί τήν ἀρετή καί ἁγιότητά του, ἀλλά τή διά τῆς κανονικότητος τῆς ἱερωσύνης καί τοῦ Τελεταρχικοῦ Παναγίου Πνεύματος. Οἱ τυχόν ἁμαρτίες τοῦ ἱερέως δέν ἐμποδίζουν τή θεία Χάρη τῶν μυστηρίων. Ἀλλοίμονο ἄν ἀμφιβάλλουμε ἄν κατά τήν ἀναξιότητα τοῦ ἱερέως τό ψωμί καί τό κρασί ἔγινε σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ κατά τή θεία Λειτουργία. Αὐτό βεβαίως δέν σημαίνει ὅτι ὁ ἱερεύς δέν θά πρέπει μόνιμα ν' ἀγωνίζεται γιά τήν καθαρότητά του. Ἔτσι δέν ὑπάρχουν καλοί καί κακοί ἐξομολόγοι. Ὅλοι οἱ ἐξομολόγοι τήν ἴδια ἄφεση δίνουν. Ἔχουμε ὅμως τό δικαίωμα ἐπιλογῆς τοῦ ἐξομολόγου. Μποροῦμε νά προστρέξουμε σέ αὐτόν πού ἀληθινά μᾶς ἀναπαύει. Δέν εἶναι σοβαρή ὅμως ἡ συνεχής ἀλλαγή ἐξομολόγου. Δέν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ὡριμότητα. Οὔτε ὅμως καί οἱ ἐξομολόγοι θά πρέπει νά στενοχωροῦνται παράφορα καί νά δημιουργοῦν μάλιστα καί προβλήματα ὅταν ἀναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ἴσως τοῦτο σημαίνει πώς ἦταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγῶς, δεμένοι μέ τό πρόσωπό του καί ὄχι μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, καί θεωροῦν τήν ἀναχώρηση προσβολή, μείωση, ὅτι δέν ὑπάρχει καλύτερος ἤ μία αἴσθηση ὅτι οἱ ἄλλοι μᾶς ἀνήκουν ἀποκλειστικά καί μποροῦμε νά τούς ἐξουσιάζουμε καί νά τούς φερόμαστε μάλιστα ἐξαναγκαστικά ὡς καταπιεσμένους καί ἀνελεύθερους ὑποτακτικούς. Εἴπαμε βέβαια πώς ὁ ἐξομολόγος εἶναι πνευματικός πατέρας καί ὁ πνευματικός τοκετός ἐνέχει ὀδύνη. Ἔτσι εἶναι φυσικό νά λυπᾶται γιά τήν ἀναχώρηση τοῦ υἱοῦ του. Προτιμότερο ὅμως εἶναι νά εὔχεται γιά τήν πνευματική του πρόοδο καί τή σύνδεσή του μέ τήν Ἐκκλησία, ἔστω καί παρά τήν ἀποσύνδεσή του ἀπό τόν ἴδιο. Νά εὔχεται καί ὄχι νά ἀπεύχεται.

Τό ἔργο τοῦ ἐξομολόγου δέν εἶναι μόνο ἡ ἁπλή ἀκρόαση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἐξομολογούμενου καί ἡ ἀνάγνωση στό τέλος τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς. Οὔτε πάλι περιορίζεται μόνο στήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως. Ὁ ἐξομολόγος σάν καλός πατέρας φροντίζει συνεχῶς τό τέκνο του, τό ἀκούει καί τό παρακολουθεῖ προσεκτικά, τό νουθετεῖ κατάλληλα, τό κατευθύνει εὐαγγελικά, τονίζει τά τάλαντά του, δέν τοῦ θέτει ὑπερβολικά βάρη, τό κανονίζει μέτρια ὅταν πρέπει, τό οἰκονομεῖ ὅταν ἀπογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεῖ, ἀποκάμνει, τό θεραπεύει ἀνάλογα, δέν τό ἀποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τόν ἀγώνα παθοκτονίας καί ἀρετοσυγκομιδῆς, μορφώνοντας στήν ψυχή του τήν ἀθάνατη Χριστό.

Ἡ ἀναπτυσσόμενη αὐτή πατρική καί υἱική σχέση ἐξομολόγου καί ἐξομολογουμένου δημιουργεῖ μία ἄνεση, ἐμπιστοσύνη, σεβασμό, ἱερότητα καί ἀνάταση. Ὁ ἐξομολογούμενος ἀνοίγει τήν καρδιά του στόν ἐξομολόγο καί τοῦ ἐκθέτει τά πιό κρύφια, τά πιό δόλια, τά πιό ἀκάθαρτα, ὅλα τά μυστικά του, πράξεις ἀπόκρυφες καί ἐπιθυμίες βλαβερές, ἀκόμη καί αὐτά πού δέν θέλει νά ὁμολογήσει στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό καί δέν λέει στόν πιό στενό συγγενὴ του καί τόν καλύτερο φίλο του. Ἔτσι ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει ἀπόλυτα νά σεβασθεῖ αὐτή τήν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη τοῦ ἐξομολογούμενου. Ἡ ἐμπιστοσύνη αὐτή ἐπαυξάνεται ὁπωσδήποτε καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ἐξομολόγος εἶναι αὐστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, ἀπό τούς θείους καί Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μέ τό ἀπόρρητο τῆς ἐξομολογήσεως.

Στήν ὀρθόδοξη ἐξομολογητική δέν ὑπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί ἡ πνευματική καθοδήγηση τῆς κάθε μοναδικῆς ψυχῆς γίνεται ἐξατομικευμένα. Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἀνεπανάληπτος, μέ ἰδιαίτερη ψυχοσύνθεση, ἄλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις καί δυνατότητες, ὅρια, ἐφέσεις, ἀντοχές, γνώσεις, ἀνάγκες καί διαθέσεις. Ὁ ἐξομολόγος μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή θεία φώτιση θά πρέπει νά διακρίνει ὄλ' αὐτά, ὥστε ν' ἀποφασίσει τί καλύτερα θά πρέπει νά χρησιμοποιήσει γιά νά βοηθήσει τόν ἐξομολογούμενο. Ἄλλοτε χρειάζεται ἡ ἐπιείκεια καί ἄλλοτε ἡ αὐστηρότητα. Δέν εἶναι γιά ὅλους πάντοτε τά ἴδια. Οὔτε ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει νἄναι πάντα αὐστηρός, ἔτσι μόνο γιά νά λέγεται αὐστηρός καί νά ἐκτιμᾶται. Οὔτε ὑπερβολικά ἐπιεικής, γιά νά προτιμᾶται καί νά λέγεται πνευματικός πατέρας πολλῶν. Χρειάζεται φόβος Θεοῦ, διάκριση, τιμιότητα, εἰλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση καί προσευχή.

Ἡ «οἰκονομία» δέν ἀπαιτεῖται ἀπό τόν ἐξομολογούμενο. Οὔτε εἶναι ὀρθό νά γίνει κανόνας ἀπό τόν ἐξομολόγο. Ἡ «οἰκονομία» θά πρέπει νά παραμείνει ἐξαίρεση. Ἡ «οἰκονομία» ἐπίσης θά πρέπει νά εἶναι πάντα πρός καιρόν (Ἀρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Ὅταν ἐκλείψουν οἱ λόγοι πού τήν ἐπιβάλλουν ἀσφαλῶς δέν θά πρέπει νά χρησιμοποιεῖται. Γιά τήν ἴδια ἁμαρτία μποροῦμε νά ἔχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους πρός ἀντιμετώπισή της.

Ὁ κανόνας δέν εἶναι πάντοτε ἀπαραίτητος. Ὁ κανόνας δέν εἶναι τιμωρία. Εἶναι παιδαγωγία. Ὁ κανόνας δέν τίθεται πρός ἱκανοποίηση τοῦ προσβληθέντος Θεοῦ καί ἐξιλέωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἐνώπιον τῆς Θείας δικαιοσύνης. Αὐτή εἶναι μιὰ καθαρά αἱρετική διδασκαλία. Ὁ κανόνας συνήθως τίθεται στήν ἀνώριμη μετάνοια, πρός συναίσθηση καί συνειδητοποίηση τοῦ μεγέθους τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία δέν εἶναι τόσο παράβαση τοῦ νόμου, ὅσο ἔλλειψη ἀγάπης στό Θεό. Ἀγάπα καί κᾶνε ὅ,τι θέλεις, ἔλεγε ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος.

Ὁ κανόνας τίθεται πρός ὁλοκλήρωση τῆς μετάνοιας τοῦ ἐξομολογούμενου, γι' αὐτό, καθώς ὀρθά λέγει ὁ π. Ἀθανάσιος Μετεωρίτης, ὅπως ὁ ἐξομολόγος δέν ἐπιτρέπεται νά κοινοποιεῖ τίς ἁμαρτίες τοῦ ἐξομολογουμένου, ἔτσι κι ὁ ἐξομολογούμενος δέν ἐπιτρέπεται νά κοινοποιεῖ στούς ἄλλους τόν κανόνα πού τοῦ ἔθεσε ἰδιαίτερα ὁ ἐξομολόγος, πού εἶναι συνισταμένη πολλῶν παραμέτρων.

Ὁ ἐξομολόγος λειτουργεῖ ὡς χορηγός τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατά τήν ὥρα τοῦ μυστηρίου δέν λειτουργεῖ ὡς ψυχολόγος καί ἐπιστήμονας. Λειτουργεῖ ὡς ἱερεύς, ὡς ἔμπειρος ἰατρός, ὡς φιλόστοργος πατέρας. Ἀκούγοντας τ' ἁμαρτήματα τοῦ ἐξομολογουμένου προσεύχεται νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά δώσει τό καλύτερο φάρμακο πρός θεραπεία, νά σφυγμομετρήσει τόν βαθμό καί τήν ποιότητα τῆς μετανοίας του. Ὁ ἐξομολόγος δέν στέκεται ἀπέναντι στόν ἐξομολογούμενο μέ περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, ὑπερβολική αὐστηρότητα, ἐξουσιαστικότητα καί ἀλαζονεία, ἀλλά οὔτε καί ἀδιάφορα, ἐπιπόλαια, ἀπρόσεκτα καί κουρασμένα. Ἡ ταπείνωση, ἡ ἀγάπη καί ἡ προσοχή τοῦ ἐξομολόγου θά βοηθήσει πολύ τόν ἐξομολογούμενο. Οὔτε ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει νά κάνει πολλές, περιττές καί ἀδιάκριτες ἐρωτήσεις. Ἰδιαίτερα θά πρέπει νά διακόπτει τίς λεπτομερεῖς περιγραφές διαφόρων ἁμαρτημάτων καί ἰδιαίτερα σαρκικῶν, ἀκόμη καί τίς ἀναφορές ὀνομάτων, ὥστε ν' ἀσφαλίζεται περισσότερο. Ὁ ἐξομολογούμενος πάλι δέν θά πρέπει νά φοβᾶται, νά δειλιάζει καί νά ντρέπεται, ἀλλά νά σέβεται, νά ἐμπιστεύεται, νά τιμᾶ καί νά εὐλαβεῖται τόν ἐξομολόγο. Αὐτό τό κλίμα πάντως τῆς ἱερότητος, ἀλληλοσεβασμοῦ καί ἐμπιστοσύνης κυρίως θά τό καλλιεργήσει, ἐμπνεύσει καί δημιουργήσει ὁ ἐξομολόγος.

 


Ἡ ἁγία μητέρα μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, εἶναι ἕνα ἀπέραντο θεραπευτήριο, ἀποθεραπείας τῶν ἀσθενῶν ἁμαρτωλῶν πιστῶν, ἀπό τά τραύματα, τίς πληγές καί τίς ἀσθένειες τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθογόνων δαιμόνων καί τῶν ἰοβόλων δαιμονικῶν παγίδων καί ἐπηρειῶν τῶν δαιμονοκινήτων παθῶν.

Ἡ Ἐκκλησία μας δέν εἶναι παράρτημα τοῦ ὑπουργείου κοινωνικῆς προνοίας, οὔτε συναγωνίζεται νά ξεπεράσει τούς διάφορους συλλόγους κοινωνικῆς εὐποιΐας, δίχως διόλου ν' ἀρνεῖται τό σπουδαῖο καί ἀγαθό αὐτό ἔργο καί νά μή τό ἐπιτελεῖ πλούσια, ἐπαινετά καί θαυμάσια, ἀλλά κυρίως εἶναι ἡ χορηγός νοήματος τῆς ζωῆς, λυτρώσεως καί σωτηρίας τῶν πιστῶν «ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν» διά τῆς συμμετοχῆς τους στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Τό πετραχήλι τοῦ Ἱερέως εἶναι πλάνη, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, πού λειαίνει καί ἰσιάζει τούς ἀνθρώπους, εἶναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας καί ὄχι μιστρὶ ἐργασιομανίας ἤ σύμβολο ἐξουσίας. Εἶναι ὑπηρετική ποδιά διακονίας τῶν ἀνθρώπων πρός θεραπεία καί σωτηρία.

Ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ τόν ἱερέα γιά τή συγχώρηση τοῦ πλάσματός του. Τό λέγει χαρακτηριστικά ἡ εὐχή: «Ὁ Θεός συγχωρῆσαι σοι δι' ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ πάντα, καί ἐν τῷ νῦν αἰώνι καί ἐν τῷ μέλλοντι. καί ἀκατάκριτόν σε παραστῆσαι ἐν τῷ φοβερῶ αὐτοῦ Βήματι. περί δέ τῶν ἑξαγορευθέντων ἐγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα ἔχων, πορεύου εἰς εἰρήνην». Ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες θά βαραίνουν τόν ἄνθρωπο καί στόν μέλλοντα αἰώνα. Ἐξομολογημένες ἁμαρτίες δέν ἐξομολογοῦνται. Εἶναι σάν νά μή πιστεύει κανείς στήν χάρη τοῦ μυστηρίου. Ὁ Θεός τά γνωρίζει, ἀλλά θά πρέπει πρός ἄφεση, ταπείνωση καί ἴαση νά ἑξαγορευθοῦν. Ἡ ἐνίοτε ἐπιτίμηση ἁμαρτιῶν δέν ἀναιρεῖ τήν ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀποτελεῖ παιδαγωγική ἐπίσκεψη πρός καλύτερη συναίσθηση τῶν πταισμάτων.

Κατά τόν ὅσιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη «ἡ ἐξομολόγησις εἶναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις τῶν πονηρῶν ἔργων καί λόγων καί λογισμῶν, κατανυκτική, κατηγορητική, εὐθεία, χωρίς ἐντροπήν, ἀποφασιστική, πρός νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ὁ θεοφόρος ὅσιος εὐσύνοπτα, μεστά καί σημαντικά ἀναφέρει πώς ἡ ἐξομολόγηση πρέπει νά γίνεται θεληματικά, ἐλεύθερα, ἀβίαστα, ἀνεξανάγκαστα, δίχως ὁ ἐξομολόγος ν' ἄγχεται νά ἐκμαιεύσει τήν ὁμολογία τοῦ ἐξομολογουμένου. Μέ κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή τῆς λύπης πού προκάλεσε εἰλικρινά μέ τήν ἁμαρτία στόν Θεό. Ὄχι συναισθηματικά, ὑποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια πού σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος τῆς ἁμαρτίας, ἀγάπη τῆς ἀρετῆς, ἐπίγνωση εὐγνωμοσύνης στόν Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει ὑπεύθυνη ἐξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, ὑπεκφυγές, στρεψοδικίες, ἀνευθυνότητες καί μεταθέσεις, μέ εἰλικρινῆ αὐτομεμψία καί γνήσια αὐτοεξουθένωση, πού φέρει τή χαρμολύπη καί τό χαροποιό πένθος τῆς Ἐκκλησίας. Εὐθεία σημαίνει ἐξομολόγηση μέ κάθε εἰλικρίνεια, εὐθύτητα καί ἀκρίβεια, ἀνδρεία καί θάρρος, αὐστηρότητα καί γενναιότητα. Συμβαίνει ἀκόμη καί τήν ὥρα αὐτή ὁ ἄνθρωπος νά μή παραδέχεται τήν ἥττα του, τήν πτώση καί τήν ἀδυναμία του καί μέ ὡραιολογίες καί μακρυλογίες νά μεταθέτει τά ποσοστά εὐθύνης του, μέ περιστροφές καί μισόλογα, κατηγορώντας καί τούς ἄλλους, προκειμένου νά φυλάξει ἀκόμη καί τώρα ἀτσαλάκωτο τό ἐγώ του. Χωρίς ἐντροπή ἐξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση τοῦ πραγματικοῦ οἰκτροῦ ἑαυτοῦ μας. Ἡ ντροπή εἶναι καλή πρό τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι μετά καί μπροστά στόν ἐξομολόγο. Ἡ πρό τοῦ ἐξομολόγου ντροπή λέγουν θά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή ντροπή στήν ἔσχατη κρίση, ἀφοῦ ὅ,τι συγχωρήσει ὁ ἐξομολόγος δέν θά ξανακριθεῖ. Ἀποφασιστική ἐξομολόγηση σημαίνει νά εἶναι καθαρή, συγκεκριμένη, εἰλικρινής καί μέ τήν ἀπόφαση νά μή ἐπαναλάβει τά ἐξομολογηθέντα ἁμαρτήματα ὁ πιστός. Ἀκόμη ἡ ἐξομολόγηση θά πρέπει νά εἶναι συνεχής, ὥστε τά φιλεπίστροφα, κατά τόν ὅσιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, πάθη νά μή ἰσχυροποιοῦνται, ἀλλά ἀντίθετα σύντομα νά θεραπεύονται. Ἔτσι δέν λησμονοῦνται οἱ ἁμαρτίες, ὑπάρχει τακτικός ἔλεγχος, αὐτοπαρατήρηση, αὐτοέλεγχος, αὐτογνωσία καί αὐτομεμψία, δέν ἐγκαταλείπει ἡ Θεία Χάρη καί οἱ δαιμονικές παγίδες συντρίβονται εὐκολότερα καί ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δέν εἶναι φοβερή καί τρομακτική.

Συμβαίνει συχνά-πυκνά καί τ' ὁμολογοῦμε μέ πολύ πόνο καί περισσή ἀγάπη τό κήρυγμα νά μήν εἶναι τόσο ὀρθόδοξο. Δηλαδή νά ἐξαντλεῖται σ' ἕνα ἀκόμη σχολιασμό τῆς φθηνῆς ἐπικαιρότητος καί νά μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ὁ ἱερός ἄμβωνας σέ τηλεοπτικό «παράθυρο», ὅπου λέμε καί ἐμεῖς τή γνώμη μας γιά τά τρέχοντα καί συμβαίνοντα. Ὅμως τ' ὀρθόδοξο κήρυγμα κυρίως εἶναι ἐκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, ἁγιολογικό καί ψυχωφελές. Τό κήρυγμα τῆς μετανοίας ἀπό τῶν Προφητῶν, τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί πάντων τῶν ἁγίων παραμένει λίαν ἐπίκαιρο καί ἀναγκαῖο. Βασική προϋπόθεση τῆς μετοχῆς στ' ἅγια μυστήρια καί τῆς ἀνοδικῆς πνευματικῆς πορείας εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Καθαρότητα ἀπό τήν ποικίλη ἁμαρτία, τό πνεῦμα τῆς ἀπληστίας καί τῆς εὐδαιμονίας τῆς σύγχρονης ὑπερκαταναλωτικῆς κοινωνίας, τό πνεῦμα τῆς ἀντίθεης ὑπερηφάνειας ἑνός κόσμου ναρκισσευομένου, ἀτομικιστικοῦ, ἀταπείνωτου, ἀφιλάνθρωπου, ὑπερφίαλου καί παράδοξου, τό δαιμονικό πνεῦμα τῶν πονηρῶν λογισμῶν, τῶν φαντασιῶν καί φαντασιώσεων, τῶν καχυποψιῶν καί ζηλοφθονιῶν, τῶν ἀκαθάρτων καί σκοτεινῶν.

Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, στίς ἀδελφικές σχέσεις, τίς συζυγίες, τίς συναδελφικές ὑποχρεώσεις, τίς φιλίες, τίς συζητήσεις, τίς σκέψεις, τίς ἐπιθυμίες, τίς ἱερατικές κλήσεις. Τά λεγόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως ξέπεσαν σέ ρυπογόνες ἑστίες. Λησμονήθηκε ἡ νηπτική ἐγρήγορση, ἡ ἀσκητική νηφαλιότητα, ἡ παραδοσιακή ὀλιγάρκεια, ἁπλότητα καί λεβεντιά. Ἔτσι μολύνεται τό λογιστικό τῆς ψυχῆς, διεγείρεται στήν ἀπληστία τό ἐπιθυμητικό καί ἀμβλύνεται σοβαρά τό βουλητικό, ὥστε ἀδύναμος ὁ ἄνθρωπος νά παρασύρεται στό κακό δίχως φραγμό καί ὅρια.

Ἐπικρατεῖ ἡ αὐτοδικαίωση, ἡ δικαιολόγηση τῶν παθῶν, ἡ ὡραιοποίηση τῆς ἁμαρτίας, ἡ κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικῶν ἐρεισμάτων. Θεωρεῖται μείωση, ἀδυναμία καί λάθος ἡ παραδοχή τοῦ λάθους, ἡ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης καί ἡ ταπεινή ἀποδοχή τοῦ σφάλματος. Ἡ συνεχής δικαιολόγηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἐπιμελημένη μετάθεση εὐθυνῶν δημιουργοῦν ἕνα ἄνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο καί ἐγωπαθῆ, ἐμπαιζόμενο ἀπό τόν δαίμονα, αἰχμαλωτιζόμενο ἀπό αὐτόν στ' ἄφωτα δίχτυά του.

Κυριαρχεῖ ἕνας ἀνόητος ὀρθολογισμός, ὁ ὁποῖος ἐπιλέγει εὐαγγελικές ἀρετές καί συνοδικούς κανόνες, κατά τήν ἀρέσκεια, προτίμηση καί εὐκολία, σέ σοβαρά θέματα νηστειῶν, ἐγκράτειας, τεκνογονίας, ἤθους, σεμνότητος, αἰδοῦς, τιμιότητος καί ἀκριβείας.

Κατόπιν ὅλων τούτων, τά ὁποῖα δέν νομίζω ὅτι ὑπερβάλλουμε, θεωροῦμε ὅτι οἱ ἐξομολόγοι δέν ἔχουν εὔκολο ἔργο. Δέν ἀρκεῖ πλέον ἡ χειραγωγία στή μετάνοια καί ἡ καλλιέργεια τῆς ταπεινώσεως, ἀλλά χρειάζεται τό ποίμνιο κατήχηση, ἐπαναευαγγελισμό, κατάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό πρός ἀπόκτηση ἰσχυρῶν ἀντισωμάτων. Ἀπαραίτητη ἡ ἀντίσταση, ἀντίδραση καί ἀντιμετώπιση τοῦ σφοδροῦ ρεύματος τῆς ἀποϊεροποιήσεως, τῆς ἐκκοσμικεύσεως, τοῦ ἀποηρωισμοῦ, τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, τοῦ πλουτισμοῦ καί κορεσμοῦ. Ἰδιαιτέρως προσοχῆς, διδαχῆς καί ἀγάπης ἔχουν ἀνάγκη οἱ νέοι, πού ἡ ἀγωγή δέν τούς βοηθᾶ νά συνειδητοποιήσουν τό νόημα καί τό σκοπό τῆς ζωῆς, τό κενό, τό ἄκοσμο, τό ἄνομο, τό ἄφωτο τῆς ἁμαρτίας.

Σοβαρό πρόβλημα ἀποτελεῖ ἀκόμη καί γιά τούς χριστιανούς μας ἡ ἀγχώδης συχνά ἀναζήτηση μιᾶς ἄκοπης, ἄμοχθης καί ἄλυπης ζωῆς. Ἀναζητοῦμε Κυρηναίους. Δέν ἀποδεχόμεθα τήν ἄρση τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ. Δέν γνωρίζουμε τό βάθος καί τό εὖρος τοῦ σταυροῦ. Προσκυνοῦμε τόν σταυρό στήν ἐκκλησία, κάνουμε τόν σταυρό μας, ἀλλά δέν ἀσπαζόμαστε τόν προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ἕνα ἀσταύρωτο Χριστιανισμό. Δέν ὑπάρχει ὅμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.

Τιμᾶμε τούς μάρτυρες καί τούς ὁσίους, ἀλλά δέν θέλουμε ἐμεῖς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στή νηστεία, δυσανασχετοῦμε στήν ἀσθένεια, δέν ἀνεχόμαστε πικρό λόγο, ἀκόμη καί ὅταν φταῖμε, ὁπότε πῶς νά ὑπομένουμε ἀδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό καί ἐξορία, ὅπως οἱ ἅγιοί μας; Εἶναι γεγονός ἀδιαμφισβήτητο πώς τό σύγχρονο κοσμικό πνεῦμα τῆς εὐκολίας, τῆς ἀνέσεως καί τοῦ ὑπερκαταναλωτισμοῦ ἔχει ἐπηρεάσει ἰσχυρά τό μέτρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Θέλουμε γενικά ἕνα ἀντιασκητικό Χριστιανισμό. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως βάση ἔχει τό ἀσκητικό Εὐαγγέλιο.

Ἕνα ἄλλο μεγάλο πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ νοσηρή καί ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀνθρώπου στή λογική, τή διάνοια, τή γνώση καί τήν κρίση του. Πρόκειται γιά τόν παχυλό καί κουραστικό ἐν τέλει ὀρθολογισμό. Ἡ νηπτική ὀρθόδοξη θεολογία μᾶς διδάσκει τό νοῦ νά τόν ἔχουμε ἐργαλεῖο καί νά τόν κατεβάσουμε στήν καρδιά. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν καλλιεργεῖ καί παράγει διανοούμενους. Γιά μᾶς ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι φιλοσοφική νοοτροπία, ἀλλά μιὰ καθαρά ἁμαρτητική βιοθεωρία, μιὰ μορφή ἀθεΐας, ἀφοῦ ἀντιβαίνει στήν ἐντολή τῆς πίστεως, τῆς ἐλπίδος, τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐμπιστοσύνης στόν Θεό. Ὁ ὀρθολογιστής κρίνει τά πάντα μέ τήν κρισάρα τοῦ μυαλοῦ, μόνο μέ τόν πεπερασμένο νοῦ του, κέντρο εἶναι ὁ ἐαυτός του καί τό κυρίαρχο ἐγώ του καί δέν ἐμπιστεύεται τή θεία Πρόνοια, τή θεία Χάρη καί θεία Βοήθεια στή ζωή του.

Θεωρώντας συχνά τόν ἑαυτό του ἀλάνθαστο ὁ ὀρθολογιστής δέν ἐπιτρέπει στόν Θεό νά ἐπέμβει στή ζωή του καί νά τόν κρίνει. Ἔτσι δέν θεωρεῖ ὅτι ἔχει ἀνάγκη ἐξομολογήσεως. Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὅμως λέγει πώς τό νά νομίζει κάποιος πώς δέν ἔπεσε σέ ἁμαρτήματα, αὐτό εἶναι ἡ πιό μεγάλη πτώση καί πλάνη καί τό πιό μεγάλο ἁμάρτημα. Παρασυρμένοι ὁρισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλοῦν γι' ἀστοχία καί ὄχι γιά ἁμαρτία, θέλοντας ν' ἀμβλύνουν τή φυσική διαμαρτυρία τῆς συνειδήσεως. Ἡ αὐτάρκεια ὁρισμένων ἐκκλησιαζομένων καί νηστευόντων χριστιανῶν κρύβει ἐνίοτε ἕνα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ὅτι δέν εἶναι ὅπως οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων καί ὡς ἐκ τούτου δέν χρήζουν ἐξομολογήσεως.

Κατά τούς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τό μεγαλύτερο κακό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ μητέρα ὅλων τῶν παθῶν κατά τόν ὅσιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Πρόκειται γιά πολύτεκνη μητέρα μέ πρῶτες θυγατέρες τήν κενοδοξία καί τήν αὐτοδικαίωση. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μιὰ μορφή ἄρνησης Θεοῦ, εἶναι ἐφεύρεση τῶν πονηρῶν δαιμόνων, ἀποτέλεσμα πολλῶν κολακειῶν καί ἐπαίνων, πού ἐπιφέρει τήν ἐξουδένωση καί ἐξουθένωση τῶν ἀνθρώπων, τή θεομίσητη κατάκριση, τόν θυμό, τήν ὀργή, τήν ὑποκρισία, τήν ἀσπλαχνία, τή μισανθρωπία, τή βλασφημία. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἕνα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό καί δυσθεράπευτο. Ἡ ὑπερηφάνεια ἐπίσης εἶναι πολυδύναμη καί πολυπρόσωπη. Ἐκδηλώνεται ὡς ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οἴηση, ἀλαζονεία, ὑπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ἰταμότητα, ἔπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία καί φιλονικία. Ἀκόμη ὡς αὐταρέσκεια, προσωποληψία, αὐθάδεια, ἀναίδεια, παρρησία, ἀναλγησία, ἀντιλογία, ἰσχυρογνωμοσύνη, ἀνυπακοή, εἰρωνεία, πεῖσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία καί ὑπερευαισθησία. Ἡ ὑπερηφάνεια τελικά ὁδηγεῖ στήν ἀμετανοησία.

 


Ὄργανο τῆς ὑπερηφάνειας συχνά γίνεται ἡ γλώσσα. Μέ τήν ἀργολογία, τή φλυαρία, τήν πολυλογία, τό κουτσομπολιό, τή μωρολογία, τή ματαιολογία, τήν ἀνειλικρίνεια, τήν ἀδιακρισία, τή διγλωσσία, τή διπλωματία, τήν εὐτραπελία, τήν προσποίηση καί τόν ἐμπαιγμό.

Ἀπό τά ἑπτά θανάσιμα ἁμαρτήματα προέρχονται πολλά ἄλλα πάθη. Ἀφοῦ ἀναφέραμε τά τῆς ὑπερηφάνειας, ἐρχόμαστε στή φιλαργυρία, πού γεννᾶ τή φιλοχρηματία, τήν πλεονεξία, τήν ἀπληστία, τήν τσιγγουνιά, τήν ἀνελεημοσύνη, τή σκληροκαρδία, τήν ἀπάτη, τήν τοκογλυφία, τήν ἀδικία, τή δολιότητα, τή σιμωνία, τή δωροληψία, τόν τζόγο. Ἡ πορνεία ἔχει μύριες ἐκφάνσεις ὅπως ὁ φθόνος μέ τίς ὕπουλες καί πονηρές κακίες του, ἡ ἀχόρταγη γαστριμαργία, ὁ θυμός καί ἡ ὕποπτη ἀκηδία καί ἀμέλεια.

Ἰδιαιτέρως προσοχῆς χρήζουν πολλά ἀνορθόδοξα στοιχεῖα στήν οἰκογενειακή ζωή καί φρονοῦμε πώς θά πρέπει νά θεαθοῦν προσεκτικά ἀπό ἐξομολόγους καί ἐξομολογουμένους. Ἡ ἀποφυγή τῆς τεκνογονίας, ἡ εἰδωλοποίηση τῶν τέκνων, θεωρούμενα προέκταση τοῦ ἐγώ τῶν γονέων, ὑπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχῶς καί ἐξουσιαζόμενα βάναυσα. Ὁ γάμος εἶναι στίβος ταπεινώσεως, ἀλληλοπεριχωρήσεως καί ἀλληλοσεβασμοῦ καί ὄχι παράλληλη ὅδευση δύο ἐγωισμῶν, παρά τήν ἰσόβια σύζευξη καί συνύπαρξη. Χορεύει ὁ δαίμονας ὅταν δέν ὑπάρχει συγχώρεση στίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καί τά καθημερινά σφάλματα. Οἱ γονεῖς θά βοηθήσουν σημαντικά τά παιδιά τους ὄχι μέ τήν πλούσια εὐγένεια ἔξω ἀπό τό σπίτι ἀλλά μέ τό εἰρηνικό, νηφάλιο καί ἀγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στό σπίτι τους. Ἡ συμμετοχή τῶν παιδιῶν μαζί μέ τούς γονεῖς τους στό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως θά τούς ἐνδυναμώσει μέ τή θεία Χάρη καί θά τούς στερεώσει στή βιωματική ἐμπειρία μέ τόν Χριστό. Ζητώντας οἱ σύζυγοι εἰλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τά παιδιά τους τήν ταπείνωση, πού καίει τίς δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ἕνα σπιτικό πού ἀνθεῖ ἡ ἀγάπη, ἡ ὁμόνοια, ἡ κατανόηση, ἡ ταπείνωση καί εἰρήνη ὑπάρχει πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί γίνεται κάστρο ἀπόρθητο στήν κακία τοῦ κόσμου. Ἡ μέ τή συγχωρητικότητα ἀγωγή τῶν παιδιῶν δημιουργεῖ μία ὑγιά οἰκογενειακή ἑστία πού τά ἐμπνέει καί τά ἐνισχύει γιά τό μέλλον τους.

Ἕνα ἄλλο μεγάλο θέμα, πού ἀποτελεῖ σοβαρό ἐμπόδιο γιά τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση εἶναι ἡ αὐτοδικαίωση, πού μαστίζει καί πολλούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας. Βάση της ἔχει, ὅπως εἴπαμε, τή δαιμονική ὑπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος ἔχει φαινομενικά καλά, γιά τά ὁποῖα ὑπεραίρεται καί θέλει νά τιμᾶται καί ἐπαινεῖται. Χαίρεται νά τόν κολακεύουν, νά ἐξουθενώνει καί ταπεινώνει τούς ἄλλους. Αὐτοεκτιμᾶται ὑπερβολικά, αὐτοδικαιώνεται παράφορα καί θεωρεῖ τόν Θεό ἀναγκαστικά ὑποχρεωμένο νά τόν ἀνταμείψει. Πρόκειται τελικά γιά ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ὅπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεῖ καί τούς ἄλλους. Διακατέχεται ἀπό νευρικότητα, ταραχή, ἀπαιτητικότητα, πού τόν αὐτοφυλακίζει καί δέν τόν ἀφήνει ν' ἀνοίξει τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους, διά τῆς μετανοίας.

Γέννημα τῆς ὑπερηφάνειας εἶναι καί ἡ κατάκριση, πού δυστυχῶς ἀποτελεῖ συνήθεια καί πολλῶν χριστιανῶν, πού ἀσχολοῦνται περισσότερο μέ τούς ἄλλους παρά μέ τόν ἑαυτό τους. Φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας καί τῆς κοινωνίας πού ὠθεῖ τόν κόσμο στή συνεχῆ ἐτεροπαρατήρηση καί ὄχι τήν αὐτοπαρατήρηση. Οἱ μύριες ἀσχολίες καί δραστηριότητες τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου δέν τόν θέλουν νά μείνει ποτέ μόνο πρός μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αὐτογνωσία, αὐτομεμψία, αὐτοέλεγχο καί μνήμη θανάτου. Τά λεγόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως ἀσταμάτητα ἀσχολοῦνται σκανδαλοθηρικά, ἐπίμονα καί μακρόσυρτα μέ τά πάθη, τίς ἁμαρτίες, τά παραπτώματα τῶν ἄλλων. Ὅλ' αὐτά προκαλοῦν, ἐντυπωσιάζουν καί ἄν δέν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν τήν ψυχή καί τό νοῦ μέ τά βρωμερά καί ἄσχημα καί μάλιστα καθησυχάζουν, ἀφοῦ ἐμεῖς εἴμαστε καλύτεροι. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος συνηθίζει στή μετριότητα, χλιαρότητα καί ἐφημερότητα τῆς φθηνῆς καθημερινότητος, μή συγκρινόμενος μέ τούς ἁγίους καί τούς ἥρωες.

Ἔτσι ἡ κατάκριση κυριαρχεῖ στίς μέρες μας, θεωρώντας ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἐνεργεῖ δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας ἄλλους καί μολύνοντας τόν ἑαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, ἔχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες καί ψυχρότητες. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μάλιστα ἀναφέρει πώς ἐκεῖνος πού περιεργάζεται συνεχῶς τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων ἤ κρίνει τόν ἀδελφό του ἀπό ὑποψία καί μόνο, αὐτός δέν ἔκανε ἀκόμη ἀρχή μετανοίας, οὔτε ἄρχισε τήν ἔρευνα γιά νά γνωρίσει τίς ἁμαρτίες του.

Λέγονται πολλά καί διάφορα. Ἕνα τελικά εἶναι τό καίριο, σημαντικό καί ἐξέχον. Ἡ σωτηρία μας, γιά τήν ὁποία δέν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Ἡ σωτηρία δέν ἐπιτυγχάνεται παρά μόνο μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί καθαρή ἐξομολόγηση. Ἡ μετάνοια δέν ἀνοίγει μόνο τόν οὐράνιο παράδεισο, ἀλλά καί τόν ἐπίγειο μέ τήν πρόγευση, ἔστω ἐν μέρει, τῆς ἀνεκλάλητης χαρᾶς τῆς ἀτελεύτητης βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί τῆς ὑπέροχης εἰρήνης ἀπό τώρα. Οἱ ἐξομολογημένοι ἄνθρωποι μποροῦν νἄναι οἱ ἀληθινά γνήσια χαρούμενοι, οἱ εἰρηνικοί καί εἰρηνοφόροι, οἱ κήρυκες τῆς μετανοίας, τῆς ἀναστάσεως, τῆς μεταμορφώσεως, τῆς ἐλευθερίας, τῆς χάριτος, τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στίς ψυχές τους καί τή ζωή τους. Ἡ πλούσια χάρη τοῦ Θεοῦ κάνει τόν λύκο πρόβατο, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καμιά ἁμαρτία δέν ὑπερβαίνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κανείς ἁμαρτωλός ἄν θέλει δέν ἀδυνατεῖ ν' ἁγιάσει. Μᾶς τό ἀποδεικνύουν οἱ πολλοί μετανοημένοι ἅγιοι τοῦ Συναξαριστῆ.

Ὁ ἐξομολόγος ἐξομολογεῖ καί συγχωρεῖ τούς ἐξομολογούμενους μέ τ' ἅγιο πετραχήλι του. Δέν μπορεῖ ὅμως νά αὐτοεξομολογηθεῖ καί νά θέσει ὁ ἴδιος τό πετραχήλι του στό κεφάλι του γιά νά συγχωρηθεῖ. Πρέπει ἀπαραίτητα νά σκύψει σέ ἄλλο ὁπωσδήποτε πετραχήλι. Ἔτσι λειτουργεῖ ὁ πνευματικός νόμος, ἔτσι τά ἔθεσε ἡ πανσοφία καί ἡ φιλευσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

Δέν μπορεῖ νά ἐξομολογοῦμε καί νά μή ἐξομολογούμεθα. Νά διδάσκουμε καί νά μή πράττουμε. Νά μιλᾶμε γιά μετάνοια καί νά μή μετανοοῦμε οἱ ἴδιοι. Νά μιλᾶμε γιά ἐξομολόγηση καί νά μή ἐξομολογούμεθα τακτικά. Οὐδείς αὐτοκαθαίρεται καί οὐδείς αὐτοσυγχωρεῖται ποτέ. Οἱ ἀσύμβουλοι, οἱ ἀνυπάκουοι, οἱ ἀνεξομολόγητοι ἀποτελοῦν σοβαρό πρόβλημα τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, τό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ δύναται νά γίνει θαυματουργό νυστέρι ἀφαιρέσεως κακοήθων ὄγκων, ν' ἀναστήσει νεκρούς, ν' ἀνανεώσει καί μεταμορφώσει τόν ἄκοσμο κόσμο, νά χαροποιήσει γῆ καί οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία μας ἐμπιστεύθηκε τό μέγα λειτούργημα, τό ἱερό ὑπούργημα, στούς ἱερεῖς μας καί ὄχι στούς ἀγγέλους, γιά νά τούς πλησιάζουμε ἄνετα καί ἄφοβα ὡς ὁμοιοπαθεῖς καί ὁμόσαρκους.

Ὅλα τά παραπάνω, εἰλικρινά καί διόλου ταπεινόσχημα, εἰπώθηκαν ἀπό ἕνα συναμαρτωλό, πού δέν θέλησε νά κάνει τόν δάσκαλο, ἀλλά τόν συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε ἀπό ἀγάπη νά σᾶς θυμίσει μέ ἁπλά καί ἄτεχνα λόγια τή ζῶσα παράδοση τῆς ἁγίας μητέρας μας Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ πάντοτε ἐπίκαιρου θέματος τῆς θεοΰφαντης καί θεομακάριστης μετανοίας καί τῆς θεοπαράδοτης καί θεαγάπητης ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

 

Κυριακή, Αυγούστου 10, 2014

Ὁδηγὸς Ἐξομολογήσεως

Τὸ παρὸν δημοσίευμα, ὡς τρίπτυχο φυλλάδιο, τὸ συναντοῦμε ἐπὶ πολλὰ ἔτη καὶ σὲ πολλοὺς χώρους νὰ προσφέρεται δωρεὰν στὸ λαό. Μερικὰ σημεῖα του ἀναφέρονται σὲ παλαιότερες κοινωνικὲς δομές, ἐνῶ σὲ γενικὲς γραμμὲς φαίνεται νὰ καλύπτει πολλὰ θέματα γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων. Ἐν τούτοις, διατυπώνουμε τὴν ἐπιφύλαξη γιὰ τὸν τυπικὸ διαχωρισμὸ καὶ κατανομὴ τῶν θεμάτων, ποὺ ἴσως νὰ παραγνωρίζει τὸ θέμα τῶν ἰδιαιτεροτήτων τοῦ καθενὸς καὶ τὴν μυστηριακὴ χροιὰ τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Αὐτή, συμβαδίζει μὲ τὸ ἀληθινὸ καὶ ζῶν βίωμα τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ ὁπωσδήποτε δὲν εἶναι μία ἐλεγχόμενη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο διαδικασία γιὰ νὰ πληρωθοῦν συγκεκριμένες προϋποθέσεις σωτηρίας. Ὅμως, δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε, ὅτι ἡ θεία χάρις ἐπισκιάζει τὸν ἄνθρωπο, ὅταν, ὅπως καὶ ὅσο βούλεται ὁ Κύριος...

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τὸ μικρὸ ἔντυπο ποὺ κρατᾶς, ἀγαπητέ, δὲν εἶναι, μία πραγματεία γιὰ τὸ μέγιστο καὶ ἱερώτατο μυστήριο τῆς Μετανοίας-Ἐξομολογήσεως. Προϋποθέτει μελέτη καὶ γνώση παρομοίων διαφωτιστικῶν βιβλίων ἢ κειμένων, ὅπως καὶ λύσι σχετικῶν ἀποριῶν ἔπειτα ἀπὸ συζήτησι μὲ ἔμπειρα σὲ τέτοια θέματα πρόσωπα. Εἶναι ἁπλῶς ἕνα σύντομο ὑπομνηστικὸ γιὰ μιὰ καλύτερη καὶ πιὸ συγκεκριμένη προετοιμασία γιὰ τὸ ἱερὸ Μυστήριο.
Ὡστόσο, μὲ δυὸ λόγια, πρέπει νὰ ξέρῃς πὼς ἡ μεγαλύτερη ἐπιστήμη, ἀλλὰ καὶ ἡ δυσκολώτερη τέχνη εἶναι νὰ γνωρίσῃς ἀληθινὰ τὸν ἑαυτό σου· ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν τὸν στερήσῃς τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό, ποὺ πραγματικὰ διψᾷ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή, τὴ λύτρωσι! Καὶ τὴ λύτρωσι αὐτὴ τὴ χαρίζει μόνος ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε καὶ ἐνομοθέτησε ὡς μοναδικὸ λυτρωτικὸ μέσο στὴν Ἐκκλησία Του, τὴν Μετάνοια-Ἐξομολόγησι. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ ὑπερπηδήσῃς τὰ ὁποιαδήποτε καὶ ὁσαδήποτε ἐμπόδια ποὺ σοῦ φράζουν τὸ δρόμο πρὸς τὸ Ἱερὸ Ἐξομολογητήριο. Ἐδῶ σὲ περιμένει μὲ στοργὴ ὁ Πνευματικός, ποὺ ὡς ἄνθρωπος γνωρίζει νὰ συμπαθῇ καὶ νὰ κατανοῇ τοὺς συναμαρτωλοὺς ἀδελφούς του.
Γι᾿ αὐτὸ πέταξε μακριά σου κάθε σκέψι ντροπῆς ἢ φόβου. Γιατὶ νὰ ντραπῇς, ἢ νὰ φοβηθῇς, ὅταν ἡ ψυχή σου πάσχῃ καὶ ὑποφέρῃ ἀπὸ τὶς φοβερὲς συνέπειες τῆς πολύμορφης ἁμαρτίας; Ὅταν ὄχι μιά, ἀλλὰ πολλὲς ἀρρώστειες σὲ βασανίζουν, ἀπέφυγες ποτὲ τὸν γιατρὸ καὶ τὸ Νοσοκομεῖο ἀπὸ ντροπή;
Ἀλλὰ πάλι μὴν παρασυρθῇς ἀπὸ μερικοὺς ποὺ ζητοῦν νὰ τοὺς διαβαστῇ μιὰ «Εὐχή», χωρὶς προηγούμενη Ἐξομολόγησι. Ὅπου καὶ ὅταν αὐτὸ γίνεται, ἀπὸ ἄγνοια ἢ παράβαση, εἶναι φοβερὴ ἁμαρτία καὶ θεομπαιξία.
Μὲ πίστι λοιπὸν καὶ εἰλικρίνεια προχώρησε στὸ Ἱερὸ Ἐξομολογητήριο. Καὶ νὰ εἶσαι ἀπολύτως βέβαιος πὼς ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου Λυτρωτῆ θὰ σὲ δεχθῇ καὶ θὰ σὲ ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ σὲ πιέζει. Ἐκεῖνος λέγει «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».

ΕΣΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ

  1. Πιστεύεις στὸ Θεό, στὴν Ἁγία Τριάδα, στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Πιστεύεις στὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ Μυστήριά Της; Πιστεύεις ὅτι ὑπάρχει Παράδεισος καὶ Κόλασις;
  2. Ἐμπιστεύεσαι τὸν ἑαυτό σου πάντοτε καὶ ἰδιαίτερα στὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς σου στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἢ ἀπογοητεύεσαι καὶ δείχνεις ὀλιγοπιστία;
  3. Μήπως στὶς θλίψεις, τὶς ἀσθένειες καὶ τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς σου γογγύζεις ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ χάνεις τὴν πίστι καὶ τὸ θάρρος σου;
  4. Μήπως πιστεύεις στὰ μέντιουμ, στὶς χαρτορρίχτες, στοὺς ἀστρολόγους, στοὺς μάγους ἢ στὶς μάγισσες, στὴ χειρομαντεία, στὴν καφετζού; Μήπως εἶπες σ᾿ ἄλλους νὰ πιστεύουν καὶ νὰ καταφεύγουν σ᾿ αὐτά;
  5. Μήπως πιστεύεις στὶς προλήψεις καὶ δεισιδαιμονίες καὶ θεωρεῖς σὰν κακὸ σημάδι τὸ τρίξιμο τῶν ξύλων, τὸ βούισμα τῶν αὐτιῶν, τὸ οὔρλιασμα τοῦ σκύλου, τὴ συνάντησι τοῦ ἱερέως, τὸ λεγόμενο ποδαρικό; Μήπως πιστεύεις στὴν τύχη; Κάνεις τὴν προσευχή σου πρωὶ καὶ βράδι, ὅπως ἐπίσης καὶ στὸ τραπέζι; Μήπως ντρέπεσαι νὰ κάνης τὸ Σταυρό σου ἐνώπιον ἄλλων, π.χ. στὸ ἐστιατόριο ἢ ἔξω ἀπὸ Ἱ. Ναὸ ποὺ περνᾶς;
  6. Μελετᾶς τὴν Ἁγία Γραφή, καθὼς ἐπίσης καὶ διάφορα θρησκευτικὰ βιβλία;
  7. Ἐκκλησιάζεσαι τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς μεγάλες Ἑορτὲς;
  8. Παρακολουθεῖς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τέλους τὴ θεία Λειτουργία ἢ πηγαίνεις ἀργὰ καὶ φεύγεις πρὶν τελειώσει;
  9. Στὴν Ἐκκλησία πηγαίνεις ντυμένος(-η) μὲ σεμνὴ ἐνδυμασία; Προσέχεις νὰ μὴ γελᾷς καὶ νὰ μὴ συζητῇς μὲ ἄλλους, ἔστω καὶ ἂν τελῆται Γάμος ἢ Βάπτισις;
  10. Μήπως ἐμποδίζεις ἀπὸ τὸν Ἐκκλησιασμὸ τὸν (τὴν) σύζυγό σου, τὰ παιδιά σου ἢ λὲς στοὺς γνωστούς σου νὰ μὴν ἐκκλησιάζονται;
  11. Κοινωνεῖς τακτικὰ μιὰ φορὰ τὸ χρόνο καὶ αὐτὴ χωρὶς νὰ ἐξομολογηθεῖς;
  12. Μήπως ὁρκίζεσαι χωρὶς λόγο ἢ καὶ ψευδῶς καὶ δὲν ἔτηρησες τὸν ὅρκο ποὺ ἔδωσες ἢ τὸ τάξιμο;
  13. Μήπως βλασφημεῖς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων μας;
  14. Νηστεύεις, ἐὰν δὲν ἔχῃς σοβαροὺς λόγους ὑγείας, τὴν Τετάρτη καὶ Παρασκευή, καὶ τὶς Τεσσαρακοστὲς;
  15. Μήπως πετᾶς θρησκευτικὰ βιβλία ἢ περιοδικὰ σε τόπο ἀκάθαρτο;

ΕΣΥ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ

  1. Μήπως ἔχεις μίσος καὶ ἀντιπάθεια ἐναντίον κάποιου ποὺ σοῦ ἔκαμε κακὸ ἢ σὲ ὕβρισε ἐπάνω στὸ θυμό του;
  2. Μήπως εἶσαι καχύποπτος καὶ χωρίς αἰτία ὑποπτεύεσαι τοὺς πάντας, ὅτι δῆθεν μιλοῦν γιὰ σένα, ὅτι δὲν σὲ θέλουν, ὅτι δὲν σὲ ἀγαποῦν, ὅτι δὲν σὲ συμπαθοῦν;
  3. Μήπως ζηλεύεις καὶ στενοχωρεῖσαι γιὰ τὴν πρόοδο, τὴν εὐτυχία, τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὰ ἀγαθὰ τῶν ἄλλων;
  4. Μήπως μένεις ἀσυγκίνητος μπροστὰ στὴ δυστυχία καὶ τὴν ἀνάγκη τοῦ πλησίον σου;
  5. Στὶς συναλλαγές σου μὲ τοὺς συνεταίρους σου ἢ συνεργάτες σου ἢ πελάτες σου εἶσαι τίμιος, εὐθύς, εἰλικρινής, ἀκέραιος;
  6. Μήπως συκοφάντησες ἢ κατηγόρησες τὸ συνάνθρωπό σου;
  7. Μήπως εἰρωνεύεσαι καὶ χλευάζεις τοὺς εὐσεβεῖς, ἐκείνους ποὺ νηστεύουν καὶ ἀγωνίζονται νὰ ζοῦν Χριστιανικὴ ζωὴ; Ἢ καὶ ἐκείνους ποὺ ἔχουν φυσικὰ ἢ πνευματικὰ ἐλαττώματα;
  8. Ἐνῶ ἄκουσες κάποια πληροφορία ἢ κατηγορία ἐναντίον ἄλλου, μήπως τὴ μετέδωσες καὶ ἔβλαψες, ἔστω καὶ ἄθελά σου, τὴν ὑπόληψη καὶ τιμὴ τοῦ συνανθρώπου σου;
  9. Μήπως κατακρίνεις τὴ συμπεριφορά, τὶς πράξεις, τὰ σφάλματα ἢ ἐλαπώματα τῶν ἄλλων, ὅταν ἀπουσιάζουν, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀλήθεια αὐτὰ ποὺ λὲς;
  10. Μήπως καταράσθηκες κάποιον ποὺ σοῦ ἔκαμε κακὸ ἢ καὶ τὸν ἑαυτό σου τὸν ἴδιο σε δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς σου ἢ τὴν ὥρα καὶ τὴ στιγμὴ ποὺ γεννήθηκες;
  11. Μήπως στέλλεις τοὺς ἄλλους στὸ «Διάβολο» ἢ τοὺς μουντζώνεις;
  12. Σέβεσαι τοὺς γονεῖς σου; Τοὺς φροντίζεις; Ἀνέχεσαι, ἂν ἔχουν, τὶς γεροντικὲς ἀδυναμίες τους; Τοὺς βοηθεῖς στὶς σωματικὲς καὶ πνευματικὲς ἀνάγκες; Φροντίζεις νὰ ἐκκλησιάζωνται καὶ νὰ κοινωνοῦν; Μήπως τοὺς ἔχεις ἐγκαταλείψει ἄστοργα;
  13. Μήπως παρέσυρες τοὺς γονεῖς σου καὶ ἔγραψαν σὲ σένα πιὸ πολλὴ περιουσία καὶ ἔτσι ἀδίκησες τοὺς ἀδελφούς σου;
  14. Μήπως ἐπάνω στὸ θυμό σου ἐκτύπησες κανένα μὲ τὰ χέρια ἢ ἔθιξες μὲ τὰ λόγια;
  15. Ἐκτελεῖς συνειδητὰ τὸ ἐπάγγελμά σου ἢ τὴν ἀποστολή σου;
  16. Μήπως κλέπτεις; Μήπως παρεκίνησες ἢ βοήθησες ἄλλον νὰ κλέψει ἢ δέχτηκες νὰ κάλυψεις τὸν κλέπτη ἢ ἔλαβες ἐν γνώσει σου κλεμμένα πράγματα;
  17. Μήπως εἶσαι ἀγνώμων καὶ ἀχάριστος πρὸς τὸ Θεὸ καὶ γενικὰ τοὺς εὐεργέτες σου;
  18. Μήπως κάνεις κακὲς παρέες καὶ ἁμαρτωλὲς συναναστροφές; Μήπως ὤθησες κανέναν, εἶτε μὲ λόγια, εἰτε μὲ τὸ παράδειγμά σου, στὴν ἁμαρτία;
  19. Μήπως ἔχεις κάνει πλαστογραφία; Μήπως ἔχεις καταχρασθῇ τὸ Δημόσιο; Μήπως δανείσθηκες χρήματα ἢ ἄλλα ἀντικείμενα καὶ δὲν τὰ ἐπέστρεψες;
  20. Μήπως ἔκαμες ποτὲ φόνο, μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο;
  21. Μήπως ἀναμειγνύεσαι στὴ ζωὴ τῶν ἄλλων, ἢ στὸ ἔργο των, ἢ στὴν οἰκογένειά των καὶ γίνεσαι πρόξενος φιλονεικιῶν καὶ ταραχῶν;
  22. Ἐλεεῖς τοὺς πτωχούς, τὰ ὀρφανά, τοὺς γέροντες, τοὺς πολυτέκνους, τὶς πτωχὲς οἰκογένειες ποὺ γνωρίζεις;

Ο ΕΑΥΤΟΣ ΣΟΥ

  1. Μήπως εἶσαι προσκολλημένος στὴν ὕλη καὶ τὰ ἐπίγεια ἀγαθά;
  2. Μήπως εἶσαι φιλάργυρος καὶ φιλοχρήματος;
  3. Μήπως εἶσαι πλεονέκτης;
  4. Μήπως εἶσαι σπάταλος; Ὅ,τι σοῦ περισσεύει ἀνήκει στοὺς πτωχούς.
  5. Μήπως ἔχεις μεγαλομανία;
  6. Μήπως σοῦ ἀρέσει νὰ ἐπιδεικνύεσαι δείχνοντας τὰ ἐνδύματά σου, τὰ πλούτη σου, τὶς ἐπιτυχίες σου, τοὺς βαθμοὺς τοῦ παιδιοῦ σου;
  7. Μήπως ἐπιδιώκεις τὸ θαυμασμὸ καὶ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων;
  8. Δέχεσαι εὐχαρίστως τοὺς ἐπαίνους καὶ θέλεις οἱ ἄλλοι νὰ σὲ κολακεύουν, νὰ λένε ὅτι σὰν ἐσένα ἄλλος δὲν ὑπάρχει;
  9. Θίγεσαι, ὅταν σοῦ ὑποδεικνύουν τὰ σφάλματά σου, καὶ πικραίνεσαι, ὅταν σὲ ἐλέγχουν καὶ σὲ παρατηροῦν οἱ μεγαλύτεροί σου;
  10. Μήπως εἶσαι πείσμων, ἰσχυρογνώμων, ἐγωιστής, ὑπερήφανος καὶ ἀτομιστὴς; Πρόσεξε τὰ ἁμαρτήματα αὐτά, διότι ἡ διάγνωσίς τους εἶναι δύσκολη.
  11. Μήπως χαρτοπαίζεις, ἔστω καὶ ἄνευ χρημάτων, μὲ πρόσωπα τοῦ σπιτιοῦ σου ἢ συγγενικὰ γιὰ νὰ «σκοτώσης τὴν ὥρα σου», ὅπως λένε μερικοί;
  12. Μήπως σαρκικὰ ἁμαρτήματα ἔχουν μολύνει τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή σου;
  13. Παρακολουθεῖς θεάματα βρώμικα ἀπὸ τὴν τηλεόραση καὶ τὸν κινηματογράφο;
  14. Μήπως διαβάζεις αἰσχρὰ βιβλία καὶ περιοδικὰ;
  15. Μήπως σκέφτηκες ποτὲ νὰ αὐτοκτονήσῃς;
  16. Μήπως εἶσαι κοιλιόδουλος;
  17. Μήπως εἶσαι ὀκνηρός, ἀμελής, ῥάθυμος;
  18. Μήπως λέγεις λέξεις ἀπρεπεῖς, αἰσχρές, ὑβριστικές, εἶτε χάριν ἀστειότητος, εἰτε γιὰ νὰ ὑβρίσῃς καὶ νὰ ἐξευτελίσῃς ἄλλον;
  19. Ἔχεις πνεῦμα αὐταπαρνήσεως;
  20. Διώχνεις ἀπὸ τὸ μυαλό σου τὶς κακὲς σκέψεις ποὺ ἔρχονται νὰ μολύνουν τὴν καρδιά σου;
  21. Τὰ μάτια σου τὰ προσέχεις νὰ μὴν περιεργάζονται προκληττικὲς εἰκόνες ἢ πρόσωπα;
  22. Τὰ αὐτιά σου τὰ προσέχεις τί ἀκούουν;
  23. Μήπως χορεύεις ἔξαλλους καὶ ἁμαρτωλοὺς χορούς; Τραγουδᾶς ἢ ἀκοῦς αἰσχρὰ τραγούδια;
  24. Μήπως εἶσαι μέθυσος;
  25. Μήπως καπνίζεις; Τὸ κάπνισμα φθείρει τὴν πολύτιμη ὑγεία καὶ ἀποτελεῖ ἁμαρτωλὴ σπατάλη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΖΥΓΟΥΣ

  1. Διατηρεῖτε τὴ συζυγικὴ πίστι; Εἶναι φοβερό, ὅταν ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς συζύγους συνάπτει παρανόμους σχέσεις.
  2. Μήπως ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δυὸ προσέβαλε ἢ ἐλύπησε τὸν ἄλλον ἐνώπιον ἄλλων ἢ καὶ ἰδιαιτέρως;
  3. Μήπως δὲν ἀνέχεσθε τὶς τυχὸν ἀδυναμίες ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου; Μήπως δεικνύετε σκληρότητα;
  4. Μήπως ἐσὺ ὁ σύζυγος προτρέπεις τὴ σύζυγό σου νὰ ἀκολουθεῖ κατὰ γράμμα τὴ μόδα καὶ κάθε τί ποὺ εἶναι ἐξωφρενικὸ καὶ ἀντίθετο πρὸς τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ; Μήπως σὺ ἡ σύζυγος παρασύρεις τὸ σύζυγό σου σὲ διασκεδάσεις, ἀπαιτεῖς νὰ σοῦ δίδει τὰ μέσα γιὰ ν᾿ ἀκολουθεῖς τὴ μόδα καὶ καὶ τὴν κοσμικὴ ζωή;
  5. Σκέπτεσθε τὸν ἀγώνα ποὺ ἔχει ὁ ἕνας ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ ὁ ἄλλος μέσα στὸ σπίτι, ὥστε νὰ βοηθῆτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον στὸν ἀγώνα αὐτὸν ξεκουράζοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ψυχικὰ καὶ σωματικά;
  6. Ὡς σύζυγος μήπως ἔχεις ὑπερβολικὲς ἀξιώσεις μερικὲς φορὲς καὶ ἐξευτελιστικὲς στὶς συζυγικὲς σχέσεις; Κάμνετε ἐγκράτεια κατὰ τὶς Κυριακές, τὶς ἑορτὲς καὶ τὶς ἡμέρες τῶν νηστειῶν γενικὰ;
  7. Μήπως δὲν ἀφήνεις σὺ ὁ (ἡ) σύζυγος τὴ (τό) σύζυγό σου νὰ πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία ἢ σὲ θρησκευτικὲς συγκεντρώνεις καὶ ὁμιλίες;
  8. Τὰ παιδιά σας τὰ ἀνατρέφετε ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου; Μήπως ἐνδιαφέρεσθε μόνο γιὰ τὴ διανοητική τους μόρφωση καὶ ἀδιαφορεῖτε γιὰ τὴν ποιότητα τοῦ χαρακτήρα τους;
  9. Τὰ ὁδηγεῖτε στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἱ. Ἐξομολόγηση, τὴ συχνὴ θεία Κοινωνία, τὸ Κατηχητικό; Τὰ διδάσκετε μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὸ παράδειγμά σας τὴν ἀρετὴ; Τὰ μάθατε νὰ προσεύχονται τὸ πρωί, τὸ βράδι, ὅπως καὶ στὸ φαγητό, μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια;
  10. Προσέχετε τί διαβάζουν; Φροντίζετε νὰ τοὺς παίρνετε βιβλία, περιοδικὰ ἐθνικοθρησκευτικοῦ περιεχομένου;
  11. Προσέχετε μὲ ποιοὺς συναναστρέφονται καὶ ποιοὺς ἔχουν φίλους;
  12. Μήπως τὰ ὁδηγεῖτε σὲ θεάματα ἁμαρτωλὰ καὶ τὰ ἀφήνετε νὰ παρακολουθοῦν ἀπεριόριστα καὶ ἀνεξέλεγκτα τηλεόραση;
  13. Τὰ διδάσκετε τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ προσέχετε νὰ ντύνωνται σεμνὰ;
  14. Μήπως τὰ καταρᾶσθε, ὅταν σᾶς πικραίνουν; Μήπως τὰ στέλνετε στὸ διάβολο;
  15. Μήπως ἔχετε κάνει ἔκτρωση ἢ ἀποφεύγετε νὰ κάμετε παιδιά;
  16. Μήπως ἀδικήσατε τὰ παιδιά σας κατὰ τὴ διανομὴ τῆς περιουσίας σας;
  17. Μήπως ἐσὺ ὁ σύζυγος μήπως νομίζεις ὅτι τὸ καθῆκον τῆς ἀνατροφῆς καὶ τῆς μορφώσεις τῶν παιδιῶν σας ἀνήκει μόνο στὴ σύζυγο; Καὶ σὺ ἔχεις καθῆκον νὰ τὰ νουθετεῖς, νὰ τὰ διαβάζεις καὶ νὰ τὰ ἀπασχολεῖς, γιὰ νὰ ξεκουράζεις τὴ σύζυγό σου, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ νοιώθουν καὶ αὐτὰ τὴν παρουσία σου, ὥστε νὰ συγκρατοῦνται καὶ νὰ μὴν παρασύρονται στὸ κακό.
  18. Μήπως τὰ μουντζώνετε καὶ τὰ μαλώνετε μὲ ἀπρεπεῖς λέξεις;
  19. Ἀγαπᾶ καὶ τιμᾶ ὁ καθένας σας τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς συγγενεῖς του ἄλλου; Μήπως ἐπεμβαίνουν οἱ γονεῖς καὶ οἱ συγγενεῖς σας στὴν οἰκογένειά σας καὶ γίνονται αἰτία νὰ δημιουργοῦνται διχόνοιες καὶ παρεξηγήσεις μεταξύ σας;
  20. Μήπως ἐπεμβαίνετε στὴν οἰκογένεια τοῦ παιδιοῦ σας;
  21. Μήπως ὁ σύζυγός σου εἶναι βλάσφημος; Κάνε ὑπομονὴ καὶ προσευχήσου νὰ κόψει τὴν καταραμένη βλασφημία.

Ἀδελφέ μου,
Βλέπεις πόσα πράγματα ἔχεις νὰ σκεφθεῖς; Καὶ πόσα ἀκόμα θὰ ἀνακάλυψεις, ὅταν μείνεις μόνος ἐσὺ καὶ θέλησεις νὰ ψάξεις βαθιὰ τὸν ἑαυτό σου!...
Μὴν ἀμελήσεις νὰ τὸ κάμεις. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη βοήθεια ποὺ μπορεῖς καὶ πρέπει νὰ προσφέρεις στὸν ἑαυτό σου καὶ στοὺς ἄλλους.
Εὔχομαι ὁ Πανάγαθος νὰ σὲ φωτίσει καὶ νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀνηφορικό, ἀλλὰ ὡραῖο αὐτὸ δρόμο, ποὺ περνᾶ ἀπ᾿ τὸ Ἱερὸ Ἐξομολογητήριο στὸν Οὐρανό.
Ἔκδ. Α.Β.

Σάββατο, Ιουλίου 05, 2014

ΑΝΑΒΑΛΛΩ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

Κάποιος είπε: «Τα θαύματα του Κυρίου είναι παραβολές και οι παραβολές θαύματα»! Κάθε παραβολή ένα θαύμα, γιατί κρύβει μια υπέροχη αλήθεια. Η παραβολή του Ασώτου είναι το θαύμα των θαυμάτων, η ελπίδα όλων των αμαρτωλών, ο δρόμος για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Ο νεαρός άσωτος αρχικά παρουσιάζεται αλαζόνας, υπερήφανος, αχάριστος προς τον πλούσιο πατέρα του! Έλαβε μια τεράστια περιουσία και τη σκόρπισε σ’ ασωτίες, αμαρτωλές πράξεις. Όλοι καταδικάζομε τα βήματά του. Τί ανεβάζει στα μάτια μας τον Άσωτο; Η τραγική του κατάσταση, το κατάντημά του, η πείνα, η γύμνια, η τραγωδία του; Σίγουρα όχι! Μας συγκινεί η ομολογία του, η μετάνοιά του, η κραυγή του! 


Μπορούσε να μη ζητήσει συγγνώμη, μπορούσε ν’ αποφύγει την ομολογία των αμαρτιών του.
Όταν είδε τη χαρούμενη υποδοχή, θα μπορούσε να σιωπήσει ,να «κάμει» τον «ψόφιο κοριό».
Η μετάνοιά του είναι ειλικρινέστατη, ηφαίστειο η καρδιά του, λάβα το εσωτερικό του. Είδε το έγκλημά του! Παράτησε ένα ανάκτορο, ένα παλάτι και κατέληξε χοιροβοσκός, το πιο ταπεινό και ελεεινό και παράνομο για τους Εβραίους επάγγελμα!
Ο Άσωτος δεν παραμένει στην πτώση του, δεν «καυχάται» για το κατάντημά του! Μερικοί θριαμβολογούν δημόσια, γιατί παραβαίνουν θεϊκές εντολές, γιατί έχουν σπάσει τα ταμπού της θρησκείας, γιατί ακολουθούν τον ελεύθερο έρωτα, την αμαρτωλή ζωή!
Ο Άσωτος βλέπει τα χάλια του και ταπεινά λέει: «Αναστάς πορεύομαι προς τον πατέρα μου».
Πρότυπό μας ο Άσωτος! Δρόμο για το εξομολογητήριο! Εκεί μας περιμένει ο Χριστός μας για να σηκώσει το βάρος μας, για να εξαφανίσει τα χρέη μας!


Η ΑΝΑΒΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ 

Ένας διάβολος παρουσιάζεται σε κάποιο γέροντα.
- Γέρο, σήμερα, φάε , πιες, γλέντα τη ζωή σου. Στα χέρια σου βρίσκεται το σήμερα, το αύριο δεν το ξέρεις.
Ο μοναχός ήρεμα του λέει:
- Σήμερα μετανοώ, σήμερα κλαίω, σήμερα προσεύχομαι στο Χριστό, γιατί σήμερα μπορώ. Το αύριο το αφήνω στα χέρια του Θεού. Ας γίνεται το δικό Του θέλημα, όχι το δικό μου!
Ο σατανάς χάνεται, ουρλιάζοντας:
- Φεύγω! Με καίει η ταπείνωσή σου!
Ο ουρανός φωνάζει στους ανθρώπους:
- Σήμερα να ζείτε χριστιανικά, σήμερα να μετανοείτε.
Η γη απαντά:
-Σήμερα αμαρτάνουμε, σήμερα κολυμπούμε σ’ αμαρτωλά , γλυκά νερά, αύριο μετανοούμε, αύριο θα ζήσουμε χριστιανικά.
Πρέπει να εκτελούμε το καλό, τις αρετές σ’ αυτή τη ζωή, σήμερα, τώρα και να μην αναβάλλουμε για το μέλλον.
Μετά το θάνατο δεν υπάρχει μετάνοια, ούτε διόρθωση.


Από το βιβλίο: «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»
ΤΕΥΧΟΣ 8ΟΝ 

πηγή

Παρασκευή, Ιουλίου 04, 2014

Σὲ ποιὸν νὰ τὸ πῶ;




Ὁ Γκύντερ Γκράς εἶναι ἕνας διάσημος γερμανός συγγραφέας, ὁ ὁποῖος τό 1999 τιμήθηκε μέ τό βραβεῖο Νόμπελ λογοτεχνίας.

Τό 2006 προκλήθηκε διεθνής σάλος ἀπό τό ἑξῆς γεγονός (Ἐφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 20-8-2006, σελ. Α37-Α38):

Ὁ Γκράς, στά ἑβδομήντα ὀκτώ του χρόνια, ἐξέδωσε ἕνα βιβλίο-αὐτοβιογραφία του, μέ τίτλο «Ξεφλουδίζοντας τό κρεμμύδι». Ἐκεῖ, μετά ἀπό ἐξήντα χρόνια, ἀποκάλυψε, ὅτι ὡς νέος γιά ἕνα διάστημα ἦταν μέλος τῶν Ἔς-Ἔς στήν Ναζιστική Γερμανία. Ὁπότε ξεσηκώθηκαν οἱ πάντες. Ἐν τῷ μεταξύ, μέχρι τήν ὥρα πού ἐκδόθηκε τό βιβλίο, ὁ Γκράς ἀποτελοῦσε σύμβολο ἠθικῶν ἀξιῶν καί πνευματικῶν ἀρχῶν γιά ὁλόκληρη τήν Γερμανία, καί ὄχι μόνο. Μερικοί ἔφτασαν στό σημεῖο νά ζητήσουν ἀπό τόν Γκράς νά ἐπιστρέψει τό βραβεῖο Νόμπελ! Γιατί; Γιατί ἔκανε μιά πράξη πού ἦταν πολύ φοβερή, ἔστω καί ἄν ἦταν πολύ νέος ὅταν τήν ἔκανε. Ὁ ἴδιος ἐδήλωσε ὅταν ξέσπασε ὁ θόρυβος:

-Πίεσα τόν ἑαυτό μου νά τό κάνει (!) Δέν μποροῦσα νά κρατήσω πιά τό γεγονός μυστικό (!)

Ὡς φαίνεται, ὁ ἄνθρωπος εἶχε μέσα του περιεχόμενο. Γι᾿ αὐτό δήλωσε ὅτι τόν πίεζε ἀφόρητα αὐτό τό ἁμάρτημα τῆς νεότητός του. Στίς 11 Αὐγούστου τοῦ 2006, δήλωσε στίς ἐφημερίδες: «Αὐτό τό γεγονός θά μέ στιγματίζει γιά πάντα». Προφανῶς ὁ Γκράς διακατεχόταν ἀπό ἐνοχές καί τύψεις. Καί, ἀντί νά τό πεῖ στόν πνευματικό του (πού δέν εἶχε, βέβαια!), προκειμένου αὐτός νά διορθώσει τό ἀτόπημα τῆς ψυχῆς του, τό εἶπε σέ ὅλο τόν κόσμο! Παρά ταῦτα ψυχική ἀνάπαυση καί πάλι δέν φαίνεται νά βρῆκε! Μόνο λίγη προσωρινή ἀνακούφιση, κυρίως διότι ἀποκάλυψε κάτι ἄσχημο καί κακό πού ἔκανε.

Ἡ περίπτωση Γκράς μᾶς δίνει ἀφορμή γιά μερικά πολύτιμα συμπεράσματα:

1. Οἱ ἐνοχές καί οἱ τύψεις μᾶς βασανίζουν γιά κάθε κακό-ἁμαρτία πού κάνουμε. Φυσικά, ἀπό αὐτές ὑποφέρουν καί οἱ μή χριστιανοί! Καί εἶναι ἀναμενόμενο αὐτό, γιατί κάθε ἁμαρτία μᾶς χωρίζει καί μᾶς ἀποξενώνει ἀπό τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ Θεός καί Δημιουργός μας.

2. Ὁ μόνος τρόπος ἐξάλειψης τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἡ μετάνοια ἐκ μέρους μας καί ἡ ἄφεση-συγχώρηση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἄφεση μᾶς δίνεται ἀπό τόν ἱερέα-πνευματικό πατέρα στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή Του στούς ἀποστόλους: Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. Ὅποιου συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θά τοῦ συγχωρηθοῦν (Ἰωάν. 20, 21-22).

3. Ἡ εἰλικρινής, λοιπόν, ἐξομολόγηση διορθώνει-σβήνει καί τίς χειρότερες ἁμαρτίες μας. Καί τότε, ἔρχεται ἡ χαρά καί ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ στίς καρδιές μας.

Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2014

Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΜΕΝΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ




Το μυστήριο της μετάνοιας ή εξομολόγησης είναι η θεοσύστατη πράξη κατά την οποία ο Θεός δια μέσου του ιερέα συγχωρεί εκείνες τις αμαρτίες, οι οποίες έχουν διαπραχθεί μετά το βάπτισμα του πιστού και για τις οποίες έχει μετανοήσει ειλικρινά και τις έχει εξομολογηθεί στον ιερέα. Το μυστήριο αυτό αν και έχει επικρατήσει να ονομάζεται εξομολόγηση, είναι προτιμότερο να ονομάζεται μυστήριο της μετάνοιας, εφόσον η απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ειλικρινής μετάνοια. Άλλωστε επιγραμματικά η λέξη μετάνοια (μετά + νοός = νους), αυτό φανερώνει: «Αλλάζω τρόπο ζωής και σκέψης». Η αληθινή λοιπόν μετάνοια, οδηγεί στην «εξαγόρευση» των σφαλμάτων ως εξομολόγηση ενώπιον του ιερέα. Η μετάνοια, η απόφαση δηλαδή του πιστού να αλλάξει τρόπο ζωής και σκέψης, πρέπει να πηγάζει από την πίστη και την αγάπη του προς τον Θεό και ειλικρινή διάθεση προς διόρθωση και όχι – όπως δυστυχώς συμβαίνει τις περισσότερες φορές – από φόβο για τις «ποινές» που θεωρεί πως θα υποστεί στην μετά θάνατο ζωή (Άδη). Γι’ αυτό και ο  καταναγκαστικός χαρακτήρας αυτής είναι δυνατόν να μειώσει την θεραπευτική της αξία, διότι οδηγεί σε υποκρισία και στον τύποις «καλό Χριστιανό». Στην εξομολόγηση προσέρχεται ο πιστός αυθόρμητα, από την ώθηση των ψυχικών του και πνευματικών του αναγκών. Συνεπώς η εξομολόγηση αποτελεί έκφραση της ειλικρινούς μετάνοιας.
Ακολουθεί μετά από αυτήν, η απόλυση, η πλήρης δηλαδή συγχώρεση των αμαρτιών και η επάνοδος του πιστού στην κατάσταση της χάριτος, την οποία προσφέρει ο Θεός μέσω του επισκόπου ή του ιερέα. Όλες οι αμαρτίες συγχωρούνται, εφόσον υφίσταται η μετάνοια.
Η εξομολόγηση αποτελεί ψυχική ανάγκη του ανθρώπου, την οποία η Εκκλησία ικανοποιεί δια του μυστηρίου αυτού. Η απλή ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής χωρίς μετάνοια και εξομολόγηση, δεν έχει καμιά σημασία και ουσιαστικά δεν προσφέρει απολύτως τίποτα στον πιστό, αφού καθίσταται ένα είδος μαγείας, χωρίς ουσιαστική επαναφορά τής ισορροπίας τής ψυχής.
Δεν αρκεί η απλή και κρυφή ομολογία ενώπιον του Θεού για τα σφάλματα του ανθρώπου, αλλά και η καθοδήγηση από τον ιερέα, η οποία δίδεται κατά την ώρα της εξομολόγησης. Εξάλλου ο εξομολογούμενος αποκτά την βεβαιότητα τής υπό του Θεού συγχώρεσης του δια του ιερέα, γεγονός που ενισχύει αυτόν στον περαιτέρω πνευματικό αγώνα του.
Ο ιερέας δεν πρέπει ουδέποτε να λησμονεί πως η σχέση του πνευματικού προς τον εξομολογούμενο είναι ανάλογη με τη σχέση του πατέρα με το παιδί του. Για να ασκήσει κάποιος ιερέας το έργο της εξομολόγησης χρειάζεται η άδεια του οικείου επισκόπου. Ο χαρακτήρας της σχέσης του πνευματικού προς τον εξομολογούμενο, το γεγονός πως ο εξομολογούμενος εμπιστεύεται στον πνευματικό του με συντριβή και μετάνοια τις αμαρτίες και τα σφάλματά του επιβάλλουν απολύτως το απόρρητο της εξομολόγησης. Ο πνευματικός πρέπει να αποφεύγει τις ερωτήσεις προς τον εξομολογούμενο με σκοπό να ικανοποιήσει την περιέργειά του. Ασφαλώς και οφείλει ο πνευματικός να εξακριβώσει τις συνθήκες υπό τις οποίες διαπράχθηκαν τα σφάλματα, προς αποτελεσματικότερη πνευματική βοήθεια του εξομολογούμενου. Όμως οι ερωτήσεις που υποβάλλονται γι’ αυτό το σκοπό, οφείλουν να διακατέχονται από διάκριση και πολλή λεπτότητα. Η καθόλου στάση του πνευματικού οφείλει να είναι στάση αγάπης και στοργής προς τον μετανοούντα και ιδιαίτερα προς τους νέους και όχι στάση κριτή. Στο μυαλό του πνευματικού πρέπει να είναι πάντοτε χαραγμένα τα λόγια του Χριστού: «Δεν ήλθα να κρίνω τον κόσμο αλλά να σώσω τον κόσμο» Κατά Ιωάννη 12:47. Επομένως η σωστή στάση του πνευματικού προς τον εξομολογούμενο είναι να αφήνεται αυτός να ομιλεί ελεύθερα και ο πνευματικός να κάνει μόνο μικρές παρεμβάσεις όπου αυτός κρίνει σκόπιμο. Έτσι θα βοηθηθεί ο εξομολογούμενος να εκφρασθεί ελεύθερα και να πει εκείνα τα οποία τον ενοχλούν.
Οι συμβουλές πρέπει να είναι κατάλληλες σε κάθε περίσταση δηλαδή οφείλουν να ενισχύουν τον εξομολογούμενο στον πνευματικό του αγώνα, να είναι ορθές και να δημιουργούν αυτοπεποίθηση σ’ αυτόν. Αν ο πνευματικός δεν γνωρίζει την κατάλληλη συμβουλή, είναι προτιμότερο να σιωπήσει και να μην τίποτε, παρά μόνο «ο Θεός σε συγχωρεί, πράξε το καλλίτερο στο μέλλον κατά το θέλημα του Θεού και την συνείδησή σου».
Ο πνευματικός οφείλει εκτός από πνευματική κατάρτιση να γνωρίζει και ψυχολογία και τα σύγχρονα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι ανά εποχή και τις συνθήκες της ζωής. Να μην είναι ανεδαφικός εκτός τόπου και εκτός χρόνου.
Όσον αφορά τώρα τα επιτίμια δεν πρέπει να λησμονεί ο πνευματικός πως έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα και σκοπό. Για τους μη γνωρίζοντας σημειώνουμε πως τα επιτίμια είναι οι πράξεις τις οποίες προτείνει ο ιερέας στον εξομολογούμενο για να αισθανθεί το σφάλμα του και να προσπαθήσει στο μέλλον να μην το επαναλάβει. Συνήθως είναι η εντατικότερη προσευχή, η νηστεία, η αγαθοεργία, η μελέτη ψυχωφελών βιβλίων και σε κάποιες περιπτώσεις η αποχή από τη Θεία Μετάληψη. Τα επιτίμια δεν αποτελούν μέρος του μυστηρίου της μετάνοιας γι’ αυτό και δεν ζητούνται τις περισσότερες φορές από τον πιστό, αλλά σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Δεν αποτελούν τιμωρία του αμαρτωλού, ούτε εκδίκηση. Γι’ αυτό και ο πνευματικός οφείλει να τα επιβάλει με σύνεση και μόνον όταν φρονεί πως πράγματι μπορεί να βοηθήσουν τον εξομολογούμενο.
Προσοχή: Κάτι το οποίο έχει παρεξηγηθεί από πολλούς πιστούς και ιερείς. Τα μυστήρια της Ιεράς Εξομολόγησης και της Θείας Ευχαριστίας είναι διάφορα, μη εξαρτώμενα το ένα από το άλλο, ούτε υπηρετούντα το ένα με το άλλο. Και τα δύο όμως είναι απαραίτητα για την πνευματική ζωή των πιστών.
Πολλές φορές ο ποιμένας στην εξομολόγηση ή και σε άλλες περιστάσεις αντιμετωπίζει ανθρώπους υπό το κράτος της κατάθλιψης και η αντιμετώπιση αυτών αποτελεί πράγματι πρόβλημα. Τι μπορεί να κάνει για να τους βοηθήσει; Να χειριστεί μόνος του αυτή την κατάσταση ή να την παραπέμψει στον πλέον ειδικό; Και αν υποτεθεί πως ο πιστός που κατέφυγε σ’ αυτόν δεν επιθυμεί να επισκεφτεί τον ψυχίατρο ή να υποστεί ιατρική θεραπεία;
Κατ’ αρχάς πρέπει να έχει υπόψη του, πως δεν αποτελεί έργο του πνευματικού η διάγνωση μιας ψυχικής ανωμαλίας ή η αυθεντική απόφανση για την προέλευσή της. Μόνο οι ειδικοί επιστήμονες μπορούν να το πράξουν αυτό. Ποιμένας χωρίς την κατάλληλη μόρφωση στην θεραπεία του βάθους και ανίκανος να αναγνωρίσει τις επικίνδυνες εκδηλώσεις της ψυχικής ανωμαλίας, είναι δυνατόν να προξενήσει κακό παρά καλό. Είναι δυνατόν να αυξήσει την κατάθλιψη του εξομολογούμενου ακόμη περισσότερο και να τον οδηγήσει σε αυτοκαταστροφικές τάσεις ή εκτός πραγματικότητας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται η βοήθεια των ειδικών για βοήθεια με τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής μετά ψυχοθεραπείας.
Δεν πρέπει επίσης ο πνευματικός να παρουσιάζει με ρόδινα χρώματα καταστάσεις εμφανώς αρνητικές, γιατί το ασθενές πρόσωπο το αντιλαμβάνεται αυτό και οδηγείται σε μεγαλύτερη κατάθλιψη. Είναι προτιμότερο να ενισχύονται οι υγιείς και δυνατές πλευρές της προσωπικότητας του πιστού με εκφράσεις επιδοκιμασίας εκ μέρους του ιερέα – και αυτές με μέτρο, χωρίς υπερβολές – σε θέματα στα οποία το άτομο δείχνει δύναμη και υγεία.  
Πολύ λεπτό είναι και το ζήτημα που αφορά την ερωτική ζωή των πιστών. Η στάση του ποιμένα πρέπει και εδώ να είναι υπεύθυνη και να δώσει να καταλάβει ο πιστός, πως τα διάφορα λεγόμενα “σαρκικά αμαρτήματα” δεν διαφέρουν σε τίποτα από τις άλλες ανθρώπινες ατέλειες. Αλλά ας αφήσουμε το πατέρα Φιλόθεο Φάρο, να μας τα πει καλύτερα. Αντιγράφουμε από το εξαίρετο βιβλίο του «Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία», σελίδες 264 – 266.
«Πολλοί κληρικοί και πνευματικοί απασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με τις ατέλειες της ερωτικής ζωής εκείνων που καθοδηγούν παραβλέποντας σχεδόν εντελώς άλλες ανθρώπινες ατέλειες και μάλιστα με διάφορες διανοητικές αλχημείες προσπαθούν να τους πείσουν ότι τα “σαρκικά αμαρτήματα” έχουν μια καίρια και κεντρική σημασία για την πνευματική ζωή και σωτηρία του ανθρώπου και ότι είναι πολύ σοβαρότερα από οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο αμάρτημα. Ότι αυτή η άποψη δεν έχει έρεισμα στην χριστιανική διδασκαλία και την εκκλησιαστική παράδοση θα μπορούσε να είναι εμφανές και στον πιο αμύητο, εφόσον η ψυχοπαθολογία του δεν του δημιουργεί την ανάγκη γι’ αυτή την έμμονη ενασχόληση με το σεξ, που είναι βασικό χαρακτηριστικό πολλών θρησκευομένων και πάρα πολλών κληρικών και πνευματικών. Έτσι γι’ αυτούς η παράθεση οποιωνδήποτε μαρτυριών από την παράδοση δεν θα είχε κανένα νόημα, για όποιον όμως υγιαίνει ψυχικά είναι εμφανές ότι ο Ιησούς Χριστός ένα μόνο αμαρτωλό απέρριπτε διαρκώς και ολοκληρωτικά, και αυτός ήταν ο υποκριτής, και ότι απείλησε με την φρικτότερη τιμωρία της κολάσεως όχι τον πόρνο αλλά τον φίλαυτο, που είναι τόσο αυτοαπασχολούμενος ώστε όχι μόνο δεν αγαπά, αλλά ούτε παρατηρεί τον άλλο, όπως φαίνεται από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.
Όσον αφορά το περίφημο χωρίο από την Α΄ Επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους: “ουκ οίδατε ότι άδικοι βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι; Μη πλανάσθε, ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται, ούτε κλέπται, ούτε πλεονέκται, ούτε μέθυσοι, ου λοίδοροι, ουχ άρπαγες βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι” (Α΄ Κορ. 6,9), στο χωρίο αυτό όχι μόνο δεν θεωρούνται οι ερωτικές παρεκτροπές ιδιαίτερα σοβαρές, αλλά εξομοιώνονται με την πλεονεξία, την κλοπή και τη λοιδορία και το ακόμη σπουδαιότερο είναι ότι, σύμφωνα με το χωρίο αυτό, κανένας άνθρωπος που διαθέτει την πιο στοιχειώδη αυτογνωσία δεν μπορεί να πιστεύη ότι δεν συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτό τον κατάλογο των αμαρτωλών που δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία του Θεού, έτσι ώστε να κτυπιέται καίρια κάθε αυτοδικαιωτική διάθεση.
Παρόμοιες διαπιστώσεις προκύπτουν και από την μελέτη της μετέπειτα εκκλησιαστικής παραδόσεως. Λέει ο Ιωάννης ο Χρυσοστόμος: “Μη μου πεις ότι δεν πορνεύω. Γιατί ποιο το όφελος, αν δεν πορνεύης, αλλά είσαι φιλοχρήματος; Το σπουργίτι, και αν ακόμη δεν είναι πιασμένο από όλο το σώμα του αλλά μόνο από το πόδι του, και έτσι έχει χαθή, ευρίσκεται μέσα στην παγίδα, και δεν ωφελείται καθόλου από τα φτερά, αφού το πόδι του είναι πιασμένο. Έτσι κι εσύ δεν κυριεύθηκες από την πορνεία, αλλά κυριεύθηκες από τη φιλαργυρία, οπωσδήποτε όμως κυριεύθηκες. Το ζητούμενο δε δεν είναι το πώς κυριεύθηκες  αλλά το ότι κυριεύθηκες” και “Τίποτε λοιπόν δεν αποξενώνει (τον άνθρωπο) από τη φιλανθρωπία του Θεού και δεν το παραδίδει στο πυρ της κολάσεως όπως η τυρρανίδα της υπερηφάνειας. Όταν υπάρχη αυτή, γίνεται ακάθαρτη ολόκληρη η ζωή μας, οτιδήποτε κάνουμε, είτε σωφροσύνη είτε παρθενία είτε νηστεία είτε προσευχές είτε ελεημοσύνη”.»
Μέλημα πάντα του ποιμένα πρέπει να είναι πως δια μέσου του μυστηρίου της εξομολόγησης ο πιστός πρέπει να κερδίσει την αυτογνωσία. Αν δεν συμβεί αυτό, η εξομολόγηση θα παραμείνει κάτι αποσπασματικό και χωρίς μόνιμα αποτελέσματα, ώστε να ασκείται ως έργο ρουτίνας.

Βιβλιογραφία
Π. Ροδόπουλος: Μαθήματα Ποιμαντικής
Φ. Φάρος: Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία
OrthodoxWiki, λήμμα «Επιτίμια»
πηγή

Τετάρτη, Ιουνίου 18, 2014

Η εξομολόγηση καθαρίζει την ψυχή του ανθρώπου.

- Εξομολογείσαι;

- Όχι Γέροντα.
Η εξομολόγηση καθαρίζει την ψυχή του ανθρώπου 
- Γιατί; Να εξομολογείσαι. Το γράφει το Ευαγγέλιο. Είναι μυστήριο της Εκκλησίας. Να εξομολογείσαι, διαφορετικά μην κοινωνείς. Να βρίσκετε καλούς πνευματικούς, να τα πείτε όλα.
Πως πηγαίνετε στον γιατρό; Έτσι να πηγαίνετε και στον πνευματικό. Υπάρχουν και άγιοι πνευματικοί.


Ελέρωσες το φουστάνι σου, τι θα κάνεις; Θα το πλύνεις. Ο Χριστός θα σου πει «γιατί δεν μετάνιωσες, γιατί δεν εξομολογήθηκες;» Να εξομολογηθείς με ειλικρίνεια γιατί θα φανερωθούν μία μέρα όλα στην άλλη ζωή. Χρειάζεται αυτοκατάκριση όταν εξομολογείσαι. Όχι απλώς να τα πεις.

Όταν κρύβετε μια σοβαρή πράξη κατά την εξομολόγηση, τότε δεν υπάρχει εξομολόγηση και να εξομολογείστε τακτικά, μην αφήνετε την ψυχή σας να λερώνεται.

Να εξομολογείστε λοιπόν στον πνευματικό σας. Όπως πλένετε το παντελόνι σας, όταν λερωθεί και καθαρίζει, έτσι καθαρίζει και η ψυχή του ανθρώπου, όταν πηγαίνουμε για εξομολόγηση.

Να εξομολογείστε και να κοινωνείτε. Είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού. Παίρνετε δύναμη. Έτσι αντέχουν και οι μάρτυρες.

Λόγοι αγάπης και ζωής Γέροντος Θεοδοσίου          

Πέμπτη, Ιουνίου 12, 2014

Ὁ σκοπός τοῦ Ἱερέα-Πνευματικοῦ στήν Ὀρθοδοξία μας

Ἠλεκτρονική πηγήw w w . f l o g a . g r )



Στόν πρῶτο στίχο ἀκούσαμε τίς λέξεις «σύ οὖν, τέκνον μου ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ὅπως ἔχετε καταλάβει στήν ἑρμηνευτική μας προσέγγιση ἡ ἔμφαση σέ μᾶς δίνεται στίς λέξεις, γιατί οἱ λέξεις οἰκοδομοῦν τό νόημα· δέν μπορῶ νά ἀναλύσω τό νόημα, ἄν δέν ξέρω τίς λέξεις· ἀπ᾽ τίς λέξεις, ἀναλύοντας αὐτές, θά ἀναδυθεῖ τό νόημα τῆς περικοπῆς, τό ὁποῖο ἀναλύουμε. Τώρα ἐδῶ λέει «σύ οὖν τέκνον μου», ἐσύ, λοιπόν, παιδί μου, λέει. Bέβαια κατά τά μέτρα τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τῆς χριστιανικῆς ποιμαντικῆς ζωῆς αὐτό τό τέκνον εἶναι κατανοητό· βέβαια σέ δεδομένα προχριστιανικά αὐτό δέν εἶναι πολύ εὔκολο νά γίνει κατανοητό. Ἀκόμη καί οἱ δάσκαλοι, οἱ φιλοσοφικές σχολές κ.λπ. πού χαν μαθητές δέν φαίνονται νά ἀποκαλοῦν τούς μαθητές τους τέκνον μου· θά ἦταν μαθηταί μου. Οἱ λέξεις δέν εἶναι συνήθεις, ἀλλά αὐτή ἡ λέξη ἀναδύεται μέσα ἀπό τήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς πατρότητας, ἡ ὁποία ἀναδεικνύεται στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας καί βλέπετε τέκνον μου τόν λέει ἐνῶ δέν εἶναι φυσικό του τέκνο, δέν εἶχε τέκνα, δέν ἦταν παντρεμένος, ἀλλά ἐπειδή μέσα ἀπό τήν πνευματική ζωή, τό ξέρετε ὅλοι αὐτό, ἀλλά νά σταθῶ λίγο στήν ἀνάλυση, κάποιος ζώντας πνευματικά γεννιέται ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Γεννιέται, βρίσκει τόν ἑαυτό του καί πάλι, καθαρίζει τόν ἑαυτό του καί θεωρεῖται ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἔχει λειτουργήσει σέ αὐτό τό ἔργο τῆς βαθιᾶς, βαθιᾶς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου, προσέξτε ἀναγέννηση [σημαίνει] εἶναι βαπτισμένος μέν ἀλλά δέν τό εἶχε χρησιμοποιήσει· σοῦ ἔδωσε ἕνα δῶρο καί δέν τό χρησιμοποίησες καί ἔρχεται ἡ ὥρα πού τώρα [θά] τό χρησιμοποιήσεις. Προσέξτε τόν ὅρο καί τό τονίζω καί τό διαφοροποιῶ ἀπό ὁποιαδήποτε ἔννοια ἀναγεννήσεως, ἡ ὁποία ἀναδύεται στό χῶρο τῆς προτεσταντικῆς θεολογίας καί στό χῶρο μερικῶν ὁμάδων πεντηκοστιανῶν κ.λπ., πού μιλᾶνε γιά μιά ἀναγέννηση ἄλλου τύπου ὅμως. Προσέξτε ἐμεῖς γεννόμεθα μέσα στήν κολυμβήθρα, αὐτή εἶναι ἡ μήτρα μας καί ἐκεῖ μᾶς δίνεται τό μεγάλο δῶρο τοῦ νά ζήσουμε χριστιανικά καί νά λειτουργήσουμε τό ἔργο τοῦ προσωπικοῦ ἁγιασμοῦ μας ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι· ἐκεῖ εἶναι ἄλλο πράγμα, ἐκεῖ σοῦ λέει τώρα γεννιέσαι, τώρα πού γνώρισες τό Χριστό· ἤσουνα βαπτισμένος, ἀλλά τώρα πού Τόν γνώρισες, μέ τήν πίστη μόνο, γεννιέσαι· ἐδῶ εἶναι ἡ διαφοροποίηση γι᾽ αὐτό σοῦ λένε ἔλα νά γεννηθεῖς. Ἄλλο πράγμα τό ἕνα καί ἄλλο τ᾽ ἄλλο· ἄλλο νά ἔχεις ἕνα θησαυρό καί νά μήν τόν χρησιμοποιεῖς καί ἄλλο νά λένε πού τόν εἶχες ἀλλά ἦταν ἄκυρος ἀφοῦ δέν τόν χρησιμοποιοῦσες καί τώρα θά βρίσκεις μιά καινούργια γέννηση. Εἶναι λεπτές διαφοροποιήσεις οἱ ὁποῖες δημιουργοῦν τρομερές αἱρέσεις.

Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἔννοια τῆς πνευματικῆς πατρότητας ἀνήκει, προσέξτε, στήν Ἐκκλησία· ἡ Ἐκκλησία κάνει ὅλους τούς ἀνθρώπους πού βαπτίζει καί οἱ ὁποῖοι εἶναι κοντά Της, τούς κάνει τέκνα Της γιατί ἀκριβῶς γεννιόνται μές στήν Ἐκκλησία· γεννήθηκαν στήν κολυμβήθρα καί συνεχίζουν αὐτή τή γέννηση ἄν λειτουργήσουν τά δεδομένα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄρα ἡ ἔννοια τέκνον ἁρμόζει σέ ὅλους τούς πιστούς πού εἶναι κοντά στήν Ἐκκλησία.

Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι πού λειτουργοῦν αὐτή τή γέννηση εἶναι οἱ πνευματικοί, πού εἶναι ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι ἔργο προσωπικό τους, λειτουργοῦν τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἐπίσκοποι, οἱ πρεσβύτεροι, οἱ πάντες μές στήν Ἐκκλησία λειτουργοῦν τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας· εἶναι διάκονοι τῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶναι κάτι δικό τους, κάτι προσωπικό τους, ἄρα ἡ ἐπίκληση τέκνον μου εἶναι γιατί μετέχει στήν Ἐκκλησία καί μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀποκτοῦμε μιά προσωπική σχέση, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία δίνει αὐτή τή χάρη καί στήν Ἐκκλησία μέσα ὅλα γίνονται καί προσωπικά ταυτόχρονα ἀλλά τό τέκνον μου δέν εἶναι κάτι ἰδιοτελές ἐγώ καί ἐσύ· ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μέσα ζεῖς καί ἐγώ, ἐπειδή εἶμαι διάκονος τῆς Ἐκκλησίας καί ὑπηρέτης τῆς Ἐκκλησίας, σέ λέω τέκνον μου.

Βλέπεις, λές ὁ ἀσθενής μου· ὁ γιατρός θά πεῖ ὁ ἀσθενής μου. Ἀσθενής του εἶναι ἀλλά δέν εἶναι δική του ἰατρική, ἔχει μιά ἰατρική, ἡ ὁποία τοῦ δίνει ὁδηγίες πῶς νά κάνει καλά τόν ἀσθενή· εἶναι ἀσθενής του, βέβαια, εἶναι προσωπική ἡ σχέση, αὐτός καί ἐκεῖνος, ἀλλά δέν τόν γιάτρεψε ἁπλῶς ὁ ἴδιος, τόν γιάτρεψε ἡ ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς καί αὐτός ὁ γιατρός, ἄν ἦταν σωστός γιατρός, ἤξερε καλά τήν ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς καί γιάτρεψε κάποιον. Μπορεῖ νά μήν ἔκανε καμιά ἀνακάλυψη ἰατρική, ἁπλῶς ἤξερε καλά τήν ἰατρική· ἄρα προσέξτε διαφοροποιεῖστε αὐτή τήν ἔννοια τοῦ γενικοῦ καί τοῦ προσωπικοῦ καί στήν Ἐκκλησία μέσα ποτέ δέν παύει νά ὑπάρχει τό προσωπικό, [κάποια στιγμή ὁ Ἀπόστολος Παῦλος], λέει τό εὐαγγέλιόν μου· δέν εἶναι δικό του τό εὐαγγέλιο, ἀλλά αὐτός τό ζεῖ προσωπικά καί αὐτό μεταδίδει. Λέει τό εὐαγγέλιόν μου!

Ἄρα κρατῆστε στήν Ἐκκλησία μέσα, πού ἡ Ἐκκλησία κάνει τά πάντα, ἀλλά δέν καταλύεται τό προσωπικό μέγεθος, δηλαδή εἴμαστε ἄνθρωποι κι ἔχουμε πρόσωπο καί γνωριζόμαστε, ἀλλά αὐτό δέν λειτουργεῖ δεσμούς οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀνεξάρτητοι ἀπό τήν Ἐκκλησία δηλαδή· ἄν ἦταν οἱ δεσμοί ἀνεξάρτητοι ἀπό τήν Ἐκκλησία, αὐτός θά ἦταν ἕνας καθαρός γκουρουδισμός, εἶναι τοῦ γκουρού, εἶναι αὐτή ἡ ἔννοια, δέν ἔχει κάποια ἰδεολογία πίσω του. Μπορεῖ νά ἔχει μιά γενική θρησκεία, ἀλλά ἀσκεῖ δικά του γεγονότα καί κάνει τούς ἀνθρώπους αὐτό πού θέλει ἐκεῖνος, τό δικό του σύστημα, γι᾽ αὐτό καί τόν ἀκολουθοῦν πιστά. Δέν εἶναι τό τί λέει ἕνα δόγμα, [ἀλλά] τό τί λέει αὐτός.

Στήν Ἐκκλησία ὑπάρχουν ἡ ἀλήθεια καί τά δόγματα καί δέν μπορεῖ κανένας πνευματικός νά τά καταλύσει αὐτά τά μεγέθη, ἀλλά ὑπάρχει ἡ θεολογία, ὑπάρχει Ἐκκλησία· ἄρα στήν Ἐκκλησία μέσα δέν μποροῦν νά δεχτοῦν γκουρού, γιατί κανείς δέν μπορεῖ νά πεῖ μιά δική του μεθοδολογία, ἐνῶ στό χῶρο τοῦ γκουρουδισμοῦ, ἐπειδή εἶναι πολυποίκιλες οἱ ματιές πού κάνει ὁ καθένας σέ αὐτά τά θέματα, ὁ κάθε γκουρού ἔχει ἕνα δικό του κοίταγμα· ἄρα πρέπει ὁ κάθε μαθητής του νά ἀκολουθεῖ τό δικό του κοίταγμα, ἄρα πρέπει σέ αὐτόν νά ὑπακούει καί [μάλιστα] τυφλά νά ὑπακούει. Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπακοῦμε τυφλά. Ἐμεῖς ὑπακοῦμε στήν Ἐκκλησία καί ὄντας μέσα στήν Ἐκκλησία, γιά νά βοηθηθοῦμε νά ἀκολουθήσουμε τό δρόμο μας, κάποιος πνευματικός μᾶς βοηθᾶ νά καταλάβουμε τό εὐαγγέλιο καί πῶς ζοῦμε χριστιανικά, ἀλλά δέν ἀκολουθοῦμε τόν πνευματικό, οὔτε τίς διδαχές του. Ἀκολουθοῦμε τή διδαχή τῆς Ἐκκλησίας, γι᾽ αὐτό κανένας πνευματικός δέν μπορεῖ νά ἔχει δικές του διδαχές, δέν εἶναι δυνατό αὐτό· λειτουργεῖ σέ αὐτό πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ λοιπόν στήν Ἐκκλησία μέσα νά λειτουργηθοῦν οἱ γκουρουδισμοί· γι᾽ αὐτό στήν Ἐκκλησία μέσα, ἐφόσον καί ἄν ὅλοι οἱ πνευματικοί τῆς Ἐκκλησίας ἀκολουθοῦν τήν ἴδια θεολογία, δέν ὑπάρχει διαφοροποίηση. Δέν ὑπάρχει διαφοροποίηση, εἶναι τό ἴδιο πράγμα· καί γι᾽ αὐτό μεταδίδει τήν ἴδια ἀλήθεια. [Ἄρα εἶναι λάθος] ὅταν ἀκούμε μερικές φορές πού [λένε ὅτι] ἕνας πνευματικός [γι᾽ αὐτό τό θέμα] ἔχει ἄλλη ἄποψη. Μπορεῖ νά ὑπάρχουν διάφορες ἀπόψεις, ξέρω γώ, γιά μιά παιδαγωγία ἀλλά γιά χοντρά πράγματα, πράγματα τά ὁποῖα ἀπαγορεύονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, [δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει διαφοροτική ἄποψη]. Γιά παράδειγμα δέν μπορεῖ ἕνας πνευματικός νά πεῖ σέ κάποιον, σοῦ ἐπιτρέπω νά κλέψεις γιατί πεινᾶς· δέν τό ἐπιτρέπει ἡ Ἐκκλησία, μέσα ἀπό τούς κανόνες, μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή δέν μπορεῖ νά πεῖ «ἐγώ κάνω συγκατάβαση νά κλέψεις» καί [νά κάνει τήν] δική του παιδαγωγία. Τόν ὁδηγεῖ [ἔτσι] στήν ἁμαρτία, δέν μπορεῖ νά πεῖ τίποτε δικό του, πρέπει νά ἀκολουθήσει τήν Ἐκκλησία. Ἄλλο ἡ ἐφαρμογή ἤ ἡ συγκατάβαση ἡ ἐλαφρά ἤ πιό σκληρότερη ἐφαρμογή, πού εἶναι ἕνα ποίκιλμα, ὅπως γίνεται στήν παιδαγωγία, ἕνα παιδί πού εἶναι πολύ ἄτακτο ἀλλιῶς τοῦ φέρεσαι, ἕνα παιδί πού δέν εἶναι ἄτακτο ἀλλιῶς τοῦ φέρεσαι· ἀλλά ἡ προοπτική εἶναι μία νά κάνεις παιδαγωγία στό παιδί. Κρατῆστε αὐτό τό μέγεθος γιά νά μή νομίζει κανείς πού μέσα στήν Ἐκκλησία ὑπάρχουν ἀνεξάρτητες νησίδες γκουρού πνευματικῶν πού ἀκολουθοῦν τή δική τους μεθοδολογία.

Εἶναι Ἐκκλησία καί ὁ δικός σας ἔλεγχος, ἐπειδή μέσα στήν Ἐκκλησία δέν χάνετε τήν προσωπικότητά σας, δέν εἶστε δηλαδή μαθητές ἑνός γκουρού, ἔχετε προσωπικότητα καί συνεχῶς αὐτά τά ὁποῖα ἀκοῦτε, ὅσο μπορεῖτε τά μελετᾶτε στό νοῦ σας, ἄν ἁρμόζουν μέ τό εὐαγγέλιο· ἄν σοῦ πεῖ λοιπόν πήγαινε νά κλέψεις, ξέρεις ὅτι εἶναι ἐκτός εὐαγγελίου. Ἐκεῖ δέν κάνεις ὑπακοή, ὅποια αἰτία καί νά σοῦ πεῖ δέν κάνεις καμία ὑπακοή, γιατί σέ ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία. Ἡ ὑπακοή εἶναι ἄνευ ἁμαρτίας καί αἱρέσεως, ἄρα αὐτή ἡ διπλή ἰδιότητα τοῦ ἄνευ ἁμαρτίας καί αἱρέσεως ὁδηγεῖ στήν πλήρη ἐλευθερία τοῦ προσώπου, πού μπορεῖ νά ἐλέγχει τουλάχιστον ἄνευ ἁμαρτίας καί αἱρέσεως αὐτά τά ὁποῖα ἀκούει ἀπ᾽ τόν πνευματικό του· ἄρα μέ αὐτά τά ἁπλά πού σᾶς λέγω καταλύεται, καταργεῖται δηλαδή ἡ ἔννοια τῆς ἰδιωτικότητας τῆς προσωπικῆς σχέσης καί εἶναι ἔννοια ἐκκλησιαστική αὐτή ἡ σχέση, ἀποκτᾶ κάλλος μές στήν Ἐκκλησία. Χωρίς νά εἶναι στήν Ἐκκλησία ὁ πνευματικός καί ὁ ἐξομολογούμενος δέν ἔχει κανένα νόημα. Τότε πραγματικά εἴμαστε γκουρού καί ἕνας ὁ ὁποῖος εἶναι ἀποκομμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἄς ἦταν παλιά πνευματικός, ἄν ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἄν ἔχει ἀποσκιρτήσει, ἄν ἔχει φύγει, ξέρω γώ, ἄν ἔχει καθαιρεθεῖ, δέν ἔχει τή δυνατότητα νά ἔχει πνευματικά παιδιά, ὑπό τήν ἔννοια ὅτι ἐπειδή ἐξέπεσε βαθύτατα δέν μπορεῖ νά καθοδηγήσει. Μπορεῖ νά παραμένει ὅποιος εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἐξομολογήσει· βλέπετε εἶναι ἕνα θέμα ἐκκλησιολογικό, γι᾽ αὐτό πολλές φορές μερικοί μέ ρωτᾶνε «μπορῶ νά πάω σέ ἄλλον πνευματικό», φυσικά ἄν δέν εἶναι αἱρετικός καί ἄν δέν διδάσκει ἁμαρτίες γιατί ὄχι δέν ὑπάρχει θέμα· δηλαδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία.

Προσέξτε κάτι ἄλλο, δέν ὑπάρχουν ἔκτακτοι πνευματικοί χαρισματοῦχοι. Ὅλοι οἱ πνευματικοί, ἐφόσον ἔχουν τήν ἄδεια τῆς ἐξομολογήσεως καί τό μυστήριο τῆς ἱεροσύνης, εἶναι χαρισματοῦχοι. Ὅλοι ἔχουν χαρίσματα μέσα στήν Ἐκκλησία καί τό χάρισμα τῆς ἱεροσύνης, ἄρα ὅλοι εἶναι χαρισματοῦχοι. Ὑπάρχει μιά ἰδιοτροπία στό λαό νά ψάχνει τόν πιό χαρισματοῦχο· δέν εἶναι αὐτή ἱστορία, ἐφόσον ἔχει τό χάρισμα τοῦ ἐξομολογεῖν καί συγχωρεῖν σημαίνει ὅτι τό μυστήριο τῆς δικῆς μας μετανοίας θά λειτουργηθεῖ μέσα ἀπό τά χέρια αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ, πού δέν τόν κρίνουμε ἐμεῖς σάν χαρισματοῦχο. Δέν ξέρω ποιό λόγο ἔχετε νά μήν τόν κρίνετε σάν χαρισματοῦχο, ἀλλά τό μυστήριο τῆς δικῆς μας μετανοίας, ἐφόσον ἔχει εὐλογία ἀπό τήν Ἐκκλησία θά λειτουργηθεῖ καί τό μυστήριο, ἄν ἀφορᾶ τήν ἐξομολόγηση, εἶναι μυστήριο τό ὁποῖο εἶναι μετανοίας. Τί σχέση ἔχει; Ἄμεση σχέση· ἕνας ἱερέας πού εἶναι καλός ἤ κακός στά μάτια σας ἤ στά μάτια μας, ἄν κάνει βάπτισμα, τό ἴδιο βάπτισμα κάνει. Ἄλλο ἄν κάνει τό βάπτισμα μέ αἱρετικό τρόπο, ἄν δέν κάνει [γιά παράδειγμα] τριττή κατάδυση, ἤ [κάνει] ἄλλα [δικά του] πράγματα, ἄλλο πράγμα [αὐτό] καί ἄλλο τό ὅτι ὅποιος καί νά ναι ὁ πνευματικός [ἱερέας], [αὐτός] εἶναι στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ καί ἐπειδή ἔχει τήν ἄδεια ἀπό τήν Ἐκκλησία, λειτουργεῖ τό χάρισμα. Δέν διαφοροποιεῖται λοιπόν. [Συνεπώς εἶναι λάθος ἡ ἔκφραση]: θά πάω νά κάνει τό βάπτισμά μου ἕνας ἱερέας πνευματικός. Τί σημαίνει ἱερέας πνευματικός; Ἡ φράση εἶναι κολασμένη. Ὑπάρχει ἱερέας πού δέν εἶναι πνευματικός ἤ χριστιανός πού δέν εἶναι πνευματικός, πού δέν ἔχει τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἡ Ἐκκλησία, ἄν δεῖ τέτοιο πράγμα, ἄν δεῖ ὅτι καταστρέφει τούς ἀνθρώπους θά τόν καθαιρέσει ἤ [ἁπλά] δέν θά τοῦ δώσει ἄδεια νά ἐξομολογεῖ καί νά τελεῖ τά μυστήρια.

Προσέξτε αὐτό τό λεπτεπίλεπτο σημεῖο, γιατί ἄν δέν τό καταλάβουμε δημιουργοῦνται τάσεις γκουρουδισμοῦ μές στήν Ἐκκλησία καί εἶναι πάρα πολλές αὐτές οἱ ἐπικίνδυνες οἱ τάσεις καί προσέξτε, τό ξαναλέω, ἡ μετάνοια εἶναι δική μας. Πόσο βάθος μετανοίας ἔχουμε, ἔτσι θά συγχωρηθοῦμε καί δέν εἶναι τό θέμα ποιός πνευματικός μᾶς ἐξομολογεῖ· ἄλλο μιά πνευματική συμβουλή ἤ ὄχι, ἀλλά τό κέντρο εἶναι ἡ δική μας μετάνοια. Χωρίς νά ἔχουμε ἐμεῖς μετάνοια καί ὁ καλύτερος, ὁ πιό ἅγιος πνευματικός κατά τά μέτρα τοῦ Θεοῦ, δέν τά ξέρω, νά μᾶς ἐξομολογήσει, δέν ἀλλάζει τίποτε, ἄν ἐμεῖς δέν μετανιώσουμε, δέν ἀλλάζει τίποτε.

Κρατῆστε αὐτά τά μεγέθη γιατί πολύ τό φοβᾶμαι, ἐπειδή οἱ χριστιανοί λίγο ἔχουμε γιά κάποιες ἔτσι σχέσεις καί πολύ τό προσωπικό, τό ἔχουμε πάρα πολύ ἔντονο τό προσωπικό, νά ὑπάρχει προσωπική σχέση, εἶμαι ἐγώ καί ἐσύ, βλέπετε λέει τό εὐαγγέλιό μου ἀλλά τό εὐαγγέλιο εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἰατρική εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἡ μεθοδολογία εἶναι Χριστοῦ, ἡ θεραπευτική εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί ἐμεῖς ἐφαρμόζουμε αὐτό τό εὐαγγέλιο καί αὐτή τή μεθοδολογία, αὐτή τήν πρακτική, γι᾽ αὐτό δέν μπορεῖ κανένας νά πεῖ μιά καινούργια πρακτική πέρα ἀπό αὐτό πού λέει ἡ Ἐκκλησία. Παρακαλῶ κρατῆστε το γιατί δημιουργοῦνται παρενέργειες στήν Ἐκκλησία μέσα, οἱ ὁποῖες βαθύτατα μέ στεναχωροῦν καί ἡ σχέση παραμένει προσωπική, ἀλλά δέν μπορεῖ νά γίνει γκουρουδική ἡ σχέση. Σᾶς παρακαλῶ γι᾽ αὐτό στήν προσωπική σας ζωή ἔχετε καί ἐλευθερία γιά πράγματα τά ὁποῖα δέν εἶναι ἁμαρτία· ἔχετε ἐλευθερία νά κινηθεῖτε ἀπό δῶ ἤ ἀπό κεῖ, ἡ καθοδήγηση ἔρχεται στό δρόμο πού μπορεῖ νά δημιουργήσει ἁμαρτία, νά ξέρουμε τί θά κάνουμε, μήν πέσουμε σέ παγίδα τοῦ διαβόλου καί ἁμαρτήσουμε, ἀλλά ἡ καθοδήγηση δέν εἶναι σέ καθημερινά πράγματα· ἔχουμε καί μιά δυνατότητα δηλαδή νά σκεφτόμασθε μερικά πράγματα· ἄλλο ἡ συγκατάβαση ἡ ὁποία εἶναι ὅταν ξεπερνᾶμε ἕναν κανόνα, κάνουμε [τότε] συγκατάβαση καί ἄλλο κάτι ἄλλο. Κοιτάξτε τώρα, βλέπετε τό θέμα τῆς νηστείας, παράδειγμα εἶναι αὐτό, πολύ ἁπλό δηλαδή καί δέν εἶναι καίριο, τό φέρνω σάν παράδειγμα ἐπειδή εἶναι ἐπίκαιρο. Ἡ Ἐκκλησία λέει αὐτή εἶναι ἡ νηστεία, τέρμα. Ἄν πρόκειται νά τήν κάνεις δέν χρειάζεται νά ρωτήσεις τίποτα. Μέ ρωτᾶνε «νά κάνω νηστεία;»· μά αὐτό ἐννοεῖται, αὐτό λέει τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἐγώ θά σοῦ πῶ ἄν θά κάνεις νηστεία ἤ ὄχι; Ἄλλο ἄν γιά κάποιους λόγους ὑγείας κ.λπ. ἤ ἄλλους λόγους δέν μποροῦμε, τότε ναί, καθοδηγούμασθε πῶς θά τό κάνουμε. Διαφοροποιεῖστε το, δέν χρειάζεται νά ρωτᾶτε κάτι περιττό, ἀφοῦ τό λέει ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐρώτημα νά νηστέψω ἤ ὄχι; Δέν χρειάζεται καθόλου. Ἄν ὅμως ποῦμε, νά νηστέψουμε παραπάνω ἀπό αὐτό πού λέει ἡ Ἐκκλησία, πρέπει νά πάρουμε ἄδεια. Ἡ ὑπέρβαση ἤ ἡ μείωση ἑνός κανόνος χρειάζεται κάποια ἄδεια, γιατί μπορεῖ νά εἶναι προσωπική καί ἐγωιστική μας ἰδιοτροπία· ἀλλά ἐκεῖνο πού λέει ἡ Ἐκκλησία τό λέει ἡ Ἐκκλησία, τό ξέρουμε, διαβάζοντας ἔχουμε αὐτή τήν ἐλευθερία.

Προσέξτε, κρατῆστε ἕνα ἁπλό σχῆμα πού θά σᾶς πῶ τώρα, εἶναι πολύ ἁπλό τό σχῆμα, ἀλλά θά τό καταλάβετε καί μάλιστα τό κάνω σέ μιά συγκριτική διαφοροποιήσεως τῆς ὀρθοδόξου καί μοναδικῆς Ἐκκλησίας μέ τά μορφώματα τά χριστιανικά τοῦ Βατικανοῦ ἤ τοῦ προτεσταντισμοῦ· ἐμεῖς, κοιτάξτε, ἔχουμε μέσα στήν Ἐκκλησία προσωπική σχέση καί ἔχουμε καί ἕναν πνευματικό, πού σημαίνει κάνουμε ὑπακοή στήν Ἐκκλησία καί διά τοῦ πνευματικοῦ, ἀλλά ταυτόχρονα ἔχουμε μιά ἐλευθερία σκέψεως καί μποροῦμε νά ποῦμε ἐγώ θά νηστέψω, δέν χρειάζεται νά πάρουμε ἄδεια ἀπό τόν πνευματικό ἀφοῦ θά νηστέψουμε· ἄρα ὑπάρχει ἡ ἄμεση σχέση μέ τόν Θεό καί ἡ ἄμεση σχέση μέ τήν Ἐκκλησία. Εἶναι διττό δηλαδή τό σχῆμα, ἡ ἄμεση σχέση μέ τόν Θεό, μέ τήν Ἐκκλησία καί ἄμεση σχέση διά τοῦ πνευματικοῦ καί τά δύο ὑπάρχουν.

Στό χῶρο τῆς βατικανίου σκέψεως ὑπάρχει μόνο τό ἕνα, εἶναι μόνο διά τοῦ πνευματικοῦ, κάθετα. Καταρχήν, δέν ὑπάρχει ἄμεση σχέση μέ τήν Ἐκκλησία καί ἐκεῖ μάλιστα τό θέμα εἶναι πάρα πολύ κορυφαῖο καί κολασμένο, γιατί ἡ σχέση πιά τοῦ κάθε πιστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι σχέση τοῦ πιστοῦ μέ τόν Πάπα. Εἶναι πολύ πιό ἀκραῖο ἐκεῖ πέρα τό ἔγκλημα, ἄρα καταργεῖται αὐτό τό διπολικό σχῆμα, δηλαδή ἐγώ καί ὁ Χριστός, ἐγώ κι ἡ Ἐκκλησία· γιά νά λειτουργήσει ἡ ἐλευθερία, μά αὐτή εἶναι ἡ ἐλευθερία. Στό χῶρο λοιπόν τῆς βατικανίου σκέψεως καταργεῖται αὐτή ἡ ἔννοια, γίνεται μονομερής καί μάλιστα οὔτε κἄν ὁ πνευματικός μας πού ἔχουμε, ἀλλά μέσα, διά τοῦ Πάπα σωζόμαστε, μονομερής σχέση. Στήν ἄλλη μεριά τοῦ προτεσταντισμοῦ, ὑπάρχει πάλι μονομέρεια ἀπ᾽ τή ἄλλη μεριά· ἐγώ καί ὁ Θεός μόνο, τίποτε ἄλλο· γι᾽ αὐτό καί δέν ὑπάρχει πνευματικός. Καταλάβετε αὐτές τίς ἁπλές διαφοροποιήσεις.

Στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κρατοῦμε αὐτό τό σύστημα τῆς βαθιᾶς σκέψεως. Ἐγώ μές στήν Ἐκκλησία εἶμαι, μές στήν Ἐκκλησία πάντοτε κάνω αὐτό πού λέει ἡ Ἐκκλησία καί ἐφαρμόζω γιά τή σωτηρία μου αὐτά πού λέει ὁ πνευματικός μου, γιά νά μήν ἁμαρτάνω καί ταυτόχρονα, ὅμως, διατηρῶ τήν προσωπική μου ἐλευθερία νά διαβάζω καί τό εὐαγγέλιο, νά μπορῶ νά τό μελετῶ καί νά λέω τώρα ἔχει νηστεία, θά νηστέψω, δέν χρειάζεται νά ποῦμε μπορῶ νά μήν κλέβω, μά τόσο αὐτονόητο εἶναι· διάβασε τί λέει ἡ Ἐκκλησία μας, μπορῶ νά μήν μοιχεύω; Ἔ, ἀφοῦ τό λέει δέν χρειάζεται, τόσο αὐτονόητο εἶναι.

Πιστεύω νά κρατᾶτε αὐτό τό ἁπλό σχῆμα πού δημιουργεῖ τρομερές παρενέργειες καί ἐφόσον δηλαδή τόσο βαθιά ὑπάρχει αὐτή ἡ διαστροφή καί ἡ αἵρεση μόνο στά δύο σχήματα πού εἶπα, ξέρω γώ, βατικάνιο σχῆμα ἤ προτεσταντικό, πόσω μᾶλλον σέ δεκάδες ἄλλα σχήματα πού δημιουργοῦν παρενέργειες· καί ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει αὐτό τό μοναδικό κάλλος, εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου τό ὁποῖο καταξιώνεται ὅτι ἀκούγοντας τό εὐαγγέλιο μπορεῖς νά ἀλλάξεις. Βλέπετε ακόμη καί στήν ἀλλαγή μας, στή μετάνοιά μας, γιά πρώτη φορά πού μετανοοῦμε καί δέν ἔχουμε πνευματικό, μᾶς καλεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δηλαδή· δέν παίρνουμε ἄδεια νά πᾶμε σέ πνευματικό, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς καλεῖ ἀμέσως καί πᾶμε μετά νά συγχωρεθοῦμε καί νά μποῦμε στήν ὑπακοή τῆς Ἐκκλησίας, δέν χρειάζεται κάτι ἄλλο. Καταλάβετε τό σχῆμα, λοιπόν, γιά νά ὁλοκληρώσω τή φράση τό τέκνον μου.

Ἄρα μές στήν Ἐκκλησία ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἐπειδή γεννιόνται μές στήν Ἐκκλησία καί συνεχίζουν αὐτή τήν ἀναγέννηση, συνεχίζουν δέν εἶναι πρωτογενής μές στήν Ἐκκλησία, τούς λέει τέκνον μου καί αὐτή ἡ λέξη ξεπερνᾶ ἀκόμη καί τή λέξη τέκνον μου τῆς πατρικῆς καί μητρικῆς ἰδιότητας· δέν καταργεῖται αὐτή ἡ λέξη, ἀλίμονο ἀλλά ἀποκτᾶ ἕνα μεγαλύτερο κάλλος, γίνεται μιά πολύ βαθιά πνευματική πατρότης, γιατί πολύ σωστά οἱ γονεῖς διασώζουν καί διατηροῦν τή ζωή μας νά εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι, νά σπουδάσουμε, νά μεγαλώσουμε καί μακάρι νά ἔχουν καί ἔννοιες βαθιές πνευματικές, ἀλλά ὑπάρχει καί μιά βαθύτερη πατρότητα πού εἶναι ἡ πατρότητα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, πού εἶναι μές στήν Ἐκκλησία, γιατί ὅλοι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ, ὑπακούοντας σέ ἕναν πνευματικό πού ἔχουμε καί μέ αὐτόν προσωπική σχέση.

Κρατῆστε αὐτό τό σχῆμα γιά νά ὁλοκληρώσω ὅσο μπορῶ αὐτό τό πολύ μεγάλο θέμα τοῦ τέκνον μου πού λέει ἐδῶ.

Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι στήν ἐξομολόγηση δέν μετράει ποιόν πνευματικό θά βρεῖτε, ἀλλά αὐτό πού μετράει εἶναι ἡ μετάνοια. Γιατί τότε πολλοί ἅγιοι γεροντάδες λένε ὅτι πρέπει νά ψάχνουμε νά βρίσκουμε προσευχόμενους πνευματικούς, ὥστε τήν ὥρα ἐκείνη τοῦ μυστηρίου νά συμβάλλει ἡ εὐχή τοῦ πνευματικοῦ στή δική μας μετάνοια;

Ἀπάντηση: Τό μπλέξατε, εἶναι τελείως μπλεγμένη ἡ σκέψη σας, τελείως μπλεγμένη σκέψη. Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι μυστήριο μετανοίας· ἐμεῖς μιλᾶμε, [καί] κανονικά ὁ πνευματικός σωπαίνει, ἀκούει· καί λέμε τίς ἁμαρτίες μας καί δηλώνουμε τή βαθιά μετάνοιά μας, τήν καρδιακή μετάνοιά μας, τό συγκλονισμό μας, ἀκόμη καί μέ δάκρυα καί ἄν μετανιώσουμε μᾶς συγχωρεῖ ὁ Θεός· καί μετά ὑπάρχει το ἄλλο στάδιο, [αὐτό] τῆς πνευματικῆς καθοδηγήσεως. Ἄλλο πράγμα εἶναι αὐτό. Ὁ πνευματικός θά ἀκούσει καί θά μᾶς διαβάσει μιά εὐχή ἐφόσον μετανόησαμε καί [ἐκεῖ] ὁλοκληρώθηκε τό μυστήριο. Ἐκεῖ ἔληξε τό μυστήριο· καί τό ἄλλο εἶναι μιά πορεία πνευματικῆς καθοδηγήσεως, πού δέν εἶναι θέμα μιᾶς στιγμῆς, [ἀλλά θέμα] μιᾶς ὁλόκληρης ζωῆς. Ἡ Ἐκκλησία ὁλόκληρη [μέ ὅ,τι κάνει] καθοδηγεῖ βλέπετε. Γι᾽ αὐτό οἱ πιστοί, βλέπουν κάτι καί ρωτοῦν· τί γίνεται ἐδῶ; [Μαθαίνουν] γιά τά προσκυνήματα, γιά τίς γιορτές· μπορεῖ τά πάντα νά μᾶς τά μάθει [σέ μία] στιγμή ὁ πνευματικός, ὅλα στή ζωή μας; Ἐνῶ ἡ ἐξομολόγηση εἶναι μυστήριο μετανοίας. Γι᾽ αὐτό προσέξτε ὅταν προσέρχονται κάποιοι γιά ἐξομολόγηση τούς ρωτάω: θές νά ἐξομολογηθεῖς ἤ νά κουβεντιάσουμε; [Αυτό] μετράει. Μερικοί δέν ξέρουν γιατί ἦρθαν· ἄν μοῦ ποῦν [ἦλθαν] γιά ἐξομολόγηση πρέπει νά μιλήσουν αὐτοί, νά μή μιλάω ἐγώ καί πρέπει νά μιλήσουν καί νά ποῦν τίς ἁμαρτίες τους καί τήν βαθιά μετάνοιά τους. Αὐτή εἶναι ἡ ἐξομολόγηση. Εἶναι ἄλλη, παράλληλη ἱστορία, αὐτή τῆς πνευματικῆς καθοδηγήσεως, μήν τά μπλέκετε τά πράγματα.

Ἄρα ἐφόσον, λοιπόν, ἡ δική μας μετάνοια μετράει, ὁ ἱερέας δέν θά διαβάσει μιά καλύτερη εὐχή καί ὁ χειρότερος ἱερέας νά [εἶναι], ἄν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα, τήν ἴδια εὐχή διαβάζει, δέν ἀλλάζει τίποτα ἐδῶ. Προσέξτε, ἄν μπῶ σέ ἕνα κατάστημα μέ φαγητά που ἔχει κι ἕνα γκαρσόνι. Τό γκαρσόνι πῶς θά εἶναι, ἄν εἶναι ἔτσι, ἄν εἶναι κακομούτσουνο, ἄν εἶναι καλό ἤ ἁμαρτωλό γκαρσόνι, τό μενού παραμένει ἴδιο καί τό ἴδιο φαγητό θά δώσει, ἔτσι δέν εἶναι; Ἄλλο πράγμα λοιπόν [ἡ ἐξομολόγηση καί ἄλλο] ἡ πνευματική καθοδήγηση. Ἄλλο [πράγμα δηλαδή] εἶναι τό γκαρσόνι, [πού δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τό φαγητό] καί ἄλλο νά πᾶς στό σέφ γιά νά μάθεις τή συνταγή· ἄλλο πράγμα εἶναι αὐτό, ἔτσι; Διαφοροποιεῖστε τα καί μήν τά μπλέκετε. Ἄρα νά ἔχετε μετάνοια, [διότι ἠ ἐξομολόγηση] εἶναι ἡ ἱστορία, τῆς μετανοίας.

Ειδάλλως καταφεύγουμε νά ψάχνουμε νά ἐξομολογηθοῦμε στόν καλύτερο πνευματικό. Ποῦ θά τόν βροῦμε, καί πῶς θά τόν κρίνουμε; Μποροῦμε νά κρίνουμε ποιός εἶναι ὁ καλύτερος πνευματικός μέ τά μάτια μας; Ξέρουμε τί ἔχει στήν καρδιά του, ποῦ τόν ξέρουμε; Ἐπειδή ἔτσι [νομίζουμε] καί τόν κρίνουμε; Καί ἄν μᾶς πλανάει, ἄν [μᾶς] κάνει [καλό] μάρκετινγκ, ἄν αὐτοδιαφημίζεται; Ποῦ τό ξέρουμε πού εἶναι καλός πνευματικός, ποῦ τόν γνωρίζουμε; Ἴσα-ἴσα ἄν εἶναι καί χαρισματοῦχος ἄνθρωπος, κρύβεται κιόλας· καί πολλοί ἅγιοι καταλήγουν νά μιλοῦν καί νά λένε: ἔ, γιατί ἦρθες ἐδῶ πέρα, τί ἦρθες νά κάνεις ἐδῶ; Καί [μετά ὅσοι πῆγαν νά τούς δοῦν] λένε: ἄ, ἐγώ πῆγα νά τοῦ μιλήσω καί μοῦ εἶπε τί ἦρθες νά κάνεις; [Βλέπετε] αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν αὐτοδιαφημίζονται· σᾶς παρακαλῶ ἐδῶ ἔχουμε ἄλλα μεγέθη. Νά ἔχετε καθαρό μυαλό καί νά ἔχετε μετάνοια. Ἄν στήν πορεία [ὁ πνευματικός] σᾶς λέει πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἐκτός παραδόσεώς μας, νά πεῖτε ἐδῶ εἶναι λάθος αὐτός, [διαφορετικά] πῶς τόν κρίνετε τόν πνευματικό;

Πόσες φορές [μέ] παίρνουν τηλέφωνο -αὐτά τά ὁποῖα μέ τρελαίνουν- καί μοῦ λένε, πάτερ νά ἐξομολογηθῶ· λέω, βεβαίως· μοῦ λένε, ἔχετε χάρισμα; Λέω, εἶμαι ἱερέας, ἔχω τή χάρη τῆς ἱεροσύνης· μοῦ λένε, ὄχι αὐτό. Λέω, τί ἄλλο θέλετε; Μοῦ λένε, εἶστε διορατικός; Μά τί μοῦ λέτε; Διορατικός; [Τώρα ἐσεῖς] θά ἔρθετε νά ἐξομολογηθεῖτε ἤ θά ἔρθετε νά σᾶς πῶ ἐγώ τίς ἁμαρτίες σας κι ἐσεῖς νά πεῖτε ὤ, μοῦ τά εἶπε ὅλα!; Ὄχι δέν εἶμαι τίποτε [ἀπ᾽ ὅλα] αὐτά! Εἶμαι μόνο πνευματικός, ὅπως μ᾽ ἔκανε ὁ Χριστός καί τίποτε ἄλλο! Τί θά πεῖ διορατικός δηλαδή; [Θέλουμε] νά μᾶς πεῖτε κάτι βαθύτερο· τί βαθύτερο νά σᾶς πῶ; Νά ἔχετε βαθιά μετάνοια. Πόσες φορές ἀπ᾽ τό τηλέφωνο, πάτερ βγάζετε δαιμόνια; Λέω, δέν ξέρω, ἄν ἐγώ ἐξομολογῶ κάποιον καί μετανιώσει καί φύγουν τά δαιμόνια, δέν ξέρω, ἐγώ δέν εἶμαι δαιμονολόγος, δέν θά ἀσχοληθῶ ἐγώ μέ τά δαιμόνια.

Πόσα τέτοια ἐρωτήματα συνεχῶς! Τίποτε, εἶμαι ἕνας ἁπλός πνευματικός· [πού] ἐξομολογῶ, [κι ἐσεῖς παρακαλώ] ἐλάτε μετανιωμένοι. Τί τόν θέλετε τόν διορατικό κ.λπ.; Καί ποῦ θά βρεῖ ὅλη ἡ Ἑλλάδα τούς καίριους, [διορατικούς πνευματικούς]; [Πιστεύετε ὅτι] ὅλοι θά βροῦν καί θά καταλάβουν τόν ἅγιο Πορφύριο; ῎Ε, πιστέψτε με, τόσα χρόνια κάθισα μαζί του, δέν κατάλαβα τίποτε πού ἦταν Ἅγιος, τόσο πολύ τό ἔκρυβε ὁ ἄνθρωπος. Ἰδέα δέν εἶχα πάρει, καί δέν εἶχα πάρει ἰδέα εὐτυχῶς, [γιατί] θά τό εἶχα βάλει στά πόδια! Γιατί ἄν συναντοῦσα ἕναν πού μοῦ ἔλεγε ὅτι εἶναι ἅγιος, θά τό ἔβαζα στά πόδια. Θά φοβόμουν νά ἔχω ἕναν ἅγιο πνευματικό, τόν μπελά μου νά βρῶ; Κι [ἐπειδή νόμιζα πώς δέν ἦταν], ἀκριβῶς γι᾽ αὐτό πῆγα. Ἕνα ἁπλό γεροντάκι μοῦ εἶπαν ὅτι εἶναι. Εἶχα πνευματικό πού εἶχε ἀρρωστήσει [καί δέν μποροῦσε πιά νά ἐξομολογεῖ], καί μοῦ λένε πώς ὑπάρχει ἕνα ἁπλό γεροντάκι· λέω ποῦ; Στήν Πεντέλη· τούς λέω, χαμένος; Χαμένος. Λέω, γνωστός; Ἄγνωστος μοῦ λένε· καί ἔτσι πῆγα, στήν Πεντέλη. Ἕνα ἄγνωστο γεροντάκι πού δέν πῆρα εἴδηση τίποτα, καθήμενος ὀχτώ-ἐννέα χρόνια μαζί του, δέν πῆρα [εἴδηση] τίποτε· στό τέλος κάτι μυρίστηκα· ἄν καταλάβαινα πού εἶναι διάσημος κ.λπ. θά τό εἶχα βάλει στά πόδια, πιστέψτε με. Αὐτή ἦταν ἡ δική μου εμπειρία, σᾶς τό λέω ἔτσι πολύ ἁπλά. Τελικά, ὁ ἄνθρωπος ἦταν Ἅγιος καί τώρα ἀπεδείχθη, ἀλλά τό κρυβε! Αὐτό δέν εἶναι τό ὡραῖο, ἔ;

Ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου πού ἔγινε στά πλαίσια τῶν κατηχητικῶν ἀναλύσεων τῆς Β᾽ πρός Τιμόθεον ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, στό χωρίο κεφάλαιο 2, στίχος 3, στόν Ἱερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου, Δικηγορικῶν Γλυφάδας, τήν Πέμπτη 13-03-2014.


πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...