Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίκαιρα Κηρύγματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίκαιρα Κηρύγματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Αυγούστου 04, 2016

Μεταμόρφωση και παραμορφώσεις…

Στις 6 Αυγούστου η Εκκλησία υψώνει μπροστά μας έναν αδιάψευστο καθρέφτη.
Έτσι ώστε να δούμε και μέσα σ’ αυτόν τον καθρέφτη σε ποιο βαθμό έχουμε μεταμορφωθεί ή μήπως κατατρυχόμαστε από μυριάδες μεταμορφώσεις και σαν άτομα και σαν κοινωνία…



Παρασκευή, Ιουλίου 29, 2016

εμείς οι παράλυτοι…



Όταν συχνά ακούμε απ’ το Ευαγγέλιο διάφορα περιστατικά, συνήθως λέμε:
Και ποια σημασία μπορεί να έχουν με εμάς σήμερα αυτά που συνέβησαν «τω καιρώ εκείνω»;
Κι όμως έχουν μεγάλη σημασία! Γιατί τα γεγονότα που συνέβησαν «τω καιρώ εκείνω» είναι ολόιδια με ταγεγονότα που συμβαίνουν σε κάθε εποχή. Και επομένως και σήμερα!
Κι ας πάρουμε για παράδειγμα την ευαγγελική περικοπή (Ματθαίου: Θ: 1-8) της Κυριακής (31-7-16). Θα διαπιστώσουμε ότι το περιστατικό, που συνέβη πριν δύο χιλιάδες χρόνια αποτελεί ακτινογραφία της σημερινής πραγματικότητας:


Παρασκευή, Ιουνίου 10, 2016

ΠΑΤΕΡΕΣ_ΠΑΤΡΙΟΙ-ΛΥΚΟΙ…


SYNODOSΣίγουρα η κατάσταση της κοινωνίας και της πατρίδας μας θα ήταν πολύ διαφορετική, αν οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας μας ήταν αληθινοί πατέρες, όπως ναρκισσιστικά και αυτάρεσκα κολακεύονται να προσφωνούνται.
Αλλά δυστυχώς, όπως η πραγματικότητα φωνάζει, συμπεριφέρονται ως πατριοί και κάποιοι κάποτε συμπεριφέρονται ως λύκοι. Και βρίσκεται σε αρμονία και αγαστή συνεργασία με το ληστρικό κατεστημένο.
Όμως περισσότερα μπορείτε ν’ ακούσετε στο σχετικό με την Κυριακή των Πατέρων κήρυγμα, που μπορείτε να το παρακολουθήσετε εδώ  :


Κυριακή, Μαΐου 29, 2016

Πρωτοπρ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος : Ὁ διάλογος τοῦ Κυρίου μέ τήν Σαμαρείτιδα, οἱ σύγχρονοι οἰκουμενιστικοί διάλογοι καί ἡ ἀπόπειρα θεσμοθετήσεώς τους μέσω τῆς λεγομένης "Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου"

Ἐν Πειραιεῖ   28-5-2015
Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΑ, ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΚΑΙ Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΛΕΓΟΜΕΝΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ»
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος,ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς 
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Σήμερα, Κυριακή Ε΄ἀπό τοῦ Πάσχα, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν ἑορτή τῆς Σαμαρείτιδος.
Εἶναι γνωστός ὁ θεολογικός διάλογος τοῦ Κυρίου μας μέ τήν Σαμαρείτιδα, τήν μετέπειτα ἁγία Φωτεινή. Ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς Σαμαρείτιδος ἀπό τό κατά Ἰωάννην ἅγιο Εὐαγγέλιο παρουσιάζει τόν Μεσσία Χριστό νά στέκεται παρά τό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ καί νά συνδιαλέγεται μέ μία αἱρετική καί κατεγνωσμένη γιά τόν ἄστατο βίο της Σαμαρείτιδα. 

Συνδιαλέγεται αὐτός ὁ ἄχραντος καί ὑψηλός Θεός μέ ἕνα πλάσμα καταφρονημένο καί ἐσκοτισμένο ἀπό τήν φιληδονία καί τίς λανθασμένες ἐπιλογές τοῦ βίου. Καί ἴσως τό πλέον παράδοξο δέν εἶναι ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεανθρώπου στόν κόσμο τοῦ θανάτου, ἀλλά ἡ ἐπαφή Του μ'αὐτά τά πλάσματα, πού μυρίζουν καί ἐμπνέουν θάνατο. Ὁ Θεός διαλέγεται καί ἐπιλέγει αὐτό ἀκριβῶς, πού καταφρονεῖται ἀπό τόν ἰουδαϊκό καί σύμπαντα τόν ἀρχαῖο κόσμο, δηλ. τό θῆλυ, τό ἁμαρτωλό, τό ἀλλόθρησκο, τό ἀκοινώνητο. Φυσικά, ἡ κατάληξη εἶναι νά τό μεταμορφώσει σέ ἅγιο καί ξεχωριστό καί κοινωνικό τῆς Θεότητος. Γνωρίζοντας ὁ Κύριος τί κατά βάθος ζητοῦσε ἡ ψυχή τῆς Σαμαρείτιδος, μέ ἄριστο παιδαγωγικό τρόπο τή διαφωτίζει. Τή μεταφέρει ἀπό τήν ὕλη στό πνεῦμα, ὑψώνει τό νοῦ της στίς ἰλιγγιώδεις κορυφές τῶν θείων ἀποκαλύψεων. Καί τέλος ἡ Σαμαρεῖτις ἀκούει ἀπό τόν Κύριο τήν ὑψίστη ἀποκάλυψη· ὅτι αὐτός, μέ τόν ὁποῖο συνομιλεῖ, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Μεσσίας Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου! Ὁ διάλογος τοῦ Κυρίου μὲ τὴ Σαμαρείτιδα εἶναι πλήρης εἰλικρινείας. Ἐπίσης εἶναι ἐλεγκτικός. Ὁ Κύριος ὄχι μόνο κατέρριψε τὶς ἀπόψεις τῆς Σαμαρείτιδος περὶ τῆς λατρευτικῆς ἀξίας τοῦ ὄρους Γαριζείν, σημειώνοντας ὅτι ἡ σωτηρία προέρχεται ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ ἤλεγξε καὶ τὴν ἴδια γιὰ τὴν παράνομη ζωή της[1]. Ἐκτὸς τούτου, οὔτε ὁ Κύριος, ἀλλ’ οὔτε καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ὁμιλώντας, ἔδειξαν ποτὲ σημεῖα ἀνθρωπαρεσκείας, ἀλλ’ ὁ μὲν Κύριος διεκήρυξε στοὺς ἴσως ἐνοχλουμένους ἀπὸ τὸ κήρυγμά Του Ἀποστόλους «μήτι καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν»[2]; Ὁ δὲ ἅγιος Ἀπ. Παῦλος, καθὼς καταδεικνύει ἡ γεμάτη διωγμοὺς ζωή του, διεκήρυττε·  «οὐ γάρ ἐσμεν ὡς οἱ πολλοὶ καπηλεύοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὡς ἐξ εἰλικρινείας, ἀλλ’ ὡς ἐκ Θεοῦ κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν» καὶ «λαλοῦμεν οὐχ ὡς ἀνθρώποις ἀρέσκοντες, ἀλλὰ Θεῷ τῷ δοκιμάζοντι τὰς καρδίας ἡμῶν»[3].
Συγκρίνοντας τόν διάλογο τοῦ Κυρίου μας μετά τῆς Σαμαρείτιδος μέ τούς συγχρόνους οἰκουμενιστικούς θεολογικούς διαλόγους μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν, διαπιστώνουμε ὅτι οἱ σύγχρονοι οἰκουμενιστικοί διάλογοι διαφέρουν ριζικά ἀπό τούς διαλόγους τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων, γιατί διεξάγονται μέ βάση τίς οἰκουμενιστικές ἀρχές τῆς δῆθεν «διευρυμένης ἐκκλησίας» καί τοῦ «δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ». Γι' αὐτόν τόν λόγο ἀποδεικνύονται ὅτι εἶναι ἀνορθόδοξοι καί ἄκαρποι, ἀνειλικρινεῖς καί μή ἐλεγκτικοί, ὑποκριτικοί καί ἀνθρωπάρεσκοι.
Τά κυριότερα σημεῖα τῆς παθολογίας τῶν συγχρόνων οἰκουμενιστικῶν διαλόγων εἶναι ἡ ἔλλειψη ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ ἀποσύνδεση τῆς ὁμολογίας ἀπό τήν ἀσκητικότητα, ἡ ἔλλειψη εἰλικρινείας ἐκ μέρους τῶν ἑτεροδόξων, ὁ ὑπερτονισμός τῆς ἀγάπης καί ὁ ὑποτονισμός τῆς ἀληθείας, ἡ πρακτική τοῦ νά μή συζητοῦνται αὐτά, πού χωρίζουν, ἀλλά αὐτά, πού ἑνώνουν, ἡ ἄμβλυνση τῶν ὀρθοδόξων κριτηρίων, ἡ ἀμοιβαία ἀναγνώριση ἐκκλησιαστικότητος, ὁ διάλογος ἐπί ἴσοις ὄροις, ἡ ὑπογραφή κοινῶν αντορθοδόξων κειμένων καί οἱ ἀντικανονικές συμπροσευχές[4].
Μέ κάθε εἰλικρίνεια, ἀνιδιοτέλεια καί μετριοπάθεια θά πρέπει νά τονιστεῖ ὅτι δέν εἴμαστε ἐναντίον τῶν διαλόγων μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῶν αἱρετικῶν ἤ τῶν ἀλλοθρήσκων, μέ τήν βασική προϋπόθεση,  ὅμως, οἱ διάλογοι αὐτοί θά πρέπει νά στηρίζονται σέ σωστές ἐκκλησιολογικές, θεολογικές καί ποιμαντικές ἀρχές καί δόγματα.
Ὁ διάλογος θά πρέπει νά εἶναι διάλογος ἀγάπης ἀπό τή μιά πλευρά, ἀλλά καί ἀληθείας ἀπό τήν ἄλλη.«Ἀγαπῶντες ἐν ἀληθεία καί ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπη». Ὁ διάλογος ὀφείλει νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἦταν καί θετικός, ἀλλά καί ἀρνητικός στόν διάλογο. Πρῶτος ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας διαλέχθηκε μέ τούς ἁμαρτωλούς, π.χ. ὅπως ἀναφέραμε μέ τήν Σαμαρείτιδα. Ἀλλά, ταυτόχρονα, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας ἦταν αὐτός, πού ἀρνήθηκε τόν διάλογο, π.χ. μέ τόν Πιλάτο καί τούς Ἀρχιερεῖς. Ἐπιπροσθέτως, ὁ διάλογος θά πρέπει νά εἶναι σύμφωνος μέ τίς ἐπισημάνσεις τοῦ Ἀπ. Παύλου καί τήν τακτική τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἑπομένως, συμφωνοῦμε μέ τόν σωστό, ὀρθόδοξο διάλογο, ἀλλά διαφωνοῦμε μέ τόν οἰκουμενιστικό διάλογο.
Οἱ οἰκουμενιστές ἰσχυρίζονται  ὅτι στούς διαλόγους δίνουν μαρτυρία πίστεως. Ἄς μᾶς δείξουν,  ὅμως, ἕνα τουλάχιστον καρπό μετανοίας καί μεταστροφῆς αἱρετικοῦ ἤ ἀλλοθρήσκου μέσῳ τῶν διαλόγων.  Μετά ἀπό 100 καί πλέον χρόνια διαξαγωγῆς τῶν διαλόγων οὔτε ἕνας αἱρετικός ἤ ἀλλόθρησκος δέν ἐπέστρεψε στήν Ὀρθοδοξία. Εἶναι φοβερή ἡ καταγγελία τοῦ ἐπί 20ετίας συμπροέδρου τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας                     κ. Στυλιανοῦ, ὁ ὁποῖος χαρακτήρισε τόν διάλογο «ἀνόσιο παίγνιο»[5].
Μᾶς κάνει ἐπίσης ἐντύπωση ὅτι, ἐνῶ ἔγιναν καί γίνονται ἐπί ἑκατό χρόνια περίπου οἱ διάλογοι αὐτοί τῆς  Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας μετά τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἑτεροδόξων, δέν ἔγινε καί δέν γίνεται κανένας διάλογος ἐνδοορθόδοξος. Γιατί ἄραγε; Ὅλος ὁ διάλογος ἐξαντλεῖται πρός τούς αἱρετικούς καί ἀλλοθρήσκους καί παραθεωρεῖται ὁ διάλογος μέ τούς Ὀρθοδόξους.
Ἡ μέλλουσα νά συνέλθει τόν ἑπόμενο μήνα στήν Κρήτη λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος», ἡ ὁποία οὐσιαστικά εἶναι μία διευρυμένη Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μέ τό ἐπίσημο κείμενό της ὑπό τόν τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»[6], ἀποπειρᾶται νά νομιμοποιήσει, νά θεσμοθετήσει καί νά κατοχυρώσει ὡς ἐπίσημη γραμμή τῆς Ἐκκλησίας καί μάλιστα μέ συνοδική ἀπόφαση τούς συγχρόνους οἰκουμενιστικούς διαλόγους καί τήν συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σ’αὐτούς. Λέει, λοιπόν, τό κείμενο στις παραγράφους 5 ἕως 15 :  
«5) Οἱ σύγχρονοι διμερεῖς θεολογικοί διάλογοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς καί ἡ συμμετοχή αὐτῆς εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν ἐρείδονται ἐπί τῆς συνειδήσεως ταύτης τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ οἰκουμενικοῦ αὐτῆς πνεύματος ἐπί τῷ τέλει τῆς ἀναζητήσεως, βάσει τῆς πίστεως καί τῆς παραδόσεως τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῆς ἀπολεσθείσης ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν.
6) Κατά τήν ὀντολογικήν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑνότης αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νά διαταραχθῇ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ᾽αὐτῆς, ἀλλά καί πιστεύει ὅτι αἱ πρός ταύτας σχέσεις αὐτῆς πρέπει νά στηρίζωνται ἐπί τῆς ὑπ’ αὐτῶν ὅσον ἔνεστι ταχυτέρας καί ἀντικειμενικωτέρας ἀποσαφηνίσεως τοῦ ὅλου ἐκκλησιολογικοῦ θέματος καί ἰδιαιτέρως τῆς γενικωτέρας παρ’ αὐταῖς διδασκαλίας περί μυστηρίων, χάριτος, ἱερωσύνης καί ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Οὕτω, ἦτο εὔνους καί θετικῶς διατεθειμένη τόσον διά θεολογικούς, ὅσον καί διά ποιμαντικούς λόγους, πρός θεολογικόν διάλογον μετά διαφόρων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν καί πρός τήν συμμετοχήν γενικώτερον εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν τῶν νεωτέρων χρόνων, ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι διά τοῦ διαλόγου δίδει δυναμικήν μαρτυρίαν τοῦ πληρώματος τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας καί τῶν πνευματικῶν αὐτῆς θησαυρῶν πρός τούς ἐκτός αὐτῆς, μέ ἀντικειμενικόν σκοπόν τήν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρός τήν ἑνότητα.
7) Ὑπό τό ἀνωτέρω πνεῦμα, ἃπασαι αἱ κατά τόπους Ἁγιώταται Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι συμμετέχουν σήμερον ἐνεργῶς εἰς ἐπισήμους θεολογικούς διάλογους, ἡ δέ πλειονότης ἐξ αὐτῶν καί εἰς διαφόρους ἐθνικούς, περιφερειακούς καί διεθνεῖς διαχριστιανικούς ὀργανισμούς, παρά τήν προκύψασαν βαθεῖαν κρίσιν εἰς τήν Οἰκουμενικήν Kίνησιν. Ἡ πολυσχιδής αὕτη δραστηριότης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πηγάζει ἐκ τοῦ αἰσθήματος ὑπευθυνότητος καί ἐκ τῆς πεποιθήσεως ὅτι ἡ ἀμοιβαία κατανόησις, ἡ συνεργασία καί αἱ κοιναί προσπάθειαι πρός ἀποκατάστασιν τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος τυγχάνουν οὐσιώδεις, «ἵνα μή ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ Εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 9, 12).
8) Βεβαίως, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, διαλεγομένη μετά τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν, δέν παραγνωρίζει τάς δυσκολίας τοῦ τοιούτου ἐγχειρήματος, κατανοεῖ ὅμως ταύτας ἐν τῇ πορείᾳ πρός τήν κοινήν κατανόησιν τῆς παραδόσεως τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας καί ἐπί τῇ ἐλπίδι ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπερ «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας» (στιχηρόν ἑσπερινοῦ πεντηκοστῆς), θά «ἀναπληρώσῃ τά ἐλλείποντα» (εὐχή χειροτονίας). Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τάς σχέσεις αὐτῆς πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον δέν στηρίζεται μόνον εἰς τάς ἀνθρωπίνας δυνάμεις τῶν διεξαγόντων τούς διάλογους, ἀλλ’ ἀπεκδέχεται πρωτίστως τήν ἐπιστασίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ χάριτι τοῦ Κυρίου, εὐχηθέντος «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν» (Ἰω. 17, 21).
9) Οἱ σύγχρονοι διμερεῖς θεολογικοί διάλογοι, κηρυχθέντες ὑπό Πανορθοδόξων Διασκέψεων, ἐκφράζουν τήν ὁμόθυμον ἀπόφασιν πασῶν τῶν κατά τόπους ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, αἱ ὁποῖαι ἔχουν χρέος νά συμμετέχουν ἐνεργῶς καί συνεχῶς εἰς τήν διεξαγωγήν αὐτῶν, ἵνα μή παρακωλύηται ἡ ὁμόφωνος μαρτυρία τῆς Ὀρθοδοξίας πρός δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ. Ἐν ᾗ περιπτώσει τοπική τις Ἐκκλησία ἤθελεν ἀποφασίσει νά μή ὁρίσῃ ἐκπροσώπους αὐτῆς εἴς τινα διάλογον ἤ συνέλευσιν διαλόγου, ἐάν ἡ ἀπόφασις αὕτη δέν εἶναι πανορθόδοξος, ὁ διάλογος συνεχίζεται. Πρό τῆς ἐνάρξεως τοῦ διαλόγου ἤ τῆς συνελεύσεως ἀντιστοίχως, ἡ ἀπουσία τοπικῆς Ἐκκλησίας τινός δέον ὅπως συζητηθῇ ὁπωσδήποτε ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐπιτροπῆς τοῦ διαλόγου πρός ἔκφρασιν τῆς ἀλληλεγγύης καί τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
10) Τά προβλήματα, τά ὁποῖα ἀνακύπτουν κατά τάς θεολογικάς συζητήσεις τῶν Μεικτῶν Θεολογικῶν Ἐπιτροπῶν δέν συνιστοῦν πάντοτε ἐπαρκῆ αἰτιολόγησιν μονομεροῦς ἀνακλήσεως τῶν ἀντιπροσώπων αὐτῆς ἤ καί ὁριστικῆς διακοπῆς τῆς συμμετοχῆς αὐτῆς ὑπό τινος κατά τόπον Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ ἀποχώρησις ἐκ τοῦ διαλόγου Ἐκκλησίας τινός δέον ὅπως κατά κανόνα ἀποφεύγηται, καταβαλλομένων τῶν δεουσῶν διορθοδόξων προσπαθειῶν διά τήν ἀποκατάστασιν τῆς ἀντιπροσωπευτικῆς ὁλοκληρίας τῆς ἐν τῷ διαλόγῳ τούτῳ ὀρθοδόξου Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς. Ἐάν τοπική τις Ἐκκλησία ἤ καί ἄλλαι τινές Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι ἀρνῶνται νά συμμετάσχουν εἰς τάς συνελεύσεις τῆς Μεικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς ὡρισμένου διαλόγου, ἐπικαλούμεναι σοβαρούς ἐκκλησιολογικούς, κανονικούς, ποιμαντικούς ἤ ἠθικῆς φύσεως λόγους, ἡ Ἐκκλησία ἤ αἱ Ἐκκλησίαι αὗται κοινοποιοῦν ἐγγράφως τήν ἄρνησιν αὐτῶν εἰς τόν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καί εἰς πάσας τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας κατά τά πανορθοδόξως ἰσχύοντα. Κατά τήν πανορθόδοξον διαβούλευσιν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀναζητεῖ τὴν ὁμόφωνον συναίνεσιν τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν διὰ τά ἐφεξῆς δέοντα γενέσθαι, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς ἐπαναξιολογήσεως τῆς πορείας τοῦ συγκεκριμένου θεολογικοῦ διαλόγου, ἐφ᾽ ὅσον τοῦτο κριθῇ ὁμοφώνως ἀναγκαῖον.
11) Ἡ κατά τήν διεξαγωγήν τῶν θεολογικῶν διαλόγων ἀκολουθουμένη μεθοδολογία ἀποσκοπεῖ εἴς τε τήν λύσιν τῶν παραδεδομένων θεολογικῶν διαφορῶν ἤ τῶν τυχόν νέων διαφοροποιήσεων καί εἰς τήν ἀναζήτησιν τῶν κοινῶν στοιχείων τῆς χριστιανικῆς πίστεως, προϋποθέτει δέ τήν σχετικήν πληροφόρησιν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τῶν διαφόρων ἐξελίξεων τῶν διαλόγων. Ἐν περιπτώσει ἀδυναμίας ὑπερβάσεως συγκεκριμένης τινός θεολογικῆς διαφορᾶς ὁ θεολογικός διάλογος δύναται νά συνεχίζηται, καταγραφομένης τῆς διαπιστωθείσης ἐπί τοῦ συγκεκριμένου θέματος θεολογικῆς διαφωνίας καί ἀνακοινουμένης τῆς διαφωνίας ταύτης πρός πάσας τάς κατά τόπους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας διά τά ἐφεξῆς δέοντα γενέσθαι.
12) Εἶναι εὐνόητον ὅτι κατά τήν διεξαγωγήν τῶν θεολογικῶν διαλόγων κοινός πάντων σκοπός εἶναι ἡ τελική ἀποκατάστασις τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καί τῇ ἀγάπῃ ἑνότητος. Ὁπωσδήποτε ὅμως αἱ ὑφιστάμεναι θεολογικαί καί ἐκκλησιολογικαί διαφοραί ἐπιτρέπουν ποιάν τινα ἱεράρχησιν ὡς πρός τάς ὑφισταμένας δυσχερείας διά τήν πραγμάτωσιν τοῦ πανορθοδόξως τεθειμένου σκοποῦ. Ἡ ἑτερότης τῶν προβλημάτων ἑκάστου διμεροῦς διαλόγου προϋποθέτει διαφοροποίησιν μέν τῆς τηρηθησομένης ἐν αὐτῷ μεθοδολογίας, ἀλλ’ οὐχί καί διαφοροποίησιν σκοποῦ, διότι ὁ σκοπός εἶναι ἑνιαῖος εἰς πάντας τούς διαλόγους.
13) Ἐν τούτοις, ἐπιβάλλεται, ἐν περιπτώσει ἀνάγκης, ὅπως ἀναληφθῇ προσπάθεια συντονισμοῦ τοῦ ἔργου τῶν διαφόρων Διορθοδόξων Θεολογικῶν Ἐπιτροπῶν, τοσούτῳ μᾶλλον ὅσῳ ἡ ὑπάρχουσα ἄρρηκτος ὀντολογική ἑνότης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρέπει νά ἀποκαλύπτηται καί ἐκδηλοῦται καί ἐν τῷ χώρῳ τῶν διαλόγων τούτων.
14) Ἡ περάτωσις οἱουδήποτε ἐπισήμως κηρυχθέντος θεολογικοῦ διαλόγου συντελεῖται διά τῆς ὁλοκληρώσεως τοῦ ἔργου τῆς ἀντιστοίχου Μεικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς, ὁπότε ὁ Πρόεδρος τῆς Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς ὑποβάλλει ἔκθεσιν πρός τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην, ὁ ὁποῖος, ἐν συμφωνίᾳ καί μετά τῶν Προκαθημένων τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, κηρύσσει τήν λῆξιν τοῦ διαλόγου. Οὐδείς διάλογος θεωρεῖται περατωθείς πρίν ἤ κηρυχθῇ λήξας διά τοιαύτης πανορθοδόξου ἀποφάνσεως.
15) Ἡ μετά τήν τυχόν ἐπιτυχῆ ὁλοκλήρωσιν τοῦ ἔργου θεολογικοῦ τινος διαλόγου πανορθόδοξος ἀπόφασις διά τήν ἀποκατάστασιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας δέον ὅπως ἐρείδηται ἐπί τῆς ὁμοφωνίας πασῶν τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν».
Οἱ παραπάνω πράγραφοι τοῦ κειμένου εἶναι ἀπαράδεκτοι καί θά πρέπει κανονικά νά διαγραφοῦν. Κατ’οἰκονομίαν, ὅμως, μποροῦν νά γίνουν ἀπαραίτητες καί ἀναγκαῖες διορθώσεις. Ἐμεῖς προτείνουμε οἱ παραπάνω παράγραφοι νά γραφοῦν ὡς ἑξῆς :
 Ἡ §5 : «Οἱ σύγχρονοι διμερεῖς θεολογικοί διάλογοι τῶν κατά τόπους Ἁγιωτάτων Ἐκκλησιῶν, ὡς καί ἡ συμμετοχή αὐτῶν εἰς τήν Οἰκουμενιστικήν Κίνησιν, δέον νά ἐρείδονται ἐπί τῆς συνειδήσεως ταύτης τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ οἰκουμενικοῦ αὐτῆς πνεύματος. Ἡ Ἐκκλησία συµµετέχει εἰς τούς διαλόγους µετά τῶν αἱρετικῶν, διά τήν ἐπαναφοράν των εἰς τήν πίστιν, τήν παράδοσιν καί τήν ζωήν αὐτῆς. Ὅμως, ὡς διαπιστοῦται τελευταίως, οἱ διμερεῖς θεολογικοί διάλογοι τῆς Ἐκκλησίας μέ τούς αἱρετικούς ἔχουν ἀναντιρρήτως καὶ πανθομολογουμένως ἀποτύχει, διό καὶ ἐπιβάλλεται ἡ διακοπή τους».
Ἡ §6 : «Κατά τήν ὀντολογικήν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑνότης αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νά διαταραχθῇ. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει ὅτι ταυτίζονται τά χαρισµατικά µέ τά κανονικά ὅριά της, καθώς ἐπίσης γνωρίζει ὅτι ὑπάρχουν αἱρέσεις, αἱ ὁποῖαι ἀπεκόπησαν ἐξ αὐτῆς καί δέν εὑρίσκονται ἐν κοινωνίᾳ µετ' αὐτῆς. Πιστεύει ὅτι αἱ πρός ταύτας σχέσεις αὐτῆς πρέπει νά στηρίζωνται ἐπί τῆς ὑπ’ αὐτῶν ὅσον ἔνεστι ταχυτέρας καί ἀντικειμενικωτέρας ἀποσαφηνίσεως τοῦ ὅλου ἐκκλησιολογικοῦ θέματος καί ἰδιαιτέρως τῆς γενικωτέρας παρ’ αὐταῖς διδασκαλίας περί μυστηρίων, χάριτος, ἱερωσύνης καί ἀποστολικῆς διαδοχῆς. Οὕτω, ἦτο εὔνους καί θετικῶς διατεθειμένη τόσον διά θεολογικούς, ὅσον καί διά ποιμαντικούς λόγους, πρός θεολογικόν διάλογον μετά διαφόρων αἱρέσεων καί πρός τήν συμμετοχήν γενικώτερον εἰς τήν Οἰκουμενιστικήν Κίνησιν τῶν νεωτέρων χρόνων, ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι διά τοῦ διαλόγου δίδει δυναμικήν μαρτυρίαν τοῦ πληρώματος τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας καί τῶν πνευματικῶν αὐτῆς θησαυρῶν πρός τούς αἱρετικούς, μέ ἀντικειμενικόν σκοπόν τήν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρός τήνἐπιστροφήν των εἰς τήν Ἐκκλησίαν».   
Ἡ §7 : «Ὑπό τό ἀνωτέρω πνεῦμα, αἱ πλεῖσται κατά τόπους Ἁγιώταται Ἐκκλησίαι συμμετέχουν σήμερον ἐνεργῶς εἰς ἐπισήμους θεολογικούς διάλογους, ἡ δέ πλειονότης ἐξ αὐτῶν καί εἰς διαφόρους ἐθνικούς, περιφερειακούς καί διεθνεῖς ὀργανισμούς, παρά τήν προκύψασαν βαθεῖαν κρίσιν εἰς τήν Οἰκουμενιστικήν Kίνησιν. Ἡ πολυσχιδής αὕτη δραστηριότης πηγάζει ἐκ τοῦ αἰσθήματος ὑπευθυνότητος καί ἐκ τῆς πεποιθήσεως ὅτι ἡ ἀμοιβαία κατανόησις, ἡ συνεργασία καί αἱ κοιναί προσπάθειαι πρός ἐπιστροφήν τῶν αἱρετικῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τυγχάνουν οὐσιώδεις, «ἵνα μή ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ Εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 9, 12)».
Ἡ §8 : «Βεβαίως, ἡ Ἐκκλησία, διαλεγομένη μετά τῶν αἱρετικῶν, δέν παραγνωρίζει τάς δυσκολίας τοῦ τοιούτου ἐγχειρήματος, κατανοεῖ ὅμως ταύτας ἐν τῇ πορείᾳ πρός τήν κατανόησιν ἐκ μέρους τῶν αἱρετικῶν τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καί ἐπί τῇ ἐλπίδι ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπερ «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας» (στιχηρόν ἑσπερινοῦ πεντηκοστῆς), θά «ἀναπληρώσῃ τά ἐλλείποντα» (εὐχή χειροτονίας). Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ἡ Ἐκκλησία εἰς τάς σχέσεις αὐτῆς πρός τούς αἱρετικούς δέν στηρίζεται μόνον εἰς τάς ἀνθρωπίνας δυνάμεις τῶν διεξαγόντων τούς διάλογους, ἀλλ’ ἀπεκδέχεται πρωτίστως τήν ἐπιστασίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ χάριτι τοῦ Κυρίου».
Οἱ §9 ἕως 15 πρέπει νά διαγραφοῦν καί νά γραφεῖ : «Θέματα ἀφορῶντα τήν μεθοδολογίαν τῶν διαχριστιανικῶν σχέσεων θά ἐπανεκτιμηθοῦν μετά τήν λῆψιν τῶν ἀποφάσεων τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου».
Τέλος, ἡ §11 : «Ἡ κατά τήν διεξαγωγήν τῶν θεολογικῶν διαλόγων ἀκολουθουμένη μεθοδολογία ἀποσκοπεῖ εἰς τήν λύσιν τῶν κακοδόξων καί αἱρετικῶν παρεκκλίσεων ἀπό τήν διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἐννέα Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδωνπροϋποθέτει δέ τήν σχετικήν πληροφόρησιν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τῶν διαφόρων ἐξελίξεων τῶν διαλόγων. Ἐν περιπτώσει ἀδυναμίας ἐπιλύσεως συγκεκριμένης τινός θεολογικῆς διαφορᾶς ὁ θεολογικός διάλογος δέν δύναται νά συνεχίζηται, καταγραφομένης τῆς διαπιστωθείσης ἐπί τοῦ συγκεκριμένου θέματος θεολογικῆς διαφωνίας καί ἀνακοινουμένης τῆς διαφωνίας ταύτης πρός πάσας τάς κατά τόπους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας διά τά ἐφεξῆς δέοντα γενέσθαι».
Ἐπίσης, τό προαναφερθέν κείμενο τῆς Συνόδου στίς παραγράφους 16 ἕως 21 κάνει λόγο γιά τούς διαλόγους σχετικά μέ τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» μᾶλλον Αἱρέσεων. Λέει τό κείμενο :
«16) Ἕν ἐκ τῶν κυρίων ὀργάνων ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως εἶναι τό Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.Ε.). Ὡρισμέναι Ὀρθόδοξαι Ἐκκλησίαι ὑπῆρξαν ἱδρυτικά μέλη καί ἐν συνεχείᾳ ἅπασαι ἀπέβησαν μέλη αὐτοῦ. Τό Π.Σ.Ε. εἶναι ἕν συγκεκροτημένον διαχριστιανικόν σῶμα, παρά τό γεγονός ὅτι τοῦτο δέν συμπεριλαμβάνει ἁπάσας τάς Χριστιανικάς Ἐκκλησίας καί Ὁμολογίας. Παραλλήλως, ὑφίστανται καί ἄλλοι διαχριστιανικοί ὀργανισμοί καί περιφερειακά ὄργανα, ὡς ἡ Διάσκεψις τῶν Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν (Κ.Ε.Κ.) καί τό Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν Μέσης Ἀνατολῆς (Σ.Ε.Μ.A.). Ταῦτα μετά τοῦ Π.Σ.Ε. πληροῦν σημαντικήν ἀποστολήν διά τήν προώθησιν τῆς ἑνότητος τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι Γεωργίας καί Βουλγαρίας ἀπεχώρησαν ἐκ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, ἡ μέν πρώτη ἐν ἔτει 1997, ἡ δέ δευτέρα ἐν ἔτει 1998, ὡς ἔχουσαι ἰδίαν αὐτῶν γνώμην περί τοῦ ἔργου τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καί οὕτω δέν συμμετέχουν εἰς τάς ὑπ᾽ αὐτοῦ καί τῶν ἄλλων διαχριστιανικῶν ὀργανισμῶν δραστηριότητας.
17) Αἱ Ὀρθόδοξοι κατά τόπους Ἐκκλησίαι–μέλη τοῦ Π.Σ.Ε., μετέχουν πλήρως καί ἰσοτίμως ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καί συμβάλλουν δι’ ὅλων τῶν εἰς τήν διάθεσιν αὐτῶν μέσων εἰς τήν μαρτυρίαν τῆς ἀληθείας καί τήν προαγωγήν τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπεδέχθη προθύμως τήν ἀπόφασιν τοῦ Π.Σ.Ε. νά ἀνταποκριθῇ εἰς τό αἴτημά της περί συστάσεως Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς διά τήν Ὀρθόδοξον συμμετοχήν εἰς τό Π.Σ.Ε., συμφώνως πρός τήν ἐντολήν τῆς Διορθοδόξου Συναντήσεως τῆς Θεσσαλονίκης (1998). Τά ὑπό τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς καθιερωθέντα κριτήρια, τά ὁποῖα προετάθησαν ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων καί ἐγένοντο δεκτά ὑπό τοῦ Π.Σ.Ε., ὡδήγησαν εἰς τήν σύστασιν τῆς Μονίμου Ἐπιτροπῆς Συνεργασίας καί Συναινέσεως, ἐπεκυρώθησαν καί ἐνετάχθησαν εἰς τό Καταστατικόν καί εἰς τόν Κανονισμόν λειτουργίας τοῦ Π.Σ.Ε.
18) Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πιστή εἰς τήν ἐκκλησιολογίαν αὐτῆς, εἰς τήν ταυτότητα τῆς ἐσωτερικῆς αὐτῆς δομῆς καί εἰς τήν διδασκαλίαν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, συμμετέχουσα ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ Π.Σ.Ε., οὐδόλως ἀποδέχεται τήν ἰδέαν τῆς «ἰσότητος τῶν Ὁμολογιῶν» καί οὐδόλως δύναται νά δεχθῇ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὥς τινα διομολογιακήν προσαρμογήν. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, ἡ ἑνότης ἡ ὁποία ἀναζητεῖται ἐν τῷ Π.Σ.Ε. δέν δύναται νά εἶναι προϊόν μόνον θεολογικῶν συμφωνιῶν, ἀλλά καί τῆς ἐν τοῖς μυστηρίοις τηρουμένης καί βιουμένης ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ ἑνότητος τῆς πίστεως.
19) Αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι–μέλη θεωροῦν ὡς ἀπαραίτητον ὅρον τῆς συμμετοχῆς εἰς τό Π.Σ.Ε τό ἄρθρον-βάσιν τοῦ Καταστατικοῦ αὐτοῦ, συμφώνως τῷ ὁποίῳ, μέλη αὐτοῦ δύνανται νά εἶναι μόνον αἱ Ἐκκλησίαι καί αἱ Ὁμολογίαι, αἱ ἀναγνωρίζουσαι τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ὡς Θεόν καί Σωτῆρα κατά τάς Γραφάς καί ὁμολογοῦσαι τόν ἐν Τριάδι Θεόν, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα κατά τό Σύμβολον Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως. Ἔχουν δέ βαθεῖαν τήν πεποίθησιν ὅτι αἱ ἐκκλησιολογικαί προϋποθέσεις τῆς Δηλώσεως τοῦ Toronto (1950), τιτλοφορουμένης «Ἡ Ἐκκλησία, αἱ Ἐκκλησίαι καί τό Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας διά τήν Ὀρθόδοξον συμμετοχήν εἰς τό Συμβούλιον. Ὅθεν, αὐτονόητον, ὅτι τό Π.Σ.Ε. δέν εἶναι καί ἐν οὐδεμιᾷ περιπτώσει ἐπιτρέπεται νά καταστῇ ὑπέρ-Ἐκκλησία. «Σκοπός τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν δέν εἶναι νά διαπραγματεύεται ἑνώσεις μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπερ δύναται νά γίνῃ μόνον ὑπό τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐνεργουσῶν ἐξ ἰδίας πρωτοβουλίας, ἀλλά νά φέρῃ τάς Ἐκκλησίας εἰς ζῶσαν ἐπαφήν πρός ἀλλήλας καί νά προαγάγῃ τήν μελέτην καί συζήτησιν τῶν ζητημάτων τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος» (Δήλωσις τοῦ Toronto, § 2).
20) Αἱ προοπτικαί τῶν θεολογικῶν διαλόγων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μετά τῶν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν προσδιορίζονται πάντοτε ἐπί τῇ βάσει τῶν κανονικῶν κριτηρίων τῆς ἤδη διαμορφωμένης ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως (κανόνες 7 τῆς Β´ καί 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῶν συνόδων).
21) Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ τήν ἐνίσχυσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καί Τάξις» καί μετ᾽ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος παρακολουθεῖ τήν μέχρι τοῦδε θεολογικήν αὐτῆς προσφοράν. Ἐκτιμᾶ θετικῶς τά ὑπ᾽ αὐτῆς ἐκδοθέντα θεολογικά κείμενα, τῇ σπουδαίᾳ συνεργίᾳ καί ὀρθοδόξων θεολόγων, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἀξιόλογον βῆμα εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν διά τη ν προσέγγισιν τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διατηρεῖ ἐπιφυλάξεις διά κεφαλαιώδη ζητήματα πίστεως καί τάξεως».
Οἱ παραπάνω πράγραφοι τοῦ κειμένου, ὅπως καί οἱ προηγούμενοι, εἶναι ἀπαράδεκτοι καί θά πρέπει κανονικά νά διαγραφοῦν. Κατ’οἰκονομίαν, ὅμως, μποροῦν νά γίνουν ἀπαραίτητες καί ἀναγκαῖες διορθώσεις. Ἐμεῖς προτείνουμε οἱ παραπάνω παράγραφοι νά γραφοῦν ὡς ἑξῆς :
Ἡ §16 : «Ἕν ἐκ τῶν κυρίων ὀργάνων ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς Οἰκουμενιστικῆς Κινήσεως εἶναι τό «Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» («Π.Σ.Ε.») ἤ μᾶλλον Αἱρέσεων. Τό «Π.Σ.Ε.» ἀποτελεῖ τὸν κύριο ἐκφραστὴ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ θεολογική ταυτότης τοῦ «Π.Σ.Ε.» παραμένει σαφῶς προτεσταντικήκαί, ὅπως λειτουργεῖ σήμερα, εἶναι ἕνας ὀμογενοποιητικός μηχανισμός, πού ἀμβλύνει τό δογματικό αἰσθητήριο καί κυοφορεῖ μία ἐπιφανειακή, ἐπικοινωνιακοῦ χαρακτήρος, «ἑνότητα». Παραλλήλως, ὑφίστανται καί ἄλλοι διαχριστιανικοί ὀργανισμοί καί περιφερειακά ὄργανα, ὡς ἡ «Διάσκεψις τῶν Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν» («Κ.Ε.Κ.») καί τό «Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν Μέσης Ἀνατολῆς» («Σ.Ε.Μ.A.»). Ταῦτα μετά τοῦ «Π.Σ.Ε.» οὔτε στὴν ἑνότητα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου βοηθοῦν, ὅπως ἔδειξε ἡ ἀποτυχία τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων καὶ ἡ περιφρόνηση βασικῶν δογμάτων καὶ διδασκαλιῶν τῆς Ἐκκλησίας (Ἱερωσύνη γυναικῶν, γάμος ὁμοφυλοφίλων καὶ πλεῖστα ἄλλα), συγχρόνως δὲ διασποῦν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ὀρθῶς ἀντιδροῦν στὴν διαβρωτικὴ καὶ ἀντορθόδοξη δράση τοῦ Συμβουλίου. Ὡρισμέναι κατά τόπους Ἁγιώταται Ἐκκλησίαι ὑπῆρξαν ἱδρυτικά μέλη καί ἐν συνεχείᾳ ἀπέβησαν μέλη τοῦ «Π.Σ.Ε». Τά Πάνσεπτα Πατριαρχεῖα Γεωργίας καί Βουλγαρίας ἀπεχώρησαν ἐκ τοῦ «Π.Σ.Ε.», τό μέν πρῶτο ἐν ἔτει 1997, τό δέ δεύτερο ἐν ἔτει 1998, ὡς ἔχοντα ἀρνητικήν γνώμην περί τοῦ ἔργου τοῦ «Π.Σ.Ε.» καί οὕτω δέν συμμετέχουν εἰς τάς ὑπ᾽ αὐτοῦ καί τῶν ἄλλων ὀργανισμῶν δραστηριότητας».

Ἡ §17 : «Ἡ Ἐκκλησία δέν ἀποδέχεται καθ'ὁλοκληρίαν τήν εἰσήγησην τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς διά τήν συμμετοχήν Αὐτῆς εἰς τό «Π.Σ.Ε.», συμφώνως πρός τήν ἐντολήν τῆς Διορθοδόξου Συναντήσεως τῆς Θεσσαλονίκης (1998),διότι δι’αὐτῆς ἐγκρίθησαν καί προτάσεις γιά «ὀμολογιακή κοινή προσευχή» καί «διομολογιακή κοινή προσευχή», αἱ ὁποῖαι εἰσί ἐντελῶς ἀντίθεται πρός τήν Ὀρθόδοξον ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν καί κανονικήν τάξιν, καί ἀποβλέπουσι εἰς τήν προαγωγήν τῆς ὀρατῆς ἑνότητος τῶν αἱρέσεων-μελῶν τοῦ «Π.Σ.Ε.» μέ προτεσταντικάς ἐκκλησιολογικάς προϋποθέσεις. Ἡ Ἐκκλησία, πού εἶναι αὐτὸ τὸ Πανάχραντον Θεανθρώπινον Σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, δέν ἐπιζητεῖ πλέον τήν «ὀργανικήν» μετοχὴν καὶ συμπερίληψιν Αὐτῆς εἰς τὸ «Π.Σ.Ε», τὸ ὁποῖον, κατ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπον, γίνεται εἷς νέος ἐκκλησιαστικός “ὀργανισμός”, μία “νέα Ἐκκλησία” ὑπεράνω τῶν ‘’ἐκκλησιῶν’’, τῆς ὁποίας ἡ Ἐκκλησία καί οἱ αἱρετικοί ἀποτελοῦν μόνον “μέλη ὀργανικῶς μεταξὺ των συνδεδεμένα’’».
Ἡ §18 : «Ἡ Ἐκκλησία πιστή εἰς τήν ἐκκλησιολογίαν αὐτῆς, εἰς τήν ταυτότητα τῆς ἐσωτερικῆς αὐτῆς δομῆς καί εἰς τήν διδασκαλίαν τῶν ἐννέα Οἰκουμενικῶν Συνόδων, συμμετέχουσα ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ «Π.Σ.Ε.», οὐδόλως ἀποδέχεται τήν ἰδέαν τῆς «ἰσότητος τῶν αἱρέσεων» μετά τῆς Ἐκκλησίας καί οὐδόλως δύναται νά δεχθῇ τόν ἐγκεντρισμόν τῶν αἱρετικῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ὥς τινα διομολογιακήν προσαρμογήν. Ὁ μοναδικός σκοπός τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ «Π.Σ.Ε.» εἶναι ἡ ἐπιστροφή τῶν αἱρετικῶν εἰς τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν. Τὸ νόημα τῆς παρουσίας τῶν Ὀρθοδόξων ἐν τῷ «Π.Σ.Ε.» εἶναι νὰ βοηθήσουμε εἰς αὐτὴν τὴν ἐπιστροφήν, ἡ ὁποία δέν δύναται νά εἶναι προϊόν μόνον θεολογικῶν συμφωνιῶν, ἀλλά καί τῆς ἐν τοῖς μυστηρίοις τηρουμένης καί βιουμένης ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἑνότητος τῆς πίστεως».
Ἡ §19 : «Αἱ κατά τόπους Ἁγιώταται Ἐκκλησίαι–μέλη θεωροῦν ὡς ἀπαραίτητον ὅρον τῆς συμμετοχῆς εἰς τό «Π.Σ.Ε.» τό ἄρθρον-βάσιν τοῦ Καταστατικοῦ αὐτοῦ, συμφώνως τῷ ὁποίῳ, μέλη αὐτοῦ δύνανται νά εἶναι μόνον αἱ αἱρετικαί κοινότηται, αἱ ἀναγνωρίζουσαι τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ὡς Θεόν καί Σωτῆρα κατά τάς Γραφάς καί ὁμολογοῦσαι τόν ἐν Τριάδι Θεόν, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα κατά τό Σύμβολον Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως. Αἱ ἐκκλησιολογικαί προϋποθέσεις τῆς Δηλώσεως τοῦ Toronto (1950), τιτλοφορουμένης «Ἡ Ἐκκλησία, αἱ Ἐκκλησίαι καί τό Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» εἶναι ἤσσονος σημασίας διά τήν Ὀρθόδοξον συμμετοχήν εἰς τό Συμβούλιον, διότι δέν μπορεί νά εἶναι ἀποδεκτό ἀπό τήν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία ὅτι «οἱ ἐκκλησίες ἀναγνωρίζουν ὅτι τό νά ἀποτελεῖ κάποιος  μέλος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιό περιεκτικό ἀπό τό νά ἀποτελεῖ  μέλος τῆς ἴδιας του τῆς ἐκκλησίας» (Δήλωσις  τοῦ Toronto, § 2). Ὅθεν, αὐτονόητον, ὅτι τό «Π.Σ.Ε.» δέν εἶναι καί ἐν οὐδεμιᾷ περιπτώσει ἐπιτρέπεται νά καταστῇ ὑπέρ-Ἐκκλησία».
Ἡ §20 : «Αἱ προοπτικαί τῶν θεολογικῶν διαλόγων τῆς Ἐκκλησίας µετά τῶν αἱρέσεων γίνονται ἐπί τῇ βάσει τῆς πίστεως καί πράξεως τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως προσδιορίζονται ἀπό τάς ἀποφάσεις τῶν ἐννέα Οἰκουµενικῶν Συνόδων (σχ. βλ. τούς Ἱερούς Κανόνας 46, 47, 50 καί 68 τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, 8 καί 19 τῆς Α΄ Οἰκ. Συν., 7 τῆς Β΄ Οἰκ. Συν., 95 τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συν., 7 καί 8 τῆς ἐν Λαοδικείᾳ, τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ, 1, 5, 20 καί 47 τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τούς 18 Κανόνας τῆς ἐν Καρθαγένῃ).Ἡ εἰσδοχή τῶν μετανοημένων αἱρετικῶν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν γίνεται µέ τήν ἀρχήν τῆς ἀκριβείας καί τῆς οἰκονοµίας. Ἡ δέ οἰκονοµία τηρεῖται, ὅταν µία αἵρεσις τελεῖ τό βάπτισµα µέ τριτήν κατάδυσιν καί ἀνάδυσιν κατά τήν ἀποστολικήν καί πατερικήν µορφήν καί τήν ὁµολογίαν τῆς Ἁγίας, ὁµοουσίου καί ἀδιαιρέτου Τριάδος.Ὅμως, διά τήν εἰσδοχήν τῶν αἱρετικῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν, διά τούς ὁποίους προβλέπεται ἡ χρήσις τῆς κατ’ οἰκονομίαν πράξεως, ἀπαιτεῖται α) ρητή καί κατηγορηματική ἄρνησις διά λιβέλου τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν καί τῆς ἰδίας τῆς αἱρέσεως, εἰς τήν ὁποίαν ὑπάγονταν πρίν, β) πλήρης ἀποδοχή τῆς πίστεως «ὡς φρονεῖ ἡ ἁγία τοῦ Θεοῦ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία», γ) ἀναθεματισμός τῶν αἱρεσιαρχῶν τῶν αἱρέσεων, εἰς τάς ὁποίας μέχρι τῶρα ὑπάγονταν, δηλ. τῶν «ἐξάρχων τῶν τοιούτων αἱρέσεων», καί δ) ἀναθεματισμός τῶν ἀποδεχομένων τάς αἱρετικάς διδασκαλίας των.
Ἡ §21 : «Ἡ Ἐκκλησία δέν ἐπιθυμεῖ πλέον τήν ἐνίσχυσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καί Τάξις». Ἐκτιμᾶἀρνητικῶς τά ὑπ᾽ αὐτῆς ἐκδοθέντα κείμενα (σχ. βλ. «Κείμενο Λίμα 1982 – Βάπτισμα, Εὐχαριστία καί Ἱερωσύνη» [ΒΕΜ - Baptism, Eucharist and Ministry]), διότι εἶναι πλήρη προτεσταντικῶν κακοδοξιῶν, διό καί πολλαί κατά τόπους Ἁγιώταται Ἐκκλησίαι ἔχουν διατυπώσει κατ’  επανάληψιν σοβαράς ἐπιφυλάξεις διά τά κείμενα ταύτα. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιτίθεται εἰς ὅσα ἀπαράδεκτα, καινοφανή καί ἀνατρεπτικά τῆς εὐαγγελικῆς, πατερικῆς, δογματικῆς καί ἠθικῆς διδασκαλίας συντελούνται σήμερα ἐν τῷ «Π.Σ.Ε.». Ἡ Ἐκκλησία ἐκφράζει τήν κατηγορηματικήν διαφωνίαν αὐτῆς εἰς τά ἐκφυλιστικά φαινόμενα, πού λαμβάνουν χῶρα εἰς τό «Π.Σ.Ε.», ὅπως π.χ. «Λειτουργίας τῆς Λίμα», intercommunion, διαθρησκειακές συμπροσευχές,χειροτονία γυναικῶν, περιεκτική γλώσσα, ἀποδοχή τοῦ σοδομισμοῦ ἐκ πολλῶν αἱρέσεων-μελῶν τοῦ «Π.Σ.Ε.» κ.ο.κ., πρακτικαί αἱ ὁποίαι εἰσί πρόσφατοι καρποί τῆς παλαιᾶς προτεσταντικῆς ἐκκλησιολογικῆς ρίζας».



[1] Ἰω. 4, 17-18,22.
[2] Ἰω. 6, 66-67.
[3] Β΄. Κορ. 2, 17 καί Α΄ Θεσ. 2, 4. Σχ. βλ. ΣΥΝΑΞΗ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, «Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων σοφώτεροι». Ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέ ἀφορμή τήν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στή Μεγίστη Λαύρα, 14-11-2011, http://www.theodromia.gr/92BD47EB.el.aspx
[4] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική ἐγκύκλιος ἐπί τῆ Κυριακῆ τῆς Ὀρθοδοξίας 2013, http://www.imp.gr/home-4/poimantorikoi-egkygklioi-sebasmiotatou/poimantorikoi-egkygklioi-sebasmiotatou-2013/40-ποιμαντορικοί-εγκύκλιοι-σεβασμιωτάτου-2013/471-ποιμαντορικη-εγκυκλιοσ-επι-τηι-κυριακηι-τησ-ορθοδοξιασ-2013.html
[5] ΜΑΚ. ΑΡΧΙΕΠ. ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ κ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, «Ἐπειδή ὅμως, μετά τήν 20ετή ἐπίπονη Προεδρία μου εἰς τόν "Ἐπίσημο Θεολογικό Διάλογο" Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, παραιτήθηκα οἰκειοθελῶς, διά νά μήν ἔχω πλέον οὐδεμίαν σχέση μέ ἕνα τέτοιο "ἀνόσιο παίγνιο", θά πρέπει σήμερα συμπληρωματικῶς, πρός ὅσα ἐδημοσιεύθησαν μέχρι καί προσφάτως, νά δηλώσω ἐπιγραμματικά μόνον τοῦτο : Δέν θά ἐφανταζόμουν ὅτι θά ἐδικαιώνοντο τόσο γρήγορα καί τόσο ἀποκαλυπτικά οἱ ταπεινές κρίσεις μου, περί τοῦ προσώπου καί τοῦ συνολικοῦ ἔργου τοῦ Καρδιναλίου Joseph Ratzinger, πρό τῆς ἀνυψώσεώς του εἰς τόν Παπικό Θρόνο ἀφ’ἑνός, καί τή μετά ταῦτα αἰφνιδία "μεταμόρφωσή" του εἰς τόν πλέον ἀνεπιφύλακτον κήρυκα τῶν μεσαιωνικῶν μυθευμάτων τῆς Παπωσύνης», http://www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=503&Itemid=2,http://oodegr.co/oode/papismos/stylianos_papikoi1.htm, http://orthodox-world.pblogs.gr/2008/06/aystralias-stylianos-koroidia-o-dialogos-me-toys-papikoys.html
[6] http://www.romfea.gr/diafora/6177-apofasis-sxeseis-tis-orthodojou-ekklisias-pros-ton-xristianiko-kosmo

Πέμπτη, Μαΐου 19, 2016

ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ: «ΑΓΩΝΙΣΘΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ. ΑΓΩΝΙΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΑΞΙΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΣΤΟ ΥΨΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

 ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

«Ακούω φωνή· Εσείς δεν ακούτε; Από την Καισάρεια… ακούεται η βροντερά φωνή του Μεγάλου Βασιλείου· Ακούω την σάλπιγγα του ιερού Χρυσοστόμου. Ακούω την απαστράπτουσα φωνή του Γρηγορίου· Εσείς δεν ακούτε; Σάλπιγγες είναι. Τι μας λένε; «Αγωνισθείτε για την Εκκλησία του Χριστού μας. Αγωνιστείτε για να καθαριστεί η Εκκλησία από τα ανάξια στελέχη της, για να έρθει η Εκκλησία στο ύψος των Πατέρων… Γιατί τα λέω αυτά;…
Δυστυχώς υπάρχει μία εσφαλμένη γραμμη των πνευματικών πατέρων και εξομολόγων. Τί λέγουν; «Εμείς την ψυχούλα μας να κοιτάξουμε. Τί κάνει ο διάκος στην εκκλησία, τι κάνει ο παπάς, τι κάνει ο δεσπότης; (κάνει με το χέρι σιωπή)

ΤΗΝ ΨΥΧΟΥΛΑ ΜΑΣ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΟΥΜΕ;

«…Το θεωρώ σατανικό το ρήμα τούτο.
Την ψυχούλα μας να κοιτάξουμε και να αφήσουμε την Εκκλησία τουυ Χριστού στα χέρια των καθαρμάτων και των Γεροντίων και των εκφύλων; Ετσι λέτε; Πολύ καλά.
Είναι σαν να λένε· Να καίγεται το σπίτι και την ψυχούλα σου κοιτάξε· να μην σβήσεις την φωτιά.
Να μπούν στο κατάστημά σου κλέφται και διαρρήκται και να σου λέει· Μη κουνηθείς, να μη ειδοποιήσεις την αστυνομία, την ψυχούλα σου να κοιτάζεις.
Σαν να λένε· Να έχεις μαντρί με πρόβατα και να μην ενδιαφέρεσαι να διώξεις τους λύκους.
Σαν να λένε· Να έχεις ωραίο αμπέλι με σταφύλια και ν’ αφήσεις τ’ αγριογούρουνα να πάνε με τις μουτσούνες τους να το καταστρέψουν. Υπάρχει γεωργός που αδιαφορεί για το γεώργιό του; Υπάρχει αμπελουργός, που αδιαφορεί για την άμπελόν του; Υπάρχει ποιμήν που αδιαφορεί για τα πρόβατά του; Υπάρχει αξιωματικός, που αδιαφορεί για το στράτευμά του; Δεν μπορεί αδελφοί μου να γίνει αυτό.
Εάν είσαι χριστιανός και πονᾶς την Εκκλησία του Χριστού· πρέπει κοντά στον άλλο αγώνα που κάνεις για τον εαυτό σου, ν’ αγωνιστείς για την Εκκλησία του Χριστού. Η ανοχή αυτή που δεικνύουμε για την Εκκλησία του Χριστού είναι ενοχή και έγκλημα, είναι αμαρτία…. Την ψυχούλα μας να κοιτάξουμε και να αφήσουμε την Εκκλησία να περιέλθει στα καθάρματα και τα αποφώλια τέρατα και στους Γεροντίους και στην συνοματαξία αυτών; Την ψυχούλα μας να κοιτάξουμε. Το βιολί αυτό των πνευματικών πατέρων που ευνούχισαν τον ευσεβήν Ελληνικόν λαόν.…..(τη συνέχεια ακούστέ την στο βίντεο)
——————


Τρίτη, Μαΐου 17, 2016

ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΘΡΑΣΥΝΘΕΙ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΠΟΥ ΑΙΜΑΤΟΚΥΛΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ. ΘΑ ΕΡΘΗ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥΣ. ΘΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΜΕ ΤΟΚΟ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ

ΙΟΣ ΘΑ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ ΚΑΙ ΘΑ ΔΙΚΑΣΗ ΤΟΥΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ AΠΑΤΕΩΝΕΣ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ; ΔΙΑΒΑΣΤΕ!
Από τὸ βιβλίο «Ἐκ τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτός», τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΔΙΚΗ

« Καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη».(Ματθ. κε΄ 32)

ΣΥΓΧΡΟΝ.-ΠΕΙΡΑΤΕΣἩ ἀνομία, ἀγαπητοί μου ἀκροαταί, ἡ ἀνομία πάντοτε μέν, ἀλλ’ ἰδίως εἰς τοὺς ἐσχάτους τούτους χρόνους ὕψωσε θρασεῖαν τὴν κεφαλήν. Ποῖος δὲν τὸ βλέπει; Θρασεῖς καὶ ἀσύστολοι παραβάσεις τῶν Νόμων, τῶν Θείων καὶ αἰωνίων, ἀναρίθμητοι λαμβάνουν χώραν καθημερινῶς. Ὁ σεισμογράφος τῆς ἀδιαφθόρου συνειδήσεως δονεῖται ἀκαταπαύστως. Ἀραὶ καὶ ψεύδη, διαβολαὶ καὶ συκοφαντίαι, ψευδομαρτυρίαι καὶ φρικταὶ βλασφημίαι, κλοπαὶ καὶ πορνεῖαι καὶ μοιχεῖαι καὶ φόνοι καὶ ἐγκλήματα στυγερὰ καὶ ἀποτρόπαια διαπράττονται καὶ μυριάδες θυμάτων ἀναστενάζουν καὶ ζητοῦν τὴν τιμωρίαν τῶν σαδιστῶν κακούργων, τὸν θρίαμβον τῆς δικαιοσύνης.Ἀλλὰ ποῦ ἡ ἰδεώδης δικαιοσύνη;
Καὶ εἶνε μὲν ἀληθὲς ὅτι πρὸς τιμωρίαν τῆς ἀδικίας καὶ τοῦ ἐγκλήματος ἡ πεπολιτισμένη ἀνθρωπότης ἐψήφισε Νόμους, συνέταξε ποινικοὺς κώδικας, ἵδρυσε δικαστήρια ἔκτισε φυλακὰς καὶ σωφρονιστήρια, καὶ διὰ μέσου πολλῶν εὐγενῶν τέκνων της, θυσιασθέντων εἰς τὸν βομὸν τῆς Δικαιοσύνης κατέβαλλε καὶ καταβάλλει πολλὰς προσπαθείας πρὸς τελειοτέραν ἀπονομὴν τοῦ δικαίου εἰς ὅλας τὰς σχέσεις τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ ἆράγε τὰ δίκτυα τῆς δικαιοσύνης ποὺ ἁπλώνονται ἐπάνω εἰς τὸν πλανήτην μας ὑπὸ τὴν μορφὴν ποικίλων δικαστηρίων τῶν ἐλευθέρων λαῶν, συλλαμβάνουν ὅλους τοὺς πραγματικῶς ἐγκληματίας καὶ τιμωροῦν ὅλα τὰ ἐγκλήματα πάσης μορφῆς; Ἀσφαλῶς ὄχι. Πολλοὶ εἶνε ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διὰ διαφόρους αἰτίας κατορθώνουν νὰ διαφύγον τὴν ἁρπάγην τῆς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης, οὐχὶ δὲ σπανίως μεγάλοι καὶ διεθνεῖς ἀπατεῶνες καὶ ἐπιστήμονες τοῦ ἐγκλήματος μὲ σατανικὴν τέχνην σκεπάζουν τὰ κακουργήματά των, νίπτουν τὰς χεῖρας ὡς ἄλλοι Πιλᾶται καὶ ἐνῷ εἶνε Κάϊν καὶ Νέρωνες καὶ τὰ αἵματα τῶν θυμάτων των ἀκόμη ἀχνίζουν, αὐτοὶ φοροῦν τὸ προσωπεῖον τῆς ἀθωότητος καὶ παρουσιάζονται ὡς ἥρωες καὶ εὐεργέται τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἀξιοῦν ἀπὸ τοὺς τρέμοντας λαούς των νὰ τοὺς ἀνακηρύξουν ὡς Σωτῆρας! Ποῖος θὰ τοῖς ἀφαιρέσῃ τὰ προσωπεῖα; Ποῖος θὰ κάμῃ τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς ψυχικῆς των καταστάσεως καὶ θὰ τοὺς παραστήσῃ ἐνώπιον ὅλων ὁποῖοι πραγματικῶς εἶνε καὶ θὰ τοῖς εἴπῃ:«Κύριοι! Μὴ ἀπατᾶτε πλέον. Εἶσθε ὑποκριταὶ καὶ ἀπατεῶνες, ἐκμεταλλευταὶ καὶ πλαστογράφοι τῆς ἀρετῆς».
Καὶ ὄχι μόνον πλεῖστοι ἔνοχοι διαφεύγουν ἀπὸ τὰς χεῖρας τῆς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης καὶ περιφέρονται ἐλεύθεροι, εὐτυχοῦντες καὶ κομπάζοντες καὶ προκαλοῦντες τοὺς πάντας καὶ τὰ πάντα, ἀλλὰ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον, τὸν πλήρη ἀντινομιῶν, συμβαίνει καὶ κάτι ἄλλο ἀπείρως τραγικώτερον, νὰ καταδικάζωνται οὐχὶ σπανίως ὑπὸ τῶν ἀτελῶν ἀνθρωπίνων δικαστηρίων ἑκάστης ἐποχῆς ἀθῷοι, ἄνδρες ὑπέροχοι, τοὺς ὁποίους ὡδήγησεν εἰς τὸ ἑδώλιον τοῦ κατηγορουμένου ἡ ὠργανωμένη κακία τῶν ἀνθρώπων. Ὤ! Ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστα ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἡ κακία αὐτὴ εἶνε μεγάλη. Δύναται νὰ ἐπιστρατεύσῃ ψευδομάρτυρας καὶ νὰ δημιουργήσῃ πλέγμα κατηγορίας καὶ διὰ τὸν ἀθωότερον ἄνθρωπον καὶ νὰ παρασύρῃ καὶ τοὺς δικαστὰς καὶ τοὺς πλέον ἐξ αὐτῶν ὀξυδερκεῖς καὶ εὐσυνειδήτους εἰς δικαστικὰς πλάνας καὶ τὸ «ἔνοχος θανάτου ἐστὶ» ν’ ἀκουσθῇ καὶ δι’ ἐκεῖνον ἀκόμη, τὸν ὁποῖον ἡ κοινωνία θὰ ἔπρεπε νὰ στεφανώσῃ μὲ τὸν ἀμάραντον στέφανον τῆς ἀρετῆς. Κλασσικὸν παράδειγμα ἡμεῖς οἱ Ἕλληνες ἔχομεν τὴν δίκην τοῦ Σωκράτους. Ὁ δικαιότερος οὗτος καὶ σοφώτερος τῶν Ἑλλήνων τῆς ἐποχῆς του, ὁ μηδὲν ἔγκλημα διαπράξας κατὰ τῆς Πατρίδος, τὴν ὁποίαν πάντοτε ὑπηρέτησε πιστῶν καὶ εὐόρκως, ἐσύρθη εἰς τὸ δικστήριον μὲ φρικτὰς κατηγορίας. Εἱς μάτην ἠγωνίσθη ν’ ἀποδείξῃ τὴν ἀθωότητά του, τὴν πρὸς τοὺς Θεοὺς εὐσέβειάν του, τὴν πρὸς τὴν Πατρίδα ἀγάπην του, τὴν πιστὴν ἐκπλήρωσιν τῶν καθηκόντων του ὡς πολίτου καὶ ὡς ἀνθρώπου. Ὑπερίσχυσεν ἡ κακία τῶν ἐχθρῶν του καὶ ὁ Σωκράτης κατεδικάσθη εἰς τὸν διὰ κωνείου θάνατον, καταδικαζόμενος δ’ ἀδίκως ὕψωσε τοὺς ὀφθαλμούς του πρὸς τὸν οὐρανὸν καὶ εκἶπεν ὅτι, ἐὰν ἐδῶ δὲν εὖρε δικαιοσύνην, ἐκεῖ εἰς τὸν ἄλλον κόσμον πρὸς τὸν ὁποῖον πορεύεται, θὰ συναντήσῃ λαμπρὰν τὴν δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖ δικασταὶ ἄνευ ἐλαττωμάτων καὶ ἀτελειῶν, σοφοὶ καὶ ἀμερόληπτοι, ὁ Νίνως, ὁ Αἰακὸς καὶ ὁ Ραδάμαντυς, θὰ κρίνουν τὴν ὑπόθεσίν του καὶ θὰ τῷ ἀποδώσουν τὸ δίκαιον, τὸ ὁποῖον ἐσφαγιάσθη ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ μὲ τὴν πίστιν περὶ τῆς πέραν τοῦ τάφου Θείας Δικαιοσύνης ἔκλεισε τοὺς ὀφθαλμούς του ὁ μέγας τῶν Ἀθηνῶν φιλόσοφος.Καὶ δὲν εἶνε μόνον ὁ Σωκράτης τὸ μοναδικὸν θύμα, ἀλλὰ καὶ ἀναρίθμητα ἄλλα θύματα τῆς ἀδικίας ἑκάστης ἐποχῆς καὶ ἐκ πάσης γωνίας τῆς γῆς, τὰ ὁποῖα ὑψώνουν τοὺς ὀφθαλμούς των πρὸς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐπικαλοῦνται τὴν Θείαν Δικαιοσύνην, λέγοντα:«Κύριε δίκασον τοὺς ἀδικοῦντάς με». Καὶ «Ἀνάστα ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν».
Ἡ ἀνθρωπότης αἰτεῖ δικαιοσύνην π λ ή ρ η  κ α ὶ  τ ε λ ε ί α ν. Ἀλλὰ ἐδῶ εἰς τὴν γῆν μόνον ψυχία δικαιοσύνης εὑρίσκονται. Διὸ καὶ πάντοτε θὰ ἀκούεται ἡ Θεία προτροπή:« Δικαιοσύνην μάθετε οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς».
Εἰς τὸ πανανθρώπινον αὐτὸ αἴτημα τῆς δικαιοσύνης ποὺ εἶνε μὲν φυτευμένον εἰς τὴν καρδίαν παντὸς ἀνθρώπου, ἀλλὰ τόσον ὀλίγον ἱκανοποιεῖται ἐδῶ εἰς τὴν γῆν, ἀνταποκρίνεται τὸ Χριστιανικὸν δόγμα, τὸ ὁποῖον περιέχεται εἰς τὸ 7ον ἄρθρον τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεώς μας, καὶ κατὰ τὸ ὁποῖον ἡμεῖς οἱ Χριστιανοὶ διακηρύσσομεν ὅτι πιστεύομεν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν «καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἐσται τέλος».
Τὴν εἰκόνα δὲ τῆς παγκοσμίου Δίκης ἐζωγραφισμένην μὲ ζωηρὰ χρώματα μᾶς παρουσίασεν ἡ Ἐκκλησία σήμερον, Κυριακὴν τῶν Ἀπόκρεων, κατὰ τὴν ὁποίαν εἰς ὅλους τοὺς Ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας ἀνεγνώσθη εἰς ἐπήκοον πάντων ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ περὶ Μελλούσης Κρίσεως.
Ὧ Ἱερὰ θύματα τοῦ κααθήκοντος, ὅσοι προσεφέρετε τὴν ζωήν σας ὡς θυσίαν ὑπὲρ τῆς εὐημερίας τῆς ἀνθρωπότητος, ὦ μακάριαι ψυχαὶ τῶν ζωήν σας ὡς θυσίαν ὑπὲρ τῆς εὐημερίας τῆς ἀνθρωπότητος, ὦ μακάριαι ψυχαὶ τῶν ἁγίων, τῶν μαρτύρων τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος, δετε τὴν μεγαλοπρεπῆ Εἰκόνα τῆς Παγκοσμίου Κρίσεως. Διὰ σᾶς, ποὺ ἐστάθητε ἄοκνοι ἐργάται τοῦ καλοῦ, ἡ εἰκὼν αὕτη εἶνε Θεία παρηγορία. Ἴδετε τὸν Κριτήν. Τὴν ἕδραν τοῦ Δικαστοῦ δὲν θὰ κατέχῃ ὁ Α ἤ Β Δικαστής, ὅστις ὁσονδήποτε σοφὸς καὶ ἐὰν εἶνε ὑπόκειται εἰς πλάνην, δὲν θὰ κατέχουν Μίνωες καὶ Αἰακοὶ καὶ Ραδαμάνθεις, ἀλλὰ θὰ τὴν κατέχῃ Ἐκεῖνος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου θὰ κλίνουν γόνυ πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς. Θὰ εἶνε ὁ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, τὸ δεύτερον Πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. «Ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων».(Φιλιπ. β΄ 10). Ποῖος ἀκούων τὸ ὄνομα τοῦτο δύναται νὰ ἀμφιβάλλῃ περὶ τῆς ἀμεροληψίας, περὶ τῆς ἄκρας δικαιοσύνης Του; Ἐνώπιον Αὑτοῦ θὰ συναχθοῦν ἅπαντα τὰ ἔθνη.
«Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου!» Ἀλλ’ ὁποία διαφορὰ μεταξὺ τῆς πρώτης καὶ τῆς δευτέρας Του παρουσίας!
Κατὰ τὴν πρώτην Του Παρουσίαν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἐνεφανίσθη συμπαθὴς ὡς ἔλεος, ὡς ἀγάπη ἀπεριόριστος. Ἐπὶ μίαν τριετίαν τῆς δημοσίας δράσεώς του δὲν ἔπαυσε νὰ καλῇ ἀδιακρίτως ὅλας τὰς ψυχάς. Ἡ φωνή του ὑπερέβη καὶ τὴν στοργὴν τῆς πλέον φιλοστόργου μητρὸς «Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἐφώναζεν, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν, ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου, ὅν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. Ἰδοῦ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. Λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με δητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἄν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Ἡ θάλασσα, οἱ ποταμοί, τὰ βουνά, τὰ ὄρη, αἱ νάπαι καὶ αἱ πεδιάδες καὶ αἱ ἔρημοι τῆς Ἁγίας Γῆς ἀντήχησαν ἀπὸ τὴν γλυκυτάτην Του φωνήν: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».
Κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ τοὺς πάντας ἐκάλεσεν, ἀλλ’ οὐδένα ἐβίασε διὰ νὰ παραδεχθῇ τὸ πρόγραμμά του. Ἐναντίον οὐδενὸς παραβάτου τοῦ Θείου Νόμου ἐπέβαλλε τιμωρίας καὶ κυρώσεις. ἍΑπαξ μόνον ὕψωσε τὸ φραγγέλιον διὰ νὰ ἐκδιώξῃ τοὺς θεοκαπήλους λεγεῶνας ἀγγέλων πρὸς τιμωρίαν τῶν ἀποστατῶν, τῶν Σταυρωτῶν Του.Αὐτὸς ἐμακροθύμησε καὶ ἐδέχθη ἐμπτυσμοὺς καὶ ραπίσματα καὶ μαστιγώσεις καὶ μὲ μίαν ἀγάπην ἀνυπέρβλητον, Θείαν, προσηυχήθη ὑπὲρ τῶν δημίων, ὑπὲρ τῶν σταυρωτῶν Του. ― Κατὰ τὴν πρώτην παρουσίαν Του ἐνεφανίσθη ὡς ἀγάπη, ἐνεφανίσθη ὡς Σωτήρ. Ὁ διος τὸ δικήρυξεν:« Οὐκ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σώσω τὸν κόσμον» (Ἰωάν. 12,47). Ἀλλὰ κατὰ τὴν Δευτέραν Του Παρουσίαν θὰ ἐμφανισθῇ ὡς Δικαιοσύνη, θὰ ἐμφανισθῇ ὡς ὑπέρτατος Κριτὴς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ὅσοι ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ μέχρι τοῦ τελευταίου ἀνθρώπου ἔκαμον τὴν ἐμφάνισίν των ἐπάνω εἰς τὸν πλανήτην μας. Τὶς δύναται νὰ περιγράψῃ τὸν Κριτήν; Τὸ πρόσωπον τοῦ Κριτοῦ θὰ λάμπῃ ὡς ἥλιος, ὑπὲρ τὸν ἥλιον, ὑπὲρ μυρίους ἡλίους. Θὰ συνοδεύεται ἀπὸ τάγματα καὶ ταξιαρχίας ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Θὰ προπορεύεται ὁ Τίμιος Σταυρός, ἡ ἔνδοξος, ἡ μοναδικὴ αὐτὴ σημαία τῆς Χριστιανοσύνης, ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς ὁποίας ἐδόθησαν αἱ μεγαλύτεραι καὶ πεισματωδέστεραι μάχαι μεταξὺ Φωτὸς καὶ Σκότους. Καὶ ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ θὰ συγκεντρωθοῦν λλα τὰ ἔθνη, ὅλοι οἱ λαοί, διὰ νὰ γίνῃ ἡ δίκη ἡ παγκόσμιος. Τότε, ὤ τότε οἱ μεγαλύτεροι κακοῦργοι, οἱ ὁποῖοι ὡς τυφῶνες διῆλθον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἔσφαξαν καὶ ἐτυράννησαν καὶ ἐτρομοκράτησαν ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ θὰ τρέμουν ὡς τὰ φύλλα τῶν δένδρων καὶ θὰ ζητοῦν ἔλεος αὐτοί, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε ἀπέναντι ἀνθρώπων ἔδειξαν ἔλεος. Τότε οἱ βλάσφημοι οἱ ὁποῖοι ἤνοιγον τὰ στόματα διὰ νὰ ἐκσφενδονίσουν τοὺς ἀφροὺς τῆς λύσσης των ἐναντίον τοῦ Δημιουργοῦ καὶ τοῦ Πλάστου καὶ τοῦ Σωτῆρός των, φ«ὄψονται εἰς ὅν ἐξεκέντησαν». Τότε οἱ ἀναιδεῖς περιγρονηταὶ τῶν θείων Νόμων, οἱ ὁποῖοι ἐφαντάσθησαν ὅτι δὲν θὰ λειτουργήσῃ ποτὲ ἡ Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, θὰ δουν καὶ θὰ πεισθοῦν ὅτι πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ διὰ τὴν Ὁποίαν δὲν ἐχύθη δάκρυ μετανοίας καὶ συντριβῆς, θὰ λάβῃ τὴν πρέπουσαν τιμωρίαν. Τότε οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἀποστάται υἱοὶ θὰ ἀναστενάξουν καὶ θὰ επουν:«Τὰ ὄρη καὶ αἱ πέτραι, πέσατε ἐφ’ ἡμᾶς καὶ κρύψατε ἡμᾶς ἀπὸ προσώπου τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ Θρόνου καὶ ἀπὸ τῆς ὀργῆς τοῦ ἀρνίου, ὅτι ἦλθεν ἡ ἡμέρα ἡ μεγάλη τῆς ὀργῆς αὐτοῦ, καὶ τὶς δύναται σταθῆναι:» (Ἀποκ. 6,16―17). Τότε μύριοι λαμπτῆρες θὰ ἀναφθοῦν καὶ τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους θὰ φωτισθοῦν καὶ τὰ πλέον ἀπόκρυφα ἐγκλήματα θ’ ἀποκαλυψθοῦν καὶ οἱ ἔνοχοι θὰ ἐμφανισθοῦν μὲ ὅλα τ’ ἀπαίσια χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῶν τρομερῶν των ἐγκλημάτων καὶ μύριαι φωναὶ θ’ ἀκουσθοῦν:«Ὦ Δίκαιε Θεέ. Ἦλθεν ἡ ὥρα ἡ μεγάλη, ἡ παγκόσμιος ὡρα τῆς τιμωρίας τοῦ ἐγκλήματος καὶ τῆς ἀδικίας.Ἔνοχοι! Τωρα ποῦ φύγετε;»
Ὤ! Ὁποία ὥρα τότε ἀδελφοί! Ὥρα τρομερὰ διὰ τὴν ἔνοχον ἀνθρωπότητα. Ἀλλὰ τίς, ἐφ’ ὅσον ζῇ ἐπὶ τῆς γῆς αὐτῆς, τὶς δύναται νὰ καυχηθῇ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅτι εἶνε ἀθῷος;
Καὶ ἐνῷ εμεθα ὅλοι ἔνοχοι ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ διὰ μυρίας παραβάσεις, ἄσωτοι υἱοὶ τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ἐν τούτοις κοιμώμεθα ἀδιάφοροι. Κοιμώμεθα ἐπὶ τοῦ ἡφαιστείου τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ. Τὰ πάντα σκεπτόμεθα πλὴν τῆς ὥρας ἐκείνης. Οὐδεμίαν προετοιμασίαν κάμνομεν διὰ νὰ εὕρωμεν «καλὴν ἀπολογίαν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ» καθὼς καθ’ ἑκάστην Θ. Λειτουργίαν ἐντόνως μᾶς προτρέπει ἡ ἁγία ἡμῶν Ἐκκλησία. Καὶ ὅταν μὲν ἔχωμεν δίκην τινά, πρὸ ἑβδομάδων καὶ μηνῶν εμεθα ἐναγώνιοι καὶ φροντίζομεν πῶς νὰ ἐμφανισθῶμεν ἐνώπιον τῶν δικαστῶν, ἀλλὰ περὶ τῆς Δίκης τῆς Παγκοσμίου, ἡ ὁποία θὰ κρίνῃ τὸ αἰώνιον μέλλον μας, οὐδεμία ἔννοια, οὐδεμία φροντίς, οὐδεμία προετοιμασία. Πλεῖστοι δὲ ὅσοι γελοῦν καὶ εἰρωνεύονται ἐκείνους οἱ ὁποῖοι παραδέχονται ὅτι θὰ ἔλθῃ ἡ ἡμέρα τῆς παγκοσμίου Κρίσεως.
Ἀλλὰ ἡ τοιααύτη συμπεριφορὰ ὑπενθυμίζει ἕνα ἀνέκδοτον, ποὺ κάπου εἶχαἀναγνώσει. Ποῖον ἀνέκδοτον; Ἕνας βασιλεὺς εἶχε, ὅπως ἦτο συνήθεια τότε, ἕνα γελωτοποιόν. Μίαν ἡμέραν ὁ βασιλεὺς ἔδωκε ἕνα « μπαστοῦνι» εἰς τὸν γελωτοποιὸν καὶ τῷ εἶπε:«Λάβε καὶ φύλαξέ το καὶ ὅταν εὕρῃς κανένα πλέον ἠλίθιον ἀπὸ σέ, εἰς ἐκεῖνον νὰ τὸ δώσῃς!» Ἔκτοτε παρῆλθον ἔτη. Ὁ βασιλεὺς ἠσθένησε καὶ ἐκινδύνευσε ν’ ἀποθάνῃ. Μαζὺ μ’ ἄλλους ἦλθε καὶ ὁ γελωτοποιὸς νὰ τὸν ἐπισκεφθῇ. Φέλωτες καὶ καγχασμοὶ δὲν ἠκούοντο πλέον εἰς τοὺς διαδρόμους καὶ τὰς αἰθούσας τῶν ἀνακτόρων. Ὁ γελωτοποιὸς εἰσέρχεται εἰς τὸν κοιτῶνα. Μὲ τὰς ὀλίγας δυνάμεις του ὁ βασιλεὺς τῷ λέγει λυπημένος: ― «Εἶμαι μοῦ φαίνεται διὰ ταξίδι». ― «Διὰ ποῦ;» ἐρωτᾷ ὁ γελωτοποιὸς προσποιούμενος ὅτι δὲν ἐννοεῖ. ― « Διὰ μακρυνὸ ταξίδι» ἀπαντᾷ ὁ βασιλεύς. ― «Θὰ ἐπιστρέψῃς γρήγορα, βασιλεῦ; Εἰς ἕνα μῆνα;» ― «Ὄχι». ― Εἰς ἕνα χρόνον;» ― «Ὄχι!» ― «Πότε, λοιπόν, Πολυχρονώτατε;» ― «Ποτὲ» ἀπήντησε τεθλιμμένος ὁ βασιλεύς. ― « Καλά, καὶ ἔχεις προετοιμασθῆ δι’ ἕνα τέτοιον ταξίδι;» ― Καθόλου» ἀπαντᾷ κατηφὴς ὁ βασιλεύς. ― «Ὥστε φεύγεις διὰ πάντα καὶ δὲν προητοιμάσθης καθόλου; Τρομερόν! Τότε, ΜΕγαλειότατε, πάρε τὸ μπαστοῦνι σου, διότι εὑρῆκα ἐκεῖνον ποὺ εἶνε πλέον ἠλίθιος ἀπὸ ἐμέ».
Ἀκούσατε, ἀγαπητοὶ ἀκροαταί, τὸ ἀνέκδοτον; Ἀπὸ ἡμᾶς ἐξαρτᾶται νὰ μὴ διαπράξωμεν τὴν ἰδίαν ἀνοησίαν. Ἄς προετοιμασθῶμεν, ἄς προετοιμαζόμεθα πάντοτε ὡς νὰ εἶνε ἑκάστη ἡμέρα ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς, ὡς νὰ εἶνε ἡ παραμονὴ τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὡς λόγον ἀποδώσοντες διὰ τὰς πράξεις μας καὶ διὰ τοὺς λόγους μας καὶ διὰ τὰς σκέψεις μας καὶ οὕτω ζῶντες, ἀξιωθῶμεν ν’ ἀκούσωμεν τῆς μακαρίας ἐκείνης φωνῆς, ἡ ὁποία θὰ φέρῃ τὴν αὔραν τοῦ Παραδείσου εἰς τὴν καρδιά μας: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.


ΕΝ ΜΕΣΩ ΝΕΚΡΙΚΗΣ ΣΙΓΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ: OΣΟ ΠΡΟΧΩΡΟΥΜΕ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΝΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟ ΤΟΣΟ ΤΟ ΚΑΚΟ ΘΑ ΑΠΟΘΡΑΣΥΝΕΤΑΙ. ΘΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ, ΘΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΤΑΙ ΔΑΙΜΟΝΙΩΔΩΣ ΚΑΙ ΘΑ ΣΤΕΦΑΝΩΝΕΤΑΙ, ΓΙ᾽ ΑΥΤΟ Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ

ΕΝ ΜΕΣΩ ΝΕΚΡΙΚΗΣ ΣΙΓΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«…Εν μέσω νεκρικής σιγής της Εκκλησίας ηκούσθη μία φωνή ως βροντή και αστραπή. Τίνος ήτο; Επισκόπου, πατριάρχoυ, παπά, διάκου; Oχι! Ήταν η φωνή ενός μοναχού, που τους σάρωσε όλους. Πού είναι, αυτά που λένε μερικοί δεσποτάδες ότι εμείς είμαστε Εκκλησία. Όχι, αγαπητοί μου, μπορεί να μαζευτείτε στην οδό Φιλοθέη όλοι οι δεσποτάδες και ένας καλόγερος να σας διαλύσει. Είδατε ποτέ μικρό παιδί να κινηγάει με ένα καλάμι τα γαλιά…
Πότε; Όταν εσείς εκεί που μαζεύεσθε, στην οδό Φιλοθέη, δεν σκέφτεστε τα μεγάλα και υψηλά και λαμβάνετε αποφάσεις που είναι κόντρα με το Ευαγγέλιο, κόντρα με τα συμφέροντα του λαού, τότε, μπορεί να είστε και 70 και 100 και 200 και 300 εάν εσείς δεν είστε φορείς της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ και είναι ο ένας εκείνος, -ότι νάναι-, και καλόγερος νάναι· αυτός o καλόγερος που έχει μέσα του τη φωτιά τ” Ουρανού, που έχει Πνεύμα Άγιον, που βαδίζει με τους Πατέρες της Εκκλησίας, αυτός ο ένας θα σας σαρώσει όλους και θα επαναφέρει το σκάφος της Εκκλησίας στην τροχιά του!…
Τέτοιος ήτο ο άγιος Μάξιμο ο ομολογητής, που τους εσάρωσε όλους…Με εντολή πατριαρχών τον εξόρισαν, του εκόψαν την γλώσσα για να μη μιλάει για τον Χριστό. Toυ….»

jubpls

 Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ

____________
______________
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
Θα ήμεθα ευτυχείς, αν δεν έδίδοντο σοβαραί αφορμαί προς έλεγχον και ο λόγος μας ήτο καθαρώς διαφωτιστικός, παρηγορητικός καί εποικοδομητικός. Αλλα δυστυχώς σκληρά ανάγκη επιβάλλει την χρήσιν ελέγχου. Διότι δεν κατοικοϋμεν εις κοινωνίαν αγγέλων, οι όποιοι εΐνε άγιοι καί ακαταπαύστως υμνούν τον Θεόν. Αλλά κατοικούμεν εις κόσμον, ο οποίος κατά την Γραφήν «εν τω Πονηρώ κείται» (Α’ Ίω. 5:9). Και όσον προχωρούμεν προς την συντέλειαν του κόσμου, το κακόν θα επιτείνεται και θ’ αποθρασύνεται περισσότερον. Και πάν ό,τι άλλοτε εγίνετο κρυφίως, θα γίνεται δημοσία εν πλήρει αναιδεία και αναισχυντία και θα χειροκροτήται δαιμονιωδώς. Εις τοιούτους καιρούς ο έλεγχος, όσον δυσάρεστος και αν είνε, και όσον και αν στοιχίζη εις τον ελέγχοντα, είνε απαραίτητος, έστω και αν δεν φέρη τα αναμενόμενα αποτελέσματα, έστω και αν είνε «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Ο Θεός διατάσσει τον προφήτην Ιεζεκιήλ να ασκήση έλεγχον, καίτοι δεν θα εισηκούετο. Ωραίον είνε, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, ο σφοδρότερος ελεγκτής του συγχρόνου του κόσμου, ωραίον είνε ο ποιμήν να βόσκη το ποίμνιόν του εις χλοερόν λειμώνα και παρά κελαρύζοντα ύδατα και να παίζη την φλογέραν του. Αλλ’ αν εμφανισθή ο λύκος, τότε ο βοσκός αφήνει την φλογέραν και πλήρης ορμής αρπάζει την σφενδόνην και εκσφενδονίζει λίθους εναντίον του λύκου. Καιρός παντί πράγματι. Καιρός φλογέρας, αλλά και καιρός σφενδόνης.
Ο έλεγχος συνιστάται υπό της Γραφής. Και προ πάντων είνε καθήκον των πνευματικών ποιμένων και οδηγών. Ο απόστολος Παύλος, γράφων προς τον έπίσκοπον της Εφέσου Τιμόθεον, παραγγέλλει· «Έλεγξον, επιτίμησον, παρακάλεσον» (Β’ Τι. 4:2). «Τους αμαρτάνοντας ενώπιον πάντων έλεγχε, ίνα και οι λοιποί φόβον έχωσι» (Α’ Τι. 5:20).
Ο ίδιος δε ο Παύλος, όπως βλέπομεν εις τας Πράξεις καί εις τας Επιστολάς του, ήλεγχε και εκαυτηρίαζε, αλλά και αφώριζε και παρέδιδεν εις τον Σατανάν προς βασανισμόν καί σωφρονισμόν πρόσωπα, τα όποια εξετρέποντο εκ της τροχιάς της πίστεως και της ηθικής ζωής και προεκάλουν δημόσιον σκανδαλισμόν. Ο Ι. Χρυσόστομος, παρατηρών εκείνους, οι οποίοι εσκανδαλίζοντο εκ του ελέγχου και δεν συνεφώνουν προς τον ελεγκτικόν λόγον, έλεγεν: 0ι θρασεϊς αμαρτάνουν δημοσίως. Ψεύδονται, κλέπτουν, αδικούν, καταπατούν θείους και ανθρωπίνους νόμους, βλασφημούν τον Θεόν, διασαλεύουν την ηθικήν τάξιν. Και εγώ να μη τους ελέγξω; Πώς θα συγκρατηθή το κακόν; Δια τούτο έγιναν τα άνω κάτω καί τα κάτω άνω, διότι ούτε ελέγχομεν, ούτε ελεγχόμεθα, λέγει επίσης ο ιερός Πατήρ. Ο δε Σωκράτης έλεγεν, ότι βίος ανεξέλεγκτος είνε βίος αβίωτος. Ήσκησε δε καυστικόν και εκτεταμένον έλεγχον των συγχρόνων του. Και δια τον έλεγχον εμισήθη υπό αρχόντων και κατεδικάσθη εις τον διά κώνειου θάνατον.
Ο έλεγχος αναγκαίος. Υποδείγματα δε ελέγχου υπάρχουν εις την Γραφήν. Διό και ο Παύλος λέγει: «Πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη» (Β’ Τιμ. 3:16). Ακούετε τι λέγει ο Απόστολος; Η Γραφή είνε «ωφέλιμος προς έλεγχον». Τι σημαίνει τούτο; Όπως ο καθρέπτης είνε χρήσιμος προς έλεγχον της εξωτερικής μορφής καί εμφανίσεως του ανθρώπου, ούτω και η Γραφή, πνευματικός καθρέπτης, είνε χρήσιμος προς έλεγχον της πνευματικής μορφής και εμφανίσεως του ανθρώπου, διά να βλέπη δηλαδή ο άνθρωπος την αρετήν και την κακίαν εις όλας τας εκφάνσεις των και εκδηλώσεις. Εις την Γραφήν η αρετή τιμάται, έστω καί αν ασκήται από τον πλέον ταπεινόν και άσημον της γης. Η δε κακία ψέγεται και τιμωρείται, έστω και αν παρατηρήται εις την ζωήν των μεγάλων και των ισχυρών της γης. Η Γραφή δεν γνωρίζει προσωποληψίαν. Όπως ο καθρέπτης δεν κολακεύει, αλλά δεικνύει την μορφήν όπως είνε, όσον άσχημος καί αν εΐνε, και εις οποιονδήποτε και αν άνήκη, έστω και αν άνήκη εις τον ισχυρότερον άρχοντα, ούτω και η Γραφή δεν κολακεύει. Ελέγχει τον ταπεινόν της γης, ελέγχει και τον ανώτατον άρχοντα. Πάς άνθρωπος, εις οιανδήποτε εποχήν και αν ζή, εντός του πνευματικού καθρέπτου, ο οποίος λέγεται Γραφή, δύναται να ίδη την πνευματικήν κατάστασίν του και μορφήν, διότι εις την Γραφήν υπάρχει το ανάλογον παράδειγμα, ο παράλληλος βίος. Δια τον λόγον τούτον μοχθηροί καί κακεντρεχείς, άπιστοι καί άθεοι μισούν καί αποστρέφονται την Γραφήν. Δεν υποφέρουν τον έλεγχαν της ζωής των από την Γραφήν. Και ομοιάζουν με την διαβόητον αρχαίαν πόρνην Λαΐδα, η οποία, όταν εγήρασε και είδεν εις τον καθρέπτην τας ρυτίδας και την ασχημίαν της, έξωργίσθη καί κατέστρεψε τον καθρέπτην! Και εκείνος μεν ο καθρέπτης κατεστράφη. Αλλ’ η Αγία Γραφή είνε ο ασύντριπτος καθρέπτης των αιώνων.
+Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης, 1983

Σάββατο, Μαρτίου 05, 2016

Κυριακή της Απόκρεω: Δευτέρα Παρουσία κι οι ευθύνες μας για τους πρόσφυγες του Mητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ

Κυριακή της Απόκρεω: Δευτέρα Παρουσία κι οι ευθύνες μας για τους πρόσφυγες



Η Κυριακή της Απόκρεω καθιερώθηκε από την Εκκλησία μας για να μας προετοιμάσει για την είσοδο μας στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

  Με την αναφορά που κάνει η Εκκλησία μας σήμερα στην Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και στην τελική μας κρίση, εκφράζει το ζωηρό ενδιαφέρον της για την σωτηρία μας Tο όνομά της, η Κυριακή της Απόκρεως, το πήρε από το γεγονός ότι από την επομένη ημέρα αρχίζει η αποχή μας από το κρέας (από – κρέας).

 Με αυτό τον τρόπο η Εκκλησία μας θέλει να μας βοηθήσει να έχουμε ισχυρή θέληση για να διακρίνουμε το καλό από το κακό.

 Για να κατανοήσουμε ποιο είναι το νόημα της ζωής μας, στην σημερινή Ευαγγελική Περικοπή γίνεται αναφορά στην ημέρα της Κρίσεως κατά τη Δευτέρα  Παρουσία του Ιησού Χριστού, όπου, σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία, όλοι οι άνθρωποι θα κριθούν αν θα ζήσουν αιώνια στη θεία μακαριότητα του Παραδείσου ή στην οδύνη της κολάσεως.

 Στην πραγματικότητα η δικαιοσύνη του Θεού για την κρίση μας συνδέεται με το περιεχόμενο των επιλογών μας  στη ζωή μας. Επιλέγοντας την επιτέλεση του καλού επιλέγουμε τον Παράδεισον.

Επιλέγοντας την αδικία σε βάρος των συνανθρώπων μας και την ανοχή μας προς ό,τι είναι αμαρτωλό και κακό, επιλέγουμε την Κόλαση.

 Για να έχουμε την ελπίδα του Παραδείσου πρέπει οι σκέψεις μας κι οι πράξεις μας να αποβλέπουν στο κοινόν καλόν. Έτσι, αν στη ζωή μας επιλέξουμε την αγάπη, έχουμε την ελπίδα  του Παραδείσου, αν γίνουμε φορείς της αδιαφορίας και του μίσους γινόμαστε άξιοι της Κολάσεως.

  Η αγάπη είναι κατάσταση ελευθερίας, υπευθυνότητας και μαρτυρίας της αλήθειας. Αντίθετα η κάθε είδους αδιαφορία επιτελέσεως του καλού, αποτελεί μορφή συμμετοχής στην επιτέλεση του κακού και τελικά έκφραση μίσους. Το μίσος με την αύξησή του, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε φόνο.

 Εκεί που απουσιάζει η αδιάκριτη κι άδολη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους πρόσφυγες, αρχίζει να καλλιεργείται το μίσος. Το μίσος αποδιοργανώνει τη ζωή μας και διαστρέφει την προσωπικότητά μας. Το μίσος μας διαφθείρει, μας κάνει εγκληματίες. Τελικά το μίσος σκοτώνει μισούντα και μισούμενο, με το ξύπνημα της εκδίκησης και της αντεκδίκησης.. Η εκδίκηση δεν οδηγεί ποτέ σε θετικά αποτελέσματα. Πάντοτε οδηγεί σε καταστροφές και τραγωδίες. 
Με το μίσος δεν γαληνεύεις ποτέ σου. 
Είσαι πάντοτε ανήσυχος και δυστυχισμένος.
 Το μίσος εκφράζει διχασμένες αρρωστημένες και διχασμένες ανθρώπινες υπάρξεις. Η ζωή αυτών που μισούν συνδέεται με την καταστροφή και τη δυστυχία.
 Ενώ το μίσος σε ασχημίζει, η αγάπη, όχι μόνο σε σώζει, αλλά σου κάνει τη ζωή όμορφη, γιατί πηγή της αγάπης μας είναι η αγάπη του Θεού (από τα Σεμινάρια του Καθηγητού μας Μέγα Φαράντου στην Εταιρεία των Φίλων του Λαού).

Όπως μας λέει ο Απόστολος Παύλος «Ο Θεός αγάπη εστίν και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ».

Έτσι, η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή έχει ως κεντρικό θέμα τη Μέλλουσα Κρίση. Κατά τη βεβαίωση λοιπόν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κριτήριον της μεγάλης εκείνης στιγμής θα είναι η άσκηση της αγάπης, η αγάπη του ανθρώπου προς τους άλλους ανθρώπους.

  Βλέπουμε δηλαδή το κριτήριο του Θεού να εξαρτάται βασικά από εμάς, από τη στάση μας έναντι των άλλων ανθρώπων. Κατά πόσο δηλαδή, αν δώσαμε νερό στο διψασμένο, αν φιλοξενήσαμε τον ξένο και το πρόσφυγα, αν βοηθήσαμε τον φτωχό, αν συμπαρασταθήκαμε έμπρακτα στις ανάγκες του διπλανού μας, του κάθε ανθρώπου που συναντάμε μπροστά μας και μπορούμε να τον βοηθήσουμε.

Η Χριστιανική Ευρώπη έχει τόσους πολλούς Ναούς που και μια οικογένεια να φιλοξενούσε η κάθε ενορία το μεγάλο πρόβλημα των προσφύγων θα ήταν ανύπαρκτο κι αφορμή να μετρήσουμε την αξιοπρέπεια μας να προστατευθεί ο κάθε διωγμένος συνάνθρωπος μας και ιδιαίτερα αυτοί που είναι θύματα αυτών που χρησιμοποιούν την βία και τα όπλα, γυναίκες και παιδιά.

Η φιλεύσπλαχνη και φιλάνθρωπη στάση μας θα σταθεί, σύμφωνα με την μαρτυρία της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής, το μοναδικό μέτρο για την κρίση μας. 

Βέβαια τα προβλήματα των άλλων έχουν πολλές φορές τεράστιες διαστάσεις. Δεν μας ζητά όμως ο Θεός να λύσουμε αμέσως όλα τα προβλήματα του κόσμου.

Από μια βρύση δεν μπορεί να ξεδιψάσει ο κόσμος όλος. Μπορούν όμως να ωφεληθούν οι κοντινοί και οι περαστικοί.

Ο Θεός μας ζητά να κάνουμε ό,τι μπορούμε, μέσα στο μέτρο των δυνατοτήτων μας. Ζητά πάντοτε το κίνητρο των σκέψεων μας και των πράξεων μας να είναι η αγάπη μας για τους διπλανούς μας. Κι όταν υπάρχει το κίνητρο της αγάπης τότε βρίσκονται εύκολα και οι τρόποι δράσεως και ενεργείας.

Σήμερα που πολλοί άνθρωποι υποφέρουν λόγω της  οικονομικής  κρίσης και της παρουσίας χιλιάδων προσφύγων, ο Λαός μας χρειάζεται  να πρωτοστατήσει προς την κατεύθυνση της φιλανθρωπίας και της αλληλεγγύης για τους εμπερίστατους αδελφούς μας κι ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους, τους πολύτεκνους, τους συνταξιούχους, τους άεργους, τους πρόσφυγες και τα παιδιά.

Οι αρετές της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού είναι η άδολη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους φτωχούς, τους ασθενείς και τους πρόσφυγες,  η υπομονή και η πίστη στο Θεό, η ταπείνωση, η  εργατικότητα, η τιμιότητα, η φιλοτιμία,  η φιλοπατρία και η  φιλανθρωπία. Με την εκ μέρους μας άσκηση των παραπάνω αρετών μπορούμε με τη βοήθεια του Θεού  να ανεβάσουμε το Έθνος μας εκεί που του αξίζει.


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...