Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επισημάνσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επισημάνσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαΐου 30, 2013

Ἰδεολογία καὶ Ὀρθοδοξία. Ἐρωτήματα στὸν π. Γεώργιο Μεταλληνό


Διαβάσαμε  ἕνα ἄρθρο  τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ  στὸ τελευταῖο φύλλο τοῦ «Ὀρθόδοξου Τύπου» (φ. 1976, σελ. 1η καὶ 6η, 24/5/2013) μὲ τίτλο:  «Καὶ ὅμως!  Ἡ Ρωμανία ζεῖ». Κάποιες διατυπώσεις αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου προβλημάτισαν, γιατὶ δίνουν τὴν ἐντύπωση ὅτι ἰδεολογικοποιεῖται ἡ Ὀρθοδοξία, ἔστω καὶ ὑπὸ τὴν αἴγλη τοῦ Βυζαντίου. Καὶ γνωρίζουμε ὅτι  ὁ π. Γεώργιος σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἐπανειλημμένως καταδικάζει τὴν ἰδεολογικοποίηση τῆς Πίστεως.
Μήπως αὐτὴ ἡ ἰδεολογικοποίηση συγχωρεῖται –ἂν καταλάβαμε καλὰ τὰ γραφόμενά του– ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ τὴν χιλιόχρονη Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία; Καὶ ποιός τὴν ἀντιπροσωπεύει σήμερα; Μήπως τὸ ἐσβεσμένο Φανάρι καὶ ὁ Οἰκουμενιστὴς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος μὲ τὸν ἰσχυρό «δεξιόν» του βραχίονα, τὸν μητροπολίτη Περγάμου κ. Ζηζιούλα καὶ τὸν π. Γεώργιο Τσέτση; 

Θὰ παραθέσω τὰ συγκεκριμένα σημεῖα τοῦ ἄρθρου τοῦ π. Γεωργίου καὶ θὰ κάνω ἐλάχιστα σχόλια-ἐρωτήσεις.
1. «(Διὰ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου) ἡ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία μεταστοιχειώνεται σὲ “ἐπώνυμον τοῦ Χριστοῦ Πολιτείαν”. Διαμορφώνεται συνάμα μία νέα συνείδηση καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία. Εἶναι ἡ νέα αὐτοκρατορικὴ ἰδέα γιὰ τὴν προοδευτικὴ ἐνσωμάτωση ὅλων τῶν Λαῶν τῆς Οἰκουμένης στὴν χριστιανικὴ Πίστη. Τὰ στηρίγματα τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης εἶναι: ἡ ρωμαϊκὴ Οἰκουμένη καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία, ὁ Χριστιανισμὸς ὡς πατερικὴ Ὀρθοδοξία καὶ ἡ Ἑλληνικότητα (γλῶσσα, πολιτισμός, παιδεία). Αὐτὸ ἐκφράζει τὸ γνωστὸ τροπάριο τῆς Ἁγίας Κασσιανῆς: “Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται, καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν”. Ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶναι τὸ συνδετικὸ στοιχεῖο ὅλης τῆς αὐτοκρατορίας καὶ αὐτὸ ἀλλοιώνει ἡ αἵρεση, ποὺ δὲν εἶχε μόνο θεολογικό, ἀλλὰ καὶ πολιτικὸ χαρακτήρα».
Στὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ τοῦ ἄρθρου, ἔχουμε νὰ κάνουμε τὶς ἑξῆς παρατήρησεις:
Διαπιστώνει ὁ συγγραφέας ὅτι «διαμορφώνεται μία νέα συνείδηση καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία». Καὶ παρακάτω: «Τὰ στηρίγματα τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης εἶναι: ἡ ρωμαϊκὴ Οἰκουμένη καὶ νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία, ὁ Χριστιανισμὸς ὡς πατερικὴ Ὀρθοδοξία καὶ ἡ Ἑλληνικότητα (γλῶσσα, πολιτισμός, παιδεία)».
Ἂς μᾶς ἐξηγήσει ὁ π. Γεώργιος. Ἀποδέχεται τὸν Χριστιανισμὸ κάτω ἀπὸ μία “πολιτειακὴ ἰδεολογία (τῆς αὐτοκρατορίας)... κύριο στοιχεῖο (τῆς ὁποίας) εἶναι ἡ ὑπερεθνικότητα"; Ἦταν στήριγμα τῆς αὐτοκρατορικῆςἰδεολογίας «ὁ Χριστιανισμὸς ὡς Πατερικὴ Ὀρθοδοξία»; Ὑποστήριξαν, δηλαδή, οἱ Πατέρες, ὅπως ὁ Ἀθανάσιος, Βασίλειος, Χρυσόστομος, Μάξιμος, Μᾶρκος Εὐγενικός, Γρηγόριος Παλαμᾶς τὴν «πολιτειακὴ ἰδεολογία» τῆς αὐτοκρατορίας ἢ ἐμπόδισαν νὰ καταλήξει ἡ διπλὴ ἐξουσία σὲ μιὰ πολιτειακὴ ἰδεολογία μόνο;
Πρὸς ἐπίρρωσιν τῶν λόγων του ὁ π. Γεώργιος, προσφεύγει στὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Ἀπὸ ποῦ κι ὣς ποῦ, ὅμως, αὐτὸ τὸ τροπάριο ἐκφράζει τὴ “νέα πολιτειακὴ ἰδεολογία”; Τὸ τροπάριο κάνει μιὰ διαπίστωση: «Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται», ἀσφαλῶς ὅμως διὰ τῶν ὅπλων καὶ τῆς βίας. Καὶ συνεχίζει ἡ Κασσιανή, χρησιμοποιώντας αὐτὸ τὸ ἱστορικὸ γεγονός, γιὰ νὰ μᾶς μεταφέρει σὲ μιὰ πνευματικὴ πραγματικότητα: «καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν». Δηλαδή, ἡ ὑμνογράφος διαπιστώνει ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἐκηρύχθη καὶ ἐπιστεύθη ἀπὸ κάποιους ἀνθρώπους, ποὺ ἀνῆκαν σὲ ὅλα τὰ ἔθνη, ἐπεκτάθηκε σὲ ὅλο τὸν κόσμο, κι ὄχι ἀσφαλῶς ὅτι ὅλα τὰ ἔθνη πίστεψαν στὸ Χριστό. Καὶ ὅσοι ἀπὸ τὰ κατακτημένα ἔθνη πίστεψαν, τὸ ἔκαναν ἐλεύθερα καὶ ὄχι διὰ τῆς αὐτοκρατορικῆς βίας.
Στὴν συνέχεια γράφει: «Κύριο στοιχεῖο τῆς αὐτοκρατορίας εἶναι ἡ ἁρμονικὴ ἱεράρχηση τῆς ἐθνικότητας (συνείδηση τῆς καταγωγῆς) στὴν ὑπερεθνικότητα. Τὸ φυλετικὸ στοιχεῖο δὲν ἔθιγε τὴν ἑνότητα στὸ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ σῶμα».
Ὅταν λέγει, «ἡ ἱεράρχηση τῆς ἐθνικότητας στὴν ὑπερεθνικότητα», ποιό νόημα δίδει στὴν ἱεράρχιση; Μήπως τῆς «ὑπαγωγῆς» τῶν ἐθνῶν στὸ ἰδεολόγημα τῆς ὑπερεθνικότητας; Ὡς Χριστιανοί, ἔχουμε τὴν ἔννοια τῆς «Οἰκουμενικότητας» τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἔννοια ὑπερεθνικότητα ἔχει μιὰ ἐντελῶς κοσμικὴ διάσταση, ἐκφράζει ἕνα κοσμικὸ φρόνημα. Γιατί ταυτίζει “οἰκουμενικότητα” καὶ “ὑπερεθνικότητα”; Καί, ἂν ὁ π. Γεώργιος ταυτίζεται τὸ “ἐθνικὸ (συνείδηση τῆς καταγωγῆς)” μὲ τὸ “φυλετικό”, τότε ποιό πρόβλημα ὑπάρχει, ποιός λόγος νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὸ ἰδεολόγημα τῆς«ὑπερεθνικότητας», ἀφοῦ ὁ ἴδιος στὴ συνέχεια ἀποδέχεται ὅτι «τὸ φυλετικὸ στοιχεῖο δὲν ἔθιγε τὴν ἑνότητα στὸ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ σῶμα»; Δὲν ὑπάρχει ἐδῶ ἀντίφαση;
Δὲν καταλαβαίνουμε γιατί ἐπιμένει ὁ π. Γεώργιος στὸ ὑπερεθνικό, καὶ δείχνει νὰ ἀντιτίθεται στὸ ἐθνικό· δὲν ἔχουν ἀπὸ τὸ Θεὸ καθορισθεῖ οἱ ὁροθεσίες τῶν ἐθνῶν; Δὲν ἔχουν τὰ ἔθνη ἄγγελο φύλακα; Ἔχουν καταργηθεῖ αὐτὰ ἢ θὰ καταργηθοῦν στὸν "μέλλοντα" αἰῶνα; Κατὰ ποίαν ἔννοιαν, λοιπόν, οἱ ὁροθεσίες τῶν ἐθνῶν θίγουν τὴν πανανθρώπινη ἑνότητα; Νὰ καταργήσουμε, μήπως, ἀπὸ τώρα καὶ τὴν οἰκογένεια γιὰ μιὰ ὑπερ-οικογένεια;
Ὅταν πηγαίνουμε σὲ ἕνα Ναό, μήπως πηγαίνουμε ὡς Ἕλληνες ἢ Σέρβοι, ἢ Ἄγγλοι; Δὲν πηγαίνουμε ὡς Ὀρθόδοξοι, ὡς μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ; Αὐτὴ ἡ συνείδηση τοῦ ὅτι εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, εἶναι ἄραγε ἐφεύρημα τοῦ Βυζαντίου καὶ τῆς «νέας πολιτειακῆς ἰδεολογίας» του ἢ ἀποτελεῖ ἀρχέγονη πίστη καὶ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας;
Ἐπίσης, γράφει: «ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, ἐκεῖ ὑπερισχύει ἕνας νοσηρὸς ἐθνικισμὸς (φυλετισμός)». Ἐρωτῶ: Καὶ γιατί νοσηρὸς ἐθνικισμός, κι ὄχι ὑγιὴς φιλοπατρία ἢ ἁγνὸς ἐθνισμός; Καὶ τί ἐμποδίζει νὰ ἀναπτυχθεῖ καὶ νὰ ὑπερισχύει καὶ μιὰ νοσηρὴ «ὑπερεθνικότητα», ὅταν κι ἐκεῖ κυριαρχεῖ κοσμικὸ πνεῦμα; Ἢ μήπως ἡ ὑπερεθνικότητα εἶναι μιὰ ἔννοια ἐξαγιασμένη; (Κι ἀπὸ ποιόν;).
 «Ἀληθινοὶ ἡγέτες, ἄλλωστε, (σ.σ. ἐννοεῖ σ’ αὐτὴ τὴν αὐτοκρατορικὴ «πολιτειακὴ ἰδεολογία») ἦσαν οἱ Ἅγιοι καὶ τὸ ὑπέρτατο ἰδανικὸ δὲν ἦταν ἡ πολιτικὴ δύναμη ἢ ἡ κοσμικὴ σοφία, ἀλλὰ ἡ ἁγιότητα, ὡς θέωση».
Ἀπὸ ποῦ κι ὣς ποῦ πάλι, ἡγέτες αὐτοῦ τοῦ ἰδεολογικοῦ «πολιτειακοῦ» μορφώματος ἦσαν οἱ Ἅγιοι; Καὶ ἀκόμα, «ὑπέρτατο ἰδανικό του ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ θέωση»;(!) Ταυτίζονται οἱ αὐτοκράτορες μὲ τοὺς ἁγίους, καὶ τὰ ἰδανικὰ τῆς «πολιτειακῆς (βυζαντινῆς) ἰδεολογίας»μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας; Μήπως πάλι συναντᾶμε ἐδῶ τὴν ἰδεολογικοποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας;
Συνεχίζει: «Ἡ ὑπερεθνικὴ ἕνωση μέσα στὴν Ὀρθοδοξία ὁδηγεῖ στὸ οἰκουμενικὸ ἔθνος (“ἔθνος ἅγιον”, Α´ Πέτρ. 2,9)».
Ἄλλο ἕνα προβληματισμὸ μᾶς δημιουργεῖ αὐτὴ ἡ φράση. Ἐάν, δηλαδή, δὲν ὑπάρξει «ὑπερεθνικὴ ἕνωση», δὲν ὑπάρχει τὸ «ἔθνος ἅγιον» τοῦ ἀποστόλου Πέτρου; Ἡ βυζαντινὴ αὐτοκρατορικὴ ἰδεολογία θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸ«ἔθνος ἅγιο» ἢ ἡ βίωση τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Πατέρων; Καὶ σήμερα ποὺ δὲν συμβαίνει αὐτό («ὑπερεθνικὴ ἕνωση»), δὲν ὑπάρχει τὸ «ἔθνος ἅγιον», ὅπως τὸ ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος;
Τέλος: θὰ ὑπάρξει ποτὲ στὴ γῆ χριστιανικὴ «ὑπερεθνικὴ ἕνωση», ἑνότητα τῶν λαῶν; Ἢ θὰ ὑπάρξει μόνο ἡ ἑνότητα τῶν Μασώνων, τῶν Οἰκουμενιστῶν, τῆς Ν. Τάξεως, τῶν Σιωνιστῶν, τῶν Διεθνιστῶν, μὲ ἕνα ὄνομα: ἡ ἑνότητα τοῦ Ἀντιχρίστου;
Ἐρωτήματα μαθητῆ πρὸς τὸ δάσκαλο.
Ὑποσημείωση: Ἕνα κείμενο ποὺ ἐνισχύει τὰ ἐρωτήματά μου, εἶναι τὸ παρακάτω. Τό ἔχει γράψει ὁ π. Ἀρσένιος Βλιαγκόφτης στὸ περιοδικὸ «Παρακαταθήκη», τ. 88, ΙΑΝ.–ΦΕΒΡ. 2013, σελ. 11:

 Σημάτης Παναγιώτης
πηγή

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου






Καθώς πλησιάζει τό Ἅγιο Πάσχα καί ἑτοιμαζόμαστε νά 
προσκυνήσουμε τά Σεπτά Πάθη τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ 
Χριστοῦ καί νά τόν δοξάσουμε Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν, πολλές
 σκέψεις κατακλύζουν τόν νοῦ μου καί πολλά συναισθήματα
 πλημμυρίζουν τήν καρδιά μου. Θά χρειαζόταν πολύς χῶρος 
καί χρόνος γιά νά περιγράψω ὅσα αἰσθάνομαι ὡς Ἀρχιερεύς
 καί ὅσα συγκλονίζουν τόν ἐσωτερικό μου κόσμο. 
Πιστεύω ὅτι καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων τά αἰσθήματα, αὐτές τίς 
ἅγιες ἡμέρες εἶναι ἀνάλογα μέ τά ἰδικά μου.
Ὁ Κύριός μας ἀνεβαίνει στόν Σταυρό καί προσφέρει τό Πανάγιο
 Αἷμα Του˙ κατεβαίνει στόν Ἅδη καί τήν τρίτη ἡμέρα 
ἀνασταίνεται γιά νά μᾶς χαρίσῃ τήν καινή ζωή καί νά μᾶς
 κάνῃ κληρονόμους τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του.
«Μεγαλύνομεν τά Πάθη Του, ὑμνολογοῦμεν καί τήν
 Ταφήν Του σύν τῇ Ἀναστάσει, κραγαύζοντες, Κύριε δόξα σοι» (1).
Συγκινούμεθα μέ τήν συμμετοχή του Λαοῦ στίς Ἱερές 
Λατρευτικές Ἐκδηλώσεις καί χαιρόμεθα, διότι οἱ Ἕλληνες ἔχουν
 βαθειά ριζωμένη στήν ψυχή τους τήν πίστη στόν Θεό καί τήν
 ἀφοσίωση στήν Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Ὅμως ἡ χαρά μας, δυστυχῶς, μετριάζεται ἤ μᾶλλον σκιάζεται
 ὅταν σκεπτόμεθα τόν τρόπο τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Ἁγίου Πάσχα. 
Θά ἀναφερθῶ μόνο σέ ἕνα στοιχεῖο. 
Χιλιάδες πιστῶν κατακλύζουν τούς Ἱερούς Ναούς καί τά πέριξ 
αὐτῶν κατά τήν τελετή τῆς Ἀναστάσεως καί ἀναμένουν ἐν χαρᾷ
 καί ἀγαλλιάσει τήν ἀφή τοῦ Ἁγίου Φωτός.
Ἡ κτίση φωταγωγεῖται ἀπό τό ἀνέσπερο Φῶς τοῦ 
Ἀναστάντος καί Ἄγγελοι μετά τῶν ἀνθρώπων ἑορτάζουν
 ψάλλοντες τόν ἐπινίκιον ὕμνον, ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ 
Ἀναστάσει τοῦ Κυρίου. 
«Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν, 
ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν» (2) .
 Καί ἐνῶ ὅλα εὐφραίνονται, πολλοί (ἴσως οἱ περισσότεροι)
 ἐκ τῶν συμμετεχόντων στήν τελετή τῆς Ἀναστάσεως, 
ὡς διά μαγείας καί πάντως ἐκ συναρπαγῆς τοῦ πονηροῦ, 
ἀποστρέφουν τά πρόσωπά τους ἀπό τόν Ἀναστάντα καί 
σπεύδουν νά ἐγκαταλείψουν τήν οὐράνια καί ἐπίγεια ὁμοῦ 
πανήγυρη, τήν Σύνοδο οὐρανοῦ καί γῆς˙ βιάζονται νά ἀφήσουν
 τόν Κύριο, θυσιαζόμενον ἐπί τῆς Φρικτῆς Τραπέζης καί 
προσφερόμενον εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς, προκειμένου νά 
μεταβοῦν στά ἵδια ( στούς οἴκους των) ἤ σε ἄλλους χώρους 
γιά τήν ἀπόλαυση τῆς κοσμικῆς χαρᾶς καί ὑλικῆς τραπέζης.
Εἰς οὐδεμίαν ἄλλη περίπτωση αἰσθάνομαι τόσο λυπημένος,
 ὅσο ἐκείνη τήν στιγμή. Εἶναι πολύ μεγάλη ἡ ὀδύνη, 
ὅταν ψαλλομένου τοῦ στίχου 
«Ἀναστήτω ὁ Θεός καί διεσκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί αὐτοῦ
 καί φυγέτωσαν ἀπό προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν» 
διαπιστώνομε ὅτι φεύγουν, διασκορπίζονται, 
ὅσοι προηγουμένως ἐδόξασαν τόν Ἀναστάντα.
Τήν ὥρα ἐκείνη νοερῶς βλέπω καί ἀκούω τόν Κύριό μας νά
 ἀπευθύνῃ, ἐπιδεικνύοντας τούς τύπους τῶν ἤλων, τήν
 ἐρώτηση πού ἀπηύθυνε στούς Μαθητάς στόν κῆπο τῆς
 Γεσθημανῆ.
 «Οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι μετ’ ἐμοῦ;»(3).
Παιδιά μου, μᾶς λέγει, γιατί φεύγετε; 
Τόσο πολύ κουραστήκατε; 
Δέν ἀντέχετε ἄλλο τήν οὐράνια φωτοχυσία; Ἐνοχλήθηκαν 
τόσο πολύ οἱ αἰσθήσεις σας ἀπό τούς οὐράνιους ὕμνους; 
Ἐπεινάσατε ἆραγε;
Παιδιά μου, γιατί μέ ἐγκαταλείπετε; Λαός μου τί ἐποίησά σοι 
καί τί μοι ἀνταποδίδεις; Ἀντί τῆς ἀγάπης, τήν λήθην!
 Ἁντί τῆς θυσίας τήν ἄρνηση! Ἀντί τῆς καθόδου στόν
 ἅδη γιά νά σέ ἀνεβάσω στόν οὐρανό, τήν ἀχαριστία! 
Ἀντί τῆς ἀποδοχῆς τῆς προσκλήσεως στό Εὐχαριστιακό 
Ἀναστάσιμο Δεῖπνο, τήν ἀγνωμοσύνη!
Λαέ μου, γιατί ἀνταλλάσσεις τόν οὐρανό μέ τό χῶμα, τό
 αἰώνιο μέ τό πρόσκαιρο, τήν ἀθάνατη τροφή μέ τήν
 πρόσκαιρη βρώση, τήν χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ 
μέ τήν ψεύτικη κοσμική διασκέδαση;
Λαέ μου, γιατί σβήνεις τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί τρέχεις
 νά φωτίσης τά σκοτάδια τῆς ψυχῆς σου μέ τά ψεύτικα
 φῶτα, τοῦ μάταιου κόσμου;
Τί θά ἀπαντήσωμε στόν Κύριό μας σ’ αὐτά τά ἐρωτήματά του; 
Καμμιά ἀνθρώπινη λογική δέν δύναται νά ἑρμηνεύσῃ τοῦτο
 το γεγονός. Προσπαθοῦμε νά ἀναλύσομε τό φαινόμενο καί νά
 ἐμβαθύνομε στήν οὐσία του. Εἶναι ξένο τό ἄκουσμα καί
 φρικτό τό θέαμα. Παρατηρεῖται δυστυχῶς κατά τίς 
τελευταῖες δεκαετίες καί εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγνοίας 
γιά τό βάθος τῆς ἑορτῆς καί τό Μυστήριο τῆς, 
διά τῆς Ἀναστάσεως, σωτηρίας. 
Εἶναι προϊόν τῆς ἐκκοσμίκευσης πού μαστίζει τήν ζωή 
μας καί τήν κοινωνία μας.
Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπηρείας τοῦ παμμίαρου διαβόλου, 
ὁ ὁποῖος εὐφραίνεται μέ αὐτή τήν στάση τῶν ἀνθρώπων.
Ἐν κατακλείδι, ἡ ἀποχώρηση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν
 Ἱερό Ναό πρίν ἀπό τήν Λειτουργία τῆς Ἁναστάσεως, 
συνιστᾶ μεγάλη ἁμαρτία καί προδίδει ἐπιπολαιότητα
 ὡς πρός τά θέματα τῆς πίστεως. 
Ὅλος ὁ ἀγώνας πού ἔχει καταβληθῇ μέχρι τό Πάσχα,
 ἀποβαίνει μάταιος.
Κάποιοι ἔχουν ἕτοιμη τήν δικαιολογία. Δέν χωρᾶμε ὅλοι 
στόν Ναό, θά εἴμεθα ἀπ’ ἔξω. Τί πρέπει νά πράξωμε λοιπόν;
 Θά κοπιάσωμε, δέν ἀντέχομε.
Στό ἐρώτημα αὐτό –στήν πρόφαση μᾶλλον αὐτή - ἀπαντᾶμε. 
Ἡ Χάρις τοῦ Ἀναστάντος πλημμυρίζει τά πάντα καί τό φῶς τῆς 
Ἀναστάσεως καταγαύζει καί τά ἐντός καί ἐκτός τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ
 καί φωτίζει τά πρόσωπα τῶν υἱῶν τῆς Ἀναστάσεως. 
«Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί 
τά καταχθόνια»(4)
Καί ἀκόμη. Ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος, ἐταπεινώθη, 
ἐμαστιγώθη, ἐφόρεσε ἀκάνθινο στέφανο γιά μᾶς, 
ἐνεπτύσθη, ἐχλευάσθη, ἀνέβηκε στόν Γολγοθᾶ αἵρων
 τόν Σταυρό στόν ὦμο Του, ἐποτίσθη χολή καί ξύδι,
 ἀνῆλθε στόν Σταυρό, κατέβηκε στόν Ἅδη. 
Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν γιά νά ἀναστήσῃ τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο.
 Ὅλα αὐτά τά λησμονήσαμε καί φεύγομε... διότι ἐκοπιάσαμε;
Θά ἤθελα νά σᾶς μιλήσω γιά συγκλονιστικές έμπειρίες πού
 ἔχω ζήσει μέ ἀνθρώπους τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι ἐπί ὧρες 
ἀνέμεναν νά ἐκφράσουν τά πρός τόν Θεό αἰσθήματά τους.
Περιορίζομαι σέ δύο ἐξ αὐτῶν:
·  Ὅταν ὑπηρετοῦσα ὡς Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου,
 συνόδευσα τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο στήν 
εἰρηνική ἐπίσκεψή του στήν Εκκλησία τῆς Πολωνίας. 
Ἐκεῖ λειτουργήσαμε στήν Ἱερά Μονή «Γκαμπάρκα»
 κατά τήν Ἑορτή τῆς Θείας Μεταμορφώσεως. 
Χιλιάδες Λαοῦ εἶχαν κατακλύσει τόν λόφο τῆς Μονῆς.
 Τήν ὧρα τῆς Θείας Κοινωνίας ξέσπασε βροχή. 
Ἡ σκέψη μου ἦτο ὅτι ὁ Λαός θά διαλυθῇ. 
Καί ὅμως οὐδείς ἐγκατέλειψε τήν Φρικτή Μυσταγωγία,
 ἀλλά ἐν ὑπομονῇ ἀνέμεναν, ὑπό βροχήν, νά κοινωνήσουν
 τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἀπό τούς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι 
μέ τά Ἅγια Ποτήρια μετέδιδαν τό Πανάγιο Σῶμα καί 
Τίμο Αἷμα τοῦ Κυρίου. Μοναχές κρατοῦσαν ὀμπρέλλες, 
ὄχι γιά νά προφυλάσσουν τούς Ἱερεῖς, ἀλλά τό Ἅγιο Ποτήριο.
·   Ἡ δεύτερη συγκλονιστική ἐμπειρία, ἦταν στό Βουκουρέστι
 τῆς Ρουμανίας τόν περασμένο Ὀκτώβριο, ὅπου μετεφέραμε
 τήν Ἁγία Κάρα τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου πρός εὐλογία καί 
ἁγιασμό τοῦ Ρουμανικοῦ Λαοῦ. Χιλιάδες Ρουμάνων ἀνέμεναν
 σχεδόν ἐπί δώδεκα καί πλέον ὧρες, ἡμέρα καί νύκτα, ὑπό 
φοβερό ψῦχος, νά ἔλθῃ ἡ σειρά τους νά προσκυνήσουν τήν
 Ἁγία Κάρα. Εἶχαν μιά ἐξαίσια ἡρεμία στά πρόσωπά τους
 καί στά μάτια τους φαινόταν ἡ γλυκειά προσμονή γιά τήν 
συνάντηση μέ τόν Ἅγιο.
·   Ἀδελφοί μου. Εἶναι καιρός νά ἀλλάξουμε στάση ζωῆς, ὡς πρός
 ὡρισμένα θέματα, τά ὁποῖα εἶναι ζωτικῆς σημασίας γιά μᾶς.
 Τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ Ἀνάσταση καί
 τό Ἀναστάσιμο Δεῖπνο, ἡ Ἀναστάσιμη Τράπεζα.
 Ὁ ἑορτασμός τοῦ Πάσχα δέν πρέπει νά εἶναι ἐξωτερικός, 
ἀλλά νά συνιστᾶ ὑπόθεση τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. 
Πρέπει νά εἶναι ἀνακαινιστικός, δυνατότητα καί ὁδός 
ἐπιστροφῆς στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὄχι εὐκαιρία 
κοσμικῆς τύρβης καί τρυφηλῆς ζωῆς.
Πιστεύω ὅτι αὐτό τό Πάσχα θά ἀναθεωρήσομε τήν στάση 
μας καί θά θελήσομε νά μείνομε στό Δεῖπνο τῆς Βασιλείας, 
 ἀκούοντας τόν χρυσολόγο πανηγυριστή, τόν Ἅγιο Ἰωάννη
 τόν Χρυσόστομο νά κραυγάζη ἑορταστικά. 
«Εἰ τις εὐσεβής καί φιλόθεος ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης 
καί λαμπρᾶς πανηγύρεως...»(5).
 Καί ἀφοῦ ἀποκτήσομε τήν ἐμπειρία τῆς μεθέξεως τῆς 
ἀθανάτου τραπέζης καί τῆς δεσποτικῆς ἀναστασίμου
 ξενίας, ἄς ἀπολαύσομε καί τά ἀγαθά τῆς ἄλλης
 τραπέζης στό σπίτι μας, πού θά μοσχοβολάῃ Ἀνάσταση 
καί ὅπου τά δῶρα τοῦ Θεοῦ θά μᾶς δώσουν τήν χαρά καί
 τῆς ὑλικῆς ἀπολαύσεως ἀφοῦ, ὁ ὅλος ἄνθρωπος ὡς 
ψυχοσωματική ὀντότης, ὡς μικτός προσκυνητής κατά τόν 
Ἱερό Γρηγόριο τόν Ναζιανζηνό, ἁγιάζεται ἀπό τήν 
Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως.

Ἀδελφοί μου. Μήν φύγετε τό Πάσχα ἀπό τήν
 Ἐκκλησία πρό τῆς Θείας Λειτουργίας.
 Μή ἐγκαταλείψετε τόν Κύριο. 
Μή διαπράξετε αὐτή τήν μεγάλη ἁμαρτία.

 Καλή Ἀνάσταση.   

1.      Δοξαστικόν τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ Μεγ. Σαββάτου
2.      Τροπάριον τῆς ζ΄ὠδῆς, τοῦ Κανόνος τοῦ Πάσχα
3.      Ματθ. κστ΄, 40
4.      Τροπάριον τῆς γ΄, ὠδῆς, τοῦ Κανόνος τοῦ Πάσχα
5.      Ἀπό τόν Κατηχητικό Λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...