Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιουνίου 16, 2012

Κυριακή β΄ Ματθαίου εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου

Κυριακή β΄ Ματθαίου

Ἡ ἡμέρα εἶναι ὄμορφη καί ὁ Κύριος περιπατεῖ στήν ἀκρογιαλιά τῆς θάλασσας τῆς Τιβεριάδος. Βλέπει δυό ψαράδες, πού εἶναι ἀδέλφια, τόν Ἀπόστολο Πέτρο καί τόν Ἀπόστολο Ἀνδρέα νά ψαρεύουν μέ τό δίχτυ τους. Τούς πλησιάζει, ἐκεῖνοι Τόν κοιτάζουν καί τότε τούς λέει: «Ἀκολουθῆστε μέ καί θά σᾶς κάνω ἁλιεῖς ἀνθρώπων».
Καί ἐκεῖνοι, χωρίς κανένα δισταγμό καί χωρίς καμία ἐρώτηση ἀφήνουν τό δίχτυ τους καί Τόν ἀκολουθοῦν.
Προχωροῦν στήν ἀκρογιαλιά καί βλέπουν ἄλλους δυό ψαράδες, ἀδέλφια κι αὐτοί, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη πού μαζί μέ τόν πατέρα τούς ράβουν τά δίχτυα τούς ἐπάνω στό καΐκι τους.
Ὁ Κύριος τους πλησιάζει περισσότερο καί ἐκεῖνοι παραξενεμένοι Τόν κοιτάζουν καί ὅταν Ἐκεῖνος τούς λέει: «ἀκολουθῆστε μέ», ἀφήνουν τόν πατέρα τους, τά δίχτυα καί τό καΐκι τους καί τόν ἀκολουθοῦν. Ὁ Κύριος εἶχε διαλέξει πιά τούς πρώτους Μαθητές Του.
Ἀδελφοί μου,
Ἔτσι ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπῆ μας παρουσίασε τόν Κύριο σέ ἕνα παράδοξο τόπο καί μέ ἕνα παράδοξο τρόπο νά ἐκλέγει ὡς μαθητές Τοῦ παράδοξους ἀνθρώπους.
Τόπος τῆς ἐκλογῆς ἡ ἀκρογιαλιά τῆς Τιβεριάδος, διαλέγει ἁπλοϊκούς καί ἀγράμματους ψαράδες πού ράβουν τά δίχτυά τους καί τούς καλεῖ μέ τήν ἁπλή φράση «δεῦτε ὀπίσω μου» μέ τήν ὑπόσχεση «θά σᾶς κάνω ἁλιεῖς ἀνθρώπων».
Ἑπομένως μας παρουσίασε ἕνα Θεό παράδοξο καί εἶναι παράδοξος ὁ Θεός γιατί εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί ὁ ἀληθινός Θεός εἶναι παράδοξος ἀφοῦ δέν εἶναι Θεός κάποιας ἀνθρώπινης φαντασίας.
Ὅλα εἶναι πραγματικά παράδοξα, ὁ τόπος, οἱ ἄνθρωποι, ὁ τρόπος καί ἡ ὑπόσχεση καί εἶναι παράδοξα γιά τή λογική μας γιατί ὅλα ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ αὐτή πού θέλει ὡς τόπους πνευματικά ἱδρύματα, ἀνθρώπους μέ πτυχία καί τίτλους, συγγράμματα καί ὑπόσχεση μέ ὑψηλή ἀμοιβή.
Τίποτα ὅμως ἀπ’ ὅλα αὐτά. Γιατί ἄραγε ὁ Κύριος διάλεξε ἔτσι ὅπως διάλεξε; Φαίνεται ὅτι ἐκτύπησε κάποιες μυστικές χορδές τῆς ψυχῆς, τίς ὁποῖες μόνον Αὐτός γνωρίζει. Τίς ἐκτύπησε μέ τήν γοητεία τῶν λόγων Του καί τῆς ταπεινῆς ἐμφάνισής Του, γι’ αὐτό καί ἐκεῖνοι ἀρνήθηκαν ὅτι ἀποτελοῦσε μέχρι τή στιγμή ἐκείνη τῆς πρόσκλησης περιεχόμενο τῆς ζωῆς τους, ὅπως γονεῖς, συγγενεῖς, φίλους, ἐπάγγελμα κ.λ.π.
Μέσα στά μύχια βάθη τῆς ψυχῆς μας ὑπάρχει μία μυστική κοινωνία μαζί Του γι’ αὐτό καί ὅταν κάνει τήν πρόσκλησή Του, ἡ ψυχή μας δέχεται καί ἀκολουθεῖ εἴτε εἶναι θετική εἴτε ἀρνητική ἀπέναντί Του.
Ἀφοσιώνεται σέ Αὐτόν ἀρνούμενη κάθε ἄλλη σχέση καί πολλές φορές ἀκολουθεῖ τό μοναχικό βίο.
Αὐτή ἡ ἄρνηση πρός τόν κόσμο καί αὐτή ἡ ἀφοσίωση γίνεται σέ κάθε ἐποχή γιατί πάντοτε ὁ Κύριός μας προσκαλεῖ μέ αὐτό τό «δεῦτε ὀπίσω μου». Ἔτσι, πάντοτε θά ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού σάν τούς μαθητές Του θά ἀρνοῦνται τά πάντα καί θά τόν ἀκολουθοῦν. Εἴτε εἶναι νέοι, εἴτε μεγάλοι, εἴτε πλούσιοι, εἴτε φτωχοί, εἴτε μορφωμένοι, εἴτε ἀμόρφωτοι.
Ὅσοι δέν μποροῦν νά καταλάβουν τήν γοητεία πού ἀσκεῖ ὁ Θεός στή ψυχή καί ἔτσι, γιατί ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἀρνοῦνται τά κοσμικά, διαμαρτύρονται καί καταφέρονται δημιουργώντας σταυρούς στούς ἀφοσιωμένους.
Ἀδελφοί μου,
Ἀπό μία Πειραιώτικη οἰκογένεια φεύγει ἡ κόρη καί γίνεται μοναχή. Οἱ συγγενεῖς μέ ἀρχηγό τόν μεγάλο ἀδελφό τῆς  τόν Διονύση γεμάτοι ὀργή τήν ἀναζητοῦν παντοῦ. Παίρνουν τήν πληροφορία ὅτι εἶναι στό Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στή Πάρνηθα.
Ἀποφασισμένοι νά πάρουν τήν ἀδελφή τους πηγαίνουν στό Μοναστήρι. Δέν τή θέλουν καλόγρια ἀλλά κοντά τους γιά νά χαρεῖ τή ζωή τῆς ὅπως λένε.
Μπαίνουν στήν αὐλή τοῦ μέ ἄγριες διαθέσεις. Σέ ἕνα μικρό μπαλκόνι, βλέπουν ἕνα Γέροντα Ἱερέα ὁ ὁποῖος σηκώνεται ἀπό τό κάθισμά του καί τούς φωνάζει:
«Καλῶς τό Διονύση. Ἐλᾶτε περάστε. Καλῶς ἤλθατε, ἐδῶ ἔχομε τήν ἀδελφή σας».
Ἔκπληκτοι τόν πλησιάζουν καί μένουν ἐμβρόντητοι διότι διαπιστώνουν ὅτι ὁ Γέροντας εἶναι τελείως τυφλός. Δέν ἤξεραν τί νά ὑποθέσουν. Ζοῦν τό ρίγος ἑνός μυστηρίου. Τυφλός ἄνθρωπος καί βλέπει. Ξέρει ποιοί εἶναι καί γιατί πῆγαν καί φωνάζει μέ τό ὄνομα. Αἰσθάνονται σάν νά ἔχουν ἀπέναντι τούς ἕνα προφήτη.
Τό ἀποτέλεσμα. Ὄχι μόνον δέν ἐνόχλησαν τήν ἀδελφή τους καί δέν ἐδημιούργησαν ἐπεισόδιο ἀλλά καί ἀπό ἄσπονδοι ἐχθροί του μοναχικοῦ βίου ἔγιναν ὑμνητές του. Στήν γειτονιά τούς ὅλοι συζητοῦσαν τήν ἀνέλπιστη μεταστροφή τους καί ἔτριβαν τά μάτια τους γιά τά παράδοξα πού ἔβλεπαν.
Ἀδελφοί μου,
Ναί! Παράδοξος καί ἀκατανόητος ἀπό τή λογική μας εἶναι ὁ Θεός μας. Παράδοξες καί ἀκατανόητες εἶναι καί οἱ ἀποφάσεις Του, γιατί αὐτό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ποτέ δέν πρέπει νά κρίνουμε τίς ἀποφάσεις Του.
«Εἴμαστε ἀμαθεῖς» μας λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Θά πρέπει ὅμως νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι οἱ ἀποφάσεις Τοῦ εὐεργετοῦν τίς ψυχές μας, γιατί αὐτός εἶναι ὁ σκοπός του, νά ὠφελήσει καί νά εὐεργετήσει γιά νά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία Του καί νά ἀπολαύσουν τά ἀγαθά Του.
Ο Θεός να εἶναι  μαζί σας.

Σάββατο, Ιουνίου 09, 2012

Κυριακή των Αγίων Πάντων εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου



Ὅλοι οἱ Μαθητές κρέμονται ἀπό τά χείλη τοῦ Κυρίου. Τούς δίνει τό γνώρισμα πού θέλει νά ἔχουν οἱ Μαθητές Του:
«Ὅποιος μέ ὁμολογήσει δημόσια, θά τόν ὁμολογήσω κι ἐγώ μπροστά στόν Πατέρα μου, καί ὅποιος μέ ἀρνηθεῖ θά τόν ἀρνηθῶ κι ἐγώ. Ἦλθα γιά νά χωρίσω τόν πιστό ἀπό τόν πατέρα, τήν κόρη ἀπό τήν μητέρα της, τήν νύφη ἀπό τήν πεθερά της.
Ὅποιος θά ἀγαπᾶ τόν πατέρα του ἤ τήν μητέρα του, τόν υἱόν του ἤ τήν θυγατέρα τοῦ περισσότερο ἀπό ἐμένα καί ὅποιος δέν θέλει νά σηκώσει τόν σταυρόν του δέν εἶναι ἄξιος μαθητής μου».
Τά λόγια Του ἐντυπωσιάζουν τούς Μαθητές Του καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τόν ἐρωτά: «Ἐμεῖς ἀρνηθήκαμε τά πάντα γιά Ἐσένα, τί θά κερδίσωμε;» Εἶναι ἕνα εὔλογο, ἀνθρώπινο ἐρώτημα.
Καί Ἐκεῖνος ἀποκαλύπτει μία πρωτόγνωρη γιά ἀνθρώπους ἀμοιβή:
«Ὅποιος θελήσει νά εἶναι μαζί μου, θά λάβει ἑκατονταπλάσια ἀγαθά καί αἰώνια ζωή. Οἱ πρῶτοι αὐτῆς τῆς ζωῆς θά εἶναι τελευταῖοι καί οἱ τελευταῖοι της πρῶτοι».
Ἀδελφοί μου,
Ἡ Μεγάλη Πρόσκληση. Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος πού μποροῦμε νά δώσουμε στήν Εὐαγγελική περικοπῆ, γιατί ὁ Κύριός μας κάλεσε νά Τόν ὁμολογοῦμε δημόσια, πού σημαίνει νά τόν ὁμολογοῦμε μέ τή ζωή μας. Νά δείχνουμε δηλαδή τήν πίστη μας μέ τή ζωή μας, γιατί αὐτό πρέπει νά εἶναι τό χαρακτηριστικό μας.
Καί δείχνουμε τήν πίστη μας μέ τή ζωή μας, ἐάν ἐφαρμόζουμε τό Ἅγιο θέλημά Του. Αὐτό ἐζήτησαν καί οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Μεγάλοι Πατέρες σέ ὅλους τους αἰῶνες. Νά δείχνουμε ὅτι εἴμαστε ἀληθινοί Χριστιανοί.
Γιά νά γίνουμε ὅμως ἀληθινοί Χριστιανοί, πρέπει νά ἀγωνισθοῦμε καί νά παλέψουμε. Ὁ Κύριός μας θέλει δυνατούς καί γενναίους, ὅπως ἀκριβῶς κάθε ἀρχηγός θέλει τούς ὀπαδούς τοῦ δυνατούς καί γενναίους καί ὄχι ἀδύναμους καί δειλούς. Καί μᾶς θέλει ἔτσι, γιατί ὁ ἀγώνας μας εἶναι καί ἐσωτερικός καί ἐξωτερικός, εἶναι δηλαδή δύσκολος.
Χαρακτηριστικά ὁ σεβάσμιος Μητροπολίτης Κισσάμου καί Σελίνου κ. Εἰρηναῖος σ’ ἕνα βιβλίο τοῦ γράφει:
Ἐσωτερικός μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας καί ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, γι’ αὐτό ὁ πόλεμος αὐτός εἶναι ὁ σκληρότερος καί ὁ φοβερότερος, γιατί βάζουμε τή ψυχή νά μοιράσει τόν ἑαυτό της καί νά πολεμήσει τόν ἑαυτό της.
Ἀπό ἐδῶ τά ἔνστικτα καί ἀπό ἐκεῖ τά ἁγνά αἰσθήματα, ἀπό ἐδῶ ἡ πραγματικότητα καί ἀπό ἐκεῖ ἡ πίστη, ἀπό ἐδῶ ἡ στιγμή καί ἀπό ἐκεῖ ἡ αἰωνιότητα καί ἀνάμεσα σ’ αὐτές τίς δυό παρατάξεις πηγαινοέρχεται ἡ ψυχή καί πολεμᾶ καί μάχεται καί ματώνει.
Ἐξωτερικός πάλι ὁ ἀγώνας μέ τόν κόσμο. Νά ἀπαντήσουμε στούς χλευασμούς, στίς εἰρωνεῖες, στήν ἀπιστία ἀλλά καί στούς γογγυσμούς καί στήν ἀποστροφή πολλές φορές καί τῶν ἰδεῶν μας.
Ἰδιαίτερα σήμερα μέ τήν πραγματικά ἐγχιστρωμένη ἀμφισβήτηση τοῦ Κυρίου μας, πού ἀποτελεῖ ἕνα νέο εἶδος διωγμοῦ, ὁ ἀγώνας αὐτός γίνεται πιό σιωπηρός γι’ αὐτό μας χρειάζεται ἡ γενναιότητα καί ὁ ἠρωϊσμός.
Ἀδελφοί μου,
Ναί πρέπει νά εἴμαστε ἀφοσιωμένοι σέ Ἐκεῖνον πού κρατώντας τόν βαρύ Σταυρό Τοῦ ἀνεβαίνει τόν Γολγοθά γιά νά μᾶς προσφέρει μέ τή δική Του θυσία, τήν αἰώνια ζωή καί τά ἀγαθά τῆς Ἐπουρανίου Βασιλείας Του. Μήν τόν προδίδουμε ἀλλά νά τόν ὁμολογοῦμε.
Κοιτάξετε τά φωτοστέφανα τῶν Ἁγίων, τήν γαλήνη πού ἁπλώνεται στά πρόσωπά τους καί τήν μακαριότητα πού μέ τά χρώματα τούς μας ἀπεικονίζουν οἱ ἁγιογράφοι μας. Μπορεῖ νά προηγήθηκε ἡ πάλη, ὁ σταυρός καί τό ἀκάνθινο στεφάνι, ὅμως ἀκολουθεῖ ἡ δόξα καί ἡ ἁγιότητα. Νά ἡ δική μας ἀμοιβή, τήν ὁποία μας ὑπόσχεται ὁ Κύριος. Εἶναι πραγματικά ἑκατονταπλάσια.
Τόν 5ο αἰώνα ἔζησε στήν Κυρήνη ἕνας πολύ εὐσεβής Ἐπίσκοπος ὁ Ὅσιος Συννέσιος, ὁ ὁποῖος εἶχε φίλο ἕνα φιλόσοφο, τόν Εὐάγριο, πού παρά τήν προσπάθεια τοῦ Ἐπισκόπου ἦταν εἰδωλολάτρης.
Μάλιστα πολλές φορές ἔλεγε στόν Ἐπίσκοπο: «Δέν μοῦ ἀρέσει νά λέτε σεῖς οἱ Χριστιανοί ὅτι θά γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία, ὅτι οἱ ἄνθρωποι θά ἀναστηθοῦν μέ ἄφθαρτο σῶμα, ὅτι ἐκεῖνος πού ἐλεεῖ τόν φτωχό δανείζει τόν Θεό καί ὅποιος σκορπίζει τά χρήματά του στούς φτωχούς, στήν κοινή ἀνάσταση θά λάβει αὐτά ἑκατονταπλάσια καί αἰώνια ζωή! Ὅλα αὐτά μου φαίνονται παραμύθια καί πλάνες».
Μέ τά πολλά ὅμως ὁ Ἐπίσκοπος κατόρθωσε νά πείσει τόν Εὐάγριο καί αὐτός βαπτίσθηκε. Μετά ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα ὁ Εὐάγριος λέει στόν Συννέσιο: «Ἐπίσκοπε, θά σοῦ δώσω 300 χρυσά νομίσματα νά τά μοιράσεις στούς φτωχούς. Ἐσύ ὅμως θά μοῦ δώσεις ἕνα ἰδιόχειρο γράμμα ὅτι μου τά χρωστᾶς καί τό χρέος σου θά στό ἐξοφλήσει ὁ Κύριος ἑκατονταπλάσια».
Ὁ Ἐπίσκοπος μέ χαρά τοῦ δίνει αὐτό τό γράμμα. Ἐπέρασε ἀρκετός καιρός καί ὁ Εὐάγριος ἀρρώστησε πολύ. Κατάλαβε ὅτι θά πέθαινε γι’ αὐτό καί καλεῖ τά δυό παιδιά του καί τούς λέει: «Ὅταν θά πεθάνω θέλω νά μοῦ βάλετε στόν τάφο αὐτό τό γράμμα χωρίς νά σᾶς δεῖ κανείς».
Ἔτσι καί ἔγινε ὅταν ἀπέθανε. Μετά τίς τρεῖς ἡμέρες ἀπό τόν θάνατο τοῦ ὁ Ἐπίσκοπος βλέπει σέ ὅραμα τόν Εὐάγριο νά τοῦ λέει: «Ἄνοιξε τόν τάφο μου καί πάρε τό γράμμα σου πίσω γιατί τό χρέος σου τό ἐξόφλησε ὁ Κύριος».
Πράγματι, παρουσία τῶν παιδιῶν του καί Ἱερέων ἀφοῦ ἐδιάβασε εὐχές ἄνοιξε τόν τάφο καί βλέπουν στά χέρια τοῦ νεκροῦ τό γράμμα. Τό παίρνουν καί ἔκπληκτοι βλέπουν αὐτά πού εἶχε γράψει ὁ Ἐπίσκοπος νά ἔχουν διαγραφεῖ καί στή θέση τους νά ἔχουν γραφεῖ φρεσκογραμμένα γράμματα:
«Ὀσιώτατε Ἐπίσκοπε νά χαίρεις. Ἀπόλαυσα ἀπό τόν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστόν τό χρέος σου πού ἦταν γραμμένο σέ αὐτό τό χαρτί. Ἀπόλαυσα ἑκατονταπλάσιο θησαυρό καί αἰώνια ζωή, ὅπως τό ὑποσχέθηκες. Γι’ αὐτό δοξάζω τόν Κύριο καί εὐχαριστῶ τήν Ὁσιότητά σου πού μέ ὁδήγησε στό φῶς».
Ἀδελφοί μου, Μᾶς περιμένει λοιπόν ἑκατονταπλάσια ἀμοιβή, ἐάν ὁμολογοῦμε μέ τήν ζωή μας τόν Κύριο, γι’ αὐτό ἄς ἀγωνισθοῦμε νά γίνουμε ἀληθινοί Χριστιανοί. Οἱ Ἅγιοι Πάντες πού σήμερα ἑορτάζουμε εἴθε νά μᾶς βοηθήσουν στόν ἀγώνα μας καί τήν πάλη μας!
Χρόνια πολλά.

Σάββατο, Μαΐου 26, 2012

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου


.
«Πάτερ ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, δόξασόν σου τόν υἱόν ἴνα καί υἱός σέ δοξάσει»
Νά ποῦμε ἀπαρχῆς ὅτι ἡ ὥρα, οἱ χρόνοι καί οἱ καιροί ἀφοροῦν τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο. Γιά τό Θεό δέ μετροῦν οἱ ὧρες. Ὁ Θεός βρίσκεται πάνω ἀπό τούς χρόνους καί τούς καιρούς. Καί ἀκόμα νά ποῦμε ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ συντριβή τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ. Ἡ δέ αἰώνια ζωή εἶναι ἡ ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ πού μεταδίδεται σέ μας τούς ἀνθρώπους καί μποροῦμε ἔτσι νά γνωρίζουμε τό Θεό. Ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Γιά τοῦτο ὁ Θεός δοξάζει τό Χριστό κατά τήν ὥρα τῶν παθημάτων μέ πολλούς τρόπους, π.χ. ὅταν ἦλθαν νά τόν συλλάβουν χωρίς νά τό θέλουν γυρίζουν πίσω καί πέφτουν στό ἔδαφος. Ὁ Ἰούδας μετά ἀπό λίγο διακηρύττει τήν ἀθωότητά του Ἰησοῦ καί αὐτοκτονεῖ. Ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου προσπαθεῖ νά ἀφυπνίσει τή συνείδηση τοῦ συζύγου της. Ὁ ἥλιος σκοτίζεται. Ἐξάλλου πάνω στό σταυρό ὁ Χριστός συντρίβει γιά πάντα τό Σατανᾶ καί τό θάνατο. Ὁ Χριστός δέν ἐπιζητᾶ τή δόξα γιά τόν ἑαυτό τοῦ ἀλλά γιά τό Θεό. Γιά τοῦτο ὀφείλουμε, σέ κάθε περίσταση νά ζητοῦμε ἀπό τό Θεό ὅτι εἶναι πρός δόξαν Θεοῦ ὄχι γιά νά ἱκανοποιοῦμε τή δική μας δοξομανία, τή δική μας μεγαλομανία, τό δικό μας ἐγωκεντρισμό.
Ὁ Χριστός δοξάζει τό Θεό Πατέρα τόσο ὅσο μεταδίδει τήν αἰώνια ζωή στούς πιστούς δήλ. νά κάνει τούς ἀνθρώπους κοινωνούς τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός ἁγιάζει τή ζωή καί φέρνει στό κόσμο τήν πνευματική ζωή ἀπό τήν ὁποία φυτρώνει καί ἀναπτύσσεται ἡ αἰωνία, μακαρία ζωή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παράδεισος ἀρχίζει ἀπό τούτη τή ζωή καί ὁλοκληρώνεται στή μέλλουσα ὅποτε ὁ Χριστός θά δοξάσει αὐτούς. Αὐτή εἶναι ἡ δόξα τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἡ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Γνώση ὄχι ἐπιφανειακή, ἐγκεφαλική, βιτρίνας ἀλλά γνώση βιωματική: « Γνῶντες Θεοῦ μᾶλλον δέ γνωσθέντες ὑπό τοῦ Θεοῦ» Ι. Δαμασκηνός.
Αὐτή ἡ γνώση τῆς συμβίωσής μας μέ τό Θεό εἶναι ἡ αἰώνια ζωή πού ἐπιζητοῦμε ὅλοι μας καί παρακαλοῦμε νά ἀποκτήσουμε.
Ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ καί ἡ γνώση τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ἴδια ἔφ΄ὅσον εἶναι γνώση ἐν Ἁγίω Πνεύματι. Δέν μποροῦμε μέ ἄλλο τρόπο ἤ μέ ἄλλο μέσο νά φτάσουμε τή θεογνωσία. Αὐτό τό ἐπιχειροῦν οἱ αἱρετικοί καί τό ἀποτέλεσμα τό γνωρίζουμε. Εἶναι ἡ πλάνη, ἡ ἀποτυχία, ἡ σύγχυση, ἡ δυστυχία, τό βάσανο, τό κακό, ὁ θάνατος.
Ὁ Χριστός δέν ἦλθε στό κόσμο νά ζήσει καί νά περάσει μέ ἄνεση καί καλοπέραση ἀλλά ἦλθε « ἴνα διέλθει εὐεργετῶν καί ἴνα πληρώσει πάσαν δικαιοσύνην». Αὐτό σέ προέκτασή μας ἀφορᾶ γιατί δείχνει τή δική μας εὐθύνη γιά ὅτι κάνουμε στή ζωή μας. Ἄν πράγματι πληροῦμε ἔργον Θεοῦ ἤ τά δώσουμε ὅλα γιά τή δική μας ἀποκλειστική ἱκανοποίηση.
Ἄν δεχτοῦμε ὅτι ἔχουμε μία ἀποστολή στή ζωή μας Θεόσδοτη, τό ἐρώτημα γιά μᾶς εἶναι πολύ ἁπλό καί πολύ ἐνδιαφέρον: Πόσον θεϊκά ζοῦμε γιά νά ἔχουμε ἐλπίδα ὅτι θά συνεχίσουμε μαζί Του καί στήν οὐράνια ζωή.
Τό ἅγιο Εὐαγγέλιο συνολικά ἀναφέρεται στήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Ἰησοῦ στόν κῆπο τῶν ἐλαιών λίγο πρίν τό πάθος Του καί ἀφορᾶ συνολικά τό ἔργο Του, τήν ἀποστολή Του, τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο.
Νοιάζεται γιά ὅλα ἐκτός γιά τόν ἑαυτό Του.
Ἡ μετάβαση πρός τό Θεό εἶναι γεγονός χαρᾶς καί ἀγαλλίασης. Ὁ Χριστός πληροφορεῖ τούς μαθητές Του γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ πρός τόν Θεό πατέρα Του γιά νά τούς καταστήσει τῆς δικῆς Του χαρᾶς καί ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος εὐαγγελικός λόγος, λόγος πνοῆς καί ζωῆς εἶναι ταυτόχρονα καί λόγος χαρᾶς καί ἀγαλλίασης, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἡ ἀγάπη μας καί εἴμαστε ἡ ἀγάπη του καί εἶναι ἡ ζωή μας.
Ὁ Ἅγιος εὐαγγελικός λόγος συνδέεται καί μέ τούς Ἅγιους Πατέρες πού συγκρότησαν τήν πρώτη οἰκουμενική σύνοδο καί ἀναγνώρισαν καί διακήρυξαν χωρίς καμία ἐπιφύλαξη τή Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ «Θεοῦ ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα πρό πάντων τῶν αἰώνων».
Ὅλο τό ἅγιο εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς εἶναι ἕνας ὕμνος τῆς Θεότητας τοῦ Ἰησοῦ ὁ ὁποῖος πορεύεται στό Σταυρό καί τό Θάνατο ὄχι κατά τρόπο δραματικό ὡς τά θύματα τῆς ἀρχαίας τραγωδίας ἀλλά ὅπως ζήσαμε καί πρωτύτερα μετά χαρᾶς μεγάλης, γιατί ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι δρόμος χαρᾶς καί ζωῆς, πανηγύρεως καί ἑορτῆς, δόξας καί τιμῆς, ἀναγνώρισης καί καταξίωσης τοῦ ἀνθρώπου ὡς αὐτό πού εἶναι ἀπό τή δημιουργία του, παιδί τοῦ Θεοῦ ἀγαπημένο.
Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

Σάββατο, Μαΐου 19, 2012

Κυριακή του τυφλού (Ιω. θ', 1-38) κήρυγμα εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου


Περιστοιχιζόμενος ὁ Κύριος ἀπό τούς μαθητές τοῦ βαδίζει μέσα στήν πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ. Σέ μία γωνία βλέπουν μία ἀνθρώπινη τραγωδία. Εἶναι ἕνας τυφλός ἐκ γενετῆς πού προκαλεῖ ἀμέσως τό ἐνδιαφέρον, γι’ αὐτό καί οἱ μαθητές Τόν ἐρωτοῦν: «ποιός φταίει Κύριε, οἱ δικές του ἁμαρτίες ἤ οἱ ἁμαρτίες τῶν γονέων του;»
Καί Ἐκεῖνος τούς ἁπαντά: «οὔτε αὐτός οὔτε οἱ γονεῖς του. Γεννήθηκε τυφλός γιά νά φανεῖ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ». Καί ἐνῶ λέει αὐτά, σκύβει κάνει λάσπη, τή βάζει στά μάτια τοῦ τυφλοῦ καί τοῦ λέει: «πήγαινε νά πλυθεῖς στή κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ».
Ἐκεῖνος ἐπῆγε, πλύθηκε καί εἶδε τό φῶς του. Χαίρεται πλέον τόν ἥλιο, τά χρώματα, τά πάντα. Χαίρονται οἱ δικοί του, οἱ φίλοι του, οἱ γείτονές του, σχεδόν ὅλοι. Μόνο οἱ Φαρισαῖοι δέν χαίρονταν καί μάλιστα προσπάθησαν νά σβήσουν τήν λάμψη τοῦ θαύματος μέ τήν ἀμφισβήτησή του.
Ἀδελφοί μου,
Γιά μία ἀκόμα φορᾶ ὁ Κύριός μας ἔδειξε σήμερα πόσο πολύ εἶναι φίλος τοῦ ἀνθρώπου, πόσο πολύ εἶναι κοντά του καί πόσο συντρέχει στόν πόνο του.
Καί εἶναι ἀλήθεια πώς πάντοτε ἕνα θαῦμα προκαλεῖ χαρά καί ἐνισχύει καί τήν πίστη. Ὅπως εἶναι ἐπίσης ἀλήθεια ὅτι προκαλεῖ καί τήν ἄρνηση. Ὑπάρχουν δηλαδή ἐκεῖνοι πού τό δέχονται καί ἐκεῖνοι πού τό ἀρνοῦνται μέ διάφορες δικαιολογίες, ὅπως ἔγινε καί μέ τούς Φαρισαίους στή θεραπεία τοῦ τυφλοῦ, γι’ αὐτό δημιουργεῖται καί τό ἐρώτημα,
Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ αἰτία ποῦ κάνει τούς ἀνθρώπους νά μή δέχονται αὐτό ποῦ βλέπουν;
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Κυρίου μας ἔχομε δυό εἴδη τυφλούς. Τό ἕνα εἶναι οἱ σωματικά τυφλοί γιά τούς ὁποίους ἐκφραζόμαστε μέ συμπάθεια καί κατανόηση καί τό ἄλλο εἶδος οἱ πνευματικά τυφλοί.
Πνευματικά τυφλοί εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀπό ἄγνοια δέν βλέπουν. Εἶναι ἄνθρωποι συμπαθητικοί γιατί εἴτε δέν πῆγαν στό σχολεῖο, εἴτε δέν εἶχαν μητέρα νά τούς καθοδηγήσει, εἴτε γιατί δέν ἔζησαν σέ μία καλλιεργημένη κοινωνία. Ἡ ἄγνοια δηλαδή εἶναι ἕνα εἶδος τύφλωσης.
Πνευματικά τυφλοί εἶναι ἀκόμη καί ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀπό κάποιο πάθος τους, ὅπως τό μίσος, ὁ φθόνος ἤ κακία ἤ ἐκδίκηση κ.λπ. δέν βλέπουν γιατί τούς ἔχει τυφλώσει, ὅπως εἶχε τυφλώσει τούς Φαρισαίους τό μίσος. Αὐτή εἶναι ἡ λεγόμενη πνευματική τύφλωση.
Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος γιά τήν τύφλωση αὐτή χρησιμοποιεῖ τήν εἰκόνα τῆς φυλακῆς καί λέει: «Ὅπως ἀκριβῶς οἱ φυλακισμένοι δέν βλέπουν τί ὑπάρχει ἔξω ἀπό τή φυλακή, οὔτε τούς δρόμους, οὔτε τά δένδρα, οὔτε τούς ἀνθρώπους, οὔτε τίποτα, ἔτσι ἀκριβῶς οἱ ἁμαρτωλοί δέν βλέπουν τήν ἀλήθεια. Τούς ἐμποδίζει ἡ ἁμαρτία».
Ἔτσι ἔχομε τήν τύφλωση ἀπό κάποιο πάθος μας, τό λέμε ἄλλωστε αὐτό καί στή καθημερινή μας ζωή «τόν τύφλωσε τό μίσος του» μέ ἀποτέλεσμα νά γίνεται ἐχθρός μας ὅλος ὁ κόσμος γιατί ἔτσι μας κάνει τό πάθος μας νά τόν βλέπουμε, γι’ αὐτό καί στεκόμαστε ὅπως στέκεται ὁ σκαντζόχοιρος μέ ὀρθωμένα τά ἀγκάθια του.
Αὐτή ἡ τύφλωση εἶναι χειρότερη ἀπό τήν σωματική γιατί ἡ σωματική δέν προκαλεῖ κακό ἀλλά ἀντίθετα συμπάθεια. Ὅλοι συμπαθοῦμε τούς σωματικά τυφλούς. Τούς πνευματικά ὅμως τυφλούς;
Στή Νότια Ἀμερική ὑπάρχει ἕνα ἀναρριχητικό φυτό τό ὁποῖο ἀγαπᾶ νά ἀναρριχᾶται ἐπάνω στά δένδρα. Ὅταν σκεπάσει τό δένδρο ἀπό ὅλες τίς μεριές καί φθάσει στή κορυφή τό δένδρο ξηραίνεται. Τό φυτό μέ τόν ἐναγκαλισμό τοῦ πνίγει τό δένδρο γι’ αὐτό εἶναι καί γνωστό μέ τό ὄνομα «ὁ δολοφόνος» καί τό ξεριζώνουν.
Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν ἁμαρτία. Εἰσέρχεται στό ψυχικό μας κόσμο σάν ἀθῶο φυτό, φουντώνει καί κλείνει τό εἶναι μας σέ ἕνα θανάσιμο ἐναγκαλισμό πού μας κάνει νά εἴμαστε πνευματικά τυφλοί, γι’ αὐτό πρέπει νά τήν ξεριζώνουμε προτοῦ αὐτή μας πνίξει.
Ἀδελφοί μου,
Ἕνας χριστιανός ἐρώτησε τόν ἐξομολόγο τοῦ ἄν πραγματικά δέχεται εὔκολα ὁ Θεός τήν μετάνοια τῶν ἀνθρώπων.
«Ἄν κατά τύχη σκιστεῖ κάπου ὁ μανδύας σου, παιδί μου, τόν βγάζεις ἀμέσως καί τόν πετᾶς σάν ἄχρηστο;» τοῦ εἶπε ἐκεῖνος.
«Ὄχι. Τόν ράβω καί τόν ἐπιδιορθώνω, ὅσο βέβαια δέχεται ἐπιδιόρθωση» ἀπαντᾶ ὁ χριστιανός.
«Ἄν λοιπόν ἐσύ λυπᾶσαι τό φόρεμά σου καί δέν τό πετᾶς εὔκολα, πώς δέν θά λυπηθεῖ ὁ Θεός τό πλάσμα του καί δέν θά κάνει ὅτι εἶναι δυνατόν γιά νά τό διορθώσει;» Ἀπάντησε ὁ Γέροντας.
Πᾶς περιμένει λοιπόν ὁ ἰατρός τῶν σωμάτων καί τῶν ψυχῶν μας, ὁ Κύριός μας γιά νά μᾶς βοηθήσει νά ξεριζώνουμε ἀπό τήν ψυχή μας ὅτι πάθος ἐμφανισθεῖ προτοῦ μας πνίξει σάν τό φυτό-δολοφόνο.
Μή ἀμελοῦμε γιά τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας, μή γίνουμε πνευματικά τυφλοί. Μή Τόν κάνουμε λοιπόν νά μᾶς περιμένει.
Καλοί ἀγῶνες καί ὁ Θεός μαζί σας.
Π.Β.Μ

Κυριακή του τυφλού (Ιω. θ', 1-38) κήρυγμα εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου


«Οὔχ οὗτος ἤμαρτε οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἴνα φανερωθεῖ τό ἔργο τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ».
.
Οἱ θλίψεις καί οἱ στεναχώριες δέν ἔρχονται πάντοτε στή ζωή μας ὡς τιμωρία τῶν ἁμαρτιῶν μας. Γιά τοῦτο καί ὀφείλουμε νά μήν κατακρίνουμε τούς ἄλλους ὡς μεγάλους ἁμαρτωλούς ἐπειδή θλίβονται στή ζωή τους.
Ὁ Χριστός καλεῖ τούς μαθητές του νά προσέξουν ὄχι τά αἴτια τῆς πάθησης τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἀλλά τό σκοπό πού ἐπέτρεψε ὁ Θεός τοῦτο γιά νά φανερωθεῖ τό ἔργο του, ἔργο παντοδυναμίας καί ἄπειρης ἀγαθότητας.
Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι πιά χειροπιαστή φανέρωση τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ πού χρησιμοποιεῖται ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Χριστός ἔρχεται στόν κόσμο ὄχι νά γίνει ἀποδεκτός ὡς ἐπίσημος ἀπεσταλμένος μέ τελετές καί φιέστες, ἀλλά γιά νά ἐπιτελέσει ἔργο θαυμαστό καί μεγάλο, τή λύτρωση καί τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου.
Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετή τυφλοῦ ἀποτελεῖ ἐπίσης σύμβολο πνευματικοῦ φωτισμοῦ πού ὁ Χριστός ὡς φῶς τοῦ κόσμου μεταδίδει.
«Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα». Ἐξάλλου ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι κάτι ἁπλό, τό πιό σύνθετο καί δύσκολο εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου πού βρίσκεται βουτηγμένος στό ἠθικό σκοτάδι. Ἔτσι ἐνῶ τά πράγματα πηγαίνουν πολύ καλά γιά τόν ἐκ γενετή τυφλό βρίσκει τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν, κάποιοι ἄλλοι μένουν στό δικό τους σκοτεινό κόσμο οἱ ὁποῖοι καί ἀμφισβητοῦν τό θαῦμα καί ξεκινοῦν τίς ἀνακρίσεις. Σ’ αὐτό τόν σκοτεινό κόσμο δέν βρίσκεται μόνον ἡ ἄρχουσα Ἰουδαϊκή τάξη, βρίσκονται συνάμα οἱ γείτονες, οἱ γνωστοί ἀκόμα καί οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ.
Κανένας δέ συμμερίζεται τήν χαρά τοῦ τυφλοῦ γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας του καί ὄχι μόνον ἀλλά κατασκευάζουν κατηγορίες κατά τοῦ Ἰησοῦ. Εἶναι ἄθεος γιατί δέν τηρεῖ τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς τοῦ ἀρνοῦνται νά βεβαιώσουν ὅτι ὁ τυφλός πού θεραπεύτηκε εἶναι τό παιδί τούς ἐπειδή φοβοῦνται μή χάσουν τή θέση τούς στό συνέδριο.
Ὅμως ἐκεῖ πού περισσεύει ἡ ἁμαρτία πλεονάζει ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ. Ὁ τυφλός δέν ξαναβρῆκε μόνο τό φυσικό του φῶς, κυριολεκτικά ἀναγεννᾶται καί τώρα μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τοῦ βλέπει αὐτά πού δέν μποροῦν νά δοῦν οἱ ἀνοικτομάτηδες νομοδιδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Ἔχει ὁμολογήσει δημοσίως τόν Χριστό ὡς προφήτη καί εἶναι ἕτοιμος καί γιά ἄλλα μεγαλύτερα ἅλματα ἀναγνώρισης τοῦ Θεοῦ ὡς Θεοῦ ἀληθινοῦ.
Τά μηνύματα τοῦ ἁγίου εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος πού ἀκούσαμε σήμερα ἐδῶ στή λειτουργία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶναι πολλά καί μεγάλα ξεχωριστῆς σημασίας γιά ὄλου μας.
Οἱ ἁμαρτίες μας δέν ἐμποδίζουν τό Θεό νά βρίσκεται κοντά μας, πολύ περισσότερο δέν ἐμποδίζουν ἐμᾶς νά βρισκόμαστε κοντά στό Θεό.
Οἱ ἀσθένειες, τό κακό γενικότερα ἀκόμα καί ὁ θάνατος δέν ἔρχονται πότε ἀπό τό Θεό ὡς τιμωρία γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ὁ Θεός δέν εἶναι τιμωρός ἀλλά πατέρας γεμάτος στοργή, ἔγνοια καί ἀγάπη γιά ὅλους μας.
Οἱ σκοπιμότητες τά, τά συμφέροντα, ὁ καιροσκοπισμός εἶναι καταστάσεις πού ἔχουν καθαρό δαιμονικό χαρακτήρα καί οἱ ὁποῖες ὄχι μόνο δέν ἑνώνουν, διχάζουν καί ἀποστασιοποιοῦν τούς ἀνθρώπους ἀκόμα καί τούς πιό κοντινούς μας, τούς πιό κολλητούς μας, γονεῖς, συγγενεῖς, γείτονες, γνωστοί. Οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ μας δίνουν δυστυχῶς αὐτό τό ὀδυνηρό μάθημα πού τόσο εὔκολα ἀρνοῦνται τήν ταυτότητα τοῦ παιδιοῦ τους.
Ὁ μεγάλος κίνδυνος εἶναι ὁ φανατισμός καί ἡ ἐσωστρέφεια, καταδικάζουν ὄλους τούς ἄλλους ἀναίτια καί ἀνεύθυνα καί ὑπερτιμοῦν καί ἐξυψώνουν τόν ἑαυτό τούς δήλ. τό ἐγώ τους, πιό πάνω ἀπό ὅλους καί τόν ἴδιο τό Θεό. Οἱ νομοδιδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου βρίσκονται σέ αὐτή τήν ἀπομόνωση ἀπό τό Θεό καί τόν κόσμο καί τήν τακτική τους συνεχίζουν οἱ ψευτοευσεβηστές καί αἱρετικοί, γενικότερα οἱ ἐχθροί του Θεοῦ δήλ. οἱ ἐχθροί του ἀνθρώπου.
Τό μεγάλο μήνυμα στό ὁποῖο θέλουμε νά μείνουμε εἶναι ἡ συμπεριφορά τοῦ Χριστοῦ. Βλέπει τόν τυφλό. Δέν τόν ξεπερνᾶ. Τόν προσεγγίζει. Τοῦ χαρίζει τό φῶς του, τόν ζωογονεῖ, τόν φωτίζει, τόν ἀναγεννᾶ. Ἡ ἀγάπη καί ἡ στοργή τοῦ Θεοῦ πάντοτε σέ κάθε περίσταση λειτουργοῦν

Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

Σάββατο, Ιανουαρίου 21, 2012

Κυριακή ιε' Λουκά -Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου



Ὁ Ἰησοῦς περιέρχεται τήν Ἱεριχῶ καί ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος θέλει νά τόν γνωρίσει. Ὅμως ἐπειδή εἶναι μικρόσωμος, τό πλῆθος τόν ἐμποδίζει, γί΄αὐτό κάνει τό ἑξῆς ἐντυπωσιακό. Ἀδιαφορώντας γιά τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος ἐπειδή εἶναι ἀρχιτελώνης καί πλούσιος, ἀνεβαίνει σέ μία συκομωρέα.
Ἔτσι ὅταν ὁ Ἰησοῦς περνᾶ τόν βλέπει καί τοῦ λέει «Ζακχαῖε κατέβα γιατί πρέπει νά μείνω στό σπίτι σου». Ἀμέσως κατεβαίνει καί δέχεται μέ χαρά τόν Ἰησοῦ στό σπίτι του. Τότε πολλοί μουρμούριζαν κατά τοῦ Ἰησοῦ γιατί θά μείνει σέ σπίτι ἁμαρτωλοῦ, ἐνῶ ὁ Ζακχαῖος κάνει καί τό σπουδαῖο. Λέγει στόν Κύριο: «Κύριε τή μισή περιουσία μου θά δώσω στούς φτωχούς καί ἄν ὡς τελώνης ἔχω ἀδικήσει καί καταχρασθεῖ θά τήν ἐπιστρέψω στό τετραπλάσιο».
Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Σήμερα τόσο στόν οἰκοδεσπότη ὅσο καί στούς δικούς του ἦλθε ἡ σωτηρία διότι ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε στό κόσμο γιά νά ζητήσει τόν ἁμαρτωλό ὡς χαμένο πρόβατο καί νά τόν σώσει».
Ἀδελφοί μου,
Μία συγκλονιστική εἰκόνα μας ἔδωσε τό σημερινό Εὐαγγέλιο τήν συνάντηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, τοῦ Ζακχαίου, μέ τόν Θεό.
Κάτω ἀπό τό Θεϊκό βλέμμα στή ψυχή τοῦ ἀνθρώπου γκρεμίζεται τό οἰκοδόμημα πού εἶχε ἀνορθώσει ὁ ἐγωισμός καί τά ἄλλα πάθη του καί συναισθάνεται τό πόσο πολύ ἔχει φταίξει ἀπέναντι στό Θεό.
Ξεσκίζεται τό σκοτεινό πέπλο πού σκέπαζε τίς πράξεις τοῦ παρελθόντος καί ἀρχίζει νά βλέπει ὅλα τά ἀμέτρητα ἀδικήματα τῆς ζωῆς του. Βλέπει σάν πανόραμα νά περνοῦν μπροστά τοῦ οἱ πτωχοί πού εἶχε κατακλέψει, τά ὀρφανά πού εἶχε ξεγυμνώσει, οἱ χῆρες πού εἶχε ἀδικήσει καί οἱ συμπολίτες του πού εἶχε ἐκμεταλλευθεῖ. Τούς βλέπει νά περνοῦν γυμνοί, πεινασμένοι, μέ δάκρυα στά μάτια, μέ τόν πόνο στή καρδιά, μέ τό στεναγμό στό στόμα καί μέ τή κατάρα στή γλώσσα. Βλέπει ἕνα πύρινο ποταμό νά ἐξογκώνεται καί νά ὑψώνει ἀπειλητικά τήν φωτιά τοῦ μέχρι τόν λαιμό του. Καί τότε ἀποφασίζει νά σπάσει τό φράγμα μέ μία ἡρωική προσπάθεια καί νά σωθεῖ. «Κύριε ἐάν κάποιους ἐσυκοφάντησα θά ἀποδώσω στό τετραπλοῦν». Εἶναι ἡ κραυγή τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας πού βγαίνει ἀπό τήν ἀναγεννημένη ψυχῆ του.
Συγκλονιστική πραγματικά ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Συγκλονιστική καί σωτήρια ταυτόχρονα.
Ὑπάρχει ὅμως καί μία ἄλλη συγκλονιστική συνάντηση τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μία συνάντηση πού ἔχει μία ἰδαιτερότητα.
Εἶναι ὑποχρεωτική γιά κάθε ἄνθρωπο καί συμβαίνει ὅταν πεθάνουμε. Αὐτή τήν συνάντηση πού ἴσως ἡ λέξη «συγκλονιστική» ὠχριᾶ τήν ἀποκάλυψαν ἄγγελοι στόν μεγάλο ἀσκητή τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, τόν Ἅγιο Μακάριο.
Ἡ συνάντηση αὐτή συμβαίνει μετά τά τριήμερα καί ἀκοῦστε πώς οἱ ἄγγελοι τήν περιέγραψαν στόν Ἅγιο:
«Μετά τήν προσκύνηση τῆς ψυχῆς καί μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ ἐπιδεικνύονται σέ αὐτήν οἱ διάφορες εὐχάριστες σκηνές τῶν Ἁγίων καί ἡ ὡραιότητα τοῦ Παραδείσου πού τήν κάνουν νά θαυμάζει καί νά δοξάζει τόν εὐπρεπιστήν Θεόν.
Βλέπουσα τήν ἀπόλαυση τῶν Ἁγίων ἀρχίζει νά κατηγορεῖ τόν ἑαυτό τῆς λέγουσα: «Ἀλλοίμονο, πώς ζοῦσες μάταια στόν κόσμο, ἀσχολούμενη μέ τίς ἐπιθυμίες τῆς ζωῆς. Τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς μου τό ἐπέρασα μέ ἀμέλεια καί δέν ὑπηρέτησα τόν Θεό ὅπως ἅρμοζε γιά νά ἀξιωθῶ κι ἐγώ μέ αὐτές τίς χαρές καί τή δόξα.
Ποῦ θά μοῦ χρησιμεύσουν οἱ ἀμπελῶνες καί οἱ ἐλαιῶνες ποῦ ἐφύτευσα; Ποιά ὠφέλεια θά μοῦ δώσει ὁ ἀγρός ποῦ ἀγόρασα; Σέ τί θά μέ ὠφελήσει ὁ χρυσός; Ποιά ὠφέλεια θά μοῦ δώσει ὁ πλοῦτος μου; Ποιά ὠφέλεια τά εὐχάριστα τοῦ βίου καί τοῦ κόσμου;
Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα, μάταια ἐκοπίασα. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα γιατί ἔζησα χωρίς ἀρετή. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα γιατί ἀγάπησα τήν πρόσκαιρη δόξα. Ἀπέκτησα τήν οὐράνια πτώχεια. Ἀλλοίμονο σέ ἐμένα τί ἔπαθα; Μπορεῖ κανείς νά μέ βοηθήσει γιά νά τύχω κι ἐγώ ἡ ἄθλια τή δόξα τοῦ Κυρίου;
Ἀδελφοί μου,
Ἡ συγκλονιστική συνάντηση τοῦ Ζακχαίου μέ τόν Κύριο τόν ὁδήγησε στή σωτηρία γιατί συναισθάνθηκε τό πόσο πολύ εἶχε φταίξει ἀπέναντι στόν Θεό στά πρόσωπα τοῦ συνανθρώπου του. Ἡ μελλούμενη ὅμως συνάντηση θά πρέπει πολύ νά μᾶς προβληματίσει, γιατί ἀποτελεῖ μία ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια τήν ὁποία θά ζήσουμε ὅλοι μας καί συμβαίνει σέ χρόνο πού δέν ἔχει πιά μετάνοια.
Γιά νά μή φθάσουμε λοιπόν νά ποῦμε τό «ἀλλοίμονο σέ ἐμένα», ὅπως ὁ Ζακχαῖος ξεπέρασε τό ἐμπόδιό του κόσμου πού δέν τόν ἄφηνε νά ἰδεῖ τόν Κύριο ἀνεβαίνοντας στή συκομωρέα, ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νά ξεπεράσουμε τόν κόσμο καί τά πράγματά του πού μας ἔχουν αἰχμαλωτίσει, καί νά ἀφήσουμε τήν ψυχή μας νά ζήσει τήν πίστη της καί τήν ἀγάπη τῆς πρός τόν Θεό ὅπως τοῦ ταιριάζει. Τά αἰώνια εἶναι προτιμότερα ἀπό τά πρόσκαιρα.
Ἄς μή χάσουμε λοιπόν τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ πού ἀπολαμβάνουν οἱ Ἅγιοι καί ἔτσι νά μή ποῦμε ἀπελπισμένα «ποιός θά μέ βοηθήσεις», ὅταν θά ἔλθει ἐκείνη ἡ ὥρα.
Καλή μετάνοια νά ἔχουμε. Ἀμήν.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 16, 2012

Είς τον Μέγα Αντωνιο,Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου


Όταν ο Μέγας Αντώνιος ησκήτευεν εις την έρημον, να και έρχεται ο Δαίμων τα μεσάνυκτα, και του εκτύπησε την πόρτα διά να του άνοιξη. Εσηκώθη λοιπόν ο Μέγας Αντώνιος, και αφού άνοιξε την πόρτα του, βλέπει, έξαφνα άνθρωπον αλλόκοτον και έστεκεν έξω.
Λέγει του ο άγιος "Ποίος είσαι οπού μου κτυπάς τα μεσάνυκτα την πόρταν, και τι θέλεις";
Λέγει του ο μιαρός Δαίμων "εγώ είμαι ο Δαίμων".
Και λέγει προς αυτόν ο Άγιος "πως ήλθες, παγκάκιστε εδώ";
Και λέγει προς αυτόν ο Δαίμων "΄Ηλθα να σου ειπώ πως μάχονται οι καλόγηροι και λοιποί Χριστιανοί, υβριζόμενοι κατά πάσαν ώραν, και πως τους κοσμικούς γυρίζω εύκολα εις το θέλημα μου".
Λέγει του ο Άγιος "Παγκάκιστε, διατί κάμνεις αυτό";
Λέγει του ο Δαίμων "Εγώ φθονώ τους καλογήρους, διότι ο αυθέντης μου ο Εωσφόρος έχει πολύν φθόνον εις αύτους, επειδή μέλλει ο Θεός ν΄αποκαταστήση το Τάγμα των Αγγέλων όπου εξέπεσεν από ήμας, και να κάμη Αγγέλους από τους καλούς ιερείς και τους ταπεινούς Μονάχους, και διά τούτο έχομεν τόσον φθόνον εις αυτούς".
Λέγει του ό Άγιος "Επειδή ήλθες εδώ, ώ Δαίμων, ορκίζω σε εις τον Θεόν του παντός τον κτίσαντα τα πάντα, να σταθής αυτού εως ου να ομολογήσης όλα όσα πράττεις".
Λέγει του ο Δαίμων "Διατί με έδεσες Αντώνιε, εγώ ήλθα να σου πω το καύχημα μου μόνον το πως μάχονται οι μοναχοί και λοιποί χριστιανοί, και συ με έδεσες";
Λέγει ο Άγιος "Ειπέ μοι τα έργα των Δαιμόνων, τι κάμνωσιν εις τους Μοναχούς και λοιπούς χριστιανούς".
Λέγει του ο Δαίμων "άκουσον Αντώνιε ημείς είμεθα πρώτα άγγελοι και ο Εωσφόρος, ο πρώτος μας, από την υπερηφάνειαν εξέπεσε, διότι ηθέλησε να στήση τον θρόνον του επάνωθεν του Θεού, συλλογιζόμενος δις τον εαυτόν του να γίνη όμοιος με τον Θεόν. «Και έσομαι ομοίως τω Υψίστω». Και μόλις το εσυλλογίσθη, παρευθύς έπεσε κάτω εις τα καταχθόνια του άδου, ακολουθούντες αυτόν και ημείς, και εξ αιτίας τούτου, από άγγελοι εγείναμεν δαίμονες, και διά τούτο έχομεν τον φθόνον εις τους μονάχους και τους ορθοδόξους χριστιανούς, και τους πειράζομεν. Αλλά άλλο δεν μας θανατώνει περισσότερον από την προσευχήν, την νηστείαν και την ταπείνωσιν όπου κάμνουν οι μονάχοι και λοιποί ορθόδοξοι χριστιανοί- διά τούτο και ημείς πασχίζομεν κατά πολλά διά να τους κάμωμεν ούτε να προσεύχωνται ούτε να νηστεύωσιν, άλλα να αμελώσι και να υπερηφανεύωνται, και άλλοι να λέγωσιν ότι είναι εύμορφοι, ενώ είναι άσχημοι, και άλλοι ότι είναι προκομμένοι και δεν γνωρίζουν ούτε τα άλφα, και βάνωμεν πολλήν έχθραν ανάμεσον του ενός και του άλλου διά να μαλώνουν, και εξ΄αιτίας τούτου πηγαίνωμεν από τόπον εις τόπον, και άλλους κάμνωμεν να αρνώνται τον Χριστόν, και άλλους να αφίνουν την μοναχικήν ζωήν και να γίνωνται κοσμικοί, και μ΄αυτόν τον τρόπον τους πέρνομεν μαζύ εις την αιώνιον κόλασιν. Αλλ' άκουσε και τούτο, άγιε του Θεού. Ότι άλλο δεν μας πειράζει ούτε η προσευχή, ούτε η νηστεία, όσον η ταπείνωσις. Και αυτήν την βλέπομεν εις πολλούς μοναχούς και εις ολίγους κοσμικούς, άλλα αυτούς τόσον πολύ σπουδάζωμεν να τους σείρωμεν εις τον εαυτόν μας, όσον το σκουλίκι οπού βόσκει εις τι δένδρον και πασχίζει να το ξηράνη και να το καταντήση άχρηστον εις το να κάμη καρπόν ώστε να βαλθή εις την φωτιάν. Τέτοιας λογής λοιπόν πασχίζομεν και ημείς ώστε να ξηράνωμεν την καρδία αυτών όπου πράττουσι τα έργα του Θεού. Ύστερον να τους ρίξωμεν εις την αίωνιον κόλασιν.
Λέγει του ο Άγιος "αμή τους κοσμικούς διατί τους πειράζετε";
Λέγει του ο δαίμων - επειδή και ο Χριστός διά τον Αδάμ έρριψε τον πρώτον μας, και έχομεν πολύν φθόνον εις αυτούς, βλέπεις δε και ετούτα τα μαχαίρια οπού έχω εις την ζωσίν μου. Όλα δι' αυτούς τα έχω, και όταν μεθύσωσιν από το κρασί τους βάνω εις μάχην πολλήν και από λόγον εις λόγον πιάνονται, και εγώ αναμαζώνω τους και σφάζονται, και όχι εγώ μοναχός μου, αλλά και οι λοιποί μου αδελφοί.
Λέγει του ο άγιος "και που είναι οι αδελφοί σου";
Λέγει του ο δαίμων "εις κάποιον τόπον γίνεται πανήγυρις και πηγαίνουν εκεί διά να κάμουν σκάνδαλα".
Λέγει του ο άγιος "και πως λέγουν τα ονόματα των";
Λέγει του ο δαίμων "τον ένα τον λέγουν Κενόδοξον, ηγούν της κενοδοξίας, και τον άλλον Θυμώδη, επειδή θυμώνει τους ανθρώπους και δέρνονται, κάμνοντας και άλλα πολλότατα κακά, δηλαδή να πηγαίνωσιν εις τα κριτήρια, να εξοδεύωσι τον βίον τους, έχοντες και ημείς από αυτούς πολύ διάφορον τουτέστι μερδικόν, μόνον εκείνους έχομεν εχθρούς οπού δεν αφίνουν τους άλλους να πηγαίνουν εις τους Κριτάς, διά τούτο και ημείς εκείνους οπού δεν κάμνουν το θέλημα μας πολλά τους πολεμούμεν, άλλα δεν κάμνωμεν τίποτε, και όταν υπάγωμεν εις τον πρώτον μας πολύ μας μαλώνει και υβρίζει. Διά τούτο παρακαλώ σε, να με αφήσης να υπάγω, ότι πολύν καιρόν έκαμα εδώ, και άργησα, και πλέον μη με ερωτάς, διότι πολύ θέλει με παιδεύσει ο αυθέντης μου.
Λέγει του ο Άγιος, τόσους χρόνους έχετε, παγκάκιστοι εχθροί, οπού πειράζετε τον κόσμον και ακόμη δεν εχορτάσατε; Αμήν πάλιν ορκίζω σε, εις τον Παντοδύναμον Θεόν να μου είπης την αλήθειαν εις ό,τι σε ερωτήσω.
Τότε λέγει του ο Δαίμων: "Αντώνιε, διατί με έδεσες περισσότερον, όπου εγώ βιάζομαι; πηγαίνω διατί πολύν καιρόν άργησα εδώ οπού έως τώρα ήθελα γυρίσει εις το θέλημα μου πολλούς ανθρώπους, αλλά συ δεν με αφίνεις, και όταν ύπαγω με μαλώνει ο αυθέντης μου, ερώτα με λοιπόν ογρήγορα, διότι όλοι μου οι αδελφοί υπάγουν με κανίσκια εις τον αυθέντην μας τον πρώτον, και δεν έχω με τι να υπάγω κ΄εγώ, επειδή με κατέστησες άμοιρον της χάριτος μου, και με μαλώνουν οι αδελφοί μου οπού πηγαίνουν εις τα πανηγύρια.
Λέγει του ο άγιος "ποιον είναι το μεγαλήτερον σκάνδαλον οπού δίδετε εσείς οι δαίμονες εις τους ανθρώπους;"
Λέγει του ο Δαίμων "Κενοδοξίαν και εις τούτο εγώ πιάνω και τους δαιμονίζω, διά να πιασθούν ένας με τον άλλον, έπειτα φθάνει και ο θυμώδης ο μεγαλύτερός μου αδελφός και τους δίδει διπλήν την κενοδοξίαν και τότε πιάνωμεν και τους ανακατώνομεν πολλά, και ούτω κάμνουν το θέλημα μας και τότε υπάγωμεν εις τον αυθέντην μας,  και αυτός πολύ μας χαίρεται, και μας αξιώνει εις μεγαλητέραν τιμήν".
Λέγει του ο άγιος "αμή πως δεν φοβείσθε τον Θεόν, αλλά τολμάτε και κάμνετε σκάνδαλα εις τους χριστιανούς;"
Λέγει του ο Δαίμων: "Αντώνιε, ημείς έχομεν από τον Θεόν θέλημα, και ό,τι θελήσωμεν κάμνωμεν, αφινοντάς μας και οι Άγγελοί του να πράξωμεν ό,τι θέλωμεν και η παραχώρησις αυτή δίδεται εις ημάς, διά να δοκιμάζωνται οι πιστοί από τους απίστους• διατί όσοι έχουν πίστιν σταθεράν δεν κάμνουν τα θελήματα μας, διά τούτο πηγαίνουμεν και εις τα τραπέζια όπου έχουν παιγνίδια, και κανένας δεν μας εμποδίζει, και χαιρόμεθα και ημείς μαζύ με αυτούς, και γίνονται ιδικοί μας υπηρέται, και αφίνοντες τον Θεόν λατρεύουν ημάς αγκαλά και πολλαίς φοραίς μας υβρίζουν, άλλ' όταν πίνουν το κρασί με τα παιγνίδια, πάλιν κάμνουν το θέλημά μας".
Λέγει του ο άγιος ορκίζω σε εις τον Θεόν να με είπης και τούτο "δηλ. την Κυριακήν τι κάμνετε εις τους χριστιανούς;"
Λέγει του ο Δαίμων "ημείς καθόλου δεν αναπαυόμεθα όλον τον καιρόν, ούτε παύομεν τα σκάνδαλα, μόνον εις αυτά ευρισκόμεθα παντοτεινά, και την Κυριακήν κάμνομεν πολλά εις τους χριστιανούς και άλλους κάμνομεν να ράπτουν, άλλους να πραγματεύωνται, άλλους να γελούν, άλλους να τραγωδώσι, καί εις τας γυναίκας, άλλας να τις κάμνωμεν να κεντώσιν, άλλας να πραγματεύονται την Κυριακήν, κάμνομεν τους άνδρας και τας γυναίκας να πολυκοιμώνται και να μη πηγαίνουν εις την εκκλησίαν, τους δίδομεν πόνον εις την κεφαλήν ή εις άλλο μέρος του κορμίου, διά να ευρίσκουν πρότασιν, να λέγωσι πως δεν ημπορούν να υπάγουν εις την εκκλησίαν, και τον χειμώνα τους δίδομεν ζέσταν, και το καλοκαίριον γλυκύτητα εις τον ύπνον και βάρος εις την κεφαλήν διά να μη σηκωθούν να υπάγουν εις την εκκλησίαν, και ούτω κάμνουν και αυτοί τα θέλημα μας. Εκείνοι όμως όπου γυρίζουν εις θεογνωσίαν, φεύγωμεν απ΄αυτούς και πηγαίνομεν εις εκείνους οπού κάμνουν το θέλημά μας, να έχουν και να κρατούν τον βίον τους σιμάτων ως να δουλεύουν τας Κυριακάς και τας εορτάς να μην τιμούν. Εκείνοι όμως οπού τιμούν τους αγίους, παρακαλούν και οι άγιοι δι αυτούς τον Θεόν, και συγχωρούνται αι αμαρτίαι των, και ξαναφεύγουν από ημάς, και ημείς θρηνούμεν πως τους εχάσαμεν, διατί δεν κάμνουν πλέον το θέλημα μας, και διά τούτο ο πρώτος μας, πολλά συγχίζεται και θλίβεται δι' αυτούς, τότε θα κάμνει σύναξιν μεγάλην εις όλους τους δαίμονας και πολλά πολλά τους μαλώνει και τους υβρίζει, πως δεν ημπόρεσαν να κάμουν σκάνδαλα εις τους χριστιανούς, τους εορτάζοντας τας Κυριακάς, διά τούτο μαλώνει ημάς και τότε πηγαίνομεν και ημείς και τους ανακατώνομεν και ούτω κάμνουν πάλιν το θέλημά μας, και επιστρέφομεν εις τον αυθέντην μας, και μας χαίρεται κατά πολλάς, και μας αξιόνει εις περισσοτέραν τιμήν, και πάλιν στέλλει καθ' έναν από ήμας εις διαφόρους υπηρεσίας, δηλαδή άλλους εις την θάλασσαν να παρακινούν τους ναύτας να πνίγουν τους επιβάτας διά να πάρουν τον βίον τους αν έχουν, άλλους εις τα ποτάμια, και πάλιν στέλλει τον έξαρχον με εκατόν πεντήκοντα δαίμονας να ταράσσουν την θάλασσαν διά να κινδυνεύουν τα καράβια, και να αγανακτούν οι ναύται και να υβρίζουν την πίστιν τους, και να λέγουν πολλάς άλλας βλασφημίας, άλλους διά να φονεύουν τους ανθρώπους, και άλλους εις τα παιγνίδια διά να κάμουν σκάνδαλα να μαλώνουν και να υβρίζωνται ένας τον άλλον άνθρωπον, οι οποίοι από ολίγον εις ολίγον πιάνονται και δέρνονται και έτζι κάμνουν το θέλημα μας, δίδοντες εις αυτούς πολύν θυμόν διά να χάνουν τον μισθόν τους από τον Άγιον οπού εορτάζουν, και άλλοι πάλιν δαίμονες εισχωρούν εις ανδρόγυνα και κάμνουν πολλήν μάχην, και άλλοι εις εκείνους όπου έχουν περισσόν βίον, διά να σκληρύνουν, τας καρδίας των και να μη λυπώνται τους πτωχούς διόλου, αλλά μόνον να παίρνουν των πτωχών το αμπέλι, ή το χωράφι, και διά τούτο  σπουδάζομεν πολύ να μη λυπώνται οι πλούσιοι τους πτωχούς".
Τότε λέγει του ο άγιος "ορκίζω σε εις τον Θεόν του  ουρανού και της γης, να μου είπης και τούτο τι έχετε εσείς οι δαίμονες με τους πτωχούς;"
Λέγει του ο Δαίμων "ημείς από τους πτωχούς διάφορον δεν έχομεν, παρά από εκείνους όπου  κλέπτουν, επειδή και αυτοί είναι ιδικοί μας δούλοι αλλά από εκείνους οπού φυλάττουν την πίστιν τους διάφορον δεν έχομεν."
Λέγει του ο Αγιος "αμή εκείνους οπού δίδουν τα αργύρια τους με το διάφορον πως τους έχετε;"
Λέγει του ο δαίμων "αυτοί είναι ιδικοί μας φίλοι."
Λέγει του ο άγιος "μη εκείνους οπού μαντεύουν πως τους έχετε;"
Λέγει του ο Δαίμων "αυτοί είναι ωσάν μανάδες μας, επειδή πλανούν τον κόσμον, και έρχεται προς ημάς και έχομεν πολύ διάφορον από αυτούς, διατί αφίνουν τον Θεόν, και κάμνουσι το ιδικόν μας θέλημα, επειδή κάμνουν τον εαυτόν τους διά Θεόν και προσκαλούν ημάς διά να δώσωμεν εις τον άρρωστον την υγείαν του, και τότε ο μαντατοφόρος δαίμων στέλλει δώδεκα υπηρέτας να κάμουν φαντασίαν, πως από την μαντείαν εσηκώθη ο άρρωστος, και ευθύς, ο μαντατοφόρος δαίμων γράφει εις το κατάστιχον του εκείνους όπου κάμνουν την αμαρτίαν και το θέλημα του, διά τούτο και ο αυθέντης μας πολλά τους χαίρεται, και τους αξιόνει εις μεγαλητέραν τιμήν.
Λέγει του ό άγιος "εκείνους οπού δεν τιμούν την αγίαν Κυριακήν πως τους έχετε;"
Λέγει του ο δαίμων "ώσαν οι γονείς τα παίδια των - διατί ημέραν Κυριακήν μας άρπαξεν ο Χρίστος όσους είχαμεν εις την κόλασιν."
Λέγει του ο άγιος  "διατί εβάλλατε τους Εβραίους και τον εσταύρωσαν;"
Λέγει του ο δαίμων "δεν το ηξεύραμεν ότι ήτον ο Θεός, αμή ενομίζαμεν αυτόν διά Προφήτην και ηπατήθημεν. Διότι τας βούλας του Θεού κανείς δεν τας ηξεύρει. Λοιπόν παρακαλώσε Αντώνιε, άφησέ με να υπάγω, διότι πολύ άργησα, και πλέον με τους αδελφούς μου δεν θά έχω ανάπαυσιν."
Λέγει του ο άγιος, "ζη Κύριος ο Θεός μου, δεν σε αφίνω αν δεν μου είπης ακόμη τας πανουργίας των δαιμόνων."
Και αποκριθείς ο δαίμων λέγει προς τον άγιον "πολύ κακόν έκαμες εις εμέ, Αντώνιε, και με αργοπορείς κάθοντάς με εδώ αδιαφόρευτον. Και κατά πολλά ζημιώνομαι, χάνοντας και την υπόληψιν μου από τον αυθέντη μου."
Λέγει του ο άγιος είπε μοι και τούτο "αυτούς οπού δεν αγαπούν ένας τον άλλον, πως τους έχετε";
Λέγει ο δαίμων "εδικοί μας κουμπάροι είναι, διότι και ημείς αγάπην αναμεταξύ μας δεν έχομεν, και εκεί όπου ευρίσκεται η αγάπη δεν ημπορούμεν να εμβώμεν εις αυτούς διά να ενεργήσωμεν όλα εκείνα οπού θέλομεν και αρέσουν του αυθεντός μας, διότι ο Θεός δεν επιθυμεί περισσότερον άλλο από τους ανθρώπους, ειμή την αγάπην, διά τούτο και εκείνοι οπού έχουν την αγάπην προς τους γειτόνους των, στεκόμεθα μακράν από αυτούς.
Λέγει του ο άγιος "αμή αυτούς οπού δίδουν ελεημοσύνην εις τους πτωχούς πως τους έχετε";
Λέγει του ο δαίμων "πολλαίς μαχαιριαίς εμπήγουν εις την καρδίαν μας όλοι εκείνοι οπού λυπούνται τους πτωχούς, διότι ευσπλαγχνίζεται  και αυτούς ο Θεός, και άμα δώσουν την ελεημοσύνην εις τους πτωχούς σβύνονται από το κατάστιχον των γραμμάτων μας αι αμαρτίαι των, και ημείς χάνομεν τον κόπον μας, και δεν έχομεν από αυτούς ποσώς διάφορον."
Λέγει του ο άγιος "αμή εκείνους οπού κρατούν το δίκαιον των πτωχών, πως τους έχετε;"
Λέγει του ο Δαίμων "αυτοί είνε τραπεζίται εδικοί μας, επειδή αυτοί από το ένα μέρος πέρνουν το δίκαιον των πτωχών, και από το άλλο το αρπάζομεν ημείς, και διά τούτο ποτέ τους δεν χορταίνουν, και εις αυτό χαιρόμεθα πολύ• αλλά δεν ήξευρα πως έχεις να με κράτησης εδώ τόσον καιρόν, αλλά ήθελα να φύγω μακράν από εσένα ώσπερ δαίμων".
Λέγει του ο άγιος "και εγώ θαυμάζω πως εσείς οι δαίμονες κάμνετε τόσον κακόν εις τον κόσμον"
Λέγει του ο δαίμων "διά τούτο μας εκαταράσθη ο Θεός, διά να μην έχωμεν κανένα καλόν, αλλά από την καλωσύνην ν΄απέχωμεν πάντοτε και διά τούτο εργαζόμεθα κάθε λογής κακόν εις τον κόσμον, ως και εις τους βασιλείς, και εις τους πατριάρχας, και εις τους μητροπολίτας και εις τους ιερείς και μονάχους και όσιους και εις τους πτωχούς και πλουσίους, και εις όλους δίδομεν σχεδόν την φιλαργυρίαν, την μάχην, την ζηλίαν, τον φθόνον και όλα τα επίλοιπα κακά, και ως εκ τούτου γίνονται φίλοι μας. Και τι να σε ειπώ, Αντώνιε, αι τέχναι μας είναι αμέτρηται."
Λέγει του ο άγιος "αμή εις τα παιδία τι κάμνετε εκεί οπού παίζουν;
Λέγει του ο δαίμων "εκεί έχομεν ημείς την χάριν μας και κάμνομεν πολλάς τέχνας διά να σφαγούν η να εβγάλουν τα ομμάτια τους, η να τσακίσουν τα χέρια τους και τα ποδάρια τους, και άλλα πολλά κακά εργαζόμεθα διά να θυμώνεται το ένα κατά του άλλου, και να πηγαίνουν οι γονείς των εις τα κριτήρια και εις τους αυθεντάδες να εξοδιάζουν το βίον τους και να χαλούν τα υπάρχοντα τους και να τα φθείρουν του κακού, επειδή αυτό είνε διάφορον εδικόν μας οπού εχωμεν και από τα δύο μέρη."
Λέγει του ο άγιος "αμή εις τον διδάσκαλον, οπού μανθάνει τα παιδία γράμματα, υπάγετε και εκεί να κάμνετε σκάνδαλα;"
Λέγει του ο δαίμων "εις αύτα υπάγομεν, αμή στεκόμεθα από μακράν, διότι κρατούν τα βιβλία και διαβάζουν τα γράμματα, με τα οποία πολλά μας κατακραίνουν και μας κατηγορούν, διά τούτο δεν υπάγωμεν σιμάτων, παρ΄όταν παύσουν και δεν διαβάζουν, τότε υπάγωμεν κοντά των και βάνωμεν εις αυτά πολλούς λογισμούς διά να μισούν το γράμματα, διά να μη διαβάζουν, ώστε να μισούν τα λόγια του Θεού, και να κάμνουν το θέλημα μας, διατί διαβάζοντας πολλά από αυτά τα παιδία γυρίζουν εις θεογνωσίαν και έχουμεν πολλήν αδικίαν από αυτά, και διά τούτο σπουδάζομεν να κάμνουν το θέλημα μας βάνοντας εις αυτά, μεγάλας παιδεύσεις και τιμωρίας, και τότε τα γράφομεν εις το κατάστιχόν μας, συντρίβοντες από αυτά την χάριν του Θεού επειδή όσοι αναγινώσκουν τα γράμματα πολλά μας υβρίζουν, και διά τούτο κάμνομεν τα παιδία να μισούν τα γράμματα, και να μη θέλουν να τα ιδούν, κάμνοντες και τους γονείς των να γίνωνται αμελείς και να μην τα παιδεύουν εις τα γράμματα" επειδή διά των ιερών γραμμάτων δοξάζεται ο Θεός διά την πολλήν χάριν όπου έχουν.
Ταύτα άκουσας ο άγιος παρά του δαίμονος, είπεν εις αυτόν «Επιτιμήσει σε Κύριος ο Θεός, διάβολε, εις το πύρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον τω διαβόλω και της αγγέλοις αυτού». Και παρευθύς έγεινεν άφαντος ο δαίμων άπ΄ αυτόν. Και μείνας ο άγιος εκστατικός εκείνην την ώραν, είπε "Θεέ παντοκράτωρ και Κύριε του ελέους, ο ποιήσας τον ουρανόν και την γην και την θάλασσαν και πάντα τα εν αυτοίς, αυτός δέσποτα φιλάνθρωπε, ελευθέρωσαν με από τας χείρας του παμπόνηρου διαβόλου" και ποιήσας προσευχή - ο άγιος ύπνωσεν ολίγον. Προσελθών λοιπόν Άγγελος Κυρίου είπε προς αυτόν "Αντώνιε, είδες τον πονηρόν δαίμονα;" Ναί, είδα αυτόν απεκρίθη ο άγιος -αμή ποιός είσαι οπού μου συντυχαίνεις; Λέγει του ο Άγγελος "εγώ είμι ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και ήλθα να σου ειπώ να γράψεις τας πανουργίας των δαιμόνων και να τας φανέρωσης εις τον Κόσμον". Έξυπνος δε γενόμενος ο όσιος, ενεθυμήθη τα λόγια του Αγγέλου, και ευχαριστήσας τον Θεόν, είπεν "Ευχαρίστω σοι Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός των Δυνάμεων, οπού έστειλας τον Άγγελον σου λέγοντας μου να γράψω τας πανουργίας των δαιμόνων, πως αυτοί κάμνουσι φθόνους, φόνους, μάχας και ζηλοφθονίας μεταξύ των χριστιανών και ενεργούν εις αυτούς να εχθρεύωνται ένας τον άλλον, να μην τιμούν την αγίαν Κυριακήν, οπού έγεινεν η ανάστασις του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού"
Διά τούτο τέκνα μου αγαπητά εν Χριστώ, παρακαλώ να ακούσητε ταύτην μου την νουθεσίαν, και να απέχητε από κάθε λογοίς παιγνίδια και ατοπήματα, επειδή αυτά χαίρονται να βλέπουν οι πονηροί δαίμονες, οπού προξενούν εις τους ανθρώπους αμέτρητα σκάνδαλα, και να παρακαλάτε τον Θεόν να σας ελευθέρωση από όλα τα κακά και τας ενέδρας του μιαρού εχθρού μας, δαίμονος, και να έχωμεν τον Θεόν βοηθόν μας, ου η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...