Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κωνστάντιας και Αμμοχώστου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κωνστάντιας και Αμμοχώστου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιουνίου 15, 2013

KΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, Αποστ. Ανάγνωσμα: Πράξεων 20 16-18, 28-36 εκ της ΙεράςΜητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου


 «Αποστολικών παραδόσεων, ακριβείς φύλακες γεγόνατε, άγιοι πατέρες · της γαρ αγίας Τριάδος το ομοούσιον, ορθοδόξως δογματίσαντες, Αρείου το βλάσφημον, συνοδικώς κατεβάλετε…» (Δοξαστικό αποστίχων εσπερινού αγίων Πατέρων).

Σήμερα, μια Κυριακή πριν την Πεντηκοστή, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει τους 318 Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε στη Νίκαια της Κωνσταντινούπολης το 325 μ.Χ.. Στη Σύνοδο αυτή οι άγιοι Πατέρες διατράνωσαν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος και ομότιμος με το Θεό Πατέρα.
Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα τονίζεται η σημασία της συνεχούς επαγρύπνησης των ποιμένων της Εκκλησίας προς κάθε ένα που θα προσπαθήσει να διαστρέψει την αλήθεια και την παραδεδομένη πίστη του σώματος της Εκκλησίας. Επειδή όμως το θέμα των αιρέσεων-αιρετικών και των ποιμένων της Εκκλησίας αναπτύχθηκε στα προηγούμενα έτη, θα αναπτύξουμε το θέμα της προσευχής, ορμώμενοι από τον τελευταίο στίχο της αποστολικής περικοπής.
«και θείς τα γόνατα συν πάσι τοις άλλοις προσηύξατο»
Στο στίχο αυτό ο απόστολος και ευαγγελιστής Λουκάς μας περιγράφει τον απόστολο  Παύλο να γονατίζει και να προσεύχεται με τους πρεσβυτέρους, αφού πλέον έχει τελειώσει την αποχαιρετιστήρια ομιλία του προς αυτούς. Η προσευχή αυτή έρχεται να επισφραγίσει την ενότητά τους και την αδιάσειστη εμπιστοσύνη τους στην πρόνοια του Θεού. Αξίζει να σημειωθεί πως οι πρώτοι χριστιανοί είχαν τη συνήθεια να προσεύχονται γονατιστοί ως ένδειξη συντριβής έναντι του Κυρίου (π.χ. βλ. Πράξ. 7, 60 και 21,5) και επίσης να προσεύχονται θερμά προς τον Κύριο όταν θα χωρίζονταν μεταξύ τους για κάποιο ταξίδι (π.χ. βλ. Πράξ. 21, 5-6).
Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός συχνά αποσυρόταν και προσευχόταν, θέλοντας εμπράκτως να μας διδάξει τη μεγάλη αξία της προσευχής στη ζωή μας (βλ. π.χ. Λκ 6,12). Χαρακτηριστική είναι η προσευχή του Κυρίου στο όρος των Ελαιών πριν από το θείο πάθος (Λκ. 22, 39-44) και η υπόμνησή Του προς τους μαθητές : «προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν» (Λκ. 22, 46).
Κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος η προσευχή είναι «συνουσία και ένωση του ανθρώπου με το Θεό, συμφιλίωση με το Θεό, γέφυρα που σώζει από τους πειρασμούς, τοίχος που μας προστατεύει από τις θλίψεις, συντριβή των πολέμων, έργο των αγγέλων, η μελλοντική ευφροσύνη, πηγή των αρετών, πρόξενος των χαρισμάτων, αποκάλυψη των μελλοντικών πραγμάτων…» (Κλίμακα, Λόγος περί προσευχής, §1). Η προσευχή είναι κοινό έργο των ανθρώπων και των αγγέλων και διαφοροποιεί τους πρώτους από τα άλογα ζώα. Όταν ο άνθρωπος δεν είναι περιτειχισμένος με την προσευχή, τότε εύκολα τον υποτάσσει ο διάβολος και τον κάνει δεκτικό κάθε αμαρτίας, όπως ο εχθρός εύκολα κυριεύει μια πόλη  που δεν έχει κανένα τοιχόκαστρο (πρβλ. Μαργαρίται Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος περί προσευχής). Η προσευχή συνοδεύει κάθε φάση και έκφανση της ζωής του χριστιανού: «Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά...» (Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Εκδ. Ι.Μ. Χρυσοπηγής, σ. 280).  
Ο γέροντας Παΐσιος  ο Αγιορείτης συμβουλεύει ότι μια καλή προετοιμασία για την  προσευχή είναι η μελέτη πνευματικών βιβλίων: «Η μελέτη πνευματικών βιβλίων συγκεντρώνει το νου, θερμαίνει την καρδιά και προετοιμάζει για την προσευχή» (Ιερομ. Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σ. 492). Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τονίζει ότι προυπόθεση της προσευχής είναι η αμνησικακία (βλ. Κλίμακα, Λόγος περί προσευχής, §4). Βέβαια, προϋπόθεσή της είναι και η ταπείνωση, όπως φαίνεται καθαρά μέσα από την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου ( ).
Η προσευχή καλό είναι να περιλαμβάνει πρώτα την ειλικρινή ευχαριστία, έστω και για τα πιο μικρά, έστω και για το ότι υπάρχουμε. Δεύτερον, ας περιλαμβάνει την συναίσθηση των αμαρτιών και των παθών μας και την ομολογία τους προς τον Κύριο. Τέλος, ας περιλαμβάνει την αναφορά των αιτημάτων μας (πρβλ. Κλίμακα, Λόγος περί προσευχής, §6).
Τα είδη και οι τρόποι της προσευχής ποικίλουν. Προσευχή γίνεται στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας και στη μυστηριακή της ζωή. Υπάρχει βεβαίως και η κατά μόνας προσευχή του πιστού και η λεγόμενη «προσευχή του Ιησού». Στην τελευταία θα σταθούμε λίγο, γιατί συχνά παραθεωρείται ως έργο μόνο των μοναχών. Η αξία της μονολογίστου ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με» έχει ανυπολόγιστη αξία, γιατί μέσα σε λίγες λέξεις συνδέεται η ομολογία του Θεανθρώπου με την ομολογία της ανάγκης μας για το έλεός Του σε μας. Γνωρίζουμε τη δύναμη του Χριστού, γνωρίζουμε τη δική μας ασθένεια και γι’ αυτό ριχνόμαστε στο πέλαγος της ευσπλαχνίας Του και της θείας πρόνοιάς Του. Ας προσπαθούμε να λέμε την ευχή όποτε μας δίνεται η ευκαιρία, άλλοτε ψιθυριστά, άλλοτε νοερά, άλλοτε φωνακτά, ως να έχουμε τον Κύριο ενώπιόν μας και τότε θα απολαύσουμε τους θησαυρούς της. Ο γέροντας Πορφύριος αναφέρει: «Για μένα το «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» τα λέει όλα!» (Ανθολόγιο Συμβουλών, Εκδ. Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος Μήλεσι Αττικής, σ. 380).  
Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να κάνουμε την προσευχή αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής μας, αφού όποιος θέλει να αγαπά το Θεό ξέρει να προσεύχεται.

Παρασκευή, Μαΐου 31, 2013

Κυριακή της Σαμαρείτιδος, Ευαγγ.ανάγνωσμα: Ιω. 4, 5-42 εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου

Η Ευαγγελική Περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος αναφέρεται στο διάλογο που είχε ο Ιησούς Χριστός με μια Σαμαρείτιδα γυναίκα, η οποία μάλιστα εθεωρείτο από τους Εβραίους ως ξεπεσμένη και αμαρτωλή, που είχε αρνηθεί και προδώσει την εθνική Ιουδαϊκή της ταυτότητα. Γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής Ιωάννης τονίζει ότι δεν συνήθιζαν να έχουν κάποια επικοινωνία ή επαφή οι Εβραίοι με τους Σαμαρείτες. ΄Οπως, όμως, και στην περίπτωση της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη, όπου αποδεικνύεται ότι κοντά στον Θεό δεν βρίσκεται αυτός που θεωρητικά διεκδικεί κάτι τέτοιο, αλλά εκείνος ο οποίος ποιεί το θέλημα του Θεού.
 Έρχεται ο Χριστός σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Σιχάρ. (Σαμάρεια ονομάσθηκε η πόλη που έκτισε το 880 π.Χ. ο βασιλιάς του Ισραήλ, Αμβρί, έπειτα το όρος Σομόρ που ήταν η ακρόπολή της και τέλος όλο το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, που καταλύθηκε από τους Ασσυρίους το 721 π.Χ. και ο ηγεμόνας τους εγκατέστησε εκεί εθνικούς από πολλά μέρη).
 Εκεί ήταν η πηγή του Ιακώβ, το πηγάδι που εκείνος είχε ανοίξει. Κουρασμένος ο Ιησούς από την οδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα από το πηγάδι, γιατί οι μαθητές του πήγαν να αγοράσουν τροφές. Έρχεται εκεί μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να πάρει νερό και ο Ιησούς διψώντας ως άνθρωπος, της ζήτησε νερό.
 Αυτή αντελήφθηκε από την εμφάνισή του ότι ήταν Ιουδαίος και θαύμασε πως ένας Ιουδαίος ζητά νερό από την εθνική Σαμαρείτιδα. Αν γνώριζες, της είπε, τη δωρεά του Θεού, ποιός είναι αυτός που σου ζητά να πιεί νερό, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε ζωντανό νερό. Δωρεά του Θεού είναι, επειδή θεωρεί αγαπητούς όλους ακόμα και τους μισητούς από του Ιουδαίους εθνικούς και προσφέρει τον εαυτό του και καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητάς του.
 Η Σαμαρείτιδα δεν κατάλαβε το μεγαλείο του ζωντανού νερού, απορεί που θα βρεί νερό χωρίς κουβά σε ένα βαθύ πηγάδι. Έπειτα επιχειρεί να τον συγκρίνει με τον Ιακώβ, που τον αποκαλεί πατέρα, εξυμνώντας το γένος από το τόπο και εξαίρει το νερό με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να βρεθεί καλύτερο. Όταν όμως άκουσε ότι το «νερό που θα σου δώσω» θα γίνει πηγή που τρέχει προς αιώνια ζωή, άφησε λόγο ψυχής που ποθεί και οδηγείται προς τη πίστη και ζήτησε να το λάβει για να μη ξαναδιψάσει. Ο Κύριος θέλοντας να αποκαλύπτεται λίγο λίγο, της λέγει να φωνάξει τον άνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους άνδρες είχε και αυτόν που έχει τώρα δεν είναι δικός της. Εκείνη όμως δεν στενοχωρείται από τον έλεγχο, αλλά αμέσως καταλαβαίνει ότι ο Κύριος είναι προφήτης και του ζητά εξηγήσεις σε θεολογικά και όχι μόνο ζητήματα.
 Ρωτά που πρέπει να λατρεύεται σωστά ο Θεός, εδώ σ' αυτό το τόπο ή στα Ιεροσόλυμα; Και τότε παίρνει την απάντηση, ότι έρχεται η ώρα οπότε ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήτε τον Πατέρα. Της γνωρίζει μάλιστα ότι η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους, δεν είπε θα είναι, στο μέλλον, γιατί ήταν αυτός ο ίδιος. Έρχεται ώρα και είναι τώρα που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνούν το Πατέρα κατά Πνεύμα και αλήθεια.
 Γιατί ο ύψιστος και προσκυνητός Πατέρας, είναι Πατέρας αυτοαληθείας, δηλαδή του μονογενούς Υιού και έχει Πνεύμα αληθείας, το Πνεύμα το Άγιο και αυτοί που τον προσκυνούν, το πράττουν έτσι διότι ενεργούνται δι' αυτών. Ο Κύριος απομακρύνει κάθε σωματική έννοια τόπο και προσκύνηση, λέγοντας: «Πνεύμα ο Θεός και αυτοί που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν κατά Πνεύμα και αλήθεια». Ως πνεύμα που είναι ο Θεός είναι ασώματος, το δε ασώματο δεν ευρίσκεται σε τόπο ούτε περιγράφεται με τοπικά όρια. Ως ασώματος ο Θεός δεν είναι πουθενά, ως Θεός  είναι παντού, ως συνέχων και περιέχων το πάν.
 Παντού είναι ο Θεός όχι μόνο εδώ στη γη αλλά και υπεράνω της γης. Βέβαια και η ψυχή και ο άγγελος είναι ασώματα, δεν είναι όμως σε τόπο, αλλά δεν είναι και παντού, γιατί δεν συνέχουν το σύμπαν αλλά αυτά έχουν ανάγκη του συνέχοντος.
 Η Σαμαρείτιδα καθώς άκουσε από το Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, αναπτερωμένη, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο Μεσσία, τον λεγόμενο Χριστό που όταν έρθει θα τα διδάξει όλα. Έτσι προλαβαίνει περί του Χριστού ότι θα διδάξει όλη την αλήθεια. Μόλις την είδε ο Κύριος τόσο θερμή της λέγει απροκάλυπτα: Εγώ είμαι ο Χριστός, που σου μιλώ. Εκείνη γίνεται αμέσως εκλεκτή ευαγγελίστρια και αφήνοντας τη στάμνα και το σπίτι της τρέχει και παρασύρει όλους τους Σαμαρείτες πρός το Χριστό και αργότερα με τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ως Αγία Φωτεινή 26 Φεβρουαρίου) σφραγίζει με το μαρτύριο την αγάπη της προς τον Χριστό.
 Το παράδειγμα της Σαμαρείτισσας που μας προβάλλει η Εκκλησία μας, αποβλέπει επίσης να δώσει ένα μήνυμα ελπίδας σε όσους από εμάς έχουμε εγκλωβισθεί κι αιχμαλωτισθεί από μεγάλες αμαρτίες, να συνειδητοποιήσουμε ότι, όταν ζητήσουμε συγχώρεση από τον Θεό, και δείξουμε πραγματική μετάνοια, μας δέχεται πάλι κοντά Του. Ταυτόχρονα με την αναφορά στην έκλυτη κι αμαρτωλή ζωή της Σαμαρείτιδος γυναίκας, που άλλαξε τόσους άνδρες, με τις παράνομες σχέσεις της, η Εκκλησία μας θέλει να μας υπενθυμίσει και να μας υπογραμμίσει τη σημασία του Μυστηρίου του Γάμου.

Σάββατο, Μαΐου 25, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ, Εξουσία προς τους Αποστόλους να τελούν θαύματα -Αποστ. Ανάγνωσμα, Πράξεις 9: 32 – 42, (26-5-2013) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου













Η αποστολική περικοπή της Κυριακής του Παραλύτου, περικοπή παρμένη από τις Πράξεις των Αποστόλων, περιγράφει την επιτέλεση δύο θαυμάτων κατά τη διέλευση του Πέτρου από την περιοχή της Λύδδας, της Ιόππης και του Σάρωνα. Αυτή η πράξη, της τέλεσης θαυμάτων από τον Απόστολο Πέτρο στην προκειμένη περίπτωση και τους άλλους Αποστόλους κατ’ επέκταση, έρχεται ως συνέχεια των θαυμάτων του Ιησού Χριστού και ως πραγμάτωση της εντολής του Κυρίου κατά την παράδοση της Αποστολικής αξίας. Μέρος της αποστολικής αυτής αξίας είναι και η θεραπεία ασθενών και η τέλεση θαυμάτων, «Πορευόμενοι δε κηρύσσετε λέγοντες ότι ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών. Ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε, δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δώτε» (Μτθ. 10:7-8), καθώς επίσης «και έχειν εξουσίαν θεραπεύειν τας νόσους και εκβάλλειν τα δαιμόνια» (Μρκ. 3:15). Ο Χριστός έδωσε την εξουσία στους Αποστόλους να τελούν θαύματα στο όνομά του και στο όνομα του ουράνιου Πατέρα, καθιστώντας και με αυτό τον τρόπο, τους Αποστόλους συνεχιστές του θείου έργου Του. Με την τέλεση θαυμάτων γίνονται οι άμεσοι σύνδεσμοι του ουρανού και της γης. Οι δίοδοι, διαμέσου των οποίων ενεργεί η χάρη του Τριαδικού Θεού στον κόσμο. Θαύμα θεωρείτε η θεραπεία διαφόρων ασθενειών (θεραπεία λεπρού και παραλύτου Μτθ. 8:1-17, θεραπεία τυφλού Λκ. 18:35-43), ο δαμασμός στοιχείων της φύσεως (διαχωρισμός Ερυθράς θάλασσας από το Μωϋσή (Έξοδος 14:15-31), κατευνασμός κυμάτων από το Χριστό, Λκ. 8:22-25), η Ανάσταση νεκρών (Ανάσταση Λαζάρου Ιω. 11:1-44 , Ανάσταση υιού χήρας Ναΐν Λκ.7:11-17, Ανάσταση του υιού της χήρας από τον προφήτη Ηλία Γ’ Βασιλειών 17:18-24), εξορκισμός δαιμονικών πνευμάτων (Λκ. 11:14-23), ο πολλαπλασιασμός των άρτων και των ψαριών με αποτέλεσμα τον χορτασμό των πέντε χιλιάδων (Λκ. 9:10-17). Το θέμα της Ανάστασης των νεκρών έχει εξέχουσα θέση στη Αγία Γραφή.

Ομοιότητα του θαύματος της ανάστασης της Ταβιθάς, με την ανάσταση της κόρης του Ιάειρου
 Η περιγραφή του θαύματος της ανάστασης της Ταβιθάς από τον Απόστολο Πέτρο, ομοιάζει κατά πολύ με την περιγραφή του θαύματος της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου από το Χριστό (Μρκ. 5:21-24, 35-43). Και στις δύο περιπτώσεις, της θεραπείας του Αινέα και της ανάστασης της Ταβιθάς, ο Απ. Πέτρος χρησιμοποιεί το ίδιο ρήμα. Στον Αινέα λέει «ανάστηθι και στρώσον σεαυτώ» (Πρξ. 9:34) και στην άλλη περίπτωση «Ταβιθά,ανάστηθι» (Πρξ. 9:40). Διαπιστώνουμε ότι και ο Χριστός χρησιμοποιεί παρόμοια ορολογία, για παράδειγμα στη σημερινή ευαγγελική περικοπή της θεραπείας του Παραλύτου που λέει στον παράλυτο «έγειρον, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει» (Ιω. 5:8) και στην περίπτωση της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου «ταλιθά κούμι ό εστί μεθερμηνευόμενον, το κοράσιον σοι λέγω, έγειρε» (Μρκ. 5:41). Η χρησιμοποιηθείσα ορολογία παραπέμπει στο γεγονός της Ανάστασης του Κυρίου, δηλαδή η αιτία τέλεσης θαυμάτων και το αποτέλεσμά τους έχει άμεση σχέση με το γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου. Όλα τα θαύματα που επιτελούνταν από το Χριστό ήταν προτυπώσεις της Αναστάσεως Του, εξ’ ου και η συγκεκριμένη ορολογία. Στη μετά την Ανάσταση του Κυρίου περίοδο, κατά την οποία οι Απόστολοι κήρυτταν και δίδασκαν το λόγο του Θεού τελώντας θαυμαστά γεγονότα, η ορολογία καταγραφής του θαύματος αλλάζει και προδηλώνει ξεκάθαρα την Ανάσταση του Κυρίου.
Τα κοινά σημεία μεταξύ των δύο γεγονότων είναι τα εξής, όπως στο θαύμα της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου ο Χριστός έβγαλε έξω από το χώρο που βρισκόταν το σώμα της νεαρής, τους πάντες και άφησε μόνο τους γονείς της και τους τρεις μαθητές που τον συνόδευαν, Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, έτσι και ο Απ. Πέτρος βγάζει έξω όσους βρίσκονταν και θρηνούσαν για το χαμό της Δορκάδας και μένει μόνος του. Οι ενέργειες που κάνει ο Απ. Πέτρος θυμίζουν κατά πολύ τις ενέργειες του Χριστού στο αναφερόμενο γεγονός, για παράδειγμα, όπως γονατίζει ο Χριστός και μιλά στο κορίτσι, έτσι και ο Απ. Πέτρος γονατίζει, προσεύχεται και απευθύνεται προς τη Δορκάδα και της μιλά. Ακόμη όπως ο Χριστός κάνει την κίνηση του χεριού και ανασηκώνει τη νεαρή, έτσι και ο Απ. Πέτρος παίρνει από το χέρι τη Δορκάδα και τη βοηθά να ανασηκωθεί. Και στις δύο περιπτώσεις γίνεται η παρουσίαση του αναστημένου προσώπου στους οικείους του από το Χριστό και τον Απόστολο Πέτρο σε κάθε περίπτωση αντίστοιχα.
Ομοιότητα ανάστασης Ταβιθάς με την ανάσταση του υιού της χήρας από τον προφήτη Ηλία
Η διήγηση, του θαύματος της ανάστασης της Ταβιθάς από τον Απόστολο Πέτρο, θυμίζει κατά πολύ την αποτύπωση του θαύματος της ανάστασης του υιού της χήρας από τον προφήτη Ηλία (Γ’ Βασιλειών 17:18-24). Ομοιάζουν σε πολλά σημεία οι δύο διηγήσεις. Ο προφήτης Ηλίας τελεί το θαύμα σε χώρο όπου βρίσκεται μόνος με το σώμα του νεαρού, όπως ακριβώς έκανε και ο Απόστολος Πέτρος με την Ταβιθά. Ο προφήτης Ηλίας προσεύχεται στο Θεό για να επιτρέψει την επιστροφή της ψυχής του παιδιού στο νεκρό του σώμα, όπως παρόμοια πράττει και ο Απ. Πέτρος προσευχόμενος για την ψυχή της Δορκάδας. Μετά την έγερση του νεαρού παιδιού ο προφήτης παρουσιάζει αναστημένο το παιδί στη μητέρα του για να πιστοποιήσει το χαρμόσυνο γεγονός, όπως ακριβώς έγινε και η παρουσίαση της Ταβιθάς στους παρευρισκομένους που θρηνούσαν το χαμό της.
Ανάσταση υιού της χήρας από τον Προφήτη Ηλία – Ανάσταση Εύτυχου από τον Απόστολο Παύλο (Πρξ. 20:7-12)
 Όπως και πιο πάνω, τα δύο αυτά γεγονότα συγκλίνουν αρκετά σε πολλά σημεία. Οι διηγήσεις τους ομοιάζουν κατά πολύ. Το γεγονός της ανάστασης του Εύτυχου από τον Απόστολο Παύλο συμπίπτει με την παραμονή και φιλοξενία του Απ. Παύλου στο συγκεκριμένο σπίτι, όπως ακριβώς έγινε και με τη φιλοξενία και παραμονή του προφήτη Ηλία στο σπίτι της χήρας. Με την γνωστοποίηση του θανάτου του Εύτυχου ο Απ. Παύλος «επέπεσεν αυτώ και συμπεριλαβών» (Πρξ. 20:10), όπως και ο προφήτης Ηλίας «και έλαβεν αυτόν εκ του κόλπου αυτής» (Γ΄ Βασιλειών 17:19). Οι ενέργειες και των δύο προσώπων, προδηλώνουν άμεσο ενδιαφέρον προς τα παθόντα πρόσωπα. Ακόμη ένα κοινό στοιχείο μεταξύ των διηγήσεων, όπως και στις πιο πάνω αναφερόμενες περιπτώσεις, και στην περίπτωση του Εύτυχου γίνεται παρουσίαση του αναστημένου προσώπου προς τους παρευρισκομένους για πιστοποίηση του θαυμαστού αυτού γεγονότος.
 Καθ’ όλη την επίγεια δράση του, ο Ιησούς Χριστός επιτελούσε διάφορα θαύματα. Αυτή την εξουσία της θαυματουργίας τη μετέδωσε και στους Αποστόλους και στη συνέχεια οι Απόστολοι τη μετέδωσαν στην Εκκλησία. Ωστόσο υπάρχουν και διάφορα μαγικά ή και ανεξήγητα φαινόμενα τα οποία επιτελούνται με τη συνεργεία του διαβόλου, όπως μαγείες, επικλήσεις πνευμάτων κλπ. Για να μπορούμε να διακρίνουμε τα θαύματα του Θεού ή κατά την αγιογραφική ορολογία τα «σημεία» του Θεού από τις δαιμονικές ενέργειες, πρέπει να εντοπίζουμε ορισμένα γενικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Ένα θαύμα για να θεωρηθεί «σημείο του Θεού» πρέπει καταρχήν το άτομο το οποίο θα επηρεαστεί από αυτό να έχει Πίστη, που είναι και το πιο βασικό χαρακτηριστικό (λ.χ. στη θεραπεία της κόρης της Σαμαρείτιδας ο Χριστός της λέει «η πίστη σου σέσωκέ σε» διότι όπως αναφέρει και ο Κύριος «εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω» Μτθ. 17:20), και έπειτα: α) να επιτελείται στο όνομα του Ιησού Χριστού, β) να οδηγεί τον άνθρωπο στη μετάνοια και στην αλλαγή ζωής και γ) να είναι πράξεις αγάπης και όχι επίδειξης.
Οι διηγήσεις τέλεσης θαυμάτων στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη συμπίπτουν κατά πολύ ως προς τον τρόπο παρουσίασης του γεγονότος. Θα λέγαμε ότι υπάρχει ένας «τύπος» – εάν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχει τέτοια συγκεκριμένη τυπική διάταξη τέλεσης θαύματος. Η επιτέλεση της θεραπείας από το Χριστό και τους Αποστόλους γινόταν με την επίθεση των χεριών στα ασθενή πρόσωπα είτε με μόνο την εκφορά λόγου (για παράδειγμα η θεραπεία του Παραλύτου επιτελέστηκε με την εκφορά λόγου από το Χριστό «λέγει αυτώ ο Ιησούς έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει», Ιω. 5:8, ενώ το θαύμα της θεραπείας του τυφλού της Βησθαϊδάς το τέλεσε με την επίθεση των χεριών Του στον ασθενή Μρκ. 8:22-26).
Αυτή η τακτική της επίθεσης των χεριών και διαμέσου αυτού να διαχέεται η χάρη του Θεού, πέρασε και στη λειτουργική χρήση της Εκκλησίας. Για παράδειγμα κατά το μυστήριο της ιεροσύνης ο Αρχιερέας θέτει το χέρι του στο κεφάλι αυτού που θα χειροτονηθεί, στο μυστήριο της εξομολογήσεως ο πνευματικός για να παράσχει άφεση αμαρτιών θέτει το χέρι του επί το μετανοούντα και πολλά άλλα.
Η τέλεση θαυμάτων από τον Απόστολο Πέτρο και τους άλλους Αποστόλους, αποκαλύπτει τη δύναμη του αναστάντος Χριστού. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός ενεργεί διαμέσου των αποστόλων και οι ίδιοι οι απόστολοι χρησιμοποιούν το όνομά του για να επιτελέσουν κάποιο θαύμα, όπως για παράδειγμα όταν ο Απόστολος Πέτρος θεράπευσε τον εκ γενετής χωλό του είπε «εν τω ονόματι Ιησού Χριστού του Ναζωραίου έγειρε και περιπάτει» (Πρξ. 3:6).
Κάθε θαύμα είναι η ενθύμηση της εγκαθίδρυσης της βασιλείας του Θεού στη γη. Είναι η ένδειξη της νέας κατάστασης που δημιουργείται μετά και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Στους Μακαρισμούς του ήχου της ημέρας - της Κυριακής του Παραλύτου - αναφέρεται το εξής «Αναστάς εκ των νεκρών, συνεξανέστησας ημάς εκ των παθών», δηλαδή «Εσύ που αναστήθηκες από τους νεκρούς (=που κατεπάτησες τα δεσμά του θανάτου), ανέστησες μαζί και εμάς από τη δουλεία των παθών». Αυτό ακριβώς συμβαίνει με την επιτέλεση ενός θαυμαστού γεγονότος. Μας υπενθυμίζεται η αποτελεσματική απόληξη της Ανάστασης του Χριστού. Με την επιτέλεση ενός θαύματος γίνεται η καταπάτηση της δουλείας των παθών και η ρήξη των δεσμών της αμαρτίας. Η επιτέλεση θαυμάτων από το Χριστό ερχόταν ως άμεσο συνεπακόλουθο της ιδιότητάς του ως του Δημιουργού μας και του «ιατρού των ψυχών και των σωμάτων ημών».
Οποιοσδήποτε μπορεί να θέσει κανείς το εξής ερώτημα: «Θαύματα επιτελούνταν μόνοκατά την αποστολική περίοδο που χρονικά ήταν κοντά στην εποχή δράσης του Ιησού και του γεγονότος της Ανάστασης ή επιτελούνται και στις μέρες μας;» Η απάντηση είναι προφανής. Και βεβαίως επιτελούνται στις μέρες μας θαύματα, απλά εμείς πολλές φορές δεν είμαστε σε θέση να τα διακρίνουμε και να τα ξεχωρίζουμε. Χρειάζεται διάκριση, άσκηση και πνευματική ενάργεια για να αντιληφθούμε το θαύμα. Ένα και σημαντικό να μας μένει μόνο, κάθε θαύμα είναι εκδήλωση και σημείο της βασιλείας του Θεού στη γη που προήλθε με τη δύναμη της ανάστασης του Χριστού.

Σάββατο, Μαΐου 18, 2013

Κυριακή των Μυροφόρων – «Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον• ήγέρθη, ουκ εστίν ώδε• ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου



 
Ευαγγ.Ανάγνωσμα: Μαρκ. 15, 43 – 16, 8
 Σήμερα, Κυριακή τρίτη από το Πάσχα, η Εκκλησία μας τιμά δυο ομάδες προσώπων: η πρώτη αποτελείται από δυο άνδρες, τον Ιωσήφ και το Νικόδημο, και η δεύτερη από τις μυροφόρες γυναίκες. Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος είναι αψευδείς μάρτυρες του πραγματικού θανάτου του Ιησού Χριστού και της ταφής Του και οι μυροφόρες είναι αυτές που άκουσαν πρώτες το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης και είχαν ακολούθως άμεση εμπειρία του Αναστάντος Κυρίου.
«Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον• ήγέρθη, ουκ εστίν ώδε• ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν»
 Η Ανάσταση του Θεανθρώπου Ιησού είναι η νίκη της ζωής εναντίον του θανάτου˙ ο Χριστός με το θάνατό του κατατρόπωσε το θάνατο και χάρισε σε μας την αιώνια ζωή. «Πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, Άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός, και συ καταβέβλησαι. Ανέστη Χριστός, και πεπτώκασι δαίμονες. Ανέστη Χριστός, και χαίρουσιν Άγγελοι. Ανέστη Χριστός, και ζωή πολιτεύεται…» (Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, Λόγος Κατηχητικός Κυριακής του Πάσχα).

 Ο θεάνθρωπος Ιησούς με το πάθος, τον εκούσιο σταυρικό θάνατο και την ανάστασή Του, λύτρωσε οριστικά εμάς τους ανθρώπους από την απελπιστική φθορά και το θάνατο και μας χάρισε την αιώνια ζωή: «Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν, έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος» (βλ. Όρθρο Κυριακής του Πάσχα). Ο Κύριος με την Ανάστασή του καταπατά το θάνατο, δίδει τη ζωή σε εκείνους που ήταν καταδικασμένοι να παραμείνουν στα μνήματα και διασφαλίζει την εκ νεκρών ανάσταση όλων των θανόντων. Αυτό άλλωστε φαίνεται ξεκάθαρα και στο εφύμνιο της Πασχαλινής περιόδου:  «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Ο αναστάς Κύριος μεταγγίζει σε μας την αθανασία και την παντοτινή αφθαρσία. Με το φως της Θεότητός Του διαλύει το σκοτάδι της φυλακής των ψυχών των ανθρώπων και ζωοποιεί τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έτσι το γεγονός του θανάτου καθίσταται ένα πέρασμα από την πρόσκαιρη ζωή στην αιώνια.
 Βέβαια, είναι κατά την ανθρώπινη φύση μας σχεδόν αδύνατο να μην δειλιάσουμε, να μην πονέσουμε και να μην θρηνήσουμε μπροστά στο γεγονός του θανάτου, επειδή είναι κάτι που αρχικά ήταν κάτι εντελώς ξένο προς εμάς. Ο ίδιος ο Κύριος ως τέλειος άνθρωπος δακρύζει μπροστά στο θάνατο του φίλου του Λάζαρου (βλ. Ιωαν. 11,35) και Τον κυριεύει αγωνία όταν πλησιάζει η σύλληψη και η σταύρωσή Του: «Η αγωνία Τον κυρίεψε και προσευχόταν πιο πολλή ώρα. Ο ιδρώτας του γινόταν σαν σταγόνες αίματος κι έπεφτε στη γη» (Λουκ. 22,44). Επίσης για το θάνατο του Κυρίου θρηνούν οι μαθητές Του (πρβλ. Λουκ. 23,17) και οι μυροφόρες γυναίκες (πρβλ. Ιωαν. 19,11).
 Εντούτοις, λόγω της βεβαιότητας της Αναστάσεως, ο πόνος μπροστά στο γεγονός του θανάτου δεν μας οδηγεί στην απελπισία, αλλά είναι συνυφασμένος με θεία παρηγοριά. Ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Χωρίς Θεό δεν ερμηνεύεται ο πόνος. Με λάθος πάλι Θεό, δεν παρηγορείσαι. Τί φοβερό που η Εκκλησία μας κηρύσσει Θεό Εσταυρωμένο! Πόσο τίμιο και πόσο αληθινό! Πόσο επαναστατικό για τη σκέψη μας και πόσο ανατρεπτικό! Ομολογεί Θεό που είναι για μεν τους Έλληνες μωρία, για δε τους Ιουδαίους σκάνδαλο. Θεό εκούσια ηττημένο, που δεν Τον αντέχει η ορθή λογική. Θεό που ομολογείται με θυσία τόσων μαρτύρων και θριαμβεύει. Θεό που διωκόμενος ζωντανεύει και θανατούμενος ανασταίνεται» («Εκεί που δε φαίνεται ο Θεός», σελ. 212-213).
 Ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού του Ζώντος, είναι αυτός που από την ανυπαρξία μας έπλασε και μας έδωσε τη ζωή. Αυτός και τώρα με την εκ νεκρών Ανάστασή Του μας χαρίζει την προοπτική της αιώνιας ζωής. Ας μη μείνουμε έξω του νυμφώνος. Ας προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το φως της Αναστάσεως.  Ας γευτούμε μαζί με τις Μυροφόρες και τους Αποστόλους την εμπειρία της καινούργιας ζωής και αφθαρσίας. Ας προσπαθούμε να γίνουμε μέτοχοι της αιωνιότητος διά μέσω της Εκκλησίας και των μυστηρίων της, για να έχουμε τη βεβαιότητα της Αναστάσεως και κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Γένοιτο!
Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ, θεολόγου-Μητρόπολη Κωνσταντίας

Σάββατο, Απριλίου 27, 2013

Κυριακὴ των Βαΐων -Προαναγγελία των Παθών από τους Προφήτες εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου



Προαναγγελία των Παθών από τους Προφήτες
Το θέμα το οποίο θα αναλύσουμε, λαμβάνοντας ως αρχή το «Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ' ότε εδοξάσθη ο Ιησούς, τότε εμνήσθησαν ότι ταύτα ην επ' αυτώ γεγραμμένα» (Ιω. 12:16) της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής, είναι η προτύπωση και προφήτευση του Θείου Πάθους του Ιησού Χριστού μέσα από κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης.
Η όλη περιγραφή του Θείου Πάθους γίνεται κυρίως στα δώδεκα ευαγγελικά αναγνώσματα του Όρθρου της Αγίας και Μεγάλης Παρασκευής, ο οποίος είθισται να τελείται τη Μεγάλη Πέμπτη εσπέρας.

Οι ευαγγελικές περικοπές προέρχονται και από τους τέσσερις Ευαγγελιστές (Μάρκο, Ματθαίο, Λουκά και Ιωάννη), κυρίως όμως γίνεται ευρεία χρήση περικοπών από τα ευαγγέλια των Ματθαίου και Ιωάννη. Αρχίζει η παρουσίαση του Θείου Πάθους από το έκτο κατά σειρά ευαγγέλιο το οποίο προέρχεται από το κατά Μάρκο ευαγγέλιο (Μκ. 15: 16-32). Προηγήθηκε η προδοσία του Ιούδα, η σύλληψη του Ιησού Χριστού και η παρουσίασή του ενώπιον των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Η άρνηση του Πέτρου καθώς και ο εξευτελισμός του Χριστού, ο χλευασμός του, το μαστίγωμα, η ένδυση της κόκκινης χλαμύδας και του ακάνθινου στεφάνου. Το νίψιμο των χεριών του Πιλάτου και η πορεία του Χριστού προς τον Γολγοθά. Όλα όσα συμβαίνουν στον Ιησού Χριστό, αλλά και οι πράξεις εκείνων που διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στα γεγονότα των Παθών, όπως των πολιτικών Ρωμαϊκών αρχών, των Ιουδαϊκών θρησκευτικών αρχών, των στρατιωτών, των Μαθητών και Αποστόλων του Χριστού, αποτελούν εκπλήρωση προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης για τον Μεσσία. Μερικές από αυτές τις προφητείες θα επισημάνουμε στη συνέχεια.
«Και μετά ανόμων ελογίσθη»
 Αυτή τη φράση τη βρίσκουμε στο Μκ. 15: 28. Είναι η προτύπωση της Σταύρωσης του Ιησού Χριστού μεταξύ δύο ανόμων, δύο ληστών. Αυτή την φράση την βρίσκουμε επίσης και στο βιβλίο του προφήτη Ησαΐα (Ησ. 53:12), βιβλίο το οποίο γράφτηκε πολύ πριν την περίοδο της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας του λαού του Ισραήλ, δηλαδή γύρω στα τέλη του 7ου αιώνα π. Χ. Η Σταύρωση δεν ήταν Ιουδαϊκός αλλά Ρωμαϊκός τρόπος τιμωρίας. Παρ’ όλα αυτά οι προφήτες προανήγγειλαν το γεγονός της σταύρωσης πολύ πριν ιδρυθεί η Ρώμη. Το γεγονός της Σταυρώσεως του Ιησού Χριστού εν μέσω δύο ληστών, καθώς επίσης και η όλη αντιμετώπισή Του από τα όργανα επιβολής δικαιοσύνης της τότε εποχής (Ρωμαίοι διοικητές, στρατιωτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες των Ιουδαίων), ως κοινού κατάδικου, ως ενός «ανόμου» ανάμεσα σε ανθρώπους κοινού εγκλήματος, προφητεύεται από τον προφήτη Ησαΐα εφτά αιώνες πριν την  επίγεια παρουσία του Ιησού Χριστού.
«Διεμερίσατο τα ιμάτιά μου εαυτοίς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον»
 Τη ψαλμική αυτή φράση την παραθέτουν και οι τέσσερις ιεροί Ευαγγελιστές (Ψαλμ. 22:19). Στο Μκ. 15:24, Μτθ. 27:35, Λκ. 23:34 και στο Ιω. 19:23-24. Είναι η περιγραφή του γεγονότος του διαμοιρασμού των ιματίων του Ιησού Χριστού κάτω από το Σταυρό κατά την ώρα της σταύρωσης. Ρωμαίοι στρατιώτες, με άγνοια και του Θεού και της προφητείας και μη ξέροντας τίποτα για την ιερή σημασία αυτού που έκαναν, εκπλήρωσαν απόλυτα τη λεπτομερή αυτή προφητεία του Ψαλμωδού. Ο διαμοιρασμός τους γινόταν μεταξύ των Ρωμαίων στρατιωτών που παρευρίσκονταν στο λόφο του Γολγοθά. Το μόνο ρούχο που δεν μπόρεσαν να διαμοιράσουν και για το οποίο έριξαν κλήρο ήταν ο άραφος χιτώνας του Ιησού Χριστού. «Ιμάτια μεν λέγει τα ερραμένα α και διείλοντο εαυτοίς οι στρατιώται. Ιματισμόν δε τον άρραφον χιτώνα, τον εκ των άνωθεν υφαντόν, υπέρ ου έβαλον κλήρον» (Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο’, Ψαλμοί τόμος 23, Αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακοπούλου, Θεσσαλονίκη, Δ’ έκδοση, σελ. 114, υποσημείωση 19). Όπως παρατηρεί και ο Αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος (ό.π.), είναι μία λεπτομέρεια η οποία εκπληρώθηκε κατά γράμμα κατά τη Σταύρωση του Κυρίου. Η εκπλήρωσή της μάλιστα έγινε από Ρωμαίους στρατιώτες, πρόσωπα τα οποία θα ήταν λογικά αδύνατο να είναι γνώστες των προφητικών κειμένων των Ιουδαίων, έτσι ώστε να μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η όλη κατάσταση ήταν μία σκευωρία με ιδιοτελή κίνητρα.
«ίνα τελειωθεί η γραφή λέγει: Διψώ»
 Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας μεταφέρει αυτό το οποίο είπε ο Ιησούς Χριστός στο Σταυρό, ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας της σταυρικής θυσίας του Κυρίου, μιας και ο ευαγγελιστής βρισκόταν κάτω από το Σταυρό. Αυτό πιστοποιείται από το γεγονός ότι ο Εσταυρωμένος Ιησούς αναθέτει τη φύλαξη της Μητέρας Του στον αγαπημένο του μαθητή, τον ευαγγελιστή Ιωάννη, και αντιστοίχως την ανάθεση του Ιωάννη ως υιού της Δικής του Μητέρας: «λέγει τη μητρί αυτού˙ γύναι, ίδε ο υιός σου. Είτα λέγει τω μαθητή˙ ιδού η μήτηρ σου» (Ιω. 19: 26-27). Αυτή η φράση «Διψώ» συνδέεται με τις Γραφές όπως σημειώνει ο ίδιος ο ευαγγελιστής (Ιω. 19: 28). Κυρίως δε με τον Ψαλμό «και έδωκαν εις το βρώμα μου χολήν και εις την δίψαν μου επότισάν με όξος» (Ψαλμός 68:22).
Ο συγκεκριμένος ψαλμός περιγράφει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος – ψαλμού, ο οποίος είναι πνιγμένος στη θλίψη γιατί διάφοροι εχθροί τον περιβάλλουν, αλλά παρηγορείται από το γεγονός ότι υποφέρει λόγω του ζήλου του για τα άγια πράγματα. Έχει την πεποίθηση και την αντίληψη ότι ο Θεός τον αγαπά και στο τέλος η δέησή του θα εισακουστεί. Πίσω από το συγκεκριμένο ψαλμό διαγράφεται έντονα το πρόσωπο του Μεσσία Χριστού. Ο συγκεκριμένος στίχος βρήκε πιστή εφαρμογή στη σκηνή της Σταύρωσης. Εκεί ο σταυρωμένος Χριστός ζητά νερό να σβήσει τη δίψα του και οι παριστάμενοι στρατιώτες, αντί νερό μουσκεύουν ένα σφουγγάρι με ξύδι και του το προσφέρουν, εκπληρώνοντας με αυτή τους την κίνηση ακόμη μία προφητεία για τα Πάθη του Ιησού Χριστού.
«Εγένετο γαρ ταύτα, ίνα η γραφή πληρωθή: ‘’Οστούν ου συντριβήσεται αυτού’’. Και πάλιν ετέρα γραφή λέγει: ‘’ Όψονται εις ον εξεκέντησαν’’»
 Τακτική της τότε εποχής, επί ρωμαϊκής κυριαρχίας, ήταν όταν κάποιοι κακοποιοί καταδικάζονταν σε θάνατο δια σταυρού, στην περίπτωση που βρίσκονταν αρκετή ώρα πάνω στο σταυρό και ακόμη ζούσαν, τους έσπαγαν τα πόδια για να τους οδηγήσουν γρηγορότερα στο θάνατο. Στην περίπτωση του Ιησού Χριστού κάτι τέτοιο δεν έγινε, δηλαδή δεν του έσπασαν τα πόδια αν και εβρισκόμενος για αρκετή ώρα πάνω στο σταυρό, λόγω του ότι ο Ιησούς Χριστός είχε ήδη ξεψυχήσει. Για να σιγουρευτούν όμως ότι ήταν νεκρός του τρύπησαν με λόγχη την πλευρά, από την οποία «εξήλθεν αίμα και ύδωρ» (Ιω. 19:34).
Αυτή η μη εφαρμογή της τακτικής της συντριβής των σκελών του Ιησού Χριστού επί του σταυρού, θα περνούσε απαρατήρητη με το οποιοδήποτε πρόσχημα. Μέχρι και αυτό το γεγονός όμως δεν είναι τυχαίο. Προφητεύθηκε στο βιβλίο των Αριθμών. «Και οστούν ου συντρίψουσιν απ’ αυτού» (9:12), δηλαδή από τον πασχαλινό αμνό δεν θα συντριβεί κανένα οστό. Ως προτύπωση του πασχαλινού αμνού έχουμε τον αμνό που θυσίασαν χωρίς να σπάσουν τα οστά του, όλες οι Ισραηλιτικές οικογένειες στην Αίγυπτο για τη σωτηρία των πρωτοτόκων παιδιών τους από το θάνατο. Η εντολή του Θεού ήταν: «Εν οικία μιά βρωθήσεται, και ουκ εξοίσετε εκ της οικίας των κρεών έξω και οστούν ου συντρίψετε απ’  αυτού» (Έξ. 12:46).  Ο Ιησούς Χριστός είναι ο κατ’ εξοχήν πασχαλινός αμνός, ο προσφερόμενος θυσία για τις αμαρτίες μας.
Στον Ψαλμό (21:15) «Διεσκορπίσθη πάντα τα οστά μου» βρίσκεται η πραγματοποίηση της Σταυρώσεως. Ο στίχος αυτός προδηλώνει τον πόνο που δοκίμασε ο Κύριος επί του Σταυρού, όπου έχοντας τα χέρια και τα πόδια καρφωμένα, όλο το βάρος του σώματός του προκάλεσε εξάρθρωση των οστών του, συν τοις άλλοις. Όπως ακριβώς ειπώθηκε σ’ αυτό το στίχο, έτσι και έγινε. Ακόμη στον Ψαλμό (33:21) «φυλάσσει Κύριος πάντα τα οστά αυτών, εν εξ αυτών ου συντριβήσεται». Ο στίχος αυτός συσχετίζεται με το χωρίο των Αριθμών (9:12), όπου προφητεύεται η μη συντριβή των οστών του Ιησού Χριστού επί του Σταυρού. Όπως αναφέρει ο Αρχιμ. Ιωήλ «Ούτω το γραφόμενον εδώ διά πάντα δίκαιον ευρίσκει την κατά γράμμα εφαρμογήν του εις το Πάθος Εκείνου, ο οποίος ήτο ο κατ’ εξοχήν δίκαιος» (ό. π., Ψαλμοί, τόμος 24ος, σ. 164, υποσημείωση 21). Ο Χριστός και πάλιν παρουσιάζεται ως ο «Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Εγκόλπιον του Αναγνώστου, Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, έκδοση ΙΕ’, σ.73) και του οποίου η θυσία μένει ολόκληρη, δεν τεμαχίζεται.
Επίλογος
 Η θυσία του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού από τη Ναζαρέτ, Υιού του Θεού που ενσαρκώθηκε από την Παρθένο Μαρία, προφητεύθηκε από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Πολλοί μετάνιωσαν μετά την καταδίκη και τη σταύρωσή Του, αφού είχαν δει τα σημάδια μετά την παράδοση του πνεύματός Του επί του Σταυρού: «Ιδών δε ο εκατόνταρχος το γενόμενον εδόξασε τον Θεόν λέγων: « Όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην». Και «πάντες οι συμπαραγενόμενοι όχλοι επί την θεωρίαν ταύτην, θεωρούντες τα γενόμενα, τύπτοντες εαυτών τα στήθη υπέστρεφον». (Λκ. 23: 47-48). «Ο δε εκατόνταρχος και οι μετ’ αυτού τηρούντες τον Ιησούν ιδόντες τον σεισμόν και τα γενόμενα εφοβήθησαν σφόδρα, λέγοντες αληθώς θεού υιός ην ούτος» (Μτθ. 27: 54).
Το νόημα και η σημασία της εισόδου του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα φαίνεται στο τροπάριο της Μεγάλης Δευτέρας «Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος τοις αποστόλοις έλεγε εν τη οδώ∙ Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και παραδοθήσεται ο Υιός του ανθρώπου, καθώς γέγραπται περί αυτού». Πιο κάτω μας προσκαλεί ο υμνωδός (Κοσμάς μοναχός) «Δεύτε ουν και ημείς, κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν ταις του βίου ηδοναίς ίνα και συζήσωμεν αυτώ».
Εισερχόμαστε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα. Στην τελική πορεία προς τα Θεία και Φρικτά Πάθη, τον Γολγοθά, τον Τάφο και εν τέλει την Ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας. Ας μετανοήσουμε για τα πάθη και τις αδυναμίες μας και ας αναφωνήσουμε και εμείς ως ο ληστής επί του Σταυρού «Μνήσθητι ημών Κύριε εν τη Βασιλεία Σου» (Λκ. 23: 42), αναμένοντας το «Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω». Το γεγονός της προφήτευσης του Πάθους από τους Προφήτες με τα πιο πάνω αναφερόμενα παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη, ας ενδυναμώσει την πίστη των πιστών Χριστιανών και ας γίνει εφαλτήριο αναζήτησης και ενδοσκόπησης των εχόντων ενδοιασμούς και απορίες.
Εν κατακλείδι παραθέτουμε ένα τροπάριο από το Μεγάλο Κανόνα του Αγίου Ανδρέου Κρήτης. Το τροπάριο αυτό συνοψίζει το όλο αίσθημα το οποίο πρέπει να έχει ο πιστός χριστιανός όχι μόνο τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, το αίσθημα της μετάνοιας και αναγνώρισης της αμαρτωλότητας του. Ας παρακαλέσουμε  κι εμείς, «Ως ο ληστής εκβοώ σοι το Μνήσθητι, ως Πέτρος κλαίω πικρώς, Άνες μοι Σωτήρ κράξω ως ο Τελώνης, δακρύω ως η Πόρνη δέξαι μου τον θρήνον, καθώς ποτέ της Χαναναίας» (Τροπάριο Ωδής η΄).
Θεοδώρου Χατζηζαχαρία, θεολόγου –Μητρόπολη Κωνσταντίας

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ, Αποστ.Ανάγνωσμα: Φιλιπ. 4.4-9


Η Κυριακή των Βαΐων μας εισάγει στο λειτουργικό κλίμα της Μεγάλης Εβδομάδας. Άλλωστε ο κύκλος των εορταζόμενων γεγονότων έχει αρχίσει από εχθές με την εορτή της αναστάσεως του Λαζάρου στη Βηθανία. Γίνεται περιγραφή δύο γεγονότων της Ανάστασης του Λαζάρου και της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.
Η θεολογική σκέψη του Απ. Παύλου περιστρέφεται γύρω απ την προαγγελία που κάνει ότι ο Κύριος εγγύς, δηλαδή ο Κύριος έρχεται σύντομα. Ο Απόστολος Παύλος όταν αναγγέλλει και βεβαιώνει για την εγγύτητα  της ελεύσεως του Χριστού, εννοεί τη Δευτέρα Παρουσία και τη φανέρωση της δόξας του Υιού του Θεού να κάθεται δοξασμένος στα δεξιά του Πατέρα και ως κριτή της Οικουμένης. Λειτουργικά η προειδοποίηση ότι «ο Κύριος εγγύς» σημαίνει τη πορεία του Χριστού προς το Πάθος, μια πορεία που άρχισε από σήμερα με την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και θα κορυφωθεί με το σταυρικό θάνατο, την ταφή και την Ανάστασή του. Μέσα από αυτά τα γεγονότα θα φανερωθεί η θεϊκή δόξα του πάσχοντος και αναστημένου Χριστού. Έτσι γίνεται προετοιμασία για την υποδοχή του Κυρίου. Εντούτοις η αποστολική περικοπή μας δίνει ορισμένες προτροπές  για το πώς να προετοιμασθούμε και να δεχθούμε το Χριστό.
Πρώτη προτροπή του Απ. Παύλου είναι το «χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, πάλιν ερώ χαίρετε». Η χαρά είναι ένα από τα κεντρικά θέματα της επιστολής προς Φιλιππησίους. Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζει ότι «όποιος είναι με το Θεό πάντοτε, πάντοτε χαίρει» (P.G 62, 283). Η χαρά των Χριστιανών πηγάζει από τον Κύριο, απορρέει από την πίστη μας στον Κύριο. Είναι καρπός της αδιάκοπης κοινωνίας μαζί του. Τότε μπορεί να χαίρεται ο πιστός και η χαρά του να είναι γνήσια όταν είναι ενωμένος με τον Κύριό του και αγωνίζεται να ζήσει κατά το θέλημα του Κυρίου. Η χριστιανική χαρά είναι συνεχής. Διαποτίζει ολόκληρη τη ζωή των πιστών. Εφόσον η χαρά μας πηγάζει από τον ίδιο τον Κύριο, τον ζώντα και αληθινό Θεό, τότε είναι αδιάκοπη διότι και η πηγή της είναι αστείρευτη και ανεξάντλητη. Μπορούμε και πρέπει να χαιρόμαστε πάντοτε. Ακόμη και κατά την ώρα των δοκιμασιών και των θλίψεων που αναπόφευκτα παρακολουθούν τη ζωή μας στον παρόντα κόσμο. Αυτό ακριβώς εννοεί ο Παύλος, όταν συνιστά οι πιστοί να χαίρονται πάντοτε. Η ταυτόχρονη  συνύπαρξη  στη ζωή των Χριστιανών  της λύπης και της χαράς, που προκαλεί στους πιστούς ο διάβολος και ο κόσμος (Ιω.16,33), και της χαράς που τους παρέχει η κοινωνία τους με τον Χριστό αποτελεί ένα από τα αξιοθαύμαστα γνωρίσματα του χριστιανικού αγώνα.
Δεύτερη προτροπή του Αποστόλου Παύλου είναι  το «επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις». Η επιείκεια σημαίνει τη σωστή και πρέπουσα συμπεριφορά του ανθρώπου έναντι του άλλου και γενικά σημαίνει την ηπιότητα και καλοσύνη και στον τρόπο αντιμετωπίσεως του συνανθρώπου.  Ο Απ. Παύλος προτρέπει τους Χριστιανούς να δείξουν τέτοια συμπεριφορά έναντι όλων των ανθρώπων. Η επιείκεια πρέπει να επιδεικνύεται όχι μόνο στους αδελφούς μας, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, αλλά και προς τους εχθρούς και προς τους αντιπάλους μας (PG 62, 283).  Ο επιεικής είναι ευγενής, γνωρίζει να αποφεύγει τη σκληρή συμπεριφορά και τους λόγους, γιατί πολλές φορές μας πληγώνουν. Η επιείκεια δεν φανερώνει  αδυναμία, αλλά είναι συνέπεια της εσχατολογικής βεβαιότητας ότι ο «Κύριος εγγύς».
Ωστόσο μέσα στο ίδιο κλίμα εντάσσεται και η τρίτη προτροπή του Αποστόλου: «Μηδέν μεριμνάτε, αλλ’ εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει  μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον Θεόν». Εφόσον ο ερχομός του Κυρίου είναι αδιαμφισβήτητη αλήθεια και κάτι που βρίσκεται πολύ κοντά, οι Χριστιανοί καλούμαστε να σταθούμε ελεύθεροι από την αγωνιώδη μέριμνα και τις ατελείωτες βιοτικές φροντίδες που κλονίζουν την πίστη στην πρόνοια του Θεού, που αφαιρούν από τις ψυχές μας τη χαρά που μας γεμίζουν άγχος και αγωνία. Ο Απόστολος δεν προσδιορίζει συγκεκριμένα τη μέριμνα για την οποία αναφέρεται. Είναι ενδεχόμενο να εννοεί τόσο τη μέριμνα για την οποία μίλησε ο Κύριος (Ματθ. 6,25) όσο και τη μέριμνα των Φιλιππησίων για τα ζητήματα της Εκκλησίας τους ή ακόμη για την κατάσταση  του ιδίου του Παύλου που βρισκόταν στη φυλακή. Αυτό που θέλει να διδάξει ο Απ. Παύλος είναι ότι οι Χριστιανοί οφείλουν να εμπιστεύονται τα πάντα στην πρόνοια του Θεού και αν διατηρούν τις καρδιές τους απρόσβλητες από τη σύγχυση και την αγωνία που προκαλεί η αγχώδης μέριμνα. Έπειτα η προσευχή ως τρόπος επικοινωνίας με τον Θεό μπορεί να είναι δέηση και παράκληση να μας διαφυλάξει από τις θλίψεις  και τους κινδύνους. Ακόμη πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό για όλα τα πράγματα ακόμη και γι’ αυτά που φαίνονται να είναι δυσάρεστα. Το να ευχαριστεί κάποιος τον Θεό όταν όλα στη ζωή του έρχονται κατ’ ευχήν είναι κάτι το φυσικό. Όμως το να τον  ευχαριστεί και για τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που επιτρέπει αυτό αποτελεί γνώρισμα πραγματικά ευγνώμονος ψυχής.
Οι προτροπές του απ. Παύλου προς τους Φιλιππησίους ολοκληρώνονται όταν ο Απόστολος καλεί  τους παραλήπτες  της επιστολής να σκέπτονται και να προσέχουν με σκοπό ασφαλώς να επιδιώξουν στη συνέχεια και τη εφαρμογή τους «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, εις τις αρετή και ει τις έπαινος».
Εν κατακλείδι, όπως επανειλημμένως είπαμε, ο Απ. Παύλος απευθύνει αυτή τη σειρά συμβουλών και προτροπών έχοντας υπ’ όψη και λέγοντας ότι «ο Κύριος εγγύς» Για μας αυτή η προειδοποίηση  ότι «ο Κύριος εγγύς» έχει την ισχύ της κατά διπλό τρόπο. Η πρώτη  είναι η  εσχατολογική έλευση του Χριστού για την οποία πρέπει απαραιτήτως να προετοιμαζόμαστε ανά πάσα στιγμή. Η δεύτερη είναι αυτή του ερχομού και της πορείας του Χριστού προς το Πάθος και την Ανάσταση. Έτσι, καλούμαστε σήμερα Κυριακή των Βαΐων, εν όψει της εισόδου μας στη Μεγάλη Εβδομάδα, να εντείνουμε την πνευματική μας προετοιμασία για την υποδοχή του σταυρωθέντος και αναστάντος Κυρίου μας εφαρμόζοντας το σύνολο των συμβουλών  και προτροπών του Απ. Παύλου.

Σάββατο, Απριλίου 20, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε’ ΝΗΣΤΕΙΩΝ, Αποστ. Ανάγνωσμα: Προς Εβραίους 9: 11-14 εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου




«δια δε του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα άγια, αιωνίαν λύτρωσινευράμενος».
 Τα Αποστολικά αναγνώσματα καθ΄ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής  και ειδικότερα καθώς προσεγγίζουμε τις μεγάλες ημέρες των Παθών του Κυρίου, μας εισάγουν στο βαθύτερο νόημα της Θυσίας του Σταυρού, αφού ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός πρόσφερε τον εαυτό του, ως Αρχιερέας της Νέας Διαθήκης για τη σωτηρία των ανθρώπων.
 Το Αποστολικό ανάγνωσμα της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών μας βοηθά να κατανοήσουμε την ασύγκριτη υπεροχή της Σταυρικής θυσίας και τη μοναδική αξία του αίματος του Χριστού. Για να μας τονίσει αυτή τη μοναδικότητα της θυσίας του Χριστού ο Απόστολος Παύλος τη συγκρίνει με τις θυσίες που έκαναν οι Ιουδαίοι αρχιερείς που θυσίαζαν ζώα, ταύρους και τράγους, για να καθαριστούν. Εδώ χρησιμοποιείται μία τυπολογία, όπως αποκαλείται από τη θεολογία, μεταξύ των θυσιών της Παλαιάς Διαθήκης και της θυσίας του Ιησού Χριστού. Οι πρώτες είναι τύπος και προεικόνιση της δεύτερης. Η θυσία του Ιησού Χριστού είναι η πραγματική λυτρωτική θυσία. Η προσφερόμενη κάθαρση από τις θυσίες ζώων ήταν μόνο εξωτερική, δηλαδή καθαρμοί σωματικοί προβλεπόμενοι από τις τελετουργίες καθαρμών της Παλαιάς Διαθήκης. Η κάθαρση από τη μοναδική και ανεπανάληπτη θυσία του Ιησού Χριστού είναι πραγματική και ουσιαστική για όλους τους ανθρώπους. Αυτή δεν αφορά καθαρμούς σωματικούς, αλλά την κάθαρση της συνείδησης, την κάθαρση από τα «νεκρά έργα», με το αίμα της θυσίας του Χριστού.  Ο Χριστός ως Μέγας Αρχιερέας μπήκε στα άγια των αγίων μια για πάντα για να θυσιάσει όχι ζώα, μοσχάρια και ταύρους, αλλά για να θυσιάσει τον ίδιό τον εαυτό Του, εξασφαλίζοντας έτσι για τους ανθρώπους την αιώνια σωτηρία. Αυτή η θυσία είναι αψεγάδιαστη και καθαρίζει την ψυχή και τη συνείδησή μας από τις αμαρτίες και τα έργα που μας οδηγούν στον πνευματικό θάνατο, για να μπορούμε έτσι να λατρεύουμε τον αληθινό Θεό.
 Ο αιώνιος Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος για να αναλάβει στους ώμους Του το φορτίο των αμαρτιών μας. Με τη σταυρική Του θυσία πρόσφερε στους ανθρώπους την αιώνια ζωή. Χάρις στο τίμιο αίμα Του, που ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ονομάζει «καθάρσιον» του ανθρώπινου γένους εξασφαλίσαμε για πάντα τη δυνατότητα της σωτηρίας. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «τούτο το αίμα εκχυθέν πάσαν την οικουμένην εξέπλυνε».
 Ο Χριστός πρόσφερε τον εαυτό του άπαξ δια παντός λυτρωτική θυσία. Η λύτρωση αυτή συνεχίζει να είναι επίκαιρη για κάθε άνθρωπο κάθε εποχής μέσα στην Εκκλησία, όπου προσφέρεται η αναίμακτη θυσία του Χριστού με τη Θεία Ευχαριστία. Ο Χριστός προσφέρθηκε ως λυτρωτική θυσία για να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τη δουλεία της αμαρτίας. Ο αμαρτωλός άνθρωπος λαμβάνει άφεση αμαρτιών μέσα από τη θυσία του Χριστού. Η Σταυρική θυσία του Χριστού καθαρίζει τη συνείδησή μας «από νεκρών έργων», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Απόστολος, δηλαδή από τις διάφορες μορφές της αμαρτίας που έχουν σαν αποτέλεσμα να μας καθιστούν νεκρούς πνευματικά και να μας απομακρύνουν από την πηγή της ζωής, που είναι ο Χριστός.
 Το αίμα του Χριστού μας χαρίζει τη δυνατότητα της αληθινής ζωής, είναι η δυνατότητα  να σωθούμε και ο τρόπος για να ζήσουμε και στη γη και στον ουρανό ενωμένοι με το Χριστό. Χάρη στο τίμιο αίμα Του έχουμε την απολύτρωση και την άφεση των παραπτωμάτων μας (Εφ. 1,7. Α’ Πέτρ. 1,19). Ο Χριστός ως Αρχιερέας  προσφέρει τη θυσία και ως αμνός προσφέρεται θυσία. Όπως λέγεται σε ευχή της θείας λειτουργίας, ο Χριστός είναι «ο προσφέρων και προσφερόμενος». Είναι «θύτης και θύμα». Ως  θύτης προσφέρει τη θυσία και ως άμωμον θύμα προσφέρει τον εαυτό του θυσία. Εξαιτίας αυτής της θυσίας  εξαγοραστήκαμε και λυτρωθήκαμε από την αιώνια κατάρα, δηλαδή την ετυμηγορία του Θεού προς τους πρωτόπλαστους μετά την παράβαση της εντολής Του και την έξοδό τους από τον Παράδεισο. Τώρα, με τη θυσία του Χριστού εξασφαλίσαμε και εξασφαλίζουμε άφεση  αμαρτιών,  αποκτήσαμε την υιοθεσία από τον Θεό-Πατέρα  μας, γίναμε ξανά πολίτες της βασιλείας των ουρανών.
 Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει το παράδειγμα της γυναίκας που τρέφει το έμβρυο με το αίμα της. Έτσι και ο Χριστός  με τη θυσία Του μας αναγέννησε και μας τρέφει συνεχώς με το αίμα Του. Στην Παλαιά Διαθήκη το αίμα των ταύρων και των τράγων εξάγνιζε τους θρησκευτικά μολυσμένους και τους καθάριζε εξωτερικά, σωματικά, «προς την της σαρκός καθαρότητα», για να μπορούν να μετέχουν στη λατρεία χωρίς να υποστούν κάποια τιμωρία για τις αμαρτίες τους. Ο Χριστός όμως ως Μέγας Αρχιερέας πρόσφερε τον εαυτό του για να οδηγήσει εμάς στην αιώνια απολύτρωση και όχι στην προσωρινή και εξωτερική καθαρότητα. Αυτή είναι λοιπόν η αιώνια και απροσπέραστη διαφορά της θυσίας ζώων της Παλαιάς Διαθήκης από τη θυσία του άσπιλου και άμωμου Ιησού Χριστού, του μεγάλου Αρχιερέα της Καινής Διαθήκης.
 Κατ’ επέκταση πρέπει να πούμε ότι και ο κάθε χριστιανός πρέπει να είναι θύτης και θύμα με την πνευματική έννοια. Θυσιάζει στο ναό της υπάρξεώς του όλα τα πάθη του αλλά και όλες τις δίκαιες και νόμιμες επιθυμίες του. Θυσιάζει όλα τα δικαιώματά του όπως και ο Χριστός. Ή ακόμα θυσιάζει και την ίδια του τη ζωή για την επικράτηση των αρχών της δικαιοσύνης και της ειρήνης και την ανατροπή της αδικίας που επιβάλλουν διάφοροι ισχυροί του κόσμου. Αυτή η προσωπική θυσία και η προσωπική ιερωσύνη είναι που χαριτώνει στο έπακρο τους ανθρώπους κάθε εποχής και ενεργοποιεί πλήρως τη Σταυρική θυσία.
 Αυτή η περίοδος που διανύουμε της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ιδιαίτερα της Μεγάλης Εβδομάδας, που  προετοιμαζόμαστε να σταθούμε κάτω από το Σταυρό του Κυρίου και θα πλησιάσουμε το ποτήριο για να κοινωνήσουμε το πανάγιο αίμα και σώμα Του, θα πρέπει, αφ’ ενός μεν, να το κάνουμε με καθαρή ψυχή και αγνισμένη συνείδηση και όχι απλά από συνήθεια, γιατί ο απόστολος Παύλος εφιστά την προσοχή μας ότι,  «Όποιος τρώει τον άρτον τούτον ή πίνει από το ποτήριο του Κυρίου χωρίς να είναι άξιος, θα είναι ένοχος απέναντι στο σώμα και το αίμα του Κυρίου» (Α΄ Κορ. 11,27). Αφ’ ετέρου δε, μιμούμενοι την κενωτική θυσία του Χριστού, που πρόσφερε τον εαυτό του μόνο για τους άλλους, πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη και να ενεργούμε και για εκείνους που υφίστανται κακώσεις, θλίψεις, διωγμούς και αδικίες και όπου μπορούμε να τους προσφέρουμε τη δική μας παρηγοριά.

Σάββατο, Απριλίου 13, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ, Αποστ. Ανάγν.: Εβρ. 6, 13-20 εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου



Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ο Απ. Παύλος επιθυμεί να ενισχύσει  τους παραλήπτες  της επιστολής να δείχνουν προθυμία στα αγαθά έργα της έμπρακτης αγάπης, πράγμα που φανερώνει τη σταθερότητα  και τη ζωντάνια της χριστιανικής ελπίδας. Ελπίζοντας οι πιστοί στις υποσχέσεις του Θεού έτσι θα αποφύγουν να περιπέσουν σε αμέλεια και θα γίνουν μιμητές εκείνων οι οποίοι με την πίστη και την υπομονή τους στο Θεό κληρονόμησαν όσα τους υποσχέθηκε.
Ωστόσο το αποστολικό αυτό ανάγνωσμα μας μεταφέρει στη συγκλονιστική εκείνη στιγμή που ο Θεός συνάπτει διαθήκη με τον Αβραάμ, επαγγελλόμενος πλούσια ευλογία και πολλούς απογόνους. Κι ο Αβραάμ αφού περίμενε υπομονετικά πάρα πολλά χρόνια , πέτυχε την εκπλήρωση της ευλογίας που του υποσχέθηκε ο Θεός. Απέκτησε παιδί από την Σάρρα, τον Ισαάκ και από αυτόν πληθύνθηκαν οι απόγονοί  του σε μεγάλο έθνος. Και για να τον βεβαιώσει ο Θεός γι’ αυτές τις επαγγελίες έδωσε τον όρκο ότι θα τις πραγματοποιήσει. Κι επειδή δεν υπήρχε τίποτε μεγαλύτερο για να ορκιστεί, ορκίστηκε στον εαυτό του. Κι ο Αβραάμ δέχτηκε την ένορκη υπόσχεση του Θεού. Οι υποσχέσεις του Θεού δεν δόθηκαν μόνο στον Αβραάμ και στους  απογόνους του, αλλά  σ’ όλους τους Ισραηλίτες και στο νέο Ισραήλ, σ΄ όλους δηλαδή  τους χριστιανούς. Σ΄ όλους τους πιστούς που θα κληρονομήσουν τις θείες επαγγελίες, ο Θεός ήθελε να δείξει καθαρά και με μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι ήταν αμετάκλητη απόφαση του να εκτελέσει όσα υποσχέθηκε. Η σύγκριση μεταξύ του Αβραάμ και του Ιησού Χριστού σημαίνει τη σύγκριση της πρώτης διαθήκης του Θεού με το Ισραήλ, του οποίου γενάρχης έγινε ο Αβραάμ, και της Νέας Διαθήκης του Θεού με ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Η Παλαιά Διαθήκη λαμβάνει την εκπλήρωση και το τέλος της με τον Ιησού Χριστό. Με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού αρχίζει η νέα Διαθήκη. Ο Χριστός καθίσταται ο Σωτήρας και η ελπίδα όλων να ανασυνδέσουν το εαυτό του με την μοναδική ελπίδα, τον Θεό, γιατί ο Χριστός είναι ο μοναδικός Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Γι’ αυτό και εισέρχεται ως Αρχιερέας στο θυσιαστήριο για να προσφέρει και να προσφερθεί θυσία.
Οι πιστοί, επομένως,  μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ενθάρρυνση, ώστε να κρατούν την ελπίδα που βρίσκεται μπροστά τους. Αυτή την ελπίδα ο Απ. Παύλος την παρομοιάζει με την άγκυρα της ψυχής μας. Και λέει ότι αυτή μας ασφαλίζει από πνευματικούς κινδύνους επειδή είναι αμετακίνητη. Έτσι θα  αναπτύξουμε  παρακάτω το θέμα της χριστιανικής ελπίδας.
Καταρχάς να σημειώσουμε ότι μιλώντας γενικά για ελπίδα εννοούμε τη βεβαιότητα για κάτι το σημαντικό που θα συμβεί στο εγγύς ή απώτερο μέλλον. Κατά  την προ Χριστού περίοδο το περιεχόμενο της ελπίδας ήταν η πίστη και η βεβαιότητα για την έλευση του Μεσσία και Λυτρωτή του ανθρώπινου γένους. Για τη μετά Χριστό περίοδο ελπίδα είναι η είσοδος μας στη βασιλεία των ουρανών. Αυτή η ελπίδα είναι γνήσια και αυθεντική γιατί πριν από εμάς εισήλθε στον ουρανό ο αναστάς Ιησούς Χριστός. Έπειτα η ελπίδα είναι η ρίζα της ζωής, χωρίς αυτήν ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει. Όταν χάσει την ελπίδα, χάνει τη δύναμη και το κουράγιο της ζωής.
Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του Αβράαμ θέλει να δυναμώσει και να στηρίξει την ελπίδα των πιστών στον Θεό και τις υποσχέσεις του. Για το λόγο αυτό επικαλείται το παράδειγμα του Αβραάμ και μας θυμίζει τα όσα του υποσχέθηκε ο Θεός, αλλά και πόση πίστη, μακροθυμία, υπομονή, ελπίδα και αδιαμαρτύρητη υπακοή και συμμόρφωση προς το θείο θέλημα επέδειξε ο πατριάρχης. Επομένως ο Θεός είναι πάντα συνεπής στις υποσχέσεις του και είναι αδύνατο να αποδειχθεί ψεύτης. Έτσι «ισχυράν παράκλησιν έχομεν οι καταφυγόντες κρατήσαι της προκείμενης ελπίδος» . Ποια ακριβώς είναι αυτή η ελπίδα; Ασφαλώς πρόκειται για τη βασιλεία του Θεού που δεν μπορούμε να την προσεγγίσουμε διαφορετικά παρά μόνο με την πίστη και την ελπίδα. Είναι η μακάρια ελπίδα της αιώνιας ζωής (βλ. Τιτ. 1,2 και 2,13),  «η ελπίς δικαιοσύνης» που απεκδεχόμαστε και η οποία «απόκειται ημίν εν τοις ουρανοίς»(βλ. Γαλ. 5,5 και Κολ. 1,5).
Η σάρκωση του  Ιησού Χριστού  και το απολυτρωτικό του έργο κατέστησε τη  Βασιλεία του Θεού και τη σωτηρία των ανθρώπων παρούσα στο χώρο και στο χρόνο. Εν τούτοις, εξακολουθεί να έχει εσχατολογική προοπτική, είναι ένα γεγονός που για να ολοκληρωθεί, θα μεσολαβήσει ο θριαμβευτικός ερχομός του Ιησού Χριστού ο «οποίος θα αποδώσει εκάστω κατά τας πράξεις αυτού» (Ματθ. 16,27). Έτσι, η ελπίδα εξακολουθεί να υπάρχει, είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός , η ελπίδα όλου του κόσμου, όπως λέει και ο Απ. Παύλος «Χριστός Ιησούς η ελπίς ημών» (Α΄ Τιμ. 1,1), είναι η ελπίδα που δυναμώνει την πνευματική μας ζωή και τον πνευματικό μας αγώνα. Όταν είναι «ζώσα» (Α΄ Πετρ. 1,3), τότε γίνεται μέσα μας πηγή υπομονής και θάρρους. Ο άνθρωπος που ελπίζει στον Θεό δεν κάμπτεται μπροστά στις δυσκολίες και τις δοκιμασίες της ζωής, δεν απελπίζεται στις δύσκολες στιγμές, μένει αταλάντευτα προσηλωμένος στον Χριστό. Εναποθέτει την ελπίδα του στον Χριστό και επικαλείται τη βοήθεια του με πίστη και υπομονή.
Εφ΄ όσον οι υποσχέσεις του Θεού παραμένουν αμετάκλητες, εμείς που καταφεύγουμε στον Θεό οφείλουμε να μείνουμε σταθεροί σ’ αυτά που ελπίζουμε. Η ελπίδα μας αυτή, μας ασφαλίζει και μας οδηγεί στα ενδότερα του καταπετάσματος, όπου μπήκε πριν από εμάς ο Ιησούς Χριστός, αρχιερέας για πάντα όπως ο Μελχισεδέκ. Ο Χριστός ως μέγας αρχιερέας με τη σταυρική του θυσία μπήκε στα άγια των αγίων που ήταν χώρος συναντήσεως του Θεού και όπου εισέρχονταν μόνο οι αρχιερείς. Ο Χριστός με τη θυσία του εισήλθε με τη θεία και  ανθρώπινη φύση στα Άγια των Αγίων  και έτσι οδήγησε την ανθρωπότητα στην ένωσή της με τον Θεό. Προπορεύτηκε για να διανοίξει το δρόμο για μας και, όπως ο ίδιος μας διαβεβαίωσε, για να μας ετοιμάσει τόπο στην αιώνια βασιλεία του (Ιω. 14,3). Πρόδρομος για μας ο Χριστός. Όχι απλώς  άνοιξε το δρόμο αλλά και  μας ενισχύει, ώστε να βαδίζουμε  κι εμείς το δρόμο που καταλήγει στον ουρανό. Άφησε ως οδοδείκτη  του Ουρανού το Ευαγγέλιο του. Και προσφέρει προς ενδυνάμωση στις δυσκολίες της αναβάσεως προς τους Ουρανούς τη χάρη του. Λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς. Ο δε πρόδρομος τινών εστι πρόδρομος, ώσπερ Ιωάννης του Χριστού. Και ουκ είπεν απλώς, εισήλθεν, αλλ΄ όπου πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν, ως και ημών οφειλόντων καταλαβείν. Ου πολύ γαρ του προδρόμου και των επομένων οφείλει είναι το μέσον˙ επει ουδ΄ αν ειη πρόδρομος. Τον γάρ πρόδρομον και τους επομένους εν τη αυτή χρή είναι οδώ, και το μεν οδεύειν, τους δε επικαταλαμβάνειν» (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την προς Εβραίους Επιστολή αρ. παραγράφου 2 , Ε.Π.Ε. 24, 478).
Η είσοδος αυτή του Χριστού ως πρόδρομου δημιουργεί την ελπίδα των Χριστιανών, η οποία ελπίδα παρομοιάζεται με την άγκυρα ενός πλοίου. Πώς ασφαλίζεται το πλοίο από τους κλυδωνισμούς, από τους δυνατούς ανέμους, τα πελώρια κύματα και την τρικυμία; Ρίχνει την άγκυρα του στο βυθό, που είναι σταθερός και αμετακίνητος. Η άγκυρα γαντζώνεται γερά και το πλοίο που βρίσκεται στην τρικυμισμένη επιφάνεια της θάλασσας μένει σταθερό, και όσο κι αν το κτυπούν οι άνεμοι, δεν πρόκειται να το μετακινήσουν. Χωρίς αμφιβολία η εικόνα της άγκυρας είναι η πιο παραστατική παραβολική έκφραση της ελπίδας. Ο Απ. Παύλος παρομοιάζει λοιπόν την ελπίδα μας προς τον Κύριο με μια άγκυρα. Μια άγκυρα όμως που δεν βυθίζεται στον πυθμένα της θάλασσας αλλά στο ιερότερο μέρος του σύμπαντος, στον ουρανό, στα επουράνια Άγια των Αγίων, στο θρόνο του Θεού. Οι τρικυμίες, οι ανεμοθύελλες και οι πειρασμοί της ζωής είναι πολλοί, αλλά εμείς πρέπει να παλεύουμε και να μην αντιστεκόμαστε, γιατί μπορεί να μην έχουμε φτάσει στον προορισμό μας όμως έχουμε εκεί αγκυροβολημένη την ελπίδα. Βρισκόμαστε ακόμα στη γη κι όμως με την ελπίδα βρισκόμαστε και στον ουρανό. Λέει ο ιερός Χρυσόστομος «Εν τω κόσμω έτι όντας ουδέπω μεταστάντας του βίου, δείκνυσιν ήδη όντας εν τοις επηγγελμένοις. Δια γαρ της ελπίδος ήδη εν τω ουρανώ εσμέν» (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την προς Εβραίους Επιστολή αρ. παργράφου 2, Ε.Π.Ε 24,476).

Σάββατο, Μαρτίου 30, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ B' ΝΗΣΤΕΙΩΝ, Αποστ. Ανάγνωσμα: Εβρ. 1,10- 2,3 (31-3-2013) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου


Το αποστολικό ανάγνωσμα της Β΄ Κυριακής των Νηστειών είναι παρμένο από το πρώτο και δευτερό κεφάλαιο της πρός Εβραίους επιστολής. Η επιστολή αυτή έχει ως κύριο θέμα της τη διδασκαλία για τη θεότητα του Ιησού Χριστού, ο οποίος ενανθρώπησε και πρόσφερε τον εαυτό του ως θυσία για τη δική μας σωτηρία. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που οδηγούμαστε πρός τα Άγια Πάθη η Εκκλησία έχει επιλέξει να τοποθετήσει ως αποστολικά αναγνώσματα απο την πρός Εβραίους Επιστολή έτσι ώστε να μας εντάξει στο όλο σταυροαναστάσιμο πνεύμα.
 Η σημερινή αποστολική περικοπή ξεκινά με ένα χωρίο το οποίο είναι παρμένο απο τους ψαλμούς και συγκεκριμένα απο τον 101ο ψαλμό. Το χωρίο αυτό αναφέρει: «Εσύ, Κύριε, αρχικά στερέωσες τη γη κι έργο δικό σου είναι οι ουρανοί. Αυτοί θα εξαφανιστούν, ενω εσυ αιώνια παραμένεις. Τα πάντα θα παλαιώσουνε σαν ρούχο. Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις και θ’αλλάξουν. Εσύ όμως παραμένεις πάντα ο ίδιος, τα χρόνια σου ποτέ δεν θα τελειώσουν». Από αυτό φαίνεται η διδασκαλία της Εκκλησίας μας για την δημιουργία του κόσμου απο την αρχή, από τον Χριστό.
 Μέσα από τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής για τη δημιουργία του κόσμου γίνεται κατανοητό ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο μέσα από το Λόγο του. Ο Λόγος του Θεού δεν είναι μια απρόσωπη δύναμη αλλά είναι προσωποποιήμενος στο πρόσωπο του Χριστού. Αυτό μας το βεβαιώνει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην αρχή του Ευαγγελίου του. «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην πρός τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή πρός τον Θεόν. Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν». Δηλαδή «Απ’ όλα πρίν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με το Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος. Απ’την αρχή ήταν αυτός με το Θεό. Τα πάντα δι’αυτού δημιουργήθηκαν κι’απ’ όσα έγιναν τίποτε χωρίς αυτόν δεν έγινε». Καθίσταται επωμένως σαφές οτι ο Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού μέσω του οποίου έχη δημιουργηθεί ο κόσμος.
 Συνεχίζοντας ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι ο Χριστός δεν είναι ένας άγγελος, γιατί οι άγγελοι είναι δημιουργήματα του Θεού. Οι άγγελοι είναι λειτουργικά πνεύματα τα οποία δοξολογούν τον Θεό και τον υπηρετούν στο επίγειο έργο του μεταφέροντας το θέλημά του στους ανθρώπους. Αυτό το θείο θέλημα το οποίο μεταφέρθηκε από τους αγγέλους προς τους ανθρώπους πριν από το Χριστό πολλοί το είχαν παραβεί η δεν υπάκουσαν σ’ αυτό, δεχόμενοι την τιμωρία που τους έπρεπε. Έτσι ο Απόστολος Παύλος προτρέπει τους αναγνώστες του και κατεπέκταση όλους τους πιστούς να παραμείνουν πιστοί στις αλήθειες που διακήρυξε ο Χριστός και τις βεβαιώνουν όσοι άκουσαν τον λόγο του και να μην ξεστρατήσουν ποτέ.
 Τις αλήθειες αυτές τις διαφυλλάσει και τις διακηρύσσει ακέραιες κατά το πέρασμα των αιώνων η αγία μας Εκκλησία μέσα από την ορθόδοξη θεολογία της. Ένας γνήσιος εκφραστής και συνεχιστής αυτών των αληθειών αποτελεί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ο οποίος αγωνίστηκε και θριάμβευσε εναντίον των κακοδόξων διδασκαλιών του μοναχού Βαρλαάμ. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γεννήθηκε στην Ασία το 1296. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια, πράγμα που του επέτρεψε να σπουδάσει διάφορες σπουδές, όπως φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Τελειώνοντας τις σπουδές του φεύγει για το Άγιο Όρος όπου αρχικά εγκαθίσταται στη μονή Βατοπαιδίου και κατόπιν στη Μεγίστη Λαύρα του αγίου Αθανασίου. Ακολούθως έρχεται στη Βέροια και ασκητεύει σε μια σπηλιά κοντά στη σκήτη του Προδρόμου. Λόγω εισβολής των Σέρβων στη περιοχή ξαναφεύγει και εγκαθίσταται ξανά στο Άγιο Όρος. Το 1346 γίνεται Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
 Ευρύτερα γνωστός γίνεται μετά το 1334 όταν αναλαμβάνει την υπεράσπιση του ησυχασμού εναντίον του λόγιου μοναχού Βαρλαάμ του Καλαβρού ο οποίος ειρωνευόταν τις θεωρίες των ησυχαστών, που έλεγαν ότι η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας. Ο Παλαμάς έκανε διάκριση μεταξύ της ουσίας και ενέργειας του Θεού. Η ουσία του Θεού είναι άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη ενώ οι ενέργειες του είναι μεν άκτιστες αλλά καταληπτές από τον άνθρωπο.
 Αποκαλείται και ως ο θεολόγος της χάριτος του Ακτίστου Φωτός, λόγω της διδασκαλίας του ότι το φώς το οποίο είδαν οι μαθητές του Χριστού στο όρος Θαβώρ, κατά τη μεταμόρφωση του, το βλέπουν και οι ησυχαστές οι οποίοι προσεύχονται με τη νοερή προσευχή προς τον Ιησού «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιε του Θεού ελέησον με τον αμαρτωλό». Κοιμήθηκε στις 14 Νοεμβρίου του 1359 σε ηλικία 63 χρόνων. Σχεδόν αμέσως μετά την κοίμησή του τιμήθηκε ως άγιος. Το λείψανό του βρίσκεται σήμερα στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, όπου διετέλεσε  Αρχιεπίσκοπος.
 Η πίστη στις αλήθειες τις οποίες διδαχτήκαμε από τον Χριστό και τους αποστόλους του, οι οποίοι έζησαν και βίωσαν αυτές κοντά του, αποτελεί το θεμέλιο λίθο της σωτηρίας μας. Η απομάκρυνση από αυτές φανερώνει την αμέλειά μας με την οποία αντιμετωπίζουμε τη σωτηρία μας. Αυτό μας τονίζει ο Απόστολος Παύλος μέσα από το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, αλλά και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μέσα από τη ζωή και τους αγώνες του για την επικράτηση της αληθείας. Αυτές τις αλήθειες οφείλουμε να διαφυλάττουμε και εμείς στη ζωή μας, έτσι ώστε να μην ξεστρατίσουμε από την οδό της σωτηρίας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...