Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κατήχηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κατήχηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Νοεμβρίου 25, 2012

Φέρτε τα παιδιά σας στην Εκκλησία



Φέρτε τα παιδιά σας στην Εκκλησία. Συνδέστε τα από τη βρεφική και νηπιακή τους ηλικία με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Μήν προφασιστείτε ότι δεν καταλαβαίνουν και κλαίνε. Αυτό είναι λάθος. Με την καθαρότητα και απλότητα που τα διακρίνει παίρνουν πιο σωστά μηνύματα. Από την Εκκλησία να μεταφερθεί το φιλακόλουθο πνεύμα στο σπίτι.

 Να προσεύχεται η οικογένεια, να γαληνεύει. Να ενώνονται οι φωνές γονιών – παιδιών στη προσευχή και στην ψαλμωδία. Να κάνουμε το Απόδειπνο. Να μιλάμε μεταξύ μας και με το Θεό με αγάπη. Να κλείσουμε την τηλεόραση. Να γίνουμε άνθρωποι μυστηριακής ζωής. Να οικειοποιηθούμε την αγιαστική χάρη της Εκκλησίας. Να εξομολογούμαστε. Να συγχωρούμε και να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλο μέσα στο σπίτι. Να επικρατεί στις σχέσεις μας ο ειρηνικός βίος, η αγάπη, η γαλήνη. Να μάθουμε να ησυχάζουμε, να ειρηνεύουμε, να μην πολυπραγμονούμε, να μην αγχωνόμαστε, να μή γινόμαστε νευρόσπαστοι.


Ζώντας σε ενότητα με τον εαυτό μας, βρισκόμαστε σε ενότητα με τον Θεό και με τους συνανθρώπους μας, βρισκόμαστε σε αρμονία με το σκοπό της ύπαρξής μας και αποβαίνουμε ολοκληρίομένες προσωπικότητες.

† πρωτοπρ. Ευέλθων Χαραλάμπους

Δευτέρα, Νοεμβρίου 05, 2012

ΦΕΡΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

15Του πρωτ. Ευέλθων Χαραλάμπους
Φέρτε τα παιδιά σας στην Εκκλησία. Συνδέστε τα από τη βρεφική και νηπιακή τους ηλικία με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Μήν προφασιστείτε ότι δεν καταλαβαίνουν και κλαίνε. Αυτό είναι λάθος. Με την καθαρότητα και απλότητα που τα διακρίνει παίρνουν πιο σωστά μηνύματα. Από την Εκκλησία να μεταφερθεί το φιλακόλουθο πνεύμα στο σπίτι. Να προσεύχεται η οικογένεια, να γαληνεύει. Να ενώνονται οι φωνές γονιών – παιδιών στη προσευχή και στην ψαλμωδία. Να κάνουμε το Απόδειπνο.

Να μιλάμε μεταξύ μας και με το Θεό με αγάπη. Να κλείσουμε την τηλεόραση. Να γίνουμε άνθρωποι μυστηριακής ζωής. Να οικειοποιηθούμε την αγιαστική χάρη της Εκκλησίας. Να εξομολογούμαστε. Να συγχωρούμε και να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλο μέσα στο σπίτι. Να επικρατεί στις σχέσεις μας ο ειρηνικός βίος, η αγάπη, η γαλήνη. Να μάθουμε να ησυχάζουμε, να ειρηνεύουμε, να μην πολυπραγμονούμε, να μην αγχωνόμαστε, να μή γινόμαστε νευρόσπαστοι.

Ζώντας σε ενότητα με τον εαυτό μας, βρισκόμαστε σε ενότητα με τον Θεό και με τους συνανθρώπους μας, βρισκόμαστε σε αρμονία με το σκοπό της ύπαρξής μας και αποβαίνουμε ολοκληρίομένες προσωπικότητες. 

πηγή

Κυριακή, Νοεμβρίου 04, 2012

Ο χώρος της ορθοδόξου αγωγής


1. Η ορθόδοξη εκκλησιαστική Παράδοση.
Η πραγματικότητα της Παραδόσεως είναι ο πρωταρχικός χώρος, όπου η Ορθοδοξία μπορεί να συναντηθεί με κάθε είδος και μορφή αγωγής. Και τούτο επειδή δεν μας είναι επιτρεπτό να μιλάμε και να ασχολούμεθα με την αγωγή, αν από την πρώτη στιγμή δεν ασχοληθούμε και δεν ερευνήσουμε το χώρο, απ’ όπου ξεπηδούν και προέρχονται τα διάφορα μορφωτικά αγαθά, που παραδίδονται στον παιδαγωγούμενο.
Είναι γεγονός, πως η αγωγή χρησιμοποιεί τη διαδικασία της παραδόσεως για να προσφέρει στο μορφούμενο το πνευματικό περιεχόμενο και τις διάφορες μορφές από τα μορφωτικά αγαθά, που ίσχυσαν ως παραδεκτά στη χρονική διάσταση του παρελθόντος. Η λειτουργία αυτή θα βοηθήσει τον παιδαγωγούμενο να αυξηθεί και να ωριμάσει σ’ ολόκληρη τη θεώρησή του ως ψυχοσωματική ολότητα, αφού φυσικά αποδεχθεί τα όσα του προσφέρονται με την αντίστοιχη δική του ενσωμάτωση και ένταξη στον πνευματικό κόσμο της παραδόσεως.
Έχουμε λοιπόν δύο σημεία, που συνιστούν την όλη λειτουργία της παραδόσεως στην αγωγή. Το ένα είναι η μετάδοση των μορφωτικών περιεχομένων και το άλλο είναι η προσωπική συνάντηση του παραδίδοντος (παιδαγωγός) με τον παραλάμβανοντα (παιδαγωγούμενος). Η αρμονική σύζευξη των δυο αυτών σημείων μας δίνει την ορθή και δυναμική λειτουργία της παραδόσεως. Κάθε δυσαρμονία ανάμεσά τους συγκλονίζει και διαστρέφει ολόκληρο το οικοδόμημα της αγωγής, Στην περίπτωση, που η παράδοση γίνεται μια λειτουργία υπερπροσωπική ή το πιο συνηθισμένο απρόσωπη, όταν δηλαδή εργάζεται ξέχωρα από την προσωπική υπόσταση του παιδαγωγούμενου, τότε αργά ή γρήγορα θα καταλήξει σε μια μηχανική μονάχα μετάδοση ενός κλειστού συστήματος από αφηρημένα θεωρητικά μορφωτικά αγαθά. Στη συνέχεια θα αγωνίζεται για την υπεράσπιση και κατίσχυσή της με το επιχείρημα, πως η μοναδική ασφάλεια και βεβαιότητα του ανθρώπου αποκαλύπτεται από τη στιγμή, που θα ενταχθεί στο συστηματικό αυτοματισμό της παραδόσεως. Έτσι εξηγείται, κάπως, γιατί η αγωγή βρίσκεται πάντοτε στο στρατόπεδο της συντηρήσεως, της παραδοσιαρχίας και αντιμετωπίζει τις περισσότερες φορές μ’ ένα αδιάλλακτο αρνητισμό κάθε τι το καινούργιο, που είναι έτοιμο να εισχωρήσει στο χώρο της.
Ο φόβος αυτός οφείλεται βασικά στο ότι η αγωγή δεν έχει ακόμα ανακαλύψει τη δημιουργικότητα, δυναμικότητα και αξία των ανθρωπίνων προσώπων που παιδαγωγεί και ακόμα στο γεγονός πως υποκύπτει στον πειρασμό του ιμπεριαλισμού και αγωνίζεται να επιβάλει την πνευματική κυριαρχία των ποικίλων μορφωτικών αγαθών ξέχωρα από κάθε προκοπή και αύξηση των παιδαγωγουμένων. Σε μια τέτοια διαγωγή της παιδαγωγικής και διδακτικής παραδόσεως πρέπει να υπογραμμίσουμε, πως και τα πιο πνευματικά μορφωτικά αγαθά χάνουν την αξία τους και αντί να ωφελήσουν με τον τρόπο που επιβάλλονται βλάπτουν και καταστρέφουν ανεπανόρθωτα. Η αγωγή που ξεχνάει ή αρνιέται, πως η αξία των αγαθών βρίσκεται αποκλειστικά και μόνο στο φορέα τους, δηλαδή στα ανθρώπινα πρόσωπα, έχει κιόλας εμπλακεί σε μια φοβερή κρίση, που τα αποτελέσματά της είναι και γι’ αυτήν απογοητευτικά και για τον άνθρωπο καταστρεπτικά.
Τελικά γινόμαστε μάρτυρες μιας φοβερής αντιδικίας ανάμεσα στα ποικίλα «παιδαγωγικά συστήματα» και στους παιδαγωγούμενους γενικά και ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους. Η αγωγή, που καταντάει να γίνει ένα από τα πολλά μηχανιστικά συστήματα, ισχυρίζεται, πως ολόκληρη η αλήθεια είναι με το μέρος της και πως πρέπει να την επιβάλει, έστω και αναγκαστικά, για το καλό τάχα των νέων ανθρώπων, που ιδιαίτερα σήμερα διακρίνονται για την αδιαφορία τους, για το μηδενισμό τους, για την καταστρεπτική και καταλυτική τους μανία. Έτσι τα μορφωτικά αγαθά, που παραδίδονται με τέτοιο τρόπο χάνουν τη ζωτική τους δύναμη μέσα στο χώρο της σκοπιμότητας και αντί να ανυψώσουν και να καλλιεργήσουν τις ανθρώπινες υπάρξεις, τις οδηγούν στον κρημνό μιας μόνιμης αντιδράσεως, στο χάος ενός αδιάκοπου ξεριζώματος, στο φαύλο κύκλο μιας συνεχούς διαμαρτυρίας, που αντί να μας αποκαλύψει τις καταχωμένες προσωπικές αξίες, μας τις απομακρύνει όλο και πιο πολύ από την περιοχή του ανθρώπινου προσώπου και τις οδηγεί στην πιο μακρινή Ανατολή για να βυθισθούν τελικά στο βασίλειο των απρόσωπων πνευμάτων, Δεν είναι βέβαια τυχαίο το γεγονός, πως η παγκοσμία ανησυχία των νέων ανθρώπων με τα διάφορα κινήματα των χίπηδων, των οπαδών της μαύρης μαγείας του σατανά, των μαζοποιημένων ομάδων κ.ά. απευθύνεται στις κατεστημένες πια παιδαγωγικές ιδεολογίες και συστήματα για να εκφράσει την αντίδραση και την αποδοκιμασία της και η ίδια αυτή ανησυχία κατευθύνεται προς τους χώρους του πρωτογονισμού ή της τελετουργικής ανθρωποθυσίας ή της ξεχασμένης κάπως ανθρωποφαγίας ή της αναζητήσεως του «προσώπου Νιρβάνα» στη φιλοσοφική και ασκητική θεώρηση των Γιόγκι,
Όλη «αυτή η κρίση στη σύγχρονη αγωγή μας προσκαλεί σε μιαν επαναθεώρηση και επανατοποθέτηση της πραγματικότητας της παραδόσεως, ως βασικού και ουσιαστικού παιδαγωγικού στοιχείου.
Και εδώ ακριβώς η δοκιμαζόμενη σύγχρονη αγωγή χρειάζεται τη συνδρομή και βοήθεια της Ορθοδοξίας. Η αποκάλυψη της πραγματικότητας, που λέγεται ορθόδοξη εκκλησιαστική Παράδοση, μπορεί πραγματικά να βοηθήσει όχι μονάχα στη ριζική θεραπεία του φαινομένου της διδακτικής παραδόσεως, αλλά και στο να περισώσει ολόκληρη την αγωγή από τη στιγμή που θα την προσλάβει στην καθολική της περιοχή και θα την προσαγάγει στο βασίλειο της Χάριτος και της εν Χριστώ ζωοποιήσεως και μεταμορφώσεως.
Η Εκκλησία προσφέρει με την παράδοσή της στους ανθρώπους την καθολική Αλήθεια, που ελευθερώνει και σώζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Η Αλήθεια της Εκκλησίας αποκαλύπτεται πάντοτε ως Ενυπόστατη, είναι δηλαδή ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός (βλ. Ιω. α’ 17). Προσφέρεται δε με μια κίνηση «παραλαβής» και. «παραδόσεως» («παρέδωκα. . . ο και παρέλαβον, ότι Χριστός απέθανεν,.. ότι ετάφη και ότι εγήγερται…» Α’ Κορ. ιε’ 3-4). Έτσι η εν Χριστώ μάθηση συνδέεται αναπόσπαστα με την «παραλαβή», που προϋποθέτει την «παράδοση», με την «ακοή» (ακρόαση), που είναι η απαρχή της αποδοχής (υπό-ακοή = υπακοή) και με την κοινωνία του προσώπου, που παραδίδει ή παραδίδεται (αλήθεια ενυπόστατη). «Ά και εμάθετε και παρελάβετε και ηκούσατε και είδετε εν εμοί » (Φιλ. δ’ 9). Συνέπεια αυτής της ζωντανής διαδικασίας είναι: «όσοι δεν παραλαμβάνουν την Αλήθεια είναι ανήμποροι να τη γνωρίσουν. Όσοι την παραλαμβάνουν παίρνουν την εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού». Ο κόσμος «αυτόν (το Χριστό) ουκ έγνω», διότι ενώ «εις τα ίδια ήλθον, οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον», «Όσοι δε έ λ α β ο ν αυτόν, έδωκεν αύτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι. . .» (Ιω. α’ 10-12).
Η παράδοση λοιπόν του Χριστού στους πιστούς αποτελεί την αφετηρία, αλλά και την αποκορύφωση στην παιδαγωγική και διδακτική συνάντηση της Εκκλησίας με τους ανθρώπους. Η παράδοση δε του Χριστού δεν γίνεται με τη μετάδοση ορισμένων γνώσεων ή συστηματικών εννοιών, αλλά με την αποκάλυψη, τη φανέρωση, την παρουσία του Χριστού ανάμεσα στη «σύναξη», στην «εκκλησία» των παιδιών του Θεού, που είχαν πρωτύτερα διασκορπιστεί από την αμαρτία και είναι τώρα ενωμένα στη Σάρκα και στο Αίμα του Κυρίου. Γι’ αυτό η Εκκλησία, ως Σώμα του Χριστού, γίνεται παράδοση από τη στιγμή που παραδίδει «ο και παρέλαβεν», ότι δηλαδή «ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί η
παρεδ ί δ ο τ ο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε· τούτο μού έστιν το σώμα το υπέρ υμών· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν…» {Α’ Κορ. ια’ 24-26).
Στη θεία Ευχαριστία λοιπόν η Εκκλησία παραδίδει τη μορφωτική της Αλήθεια, που είναι ο Χριστός. Η παρουσία Του ενώνει την ανθρώπινη φύση στο Πρόσωπό Του, μεταμορφώνει δε και αλλοιώνει τους χρονικούς περιορισμούς του ανθρώπου, που τελικά καταξιώνεται μέσα στην εκκλησιαστική λατρεία να ζει σ’ ένα αιώνιο παρόν, οπού τα πάντα ενωμένα με το Χριστό αναφέρονται αδιάκοπα στο Θεό-Πατέρα. Αυτή η καινοτομία στην ανθρώπινη φύση και το χρόνο μας προσφέρει την παιδαγωγική πραγματικότητα της παραδόσεως, όπου μας αποκαλύπτονται τα εξής βασικά σημεία, που με την απαραίτητη παρουσία τους μας δείχνουν από τη μια μεριά τη γνησιότητα, ζωτικότητα και δυναμικότητα της ορθοδόξου παραδόσεως και από την άλλη τον τρόπο, που μπορεί να τροφοδοτηθεί κάθε μορφή αγωγής και να υπερπηδηθεί κάθε εμπλοκή και κρίση, που παρουσιάζεται στην προσφορά του έργου της.
α) Η αποκάλυψη της αληθινής φύσεως του ανθρώπου. Ο άνθρωπος προσκαλείται να αναγνωρίσει στο Χριστό την ανθρώπινη φύση στην πραγματική της όμως αποκατάσταση, που είναι όχι μονάχα η καθολική της ενότητα, αλλά και η αδιάσπαστη ένωσή της με το Θεό. Η θεανθρώπινη φύση του Κυρίου είναι η μοναδική ιστορική πραγματικότητα, όπου ο άνθρωπος καλείται να ενσωματωθεί. Έδώ πλέον αποκαλύπτεται στον ύψιστο βαθμό η παιδαγωγική αξία της ορθοδόξου Παραδόσεως, που μέσα σ’ αυτήν ο παιδαγωγούμενος ανακαλύπτει την αρχική του υπόσταση και τον τελικό προορισμό του. Σε τούτο το σημείο πρέπει να διαφωτιστεί κάθε μορφή αγωγής, για να γίνει αντιληπτό, πως η ανάπτυξη του ανθρώπου με την παράδοση των ποικίλων μορφωτικών αγαθών δεν ωφελεί σε τίποτα αν γίνεται μ’ ένα συνεχή τεμαχισμό του ανθρωπίνου γένους (αμαρτία).
β) Η αποκάλυψη της πραγματικότητας του ανθρωπίνου προσώπου. Η άξια του ανθρωπίνου προσώπου βρίσκεται στο ότι ο άνθρωπος με τη δημιουργία του κλήθηκε από το Θεό να συμμετάσχει στην προσωπική ζωή της Αγίας Τριάδος, που μας την αποκάλυψε ο Χριστός στην «κένωση», όπου με τη θεία Σάρκωσή Του «έλαβε μορφήν δούλου». Ο μοναδικός τρόπος, όπου αποκαλύπτεται το πρόσωπο, είναι το ότι αρνιέται να υπάρχει μονάχα για τον εαυτό του. Η αδιάκοπη προσφορά και θυσία μας δείχνουν το απύθμενο βάθος της προσωπικής μας υπάρξεως και την αναντικατάστατη αξία του, που δεν μπορεί να εξαγοραστεί με τίποτα απολύτως. Σε τούτο το σημείο πρέπει να κριθεί κάθε μορφή αγωγής. Αν αντέξει, θα πει πως έχει θεμελιωθεί στην αληθινή πραγματικότητα του προσώπου. Αν όμως όχι, τότε θα σπεύσει να αντικαταστήσει το χάσιμο ή την αντιστροφή της προσωπικής αξίας με την ατομική θεώρηση του ανθρώπου, που ξεκινά από τον αυτονομικό του εγωκεντρισμό και καταλήγει στο πνευματικό χάος του αναρχισμού ή με τη μαζοποίησή του, που μηχανοποιεί και υπνωτίζει την ανθρώπινη ύπαρξη για να κάνει εύκολη την επικράτηση της ολοκληρωτικής ιδεολογίας μέσα σε μια αυτόματη και σιδερένια πειθαρχία. Και στις δυο περιπτώσεις έχουμε την κοινή άρνηση της δυνατότητας, που έχει ο άνθρωπος να υψωθεί στην περιοχή του προσώπου και να παιδαγωγηθεί πραγματικά και αληθινά.
γ) Η αποκάλυψη της Ενυπόστατης Αλήθειας. Η Εκκλησία αναγνωρίζει την καθολική Αλήθεια μονάχα στο Πρόσωπο του ;Ι η σ ο ύ Χριστού. Κάθε διαχωρισμός στις δυο αυτές πραγματικότητες αποβαίνει ολέθρια. Η Αλήθεια είναι η συμμετοχή μας στη ζωή και όχι η έρευνα για την ανακάλυψη ορισμένων αφηρημένων και σχηματοποιημένων ιδεών. Η βίωση αυτής της πραγματικότητας μάς οδηγεί στην ανακάλυψη και συνειδητοποίηση της αλήθειας και όχι το αντίστροφο. Δεν μπορούμε, δηλαδή, με βάση ορισμένες ωραία συστηματοποιημένες και τακτοποιημένες ιδέες να προχωρήσουμε στην ανακάλυψη της αλήθειας. Αυτό που κατορθώνουμε όμως τις περισσότερες φορές είναι να προβάλλουμε τις ιδέες μας στην πραγματικότητα, να την ερμηνεύσουμε κατά τρόπο διαφορετικό και να νομίζουμε, πως γνωρίσαμε την αλήθεια.
Είναι όμως παραδεκτό, πως η αλήθεια δεν γνωρίζεται, αλλά αποκαλύπτεται σε μια προσωπική συνάντηση, που πραγματοποιείται ανάμεσα σε δυο τουλάχιστον πρόσωπα. Γι’ αυτό και η Εκκλησία συναντά την καθολική Αλήθεια στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Κάθε άλλη κατεύθυνση θα μας οδηγήσει αναπόφευκτα στη σύμπηξη των λεγομένων ιδεολογικών συστημάτων, που θα αποβλέπουν στην επικράτησή τους με οποιοδήποτε μέσο, Δεν είναι η επιβολή των ιδεών εκείνη, που μπορεί να δημιουργήσει τη δυναμικότητα και ζωντάνια στον άνθρωπο. Αντίθετα κάθε προσωπική δέσμευση του ανθρώπου στο όνομα της οποιασδήποτε παιδαγωγικής ιδέας ή ιδανικού θα προκαλέσει εσωτερική και εξωτερική αντίδραση με φοβερά και καταστρεπτικά αποτελέσματα. Κάθε μορφή αγωγής πρέπει να ανακαλύψει —και σ’ αυτό μπορεί να βοηθηθεί από την ορθόδοξη μαρτυρία— πως η αλήθεια αποκαλύπτεται και παραδίδεται μονάχα στην περιοχή της προσωπικής σχέσεως και κοινωνίας. Χωρίς αυτή την αναγνώριση κάθε μορφωτικό αγαθό χάνει την αξία του και έτσι η παιδαγωγία καταλήγει σε αναγκαστική τιθάσευση (Dressur), οπότε και διαπιστώνεται η ολοκληρωτική χρεοκοπία της.
δ) Η αρμονική σύζευξη της συντηρήσεως και της προσαρμογής. Και η Εκκλησία αντιμετωπίζει το πρόβλημα του «συντηρητισμού» και του «φιλελευθερισμού». Στην ουσία όμως πρόκειται για ένα ψευδοπρόβλημα, γιατί και οι δυό αντίθετες παρατάξεις αρνούνται και απορρίπτουν την ίδια πραγματικότητα. Η «θρησκευτική συντήρηση» αντιμετωπίζει μ’ ένα ακατανόητο αρνητισμό τον κόσμο της αποστασίας και της πονηρίας και κλείνεται σ’ ένα στεγανό θάλαμο για να συντηρήσει ό,τι μας παρέδωσε η Εκκλησία. Και ο φιλελευθερισμός παραδέχεται τον κόσμο, όπως παρουσιάζεται, χωρίς συζήτηση και αμφισβήτηση. Σε τούτη την πραγματικότητα του κόσμου πρέπει να προσαρμοστεί η Εκκλησία, διακηρύσσει ο φιλελευθερισμός, αν θέλει φυσικά να ζήσει. Και οι δυο παρατάξεις όμως αρνούνται τη δύναμη, που έχει η Εκκλησία να μεταμορφώνει τα πάντα, επομένως και τον κόσμο, και έτσι να συνεχίζει το σωτήριο έργο του Χριστού επί της γης.
Τα ίδιο συμβαίνει και στην αγωγή, αλλά με μια βασική διαφορά: εδώ έχουμε μονάχα αδιέξοδο, καμιά ελπίδα για το άνοιγμα του φαύλου κύκλου. Στις συνηθέστερες μορφές αγωγής διαπιστώνουμε μια σκληρή και αυστηρή στάση απέναντι στον κόσμο και σε κάθε τι το καινούργιο. Αυτός ο αρνητισμός δεν είναι μια a posteriori συμπεριφορά της αγωγής, που σημαίνει πως απορρίπτει τα αρνητικά αποτελέσματα της διαγωγής του ανθρώπου. Πολύ περισσότερο είναι μια μόνιμη a priori στάση, που εκφράζει τη δυσπιστία, την έλλειψη εμπιστοσύνης, την υποτίμηση στην αξία των ανθρωπίνων εκείνων προσώπων, που αρνούνται με τον τρόπο τους να διαμορφωθούν από τα διάφορα παιδαγωγικά συστήματα. Η μόνη λύση για να σταθεί ένα τέτοιο σύστημα είναι: η αξιολογική απόρριψη σε κάθε τι, που προέρχεται από τον κόσμο και η επικράτησή του σ’ ένα χώρο δεσποτείας και κυριαρχίας, που θα αποσκοπεί στη συμμόρφωση του ανθρώπου έστω και κατά τρόπο τεχνητό, επιφανειακό και υποκριτικό.
Σε τούτη τη στάση της αγωγής η Ορθοδοξία καταθέτει τη μαρτυρία της: αρνείται τον αρνητισμό της και απορρίπτει την από μέρους της απόρριψη της πραγματικότητας του κόσμου. Η Ορθοδοξία αποδέχεται και προσλαμβάνει ολόκληρο τον κόσμο, ως δημιουργία του Θεού, τον «αναφέρει» με τη λατρεία της στον Τριαδικά Θεό για να μη μείνει στο χώρο της φθοράς και του θανάτου, αλλά για να γίνει εκείνο, που πραγματικά μπορεί να γίνει εν Χριστώ Ιησού. Η ορθόδοξη αγωγή βλέπει τον κόσμο και τον άνθρωπο μέσα από τη δυνατότητα, που έχουν να ζωοποιηθούν, να μεταμορφωθούν και να ανακαινισθούν με το μυστήριο του Χριστού. Η πραγματικότητα του ανθρώπου είναι ένα αδιάκοπα πορευμένο μέσα στο χρόνο «συνεχές» (continuum) και δεν μπορούμε χωρίς εκτροπή να την ξεχωρίσουμε από τις διάφορες χρονικές στιγμές της, ούτε πολύ περισσότερο να προβάλλουμε την εικόνα της μιας στιγμής πάνω στις άλλες. Όταν ένας άνθρωπος (εδώ π.χ. ο παιδαγωγούμενος) μας παρουσιάζει σε ορισμένη χρονική στιγμή μιαν αρνητική ή θετική διαγωγή, αυτό δεν είναι δείγμα, πως στη συνέχεια του χρόνου η διαγωγή του θα παραμείνει η ίδια. Με τούτο το ορθόδοξο όραμα, που είναι διαποτισμένο από την πίστη και την αισιοδοξία της Αναστάσεως του Χριστού, είναι δυνατόν να υπερπηδηθεί το δίλημμα αρνητισμός ή προσαρμογή, που αντιμετωπίζει και σήμερα η αγωγή στο έργο της.
2. Η ορθόδοξη καθολική Αλήθεια.
Η πραγματικότητα της καθολικής Αλήθειας, που μας αποκαλύπτεται στον Ιησού Χριστό, δεν αποτελεί ένα ορισμένο κλειστό σύστημα από διάφορες σπουδαίες ιδέες, όπου καλείται ο άνθρωπος να τις γνωρίσει με τη βοήθεια των δικών του γνωστικών ικανοτήτων και κατηγοριών. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε όχι μονάχα τον τεμαχισμό, μα και τη νέκρωση της Αλήθειας. Η Αλήθεια ως η μοναδική πραγματικότητα και ζωή μας προσφέρεται, όπως τονίστηκε και στις προηγούμενες σκέψεις, σ’ ένα Πρόσωπο, που με την παρουσία Του μας χαρίζει την ανακεφαλαίωση ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως και του όλου έργου της δημιουργίας. Όταν ο Χριστός μας καλεί να οικειοποιηθούμε την Αλήθεια στο Πρόσωπό Του, αυτό σημαίνει, πως ο άνθρωπος πρέπει να προσκολληθεί στην προσωπική παρουσία Του, που μας αποκαλύπτεται στην κοινωνία της αγάπης. Η αγάπη έδώ όχι βέβαια σαν μια ανθρώπινη συναισθηματική κατάσταση, αλλά ως η συγκεκριμένη ενέργεια του Θεού, που έρχεται σε κοινωνία με τον κόσμο διά του :Ιησού Χριστού. Η κοινωνία με το Χριστό στην αγάπη και την πίστη ξαναπροσφέρει την οντολογική σχέση του ανθρώπου με το Θεό, όπου αποκαλύπτεται η αληθινή διάσταση του Είναι, της υπάρξεως, της ζωής του. Με το γεγονός όμως της αμαρτίας ο άνθρωπος διέστρεψε αυτή του τη σχέση με το Θεό και έτσι ξέπεσε από τη ζωντάνια στη νέκρα, από τη γνώση στην άγνοια και την αγνωσία (τούτο έδώ μας θυμίζει τον θεόπνευστο Μωϋσή στο βιβλίο της Γενέσεως με το δένδρο του «γινώσκειν καλόν και πονηρόν»), από την αλήθεια στην απόκρυψη και τη λήθη, από τη μορφή στην αμορφία. Η συμμετοχή συνεπώς του ανθρώπου στην κοινωνία, που προσφέρει ο Θεός με την προσωπική παρουσία Του, χαρίζει την επαναγωγή του (η λέξη μάς θυμίζει και μας παραπέμπει στην ουσία της αγωγής) στην πραγματική ζωή, στην υπέρλογη γνώση, στη μοναδική αλήθεια (ά-λήθη, το αντίθετο ακριβώς της λησμοσύνης) και στην αποκλειστική του μόρφωση.
Όλα τούτα υπογραμμίζονται για να μας καταδείξουν το σωστό δρόμο για την καθολική Αλήθεια. Η Αλήθεια είναι μία και περιέχει μέσα της τα πάντα. Δεν μπορεί να εμφανίζεται τεμαχισμένη και ατελής. Γι’ αυτό και δεν είναι δυνατόν να αποκαλυφθεί σ’ εκεί¬νον, που την προσεγγίζει και την ερευνά με τρόπο ατομικό και υποκειμενικό, δηλαδή μέ βάση και κριτήριο τις διάφορες έννοιές του, που τροφοδοτούνται από την τεμαχισμένη πραγματικότητα της καθημερινής μας πείρας. Ακόμα και σ’ αυτές τις επιστημονικές αλήθειες διακρίνουμε μια μονιμότητα ή προσωρινότητα, που εξαρτάται από τον υποκειμενικό και ίσως αυθαίρετο τρόπο, που ένας επιστήμονας ζητάει από τη φύση να του απαντήσει. Στις περιπτώσεις αυτές η φύση απαντά ανάλογα με τον τρόπο που την ρωτούν, γι’ αυτό και έχουμε μια ποικιλία {που εγγίζει την αναίρεση) στις διάφορες επιστημονικές θεωρίες. Ας σημειώσουμε όμως εδώ και τούτο: η αγωγή με το έργο της δεν αποβλέπει στην προαγωγή της επιστημονικής έρευνας, αλλά επιδιώκει την καλλιέργεια και τη βελτίωση του παιδαγωγουμένου με τη βοήθεια των προσφερομένων ποικίλων γνώσεων. Κάτι τέτοιο όμως μπορεί να γίνει μονάχα, όταν οι γνώσεις αυτές ζωοποιούν τον άνθρωπο. Η ζωή της γνώσεως βρίσκεται στην κοινωνία της αγάπης. Έτσι η αγωγή δεν μπορεί να προσφέρει γνώση χωρίς την αγάπη. Διαφορετικά είναι αναγκασμένη να διαπιστώνει τη «νέκρωση» των ιδανικών της και το «θάνατο» των παιδαγωγουμένων.
Τούτη η πραγματικότητα πρέπει να προβληματίζει αδιάκοπα την αγωγή για να προσανατολίζεται στην προσφορά της αλήθειας, που εκπροσωπεί το Είναι, τη ζωή, την ύπαρξη του παιδαγωγουμέ¬νου. Μια τέτοια αλήθεια απορεί να σταθεί μονάχα ως καθολική και συνεπώς προσωπική. Το ερώτημα όμως, που παραμένει, είναι: πώς θα μπορέσει η αγωγή να ξεπεράσει τα όρια της τεμαχισμένης και ατομικής φύσεως του ανθρώπου; Και ως ερώτημα μονάχα μας προσφέρει κιόλας τους πρώτους καρπούς. Αν η αγωγή αποκτήσει τούτη τη συνείδηση, αυτό θα πει πως έχει ανοιχτεί και προσανατολιστεί στη θεολογική περιοχή. Η συναίσθηση της ανεπάρκειας θα της χαρίσει την πιο τιμητική διάκριση και πραγματική υπόληψη. Βέβαια εδώ μπορούμε να σημειώσουμε στο ενεργητικό της αγωγής, πως η είσοδος της θρησκευτικής διδασκαλίας στην περιοχή της είναι ένα δείγμα μιας ουσιαστικής κατανοήσεως. Ο τρόπος όμως, που προσφέρθηκε και προσφέρεται το θρησκευτικό μάθημα, αντί να βοηθήσει την αγωγή στο σωτήριο πήδημά της για την ανεύρεση της ζωντανής καθολικής Αλήθειας, την οδήγησε μάλλον σε μια αύξηση της δικής της ενδοκόσμιας εξουσίας και στην περιοχή του Θεού και της Εκκλησίας Του. Το σχολείο π.χ. καθορίζει τις περισσότερες φορές όχι μονάχα τη διδακτέα ύλη, αλλά και τον τρόπο και το σκοπό της θρησκευτικής διδασκαλίας, ενώ οι ουσιαστικές του σχέσεις με το μυστήριο της Εκκλησίας είναι υποτυπώδεις. Και αυτό όχι μονάχα δεν την ωφέλησε, μα και της έδωσε την εντύπωση, πως η Εκκλησιαστική Αλήθεια είναι εκείνη, που εκπροσωπείται και διδάσκεται συνήθως κατά περιόδους στα παιδαγωγούντα σχολεία.
Εδώ ακριβώς πρέπει η ορθόδοξη Θεολογία ως λειτουργία και διακονία να προσφέρει τη μαρτυρία της για την καθολική Αλήθεια, όπως αποκαλύπτεται στην Εκκλησία του Χριστού. Η προσέγγιση της Αλήθειας γίνεται από τον άνθρωπο, όταν συναντάται προσωπικά με το Χριστό. Εδώ ανακαλύπτει την επανένωση της ανθρώπινης φύσεως και την ανυπολόγιστη αξία του ανθρώπινου προσώπου. Γι’ αυτό και η παρουσία του Χριστού γίνεται όχι κατά τρόπο μερικό ή ατομικό (υποκειμενικό), αλλά στο χώρο εκείνο, που πραγματοποιείται η σύναξη των πολλών και διασκορπισμένων ανθρώπων «εις εν». Είναι η Εκκλησία, το σώμα του Χριστού, που τα μέλη της είναι οι πιστοί άνθρωποι. Από τη στιγμή λοιπόν, που ο άνθρωπος θα αισθανθεί τον εαυτό του ενωμένο με τους άλλους ανθρώπους, τότε αποκτά και την πραγματική γνωσιολογική ικανότητα να προσεγγίσει και να ανακαλύψει την καθολική αλήθεια. Όποιος έχει τη συναίσθηση αυτής της ενότητας, αυτός αποκτά και τη σωτήρια ελευθερία απέναντι στο εγώ του, στους υποκειμενισμούς του, στους ατομικούς περιορισμούς του. Συνείδηση της Αλήθειας έχει εκείνος, που ελευθερώθηκε από το υποκείμενο της συνειδήσεως του. Σε τούτη την περίπτωση η Αλήθεια δεν είναι μια αντικειμενική γνώση, μια ατομική γνώμη, μια ωραία και ελκυστική ιδέα, αλλά είναι η πραγματικότητα, που περικλείει μέσα της τα πάντα, το όλον. Είναι η παρουσία της καθολικής Αλήθειας.
Η μεταφορά όλων αυτών στο χώρο της αγωγής είναι και επιτακτική και επίκαιρη. Αν θέλει η αγωγή να ζωοποίει τις ανθρώπινες υπάρξεις και να μη τις μαραζώνει με την ασθένεια προς θάνατο, πρέπει οι διδασκόμενες αλήθειες της να προσανατολιστούν και να φωτιστούν από την καθολική Αλήθεια, δεν μπορεί να προσφέρει «αλήθειες» απευθυνόμενη μονάχα στο μυαλό των παιδαγωγουμένων, γιατί έτσι υπηρετεί τη διάσπαση της ψυχοσωματικής τους ολότητας και καταλήγει στο μερισμό της αλήθειας, που με τη σειρά της παύει πια να παιδαγωγεί και να ζωοποιεί. Η αγωγή έχει χρέος να παιδαγωγεί ολόκληρο τον άνθρωπο και να τον βοηθά να συμμετάσχει στην καθολική Αλήθεια, όπου με την παρουσία της θα ανακαλύψει και τη δική του αληθινή ύπαρξη. Η πνευματική ανάπτυξη και αύξηση του ανθρώπου θα πραγματοποιείται σε μια πληρότητα και αρμονικότητα όλων των καταβολών και δυνάμεων του. Αγωγή, που καλλιεργεί στον παιδαγωγούμενο ορισμένες μονάχα δυνάμεις, δείχνει πως δεν βρίσκεται στην περιοχή της καθολικής Αλήθειας. Και από αυτή την αρρώστια υποφέρει σήμερα η αγωγή, που συνήθως διαλέγει για έργο της την ανύψωση και ανάπτυξη του διανοητικού επιπέδου στον παιδαγωγούμενο, ενώ με τον τρόπο αυτό παραμένει άθικτη η περιοχή των συναισθηματικών και βουλητικών του δυνάμεων και ακόμα περισσότερο παραμένει άγνωστη η χώρα του υποσυνειδήτου απ’ όπου κατευθύνεται ο άνθρωπος σ’ όλες σχεδόν τις ενέργειες του και τον περισσότερο χρόνο της ζωής του. Εδώ χρειάζεται η συμβολή του ορθοδόξου μορφωτικού έργου, που θα βοηθήσει στην επαναγωγή της αγωγής στην ορθή κατεύθυνση της καθολικής Αλήθειας.
Από την άλλη όμως μεριά η μαρτυρία της καθολικής Αλήθειας πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να προσλαμβάνει κάθε παιδαγωγική πραγματικότητα, να την διαποτίζει και να την ζωοποιεί με την Αλήθεια του Χριστού, χωρίς να παραθεωρεί ό,τι καλό και θετικό συναντάει εκεί. Στη συνέχεια να διακονεί ειλικρινά και τίμια στην απελευθέρωσή της από κάθε μορφή αυτονομίας και από κάθε δυνατή έκπτωση στην περιοχή της αντικειμενικής γνώσεως, της καταστρεπτικής λήθης, της μηχανικής και επαγγελματικής τυποποιήσεως και της επιφανειακής μορφωτικής καλλιέργειας.
(Ν. Γρηγοριάδης, «Η ορθόδοξη μαρτυρία για την αγωγή», Μαρτυρία Ορθοδοξίας, σ. 120-131)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2012

ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ Του Π. Γεωργίου Χριστοδούλου

.

Οι περισσότεροι γονείς στο άκουσμα περί κατηχητικών σχολείων δείχνουν μια αποστροφή αδικαιολόγητη. 

Ταυτόχρονα οι ίδιοι έχουν ήδη από την τάξη του νηπιαγωγείου σχηματίσει την καλύτερη γνώμη για τα παιδιά τους. Το παιδί μου είναι έξυπνο, καλό, κοινωνικό, έχει κάτι το ιδιαίτερο. 

Φράσεις που ακούμε συχνά σε συναναστροφές με άλλους γονείς. Πολλές φορές όμως ζούμε σε μια ψευδαίσθηση, σε μια ουτοπία. Φανταζόμαστε το παιδί μας ως μελλοντικό δικηγόρο, ως γιατρό ακόμη και ως πρωθυπουργό με οικονομική πάντοτε ευχέρεια.

Δυσκολευόμαστε να δούμε το παιδί μας απλά ευτυχισμένο, σε ένα ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον, περιστοιχισμένο από καλοπροαίρετους ανθρώπους και με έναν καλό σύντροφο στο πλάι του.  

Στη διάρκεια όμως της σχολικής ζωής του δημοτικού σχολείου έρχονται και τα πρώτα σύννεφα προβληματισμού για τη συμπεριφορά του παιδιού μας. Η δασκάλα θα μας καλέσει και τότε θα ακούσουμε για πρώτη φορά ότι το παιδί μας έχει ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς(που δεν έχουν να κάνουν με θέματα που αφορούν την επίδραση ψυχολογικών και ψυχο-κοινωνικών προβλημάτων της οικογένειας στην εμφάνιση παραβατικής συμπεριφοράς από τα παιδιά, όπως για παράδειγμα γονείς σε διάσταση ή γονείς χωρισμένοι, γονέας/ γονείς που κακοποιούν τα παιδιά κ.λπ).

Η αγωγή που δίδεται από το σπίτι στα παιδιά στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η αγωγή της κοσμικής ζωής και της ευμάρειας με χαλαρούς ελέγχους και έλλειψη επικοινωνίας. Θέλουμε πάντα να δίδουμε στα παιδιά μας τα καλύτερα χωρίς στερήσεις ενώ αυτό στην πραγματικότητα δημιουργεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις στην ψυχοσύνθεση του παιδιού και έχει ως συνέπεια να νομίζει ότι μπορεί να κάνει και να αποκτά ό, τι θέλει εύκολα και γρήγορα.

Πολλά από τα παιδιά που βίωσαν την αληθινή χαρά σε κάποιο κατηχητικό σχολείο της ενορίας τους, άλλαξαν με τον καιρό νοοτροπία και άρχισαν να βλέπουν τη ζωή κυριολεκτικά με άλλα ¨μάτια¨. Τα παιχνίδια τους π.χ. από βίαια και μοναχικά έγιναν πιο ομαδικά με περισσότερο ενδιαφέρον.

Τα μαθήματα γίνονται συνήθως σε χώρο του ναού με την επιτήρηση του υπευθύνου ιερέως νεότητας και από εξαίρετους κατηχητές/ριες διορισμένους από την εκάστοτε Μητρόπολη ή Αρχιεπισκοπή.

Πολλοί γονείς όμως ακόμη και σήμερα θεωρούν ότι τα κατηχητικά είναι ξεπερασμένα. Στην εποχή μας τα κατηχητικά σχολεία δραστηριοποιούνται δυναμικά μέσα στο πολιτισμικό κεφάλαιο ως έκφραση της κοινωνικοποίησης των παιδιών μέσω διαφόρων προγραμμάτων(κατασκήνωση στην πόλη, αθλητικές-εικαστικές δραστηριότητες, εκπαιδευτικές και ψυχαγωγικές εκδρομές κ.α) ενώ άπειρο κατηχητικό υλικό βρίσκεται διαθέσιμο στο διαδίκτυο.

Η ευρύτερη προσφορά του Κατηχητικού σχολείου στους νέους σήμερα, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στα εξής ακόλουθα:

1) καλλιεργεί την αγάπη για τον Θεό και το συνάνθρωπο

2) βοηθάει στη διάκριση των ποικίλων κινδύνων και παγίδων της ζωής

3)προσφέρει τα απαραίτητα πνευματικά εφόδια για την αντιμετώπιση των δυσκολιών και αδιεξόδων που παρουσιάζονται στο διάβα της ζωής

4) καθοδηγεί στο δρόμο του ορθοδόξου χριστιανικού ήθους

5) διδάσκει το σεβασμό των αξιών της κοινωνίας μας

6) βοηθάει στην αποφόρτιση από την πίεση, το βάρος και την κούραση της καθημερινότητας

7)συντελεί στην κοινωνικοποίηση μέσα από το ομαδικό πνεύμα των συνάξεων και της ψυχαγωγίας

8)συμπληρώνει το έργο των γονέων και των δασκάλων, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μιας υγιούς και ολοκληρωμένης προσωπικότητας.

Σε μια εποχή λοιπόν που τα ναρκωτικά κάνουν θραύση, η παραβατικότητα ανθεί και τα παιδιά μας απειλούνται ανά πάσα στιγμή και ώρα από ποικίλους κινδύνους είναι καιρός να σκεφθούμε να στείλουμε τα παιδιά μας στη θαλπωρή της Εκκλησίας, εκεί που υπάρχει αγάπη και ασφάλεια, εκεί που το παιδί μας θα αναπτύξει ισχυρό χαρακτήρα και θα μάθει να σέβεται τον εαυτό του και τους άλλους, να αγαπάει και να εκφράζει ελεύθερα τη σκέψη και τα συναισθήματά του. Το παιδί στο κατηχητικό σχολείο δεν έχει να χάσει τίποτα, ελάχιστες ίσως ώρες, οι οποίες όμως θα αποδειχθούν στο μέλλον βάλσαμο τόσο για το ίδιο και την οικογένειά του, όσο και για το σύνολο της κοινωνίας.

* Οι συγκεκριμένες εικόνες βρίσκονται στο Νεανικό Κέντρο του Ι.Ν. Αγίας Σοφίας .
πηγή

Δευτέρα, Οκτωβρίου 22, 2012

Παιδί μου, δός μου τὴν καρδιά σου





Ζητεῖ ὁ Κύριος τὰς καρδίας μας. Δὲν εἶναι λοιπὸν ἰδικαί του; Ἰδικαί του εἶναι. Διότι αὐτὸς μᾶς τὶς ἔδωκε. Δὲν μᾶς ἔπλασεν αὐτός; Καὶ δὲν ἔδωκεν εἰς τὸν καθένα μας ὅλα ὅσα ἔχει; Καὶ ὅπως ὁρίζει αὐτὸς τὰ πάντα, δὲν ὁρίζει λοιπὸν καὶ ἡμᾶς, καὶ δὲν ἔχει ἐξουσίαν καὶ δύναμιν, ὅταν θελήσῃ, μὲ ἕνα πάλιν λόγον νὰ μᾶς ἐκμηδενίσῃ καὶ νὰ μᾶς ἀφανίσῃ ὁλοτελῶς;

Ναί· ἔτσι εἶναι. Ἀλλὰ βλέπεις, ὅτι ὁ Ὕψιστος Θεὸς συγκαταβαίνει τόσον πολὺ εἰς τὴν μικρότητα τοῦ σκώληκος αὐτοῦ τῆς γῆς, ποὺ ὀνομάζεται ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τοῦ λέγῃ: Ἰδικά μου εἶναι ὅλα. Καὶ τίποτε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀντισταθῇ εἰς τὸ κυρίαρχον θέλημά μου. Μὲ ὅλον δὲ ὅπου ὁρίζω καὶ σέ, ὅπως ὁρίζω ὅλα τὰ πλάσματά μου, σὲ ἀφίνω ἐλεύθερον. Καὶ μένει εἰς τὴν ἐξουσίαν σου καὶ εἰς τὴν διάθεσίν σου νὰ μοῦ δώσῃς ἢ νὰ μὴ μοῦ δώσῃς τὴν καρδίαν σου. Ἐγὼ σὲ ἀγαπῶ. Τόσον πολύ, ὥστε καὶ τὸν μονάκριβον Υἱόν μου παρέδωκα εἰς θάνατον διὰ σέ. Σὺ δὲν θὰ μὲ ἀγαπήσῃς; Καταδέχομαι νὰ ζητῶ τὴν καρδίαν σου. Δὲν θὰ μοῦ τὴν δώσῃς; Θὰ μοῦ τὴν ἀρνηθῇς; Εἰς τὴν ἐξουσίαν σου μένει. Δὲν σὲ ἀναγκάζω. Σοῦ τὴν ζητῶ, χωρὶς νὰ σὲ βιάζω.

Κύτταξε, ἀδελφέ μου, πόσον προνομιοῦχοι εἴμεθα! Ὁ Θεὸς ὁ ἄπειρος, ποὺ δὲν τοῦ λείπει τίποτε, ὁ ὁποῖος τὰ ἔχει ὅλα, ζητεῖ τὴν πτωχήν, τὴν ἀκάθαρτον, τὴν ρυπαρὰν καρδίαν μας! Μὲ ὅλην τὴν καρδίαν του ἕνας ἕκαστος Ἄγγελος τὸν λατρεύει καὶ τὸν ἀνυμνεῖ. Μὲ ὁλόκληρον τὴν ὕπαρξίν του εἶναι προσκολλημένος εἰς αὐτόν. Τὸ μεγαλεῖον δὲ καὶ ἡ ἁγιότης τοῦ Ὑψίστου ἔχει ἀπορροφήσει κάθε Ἄγγελον τόσον πολὺ καὶ τόσον βαθειά, ὥστε τίποτε ἄλλο δὲν τὸν ἀπασχολεῖ, παρὰ μόνον ὁ ὕμνος καὶ ἡ δοξολογία καὶ ἡ ἀπόλαυσις καὶ ὁ ἔρως τῆς ἀπείρου τοῦ Θεοῦ τελειότητος.

Οὕτω πως καὶ ἡμεῖς. Τὀ ὅτι πρέπει νὰ εἴμεθα εὐγνώμονες εἰς τὸν Θεόν, ἀναγνωρίζεται ἀπὸ κάθε συνετὸν ἄνθρωπον. Ὡσαύτως καθένας ποὺ σκέπτεται λογικὰ καὶ χωρὶς προκατάληψιν, θὰ εὕρισκεν ἐξ ὁλοκλήρου δίκαιον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ ἀποδίδῃ καὶ ὁ τόσον εὐεργετούμενος ἄνθρωπος εἰς τὸν εὐεργέτην του Θεὸν τὸν φόρον τῆς εὐχαριστίας του καὶ τῆς λατρείας του. Ἀλλὰ «τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων ὦν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;» ἐρωτᾷ ὁ ψαλμῳδός.

Τόσον πολὺ μᾶς ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, ὥστε λόγῳ τῆς πρὸς ἡμᾶς ἀγάπης του καὶ στοργῆς του τὰς ἀναριθμήτους δωρεὰς καὶ εὐεργεσίας, ποὺ μᾶς παρέχει, μᾶς τὰς ἀνταποδίδει σἂν νὰ μᾶς τὰς χρεωστῇ καὶ σἂν νὰ εἶναι ὁφειλή του καὶ χρέος του πρὸς ἡμᾶς. Τί λοιπὸν θὰ τοῦ ἀνταποδώσωμεν καὶ ἡμεῖς; Ποίαν θυσίαν ἀναγνωρίσεως καὶ εὐχαριστίας, ποῖον δῶρον λατρείας καὶ προσκυνήσεως θὰ τοῦ προσφέρωμεν;

Ἰδού, τί λέγει ὁ ἴδιος διὰ στόματος τοῦ Δαβὶδ πρὸς τὸν ἐκλεκτὸν λαόν του, τοὺς Ἰσραηλίτας. Δὲν θὰ δεχθῶ, λέγει, «ἐκ τοῦ οἴκου σου μόσχους οὐδὲ ἐκ τῶν ποιμνίων σου» τράγους. Ὅλα εἶναι ἰδικά μου. «Ἐμά ἐστι πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ», καθὼς καὶ τὰ ἥμερα «κτήνη», ποὺ βόσκουν «ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ οἱ βόες». Ὁλόκληρος «ἡ οἰκουμένη καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» ἰδική μου εἶναι. Καὶ ἐπὶ πλέον μήπως ἔχω ἀνάγκην ἐγὼ νὰ φάγω κρέατα ταύρων ἢ νὰ πίω αἵματα τράγων; «Υἱέ μου, δός μου τὴν καρδίαν σου». Ὅ,τι ἅλλο καὶ ἂν μοῦ προσφέρῃς, δὲν εἶναι ἰδικόν σου. Ἀπὸ τὸ βασίλειόν μου καὶ ἀπὸ τὴν δημιουργίαν μου θὰ τὸ πάρῃς. Ἐκεῖνο, ποὺ ἐγὼ ὁ Πλάστης σου ἀφῆκα εἰς τὴν ἐξουσίαν σου καὶ τὸ ἀνεγνώρισα ὡς ἰδικόν σου, εἶναι ἡ καρδία σου. Αὐτὴν σοῦ ζητῶ. Δὲν θὰ μοῦ τὴν δώσῃς;

Σοῦ τὴν ζητῶ. Ὄχι διὰ τὸν ἑαυτόν μου. Ὅχι διότι θὰ προσθέσῃς κάτι εἰς τὴν δόξαν καὶ εἰς τὸ μεγαλεῖον μου μὲ τὴν δοξολογίαν καὶ τὴν λατρείαν, ποὺ θὰ ἀποδώσῃς εἰς ἐμέ. Χίλια καὶ μύρια καὶ ἀναρίθμητα στόματα, ἐὰν ἀπὸ συμφώνου ὅλα μαζῆ μὲ ἀνυμνήσουν, δὲν θὰ προσθέσουν τίποτε εἰς τὴν δόξαν μου. Ὅπως δὲν θὰ ἀφαιρέσῃ τίποτε ἀπὸ τὴν μακαριότητά μου ἡ ἀδιαφορία ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἢ ἡ καταφρόνησίς των ἢ καὶ ἡ ἀγνωμοσύνη των, ἀκόμη δὲ καὶ ἡ ἀσέβειά των πρὸς ἐμέ. Αὐτούς, καὶ μόνον αὐτούς, θὰ βλάψῃ.

Ναί. Εἶναι γεγονός, ποὺ μόνον τυφλοὶ δὲν εἰμποροῦν νὰ τὸ ἵδουν, ὅτι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν λατρεύει τὸν Θεὸν καὶ δὲν ἐκδηλώνει τὴν εὐγνωμοσύνην του πρὸς αὐτόν, μένει ἀναίσθητος πρὸ τοῦ μεγαλείου του καὶ τῆς ἀγαθότητός του. Μὲ τὴν ἀσυγχώρητον δὲ αὐτὴν ἀδιαφορίαν του ἀποξενοῦται βαθμηδὸν τελείως ἀπὸ τὸν Κύριον. Καὶ ἀποδεικνύεται ἀνάξιον δημιούργημά του, ὕπαρξις δυστυχής, ποὺ θὰ ἐγκαταλειφθῇ ἀπὸ τὸν οὐράνιον Πατέρα, διότι εἰς μάτην καὶ χωρὶς ἀποτέλεσμα δεικνύεται πρὸς αὐτὸν ἡ τόση ἀγαθότης καὶ πατρικὴ στοργὴ τοῦ Ὑψίστου. Τί λέγεις, λοιπόν, ἀναγνῶστα μοῦ; Ἀφοῦ ὁ Θεὸς μᾶς τὰς ζητεῖ, δὲν θὰ τοῦ δώσωμεν καὶ ἡμεῖς τὰς καρδίας μας;



Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον Λατρείαν μας
Παν. Ν. Τρεμπέλας
πηγή

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

Τὸ παιδὶ ποὺ κατηχοῦμε σήμερα π. Βασίλειος Θέρμος




Θὰ ἤθελα πρῶτα ἀπ' ὅλα νὰ σᾶς εὐχαριστήσω ποὺ εἶστε ἐδῶ. Δηλαδὴ νὰ σᾶς εὐχαριστήσω ποὺ ἀποδεχθήκατε νὰ μπεῖτε σὲ αὐτὴν τὴν ποιμαντικὴ διαδικασία μὲ τὴν ὁποία κανεὶς γίνεται συνεργὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας στὸ ἔργο τῆς διαμορφώσεως ἀνθρώπων ἐν Χριστῷ. Τὸ ὁποῖο εἶναι πάρα πολὺ μεγάλη τιμή, δὲν ξέρω ἂν τὴν ἔχουμε συνειδητοποιήσει, ὄχι μόνο ἐσεῖς ποὺ εἶστε νέοι ἄνθρωποι καὶ κατηχητές, καὶ ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ κἄν. Καὶ ποὺ φαντάζομαι ὅτι ὅλη ἡ σειρὰ τῶν μαθημάτων ποὺ ἀκοῦτε φέτος ἀποβλέπει στὸ νὰ ἐμβαθύνετε σὲ αὐτὸ τὸ διακόνημα. Καὶ νὰ τὸ ἐπιτελέσετε ὅσο γίνεται μὲ μεγαλύτερη ἐπιμέλεια. Δὲν τολμῶ νὰ πῶ ἀποτελεσματικότητα, γιατί αὐτὸ εἶναι ἕνα μέγεθος διαφορετικὸ στὸ ὁποῖο σὲ τελευταία ἀνάλυση ἔχει τὸν λόγο ὁ Θεὸς καὶ ὄχι ἐμεῖς. Ἀλλὰ τουλάχιστον ἐπιμέλεια, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ δική μας συμμετοχή. Αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς καταβάλλουμε σὰν προσωπικὸ κόπο. Ἐξίσου σημαντικὰ μὲ τὰ ὑπόλοιπα θεολογικὰ θέματα, μεθοδολογικά, διδακτικὰ κλπ. εἶναι ζητήματα ἀνθρωπογνωσίας. Δηλαδὴ πῶς θὰ γνωρίζουμε καλύτερα τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχουμε μπροστά μας, καὶ συγκεκριμένα τὸ παιδὶ καὶ τὸν ἔφηβο στὸν ὁποῖον ἀπευθυνόμαστε. Καὶ στὸν τίτλο ποὺ ἔχετε πάρει, "Τὸ παιδὶ καὶ ὁ ἔφηβος ποὺ κατηχοῦμε σήμερα", ἡ ἔμφαση εἶναι στὸ σήμερα. Δηλαδὴ δὲν θὰ ἀναφερθοῦμε τόσο σὲ χαρακτηριστικά της παιδικῆς καὶ ἐφηβικῆς ψυχολογίας, ποὺ φαντάζομαι θὰ ἀκούσετε καὶ ἄλλες ὁμιλίες σχετικές, ἀλλὰ στὸ σήμερα.

Δηλαδὴ τί συμβαίνει, ποιὲς συγκεκριμένες ἰδιαιτερότητες ὑπάρχουν στὸ παιδὶ καὶ στὸν ἔφηβο στὴν ἐποχή μας. Θὰ μποροῦσε κανεὶς ἀπὸ ἐσᾶς νὰ φέρει τὸ ἐπιχείρημα ὅτι δὲν πέρασαν πολλὰ χρόνια ποὺ ἤσασταν παιδιὰ καὶ ἔφηβοι, καὶ ἑπομένως ἔχετε πρόσφατες αὐτὲς τὶς ἰδιαιτερότητες. Ὅμως ἐδῶ πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψιν ὅτι, πρῶτον, δὲν εἴμαστε πάντα ὡς νέοι 20 χρονῶν ἄνθρωποι καὶ 25, δὲν εἴμαστε πάντα ἐνήμεροι τοῦ τί μᾶς συμβαίνει καὶ πρέπει νὰ τὸ ἀκούσουμε καὶ νὰ τὸ βάλουμε σὲ λόγια. Καὶ δεύτερον ὅτι τὰ πράγματα ἐξελίσσονται πολὺ γρήγορα καὶ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν καὶ ἀλλαγὲς ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐσεῖς ἤσασταν στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο ἢ στὸ Γυμνάσιο. Ζοῦμε σὲ μία ἐποχὴ ραγδαίων ἀλλαγῶν.

Θὰ κοιτάξω νὰ διαιρέσω αὐτὰ ποὺ ἔχω νὰ σᾶς πῶ σὲ δύο ὁμάδες, σὲ δύο μέρη. Στὸ πρῶτο νὰ δοῦμε κάποια γνωρίσματα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς καὶ στὸ δεύτερο νὰ δοῦμε τὶς ἀναγκαῖες προσαρμογὲς ποὺ χρειάζονται ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς κατήχησης γιὰ νὰ συναντήσουν τὸ παιδὶ ἐκεῖ ποὺ εἶναι. 

Ὅλη ἡ φιλοσοφία αὐτῆς τῆς ἔννοιας τῆς προσαρμογῆς στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται τὸ παιδὶ δὲν γίνεται γιὰ νὰ κατεβάσουμε τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ νὰ τὸ ἀλλοιώσουμε, ἀλλὰ γίνεται γιὰ νὰ μπορέσει τὸ παιδὶ νὰ μᾶς ἀκούσει. Νὰ μπορέσουμε νὰ τὸ συναντήσουμε. Διαφορετικὰ ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νὰ λέμε ἀλήθειες οἱ ὁποῖες δὲν θὰ ἀγγίζουν τὸ παιδί.

Ἐγὼ θὰ ἔλεγα ὅτι τὸ παράδειγμα τὸ ἀντίστοιχό της Καινῆς Διαθήκης τὸ ὁποῖο ἔχουμε γι' αὐτὴ τὴν περίπτωση, εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ ὅτι δηλαδὴ ἔχουμε τὸ δῶρο τῆς ὁμιλίας ἄλλων γλωσσῶν στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, τὸ δῶρο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ γεγονὸς ὅτι καθιστᾶ ἱκανούς τοὺς μαθητὰς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ μιλήσουν στὴ γλῶσσα τοῦ καθενὸς ἀπὸ τοὺς ἀκροατές, εἶναι ἕνας εἰκονισμὸς καὶ μία ὑπόδειξη ὅτι καλούμαστε νὰ μιλήσουμε στὴν γλῶσσα τοῦ κάθε ἀνθρώπου ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Στὴν γλῶσσα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου.

Καὶ ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι μὲ ὅλες τὶς ἀλήθειες τῆς πίστης, ὅσο σημαντικὲς καὶ ἂν εἶναι ἢ δύσκολες μᾶς φαίνονται. Πρέπει νὰ μποροῦν νὰ εἰπωθοῦν μὲ τρόπο ποὺ θὰ συναντήσουν τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο. Διαφορετικὰ ἂς ἀναρωτηθοῦμε μήπως κάτι δὲν πάει καλά. Μήπως ἐμεῖς δὲν τὶς ἔχουμε ἀφομοιώσει προηγουμένως.

Λοιπόν, γιὰ νὰ ξεκινήσουμε μὲ τὰ γνωρίσματα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς. Πρῶτο γνώρισμα. Τὸ σημερινὸ παιδὶ καὶ ὁ ἔφηβος σημαδεύεται ἀπὸ ἀπουσία σχετικῶν παραστάσεων γύρω ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ τίποτε δὲν εἶναι αὐτονόητο πιά. Αὐτὸ ποὺ στὴν παραδοσιακὴ κοινωνία ἦταν αὐτονόητο καὶ κατακτημένο, ὅτι κάθε παιδὶ θὰ εἶχε πάρει μερικὰ πράγματα ἀπὸ τὸ σπίτι του, λίγα ἢ πολλά, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ δὲν θὰ εἶχε πάρει ἀπὸ τὸ σπίτι του θὰ τὰ εἶχε ζήσει στὴν ζωὴ τῆς Κοινότητας, στὴν ζωὴ τοῦ χωριοῦ ἢ τῆς πόλης, τῆς ἐνοριακῆς πόλης, ἀλλὰ πάντως μία ζωὴ ἡ ὁποία χαρακτηριζόταν ἀπὸ ἐπικέντρωση γύρω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, σήμερα δὲν ὑπάρχει αὐτό. Καὶ ἑπομένως τίποτα δὲν εἶναι αὐτονόητο. Ὅταν λέμε τίποτε, ἐννοοῦμε τίποτε. Δηλαδὴ θὰ ἔχουμε παιδιὰ μπροστὰ μας τὰ ὁποία μόνο τυπικὰ εἶναι βαφτισμένα καὶ χρισμένα. Στὴν πραγματικότητα κάποια ἀπὸ αὐτὰ τὰ παιδιὰ βρίσκονται στὸ ἐπίπεδο ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἄκουσαν ποτὲ γιὰ τὸ παραμικρό. Ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἔχουν ἀκούσει καὶ λάθος αὐτὰ τὰ λίγα ποὺ ἄκουσαν.

Σημειῶστε ὅτι ὑπάρχουν παιδιὰ τὰ ὁποῖα δὲν μπῆκαν ποτὲ σὲ ἕναν ναὸ μέσα, παρὰ μόνο γιὰ βάφτιση ἢ γιὰ γάμο, γιὰ τέτοια γεγονότα, μὲ τοὺς γονεῖς τους, ὅμως ἔχουν ἀπὸ τὰ δελτία εἰδήσεων ἀκούσει τὴν ἐκδοχὴ τοῦ τάδε συντάκτη δημοσιογράφου γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα.

Ὑπάρχουν παιδιὰ ποὺ δὲν ἔχουν μπεῖ ποτὲ σὲ ἕνα μοναστήρι μέσα, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ δελτία εἰδήσεων ἔχουν πάρει κάποια σπασμωδικὰ στιγμιότυπα γιὰ γεγονότα ἢ σκάνδαλα ἢ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, πραγματικὰ ἢ ἀνύπαρκτα ἀπὸ κάποιο μοναστήρι. 

Εἶναι παιδιὰ δηλαδὴ τὰ ὁποῖα ὅταν ἔχουν κάποιες ἐμπειρίες αὐτὲς ἀποτελοῦν θραύσματα στὴν πραγματικότητα. Θραύσματα ποὺ μπορεῖ νὰ παραμορφώνουν τὴν εἰκόνα.

Ὑπ' αὐτὴν τὴν ἔννοια, ὅταν ἕνα παιδὶ σήμερα ἀκούει τὴν λέξη "ἄγγελος", ἦταν καὶ ἡ γιορτὴ ἐχθές, εἶναι πολὺ πιθανὸν νὰ τοῦ ἀνακαλεῖ στὸ μυαλὸ κάποιο σήριαλ μὲ τὴν λέξη "Ἄγγελος" ποὺ ὑπῆρχε, ἕνα ἀμερικανικὸ σήριαλ, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ εἶχε δεῖ, παρὰ αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς θέλουμε νὰ καταλάβει γιὰ τοὺς ἀγγέλους.

Ἕνα δεύτερο γνώρισμα καὶ συναφὲς μὲ αὐτὸ εἶναι ὅτι γλῶσσα καὶ σύμβολα ποὺ τὸ παιδὶ ἔχει ἀποκτήσει ὡς εἰκόνα καὶ ποὺ εἶναι κοινὰ φαινομενικὰ σὰν ὅροι μὲ αὐτὰ ποὺ ἐμεῖς δίνουμε, ἔχουν ἄλλο περιεχόμενο. Δηλαδή, θὰ πῶ ἕνα παράδειγμα ἀπὸ μικρὰ παιδιά, καὶ ἕνα παράδειγμα ἀπὸ μεγαλύτερα παιδιά. Κάποτε σὲ μιὰ γιορτὴ τοῦ κατηχητικοῦ μου ποὺ εἶχε ἔρθει καὶ ὁ Δεσπότης καὶ καθόταν στὴν πρώτη σειρὰ ἐκεῖ τῆς αἴθουσας, ἔβγαιναν τὰ παιδιά, ἔλεγαν ποιήματα, μετὰ ἀκολουθοῦσαν τραγούδια, ὕμνοι, ἐναλλὰξ κλπ. Κάποια στιγμὴ ἦταν ἡ ὥρα νὰ βγεῖ νὰ πεῖ τὸ ποίημα κάποιο κοριτσάκι. Καὶ τῆς λέω καὶ αὐτῆς, ὅπως ἔλεγα σὲ ὅλα τὰ παιδιά, θὰ πᾶς τώρα ἐκεῖ μπροστά, θὰ φιλήσεις τὸ χέρι τοῦ Δεσπότη καὶ θὰ ἀνέβεις στὴ σκηνή. Καὶ μὲ ρωτάει: Ποιὸς εἶναι ὁ Δεσπότης; Ἐκεῖνος μὲ τὸ σκῆπτρο; Ξέρετε, κρατοῦσε τὴν ράβδο. Ποιὰ εἶναι ἡ διαφορὰ σκήπτρου καὶ ράβδου; Τεράστια. Ἄβυσσος χωρίζει αὐτὰ τὰ δύο. Τὸ σκῆπτρο ἔρχεται ὡς εἰκόνα καὶ νόημα ἀπὸ τὰ παιδικὰ παραμύθια, καὶ τὸ κρατάει ὁ βασιλιάς, καὶ εἶναι σημάδι τῆς ἐξουσίας του. Ἡ ράβδος ἡ ποιμαντικὴ εἶναι σημάδι τῆς φροντίδας καὶ ἀγάπης τοῦ ποιμένα, ὥστε ἁπαλὰ νὰ μαζεύει τὰ πρόβατα νὰ μὴν πέσουν στὸν γκρεμό. Ἀνατολὴ μὲ δύση στὸ περιεχόμενο αὐτῶν τῶν δύο ἐννοιῶν. Καὶ ὅμως, τὸ μικρὸ παιδάκι τὸ εἰσέπραξε αὐτὸ ὡς σκῆπτρο. Ἐξουσίας δηλαδή, Δύναμης.

Τώρα θὰ μοῦ πεῖτε, γιατί; Καὶ ἐδῶ μπαίνει τὸ μεγάλο θέμα, τί εὐθύνη ἔχουμε ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία γιὰ τὸ ὅτι μερικοὶ ὅροι καὶ σύμβολα ἔχουν πάρει ἄλλο περιεχόμενο.

Πάω σὲ ἕνα ἄλλο, πιὸ ἀφηρημένης ἔννοιας πιὰ θέμα, παράδειγμα πού μοῦ ἔχει συμβεῖ σὲ παιδιὰ Λυκείου καὶ ἀπόφοιτους. Εἶχαν διαβάσει, ἕνα παιδὶ εἶχε διαβάσει ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ ἕνα περιοδικὸ καὶ τὸ ἔφερε νὰ τὸ συζητήσουμε, καὶ τὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ μέσα μιλοῦσε μὲ τὴν λέξη "Πνευματικότητα". Ἔλεγε χαρακτηριστικά, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος κουρασμένος ἀπὸ τὸ τρέξιμο, τὸ ἄγχος κλπ. ἀναζητάει μία πνευματικότητα. Καὶ ἐξηγοῦσε παρακάτω, ἀναζητάει νὰ μείνει μὲ τὸν ἑαυτό του, μόνος του, νὰ ἀνακαλύψει ἕνα βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, νὰ αἰσθανθεῖ νὰ δονοῦνται οἱ βαθύτερες χορδὲς τῆς ψυχῆς του ἀπ' ὅτι αὐτὴ ἡ ἐπιφανειακὴ ζωὴ ποὺ κάνει. Καὶ οὐσιαστικὰ δὲν ἔλεγε τίποτε ἄλλο παρὰ αὐτὸ τὸ ὁποῖο θὰ τὸ συναντήσετε σιγὰ σιγά, θὰ τὸ δεῖτε, γιατί γενικεύεται ὅσο περνᾶ ὁ καιρός, εἰσήγαγε τὴν λέξη "πνευματικότητα" μὲ καθαρὰ ψυχολογικὸ περιεχόμενο. Ἀπογυμνωμένη ἀπὸ τὸ πραγματικὸ πνευματικὸ περιεχόμενο.

Τί ἦταν πνευματικότητα σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ ἄρθρο; Ἦταν ἡ κατάσταση ἐκείνη ἡ ψυχολογικὴ ποὺ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο νὰ σκύψει βαθύτερα μέσα του, νὰ γνωρίζει τὸν ἑαυτὸ του περισσότερο καὶ νὰ δονηθεῖ ἀπὸ κάποια συναισθήματα τὰ ὁποῖα δὲν μπορεῖ νὰ τὰ προσεγγίσει μέσα στὴ ρουτίνα τῆς καθημερινότητας ὅπου γίνεται ἐπιφανειακός.

Θὰ δεῖτε νὰ ὑπάρχουν βιβλία καὶ ἄρθρα καὶ βιβλιογραφία ὁλόκληρη γύρω ἀπὸ τὴν "πνευματικότητα" ὡς ἔννοια δῆθεν μιᾶς ἐσωτερικῆς ἑνότητας μὲ τὸ σύμπαν καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ ὑπάρχουν καὶ τεχνικὲς πνευματικότητας κλπ. πράγματα τὰ ὁποῖα σὲ αἱρέσεις καὶ σέκτες πολὺ συχνὰ χρησιμοποιοῦνται. Εἶναι ἡ καθημερινή τους ὁρολογία. Ἡ ἴδια λέξη μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ περιεχόμενο.

Γιὰ μᾶς πνευματικότητα εἶναι αὐτὴ ἡ κατάσταση τῆς ψυχῆς ἡ ὁποία εἶναι ἀποτέλεσμα ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μόνο ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι νοεῖται ἡ πνευματικότητα. Δὲν εἶναι ψυχολογικὸ μέγεθος. Εἶναι καθαρὰ ἕνα πνευματικὸ ὀντολογικὸ μέγεθος. Καὶ ἔπρεπε αὐτὸ νὰ ἀνασκευαστεῖ, ὄχι σὲ μιὰ συζήτηση, σὲ πολλὲς στὴν παρέα αὐτή.

Σᾶς φέρνω αὐτὰ τὰ παραδείγματα γιὰ νὰ καταλάβετε πόσο ἀσύμβατη εἶναι ἡ σημερινὴ γλῶσσα τοῦ κόσμου μὲ τὴν γλῶσσα τῆς ἐκκλησίας, καὶ πόση δουλειὰ χρειάζεται.

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα, μοῦ ἔχει κάνει ἐντύπωση σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ βιβλία Θρησκευτικῶν του Λυκείου νομίζω, ποὺ εἶχα δεῖ τὴν φράση "Ἡ ἐκκλησία εἶναι κοινωνία τῶν ἁγίων". Καὶ ἀναρωτιόμουνα, τώρα τί καταλαβαίνουν τὰ παιδιὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν φράση; Ποιὰ εἶναι ἡ κοινωνία τῶν ἁγίων; Ὅπως λέμε ἡ κοινωνία, ἡ ἑλληνική; Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔννοια τῆς κοινωνίας ὡς sοciety, ἂν χρησιμοποιήσουμε ἀγγλικά. Ἐνῶ τὸ βιβλίο δὲν θέλει νὰ πεῖ αὐτό. Τὸ βιβλίο θέλει νὰ μιλήσει γιὰ τὴν κοινωνία τῶν ἁγίων ὡς cοmmuniοn. Αὐτὴ τὴν κοινωνία. Ποὺ σημαίνει ἐσωτερικὴ ὀργανικὴ σχέση, ὄχι ὁμάδα ὀργανωμένη. Καταλαβαίνετε τὴ διαφορὰ sοciety ἀπὸ cοmmuniοn, νομίζω.

Δηλαδὴ πρέπει στοὺς ὅρους νὰ δώσουμε νέο περιεχόμενο πολλὲς φορές. Ἀλλὰ πρέπει νὰ συναντήσουμε τὸ παιδὶ στοὺς ὅρους ποὺ βρίσκεται, γιατί διαφορετικὰ θὰ λέμε ἄλλα ἐμεῖς καὶ ἄλλα τὸ παιδὶ θὰ καταλαβαίνει. 


Ἕνα τρίτο γνώρισμα εἶναι ὅτι ἡ ἐποχὴ μας παρέχει σὲ ἀφθονία ἐξωτερικὰ ἐρεθίσματα ποὺ εἶναι πάρα πολὺ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἡ ἐκκλησία κομίζει. Αὐτὸ δὲν συνέβαινε στὴν παραδοσιακὴ κοινωνία. Ἡ παραδοσιακὴ κοινωνία μὲ τοὺς ἀργοὺς ρυθμοὺς ποὺ εἶχε στὸ χωριὸ ἢ στὴ μικρὴ πόλη, δὲν ἐρχόταν αἰσθητὰ σὲ σύγκρουση μὲ αὐτὸ ποὺ ἡ ἐκκλησία ἔφερνε, διότι ἡ ἐκκλησία π.χ. μιλοῦσε γιὰ ἄσκηση, καὶ οἱ ἄνθρωποι κάνανε ἄσκηση ὁλοχρονίς. Ἄλλοτε ἀναγκαστικὴ ἄλλοτε ἑκούσια. Δὲν ὑπῆρχε ἀφθονία ἀγαθῶν.

Σήμερα ἔχουμε τὸ ἰδεῶδες τῆς σπατάλης. Τὰ πάντα καλοῦν τὸ παιδὶ νὰ σπαταλήσει χρήματα. Τὰ πάντα καλοῦν στὸ ἰδεῶδες τῆς ἀπόλαυσης. Ἡ λέξη "ἀπόλαυση" ὑπάρχει σχεδὸν σὲ κάθε διαφήμιση. Ὅ,τι καὶ νὰ διαφημίζει, ἀπὸ γιαούρτι, οὐίσκι, αὐτοκίνητο, ὁτιδήποτε, θὰ βάλει τὴν λέξη "ἀπόλαυση" μέσα, ἢ τὸ νόημα τῆς ἀπόλαυσης. Καὶ τὸ παιδὶ δέχεται χιλιάδες διαφημίσεις κάθε ἑβδομάδα καὶ κάθε μήνα μέσα ἀπὸ τὴν τηλεόραση καὶ ἀπὸ ἀφίσες κλπ.

Ἕνα ἄλλο ἐρέθισμα ποὺ ἔρχεται στὴν σημερινὴ κοινωνία ἀπέξω εἶναι ἡ ἐλευθεριότητα ποὺ ὑπάρχει. Τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει γίνει ἀντικείμενο ἐμπορευματοποίησης καὶ χρησιμοποιεῖται μὲ μία προχειρότητα καὶ εὐκολία γιὰ σκοποὺς ἐμπορικούς. Τὸ γεγονὸς ὅτι θεωροῦνται αὐτονόητα πράγματα γύρω ἀπὸ τὴν σχέση τῶν δύο φύλων τὰ ὁποῖα δὲν τὰ δέχεται καὶ δὲν τὰ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία.

Ἐπίσης, ἔρχεται ἀπέξω τὸ ἐρέθισμα τῆς ἐπιθετικότητας στὰ παιδιά, μέσα ἀπὸ ταινίες, μέσα καὶ αὐτὸ ἀπὸ διαφημίσεις ἐπίσης, μέσα ἀπὸ κόμικς.

Μὲ λίγα λόγια ἔχουμε μία κοινωνία ἡ ὁποία προσπαθεῖ νὰ πείσει τὸ παιδὶ καὶ τὸν ἔφηβο ἀκριβῶς γιὰ τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ προσπαθεῖ νὰ τὸν καλέσει ἡ Ἐκκλησία. Καὶ γι' αὐτὸν τὸν λόγο, ἐπειδὴ εἰδικὰ στὴν ἐφηβεία ὑπάρχουν καὶ ἐσωτερικὲς ἀλλαγὲς ἀρκετὰ δύσκολες, εἶναι πάρα πολὺ δύσκολο θεωρῶ νὰ εἶναι κάποιος ἔφηβος σήμερα. Εἶναι πάρα πολὺ δύσκολη ἡ θέση του. Ἀνέκαθεν ὑπῆρχε μία δυσκολία νὰ εἶναι κανεὶς ἔφηβος, ἀλλὰ στὴν σημερινὴ ἐποχὴ τὰ πράγματα εἶναι ἀκόμη πιὸ δύσκολα.

Καὶ ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία τώρα μὲ τὸ δικό σας στόμα νὰ καλέσει σὲ μία ἄλλη πραγματικότητα. Καὶ μπαίνουν πολὺ βαθιὰ ἐρωτήματα καὶ ὁριακὰ ἐρωτήματα. Δηλαδή, γιατί νὰ καλέσω σὲ ἄλλη πραγματικότητα; Γιατί τὸ παιδὶ νὰ ἀκολουθήσει μία ἄλλη πραγματικότητα ἀπὸ αὐτὴ ποὺ ὅλοι τὸ καλοῦν τριγύρω; Θὰ τὸ δοῦμε στὴ συνέχεια.

Τέταρτο. Στὴν ἐποχὴ μας ἔχουμε ἔντονη τὴν κυριαρχία τῆς εἰκόνας μὲ τὴν μορφὴ τῆς πολύχρωμης καὶ κινούμενης εἰκόνας τῆς τηλεόρασης, καὶ μάλιστα μὲ τὴν δυνατότητα ἀπόλυτης ἐναλλαγῆς. Ἀκόμη καὶ τὰ μικρὰ παιδάκια ποὺ δὲν πηγαίνουν σχολεῖο ἀκόμη, ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιλέγουν, ἐκτὸς ἂν οἱ γονεῖς τους βάλουν κάποιο ὅριο, νὰ ἐπιλέγουν ἀνάμεσα σὲ 10-15 κανάλια, καὶ ἀνὰ δευτερόλεπτα νὰ ἐναλλάσσουν τὶς ἐπιλογὲς τοὺς μέχρι νὰ βροῦν κάτι ποὺ νὰ τοὺς ἐνδιαφέρει.

Αὐτὴ ἡ κυριαρχία τῆς εἰκόνας ἀπὸ πολὺ νωρὶς στὴν ζωὴ τοῦ παιδιοῦ ἐπιδρᾶ ἐπάνω του μὲ τέτοιον τρόπο ὥστε νὰ ἐπιφέρει, θὰ τὶς ὀνόμαζα, δομικὲς ἀλλοιώσεις στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Τί ἐννοῶ δομικὲς ἀλλοιώσεις. Ὅταν μία ἐπίδραση πάνω στὸν ἄνθρωπο ἀρχίζει ἀπὸ νωρὶς στὴν ζωή του, καὶ ταυτόχρονα εἶναι συχνὴ καὶ καθημερινή, εἶναι πάρα πολὺ πιθανὸ νὰ ἐνσωματωθεῖ αὐτὴ ἡ ἐπίδραση μέσα στὴν προσωπικότητα τοῦ ἐξελισσόμενου παιδιοῦ καὶ νὰ γίνει ἕνα μὲ αὐτήν. Καὶ νὰ ἐπηρεάσει, νὰ ἀλλοιώσει τὸν τρόπο ποὺ ἀναπτύσσεται ἡ προσωπικότητα. 

Συγκεκριμένα στὸ θέμα μας κινδυνεύουμε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὸ παιδὶ νὰ ἀποκτήσει μία τόσο ἀλλοιωμένη προσωπικότητα ἐξαιτίας τῆς κυριαρχίας τῆς εἰκόνας.

Τί ἐννοῶ μὲ αὐτό; Θὰ σᾶς πῶ συγκεκριμένα. Δημιουργεῖται κατὰ τὴν γνώμη μου ἕνας νέος τύπος ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος εἶναι δέσμιος τῶν ἐξωτερικῶν φαινομένων καὶ τῶν ἐξωτερικῶν παραστάσεων, κυρίως ὀπτικῶν παραστάσεων, γιατί ἡ ὅραση κυριαρχεῖ. Γενικὰ τῶν αἰσθήσεων ἀλλὰ κυρίως τῆς ὅρασης.

Δημιουργεῖται ἕνας τύπος ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος τροφοδοτεῖται, τοῦ δίνουν ἕνα θραῦσμα τῆς πραγματικότητας σὲ ἕνα στιγμιότυπο ἀπὸ τὶς εἰδήσεις ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο, καὶ πείθεται ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα. Ὁ μεγάλος κίνδυνος δηλαδὴ ἐδῶ εἶναι νὰ θεωρήσεις ὅτι ἡ πραγματικότητα εἶναι ἡ ἀναπαράστασή της. Ἐνῶ ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν πραγματικότητα καὶ στὴν ἀναπαράστασή της. Ἡ ἀναπαράσταση τῆς πραγματικότητας περιλαμβάνει τὴν ἄποψη αὐτοῦ ποὺ τὴν δίνει τὴν ἀναπαράσταση. Εἶναι καὶ ὁ ἴδιος μέσα. Δὲν εἶναι ἀντικειμενικὰ ἡ πραγματικότητα.

Ἀντιλαμβάνεσθε, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔχει πειστεῖ ὅτι ἡ πραγματικότητα εἶναι ἰσοδύναμη μὲ τὴν ἀναπαράστασή της, πόσο εὔκολα μπορεῖ νὰ χειραγωγηθεῖ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος. Νὰ χειραγωγηθεῖ στὴν πολιτική, σὲ ἄλλες ἐπιλογὲς ζωῆς, καὶ τὸ συνηθέστερο, νὰ χειραγωγηθεῖ σὲ ἕναν καταναλωτισμό, δηλαδὴ σὲ ἕναν τρόπο ἐπιφανειακῆς ζωῆς ποὺ στηρίζεται κυρίως στὴν ἀπόλαυση.

Ἄλλο ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ἔχουμε παιδιὰ σήμερα τὰ ὁποῖα ἔχουν ξεχάσει νὰ διαβάζουν. Τὸ βιβλίο γιὰ πολλὰ παιδιὰ κοντεύει νὰ γίνει ἐχθρός. Δὲν ἔχει ἀλλάξει τὸ ποσοστὸ μαθησιακῶν δυσκολιῶν ἀπὸ παλαιότερα. Δὲν ἔχει ἀλλάξει τὸ ποσοστὸ δυσλεξίας ἢ ὁποιασδήποτε ἄλλης δυσκολίας ποὺ δυσκολεύει τὴν συγκέντρωση σὲ ἕνα γραπτὸ κείμενο. Τί ἔχει ἀλλάξει; Ἔχει ἐνσωματωθεῖ στὸν ψυχισμὸ τοῦ παιδιοῦ ἡ ἐνστικτώδης πλέον ἀναζήτηση τῆς εὐκολίας τοῦ χρώματος, τῆς ζωγραφιᾶς. Ἔτσι, γιὰ νὰ διαβάσει ἕνα παιδὶ σήμερα ἕνα ἐξωσχολικὸ βιβλίο, πρέπει κάθε σελίδα του νὰ εἶναι ἔγχρωμη καὶ οἱ παράγραφοι νὰ εἶναι πολὺ μικρές. Ἀλλιῶς ἀπογοητεύεται. Γιὰ νὰ μὴν πῶ ὅτι καὶ κάποιοι μεγαλύτεροι τὸ παθαίνουμε αὐτὸ καὶ ἀποθαρρυνόμαστε ἀπὸ τὰ μεγάλα κείμενα.

Ἐδῶ μπαίνει τὸ ἐρώτημα, πῶς θὰ προχωρήσει τὸ κατηχητικὸ καὶ ποιμαντικὸ ἔργο ἂν τὰ παιδιὰ δὲν διαβάζουν, ἀφοῦ ὁ θησαυρὸς τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως εἶναι ἀποθησαυρισμένος μέσα σὲ βιβλία; Εἶναι σχεδὸν ἀδύνατο. Δηλαδὴ πρέπει νὰ κάνουμε τὸ παιδὶ νὰ ἀγαπήσει τὸ βιβλίο. Δὲν μπορεῖ νὰ τὰ πάρει ὅλα ἀπὸ τὴν κατήχηση, εἶναι ἀδύνατον. Καὶ ἂν τὸ ἀγαπήσει ἀπὸ μικρὸ θὰ τὸ κρατήσει καὶ γιὰ τὴν ζωὴ του μετέπειτα.

Εἶναι τραγικὸ ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι τὸ μόνο γραπτὸ κείμενο ποὺ διαβάζουν στὴν ζωὴ τοὺς εἶναι ἐφημερίδα. Καὶ μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς μόνο λεζάντες φωτογραφιῶν τῆς ἐφημερίδας ἢ τῶν περιοδικῶν. Αὐτὸ πρέπει πάρα πολὺ σοβαρὰ νὰ μᾶς ἀπασχολήσει, καὶ στὸν τομέα τῶν ἐκδόσεων τῶν παιδικῶν βιβλίων ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ παιδιὰ ποὺ ἔχουμε μπροστὰ μας τὴν κατήχηση. 


Καὶ πέμπτον, ἕνα ἄλλο γνώρισμα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς εἶναι ἡ πρόκληση τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Θρησκειῶν καὶ σεκτῶν. Τὸ θέμα αὐτὸ ἀπαιτεῖ ξεχωριστὴ ἀνάλυση Ἀλλὰ ἐδῶ ἁπλῶς νὰ ἀναφέρω κάποια στοιχεῖα, καὶ ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι μιλῶ κυρίως γιὰ Γυμνάσιο καὶ Λύκειο ἐδῶ, γιὰ τὴν ἐφηβεία. Ὑπάρχουν «ἀνταγωνιστὲς» θὰ λέγαμε τοῦ μηνύματος τῆς Ἐκκλησίας ποὺ εἶναι οἱ ἄλλες θρησκεῖες καὶ σέκτες καὶ οἱ ὁποῖες βασίζονται σὲ στοιχεῖα στὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ βασιστεῖ, εἴτε ἀπὸ τὴν φύση της εἴτε ἀπὸ ἀδυναμία της.

Δηλαδὴ γιὰ παράδειγμα, πολὺ χαρακτηριστικὸ κίνητρο ποὺ στρέφει ἐφήβους σὲ αἱρέσεις καὶ σέκτες εἶναι ἡ ἔννοια τῆς δύναμης. Αἰσθάνονται ὅτι παίρνουν δύναμη μὲ συμμετοχὴ σὲ κάποιες ὁμαδικὲς διαδικασίες ἢ ἐκστάσεις ἢ τελετουργίες κλπ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἀκολουθήσει αὐτὸν τὸν δρόμο, γιατί δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ ἔννοια τῆς δύναμης. Εἶναι ἄλλη ἐντελῶς ἡ ἔννοια τῆς δύναμης ποὺ δίνει ἡ ἐκκλησία. Ὑπάρχουν ὅμως ἄλλες περιπτώσεις ποὺ ἡ Ἐκκλησία θὰ ἔπρεπε, ἔχει τὴν ἱκανότητα δηλαδὴ νὰ ἀνταποκριθεῖ σὲ αὐτὸ τὸ αἴτημα ποὺ στέλνει τὸ παιδὶ ἀλλοῦ ἀλλὰ δὲν τὸ κάνει. Γιὰ παράδειγμα, ὑπάρχουν νέοι ποὺ χάνονται μέσα στὶς σέκτες λόγω τοῦ ὅτι τοὺς προσελκύει ἡ συμμετοχή. Ἐκεῖ ὑπάρχει τὸ ἰδεῶδες τῆς συμμετοχῆς. Ἀποκτοῦν μία ὀντότητα ἐκεῖ, ἔχουν λόγο, ἔχουν μία ὁμαδικὴ λατρεία στὴν ὁποία συμμετέχουν καὶ οἱ ἴδιοι, καὶ ἐμεῖς τοὺς καλοῦμε σὲ μία ὥρα λειτουργία ἢ δύο, ἂς ποῦμε τὴν Κυριακή, ὅπου κάθεται ἄπρακτος καὶ περιμένει νὰ τελειώσει ὁ τάδε ψάλτης ποὺ κάνει τὸ κομμάτι του, ἂς ποῦμε, καὶ ἐκτελεῖ τὸ καλλιτέχνημά του, ὅπως ἀντιλαμβάνεται ὁ ἴδιος.

Λοιπὸν ἐδῶ θὰ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ ἡ εἰκόνα νομίζω μὲ τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς σέκτες, θὰ εἴχαμε μία ἐντελῶς ἄλλη ἀντιαιρετικὴ ποιμαντικὴ καὶ στρατηγικὴ ἐὰν μπορούσαμε νὰ κάνουμε τοὺς ἐφήβους καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ Δημοτικοῦ, γιατί ὄχι, συμμέτοχους στὴν διαδικασία τῆς λατρείας. 


Τὸ περνάω πολὺ γρήγορα αὐτό. Ξέρω ὅτι ἀνοίγει μεγάλα θέματα, ἀλλὰ θέλω νὰ ἀφήσω χρόνο γιὰ συζήτηση.

Μετὰ τὰ γνωρίσματα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς πᾶμε νὰ ποῦμε μερικὰ πράγματα γιὰ τὶς ἀναγκαῖες προσαρμογὲς τῆς κατήχησης. Πρώτη ἀναγκαία προσαρμογὴ, θεωρῶ, εἶναι τὰ μαθήματα ποὺ ἐπιλέγουμε νὰ ἔχουν τὴν ἰδιότητα νὰ μὴν ἀποχωρίζουν τὸν νέο καὶ τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον του. Τί ἐννοῶ μὲ αὐτό. Ἰδιαίτερη ἔγνοια τοῦ ἐφήβου εἶναι νὰ ἀνήκει καὶ στὸν κόσμο ποὺ τὸ περιβάλλει. Στὴν παρέα του. Ἀλλὰ ὁ πιστὸς ἔφηβος θέλει νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία. Πρέπει νὰ ἀνήκει καὶ στὰ δύο. Πῶς θὰ γίνει νὰ ἀνήκει καὶ στὰ δύο; Πάρα πολὺ δύσκολο. Μπορεῖ νὰ τὸ βιώσατε καὶ ἐσεῖς στὴν ἐφηβεία σας καὶ νὰ μὴν μπορέσατε νὰ δώσετε λύση γιὰ πολλὰ χρόνια.

Χρειαζόμαστε τέτοια ἐπιλογὴ μαθημάτων κατήχησης καὶ τέτοια ἐπιλογὴ τρόπου προσφορᾶς ποὺ νὰ μὴν αἰσθάνεται τὸ παιδὶ καὶ ὁ ἔφηβος ὅτι τὸ νὰ εἶναι στὴν Ἐκκλησία σημαίνει νὰ ξεκολλήσει ἀπὸ τὸν κόσμο. Διότι τότε ἢ δὲν θὰ ἔλθει στὴν Ἐκκλησία, θὰ πάψει νὰ τὸν ἐνδιαφέρει, ἢ ἂν ἔρθει θὰ γίνει προβληματικὴ καὶ νοσηρὴ προσωπικότητα ἡ ὁποία θὰ αἰσθάνεται πλέον τὸν κόσμο σὰν ἀπειλή, σὰν ἐχθρὸ καὶ δὲν θὰ περιβάλλει μὲ φιλάνθρωπη στάση τὸν κόσμο.

Συνεπῶς, χρειαζόμαστε τέτοιου τύπου κατήχηση ἡ ὁποία ἐνῶ θὰ βοηθάει τὸ παιδὶ νὰ ἐνταχθεῖ ὁμαλότερα στὸν κόσμο, γιατί ὑπάρχουν καὶ παιδιὰ ποὺ δὲν εἶναι καλὰ ἐνταγμένα στὸν κόσμο καὶ πρέπει νὰ μπορέσουν νὰ ἐνταχθοῦν μὲ τὴν βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ταυτόχρονα θὰ τοὺς δίνουν τὴν ἔννοια τῆς χριστιανικῆς ταυτότητας. Τί θὰ πεῖ νὰ εἶναι κάποιος μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Αὐτὸ τὸ διπλὸ γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε πρέπει νὰ τὸ ἔχουμε ἐπιτύχει ἐμεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Ἐὰν ἐμεῖς δὲν τὸ ἔχουμε πετύχει, εἶναι δύσκολο νὰ τὸ μεταδώσουμε.


Δεύτερη προσαρμογή. Ἡ παρουσίαση τοῦ ὑλικοῦ μας χρειάζεται νὰ εἶναι ζωντανή. Καὶ ἐννοῶ ἐδῶ ζωντανὴ ὅταν λέω, σὰν νὰ μποροῦσε νὰ γίνει σήμερα τὸ γεγονὸς ποὺ ἀφηγούμαστε. Μερικὲς φορὲς καὶ ὁ τρόπος ποὺ ἀφηγούμαστε, καὶ ὁ τρόπος καὶ τὸ ὕφος τῆς φωνῆς μας ἀκόμη ὑπονοοῦν στὰ παιδιὰ ὅτι αὐτὸ ἔγινε πάρα πολὺ παλιὰ τὸ γεγονὸς ποὺ σᾶς λέω καὶ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ σήμερα. Φυσικὰ ἐμεῖς δὲν θέλουμε νὰ ποῦμε αὐτό, ἀλλὰ αὐτὸ μεταδίδουμε. Ἴσως νὰ ἔχετε διαβάσει τὴν φράση τοῦ πατρὸς Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ὅτι πολλοὶ ἄνθρωποι βλέπουν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ βλέπουν τὰ νεκροταφεῖα. Τὰ σέβονται πολύ, εἶναι ἱερὰ ἀλλὰ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν κόσμο.

Λοιπόν, ἐὰν ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι τὸ γεγονὸς ποὺ ἀφηγούμαστε τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων, ὁτιδήποτε, ὅτι τὸ ζοῦμε ἔτσι, ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ γινόταν σήμερα καὶ τὸ ζοῦμε ἔτσι, τότε θὰ τὸ μεταδώσουμε καὶ στὰ παιδιὰ μὲ τὸν τρόπο αὐτόν.

Ἐπειδὴ ὅμως πάντα δὲν τὸ καταφέρνουμε αὐτό, γι' αὐτὸ νομίζω ὅτι θὰ βοηθοῦσε τὸ νὰ ἐναλλάσσουμε τὴν θεματολογία μας πέρα ἀπὸ τὰ περιστατικά, ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων καὶ τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἐναλλάσσουμε πότε πότε καὶ νὰ βάζουμε καὶ σύγχρονα γεγονότα. Ὑπάρχει δυνατότητα, σὲ διάφορα βιβλία μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς σύγχρονα γεγονότα τὰ ὁποῖα ἔχουν παιδαγωγικὴ ἀξία ἐφάμιλλη γεροντικοῦ, θὰ ἔλεγε κανείς. Εἶναι τόσο συγκλονιστικά. Εἶναι γεγονότα ἀρετῆς ποὺ δείχνουν πραγματικὰ πῶς ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ τί μπορεῖ νὰ κάνει. Λοιπόν, πρέπει νὰ βρίσκουμε νομίζω καὶ σύγχρονα γεγονότα καὶ νὰ τὰ βάζουμε πότε πότε μέσα στὸ μάθημα.

Θυμᾶμαι ἕνα βιβλιαράκι τοῦ Ἰωσὴφ Ἀγαπητοῦ τὸ "200 σ' ἀγαπῶ". Ἔτσι λέγεται. "200 σ' ἀγαπῶ". Ἔχει 200 μικρὲς ἱστορίες ἀγάπης, προσφορᾶς, θυσίας, σύγχρονες ὅλες. Μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς εἶναι πραγματικὰ μαργαριτάρια, διαμάντια γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσει κανεὶς στὴν κατήχηση, γιατί εἶναι σύγχρονα. 


Τρίτη προσαρμογή. Χρειάζεται προσοχὴ νὰ μὴν δίνουμε ἔμμεσα ἀντιφατικὰ μηνύματα. Τί ἐννοῶ λέγοντας ἀντιφατικὰ μηνύματα. Ὅτι μερικὲς φορὲς ἄλλα πράγματα λένε τὰ λόγιά μας καὶ ἄλλα λέει ἡ συμπεριφορά μας καὶ ἡ προσωπικότητά μας. Ὅσο ἄσχημο καὶ παράταιρο θὰ σᾶς φαινόταν νὰ βρεθεῖτε στὸ κήρυγμα ἂς ποῦμε ποὺ κάνω ἐγὼ καὶ νὰ μιλῶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ μιλῶ ὀργισμένα γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φωνάζω ὀργισμένος, ἢ γιὰ τὴν εἰρήνη, τὴν ἀξία τῆς εἰρήνης τῆς ψυχῆς καὶ νὰ μιλῶ μὲ ἄγχος, ἄλλο τόσο δημιουργεῖται σύγχυση στὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν ὅταν ὁ κατηχητὴς καὶ ἡ κατηχήτριά τους μιλάει καὶ ἀναλύει διεξοδικὰ πὼς ὅλοι εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεὸς καὶ δὲν μᾶς ξεχωρίζει καὶ δὲν κάνει διακρίσεις κλπ., ἀλλὰ ὁ κατηχητὴς ἢ ἡ κατηχήτρια δουλεύει μὲ 2-3 παιδιὰ μόνο, ὅπως στὸ σχολεῖο, καὶ οἱ ὑπόλοιποι εἶναι σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν. 

Μία φορὰ μάλιστα τὴν ἔπαθα, σὲ μία συνάντηση παιδιῶν Λυκείου, αὐτὸ μὲ δίδαξε πολλά. Καὶ νὰ σᾶς πῶ κάτι; Πολὺ περισσότερα θὰ μάθετε ἀπὸ τὰ λάθη σας παρὰ ἀπὸ τὶς ἐπιτυχίες σας. Σὲ ὅ,τι τομέα καὶ νὰ ἀσκοῦμε, ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε στὴν ζωὴ μας μαθαίνουμε ἀπὸ τὰ λάθη μας περισσότερα. Ἦταν μία παρέα μαθητῶν Λυκείου ποὺ μιλούσαμε σὲ τακτὴ ἔτσι συνάντηση, καὶ κάποια στιγμὴ κάποια κοπέλα πῆγε κάτι νὰ πεῖ, δὲν εἶχε ξαναμιλήσει αὐτὴ ἄλλη φορά, ἀλλὰ ἀφοῦ ἄρχισε νὰ μιλάει μετὰ ἀπὸ λίγο πετάχτηκε μία ἄλλη κοπέλα καὶ εἶπε κάτι αὐτή, καὶ στράφηκε πρὸς τὰ ἐκεῖ ἡ συζήτηση μετά, καὶ φυσικὰ κόπηκε ὁ λόγος τῆς πρώτης κοπέλας καὶ δὲν συνέχισε ἄλλο.

Ἐγὼ ἀπασχολημένος ἐκείνη τὴν ὥρα μὲ τὸ τί συζητιόταν, ποιὸ ἦταν τὸ θέμα, τὸ περιεχόμενο καὶ ἡ ἐξέλιξη τῆς συζήτησης, δὲν πρόσεξα αὐτὸ ποὺ ἔγινε. Καὶ τὸ κατάλαβα ἐκ τῶν ὑστέρων, ὧρες μετά. Καὶ λέω: ἡ κοπέλα αὐτὴ ξεκίνησε νὰ μιλάει καὶ τὴν διέκοψε ἡ ἄλλη κοπέλα καὶ σταμάτησε νὰ μιλάει καὶ χάθηκε αὐτὸ ποὺ πῆγε νὰ πεῖ.

Στὴν συνέχεια θυμήθηκα ὅτι ἡ κοπέλα αὐτὴ ποὺ διακόπηκε ὁ λόγος της, ἦταν μία κοπέλα, τὸ τέταρτο παιδὶ καὶ τελευταῖο ἀπὸ μία οἰκογένεια ὅπου οὐσιαστικὰ ἦταν ἕνα παραμελημένο παιδί, στὸ σπίτι κανεὶς δὲν τῆς ἔδινε σημασία παρὰ μόνο τὴν εἴχανε γιὰ νὰ τοὺς κάνει δουλειὲς καὶ νὰ ἐξυπηρετεῖ τὰ μεγαλύτερα ἀδέλφια της καὶ τὶς οἰκογένειες τῶν μεγαλυτέρων παιδιῶν, καὶ οὐσιαστικὰ δὲν εἶχε ἀναγνωριστεῖ ἡ προσωπικότητά της ποτέ, καὶ τὸ ἴδιο ποὺ γινόταν στὸ σπίτι ξανάγινε ἐδῶ, σὲ μικρογραφία. Ἐνῶ εἶχε καταφέρει νὰ βρεῖ τὸ θάρρος νὰ πάρει τὸν λόγο, τὸ ὁποῖο δὲν τὸ ἔκανε στὸ σχολεῖο. Οὔτε στὸ σχολεῖο εἶχε τὸ κουράγιο νὰ πάρει τὸν λόγο. Καὶ ἐδῶ τῆς τὸ ἔκοψε κάποια ἄλλη κοπέλα ποὺ ἦταν πιὸ ἀεράτη, κλπ. Καὶ ἐγὼ δὲν τὸ κατάλαβα αὐτό. Καὶ φρόντισα βέβαια στὴν συνέχεια σὲ ἑπόμενες συναντήσεις νὰ τὴν βοηθήσω πάλι περισσότερο, νὰ τὴν ἐνθαρρύνω νὰ μιλήσει, καὶ πραγματικὰ συνέχισε νὰ μιλάει πιὰ ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα.

Ἀλλὰ ἐδῶ εἶναι καθαρὰ μία περίπτωση ἀντιφατικοῦ μηνύματος. Δηλαδή, μὴ νομίζετε ὅτι θὰ πάει ὁ ἔφηβος στὸ σπίτι του καὶ θὰ σκέφτεται τὰ σοφὰ πράγματα ποὺ ἄκουσε ἀπὸ τὸν κατηχητή του, ἐὰν ἔχει αἰσθανθεῖ ὅτι δὲν μετράει ἡ προσωπικότητά του. Ὅλα τὰ ἄλλα θὰ ἔχουν ἐξαφανιστεῖ ποὺ ἄκουσε. Πάνω ἀπ' ὅλα αὐτὸ ποὺ θὰ κυριαρχεῖ θὰ εἶναι πὼς ὁ ἴδιος ἔγινε δεκτὸς ὡς προσωπικότητα.

Καὶ ξέρετε ὅτι ὑπάρχουν παιδιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν καταφέρει νὰ νιώσουν ἀναγνώριση στὸ σχολεῖο, καὶ ἔρχονται στὶς ἐνοριακὲς συνάξεις, στὸ κατηχητικό, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἔτσι θὰ βροῦν ἐκεῖ μία ἀναγνώριση, ποὺ δὲν τὴν βρῆκαν ἀλλοῦ. Θὰ βροῦν μία θέση ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους. Ἡ γνώμη τους θὰ ἀκουστεῖ. Καὶ ὑπάρχουν παιδιὰ ποὺ ἔρχονται στὴν κατήχηση μόνο γι' αὐτὸν τὸν λόγο καὶ ὄχι γι' αὐτὰ ποὺ φαντάζονται ὅτι θὰ ποῦμε. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα ἄλλο μεγάλο θέμα γιὰ ποιὸ λόγο ἔρχονται τὰ παιδιὰ στὴν κατήχηση. Εἶναι τὰ κίνητρα πολυποίκιλα. Καὶ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἔτσι γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδὴ ἔρχονται γιὰ πολλὰ ἄλλα κίνητρα, ἐξαιτίας αὐτῶν ἀκούγεται καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Θεὸς κάνει τὴν δουλειά του μὲ διάφορους τρόπους.

Ἔχει λοιπὸν πολλὴ σημασία, καὶ νομίζω ὅτι αὐτὰ ποὺ ἀκούστηκαν πρὶν, ἀπὸ τὰ λίγα ποὺ ἔπιασα στὸ τέλος ἀπὸ τὸν πατέρα Ἀδαμάντιο, κατάλαβα τί περίπου θὰ εἶπε, ὅτι ἔχει σημασία ἐμεῖς μέσα μας νὰ ἔχουμε τοποθετήσει μερικὰ θέματα σωστὰ ξέροντας νὰ ἀκοῦμε καλά τοὺς νέους, καὶ μετὰ θὰ κυλήσει ἡ κατήχηση πιὸ ὁμαλά.

Αὐτὸ τὸ ἀντίστοιχο συμβαίνει μὲ τοὺς γονεῖς. Πολλοὶ γονεῖς ἔρχονται καὶ λένε, μὰ μιλάω στὰ παιδιά μου, λέω πολλὰ γιὰ τὸν Θεὸ ἀλλὰ τίποτα. Μὲ γράφουν κανονικά. Ναί, ἀλλὰ λὲς πολλά, ἀλλὰ δὲν ἔχεις φτιάξει φυσικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ παιδί σου. Καὶ αὐτὰ τὰ λόγια ποὺ τοῦ λὲς γιὰ τὸν Θεὸ δὲν μποροῦν νὰ ταξιδέψουν νὰ μποῦν στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ σου. Δὲν ὑπάρχει ὄχημα νὰ ταξιδέψουν. Τὸ ὄχημα εἶναι ἡ ψυχικὴ ἐπαφή. Ὅπου αὐτὸ ποὺ λὲς μπαίνει στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ ταξιδεύοντας πάνω σ' αὐτὴ τὴ νοητὴ γραμμὴ τῆς ψυχικῆς ἐπαφῆς καὶ κάθεται ἐκεῖ καὶ πιάνει τόπο. Διαφορετικὰ μπαίνουν καὶ βγαίνουν ἀμέσως.

Λοιπόν, εἶναι ἡ ψυχικὴ ἐπαφὴ ποὺ θὰ ἐπιδιώξουμε, ἡ ὁποία θὰ ὑποστηρίξει τὰ λόγιά μας, μὲ τὴν συνέπεια, ὥστε τὰ μηνύματα νὰ ἔχουν συνέπεια, νὰ μὴν εἶναι ἀντιφατικά. 


Τέταρτη προσαρμογή. Ἐπειδὴ ὅπως εἴπαμε ἡ ὑπόλοιπη ζωὴ τῶν παιδιῶν δὲν χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἐκκλησιαστικότητα καὶ εἶναι ἀσύμβατη τὶς περισσότερες φορὲς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λέμε στὴν κατήχηση, πρέπει νὰ βρεθεῖ ἕνας τρόπος ἡ κατήχηση νὰ διευρυνθεῖ καὶ νὰ περιλάβει ἕνα μέρος τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ. Πῶς θὰ γίνει αὐτό; 

Κατὰ τὴν γνώμη μου πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση βοηθοῦν πολὺ τὰ ἐνοριακὰ κέντρα. Ἡ αἴθουσα. Τὰ πρόσωπα ποὺ εἶναι ἐκεῖ. Οἱ ἐκδηλώσεις. Τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ παιδὶ μπορεῖ νὰ περνάει κάποιες ὧρες σὲ χῶρο ποὺ εἶναι ἐκκλησιαστικός, ὑπὸ τὴν προϋπόθεση ὅτι τὸ ἐκκλησιαστικὸ δὲν θὰ εἶναι μία τυπικὴ ἰδιότητα, ἄ, ἀνήκει στὴν ἐκκλησία τὸ κτίριο, τὰ ντουβάρια, ἀλλὰ ὅτι ὁ τρόπος ζωῆς ἐκεῖ εἶναι ἐκκλησιαστικός. Γι' αὐτὸ δὲν πιστεύω σὲ αὐτὸ ποὺ παλιὰ γινόταν, ὅτι ὁ κατηχητὴς πήγαινε μία ὥρα τὴν ἑβδομάδα ἔκανε τὸ κατηχητικό του καὶ ἔφευγε. Χρειαζόμαστε ἕναν νέο τρόπο ἐπαφῆς τοῦ κατηχητῆ μὲ τὰ παιδιὰ ποὺ θὰ προκαλεῖ μία ζύμωση. Ποὺ σημαίνει, χρειαζόμαστε τὸν κατηχητὴ περισσότερη ὥρα μὲ τὰ παιδιά, παρευρισκόμενο στὴν αἴθουσα ποὺ τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ ἐπισκεφθοῦν. Καλά, ξέρω βέβαια ὅτι ὑπάρχουν καὶ δεσμεύσεις χρόνου γιὰ τοὺς φοιτητὲς κλπ. Εἶναι ἕνα θέμα αὐτό. Ἀλλὰ ἐὰν θέλουμε μία ἀποτελεσματικότητα μεγαλύτερη στὸ ἔργο μας, νομίζω ὅτι πρέπει νὰ δουλέψουμε μὲ τὴν νοοτροπία ὅτι ἡ μία ὥρα τῆς κατήχησης εἶναι ἕνας πυρήνας, καὶ ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα ἁπλώνεται ἕνα πλέγμα δραστηριοτήτων, ὅπου τὸ παιδὶ πέρα ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ζωή του, δὲν κάνει τὰ πάντα μέσα στὴν ἐνορία ἀλλὰ πέρα ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ του ἔχει χώρους ἀναφορᾶς ἐνοριακούς, ἔχει πρόσωπα ποὺ βρίσκει ἐκεῖ τὰ ὁποῖα μποροῦν νὰ μεταφέρουν μία διαφορετικὴ αἴσθηση, δὲν εἶναι ἁπλὰ παιδονόμοι, ἁπλῶς παρευρίσκονται γιὰ νὰ μὴν γίνονται ζημιές, εἶναι πρόσωπα ποὺ ξέρουν νὰ χαμογελοῦν, ποὺ ξέρουν νὰ δέχονται τὸ παιδὶ μὲ ἀγάπη καὶ ξέρουν νὰ παίζουν μαζί του καὶ ξέρουν στὸ παιχνίδι νὰ ἐμπνέουν ἀρχὲς ἀγάπης, φιλαληλείας, ἀδελφοσύνης. Καὶ μαζὶ καὶ οἱ ἐκδηλώσεις οἱ διάφορες ποὺ θὰ γίνουν, καὶ οἱ ἐκδρομὲς κλπ.

Λοιπόν, ἡ ἐνορία ἐδῶ ἀποκτᾶ ὄχι μία νέα ἔννοια, γιατί ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἐνορία. Μὴν κοιτᾶτε ποὺ ἐπὶ πάρα πολλὰ χρόνια συνηθίσαμε ἡ ἐνορία νὰ εἶναι ἁπλὰ ἕνα κέντρο διεκπεραίωσης θρησκευτικῶν ἀναγκῶν. Ἔτσι ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡ ἐνορία, καὶ σιγὰ σιγὰ οἱ ἐξελίξεις τῆς ζωῆς μᾶς ἐπιβάλλουν πρὸς τὰ ἐκεῖ νὰ πᾶμε.


Καὶ πέμπτο καὶ τελευταῖο, γιὰ νὰ κλείσω, σὲ αὐτὴ τὴν σημερινὴ κατάσταση τῶν παιδιῶν ὁ κατηχητὴς πάρα πολὺ συχνὰ καλεῖται νὰ εἶναι σύμβουλος. Τὰ παιδιὰ τὸν ρωτοῦν γιὰ θέματα ὄχι μόνο σχετικὰ μὲ τὴν κατήχηση, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ γιὰ τὴν οἰκογένειά τους. Ὑπάρχουν πάρα πολλὰ προσωπικὰ ἀδιέξοδα. Ὑπάρχουν παιδιὰ καὶ ἔφηβοι τὰ ὁποία νιώθουν νὰ πνίγονται, διότι ἡ ἀντίληψη τοῦ χρόνου στὴν ἐφηβεία καὶ στὴν παιδικὴ ἡλικία εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν ἐνήλικη ζωή. Ὁ χρόνος κυλάει πιὸ ἀργά. Δὲν μποροῦν νὰ φανταστοῦν τὸ μέλλον ὥστε νὰ κάνουν ὑπομονὴ ὅτι τὰ πράγματα θὰ ἀλλάξουν καὶ ὅλα γίνονται ἕνα τεράστιο παρόν, ὅπου τὸ παιδὶ ἐὰν δὲν ἔχει μάθει νὰ σκέφτεται, νὰ βρίσκει λύσεις ἢ πραγματικὰ οἱ συνθῆκες ζωῆς εἶναι ἀποπνικτικὲς στὴν οἰκογένειά του, τότε πραγματικὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀπελπιστεῖ, καὶ νὰ φτάσει καὶ μέχρι ἀπόπειρες αὐτοκτονίας καὶ τέτοια.

Πολὺ συχνὰ ἀπευθύνονται τὰ παιδιὰ στὸν κατηχητὴ καὶ τὴν κατηχήτρια, ἀλλὰ ἐδῶ χρειάζεται πάρα πολλὴ προσοχή. Δὲν μπορεῖ νὰ μετατραποῦμε σὲ συμβούλους ἐπαγγελματίες, οὔτε ψυχολόγοι, οὔτε ψυχίατροι οὔτε πνευματικοὶ μποροῦμε νὰ γίνουμε. Μποροῦμε ὅμως νὰ ἀποτελέσουμε μία ἀκτίνα ἐλπίδας στὴν ζωὴ τῶν παιδιῶν. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ χωρὶς λόγια πολλὲς φορές. Δηλαδή, ὅταν τὸ παιδὶ διαισθάνεται ὅτι ὁ κατηχητής του, ἡ κατηχήτριά του εἶναι ἄνθρωποι χαρᾶς καὶ ἐλπίδας, ὄχι παίζοντας θέατρο, φορώντας ἕνα χαμόγελο, αὐτὸ δὲν πείθει, ἀλλὰ ὅταν πραγματικὰ ἀντανακλοῦμε χαρὰ καὶ ἐλπίδα, εἶναι ἄμεση βοήθεια γιὰ τὸ παιδὶ αὐτό.

Ὅταν βοηθήσουμε τὸ παιδὶ νὰ μάθει νὰ προσεύχεται περισσότερο, ὅταν τοῦ ὑποδείξουμε τὴν ἐξομολόγηση, ὅταν συστήσουμε ἕνα βιβλίο τὸ ὁποῖο πιστεύουμε ὅτι θὰ τὸ βοηθοῦσε, ἢ ὅταν ἁπλὰ κρατᾶμε τὴν ἐπαφὴ καὶ μιλᾶμε.

Ὑπάρχουν παιδιὰ τὰ ὁποία ἔχουν σωθεῖ ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδό τους ὄχι γιατί ἄκουσαν κάποια ἀπάντηση συγκεκριμένη, ἀλλὰ γιατί κρατήθηκε ἡ ἐπαφὴ μὲ ἕνα πρόσωπο μεγαλύτερο ποὺ ἀγαποῦσαν καὶ τὰ ἀγαποῦσε. Αὐτὸ καὶ μόνο τοὺς ἔδωσε ἐλπίδα καὶ ἕνα αἴσθημα ὅτι μποροῦν νὰ τὰ καταφέρουν σιγὰ σιγὰ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καὶ κάποια στιγμὴ ἀφοῦ κρατήθηκε τὸ νῆμα, βγῆκαν ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο. Ἀλλὰ κρατοῦσαν αὐτὸ τὸ σκοινί. Σὰν νὰ κρατᾶς ἕνα σκοινὶ μέσα στὴν ὁμίχλη γιὰ νὰ μὴν χαθεῖς, μέχρι νὰ φύγει ἡ ὁμίχλη καὶ νὰ δεῖς ποῦ εἶσαι.

Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι ἴσως ἀδίκησα τὰ θέματα αὐτά, γιατί τὸ καθένα ἀπὸ μόνο του θὰ ἀπαιτοῦσε ξεχωριστὴ ὁμιλία καὶ τὰ πέρασα πάρα πολὺ γρήγορα, ἀλλὰ φαντάζομαι ὅτι ἀκούγοντας καὶ πολλὰ ἄλλα φέτος καὶ τοῦ χρόνου, θὰ μπορέσετε ἔτσι νὰ τὰ συνθέσετε. 


Τί ἀφορμὲς δόθηκαν γιὰ νὰ κάνουμε συζήτηση γιὰ ἐρωτήματα ἢ γιὰ ὁτιδήποτε. Μερικὲς φορὲς ἡ συνάντηση τοῦ παιδιοῦ μὲ τὸν κόσμο τὸν ἐξωτερικό, ὅταν γίνει κάπως ὄψιμα ἡ συνάντηση αὐτή, ἐπειδὴ πρωτύτερα εἶχε παραμείνει προφυλαγμένο ἀπὸ αὐτὴ τὴν τακτικὴ τῶν γονέων καὶ δὲν ἔβλεπε τηλεόραση, γιὰ μερικὰ παιδιὰ εἶναι καταστροφική. Ὅμως, ἔχω συναντήσει καὶ περιπτώσεις ποὺ ἄλλα παιδιὰ καταφέρνουν αὐτὸ τὸ κλίμα ποὺ ἡ οἰκογένεια προσπάθησε νὰ δώσει, νὰ τὸ κρατήσουν μὲ κάποιον ἐνθουσιασμό. Καὶ βλέπεις ὅτι περνᾶνε τὴν ἐφηβεία, φτάνουν στὴν νεανικὴ ἡλικία, στὴν ἐνήλικη ζωὴ καὶ κρατοῦν τὸ κλίμα τῆς ἐφηβείας. Δὲν τοὺς νοιάζει πιὰ νὰ συναντηθοῦν μὲ τὸν κόσμο. Δὲν εἶναι τόσο συνηθισμένο ὅμως αὐτό, φοβᾶμαι. Καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ξέρεις ἐκ τῶν προτέρων πῶς θὰ ἀντιδράσει κάθε παιδί. Δηλαδή, ἔχει τρία παιδιὰ μία οἰκογένεια καὶ θὰ ἀντιδράσουν μὲ διαφορετικὸ τρόπο τὸ καθένα.

Ἔχω τὴν γνώμη ὅτι γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἀποφύγουμε τὰ παιδιὰ νὰ ἀναπτυχθοῦν σὲ νοοτροπία θερμοκηπίου, σὲ πλήρη ἀπομόνωση. Φυσικὰ καὶ πρέπει νὰ ὑπάρχει ἔλεγχος ἀπὸ τοὺς γονεῖς γιὰ τὸ τί τηλεόραση θὰ δοῦν κλπ. Δὲν εἶναι αὐτονόητο. Οὔτε κἄν τὰ παιδικὰ δὲν εἶναι αὐτονόητα στὴν τηλεόραση, τὰ κινούμενα σχέδια. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔτσι καὶ ἀλλιῶς τὸ παιδὶ ἀπὸ νωρὶς θὰ ἐκτεθεῖ σὲ τέτοια θέματα, στὸ σχολεῖο θὰ συζητοῦν τὰ ἄλλα παιδιά, σκοπὸς εἶναι πῶς θὰ βάλουμε ἀντισώματα μέσα στὴν ψυχὴ του τέτοια ὥστε μ' αὐτὲς τὶς ἐμπειρίες στὶς ὁποῖες θὰ ἐκτίθεται, νὰ μὴν βλαφθεῖ. Γιατί μικρόβια γύρω μας ὑπάρχουν δισεκατομμύρια. Αὐτὴ τὴ στιγμὴ τὰ ἀναπνέουμε, ὑπάρχουν ἐπάνω μας. Ἀλλὰ δὲν ἀρρωσταίνουμε, γιατί ἔχουμε κάποια ἐσωτερικὴ ἀντίσταση. 


Δηλαδὴ τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα εἶναι καὶ ἀποφυγή... Ἡ ἄσκηση παίρνει τὴν μορφὴ τῆς ἀποφυγῆς κάποιων καταστάσεων. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ δουλέψεις μόνο μὲ τὴν ἀποφυγή. Δὲν μπορεῖ νὰ στηριχθεῖ ἐκεῖ ἡ πνευματικὴ ζωή. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ πρέπει νὰ στηριχθεῖ κυρίως στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ἡ ὁποία θὰ δώσει τὴν δυνατότητα νὰ κάνεις καὶ ἄσκηση ἀποφυγῆς κάποιων ἐρεθισμάτων. Γιατί ὅταν ἀγαπᾶς μπορεῖς νὰ κάνεις καὶ ἄσκηση.

Συνεπῶς πρέπει νὰ γίνει ἐργασία στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ ἀπὸ νωρὶς καὶ ὅσο τὸ παιδὶ ἐκτίθεται κάποια στιγμὴ σὲ ἄλλα ἐρεθίσματα, αὐτὰ τὰ ἐρεθίσματα νὰ γίνουν ἀντικείμενο συζήτησης. Αὐτὰ ποὺ λέω τώρα ἰσχύουν περισσότερο γιὰ σᾶς ὅταν θὰ γίνετε γονεῖς, ἀλλὰ ἰσχύουν καὶ γιὰ τὴν κατήχηση.

Δηλαδὴ τὸ παιδὶ ποὺ ἔρχεται στὴν κατήχηση καὶ τὸ ὁποῖο ἐξομολογεῖται καὶ κοινωνεῖ, ἔχει δεῖ καὶ σήριαλ πολλὰ καὶ ταινίες ποὺ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ δεῖ, καὶ συζητάει μὲ τὰ ἄλλα παιδιὰ καὶ πρὶν ἀρχίσει τὸ κατηχητικὸ γι' αὐτὰ ποὺ εἶδαν στὴν τηλεόραση, δηλαδὴ αὐτὰ συμβαίνουν διαρκῶς καὶ μεγαλώνοντας σιγὰ σιγὰ θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε σὲ θέση καὶ αὐτὰ νὰ τὰ συζητήσουμε. Ὄχι νὰ παρακολουθοῦμε κατ' ἀνάγκην καὶ ἐμεῖς τὰ σήριαλ, γιὰ νὰ ξέρουμε τί παίζεται, ἀλλὰ νὰ μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τὸ παιδὶ νὰ στέκεται κριτικὰ σὲ αὐτὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα βομβαρδίζεται.

Εἰδικὰ αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα γιὰ τὰ ἐνάντια ἐρεθίσματα μὲ τὴν διαφήμιση κλπ., ὁπωσδήποτε κατὰ τὴν γνώμη μου πρέπει νὰ γίνουν ἀντικείμενο κατήχησης στὴν ἡλικία τοῦ Γυμνασίου καὶ τοῦ Λυκείου. Ὁπωσδήποτε. Δηλαδὴ πρέπει τὸ παιδὶ νὰ μάθει νὰ σκέφτεται πάνω σ' αὐτὰ τὰ θέματα, Δὲν θὰ τὸ πάρει ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ αὐτό.

Αὐτὸ εἶναι ἕνα πρακτικὸ ζήτημα, δηλαδὴ πῶς θὰ ξεκινήσουμε, ὥστε νὰ κληθοῦν ὅσο γίνεται περισσότερα παιδιά. Καὶ μακάρι ἐκεῖ νὰ ὑπάρχει συνεργασία μὲ τὸ σχολεῖο. Μερικὲς φορὲς ὅμως τὰ παιδιὰ εἶναι λίγα, ἐπειδὴ εἶναι πολὺ πρόσφατη ἡ προσπάθεια ποὺ γίνεται μὲ αὐτὴ τὴν ἡλικία, καὶ εἶναι στὴν ἀρχὴ ἀκόμη.

Ὅταν ἐγὼ πῆγα στὴν ἐνορία μου, σὲ μία κωμόπολη, πῆγα στὰ σχολεῖα ὅλα, ὅλων τῶν βαθμίδων, μίλησα στὰ παιδιά, τὰ κάλεσα συγκεκριμένη ἡμέρα, ὥρα κλπ., καὶ ὅταν πῆγα ἐκεῖ λοιπὸν τὴν πρώτη πρώτη φορά, βρῆκα 10 παιδιὰ Δημοτικοῦ, 2 παιδιὰ Γυμνασίου καὶ κανένα Λυκείου στὶς ἀντίστοιχες ὧρες. Ἔ, τί νὰ κάνουμε, λέω, πρώτη χρονιὰ εἶναι, αὐτά. Τὴν ἑπόμενη χρονιὰ ἦρθαν 25 παιδιὰ Δημοτικοῦ, 10 παιδιὰ Γυμνασίου καὶ κανένα Λυκείου. Τὴν τρίτη χρονιὰ εἶχαν μεγαλώσει τὰ νούμερα πάλι, κανένα Λυκείου. Ἔ, τὴν τέταρτη χρονιά, τὰ παιδιὰ τοῦ Γυμνασίου ποὺ ἦταν στὸ Λύκειο, κάναμε ἕναν πρῶτο πυρήνα καὶ ξεκινήσαμε. Καὶ μετὰ γίνανε περισσότερα.

Δηλαδὴ χρειάζεται... Ὁ παράγων χρόνος εἶναι κάτι διαφορετικό. Μετράει πολύ.

Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅμως ὅταν μένουμε μόνο σ' αὐτά, ἐξαντλεῖται ἐκεῖ ὅλη ἡ προσπάθεια, καὶ τὰ παιδιὰ ἔρχονται μόνο γι' αὐτό. Μερικὰ βέβαια θὰ ἔρθουν γιὰ πάντα, μόνο γι' αὐτό. Αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀποφύγουμε. 



Οἱ ὁμιλίες αὐτὲς λειτουργοῦν σὰν μία Σχολὴ Γονέων. Τὸ ἔργο τοῦ κατηχητῆ εἶναι ἀνάλογο μὲ τοῦ γονιοῦ. Μοιάζει πάρα πολύ. Τὸ ποιμαντικὸ ἔργο τί εἶναι; Πατρότητας καὶ μητρότητας ἔργο εἶναι. 

Κοιτάξτε, θὰ σᾶς πῶ. Πολλοὶ γονεῖς, ὅταν μιλάω σὲ γονεῖς, λένε, μὰ τί θὰ κάνουμε τώρα ἐμεῖς; Πρέπει νὰ πάρουμε πτυχίο παιδαγωγικῶν γιὰ νὰ γίνουνε γονεῖς; Πρέπει νὰ ξέρουμε πάρα πολλά. Δὲν εἶναι ἔτσι. Καὶ ἔχουμε γονεῖς μὲ πτυχίο παιδαγωγικῶν καὶ πάρα πολλὲς γνώσεις οἱ ὁποῖοι τὰ κάνουν θάλασσα, καὶ ἔχουμε γονεῖς ὀλιγογράμματους οἱ ὁποῖοι ἐνεργοῦν καίρια καὶ ἐπιτυχημένα. Γιατί, ποιὰ εἶναι ἡ διαφορά; Ἡ διαφορὰ νομίζω βρίσκεται στὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιτυγχάνουν ὡς γονεῖς ξέρουν νὰ σχετίζονται. Ἡ τέχνη τοῦ ἀνατρέφειν παιδιὰ οὐσιαστικὰ εἶναι ἡ τέχνη τοῦ σχετίζεσθαι. Ἡ τέχνη τῆς ποιμαντικῆς εἶναι τέχνη τοῦ σχετίζεσθαι. Ἡ σχέση μὲ τὸν Θεὸ εἶναι τέχνη τοῦ σχετίζεσθαι. Καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν μερίζεται, διότι μὲ τὴν προσωπικότητά του αὐτὴ τὴ μία καὶ ἑνιαία συνδέεται καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ μὲ ὅλα. Ὅσο ξέρει νὰ σχετίζεται ὑγιῶς σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, τόσο ἐπιτυγχάνει. Βοηθητικὸ ρόλο στὸ νὰ σχετίζεσαι παίζουν οἱ γνώσεις, καὶ εἶναι ἀπαραίτητες. Διορθώνουν λάθη, κοιτᾶς στὸν καθρέφτη τὸν ἑαυτό σου, σοῦ βάζει ἰδέες διάφορες, ἀνοίγουν οἱ ὁρίζοντές σου καὶ διορθώνεσαι.

Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ θὰ κρίνει τὴν ἐπιτυχία ἢ ὄχι τοῦ κατηχητῆ εἶναι ἡ τέχνη του νὰ σχετίζεται οὐσιαστικὰ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Γι' αὐτὸ καὶ πολλὲς φορὲς ἡ ἔλλειψη γνώσεων ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ ἀγάπη, ἡ πηγαία, ἡ γνήσια ἀγάπη, τὸ ὅτι ἔχω ἕναν συνομήλικό μου, φίλο μου ὁ ὁποῖος θυμᾶται ὅτι στὸ κατηχητικὸ εἶχε κάποιον ποὺ ὅταν τελείωναν τὴ μπάλα, τὸ παιγνίδι, ὁ κατηχητὴς του πήγαινε κοντά, καθόταν μὲ τὰ παιδιὰ ἔτσι, στεκότανε, καὶ τοὺς ἔριχνε ἕνα ζακετάκι ἀπὸ πάνω, ἔτσι, μὲ στοργή, ἂς ποῦμε, ποὺ ἦταν ἱδρωμένοι. Αὐτὸ θυμᾶται ἀπὸ τότε. Δὲν τὸ ἔκανε μὲ σκοπὸ νὰ κερδίσει κάποιους. Δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς κάποιο ἀντάλλαγμα ἐξαργυρώσιμο, δηλαδή.

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ τέχνη τοῦ σχετίζεσθαι, σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους εἶναι πηγαία. Τὴν κατέχουν ἀπὸ μόνοι τους. Καὶ χρειάζεται βέβαια μία βελτίωση μὲ τὸν καιρό. Ἄλλοι δυσκολεύονται πάρα πολὺ ὡς προσωπικότητες, ἐπειδὴ στὴν οἰκογένειά τους δὲν τὸ πῆραν αὐτό.

Ἡ ἐπίπονη ἐργασία καὶ ἐπιμέλεια τοῦ ἑαυτοῦ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων μὲ διαβάσματα, μὲ ἀκούσματα, μπορεῖ καὶ αὐτὴ νὰ διορθώσει πάρα πολλά. Γι' αὐτὸ πιστεύω ὅτι δὲν εἶναι θέμα τεχνικῆς. Θὰ ἴσχυε αὐτὸ ποὺ λέτε ἂν ἦταν θέμα τεχνικῆς κυρίως. Δηλαδή, νὰ μάθουμε ὁρισμένα κλειδιὰ γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἀνοίξουμε τὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν. Δὲν συμβαίνει αὐτό. Ἡ κατήχηση εἶναι διαπροσωπικὴ σχέση. Καὶ αὐτὸ προϋποθέτει μία προσωπικότητα ποὺ ἔρχεται νὰ συναντήσει μία ἄλλη προσωπικότητα.

Προτιμῶ τὴν καρδιά, παρὰ τὸ ἔνστικτο. Τὸ ἔνστικτο ἔχει ἕναν αὐθορμητισμὸ ποὺ δὲν εἶναι πάντα ἀξιόπιστος. Ἀλλὰ ἡ καρδιὰ μὲ τὴν πατερικὴ ἔννοια "καὶ ἂν ἔχεις καρδίαν δύνασαι σωθῆναι", ἁπλῶς νὰ μὴν χάσουμε τὴν ὡριμότητα. Μὴν περάσουμε σὲ μονομέρεια. Οὔτε μόνο τὸ συναίσθημα ἀκατέργαστου οὔτε μόνο ἡ λογικὴ ποὺ εἶναι ξερή. Πρέπει νὰ μπορέσουμε νὰ γίνουμε ἄνθρωποι ἁρμονικοί. 
πηγ'η

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...