Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοσμάς ο Αιτωλός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοσμάς ο Αιτωλός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2014

ΤΟΝ ΠΑΠΑ ΝΑ ΚΑΤΑΡΑΣΘΕ...

Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε την προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού<<Τον Πάπα να καταράσθε>>και θα αναπτύξουμε πολλά πράγματα τόσο ιστορικά,όσο και μελλοντικά,αλλά και αυτά που ήδη ζούμε.Τεράστια λοιπόν προσοχή στους Αρχιερείς στις επαφές τους με τον Πάπα γιατί ο χαλασμός στον τόπο θα ξεκινήσει από αυτόν.Και μην ξεχνάμε την επικείμενη επίσκεψη του στο Φανάρι και την Κωνσταντινούπολη.Το Κείμενο είναι την Μοναχής Ευθυμίας ,Ηγουμένης στο Μοναστήρι του Αγίου Κοσμά στο Μεγαδένδριο Θέρμιου, Αιτωλοακαρνανίας.                                           
Ή προφητεία 41 Καντ-47 Καλ, της οποίας την έπαλήθευσι είδαμε σε διάφορα Ιστορικά γεγονότα φυσιολογικά, μας οδηγεί στην έξέτασι μιας άλλης προφητείας τοϋ άγιου Κοσμά:
«Τόν Πάπα νά τον καταριέστε, γιατί αυτός θά εΐναι αίτιος τοϋ χαλασμού τοϋ τόπου» [6(h) Άλβ].
«Τόν Πάπαν νά καταράσθε, διότι αυτός θά εΐναι ή αιτία» (90 Καντ). Έδώ βλέπομε πώς πρόκειται γιά μία προφητεία με δύο παραλλαγές. Ή 6 (δ) Άλβ είναι ολοκληρωμένη προφητεία. Ή 90 Καντ εχει ανάγκη νά συμπληρωθή νοηματικά από την 6 (δ) Άλβ.

Ή 90 Καντ λέγει πώς ό Πάπας θά είναι ή αιτία, χωρίς νά άναφέρη ποίου τράγματος αιτία θά είναι.
Ή λέξι «καταράσθε» φανερώνει ότι θά είναι αιτία κακοΰ. Ή προφητεία 6 (δ) Άλβ προχωρεί περισσότερο: «αίτιος τοϋ χαλασμού τοϋ τόπου».
Άρα συμπληρώνεται τό κενό της 90 Καντ, με την 6 (δ) Άλβ. Τό κακό είναι ό χαλασμός του τόπου.
Ή προφητεία δεν κάνει συγκεκριμένο τόν τόπο. Όπωσδήποτε όμως πρόκειται γιά τόν ελληνικό χώρο, στόν οποίον απευθύνονται οί περισσό­τερες προφητείες.
Λέγοντας «τόπο» δεν διευκρινίζει αν πρόκειται γιά τόπο-χώρο εθνικό η έκκλησιαστικό-θρησκευτικό.
Δεδομένου όμως Οτι μέχρι σήμερα υπάρχει εστω τυπική, εξωτερική ενό­της μεταξύ Εκκλησίας καί Πολιτείας:, νομίζω ότι συμπεριλαμβάνει καί τά δύο, διότι εάν γίνη «χαλασμός» στόν εκκλησιαστικό χώρο, θά άκολουθήση καί ό εθνικός. Αυτό έχει αποδείξει ή Ιστορία της ρωμιοσύνης.
Ή πίστι συνέχει τόν λαό μας καί συγκρατεί τήν εθνικότητα μας.

Άλλά γιατί ό άγιος Κοσμάς είναι τόσο ακάθεκτος εναντίον τοϋ Πάπα, ώστε νά μάς δίδη εντολή νά καταριώμαστε αυτόν;
Εΐναι πολύ χαρακτηριστική μιά άλλη προφητεία τοϋ αγίου Κοσμά γιά τόν Πάπα, πού είναι ενταγμένη μέσα στήν Η' Διδαχή του:
« Ό "Αντίχριστος είναι' ο ενας είναι ο Πάπας και ό έτερος είναι αυτός είναι εις τό κεφάλι μας, χωρίς νά ειπώ τό δνομά του τό καταλαβαίνε μά λυπηρόν είναι νά σας τό ειπώ, διότι αυτοί οι αντίχριστοι είναι εις την ' λειαν, καθώς τό έχουν...»
Ό άγιος αποκαλεί τόν Πάπα αντίχριστο, καθώς καί τόν Μωάμεθ, με τήν έννοια τοϋ Αντίχριστου των έσχατων χρόνων, αλλά ώς Ενα «τ^ τοΰ Αντίχριστου.
Γιά τόν Αντίχριστο υπάρχουν διάφορες προφητείες στην Αγία Γραφή: Είναι πολύ γνωστή ή προφητεία τοΰ αγίου Εύαγγελιστοΰ Ιωάννου στην Άποκάλυψη γιά τήν δράσι τοΰ Αντίχριστου. Ό απόστολος Παΰλος Β' Θεσσ. β', προφητεύει γιά τόν Αντίχριστο καί τήν εποχή του.
Λέγει πώς θά ώριμάση ή ανομία καί υστέρα θά ερθη ό Άντίχριστος·.-Γιατί ή ανομία θά είναι τό κλίμα μέσα στό όποιο θά ευδοκίμηση τό τοΰτο της ανομίας. Γι' αυτό τόν αποκαλεί άνομο (στ. 8). θά προηγηθεί η αποστασία (στ. 3) πολλών χριστιανών από τήν ορθόδοξη πίστι τους καί τόν νόμο τοΰ Θεοΰ. Θά ακολουθήσουν αντίθετα ρεύματα καί συστήματα; Παγκοσμιοποίησι ώστε νά ύπαρξη εύκρατο κλίμα γιά τήν δρασι του Αντιχρίστου. Ό απόστολος Παΰλος μας δίδει τά χαρακτηριστικά του: κείμενος καί ύπεραιρόμενος εναντίον τοΰ Θεοΰ, αλλά καί κάθε θρησκείας  (στ. 4).
Θά αύτοθεοποιηθή καί θά ένθρονιστή στόν ναό τοΰ Σολομώντος . ώστε νά αποδείξει ότι είναι ό Θεός (στ. 4), ό αναμενόμενος «Μεσσίας» και να προσκυνηθή από τούς ανθρώπους.
Γιά νά κατανοήσωμε τήν προφητεία της Η' Διδαχής τοΰ αγίου Κοσμά  πρέπει νά δοΰμε ποιες ομοιότητες παρουσιάζει ό Πάπας πρός τά χαρακτη ριστικά τοΰ Αντίχριστου, πού μας δίδει ό απόστολος Παΰλος.
Ό Πάπας κατώρθωσε μέ διαφόρους τρόπους, νά άποδεχθή ό παπισμός τήν αΐρεσι (πλην των άλλων) τοΰ Πρωτείου καί τοϋ αλάθητου του καί νά τά δογματίσουν οί Βατικάνιες Σύνοδοι (δύο), οί όποιες μεταξύ των άλλων διετύπωσαν τά έξης:
«Ό Πάπας... είναι ανθρώπινος Θεός... ή δέ εξουσία του είναι απεριό­ριστη... (ή οποία), εκτείνεται στα ουράνια, τά γήινα καί τά καταχθόνια...
Ό Πάπας εΐναι αλάθητος όπως ό Θεός καί εχει τή δύναμη νά κάνει κα­θετί πού ο Θεός κάνει. Νά πράξει καθετί πού τοΰ είναι αρεστό...
Τοποτηρητής τοΰ Θεοΰ
Νά εχει αντιρρήσεις έναντι των αποστόλων καί των εντολών πού οί από­στολοι μετέδωσαν. 'Έχει τό δικαίωμα καί τήν εξουσία νά διορθώνει κα­θετί, τό όποιο θεωρεί αναγκαίο μέσα στήν Καινή Διαθήκη, δύναται νά με­ταβάλλει τά ίδια τά Μυστήρια πού έχουν οριστεί καί θεσπιστεί από τόν Ίησοϋ Χριστό. Ό Πάπας εΐναι πιό φηλά άπ' όλους τούς νόμους. "Αν ό Πάπας αποφασίσει ενάντια στήν κρίση τοϋ Θεοΰ τότε ή κρίση τοΰ Θεοΰ πρέπει νά διορθωθή και νά μεταβληθή.  
Ό Πάπας εΐναι τό φως της αλήθειας καί ανταύγεια της. Ό Πάπας είναι τό πάν επί πάντων καί πάντα δύναται...».
Ρίχνοντας μια ματιά στό κείμενο της Β' Θεσσ. β' καί στό κείμενο του  βλέπουμε κοινά χαρακτηριστικά Άντιχρίστου-Πάπα:
Αύτοθεοποίησι: ένθρόνισι τοΰ Αντίχριστου στον ναό τοΰ Σολομώντος, ένθρόνισι τοΰ Πάπα στό Βατικανό.
Άντί Χρίστου (Μεσσίου) αποδοχή τοϋ Αντίχριστου από τούς ανθρώ­πους καί προσκύνησί του.
Άντί Χρίστου αποδοχή τοΰ Πάπα από τούς παπικούς.
Οίκειοποίησι ιδιοτήτων τοΰ Θεοΰ καί της θεότητός Του από τόν Αντί­χριστο. — Τό ϊδιο κάνει καί ό Πάπας.
Αντικείμενος ό Αντίχριστος προς τόν Χριστό. Αντικείμενος ό Πάπας προς τόν Χριστό: Διορθώνει Μυστήρια, Κ. Διαθήκη, Αποστόλους. Ύπεραιρόμενος ό Αντίχριστος. Ύπεραιρόμενος ό Πάπας.
Αδιαφορεί γιά τήν κρίσι τοϋ Θεοϋ ό Αντίχριστος — Αδιαφορεί γιά τήν κρίσι τοϋ Θεοϋ ό Πάπας. Πρέπει ό Θεός νά διόρθωση τήν κρίσι Του, αν είναι αντίθετη από τήν κρίσι τοϋ Πάπα!
Κι αν έπιμείνωμε, θά δοϋμε πλείστες άλλες ομοιότητες των δύο.
Ό άγιος Κοσμάς έζησε πρίν άπό τήν Α' Βατικανή Σύνοδο, ή οποία έψήφισε τίς πιό μεγάλες πλάνες καί αιρέσεις τοϋ παπισμοϋ.
Πλήν της ιστορίας τοϋ μέχρι τότε παπισμοϋ, πού γνώριζε καλά ό "Αγιος, τό προφητικό του μάτι μέ πόνο ατένισε καί τίς χειρότερες πλάνες. Τελει­ώνει τήν προφητεία του μέ τήν απώλεια τοϋ Πάπα, καθώς καί ό απόστο­λος Παϋλος τελειώνει τήν δική του προφητεία γιά τόν Αντίχριστο μέ τήν απώλεια τοϋ Αντίχριστου, «'όν  Κύριος αναλώσει τω πνεύματι τοϋ στό­ματος αύτοϋ καί καταργήσει τη επιφάνεια της παρουσίας αύτοΰ» (Β' Θεσσ.
β'8).
Είναι χαρακτηριστική μιά σχετική διδασκαλία τοϋ αγίου Κοσμά, πού βρίσκεται στή Γ' διδαχή του:
«Ό Θεός... έφερε τόν Τοΰρκον καί τοϋ τό έδωσε [τό βασίλειον] διά το ίδικόν μας καλόν καί τό εχει ό Τούρκος τριακόσιους είκοσι χρόνους. Κ: διατί εφερεν ό Θεός τόν Τοΰρκον καί δεν έφερεν άλλο γένος;... Διότι τά άλλα έθνη [ εννοεί τά Δυτικά, τά κρατούμενα υπό τήν αϊρεσι τοϋ Πάπα] θά μας έβλαπταν εις τήν πίστιν».

Καί συνεχίζει πώς ό Τοϋρκος θέλει χρήματα, δόστα καί σέ αφήνει ήσυχο.
Ό λόγος αυτός πού είπε ό Κοσμάς είναι παράλληλος πρός τούς λόγου: πού είπε ό μέγας δούξ Λουκάς Νοταράς  πρός τόν αυτοκράτορα τίς παρα­μονές της  Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως:
«Κρειττότερον εστίν είδέναι εν μίση πόλει φακιόλιον βασιλεϋον Τούρ­κων ή καλύπτραν λατινικήν».
Τόν λόγον τοϋτον ερμηνεύουν οί πιό πάνω λόγοι τοΰ άγιου Κοσμά -«διότι τα άλλα έθνη θά μας έβλαπταν στην πίστι».
Ό άγιος Κοσμάς γνωρίζει καλά τήν "Ιστορία. Ξέρει πώς διά την καθυπόταξι της Όρθοδοξίας στίς αιρέσεις τοϋ παπισμού, ό Πάπας έχει κάνει πεισμώδη μάχη καί διά διωγμών τών Όρθοδόξων εις κρατούμενα άπό «λατίνους» ελληνικά εδάφη. Τόν μεγαλύτερο πόλεμο, τους χειρότερους ζαυγμούς είχαν τά νησιά. Ή Κρήτη έδεινοπάθησε στην άντίστασι εναντίον τοΰ έκκαθολικισμοΰ. Τά Επτάνησα δέχτηκαν πολλές πιέσεις. Άλλ' όταν είδε ό Πάπας ότι δεν κερδίζει πολλά διά τών πιέσεων, χρησιμοποίησε δόλο. Ώργάνωσε ιεραποστολικά τάγματα μοναχών «πρός διάδοσιν της πίστεως» καί έδημιούργησαν πολλά σχολεία. Αυτός ήταν ό πιό μεγάλος κίνδυ­νος. Έκεί έδιδάσκοντο μαζί με τά άλλα μαθήματα καί οί πλάνες τών Λατ.ίνων. Έτσι ό Πάπας σ' αυτόν τόν τομέα είχε κέρδη. Μεγάλη πείρα έπ' ζύτοΰ είχε ό άγιος Χρύσανθος, ό αδελφός τοΰ αγίου Κοσμά, ό όποιος ίδρυσε σχολεΐο στήν Νάξο γιά νά προφύλαξη τά παιδιά άπό τόν έκλατινισμό, γιά τό όποιο μάλιστα αντέδρασαν οί Λατίνοι. Στά φραγκοκρατούμενα μέρη προ­σπάθησε ό κατακτητής νά καταβάλη καί τήν ελληνική γλώσσα, γιατί έφερνε σε άμεση επαφή τόν "Ελληνα μέ τήν πηγή της θρησκείας του καί τοΰ πολιτισμοΰ του.
Ή άλλη δολιότης είναι ή φιλανθρωπία."Ιδρυσαν όχι μόνο σχολεία στήν χώρα μας, άλλά καί νοσοκομεία...
Ή Ούνία ήταν τό άκρον άωτον της δολιότητος.
Ό άγιος Κοσμάς τά γνώριζε όλα αυτά- τήν ιστορία τοΰ παρελθόντος άλλά καί τοΰ μέλλοντος: ότι ό Πάπας θά είναι ή καταστροφή τοΰ τόπου μιλάει δηλ. γιά μέλλον... Τί τάχα θά άποτελέση τόν χαλασμό τοΰ τόπου;
Κι επανέρχομαι στό ερώτημα: ποιος είναι ό τόπος;
Θά γίνη χαλασμός στόν χώρο της Εκκλησίας;
Βέβαια «πύλαι άδου ού χατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. ις'18). Δέν έπε­ται όμως ότι ό διάβολος δέν θά προσπαθήση νά κάνη τήν Εκκλησία ποταμοοφόρητον (Άπ. ιβ' 15), γιά νά τήν πνίξη στά θολά νερά τών αιρέσεων καί στά κοσμικά φρονήματα τοΰ αιώνος τούτου καί στήν παγκοσμιοποίησι της Αντιχριστιανικής μονοκρατορίας καί στό Νεοταξικό ρυθμό πού ξερνά άπό τό στόμα του. Καί μή ξεχνάμε πώς θάρθη ή ώρα μιας φαινομενικής ΰπερισχύσεως  τοΰ έχθροΰ καί καταβολής τών πιστών (Άποκ. ιγ' 7). Σύμπτυξι δυνάμεων.
Κάνει μεγάλη έντύπωσι τό πρώτο μέρος της προφητείας «Τόν Πάπα νά τόν καταριέστε...».
"Ενας πού καταριέται καλωσορίζει; Μήπως τόν επαινεί; Μήπως τόν συναναστρέφεται; Τοΰ είναι ευχάριστος;
Ευχάριστοι μας είναι όσοι μας προξενούν καλό καί είναι φίλοι μας...
"Οποιον καταριόμαστε, δέν είναι φίλος καί αδελφός, αλλά κάποιος πού μας έβλαψε καί τόν αποστρεφόμαστε.
«Τον Πάπαν να καταράσθε» έχει κι άλλη σημασία: Πολλοί ενοχλούνται από τά αναθέματα της Εκκλησίας γιά τους αιρετικούς, παρά τό γεγονός ότι ή κατεύθυνσι των αποστολικών οδηγιών είναι αύτη. Τό «καταράσθε» έχει ισοδύναμη έννοια μέ τό «αναθεματίζετε». Δηλαδή μας λέγει ό άγιος Κοσμάς, μή σκέπτεσθε νά άρετε τίς κατάρες-άναθέματα εναντίον τοϋ Πάπα. γιατί δέν θά άλλάξη, ώστε νά τόν δεχθήτε στήν Εκκλησία ώς Όρθόδοξο. γιατί δέν θέλει. Είναι ψευδή όσα σάς παρουσιάζει. Προσέχετε, γιατί αυτός θά είναι ή αιτία «τοΰ χαλασμού» σας.
Ή τόσο σπουδαία αυτή προφητεία τοϋ αγίου Κοσμά, μέ τίς προειδο­ποιήσεις καί τίς νουθεσίες τοΰ Αγίου, ανήκει σ' αυτές τίς προφητείες, πού ακόμα δέν επαληθεύτηκαν μέσα στήν ιστορία της χώρας μας, «τοΰ τόπου»... Ειδικώς γι' αυτήν τήν προφητεία χρειάζεται νά είμαστε σέ διαρκή επιφυ­λακή. Γιατί μας προειδοποιεί πώς θά γίνη «χαλασμός» τοΰ τόπου (έκκλησίας-εθνους), ό όποιος θά προέλθη από τόν Πάπα.  
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ <<ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ>>

Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2014

Το κήρυγμα των Αποστόλων (30 Ιουνίου) του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

Και να ηξεύρετε, παιδιά μου, ετούτην την γην, όπου κατοικούμεν, την έχει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Καθώς έχει ένας βασιλεύς και μαζώνει όλα τα βασιλικά χρέη και παίρνει από χωράφια, από αμπέλια και από τους ανθρώπους, και στέλνει ανθρώπους ιδικούς του και τα μαζώνουν κάθε χρόνον, και όταν τα πηγαίνουν εκείνοι έμπροσθεν εις τον βασιλέα χαίρεται ο βασιλεύς και τους δίδει μεγάλα χαρίσματα και τους έχει φίλους ήγαπημένους, έτσι έχει ο Χριστός την γην ωσάν αμπέλι, όλον τον κόσμον.
Και έβαλεν εργάτας τους δώδεκα Αποστόλους, τους ευλόγησε και τους έδωκε την χάριν του Αγίου Πνεύματος και ευθύς έμαθον τα γράμματα και όλες τις γλώσσες, ότι πρώτον οι Απόστολοι ήταν αγράμματοι και μίαν γλώσσαν μόνον ήξευραν, και αφού τους ηυλόγησε και τους εφύσησε εις το στόμα τους και έλαβον χάριν, όλα τα γράμματα και τις γλώσσες τις εμαθον. Και τους εστειλεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, εις όλον τον κόσμον και τους είπεν: Σύρτε εις όλον τον τόπον και εις όλην την γην, κάστρα και χωριά, και ειπέτε τους, αν ίσως θέλουν να ζήσουν και εδώ καλά και ειρηνικά και να τους βάλω εις τον παράδεισον, να πιστεύσουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να φυλάγουν τα προστάγματα του αγίου Ευαγγελίου. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι, είπεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνην. Και εις οποίαν χώραν και δεν τους δέχονται οι άνθρωποι, είπεν ο Κύριος: Να τινάζετε και τα παπούτσια σας από τον κονιορτόν και να φύγετε. Και ωσάν έλαβον οι Απόστολοι την χάριν και την ευλογίαν του Αγίου Πνεύματος, ευθύς έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον και μετ’ εκείνην την χάριν του Αγίου Πνεύματος ιάτρευον τυφλούς, λεπρούς, αρρώστους και τους δαιμονιζομένους, και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζαν τους νεκρούς και ανεσταίνονταν. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και τους εδέχονταν οι άνθρωποι, αρχιερείς, ιερείς, διακόνους, αναγνώστας έκαμναν και εκκλησίας, και ευλογούνταν η χώρα εκείνη και εγίνονταν ένας επίγειος παράδεισος, μία μεγάλη χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και δεν τους εδέχονταν οι άνθρωποι, δεν ευλογούνταν η χώρα εκείνη, έμενε κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 11, 2013

Κυριακή Δ’ Λουκά: Διδαχή εις την παραβολήν του Σπορέως (Αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός)


Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφ. Η. 5 – 15
 
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην. Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού. και εν τω σπείρειν αυτόν ο μέν έπεσε παρά την οδόν, και κατεπατήθη, και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό, και έτερον έπεσεν επι την πέτραν, και φυέν εξηράνθη δια το μή έχειν ικμάδα, και έτερον έπεσεν εν μέσω των ακανθών, και συμφυείσαι αι άκανθαι απέπνιξαν αυτό. και έτερον έπεσεν εις την γήν την αγαθήν, και φυέν εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα. ταύτα λέγων εφώνει, ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω. Επηρώτων δέ αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες, τίς είη η παραβολή αύτη; ο δέ είπεν, υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, τοις δέ λοιποίς εν παραβολαίς, ίνα βλέποντες μή βλέπωσι, και ακούοντες μή συνιώσιν. έστι δέ αύτη η παραβολή. Ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού, οι δέ παρά την οδόν εισίν οι ακούσαντες, είτα έρχεται ο διάβολος και αίρει τον λόγον από της καρδίας αυτών, ίνα μή πιστεύσαντες σωθώσιν. οι δέ επι της πέτρας, οι όταν ακούσωσι, μετά χαράς δέχονται τον λόγον, και ούτοι ρίζαν ουκ έχουσιν, οι προς καιρόν πιστεύουσι, και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται. το δέ εις τας ακάνθας πεσόν, ούτοί εισίν οι ακούσαντες, και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι. το δέ εν τη καλή γή, ούτοί εισίν οίτινες εν καρδία καλή και αγαθή ακούσαντες τον λόγον, κατέχουσι και καρποφορούσιν εν υπομονή. Ταύτα λέγων εφώνη΄ ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω.

Απόδοση: 
Είπεν ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του΄ καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν, και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει». Οι μαθητές του τότε τον ρωτούσαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ’ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν αλλά να μη βλέπουν, και ν’ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού΄ έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ’ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα΄ γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ’ αγκάθια, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ’ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει». 
 
(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη) 
 
Ομιλία του Αγίου νέου Ιερομάρτυρος και Ισαποστόλου Κοσμά του Αιτωλού, εις την παραβολήν του Σπορέως


Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και Θεός, αδελφοί μου, έχει πολλά και διάφορα ονόματα. Λέγεται Θεός, λέγεται Υιός Θεού, λέγεται και υιός ανθρώπου, λέγεται και σοφία, λέγεται και ζωή, λέγεται και ανάστασις΄ και ανάμεσα εις τα άλλα λέγεται και γεωργός, επειδή σπείρει τον σπόρον. Όπως ο ίδιος είπεν εις την παραβολήν του αγίου και ιερού Ευαγγελίου:

ήταν ένας γεωργός και εβγήκεν από το σπίτι του, επήρε σπόρον και επήγε να σπείρη εις τα χωράφια του. Και εκεί που έσπερνε δεν έπεσεν εις ένα μέρος ο σπόρος εκείνος. Άλλος έπεσεν εις την στράταν, άλλος εις την πέτραν, άλλος εις τα ακάνθια και άλλος εις την καλήν γην. Εκείνος ο σπόρος που έπεσεν εις την στράτα δεν εφύτρωσε, διατί η γη ήταν σκληρά και καταπατημένη από τους διαβάτας, και ήλθαν τα πετεινά του αέρος και τον έφαγαν τον σπόρον εκείνον, και έμεινεν η στράτα άκαρπη. Έπεσε και άλλος σπόρος επάνω εις την πέτραν, είχεν ολίγον χώμα, εφύτρωσε και αυτός ο σπόρος, μα καθώς εβγήκεν ο ήλιος τον επύρωσεν, και μην έχοντας ρίζαν εξηράνθη, και έμεινεν άκαρπος και αυτός ο σπόρος. Έπεσε και άλλος σπόρος ανάμεσα εις τα ακάνθια, εφύτρωσε και αυτός, όμως εβγαίνοντας τα ακάνθια τον έπνιξαν και εχάθη και αυτός ο σπόρος. Εκείνος πάλιν ο σπόρος που έπεσεν εις την γην την καλήν, εκαρποφόρησεν, αλλά δεν είχεν όλη η γη εκείνη την ίδιαν απόδοση. Λόγου χάριν έσπειρεν σε ένα χωράφι ένα κιλόν σιτάρι και έκαμεν εκατόν. Άλλος σπόρος έπεσε σε πτωχοτέραν γην και έκαμεν εξήκοντα, έπεσε και άλλος σπόρος σε αχαμνότερη και έκανε τριάκοντα. Τώρα με φαίνεται αυτήν την παραβολήν να την εκαταλάβατε κομμάτι καλλίτερα, μα ακόμη όχι τόσον καλά.

Μου φαίνεται εύλογον να την ειπούμεν ακόμη απλότερα. Και πρώτον να ειπούμεν ποίος είναι ο γεωργός, δεύτερον ποίον είναι το σπίτι του γεωργού, τρίτον ποίος είναι ο σπόρος, τέταρτον ποία είναι τα χωράφια, πέμπτον ποία είναι η στράτα, έκτον ποία είναι η πέτρα, έβδομον ποία είναι τα ακάνθια, όγδοον ποία είναι η καλή γη που έκαμεν εις το ένα κιλό τα εκατό, τα εξήκοντα, τα τριάκοντα. Τώρα με φαίνεται να την καταλάβετε αυτήν την παραβολήν καλλίτερα. Ο Κύριός μας λοιπόν, που όπως είπαμε είναι ο γεωργός, εβγήκεν από το σπίτι του. Ποίον είναι το σπίτι του Χριστού μας; Η πατρική ουσία, ο πατρικός κόλπος. Πώς εβγήκεν ο Κύριος από την πατρικήν φύσιν και πώς εμείς οι ευσεβείς χριστιανοί πιστεύομεν, δοξάζομεν και προσκυνούμεν την ένσαρκον οικονομίαν του Χριστού μας; Πώς εκαταδέχθη ο Υιός και Λόγος του Θεού, και Θεός αληθινός, και ζωή των απάντων, και εσαρκώθη εις την κοιλίαν της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, όλος μέσα εις την κοιλίαν της Θεοτόκου, και τέλειος άνθρωπος, όλος μέσα εις την πατρικήν φύσιν και όλος πανταχού; Καθώς οι ακτίνες του ηλίου είναι όλες μέσα εις τον ήλιον, και όλες εξαπλωμένες εις όλον τoν κόσμον, και όλες πανταχού, έτσι είναι και ο Κύριος΄ όλος μέσα εις την πατρικήν ουσίαν και όλος μέσα εις την κοιλίαν της Θεοτόκου και πανταχού. Ενός ανθρώπου τώρα ημπορεί ο νους του να είναι όλος εις την πόλιν και όλος εις το σπίτι του, εις τα παιδιά του, και πάλιν όλος ο νους του να είναι μέσα εις το κεφάλι του χωρίς να λείπει τίποτες. Ο άνθρωπος που είναι πλάσμα του Θεού το έχει αυτό το χάρισμα, και δεν θα δύναται ο Θεός να είναι όλος εις τον ουρανόν και όλος εις κάθε μέρος; Έτσι, αδελφοί μου, εβγήκεν ο Κύριος από το σπίτι του και επήρε σπόρον να σπείρει τα χωράφια του.

Ποία είναι τα χωράφια του; Είναι οι καρδίες των ανθρώπων. Ποίος είναι ο σπόρος; Είναι το άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, και να έχωμεν την αγάπην εις τoν Θεόν και εις τους αδελφούς μας. Και καθώς ο γεωργός οργώνει το χωράφι και σπέρνει τoν σπόρον, έτσι και ο Κύριος όργωσε τις καρδίες των ανθρώπων με την διδασκαλίαν του, και μας εφύτευσε την ζωήν την αιώνιον.

Ποία είναι η στράτα; Είναι ο υπερήφανος άνθρωπος, που η καρδία του είναι σκληρά, καταπατημένη από τις μέριμνες τις βιοτικές, και ακούει τον λόγον του Θεού και τον δέχεται μετά πάσης χαράς, μα έχει ολίγην ευλάβειαν εις τον Χριστόν, και πηγαίνει με τον διάβολον, και μένει η πέτρα άκαρπη. Ποία είναι τα ακάνθια; Ακάνθια είναι ο πόρνος, που ακούει τον λόγον του Θεού και αυτός΄ ύστερον όμως έρχονται τα πορνικά πάθη και τoν πνίγουν, και χάνεται και μένουν και τα ακάνθια άκαρπα.

Ποία είναι η καλή γη που έκαμε τα εκατόν, τα εξήκοντα και τα τριάκοντα; Εκατόν έκαμε ο τέλειος άνθρωπος, εξήκοντα ο μεσαίος και τριάκοντα ο κατώτερος.

Μα το κεκρυμμένον νόημα που έχει μέσα τούτη η παραβολή δεν το εκαταλάβατε, και μου φαίνεται εύλογον, αδελφοί μου, να σας ειπώ από ένα παράδειγμα εις κάθε ένα, δια να καταλάβετε καλλίτερα αυτήν την παραβολήν.

Και πρώτον ας αρχίσωμεν από την στράταν να ειπούμεν. Έχομεν πολλά παραδείγματα να ειπούμεν. Ας αφήσωμεν τα πολλά και ένα να ειπούμε μόνον, μας φθάνει δια να καταλάβωμεν. Τον παλαιόν καιρόν, χριστιανοί μου, ήταν ένας άνθρωπος και ελέγετο το όνομά του Μανασσής. Τον αξίωσεν ο Πανάγαθος Θεός και έγινε βασιλεύς εις τους Εβραίους. Πενήντα δύο χρόνους εβασάνιζε τους Εβραίους με πολλά παιδευτήρια. Αυτός δεν ήκουεν τον λόγον του Θεού, ήταν σκληροκάρδιος, δεν εμετανόησεν η καρδία του, ήταν στράτα καταπατημένη. Βλέποντας ο πανάγαθος Θεός την κακήν του γνώμην τί κάμνει; Σηκώνει ένα βασιλέα μέσαθε από την Ανατολήν, και τον πολεμεί και τον παίρνει σκλάβον, και τον εκλείδωσε μέσα εις ένα καζάνι αποβραδύς με σκοπόν την άλλην ημέραν να τον κάψει, να τον κάμει θυσίαν εις τα είδωλα. Τί κάμνει ο Μανασσής εκεί μέσα εις το χάλκωμα που ήταν κλεισμένος; Ενεθυμήθη τις αμαρτίες του, έκλαυσε, επαρακάλεσε τον Θεόν να τον ελευθερώσει, και πάλιν άλλην φοράν αμαρτίαν να μη κάμει. Βλέποντας ο Θεός την καλήν του γνώμην, ήκουσε την μετάνοιάν του. Εδέχθη τα δάκρυά του και στέλνει έναν άγγελον και τον ελευθερώνει από εκείνον τον κίνδυνον. Ύστερον επούλησεν τα πράγματά του και τα εμοίρασεν ελεημοσύνην, και επήγεν και ασκήτευεν εις όλην του την ζωήν με νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές, κακοπαθίες και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.
Αν ίσως, αδελφοί μου, και είναι εδώ κανένας από την ευγένειάν σας, και είναι η καρδία του σκληρά, καταπατημένη ωσάν του Μανασσή, ως υπερήφανος, ας μετανοήσει, ας ενθυμηθεί τις αμαρτίες του, ας κλαύσει, και να είναι βέβαιος πως ο Θεός, καθώς εδέχθη την μετάνοιαν εκείνου του Μανασσή, δέχεται καθενός, και την ιδικήν σου και την ιδικήν μου. Τώρα μου φαίνεται με το παράδειγμα αυτό να εκαταλάβατε την στράτα, τι θέλει να ειπεί.

Είπαμε δια την στράταν, τώρα να ειπούμεν και δια την πέτραν. Έχομεν πολλά παραδείγματα, ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμεν ένα, ας πάρωμεν δηλ. τον Απόστολον Πέτρον παράδειγμα. Την Μεγάλην Πέμπτην το βράδυ, ηξεύροντας ο Κύριος, ως καρδιογνώστης Θεός πάντα τα μέλλοντα και μάλιστα την καρδίαν των Εβραίων και του Ιούδα, εκάθισεν ο Κύριος και εδίδαξε τους Αποστόλους πολλά και διάφορα νοήματα. Ανάμεσα εις τα άλλα τους είπε και τούτον τον λόγον: Να ηξεύρετε, μαθηταί μου, πως ένας από εσάς, θε να με πουλήσει εις τους Εβραίους δια τριάντα φλωριά, και θε να με περιγελάσουν οι Εβραίοι, να με υβρίσουν, να με δείρουν, να με σταυρώσουν. Όμως μη λυπάσθε, μαθηταί μου, διατί εγώ θέλω να σταυρωθώ δια να σταυρώσω την αμαρτίαν και τον διάβολον, και να δώσω ζωήν εις τους ανθρώπους. Και την τρίτην ημέραν έχω να αναστηθώ, και η Ανάστασίς μου θέλει προξενήσει χαράν εις τον ουρανόν, χαράν εις την γην, χαράν εις τον Αδην, φαρμάκι και σπαθί δίστομον εις την καρδίαν των Εβραίων, και μάλιστα του διαβόλου. Να ηξεύρετε και τούτο, μαθηταί μου, πως τώρα εδώ είστε όλοι μαζωμένοι, τότε έχετε να με αφήσετε και να φύγετε όλοι σας. Απεκρίθη ο Πέτρος και λέγει: Κύριε, όλοι αν σε αρνηθούν, αμή εγώ δεν σε αρνούμαι. Τότε του λέγει ο Κύριος: Πέτρε, μη καυχάσαι. Λέγει ο Πέτρος: Όχι, Κύριε, εγώ είμαι έτοιμος να χύσω το αίμα μου δια την αγάπην σου. Του λέγει πάλιν ο Κύριος: Καλά, Πέτρε, ο καιρός θέλει το δείξει. Λέγει ο Πέτρος: Όχι, Κύριε, μη γένοιτο εις τον αιώνα να σε αρνηθώ ποτέ. Του λέγει πάλιν ο Κύριος: Πέτρε, μη καυχάσαι. Εσύ τώρα που λέγεις πως δεν με αρνείσαι, εσύ πρώτος έχεις να με αρνηθείς απόψε προτού να λαλήσει ο πετεινός, όχι μία ή δύο φορές έχεις να με αρνηθείς, αλλά τρεις. Διατί καλλίτερα ήξευρεν ο Κύριος την καρδίαν του Πέτρου παρά όπου την ήξευρεν ο Πέτρος. Πάλιν λέγει ο Πέτρος: Όχι Κύριε, όλοι αν σε αρνηθούν, μα εγώ δεν σε αρνούμαι ποτέ. Του λέγει ο Κύριος: το σιτάρι όταν το πυρώσει ο ήλιος, τότε φαίνεται πως είναι ριζωμένον, αν δεν ξηρανθεί. Ομοίως και κάθε χριστιανός, όταν του έλθει πειρασμός και δεν αρνηθεί τον Χριστόν, τότε φαίνεται πως είναι χριστιανός.
ΉλΘεν η ώρα, παρεδόθη ο Κύριος με το θέλημά Του εις τας χείρας των παρανόμων Εβραίων, ευθύς εφύγαν οι Απόστολοι, καθώς είπεν ο Κύριος. Επήραν οι Εβραίοι τον Χριστόν μας και τoν επήγαν εις τα παλάτια του Αννα και του Καϊάφα, του Σατανά, και ευθύς άρχισαν και τον εξέταζαν τον Χριστόν μας από που είναι. Επήγεν ο Πέτρος και έστεκεν από μακρυά δια να ιδεί τι τoν κάμνουν τον Χριστόν μας. Έρχεται ένας Εβραίος και λέγει του Πέτρου: και εσύ μαζί με τoν Χριστόν είσαι; Σου πρέπει να σε θανατώσωμεν και εσένα. Απεκρίθη ο Πέτρος και λέγει: δεν είμαι μαζί του, δεν τoν γνωρίζω τι άνθρωπος είναι. Ακούετε, αδελφοί μου, τι έκαμεν ο Πέτρος; Ηρνήθη τoν Χριστόν και επήγε με τoν διάβολον, διατί εκείνος που αρνείται τoν Θεόν δεν έχει αλλού που να πηγαίνη, παρά με τον διάβολον. Πρωτύτερα έστεκε να ιδεί ο Πέτρος τι τoν κάμνουν τoν Χριστόν, ύστερα εκοίταζε την πόρταν να φύγει. Έρχεται άλλος Εβραίος και λέγει του Πέτρου: και εσύ με τoν Χριστόν είσαι; Σου πρέπει να σε θανατώσωμεν και εσένα. Λέγει πάλιν ο Πέτρος, δια δευτέραν φοράν: δεν τον είδα, δεν τoν ηξεύρω τoν Χριστόν τι άνθρωπος είναι. Όταν επλησίασε κοντά εις την πόρταν να φύγει, τoν πιάνει και άλλος Εβραίος και του λέγει: και συ μαζί με τoν Χριστόν είσαι. Εγώ σε γνωρίζω. Σου πρέπει να σε σταυρώσωμεν και εσένα. Λέγει ο Πέτρος: να έχω το ανάθεμα αν ίσως και τoν είδα, αν τoν ηξεύρω τι άνθρωπος είναι. Ακούσετε, αδελφοί μου, τι υπεσχέθη πρωτύτερα, να χύσει και το αίμα του ο Πέτρος δια την αγάπην του Χριστού μας, και τώρα που τoν εξέταζαν τoν Πέτρον δια τoν Χριστόν, παρευθύς τoν ηρνήθη και επήγε με τον διάβολον, ηρνήθη την ζωήν την αιώνιον και επήγεν εις τoν θάνατον. Και καθώς ηρνήθη ο Πέτρος τoν Χριστόν – ω του θαύματος – ελάλησεν ευθύς ο πετεινός, καθώς είπεν ο Κύριος. Ακούοντας ο Πέτρος τoν πετεινόν, εκάηκεν η καρδία του, και εβγαίνοντας έξω από την πόρταν, έπεσε με το κεφάλι κάτου εις την γην και κλαίοντας με μαύρα και πικρά δάκρυα έκαμαν τα μάτια του δύο βρύσες και έτρεχαν ωσάν ποτάμι. Και πάντοτε, όταν άκουε τoν πετεινόν ο Πέτρος εις όλην του την ζωήν, έκλαιεν, ενθυμούμενος την άρνησιν οπού έκαμεν του Χριστού.
Εσταυρώθη ο Κύριος με το θέλημά του, ανέστη την τρίτην ημέραν, εφανερώθη εις επτά γυναίκες μυροφόρες, τις ευλόγησε και τις εχαροποίησε λέγοντάς τους: Πηγαίνετε να ειπήτε των Αποστόλων μου πως αναστήθηκα και να έλθουν εις την Γαλιλαίαν, εκεί τους καρτερώ. Είπετε και του Πέτρου να έλθει. Και διατί εξεχώρισεν τον Πέτρον; Τάχα δεν ήταν και αυτός απόστολος του Χριστού; Μα διατί τoν εξεχώρισε; Δια να στοχασθεί ο Πέτρος πως εδέχθη την μετάνοιάν του ο Κύριος, τα δάκρυά του και τoν εσυγχώρησεν. Επήγαν οι Απόστολοι εις τoν Χριστόν και έλαβαν την χάριν του Παναγίου Πνεύματος. Επήγε και ο Πέτρος, αλλά έστεκε σκυθρωπός ωσάν εντροπιασμένος. Του λέγει ο Χριστός: Πέτρε, Πέτρε, με αγαπάς; Και ερωτώντας τον τρεις φορές του εδιόρθωσε τις τρεις αρνήσεις, και του εσυγχώρησε το σφάλμα του ο Κύριος και του εχάρισε την πρώτην καθέδρα καθώς την είχε και πρώτα. Ύστερον επεριπάτησεν ο Πέτρος από Ανατόλην έως Δύσιν και έκαμε χιλιάδες χριστιανούς. Τον έπιασεν ένας βασιλεύς από την Παλαιάν Ρώμην, και του έλεγε να αρνηθεί τoν Χριστόν και να προσκυνήσει τα είδωλα. Του λέγει ο Πέτρος: Τoν Χριστόν τoν ηρνήθην τρεις φορές, τώρα, βασιλέα, δεν τoν αρνούμαι πλέον, και ό,τι θέλεις κάμε μου, μόνον σε παρακαλώ να με σταυρώσεις με το κεφάλι κάτου δια περισσοτέραν αισχύνην. Τoν επαίδευσε με πολλά παιδευτήρια ο βασιλεύς τoν Πέτρον, ύστερα τον εσταύρωσε με το κεφάλι κάτου, και παρέδωσε την αγίαν αυτού ψυχήν εις τας χείρας του Χριστού μας, και επήγεν εις τoν Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.
Τώρα αν ίσως και είναι εδώ κανένας από την ευγένειάν σας ωσάν τoν Πέτρον, οπού ηρνήθη τoν Χριστόν, ας κλαύσει, ας μετανοήσει, και να είναι βέβαιος πως, καθώς εδέχθη του Πέτρου τα δάκρυα, δέχεται και εσένα, μόνον να μη πέσεις εις απελπισίαν.

Είπαμε δια την πέτραν, τώρα να ειπούμε και δια τα ακάνθια ποια είναι. Έχομεν πολλά παραδείγματα, μα ας αφήσωμεν τα πολλά και ας ειπούμε ένα.
Η οσία Μαρία η Αιγυπτία ήταν δώδεκα χρονών κορίτσι. Έπεσεν εις τας χείρας του διαβόλου, ημέρα και νύκτα ευρισκόταν εις την αμαρτίαν. Την εφώτισεν ο Πανάγαθος Θεός και φεύγει από τoν κόσμον, και επήγεν εις την έρημον. Εκεί εκαθόταν και ασκήτευε σαράντα χρόνους, και με τρία ψωμιά επέρασε την ζωήν της, και εκαθαρίσθη, και έγινεν ωσάν Αγγελος. Θέλοντας ο Κύριος να την αναπαύσει, έστειλεν ένα άγιον ασκητήν, τoν αββά Ζωσιμά, να την εξομολογήσει και να την μεταλάβει τα Αχραντα Μυστήρια. Και έβλεπε την αγίαν ο ασκητής, και έστεκε μίαν πήχυν υψηλά επάνου από την γη. Την εξομολόγησε, την εμετάλαβε τα Αχραντα Μυστήρια, ύστερα παρέδωσε την αγίαν της ψυχήν εις τας χείρας του παναγάθου Θεού, και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται μαζί με τους αγγέλους πάντοτε. Αν ίσως και είναι κανένας εδώ από την ευγένειάν σας, άνδρας ή γυναίκα, ωσάν την Μαρίαν, δηλαδή πόρνος, αυτήν την ώραν ας κλαύσει, ας μετανοήσει, τώρα που έχει καιρόν. Και να είναι βέβαιος πως σώζει εκείνον, καθώς έσωσε και την οσίαν Μαρίαν.

Είπαμεν τους τρεις τρόπους των αμαρτωλών, τώρα θέλετε να ειπούμε και τους τρεις των δικαίων; Ή τους ηξεύρετε; Και πρώτον ας ειπούμεν ποία είναι η καλή γη, που έκαμε τα εκατό. Έχομεν πολλά παραδείγματα να ειπούμεν, μα ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμεν ένα. Ας πάρωμεν μίαν γυναίκα παράδειγμα, δια να μη παραπονούνται αι γυναίκες, και λέγουν πως οι άνδρες ημπορούν να κάνουν καλά και σώνονται, και αυτές είναι αδύνατες και δεν ημπορούν. Και ας πάρωμεν παράδειγμα την αγίαν Παρασκευήν.
Η αγία Παρασκευή ήταν δώδεκα χρονών κορίτσι από γένος ευγενικόν. Απέθανεν ο πατέρας της και η μητέρα της. Κάθεται η Αγία και κάνει έναν πύργον υψηλόν και δυνατόν, και έβαλε τα πράγματά της όλα μέσα. Έβαφε τα μάτια της με μαυράδι, έβανε σκουλαρίκια στα αυτιά της, έβαφε το πρόσωπό της και τα χείλη της με κοκκινάδι, έβανε γερδάνια εις τον λαιμόν της, είχε και δακτυλίδια εις τα δάκτυλά της, είχε και ένα ζωνάρι μαλαματένιο εις την μέσην της, βάνει και ένα φόρεμα ωραιότατον και παπούτσια ως μίαν πιθαμήν υψηλότερα από τα άλλα κορίτσια. Με αυτά εστολιζόταν η αγία. Είναι εδώ κανένα κορίτσι που θέλει να στολίζεται; Ας πάρει παράδειγμα να στολίζεται ωσάν την αγίαν Παρασκευήν.
Τώρα να ιδούμεν ποίος είναι ο πύργος ο υψηλός. Ο υψηλός και δυνατός πύργος είναι ο ουρανός, που εμοίρασεν δηλαδή όλα της τα πράγματα ελεημοσύνην, και τα έστειλεν με τους πτωχούς εις τον Παράδεισον. Με τι έβαφε τα μάτια της; Όχι με μαυράδι ωσάν μερικές γυναίκες ανόητες, που το βάνουν δια να φαίνονται εύμορφες εις τους άνδρας, αλλά εσηκωνόταν η Αγία κάθε αυγή, και ενθυμούμενη τις αμαρτίες των χριστιανών, έκλαιε κτυπώντας το πρόσωπόν της και βρέχοντάς το με δάκρυα. Ποία είναι τα σκουλαρίκια; Είχε τα αυτιά της ανοικτά, στέκοντας με ευλάβειαν δια να ακούη το ιερόν και άγιον Ευαγγέλιον. Με τι έβαφε τα χείλη της; Όχι με κοκκινάδι, αλλά λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ», είχε δηλαδή στα χείλη της την ιδίαν την αλήθεια. Ποίον είναι το γερδάνι που είχεν εις τον λαιμόν της; Είναι από τις νηστείες που έκανε, και έλαμπεν ο λαιμός της ωσάν τον ήλιον. Ποία είναι τα δακτυλίδια; Είναι από τις πολλές μετάνοιες που έκαμνε και εγίνοντο κόμποι κόμποι τα δάκτυλά της. Ποίον είναι το ζωνάρι το μαλαματένιο; Είναι η παρθενία που εφύλαγεν εις όλην της την ζωήν. Ποίον είναι το φόρεμα; Είναι η εντροπή που είχεν εις του λόγου της, και ο φόβος του Θεού που την εσκέπαζε. Ποία είναι τα παπούτσια τα υψηλά; Είναι ο νους της, που τον είχεν εις τον ουρανόν, και δεν τον είχεν εις την γην να στοχάζεται τούτα τα μάταια, τα ψεύτικα, τα γήινα ωσάν τα άλλα κορίτσια. Έτσι εστολιζόταν η Αγία. Αν ίσως και είναι κανένα κορίτσι και θέλει να στολίζεται ωσάν την αγίαν Παρασκευήν, να στοχασθεί τι έκαμεν η Αγία, να κάμει και εκείνη δια να σωθεί.
Έτσι αδελφοί μου, η αγία Παρασκευή έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη, επούλησε τα πράγματά της και τα έδωκεν ελεημοσύνην, εφύλαξε παρθενίαν εις όλην της την ζωήν. Την αξίωσεν ο Θεός και έκαμε θαύματα, ιάτρευε τυφλούς και κουφούς και λεπρούς και δαιμονισμένους, και νεκρούς ανέσταινε. Δύο Εβραίοι, τέκνα του διαβόλου, βλέποντες την Αγίαν να κάνει θαύματα, την εφθόνησαν και πηγαίνοντες εις τον βασιλέα Αντωνίνον, ο οποίος ήταν από την παλαιάν Ρώμην, του λέγουν πως είναι χριστιανή. Ακούοντας ο βασιλεύς πως η αγία Παρασκευή πιστεύει εις τον Χριστόν, την κράζει ο βασιλεύς και της λέγει: Παρασκευή, αρνήσου τον Χριστόν και έλα να θυσιάσεις εις τους μεγάλους Θεούς να σε κάμω βασίλισσα. Λέγει του η Αγία: εγώ δεν είμαι τρελλή και ανόητη ωσάν εσένα να αρνηθώ τον Χριστόν μου, και να πηγαίνω με τον διάβολον, να αφήσω την Ζωήν, και να πηγαίνω εις τον θάνατον. Αμποτε εσύ να άφηνες το σκότος και να έλθεις εις το φως. Ακούετε, αδελφοί μου, ένα κορίτσι να ομιλεί με τέτοιαν παρρησίαν εμπρός εις τον βασιλέα; Όποιος έχει τον Χριστόν εις την καρδίαν του δεν φοβάται όλον τον κόσμον. Αν ίσως θέλομεν και εμείς, αδελφοί μου, να μη φοβούμεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, τον Θεόν να έχωμε πάντοτε εις την καρδίαν μας, και έτσι να μη φοβούμεθα τίποτε. Λέγει της αγίας ο βασιλεύς: τρεις ημέρες σου δίδω διορίαν, διότι αν ίσως και δεν έλθεις να προσκυνήσεις τα είδωλα σε τρεις ημέρες, θα σε θανατώσω, θα σε καύσω μέσα εις ένα καζάνι. Του λέγει η Αγία: Βασιλέα, εκείνο που θέλεις να κάμεις εις τρεις ημέρας, κάμε το τώρα, διατί εγώ δεν αρνούμαι τον Χριστόν μου. Τότε προστάζει ο βασιλεύς και ανάφτουνε μίαν φωτιάν μεγάλην και βάνουν ένα καζάνι γεμάτο πίσσα, θειάφι και κατράμι και βράζει καλά. Βλέποντας η Αγία το καζάνι που έβραζε εχαιρόταν, πως έμελλε να αναχωρήσει από τούτον τον ψεύτικον κόσμον δια να υπάγει εις τον Αληθινόν. Προστάζει ο βασιλεύς να βάνουν την Αγίαν μέσα εις το καζάνι δια να καεί. Έκανε τον σταυρόν της η Αγία και εμβαίνει μέσα. Καρτερεί δύο τρεις ώρες ο βασιλεύς, έβλεπε οπού δεν εκαιγόταν η Αγία. Τότε της λέγει ο βασιλεύς: Παρασκευή, διατί δεν καίεσαι; Του λέγει η Αγία: Ο Χριστός μου το εδρόσισε και δεν καίομαι. Της λέγει ο βασιλεύς: Ράντισέ με και εμένα εις το πρόσωπον να ιδώ, καίει; Επήρεν η Αγία με τα δύο της χέρια και του ρίχνει εις το πρόσωπον, και ευθύς –ω του θαύματος- ετυφλώθηκε και εγδάρθηκε το πρόσωπόν του. Φωνάζει ο βασιλεύς: Μέγας ο Θεός των χριστιανών! Πιστεύω και εγώ τον Θεόν που πιστεύεις και εσύ, Παρασκευή, μόνον έβγα γρήγορα να με βαπτίσεις. Εβγήκεν η αγία Παρασκευή και τον εβάπτισε με όλον του το βασίλειον και εκαθαρίσθη. Εβγήκεν η Αγία Παρασκευή και επήγε και εδίδαξε και ένα άλλο βασίλειον και τους εβάπτισε. Ύστερον την έπιασεν άλλος βασιλεύς και την αποκεφάλισε, και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτή η αγία έκαμε τα εκατόν και εκέρδισε πέντε στεφάνους: πρώτον στέφανον έχει να λάβει διατί εμοίρασεν όλα της τα υπάρχοντα ελεημοσύνην, δεύτερον διατί έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη, τρίτον διατί εφύλαξε παρθενίαν εις όλην της την ζωήν, τέταρτονδιατί εδίδαξε δύο βασιλείς και τους έκαμε χριστιανούς, πέμπτον διατί έχυσε το αίμα της δια την αγάπην του Ιησού Χριστού. Αυτή η Αγία έκαμε τα εκατόν. Είναι εδώ κανένας από λόγου σας που θέλει να γένη τέλειος ωσάν την αγίαν Παρασκευήν; Ας αγωνίζεται δια να σωθεί.

Μα δεν ημπορεί να κάμει τα εκατόν; Ας έλθωμεν παρακάτω, εις εκείνον που έκαμε τα εξήκοντα.

Εις τας εννέα του Οκτωβρίου μηνός εορτάζει η αγία μας Εκκλησία ένα άγιον Ανδρόνικον με την αγίαν Αθανασίαν. Ήταν ανδρόγυνον, τους εχάρισεν ο πανάγαθος Θεός δύο τέκνα αρσενικά, το ένα ήταν δέκα χρονών και το άλλο δώδεκα. Μίαν ημέραν απέθαναν και τα δύο. Εκαθόταν και έκλαιεν η αγία Αθανασία δια τα παιδιά της. Έρχεται Αγγελος Κυρίου και της λέγει: Αθανασία, διατί κλαίεις και λυπάσαι; Τα παιδιά σου χαίρονται μέσα εις τον Παράδεισον, και έχεις να τα απολαύσεις εις την Δευτέραν Παρουσίαν, και μη λυπάσαι. Έτσι την επαρηγόρησεν ο Αγγελος. Λέγει η Αθανασία του Ανδρονίκου: Αφέντη, χιλιάδες άνθρωποι και γυναίκες έζησαν και εφύλαξαν παρθενίαν εις όλην τους την ζωήν, εμείς δεν εφυλάξαμεν. Μας εχάρισεν ο Θεός δύο παιδιά και μας τα επήρε, επανδρευθήκαμεν και εκάμαμεν τα σωματικά, δεν γινόμεθα καλόγεροι να κάμωμε και τα ψυχικά, να υπάγωμεν εις τον Παράδεισον; Πρώτον, η Αθανασία ονόμασε τον άνδρα της αφέντη. Είναι δια τιμήν της γυναικός να λέγει τον άνδρα της αφέντη. Της απεκρίθη και ο ευλογημένος Ανδρόνικος και της λέγει: Ας είναι, αδελφή μου, ας γίνει το θέλημα του Θεού. Αδελφή την ονόμασεν, και από εκείνην την ώραν εζούσαν ωσάν αδελφοί. Επούλησαν τα πράγματά τους και τα εμοίρασαν ελεημοσύνην, επήγαν και οι δύο εις μοναστήρια και έγιναν καλόγεροι και περνούσαν με νηστείες, σκληραγωγίες, κακοπάθειες, και εσώθησαν και επήγαν εις τον Παράδεισον. Αυτοί έκαμαν τα εξήκοντα, διατί έκαμαν πρώτον τα σωματικά, έκαμαν και τα ψυχικά. Αυτοί βέβαια είναι κατώτεροι από την Αγίαν Παρασκευήν.
Αν ίσως και θέλει να κάμει τα εξήκοντα κανένας από λόγου σας, ας αγωνίζεται ωσάν τον Αγιον Ανδρόνικον και την Αγίαν Αθανασίαν και σώνεται. Και αν είναι κανένας από λόγου σας και δεν ευχαριστείται με την γυναίκα του και γυρεύει ξένην γυναίκα, ας στοχασθεί τον Αγιον Ανδρόνικον τι έκαμε, και ας εντρέπεται. Αν ίσως πάλιν και είναι καμία γυναίκα που δεν ευχαριστείται με τον άνδρα της, αλλά θέλει άλλον άνδρα, ας στοχασθεί τι έκαμεν η Αγία Αθανασία, και ας εντρέπεται.

Πάλιν δεν ημπορείτε να κάμετε τα εξήκοντα; Ας έλθωμεν παρακάτω, εις εκείνον που έκαμε τα τριάκοντα. Έχομεν πολλά παραδείγματα να αναφέρωμε, μα ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμε ένα.

Εις την Ανατολήν ήταν ένας άνθρωπος, το όνομά του παπα Ιωάννης, υπανδρευμένος, είχεν είκοσι παιδιά. Και μίαν ημέραν ένας Δεσπότης εκόνευσεν εις το σπίτι του παπα Ιωάννου. Βλέπει τα παιδιά που εκάθονταν. Ερωτά ο δεσπότης τον παπά. Τίνος είναι τα παιδιά; Λέγει ο παπα Ιωάννης: Εδικά μου είναι, αφέντη Πανιερώτατε, ο Θεός μου τα εχάρισε. Του λέγει ο Δεσπότης: Πόσα παιδιά είναι; Λέγει ο παπα Ιωάννης: είκοσι. Λέγει ο Δεσπότης. Πόσους χρόνους έχεις υπανδρευμένος; Λέγει ο παπάς: δεκαοχτώ. Τότε λέγει ο Δεσπότης του παπά: Δια δεκαοχτώ χρόνους να έχεις είκοσι παιδιά, εσένα σου πρέπει να είσαι καθηρημένος. Λέγει ο παπάς: Να εξομολογηθώ, Δεσπότη μου, και αν το εύρεις εύλογον, ας είναι ορισμός του Θεού.
Αρχίνισε ο παπάς και λέγει: Εγώ, Δεσπότη μου, έμαθα γράμματα ελληνικά, έγινα δεκαοκτώ χρονών αναγνώστης και υποδιάκονος, εικοσιπέντε διάκονος και όταν έγινα τριάντα χρονών, με επαρακάλεσαν οι χριστιανοί, και ο δεσπότης και έγινα παπάς, χωρίς να δώσω κανένα άσπρο. Κατά τους θείους και ιερούς νόμους υπανδρεύθηκα. Πρώτον εξωμολογηθήκαμεν με την παπαδιά μου, επήγαμεν εις την εκκλησίαν και εστεφανωθήκαμεν. Έπειτα από το στεφάνωμα εκοινωνήσαμεν τα Αχραντα Μυστήρια, και ωσάν επέρασαν τρεις ημέρες εσμίξαμεν με την παπαδιά μου, και ωσάν έμεινεν έγκυος, εχωρίσαμεν, έως ότου εσαράντισε, και τότε εματασμίξαμεν, και πάλιν έμεινε έγκυος και ευθύς ανεχώρησα. Με τέτοιον τρόπον έκαμα τα είκοσι παιδιά οπού βλέπει η πανιερότης σου δια δεκαοκτώ χρόνια. Λέγει ο δεσπότης: Συγχωρημένος να είσαι να κάμεις πενήντα και εκατό παιδιά. Έτσι ο ευλογημένος παπάς έμαθε τα παιδιά του γράμματα, τα εκπαίδευε με νουθεσίες καλές, και επήγε και εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτός έκαμε τα τριάκοντα, είναι παρακάτω από εκείνον που έκαμε τα εξήκοντα. Θέλεις και συ, αδελφέ μου, να κάμεις τα τριάκοντα ωσάν τον παπα Ιωάννην; Αγωνίζου τώρα που έχεις καιρόν, και σώνεσαι.

Αυτή είναι η εξήγησις της παραβολής, αυτήν την παραβολήν εφανέρωσεν ο Κύριος, μα ακόμη δεν εκαταλάβατε το νόημά της, και λέγει έτσι: Ο πρώτος σπόρος οπού έπεσεν εις την στράταν είναι οι Εβραίοι, οι οποίοι είναι δια την Κόλασιν. Ο δεύτερος σπόρος οπού έπεσεν εις την πέτραν είναι οι ασεβείς, ομοίως είναι κάλπικη η πίστις τους, του διαβόλου. Ο τρίτος σπόρος οπού έπεσεν εις τα ακάνθια είναι οι αιρετικοί, και αυτών η πίστις του διαβόλου είναι. Ο τέταρτος σπόρος οπού έπεσε εις την καλήν γην, είναι η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, οι οποίοι σώνονται, μα πώς σώνονται; Σώνεται ο καθένας καθώς έπραξεν. Αν ίσως και έκαμε καλά, πηγαίνει εις τον Παράδεισον, αν έκαμε κακά, πηγαίνει εις την Κόλασιν. Διατί ο κόσμος είναι μοιρασμένος εις τέσσαρα μέρη. Τα τρία μέρη είναι δια την Κόλασιν και το άλλο μέρος δια τον Παράδεισον. Αυτό είναι το νόημα του Χριστού, και όποιος θέλει ας στοχασθεί καλά με τον νουν του, αν θέλει να σωθεί.


 
(18ος αιών – «Διδαχές» Ε’ διδαχή σελ. 248, «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», σελίς 325 και εξής, Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)

 
 
 
 
 

Κυριακή, Αυγούστου 25, 2013

Γιατί ο Αλή Πασάς τιμούσε τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό…


Γράφει ο ΧΑΡΗΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ, Φιλόλογος

*   Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός με το έργο του και το μαρτύριο (1779 Αύγουστος) στερέωσε την Ορθοδοξία στην Ελλάδα και την Αλβανία κατά τον 18ο αι. της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και τούτο γιατί αναδείχτηκε σε ιστορική προσωπικότητα, καθώς διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στα χρόνια του νεοελληνικού διαφωτισμού, βοηθώντας τους ραγιάδες να κρατήσουν μαζί με τη θρησκευτική πίστη και την ελληνική εθνική συνείδηση έτσι που να είναι έτοιμοι για τον εθνικοαπαλευθερωτικό αγώνα του ελληνισμού.

Υπήρξε ένας σκλάβος της οθωμανικής κοινωνίας, αλλά το έργο του είχε ιστορική επίδραση στη συνείδηση των συγχρόνων του και στη μνήμη των κατοπινών. Και πράγματι η αγιοσύνη του ξεπηδάει μέσα από την πλούσια δράση του για την Παιδεία και για τη Γλώσσα του γένους, για την πνευματική και ηθική εξύψωση του ελληνικού λαού.
Ο Άγιος Κοσμάς ως πνευματικός και ιδεολογικός φορέας της αγροτιάς άφησε ένα έργο τόσο ζωντανό και αληθινό που δεν ανέχεται την υμνολογία και την μυθοποίηση.

Ο αγώνας εξελίχτηκε σε δύο στόχους:
Πρώτα ν’ αποτρέψει τις εξισλαμίσεις των ραγιάδων, αφού σε κάποιες περιοχές του ελληνικού και αλβανικού χώρου η αντίστασή τους δεν ήταν ισχυρή. Και ύστερα με τη δημιουργία σχολείων και τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας να δυναμώσει την εθνογενετική εξέλιξη του ελληνικού λαού.
Εχθροί του Κοσμά, με τους οποίους συγκρούστηκε σκληρά με τίμημα τον απαγχονισμό του, ήταν οι Βενετσιάνοι στα Εφτάνησα και οι Εβραίοι στην Ήπειρο. Αυτούς πολεμούσε αδυσώπητα για την τοκογλυφία, την καταλήστευση και την αισχροκέρδεια σε βάρος της φτωχολογιάς.
Στη μνήμη του, λοιπόν, θεωρώ πως έχει τη σημασία του να επιχειρήσω να προσεγγίσω με τη βοήθεια των ιστορικών πηγών μια ξεχωριστή πλευρά της δράσης του, αυτή που προκαλεί ενδιαφέρον σε όσους θέλουν να γνωρίζουν σε βάθος την μεγάλη προσφορά του στο έθνος και στη θρησκεία. Αναφέρομαι στη σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον Άγιο Κοσμά και τον Αλή Πασά που τόσο εν ζωή όσο και προπαντός μετά τον θάνατο του Αγίου.
Δεν θα ήταν υπερβολή αν υποστήριζα ότι ύστερα από το ελληνικό λαό ο πρώτος άνθρωπος που αναγνώρισε επίσημα και τίμησε δεόντως τον Κοσμά στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα ήταν ο Αλή Πασάς.

Ο Αλής μέχρι το τέλος του με πολλές πράξεις έδειξε ότι θεωρούσε τον Άγιο Κοσμά πρόσωπο μεγάλου κύρους και με ακτινοβολία χωρίς όρια θρησκευτικού δόγματος. Ήταν αυτός που μετά τον απαγχονισμό του Αγίου στο Καλικόντασι (χωριό κοντά στο Φίερι της Αλβανίας) έχτισε μοναστήρι αφιερωμένο στον Κοσμά με τον τάφο του, έκανε λαϊκούς εράνους στην Αλβανία και στην Ήπειρο, εξέδωσε φιρμάνια, οργάνωσε επίσημες τελετές προς τιμή του στα Γιάννινα, φρόντισε να συνταχθεί η Ακολουθία του και γενικά έγινε ο αναβιωτής της μνήμης του.
Και όλα αυτά τα έπραξε ο Αλής, χρόνια πολλά προτού το Πατριαρχείο τον ανακηρύξει σε άγιο (η ανακήρυξη έγινε στην Κωνσταντινούπολη στις 9-8-1961)!

Ο Αρ. Βαλαωρίτης γράφει: «Εν Καλικοντασίω του Μπερατίου, ένθα ο ιερομάρτυς υπέστη του δι’ αγχόνης θανάτου, ήγειρον ο Αλή Πασάς ιδίοις αναλώμασι περικαλή ναόν». Και ο μαθητής του Κοσμά Χριστοδουλίδης μνημονεύει: «Ανηγέρθη εκ βάθρων αυτός ο θείος ναός δια συνδρομής και παρεκελεύσεως και υψηλής προσταγής του κραταιοτάτου και υψηλοτάτου βεζίρ Αλή Πασά Τεπελενιώτη».
Εύλογα γεννιέται η απορία πώς ο τύραννος της Ηπείρου Αλή Πασάς αναγνώριζε και τιμούσε τόσο επιδεικτικά αυτόν τον Άγιο της Ορθοδοξίας και του ελληνισμού. Πώς ταιριάζει αυτή η στάση με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και με τον ρόλο του στα ιστορικά γενόμενα;
Βεβαίως έχουν διατυπωθεί οι αντιφατικότερες κρίσεις και απόψεις αλληλοσυγκρουόμενες για τον Αλή. 

Υπενθυμίζω κάποιες κρίσεις:
Αδ. Κοραής: «Τέρας πεισματωμένο».
Ελληνική Νομαρχία: «Έχει τα ελαττώματα όλων των τυράννων. Χωρίς θρησκείαν, χωρίς συνείδησιν, άρπαξ, φονεύς, θηλυμανής, αρσενοκοίτης, αιμοβόρος…».
Pouqueville: «Άνθρωπος με τα θηριωδέστερα ένστικτα και αντικοινωνικές αρετές».
Χρ. Περαιβός (συνεργάτης του Ρήγα): «Ο Αλή Πασάς ην ανδρείος εν τοις πολέμοις, δια τούτο και επιτυχικός. οξύνους, ακούραστος, ολιγόυπνος, ευπροσήγορος, φιλήκοος, ευγνώμων προς τους ευεργέτας τους».

Ποια, λοιπόν, ήταν τα βαθύτερα κίνητρα απόδοσης αναγνώρισης και τιμών στον Άγιο Κοσμά από τον Αλή Πασά; Η μεταφυσική αγωνία και η ανακάλυψη του πραγματικού θεού δεν ήταν στοιχεία και γνωρίσματα προσδιοριστικά του τυράννου της Ηπείρου. Όταν προσκύνησε δημόσια τη μνήμη του Κοσμά δεν ήταν αδυναμία ή αβεβαιότητα μπροστά στην απόγνωση. Άλλωστε, ο Αλής ήταν τόσο παντοδύναμος και κυρίαρχος που το μόνο που δεν θα τον συγκινούσε ήταν έλλειψη θεϊκής πρόνοιας. Επομένως η ερμηνεία της στάσης του απέναντι στον Άγιο πρέπει να αναζητηθεί σε κίνητρα που έχουν άμεση σχέση με τις πολιτικές επιδιώξεις και σκοπιμότητες ενός ηγέτη φιλόδοξου και αυταρχικού.

Ο Αλή Πασάς ήθελε να γίνει σουλτάνος και κάθε ενέργεια απέβλεπε μονάχα στο να εξυπηρετεί αυτό το σχέδιο. Ήθελε να συσπειρώσει γύρω του όλους τους καταπιεσμένους Χριστιανούς της Αλβανίας και της Ελλάδας. Άλλωστε ο Αλής δεν ήταν ένας τυχοδιώκτης και καιροσκόπος. Είχε ιστορική συνείδηση του ρόλου του και ανάλογα με τις διαμορφωμένες συνθήκες προσάρμοζε την πολιτική του στις καταστάσεις και τα πρόσωπα. Όταν γιόρταζε τη μνήμη του Αγίου Κοσμά στα Γιάννινα επεδίωκε να διευρύνει τη λαϊκή βάση της επιρροής του και να δεθεί περισσότερο με τους υπόδουλους χριστιανικούς πληθυσμούς της επικράτειάς του.

Είναι φανερό ότι ο Αλής κατέφευγε στην ιστορική μνήμη του Κοσμά όχι για να λυτρωθεί από τις εσωτερικές αγωνίες και τύψεις του, αλλά για να δημιουργήσει την ιδεολογική γέφυρα με την υπόδουλη Χριστιανική αγροτιά. Στην ίδια πολιτική του τυράννου εντάσσεται η καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας ως επίσημης στο κράτος του, η στενή συνεργασία με Έλληνες οπλαρχηγούς (π.χ. Καραϊσκάκης, Μπότσαρης κ.ά.), η αξιοποίηση διαλεχτών λογίων (π.Χ. Αθ. Ψαλίδας), η ανέγερση χριστιανικών ναών και μια σειρά από άλλες πρακτικές φιλελληνικές.

Ίσως ο Αλή Πασάς κατά τη συνάντηση με τον Άγιο Κοσμά στο σπίτι του στο Τεπελένι, πολύ πριν γίνει Πασάς στα Γιάννινα, να επεξεργάστηκε βαθιά και φιλοσοφημένα τα λόγια του Αγίου κατά τον αποχωρισμό τους: «Να θυμάσαι όμως σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας σου να αγαπάς και να υπερασπίζεσαι ιδιαίτερα τους Χριστιανούς, αν θέλεις να μείνει η εξουσία αυτή στους διαδόχους σου».



Παρασκευή, Ιουνίου 28, 2013

Το κήρυγμα των Αποστόλων (30 Ιουνίου) του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού



Και να ηξεύρετε, παιδιά μου, ετούτην την γην, όπου κατοικούμεν, την έχει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Καθώς έχει ένας βασιλεύς και μαζώνει όλα τα βασιλικά χρέη και παίρνει από χωράφια, από αμπέλια και από τους ανθρώπους, και στέλνει ανθρώπους ιδικούς του και τα μαζώνουν κάθε χρόνον, και όταν τα πηγαίνουν εκείνοι έμπροσθεν εις τον βασιλέα χαίρεται ο βασιλεύς και τους δίδει μεγάλα χαρίσματα και τους έχει φίλους ήγαπημένους, έτσι έχει ο Χριστός την γην ωσάν αμπέλι, όλον τον κόσμον.
Και έβαλεν εργάτας τους δώδεκα Αποστόλους, τους ευλόγησε και τους έδωκε την χάριν του Αγίου Πνεύματος και ευθύς έμαθον τα γράμματα και όλες τις γλώσσες, ότι πρώτον οι Απόστολοι ήταν αγράμματοι και μίαν γλώσσαν μόνον ήξευραν, και αφού τους ηυλόγησε και τους εφύσησε εις το στόμα τους και έλαβον χάριν, όλα τα γράμματα και τις γλώσσες τις εμαθον. Και τους εστειλεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, εις όλον τον κόσμον και τους είπεν: Σύρτε εις όλον τον τόπον και εις όλην την γην, κάστρα και χωριά, και ειπέτε τους, αν ίσως θέλουν να ζήσουν και εδώ καλά και ειρηνικά και να τους βάλω εις τον παράδεισον, να πιστεύσουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να φυλάγουν τα προστάγματα του αγίου Ευαγγελίου. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι, είπεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνην. Και εις οποίαν χώραν και δεν τους δέχονται οι άνθρωποι, είπεν ο Κύριος: Να τινάζετε και τα παπούτσια σας από τον κονιορτόν και να φύγετε. Και ωσάν έλαβον οι Απόστολοι την χάριν και την ευλογίαν του Αγίου Πνεύματος, ευθύς έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον και μετ’ εκείνην την χάριν του Αγίου Πνεύματος ιάτρευον τυφλούς, λεπρούς, αρρώστους και τους δαιμονιζομένους, και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζαν τους νεκρούς και ανεσταίνονταν. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και τους εδέχονταν οι άνθρωποι, αρχιερείς, ιερείς, διακόνους, αναγνώστας έκαμναν και εκκλησίας, και ευλογούνταν η χώρα εκείνη και εγίνονταν ένας επίγειος παράδεισος, μία μεγάλη χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και δεν τους εδέχονταν οι άνθρωποι, δεν ευλογούνταν η χώρα εκείνη, έμενε κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 13, 2013

Σε ποιον οφείλουμε τις προφητείες του Πατροκοσμά;


προφητείες του Πατροκοσμά;

Από μικρό παιδάκι μου έμεινε αυτή η εικόνα που είχε ο μακαριστός Αυγουστίνος Καντιώτης στην κεντρική Εκκλησία του χωριού μου και σε όλες τις Εκκλησίες της Μητρόπολής του 
Σε ποιον οφείλουμε την πιο αξιόπιστη συλλογή προφητειών του Πατροκοσμά;
Μα στον μέγα Αυγουστίνο Καντιώτη!
Ιδού κάποια σχετικά άρθρα του :

Ομιλίες του μακαριστού μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ στο σπουδαίο και πλούσιο σε ομιλίες ιστότοπο "ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΩΡ" ο οποίος ήταν κι από τους σκαπανείς της εμφάνισης της ορθοδοξίας στο διαδίκτυο. 

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 13, 2012

Τί θά ἔλεγε ἄραγε σήμερα ὁ Πατροκοσμάς γιά τή λειτουργία τῶν καταστημάτων τίς Κυριακές;

PATROKOSMAS





            Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔδωσε ἰδιαίτερη ἔμφαση στό νά παύσουν οἱ σκλαβωμένοι Ἕλληνες νά πραγματοποιοῦν ἐμπορικές συναλλαγές κατά τήν Κυριακή. Χάρη στό κήρυγμά του καί μόνον (κάτι πού εἶναι ἐνδεικτικό τοῦ σεβασμοῦ τοῦ λαοῦ πρός τόν Ἅγιο) τά παζάρια ἔπαυσαν νά γίνονται Κυριακή καί μεταφέρθηκαν τό Σάββατο. Τό γεγονός αὐτό μάλιστα ὁ Ἅγιος τό πλήρωσε μέ τήν ἴδια του τή ζωή ἀφοῦ κατέστη μισητός σέ μέλη τῆς Ἑβραϊκῆς ἐμπορικῆς κοινότητας τῆς ἐποχῆς πού εἶδαν νά πλήττονται τά συμφέροντά τους, μιᾶς καί τά κυριακάτικα παζάρια εἶχαν καθιερωθεῖ ἀπό αὐτούς. Διέβαλαν λοιπόν τόν Ἅγιο στούς Τούρκους καί δωροδόκησαν αὐτούς ὥστε νά τόν σφαγιάσουν τήν 24η Αὐγούστου τοῦ 1779. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου: » ….. Δέκα χιλιάδες χριστιανοί μέ ἀγαποῦνε καί ἕνας μέ μισεῖ. Χίλιοι Τοῦρκοι μέ ἀγαποῦνε καί ἕνας ὄχι τόσον. Δέκα χιλιάδες ῾Ἑβραῖοι θέλουν τόν θάνατόν μοῦ καί ἕνας ὄχι».
            Σήμερα λοιπόν, διακόσια τριάντα τρία χρόνια μετά τό μαρτύριο τοῦ Πατροκοσμά οἱ «ἐλεύθεροι» Ἕλληνες, μετά βαΐων καί κλάδων ἀνυπομονοῦμε τίς Κυριακές πού θά μποροῦμε νά ψωνίζουμε τά ὑπέρ πάντων καταναλωτικά ἀγαθά πού ἐπιθυμοῦμε. Ἐπιτέλους γινήκαμε Νέα Υόρκη καί Λονδίνο! Φθάσαμε στά ὕψη τῆς Δύσεως ἤ μήπως κάτι λάθος πάμε νά κάνουμε;  Ποιά ἄραγε ἡ πρόβλεψη τοῦ Ὑπουργείου Ἀνάπτυξης γιά τήν δυνατότητα παρακολούθησης τῆς Κυριακάτικης Λειτουργίας ἀπό τούς ἐμπόρους καί τούς ἐργαζομένους στά ἐμπορικά καταστήματα;  Καμία. Ὑπάρχουν τοὐλάχιστον ἐλπίδες νά ἀνεβεῖ ὁ τζίρος τῶν καταστημάτων καί νά αὐξηθοῦν οἱ ἀποδοχές τῶν ἐμποροϋπαλλήλων; Ὁ Ἅγιος δυόμισι αἰῶνες πρίν μας ἔχει ἕτοιμη τήν ἀπάντηση. Γράφει στή Δ’ διδαχή τοῦ:
 «…Ἐπῆγεν ὁ Κύριος εἰς τὴν κόλασιν καὶ ἔβγαλε τὸν Ἀδάμ, τὴν Εὔαν καὶ τὸ γένος του. Ἀνέστη τὴν τρίτην ἡμέραν. Ἐφάνη δώδεκα φορὰς εἰς τοὺς Ἀποστόλους του. Ἔγινε χαρὰν εἰς τὸν οὐρανόν, χαρὰ εἰς τὴν γῆν καὶ εἰς ὅλον τὸν κόσμον· φαρμάκι καὶ σπαθὶ δίστομον εἰς τὴν καρδίαν τῶν Ἑβραίων καὶ μάλιστα τοῦ διαβόλου. Διὰ τοῦτο καὶ οἱ Ἑβραῖοι δὲν κατακαίονται ἄλλην ἡμέραν τόσον, ὡσὰν τὴν Κυριακήν, ὁποὺ ἀκούουν τὸν παπά μας νὰ λέγη: «Ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν». Διότι ἐκεῖνο ὁποὺ ἐσπούδαζον οἱ Ἑβραῖοι νὰ κάμουν διὰ νὰ ἐξαλείψουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας, ἐγύρισεν ἐναντίον τῆς κεφαλῆς των. Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νὰ χαιρώμεθα πάντοτε, μὰ περισσότερον τὴν Κυριακήν, ὁποὺ εἶνε ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας. Διότι Κυριακὴν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας. Κυριακὴν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νὰ ἀναστήση ὅλον τὸν κόσμον. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ ἐργαζώμεθα τὰς ἓξ ἡμέρας διὰ ταῦτα τὰ μάταια, γήϊνα καὶ ψεύτικα πράγματα, καὶ τὴν Κυριακὴν νὰ πηγαίνωμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ νὰ στοχαζώμεθα τὰς ἁμαρτίας μας, τὸν θάνατον, τὴν κόλασιν, τὸν παράδεισον, τὴν ψυχήν μας ὁποὺ εἶνε τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον, καὶ ὄχι νὰ πολυτρώγωμεν, νὰ πολυπίνωμεν καὶ νὰ κάμνωμεν ἁμαρτίας· οὔτε νὰ ἐργαζώμεθα καὶ νὰ πραγματευώμεθα τὴν Κυριακήν. Ἐκεῖνο τὸ κέρδος ὁποὺ γίνεται τὴν Κυριακὴν εἶνε ἀφωρισμένο καὶ κατηραμένο, καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα εἰς τὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογίαν· καὶ ἢ σὲ θανατώνει ὁ Θεὸς παράκαιρα, ἢ τὴν γυναῖκα σου, ἢ τὸ παιδί σου, ἢ τὸ ζῶόν σου ψοφᾶ, ἢ ἄλλον κακόν σου κάμνει. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, διὰ νὰ μὴ πάθετε κανένα κακόν, μήτε ψυχικὸν μήτε σωματικόν, ἐγὼ σᾶς συμβουλεύω νὰ φυλάγετε τὴν Κυριακήν, ὡσὰν ὁποὺ εἶνε ἀφιερωμένη εἰς τὸν Θεόν. Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε, χριστιανοί μου; Τὴν φυλάγετε τὴν Κυριακήν; Ἂν εἶσθε χριστιανοί, νὰ τὴν φυλάγετε. Ἔχετε ἐδῶ πρόβατα; Τὸ γάλα τῆς Κυριακῆς τί τὸ κάμνετε; Ἄκουσε, παιδί μου· νὰ τὸ σμίγης ὅλο καὶ νὰ τὸ κάμνης ἑπτὰ μερίδια· καὶ τὰ ἓξ μερίδια κράτησέ τα διὰ τὸν ἑαυτόν σου, καὶ τὸ ἄλλο μερίδιον τῆς Κυριακῆς, ἂν θέλης, δῶσε το ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς ἢ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ νὰ εὐλογήση ὁ Θεὸς τὰ πράγματά σου. Καὶ ἂν τύχη ἀνάγκη καὶ θέλης νὰ πωλήσῃς πράγματα φαγώσιμα τὴν Κυριακήν, ἐκεῖνο τὸ κέρδος μὴ τὸ σμίγεις εἰς τὴν σακκούλα σου, διότι τὴν μαγαρίζει· ἀλλὰ δῶσε τα ἐλεημοσύνην, διὰ νὰ σᾶς φυλάγη ὁ Θεὸς…»
            Εἶναι στό χέρι μας νά μήν ἐπιτρέψουμε τό πισωγύρισμα στά χρόνια τοῦ σκότους καί τῆς (ψυχικῆς) σκλαβιᾶς. Τό χρωστᾶμε σέ αὐτούς πού δώσανε τό αἷμα τους γιά ἐμᾶς, τό ὀφείλουμε καί στά παιδιά μας…

Παρασκευή, Αυγούστου 24, 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΜΑΣ-3 Tοῦ Ἀρχιμανδρίτου Βασιλείου [Γοντικάκη],



Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΜΑΣ


ὁμιλία εἰς τὴν Πάτρα τὴν 14η Μαΐου τοῦ 1998

[Γ´]

Tοῦ Ἀρχιμανδρίτου Βασιλείου [Γοντικάκη],

Προηγουμένου τῆς Ἱ. Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους



Ἐρώτησι: …Εἴπατε ὅτι ἐμεῖς ἔχομε τὴν παράδοσί μας. Πολὺ σωστά, πολὺ ὡραῖο αὐτό, καὶ πρέπει νὰ τὴν κρατᾶμε τὴν παράδοσί μας. ᾿Αλλὰ ἐγὼ κάποτε, ὅταν διάβασα ἕνα κείμενο μὲ τὴν σοφία καὶ ἄλλων λαῶν, ἐκεῖ μέσα εἶδα ὅτι ὁ Χρυσὸς Κανόνας, αὐτὸ ποὺ λέτε ἐσεῖς: «Νὰ μὴ σοῦ κάνουν ἐσένα, νὰ μὴ τὸ κάνης ἐσὺ στοὺς ἄλλους», τὸ ἴδιο καὶ σὲ ἄλλους λαούς. Τὸ ἔχουν οἱ Ἑβραῖοι, νομίζω τὸ ἔχουν καὶ οἱ Βουδιστές, οἱ Ἰνδοί, τὸ ἔχουν κι ἄλλοι. Δηλαδή, δὲν μποροῦμε, ἔχουμε τὴν ἰδιαιτερότητά μας, ἀλλὰ πρέπει νὰ μελετᾶμε κι αὐτὰ ποὺ λένε καὶ οἱ ἄλλοι λαοί. Νὰ μένουμε, νομίζω, ἐμεῖς μὲ τὴ δική μας ταυτότητα παντοῦ, ἀλλὰ ταυτόχρονα νὰ προσέχουμε καὶ τοὺς ἄλλους λαούς. Πιστεύω ὅτι ὑπάρχει μιὰ παγκοσμιότητα…

Ἀπάντησι: Σαφῶς, ἐν τάξει… εἶμαι σύμφωνος. Νὰ σᾶς πῶ κάτι; ᾿Εὰν τυχὸν δὲν ἦταν ἔτσι, ἐὰν τυχὸν ἡ ᾿Ορθοδοξία δὲν ἦταν ἡ Μία, ῾Αγία, Καθολικὴ καὶ ᾿Αποστολικὴ ᾿Εκκλησία, ἐγὼ δὲν θὰ ἔλεγα αὐτὰ τὰ πράγματα. ᾿Αλλὰ σᾶς λέω ὅτι ἡ Ὀρθόδοξή μας πίστι σέβεται ὅλους, καὶ ἀνακεφαλαιώνει τὸ ὅλον. ᾿Εὰν θέλετε νὰ σᾶς τὸ πῶ σαφέστερα, σᾶς λέω τὸ ἑξῆς: Μιὰ φορά, τότε ποὺ εἴχαμε τὴν ἐπαφὴ μὲ κάποιους ἀναρχικούς, τοὺς λέω: «Κοιτάξτε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο μεγάλος, ποὺ δὲν χωρᾶ σὲ κανένα κόμμα, σὲ καμμιὰ θρησκεία, σὲ καμμιὰ φιλοσοφία· ἂν θέλετε, δὲν χωρᾶ οὔτε στὴν Ὀρθοδοξία. Κι ἐπειδὴ ἡ ᾿Ορθοδοξία μὲ βοηθᾶ νὰ εἶμαι μὴ Ὀρθόδοξος, γι᾽ αὐτὸ εἶμαι Ὀρθόδοξος. Καὶ στὴν Ἐκκλησία δὲν λατρεύουμε τὸν Θεό, ἀλλὰ λατρεύουμε τὸν Ὑπέρθεο. Ὁπότε, ὅταν παρακολουθοῦμε τὴ Μεγάλη ῾Εβδομάδα, κι ὅταν ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας θυσιάζεται γιὰ ὅλους, καὶ γι᾽ αὐτοὺς ποὺ Τὸν σταυρώνουν, ὅταν ἀντιδρᾶ πρὸς τὸν ᾿Απόστολο Πέτρο καὶ λέη: «Βάλε τὸ σπαθί, τὸ μαχαίρι, στὴ θήκη του, γιατὶ δὲν ἤρθαμε νὰ χτυπήσουμε τοὺς ἐχθρούς, δὲν ἔχουμε ἐχθρούς. Ἔρχομαι νὰ καταργήσω τὴν ἔχθρα»· κι ὅπως λέει ἡ ἀκολουθία, «καὶ πάντα ὑπομείνας, ἅπαντας ἔσωσε», ὅταν γίνεται αὐτό, τότε νοιώθεις, ὅτι ἐδῶ ὑπάρχει Μία, ῾Αγία, Καθολικὴ καὶ ᾿Αποστολικὴ ᾿Εκκλησία. ᾿Εδῶ μᾶς δίδεται αὐτὸ τὸ παράδειγμα, ὅτι θυσιάστηκε ὁ Θεὸς τῆς πίστεώς μας, ὄχι γιὰ νὰ σώση μερικούς, οὔτε γιὰ νὰ σώση τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ νὰ σώση τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἐφ᾿ ὅσον εἶναι ἔτσι, τότε ἀναπαύεται κι ὁ καθένας ἄνθρωπος. 
Κι αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος… Λέει: «Γνώρισα ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε τόσο πολὺ τοὺς ἀδελφούς του, ποὺ ἔλεγε: “Θεέ μου, θέλω νὰ σώσης τοὺς ἀδελφούς μου· καὶ νὰ σώσης ὅλους τοὺς ἀδελφούς μου. Κι ἂν τυχὸν δὲν τοὺς σώσης ὅλους, δὲν θέλω νὰ σώσης οὔτε ἐμένα. Γιατὶ δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω τί σημαίνει Παράδεισος χωρὶς τοὺς ἀδελφούς μου”». Ὁπότε, βλέπετε ὅτι ἡ λογικὴ τῆς πίστεώς μας, ἡ λογικὴ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, εἶναι τέτοια, ποὺ ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο, γιατὶ ἀναπαύει τὴν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη. 
᾿Αλλ᾽ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, αὐτὸ ποὺ λέτε, ψήγματα καὶ κομμάτια ἀλήθειας ὑπάρχουν παντοῦ. ᾿Αλλὰ ἔχει σημασία νὰ βρῆς τὸ ὅλον. Γι᾽ αὐτό, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος ἐπίστευε, ὁ ὁποῖος ζοῦσε ὅλη αὐτὴ τὴ χάρι, εἶπε καὶ τὸ ἄλλο, ὅτι… ἐνῶ ἔκανε τὸν ἀγράμματο, γιὰ νὰ πλησιάση τοὺς ἀγράμματους, μιὰ στιγμὴ λέει: «Κοιτάξτε, ἔχω διαβάσει ὅλα τὰ βιβλία, ὅλες τὶς πίστες, ἔχω βρῆ ὅτι ὅλες εἶναι κάλπικες, κι ἡ δική μας εἶναι ἀληθινή». ᾿Αλλ᾽ ἐὰν τυχὸν ζήσης μέσα στὴ θεία Λειτουργία καὶ τὴ Μεγάλη Εβδομάδα τὴν Ὀρθόδοξη πίστι, τότε καταλαβαίνεις ὅτι αὐτὴ ἡ ζωὴ κι αὐτὴ ἡ θεία Λειτουργία κι αὐτὴ ἡ Μεγάλη ῾Εβδομάδα ποὺ ὁδηγεῖ στὸ Πάσχα εἶναι εὐλογία γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.

Ἐρ.: Θὰ ἤθελα νὰ ρωτήσω τί ἐννοοῦσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅταν ἔλεγε ὅτι «μιλάει μέσα ἀπὸ τὸν τάφο ὁ νεκρὸς ἑαυτός μου», ἀπὸ τὸ σκαμνί…


Ἀπ.: Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέμε ὅτι ὁ βρεγμένος δὲν φοβᾶται τὴ βροχή, κι ὁ σκοτωμένος δὲν φοβᾶται καμμιὰ ἀπειλή. Καὶ νομίζω ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶναι αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Κύριος, ὅτι: «ὅποιος θέλει νὰ σώση τὴν ψυχή του, θὰ τὴ χάση· καὶ ὅποιος τὴ χάση, “ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου”, αὐτὸς θὰ τὴ σώση». Ὁπότε, διὰ τῆς ἀπωλείας φτάνουμε στὴν εὕρεσι, καὶ διὰ τοῦ μίσους τοῦ ἑαυτοῦ μας φτάνουμε στὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. 
Νομίζω ἐπίσης κάτι ἄλλο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕναν δυναμισμὸ κεκρυμμένο, ὅπως εἶναι ὁ σπόρος, ὁ ὁποῖος, ἐὰν δὲν πεθάνη στὴ γῆ τὴ γόνιμη, «αὐτὸς μόνος μένει»· ἐὰν δὲ ἀποθάνη, φέρει πολὺ καρπό. ᾿Εὰν τυχὸν ὁ ἄνθρωπος λατρέψη τὸν ἑαυτό του, αὐτοπροβάλλεται, λιβανίζει τὸν ἑαυτό του, τότε πνίγει τὸν ἑαυτό του. ᾿Εὰν τυχὸν ἔχη σὰν σκοπὸ νὰ τὰ δώση ὅλα γιὰ νὰ ἀναπαυθῆ ὁ ἀδελφός του, ἤδη μπῆκε μέσα στὴν αἰώνια ζωή. Γιατὶ ζῆ γιὰ τὸν ἀδελφό του, καὶ ὁ ἑαυτός του εἶναι ὅλοι οἱ ἄλλοι. 
Καὶ νομίζω ὅτι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς, εἶχε αὐτὴ τὴν ἀγάπη, γι᾽ αὐτὸ εἶχε καὶ αὐτὴ τὴ δύναμι. Καὶ βλέπετε, ἂς ποῦμε, αὐτὸ ποὺ λέμε, ὅτι ἤτανε διπλωμάτης, ἤτανε πολιτικός· γιατί; Γιατὶ ἦταν ἀληθινὸς ἄνθρωπος, γιατὶ σεβότανε τὸν ἄλλο, γιατὶ ὁ ἄλλος ἤτανε ὁ ἑαυτός του καὶ γιατὶ κοντὰ σ᾽ αὐτόν, τὸν μικρό, τὸν ταπεινὸ καὶ μεγάλο, ὁ κάθε ἕνας ἄνθρωπος ἔπαιρνε μιὰ ἀξία. Κι αὐτὸς χαιρότανε, ὅταν ἔπαιρνε ὁ ἄλλος ἀξία, ὅταν ὁ ἄλλος ἀναπαυότανε. 
᾿Αλλ᾽ αὐτὸ δὲν γίνεται, ἂν τυχὸν ἐγὼ κάνω τὸν δικό μου σύλλογο, ἂν τυχὸν ἐγὼ θέλω νὰ προβάλω τὸν ἑαυτό μου, ἀλλ᾽ ἂν τυχὸν γίνωμαι φυτόχωμα, γιὰ νὰ φυτρώση τὸ δέντρο του ὁ ἄλλος, ἂν τυχὸν ἐγὼ πάω στὴν ἄκρη, ἐξαφανίζομαι, δὲν ὑπάρχω, δὲν θέλω κανένα «εὐχαριστῶ», ἀρκεῖ μόνο νὰ ζήση ὁ ἄλλος. Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ ἑαυτός μου: «ἓν σῶμα καὶ ἓν πνεῦμα ἐσμὲν οἱ πολλοί». Γι᾽ αὐτό, βλέπετε ὅτι οἱ Ἅγιοι, δηλαδὴ οἱ ταπεινοί, κι ὅταν ὑπάρχουν, εἶναι σὰν ἀνύπαρκτοι. Δὲν παίρνουν χῶρο, δὲν κάνουν φασαρία. Κι ὅταν δὲν ὑπάρχουν ἐν σαρκί, ὅταν λείπουν, εἶναι ἐξ ἴσου μαζί μας, καὶ κρατοῦν τὸν κόσμο ὁλόκληρο στὴ ζωή. Ὁπότε, ὁ τρόπος τοῦ νὰ ὑπάρχης, εἶναι ὁ τρόπος τοῦ νὰ πεθαίνης καὶ νὰ θυσιάζεσαι ἑκούσια, ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλον, μὲ ἄλφα κεφαλαῖο καὶ ἄλφα μικρό.

Ἐρ.: Εἴπατε πρὶν ὅτι ἔχουμε πίστι μέσα μας, ὅτι πιστεύουμε τὸν Θεό, ἐνῶ οὐσιαστικὰ δὲν πιστεύουμε. Ἀπὸ μέσα μας δηλαδή…
[-Δὲν κατάλαβα. Εἶπα ὅτι πιστεύουμε στὸν Θεό, ἐνῶ οὐσιαστικὰ δὲν πιστεύουμε;
-Ναί· ὅτι πᾶμε στὶς ἐκκλησίες καὶ ἔχουμε ἕνα κενὸ μέσα στὴν πίστι μας.
-Τί ἔχουμε;]
-Κάποιο κενὸ ἀπὸ μέσα μας· ὅτι ἔρχονται στὸ Ἅγιον Ὄρος, εἴπατε, ἐπισκέπτονται διάφοροι «πιστοί», ἐνῶ ἀπὸ μέσα τους δὲν πιστεύουν οὐσιαστικὰ στὸν Θεό. ᾿Εσεῖς, κατὰ τὴν γνώμη σας, ποῦ πιστεύετε ὅτι ὀφείλεται αὐτό; Κι ἂν ἡ κοινωνία μας θέλη νὰ ἔχουμε, νὰ νοιώσουμε αὐτὸ τὸ κενό, ἢ ἡ ᾿Εκκλησία.

Ἀπ.: Αὐτὸ ποὺ εἶπα ὅτι… εἶπα: «Οἱ ἐξ ἐπαγγέλματος θρησκευόμενοι δὲν καταλαβαίνουν τίποτα»· καὶ τὸ εἶπα σκοπίμως, ὅπως κάποιος δίδει ἕνα μπάτσο σὲ κάποιον, γιὰ νὰ ξυπνήση. Καταλάβατε;
 Κατ᾿ ἀρχὴν ἤθελα νὰ πῶ τὸ ἑξῆς: Θυμᾶστε ἐκεῖνο τὸ περιστατικὸ ποὺ ἕνας πατέρας πῆγε τὸ ἄρρωστο παιδί του στὸν Κύριο καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ βοηθήση. Καὶ εἶπε ὁ Κύριος: «᾿Εὰν πιστεύης, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι». Κι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὁ βασανισμένος, ἤτανε εἰλικρινής, καὶ εἶπε: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ». Πιστεύω, καὶ ταυτόχρονα εἶμαι ἄπιστος. Βοήθησέ με νὰ πιστέψω. 
Νομίζω ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία, εἶναι νὰ εἴμαστε σὰν τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, εἰλικρινεῖς, καὶ νὰ μὴν παριστάνουμε τὸ κάτι παραπάνω ἀπ᾿ ὅ,τι εἴμαστε. Καλύτερα, λέει κάποιος, καλύτερα εἶναι μιὰ πραγματικὴ κόλασι ἀπὸ ἕνα φανταστικὸ παράδεισο. Κι ἂν τυχὸν ἐμένα μοῦ λέτε καλὰ λόγια, καὶ δὲν βλέπω ἐγὼ τὴν κακομοιριά μου, ἀλλὰ πιστέψω αὐτὰ ποὺ λέτε, κι ἀρχίζω νὰ κυκλοφορῶ σὰν νὰ εἶμαι αὐτὰ ποὺ νομίζουν οἱ ἄλλοι, τότε κάτι δὲν πάει καλά. ᾿Εὰν τυχὸν νοιώθω μιὰ πίστι, θὰ πῶ: «Δόξα τῷ Θεῷ, νοιώθω μιὰ ἀνάπαυσι». ᾿Εὰν τυχὸν νοιώθω μιὰ ἀμφιβολία, νὰ πῶ τὸν λογισμό μου. Καὶ ἔτσι, κενούμενος, ἀδειάζοντας κανεὶς καὶ ὄντας τίμιος μὲ τὸν ἑαυτό του, προχωρεῖ στὴν ἀλήθεια, καὶ βρίσκει τὴ μία πίστι -συμφωνῶ σ᾽ αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη ἐξ ἀρχῆς- τὴ μιὰ πίστι, ἡ ὁποία δὲν εἶναι δοξασία, ἀλλὰ εἶναι φανέρωσι τῆς δυνάμεως, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σώζει τὸν ἄνθρωπο· καὶ τὸν ἐλάχιστο ἄνθρωπο, τὸν καθένα, τὸν κάνει θεὸ κατὰ χάρι, καὶ ταυτόχρονα εἶναι αὐτὴ ἡ πίστι καὶ ἡ ἀγάπη ἡ ὁποία δυνάμει σώζει τὴν οἰκουμένη.

Ἐρ.: Μιλήσατε γιὰ διαβασμένους καὶ γιὰ μορφωμένους. ᾿Επειδὴ ὅλοι μας ἔχουμε σχέσι μὲ διάβασμα, ἢ ἡ δουλειά μας εἶναι γύρω ἀπὸ αὐτό, θὰ ἤθελα νὰ μᾶς πῆτε πῶς μποροῦμε νὰ γίνουμε μορφωμένοι, κι ὄχι διαβασμένοι. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἐρώτησι. Κι ἂν μπορῆτε νὰ μᾶς πῆτε λίγα λόγια γιὰ τὴ συνθήκη τοῦ Σένγκεν.

Ἀπ.: Λοιπόν… ὁ λαός μας κάποιον ποὺ ξέρει πολλά, τὸν λέει πολύξερο. Κάποιον ὁ ὁποῖος ἔχει προχωρήσει, καὶ ἔχει χωνέψει αὐτὰ ποὺ ξέρει, ἔχει γνῶσι, τὸν λέει γνωστικό. Εἶναι ἄλλος ὁ πολύξερος, κι ἄλλος ὁ γνωστικός. Γιὰ τὸ θέμα τοῦ μορφωμένου, εἶναι τὸ θέμα νὰ «μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ἡμῖν» καὶ νὰ ἔχουμε, ἔστω ἐλάχιστη, ἀπὸ τὴ χάρι καὶ ἀπὸ τὸν δυναμισμὸ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Γιὰ νὰ σᾶς ἀπαντήσω σαφῶς, σᾶς λέω τὸ ἑξῆς -κάτι ποὺ ἔμαθα στὸ Ἅγιον Ὄρος: Σεβαστῆτε τὸν ἑαυτό σας. Καὶ νὰ εἶστε εἰλικρινεῖς μὲ τὸν ἑαυτό σας. Καὶ νὰ ἐπισκέπτεστε τὸν ἑαυτό σας, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Συμεών. Καὶ νὰ ἐξασφαλίσετε μιὰ ἥσυχη ὥρα καὶ μιὰ ἥσυχη γωνιά, ποὺ θὰ εἶναι μόνο ὁ ἑαυτός σας. Καὶ μάθετε νὰ λέτε τὸ «Κύριε ἐλέησον. Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν. ᾿Εσὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός, ὁ Δυνατός, ἐγὼ εἶμαι ὁ ἀδύνατος, ὁ ἁμαρτωλός. Σὲ γνωρίζω, καὶ δὲν σὲ γνωρίζω. Ξέρω ὅτι εἶμαι ἀδύνατος, ξέρω ὅτι ἐσὺ μὲ ἀγαπᾶς, καὶ ζητάω τὸ ἔλεός σου». 
᾿Εὰν τυχὸν αὐτὸ γίνεται, τότε θὰ βροῦμε σιγὰ-σιγὰ τὸν ἑαυτό μας. Καὶ δὲν θὰ εἴμαστε ἐκτὸς ἑαυτῶν, δὲν θὰ ζοῦμε ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. ᾿Εὰν τυχὸν δὲν ἐπισκεπτώμαστε τὸν ἑαυτό μας, δὲν ἔχουμε μιὰ ἥσυχη ὥρα καὶ μιὰ ἥσυχη γωνιά, τότε εἴμαστε συνέχεια ζαλισμένοι καὶ συνέχεια μαριονέτες ποὺ μᾶς κινοῦν ἄλλες δυνάμεις, εἴτε εἶναι ἡ τηλεόρασι, εἴτε εἶναι οἱ ἐφημερίδες, εἴτε εἶναι τὰ μαθήματα, εἴτε εἶναι ἡ ἐπιπολαιότης, εἴτε εἶναι τὰ πάθη τὰ δικά μας. ᾿Ενῶ τὸ βαθύτερο εἶναι μας, αὐτὸ τὸ ὁποῖο φέρει τὴ χάρι τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, νὰ πῆ: «Κοίταξε, δὲν εἶμαι τίποτα, ἀλλὰ ταυτόχρονα ἔχω μιὰ δύναμι ποὺ δὲν φοβᾶται οὔτε τὸν χάρο». Γιὰ νὰ γίνη αὐτὸ τὸ πράγμα, θὰ πρέπη κανεὶς νὰ βρῆ τὸν ἑαυτό του. Καὶ θὰ βρῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, ἂν μπορῆ νὰ εἶναι εἰλικρινὴς κατ᾽ ἀρχὴν μὲ τὸν ἑαυτό του. 
Καὶ στὴ συνέχεια νοιώθει ὅτι (τί γίνεται;) ὅτι εἶναι, σὰν ἄνθρωπος, ἕνα μπόλι ἐλάχιστο, τὸ ὁποῖο μπολιάζεται στὴν καλλιέλαιο. Μπολιάζεται σ᾽ ἕνα δέντρο βαθύρριζο, καὶ νοιώθει ὅτι τὸ μπόλι αὐτὸ ἔπιασε. Μεγαλώνουν κλαδιά. ᾿Ανθίζει τὸ μπόλι, καὶ βγάζει καρπούς. Κι αὐτὸ τὸ ἐλάχιστο μπόλι ἔχει δικές του ρίζες, τὶς ρίζες τὶς βαθύτατες τοῦ αἰωνόβιου δέντρου. Τότε κανεὶς νοιώθει ὅτι εἶναι μορφωμένος, τότε κανεὶς νοιώθει ὅτι αὐτὰ ποὺ ζῆ μέσα του δὲν εἶναι… ἢ αὐτὰ ποὺ λέει, δὲν εἶναι κάτι ποὺ τὸ διάβασε, καὶ κρατάει ἕνα χαρτὶ καὶ στὸ διαβάζει, στὸ λέει, ἀλλ᾽ εἶναι κάτι ποὺ βγαίνει ἀπὸ μέσα του. Καὶ τί βγαίνει ἀπὸ μέσα του; Βγαίνει μιὰ στιγμὴ ἕνα «δόξα τῷ Θεῷ». Κι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὁ μορφωμένος ἐν Χριστῷ, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔχει ὑγεία πνευματική, ξέρετε τί γίνεται στὸ τέλος; Ἔχει μιὰ ἠρεμία καὶ μιὰ ἐλευθερία, καὶ νοιώθει ὅτι δὲν ἔχει κανένα παράπονο γιὰ τίποτα καὶ γιὰ κανένα ἄνθρωπο. Γιατὶ ἂν τυχὸν ἐμεῖς παραπονιώμαστε καὶ μουρμουρίζουμε καὶ δυσανασχετοῦμε, σημαίνει ὅτι… ὄχι ὅτι μᾶς φταῖνε οἱ ἄλλοι, ἀλλ᾽ ὅτι ἐμεῖς δὲν ἔχουμε τὴν ὑγεία τὴ μεγάλη, τὸ δυνατὸ σῶμα γιὰ νὰ χωνέψη τὴν κάθε τροφή, ὅπως εἴπαμε, καὶ βλέπουμε τὴ δύναμι τὴν ὁποία μποροῦμε νὰ πάρουμε. 
Ἕνας ἄνθρωπος μορφωμένος ἐν Χριστῷ, ἕνας ἄνθρωπος μικρὸς ἐν Χριστῷ, δηλαδὴ μεγάλος, εἶναι ἥσυχος, ἤρεμος, δὲν ἀπειλεῖ κανέναν, καὶ δὲν ἀπειλεῖται ἀπὸ κανέναν. ᾿Αλλὰ ὅλα τοῦ κάνουν καλό, καὶ λέει μόνο: «Δόξα σοι, ὁ Θεός». Κι ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, δὲν χάνει δύναμι, ἀλλὰ αὐξάνεται ἡ δύναμί του. Κι ὅταν γεράση, τότε νοιώθει ὅτι τὰ γεράματα εἶναι συμπεπυκνωμένη νεότης· καὶ ὅταν πεθάνη, νοιώθει ὅτι διὰ τοῦ θανάτου μπαίνει σὲ μιὰ πλήμμυρα ζωῆς, τὴν ὁποία δὲν μποροῦσε νὰ ἀντέξη ὅταν ἦταν ζωντανός.
Ἄλλο. ῎Α, γιὰ τὸ Σένγκεν; Νὰ ρωτήσετε τοὺς διαβασμένους.

Ἐρ.: Γέροντα, εἶναι κοινῶς ἀποδεκτὸ ὅτι στὴ νεολαία μας ὑπάρχει ἕνας κορεσμὸς τῶν πάντων: τῆς ὕλης, τῆς ἡδονῆς, τῆς ἀπόλαυσης. Κάποια στιγμὴ ἀπολυτοποίησαν τὰ πάντα, πλὴν τῆς Ὀρθόδοξης πίστης τους. Σήμερα αὐτοὶ οἱ νέοι θέλουν νὰ προσεγγίσουν, θέλουν ν᾽ ἀκουμπήσουν κάπου. Θέλουν μιὰ τρυφερὴ ἀγκαλιά. Κι ἐδῶ θἄθελα νὰ ρωτήσω: Οἱ ἐκφραστὲς τοῦ θείου λόγου -γιατὶ ὁ θεῖος λόγος ἀπὸ μόνος του εἶναι γλυκὺς καὶ πανέτοιμος νὰ τοὺς δεχθῆ- οἱ ἐκφραστὲς αὐτοῦ τοῦ θείου λόγου, οἱ ἱερεῖς, θεολόγοι καὶ λοιποί, θὰ συνδυάσουν τὴν παράδοσι μὲ τὸν σύγχρονο λόγο, ὥστε νὰ προσεγγίσουν τοὺς νέους μας, γιατὶ εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ μέλλοντος; Τελικὰ πῶς διαβλέπετε τὸ μέλλον τῆς νεολαίας μας; Εὐχαριστῶ.

Ἀπ.: Μ᾽ αὐτὰ ποὺ εἴπατε συμφωνῶ καὶ διαφωνῶ. Καὶ θὰ σᾶς ἐξηγήσω: Οἱ ἐκφραστὲς τοῦ θείου λόγου ποῖοι εἶναι; Μετά, στὴ συνέχεια, γιὰ τὴ νεολαία. Ποιὰ εἶναι ἡ νεολαία; εἶναι τὰ νέα παιδιά. ᾿Εγὼ σᾶς λέω ὅτι αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε ὅλοι εἶναι ὄχι μιὰ βιολογικὴ νεότητα, ἡ ὁποία παρέρχεται μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, ἀλλὰ μιὰ χάρι ἡ ὁποία, ὅπως λένε, ξεπερνάει τὸν θάνατο. 
᾿Επανέρχομαι στὴν πρώτη ἐρώτησι, καὶ ποὺ τὴ χαίρομαι. Αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη, ἂν μιλᾶμε ἀπόλυτα γιὰ τὴν ᾿Ορθοδοξία, μήπως ἀδικοῦμε ἄλλους, εἴτε ἑτεροδόξους, εἴτε ἀλλόθρησκους, ποὺ κι αὐτοὶ ἔχουν μιὰ καλὴ διάθεσι… Μιλᾶμε ἀπόλυτα, νοιώθω ὅτι μπορεῖ νὰ μιλήση κανεὶς ἀπόλυτα, ἐπειδὴ ὑπάρχει μέσα ἐδῶ, στὸ βάθος, τῆς σοφίας ἡ γνησιότης καὶ ἡ ἀγάπη γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Μετά, στὴ συνέχεια, καταργοῦνται, πέφτουν τὰ εἴδωλα, καὶ ὑψώνεται ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
Μετά, μπορεῖ ἐγὼ νὰ μιλάω γιὰ ᾿Ορθοδοξία, νὰ μιλάω γιὰ ταπείνωσι, καὶ ταυτόχρονα ἀπὸ μέσα μου νὰ ἀναδύεται μιὰ ἀποφορὰ ἐγωισμοῦ. Νὰ μιλάω γιὰ ἡσυχία, καὶ νὰ σᾶς ταράσσω. Τὸ θέμα εἶναι ὅτι ὑπάρχουν οἱ ῞Αγιοι καὶ οἱ φορεῖς καὶ οἱ ἐκφραστὲς τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, κι αὐτοὶ ποὺ φανερώνουν τὴ χάρι τῆς ᾿Εκκλησίας. Καὶ ἐγὼ θὰ ἤθελα νὰ ἔλεγα τὸ ἑξῆς: ὅτι αὐτοὶ ὁπωσδήποτε δὲν εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐξωτερικὰ φαίνονται. 
Νὰ σᾶς πῶ κάτι. Γιατί πήγαμε στὸ Ἅγιον Ὄρος; Μιὰ στιγμή, βλέπετε ὅτι πολὺς κόσμος πάει στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐνῶ παλιὰ ἤτανε, λέγανε, καταδικασμένο γιὰ νὰ πεθάνη. ᾿Εν τέλει, ὅταν περνᾶνε τὰ χρόνια, νοιώθει κανεὶς ὅτι πήγαμε γιὰ κάποιους ἁπλούς, γιὰ κάποιους ἀγράμματους, γιὰ κάποιους ἀνύπαρκτους, γιὰ κάποιους ταπεινοὺς ποὺ δὲν  εἶχαν καμμιὰ ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Κι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι σοῦ μετέδιδαν ἕνα ἄρωμα ποὺ ἔφερνε τὴν ᾿Ανάστασι. Καὶ λές: «Κάθομαι κοντὰ σ᾽ αὐτούς». Καὶ μετὰ ἔνοιωσα τὸ ἑξῆς: ὅτι τέτοιοι ἄνθρωποι, ἁπλοί, ἀνύπαρκτοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν αὐτὴ τὴ χάρι καὶ τὴ μεγαλοσύνη, ὑπάρχουν πάρα πολλοὶ στὸν κόσμο, στὴν ῾Ελλάδα· ἀλλὰ ἡ ἀγωγὴ ποὺ παίρνουμε μᾶς λέει πολλὲς φορὲς ὅτι «αὐτὸ τὸ χρυσάφι εἶναι τενεκές, καὶ νὰ τὸν ἀποφεύγης. Καὶ νὰ περνᾶς τὸν τενεκὲ σὰν χρυσάφι…». Γι᾽ αὐτό, βασανιζόμαστε. 
Θυμᾶμαι μιὰ φορὰ μὲ τὸν παπα-᾿Αντώνη, μ᾿ ἕναν μοναχὸ τῆς Μονῆς μας, πήγαμε κάπου στοῦ Σκαραμαγκᾶ, ποὺ διαλύουνε τὰ καράβια, καὶ θέλαμε νὰ πάρουμε μιὰ βάρκα, γιὰ νὰ μεταφέρουμε ἄμμο. Καὶ ζητούσαμε μιὰ σιδερένια βάρκα. Καὶ ἦταν ἐκεῖ πέρα ἕνας χοντρός, μονόφθαλμος καὶ κακοντυμένος, ὁ ὁποῖος ἐφύλαγε τὰ διαλυμένα καράβια. Ὅταν μᾶς εἶδε, μᾶς πλησίασε καὶ μᾶς εἶπε: «Tί θέλετε νὰ κάνετε τὴ βάρκα;». Τοῦ εἴπαμε: «Νὰ μεταφέρουμε ἄμμο». Λέει: «Νὰ μὴν πάρετε σιδερένια βάρκα, ἀλλὰ νὰ πάρετε μιὰ ξύλινη, πού, ὅταν σπάση μιὰ τρέσα, τὴν ἀλλάζετε». Μᾶς μίλησε λίγο. Καὶ φύγαμε ἀπ᾽ αὐτόν. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐμένα μὲ ἀνέπαυσε. Αὐτὸς εἶχε μιὰ χάρι. Αὐτὸς ἦταν σὰν ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὰ χαλασμένα καράβια, ἀλλ᾿ αὐτὸς εἶχε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, κι αὐτὸς μεταδίδει τὴ χάρι τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Καὶ μπορεῖ νὰ διαβάσω ἕνα βιβλίο κάποιου θεολόγου, καὶ νὰ μὴ μοῦ λέη τίποτα. Καὶ ν᾽ ἀκούσω κήρυγμα, καὶ νὰ μὴ μοῦ λέη τίποτα. 
Γι᾽ αὐτό, σᾶς λέω τὸ ἑξῆς: ῾Ησυχάστε λίγο στὸν ἑαυτό σας, βρέστε μιὰ ὥρα, μισὴ ὥρα, κι ἕναν ἥσυχο τόπο. Νὰ εἶστε εἰλικρινεῖς μὲ τὸν ἑαυτό σας, καὶ θὰ δῆτε ὅτι σιγὰ-σιγὰ ἀναπτύσσεται μέσα σας μιὰ δύναμι ἡ ὁποία σπάει τὰ σίδερα τῆς  ὁποιασδήποτε φυλακῆς, τὰ σίδερα τῆς ὁποιασδήποτε φυλακῆς τῆς ἐπιτυχίας. Καὶ ἔχετε τὴ δύναμι καὶ τὴν αἴσθησι καὶ τὴν εὐαισθησία, γιὰ νὰ βρίσκετε παντοῦ αὐτοὺς τοὺς μεγάλους Ἁγίους, ποὺ εἶναι ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ εἶναι κάποιοι ταπεινοί, ποὺ εἶναι στὸ σπίτι σας. Καὶ μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ πατέρας, ἡ μάνα, ὁ παππούς, ἡ γιαγιά, ἢ ἕνα μικρὸ παιδί. ᾿Αλλά, πρὸ παντός, ἔχουμε πολλοὺς γέρους, πολλὲς γιαγιάδες, οἱ ὁποῖοι ἔχουν αὐτὴ τὴ χάρι τὴ μεγάλη ποὺ ἔχουν οἱ ἁγιορεῖτες οἱ ταπεινοί, οἱ ὁποῖοι κάλεσαν ἐμᾶς στὸ Ἅγιον Ὄρος μόνο μὲ τὸ ὅτι ὑπάρχουνε, καὶ ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους, κι ὅτι σὲ ἀγαποῦνε πρὶν σὲ γνωρίσουνε, ὅτι σὲ σέβονται περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι ἀξίζεις. Κι ἔτσι, μ᾽ αὐτὸ τὸν τρόπο σὲ δεσμεύουν, σὲ ρίχνουν στὸ φιλότιμο καὶ σὲ ἔχουν δέσει χειροπόδαρα, μὲ τὸ νὰ σὲ ἀφήνουν ἐλεύθερο.

.          Πρὸ ἡμερῶν ἤμουνα μὲ ἕναν ἄλλο μοναχὸ σὲ ἕνα σπίτι, καὶ κουβεντιάζαμε μὲ τὸν πατέρα γιὰ μιὰ δουλειὰ ποὺ θὰ ἐξυπηρετοῦσε τὸ μοναστήρι, καὶ δίπλα ἦταν ἡ γυναίκα του σὲ ἕνα ἄλλο δωμάτιο, ἡ ὁποία κάτι συλλάβιζε. Λέω: Μήπως θὰ μαθαίνη κανένα ἐγγονάκι της νὰ διαβάζη. Μετὰ λέω: «Τὶ εἶναι, τί κάνει;». Καὶ λέει ὅτι κάνει τὴν προσευχή της. Ὅταν φεύγαμε ἀπὸ τὸ δωμάτιο, ὅταν τελειώσαμε τὴ δουλειά, περάσαμε, καὶ ἦταν μέσα στὴν κουζίνα, εἶχε ἀνάψει τὸ καντήλι, καὶ διάβαζε συλλαβιστὰ μιὰ Παράκλησι. Κι αὐτὴ ἡ ἄσχημη γριὰ μὲ τὰ γυαλιὰ ἤτανε ἄγγελος. Καὶ λέω: «Κοίταξε, αὐτοὶ κρατοῦν τὸν κόσμο». Κι αὐτὴ ἔχει μέσα της ἤρεμα τὴ χαρὰ ποὺ νικᾶ τὸν θάνατο· γιατί, ξέρετε, αὐτὴ δὲν ἔχει καμμία ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό της, ὅτι εἶναι κάτι σπουδαῖο· καὶ γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγο ἔχει μέσα της αὐτὴ τὴν ἀνάπαυσι. 
Ξέρετε, εἶναι καλὸ νὰ πετύχη κανεὶς καὶ νὰ βγῆ καὶ πρῶτος στὰ μαθήματα. Εἶναι καλὸ νὰ τὰ πετύχη ὅλα. ᾿Αλλὰ σᾶς λέω τὸ ἑξῆς: ὅτι, ἐν τέλει, ὅλ᾿ αὐτὰ εἶναι ἀνεπαρκῆ. ᾿Εγὼ δὲν λέω νὰ μὴ ζητήση κανεὶς νὰ ἔχη κάτι. ᾿Αλλὰ νὰ ἔχη ὅ,τι χρειάζεται, νὰ ἐπαρκῆ, καὶ μετὰ νὰ ζητήσουμε πάσῃ θυσίᾳ αὐτὸ τὸ ἕνα, τὸ ἐλάχιστο, τὸ ὁποῖο καταργεῖ τὸν θάνατο καὶ τὸ ὁποῖο φωτίζει ἔσωθεν ὅλα τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ διαβατικά, καὶ τοὺς δίνει ἕνα φῶς […]

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...