Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λάμπρος Κ. Σκόντζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λάμπρος Κ. Σκόντζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Μαρτίου 05, 2017

Λάμπρος Σκόντζος, Η σημασία των ιερών εικόνων στην ελληνορθόδοξη παράδοσή μας



Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ                ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
       Η Α΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην μεγάλη εορτή της Ορθοδοξίας μας. Σύμπασα η Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα, με κύριο  χαρακτηριστικό του εορτασμού την περιφορά των ιερών εικόνων και την ανάγνωση του Συνοδικού της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σε όλους τους ναούς.
     Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να εορτάζεται η ημέρα αυτή σε ανάμνηση της παύσης της εικονομαχίας και της οριστικής αναστήλωσης των ιερών εικόνων από την  ευσεβή βασίλισσα  του Βυζαντίου Θεοδώρα (μετέπειτα αγία της Εκκλησίας μας) στις 4-3-843. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείζονος σημασίας διότι με τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787), ολοκληρώθηκε η διατύπωση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας (τριαδολογικό και χριστολογικό δόγμα). Η εικονομαχική έριδα (726-843) υπήρξε άλλωστε ένας θλιβερός σταθμός της εκκλησιαστικής ιστορίας, η οποία προξένησε αφάνταστη φθορά στο σώμα της Εκκλησίας. Μέσα όμως από αυτή τη λαίλαπα βγήκε και κάτι θετικό, η διατύπωση της θεολογίας των ιερών εικόνων, η οποία κατ ουσίαν, όπως θα δούμε, είναι επέκταση και ανάπτυξη του χριστολογικού δόγματος.

      Όπως είναι γνωστό το πρόβλημα της εικονομαχίας το προκάλεσαν παράγοντες έξω από την Ελληνορθοδοξία. Ο Ιουδαϊσμός και ο Ισλαμισμός θεωρούν τον εικονισμό ως ειδωλολατρία. Γενικά η λαοί της Μέσης Ανατολής απεχθάνονται την εικονική τέχνη, γι’ αυτό και πέρασε αυτή η νοοτροπία στις θρησκείες τους. Αντίθετα ο Ελληνισμός, η πιο ευγενική έκφραση του παγκοσμίου πολιτισμού, όχι μόνο δέχεται τον εικονισμό, αλλά και τον προήγαγε σε ύψιστη τέχνη.
        Ο Χριστιανισμός στην ορθόδοξη μορφή του, όπως είναι γνωστό, απόρριψε  τις προλήψεις του  παρελθόντος και υιοθέτησε κάθε άξία που προάγει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο Ελληνισμός  έδωσε άπειρα στοιχεία χρήσιμα στη νέα πίστη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ελληνισμός στην γνήσια μορφή του μεταστοιχειώθηκε ως Χριστιανισμός και συγκεκριμένα σε Ελληνορθοδοξία!
        Η απαράμιλλη εικονική  ελληνική τέχνη παραλήφθηκε από την Εκκλησία και χρησιμοποιήθηκε για την ποιμαντική Της διακονία. Η εικόνα από την εποχή των κατακομβών μέχρι σήμερα λειτουργεί ως το βιβλίο των αγραμμάτων στους ναούς. Για να είναι αυτό σύμφωνο με την θεολογία της Εκκλησίας μας, οι Πατέρες διατύπωσαν  προσεκτική διδασκαλία σύμφωνη με τις βιβλικές επιταγές.
      Βεβαίως η Παλαιά Διαθήκη απαγορεύει ρητά την προσκύνηση ομοιωμάτων -ειδώλων του Θεού (Έξοδ.20,4), αλλά μέχρι τότε ο Θεός ήταν άγνωστος στους ανθρώπους,  και γι' αυτό είχαν αντικαταστήσει τη λατρεία του Θεού με ξόανα και άλλα ομοιώματα. Αυτή τη λατρεία απαγορεύει η Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή Διαθήκη, την εποχή της χάρητος, ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού, «ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού» (Ιωάν.1,14). Τον είδαμε, τον ακούσαμε «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» Αυτόν (Α΄Ιωάν.1,1), «Ημείς δε ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμεθα» (Ι.Δαμασκ. P.G.94,1328). Η πραγματική ενανθρώπησή Του μας υποχρεώνει να Τον θεωρούμε τέλειο άνθρωπο, όπως και τέλειο Θεό. Κατά συνέπεια ως πραγματικός άνθρωπος μπορεί ακόμα και να εικονισθεί, διαφορετικά η μη παραδοχή του εικονισμού Του σημαίνει μη παραδοχή της πραγματικής ενανθρώπησής Του.
       Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, αλλά η τιμή απευθύνεται προς το εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P.G. 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P.G.94 1356). Η  ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
      Η εικόνα έχει επίσης τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με  γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείο.
       Οι εικονοκλαστικές αρχές της εικονομαχικής περιόδου δυστυχώς υιοθετήθηκαν στη συνέχεια από διάφορες αιρετικές ομάδες και διασώζονται ως τις μέρες μας. Οι διάφορες προτεσταντικές ομάδες έχουν ως κύρια αρχή τους τον ανεικονισμό και πολεμούν με λύσσα την Ορθοδοξία μας, η οποία δέχεται την τιμητική προσκύνηση των ιερών προσώπων της πίστεώς μας μέσω των ιερών εικόνων.
      Απαντάμε στους σύγχρονους εικονοκλάστες ότι η Αγία μας Καθολική Εκκλησία καθόρισε επακριβώς τα όρια της αλήθειας και της πλάνης. Μια προσεκτική ανάγνωση του «Συνοδικού» της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που διαβάζεται στους ναούς την Κυριακή της Ορθοδοξίας, περιχαρακώνει την βιβλική αλήθεια και δίνει πειστική απάντηση στους επικριτές της Εκκλησίας μας. Η εικονομαχία είναι αποστροφή προς την ύλη, απόρροια των αιρετικών μανιχαϊστικών δοξασιών, οι οποίες δυστυχώς πέρασαν μέσα στις διδασκαλίες πολλών αιρετικών ομάδων, όπως και των συγχρόνων μας αιρετικών προτεσταντών.
     Αλλά δεν έχει μόνο σημασία για την Εκκλησία η αναστήλωση των Ιερών Εικόνων, αλλά και για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Ο μονολιθικός θρησκευτικός ανεικονισμός είχε αναμφίβολα αρνητικές συνέπειες για την προαγωγή της εικονικής ωραιότητας. Η εικόνα και μάλιστα η θρησκευτική απεικόνιση, αποτελεί βασικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Η παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά έχει να επιδείξει ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας έργα θρησκευτικής ζωγραφικής. Τα σπουδαιότερα μνημεία – ναοί του κόσμου είναι καταστόλιστοι από εικονογραφίες άφθαστης τεχνοτροπίας. Το ίδιο και τα μεγάλα μουσεία επιδεικνύουν με καμάρι εικόνες θρησκευτικής τέχνης. Είναι γνωστό σε όλους το παγκόσμιο ενδιαφέρον για την ορθόδοξη εικονογραφία και γι’ αυτό οργανώνονται εκθέσεις με τεράστια επιτυχία.  Μπορούμε να σκεφτούμε ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, αν επικρατούσαν οι εικονομάχοι στο Βυζάντιο. Δε θα είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάζουμε αυτούς τους θησαυρούς, οι οποίοι είναι για μας τους ορθοδόξους το ξεχείλισμα της πίστεως των διαχρονικών ιερών εικονογράφων. Άλλωστε η εικονογραφία για την Ορθοδοξία μας δεν ήταν μια μονοσήμαντη καλλιτεχνική έκφραση, αλλά βαθειά μυστική λειτουργία του εικονογράφου, ο οποίος ζωγράφιζε νηστεύοντας και προσευχόμενος!
    Μελετώντας επίσης με προσοχή το «Συνοδικό», που διαβάζεται αυτή τη μεγάλη ημέρα στους ναούς, κατά την τελετή της περιφοράς των Ιερών Εικόνων, μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα τη μέριμνα των Πατέρων της αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου να αποκαθαρθεί η πίστη της Εκκλησίας από περιρρέουσες ιδέες του παρελθόντος, τις οποίες κάποιοι αναμίγνυαν με την διδασκαλία Της, ώστε να επικρατεί σύγχυση στους πιστούς. Βεβαίως το θέμα αυτό είναι μεγάλο δεν εξαντλείται σε μια παράγραφο του παρόντος άρθρου. Κάποιοι, τα τελευταία χρόνια, που αρέσκονται να παριστάνουν τους «ελληναράδες», ασκούν σκληρή κριτική κατά των «όρων» της αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ότι δήθεν μέσω αυτών …υβρίζεται ο ελληνισμός! Δεν κάνουν τον κόπο όμως να μελετήσουν την αντιφατικότητα και το ξεπερασμένο αυτών των απόψεων, τις οποίες αν και κάποιες από αυτές τις διατύπωσαν διακεκριμένοι σοφοί και συγγραφείς της αρχαίας Ελλάδος, όπως είναι οι πλατωνικές ιδέες για την προΰπαρξη των ψυχών, τις οποίες πρώτοι (η πλειοψηφία) των άλλων αρχαίων σοφών τις απέρριπτε (π.χ. σοφιστές, επικούρειοι, κλπ)! Ή έστω την άποψη κάποιων άλλων σοφών, οι οποίοι δίδασκαν την αιωνιότητα του υλικού κόσμου, την οποία και αυτή είχαν απορρίψει πάμπολλοι άλλοι σοφοί, όπως οι νεοπλατωνικοί, διότι έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με το «Ένα», την πρωταρχική αρχή του κόσμου! Αφού λοιπόν οι θεωρίες αυτές ήταν απορριπτόμενες από άλλους σοφούς της αρχαίας Ελλάδος, γιατί να τις υιοθετήσει η Εκκλησία, για την Οποία αυτές ήταν αντίθετες  με τη διδασκαλία Της; Ας αποκαλέσουν πρώτα υβριστές της Ελλάδος τους σοφιστές και τους επικούρειους, οι οποίοι δεν δέχονταν και πολεμούσαν το ιδεοκρατικό σύστημα του Πλάτωνος. Επίσης ας αποκαλέσουν πρώτα τον Πλάτωνα υβριστή της Ελλάδος, διότι θεωρούσε μόνες πραγματικότητες τις αρχετυπικές ιδέες και τον υλικό κόσμο μη πραγματικό, «φάσμα των ιδεών» και μετά την Αγία μας Εκκλησία και τους θεοφόρους Πατέρες μας! Ασφαλώς θα τρίζουν τα τιμημένα κόκκαλα όλων των αρχαίων σοφών προγόνων μας, οι οποίοι ήξεραν να βιώνουν το σεβασμό προς τον άλλον, έστω και αν διαφωνούσε μαζί τους! Θα τρίζουν από αγανάκτηση, διότι κάποιοι φανατικοί, αμαθείς και εμπαθείς έχρισαν τους εαυτούς τους σε όψιμους τιμητές και υπερασπιστές τους, μη γνωρίζοντας οι δύστυχοι ότι ο διαχρονικός ελληνικός πολιτισμός, από τα βάθη της ιστορίας, ως τα σήμερα, είναι σύνθεση και όχι δογματική μονολιθικότητα! Οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ως γνήσιοι Έλληνες (στην καταγωγή, τη σκέψη και τη νοοτροπία) και εν προκειμένω οι Πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σκέφτηκαν και έπραξαν ελληνικά, εκφράστηκαν σύμφωνα με τα πιστεύω τους, ελεύθερα και απέκλεισαν κάποιες ιδέες από την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας, οι οποίες δε συμφωνούσαν με Αυτήν. Σκέφτηκαν και έπραξαν όπως οι φημισμένοι πρόγονοί τους, οι οποίοι ήταν εκλεκτικοί, και όπως κάνουν οι Έλληνες οι μεταγενέστεροι. Έπραξαν ό, τι έπρατταν οι σοφιστές ή ηδονιστές, κατά των ιδεοκρατών ή ό, τι έπραττε ο μέγας Σωκράτης κατά των σοφιστών, οι οποίοι υπεράσπιζαν τις αρχές τους, απορρίπτοντας ό, τι δε συμφωνούσε με αυτές. Θλιβερή εξαίρεση στη μακραίωνη παράδοσή μας είναι οι σύγχρονοι αρχαιόπληκτοι «αρχαιολάτρες» και άλλοι θωλοκουλτουριάρηδες, οι οποίοι πάσχουν από ανίατο μονισμό για την αρχαία Ελλάδα. Λες και οι αρχαίοι τους «διόρισαν αγροφύλακες» στα αθάνατα διαχρονικά τους κτήματα, τα οποία είναι πια κτήματα όλου του πολιτισμένου κόσμου και πιο πολύ σε μας τους απογόνους τους! Υβριστής των αρχαίων προγόνων μας δεν είναι η Εκκλησία με τον απόλυτα δικαιολογημένο εκλεκτισμό Της, αλλά πραγματικοί υβριστές είναι όσοι βρίζουν τον διαχρονικό Ελληνισμό. Εν προκειμένω, πραγματικοί και μάλιστα άθλιοι υβριστές είναι όσοι βρίζουν, με τη γνωστή ψυχοπαθολογική υστερία, την πίστη εκατομμυρίων νεοελλήνων, οι οποίοι σε πείσμα των υβριστών τους βιώνουν το ελληνικό ιδεώδες ίσως γνησιότερα από εκείνους!   

     Σε αντίθεση με όλους τους λογίς εικονοκλάστες, εμείς, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, μετέχουμε της αλήθειας και ταυτόχρονα, ως έλληνες, μετέχουμε του ωραίου. Χάρη σ' αυτές τις δύο σταθερές διαφέρουμε από όλους όσους έχουν μονοσήμαντες πίστεις και αναγάγουν τον μονισμό σε  έχουμε το προβάδισμα στην αληθινή πρόοδο και τον παγκόσμιο πολιτισμό και αναγκάζονται οι άλλοι να μας ακολουθούν…

Σάββατο, Μαρτίου 04, 2017

Σχετίζεται ο Νεοπαγανισμός με τον Νεοσατανισμό;

Σχετίζεται ο Νεοπαγανισμός με τον Νεοσατανισμό;

 του κ. Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου-Καθηγητού.

Ο σύγχρονος κόσμος βρίσκεται κυριολεκτικά βουτηγμένος σε μία απίστευτη κατάσταση πνευματικής κατάπτωσης. Η πνευματικότητα του σημερινού ανθρώπου είναι συνώνυμη με τον αποκρυφισμό και ολόκληρο το φάσμα του νοσηρού μυστικισμού, ο οποίος εκφράζεται με πληθώρα συγκεκριμένων ρευμάτων και ομάδων. Η πηγή του αποκρυφισμού είναι κοινή και οι ποικίλες ομάδες, συγκοινωνούντα δοχεία, τα οποία δέχονται και παρέχουν αποκρυφιστικό υλικό.
Δυο τέτοια ρεύματα, από τους κυριότερους εκφραστές του αποκρυφισμού παγκοσμίως, είναι το νεοπαγανιστικό και νεοσατανιστικό φαινόμενο. Επισταμένη μελέτη της ιστορίας τους, των αρχών και των επιδιώξεών τους αποδεικνύει πως τα δύο αυτά μεγέθη, όχι μόνο σχετίζονται μεταξύ τους, αλλά είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Πρόκειται για ένα και το αυτό κίνημα με δυο μορφές, διότι ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα σε όλες τις θεωρητικές και πρακτικές τους εκφάνσεις. Προέρχονται από την ίδια μήτρα, την αρχαία ειδωλολατρία και υπηρετούν του ίδιους σκοπούς. Δεν είναι τυχαίο ότι και τα δύο αυτά φαινόμενα ανήκουν στο αποκρυφιστικό πλέγμα των ομάδων της «Νέας Εποχής» και είναι από τους πιο φανερούς και γνήσιους εκφραστές του υδροχοϊκού, νεοεποχίτικου πνεύματος[1].
Αμφότερα στηρίζονται στο πνευματιστικό και αποκρυφιστικό υπόβαθρο των θεοσοφικών αρχών. Άλλωστε η μυστηριώδης θεοσοφική δοξασία περί «Μεγάλης Ιεραρχίας» και «Μεγάλης Λευκής Αδελφότητας» είναι η βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η πίστη σε θεούς και δαίμονες στους σύγχρονους καιρούς. Αυτές τις θεοσοφικές οντότητες λατρεύουν και οι μεν και οι δε. Τα τελετουργικά τους είναι πιστά αντίγραφα αρχαίων παγανιστικών μυστηριακών τελετουργιών[2].
Πρόδρομοι του συγχρόνου αποκρυφιστικού κινήματος υπήρξαν οι πρωτεργάτες του ρομαντισμού και του νεωτερισμού του 19ου αιώνα, οι οποίοι, ως γνωστόν, εμφορούνταν από σαφείς φυσιολατρικές και άρα φιλοπαγανιστικές πίστεις. Από τον Τζον Μίλτων, ως τον Ουγκώ και τον Πωλ Βαλερύ υμνούν το Σατανά «ως προμηθεϊκόν αντάρτην, εις τον οποίον επιβιώνει η αρχαία τραγική ωραιότης»[3]. Ο διαβόητος D.A.F. de Sade, ο οποίος είχε θεοποιήσει τη φύση (φυσιολάτρης παγανιστής), περιγράφει με λεπτομέρειες σατανιστικά όργια της εποχής του από ομοϊδεάτες του. Μέσα στις διαβόητες Hell Fire Clubs (Λέσχες της Φωτιάς της Κόλασης) μαζί με τον αποκρυφισμό και τη μαγεία, καλλιεργήθηκε υπέρμετρα ο παγανισμός[4].
Ο θεμελιωτής του παγκόσμιου νεοσατανιστικού κινήματος Alister Crowley (1875-1947), ήταν αποδεδειγμένα και παγανιστής. Το 1899 εντάχθηκε στο ροδοσταυρικό τάγμα Golden Dawn (Χρυσή Αυγή), το οποίο αποδεδειγμένα προωθούσε τον παγανισμό, όπου μυήθηκε στον αποκρυφισμό και τη μαγεία. Ο δάσκαλός του, AllanBenett, τον μύησε στα ανατολικά παγανιστικά θρησκεύματα και τον ανατολικό εσωτερισμό. Παράλληλα, ήταν θιασώτης του αιγυπτιακού παγανισμού. Στα 1904 στο Κάιρο και ύστερα από μία μαγική παγανιστική τελετουργία, παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο δαίμονας Alwass, με κεφάλι γερακιού, ως ο θεός Ρα, ο οποίος του αποκάλυψε το σατανιστικό «Βιβλίο του Νόμου της Νέας Εποχής» κατά παρότρυνση του αιγυπτιακού θεού Όρου[5]. Ο Crowley λάτρευε το σατανά στο πρόσωπο του θεού Σατούρνου (Κρόνου) και ο πιο αγαπημένος ύμνος του ήταν ο «Ύμνος στον Πάνα» τον οποίο είχε συνθέσει ο ίδιος και τον οποίο έψαλλαν «εις τον σατανιστικόν ναόν του, εν Λονδίνω»[6]. Ξεκάθαρος παγανιστής! Το ίδιο και ο αποκρυφιστής και φίλος του CrowleyEugen Grosche (1888-1954), ιδρυτής της σατανιστικής οργάνωσης Fraternity Saturni (Αδελφότητα του Κρόνου), λάτρευε το Σατανά ως τον ξεπεσμένο «θεό» Κρόνο.
Διαβάζουμε σε έναν από τους ύμνους της: «Άγιε Saturnus σε επικαλούμαι. Άγιε Κρόνε σε τιμάμε. Άγιε Saturnus σε προσκυνάμε!» [7]. Υπάρχουν επίσης σαφείς μαρτυρίες ότι ο Crowley σχετιζόταν και με το ναζιστικό παγανισμό. «Συνδεόταν με τον Χίτλερ μέσω τρίτων, που ήταν μέλη του μαγικού τάγματος του Ναζισμού» [8]. Οι απίστευτες μυστικιστικές εκδηλώσεις του ναζιστικού κόμματος είχαν αναμφίβολα τη σφραγίδα του νεοσατανιστικού μοντέλου του Crowley.
Ο ιδρυτής του νεοσατανισμού Anton LaVey (1930-1997) ξεκίνησε από την περιθωριακή φιλοπαγανιστική οργάνωση «Sexual Freedom League» (Λίγκα για τη σεξουαλική ελευθερία) των χίπις της Καλιφόρνιας τη δεκαετία του 1950. Είναι γνωστές οι φυσιολατρικές και φιλοπαγανιστικές πρακτικές αυτών των «επαναστατικών» περιθωριακών ομάδων. Μαζί με τη μάγισσα σύζυγό του Diane (Άρτεμη) και τον διαβόητο αποκρυφιστή Kenneth Anger, ο LaVey ίδρυσε στις 30-4-1966 την «Ordo Templis Satanis», την Εκκλησία του Σατανά και εισήγαγε τον σατανισμό στο Hollywood. Τα λατρευτικά τυπικά της και οι εορτές έχουν σαφέστατες παγανιστικές καταβολές. Μεταξύ των άλλων, στις «εκκλησίες» του Σατανά γίνονται επικλήσεις παγανιστικών θεοτήτων, όπως των ινδουιστικών Κάλι και Σίβα, του Πλούτωνα, του Μολώχ κλπ. [9] Τα αγάλματα και οι παραστάσεις του Μπαθομέτ είναι πανομοιότυπα αντίγραφα των αγαλμάτων του αρχαιοελληνικού θεού Πάνα. Για πολλούς ο ίδιος ο Πάνας λατρεύεται ως Σατανάς στις σατανικές λατρευτικές συνάξεις. Επίσης ο Πάνας θεωρείται κύρια θεότητα στην μαγικοπαγανιστική Wicca[10].
Η σημερινή «ιέρεια» της «εκκλησίας του Σατανά», στην πόλη San Jose (Σαν Ζοζέ) της Καλιφόρνιας, Μάργκαρετ Γουένλ δηλώνει γουϊκανή νεοπαγανίστρια. Το ίδιο και ο διαβόητος Άγγλος μάγος και παγανιστής Gerald Gardner (1884-1964) υπήρξε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ νεοπαγανισμού και νεοσατανισμού. Ο Gardner είναι ο πρωτεργάτης της αναβίωσης του αρχαίου Κέλτικου παγανισμού και ιδρυτής του νεοδρυϊδισμού και του γουϊκανισμού. Το 1940 μυήθηκε στον σατανισμό και τη μαγεία από τη γηραιά μάγισσα Dorothy Chutterburch και το 1946 είχε συνδεθεί με τον αρχισατανιστή Alister Crowley, ο οποίος τον έχρισε τιμητικό μέλος της μυστικιστικής σατανιστικής αδελφότητας «Ordo Templi Orientis» (Ο. Τ. Ο.), της οποίας ιδρυτής ήταν ο  Crowley και της οποίας ο παγανιστής Gardner υπήρξε για λίγο καιρό αρχιερέας της.
Ο παγανιστής Gardner θαύμαζε τον σατανιστή Crowley και επηρεάστηκε έντονα από αυτόν. Υπό την επίδρασή του έγραψε το 1949 το βιβλίο «High Magics Aid» (Βοήθημα υψηλής μαγείας), που περιείχε μαγικές τελετουργίες στον κερασφόρο θεό Πάνα. Το 1951 ίδρυσε δική του αδελφότητα, όπου εφάρμοζε τις αποκρυφιστικές πρακτικές του Crowley. Το 1953 μύησε στην αδελφότητά του τη διαβόητη αποκρυφίστρια Doreen Valiente, με την οποία διαμόρφωσαν και συστηματοποίησαν τη λεγόμενη γκαρντεριανή παράδοση, δηλαδή την αναβίωση του αρχαίου δρυϊδικού παγανισμού και της μαγικοπαγανιστικής Wicca. Το 1954 εξέδωσε άλλο βιβλίο για την εξέλιξη της μαγείας, με τίτλο: «Witchcraft Today» (Η μαγεία σήμερα), το οποίο είναι η συστηματοποίηση στην ουσία του δρυϊδικού και γουϊκανικού νεοπαγανισμού. Για του λόγου το αληθές, βασικό δόγμα της Wicca είναι ότι η «θρησκεία (και η) μαγεία… (αποτελούν) ένωση»[11]. Το ίδιο και ο βορειοευρωπαϊκός νεοπαγανισμός  Azatru είναι κυριολεκτικά βουτηγμένος στη μαγεία και τον αποκρυφισμό[12].
Μετά το θάνατο του Gardner το έργο του συνεχίζει ο Raymond Buckland (Ρεϊμόν Μπάκλαντ)[13]. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του αποκρυφιστικού νεοπαγανισμού έπαιξε και ο διαβόητος μάγος σατανιστής Alexander Sanders, ο οποίος διαμόρφωσε, παράλληλα με την γκαρντεριανή νεοπαγανιστική παράδοση, τη λεγόμενη αλεξανδρινή. Στα 1979 η μάγισσα – σατανίστρια από την Καλιφόρνια Στάρχοουκ έγραψε το μπεστ σέλερ «Ο Σπειροειδής Χορός: Μια Αναγέννηση της Αρχαίας Θρησκείας της Μεγάλης Θεάς», μια συστηματική παρουσίαση των γουϊκανικών παγανιστικών τελετουργιών, το οποίο έκαμε πολύ μεγάλη εντύπωση στους αναγνώστες του δυτικού κόσμου και συνέδεσε τον σατανισμό με τον Κέλτικο νεοπαγανισμό.
Υπάρχουν και άλλα στοιχεία που φανερώνουν τη στενή συνάφεια νεοπαγανισμού και νεοσατανισμού. Οι γεμάτες πάθη και εγκληματικές πράξεις παγανιστικές θεότητες δε διαφέρουν σε τίποτε από τα σατανικά κακοποιά πνεύματα. Ας θυμηθούμε εκείνο το γραφικό του ψαλμωδού ότι «πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια» (Ψαλμ. 95, 5). Σε όλα τα παγανιστικά πάνθεα είναι εμφανής η δαιμονική υφή των παγανιστικών θεοτήτων. Έστω για παράδειγμα οι Κέλτικες θεότητες, οι οποίες είχαν προκαλέσει φρίκη στους Ρωμαίους και στους Έλληνες. Ο αρχαίος Έλληνας συγγραφέας Λουκιανός μάς διέσωσε πολύτιμες πληροφορίες για το ποιόν των αγρίων και αιμοδιψών δρυϊδικών θεοτήτων!
Το άσβεστο μίσος κατά του αληθινού Τριαδικού Θεού, του Σωτήρος Χριστού, της Εκκλησίας, των Χριστιανών είναι το κοινό στοιχείο νεοπαγανισμού και νεοσατανισμού, καθώς και το άθλιο και βρώμικο οπλοστάσιό τους. Απλή σύγκριση της «The Satanic Bible» του LaVey με τα γραπτά των νεοπαγανιστών αποδεικνύει ταυτότητα δοξασιών και απόψεων.
Κοινές είναι και οι περί ηθικής αντιλήψεις τους, οι μαγικές τελετουργίες τους, οι μαγικές τελετές καθαρμού και αποκήρυξης του αγίου Βαπτίσματος, οι εορτασμοί των ηλιοστασίων και ισημερινών, η αχαλίνωτη σεξουαλική ελευθερία, καθώς και ο σεξισμός στα τελετουργικά τους όργια. Κοινά είναι και τα σύμβολά τους, όπως το πεντάκτινο άστρο, το οποίο για τους Κέλτες παγανιστές αντιπροσωπεύει τη θεά Morrigan. Πάνω απ’ όλα κοινό στοιχείο είναι η απολυτοποίηση του εγωκεντρισμού και της επιβολής της ατομικής ή ομαδικής δύναμης και θέλησης καθώς και η εωσφορική αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι θεός.
Η άμεση σχέση νεοπαγανισμού – νεοσατανισμού φαίνεται ξεκάθαρα από τα εξής αξιοπρόσεκτα στοιχεία: Το πρώτο είναι ο κοινός εορτασμός της ετήσιας σατανιστικής εορτής της Halloween, ή  Samhain (Σαμέϊν) τη νύχτα της 31ης Οκτωβρίου προς 1ηΝοεμβρίου, αρχαία παγανιστική δρυϊδική εορτή, όπως και άλλη αρχαία εορτή του Κέλτικου δρυϊδισμού Balefire (εορτή της φωτιάς). Το δεύτερο είναι πιο σημαντικό. Πολλές νεοπαγανιστικές ομάδες εορτάζουν την εορτή Baltane (Μπαλτέϊν) ή Walburgisnacht (Βαλμπούργειος Νύχτα), κατά την οποία, όπως πιστεύουν, «λύνονται όλες οι μαγικές δυνάμεις»[14]. Ελληνική αρχαιόθρησκη ομάδα επέλεξε (τυχαία;) να εξαγγείλει το καταστατικό της, να καθορίσει τους «ιερούς» της νόμους, και να συστήσει το τελετουργικό της κατά τη «Βαλμπούργειο νύχτα της 30ηςΑπριλίου, προς 1η Μαΐου 2005». Για όσους δε γνωρίζουν, «Βαλμπούργειος νύχτα» ή   «Μπαλτέϊν» είναι η μεγαλύτερη σατανιστική εορτή, κατά την οποία εορτάζεται το φρικτό γεγονός της συστάσεως της «Σατανιστικής Εκκλησίας», κατά τη νύχτα της 30ης Απριλίου 1966 στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ από το διαβόητο AntonyLaVey![15] Ιδού μικρό απόσπασμα από δημοσιευμένο κείμενο της ομάδας αυτής: «οι νόμοι περί καθαρότητος των ιερών ναών τίθενται τελετουργικώς εν ισχύ και θεωρούνται δημοσίως γνωστοί εκ της Βαλμπουργείου νυκτός του τρέχοντος έτους»![16]
Παραξενευόμαστε όταν διάφοροι νεοπαγανιστικοί κύκλοι αποκηρύσσουν με βδελυγμία τον συσχετισμό τους με τον σατανισμό, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να καταλογίζουν στο Χριστιανισμό την ευθύνη για την πίστη στην ύπαρξη του Σατανά. Μήπως αγνοούν τα παραπάνω στοιχεία; Πάντως, σύμφωνα με τον Μπωντλαίρ «Το ωραιότερο τέχνασμα του Σατανά είναι να μας πείθει ότι δεν υπάρχει»![17]
Δε χρειάζεται νομίζω μεγαλύτερη προσπάθεια να αποδείξουμε τη στενή σχέση νεοπαγανισμού και νεοσατανισμού. Ο σύγχρονος αποκρυφισμός έχει όνομα, καλείται «Νέα Εποχή»[18] . Το όραμά της είναι η εδραίωση της «Νέας Τάξης Πραγμάτων» σε όλο τον κόσμο, την οποία αποκαλούν οι «αρχαιολάτρες» «Παγκόσμια Συνεργασία Απόλυτα Αναγκαία»[19] και κάποιοι άλλοι «Παγκόσμια Δημοκρατία Ολυμπισμού»[20]. Απώτερος στόχος της είναι ο αφανισμός από προσώπου γης του Χριστιανισμού και η αντικατάστασή του με την (υπό δημιουργία) εφιαλτική και τερατώδη Πανθρησκεία, όπου στη θέση του Αληθινού Τριαδικού Θεού θα λατρεύεται ο Σατανάς, στα πρόσωπα των δαιμονικών παγανιστικών θεοτήτων!
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΔΙΑΛΟΓΟΣ»
Τεύχος 50, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2007


[1]  Χ. Τσιάκα, Εγκυκλ. Λεξικό Θρησκειών και Αιρέσεων, Κύπρος 2000, σελ. 382.
[2]  www.phorum.gr
[3]  Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλ., τομ. 10, στ. 1199.
[4]  Θρησκειολογικό Λεξικό, Αθήνα 2000, σελ. 485.
[5]  Χρ. Τσιάκα, μνημ. Έργο, σελ. 668.
[6]  Θ. Η. Ε., τομ. 10 στ. 1198
[7]  Χ. Τσιάκα, μνημ. Έργο, σελ. 17.
[8]  www.diodos.gr
[9]  Χ. Τσιάκα, μνημ. Έργο, σελ. 269.
[10]  www.geocities.com/artofwise/Wicca.html
[11]  Στο ίδιο.
[12]  http://el.wikipedia.org
[13]  http://www.geocities.com/artofwise/WiccaHistory.html
[14]  Χ. Τσιάκα, μνημ. έργο, σελ . 266.
[15]  Στο ίδιο, σελ. 261
[16]  www.heratic.astrologicon.com
[17]  Θ.Η.Ε., τομ. 10. στ 1195.
[18]  www.ppu.gr/greek/newage_gr
[19]  www.nea-acropoli-heraklio.gr
[20]  http://users.Forthnet.gr/ath/olympismos/
πηγή

Κατέστρεψε η Εκκλησία τον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό;

Κατέστρεψε η Εκκλησία τον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό;
ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ;
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου - Καθηγητού
Εδώ και περισσότερες από δύο δεκαετίες αναβίωσε στο δύσμοιρο τόπο μας μια νέα μορφή αντιχριστιανικής πολεμικής δίνης. Ακούει στο όνομα «αρχαιολατρεία» και έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα παλαιοτέρων αντιχριστιανικών πρακτικών. Το σύγχρονο «αρχαιολατρικό» κίνημα συνεχίζει με την ίδια ή και σφοδρότερη ορμή τον πόλεμο κατά της Εκκλησίας του Χριστού, όπως έκανε στο παρελθόν, χωρίς αποτέλεσμα, ο αθεϊστικός ορθολογισμός, ο μαρξισμός, ο μηδενισμός και γενικά η υλιστική ιδεολογία.
Έχει αποδειχθεί περίτρανα, πως η «αρχαιολατρεία» είναι γέννημα αυτών των παταγωδώς χρεοκοπημένων ιδεολογιών. Μέσα από τα ερείπιά τους ξεπήδησε ένας περίεργος έρωτας για το απώτερο παρελθόν και ιδιαίτερα για τα θρησκευτικά μορφώματα της προχριστιανικής αρχαιότητας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι οι ιθύνοντες των περισσοτέρων αρχαιολατρικών ομάδων ανήκαν στο παρελθόν είτε στη μαρξιστική ιδεολογία, είτε σε αναρχικές και περιθωριακές ομάδες, είτε στην υλιστική και μηδενιστική αστική διανόηση. Το πώς βεβαίως πρώην άθεοι μαρξιστές ή αστοί μηδενιστές έγιναν ξαφνικά φανατικοί θρησκευόμενοι, λάτρεις της αρχαίας θρησκείας, είναι ένα ερώτημα το οποίο χρήζει ιδιαίτερης επιστημονικής έρευνας!
Κύριος στόχος τους (ίσως και μοναδικός) είναι να πλήξουν το Χριστιανισμό. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται οι ίδιες μέθοδοι και οι πηγές πολεμικής, που χρησιμοποιούνταν εδώ και αιώνες. Θεωρίες, οι οποίες έχουν καταρριφθεί πανηγυρικά ως ψευδείς και ανυπόστατες, πλασάρονται ως «νέα συνταρακτικά ντοκουμέντα, τα οποία θα γκρεμίσουν το χριστιανικό οικοδόμημα»!
Διαστρεβλώνουν την ιστορία και κακοποιούν βάναυσα την ιστορική πραγματικότητα προκειμένου να διευκολύνουν το πολεμικό τους έργο κατά της Εκκλησίας.
Ξεφυλλίζοντας τα πάμπολλα περιοδικά και περιδιαβαίνοντας τις δαιδαλώδεις ιστοσελίδες του χώρου της ελληνικής και ξένης «αρχαιολατρείας», διαπιστώνουμε ένα απίστευτο μίσος κατά της Χριστιανικής Εκκλησίας. Συναντούμε μια πρωτόγνωρη προσπάθεια να σπιλωθεί το θείο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που συχνά φθάνει σε ακρότητες χυδαίων ύβρεων. Βλέπουμε με έκπληξη μια πρωτοφανή παραχάραξη πληθώρας ιστορικών γεγονότων, για να «αποδειχθεί» ο Χριστιανισμός ως «η κύρια πηγή της κακοδαιμονίας του κόσμου», ως «το προαιώνιο άχθος της ανθρωπότητας», ως «η ισχυρή τροχοπέδη της προόδου και της επιστήμης», ως «σκοταδιστική και αντιδραστική συντεχνία των παπάδων» και άλλα απίστευτα! Βιώνουμε, ως χριστιανοί ένα, άνευ προηγουμένου, κλίμα απειλών και τρομοκρατίας, το οποίο εκτείνεται και ως αυτή την φυσική μας εξόντωση!
Εκεί που εστιάζουν περισσότερο τις εσκεμμένες ιστορικές στρεβλώσεις τους είναι η ανυπόστατη και αντιεπιστημονική άποψη ότι δήθεν ο Χριστιανισμός επιβλήθηκε δια της βίας στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, προκαλώντας «ανείπωτες σφαγές, δηώσεις και καταστροφές» κατά των «αυτόχθονων» εθνικών θρησκειών. Ειδικά οι Έλληνες «αρχαιολάτρες» προσάπτουν στην Εκκλησία τη χιλιοειπωμένη κατηγορία ότι δήθεν αυτή «κατέσφαξε τους Έλληνες και κατέστρεψε τον ελληνικό πολιτισμό». Έχουν ως αρχή και προσφιλή μέθοδο να απομονώνουν ορισμένα ελάχιστα ιστορικά γεγονότα και αποσπάσματα από συγκεκριμένους απολογητικούς λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας κατά των θρησκευτικών και μόνο πρακτικών του εθνισμού και να τα γενικεύουν. Αποσπούν επίσης ορισμένα στοιχεία από τις νομοθεσίες των αυτοκρατόρων στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, τα οποία έθεταν κάποιους περιορισμούς στα ασύδοτα εθνικά ιερατεία και στα σκοταδιστικά θρησκευτικά κέντρα, όπως ήταν τα μαντεία, προκειμένου να στηρίξουν τις κατηγορίες τους.
Διαπρεπείς επιστήμονες έδωσαν πειστικές και επιστημονικές απαντήσεις σε αυτές τις κακόβουλες και ανυπόστατες κατηγορίες. Σοβαροί ιστορικοί, αρχαιολόγοι και ερευνητές Έλληνες και ξένοι, χωρίς να διάκεινται πολλές φορές ευμενώς προς την Εκκλησία, απέδειξαν τις σκόπιμες παραποιήσεις των «αρχαιολατρών». Όμως δυστυχώς πολύς κόσμος, που δεν μπορεί αντικειμενικά να έχει πρόσβαση σε αυτές τις απαντήσεις, πέφτει θύμα της παραπληροφόρησης. Το μεγάλο ατύχημα είναι ότι παρασύρονται και παράγοντες της παιδείας, οι οποίοι μεταφέρουν στις σχολικές αίθουσες αυτές τις ανυπόστατες και κακόβουλες θεωρίες. Μαθητές εκκολάπτονται έτσι ως μελλοντικοί αρνητές και πολέμιοι της Εκκλησίας! Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να καταδείξει για μια ακόμα φορά το μεγάλο πρόβλημα των σύγχρονων καιρών. Να δώσει ένα ελάχιστο δείγμα αποδείξεων στους αστήρικτους ισχυρισμούς των αρχαιολατρικών παραδοξολογιών, μέσα στα περιορισμένα πλαίσια μιας μικρής πραγματείας.
Κατ' αρχήν θέλουμε να διακηρύξουμε με έμφαση ότι την αποκλειστικότητα της αγάπης για τη διαχρονική Ελλάδα δεν τη χαρίζουμε σε κανέναν, πολλώ δε μάλλον στον κάθε αυτόκλητο «αρχαιολάτρη» και «ελληναρά». Δε θα ανεχθούμε ποτέ αμφισβήτηση του πατριωτισμού μας. Την αιώνια Ελλάδα μας την αγαπούμε, τουλάχιστον, όσο και εκείνοι.
Έχει αποδειχθεί πως το νεοφανές «αρχαιολατρικό» κίνημα είναι εισαγόμενο. Πρωτοεμφανίστηκε στην Αμερική τη δεκαετία του 1960, σε κύκλους περιθωριακών, οι οποίοι θέλοντας να διαμαρτυρηθούν κατά του θρησκευτικού πουριτανισμού, αναβίωσαν θρησκευτικές πίστεις και τελετουργίες αρχαίων νεκρών θρησκειών. Η «μόδα» αυτή πέρασε στη Δυτική Ευρώπη και εξαπλώθηκε στη συνέχεια σε όλο τον κόσμο. Επίσης αποδείχτηκε περίτρανα πως το παγκόσμιο (και το ελληνικό) «αρχαιολατρικό» κίνημα έχει όλα τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά του περιβόητου κινήματος της «Νέας Εποχής», της οποίας προωθεί τις ιδεολογικές θέσεις και διευκολύνει τις πρακτικές της επιδιώξεις.
Η επιστήμη της ανθρωπολογίας και της ψυχολογίας, όπως και η επιστήμη της ιστορίας, μας βεβαιώνει πως καμιά θρησκευτική πίστη ή ιδεολογία δεν εξαφανίστηκε ποτέ με τη βία. Αντίθετα, θρησκευτικές πίστεις ή άλλες ιδεολογίες που υπέστησαν διωγμούς και παντοειδείς περιορισμούς, ανδρώθηκαν και αναπτύχθηκαν περισσότερο και βγήκαν τελικά ωφελημένες από τις διώξεις!
Τρανταχτό πρόσφατο παράδειγμα ο απηνής διωγμός της Εκκλησίας στα πρώην κομμουνιστικά κράτη. Καταργήθηκαν οι θρησκείες δι' αυστηρότατων νόμων, όμως η θρησκευτική πίστη δεν έσβησε, μάλλον αναζωπυρώθηκε! Ο ισχυρισμός λοιπόν των «αρχαιολατρών» ότι δήθεν ο Χριστιανισμός έσβησε τον εθνισμό με τη βία δεν έχει την παραμικρή επιστημονική και ιστορική τεκμηρίωση. Η παρακμή θρησκευτικών πίστεων και ιδεολογιών οφείλεται αποκλειστικά σε δικές τους εσωτερικές αδυναμίες.
Οι αρχαίες θρησκείες και εν προκειμένω η αρχαιοελληνική θρησκεία είχε καταρρεύσει πολύ πριν εμφανιστεί ο Χριστιανισμός. Η κατάρρευση είχε αρχίσει στα κλασικά χρόνια, από τη δράση των σοφιστών, των άλλων φιλοσόφων και των επιστημόνων και είχε σβήσει στα ρωμαϊκά χρόνια. Δεν υπήρχαν πια οπαδοί της παραδοσιακής πίστεως, διότι είχε υποκατασταθεί από τα ανατολικά μυστηριακά θρησκεύματα, που είχαν εισβάλει δυναμικά σε ολόκληρη την αυτοκρατορία και τον απίστευτο θρησκευτικό αμοραλισμό, ο οποίος είχε εδραιωθεί στις ψυχές των ανθρώπων. Τα έργα των ιστορικών των χρόνων εκείνων βεβαιώνουν περίτρανα το γεγονός αυτό, όπως αυτά του Πλουτάρχου, του Παυσανία, του Στράβωνα, του Πολύβιου κ.α. στα οποία διαπιστώνεται τέλεια εγκατάλειψη και σε αυτά ακόμη τα διάσημα «ιερά», όπως το δελφικό. Ο Στράβων τον 2ο μ.Χ. αιώνα αναφέρει χαρακτηριστικά για τους Δελφούς: «σήμερον και αυτός ο ναός των Δελφών έχει παραμεληθεί» (Στραβ. 9,15)
Ο Χριστιανισμός συνάντησε πρωτοφανή θρησκευτική, πνευματική και γενικότερη κατάπτωση στον αρχαίο κόσμο. Απατώνται οικτρά όσοι φαντάζονται την Ελλάδα του 3ου και 4ου μ. Χ. αιώνα να μοιάζει με την κλασική του 5ου π.Χ. αιώνα. Γι' αυτό έγινε ενθουσιωδώς δεκτή η χριστιανική πίστη παρά τους φοβερούς διωγμούς διακοσίων πενήντα χρόνων. Ο κόσμος βρήκε αυτό που ζητούσε και δε μπορούσε να του δώσει η προχριστιανική αρχαιότητα.
Οι χριστιανοί δεν είχαν λόγο να γκρεμίσουν εγκαταλειμμένους και ερειπωμένους ναούς. Το έργο της κατεδάφισης είχε αναλάβει η παντελής έλλειψη θρησκευτών και κατά συνέπεια η εγκατάλειψη. Αναφέρουμε ως τρανταχτό παράδειγμα την ερήμωση του ονομαστού θρησκευτικού «ιερού» του Απόλλωνος στη Δάφνη της μεγαλουπόλεως Αντιόχειας, όπου, όταν το επισκέφτηκε ο Ιουλιανός το Μάρτιο του 363, το βρήκε ερειπωμένο. Ανάμεσα στο ένα και πλέον εκατομμύριο κατοίκων της Αντιόχειας δεν υπήρχαν ελάχιστοι εθνικοί για να λειτουργήσουν και να συντηρήσουν το ονομαστό «ιερό». Μόνο ένας άθλιος ιερέας με μια χήνα στα χέρια παραβρέθηκε στη θυσία, προς μεγάλη έκπληξη και λύπη του ανεδαφικού και αποτυχημένου αυτοκράτορα. (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλ., έκδοση Μαρτίνου, τομ. 6,στ.954).
Υπήρχαν συγκεκριμένοι νόμοι, που απαγόρευαν την κατεδάφιση των αρχαίων «ιερών» και που προστάτευαν την αρχαία θρησκεία, όσο και αν αυτό δεν ακούγεται καλά στα αυτιά των «αρχαιολατρών». Ο Μέγας Κωνσταντίνος (324-337) έλεγε στους υπηκόους του: «Μπορείτε να μεταβαίνετε στους βωμούς και στα δημόσια ιερά σας και να τελείτε τη λατρεία σας σύμφωνα με τις συνήθειές σας» (Θεοδ. Κωδ.ΙΧ16,1 και 2)! Ο Εθνικός ιστορικός Σύμμαχος αναφέρει πως ο Κωνστάντιος (337-363) το 357 διατήρησε ευλαβικά τα προνόμια των Εστιάδων στη Ρώμη και γενικά επέτρεψε να γίνεται ακώλυτα η λατρεία των εθνικών (Επιστ.P.L.18,391)! Οι αυτοκράτορες Γρατιανός (364-379), Ουαλεντιανός (364-378) και Θεοδόσιος (379-395) όρισαν πως σε όσους ναούς εθνικών «σύχναζαν πλήθη, και που βρίσκονταν ακόμα σε δημόσια χρήση, να παραμένουν ανοικτοί» (Θεοδ. Κωδ.XVI 10,8). Οι διάδοχοι του Μ. Θεοδοσίου, Αρκάδιος (395-408) και Θεοδόσιος Β΄ (408-450), εξέδωσαν διατάγματα για την προστασία των νομοταγών εθνικών από αυθαιρεσίες κάποιων θερμόαιμων χριστιανών επάρχων «να μην τολμήσουν να απλώσουν βίαιο χέρι στους Εβραίους και τους εθνικούς» (Θεοδ. Κωδ.XVI 10,24). Ο πρώτος σε επιστολή του προς τον Ανθύπατο Αφρικής Απολλόδωρο (20 Αυγούστου 399), διέταξε: «Αν κάποιος επιχειρήσει να καταστρέψει ναούς (των εθνικών), οι οποίοι είναι κενοί από παράνομα αντικείμενα, δεν θα έχει την αυτοκρατορική στήριξη» (Θεοδ.Κωδ.XVI 10,18). (Για περισσότερα δες στην ιστοσελίδα: www.romanity.oodegr.com/chistianity.html ).
Τους πιο πολλούς ναούς των εθνικών, που βρίσκονταν σε καλή κατάσταση τους μετέβαλαν σε χριστιανικούς ναούς και έτσι σώθηκαν από την κατάρρευση, όπως ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, το Θησείο, κ.α. Ας σκεφτούμε πως, αν ο Παρθενώνας δεν μεταβαλλόταν σε χριστιανικό ναό, δεν θα ήταν σήμερα στημένος στην ακρόπολη, να τον θαυμάζει η ανθρωπότητα, αλλά ένας σωρός από σπασμένα μάρμαρα!
Τα έργα τέχνης δεν τα κατέστρεψαν οι χριστιανοί, διότι αυτά δεν υπήρχαν πια, αφού τα είχαν αρπάξει οι ομόπιστοι των αρχαίων Ελλήνων, Ρωμαίοι. Το μετακομιστικό έργο των καλλιτεχνικών θησαυρών άρχισε ο Ρωμαίος σφαγέας της Ελλάδος Αιμίλιος Παύλος το 167 π.Χ. και το συνέχισαν όλοι οι κατοπινοί αυτοκράτορες. Φόρτωναν ατέλειωτα καράβια με αγάλματα και άλλα έργα τέχνης για τη Ρώμη, για να στολίσουν τις επαύλεις τους και την «αιώνια πόλη»! Άλλα είχαν καταστραφεί από δηώσεις αγρίων εμφυλίων πολέμων μεταξύ των Ελλήνων. Αναφέρω ελάχιστα παραδείγματα: Πρώτον την ολοκληρωτική καταστροφή του Δίου της Μακεδονίας από τους Αιτωλούς το 219 π.Χ, υπό τον στρατηγό Σκόπα, ο οποίος «ενέπρησε τας στοάς τας περί το τέμενος και τα λοιπά διέφθειρε των αναθημάτων» (Πολυβίου, Ιστ.Δ΄,62,2-3). Το ίδιο χρόνο οι Αιτωλοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το δωδωναίο «ιερό» υπό τον στρατηγό Δωρίμαχο (Πολυβίου, Ιστ.Δ΄,67,3). Ως αντίποινα οι Μακεδόνες υπό τον Φίλιππο Ε΄ εξαφάνισαν κυριολεκτικά το Θέρμο της Αιτωλίας, πυρπολώντας τον περίφημο ναό του Απόλλωνα και θρυμματίζοντας περισσότερα από δύο χιλιάδες αγάλματα (Πολυβίου, Ιστ.Ε΄,9). Το 201 π.Χ. ο Φίλιππος κατάστρεψε με ιδιαίτερη αγριότητα την Πέργαμο, όπου κατακρήμνισε ναούς και σύντριψε χιλιάδες αγάλματα (Πολυβίου, Ιστ.ΚΑ΄,1). Επίσης το 200 π. Χ. ο ίδιος κατάστρεψε με ιδιαίτερη μανία τα έργα τέχνης της Αττικής, «κατάστρεψε τα προγονικά ιερά που στόλιζαν και τον μικρότερο δήμο (της Αττικής), πυρπόλησε ΟΛΟΥΣ τους ναούς, ακρωτηρίασε τα αγάλματα των θεών, που κατάκεινται σήμερα ανάμεσα στις γκρεμισμένες πύλες των Αθηνών» (Λίβιος Τίτος Ρωμ.Ιστ.ΧΧΧΙ,30)! Ιδού οι πρώτοι και μεγαλύτεροι, πριν την εγκατάλειψη, καταστροφείς του αρχαιοελληνικού πολιτισμού!
Tα ελάχιστα εναπομείναντα, όσο και αν αυτό ακούγεται παράξενο, τα προστάτεψαν οι χριστιανοί, αναγνωρίζοντας την αισθητική τους αξία. Υπάρχουν αυτοκρατορικά διατάγματα, τα οποία αποσιωπούνται και που επιτάσσουν την προστασία των διάκοσμων των εθνικών ναών. Το περίφημο άγαλμα του Ολυμπίου Διός μεταφέρθηκε από το Μ. Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη για να στολίσει τον ιππόδρομο. Επίσης τα διάσπαρτα μαρμάρινα ανάγλυφα εντοιχίζονταν στους χριστιανικούς ναούς, για καλλιέπεια. Ο αυτοκράτορας Ωνώριος (384-425) σε επιστολή του προς τον Βικάριο της Ισπανίας Μακρόβιο του 399, διέταξε: «Επιθυμούμε και να διατηρηθούν τα διακοσμητικά στοιχεία των δημοσίων κτηρίων (εθνικών ναών). Αν κάποιος επιχειρήσει να καταστρέψει αυτά τα έργα, δεν θα βασίζεται σε καμιά εξουσία» (Θεοδ.Κωδ.XVI 10,15)!
Μεμονωμένες περιπτώσεις αντεκδίκησης κάποιων χριστιανών, που είχαν δεινοπαθήσει από τους διωγμούς εθνικών, δεν αναιρούν τον κανόνα. Και αν ακόμη δεχτούμε κατεδάφιση κάποιων ναών από χριστιανούς, αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία, διότι εκείνοι τους έχτισαν ως εθνικοί, εκείνοι τους γκρέμισαν ως μετέπειτα χριστιανοί.
Για τις όποιες πολιτικές επιλογές των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά του καταρρέοντος εθνισμού δεν έχει λόγους να απολογείται η Εκκλησία. Εκείνοι εξέφραζαν τη κρατική εξουσία και δρούσαν για το συμφέρον του κράτους, όπως πίστευαν καλλίτερα. Κανένα όμως σημαίνον πρόσωπο της Εκκλησίας ευθύνεται ούτε για μία δίωξη εθνικού, πολλώ δε μάλλον για «γενοκτονίες» όπως ψευδέστατα ισχυρίζονται οι «αρχαιολάτρες». Η μοναδική περίπτωση του φόνου της φιλοσόφου (και κατηχημένης να βαπτιστεί χριστιανή) Υπατείας, τον οποίο έχουν ως «φλάμπουρο» οι «αρχαιολάτρες», αποδείχθηκε περίτρανα ότι ήταν καθαρά πολιτική δολοφονία,προϊόν του αδυσώπητου αγώνα μεταξύ των πολιτικών φατριών της Αλεξάνδρειας (βλ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τομ.ΚΓ΄,σελ.654).
Σχετικά με τη νομοθεσία των βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά της εθνικής θρησκείας μπορούμε να πληροφορήσουμε τον αναγνώστη μας πως αυτή ποτέ δεν εφαρμόστηκε, διότι απλούστατα δεν χρειάστηκε να εφαρμοστεί, αφού ο εθνισμός ήταν πια παρελθόν και ψήγματα αυτού είχαν περιορισθεί σε απομακρυσμένες περιοχές, με λάτρεις αμόρφωτους χωρικούς. Αναφέραμε ήδη την μεγάλη πόλη της Αντιόχειας, όπου δε συνάντησε εθνικούς ο ονειροπαρμένος, θρησκομανής και ανεδαφικός αυτοκράτορας Ιουλιανός. Αναφέρουμε επίσης ως παράδειγμα το γεγονός πάμπολλων πόλεων της Ανατολής, τις οποίες ... διέγραφε από τη δικαιοδοσία του κράτους, διότι οι κάτοικοί τους ήταν καθ' ολοκληρίαν χριστιανοί! Ενδεικτικά παραθέτουμε τις διαγραφές των μεγαλουπόλεων Καισάρεια της Καππαδοκίας, Νισσίβεως και Εδέσσης της Μεσοποταμίας (βλ. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Μαρτίνου, τομ.6,στ.954)!
Οι περισσότεροι νόμοι δεν είχαν στόχο τους απλούς πιστούς της αρχαίας θρησκείας, αλλά τα σκοταδιστικά κέντρα της, όπως τα διαβόητα μαντεία και ιδίως τα αισχρά «ιερά πορνεία», τα οποία εκμεταλλεύονταν άγρια τους ατυχείς εθνικούς λατρευτές και καλλιεργούσαν τη δεισιδαιμονία και την ανηθικότητα. Αναφέρουμε για παράδειγμα την κατεδάφιση του «ιερού» της Αφροδίτης στην Άφακα της Τύρου, όπου εκπορνεύονταν όχι μόνο γυναίκες, αλλά και άνδρες γύννιδες, δηλαδή κίναιδοι και όπου είχε καταστεί κέντρο διαφθοράς και ακολασίας! Απαγορεύτηκε η λειτουργία των διαβόητων μαντείων του Κλαρίου Απόλλωνα στην Κολοφώνα και του Διδυμαίου Απόλλωνος στη Μίλητο της Μ. Ασίας, διότι οι εκεί σκοταδιστές ιερείς και ψευτομάντεις είχαν υποκινήσει το φοβερό διωγμό του Διοκλητιανού, πείθοντας τον θρησκόληπτο αυτοκράτορα, πως οι θεοί στέλνουν ατυχίες στο κράτος εξαιτίας του ...χριστιανικού μιάσματος, με αποτέλεσμα να βρει τραγικό μαρτυρικό θάνατο μέγα πλήθος χριστιανών, και να υποστούν μύριες διώξεις εκατομμύρια πιστοί.
Ας σημειωθεί εδώ πως οι πιο «αιμοσταγείς διώκτες των εθνικών» αυτοκράτορες, ως το Θεοδόσιο (379-395), είχαν τον τίτλο του «Μέγιστου Αρχιερέα» (Pontifex Maximus) της αρχαίας θρησκείας! Πως ήταν δυνατόν ο ίδιος ο ύπατος αρχιερέας της να είναι ταυτόχρονα και διώκτης της;
Κανένας δεν έχει αντίρρηση για την επιλογή των συγχρόνων μας «αρχαιολατρών» να αναβιώσουν την οποιαδήποτε μορφή της αρχαίας θρησκείας, πολλώ δε μάλλον δεν αντιτίθεται η Εκκλησίας μας, η οποία σέβεται απόλυτα την ελευθερία κάθε προσώπου. Για εκείνο που λυπούμαστε και ανησυχούμε, εκτός της άδικης πολεμικής του χυδαίου υβρεολογίου και των απειλών εναντίον μας, είναι και ο απαράδεχτος διαχωρισμός, που επιχειρούν, μεταξύ «Ελλήνων», δηλαδή των «αρχαιολατρών» και των χριστιανών! Επιχειρούν να αποστερήσουν την υψηλή ιδιότητα του Έλληνα από όλους όσους δεν ασπαζόμαστε την αρχαία θρησκεία! Είναι όμως πασίγνωστο πως η θρησκευτική πίστη ουδέποτε στην ιστορία αποτέλεσε μοναδικό χαρακτηριστικό εθνικής ταυτότητας, ούτε σε αυτή την αρχαία Ελλάδα, όπου απαιτούνταν και άλλα χαρακτηριστικά και όχι μόνον η κοινή θρησκεία! Δεν είμαστε διατεθειμένοι λοιπόν να ανεχθούμε ούτε στο ελάχιστο τον επικίνδυνο, για τη συνοχή της κοινωνίας και του έθνους μας, αυτόν τον ιδιότυπο ρατσιστικό διαχωρισμό σε γνήσιους και μη γνήσιους Έλληνες. Είμαστε όλοι γνήσιοι Έλληνες, τουλάχιστον, όσο και εκείνοι, που θέλουν να καπηλευτούν την εθνική μας υπόσταση!
Εν κατακλείδι θέλουμε να τονίσουμε ότι το νεοφανές «αρχαιολατρικό» φαινόμενο δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια νέα έκδοση της προαιώνιας αντιπαλότητας του ξεπεσμένου «κόσμου» κατά της Εκκλησίας του Χριστού. Είναι η νέα μορφή έκφρασης των αντιθέων δυνάμεων «του άρχοντος του αιώνος τούτου» (Ιωάν.12,31), με στόχο την αναστολή της σώζουσας διακονίας της Εκκλησίας μας. Όμως δε μας φοβίζει η ορμή και το μένος του, διότι γνωρίζουμε πολύ καλά, πως είναι μια ακόμη παροδική επίθεση, η οποία αργά η γρήγορα θα σβήσει, όπως κατέρρευσαν, έσβησαν και βυθίστηκαν στην ιστορική λήθη, άπειρες άλλες, φαινομενικά αήττητες δυνάμεις, στο δύο χιλιάδων χρόνων παρελθόν της Εκκλησίας μας!

Η σημασία της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων για την Εκκλησία και τον παγκόσμιο πολιτισμό

Η σημασία της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων για την Εκκλησία και τον παγκόσμιο πολιτισμό
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
Λάμπρου Κ.Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού
Η Α΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην μεγάλη εορτή της Ορθοδοξίας μας. Σύμπασα η Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα, με κύριο  χαρακτηριστικό του εορτασμού την περιφορά των ιερών εικόνων και την ανάγνωση του Συνοδικού της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σε όλους τους ναούς.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να εορτάζεται η ημέρα αυτή σε ανάμνηση της παύσης της εικονομαχίας και της οριστικής αναστήλωσης των ιερών εικόνων από την  ευσεβή βασίλισσα  του Βυζαντίου Θεοδώρα (μετέπειτα αγία της Εκκλησίας μας) στις 4-3-843. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείζονος σημασίας διότι με τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787), ολοκληρώθηκε η διατύπωση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας (τριαδολογικό και χριστολογικό δόγμα). Η εικονομαχική έριδα (726-843) υπήρξε άλλωστε ένας θλιβερός σταθμός της εκκλησιαστικής ιστορίας, η οποία προξένησε αφάνταστη φθορά στο σώμα της Εκκλησίας. Μέσα όμως από αυτή τη λαίλαπα βγήκε και κάτι θετικό, η διατύπωση της θεολογίας των ιερών εικόνων, η οποία κατ ουσίαν, όπως θα δούμε, είναι επέκταση και ανάπτυξη του χριστολογικού δόγματος.
Όπως είναι γνωστό το πρόβλημα της εικονομαχίας το προκάλεσαν παράγοντες έξω από την Ελληνορθοδοξία. Ο Ιουδαϊσμός και ο Ισλαμισμός θεωρούν τον εικονισμό ως ειδωλολατρία. Γενικά η λαοί της Μέσης Ανατολής απεχθάνονται την εικονική τέχνη, γι’ αυτό και πέρασε αυτή η νοοτροπία στις θρησκείες τους. Αντίθετα ο Ελληνισμός, η πιο ευγενική έκφραση του παγκοσμίου πολιτισμού, όχι μόνο δέχεται τον εικονισμό, αλλά και τον προήγαγε σε ύψιστη τέχνη.
Ο Χριστιανισμός στην ορθόδοξη μορφή του, όπως είναι γνωστό, απόρριψε  τις προλήψεις του  παρελθόντος και υιοθέτησε κάθε άξία που προάγει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο Ελληνισμός  έδωσε άπειρα στοιχεία χρήσιμα στη νέα πίστη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ελληνισμός στην γνήσια μορφή του μεταστοιχειώθηκε ως Χριστιανισμός και συγκεκριμένα σε Ελληνορθοδοξία!
Η απαράμιλλη εικονική  ελληνική τέχνη παραλήφθηκε από την Εκκλησία και χρησιμοποιήθηκε για την ποιμαντική Της διακονία. Η εικόνα από την εποχή των κατακομβών μέχρι σήμερα λειτουργεί ως το βιβλίο των αγραμμάτων στους ναούς. Για να είναι αυτό σύμφωνο με την θεολογία της Εκκλησίας μας, οι Πατέρες διατύπωσαν  προσεκτική διδασκαλία σύμφωνη με τις βιβλικές επιταγές.
Βεβαίως η Παλαιά Διαθήκη απαγορεύει ρητά την προσκύνηση ομοιωμάτων -ειδώλων του Θεού (Έξοδ.20,4), αλλά μέχρι τότε ο Θεός ήταν άγνωστος στους ανθρώπους,  και γι' αυτό είχαν αντικαταστήσει τη λατρεία του Θεού με ξόανα και άλλα ομοιώματα. Αυτή τη λατρεία απαγορεύει η Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή Διαθήκη, την εποχή της χάρητος, ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού, «ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού» (Ιωάν.1,14). Τον είδαμε, τον ακούσαμε «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» Αυτόν (Α΄Ιωάν.1,1), «Ημείς δε ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμεθα» (Ι.Δαμασκ. P.G.94,1328). Η πραγματική ενανθρώπησή Του μας υποχρεώνει να Τον θεωρούμε τέλειο άνθρωπο, όπως και τέλειο Θεό. Κατά συνέπεια ως πραγματικός άνθρωπος μπορεί ακόμα και να εικονισθεί, διαφορετικά η μη παραδοχή του εικονισμού Του σημαίνει μη παραδοχή της πραγματικής ενανθρώπησής Του.
Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, αλλά η τιμή απευθύνεται προς το εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P.G. 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P.G.94 1356). Η  ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η εικόνα έχει επίσης τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με  γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείο.
Οι εικονοκλαστικές αρχές της εικονομαχικής περιόδου δυστυχώς υιοθετήθηκαν στη συνέχεια από διάφορες αιρετικές ομάδες και διασώζονται ως τις μέρες μας. Οι διάφορες προτεσταντικές ομάδες έχουν ως κύρια αρχή τους τον ανεικονισμό και πολεμούν με λύσσα την Ορθοδοξία μας, η οποία δέχεται την τιμητική προσκύνηση των ιερών προσώπων της πίστεώς μας μέσω των ιερών εικόνων.
Απαντάμε στους σύγχρονους εικονοκλάστες ότι η Αγία μας Καθολική Εκκλησία καθόρισε επακριβώς τα όρια της αλήθειας και της πλάνης. Μια προσεκτική ανάγνωση του «Συνοδικού» της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου, που διαβάζεται στους ναούς την Κυριακή της Ορθοδοξίας, περιχαρακώνει την βιβλική αλήθεια και δίνει πειστική απάντηση στους επικριτές της Εκκλησίας μας. Η εικονομαχία είναι αποστροφή προς την ύλη, απόρροια των αιρετικών μανιχαϊστικών δοξασιών, οι οποίες δυστυχώς πέρασαν μέσα στις διδασκαλίες πολλών αιρετικών ομάδων, όπως και των συγχρόνων μας αιρετικών προτεσταντών.
Αλλά δεν έχει μόνο σημασία για την Εκκλησία η αναστήλωση των Ιερών Εικόνων, αλλά και για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Ο μονολιθικός θρησκευτικός ανεικονισμός είχε αναμφίβολα αρνητικές συνέπειες για την προαγωγή της εικονικής ωραιότητας. Η εικόνα και μάλιστα η θρησκευτική απεικόνιση, αποτελεί βασικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Η παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά έχει να επιδείξει ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας έργα θρησκευτικής ζωγραφικής. Τα σπουδαιότερα μνημεία – ναοί του κόσμου είναι καταστόλιστοι από εικονογραφίες άφθαστης τεχνοτροπίας. Το ίδιο και τα μεγάλα μουσεία επιδεικνύουν με καμάρι εικόνες θρησκευτικής τέχνης. Είναι γνωστό σε όλους το παγκόσμιο ενδιαφέρον για την ορθόδοξη εικονογραφία και γι’ αυτό οργανώνονται εκθέσεις με τεράστια επιτυχία.  Μπορούμε να σκεφτούμε ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, αν επικρατούσαν οι εικονομάχοι στο Βυζάντιο. Δε θα είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάζουμε αυτούς τους θησαυρούς, οι οποίοι είναι για μας τους ορθοδόξους το ξεχείλισμα της πίστεως των διαχρονικών ιερών εικονογράφων. Άλλωστε η εικονογραφία για την Ορθοδοξία μας δεν ήταν μια μονοσήμαντη καλλιτεχνική έκφραση, αλλά βαθειά μυστική λειτουργία του εικονογράφου, ο οποίος ζωγράφιζε νηστεύοντας και προσευχόμενος!
Σε αντίθεση με όλους τους λογίς εικονοκλάστες, εμείς, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, μετέχουμε της αλήθειας και ταυτόχρονα, ως έλληνες, μετέχουμε του ωραίου. Χάρη σ' αυτές τις δύο σταθερές διαφέρουμε από όλους τους άλλους που έχουν διαφορετικές πίστεις, έχουμε το προβάδισμα στην αληθινή πρόοδο και τον παγκόσμιο πολιτισμό και αναγκάζονται οι άλλοι να μας ακολουθούν…

Η τιμή των ιερών λειψάνων εις την ορθόδοξον παράδοσίν μας.

Η τιμή των ιερών λειψάνων εις την ορθόδοξον παράδοσίν μας.
Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού 
Μια από τις σφοδρότερες επιθέσεις και τις φρικωδέστερες συκοφαντίες κατά της Εκκλησίας μας από τους διάφορους χριστιανομάχους είναι η δήθεν «λειψανολατρία» ημών των πιστών.
Λογίς αθεϊστές, νεοπαγανιστές, αλλά και οπαδοί αιρετικών παραφυάδων, όπως Προτεστάντες και Μάρτυρες του Ιεχωβά, προσάπτουν την κατηγορία στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ότι δήθεν εφαρμόζει μορφές ακραίας δεισιδαιμονίας, με αποκορύφωμα τη λατρεία πτωμάτων, λειψάνων, υλικών αντικειμένων κλπ!

Μάλιστα η επιχειρηματολογία τους φροντίζουν να είναι λογικοφανής, ώστε να κλονίζονται οι ρηχοί στην πίστη, να πείθονται οι αδαείς και να εκτιθέμεθα ως ορθόδοξοι! Αυτός είναι άλλωστε και ο στόχος κάθε μορφής συκοφαντίας κατά της Εκκλησίας μας, να προκληθεί σύγχυση και αναστάτωση στο εκκλησιαστικό πλήρωμα και να αποτοιχιστούν από Αυτή όσο το δυνατόν περισσότεροι!

Βεβαίως έχουν γραφεί κατά καιρούς πολλά για το ζήτημα της τιμής των ιερών λειψάνων. Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχουν γράψει περισπούδαστα θεολογικά σχόλια, τα οποία όχι μόνο δικαιολογούν την τιμή των ιερών λειψάνων, αλλά την επιβάλλουν.

Σπουδαίοι επίσης, σύγχρονοι θεολόγοι έχουν δημοσιεύσει ενδιαφέρουσες πραγματείες για το θέμα, δίνοντας αρκούντα λόγο στους πολεμίους της Εκκλησίας.
Στο πόνημα αυτό θα προσπαθήσουμε με τρόπο συνοπτικό να παρουσιάσουμε την εκπεφρασμένη γνώμη της Εκκλησίας μας, προκειμένου να απογυμνώσουμε για μια ακόμη φορά τη συκοφαντική αθλιότητα και να στηρίξουμε τους αδελφούς μας πιστούς από τις άηθες αυτές επιθέσεις.

Το ζήτημα της τιμής των ιερών λειψάνων από την Εκκλησία μας, πέρα από ύψιστη θεολογική σημασία, ενέχει τεράστιες φιλοσοφικές και οντολογικές προεκτάσεις, αποδεικνύοντας περίτρανα την απίστευτη συλλογιστική πενία των εκκλησιομάχων επικριτών και τη γελοία ρηχότητα, που μεταχειρίζονται, για να στηρίξουν τις συκοφαντίες τους.

Πριν προχωρήσουμε στο θέμα μας θα θέλαμε να πληροφορήσουμε κάθε καλόπιστο η κακόπιστο κριτή, πως η οποιαδήποτε πρακτική της Εκκλησίας μας έχει φιλτραριστεί απανωτά και αξιόπιστα από τα φίλτρα της αλήθειας και της αυθεντίας, τα οποία είναι ο αδιάψευστος λόγος του Θεού και η εν Αγίω Πνεύματι λειτουργούσα αυτοσυνειδησία του εκκλησιαστικού πληρώματος.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο, πολλώ δε μάλλον άτοπο, στη ζωή της Εκκλησίας μας, έστω και αν φαντάζει «παράδοξο» στα όμματα ορισμένων «ορθολογιστών».

Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του Θεού και συνίσταται από σώμα και ψυχή. Η ψυχή και το σώμα συναποτελούν αντίστοιχα την πνευματική και την υλική σύσταση της διφυούς φύσεώς του.
Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά του από τα άλλα δημιουργήματα του Θεού.
Επίσης θεμελιώδης διδασκαλία της Εκκλησίας μας είναι η εκ του μηδενός δημιουργία όλων των όντων. Δεν υπάρχει αΐδια φύση κανενός όντος εκτός του Θεού. Οι διάφορες, εκτός του Χριστιανισμού, θεωρίες, φιλοσοφίες και θρησκευτικές αντιλήψεις περί αϊδιότητας του υλικού κόσμου όχι μόνο αντιτίθενται στη χριστιανική διδασκαλία, αλλά και έχουν καταδικαστεί από την Εκκλησία ως άκρως κακόδοξες πίστεις, διότι συνειδητά η ασυναίσθητα, όσοι δέχονται την αιωνιότητα της ύλης, παραδέχονται τη «θεότητά» της, αφού η αϊδιότητα είναι αποκλειστική ιδιότητα του Θεού!

Η εκ του Θεού δημιουργία του κόσμου φανερώνει περίτρανα την ιερότητα σύμπασας της κτίσεως, διότι είναι προϊόν αγαθότητας και αγιότητας του απόλυτα αγαθού και αγίου Θεού. Τίποτε το κακό δεν υπάρχει στη φύση του υλικού κόσμου, το υπάρχον κακό είναι παρείσακτο από τον εφευρέτη του το διάβολο.
Δυστυχώς όμως η παρουσία του κακού στον κόσμο ταυτίστηκε από κάποιες φιλοσοφικές και θρησκευτικές αντιλήψεις με την φύση του υλικού κόσμου. Οι αρχαίοι Έλληνες (ορφικοί, νεο- πλατωνικοί, νεοπυθαγόρειοι κλπ), οι Ινδουιστές, οι Βουδιστές, οι Παρσιστές, οι Γνωστικοί των πρωτοχριστιανικών χρόνων, και διάφοροι αιρετικοί, όπως οι Εγκρατίτες, οι Μοντανιστές, οι Καθαροί και πολλές σύγχρονες προτεσταντικές παραφυάδες θεωρούσαν και θεωρούν την υλική κτίση ως φυσικό κακό και απαξία.

Κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών είναι η απόρριψη του υλικού κόσμου ως κακό και η καλλιέργεια αποστροφής προς αυτόν. Ο ακραίος ασκητισμός όλων αυτών των ομάδων είχε και έχει ως στόχο την απελευθέρωση της ψυχής από τα δεσμά της «κακής» ύλης.
Υπενθυμίζω την πλατωνική ρήση περί του σώματος ως φυλακή της ψυχής, καθώς και τις «απελευθερωτικές» αυτοκτονίες επιφανών αρχαίων φιλοσόφων (Εμπεδοκλή, Ζήνωνος, Κλεάνθους, Πλωτίνου, κλπ)!

Οι ορφικοί δίδασκαν πως οι θεοί έκλεισαν τις ψυχές στα σώματά μας, για να μας τιμωρήσουν και οι στωικοί προέτρεπαν «ευλόγως εξάγειν εαυτόν του βίου» (Διογ. Λαέρτ. 7,130), δηλαδή ωθούσαν στην αυτοκτονία.
Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του διαβόητου κυρηναϊκού φιλοσόφου Ηγεσία, ο οποίος παρότρυνε τους ανθρώπους να αυτοκτονούν και γιʼ αυτό ονομάστηκε «πεισιθάνατος»!
Αν η ύλη αποτελούσε απαξία γιʼ αυτούς και ιδιαίτερα για τους αρχαίους προγόνους μας, περισσότερο απʼ όλα, φρικιαστική αποστροφή αποτελούσε ό,τι υλικό κατάλοιπο (λείψανο) άφηνε ο θάνατος.

Το πτώμα του νεκρού και τα υπάρχοντά του προκαλούσαν τρόμο και φόβο εξαιτίας των εφιαλτικών αντιλήψεων, που είχαν για τη μεταθανάτιο κατάσταση των νεκρών.
Μέσα στα ομηρικά έπη καταγράφονται με τα πλέον μελανά χρώματα η ανείπωτη φρίκη και ο παντοτινός βασανισμός των ψυχών στον σκοτεινό και αραχνιασμένο τόπο, τον Άδη.
Όλες οι ψυχές των θνητών κατέβαιναν χωρίς εξαίρεση στο υποχθόνιο βασίλειο του Πλούτωνα, για να μένουν εσαεί εκεί ως σκιές, για να βασανίζονται αιώνια!

Σύμφωνα με τη βασική δοξασία της αρχαιοελληνικής θρησκείας, ο «θεός» Πλούτωνας έλαβε ως μερίδιο κατά τη μοιρασιά του κόσμου, τον υποχθόνιο τόπο, το σκοτεινό και αιώνιο δεσμωτήριο των θνητών ψυχών! Ο απαίσιος και μισάνθρωπος εκείνος «θεός» είχε απόλυτη κυριότητα στις ψυχές των νεκρών, του ανήκαν δικαιωματικά και δεν τις έδινε πίσω! Ακόμη και ψυχές «θεών» είχε αρπάξει ανεπιστρεπτί (Περσεφόνη) στο τρομερό βασίλειό του!
Τα «Ηλύσια Πεδία» η οι «Νήσοι των Μακάρων» είχαν δημιουργηθεί από τους «θεούς» ως προορισμό αποκλειστικά των θνητών ερωμένων τους και των αλλόκοτων ημιθέων, δηλαδή των κλεψίγαμων παιδιών τους (Πινδ. Ολυμπ. 77–78, Ησιόδ. Έργα και Ημέραι,156–173)!

Ως τον 5ο π. Χ. αιώνα κανένας συγγραφέας δεν αναφέρει ότι στα «Ηλύσια Πεδία» πήγαιναν οι θνητοί, αλλά φυσικός προορισμός τους ήταν ο σκοτεινός και φοβερός Άδης. Μόνο οι «αιρετικοί» ορφικοί ανέπτυξαν τη θεωρία ότι ο ανύπαρκτος αυτός «παράδεισος», ήταν διαθέσιμος για όσους θνητούς, με τον ακραίο ασκητισμό τους, «μπορούσαν να απελευθερωθούν από την ύλη» και για όσους «μυούν ταν» στα μακάβρια «μυστήρια»!

Βιώνοντας οι αρχαίοι αυτήν ακριβώς τη φρικώδη μεταθανάτια κατάσταση αισθάνονταν τέλεια αποστροφή προς το θάνατο, ως στέρηση της ζωής και είσοδο στην ατελεύτητη καταδίκη. Οι επιτάφιοι νεκρικοί θρήνοι τους (τα μοιρολόγια), οι σπαρακτικοί κοπετοί και τα έθιμά τους φανερώνουν ξεκάθαρα τη φρικτή οδύνη, που βίωναν μπροστά στο γεγονός του θανάτου.

Ο Επίκουρος χαρακτήριζε το θάνατο ως «φρικωδέστατον των κακών» (Διογ. Λαέρτ. Επικ.10,125) και μάταια προσπαθούσε με σοφιστείες να μετριάσει τον εσώψυχό του φόβο γιʼ αυτόν. Περισσότερο απʼ όλα απεχθάνονταν οι αρχαίοι το σώμα του νεκρού, η θέα του οποίου τους προκαλούσε φρίκη και φόβο.
Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία πως κατά το μεγάλο λοιμό του 250–251 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια, οι ειδωλολάτρες εγκατέλειπαν αφρόντιστους τους ψυχορραγούντες και άφηναν άταφους τους νεκρούς τους: «απέφευγον τους φιλτάτους καν ταις οδοίς έρριπτον ημιθανείς και νεκρούς άταφους απεσκυβαλίζοντο» Ευσ. Εκκλ. Ιστ. 7,22,9–10).

Την εγκληματική τους ανεπάρκεια αναπλήρωναν οι χριστιανοί, οι οποίοι, με κίνδυνο της ζωής τους φρόντιζαν αδιακρίτως τους ασθενείς και έθαβαν τους νεκρούς, γεγονός που ομολόγησε αργότερα ο εμπαθής και ονειροπαρμένος Ιουλιανός ο Αποστάτης!

Γενικά όσοι ήταν επιφορτισμένοι να φροντίζουν τους νεκρούς θεωρούνταν μιασμένοι και αποκρουστικοί. Κανένας δεν τους πλησίαζε, για να μη μολυνθεί.
Σε περίπτωση που κάποιος ερχόταν σε επαφή με το σώμα του νεκρού ήταν υποχρεωμένος να υποστεί επίμονους και βασανιστικούς καθαρμούς από τους ιερείς, προκειμένου να γίνει αποδεκτός από την κοινωνία!
Τα ιερατεία ήταν υποχρεωμένα να βρίσκονται μακριά από κάθε νεκρική διαδικασία, διότι δε θα μπορούσαν να «ιερατεύσουν»! Δεν είναι τυχαίο ότι οι Αθηναίοι περιγέλασαν το απόστολο Παύλο, όταν στην περίφημη ομιλία του στην Πνύκα, όταν αναφέρθηκε στην ανάσταση των νεκρών, «ακούσαντες δε ανάστασιν νεκρών… εχλεύαζον» (Πράξ.17,32).

Η πικρόχολη εκείνη χλεύη, φανερώνει ξεκάθαρα την τρομερή υπαρξιακή κενότητα της αρχαιοελληνικής σκέψεως και το απάνθρωπο πρόσωπο της «ελληνικής» θρησκείας, η οποία τροφοδοτούσε μανιωδώς με δαιμονική απαισιοδοξία την αρχαιοελληνική κοινωνία!

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο, για να απελευθερώσει καθολικά το ανθρώπινο γένος από τα έργα του διαβόλου και τα δεσμά της αμαρτίας, τα οποία κατά το λόγο του Θεού, οδηγούν αναπόφευκτα στο θάνατο και τα ίδια χαρακτηρίζονται ως «θάνατος» (Ρωμ. 6, 23).

Ο απόστολος Παύλος αναφέρει πως «η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος και ούτως εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν» (Ρωμ. 5,12). Αντίθετα, κατά τον ιερό Φώτιο, είναι «αναίτιος ο Θεός του θανάτου» (P.G. 101,1036B).
Αλλά η υπέρτατη δωρεά του Χριστού για τον άνθρωπο υπήρξε η νίκη Του κατά του θανάτου.
Ο Χριστός με την σταυρική Του θυσία, τον εκούσιο θάνατό Του και την ένδοξη ανάστασή Του νίκησε ολοκληρωτικά τον όλεθρο του θανάτου, κατάργησε τον καταχθόνιο Άδη και έκλεισε ερμητικά τις πύλες του για τους πιστούς Του.
Ο αναστημένος Κύριός μας έγινε η «απαρχή (της αναστάσεως) των κεκοιμημένων» (Α΄Κορ. 15, 21), δηλαδή έκαμε την αρχή, άνοιξε το δρόμο με την λαμπροφόρο ανάστασή Του για την αιώνια ζωή για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Ο φρικτός Άδης, το προαιώνιο δεσμωτήριο των ψυχών δεν υπάρχει πια. Ο απεχθέστατος και μισάνθρωπος «θεός» Πλούτων (δηλαδή ο Εωσφόρος) νικήθηκε κατά κράτος, χάνοντας οριστικά την πολύτιμη λεία του, τις από αιώνος ψυχές των ανθρώπων.
Το τρομερό υπαρξιακό άχθος δε δικαιολογείται πλέον. Ο φόβος του θανάτου ανήκει στο εφιαλτικό προχριστιανικό παρελθόν και το εξωχριστιανικό παρόν, διότι «το χάρισμα του Θεού (εστι) ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. 6,23).

Είναι αυτό που ονομάζει ο Ισαάκ ο Σύρος ως «αίσθησιν αθανάτου ζωής» (Λόγ.38).
Ο θάνατος, από αναπόφευκτη φρικιαστική κατάσταση, έγινε αναπαυτικός ύπνος του σώματος μέχρι που θα σαλπίσει ο άγγελος του Κυρίου την ανάσταση των κεκοιμημένων (A΄ Κορ. 15, 52. Ιωάν. 5, 29).

Όπως ο Χριστός ανάστησε το δικό Του σώμα έτσι θα αναστήσει και τα σώματα των πιστών Του, ως οργανικά κύτταρα του σώματός Του, διότι «σύμφυτοι τω ομοιώματι του θανάτου αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα… ει απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6, 5–10).

Βιώνοντας αυτή την υπέρτατη δωρεά η Εκκλησία μας, όρισε την ημέρα του θανάτου των αγίων ως την επισημότερη επέτειό τους, ως τη «γενέθλιο ημέρα» τους, κατά την οποία όχι μόνο δεν πέθαναν, αλλά (ανα)γεννήθηκαν εν Χριστώ στη νέα αληθινή και αιώνια ζωή!

Ο μεγάλος χριστιανός φιλόσοφος Μπερδιάγεφ, εκφράζοντας τη γνήσια χριστιανική αντίληψη για το θάνατο, αναφέρει ότι αυτός (ο θάνατος) «μαρτυρεί ότι ο άνθρωπος είναι προορισμένος για μια άλλη ύψιστη ζωή.
Χωρίς το θάνατο η ύπαρξη θα ήταν ευτελής και ανόητη» (Περί προορισμού του ανθρώπου, σελ. 344)!
Κατά συνέπεια τίποτε το αποκρουστικό δεν έχει ο θάνατος. Δεν δικαιολογείται πια τα σώματα των κεκοιμημένων να προκαλούν φρίκη και φόβο, αλλά πρέπει να τυγχάνουν τιμών και περιποιήσεων, ως αναπόσπαστο κομμάτι της υπόστασης του κεκοιμημένου, διότι κατά τη γενική ανάσταση τα σώματα όλων των κεκοιμημένων θα ενωθούν ξανά με τις ψυχές, αφθαρτοποιημένα πλέον, για να αποτελούν αιώνια και ατελεύτητα την ψυχοσωματική οντότητα του κάθε ανθρωπίνου προσώπου στη Βασιλεία του Θεού.

Άλλωστε, σύμφωνα με τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «εις τούτο ημάς πεποίηκεν ο Θεός, ίνα γενώμεθα θείας κοινωνοί φύσεως, και της αυτού αϊδιότητος μέτοχοι, και φανώμεν αυτώ όμοιοι κατά την εκ χάριτος θέωσιν» (P.G.90, 1193D).
Γιʼ αυτό και οι χριστιανοί δείχνουν πλήρη περιφρόνηση κατά του θανάτου, η οποία βιώθηκε και βιώνεται από τους διαχρονικούς μάρτυρες της Εκκλησίας μας, γεγονός που χαρακτηρίζεται ως «παραλογισμός» από τις δυνάμεις του κόσμου.
Κατά τον άγιο Ιππόλυτο «το πνεύμα του Πατρός διδάσκει τους μάρτυρας… καταφρονείν μεν του θανάτου, σπεύδειν δε προς επουράνια» (Ιπολ. Εις Δάν. ΙΙ,21). Ο εθνικός σατιρικός συγγραφέας Λουκιανός με διάθεση ειρωνικού θαυμασμού έγραψε πως οι χριστιανοί μάρτυρες και ομολογητές «καταφρονούσι του θανάτου» (Λουκ. Περί της Περεγρίνου τελευτής 13).

Οι δήμιοι ειδωλολάτρες στα πρωτοχριστιανικά χρόνια έμεναν έκθαμβοι από την προθυμία των μαρτύρων να πεθάνουν για την πίστη τους και τον ηρωισμό τους μπροστά στα φρικτά μαρτύρια.
Το ίδιο γινόταν και επί τουρκοκρατίας με τους σφαγείς μουσουλμάνους, αλλά και τους σύγχρονους (κόκκινους) διώκτες της Εκκλησίας του μαρξιστικού ολέθρου!
Ο κόσμος, όπως αναφέραμε είναι δημιούργημα του Θεού, και γιʼ αυτό ονομάζεται κόσμος, δηλαδή κόσμημα. Δεν ταυτίζουμε τον κόσμο με το Θεό, όπως κάνουν οι κακόδοξοι πανθεϊστές, αλλά κάνουμε τη σαφή διάκριση μεταξύ του άναρχου Θεού Δημιουργού και της εν χρόνω δημιουργίας.

Ο κόσμος είναι προϊόν της αγάπης του Θεού και άρα τυγχάνει της ιδιαίτερης φροντίδας Του. Ολόκληρη την υλική κτίση, ζώσα και άψυχη, τη διαπερνά η άκτιστη ενέργειά Του, η οποία εκδηλώνεται με τη λειτουργία των αιώνιων φυσικών νόμων, οι οποίοι συγκροτούν και συγκρατούν το σύμπαν.
Η αεί υπάρχουσα στον κόσμο άκτιστη ενέργεια του Θεού αποτελεί για τη χριστιανική διδασκαλία το λόγο της ιερότητάς του. Η είσοδος του κακού στον κόσμο αποτελεί μια επίπονη και θλιβερή παρένθεση, η οποία έκλεισε με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και το επί γης απολυτρωτικό Του έργο.

Η ενανθρώπησή Του αποτελεί ύψιστο τεκμήριο ότι ο καλός λίαν υλικός κόσμος (Γέν. 1,31), έχει καθαγιαστεί από την οργανική μετοχή Του σε αυτόν. Το άχραντο σώμα του Κυρίου υπήρξε ο σύνδεσμος του Θεού και του υλικού κόσμου.
Η θεοποίηση του πραγματικού υλικού σώματος του Κυρίου σημαίνει όχι απλά την ιεροποίηση της κτίσεως, αλλά και αυτήν ακόμα τη θεοποίησή της, η οποία θα ολοκληρωθεί με τη συντέλεια του κόσμου, αφού «όταν υποταγή αυτώ τα πάντα, τότε και αυτός ο υιος υποταγήσεται τω υποτάξαντι αυτώ τα πάντα, ίνα η ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α΄ Κορ. 15,28).

Πιο αισιόδοξη έκβαση για τη θεία δημιουργία δεν υπάρχει! Μέσα σε αυτή την προοπτική όχι μόνο δικαιολογείται η τιμή των ιερών λειψάνων των αγίων της Εκκλησίας μας, αλλά επιβάλλεται. Δεν υπάρχει, όπως αναφέραμε, τίποτε το μιαρό στον όμορφο κόσμο του Θεού, πολλώ δε μάλλον στο ανθρώπινο πρόσωπο, που είναι η κορωνίδα, το επιστέγασμα και η ευγενέστερη και τελειότερη μορφή της θείας δημιουργίας.

Ιδιαιτέρως ο πιστός χριστιανός με την συσσωμάτωσή του στο μυστικό σώμα του Χριστού, γίνεται μέσω των ιερών μυστηρίων οργανικό και αναπόσπαστο κύτταρό του, καθότι τα «σώματα ημών μέλη Χριστού εστιν» (Α΄Κορ. 5,15).
Οι άγιοι της Εκκλησίας μας υπήρξαν συνειδητά μέλη Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι ήταν και θα είναι εσαεί, χριστοφόροι, θεοφόροι, φορείς των ακτίστων ενεργειών του Θεού και των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος.
Το λέει ξεκάθαρα ο απόστολος Παύλος: «ο Θεός της ειρήνης αγιάσαι υμάς ολοτελείς και ολόκληρον υμών το πνεύμα και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Χριστού τηρηθείη» (Α΄Θεσ. 5,23).
Έτσι ο θάνατός τους (για την ακρίβεια η κοίμησή τους), δε διακόπτει αυτή τη μακάρια σχέση με το Θεό. Τα λείψανά τους, προσωρινά χωρισμένα από το πνεύμα τους, συνεχίζουν να είναι μέλη Χριστού και φορείς των ακτίστων ενεργειών του Θεού, διότι αδιαλείπτως «ο κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμα εστι» (Α΄ Κορ. 5,17).

Φανερή απόδειξη αυτών τα άπειρα άφθαρτα λείψανα αγίων σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, τα οποία ευωδιάζουν και θαυματουργούν, διότι, όπως τονίζει ο Μ. Βασίλειος, «ότε υπέρ Χριστού ο θάνατος, τίμια τα λείψανα των οσίων αυτού» (P.G. 30,112).
Τα πιστοποιούν τα απειράριθμα τεμάχια αγίων λειψάνων, τα οποία από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ως τα σήμερα αποτελούν πολύτιμους θησαυρούς σε όλες τις τοπικές εκκλησίες και τα μοναστήρια μας, τα οποία ευωδιάζουν και θαυματουργούν.
Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει επίσης χαρακτηριστικά πως το λείψανο της αγίας μάρτυρας Ιουλίττης, τοποθετημένο σε περίοπτη θέση της πόλεως «αγιάζει μεν τον τόπον, αγιάζει δε τους εις αυτόν συνόντας» (Θ.Η.Ε., τόμ.8, 113).

Τα τίμια λείψανα των αγίων μας είναι οι αείρρευστες πηγές αγιασμού των πιστών, αντλώντας τον από την αστείρευτη πηγή του αγιασμού, το Θεό!
Ως ορθόδοξοι πιστοί όχι μόνο δεν μας προκαλεί αποστροφή, αηδία και φόβο η θέα των ιερών λειψάνων, αλλά το αντίθετο χαρά, ιλαρότητα, ηρεμία και προπαντός ελπίδα. Οι «Αποστολικές Διαταγές» (4ος αιών.) συστήνουν στους πιστούς: «μη βδελύσεσθε τα τούτων (των μαρτύρων) λείψανα» (ΣΤ, 5-7).

Τιμώντας τα ιερά λείψανα, τιμάμε το Θεό, τον δημιουργό των σωμάτων. Τιμάμε το Χριστό και τα κύτταρα του αγίου σώματός Του. Τιμάμε το Άγιο Πνεύμα του Οποίου η χάρη είναι εναποθηκευμένη σε αυτά, διότι τα σώματα των αγίων «ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν» (Α΄ Κορ. 5,19).
Γιʼ αυτό και μας παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος: «δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού» (Α΄ Κορ. 5,20).

Τιμάμε επίσης στα ιερά λείψανα τη θεοδημιούργητη κοινή μας ανθρώπινη φύση. Κι ακόμη στα ιερά λείψανα τιμάμε την υλική κτίση, της οποίας αυτά είναι ομοούσια και τεθεωμένα μέρη. Ορισμένοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ομιλούν για «άγιο υλισμό», εντελώς διάφορο του δύστηνου αθεϊστικού υλισμού!
Αλλά είναι απαραίτητο να κάνουμε και μια άλλη διευκρίνιση. Μας κατηγορούν οι εκκλησιομάχοι ότι λατρεύουμε πτώματα, ότι είμαστε «πτωματολάτρες».
Απαντούμε για πολλοστή φορά ότι η εν Αγίω Πνεύματι πορευόμενη Εκκλησία μας έχει ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Κάνει την απαραίτητη διάκριση μεταξύ λατρείας, η οποία απευθύνεται μόνο στον Τριαδικό Θεό και μεταξύ τιμής, που απευθύνονται στα δημιουργήματά Του.
Δε λατρεύουμε λοιπόν τα λείψανα των αγίων μας, αλλά τα σεβόμαστε και τα τιμάμε ως μέλη Χριστού. Τα φυλάσσουμε, τα φροντίζουμε και τα αγγίζουμε ως και τα δικά μας μέλη, αφού όλοι οι πιστοί συναποτελούμε ένα σώμα.

Τα ασπαζόμαστε με ευλάβεια, για να αγιαστούμε από αυτά, αφού είναι κεχαριτωμένα και αγιασμένα. Οι πρώτοι χριστιανοί κατά την περίοδο των διωγμών, στις κατακόμβες, τελούσαν τη Θεία Λειτουργία επάνω στους τάφους των μαρτύρων.
Αυτή η συνήθεια συνεχίζεται ως τις μέρες μας, κατά την τελετή των εγκαινίων των ναών τοποθετούνται ιερά λείψανα στην αγία Τράπεζα, όπως «υποκάτω του θυσιαστηρίου (είναι) αι ψυχαί των εσφαγμένων δια τον λόγον του Θεού» (Αποκ.6,9), όπως θεσμοθέτησε με τον ζ΄ κανόνα της η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος.

Ο πρώτος διδάξας το μίσος και την αποστροφή κατά των ιερών λειψάνων είναι ο διάβολος. Ο αγιασμός και η σωτηρία του ανθρώπου τον βασανίζει απελπιστικά. Οι άγιοι είναι τα πλέον μισητά όντα για εκείνον, γιʼ αυτό εκδηλώνει το άσβεστο μίσος στα τίμια και αγιασμένα λείψανά τους. Είναι γνωστό το υβρεολόγιο των πονηρών πνευμάτων, μέσω άτυχων ασθενών δαιμονισμένων, κατά των ιερών λειψάνων, σε μεγάλες πανηγύρεις, όπως λ.χ. του αγίου Γερασίμου στην Κεφαλονιά!

Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει πως «των γαρ λειψάνων φερομένων» κατανικάται «των δαιμόνων η δύναμις» (P.G. 63,470).
Οι ειδωλολάτρες διώκτες των πρώτων χριστιανών μισούσαν με πάθος το σέβας τους προς τα σώματα των καλλινίκων μαρτύρων, και γιʼ αυτό φρόντιζαν να τα εξαφανίζουν. Ο θρησκομανής αυτοκράτορας Διοκλητιανός είχε δώσει διαταγή να καίγονται μαζί με τα βιβλία των χριστιανών και τα λείψανα των μαρτύρων!
Ορδές φανατικών ειδωλολατρών, με επικεφαλής τους αδίστακτους ιερείς των ειδώλων, εξαφάνισαν το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων των μαρτύρων, που κατείχε η Εκκλησία ως τότε!
Ό,τι διασώθηκε το αποτέλειωσε η μανία του Ιουλιανού του Παραβάτη (361-363), ο οποίος ξέσπασε με ανείπωτη μανία κατά των ιερών λειψάνων της Αντιόχειας, διότι του διαμήνυσε ο μάντης του «Δαφναίου Απόλλωνα» ότι δε μπορούσε να χρησμοδοτήσει λόγω της ύπαρξης παρακείμενα του ιερού λειψάνου του αγίου μάρτυρα Βαβύλα.

Ο άθλιος χριστιανομάχος αυτοκράτορας κατέστρεψε το ιερό λείψανο και μαζί χιλιάδες άλλα λείψανα, με αποκορύφωμα τη βεβήλωση και καταστροφή των λειψάνων του Τιμίου Προδρόμου στην Παλαιστίνη!
Σε ολόκληρη την αυτοκρατορία έλαβαν χώρα απίστευτες βεβηλώσεις χριστιανικών τάφων από στίφη φανατικών ειδωλολατρών. Τότε καταστράφηκε το εναπομείναν μέρος των ιερών λειψάνων μαρτύρων της περιόδου των διωγμών, εκτός ελαχίστων.
Σε πολλές περιπτώσεις αναμείγνυαν τα ιερά λείψανα με οστά ζώων και τα έριχναν σε χωνευτήρια, για να μη είναι δυνατή η αναγνώρισή τους! Είναι πια ολοφάνερο: η μανία των χριστιανομάχων κατά των ιερών λειψάνων υποβάλλεται αναμφίβολα από τον υποβολέα τους το διάβολο και γιʼ αυτό εκδηλώνεται με τόση διαβολική μανία!

Στους ειδωλολάτρες και στους σύγχρονους «ορθολογιστές» η θέα των νεκρών και των τάφων γεννούσε και γεννά αισθήματα τρόμου, αποστροφής και απαισιοδοξίας, διότι τους θυμίζει την εκμηδένισή τους.
Γιʼ αυτό ζητούν επίμονα την αποτέφρωση των πτωμάτων, να απαλλαχτούν από αυτά το συντομότερο δυνατό και οριστικά!
Αντίθετα σε εμάς τους πιστούς η επαφή μας με τους κεκοιμημένους αδελφούς μας, τα κοιμητήρια και τα ιερά λείψανα των αγίων μας, γεννά αισθήματα αισιοδοξίας, ηρεμίας και μακάριας ελπίδος, διότι όπως επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος «μνήματα αγίων ου σοροί και λάρνακες και στήλαι και γράμματα, αλλʼ έργων κατορθώματα και πίστεως ζήλος» (P.G. 50,600).

Για να βεβαιωθεί κάποιος ας ανατρέξει στις παλαιοχριστιανικές κατακόμβες, για να διαπιστώσει από το διάκοσμο και τις επιτάφιες επιγραφές τη ριζικά διαφορετική μας αντιμετώπιση του θανάτου. Αναφέρουμε για παράδειγμα την εξής επιτάφια επιγραφή, η οποία βρέθηκε σε κατακόμβη της Ρώμης: «Η σαρξ ενθάδε κείται, ψυχή δε ανακαινισθείσα τω πνεύματι Χριστού, εις ουρανόν Χριστού βασιλείαν μετά των αγίων ανελήφθη».

Εδώ ο τάφος δεν είναι μακάβριο θέαμα, αλλά πηγή μακάριας ελπίδος!
Τα οστεοφυλάκια στα μοναστήρια μας είναι χώροι περισυλλογής των μοναχών. Η κοίμηση του πιστού όχι μόνον δεν είναι εκμηδένιση, αλλά η αναγέννησή του εν Χριστώ στην αιώνια ζωή και η είσοδός του στην ατέρμονη βασιλεία του Θεού.
Στον οδυρμό της απελπισίας των χριστιανομάχων μπροστά στο θάνατο και στον εφιαλτικό τους διαρκή τρόμο για την εκμηδένισή τους, αντιπαραθέτουμε, όχι απλά την πίστη μας, αλλά τη βεβαιότητά μας, για την αιώνια ζωή μας, η οποία απορρέει από την ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Στη φρικιαστική προσμονή των νεοπαγανιστών να βρεθούν δικαιωματικά μετά θάνατον στο σκοτεινό και αραχνιασμένο «βασίλειο» του κορυφαίου «θεού» τους Πλούτωνα, αντιπαραθέτουμε τη μακάρια και βεβαία ελπίδα μας να βρεθούμε κάτω από το θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού, να ακτινοβολούμε το εκτυφλωτικό φως της Θεότητας, να συμβασιλεύουμε με το Χριστό μας ατελεύτητα στους αιώνες, διότι δεν είμαστε πια απλοί λάτρεις Του, όπως οι παγανιστές των «θεών» τους, αλλά «υιοί και κληρονόμοι Θεού δια Χριστού» (Γαλ. 4,7)!

Ο θάνατος, η φθορά και η εκμηδένιση είναι «προνόμια» μόνο των απίστων! Αντίθετα «ημείς οίδαμεν ότι μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Α΄ Ιωάν. 3,14).
Σκωληκόβρωτα, αηδιαστικά και αποκρουστικά είναι τα πτώματα των απίστων, τα οποία προορίζονται για να σαπίσουν στον τάφο η να καρβουνιάσουν στους μακάβριους αποτεφρωτήρες.

Αφόρητη μπόχα θανάτου αποπνέουν τα λείψανα εκείνων των ανθρώπων που εθελούσια αποκόπηκαν από την πηγή της αφθαρσίας, το Χριστό. Τουναντίον, τα τίμια λείψανα των αγίων μας είναι «τιμιώτερα λίθων πολυτελών και δοκιμώτερα υπέρ χρυσίον» (Μαρτ. αγ. Πολυκ. P.G. 5,1044Α), «θησαυρός ατίμητος… τη αγία Εκκλησία καταληφθέντα» (Μαρτ. αγ. Ιγνατίου, ΘΗΕ, τόμ.8, στ.113), ως μέλη Χριστού, και «ενώσει αφάτω» με το δικό Του σώμα κατά τον άγιο Συμεών το νέο Θεολόγο.
Είναι θεοποιημένα και αφθαρτοποιμένα σώματα και μέλη, εις τύπον του ενδόξως αναστημένου σώματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (Α´ Κορ.15,44), ο Οποίος φέρει «εν εαυτώ κινουμένην ζωήν… αΐδιον και μηδενί θανάτω περατουμένην» κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (P.G. 91,1144C).

Τέτοια τιμή και ύμνος για το ανθρώπινο σώμα δεν έχει αποδοθεί ποτέ άλλοτε από κανέναν! Μόνο εμείς τιμάμε το θεοδημιούργητο ανθρώπινο σώμα μέχρι το έσχατο μικρομόριό του στα τιμημένα λείψανα των αγίων μας, σε αντίθεση με τους άθλιους συκοφάντες μας, οι οποίοι το καταφρονούν κατάφορα.
Η δική μας φιλανθρωπία φτάνει και ως τους νεκρούς, ενώ η δική τους δεν ξεπερνά τον εαυτό τους. Αυτή είναι μια από τις πάμπολλες ειδοποιείς διαφορές μας… 


Ορθόδοξος Τύπος  1 και 8 Ιουλίου '11

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...