Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Υμνολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Υμνολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Απριλίου 15, 2023

Ἀνάστα, ὁ Θεός

 



Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.


Τὸν αὐτὸν ψάλλομεν καὶ ἐν ἑνὶ ἑκάστῳ τῶν ἑπομένων Στίχων τοῦ Ψαλμοῦ πα', λεγομένων παρὰ τοῦ Ἀναγνώστου χῦμα.

Ὁ Θεὸς ἔστη ἐν συναγωγῇ Θεῶν, ἐν μέσῳ δὲ θεοὺς διακρινεῖ.

Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἕως πότε κρίνετε ἀδικίαν, καὶ πρόσωπα ἁμαρτωλῶν λαμβάνετε;

Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γήν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Κρίνατε ὀρφανῷ καὶ πτωχῷ, ταπεινὸν καὶ πένητα δικαιώσατε.


Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἐξέλεσθε πένητα καὶ πτωχόν, ἐκ χειρὸς ἁμαρτωλοῦ ῥύσασθε αὐτόν.

Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Οὐκ ἔγνωσαν, οὐδὲ συνῆκαν, ἐν σκότει διαπορεύονται, σαλευθήτωσαν πάντα τὰ θεμέλια τῆς γῆς.

Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.

Ἐγὼ εἶπα· Θεοί ἐστε, καὶ υἱοὶ Ὑψίστου πάντες· ὑμεῖς δὲ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνῄσκετε, καὶ ὡς εἷς τῶν ἀρχόντων πίπτετε.

Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.



 

Δευτέρα, Απριλίου 04, 2016

Ο θρύλος του πελεκάνου και ο Χριστός



Μέσα στους άφθαστους υμνολογικούς θρήνους της Εκκλησίας μας, οι οποίοι συγκινούν κάθε καρδιά, ξεχωρίζει το αλληγορικόν εγκώμιον του Επιταφίου, το όποιον ψάλλει:
«’Ώσπερ πελεκάν την πλευράν Σου τετρωμένος, Λόγε, σούς θανόντας παίδας εζώωσας, επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς».

Ο πελεκάν είναι από τα πλέον φιλόστοργα πτηνά. Κτίζει την φωλιά του σε υψηλούς βράχους και εκεί γεννά και εκκολάπτει τους νεοσσούς του. Τρέχει παντού για να εξοικονόμηση την τροφήν των. Αλλά ακριβώς την ώραν που απουσιάζει ο πελεκάν, πλησιάζουν οι διάφοροι όφεις οι οποίοι έχουν αφυπνισθή από την χειμερινήν νάρκην και σύρονται πειναλέοι μέχρι τις φωλεές των πελεκάνων και ροφούν το αίμα των μικρών…

Επιστρέφων ο πελεκάν ευρίσκει αυτά εις απελπιστικήν κατάστασιν και σχεδόν ετοιμοθάνατα. Δι’ αυτό, λέγεται, ότι με το ράμφος του σχίζει το στέρνον του και κύπτων επάνω από τα μικρά του αφήνει να στάξη το ζεστό του αίμα μέσα στα μισάνοικτα στόματα των μικρών του, τα όποια τότε ανασταίνονται.

Το αίμα του πελεκάνου ως ΑΡΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΦΑΡΜΑΚΟΝ επιδρά και εξουδετερώνει το φαρμάκι των φιδιών…

Αυτή την συμβολικήν συγκινητικήν Εικόνα κάνει ύμνον η Εκκλησία μας για να αισθητοποιήση την Θυσίαν του Κυρίου μας!!

- Ποία είναι τα φαρμακωμένα πουλιά;

- Εμείς ολοι οι Χριστιανοί!

- Γιατί ποιος μπορεί να καυχηθή πως το φοβερώτερον από τα δηλητήρια, η αμαρτία, δεν έφαρμάκωσε την ψυχήν του;

Ω! αυτός ο Εωσφόρος, ο αρχαίος αυτός όφις. Ο μέγας αυτός πλάνος έχει κτυπήσει όλη την ανθρωπότητα. Αυτός είναι ό κατασκευαστής τοϋ ολεθρίου αυτού δηλητηρίου πουύ λέγεται αμαρτία και το οποίον προσφέρει ο χαιρέκακος για την ψυχοκτονία μας. Και έτσι χιλιάδες χρόνια τώρα απέθνησκον οι άνθρωποι εν μέσω φρικτότατων ψυχικών πόνων.

Αλλά δοξασμένος ο υπερύμνητος Θεός. Μας έστειλε εξ ουρανού τον Υιόν Του!! Ιδού, ο εξ Ουρανού Πελεκάν!! Μας εύρηκε εις αθλιεστάτην από πάσης πλευράς κατάστασιν, ανικάνους διά κάθε εύγενικήν και ηρωικήν πράξιν, νενεκρωμένους από κακά έργα και αληθινά φαρμακωμένα πουλιά του Πελεκάνου.

Αλλά από την στιγμήν πού ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ άφηκε από αγάπην προς τον άνθρωπον να τρέξη το Πανάγιον και Ζωήρρυτον Αίμα Του, ζωογονείται κάθε άνθρωπος και έχει στην ψυχή του το αντιφάρμακον της νεκρώσεως πού δημιουργεί η αμαρτία.

- ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ είναι το σωτήριον δι’ ημάς φάρμακον.

- Χαρακτηριστικώς ο Αετός της Πάτμου, Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μας λέγει: «Το αίμα Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού, καθαρίζει ημάς από των κακών έργων και από πάσης αμαρτίας» (Α’ Ιω. 1, 7). Αυτή είναι η μεγαλύτερα διδασκαλία της Εκκλησίας μας! Αυτή είναι η Δωρεά της πίστεώς μας!!


Από το περιοδικό «Οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου», εκδ. Ιεράς Μονής Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου Λυκοβρύσεως Αττικής, τεύχος 398 (Μάρτιος-Απρίλιος 2001), σελ. 60-61
 


το είδαμε εδώ

Τρίτη, Φεβρουαρίου 23, 2016

Πάτερ αγαθέ, εμακρύνθην από σου μη εγκαταλίπης με


Πάτερ αγαθέ, εμακρύνθην από σου μη εγκαταλίπης με, μηδέ αχρείον δείξης της βασιλείας σου· ο εχθρός ο παμπόνηρος εγύμνωσέ με, και ήρε μου τον πλούτον· της ψυχής τα χαρίσματα ασώτως διεσκόρπισα, αναστάς ουν, επιστρέψας προς σε εκβοώ· Ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου, ο δι' εμέ εν Σταυρώ τας αχράντους σου χείρας απλώσας, ίνα του δεινού θηρός αφαρπάσης με, και την πρώτην καταστολήν επενδύσης με, ως μόνος πολυέλεος.

Σάββατο, Μαρτίου 21, 2015

Ο ΠΑΤΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ "ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ" ΣΕ ΜΙΝΟΡΕ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΜΑΝΕΑ


Προσθήκη λεζάντας

Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
«Σεβασμιώτατε», του λέω με ενθουσιασμό, «άκουσα ένα Τη υπερμάχω σε μινόρε!». Και ευθύς αρχίζει να μου το ψάλλει! 
Μένω εμβρόντητος! «Αυτό το Τη υπερμάχω είναι του Μανέα», του λέω. «Πώς το ξέρετε απέξω;».
Και μου απαντάει χαμογελώντας: «Και τον Μανέα τον ήξερα». 
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος, ο μουσικότατος, μου είχε λύσει τον γρίφο. Γι’ αυτό ήξερε και έψαλε Νικόλαο Σμύρνης, ήδη από τη νεότητά του. Ως μαθητής, και μάλιστα στην διάρκεια μιας διδακτικής ώρας (όπως μου είχε πει), τόνισε το δοξαστικό της Πεντηκοστής «Δεύτε λαοί» σε ήχο πλ. δ’, με βάση την αντίστοιχη μελοποίηση του Νικολάου πρωτοψάλτου Σμύρνης. 
Είχε έλθει, λοιπόν, από τη νεανική του ηλικία ο μακαριστός Πατρών Νικόδημος σε επαφή με την Σμυρναίϊκη ψαλτική παράδοση, προφανώς λόγω των προσφύγων ψαλτών που ήλθαν στην Αθήνα μετά την μικρασιατική καταστροφή. Γι’ αυτό έψαλε – απαραιτήτως την περίοδο του Τριωδίου – το «Τριώδιο» του μικρασιάτη Εμμανουήλ Φαρλέκα (Αϊδίνι 1877 – Αθήνα 1959), ο οποίος διετέλεσε Γραμματεύς της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και Πρωτοψάλτης στην Συνοδική Ι. Μονή Πετράκη. 
Γνώριζε και τον Πέτρο Μανέα. Και ο Δεσπότης και ο αδελφός του μακαρίτης Απόστολος Βαλληνδράς. Το «Τη υπερμάχω» σε μινόρε του Μανέα, ψαλλόταν και μονοφωνικά από Αθηναίους ψάλτες, μεταξύ των οποίων και ο Απ. Βαλληνδράς. 
Ο Μανέας ήταν διάσημος ψάλτης στη Σμύρνη και ηχογράφησε ύμνους για πρώτη φορά το 1911 (Gramophone). Παρότι ο Μανέας ήταν σπουδαίος βυζαντινός ψάλτης και μαθητής του πρωτοψάλτη της Μ.τ.ΧΕ. Ιακώβου Ναυπλιώτη και του Μισαήλ Μισαηλίδη, ήδη από τη Σμύρνη είχε συστήσει και ένα είδος πολυφωνικής χορωδίας. 
Ο κληρωτός στρατιώτης της κλάσεως του 1922, Νικόλαος Ζευγαδάκης, είναι το πρόσωπο που κατέγραψε στο ημερολόγιό του με απαράμιλλη ακρίβεια, τις χριστιανικές εορτές και τελετές του τελευταίου έτους της Σμύρνης (1921-1922), στους μεγαλύτερους ναούς της οποίας εκκλησιάσθηκε κατά την εκεί παραμονή του αναμένοντας να προωθηθεί στο μικρασιατικό μέτωπο. Μας διασώζει μια πολύτιμη μαρτυρία για τον Μανέα, όταν εκκλησιάστηκε στον Ι. Ναό του Αγίου Δημητρίου Σμύρνης στις 2 Ιανουαρίου 1922. Γράφει: 
"Έψαλλε δε ο επίσης ονομαστός ωσαύτως ιεροψάλτης Πέτρος Μανέας. Ήτο επικεφαλής μικτής και λίαν πολυσυνθέτου χορωδίας, ήτις έψαλλεν από κειμένου ευρωπαϊκής σημειογραφίας αρμονικήν μουσικήν. Από τον βυζαντινόν ή μάλλον τον ανατολίτην ιεροψάλτην Μανέαν δεν το επερίμενα αυτό. Πιθανόν θεωρώ, ότι η απρόβλεπτος εκείνη προσφορά από τον βυζαντινόν τούτο ιεροψάλτην ανταπεκρίνετο εις ανάλογον του εκκλησιαζομένου κοινού επιθυμίαν."
Είναι ακριβώς όπως το υποθέτει ο αείμνηστος στρατιώτης. Η Σμύρνη είχε επιρροές δυτικές, λόγω του κοσμοπολίτικου χαρακτήρα της, και ο Μανέας ήταν από τους ψάλτες που είχε ανταποκριθεί στην πρόκληση των καιρών. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και στην Αθήνα και στην Πάτρα και σε άλλες πόλεις του Ελλαδικού χώρου με αστική τάξη, η οποία είχε προσχωρήσει στην πολυφωνία ή σε εκδοχές της. Αρκετοί ονομαστοί ψάλτες υπηρετούσαν και τα δύο είδη. 
Ο Πέτρος Μανέας άφησε εποχή στον ιστορικό Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής Ακαδημίας, όπου ήταν πρωτοψάλτης από το 1931 έως το θάνατό του. Από την παρουσία του Μανέα στην Αθήνα (εκτός από τη γενική θρυλική εντύπωση του γερο-Μανέα!) τρία μέλη του γνώρισαν μεγάλη διάδοση, από στόμα σε στόμα, κυρίως, μάλιστα, μέσω γυναικείων μοναστηριών: ένα Άξιον εστί, το Τη υπερμάχω και ένα Σήμερον κρεμάται, όλα σε πλάγιο πρώτο εναρμόνιο. Σήμερα δε νομίζω ότι έχει επιβιώσει κάποιο από αυτά. 
Παραθέτω εδώ μια ηχογράφηση του "Τη υπερμάχω στρατηγώ" σε μινόρε, του Πέτρου Μανέα (1870-1950), με συνοδεία χορωδίας και αρμονίου. Πρόκειται για μία – μάλλον ζωντανή - ηχογράφηση του 1930 και περιλαμβάνεται στον ψηφιακό δίσκο "Μουσική της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας" 1924-1930, της σειράς ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΡΧΕΙΟΝ. Ο προσεκτικός ακροατής θα καταλάβει ότι η μελοποίηση αυτή του Μανέα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία έξυπνη προσαρμογή του γνωστού μέλους του «Τη υπερμάχω» (ήχος πλ.δ’) σε μινόρε.

Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου, του αυταδέλφου αυτού Αποστόλου και Πέτρου του Μανέα, αιωνία η μνήμη!
το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Απριλίου 14, 2014

ΜΕΛΗ ΤΗΣ Μ. ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΑΤΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟ



Ζωντανές ηχογραφήσεις ύμνων της Μ. Εβδομάδος. Ψάλλει ο Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος Βαλληνδράς (1915-2008). Προσωπικό αρχείο Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
 
 

 

"Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος", ιδιόμελον Αίνων Όρθρου Μ. Δευτέρας, ήχος α', μέλος Κωνσταντίνου Πρίγγου, Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. 
Ζωντανή ηχογράφηση από τον Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών.

 

"Πάσα Πνοή", ήχος α', μέλος Νικολάου Πρωτοψάλτου Σμύρνης.  

 
 

"Εν ταις λαμπρότησι", ιδιόμελο Αίνων Όρθρου Μ. Τρίτης, ήχος α', 
μέλος Νικολάου Πρωτοψάλτου Σμύρνης. 

Κυριακή, Μαρτίου 02, 2014

ποιός δεν κλαίει για κάποιον χαμένο Παράδεισο (του);



όλοι μας έναν παράδεισο ψάχνουμε είτε στις μορφές των γονιών μας και στο πατρικό μας,είτε στα πρόσωπα και τα σώματα  των ερώτων μας,είτε στα πρόσωπα των παιδιών μας και στις οικογένειες μας,είτε στα καινούρια σπίτια ,αυτοκίνητα ,σκάφη ,διασκεδάσεις και πολυτέλειες μας.
Και τελικά όλοι κλαίμε για κάποιον Παράδεισο που χάσαμε ή νομιζουμε πως χάσαμε ,καθώς πολλές φορές ο νομιζόμενος παράδεισος μας ήταν απλά ένα φαντασιακό παιχνίδι αυταπάτης και  δεν υπήρξε ,πραγματικά,ποτέ.
                                              alt
Εξεβλήθη Αδάμ τού Παραδείσου, διά τής βρώσεως, διό καί καθεζόμενος απέναντι τούτου, ωδύρετο, ολολύζων, ελεεινή τή φωνή, καί έλεγεν. Οίμοι, τί πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην τήν τού Δεσπότου, καί τών αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι' εμέ πεφυτευμένος, καί διά τήν Εύαν κεκλεισμένος, ικέτευε τώ σέ ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως τών σών ανθέων πλησθήσωμαι. Διο καί πρός αυτόν ο Σωτήρ. Τό εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι, καί εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν, ότι τόν ερχόμενον πρός με, ου μή εκβάλλω έξω.
 

Eκδιώχτηκε ο Αδάμ από τον Παράδεισο,διά του φαγητού,και καθόταν απέναντι στην Εδέμ,οδυρόταν ,κλαίγοντας με λυγμούς και έλεγε με σπαραχτική φωνή:Αλοίμονο μου τι έπαθα ο ταλαίπωρος !Μιά εντολή του Θεού παραβίασα και στερήθηκα όλα τα αγαθά.

Παράδεισε αγιώτατε,που φυτεύτηκες για μένα  και κλείστηκες απ  την αστοχία της Εύας,ικέτευε αυτόν που σε έφτιαξε και Πλάστη μου,να γεμίσω από τα άνθη σου.
Γι αυτό κι ο Σωτήρας μας λέει προς τον Αδάμ:Το πλάσμα μου δε θέλω να χαθεί,αλλά θέλω να σωθεί και να φτάσει σε επίγνωση της αλήθειας,γιατί αυτόν που έρχεται σε μένα δε θα τον πετάξω έξω.
  Δοξαστικό των αποστίχων της Κυριακής της Τυρινής.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 16, 2014

Πάτερ αγαθέ, εμακρύνθην από σου

Πάτερ αγαθέ, εμακρύνθην
από σου μη εγκαταλίπης με,
μηδέ αχρείον δείξης της βασιλείας σου·
ο εχθρός ο παμπόνηρος εγύμνωσέ με,
και ήρε μου τον πλούτον·
της ψυχής τα χαρίσματα ασώτως διεσκόρπισα,
αναστάς ουν, επιστρέψας προς σε εκβοώ·
Ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου,
ο δι' εμέ εν Σταυρώ τας αχράντους σου χείρας απλώσας,
ίνα του δεινού θηρός αφαρπάσης με,
και την πρώτην καταστολήν επενδύσης με,
ως μόνος πολυέλεος.

Κυριακή, Ιανουαρίου 19, 2014

Σήμερον προέρχεται εκ δυσμών ο σταυρός σου, - Ποίημα Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου (Βαλληνδρά)


Σήμερον προέρχεται εκ δυσμών ο σταυρός σου, 
και λαός αγείρεται της Αχαΐας εις υπάντησιν,
 προσκύνησιν, χαράν τε ευφρόσυνον, κινούμενος ενθέως. 
Αυτόν δε κυκλώσαντες Ορθοδόξων το πλήθος 
ύμνους Χριστώ Ανδρέα μέλπει. 
Ω Πρωτόκλητος ώφθης. 
Ανδρείως ουν τον δρόμον τελέσας και την πίστην τηρήσας 
και τον αγώνα καλώς αγωνισάμενος, 
μνημόνευε ημών προς Κύριον.

Ποίημα Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου (Βαλληνδρά)

Πέμπτη, Αυγούστου 15, 2013

ΕΝ ΚΥΜΒΑΛΟΙΣ ΗΧΗΣΩΜΕΝ, ΕΝ ΩΔΑΙΣ ΑΛΑΛΑΞΩΜΕΝ

Ἐν κυμβάλοις ἠχήσωμεν, ἐν ᾠδαῖς ἀλαλάξωμεν, Ἑορτὴν ἐξόδιον προεξάρχοντες, καὶ ἐπιτύμβια ᾄσματα, φαιδρῶς ἐκβοήσωμεν· ἡ γὰρ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ, κιβωτός τε ἡ πάγχρυσος, ἑτοιμάζεται, νῦν ἐκ γῆς πρὸς τὰ ἄνω μεταβῆναι, πρὸς παλίνζωον καὶ θείαν, μεθισταμένη λαμπρότητα.

Ἀποστόλων ὁ θίασος, παράδόξως ἀθροίσθητε, ἐκ περάτων σήμερον· ἡ γὰρ ἔμψυχος, πόλις τοῦ πάντων δεσπόζοντος, ἀπαίρειν ἐπείγεται, πρὸς τὰ κρείττω εὐκλεῶς, συγχορεύειν βασίλεια, τῷ Υἱῷ αὐτῆς, ἧς τῇ θείᾳ κηδείᾳ ὁμοφρόνως, σὺν ταῖς ἄνω στρατηγίαις, ὕμνον ἐξόδιον ᾄσατε.

Ἱερέων ὁ σύλλογος, βασιλεῖς τε καὶ ἄρχοντες, σὺν παρθένων τάγμασι νῦν προφθάσετε, ἅπας λαός τε συνδράμετε, ᾠδὴν ἐπιτάφιον, ἀναπέμποντες ὁμοῦ· ἡ γὰρ πάντων δεσπόζουσα, μέλλει αὔριον, τὴν ψυχὴν παραθέσθαι εἰς τὰς χεῖρας, τοῦ Υἱοῦ μεθισταμένη, πρὸς αἰωνίαν κατοίκησιν.
Ὄρος προηγόρευσας, τὸ ἐμφανὲς καὶ περίοπτον, τοῦ Σωτῆρος τὸ κήρυγμα, ἐπ' ἄκρων φανήσεσθαι, τῶν ὀρέων Μάκαρ, τὴν ὑψηλοτάτην, θεογνωσίαν προδηλῶν, ἐφ' ἥν τὰ ἔθνη πίστει συντρέχοντα, προθύμως καταφεύγουσι, καὶ τὴν ᾠδὴν ἐκδιδάσκονται, τοῦ Κυρίου καὶ σῴζονται, σωτηρίαν αἰώνιον.

Ἄρχων ἐξελεύσεται, καὶ ποιμανεῖ τὸν λαὸν αὐτοῦ, Βηθλεὲμ ἐξορμώμενος, προέφης θεσπέσιε, Προφητῶν Μιχαία, γλώσσῃ θεοπνεύστῳ, οὗ ἀπ' ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν, τῶν τοῦ αἰῶνος εἰσὶν αἱ ἔξοδοι, τανῦν δέ σου τὴν πρόρρησιν, ἐκβεβηκυῖαν θεώμενοι, διὰ σοῦ τὸν λαλήσαντα, θεοφρόνως δοξάζομεν.

Θρόνῳ παριστάμενος, Θεοῦ Προφῆτα σεβάσμιε, καὶ χαρᾶς ἀξιούμενος, καὶ δόξαν θεώμενος, καὶ τρυφῆς ἐνθέου, θείως ἀπολαύων, καὶ χαρμονῆς πνευματικῆς, καὶ εὐφροσύνης ἀναπιμπλάμενος, τοὺς πίστει νῦν τὴν μνήμην σου, ἐπιτελοῦντας ἐπόπτευε, πειρασμῶν ἐκλυτρούμενος, ταῖς ἀπαύστοις πρεσβείαις σου.
Τὴν πάνσεπτόν σου Κοίμησιν, Παναγία Παρθένε ἁγνή, τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος ἐπὶ τῆς γῆς μακαρίζομεν, ὅτι Μήτηρ γέγονας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν ἱκετεύουσα, ὑπὲρ ἡμῶν μὴ παύσῃ δεόμεθα, τῶν εἰς σὲ μετὰ Θεὸν τὰς ἐλπίδας θεμένων, Θεοτόκε πανύμνητε καὶ ἀπειρόγαμε.
Ὢ θαύματος καινοῦ! ὢ τεραστίου ξένου! πῶς νέκρωσιν ὑπέστη, ἡ ζωηφόρος Κόρη, καὶ τάφῳ νῦν καλύπτεται;

Ἀπενεχθήσονται τῷ Βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς.

Πᾶσα τῶν γηγενῶν, ἡ φύσις χορευέτω· ἰδοὺ γὰρ ἡ Παρθένος, ἡ τοῦ Ἀδὰμ θυγάτηρ, πρὸς οὐρανὸν μεθίσταται.

Ὤμοσε Κύριος τῷ Δαυῒδ ἀλήθειαν, καὶ οὐ μὴ ἀθετήσει αὐτήν.

Λάβε μοι κατὰ νοῦν, τὴν κλίνην τῆς Παρθένου, χοροῖς τῶν Ἀποστόλων, εὐκόσμως κυκλουμένην, ᾄδουσι τὸν ἐξόδιον.
Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι' ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 01, 2013

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ Υπαπαντής του Κυρίου


Ψαλλόμενα ἐν τή θ΄ ὠδή - Ἦχος γ΄
Ἀκατάληπτόν ἐστι, τό τελούμενον ἐν σοῖ,
καί Ἀγγέλοις καί βροτοῖς, Μητροπάρθενε ἁγνή.
(Εἶναι ἀδύνατο νά καταλάβουν καί οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι αὐτό πού συμβαίνει καί τελεῖται μέσα Σου, Θεοτόκε, Μητροπάρθενε καί ἁγνή).

Ἀγκαλίζεται χερσίν, ὁ Πρεσβύτης Συμεών,
τόν τοῦ νόμου Ποιητήν, καί Δεσπότην τοῦ παντός.
(Μέ τά χέρια τοῦ ὁ γέροντας Συμεών ἀγκαλιάζει Αὐτόν, πού ἔδωκε στούς ἀνθρώπους τόν νόμο, δηλαδή τόν Δεσπότη καί Κύριo τοῦ παντός).

Βουληθεῖς ὁ Πλαστουργός, ἴνα σώση τόν Ἀδάμ,
μήτραν ὤκησε τήν σήν, τῆς Παρθένου καί ἁγνῆς.
(Ἐπειδή ὁ Θεός καί πλάστης τοῦ ἀνθρώπου θέλησε νά σώσει τόν Ἀδάμ, κατοίκησε μέσα στή δική Σου μήτρα, σέ ἐσένα τήν Παρθένο καί ἁγνή).

Γένος ἅπαν τῶν βροτῶν, μακαρίζει σέ Ἁγνή,
καί δοξάζει σέ πιστῶς, ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
(Ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων Σέ καλοτυχίζει καί Σέ δοξάζει, Ἁγνή Θεοτόκε μέ πίστη, γιατί εἶσαι ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ).

Δεῦτε ἴδετε Χριστόν, τόν Δεσπότην τοῦ παντός,
ὄν βαστάζει Συμεών, σήμερον ἐν τῷ ναῶ.
(Ἐλᾶτε νά δεῖτε τόν Χριστό, τόν Δεσπότη τοῦ παντός, νά Τόν κρατᾶ στά χέρια του ὁ Συμεών, σήμερα στόν ναό).

Ἐπιβλέπεις πρός τήν γῆν, καί ποιεῖς τρέμειν αὐτήν,
καί πῶς γέρων κεκμηκῶς, σέ κατέχει ἐν χερσί;
(Ἕνα Σου βλέμμα ρίχνεις πάνω στή γῆ καί τήν κάνεις νά τρέμει καί πῶς τώρα ἕνας κατάκοπος γέροντας Σέ κρατάει στά χέρια του;)

Ζήσας ἔτη Συμεών, ἕως εἶδε τόν Χριστόν,
καί ἐβόα πρός αὐτόν, Νῦν ἀπόλυσιν ζητῶ.
(Ὁ Συμεών ἔζησε πολλά χρόνια μέχρις ὅτου εἶδε τόν Χριστό, καί μέ δυνατή φωνή τοῦ εἶπε: Τώρα εὐχαριστημένος πού Σέ εἶδα Σου ζητῶ νά μέ ἀπολύσεις ἀπό τούτη τή ζωή).

Ἡ λαβίς ἡ μυστική, ἡ τόν ἄνθρακα Χριστόν,
συλλαβοῦσα ἐν γαστρι, σύ ὑπάρχεις Μαριάμ.
(Σύ Παρθένε Μαρία εἶσαι ἡ μυστική λαβίδα, πού μέσα Σου συνέλαβες τόν Χριστό, πού εἶναι ὡς Θεός, ἄνθρακας γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο).

Θέλων ἐνηνθρώπησας, ὁ προάναρχος Θεός,
καί ναῶ προσφέρεσαι, τεσσαρακονθήμερος.
(Μέ τή θέλησή Σου ἔγινες ἄνθρωπος Σύ πού εἶσαι Θεός πρό πάντων τῶν αἰώνων καί μέ τή θέλησή Σου, τηρώντας τίς διατάξεις τοῦ νόμου, προσφέρεσαι στό ναό σάν βρέφος σαράντα ἡμερῶν).

Κατελθόντ’ ἐξ οὐρανοῦ, τόν Δεσπότην τοῦ παντός,
ὑπεδέξατο αὐτόν, Συμεών ὁ Ἱερεύς.
(Ὅταν κατέβηκε ἀπό τούς οὐρανούς ὁ Δεσπότης τοῦ κόσμου ὅλου, τόν ὑποδέχθηκε στόν ναό ὁ Συμεών ὁ ἱερεύς).

Λάμπρυνόν μου τήν ψυχήν, καί τό φῶς τό αἰσθητόν,
ὅπως ἴδω καθαρῶς, καί κηρύξω σέ Θεόν.
(Δῶσε λάμψη στήν ψυχή μου καί καθάρισε τό φῶς τῶν αἰσθήσεών μου, γιά νά Σέ ἰδῶ ξεκάθαρα καί νά Σέ κηρύξω σάν Θεό).

Μητροπάρθενε ἁγνή, τί προσφέρεις τῷ ναῶ,
νέον βρέφος ἀποδούς, ἐν ἀγκάλαις Συμεών;
(Θεοτόκε, μητέρα καί παρθένε, τί προσφέρεις στόν ναό, δίνοντας στά χέρια τοῦ Συμεών ἕνα νέο Βρέφος σαράντα ἡμερῶν;)

Νῦν ἀπόλυσιν ζητῶ, ἀπό σου τοῦ Πλαστουργοῦ,
ὅτι εἶδον σέ Χριστέ, τό σωτήριόν μου φῶς.
(Τώρα πιά ζητῶ ἀπό Σένα πού μέ ἔπλασες μέ τά χέρια Σου, νά μέ ἀπολύσεις ἀπό τούτη τή ζωή, γιατί εἶδα Ἐσένα, πού εἶσαι τό Φῶς πού σώζει ὅλους τους ἀνθρώπους ἀλλά καί ἐμένα).

Ὄν οἱ ἄνω λειτουργοί, τρόμω λιτανεύουσι,
κάτω νῦν ὁ Συμεών, ἀγκαλίζεται χερσί.
(Αὐτόν πού οἱ οὐράνιοι λειτουργοί, δηλαδή οἱ ἄγγελοι, μέ τρόμο τόν λατρεύουν καί ὑπηρετοῦν, ἐδῶ κάτω στή γῆ ὁ Συμεών ἀγκαλιάζει μέ τά χέρια του).

Δόξα Πατρί καί Υἱῶ καί Ἁγίω Πνεύματι
Ἡ τή φύσει μέν Μονάς, τοῖς προσώποις δέ Τριάς,
φύλαττε τούς δούλους σου, τούς πιστεύοντας εἰς σέ.
(Ἁγία Τρίας, πού εἶσαι κατά τήν φύση Σου μονάδα ἀλλά κατά τά πρόσωπα, πού σέ ἀποτελοῦν τριάδα, φύλαγε τούς δούλους Σου, πού πιστεύουν σέ Σένα).

Καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν
Θεοτόκε ἡ ἐλπίς, πάντων τῶν Χριστιανῶν,
Σκέπε, φρούρει, φύλαττε, τούς ἐλπίζοντας εἰς σέ.
(Θεοτόκε, σύ ἡ ἐλπίδα ὅλων τῶν Χριστιανῶν, σκέπασε, φρούρησε καί φύλαγε ὅλους, ὅσοι ἐλπίζουν σέ Σένα).

Ὁ Εἱρμός
Ἐν νόμω σκιά καί γράμματι, τύπον κατίδωμεν οἱ πιστοί, πᾶν ἄρσεν τό τήν μήτραν διανοῖγον, ἅγιον Θεῶ, διό πρωτότοκον Λόγον, Πατρός Ἀνάρχου Υἱόν, πρωτοτοκούμενον Μητρί, ἀπειράνδρω μεγαλύνωμεν.

Κυριακή, Ιανουαρίου 06, 2013

Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ Ὁ Ἰαμβικὸς Κανὼν τῶν Φώτων σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση


 ἐλεύθερη ἀπόδοση ἀπὸ τὸν Ἀρχιμ. Εὐσέβιο Βίττη

Ἦχος β᾽ ᾨδὴ α΄
Ὁ Εἱρμὸς
«Στείβει θαλάσσης, κυματούμενον σάλον,
Ἤπειρον αὖθις, Ἰσραὴλ δεδειγμένον.
Μέλας δὲ πόντος, τριστάτας Αἰγυπτίων,
Ἔκρυψεν ἄρδην, ὑδατόστρωτος τάφος,
Ῥώμῃ κραταιᾷ, δεξιᾶς τοῦ Δεσπότου.»

Βαδίζει τὴν κυματισμένη θάλασσα ὁ Ἰσραήλ, ποὺ γιὰ χάρη του ξανάγινε στεριά! Καὶ ἡ μαύρη θάλασσα ἔκρυψε στὰ σπλάχνα της τοὺς Αἰγυπτίους ἄρχοντες, θάβοντάς τους ἔτσι σὲ νερόστρωτο τάφο. Καὶ αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν παντοδύναμη δεξιὰ τοῦ Κυρίου.

Ὄρθρου φανέντος τοῖς βροτοῖς σελασφόρου,
Νῦν ἐξ ἐρήμου, πρὸς ῥοὰς Ἰορδάνου
Ἄναξ ὑπέσχες, ἡλίου σὸν αὐχένα,
Χώρου ζοφώδους, τὸν Γενάρχην ἁρπάσαι,
Ῥύπου τε παντός, ἐκκαθᾶραι τὴν κτίσιν.

Ὅταν πρόβαλε ὁ σὰν λαμπρὴ Αὐγὴ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἀπὸ τὴν ἔρημο στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη, Ἐσύ, Βασιλιὰ Χριστέ, ἔκλινες τὸν αὐχένα σου, ἂν καὶ εἶσαι ὁ ὑπέρλαμπρος πνευματικὸς Ἤλιος. Καὶ τὸ ἔκανες αὐτό, γιὰ νὰ ἁρπάξης ἀπὸ τὸν κατασκότεινο ἅδη τὸν ἀρχηγὸ τοῦ ἀνθρώπινου γένους, τὸν Ἀδάμ, καὶ νὰ καθαρίσης ὅλη τὴν κτίση ἀπὸ κάθε ρύπο.

Ἄναρχε ῥείθροις, συνταφέντα σοι Λόγε,
Νέον περαίνεις, τὸν φθαρέντα τῇ πλάνῃ ,
Ταύτην ἀφράστως, πατρόθεν δεδεγμένος,
Ὄπα κρατίστην• Οὗτος ἠγαπημένος,
Ἴσος τέ μοι Παῖς, χρηματίζει τὴν φύσιν.

Κύριε, Ἐσύ, ποὺ δὲν ἔχεις ἀρχὴ ὡς ἄναρχος, τὸν ἄνθρωπο, ποὺ μαζί σου θάφτηκε στὰ νερά, τὸν κάνεις καινούργιο, γιατὶ εἶχε φθαρεῖ ἀπὸ τὴ διαβολικὴ πλάνη. Ἄκουσες ἐτούτη τὴ δυνατὴ Πατρικὴ φωνή. Αὐτός, ποὺ βαφτίζεται στὰ νερά, εἶναι ὁ ἀγαπημένος μου Υἱός, ἴσος μὲ ἐμένα ὡς πρὸς τὴ φύση του, Θεός.

***

ᾨδὴ γ᾽ Ὁ Εἱρμὸς
«Ὅσοι παλαιῶν, ἐκλελύμεθα βρόχων,
Βορῶν λεόντων, συντεθλασμένων μύλας,
Ἀγαλλιῶμεν, καὶ πλατύνωμεν στόμα,
Λόγῳ πλέκοντες, ἐκ λόγων μελῳδίαν,
ᾯ τῶν πρὸς ἡμᾶς, ἥδεται δωρημάτων.»

Ὅσοι ἐλευθερωθήκαμε ἀπὸ τὰ παλιὰ δεσμά, ἀφοῦ τσακίστηκαν τὰ δόντια τῶν ἀδηφάγων λεονταριῶν, ἂς χαροῦμε κι ἂς κράξουμε μὲ χαρὰ συνθέτοντας μὲ εὐγνωμοσύνη χάριν τοῦ Θεοῦ Λόγου ὕμνους μελωδικούς, γιατὶ χαίρεται ὑπερβολικὰ χαρίζοντάς μας δῶρα πνευματικά.

Νέκρωσιν ὁ πρίν, ἐμφυτεύσας τῇ κτίσει,
Θηρὸς κακούργου, σχηματισθεὶς εἰς φύσιν,
Ἐπισκοπεῖται , σαρκικῇ παρουσίᾳ·
Ὄρθρῳ φάναντι, προσβαλὼν τῷ Δεσπότῃ,
Φλᾶν τὴν ἑαυτοῦ, δυσμενεστάτην κάραν.

Αὐτός, ὁ πρίν, φύτεψε τὴ νέκρωση στὴ φύση, ὁ διάβολος, ἔχοντας μεταμορφωθῆ σὲ κακοῦργο φίδι, σκοτίζεται τώρα ἀπὸ τὴν κατὰ σάρκα παρουσία τοῦ Θεοῦ Λόγου. Πρόβαλε τὴν αὐγή, γιὰ νὰ συντρίψη τὴν κεφαλὴ τοῦ ἐχθροῦ, ὅταν αὐτὸς ἔκανε ἐπίθεση ἐναντίον τοῦ Κυρίου.

Ἕλκει πρὸς αὐτὸν τὴν θεόδμητον φύσιν,
Γαστρὸς τυράννου, συγκεχωσμένην ὂροις.
Γεννᾷ τε αὖθις, γηγενῶν ἀναπλάσει,
Ἔργον φέριστον, ἐκτελῶν ὁ Δεσπότης.
Ἷκται γὰρ αὐτήν, ἐξαλεξῆσαι θέλων.

Ὁ Κύριος τραβάει κοντά του ἀγαπητικὰ τὴ θεοκατασκεύαστη ἀνθρώπινη φύση, ποὺ ἦταν καταχωνιασμένη στὴν κοιλιὰ τοῦ τύραννου. Καὶ ἐκτελεῖ ὁ Κύριος θαυμασιώτατο ἔργο ἀναγεννώντας καὶ ξαναπλάθοντας τὸν ἄνθρωπο.

****

ᾨδὴ δ᾽ Ὁ Εἱρμὸς
«Πυρσῷ καθαρθεὶς μυστικῆς θεωρίας,
Ὑμνῶν Προφήτης τὴν βροτῶν καινουργίαν,
Ῥήγνυσι γῆρυν, Πνεύματι κροτουμένην,
Σάρκωσιν ἐμφαίνουσαν ἀρρήτου Λόγου,
ᾯ τῶν δυναστῶν τὰ κράτη συνετρίβη».

Ἐξαγνίσθηκε ἀπὸ τὸ φῶς μυστικῆς πνευματικῆς θεωρίας ὁ Προφήτης. Καὶ ὑμνώντας τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου ἀφήνει νὰ ἀκουστῆ χαρούμενη κραυγὴ μὲ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ὕμνος αὐτὸς κάνει γνωστὴ τὴ σάρκωση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ κανένας λόγος ἀνθρώπινος δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψη. Διὰ μέσου αὐτοῦ τοῦ θείου Λόγου συντρίφτηκε ἡ δύναμη ἐκείνων, ποὺ καταδυνάστευαν τὸν ἄνθρωπο.

Πεμφθεὶς ὁ Πατρὸς παμφαέστατος Λόγος,
Νυκτὸς διῶσαι τὴν καχέσπερον σχέσιν,
Ἔκριζον ἥκεις, καὶ βροτῶν ἁμαρτίας,
Υἷας συνελκύσαι τε τῇ σῇ Βαπτίσει,
Μάκαρ φαεινούς, ἐκ ῥοῶν Ἰορδάνου.

Σταλμένος, φωτεινότατε Λόγε τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, γιὰ νὰ ἀπωθήσης καὶ νὰ ἀπομακρύνης τὴ σκοτεινὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἦρθες, Κύριε, νὰ ξεριζώσης πέρα γιὰ πέρα καὶ τὴν ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἀκόμη, νὰ τοὺς τραβήξης κοντά σου ὡς υἱοὺς τοῦ θεοῦ καὶ μὲ τὴ Βάπτισή Σου νὰ τοὺς μεταβάλης σὲ φωτεινοὺς ἀνθρώπους μὲ τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη, στὰ ὁποία βαπτίσθηκες κι Ἐσὺ ὁ ἴδιος.

Αὐτὸν προσιδὼν τὸν περίκλυτον Λόγον,
Τρανῶς ὁ κήρυξ ἐκβοᾶται τῇ κτίσει,
Οὗτος προών μου, δεύτερος τῷ σαρκίῳ,
Σύμμορφος ἐξέλαμψεν ἐνθέῳ σθένει,
Ἔχθιστον ἡμῶν ἐξελεῖν ἁμαρτίαν.

Βλέποντας τὸν ἐνδοξότατο Θεὸ Λόγο κράζει μὲ δυνατὴ φωνὴ ὁ Κήρυκας τῆς μετανοίας Ἰωάννης γιὰ ν’ ἀκουστῆ ἀπὸ ὅλη τὴ Δημιουργία. Αὐτός, ποὺ ἦταν πρὶν ἀπὸ μένα ὡς Θεός, ἀλλὰ ἔπειτα ἀπὸ μένα ὡς ἄνθρωπος ἔλαμψε μὲ θεϊκὴ δύναμη καὶ ὡς ἄνθρωπος μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὴ μισητὴ ἁμαρτία.

Νομὴν πρὸς αὐτὴν τὴν φερέσβιον φέρων,
Θηρᾷ δρακόντων φωλεοῖς ἐπιτρέχων.
Ἄπλητα κύκλα καββαλὼν Θεὸς Λόγος,
Πτέρνῃ τε τὸν πλήττοντα παμπήδην γένος,
Τοῦτον καθειργνύς, ἐκσαῴζει τὴν κτίσιν.

Φέρνοντας τὴ ζωοδότρα νομὴ στὸν ἄνθρωπο, κυνηγάει, ἐδῶ κι ἐκεῖ τρέχοντας στὶς φωλιές τους τοὺς ἄγριους πνευματικοὺς δράκοντες, δηλαδὴ τοὺς δαίμονες. Καὶ αὐτόν, ποὺ κλωτσοῦσε καὶ βασάνεζε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, αὐτὸν τὸν περιορίζει καὶ σώζει ὁλόκληρη τὴν πλάση.

ᾨδή ε΄ Ὁ Εἱρμὸς
«Ἐχθροῦ ζοφώδους καὶ βεβορβορωμένου,
Ἰὸν καθάρσει Πνεύματος λελουμένοι,
Νέαν προσωρμίσθημεν ἀπλανῆ τρίβον,
Ἄγουσαν ἀπρόσιτον εἰς θυμηδίαν,
Μόνοις προσιτήν, οἷς Θεὸς κατηλλάγη».

Λουσμένοι καὶ καθαρισμένοι μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπὸ τὸ δηλητήριο τοῦ σκοτεινοῦ καὶ βουτηγμένου στὸ βόρβορο τῆς κακίας ἐχθροῦ, ὡδηγηθήκαμε σὲ καινούργιο δρόμο, ποὺ δὲν ὁδηγεῖ πιὰ σὲ πλάνη. Αὐτὸς ὁ δρόμος μᾶς ὁδηγεῖ σὲ χαρὰ ἀπλησίαστη, ποὺ εἶναι ὅμως προσιτὴ καὶ δυνατὸν νὰ τὴ νιώθουν ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν σημφιλιωθῆ μὲ τὸ Θεό.

Ἀθρῶν ὁ Πλάστης ἐν ζόφῳ τῶν πταισμάτων,
Σειραῖς ἀφύκτοις, ὂν διαρθροῖ δακτύλοις,
Ἵστησιν ἀμφ᾽ ὤμοισιν ἐξάρας ἄνω,
Νῦν ἐν πολυρρύτοισι δίναις ἐκπλύνων,
Αἴσχους παλαιοῦ τῆς Ἀδὰμ καχεξίας.

Βλέποντας ὁ Κτίστης καὶ Πλάστης Θεὸς νὰ εἶναι βυθισμένος στὸ ζοφερὸ σκοτάδι τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ δεμένος μὲ ἀδιάσπαστα δεσμά, αὐτόν, ποὺ μὲ τὰ χέρια του ἔπλασε, τὸν σηκώνει ψηλὰ παίρνοντάς τον στοὺς ὤμους του. Καὶ τώρα τὸν ξεπλένει στὸν μὲ πολλὰ νερὰ Ἰορδάνη ἀπὸ τὸ παλιό του αἶσχος καὶ τὴν ντροπὴ τῆς κακιᾶς ἀρρώστιας καὶ ἁμαρτωλῆς καταστάσεως τοῦ Ἀδάμ.

Μετ᾽ εὐσεβείας προσδράμωμεν εὐτόνως,
Πηγαῖς ἀχράντοις ῥεύσεως σωτηρίου,
Λόγον κατοπτεύσοντες ἐξ ἀκηράτου,
Ἄντλημα προσφέροντα δίψης ἐνθέου,
Κόσμου προσηνῶς ἐξακεύμενον νόσον.

Ἂς τρέξουμε γρήγορα μὲ εὐσέβεια στὶς ἄχραντες καὶ πεντακάθαρες πηγὲς τοῦ ρεύματος ποὺ σώζει, γιὰ νὰ ἰδοῦμε ἐκεῖ τὸν Θεὸ καὶ Λόγο, ὁ ὁποῖος προσφέρει νερὸ ἀπὸ τὶς ἄχραντες καὶ πεντακάθαρες πηγές. Τὸ νερὸ αὐτὸ ἱκανοποιεῖ τὴ θεϊκὴ δίψα. Καί, ἀκόμη, μὲ εὐγενικὴ καὶ ἀγαθὴ διάθεση χαρίζει φάρμακο, ποὺ θεραπεύει τὴν ἀρρώστια τοῦ κόσμου.

***

ᾨδὴ ς᾽ Ὁ Εἱρμὸς
«Ἱμερτὸν ἐξέφηνε σὺν πανολβίῳ,
Ἤχῳ Πατήρ, ὃν γαστρὸς ἐξηρεύξατο.
Ναί φησιν, Οὗτος, συμφυὴς γόνος πέλων,
Φώταυγος ἐξώρουσεν ἀνθρώπων γένους,
Λόγος τέ μου ζῶν, καὶ βροτὸς προμηθείᾳ.

Μὲ καταχαρούμενη φωνὴ καὶ ἀγαλλίαση εἶπε ὁ Οὐράνιος Πατέρας, ὅτι τοῦ εἶναι ἀγαπητός του Υἱός, αὐτός, ποὺ μὲ τρόπο ἄφραστο καὶ ἀπερίγραπτο ὁ ἴδιος γέννησε. «Ναί, λέει, Αὐτὸς ποὺ εἶναι γέννημά μου ἀπὸ τὴν ἴδια μου φύση, αὐτὸς ὁ ἴδιος πρόβαλε ὁλόφωτος καὶ ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος, δηλαδὴ καὶ ὡς ἄνθρωπος. Εἶναι μὲ ἄλλα λόγια καὶ δικός μου ζωντανὸς Θεὸς καὶ Λόγος καὶ ταυτόχρονα ἄνθρωπος μὲ θεϊκὴ καὶ στοργικὴ Πρόνοιά μου καὶ φροντίδα».

Ἐκ ποντίου λέοντος ὁ τριέσπερος,
Ξένως Προφήτης ἐγκάτοις φλοιδούμενος,
Αὖθις προῆλθε, τῆς παλιγγενεσίας,
Σωτηρίαν δράκοντος ἐκ βροτοκτόνου,
Πᾶσι προφαίνων, τῶν χρόνων ἐπ᾽ ἐσχάτων.

Θαλασσοβρεγμένος ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς, ποὺ παραδόξως ἔμεινε τρεῖς μέρες σὲ θαλάσσιο κῆτος, βγῆκε πάλι ζωντανὸς ἀπὸ αὐτό. Καὶ ἔτσι δήλωσε προφητικὰ τὴν ἀναγέννηση ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ ἀνθρωποκτόνου δράκοντα, δηλαδὴ τοῦ διαβόλου. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν φανέρωσε, ὅ,τι θὰ γινόταν στὰ τελευταῖα χρόνια.

Ἀνειμένων Πόλοιο παμφαῶν πτυχῶν,
Μύστης ὁρᾷ πρὸς Πατρὸς ἐξικνούμενον,
Μένον τε Πνεῦμα τῷ παναχράντῳ
Λόγῳ, Ἐπελθὸν ὡς πέλειαν ἀφράστῳ τρόπῳ,
Δήμοις τε φαίνει, προσδραμεῖν τῷ Δεσπότῃ.

Καθὼς ἄνοιξαν πάμφωτοι οἱ οὐρανοί, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ποὺ τοῦ ἔγινε γνωστὸ τὸ μυστικὸ τοῦ Θεοῦ, βλέπει νὰ ἔρχεται ἐπάνω στὸν πανάχραντο καὶ πεντακάθαρο Λόγο τοῦ Θεοῦ σὰν περιστέρι τὸ Πανάγιο Πνεῦμα μὲ τρόπο ἀπερίγραπτον. Καὶ φάνηκε στὰ πλήθη γιὰ νὰ τρέξουν στὸν Δεσπότη Χριστό.

***

ᾨδὴ ζ” Ὁ Εἱρμὸς
«Ἔφλεξε ῥείθρῳ τῶν δρακόντων τάς κάρας,
Ὁ τῆς καμίνου τὴν μετάρσιον φλόγα,
Νέους φέρουσαν εὐσεβεῖς κατευνάσας,
Τὴν δυσκάθεκτον ἀχλὺν ἐξ ἁμαρτίας,
Ὅλην πλύνει δέ, τῇ δρόσῳ τοῦ Πνεύματος».

Ζεμάτισε μὲ τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ τὰ κεφάλια τῶν δρακόντων, δηλαδὴ τῶν δαιμόνων, Αὐτὸς ποὺ ἔκανε ἤρεμη καὶ ἀκίνδυνη τὴν τεράστια φωτιὰ τῆς καμίνου, ὅπου ρίχτηκαν οἱ εὐσεβεῖς Νέοι. Καὶ τὴ σκοτοδίνη τῆς δυσκολοθεράπευτης ἁμαρτίας τὴν ξεπλένει ἐντελῶς μὲ τὴ δροσιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σὲ ζωγραφοῦσαν τὴν Ἀσσύριον φλόγα,
Ἐκστῶσαν ἵστης, εἰς δρόσον μετηγμένην.
Ὕδωρ ὅθεν νῦν ἀμφιέσσαο φλέγον,
Σίντην κάκιστον Χριστὲ προσκεκευθμένον,
Πρὸς τὴν ὄλισθον ἐκκαλούμενον τρίβον.

Ἡ ἀσσυριακὴ φλόγα Ἐσένα ζωγράφισε, Χριστέ. Τὴν μεταβάλλες, ἂν καὶ ἦταν τεράστια, σὲ δροσιά. Τώρα ὅμως ντύθηκες τὸ νερό, ποὺ καταφλέγει τὸν ἄθλιο κακοῦργο, Χριστέ, πού, κρυμμένος, σπρώχνει στὸν γλιστερὸ δρόμο τοῦ κακοῦ.

Ἀπορραγέντος τοῦ Ἰορδάνου πάλαι,
Ἰσθμῷ περᾶται λαός, Ἰσραηλίτης,
Σὲ τὸν κράτιστον ἐμφοροῦντα τὴν κτίσιν,
Ἠπειγμένως νῦν ἐν ῥοαῖς διαγράφων,
Πρὸς τὴν ἄρρευστον καὶ ἀμείνονα τρίβον.

Ὅταν κάποτε κόπηκε στὰ δυὸ ὁ Ἰορδάνης, πέρασε ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ περιέγραψε Ἐσένα τὸν Παντοδύναμο Κύριο τῆς Δημιουργίας. Τώρα ὅμως ὁδηγεῖς μὲ δύναμη στὸν ἄρευστο, μὲ ἄλλα λόγια, τὸν αἰώνιο καὶ ἄριστο δρόμο, Κύριε.

Ἴδμεν τὸ πρῶτον τὴν πανώλεθρον κλύσιν,
Οἰκτρῶς σε πάντων εἰς φθορὰν παρεισάγειν,
Ὦ τρισμέγιστα χρηματίζων καὶ ξένα.
Νῦν δὲ κλύσαντα Χριστὲ τὴν ἁμαρτίαν,
Δι᾽ εὐπάθειαν, καὶ βροτῶν σωτηρίαν.

Γνωρίζουμε τὸν πρῶτο παγκόσμιο κατακλυσμό, ποὺ ἔφερε τὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφή. Ἐσὺ Κύριε, ποὺ πραγματοποιεῖς τεράστια καὶ παράδοξα γεγονότα. Τώρα ὅμως προκάλεσες τὸν κατακλυσμὸ γιὰ τὴν ἴδια τὴν ἁμαρτία μὲ σκοπὸ τὴν εὐτυχία καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

ᾨδὴ η” Ὁ Εἱρμὸς
«Ἐλευθέρα μὲν ἡ κτίσις γνωρίζεται.
Υἱοὶ δὲ φωτός, οἱ πρὶν ἐσκοτισμένοι.
Μόνος στενάζει, τοῦ σκότους ὁ προστάτης.
Νῦν εὐλογείτω συντόνως τὸν αἴτιον,
Ἡ πρὶν τάλαινα τῶν Ἐθνῶν παγκληρία.

Ἡ κτίση ἔχει γνώρισμά της τὴν ἐλευθερία καὶ εἶναι παιδιὰ φωτεινά, ποὺ πρὶν ζοῦσαν στὸ σκοτάδι. Ἀπομονωμένος, τώρα στενάζει ὁ ἄρχοντας τοῦ σκοταδιοῦ διάβολος. Τώρα ἂς εὐγογῆ καὶ ἂς δοξάζη μὲ ὅση δύναμη μπορεῖ τὸν αἴτιο αὐτῆς τῆς νέας καταστάσεως ὅλη ἡ ταλαίπωρη ἀνθρωπότητα.

Τριττοὶ θεουδεῖς ἐμπύρως δροσούμενοι,
Αἰγλῆντα τριτταῖς παμφαῶς ἁγιστείαις,
Σαφῶς ἐδήλουν τὴν ὑπέρτατον φύσιν,
Μίξει βροτείᾳ πυρπολοῦσαν ἐν δρόσῳ,
Εὐκτῶς ἅπασαν τὴν ὀλέθριον πλάνην.

Τὰ τρία νέα παιδιά, ποὺ ἦταν θεοφοβούμενα καὶ εἶχαν φρόνημα θεϊκό, δροσίζονταν στὴ φωτιὰ καὶ δήλωναν ἔτσι λατρεία στὴν τριπρόσωπη Θεότητα, τὴν Ὕψιστη Τριαδικὴ φύση, δηλαδὴ τὴν Ἁγία Τριάδα. Αὐτὴ λοιπόν ἡ Ἁγία Τριάδα μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ ἑνὸς Προσώπου της πυρπολοῦσε μὲ δροσιά, δηλαδὴ μὲ τὴ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ὅλη τὴν ὀλέθρια πλάνη, πράγμα ἐπιθυμητό …

Λευχειμονείτω πᾶσα γήϊνος φύσις,
Ἐκπτώσεως νῦν οὐρανῶν ἐπηρμένη•
ᾯ γὰρ τὰ πάντα συντετήρηται Λόγῳ
Νάουσι ῥείθροις ἐκπλυθεῖσα πταισμάτων,
Τῶν πρὶν πέφευγε παμφαῶς λελουμένη.

Ἂς ντυθῆ στὰ λευκὰ κάθε ἡ γήινη φύση, ποὺ τώρα ἀνυψώθηκε ἀπὸ τὸν ξεπεσμό της ἀπ’ τὸν οὐρανό. Γιατὶ τώρα μέσῳ τοῦ συντηρητὴ τῶν πάντων Θεοῦ Λόγου ἔχει ξεπλυθῆ μὲ τὰ τρεχούμενα νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ἀπὸ τὰ φταιξίματα καὶ τὶς ἁμαρτίες της. Ἔτσι ξέφυγε πιὰ λουσμένη στὸ φῶς ἀπὸ τὴν προηγούμενη κατάστασή της.

ᾨδὴ θ”
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ
Ψαλλόμενα ἐν τῇ ᾨδῇ ταύτῃ

Ἕτερα εἰς τὸν Ἰαμβικὸν Κανόνα
Σήμερον ὁ Δεσπότης, κλίνει τὸν αὐχένα, χειρὶ τῇ τοῦ Προδρόμου.
Σήμερον Ἰωάννης, βαπτίζει τὸν Δεσπότην, ἐν ῥείθροις, Ἰορδάνου.
Σήμερον ὁ Δεσπότης, νάμασιν ἐνθάπτει, βροτῶν τὴν ἁμαρτίαν.
Σήμερον ὁ Δεσπότης, ἄνωθεν μαρτυρεῖται, Υἱὸς ἠγαπημένος.
Σήμερον ὁ Δεσπότης, ἦλθεν ἁγιάσαι, τὴν φύσιν τῶν ὑδάτων.
Σήμερον ὁ Δεσπότης, τὸ βάπτισμα λαμβάνει, ὑπὸ χειρὸς Προδρόμου.

Δόξα…
Μεγάλυνον ψυχή μου, τῆς τρισυποστάτου, καὶ ἀδιαιρέτου, Θεότητος τὸ κράτος.

Καὶ νῦν…
Μεγάλυνον ψυχή μου, τὴν λυτρωσαμένην, ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας.

Ὁ Εἱρμὸς
«Ὢ τῶν ὑπὲρ νοῦν, τοῦ τόκου σου θαυμάτων!
Νύμφη πάναγνε, Μῆτερ εὐλογημένη
Δι᾽ ἧς τυχόντες παντελοῦς σωτηρίας,
Ἐπάξιον κροτοῦμεν ὡς εὐεργέτῃ,
Δῶρον φέροντες ὕμνον εὐχαριστίας.»

Ὤ, πόσο ξεπερνοῦν τὸ νοῦ μας τὰ θαύματα τοῦ Παιδιοῦ Σου, Πάναγνε Νύμφη, Παναγία μας καὶ Μητέρα εὐλογημένη! Διὰ μέσου Σου βρήκαμε τὴν ὁλοκληρωτική μας σωτηρία. Γι’ αὐτὸ μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη προσφέρουμε στὸν Κύριο καὶ Υἱό σου ὕμνον εὐχαριστίας.

Ἴδμεν τὰ Μωσεῖ τῇ βάτῳ δεδειγμένα,
Δεῦρο ξένοις, θεσμοῖσιν ἐξειργασμένα.
Ὡς γὰρ σέσωσται, πυρφοροῦσα Παρθένος,
Σελασφόρον τεκοῦσα τὸν εὐεργέτην,
Ἰορδάνου τε, ῥεῖθρα προσδεδεγμένα.

Ξέρουμε αὐτά, ποὺ δείχτηκαν στὸ Μωυσή. Εἶναι μὲ παράδοξο καὶ ἀκατανόητο τρόπο καμωμένα καὶ φανερωμένα. Πῶς, μὲ ἄλλα λόγια, σώθηκε ἡ Παρθένος ἔχοντας μέσα της τὸ πῦρ τῆς Θεότητος, καὶ ἔφερε στὸν κόσμο τὸν φωτοφόρο Εὐεργέτη. Καὶ πῶς ὅλα αὐτὰ τὰ δέχτηκαν τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη.

Χρίεις τελειῶν, τὴν βρότειον οὐσίαν,
Ἄναξ ἄναρχε, Πνεύματος κοινωνία,
Ῥοαῖς ἀχράντοις, ἐκκαθάρας καὶ σκότους,
Ἰσχὺν θριαμβεύσας τε, τὴν ἐπηρμένην,
Νῦν εἰς ἄληκτον, ἐξαμείβεαι βίον.

Ἀλείφεις μὲ ἱερὸ χρίσμα, δηλαδὴ μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἄναρχε Βασιλιά. Καὶ μὲ τὰ ἄχραντα ρεύματα τοῦ νεροῦ χάρισες τὴν κάθαρση καὶ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι. Ταυτόχρονα ντρόπιασες καὶ ξευτίλισες τὴ δύναμη, ποὺ σήκωσε μὲ ἀλαζονεία τὸ κεφάλι της ἔντασί Σου. Καὶ τώρα ἀνταλάσσεις τὴ θνητὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν κατάσταση τῆς αἰώνιας ζωῆς.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
(Ἐξαντλημένο)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...