Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Άγγελος Σπυρόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Άγγελος Σπυρόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Ιουνίου 27, 2014

Ομιλία στους Αγίους Πρωτοκορυφαίους Πέτρο & Παύλο π. Άγγελος Σπυρόπουλος

«Εορτή χαρμόσυνος επέλαμψε τοις πέρασι σήμερον, η πάνσεπτος μνήμη των σοφωτάτων Αποστόλων και κορυφαίων Πέτρου και Παύλου» ψάλαμε στον εσπερινό της εορτής.
Στη λίμνη της Γεννησαρέτ βρήκε ο Κύριος τον Πέτρο να ασχολείται με τα δίχτυα τού μικρού του αλιευτικού πλοίου.
Τον προσκάλεσε λέγοντάς του «δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» και εκείνος με απλότητα, αν και ήταν επιφορτισμένος με οικογενειακά βάρη και υποχρεώσεις, βρήκε τη δύναμη με τη χάρη του Θεού να αρνηθεί τον εαυτό του, το πλοίο του και την οικογένειά του ακολουθώντας την εντολή του Χριστού «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι», και ακολούθησε ανεπιφύλακτα τον αλιέα των ψυχών.
Αργότερα ο Χριστός όταν πήγε μαζί με τους μαθητές του στα μέρη τις Καισαρείας τους ρώτησε «υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» και τότε ο Πέτρος του απάντησε με πίστη και παρρησία: «συ ει, ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος», η ομολογία αυτή έδωσε στον Πέτρο μια ιδιάζουσα θέση όπως του είπε ο διδάσκαλό του «Πέτρος και επί ταύτη την πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής, και δώσω σοι τας κλείς της βασιλείας των ουρανών…», ο Ευθύμιος Ζηγαβηνός λέγει: «και μην το δώρον τούτο και των άλλων αποστόλων γέγονεν, αλλά πρώτω τω Πέτρω δέδοται διότι πρώτος ούτος υιόν του Θεού γνήσιον τον Χριστόν είναι ανωμολόγησε».
Όμως ο απόστολος Πέτρος στις στιγμές της μεγαλύτερής του πτώσεως, στην τριπλή δηλαδή άρνηση μπροστά στους υπηρέτες μεθ’ όρκου «τότε ήρξατο καταναθεματίζειν και ομνύειν ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον», βρήκε την δύναμη να ανοίξει τα βυθισμένα στο σκοτάδι μάτια του, να μετανοήσει και να αναλάβει, ύστερα από την προτροπή του Χριστού, την ποίμανση των λογικών προβάτων.
Την πίστη του ο απόστολος Πέτρος την έδειξε με τις οδοιπορίες, με το ακατάπαυστο κήρυγμά του αλλά και με τα αμέτρητα θαύματα.
Όργωσε με τα πόδια όχι μόνο την Ιουδαία και τη Μικρά Ασία αλλά έφτασε στην Κόρινθο και στην Ρώμη ακολουθώντας την εντολή του διδασκάλου του «πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη», αλλά, το θαυμαστότερο όλων, ήταν ο πρώτος λόγος τού αποστόλου αμέσως μετά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, όπου καθήλωσε και μετέστρεψε τρις χιλιάδες ψυχές Εθνικών σε Χριστιανούς και συγκρότησε την πρώτη, επί γης, Εκκλησία των Ιεροσολύμων, επίσης συγκλονιστικό είναι και το περιεχόμενο των δύο καθολικών επιστολών που έγραψε ο ίδιος ο απόστολος Πέτρος αρχίζοντας: «Συμεών Πέτρος, δούλος και απόστολος Ιησού Χριστού, τοις ισότιμον ημίν λαχούσι πίστιν εν δικαιοσύνη του Θεού ημών και σωτήρος Ιησού Χριστού˙ χάρις υμίν και ειρήνη πληθυνθείη εν επιγνώσει του Θεού και Ιησού του Κυρίου ημών».
Κατά τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα ο απόστολος Πέτρος έγινε: «ο εκλεκτός, ο εξαίρετος, ο πρώτος των μαθητών» ο οποίος επισφράγισε τη δυναμική του ζωή και δράσι με το φριχτό μαρτύριο, που έλαχε επί Αυτοκρατορίας Νέρωνος.
Το μαρτύριό του φριχτό, τον σταύρωσαν ανάποδα και παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του αγαπημένου του διδασκάλου επιβεβαιώνοντας τα προφητικά λόγια του Ιησού Χριστού: «Όπου εγώ υπάγω, ού δύνασαί μοι νυν ακολουθήσαι, ύστερον δε ακολουθήσεις μοι».
Σήμερα όμως εορτάζει και ο έτερος απόστολος, ο απόστολος των εθνών Παύλος όπως τον έχει χαρακτηρίσει η Εκκλησία μας.
Ο απόστολος Παύλος ήταν ένθερμος διώχτης των χριστιανών και μάλιστα ήταν μπροστά στο μαρτύριο του πρωτομάρτυρα και αρχιδιακόνου Στεφάνου.
Η μεταστροφή του στον Χριστιανισμό έγινε ύστερα από την παρέμβαση του αναστάντος Χριστού.
Καθώς ο Παύλος πήγαινε στην Δαμασκό, τον περιέλουσε ένα φως από τον ουρανό τυφλώνοντάς τον, τρομαγμένος έπεσε στην γη ακούγοντας την φωνή να του λέγει «Σαούλ, Σαούλ τι με διώκεις;» ο Παύλος ρώτησε «ποιος είσαι κύριε;» και η φωνή απαντά: «εγώ ειμί Ιησούς ον συ διώκεις˙» και αφού άκουσε την εντολή του Χριστού πήγε στη Δαμασκό.
Εκεί τον βρήκε ο απόστολος Ανανίας αφού πρώτα σε όραμα είδε και άκουσε τον Χριστό να του επιδεικνύει τον τόπο όπου διέμενε ο Παύλος και λέγοντας του ότι: «πορεύου, ότι σκεύος εκλογή μοι εστιν ούτος του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ». Ο απόστολος Ανανίας Βάπτισε τον Παύλο χριστιανό και αμέσως απόκτησε το φως των ματιών του.
Ο απόστολος Παύλος αφού έμεινε λίγες μέρες κοντά στον απόστολο Ανανία έφυγε και πήγε να κηρύξει στις συναγωγές τον Ιησού Χριστό λέγων: «ότι ούτος εστιν ο υιος του Θεού».
Ο απόστολος Παύλος έκανε τέσσερεις περιοδείες διέσχισε είτε με τα πόδια είτε με πλοία ξηρές και θάλασσες περιόδευσε σε όλες σχεδόν τις χώρες της Μεσογείου.
Τόσα και τόσα πέρασε το ασθενικό του σώμα προς δόξα Χριστού «εν κόποις περισσοτέρως, εν πληγαίς υπερβαλλόντως, εν φυλακαίς περισσοτέρως, εν θανάτοις πολλάκις… η μέριμνα πασών των εκκλησιών», ακούσαμε να μας λέγει το αποστολικό ανάγνωσμα για τα παθήματα του αποστόλου αλλά εκτός από αυτές τις περιπέτειες είχε μόνιμο βασανιστή στο σώμα του είχε μία ανίατη και εξουθενωτική ασθένεια και έλεγε «εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρωμαι», όμως μέσα σε αυτό το ασθενικό σώμα βρισκόταν μια ψυχή γεμάτη φλόγα και ολοκληρωτικά δοσμένη στον Χριστό.
Με τη χάρη και τη δύναμη της πίστεως και του αγίου Πνεύματος ο απόστολος Παύλος έκανε θαύματα υπέροχα και θαυμαστά, διέδωσε το ευαγγέλιο σ’ όλες τις γύρω από τη Μεσόγειο χώρες.
Μας άφησε παρακαταθήκη 14ης επιστολές κείμενα ανεπανάληπτα και ασύγκριτα, αφού κατά το Νεύτονα η προς Ρωμαίους επιστολή είναι το φιλοσοφικώτερο βιβλίο του κόσμου.
Του αγίου ενδόξου αποστόλου Παύλου «του ηγιασμένου, του μεμαρτυρημένου, του αξιομακάριστου», κατά τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, η δράσι του έλαβε τέλος στα χρόνια του αιμοδιψή αυτοκράτορα της Ρώμης Νέρωνα.
Συνελήφθη και μαρτύρησε με αποκεφαλισμό περί το 67 μ.Χ. στη Ρώμη
Αυτός είναι με λίγα λόγια ο βίος των αγίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Οι άγιοι αυτοί απόστολοι είναι οι κορυφαίοι είναι τα στηρίγματα της Εκκλησίας είναι αυτή που έκαναν πράξη και βίωμα την «εν Χριστώ ζωή».
Ο απόστολος Παύλος μάλιστα στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή γράφει «παρακαλώ ουν ημάς, μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς καγὼ Χριστού» ας κάνουμε πράξη λοιπόν αδελφοί μου τα λόγια των πρωτοκορυφαίων αποστόλων και ας γίνουμε και εμείς μιμητές τους. Αμήν!!!

Τρίτη, Μαρτίου 04, 2014

Α΄ Χαιρετισμοί υπό του π. Αγγέλου Σπυροπούλου

Ο Ακάθιστος ύμνος είναι ένα μικρό αριστούργημα της πρώιμης Βυζαντινής υμνογραφίας και το μόνο κοντάκιο που για δεκαπέντε αιώνες τώρα ψάλλεται κάτω από τους θόλους των εκκλησιών γεμίζοντας τις ψυχές των πιστών ευφροσύνη και κατάνυξη.
Έχει διττό χαρακτήρα ό ένας είναι Χριστολογικός και ο άλλος είναι Μαριολογικός. Είναι το ποίημα που για πρώτη φορά ακούστηκε στον ιστορικό Ναό των Βλαχερνών στη Πόλη των πόλεων, στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα όταν η Πόλις κινδύνευε από την επιδρομή των Αβάρων και των Περσών κατά το 626 μ.Χ.
Όπως λέγει η ιστορία, οι βάρβαροι αυτοί πολιορκούσαν τους Χριστιανούς της πόλεως από ξηρά και θάλασσα και ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Οι βάρβαροι, διεμήνυαν στους Βυζαντινούς, πώς μόνο αν γίνουν ψάρια και κολυμπήσουν ή πουλιά και πετάξουν θα σωθούν.
Όμως η Υπεραγία Θεοτόκος είχε άλλοι άποψη και έσωσε την Πόλη με τρόπο θαυμαστό. Κάποιοι μάλιστα ομολόγησαν ότι είδαν την Παναγία στα τοίχοι της πόλεως να προστατεύει την πόλη και τον λαό της.
Μετά την απώθηση και την θριαμβευτική νίκη των Χριστιανών, σύσσωμοι και «εν μια καρδία» συναθροίσθηκαν στο Ναό και με ευγνωμοσύνη στην προστάτιδα τους ύμνησαν την θαυματουργική παρουσία της, στεκόμενοι όρθιοι όλη τη νύχτα, γι’ αυτό ονομάζεται και Ακάθιστος ύμνος.
Όμως αυτό είναι το ιστορικό μέρος του Ακαθίστου ύμνου. Ο υμνωδός θέτει ποιο βαθιές έννοιες.
Εμείς σήμερα θα ασχοληθούμε με μία από αυτές τις έννοιες: που είναι η εξύμνηση και η εξύψωση της Παναγίας όπου συντέλεσε στην επανόρθωση του ανθρωπίνους γένους και αποκατάστησε το πρότυπο της μητέρας όπου κλονίστηκε και αλλοιώθηκε από το πρόσωπο της Εύας κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.
Εάν λοιπόν η πρώτη Εύα υποκινούμενη από την υπερηφάνεια, υπέπεσε στην παρακοή και στην παράβαση, η δεύτερη Εύα, η Παρθένος Μαρία υπακούοντας στη θεία βουλή «τον απαντήσαντα όφιν ηπάτησε και στον κόσμο την αφθαρσίαν εισήγαγεν».
Πρίν λίγο ακούσαμε τον ιερό υμνωδό να μας λέγει «χαίρε, δι ης η χαρά εκλάμψει»˙ δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο, θα λάμψει η χαρά στον κόσμο και συνεχίζει «χαίρε δι ης η αρά ακλείψει» δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο θα εκλείψει η κατάρα.
Ας πάρουμε όμως το πρώτο μέρος του στοίχου που λέγει ότι μέσα από την Παναγία θα έρθει η χαρά. Ποια είναι η χαρά; Το ακούμε συχνά, όμως, έχουμε αναρωτηθεί ποια είναι η πραγματική χαρά; Η χαρά αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Θεάνθρωπος Χριστός αυτός είναι για τον Χριστιανό η αληθινή χαρά που με την εσάρκωσή του πραγματοποιήθηκε η διόρθωση της εκπτώσεως των πρωτοπλάστων όπως λέγει ο Ιωσήφ ο υμνογράφος, αλλά και η λύση της κατάρας της Εύας, ποια είναι η κατάρα της Εύας: είναι ότι γίναμε γήινοι, είναι ότι φορέσαμε τους δερμάτινους χιτώνες της παρακοής και της υπερηφάνειας ώστε να μας κλείσει η πόρτα του παραδείσου.
Έρχεται όμως η Παναγία μας, και τι κάνει; Ανταποδίδει το χρέος, και βοηθά με το να κάνει υπακοή στο θέλημα του Θεού και Πατρός να γεννήσει δηλαδή τον δεύτερο Αδάμ, το Χριστό, Αυτός μας ελευθέρωσε, με τον ερχομό του, από τη δουλεία του θανάτου και μας ανακαίνισε.
Δεν ανακαίνισε μόνο την ανθρώπινη φύση αλλά και την καθόλο φύση όλη δηλαδή την δημιουργία, κα αυτό γιατί όταν έπεσε το ανθρώπινο γένος παρέσυρε όλη την κτίση όλη την δημιουργία.
Η Παναγία μας, αγαπητοί μου αδελφοί χαρακτηρίζεται από τον Θεοφάνη Νικαίας ως εξαίσιο και θεοειδέστατο άγαλμα ωραιότητας και ευπρέπειας του αγαθού και διαυγέστατο κάτοπτρο της παρθενίας, στο οποίο απεικονίζεται η εικόνα του αοράτου Θεού.
Ακόμη ο υμνωδός λέγει: «Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις» δηλαδή «Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔκανες νὰ σηκωθεῖ ὁ πεσμένος Ἀδάμ· ποιος είναι ο Αδάμ; Ο Αδάμ έχει μεταφορική έννοια και είναι όλο το ανθρώπινο γένος, που συμπαρασύρεται από την πτώση του πρωτόπλαστου Αδάμ.
Και συνεχίζοντας λέγει, χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ λύτρωση τῶν δακρύων τῆς Εὔας», θέλει να πει ο υμνωδός ότι: η Εύα σηματοδοτεί την αρχή μιας εποχής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αχρεία, επάρατος και δουλική στην αμαρτία, ενώ η Θεοτόκος κάνει μια νέα αρχή, επαναφέρει την ευλογία, τη χαρά, την ελευθερία και όλες εκείνες τις ποιότητες που παρέμειναν σε αιχμαλωσία λόγω της παρακοής και της πτώσεως των πρωτοπλάστων.
Η υπακοή της Παναγία μας αντίθετα είναι σε θέση να επαναφέρει στον Θεό τη φύση που παρήκουσε και την ευθύνη που λησμονήθηκε εξαιτίας της παρακοής.
Η Παναγία αποκατέστησε την ταραγμένη σχέση της κτιστής φύσεως με τον Θεό Δημιουργό, αφού την απελευθέρωσε από τα δεσμά που της επέβαλε η αδαμική πτώση.
Η Παναγία ως μητέρα του Θεανθρώπου και σύνδεσμος ανθρώπου και Θεού συγκεντρώνει όλα εκείνα τα χαρίσματα που είναι αναγκαία για την προετοιμασία του γήινου στην υποδοχή του υπερβατού. Μόνο ένα πρόσωπο με τις αρετές της Παναγίας και το πλήρωμα της χάριτος του Θεού θα μπορούσε να γίνει ο φορέας της χαράς, η αγγελία της ευφροσύνης και η καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό δηλαδή με λίγα λόγια η Παναγία έγινε η κλίμακα, η σκάλα που κατέβηκε ο Θεός στην γη, αλλά και η γέφυρα όπου μεταφέρονται οι άνθρωποι από την γη προς στον ουρανό.
Ο δρόμος για την καταλλαγή των ανθρώπων με τον Θεό είναι πλέον ανοικτός και η Παναγία μάς καλεί να ακολουθήσουμε αυτό τον δρόμο ας είναι αγαπητοί μου αδελφοί η περίοδος αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής περίοδος αγώνων για την σωτηρία των ψυχών μας να είναι ο αγώνας μας νικηφόρος όπως αυτόν που έδωσαν οι Χριστιανοί της πόλεως κατά των Αβάρων και των Περσών ώστε να ακούσουμε και εμείς «είσελθε εις την χαρά του Κυρίου σου». Αμήν.

Τρίτη, Αυγούστου 13, 2013

Η κοίμηση της υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας π. Άγγελος Σπυρόπουλος

«Η πηγή της ζωής, εν μνημείω τίθεται και κλίμαξ προς ουρανόν, ο τάφος γίνεται…»
Στη νέα πραγματικότητα της καινής κτίσεως, που εγκαινιάζει η Ανάσταση και η νίκη του Χριστού πάνω στο θάνατο, κλονίζεται και καταργείται η εξουσία του θανάτου στον άνθρωπο.
Ο θάνατος, ο μεγάλος εχθρός της ανθρώπινης υπάρξεως, γίνεται κοίμηση και πέρασμα από την πρόσκαιρη στην αιώνια ζωή, μετάβαση δηλαδή από την φθορά στην αφθαρσία και από τον θάνατο στην αθανασία.
Ο χωρισμός της ψυχής απ’ το σώμα είναι πλέον προσωρινός, αφού μετά την ανάσταση του Κυρίου μας υπάρχει η βεβαιότητα της αναστάσεως.
Η βεβαιότητα αυτή καταργεί το φόβο, την οδύνη και την απελπισία του θανάτου, ενώ ενισχύει την ελπίδα και ισχυροποιεί την πίστη στη μετά θάνατον ζωή.
Η Παναγία ως άνθρωπος έπρεπε να υποστεί όλα εκείνα που συνεπάγονται στη ανθρώπινη καταγωγή της. Έτσι γνώρισε προσωρινά το θάνατο, για να μη φανεί σε κάποιους φαντασία το μυστήριο του Χριστού, ούτε να θεωρηθεί ότι η μητέρα Του δεν ήταν άνθρωπος που προσέλαβε τη θνητή σάρκα, όπως όλο το ανθρώπινο γένος.
Το σώμα της Θεοτόκου ενταφιάζεται στη γη, όπου εγκαταλείπει το ατελές της ανθρώπινης φύσεως, προκειμένου να ενδυθεί το τέλειο του Θεού.
Η σωματική παχυλότητα, όπως ονομάζει τη θνητότητα ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μεταβάλλεται σε ένδυμα αθανασίας, σε χιτώνα αφθαρσίας και αιώνιας ζωής.
Η Θεοτόκος, λοιπόν είναι μητέρα της ζωής που και με το θάνατό της γίνεται πάλι αφορμή ζωής, γι’ αυτό η Εκκλησία μας θριαμβικά την ονομάζει «ζωηφόρος».
Στην πατερική γραμματεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας το τέλος της επίγειας ζωής της Θεοτόκου την ονομάζει «κοίμηση» ή «μετάσταση», οι θεολογικές αυτές έννοιες προσδιορίζουν γενικά τον «εν Χριστώ» θάνατο, δηλαδή τη μετάβαση τής ψυχής στη ζωή της αιωνιότητας.
Η κοίμηση της Θεοτόκου είναι ένα από τα πιο συγκλονιστικά γεγονότα στον κύκλο των θεομητορικών εορτών.
Η σημασία της εστιάζεται στη μετάσταση της Παναγίας από τη γη στον ουρανό, από την κάτω και πρόσκαιρη ζωή στην άνω χώρα, την αναλλοίωτη και άφθαρτη, και όπως λέγει και ο υμνωδός «νενίκηνται της φύσεως όροι».
Η Θεοτόκος που έζησε πανάγιο βίο, μετά την κοίμησή της μεταβαίνει ψυχή τε και σώματι στην αφθαρσία, και προλέγει στον άνθρωπο την κοινή ανάσταση.
Η λεπτομέρεια αυτή αποτελεί μια σημαντική πτυχή της θεολογίας της Εκκλησίας˙ πτυχή με ηθικές και πνευματικές συνέπειες για την ζωή των πιστών, αφού συνακόλουθο τής αγιότητας είναι η υπέρβαση της νομοτέλειας και της φθοράς.
Η ψυχή της Θεοτόκου Μαρίας χωρίζεται από το σώμα και το σώμα παραδίδεται στην γη, αλλά δεν κατεξουσιάζεται από τον θάνατο ούτε και διαλύεται από την φθορά, όπως υπαγορεύει η φυσική τάξη.
Στην ίδια νοηματική συνάφεια ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός παραλληλίζει το αδιάλυτο του σώματος της Παναγίας, που δεν διαλύεται από τη φθορά ούτε καταλύεται από το θάνατο, με το αλώβητο της παρθενίας κατά τη γέννηση του Χριστού.
Κατά την γέννηση του Υιού του Θεού διατηρήθηκε άφθορη η παρθενία της, έτσι και στην κοίμησή της τιμήθηκε με αφθαρσία το θείο σώμα της.
Το κεντρικό σημείο της θεολογικής συμφωνίας των δύο γεγονότων είναι στη σκέψη του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού η υπέρβαση της φύσεως και της φθοράς, ως συνέπεια της αγιότητας της Θεοτόκου.
Ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, σε Λόγο του για την Κοίμηση, χαρακτηρίζει το «υπέρ ημάς και ημέτερον σώμα» της Θεοτόκου ως «ζωαρχικών».
Ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος, λέγει ότι: η Παναγία μεταβαίνει άφθαρτος ως ενιαία ψυχοσωματική ύπαρξη σε χώρο πέρα από εκείνον της φθοράς, στον παράδεισο, την πρώτη πατρίδα των προπατόρων.
Ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας ερμηνεύει την Κοίμηση της Θεοτόκου με βάση την αγιότητα του βίου της και την οντολογική σχέση της με τον Θεό, ως Μητέρα του Υιού και Λόγου του Θεού.
Η κοίμηση της Παναγίας στη συνείδηση των πιστών δεν σημαίνει εγκατάλειψη των ανθρώπων.
Όπως ξέρουμε όταν κοιμηθεί ένας άνθρωπος εγκαταλείπει την οικογένεια του, τις μέριμνες, την δουλειά του, εγκαταλείπει δηλαδή τον πρόσκαιρο και μάταιο τούτο κόσμο.
Όμως όσο η Παναγία ζούσε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο ήταν πολύ κοντά στους ανθρώπους, γι’ αυτό και με την κοίμησή της δεν αποξενώθηκε από τα επίγεια προβλήματα των ανθρώπων.
Η ίδια η Θεοτόκος, που κόσμησε τη γη και τον ουρανό, δεν ήταν δυνατό να είναι μακριά και από τα δύο ούτε και να μας αφήσει ορφανούς από την παρουσία της.
Εισακούει κάθε ανθρώπινη επίκληση για πρεσβείες προς τον Θεό Πατέρα.
Η ιδιάζουσα θέση της Παναγίας στη θρησκευτική ζωή των ορθοδόξων αναδύεται από την ίδια την προσωπικότητά της και το θείο ρόλο της.
Η λαϊκή ευσέβεια ύμνησε τις αρετές και την αγιότητά της, αποδίδοντας σ’ αυτήν επίθετα και χαρακτηρισμούς που απεικονίζουν τις εσωτερικές της ποιότητες.
Η μορφή της κυριαρχεί στις ψυχές των πιστών ως μεγάλη Μητέρα, συμπαραστάτης και βοηθός στον πνευματικό, αλλά και στον καθημερινό αγώνα, αφού με τη ζωή της υπέδειξε τον αυθεντικό δρόμο του πνευματικού αγώνα της ανθρώπινης υπάρξεως.
Το εύρος της αρετής της συνιστά δύναμη που νικά τις συνέπειες της πτώσεως και μεταστρέφει το πέλαγος των θλίψεων, την οδύνη των πειρασμών και τα αδιέξοδα του κόσμου σε πολύτιμες εμπειρίες, χρήσιμες στην πορεία της τελειώσεως.
Η δική της ωραιότητα αναδεικνύει και αποκαθιστά την ωραιότητα της αμαυρωμένης εικόνας της πτώσεως, που μπορεί πλέον να αποκαθαρθεί και να επανέλθει, όπως Εκείνη, πιο πάνω από το «αρχαίον κάλλος».
Αδελφοί μου η αναφορά στη μνήμη της υπεραγίας Θεοτόκου ενισχύει την αίσθηση της παρουσίας της στη ζωή μας, αφού «όπου η ταύτης διηνεκώς εναπόκειται μνήμη, εκεί αναμφιβόλως και η ταύτης ουκ απολείπεται παρουσία», σημειώνει ο Ιάκωβος ο Μοναχός.
Αδελφοί μου όταν ήμασταν μικρή και κάναμε κάποια ζημιά για να μην μας βαρέσει ο πατέρας μας τρέχαμε στην αγκαλιά της μητέρα μας για να μας προστατεύσει έτσι πρέπει να κάνουμε και με την Παναγία μας να τρέχουμε στην αγκαλιά της και να της ζητάμε την πρεσβεία και την προστασία της για να αποφεύγουμε τα φαρμακερά βέλη του διαβόλου.
Έτσι αγαπητοί μου αδελφοί ας απευθυνόμαστε, στην Παναγία μας, την μητέρα του αρχιποίμενος Ιησού Χριστού, της οποίας η μεγάλη και ευρύχωρη αγκαλιά εξασφαλίζει πλήρη κάλυψη και συνεχή στοργική φροντίδα. Αμήν

Δευτέρα, Μαΐου 20, 2013

Ομιλία εις τους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη του π. Αγγέλου Σπυροπουλου


Σήμερα αδελφοί μου εορτάζουμε τη μνήμη των Θεοστέπτων Βασιλέων και ισαποστόλων Κων/νου & Ελένης.
Μητέρα ευσεβής και γιος σώφρων και νουνεχής γίνονται «οι πρώτοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες που αναγνωρίζουν στο χριστιανισμό, τη μοναδική απέναντι των άλλων θρησκειών αξία και τον ασπάζονται ανεπιφύλακτα και τον κηρύττουν και τον προστατεύουν.
Λέγει σχετικά ο ιερός Υμνογράφος απευθυνόμενος προς τον άγιο Κων/νο: «Πρώτος καθυπέταξας, την αλουργίδα αείμνηστε, Βασιλεύ εκουσίως Χριστώ, αυτόν επιγνούς Θεόν, καί παμβασιλέα, πάντων ευεργέτην, νικοποιόν πάσης αρχής, καί εξουσίας».
Η ευσεβής βασιλομήτωρ Ελένη ανέτρεφε τον γιο της «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Νεότατος ο Κωνσταντίνος έδωσε μάχες με τους τυράννους Μαξιμιλιανό και Μαξέντιο.
Ο Μ. Κωνσταντίνος είχε πλέον συνειδητά απορρίψει την ειδωλολατρική πολυθεΐα και είχε προσχωρήσει σαφέστερα στην ενοθεϊστική πίστη του πατέρα του, η οποία τον έφερε εγγύτερα στον χριστιανισμό.
Το 313 μ.Χ. στον πανηγυρικό του αναφέρεται στον Θεό λέγοντας: «ο Θεός έχει τόσα ονόματα, όσες γλώσσες έχουν οι λαοί της οικουμένης και είναι μία δύναμη που διαμένει πάνω από τον ουρανό».
Ο Ευσέβιος Καισαρείας ο ιστορικός της Εκκλησίας μας στο έργο του «εις τον βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως» μας εξηγεί τα αίτια της μεταστροφής του Μ. Κωνσταντίνου η οποία τοποθετείται στις παραμονές της συγκρούσεώς του με τον Μαξέντιο στη Ρώμη στη Μουλβία γέφυρα τον Οκτώβριο του 312 και στην πιο κρίσιμη στιγμή των πολεμικών του επιχειρήσεων ο Κωνσταντίνος ζήτησε τη βοήθεια του «πατρώου θεού» είδε το μεσημέρι εκείνης της ημέρας στον ουρανό ολοφώτεινο το σημείο του σταυρού με την επιγραφή «εν τούτω νίκα».
Η πίστη του στη δύναμη του Σταυρού τού εξασφάλισε τη νίκη κατά τού Μαξεντίου και τού δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να αναδειχθεί μονοκράτωρ στο Ρωμαϊκό κράτος και να αποβεί μέγας πράγματι για την ιστορία αλλά και για την χριστιανική πίστη.
Έτσι καταρτισμένος από τη μητέρα του αλλά και με την Θεία Χάρη στις αρχές του 313 μ.Χ. εκδίδει το Διάταγμα των Μεδιολάνων όπου καθόρισε τις βασικές αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας.
Προοδευτικά η ειδωλολατρική θρησκεία άρχισε να καταλύετε και να επικρατεί ο Χριστιανισμός ο οποίος έγινε η βάση της νέας ιδεολογίας της αυτοκρατορίας.
Το 319 μ.Χ. δίδει προνόμια στους Χριστιανούς και καθιερώνει την αργία της Κυριακής, επιπλέων καθιερώνει χριστιανικά σύμβολα στις στρατιωτικές σημαίες, στα νομίσματα και στα δημόσια κτήρια κ.α.
Όμως από το 318 μέχρι το 325 ο Χριστιανισμός πέρασε μια μεγάλη δοκιμασία με το πρώτο αιρεσιάρχη τον Άρειο όπου δίχασε τον χριστιανισμό.
Ο Μ. Κωνσταντίνος βλέποντας όλη αυτή την έριδα μεταξύ των Χριστιανών συγκάλεσε στις 20 Μαΐου 325 στην Νίκαια της Βιθυνίας την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο η οποία ολοκληρώθηκε στις 20 Αυγούστου του 325 μ.Χ. όπου και θριάμβεψε η Ορθοδοξία. Από αυτή την Σύνοδο συγκροτήθηκαν τα επτά πρώτα άρθρα του συμβόλου της πίστεως.
Ο Μ. Κωνσταντίνος βαπτίστηκε λίγες μέρες πριν από το θάνατό του από τον Μητροπολίτη Νικομηδείας Ευσέβιο[1] σε προάστιο της Νικομηδείας.
Η μητέρα του Ελένη είχε κάνει σκοπό της ζωής της να βρει τον Σταυρό του Χρηστού όπου και τον βρήκε με το γνωστό θαυματουργικό τρόπο, επίσης στην αγία Ελένη οφείλουμε την ανέγερση των μεγαλοπρεπέστατων Ναών όπως τον πρώτο Ναό τω του Θεού Σοφία στην Πόλη των Πόλεων την Κωνσταντινούπολη την γνωστή σε όλους μας αγιά Σοφιά, ο μεγαλοπρεπέστατος Ναός της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα αλλά και ο Ναός της Εκατονταπυλιανής της Πάρου, όμως έκτισε και ένα υπέροχο Ναό το Ναό των Αγίων Αποστόλων όπου συγκέντρωσε τα λείψανα των αποστόλων και τα τοποθέτησε σε μαρμάρινες λάρνακες και τα τιμούσαν ως θησαυρούς ανεκτίμητους.

Η Εκκλησία μας δίκαια λοιπόν ονομάζει τους δύο αυτούς ευεργέτες Ισαποστόλους διότι ο μεν άγιος Κωνσταντίνος ανέδειξε την ορθόδοξη πίστη σε όλη την αυτοκρατορία η δε Αγία Ελένη την στέγασε.
Σήμερα όμως αδελφοί μου νομίζουμε ότι είναι αδύνατον οι άνθρωποι που κατέχουν αξιώματα να ευαρεστήσουν τον Θεό. Οι περισσότεροι από αυτούς οι έχοντες και κατέχοντες αντί να δοξάζουν τον Θεό για τα αγαθά που τους έχει χαρίσει τον μέμφονται και τον βρίζουν.
Είθε αγαπητοί μου αδελφοί όλοι εκείνη οι άνθρωποι όσο ψηλά κοινωνικά κι αν βρίσκονται να σκύβουν ευλαβικά τον αυχένα της ψυχής και του σώματος στη θεία δύναμη, και να δοξολογούν τον Τριαδικό Θεό να τους χαριτώνοι ώστε να αποφασίζουν και να οδηγούν την Πατρίδα μας στον δρόμο του Θεού. Αμήν.


[1] Όχι από τον επίσκοπο Ρώμης Σίλβεστρο.

Τρίτη, Μαρτίου 19, 2013

Α΄ Χαιρετισμοί π. Αγγέλου Σπυροπούλου




π. Αγγέλου Σπυροπούλου, εφημερίου Ι.Ν Αγίου Ανδρέου Αιγιου


Ο Ακάθιστος ύμνος είναι ένα μικρό αριστούργημα της πρώιμης Βυζαντινής υμνογραφίας και το μόνο κοντάκιο που για δεκαπέντε αιώνες τώρα ψάλλεται κάτω από τους θόλους των εκκλησιών γεμίζοντας τις ψυχές των πιστών ευφροσύνη και κατάνυξη.
Έχει διττό χαρακτήρα ό ένας είναι Χριστολογικός και ο άλλος είναι Μαριολογικός. Είναι το ποίημα που για πρώτη φορά ακούστηκε στον ιστορικό Ναό των Βλαχερνών στη Πόλη των πόλεων, στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα όταν η Πόλις κινδύνευε από την επιδρομή των Αβάρων και των Περσών κατά το 626 μ.Χ.
Όπως λέγει η ιστορία, οι βάρβαροι αυτοί πολιορκούσαν τους Χριστιανούς της πόλεως από ξηρά και θάλασσα και ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Οι βάρβαροι, διεμήνυαν στους Βυζαντινούς, πώς μόνο αν γίνουν ψάρια και κολυμπήσουν ή πουλιά και πετάξουν θα σωθούν.
Όμως η Υπεραγία Θεοτόκος είχε άλλοι άποψη και έσωσε την Πόλη με τρόπο θαυμαστό. Κάποιοι μάλιστα ομολόγησαν ότι είδαν την Παναγία στα τοίχοι της πόλεως να προστατεύει την πόλη και τον λαό της.
Μετά την απώθηση και την θριαμβευτική νίκη των Χριστιανών, σύσσωμοι και «εν μια καρδία» συναθροίσθηκαν στο Ναό και με ευγνωμοσύνη στην προστάτιδα τους ύμνησαν την θαυματουργική παρουσία της, στεκόμενοι όρθιοι όλη τη νύχτα, γι’ αυτό ονομάζεται και Ακάθιστος ύμνος.
Όμως αυτό είναι το ιστορικό μέρος του Ακαθίστου ύμνου. Ο υμνωδός θέτει ποιο βαθιές έννοιες.
Εμείς σήμερα θα ασχοληθούμε με μία από αυτές τις έννοιες: που είναι η εξύμνηση και η εξύψωση της Παναγίας όπου συντέλεσε στην επανόρθωση του ανθρωπίνους γένους και αποκατάστησε το πρότυπο της μητέρας όπου κλονίστηκε και αλλοιώθηκε από το πρόσωπο της Εύας κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.
Εάν λοιπόν η πρώτη Εύα υποκινούμενη από την υπερηφάνεια, υπέπεσε στην παρακοή και στην παράβαση, η δεύτερη Εύα, η Παρθένος Μαρία υπακούοντας στη θεία βουλή «τον απαντήσαντα όφιν ηπάτησε και στον κόσμο την αφθαρσίαν εισήγαγεν».
Πρίν λίγο ακούσαμε τον ιερό υμνωδό να μας λέγει «χαίρε, δι ης η χαρά εκλάμψει»˙ δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο, θα λάμψει η χαρά στον κόσμο και συνεχίζει «χαίρε δι ης η αρά ακλείψει» δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο θα εκλείψει η κατάρα.
Ας πάρουμε όμως το πρώτο μέρος του στοίχου που λέγει ότι μέσα από την Παναγία θα έρθει η χαρά. Ποια είναι η χαρά; Το ακούμε συχνά, όμως, έχουμε αναρωτηθεί ποια είναι η πραγματική χαρά; Η χαρά αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Θεάνθρωπος Χριστός αυτός είναι για τον Χριστιανό η αληθινή χαρά που με την εσάρκωσή του πραγματοποιήθηκε η διόρθωση της εκπτώσεως των πρωτοπλάστων όπως λέγει ο Ιωσήφ ο υμνογράφος, αλλά και η λύση της κατάρας της Εύας, ποια είναι η κατάρα της Εύας: είναι ότι γίναμε γήινοι, είναι ότι φορέσαμε τους δερμάτινους χιτώνες της παρακοής και της υπερηφάνειας ώστε να μας κλείσει η πόρτα του παραδείσου.
Έρχεται όμως η Παναγία μας, και τι κάνει; Ανταποδίδει το χρέος, και βοηθά με το να κάνει υπακοή στο θέλημα του Θεού και Πατρός να γεννήσει δηλαδή τον δεύτερο Αδάμ, το Χριστό, Αυτός μας ελευθέρωσε, με τον ερχομό του, από τη δουλεία του θανάτου και μας ανακαίνισε.
Δεν ανακαίνισε μόνο την ανθρώπινη φύση αλλά και την καθόλο φύση όλη δηλαδή την δημιουργία, κα αυτό γιατί όταν έπεσε το ανθρώπινο γένος παρέσυρε όλη την κτίση όλη την δημιουργία.
Η Παναγία μας, αγαπητοί μου αδελφοί χαρακτηρίζεται από τον Θεοφάνη Νικαίας ως εξαίσιο και θεοειδέστατο άγαλμα ωραιότητας και ευπρέπειας του αγαθού και διαυγέστατο κάτοπτρο της παρθενίας, στο οποίο απεικονίζεται η εικόνα του αοράτου Θεού.
Ακόμη ο υμνωδός λέγει: «Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις» δηλαδή «Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔκανες νὰ σηκωθεῖ ὁ πεσμένος Ἀδάμ· ποιος είναι ο Αδάμ; Ο Αδάμ έχει μεταφορική έννοια και είναι όλο το ανθρώπινο γένος, που συμπαρασύρεται από την πτώση του πρωτόπλαστου Αδάμ.
Και συνεχίζοντας λέγει, χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ λύτρωση τῶν δακρύων τῆς Εὔας», θέλει να πει ο υμνωδός ότι: η Εύα σηματοδοτεί την αρχή μιας εποχής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αχρεία, επάρατος και δουλική στην αμαρτία, ενώ η Θεοτόκος κάνει μια νέα αρχή, επαναφέρει την ευλογία, τη χαρά, την ελευθερία και όλες εκείνες τις ποιότητες που παρέμειναν σε αιχμαλωσία λόγω της παρακοής και της πτώσεως των πρωτοπλάστων.
Η υπακοή της Παναγία μας αντίθετα είναι σε θέση να επαναφέρει στον Θεό τη φύση που παρήκουσε και την ευθύνη που λησμονήθηκε εξαιτίας της παρακοής.
Η Παναγία αποκατέστησε την ταραγμένη σχέση της κτιστής φύσεως με τον Θεό Δημιουργό, αφού την απελευθέρωσε από τα δεσμά που της επέβαλε η αδαμική πτώση.
Η Παναγία ως μητέρα του Θεανθρώπου και σύνδεσμος ανθρώπου και Θεού συγκεντρώνει όλα εκείνα τα χαρίσματα που είναι αναγκαία για την προετοιμασία του γήινου στην υποδοχή του υπερβατού. Μόνο ένα πρόσωπο με τις αρετές της Παναγίας και το πλήρωμα της χάριτος του Θεού θα μπορούσε να γίνει ο φορέας της χαράς, η αγγελία της ευφροσύνης και η καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό δηλαδή με λίγα λόγια η Παναγία έγινε η κλίμακα, η σκάλα που κατέβηκε ο Θεός στην γη, αλλά και η γέφυρα όπου μεταφέρονται οι άνθρωποι από την γη προς στον ουρανό.
Ο δρόμος για την καταλλαγή των ανθρώπων με τον Θεό είναι πλέον ανοικτός και η Παναγία μάς καλεί να ακολουθήσουμε αυτό τον δρόμο ας είναι αγαπητοί μου αδελφοί η περίοδος αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής περίοδος αγώνων για την σωτηρία των ψυχών μας να είναι ο αγώνας μας νικηφόρος όπως αυτόν που έδωσαν οι Χριστιανοί της πόλεως κατά των Αβάρων και των Περσών ώστε να ακούσουμε και εμείς «είσελθε εις την χαρά του Κυρίου σου». Αμήν.

Σάββατο, Μαΐου 26, 2012

Κυριακή των Αγίων 318 Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου του π. Άγγελου Σπυρόπουλου

«Ταύτα λαλώ εν τω κόσμω ίνα έχωσι την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν αυτοίς»
Ανέκαθεν ο άνθρωπος ήταν ένας αναζητητής και νοσταλγός της χαράς. Ποτέ όμως δεν την αναζήτησε με τόση λαχτάρα, με τόσο πάθος, όσο σήμερα. Ίσως γιατί ποτέ άλλοτε δεν ένοιωσε περισσότερο την έλλειψή της.
Στις μέρες μας συμβαίνει τούτο το περίεργο: όσο περισσότερο χρόνο και μόχθο ξοδεύουμε για την απόκτηση της χαράς, τόσο πιο πολύ εκείνη απομακρύνεται από τη ζωή μας. Ανθρώπινη προσπάθεια και χαρά κατάντησαν αντιστρόφως ανάλογες πραγματικότητες.
Ο λόγος είναι απλός: Αναζητούμε τη χαρά έξω από το χώρο της Πίστεως, μακριά από το Θεό, νομίζοντας πως η βίωσης της Χριστιανικής Αποκαλύψεως σημαίνει για τον άνθρωπο απλώς και μόνον αγώνα, θλίψη, σταυρό.
Εν τούτοις ακούμε το Χριστό στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα να βεβαιώνει πως σκοπός του λυτρωτικού Του κηρύγματος στον κόσμο είναι η χαρά του ανθρώπου και μάλιστα μια χαρά που ξεπερνά τα γήινα και ανθρώπινα μέτρα, παίρνει διαστάσεις θεϊκές και εμφανίζεται ολοκληρωμένη στα βάθη της ψυχής. «Ταύτα λαλώ εν τω κόσμω ίνα έχωσι την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν αυτοίς» είναι τα λόγια της αρχιερατικής προσευχής Του.
Ονόμασαν το Χριστιανισμό θρησκεία όχι μόνο της αγάπης, αλλά και της χαράς και είναι ακριβής ο χαρακτηρισμός.
Δεν είναι χωρίς σημασία ότι η ιστορία της σαρκώσεως του Θεού αρχίζει με ένα μήνυμα χαράς, εκείνο το υπέροχο «χαίρε» του Ευαγγελισμού, και τελειώνει με ένα ανερμήνευτο συναίσθημα χαράς, που κατακλύζει τις ψυχές των Αποστόλων λίγο μετά την Ανάληψη του Χριστού και που ο Ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει στις τελευταίες γραμμές του Ευαγγελίου του: «και αυτοί προσκυνήσαντες αυτόν υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης».
Μήνυμα χαράς ήταν η πρώτη λέξη που βγήκε από τα χείλη του Αναστημένου Ιησού, εκείνο το «χαίρετε» προς τις σεμνές Μυροφόρες, και το πρώτο θαύμα της παντοδυναμίας του δεν έγινε για να ανακουφίσει ανθρώπινο πόνο, αλλά για να προσφέρει χαρά στους καλεσμένους ενός Γάμου, στην Κανά.
Στο πέρασμα των αιώνων όσοι ακολούθησαν με συνέπεια το δρόμο της Χριστιανικής Αλήθειας κατόρθωσαν, περνώντας μέσα από θύελλες και σκοτάδια, να φτάσουν στο φως και το λιμάνι της αληθινής χαράς.
Από τους πρώτους χριστιανούς, για τους οποίους μας λέει το βιβλίο των Πράξεων ότι «επληρούντο χαράς και πνεύματος Αγίου» ενώ γύρω τους εμαίνετο η τρικυμία του διωγμού, ως τους σημερινούς κουρασμένους οδοιπόρους της ζωής, που από τα σκοτεινά και αγκαθόσπαρτα μονοπάτια της αμφιβολίας κατορθώνουν κάποτε να φτάσουν στις φωτόλουστες κορυφές της Πίστεως.
Ένας γάλλος φιλόσοφος, του 20ου αιώνα, ο Γκαμπριέλ Μαρσέλ, όταν ύστερα από μακρά και οδυνηρή αναζήτηση πίστεψε στο Χριστό, σημείωσε στο ημερολόγιό του τούτη τη μοναδική λέξη: Χαρά! Και δεν είναι ο μόνος.
Η πείρα που απόκτησαν παλιοί και σύγχρονοι χριστιανοί αγωνιστές επιβεβαιώνει τα λόγια του Πασκάλ: «κανένας άνθρωπος δεν είναι χαρούμενος από τον πραγματικό χριστιανό».
Δεν υποστηρίζουμε πως οι χριστιανοί έχουν το προνόμιο να μη δοκιμάζουν πόνους και θλίψεις στη ζωή τους. Κάτι τέτοιο θα ήταν έξω από την πραγματικότητα, που συχνά μαρτυρεί το αντίθετο.
Οι χριστιανοί αγωνιστές είναι εκείνοι που γεύονται τις σκληρότερες δοκιμασίες. Όμως, η χριστιανική χαρά είναι ριζωμένη τόσο βαθειά στο εσωτερικό του ανθρώπου, ώστε δεν επηρεάζεται από τα εξωτερικά γεγονότα, όσο δυσάρεστα και αν είναι.
Ο Χριστιανισμός αποδέσμευσε τη χαρά από τις εξωτερικές συνθήκες που μέσα σ᾿ αυτές ζει και παλεύει ο άνθρωπος. Η χαρά που προσφέρει ο Χριστός δεν στηρίζεται στην καλοπέραση, στα υλικά αγαθά.
Γι᾿ αυτό δεν σβήνει όταν την χτυπήσουν οι κεραυνοί της φτώχειας και της ταλαιπωρίας. Ούτε στη υγεία του σώματος και τη φιλία του κόσμου στηρίζεται. Έτσι δεν εξαφανίζεται στο κρεβάτι της αρρώστιας, στο πένθος του τάφου, στη μοναξιά και τον κατατρεγμό. Είναι μόνιμη και αναφαίρετη.
Έχει τόσο βάθος και πλάτος, ώστε δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αψηφά τα βάσανα της γης και να ατενίζει πίσω από της ζωής τα σύννεφα της αιωνιότητας το φωτεινό ουρανό, «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός». Ακόμα και τη στιγμή που ο χριστιανός σταυρώνεται, στου πόνου το σταυρό, ξέρει πως θα έλθει η ανάσταση και χαίρεται με την προσμονή της.
Τούτη την αποδέσμευση της χριστιανικής χαράς από τα δυσάρεστα και τις δυσκολίες του κόσμου εκφράζουν τα λόγια του Κυρίου προς τους μαθητές του όλων των αιώνων: «την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ᾿ υμών».
Έτσι οι χριστιανοί εμφανίζονται στον κόσμο «ως λυπούμενοι, αεί δε χαίροντες». Και ξέρουν πολύ καλά όλοι όσοι έζησαν τούτη τη χριστιανική «χαρμολύπη» ότι το παραπάνω οξύμωρο δεν είναι απλώς σχήμα λόγου, ούτε έκφρασης στιγμιαίου ενθουσιασμού, άλλα διαπίστωσης απτής πραγματικότητας.
Η χριστιανική χαρά πηγάζει από την απύθμενο ωκεανό της αγάπης του Θεού. Και είναι αυτή ακριβώς η θεϊκή αγάπη που δίνει στον άνθρωπο το αίσθημα της σιγουριάς και της αυτάρκειας στα προβλήματα και τις ανάγκες που είναι φυσικό να αντιμετωπίζει σε κάθε βήμα του.
Γιατί ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή θυμάται ο αγωνιστής τα λόγια του Αποστόλου: «του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ᾿ υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν, πως ουχί και συν αυτώ τα πάντα ημίν χαρίσεται;»
Αφού η θεϊκή αγάπη μάς έδωσε τόσο πολύτιμο δώρο, πως είναι δυνατό να μη μας δώσει τα μικρότερα; Αν η αγάπη του Θεού είναι ανεξάντλητη, είναι φυσικό να μη τελειώνει ποτέ και η χαρά που πηγάζει απ᾿ αυτήν. Σε μια τέτοια βεβαιότητα στηρίζεται ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ με το περίφημο χαιρετισμό «Χριστός Ανέστη Χαρά μου».
Πόσοι, αλήθεια, στον καιρό μας αγνοούν πως η αληθινή χαρά δεν εξασφαλίζεται με ασφαλιστικά συμβόλαια, ούτε αγοράζεται με χρήματα αλλά ούτε με χρυσάφι!
Είναι δώρο του Θεού, καρπός του Αγίου Πνεύματος, που τον γεύονται όσοι διά μέσου των αιώνων ακολουθούν συνειδητά και με συνέπεια τη Θρησκεία της χαράς, την Αποκάλυψη του σταυρωμένου και Αναστημένου Λυτρωτή.
Αν, λοιπόν, αδελφοί μου, θέλουμε κι εμείς, κουρασμένοι νοσταλγοί της χαράς, κάποτε να τη βρούμε, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε τον ίδιο δρόμο, τον δρόμο του Χριστού. Αμήν!!!

Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2012

Κήρυγμα ειςτους Α Χαιρετισμούς - π. Αγγέλου Σπυροπούλου, εφημερίου Ι.Ν Αγίου Ανδρέου Αιγιου π. Αγγέλου Σπυροπούλου, εφημερίου Ι.Ν Αγίου Ανδρέου Αιγιου


Ο Ακάθιστος ύμνος είναι ένα μικρό αριστούργημα της πρώιμης Βυζαντινής υμνογραφίας και το μόνο κοντάκιο που για δεκαπέντε αιώνες τώρα ψάλλεται κάτω από τους θόλους των εκκλησιών γεμίζοντας τις ψυχές των πιστών ευφροσύνη και κατάνυξη.
Έχει διττό χαρακτήρα ό ένας είναι Χριστολογικός και ο άλλος είναι Μαριολογικός. Είναι το ποίημα που για πρώτη φορά ακούστηκε στον ιστορικό Ναό των Βλαχερνών στη Πόλη των πόλεων, στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα όταν η Πόλις κινδύνευε από την επιδρομή των Αβάρων και των Περσών κατά το 626 μ.Χ.
Όπως λέγει η ιστορία, οι βάρβαροι αυτοί πολιορκούσαν τους Χριστιανούς της πόλεως από ξηρά και θάλασσα και ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Οι βάρβαροι, διεμήνυαν στους Βυζαντινούς, πώς μόνο αν γίνουν ψάρια και κολυμπήσουν ή πουλιά και πετάξουν θα σωθούν.
Όμως η Υπεραγία Θεοτόκος είχε άλλοι άποψη και έσωσε την Πόλη με τρόπο θαυμαστό. Κάποιοι μάλιστα ομολόγησαν ότι είδαν την Παναγία στα τοίχοι της πόλεως να προστατεύει την πόλη και τον λαό της.
Μετά την απώθηση και την θριαμβευτική νίκη των Χριστιανών, σύσσωμοι και «εν μια καρδία» συναθροίσθηκαν στο Ναό και με ευγνωμοσύνη στην προστάτιδα τους ύμνησαν την θαυματουργική παρουσία της, στεκόμενοι όρθιοι όλη τη νύχτα, γι’ αυτό ονομάζεται και Ακάθιστος ύμνος.
Όμως αυτό είναι το ιστορικό μέρος του Ακαθίστου ύμνου. Ο υμνωδός θέτει ποιο βαθιές έννοιες.
Εμείς σήμερα θα ασχοληθούμε με μία από αυτές τις έννοιες: που είναι η εξύμνηση και η εξύψωση της Παναγίας όπου συντέλεσε στην επανόρθωση του ανθρωπίνους γένους και αποκατάστησε το πρότυπο της μητέρας όπου κλονίστηκε και αλλοιώθηκε από το πρόσωπο της Εύας κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.
Εάν λοιπόν η πρώτη Εύα υποκινούμενη από την υπερηφάνεια, υπέπεσε στην παρακοή και στην παράβαση, η δεύτερη Εύα, η Παρθένος Μαρία υπακούοντας στη θεία βουλή «τον απαντήσαντα όφιν ηπάτησε και στον κόσμο την αφθαρσίαν εισήγαγεν».
Πρίν λίγο ακούσαμε τον ιερό υμνωδό να μας λέγει «χαίρε, δι ης η χαρά εκλάμψει»˙ δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο, θα λάμψει η χαρά στον κόσμο και συνεχίζει «χαίρε δι ης η αρά ακλείψει» δηλαδή μέσα από την Θεοτόκο θα εκλείψει η κατάρα.
Ας πάρουμε όμως το πρώτο μέρος του στοίχου που λέγει ότι μέσα από την Παναγία θα έρθει η χαρά. Ποια είναι η χαρά; Το ακούμε συχνά, όμως, έχουμε αναρωτηθεί ποια είναι η πραγματική χαρά; Η χαρά αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Θεάνθρωπος Χριστός αυτός είναι για τον Χριστιανό η αληθινή χαρά που με την εσάρκωσή του πραγματοποιήθηκε η διόρθωση της εκπτώσεως των πρωτοπλάστων όπως λέγει ο Ιωσήφ ο υμνογράφος, αλλά και η λύση της κατάρας της Εύας, ποια είναι η κατάρα της Εύας: είναι ότι γίναμε γήινοι, είναι ότι φορέσαμε τους δερμάτινους χιτώνες της παρακοής και της υπερηφάνειας ώστε να μας κλείσει η πόρτα του παραδείσου.
Έρχεται όμως η Παναγία μας, και τι κάνει; Ανταποδίδει το χρέος, και βοηθά με το να κάνει υπακοή στο θέλημα του Θεού και Πατρός να γεννήσει δηλαδή τον δεύτερο Αδάμ, το Χριστό, Αυτός μας ελευθέρωσε, με τον ερχομό του, από τη δουλεία του θανάτου και μας ανακαίνισε.
Δεν ανακαίνισε μόνο την ανθρώπινη φύση αλλά και την καθόλο φύση όλη δηλαδή την δημιουργία, κα αυτό γιατί όταν έπεσε το ανθρώπινο γένος παρέσυρε όλη την κτίση όλη την δημιουργία.
Η Παναγία μας, αγαπητοί μου αδελφοί χαρακτηρίζεται από τον Θεοφάνη Νικαίας ως εξαίσιο και θεοειδέστατο άγαλμα ωραιότητας και ευπρέπειας του αγαθού και διαυγέστατο κάτοπτρο της παρθενίας, στο οποίο απεικονίζεται η εικόνα του αοράτου Θεού.
Ακόμη ο υμνωδός λέγει: «Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις» δηλαδή «Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔκανες νὰ σηκωθεῖ ὁ πεσμένος Ἀδάμ· ποιος είναι ο Αδάμ; Ο Αδάμ έχει μεταφορική έννοια και είναι όλο το ανθρώπινο γένος, που συμπαρασύρεται από την πτώση του πρωτόπλαστου Αδάμ.
Και συνεχίζοντας λέγει, χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ λύτρωση τῶν δακρύων τῆς Εὔας», θέλει να πει ο υμνωδός ότι: η Εύα σηματοδοτεί την αρχή μιας εποχής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αχρεία, επάρατος και δουλική στην αμαρτία, ενώ η Θεοτόκος κάνει μια νέα αρχή, επαναφέρει την ευλογία, τη χαρά, την ελευθερία και όλες εκείνες τις ποιότητες που παρέμειναν σε αιχμαλωσία λόγω της παρακοής και της πτώσεως των πρωτοπλάστων.
Η υπακοή της Παναγία μας αντίθετα είναι σε θέση να επαναφέρει στον Θεό τη φύση που παρήκουσε και την ευθύνη που λησμονήθηκε εξαιτίας της παρακοής.
Η Παναγία αποκατέστησε την ταραγμένη σχέση της κτιστής φύσεως με τον Θεό Δημιουργό, αφού την απελευθέρωσε από τα δεσμά που της επέβαλε η αδαμική πτώση.
Η Παναγία ως μητέρα του Θεανθρώπου και σύνδεσμος ανθρώπου και Θεού συγκεντρώνει όλα εκείνα τα χαρίσματα που είναι αναγκαία για την προετοιμασία του γήινου στην υποδοχή του υπερβατού. Μόνο ένα πρόσωπο με τις αρετές της Παναγίας και το πλήρωμα της χάριτος του Θεού θα μπορούσε να γίνει ο φορέας της χαράς, η αγγελία της ευφροσύνης και η καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό δηλαδή με λίγα λόγια η Παναγία έγινε η κλίμακα, η σκάλα που κατέβηκε ο Θεός στην γη, αλλά και η γέφυρα όπου μεταφέρονται οι άνθρωποι από την γη προς στον ουρανό.
Ο δρόμος για την καταλλαγή των ανθρώπων με τον Θεό είναι πλέον ανοικτός και η Παναγία μάς καλεί να ακολουθήσουμε αυτό τον δρόμο ας είναι αγαπητοί μου αδελφοί η περίοδος αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής περίοδος αγώνων για την σωτηρία των ψυχών μας να είναι ο αγώνας μας νικηφόρος όπως αυτόν που έδωσαν οι Χριστιανοί της πόλεως κατά των Αβάρων και των Περσών ώστε να ακούσουμε και εμείς «είσελθε εις την χαρά του Κυρίου σου». Αμήν.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 11, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΛΟΥΚΑ(ΑΣΩΤΟΥ): «Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ µετανοούντι». υπό του π. Άγγελου Σπυρόπουλου



π. Αγγέλου Σπυρόπουλου,εφημερίου ΙΝ αγίου Ανδρέου Αιγίου
Αγλάισμα των παραβολών και ατίμητο κειμήλιο του Ευαγγελικού θησαυρού ονόμασαν, 
αγαπητοί μου αδελφοί, οι πατέρες τη παραβολή του Ασώτου υιού. Γιατί μέσα από
 αυτή την παραβολή ζωγραφίζεται από το «θείο καλλιτέχνη», η απέραντη και
 ανυπέρβλητη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, το κάθε άνθρωπο.
Φαίνεται όλο το ύψος της αγάπης του Θεού, που δεν αγαπά μόνο τους δικαίους, τους
 ενάρετους και τους εκλεκτούς, αλλά η αγάπη του Θεού αγκαλιάζει όλους τους
 ανθρώπους με μεγαλύτερη θέρμη και με ειλικρινέστερο πόνο ακόμη και τον 
χειρότερο αμαρτωλό, εξάλλου ο Χριστός είπε «ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους
 αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοια».
Έτσι λοιπόν, συνεχίζει η παραβολή να μας λέγει: «είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και
 ευσπλαγχνίσθη και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν»,
 δηλαδή, ο γεμάτος αγάπη πατέρας, όταν είδε από μακριά τον αγνώριστο και σε
 κακά χάλια γιό του, έτρεξε, τον αγκάλιασε και τον κατεφίλησε. Αγνώριστος ήταν 
κι όμως η αγάπη του πατέρα τον γνώρισε και τον αποκατέστησε στη πρώτη δόξα.
Όταν βρισκόταν στο σπίτι τού πατέρα ο μικρότερος γιος, είχε άφθονα όλα τ΄
 αγαθά και ήταν χαρούμενος και ευτυχισμένος, γιατί είχε ακόμη την φροντίδα
 και την στοργή του πατέρα του.
Όμως, από απερισκεψία, θεωρεί την υπακοή στο πατέρα σαν αιχμαλωσία 
και σκλαβιά, παρακινούμενος μάλλον και από τους «φίλους» ζητάει την ελευθερία
 του, να χαρεί τα νιάτα του μακριά από την επίβλεψη του πατέρα του.
Και αφού ζήτησε την προβλεπόμενη περιουσία έφυγε και πήγε «σε χώραν μακράν» 
όπου εκεί κατασπατάλησε όλη την περιουσία του σε πονηρές διασκεδάσεις και 
σε κτηνώδεις απολαύσεις.
Φυσικό και επόμενο ήταν με την τόσο σπάταλη ζωή που έκανε να χάσει όλη την 
περιουσία του, να δυστυχήσει και να κινδυνέψει να πεθάνει από την πείνα, εάν
 δεν βρισκόταν κάποιος να τον μαζέψει και να τον προσλάβει ως χοιροβοσκό.
 Και όχι μόνο αυτό, αλλά, προσπαθούσε να χορτάσει με την τροφή που έδινε
 στους χοίρους.
Σε αυτό το σημείο επαληθεύονται τα λόγια του Χριστού μας που λέγει:
 «έσονται οι έσχατοι πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι».
Ο πλούσιος γιος, τώρα χοιροβοσκός!!! Η σκέψη αυτή τον συντάρασσε, τον
 επανέφερε όμως στα λογικά του και αποφασίζει λέγοντας: «πόσοι μίσθιοι 
του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ λιμώ απόλλυμαι! Αναστάς 
πορεύσομαι προς τον πατέρα μου…» δηλαδή πόσοι μισθωτοί του πατέρα 
μου έχουν άφθονο και περισσεύοντα τον άρτο, ενώ εγώ κινδυνεύω να
 πεθάνω από την πείνα. Ταπεινώνεται και αμέσως παίρνει τον δρόμο 
του γυρισμού. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα της μετανοίας του με τον λογισμό,
 την σκέψη. Προχωρεί με σκυμμένο το κεφάλι, ξυπόλητος, βρώμικος,
 δυστυχισμένος και αγνώριστος από τις κακουχίες.
Σαν πλησίαζε, όμως, στο πατρικό του σπίτι, ο πατέρας τον είδε από
 μακριά, και αμέσως έτρεξε τον αγκάλιασε.
Ο άσωτος γιος κάνει το δεύτερο βήμα δηλαδή κάνει το λογισμό, τη σκέψη πράξη
 και ζητά από τον πατέρα του την πλήρη συγχώρεση λέγοντάς του: "ήμαρτον εις 
τον ουρανόν και ενώπιόν σου. Ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. Ποίησόν με ως
 ένα των μισθίων σου».
Η αγάπη του πατέρα δέχεται την πραγματική συγνώμη του ασώτου, και αμέσως,
πρόσταξε τους δούλους να του φέρουν τα καλύτερα ρούχα, τα καλύτερα 
υποδήματα, το δακτυλίδι του, και να σφάξουν τον «μόσχο τον σιτευτόν» ώστε
 να γιορτάσουν την επιστροφή του γιού του, διότι «νεκρός ην και ανάζησε,
 και απολωλώς ην και ευρέθη».
Μια εικόνα απείρου κάλους, θεϊκής αγάπης, και πάλι μου έρχονται τα 
θεία λόγια στη σκέψη: «Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί
 ενί αμαρτωλώ µετανοούντι».
Πόσοι όμως άνθρωποι, αγαπητοί μου αδελφοί, σε κάθε εποχή, πόσο μάλλον
 σήμερα, μοιάζουν με τον Άσωτο της παραβολής; Πόσοι σπαταλούν την 
περιουσία τους, τα νιάτα τους και φθείρουν την υγεία τους σε αμαρτωλές 
διασκεδάσεις; Πόσες οικογένειες έχουν καταστραφεί από την ασωτία είτε
 των ανδρών είτε των γυναικών; Τόσα διαβάζουμε καθημερινά στις εφημερίδες
 για ειδεχθή εγκλήματα τα οποία είναι αποτέλεσμα της ασωτίας και της
 ανηθικότητας!!!
Οι κοινωνία μας είναι γεμάτη από άσωτους, κάθε ηλικίας,
 κάθε φύλου, κάθε τάξεως.
Ο άσωτος της παραβολής όμως, κάποτε μετανόησε και γύρισε
 στο πατέρα του.
Ποια ευλογία Θεού θα ήταν και ευτυχία της κοινωνίας, εάν όλοι οι 
άσωτοι, κάθε εποχής, ακολουθούσαν το παράδειγμα του νεώτερου γιού
 της παραβολής δηλαδή στην επιστροφή του στο πατρικό σπίτι!
Η αγάπη του Θεού και πατέρα μας είναι πολύ μεγάλη για κάθε 
αμαρτωλό άνθρωπο.
Η αγκαλιά Του, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι πάντα ανοικτή και περιμένει
 την επιστροφή όλων μας, διότι η μακροθυμία Του ανέχεται και υπομένει.
Το μόνο που ζητεί, είναι τη μετάνοιά μας, όπως αυτή του Άσωτου υιού που
 είπε στον πατέρα του «ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου. Ουκέτι 
ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. Ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου».
Έτσι αδελφοί μου είναι ευκαιρία τώρα που προετοιμαζόμαστε για το Θείο Πάθος
 να γυρίσουμε και εμείς ως ο Άσωτος και να ζητήσουμε από τον Θεό πατέρα την
 συγχώρεση ώστε να ακούσουμε και εμείς το «νεκρός ην και ανάζησε, 
και απολωλώς ην και ευρέθη». Αμήν.



IEΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΙΓΙΟΥ
 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...