Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χρήστος Πιτυρίνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χρήστος Πιτυρίνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Μαΐου 28, 2014

Η Ανάληψη του Κυρίου π. Χρίστος Πιτυρίνης

analipsisΗ εορτή της Αναλήψεως, σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση, σηματοδοτεί το τέλος της επίγειας παρουσίας του Κυρίου μας και την άνοδό Του στους ουρανούς, πλησίον του Θεού και Πατρός. Ο Χριστός όμως δεν επιστρέφει από εκεί που ξεκίνησε πριν την Σάρκωσή Του, ως Θεός μόνο. Πλέον, ανεβάζει στους ουρανούς την ανθρώπινη φύση και ξαναδίδει στον άνθρωπο αυτό που του έλειπε:  την δυνατότητα συνεχούς κοινωνίας με το Θεό, τη δυνατότητα υπερβάσεως της αμαρτίας και του θανάτου, τη δυνατότητα της σωτηρίας, της θεώσεως και της λυτρώσεως. Και αυτή η σωτηρία δεν υπάρχει πλέον ως προσδοκία ή ως επιθυμία, αλλά ως βεβαιότητα.
Τούτο αποτυπώνεται στις τελευταίες φράσεις του Απολυτικίου που ψάλλουμε στην εορτή: «βεβαιωθέντων αὐτῶν – τῶν μαθητῶν- διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου». Επί σαράντα ημέρες ο Αναστημένος Κύριος εμφανίζεται στους μαθητές Του. Συνομιλεί μ’ αυτούς. Συντρώγει. Επιλύει τις τελευταίες απορίες τους. Ποιεί σημεία. Τους φανερώνει την αγάπη Του. Τους καλεί να αναμένουν τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Τους υπόσχεται ότι δεν θα τους αφήσει ορφανούς.
Τους δίδει πλέον την βεβαιότητα ότι όχι μόνο επάτησε τον θάνατο, αλλά και ότι  προετοιμάζει για τον καθένα την κοινή Βασιλεία. Ότι όχι μόνο θα αναστηθούμε, αλλά και θα ζήσουμε σε κοινωνία με το Θεό. Γιατί το νόημα της υπάρξεώς μας δεν είναι απλώς το να ζήσουμε αιώνια.
Αλλά το να ζήσουμε αιώνια με το Θεό και μαζί Του, μέσα στην Εκκλησία. Και αυτό επιτυγχάνεται από αυτήν εδώ τη ζωή και όχι όταν πεθάνουμε. Ο Κύριός μας επισφραγίζει την Ανάσταση, την διδασκαλία Του, τις υποσχέσεις Του με την Ανάληψή Του. Συνοδευόμενος από τους Αγγέλους, εν νεφέλη φωτεινή, ανεβαίνει εις ουρανούς. Δείχνει στους μαθητές Του, αλλά και σε κάθε χριστιανό ότι τα πάντα γι’ Αυτόν είναι δυνατά. Το επίγειο έργο Του ετελείωσε. Το αφήνει τώρα παρακαταθήκη στους μαθητές, αλλά και σε όλους εμάς που πιστεύουμε σ’ Αυτόν.
Και Εκείνος μας περιμένει, έχοντας δώσει στον καθένα την δυνατότητα να νικήσει την φύση του, να ανεβούμε πνευματικά εις ύψος νοητόν, σε κοινωνία και σχέση μαζί Του, να αφήσουμε την όποια προσκόλληση στην καθημερινότητα της ζωή μας και να ζητήσουμε και την δική μας ανάληψη πλησίον Του. Όχι αποκόπτοντας τον εαυτό μας από τη ζωή μας, αλλά δίδοντάς της άλλο νόημα.
 Αυτό το διαφορετικό νόημα είναι βεβαιότητα για την Εκκλησία μας. Δεν είναι υπόθεση, ούτε ιδέα. Δεν είναι απλή πίστη, ούτε θρησκευτική εκδήλωση. Είμαστε βέβαιοι ότι ο Κύριός μας αναστήθηκε και ανελήφθη εις ουρανούς. Είμαστε βέβαιοι ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού και ο Λυτρωτής του κόσμου. Είμαστε βέβαιοι ότι η ανθρώπινη φύση μας απέκτησε άλλες δυνατότητες. Ότι μπορούμε να είμαστε μαζί με το Θεό. Και αντλούμε αυτή τη βεβαιότητα μέσα από τρεις δρόμους.
Ο πρώτος είναι η ίδια η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, όπως αυτή αποτυπώνεται στην Καινή Διαθήκη, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων. Οι Απόστολοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της Αναλήψεως του Κυρίου. Τον ψηλάφησαν μετά την Ανάστασή Του. Τον άκουσαν να τους ομιλεί. Τον είδαν να πορεύεται μαζί Τους. Και είχαν την ευλογία να τον δούνε τη στιγμή που έφευγε από κοντά τους  εν δόξη. Όχι απλά και ταπεινά όπως ήρθε. Αλλά μέσα στο Φως και την μεγαλοπρέπεια που αρμόζει στο Θεό. Και αυτή η μαρτυρία της Αναλήψεως διαπότισε τη ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες. Η βεβαιότητα μεταδόθηκε από γενεά σε γενεά. Και συνδυάσθηκε με την προσδοκία της οριστικής επανόδου εν τη Αναστάσει των νεκρών και εν τη ζωή του μέλλοντος αιώνος.
Ο δεύτερος δρόμος είναι η παρουσία των Αγίων μας. Οι Άγιοι, καθόλη την διάρκεια της Ιστορίας, αποδεικνύουν τις νέες δυνατότητες της ανθρωπίνης φύσεως, όταν κοινωνεί με τον Θεό. Ο Άγιος μπορεί και υπερβαίνει τα πάθη του, παραιτείται από τα δικαιώματά του, ακόμη και από την ίδια του τη ζωή, πρόθυμος να υποστεί τα φρικτότερα μαρτύρια, αγαπά και τους εχθρούς του, ειρηνεύει εν τη καρδία του, χαίρεται κάθε στιγμή της υπάρξεώς του, θαυματουργεί χάρις στην κοινωνία με το Θεό, γίνεται Φως και δόξα για όλο τον κόσμο. Είναι άνθρωπος. Είναι όμως ταυτοχρόνως και κοινωνός της θείας φύσεως. Και επειδή ουδέποτε οι άγιοι θα εκλείψουν, η βεβαιότητα της Αναλήψεως θα δίδει δύναμη στον καθέναν μας να ακολουθεί αυτόν τον δρόμο.
Ο τρίτος δρόμος είναι η ευλογία που μας δίδεται στη ζωή της Εκκλησίας μας. Όχι μόνο η ανθρώπινη φύση, αλλά και κάθε τι το υλικό μέσα στην Εκκλησία μας, αγιάζεται και ανεβαίνει προσφερόμενο στο Θεό. Το ψωμί και το κρασί, το κερί και το λιβάνι, τα χρώματα των εικόνων, το νερό και το λάδι, οι καρποί και τα γεννήματα της γης, ευλογούνται μέσα στα μυστήρια και τις ακολουθίες και μας υπενθυμίζουν ότι είναι δικά Του, ότι χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε να επιτύχουμε πραγματικά τίποτα, γιατί μόνο η σχέση μας μαζί Του δίδει νόημα στη ζωή μας. Η ύλη δεν θα παύσει να είναι ύλη. Ακόμη όμως και αυτή θυμίζει τις δυνατότητες  της φύσεώς μας να είναι πλησίον του Θεού.
Ο κόσμος μας εξακολουθεί να πορεύεται με άλλες βεβαιότητες. Έχει εμπιστοσύνη στην εξουσία, την τεχνολογία, το χρήμα, την γνώση, την αναζήτηση της ηδονής. Ενίοτε περιφρονεί τις βεβαιότητες της πίστεώς μας, θεωρώντας τες ξεπερασμένες για την εποχή μας. Διαπιστώνουμε όμως ότι οι ανθρώπινες βεβαιότητες κρατούν μέχρι του τάφου. Μπροστά στον πόνο, την αρρώστια και τον θάνατο, κάθε βεβαιότητα συντρίβεται και φανερώνεται γυμνή, καθότι κρατά την ανθρώπινη φύση καθηλωμένη στα πεπερασμένα όρια της φθαρτότητας.
Η βεβαιότητα της πίστεως ανεβάζει τον άνθρωπο εις ουρανούς. Δίδει δόξα, τιμή και ελπίδα στον πιστό. Προσφέρει γνήσια χαρά, που αγιάζει τη ζωή μας. Και δια της σχέσεως με τον Αναληφθέντα Κύριό μας εν τη Εκκλησία, επαναφέρει το «ἀρχαῖον κάλλος» στην φύση μας. Δεν είμαστε μόνοι μας. Δεν καταλήγει η ζωή μας στον θάνατο. Μπορούμε να νικήσουμε την ματαιότητα και την φθαρτότητα. Ο ίδιος ο Κύριός μας, δια της Αναλήψεώς Του, μας δίδει αυτή την βεβαιότητα. Και η ευλογία βιώνεται κάθε φορά που η Εκκλησία μας τελεί τα μυστήρια της, εορτάζει τους Αγίους της, υπενθυμίζει τον λόγο του Κυρίου στο Ευαγγέλιο. Αυτή την βεβαιότητα ουδείς την εγκρέμισε στους αιώνες. Και κάθε φορά που ο καθένας μας τη ζει, ανέρχεται πλησίον του Θεού. Δια του Αναληφθέντος Κυρίου μας.


Δευτέρα, Απριλίου 21, 2014

Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος

agios_georgios

Κάθε άνοιξη, μαζί με την «εορτή των εορτών και την πανήγυρη των πανηγύρεων», την λαμπροφόρο Ανάσταση που είναι η πνευματική άνοιξη, «τό έαρ της Χάριτος», εορτάζουμε οι ορθόδοξοι Χριστιανοί όλου του κόσμου και την μνήμη ενός μεγάλου μάρτυρος της Εκκλησίας μας, του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου (23 Απριλίου ή την δεύτερη ημέρα του Πάσχα, εάν αυτό τύχη μετά την ως άνω ημερομηνία). «Ανέτειλεν ιδού το της Χάριτος έαρ, επέλαμψε Χριστού η Ανάστασις πάσι και ταύτη συνεκλάμπει νυν Γεωργίου του Μάρτυρος η πανέορτος και φωτοφόρος ημέρα». Όπως είναι γνωστό, ο Άγιος Γεώργιος κατάγεται από την αγιογεννήτρα Καππαδοκία και έζησε στα τέλη του τρίτου και τις αρχές του τετάρτου αιώνα μ.Χ.
Ανώτερος αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού διακρίθηκε και τιμήθηκε για την ανδρεία και την παλικαριά του. Πάνω από όλα όμως υπήρξε «γενναίος στρατιώτης Ιησού Χριστού, ο οποίος καταντρόπιασε τους τυράννους και έγινε μιμητής του πάθους Του». Με την Χάρη του Θεού που “ενοικούσε” στην αγιασμένη του ύπαρξη έκανε, αλλά και εξακολουθεί να κάνη, πολλά θαύματα. Όταν συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, ο σύνεδρος του βασιλέως Μαγνέντιος του ζήτησε να αναστήση κάποιο νεκρό, ο οποίος είχε πεθάνει πολλά χρόνια πριν, για να φανή αν η πίστη του είναι αληθινή. Ο άγιος με την προσευχή του τον ανέστησε και τότε αυτός προσκύνησε τον άγιο, δόξασε την θεότητα του Χριστού και ταυτόχρονα έκανε και μια φοβερή ομολογία.
Είπε ότι έζησε προ Χριστού και επειδή λάτρευε τα είδωλα υπέφερε στην κόλαση. Πολλοί από τους ειδωλολάτρες που είδαν το θαύμα και άκουσαν την ομολογία πίστευσαν στον Χριστό. Για τους ανθρώπους του Θεού όμως το θαύμα δεν είναι κάτι το εκπληκτικό και παράδοξο, αλλά κάτι πολύ φυσικό, αφού για τον Θεό τίποτε δεν είναι αδύνατο και δεν είναι το θαύμα το ζητούμενο στην ζωή. Οι Άγιοι δεν παρακαλούσαν τον Θεό να τους δείξη κάποιο θαύμα, αλλά να τους χαρίση μετάνοια. Το ζητούμενο είναι η θέωση που είναι και ο σκοπός της ζωής μας.
Η κοινωνία με τον Θεό, η θεωρία του Θεού, στην οποία οδηγούμαστε με την μετάνοια και την κάθαρση από τα πάθη. «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα και χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα επινίκειον άδοντες». Ο αγώνας και η προσπάθεια του ανθρώπου που γίνεται μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, με την «εν χάριτι άσκησιν», να μεταμορφώση τα πάθη του και να ζήση την κοινωνία με τον Θεό, να γευτή την θεία Χάρη, νοηματοδοτεί την ζωή του. Η ζωή του αποκτά νόημα και σκοπό και όλα όσα κάνει, το βιοποριστικό του επάγγελμα και τα όποια άλλα έργα του, εντάσσονται σε αυτό τον σκοπό και σε αυτή την προοπτική.
Σήμερα πολλοί, κυρίως νέοι άνθρωποι, ξεστρατίζουν και μπαίνουν στο περιθώριο της ζωής, επειδή δεν βρίσκουν κανένα νόημα και κανένα σκοπό στην ζωή τους. Κάθε μέρα τα ναρκωτικά κόβουν το νήμα της ζωής νέων ανθρώπων που έπερεπε να σφίζουν από ζωή και όρεξη για δημιουργία. Πολλές μπορεί να είναι οι αιτίες γι’ αυτό το ξεστράτισμα, η κυριότερη όμως, σύμφωνα και με την ομολογία πολλών νέων που έχουν μπλέξει με τα ναρκωτικά, είναι η έλλειψη σκοπού και νοήματος για την ζωή. Μεγάλη είναι η συμβολή της Εκκλησίας στην πρόληψη, αλλά και την καταστολή των ναρκωτικών, αφού δίνει νόημα και περιεχόμενο στην ζωή. Κάθε Ενορία, αλλά και κάθε Μοναστήρι, όταν λειτουργούν στα ορθόδοξα πλαίσια αποτελούν και μια θεραπευτική κοινότητα.
Γνωρίζω περιπτώσεις νέων ανθρώπων που είχαν μπλεχτεί με ναρκωτικά, και ψυχοναρκωτικά, (διάφορες συνήθειες που δημιουργούν εξάρτηση, αλλά και οι αιρέσεις) και μπόρεσαν να απαγκιστρωθούν και να βρουν και πάλι τον δρόμο τους με την βοήθεια αγιασμένων μορφών του Αγίου Όρους, αλλά και πολλών άλλων πνευματικών ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στον χώρο της Εκκλησίας. Η σύνδεση των παιδιών με την Εκκλησία δεν είναι σκοταδισμός και οπισθοδρόμηση, αλλά αγάπη για την ζωή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι προοδευτική και μοντέρνα και πάντα επίκαιρη. Προσφέρει νόημα ζωής, αγάπη για την ζωή, την παρούσα και την αιώνιο, αφού η ζωή δεν τελειώνει στην ψυχρή πλάκα του τάφου.
Προσφέρει «ζωήν και περισσόν ζωής». Ο Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος συγκαταλέγεται στους Μεγαλομάρτυρες και είναι από τους πιο λαοφιλείς Αγίους της Εκκλησίας μας. Έζησε στα τέλη του 3ου - αρχές του 4ου αιώνα , στην διάρκεια της βασιλείας του Διοκλητιανού. Η εποχή του υπήρξε εποχή σκληρών διωγμών εναντίον της Χριστιανικής πίστης .Ο Γεώργιος είχε μεγάλο αξίωμα . ήτανε κόμης και διακρινόταν σε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την γενναιότητα και την ανδρεία του .Παρ' όλη όμως την δόξα και τις τιμές δεν αρνήθηκε να θυσιάσει τα πάντα και να ομολογήσει με παρρησία μπροστά στον αυτοκράτορα και σε πολλούς άρχοντες τη Χριστιανική του πίστη . Υπέμεινε πολλά και φρικτά βασανιστήρια και στο τέλος αναδείχτηκε Μεγαλομάρτυρας.
Είναι πολλά τα θαύματα του Αγίου Γεωργίου, και ακόμη και σήμερα κάνει σ’ όσους προσφεύγουν με πίστη στις πρεσβείες του. Δείγμα τιμής από μέρους μας προς τον Άγιο, είναι βέβαια και ο εορτασμός της μνήμης του και τα πανηγύρια, αλλά πιο μεγάλο δείγμα τιμής ας είναι η μίμηση της αγίας ζωής του, γιατί «τιμή μάρτυρος» είναι η «μίμηση μάρτυρος». Μίμηση της ομολογίας, της μαρτυρικής και αγίας ζωής του.

Παρασκευή, Απριλίου 18, 2014

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ(ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟ)Η εις Άδου Κάθοδος π. Χρίστος Πιτυρίνης

Ὅτι καὶ Χριστός ἅπαξ περὶ ἁμαρτιῶν ἔπαθε, δίκαιος ὑπὲρ ἀδίκων, ἵνα ἡμᾶς προσαγάγῃ τῷ Θεῷ, θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθείς δὲ πνεύματι· ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν»
(Α´ Πέτρ. γ´ 18-19).

apokathilosiΚατά το  Άγιο και Μέγα Σάββατο, η  Εκκλησία μνημονεύει την εις  Άδου κάθοδο του Κυρίου μας  Ιησού Χριστού.  Ότι δηλαδή, κατά τις τρεις ημέρες μετά τον θάνατό Του και μέχρι της αναστάσεώς Του, ο Κύριος κατήλθε στον Άδη, στον τόπο, όπου ευρίσκονταν φυλακισμένες οι ψυχές των ανθρώπων, κήρυξε και, στη συνέχεια, με θεϊκή εξουσία ανέστησε και ελευθέρωσε τις ψυχές και κυριολεκτικά «ἐκένωσε» τα ταμεία του ζοφερού αυτού τόπου.  Η προσδοκία του διαβόλου ήταν, ότι τελικά θα μπορούσε να κρατήσει ένα μέρος της δημιουργίας του Θεού υπό την εξουσία του. Αυτός ήταν ο  Άδης.
Ο  Άδης δεν είναι τόπος, αλλά τρόπος ζωής των πνευμάτων. Είναι δε ως τρόπος και κατάσταση ζωής αντίθετος του Παραδείσου.  Εάν στον Παράδεισο ο άνθρωπος είναι ευτυχισμένος επειδή ζει με τον Θεό, στον  Άδη ζει δυστυχισμένος επειδή ζει με τούς διαβόλους. Στον  Άδη κατέρχονταν όλοι οι ζώντες.  Εκεί δεν μπορούσαν να αινούν πια τον Θεό, να ελπίζουν στην δικαιοσύνη Του, στην πιστότητά Του. Πρόκειται για μία ολοκληρωτική εγκατάλειψη.
Σ’  αυτό τον τραγικό χώρο της δυστυχίας και απελπισίας, κατέβηκε ο Χριστός για να ελευθερώσει τούς αιωνίους αιχμαλώτους, οι οποίοι ευρίσκονταν εκεί παρά την θέλησή τους. Αυτό δε αποτελούσε την δύναμη και την χαρά του διαβόλου, ότι είχε την δύναμη, μπορούσε, να εμποδίσει τούς δικαίους να ζήσουν με τον Θεό. Αυτή την αδικία επισημαίνει ο  Απόστολος Παύλος όταν γράφει· «᾿Αλλ᾿ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ ᾿Αδὰμ μέχρι Μωσέως καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας» (Ρωμ. ε´ 14).
Ο Άδης δεν ταυτίζεται με την κόλαση.  Ο  Ιησούς Χριστός κατέβηκε στον Άδη, ο καταδικασμένος πηγαίνει στην κόλαση. Οι θύρες του  Άδη, όπου κατέβηκε ο  Ιησούς Χριστός, άνοιξαν, για να μπορέσουν να διαφύγουν οι αιχμάλωτοί του, ενώ, όταν ο κολασμένος κατεβαίνει στην κόλαση, η πόρτα της κλείνει πίσω του αιωνίως και δεν θα ανοίξει ποτέ.  Ο  Άδης και η κόλασις είναι το βασίλειο του θανάτου και, χωρίς τον  Ιησού Χριστό, δεν θα υπήρχε στον κόσμο παρά μια μόνο κόλασις και ένας μόνο θάνατος, ο θάνατος με την απεριόριστη δύναμή του.
Εάν υπάρχει «δεύτερος θάνατος» (᾿Αποκ. κα´ 8), ξεχωριστός από τον πρώτο, είναι επειδή ο Ιησούς Χριστός συνέτριψε με τό θάνατό Του «τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (῾Εβρ. β´ 14-15). Την κάθοδο του  Ιησού Χριστού στον Άδη εορτάζει και πανηγυρίζει η  Εκκλησία του Χριστού κατά το  Άγιο και Μέγα Σάββατο. «Τοῦτό ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον Σάββατον». Η θεολογία της  Εκκλησίας μας φωτίζει επαρκώς το θέμα αυτό, το οποίο αφορά όλους μας.
Η κάθοδος του Χριστού στον  Άδη είναι ένα άρθρο πίστεως, και είναι πράγματι ένα βέβαιο δεδομένο της Καινής Διαθήκης.  Ο χριστολογικός κανόνας του  Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου είναι ύμνος, τραγούδι για τον νεκρωμένο Θεο. Εάν «ὁ Θεὸς ἀνέστησε τὸν ᾿Ιησοῦν λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου» (Πράξ. β´ 24), είναι επειδή τον βύθισε αρχικά στον Άδη, αλλά χωρίς ποτέ να τον εγκαταλείψει εκεί. Εάν ο Χριστός, στο Μυστήριο τῆς Αναλήψεως, «ἀνέβη ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν», είναι επειδή «κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς».
Επρεπε να γίνει αυτή η φοβερή κάθοδος, για να μπορέσει ο Χριστός να «πληρώσῃ τὰ πάντα» καί νά βασιλεύσει ὡς Κύριος στό Σύμπαν. ῾Η χριστιανική πίστη ομολογεί, ότι ο  Ιησούς Χριστός είναι Κύριος στον ουρανό μετά την ανάβασή Του από τούς νεκρούς. «῞Ινα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, καταπεφοίτηκας, ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς», ψάλλουμε την λαμπρά και φωταυγή νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου. Το τίμημα της ταφής του Κυρίου για τον άνθρωπο ήταν η αφθαρσία και η καινοποίηση της φύσεώς του.
Όπως η φθορά υπήρξε το τίμημα της αμαρτίας, ως νέκρωση και χωρισμός από τον Θεό, έτσι η ανακαίνιση και η αφθαρσία υπήρξαν ο ειδικός καρπός της θείας ενανθρωπήσεως.  Ο Χριστός με τον θάνατο και την ταφή Του αφαίρεσε τα ράκη της φθοράς, τα οποία είχαν στοιβαχθεί σ’ αυτήν από την παράβαση του  Αδάμ και έσβηναν την ομορφιά της· και με το αίμα Του έπλυνε το πλάσμα Του από το μίασμα της αρχαίας παρακοής, αφάνισε την δυσωδία του θανάτου, την οποία απέπνεε το πτώμα της αμαρτίας, ανακούφισε το γένος των ανθρώπων, από το βάρος της αποστασίας του και έκαμε ν’ αστράψει και πάλι η φύσις, να ζωντανέψουν οι θεοειδείς χαρακτήρες, να λάμψει και πάλι η αρχέγονος ομορφιά της, ενδεδυμένη την άφθαρτη δόξα του Θεού.
Αυτό το υπέρτατο λυτρωτικό αγαθό, την αφθαρσία δηλαδή και την αθανασία, το οποίο κορυφώνεται στην ένδοξη Ανάσταση του Χριστού, ψάλλει με ρίγη ιεράς συγκινήσεως και ανεκλάλητης χαράς η  Ορθοδοξία.  Η κάθοδος του  Ιησού Χριστού στον Άδη υπήρξε θεοπρεπής και ένδοξος.  Ο Κύριος πραγματοποίησε δύο καθόδους. Κατήλθε από ψηλά από τον ουρανό στην γη, το πρώτο. Και κατήλθε με ταπείνωση και πτωχεία. Δεύτερον, κατήλθε από την γη στα βασίλεια του  Άδη.  Εκεί όμως κατέβηκε παντοκρατορικά, με όλη την «ἄστεκτη» δυναστεία Του, εξουσιαστικώς. Τον είδαν οι δαίμονες και τρόμαξαν. Τον είδαν οι δίκαιοι και αναπήδησαν με χαρά και αγαλλίαση.
Ο Άγιος  Επιφάνιος,  Επίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου, στον θεολογικώτατο λόγο του «Τῷ ἀγίῳ και μεγάλῳ Σαββάτῳ» περιγράφει αυτόν τον θεοπρεπέστατο τρόπο της καθόδου του Χριστού στον  Αδη· «Χθὲς (ἐννοεῖ τήν Μεγ. Παρασκευή) συνέβαινον τὰ τῆς οἰκονομίας, σήμερον τὰ τῆς ἐξουσίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀσθενείας, σήμερον τὰ τῆς αὐθεντίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀνθρωπότητος, σήμερον τὰ τῆς θεότητος ἐνδείκνυται. Χθὲς ἐρραπίζετο, σήμερον τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος τὸ τοῦ ῞ᾼδου ραπίζει οἰκητήριον. Χθὲς ἐδεσμεῖτο, σήμερον ἀλύτοις δεσμοῖς καταδεσμεῖ τὸν τύραννον. Χθὲς κατεδικάζετο, σήμερον τοῖς καταδίκοις ἐλευθερίαν χαρίζεται. Χθὲς ὑπουργοὶ τοῦ Πιλάτου αὐτῷ ἐνέπαιζον, σήμερον οἱ πυλωροὶ τοῦ ῞ᾼδου ἰδόντες αὐτὸν ἔφριξαν... ῾
Ο χθὲς τοίνυν οἰκονομικῶς τὰς λεγεῶνας τῶν ᾿Αγγέλων παραιτούμενοςϜ σήμερον θεοπρεπῶς ὁμοῦ τε καὶ πολεμικῶς, καὶ δεσποτικῶς κάτεισι κάτω τοῦ ῞ᾼδου καὶ θανάτου  ῾Ως γοῦν τὰ παντόθυρα, καὶ ἀνήλια, καὶ ἀνέσπερα τοῦ ῞ᾼδου δεσμωτήρια καὶ οἰκητήρια ἡ θεόδημος τοῦ Δεσπότου κατέλαβεν αἰγληφόρος παρουσία, προφθάνει πάντας Γαβριήλ ἀρχιστράτηγος καὶ βοᾶ τό ῎Αρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν.
Καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι. ῞Αμα αἱ ἀγγελικαί δυνάμεις ἐβόησαν, ἅμα αἱ πύλαι ἐπάρθησαν, καὶ αἱ ἁλύσεις ἐλύθησαν, ἅμα οἱ μοχλοὶ κατεκλάσθησαν, ἅμα τὰ κλεῖθρα ἐξέπεσαν, ἅμα τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου ἐδονήθησαν, ἅμα αἱ ἐνάντιαι δυνάμεις εἰς φυγὴν ἐτράπησαν, ἔφριξαν, ἐσαλεύθησαν, κατεπλάγησαν, ἐταράχθησαν, ἠλλοιώθησαν, ἐθροήθησαν, ἔστησαν ὁμοῦ καὶ ἐξέστησαν, ἠπόρησαν ὁμοῦ καὶ ἐτρόμαξαν.
᾿Εκεῖ γὰρ τότε διέκοψε Χριστός ἐν ἐκστάσει κεφαλὰς δυναστῶν». «᾿Εδεήθημεν Θεοῦ σαρκουμένου καί νεκρουμένου», θεολογεῖ ἡ ποικίλη μοῦσα τῆς δικῆς μας αὐλῆς, τῆς ᾿Εκκλησίας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος, γιά νά μπορέσουμε νά ζήσουμε. Αὐτός μᾶς ζύμωσε μέ τήν θεότητά Του, μᾶς ἐνέδυσε τήν θεία εὐπρέπεια, μᾶς λάμπρυνε μέ τήν τριαδική δόξα Του, μᾶς χάρισε τήν ἀνάστασι καί τήν ζωή.«῾Ως ζωηφόρος, ὡς Παραδείσου ὡραιότερος ὄντως καὶ παστάδος πάσης βασιλικῆς, ἀναδέδεικται λαμπρότερος Χριστὲ ὁ τάφος σου, ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως». ΑΜΗΝ.

Πέμπτη, Απριλίου 17, 2014

Μεγάλη Πέμπτη Εσπέρας(Μεγάλη Παρασκευή ) «Μετά τούτο ειδώς ό Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, ίνα τελειωθή ή γραφή, λέγει Διψώ» π.Χρίστος Πιτυρίνης


stavrwshΟ Κύριος μας σήμερα βρίσκεται πάνω στο σταυρό. Ή φύσις πάσχει. Ή γη βυθίζεται στο σκοτάδι, φορεί τα μαύρα. Τα βράχια σείονται, το καταπέτασμα του ναού σχίζεται. Οι άγγελοι πενθούν και λένε στους ανθρώπους, Κλάψτε και εσείς για το Χριστό. Πέντε ώρες έμεινε πάνω στο ξύλο του σταυρού ό Κύριος. Απερίγραπτο το μαρτύριο του. Άλλα και την ώρα του πόνου δεν έχασε τη διαύγεια του. Φίλοι και εχθροί, όλοι πέρασαν από τη σκέψη του. Όλους τους θυμήθηκε με μια αγάπη άπειρη.
Θυμήθηκε την Παναγία Μητέρα και την εμπιστεύθηκε στον Ιωάννη με το «Ιδού ή μήτηρ σου» (Ίωάν. 19,27). Θυμήθηκε και τους σταυρωτάς και είπε το «Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Άλλ' ή ώρα του θανάτου πλησιάζει. Ή ζωή του Χριστού λειώνει σαν το κερί. Οι σταυρωτοί βλέπουν την αγωνία και με σαδισμό επιχαίρουν για τα παθήματα του. Τότε ό Χριστός ανοίγει τα χείλη και λέει. «Διψώ» (Ίωάν. 19,29). Αυτό το λόγο θέλησα να λάβω ως θέμα. Ελάτε να τον μελετήσουμε. Ζητώ τη βοήθεια του Εσταυρωμένου και τη δική σας προσοχή. Χριστέ, βοήθησε με Χριστιανοί, προσέξτε με. «Διψώ».
Από την ώρα πού συνελήφθη στη Γεσθημανή μέχρι τη στιγμή πού είπε τη λέξη αυτή, ό Χριστός υπέφερε μύρια μαρτύρια. Για κανένα όμως δεν άνοιξε το στόμα του να παραπονεθεί, έμεινε άφωνος σαν άκακο αρνίο. Όταν του έβαλαν το ακάνθινο στεφάνι δεν είπε «Ώ ή κεφαλή μου!», όταν τον χτύπησαν με το φραγγέλιο δεν είπε «'Ώ τα νώτα μου!», όταν τον κάρφωναν δεν είπε «'Ώ τα πόδια, ω τα χέρια μου!». Τώρα όμως πού πλησιάζει το τέλος λέει «Διψώ». Είναι μια ανάγκη του σώματος,
Είναι προπαντός ό πόνος της ψυχής του «Διψώ». Ποιος δίψα; Εκείνος πού δημιούργησε το νερό και τις δεξαμενές του. Υδρατμοί και νέφη, θάλασσες και ωκεανοί, πηγές και λίμνες, ποταμοί και ρυάκια, όλα Είναι έργα του. Αν δώσει μια διαταγή, ή θάλασσα θα γίνει ξηρά, οι ωκεανοί θα δείξουν το βυθό τους, οι πηγές θα στερέψουν, οί άνθρωποι θα πεθάνουν. και όμως ό δημιουργός του ύδατος διψά. «Διψώ». Ποίος το λέει; Εκείνος πού βρέχει επί δικαίους και αδίκους, εκείνος πού ποτίζει και τον κακούργο. Εκείνος πού δροσίζει τα άνθη κ αϊ τη χλόη. Εκείνος πού σε όλους προσφέρει δωρεάν το νερό.
Αυτός τώρα δίψα. «Διψώ». Και σε ποιους το λέει; Στους Ιουδαίους, πού μαζί με τους ξένους στρατιώτες κυκλώνουν το σταυρό. Αυτοί είχαν ιδιαίτερο λόγο να τον ευγνωμονούν. Δίψασαν κι αυτοί κάποτε, είπαν κι αυτοί «διψώ». Πού, πότε; Όταν διάβαιναν την έρημο της Αραβίας. Σταλαγματιά νερό δεν υπήρχε. Τρέχουν στο Μωϋσή «Διψούμε, δός μας νερό, χανόμαστε!». Ό Μωυσής παρακάλεσε το Θεό, κι ό Θεός τον διέταξε να χτυπήσει με το ραβδί του ένα βράχο. Κι ό βράχος έγινε βρύση.
Τους πότισε με άφθονο νερό. Ποιος; Αυτός πού τώρα φωνάζει «Διψώ». Όταν φώναξαν εκείνοι «διψούμε», ό Χριστός τους έδωσε νερό, τώρα πού ό Χριστός λέει «Διψώ», δέ' βρίσκεται ένας άπ' αυτούς να του προσφέρει λίγη δροσιά. Ώ της αχαριστίας σας, Ιουδαίοι! «αντί του μάννα χολήν, αντί του ύδατος όξος» (αντίφ. ι6' 1). «Διψώ». Είναι φυσικό να δίψα ό Χριστός. Είναι τέλειος άνθρωπος, έχει τις ανάγκες πού έχουμε κ' εμείς. Το αίμα του έφυγε, ποτίζει τη γη του Γολγοθά.
Σαν τραυματίας, σαν κουρασμένος οδοιπόρος φωνάζει «Διψώ». Άλλ' ή φωνή του «φωνή βοώντος εν τη έρήμω» (Ματθ. 3,3). Οι σταυρωτοί δεν εννοούν ν' ανακουφίσουν τον πόνο του. Αντιθέτως, νερό ζητεί, κι αυτοί του προσφέρουν ξίδι με χολή. Άλλα ή λέξη «Διψώ» δεν εκφράζει ανάγκη σωματική μόνο. Δέ' διψά μόνο το σώμα του Χριστού έχει και δίψα ψυχική. «Διψώ». τι διψά ή ψυχή του Χριστού μας; Διψά δικαιοσύνη. Εκείνος είπε «Μακάριοι οι διψώντες την δικαιοσύνην» (Ματθ. 5,6).
Ποιος άλλος αγάπησε το δίκαιο όσο ό Χριστός; και όμως έπεσε πρώτο θύμα της αγριωτέρας αδικίας. Ή καταδίκη του μένει αιώνιο στίγμα της ανθρωπινής δικαιοσύνης. «Δικαιοσύνη μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης»(Ήσ. 26,9). Άλλα που δικαιοσύνη; Πάνω απ' το σταυρό σήμερα ρίχνει το θείο βλέμμα στη γη της αδικίας κι ακούω τη φωνή του «Διψώ». Διψά δικαιοσύνη, άλλ' οί άρχοντες των λαών βουλώνουν τ' αυτιά τους χειρότερα από τους Ιουδαίους.
Άγγλος πολιτικός είπε, ότι επικρατεί όχι ό νόμος της δικαιοσύνης, άλλ' ό νόμος της ζούγκλας, ό ισχυρός καταβροχθίζει τον αδύνατο. Το άνθος του δι καιου μαράθηκε από το λίβα της αδικίας. «Διψώ». Διψά τι; Ειρήνη. Εκείνος είπε «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί» (Ματθ. 5,9) και διέταξε την Εκκλησία του να εύχεται «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου». Ειρήνη διψά ή μεγάλη καρδιά του. Και αντί ειρήνης βρίσκει ταραχή, θόρυβο. Τα έθνη ετοιμάζονται για πόλεμο, τροχίζουν τα μαχαίρια τους πάνω στην ακονόπετρα του μίσους, τρέχουν ακάθεκτοι στο δρόμο του αίματος.
Δέ' βρίσκει ό Χριστός αυτό πού ποθεί, κ' εξακολουθεί να φωνάζει στον μαινόμενο κόσμο. Διψώ την ειρήνη! «Διψώ». τι διψά; Διψά αγάπη. Άλλα που αγάπη; Τα λουλούδια της αγάπης σπανίζουν πια στον εγωιστικό μας κόσμο. Το μίσος απλώνεται, ψυγείο κατήντησε ή γη, παγωνιά επικρατεί. Και ό Χριστός βλέπει τα παγόβουνα των καρδιών και φωνάζει. Κόσμε, διψώ αγάπη! «Διψώ». τι διψά; Αγιότητα ψυχών  και σωμάτων. Είναι εκείνος πού είπε «Μακάριοι οί καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεό όψονται» (Ματθ. 5,8).
Άλλα που ή αγιότης, πού ή παρθενία, πού ή καθαρότης των ηθών; Παντού υψώνονται ναοί της Αφροδίτης και βωμοί του Βάκχου. Τη σάρκα  και όχι το πνεύμα λατρεύει ό κόσμος. «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ εστί ποιών χρηστότητα, ουκ εστίν έως ενός» (Ψαλμ. 13,3). Ή νεότης σαπίζει μέσα στη διαφθορά, το πνεύμα τυραννείται, ή σάρκα θριαμβεύει. Και ό Χριστός, πού βλέπει άπ' το σταυρό αυτό το βούρκο, φωνάζει. Κόσμε, διψώ αγιότητα  και καθαρότητα! «Διψώ». τι διψά;
Αλήθεια και ειλικρίνεια στους λόγους  και τα αισθήματα μας. «Εγώ ειμί... ή αλήθεια»  και «ή αλήθεια ελευθερώσει υμάς», είπε (Ίωάν. 14,6. 8,32). Άλλα πού αυτά! Όλοι σήμερα φορούμε τη μάσκα της υποκρισίας. Βλέπω γυναίκες πού διαβάζουν θρησκευτικά βιβλία, κάνουν μεγάλους σταυρούς, μιλούν ή μάλλον φλυαρούν περί Θεού, αλλά μένουν μόνο στα λόγια. Έργα μηδέν άκαρπες συκιές. Λησμόνησαν τα λόγια του Χριστού «Ου πάς ό λέγων μοι Κύριε, Κύριε, είσελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών».
Το ίδιο ισχύει  και για τους άντρες.  και ό Χριστός βλέπει τις μάσκες της υποκρισίας  και φωνάζει. Κόσμε, διψώ για αλήθεια  και ειλικρίνεια! «Διψώ». τι διψά; Τη σωτηρία της ψυχής σου. Χρόνια σε περιμένει ό Χριστός μας. Άλλα συ συνεχίζεις το δρομολόγιο της αμαρτίας. Στάσου λοιπόν μια στιγμή, άκουσε τον. Σου φωνάζει. Αμαρτωλέ, διψώ τη σωτηρία σου, γι' αυτήν φόρεσα τον ακάνθινο στέφανο, γι' αυτήν ανέβηκα στο σταυρό. Αδελφέ συναμαρτωλέ! Αν βρισκόσουν κάτω από το σταυρό  και άκουγες το Χριστό να φωνάζει «Διψώ», είμαι βέβαιος ότι θα έτρεχες να του φέρεις ένα ποτήρι νερό.
Άλλα  και σήμερα το ίδιο φωνάζει. «Διψώ». Διψά δικαιοσύνη, ειρήνη, αγάπη, αγιότητα, άλήθεια-ειλικρίνεια, σωτηρία ψυχών. Μη μείνουμε ασυγκίνητοι στη φωνή του. Όποιος αδικεί, όποιος μισεί  και φθονεί, όποιος κυλιέται στη λάσπη της ακολασίας, όποιος ζει στην υποκρισία  και το ψέμα, όποιος μένει αμετανόητος στην αμαρτία, ας του προσφέρει σήμερα ένα δάκρυ μετανοίας, αυτό προ παντός περιμένει ό Χριστός, αυτό θα Είναι ή καλύτερη δροσιά του.
Ω εσταυρωμένε Λυτρωτά! Δίψασες,  και οί σταυρωτέ σου έδωσαν χολή  και όξος, διψάς  και σήμερα, αλλά στη γη μας έχουν στερέψει οί πηγές του κάλου. Μόνο μικρά ποταμάκια καλοσύνης  και αρετής υπάρχουν μέσα στη Σαχάρα του κόσμου. Δός μας τη χάρη σου, ώστε τα ποταμάκια αυτά να γίνουν μεγάλοι ποταμοί, ή Σαχάρα να γίνει κήπος της Εδέμ, να βασιλεύσει παντού ή αγάπη ή δικαιοσύνη ή ειρήνη ή αγιότης ή παρθενία. Κάνε τη σημαία του σταυρού να κυματίζει παντού. Κάνε να σβήσουν μέσα μας όλες οι δίψες της αμαρτίας,  και ν' ανάψει στην καρδιά μας ή δίψα εκείνη της αγιότητας, πού αισθάνθηκες εσύ όταν από το σταυρό σου φώναξες «Διψώ».

Τετάρτη, Απριλίου 16, 2014

ΣΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ π. Χρίστος Πιτυρίνης



prodosia_ioudaΠραγματικά δεν έχω τι να πω για τη σημερινή πανήγυρη. Διότι η μεν πανήγυρη παρακινεί τη γλώσσα μου στο να κατηγορήσω τον Ιούδα, ενώ η φιλανθρωπία του Σωτήρα μου την γυρίζει πίσω. Και είμαι κυριευμένος από αυτά τα δύο, από μίσος εναντίον του προδότη, και αγάπη για τον Κυριο. Το μίσος όμως το νικάει η αγάπη, διότι είναι μεγαλύτερη και δυνατότερη. Γι᾽ αυτό, αφήνοντας κατά μέρος τον προδότη, εξυμνώ τον ευεργέτη, όχι όσο είναι άξιος, αλλ᾽ όσον επιτρέπουν οι δυνάμεις μου να Τον εξυμνήσω. Πως άφησε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη;
Πως Εκείνος που γεμίζει ολόκληρη την κτίση, ήρθε προς εμένα, και έγινε για χάρη μου άνθρωπος σαν και μένα; Πως πήρε μαθητή Του εκείνον που γνώριζε ότι θα γίνει προδότης και έδωσε εντολή στον εχθρό Του να Τον ακολουθεί σαν φίλος; Πως δεν Τον ενδιέφερε η προδοσία, αλλά φρόντιζε για τη σωτηρία εκείνου που θα Τον πρόδιδε; Διότι, λέγει, «Όταν βράδυασε καθόταν ο Ιησούς μαζί με τούς δώδεκα μαθητές Του και, ενώ έτρωγαν αυτοί, είπε· Αλήθεια σας λέγω, ένας από σας θα με παραδώσει» (Ματθ. 26, 20-21). Προείπε την προδοσία για να εμποδίσει το παρανόμημα.
Την προείπε χωρίς ν᾽ αναφέρει το πρόσωπο του προδότη, αλλά δεν μπόρεσε αυτό ν᾽ αποτρέψει την παρανομία του μαθητή, αυτή που αγνοούσαν εκείνοι που κάθονταν στο ίδιο τραπέζι. Ποιός είδε τέτοια φιλανθρωπία κυρίου; Και προδίνεται και αγαπά τον προδότη. Ποιός περιφρονείται και δείχνει ευσπλαχνία; Ποιός πουλιέται και κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον κακό έμπορο, δείχνοντας όλη τη φροντίδα του προς εκείνον που τον επιβουλεύεται; «Και ενώ έτρωγαν αυτοί, είπε· Αλήθεια σας λέγω, ότι ένας από σας θα με παραδώσει».
Σαν άνθρωπος έτρωγε και σαν Θεός μιλούσε για το μέλλον. Για χάρη μου κάμνει εκείνα που ταιριάζουν στην φύση μου. Επειδή όλοι οι μαθητές ταράχθηκαν με τα λόγια αυτά και δέχονταν τούς φοβερούς ελέγχους της συνειδήσεώς τους και μετέτρεψαν την ώρα του δείπνου σε ώρα λύπης, λέγοντας ο καθένας, «Μηπως είμαι εγώ, Κύριε;» (Ματθ. 26, 22), θέλοντας με τα λόγια της ερωτήσεως, να βρουν την ησυχία από την κακή υπόνοια.
Καθησυχάζοντας ο Χριστός τις ψυχές εκείνων που ήταν άδικα ταραγμένοι, φανερώνει με την απάντηση τον αγνοούμενο: «εκείνος που βούτηξε», λέγει, «μαζί μου το χέρι του στο πιάτο, αυτός θα με παραδώσει. Και ο Υιός του ανθρώπου βέβαια πηγαίνει όπως είναι γραμμένο γι᾽ αυτόν, αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο από τον οποίο παραδίνεται ο Υιός του ανθρώπου· θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν τον άνθρωπο εάν δεν είχε γεννηθεί» (Ματθ. 26, 23-24).
Βοηθάει εκείνον που δεν λυπήθηκε την ψυχή του. Επέμενε να δείχνει το ενδιαφέρον για εκείνον που από παλιά αδιαφόρησε για τον εαυτό του, δίνοντας και σ᾽ εκείνον την ευκαιρία για μετάνοια, και καθησυχάζοντας την αγωνία των υπολοίπων μαθητών. Όμως καθόλου καλύτερος δεν έγινε με όλα αυτά ο προδότης. Έπρεπε δηλαδή αυτός μετά από τα φοβερά εκείνα λόγια να φύγει αμέσως από το δείπνο. Έπρεπε να ζητήσει τη μεσολάβηση των Μαθητών.
Έπρεπε να γονατίσει και ν’ αγκαλιάσει τα γόνατα του Χριστού και να Τον παρακαλέσει μ’ αυτά περίπου τα λόγια: «αμάρτησα, φιλάνθρωπε, αμάρτησα, παρανόμησα, πωλώντας για λίγο τίμημα τον ατίμητο μαργαρίτη. Παρανόμησα παραδίνοντας για λίγα χρήματα τον αδαπάνητο πλούτο. Συγχώρησε εμένα τον έμπορο της ζημίας και της απώλειας. Συγχώρησέ με που ο λογισμός μου κυριεύθηκε από τον χρυσό. Συγχώρησέ με που εξαπατήθηκα πολύ ελεεινά από τούς Φαρισαίους». Τιποτε από τα λόγια αυτά δεν είπε ούτε σκέφθηκε.
Αντίθετα με σκληρή φωνή φανέρωνε τη θρασύτητα της ψυχής του λέγοντας: «Μηπως είμαι εγώ, Κυριε;» (Ματθ. 26, 25). Πω, πω αδιαντροπιά γλώσσας, πω, πω ψυχή σκληρή. Ρωτάει σαν να μη γνωρίζει εκείνα που ο ίδιος εμελέτησε, και νόμιζε ότι διαφεύγουν την προσοχή του «ακοιμήτου οφθαλμού». Στην ψυχή του φύλαγε τη δολιότητα και με τη γλώσσα πρόφερνε τα λόγια εκείνα που έδειχναν άγνοια. Με τη σκέψη διέπραξε την προδοσία, και με το στόμα, όπως νόμισε, έκρυβε την αμαρτία. Χρησιμοποίησε τα ίδια λόγια με τούς άλλους Μαθητές. Δεν χρησιμοποίησε όμως και την ίδια συμπεριφορά. Ενώ ήταν λύκος ως προς τις προθέσεις, ἀπάντησε με τη φωνή των προβάτων.
Τι απαντά λοιπόν προς αυτόν ο Σωτήρας; «Συ το είπες». Με φωνή γεμάτη από μακροθυμία έλεγξε τη σκηνοθεσία του πονηρού. Μπορούσε βέβαια να πει προς αυτόν: «Τι λες σιχαμερέ και πονηρέ; τι λες, δούλε των χρημάτων και γνήσιε συνεργάτη του διαβόλου; Τολμάς να υποκρίνεσαι άγνοια; Τολμάς να κρύβεις εκείνα που δεν μπορούν να κρυβούν; Μηπως δεν το ήξερα που κατέστρωνες τα πανούργα σχέδιά σου εναντίον της θεότητας; Μηπως δεν σε είδα με τον οφθαλμό της θεότητας να επισκέπτεσαι τούς αρχιερείς; Μηπως δεν σε άκουα, αν και ήμουν απών, να λες, "Τι θέλετε να μου δώσετε, για να σας παραδώσω αυτόν;" (Ματθ. 26, 15).
Μηπως δεν γνωρίζω και πόσο με πούλησες; Γιατί λοιπόν μετά τον έλεγχο εξακολουθείς να δείχνεις την ίδια αδιαντροπιά; Γιατί προσπαθείς να καλύψεις εκείνα που θέλεις να κάνεις; Σ᾽ εμένα όλα είναι φανερά». Ενώ μπορούσε έτσι ν᾽ απαντήσει ο Χριστός, όμως δεν μίλησε έτσι, αλλά μίλησε με απλότητα, ανεξικακία και καλωσύνη, «Συ το είπες», διδάσκοντάς μας έτσι πως να συμπεριφερόμαστε προς τούς εχθρούς μας. Όμως μετά από τόση θεραπεία εξακολούθησε ο Ιούδας να ασθενεί, όχι όμως εξ αιτίας της αδιαφορίας του ιατρού, αλλ᾽ εξ αιτίας της αδιαφορίας του ασθενή.
Διότι ο Κυριος του πρόσφερε όλα τα φάρμακα της σωτηρίας, όμως αυτός δέν θέλησε να τη δεχθεί , αλλά, γνωρίζοντας μόνο τη φιλαργυρία, αγάπησε περισσότερο τον χρυσό παρά τον Χριστό, και έγινε αγαπητός και προσιτός σ᾽ εκείνους που του πρόσφεραν το μισθό. «Και, αφού πλησίασε ο Ιούδας, είπε στο Χριστό: "Χαίρε, δάσκαλε", και φίλησε αυτόν» (Ματθ. 26, 49). Παράξενος αυτός ο τρόπος της προδοσίας, που συνοδεύεται από φίλημα και προσφώνηση. «Ο Ιησούς τότε είπε σ᾽ αυτόν· Φιλε, γιατί ήρθες» (Ματθ. 26, 50). Γιατί μου λες να χαίρομαι, τη στιγμή που προτίμησες να με λυπήσεις;
Γιατί με τα λόγια ενδιαφέρεσαι για μένα, ενώ με πληγώνεις με τις πράξεις σου; Με ονομάζεις δάσκαλο, ενώ δεν είσαι μαθητής; Γιατί καταχρηστεύεις τούς κανόνες της αγάπης; Γιατί κάνεις σύμβολο προδοσίας το σύμβολο της ειρήνης; Ποιόν μιμήθηκες και έκανες αυτό; Έτσι είδες προηγουμένως την πόρνη να φιλά τα πόδια μου; Έτσι είδες τούς δαίμονες να υποτάσσονται; Γνωρίζω ποιός σου υπέδειξε την οδό του δολερού φιλήματος: Ο διάβολος σε συμβούλεψε τον τρόπο αυτού του εναγκαλισμού, και συ πείσθηκες στα λόγια του κακού συμβούλου και πραγματοποιείς το θέλημά του.
«Φιλε, γιατί ήρθες;» Πραγματοποίησε τις κακές συμφωνίες που έχεις κάνει με τούς Φαρισαίους. Εκτέλεσε το συμβόλαιο της πωλήσεως. Υπόγραψε εκείνο που υπαγόρευσες. Παράδωσε Εκείνον που εκούσια παραδίδεται. Απόκτησε πλέον μαζί με το βαλάντιο των χρημάτων και το βαλάντιο της αδικίας. Παραχώρησε τη θέση σου στο ληστή που πρόκειται να την πάρει με την ομολογία του, εκείνη που έχασες εσύ με την προδοσία. «Τοτε πλησίασαν τον Ιησού και τον συνέλαβαν» (Ματθ. 26, 50).
Και έτσι πραγματοποιούνται τα προφητικά εκείνα λόγια· «Με περικύκλωσαν όπως οι μέλισσες την κηρήθρα και κατακάηκαν όπως καίγονται τα αγκάθια από τη φωτιά» (Ψαλμ. 117, 12), και αλλού πάλι· «Με περικύκλωσαν πολλοί σκύλοι, και με απέκλεισαν όπως οι καλοθρεμμένοι ταύροι» (Ψαλμ. 21, 17). Αλλ᾽ όμως πόσο μεγάλη είναι η ανεξικακία, που ταιριάζει μόνο σ᾽ Αυτόν. Στον ουρανό τα Χερουβίμ και τα Σεραφίμ δεν τολμούν να αντικρύσουν την υπερβολική δόξα Του και γι᾽ αυτό με τις πτέρυγές τους, σαν ακριβώς με χέρια, καλύπτουν τα πρόσωπά τους.
Στη γη, ανεχόταν το σώμα Του να συλληφθεί, από χέρια παράνομα. Είδατε Ποιού μακρόθυμου και φιλάνθρωπου Κυρίου δούλοι γίνατε; Γινεσθε λοιπόν τέτοιοι προς τούς εχθρούς σας, τούς συνδούλους σας, όπως είδατε τον Κυριο να συμπεριφέρεται προς τούς εχθρούς Του. Διότι πρόκειται και σεις να προσκληθείτε σε πνευματικό δείπνο. Πρόκειται να καθίσετε σ᾽ αυτό μαζί με τον Κυριο. Ας μη βρεθεί ανάμεσά μας κανένας Ιούδας ως προς τη συμπεριφορά.
Όλοι πλησιάστε την Τράπεζα με γαλήνη και ειρήνη. Όλοι ας τρέξουμε κοντά στον Σωτήρα με καθαρή συνείδηση. Διότι Αυτός είναι η νηστεία των πιστών και το συμπόσιο. Αυτός είναι ο χορηγός της τροφής και η ίδια η τροφή. Αυτός είναι ο Ποιμένας και το πρόβατο. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα στούς αιώνες των αιώνων. Αμήν

Εις την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη π.Χρίστος Πιτυρλινης

niptiras
«Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, ἐσκοτίζετο· καί ἀνόμοις κριταῖς σέ τόν δίκαιον κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε, χρημάτων ἐραστά, τόν διά ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον· φεῦγε ἀκόρεστον ψυχήν τήν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περί πάντας ἀγαθός, Κύριε, δόξα σοι».
Όταν οι ένδοξοι μαθητές κατά τη διάρκεια του νιπτήρα λάμβαναν το φως του Θεού, τότε ο δυσσεβής Ιούδας, καταληφθείς από τη φοβερή νόσο της φιλαργυρίας, γέμιζε από το σκοτάδι της παρανομίας. Έτσι, σκοτισμένος, παρέδιδε σε άνομους κριτές (να δικαστείς) εσένα, το δίκαιο Κριτή. Βλέπε, εσύ που αγαπάς τα χρήματα, αυτόν που για χάρη τους, χρησιμοποίησε την αγχόνη (κρεμάστηκε)· απόφευγε την αχόρταγη ψυχή, που τόλμησε τέτοια πράγματα στο Διδάσκαλο.
Σε εσένα, Κύριε, που είσαι προς όλους αγαθός, δόξα σοι. Το πρόσωπο του Ιούδα κατέχει κεντρική θέση στην ιστόρηση του πάθους του Χριστού. Ήδη η υμνογραφία των προηγούμενων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδος ασχολήθηκε αρκετά με τον προδότη μαθητή. Το τροπάριο επανέρχεται στο ίδιο θέμα, τόσο περισσότερο όσο η προδοσία ήταν επί θύραις. Ήταν Μεγάλη Πέμπτη. Το εσπέρας ο Χριστός θέλησε με τους μαθητές του να φάγει το τελευταίο Πάσχα της ζωής του, στο οποίο θα συνιστούσε το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Οι μαθητές ήταν όλοι συγκεντρωμένοι σε υπερώο δωμάτιο στα Ιεροσόλυμα, όπου όλα είχαν ετοιμαστεί για το πασχάλιο δείπνο. Μαζί τους ήταν και ο Ιούδας. Ενώ όμως οι έντεκα μαθητές στις κρίσιμες εκείνες ώρες φωτίζονταν από την ακτινοβολία του θείου Διδασκάλου και ο νους τους ανοιγόταν στη Χάρη για να δεχτεί τις φωταύγειες του σωστικού μυστηρίου, ο Ιούδας ήταν παραδομένος στο σκοτάδι του αιώνιου θανάτου. Ασυγκίνητος στο θαύμα του Θεού, ο νους του απουσίαζε από την ουράνια μυσταγωγία, έτρεχε μακριά, πολύ μακριά, έφτανε στα έγκατα του Άδη, στο ζοφερό σκοτάδι της κολάσεως.
Ήταν κολλημένος στους εχθρούς του Χριστού, που ήθελαν να τον θανατώσουν, και σχεδίαζε να τους παραδώσει τον ελευθερωτή του κόσμου. Μελετούσε την προδοσία! Τρομερό το κατάντημα του προδότη μαθητή! Ο ποιητής του τροπαρίου επισύρει την προσοχή του ανθρώπου·
Βλέπε, λέγει, εσύ που αγαπάς είτε το πολύτιμο μέταλλο, είτε τα χάρτινα τραπεζογραμμάτια, εσύ που περιορίζεις την ψυχή και τη ζωή σου στα χρήματα και κάνεις τα πάντα για να τα αποκτήσεις, ο ανάλγητος δούλος του μαμωνά, ο δεινός φιλάργυρος, βλέπε εκείνον, που για την αγάπη των χρημάτων βρήκε θάνατο φρικτό και επώδυνο, κρεμάστηκε σ᾽ ένα αφιλόξενο δέντρο!
Απόφευγε, φωνάζει, την ακόρεστη ψυχή, που για τα χρήματα τόλμησε να φτάσει στην προδοσία του Διδασκάλου! Εμείς, Κύριε, άφωνοι μπροστά στο μυστήριο της θείας σου αγαθότητας που περιπτύσσεται όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους, τους καλούς και τους κακούς, ως σιωπηλοί μπροστά στο σκοτεινό μυστήριο του προδότη, που καπηλεύθηκε τη χάρη σου, σε δοξάζουμε.

Δευτέρα, Απριλίου 14, 2014

Μεγάλη Δευτέρα - π. Χρήστος Πιτυρίνης

nymfiosΧθες, αγαπητοί μου, μιλήσαμε για το θαύμα της ξηρανθείσης συκής, πού είναι σύμβολο του ανθρώπου ή του λαού πού δεν έχει να παρουσίαση καρπούς. Συνεχίζουμε τώρα.  Ο Χριστός τη νύχτα της Μεγάλης Δευτέρας βγήκε πάλι έξω από τα Ιεροσόλυμα, βρήκε ένα τόπο έρημο, και εκεί διανυκτέρευσε με τους μαθητές του. Το πρωΐ της Τρίτης επέστρεψε στην πόλη.
Ανέβηκε στο ναό του Σολομώντος και στάθηκε στο προαύλιο. Εκεί τον περίμενε λαός, που διψούσε να ακούσει τα θεϊκά του λόγια. Τον περίμεναν όμως και εχθροί. Εχθροί του Χριστού ήταν τα τρία μεγάλα κόμματα που κυριαρχούσαν τότε στην δημοσία ζωή. Το ένα κόμμα ήταν οι Ηρωδιανοί, το δεύτερο οι Σαδδουκαίοι, και το τρίτο οι Φαρισαίοι. Όπως σήμερα έχουμε κόμματα που διαιρούν το λαό, έτσι και την εποχή εκείνη. Και δυστυχώς τα κόμματα δεν θα εκλείψουν όσο διαρκεί αυτή ή ζωή.
Οι Ηρωδιανοί ήταν οι άνθρωποι του Ηρώδου, του βασιλέως της Ιουδαίας τον οποίο είχε εγκαταστήσει η ρωμαϊκή εξουσία ήταν φίλοι του Καίσαρα. Οι Σαδδουκαίοι ήταν τρόπον τινά οι υλιστές της εποχής εκείνης δεν παρεδεχόντουσαν  την αθανασία της ψυχής και την ανάσταση των νεκρών, και έλεγαν ότι ό άνθρωπος ψοφάει όπως το ζώο. Οι δε Φαρισαίοι καυχόντουσαν για τις αρετές τους θεωρούσαν τον εαυτό τους ως την αφρόκρεμα της κοινωνίας, και περιφρονούσαν τους άλλους ως αμαρτωλούς.
Τρία κόμματα. Είχαν διαφωνίες, μισούσε το ένα το άλλο, αλλά —περίεργο πράγμα σ' ένα σημείο συμφωνούσαν. Όπως και σήμερα τα κόμματα διαφωνούν μέσα στη βουλή, αλλά σ' ένα σημείο είναι όλα σύμφωνα, από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά συμφωνούν στο να βάλλουν εναντίον της αγίας μας πίστεως. Έτσι και τότε τα τρία κόμματα συμφωνούσαν στο να εξοντώσουν το Χριστό. και ναι μεν δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν άπ' ευθείας, γιατί ήταν αγαπητός στο λαό, συμμάχησαν όμως αύτη τη φορά κατ' άλλο τρόπο. Προσπάθησαν να τον συλλάβουν στο λόγο.
Τι έκαναν δηλαδή. Ετοίμασαν ερωτήσεις, στις οποίες νόμιζαν ότι ό Χριστός δέ' θα μπόρεση ν' απάντηση, θα τον μπλέξουν και θα κλονίσουν το κύρος του ως διδασκάλου, ως ραβί του Ισραήλ. Έκαναν ό,τι κάνουν στα δικαστήρια οΐ δικηγόροι, πού νύχτες ολόκληρες ετοιμάζουν ερωτήσεις, και την ώρα της δίκης περιπλέκουν μ' αυτές τον αθώο και τον εξευτελίζουν, ότι τάχα δεν έχει το δίκαιο. Έτσι σχεδίαζαν κι αυτοί να κάνουν στο Χριστό. Ποιοι; Οι νάνοι!
Ήθελαν οι νάνοι να τα βάλουν με το γίγαντα Τι λέω γίγαντα, με το Θεό, με τον Υιό και Λόγο του Θεού. Ήθελαν οι πυγολαμπίδες να τα βάλουν με τον ήλιο, τον άδυτο ήλιο, πού είπε ότι «Εγώ ειμί ή οδός και ή αλήθεια και ή ζωή» .Απ' όλο το ευαγγέλιο πού ακούσαμε (Ματθ. 22,1523,39) ας στρέψουμε την προσοχή μας στις ερωτήσεις τους. Θέλετε να μάθετε τις ερωτήσεις; Μία, δύο, τρεις. Η πρώτη ερώτησης είναι των Ηρωδιανών. Τι λένε οι Ήρωδιανοί;
Πλησίασαν με πονηρία και του λένε Διδάσκαλε, ξέρουμε ότι λες πάντα την αλήθεια του Θεού και δεν υπολογίζεις κανένα. Πες μας λοιπόν, πρέπει να πληρώνουμε φόρους στο δημόσιο; Πονηρά ή έρώτησις. Πάντοτε οι λαοί αναστενάζουν κάτω από φόρους. Εάν καταργηθούν οΐ φόροι, μεγάλη ανακούφιση θα αισθανθούν οι άνθρωποι. είναι βαρύτατοι οι φόροι πού επιβάλλουν όλα τα κράτη, και μάλιστα τα σημερινά για τους εξοπλισμούς. Αυτοί λοιπόν ερωτούν πονηρά, «Να πληρώνουμε φόρους στη Ρώμη;», και θέτουν τον Κύριο προ διλήμματος.
Αν ό Χριστός απαντούσε ότι πρέπει να πληρώνουν, θα έλεγαν Αυτός είναι εναντίον του έθνους, θέλει να δουλεύει ό λαός μας σαν σκλάβος στο κατεστημένο, στους Ρωμαίους αυτοκράτορες, εμείς περιμέναμε απ' αυτόν μεγάλα συνθήματα, και τώρα βλέπουμε να συμβιβάζεται μην τον ακούτε λοιπόν. .. "Αν πάλι έλεγε να μην πληρώνουν, τότε θα έτρεχαν στον Ηρώδη και στον Πιλάτο και θα τους έλεγαν Αυτός είναι εναντίον του κράτους, κάνει ανταρσία, συλλάβετε τον... Δύσκολη ή απάντησης.
Ο Χριστός Τι απήντησε; —Δείξτε μου, λέει, ένα νόμισμα απ' αυτά πού κυκλοφορούν. Του έδειξαν ένα δηνάριο. Τους έρωτα. Τίνος είναι ή εικόνα και ή επιγραφή πού φέρει; (πάντοτε πάνω στα νομίσματα, όπως και σήμερα στις χρυσές λίρες Αγγλίας, υπάρχουν σκαλισμένες οι εικόνες των βασιλέων και τα γράμματα του κράτους). Του απαντούν. Του Καίσαρος. Ε λοιπόν, τους λέει, χρησιμοποιώντας το νόμισμα αναγνωρίζετε την εξουσία του καίσαρας. συνεπώς, δώστε στον καίσαρα ότι του χρωστάτε, και στο Θεό δώστε ό,τι του χρωστάτε.
«Απόδοτε ουν τα καίσαρας καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (έ.ά. 22,21). Δεν είναι του παρόντος ν' αναπτύξουμε Τι μεγάλα νοήματα περικλείει αυτή ή απάντηση του Χριστού για τις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους. Έτσι οι Ηρωδιανοί αποστομώθηκαν. Έρχονται τώρα οι Σαδδουκαίοι, πού δεν πίστευαν σε άλλη ζωή και σε ύπαρξη πνεύματος. Αυτοί με την ερώτηση τους κάνουν μία φανταστική υπόθεση της αισχράς διανοίας τους. Διδάσκαλε, λένε, θέλουμε να μας λύσης ένα πρόβλημα.
Ένας άντρας πήρε μια γυναίκα, αλλά πέθανε άτεκνος. Σύμφωνα με μια διάταξη του μωσαϊκού νόμου, επιτρέπετο τότε ή γυναίκα να πάρη τον αδελφό του άτέκνου. Παντρεύτηκε λοιπόν το δεύτερο αδελφό του, αλλά τίποτα πεθαίνει και αυτός άτεκνος. Παίρνει τον τρίτο αδελφό κι αυτός άτεκνος. Παίρνει τον τέταρτο τίποτα. Παίρνει τον πέμπτο, παίρνει τον έκτο, παίρνει τον έβδομο τίποτα. Όλοι πέθαναν άτεκνοι. Στον άλλο κόσμο τώρα, πού πιστεύετε εσείς, Τι θα γίνει; τίνος γυναίκα θα είναι; Αυτά τα εφτά αδέρφια θα μαλώνουν για αυτή τη μια γυναίκα; Γιατί όλοι την είχαν σύζυγο.
Κι ό Χριστός τους άπαντα. «Πλανάσθε μη ειδότες τάς γραφάς μηδέ την δύναμιν του Θεού» (έ.ά. 22,29). Στον άλλο κόσμο, εκεί πλέον θα δημιουργηθούν νέες συνθήκες εκεί δέ' θα υπάρχει αρσενικό και θηλυκό γένος, εκεί δέ' θα υπάρχει άντρας και γυναίκα. Εκεί θα είναι κάτι άλλο θα υποστούν αλλοίωση, μια μεταμόρφωση τα πρόσωπα των ανθρώπων, και θα ζούνε πλέον ζωή πνευματική θα ζουν όπως οι άγγελοι στον ουρανό. Γάμοι, συνοικέσια και διαζύγια δέ' θα υπάρχουν εκεί. Όλα αυτά, οι αδυναμίες αυτές πού παρουσιάζονται εδώ στη γη, δέ' θα υπάρχουν εκεί. Αποστομώθηκαν και αυτοί.
Τέλος έρχεται ή σειρά των Φαρισαίων. Αυτοί Τι έκαναν; Κάθονταν και ψιλοκοσκίνιζαν το νόμο του Μωϋσέως και λεπτολογούσαν γύρω από τις διατάξεις των ραβίνων. Έτσι είχαν φτιάξη εκατοντάδες εντολές, ένα πλήθος διατάξεις, ολόκληρο κατάλογο εντολών, 618 και πλέον εντολές! Ή πολυνομία όμως, όπως είναι φυσικό, επιφέρει σύγχυση. Διεπληκτίζοντο λοιπόν μεταξύ τους, ποια από τις αμέτρητες αυτές εντολές είναι ή μεγαλύτερη και σπουδαιότερη.
Και αυτό ήταν το ερώτημα πού υπέβαλε ένας άπ' αυτούς στο Χριστό. Διδάσκαλε, ποια είναι ή μεγαλύτερη εντολή του νόμου; και ό Χριστός του απήντησε, Μεγαλύτερη εντολή είναι ή εντολή της αγάπης προς τον Θεό και αγάπης προς τον πλησίον. Έτσι αποστομώθηκαν και αυτοί. 'Αφού ό Χριστός τους αποστόμωσε, στη συνέχεια περνάει στην αντεπίθεση και ρωτάει τους Φαρισαίους. Δέ' μου λέτε, ό Χριστός τίνος υιός είναι; —Ό Χριστός, λένε, είναι υιός του Δαβίδ, κατάγεται απ' το Δαβίδ.
Ναι, άλλ' αφού είναι απόγονος του Δαβίδ, πώς ό Δαβίδ τον λέει Κύριο και μάλιστα «εν Πνεύματι», φωτιζόμενος δηλαδή από το άγιο Πνεύμα; (έ.ά. 22,43) Τον έχει απόγονο, και τον ονομάζει Κύριο, πώς είναι δυνατόν; Πώς μπορεί να είναι και απόγονος και Κύριος; Πάνε μαζί αυτά τα πράγματα;... Κανένας τους δε' μπορούσε ν' απάντηση. αποστομώθηκαν, κι από την ήμερα εκείνη δεν τόλμησε πλέον κανείς να του θέση τέτοια ερωτήματα. αποστομώθηκαν και δε' μπορούσαν ν' απαντήσουν, διότι το πρόβλημα αυτό λύνεται μόνο αν παραδεχθούμε ότι ό Χριστός είναι Θεός.
Αυτοί όμως έπ' ουδενί λόγω μπορούσαν να δεχθούν ότι ό Χριστός είναι Θεός. Έτσι έπαψαν να τον ενοχλούν. Ό Χριστός, αδελφοί μου, απεστόμωσε τους εχθρούς του. Δε' θα μπορούσε λοιπόν, με τη θεία δύναμη του, ν' αποφυγή και την σύλληψη κα! το σταυρό; Ασφαλώς. Παρ' όλα αυτά δεν αποφεύγει το ποτήριο. Ενσυνείδητος και εκουσίως βαδίζει προς τη θυσία υπέρ ημών.

Σάββατο, Απριλίου 12, 2014

Κυριακή των Βαΐων «Εὐλογηµένος ὁ ερχόµενος ἐν ὀνόµατι Κυρίου» π.Χρίστος Πιτυρίνης

«Εὐλογηµένος ὁ ερχόµενος ἐν ὀνόµατι Κυρίου»
vaiforosΣήμερα Κυριακή των Βαΐων, παίρνουμε τα βάγια στα χέρια μας και εορτάζουμε την ένδοξη και θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Έχουμε όμως κατανοήσει τί είναι και τί έκανε για εμάς ο Χριστός; Γιατί η σημερινή ημέρα σηματοδοτεί το εγκόσμιο τέλος και την κορύφωση του έργου Του, του σωτηρίου έργου Του για εμάς; Ο Χριστός πορεύεται προς το θάνατο, θυσιάζοντας τον εαυτό Του και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του. Βιώνοντας αυτή την πραγματικότητα, αναλογιζόμαστε τί θα μπορούσε να κάνει περισσότερο για εμάς απ’ αυτή τη θυσία; Τί άλλο τρόπο θα εύρισκε, για να μας κάνει να πιστέψουμε ότι είναι η σωτηρία μας; Γιατί ο Χριστός είναι ο σωτήρας μας και ο λυτρωτής μας. Αυτός που έδωσε ολόκληρη την ύπαρξή Του για τον άνθρωπο. Θα ήταν λοιπόν τουλάχιστον επιπόλαιο και χαζό να αφήσουμε όλη αυτή τη θυσία να πάει χαμένη.
Μιλώντας για το δικό Του Σώμα, δηλαδή για την ύπαρξή Του, εννοούμε τη θεία Ευχαριστία, όπου εκτελείται το μυστήριο της μεγάλης δωρεάς Του και καλεί όλους μας να μετέχουμε. Είναι η θεία κοινωνία του Σώματος και του Αίματός Του, και παρέχεται για συγχώρηση των αμαρτιών και για την αιώνια ζωή. Έτσι, καθώς αρχίζει η Mεγάλη Εβδομάδα των Παθών του Χριστού, καλούμαστε να πορευτούμε μαζί Του με καθαρότητα και ετοιμότητα. Και αυτή είναι η ιερά εξομολόγηση, δηλαδή η απεμπλοκή του εαυτού μας από ότι κακό και αισχρό υπάρχει μέσα μας. Μόνο έτσι καθαροί και έτοιμοι μπορούμε να συμπορευτούμε μαζί Του στο Πάθος και να έχουμε κοινωνία Αναστάσιμη.
Διαφορετικά θα μοιάζουμε με τον Ιούδα και τους άρχοντες του Ισραήλ και θα ξαναπροδίδουμε και θα ξανασταυρώνουμε τον Χριστό. Όλοι αυτοί, που έτσι πορεύονται, «είναι τάχα στην Εκκλησία αυτές τις ημέρες, αλλά δεν είναι με τον Χριστό». Μπορεί να κάνουν το σταυρό τους, όπως τον κάνουν, αλλά δεν καταλαβαίνουν το νόημα της Σταυρώσεως. Ανάβουν κεριά, αναστάσιμα μεγάλα και φανταχτερά, αλλά τίποτε μέσα τους δεν φωτίζει· μένουν στο σκοτάδι και στην καταχνιά της δικής τους ζωής. Ακόμη ετοιμάζουν πλούσια τραπέζια και κάθονται να γευτούν τα αγαθά του Θεού και δεν αισθάνονται την ανάγκη να μετέχουν στο δικό Του τραπέζι, τη θεία Κοινωνία. Μπορεί να κρατούν βάγια στο χέρι σήμερα και να φωνάζουν το «ὡσαννά!» αλλά αύριο δεν θα διστάσουν να ταυτιστούν με τους άλλους και να φωνάξουν και εκείνοι το «σταυρωθήτω!». «Μπορεί βέβαια να μην το πούνε στο Χριστό, αλλά θα το πουν στον αδελφό τους, όπου γι’ αυτόν πέθανε ο Χριστός».
Γι’ αυτό, ξεκινώντας την Αγία και Mεγάλη Εβδομάδα, οφείλουμε να συμφιλιωθούμε πρώτα με τον εαυτόν μας και ύστερα με όλους τους αδελφούς μας όποιοι και αν είναι αυτοί. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να σηκώσουμε το σταυρό του Χριστού. Ας διώξουμε τη σκοτεινιά που φωλιάζει μέσα μας, για να μπορεί να λάμψει το φως της Αναστάσεως μέσα στις καρδιές μας. Να ξεκουράσουμε τον εαυτό μας με τη συγχώρηση, στο ιερό μυστήριο της εξομολόγησης, για να γευτούμε την προσφορά του Αναστάντος Χριστού. Αγαπητοί μου αδελφοί, τη Mεγάλη Εβδομάδα όλοι μας πρέπει να είμαστε θλιμμένοι. Τα μάτια μας να γεμίζουν δάκρυα και τα χείλη μας να ψελλίζουν τους ύμνους της Εκκλησίας.
Κάτω από το Σταυρό πλακώνεται η ψυχή μας και κλαίμε. Κλαίμε για τα πάθη του Χριστού· για τον πόνο Του· για τις κακουχίες Του. Και θλιβόμαστε για το ανθρώπινο έγκλημα... Όμως, αντί να κλαίμε για το Χριστό, ας κλάψουμε «για μας και για τις αμαρτίες μας· για εκείνες άλλωστε ο Χριστός ανέβηκε στο Σταυρό!». Κρατώντας τα βάγια στο χέρι, να ανοίξουμε τις καρδιές μας και ας πούμε στο Χριστό, που έρχεται να πάθει και να αναστηθεί για μας. «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Έξη ήµέρες πρίν από το Πάσχα µας λένε οι Ιεροί Ευαγγελιστές, ότι Χριστός βρισκόταν στήν Βηθανία, εκεί όπου είχε άναστήσει έκ νεκρων τόν φίλο του, τον Λαζαρο. Όταν ο κόσµος έµαθε τον ερχοµό του Χριστού στη Βηθανία, στο σπίτι τού Λαζά­ρου, της Μάρθας και της Μαρίας, ετρεξαν νά Τόν συναντήσουν καί συγχρόνως να δουν και τον αναστηµένο φίλο Του, Την άλλη ηµέρα ο Κύριος σκόπευε να µπη στα Ιερο­σόλυµα.
Όταν το πληροφορήθηκαν αυτό τα πλήθη, τού Λαού, που είχαν συγκεντρωθεί στην Αγία Πόλι, βγήκαν εξω, έκοψαν βαΐα φοινίκων, τα ανέµιζαν θριαµβευτικά στον αέ­ρα, έστρωναν στη γη τα ρούχα τους και φώναζαν µέ ενα άσυγκράτητο ένθουσιασµό: «Ὤσσανα, εὐλογηµένος ὁ ἐρχόµενος ἐν ὀνόµατι Κυρίου, ὅ Βασιλεύς τοῦ Ἴσραηλ». Και ο Ίησούς, µαζί µέ τούς µαθητές Του, καθι­σµένος σε ενα γαϊδουράκι, ερχόταν στην Ιερουσαλήµ, για να βασιλεύση αιω­νίως µε την πνευµατική Του Βασιλεία, στο νέο Ισραήλ, στην Εκκλησία Του. Πέρασε καιρός για να καταλάβουν οι µαθητές Του, ότι και την θριαµβευτική αυτή είσοδο του Κυρίου την είχε προαναγγείλει ο Προ­φήτης µε αυτά τα λόγια: «µή φοβοῦ θύγατερ Σιῶν, ἰδού ὁ Βασιλεύς σου ἔρχεται καθήµενος ἐπί πῶλον ὄνου». Αυτή η πάνδηµη πρoϋπάντηση του Κυ­ρίου στα Ιεροσόλυµα, µε τα κλαδιά των φοι­νίκων και τα «Ὠσσανά», ήταν µία προεικόνι­ση της νίκης του Θεανθρώπου και της Ανα­στάσεως. Έτσι υποδέχθηκαν οι Εβραίοι, αγαπητοί µου αδελφοί, το Χριστό έξη ηµέρες πρίν από το Πάσχα. Εµείς όμως πώς θα Τον υποδεχθούµε; Ας κάνουµε φέτος µια καλύτε­ρη υποδοχή, αξιώτερη, πιό πνευµατική.
Τώρα, που περιµένουµε τον Νικητή του θανάτο να µπει στα Ίε­ροσόλυµα του καθενός µας, να μπεί στην ψυχή µας µε τά άχραντα µυστήρια, να πετάξουµε τα παλιά ρούχα των αµαρτιών µας µε µία ειλικρινή µετάνοια. Να αποβάλουμε από μέσα μας κάθε παλιά συνήθεια του παλαιού ανθρώπου «σύν ταῖς πράξεσι καί ταῖς ἐπιθυµίαις». Και µε µία ολοκληρωτική αλλαγή της ζωής µας να πά­ρουµε στα χέρια µας τά βάγια της νίκης, τις αειθαλείς πνευµατικές αρετές, µε τις οποίες θα αγωνιστούμε για να νικήσουµε τους τρείς µεγάλους εχθρούς µας: Την σάρκα, τον κόσµο και τον διάβολο. Και έπειτα µε άρρητη χαρά και αγαλλίαση να πλησιάσουµε την Αγία Τράπεζα του Άρτου της Ζωής, λέγοντας, µαζί µέ τούς ανυµνουν­τας παίδες το «ὠσσανά, εὐλογηµένος ὁ ἐρχόµενος ἐν ὀνόµατι Κυρίου».
Αγαπητοί μου αδελφοί ας τρέξουμε όλοι να υποδεχθούµε τον Χριστό μας τις άγιες αυτές ηµέρες της Μεγάλης Εβδοµάδος, πηγαίνον­τας κάθε µέρα στον ιερό Ναό για να παρα­κολουθήσουµε τις ιερές ακολουθίες των Αγίων Πα­θών. Εδώ θα ήθελά όλοι μας να προσέξουμε. Δεν καλό για την ψυχή μας και δεν πρέπει αγαπητοί μου αδελφοί να φύγουµε από την Θεία Λειτουργία τής Άναστάσεως. Είναι, πολύ µεγάλη περιφρόνη­σις και κακή συνήθεια με το που ακούμε το πρώτο Χριστός ανέστη να φεύγουμε από την εκκλησία. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι αυτή η κακή συνήθεια που είναι και αχαριστία και αγένεια πρός τόν Σωτήρα µας. Είναι καλύτερο και προτιμότερο να μην έρθουμε καθόλου, παρά να αφήσουμε την θεία λειτουργία και να φύγουμε χωρίς να υπάρχει σημαντικός λόγος λίγη υπομονή χρειάζετε. Ας υποδεχθούµε λοιπόν τον Κύριο µέ την χαρ­µολύπη, που είχαν και οι άγιοι Πατέρες µας.
Με τον πόνο και την λύπη για τα βάσανα πού φορτώθηκε καί γιά τίς άµαρτίες µας, πού σήκωσε έπάνω Του ό Άµνός του Θεού. Καί µέ χαρά γιά τήν σωτηρία µας τήν υίοθεσία τήν συµφιλίωσι καί τήν θεο­ποίησή µας, ας προσπαθήσουµε να συγκεν­τρώσουµε το νου και την καρδιά στα ευαγ­γέλια καί στους ύµνους των ηµερών αυτών, να µπούµε στο µυστικό τους βάθος και να τα κάνουµε προσωπικό µας βίωµα. Η καρδιά µας θα νιώση την επίσκεψι της Χάριτος, όταν συνειδητά Του πούµε καθένας µας: Χριστέ µου, «Χθές συνεθαπτόµην σοί, Χριστέ, συνεγείροµαι σήµερον ἀναστάντι σοί συνεσταυρούµην σoι χθές, αὐτός µἐ συνδόξασον, Σωτήρ, ἐν τή Βασιλεία Σου».
Και τέλος να παρακολουθήσουµε όλοι μας µέ ευλάβεια τις ιερές ακολουθίες αυτών των άγιων ημερών και όχι µε κουβεντολόϊ. Να τις παρα­κoλoυθήσoυµε µέ προσοχή και προσευχή πρός την «Ζωήν εν Τάφω» Είναι καλό και ωραίο να ζητήσουµε από τον ιερέα να μας προσφέρει και το σταυρό των βαΐων σήμερα αλλά και λoυλoύδια από τον Επιτάφιο και όχι να τα αρ­πάξουµε µόνοι µας, δημιουργώντας θόρυβο και αταξία. Έτσι θά έχουµε την ευλογία του «ὑπέρ ἠµῶν παθόντος καί ταφῆ δοθέντος Σωτῆρος ἠµῶν Χριστού». Αμήν

Σάββατο, Μαρτίου 29, 2014

Κυριακή δ΄ Νηστειών (Ιωάννου της Κλίμακος) «Φέρετε αὐτόν πρός με» π. Χρίστος Πιτυρίνης

«Φέρετε αὐτόν πρός με»
ioanis_klimakosΣτο σημερινό ιερό Ευαγγέλιο ένας δυστυχισμένος πα­τέρας φέρνει το άρρωστο παιδί του στο Χριστό και με δάκρυα παρακαλεί να τον θεραπεύσει. Με λόγια πού ρα­γίζουν κάθε ανθρώπινη καρδιά περιγράφει το δράμα του. Το παιδί του είχε «πνεῦμα ἄλαλο». 'Όσες φορές κατα­λαμβανόταν απ' αυτό έπεφτε κάτω, άφριζε, έτριζε τα δόντια του και ξεραινόταν σαν νεκρός. Ή ζωή του ήταν μαρτυρική. Από τα παιδικά του χρόνια βασανιζόταν από το δαιμόνιο. Μόνη του ελπίδα ήταν ό Χριστός. Γι' αυτό έφερε το παιδί του και ικέτευε. Κι ο Ιησούς αφού πρώ­τα δοκίμασε την πίστη του με τον παντοκρατορικό του λόγο «ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ», απάλλαξε τον νέο από το τυραννικό δαιμόνιο και τον παρέδωσε στον πατέρα του υγιή.  
Έχασα το παιδί μου Πολλοί γονείς σαν τον δυστυχισμένο πατέρα τού ση­μερινού Ευαγγελίου με το δράμα τού παιδιού τους να τους καίει στην καρδιά έρχονται στους ιερείς και πνευμα­τικούς και περιγράφουν τον πόνο τους. Ζητούν τη βοή­θεια και τη δύναμη της Εκκλησίας για τη σωτηρία του παιδιού τους. Με δάκρυα μάς εξομολογούνται το δράμα τους: «έχασα το παιδί μου, έμπλεξε με παλιοπαρέες κι άλλαξε χαρακτήρα και συμπεριφορά. Πριν ήταν καλό, μάς συμπονούσε, ήταν ευγενικό απέναντί μας, είχε φιλό­τιμο. Τώρα έχει γίνει θηρίο. Βλαστημάει, γυρίζει σπίτι τα ξημερώματα. Δεν θέλει να ακούσει για εκκλησία. Όταν ήταν παιδί πριν τα δέκα επτά του ήταν τακτικό στην εξομολόγηση, στην Θεία Κοινωνία. Τώρα τα ειρωνεύεται όλα. Έχει γίνει σωστός αντίχριστος. Δεν έχει όρεξη για δουλειά. Σπαταλά χρήματα πολλά. Έχει απαιτήσεις. Δεν μπορούμε να τον συγκρατήσουμε. Βοηθείστε μας να σώ­σουμε το παιδί μας».  
Ποτέ κατά το παρελθόν ή νεολαία δεν είχε περάσει τόσο μεγάλη κρίση. Τα επανα­στατημένα νιάτα ζητούν ένα καινούργιο τρόπο ζωής. Κα­τάλυση τού κατεστημένου, απελευθέρωση από τούς θε­σμούς και τα ταμπού. Με βίαιο τρόπο ζητούν να εγκαθι­δρύσουν ένα νέο τύπο ανθρώπου, πού δεν δέχεται φρα­γμούς, περιορισμούς και απαγορεύσεις. Μια μεγάλη μερί­δα νέων μας αρνείται την παράδοση, τη θρησκεία και ζεί χωρίς στόχους μέσα σ' ένα περιβάλλον συνεχούς αισθη­σιακής μαστιγώσεως, η οποία φυσικό είναι να θολώνει την κρίση της και να αμβλύνει τη δύναμη αντιστάσεώς της στα ένστικτα και στις κοινωνικές πιέσεις. Μέσα στην άστατη ζωή τα παιδιά δεν βρίσκουν τη χαρά, γρήγορα απογοητεύονται, βυθίζονται για να καταλήξουν στα ναρκωτικά και στην αυτο­κτονία. Και ενώ θα περίμενε κανείς τα σημερινά νιάτα, έχοντας στη διάθεσή τους όλες τις ανέσεις και τις ευκο­λίες που στερήθηκαν οι μεγαλύτεροί τους, να χαίρονται και να απολαμβάνουν τη ζωή, τα βλέπει κανείς να μαραζώνουν, να μελαγχολούν, να γερνούν πριν ασπρίσουν τα μαλλιά τους, να πέφτουν σε κατάθλιψη, με μια λέξη, να είναι πρόσωπα δυστυχισμένα. Φταίνε πολλοί και για πολλά.
Τα παιδιά μας είναι δε­μένα στο άρμα της εποχής που εμείς οι μεγαλύτεροι κι­νούμε και μορφοποιούμε. Οι δικές μας αστοχίες και πα­ραλείψεις, τα δικά μας πάθη και ελαττώματα έχουν τραγι­κές προεκτάσεις στις καθαρές και ασυμβίβαστες ψυχές τους.Η Εκκλησία και ή Πολιτεία δεν έπραξαν όσο έπρεπε το καθήκον τους απέναντι στη νεολαία. Ή Εκκλησία και δέν ενοώ τη διοίκηση της Εκκλησίας αλλά όλους μας, κλήρο και λαό πού αποτελουμε το Μυστικό Σώμα του Χριστού παράλληλα με τις ικετήριες κραυγές της προς τον Κύριο για τη σωτηρία της νεολαίας, έπρε­πε να δραστηριοποιηθεί με σύγχρονες μεθόδους για την πνευματική τροφοδοσία των νέων. Είναι βέβαια τα πε­ρισσότερα παιδιά ατίθασα, έχουν περίεργες ιδέες, θέτουν την Εκκλησία υπό κρίση και δοκιμασία.
Είναι όμως παιδιά του Θεού κι έχουν ανάγκη από στοργή και καθοδήγηση. Η Πολιτεία με το πρόσχημα της δημοκρατικής διακι­νήσεως των ιδεών άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της σε κάθε ιδεολογία άφησε ελεύθερη την πορνογραφία δεν εμποδίζει πια την προβολή αντιθρησκευτικών ταινιών στην τηλεόραση και στους κινηματογράφους ανέχεται την κυκλοφορία ιδεών πού κλονίζουν την πίστη τού λαού στην 'Εκκλησία με αποτέλεσμα τον αποπροσανατο­λισμό της νεολαίας και την πνευματική της αποβλάκωση. Τί πρέπει να γίνει για να σωθούν τα παιδιά μας;Μια μόνο ελπίδα υπάρχει: Το φως τού Χριστού. Aς οδηγή­σουμε τα παιδιά μας στο Χριστό, όπως έπραξε ό σημερι­νός πατέρας τού Ευαγγελίου. Aς τους μιλήσουμε για το Χριστό κυρίως με το παράδειγμά μας.
Ας τα εμπνεύσου­με με το πνεύμα τού Χριστού. Aς προσευχηθούμε γι' αυ­τά περισσότερο.. Παράλληλα ας τούς δείξουμε στοργή και ανοχή. Aς μην είμαστε εγωϊστικοί απέναντί τους, ας γίνουμε ταπεινοί και συζητήσιμοι. Τα λόγια μας και οι προσευχές μας δεν θα πάνε χαμένα. Μπορεί τα παιδιά μας να παραστρατήσουν, κάποτε όμως θα θυμηθούν και θα γυρίσουν όπως ό άσωτος υιός της παραβολής. Γονείς πού αγωνιάτε για την τύχη των παιδιών σας. Πριν θρηνήσετε τον πνευματικό τους θάνατο οδηγείστε τα από την παιδική τους ηλικία στην Εκκλησία χωρίς καταναγκασμό, αλλά με πειθώ και προ παντός με τό δι­κό σας παράδειγμα. Θεμελιώστε στην ψυχή τους το Ναό του Θεού και να είστε βέβαιοι ότι καμιά καταιγίδα δεν θα μπορέσει ποτέ να τα γκρεμίσει. ΑΜΗΝ

Κυριακή, Μαρτίου 09, 2014

Κυριακή α΄ νηστειών (Της Ορθοδοξίας)«Ποτέ δέν θα σε προδώσουμε και δεν θα σε απαρνηθούμε Γλυκειά μας Μάνα, Αγία μας Ορθοδοξία.»π. Χρίστος Πιτυρίνης

«Ἔρχου καὶ ἴδε.»
Η πρώτη Κυριακή της μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αφιερωμένη στη νίκη της Ορθοδοξίας εναντίον της εικονομαχίας και όλων των αιρέσεων. Πριν από δώδεκα αιώνες επί εκατό χρόνια αναστατώθηκε η χριστιανοσύνη για το ζήτημα των ιερών εικόνων. Η αφορμή και το πρόσχημα ήταν η προσκύνηση των ιερών εικόνων, η αίρεση όμως είχε βαθύτερες ρίζες, κι όπως είπε ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, ήταν μια «ἀθεώτατη μεταστοιχείωσις τῶν ἁπάντων», απέβλεπε δηλαδή σε μια γενική ανατροπή της Εκκλησίας. Ήταν μια ατυχής ανάμιξη του Κράτους στα πράγματα της Εκκλησίας, σαν εκείνες που πολλές φορές δυστυχώς έγιναν στην Ιστορία, εξαιτίας των οποίων πάντα η Εκκλησία πλήρωσε ξένες αμαρτίες.
Η εικονομαχία, ήταν μια από τις πιο δραματικές περιπέτειες της Εκκλησίας, όταν το Κράτος ήλθε σε σύγκρουση μαζί της. Φανερά μεν ήταν το ζήτημα των εικόνων, στην ουσία όμως, γιατί το Κράτος ήθελε μια ριζικότερη αλλαγή και μεταρρύθμιση των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Στο τέλος νίκησε πάλι η Εκκλησία και επικράτησε η ορθή πίστη γιατί πάντα η Εκκλησία νικά, όταν αγωνίζεται για τα δίκαια του Θεού. Σ’ εκείνη λοιπόν τη νίκη και γενικά στους αγώνες και στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας είναι αφιερωμένη η σημερινή εορτή. Η ορθόδοξη πίστη μας είναι η πολύτιμη κληρονομιά των Πατέρων μας.
Γι’ αυτό πρέπει να το έχουμε καύχηση πως είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί και να το θεωρούμε ιερότατο χρέος μας να φυλάμε και να υπερασπίζουμε την Ορθοδοξία μας. Ο Ιησούς Χριστός το είπε καθαρά στους Αποστόλους, ότι «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν». Οἱ καλύτερες και οι ενδοξότερες ημέρες της Εκκλησίας είναι οι ημέρες των διωγμών. Το οδυνηρό στον καιρό μας είναι ότι η Εκκλησία δεν διώκεται από την ειδωλολατρία, αλλά από τους ίδιους τους χριστιανούς. Οι Χριστιανικοί λαοί, σαν και να κουράστηκαν να σηκώνουν το σταυρό του Κυρίου, που στ’ αλήθεια δεν τον σήκωσαν ποτέ, βιάζονται να ξαναγυρίσουν στην ειδωλολατρία.
Οι σημερινοί εχθροί της Εκκλησίας δεν είναι ξένοι, είναι δικοί της άνθρωποι και βαπτισμένοι χριστιανοί. Αυτή είναι η σύγχρονη δραματική περιπέτεια της Εκκλησίας, ότι βρίσκεται αντιμέτωπη σε μια νέα εσωτερική εικονοκλαστική εξέγερση. Όταν εδώ λέμε Εκκλησία, εννοούμε την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι «ἡ μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία». Αυτή είναι η Εκκλησία της αποστολικής και πατερικής παράδοσης, αυτή είναι η κιβωτός της σωτηρίας μας. Είναι γνωστά τα λόγια του Συνοδικού, που διαβαζέται σήμερα στη Λιτανεία˙ «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίσις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξε».
Και είναι γνωστό στην Ιστορία πως η Ορθοδοξία στήριξε την Οικουμένη, όσο και αν αυτό αμφισβητήθηκε πρώτα από τους ξένους και ύστερα και από μας τους ίδιους, που είναι αλήθεια πως άρχισε να μας βαραίνει η Ορθοδοξία. Η Οικουμένη, για την οποία μιλάει το Συνοδικό, είναι ο τότε πολιτισμένος κόσμος, ο πριν από το σχίσμα χριστιανικός κόσμος, που συμπίπτει σχεδόν με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Πῶς μποροῦμε νά ἀρνηθοῦμε τήν ἐθνική μας Ἱστορία; Πῶς μποροῦμε νά ἀμφισβητήσουμε τό σπουδαῖο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στή διάσωση καί τήν ἀναβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ;
Είναι αρχαίο αξίωμα των ιερών Πατέρων της Ορθοδοξίας ότι έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει ορθή πίστη και δεν υπάρχει σωτηρία. Όποιος θέλει να είναι χριστιανός πρέπει να ανήκει στην Εκκλησία, και όποιος θέλει τη σωτηρία του πρέπει να ξέρη πως μόνο μέσα στην Εκκλησία σώζεται. Χριστιανός θα πη άνθρωπος της Εκκλησίας, μέλος του σώματος του Χριστού, που είναι η Εκκλησία. Είναι πολλοί που στα χαρτιά λέγονται χριστιανοί ορθόδοξοι, αλλά την Εκκλησία δεν την ξέρουν, γιατί θαρρούν πως δεν τους χρειάζεται. Πιστεύουν πως αρκεί να είναι καλοί άνθρωποι και πείθουν τον εαυτό τους πως πραγματικά είναι καλοί.
Το Χριστιανός όμως δεν τους λέγει τίποτε ούτε το καταλαβαίνουν, φτάνει όμως που πιστεύουν πως είναι καλοί άνθρωποι, αφού και οι άλλοι τους βλέπουν για καλούς ανθρώπους.  Οι χριστιανοί, που μπορεί και να μην είναι από τους λεγόμενους καλούς ανθρώπους, είναι και μένουν μέσα στην Εκκλησία και παλέβουνε να γίνουν καλοί με τη χάρη του Θεού. Οι άνθρωποι φτιάχνονται στην Εκκλησία, με τον δικό τους πνευματικό αγώνα και με τη θεία χάρη, που αναπληρώνει τα ελλείποντα και θεραπεύει τα ασθενή. Ο κόσμος πραγματικά καλυτερεύει, όταν μέσα μας ριζώνη ο φόβος του Θεού και εδραιώνεται η αληθινή πίστη. Γιατί η πίστη δεν είναι μια θεωρητική γνώμη, αλλά η δύναμη μέσα μας, που μας φτερώνει και μας αναβάζει στον ουρανό.
Εορτάζοντας και σήμερα τη νίκη της Ορθοδοξίας εναντίον της εικονομαχίας και όλων των αιρεσέων, εύκαιρο είναι να δώσουμε άλλη μια φορά και να ανανεώσουμε την παλαιά υπόσχεση. Δεν θα σε απαρνηθούμε, αγαπητή μας Ορθοδοξία˙ δεν θα σε ψευτίσουμε, ιερή και σεβαστή κληρονομιά των πατέρων μας˙ «Οὐκ ἀπαρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία˙ οὐ ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας», όπως εκφώνησε ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, δίνεται η ευκαιρία να θυμηθούμε όλο το μεγαλείο και όλο το θησαυρό, που κλείνει μέσα της η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία όπως βγήκε από τα χέρια του Χριστού και όπως μας την παρέδωσαν οι Άγιοι Απόστολοι. Αμόλυντη, ανόθευτη και παρθενική.
Η Ορθοδοξία είναι ο καθαρός, ο Αποστολικός Χριστιανισμός. Η Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία των Αγίων Πατέρων, που την τίμησαν, την ανέδειξαν, την δόξασαν, που ερμήνευσαν το Ιερό Ευαγγέλιο σωστά, αληθινά με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία των Οικουμενικών Συνόδων, που την περιφρουρούν, την προστρατεύουν από την νοθεία των αιρετικών και τις πλάνες τους, δια μέσου των αιώνων, μέχρι σήμερα. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία των Μαρτύρων, των Οσίων Ασκητών, Ερημιτών, Ησυχαστών και Νηπτικών. Η Εκκλησία των Ομολογητών, των Οικουμενικών Διδασκάλων και Νεομαρτύρων, των Χαριτοβρύτων Αγίων Λειψάνων.
Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία του Βυζαντίου, της Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής, των Βυζαντινών Εικόνων. Της Βυζαντινής Αρχιτεκτονικής. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία των Αγίων Μυστηρίων. Είναι η Εκκλησία της μυστικής εν Χριστώ ζωής και Θεολογίας, της νοεράς προσευχής και ενώσεώς μας με τον Θεό. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία της Βυζαντινής και «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»Θείας Λατρείας και Βυζαντινής Υμνολογίας. Η Ορθοδοξία μας είναι η Εκκλησία της Αναστάσεως. Πόσοι, όμως, λεγόμαστε Ορθόδοξοι, και δεν γνωρίζουμε την Ορθοδοξία;
Τί φοβερό πράγμα να μην γνωρίζουμε την Μάνα μας. Γι’ αυτό πολλοί Ορθόδοξοι, και σήμερα ακόμα, χάνουν την πίστη τους, φεύγουν από την μόνη σωτήρια μάνδρα της Εκκλησίας, σαν «ἀπολωλότα πρόβατα», και γίνονται αιρετικοί. Είναι καιρός, αδελφοί μου, να γνωρίσουμε καλύτερα, βαθύτερα και καθαρώτερα την πίστη μας. Να μελετήσουμε τα φωτισμένα κείμενα των Αγίων Πατέρων Της, προ πάντων να ζή­σουμε εμπειρικά την Θεανθρώπινη, Εκκλησια­στική, Μυστική, Ορθόδοξη ζωή Της.
Τότε θα μπορούμε να λέμε και εμείς σαν τον Φίλιππο στον Ναθαναήλ: «Ἔρχου καὶ ἴδε» , στον κάθε συνάνθρωπό μας, στον κάθε γείτονα, στον κάθε ακόμα πλανεμένο αιρετι­κό, μάρτυρα του Ιεχωβά και αλλόθρησκο. «Ἔρχου καὶ ἴδε», πώς αγιάζεται ψυχή και σώμα μέσα στο Πνευματι­κό, Χριστοκεντρικό Σώμα της Εκκλησίας. «Ἔρχου καὶ ἴδε» την Αλήθεια, το Φως, την Θεολογία, την Θεοπτία, την Θεία Λει­τουργία, την Μυστική ζωή, το Δόγμα, την Χάρι, την Άκτιστη Ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό είναι Ορθοδοξία. «Ἔρχου καί ἴδε» το λιβάνι, το κερί, το πρόσ­φορο, τις εορτές, τις ολονύκτιες αγρυπνίες, τις νηστείες, τις γονυκλισίες, την νοερά προ­σευχή, την Βυζαντινή εικόνα, την Βυζαντινή Μουσική. Αυτό είναι αγαπητοί μου, «Ορθοδοξία».Δεν είναι Ορθοδοξία ο ορθολογισμός, ο σχολαστικι­σμός, η εκκοσμίκευση, το υλικό συμφέρον, οι Τράπεζες του Βατικανού, το αλάθητο του Πάππα , τα χίλια  δυό κομμάτια του ψυχρού Πρωτεσταντισμού.
Δεν είναι Ορθοδοξία η άρνησις της Πα­ναγίας, Υπερευλογημένης Θεοτόκου, η άρ­νησις των Αγίων Μυστηρίων, των Αγίων και σεπτών Ει­κόνων, η άρνησις του«νέφους» των Μαρτύ­ρων και ασκητών. «Ἔρχου καὶ ἴδετε» αδελφοί μου, και δώστε μια ισόβια, ολόψυχη υπόσχεση: «Ποτέ δέν θα σε προδώσουμε και δεν θα σε απαρνηθούμε Γλυκειά μας Μάνα, Αγία μας Ορθοδοξία.»Αμήν

Τρίτη, Μαρτίου 04, 2014

Κήρυγμα εις την Α’ Στάση των Χαιρετισμών π. Χρήστος Πιτυρίνης

«Τῇ Ὑπερμἀχῳ στρατηγῷ τά νικητήρια»
Σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί «χαίρει ἡ κτίσις ὅλη», στους πρώτους «χαιρετισμούς» στην Παναγία Μητέρα του Θεού μας και όλου του γένους των Χριστιανών. Σήμερα,«οἱ οὐρανοί ἀγάλλονται» και οι στρατιές των ουρανίων ταγμάτων πανηγυρίζουν, για την τιμή που κάνουν οι χριστιανοί στο πρόσωπο της τιμιωτέρας και αγιωτέρας των Χερουβείμ σήμερα, σκιρτά η πά-ναγνη ψυχή της Παναγίας, εκεί στα δεξιά του Υιού της, όπου βρίσκεται, σαν βλέπει τα πλήθη των Ορθοδόξων, να πλημμυρίζουν τους Ναούς, με τη σκέψη τους σ’ αυτήν, να την υμνούν, με τον υπέροχο σε φράσεις και εικόνες και ανερμήνευτο σε βάθος, θείο χαιρετισμό«Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε», που μόνο σ’ αυτήν βρήκε την ανταπόκριση και εκπλήρωσή του, και σε καμιά άλλη γυναίκα.
Σήμερα, χαίρει όλη η γη και μας φανερώνει την χαρά της, στολισμένη με τα πρώτα άνθη της ανοίξεως, για να συμμετάσχει στην πανορθόδοξη χαρά, και να προσφέρει τα πρώτα της άνθη, για να στολισθεί η εικόνα της Παναγίας, να σμίξουν τα άνθη της ανοίξεως με το «ἄνθος τό ἀμάραντο» σήμερα, ο ορθόδοξος λαός νοερά σμίγει, με την σκέψη του, την καρδιά του και με την ακάθιστη στάση του, με τις χιλιάδες εκείνες των χριστιανών των βυζαντινών χρόνων, γύρω από το Ιερό Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, που ψάλλουν τον «Ἀκάθιστο Ὑμνο», μαζί με τον σεβάσμιο και άγιο τότε Πατριάρχη Σέργιο.
Ο Γέροντας Πατριάρχης όρθιος όλη τη νύκτα εκείνη την τραγική, της πρώτης επίθεσης των βαρβάρων κατά της βασιλεύουσας, δεν κουράζεται να προφέρει, με το άγιο του στόμα τα λόγια της παρακλήσεως και των εγκωμίων στην Θεοτόκο, για να απαλλάξει την Πόλη της «ἐκ παντοίων κινδύνων» και να την ελευθερώσει από την επιδρομή των βαρβάρων. Και ο Χριστιανικός λαός τού Θεού «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ», ακάθιστος και αυτός ακολουθεί τον Πατριάρχη του στον δρόμο των ψυχικών εξάρσεων και μετεωρισμών και παρασύρεται στην ίδια πίστη και στην ίδια ελπίδα προς την Παναγία, όπως και τώρα, κάθε Παρασκευή βράδι της Μεγάλης Σαρακοστής, όπου ό Ορθόδοξος λαός συγκεντρώνεται στους Ναούς να ικετεύσει την Παναγία.
Πέρασαν δώδεκα και πλέον αιώνες, αφ’ ότου αντήχησαν, για πρώτη φορά οι πανευφρόσυνες στροφές τού  «Ἀκαθίστου Ὕμνου», στο σεμνό ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Το έθνoς μας ακρωτηριάσθηκε, διαμελίσθηκε από χριστιανικούς λαούς, κατέπεσε, ανορθώθηκε, ένα  μέρος της Κύπρου είναι σκλαβωμένο, οι Τετρακόσιες χιλιάδες Βορειοηπειρώτες Έλληνες χριστιανοί, στενάζουν στις φυλακές και στα κάτεργα του άθεου καθεστώτος της Αλβανίας, με την σταλινική σκληρότητα αλλά και από  τότε τόσοι αιώνες πέρασαν, η ψαλμωδία τού «Ἀκαθίστου Ὕμνου» ενώνει πνευματικά ότι χώρισε ή κτηνώδης βία και ή πολιτισμένη αδικία.
Ποιός έγραψε αυτόν τον υπέροχο ύμνο προς την Θεoτόκo, τον εμπνευσμένο από θεία Χάρη και φώτιση Θεού; Οπωσδήποτε ο Ακάθιστος Ύμνος, είναι αθάνατο και αιώνιο μνημείο θρησκευτικών και εθνικών θριάμβων, πού πραγματοποιήθηκαν κατ’ αρχάς γύρω από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως, όταν οι πρόγονοί μας πολεμούσαν «γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία», όπου οι πρόγονοί μας πέτυχαν ένδoξες νίκες «κατά βαρβάρων», αγωνιζόμενοι ηρωικά και αναθέτοντας την καλήν έκβασιν των πολέμων στο Θεό, και την μητέρα Του Παναγία, ή οποία «ὡς βροντή τούς ἐχθρούς καταπλήττουσα», έγινε του έθνους «ἰσχύς καί ὀχύρωμα, φυλακτήριον καί χαράκωμα καί κραταίωμα καί ἱερόν καταφύγιον».
Τι τρόμος τότε μα και τι θάρρος και ελπίδα στους χριστιανούς της Κωνσταντινουπόλεως, όταν είδαν τις βαρβαρικές στρατιές και έψαλλαν, μπροστά στην εικόνα του Ευαγγελισμού, τον Ακάθιστο Ύμνο. Μέσα στους στίχους του«Ἀκαθίστου», η αιώνια ελληνική ψυχή έχει στρέψει τον θαυμασμό της και την αγάπη της, που θα μπορούσε να προβάλει από ευγενική ψυχή προς την Θεοτόκο, ή οποία ανέγραψε τα νικητήρια, διότι ή Παναγία έχουσα «τό κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων κινδύνων ἐλευθέρωσε» με την πρωτεύουσα του Βυζαντίου και ολόκληρο το ελληνικό Έθνος. Τότε, κάτω από το κράτος τής βαθύτερης πίστεως και ευλαβέστερης ευγνωμοσύνης προς την Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία, που έγινε«σκέπη καί κραταίωμα, τεῖχος καί ὀχύρωμα καί βοήθεια τῶν πιστῶς δεομένων της»υπερασπιστών τής Πατρίδος, δημιουργήθηκε ό «Ἀκάθιστος Ὕμνος», ο λεγόμενος συνήθως «Χαιρετισμοί τῆς Παναγίας».
Από τότε και μέχρι σήμερα «οἰ χαιρετισμοί» έγιναν αγαπημένη ακολουθία των χριστιανών, πού έρxoνται κάθε χρόνο με την ίδια λαχτάρα και μέσα στο μοσχομύριστο από θυμίαμα περιβάλλον των Εκκλησιών, να τούς ακούσουν, να σταυροκοπηθούν, να συγκινηθούν, γιατί πάντα «οἰ χαιρετισμοί» κρατούν την ίδια ένταση και επικαιρότητα και ασκούν την ίδια επίδραση σε κάθε χριστιανική ψυχή πού τούς ακούει, σε λαμπρούς ναούς, σε αραχνιασμένα εξωκκλήσια, σε σπηλιές, σε λόφους, σε λόγγους και πεδιάδες. Ο «Ἀκάθιστος Ὕμνος», Είναι σάλπισμα πού μας αφυπνίζει. Είναι δύναμις και δίδαγμα που καθοδηγεί τις ελληνικές γενεές στο καθήκον, είναι υπομνηστήριο των υποχρεώσεών μας, προς την θρησκεία και την Πατρίδα μας. Ο Θεός δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου της προστάτιδος  όλου του Ορθοδόξου έθνους μας,  ας είναι σκέπη, φρουρός και προστάτης, να μας  διαφυλάτει από κάθε κίνδυνο, να μας χαρίζει υγεία και θεία φώτιση στον κάθε ένα  προσωπικά μετά των οικογενειών μας. ΑΜΗΝ

Σάββατο, Φεβρουαρίου 15, 2014

Κυριακή του Ασώτου «Νεκρός ἤν καί ἀνέζησε, καί ἀπολωλῶς ἤν καί εὑρέθη» π. Χρίστος Πιτυρίνης

«Νεκρός ἤν καί ἀνέζησε, καί ἀπολωλῶς ἤν καί εὑρέθη».
asotos yiosΑγλάισμα των παραβολών και ατίμητο κειμήλιο του Ευαγγελικού θησαυρού ονόμασαν, αγαπητοί μου αδελφοί, οι πατέρες τη παραβολή του Ασώτου υιού. Γιατί μέσα από αυτή την παραβολή ζωγραφίζεται από τον «θείο καλλιτέχνη», η απέραντη και ανυπέρβλητη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο. Φαίνεται όλο το ύψος της αγάπης του Θεού, που δεν αγαπά μόνο τους δικαίους, τους ενάρετους και τους εκλεκτούς, αλλά η αγάπη του Θεού αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους με μεγαλύτερη θέρμη και με ειλικρινέστερο πόνο ακόμη και τον χειρότερο αμαρτωλό, εξάλλου ο Χριστός είπε«οὐ γάρ ἦλθον καλέσαι δικαίους ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοια».
Έτσι λοιπόν, συνεχίζει η παραβολή να μας λέει: «εἶδεν αὐτόν ὁ πατήρ αὐτοῦ καί εὐσπλαγχνίσθη καί δραμῶν ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ καί κατεφίλησεν αὐτόν», δηλαδή, ο γεμάτος αγάπη πατέρας, όταν είδε από μακριά τον αγνώριστο και σε κακά χάλια υιό του, έτρεξε, τον αγκάλιασε και τον κατεφίλησε. Αγνώριστος ήταν και όμως η αγάπη του πατέρα τον γνώρισε και τον αποκατέστησε στη πρώτη δόξα. Όταν βρισκόταν στο σπίτι τού πατέρα ο μικρότερος υιός, είχε άφθονα όλα τα αγαθά και ήταν χαρούμενος και ευτυχισμένος, γιατί είχε ακόμη την φροντίδα και την στοργή του πατέρα του.
Όμως, από απερισκεψία, θεωρεί την υπακοή στο πατέρα σαν αιχμαλωσία και σκλαβιά, παρακινούμενος μάλλον και από τους «φίλους» ζητάει την ελευθερία του, να χαρεί τα νιάτα του μακριά από την επίβλεψη του πατέρα του. Και αφού ζήτησε την προβλεπόμενη περιουσία έφυγε και πήγε «σέ χώραν μακράν» όπου εκεί κατασπατάλησε όλη την περιουσία του σε πονηρές διασκεδάσεις και σε κτηνώδεις απολαύσεις. Φυσικό και επόμενο ήταν με την τόσο σπάταλη ζωή που έκανε να χάσει όλη την περιουσία του, να δυστυχήσει και να κινδυνέψει να πεθάνει από την πείνα, εάν δεν βρισκόταν κάποιος να τον μαζέψει και να τον προσλάβει ως χοιροβοσκό.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά, προσπαθούσε να χορτάσει με την τροφή που έδινε στους χοίρους. Σε αυτό το σημείο επαληθεύονται τα λόγια του Χριστού μας που λέει:«ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καί οἱ πρῶτοι ἔσχατοι». Ο πλούσιος υιός, τώρα χοιροβοσκός!!! Η σκέψη αυτή τον συντάρασσε, τον επανέφερε όμως στα λογικά του και αποφασίζει λέγοντας: «πόσοι μίσθιοί του πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγώ λιμῶ ἀπόλλυμαι! Ἀναστᾶς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου…» δηλαδή πόσοι μισθωτοί του πατέρα μου έχουν άφθονο και περισσεύοντα τον άρτο, ενώ εγώ κινδυνεύω να πεθάνω από την πείνα. Ταπεινώνεται και αμέσως παίρνει τον δρόμο του γυρισμού.
Αυτό ήταν το πρώτο βήμα της μετανοίας του με τον λογισμό, την σκέψη. Προχωρεί με σκυμμένο το κεφάλι, ξυπόλητος, βρώμικος, δυστυχισμένος και αγνώριστος από τις κακουχίες. Σαν πλησίαζε, όμως, στο πατρικό του σπίτι, ο πατέρας τον είδε από μακριά, και αμέσως έτρεξε και τον αγκάλιασε. Ο άσωτος υιός κάνει το δεύτερο βήμα δηλαδή κάνει το λογισμό, τη σκέψη πράξη και ζητά από τον πατέρα του την πλήρη συγχώρεση λέγοντάς του: «ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Ποίησον μέ ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου». 
Η αγάπη του πατέρα δέχεται την πραγματική συγνώμη του ασώτου, και αμέσως, πρόσταξε τους δούλους να του φέρουν τα καλύτερα ρούχα, τα καλύτερα υποδήματα, το δακτυλίδι του, και να σφάξουν τον «μόσχο τόν σιτευτόν»  ώστε να γιορτάσουν την επιστροφή του υιού του, διότι «νεκρός ἤν καί ἀνάζησε, καί ἀπολωλῶς ἤν καί εὑρέθη». Μια εικόνα απείρου κάλους, θεϊκής αγάπης, και πάλι μου έρχονται τα θεία λόγια στη σκέψη: «Χαρά γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῶ µἐτανοούντι».
Πόσοι όμως άνθρωποι, αγαπητοί μου αδελφοί, σε κάθε εποχή, πόσο μάλλον σήμερα, μοιάζουν με τον Άσωτο της παραβολής; Πόσοι σπαταλούν την περιουσία τους, τα νιάτα τους και φθείρουν την υγεία τους σε αμαρτωλές διασκεδάσεις; Πόσες οικογένειες έχουν καταστραφεί από την ασωτία είτε των ανδρών είτε των γυναικών; Τόσα διαβάζουμε καθημερινά στις εφημερίδες για φοβερά εγκλήματα τα οποία είναι αποτέλεσμα της ασωτίας και της ανηθικότητας!!! Οι κοινωνία μας είναι γεμάτη από άσωτους, κάθε ηλικίας, κάθε φύλου, κάθε τάξεως. Ο άσωτος της παραβολής όμως, κάποτε μετανόησε και γύρισε στο πατέρα του. Ποια ευλογία Θεού θα ήταν και ευτυχία της κοινωνίας, εάν όλοι οι άσωτοι, κάθε εποχής, ακολουθούσαν το παράδειγμα του νεώτερου υιού της παραβολής δηλαδή στην επιστροφή του στο πατρικό σπίτι!
Η αγάπη του Θεού και πατέρα μας είναι πολύ μεγάλη για κάθε αμαρτωλό άνθρωπο. Η αγκαλιά Του, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι πάντα ανοικτή και περιμένει την επιστροφή όλων μας, διότι η μακροθυμία Του ανέχεται και υπομένει. Το μόνο που ζητεί, είναι τη μετάνοιά μας, όπως αυτή του Άσωτου υιού που είπε στον πατέρα του«ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Ποίησον μέ ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου».  Η παραβολή του ασώτου είναι το μεγάλο μάθημα. Τώρα μάλιστα στην αρχή της Μεγάλης και Αγίας Τεσσαρακοστής, ή Εκκλησία καλεί τον καθένα μας σε συναίσθηση και στη μεγάλη απόφαση: «Ἀναστάς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα μου».
Ο Χριστός αποπλύνει τους ρύπους της ψυχής με το Τίμιο Αίμα του, ενδύει με την στολή της αγιότητος, δίνει τον αραβώνα του Πνεύματος και τα υποδήματα της αρετής και παραθέτει την τράπεζα της αληθινής χαράς. Ένα μόνο χρειάζεται από μας την μετάνοιά μας. Αυτό είναι το μεγάλο θαύμα. Όσοι μετανοούν είναι οι νεκροί που ανασταίνονται. Οι χαμένοι που ξαναβρίσκονται. Εμπρός λοιπόν, όσοι ακολουθήσαμε τον άσωτο στο δρόμο της αποστασίας, ας τον ακολουθήσουμε μέχρι τέλους στο δρόμο της επιστροφής και της μετάνοιας.  Ας σπάσουμε τα δεσμά της αμαρτίας και ας πάρουμε την μεγάλη απόφαση της επιστροφής.
Και όταν μετά την κουραστική περιπλάνηση αξιωθούμε επί τέλους να βρεθούμε μπροστά στην ευσπλαχνία του Θεού ας μή διστάσουμε να γονατίσουμε ταπεινά μπροστά του και να πούμε: «Τήν τοῦ ἀσώτου φωνήν προσφέρω σοι, Κύριε. Ἥμαρτον ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν σου, ἀγαθέ, ἐσκόρπισα τόν πλοῦτον τῶν χαρισμάτων σου· ἀλλά δέξαι με μετανοῦντα, Σωτήρ, καί σῶσόν με». Έτσι αδελφοί μου είναι ευκαιρία τώρα που προετοιμαζόμαστε για το Θείο Πάθος να γυρίσουμε και εμείς ως ο Άσωτος και να ζητήσουμε από τον Θεό πατέρα την συγχώρεση ώστε να ακούσουμε και εμείς τό«νεκρός ἤν καί ἀνάζησε, καί ἀπολωλῶς ἤν καί εὑρέθη».  Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...