Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουλίου 26, 2015

Αν νοιώσεις μέσα στις φλέβες σου το Θεό, τότε ηρέμησες

Αν νοιώσεις μέσα στις φλέβες σου το Θεό, τότε ηρέμησες

Πάτερ Κλεόπα, εδώ καθημερινά καταφθάνουν άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο για να σας δουν. Ποιες είναι οι εμπειρίες κι οι εντυπώσεις σας;
Το ότι εμείς οι Χριστιανοί έχουμε μέσα μας μπερδέψει τα πράγματα. Αν κι είμαστε βαπτισμένοι, ωστόσο συχνά δεν ξέρουμε τί πιστεύουμε. Με πόνο και θλίψη βλέπω καθημερινά ότι εμείς οι άνθρωποι
έχουμε φτιάξει για το Θεό μια εικόνα περίεργη κι απαράδεκτη. Μια εικόνα που δεν συμβιβάζεται με τα Ευαγγέλια και τα βιβλία τα ιερά, πού το Θεό τον προσδιορίζουν σαν άβυσσο ευσπλαχνίας κι αγάπης.
Σχεδόν το 99% όσων άρχονται εδώ φαντάζονται το Θεό σαν ένα ανώτερο Ον που επιφυλάσσει στον άνθρωπο μόνο θυμούς, οργές και ποινές, αλλά σπάνια καλοσύνες. Εγώ δεν είμαι γιατρός, αλλά τσοπάνος, πιστεύω όμως πως η αιτία του καρκίνου εκεί βρίσκεται: στη λανθασμένη εικόνα που ο άνθρωπος έφτιαξε μέσα του για το Θεό.
Δηλαδή, αν εμείς οι άνθρωποι μετασχηματίσουμε την αντίληψη που έχουμε σήμερα για το Θεό, αν αλλάξουμε την εικόνα που φτιάξαμε μέσα μας για το Δημιουργό, τότε βρέθηκε το φάρμακο και θεραπεύτηκε ο καρκίνος;
Ναι. Τον καρκίνο δημιουργούν οι τύψεις, τα άγχη και οι φοβίες, οι ανησυχίες και οι αποστασίες, οι αμφιβολίες, οι θλίψεις κι οι στενοχώριες. Ο καρκίνος μπήκε στον άνθρωπο, γιατί ο άνθρωπος δεν άφησε μέσα του χώρο για να μπει ο Θεός.
Αν νοιώσεις μέσα στις φλέβες σου το Θεό, τότε ηρέμησες. Αυτό είναι το φάρμακο του καρκίνου.
Πώς, όμως, να ηρεμήσει ένας πού ζει συνεχώς μέσα στις πτώσεις; Πώς να νοιώσει μέσα στις φλέβες του το Θεό ένας, λ.χ., που ζει με μοιχείες, πορνείες κι εγκλήματα;
Είναι απλό. Αρκεί να πιστέψει πως είναι πλασμένος απ’ το Θεό με αγάπη κι ότι ο Θεός έχει για τον καθένα μας ένα σχέδιο. Άραγε ποιός ξέρει τί σχέση να έχουν οι ανθρώπινες πτώσεις μ’ αυτό το σχέδιο του Θεοί… “Άλλωστε, μη ξεχνάμε, όλοι μας είμαστε παραβάτες κι εγκληματίες, αφού δεν υπάρχει άνθρωπος που να τηρεί στ’ αλήθεια τους όρους του Νόμου. Αν ο πόρνος, ο μοιχός, ο εγκληματίας πιστέψει και πει στο Θεό: «Θεέ μου, συ μ’ έφτιαξες μ’ ένα τόσο φτηνό υλικό. Κάνε με τούτο να το χωνέψω», το πρόβλημα λύθηκε. Ο άνθρωπος ο αμαρτωλός θα συνειδητοποιήσει ότι είναι πάροικος πάνω στη γη κι ότι γι’ αλλού είναι ο προορισμός του. Το άσχημο είναι ότι δεν μάθαμε να δεχόμαστε τον εαυτό μας έτσι, όπως ακριβώς είναι και το χειρότερο ότι δε συνηθίσαμε αυτό τον αμαρτωλό εαυτό να τον διατηρούμε σε επαφή με τον Ουρανό. Γι’ αυτό ο καρκίνος θερίζει.
Κι όταν ο καρκίνος θεραπευτεί, τότε ποιός πρέπει να είναι ο στόχος μας;
Να δούμε και να συνειδητοποιήσουμε τα θαύματα του Θεού. Ποιό είναι το μεγαλύτερο απ’ αυτά;
Η υπομονή του Θεού με εμάς τους ανθρώπους.
Υπάρχουν σήμερα άγιοι μέσα στον κόσμο;
Πάρα πολλοί. Ο Θεός τους γνωρίζει. Αν δεν υπήρχαν, ο κόσμος μας θα είχε πάψει να ζει. Το λέει καθαρά ο Άγιος Συμεών, ο Νέος Θεολόγος: «Όταν λείψουν από τον, κόσμο οι Άγιοι, θα εκλείψει κι ο κόσμος».
Πιό παλιά ζούσατε εντελώς μόνος, χωρίς τους ανθρώπους;
Αυτό δεν είναι αλήθεια. Μπορεί να ζούσα στην έρημο, όμως ο κόσμος και οι άνθρωποι ζούσανε μέσα μου.
Εννοώ ότι για πολλά χρόνια δεν συναντηθήκατε με ανθρώπους.
Ναι. Δέκα χρόνια δεν είδα ούτε μια φορά άνθρωπο. Ζούσα ψηλά στο βουνό. Έτρωγα χόρτα και μέλι. Ένας γέρος, που ήξερε πως ζούσα εκεί, έφερνε και μου άφηνε κάθε δύο μήνες λάδι, ψωμί και αυγά, όμως ποτέ δεν έτυχε να τον δώ.
Τώρα, οι άνθρωποι έρχονται απ’ όλο τον κόσμο για να σας δουν.
Δεν φταίω εγώ. Το κακό το ‘χει κάνει ο Αντώνιος, ο Επίσκοπος του Μπονζάου και ο Αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος Ανανίας, που μ’ είχαν πνευματικό.
Είναι αλήθεια ότι γράφετε κιόλας;
Γράφω για τα θαυμάσια του Θεού, που τα βλέπω καθημερινά μέσα στη φύση και στον κόσμο. Γράφω και τον «Ακάθιστο» του Αγίου Ανδρέα. Πριν δυο χρόνια έγραψα τον «Ακάθιστο των Ρουμάνων Αγίων» πού έζησαν στην περιοχή της Ντομπρότζια τον τρίτο και τέταρτο αιώνα, όταν ήσαν στη Ρώμη ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιλιανός. Οι άγιοι αυτοί ήσαν οι Άταλος, Ζωτικός, Φίλιππος και Καμάσης. Ήσαν Έλληνες στρατιώτες που έμειναν εδώ στη Ρουμανία και άγιασαν.
*Απόσπασμα από το βιβλίο «Η Ορθοδοξία στη χώρα του Τσαουσέσκου» του Τ. Μιχαλά 
το είδαμε εδώ

Πῶς θά ἔχουμε πνευματική ὡφέλεια ἀπό τίς βιοτικές ἀσχολίες (Όσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)




ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟΣ από τον επίσκοπο Τύχωνα, συνέταξα και σου στέλνω την ακόλουθη εποικοδομητική διδαχή για το πώς το καθετί μπορεί να μεταβληθεί σε συνήγορο της θείας Αληθείας και να μας θυμίζει τον Θεό. 
Μου έγραψες πως οι οικιακές ασχολίες αποσπούν την σκέψη σου από τον Θεό. Σου υπέδειξα τι να κάνεις, ώστε να μη συμβαίνει αυτό. Δεν αναφέρθηκες, ωστόσο, σε κάτι άλλο, που συνήθως απομακρύνει το νου από τον Θεό. Είναι το γεγονός ότι κάθε εξωτερικό πράγμα ενεργεί πάνω στις αισθήσεις, τραβάει την προσοχή μας και την αποσπά από τον Θεό. Υπάρχει κάποια μέθοδος, με την οποία μπορούμε όχι μόνο να αποτρέψουμε τη μαγνήτιση του νου από τα αισθητά αντικείμενα, αλλά και να κατορθώσουμε την αναγωγή του, μέσω των αντικειμένων, στον Θεό. Πώς; Αναθεωρώντας με πνευματική αίσθηση όλα όσα αντιλαμβανόμαστε με τις σωματικές αισθήσεις μας. Σύμφωνα με τη νέα θεώρηση των πραγμάτων, καθετί υλικό θα αποκαλύπτει στο νου σου μια πνευματική αλήθεια. Να μερικά παραδείγματα:

Βλέπεις ένα λεκέ σε λευκό φόρεμα και λυπάσαι γι’ αυτό. Συλλογίσου τότε πόση είναι η λύπη του Κυρίου, των αγγέλων και των αγίων, όταν βλέπουν τους λεκέδες της αμαρτίας στις ψυχές μας, που δημιουργήθηκαν άσπιλες «κατ’ εικόνα Θεού», ανακαινίστηκαν στην κολυμβήθρα του Βαπτίσματος και καθαρίστηκαν με τα δάκρυα της μετάνοιας.
Βλέπεις τα μικρά παιδιά, όταν οι γονείς τους τ’ αφήνουν μόνα, να τρέχουν πέρα-δώθε και να χαλάνε τον κόσμο. Σκέψου τότε ότι κάπως έτσι κάνουν και οι ψυχές μας, όταν απομακρυνθούν από τον Θεό και χάσουν τον φόβο Του.
Μυρίζεις ένα τριαντάφυλλο και ευφραίνεσαι∙ μυρίζεις, απεναντίας, κάτι άλλο, που έχει δυσάρεστη οσμή, και γυρίζεις αλλού το πρόσωπό σου με αηδία. Σκέψου τότε ότι κάθε ψυχή αναδίδει κάποιαν οσμή, η αγαθή ψυχή ευχάριστη και η εμπαθής ψυχή δυσάρεστη. Οι άγγελοι και οι άγιοι του Θεού, μερικές φορές ακόμα και οι δίκαιοι άνθρωποι πάνω στη γη, αισθάνονται αυτή την οσμή. Για τις εύοσμες ψυχές χαίρονται, ενώ για τις δύσοσμες λυπούνται.
Οποιοδήποτε πράγμα ή γεγονός μπορεί να γίνει αφορμή για πνευματικές σκέψεις. Διαφορετικές σε κάθε άνθρωπο. Όλα όσα σε περιβάλουν μπορούν να σου χρησιμεύουν για τον σκοπό αυτό. Άρχισε από το σπίτι σου και ξανακοίταξε με πνευματικό βλέμμα το καθετί εκεί μέσα –τους τοίχους, τη στέγη, τα θεμέλια, τα παράθυρα, το φούρνο, τα τραπέζια, τις καρέκλες, τους καθρέφτες κ.λπ. Συνέχισε με τα πρόσωπα που ζουν ή έρχονται στο σπίτι σου – τους γονείς σου, τ’ αδέλφια σου, τους υπηρέτες, τους επισκέπτες. Κάνε το ίδιο με τα γεγονότα της καθημερινής ζωής – το πρωινό ξύπνημα, την ανταλλαγή χαιρετισμών, το γεύμα, τη δουλειά, την αναχώρηση, την επιστροφή, το κολατσιό, την ψυχαγωγία, το τραγούδι, την ημέρα, τη νύχτα, τον ύπνο κ.ο.κ. Σου συνιστώ να διαβάσεις άλλο ένα σύγγραμμα του επισκόπου Τύχωνος, το τετράτομο έργο «Πνευματικός Θησαυρός». Θα διδαχθείς πολλά απ’ αυτό για το προκείμενο ζήτημα.
Έτσι το κάθε πράγμα ή γεγονός θα είναι για σένα κάτι σαν ιερό βιβλίο ή κεφάλαιο από ιερό βιβλίο. Κάθε αντικείμενο, κάθε ασχολία, κάθε έργο θα σε κάνει να σκέφτεσαι τον Θεό. Θα κινείσαι μέσα στον υλικό κόσμο σαν σε κόσμο πνευματικό. Όλοι θα σου μιλούν για τον Θεό. Όλα θα κρατούν τον νου σου προσηλωμένο σ’ Αυτόν. Κι αν σ’ αυτή τη μνήμη προσθέτεις κάθε φορά και τον φόβο του Θεού και το δέος μπροστά στην άπειρη μεγαλοσύνη Του, τότε τι άλλους δασκάλους και συμβούλους χρειάζεσαι;
Χρειάζεσαι βέβαια μόχθο και αγώνα τόσο του νου όσο και της καρδιάς. Μόχθησε, λοιπόν, και αγωνίσου. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου, γιατί δεν θα πετύχεις τίποτα. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου, και θα σωθείς. Όλοι σχεδόν μοχθούμε υπερβολικά, καμιά φορά και εξουθενωτικά, για την επίτευξη επίγειων σκοπών. Δεν κάνουμε, όμως, το ίδιο για την επίτευξη του υψίστου, του μοναδικού, θα έλεγα, σκοπού της ζωής μας, που είναι η σωτηρία. Νομίζουμε ότι, για να σωθούμε, φτάνει να σκεπτόμαστε και να ποθούμε τη σωτηρία. Κάθε άλλο. Η υπόθεση της σωτηρίας, επειδή ακριβώς είναι η σπουδαιότερη της ζωής μας, είναι και η δυσκολότερη. Γι’ αυτό απαιτεί αγώνα. Αγωνίσου για τον Κύριο, και πολύ σύντομα θα δεις τους καρπούς. Αν, απεναντίας, δεν αγωνιστείς, θα μείνεις με άδεια χέρια και θα είσαι ανάξια της σωτηρίας. Ο Θεός να μην το δώσει!
(Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ, Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ γράμματα σε μια ψυχή», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ) 
(Πηγή ηλ. κειμένου: gonia.gr)

πηγή

“Όταν βυθιζόμαστε στη μετάνοια, τότε μυρίζει Θεός”

Κι αν απορούμε γιατί τα «γιατί» έχουν λόγο ύπαρξης στη ζωή μας, αυτό σημαίνει ότι η αυτογνωσιακή μας τοξοβολία ποτέ δεν κατάφερε όχι να πετύχει απλά, αλλά να προσεγγίσει το στόχο, το κέντρο των ζητημάτων. Κινούμενη περιφερειακά απομυθοποίησε τον χριστοκεντρικό χαρακτήρα της όλης ζωής, βούτηξε την άνοιξη στο κρύο του χειμώνα, σώπασε το ανοιξιάτικο κελάηδημα των πουλιών και φύσηξε χάος στο ζωντανό κούνημα των λουλουδιών, χρωματίζοντας άχρωμα τα εκφραστικά τους χρώματα. Τα «γιατί» έχουν την ύπαρξη τους στη φύση του καθενός από εμάς. Στη φύση μου, στη φύση του διπλανού μου, στη φύση του άλλου. Αν ίσως ο εαυτός γίνει εργαστήρι μυστικής και ταπεινής προσευχής στη διάρκεια όλης της ημέρας, ίσως τότε να αρχίσει να φαίνεται ότι υπάρχει Χριστός μέσα μου, μέσα σου, μέσα στον κάθε ένα.
Pray
Αν όλη η προσοχή στραφεί από εδώ και περά στη σιωπή, στην υπομονή και στην προσμονή, αν η ζωή αυτή αναζητήσει τον κατάλληλο για την κάθε ψυχή πνευματικό ιατρό, αν θελήσει αυτή η ψυχή να εξομολογηθεί για τις πτώσεις και τις εμμονές της, τις αλητείες της και τις αδιαφορίες της, αν συγκινήσει τα μάτια και στάξουν έστω ένα δάκρυ, αν ποτίσει το σώμα της με Αίμα Χριστού και ντύσει την ανεπάρκεια της με Σώμα Χριστού, αν θρηνήσει ήρεμα για τις αρνήσεις της, αν εκκεντριστεί στη ζωή της εκκλησίας, αν βυθιστεί σε μία μετάνοια ως νέα ζωή, ως καινή ζωή, ως όμορφη αλήθεια, τότε η χάρις του Τριαδικού Θεού ήδη διαπνέει τη φτώχια της και την ανημποριά της. Τότε μυρίζει Θεός, ανασαίνει Θεός, φιλάει Θεός, γλυκαίνει Θεός, ερεθίζει Θεός, μεταμορφώνει Θεός, ζει Θεός. Υπάρχει κάποιος που δεν θέλει να μυρίσει παράδεισο;
Ο αγώνας όμως είναι πολύ δύσκολος. Οι σύγχρονες σειρήνες ηχούν με πιο «τρυπητό» και εκκωφαντικό ήχο στ’ αυτιά όλων. Τις περισσότερες φορές ο αγώνας είναι άνισος, αόρατος, μη ορατός και ακατάληπτη η φύση του και τα τεχνάσματα του πονηρού. Θέλω να κλείσω το σημερινό άρθρο με μία ικεσία, με μία παράκληση. Είναι η ανάγκη ψυχής και με πολύ όμορφα λόγια την απευθύνει ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Ξέρεις εσύ την ασθένειά μου, ξέρεις καλά τὴν ταλαιπωρία και την μεγάλη αδυναμία μου. Γι’ αὐτὸ λοιπόν, σπλαχνίσου με πιο πολὺ ἀπὸ δω καὶ μπρός, πολυεύσπλαχνε Κύριε. Μ᾿ όλη μου τὴν καρδιά πέφτω στα πόδια σου ικετεύοντας εσένα, που μου φανέρωσες τόσες ωραιότητες. Στερέωσε στην ἀγάπη σου τὴν ψυχή μου καὶ δώσε νὰ ριζώσει βαθιά στην ψυχή μου ἡ ἀγάπη σου, για νὰ είσαι, σύμφωνα μὲ τὴν άχραντη κι άγια κι αψευδή σου επαγγελία, εσύ μέσα σε μένα κι εγώ νὰ υπάρχω μέσα σε σένα. Ἡ ἀγάπη σου θὰ μὲ σκεπάζει κι εγώ θὰ τὴν σκεπάζω καὶ θὰ τὴν φυλάω εντός μου, θὰ μὲ βλέπεις Δέσποτα μέσα σ’ αυτήν κι εγώ θ’ αξιώνομαι νὰ σε βλέπω μέσα απ’ αυτήν, τώρα μὲν σαν σε καθρέπτη καὶ αμυδρά, καθώς είπες, ενώ τότε, σ’ όλη τὴν αγάπη όλον εσένα που είσαι αγάπη κι έτσι μας αξίωσες να σε ονομάζουμε, γιατί σε σένα πρέπει κάθε ευχαριστία, κράτος, τιμή καὶ προσκύνηση, στον Πατέρα καὶ στον Υιό καὶ στο Άγιο Πνεύμα τώρα καὶ πάντοτε καὶ στους ατελεύτητους αιώνες των αιώνων. Αμήν».

εΙς τον Ἅγιο Παντελεήμονα

       Οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων, ἀγαπητοί μου, δέν ἔρχονται γιά νά τρῶμε, νά πίνουμε καί νά περνοῦμε ἄσκοπα τόν καιρό μας. Δέν πρέπει νά τίς ἀφήνουμε νά περνοῦν, χωρίς νά ἀποκομίζουμε πνευματικό ὄφελος. Πρέπει νά διδασκώμεθα ἀπό τήν ζωή, τό μαρτύριο καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων. Μέ αὐτήν τήν προϋπόθεση ξεκινοῦμε τήν ἁπλῆ ὁμιλία μας γιά τόν Ἅγιο Παντελεήνονα.
Γεννήθηκε στήν Νικομήδεια τῆς Μ. Ἀσίας. Ὁ πατέρας του Εὐστόργιος ἦταν εἰδωλολάτρης καί μάλιστα ἀξιωματοῦχος, μέλος τῆς συγκλήτου. Ἡ μητέρα του Εὐβούλη ἦταν χριστιανή καί μάλιστα πολύ πιστή. Εἶναι Ἁγία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ἔμεινε ὀρφανός σέ νεαρή ἡλικία. Ἔτσι τίς χριστιανικές νουθεσίες καί συμβουλές τοῦ ἔδινε τώρα ὁ ἱερεύς τῆς Νικομηδείας καί πνευματικός τῆς μητέρας του Ἅγιος Ἑρμόλαος, τόν ὁποῖο γιορτάσαμε χθές μαζί μέ τήν Ἁγία Παρασκευή.
Ἐνωρίς ὁ πατέρας του τόν παρέδωσε σ᾿ ἕνα φημισμένο γιατρό τῆς ἐποχῆς, τόν Εὐφρόσυνο, γιά νά τοῦ διδάξει τήν ἰατρική ἐπιστήμη. Σέ λίγο ὁ Παντολέον, ἔτσι ἦταν στήν ἀρχή τό ὄνομά του, ξεπέρασε ὅλους τούς συνομηλίκους του στήν μόρφωση, στήν ἐπιστήμη μά καί στήν ἀρετή. Ὅλοι μιλοῦσαν γιά τόν θαυμάσιο χαρακτήρα του. Ἀκόμη καί ὁ αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῖος τόν προώριζε γιά γιατρό τῶν ἀνακτόρων. Βέβαια ἀκόμη ἦταν εἰδωλολάτρης, δέν εἶχε βαπτισθεῖ, δέν εἶχε ἐπιλέξει ποιά πίστη θά ἀκολουθήσει, τοῦ πατέρα του ἤ τῆς μητέρας του;
Κάποτε, ἐνόσῳ ἀκόμη σπούδαζε τήν ἰατρική ἐπιστήμη, ἕνα φίδι φαρμακερό δάγκωσε κάποιο παιδί καί ἐκεῖνο ἔπεσε νεκρό. Σκέφθηκε λοιπόν ὁ Ἅγιος, ἄν ὁ Χριστός ἀνέσταινε τό παιδί, τότε καί ὁ ἴδιος θά γινόταν χριστιανός, ἀφοῦ αὐτό θά ἐσήμαινε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Πράγματι μέ τήν προσευχή του στόν Χριστό τό παιδί ἀναστήθηκε. Τότε ὁ Παντελεήμων κατάλαβε ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή πίστη καί ἔτρεξε στόν Ἅγιο Ἑρμόλαο, ἀπό τόν ὁποῖο ζήτησε τό Ἅγιο Βάπτισμα καί ἔτσι ἔγινε χριστιανός.
Αὐτό τό θαῦμα, αὐτή ἡ περίπτωση τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος μαρτυρεῖ, εἶναι μία μεγάλη ἀπόδειξις, ὅτι ἡ πίστις στόν Ἰησοῦ Χριστό εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή πίστις, ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός ἀληθινός Θεός κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά εἴμαστε σίγουροι γιά τήν πίστη μας. Ἔχουμε τό μεγάλο προνόμιο, τήν μεγίστη χάρη νά γνωρίζουμε τόν ἀληθινό Θεό, νά εἴμαστε παιδιά τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἄν αὐτό δέν τό πιστεύουμε, τότε ὅ,τι καί ἄν κάνουμε εἶναι ἄχρηστο καί μάταιο.
Ὁ Παντελεήμων λοιπόν γιάτρευε τούς ἀσθενεῖς, ὄχι μόνο μέ τίς γνώσεις του, ἀλλά καί μέ τήν πίστη του, μέ τήν προσευχή του στόν Ἰησοῦ Χριστό. Βοηθοῦσε τούς φτωχούς. Ὄχι μόνο τούς ἐθεράπευε δωρεάν, ἀλλά καί τούς ἐνίσχυε οἰκονομικά. Μοίρασε ὅλη του τήν περιουσία στούς φτωχούς. Μέ πολλές καί ἐπίμονες προσπάθειες κατόρθωσε νά κάνει χριστιανό καί τόν πατέρα του. Καί ἀντί νά γίνει γιατρός στό παλάτι, ἔγινε μάρτυς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας Μαξιμιανός διέταξε νά βασανίσουν τόν Ἅγιο καί κατόπιν νά τόν ἀποκεφαλίσουν.
Ἀρνήθηκε τίς τιμές καί τήν δόξα τοῦ κόσμου, γιά νά κερδίσει τόν Χριστό καί τήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτό εἶναι μέγα μάθημα καί σπουδαῖο δίδαγμα γιά μᾶς. Πολλοί γιά γήϊνες ἀπολαύσεις, γιά πρόσκαιρες ἡδονές, γιά ψεύτικες καί πολύ παροδικές μικροχαρές χάνουν τόν οὐρανό. Λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά ἕναν βοηθό καί συνεργάτη του: Δημᾶς με ἐγκατέλειπε ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα. Ἄφησε τόν ἀπόστολο Παῦλο, τόν ἐγκατέλειψε, ἀρνήθηκε τόν Χριστό γιά κοσμικά καί ἐφήμερα πράγματα.
Ἀντίθετα ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἄφησε τόν αὐτοκράτορα πατέρα του, τόν Κωνστάντιο Χλωρό, περιφρόνησε τήν κοσμική δόξα, τήν λαμπρή σταδιοδρομία πού θά εἶχε κοντά στόν εἰδωλολάτρη πατέρα του καί ἀκολούθησε τήν εὐσεβέστατη μητέρα του, τήν ἁγία Ἑλένη, τήν ὁποία χώρισε καί ἔδιωξε ὁ σύζυγός της, γιατί ἀκριβῶς ἦταν χριστιανή. Ὅμως ὁ Θεός τόν ὑπερύψωσε. Ἔτσι καί αὐτοκράτορας ἔγινε καί μεγάλο Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας τόν ἀνέδειξε ὁ Θεός.
Ἡ ἁγία Εὐψημία κάποτε παρουσιάσθηκε στόν μακαριστό π. Παΐσιο καί μεταξύ τῶν ἄλλων τοῦ εἶπε: Ἄν γνώριζα τήν δόξα καί τήν τιμή πού θά εἶχα στόν οὐρανό, ὄχι μόνο αὐτά τάμαρτύρια θά ὑπέμενα, ἀλλά θά ἤθελα σέ ὅλη μου τήν ζωή νά ἔχω τέτοια βασανιστήρια.
 Ὁ ἄγνωστος ἅγιος ἀσκητής, πού βρῆκε σκάβοντας ὁ π. Πανάρετος τοῦ εἶπε. Σκέπασέ με καί πάλι καί μή πεῖς τίποτε σέ κανένα. Μοῦ φτάνει ἡ δόξα πού ἔχω ἀπό τόν Θεό. Δέν ἔχω καθόλου ἀνάγκη τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων.
Ἐπίσης στόν Συνοδικό Τόμο τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, κατά τήν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων διαβάζουμε κάτι πολύ συγκινητικό. Αἰωνία ἡ μνήμη τῶν εὐσεβεστάτων ἐκείνων Πατριαρχῶν καί Βασιλέων, οἱ ὁποῖοι ἀντήλλαξαν τήν ἐπίγεια δόξα καί ἐξουσία τους μέ τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ δέ Μωϋσῆς ἀρνήθηκε νά λέγεται γυιός τῆς κόρης τοῦ Φαραώ. Ἀρνήθηκε τίς τιμές μέσα στό παλάτι τῶν Αἰγυπτίων καί προτίμησε νά συγκακουχεῖται, νά ὑποφέρει μέ τόν λαό τοῦ Θεοῦ, γιατί ἀπέβλεπε στήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ.
Ὁ ἅγιος Παντελεήμων μέσα σέ φοβερούς διωγμούς κατά τῶν χριστιανῶν, ἄφησε τήν εἰδωλολατρεία καί ἀκολούθησε τόν Χριστό. Κράτησε τήν ὑπόσχεση πού ἔδωσε. Ἄς τό σχολιάσουμε λίγο αὐτό, νά δοῦμε τί γίνεται στίς ἡμέρες μας;
Βρισκόμαστε σέ κάποια ἀνάγκη, σέ μία δύσκολη κατάσταση, ἔχουμε κάποια ἀρρώστια καί τάζουμε, ὑποσχόμαστε ἤ μᾶς συμβουλεύουν οἱ ἄλλοι, τάξε μία λαμπάδα σάν τό μπόϊ σου ἤ ἕνα δοχεῖο λάδι κ.ο.κ. Οὔτε ἐμεῖς σκεφθήκαμε, οὔτε ποτέ οἱ ἄλλοι μᾶς εἶπαν, ἀφοῦ ζητᾶς τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, νά πᾶς στήν Ἐκκλησία, νά νηστεύσεις, νά ἐξομολογηθεῖς καί νά κοινωνήσεις. Αὐτό εἶναι πού θά μᾶς ὀφελήσει. Καί τά ἄλλα εἶναι καλά, μά δέν φτάνουν. Ξοδεύουμε κάποια χρήματα, πληρώνουμε, κάνουμε τό πιό ἀνώδυνο, ἀποφεύγουμε ὅμως τά πνευματικά, πού εἶναι καί πιό δύσκολα.
Ὁ Χριστός παραπονέθηκε κάποτε στόν ἅγιο Ἱερώνυμο, ὅτι δέν τόν ἀγαπάει. Ἐγώ, Κύριε, δέν σέ ἀγαπῶ; Ἐγώ πού ἄφησα τήν πατρίδα μου, τό σπίτι μου, τούς δικούς μου, τήν σταδιοδρομία μου καί ἦρθα στήν ἔρημο; Γιά σένα τά ἔκανα ὅλα αὐτά, γιά τήν δική σου τήν ἀγάπη, Κύριε. Ἱερώνυμε, δέν μέ ἀγαπᾶς, ἐπέμενε ὁ Χριστός. Σήμερα εἶναι τά γενέθλιά μου καί περιμένω ἕνα δῶρο, ἀλλά δέν μοῦ τό προσφέρεις. Μά δέν ἔχω τίποτε, Κύριε. Τί νά σοῦ δώσω; Τίς ἁμαρτίες σου, Ἱερώνυμε. Τίς ἁμαρτίες σου θέλω, γιά νά τίς συγχωρήσω. Τήν καρδιά σου ζητῶ νά μοῦ δώσεις, γιά νά τήν καθαρίσω. Στήν Παλαιά Διαθήκη αὐτό μᾶς λέγει ὁ Θεός: Υἱέ, δός μοι σήν καρδίαν. Οὔτε τό πορτοφόλι μας θέλει, οὔτε τά χρήματά μας ζητάει. Θέλει τήν καρδιά μας.
Τήν χάρη του μᾶς τήν δίνει δωρεάν. Αὐτό εἶπε καί στούς ἀπόστόλους: Δωρεάν ἐλάβετε, δωρεάν δότε. Αὐτό εἶναι μισή ἀλήθεια καί μισό ψέμα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς ὁ Χριστός δέν θέλει νά τοῦ δώσουμε χρήματα, ὑλικά πράγματα. Μέ αὐτά δέν ἐξαγοράζουμε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Κάτι ὅμως πρέπει νά τοῦ προσφέρουμε, κάτι πρέπει νά δώσουμε, μέ κάτι κι᾿ ἐμεῖς θά πληρώσουμε. Κι᾿ αὐτό εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη, ἡ βαθειά τεπείνωσις, ἡ σωστή πίστη, ἡ ἀπό καρδιᾶς συγχώρησις ὅσων μᾶς ἐλύπησαν κτλ. Αὐτά θά προσφέρουμε στόν Θεό. Θά ὑποσχεθοῦμε νά γίνουμε καλύτεροι χριστιανοί, πιό θερμοί, περισσότερον ἀγωνισταί.
Ἀγαπητοί μου,
Ὁ ἅγιος Παντελεήμων ὑποσχέθηκε νά γίνει χριστιανός καί τό ἔκανε μέσα σέ δύσκολους καιρούς. Ἐμᾶς μᾶς βάπτισαν, ὅταν εἴμασταν μικροί, ὅταν δέν καταλαβαίναμε τίποτε. Αὐτό δέν εἶναι καθόλου κακό. Νά τούς εὐχαριστοῦμε καί νά τούς εὐγνωμονοῦμε πρέπει. Τώρα πρέπει νά γίνουμε συνειδητοί χριστιανοί, ἄνθρωποι πίστεως καί ἀρετῆς. Ὁ Θεός, διά πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος,  νά μᾶς δίνει τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί νά μᾶς χαρίσει τήν βασιλεία του. Ἀμήν.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ


Ενός νέου ανθρώπου και γιατρού την ιερή μνήμη εορτάζει και τιμά σήμερα η Εκκλησία, του αγίου μεγαλομάρτυρα και ιαματικού Παντελεήμονος. Από την πρώτη εποχή η Εκκλησία έχει σε μεγάλη τιμή όσους, που βαπτίζονται στο αίμα τους, και δίνουν την καλή ομολογία και τη μαρτυρία Ιησού Χριστού. Μετά την υπεραγία Θεοτόκο, τους ασωμάτους Αγγέλους, τον πρόδρομο Ιωάννη και τους πανευφήμους Αποστόλους, καθώς ακούμε κάθε ήμερα στην Απόλυση της ιερής Ακολουθίας, η Εκκλησία μνημονεύει τους καλλινίκους Μάρτυρες και ζητάει την πρεσβεία τους, για να μας ελεήσει και να μας σώσει ο Θεός.
Ο άγιος Παντελεήμων είναι από τα ένδοξα θύματα του μεγάλου διωγμού του Διοκλητιανού. Το 303 ο γέρος πια Διοκλητιανός, αυτοκράτορας του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, υπέγραψε το διάταγμα για την εξόντωση των χριστιανών. Πατρίδα του αγίου Παντελεήμονος ήταν η Νικομήδεια, όπου ήσαν και τα ανάκτορα του Διοκλητιανού. Ο πατέρας του, Ευστόργιος το όνομα, ήταν ειδωλολάτρης, πλούσιος κι ανώτερος αξιωματούχος του κράτους. Η μητέρα του, Ευβούλη το όνομα, ήταν χριστιανή κι έσπειρε φυσικά τα πρώτα σπέρματα της πίστης και της ευσέβειας στη ψυχή του παιδιού της· πέθανε όμως πρόωρα και το παιδί έμεινε στη φροντίδα του πατέρα του.
Όταν ο Παντολέων ήλθε σε ηλικία, Παντολέων ήταν πρώτα το όνομα του αγίου Παντελεήμονος, ο πατέρας του τον εμπιστεύθηκε στον ανακτορικό γιατρό Ευφρόσυνο, για να σπουδάσει κοντά του την ιατρική. Τότε ο Παντολέων γνωρίσθηκε με το χριστιανό ιερέα Ερμόλαο [εορτάζει 26 Ιουλίου] και συνδέθηκε μαζί του με ιερή φιλία και αγάπη. Είναι μεγάλο ευεργέτημα στα νεανικά και κρίσιμα χρόνια του να πέσει κανείς στα χέρια ενός αγίου συμβούλου και παιδαγωγού. Ο Παντολέων με τα σπέρματα μέσα του της πίστης και της ευσέβειας και με τη σοφή χειραγωγία του Ερμολάου, σπούδασε την ιατρική, κι ήταν τώρα ένας νέος, γεμάτος ελπίδες για ένα λαμπρό μέλλον που τον περίμενε. Ένας αριστοκράτης, υγιής, ωραίος και πλούσιος νέος και γιατρός.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Παντολέων, με την προτροπή και του ιερέα διδασκάλου του Ερμολάου, απελευθέρωσε τους δούλους του, πούλησε την περιουσία του και τη μοίρασε στους φτωχούς κι άρχισε να ασκεί το έργο του γιατρού. Θεράπευε και φρόντιζε τους αρρώστους, χωρίς να παίρνει και να δέχεται χρήματα. Εκτελούσε έτσι την εντολή του Ιησού Χριστού, όταν έστελνε τους Αποστόλους στο κήρυγμα και τους έλεγε· «δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε». Ο άγιος Παντελεήμων είναι ο γιατρός ο «μιμητής υπάρχων του Ελεήμονος», δηλαδή του Ιησού Χριστού.
Το 303 ξέσπασε ο διωγμός κι ο άγιος Παντελεήμων, από φθόνο συναδέλφων του γιατρών, βρέθηκε κατηγορούμενος ως χριστιανός. Όταν ανακρίνεται από τον ίδιο το Διοκλητιανό, ο Παντολέων απαντά με πίστη και θάρρος· «Είμαι χριστιανός! Ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός!», Τότε ο αυτοκράτορας του λέγει· «Λυπούμαι τα νιάτα σου, Παντολέον. Θυσίασε στους Θεούς, για να μην έχεις την τύχη όσων, που ως τα τώρα πήγαν χαμένοι». Κι ο Παντολέων έδωκε την τελευταία απάντηση· «Ούτε με υποσχέσεις ούτε με απειλές με κερδίζεις, Βασιλιά. Δεν θα προδώσω το Χριστό, για τον οποίο μακάρι να αξιωθώ να πεθάνω».
Έξαλλος από θυμό, ο Διοκλητιανός παρέδωσε τον Παντολέοντα στα χέρια των βασανιστών. Τον έδειραν και του ξέσχισαν το σώμα· τον έκαψαν με λαμπάδες και τον βούτηξαν σε βρασμένο μολύβι· τον έρριξαν για να τον κατασπαράξουν τα θηρία. Σε όλα ο Θεός τον φύλαξε, ώστε να θαυμάζουν οι βασανιστές και να ομολογούν κι αυτοί το Χριστό. Το τέλος ήταν ο αποκεφαλισμός. Τη μια ημέρα αποκεφαλίστηκε ο ιερέας Ερμόλαος και την άλλη ο γιατρός Παντολέων. Τη στιγμή που έπεφτε η κεφαλή του, ακούστηκε φωνή από τον ουρανό· «Από σήμερα Παντελεήμων θα είναι το όνομά σου»! Όνομα, που ταιριάζει στο γιατρό, ο οποίος άσκησε τη φιλάνθρωπη επιστήμη του «μιμητής υπάρχων του Ελεήμονος». Αμήν.
( +Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, Εικόνες έμψυχοι, Εκδ. Αποστ. Διακονίας, σ. 249-251). Η εικόνα είναι από το “Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας” (εκδ. Ίνδικτος).

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ Υπό Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αντινόης κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς και Ιαματικός Παντελεήμων γεννήθηκε στο τέλος του 3ου αιώνα στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας.  Οι γονείς του, Ευστόργιος και Ευβούλη, ήσαν ευγενείς και πλούσιοι. Ο Ευστόργιος προσκυνούσε τα είδωλα, η Ευβούλη ήταν Χριστιανή Ορθόδοξος και στολισμένη με κάθε αρετή και πλούσια σε καλά έργα. Η μόνη απασχόλησή της ήταν να αναθρέψει το παιδί της μέσα στην ευσέβεια και την ενάρετη ζωή.

Το πρωταρχικό όνομα του Αγίου Παντελεήμονος ήταν Παντολέων.  Σε νεαρά ηλικία κοιμήθηκε η μητέρα του και ο Ευστόργιος τον δίδαξε να λατρεύει τα είδωλα των ψευδή θεών.  Σπούδασε ιατρική κάτω από την καθοδήγηση του σοφού ιατρού Ευφροσύνου και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα διακρίθηκε απ’ όλους τους συμμαθητές τους σε σοφία και αρετή.  Ακόμη ο Ρωμαίος Αυτοκράτωρ Μαξιμιανός θαύμαζε τον γλυκύ χαρακτήρα του νεαρού Παντολέοντος και πρόσταξε τον Ευφρόσυνο να τον διδάξει τα μυστικά της ιατρικής τέχνης για να γίνει ο προσωπικός του γιατρός.

Την εποχή αυτή υπήρχε στη Νικομήδεια ένας γέροντας με το όνομα Ερμόλαος, που ήταν ο ορθόδοξος ιερέας της πόλης.  Εκείνος προείδε, ότι ο νεαρός Παντολέων θα γίνει σκεύος εκλογής της θείας Χάριτος και θα δοξάσει τον Κύριο με τη ζωή του.  Μία μέρα, όπως ο Παντολέων περνούσε από το σπίτι του Ερμολάου, εκείνος τον κάλεσε και τον ρώτησε για την οικογένειά του.  Ο Παντολέων απαντούσε με ευγένεια.  Ο Ερμόλαος του είπε, ότι η ιατρική τέχνη του Ασκληπιού, του Ιπποκράτους και του Γαληνού δεν είχαν αξία και ότι οι θεοί που λατρεύει η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είναι ψευδείς, έργα ανθρώπων.  Του δίδαξε την Ορθόδοξο Χριστιανική Πίστη και ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός, που δημιούργησε τον ουρανό και την γη, και του υπενθύμισε ότι η μητέρα του πίστευε στον Χριστό.  Τον διαβεβαίωσε, ότι ο μόνος αληθινός Ιατρός είναι ο Χριστός και εάν πίστευε θα μπορούσε να θεραπεύει τις ασθένειες των ανθρώπων με την δύναμη του αληθινού Θεού.

Ο Παντολέων άκουσε με προσοχή τα λόγια του Ερμολάου.  Μία μέρα ενώ περνούσε μέσα από το δάσος συνάντησε ένα παιδί να είναι νεκρό, διότι το δάγκωσε φίδι. Ο Παντολέων προσευχήθηκε στο Χριστό λέγοντας: «Εάν τα όσα λέγει ο Ερμόλαος είναι αληθή, ας αναστηθεί το παιδία και ας πεθάνει το φίδι».  Αμέσως ο νεκρός αναστήθηκε και το φίδι κομματιάστηκε.

Αυτή ήταν η απόδειξη που ήθελε.  Επέστρεψε αμέσως στον Ερμόλαο και ζήτησε να βαπτιστεί.  Απ’ εκείνη την ημέρα ο νεαρός γιατρός πραγματοποιούσε θαύματα στο όνομα του Χριστού και η φήμη του έφθασε στα πιο απόμακρα μέρη της Αυτοκρατορίας.  Άρρωστοι απ’ όλα τα μέρη έφθαναν στη Νικομήδεια για να θεραπευτούν από τις αρρώστιές τους.  Δεν δεχόταν χρήματα, αλλά ζητούσε να πιστέψουν στο Χριστό.

Δυστυχώς, οι άλλοι γιατροί βλέποντας ότι έχαναν την πελατεία τους ανάφεραν στον Μαξιμιανό, ότι ο νεαρός Παντολέων είναι Χριστιανός.  Ο Αυτοκράτωρ στην αρχή δεν θέλησε να πιστέψει τις κατηγορίες των φθονερών ιατρών.  Κάλεσε τον Παντολέων και τον ρώτησε, εάν αληθεύει ότι είναι Χριστιανός.  Εκείνος ομολόγησε και για να αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, θεράπευσε ένα τυφλό μπροστά στον Αυτοκράτορα.

Ο Παντολέων στη δίκη του προστάκτηκε να θυσιάσει στους θεούς της Αυτοκρατορίας.  Στην άρνησή του, ο Μαξιμιανός διέταξε να τον κρεμάσουν και με σιδερένια νύχια να του ξύνουν τις σάρκες και την ίδια στιγμή να καίνε τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες.  Κατόπιν τον έριξαν μέσα καζάνι με καυτό μολύβι, αλλά με την Χάρη του Θεού δεν βλάφτηκε το παραμικρό.  Στη συνέχεια τον έριξαν στη θάλασσα, αλλά εκείνος περπάτησε πάνω στα κύματα.  Μετά τον έδεσαν πάνω σε μεγάλο τροχό με κοφτερά μαχαίρια, αλλά ο Μάρτυς του Χριστού προστατεύετο από τον Δεσπότη Χριστό.  Ο Μαξιμιανός βλέποντας ότι τίποτε δεν βλάπτει τον Παντολέοντα, διέταξε να τον ρίξουν τα λιοντάρια.  Μία εβδομάδα δεν έδωσαν στα άγρια θηρία φαγητό.  Όλη η πόλις συγκεντρώθηκε στο αμφιθέατρο για να δει τον θάνατο του νεαρού γιατρού.  Όταν όμως αφέθηκαν ελεύθερα τα λιοντάρια, μόλις πλησίασαν τον Άγιο ηρέμησαν τόσο, που έπαιζαν στα πόδια του Μάρτυρα.  Όλη η πόλις θαύμασε και φώναξε: «Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών, αφήστε ελεύθερο τον δίκαιο».

Ο Μαξιμιανός βλέποντας ότι δεν κατορθώνει τίποτε διέταξε να αποκεφαλίσουν τον Παντολέοντα.  Έτσι, στις 27 Ιουλίου του 304 οδηγήθηκε ο Μέγας Μάρτυς του Χριστού έξω από την πόλη της πατρίδας του και κάτω από ένα ξηραμένο δένδρο ελιάς αποκεφαλίστηκε ο δούλος του Χριστού, που ο Κύριος τον μετονόμασε Παντελεήμων, γιατί θα ελεούσε όλους μέσα από την Χάρη Του.

Όταν οι πρώτες σταγόνες του αίματος του Αγίου Παντελεήμονος έπεσαν στις ρίζες της ξηραμένης ελιάς, αμέσως ζωντάνεψε το δένδρο και έδωσε καρπό.  Αυτή η ελιά υπήρχε στη Νικομήδεια μέχρι το 1945, τότε, όμως οι Τούρκοι το έκοψαν.

Αυτή υπήρξε η ζωή και το μαρτύριο του Αγίου Μεγαλομάρτυρα του Χριστού Παντελεήμονα.  Όσα έπραξε τα έκαμε για την δόξα του Χριστού.  Δεν λάτρεψε ψευδείς θεούς.  Δεν έδωσε σημασία σε κοσμικά πλούτη και απολαύσεις.

Εμείς ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί οφείλομε να μιμούμεθα τους ήρωες της πίστεώς μας, διότι αυτοί είναι τα ζωντανά παραδείγματα και οι αποδείξεις ότι ο άνθρωπος σώζεται. Οφείλομε να μιμηθούμε την αφοσίωσή τους, την ενάρετη ζωή τους, να ομολογούμε την πίστη μας μέσα στον κόσμο και να γίνουμε και εμείς ζωντανοί ναοί του αληθινού Θεού και, τότε, δοξάζομε τον Θεό και τιμούμε τους εορταζόμενους Αγίους της Ορθοδόξου μας Εκκλησίας.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓ. ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

῾Μνημόνευε ᾽Ιησοῦν Χριστόν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ᾽ (Β´ Τιμ. 2, 8)

α. Τόν ῾καλόν στρατιώτην ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ μεγαλομάρτυρα ἅγιο Παντελεήμονα τόν ἰαματικό πού τιμᾶ ἐνδόξως σήμερα ἡ ᾽Εκκλησία μας φωτίζει τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, παρμένο ἀπό τήν ποιμαντική λεγόμενη ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου τήν Β´ πρός Τιμόθεον. ῞Οσα προτρεπτικά λέει ὁ ἀπόστολος γιά τόν μαθητή καί συνεργάτη του ἅγιο Τιμόθεο τά βλέπουμε ἐφαρμοσμένα ἤδη στόν ἅγιο Παντελεήμονα: ἡ δύναμή του ἦταν ἡ χάρη τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, κακοπάθησε ὡς καλός στρατιώτης ᾽Εκείνου, ἀθλήθηκε νόμιμα, ἡ διαρκής μνήμη του ἦταν ὁ ἀναστημένος ᾽Ιησοῦς Χριστός. Κι ἡ ᾽Εκκλησία μας βεβαίως τά στοιχεῖα αὐτά πού μᾶς ὁδηγοῦν στή σωτηρία μας μᾶς τά προβάλλει ἔντονα, προκειμένου νά κρίνουμε τόν ἑαυτό μας πάνω σ᾽ αὐτά καί νά πορευόμαστε ἀντιστοίχως στή ζωή μας. Κατεξοχήν μάλιστα ἡ μνήμη μας πρέπει νά εἶναι διαρκῶς στόν ἀναστημένο ἀπό τούς νεκρούς ᾽Ιησοῦ Χριστό καί ἀπόγονο τοῦ Δαβίδ. ῾Μνημόνευε ᾽Ιησοῦν Χριστόν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ᾽.

β. 1. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος δέν μᾶς καλεῖ μέσω τῆς προτροπῆς του στόν ἅγιο Τιμόθεο νά μνημονεύουμε τόν ᾽Ιησοῦ Χριστό ὡς ἕνα πρόσωπο τῆς ἱστορίας γιά παιδαγωγικούς σκοπούς. ῾Η προτροπή του δηλαδή δέν ἔχει τήν ἔννοια μίας ἀνάμνησης πού ἀναπλάθει ἀπό τό παρελθόν ἕνα πρότυπο γιά παραδειγματισμό, ὅπως τό βλέπουμε νά συμβαίνει στίς διάφορες ἐπετείους σπουδαίων ἱστορικῶν γεγονότων ἤ ἀκόμη καί στή μνήμη τῶν ἁγίων τῆς ᾽Εκκλησίας. Κι αὐτό γιατί μία τέτοια μνημόνευση σημαίνει ὅτι τό πρόσωπο ἤ τό γεγονός ἀνήκει στό παρελθόν κι ἐπειδή ἔχει κάποια ἰδιαίτερη ἀξία θέλουμε νά τό προβάλλουμε ὡς καθοδηγητικό στοιχεῖο καί γιά τή δική μας ζωή στό παρόν.
῾Η προτροπή τοῦ ἀποστόλου ἔχει πολύ μεγαλύτερο βάθος κι ἐκφράζει τήν πίστη τοῦ ἴδιου καί τῆς ᾽Εκκλησίας γιά τό ποιός εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός καί ποιά εἶναι ἡ σχέση μας μέ ᾽Εκεῖνον. ῾Ο ᾽Ιησοῦς Χριστός πού πρέπει νά μνημονεύουμε εἶναι ὁ ῾ἐγηγερμένος ἐκ νεκρῶν᾽, δηλαδή εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού μέ τήν ἀνάστασή Του φανέρωσε τή θεότητά Του ὡς Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, καί ταυτοχρόνως εἶναι τέλειος ἄνθρωπος ὡς καταγόμενος ῾ἐκ σπέρματος Δαυΐδ᾽. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος καλεῖ νά μνημονεύουμε ᾽Εκεῖνον πού εἶναι ζωντανός καί διαρκῶς παρών στή ζωή μας καί τή ζωή σύμπαντος τοῦ κόσμου, συνεπῶς καλεῖ νά ἔχουμε ἀνοικτά τά μάτια τῆς πίστης, γιά νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα πού ζοῦμε στήν ᾽Εκκλησία: τόν Χριστό ὡς Θεό καί ἄνθρωπο πού μᾶς προσέλαβε στόν ῾Εαυτό Του καί μᾶς ἕνωσε μέ τόν Θεό.

2.  Μέ ἄλλα λόγια ἡ μνημόνευση αὐτή τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ συνιστᾶ τήν αὐτονόητη ἐν πίστει κίνηση τοῦ μέλους τῆς ᾽Εκκλησίας, τοῦ βαπτισμένου καί χρισμένου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ζώντας τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στήν ὕπαρξή του ὡς ἐνδεδυμένος ᾽Εκεῖνον - ῾ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε᾽ - Τόν ἀναπνέει ὅπως ἀναπνέει κανείς τόν ἀέρα γιά νά ζήσει. ῞Οταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σημειώνει ὅτι πρέπει νά μνημονεύουμε περισσότερο τόν Θεό ἀπό τό νά ἀναπνέουμε - ῾μνημονευτέον τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον᾽ -, δηλαδή ἡ μνημόνευσή του εἶναι περισσότερο κι ἀπό θέμα ζωῆς καί θανάτου, αὐτό ἀκριβῶς σημειώνει: χωρίς Χριστό δέν ὑπάρχει ἀληθινή καί πραγματική ζωή. Χωρίς Χριστό ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα ζωντανό πτῶμα. Τήν ἴδια ἔννοια ἔχει καί τό ῾ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε᾽ πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σέ κάποια ἄλλη ἐπιστολή του.
Κι εἶναι περιττό βεβαίως νά τονίσουμε καί πάλι ὅτι μία τέτοια μνημόνευση ὡς ἀναγκαία γιά τήν ἴδια τήν πνευματική ζωή προϋποθέτει τήν ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ πιστός δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναφερθεῖ στόν Κύριο ὡς Θεό καί ἄνθρωπο, ἄν δέν τόν φωτίζει ἐν προκειμένῳ τό ἴδιο τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Μόνον ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τή χάρη ᾽Εκείνου φθάνει στό ὑπέρ φύσιν σημεῖο πίστης καί ἀποδοχῆς τῆς θεανθρωπότητάς Του, κάτι πού ἐξόχως σημειώνει ὁ ἀπόστολος: ῾Οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον ᾽Ιησοῦν εἰ μή ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ᾽.  ῎Ετσι ἡ μνημόνευση τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, κατά τόν ἀπόστολο, εἶναι ἡ  ἐπιβεβαίωση τῆς ὕπαρξης στήν καρδιά τοῦ πιστοῦ τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τόν καθοδηγεῖ νά βιώνει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ ὡς Πατέρα: τό ῾Κύριε ᾽Ιησοῦ Χριστέ᾽ παραπέμπει εὐθέως στό ῾ἀββᾶ ὁ Πατήρ᾽.

3. Τά παραπάνω ἐξηγοῦν εὔκολα  γιατί ἡ ᾽Εκκλησία μας ἀπαρχῆς μέ τούς ἁγίους θεοπνεύστους Πατέρες της θεώρησε ὅτι ἡ κατεξοχήν προσευχή πού συμπυκνώνει κάθε προσευχή της καί συνιστᾶ μία συνοπτική ὁμολογία πίστης της εἶναι τό ῾Κύριε ἐλέησον᾽ ἤ μέ τήν πιό ἀνεπτυγμένη μορφή του τό ῾Κύριε ᾽Ιησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν᾽. Σ᾽ αὐτήν τή μονολόγιστη λεγόμενη προσευχή ἔχουμε τήν ἐπακριβή ἐπιβεβαίωση τῆς προτροπῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου: μνημονεύουμε καί ἐπικαλούμαστε τόν ᾽Ιησοῦ Χριστό ὡς Θεό καί ἄνθρωπο, ὁ ῾Οποῖος ἦλθε στόν πεσμένο στήν ἁμαρτία κόσμο, προκειμένου νά μᾶς σώσει. Τό ἔλεός Του εἶναι ἡ ἀπάντηση στή διαστροφή τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει μάλιστα συναίσθηση αὐτῆς καί τοποθεῖται ἐν ταπεινώσει ἀπέναντί Του. Γι᾽ αὐτό καί ὄχι μόνο στίς ἀκολουθίες τῆς ᾽Εκκλησίας ἀλλά καί σέ κάθε ἐπίπεδο τῆς ζωῆς τό ῾Κύριε ἐλέησον᾽ συνοδεύει ὄχι μόνο τόν μοναχό – ἡ ῾ἀποκλειστικότητα᾽ αὐτή δέν συνάδει πρός τήν ἐκκλησιαστική πίστη - ἀλλά καί τόν κάθε βαπτισμένο χριστιανό. Σέ διαφωνία πάνω στό θέμα αὐτό γιά παράδειγμα ἑνός μοναχοῦ μέ τόν  μεγάλο Πατέρα τῆς ᾽Εκκλησίας ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἐν ἀντιθέσει πρός τόν μοναχό ὑποστήριζε ὅτι ἡ μνημόνευση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιά ὅλους τούς πιστούς μικρούς καί μεγάλους, ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίστηκε στόν μοναχό γιά νά τοῦ πεῖ ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στόν ἅγιο Γρηγόριο.

4. Τό μόνο πού ἀπαιτεῖται νά κατανοήσουμε οἱ πιστοί εἶναι ὅτι ἡ μνημόνευση τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται κατά τρόπο ἐξωτερικό καί τυπικό. Οἱ ῾τεχνικές᾽ τῆς εὐχῆς τοῦ Χριστοῦ ἤ ἡ ἐπανάληψη τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του σάν κάτι τό μαγικό πόρρω ἀπέχουν ἀπό αὐτό πού ζεῖ ἡ ᾽Εκκλησία μας καί λέει ὁ ἀπόστολος. ῾Η μνημόνευση τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, ὅπως εἴπαμε, καί μέ θερμότητα ἀγάπης πρός τό πανάγιο πρόσωπό Του. ῾Η ἀγάπη μας πρός τόν Χριστό, τόν ᾽ἐξ Οὗ καί δι᾽ Οὗ καί εἰς ῞Ον τά πάντα ἔκτισται᾽, θέτει σέ ἐνέργεια κατά τρόπο αὐξητικό τή χάρη τῆς μνήμης Του καί ἡ ἀγάπη αὐτή ἀποτελεῖ τό ῾κλειδί᾽ τῆς συνεχοῦς ἐπανάληψης τοῦ ὀνόματός Του. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ἡ μνήμη Του καί ἡ ἀδιάκοπη ἐπίκλησή Του προϋποθέτει τήν τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν. Πιστός πού ἐπικαλεῖται τόν Κύριο χωρίς νά ὁδεύει κατά τίς ἐντολές Του, κατεξοχήν τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό του, μᾶλλον δουλεύει σέ ἀλλότριο δεσπότη καί ὄχι στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. ῾Ο λόγος τοῦ μεγάλου Πατέρα ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ ἐν προκειμένῳ εἶναι καταπέλτης: ῾᾽Εκεῖνος πού μπόρεσε νά ἀποκτήσει τήν τέλεια ἀγάπη καί νά ρυθμίσει σύμφωνα μέ αὐτήν ὄλην τή ζωή του, αὐτός ἐπικαλεῖται τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ᾽ (4η ἑκατ. Περί ἀγάπης).

γ. Δέν ὑπάρχει πιό ἰσχυρό ὅπλο στά χέρια μας ἀπό ῾τό ὄνομα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα᾽ τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἐκφράζοντας καί τή δική του ζωή μᾶς παρακινεῖ σ᾽ αὐτό, ἡ ᾽Εκκλησία μας τό ἔχει ὡς τόν πιό μεγάλο καί ὑπερθαύμαστο θησαυρό της, τό θεμέλιο τῆς ὕπαρξής της. ῎Ας μάθουμε νά ἀναπνέουμε Αὐτόν πού συνιστᾶ τήν ἴδια τή ζωή μας καί ῾τήν ψυχή τῆς ψυχῆς μας᾽ (ὅσιος Μακάριος). Τότε θά μάθουμε ἐμπειρικά τό τί σημαίνει δύναμη πίστης καί φανέρωση τῆς Βασιλείας Του ἤδη ἀπό τόν κόσμο αὐτόν.

Τῆς ἁγίας Παρασκευῆς 26 Ἰουλίου Του+ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου ΣΕΜΝΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕ ΟΠΛΟ ΤΗΝ ΓΡΑΦΗ

Τῆς ἁγίας Παρασκευῆς  26 Ἰουλίου
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου

ΣΕΜΝΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕ ΟΠΛΟ ΤΗΝ ΓΡΑΦΗ

Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΕΟΡΤΗ. Ἑορτάζουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, τὴν ἑορτὴ τῆς μεγαλομάρτυρος ἁγί­ας Παρασκευῆς. Ἀλλὰ πῶς ἑορτάζουμε; Αὐτὸ εἶνε τὸ μεγάλο θέμα. Διότι λέει κάπου στὴ Γραφὴ ὁ Θεός· «Μισῶ τὶς ἑορτὲς καὶ πανηγύ­ρεις σας» (βλ. Ἀμ. 5,21· Ἠσ. 1,14). Γιατί; Διότι ὑπάρχουν δύο τρόποι ἑορτασμοῦ· ὁ εὔκολος καὶ ὁ δύσκολος. Ὁ εὔκολος εἶνε, νὰ ’ρθοῦμε ν᾽ ἀ­νά­ψουμε τὸ κερί μας καὶ νὰ προσ­κυνήσουμε τὴν εἰκόνα. Κανείς δὲν τὰ κατηγορεῖ αὐτά· δὲν εἴμεθα προτεστάνται καὶ χιλιασταί. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ περιοριστοῦμε σ᾽ αὐτὸ τὸν εὔκολο ἑορτασμό. Ὁ ἄλλος, ὁ δύσκολος ἑορτασμός, ποιός εἶνε; Γιατί ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τοὺς ἁγίους; Τοὺς παρουσιάζει ἐνώπιόν μας ὡς πρότυπα, ὡς μοντέλλα. Διότι οἱ ἅγιοι ἀπέδειξαν, ὅτι αὐτὰ ποὺ διδάσκει ὁ Χριστός, δὲν εἶνε θεωρία, δὲν εἶνε οὐτοπία, δὲν εἶνε ἀπραγματοποίητα. «Καὶ ποιός τὰ κάνει!…», ἀκοῦμε συνήθως. Οἱ ἅγιοι διαψεύδουν αὐτὸ τὸν ἰσχυρισμό· διότι ἀπέδειξαν μὲ τὴ ζωή τους, μὲ τὸ κήρυγμά τους καὶ μὲ τὸ αἷ­μα τους, ὅτι αὐτὰ μποροῦν νὰ ἐκτελεσθοῦν. Ἀπέδειξαν, ὅτι ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς αἰῶνας αἰώνων στὸ πρόσωπο τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων.
Καὶ ὄχι μόνο στὴν παλαιὰ ἐποχή. Καὶ σήμε­ρα ὑπάρχουν ἅγιοι, στὸν αἰῶνα αὐτόν, ὅπως λ.χ. ὁ ἅγιος Νεκτάριος ποὺ ἔζησε στὶς ἡμέρες μας καὶ οἱ ἅγιοι τῶν χωρῶν ὅπου ὑπάρχει ἀθεΐα. Δὲν ὑπάρχει ἐποχὴ χωρὶς νὰ ἔχῃ τοὺς ἁγίους καὶ μάρτυράς της.
Δὲν εἶνε ἕνας καὶ δύο· εἶνε ἀναρίθμητοι, ἕνας ἀστερισμός, ἕ­νας γαλαξίας. Ἕνα ἀστέρι ἀπὸ τὸν γαλαξία αὐτόν, ἀ­στέρι πρώτου μεγέθους, εἶνε καὶ ἡ ἁγία Παρασκευή.
Δὲν θὰ διηγηθῶ τὸν βίο της. Θὰ σᾶς δώσω μὲ λίγες γραμμὲς μία εἰκόνα της.

* * *

Ἡ ἁγία Παρασκευὴ γεννήθηκε τὸν 2ο αἰῶ­να στὴν πρωτεύουσα τοῦ κόσμου, στὴν κοσμοκράτειρα ῾Ρώμη, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Γεννήθηκε ἡμέρα Παρασκευή, καὶ γι᾽ αὐτὸ τὴν ὠνόμασαν Παρασκευή. Διακρινόταν γιὰ τὸ κάλλος της. Σὰν κόρη πλουσίας οἰκογενείας μποροῦσε νὰ συνάψῃ γάμο μὲ τὸ λαμ­πρότερο πατρίκιο. Ἐν τούτοις σκέφθηκε κάτι ἀνώτερο. Μὴ παρεξηγηθοῦν αὐτὰ ποὺ λέμε. Δὲν περιφρονοῦμε τὸ γάμο. Κ᾽ ἐμεῖς δὲν γεννηθήκαμε ἀπὸ βράχο· ἀπὸ μάνα γεννηθήκαμε. Ἡ Ἐκκλησία δὲν περιφρονεῖ τὸ γάμο· τιμᾷ ὅμως παραπάνω τὴν παρθενία.
Ἡ ἁ­γία Παρασκευὴ ἐξέλεξε ὡς ὕψιστο σκο­πὸ τὴν παρθενία. Ἀφωσιώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου, σῶμα καὶ ψυχή, στὸ Νυμφίο μὲ νῦ κεφαλαῖο· Νυμφίος. Ὁ δὲ Νυμφίος, «ὁ ὡραῖ­ος κάλλει παρὰ πάντας βροτούς» (ὄρθρ. Μ. Σαββ., ἐγκ.), ―δὲν εἶνε λόγια αὐτά, εἶνε μιὰ πρα­γματικότης― εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χρι­στός, τὸν ὁποῖον ὑ­μνοῦν οἱ στρατιὲς τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ὡς νύμφη Χριστοῦ λοιπὸν ἡ ἁ­γία Παρασκευὴ εἶνε ὑπόδειγμα γιὰ τὶς γυναῖ­κες ἐκεῖνες ποὺ ἐκλέγουν τὸν ἄγαμο βίο, τὴν παρθενικὴ ζωή.
Εἶνε ἀκόμη ὑπόδειγμα ἱεραποστολικῆς δρά­­σεως. Γεμάτη ἔνθεο ζῆλο, ἐργάσθηκε ὡς ἱερα­πόστολος. Πέταξε ἀπὸ χώρα σὲ χώρα, μὲ φλο­γερὴ καρδιὰ διέδωσε τὰ ῥήματα τοῦ Ναζωραίου, καὶ σὰν μαγνήτης εἵλκυσε στὴν ἁγία μας πίστι πλήθη ἀνθρώπων. Ἡ ἐργασία της εἶνε πρότυπο γιὰ τὶς ἱεραποστολικὲς κινήσεις ποὺ ἐργάζονται γιὰ τὴν διάδοσι τοῦ εὐαγγελίου.
Εἶνε ἐπίσης γιὰ τὶς γυναῖκες ὑπόδειγμα σεμνότητος. Ντυνόταν σύμφωνα μὲ τὴν παραγγελία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ὁρίζει οἱ γυ­ναῖκες νὰ στολίζωνται μὲ τὴ ντροπή (βλ. Α΄ Τιμ. 2,9). Ἡ σεμνότης εἶνε στολίδι τῆς γυναίκας. Μπορεῖ μιὰ γυναίκα νὰ μὴν εἶνε ὡραία στὴν ὄψι, νὰ εἶνε ἄσχημη, ἀλλὰ νὰ εἶνε ὡραία στὴν ψυχή. Ἔχουμε παραδείγματα ἀνδρῶν ποὺ πῆ­ραν ὡραῖες γυναῖκες ἀλλὰ μὲ κακία καὶ μοχθη­ρία στὴν ψυχή, καὶ κατέληξαν σὲ διαζύγιο. Ἐνῷ ἄλλοι, ποὺ πῆραν ἄσχημες γυναῖκες ἀλ­λὰ μὲ ὡραία ψυχή, ἔζησαν εὐτυχισμένοι. Τὸ κάλλος, ὅταν δὲν συνοδεύεται ἀπὸ ἀρετὴ καὶ σεμνότητα, γίνεται παγίδα καὶ ὄλεθρος. Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λέει ὁ σοφὸς Σολομῶν, ποὺ ἐ­γνώριζε καλὰ τὴν γυναικεία φύσι. Αὐτὸς στὶς Παροιμίες του γράφει· «Ὥσπερ ἐνώτιον ἐν ῥινὶ ὑός, οὕ­τως γυναικὶ κακόφρονι κάλλος» σὰν σκουλαρίκι στὴ μύτη γουρούνας, ἔτσι μοιάζει ἡ ὀ­μορ­φιὰ σὲ γυναῖκα κακόφρονα (Παρ. 11,22)· δὲν τῆς ταιριάζει δηλαδή. Ἀλλὰ σήμερα ἡ μόδα κα­τώρθωσε νὰ διαστρέψῃ καὶ τὴν αἴσθησι τοῦ κάλλους· κατήντησε, ὡραῖο νὰ θεωρῆται τὸ ἄ­σχημο. Γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε αὐτό, φαν­ταστῆ­τε ὅτι παραγγέλλετε σὲ κάποιον νὰ κατα­σκευ­άσῃ μιὰ εἰκόνα τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, καὶ ἐνῷ περιμένετε νὰ τὴν κατασκευάσῃ ὅπως τὴ γνω­ρίζουμε, αὐτὸς τὴν ζωγραφίζει χωρὶς σκέπασμα – μαντήλα στὸ κεφάλι, μὲ κομμένα τὰ μαλ­λιά, μὲ τὰ μάτια βαμμένα, μὲ τὰ νύχια κόκκινα, μὲ τὰ στήθη προτεταμένα, μὲ τὰ χέρια ξεμπρά­τσωτα, μὲ τὰ πόδια γυμνά. Ἐσὺ θὰ τὴν πάρῃς ποτὲ τὴν εἰκόνα αὐτή; Ποιός θὰ τολμήσῃ μιὰ τέτοια εἰκόνα, καρικατούρα τῆς ἁγίας φυσιογνωμίας της, νὰ τὴ βάλῃ στὸ εἰκο­νοστάσι; Αὐτὸ τί σημαίνει; ὅτι δὲν εἶνε ἔτσι τὸ ἀληθινὸ κάλλος. Γι᾽ αὐτὸ ἡ κάθε γυναίκα δὲν ἀξίζει νὰ ἔχῃ τέτοια πρότυπα. Χριστιανὲς γυναῖκες, ἂν θέλετε νὰ εἶστε ὀρθόδοξες καὶ νὰ διατηρήσετε τὴν τιμὴ ποὺ σᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, νὰ ἔχετε ὡς πρότυπο τὴν ἁγία Παρασκευή.
Καὶ δόξα τῷ Θεῷ, παρ᾽ ὅλο τὸν ἐκφυλισμό, ὑπάρχουν ἀκόμα μερικὲς γυναῖκες ποὺ μοιάζουν στὴν ἐμφάνισι μὲ τὴν ἁγία Παρασκευή. Τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου ἤμουν στὴν Πρέσπα, στὸ ἱστορικὸ νησάκι. Βγαίνοντας ἀ­πὸ τὴν ἐκκλησία εἶδα μιὰ γερόντισσα ντυμένη σὰν τὴν Παναγία. Θαύμασα. Δίπλα της ἦ­ταν ἕνα δεσποινάριο μὲ παντελόνι, μὲ τὰ μαλ­­λιὰ κομμένα, μὲ τὰ μάτια καὶ τὰ νύχια βαμ­μένα, μὲ τὰ πόδια γυμνά. Λέω στὴ γριά· ―Νὰ σὲ ντύσουμε ὅπως εἶν᾽ αὐτὸ τὸ κορίτσι; ―Ὄχι, λέει· ἐγὼ ἀπὸ τὴ γιαγιά μου εἶμαι ντυμένη ἔ­τσι. ―Νὰ σοῦ δώσουμε μιὰ λίρα, ἀλλάζεις; ―Ὄ­χι. ―Ἂν σοῦ δώσουμε ἑκατὸ λίρες; ―Μω­ρὲ ὅλο τὸν κόσμο νὰ μοῦ δώσῃς, ἐγὼ δὲν ἀλ­λάζω!… Πρὸ καιροῦ πάλι βρέθηκα σὲ μιὰ κορυφὴ τοῦ Βιτσίου ὕψους 1.500 περίπου μέτρων, στὸ χωριὸ Τριανταφυλλιά. Τοὺς μάζεψα ἐκεῖ καὶ τοὺς μίλησα μὲ ἁπλοϊκὴ γλῶσ­σα. Βλέπω μέσα στὴν ἐκκλησία, οἱ περισσότερες γυναῖκες ἦταν ντυμένες σὰν τὴν Παναγιὰ καὶ τὴν ἁγία Παρασκευή. Μὲ συγκίνησε τὸ φαινόμενο. Καὶ σκεφθῆτε· πρὸ ἐτῶν κάποιος νομάρχης πῆγε ἐκεῖ καὶ τοὺς εἶπε· «Ντροπή σας! Νὰ ἀλλάξετε, νὰ φορέσετε καινούργιες ἐνδυμασίες!». Αὐτὸς εἶνε ὁ κόσμος… Ὑπάρχουν λοιπὸν καὶ σήμερα γυναῖκες ποὺ μιμοῦν­ται τὴν ἁγία Παρασκευή.
Θέλω νὰ τελειώσω μὲ μιὰ τελευταία πινελλιὰ στὴν εἰκόνα τῆς ἁγίας Παρασκευῆς. Θὰ μοῦ πῆτε· Ἐγὼ δὲ γίνομαι καλόγερος, ἐγὼ δὲ θὰ μείνω ἄγαμος, ἐγὼ δὲ γίνομαι ἱεραπόστολος… Πολὺ καλά. Θὰ σοῦ ζητήσω λοιπὸν κάτι εὔκολο. Δὲ σοῦ λέω νὰ σηκώσῃς τὸ Βίτσι ἢ τὰ Ἱμαλάια ἢ τὶς Ἄλπεις, ὅ­πως οἱ ἅγιοι· ἐσὺ σή­κωσε ἕνα «πετραδάκι». Ἂν ὅμως δὲν τὸ ση­κώ­σῃς, θὰ ὀργιστῶ πολύ. Ποιό εἶνε τὸ πετρα­δά­κι· εἶνε, νὰ τηρήσῃς κάτι ποὺ σήμερα τόσο περιφρονεῖται. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ὅτι στὸ τέλος τῆς ζωῆς της ἡ ἁγία Παρασκευή, γιὰ τὴν ἱεραποστολικὴ δρᾶ­σι της, προκάλεσε τὸ θυμὸ τῶν εἰ­δωλολατρῶν. Τὴ συνέλαβαν, τὴν ὡδήγησαν ἐ­νώπιον τοῦ κριτηρίου, καὶ ὁ τύραννος τὴ ρώτησε· ―Εἶ­σαι Χριστιανή; ―Εἶμαι Χριστι­α­νή, ἀ­πήν­τησε. ―Θὰ σὲ ῥίξουμε στὴ φωτιά· ἂν θέ’ς νὰ ζήσῃς, προσκύνησε τὰ εἴδωλα. Τότε ἐ­κείνη ἀπήντησε μ᾽ ἕνα ῥητό – αὐτὸ εἶνε τὸ σπουδαῖο ποὺ θέλω νὰ προσέξετε. Τί ἀπήντη­σε· μ᾽ ἕνα ῥητὸ τοῦ προφήτου Ἰερεμίου· ―«Θεοί, οἳ τὸν οὐ­ρανὸν καὶ τὴν γῆν οὐκ ἐποίησαν, ἀπολέσθω­σαν» (Ἰερ. 10,11)· θεοί, λέει, ποὺ δὲν δη­μιούργησαν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, «ἀπολέ­σθωσαν», νὰ χαθοῦν, νὰ γίνουν στάχτη τὰ εἴ­δωλά σας!… Ἦταν δηλαδὴ ὡπλισμένη μὲ τὴν ἁγία Γραφή. Τέλος χέρια βαρβάρων τὴν ἔρριξαν σὲ «πολυ­ώδυνα βάσανα» κ᾽ ἔτσι ἐτελειώθη.

* * *

Αὐτό, ἀγαπητοί μου, συνιστῶ καὶ γιὰ ὅλους ἐμᾶς. Ὁ Χριστιανὸς χωρὶς ἁγία Γραφὴ εἶνε ἄοπλος. Σᾶς ἐρωτῶ μὲ ὅλη τὴν ἀγάπη· διαβά­ζετε ἁγία Γραφή, ποὺ εἶνε προνόμιο γιὰ μᾶς ὅτι γράφτη­κε στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα; Γιὰ τὴν τηλε­όρασι διαθέτουμε πολλὲς ὧρες· Γραφὴ ποιός διαβάζει; Πολὺ λίγοι. Ἄλλοι λαοὶ διαβάζουν, οἱ Ἕλληνες ὄχι. Δῶστε μου, δῶστε μου μιὰ κοι­νωνία, ἕνα ἔθνος, μιὰ πόλι, μιὰ οἰκογένεια, ὅπου μικροὶ – μεγάλοι νὰ διαβάζουν τὴν ἁγία Γραφή, κ᾽ ἐγὼ ὑπογράφω συμβόλαιο· αὐτὴ θὰ γίνῃ ἡ εὐτυχεστέρα χώρα τοῦ κόσμου. Σᾶς βάζω κανόνα, νὰ πάρετε στὰ χέρια τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ τὸ διαβάζετε μέρα καὶ νύχτα.
Εἴθε ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Παρα­­σκευῆς, νὰ μᾶς δώσῃ τὴν ἀπόφασι νὰ μελετοῦ­με Γραφή· μπορεῖ νὰ περάσῃ ἡμέρα χωρὶς φαγη­τό, χωρὶς τηλεόρασι, χωρὶς ῥαδιόφωνο ἢ χω­ρὶς ἀέρα καὶ χωρὶς ἥλιο· χωρὶς Εὐαγγέλιο ὄχι!
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παρασκευῆς πόλεως Φλωρίνης 25-7-1988)

Σαν σήμερα: Η μάχη στα Δερβενάκια : 26 Ιουλίου 1822 «..Στα Δερβενάκια κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια...»

«..Στα Δερβενάκια κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια...»
Σαν σήμερα: Η μάχη στα Δερβενάκια : 26 Ιουλίου 1822
Όπως έχει επισημανθεί και στο παρελθόν , το βιβλίο δόξας της Ελληνικής ιστορίας- αρχαίας και σύγχρονης- διαθέτει αναρίθμητες σελίδες. Και όλες τους τόσο χρυσές και τόσο ξεχωριστές και ιδιαίτερες. Με δεδομένο όμως το γεγονός ότι πανάρχαια  χαρακτηριστικά της ελληνικής φυλής  όπως η απροθυμία της να πειθαρχήσει και συνταχθεί με τα οράματα και τις επιταγές  του Ηγέτη , παρά μόνο στην περίπτωση που επέρχεται απειλή των ατομικών κεκτημένων ,  καθιστούσαν εξαιρετικά επίπονη την απόπειρα διαχείρισης πλήθους υπό τη μορφή όχλου, η κάθε μία από αυτές τις σελίδες αποκτά ιδιαίτερη λαμπρότητα και ανασύρει ξεχασμένες θύμησες του παρελθόντος, ελέγχει νεοελληνικές συνειδήσεις , λειτουργώντας ως παράδειγμα για το επερχόμενο αύριο.
Και πιο ανάγλυφη απεικόνιση όλων των παραπάνω δεδομένων δε θα μπορούσε να υπάρχει στην ολόλαμπρη σελίδα της μάχης των Δερβενακίων , μια μέρα σαν σήμερα, στις 26 Ιουλίου του 1822.
Η προετοιμασία των Τούρκων και η στάση των υπόλοιπων «πολιτισμένων» Ευρωπαίων
Ο ελληνικός αγώνας , στα πρώιμα στάδια μετά  το ξέσπασμά του, σε αντίθεση με το ρεύμα  των ρομαντικών ιδιωτών υποστηρικτών που βρήκε στα κράτη της υπόλοιπης οικουμένης , αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη βαρβαρότητα από τις επίσημες κρατικές αυλές, τις θελήσεις των οποίων ενορχήστρωνε ο κύριος εκφραστής του ανθελληνισμού , αυστριακός καγκελάριος Μέττερνιχ , ο οποίος δεν έχανε την ευκαιρία να προτρέπει τον σουλτάνο Μαχμούτ να τελειώνει το ταχύτερο δυνατό με αυτή τη ενοχλητική εξέγερση, ειδάλλως  θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά στο μέλλον τη στάση των ευρωπαϊκών κρατών σε βάρος των Οθωμανών.
Υπό τις ευλογίες της επίσημης «χριστιανικής» Ευρώπης και μετά το ξεμπέρδεμα με την πληγή  που λεγόταν Αλή Πασάς, που ταλαιπωρούσε την Υψηλή Πύλη, κατά τον Ιούνιο του 1822, ο Μαχμούτ Δράμαλης (καταγόταν από την Δράμα, εξ΄ ου πήρε και το όνομά του) , ο οποίος προϊστατο μιας τεράστιας στρατιάς (30-35.000 ανδρών)  ξεκίνησε από τη Λάρισα με σκοπό να καταπνίξει την ελληνική ανταρσία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εσωτερικές διαμάχες και φιλοδοξίες που επικρατούσαν στην τουρκική πλευρά, ιδίως μετά τη δολοφονία του Αλή Πασά, είχαν  ως κύριο αποτέλεσμα την ανάθεση  της εκστρατείας στον υποδεέστερο  σε ικανότητες Δράμαλη (σε σχέση με τον Χουρσίτ Πασά) μιας και η πιθανή επιτυχία της επιχείρησης θα αύξανε το κύρος του Χουρσίτ, ο οποίος είχε ήδη περιέλθει στη δυσμένεια του σουλτάνου , ιδίως μετά τη διανομή της αμύθητης περιουσίας του δολοφονηθέντος Αλή Πασά.
Προς επίρρωση της επιχείρησής του, όπως προειπώθηκε, είχε στη διάθεσή του έναν εντυπωσιακό αριθμό στρατού , ο οποίος αποτελείτο από 20.000 πεζοπόρους στρατιώτες, πάνω από 10.000 ιππείς, κανόνια αλλά και αμέτρητο αριθμό ζώων (μουλάρια, καμήλες κλπ).
Για το μόνο που δεν υπήρξε προίδεασμός και που –εκ του αποτελέσματος- αποδείχθηκε καταλυτικό για την μελλοντική καταστροφή, ήταν η παράβλεψη (ίσως να ήταν και δολιοφθορά εκ μέρους του ανταγωνιστή Χουρσίτ)  ως προς τα αποθέματα νερού.
Παρόλαυτα η κάθοδος του Δράμαλη προς το επαναστατημένο νότο άρχισε (Ιούνιος του 1822) ξεκίνησε χωρίς κανένα αξιόλογο εμπόδιο από τις ελληνικές δυνάμεις
Η  αντίδραση  της επίσημης ελληνικής κυβέρνησης
Η «νεογνή» ελληνική κυβέρνηση του επαναστατημένου κράτους, διαθέτοντας απειρία αλλά και ανικανότητα , πέραν των όποιων ιδιωτικών πρωτοβουλιών ορισμένων οπλαρχηγών (όπως του Οδυσσέα Ανδρούτσου, κατά την κίνηση του Δράμαλη ), σε καμιά περίπτωση ,δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Άλλωστε , όπως η επίσημη αλλά κυρίως η ανεπίσημη Ιστορία έχει αποδείξει, από τα πρόσωπα που φρόντισαν να καταλάβουν τις κυρίαρχες θέσεις στο πρώτο κυβερνητικό σχήμα , όπως ο Κωλέττης, ο Μαυροκορδάτος, ο Κανακάρης ( μέλη του Εκτελεστικού) , η Πατρίδα δεν είχε να περιμένει τίποτα το ιδιαίτερο , τόσο εξαιτίας της αναξιότητας τους όσο και των ύπουλων ατομικιστικών κινήτρων τους, κατά τη διάρκεια που διοίκησαν, εγκλωβίζοντας το πολυπόθητο όνειρο τόσων γενεών για απελευθέρωση.
Η ανικανότητα της επίσημης κυβέρνησης να προκαλέσει και το παραμικρό ίχνος αντίστασης στον Δράμαλη και η αρχομανία των  μελών της, προκάλεσε την οργή και την απογοήτευση   του Στρατηγού Μακρυγιάννη , η οποία αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα απομνημονεύματά του:
«Ετοιμάζαμε τά καράβια. Μάθαμε μπήκε ο Δράμαλης εις Κόρθο αντουφέκηγος, ότι οι κάτοικοι πήγαν νά κρύψουν τίς φαμελιές τους. Εις τά Ντερβένια (Δερβενοχώρια βορείως τών Μεγάρων,) τούς χτύπησαν. Κι' αφού τούς είδε τούς Τούρκους από μακρυά ο Αχιλλέας, (ενν. ο λιποτάκτς και δειλός φρούραρχος του κάστρου της Ακροκορίνθου, Ιάκωβος Θεοδωρίδης που εγκατέλειψε ατάκτως το κάστρο της Ακροκορίνθου στο άκουσμα της έλευσης Δράμαλη) ο νέος αξιωματικός τής κυβερνήσεώς μας, άφησε 'φοδιασμένο κάστρο καί πήρε τόσο ασκέρι κ' έπιασε τά βουνά. Κι' ύστερα σκοτώθηκε. Τέτοιους αξιωματικούς θέλει η κυβέρνησή μας νά λευτερώση τήν πατρίδα, νέους. Τούς παλιούς σκότωμα. (Ειρωνεύεται τήν κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, Νέγρη καί Κωλέτη γιατί όρισε ανίκανους αξιωματικούς νά αντιμετωπίσουν τόν εχθρό, ενώ τούς έμπειρους οπλαρχηγούς επιχειρούσε ακόμα καί νά τούς δολοφονήσει). 
Ο Δράμαλης πού πέρασε ατουφέκιστος από τή Λαμία μέχρι τήν Κόρινθο, όχι μόνο οικειοποιήθηκε τούς αμύθητους θησαυρούς τού Κιαμήλ μπέη (που δολοφόνησε   ο υποχωρήσας φρούραρχος της Ακροκορίνθου ) και πήρε στο χαρέμι του, τήν πανέμορφη χήρα του. Οι θησαυροί τού Κιαμήλ ήταν κρυμμένοι μέσα σέ ένα πηγάδι καί ανέρχονταν σέ είκοσι εκατομμύρια γρόσια. Η χήρα ξέχασε γρήγορα τόν προηγούμενο σύζυγο καί παρηγορήθηκε μέ τόν νέο κάτοχο τής περιουσίας τού μακαρίτη μπέη τής Κορινθίας. Γιά γαμήλιο δώρο ο Δράμαλης έδωσε στή νύφη, έλληνες αιχμαλώτους, τούς οποίους η Τουρκάλα τούς έχτισε στά τείχη, γιά νά πάρει εκδίκηση γιά τήν ατίμωσή της από τόν φρούραρχο τού κάστρου.
Εν τω μεταξύ , ο Δράμαλης έσπευσε  να προεξοφλήσει την νίκη του και  τη διάλυση της ελληνικής εξέγερσης, γνωστοποιώντας το, στην Υψηλή Πύλη , όπου στήθηκαν γλέντια και πανηγύρια. Ανάλογα συναισθήματα ανακούφισης ένιωσαν και οι κλεισμένοι Τούρκοι στο κάστρο του Παλαμηδίου στο Ναύπλιο ,στο άκουσμα της προέλασης του Δράμαλη, μιας και ο κλοιός , λόγω της έλλειψης εφοδίων , είχε σφίξει επικίνδυνα.
Ο ελληνικός όχλος πανικοβάλλεται
Ο ερχομός του Δράμαλη έσπειρε  τον πανικό στις τάξεις του απλού  λαού. Η κραυγή «έρχονται οι Τούρκοι» δημιούργησε τέτοιο φόβο ώστε σημειώθηκε η δίχως προηγούμενο εγκατάλειψη  των χωριών , ιδίως της Αργολίδας.  Ως περιπλανώμενοι νομάδες, άρπαζαν ό,τι προλάβαιναν και μπορούσαν να κουβαλήσουν (κότες, φλοκάτες, μικρά μπαούλα) αφήνοντας ερημωμένα τα σπίτια και τις πατρογονικές τους εστίες. Η επικρατούσα αλλοφροσύνη οδηγούσε πολλούς , στην περιοχή των Μύλων, στην προσπάθειά τους να γαντζωθούν σε κάποιο καϊκι που θα τους οδηγούσε στη σωτηρία σε άλλα νησιά, να πέφτουν στη θάλασσα και να πνιγούν .
Ενώπιον αυτής της άτακτης φυγής , παρουσιάστηκαν φαινόμενα βιαιπραγίας  μεταξύ των αλλοφρόνων ηττοπαθών  αλλά  και λεηλασίας (πλιάτσικο) στα  εγκαταλελειμένα σπίτια, στοιχεία που καταμαρτυρούν τον φιλοτομαρισμό της φυλής , ως έναν από τους παράγοντες που οδήγησαν στη σημερινή μας καθημερινότητα.
Η επίσημη ηγεσία, πιστή στη στάση  της, όπως αναμενοταν, δε  μπορούσε σε καμιά περίπτωση να εμπνεύσει  θάρρος , σεβασμό και αξιοπιστία στον αλαλάζοντα όχλο ,  ήταν η πρώτη που φρόντισε να δώσει το «παράδειγμα» θάρρους. Πιο συγκεκριμένα , στη γολέτα "Τερψιχόρη" φρόντισε να επιβιβαστεί η  κυβέρνηση μέ πρώτους τόν Ιωάννη Κωλέτη .Είχαν εξαντλήσει όλες τίς ραδιουργίες δίδοντας αξιώματα σέ ανίκανους ανθρώπους πού δέν είχαν ασχοληθεί ποτέ με τη στρατιωτική τέχνη , ενώ ως επιστέγασμα , ο Κωλέτης  διέταξε τον σκανδαλοποιό (όπως τον αποκαλούσε) Κολοκοτρώνη,(τον οποίο προηγουμένως είχε απομακρύνει από τα καθήκοντά του) να συνεχίσει την πολιορκία στη Πάτρα.
΄Ιδια εικόνα , με αυτή της Αργολίδας, επικράτησε και στην προ μηνών  απελευθερωμένη αλλά πλέον ερημωμένη  Τριπολιτσά, στην οποία , είχαν παραμείνει ελάχιστα  μόνο μέλη της Πελοποννησιακής  Γερουσίας (Δημήτριος Καλαμαριώτης , Ασημάκης Φωτήλας , Διονύσιος Δεληγιάννης).
Μοναδική εξαίρεση στη γενικότερη ολιγοψυχία που κυριαρχούσε αποτέλεσε  ο Δημήτριος Υψηλάντης , ο οποίος δεν έπαψε στιγμή να προσπαθεί να συγκροτήσει αξιόμαχο σώμα , φωνάζοντας «Όσοι πιστοί δια την Πατρίδα, προσέλθετε», εις μάτην όμως.

Η ώρα του Κολοκοτρώνη
Σε αυτές τις ώρες, που η  Επανάσταση ψυχορραγούσε και κινδύνευε  να σβήσει πριν καλά καλά αρχίσε, καμιά  άλλη προσωπικότητα δε μπορούσε να παρέμβει για να αποτρέψει το ηττοπαθές  κλίμα και την διαγραφόμενη αποτυχία , από το Γέρου του Μοριά. Η ηγετική μορφή  του Γέρου δε θα άφηνε κανένα περιθώριο στο να πιστέψουμε ότι ίσως να πήγαινε στην Πάτρα για τη συνέχεια της πολιορκίας. Η ερήμωση της Τριπολιτσάς, ο τιτάνιος αγώνας για την απελευθέρωσή της αλλά και η αδιαμφισβήτητη αγάπη του για την Τριπολιτσά, οδήγησε τον Κολοκοτρώνη αποκλειστικά στην καρδιά της Πελοποννήσου. Και είναι αλήθεια ότι κανένας άλλος δε θα μπορούσε να ανορθώσει το καταρρακωμένο ηθικό του άτακτου όχλου.
Παροιμιώδης έμεινε ο λόγος του προς το πλήθος που συνάντησε, λέγοντας:
"Βρέ Έλληνες, τούτοι οι Περσιάνοι καί οι Κακλαμάνοι πού ήρθαν είναι πολύ χειρότεροι πολεμιστές από τούς ντόπιους πού νικήσαμε, Φέρανε καί πολλά πλούτη μαζί τους. Καί ξέρετε ποιοί θά τά πάρουν; Όσοι τρέξουν πρώτοι. Οι ύστεροι δέν θά προφθάσουν." , κάνοντας αναφορές στις μεγαλειώδεις μέχρι τότε μάχες στην Τριπολιτσά, στο Βαλτέτσι κ.α, επιχειρώντας έτσι να μετατρέψει το άτακτο πλήθος σε θερμούς πολεμιστές.
Αναθέτει σε εμπειροπόλεμους στρατιωτικούς  καίρια καθήκοντα,  συγκαλεί στρατιωτικά συμβούλια με άλλους έμπιστους συμπολεμιστές (Υψηλάντης, Μαυρομιχάλης, Παπαφλέσσας, Πάνος Κολοκοτρώνης, Ανδρέας Μεταξάς) προκειμένου να αποφασιστεί η καταλληλότερη θέση για τον αιφνιδιασμό του Δράμαλη ενώ και ο ίδιος αναλαμβάνει την διοίκηση τμήματος  , επικεφαλής 1.500 Γορτυνίων από την Καρύταινα .
Πρώτη τους ενέργεια ήταν να στήσουν μικρά στρατόπεδα ώστε να ελέγχουν τά στενά περάσματα τής Αργολίδος. Ο Αντώνης Κολοκοτρώνης μέ τόν Δημήτριο Πλαπούτα είχαν στρατοπεδεύσει στη Νεμέα. Κατόπιν θά οχύρωναν τό κάστρο τού 'Αργους καί τέλος θά ζητούσαν από τά πλοία τών Σπετσών καί τής Ύδρας νά στείλουν τρόφιμα καί πολεμοφόδια στούς Μύλους. 
Επιθυμία του ήταν να αναγκάσει τον Δράμαλη να παραμείνει στόν αργίτικο κάμπο πού γνώριζε μια θανατηφόρα ξηρασία  καί οχυρωσε τήν ακρόπολη τού 'Αργους, ώστε νά τήν χρησιμοποιήσει σάν δόλωμα. Ο Δράμαλης έπρεπε νά παραμείνει στό 'Αργος, καί νά μήν προχωρήσει πρός τούς Μύλους ή τήν Τρίπολη, τήν καρδιά δηλαδή τής επανάστασης.

Η στρατιωτική του ιδιοφυία
Ο Κολοκοτρώνης αποφάσισε να στερήσει από τη στρατιά του Δράμαλη κάθε μορφής πρόσβαση σε ανεφοδιασμό , εφαρμόζοντας την τακτική της καμμένης γής. Ο κάμπος του Άργους κάηκε από άκρη σε άκρη ενώ  τα πηγάδια που πρόσφεραν νερό στο Δράμαλη, γέμισαν με ψόφια ζώα. Ο τούρκικος ανεφοδιασμός από τη Ρούμελη δεν έφτασε ποτέ μιας και ο Ανδρούτσος και οι οπλαρχηγοί του , είχαν αποκόψει κάθε επαφή.
Ο Ανδρούτσος γράφει χαρακτηριστικά στον Κολοκοτρώνη, αποτυπώνοντας τη διχόνοια που μάστιζε το Μοριά:
"Σας στέλνω τριάντα χιλιάδες Τούρκους γιά νά μονοιάσετε. Κάμετέ τους ό, τι θέλετε. Εγώ υπόσχομαι νά μην αφήσω νά περάσουν άλλοι καί παίρνω πάνω μου τον σερασκέρ Χουρσίτ πασά." 
Αν και εξαντλημένος από τις κακουχίες, με την πείνα αλλά και τις αρρώστιες να μαστίζουν τα στρατό του Δράμαλη, ο Δράμαλης πολιόρκησε την ακρόπολη του Άργους με σκοπό να μπορέσει να βρει πηγές ανεφοδιασμού , την ίδια στιγμή που οι Έλληνες επιχείρησαν προσπάθειες αντιπερισπασμού , με επικεφαλής τον Δημήτριο Πλαπούτα .  Στις συρράξεις που ακολούθησαν στα χωριά της Αργολίδας και ιδίως στην Εκκλησία της Παναγίας του Άργους από το ένοπλο τμήμα του  Πλαπούτα, ο οποίος  παραλίγο να σκοτωθεί, έριξαν ακόμα περισσότερο το ήδη πεσμένο ηθικό των Ελλήνων, καθώς ο αριθμός των απωλειών ήταν μεγάλος σε συνδυασμό με την αποτυχία να σπάσουν την πολιορκία του Δράμαλη στο Άργος και να βοηθήσουν τον απεγκλωβισμό των πολιορκημένων, από τους οποίους είχαν καταφέρει να διαφύγουν ελάχιστοι .
Το βράδυ τής 23ης Ιουλίου 1822, ο Κολοκοτρώνης επιχείρησε νυχτερινή επίθεση στούς πολιορκητές Τούρκους από τέσσερα σημεία. Με αυτό τον τρόπο, απελευθερώθηκαν και οι τελευταίοι πολιορκημένοι από το κάστρο του Άργους, στο οποίο όταν εισήλθαν οι Τούρκοι όμως, δε βρήκαν τα πολυπόθητα εφόδια που τόσο είχαν ανάγκη. Πήρε την ταπεινωτική απόφαση, αποκομμένος και από την ανεφοδιασμό της Στερεάς Ελλάδας, 
, ενώ στην Πόλη ο σουλτάνος πανηγύριζε την καταστροφή των γκιαούρηδων. Ούτε και οι αγγελιοφόροι πού έστελνε στόν Χουρσίτ δέν κατάφερναν νά περάσουν τίς ενέδρες πού έστηνε ο Ανδρούτσος στήν Ρούμελη μέ αποτέλεσμα να μένει τελείως απληροφόρητος γιά τίς κινήσεις τού τουρκικού στόλου, μέ τον οποίο είχαν ορίσει τόπο συνάντησης το Ναύπλιο.
Πρόθεσή του όμως ήταν να ξεγελάσει τους Έλληνες , αφήνοντας  να διαρρεύσει μέσω ενός χριστιανού γραμματέα  του,  του  Μανούσου , που έπεσε σκοπίμως στα χέρια των Ελλήνων προκειμένου να σπείρει την ψεύτικη πληροφορία ,ότι θα συνεχίσει κατά την Τριπολιτσά , ενώ ο σκοπός του ήταν να ξαναφύγει προς την Κόρινθο και να πάρει το δρόμο της σωτηρίας προς τη Ρούμελη. Από όλους τους οπλαρχηγούς , μόνο ο Κολοκοτρώνης δεν  έπεσε στην παγίδα του Δράμαλη, μη διστάζοντας να συγκρουστεί με τους υπόλοιπους (ο Μαυρομιχάλης με τους δικούς του, πιστός στον εγωκεντρισμό του αποχώρησε) σχετικά με το ποια τοποθεσία έπρεπε να επιλεγεί για να τη σύγκρουση με το Δράμαλη. Και κατά την κρίση του Γέρου,  το μεγάλο ασκέρι του Δράμαλη θα περνούσε από καλόστρωτο δρόμο και όχι από απάτητα μονοπάτια. Αυτός ήταν ο λόγος που επέλεξε να τον περιμένει στα Δερβενάκια.

Ο Κολοκοτρώνης εμψυχωτής
Με τα παρακάτω λόγια , απευθύνεται προς εκείνους που αποφάσισαν να πολεμήσουν στο πλευρό του:
«Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν καί σήμερα θά πεθάνωμεν  διά τήν σωτηρίαν τής πατρίδος μας καί διά τήν εδικήν μας. Ιδού τί πρέπει νά κάμετε, αμέσως νά πάτε στά κονάκια σας νά πάρετε τό ταΐνι (τροφή) σας. Εδιάταξα νά σάς δοθή καθώς καί τά φουσέκια, αλλά νά ήσθε έτοιμοι στό γελέκι όλοι οι δυνατοί. Τούς δέ αδύνατους καί τά περιττά πράγματα, τά ζώα καί ταίς καπόταις σας νά τά στείλετε εις τό αντικρυνό βουνό τού Αγίου Γεωργίου, όπου εδιέταξα νά πάν καί τά δικά μου πράγματα. (Σέ εκείνο τό βουνό ο Κολοκοτρώνης μετακινούσε τά μουλάρια διαρκώς ώστε νά φαίνεται από μακρυά μεγάλη δύναμη καί νά στραφούν οι Τούρκοι στίς Χρυσοκουμαριές πού τούς περίμεναν κρυμμένοι οι άντρες τού Αντώνη Κολοκοτρώνη καί τών υπολοίπων). 
Απόψε ήλθεν η Τύχη τής πατρίδος μας (εννοεί τήν Παναγία) καί μού είπεν ότι είμεθα νικηταί τόσον πολύ, όπου άλλην νίκην καλλιτέραν από τήν σημερινήν δέν εκάναμεν, αλλ' ούτε θέλομεν κάμει. Έχω τόσην βεβαιότητα νά σάς ειπώ νά μήν πάρετε ούτε τά άρματά σας, διά νά πάρωμεν τών Τούρκων. Σήμερα ο καθείς από εμάς θά καταδιώκη πολλούς, θά πάρητε λάφυρα πολλά καί τούς θησαυρούς τού Αλή πασιά θά τούς μοιράσετε μέ τό φέσι τά φλωριά. Τά χρήματα πού έχουν οι Τούρκοι είναι χρήματα χριστιανικά. Τά είχεν ο τύραννος τής Ηπείρου παρμένα από τούς αδελφούς μας. Ο Αγιος Θεός μάς τά έστειλε καί είναι κελεπούρι δικό μας. 
Αύριον αυτήν τήν στιγμήν θά σάς ιδώ όλους μέ τ' άρματα τών Τούρκων, μέ τ' άλογά τους, λαμπροφορεμένους μέ τά ρούχα τους. Ο Θεός είναι μέ ημάς νά μή σάς μέλλη τίποτε, πηγαίνετε νά ετοιμασθήτε καθώς σάς είπα καί νά ελθήτε εδώ όλοι νά ξεκινήσωμεν μαζί.» 
Η  μεγαλειώδης  νίκη στα Δερβενάκια
Για να μειώσει τις πιθανότητες αλλαγής πορείας των Τούρκων προς τη Νεμέα όπου δέν υπήρχαν μεγάλες δυνάμεις, τοποθέτησε σε ένα ύψωμα πολλά υποζύγια με τις κάπες και τα κόκκινα φέσια των αγωνιστών, τα οποία από μεγάλη απόσταση έδιναν την εντύπωση πολυάριθμου στρατεύματος. Ακολούθησε δέηση στην Παναγία και την Αγία Παρασκευή που γιόρταζε, από τον ιερέα Γεώργιο Παπαζαφειρόπουλο και έπειτα ο Έλληνας αρχιστρατηγός έδωσε αυστηρή διαταγή πρός όλα τα τμήματα να αναμένουν το δικό του σήμα για να ξεκινήσει η μάχη.
Η εμπροσθοφυλακή τού Δράμαλη μπήκε  στά Δερβενάκια καί προχώρησε  πρός τό Παληόχανο, τό απόγευμα τής  ίδιας μέρας. Οι προπορευόμενοι ήταν Αλβανοί, δηλαδή οι καλύτεροι μαχητές τού οθωμανικού στρατού, οι οποίοι καί ζήτησαν από τόν Κολοκοτρώνη νά τούς αφήσει νά περάσουν. Ο αρχηγός καθυστερούσε νά απαντήσει γιά νά πέσει λίγο ο ήλιος καί νά τόν έχουν απέναντί τους οι Τούρκοι, αλλά καί γιά νά έρθει μεντάτι ο Νικηταράς, πού βρισκόταν στό χωριό Στεφάνι.
«Τότε ο αρχηγός έβαλε τήν φωνήν. "Επάνω τους Έλληνες καί μή φοβάστε, σκοτώστε όσους θέλετε από δαύτους".
Το ασκέρι του Δράμαλη ξαφνικά , βλέποντας το τι θα ακολουθήσει χωρίζεται σε δυο τμήματα , αφήνοντας πίσω αρρώστους και πολεμικό υλικό και επιλέγει να διαβεί το μονοπάτι του Αγίου Σώστη στα Δερβενάκια ,προκειμένου να εξασφαλίζει το δρόμο προς τη σωτηρία. 
Με τους πρώτους πυροβολισμούς, οι Τουρκαλβανοί αιφνιδιάστηκαν. Δυσκίνητοι καθώς ήταν μέσα στό πλήθος τών αμαξών καί τών υποζυγίων δέν είχαν τήν άνεση νά κινηθούν μέσα στό φαράγγι. Οι Έλληνες ξεχύθηκαν μέ τά γιαταγάνια γυμνά από τίς πλαγιές τών δύο βουνών (Αγριλόβουνο καί βουνό Πανάγου) καί έκλεισαν τόν δρόμο τών Δερβενακίων, μέ αποτέλεσμα οι εχθροί νά ψάξουν γιά διέξοδο στό δρόμο πού περνούσε από τό μοναστήρι τού Αγίου Σώστη, λίγο ανατολικώτερα. Οι περισσότεροι από αυτούς χάθηκαν στή θέση Ανεμόμυλος, όπου τούς συνέτριψε τό σώμα τού Αντώνη Κολοκοτρώνη. 
Γύρω στους 10.000 Τούρκους πρόλαβαν να περάσουν από το στενό του Αγίου Σώστη και να ξεχυθούν στην πεδιάδα τής Κουρτέσας, όπου ήταν ανοιχτός ο δρόμος προς την Κόρινθο.
Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας  σωτηρίας των Τούρκων, καταφθάνει  ο Νικηταράς  μαζί με τούς Παπαφλέσσα και τα αδέρφια του, τον Υψηλάντη, τον Παναγιώτη Κεφαλά και άλλους 1000 άντρες καί έκλεισαν καί τό στενό τού Αγίου Σώστη. Οι Τούρκοι τότε παγιδεύτηκαν σέ δύο πυρά καί η μάχη μετατράπηκε σέ σφαγή. Μόνο όταν έπεσε το σκοτάδι, σταμάτησε η σφαγή..
Ο αιφνιδιασμός των τούρκων απόλυτος. Η πλαγία στα Δερβενάκια θάβει για πάντα στη γη της πάνω από 4.000 τούρκους. Η λύσσα των Ελλήνων, τα μανιασμένα στίφη προκαλούν πανικό στους οθωμανούς, που πέφτουν στο ρέμα του Αγίου Σώστη , προτιμώντας την αυτοκτονία από το ελληνικό λεπίδι. Η οσμή του αίματος και της νεκρής σάρκας κυριαρχεί παντού.
Ο Φωτάκος γράφει:
«Καθ' όλον αυτόν  τον δρόμον μας εις την ρεμματιάν  την νύχτα ευρίσκαμεν κατάστρατα πτώματα Τούρκων και ακούαμε  εις τα πλάγια διάφοραις φωναίς πονεμέναις παιδιών πάσης ηλικίας, γυναικών καί τών πληγωμένων καί μας εκυρίευσε φόβος και τρόμος έως να περάσωμεν όλην την ρεμματιάν και εδώ και εκεί έπεφταν και τουφέκια.
Έως να περάσωμεν  και να έβγωμεν εις το Παληόχανον από το φόβον μας, από την λύπην  μας καί την πείνα μας ήλθεν  η ψυχήν μας εις τα δόντια μας. Τα άλογά μας επατούσαν τους νεκρούς και φοβισμένα και κουρασμένα από τον πολύν δρόμον τα ταλαίπωρα ζώα εβαρέθηκαν και αυτά την ζωήν των. Έβλεπαν τους ανθρώπους ξαπλωμένους κατά γής εδώ και εκεί όπου εβόγκαγαν και εξεψύχαγαν και οι πληγωμένοι ετινάζοντο από τους πόνους»
Μετά τον όλεθρο, οι πασάδες πού δέν κατάφεραν νά περάσουν γύρισαν πίσω καί πήγαν πρός την (Τίρυνθα, αφού οι Τούρκοι τού Ναυπλίου δέν τούς επέτρεψαν νά εισέλθουν στήν πόλη.
Ο Δράμαλης επέμεινε στην απόφασή  του να φτάσει στην Κόρινθο. Αυτό τό γνώριζε ο Κολοκοτρώνης καί οργάνωσε σχέδιο μέ τό οποίο θά προσπαθούσε νά αποκλείσει τούς πασάδες, τούς οποίους ήλπιζε νά τούς πιάσει καί ζωντανούς. Έστειλε αμέσως τό Νικηταρά, τόν Δημήτριο Υψηλάντη, τον Κεφάλα, τόν Χελιώτη, τους αδελφούς Φλέσσα (Παπαφλέσσα, Νικήτα καί λοιπούς) νά πιάσουν τό στενό στό χωριό Αγιονόρι Κορινθίας.

Ο ρόλος του Νικηταρά
Ο αγνότερος και πιο ανιδιοτελής αγωνιστής της Αγώνας , ο Νικηταράς έδωσε δείγματα γραφής της γενναιότητάς του τόσο στα Δερβενάκια όσο και στη μάχη που αργότερα ακολούθησε στο Αγιονόρι Κορινθίας, όπου επαναλήφθηκε το σκηνικό των Δερβενακίων. 
Στις 28 Ιουλίου 1822 εμφανίζεται η αποδεκατισμένη στρατιά του Δράμαλη στ' Αγιονόρι.
Προσπαθεί να εμψυχώσει τους έντρομους τούρκους, διατάζοντας  προσευχές στον Αλλάχ και λέγοντας τους ότι "Χίλιοι μονάχα κλέφτες είναι. Πιάστε τους μέ τά χέρια σας γενναία καί περήφανα παιδιά τού Οσμάν!" Οι άμοιροι μουσουλμάνοι , τυφλωμένοι από την παραφροσύνη και το μίσος , επιχειρούν να πιάσουν με τα χέρια τους , τους Έλληνες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να βγουν τα γιαταγάνια από τα ελληνικά θηκάρια, με μπροστάρη τον Νικηταρά.
Από το σημείο αυτό και μετά , ξεκινάει ένας δεύτερος γύρος ανιλεούς μακελειού, πιο σκληρού από αυτό που προηγήθηκε στα Δερβενάκια. Οι ατυχείς αγαρηνοί καταφέρνουν να αφήσουν εκατόμβη κουφαριών και στο Αγιονόρι.
Ο ίδιος ο Νικηταράς λυγίζει από το μέγεθος της σφαγής.
Σφίγγει η καρδιά του, καθώς ο μέγας πατριώτης πολεμούσε για την ελευθερία της Πατρίδος, με το χαμό που έχει προηγηθεί. Τέσσερα σπαθιά σπάνε στα χέρια του , κατά τη διάρκεια της μάχης αλλά ο Νικηταράς αυτοενθαρρύνεται: «Κουράγιο Νικήτα. Τούρκους σφάζεις».
Μετά τη μάχη των Δερβενακίων, ένας ετοιμοθάνατος τουρκαλβανός  το δεν πρόλαβε να διαφύγει και έπεσε στα χέρια του Νικηταρά. Μόλις τον είδε ο Νικηταράς, ο τραυματισμένος , απογοητευμένος του είπε : «Έλα να μου πάρεις το κεφάλι» , χωρίς να ξέρει ότι αυτός που τον βρήκε ήταν ο Νικηταράς.
Και ο Νικήτας του απαντάει : «Ωρέ, εγώ είμαι πολεμιστής για την Πατρίδα μου, δεν είμαι δήμιος που παίρνει κεφάλια» και ευθύς τον φορτώνεται στον ώμο για να τον πάει στο γιατρό . Κατά τη διάρκεια της πορείας προς το γιατρό, ο τουρκαλβανός , μαθαίνει ότι αυτός που τον κουβαλάει είναι ο Νικηταράς και τρομοκρατείται. Ευθύς βγάζει ένα μικρό λεπίδι στα κρυφά και κόβει μια τούφα μαλλιών από τον Νικηταρά. Αυτός , τον αντιλαμβάνεται και του λέει «Ωρέ σκιπιτάρη, δεν έχεις μπέσα. Εγώ πάω να σε θεραπεύσω και συ ύπουλα εσκέφθεις να μου πάρεις το κεφάλι»
Και αυτός απαντάει ότι ήθελε να έχει για φυλακτό μια τρίχα από τον Καπετάν Νικήτα.
Λίγο αργότερα,  μερικές στιγμές πριν πεθάνει , έδωσε στο γιατρό τα μαλλιά του Νικηταρά, λέγοντάς του «Γιατρέ , πάρε να τα έχεις φυλακτό, είναι από τον Νικηταρά»
Συνέπειες της μάχης
Οι απώλειες των Ελλήνων  στη μάχη ήταν ελάχιστες. Μεταξύ των  πεσόντων στο πεδίο της τιμής , ήταν τρία ανήψια του Κολοκοτρώνη. Οι 2.000 άνδρες του Γέρου προξένησαν ανεπανόρθωτη ζημιά στον αλαζόνα πασά Δράμαλη , ο οποίος λέγεται είτε πέθανε από τη θλίψη του λίγους μήνες αργότερα είτε ότι αυτοκτόνησε. Η καταστροφή της στρατιάς του θα ήταν ασυγκρίτως μεγαλύτερη, αν οι απείθαρχοι Έλληνες δεν επιδίδονταν σε μια άνευ προηγουμένου λαφυραγωγία του τουρκικού πλούτου, αφήνοντας έτσι μεγάλο τμήμα του εχθρού να διαφύγει. Ο μόνος που δεν καταδέχτηκε να πάρει τίποτα σαν λάφυρο ήταν ο αγνός Νικηταράς, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του υπέφερε από την πείνα και την ανέχεια. Σε αυτόν , χάρισαν οι άνδρες του ένα σπαθί φτιαγμένο από την οπλοποιεία της Δαμασκού και δυο πιστόλες .
Η ελληνίδα μούσα απαγγέλει:
«Ήταν ασκέρι τούρκικο, μιά  κοσαριά χιλιάδες. 
Ήταν πασάδες ξακουστοί, πολοί ντερεμπεήδες,
δέν ετηράξανε στρατό, μηδέ καί παλληκάρια,
καί άλα - άλα κάνανε, στόν Αγιο Σώστη πάνε.
                                  -
Μά κεε τούς καρτεράγανε με δυνατό ντουφέκι,
ο καπετάν Νικηταράς κ' οι Κολοκοτρωναίοι.
Δώστε Φωτιά, μωρέ παιδιά, προσέχτε παλληκάρια.
Κ' ευθύς εξεσπαθώσανε, τούς έδωκαν ντουμάνι.
                                  -
της Ρούμελης οι μπέηδες και τού Μωριά οι λεβέντες; 
Στά Δερβενάκια κείτονται, κορμιά χωρίς κεφάλι,
στρώμα 'χουνε τη μαύρη γης, προσκέφαλο την πέτρα, 
κ' έχουνε για παπλώματα τους πάγους και τα χιόνια. 
Η νίκη στα Δερβενάκια εδραίωσε την τρεμάμενη φλόγα της Επανάστασης  που κινδύνευε να σβήσει και την  έκανε πύρινη φωτιά στους επανασταστημένους, Ταυτόχρονα όμως φανέρωσε άλλη μια φορά τα τρωτά της φυλής μας και  ξεγύμνωσε τους «επίσημους» κυβερνώντες που , μετά τη νίκη , επανήλθαν στο προσκήνιο , προκαλώντας τα όσα η Ιστορία έχει καταγράψει (φυλακίσεις ηρώων, εκτελέσεις, υποταγή στους ξένους κλπ)

Επίλογος
Η εποχή των τουρκικών σήριαλ, ο ωχαδερφισμός και η επίπονη προσπάθεια για επιβίωση , χρόνο με το χρόνο, προσπαθούν και εν πολλοίς έχουν καταφέρει να συμβάλλουν στο ξεθώριασμα της μνήμης των Δερβενακίων , όπως και των άλλων σημαντικών ιστορικών στιγμών, με πρώτη και ηχηρότερη την απουσία της επίσημης –όπως τότε - πολιτείας Ανεξάρτητα με το πόσο ο καθένας από εμάς θέλει να σκύψει με ευλάβεια ή όχι, ο αγέρωχος τύμβος του Γέρου , θα ατενίζει τον αργίτικο κάμπο στο ύψωμα των Δερβενακίων , όσοι υπάρχουν αδούλωτοι άνθρωποι και θα δείχνει δρόμο, ελέγχοντας συνειδήσεις.. 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...