Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 16, 2012

Μητροπολίτης Γόρτυνος Ιερεμίας, Το Μυστήριο της Εξομολογήσεως



ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ
1. Σήμερα, αδελφοί μου χριστιανοί, θα σας μιλήσω για το ιερό Μυστήριο της Εξομολογήσεως των αμαρτιών μας.Λέγεται και Μυστήριο της «Μετανοίας», γιατί εννοείται ότι πρέπει να μετανοήσει ο αμαρτωλός για να πάει στον πνευματικό Ιερέα να εξομολογηθεί. Το πόσο σπουδαίο και σοβαρό είναι το Μυστήριο αυτό φαίνεται από το ότι το τελεί μόνο ο Επίσκοπος. Αλλά επειδή ο Επίσκοπος δεν μπορεί να επαρκέσει και να εξομολογεί όλο το πλήθος των χριστιανών της ποίμνης του, γι᾽ αυτό και παραχωρεί την τέλεση του Μυστηρίου αυτού σε μερικούς Ιερείς, οι οποίοι διακρίνονται για την πνευματικότητά τους• γι᾽ αυτό και οι εξομολόγοι Ιερείς  λέγονται  «πνευματικοί». 
Το Μυστήριο της εξομολόγησης των αμαρτιών το συνέστησε ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός, όταν είπε στους μαθητές Του: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον, αν τινων αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς• αν τινων κρατήτε κεκράτηνται» (Λουκ. 19,10. Ιωάν. 20,22-23).

2. Όπως το λέει και η λέξη «εξομολόγηση», ο χριστιανός πρέπει να «ομολογήσει», πρέπει δηλαδή να πει τα αμαρτήματά του στον πνευματικό. Ασφαλώς χρειάζεται ταπείνωση για να ομολογήσει κανείς τις αμαρτίες του, αλλά, αν υπάρχει πραγματική μετάνοια, έρχεται με την Χάρη του Θεού η ταπείνωση αυτή και ο αμαρτωλός καταθέτει με ειλικρίνεια στον αντιπρόσωπο του Θεού τις αμαρτίες πού διέπραξε. Ο πνευματικός έπειτα διαβάζει στον εξομολογούμενο μία ευχή, που λέγεται «συγχωρητική» ευχή, και συγχωρούνται έτσι τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα. Αλλά ενώ, χριστιανοί μου, συγχωρούνται στον αμαρτωλό τα αμαρτήματα που εξομολογήθηκε, παραμένει όμως μέσα του το σώμα της αμαρτίας, παραμένει η ροπή και η επιθυμία για την αμαρτία. Για να «σκοτωθεί» αυτό το σώμα της αμαρτίας, που είναι μέσα μας, χρειάζεται και μετά την εξομολόγησή μας αγώνας εναντίον των αμαρτωλών παθών. 
Γι᾽ αυτό και ο πνευματικός μετά την εξομολόγηση βάζει επιτίμια στον χριστιανό, που δεν είναι τιμωρίες, αλλά είναι θεραπευτικά φάρμακα, για να μην επαναληφθούν τα αμαρτήματα που εξομολογήθηκε και για να εξαλειφθεί το κακό στην ρίζα του. Όσο ο χριστιανός ασκείται με τα επιτίμια αυτά του πνευματικού του, τόσο λαμβάνει και περισσότερο την πληροφορία της αφέσεως των αμαρτιών του. Γι᾽ αυτό και διαβάζουμε στα ιερά Συναξάρια περί αγίων ασκητών ότι την χαρά της αφέσεως των αμαρτιών τους την λάμβαναν στα τελευταία έτη της ζωής τους, όταν πιά είχε καθαριστεί εντελώς η καρδιά τους και είχε απορροφηθεί εντελώς το πνεύμα τους από την αγάπη του Θεού. Γι᾽ αυτό όλη μας η ζωή, αδελφοί μου, πρέπει να είναι ζωή μετανοίας. Δεν φτάνει ένα απλό «αμάρτησα», αλλά χρειάζεται νά μισήσουμε την αμαρτία, ώστε, όταν αυτή ξαναμπερδευτεί στα πόδια μας, να την «κλωτσήσουμε» και να μη μάς ξαναμολύνει πιά.
3. Συγχωρούνται όλα τα αμαρτήματα; Ναί, με την συγχωρητική ευχή συγχωρούνται όλα τα αμαρτήματα, οποιαδήποτε και αν είναι αυτά που θα πει ο αμαρτωλός στον πνευματικό Ιερέα. Γι᾽ αυτό και η Εκκλησία καταδίκασε τους Μοντανιστές και τους Νοβατιανούς, που έλεγαν ότι είναι ασυγχώρητα τα αμαρτήματα του φόνου και των σαρκικών πτώσεων. Η Αγία Γραφή όμως μιλάει για ασυγχώρητα αμαρτήματα. Ως ασυγχώρητο αμάρτημα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε την βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. 12,31-32), αλλά και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μιλάει για «αμαρτία προς θάνατον» (Α´ Ιωάν. 5,16). 
Τα αμαρτήματα όμως αυτά θεωρούνται ως ασυγχώρητα, γιατί δεν υπάρχει η προϋπόθεση της συγχώρησης, δηλαδή η μετάνοια. Όταν δηλαδή κάποιος βλέπει φανερά μπροστά του τα θαύματα του Θεού, που είναι ενέργειες του Αγίου Πνεύματος και όμως δεν τις πιστεύει (αυτό είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος), αυτό φανερώνει ότι έχει χαλασμένη ψυχή, ότι είναι πωρωμένη η καρδιά του. Δεν μπορεί λοιπόν αυτός ποτέ να πει το «ήμαρτον», που λέει ο αμαρτωλός, και γι᾽ αυτό δεν μπορεί να συγχωρεθούν τα αμαρτήματά του. Ώστε ασυγχώρητη αμαρτία είναι η πώρωση. Αυτή είναι «μπετόν», που πέφτει στην ψυχή και χίλιοι καλοί σπόροι και αν σπαρούν έπειτα στο «μπετόν» αυτό, δεν μπορεί ποτέ να δώσουν ένα λουλούδι.
4. Τα αμαρτήματα που εξομολογείται στον πνευματικό του ο αμαρτωλός συγχωρούνται εντελώς. Το πετραχήλι δηλαδή του πνευματικού γίνεται σφουγγάρι, που πλένει και σβήνει ό,τι ασχημο έχει γραφεί στην καρδιά μας με την αμαρτία. Δεν μένει τίποτε. Σ᾽ αυτό όμως υπάρχει μία διαφωνία: Άλλοι Πατέρες λένε ότι συγχωρούνται μεν τα αμαρτήματα που εξομολογείται ο χριστιανός, αλλά στην ψυχή παραμένει η «ουλή», το σημάδι δηλαδή της πληγής της αμαρτίας. Εμείς θα συνταχθούμε με την γνώμη των άλλων Πατέρων, που την εκπροσωπεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ότι με την σωστή εξομολόγηση, εξομολόγηση δηλαδή με πραγματική μετάνοια, δεν παραμένει ούτε η «ουλή», δεν παραμένει κανένα σημάδι της αμαρτίας του χριστιανού.
5. Χριστιανοί μου, να πηγαίνετε να εξομολογείστε. Διαπιστώνω με λύπη ως Επίσκοπος ότι οι χριστιανοί της Μητροπόλεώς μου, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, δεν εξομολογούνται. Πάρτε την απόφαση, σάς παρακαλώ, και πάτε να εξομολογηθείτε σε όποιον πνευματικό θέλετε, είτε εδώ είτε αλλού. Και εύχομαι να πέσετε σε χέρια καλού «γιατρού», καλού δηλαδή πνευματικού. Γιατί άλλοι πνευματικοί είναι υπερβολικά αυστηροί και άλλοι είναι υπερβολικά χαλαροί, που δεν θεωρούν ως αμαρτήματα όσα η Αγία Γραφή λέει αμαρτήματα. Σεις όμως, σε όποιον πνευματικό πέσετε, ομολογήστε με ειλικρίνεια τις αμαρτίες σας και φύγετε αναπαυμένοι ότι συγχωρέθηκαν αυτές και σβήστηκαν από το βιβλίο του Θεού, όπου ήταν γραμμένες. Σάς εύχομαι καλή μετάνοια και παρακαλώ το ίδιο να ευχηθείτε και να προσευχηθείτε και για μένα τον αμαρτωλό, τον χειρότερο από όλους σας.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;



Φωτογραφία: Καλημερα  Καλη ΚΥΡΙΚΗ  ! στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. !!

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;

 Παρ’ όλα αυτά, λίγοι είναι εκείνοι που έρχονται στην εκκλησία. Τι θλιβερό! Στους χορούς και στις διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τις ανοησίες των τραγουδιστών τις ακούμε με ευχαρίστηση. Τις αισχρολογίες των ηθοποιών τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε. Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε. Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα. Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση. Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν, όμως, πρόκειται να πάνε στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο. Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι οι προφήτες ή οι απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Για τ’ άλογα, όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή;
 
Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην αμέλεια, ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει. Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν.
 
Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό, κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου, κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει
 
‘’Μα είμαι αμαρτωλός’’, λες, ‘’και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο’’. Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.
 
‘’Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία’’, θα μου πει κάποιος, ‘’πως μπορώ να έρθω πάλι;’’. Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.
 
Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
 
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
 
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου, και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.
 
‘’Ναι, αλλά μπορώ’’, λέει κάποιος άλλος, ‘’να προσευχηθώ και στο σπίτι μου’’. Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να προσευχηθείς και στο σπίτι σου, είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό. Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών, για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό.
 
Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι, όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού. Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας

Πηγή:  ”Φωνή των Πατέρων” No 30, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, Ωρωπός ΑττικήςΣτην εκκλησία υπάρχουν
 περισσότερες πνευματικές 
προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. !!

Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;

Παρ’ όλα αυτά, λίγοι είναι εκείνοι που
 έρχονται στην εκκλησία. Τι θλιβερό! 
Στους χορούς και στις διασκεδάσεις
 τρέχουμε πρόθυμα. 
Τις ανοησίες των τραγουδιστών
 τις ακούμε με ευχαρίστηση. 
Τις αισχρολογίες των ηθοποιών 
τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε.
 Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε.
 Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει
 τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα 
κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα.
 Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση.
 Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν, όμως, πρόκειται να πάνε
 στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο.
 Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι 
οι προφήτες ή οι απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους.
 Για τ’ άλογα, όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν
 σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή; 
Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται 
στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην
 αμέλεια, ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει.
 Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή 
προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και 
αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν. 
Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις
 μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό,
 κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου,
 κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι 
να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; 
Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, 
τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει 
‘’Μα είμαι αμαρτωλός’’, λες, ‘’και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο’’.
 Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. 
Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο
 ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; 
Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη,
 ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους. 
‘’Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία’’, θα μου πει κάποιος, 
‘’πως μπορώ να έρθω πάλι;’’. Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. 
Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω
 στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις
 και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, 
δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει 
και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο. 
Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η
 ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση.
 Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο
 Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία.
 Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες; 
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της
 ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια
 αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη 
από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία,
 και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. 
Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου
 τη στάση χάσεις κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, 
γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις 
με την εργασία της Κυριακής. 
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από
 χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ 
μεγαλύτερη η ζημιά σου, και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι 
τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα 
είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην 
άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται
 στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα
 πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που
 αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού. 
‘’Ναι, αλλά μπορώ’’, λέει κάποιος άλλος, ‘’να προσευχηθώ και στο σπίτι 
μου’’. Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να 
προσευχηθείς και στο σπίτι σου, είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς
 έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος 
των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό.
 Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου,
 όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. 
Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις
 απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, 
ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε,
 οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών, για να ενισχύονται με τις 
δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι 
όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό. 
Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι,
 όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί 
και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού.
 Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. 
Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, 
κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο 
δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα 
τους στύλους της Εκκλησίας 
Πηγή: ”Φωνή των Πατέρων” No 30, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, 
Ωρωπός Αττικής

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: "Οι άγιοι στη ζωή μας"



Κάθε ημέρα στην εκκλησία ζητάμε τις πρεσβείες των
 αγίων. Αυτές οι πρεσβείες είναι ολόκληρη δύναμις, 
ολόκληρος κόσμος που βγαίνει από τους αγίους και
 από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. 
Αλλά οι άγιοι δεν μεσιτεύουν απλώς. 
Με το να βλέπουν τον Χριστόν και να γνωρίζουν την
 ζωή του, και με το να δέχωνται εν Πνεύματι Αγίω θείο 
φωτισμό ο οποίος θα γίνη πλήρης την ημέρα εκείνη,
όταν θα παραβρεθούμε και εμείς μαζί τους, 
ο Χριστός γίνεται πλέον περιουσία τους και φωτίζουν
 και εμάς.


Διαφωτίζουν τον νου μας, μας αποκαλύπτουν.
 Όταν έχω κάτι και μου το ζήτησης, θα σου το δώσω. 
Αν έχω δύο χιτώνες, ο Θεός με υποχρεώνει να σου δώσω 
τον ένα. Αλλά και αν έχω έναν, σε λυπάμαι και σου 
τον δίνω και αυτόν και ζητάω άλλον από τον ηγούμενο. 
Ο άγιος, που έχει τόσο πλούτο από τον φωτισμό του Θεού,
 δεν θα δώση και σε μας; Μπορεί να μας το αρνηθή αυτό;


Ο θείος φωτισμός είναι το βαθύτερο και το σπουδαιότερο
 που μπορούμε να ζητήσωμε από τους αγίους.
 Ό,τι και αν μας λείπη, αποκαθίσταται ή μπορούμε να
 ζήσωμε χωρίς αυτό. Αλλά χωρίς τον φωτισμό, την 
γνώσι δηλαδή, δεν μπορούμε να ζήσωμε.

Η γνώσις του Θεού συντηρεί τα κύτταρά μας και ενώνει 
το πνεύμα μας, μας παριστάνει ενώπιον του Θεού και 
μας σώζει και μας βάζει στην βασιλεία των ουρανών. 
Η γνώσις ή η άγνοια του Θεού, ή μικρή ή η μεγάλη, 
μας κάνει ζωντανούς ή νεκρούς. Για όλους αυτούς 
τους λόγους ο άγιος δεν αντέχει να μην εκφράση την 
αγάπη του με το να μας πλουτίζη με τον θείο φωτισμό, 
με το να μας διαφωτίζη στο κάθε μας θέμα.

Επί πλέον, οι άγιοι δεν κάνουν κάτι μακριά από εμάς, 
δεν πηγαίνουν πίσω από εμάς για να παρακαλέσουν
 τον Θεόν, αλλά προσεύχονται μαζί μας. Εφ’ όσον είναι 
πρόσωπα, όταν γονατίζω εγώ, αυτός που κάθε 
ημέρα είναι με τον Θεόν, γονατίζει μαζί μου,
 συν-γονατίζει, συνιδρώνει, συμπάσχει, συναγωνιά με 
την δική μου παράστασι ενώπιον του Θεού. 
Μη σας κάνη αυτό εντύπωσι.
Αναγώνιος είναι η αγωνία του αγίου, αλλά είναι μία
 αγωνία, μία συμμετοχή στην ζωή μας. Εφ’ όσον το 
Πνεύμα κράζει, «αββά ο πατήρ», και αγωνιά μαζί μας,
 εφ’ όσον ο Πατήρ και η κτίσις αγωνίζονται μαζί μας,
 δεν θα αγωνισθή ο άγιος που τον φέραμε και τον
 βάλαμε στο κελλί μας; Και είναι τόσο εύκολη αυτή η
 πράξις! Κάνεις μια μικρή έπιστράτευσι και υποχρεώνεις
 όλους τους αγίους να γονατίσουν μαζί σου.

Μα, θα μου πήτε, συναγωνιά ο άγιος; Γιατί; 
Διότι εμείς είμαστε άνθρωποι ακόμη, φέρομε το σαρκικό 
αυτό περίβλημα, έχομε την χονδροείδεια του μυαλού μας 
και της καρδιάς μας και δεν έχομε σταθερότητα στην
 πορεία μας. Τώρα μπορεί να κλαίω και μετά να γελάω. 
Τώρα να ζητώ κάτι από τον Θεόν και μετά να 
αναρωτιέμαι γιατί το ζητώ. Ή τώρα να ζητώ κάτι
 και μετά να το ξεχνώ.

Τώρα να υπόσχωμαι κάτι και μετά να κάνω το αντίθετο. 
Τώρα να ορκίζωμα; στον Θεόν πως θα μετανοήσω και μετά 
να περιπίπτω στην ίδια αμαρτία με την δική μου γνώμη και 
βουλή. Δεν έχω δει τον Θεόν με τα μάτια μου τα σαρκικά,
 όπως τον θέλω εγώ, δεν μου παρέχει ο Θεός τον εαυτό του,
 όπως εγώ θα το ήθελα ή το φανταζόμουν, και του εκφράζω 
τις αφέλειές μου, τα παιδιαρίσματά μου, παίζω μαζί του
 και τον χάνω μέσα από τα χέρια μου.

Ο άγιος από την μια έχει ενώπιον του την βεβαιότητα του 
Θεού, την αγάπη του Θεού, όλη· την θεία οικονομία, και 
μπορεί να την πιάση και να μας την δώση, και από την 
άλλη έχει εμάς τους ανίδεους και χονδρούς ανθρώπους και
 δεν ξέρει τι να κάνη μαζί μας. Δεν είναι βέβαιος, 
αν μετά από μισή ώρα θα μείνωμε πιστοί στην υπόσχεσι 
που του δίνομε τώρα, αν αύριο θα τον ξανακαλέσωμε για 
να συν-γονατίση μαζί μας. Εχομε την βούλησί μας και
 αύριο μπορεί να τον ξεγελάσωμε, και τότε θα αναγκασθή 
να παραστή κενός ενώπιον του Θεού.

Κάποιος Γέροντας παρακαλούσε την Παναγία για τους 
υποτακτικούς του και μία ήμερα είδε στο όνειρό του 
\τον Χριστόν να της λέγη: Πήγαινε, μητέρα μου, 
και μη με ξεγελάς άλλο· τους βλέπεις ότι είναι
 αμετανόητοι. Πόσες φορές και οι άγιοι παίρνουν 
την ίδια απάντησι, όταν εμείς τους ζητάμε και εν
 συνεχεία τους εγκαταλείπωμε!

Οι άγιοι λοιπόν ενεργούν οι ίδιοι, μεσιτεύουν
 για μας και μας φωτίζουν, συμπροσεύχονται
 μαζί μας και συναγωνιούν, συμπάσχουν και
 συμμετέχουν στην δική μας πάλη. 
Και όλα αυτά τα κάνουν από μόνοι τους.
 Εμείς καλούμε τον άγιο, του ζητάμε αυτό
 που θέλομε, καμιά φορά με πολύ δισταγμό, 
και ο άγιος αναλαμβάνει το δικό μας υστέρημα 
να το αναπλήρωση. 
Προσπαθεί και εμάς να ζωογονή και τον
 Θεόν να συγκινή.

Όπως φέρνεις έναν λογιστή και σου κάνει στο
 ακέραιο την εργασία, εσύ όμως δεν ξέρεις τι σου
 έκανε, όπως εμπιστεύεσαι τον γιατρό και σου διανοίγει 
τα σπλάγχνα, αλλά εσύ δεν πονάς ούτε 
καταλαβαίνεις τίποτε, έτσι ακριβώς καλείς τον 
άγιο και όλα τα κάνει μόνος του. 
Εμείς δεν έχομε τίποτε να κάνωμε· εν συνεχεία 
πάμε και κοιμόμαστε, ο άγιος όμως συνεχίζει να
 κάνη την δουλειά του. 
Άραγε συνεχίζει; 
Βεβαίως συνεχίζει. 
Συνεχίζουν οι δαίμονες να μας πειράζουν, και θα
 σταματήση ο άγιος την δουλειά του;

Οι άγιοι παραβιάζουν ακόμη και τα άδυτα του Θεού 
και την γνώμη του. Πόσες φορές η Αγία Γραφή
 παρουσιάζει τον Θεόν μεταμελούμενον! 
Ασφαλώς, ουδέποτε μεταμελείται ο Θεός, αλλά
 το γεγονός αυτό δείχνει το πόσο ακούει τους άγιους του. 
Ο Θεός αποκαλύπτεται εμφανώς στους άγιους, και 
εκείνοι τον αποκαλύπτουν και σε μας. 
Μας μεταφέρουν δηλαδή τα άδηλα και τα κρύφια 
της γνώσεως του, σύμφωνα με την θεία οικονομία και 
πρόγνωσι. Οι άγιοι είναι δικοί μας.

Αφού προσκαλέσωμε τόσο απλά τους αγίους, με την 
εικόνα τους, τα λείψανά τους ή τον νου μας, οι 
άγιοι γίνονται η ζωντανή συντροφιά μας. Και επειδή
 ο άγιος είναι αχώριστος από τον Θεόν, το ξέρω ότι 
μαζί του είναι και ο Θεός. Ακόμη και αν εγώ είμαι μέσα 
στην αμαρτία, μέσα στην δυσωδία, και δεν μπορή να
 ενεργήση σε μένα ο Θεός, ακόμη και αν δεν τον νοιώθω, 
το ξέρω και το πιστεύω ότι μαζί με τον άγιο είναι και ο Θεός.

Επίσης, το ξέρω ότι ο άγιος είναι για μένα μία 
ευφροσύνη. Πόσες φορές κουβεντιάζαμε για να απαλλαγούμε 
από το βάρος της μοναξιάς! Πόσες φορές λέμε αηδίες,
 γιατί είμαστε στενοχωρημένοι και θέλομε να μας φύγη η 
δυσκολία, ο πειρασμός, η στενοχώρια, ή θέλομε να σπάσωμε 
τα οχυρά που μας χωρίζουν από τους άλλους!

Πόσες φορές έχομε κάποιο σύμπλεγμα μέσα μας από την
 αμαρτία μας, από την αναπηρία μας, από την μειονεξία 
μας, και δεν ξέρομε τι να κάνωμε! Τότε βγαίνομε έξω 
να αναπνεύσωμε αέρα ή πάμε στο κελλί ενός αδελφού μας 
να του πούμε κάτι. Για την περίπτωσι αυτή οι Πατέρες
 λένε, αν έλθη ο αδελφός σου και σου πη πως είναι 
στενοχωρημένος, πέταξε αμέσως το κομποσχοίνι σου,
 μη τυχόν το δη και καταλάβη ότι προσευχόσουν, 
και αμέσως πες του: Αδελφέ μου, τί έχεις; Διαφορετικά 
θα φερθούν οι άγιοι; Αφού έτσι φερόμεθα εμείς, που
 διατρέχομε τον κίνδυνο να παρασυρθούμε από τον
 αδελφό μας στην αμαρτία, δεν θα φερθή ο άγιος, 
ο οποίος δεν παρασύρεται και μπορεί να διάλυση
 τα νέφη μας και να γίνη για μας μία πραγματική
 ευφροσύνη;

«Εγχρονίζει η ευφροσύνη τοις δικαίοις». λέγει η 
Άγια Γραφή. Η ευφροσύνη γίνεται στοιχείο συνακόλουθο,
 αδιαλείπτως ενωμένο με τον δίκαιο. Αν η Αγία Γραφή 
το λέγη αυτό για τους ζώντας δικαίους, οι οποίοι αύριο 
μπορεί να πέσουν, πόσο μάλλον ισχύει για τους αγίους, 
οι οποίοι δεν πίπτουν πλέον. 
Σε αυτούς η ευφροσύνη εγχρονίζει πολύ περισσότερο. 
Ερχόμενος λοιπόν ο άγιος, έρχεται μαζί με την 
ευφροσύνη του, με το χαμόγελό του, με τα χαρακτηριστικά
 του, με τις εμπειρίες του, με την ζωή του είναι ο ίδιος, έχει τα 
ίδια μυαλά, ζη όπως όταν ήταν κάτω στην γη. Επομένως, 
μπορώ πολύ εύκολα να αποκτήσω την ευφροσύνη, που μου 
είναι τόσο αναγκαία για να προσεύχωμαι άνετα.

Ο άγιος όμως δεν είναι μόνον η συντροφιά μας, η ευφροσύνη
 μας, είναι και «η πανήγυρίς μας εν τοις πρωτοτόκοις», 
η συμμετοχή μας στον χορό όλων των αγίων.
 Για να νοιώσωμε αυτή την πραγματικότητα, 
ας θυμηθούμε το όραμα του προφήτου Δανιήλ το σχετικό 
με την επικράτησι του Χριστού, της Εκκλησίας και 
των αγίων. 
Ο Προφήτης παρουσιάζει με θηρία τα διάφορα έθνη, 
τα οποία νικώνται από τον Υιόν του Θεού και 
πίπτουν, τον δε Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί νεφελών
 και τον Παλαιόν των ημερών καθήμενον επί του θρόνου
 του για να δικάση την οικουμένη, τα έθνη,
 τους βασιλείς, τις ψυχές των ανθρώπων.[...]

[...]«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι».
 Πόσο εκφραστική είναι η Πάλαια Διαθήκη! Ανοίγεις
 τις πύλες, μπαίνεις μέσα και παίρνεις τα πάντα υπό
 την κατοχή σου. Ο Πατήρ παίρνει τα πάντα από τον
 Υιόν, με την αγάπη και την αποδοχή του Υιού, και
 τα παραδίδει στους αγίους. Την βασιλεία που 
είχε χαρίσει στον Υιόν, την παίρνομε εμείς. Επίσης, 
την τιμή του Υιού την δίνει σε μας.

Άρα οι άγιοι γίνονται φορείς όλων των δυνατοτήτων,
 όλων των δυνάμεων, Όλων των εξουσιών, όλης της 
οντότητος, θα λέγαμε, του Χριστού. 
Εντεύθεν ο Χριστός είναι οι άγιοι και οι άγιοι είναι ο Χριστός, 
και έτσι έχομε πλέον την πανηγύρι των πρωτοτόκων, 
την ίδια την Εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των αγίων, 
οι οποίοι λαμβάνουν από τον Θεόν την δικαίωσι και την νίκη.

Ο Χριστός ευχαρίστως τους παραχωρεί τα πάντα,
 μέχρις ότου έλθη η ώρα που και εμείς θα τα 
παραδώσωμε σε εκείνον και εκείνος θα τα παραδώση 
στον Πατέρα. Τότε, θα κλείση η ιστορία, για να 
ανοίξη πια η αιωνιότης, η διαρκής σχέσις Θεού και ανθρώπου.

«Και την βασιλείαν κατέσχον οι άγιοι». 
Οι άγιοι άρπαξαν την βασιλεία, την κέρδισαν, την 
κατέκτησαν και την κρατούν γερά· την κατέχουν, 
δεν θα την κατάσχουν, τους την έδωσε ο Πατήρ.
 Και αν ερμηνεύσουμε τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη,
 το ανωτέρω χωρίο αναφέρεται στην Εκκλησία, πολύ 
δε περισσότερο στην βασιλεία των ουρανών. 
Αυτή η κατοχή δηλαδή είναι πληρέστατη και τελεία
 στους άγιους, οι οποίοι ήδη θριαμβεύουν στον ουρανό.

Οι άγιοι λοιπόν, τους οποίους προσκαλούμε στο κελλί 
μας, έχουν την νίκη, την κατοχή της βασιλείας των ουρανών. 
Επομένως, οι άγιοι είναι για μας η δυνατότητά μας, 
το περιβάλλον μας μέσα στο οποίο συγχορεύομε 
και εμείς ενώπιον του πολιού ουρανίου Πατρός και
 ενώπιον του Υιού του Θεού, ο οποίος μας παρέδωσε 
τα πάντα και μας έκανε θεούς, διά της προσλήψεως 
του φυράματός μας.

Άραγε, πώς οι άγιοι γίνονται για μένα η νίκη; 
Βεβαίως η νίκη υπήρξε ο Χριστός. Αυτός «εξήλθε νικών»,
 αλλά την νίκη την παρέδωσε στους αγίους. 
Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι είναι η νίκη των δύο κόσμων
που φέρω μέσα μου. Μέσα μου έχω από την μια τον
 φρικτό κόσμο των παθών μου, που δεν μπορώ να τον
 κάνω τίποτε. Δεν μπορώ να βάλω τα χέρια μου και να 
βγάλω τα πάθη από την καρδιά μου.

Δεν μπορώ να διώξω τον λογισμό μου· δεν μπορώ να
 συγκρατήσω τα λόγια μου, διαρκώς μου ξεφεύγουν.
 Είμαι όλος εμπαθής, μαύρος, δυσώδης και τερατώδης.
 Από την άλλη όμως είναι μέσα μου και ο κόσμος των 
θείων επιθυμιών, ο κόσμος της αγάπης του Θεού,
 το όνειρό μου να πάω στον ουρανό. 
Εγώ στέκομαι ενώπιον των αγίων με αυτούς τους 
δύο κόσμους. 
Οι άγιοι είναι «η νίκη η νικήσασα τον κόσμον».

Ποιός είναι ο κόσμος; Ο κόσμος είναι η αμαρτία, ο σατανάς, 
είναι όμως και η Εκκλησία, η ίδια η παρουσία του Χριστού. 
Ο κόσμος είναι αυτοί οι δύο οι κόσμοι, ο Χριστός και
 η αμαρτία, δηλαδή ο σατανάς, ο οποίος οργιάζει και 
κυβερνάει τα πάντα -ακόμη και μένα- και τα ρίχνει στην
 φθορά. Οι άγιοι είναι η νίκη και των δύο αυτών κόσμων.
 Συγκαλώντας εγώ τους αγίους μου, συμμετέχω στην
 νίκη του αγίου και επιβάλλω την νίκη αυτή και στον κόσμο.

Οι άγιοι είναι ακόμη η προσκύνησις του Κυρίου, ο οποίος,
 αφού εκενώθη, εδόθη σε αυτούς και υπάρχει εντός τους. 
Άλλωστε οι Πατέρες σαφώς λέγουν ότι
 «επί το πρωτότυπον διαβαίνει η προσκύνησις». 
Όπως, όταν προσκυνώ την εικόνα ενός αγίου ή το
 λείψανό του -που πολλώ μάλλον έχει τα στίγματα 
όχι των αιμάτων, αλλά του Αγίου Πνεύματος διότι
 αγιάσθηκε-, η προσκύνησις γίνεται στον άγιο, 
έτσι και η προσκύνησις ενός αγίου, της ζώσης εικόνος 
του Θεού, μεταβαίνει επί το πρωτότυπον, τον Θεόν.

Ποιός μπορεί να αρνηθή τις Οικουμενικές Συνόδους,
 την πείρα των Πάτερων; Όσο ανόητος και ψυχρός 
να είναι, αυτό δεν μπορεί να το κάνη. 
Δηλαδή μπορεί να πη, δεν σε νοιώθω, Θεέ μου. 
Αλλά δεν μπορεί να πη, δεν υπάρχεις, διότι δεν 
μπορεί να είπε ψέματα ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Γρηγόριος
 ο Θεολόγος, ο άγιος Χρυσόστομος, ο Μέγας Αθανάσιος, 
ο άγιος Διονύσιος. Κάποιος θα είπε τήν αλήθεια. 
Ένας μόνον να είπε την αλήθεια, 
ο Θεός είναι εδώ μπροστά μου.

Οι άγιοι είναι και το μέλλον μου, η βασιλεία των ουρανών.
 Επειδή, οι άγιοι «κατέσχον την βασιλείαν», σημαίνει 
ότι τώρα αυτοί κυριαρχούν, αυτοί έχουν τα κλειδιά,
 για να ανοίξη η θύρα της βασιλείας, αυτοί έχουν
 τους θρόνους. Επομένως, έχοντας μαζί μου τον 
άγιό μου ή τους άγιους μου, κατέχω το μέλλον, 
εισέρχομαι στο μέλλον, στην βασιλεία των ουρανών,
 που θέλω να πάω. Η εσχατολογία μου δεν είναι
 κάποια θεωρία, κάποια φιλοσοφία, είναι μία αλήθεια. 
Με τους αγίους εισέρχομαι στον κόσμο τον οποίο
 επιθυμούσα μέχρι προ μιας στιγμής ή, καλύτερα, 
έχω το μέλλον μου έδώ, διότι το μέλλον μου είναι οι άγιοι.

Οι άγιοι είναι επίσης η παρρησία μου. 
Όταν τόσο δικαιωματικά, τόσο εξουσιαστικά
 εισέρχωμαι με τον άγιο στην βασιλεία των ουρανών, 
ο άγιος είναι για μένα η παρρησία μου. 
Επειδή αυτός είναι μέσα, αρπάζει και μένα. 
Λέμε στην λειτουργία μας, μετά τον καθαγιασμό 
των τιμίων δώρων: 
«Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν 
υπέρ των προπατορων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών».
 Γιατί; Διότι αυτοί μπήκαν στην βασιλεία των ουρανών.

Εφ’ όσον λοιπόν οι άγιοι είναι το μέλλον μου, και εφ’ όσον 
εγώ είμαι μέλος του σώματος του Χριστού, 
οι άγιοι αυτοί είναι η οικογένειά μου και η τιμή μου.
 Μπαίνοντας και εγώ στον χορό τους, γίνομαι οικείος 
του Θεού. Από εκεί που ήμουν ένας απλός άνθρωπος, ένας 
οικογενής, γεννημένος σε ένα σπίτι, δούλος ή υιός, γίνομαι
 ο οικείος, ο σύμφυτος, ο φίλος, ο υιός του Θεού.

Τί άλλο μπορώ να επιθυμήσω; Τί άλλο θα ήθελα να έχω 
και δεν το παίρνω καλώντας μπροστά μου τους αγίους; 
Και όλα αυτά μου τα δίνει ο άγιος, χωρίς εγώ να τα
 επιδιώκω, χωρίς να αναλογίζωμαι τι θέλω. 
Όλα τα τακτοποιεί ο άγιος. 
Όπως πάω στον δικηγόρο μου και εκείνος τακτοποιεί
 την υπόθεσί μου και μου στέλνει την απόφασι, 
έτσι ακριβώς και οι άγιοι ρυθμίζουν τα πάντα. 
Εγώ, αφού τον επικαλέσθηκα, πάω και κοιμάμαι· 
εκείνος όμως, ενώ εγώ κοιμάμαι, συνεχίζει την πορεία 
του και μου ετοιμάζει τα πάντα.

Συχνά παρουσιάζουν τους ασκητάς να προσεύχωνται
 μέσα σε μια σπηλιά μπροστά σε μια εικόνα, κατά 
κανόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Κάποιος άγιος προσερχόμενος μπροστά στην εικόνα της
 Παναγίας είχε πάρα πολλούς σαρκικούς πειρασμούς.

Μα τί έπαθα, αναρωτιόταν. Εγώ προσεύχομαι στην
 Παναγία, και ο σατανάς συνεχώς με πειράζει. 
Πότε θα σταματήση; Τότε παρουσιάζεται ο σατανάς
 και του λέγει: 
Γιατί διαμαρτύρεσαι; Εσύ φταις. 
Μην προσκυνάς αυτή την εικόνα, και εγώ δεν θα σε 
πολεμήσω άλλη φορά. 
Του είπε την αλήθεια. 
Ο σατανάς στις υποσχέσεις του είναι πιο τίμιος από εμάς.
 Οι άγιοι εξόρκιζαν τον σατανά και έλεγε την αλήθεια.
 Εμείς, και να μας εξορκίζουν, δεν την λέμε.

Δέχθηκε ο σατανάς να φύγη, αρκεί ο μοναχός
 να σταματούσε να προσκυνά την εικόνα, διότι
 η προσκύνησις, το άνοιγμα των χειρών μπροστά
 σε εκείνη την εικόνα, ήταν η τελεία επιτυχία.
 Αν, σκέφθηκε ο σατανάς, σταματήση να προσκυνά
 την εικόνα, τότε δεν χρειάζεται να τον πειράζω εγώ. 
Μόνος του θα χάση την βασιλεία, την παρρησία, και θα 
πέση σε απομόνωσι, θα ξεφύγη από τα χέρια του Θεού 
και θα παύση να είναι κάτω από το εκχυνόμενο αίμα του 
Χριστού, και κάτω από το Άγιον Πνεύμα που 
τον βρέχει και τον σκεπάζει.

Εχομε λοιπόν μαζί μας τον Θεόν, την Αγία Γραφή, 
δηλαδή όλη την ιστορία της Εκκλησίας και όλη την 
οικονομία του Θεού, έχομε τους αγίους, πιθανόν και
 τα έργα των χειρών μας. Ποιός απομένει να μπη στο
 κελλί μας; Αυτός που κατά κανόνα λείπει είναι ο 
εαυτός μας, και κυρίως ο νους μας, διότι τριγυρίζει.

Το πρόβλημα τώρα είναι να βάλωμε μέσα εκεί και 
τον εαυτό μας. Οι άγιοι έρχονται, ο Θεός έρχεται, όλοι 
υπακούουν στον «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένον»

 άνθρωπο, δεν υπακούει μόνον ο ίδιος στον εαυτό του ούτε
 και στην προσκλησι του Θεού. Γι’ αυτό, το μεγάλο πρόβλημα
 στην αγρυπνία μας είναι η παρουσία του ιδίου του εαυτού μας. 
Προφανώς, αυτή επιτυγχάνεται διά της προσευχής.

--------------------------------------------------------------
(Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. 
«Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες», 
εκδ. Ίνδικτος- Αθήναι 2011, σ. 482-494)


Η πνευματική διάσταση της ζωής -Αρχιμ. Καλλίστρατου Ν. Λυράκη



Οι άγιοι δεν ενδιαφέρονται 
μόνο για να μας απομακρύνουν 
και προφυλάξουν από ό,τι
 αρνητικό. Προχωρούν και
 στη θέση. Και θέση στην εγωιστική
 απομόνωση του υλισμού . είναι
 η πνευματική διάσταση της ζωής· 
ο ορίζοντας του ουρανού. 
Η είσοδος του ανθρώπου
 -απ`αυτή τη ζωή - στο χώρο και το χρόνο της αιωνιότητος.
 Κι αυτό πραγματώνεται όσες φορές κινούμαστε στον άξονα 
του αθάνατου προορισμού μας , όσες φορές υπολογίζουμε πάνω 
απ`όλα τη μονογενή ψυχή μας· όσες φορές προσέχουμε την 
πατερική φωνή :
'' Μέχρι πότε θα ζούμε άσκοπα και μάταια ; 
Μάλλον δε όχι μόνο μάταια ζούμε , αλλά και για το κακό ;
 Θα φύγουμε από τον κόσμο αυτόν και θα υποστούμε την
 πιο βαριά τιμωρία για την άσκοπη δαπάνη.
Ο Θεός δεν μας έφερε στην παρούσα ζωή για να πράττουμε
 τα πάντα αποβλέποντες μόνο στη γη , αλλά και προς τη
 μέλλουσα ζωή. Έχουμε αθάνατη ψυχή , ώστε να ετοιμάζουμε 
τα πάντα για χάρη εκείνης της ουράνιας ζωής , για να
 συμπεριληφθούμε στο χορό των αγγέλων και να στεκόμαστε 
συνέχεια πλησίον του Κυρίου στους απέραντους αιώνες.
 Το σώμα θα καταστεί αθάνατο , για να απολαύσουμε τα
 ατελεύτητα αγαθά. Αν όμως παραμένεις προσκολλημένος 
στη γη , ενώ σου προσφέρονται οι ουρανοί , συλλογίσου 
πόσο μεγάλη προσβολή γίνεται σ`Εκείνον που προσφέρει
 αυτά τα αγαθά ( ... ). Μακάρι όμως να
 μη συμβεί να γνωρίσουμε την κόλαση εκείνη , αλλά να φανούμε
 ευάρεστοι στον Χριστό '' .
Και αυτό θα επιτευχθεί , αν σπάσουμε τον εγωιστικό κλοιό μέσα στον 
οποίο μας απομονώνει ο φυσικός άνθρωπος της ύλης , στην πλάνη του 
να ζητεί τη ζωή και την ευτυχία εκεί , όπου υπάρχει η δυστυχία 
και ο αθάνατος θάνατος.

                                                                                                    
 Αρχιμ. Καλλίστρατου Ν. Λυράκη


                                                       ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...