Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουνίου 15, 2011

Διαλύει τις συμφορές.

undefined


Πως θα ελεηθούμε; Πως θα σωθούμε; Εγώ θα σας το πω˙ ας έχουμε πάντοτε μέσα στην ψυχή μας την προσευχή και τους καρπούς της, εννοώ δηλαδή την ταπεινοφροσύνη και την πραότητα. Διότι λέγει: «Μάθετε από μένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά και θα βρήτε ανάπαυσι στις ψυχές σας» ( Ματθ. 11, 29 ) ˙ και πάλι ο Δαυίδ λέγει˙ «Θυσία για το Θεό είναι το συντριμμένο πνεύμα˙ καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την περιφρονήση» ( Ψαλμ. 50, 19 ) . Διότι ο Θεός τίποτε δεν αποδέχεται και δεν αγαπά τόσο, όσο ψυχή πράη, ταπεινή και ευχάριστη.Πρόσεχε λοιπόν και συ αδελφέ, και όταν δης κάτι από τα απροσδόκητα να έρχεται και να σε ενοχλή, μην καταφύγης στους ανθρώπους και στηρίξης την ελπίδα σου σε θνητή βοήθεια αλλά αφήνοντας τους όλους κατά μέρος, τρέξε με τη σκέψι σου στο γιατρό των ψυχών. Διότι μόνον Εκείνος μπορεί να θεραπεύση την καρδιά. Εκείνος που μόνος έπλασε τις καρδιές και γνωρίζει όλα τα έργα μας ( Ψαλμ. 32,15 ) . Αυτός μπορεί να μπη στη συν-είδησί μας, ν’ αγγίξη την διάνοιά μας και να παρηγορήση την ψυχή μας. Διότι εάν Εκείνος δεν παρηγορήση τις καρδιές μας, περιττά και ανώφελα είναι τα των ανθρώπων˙ όπως πάλι όταν μας παρηγορή και μας ενθαρρύνη ο Θεός, και αν ακόμη μας παρενοχλούν αμέτρητοι άνθρωποι, δεν θα μπορέσουν να μας βλάψουν σε τίποτε˙ διότι όταν Εκείνος στερεώση την καρδιά, κανένας δεν μπορεί να την κλονίση.Γνωρίζοντας λοιπόν όλα αυτά αγαπητοί, ας καταφεύγουμε πάντοτε στο Θεό, ο Οποίος θέλει και μπορεί να μας απαλλάξη από τις συμφορές . Διότι, όταν χρειάζεται να παρακαλέσουμε ανθρώπους , πρέπει πρώτα να συναντήσουμε και θυρωρούς και παρασίτους και να παρακαλέσουμε και κόλακες και πολύ δρόμο να βαδίσουμε˙ ενώ στην περίπτωσι του Θεού, δε χρειάζεται τίποτε το παρόμοιο, αλλά μπορεί να Τον παρακαλέση κανείς χωρίς να χρησιμοποιήση μεσίτη, χωρίς χρήματα˙ χωρίς δαπάνη αποδέχεται την παράκλησί μας˙ αρκεί μόνο με την καρδιά του να φωνάξη κανείς και να χύση δάκρυα και αμέσως θα τρέξη και θα τον βοηθήση…


Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ Τα νεύρα της ψυχής.

Έκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου Νέα Σκήτη Αγ. Όρους

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΙΑ,

 


            Η «διακονία» του Χριστού είναι ο οδοδείκτης για τους χριστιανούς ως μέλη της Εκκλησίας, που είναι το διακονούν σώμα του σταυρωθέντος και ανάστατος Χριστού. Ο Χριστός στράφηκε προς τους ανθρώπους και τους διακόνησε εις σωτηρία με την ολοκληρωτική προσφορά Του. Ο σταυρικός Του θάνατος υπήρξε το αποκορύφωμα και η απόδειξη της « διακονίας» Του. Όποιος είναι του Χριστού στην Εκκλησία, αυτός στέκεται δίπλα στον συνάνθρωπο ως αδελφός, έτοιμος για διακονία, για προσφορά αγάπης μέχρις εσχάτων, κατά τον τύπο του Χριστού.
            Τα μέλη της Εκκλησίας ακολουθούν τον Ιησού, είναι « μαθητές» Του αναμένοντες και ελπίζοντες. Η αναμονή και η ελπίδα τους άλλο τρόπο και δρόμο από την με λόγο και έργο αγάπη και τη διακονία προς τον πλησίον δεν έχουν. « Ο Θεός δεν έχει άλλα χέρια εκτός από τα δικά μας». Ο Ιησούς, που έγινε δούλος και διάκονος για όλους, κατέστησε την Εκκλησία Του όργανο της διακονίας  Του για  όλους τους ανθρώπους αδιάκριτα.
            Η διακονία της είναι διακονία προς το όλον και για όλον τον κόσμο, σε όλες τις ανάγκες και τις φροντίδες του. Και το διακονικό αυτό λειτούργημα της δεν είναι ζήτημα πολυτέλειας και θέμα οργανωτικό ή κάποιος ξεχωριστός θεσμός, αλλά παντοτινή, αυτονόητη και αυθόρμητη συνέπεια της αλλαγής, που συντελέσθηκε στον κόσμο με τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού.
            Ο κόσμος από τότε μπορεί και πρέπει ν’ αλλάξει,. Το μήνυμα και η δύναμη της αλλαγής  θα φανούν από τη συνεπή από τη συνεπή διακονία της Εκκλησίας. Από τον Χριστό η Εκκλησία έχει ως όλον, ως Σώμα Του, διακονικό χαρακτήρα. Η ύπαρξη της είναι απόλυτα δεμένη με την εκπλήρωση  της διακονίας της…. Είναι κοινότητα του Θεού, όταν υπάρχει για τους άλλους…. Όταν είναι κοινότητα για τον κόσμο.
            Ασκώντας το λειτούργημα της αυτό στον κόσμο της αμαρτίας και της δυστυχίας, με όλη την ένταση της έμπρακτης αγάπης της μένει εκεί που τάχθηκε. Διαφορετικά ξεπέφτει και προδίδει την αποστολή της. Όχι μόνον ως όλον έχει η Εκκλησία διακονικό χαρακτήρα, αλλά και όλα τα εκκλησιαστικά αξιώματα είναι διακονικά. Το «βασίλειον ιεράτευμα» των πιστών θα πρέπει να το εννοήσουμε ως « διακονούν ιερατεύμα». Ο Ιησούς είναι Κύριος και διάκονος. Η Εκκλησία είναι μόνον διάκονος. Διακονεί, δεν εξουσιάζει. Από τη φιλάνθρωπη διακονία της φαίνεται το αληθινό  κατά Χριστόν πρόσωπο της και η οντότητα της Το γιατί της διακονίας πρέπει να έχει γίνει σαφές νομίζουμε. 

π.Γ.Στ.

«Γιατί δεν θίγεται η μισθοδοσία των κληρικών»

Επειδή πολλά ακούγονται για τη μισθοδοσία των κληρικών και μάλιστα κάποιες φορές οι φήμες είναι πονηρές και ενδεχομένως κάπου να αποσκοπούν, το «ierovima» δημοσιεύει σημερινή δήλωση ανωτάτου κυβερνητικού στελέχους σχετικά με το θέμα:
«Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι το 1988, το κράτος με το νόμο – Τρίτση προσπάθησε να απαλλοτριώσει την Εκκλησιαστική ακίνητη περιουσία, όση είχε απομείνει. Τότε 7 ή 8 μονές είχαν προσφύγει στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο και δικαιώθηκαν. Μάλιστα το Δικαστήριο απεφάνθη ότι  αν το κράτος προχωρούσε σε απαλλοτρίωση θα έπρεπε να αποζημιώσει τις μονές με το ποσό των 7 τρισ. δραχμών, δηλαδή περίπου 22 δισεκατομμύρια  ευρώ. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι μετά από αυτό το «χαστούκι» στο νόμο Τρίτση, οι απαλλοτριώσεις «πάγωσαν».
Θα πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ότι το Ελληνικό κράτος δεν μισθοδοτεί τους κληρικούς ως δημοσίους υπαλλήλους, ,αλλά αυτή η μισθοδοσία έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα μετά την αναγκαστική απαλλοτρίωση του 80% της αγροτικής περιουσίας της Εκκλησίας, το 1952.
 Τι σημαίνει αυτό; Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας αν το κράτος προχωρήσει στη διακοπή της μισθοδοσίας των κληρικών θα πρέπει 1/ είτε να επιστρέψει τη γη που έχει κατασχέσει ή 2/ να αποδώσει την αξία της σε χρήματα . Αυτή είναι η πραγματικότητα και το κράτος, δηλαδή στην περίπτωσή μας η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, το γνωρίζει και το έχει μεταφέρει στην τρόϊκα». 

Μητροπολίτης Νικηφόρος: Δοξάζω το Θεό!

Δοξάζουμε το Θεό, που στις δύσκολες μέρες που διάγει η χώρα μας, φροντίζει να αναδεικνύει νέους δωρητές για το έργο της εξωτερικής Ιεραποστολής. Η ευαισθησία των ευσπλαχνικών συνανθρώπων μας έχει προσφέρει από το υστέρημα της καρδιάς τους για τη στήριξη των Ορθοδόξων (και όχι μόνο) αδελφών μας στις χώρες της Αφρικής. Ήδη τρεις στοργικοί δωρητές ανέλαβαν διά της Αδελφότητάς μας τη χρηματοδότηση δύο νέων έργων στην πόλη Gungu του Κογνκό, με πληθυσμό περί τους 100.000 κατοίκους, η οποία βρίσκεται 700 χλμ. νοτιοανατολικά της πρωτεύουσας Κινσάσα. Με τη βοήθειά τους θα ανεγερθεί ένας Ιερός  Ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ο οποίος θα στεγάσει το ορθόδοξο ιθαγενές ποίμνιο. Επιπλέον, θα χτιστεί σχολικό συγκρότημα για να παράσχει δωρεάν εκπαίδευση στα παιδιά της περιοχής.
Στις, 7 Ιουνίου 2011, τέθηκαν οι θεμέλιοι λίθοι σε μια λιτή εκκλησιαστική τελετή. Σύντομα θα αρχίσουν οι οικοδομικές εργασίες για τα θεάρεστα αυτά πνευματικά και κοινωνικά έργα. Παραθέτουμε μικρή ενημέρωση από το Σεβ. Μητροπολίτη Κεντρώας Αφρικής κ. Νικηφόρο:
«Ο θεμέλιος λίθος στο Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και του σχολείου ετέθη σήμερα παρουσία εκπροσώπων των αρχών και πλήθους κόσμου. Επιστρέψαμε μόλις τώρα μετά από ταξίδι 11 ωρών και σας στέλνω για να χαρείτε. Μνημονεύσαμε ιδιαιτέρως υπέρ υγείας των τριών ανωνύμων κτητόρων της Εκκλησίας και του Σχολείου. Όταν έλθω, θα σας φέρω περισσότερες φωτογραφίες και video.

π.Νικηφόρος» ( πηγή:Αδελφότητα Ορθοδόξου Εξωτερικής Ι

«ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙΑ» ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ

 

 
1. Επί τέλους ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους:
           Δόξα τω Θεώ, σήμερα δεν έχουμε πια, ούτε  στρατόπεδα συγκέντρωσης ούτε «γκουλάγκ»· ούτε πάλι κινδυνεύουμε από «σωφρονιστικές» εξορίες στην Γυάρο και στην Μακρόνησο…
           Όμως έχει γεμίσει ο τόπος από κάποια άλλα… σωφρονιστικά ιδρύματα, που τα λένε «κλινικές αποτοξίνωσης»: Κλινική αποτοξίνωσης από το αλκοόλ, κλινική αποτοξίνωσης από τα ναρκωτικά, κλινική αποτοξίνωσης από το ιντερνέτ, κλινική αποτοξίνωσης από το τζόγο, κλινική αποτοξίνωσης… από το σεξ (υπάρχουν και τέτοιες σε Αμερική και Ευρώπη)· και φυσικά, σε κάθε γειτονιά και… ραχούλα, το απαραίτητο «ινστιτούτο αδυνατίσματος», δηλαδή κλινική… απελευθέρωσης από τα περιττά κιλά!
          Να λοιπόν, που η… «χρυσή» ελευθερία και αυτοδιάθεση των πολιτισμένων λαών της εποχής μας, για την οποία τόσο αίμα χύθηκε στους τελευταίους πολέμους, μάλλον δεν είναι… ούτε τόσο «χρυσή», ούτε τόσο «ελευθερία»! Έκτος κι αν με τον όρο «χρυσή» εννοούμε τα τεράστια ποσά που… ελεύθερα πληρώνουμε στις σύγχρονες «φυλακές», δηλαδή στις κλινικές αποτοξίνωσης!
           Έτσι, δεν φαίνεται τελείως αδικαιολόγητο, το να καμαρώνει σήμερα κάποιος, μόνο και μόνο επειδή δεν «φιλοξενήθηκε» σε τέτοιες φυλακές!
            2. Ρώτησαν πρόσφατα τη διάσημη ηθοποιό Ρενέ Ζελβέγκερ, ποιό πράγμα στην επιτυχημένη καριέρα της την κάνει να νιώθει περισσότερο υπερήφανη. Και εκείνη, αντί να αναφερθεί σε κάποια από τις ταινίες της ή σε κάποιο από τα βραβεία της, τούς άφησε… σύξυλους. δίνοντας την απάντηση:
-Νιώθω υπερήφανη, που δεν έφτασα στο σημείο να    νοσηλευτώ σε κλινική απεξάρτησης!…
     Από τη μια χαίρεται κανείς, βλέποντας ένα «κοσμικό» άνθρωπο, να έχει καταλάβει, ότι η χειρότερη επίγεια κόλαση είναι η εσωτερική υποδούλωση στις παντός είδους εξαρτήσεις (αλκοόλ, ναρκωτικά κλπ.).
    Από την άλλη όμως, κυριολεκτικά… τρομάζει κανείς, ακούγοντας έναν άνθρωπο, να θεωρεί ως την μεγαλύτερη δόξα του και το μεγαλύτερο καμάρι του, το… να μην έχει νοσηλευτεί σε κλινική απεξάρτησης!… Έτσι όπως πάμε, σε λίγο θα πρέπει να καθιερωθεί και επίσημο βραβείο για όσους… δεν «αξιώθηκαν» να περάσουν την πόρτα μιας τέτοιας «φυλακής»!
     3. Και φυσικά κανείς δεν αμφισβητεί ότι πρόκειται για… φυλακές με τα όλα τους! Πολλοί, που τις δοκίμασαν, βεβαιώνουν ότι πρόκειται για «μπουντρούμια» πολυτελείας! Το βεβαιώνει και κάποια κυρία, η γαλλίδα συγγραφέας Μαργαρίτα Ντυράς. Η μαρτυρία της έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι η Ντυράς είχε θεωρηθεί «μπροστάρισσα» της γυναικείας απελευθέρωσης. Η ζωή της ήταν πολύ «ελεύθερη». Και πολύ βρώμικη. Και η ίδια καμάρωνε γι’ αυτό.
     Αλλά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο! Και «ξενοδόχος», ή μάλλον αφεντικό της -εκτός των άλλων- ήταν και το ποτό! Αυτή η «ιέρεια της ελευθερίας» είχε υποδουλωθεί στο ποτό σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάποτε αναγκάστηκε να το ζητήσει η ίδια, να μπει σε κλινική αποτοξίνωσης.
     Εκεί όμως, πριν τη δεχθούν, της ζήτησαν να υπογράψει ένα χαρτί, που έλεγε ότι δέχεται να τηρήσει απαρέγκλιτα όλους τούς κανόνες και περιορισμούς που επέβαλλε το πρόγραμμα θεραπείας! Τότε τρέμοντας έπιασε το χαρτί στα χέρια της και είπε: «Αλλοίμονο! Για πρώτη φορά αναγκάζομαι να βάλω περιορισμούς στη ζωή μου, και… να τους υπογράψω κιόλας!»

4. Βλέπομε λοιπόν ότι, όσο ανυπόφορη και ασήκωτη είναι η σκλαβιά σε εξωτερικούς δυνάστες, άλλο τόσο -ή μάλλον πολύ περισσότερο- ανυπόφορη και ασήκωτη είναι η υποδούλωση στα εσωτερικά «αφεντικά», που είναι τα πάθη μας, οι κακίες μας, οι προκαταλήψεις μας, το άρρωστο «εγώ» μας. Όσο πιο πολύ ο άνθρωπος αφήνει τον εαυτό του να υποδουλώνεται σε τέτοιους εσωτερικούς τυράννους, τόσο πιο πολύ ζει μια ζωή ψεύτικη. Ζει το μεγάλο ψέμα μιας δήθεν «ελευθερίας», που ξέρει δήθεν να… κάνει ό,τι θέλει!
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη από το να νομίζει ένας άνθρωπος, ότι είναι «ελεύθερος», επειδή δήθεν μπορεί κάθε στιγμή να κάνει ό,τι του «γουστάρει». Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ΨΕΜΑ, από το να πιστέψει κάποιος ότι είναι «ελεύθερος», επειδή γκρέμισε όλα τα «μη» και τα «πρέπει», και «αυτοεκφράζεται» κάθε φορά κατά τα… κέφια του! Αργά ή γρήγορα θα νιώσει τις οδυνηρές συνέπειες της δήθεν «ελευθερίας» του. Αργά ή γρήγορα θα συνειδητοποιήσει πόσο δούλος έχει γίνει στα πάθη του. Και πόσο ψεύτικη  είναι η δήθεν «ελευθερία» του να κάνει ό,τι θέλει.
Και θα είναι μακάριος, αν, έστω τότε ξυπνήσει και αποφασίσει να υπογράψει ο ίδιος -σαν την Ντυράς- κάποιους περιορισμούς στον εαυτό του· και αν αρχίσει επί τέλους να τους εφαρμόζει!

(Αρχιμ. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου, «Αναζητώντας ελευθερία». Ι.Μ.Προφήτου Ηλιού-Πρέβεζα)

Όπου και να είσαι, να προσεύχεσαι.( Αγ. Ιωαν. Δαμασκηνού)


Όταν ο δικαστής οργίζεται εναντίον σου, να προσεύχεσαι!
Μπροστά ήταν η θάλασσα, από πίσω οι Αιγύπτιοι τους καταδίωκαν, και στη μέση ο Μωυσής. Πολλή προσευχή μέσα στη στενοχώρια του. Αλλά μεγάλο το πέλαγος της προσευχής. Από πίσω οι Αιγύπτιοι τους καταδίωκαν, και στη μέση η προσευχή. Και δεν έλεγε τίποτα ο Μωυσής. Και του λέγει ο Θεός: «Γιατί φωνάζεις σε μένα;» (Εξ. 14, /5).Έστω κι αν το στόμα σου σιωπά, όμως η καρδιά σου φωνάζει.
Κι εσύ όταν στέκεσαι μπροστά σε δικαστή οργισμένο που σε τυραννά, αλλά και σ’ αυτούς τους δήμιους, να προσεύχεσαι στο Θεό. Κι όταν προσεύχεσαι τα κύματα καταπραΰνονται.
Έρχεται ο δικαστής εναντίον σου; Φύγε εσύ προς το Θεό!
Ο άρχοντας είναι κοντά σου; Εσύ παρακάλεσε το Θεό. Μήπως είναι άνθρωπος; Πάντοτε βρίσκεται κοντά σου, και βρίσκεται παντού, και γεμίζει τα πάντα. Εάν θέλεις να παρακαλέσεις έναν άνθρωπο και να μάθεις τι κάνει, όταν εργάζεται, δεν απαντά. Στο Θεό όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Όπου κι αν πας και τον καλέσεις, ακούει. Ούτε θυρωρός υπάρχει εδώ, ούτε οικονόμος, ούτε μεσίτης, ούτε υπηρέτης, τίποτα απ’ αυτά. Πες, «Ελέησέ με», και ο Θεός έρχεται. «Ενώ εσύ θα μιλάς, θα σου πει: Να είμαι παρών» (Ησ. 58, 9). Πω, πω, λόγος γεμάτος πραότητα, ο οποίος δεν περιμένει να τελειώσεις την προσευχή! Δεν προφθάνεις να τελειώσεις την προσευχή, και ικανοποιείται το αίτημά σου!
«Ελέησέ με»! Ας μιμηθούμε αυτή την Χαναναία. «Ελέησέ με. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο»!
Και τί άκουσε; «Γυναίκα, η πίστη σου είναι μεγάλη. Ας γίνει όπως θέλεις». Ταπεινώθηκες, βρίστηκες από μένα. Σε έδιωξα και δεν έφυγες, αλλά παρέμεινες. Αλήθεια, γυναίκα, η πίστη σου είναι μεγάλη. Η γυναίκα πέθανε, και το εγκώμιό της μένει πιο λαμπερό από διάδημα σ’ όλη τη γη που φωτίζει ο ήλιος. Ακούς το Χριστό να λέγει: «Γυναίκα, η πίστη σου είναι μεγάλη. Ας γίνει όπως θέλεις εσύ». Και βγήκε το δαιμόνιο, «και θεραπεύτηκε η θυγατέρα της». Πότε; Από εκείνη τη στιγμή! Όχι από τότε που ήρθε η μητέρα της, αλλά από τότε που άκουσε από τον Σωτήρα μας «Γυναίκα, η πίστη σου είναι μεγάλη. Ας γίνει όπως θέλεις».Έτσι λοιπόν γύρισε περιμένοντας να βρει τη θυγατέρα της δαιμονισμένη, και την βρήκε να είναι υγιής, θεραπευμένη με τη δική της θέληση, σύμφωνα με την προσταγή του Δεσπότη!».

(Από τα «Ιερά παράλληλα», Αγ. Ιωαν. Δαμασκηνού)

Ο Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς μιλάει για την αίρεση του Παπισμού

 


Ο μεγάλος Σέρβος Δογματολόγος Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, γκρεμίζει τις ανόητες, αθεολόγητες και αιρετικές δοξασίες περί «αδελφών Εκκλησιών» και βάζει στη θέση του τον παπισμό και τον «Αγιώτατο» Πάπα.
«Η Εκκλησία δεν είναι μόνον μία, αλλά και μοναδική.
Εν τω Κυρίω Ιησού δεν είναι δυ­νατόν να υπάρξουν πολλά σώματα· κατά τον ίδιον τρόπον δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εν αυτώ πολλές Εκκλησίες.
Εν τω Θεανθρωπίνω Αυτού Σώματι η Εκκλησία είναι μία και μοναδική, όπως ο Θεάνθρωπος, ο Χριστός, είναι Ένας και Μοναδικός. Δι’ αυτόν τον λόγον διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτί­στως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον.Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλη­σίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας, κατά τον τρόπον, πού πίπτουν τα ξερά και άγονα κλήματα από την Θεανθρωπίνην και αιωνίως Ζώσαν Άμπελον, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ιω. 13,16).
Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκ­κλησίας και μέρη του Θεανθρωπίνου σώμα­τός Της. Έτσι έχουν κατ’ αρχήν αποκοπεί οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, κατόπιν οι Πνευματομάχοι, κατόπιν οι Μονοφυσίται, κα­τόπιν οι Εικονομάχοι, κατόπιν οι Ρωμαιοκα­θολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, κατόπιν οι Ουνίται και εν συνεχεία όλα τα άλλα μέλη των αιρετικών και σχισματικών λεγεώνων».
[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Αναδημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» στις 29/6/2007].
__________________________________________________
«Εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους υπάρχουν τρεις κυρίως πτώσεις : Του Αδάμ, του Ιούδα και του Πάπα.
[…] Το δόγμα περί αλαθήτου του Πάπα είναι όχι μόνον αίρεσις αλλά παναίρεσις. Διότι καμία αίρεσις δεν εξηγέρθη τόσο ριζοσπαστικώς και τόσον ολοκληρωτικώς κατά του Θεανθρώπου Χριστού και της Εκκλησίας Του, ως έπραξε τούτο ο παπισμός δια του αλαθήτου του Πάπα-ανθρώπου. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Το δόγμα αυτό είναι αίρεσις των αιρέσεων, μία άνευ προηγουμένου ανταρσία κατά του Θεανθρώπου Χριστού».
[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος», εκδόσεις “Αστήρ”, Αθήνα 1970, σελ. 141-162].

Επιλεγμένα κηρύγματα του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

 

 


Του Αββά Ιουστίνου Πόποβιτς
* Οι ασκητές είναι οι μοναδικοί ιεραπόστολοι της Ορθοδοξίας και ο ασκητισμός είναι η μόνη ιεραποστολική σχολή μέσα στην Ορθοδοξία. Η ορθοδοξία είναι άσκηση και ζωή γι’ αυτό και μονάχα διά της ασκήσεως και της ζωής επιτελείται το κήρυγμα και η ιεραποστολή. Ή ανάπτυξη της ασκητικότητας -προσωπικά και καθολικά- αυτή πρέπει να γίνει ή εσωτερική αποστολή της Εκκλησίας μας μέσα στον λαό. Οι ενορίες πρέπει να μεταβληθούν σε ασκητικά κέντρα, αλλά αυτό μπορεί να το επιτύχει μονάχα ένας εφημέριος – ασκητής. Πρέπει να ενισχύσουμε την προσευχή και την νηστεία, να αναπτύξουμε την εκκλησιαστική ευταξία η οποία είναι από τα κύρια μέσα της Ορθοδοξίας με το όποιο εκείνη επιδρά αναγεννητικά στον άνθρωπο. Όλα αυτά όμως απαιτούν ως προϋπόθεση: οι ιερείς και οι μοναχοί μας να γίνουν οι ίδιοι ασκητές.
* Το χειρότερο πράγμα για τους ανθρώπους είναι ό θάνατος: το να γίνω λάσπη, να μεταβληθώ σε σκουλήκια, σε πηλό! Αξίζει τάχα να είναι κανείς άνθρωπος; Γιατί να σε αγαπήσω, Θεέ μου, αφού αύριο θα μεταβληθώ σε σκουλήκια και πηλό; Να, όμως, που ο Κύριος Ιησούς Χριστός σε σώζει από τον θάνατο διά της Αναστάσεώς Του, εξασφαλίζει την αιώνιο ζωή για την ψυχή σου και το σώμα, όταν εκείνο θα αναστηθεί λαμπερό και θα ενωθεί με την ψυχή.
Γι’ αυτό και ο Κύριος Ιησούς έχει το δικαίωμα να αποκαλείται ο Μόνος Φιλάνθρωπος, ο μόνος από κατασκευής κόσμου μέχρι της Φοβεράς Κρίσεως. Μονάχα εκείνος που νίκησε τον θάνατο είναι ο Μόνος Φι λάνθρωπος και όλα τα άλλα είναι απλές φλυαρίες. Και οι κουλτούρες, οι πολιτισμοί, οι επιστήμες και οι τέχνες; – Τί αστεία πράγματα! Μα τί να την κάνω την τεχνολογία και την επιστήμη όταν με μεταβάλουν σε σκουλήκια και λάσπη; Εκείνος είναι ο μόνος φιλάνθρωπος, αυτός που με ελευθερώνει από την αμαρτία, τον θάνατο και τον διάβολο. Γιατί ο διάβολος είναι ο εφευρέτης της αμαρτίας και μαζί μ’ αυτήν και του κακού.
* Αυτό είναι η αγάπη του Χριστού προς τον άνθρωπο: η λύτρωση από τον θάνατο. Λέει η δεύτερη μεγάλη εντολή: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σε αυτόν» (Μτ. 22, 39). Πότε αγαπούμε λοιπόν πραγματικά τον άνθρωπο; Όταν τον λυτρώνουμε από την αμαρτία του, από την κόλαση… αυτή είναι η γνήσια α γάπη προς τον άνθρωπο. Απατά εαυτόν όποιος νομίζει πως αγαπά τον άνθρωπο ενώ εγκρίνει τις αμαρτίες του και αναπαύει τα πάθη του. Τότε αγαπά τον θάνατο του και όχι τον ίδιο. Μονάχα όταν αγαπά κανείς τον άνθρωπο διά του Χριστού -με όλη την ψυχή και την δύναμή του- τότε τον αγαπά αληθινά.
Θα ρωτήσει κάποιος: και η αγάπη των γονέων προς τα τέκνα; Και η αγάπη του συζύγου προς την σύζυγο; Και η αγάπη του ανθρώπου προς την πατρίδα; Δεν είναι και αυτά αγάπη; Τα ονομάζουμε βέβαια όλα αυτά αγάπη άλλα είναι άραγε έτσι; Όλα αυτά δεν έχουν ίχνος αγάπης εάν δεν είναι ο Χριστός η δύναμη εκείνη μέσα από την οποία αγαπάμε. Αν ό πατέρας δεν αγαπά τα τέκνα του με την αγάπη του Χριστού, αν δεν τα παιδαγωγεί στο αγαθό, αν δεν τα οδηγεί στον ί σιο δρόμο, αν δεν τα διδάσκει να σωθούν από την αμαρτία, παρά μονάχα τα χαϊδεύει και τα κολακεύει, τότε τα μισεί και τα φονεύει. Αν πάλι, ό σύζυγος αγαπά την σύζυγο μονάχα σαρκικά, γίνεται ο φονιάς της. Έτσι συμβαίνει με κάθε γήινη, σαρκική αγάπη.
* Ή Δικαιοσύνη και η Αλήθεια του Θεού ενοχλούν τους άνομους, ενοχλούν αυτούς που είναι ανήμποροι από τις αμαρτίες, ενοχλούν όλους όσοι είναι μεθυσμένοι από τα διάφορα πάθη. Μήπως και σήμερα δεν κραυγάζουν οι Χριστομάχοι: σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν! Μήπως και σήμερα δεν ζητούν την κεφαλή του Ιησού από την Ναζαρέτ;
* Ω ναι, όταν οι άνθρωποι τρελαθούν από την υπερηφάνεια, όταν αλλοφρονήσουν από την αυταρέσκεια, τότε δεν τους χρειάζεται ό Θεός, δεν χρειάζονται την Δικαιοσύνη Του αφού ανακηρύσσουν τον εαυτό τους για θεό. Προτείνουν την ελάχιστη και ψεύτικη αλήθεια τους ως την μεγάλη, την σωτήρια αλήθεια. Ανακηρύσσουν ακόμα, την ελάχιστη γήινη, δι κή τους ανάπηρη δικαιοσύνη ως την μέγιστη δικαιοσύνη: δεν μας χρειάζεται η Δικαιοσύνη του Χριστού, δεν θέλουμε την Δικαιοσύνη του Θεού.
* Οι άνθρωποι, με τυφλωμένο τον νου και την ψυχή, δεν βλέπουν μα και δε θέλουν να δουν ότι σε τούτο τον κόσμο ο άνθρωπος -ο γνήσιος άνθρωπος- δεν μπορεί να σταθεί δίχως τον Θεό. Γιατί άραγε αυτό; Μα επειδή ό κόσμος αυτός είναι γεμάτος από Ηρώδες, γεμάτος από Φαρισαίους. Οι Ήρώδες ζητούν την κεφαλή Ιωάννου του Βαπτιστού, ζητούν τις κεφαλές όλων των δικαίων της γης. Και οι Φαρισαίοι, οι ψευδείς Γραμματείς και οι ψευδοσοφοί του κόσμου αυτοί απαιτούν τον θάνατο του Θεανθρώπου Χριστού.
* Μπροστά στον θάνατο οι άνθρωποι είναι αδύναμοι σαν τα κουνούπια, σαν τα πετραδάκια. Για ποιο πράγμα καυχάσθε ω άνθρωποι; Για τον πλούτο, την επιστήμη, την φιλοσοφία και την κουλτούρα; Όλα αυ τά είναι σκύβαλα – συ και εγώ δούλοι του θανάτου! Κάθε άνθρωπος είναι δούλος του φόβου, δούλος του θανάτου. Μπορεί να γίνει άνθρωπος σε αυτό τον κόσμο με χαρά; Όχι δεν μπορεί. Ό άνθρωπος που θα αντικρίσει σοβαρά τον εαυτό του και με σοβαρότητα θα κοιτάξει τον θάνατο σαν τον έσχατο σταθμό αυτής της ζωής, αυτός ό άνθρωπος δεν έχει χαρά σε αυτό τον κόσμο, δεν υπάρχει γι’ αυτόν καμιά απόλαυση ε δώ. Όλες οι απολαύσεις είναι ένα ψέμα, εάν ο θάνατος αποτελεί για μένα και για σένα τον τελευταίο σταθμό αυτού του κόσμου.
* Ποιος εισήγαγε τον θάνατο σε αυτό τον κόσμο; Ποιος άλλος από την αμαρτία; στον άνθρωπο ανήκει δυστυχώς, αυτός ό γεμάτος ντροπή ρόλος αυτής της ζωής, της εισαγωγής δηλ. της αμαρτίας και του θανά του και του διαβόλου σε αυτό τον κόσμο. Δεν το έπραξαν αυτό μήτε οι τίγρεις μήτε οι αλεπούδες, το έπραξε ό άνθρωπος. Γι’ αυτό και ό άνθρωπος είναι πλάσμα ντροπιασμένο μπροστά σε όλα τα ζώα και όλα τα φυτά και όλα τα πετούμενα. Πρέπει να ντρέπεται ό άνθρωπος και να εκλιπαρεί για συγνώμη από το κάθε πουλί για το ότι αυτός είναι που έφερε τον θάνα το στον κόσμο αυτό, έφερε τον θάνατο και στα πουλιά και στα ζώα και στα φυτά. Τα πάντα φθείρονται και αποθνήσκουν. Μέχρι πότε όμως; Μέχρι την ανά σταση των νεκρών, όταν ο Κύριος θα κρίνει τον κό σμο και, στη θέση της παλαιάς γης, θα δώση καινή γη, όταν όλα θα γίνουν αθάνατα επάνω της. Αυτό είναι κάτι που εμείς δεν μπορούμε μα ούτε και ξέρουμε να το συλλάβουμε, αλλά αυτό είναι η καλή είδηση του Κυρίου και Χριστού μας.
* Ποιό το όφελος από το ότι η Ευρώπη, η Αμερι κή και όλες οι ήπειροι τρέχουν να κατακτήσουν τον κόσμο, το σύμπαν, την Σελήνη, τον Άρη και τ’ αστέρια; Τί θα ωφελήσει τον άνθρωπο αν αποκτήσει τον κόσμο όλο και βλάψει την ψυχή του, αν χάσει την ψυχή του; Από ποιόν θέλετε ώ άνθρωποι να κατακτήσετε την Σελήνη; Από ποιόν να πάρετε τα άστρα; Από τον Κύριο ο Οποίος τα έχει σπείρει σαν αλλά άνθη στην ατέλειωτη απεραντοσύνη; Πόσο ελεεινός είναι ό ευρωπαίος άνθρωπος όταν εκστρατεύει κατά του ουρανού σαν να πρόκειται για τον εχθρό του!
* Κάθε ιερός ναός είναι και ένα κομμάτι του ουρανού επάνω στην γη. Και όταν είσαι μέσα στον ναό, ήδη βρίσκεσαι στον ουρανό. Έτσι, όταν η γη σε συνθλίβει με την κόλασή της, τρέξε στον ναό, μπες μέσα και να, είσαι μέσα στον παράδεισο. Αν οι άνθρωποι σε ενοχλούν με την κακία τους, να προσφεύγεις στον ναό, να γονατίζεις μπροστά στον Θεό και Εκείνος θα σε προσλάβει κάτω από την γλυκιά και παντοδύναμη προστασία Του. Αν πάλι συμβεί να πέσουν επάνω σου ολόκληρες λεγεώνες δαιμόνων, εσύ τρέξε στον ναό, ανάμεσα στους Αγγέλους, επειδή ό ναός είναι πάντοτε γεμάτος από Αγγέλους και οι Άγγελοι του Θεού θα σε προστατεύσουν από όλα τα δαιμόνια του κόσμου αυτοί και τίποτα δεν μπορούν να σου κάμουν.
* Μην λησμονείτε αδελφοί: εμείς οι Χριστιανοί είμαστε ισχυροί διά του Θεού. Ποιος μπορεί τότε να είναι ισχυρότερος από εμάς; Κανείς! Κανείς! Κανείς! Κανείς από τους ανθρώπους μα και από τους δαίμονες! Μα δίχως το Θεό, τί είμαστε εμείς οι άνθρωποι σε αυτό τον κόσμο; Παιχνίδι της αμαρτίας, παιχνίδι του κακού, παιχνίδι στα χέρια του διαβόλου. Ώ αδελφέ, ώ άνθρωπε, με κάθε αμαρτία με την οποία σε καταβάλλει ο διάβολος γελά μαζί σου. Και όταν σε καταβάλλει σε πολλές αμαρτίες, τότε ορμαθός από πολ λά δαιμόνια σιμώνουν γύρω σου από κάθε γωνιά.
* Όταν ο άνθρωπος δεν είναι με τον Θεό, τότε πάντοτε γίνεται παιχνίδι του διαβόλου και ο διάβολος παίζει μαζί του: την μια του γεμίζει την ψυχή με ακάθαρτους λογισμούς, την άλλη του βομβαρδίζει την καρδιά με κακές επιθυμίες, άλλοτε πάλι πυρώνει την γλώσσα του με βρισιές, και άλλοτε τον παρακινεί σε συκοφαντία, σε καταλαλιά, σε κλοπή, σε ασωτία και σε κάθε άλλη κακή πράξη.
* Ξέρετε αδελφοί ποιό είναι το ισχυρότερο όπλο του άνθρωπου στην γη, όπλο ακατανίκητο και πάντα νικηφόρο; Είναι η προσευχή, μάλιστα η προσευχή! Ε πειδή διά της προσευχής ο άνθρωπος παραδίδει στον Θεό όλη την ψυχή και όλη την καρδιά και όλη την ζωή του και ο Θεός γίνεται υπέρμαχος του και ο προστάτης του. Τί μπορούν τότε να του κάμουν οι άνθρωποι και οι δαίμονες; Τίποτε! Τίποτε! Τίποτε! Γι’ αυτό και ό Κύριος μας επιτάσσει στο Ευαγγέλιο Του: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α’ Θεσ. 5, 17).
* Γιατί τόσο πολύ κακό στον κόσμο στις μέρες μας; Είναι επειδή οι άνθρωποι απέρριψαν το αποτελε σματικότερο όπλο, το νικηφόρο όπλο το οποίο νικά το κάθε κακό με βεβαιότητα και σε όλα τα πεδία των μαχών, νικά την κάθε αμαρτία, τον κάθε δαίμονα και το όπλο αυτό είναι η προσευχή, η προσευχή και η νηστεία. Είναι το αποτελεσματικότερο όπλο επειδή είναι του Θεού, επειδή είναι του Χριστού, είναι το όπλο του μόνου αληθινού Θεού σε όλους τούς κόσμους.
* Γιατί η Ευρώπη περιέπεσε στις μέρες μας σε τόσα δεινά, σε τόσα αδιέξοδα; Είναι επειδή απέρριψε τον Χριστό, απέρριψε το ιερό Του Ευαγγέλιο, απέρρι ψε το ανίκητο όπλο Εκείνου: την προσευχή και την νηστεία. Τα απέρριψε και ζητά να λύσει όλα της τα προβλήματα χωρίς τον Χριστό. Και μάλιστα, όχι μόνο χωρίς τον Χριστό μα και αντίθετα από τον Χριστό. Μα όποιος μάχεται τον Χριστό και Θεό, εκείνος γίνεται σύντροφος των δαιμόνων. Και τί είναι αυτό που απομένει από αυτό τον άνθρωπο μέσα σε ένα τέτοιο πό λεμο; Πτώμα! Μονάχα πτώμα!
* Μέχρι που ό Χριστός δεν φανερώθηκε στον γήινο κόσμο μας με το Ιερό Του Ευαγγέλιο, εμείς οι άν θρωποι δεν γνωρίζαμε μήτε ποιό είναι το καλό μήτε και ποιό το κακό, μήτε τί είναι αλήθεια μήτε και τί είναι ψέμα, ούτε τί είναι δίκαιο μα ούτε και τί είναι άδικο. Και το κυριότερο, δεν γνωρίζαμε ούτε τί σημαίνει καλός άνθρωπος. Μόλις με τον Χριστό τα γνωρίσαμε όλα αυτά: καλό είναι μονάχα αυτό που προέρχεται από τον Κύριο και Χριστό και οδηγεί στον Κύριο. Το ίδιο και με την αλήθεια και με το δίκαιο. Και ποιος είναι ο καλός άνθρωπος; μόνον ο άνθρωπος του Χρι στού είναι καλός, δηλ. με άλλα λόγια, μόνον ό Χριστιανός είναι αληθώς καλός άνθρωπος.
* Δεν υπάρχει τίποτε δυσκολότερο και πιο υπεύθυνο σε αυτό τον γήινο κόσμο από το καθήκον της χριστιανής μητέρας. Επειδή το κύριο καθήκον της είναι να εξασφαλίσει στα τέκνα της την αθανασία και την αιώνια ζωή. Αν τους εξασφαλίσει αυτά, έχει εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον παράδεισο στους ουρανούς. Αν δεν το κατορθώσει όμως, η ψυχή της θα κα τρακυλήσει στην κόλαση όπου ο αιώνιος κλαυθμός και βρυγμός των οδόντων.
* Κάθε άνθρωπος είναι ο αιώνιος αδελφός σου, ο αιώνιος συνάδελφός σου. Πρόσεχε λοιπόν πώς του συμπεριφέρεσαι! Πρόσεχε τί σκέφτεσαι περί αυτού! Πρόσεχε τί επιθυμείς γι’ αυτόν! Επειδή στην αιωνιότητα μέλλεις να ζήσεις μαζί με εκείνον. Γι’ αυτό, ας είναι όλα μέσα μας αθάνατα και αιώνια: η αγάπη μας προς τον άνθρωπο, το αγαθό μας, η αλήθεια μας, η δι καιοσύνη μας. Για να μην ντρεπόμαστε στον άλλο κόσμο μήτε για την αγάπη μας μήτε για το καλό μας μήτε για την αλήθεια μας μήτε και για την δικαιοσύνη μας ενώπιον του Κυρίου.
* Αν η σκέψη του ανθρώπου δεν απολήγει στον Θεό, παραμένει λειψή και ατελής. Γι’ αυτό και σταδιακά ξηραίνεται, ώσπου στο τέλος μαραίνεται τε λείως. Όσα ισχύουν για την ανθρώπινη σκέψη ι σχύουν και για το συναίσθημα. Αν δεν γαντζωθεί στο Θεό, τότε και εκείνο εξατμίζεται γοργά, ξεψυχά ώσπου στο τέλος πεθαίνει. Αυτός ό νόμος ισχύει και για ολόκληρο τον άνθρωπο. Αν ή ύπαρξη του δεν καταλήγει στον Θεό, παραμένει λειψή και ατελής. Πεθαίνει σταδιακά μέσα του καθετί το μεγάλο και υψηλό και παραμένει ό,τι ασήμαντο και μηδαμινό.
* Ή αθανασία του ανθρώπου ξεκινά από την σύλληψή του μέσα στην κοιλία της μητέρας του. Και πότε αρχίζει ο παράδεισος και η κόλαση του ανθρώπου; Από την ελεύθερη επιλογή για το θεϊκό αγαθό η για το δαιμονικό κακό, για τον Θεό η για τον διάβολο. Και ο παράδεισος μα και η κόλαση του ανθρώπου αρχίζουν εδώ από την γη για να συνεχιστούν αιώνια στην άλλη ζωή. Τί είναι ο παράδεισος; Είναι η αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Άμα ο άνθρωπος αισθάνεται εντός του τον Θεό, είναι ήδη στον παράδεισο, γιατί όπου είναι ο Θεός εκεί είναι και η Βασιλεία του Θεού, εκεί και ο παράδεισος. Από τότε που ο Θεός Λόγος κατέβηκε στην γη και έγινε άνθρωπος, ο παρά δεισος έγινε η αμεσότερη πραγματικότητα για την γη και τον άνθρωπο. Επειδή, όπου είναι ο Χριστός εκεί και ο παράδεισος.
* Κάθε πράγμα σε αυτό τον κόσμο είναι ένα κάδρο στο οποίο ο Θεός έχει κορνιζώσει και από μία σκέψη του. Όλα τα πράγματα μαζί, συναποτελούν το πολύχρωμο μωσαϊκό των σκέψεων του Θεού. Βαδίζο ντας από πράγμα σε πράγμα, διαβαίνουμε από την μια σκέψη του Θεού στην άλλη, από την μια αγιογραφία του Θεού στην επόμενη. Βαδίζοντας από άνθρωπο σε άνθρωπο, προχωρούμε από την μια εικόνα του Θεού στην άλλη. Ενώ ό Θεός στα πράγματα έχει κορνιζώσει τις σκέψεις Του, στον άνθρωπο κορνίζωσε την μορφή Του, την δική Του εικόνα.
«Ότι εν πλήθει σοφίας πλήθος γνώσεως και ό προστιθείς γνώσιν προσθήσει αλγημα» (Έκκλ. 1, 18). Δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάσανο από την σκέψη την ίδια. Δεν είναι κόλαση μεγαλύτερη από την σκέψη η οποία είναι πλήρως αποκομμένη από τον Πλάστη και Θεό κάθε σκέψης, τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον Θεό Λόγο. Ή ανθρώπινη σκέψη χωρίς τον Κύριο και Χριστό δεν μπορεί να γνωρίσει μήτε τον εαυτό της μήτε και τον κόσμο γύρω της.
* Σοφία είναι το να ζει κανείς με ευαγγελική «ευταξία», με ευαγγελική «ακρίβεια». Αφροσύνη πάλι είναι το να ζει κάποιος διασκεδάζοντας ατάκτως, αναλώνοντας την ψυχή του σε αμαρτίες και πάθη. Σοφός εκείνος πού χτίζει το οικοδόμημα της ψυχής του στην τήρηση των ιερών εντολών του Ευαγγελίου. Άφρων είναι εκείνος πού πράττει το αντίθετο. Γιατί όλα όσα οικοδομούνται επάνω στον Ιησού Χριστό αντέχουν σε όλες τις καταιγίδες και φουρτούνες και στα δεινά των πειρασμών, της αμαρτίας, του θανάτου και του διαβόλου. Ό,τι πάλι οικοδομείται δίχως Χριστό και ερήμην του Χριστού και ενάντια στον Χριστό, εύκολα καταρρέει και συντρίβεται μόλις φανούν οι φουρτούνες των πειρασμών, των αμαρτιών και των παθών, μα κυρίως όταν φανούν ο άνεμος του θανάτου και του δαιμονισμού.
* Για μάς τους Χριστιανούς, τους φωτισμένους και διαφωτισμένους εν Χριστώ, τα πάντα σε αυτό τον κόσμο έχουν νόημα και αξία εφόσον αποτελούν μέσον και οδό προς την αιωνιότητα. Επειδή εμείς, βλέπουμε εκείνο που δεν φαίνεται και ατενίζουμε το αόρατο. Ρυθμίζουμε όλη μας την ζωή μέσα στον χρόνο με βάση εκείνο που είναι αιώνιο, το ανθρώπινο με βά ση το Θεανθρώπινο. Όσο υπάρχει κάτι το αιώνιο μέσα στα όρια του χρονικού, συντηρούμαστε με αυτό. Όταν όμως αυτό εκλείπει, το αναζητούμε πέρα από τον χρόνο, στο Βασίλειο του ατελεύτητου και αορά του. Ατενίζουμε τα πάντα υπό το πρίσμα της αιωνιότητας, δηλ. υπό το πρίσμα του Χριστού, αφού Εκείνος είναι ο αιώνιος Θεός και Κύριος.
* Ό αγώνας μας είναι ενάντια στους εχθρούς της αιωνιότητας και της αθανασίας μας. Αυτοί είναι: οι αμαρτίες μας, τα πάθη μας, οι πόθοι μας, τα πνευματικά της πονηρίας (Έφ. 6, 12). Κάθε αμαρτία κλέβει και λίγη από την αιωνιότητα μας και απονεκρώνει την αθανασία μας. Ας μη γελιόμαστε: η φιλία με την αμαρτία είναι έχθρα με τον Θεό, έχθρα με τον Κύριο και Χρι στό.
* Δίχως την πίστη στον Κύριο και Χριστό, δίχως την αναγέννηση εν Χριστώ τω Κύριω, δίχως την ζωή εν Χριστώ τω Κυρίω ο άνθρωπος είναι και παραμένει εργαστήριο δαιμόνων.
* Πώς μπορεί ο άνθρωπος να αποδείξει πως σήμε ρα είναι του Χριστού ενώ μέχρι χτες δεν ήταν δικός Του; Δίχως αμφιβολία, με καινές σκέψεις στην θέση των παλαιών, με καινά αισθήματα στην θέση των παλαιών, με καινές επιθυμίες στην θέση των παλαιών, με μια λέξη: με καινή ζωή στην θέση της παλαιάς και μάλιστα ζωή ευαγγελική και Θεανθρώπινη.
* Της φιλανθρωπίας του Χριστού ουκ έσται τέλος. Διότι ό Χριστός, για να αποκτήσουμε εμείς οι άνθρωποι την αιώνιο ζωή Του και να ζήσουμε εν Αυτώ, δεν μας ζητά να έχουμε μόρφωση, μήτε δόξα, μήτε πλούτο, μήτε και κάτι, το οποίο κάποιος από εμάς δεν κατέχει, παρά ζητά αυτό που όλοι μας μπορούμε να έ χουμε. Αυτό το κάτι είναι η πίστη.
* Δίχως τον γλυκύτατο Κύριο και Χριστό είναι δίχως νόημα, φοβερός και σύντομος ο επίγειος βίος, πολύ δε περισσότερο η αιωνιότητα που είναι ατελείωτη και απεριόριστη. Όπου υπάρχει ό θάνατος εκεί αληθινή χαρά δεν υπάρχει. Μέσα στην βοή και τον χαλασμό της αμαρτίας, μέσα στην μέθη από την γλυκύτητα της αμαρτίας, οι άνθρωποι αναγορεύουν σε χαρές της ζωής πλείστες ανοησίες και ασήμαντα πράγματα. Γιατί είναι ανόητα και ασήμαντα όλα εκείνα που απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Κύριο και Χριστό, όσα δεν του εξασφαλίζουν την αθανασία και την αγιότητα του Χριστού.
* Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φρίκη από την αιωνιότητα δίχως Χριστό. Εγώ θα δεχόμουν με χαρά να ε ίμαι στην Κόλαση μαζί με τον Χριστό (συγχωρήστε μου το παράδοξο) παρά στον Παράδεισο δίχως Χριστό. Γιατί όπου δεν είναι Εκείνος, τα πάντα μεταβάλλονται σε κατάρα, σε πίκρα και σε φρίκη.
* Ή κάθε ευαγγελική αρετή γίνεται στα χέρια του ορθοδόξου χριστιανού πινέλο με το οποίο ζωγραφίζει στην ψυχή του την εικόνα του Χριστού μέχρι να την ολοκληρώσει. Όταν δεις την ψυχή ενός τέτοιου αν θρώπου, βλέπεις την εικόνα του Χριστού και λες μέσα σου: αλήθεια, ο άνθρωπος αυτός τοποθέτησε στο σώμα του την εικόνα του Χριστού, έφτασε το ύψιστο νόημα της ζωής και πλούτισε πλούτο αδαπάνητο.
* Συχνά η εικόνα του Θεού μέσα στον άνθρωπο είναι πλακωμένη από την λάσπη των ηδονών και το κατράμι των παθών, από τα αγκάθια της αμαρτίας και την ήρα των επιθυμιών. Γι’ αυτό λέγεσαι ορθόδοξος χριστιανός, για να καθαρίσεις όλα αυτά πάνω από την εικόνα του Θεού στην ψυχή σου και να λάμψει και πάλι η εικόνα εκείνη με το θεϊκό της κάλλος. Αν το καταφέρεις αυτό, τότε θα αγαπήσεις τον άνθρωπο στην αμαρτία του γιατί ποτέ δεν θα εξισώσεις την αμαρτία με τον αμαρτωλό και το έγκλημα με τον εγκληματία. Πάντα θα ξέρεις να ξεχωρίζεις την αμαρτία από τον αμαρτωλό, να καταδικάζεις την αμαρτία και να σπλαχνίζεσαι τον αμαρτωλό.
* Ή αγιότητα αποτελεί την φυσική κατάσταση για την θεοειδή ανθρώπινη ψυχή και γι’ αυτό η αγιότητά μας θέλημα του Θεού εστί (Α’ Θεσ. 4, 3). Αυτό θέλει από εμάς ο Θεός, αυτό απαιτεί, σε αυτό συνίστα ται όλο το θέλημά Του προς εμάς. Και εμείς ικανοποιούμε το θέλημά Του όταν πράττουμε αυτό που είναι άγιο, αυτό που αγιάζει και φωτίζει.
* Τί είναι οι Πράξεις των Αποστόλων; Είναι οι πράξεις του Χριστού τις όποιες επιτελούν οι Απόστολοι με την δύναμη Εκείνου ή καλύτερα, διά του Χριστού που είναι μέσα τους και ενεργεί δι’ αυτών. Και τί είναι οι Βίοι των Αγίων; Τίποτα περισσότερο από την προέκταση των Πράξεων των Αποστόλων. Μέσα τους έχουμε το ίδιο Ευαγγέλιο, την ίδια βιωτή, την ίδια αλήθεια, την ίδια δικαιοσύνη, την ίδια αγάπη, την ίδια πίστη, την ίδια αιωνιότητα, την ίδια δύναμιν εξ ύψους, τον ίδιο Θεό και τον ίδιο Κύριο. Αυτή η προέκταση των ζωοποιών θείων δυνάμεων στην Εκκλησία του Χριστού διά των αιώνων και από γενεά σε γενεά αποτελεί την ζώσα Ιερά Παράδοση.
* Η διάνοια που ζει και εκφράζεται μέσα από την αμαρτία, το κακό και τον θάνατο είναι κατάρα Θεού. Μεγάλη διάνοια – μεγάλη κατάρα. Με μια διάνοια δίχως καλοσύνη και ευγένεια ο άνθρωπος είναι σωστός διάβολος γιατί ο διάβολος είναι μεγάλη διάνοια δίχως ίχνος καλοσύνης και αγάπης. Άνθρωπος έξυπνος μα δίχως καλοσύνη και συμπόνια είναι κόλαση για την ψυχή και την καρδιά, κόλαση για όλη την ανθρωπότητα.
Κάθε λογισμός και κάθε αίσθηση οδηγούν σταδιακά την ψυχή είτε προς τον παράδεισο είτε προς την κόλαση. Αν ό λογισμός είναι έλλογος, τότε συν δέει τον άνθρωπο με τον Θεό Λόγο, με τον ύψιστο Λογισμό, με την Παναξία, πράγμα που είναι ήδη ο παράδεισος. Εάν πάλι είναι άλογος ο λογισμός ή και παράλογος, τότε συνδέει αναπόφευκτα τον άνθρωπο με τον Παράλογο, τον Ανόητο, με τον διάβολο, πράγμα που είναι ήδη η κόλαση. Όσα ισχύουν για τον λογισμό ισχύουν και για τις αισθήσεις. Όλα αρχίζουν εδώ, από την γη: και ο παράδεισος μα και η κόλαση του ανθρώπου.
Η επιλογή και μετάφραση των κειμένων έγινε αφιλοκερδώς από τον σερβομαθή θεολόγο κ. Γεώργιο Κ., από τα εξής δύο βιβλία:
α) ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΤΟΥ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ – Βελιγράδι 1980, Ι. Μονή Τσέλιε.
β) ΘΕΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ – Άγ. Όρος 2007, Ι. Μονή Χελανδαρίου.
Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη Θεσσαλονίκη
ΑΒΒΑ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ (1894-1979)-ΕΚΛΟΓΑΙ ΑΠΟ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ-ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ
ΑΠΟ: Ενημέρωση Ι. Μ. Παντοκράτορος

Ὁμιλία πρὸς μοναχούς

Γέρων Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης (Προηγούμενος Ἱ. Μ. Φιλοθέου)



Ὁ μοναχισμὸς εἶναι τὸ ἄμισθον ἰατρεῖον· εἶναι ἡ κλινική τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ γίνει καλά. Τὸν καλεῖ ὁ Θεὸς μὲ κλῆσιν ἁγίαν καὶ τὸν φέρνει μὲ τὴν ἀγάπην του σ' αὐτὸ τὸ ἄμισθον ἰατρεῖον.

Ὁ ἄνθρωπος ζητᾶ τὴν θεραπεία του καὶ φωνάζει: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.

— Ναί, θὰ σὲ ἐλεήσω, ἀπαντᾶ ὁ Θεός. Καὶ ἀρχίζει ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων τὴν θεραπείαν.

Μᾶς στέλλει διάφορες θλίψεις, ἐπιτρέπει πειρασμούς. Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι τὰ φάρμακα, τὰ πικρὰ φάρμακα ποὺ θεραπεύεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Βέβαια, κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι στὸν καιρὸ τῆς ἐγχειρήσεως ἤ τῆς ἰατρικῆς ἐπεμβάσεως δὲν πονεῖ, δὲν ἀγωνίζεται νὰ ξεπεράσει τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη· ὡστόσο ὅμως στὸ τέλος τῆς θεραπείας γίνεται ψυχικῶς καλά.

Ὅταν ὁ Γέροντάς μου ἦτο ἀρχάριος στὴν ἔρημο, ἦταν στὴν ὑποταγὴ τοῦ γέροντος Ἐφραίμ. Ὁ Γέρο Ἐφραὶμ ἦταν ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἕνα γεροντάκι εὐλογημένο. Κάποτε ἕνας γείτονας μοναχός, δὲν γνωρίζω τί εἶχε συμβεῖ, καὶ τὸ ἔθλιβε τὸ Γεροντάκι. Ὁ παπποὺς φώναζε διότι δὲν ἠμποροῦσε νὰ τὰ βγάλει πέρα. Διεμαρτύρετο, ἔβγαζε φωνές, τσίριζε,.... Ὁ Γέροντας ὁ δικός μου, νέο παιδί, δυνατὸ ποὺ μποροῦσε νὰ τὰ βάλει μὲ δέκα ἀνθρώπους, ὅταν ἄκουε τὸν Γέροντά του νὰ φωνάζει ἔξω καὶ ὁ ἄλλος νὰ σηκώνει τὸ ἀνάστημά του, μέσα του ἄρχιζε νὰ βράζει ὁ θυμὸς καὶ ἡ ὀργή. Μόλις εἶδε τὸν κίνδυνο ὅτι ἂν βγεῖ ἔξω δὲν μποροῦσε νὰ προβλέψει τί θὰ συνέβαινε, σὰν νέος ποὺ ἦτο· ἀμέσως τρέχει στὴν ἐκκλησία, γονατίζει καὶ ἀρχίζει νὰ φωνάζει: «Παναγία βοήθει μοι!» Καὶ ἄρχισε νὰ κλαίει- νὰ κλαίει, καὶ νὰ παρακαλεῖ, ὥστε νὰ ἐπέμβει ἡ Παναγία νὰ βοηθήσει μὴ τυχὸν καὶ σ' αὐτὴ τὴν κατάσταση βγεῖ ἔξω. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαυσε πολὺ - πολύ, καὶ ἔχυσε πολλὰ δάκρυα, τότε εἶδε τὸ θηρίο τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τοῦ θυμοῦ νὰ κατευνάζεται καὶ νὰ ὑποχωρεῖ. Καὶ ὅταν εἶδε ὅτι ἦρθε σὲ μία κατάσταση ποὺ μποροῦσε νὰ βγεῖ ἔξω καὶ νὰ μιλήσει μὲ πραότητα καὶ ἠρεμία, βγῆκε καὶ ἀπήλλαξε, βέβαια μὲ ἤρεμο τρόπο καὶ εὐγενῆ, τὸν γέροντα ἀπὸ τὸν γείτονα. Καὶ αὐτό μᾶς τὸ ἔλεγε σὰν παράδειγμα τοῦ πῶς ἀντιμετωπίζεται ὁ ἐγωισμὸς στὴν πράξη.

Ἔρχεται καὶ στὸν μοναχὸ ὁ πειρασμὸς καὶ τοῦ ψιθυρίζει παραπλήσια πράγματα μὲ ὅ,τι ψιθύρισε στὸν Ἀδάμ. Ἂν ὁ Γέροντας τὸν μαλώνει ἤ τοῦ κόβει τὸ θέλημα, διαμαρτύρεται μέσα ὁ ἐγωισμὸς καὶ ψιθυρίζει στὸν μοναχὸ νὰ ἀντιλογήσει, νὰ φιλονικήσει, νὰ στήσει τὸ δικό του θέλημα· καὶ ἔτσι νὰ ἐνισχύσει τὴν περίπτωση ὥστε νὰ μὴ δεῖ καμμιὰ φορὰ τὴ θεραπεία του.

Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ἔχει συνεχῶς τὴν προσοχὴ γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζει τὴν κάθε περίπτωση, τὸν κάθε πειρασμὸ μὲ ἐπιτυχία, ὥστε σὺν τῷ χρόνῳ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, ὥστε στὴ θέση τοῦ παλαιοῦ νὰ βρεθεῖ ὁ νέος, ὁ κατὰ Χριστόν, ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀπάθειας καὶ τῆς ἀναστάσεως. Ὁ ἀγώνας δὲν εἶναι μικρός, οὔτε καὶ σὲ λίγο χρόνο κατορθώνεται ἡ νίκη καὶ ὁ θρίαμβος κατὰ τοῦ ἐγωισμοῦ. Μεγάλο θηρίο. Πολυκέφαλο.

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ λέγει: «Μὲ λέοντα καταπιάστηκες; Πρόσεξε μὴ σοῦ συντρίψει τὰ ὀστᾶ.»

Αὐτὸ τὸ θηρίο εἶναι ὁ Ἐγωισμός. Σὰν λέοντας παραφυλάει καὶ μᾶς ἐπιτίθεται. Ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε στὰ χέρια μας τὸ ὅπλο καὶ τὴν μάχαιρα τῆς ἀντιρρήσεως κατὰ τῶν λογισμῶν.

Οἱ τύραννοι τῶν Χριστιανῶν στοὺς χρόνους τοῦ μαρτυρίου προσπαθοῦσαν νὰ παρασύρουν τοὺς Μάρτυρας εἰς τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Τοὺς ὑπόσχονταν πολλὰ- πλούτη, δόξες τιμές, ἀλλὰ οἱ Μάρτυρες δὲν ὑποχωροῦσαν. Θριαμβευτικὰ ὁμολογοῦσαν τὴν Πίστη στὸ Χριστὸ καὶ στὸ τέλος ἐδέχοντο τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἔτσι ὁ Χριστὸς ἐδοξάζετο.

Καὶ τώρα οἱ τύραννοι τῶν παθῶν μᾶς πιέζουν· τὰ πάθη μᾶς ὑπόσχονται στὴν ὑποχώρηση ἀπόλαυση καὶ ἱκανοποίηση. Δὲν πρέπει ὁ μοναχὸς νὰ ὑποχωρεῖ σὲ μία τέτοια βία, ἀλλὰ νὰ ἀντιστέκεται μὲ ὅλην τὴν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καὶ νὰ περιμένει μετὰ ἀπὸ μία νόμιμη πάλη τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου.

Οἱ μάρτυρες ἐμαρτύρησαν σὲ λίγο χρόνο, καὶ πολλοὶ μάρτυρες σὲ λίγα λεπτὰ δεχθήκανε τὸ στεφάνι. Ὁ μοναχὸς μαρτυρεῖ συνέχεια σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Ὄχι σὲ ἕνα τύραννο ἀλλὰ σὲ πολλούς. Κάθε πάθος καὶ ἕνας τύραννος. Γι' αὐτὸ ὄχι ὀλιγώτερο θὰ στεφανωθοῦν οἱ μοναχοὶ ποὺ θὰ ἀντισταθοῦν εἰς τὴν βία τῶν παθῶν καὶ θὰ ὁμολογήσουν τὴν καλὴν ὁμολογίαν τῆς ἀσκήσεως, τῆς μὴ ὑποχωρήσεως.

Μᾶς σπρώχνει τὸ πάθος τῆς ἀντιλογίας. Ἐμεῖς πρέπει νὰ βάλουμε ἐμπόδιο, φράγμα· νὰ ἀνοίξουμε ὄρυγμα, νὰ πέσει τὸ ἅρμα τῆς ἀντιλογίας μέσα.

Ὁ ἀγώνας πρέπει νὰ εἶναι συνεχής. Νὰ μὴν παρουσιάζωμε κενὰ· διότι τὰ κενὰ τὰ ἐκμεταλλεύεται ὁ διάβολος καὶ σφηνώνει μέσα στὰ κενὰ καὶ μᾶς δημιουργεῖ κατάσταση ἐπικίνδυνη. Ἡ Προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι ἀκατάπαυστη. Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ὅπλο μας. Καὶ μόνον νὰ προσεύχεται κανείς, ὁ διάβολος δὲν τὸν πλησιάζει εὔκολα.

Ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐναντίον κυρίως αὐτοῦ τοῦ πάθους, διότι ἀπὸ ἐδῶ ξεκινοῦν ὅλα. Καὶ τὸ κυρίως φάρμακο κατὰ τοῦ ἐγωισμοῦ εἶναι ἡ ταπείνωσις. Ὁ Κύριός μας, μᾶς εἶπε· «Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Ἡ ταπείνωση καὶ ἡ πραότης χαρίζουν μία πνευματικὴ ἀνάπαυση στὴν ψυχή. Τῆς χαρίζουν φῶς καὶ βλέπει καθαρώτερα τὰ πράγματα.

Ὁ Ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, τὴν ταπείνωση τὴν ἀποκαλεῖ «Θεόϋφαντον στολήν». Τὴν ταπείνωσιν, λέγει, περιεβλήθη ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἠμπόρεσε καὶ κατῆλθε ἐκ τῶν οὐρανῶν, καὶ ἠμπόρεσε ἡ γῆ νὰ τὸν δεχθεῖ χωρὶς νὰ καταφλεχθεῖ.

Ἡ ταπεινοφροσύνη στολίζει τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος ὅπου καὶ ἂν σταθεῖ, ὅπου καὶ ἂν βρεθεῖ, σκορπάει μία κατὰ κάποιο τρόπο μυστηριώδη χάρη καὶ γίνεται ἀγαπητὸς καὶ προσφιλής. Τὴν ταπείνωσιν οἱ δαίμονες τὴν τρέμουν, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καὶ μὲ ἕναν ὑποτακτικόν:

Ἕνας Χριστιανὸς εἶχε μία κόρη δαιμονισμένη καὶ τὴν ἐπῆγε σὲ πολλοὺς γιατροὺς ἀλλὰ δὲν βρῆκε τὴν θεραπεία της. Αὐτὸς ὁ Χριστιανὸς εἶχε ἕνα φίλο, πνευματικὸ ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος εἶχε σχέση μὲ τοὺς μοναχούς, καὶ λέγοντάς του τὸ παράπονο, τὸν πόνο του γιὰ τὸ κορίτσι του, τοῦ λέγει ἐκεῖνος· «Τὸ παιδί σου θὰ βρεῖ θεραπεία μόνον ὅταν καλέσεις ἕνα μοναχό, ὑποτακτικό, καὶ ἔλθει στὸ σπίτι σου καὶ κάνει μιὰν εὐχούλα, θὰ ἰδεῖς ἀμέσως τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.

— Καὶ ποῦ θὰ τὸν βρῶ ἐγὼ αὐτὸν τὸν μοναχό;

— Νά! Κάτω στὴν ἀγορὰ κατεβαίνουν, λέγει, ἀπὸ τὴν ἔρημο νεώτεροι ὑποτακτικοὶ μοναχοὶ καὶ πωλοῦν διάφορα ἐργόχειρα. Σ’ ἕνα τέτοιο μοναχὸ πὲς του· «Ἔλα στὸ σπίτι νὰ σοῦ πληρώσω τὰ ἐργόχειρα, διότι τώρα ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα». Καὶ πές του νὰ σοῦ κάνει μία εὐχὴ καὶ θὰ δεῖς ὅτι τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.
Αὐτὸς ἀμέσως τὸ πρωὶ κατεβαίνει στὴν ἀγορὰ· βλέπει ἕνα νέο μοναχὸ νὰ πωλεῖ διάφορα, ἐκεῖ, ἐργόχειρα. Τοῦ λέει: Πάτερ, πόσο τὰ δίνετε αὐτά;

— Τόσο. Εἶπε ὁ μοναχός.

— Μπορεῖς νὰ ἔλθεις μέχρι τὸ σπίτι νὰ σὲ πληρώσω, γιατί ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα;

— Ἔρχομαι, λέγει.

Καὶ ἀφοῦ προχωροῦσαν πρὸς τὸ σπίτι καὶ πλησίαζαν, ὁ διάβολος μυρίστηκε τὸ πράγμα, ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα του νὰ πάρει τὸ ἐξιτήριό του καὶ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἑτοιμάστηκε καὶ αὐτός. Καὶ μπαίνοντας ὁ μοναχὸς μέσα στὸ σπίτι, τὸν ἀπαντᾶ ἡ κόρη καὶ σηκώνει τὸ χέρι καὶ τοῦ δίνει ἕνα ράπισμα, τοῦ μονάχου. Αὐτός, ὁ μοναχός, γύρισε καὶ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ προσώπου καὶ τοῦ δίνει καὶ ἀπ' ἐκεῖ ἕνα ράπισμα, καὶ ἀμέσως ἡ κόρη ἔπεσε κάτω καὶ ἔβγαζε ἀφρούς. Καὶ στὸ τέλος, φεύγοντας τὸ δαιμόνιο εἶπε, ὅτι ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ μὲ βγάζει καὶ μὲ διώχνει. Καὶ ἀμέσως τὸ παιδὶ ἔγινε καλά.

Ὁ ὑποτακτικὸς αὐτός, ἀπὸ τὴν πράξη αὐτὴ φαίνεται ὅτι ἦταν ἕνας προοδευμένος, ἕνας πετυχημένος μοναχὸς ὁ ὁποῖος ὁπωσδήποτε θὰ εἶχε ἐξασκηθεῖ στὴν παιδεία καὶ στὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς του.

Στὴν προσευχή μας πάντοτε νὰ παρακαλοῦμε καὶ νὰ δεόμεθα τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἀπαλλάττη ἀπ' αὐτὸ τὸ θηρίο, τὸν ἐγωισμόν, καὶ νὰ μᾶς χαρίζη τὴν ἁγίαν ταπείνωσιν τῆς ψυχῆς.




Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία πρὸς Μοναχούς, τοῦ Πανοσ. Ἀρχιμ. Γέροντος Ἐφραίμ. Προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλόθεου εἰς Ἅγιον Ὄρος.
Ἡ ἀνάγκη τῶν φίλων καὶ ἡ πεμπτουσία τῆς φιλίας
Ἀριστοτέλης



ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1171a21–1172a15 (Ἀπορίες σχετικὰ μὲ τὴ φιλία. Ἔχουμε μεγαλύτερη ἀνάγκη τῶν φίλων στὴν εὐτυχία ἢ στὴ δυστυχία; – Ἐπίλογος: Πεμπτουσία τῆς φιλίας εἶναι ἡ συνεχὴς ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν φίλων)


Πότε χρειάζεται κανεὶς φίλους στὴν εὐτυχία ἢ στὴν δυστυχία του; Τοὺς ζητᾶ καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, γιατί οἱ δυστυχισμένοι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια, κι οἱ εὐτυχισμένοι ἀπὸ συντρόφους ποὺ συζοῦν μαζί τους καὶ τοὺς εὐεργετοῦν, γιατί ἡ ἐπιθυμία τους συνίσταται στὸ νὰ παρέχουν τὶς εὐεργεσίες τους. Εἶναι, λοιπόν, πιὸ ἀναγκαῖο νὰ ἔχει φίλους στὴ δυστυχία του, ἀφοῦ χρειάζεται χρήσιμους φίλους, ἀλλὰ ἀπὸ ἠθικὴ ἄποψη ὡραιότερο εἶναι νὰ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη φίλων στὴν εὐτυχία του, γιατί σ' αὐτὴ τὴν περίπτωση ἀναζητεῖ ἐνάρετους ἀνθρώπους, γιατί εἶναι προτιμότερο νὰ παρέχει σ' αὐτοὺς τὶς εὐεργεσίες του καὶ νὰ τοὺς συναναστρέφεται. Κι εἶναι ἡ παρουσία τῶν φίλων γλυκειὰ καὶ στὴν εὐτυχία καὶ στὴ δυστυχία, γιατί ὅσο ὑποφέρουν ἀπὸ ὀδύνη ἀνακουφίζεται, ὅταν συμπάσχουν μαζί τους κι οἱ φίλοι. Γιατί καὶ θὰ μποροῦσε ν' ἀμφιβάλλει κανείς, ἂν οἱ φίλοι σηκώνουν κι αὐτοὶ κατὰ κάποιο τρόπο τὸ βάρος ἤ, ἀντίθετα, ἂν λιγοστεύει τὸν πόνο ἡ εὐχάριστη παρουσία τους κι ἡ πεποίθηση ὅτι συμμετέχει σ' αὐτόν.

Ἀλλὰ τὸ ζήτημα, ἂν ἀνακουφίζονται γι' αὐτὰ ἢ γιὰ κάτι ἄλλο, ἂς μὴ τὸ ἐξετάσουμε τώρα, ἀρκεῖ τὸ ὅτι ἀνακουφίζονται πραγματικά. Φαίνεται ὅτι ἡ ἐπίδραση ποὺ ὀφείλεται στὴν παρουσία εἶναι ἀνάμεικτη, [1171b] ἐπειδὴ τὸ νὰ βλέπει κανεὶς τοὺς φίλους εἶναι γιὰ τὸν δυστυχισμένο πολὺ εὐχάριστο, ἀφοῦ ὁ φίλος εἶναι παρηγοριὰ καὶ ὅταν τὸν βλέπει κανεὶς καὶ ὅταν μιλᾶ ἂν εἶναι εὐαίσθητος. Γιατί ξεύρει τὸν χαρακτήρα μας καθὼς καὶ ὅ,τι μᾶς προξενεῖ χαρὰ ἢ λύπη. Ἀλλά, ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑποφέρουμε καὶ 'μεις, ὅταν βλέπουμε τὸν φίλο μας νὰ λυπᾶται γιὰ τὶς δυστυχίες μας, ἐπειδὴ κάθε φίλος θέλει ν' ἀποφεύγει νὰ προκαλεῖ λύπη στὸ φίλο του. Γι' αὐτὸ καὶ οἱ ἀνδροπρεπεῖς ἀπὸ τὴ φύση τους δὲν θέλουν νὰ δίνουν ἀφορμὴ στοὺς φίλους τους νὰ συμπάσχουν μαζί τους. Ἂν ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι μονάχα μὲ μία μικρὴ λύπη τῶν φίλων τους, ἀνακουφίζουν μία δική τους μεγάλη λύπη, δὲν ἀνέχονται νὰ πάσχει ὁ φίλος ἐξαιτίας τους. Γενικὰ προσπαθοῦν ν' ἀποφεύγουν ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν διάθεση νὰ κλαψουρίζουν ὅλοι μαζί, γιατί κι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι δὲν ἔχουν τάση στὸ νὰ θρηνοῦν, μονάχα γυναικάκια καὶ ἄνδρες γυναικωτοὶ αἰσθάνονται χαρὰ νὰ ἀναστενάζουν μ' αὐτοὺς ποὺ πενθοῦν, καὶ ἀγαποῦν αὐτὰ τὰ πρόσωπα σὰ φίλους ποὺ συμμετέχουν στὴ θλίψη τους, ἀλλὰ ἔχει χρέος νὰ μιμεῖται κανεὶς τὸν καλύτερο. Ἀντίθετα στὴν εὐτυχία ἡ παρουσία τῶν φίλων δὲν εἶναι μόνο εὐχάριστη, ἀλλὰ γεννᾶ καὶ τὴν ἰδέα ὅτι οἱ φίλοι χαίρονται γιὰ τὰ δικά μας ἀγαθά. Γι' αὐτὸ φαίνεται ὅτι πρέπει νὰ φωνάζουμε πρόθυμα τοὺς φίλους μας, ὅταν εἴμαστε εὐτυχισμένοι (γιατί εἶναι ὡραῖο νὰ εὐεργετεῖ κανεὶς) καὶ στὰ ἀτυχήματά μας νὰ κάνουμε αὐτὸ μὲ δισταγμὸ (γιατί πρέπει ν' ἀποφεύγουμε ὅσο τὸ δυνατὸ περισσότερο, νὰ παίρνουν μέρος αὐτοὶ στὶς λύπες μας). Ἀπὸ 'δω καὶ τὸ ρητό: «Ἀρκετὸ νὰ εἶμαι μονάχος μου ἐγὼ ὁ δυστυχής».

Τέλος πρέπει νὰ φωνάζουμε προπάντων τοὺς φίλους μας, ὅταν αὐτοὶ πρόκειται νὰ μᾶς προσφέρουν μία μεγάλη ὑπηρεσία, χωρὶς νὰ ἐνοχληθοῦν πολύ. Ἀντίθετα, πρέπει ἴσως νὰ πηγαίνουμε στοὺς φίλους μας ἀπρόσκλητοι καὶ πρόθυμοι, ὅταν αὐτοὶ εἶναι δυστυχισμένοι (γιατί εἶναι καθῆκον τῆς φιλίας νὰ ἐξυπηρετοῦμε μάλιστα ἐκείνους ποὺ βρίσκονται στὴν ἀνάγκη, κι ἀκόμα ὅταν αὐτοὶ δὲν μᾶς τὸ ζητοῦν, ἡ τέτοια προθυμία εἶναι ἀξιοπρεπέστερη καὶ πιὸ εὐχάριστη κι ἀπὸ τὰ δύο μέρη). Ὅταν οἱ φίλοι μας εἶναι εὐτυχισμένοι, πρέπει νὰ τρέχουμε σ' αὐτούς, ἐφόσον εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ τοὺς ἐξυπηρετήσουμε (γιατί γι' αὐτὸ χρειαζόμαστε τοὺς φίλους). Ὅταν ὅμως πρόκειται νὰ εὐεργετούμεθα, πρέπει νὰ πηγαίνουμε σ' αὐτοὺς ἀπρόθυμα καὶ ἀργὰ (γιατί δὲν εἶναι ὡραῖο νὰ τρέχει κανεὶς γιὰ νὰ παίρνει ὀφέλη ἀπὸ τοὺς ἄλλους). Ἐννοεῖται ὅτι δὲν πρέπει κανεὶς νὰ φαίνεται ἀγενὴς ἀποκρούοντας τὶς ὑπηρεσίες ποὺ τοῦ προσφέρουν οἱ φίλοι του. Γιατί κι αὐτὸ συμβαίνει κάποτε. Σύμφωνα μ' αὐτὰ τὴν παρουσία τῶν φίλων πρέπει νὰ τὴν εὐχόμαστε σὲ κάθε περίσταση.

Μήπως ἡ συμβίωση δὲν εἶναι γιὰ τὴ φιλία, ὅπως γιὰ τοὺς ἐρωτευμένους ἡ θέα τοῦ λατρεμένου προσώπου, κι ὅπως οἱ ἐραστὲς προτιμοῦν τὴν αἴσθηση αὐτὴ ἀπὸ κάθε ἄλλη, ἐφόσον μέσω αὐτῆς ὑπάρχει κι ἀπ' αὐτὴν γεννιέται τὸ ἐρωτικὸ συναίσθημα; Γιατί ἡ φιλία εἶναι ἕνα εἶδος κοινότητας. Ἐπίσης ὅπως διατίθεται κάποιος πρὸς τὸν ἑαυτό του, ἔτσι διατίθεται καὶ στοὺς φίλους του. Ἑπομένως ὅπως ἡ αἴσθηση τῆς ὕπαρξης εἶναι ἀγαπητὴ γιὰ μᾶς τοὺς ἴδιους, ἔτσι εἶναι καὶ σχετικὰ μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Ἀλλὰ ἡ δράση ποὺ γιὰ χάρη της ἀντιλαμβανόμαστε τὴν ὕπαρξή τους, πραγματοποιεῖται στὴ διάρκεια τῆς συμβίωσης [1172a] ὥστε ἡ προσπάθεια τῶν φίλων μας ἀπευθύνεται σ' αὐτήν. Τέλος ὅ,τι ὁ καθένας θεωρεῖ σὰν πραγματικὸ «Εἶναι» καὶ σὰν τελικὸ σκοπὸ τῆς ὕπαρξής του, θέλει νὰ τὸ πραγματοποιεῖ ἐπικοινωνώντας μὲ τοὺς φίλους του. Ἄλλοι πίνουν μαζὶ κρασί, ἄλλοι παίζουν μαζὶ κύβους, μαζὶ γυμνάζονται, ἄλλοι κυνηγοῦν μὲ τοὺς φίλους τους καὶ ἄλλοι φιλοσοφοῦν μαζί τους. Γιὰ νὰ μιλήσουμε σύντομα, κάθε τι ποὺ ἀγαποῦμε στὴ ζωὴ θέλουμε νὰ τὸ πραγματοποιοῦμε μαζὶ μὲ τοὺς φίλους μας, ἐπειδὴ ὁ καθένας θέλει νὰ ζεῖ μαζί τους καὶ γι' αὐτὸ κάμνει καὶ συμμερίζεται μ' αὐτοὺς κάθε τι ποὺ ἐννοεῖ μὲ τὶς λέξεις ζωὴ καὶ συμβίωση. Γι' αὐτὸ ἡ φιλία ἀνάμεσα στοὺς φαύλους γίνεται πηγὴ τοῦ κακοῦ (γιατί ἐφόσον οἱ φαῦλοι εἶναι ἐπιπόλαιοι, ὁ ἕνας συμμετέχει στὴν κακία τοῦ ἄλλου, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ γίνονται ὅλοι κακοί, ἀφοῦ ἐξομοιώνονται ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο). Ἀντίθετα ἡ ἀνάμεσα στοὺς ἐνάρετους ἀνθρώπους φιλία γίνεται πηγὴ ἀγαθοῦ. Καθημερινὰ αὐξάνεται τὸ ἠθικό της περιεχόμενο, καὶ ἡ πρόοδος συντελεῖται τόσο γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς ἀπὸ κοινοῦ, ὅσο γιὰ τὴν ἀμοιβαία νουθεσία. Ὁ ἕνας δέχεται ἀπὸ τὸν ἄλλο τὶς εὐχάριστες σ' αὐτὸν ἰδιότητες, καὶ ἀπὸ 'δῶ προέρχεται καὶ τὸ ρητό:
«Ἀπὸ τοὺς ἀγαθοὺς τὸ ἀγαθὸ θὰ μάθεις».



Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1993. Ἀριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια. Ι–ΙΙ. Ἀθήνα: Νομικὴ Βιβλιοθήκη.




Πρωτότυπο Κείμενο

Πότερον δ’ ἐν εὐτυχίαις μᾶλλον φίλων δεῖ ἢ ἐν δυστυχίαις; ἐν ἀμφοῖν γὰρ ἐπιζητοῦνται· οἵ τε γὰρ ἀτυχοῦντες δέονται ἐπικουρίας, οἵ τ’ εὐτυχοῦντες συμβίων καὶ οὓς εὖ ποιήσουσιν· βούλονται γὰρ εὖ δρᾶν. ἀναγκαιότερον μὲν δὴ ἐν ταῖς ἀτυχίαις, διὸ τῶν χρησίμων ἐνταῦθα δεῖ, κάλλιον δ’ ἐν ταῖς εὐτυχίαις, διὸ καὶ τοὺς ἐπιεικεῖς ζητοῦσιν· τούτους γὰρ αἱρετώτερον εὐεργετεῖν καὶ μετὰ τούτων διάγειν. ἔστι γὰρ καὶ ἡ παρουσία αὐτὴ τῶν φίλων ἡδεῖα καὶ ἐν ταῖς εὐτυχίαις καὶ ἐν ταῖς δυστυχίαις. κουφίζονται γὰρ οἱ λυπούμενοι συναλγούντων τῶν φίλων. διὸ κἂν ἀπορήσειέν τις πότερον ὥσπερ βάρους μεταλαμβάνουσιν, ἢ τοῦτο μὲν οὔ, ἡ παρουσία δ’ αὐτῶν ἡδεῖα οὖσα καὶ ἡ ἔννοια τοῦ συναλγεῖν ἐλάττω τὴν λύπην ποιεῖ. εἰ μὲν οὖν διὰ ταῦτα ἢ δι’ ἄλλο τι κουφίζονται, ἀφείσθω· συμβαίνειν δ’ οὖν φαίνεται τὸ λεχθέν. ἔοικε δ’ ἡ παρουσία μικτή τις αὐτῶν εἶναι. αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ ὁρᾶν [1171b] τοὺς φίλους ἡδύ, ἄλλως τε καὶ ἀτυχοῦντι, καὶ γίνεταί τις ἐπικουρία πρὸς τὸ μὴ λυπεῖσθαι (παραμυθητικὸν γὰρ ὁ φίλος καὶ τῇ ὄψει καὶ τῷ λόγῳ, ἐὰν ᾖ ἐπιδέξιος· οἶδε γὰρ τὸ ἦθος καὶ ἐφ’ οἷς ἥδεται καὶ λυπεῖται)· τὸ δὲ λυπούμενον αἰσθάνεσθαι ἐπὶ ταῖς αὑτοῦ ἀτυχίαις λυπηρόν· πᾶς γὰρ φεύγει λύπης αἴτιος εἶναι τοῖς φίλοις. διόπερ οἱ μὲν ἀνδρώδεις τὴν φύσιν εὐλαβοῦνται συλλυπεῖν τοὺς φίλους αὑτοῖς, κἂν μὴ ὑπερτείνῃ τῇ ἀλυπίᾳ, τὴν ἐκείνοις γινομένην λύπην οὐχ ὑπομένει, ὅλως τε συνθρήνους οὐ προσίεται διὰ τὸ μηδ’ αὐτὸς εἶναι θρηνητικός· γύναια δὲ καὶ οἱ τοιοῦτοι ἄνδρες τοῖς συστένουσι χαίρουσι, καὶ φιλοῦσιν ὡς φίλους καὶ συναλγοῦντας. μιμεῖσθαι δ’ ἐν ἅπασι δεῖ δῆλον ὅτι τὸν βελτίω. ἡ δ’ ἐν ταῖς εὐτυχίαις τῶν φίλων παρουσία τήν τε διαγωγὴν ἡδεῖαν ἔχει καὶ τὴν ἔννοιαν ὅτι ἥδονται ἐπὶ τοῖς αὑτοῦ ἀγαθοῖς. διὸ δόξειεν ἂν δεῖν εἰς μὲν τὰς εὐτυχίας καλεῖν τοὺς φίλους προθύμως (εὐεργετικὸν γὰρ εἶναι καλόν), εἰς δὲ τὰς ἀτυχίας ὀκνοῦντα· μεταδιδόναι γὰρ ὡς ἥκιστα δεῖ τῶν κακῶν, ὅθεν τὸ «ἅλις ἐγὼ δυστυχῶν». μάλιστα δὲ παρακλητέον ὅταν μέλλωσιν ὀλίγα ὀχληθέντες μεγάλ’ αὐτὸν ὠφελήσειν. ἰέναι δ’ ἀνάπαλιν ἴσως ἁρμόζει πρὸς μὲν τοὺς ἀτυχοῦντας ἄκλητον καὶ προθύμως (φίλου γὰρ εὖ ποιεῖν, καὶ μάλιστα τοὺς ἐν χρείᾳ καὶ [τὸ] μὴ ἀξιώσαντας· ἀμφοῖν γὰρ κάλλιον καὶ ἥδιον), εἰς δὲ τὰς εὐτυχίας συνεργοῦντα μὲν προθύμως (καὶ γὰρ εἰς ταῦτα χρεία φίλων), πρὸς εὐπάθειαν δὲ σχολαίως· οὐ γὰρ καλὸν τὸ προθυμεῖσθαι ὠφελεῖσθαι. δόξαν δ’ ἀηδίας ἐν τῷ διωθεῖσθαι ἴσως εὐλαβητέον· ἐνίοτε γὰρ συμβαίνει. ἡ παρουσία δὴ τῶν φίλων ἐν ἅπασιν αἱρετὴ φαίνεται.

Ἆρ’ οὖν, ὥσπερ τοῖς ἐρῶσι τὸ ὁρᾶν ἀγαπητότατόν ἐστι καὶ μᾶλλον αἱροῦνται ταύτην τὴν αἴσθησιν ἢ τὰς λοιπὰς ὡς κατὰ ταύτην μάλιστα τοῦ ἔρωτος ὄντος καὶ γινομένου, οὕτω καὶ τοῖς φίλοις αἱρετώτατόν ἐστι τὸ συζῆν; κοινωνία γὰρ ἡ φιλία, καὶ ὡς πρὸς ἑαυτὸν ἔχει, οὕτω καὶ πρὸς τὸν φίλον· περὶ αὑτὸν δ’ ἡ αἴσθησις ὅτι ἔστιν αἱρετή, καὶ περὶ τὸν φίλον δή· ἡ δ’ ἐνέργεια γίνεται αὐτῆς ἐν τῷ συζῆν, [1172a] ὥστ’ εἰκότως τούτου ἐφίενται. καὶ ὅ ποτ’ ἐστὶν ἑκάστοις τὸ εἶναι ἢ οὗ χάριν αἱροῦνται τὸ ζῆν, ἐν τούτῳ μετὰ τῶν φίλων βούλονται διάγειν· διόπερ οἳ μὲν συμπίνουσιν, οἳ δὲ συγκυβεύουσιν, ἄλλοι δὲ συγγυμνάζονται καὶ συγκυνηγοῦσιν ἢ συμφιλοσοφοῦσιν, ἕκαστοι ἐν τούτῳ συνημερεύοντες ὅ τι περ μάλιστ’ ἀγαπῶσι τῶν ἐν τῷ βίῳ· συζῆν γὰρ βουλόμενοι μετὰ τῶν φίλων, ταῦτα ποιοῦσι καὶ τούτων κοινωνοῦσιν οἷς οἴονται συζῆν. γίνεται οὖν ἡ μὲν τῶν φαύλων φιλία μοχθηρά (κοινωνοῦσι γὰρ φαύλων ἀβέβαιοι ὄντες, καὶ μοχθηροὶ δὲ γίνονται ὁμοιούμενοι ἀλλήλοις), ἡ δὲ τῶν ἐπιεικῶν ἐπιεικής, συναυξανομένη ταῖς ὁμιλίαις· δοκοῦσι δὲ καὶ βελτίους γίνεσθαι ἐνεργοῦντες καὶ διορθοῦντες ἀλλήλους· ἀπομάττονται γὰρ παρ’ ἀλλήλων οἷς ἀρέσκονται, ὅθεν «ἐσθλῶν μὲν γὰρ ἄπ’ ἐσθλά». περὶ μὲν οὖν φιλίας ἐπὶ τοσοῦτον εἰρήσθω· ἑπόμενον δ’ ἂν εἴη διελθεῖν περὶ ἡδονῆς.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...