Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Οκτωβρίου 15, 2011

Tα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού«ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού» (Λουκ. Η 11)-του Σεβ.Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασσίου κ.κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ


Tα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού

«ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού» (Λουκ. Η 11)



Η ερμηνευτική διδασκαλία της παραβολής και η διασάφηση ότι ο λόγος του Θεού, είναι ένα από τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού, που αξιώθηκαν και αξιώνονται να γνωρίσουν οι μαθηταί της Βασιλείας. Αυτή είναι η μεγάλη αξία του κηρύγματος μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Είναι αποκάλυψη και ερμηνεία των μυστηρίων της Βασιλείας του Θεού, σ’ αυτούς που φλέγονται από αυτήν. Είναι μια πραγματική ιερουργία, μια μεταμορφωτική δύναμη. Αυτή την βασική διδασκαλία θα ερμηνεύσουμε, χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες ότι θα προσελκύσει την προσοχή των πολλών, αφού οι πολλοί, αγνοούντες την βαθύτερη υπόσταση της Εκκλησίας, ζητούν εκρηκτικά συνθήματα και ανθρώπινους σχολιασμούς. Όπως η ερμηνεία της παραβολής έγινε στους μαθητάς, έτσι και το κήρυγμα απευθύνεται σε λίγους, στα πραγματικά μέλη του Σώματος του Χριστού.



Ιερουργία του Λόγου και του λόγου



Σε κάθε ευχαριστιακή και λειτουργική σύναξη γίνεται ανάγνωση των ευαγγελικών και αποστολικών περικοπών, που επελέγησαν από την Εκκλησία και έπειτα ακολουθεί η ερμηνεία τους. Μαζί με την ιερουργία του Λόγου έχουμε και την ιερουργία του λόγου. Δεν πρόκειται περί διαφορετικών πραγμάτων, αλλά περί του ιδίου πράγματος. Ο Χριστός είναι ο Λόγος του Πατρός, που με την ενανθρώπισή του μας την αποκάλυψε το θέλημά Του. Μέσα στον Λόγο υπάρχει Ζωή. «εν αυτώ ζωή ην και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» (Ιωαν. Α’ 4). Η ενυπόστατη Σοφία του Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που εσαρκώθη για μας «και τον λόγον του ευαγγελικού κηρύγματος εν εαυτώ φέρει πάντως» (αγ. Γρηγόριος Παλαμάς).

            Έτσι ο λόγος του Λόγου έχει ζωή, δύναμη μεταμορφωτική. Ακροώμενος και αναλυόμενος στην θεία Λειτουργία από τους αγίους, που ενώθηκαν με τον Λόγο Χριστό, συντελεί στην πνευματική καρποφορία των Χριστιανών, αν και αυτοί διαθέτουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Το κήρυγμα είναι αναπόσπαστο τμήμα της θείας Λειτουργίας και της Λατρείας και μέσα στην ατμόσφαιρά τους πρέπει να γίνεται. Το λέμε αυτό γιατί δυστυχώς πολλοί Χριστιανοί, νιώθουμε το κήρυγμα σαν ένα ξένο στοιχείο στη θεία Λειτουργία. Και όταν έρχεται η ώρα του κηρύγματος δυσανασχετούν κατά ποικίλους τρόπους. Βέβαια έχει μεγάλη σημασία το τι λέγεται και από ποιον λέγεται. Αυτό θα το δούμε πιο κάτω.

            Αλλά πρέπει εδώ να τονίσουμε την αλήθεια ότι συνήθως δεν θέλουν να ακούνε κήρυγμα όσοι έχουν μάθει να ζουν συναισθηματικά μέσα στην Λατρεία, όσοι δεν νιώθουν την Ενορία σαν οικογένεια και την Εκκλησία σαν Σώμα Χριστού, όσοι εκ παραδόσεως (μάλλον εκ... συντηρήσεως) εκκλησιάζονται, όσοι ζουν διεσπασμένη Χριστιανική ζωή, όσοι δηλαδή αισθάνονται την θεία Λειτουργία σαν μια αλλαγή παραστάσεων και σαν μια Κυριακάτικη αναψυχή και ξεχνούν ότι στην θεία Λειτουργία προσφέρουμε όλη μας την ζωή και έπειτα όλη μας η ζωή λειτουργείται κανονικά και φυσικά. Πάντως κατά τον άγιο Ισαάκ «ο λόγος περί αρετής χρήζει καρδίας σχολαζούσης από της γης και της ομιλίας αυτής».



Η αξία του λόγου – κηρύγματος



Την αξία του κηρύγματος την έχουν αντιληφθεί οι Χριστιανοί εκείνοι που έζησαν την μυστική ζωή της Εκκλησίας, εκείνοι που δεν την θεωρούν σαν ένα κατεστημένο θεσμό, αλλά σαν Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως. Ο Απόστολος Παύλος αναλύει την επενέργεια του λόγου του Θεού. Ο λόγος του Θεού, ως ενέργεια του Λόγου, έχει δύναμη, γι’ αυτό «ζων ο λόγος του Θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών» (Εβρ. Δ’ 12). Ο Απόστολος εδώ ομιλεί από την προσωπική του πείρα, από την επενέργεια που είχε μέσα του ο λόγος του Θεού.

            Πράγματι στον καλοπροαίρετο άνθρωπο ο λόγος του Θεού ενεργεί βαθειά, εισέρχεται μέσα στο όλο του το είναι και τον μεταμορφώνει. Τον τρέφει και τον ζωογονεί. Ο λόγος του Θεού, που προέρχεται από τον ίδιο τον Θεό ή από ανθρώπους που είναι ενωμένοι με τον Θεό, είναι ζωοποιός. Φέρει τον άνθρωπο σε βαθειά μετάνοια και φωτοποιεί την ύπαρξή του. Σε μια ομιλία του ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παρακαλεί τους ακροατάς του να συντείνουν και να ανατείνουν το όμμα της διανοίας προς το φως του ευαγγελικού κηρύγματος για να μεταμορφωθούν και αφού δεχθούν την θεία αίγλη να γίνουν σύμμορφοι «τω ομοιώματι της δόξης του Κυρίου». Κατά τον ίδιο άγιο Πατέρα, όπως κατά την Μεταμόρφωση του Κυρίου, το πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο και τα ιμάτιά Του έγιναν λευκά σαν το φως (Ματθ. ιζ’ 2) έτσι και το γράμμα του λόγου, που είναι το ιμάτιο του Χριστού, κάτω από το οποίο υπάρχει η θεότητα του Χριστού «λευκόν μεν ον και σαφές, άμα δε και στίλβον και λαμπρόν και οιον μαργαρώδες . μάλλον δε θεοπρεπές και ένθεον τοις εν πνεύματι τα του Πνεύματος ορώσι». Η γνώση του λόγου του Θεού είναι ένα είδος θεωρίας, γι’ αυτούς που ζουν μέσα στο Φως.



Κήρυγμα γεγονότων



Αυτά μας φανερώνουν πως για να είναι το κήρυγμα πραγματικός λόγος του Θεού πρέπει να προέρχεται από μεταμορφωμένους ανθρώπους. Ο ανθρώπινος λόγος γίνεται θείος λόγος όταν ο κήρυξ έχει Λογοποιηθεί, Χριστοποιηθεί και δι’ αυτού ομιλεί ο Θεός. Διαφορετικά μπορεί να είναι «γλωσσαλγία των χειροτονητών θεολόγων» (αγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Οι Απόστολοι έγιναν έμψυχα στόματα του Λόγου. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει ότι εκείνος που θέλει να αναπτύσσει τα του Πνεύματος χωρίς το Άγιο Πνεύμα, αυτός εκλέγει να βλέπει χωρίς το φως και έχει οδηγό της οράσεως το σκοτάδι, γι’ αυτό προσευχόμενος λέγει: «την εμήν άλογον διάνοιαν Λόγωσον».

            Ουσιαστικά το κήρυγμα είναι θεολογία γεγονότων. Αυτό σημαίνει πως δεν είναι μια ιδεολογική ανάπτυξη μερικών αληθειών (αφού ο Χριστιανισμός δεν είναι ιδεολογία), ούτε είναι παράθεση ανθρώπινων στοχασμών, ούτε μια συνθηματολογία για ηθική βελτίωση, αλλά αποκάλυψη της προσωπικής υπαρξιακής εμπειρίας, που έλαβε και λαμβάνει ο κήρυκας ζώντας μέσα στην Εκκλησία και αλλοιούμενος διαρκώς από την ζωοποιό και φωτοποιό θεία Χάρη. Όταν δεν υπάρχει αυτή η εμπειρία, τότε αρκούμαστε στο να παραθέτουμε την εμπειρία και την ερμηνεία των αγίων, διότι ο λόγος του Θεού αναλύεται γνήσια από τους αγίους Πατέρας, ενώ οι αναλύσεις των αιρετικών και στοχαστών είναι θανατηφόρες, επειδή αναμειγνύουν τον λόγο του Θεού με το δικό τους δηλητήριο και έτσι δηλητηριάζουν τους ανθρώπους. Δεν κάνουν εξήγηση της Γραφής, αλλά εισήγηση στην Γραφή.

            Και ο τρόπος προσφοράς του θείου κηρύγματος δεν μοιάζει με τον τρόπο προσφοράς του ανθρωπίνου λόγου. Κατά τους Πατέρας στο κήρυγμα δεν έχει θέση ο διαλεκτικός, αλλά ο αποδεικτικός συλλογισμός. Δεν ξεκινάμε από τις απόψεις του ακροατού, ούτε επιθυμούμε με επιχειρήματα να τον πείσουμε λογικά, αλλά αποκαλύπτουμε φυσικά την αλήθεια, «τας αποκαλυφθείσας αυτοπίστους αρχάς» χωρίς φωνές και έριδες και «πας ο ων εκ της αληθείας ακούει της φωνής» του Χριστού (Ιωαν. Ιη, 37).



Περιεχόμενο του κηρύγματος



Είναι ανάγκη να γνωρίζουμε και το περιεχόμενο του λόγου του Θεού που εξαγγέλλει ο εργάτης της Εκκλησίας. Συνδέεται και ταυτίζεται με το έργο της Εκκλησίας. Δεν επιδιώκει απλώς να ανατέμνει τα προβλήματα της εποχής, να κατεβαίνει στο «πεζοδρόμιο» ή να ανεβάζει την αγορά στον άμβωνα, αλλά να μιλά για την αγάπη του Θεού, την τραγωδία της πτώσεως του ανθρώπου, το μυστήριο της θείας Οικονομίας, την δύναμη της Εκκλησίας, την σημασία των μυστηρίων στην ζωή μας. Να ανάβει στις καρδιές την δίψα του Θεού και την αναζήτηση της θείας ζωής.

            Ο λόγος του Θεού είναι ο σπόρος που μεταμορφώνει, «αρτοποιεί» την ύπαρξή μας. Δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε «ο λόγος του Θεού ενοικήτω εν υμίν πλουσίως» (Κολ. Γ’ 16).



                                                                                    «Οσμή Γνώσεως»

Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ- ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ

Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Σέ ἐποχή πού οἱ γεωργοί ἑτοιμάζονται γιά τή σπορά, ἀγαπητοί μου Χρι­στια­­νοί, ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὁμιλεῖ γιά τή σπορά τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἐργάτες τοῦ θείου λόγου ἀρχί­ζουν σήμερα μέ ἐνθουσιασμό τήν πνευματική σπορά.
Σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πού ἁπλόχερα στίς μέρες μας σπεί­­ρεται στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἔδαφος στό ὁποῖο σπείρεται ὀ θεῖος λόγος εἶναι οἱ ψυ­χές τῶν χριστιανῶν. Αὐτές εἶναι τό χω­ρά­φι τοῦ Θεοῦ «Θεοῦ γεώργιον» ὅπως τίς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦ­λος. Σέ ὅλους σπείρεται ὀ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά σέ λί­γους καρπο­φο­­ρεῖ γιατί ἐν τῷ μεταξύ παρει­σέρ­χονται ἐμπόδια τά ὁποῖα καθι­στοῦν ἄγονες καί στεῖρες τίς ψυχές. Ἄς δοῦμε ὅμως τήν παραβολή. Ὁ Κύριος πα­ρο­­μοία­­σε τίς τέσσερεις κατηγο­ρίες τῆς γῆς μέ τέσσερεις κατη­γορίες ἀκροα­­τῶν.
Στήν πρώτη κατηγορία τῆς πατημένης γῆς ἀνήκουν ἐκεῖνοι, πού δέν δίνουν κα­μιά σημασία καί καμιά προσοχή στό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ­μοιά­­ζουν μέ τό χῶμα τοῦ δρόμου πού ἔχει σκληρυνθεῖ ἀπό τό κα­θη­μερι­νό πάτημα τῶν περαστικῶν καί εἶναι ἀκατάλληλο νά δε­χθεῖ τό σπό­ρο. Ἡ ἐπιφάνειά του εἶναι σκληρή σάν πέ­τρα καί κάθε σπό­ρος εὔκολα διακρίνεται ἀπό τά πεινασμένα πουλιά πού μόλις τόν ἀντιλη­φθοῦν ὁρμοῦν νά τόν καταβρο­χθή­σουν.
Ἔτσι εἶναι καί οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων τῆς κατηγορίας αὐ­τῆς. Ἠθι­κά ἀναί­σθητοι ἀκοῦνε τό λόγο σάν διήγημα ἀνούσιο καί ξέ­νο. Δέν δεί­χνουν καμιά διά­θεση νά τόν κρατήσουν στήν καρδιά τους. Δύ­σπιστοι καί σκλη­ρόκαρδοι δέν δί­νουν καμιά σημασία στά κη­ρύγ­ματα.
Στή δεύτερη κατηγορία ἀνήκουν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι «μετά χαρᾶς δέ­χο­νται τόν λόγον» ἀλλά πιστεύουν προσωρινά καί ἐπιπόλαια καί στόν πρῶ­το πειρασμό «ἀφίστανται». Συγκινοῦ­νται στό ἄκουσμα τῶν θείων λόγων, ἀλλά δυστυχῶς μόνο γιά λίγες στιγμές. Εἶναι οἱ χρι­στια­νοί πού ἔχουν ἐπι­φά­νεια, ἀλλά δέν ἔχουν βάθος. Στήν ἀρχή πι­στεύουν, ἀλλά κατόπιν ὁ βλα­στός τῆς πίστεως ξηραίνεται γιατί δέν ἔχει ρίζα. Ὅταν τούς βροῦν θλί­ψεις καί πόνοι μεταβάλλουν διάθεση ἀπέ­­να­ντι στό Θεό καί ἀπό πιστοί καί εὐ­σεβεῖς γίνονται βλάσφημοι καί ἄπιστοι.
Στήν τρίτη κατηγορία τῆς ἀκανθώδους γῆς τά πράγματα εἶναι δια­­φο­ρετικά. Ἐδῶ ὑπάρχει ὅλη ἡ καλή διάθεση, ὁ ἀγώνας, ὁ κό­πος, ἡ πνευ­­μα­τική βία. Οἱ ἄνθρωποι τῆς κατηγορίας αὐτῆς δέν εἶναι οὔτε σκλη­ροί καί ἀδιά­φοροι ὅπως τῆς πρώτης, οὔτε ἐπιπόλαιοι καί πρό­σκαι­­ροι ὅπως τῆς δεύ­τερης. Ἐδῶ ὁ σπόρος βλαστάνει καί λίγο πρίν τήν καρποφορία μαραί­νε­­ται καί πέφτει. Συμπνίγεται ἀπό τά ἀγκά­θια πού ἄγρια καθώς εἶναι ἀπο­μυζοῦν ἀπό τό χῶμα ὅλα τά συστα­τι­κά καί πνίγουν μέ τά κλαδιά τους τά εὐγενῆ βλαστάρια. Οἱ μέριμνες τῆς ζωῆς, ὁ πλοῦτος καί οἰ ἡδονές τοῦ βίου εἶναι τά ἀγκάθια πού συμ­πνί­­γουν τό λόγο τοῦ Χριστοῦ.
Ἀγαθή γῆ εἶναι οἱ χριστιανοί τῆς τέταρτης κατηγορίας, πού δια­θέ­τουν εὔφορη ψυχή. Στήν καρδιά τους δέν βρίσκει τόπο ὁ διά­βο­λος γιατί βα­σι­λεύει ὁ Θεός. Φυσικά οὔτε σ΄ αὐτούς θά ὑπῆρχε πλού­σια καρποφορία ἄν προη­γουμένως δέν εἶχαν φροντίσει νά καλ­λιερ­γήσουν τήν ψυχή τους μέ τήν ἄσκηση καί τήν ἀπονέκρωση τῶν πα­θῶν. Μέ ὑπομονή καί καρτερία νύκτα καί ἡμέρα κοπιάζουν στήν καλ­λιέργεια τῆς ψυχῆς τους ὅπως ὁ κα­λός γεωργός. Φροντίζουν νά τήν διαφυλάττουν ἀμέριμνη καί ἐλεύθερη ἀπό κάθε κοσμική τύρβη προ­ση­λωμένη στό θεῖο ἔλεος. Προσφέρουν τίς εὐ­­νοϊ­­κές προϋποθέ­σεις γιά τήν μετουσίωση τοῦ λόγου σέ πράξη ζωῆς καί συ­­νεργοῦν μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας τους στήν ταχεία βλάστηση καί ἀνθο­φορία τοῦ σπόρου τῆς ἀρετῆς.
Ἄν μέχρι τώρα εἴχαμε τήν ἀτυχία ν΄ ἀνήκουμε σέ μιά ἀπό τίς τρεῖς πρῶ­τες κατηγορίες δέν θά πρέπει νά ἀποθαρρυνθοῦμε, ἀλλά μέ ὑπο­μονή νά ἀρχίσουμε τό κοπιαστικό ἔργο τῆς πνευματικῆς καλ­λιέρ­­­γεια τῆς ψυχῆς μας. Ὅπως ὁ γεωργός πού θέλει νά μεταβάλλει ἕνα χέρσο χωράφι σέ γόνιμο ὑποβάλλεται σέ κοπιαστικές ἐργασίες, ἔτσι κι ἐμεῖς μποροῦμε νά μεταβάλλουμε τή χερσωμένη ψυχή μας σέ καρ­­πο­φόρα ἄν μέ διάθεση φροντίσουμε τήν πνευματική της καλ­λιέρ­γεια. Ἄς ἑτοιμάσουμε τίς ψυχές μας γιά νά δεχθοῦν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἄς τίς σκάψουμε μέ τήν αὐτοκριτι­κή κι ἄς τίς ποτίσουμε μέ τά δά­­κρυα τῆς μετανοίας. Τότε ἡ καρποφορία τῶν θείων χαρισμάτων θά εἶναι πλούσια.
 Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί.
Εἶναι πολύ σκληρό νά λές σ΄ ἕναν πού ὑποφέρει νά περιμένει. Αὐτή ὅμως εἶναι ἡ ἀλήθεια. Νά περιμένουμε ὑπομονετικά τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ. Καί ἄν ἀργεῖ, νά μή χάνουμε τήν ἐλπίδα, ἀλλά νά ἑτοιμαζόμαστε γιά τή μεγάλη στιγμή τῆς θείας ἐπισκέψεως. Ὁ Θεός θά κάνει τό θαῦμα Του.

Οι εύφορες καρδιές (Κυριακή Δ΄ Λουκά).

«Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού»
Μόνο όταν ο άνθρωπος δεχθεί την κοινωνία με το Χριστό που είναι «η ανάστασις και η ζωή» μπορεί να εισέλθει στην τροχιά της άφθαρτης και της αιώνιας ζωής. Αυτό ήταν το μήνυμα που μας έδωσε το Ευαγγέλιο την περασμένη Κυριακή. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη αυτής της κοινωνίας είναι βέβαια η ζωντανή και ουσιαστική σχέση που πρέπει να έχει ο άνθρωπος με το Χριστό. Αυτή τη σχέση, λοιπόν, μας παρουσιάζει σήμερα η Εκκλησία με τη διήγηση της παραβολής του καλού Σπορέως. Αυτή είναι η πρώτη σε μια σειρά παραβολών που έχουν σαν κεντρικό θέμα τη Βασιλεία του Θεού.
Το κέντρο της παραβολής
Όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε, η διήγηση της παραβολής του καλού Σπορέως είναι πολύ απλή, με πολύ όμως βαθιά νοήματα και μηνύματα που εγκεντρίζουν τον άνθρωπο στη ζωή της χάριτος του Θεού. Αποκαλύπτονται συγκεκριμένα σπουδαίες αλήθειες που ανταποκρίνονται στις υπαρξιακές αναζητήσεις του κάθε ανθρώπου, με φόντο την αλήθεια που οδηγεί στο Χριστό.
Πραγματικά, η παραβολή του Σπορέως συνδέεται με το Πρόσωπο του Χριστού, το οποίο ως «εικόνες του Θεού» ενδείκνυται να διατηρούμε στο κέντρο της ζωής μας.
Τα βασικά σημεία της επικεντρώνονται τους εξής άξονες:
α) Ο Θεός είναι ο γεωργός και εμείς το χωράφι Του
β) Ο Χριστός είναι ο καλός Σπορέας
γ) Ο σπόρος είναι ο Λόγος του Θεού
δ) Η γη, το χωράφι που πέφτει ο σπόρος, είναι η καρδιά μας
ε) Η ανάπτυξη και η καρποφορία του Λόγου εξαρτάται από το κατά πόσον η καρδιά μας λειτουργεί με αγαθές διαθέσεις και πάλλει στην προοπτική της αναζήτησης της αλήθειας που είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Ωστόσο, διάφορα εμπόδια, αρκετά ζιζάνια που ξεφυτρώνουν στη ζωή, δεν επιτρέπουν στην καρδιά να είναι μαλακή και ανοικτή απέναντι στα ζωηφόρα μηνύματα που εκπέμπει η αγάπη του Κυρίου. Έτσι, πολλές φορές μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι είναι σκληρή και η αμαρτία καθίσταται πρόξενος για να γίνεται ακατάστατη. Κυρίως ο εγωισμός είναι εκείνος που κλείνει τους ορίζοντες της λειτουργίας της, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται τα διάφορα στάδια του πνευματικού «εμφράγματος» τα οποία σκιαγραφούνται με πολύ παραστατικό τρόπο μέσα από το κείμενο της συγκεκριμένης παραβολής.
Τα στάδια του «εμφράγματος»
Το πατημένο σκληρό χώμα, που δέχθηκε το λόγο του Θεού, είναι οι σκληρές και ανάλγητες καρδιές. Εδώ ο εγωισμός εισχωρεί στα βάθη της καρδιάς του ανθρώπου και τον απανθρωπίζει. Συνήθως ο σκληρόκαρδος άνθρωπος εμφανίζεται να είναι αδιάφορος μπροστά στην αλήθεια της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και ο λόγος του Θεού αδυνατεί να ριζοβολήσει γιατί ο ίδιος ο άνθρωπος δεν επιτρέπει σε αυτόν ν’ αγγίξει ευαίσθητες χορδές της καρδιάς του.
Εκτός από τις σκληρές όμως έχουμε και πέτρινες καρδιές. Οι πέτρες που βρίσκονται κάτω από το χώμα, την καρδιά, είναι ουσιαστικά τα διάφορα πάθη που ο εγωισμός αφήνει να κυριεύουν τον άνθρωπο. Όταν η καρδιά του ανθρώπου, ιδιαίτερα κατά την παιδική ηλικία, είναι ακόμη μαλακή και ευαίσθητη, τότε ο λόγος του Θεού βρίσκει καλή υποδοχή. Όσο όμως μεγαλώνει ο άνθρωπος και παραμελεί την πνευματική φροντίδα της ψυχής του, τόσο σκληραίνει η καρδιά του. Η απομάκρυνση του ανθρώπου από την Εκκλησία και η αποκοπή του από τη μυστηριακή ζωή της, δείχνουν πως ο λόγος του Θεού έχει αρχίσει να περιέρχεται σε κατάσταση ξηρασίας και να μαραίνεται, επειδή η καρδιά έχει γεμίσει όλο πέτρες. Εμφωλεύουν δηλαδή σε αυτήν αμαρτίες και αδυναμίες, πάθη, μίση και κακίες.
Υπάρχουν όμως και οι αγκαθωτές καρδιές. Ο εγωισμός παρακινεί δυστυχώς τον άνθρωπο να αποδύεται σε μια αφύσικη προσπάθεια να κατακτήσει αν είναι δυνατό όλο τον κόσμο. Να εξασφαλίσει χρήματα, μεγαλύτερη επιρροή, ισχυρή εξουσία, υπολογίσιμη δύναμη, υψηλά αξιώματα. Νομίζει πως με αυτό τον τρόπο θα στηρίξει και θα διασώσει την ύπαρξή του. Όλα όμως αυτά δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι φθοροποιές μέριμνες, τα ζιζάνια και τα αγκάθια που κυριολεκτικά πνίγουν τον άνθρωπο και τον οδηγούν σε πνευματική ασφυξία. Η αστοχία εστιάζεται στο ότι ο άνθρωπος στηρίζεται στα υλικά αγαθά αντί στη δύναμη του Θεού. Έτσι, ιδιαίτερα στην εποχή μας σήμερα, βλέπουμε με πόσους τρόπους τα αγκάθια καταπνίγουν την καρδιά του ανθρώπου και τον καθιστούν ένα ερείπιο που διακατέχεται από φόβο, αγωνία, άγχος, διαταραχές κ.ά. Τελικά ο άνθρωπος χάνει από μπροστά του τη ζωή, γιατί διώχνει το Χριστό από την καρδιά του.
Η πνευματική ευφορία
Ωστόσο, υπάρχει και το καλό και άφθονο χώμα που συμβολίζει την καρδιά του ανθρώπου, όταν αυτή είναι απαλλαγμένη από τον εγωισμό και πάλλει μεταμορφωτικά στην αληθινή και ανιδιοτελή αγάπη του Χριστού. Εδώ ο άνθρωπος αγωνίζεται και υποτάσσει το θέλημά του στο θέλημα του Θεού. Όταν ο Χριστός κατοικήσει στην καρδιά μας, τότε αυτή αποκτά πραότητα, καλοσύνη, ταπεινοφροσύνη και αγάπη.
Αγαπητοί αδελφοί, η πνευματική καρποφορία που θα πρέπει να είναι ο πρώτος στόχος στη ζωή μας, χρειάζεται μεγάλο αγώνα και ιώβεια υπομονή. Για το σκοπό αυτό, ας φροντίζουμε επιμελώς να εξασφαλίζουμε την ευφορία στην καρδιά μας προκειμένου να είναι διακαώς εμποτισμένη στη Χάρη και την αγάπη του Χριστού. Ας αφήνουμε έδαφος ώστε ο σπόρος του θείου λόγου να πέφτει σε «γην αγαθήν» και να «ποιεί καρπόν εκατονταπλασίονα».
Εκκλησία Κύπρου - Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος

Σεβ.Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Άνθιμου -ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ
(Λουκά η' 5-15)
Ο λόγος του Θεού στην ανθρωπότητα είναι σαν το σπόρο που σπέρνεται στο χώμα. Κρύβει μέσα του την δυναμική της δημιουργίας που διαρκώς καινουργιώνει το πρόσωπο της γης. Έτσι παρομοίασε ο Χριστός σήμερα την αξία του λόγου του. Γενικά, όμως, κάθε λόγος περί του Θεού, ακόμα και αν δεν διδαχθεί υπάρχει έμφυτος σε κάθε άνθρωπο που οπωσδήποτε κάποτε διερωτάται από πού προήλθε, γιατί υπάρχει, και, πού θα πάει μετά το θάνατό του. Αυτοί οι υπαρξιακοί συλλογισμοί, οδηγούν στο αναπόφευκτο ερώτημα «εάν υπάρχει ο Θεός και ποιά είναι η σχέση μας με αυτόν». Σ’ αυτή του την αναζήτηση ο άνθρωπος, στην αρχή προσκύνησε άψυχα είδωλα, μυθικά τέρατα και φυσικά φαινόμενα. Αργότερα θεοποίησε ήρωες και προσπαθούσε να τους εξευμενίσει. Η σχέση του ανθρώπου με τους θεούς ήταν σχέση εξάρτησης και υποταγής. Η ζωή του ανθρώπου ήταν παιχνίδι στα χέρια των θεών, η μοίρα του ανθρώπου παίζονταν στα ζάρια των ημιθέων. Ακόμα και τα παιδιά τους θυσίαζαν, προκειμένου να έχουν την εύνοια των αθανάτων. Αμυδρά μόνο ξεχώριζε, κάποτε, η αρετή, ελάχιστες φορές δικαιώνονταν η δικαιοσύνη και όσο πλησίαζε ο κόσμος στα ιστορικά χρόνια, άρχισε να καταγράφει κάποιους πίνακες αξιών. Αποτελούσε μύχια ελπίδα των ανθρώπων η προσμονή να γίνουν οι θεοί υποστηρικτές τους και δικαιοκρίτες. Κάθε λόγος μεταξύ θεών και ανθρώπων εδράζονταν κυρίως στο άλογο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις στο παράλογο. Ακόμα και η ελληνική διανόηση, πολύ αργά έφτασε στο να απορρίψει την μοιρολατρία του δωδεκαθεϊσμού και γι’ αυτό, πολλοί σοφοί της κλασσικής αρχαιότητος κατηγορήθηκαν και κάποιοι καταδικάστηκαν για αθεΐα. Ενας δύσκολος τοκετός που επί χιλιετίες περίμενε καρτερικά τη γέννηση μιας «άλλης σχέσης» με το Θεό.

Υ

πήρξαν και αρκετοί που τη σχέση τους με το Θεό, την αντικατέστησαν με την «έννοια της τύχης». Έτσι δεν κουράστηκαν να βρούν το λόγο της υπάρξεώς τους, δεν χρειάστηκε να οικοδομήσουν κάποιο λόγο με το Θεό, δηλαδή, απαρνήθηκαν κάθε λογική διεργασία μαζί του και απέδωσαν τα πάντα σε μιά άλλη θεότητα την «μοίρα», την «ειμαρμένη». Ήταν εκείνοι που αποποιήθηκαν κάθε ευθύνη για την πορεία της ζωής τους, «δεν φταίμε εμείς σε τίποτε» διαλαλούσαν, «είμαστε τυχαία περιστατικά, δημιουργήματα συμπτώσεων, τίποτε δεν εξαρτάται από μας».

Μην σας φαίνεται περίεργο, αλλά τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν και σήμερα. Άνθρωποι που δεν ψάχνουν για ποιό λόγο γεννήθηκαν, δεν συζητούν με το Θεό και νομίζουν ότι δεν θα τους ζητηθεί λόγος για το πώς διαχειρίστηκαν τη ζωή που τους δόθηκε. Είναι οι τεμπέληδες που δεν κουράζονται με γρίφους. Είναι οι ανεύθυνοι που γυρεύουν άλλοθι για την ξέφρενη πορεία της ζωής τους.

Όμως, ο αρχαίος μας πρόγονος, ο σοφός Αριστοτέλης, καταδίκασε για πάντα την έννοια της τύχης και της μοίρας. Είπε, «όπου υπάρχει νούς και λόγος, εκεί υπάρχει ελάχιστη τύχη. Όπου υπάρχει πολύ τύχη, εκεί υπάρχει ελάχιστος λόγος και νούς». Οπότε ο άνθρωπος καλείται πλέον να καλλιεργήσει το μυαλό του και το λογικό του, που και τα δύο εκφράζονται με το λόγο του. Στην εποχή μας η ψευδαίσθηση της «τύχης» αντικαταστάθηκε με τον όρο «η επιστήμη». Με αυτήν προσπαθούν πολλοί να ερμηνεύσουν τον λόγο της υπάρξεώς τους και να μαντέψουν το μέλλον τους. Κρατώντας το κερί της επιστήμης νομίζουν ότι θα διαλύσουν το σκοτάδι της αγνωσίας που υπάρχει βαθύ γύρω μας. Στο τέλος καταδικάζουν και την επιστήμη σε ασφιξία και την πνίγουν σ’ενα πεδίο χωρίς ορίζοντα.

Η

διδασκαλία του Ευαγγελίου αποκαλύπτει στον κόσμο τα «περί του Θεού». Ο ίδιος ο Χριστός φανερώνεται ως Λόγος του Θεού που είναι πρόσωπο και υπήρχε «εξ αρχής». Δημιούργησε τον κόσμο σε συνεργασία με το Θεό, οπότε είναι λόγος Δημιουργικός. Μας παρουσίασε την πραγματική σχέση που έχουμε με το Θεό, σχέση παιδιών προς πατέρα. Ο Θεός δεν χρειάζεται τίποτε από τους ανθρώπους. Εκείνος είναι η πηγή των αγαθών δωρεών. Δεν τιμωρεί τους ανθρώπους αλλά τους παιδαγωγεί. Δεν μας εγκαταλείπει αλλά μας περιμένει πάντοτε. Δεν μας προσκαλεί αλλά έρχεται ο ίδιος να μας συναντήσει. Ψάχνει να μας βρει και να μας επαναφέρει στην ασφάλεια και στην ξεγνοιασιά. Νίκησε και το θάνατό μας (που μόνοι μας φέραμε στον κόσμο) και μας χάρισε ανάσταση και ζωή. Για όλα αυτά βεβαιώθηκε ο κόσμος καθώς κατέγραψε τη ζωή, τη διδασκαλία, το πάθος και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Κατέγραψε τις εμπειρικές, ζωντανές μαρτυρίες για εκείνον. Έτσι έγινε πραγματικότητα ότι ο λόγος του είναι «ζωντανός και δραστικός». Εξάλλου οι ίδιοι οι εχθροί του ομολόγησαν ότι «ποτέ άλλοτε δεν μίλησε άνθρωπος, όπως εκείνος». Και σημείωσαν ότι μιλούσε «έχοντας εξουσία και όχι όπως οι Γραμματείς». Μετά το Χριστό η Εκκλησία διατήρησε προφορικά και γραπτά τον απόηχο των λόγων του. Βίωσε ότι ο λόγος του ήταν αληθινός. Οι χριστιανοί τον αξιοποίησαν σαν λυχνάρι, για να αποφεύγουν τις κακοτοπιές στο σκοτάδι. Γι αυτό, ενώ κάθε ανθρώπινος λόγος μας βοηθά να σκεπτόμαστε, ο λόγος του Θεού μας βοηθά να ζούμε. Είναι λόγος που εξηγεί τα παρελθόντα, δίνει νόημα στα παρόντα και προετοιμάζει για τα μελλούμενα. Είναι λόγος που μας πιάνει από το χέρι μόλις γεννηθούμε και μας οδηγεί μέχρι να μας περάσει στα μετά το θάνατο. Πέρασαν δυό χιλιάδες χρόνια από τότε που ακούστηκε ο λόγος του Χριστού στη γη και μας αποκάλυψε το Θεό Πατέρα. Από τότε μέ-χρι σήμερα όλα άλλαξαν στον πλανήτη μας. Το μόνο που παραμένει ίδιο είναι το Ευαγγέλιο. Όσοι το πιστεύουμε, ζούμε μ’αυτό. Όσοι δεν το πιστεύουν, δεν κατάφεραν να το εξαλείψουν από τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων. Όσοι το πολεμούν, δεν μπόρεσαν και να το εγκαταλείψουν σε σκονισμένες βιβλιοθήκες. Έρχεται και ξανάρχεται ως αφορμή, «άλλοι να πέφτουν κι άλλοι να σηκώνονται». Αποτελεί το αλάτι που νοστιμεύει τη ζωή όσων θέλουν. Κάθε καινούργια επιστήμη και κάθε νέα ανακάλυψη της τεχνολογίας, είτε θα συμφωνεί με το Ευαγγέλιο, είτε θα έρχεται σε αντίθεση με αυτό. Ο Χριστός είχε διαβεβαιώσει πως ο ουρανός και η γη θα περάσουν, όμως τα λόγια του θα μείνουν για πάντα.

Το δίλημμα πλέον υπάρχει σε μας, σήμερα. Πόσο θεωρούμε το Χριστό, Λόγο του Θεού; Πόσο αξιοποιούμε το λόγο του Θεού στη ζωή μας; Δεν είναι εύκολος λόγος, γι’αυτό μπορώ να πω: πόσο παλεύουμε με το λόγο του Θεού; Μόνο παλεύοντας με το Ευαγγέλιο μπορούμε να νιώσουμε ελεύθεροι από κάθε δουλεία, είτε εσωτερικής προελεύσεως είτε εξωτερικής. Μόνο τότε μπορούμε να καταλάβουμε την ευθύνη μας έναντι του κόσμου και απέναντι των συνανθρώπων μας. Μόνο τότε γινόμαστε κύριοι της Δημιουργίας και μπορούμε να διαφεντεύουμε το παρόν και το μέλλον μας.

Αγαπητοί μου,

Από σήμερα, ας αφήσουμε το λόγο του Θεού, σαν σπόρο να μπεί στην καρδιά μας. Ας τον καλλιεργήσουμε κι ας τον αφήσουμε να μεγαλώσει για να μας προσφέρει τους καρπούς του. Ας αποφασίσουμε από σήμερα να ανοίγουμε και να διαβάζουμε, κάθε ημέρα, επί 1 ώρα το Ευαγγέλιο, που είναι γραμμένο στα ελληνικά. Η γεύση της σχέσεώς μας με το Θεό, περνάει μέσα από τις σελίδες του. Ειναι κρίμα να ζούμε χωρίς Χριστό, είναι κρίμα να αγνοούμε τη σχέση μας με τον κόσμο, είναι κρίμα να φεύγουμε από αυτό τον κόσμο, χωρίς να ξέρουμε που πηγαίνουμε. Ας αφήσουμε το σπόρο να καρποφορήσει.


Ο Μητροπολίτης σας

✥ Ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος

Σεβ. Μητροπολίτου Λέρου Κώ και Αστυπάλαιας κ.κ. Παισίου-«Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού»


ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ (TOY ΣΠΟΡΕΩΣ)





Αγαπητοί μου αδελφοί,


Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Μέγας Διδάσκαλος μας μιλά δια τον σπόρο, τον σπόρο εκείνο πού πέφτει στην γη με την φροντίδα και την επιμέλεια του γεωργού, και άλλοτε ο σπόρος φυτρώνει, βλαστάνει και καρποφορεί, και άλλοτε παραμένει στην γη, σέπεται και χάνεται.
Με αυτά τα θεία λόγια ο Μέγας Διδάσκαλος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θέλει να διδάξει στους ανθρώπους της κάθε εποχής την δύναμη πού έχει ο λόγος του Θεού Πατρός, το άγιο Ευαγγέλιο, το κήρυγμα στην ψυχή τους.
Και ο λόγος του Θεού, το θείο κήρυγμα, το οποίο πρώτος στον κόσμο δίδαξε εν λόγοις και έργοις ο Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός και έκτοτε κηρύττει η Εκκλησία, έχει την μεγάλη δύναμη να παράγει μεγάλους και εύχυμους καρπούς της αρετής και της αληθείας.
Απαραίτητη, όμως, είναι η καλή διάθεση του ανθρώπου, του ανθρώπου να δεχθεί, αλλά και να ακούσει μετά προσοχής τον θείο λόγο, και τότε ο λόγος του Θεού καρποφορεί και αυξάνει στην ψυχή του καλού και αγαθού ανθρώπου, ενώ απεναντίας, στον αδιάφορο άνθρωπο παρουσιάζεται το θλιβερό κατάντημα της ξηρασίας και τέλος της πλήρους ακαρπίας.
Ο λόγος του Θεού, η αλήθεια του ευαγγελίου έχει την δύναμη να φέρει μεγάλα αποτελέσματα και να διαμορφώνει αγνές και καθαρές ψυχές, όταν πέσει, βλαστήσει και καρποφορήσει σε ψυχή που έχει καλή προαίρεση, σε ψυχή καλλιεργημένη, και φωτισμένη με το θείο φώς.
Όπως ο λόγος του Θεού, ο δημιουργικός «είπε και εγενήθησαν» όλα τα κτίσματα και τα δημιουργήματα, έτσι και ο λόγος της σωτηρίας, τον οποίο περιέχει το άγιο ευαγγέλιο, έχει την μεγάλη και σωτήριο εκείνη δύναμη να παράγει νέα δημιουργία πνευματική και να ηρεμεί τον ταλαιπωρημένο άνθρωπο.
Ο θείος λόγος, που ο σοφός Σολομών τον παρομοιάζει με παντοδύναμο πολεμιστή που πηδά στο μέσο της γης, ο δε Απόστολος Παύλος τον παρομοιάζει με δίκοπο μαχαίρι, έχει την δύναμη να μεταβάλλει και να δημιουργεί τις ανθρώπινες ψυχές καθαρές, αγνές.
Με το θείο κήρυγμα ο άνθρωπος ελευθερώνεται από τον σκοτισμό και την πλάνη της αμαρτίας και οδηγείται πλησίον του Θεού Πατρός, και γίνεται εργάτης των εντολών Του, τον δυναμώνει στον αγώνα κατά της αμαρτίας και των παθών και του παρέχει την γαλήνη στη συνείδηση και τον ειρηνεύει και τον χαροποιεί.
Να γιατί ο Κύριος, ο οποίος ήλθε δια του λόγου του να καλέσει τον άνθρωπο σε μετάνοια και επιστροφή στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα Του, διαβεβαιώνει ότι οι λόγοι Του είναι πνεύμα και ζωή, φώς και αλήθεια: «τα ρήματα ά εγώ λαλώ υμίν, πνεύμα εστί και ζωή εστίν», και, «ο λόγος ο εμός αλήθεια εστίν».
Και δια τούτο ο θείος λόγος, το κήρυγμα του ευαγγελίου από της επί γης παρουσίας του Μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού, μέχρι και σήμερα, κατέκτησε, μόρφωσε, γαλούχησε, αναρίθμητες ψυχές και καρδιές, παρουσίασε θαύματα αληθινά έδωκε στον κόσμο νέα ζωή, και αναγέννησε πνευματικά τους πιστεύοντας «εις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα», «Τριάδα Ομοούσιον και αχώριστον».
Ο Απόστολος Πέτρος, στην πρώτη Επιστολή του, θέλοντας να τονίσει ότι ο λόγος του Κυρίου μένει αιωνίως, λέγει: «αδελφοί μου, τώρα που έχετε καθαρίσει τις ψυχές σας δια της υπακοής στην αλήθεια, δια του Πνεύματος προς μία ειλικρινή αγάπη προς τους αδελφούς, αγαπάτε ο ένας τον άλλο με όλη σας την καρδιά, αφού αναγεννηθήκατε, όχι από σπόρο φθαρτό αλλά άφθαρτο, δια του λόγου του Θεού, που είναι ζωντανός και αιώνιος, τούτο δε εστί το ρήμα το ευαγγελισθέν εις υμάς».
Και όμως, αν και εμπερικλείει ο θείος λόγος τόσες αλήθειες, μετά λύπης Του, παρατηρεί ο Κύριος στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, ότι δεν φέρει πάντοτε τους θαυμάσιους καρπούς του. Ο λόγος του Θεού, χθές και σήμερα ο αυτός και στους αιώνες, πάντοτε δεν αναγεννά και δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην κατά Χριστόν ζωή.
Και γεννάται το ερώτημα ποία είναι τα αίτια εκείνα της ακαρπίας του λόγου του Κυρίου; Ποία είναι τα αίτια εκείνα που ο λόγος του Κυρίου δεν εισέρχεται ως δρόσος αερμών να δροσίσει, να φωτίσει, να στηρίξει και να ενδυναμώσει στην πίστη του Ναζωραίου Χριστού τον αδιάφορο άνθρωπο;
Η κακή θέληση του ανθρώπου να ακούσει τον λόγο του Κυρίου, δημιουργεί την αδιαφορία – και σκληραίνει την καρδιά του ως την πέτρα, ως το ξηρό χώμα – και τα αγκάθια, δηλαδή την αμαρτία με όλες τις προεκτάσεις της.
Εκείνος που δεν δέχεται την αλήθεια και την αρετή και παραμένει αδιάφορος και δεν θέλει να ακούσει το θείο κήρυγμα, ξηραίνει την ψυχή του, την κάνει όχι επιδεκτική και πρόθυμη, και ο άνθρωπος αυτός χάνει όλη εκείνη την σωτήριο δύναμη να αναγεννηθεί και να γίνει τέλειος, χρηστός και ενάρετος άνθρωπος.
Όταν ο λόγος του Θεού δεν ριζώνει μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, τότε δεν αυξάνει δεν καρποφορεί, και ο άνθρωπος μένει σκληρός, αδιάφορος με αποτέλεσμα η αμαρτία, η κακία, τα ισχυρά πάθη να κυριαρχούν την ψυχή του, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να φθείρεται, να χάνεται και προπάντων να ζεί μακριά από την πατρική εστία, μακριά από την αγκαλιά του Θεού Πατρός.
Ο άνθρωπος υπό αυτές τις προϋποθέσεις γίνεται δούλος των παθών του, γίνεται έρμαιο της πλεκτάνης του Διαβόλου και αρέσκεται της φιλαργυρίας, της πλεονεξίας, φαινόμενα και της σημερινής κατάστασης.
Εάν, όμως, ο άνθρωπος ακούσει τον θείο λόγο τότε μέσα του γίνεται πλήρης ανατροπή της αμαρτωλής ζωής του και αρχίζει νέα ζωή, σύμφωνα με την αλήθεια, τις εντολές του Θεού και την χριστιανική ζωή.
Έχει, λοιπόν, την δύναμη ο θείος λόγος να μορφώσει και να αγιάσει τις ψυχές των ανθρώπων, διότι είναι σπόρος πνευματικός, σπόρος αληθινός, σπόρος τον οποίον έσπειρε ο Μεγάλος Σπορέας, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού.
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Ας ανοίξουμε, λοιπόν, και εμείς τα αυτιά μας στην ακρόαση του λόγου του Θεού, όπως τα άνοιξαν και οι σήμερα εορταζόμενοι υπό της Εκκλησίας μας θεοφόροι Πατέρες, εκείνα τα πάγχρυσα στόματα του λόγου, Νικαίας το καύχημα και της οικουμένης το αγλάϊσμα, και να υπακούσουμε σε όσα ωραία, όσα σεμνά, όσα σωτήρια, όσα αληθή μας δίδαξαν με την σοφή, εν Αγίω Πνεύματι διδασκαλία τους περί της Ορθοδόξου ημών Πίστης.
«Μακάριοι», λοιπόν είναι εκείνοι που ακούνε το λόγο του Θεού. Εάν ριζώσει, βλαστήσει και καρποφορήσει και στις δικές μας ψυχές ο ανεκτίμητος καρπός, ήτοι ο λόγος του Θεού, ο λόγος της αιωνίας ζωής και αλήθειας, θα τύχουμε και εμείς της μακαρίας και ανεκλαλήτου ζωής στην ουράνιο του Θεού Βασιλεία.
«Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν», μας λέγει Κύριος, ο Θεός ημών, ο Παντοκράτωρ. ΑΜΗΝ



Ο Λ.Κ.Α.Παΐσιος

Κυριακή δ' Λουκά- Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορλωνου

Ὁ Κύριος διδάσκει τὸν λαὸ χρησιμοποιώντας μία γνωστὴ σὲ ὅλους εἰκόνα, τὴν εἰκόνα τοῦ γεωργοῦ ποὺ σπέρνει.
«Βγῆκε ὁ γεωργὸς νὰ σπείρει. Ἄλλος σπόρος ἔπεσε στὸ δρόμο ποὺ καταπατήθηκε ἢ τὸν ἔφαγαν τὰ πουλιά, ἄλλος ἔπεσε ἐπάνω σὲ πέτρα, ἀλλὰ βλάστησε λίγο γιατί εἶχε λίγο χῶμα καὶ ξεράθηκε, ἄλλος ἔπεσε ἀνάμεσα σὲ ζιζάνια ποὺ δὲν τὸν ἄφησαν νὰ μεγαλώσει καὶ ἄλλος ἔπεσε σὲ εὔφορο χῶμα καὶ ἔδωσε καρπούς.»
Ἀδελφοί μου,
Μὲ αὐτὸ τὸν γλαφυρὸ καὶ ζωντανὸ τρόπο ὁ Κύριος μας ἔδωσε σήμερα τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα γιατί ἡ διδασκαλία του δὲν καρποφορεῖ μέσα μας, στὴ ψυχή μας. Ἁπλούστατα, ἡ καρποφορία του ἣ ὄχι ἐξαρτᾶται ἀπό μας τοὺς ἴδιους τους ἀνθρώπους. Καὶ τὰ κυπαρίσσια ἀλλὰ καὶ ὅλα σχεδὸν τὰ δένδρα στέκονται ὄρθια παρὰ τὶς καταιγίδες ποὺ τὰ κτυποῦν.
Δὲν συμβαίνει ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μέ μας τοὺς ἀνθρώπους. Λίγοι, ὄχι πολλοὶ δυστυχῶς, ἀπό μας ὁμοιάζουν ἢ μὲ τὰ δένδρα ἢ μὲ τοὺς βράχους πάνω στοὺς ὁποίους κομματιάζονται τὰ κύματα τῆς θάλασσας. Οἱ περισσότεροι λυγίζουμε ὅπως ἀκριβῶς τὰ καλάμια ποὺ λυγίζουν ὅπως ὁ ἄνεμος φυσᾶ.
Νά, γιατί δυὸ χιλιάδες χρόνια, τώρα ἡ Σαχάρα τῆς κοινωνίας μας δὲν ἔχει μεταβληθεῖ σὲ κῆπο τῆς Ἐδέμ, ὅπως ζητοῦν οἱ ἀνυπόμονοι ἐπικριτὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου μας καὶ τῆς πίστεώς μας.
Δὲν εὐθύνεται καὶ δὲν φταίει οὔτε ὁ Θεῖος σπορέας, ὁ Κύριός μας, οὔτε ὁ σπόρος Τοῦ ἀλλὰ ὁ πνευματικὸς ἀγρὸς τῆς σύγχρονης κοινωνίας μας ποὺ ἔχει μοιρασθεῖ σὲ τρία κυρίως ἄγονα μέρη.
Τὸ ἕνα μέρος τῆς χαρακτηρίζεται ἀπὸ μία φαυλότητα, ἡ ὁποία κάνει τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο σκληρὸ σὰν ἕνα δημόσιο δρόμο, τὸ δεύτερο μέρος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸ συμφέρον τὸ ὁποῖο κάνει τοὺς ἀνθρώπους σὰν τὴν πέτρα ποὺ ἔχει λίγο χῶμα γι’ αὐτὸ κατὰ κανόνα δὲν συγκινεῖται σχεδὸν ἀπὸ τίποτα καὶ τὸ τρίτο κυριαρχεῖται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες ὅπως τὴ ματαιοδοξία μὲ τὴν ὁποία στολίζονται πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα μικρὸ μέρος τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν θεῖο Σπορέα ποὺ ὑπομένει μὲ ἐγκαρτέρηση ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμά Του.
Νὰ λοιπὸν πιὸ εἶναι τὸ αἴτιο τῆς ἀκαρπίας καὶ ἔτσι τῆς μὴ μεταμορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ κατ’ ἐπέκταση καὶ τῆς ζωῆς του. Εἶναι τὸ ἔδαφος πάνω στὸ ὁποῖο πέφτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς σπόρος καὶ ὑπεύθυνοι εἴμεθα ἐμεῖς γιατί ἀμελοῦμε τὴν καλλιέργειά του καὶ τὴν σπορά του.
Ἐδῶ τώρα γεννᾶται τὸ ἐρώτημα: Ἐμεῖς ἄραγε ἀδελφοί μου τί κάνουμε γιὰ τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας; Τί θὰ σπείρουμε, φαυλότητα, συμφέρον ματαιοδοξία ἢ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Γιατί πράγματι ἡ ψυχή μας εἶναι ἕνα χωράφι, καὶ ἂν ὁ γεωργὸς δὲν σπείρει δὲν θὰ θερίσει καρπούς. Αὐτὸ εἶναι μία ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια. Ἐὰν δὲν σπείρουμε τὸ χωράφι μας μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ θὰ γεμίσει θὰ γεμίσει ἀπὸ τὰ ἀγκάθια τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐνστίκτων μας, τὰ ὁποία θὰ πνίξουν τὴν ἀνθρωπιά μας καὶ τὴν ἀρετή μας.
Ἀδελφοί μου,
«Δυὸ παιδιὰ παίζουν στὴ παραλία. Τὸ ἕνα μένει στὴν ἄμμο καὶ τὸ ἄλλο προχώρησε στὸ πετρῶδες ἔδαφος. Τὸ καθένα παιδὶ ἔγραψε τὸ ὄνομά του ἐκεῖ ποὺ στεκόταν. Ἔτσι τὸ πρῶτο στὴν ἄμμο καὶ τὸ δεύτερο σὲ πέτρα καὶ τὸ βράδυ ἀφοῦ χόρτασαν παιχνίδι γύρισαν στὰ σπίτια τους.
Τὴ νύχτα ὅμως ἡ παλλίροια τῆς θάλασσας ἐσκέπασε τὴν παραλία καὶ ἔσβυσε τὸ ὄνομα πάνω στὴν ἄμμο, ἐνῶ τὸ ὄνομα ποὺ ἦταν πάνω στὴ πέτρα τὸ ἔκανε νὰ φαίνεται καθαρότερα.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴ ζωή μας. Πολλοὶ ἀπό μας γράφουν τὸ ὄνομά τους στὴν ἄμμο τῆς φιλοδοξίας, ἄλλοι στὴν ἄμμο τῆς φαυλότητας καὶ ἄλλοι πάνω στὸ συμφέρον. Λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ τὸ γράφουν πάνω στὴ πέτρα ποὺ λέγεται Χριστός.
Τὰ δικά μας ὀνόματα ἄραγε ποῦ τὰ ἔχουμε γράψει; Πάνω στὴν ἄμμο ἢ πάνω στὴ πέτρα;
Ἃς ἀποφασίσουμε τώρα ποὺ ἔχουμε ἀκόμα καιρό, γιατί ἴσως αὔριο νὰ εἶναι ἀργά. Γι’ αὐτὸ ἂς ἀφήσουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας νὰ καρποφορήσει μέσα μας.
Καλὴ ἀπόφαση νὰ πάρετε.
Π.Β.Μ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ-ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 8, 5-15)

Ὅλα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο περνοῦν καὶ φεύγουν. Ὅλα ἔρχονται καὶ παρέρχονται· ὕστερα χάνονται καὶ σβήνουν καὶ κανένας δὲν τὰ θυμᾶται. Καὶ οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἀσχήμιες του· ἡ σοφία καὶ ἡ ἐξυπνάδα· ἡ ἐξουσία καὶ ἡ δύναμη· ὁ πλοῦτος καὶ ἡ αἴγλη... Καὶ μαζὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος περνάει καὶ φεύγει σὰν τὸν διαβάτη ποὺ χάνεται στὸ βάθος τοῦ δρόμου...

Ἕνα μονάχα ἀντιστέκεται στὴ φθορά· ἕνα μόνο μένει ἀμετακίνητο στὴ φυγὴ καὶ στὸ πέρασμα· κι αὐτὸ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ! Αὐτὸς ὁ λόγος μένει πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο μὲ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει τὴ βούληση νὰ τὸν ἀκούει καὶ νὰ τὸν φυλάει μέσα του ὡς τὸν πιὸ πολύτιμο καὶ ἀνεκτίμητο θησαυρό.

Ἔτσι, μιλώντας τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, Τὸν ὡμοιάζει ὡς τὸν γεωργὸ ποὺ σπέρνει. Καὶ ἡ σπορά Του εἶναι ὁ λόγος. Ἐμεῖς δὲ ὅλοι εἴμαστε τὸ χωράφι Του· τὸ γόνιμο καὶ τὸ ἄγονο· τὸ καλλιεργημένο καὶ τὸ ἀκαλλιέργητο. Αὐτὸ τὸ χωράφι, ποὺ δὲχεται μὲ θαλπωρὴ τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του ἢ ποὺ ἀπορρίπτει τὴ σπορὰ καὶ μένει δίχως καρπό.

Ὁ Χριστὸς ἄλλωστε τὸ εἶπε μὲ σαφήνεια· «ὁ Πατέρας μου εἶναι ὁ γεωργὸς». Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος πὼς ἐμεῖς «εἴμαστε χωράφι τοῦ Θεοῦ». Σ᾿ αὐτὸ τὸ χωράφι, τὸν λαό Του, ὁ Θεὸς μέσα στοὺς αἰῶνες τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας ἔστειλε τοὺς Προφῆτες γιὰ μὲν τὸ Ἰουδαϊκὸ ἔθνος καὶ τοὺς φιλοσόφους γιὰ τὰ ἄλλα ἔθνη. Κι αὐτοὶ μὲ τὸν προφητικὸ λόγο ὴ τὶς φιλοσοφίες, ἄμεσα ἢ ἔμμεσα ἀποκάλυψαν ἀλήθειες θεϊκές. Δίδαξαν τοὺς λαοὺς γιὰ τὸ θέλημα καὶ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἑρμήνευσαν μὲ διάφορους τρόπους τὸ θεϊκὸ λόγο. Ἔγιναν μὲ ἄλλα λόγια καὶ οἱ ἴδιοι γεωργοὶ καὶ σποριάδες ποὺ ἔσπειραν τὸ θεϊκὸ λόγο.

Ὕστερα ἔρχεται ὁ Χριστός, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὶς οὐράνιες ἀλήθειες, νὰ φανερώσει τὸν Πατέρα Του. Νὰ καλέσει κατόπιν τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν ἀκούσουν καὶ νὰ κρύψουν κατάβαθα στὶς ψυχές τους ἐτοῦτον τὸν οὐράνιο θησαυρό.

Ὁ Χριστὸς λοιπὸν ἦλθε «γιὰ νὰ κηρύξει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» καὶ στὴ συνέχεια «γιὰ νὰ γιατρεύσει κάθε ἀρρώστια καὶ κάθε ἀδιαθεσία ἀνάμεσα στὸ λαό». Καὶ ἀποτελεῖ τὸν μεγάλο καὶ μοναδικὸ σπορέα τοῦ θεϊκοῦ λόγου. Σπέρνει ἀδιάκοπα καὶ ἀφειδώλευτα πρὸς κάθε κατεύθυνση. Πλούσια παρέχει τὸν λόγο καὶ μὲ ἀφθονία δωρίζει τὰ οὐράνια δῶρα Του.

Ὁ λόγος Του φέρει τὸ θεϊκὸ κῦρος· ἡ δυναμικὴ καὶ βαρύτητά Του καταγράφεται ὡς μοναδικὴ ἀπὸ τὸν λαό. Γιατὶ αὐτὸς ὁ λαὸς τονίζει πὼς «οὐδέποτε μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο λάλησεν ἄνθρωπος, ὅπως ἀκριβῶς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος», δηλαδὴ ὁ Χριστός.

Στὴ συνέχεια, τέλος, ἦλθαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας μέχρι τὰ σημερινὰ χρόνια. Διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, γεωργοὶ στὸ χωράφι τοῦ Θεοῦ. Σπέρνουν δίχως διακοπὴ καὶ δίχως τσιγκουνιά. Γι᾿ αὐτὸ «ἡ φωνὴ τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου... ἐβγῆκεν εἰς ὅλην τὴν γῆν καὶ οἱ λόγοι τους ἀκούσθηκαν εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Μὲ ἁπλοχεριὰ λοιπόν, πλούσια καὶ ἄφθονα παρέχουν τὸν καρποφόρο σπόρο στὸ χωράφι καὶ ὁ Θεὸς τελικὰ θὰ εὐλογήσει γιὰ τὴν καρποφορία του.

Άκριβῶς ὅπως ὁ γεωργὸς σὰν σπέρνει, δὲν μετράει τοὺς σπόρους, μήτε ὁρίζει τὸν τόπο ποὺ θὰ πέσει, ἔτσι καὶ οἱ διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, δὲν μετροῦν τὸ πόσο, μὰ τὸ πῶς θὰ σπείρουν. Γιατὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν πλούσια σπορά, ἄλλοι σπόροι θὰ πᾶνε χαμένοι καὶ ἄλλοι θὰ πιάσουν τόπο· θὰ ριζοβολήσουν καὶ θὰ καρποφορήσουν.

Τελικὰ δὲ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πῶς ριζώνει, πῶς αὐξάνει, πῶς καρποφορεῖ, εἶναι ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ μὲ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Πῶς κάνει δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀκούσει, νὰ τὸν φέρει σὲ κατάνυξη! Πῶς πιάνει στὴ σαγήνη του τὸν κάθε ἕνα μας καὶ παρέχει νάματα σωτήρια! Πῶς ριζοβολάει ἐντός μας καὶ ρίχνει ρίζες στέρεες καὶ βαθειές, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ξεριζώσουν τὰ διάφορα χτυπήματα. Πῶς ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ μετάνοια καὶ τὴν συγγνώμη. Πῶς; Μὲ ποιὸ τρόπο; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ πεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ ἑρμηνεύσει; Μονάχα ὁ Θεὸς γνωρίζει κι Αὐτὸς τὸν καθοδηγεῖ!

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ Εὐαγγέλιο, ἔχει μιὰ μυστηριακὴ ἐσωτερικὴ δυναμική. Γι᾿ αὐτό, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀνθρώπινος λόγος στέκεται ἀνήμπορος καὶ ἀδυνατεῖ νὰ πράξει κάθε τὶ ἢ νὰ φέρει κάποια ἀλλαγή, ὁ θεϊκὸς λόγος λειτουργεῖ μὲ ἄνεση καὶ εὐκολία περισσή.

Ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι γνωστὸ πὼς μπορεῖ νὰ μᾶς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη· γιὰ τὴ τέχνη καὶ τὶς μηχανὲς ποὺ μποροῦν ἀκόμη νὰ μᾶς πᾶνε στ᾿ ἄστρα καὶ τόσα ἄλλα. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ μᾶς πεῖ τίποτε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις μας. Πῶς μποροῦμε νὰ κατακτήσουμε τὴν σωτηρία τῆς ὑπάρξεώς μας. Γιατὶ αὐτὸ μονάχα ὁ θεϊκὸς λόγος μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ πεῖ. Ἑπομένως ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀκοῦμε. Μιλάει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός!

Καὶ ὀφείλουμε νὰ τὸν διαφυλάττουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Ὕστερα δὲ νὰ πράττουμε κατὰ πὼς αὐτὸς ὁ θεϊκὸς λόγος μᾶς καθοδηγεῖ. Ἔτσι μόνο εἴμαστε τὰ δικά Του παιδιά, ποὺ Τὸν ἀκοῦμε καὶ Τὸν ἀκολουθοῦμε, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι τὸ πνευματικὸ καὶ ὑπαρξιακό μας συμφέρον. Κι αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε ποτέ.

Κυριακή Δ' Λουκά [ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ] -π. Χερουβείμ Βελέτζας

(Λουκ 8, 5-15)



Η παραβολή του Σπορέως, που ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους μας. Ο Κύριος μιλά για το γεωργό εκείνο που πήγε στο χωράφι του για τη σπορά, και άλλοι σπόροι έπεσαν στο δρόμο και πήγαν χαμένοι, αφού καταπατήθηκαν από τους περαστικούς και έγιναν τροφή των πουλιών, άλλοι έπεσαν επάνω στις πέτρες, και μόλις φύτρωσαν λίγο αμέσως ξεράθηκαν, επειδή δεν υπήρχε ούτε χώμα ούτε υγρασία. Άλλοι πάλι έπεσαν σε μέρος γεμάτο αγκάθια, τα οποία έπνιξαν τα νεόφυτα βλαστάρια, και εκείνοι τέλος που έπεσαν στην εύφορη γη, και αναπτύχθηκαν τα φυτά και απέδωσαν καρπό εκατονταπλάσιο.

Την ερμηνεία αυτής της παραβολής την δίνει ο ίδιος ο Χριστός στη συνέχεια της περικοπής: μάς λέει ότι ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού, και ο γεωργός επομένως είναι ο ίδιος ο Θεός[1]. Τα δε διάφορα είδη της γης στην οποία έπεσε ο σπόρος, είναι οι διαφορετικοί τύποι ανθρώπων, οι οποίοι ανάλογα με την προαίρεση και την πνευματική τους κατάσταση, δέχονται τον λόγο του Θεού και είτε αυτός καρποφορεί στην ζωή τους, είτε μένει άκαρπος και ατελέσφορος. Έτσι, ο δρόμος της παραβολής αντιστοιχεί στους ανθρώπους εκείνους που ακούν μεν τον λόγο του Θεού, αλλά ευθύς αμέσως έρχεται ο διάβολος και παίρνει από την καρδιά τους τα θεϊκά λόγια, ώστε να μην πιστέψουν και να μην σωθούν. Οι πέτρες πάλι, είναι εκείνοι οι άνθρωποι μου με χαρά ακούν και δέχονται τον λόγο του Θεού, αλλά δεν έχουν πνευματικές ρίζες και με τον πρώτο πειρασμό εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια και μαραζώνουν πνευματικά. Τα αγκάθια, μάς λέει ο Χριστός, είναι οι βιοτικές μέριμνες, και οι ηδονές και ο πλούτος, που απασχολούν την καθημερινότητά μας και αντλούν όλη την ενεργητικότητά μας, με αποτέλεσμα να ξεχνάμε και να παραθεωρούμε το λόγο του Θεού, ο οποίος τελικά καταπνίγεται μέσα μας και δεν καρποφορεί. Και τέλος, η αγαθή γη είναι εκείνοι οι άνθρωποι που με όλη τους την καρδιά και με αγαθή προαίρεση ακούν το λόγο του Θεού, και τον διατηρούν μέσα στην καρδιά τους και καρποφορούν με υπομονή.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι όλοι μας, ως άνθρωποι, δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ανήκουμε σε ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου, από αυτούς που ο Κύριος παρουσιάζει σήμερα, αλλά ενίοτε βρισκόμαστε πότε στη μία πνευματική κατάσταση, πότε στην άλλη. Και τούτο, επειδή η ζωή μας είναι ένας διαρκής αγώνας και επειδή ως άνθρωποι άλλοτε πέφτουμε και άλλοτε σηκωνόμαστε, άλλοτε αγωνιζόμαστε με ζέση και άλλοτε απελπιζόμαστε και αδρανούμε στα πνευματικά. Γι’ αυτό και ο Χριστός, στο τέλος των λόγων Του, μάς μιλά για την υπομονή. Χωρίς υπομονή, χωρίς πίστη, χωρίς αγώνα, δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος πνευματική στις καρδιές μας. Και για να καρποφορήσει ο λόγος του Θεού, όπως ο οποιοσδήποτε σπόρος, χρειάζεται χρόνος, φροντίδα, επιμέλεια, με μια λέξη υπομονή.
Γι’ αυτό και σήμερα, με αφορμή την παραβολή του Σπορέως, καλούμαστε όλοι μας να εξετάσουμε τα μύχια της καρδιάς μας και να δούμε, πρώτα απ’ όλα εάν πράγματι η καρδιά μας διαθέτει την αγαθή προαίρεση να ακούσει τον λόγο του Θεού, και στη συνέχεια αν έχουμε την διάθεση να αγωνιστούμε για να τον κάνουμε πράξη στη ζωή μας. Μέσα στο θόρυβο του κόσμου, συχνά ξεχνάμε να ακούσουμε και να σκεφτούμε τα διδάγματα του Ευαγγελίου. Πολύ λίγοι από εμάς, δυστυχώς, παρόλο που λεγόμαστε χριστιανοί, αφιερώνουμε έστω ελάχιστο χρόνο για την ανάγνωση και τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Άλλοτε, πνιγμένοι από τις βιοτικές μέριμνες, βάζουμε σε τελευταία μοίρα τον Θεό και την πνευματική μας καλλιέργεια, και αναλώνουμε όλη τη ζωή μας σε εφήμερα και υλικά πράγματα. Άλλες φορές πάλι, ενώ θέλουμε να αγωνιστούμε, μας λείπει η υπομονή, και με τον πρώτο πειρασμό εγκαταλείπουμε κάθε προσπάθεια και μένουμε στάσιμοι και άγονοι πνευματικά.
Πώς λοιπόν μπορούμε να αντισταθούμε στον πειρασμό, που επιδιώκει να μάς απομακρύνει και να μάς αποξενώσει από τον Θεό; πώς θα κάνουμε την καρδιά μας «γή αγαθή»; με υπομονή. Με αγώνα. Με πίστη. Όποια κι αν είναι η πνευματική μας κατάσταση. Γιατί ακόμα και στην αγαθή γη παραμονεύει ο κίνδυνος να φυτρώσουν ζιζάνια που θα βλάψουν τις καρδιές μας[2].
Αρκεί με υπομονή, κάθε μέρα από λίγο, να μελετάμε αφενός τον λόγο του Θεού, και να θέσουμε ως πρώτη προτεραιότητα στη ζωή μας την πνευματική μας πρόοδο. Αρκεί να φροντίζουμε, κάθε μέρα από λίγο, να ξεριζώνουμε από μέσα μας τους πονηρούς εκείνους λογισμούς, τις μέριμνες, τους πειρασμούς, που έρχονται να μάς αποπροσανατολίσουν από την πνευματική μας πορεία. Αρκεί να μην απελπιζόμαστε από τις πτώσεις και τα λάθη μας, ούτε από τις επιθέσεις του εχθρού. Αρκεί να έχουμε πίστη ότι στον καλό μας αγώνα έχουμε σύμμαχό μας τον Σωτήρα του κόσμου. Και τέλος, μέσα από τη μετοχή μας στη Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και την κοινωνία του σώματος και του αίματος του Θεανθρώπου Χριστού, ο οποίος προσφέρει τον εαυτό Του σε όλους μας, «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καί εἰς ζωήν αἰώνιον».





[1] Πρβ. Ιω. 15, 1.
[2] Πρβ. Ματθ. 13, 22-40


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: http://xerouveim.blogspot.com/2009/10/11-10-2009.html#ixzz1aP6mP8b8

Κυριακή Δ’ Λουκά – Η παραβολή του σπορέως

Ευαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. η΄ 4-15

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· 5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

Ο Λόγος του Θεού

Αγωγός θείας χάριτος

Στην Παραβολή του σπορέως, καθώς ο γεωργός έσπερνε σπόρους στο χωράφι του, άλλοι σπόροι έπεσαν κοντά στο δρόμο του χωραφιού, καταπατήθηκαν από τους διαβάτες και τους κατέφαγαν τα πουλιά του ουρανού. Άλλοι έπεσαν σε πετρώδες έδαφος, και αφού φύτρωσαν, ξεραθήκαν, επειδή δεν είχαν υγρασία. Άλλοι πάλι σπόροι έπεσαν σε έδαφος γεμάτο από σπόρους αγκαθιών, και όταν βλάστησαν, τους έπνιξαν τα αγκάθια τελείως. Και άλλοι σπόροι έπεσαν στην εύφορη γη και έκαναν καρπό εκατό φορές περισσότερο.
Οι μαθητές μόλις ακούσαν την παραβολή αυτή, παρακάλεσαν τον Κύριο να τους την εξηγήσει. Και ο Κύριος είπε: Ο σπόρος συμβολίζει το λόγο του Θεού.
Γιατί όμως ο Κύριος παρομοιάζει τον λόγο του με σπόρο; Διότι, όπως ο σπόρος κρύβει μέσα του πολλές μυστικές δυνάμεις και μέσα στο χώμα φέρνει ζωή, έτσι και ο λόγος του Θεού, όταν πέσει στις καρδιές μας, έχει τη δύναμη να επιτελεί μέσα μας μία εσωτερική μεταμόρφωση και να μας μεταγγίζει ζωή. Διότι ο λόγος του Θεού είναι φορτισμένος με ζωή, με θεία χάρη. Είναι αγωγός θείας χάριτος. Σε κάθε λόγο του Θεού υπάρχει χάρη αγιότητας, η οποία πέφτει σιγά-σιγά, σταγόνα-σταγόνα, στην ψυχή μας. Δημιουργεί μέσα μας μια εσωτερική μεταρσίωση. Αθόρυβη και αθέατη στην αρχή. Πολύ γρήγορα όμως αρχίζει και γίνεται φανερή. Κάθε λόγος του Χριστού καθώς εισέρχεται στην ψυχή μας, χύνει άπλετο φως στο σκοτάδι. Και σιγά-σιγά καθαρίζει κάθε ρύπο και αμαρτία. Δημιουργεί μέσα μας νέα ζωή. Νέα φρονήματα τώρα, νέοι πόθοι, νέα ενδιαφέροντα. Από αλλά ελκύεται πλέον η καρδιά μας και αλλιώς βλέπουμε και κρίνουμε τα πάντα γύρω μας. Αποκτά ανώτερη ποιότητα ο εσωτερικός μας κόσμος, και σιγά-σιγά συντελείται ο αγιασμός μας.

Καρδιές άκαρπες

Ο Κύριος στη συνέχεια ερμηνεύει τα διάφορα μέρη του χωραφιού της παραβολής. Το έδαφος κοντά στο δρόμο, λέει, συμβολίζει εκείνους τους ανθρώπους που ακούν απλώς και μόνο το λόγο, αλλά έπειτα αφήνουν τον διάβολο να έλθει μέσα τους και να αφαίρεση το θειο λόγο από τις καρδιές τους. Το πετρώδες έδαφος συμβολίζει εκείνους οι οποίοι δέχονται με χαρά και ενθουσιασμό το θειο λόγο· δεν έχουν όμως βαθιές ρίζες, και γι’ αυτό όταν έλθει καιρός πειρασμού ή διωγμού, απομακρύνονται από την πίστη. Και η γη με τα αγκάθια δηλώνει εκείνους που ακούσαν το λόγο του Θεού και αρχίζουν με κάποια προθυμία να βαδίζουν στο δρόμο της πίστεως. Πνίγονται όμως από τις αγωνιώδεις φροντίδες για να αποκτήσουν πλούτη, και από τις απολαύσεις της σαρκικής ζωής, και έτσι δεν δίνουν καρπό. Υπάρχουν όμως και οι καρδιές που μοιάζουν με γη αγαθή και εύφορη. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που με καλοπροαίρετη καρδιά ακούσαν και κατανόησαν το θείο λόγο και τον κρατούν σφικτά μέσα τους, και καρποφορούν τις αρετές δείχνοντας υπομονή στους πειρασμούς που συναντούν στην άσκηση της πνευματικής ζωής.
Από την εξήγηση αυτή της παραβολής βλέπει κανείς τρεις κατηγορίες ανθρώπων που δεν έχουν γόνιμο έδαφος στις ψυχές τους. Και οι τρεις αυτές κατηγορίες ανθρώπων κυριαρχούν ιδιαιτέρως σήμερα. Ενώ τόσο πλούσια ακούγεται στις μέρες μας στην πατρίδα μας ο λόγος του Θεού, τόσα κηρύγματα και ομιλίες και βιβλία και εκπομπές, πολλοί δεν έχουν διάθεση να τον ακούσουν. Οι περισσότεροι αδιαφορούν, πνίγονται στα προβλήματα της καθημερινότητας, έχουν άλλα ενδιαφέροντα, τι θα δείξει η τηλεόραση, τι θα γράψουν οι εφημερίδες, τι θα αγοράσουν, πώς θα διασκεδάσουν… Και δυστυχώς μεγαλώνουν πολλές γενιές στη χώρα μας ακατήχητες, αλειτούργητες, αδιάφορες. Άλλοι πάλι Χριστιανοί επαναπαύονται σ’ έναν θρησκευτικό τουρισμό. Αλλά δεν φθάνουν μόνον οι εκδρομές στα ιερά Προσκυνήματα. Εάν η καρδιά μας μείνει ακαλλιέργητη, θα χερσώσει, θα πετρώσει, θα γεμίσει αγκάθια, δεν θα καρποφορήσει.
Η μελέτη του θείου λόγου δεν είναι πάρεργο, ούτε είναι μόνο για τους θεολόγους και τους ιερείς. Είναι για όλους μας. Η Εκκλησία μας πάνω στην αγία Τράπεζα μας καλεί να γευτούμε δύο τροφές, την πνευματική τροφή του ιερού Ευαγγελίου και το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Και κάποιος ερμηνευτής ρωτά σχετικά: Εάν θεωρείτε αμάρτημα την περιφρόνηση του Μυστηρίου της θείας Μεταλήψεως, πώς θεωρείτε μικρότερο αμάρτημα την παραμέληση του λόγου του Θεού;
Πάμε στην Εκκλησία, ακούμε το ιερό Ευαγγέλιο και κάποιο κήρυγμα. Να το ακούμε με χαρά και όχι να δυσανασχετούμε επειδή θα αργήσει η θεία Λειτουργία. Μας μιλάει ο ίδιος ο Χριστός, σπείρει στις καρδιές μας το λόγο του. «Πρόσχωμεν»! λέει ο ιερέας. Αλλά και σε άλλες πνευματικές ευκαιρίες να μετέχουμε όπου σπείρεται ο λόγος του Θεού: σε ομιλίες, σε κύκλους μελέτης Αγίας Γραφής. Και στο σπίτι μας να μελετούμε καθημερινά την Καινή Διαθήκη. Να ποθούμε να ξεδιψούμε τις ψυχές μας στα δροσερά νάματα του θείου λόγου. Θα βρούμε χρόνο, εάν έχουμε διάθεση. Έτσι θα καλλιεργείται η καρδιά μας, θα παρηγορείται η ψυχή μας, θα αλλάζει η ζωή μας. Έτσι θα γεμίζουμε με ζωή και χάρη, με τη Χάρη του Θεού.
Περιοδικό “Ο Σωτήρ”

Η παραβολή του Σπορέως - Κυριακή Δ Λουκά -Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Κωνστάνταρος






Ως μία από τις ωραιότερες Ευαγγελικές περικοπές  έχει χαρακτηριστεί από τα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας μας η παραβολή του Σπορέως.

Με τρόπο μοναδικό ο Κύριός μας, κάνει λόγο για τη σπορά του λόγου του Θεού από τους εργάτες της Εκκλησίας του.

Ο σπόρος πέφτει σε τέσσερα διαφορετικά τμήματα, αλλά κατά τρόπον άξιον προσοχής, μόνο σε ένα, στο τελευταίο, στο  τέταρτο κομμάτι γης καρποφορεί. Στο πρώτο, δεύτερο και τρίτο, παρά τον κόπο του Σποριά δεν υπάρχουν τα αποτελέσματα.

Όπως εξηγεί ο ίδιος ο Ιησούς, στην συνέχεια, ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Τα τέσσερα διαφορετικά μέρη του εδάφους, συμβολίζουν τις καρδιές και την διάθεση των ακροατών του θείου λόγου. Το ένα μέρος του κηρύγματος, χάνεται εξ’ αρχής από τις ραδιουργίες του διαβόλου. Το δεύτερο τμήμα, εξατμίζεται με τις πρώτες δυσκολίες και τους πειρασμούς που θα εμφανιστούν. Στο τρίτο μέρος ο λόγος του Θεού, παρά την βλάστηση, τελικώς καταπνίγεται μέσα στις κοσμικές μέριμνες, τα πλούτη και τις δήθεν απολαύσεις της ζωής, και τελικώς το ένα τέταρτο του σπόρου που έπεσε  στην γη καρποφορεί.

Το μέρος αυτό της σποράς πέφτει στην γη την αγαθή, δηλ. στις αγαθές και δεκτικές καρδιές, οι οποίες κρατούν και καλλιεργούν τον σπόρο με υπομονή και αποδίδουν καρπό πολύ, γλυκύ κι ευλογημένο.

Σε πολλά σημεία της παραβολής θα μπορούσε κανείς να εμβαθύνει και να εξάγει συμπεράσματα για το θέμα του λόγου του Θεού.

Θα επισημάνουμε ένα πολύ βασικό και πάντοτε επίκαιρο.

Το να καρποφορήσει ο σπόρος, τούτο εξαρτάται από δύο παράγοντες:

α) Από την ποιότητα του ίδιου του σπόρου και,

β) από την σύσταση και καλλιέργεια του εδάφους.

Και για μεν το πρώτο, δεν τίθεται καν θέμα, αφού ο σπόρος είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να υπάρξει. Είναι όχι η ανακάλυψις, αλλά η αποκάλυψις του ίδιου του Θεού στους ανθρώπους. Όσο κι αν προσπαθούσε ο άνθρωπος, ποτέ μα ποτέ δεν θα μπορούσε να παρασκευάσει έναν τέτοιο σπόρο. Ποτέ μα ποτέ, δεν θα μπορούσε η γη από μόνη της να καρποφορήσει τέτοιας θεϊκής ποιότητας στάχυ και τόσο δυνατό σπόρο. Όχι, η γη από μόνη της, βλαστάνει αγκάθια και τριβόλια… Ποτέ μα ποτέ δεν θα μπορούσε να ανακαλύψει ο άνθρωπος από μόνος του τον Θεό. Ο θεϊκός σπόρος-λόγος του Θεού, δεν ανακαλύπτεται, πολύ δε περισσότερο δεν παρασκευάζεται στα εργαστήρια της ανθρώπινης λογικής και του υποκειμενισμού. Ο σπόρος του λόγου του Θεού, σπείρεται δαψιλώς σε όλες τις καρδιές, δεκτικές και μη, γόνιμες και άγονες, σκληρές και αγαθές.

Έτσι και από την άποψη αυτή, κανένας απολύτως δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Μεγάλο Σποριά, τον Ουράνιο Πατέρα, ότι κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Αν όμως για την ποιότητα του σπόρου δεν υφίσταται αμφιβολία, το μεγάλο πρόβλημα προκύπτει στην ποιότητα της γης.

Οι φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί κ.α., προσπαθούν, ανεπιτυχώς εν πολλοίς, να κατατάξουν την κοινωνία σε διάφορες ομάδες και καταστάσεις.

Το Ευαγγέλιο όμως μέσω αυτής της Ευαγγελικής περικοπής, με τρόπο απλό και μοναδικό παρουσιάζει τον διαχωρισμό. Διαχωρισμό όχι φυσικά κοινωνικό, αλλά ελεύθερης και συνειδητής επιλογής του ίδιου του ανθρώπου.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, παρέχει την δυνατότητα στον καλοπροαίρετο πάντοτε άνθρωπο, να αντικατοπτρίσει την διάθεσή του, στην Ευαγγελική Αλήθεια και να αντιληφθεί σε ποια κατάσταση αντικειμενικά βρίσκεται, και σε ποια πρέπει να καλλιεργηθεί.

Δεν αρκεί απλά, να πέφτει ο σπόρος. Αυτό γίνεται στις τρεις πρώτες περιπτώσεις του χωραφιού.

Για να καρποφορήσει μέσα στο χωράφι της καρδιάς μας η αλήθεια, χρειάζεται να κάνουμε αυτό που εξαρτάται από εμάς και μόνο.

Τι; Μα, να αγωνιζόμαστε με οποιοδήποτε κόστος να διατηρούμε προαίρεση ελεύθερη, και διάθεση αγαθή. Τότε μόνο ο σπόρος θα πέφτει, θα βλαστάνει και θα καρποφορεί, αναλόγως την ιδιοσυγκρασία και την χάρη, τριάκοντα, εξήκοντα, εκατό.

Ως εκ περισσού δε, να επισημάνουμε ότι σε καμμία περίπτωση δεν παίζει ρόλο, επί της ουσίας, η προσωπικότητα του σπορέως. Έστω και λεπρός να είναι ο γεωργός ( ο κήρυκας του Ευαγγελίου), τούτο δεν έχει να κάνει ούτε με την ποιότητα του σπόρου, ούτε με την καλλιέργεια και λιπαρότητα της γης.
Επομένως, ευχή και προσευχή μας: Κύριε, δως μας δύναμη και χάρη, ώστε να καλλιεργήσουμε καρδιά που θα είναι δεκτική του λόγου σου και των δωρεών σου. Αμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...