Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2012

CARGESE: THE GREEK VILLAGE OF CORSICA - ΚΑΡΓΚΕΖΕ: ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΙΟ ΤΗΣ ΚΟΡΣΙΚΗΣ



Το χωριό Καργκέζε ή Καρζές, η ελληνική αυτή γωνιά της Κορσικής, ιδρύθηκε από Μανιάτες φυγάδες που θέλησαν να σωθούν από τον τουρκικό ζυγό. Ονόματα δρόμων, μνημεία, όλα θυμίζουν κάτι ελληνικό. Μα πιο πολύ η βυζαντινή εκκλησία του Καρζές, με θαυμάσιες εικόνες, που έφεραν μαζί τους τον 17ο αιώνα οι Μανιάτες. 
«Διετήρει αίματός του εις τας φλέβας του ρανίδα, 
ο Κορσικανός ο έχων τον Ταΰγετον πατρίδα...»
Αλ. Σούτσος
Λοιπόν, στην Κορσική, είν' ένα χωριό, το λένε Καργκέζε. Παλιοί Μανιάτες τόχαν κατοικήσει πάνε τέσσερις αιώνες τώρα, φεύγοντας την τυραννία του Οθωμανού καταχτητή. Ξεκίνησαν οχτακόσιοι, πολλοί πέθαναν από τις στερήσεις στο πολύμηνο ταξίδι. Πέρασαν πολλές περιπέτειες, πολέμησαν για τους χριστιανούς Γενοβέζους που, μη ξέροντας τι να τους κάνουν, τους εγκατάστησαν εκεί για να τους έχουν μετερίζι στις επαναστάσεις των ντόπιων. Γι’αυτό κι εκείνοι, τους είχαν για πολλά χρόνια στη μπούκα του τουφεκιού. Σήμερα, οι απόγονοί τους έχουν διασταυρωθεί με τους ντόπιους, έχουν χτίσει συγγένειες ... Στην πλατεία του χωριού, ένα μνημείο είναι αφιερωμένο στους πεσόντες για τη Γαλλία, τη σημερινή πατρίδα τους. Γύρω – γύρω, κατεβατά, τα σκαλισμένα ελληνικά ονόματα γυρισμένα στα ιταλικά, από τους Γενοβέζους που έδωσαν, τότε, στους προγόνους τους, αυτό το άσυλο με το αζημίωτο. Ο Μυρμιγκάκης, έγινε Μιρμιγκάτσι, ο Πασπαράκης Πασπαράτσι …
Σαν από θαύμα, από τότε μέχρι σήμερα, μέσα σε τόσους αιώνες, δυσκολίες, αγώνες κι εχθρότητα, οι παραδόσεις κι η θρησκεία τους διατηρούνται ατόφιες, όπως τις παραλάβανε, από γενιά σε γενιά. Η μεγάλη, ορθόδοξη εκκλησιά, με τις εικόνες και τα κειμήλια πούφεραν μαζί οι πρόγονοί τους απ' το μανιάτικο χωριό τους, έχει την πόρτα της φάτσα στη μικρότερη, την καθολική. Μια μαρμάρινη πλάκα, σφηνωμένη στον τοίχο δεξιά στην πόρτα, θυμίζει την πρόσφατη ανταπόδοση της επίσκεψης πούκαναν στο Βίτυλο, το μανιάτικο χωριό απ'όπου ξεκίνησαν οι προγόνοι τους. Τη μια Κυριακή, ο παπάς λειτουργεί στην καθολική στα λατινικά, την άλλη στην ορθόδοξη, στα ελληνικά. Η Μεγάλη Βδομάδα και το Πάσχα, πάντα στα ελληνικά, πάντα στην ορθόδοξη εκκλησιά, πάντα με τις παλιές τις μανιάτικες παραδόσεις. Τη Μεγάλη Πέμπτη, στα δώδεκα βαγγέλια, δεν μπορείς να περάσεις από την κοσμοσυρροή. Το ίδιο και τη Μεγάλη Παρασκευή, στον επιτάφιο, το ίδιο και στην Ανάσταση. Εκτός από τους χωριανούς, πλήθος ξενιτεμένων ρωμιών μαζεύονται και, μαζί μ'αυτούς, από μέρη κοντινά και μακρινά κι άλλοι, κάθε λογής και κάθε πίστης. Χορωδία από τις πιο παλιές γυναίκες του χωριού, τις μόνες που μιλούν ακόμη καλά τη γλώσσα μας, ψέλνει ελληνικά όλα τα τροπάρια της ακολουθίας. Η εκκλησία, πλούσια στολισμένη με τ'ανοιξιάτικα λουλούδια και τ'αρώματα της κατάφυτης γης του "νησιού της ομορφιάς" όπως τόχαν δει οι Αργοναύτες, τα παλιά μανιάτικα κειμήλια, η κατάνυξη της χορωδίας, ο πρώτος χλιαρός ανοιξιάτικος καιρός π'ανατριχιάζει το κορμί, είναι ότι χρειάζεσαι για να νοιώσεις την ψυχή σου ν' αναζητά το Θεό σου ...
Μοναδικό κι ανέλπιστο θέαμα για τον ξενιτεμένο, η περιφορά του επιτάφιου στους πεντακάθαρους δρόμους του χωριού, μέσ' απ’τις δεκάδες τ' άσπρα κεριά που τρεμοσβήνουν πάνω στο κάθε περβάζι, παίζοντας με τα λουλούδια που στολίζουν τ' ανοιχτά παράθυρα και τον κόσμο που, στέκοντας πίσω τους, σταυροκοπιέται ορθόδοξα στο πέρασμά του. Το ίδιο κι η περιφορά της εικόνας της Παναγίας, κειμήλιο τεσσάρων αιώνων από τη Μάνη, τη Δευτέρα του Πάσχα. Το ντουφεκίδι πέφτει ασταμάτητα, από την έξοδο της εικόνας μέχρι το τέλος της λιτανείας, ενώ Γάλλοι αστυνόμοι με στολή καδράρουν την πομπή, αμίλητοι. Θαρρείς και βρίσκεσαι στην πατρίδα, σε μια πατρίδα που θάθελες να δεις, που θάθελες ν'ανήκεις, που δε βρίσκεις πια ..
Πήγαινα με τη Ντομινίκ κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Βδομάδα, να ξαναζήσω λίγο το περιβάλλον και το κλίμα που τόσο μούλειπε κι έκανε, όπως και σήμερα, τόσο αβάσταχτες αυτές τις μέρες. Γνώρισα και το δάσκαλο, πούχαν ζητήσει αυτοί οι Μανιάτες από το ελληνικό δημόσιο για να μάθει, λεει, στα παιδιά τους τη γλώσσα και τις παραδόσεις των προγόνων τους.
Αυτοί οι Ελληνες Μανιάτες, που επιμένουν τέσσερις αιώνες τώρα, να μη θέλουν ν' αποχωριστούν τις ρίζες τους, περνούν καλά σήμερα. Το βλέπει κανείς απ' το χωριό τους, περιποιημένο, αρχοντικό, τα σπίτια μ' όλες τις σύγχρονες ανέσεις, τα καταστήματα, τα ξενοδοχεία … Ομως, αυτό που τους ενώνει, είναι οι κοινές ρίζες τους κι αυτές θέλουν να παραδώσουν στα παιδιά τους, να τους πούνε ποιοι είναι κι από που έρχονται, να μη χαθούν με τον καιρό και τις διασταυρώσεις με τους ντόπιους.
Μια μέρα ο δάσκαλος, νέος, γύρω στα τριανταπέντε, με κάλεσε και στο σπίτι του. Ανεβήκαμε για κανένα τέταρτο την πιο απότομη χωματένια ανηφόρα, φτάσαμε, λαχανιασμένοι, μπροστά σ'ένα μισοερειπωμένο σπίτι στην άκρη του χωριού. Το προσπέρασα ασυναίσθητα, το ίσιωμα πούβλεπα παρά πάνω μούδινε κουράγιο να φτάσω ως εκεί, να ξεκουραστώ, όταν αντιλήφθηκα το δάσκαλο να κοντοστέκεται πίσω μου.
- Τι' ναι, από τώρα κουράστηκες, δάσκαλε ;
- Εδώ μένουμε, μου αποκρίνεται, κάπως δειλά.
Με πιάνει από το μπράτσο, με σπρώχνει μαλακά στα ξεχαρβαλωμένα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη χωματένια αυλή του σπιτιού, τη σκεπασμένη με κληματαριά. Καμιά δεκαριά παλιές ξύλινες καρέκλες και μερικά ξεφτισμένα τραπεζάκια σκόρπια κάτω απ'την κληματαριά, ένα παλιό μεγάλο τραπέζι με δυο καρέκλες στο ισόγειο που μ'έμπασε φωνάζοντας τη γυναίκα του, μια παλιά κουζίνα υγραερίου και μερικά τριμμένα, ευκαιριακά κουζινικά κρεμασμένα στον τοίχο, έδιναν μια αξιολύπητη όψη σ'αυτό το φτωχικό, ξεμοναχιασμένο σπιτικό. Η γυναίκα του έφτιαξε καφέ, πιάσαμε την κουβέντα.
- Και που είναι το σχολειό, δάσκαλε ;
- Εδώ, μου λεει, τα παιδιά έρχονται εδώ τ’απογέματα, το πρωί πάνε στο δημόσιο, το γαλλικό … Γι'αυτό έχουμε τα τραπεζάκια και τις καρέκλες …
- Κι έρχονται πρόθυμα τα παιδιά, έχεις πολλούς μαθητές ; τον ρωτώ με κάποια δυσπιστία.
- Στην αρχή έρχονταν πολλά, αγόρια και κορίτσια, είχαμε καμιά σαρανταριά. Σιγά - σιγά όμως αραίωσαν … Σήμερα, μας έρχονται λιγότερα από δέκα. Δεν τους αρέσει, προτιμούν το γαλλικό εκεί έχουν, βλέπετε, άλλες ανέσεις … Εμάς, το υπουργείο απ την Ελλάδα δεν μας διαθέτει χρήματα, ένα χρόνο τώρα που είμ' εδώ, μόνο υποσχέσεις μου λένε, ούτε εγώ δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα, δε βλέπεις σε τι σπίτι μένω ; Δεν έχω μια αίθουσα για τα παιδιά, δεν υπάρχουν χρήματα για να νοικιάσουμε, δεν έχω βιβλία να τους μοιράσω … Είναι κρίμα, λογαριάζω να φύγω κι εγώ του χρόνου, μ' έχουν παρατήσει ολομόναχο από το υπουργείο, έχω γράψει και ξαναγράψει, έχω απογοητευτεί πια ... Οι Γάλλοι, κάνουν ότι μπορούν να προσελκύσουν τα παιδιά στο γαλλικό σχολειό, εγώ τι μπορώ να κάνω ολομόναχος ;
Κούνησα το κεφάλι μου. Τι να του πω ; Τα ήξερα .. Καλά που η Ντομινίκ δεν είναι μαζί μου, συλλογίστηκα .. Τον άλλο χρόνο που πήγα, ούτε δάσκαλος ούτε αντικαταστάτης. Το παλιό, ετοιμόρροπο δασκαλικό, είχε γίνει αχυρώνας …
Αυτή είναι η ιστορία που είχα να σας διηγηθώ. Εκτός από τα ονόματα των προσώπων, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Οι ταυτότητες αυτών των Ελλήνων ουδέποτε, και, φυσικά ούτε σήμερα, ανέγραψαν την ορθοδοξία τους. Κι όμως ούτε το Ισλάμ, ούτε ο Καθολικισμός, ούτε η ξένη εθνικότητα, ούτε οι κατατρεγμοί τόσων αιώνων, μπόρεσαν να την ξεριζώσουν από τις καρδιές τους. Αυτό που φρόντισε όμως να τους ξεριζώσει η ίδια η ελληνική Πολιτεία στις μέρες μας, είναι η ελληνική τους καταγωγή, ο ελληνισμός τους ....
Οπως είπε πρόσφατα και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, «η ορθοδοξία, αν και οφείλει πολλά εις τον ελληνισμόν, δεν ταυτίζεται με αυτόν». Μήπως το μεγάλο σφάλμα της ελληνικής Εκκλησίας είναι αυτή ακριβώς η ταύτιση, εκείνο δε της ελληνικής Πολιτείας, ότι επαναπαύτηκε, επί τόσα έτη, πάνω σ’αυτήν ; Μήπως, αντί να ενώσει τους Ελληνες μεταξύ τους, υποκατάστησε την Εκκλησία για να τους ενώσει με τη θρησκεία τους ; Με τι θα αντικαταστήσει τώρα αυτόν τον αναχρονισμό για να δέσει τους Νεοέλληνες με τον ελληνισμό τους ; Πώς θα βγει από τον εναγκαλισμό του «ελληνοχριστιανισμού», μια έννοια γεμάτη αντιθέσεις ; 
http://www.jupiter.gr/LITTERATURE/Pages/identity.htm Ο πρώτος αποικισμός έγινε από Φωκαείς στα 565 π.χ. με την ίδρυση της πόλης Αλαλίας, μετά την κατάκτηση της Ιωνίας από τους Πέρσες. Ο δεύτερος έγινε το 17ο αιώνα από Μανιάτες του γένους των Στεφανοπουλαίων του Οιτύλου. Μετά από βεντέτα με το ισχυρό γένος των Γιατριάνων και αφού προηγήθηκε διερευνητική επιστολή, 700 άτομα αναχωρούν με πλοία και φθάνουν στη Γένοβα όπου μετά από ανακρίσεις από τις γενοβέζικες αρχές και την αποδοχή των όρων τους αναχωρούν για την Κορσική.
Οι άποικοι μέσα σε μια πενταετία χτίζουν το χωριό Παόμια, επιδίδονται στη γεωργία και την υφαντουργία και διατηρούν μια αυστηρή ενδογαμία. Γρήγορα έρχονται σε σύγκρουση με τους Κορσικανούς και μετά από άρνησή τους να συμπράξουν στην εξέγερση των γηγενών, καταφεύγουν στο χωριό Αιάκειο. Μετά από 44 χρόνια και ενώ η Κορσική έχει πουληθεί στη Γαλλία, επανεγκαθίστανται στην περιοχή στο νέο χωριό Καργέζε.
Η γαλλική πολιτική προστασίας των Ελλήνων κατά την Γαλλική επανάσταση και κατά τα χρόνια του Ναπολέοντα είναι συνεχής. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα της Λάουρας Στεφανοπούλου, οι Βοναπάρτηδες κατάγονται από το γένος των Καλόμερων του γένους Στεφανοπούλου, που μετά την εγκατάστασή τους στην Τοσκάνη άλλαξαν το όνομα σε Buonoparte.
Απόγονός τους που εγκαταστάθηκε στο Αιάκειο έγινε ο γενάρχης της κορσικανής οικογένειας των Μποναπάρτηδων. Μετά το θάνατο του Καρόλου Βοναπάρτη, χρέη κηδεμόνα του ορφανού Ναπολέοντα ανέλαβε ο στρατηγός Δημήτριος Στεφανόπουλος (σύμφωνα πάντα με τα απομνημονεύματα).
Οι Γενοβέζοι βλέποντας το αδιέξοδο των επαναστάσεων των ντοπίων, στα 1768 πωλούν την Κορσική στη Γαλλία. Πρώτος Γάλλος Κυβερνήτης στο νησί διορίζεται ο κόμης Ρενέ Μαρμπέφ. Για καλή τύχη των Μανιατών ο άνθρωπος αυτός είναι Φιλλέλην και δείχνει εξαιρετικό ενδιαφέρον για «τους απόγονους των Σπαρτιατών».
Είναι εντυπωσιασμένος από το βίο τους, την ιστορία τους, τις μάχες, τα βάσανα, την αξιοπρέπεια, τα αυστηρά έθιμα, την αλληλεγγύη τους και κυριολεκτικά τους θέτει υπό την προστασία του. Με τη φροντίδα αυτού του Κυβερνήτη χτίζεται κοντά στην Παόμια, πλησίον της θαλάσσης, το νέο τους χωριό.
Το Καργκέζε είναι το μόνο χωριό της Κορσικής που έχει κτιστεί βάσει σχεδίου και σε κάθε οικογένεια δίδεται από ένα σπίτι. Μάλιστα και ο ίδιος ο Μαρμπέφ χτίζει έπαυλη εδώ για να βρίσκεται τακτικά κοντά στους Έλληνες φίλους.
Το 1775 εγκαθίστανται στο Καργκέζε κάπου εκατό οικογένειες, κάποιες άλλες μένουν στο Αιάκειο. Κανείς δεν τολμά να ενοχλήσει το νέο χωριό των Μανιατών ως τα χρόνια που ακολουθούν την Γαλλική Επανάσταση (1789), όταν άτακτα σώματα Κορσικανών βρίσκουν ευκαιρία κι επιτίθενται!
Οι Μανιάτες καταφεύγουν πάλι στο Αιάκειον το 1795 ,για να επιστρέψουν τον επόμενο χρόνο – οι ντόπιοι καταστρέφουν τότε την έπαυλη του Κυβερνήτη Μαρμπέφ! Τα επόμενα χρόνια του Μεγάλου Ναπολέοντος είναι ήσυχα, ενώ το διάστημα 1814-1830 γίνονται οι τελευταίες επιθέσεις Κορσικανών, οι οποίες όμως αποκρούονται αποτελεσματικά.
Από το 1830 έχουμε τους πρώτους μεικτούς γάμους Ελλήνων αποίκων και ντόπιων Κορσικανών που εγκαθίστανται κι αυτοί στο Καργκέζε. Οι αντιθέσεις δεν εξαλείφθησαν βέβαια ποτέ, αλλά δεν γενούν πια ένοπλες συγκρούσεις.
Το 1874 πολλές οικογένειες Καργκεζιανών Μανιατών μεταναστεύουν στο Σίδι Μερουάν της Αλγερίας (η οποία έχει καταληφθεί από την Γαλλία), ευημερούν εκεί, αλλά αναγκάζονται να επιστρέψουν σε Κορσική και Γαλλία κατά την Αλγερινή επανάσταση, πριν λίγες δεκαετίες. Άλλοι απόγονοι Μανιατών ζουν στο Παρίσι, τη Μασσαλία, τη Νίκαια, κ.ά. γαλλικές πόλεις εκτός της Κορσικής. Στο Καργκέζε σήμερα κατοικούν μονίμως περί τους 2000 απογόνους Μανιατών, αριθμός που κάθε καλοκαίρι πολλαπλασιάζεται.
Το Καργκέζε, προβάλλει την Ελληνική του ταυτότητα (GARGESE la Grecgue!) και με την πρόοδο του διασφαλίζει την διατήρηση και διαιώνιση των Ελληνικών χαρακτηριστικών του. 
Τίτλος:
KAΦE ΠPOKOΠ
Συγγραφέας: 
ΓPHΓOPAKHΣ ΓIANNHΣ Εκδότης: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ Είδος:ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Μετάφραση:
Επιμέλεια:
ISBN/Barcode:
9789604067046
Έτος Έκδοσης:
2004

Περίληψη:
Ο Τζέισον Πιρς, καθηγητής γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ και συλλέκτης παλιών χειρογράφων, ανακαλύπτει στο Καργκέζε της Κορσικής τα τελευταία κειμήλια μιας χαμένης ελληνικής αποικίας. Στην κατοχή του περιέρχονται και τέσσερα έγγραφα του 18ου αιώνα, αποκαλυπτικά για τη ζωή μιας οικογένειας Ελλήνων που φαίνεται ότι σχετιζόταν με τον Ναπολέοντα. Από τη Μάνη του 17ου αιώνα στη Γένοβα του μπαρόκ και της Αναγέννησης και από το σύγχρονο Λονδίνο στο Παρίσι του Διαφωτισμού και της Επανάστασης. Με φόντο το ιστορικό καφέ του Παρισιού "Καφέ Προκόπ", στέκι ηθοποιών και φιλοσόφων, και τα κέρινα ομοιώματα της Μαντάμ Τισό, ιστορίες καθημερινών ανθρώπων συμπλέκονται με τις ζωές αντρών που άλλαξαν την Ιστορία του κόσμου. Βολτέρος, Ντιντερό, Ντ'Αλαμπέρ, Ναπολέων αναβιώνουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Ανατρεπτικό χιούμορ, συγκίνηση αλλά και διάθεση για ιστορική αναδίφηση στο τελευταίο μυθιστόρημα του Γιάννη Γρηγοράκη. 
Ο Ναπολέων, για να δικαιολογήσει τη στέψη του σε αυτοκράτορα διέδωσε, μέσω της συγγενούς του Laure Δημητ. Στεφανοπούλου (που είχε παντρευτεί τον δούκα Zynot ντ’ Αμπραντές) ότι κατάγεται από τους Κομνηνούς Καλόμερους (=Καλομέρηδες) της Μάνης. Ο Ναπολέων είχε κηδεμόνα του στη Στρατιωτική Σχολή Μπριέν-λε-Σατό τον πατέρα της Laure, τον Δ.Στεφανόπουλο, που μερικοί κακόβουλοι «ψιθυριστές» λέγαν πως ο Ναπολέων ήταν νόθος γιος του με την πολύτεκνη Λετίτσια Βοναπάρτη, μητέρα του Ναπολέοντα, που παιδιόθεν ήταν «κολλητή» φίλη του ίδιου και της αδελφής του Πανώριας.

Το κτίσιμο της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα κράτισε είκοσι ολόκληρα χρόνια. Ξεκίνησε στα 1852 και εγκαινιάστηκε το 1872. Οι έλληνες την έχτιζαν κάθε Κυριακή με εθελοντική εργασία και άπειρη υπομονή.

Η ελληνική αυτή παροικία ξεκίνησε ως ορθόδοξη, με τον καιρό όμως και για λόγους που δεν είναι της ώρας να εξηγήσουμε ασπάστηκε τον καθολικισμό, αλλά με τη μορφή της «Ουνίας». Είναι βέβαια καθολικοί, όπως οι άλλοι καθολικοί σ’ όλο τον κόσμο, αλλά έχουν κρατήσει το ορθόδοξο τυπικό και τα ορθόδοξα λατρευτικά έθιμα - πάντα όμως στην εξωτερική όψη, γιατί στο δόγμα είναι ακραιφνείς καθολικοί. Οι ορθόδοξοι τους ονομάζουν ουνίτες, ενώ οι καθολικοί ελληνόρυθμους
Αν και η ελληνική γλώσσα δεν είναι σε χρήση στο Καργκέζε, η Ελληνική συνείδηση διατηρείται. Ο κεντρικός δρόμος του χωριού ονομάζεται οδός Μάνης, κάποια τραγούδια που αναφέρονται στη Μάνη διασώζονται από τους γηραιότερους, τέλος στην Ελληνόρυθμη Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα ακούγονται θρησκευτικοί ύμνοι στα Ελληνικά.
Η πρώτη επίσκεψη των κατοίκων του Καργκέζε στο Οίτυλο το 1986 είχε την μορφή προσκυνήματος. 
Λίγες ημερομηνίες της ιστορίας του Καργκέζε

Οι πρόγονοι των Ελλήνων του Καργκέζε κατάγονταν από το Βοίτυλο ή Οίτυλο της Λακωνίας.

1663. 800 ΟΙΤΥΛΙΩΤΕΣ αποφάσισαν να εκπατριστούν.
Διαπραγματεύσεις μεταξύ του αιδεσιμότατου Καλκανδρή του επισκόπου του Οιτύλου και της κυβέρνησης της Γένοβας διήρκεσαν 11 χρόνια. Τελικά αποφασίστηκε να παραχωρηθεί στους πρόσφυγες η περιοχή της Παύμιας, 50 χλμ από το Αζάκιο έναντι ενός μικρού αντιτίμου, με την προϋπόθεση ότι οι Έλληνες θα αναγνώριζαν την εξουσία του Πάπα. 1665. 
Αφού οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν ικανοποιητικά, ο αιδεσιμότατος Καλκανδρής, ο οποίος συνόδευε τους Έλληνες μαζί με 6 μοναχούς, ευχαρίστησε την κυβέρνηση της Γένοβας στις 25 Ιουνίου. 1675. Καθώς η επιτροπή των Στεφανοπουλέων ικανοποιήθηκε με τους όρους των διαπραγματεύσεων, ένα συμβόλαιο υπογράφτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου με τον καπετάνιο Ντανιέλ του πλοίου <<Σωτήρας>> το οποίο θα μετέφερε σε 10 μέρες 800 πρόσφυγες είτε στο Λέγκεχορν είτε στη Γένοβα όπου θα παρέμεναν για λίγο. Το κόστος του ταξιδιού για τους Έλληνες κανονίστηκε στα 5 ρεάλια (ένα ρεάλι=25 σέντς).
Οι Οιτυλιώτες επιβιβάστηκαν στις 3 και 4 Οκτώβρη στο <<Σωτήρα>> όμως το πλοίο έφτασε στο προορισμό του την 1η Ιουνίου 1676.
Από τους 800 πρόσφυγες, οι 120 πέθαναν στη διάρκεια του ταξιδιού. 1676.
Στις 13 Φεβρουαρίου οι αρχές της Γένοβας ανέκριναν τον αιδεσιμότατο Παρθένιο σχετικά με τους λόγους του εκπατρισμού τους.
Πριν την αναχώρηση των Οιτυλιωτών για την Κορσική οι προαναφερόμενες αρχές ιταλοποίησαν όλα τα επίθετα αντικαθιστώντας τις καταλήξεις <<ΑΚΗΣ>> σε <
>.Για παράδειγμα το Παπαδάκης έγινε Papadacci.
Στις 14 Μαρτίου 3 γενοβέζικες γαλέρες προσάραξαν σε ένα ακαθόριστο σημείο απέναντι από την Παόμια, το οποίο ίσως ήταν ο μικρός όρμος <<των Μοναχών>> που σήμερα ονομάζεται <
>.
Το όνομα Παόμια (Paomia) προέρχεται από την ιταλική λέξη pavore που σημαίνει παγώνι. Την Παόμια αποτελούσαν 5 χωριουδάκια το Pancone, το Corona , το Rondolino, το Salici και το Monte-Rosso που χτίστηκαν από τους Έλληνες σε ένα χρόνο. 
1678. Στο Rondolino ολοκληρώθηκε η κύρια εκκλησία αφιερωμένη στη Κοίμηση της Θεοτόκου. Χάρη στη σκληρή δουλειά η Παόμια μετατράπηκε στη πιο πλούσια και στη καλύτερη καλλιεργημένη περιοχή της Κορσικής ενώ για περίπου 50 χρόνια οι κάτοικοι είχαν καλές σχέσεις με τους γειτόνου τους. 1729. Οι Κορσικανοί επαναστάτησαν εναντίον της Γένοβας.Οι Έλληνες αρνήθηκαν να πάρουν τα όπλα εναντίον των Γενοβέζων ευεργετών τους. Έτσι οι Κορσικανοί λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την περιουσία της Παόμιας επειδή πίστεψαν ότι οι Οιτυλιώτες ήταν σύμμαχοι των Γενοβέζων.
Τον επόμενο χρόνο οι Έλληνες δέχτηκαν επίθεση από τους Κορσικανούς, όμως αντιστάθηκαν ηρωικά και νίκησαν. Εν τούτοις λόγω έλλειψης βοήθειας τους συνέστησαν να κατευθυνθούν στο Αζάκιο, μέσω της θάλασσας, αφήνοντας πίσω 50 άνδρες για να προστατεύσουν την Παόμια. Όμως οι εναπομείναντες υπερασπιστές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στο πύργο της Ominia στο άκρο της χερσονήσου. Εξαιτίας της έλλειψης αγαθών και προμηθειών υποχρεώθηκαν τη νύχτα να φύγουν για το Αζάκιο όπου έφτασαν στα τέλη του Απρίλη 1731. 1731-74. 
Για 43 χρόνια οι Έλληνες παρέμειναν στο Αζάκιο. 1768. Την 1η Ιουνίου η σημαία του βασιλιά της Γαλλίας αντικατέστησε εκείνη των Γενοβέζων. Οι Έλληνες οργάνωσαν ένα σύνταγμα το οποίο ενσωματώθηκε στα στρατεύματα που διοικούσαν από τον κόμη Marbeuf. 1774. Με την μεσολάβηση του κόμη Marbeuf παραχωρήθηκε στους Έλληνες η περιοχή του Καργκέζε ως αποζημίωση για το χαμό της Παόμιας. Μετά από παράκληση του κόμη ο Γεώργιος Στεφανόπουλος (Stefanopoli)- παρατσούκλι καπετάν- Γιώργος- κατάφερε να πετύχει συμφωνία. Έτσι ο κόμης Marbeuf έκανε τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να χτιστούν 120 σπίτια όλα του ίδιου τύπου, 250μ. μακριά από τη θάλασσα. Έκτισε επίσης ένα κάστρο που αργότερα καταστράφηκε από φωτιά. Αργότερα ο κόμης Marbeuf έγινε ο Μαρκήσιος του Καργκέζε. 1793. Η Γαλλική Επανάσταση απλώθηκε σε όλο το νησί. Το κάστρο του Marbeuf καταστράφηκε από τους Ιακωβίνους του Vico αλλά το χωριό δεν υπέφερε ιδιαίτερα. Στους άνδρες που κατέφυγαν στους 2 πύργους στις 2 πλευρές του όρμου Pero επιτράπηκε να επιστρέψουν στο Αζάκιο με τα παιδιά και τις γυναίκες τους όπου έμειναν για άλλα 4 χρόνια. Στη συνέχεια δόθηκε η άδεια να μεταφερθούν στο Καργκέζε από τον στρατηγό Casabiano σύμφωνα με τις οδηγίες του <>.Τα 2/3 των Ελλήνων (περίπου 800) συμφώνησαν ενώ οι υπόλοιποι προτίμησαν είτε να παραμείνουν στο Αζάκιο είτε να καταφύγουν στην ενδοχώρα. 1804. Αυτή την εποχή υπήρχαν 100 κάτοικοι στο Καργκέζε από τους οποίους 350 ήταν Κορσικανοί. Αυτή η ανάμειξη επρόκειτο να εξασφαλίσει ειρήνη και ησυχία. 1814. Περισσότερες απειλές από τους ανθρώπους του Vico οι οποίου υπό τις διαταγές του βασιλιά Καρόλου του 10ου επρόκειτο να επιστρέψουν τμήμα της περιουσίας που είχαν κατάσχει.1830. Ένας αριθμός συμμαχιών ανάμεσα στους Έλληνες και τους Κορσικανούς καταπράυνε τους κατοίκους του Vico οι οποίοι τελικά εγκατέλειψαν της εχθρότητες.
Από τότε ……. Οι Έλληνες και Κορσικανοί ζουν ειρηνικά.

Το ΚΑΡΓΚΕΖΕ - το χωριό των Μανιατών, τόσο στην Κορσική, όσο και στην Γαλλία και στον κόσμο προβάλλεται ως ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ. Κάθε έντυπο σε όλες τις γλώσσες, του τοπικού γραφείου τουρισμού, των τοπικών υπηρεσιών και συλλόγων αναφέρεται στο « GARGESE la Grecgue »! Ως επί το πλείστον οι κάτοικοι – ντόπιοι και απόγονοι Μανιατών – ασχολούνται με τουριστικές επιχειρήσεις υψηλού επιπέδου, με στόχο προσέλευση απαιτητικών επισκεπτών κι όχι μεγάλου αριθμού, αμφιβόλου ποιότητας, τουριστών.
Η υποδομή (μαρίνα, υπερσύγχρονα επιπλωμένα δωμάτια, μικρά πολυτελή ξενοδοχεία και εστιατόρια, ιπποτουρισμό κ.λ.π.) τους επιτρέπει κάτι τέτοιο. Μαζί βέβαια με την άριστα οργανωμένη υπηρεσία καθαριότητος, την ευγένεια και το – διόλου δουλικό – χαμόγελο!
Και είναι εκπληκτικό το γεγονός της Ελληνικής ονομασίας στα Ξενοδοχεία και τις επιχειρήσεις τους: RESIDENCE ELLADA, MOTEL TA KLADIA, RESIDENCE D’ ITYLON, HOTEL – MOTEL HELIOS, RESIDENCE MAINA, HOTEL – RESTAURANT THALASSA κ.π.ά.! 
Είναι εξαιρετικά συγκινητικό για τον Έλληνα επισκέπτη, σ’ έναν τόπο μακρινό – και ξεχασμένο!- απ’ την πατρίδα μας τόπο, εφτακόσιοι άνθρωποι και οι απόγονοι τους ως σήμερα – σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον, να έχουν επιβάλλει την Ελληνική τους παρουσία και να έχουν θέσει τη σφραγίδα τους στην καθημερινή ζωή. Βαδίζει κανείς σήμερα, στο Ελληνικό Καργκέζε στην ….οδό Ελλάδος ( Rue de Greece ), στην οδό Μάνης( Rue de Magne ) στην οδό Οιτύλου ( Rue de Vitylon)!
Οι σημερινοί απόγονοι των Ελλήνων έχουν κρατήσει τα παλαιά Μανιάτικα επώνυμά τους: Στεφανόπουλος, Φριμιγόκης, Τζαννετάκης, Δρακάκης, Βολιμάκης, Κορίτης, Βλαχοδημάκης, Κορώνας, Κοτσυφάκης, Παπαδάκης, Μαυροειδάκης κ.ά.
Αρκετοί γνωρίζουν, και μαθαίνουν, νέα Ελληνικά, μόνο μια – δυο γερόντισσες όμως, γνωρίζουν το Μανιάτικο ιδίωμα όπως το έμαθαν πάππου – προπάππου. Όσο πάμε προς τα πίσω, οι γνωρίζοντες τα Μανιάτικα ήταν περισσότεροι - δυστυχώς δεν διατηρήθηκε η Μανιάτικη λαλιά στο Καργκέζε (δεν ήταν εξάλλου και εύκολο, χωρίς συνδρομή απ’ την Μάνη και την Ελλάδα).
Εκείνο όμως που ποτέ δεν εγκατέλειψε τους απογόνους των τσακισμένων Μανιάτικων αποίκων του 1675, ως σήμερα, είναι η συνείδηση του Ελληνικού τους αίματος, η συνείδηση της καταγωγής τους, η Ελληνική ψυχή τους (τα όσα ακολουθούν στις επόμενες σελίδες ελπίζω να αποδεικνύουν του λόγου το αληθές).
Κορωνίδα βέβαια των Ελληνικών επιβιώσεων στο Καργκέζε είναι αναμφισβήτητα το γεγονός να ακούει κανείς την θεία λειτουργία, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, στην Ελληνική γλώσσα. Οι Θρησκευτικές γιορτές τους γίνονται κατά το Ορθόδοξο – Βυζαντινό τυπικό όπως και οι ακολουθίες που «χαρακτηρίζουν» τη ζωή του καθενός: βάπτιση, γάμος, κηδεία ……
Το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ κρατάει γερά, σήμερα που ο κίνδυνος του ισοπεδωτισμού, του δυτικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, οδηγεί στον εκφυλισμό τα πάντα – αυτήν την ίδια την Ελληνική μας Πατρίδα!- σήμερα αξίζει να ενισχύουμε και να αναβαπτίσουμε τη θέση και τη σχέση με αυτήν την μακρινή γωνιά της Ελλάδος!
Επ’ ωφέλεια δική μας και του Γένους των Ελλήνων …… 
Τα λόγια του κενού 
Μ' έχει μολύνει με ζωή εκείνο το τραγούδι
Που άκουσα μια εποχή, μακριά στην Κορσική
Πέρασα θάλασσες, στεριές, μα έμεινε το χνούδι
Από ακατάλληλες σκηνές σε κλήση δοτική

Μέτρησα ανέμους και δροσιές μα πάντα εκεί ριγούσα
Σε κάτι λόγια τροπικά μέσα απ' τις φυλλωσιές
Κάτω απ' τον ήλιο το σταχτή, ηφαίστεια ξυπνούσα
Μα όταν γυρνούσα απ' το βαθύ, μετρούσα ταραχές

Μες στης καρδιάς το παλμικό, το ανίδεο σεργιάνι
Στου κόσμου τις ανηφοριές, κοιτούσα την κορφή
Έψαχνα θάνατο παχύ και ρυπαρό ποτάμι
Για να κατέβω με βροχή, στης πύλης τη σιωπή

Ιογενής η ενοχή και ένα ακόμη πάθος
Με οδηγεί εκ του ασφαλούς, σε μια διαγωγή
Του έρωτα το ασταθές, είναι το μόνο λάθος
Ή το παράδοξο είναι απλώς, αυτό που οδηγεί;

Βλέπω αστέρινο χορό, να σχίζει τη σελήνη
Σ' ένα λιμάνι ξεδιψώ με ανύπαρκτους θεούς
Μες στου Καργκέζε περπατώ, την εύθραυστη γαλήνη
Καθώς τα όνειρα πετώ, κι αλλάζω τους χρησμούς

Στη μέση αυτού του ταξιδιού, δονήσεις και σκοτάδι
Ακούγοντας μες στην ηχώ, κάποιο ερωδιό
Να λέει επάνω στο κλαδί για ένα παλιό σημάδι
Τα λόγια εκείνα του κενού κι εγώ παραληρώ

Μ' έχει μολύνει με ζωή του Αζάκιο το γινάτι
Κι η συμμαχία της στιγμής έχει κατασχεθεί
Με μια γαλέρα ξεκινώ στου Monte την Ενάτη
Ξανά να υπερασπιστώ του όρμου το χακί

Κι ίσως αμόλυντος να βγω μέσα απ' τη δυστυχία
στων Οίτυλών την εμμονή να κάνω υπομονή
στις καταλήξεις της γραφής να βρω την ησυχία
και στις ενδείξεις της αφής, να γράψω αναμονή.

Μ' έχει μολύνει με ζωή εκείνο το τραγούδι
Που άκουσα για ξαστεριά, κάπου στην Κορσική
Εγκαταλείπω την οργή, που έχω γι' αγγελούδι
Καταπραΰνω την ορμή και λέω ανακωχή. 
www.eliaspolitis.gr Cargese-The Greek Village of Corsica
In 1673 800 residents of the town of Itilos of the Mani district of the Peloponese, in order to save their lives, decided to leave their mother land after an unsuccessful revolt against the Ottomans who ruled Greece during that period. The Genoa administration offered to give them land in Corsica under the condition they would accept the full recognition of the power of the Pope of Rome but keep their Orthodox traditions. The committee headed by the Stefanopoulos family clan approved the conditions and in 1675 the 800 Maniots boarded the ship «Sotiras» started the voyage. It took them two months to reach their final destination and of the 800 emigrants 120 died during the trip! Thus the Maniots settled in Paomia, Corsica. In a year the Greeks founded several small villages and due to the diligence of the Maniots very soon Paomia turned into one of the richest and best agriculturally developed areas of Corsica. For the first time in 50 years Greeks were on good and peaceful terms with the local population. In 1729, the Corsicans revolted against the Genoans, but the Greeks refused to take arms up against their benefactors and refused to support the Corsicans. As a result, the Corsicans began to destroy and plunder the property of the Maniots. Soon after, the Corsicans attacked them and even though the Greeks showed heroic resistance for one year, at the end they decided to leave their lands since they had no support or assistance. Once again, they became refugees and for the next 44 years the Greeks stayed in Aiaccio (the capital of Corsica). InI768, the French took over Corsica and in compensation for the Greeks who helped by arranging one regiment and joining the French army against the Corsicans, in 1804 a new village was built for them by the government of France called Cargese. In 1852, the Maniots launched to construct a large Greek church dedicated to Saint Spiridonas in their new village. The church was finished in 20 years and was sanctified in1872.
Cargese is a Maniot village that everywhere, on Corsica, in France, in the whole world is always called Greek Cargese! Every publication of local tourist company, of any local office and society bears a sign: "Cargese la Grecque"! The main occupation of the villagers, local Corsicans as well as Maniot descendants, is tourism. They try hard to increase not only the number of tourists, but to reach the highest possible level of tourism. They try to achieve this by a good technical support, a well organised sanitary service, politeness, hospitality and restrained but sincere smiles. The names of hotels and restaurants are characteristically Greek: Residence Ellada, Motel Ta Kladia, Residence D'Itylon, Hotel-Motel Helios, Residence Maina, Hotel-Restaurant Thalassa, etc. Just imagine, 800 people and their descendants who now live in a far away place in a hostile surrounding could manage to keep their Greek spirit and strongly impose their presence every where around. The present Greek tourists who visit Cargese with big excitement and pride walk along the streets that bear Greek names: Greece (Rue de Grece), Mani (Rue de Magne), Itylos (Rue de Vitylon)! The descendants of the first colonists stick to their Maniot names: Stefanopoulos, Trimigokis, Tzanetakis, Drakakis, Volimakis, Koritis,Vlahodimakis, Koronas, Kotsifakis, Papadakis, Mavroidakis, etc. Quite a number of Maniots try to study and speak Greek. Unfortunately only a few old women still remember and use the Maniot idioms that they have learned from their great-grandfathers. Without close and constant contacts with Greece in general and Mani in particular gradually these idioms would be completely forgotten. It is very remarkable that the descendants of the first Maniot colonists managed to keep their Greek spirit, to stay proud of their Greek origin and to believe that Greek blood flows in their veins. Isn't it exciting that the services in the local cathedral of Saint Spiridonas are held in Greek!! The religious holidays follow the Orthodox-Byzantine ceremonies including those of baptizing, wedding and burial. Greek Cargese occupies a steady position and sticks to the traditions of its ancestors. It is especially important nowadays when an impersonal Western culture threatens to equalize everything and everyone in this world. We who live in Greece should strengthen our contacts with this remote Greek place for the sake of preserving our Greek consciousness and presence, and our Greek nation in general.
noctoc-noctoc

Τὸ μεγαλεῖο καὶ οἱ εὐθύνες τῆς χριστιανικῆς ζωῆς

Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς του (2 Κορ. 12.9) ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ τελειώνεται καὶ ἀποκαλύπτεται στὴν ἀσθένεια. Πάντοτε νομίζουμε ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ ἀφοροῦν τὸν καθένα μας ὡς ἄτομο, τὸ κάθε πρόσωπο στὸ ὁποῖο ἀποκαλύπτεται ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ παρὰ τὸ εὔθραυστο, παρὰ τὴν ἁμαρτία διότι ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχουν στιγμὲς κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ λόγος μας εἶναι λόγος ἀληθινὸς καὶ οἱ ἐνέργειές μας ἔργα τῆς ἀλήθειας, ὅτι λέμε καὶ κάνουμε πράγματα πολὺ ἀνώτερα ἀπ' αὐτὸ ποὺ εἴμαστε καὶ ἀπ' αὐτὸ τὸ ὁποῖο εἴμαστε ἄξιοι νὰ διακηρύξουμε. Κατὰ περίεργο ὅμως τρόπο αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία: μὲ τρόπο παράδοξο ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἄρρωστο καὶ ὅμως ἱκανὸ νὰ γιατρέψει.

Ἡ ἀρρώστια εἶναι κάτι τὸ πραγματικὸ μέσα στὴν Ἐκκλησία, βρίσκεται στὴν ἁμαρτία τοῦ καθενὸς μας γίνεται φανερὴ στὴν μερικὲς φορὲς καταστρεπτικὴ ἀτέλεια τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας σωμάτων, τῶν ἐνοριῶν ἡ τῶν πιὸ πολυάριθμων ὁμάδων. Καὶ ὅμως μὲ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται σ' ἐμᾶς παρὰ τὴν ἀδυναμία μας, διὰ μέσου τῆς ἀδυναμίας μας, ἡ ἐκκλησία εὐπαθής, ἁμαρτωλὴ στὰ μέλη της, δίνει ἕνα μήνυμα ἀλήθειας καὶ ζωῆς καὶ κάτι ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ ἕνα μήνυμα: δίνει ζωὴ καὶ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ κοινωνοῦν μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτὸ γιατί ὁ Θεὸς βρίσκεται ἀνάμεσά μας.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνο μία ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ πιστεύουν στὸν Κύριο, ποὺ προσπαθοῦν νὰ Τὸν ὑπακοῦνε καὶ οἱ ὁποῖοι μερικὲς φορὲς πλησιάζουν στὸ νὰ εἶναι ἄξιοι τοῦ Κυρίου τους καὶ ἄλλες φορὲς ἀποτυχαίνουν. Ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα στὸ ὁποῖο εἶναι παρὼν ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ πρωτότοκος τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ πρόσωπό Του ἀποκαλύπτονται ὅλη ἡ πληρότητα, ὅλο τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ὡραιότητα καὶ ὅλο τὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ βάθος αὐτὸ εἶναι τόσο μεγάλο ποὺ ὁ ἄνθρωπος νὰ μπορεῖ νὰ χωράει τὴ θεϊκὴ παρουσία. 

Ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας ἐνοίκησε στὴ σάρκα μέσῳ τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πληρότητα τῆς θεϊκῆς Του παρουσίας ἐξακολουθεῖ νὰ ἐνεργεῖ σπερματικὰ μέσα μας μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Κοινωνίας καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀκόμη παρὼν μὲ τὴ ζωοδοτική, ἀναδημιουργικὴ καὶ μεταμορφωτικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ δόθηκε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴ βραδιά τῆς Ἀνάστασής Του καὶ ποὺ ἔγινε δεκτὴ ἀπ' ὅλα τὰ μέλη της μέσῳ τῆς δωρεᾶς τοῦ Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους τὴν Πεντηκοστὴ ἡ παρουσία τοῦ Πνεύματος συνεχίζεται μὲ τὴ μετάδοση τῆς ἴδιας δωρεᾶς σ' ἐμᾶς. 

Μέσῳ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖται μία νέα σχέση ἀνάμεσα σ' ἐμᾶς καὶ τὸ Θεὸ κι ὄχι ἁπλῶς μία σχέση, κάτι περισσότερο: ἐγκεντριζόμαστε στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, γινόμαστε κλαδιὰ ἑνὸς ἀμπελιοῦ, σὰν ἕνα μπόλι τὸ ὁποῖο παίρνει ζωὴ ἀπὸ τὸ χυμὸ καὶ τὴ δύναμη ἑνὸς δέντρου. Αὐτὸ ποὺ ἀληθεύει γιὰ τὸ Χριστὸ γίνεται ἀληθινὸ καὶ γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς ἂν μόνο ἀφήσουμε τὸ Θεὸ νὰ μᾶς ὑπερνικήσει, νὰ μᾶς μεταμορφώσει, νὰ μᾶς σώσει. Μέσα στὴν ὁρατὴ αὐτὴ Ἐκκλησία στὴν ὁποία οἱ ἀπ' ἔξω βλέπουν τὴν ἀδυναμία μας καὶ ἀντιλαμβάνονται τὴν ἁμαρτία μας, στὴν ὁποία ὁ καθένας μας ὑποφέρει μὲ τὴ δική του ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἁμαρτωλότητα τοῦ καθενὸς καὶ τῶν πάντων ὑπάρχει μία θεϊκὴ παρουσία καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἀληθινῆς ἀνθρωπότητας. Στὸ σύμβολο λοιπὸν τῆς Πίστεως μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ μία ἁγία Ἐκκλησία ἐφ' ὅσον αὐτὴ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ἁγιότητα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.

Εὐπαθεῖς, ἁμαρτωλοί, ἐξακολουθοῦμε νὰ εἴμαστε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νὰ ἀνήκουν στὸ Θεό, οἱ ὁποῖοι ἔχουν διαλέξει γιὰ Θεὸ τους τὸ Θεὸ ἀντὶ γιὰ ὅλα τὰ εἴδωλα τοῦ κόσμου. Παρὰ τὴν ἀναξιότητά μας ἀποτελοῦμε ἕνα συνάθροισμα ἀνθρώπων ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ὁ ζωντανὸς Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ δυναμικὰ δραστήριος στὸν κόσμο. Αὐτὸ βέβαια ἀντὶ νὰ ἐλαττώνει αὐξάνει τὴν εὐθύνη μας διότι ἡ ἁμαρτία μέσα μας ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στὴν ἐλεύθερη καὶ ἀποτελεσματικὴ δράση τοῦ Θεοῦ: εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει μέσω μας, γιὰ τὸ ὅτι φέρνουμε ἐμπόδια στὸ δρόμο Του καὶ σκοτίζουμε τὶς βουλὲς Του τὸ ὄνομά Του βλαστημιέται ἐξ αἰτίας μας.

Ὑπάρχουν δυὸ ἀπόψεις τῆς ἁμαρτωλότητάς μας τὶς ὁποῖες ὀφείλουμε νὰ ὑπερνικήσουμε. Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες ἐνῶ ἀναγνωρίζουμε ἔχουμε φτάσει στὸ σημεῖο νὰ μισοῦμε καὶ νὰ ἀπορρίπτουμε, ἔστω καὶ μὲ τὴν πρόθεση καὶ τὴ θέλησή μας. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, ὅσο σκοτεινὲς καὶ ἂν εἶναι ἐξακολουθοῦν νὰ ἀποτελοῦν σημεῖα συνάντησής μας μὲ τὸ Θεό, διότι ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία μας ὅσο κι ἐμεῖς καὶ πραγματικὰ ἀκόμη περισσότερο. 

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑπάρχει μέσα στὸν καθένα μας καὶ στὴν κάθε ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἀνήκουν στὸ Χριστὸ μία πιὸ σκοτεινὴ περιοχή: ὑπάρχει ὁ ἀλύτρωτος ἄνθρωπος, ὁ παλιὸς Ἀδὰμ ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ μέσα μας καὶ ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ ἐγκαταλείψει τὶς ἀξιώσεις του γιὰ αὐτονομία, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ παραδώσει τὸν ἑαυτὸ του ἀνεπιφύλακτα στὸ Θεὸ καὶ φοβᾶται νὰ πέσει στὰ χέρια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἄποψη τῆς ζωῆς μᾶς φαίνεται ἀκόμα πιὸ σκοτεινὴ σ' ἐμᾶς ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς τόπους ἐνοίκησης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡς ἄτομα ἀλλὰ καὶ στὴ θλιβερὴ ἀλληλεγγύη μας μέσα στὴν ἁμαρτία διατηροῦμε τὸ δικαίωμά μας νὰ παραμείνουμε εἰδωλολάτρες, νὰ κρατήσουμε ἔξω ἀπὸ τὸ θεϊκὸ χῶρο κάτι ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας τὸ ὁποῖο θεωροῦμε πολύτιμο, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸ εἶναι θάνατος καὶ φθορά.

Ἡ ἐκκλησία εἶναι πραγματικὰ ἕνα ἄρρωστο σῶμα καὶ παρ' ὅλον ὅτι μὲ τὴ δύναμη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπιφέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴ σωτηρία ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ὀφείλει νὰ ρωτήσει τὸν ἑαυτό του: «μέχρι ποιοῦ σημείου ἔχω μετανοήσει γιὰ τὴν ἁμαρτία μου, μέχρι ποιοῦ σημείου ἡ ἁμαρτία μου μὲ στρέφει στὸ Θεὸ μὲ μία κραυγὴ γιὰ σωτηρία καὶ μέχρι ποιοῦ σημείου δὲν εἶναι αὐτὴ μία ἑκούσια ἄρνηση νὰ ἀποδεχτῶ τὸ ζωντανὸ Θεὸ καὶ νὰ Τοῦ ἀνήκω;» Ἡ τελευταία αὐτὴ εἶναι μία ἀληθινὰ δαιμονικὴ ἀξίωση γιὰ τὸ δικαίωμα νὰ εἴμαστε ὁ ἐαυτὸς μας ξεχωριστὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀκόμη παρὰ τὸ Θεό.

Ἂς τὸ σκεφτοῦμε αὐτό. Ὄχι μόνο οἱ προσωπικὲς σχέσεις καὶ οἱ σχέσεις μέσα στὴ Χριστιανικὴ κοινότητα θὰ ἄλλαζαν, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρος ὁ κόσμος θὰ ἄλλαζε ἂν ὅσοι ὀνομάζονται Χριστιανοὶ δεχόντουσαν νὰ Τοῦ ἀνήκουν ἀνεπιφύλακτα, ὄχι μόνο σ' ἐκεῖνο ποὺ ἤδη εἶναι δικό Του ἀλλὰ καὶ στὰ μύχια ἐκεῖνα τοῦ μυαλοῦ ποὺ πρέπει νὰ ὑποταχτοῦν, νὰ καταστραφοῦν ἀπὸ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ γίνουν κτῆμα τοῦ Θεοῦ.

Εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ Schmemann Alexander




Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει Σαρακοστὴ χωρὶς νηστεία. Ὅμως φαίνεται ὅτι πολλοὶ ἄνθρωποι σήμερα ἢ δὲν παίρνουν τὴ νηστεία στὰ σοβαρὰ ἤ, ἂν τὴν παίρνουν, παρεξηγοῦν τὸν πραγματικὸ πνευματικὸ σκοπό της. Γιὰ μερικοὺς νηστεία σημαίνει ἕνα συμβολικὸ «σταμάτημα» σὲ κάτι· γιὰ μερικοὺς ἄλλους νηστεία εἶναι μία προσεκτικὴ τήρηση τῶν νηστευτικῶν κανόνων.

Ἀλλὰ καὶ στὶς δύο περιπτώσεις σπάνια ἡ νηστεία συνδέεται μὲ τὴν ὅλη προσπάθεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ἐδῶ θὰ πρέπει πρῶτα πρῶτα νὰ προσπαθήσουμε νὰ καταλάβουμε τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴ νηστεία καὶ ὕστερα νὰ ρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας: Πῶς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ ἐφαρμόσουμε αὐτὴ τὴ διδασκαλία στὴ ζωή μας;

Ἡ νηστεία ἢ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφὲς δὲν εἶναι ἀποκλειστικὰ μία χριστιανικὴ συνήθεια. Ὑπῆρχε καὶ ὑπάρχει ἀκόμα σὲ ἄλλες θρησκεῖες ἢ καὶ πέρα ἀπὸ τὶς θρησκεῖες, ὅπως λόγου χάρη, σὲ μερικὲς εἰδικὲς θεραπεῖες κλπ. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι νηστεύουν (ἀπέχουν ἀπὸ τὸ φαγητὸ) γιὰ πάρα πολλὲς αἰτίες ἀκόμα καὶ γιὰ πολιτικούς, μερικὲς φορὲς λόγους.

Εἶναι πολὺ βασικὸ λοιπὸν νὰ ξεχωρίσουμε τὸ μοναδικὸ περιεχόμενο στὴ χριστιανικὴ νηστεία. Αὐτὸ μᾶς ἀποκαλύπτεται πρῶτα ἀπ' ὅλα στὴν ἀλληλοεξάρτηση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ δύο γεγονότα ποὺ βρίσκονται στὴν Ἁγία Γραφή: τὸ ἕνα στὴν ἀρχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τὸ ἄλλο στὴν ἀρχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Τὸ πρῶτο γεγονὸς εἶναι τὸ «σταμάτημα τῆς νηστείας» ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ στὸν Παράδεισο. Ἔφαγε, ὁ Ἀδάμ, ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό. Ἔτσι μᾶς παρουσιάζεται ἡ πρώτη ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστός, ὁ Νέος Ἀδὰμ -καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο γεγονὸς- ἀρχίζει μὲ νηστεία. Ὁ Ἀδὰμ πειράσθηκε καὶ ὑπόκυψε στὸν πειρασμό. Ὁ Χριστὸς πειράσθηκε καὶ νίκησε τὸν πειρασμό. Ἡ συνέπεια τῆς ἀποτυχίας τοῦ Ἀδὰμ εἶναι ἡ ἔξωσή του ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ ὁ θάνατος. Ὁ καρπὸς τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ συντριβὴ τοῦ θανάτου καὶ ἡ δική μας ἐπιστροφὴ στὸν Παράδεισο.

Τὰ περιορισμένα περιθώρια ποὺ διαθέτουμε ἐδῶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπουν νὰ δώσουμε λεπτομερεῖς ἐξηγήσεις γιὰ τὸ νόημα αὐτοῦ τοῦ παραλληλισμοῦ. Ὁπωσδήποτε ὅμως εἶναι φανερὸ ὅτι ἀπ' αὐτὴ τὴν ἄποψη ἡ νηστεία μᾶς παρουσιάζεται σὰν κάτι ποὺ ἔχει ἀποφασιστικὴ καὶ τελειωτικὴ σημασία. Δὲν εἶναι μία ἁπλὴ «ὑποχρέωση», ἕνα ἔθιμο· εἶναι δεμένη μ' αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, τῆς σωτηρίας καὶ τῆς καταδίκης.

Στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἁμαρτία δὲν εἶναι μόνο ἡ παράβαση τῆς ἐντολῆς ποὺ φέρνει σὰν συνέπεια τὴν τιμωρία· εἶναι πάντοτε ἕνας ἀκρωτηριασμὸς τῆς ζωῆς ποὺ μᾶς δόθηκε ἀπὸ τὸ Θεό. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἡ ἱστορία τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας μᾶς παρουσιάζεται σὰν μία πράξη τροφῆς. Ἡ τροφὴ εἶναι μέσο ζωῆς· αὐτὸ μᾶς κρατάει ζωντανούς. Ἀλλὰ ἀκριβῶς ἐδῶ εἶναι ἡ βασικὴ ἐρώτηση: Τί σημαίνει νὰ εἶναι κανεὶς ζωντανὸς καὶ τί σημαίνει «ζωή»;

Γιὰ μᾶς σήμερα αὐτοὶ οἱ ὅροι ἔχουν πρωταρχικὰ μία βιολογικὴ ἔννοια: ζωὴ εἶναι συγκεκριμένα αὐτὸ ποὺ τελικὰ ἑξαρτιέται ἀπὸ τὴν τροφὴ καί, ἀκόμα γενικότερα, ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο. Ἀλλὰ γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση αὐτὴ ἡ ζωὴ «...ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ», ταυτίζεται μὲ τὸ θάνατο γιατί ἀκριβῶς εἶναι μία θνητὴ ζωή, γιατί ὁ θάνατος κυριαρχεῖ πάντοτε μέσα της. Ὁ Θεός, τὸ ξέρουμε αὐτό, «δὲν δημιούργησε τὸ θάνατο». Αὐτὸς εἶναι ὁ Δοτήρας τῆς Ζωῆς. Πῶς λοιπὸν ἡ ζωὴ ἔγινε θνητή; Γιατί ὁ θάνατος καὶ πάλι ὁ θάνατος εἶναι ἡ μόνη ἀπόλυτη βεβαιότητα κάθε ὕπαρξης;

Ἡ Ἐκκλησία ἀπαντάει: διότι ὁ ἄνθρωπος ἀρνήθηκε τὴ ζωὴ ὅπως τὴν ἔκανε ὁ Θεὸς καὶ τοῦ τὴν πρόσφερε, καὶ προτίμησε μία ζωὴ ποὺ νὰ ἑξαρτιέται ὄχι ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀλλὰ «ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ». 

Ὄχι μονάχα παράκουσε τὸ Θεὸ καὶ αὐτοτιμωρήθηκε, ἀλλὰ ἄλλαξε ὁλόκληρη τὴ σχέση ἀνάμεσα στὸν ἑαυτό του καὶ σ' ὅλη τὴν κτίση. Σίγουρα ὁ κόσμος δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ Θεὸ σὰν «τροφή», σὰν μέσο ζωῆς· ἀκόμα ἡ ζωὴ ἦταν γιὰ νὰ γίνει κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ· δὲν εἶχε δικό της σκοπὸ ἀλλὰ περιεχόταν ὁλόκληρη στὸ Θεό. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων» (Ἰωάν. 1,14).

Ἔτσι ὁ κόσμος καὶ ἡ τροφὴ δημιουργήθηκαν σὰν μέσα ἐπικοινωνίας μὲ τὸ Θεὸ καὶ μόνον ἂν ὁ ἄνθρωπος δεχόταν ν' ἀνοιχτεῖ στὸ Θεὸ θὰ τοῦ πρόσφεραν ὅλα αὐτὰ τὴ ζωή. Ἡ τροφὴ αὐτὴ μόνη της, μέσα της, δὲν ἔχει ζωὴ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ δώσει ζωή. Μόνο ὁ Θεὸς ἔχει Ζωὴ καὶ εἶναι Ζωή. Μέσα στὴν τροφὴ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς - καὶ ὄχι οἱ θερμίδες - εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς. Ἔτσι ἡ τροφή, ἡ ζωή, ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία μαζί Του ἦταν ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πράγμα.

Ἡ ἀπύθμενη τραγωδία τοῦ Ἀδὰμ εἶναι ὅτι ἔφαγε γιὰ δικό του ὄφελος. Ἀκόμα δὲ περισσότερο ἀπ' αὐτὸ εἶναι γιατί ἔφαγε «χωρισμένος» ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει ἀνεξάρτητος ἀπ' Αὐτόν. Καὶ ἂν τὸ ἔκανε αὐτὸ ἦταν γιατί πίστευε πὼς ἡ τροφὴ εἶχε μέσα της ζωὴ καὶ ἔτσι ἐκεῖνος γευόμενος αὐτὴ τὴν τροφὴ θὰ γινόταν σὰν τὸ Θεό, θὰ εἶχε δηλαδὴ μέσα του δική του ζωή! Μὲ ἄλλα λόγια: πίστευε στὴν τροφή, ἐνῶ ὁ σκοπὸς πίστης, ἐμπιστοσύνης καὶ ἐξάρτησης εἶναι ὁ Θεὸς καὶ μόνο ὁ Θεός. Ὁ κόσμος καὶ ἡ τροφὴ ἔγιναν ὁ Θεός του, ἡ πηγὴ καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς του. Ἔγινε σκλάβος τους.

Ἀδὰμ - στὰ Ἑβραϊκὰ - σημαίνει «ἄνθρωπος». Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ δικό μου ὄνομα καὶ τὸ κοινὸ ὄνομα γιὰ ὅλους μας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀκόμα Ἀδάμ, εἶναι ἀκόμα ὁ σκλάβος τῆς «τροφῆς». Μπορεῖ νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι πιστεύει στὸ Θεό, ἀλλὰ ὁ Θεός, δὲν εἶναι ἡ ζωή του, ἡ τροφή του, τὸ περιεχόμενο ποὺ ἀγκαλιάζει ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή του. Μπορεῖ νὰ λέει ὅτι παίρνει τὴ ζωή του ἀπὸ τὸ Θεό, ἀλλ' ὅμως δὲν ζεῖ «ἐν τῷ Θεῷ» καὶ γιὰ τὸ Θεό. H ἐπιστήμη του, οἱ ἐμπειρίες του, ἡ αὐτοσυνειδησία του, ὅλα κτίζονται πάνω στὴν ἴδια βάση: «ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ». Τρῶμε γιὰ νὰ διατηρούμαστε ζωντανοί, εἴμαστε ζωντανοὶ ἀλλὰ ὄχι «ἐν τῷ Θεῷ». Ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι ἡ ἁμαρτία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐτυμηγορία τοῦ θανάτου ποὺ κρέμεται πάνω ἀπὸ τὴ ζωή μας.

Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Νέος Ἀδάμ. Ἔρχεται νὰ ἐπανορθώσει τὴν καταστροφὴ ποὺ ἐπέβαλε στὴ ζωὴ ὁ Ἀδάμ, νὰ ἀποκαταστήσει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀληθινὴ ζωή. Καὶ ὁ Χριστὸς ἐπίσης ἀρχίζει μὲ νηστεία: «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα, ὕστερον ἐπείνασε» (Ματθ. 4,2). Ἡ πείνα εἶναι ἡ κατάσταση ἐκείνη κατὰ τὴν ὁποία ἀναγνωρίζουμε τὴν ἐξάρτησή μας ἀπὸ κάτι ἄλλο - τὴ στιγμὴ ποὺ νιώθουμε κατεπείγουσα καὶ ἀπαραίτητη ἀνάγκη γιὰ τροφὴ καταλαβαίνουμε ὅτι δὲν ἔχουμε τὴ ζωὴ μέσα μας. Εἶναι αὐτὸ τὸ ὅριο πέρα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἢ πεθαίνω ἀπὸ ἀσιτία ἢ ἀφοῦ ἱκανοποιήσω τὸ σῶμα μου ἔχω ξανὰ τὸ αἴσθημα τῆς ζωῆς μέσα μου.

Αὐτὴ ἀκριβῶς, μὲ ἄλλα λόγια, εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ἀντιμετωπίζουμε τὴν τελικὴ ἐρώτηση: Ἀπὸ τί λοιπὸν ἐξαρτᾶται ἡ ζωή μου; Καὶ ἐφ' ὅσον ἡ ἐρώτηση δὲν εἶναι ἁπλὰ μία ἀκαδημαϊκὴ ἐρώτηση, ἀλλὰ τὴν νιώθω μ' ὁλόκληρο τὸ σῶμα μου, εἶναι ἐπίσης καὶ στιγμὴ πειρασμοῦ.

Ὁ Διάβολος ἦρθε στὸν Ἀδὰμ μέσα στὸν Παραδεισο· ἦρθε ἐπίσης καὶ στὸ Χριστὸ μέσα στὴν ἔρημο. Πλησίασε δηλαδὴ δύο πεινασμένους ἀνθρώπους καὶ τοὺς εἶπε: Χορτάστε τὴν πείνα σας, γιατί αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ἐξαρτάσθε ὁλοκληρωτικὰ ἀπὸ τὴν τροφή, ὅτι ἡ ζωὴ σας βρίσκεται στὴν τροφή. Καὶ ὁ μὲν Ἀδὰμ πίστεψε καὶ ἔφαγε, ὁ Χριστὸς ὅμως ἀρνήθηκε τὸν πειρασμὸ καὶ εἶπε: ὁ ἄνθρωπος «οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται». Ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ αὐτὸ τὸ ψέμα ποὺ ὁ διάβολος ἐπιβάλλει στὸν κόσμο· τὸ κάνει δὲ ὁλοφάνερη ἀλήθεια χωρὶς καμιὰ ἐπιπλέον συζήτηση, τὸ κάνει θεμέλιο γιὰ ὅλες τὶς ἀπόψεις μας, τὶς ἐπιστῆμες, τὴν ἰατρική, πιθανὸν καὶ γιὰ τὴ θρησκεία.

Κάνοντας αὐτὰ ὁ Χριστὸς ἀποκατέστησε τὴ σχέση ἀνάμεσα στὴν τροφή, τὴ ζωὴ καὶ τὸ Θεὸ· σχέση τὴν ὁποία εἶχε σπάσει ὁ Ἀδὰμ καὶ ποὺ ἐμεῖς ἐξακολουθοῦμε νὰ τὴ σπάζουμε κάθε μέρα.

Τί εἶναι, λοιπόν, νηστεία γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανούς;

Εἶναι ἡ εἴσοδός μας καὶ ἡ συμμετοχή μας σὲ κείνη τὴν ἐμπειρία τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ τὴν τροφή, τὴν ὕλη καὶ τὸν κόσμο. Μὲ κανένα τρόπο ἡ δική μας ἐλευθερία δὲν εἶναι πλήρης. Μὲ τὸ νὰ ζοῦμε ἀκόμα στὸ μεταπτωτικὸ κόσμο, στὸν κόσμο τοῦ παλιοῦ Ἀδάμ, μὲ τὸ νὰ εἴμαστε μέρος του, ἐξακολουθοῦμε νὰ ἐξαρτόμαστε ἀπὸ τὴν τροφή.

Ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ὁ θάνατός μας - ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶναι ἀνάγκη ὁπωσδήποτε νὰ περάσουμε - ἔγινε χάρη στὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ μία διάβαση πρὸς τὴ ζωή, ἔτσι καὶ ἡ τροφὴ ποὺ τρῶμε καὶ ἡ ζωὴ ποὺ μᾶς δίνει μπορεῖ νὰ γίνει ζωὴ «ἐν τῷ Θεῷ» καὶ γιὰ τὸ Θεό. Ἕνα μέρος τῆς τροφῆς μας ἔχει ἤδη γίνει «τροφὴ ἀθανασίας» - τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ ἀκόμα καὶ ὁ «ἐπιούσιος ἄρτος» ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ μπορεῖ νὰ εἶναι σ' αὐτὴ τὴ ζωή μας καὶ σ' αὐτὸν τὸν κόσμο, ἐκεῖνο ποὺ μᾶς δίνει δύναμη, νὰ εἶναι ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τὸ Θεὸ μᾶλλον παρὰ ἐκεῖνο ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπ' Αὐτόν.

Παρ' ὅλα αὐτὰ ὅμως μόνο ἡ νηστεία εἶναι ἐκείνη ποὺ μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει μία τέτοια μεταστροφή, μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν ὑπαρξιακὴ βεβαίωση ὅτι ἡ ἐξάρτησή μας ἀπὸ τὴν τροφὴ καὶ τὴν ὕλη δὲν εἶναι ὁλοκληρωτικὴ καὶ τέλεια· ὅτι ἑνωμένη μὲ τὴν προσευχή, τὴ χάρη καὶ τὴ λατρεία μπορεῖ νὰ γίνει πνευματική.

Ὅλα αὐτὰ σημαίνουν, ἂν τὸ νιώσουμε βαθιά, ὅτι ἡ νηστεία εἶναι τὸ μόνο μέσο μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἐπανορθώνει τὴν ἀληθινὴ πνευματική του φύση. Δὲν εἶναι μία θεωρητικὴ ἀλλὰ μία ἀληθινὰ πρακτικὴ πρόκληση γιὰ τὸν «πατέρα τοῦ ψεύδους» ποὺ καταφέρνει νὰ μᾶς πείσει ὅτι ἑξαρτιόμαστε μόνο ἀπὸ τὸ ψωμὶ καὶ νὰ οἰκοδομήσει ὅλη τὴν ἀνθρώπινη γνώση, τὴν ἐπιστήμη καὶ ὅλη τὴν ὕπαρξη πάνω σ' αὐτὸ τὸ ψέμα.

Ἡ νηστεία εἶναι ἕνα ξεσκέπασμα αὐτῆς τῆς ἀπάτης καὶ ταυτόχρονα μία ἀπόδειξη ὅτι ὑπάρχει αὐτὸ τὸ ψέμα. Ἔχει ὕψιστη σημασία τὸ ὅτι ὁ Χριστός, ἐνῶ νήστευε συνάντησε τὸ Σατανᾶ καὶ τὸ ὅτι ἀργότερα εἶπε ὅτι ὁ Σατανᾶς δὲν ἀντιμετωπίζεται «εἰ μὴ ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ». 

Ἡ νηστεία εἶναι ὁ πραγματικὸς ἀγώνας κατὰ τοῦ Διαβόλου γιατί εἶναι ἡ πρόκληση στὸ νόμο ποὺ τὸν κάνει «ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου». Καὶ ὅμως ἂν κάποιος πεινασμένος ἀνακαλύψει ὅτι μπορεῖ πραγματικὰ νὰ γίνει ἀνεξάρτητος ἀπ' αὐτὴ τὴν πείνα, ὅτι δὲν θὰ καταστραφεῖ ἀπ' αὐτὴ ἀλλὰ ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο ὅτι μπορεῖ νὰ τὴ μετατρέψει σὲ πηγὴ πνευματικῆς δύναμης καὶ νίκης, τότε τίποτε δὲν ἀπομένει ἀπ' αὐτὸ τὸ μεγάλο ψέμα στὸ ὁποῖο ζούσαμε μετὰ ἀπὸ τὸν Ἀδάμ.

Πόσο ἄραγε ξεφύγαμε ἀπὸ τὴν συνηθισμένη ἀντίληψη τῆς νηστείας - ὅτι νηστεία δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἀλλαγὴ φαγητῶν, ἢ τὸ τί ἐπιτρέπεται καὶ τί ἀπαγορεύεται -, ἀπ' ὅλη τὴν ἐπιφανειακὴ ὑποκρισία; Τελικὰ νηστεύω σημαίνει μόνο ἕνα πράγμα: πεινάω. Νὰ φτάνω δηλαδὴ στὰ ὅρια ἐκείνης τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης ὁπότε φαίνεται καθαρὰ ἡ ἐξάρτηση ἀπὸ τὴν τροφὴ καί, καθὼς εἶμαι πεινασμένος ν' ἀνακαλύπτω ὅτι αὐτὴ ἡ ἐξάρτηση δὲν εἶναι ὅλη ἡ ἀλήθεια γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅτι αὐτὴ ἡ πείνα εἶναι πρῶτα ἀπ' ὅλα μία πνευματικὴ κατάσταση καὶ ποὺ αὐτή, στὴν πραγματικότητα, εἶναι πείνα γιὰ τὸ Θεό.

Στὴ ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, νηστεία πάντοτε σημαίνει τέλεια ἀποχὴ ἀπὸ τὴν τροφή, κατάσταση πείνας, ὤθηση τοῦ σώματος στὰ ἄκρα. Ἐδῶ ὅμως ἀνακαλύπτουμε ἀκόμα ὅτι ἡ νηστεία σὰν μία σωματικὴ προσπάθεια δὲν ἔχει κανένα νόημα χωρὶς τὸ πνευματικὸ συμπλήρωμά της «... ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι χωρὶς τὴν ἀντίστοιχη πνευματικὴ προσπάθεια, χωρὶς νὰ τρεφόμαστε μὲ τὴ Θεία Πραγματικότητα, χωρὶς ν' ἀνακαλύψουμε τὴν ὁλοκληρωτική μας ἐξάρτηση ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ μόνο ἀπ' Αὐτόν, ἡ σωματικὴ νηστεία θὰ καταντήσει μία πραγματικὴ αὐτοκτονία.

Ἂν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς πειράστηκε ἐνῶ νήστευε, ἐμεῖς δὲν ἔχουμε τὴν παραμικρὴ πιθανότητα ν' ἀποφύγουμε ἕναν τέτοιο πειρασμό. Ἡ σωματικὴ νηστεία εἶναι ἀπαραίτητη μὲν ἀλλὰ χάνει κάθε νόημα καὶ γίνεται ἀληθινὰ ἐπικίνδυνη ἂν ξεκοπεῖ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ προσπάθεια - ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν αὐτοσυγκέντρωση.

Ἡ νηστεία εἶναι μία τέχνη ποὺ τὴν κατέχουν ἀπόλυτα οἱ ἅγιοι. Θὰ ἦταν ἀλαζονικὸ καὶ ἐπικίνδυνο γιὰ μᾶς ἂν δοκιμάζαμε αὐτὴ τὴν τέχνη χωρὶς διάκριση καὶ προσοχή. Ἡ λατρεία τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὑπενθυμίζει συνέχεια τὶς δυσκολίες, τὰ ἐμπόδια καὶ τοὺς πειρασμοὺς ποὺ περιμένουν ὅσους νομίζουν ὅτι μποροῦν νὰ στηριχτοῦν στὴ δύναμη τῆς θέλησής τους καὶ ὄχι στὸ Θεό.

Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἐκεῖνο ποὺ πρῶτα ἀπ' ὅλα χρειαζόμαστε εἶναι μία πνευματικὴ προετοιμασία γιὰ τὴν προσπάθεια τῆς νηστείας. Καὶ αὐτὴ εἶναι νὰ ζητήσομε ἀπὸ τὸ Θεὸ βοήθεια καὶ ἐπίσης νὰ κάνουμε τὴ νηστεία μας θεο-κεντρική. Νὰ νηστεύουμε ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ ξανανιώσουμε ὅτι τὸ σῶμα μας εἶναι ναὸς τῆς Παρουσίας του. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ξαναβροῦμε ἕνα θρησκευτικὸ σεβασμὸ γιὰ τὸ σῶμα, τὴν τροφή, γιὰ τὸ σωστὸ ρυθμὸ τῆς ζωῆς. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ γίνουν πρὶν ἀρχίσει ἡ νηστεία, ὥστε ὅταν ἀρχίσουμε νὰ νηστεύουμε νὰ εἴμαστε ἐφοδιασμένοι μὲ πνευματικὸ ὁπλισμό, μὲ τὸ δράμα καὶ τὸ πνεῦμα τῆς μάχης καὶ τῆς νίκης.
Κατόπιν ἔρχεται ἡ ἴδια ἡ νηστεία. Σύμφωνα μὲ ὅσα εἴπαμε παραπάνω ἡ νηστεία μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ σὲ δύο ἐπίπεδα: πρῶτα σὰν ἀσκητικὴ νηστεία καὶ δεύτερον σὰν γενικὴ νηστεία.

Ἡ ἀσκητικὴ νηστεία περιλαμβάνει μία δραστικὴ μείωση τῆς τροφῆς ἔτσι ὥστε ἡ συνεχὴς κατάσταση πείνας νὰ μπορεῖ νὰ βιωθεῖ σὰν ὑπενθύμιση τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν διαρκὴς προσπάθεια συγκέντρωσης τοῦ νοῦ μας στὸ Θεό. Ὅποιος τὸ ἔχει δοκιμάσει αὐτὸ - ἔστω καὶ γιὰ λίγο - ξέρει ὅτι ἡ ἀσκητικὴ νηστεία ἀντὶ νὰ μᾶς ἀδυνατίζει, μᾶς ξαλαφρώνει, μᾶς εὐκολύνει στὴν αὐτοσυγκέντρωση, μᾶς κάνει νηφάλιους, χαρούμενους καὶ καθαρούς.

Αὐτὸς ποὺ νηστεύει ἔτσι, παίρνει τὴν τροφὴ σὰν ἀληθινὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι συνέχεια στραμμένος πρὸς τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο ὁ ὁποῖος, ἀνεξήγητα, γίνεται ἕνα εἶδος τροφῆς. Δὲν χρειάζεται νὰ ποῦμε ἐδῶ γιὰ τὴν ἀκριβῆ ποσότητα τῆς τροφῆς ποὺ πρέπει νὰ τρώει κανεὶς κατὰ τὴν ἀσκητικὴ νηστεία, οὔτε γιὰ τὸ ρυθμὸ καὶ τὴν ποιότητα τῆς τροφῆς· ὅλα αὐτὰ ἑξαρτιόνται ἀπὸ τὶς ἀτομικές μας δυνατότητες καὶ τὶς ἐξωτερικὲς συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ἀλλὰ ἡ βάση εἶναι ξεκάθαρη: εἶναι μία κατάσταση ἑνὸς μισοπεινασμένου ἀνθρώπου τοῦ ὁποίου ἡ «ἀρνητικὴ» φύση συνέχεια μεταμορφώνεται ἀπὸ τὴν προσευχή, τὴ μνήμη, τὴν προσοχὴ καὶ τὴν αὐτοσυγκέντρωση σὲ «θετικὴ» δύναμη.

Ὅσο γιὰ τὴν γενικὴ νηστεία εἶναι ἀνάγκη αὐτὴ νὰ περιορίζεται σὲ διάρκεια καὶ νὰ συνδυάζεται μὲ τὴ Θεία Εὐχαριστία. Μὲ τὶς παροῦσες συνθῆκες ζωῆς ἡ καλύτερη μορφὴ αὐτῆς τῆς νηστείας εἶναι ἡ μέρα πρὶν ἀπὸ τὴ βραδινὴ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων. Εἴτε νηστεύουμε αὐτὴ τὴ μέρα ἀπὸ νωρὶς τὸ πρωὶ εἴτε ἀργότερα, τὸ βασικὸ σημεῖο εἶναι νὰ ζοῦμε ὅλη τὴ μέρα σὰν μία μέρα προσδοκίας, ἐλπίδας, μία μέρα πείνας γιὰ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Δηλαδὴ νὰ αὐτοσυγκεντρωθοῦμε καὶ νὰ σκεφτοῦμε αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει, τὸ δῶρο ποὺ θὰ πάρουμε καὶ ποὺ γιὰ χάρη του ἀπαρνούμαστε ὅλα τ' ἄλλα δῶρα.

Ὕστερα ἀπ' ὅσα εἴπαμε, πρέπει πάντα νὰ θυμόμαστε ὅτι ὅσο περιορισμένη καὶ ἂν εἶναι ἡ νηστεία μας - ἐφ' ὅσον εἶναι ἀληθινὴ νηστεία - θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸν πειρασμό, στὴν ἀδυναμία, στὴν ἀμφιβολία καὶ στὸν ἐρεθισμό. Μ' ἄλλα λόγια δηλαδὴ θὰ εἶναι μία πραγματικὴ μάχη καὶ πιθανὸν ν' ἀποτύχουμε πολλὲς φορές. Ἀλλὰ ἂν ἀνακαλύψουμε ὅτι ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι μάχη καὶ προσπάθεια, τότε βρήκαμε τὸ βασικὸ στοιχεῖο τῆς νηστείας.

Μία πίστη ποὺ δὲν ἔχει ξεπεράσει τὶς ἀμφιβολίες καὶ τὸν πειρασμὸ σπάνια μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἀληθινὴ πίστη. Δυστυχῶς, δὲν ὑπάρχει καμιὰ πρόοδος στὴ χριστιανικὴ ζωὴ χωρὶς τὴν πικρὴ ἐμπειρία τῆς ἀποτυχίας. Πάρα πολλοὶ ἄνθρωποι ἀρχίζουν νὰ νηστεύουν μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ σταματοῦν μετὰ τὴν πρώτη ἀποτυχία. Θὰ μποροῦσα νὰ πῶ ὅτι ἀκριβῶς σ' αὐτὴ τὴν πρώτη ἀποτυχία ἔρχεται ἡ πραγματικὴ δοκιμή. Ἂν μετὰ τὴν ἀποτυχία καὶ τὴν συνθηκολόγηση μὲ τὶς ὀρέξεις μας καὶ τὰ πάθη μας ξαναγυρίσουμε ὅλα ἀπ' τὴν ἀρχὴ καὶ δὲν ὑποχωρήσουμε ὅσες φορὲς κι ἂν ἀποτύχουμε, ἀργὰ ἢ γρήγορα ἡ νηστεία μας θὰ φέρει τοὺς πνευματικοὺς καρπούς της.

Ἀνάμεσα στὴν ἁγιότητα καὶ τὸν ἀπογοητευτικὸ κυνισμὸ βρίσκεται ἡ μεγάλη καὶ θεϊκὴ ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς - ὑπομονὴ πρῶτα ἀπ' ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Δὲν ὑπάρχει σύντομος δρόμος γιὰ τὴν ἁγιότητα· γιὰ κάθε σκαλοπάτι πρέπει νὰ πληρώσουμε ὁλόκληρο τὸ ἀντίτιμο. Ἔτσι, τὸ καλύτερο καὶ ἀσφαλέστερο εἶναι ν' ἀρχίσουμε μὲ τὸ ἐλάχιστο - ἀκριβῶς λίγο πάνω ἀπὸ τὶς φυσικές μας δυνατότητες - καὶ ν' αὐξήσουμε τὶς προσπάθειές μας λίγο λίγο, παρὰ νὰ ἐπιχειρήσουμε πηδήματα σὲ μεγάλα ὕψη στὴν ἀρχὴ καὶ νὰ σπάσουμε μερικὰ κόκκαλα πέφτοντας στὴ γῆ!

Σὰν συμπέρασμα: ἀπὸ μία συμβατικὴ καὶ τυπικὴ νηστεία - δηλαδὴ νηστεία ἀπὸ ὑποχρέωση καὶ συνήθεια - πρέπει νὰ γυρίσουμε στὴν πραγματικὴ νηστεία. Ἂς εἶναι περιορισμένη καὶ ταπεινὴ ἀλλὰ νὰ εἶναι συνεχὴς καὶ ἀποφασιστική. Ἂς ἀντιμετωπίσουμε ἔντιμα τὶς πνευματικὲς καὶ φυσικές μας δυνατότητες καὶ ἂς ἐνεργήσουμε ἀνάλογα· ἂς θυμόμαστε πάντως ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ νηστέψουμε χωρὶς νὰ προκαλέσουμε αὐτὲς τὶς δυνατότητες, χωρὶς νὰ ἐνεργοποιήσουμε στὴ ζωή μας τὰ θεϊκὰ λόγια «τὰ ἀδύνατα παρ' ἀνθρώποις δυνατά ἐστι παρὰ τῷ Θεῷ». 

Μοναστηριακή διατροφή: τό μυστικό γιά τή μακροζωία



Θέλεις νά ζήσεις περισσότερα χρόνια ἀπό τόν μέσο ὄρο ἔχοντας 
καλή πνευματική καί ψυχική ὑγεία, μία εἶναι ἡ λύση… μοναστηριακή διατροφή!
Ἄλλωστε σύμφωνα μέ τούς εἰδικούς της διατροφῆς ἐκεῖ ἀποδίδεται καί
 ἡ μακροζωία τῶν μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι ζοῦν ἄνετα μέχρι καί τά 95 ἔχοντας
 καλή ψυχική ἀλλά καί σωματική κατάσταση ἐνῶ ταυτόχρονα ἡ νηστεία τους, 
φαίνεται ὅτι ἀποτελεῖ ἀσπίδα γιά καρδιαγγειακά καί ἄλλα νοσήματα. 
Ἡ κλινική διαιτολόγος-διατροφολόγος Δήμητρα Φραγκούλη μίλησε στό
 metrogreece  γιά τά ὀφέλη τῆς νηστίσιμης μοναστηριακῆς διατροφῆς.
"Ἡ νηστεία πού ἀκολουθοῦν οἱ μοναχοί στό Ἅγιο Ὅρος, ἡ ὁποία 
περιλαμβάνει ἀρκετές ἡμέρες τοῦ χρόνου, συμβάλει στή μακροζωία. 
Οἱ συγκεκριμένοι ἄνθρωποι εἶναι λιτοδίαιτοι, μίας καί ἀκολουθοῦν
 μία ἰδιαίτερα ἰσορροπημένη διατροφή, χωρίς τυποποιημένα προϊόντα
 καί τρέφονται μέ μικρές ποσότητες, ἁπλῶς γιά νά ἐπιβιώσουν.
 Ἕνας ἄλλος παράγοντας πού....
 συμβάλει στή μακροζωία τῶν μοναχῶν, εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς
 τούς γενικότερα. Κοιμοῦνται συγκεκριμένες ὧρες καί ζοῦν σέ ἕνα 
ὑγιές περιβάλλον, μακριά ἀπό τό καυσαέριο" ἐπισημάνει ἡ κ. Φραγκούλη.
Πηγή: metrogreece.gr

O ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΜΑΣ ΠΡΟΤΡΕΠΕΙ…



Ο θεόπνευστος Γέροντας Γαβριήλ μιλά για τη μετάνοια, τα προβλήματα των νέων ανθρώπων και την αυτοκτονία.

Δείτε το βίντεο:


Σύντομον Ιστορικόν Καθαγιασμού του Αγίου Μύρου



Ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος κατά την έγχυσιν ελαίου εις τους λέβητας.
Εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, το Άγιον Μύρον καθαγιάζεται ίνα χρησιμεύσει εν τη τελέσει του μυστηρίου του Χρίσματος, ως ορατόν σημείον της μεταδόσεως των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος προς τους βαπτιζομένους.
Κατά τους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού, η μετάδοσις των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος προς τους βαπτιζομένους εγίνετο υπό των αγίων Αποστόλων, διά της «επιθέσεως των χειρών». «Ακούσαντες δε οι εν Ιεροσολύμοις Απόστολοι ότι δέδεκται η Σαμάρεια τον λόγον του Θεού, απέστειλαν προς αυτούς τον Πέτρον και Ιωάννην˙ οίτινες καταβάντες προσηύξαντο περί αυτών όπως λάβωσι Πνεύμα Άγιον˙ ούπω γαρ ην επ’ ουδενί αυτών επιπεπτωκός, μόνον δε βεβαπτισμένοι υπήρχον εις το όνομα του Κυρίου Ιησού. Τότε επετίθουν τας χείρας επ’ αυτούς, και ελάμβανον Πνεύμα Άγιον» (Πράξ. 8,14-17).
Όταν όμως αι ανά την οικουμένην Εκκλησίαι επληθύνσησαν και ο αριθμός των βαπτιζόμενων ηυξήθη σοβαρώς, ώστε να καθίσταται αδύνατος παρόμοια προς την εις Σαμάρειαν γενομένην αποστολήν, εισήχθη εν τη  Εκκλησία η δι’ αγίου Μύρου χρίσις, ήτις αντικατέστησε πλήρως την δι’ «επιθέσεως των χειρών» μετάδοσιν των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος προς τους βαπτιζομένους. Ο χρόνος καθ’ ον συνετελέσθη η αντικατάστασις αύτη δεν τυγχάνει γνωστός. Πάντως το πιθανώτερον είναι ότι η αντικατάστασις εγένετο κατ’ αυτήν ταύτην την αποστολικήν εποχήν. «Αντί γαρ της επιθέσεως των χειρών τούτο δέδοται υπό των Αποστόλων τοις εν Χριστώ βαπτιζομένοις» (Συμεών Θεσσαλονίκης).
Η χρήσις του αγίου Μύρου εν τη Εκκλησία εισήχθη κατά μίμησιν υφισταμένης σχετικής πράξεως εν τη Παλαιά Διαθήκη. «Και ελάλησε Κύριος προς Μωϋσήν λέγων και συ λάβε ηδύσματα το άνθος σμύρνης εκλεκτής πεντακόσιους σίκλους και κινναμώμου ευώδους το ήμισυ τούτου διακόσιους πεντήκοντα και καλάμου ευώδους διακόσιους πεντήκοντα και ίρεως πεντακόσιους σίκλους του αγίου και έλαιον εξ ελαίων ειν και ποιήσεις αυτό έλαιον χρίσμα άγιον, μύρον μυρεψικόν τέχνη μυρεψού˙ έλαιον χρίσμα άγιον έσται» (Έξ. 30, 22-25).

Οι αρχιερείς κατά την παραλαβήν των αργυρών ληκύθων.
Περί του αγίου Μύρου, εν τη διαδρομή των αιώνων, απαντώσι και αι ονομασίαι «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα», «χρίσμα ευχαριστίας», «χρίσμα επουράνιον», «μυστικόν χρίσμα», «μύρον», «Θείον μύρον», «μύρον μυστικόν», «μέγα μύρον», «άγιον και μέγα μύρον». Σήμερον, γενικώς χρησιμοποιείται ο όρος «Άγιον Μύρον».
Το Άγιον Μύρον ετοιμάζεται εξ ελαίου και άλλων ευωδών ουσιών, τα οποία συμβολίζουσι τα ποικίλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ων δέκτης καθίσταται ο χριόμενος χριστιανός. Η παλαιοτέρα συγκεκριμένη είδησις «περί της ύλης του μύρου» και ο αρχαιότερος κατάλογος των προς παρασκευήν και έψησιν τούτου χρησιμοποιουμένων συστατικών, όστις διασώζεται μέχρις ημών, ανάγεται εις τον Η’ αιώνα. Εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω υφίσταται επίσημος «Κατάλογος των ειδών των αρωμάτων, εξ ων συντίθεται το Άγιον Μύρον», όστις αριθμεί 57 είδη.
Πληροφορίαι περί του τρόπου καθαγιασμού του Αγίου Μύρου κατά τους πρώτους αιώνας του Χριστιανισμού ελλείπουσι παντελώς. Η παλαιοτέρα σχετική πληροφορία αναφέρεται εις την Αποστολικήν Παράδοσιν του Ιππολύτου. Νεώτεροι διατάξεις περί καθαγιασμού του Αγίου Μύρου περιελήφθησαν εν τω εν χρήσει εντύπω Μεγάλω Ευχολογίω και εν τω Ευχολογίω του Γκόαρ. Εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω κατά τον ΙΘ’ αιώνα και αρχάς του εικοστού αιώνος, κατεβλήθησαν ιδιαίτεροι προσπάθειαι προς αναθεώρησιν της άχρι τότε εν χρήσει Τάξεως και Ακολουθίας καθαγιασμού του Αγίου Μύρου και ανασύνταξιν νέας τοιαύτης. Σχετικαί Ακολουθίαι εξεδόθησαν τύποις κατά τα έτη 1890,1912 και 1960.
Συμφώνως προς την ακολουθούμενην εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω τυπικήν διάταξιν παρασκευής και καθαγιασμού του Αγίου Μύρου, την Κυριακήν των Βαΐων, ο Πατριάρχης, μετά την δοξολογίαν, ευλογεί τον Άρχοντα Μυρεψόν και τους συνεργήσοντας εν τη εψήσει του Αγίου Μύρου, φέροντας λευκούς ποδήρεις χιτώνας, και επιτίθησι τω Άρχοντι Μυρεψώ το εκ μετάξης λέντιον.
Την Αγίαν και Μεγάλην Δευτέραν, μετά την Θείαν Λειτουργίαν των Προηγιασμένων, ο Πατριάρχης προσέρχεται εις το παρά τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν του αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου καταλλήλως ηυπρεπισμένον Κουβούκλιον, ένθα οι προς έψησιν του Αγίου Μύρου λέβητες, και ευλογεί την έναρξιν του κύκλου των επί καθαγιασμώ του Αγίου Μύρου ιερών τελετών, διά τελέσεως αγιασμού. Ακολούθως ραντίζει διά του ηγιασμένου ύδατος τα παρασκευασθέντα υλικά, τα προς χρήσιν σκεύη και τους λέβητας, είτα δε, κρατών ανημμένην λαμπάδα, άπτει τα υφ’ έκαστον λέβητα τεδειμένα τεμάχια παλαιών ιερών εικόνων μετά φρυγάνων μεμιγμένα. Εν συνεχεία ο Πατριάρχης αναγινώσκει κεφάλαια τινά εκ του ιερού Ευαγγελίου. Η ανάγνωσις περικοπών εκ της Καινής Διαθήκης συνεχίζεται υπό των παρισταμένων αγίων Αρχιερέων, Κληρικών της Πατριαρχικής Αυλής και άλλων Κληρικών. Η τάξις αύτη των αναγνωσμάτων εξακολουθεί καθ’ όλην την ημέραν της Μ. Δευτέρας, Μ. Τρίτης και Μ. Τετάρτης.
Την Αγίαν και Μεγάλην Τρίτην, μετά την Θείαν Λειτουργίαν των Προηγιασμένων, ο Πατριάρχης προσέρχεται και αύθις εις το ιερόν Κουβούκλιον, ένθα ψάλλεται ο Μικρός Παρακλητικός Κανών της Θεοτόκου και μνημονεύει πάντων εν γένει των υπέρ της παρασκευής του Αγίου Μύρου εις είδη, χρήμα και εργασίαν εισενεγκόντων.
Την Αγίαν και Μεγάλην Τετάρτην, μετά την Θείαν Λειτουργίαν των Προηγιασμένων, ο Πατριάρχης προσέρχεται και πάλιν εις το ιερόν Κουβούκλιον και, μετά μικράν ιεροτελεστίαν, εμβάλλει εις τους λέβητας το ροδέλαιον και τον μόσχον και τα υπόλοιπα ευώδη έλαια. Εντός της ημέρας συντελείται η έψησις του Αγίου Μύρου και προπαρασκευή πάντων των σχετικών.

Την Αγίαν και Μεγάλην Πέμπτην, μετά την απόλυσιν του Όρθρου εν τω Πατριαρχικώ Παρεκκλησίω του αγίου Αποστόλου Ανδρέου, και μετά την αμφίεσιν του Πατριάρχου και των αγίων Αρχιερέων, άρχεται, εν λιτανεία, ηχούντων των κωδώνων, η προς τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν κάθοδος εκ του Πατριαρχικού Οίκου. Κατά την κάθοδον ο Πατριάρχης κρατεί την μικράν Μυροθήκην, ο Α’ τη τάξει των αγίων Αρχιερέων αλάβαστρον περιέχον προηγιασμένον Μύρον (ήτοι άγιον Μύρον εκ προγενεστέρου καθαγιασμού), ο Β’ τη τάξει των αγίων Αρχιερέων αλάβαστρον περιέχον μήπω αγιασθέν Μύρον, οι λοιποί Αρχιερείς μικρά αργυρά δοχεία, περιέχοντα Μύρον εκ του προς καθαγιασμόν παρασκευασθέντος, εικοσιτέσσαρες δε Αρχιμανδρίται κρατούντες, ένθεν και ένθεν, τα δώδεκα μεγάλα αργυρά δοχεία, περιέχοντα το προς καθαγιασμόν Μύρον. Περί το πέρας της Θείας Λειτουργίας, και μετά την εκφώνησιν «Και έσται τα ελέη του Μεγάλου Θεού», του Μ. Αρχιδιακόνου εκφωνούντος το «Πρόσχωμεν», εν γονυκλισία του συμπροσευχομένου λαού, ο Πατριάρχης καθαγιάζει το Άγιον Μύρον, κατά την επί τούτω Τυπικήν Διάταξιν. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, κατά την αυτήν τάξιν της καθόδου εκ του Πατριαρχικού Παρεκκλησίου εις τον Πατριαρχικόν Ναόν, μεταφέρεται το καθαγιασθέν άγιον Μύρον εκ του ιερού Ναού εις το Πατριαρχικόν Μυροφυλάκιον, ένθα αποτίθενται τα αλάβαστρα και τα δοχεία τα περιέχοντα το Άγιον Μύρον και γίνεται η απόλυσις της Θείας Λειτουργίας.

Μεγάλη Πέμπτη – Το Παρεκκλήσιον του Αγίου Ανδρέου με τους αργυρούς αμφορείς και τα άμφια του Οικ. Πατριάρχου. (1982)
Ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου τελείται μόνον υπό των επισκόπων, ουχί δε υπό των πρεσβυτέρων. Η εν προκειμένω παράδοσις εν τη Εκκλησία είναι σταθερά και ομόφωνος. Προϊόντος όμως του χρόνου, ενώ η παράδοσις αύτη, ως προς τους πρεσβυτέρους παραμένει αμετακίνητος, μεταβάλλεται ως προς τους επισκόπους, το δε κοινόν πάντων των επισκόπων δικαίωμα περιέρχεται σταδιακώς εις τους επισκόπους επισημότερων τινών Εκκλησιών, εις τους Πατριάρχας, τέλος δε μόνον εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην. Άλλαις λέξεσιν, ενώ έκαστος επίσκοπος δικαιούται ίνα καθαγιάζη το άγιον Μύρον αρχιερατικώ δικαίω, δεν δικαιούται όπως πράττη τούτο εκκλησιαστικώ δικαίω. Φαίνεται ότι τρία είναι τα κυριώτερα αίτια, τα οποία συνετέλεσαν εις τον περιορισμόν του δικαιώματος του καθαγιάζειν το Άγιον Μύρον, κατ’ αρχάς μεν εις τους Πρώτους εκάστης εκκλησιαστικής περιφερείας, εν συνεχεία δε εις τον Οίκουμενικόν Πατριάρχην: α) η σπάνις των ειδών και η δυσχέρεια όπως παρασκευάζη έκαστος επίσκοπος το Άγιον Μύρον, β) Η ολονέν αύξουσα έξαρσις του Πρώτου ή Προκαθημένου έκαστης ευρυτέρας εκκλησιαστικής περιφερείας, και γ) Η ιδιάζουσα θέσις, ην εν τη παρόδω των αιώνων το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ελάμβανεν έναντι των Πατριαρχείων της Ανατολής και ο μητρικός δεσμός της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως προς τας επί μέρους Εκκλησίας των λαών εκείνων, οι οποίοι εδέχθησαν την χριστιανικών πίστιν παρά των ιεραποστόλων αυτής.
Εν τη πραγματικότητι, η τοιαύτη συγκέντρωσις του δικαιώματος του καθαγιάζειν το Άγιον Μύρον εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον δεν έχει την έννοιαν εξαρτήσεως και υποταγής των επί μέρους Εκκλησιών, αλλ’ αποτελεί απτόν και ορατόν σημείον ενότητος και δεσμού των κατά τόπους Πατριαρχείων κάί Αυτοκεφάλων Εκκλησιών προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, σημείον όπερ τυγχάνει απαραίτητον, ουχί προς έξαρσιν της θέσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου εν τη Ορθοδοξία, αλλά προς ύπαρξιν αισθητού τινος σημείου ενότητος του συγκροτήματος των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Πάντως, εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Άγιον Μύρον καθαγιάζουσιν σήμερον, πλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και τα Πατριαρχεία Μόσχας, Βελιγραδίου και Βουκουρεστίου, ίσως δε και άλλαι τινές Ορθόδοξοι Εκκλησίαι.
Ως και εν αρχή ελέχθη, το ΄Αγιον Μύρον χρησιμεύει πρωτίστως και κυρίως εν τη τελέσει του μυστηρίου του Χρίσματος, το οποίον παρέχεται ευθύς μετά το μυστήριον του Βαπτίσματος, αποτελεί όμως ίδιον, διακεκριμένον από του Βαπτίσματος μυστήριον. Διά του μυστηρίου του Χρίσματος, κατά την διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μεταδίδονται τοις βαπτιζομένοις αι δωρεαί και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, προς ενίσχυσιν αυτών εν τη κατά Χριστόν ζωή, εις ην εμυήθησαν διά του Βαπτίσματος, και προς καθοπλισμόν αυτών εις τους κατά της αμαρτίας και των προσβολών του πονηρού αγώνας, ίνα αυξηθώσιν «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. 4,13).
Το Άγιον Μύρον χρησιμοποιείται επίσης διά την χρίσιν των ετεροδόξων και πεπτωκότων, προσερχόμενων εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, εν τοις εγκαινίοις των ιερών Ναών και διά την καθιέρωσιν των αγίων Τραπεζών, την καθιέρωσιν των ιερών αντιμηνσίων, και δι’ ετέρας τινάς ιεροτελεστικάς περιπτώσεις. Άλλοτε εχρησιμοποιείτο και διά την χρήσιν των Ορδοδόξων Βασιλέων, κατά την στέψιν αυτών.
Πηγή: Μητροπολίτου Προύσης και Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης κ. Ελπιδοφόρου, Ημερολόγιο 2012, Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης

«Μετανοίας ο καιρός» είναι η κάθε ημέρα μας!



πηγή 


«῞Οσο ἰσχύει τό σήμερα» εἶναι μία φράση τῆς ῾Αγ. Γραφῆς (πρβλ. ῾Εβρ. 3,13), πού ἀναφέρεται στή μετάνοια καί πού ἰδιαιτέρως τήν χρησιμοποιεῖ ὁ κατεξοχήν κήρυκας τῆς μετανοίας ἅγ. ᾿Ιωάννης Χρυσόστομος. Γιά τόν ἱερό Πατέρα ἡ μετάνοια εἶναι γεγονός τοῦ παρόντος. ῞Ο,τι δέν κάνουμε σήμερα, δύσκολα μπορεῖ νά γίνει αὔριο. Καί τοῦτο γιατί μόνο τό σήμερα μᾶς ἔχει δοθεῖ ἀπό τό Θεό. Τό χθές πέρασε, τό αὔριο δέν ξέρουμε ἄν θά ἔλθει. Λοιπόν μόνον αὐτό πού ἐκτείνεται ἄμεσα μπροστά μας μᾶς «ἀνήκει», πού σημαίνει ὅτι τό σήμερα εἶναι τό πεδίο τοῦ ἀγώνα τῆς σωτηρίας μας. 

Κατά συνέπεια «μετανοίας ὁ καιρός» εἶναι ἡ κάθε ἡμέρα μας, ἄρα καί ὅλη ἡ ζωή μας. Διότι αὐτό πού πρέπει νά κάνουμε κάθε ἡμέρα, προσδιορίζει καί τήν ὅλη πορεία τῆς ζωῆς μας. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι αὐτή ἀκριβῶς ἡ μετάνοια. Τή μετάνοια ζητάει ἀπό τό Θεό καί αὐτήν ἐπιδιώκει νά καταστήσει βίωμα στούς πιστούς της. «Τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα».

Όσιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ


Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα.
Το τέλος της επίγειας ζωής του, προείπε ο Όσιος πρίν τρία χρόνια. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ'
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Γεώργιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
πηγή

Όσιος Ζωσιμάς


 Έζησε στους χρόνους του αυτοκράτορος Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Σύμφωνα με τον βιογράφο του Αγιο Σωφρόνιο, Αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων, αφιερώθηκε στον Θεό από παιδί και ασκήθηκε σε όλα τα είδη των αρετών. Περιήλθε περί τους χίλιους διακρινόμενους για την αρετή τους ασκητές, για να διδαχτεί από την αρετή και την σοφία τους και εγκαταβίωσε σε μοναστήρι της Παλαιστίνης. Πόθος του ήταν να υποτάξει τη σάρκα στο πνεύμα. Έκανε υπακοή στους γέροντες της μονής και με μεγάλη χαρά εφάρμοζε όσους κανόνες και είδη ασκήσεως του έδιναν. Η τροφή του ήταν λιτή και την εξοικονομούσε κάνοντας εργόχειρο. Η μεγαλύτερη ασχολία του ήταν η ψαλμωδία και η μελέτη των Θείων Γραφών. Πολλές φορές ο Όσιος είχε αξιωθεί να δει οράματα, σύμφωνα και με τον λόγο του Κυρίου «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τὴ καρδία, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Με τους πνευματικούς του αγώνες έφθασε σε ύψη αρετής, σοφίας εγκράτειας και αγιότητος. Έτσι σιγά σιγά η φήμη της αγιότητός του έφθασε παντού και πολλοί μοναχοί από γειτονικά και μακρινά μοναστήρια τον επισκέπτονταν, για να τον συμβουλευτούν και να ωφεληθούν πνευματικά από τις διδαχές του.
Σε αυτό το μοναστήρι ο 'Aγιος Ζωσιμάς διήλθε με όλες του τις δυνάμεις τον ασκητικό βίο μέχρι τον πεντηκοστό τρίτο χρόνο της ηλικίας του. Αγαπούσε όμως την ερημική και ησυχαστική ζωή. Θέλοντας να αγωνιστεί περισσότερο πνευματικά, απεφάσισε να εγκατασταθεί στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου στον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί αφιερώθηκε στην αυστηρή άσκηση και νηστεία. Η πύλη του μοναστηριού έμενε πάντα κλειστή, για να μπορούν οι μοναχοί να προσεύχονται και να ασκούνται απερίσπαστοι. 'Aνοιγε μόνο όταν κάποιος μοναχός είχε μεγάλη ανάγκη να εξέλθει της μονής, αλλά αυτό ήταν σπάνιο γιατί το μοναστήρι ήταν έρημο και η περιοχή άγνωστη και δύσκολη στο πέρασμά της.
Κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ο Όσιος Ζωσιμάς αναχωρούσε για την έρημο, όπου κατ' ευδοκίαν του Θεού συνάντησε τηνΟσία Μαρία την Αιγυπτία, στην οποία μετέδωσε τα άχραντα μυστήρια και εκήδευσε.
Ο Όσιος Ζωσιμάς κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...