Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 08, 2012

οι άνθρωποι εχθρεύονται την αλήθεια;Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας


«Και ελθόντι αυτώ εις το ιερόν προσήλθον αυτώ
 διδάσκοντι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι τον λαού 
λέγοντες· εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς, και τις σοι έδωκε 
την εξουσίαν ταύτην;» (Μτ. 21, 23). Γιατί έκαναν στον
 Κύριο Ιησού Χριστό μία τέτοια ερώτηση; 
Και είναι σίγουρο ότι τον ρώτησαν με θυμό. 
«Πώς τολμάς εσύ να διδάσκεις το λαό; Ποιος σου το
 επέτρεψε, ποιος σου έδωσε αυτό το δικαίωμα; 
Εμείς μόνον έχουμε την εξουσία να διδάσκουμε το λαό». 
 Την απάντηση που τους έδωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός 
κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να δώσει. Αν στη θέση του 
βρισκόταν κάποιος που δεν είχε εξουσία να διδάσκει θα 
έχανε τον εαυτό του μπροστά στους αρχιερείς και τους 
πρεσβυτέρους και το πρώτο πράγμα που θα προσπαθούσε
 να κάνει θα ήταν να δικαιολογήσει τον εαυτό του. 
Ο Χριστός δεν τους απάντησε ευθέως. Τους έδωσε 
μία απάντηση που δεν την περίμεναν. 
Αντί να δικαιολογεί τον εαυτό του και να τους
 προβάλλει επιχειρήματα, που να δικαιολογούσαν την 
εξουσία του να διδάσκει τον λαό, τους ελέγχει και τους 
αναγκάζει να παραδεχτούν πως δεν έχουν δίκαιο σ’ αυτά που λένε.
Τους είπε: «Ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα, ον εάν είπητέ

 μοι, καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ. 
Το βάπτισμα Ιωάννου πόθεν ην, εξ ουρανού ή εξ ανθρώπων; 
οι δε διελογίζοντο παρ’ εαυτοίς λέγοντες· εάν είπωμεν,
 έξ ουρανού, ερεί ημίν, διατί ουν ουκ επιστεύσατε αυτώ· 
εάν δε είπωμεν, εξ ανθρώπων, φοβούμεθα τον όχλον· 
πάντες γαρ έχουσι τον Ιωάννην ως προφήτην. 
Και αποκριθέντες τω Ιησού είπον· ουκ οίδαμεν. έφη 
αυτοίς και αυτός· ουδέ εγώ λέγω υμίν εν ποία εξουσία 
ταύτα ποιώ» (Μτ. 21, 24-27).
Μ’ αυτή την απάντηση ο Κύριος τους έφερε σε αδιέξοδο. 

Τους ανάγκασε να αποκαλύψουν μπροστά σε όλους τη
 δολιότητα και την ακαθαρσία τους. Και αφού όλοι είδαν
 την υποκρισία και την πονηριά τους, πως τολμούν να 
Τον ρωτάνε με ποια εξουσία το κάνει; Γι’ αυτό Του είπαν
 μόνο” «ουκ οίδαμεν».
Ήξεραν, ήξεραν πάρα πολύ καλά, αλλά δεν ήθελαν 

να απαντήσουν. Γνώριζαν ότι το βάπτισμα του Ιωάννη 
ήταν από τον Θεό. Όλος ο απλός λαός, άνθρωποι με 
καθαρή καρδιά, πίστευε ότι το βάπτισμα του Ιωάννου 
ήταν από τον Θεό. Με προσοχή και ευλάβεια άκουγε 
ο λαός το κήρυγμα της μετανοίας. Είναι αδύνατον
 να μην καταλάβαιναν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι
 του λαού ότι ο Ιωάννης είναι μεγάλος προφήτης και
 απεσταλμένος του Θεού. Μερικοί απ’ αυτούς πήγαν 
στον Ιωάννη και έλαβαν το βάπτισμά του, αλλά τέτοιοι 
ήταν λίγοι. Οι περισσότεροι δεν το δεχόταν γιατί είχαν
 στο νου τους τον εξής λογισμό: «Είναι δυνατόν εμείς 
οι πνευματικοί ηγέτες του λαού να πάμε στον Ιωάννη;
 Πώς θα λάβουμε το βάπτισμἀ του; Πώς θα μετανοήσουμε 
ενώπιον όλου του λαού; Αν το κάνουμε αυτό θα πληγεί 
το κύρος μας. Ο λαός μάς θεωρεί μεγάλους πνευματικούς 
ηγέτες, δεν μπορούμε εμείς να πάμε στον Ιωάννη, για 
να μην πέσουμε στα μάτια του λαού».
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν πλανεμένοι, δεν ήθελαν να 

παραδεχτούν την αλήθεια, δεν ήθελαν να ακολουθήσουν 
την οδό της δικαιοσύνης γιατί αυτό δεν θα εξυπηρετούσε 
τα συμφέροντά τους. Πώς να παραχωρήσουν τα πρωτεία 
τους στον Ιωάννη ή στον Ιησού; Η καρδιά τους
 δεν μπορούσε να ησυχάσει· παρακολουθούσαν το
 Χριστό, το κήρυγμά Του και Τον ζήλευαν. Έβλεπαν
 τη δύναμη του λόγου Του, έβλεπαν πως ο λαός 
Τον ακολουθεί και αυτό τους τρόμαζε. 
Αν ακολουθούν το Χριστό, τότε αυτό σημαίνει 
ότι προτιμούν Αυτόν. Γι’ αυτό Τον μισούσαν και
 Του δημιουργούσαν εμπόδια…
Αυτοί λοιπόν ήταν οι αρχιερείς, οι γραμματείς 

και οι Φαρισαίοι. Αλλά και μεταξύ μας υπάρχουν 
πολλοί τέτοιοι άνθρωποι. Τέτοιοι υπήρχαν πάντα αρκετοί
 σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλους τους λαούς. 
Πολλές φορές δεν θέλουμε να παραδεχτούμε την 
αλήθεια, η οποία είναι φανερή και το καταλαβαίνουμε
 στο βάθος της καρδιάς μας. Στασιάζουμε εναντίον της 
αλήθειας, αυτή μας εμποδίζει γιατί η οδός που 
ακολουθούμε δεν είναι η οδός της δικαιοσύνης. 
Μόνοι μας βάλαμε για μας τους σκοπούς που θέλουμε να 
πετύχουμε στη ζωή μας. Και οι σκοποί αυτοί απέχουν μακριά
 από τους πραγματικούς που είναι η αγιότητα και 
η δικαιοσύνη. Έτσι και ο δρόμος που ακολουθούμε είναι 
σύμφωνος με τους σκοπούς μας. Γι’ αυτό όταν βλέπουμε
 το φως της αλήθειας να λάμπει μπροστά μας, την πρώτη 
στιγμή χάνουμε τον εαυτό μας, μετά αρχίζουμε να
 μισούμε την αλήθεια, να την αποστρεφόμαστε και στο 
τέλος να την πολεμάμε.
Δεχόμαστε μόνο εκείνες τις διδασκαλίες που τρέφουν

 την φιλαυτία και τον εγωισμό μας και μάς βοηθάνε να
 ακολουθούμε το δικό μας δρόμο, το δρόμο της αμαρτίας.
 Πολεμάμε κάθε τι που έρχεται σε αντίθεση με τους 
σκοπούς μας, κάθε τι που ελέγχει την ματαιότητα του 
λανθασμένου δρόμου μας. Πολεμάμε την αλήθεια γιατί 
ακολουθούμε τις διδασκαλίες που μόνοι μας 
δημιουργήσαμε ή που τις έχουμε ακούσει από τους άλλους. 
Αυτές που είναι σύμφωνες με την επιθυμία μας, για να ζούμε
 καλά σ’ αυτή τη ζωή.
Ότι συμφωνεί με τους σκοπούς μας και το δρόμο που 

έχουμε διαλέξει, το θεωρούμε αληθινό. 
Το δεχόμαστε ανεπιφύλακτα και το προβάλλουμε ως 
επιχείρημα για να υπερασπίσουμε τις δικές μας 
πεποιθήσεις και τις λανθασμένες διδασκαλίες που ακολουθούμε, 
οι οποίες δεν συμφωνούν μ’ αυτά που δίδασκε ο Χριστός
 και για τις οποίες στο βάθος της καρδιάς μας γνωρίζουμε 
πως δεν είναι σωστές. Και όταν ακούμε το κήρυγμα του Χρίστου
 προβάλλουμε αντιρρήσεις όσο περισσότερες μπορούμε.
 Μπορεί και να μην είναι αλήθεια αυτό που λέμε, αυτό όμως
 δεν μάς σταματάει.
Μήπως και κάποιος από μας, αν βρισκόταν στη θέση

 που βρέθηκαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του 
λαού, θα έκανε αυτό που έκαναν και εκείνοι και στην 
ερώτηση του Κυρίου θα απαντούσε: «Δεν γνωρίζω»; 
Μπορεί. Αλλά θα μπορούσε να κάνει και κάτι χειρότερο 
– αντί να παραδεχτεί την αλήθεια, να άρχιζε να την
 διαστρεβλώνει, να ψευδολογεί και να την βλασφημά. 
Αυτό συναντάμε πολλές φορές στους ανθρώπους που 
έχουν αρνηθεί τον Χριστό και ακολουθούν 
το δικό τους δρόμο.
Απ’ αυτό να μάς φυλάξει ο Κύριος, να μη γίνουμε

 όμοιοι με τους γραμματείς και τους φαρισαίους. 
Να μάς βοηθήσει να ακολουθούμε πάντα την οδό 
της δικαιοσύνης μέσα στο φως του Χρίστου. 
Αμήν.
πηγή

Ιερώνυμος: «Το ΔΝΤ δεν χορηγεί αξίες και αρχές»






«Χάσαμε τις αξίες και τις αρχές μας και οι αξίες αυτές δε χορηγούνται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» τόνισε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος από τον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών Σερρών, όπου τέλεσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Όπως είπε ο Αρχιεπίσκοπος, δυστυχώς ο άνθρωπος απομακρύνεται από το Θεό και πρόσθεσε: «Έχουμε χάσει τις αξίες και τις αρχές μας, αλλά οι αξίες δε δανείζονται, δε χορηγούνται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δεν αγοράζονται. Είναι κάτι που φυτρώνει μέσα μας, ύστερα από αγώνα, με θυσία, με πνεύμα, με αίμα. Καλούμαστε να μετανοήσουμε, να αλλάξουμε μυαλό, να αλλάξουμε εσωτερικά, για να μπορέσουμε να έχουμε πάλι υγιείς θεσμούς».

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, έστειλε μήνυμα ελπίδας: «Ο λαός μας έχει κουραστεί και έχει αγανακτήσει, δε μπορούμε να γυρίζουμε πίσω, καλούμαστε να κοιτάμε μόνο μπροστά» και τόνισε πως «όλοι μαζί, με τη βοήθεια του Κυρίου μας, της Παναγίας και όλων των Αγίων θα κερδίσουμε τον αγώνα».

Όνειρα,οράματα και περιπτώσεις...πλάνης




«Και ου θαυμαστό αυτός γαρ ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός»(Β΄ Κορ. ια΄ 13-15)

Η Ιερά Μονή Οσίου Νικοδήμου η οποία βρίσκεται στον Πεντάλοφο Γουμενίσσης εξέδωσε ένα πολύ ωραίο και χρήσιμο βιβλίο που εξηγεί τι μπορεί να κρύβεται -και καλό αλλά και κακό- πίσω από κάποιο όνειρο ή και όραμα. Επειδή πολλοί αναγνώστες μας, μάς ζητούν και ενδιαφέρονται να μάθουν κάποια πράγματα για τα όνειρα‡ έτσι θα αναρτήσουμε στο ιστολόγιό μας, κάποια πολύ ενδιαφέροντα αποσπάσματα και ταπεινά ευχαριστούμε το Γέροντα και τους πατέρες της Μονής που μας παραχώρησαν την ευλογία να χρησιμοποιήσουμε τα κείμενα αυτά.
Με παραστατικό τρόπο φανερώνεται εδώ μία τραγική πραγματικότητα στο χώρο της Εκκλησίας, η πλάνη των ονείρων και των οραμάτων.
Πρωταγωνιστής σ΄αυτή την τραγική θεατρική παράσταση είναι ο διάβολος με τους ποικίλους ρόλους και τις μορφές πού παίρνει εμφανιζόμενος στη σκηνή της φαντασίας του ανθρώπου, κατά την εγρήγορση ή κατά τον ύπνο, είτε ως Παναγία είτε ως άγγελος. Παθητικός θεατής και παράλληλα τραγικό θύμα είναι αυτός που, είτε επιζητεί τέτοιες καταστάσεις είτε δεν προσέχει και δείχνει επιπόλαια εμπιστοσύνη σε τέτοια φαινόμενα πλάνης, με αποτέλεσμα να εξαπατάται.
Η παράσταση περιλαμβάνει δυο περιπτώσεις πλάνης.




Στο επάνω μέρος η παράσταση δείχνει μία γυναίκα πού κοιμάται και ονειρεύεται τη μορφή της Παναγίας, ...; ενώ πίσω από την άγια μορφή υπάρχει ένας δαίμονας πού κρατάει σαν μαριονέτα και επιδεικνύει αυτή την ψεύτικη παράσταση στην ονειρική φαντασία της κοιμώμενης γυναίκας.

Το περιστατικό στο κάτω μέρος της παραστάσεως αφορά ένα όραμα φωτεινού αγγέλου στην είσοδο της σπηλιάς ένας ασκητή μονάχου την ώρα που εκείνος προσεύχεται. Ο διάβολος, πού εκπροσωπεί το βασίλειο του σκότους, εμφανίζει κρατώντας ως ανδρείκελο μπροστά στο εξαπατημένα μάτια τοϋ μοναχού, ένα δήθεν φωτεινό άγγελο που γεμίζει με φως τη σπηλιά του. Το κόκκινο φως πού βγαίνει από τον φαινόμενο άγγελο θα έπρεπε να κάνει επιφυλακτικό τον μοναχό, αφού οι άγιοι πατέρες, στους οποίους όφειλε να υπακούει, το επισημαίνουν ως σαφή ένδειξη δαιμονικής και όχι αγγελικής παρουσίας.

Πόσες τέτοιες ψεύτικες εμφανίσεις δήθεν της Παναγίας, αγίων ή αγγέλων πλανούν συνανθρώπους μας!
Πόσοι άραγε συνάνθρωποι μας μετά από ένα τέτοιο περιστατικό βάζουν, έστω, και ένα ερωτηματικό ή μία επιφύλαξη για την προέλευση και την ταυτότητα του ονείρου ή του οράματος;
Η επισήμανση του αποστόλου Παύλου ότι «ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β' Κορ. ια', 14) είναι, ιδιαίτερα σήμερα, επίκαιρη και όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία.
Πηγή: Γεροντικό Ονείρων και Οραμάτων Διδαχές και Παραδείγματα, Έκδοσις Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου, 1997 Πεντάλοφος Γουμενίσσης

πηγή

Τυπικόν της 9ης Νοεμβρίου 2012



Παρασκευή: Τῶν Ἁγίων Μαρτύρων
 Ὀνησιφόρου καί Πορφυρίου, 
τῆς Ὁσίας Μητρός ἡμῶν Ματρώνης. 
Τῆς Ὁσίας Μητρός ἡμῶν Θεοκτίστης τῆς Λεσβίας καί 
τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Νεκταρίου, 
Ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ Θαυματουργοῦ.
 
Ἀπόστολος: 
Τῆς ἡμέρας· Παρασκευῆς κγ΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Α΄ Θεσ. β΄ 14-20).
Εὐαγγέλιον: 
Ὁμοίως· Παρασκευῆς η΄ ἑβδομάδος Λουκᾶ (Λουκ. ιγ΄ 31-35).

Ομιλία εις τον Άγιο Νεκτάριο Επίσκοπο Πενταπόλεως (Γέρων Νεκτάριος Μουλατσιώτης)


Ομιλία Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη με θέμα:
"Ο Άγιος Νεκτάριος"

ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΗΣΑΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΕΔΕΙΞΑΝ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΕ ΑΓΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ.

Η ομιλία αυτή που ακολουθεί, είναι από μια σειρά ομιλιών που θα ακολουθήσουν σιγά σιγά με την βοήθεια του Θεού, από παλαιές ομιλίες του Γέροντα που έκανε στην Αθήνα, την δεκαετία του '80 και του '90.

Η ομιλία αυτή πραγματοποιήθηκε στις 11/11/1984.

Ευχαριστούμε θερμά τους μοναχούς της Ιεράς Μονής Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σάρωφ - Τρικόρφου Φωκίδος, για το υλικό που μας δίνουν να δημοσιεύσουμε, προς πνευματική ωφέλεια όλων μας.

Προσευχή εις την επέτειον του Αγίου Νεκταρίου




Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Σε προσκυνούμεν και Σ ευχαριστούμεν εκ βάθους καρδίας, διότι διά της θεϊκής αγάπης Σου, μάς εχάρισες πλήθος μορφών Αγίων, διά να αποτελούν τα ιδανικά πρότυπά μας, διά να μεσιτεύουν και ικετεύουν για μάς και διά να δοξάζουν το πάντιμον και μεγαλοπρεπές Όνομά Σου, με τα θαυμαστά έργα, τη ζωή και τα θαύματά των.


Ευλόγησον Κύριε, την πανήγυριν αυτήν, πού επιτελούμεν σήμερον προς τιμήν του αγίου ενδόξου Πατρός ημών, Νεκταρίου Επισκόπου Πενταπόλεως του Θαυματουργού.

Σύ Κύριε, ο επαναπαυόμενος εις τους Αγίους Σου, αξίωσον όπως ο εορταζόμενος Άγιος Νεκτάριος, γίνει η κλίμακά μας, για να Σε προσεγγίσωμεν και λάβωμεν την επουράνιον Χάριν Σου, το μέγα έλεός Σου και θείαν Σου ευλογίαν.

Δέξου Δέσποτα Πανάγιε, τάς μεσιτείας και ικεσίας του Αγίου Πατρός ημών Νεκταρίου, διότι, επειδή ημείς είμεθα ανάξιοι, να απευθυνώμεθα απ ευθείας προς Εσένα, τον αιώνιον Βασιλέα της δόξης, καταφεύγομεν εις τον Προστάτην Άγιόν μας Νεκτάριον λέγοντάς του:

Άγιε του Θεού Νεκτάριε, δυνατέ στην πίστιν και υπόδειγμα της υπομονής και καρτερίας, της ταπεινοφροσύνης και ανεξικακίας, ευλαβώς τιμώμεν την ιεράν σου μνήμην και παρακαλούμεν εσέ, πού αδίκως εσυκοφαντήθης και δεινώς εδοκιμάσθης από τους διωγμούς και την αποπομπήν σου εκ του κλίματος Αλεξανδρείας, όπως συγχωρήσης τους προαπελθόντας διώκτας σου, ημάς δε πάντας, να περιφρουρήσης και διαφυλάξης, από παντός κακού και ολισθήματος.

Μεσίτευσον, Άγιε Νεκτάριε, προς Κύριον τον Θεόν, διά την ενίσχυσιν και ευόδωσιν του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, του Σεπτού Προκαθημένου αυτού, του ποιμνίου και του κλήρου του.

Πρέσβευε, Άγιε του Θεού, όπως Κύριος ο Σωτήρ και Λυτρωτής ημών στηρίζει διά της θείας Του δυνάμεως και χάριτος, μικρούς και μεγάλους, εις την Ορθόδοξον πίστιν. Να χειραγωγή δε την νεολαίαν μας και να χαρίζη πλούσια τα αγαθά Του στον Ελληνικόν λαόν.

Άγιε του Θεού Νεκτάριε, Σύ πού τόσον ευλαβώς ελάτρευσες την Παρθένον Μαρίαν, την Μητέρα του Κυρίου μας, γενού ταπεινός ικέτης Της, διά να σκέπη και περιφρουρεί το Έθνος ημών και φέρει σ όλο τον κόσμον ειρήνην, ομόνοιαν και αγάπην, προς δόξαν του Ονόματος της Παναγίας Τριάδος. Αμήν.


Πηγή: Άγιος Νεκτάριος ο Θαυματουργός: Προσευχή εις την επέτειον του Αγίου Νεκταρίου 

Ενθυμίσεις από τον Άγιο Νεκτάριο


Μια συζήτηση με την μοναχή Χρυσαφένια

Το 1984 στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα ο μακαριστός Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρός Ιερόθεος, μαζί με τον τότε Πρωτοσύγκελλό του (νυν Μητροπολίτη της αυτής επαρχίας κ. Εφραίμ) και τον Αρχιερατικό Επίτροπο της νήσου π. Δαμασκηνό Χόντο συναντούσαν την μακαριστή μοναχή Χρυσαφένια. Σκοπός της συνάντησης αυτής ήταν να καταθέσει η γερόντισα μοναχή τις αναμνήσεις της από τον Άγιο Νεκτάριο, τον οποίο όχι απλώς γνώρισε από την παιδική ηλικία, αλλάείχε την ευλογία να ζήσει κοντά του, κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα, στην Μονή του και να δεχθεί στοργή ιδιαίτερη απόαυτόν. Η μαρτυρία της είναι σημαντική, γιατί αποκαλύπτει τον τρόπο που ηαγιότητα καθρεφτίζεται σε μια παιδική ματιά, σε μια παιδική ψυχή.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Με τη Γερόντισσα Μαγδαληνή, Χρυσαφένια, πόσα χρόνια γνωρίζεστε;
Μον. Χρυσαφένια: Από μικρό παιδάκι. Στο Μονα­στήρι πήγα πεντέμισι χρονών! Στην πρώτη τάξη. [...] Πήγαινα-κατέβαινα γιατί πήγαι­να σχολείο. Κάποτε αρρώστη­σα. Με πόνεσε το μάτι μου. Με πήγαν σ’ όλους τους γιατρούς και θεραπεία δεν είχα. Αντί κα­λύτερα, έγινα χειρότερα.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος: Τί είχε το μάτι σας; Ποιό ήταν;
Μον. Χρυσαφένια:Άσπρο ήταν, το δεξιό. Δεν έβλεπα απ’ αυτό. Με παίρνει μία θεία μου και λέει: «Την πήγαμε στους γιατρούς. Έχουμε όμως και ανώτερους «γιατρούς» στην Αίγινα! Θα την πάμε στο Σεβασμιώτατο να τη σταυρώσει με την Αγία Λόγχη».
Όταν λοιπόν ήρθαμε στην Αίγινα, της λέω «καλέ θεία, πάμε στο Δεσπότη που είπες να με σταυρώσει με την Αγία Λόγχη». Νόμιζα -μικρό παιδάκι καθώς ήμουν- πώς ήταν φάρμακο η Αγία Λόγχη! Δεν ήξερα. Αυτοκίνητα τότε δεν υπήρχαν. Παίρνει η θεία μου ένα γαϊδουράκι και καθίζει. Εμένα μ’ έβαλε στα καπούλια. Όταν φτάσα­με στους Αγίους Πάντες, μου δείχνει το Μοναστήρι.
 Εκεί θα πάμε, μου λέει. Θα δούμε και τον Παππούλη, να σε σταυρώσει.
Θεία, της λέω, θα κατέβω.
Κατεβαίνω από το ζώο και κάνω τρεις μετάνοιες.
Παναγίτσα μου, έλεγα κοιτάζοντας στον Ουρανό, Χριστούλη μου κι εγώ εδώ να κατοικήσω! Να γίνω καλόγρια! Στο Μοναστήρι εδώ…
Κατεβαίνει κι η θεία μου κι έφαγα φάπες!
Δεν θα ξανακατέβεις από το ζώο μέχρι να φτάσουμε στο Μοναστήρι, μου λέει.
Όχι, θεία μου. Δεν θα ξανακατέβω.
Φτάσαμε στο Μοναστήρι. Στην Αγία Τριάδα. Ο Σεβασμιώτατος καθόταν πίσω, στη μουριά. Είχε μία πολυθρονίτσα κι ένα σκαμνάκι ψαθωτό στα ποδαράκιά του.
Να ο Παππούλης που θα σου κάνει το ματάκι σου καλά· μου λέει η θεία μου.
Πάω και τον χαϊδεύω στα ποδαράκιά του και του λέω:
Παππουλάκι μου σ’ αγαπάω, μα πόσο σ’ αγαπάω! Από τη γη ίσαμε τον ουρανό! Κι αν θα μου κάνεις το ματάκι μου καλά, θα σ’ αγαπάω ακόμα περισσότερο!
Κάθησα στο σκαμνάκι που ήταν στα πόδια του και τονπαρακαλούσα:
Έλα, Παππούλη, να μου κά­νεις το ματάκι μου καλά.
Σηκώθηκε ο Σεβασμιώτατος, ο Άγιος Νεκτάριος, και πήγαμε στην Εκκλησία. Παίρνει την Αγία Λόγχη και με σταυρώνει. Εγώ περίμενα και φάρμακο να μου δώσει! Λέει τότε ο Σεβασμιώτατος στη Γερόντισσα Χριστοδούλη:
Δώσε στη θεία της μερικά τριαντάφυλλα του επιταφίου νατα βράσει, να της πλύνει το ματάκι της.
Τα πήρε η θεία μου. Βγαίνοντας όμως από την πόρτα της Εκκλησίας, το μάτι μου ήταν εντελώς καλά! Είδα το φως μου! Καθάρισε το μάτι μου. Που να φύγω από τον παππού…
Παππουλάκι μου, δεν φεύγω ό,τι και να μου πείτε!
Άμε παιδί μου στο σχολείο, να μάθεις και γράμματα, να ‘σαι και χρήσιμη στο Μοναστήρι.
Όχι, Παππούλη μου, δεν φεύγω! Θα κάτσω στο Μο­ναστήρι. Εδώ κοντά σου.
Πάω και κρύβομαι σε κάτι καναπέδες πού ‘χουνε στο «Γεροντικό». Φαινόντουσαν μόνο τα ποδαράκιά μου. Οι καλόγριες λέγαν μεταξύ τους: «η μικρη φοβήθηκε και θα πήρε το δρόμο κι έφυγε».Ο Άγιος Νεκτάριος τους είπε:
«Δεν έχει φύγει. Θα την εύρω εγώ».
Έρχεται και με βρίσκει στο «Γεροντικό».
Έλα, παιδί μου, μου λέει, βγες έξω.
Βγήκα. Η θεία μου έκλαιγε:
Θα το μάθει ο πατέρας σου στην Αμερικήκαι θα χάσετε και το ψωμί. Δεν θα ‘χετε ψωμάκι να φάτε…
 Εμείς θα ‘χουμε πιο πολλά, αν έρθω εγώ στο Μοναστήρι, της έλεγα. Δεν έρχομαι κάτω.
Άμε, παιδί μου, λέει ο Άγιος.Άμε και θα στέλνω εγώ τη Γερόντισσα Αθανασία, τη Γερόντισσα Δαμιανή -πού κατεβαίνουνε και ψωνίζουν- και θα σε φέρνουν με το ζώο.
Θυμάμαι και το ζώο πώς το λέγανε. Είχαν ένα μικρό ζώο και το λέγανε «Λίζα». Το θυμάμαι γιατί ανέβαινα στα καπούλια και ακολουθούσα στα ψώνια τη Γερόντισσα Δαμιανή, τη Γερόντισσα Αθανασία, τη Γερόντισσα Χριστοφόρα. Στο σπίτι μας μένανε.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος: Τότε για πρώτη φορά γνώρισες το Σεβασμιώτατο;
Μον. Χρυσαφένια:Ναι. Πεντέμισι χρονών. Τότε που μου έκανε το μάτι μου καλά. Συνέχισα να πηγαίνω σχολείο.Ερχόντουσαν και με παίρναν η Γερόντισσα Δαμιανή, η Γερόντισσα Αθανασία…
Είχε να με δεί κάποτε ο Σεβασμιώτατος καμιά βδομάδα. Με βλέπει στο όνειρό του.Όταν είχαν συμβούλιο με τις καλόγριες, τη Γερόντισσα Ξένη, τη Γερόντισσα Χριστοφόρα, τη Γερόντισσα Χαριτίνη -παλαιές καλόγριες- τις ρώτησε για μένα.
Είναι αρρωστη, Σεβασμιώτατε, και δεν σας το είπαμε.
Απόψε την είδα στ’ όνειρό μου. Φόραγε μια χρυσή φορεσιά και της πέρασα κι ένα χρυσό σταυρό! Έπρεπε να μου το ‘χατε πει…
Μόλις βγήκαν οι καλογριές έξω, έρχεται η Γερόντισσα Ακακία στο κελλί. Στο δικό της κελλί έμενα. Μου είχαν ένα ντιβανάκι κι έμενα. Δίπλα στο «σχολείο». Πήγα στο Σεβασμιώτατο.
Καλώς την οσία Χρυσαφένια! Καλώς το καλό μου παιδί!
Του φίλησα το χεράκι, τα ποδαράκιά του.
Παππουλάκι μου, Παππουλάκι μου, είχ’ αρρωστήσει αλλά το μυαλό μου κι ο λογισμός μου ήταν εδώ!
Κάθησε, παιδί μου.
Παίρνει το ωμοφόριο και το πετραχήλι και με «διαβάζει».
Από σήμερα να μην ακούσω να σε φωνάζουνε Δημητρούλα!Όταν ακούς το ‘νομα «Χρυσαφένια» θ’ απαντάς! Να να το μάθουν οι καλογριές[...]
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Πήγαινες εν τω μεταξύ στο σχολείο;
Μον. Χρυσαφένια:Μάλιστα. Έβγαλα μέχρι και την Τετάρτη. Μου ‘λεγαν να πάω και παραπέρα, αλλά εγώ δεν ήθελα, γιατί φοβόμουν να μη χάσω το Μοναστήρι! Δώδεκα χρονών ήμουνα όταν κοιμήθηκε ο Άγιος Νεκτάριος· το 1920. Καμιά φορά με ρώταγε ο Άγιος:
Πόσων χρονών είσαι, παιδί μου;
Ξέρω ‘γώ, Παππούλη; Του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου έχω γεννηθεί!..
Χρυσό στόμα, παιδί μου, να ‘χεις! μου ‘λεγε και χαμογελούσε.
Μ’ έπαιρνε και πηγαίναμε πάνω στηνΕπισκοπή. Στο δρόμο με ρωτούσε:
Σήμερα, παιδί μου, είναι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Γιατί τον λένε Πρόδρομο;
Το επώνυμό του ήταν, Παππούλη! του λέω εγώ.
Όχι, παιδί μου. Προπορεύτηκε του Χριστού. Γι΄ αυτό.Έξι μήνες είναι μεγαλύτερος από το Χριστό μας, ο Άγιος Ιωάννης.
Άλλη μια μέρα, τωνΑγίων Αναργύρων, βγήκαμε περίπατο. Κρατούσε ένα καλαμάκι για να στηρίζεται. Το είχα αυτό το καλαμάκι και μου το πήρε μια καλόγρια στην Πάτμο.
Σήμερα, παιδί μου, είναι των Αγίων Αναργύρων, μου λέει. Γιατί τους λέγαν Αναργύρους, τον Κοσμά και τον Δαμιανό;
Το επώνυμό τους ήταν, Παππούλη! του απαντώ.
Όχι, παιδί μου. Ήταν γιατροί και δεν παίρνανε αργύρια. Γι’ αυτό τους λένε Αγίους Αναργύρους.
Και τί είναι, Παππούλη, τ’ αργύρια;
Χρήματα, Χρυσαφένια παιδί μου. Δεν τα ‘παιρναν. Γιάτρευαν δωρεάν.
Κάποια μέρα ήρθε η Ζηνοβία η Λαλαούνη, που σήμερα λέγεται Νεκταρία κι είναι καλόγρια στο Μοναστήρι της Φανερωμένης στο Χιλιομόδι, να με πάρει να πάμε μαζί στο Μεσαγρό. Πήγαμε στη Γερόντισσα Ξένη να πάρουμε την άδεια.
Να πας στον Παππού σου να το πεις, μου λέει η Ηγουμένη.
Πήγαμε στο Σεβασμιώτατο. Του λέω:
Παππουλάκι μου, να πάω κι εγώ στο Μεσαγρό, πού φοβάται η Ζηνοβία να πάει μόνη της;
Όχι, παιδί μου. Η μανούλα σου ξέρει πώς είσαι στο Μοναστήρι. Αν σου συμβεί τίποτα; Να πας από πίσω από το Μοναστήρι, πού ‘ναι γύρω-γύρω οι πεζουλίτσες να τη βλέπεις ώσπου να χαθεί στο μονοπάτι η Ζηνοβία.
Εγώ τότε στενοχωρημένη, λέω από μέσα μου ούτε καν το ψιθύρισα:
Με υποχρέωσες, Παππούλη!
Γυρίζει ο Άγιος και μου λέει:
Με υποχρέωσες, παππούλη!
Παππούλη μου, δεν το φώναξα! Από μέσα μου το είπα! [...]
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος: Τί άλλο θυμάσαι, Χρυσαφένια;
Μον. Χρυσαφένια:Θα σας πω τότε πού ήρθε ο Δεσπότης ο Μελέτιος (σ.σ. πρόκειται για το Μητροπολίτη Αθηνών Μελέτιο Μεταξάκι, κατοπινό Οικουμενικό Πατριάρχη). Είχαν ανάψει λαμπάδες οι καλογριές. Εμένα μου ‘χαν δώσει το καλαθάκι με τα τριαντάφυλλα. Το κρατούσα και παίρναν από ‘κεί και τον ραίνανε! Όταν έφυγε ο Μελέτιος, ο Άγιος Νεκτάριος ήταν στενοχωρημένος. Πλησίασα:
Γιατί, Παππουλάκι μου, είσαι στενοχωρημένος; Τί έχεις;
Παιδί μου, θα μας πάρεις στο σπίτι σας;
Μα τί να κάνετε στο σπίτι μας! Ευχαρίστως, Παππούλη…
Να μείνουμε εκεί…
Στάσου, Παππουλάκι, να μετρήσω τα κρεβάτια.
Τα μέτραγα, τα μέτραγα. Μου φαίνονταν λίγα.
Δεν μας παίρνει, Παππούλη.
Αλλά γιατί να φύγουμε από το Μοναστήρι; Εγώ θέλω στο Μοναστήρι να μείνω. Θέλω με τις καλόγριες.
Πήγαινε λοιπόν, παιδί μου, στην Παναγία του πρόναου και κάνε μια προσευχή.
Δεν μου ‘πε τί προσευχή να κάνω. Πήγα και γονάτισα στην Παναγία κι έλεγα:
Παναγία μου, εξολόθρευτον! Παναγία μου, εξολόθρευτον!
Άργησα στην προσευχή. Πάει η Γερόντισσα Χαριτίνη και λέει στο Δεσπότη:
Θα φοβήθηκε η μικρή, Σεβασμιώτατε, κι έφυγε…
-Όχι, Γερόντισσα Χαριτίνη. Δεν έφυγε. Στην Εκκλησία είναι. Άμε φέρτηνε.
Έρχεται και με παίρνει η Γερόντισσα Χαριτίνη. Με πάει στο Σεβασμιώτατο:
Παιδί μου, τί έλεγες τόσες ώρες;
Παππουλάκι μου, έλεγα να τον εξολοθρεύσει ο Θεός, να πεθάνει για να σώσουμε το Μοναστήρι!
Παιδί μου! Έλεγες εσύ τέτοια πράγματα; Το στόμα σου πρέπει να είναι μέλι και ζάχαρη!
Με γονατίζει πάλι στην Παναγία και μου διαβάζει συγχωρητική ευχή.
Άλλη φορά, παιδί μου, μην τον ξαναπείς αυτό το λόγο. [...]
Άλλη μια φορά είχανε ζυμώσει. Μου κάνανε κουλούρα κάθε φορά πού ζυμώνανε. Μου λέγαν να μην το πω στις άλλες καλογριές. Μια μέρα μου λέει ο Σεβασμιώτατος:
Έλα ‘δω, παιδί μου. Σου κάναν καμιά κουλούρα, πού πας και τις βοηθάς εκεί πού κάνουνε τα ψωμιά;
Μου κάνανε, Παππουλάκι, αλλά μου ‘πανε να μην το πω!
Γέλασε και με σταύρωσε.
Φέρτηνε, να μην τη φας όλη μαζεμένη. Θ’ αρρωστήσεις.
Μόλις μπαίνουνε στο Γεροντικό, έχει ένα μπουφέ. Εκεί μου τα φυλάγανε τα γλυκά για να μην τα τρώω μαζεμένα και πάθω τίποτα. Είχα ένα τραπεζάκι στρογγυλό στο κελλί του Σεβασμιώτατου μπροστά κι έτρωγα. Τις καλές μέρες έτρωγα μαζί με τις αδελφές στο τραπέζι. Αλλά στο μικρό έτρωγα με το Σεβασμιώτατο. [...]
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος: Έψελνες ποτέ άμα ζούσε ο Άγιος;
Μον. Χρυσαφένια:Με παίρνανε κοντά. Τότε έψελνε η Γερόντισσα Θεοδοσία, η Γερόντισσα Ακακία, η Γερόντισσα Χριστοφόρα.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Ποιά έψελνε καλύτερα απ’ τις τρεις;
Μον. Χρυσαφένια:Η Γερόντισσα Χριστοφόρα. Η Γερόντισσα Θεοδοσία είχε πιο δυνατή φωνή.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Όταν ήρθε ήταν πολυ αρρωστη η Θεοδοσία;
Μον. Χρυσαφένια: Ευμορφία τη λέγανε. Τα θυμάμαι και τα κοσμικά ονόματα.Έβγαζε αφρούς. Γύριζε τα μάτια της. Ο Άγιος την έκανε καλά. Και τη Μητροδώρα. Ήρθε υστερ’ από τον Άγιο. Την έφερε στον τάφο του ο πατέρας της. Πήγανε και τα προβατάκια που κουβάλησαν μαζί τους, γύρω! Εκεί έγινε καλά. Κι η Παρθενία η Κράκαρη ήταν πολύ άρρωστη. Η Γερόντισσα Ακακία, ψάλτρια καλή θυμάμαι και καλή καλογριά.Όλες καλές! Η Γερόντισσα Χαριτίνη είχε τον ξενώνα, εδώ έξω.
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Η Μαγδαληνή, είχε την ακοίμητη προσευχή;
Μον. Χρυσαφένια:Όλη νύχτα. Κάθε βράδυ. Της είχε πει ο Άγιος και προσευχόταν. Την είχε κάνει διακόνισσα. Καθόταν τη νύχτα σε μια καρέκλα έξω στην ταράτσα κι έκανε κομποσχοίνι.Έβγαινα και την έβλεπα. Της έλεγα: «θά κρυώσετε, δεν πάτε μέσα;». Γύριζε γύρω-γύρω το Μοναστήρι και προσευχόταν μέχρι τις 3 πού χτύπαγε το καμπανάκι! Έκανε επίσης με την Αγαθονίκη κι άλλη μιά, οκτάωρες προσευχές. Την είχε μάθει ο Άγιος να λέει το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» και το «Θεοτόκε Παρθένε…».Με ρώτησε μια φορά ο Σεβασμιώτατος:
-  Καλό μου παιδί, όταν λες το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», τί αισθάνεσαι;
- Χορεύει ο Χριστούλης μέσα μου, Παππουλάκι!’Ο,τι μου ‘ρχόταν του ‘λεγα…
- Όταν κοινωνάς, παιδί μου, τί αισθάνεσαι στην ψυχούλα σου;
- Από το στόμα μου ‘ίσαμε την κοιλιά μου χορεύει, του ‘λεγα!
- Μικρό παιδάκι ήμουν. Ό,τι μου ‘ρχόταν στο νου το ‘λεγα!..
- Να σας πω και για τη Γερόντισσα Ευνίκη. Ήταν παράλυτη στο κρεβάτι. Μου λέει ο Αγιος να πάω να της «μάθω» το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Για να της κάνω παρέα. Εκείνης της άρεσε η παρέα μου. Και μου ‘λεγε ότι δεν το ‘μαθε, για να κάθομαι συνέχεια κοντά της!
- Εμένα μου το ‘πε τρεις φορές ο Σεβασμιώτατος και το ‘μαθα. Της έλεγα.
- Εγώ δεν το ‘μαθα, μου απαντούσε χαμογελώντας. Είμαι γριούλα και δεν το ‘μαθα…
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Τί άλλο θυμάσαι, Χρυσαφένια;
Μον. Χρυσαφένια:Κάποτε ήταν ανομβρία. Είχαν κατεβάσει την εικόνα της Παναγίας από τη Χρυσολεόντισσα εδώ στο Μοναστήρι μας. Την είχαν έξω από την εκκλησία και προσκυνούσε ο κόσμος.Έλεγα στη Γερόντισσα Ευνίκη που ήταν παράλυτη:
Καλέ Γερόντισσα, σήκω να προσκυνήσεις κι εσύ! Τόσο μυαλό είχα…
Αφού, παιδί μου, ξέρεις ότι δεν περπατάω…
Θα σε πάρω από το χεράκι. Να προσκυνήσω κι εγώ. Εγώ θα σε πάω. Ξαφνικά σηκώθηκε και πήγε και προσκύνησε μόνη της! Η Παναγία την έκανε καλά! [...]
Μακαρ. Μητρ. Ύδρας κ. Ιερόθεος:Όταν κοιμήθηκε ο Άγιος, ήσουν εδώ;
Μον. Χρυσαφένια:Βέβαια. Πήγα και κάθησα κάτω από το φέρετρο και δεν έφευγα! «Θα πάω κι εγώ με τον Παππούλη μου», τους έλεγα. Με τραβάγαν, η Γερόντισσα Ακακία, οι άλλες, τίποτα εγώ. «θα πεθάνει και τούτο» λέγανε.Όλο έκλαιγα.
Αρρώστησα από τη θλίψη μου. [...]
Μακαρ. Μητροπολίτης Ύδρας κ. Ιερόθεος:Ποιές Μοναχές θυμάσαι;
Μ. Χρυσαφένια:Τη Γερόντισσα Ξένη, τη Γερόντισσα Χαριτίνη, τη Γερόντισσα Θεοδοσία, τη Γερόντισσα Μαγδαληνή, τη Γερόντισσα Χριστοφόρα, τη Γερόντισσα Κασσιανή, τη Γερόντισσα Ευνίκη, τη Γερόντισσα Ακακία κι άλλες.
Στη Χρυσολεόντισσα πήγα μετά το 1935. Με πήρε η Ηγουμένη Μαγδαληνή. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος την έκανε Ηγουμένη της Χρυσολεόντισσας. Μάλιστα, ο ίδιος ήθελε να με πάρει να μάθω γράμματα. Δεν πήγα, γιατι ήθελα να μείνω για πάντα στο Μοναστήρι…
Η Γερόντισσα Μαγδαληνή με λάτρευε.
Ό,τι κι αν έκανα μου τα συγχώραγε! Γι’ αυτο πήγα πάνω. Στενοχωριόμουνα όμως, γιατι ήμουνα μακριά από το Μοναστήρι του Αγίου. Είδα ένα βράδυ το Σεβασμιώτατο στον ύπνο μου και μου λέει:
Κι εδώ στην Παναγία, κοντά σου είμαι, παιδί μου!
Έτσι ησύχασα.
πηγή: Μανώλη Μελινού, Μίλησα με τον Άγιο Νεκτάριο», Α’ τόμος
αναδημοσίευση από: Μηνιαίο Περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία», Έτος 19ο, Αριθμός Φύλλου 209, Νοέμβριος 2009

Ο άγιος Νεκτάριος και η μοναστική συνοδεία του


της Μοναχής Καλλινίκης
Η δημιουργία της αδελφότητας
Ο άγιος Νεκτάριος ως διευθυντης της Ριζαρείου Σχολής επετέλεσε μέγα ποιμαντικόν έργον και δη εξομολογητικόν μεταξύ των πιστών των Αθηνών. Οι εν Αθήναις διέκριναν εις τον άγιόν μας τον αληθή Ιεράρχην, τον έχοντα και βίον άγιον και διδαχήν ορθόδοξον και αγιοπατερικήν. Πλησίον του οι πνευματικώς αγωνιζόμενοι, οι πονεμένοι και δοκιμαζόμενοι εύρισκον πνευματικόν πατέρα, προστάτην, οδηγόν και συμπαραστάτην. Πολλάκις εκαλείτο ο άγιος εις οικίας ευσεβών δια να ευλογήση και διδάξη τους εν αυταίς.
Εις την οικίαν του εμπόρου Ματθοπούλου, αδελφού του ιερομονάχου π. Ευσεβίου ετέθησαν νοερώς τα θεμέλια της μοναστικής του αδελφότητος. Μεταξύ των παρευρισκομένων εγνώρισεν ο φιλομόναχος ιεράρχης την τυφλήν Χρυσάνθην Στρογγυλού. Αύτη έζη βίον αγγελικόν, ηξιούτο πνευματικών θεωριών και ανεστρέφετο μετ’ Αγγέλων. Η άτυπος συνοδεία της τυφλής Χρυσάνθης ωδηγήθη υπ’ αυτής εις το εξομολογητήριον του αγίου Νεκταρίου, όστις κατέστη οδηγός και Γέροντάς των. Ανέθεσαν εις αυτόν την ζωήν, τους πόθους και την επιθυμίαν των, να εγκαταλείψουν τα εγκόσμια και να αποσυρθουν εις Μοναστήριον μόναι με μόνον τον Νυμφίον της ψυχής των, τον ερασμιώτατον Χριστόν. Ήσαν απλαί και αγράμματοι με βαθείαν πίστιν, ευσέβειαν, αγάπην, φόβον Θεού και πόθον δια πνευματικήν πρόοδον. Ο ασκητής επίσκοπος απεδέχθη το αίτημά των και εις την εκπλήρωσιν τούτου έβλεπεν εκπληρούμενον και τον μύχιον πόθον του να αποσυρθή εις την έρημον και να απολαύση το γλυκύτατον μέλι της ησυχίας και της νηπτικής ζωής. Η εμμονή και σταθερότης των παρθένων υποτακτικών του αγίου και αι θερμαί προσευχαί του έδιδον εις τον διορατικόν του νουν την πληροφορίαν, ότι ήτο θέλημα Θεου να ιδρύση γυναικείον Μοναστήριον.
Ο άγιος Νεκτάριος επεθύμει να μονάση εις την Ιεράν Μονήν του Τιμίου Προδρόμου Σκοπέλου, ήτις εφύλαττε την παράδοσιν των κολλυβάδων. Ο Θεός όμως άλλως ώρισεν και ο αφιερωμένος εις το θέλημα του Θεού άγιος ταπεινώς και ολοκαρδίως υπετάγη. Η ιερά  συνοδεία του, κατ’ εντολήν του, ανεζήτει κατάλληλον τόπον δια να μονάσουν. Επεσκέφθησαν το Λαύριον, την Τήνον και την Αίγιναν. Επέλεξαν την Αίγιναν και μάλιστα την παλαιάν Ιεράν Μονήν Ζωοδόχου Πηγής εις την Παλαιάν Χώραν και εις την τοποθεσίαν «Ξάντος», απέχουσαν εξ χιλιόμετρα από την πόλιν της Αιγίνης. Ο άγιος επείσθη υπό των αδελφών δια την καταλληλότητα του τόπου και επεσκέφθη τούτον κατά το θέρος του 1904. Η ιερότης του τόπου –Επισκοπή του αγίου Διονυσίου με τα τόσα κατανυκτικά παρεκκλήσια και εις ολίγην απόστασιν ο άγιος Λεόντιος-, η ερημία και η γαλήνη της περιοχής επέδρασαν ευμενώς εις τον φιλέρημον επίσκοπον. Το ερειπωμένον Μοναστήριον με τα δύο-τρία κελλία του, ένθα, κατά την παράδοσιν, ησκήτευσεν η αγίαΑθανασία επί τουρκοκρατίας, ήτις λόγω των πειρατών ηναγκάσθη να μεταβή εις Θεσσαλονίκην μετα των αγίων Θεοδώρας και Θεοπίστης των Αιγινητισσών, κυριολεκτικώς κατέκτησε την φιλόθεον καρδίαν του.
Ο άγιος Νεκτάριος επιθυμεί το ησυχαστήριον να έχη την συγκατάθεσιν του οικείου ιεράρχου, την συμπαράστασιν του Δήμου Αιγίνης και την προστασίαν της χωροφυλακής. Προς τούτο απηυθύνθη και εις τας τρεις αρχάς. Ο Δήμος μετά πολλής χαράς απεδέχθη το αίτημά του, συνέταξε Συμβόλαιον και επέδειξεν πολλαπλόν ενδιαφέρον δια την επαναλειτουργίαν της Μονής. Ωσαύτως ανταπεκρίθη και η αστυνομική αρχή. Τοιουτοτρόπως κατά το τέλος του θέρους του 1904 εγκατεστάθησαν προσωρινώς αι πρώται αδελφαί εις το πεπαλαιωμένον Μοναστήριον της Αιγίνης. Ηγείτο η τυφλή Χρυσάνθη, η μετά ταύτα αγία όντως ηγουμένη Ξένη, έχουσα εις την συνοδείαν της την Αικατερίνα Παπαδάκη (μοναχήν Κασσιανήν), την Αγγελικην Βογιατζή (μοναχήν Ακακίαν). Αι αδελφαι ηνώθησαν μετά των τριών γυναικών, αι οποίαι παρέμενον εις τον χώρον της Μονής ασκούμεναι. Συντόμως ηυξήθη η αδελφότης εις δέκα αδελφάς.
Ότε ο άγιος Νεκτάριος έλαβεν υπό του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεοκλήτου την προφορικήν αυτού συγκατάθεσιν έγραψεν έμπλεως χαράς και προφητικής εξάρσεως εις τας αδελφάς: «Ευχαρίστως αναγγέλλω υμίν, ότι ο Θεός απεκάλυψεν ημίν το θείον Αυτού θέλημα περί της ιδρύσεως τηςΙεράς Μονής και ηυδόκησεν, ίνα η Ιερά αύτη Μονή ανεγερθή και αναλάμψη». Οάγιος μας ηγωνίσθη επιπόνως και ποικιλοτρόπως, ώστε η προφορική συγκατάθεσις του Αρχιεπισκόπου περιβληθή και νομικήν ισχύν. Τούτο επετεύχθη τέσσαρα έτη μετά την οσιακήν κοίμησίν του δια της αναγνωρίσεως της Μονης υπό του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου.

Πνευματική θεμελίωσις της αδελφότητος
Ο Θεόσοφος ποιμήν της πνευματικης μάνδρας των μοναζουσών καθορίζει δι’ επιστολών τα της οργανώσεως της Ιεράς Μονής. Κατά την αγιοπατερικήν παράδοσιν και τάξιν θεμελιοί το Μοναστήριον ως κοινόβιον και επιθυμεί να λειτουργήση κατά τα παραδοσιακά πρότυπα των παλαιών κοινοβίων τωναγίων Πατέρων μας.
Κατά την περίοδον 1904-1908 οάγιος Νεκτάριος δι’ επιστολών κατευθύνει την αδελφότητα και παραδίδει τας πνευματικάς του υποτυπώσεις διά την τελείωσιν των μοναχών και την ανάδειξιν του ησυχαστηρίου εις κέντρον αληθούς και πνευματικής λατρείας και εργαστήριον αγιότητος. Ως διακριτικός Γέροντας συγκαταβαίνει εις την απλότητα και αγραμματοσύνην τωναδελφών, διδάσκων αυτάς τας θείας του μοναχισμού καταστάσεις και αναβάσεις δια λόγων ταπεινών και ευλήπτων. Από τας υψηλάς θεωρίας της νηπτικής ζωής μέχρι και τας λεπτομερείας της πρακτικής ζωής ενασχολείται ο όσιος.
Αι βασικαί υποτυπώσεις του αγίου προς τας μοναχάς είναι αι ακόλουθοι: Πλήρης και τελεία υποταγή εις το θέλημα του Θεού. Φλογερός θείος έρως. Πόθος προσευχής. Αυταπάρνησις, αγάπη και συγχωρητικότης. Υπομονή πειρασμών. Αγών ενΑγίω Πνεύματι. Κοινόβια μετά του Χριστού· «άνευ του ενημίν Χριστού, διδάσκει, αι προσευχαί καιαι δεήσεις αποπλανώσιν». Αποφυγή της αμελείας.’Εγρήγορσις, έσωστρέφεια, περιφρούρησις της καρδίας και παρεμπόδισις του εχθρού «να εγχέη εν αυτή πικρίαν». Φυγή του εγωϊσμού και των τέκνων του, ήτοι απειθείας, παρακοής, αυταρεσκείας, μεμψιμοιρίας, απαιτήσεως, φυσιώσεως, αξιώσεως δικαιωμάτων, κενοδοξίας, φιλοδοξίας, υπερηφάνειας της καρδίας και του πνεύματος και απόκτησις ταπεινώσεως, συνέσεως και υπομονής, διότι όπως τονίζει, «όπου ηαληθής και κατά Χριστόν ταπείνωσις εκείκαιάπασαι αιαρεταί». Αγών κατά της απελπισίας. Ανδρεία ειςτοναγώνα κατά της αμαρτίας. Αποφυγή της συναισθηματικής αγάπης και επιδίωξις της αληθούς πνευματικής αγάπης, «ηοποία γεννάται από την κοινήν προς τον Χριστόν αγάπην». Πεποίθησις ότι η πνευματική πρόοδος και τελείωσις κατορθούται δια της υποταγής και ταπεινώσεως ουχί δε διά της αυτοπεποιθήσεως και φαντασίας.
Παραθέτομεν εν συνεχεία μικρα αποσπάσματα του αγίου μας από την προς Ευσεβίαν επιστολιμαίαν διατριβήν του: «Ηοσία παρθένος δέον είναι να έχη πεφωτισμένον συνειδός και ζη βίον ήσυχον καιατάραχον, η δε γαλήνη να πληροί την καρδίαν της, η ειρήνη να βασιλεύη εν αυτή καινα η μακαρία [...]Η οσία παρθένος ως επαγγελλομένη το υψηλόν του χριστιανικού βίου πολίτευμα, την ηθικήν τούτου τελειότητα οφείλει να αγωνίζηται, ίνα φθάση ασφαλώς προς αυτήν, αλλά τελειότης άνευ προσοχής είναι αδύνατος [...] Η προσοχή εξεγείρει την ψυχήν προς μελέτην εαυτής [...] είναι ο φύλαξ άγγελος της διανοίας [...] είναι η πυξίς του εν τω πελάγει του βίου ποντοπορούντος ναυτίλου τουαείποτε κλυδωνιζομένου».
Επίσης οάγιοςεστήριζε και κατηχεί τας αδελφάς αποστέλλων τας ειςΑθήνας εκφωνουμένας υπ’ αυτού ομιλίας, ως και ωδάς προς την Κυρίαν Θεοτόκον, τας οποίας ο ίδιος έγραφεν.
Ο πνευματοκίνητος Γέροντας της αδελφότητος της Αιγίνης ησθάνετο ως πνευματικός πατήρ επιτακτικόν το χρέος να διακονή δια της παρουσίας του και των φερεσβίων μυστηρίων τα τέκνα του. Ειςεπιστολήν του προς την οσίαν Ξένην, αποσταλείσαν τον Δεκέμβριον του 1907, γράφει σχετικώς: «Ο νους μου καιο πόθος μου εισίν αλλαχού, εις τον Πρόδρομον της Σκοπέλου, αλλά μία φωνη ενδόμυχος μοι λέγει, ότι ανέλαβες καθήκοντα εις την Αίγιναν και οφείλεις να εκπληροίς αυτά, μένων εις την Αίγιναν». Ούτως ο άγιος παραιτείται από την διεύθυνσιν της Ριζαρείου Σχολής και εγκαθίσταται μονίμως εις την νεοσύστατον Μονήν, την οποίαν αφιέρωσεν εις την Παναγίαν Τριάδα.
Συμβολή του Αγίου εις την άνθησιν του μοναχισμού
Η ίδρυσις Μονής υπό του αγίου Νεκταρίου, αι αγιοπατερικαί του υποτυπώσεις προς τας αδελφάς της Μονής και η προσωπική του εγκαταβίωσις εν τη ανωτέρω Ιερά Μονή, καταδεικνύουν την στάσιν του θεοφόρου Πατρός έναντι του μοναχισμού και αποκαλύπτουν την ουσιαστικήν του προσφοράν εις την άνθησιν του μοναχισμού κατά τον εικοστόν αιώνα.
Η διαπίστωσις αύτη κατανοείται καλλίτερον, εάν μελετηθή το ιστορικόν πλαίσιον της εποχής της ιδρύσεως της Μονής. Το τέλος του 19ου αιώνος έχει σφραγισθή διά των φοβερών συνεπειών της Βαυαροκρατίας έναντι της Ορθοδοξίας, της Εκκλησίας, του μοναχισμού, της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας και των πατροπαράδοτων πνευματικών θησαυρισμάτων του ελληνορθοδόξου λαού μας. Συγκεκριμένως, η προτεσταντίζουσα Βαυαροκρατία διαλύει Μονάς, καταστρέφει Εκκλησίας, εκποιεί ιερά σκεύη, πολεμεί τον μοναχισμόν, δημεύει την εκκλησιαστικήν και μοναστηριακήν περιουσίαν, διώκει αγωνιστάς μοναχούς και κληρικούς, αποκόπτει τον ομφάλιον λώρον μεταξύ Έθνους και Ορθοδόξου Εκκλησίας, εισάγει το προτεσταντικόν πνεύμα εις την Ελλάδα, πολεμεί ευθέως την ορθόδοξον θεολογίαν και δη την νηπτικήν διδασκαλίαν των θεοφόρων πατέρων μας, εισάγει την διαφώτισιν, τον σχολαστικισμόν, και την λογοκρατίαν.
Οι θεωρητικοί του προτεσταντίζοντος κλίματος των Βαυαρών διασύρουν τον μοναχισμόν ως παρωχημένον, την νοεράν προσευχήν ως βογομιλισμόν και τα της κατα νύξεως θεόσταλτα δάκρυα ωςαπόδειξιν ψυχασθενείας. Στόχος των η κατάλυσις του προπυργίου της Ορθοδοξίας, του μοναχισμού, ηεκκοσμίκευσις της Εκκλησίας και η αλλοτρίωσις των ορθοδόξων Ελλήνων.Ότε τω 1894 ήλθεν ειςτας Αθήνας οάγιός μας μετ’ οδύνης διεπίστωσε την πικροτάτην ταύτην και καταλυτικήν των πάντων κατάστασιν.
Διά την Ορθοδοξίαν, την Εκκλησίαν και δη τον μοναχισμόν η παρουσία του Μητροπολίτου Πενταπόλεως ειςτας Αθήνας, την Χαλκίδα, την Ριζάρειον και τέλος την Αίγιναν αποτελεί αφ’ ενός μεν το πνευματικόν ανάχωμα κατά του πνεύματος της πλάνης του προτεσταντισμού, αφ’ ετέρου δε το έναυσμα διά την άνθησιν και καταξίωσιν του μοναχισμούεις τον εικοστόν αιώνα.
Το προσωπικόν του πιστεύω είναι: «Τί αληθώς της [μοναχικής] πολιτείας τιμιώτερον η τίλαμπρότερον; [...] εν πάση ειλικρίνεια ομολογώ την εμήν πεποίθησιν, ης ένεκα θεωρώ τονασκητήν υπέρτερον του Αρχιερέως».
Με τοιούτον πιστεύω αρνείται τας τιμάς του αρχιερατικού αξιώματος, την εν κόσμω διακονίαν του, την διεύθυνσιν της περιφήμου Ριζαρείου Σχολής και εγκαταβιοί εις το ησυχαστήριον της Αιγίνης, ένθα διδάσκει τας μοναχάς γράμματα, διακονείειςτας λατρευτικάς των ανάγκας, επιλύει τα ποικίλα καθημερινά προβλήματα της Μονής, κατηχεί και στηρίζει την αδελφότητα και κατ’ εξοχήν βιάζει εαυτόν και ακολουθεί τα ίχνη τωναββάδων της ερήμου διανυκτερεύων εν τη προσευχή, ασκούμενος εν ταις νηστείαις και ταπεινούμενος ωςο τελειότερος τωνυποτακτικών. Τελειωθείς ως μοναχός ηξιώθη της τιμής του διωγμού καικατέλιπεν πανθαύμαστον υπόδειγμα υπομονής, καρτερίας, συγγνώμης, αποκαλύπτων ότι έχει το κατ’ εξοχήν χάρισμα των νηπτικών, ήτοι την αγίαν απάθειαν.
Η όλη προσφορά του αγίου του αιώνος μας συνέβαλε μεγάλως εις την άνθησιντου μοναχισμού και ηοσιακή του τελευτή, η πληθύς των θαυμάτων και ηαγιοποίησίς του επεσφράγισαν κατά θεόσδοτον τρόπον το έργον του και τον μύχιον πόθον του να ανθήση και να καρπίση το αγλαόκαρπον δένδρον του μοναχισμού, διότι μόνον τότε θα μεγαλουργήση η Ελλάς, ως έλεγεν.
Με τας πτωχάς ανωτέρω εισηγητικάς θέσεις ασφαλώς κατενοήθη, ότι οάγιος Νεκτάριος με την αγιοπατερικήν και μοναχικήν συνείδησιν και βιοτήν και με την εκλεκτήν μοναχικήν του συνοδείαν έφερεν εις την δοκιμασθείσανΕλληνικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν την άνθησιν του μοναχισμού και εδημιούργησε τας προϋποθέσεις, όπως «οι μάρτυρες τη συνειδήσει», οιισάγγελοι μοναχοί, καταξιούν το αγγελικόν των επάγγελμα προς δόξαν της αγιωτάτης ημώνΟρθοδοξίας.
πηγή:«Ο γυναικείος μοναχισμός και ο Άγιος Νεκτάριος», Πρακτικά Διορθόδοξου Μοναστικού Επιστημονικού Συνεδρίου επί τη εκατονταπεντηκοετηρίδι (1846-1996) από της γεννήσεως του Αγίου Νεκταρίου, Αίγινα 9-11 Σεπτεμβρίου 1996.
αναδημοσίευση από: Μηνιαίο Περιοδικό Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία», Έτος 19ο, Αριθμός Φύλλου 209, Νοέμβριος 2009

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...