Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιανουαρίου 13, 2013

Πρωτοπρ. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Διάλογοι του Αββά Αντωνίου


πηγή

Διάλογοι του Αββά Αντωνίου
Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Όταν η θεία χάρη επισκεφθεί τους χριστιανούς, τους «καθαίρει, τους λαμπρύνει και φωτός ποιεί μετόχους».Το ιλαρό φως του Χριστού φωτίζει τον νου, ώστε να βλέπουν καθαρά και να διακρίνουν με διαύγεια τα πράγματα. Ο Αββάς Αντώνιος και θεοδίδακτος ασκητής φωτίστηκε από το θείο φως, προικίστηκε με διάκριση, και παρά το ότι ήταν κατά κόσμον αγράμματος, διαλεγόταν επιτυχώς με όσους τον επισκέπτονταν.
β) Διασώζονται εξαιρετικοί διάλογοι του Αγίου Αντωνίου με μοναχούς, αιρετικούς, φιλοσόφους, έλληνες σοφούς, κυνηγούς, αλλά και απλούς ανθρώπους. Τον αναγνώστη εντυπωσιάζει η απλότητα, οξυδέρκεια και ευστοχία των διαλόγων αυτών. Σκοπός του Αγίου δεν ήταν να εξουθενώσει τους συνομιλητές του, αλλά να τους οδηγήσει, ώστε να ανακαλύψουν οι ίδιοι την αλήθεια. Στους διαλόγους που ακολουθούν, φανερώνεται η λαγαρή του σκέψη, απόρροια της ενδιάθετης πίστης.

γ) Όπως αναφέρει ο Άγιος Αθανάσιος, κάποιοι φιλόσοφοι νόμισαν ότι θα μπορούσαν να ειρωνευτούν τον Άγιο επειδή δεν γνώριζε γράμματα. Ο Αντώνιος τους ερωτά μέσω διερμηνέα, αφού δεν γνώριζε ελληνικά αλλά κοπτικά: -Τι προηγείται, ο νους ή τα γράμματα; Ποιο είναι το αίτιο, ο νους των γραμμάτων ή τα γράμματα του νου; Όταν εκείνοι απάντησαν ότι ο νους είναι πρώτος αλλά και εφευρέτης των γραμμάτων, εκείνος τους είπε. -Σε εκείνον που ο νους υγιαίνει, «τούτω ουκ αναγκαία τα γράμματα». Η απάντηση εξέπληξε τους φιλοσόφους, που έφυγαν θαυμάζοντας τη σύνεση ενός απλού ανθρώπου.
δ) Αργότερα, επισκέφθηκαν τον Αββά Αντώνιο κάποιοι που θεωρούνταν από τους Έλληνες σοφοί. Αυτοί απαιτούσαν να συζητήσουν για τη χριστιανική πίστη. Επιχειρούσαν να διατυπώσουν ειρωνικούς συλλογισμούς για τον Σταυρό του Χριστού. Αφού σιώπησε για λίγο ο Άγιος και «οικτήρας την άγνοιά των», είπε: -Τι είναι καλύτερο, να ομολογεί κάποιος τον σταυρό, ή να αποδίδει μοιχείες και διαφθορές παιδιών στους λεγόμενους θεούς σας; Ο Σταυρός που πιστεύουμε εμείς είναι τεκμήριο ανδρείας και γνώρισμα καταφρόνησης του θανάτου, ενώ τα δικά σας είναι πάθη αισχρότητας.
ε) Και συνέχισε: -Τι είναι καλύτερο, να υπομένει κάποιος εκούσια σταυρό και να μη φοβάται τον επερχόμενο θάνατο, ή να διηγείται μύθους περί πλανών του Όσιρη και της Ίσιδας, των μηχανορραφιών του Τυφώνος, της φυγής του Κρόνου, της βρώσεως τέκνων και πατροκτονιών; Και κατέληξε: -Πώς όμως, ενώ χλευάζετε το σταυρό, δεν θαυμάζετε και την ανάσταση; Διότι αυτοί που μίλησαν για το σταυρό, έγραψαν και για την ανάσταση!
στ) Στη συνέχεια, εξαίροντας την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως και την απήχησή της στο λαό, παρά τους διωγμούς, ο Μέγας Αντώνιος ανάγκασε τους συνομιλητές του να παραδεχθούν την αδυναμία των σοφιστειών τους. Δίδαξε και άλλα, ώστε θαύμαζαν οι φιλόσοφοι και άρχισαν να αναχωρούν «κατασπαζόμενοι αυτόν», ομολογώντας ότι ωφελήθηκαν από αυτόν! Εξάλλου, ήταν πάντοτε «χαρίεις και πολιτικός» (κοινωνικός), κανείς δεν τον φθονούσε και όλοι χαίρονταν την παρουσία του.
ζ) Αξιομνημόνευτος και ο διάλογος που διασώζεται στο «Γεροντικόν»: Κάποιος κυνηγός, όταν είδε τον Αντώνιο να αστειεύεται με τους αδελφούς, σκανδαλίστηκε. Θέλοντας εκείνος να τον διδάξει, λέγει: -«Βάλε μια σαΐτα στο τόξο σου και τέντωσέ το». Εκείνος το έκαμε. Του λέγει: -«Τέντωσέ το πιο πολύ». Το τέντωσε. Και πάλι του λέγει: -«Ακόμη πιο πολύ». Τότε, του απαντά ο κυνηγός: -«Αν το τεντώσω υπερβολικά, θα σπάσει το τόξο». Και ο γέροντας τον διδάσκει νηφάλια: -«Έτσι και στο έργο του Θεού. Αν τεντώσουμε υπερβολικά τη συμπεριφορά μας απέναντι στους αδελφούς, θα σπάσουν και αυτοί. Πρέπει λοιπόν κάποιες φορές να συγκαταβαίνουμε στους αδελφούς!». Ο κυνηγός ωφελήθηκε πολύ. Όμως, για να διαλέγεται κάποιος όπως ο Όσιος Αντώνιος, χρειάζεται σταθερή πίστη, πνευματικό βάθος, διάκριση και θείος φωτισμός.

Ἡ ἀντίστασή μας αὐτὴ τὴν στιγμὴ δὲν εἶναι ἡ «ἀποτείχισις» ἀπὸ τοὺς αἱρετίζοντες Ἱεράρχες, ἀλλὰ ἡ «ἀπομόνωσή» τους



πηγή

Προβληματισμὸς ἑνὸς Ὀρθοδόξου
Κύριε Διευθυντά,
Θὰ μοῦ  νὰ καταθέσω κάποιες σκέψεις μου, καρπὸ τῆς ἀγωνίας μου γιὰ τὴν πορεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας πραγμάτων, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὸν δικό μου προβληματισμὸ καὶ ἄλλοι ἀδελφοί μας, ἀνα γνῶστες τῆς ἔγκριτης Ἐφημερίδος σας.
Οἱ ἀγωνιζόμενοι, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, παραδοσιακοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ αἰσθανόμαστε ὡς ὁμολογητὲς καὶ θύματα μιᾶς σὲ πολλὰ σφαλλομένης ἐκκλησιαστικῆς Ἡγεσίας καὶ προσευχόμεθα ἀδιάκοπα γιὰ τὴν κατὰ Χριστὸν πορεία της. Διαπράττουμε ὅμως ἕνα μεθοδολογικὸ σφάλμα. Ρίπτουμε τὸ βάρος τοῦ ἀγῶνος μας στὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, τοὺς ὁποίους ἡ θεολογία τῶν Ἁγίων μας Πατέρων καὶ ἡ κανονικὴ τάξη τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει ἀπὸ αἰῶνες μὲ ἀναθέματα διαχρονικῆς ἰσχύος ἐκβάλλει ἀπὸ τοὺς κόλπους της καὶ οἱ ὁποῖοι, γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγον μικρὸ κακὸ μποροῦν νὰ μᾶς προξενήσουν...
Μᾶλλον, εἶναι ἀνάγκη ν᾽ ἀσχοληθοῦμε περισσότερο μὲ τοὺς Ποιμένες (Ὀρθ/ξους) ἐκείνους, ποὺ συμμαχοῦντες μὲ τὴν αἵρεση καὶ πλάνη
καὶ χαρακτηρίζοντάς την ὡς ἐκκλησία (παπικοὺς δηλαδὴ καὶ προτεστάντες), οἱ ὁποῖοι συμπεριφέρονται ὡς «λύκοι βαρεῖς» μέσα στὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ οἰκογένεια. Αὐτοὶ εἶναι ὁ ἀληθινὸς κίνδυνος, διότι παραπλανοῦν τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς ὁδηγοῦν στὴν ταύτιση μὲ τὴν πλάνη καὶ τὸν πνευματικὸ ὄλεθρο...
Οἱ αἱρετίζοντες Οἰκουμενιστὲς Θεολόγοι καὶ Ἱεράρχες φθάνουν σὲ σημεῖο νὰ παρασιτοῦνστὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, ἐκτελώντας ἔργο διαβρωτικὸ κατὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῶν τέκτων της, καὶ τοῦτο, διότι ὄχι μόνο δὲν σέβονται, ἀλλὰ στὴν πράξηἀπορρίπτουν τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μας στὴσωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου. Εἶναι λοιπόν, ἀνάγκη ὅλοι νὰ συνειδητοποιήσουμε αὐτὸν τὸν κίνδυνο καὶ νὰ μὴ παρασυρόμεθα ἀπὸ ποιμένες, ποὺ ἔχουν λησμονήσει τὴν ἀποστολή τους καὶ μεταβάλλονται σ᾽ ἐχθροὺς τοῦ ποιμνίου τους...
Εἶναι χρέος πλέον τῶν λογικῶν προβάτων τῆς Τοῦ Χριστοῦ ποίμνης νὰ νουθετήσουμε αὐτοὺς τοὺς Ἱεράρχες μας, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸν ἀγώνα μας, ἀντίσταση καλύτερα στὶς ἀντιπατερικὲς ἐνέργειές τους, καὶ ἀντὶ νὰ παρασυρόμεθα ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστές, νὰ τοὺς βοηθήσουμε νὰ μείνουν ἑδραῖοι στὰ θεμέλια τῆς ἀποστολικοπατερικῆς παραδόσεώς μας. Ἔχω δὲ τὴν τιμή, νὰ εἶμαι ἕνας ἐκ τῶν πιστῶν, ποὺ ὑπογράψαμε τὸ 2009 τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ». Σ᾽ αὐτὸ τὸ «ἱστορικὸ – θεολογικὸ» κείμενο, ὅπως ἔχει χαρακτηρισθεῖ ἀπὸ πολλούς, κληρικούς, μοναχοὺς καὶ θεολόγους, ὁριοθετήθηκε ἡ πίστη μας κατὰ τὸν ἀκριβέστερο τρόπο. Ἀπεδείχθη λοιπόν, γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ὅτι οἱ αἱρετικοί, Παπικοὶ καὶ Προτεστάντες, εἶναι ἀποδεδειγμένα ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ οἱ αἱρετίζοντες ποιμένες μας εἶναι μὲν ἀκόμη ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ δὲν ἔχουν συνοδικὰ καταδικασθεῖ, ἀλλὰ προκαλοῦν, ἀναπτύσσοντας τὸν ρόλο ζιζανίων, ποὺ μόνο κακὸ μποροῦν νὰ προκαλέσουν. Κηρύσσοντας ὅμως αὐτοί, ἀντορθόδοξα καὶ ἀντιπατερικά, ὅπως ἐλέχθη στὴν ἐν λόγῳ «Ὁμολογία» «…θέτουν ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας…», ἔξω δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ζωογόνο Ἀλήθειά της. Μὲ τὴν πλάνη τους δ᾽ αὐτή, νοθεύουν τὸ σωτήριο μήνυμά της, βλάπτοντας πολλὲς φορὲς ἀνεπανόρθωτα τὰ ἐμπιστευμένα σ᾽ αὐτοὺς πνευματικά τους τέκνα...
Εἶμαι ὡς ἐκ τούτου ἀπολύτως βέβαιος, ὅτι λόγῳ τῶν ἐξελίξεων τοῦ οἰκουμενιστικοῦ διαλόγου χρειαζόμεθα μία ἀνανέωση τοῦ μηνύματος τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως», μὲ μία συλλογικότερη συμμετοχὴ στὸ μήνυμα, ποὺ ἐκπέμπει μὲ τὴν ὑπογραφή της ἀπὸ ὅλο τὸ ἀγωνιζόμενο ποίμνιο, γιὰ τὴν ἔκφραση τῆς ἀντίθεσής μας στὰ ὅσα τεκταίνονται δυστυχῶς εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, πιστεύω ὅτι ἡ ἀντίστασή μας αὐτὴ τὴν στιγμὴ δὲν εἶναι, ὅπως ἀπὸ κάποιους ἀδελφοὺς τονίζεται, ἡ «ἀποτείχισις» ἀπὸ τοὺς αἱρετίζοντες Ἱεράρχες, ἀλλὰ ἡ «ἀπομόνωσή» τους, ὥστε μέσα στὴν μοναξιὰ τῆς ἐγκαταλείψεώς τους ἀπὸ τὸ θλιβόμενο ποίμνιό τους, νὰ μπορέσουν νὰ συναισθανθοῦν τὴν ἐσφαλμένη ὁδό, ποὺ ἀκολουθοῦν...
Εὔχομαι ὁ Χριστὸς καὶ Κύριός μας, ποὺ ἐσαρκώθη "δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν", νὰ φωτίζει τοὺς Ποιμένας μας, ὥστε νὰ εἶναι ἀληθινοὶ «δοῦλοι καὶ διάκονοί» Του, γιὰ νὰ προΐστανται Ὀρθόδοξα καὶ νὰ μᾶς καθοδηγοῦν σωστὰ στὴν «Ἀλήθεια
τῆς πίστεως τῶν Ἁγίων Πατέρων μας καὶ τοῦ Ἑλληνορθοδόξου πολιτισμοῦ μας», ἀλλὰ καὶ ὅλους ἐμᾶς, γιὰ νὰ εἴμεθα ζωντανὰ μέλη τοῦ Σώματός Του κι ἑνωμένοι μὲ τοὺς γνησίους ποιμένες μας...
Μὲ τιμή,
Κων/νος Σταυρινίδης
Από τη στήλη «Επιστολαί αναγνωστών» του Ορθοδόξου Τύπου, 11/1/2013

Όπου ευρώ σε, εκεί και κρινώ σε




΄Ενας μοναχός εξωμολογήθηκε στον Αββά Σισώη: 
«΄Επεσα πάτερ. Τι να κάνω;»
 
«Σήκω», του είπε, με τη χαρακτηριστική του απλότητα 
ο άγιος Γέροντας. 
«Σηκώθηκα Αββά μα πάλι έπεσα στην καταραμένη αμαρτία», 
ομολόγησε με θλίψη ο αδελφός. 
«Και τι σε εμποδίζει να ξανασηκωθείς;»
 
«Ως πότε Αββά» ρώτησε ο αδελφός.
 
«΄Εως ότου να σε βρή ο θάνατος ή στην πτώση ή στην έγερση.
 Δεν είναι γραμμένο όπου ευρώ σε, εκεί και κρινώ σε;
 Μόνο εύχου στο Θεό να βρεθείς την τελευταία σου στιγμή 
σηκωμένος με την αγία μετάνοια.» του εξήγησε ο Αββάς Σισώης. 

Έλληνας ερημίτης Ιεραπόστολος στους Λάπωνες

4806

Που να φανταστεί κανείς ότι στα μέσα του 14ου αιώνα ένας μοναχός από την Κωνσταντινούπολη θα αποφάσιζε να διαλέξει το νησί Μουρμάνσκ της λίμνης  Ονέγκα στο βόρειο άκρο της Ρωσίας για έρημο, προκειμένου να ασκηθεί!
Την ιστορία του την γνωρίζουμε από τη διαθήκη του, που μας άφησε.
Τον έλεγαν Λάζαρο, φαίνεται ότι για αρκετό διάστημα, πριν πάρει την απόφαση να γίνει ερημίτης, ζούσε στη Ρωσία, στην περιοχή του Νόβγκοροντ. Από το χώρο της ασκήσεώς του, το Μουρμάνσκ, έμεινε στην ιστορία ως Λάζαρος Μουρμάνσκι.
Ο ερημίτης Λάζαρος, γύρω στα 1351, παίρνει το δρόμο προς βορρά, στην περιοχή που κατοικούσαν οι Λάπωνες.
Αναζητεί τόπο ησυχίας και περισυλλογής, φτάνει στη λίμνη  Ονέγκα και διαλέγει το νησί της αναχωρήσεώς του.
Φαίνεται ότι στην αρχή πρέπει να είχε πολύ μεγάλες δυσκολίες με τους νομάδες κατοίκους της περιοχής κοντά στη λίμνη, δηλαδή τους Λάπωνες και τους Τσούντους.
Στη διαθήκη του τους χαρακτηρίζει «ανθρωποφάγους», ασφαλώς όχι με την κυριολεκτική σημασία της λέξεως, αλλά για τα βάσανα που πέρασε από αυτούς.
Να πως τα περιγράφει με λίγα λόγια, στη διαθήκη του: «Πολλές στενοχώριες, πολύ ξύλο και πληγές υπέμεινα από αυτούς.
Συχνά με χτυπούσαν και με έδιωχναν από τη λίμνη. Μου έκαψαν μάλιστα και την καλύβα μου.
Οι καταραμένοι δέχονταν τη διδασκαλία του διαβόλου και είχαν πολλές δεισιδαιμονίες. Έφτιαξαν μάλιστα ένα καταυλισμό κοντά μου με γυναίκες και παιδιά.
Έκαναν άσχημα πράγματα και μου είπαν: «Καλόγερε, φεύγα από έδώ». Και οι ανθρωποφάγοι ήθελαν να με σκοτώσουν και να δώσουν το πτώμα μου τροφή στα σκυλιά τους…».
Η κατάσταση αυτή άλλαξε, όταν μια φορά θεράπευσε ένα παιδί Λάπωνα, που γεννήθηκε τυφλό.
Τότε ο πατέρας του παιδιού και όλη η οικογένεια δέχτηκαν τη χριστιανική πίστη.
Με τον καιρό διαδόθηκε η φήμη του ερημίτη στην περιοχή.
Πολλοί μοναχοί συγκεντρώθηκαν γύρω του από διάφορες περιοχές, με αποτέλεσμα να ανοικοδομηθεί ένας ναός, αφιερωμένος στην «Ανάσταση του Λαζάρου, του φίλου του Θεού» και συγχρόνως ένα μοναστήρι.
Όσοι από τους ιθαγενείς έγιναν χριστιανοί εγκαταστάθηκαν μόνιμα στον τόπο εκείνο, ενώ οι άλλοι, συνεχίζοντας το νομαδικό τους βίο, έφυγαν για άλλες περιοχές.


Μοναχός Σέργιος


Πηγή: Τριμηνιαίο περιοδικό «Πάντα τα Έθνη», Έτος Ι΄, τ.37, 1ο τρίμηνο 1991, εκδότης «Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος»

Τα ευεργετικά αποτελέσματα των θλίψεων και η ζημία από την τρυφηλή ζωή και την πολυφαγία (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος)

ΣΤΗΝ ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

ΟΜΙΛΙΑ ΚΘ'
(Εβρ. 12, 4-10)

«Δεν αντισταθήκατε ακόμη μέχρις αίματος στον αγώνα σας κατά της αμαρτίας, και λησμονήσατε τη νουθεσία που σας απευθύνει ο Θεός, μιλώντας σας σαν παιδιά του· παιδί μου, μην παραμελής την παιδαγωγία του Κυρίου και μη χάνης το θάρρος σου όταν ελέγχεσαι από αυτόν. Διότι εκείνον που αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και μαστιγώνει κάθε παιδί του που το αποδέχεται. Εάνδέχεσθε με υπομονή την παιδαγωγία, ο Θεός συμπεριφέρεται σε σας σαν παιδιά του. Διότι ποιός υιός είναι εκείνος, που δεν τον παιδαγωγεί ο πατέρας του;».

Υπάρχουν δύο είδη παρακλήσεως, που, ενώ φαίνονται αντίθετα μεταξύ τους, όμως πολύ ενισχύουν το ένα το άλλο, τα οποία και τα δύο τα έχει αναφέρει εδώ. Το ένα δηλαδή είναι, όταν λέμε ότι μερικοί έχουν πάθει πολλά· διότι η ψυχή επαναπαύεται, όταν έχη πολλούς μάρτυρες των παθημάτων της, πράμα που προηγουμένως έκανε όταν είπε, «θυμηθήτε τις πρώτες ημέρες κατά τις οποίες φωτισθήκατε και υπομείνατε πολλή άθλησι και αγώνα παθημάτων και διωγμών»· και το άλλο, όταν λέμε, ότι «δεν έχεις πάθει κάτι μεγάλο»· διότι με τον λόγο αυτό βρίσκομε τον εαυτό μας και διεγειρόμαστε, ώστε με μεγαλύτερη προθυμία να τα υπομένουμε όλα. Και το ένα την ταλαιπωρημένη ψυχή την ξεκουράζει και την κάνει ν’ αναπνέη, ενώ το άλλο την ψυχή που έγινε ράθυμη και οκνηρή την ενισχύει και υποστέλλει το υψηλό φρόνημα.

Για να μη τους γεννηθή λοιπόν υπερηφάνεια από εκείνη τη μαρτυρία, πρόσεχε τι κάνει· «δεν αντισταθήκατε», λέγει, «ακόμη στην αμαρτία, αγωνιζόμενοι μέχρις αίματος», και ξεχάσατε τη νουθεσία. Και δεν παρουσίασε αμέσως τα κατάλληλα επιχειρήματα, αλλ’, αφού τους έδειξε όλους εκείνους που έμειναν σταθεροί μέχρις αίματος, έπειτα, αφού πρόσθεσε το καύχημα του Χριστού τα παθήματα, τότε εύκολα τους κατηγόρησε. Αυτό και στους Κορινθίους γράφοντας λέγει· «πειρασμός δεν σας κατέλαβε άλλος, παρά μόνο ανάλογος προς τις ανθρώπινες δυνάμεις», δηλαδή μικρός· καθόσον είναι αρκετό αυτό να συγκινήση και ν’ ανορθώση την ψυχή, όταν κατανοήση, ότι υπάρχουν ακόμα δοκιμασίες που δεν τις υπέφερε, και πείση τον εαυτό της από εκείνους που τις δέχθηκαν προηγουμέ­νως. Αυτό που λέγει σημαίνει το εξής. Ακόμα δεν θανατωθήκατε, η ζημιά σας φθάνει μέχρι τα χρήματα, μέχρι τη δόξα, μέχρι την καταδίωξι· ο Χριστός για σας έχυσε το αίμα του, ενώ εσείς ούτε για τους εαυτούς σας· αυτός μέχρι θανάτου αγωνίσθηκε για την αλήθεια, μαχώμενος για σας· ενώ εσείς ποτέ δεν θέσατε την ύπαρξί σας σε κιν­δύνους που απειλούν με θάνατο.

«Και λησμονήσατε τη νουθεσία»· δηλαδή, κατεβάσατε τα χέρια και παραλύσατε. «Δεν αντισταθήκατε», λέγει, «στην αμαρτία αγωνιζόμενοι μέχρις αίματος». Εδώ δείχνει ότι και η επίθεσις της αμαρτίας είναι υπερβολική και οπλισμένη· διότι το, «αντισταθήκατε», έχει λεχθή γι’ αυτούς που συνεχίζουν τον αγώνα τους. «Ξεχάσατε», λέγει, «τη νουθεσία τού Θεού, όταν σας μιλάη σαν παιδιά του· «παιδί μου μην παραμελής την διαπαιδαγώγησι του Κυρίου, και μην αποθαρρύνεσαι, όταν ελέγχεσαι από τον Κύριο». Τους παρηγό­ρησε με τα ίδια τα πράγματα· προσθέτει και την σε βαθμό μεγάλο παρηγοριά από τους λόγους, από τη μαρτυρία αυτή· «μην αποθαρρύνεσαι», λέγει, «όταν ελέγχεσαι από τον Κύριο». Επομένως του Θεού είναι αυτά. Και αυτό είναι σε θέσι να προσφέρη μεγάλη παρηγοριά, όταν μαθαίνουμε ότι οι θλίψεις είναι έργο τού Θεού, εκείνος τις επιτρέπει· όπως και ο Παύλος λέγει· «για τον πειρασμό αυτό τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να μου τον απομακρύνη και μου είπε ο Κύριος· σου είναι αρκετή η χάρις μου· διότι η δύναμίς μου αποδεικνύεται τέλεια όταν ο άνθρωπος είναι αδύναμος». Ώστε εκείνος είναι που τα επιτρέπει.

«Διότι όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και μαστιγώ­νει κάθε παιδί του που το αποδέχεται ως δικό του». Δεν μπορείς, λέγει, να πης ότι υπάρχει κάποιος δίκαιος χωρίς θλίψι· διότι, κι’ αν έτσι φαίνεται, όμως δεν γνωρίζουμε εμείς τις άλλες θλίψεις· ώστε κάθε δίκαιος είναι ανάγκη να περάση διά μέσου των θλίψεων. Είναι διακήρυξις του Χριστού, ότι η πλατειά και ευρύχωρη οδός οδηγεί στην απώλεια, ενώ η στενή και γεμάτη θλίψεις στη ζωή. Εάν λοιπόν μέσω των θλίψεων είναι δυνατό να εισέλθη κάνεις στη ζωή, και δεν είναι δυνατό με άλλον τρόπο, άρα διά της στενής πύλης όλοι είσήλθαν, όσοι μετέβηκαν προς τη ζωή. Εάν, λέγει, υπομένετε την παιδαγωγία, ο Θεός έρχεται κοντά σας σαν προς παιδιά του. Διότι ποιός υιός υπάρχει που δεν τον παιδαγωγεί ο πατέρας; Εάν τον παιδαγωγή, άρα το κάνει για τη διόρθωσί του, και όχι για την τιμωρία και τον βασανισμό του.

Πρόσεχε, από εκείνα από τα οποία πίστευαν ότι είχαν εγκαταλειφθή από τον Θεό, από αυτά λέγει ότι πρέπει να πιστεύουν, ότι δεν είναι εγκαταλειμμένοι.Σαν να τους έλεγε· επειδή τόσα μεγάλα κακά επάθατε, νομίζετε ότι σας εγκατέλειψε ο Θεός και σας μισεί; Εάν δεν τα παθαίνατε, τότε έπρεπε να έχετε αυτήν την υπόνοια· διότι, εάν μαστιγώνη τον κάθε υιό του που τον αποδέχεται, εκείνος που δεν μαστιγώνεται, ίσως δεν είναι υιός. Τί λοιπόν; λέγει· οι πονηροί δεν υφίστανται κακοπαθήματα; Βεβαίως υφίστανται· διότι πώς όχι; Αλλά δεν είπε, ‘καθένας που μαστιγώνεται είναι υιός’, αλλά «καθένας πού είναι υιός μαστιγώνεται». Αλλά δεν θα μπορέσης ν’ απαντήσης· διότι υπάρχουν και πολλοί πονηροί που μαστι­γώνονται, όπως ανδροφόνοι, ληστές, μάγοι, τυμβωρύχοι. Όλοι εκείνοι τιμωρούνται για την κακία τους, και δεν μαστιγώνονται σαν υιοί, αλλά τιμωρούνται ως κακοποιοί· ενώ εσείς ως υιοί. Βλέπεις πως από παντού παρουσιάζει συλλογισμούς, από τα θέματα της Γραφής, από λόγια, από γνωστές έννοιες, από παραδείγματα της ζωής; Έπειτα πάλι και από την κοινή συνήθεια. Αλλά εάν είσθε χωρίς παιδαγωγία, της οποίας μέτοχοι έχουν γίνει όλοι, άρα είστε νόθοι και όχι υιοί.

Βλέπεις ότι, όπως είπα προηγουμένως, δεν είναι δυνατό να είναι υιός εκείνος που δεν παιδαγωγείται; Διότι, όπως ακριβώς μέσα στις οικογένειες οι πατέρες αδιαφορούν για τα νόθα παιδιά, είτε αυτά δεν μάθουν τίποτε είτε δεν γίνουν ένδοξα, ενώ για τα γνήσια παιδιά τους αγωνιούν μήπως δείξουν αδιαφορία, έτσι και στην περίπτωσι αυτή. Εφ’ όσον η έλλειψις παιδαγωγίας είναι γνώρισμα των νόθων υιών, πρέπει να χαίρεσθε για την παιδαγωγία, εφ’ όσον αυτή είναι απόδειξις της γνησιότητάς σας. Σαν παιδιά του σας συμπεριφέρεται ο Θεός· γι’ αυτό το λέγει αυτό. Έπειτα τους σαρκικούς μας πατέρες όταν μας τιμωρούσαν τους ντρεπόμασταν, και δεν θα υποταχθούμε πολύ περισσότερο στον Πατέρα των πνευμάτων, για να ζήσουμε;

Πάλι η προτροπή γίνεται από τα γνωστά σ’ αυτούς παθήματα, από αυτά που οι ίδιοι υπέφεραν. Διότι, όπως ακριβώς εκεί λέγει, «να θυμάσθε τις πρώτες ημέρες», έτσι και εδώ λέγει, «ο Θεός σάς συμπεριφέρεται σαν παιδιά του», και δεν μπορείτε να πήτε, ότι δεν μπορούμε να τα υποφέρουμε, και μάλιστα σαν παιδιά του αγαπητά. Και εάν εκείνοι σέβωνται τους σαρκικούς τους πατέρες, πώς εσείς δεν θα σεβασθήτε τον Πατέρα τον επουράνιο; Αν και η διαφορά δεν φαίνεται μόνο από αυτό και από τα πρόσωπα, αλλά και από την ίδια την προτροπή και από το ίδιο το γεγονός· καθόσον δεν παιδαγωγούν για τα ίδια πράγματα ο Θεός και οι πατέρες. Γι’ αυτό και προσθέτει· Διότι εκείνοι μας παιδαγωγούσαν για λίγες ημέρες και σύμφωνα με την κρίσι τους»· δηλαδή πολλές φορές απέβλεπαν στη δική τους ικανοποίησι και όχι πάντα στο δικό μας συμφέρον. Εδώ όμως δεν είναι δυνατό να το πούμε αυτό· διότι δεν το κάνει αυτό αποβλέποντας στη δική του ικανοποίησι, αλλά για σας και για τη δική σας και μόνο ωφέλεια· εκείνοι για να γίνεται χρήσιμοι και σ’ αυτούς, και πολλές φορές και χωρίς αιτία, ενώ εδώ δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.

Βλέπεις ότι και αυτό παρηγορεί; Διότι εκείνους κυρίους πλησιάζουμε, όταν δούμε ότι δεν διατάσσουν ή δεν συμβουλεύουν για δικό τους όφελος, αλλά όλη η φροντίδα τους αποβλέπει στο δικό μας συμφέρον. Πράγματι αυτό είναι ειλικρινής αγάπη, και αγάπη πραγματική, όταν, χωρίς να είμαστε καθόλου χρήσιμοι σ’ εκείνον που μας αγαπά, αγαπιώμαστε απ’ αυτόνΔιότι μας αγαπά, όχι για να λάβη, αλλά για να δώση· παιδαγωγεί, όλα τα κάνει, φροντίζει για όλα, για να μπορέσουμε εμείς να δεχθούμε τα αγαθά του. Διότι λέγει, «οι σαρκικοί πατέρες για το μικρό χρονικό διάστημα αυτής της ζωής μάς παιδαγωγούσαν όπως φαινόταν καλό σ’ αυτούς, ενώ ο Θεός μάς παιδαγωγεί για το συμφέρον μας, για να γίνουμε μέτοχοι της αγιότητάς του». Τί σημαίνει, «της αγιότητος αυτού»; Δηλαδή, της καθαρότητας, ώστε να γίνουμε άξιοί του, όσο είναι δυνατό. Εκείνος φροντίζει για να λάβετε, και όλα τα κάνει για να δώση τις δωρεές του, ενώ εσείς δεν φροντίζετε για να τις λάβετε. «Είπα», λέγει, «στον Κύριο, εσύ είσαι ο Κύριός μου, διότι δεν έχεις ανάγκη από τα υλικά μου αγαθά».

«Έπειτα», λέγει, «τους σαρκικούς μας πατέρες τούς είχαμε παιδευτές και τους ντρεπόμασταν, και δεν θα υποταχθούμε πολύ περισσότερο στον Θεό, τον Πατέρα των πνευμάτων, για να ζήσουμε;». «Στον Πατέρα τών πνευμάτων»· ή εννοεί τον Πατέρα τών χαρισμάτων, ή των ευχών, ή των ασωμάτων δυνάμεων. Εάν έτσι πεθάνουμε, τότε θα ζήσουμε. Και σωστά είπε. Διότι «οι σαρκικοί πατέρες μάς διαπαιδαγωγούσαν για τον λίγο χρόνο αυτής της ζωής, όπως φαινόταν καλό σ’ αυτούς»· διότι δεν ήταν παντού συμφέρον μας αυτό που τους φαίνονταν σωστό· ενώ ο Θεός αποβλέπει πάντα στο συμφέρον μας.

Αρα η παιδεία είναι ωφέλιμη, άρα η παιδεία είναι μετάληψις αγιότητας. Και πολύ μάλιστα. Διότι, όταν απομακρύνη την ραθυμία, την πονηρή επιθυμία, τον έρωτα των βιωτικών πραγμάτων, όταν μεταμορφώνη την ψυχή, όταν την κάνη να καταδικάζη όλα τα επίγεια (καθόσον τέτοια είναι η θλίψις), δεν γίνεται αγία; δεν προσελκύει τη χάρι τού αγίου Πνεύματος; Ας έχουμε πάντοτε στο νου μας τους δικαίους, και ας δούμε πώς όλοι αυτοί έλαμψαν, και προ πάντων ο Αβελ, ο Νώε· άραγε δεν έλαμψαν εξ αιτίας τής θλίψεως;Καθόσον δεν είναι δυνατό να μη θλιβόταν αυτός που ήταν ο μόνος δίκαιος μέσα σε τόσο πλήθος κακών. Διότι λέγει, ο Νώε, ο οποίος ήταν ο μόνος τέλειος στην γενιά του, ευαρέστησε τον Θεό. Σκέψου λοιπόν, σε παρακαλώ, εάν τώρα, έχοντας τόσους πολλούς προς μίμησι της αρετής τους, και πατέρες, και διδασκάλους, τόσο θλιβόμαστε, τί ήταν φυσικό να πάθη εκείνος, που ήταν ο μόνος ενάρετος μεταξύ τόσων πολλών; Αλλά να πω τα σχετικά με την βροχή εκείνη την άγνωστη και παράδοξη; ή να αναφέρω τον Αβραάμ και όσα εκείνος έπαθε, δηλαδή, τις συνεχείς αποδημίες, την αρπαγή τής γυναίκας του, τους κινδύνους, τους πολέμους, τους πειρασμούς; Αλλά ν’ αναφέρω τον Ιακώβ και τα τόσα δεινά που υπέφερε, ενώ τον κατεδίωκαν από παντού, και κοπίαζε άδικα και μοχθούσε για άλλους; Πράγματι δεν είναι αναγκαίο ν’ αναφέρω όλες τις δοκιμασίες του, είναι όμως σωστό ν’ αναφέρω την μαρτυρία που και αυτός έλεγε συζητώντας με τον Φαραώ· «είναι λίγα και βασανισμένα τα χρόνια τής ζωής μου· δεν έφθασαν τα χρόνια τών προγόνων μου». Αλλά ν’ αναφέρω τον Ιωσήφ; τον Μωϋσή; τον Ιησού; τον Δαυίδ; τον Σα­μουήλ; τον Ηλία; ή να αναφέρω όλους τους προφήτες; Όμως όλοι αυτοί θα βρης ότι έγιναν λαμπροί εξ αιτίας των θλίψεων.

Πες μου λοιπόν εσύ θέλεις να γίνης λαμπρός μέσω της ανέσεως και της τρυφής; Όμως δεν θα το κατορθώσης. Μήπως θέλεις ν’ αναφέρω τους αποστόλους; Αλλά και αυτοί όλοι ξεπέρασαν τις θλίψεις. Γιατί τα λέγω αυτά; Και ο Χριστός το λέγει αυτό· «εφ’ όσον είσθε μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψεις»· και πάλι· «θα κλάψετε και θα θρηνήσετε εσείς· ενώ ο κόσμος θα χαρή», και «ότι είναι στενή και γεμάτη δυσκολίες η οδός που οδηγεί στην αιώνια ζωή». Ο Κύριος της οδού τής ζωής είπε, ότι είναι στενή και γεμάτη θλίψεις η οδός, και εσύ ζητείς την πλατειά οδό; Και πώς δεν είναι παράλογο; Γι’ αυτό δεν θα επιτύχης τη ζωή, επειδή βαδίζεις άλλη οδό, αλλά την απώλεια· διότι προτίμησες την οδό που οδηγεί εκεί.

Θέλεις να αναφέρω και να παρουσιάσω αυτούς που ζουν μέσα στην τρυφή;Ανατρέχοντας από τις ημέρες μας ας έλθουμε στους παλαιούς χρόνους. Ο πλούσιος ο οποίος καίγεται στην κάμινο, οι Ιουδαίοι που ζουν για την κοιλιά τους, των οποίων ο θεός είναι η κοιλιά, εκείνοι που ζούσαν στην έρημο και επιζητούσαν διαρκώς την άνεσι, γιατί καταστράφηκαν; Όπως ακριβώς και αυτοί που ζούσαν επί της εποχής τού Νώε, δεν καταστράφηκαν επειδή προτίμησαν την μαλθακή και έκλυτη ζωή; Και οι κάτοικοι των Σοδόμων καταστράφηκαν εξ αιτίας της γαστριμαργίας· διότι λέγει, «λόγω της μεγάλης αφθονίας των άρτων, ήταν βουτηγμένοι στην ακολασία». Αυτό έχει λεχθή για τους κατοίκους των Σοδόμων. Αλλά εάν η αφθονία των άρτων προξένησε τόσο μεγάλο κακό, τί θα μπορούσαμε να πούμε για τα άλλα καρυκεύματα;

Ο Ησαύ δεν ζούσε μέσα στην άνεσι; Τί πάλι εκείνοι που είδαν τις γυναίκες τών υιών του Θεού και έπεσαν στον γκρεμό τής ακολασίας; Τί πάλι εκείνοι που ερωτεύθηκαν με μανία τούς άνδρες; Και όλοι οι βασιλείς τών εθνών, των Βαβυλωνίων, των Αιγυπτίων, δεν είχαν έναν άσχημο θάνατο; δεν βρίσκονται στην κόλασι; Αλλά και τώρα, πες μου, δεν συμβαίνουν τα ίδια; Ακουσε το Χριστό που λέγει· «αυτοί που φορούν μαλακά ενδύματα, ζουν στα βασιλικά ανάκτορα», ενώ όσοι δεν τα φορούν αυτά, είναι στους ουρανούς. Διότι το μαλακό ένδυμα παραλύει και την αυστηρή ψυχή και την διασπά και την διασκορπίζει· κι’ άν λάβη τραχύ και σκληρό σώμα, γρήγορα μ’ αυτήν την πολυτέλεια το κάνει μαλθακό και ασθενικό. Διότι πες μου, από πού αλλού νομίζετε ότι οι γυναίκες είναι τόσον ασθενείς; άραγε μόνο από τη φύσι τους; Ασφαλώς όχι, αλλά και από την αγωγή και την ανατροφή· διότι η ανατροφή στη σκιά, η αργία, τα λουτρά, τα μύρα, τα πολλά αρώματα, η απαλότητα του στρώματος, τις κάνουν τέτοιες.

Και για να το καταλάβης πρόσεχε αυτό που θα πω. Από έναν κήπο δένδρων, που βρίσκονται στην έρημο και δέρνονται από τους ανέμους, πάρε ένα φυτό και τοποθέτησέ το σε τόπο υγρό και σκιε­ρό· θα δης ότι γρήγορα θα εξασθενήση και θα χάση την πρώτη του ικμάδα. Το ότι αυτό είναι αληθές φαίνεται και από τις γυναίκες που ζουν στην ύπαιθρο και είναι ισχυρότερες από τους άνδρες των πόλεων, και πολλούς τέτοιους θα μπορούσαν εκείνες να καταβάλλουν στην πάλη. Και όταν το σώμα γίνη μαλθακότερο, κατ’ ανάγκη και η ψυχή δέχεται τη μαλθακότητα· διότι σε πολλές περιπτώσεις οι ψυχικές ενέργειες εξαρτώνται από τη σωματική διάθεσι. Πράγματι κατά τη διάρκεια ασθενειών διαφορετικοί είμαστε εξ αιτίας τής μαλθακότητας και διαφορετικοί πάλι όταν είμαστε υγιείς. Όπως ακριβώς δηλαδή με την χορδή τού οργάνου, όταν οι φθόγγοι είναι απαλοί και μαλακοί και δεν είναι καλά τεντωμένοι, και η υπεροχή τής τέχνης τού μουσικού μειώνεται, επειδή αναγκάζεται να υπηρετή την αδυναμία τών χορδών· έτσι και στην περίπτωσι του σώματος, πολλές βλάβες δέχεται από αυτό και η ψυχή, πολλές ανάγκες. Διότι, όταν το σώμα έχει ανάγκη πολλής περιποιήσεως, και η ψυχή υπομένει την πικρή σκλαβιά.

Γι’ αυτό, παρακαλώ, να το διατηρούμε ισχυρό και να μην το νοσηλεύουμε. Ο λόγος μου δεν απευθύνεται μόνο στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες. Γιατί, γυναίκα, παραλύεις συνεχώς το σώμα σου με την τρυφή και το εξασθενείς; Γιατί μειώνεις τη δύναμί του με το πάχος; Το πάχος το αποχαυνώνει δεν το ενδυναμώνει. Εάν όμως απομακρυνθής από αυτά και ασκής διαφορετικά τον εαυτό σου, τότε και το κάλλος το σωματικό θα συμβαδίζη με τη διάθεσι, εφ’ όσον θα υπάρχη δύναμις και σωματική ευρωστία· εάν όμως το πολιορκής με μύριες ασθένειες, ούτε ανθηρό θα είναι, ούτε εύρω­στο· διότι πάντα θα είσαι κατηφής.

Γνωρίζετε ότι, όπως ένα ωραίο σπίτι, όταν το χαμογελάση η ατμόσφαιρα, το δείχνει λαμπρό, έτσι και η χαρά τής ψυχής όταν προστεθή σ’ ένα ωραίο πρόσωπο το κάνει ωραιότερο· ενώ όταν βρίσκεται μέσα στην κατήφεια και τους πόνους, γίνεται πιο άσχημο· και την κατήφεια την δημιουργούν οι ασθένειες και οι πόνοι τού σώματος· ενώ τις ασθένειες το σώμα που έγινε μαλθακότερο από την πολλή καλοπέρασι. Ώστε και γι’ αυτόν τον λόγο ν’ αποφεύγετε την ηδονή, εάν πείθεσθε στα λόγια μου. Αλλά, λέγει, υπάρχει ηδονή στις απολαύσεις. Όμως δεν είναι τόσο μεγάλη, όσες είναι οι δυσκολίες. Αλλωστε η ηδονή φθάνει μέχρι τον φάρυγγα, μέχρι τη γλώσσα· διότι μετά το σήκωμα του τραπεζιού ή την κατάποσι της τροφής, θα είσαι όμοιος μ’ αυτόν που δεν πήρε μέρος σ’ αυτά, ή καλύτερα πολύ χειρότερος, διότι φέρνεις από εκεί βάρη και διάτασι και κεφαλαλγία και ύπνο που μοιάζει με θάνατο, και πολλές φορές και αγρυπνία από τον χορτασμό, και δύσπνοια και ρέψιμο, και μύριες φορές θα καταριέσαι την κοιλιά, ενώπρέπει να καταριέσαι την αμετρία.

Ας μη παχαίνουμε λοιπόν το σώμα, αλλ’ άς ακούσουμε τον Παύλο που λέγει· «μη φροντίζετε για τη σάρκα, προσπαθώντας πώς να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της». Διότι, όπως ακριβώς αν κά­ποιος πάρη και βάλη τα τρόφιμα στον οχετό, έτσι και εκείνος που τα βάζει στο στομάχι του· ή καλύτερα όχι έτσι, αλλά πολύ πιο χειρότερα. Διότι στην περίπτωσι του οχετού γεμίζει αυτόν χωρίς να προξενή κακά στο εαυτό του, ενώ στην άλλη περίπτωσι προκαλεί και πάρα πολλές ασθένειες. Καθόσον η αυτάρκεια είναι αυτή που τρέφει το σώμα, και μπορεί να το τελειοποίηση· ενώ το επί πλέον όχι μόνο δεν το τρέφει, αλλά και το καταστρέφει. Αλλά κανείς δεν τα προσέχει αυτά, εξαπατώμενος από την άκαιρη ηδονή και τη συνηθισμένη αντίληψι.

Θέλεις να τρέφης το σώμα; Απομάκρυνε το περιττό, δίνε του το απαραίτητο και αυτό που μπορεί ν’ ανεχθή· μην το βαραίνης για να μην το καταποντίσης. Η αυτάρκεια είναι και τροφή και ηδονή· διότι τίποτε δεν προξενεί τόση ηδονή, όση η εύπεπτη τροφή· τίποτε δεν φέρνει τόση υγεία, ούτε τόση οξύτητα αισθήσεων, ούτε απομακρύνει τόσο την ασθένεια. Αρα η αυτάρκεια είναι τροφή και ηδονή και υγεία, ενώ το περιττό είναι και καταστροφή και αηδία και ασθένεια. Καθόσον αυτά που προξενεί η πείνα αυτά προξενεί και ο χορτασμός, ή καλύτερα και φοβερώτερα· διότι η πείνα μέσα σε λίγες ημέρες ωδήγησε τον άνθρωπο στο θάνατο και τον απάλλαξε, ενώ ο χορτασμός, αφού καταφάγη και σαπίση το σώμα και το παραδώση σε μακροχρόνια ασθένεια, έπειτα το παραδίδει σε φοβερώτατο θά­νατο. Εμείς όμως νομίζουμε ότι η πείνα είναι φοβερή δοκιμασία, ενώ τρέχουμε προς την πλησμονή που είναι φοβερώτερη από αυτήν.

Από που προέρχεται αυτή η ασθένεια, από που αυτή η τρέλλα; Δεν λέγω να εξαντλούμε τους εαυτούς μας, αλλά τόσο να τρεφώμαστε, πράγμα που και ηδονή φέρνει, την πραγματική ηδονή, και το σώμα μπορεί να θρέψη, κάμνοντάς το ικανό και αρμονικό προς τις ενέργειες της ψυχής και παρουσιάζοντάς το καλά στερεωμένο και συναρμοσμένο. Όταν όμως γεμίζη υπερβολικά με την τροφή, αφού διαλύση τους συνδέσμους, όπως θα έλεγε κανείς, και τις αρμονίες που το κάνουν στερεό, δεν θα μπορέση ν’ αναχαιτίση την πλημμύρα, διότι όταν η πλημμύρα μπη μέσα διαλύει και κατα­στρέφει το πάν.

«Μη φροντίζετε για τη σάρκα σας», λέγει, «προσπαθώντας πώς να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της». Και σωστά είπε, «για να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της»· διότι η φιληδονία τροφοδοτεί τις παράλογες επιθυμίες, κι’ άν ο φιλήδονος είναι πιο συνετός από όλους, οπωσδήποτε θα πάθη κάτι από το κρασί, από τις τροφές, κατ’ ανάγκη θα παραλύση, κατ’ ανάγκη η επιθυμία θα κάνη μεγαλύ­τερη τη φλόγα. Από εδώ προέρχονται οι πορνείες, από εδώ οι μοιχείες· διότι η πεινασμένη κοιλιά δεν μπορεί να γεννήση τον έρωτα, άλλα ούτε και αυτή που είναι αυτάρκης· απεναντίας εκείνη που γεννά τις παράλογες επιθυμίες, είναι εκείνη που ζη άσωτα εξ αιτίας τής φιληδονίας. Και όπως ακριβώς η υπερβολικά υγρή γη γεννά τα σκουλήκια καθώς και η βρεγμένη και υπερβολικά υγρή κοπριά, ενώ εκείνη που είναι απαλλαγμένη από την υγρασία εκείνη και έχει κανονική υγρασία φέρνει πολλούς καρπούς· διότι, κι’ όταν ακόμα δεν καλλιεργήται, παράγει χόρτο, όταν όμως καλλιεργήται παράγει καρπούς· έτσι κι’ εμείς.

Ας μην αχρηστέψουμε λοιπόν τη σάρκα, ας μην την κάνουμε ανώφελη ή επιβλαβή, αλλά ας φυτέψουμε σ’ αυτήν χρήσιμους καρπούς και φυτά καρποφόρα, κι’ άς φροντίζουμε να μην εξασθενίση εξ αιτίας τής φιληδονίας· διότι και εκείνα όταν σαπίσουν βγάζουν σκουλήκια κι’ όχι καρπούς. Έτσι και η έμφυτη επιθυμία, εάν υπερ­βολικά την διαβρέξης, γεννά παράλογες ηδονές και υπερβολικά μάλιστα παράλογες. Αυτή λοιπόν τη βλάβη ας την απομακρύνουμε με κάθε τρόπο, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθή, με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας, και τα λοιπά.

(Πηγή: ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ, τ. 25, ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»)

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ



Σε εποχή κυριαρχίας των περιώνυμων και ποικιλώνυμων αγορών, οι οποίες έχουν εισβάλει τα τελευταία χρόνια στη διεθνή σκηνή, έχουν ανατρέψει οικονομίες και Κυβερνήσεις, έχουν εξουθενώσει λαούς και έχουν εξαφανίσει μεγάλες επιχειρήσεις, μας έχει διαφύγει η πολυαιώνια ύπαρξη και λειτουργία μιας άλλης αγοράς, που ρυθμίζει, σταθμίζει και αξιολογεί του καθενός μας την ύπαρξη και τη ζωή!

Είναι η αγορά του χρόνου, η μοναδική αγορά για την οποία γίνεται λόγος στην Αγία Γραφή, με την περίφημη Παύλεια προτροπή «Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημεραί πονηραί εισι»..

Σαν τα ορμητικά ποτάμια κυλούν οι μέρες της επίγειας ζωής μας, χωρίς να το συναισθανόμαστε, χωρίς να συνειδητοποιούμε, μέσα στην δίνη της καθημερινότητάς μας πότε είμασταν μικρά παιδιά, πότε φτάσαμε στη σημερινή μας ηλικία…

Και όταν σε στιγμές αυτοσυγκέντρωσης και αυτοσυνειδησίας επιχειρούμε έναν απολογισμό της ζωής μας, σχεδόν πάντα μια γεύση πικρή απομένει, καθώς διαπιστώνουμε ότι δεν κάναμε όσα μπορούσαμε και έπρεπε, δεν εκτιμήσαμε πρόσωπα και καταστάσεις, δεν εκμεταλλευτήκαμε το χρόνο και τις ευκαιρίες, που μας δόθηκαν και χωρίς επιστροφή στη χοάνη του παρελθόντος βυθίστηκαν.

Η ζωή, όταν δεν εκμεταλλευόμαστε κατάλληλα το χρόνο, βλέποντάς την προς τα εμπρός, μας φαίνεται, ίσως, μεγάλη. Βλέποντας, όμως, προς τα πίσω, μας φαίνεται απελπιστικά μικρή.

Αν, όμως, ζήσουμε δημιουργικά, τότε κοιτάζοντας προς το μέλλον, η ζωή φαίνεται μικρή, αλλά στρέφοντας το βλέμμα μας προς το παρελθόν μας φαίνεται μεγάλη.

Οι Λατίνοι έλεγαν ότι « η ζωή είναι μικρή, αλλ’, αν ξέρεις να τη χρησιμοποιείς, είναι μεγάλη», ενώ ένας Γερμανός σοφός έλεγε ότι «θα γινόταν πάμπλουτος, αν ζητούσε και έπαιρνε, σαν ελεημοσύνη, από τους ανθρώπους κάθε άσκοπα χαμένη στιγμή της ζωής τους»!

Άλλωστε, κατά πώς επισημαίνει και ο Δημοσθένης, «όσοι δεν εκμεταλλεύονται σωστά τις ευκαιρίες, που τους προσφέρει ο χρόνος, ούτε κι’ αν τους συνέβη κάτι καλό από τους θεούς δεν το θυμούνται».

Η έλευση του νέου ημερολογιακού έτους 2013 σηματοδοτεί για όλους μας μια ακόμα ευκαιρία για εκμετάλλευση, για αλλαγή τρόπου σκέψης και πορείας ζωής, μια και «αι ημέραι πονηραί εισί»!

Σκιάστηκε, βέβαια, ο ερχομός του από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα κατάθλιψης, ανασφάλειας και απελπισίας, από τα δεινά που το 2012 κληροδότησε στην Πατρίδα μας και τον καθένα μας χωριστά.

Ταυτόχρονα, όμως, οι ευχές που αντηλλάγησαν, όλες έκρυβαν την ελπίδα της αλλαγής, την προσμονή μιας καλύτερης ζωής, το ξημέρωμα μιας νέας, καλύτερης για την Πατρίδα μας εποχής.

Αλλά οι ευχές δεν πρέπει να παραμείνουν ευχές, πρέπει να εξαργυρωθούν στο χρηματιστήριο του χρόνου, επιβάλλεται να γίνουν πραγματικότητα!

Ας μη ξεχνάμε ότι «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ»!

Και μας περιμένει πολύ δουλειά τον καινούριο χρόνο, για να συντηρήσουμε τις ελπίδες μας, να πραγματώσουμε τα όνειρά μας, να δημιουργήσουμε μια καλύτερη Ελλάδα για τα παιδιά μας!

Ας σταματήσουμε να αναρωτιόμαστε τι κάνει η Πατρίδα μας για μας και ας προβληματιστούμε τι κάνουμε εμείς για την Πατρίδα μας!

Ας συνειδητοποιήσουμε, επιτέλους, ότι στο σκάφος της όλοι είμαστε όχι μόνο συνεπιβάτες αλλά και για την πορεία του συνυπεύθυνοι και για το ναυάγιό του απέναντι στις προηγούμενες και τις μελλοντικές γενιές συνυπόλογοι!

Ας υποδεχθούμε, λοιπόν, τον νέο χρόνο με αποφασιστικότητα, θέληση και διάθεση δημιουργίας και με «καρδίαν καινήν» (Ἱεζ. 36,26), ως «καινοί άνθρωποι» (Εφεσ. 4,24) και με «όνομα καινόν» (Αποκ. 2,17), ας βιώσουμε το νέο έτος ψάλλοντας την « καινήν ωδήν» (Αποκ. 5,9 και 14,3), της αγάπης, της φιλαδελφίας, της κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης και της δικαιοσύνης, υποστήριζοντας με τόλμη τις αλήθειες του Θεού και τα δικαιώματα του ανθρώπου!

† Ο ΣΥΡΟΥ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Β΄

(Εφημερίδα “ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ”, Σάββατο, 12 Ιανουαρίου 2013)

ΟΙ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ - Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού

πηγή

Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Οι αλλοιώσεις στην πνευματική ζωή

γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


Αν και ευρισκόμεθα στην εποχή του Χειμώνος, χθες είχαμε μια καλή ήμερα, ηλιόλουστη. Επήραμε θάρρος ότι ο καιρός έγινε ομαλός, και βλέπομε σήμερα ότι άλλαξε πάλι και ήλθε ταραχή. Και τώρα δεν ημπορούμε να κινηθούμε προς τα έξω για να κάνωμε την εργασία μας. Είμεθα υποχρεωμένοι να αμυνθούμε, έως ότου παρέλθη αυτή η κατάστασι, πού όλοι γνωρίζομε ότι είναι προσωρινή. Αυτή η εικόνα των αλλοιώσεων του καιρού συμβαίνει και στην πνευματική μας ζωή.

Οι τροπές και αλλοιώσεις, είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Μετά την πτώσι ο άνθρωπος, δυστυχώς έχασε την προσωπικότητα του και είναι υποκείμενος στις εναλλαγές. Προ της πτώσεως είχε σύνοικο την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Εζούσε κατά φύσι ευρίσκετο εκτός, αναγκών και «Κύριος πάντων ων» εδέσποζε του χρόνου, του τόπου, του τρόπου, των μέσων και δεν υπέκειτο σε καμμία μορφή αλλοιώσεως, διότι είχε ολοκληρωμένη προσωπικότητα, θέλοντας να γίνη Θεός, δια του διαβόλου, όπως αναφέρει ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς, όχι μόνο δεν έγινε Θεός, αλλά έγινε ένας ιδιότυπος διάβολος. Και τώρα υπήχθη πλέον στις αλλοιώσεις· του έγιναν αναφαίρετο πράγμα και ο άνθρωπος δεν εξουσιάζει τίποτε στην προσωπικότητα του. Και περιμένει να ιδή τι είναι αυτό πού θα εύρη.
 

Μόνο η δύναμι της λογικής του έμεινε και με αυτή επινοεί τρόπους, ώστε να απαλλάσσεται από τους κινδύνους, πού προκύπτουν από τις αλλοιώσεις.
Αυτή είναι μια μεγάλη φιλοσοφία πού θα βοηθήση ιδίως εμάς τους μοναχούς να επιτύχωμε, αφού η ζωή μας είναι η ακριβής μελέτη της συνειδήσεως. Δεν ελέγχαμε μόνο τα αποτελέσματα της πράξεως για να απέχωμε από αυτή. Ελέγχαμε ακόμα και αυτές τις αφορμές πού προκαλούν.

Στην περίοδο της Χάριτος, ο Ιησούς μας εδίδαξε να βγάζωμε την ρίζα του κακού. Στην περίοδο του Μωσαϊκού Νόμου, ετιμωρείτο το αποτέλεσμα, ο καρπός, η πράξι. Εμείς ζούμε στην περίοδο της Χάριτος. Δεν περιμένομε την ώρα πού γίνονται τα κακά να τα σταματήσωμε ή προσέχομε να μην τα εφαρμόσωμε. Εμείς οι μοναχοί προσέχαμε από την σύλληψι της σκέψεως, την «προσβολή» κατά την γλώσσα των Πατέρων, ούτως ώστε να ξεριζώσωμε τα ίδια τα φυτά, πού γεννούν τους κακούς καρπούς, πού είναι η κατ' ενέργεια αμαρτία. Για να το επιτύχωμε αυτό πρέπει να έχομε πολλή λεπτομέρεια στον χειρισμό των αλλοιώσεων.
 

Οι αλλοιώσεις, όπως αναφέραμε, είναι όπως οι καιρικές συνθήκες. Δεν είναι μόνιμες, αλλά παροδικές. Δεν πρέπει να φοβίζουν κανένα, ώστε να μεταβάλλουν τον ρουν της ζωής του. Έχομε παράδειγμα τους ναυτικούς. Δεν αρνούνται την ναυτική τους ιδιότητα επειδή η θάλασσα γίνεται σαν κόλασι, όταν έχη τρικυμία. Τι κάνουν; Δένουν λίγο στο λιμάνι το καράβι τους και περιμένουν. Και μετά συνεχίζουν την πορεία τους και δεν τους απασχολεί το θέμα της τρικυμίας. Έτσι και εμείς δεν τρομάζαμε, όταν ξέρωμε την δεξιοτεχνία του χειρισμού των αλλοιώσεων. Μέσω των αλλοιώσεων προσπαθεί ο σατανάς να μας προκαλέση φοβία, να μας φράξη τον δρόμο. Γνωρίζοντας όμως την λεπτομέρεια εκ των προτέρων, ότι οι αλλοιώσεις είναι παρείσακτα και παροδικά στοιχεία, τότε δεν τις λαμβάνωμε υπ' όψι, αλλά σαν τους ναυτικούς δένομε το καράβι και περιμένομε, θα παρέλθη η θύελλα και πάλι θα συνεχίσωμε.

Βλέπετε και στις αναγνώσεις πού κάνομε στην τράπεζα, πώς οι Πατέρες σχεδόν δεν δίνουν καμμία βαρύτητα στο ζήτημα των λογισμών - των λεγομένων προσβολών - και περισσότερο ο Μέγας καθηγητής της διακρίσεως, ο Αββάς Ποιμήν, ο οποίος μας ερμηνεύει αυτή ακριβώς την λεπτομέρεια.
 

Οι αλλοιώσεις, σε μας πού είμεθα μακράν από τα αίτια, είναι πραγματικάγελοίες, διότι δεν ημπορούν να κάνουν τίποτε. Εμείς πρακτικά ευρισκόμεθα μέσα στην πραγματικότητα. Ποία; Ότι ακούσαμε την κλήσι. Μας εκάλεσε ο Ιησούς μας με το προφητικό ρητό του Ησαϊου: «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε. Και εισδέξομαι υμάς και έσομαι υμίν εις πατέρα και έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας». Και εμείς ακούσαμε την κλήσι· καθένας στην ηλικία και την περίστασι όπως οικονόμησε η θεία Χάρις και «εξήλθομεν εκ μέσου αυτών». Ποίων; Των αιτίων και όχι των ανθρώπων. Αλλοίμονο! Με τους ανθρώπους είμεθα αδελφοί. Δεν μας βλάπτουν οι άνθρωποι. Έχομε σχέσεις με τους ανθρώπους. Εξήλθαμε ακριβώς από τις αφορμές του «μαμωνά», κατά την γλώσσα του Ιησού μας, πού συμβολίζει τον νόμο της παραφύσεως, τον νόμο της επιθυμίας. Εβγήκαμε από εκεί και πλέον τέτοιου είδους «ακαθάρτου», πού συνιστά το σώμα του «μαμμωνά», δεν απτόμεθα...

Πράγμα της καταχρήσεως και της επιθυμίας δεν μας απασχολεί. Και παραμέναμε όχι για μια στιγμή μακράν των αιτίων, αλλά εκτίσαμε κατοικία και καλύβη μέσα στις ερημιές, σαν αγρίμια, και προσκαρτερούμε εδώ, προσμένοντες το έλεος του Θεού, πεπεισμένοι ότι Αυτός πού μας εκάλεσε είναι πιστός στις επαγγελίες Του.
 


Τώρα λοιπόν, ο διάβολος πολύ ελάχιστα ημπορεί να βγάλη από μας, αν είμεθα λίγο προσεκτικοί. Διότι, κατά την γλώσσα των Πατέρων, πού ερμηνεύουν με λεπτομέρεια την πρακτική φάσι της ζωής μας, τα πλείστα κακά τα όποια ημπορούμε να πάθωμε, ωφείλονται στις αφορμές και στα αίτια. Από εκεί πού οι αισθήσεις και οι φυσικοί πόροι και νόμοι, με προφάσεις ακατονόμαστες, τις όποιες συγχίζει ο σατανάς, γίνονται τα ολισθήματα μας. Τώρα πού ευρισκόμεθα έξω από αυτά, ο σατανάς απεγυμνώθη από την δύναμί του. Η θεία Χάρις με τον Σταυρό του Ιησού μας, τον απεγύμνωσε διότι «του εχθρού εξέλιπαν αι ρομφαίαι εις τέλος». Και ο Ιησούς μας λέγει ότι «έρχεται ο του κόσμου άρχων και εν εμοί ευρήσει ουδέν» και «θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο» και φυσικά εννοεί και αυτό τον διάβολο.

Μη ημπορώντας τώρα να μας προσβάλη κατ' ευθεία από την ουσία των πραγμάτων, πού ευρίσκονται τα αίτια και μας ερεθίζουν, προσπαθεί μέσω των αλλοιώσεων να φέρη παλαιές μνήμες, ούτως ώστε να μας ταράξη, να μας διακόψη την ησυχία μας και την προσοχή μας από τον στόχο μας. Ποιον; Στο να ξεχάσωμε το παρελθόν και να ενστερνησθούμε το μέλλον. Να ξεχάσωμε την παλαιά ζωή, του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και της καταχρήσεως και να ενστερνισθούμε την νέα, την «καινή ζωή». Να μιμηθούμε το παράδειγμα του Ιησού μας και των Αγίων μας Πατέρων, των οποίων είμεθα συνεχισταί.
 

Το κεφάλαιο της υποστάσεως των μοναχών είναι η παρθενία. Έχοντας σαν στόχο την αγνότητα και την παρθενία, γι' αυτό εφύγαμε από τα αίτια πού προκαλούν. Μαζί με την παρθενία συνυφαίνονται η υπακοή και η εκκοπή του ιδίου θελήματος, πού είναι η υποταγή και ακολουθούν φυσικά η διακονία, ηταπεινοφροσύνη, το πράο, το σιωπηλό, το ευκτικό και όλα όσα μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας και με τα οποία ασχολούμεθα.

Αυτά χάριτι Χριστού, ο κάθε ένας μας λίγο-πολύ με όση έχει δύναμι τα κρατά και απέχει πρακτικά από τα αίτια. Μέχρι εδώ φθάνει η ανθρώπινη δύναμι και προσπάθεια, άλλο τίποτε δεν ημπορούμε να κάνωμε.

Εάν θα βγουν από μέσα μας οι ρίζες των κακών και στη θέσι τους θα σφηνωθούν οι ρίζες των καλών και θα αρχίσουν μέσα μας να καρποφορούν οι αγαθές μνήμες και οι αρετές, αυτό δεν εξαρτάται από εμάς. Το νοσταλγούμε, το προσμέναμε, το ελπίζαμε, το πιστεύομε, δεν το κρατούμε. Αυτό θα το δώσημόνο η θεία Χάρις, την οποία αναμένομε. Δεν εξαρτάται από τον ιδικό μας έλεγχο. Από τον ιδικό μας έλεγχο εξαρτάται μόνο το να απέχομε πρακτικά από κάθε τι, πού λέγεται και είναι αμάρτημα. Και με όση δύναμι έχομε, να ευρισκόμεθα στα περιθώρια του καλού και της αρετής.

Αυτό χάριτι Χριστού λίγο-πολύ το κάνομε. Μέχρι εδώ φθάνει η δύναμί μας. Τα άλλα όλα τα αναμέναμε δια της πίστεως και εφ' όσον έλθει η Χάρις τα δίδει εκείνη.
 

Ο διάβολος λοιπόν, δεν ημπορεί να μας αδικήση, εκτός αν θολώση τα νερά και πλανήση τον μοναχό και αρχίση να βγαίνη από τις βάσεις του, οι βάσεις ποιες είναι; Είναι η αγνότης, η υποταγή και υπακοή. Όταν λοιπόν, αυτά τα κράτηση ο μοναχός απαραχάραχτα, δεν ημπορεί ο διάβολος να του κάνει κακό. Εις μεν την αγνότητα δεν ημπορεί να τον ζημιώση, διότι δεν υπάρχουν τα αίτια. Πρέπει να είναι τόσο αφρών ένας μοναχός ώστε να πλανεθή και να μπή μέσα στα επίκτητα κακά και να επινόηση τρόπους να βρή ηδονή μέσα στις ακαθαρσίες και στις συγκαταθέσεις αυτές, πού είναι αισχρό και να τις ενθυμηθή κανείς.

Ένα από τα πιο σπουδαία αίτια πού φράζει τον δρόμο σε μας πού θέλομε να ακολουθήσωμε με ακρίβεια την παρθενία, είναι το έτερο φύλο. Διότι παρόντος αυτού του αιτίου, επιβουλεύεται η αγνότητα μας. Κάθε τι το οποίο μας παρακινεί προς ενθύμησι αυτού του είδους της ηδονής, είναι εντελώς ξένο για μας. Στον αληθινό μοναχό έχει τόση μεγάλη επίδρασι η Χάρις, πού τέτοιοι λογισμοί του προκαλούν γέλωτα. Εάν κάποτε επιτρέψη ο Θεός να παραταθή επάνω μας αυτός ο πόλεμος, υπάρχει κάποιος λόγος. Είτε διότι εμείς αφήναμε το καθήκον μας και παραδιδόμεθα στην αμέλεια και ακηδία ζητώντας έτσι η Χάρις να μας ξυπνήση, είτε επειδή είναι η ώρα πού θέλει να μας δώση τον στέφανο«Πιστός δε ό Θεός, ος ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν».
 

Ερχόμεθα τώρα στο δεύτερο καθήκον μας, την υποταγή και την υπακοή. Όπως γνωρίζετε, με την ανταρσία έγινε η πτώσι των λογικών όντων και των αγγελικών και των ανθρωπίνων. Όταν ήλθε ο Ιησούς μας να επαναφέρη σε ισορροπία τα πεπτωκότα, δεν ευδόκησε, δεν οικονόμησε, δεν επεχείρησε, δεν αποφάσισε να κάνη την επιστροφή από άλλη θύρα, παρά μόνο από την θύρα της υπακοής. Διότι αν έκανε την επαναφορά διαφορετικά, θα έδινε την εντύπωσι ότι είχε κάνει λάθος κατά την δημιουργία. Αλλά ο Θεός έκανε τα πάντα «καλά λίαν». της αγνότητας, την ολοκληρωτική σφραγίδα της παρθενίας και γι' αυτό επιτρέπει να μας πειράξη ο σατανάς, για να αποδείξωμε πρακτικά την ειλικρινή πρόθεσί μας προς την αγνότητα. Και στον πόλεμο αυτό, θα δώση ο Θεός και την κατάλληλη δύναμι.
 

Σε ένα λόγο του ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος ερμηνεύοντας το «καλά λίαν», λέγει.

«Και πώς ήταν δυνατό, Πανάγαθε Δέσποτα, να κάνης Εσύ πράγμα εσφαλμένο, πού να μην είναι «καλό λίαν»; Αφού Εσύ είσαι το κέντρο πάσης καλοσύνης. Εσύ είσαι το υπέρτατο αγαθό, ήταν δυνατό να κάνης λάθος και να κάνης ένα πράγμα πού να μην είναι σαν και Σένα καλό;».

Επομένως τα «λίαν καλά» από τον Θεό γενόμενα, δεν ημπορεί να τα μεταβάλη ο διάβολος, ο άνθρωπος ή άλλος παράγων. Ερχόμενος ο Ιησούς μας, είχε την δύναμι σαν Κύριος των πάντων να μεταβάλη ακόμα και τον νόμο της δημιουργίας, διότι «Αυτός είπε και εγεννήθησαν, Αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν». Αυτός είναι ο τεχνουργός. Εν τούτοις για να αποδείξη το τέλειο της θεοπρεπούς μεγαλοσύνης Του, υπέδειξε ότι πρέπει να γίνη επιστροφή από εκεί πού έγινε η πτώσι.

Αναγκάζεται λοιπόν από την αγάπη Του, να φορέση την ιδική μας φύσι, να υποστή τέτοιους είδους κένωσι, πού να είναι ασύλληπτη στην διάνοια των λογικών όντων και για να μας πείση πρακτικά ότι η επαναφορά μας, μόνο δια του τρόπου της υπακοής ημπορεί να επιτευχθή. Εμείς οι μοναχοί, πού κρατούμε το κεφάλαιο της ευαγγελικής τελειότητος, είμεθα απόλυτοι μιμηταί του Ιησού μας. Γι' αυτό μετά την αγνότητα, υποσχεθήκαμε υποταγή και υπακοή. Εάν ο μοναχός μένει υπήκοος και υποτακτικός, δεν ημπορεί ο διάβολος ποτέ να του κάνει κακό, ούτε στις αλλοιώσεις, ούτε στις αρρώστιες, ούτε στους κινδύνους, ούτε στους φόβους, ούτε σε καμμιά λογική ή παράλογη
πρόφασι. Γιατί ακριβώς, ο υπάκουος μοναχός δεν δέχεται τον ιδικό του λογισμό.
 

Ο σατανάς κατ' ευθείαν δεν ημπορεί ποτέ να φανερωθή και να μιλήση στόμα με στόμα, ή ακόμα να μας κάνη σχήματα για να μας απατήση. Ακριβώς κάτι κάνει, αλλά με ποιο τρόπο; Δολίως, μέσω της σκέψεως. Από εκεί, πού ο νους πηγάζει τις ιδικές του σκέψεις και τις ρίχνει στην οθόνη της διανοίας και τις επιλέγει και τις αποφασίζει, πηγαίνει και ο σατανάς και από τον ίδιο προβολέα ρίχνει την πονηρή σκέψι στην ίδια οθόνη. Ο νους ο οποίος είναι αδαής και δεν καταλαβαίνει, βλέπει την εικόνα και δεν διακρίνει ποιος την έβαλε εκεί. Την παίρνει για ιδική του σκέψι. Διότι η σκέψι έρχεται με δόλο. Δεν λέγει καθαρά«φάγε, κοιμήσου, ραθύμησε, κλέψε, πες ψέματα, γέλασε». Διότι αν πη έτσι κατ' ευθεία, δεν υπακούει ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος, φύσι αγαθή, κατ' ευθεία στο πονηρό δεν πάει· εκτός αν διαστραφή.

Τότε έρχεται με την εύλογη πρόφασι και λέγει: «Είμαι αδιάθετος, ας πάω να κοιμηθώ»· και πολλές άλλες ακατονόμαστες προφάσεις. Όταν έλθουν αυτά, ο γνήσιος υποτακτικός αμέσως σκέπτεται. Οποιαδήποτε σκέψι έρχεται μέσα μου, καλή-κακή θα την αναγγείλω στον Γέροντα. Και ευρίσκεται στα πλαίσια της υποταγής και της υπακοής. Μόλις ο διάβολος ιδή ότι έτσι ενεργεί ο υποτακτικός, αποδυναμώνεται. Δοκιμάστε και θα ιδήτε.
Όταν επιμένει ένας λογισμός λεπτός και παραμένει, μόλις πείτε «θα πάω στον Γέροντα, και ότι μου πει θα κάνω», αμέσως εξαφανίζεται.
 

Οι αλλοιώσεις δυστυχώς υπάρχουν και μεταβάλλουν τις διαθέσεις. Ενώ τώρα ένας άνθρωπος είναι ευδιάθετος, πρόθυμος, «ζέων τω πνεύματι», ξαφνικά σκυθρωπάζει, αισθάνεται ξηρασία, ακηδία και χάνεται όλη η προθυμία του. Τότε έρχεται η εύλογη πρόφασι να εφαρμόση οικονομία. Επειδή είναι αδιάθετος να φάγη λίγο παραπάνω, κάτι καλύτερο, να ξεκουρασθή προ της κανονικής ώρας, να εγκατάλειψη τον κανόνα του. Ο μοναχός όμως λέγει: «Δεν θα κάνω τίποτε από αυτά. Και αν είναι ανάγκη θα ερωτήσω τον Γέροντα». Έτσι δεν κινδυνεύει. Διότι αν υποταχθή κανείς στον όρο της οικονομίας, εισέρχεται σε ένα πλήθος πειρασμών πού δεν έχει άκρη. Τον καταλαμβάνει απόγνωσι, αποθάρρυνσι, τον ελέγχει η συνείδησί του και δεν τον αφήνει ήσυχο, ούτως ώστε και σωματικά να τον πείση να παράλειψη τον κανόνα του και πνευματικά να μην τον αφήση να ενθυμηθή τον Θεό. Θα του σαλέψη και τον ψυχικό και τον σωματικό κόσμο.

Εάν όμως είναι προσεκτικός, ότι τον απασχολεί και τον πιέζει, το αναφέρει στον Γέροντα· και έτσι σκεπάζεται με την Χάρι της υπακοής και εξαρτήσεως, και εξ αιτίας αυτού δεν αιχμαλωτίζεται στις διάφορες παγίδες του σατανά. Εκεί πού δεν ημπορεί να εισχώρηση ο σατανάς, όλα τα πράγματα είναι ομαλά και ειρηνικά, διότι εμείς οι χριστιανοί έχομε κτήμα μας την ειρήνη του Ιησού μας, «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνη την εμήν δίδωμι υμίν» (Ίωάν. 14,27) και «Ιδού εγώ μεθ' υμών είμι πάσας τάς ημέρας» (Ματθ. 28,20). Αυτά είναι θέσεις, δεν είναι απλά λόγια.
 

Μένοντες εμείς μέσα στον όρο της υπακοής και του καθήκοντος, έχομε την συνέχεια της παρουσίας της Χάριτος του Ιησού μας και ειρηνεύομε. Όλα αυτά θα αυξήσουν μέσα μας την εμπειρία στο πώς να πολεμάμε.

Αν αυτό μάθετε, έληξε το θέμα. Δεν μπορεί να μας κάνη τίποτε κανείς· διότι νουνεχώς και με φρόνησι συνεχίζαμε την πορεία μας. Δεν φοβούμεθα οποιονδήποτε παράγοντα πού θέλει να μας φράξη το δρόμο, διότι απλούστατα, δεν έχει αυτό το δικαίωμα, γιατί «μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο εν τω κοσμώ» (Α' Ιωάν. 4,4).

Ερ.: Γέροντα, εκτός από αυτά πού μας είπατε, τι άλλο πρέπει να κάνωμε όταν έλθουν αυτές οι αλλοιώσεις;

Απ.: Είπα και προηγουμένως ότι ο άνθρωπος οφείλει να μάθη την τέχνη του πολέμου. Το κεντρικότερο από όλα φυσικά, όπως ο Ιησούς μας ετόνισε, είναι η υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται» και « εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τάς ψυχάς υμών» Γιατί η υπομονή είναι αυτή πού θα δείξη την πραγματικότητα. Επειδή οι αλλοιώσεις, πού είναι ανιούσες και κατιούσες καταστάσεις, δεν είναι πραγματικές. Ούτε η ανιούσα, ούτε η κατιούσα κατάστασι είναι πραγματική, ούτε το κύμα της Χάριτος πού υπάρχει μέσα στον άνθρωπο και τον δροσίζει και τον παρηγορεί, είναι μόνιμο, αλλά ούτε η απόγνωσι και η ξηρασία πάλι είναι μόνιμα. Την ποιότητα τους θα την εύρωμε μόνο με την μακροθυμία, η οποία λέγεται υπομονή. Συνηθίζοντας κανείς να υπομένη, περιμένει το έλεος του Θεού πού θα έλθη και θα τον πληροφόρηση.
 

Οι αλλοιώσεις προκαλούνται από πολλές αιτίες. Είτε εκ δεξιών, είτε εξ αριστερών είναι, οι αφορμές ένα σκοπό έχουν. Το συμφέρον, την ωφέλεια του ανθρώπου. Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, για να επιτρέψη να συμβή στον άνθρωπο ο,τιδήποτε, πρέπει να το κρίνη με την θεοπρεπή Του δικαιοσύνη, πού οπωσδήποτε είναι προς ωφέλεια του ανθρώπου. Το θέμα της παναγάπης και προνοίας του Θεού είναι - όπως όλες οι θείες τελειότητες - θεοπρεπές και τέλειο. Ο Θεός δεν μεταβάλλεται, ώστε να πηγάζη από μια απόφασί Του κακό. Μόνο καλοσύνη, μόνο αγάπη, μόνο αγαθότης, μόνο συμπάθεια, μόνο ελεημοσύνη είναι ο Θεός. Άρα, και εκείνους πού αγαπά, και εκείνους πού παιδεύει, τους παιδεύει σύμφωνα με τις ιδιότητες Του, αγαπητικά.

Για να επιτρέψη ο Θεός - και ιδίως στον άνθρωπο, τον οποίο τόσο πολύ αγάπησε, ώστε «ουδέ του ιδίου Υιού εφείσατο» - μία αλλοίωσι, ένα πειρασμό, από αγάπη το επιτρέπει, για το συμφέρον του.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2012


πηγή




 ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΕΦΡΑΙΜ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ 

(HD 1080p) Άγιον Όρος - Χριστουγεννιάτικο Προσκύνημα

Αγιότητα Αρετή Αγώνας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)


Ο άνθρωπος, εφόσον ζεί, πρέπει πάντοτε να αγωνίζεται. Και ο πρώτος αγώνας είναι να νικήσει τον εαυτό του. Ο πρώτος και ο κυριότερος εχθρός του ανθρώπου δεν είναι ο διάβολος, όχι. Είναι ο ίδιος ο άνθρωπος εις τον εαυτό του επίβουλος. Και τούτο διότι δεν ακούει τον άλλον, ακούει τι του λέει ο λογισμός του. Ενώ έχουμε τόσους Αγίους Πατέρες να τους μιμηθούμε διαβάζοντας τα συγγράμματα τους, εντούτοις όμως το εγώ μας μας κυριεύει πολλές φορές. Όταν ο άνθρωπος νικήσει τον εαυτό του, είναι ο μεγαλύτερος μεγαλομάρτυρας και τροπαιοφόρος και νικηφόρος ενώπιον του Θεού!
Γι’ αυτό πολλές φορές, να σας πώ, πατέρες, εφοβήθηκα την κρίση του Θεού. Είναι σύμφωνος ο Θεός με μένανε ή μήπως αλλάζει ο Θεός; «Εμνήσθην των κριμάτων Σου και εφοβήθην, εμνήσθην των κριμάτων Σου και παρεκλήθην» (Ψαλμ. 118, 12,52). Έτσι είναι.
Ο Σταυρός δεν λείπει. Γιατί; Γιατί εφόσον κι ο αρχηγός μας ανέβηκε στον Σταυρό, κι εμείς θ’ ανεβούμε, να πούμε. Αλλά απ’ τη μια πλευρά είναι γλυκύς και ελαφρός, απ’ την άλλη μεριά είναι πικρός και βαρύς. Κατά την προαίρεση μας. Αν πάρεις με αγάπη τον Σταυρό του Χριστού, είναι πολύ ελαφρός, είναι σφουγγάρι, φελλός. Αν τον πάρεις, δηλαδή, απ’ την άλλη πλευρά, τότε είναι βαρύς και ασήκωτος.
Γι’ αυτό, και μένα η πείρα αυτό με δίδαξε. Το θέλημα του Θεού να γίνει. Ήταν απ’ το Θεό έτσι. Και ειρηνεύεις, να πούμε. Αν πεις, μα γιατί ετούτο, εκείνο, δεν ειρηνεύεις, δεν ειρηνεύεις. Δεν ήταν το θέλημα του Θεού να φύγω την Κυριακή, ήταν τη Δευτέρα∙ δεν ήθελε ο Θεός την Τρίτη, ήθελε να φύγω την Τετάρτη∙ ε, ο Θεός έτσι τα ‘φερε. Αν τα πάρεις απ’ την άλλη πλευρά με την κρίση την δική σου, θα σφάλλεις και μισθόν δεν έχεις. Μισθόν δεν έχεις!
Μέσα σου βράζει η χαρά, να μή φαίνεται∙ μέσα σου να βράζει η λύπη, η κόλαση, αλλά να μην το εξωτερικεύεις. Αυτός είναι ο καλόγηρος.
Ειδάλλως, εσύ εκεί κι εγώ εδώ, και να προσευχώμεθα∙ να μην ακούει ο ένας τον άλλονε.
Μπορείς να κατανύσσεσαι εσύ κι εγώ εδώ, κι ο ένας να μην παίρνει μυρωδιά τον άλλονε.
Αυτό είναι κατά Θεόν. Άμα το εξωτερικεύεις, είτε υπερηφάνεια θα σε πιάσει, ή… θά το χάσεις.
Γι’ αυτό λέω ότι, όπου κι αν ευρεθεί ο άνθρωπος, να μην απελπίζεται. Να μην τα χάνει, να μην τα σαστίζει. Για τον άλφα και τον βήτα λόγο, ο Θεός γνωρίζει, σε δοκιμάζει. Σε δοκιμάζει: Μπορείς να κρατήσεις αυτήν τη θλίψη; Μπορώ. Θα σου δώσω χάρισμα. Δεν μπορείς; Κι αυτό που σου ‘δωσα, θα το αφαιρέσω. Εγώ δεν θέλω δειλούς ανθρώπους. Όχι όπως έστειλε ο Μωυσής τους κατασκόπους, λέει: «Εωράκαμεν υιούς γιγάντων και ήμεν ενώπιον αυτών ωσεί ακρίδες» (Αριθμ. 13, 34). Έτσι; Ναί, αλλά ποιος το λέει αυτό; Ποιος το λέει; «Δειλός αποσταλείς εις υπακοήν, λέγει∙ λέων κατά την οδόν και φονείς κατά τας πλατείας» (Παροιμ. 26, 13). Δειλός άνθρωπος δεν αξίζει τίποτε. Ενώ ο τολμηρός πάντα βγαίνει νικητής. Βλέπεις;
Η δικαιολογία δεν είναι γραμμένη στη Γραφή. Οι άγιοι όχι μόνο δεν δικαιολογούνται, αλλά υποφέρουν εκουσίως για τους άλλους.

Το φώς που θα μας οδηγήσει έξω από το τούνελ είναι η επιστροφή μας στην Εκκλησία



"Με τη φράση 
«είμαστε ανοιχτοί σε όλους»
 ο Αντώνης Σαμαράς 
απευθύνει προσκλητήριο
 για μια συμμαχία ευρύτερων
 πολιτικών δυνάμεων και
 προσώπων, έ
τσι ώστε να στηριχθεί η μεταρρυθμιστική πολιτική.
Σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής», ο Πρωθυπουργός
 προειδοποιεί ότι τα δύσκολα είναι μπροστά και πως δεν θα πρέπει 
να υπάρξει καμία χαλάρωση της προσπάθειας, καθώς υπάρχει πάντα 
ο κίνδυνος «να ξανακυλήσουμε». Τονίζει, πάντως, ότι 
«γλιτώσαμε τη δραχμοφοβία» και εμφανίζεται αισιόδοξος πως πλέον
 υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ."
Σίγουρα τα δύσκολα είναι μπροστά, και μας περιμένουν σαν
 χώρα εμπόδια και δοκιμασίες, όμως από το τούνελ θα εξέλθουμε
 μόνο αν σαν λαός επιστρέψουμε στην εκκλησία μας και στην
 πίστη των προγόνων μας, να συνειδητοποιήσουμε ότι χωρίς το 
Χριστό βοηθό και οδηγό μας δεν πρόκειται να φτάσουμε πουθενά.
 Θέλουμε πραγματικά να αναστηθεί το έθνος μας και να λάμψει 
πάλι μέσα στην ιστορία; Χρειάζεται να μετανοήσουμε και να 
ακολουθήσουμε τον Χριστό στον δρόμο που μας καλεί να βαδίσουμε, 
τον δρόμο της ταπείνωσης, της καθαρότητας, της πίστεως και
 αγάπης. Χωρίς Εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα μας λέει ΄
ο Χριστός, και γι αυτό βρεθήκαμε σε αυτή την δεινή θέση και 
ψάχνουμε σαν ζητιάνοι βοήθεια από οπουδήποτε πληρώνοντας
 οποιοδήποτε τίμημα, όμως ξεχάσαμε ότι η βοήθεια μας θα έρθει 
μόνο από τον ουρανό, μόνο όταν ενωθούμε πάλι με την
 Εκκλησία και τον Ιησού Χριστό.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...