Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 02, 2013

Γέροντας Νεκτάριος Μουλατσιώτης: Αν δεν αλλάξουμε θα χάσουμε και αυτά που έχουμε.



Τα τελευταία 100 χρόνια χάσαμε τον ελληνισμό του Πόντου, της Καππαδοκίας, της Σμύρνης, της Κωνσταντινούπολης, της Βορείου Ηπείρου, της Αλεξάνδρειας, των Ιεροσολύμων και τέλος της μισής Κύπρου. Δεν βλέπετε ότι μας τελειώνουν οι εχθροί μας σιγά σιγά;;;
Μόνο η μετάνοιά μας μπορεί να σταματήσει το κακό που έχει παραχωρήσει ο Θεός, διαφορετικά αν δεν μετανοήσουμε θα υποστούμε και άλλα δεινά.
Όλες οι σκοτεινές δυνάμεις πολεμούν την πίστη μας και την Ελλάδα και καθημερινά χάνουμε τις ζωές μας, το μέλλον των παιδιών μας, τα σπίτια μας και γενικά χανόμαστε!!!
Επιτέλους ας στρέψουμε τα μάτια μας προς τον ουρανό και με δάκρυα στα μάτια, ας ζητήσουμε την βοήθειά Του και το έλεός Του και τότε να είστε σίγουροι ότι θα ταπεινώσει ο Κύριός μας όλους τους εχθρούς μας.

Διαφορετικά θα λέμε σε λίγο καιρό για την Ελλάδα, ότι λέμε τώρα και για τη Σμύρνη…ότι κάποτε εδώ σε αυτή τη χώρα κατοικούσαν Έλληνες.

Το 1821 δεν ελευθερωθήκαμε μόνο γιατί είχαμε Ήρωες προγόνους, αλλά γιατί ήταν πιστοί στον Θεό και ο Θεός έφερε έτσι τα γεγονότα ώστε τα συμφέροντα των τότε μεγάλων δυνάμεων να συμπίπτουν με τα δικά μας και έδωσαν οι συμμαχικές τότε δυνάμεις το πράσινο φως της ελευθερίας των Ελλήνων. Αυτό πετυχαίνει η μετάνοιά μας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Ο Νομικός (αγάπη και λατρεία) π. Παντελεήμων Κρούσκος

To σημερινό ευαγγέλιο αναφέρεται στην δοκιμασία του Κυρίου από έναν ιουδαίο νομοδιδάσκαλο. Πλησιάζει τον Κύριο για να Τον πειράξει και να τον εκθέσει ενώπιον του λαού, θέτοντας του μία ερώτηση σχολής: "Ποιά είναι η μεγαλύτερη εντολή στον Νόμο". Αξίζει να σημειωθεί πώς το σκηνικό τοποθετείται στον Ναό των Ιεροσολύμων, στο κέντρο της ιουδαϊκής λατρείας και της διδαχής του Νόμου, της έκφρασης δηλαδή όλης της ιουδαϊκής θρησκευτικότητας. Οι ιουδαίοι διδάσκαλοι λογομαχούσαν γύρω από αυτή την περίφημη ερώτηση, με τον πιό σχολαστικό και νομικίστικο τρόπο. Μείζων εντολή για τους μεν ήταν οι τελετουργικοί καθαρμοί της φαρισαΐκής παράδοσης των πρεσβυτέρων, βαπτίσματα και καθαρμοί ξεστών και σκευών, ανάκλιντρων και αγγείων. Για τους δε, μείζων εντολή ήταν αυτή πού υπέβαλαν τα συμφέροντα της ιερατικής τάξης των Σαδδουκαίων: θυσίες στον Ναό και εξάρτηση από την λατρευτική ζωή και για άλλους άλλα, τυπικα, σκιώδη και ανούσια. αποδεκατώσεις ηδυόσμων και έρεις νομικές.

Ο Κύριος όμως θέτει την ορθή λατρεία και θρησκευτικότητα, την ορθή πολιτεία και ευλάβεια στο πνεύμα του Νόμου, πού ήρθε να πληρώσει ο ίδιος: Μείζων εντολή η αφοσίωση και αγάπη στον Θεό και δευτέρα ομοία, ομοούσια αυτής, η αγάπη προς τον πλησίον. Ενώπιον αυτής της αλήθειας, πού δόθηκε με αυθεντικό τρόπο και εξουσία Νομοθέτου , ο νομικός εσιώπησε και εφιμώθη. Η συνέχεια δεν αναφέρεται στην περικοπή, αλλά είναι γνωστή από τα ευαγγέλια.Ο Κύριος καυτηρίασε με τα "ουαί" την υποκρισία και την στείρα θρησκευτικότητα των Φαρισαίων και Γραμματέων και κατα μόνας, προφήτευσε στους μαθητές Του την συντέλεια του κόσμου, πού έπεται της καταστροφής του ιουδαϊκού Ναού και της ιερής πόλης των Ιεροσολύμων.Επίσης, σε λίγο ο Κύριος θα πληρώσει την αγάπη διά της θυσίας και της Ανάστασης Του, έμπρακτα και ζωντανά.

Ο μεγαλοφωνότατος Ησαΐας είχε προφητέψει και πεί πώς "ο λαός τούτος χείλεσι" με τιμάει και οι μεγάλοι προφήτες μίλησαν για έναν Νόμο πού θα εντυπωθεί όχι στην πέτρα, αλλά στην καρδιά του κάθε πιστού, Νόμο αγάπης και χάριτος, πού θα έφερνε με τον ερχομό του ο Μεσσίας. "Ιδού τα πάντα ποιώ καινά", είπεν ο Κύριος. Στην Εκκλησία έρχεται ο Νόμος της Αγάπης, η ανακαίνιση. Καταργείται και νεκρώνεται η επιφανειακή θρησκευτικότητα, πού οδηγεί στον πνευματικό θάνατο και δεν έχει καμία σχέση με την ορθή λατρεία του Θεού. Η ανακαίνιση του κόσμου, έχει αντίκτυπο και στην ορθή λατρεία. Αφού στην Εκκλησία τα πάντα είναι καινά, δεν μπορεί να μετασχηματίζεται ούτε με την στείρα τυπολατρεία, ούτε με μεταρρυθμιστικούς προοδευτισμούς, γιατί η αυθεντικότητα στέκεται και υπάρχει από μόνη της.

Ο χριστιανός πολιτεύεται και λατρεύει εν αγάπη. "Έλεον θέλω και ου θυσίαν", φωνάζει ο Κύριος. Η αγάπη ουσιοποιεί κάθε πράξη λατρευτική και την πολιτεία των αγίων. Ουδέ το δώρον προς τον Ναό γίνεται αποδεκτό, εάν ο άνθρωπος δεν είναι τακτοποιημένος με τον πλησίον του, ουδέ η ψαλμωδία, ουδέ η τήρηση των εντολών είναι αρεστή, ουδέ αυτή η αφιέρωση στην ασκητική ζωή και πολιτεία, με νηστείες, αγρυπνιες και γονυκλισίες ή πράξεις ευλαβείας. Και πολύ περισσότερο δεν δύναται να λατρεύσει ο χριστιανός αν δεν είναι Αφιερωμένος, άγιος και εκλεγμένος, δηλαδή εξ ολοκλήρου, αφοσιωμένος, διανοία και πνεύματι και σώματι στον Νυμφίο της ψυχής του Χριστό.Τα πάντα ουσιοποιεί η αγάπη προς τον Θεό και η αγάπη προς τον πλησίον.

Η εορτή της Υπαπαντης είναι η εορτή της Αφιέρωσης, η πλήρωση του Νόμου δια της εσαρκωμένης Αγάπης. Ο χριστιανός φέρει ανεξίτηλη την αφιέρωση στον Χριστό ,διά των μυστηρίων του Βαπτίσματος και του Χρίσματος. Αυτή η αφιέρωση και αυτό το όνομα είναι ένα διαρκές διεκδικούμενο στο καθ'ημέραν διά της αγάπης, πού όλα τα ουσιοποιεί, τα συντηρεί και ανακαινίζει. Ας μην νεκρώσουμε το πνεύμα ποτέ. Ας δίνουμε στο γράμμα και την πράξη ζωντανή ουσία. Ο Νόμος του Θεού είναι ζωή και βίωμα και όχι νεκρός τύπος και συνήθεια. Ο Κύριος της Αγάπης να χαριτώνει την πορεία μας.

1-2-2013

π. Παντ. Κρούσκος
πηγή

Θαύμα στό Άγιον Όρος , σέ φωτογραφία τής Ιεράς Μονής Παντοκράτορος !






  












 Σ΄ αυτήν τήν καταπληκτική φωτογραφία , πού τραβήχτηκε στήν 
Ιερά Μονή Παντοκράτορος - Αγίου Όρους , 
εμφανίστηκαν παρατεταγμένα ,
 εκατοντάδες φωτεινά πλάσματα , άλλα χρυσά , 
άλλα ασημένια καί μόνο ένα γαλάζιο !
 Επιπλέον , τό πρόσωπο τού ιερομονάχου πού 
τελεί τήν ακολουθία τών κολλύβων ,
 είναι αλοιωμένο κατά τρόπο θαυμαστό !

Οι Γέροντες Κλεόπας και Αρσένιος Παπατσιόκ για Όνειρα και Οράματα


ΟΝΕΙΡΑ - ΟΡΑΜΑΤΑ
Τι είναι τα όνειρα και τα οράματα; Ποια είναι η διαφορά μεταξύ τους και ποια είναι τα είδη τους;

– Θα σας απαντήσω με τα λόγια του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, ο οποίος λέει: «Το όνειρο είναι απάτη του νου σε περίοδο αναπαύσεως του σώματος. Ενώ η φαντασία (απατηλή οπτασία) είναι απάτη των οφθαλμών, όταν ο λογικό αναπαύεται. Η φαντασία προέρχεται από το νου, όταν το σώμα αγρυπνεί. Είναι παρουσίαση ανύπαρκτων και ανυπόστατων πραγμάτων» (Λόγος 3ος). Τα όνειρα και τα οράματα είναι δύο ειδών: άλλα είναι καλά και άλλα κακά. Η διάκριση μεταξύ τους είναι η εξής: Τα καλά όνειρα και οράματα είναι από το Θεό. Με αυτά αποκαλύπτει το θέλημά Του μόνο στους Αγίους και σ’ αυτούς που κάνουν με τελειότητα τις εντολές Του, όπως ήταν ο δίκαιος Ιωσήφ, στον οποίο φανερώθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ στο όνειρό του και τον διέταξε να φύγει με το Βρέφος Ιησού και την Παρθένο Μαρία, τη Μητέρα Του, στην Αίγυπτο. Τα καλά όνειρα προέρχονται από αγγέλους. Όταν ξυπνήσουμε, μας προτρέπουν στην προσευχή και τη μετάνοια. Αντιθέτως, τα κακά όνειρα και οράματα είναι του διαβόλου, ο οποίος μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός ή σε άγιο, και μας εξαπατούν στον ύπνο να πιστεύουμε ότι είμαστε καλοί και άξιοι του παραδείσου, ενώ, όταν ξυπνήσουμε, μας προκαλούν αυτές οι ενθυμήσεις υπερηφάνεια και ψεύτικη χαρά.

(Γέρων Κλεόπας)


Είναι αμαρτία να πιστεύουν οι χριστιανοί στα όνειρα και τα οράματα;

– Λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ότι αυτός που πιστεύει στα όνειρα ομοιάζει με αυτόν που τρέχει για να πιάσει τη σκιά του. Επίσης λέει, ότι οι δαίμονες της κενοδοξίας γίνονται προφητικοί στα όνειρα. Αυτοί σαν πονηροί που είναι, φαντάζονται τα μέλλοντα και μας τα γνωστοποιούν εκ των προτέρων. Και όταν εκπληρωθούν τα όνειρά μας, θαυμάζουμε και καυχόμεθα ότι αποκτήσαμε το χάρισμα της προοράσεως. Αυτοί που ακούουν σ’ αυτά τους δαίμονες αποδεικνύονται συχνά ψευδοπροφήτες. Και παρακάτω λέει: «Οι δαίμονες δε γνωρίζουν τα μέλλοντα λέγοντάς μας μια είδηση εκ των προτέρων. Είναι όπως οι γιατροί, που μπορούν να μας μιλήσουν για το θάνατό μας εκ των προτέρων». Κατόπιν τελειώνει, λέγοντας: «Όταν αρχίσουμε να πιστεύουμε στα όνειρα των δαιμόνων, αυτοί οι ίδιοι μας εμπαίζουν, ακόμη και όταν είμαστε ξύπνιοι. Αυτός που πιστεύει στα όνειρα και τις νυκτερινές φαντασίες είναι τελείως ανόητος. Ενώ αυτός που δεν πιστεύει σ’ αυτά είναι φιλόσοφος».
Οπότε, λοιπόν, είναι αμαρτία να πιστεύουμε στα όνειρα και οράματα, με τα οποία μας εξαπατούν πολύ εύκολα οι δαίμονες και μας ρίχνουν στη φοβερή αμαρτία της υπερηφάνειας και κενοδοξίας, όταν ο άνθρωπος δώσει πολλή εμπιστοσύνη στον εαυτό του και όχι στο λόγο του Θεού. Με αυτό το πονηρό τέχνασμα οι δαίμονες ξεγέλασαν πολλούς χριστιανούς και μοναχούς, τους οποίους κατόπιν οδήγησαν στον γκρεμό της απώλειας. Ενώ, όταν κάποιος έχει παρ’ όλα αυτά αμφιβολία σ’ αυτά που βλέπει, να εξομολογείται στον πνευματικό του και να ζητά τη συμβουλή του, διότι διά μέσου του πνευματικού ομιλεί ο Θεός. (ό.π.)


Τη νύχτα πειραζόμαστε πολύ από το νοητό εχθρό μας· γι’ αυτό πρέπει να προσευχόμαστε πολύ· και, όταν βλέπουμε όνειρα, να μην ανησυχούμε, διότι είμαστε υποτακτικοί σε Γέροντα και οι ευχές του μας σώζουν. Να έχουμε πλήρη την πεποίθηση ότι φέρουμε μέσα μας τον Ιησού Χριστό.
(Γέρων Αρσένιος)

Γεροντικό Ρουμάνων Πατέρων
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς:Μάθετε στα παιδιά σας να προσεύχονται και μετά να ομιλούν ξένες γλώσσες και πιάνο!




Απάντηση: Σε κάποια θλιμμένη μητέρα, για τα "κακά" παιδιά.

Παραπονείστε, αλίμονο, για τα ίδια σας τα παιδιά! Εκτός από το σχολείο τους, πληρώνατε ιδιαίτερους δασκάλους για να τα διδάξουν να παίζουν πιάνο και να μιλούν γαλλικά. Και τώρα σας έχουν πάρει το κεφάλι με το πιάνο. Και όταν μεταξύ τους μιλάν τα γαλλικά, κοροϊδεύουν.
Νοιώθετε ότι συζητούν άσχημα για το πρόσωπό σας. Κάποιο Σάββατο θελήσατε να πάτε στο κοιμητήριο για να κάνετε τρισάγιο στο μεγαλύτερο γιό σας που σκοτώθηκε στον πόλεμο. Το ανακοινώσατε στα παιδιά σας μα εκείνα δεν ακολούθησαν στο τρισάγιό σας αλλά από το κρεββάτι κάθισαν στο πιάνο και άρχισαν να παίζουν. 

-Παιδιά, τους είπατε, σήμερα δεν τραγουδάμε, σήμερα έχουμε το μνημόσυνο του μακαρίτη του Μίρκο.
-Μα να, εμείς του παίζουμε το πένθιμο εμβατήριο! Απάντησαν και γέλασαν δυνατά.
Και εσείς πήγατε μόνη, όπως γράφετε από το ένα νεκροταφείο στο άλλο νεκροταφείο, κλαίοντας και θρηνώντας σε όλο το δρόμο.
Ας είχατε φροντίσει στον καιρό τους, να πάρετε για τα παιδιά σας, ιδιαίτερο παιδαγωγό που θα τα δίδασκε να συμπεριφέρονται κατά το νόμο του Θεού!
Θα είχατε τώρα παιδιά και όχι μαϊμούδες και παπαγάλους. Γιατί και οι μαϊμούδες μαθαίνουν να παίζουν πιάνο και οι παπαγάλοι να μιλούν, αλλά αγωγή κατά το νόμο του Θεού μπορούν να μάθουν μόνο οι υιοί και οι θυγατέρες των ανθρώπων.
Λέγεται ότι κάποτε μια μητέρα, σύζυγος βογιάρου, ήρθε στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ και του παραπονέθηκε ότι οι δάσκαλοι δεν μαθαίνουν καλά στα παιδιά της τη γαλλική γλώσσα, ρωτώντας τον τι να κάνει. Τότε ο άγιος εκείνος άνθρωπος της είπε: «εσύ μανούλα μου, μάθε καλλίτερα τα παιδιά σου πώς να προσεύχονται στο Θεό και εκείνα θα μάθουν αργότερα πιο εύκολα τα γαλλικά».
Στα παιδιά λοιπόν, πρέπει να διδάσκουμε πρώτα εκείνο που είναι το πιο σπουδαίο επειδή, ότι μαθαίνουμε στα νιάτα μας, δύσκολα το ξεχνάμε. Δευτερεύοντα πράγματα μπορούμε να μάθουμε και ύστερα, μα και αν ακόμα ξεχαστούν, δεν είναι μεγάλη η ζημία. Αν όμως δεν διδαχτούμε τα σημαντικότερα πράγματα, ή τα διδαχτούμε ελλιπώς, ή τα μάθουμε και ύστερα τα ξεχάσουμε, τότε, οι ήχοι του πιάνου πνίγουν την προσευχή και η γαλλική προφορά χρησιμοποιείται για να κοροϊδέψουμε τους γονείς!
Ο αγαθός Θεός ας είναι βοηθός σας. Τώρα είναι δύσκολο να σας δώσω συμβουλή. Όταν η καρδιά θολώσει, είναι δυσκολότερο να την καθαρίσεις ακόμη και από το πιο θολωμένο χείμαρρο. Υπομείνετε και προσεύχεσθε στον Θεό για τα παιδιά σας. Με την υπομονή, λίγο-λίγο ίσως καταφέρετε να τα φέρετε σε ντροπή και με την προσευχή θα ζητήσετε τη βοήθεια του Παντοδυνάμου να καθαριστεί η καρδιά των παιδιών σας. Μα πριν απ' όλα, να μετανοήσετε ενώπιόν Του, επειδή πρωτίστως στα παιδιά σας δεν μάθατε το νόμο Του.
Άκουε ουρανέ και ενωτίζου γη, ότι Κύριος ελάλησεν, υιούς εγέννησα και ύψωσα, αυτοί δε με ηθέτησαν (Ησ. 1, 2).

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Επισκόπου Αχρίδος 1956
ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΟΡΘΟΔΞΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ: Οι 12 βαθμοί της αμαρτίας


"Πνευματικοί Λόγοι"
Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ 

Περί αμαρτίας και των 12 βαθμών αυτής
«Το δε κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α' Κοριν. 15,56).
«Μυρμηκολέων ώλετο παρά το μη έχειν βοράν» (Ιώβ 4,11).
Πριν αρχίσω με ολίγα λόγια σας λέγω ένα παράδειγμα: Έχετε ιδή, όταν κάποτε πάρη φωτιά ένα σπίτι η μία θημωνιά από χόρτο η άχυρο; Εάν συμβή να έχη κάποιος πρόχειρα εκεί ένα λέβητα νερό, μπορεί εύκολα να σβήση την φωτιά, πριν αυτή εξαπλωθή εάν όμως επεκταθή, χρειάζεται πολύς κόπος και πολύ νερό για να κατασταλή. Μάλιστα μερικές φορές είναι αδύνατον να αναχαιτισθή η δύναμις και ορμή της φωτιάς. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την αμαρτία σε εμάς: Όταν με προσοχή και επαγρύπνησι βλέπουμε τις πρώτες κινήσεις του σατανά για να εισέλθη μέσα στον νου μας η πονηρά σκέψις και επιθυμία και αντιδρούμε νοερά με την επίκλησι του Ονόματος του Χρίστου, αμέσως με σβήση η φλόγα της αμαρτωλής σκέψεως και με απαλλαγή η ψυχή μας από την αιχμαλωσία της. Ενώ, όταν δεν αγρυπνούμε στον κατάλληλο καιρό και δεν επικαλούμεθα τον Θεό με την καρδιά μας, η αμαρτία φυτρώνει στον νου μας, αυξάνεται, όπως το δένδρο, και μας πολεμά με δύναμι για να μας οδηγήση στην απώλεια.
Η συνέχεια του λόγου μας αυτού με αναφέρεται για την αμαρτία και τους βαθμούς εκδηλώσεως αυτής.
Αλλά τί είναι αμαρτία; Η αμαρτία, κατά τις μαρτυρίες των Αγίων Γραφών, είναι: παράβασις του νόμου του Θεού (Ρωμ. 5,13 και Ιακώβ.2,9), η αμαρτία είναι το κέντρον του θανάτου κατά τον απόστολο Παύλο (Α' Κορ. 15,56), είναι έργο του σκότους (Ρωμ. 13,13) και βδέλυγμα ενώπιον του Κυρίου. Είναι καρπός των κακών επιθυμιών (Ιακώβ. 1,15) και έργο του διαβόλου. Κατά το Λευιτικό (15,31) είναι ακαθαρσία και έργο της σαρκός δηλ. μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια (Γαλ. 5,19). Ο Θεός βλέπει με μεγάλο μίσος την αμαρτία (Δευτερ. 17,225,16) και η οργή του Θεού έρχεται στους ανθρώπους της αμαρτίας (Λευϊτ. 26, 21-28). Ο ίδιος ο Σωτήρ μας απέθανε επί του σταυρού για τις αμαρτίες μας. Αυτά τα ολίγα χωρία είναι αρκετά για να μας δείξουν τι είναι η αμαρτία.
Ωφέλεια σε εμάς δεν είναι μόνο να γνωρίζουμε τί είναι η αμαρτία, αλλά πρέπει να μάθουμε πώς μας εξαπατά και μας υποδουλώνει και ποιές είναι οι μορφές αναπτύξεως της, όταν εισέρχεται μέσα μας και μέχρι που φθάνει ώστε τελείως να κυρίαρχη μέσα μας και να μας οδηγώ στην πρόσκαιρη και αιώνια καταδίκη. Για την ανεύρεσι αυτού του έργου είναι ανάγκη να θέσουμε την επόμενη ερώτησι: Για ποία άραγε αιτία ονομάζει η Αγία Γραφή τον διάβολο και την αμαρτία «Μυρμηκολέοντα» (Ιώβ 4:11). Την απορία μας επεξηγεί ο θείος πατήρ Νείλος ο Ασκητής, ο οποίος μας φανερώνει ότι ο διάβολος και οποιοδήποτε πάθος ονομάζεται «μυρμηκολέων», επειδή στην αρχή η αμαρτία εμφανίζεται ως μυρμήγκι και στο τέλος ως λέων, εάν δεν προλάβουμε να τον φονεύσουμε εγκαίρως με την προσευχή. Η αμαρτία είναι ένας πονηρός διάβολος, λέγει ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος, ο όποιος μας υποκλέπτει σταδιακώς, έως ότου τελείως μας αιχμαλώτιση. Εκείνος όμως, που επαγρυπνεί από την αρχή, τον φονεύει εν όσω είναι ακόμη μηρμήγκι και δεν τον αφήνει να αποκτήση την δύναμι του λέοντος.
Συχνά σας υπενθύμιζα, με την ευκαιρία παρομοίων λόγων μου ότι το θεμελιώδες έργο μας είναι να διακόπτουμε την είσοδο της αμαρτίας διά των αγαθών σκέψεων του νου μας. Αυτό το θείο έργο, κατά τους Αγίους Πατέρας, ονομάζεται νοερά νήψις η φυλακή του νου και γεννάται σε εμάς από τον φόβο του Θεού. Ενώ ο φόβος του Θεού, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, γεννάται μέσα μας από την πίστι προς τον Θεό: «Όποιος πιστεύει φοβείται, ενώ όποιος φοβείται αγρυπνεί» (Α' εκατοντας κεφ. περί Αγάπης).
Συνεπώς, αδελφοί μου, μακάριος και τρισμακάριστος είναι ο άνθρωπος που έχει τον θείο φόβο, διότι, κατά την μαρτυρία των Γραφών, λόγω του φόβου του Θεού, κάθε άνθρωπος απομακρύνεται από το κακό (Παροιμ. 8,13). Γι’ αυτό ο προφήτης Δαβίδ λόγω του θείου του φόβου τον ωνόμασε αρχή σοφίας «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δε αγαθή πάσι τοις ποιούσιν αυτήν» (Ψαλμ. 110,10). Ενώ ο Σολομών φιλοσόφησε περισσότερο για τον φόβο του Κυρίου, λέγοντας ότι ο φόβος του Κυρίου είναι σχολή της σοφίας, και το βιβλίο της σοφίας Σειράχ λέγει ότι «φόβος Κυρίου δόξα και καύχημα και ευφροσύνη και στέφανος αγαλλιάματος... επιστήμην και γνώσιν συνέσεως εξώμβρησεν και δόξαν κρατούντων αυτήν ανύψωσε» (1, 11-19).
Ο φόβος του Θεού, σύμφωνα με τις γραφικές μαρτυρίες που προανέφερα, γεννά μέσα μας δυνατή πίστι σ’ Αυτόν, η οποία με την σειρά της γεννά την φυλακή του νου η νήψι που μας είναι αναγκαιοτάτη στον αγώνα μας εναντίον των παθών και αμαρτιών μας. Ο άγιος Ησύχιος Ιεροσολύμων μας λέγει ότι η νήψις είναι η οδός για κάθε αρετή και εντολή του Θεού. Εναντίον της νήψεώς μας μάχεται το πάθος της λησμονιάς, όπως γι’ αυτήν μας λέγει ο ίδιος αββάς Ησύχιος, ότι καταραμένη να είναι η λήθη που καταστέλλει την προσοχή, όπως το νερό την φωτιά.
Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει ότι να μη δίνουμε τόπο στον διάβολο (Εφ. 4,27), αλλά αυτό το έργο μπορεί να το επιτύχη μόνο εκείνος που μισεί από καρδίας την αμαρτία και εναντιούται στην πρώτη κιόλας εμφάνισί της.
Στην συνέχεια με σας δείξω ποιές είναι οι βαθμίδες της αμαρτίας, αρχίζοντας από την πρώτη:
Η πρώτη βαθμίς της αμαρτίας είναι, όταν κάποιος κάνη το καλό όχι με καλό σκοπό και για την δόξα του Θεού. Αυτό μας το δηλώνη και ο θείος πατήρ Ιωάννης ο Δαμασκηνός όταν λέγη: «ότι το καλό δεν είναι καλό, όταν δεν γίνεται με καλό τρόπο», ενώ ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγει ότι «ο Θεός σ’ όλα τα έργα μας εξετάζει το σκοπό των, δηλ. τα εργαζόμεθα γι’ Αυτόν η για κάποιον άλλον;» Πρέπει να καταλάβουμε ότι αγαθά έργα έχει το σώμα και η ψυχή. Αρετές του σώματος είναι τα διάφορα πνευματικά έργα του, είτε νηστεία, αγρυπνία, ελεημοσύνη και άλλα, ενώ αγαθό έργο της ψυχής λογίζεται πρώτα ο σκοπός με τον οποίον γίνονται τα έργα αυτής. Εάν ο σκοπός είναι καλός και για την δόξα του Θεού, τότε και το έργο είναι ωφέλιμο, ενώ, εάν ο σκοπός είναι πονηρός και το καλό έργο πονηρό γίνεται και χάνει κανείς τον μισθό του από τον Θεό. Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει να κάνουμε τα πάντα για την δόξα του Θεού (Α' Θεσ. 4,1). Ενώ ο θείος Μάξιμος λέγει ότι, όταν ακούης την Γραφή να λέγη ότι ο καθένας θα πληρωθή κατά τα έργα του, να γνωρίζης ότι ο Θεός δεν θα πληρώση με δίκαιο μισθό τα έργα των που δεν έγιναν με αγαθό σκοπό. Διότι η κρίσις του Θεού δεν παρατηρεί τα γενόμενα έργα, αλλά τον σκοπό για τον όποιο έγιναν.
Δεύτερη βαθμίς αμαρτίας είναι όταν κανείς δεν εργάζεται τέλεια το αγαθό. Ενα παράδειγμα: Κάποιος προσεύχεται στον Θεό, όχι με τον νου και την καρδιά, αλλά μόνο με το στόμα και τα χείλη, διότι αφήνει να διασκορπίζεται ο νους του στα παρόντα και φθαρτά αυτού του κόσμου. Σ’ ένα τέτοιο άνθρωπο που προσεύχεται εξωτερικά, αρμόζει ο λόγος του προφήτου Ησαΐου, που λέγει ότι, «πολύ πλησίον είσαι Κύριε με το στόμα των, αλλά πολύ μακριά από την καρδιά των» (29,13).
Η όταν κάποιος κάνη ελεημοσύνη όχι με ιδικούς του κόπους, αλλά από αρπαγές και κλοπές. Επίσης όταν κάποιος νηστεύη από φαγητά και ποτά, αλλά όχι και από τις αμαρτίες των αισθήσεων, του νου και της καρδίας. Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος λέγει ότι ο Θεός διέταξε τον Μωϋσή να κατασκευάση κατά τέλειο τρόπο την Σκηνή του Μαρτυρίου, για να διδάξη και εμάς με τέλειο τρόπο να μετανοούμε ενώπιόν Του. Και όπως ο για την θυσία προσφερόμενος αμνός με έπρεπε να είναι άμωμος, χωρίς δηλ. σωματικά ελαττώματα και ασθένειες, έτσι και τα έργα μας να τα επιτελούμε με τέλειο τρόπο.
Η τρίτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η προσβολή του κακού λογισμού που πλησιάζει αθόρυβα με εμπαθείς διαθέσεις. Ιδού ένα παράδειγμα: Μία σκέψις γυναικείου προσώπου η χρημάτων η κενοδοξίας η οργής τα όποια προσβάλλουν την καθαρότητα της μνήμης.
Τέταρτη βαθμίς της αμαρτίας είναι ο συνδιασμός, δηλ. η ψυχή μας συνομιλεί ευχαρίστως με τις πονηρές σκέψεις.
Η πέμπτη βαθμίς είναι η νοερά μάχη με τους κακούς λογισμούς, από την οποία εξαρτώνται και οι άλλοι βαθμοί της αμαρτίας. Η ψυχή μετά την συγκατάθεσί της, αρχίζει να ανησυχή και αποφασίζει να αγωνισθή με την παρουσία των καλών λογισμών και προπαντός με την νοερά προς τον Κύριο προσευχή.
Η έκτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η συγκατάθεσις που δεν αρκείται πλέον στην συνομιλία με τον λογισμό, αλλά, λόγο φιλαυτίας και εμπάθειας, ενδίδει σ’ αυτόν και ο άνθρωπος τον δέχεται πλέον στον νου του, για να τον πράξη.
Η έβδομη βαθμίς είναι η με τον νου αμαρτία, όπως μας λέγει ο Θείος Μάξιμος: «Όταν ο άνθρωπος συγκατατεθή νοερά να δεχθή την κακή σκέψι, πιέζεται από τον εχθρό να εντυπώση, αυτήν στον νου του τόσο δυνατά, ωσάν να την είχε κάνει και με το έργο». Όταν φθάση ο άνθρωπος σ’ αυτή την κατάστασι, τότε η αμαρτία με τις φαντασίες και κακές παραστάσεις, πατεί σχεδόν στο έδαφος της αναισθησίας και βαδίζει για την προσβολή των σωματικών αισθήσεων, όπως μας φανερώνη ο ίδιος θείος πατήρ, λέγοντας: «Όπως το σώμα έχει ως κόσμημα τα έργα, έτσι και ο νους έχει τις ιδέες. Και όπως το σώμα πορνεύη με το σώμα της γυναικός, έτσι και ο νους πορνεύει με την ιδέα της γυναικός, δηλ. με την μορφή του προσώπου της». Γι’ αυτό ο ίδιος άγιος Μάξιμος μας συμβουλεύει τα έξης: «Μη δέχεσαι τις κακές ιδέες για να μη αναγκάζεσαι να υποχωρής στο κακό και στα έργα αυτού. Διότι, όταν κάποιος δεν αμαρτάνη με τον νου, ούτε με το έργο δεν θα αμαρτήση».
Επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο πόλεμος είναι δυσκολώτερος  απ’ αυτόν που γίνεται με όπλα και άλλα μέσα ανθρώπινα. Ο κίνδυνος της πτώσεως με τον νου μας προσβάλλει ευκόλως και σε οποιοδήποτε χώρο και χρόνο. Εάν, κάποιος, επί παραδείγματι, θελήση να αμαρτήση με τα έργα της πορνείας, πρέπει να τον διευκολύνουν τρεις παράγοντες, οι έξης: ο κατάλληλος τόπος, ο κατάλληλος χρόνος και το όργανο της αμαρτίας, δηλ. το σώμα με το όποιο θέλει να αμαρτήση.
Ενώ στην νοερά αμαρτία κανένας απ’ αυτούς τους παράγοντες δεν χρειάζεται προκειμένου να αμαρτήση, διότι με τον νου μπορούμε να αμαρτάνουμε σε οποιονδήποτε τόπο και χρόνο και όταν ακόμη δεν έχουμε μπροστά μας το προκλητικό της αμαρτίας όργανο με το όποιο θέλουμε να αμαρτήσουμε. Αλλά, όπως φαίνεται, ευκολώτερη και πλέον επιρρεπής είναι η αμαρτία με τον νου μας, διότι την κάνουμε οπουδήποτε ευρισκόμεθα.
Η ογδόη βαθμίς της αμαρτίας είναι η επιτέλεσίς της με το έργο. Όταν κάποιος δεν αγωνισθή, το κατά δύναμι, στις προηγούμενες φάσεις της αμαρτίας και επιτρέψη σ’ αυτήν να τον αιχμαλώτιση νοερά, τότε οδηγείται σταθερά στην εκτέλεσι της αμαρτίας και τελειώνει το έργο ψυχή τε και σώματι. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο με την αμαρτία της οποιαδήποτε ακολάστου πράξεως, αλλά και με οποιαδήποτε άλλη, όπως της γαστριμαργίας, της φιλαργυρίας, του φόνου, της μέθης, της κλοπής και άλλων.
Η εννάτη βαθμίς είναι η εξοικείωσις με την αμαρτία. Ένας έμπειρος Πνευματικός μπορεί να εύρη εύκολα, κατά την ώρα της εξομολογήσεως από το στόμα δηλ. του εξομολογουμένου, σε ποιά βαθμίδα της αμαρτίας εκείνος ευρίσκεται. Διότι, εάν, επί παραδείγματι, αυτός τον ερωτήση: «Αδελφέ, γιατί κάνεις το τάδε και το τάδε αμάρτημα; Εκείνος σίγουρα θα του απαντήση: «Πάτερ, μου έγινε συνήθεια και αυτό» (είτε γίνεται λόγος περί πορνείας, κλοπής, ψευδορκίας και άλλης αμαρτίας). Στην περίπτωσι αυτή μόνος του δείχνει το στάδιο της αμαρτίας στο όποιο ευρίσκεται.
Η δεκάτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η δημιουργία του πάθους λόγω της μεγάλης συνήθειας. Εδώ, σ’ αυτή την βαθμίδα μπορεί ο κάθε Πνευματικός να γνωρίση από την εξομολόγησι του χριστιανού σε ποιά αμαρτωλή κατάστασι ευρίσκεται, διότι, εάν τον ερωτήση: «Αδελφέ, γιατί δεν εγκαταλείπης αυτή την αμαρτία; Γιατί π.χ. δεν αφήνης την μέθη, το κάπνισμα η οποιοδήποτε άλλο;» Και εκείνος άπαντα: «Δεν μπορώ, πάτερ, διότι με κυρίευσε αυτό το πάθος, δώστε μου μία συμβουλή για να απαλλαγώ από το τάδε ή τάδε αμαρτωλό πάθος». Τότε ο Πνευματικός, μαθαίνοντας ότι αυτός είναι στην πλέον επικίνδυνη και δύσκολη βαθμίδα, πρέπει να επιστρατεύση όλη του την πνευματική τέχνη και επιμέλεια, για να τον απαγκιστρώση από τα δεσμά της αμαρτίας, πράγμα που είναι βεβαίως δυσκολοκατόρθωτο, επειδή η συνήθεια γίνεται σ’ αυτόν δευτέρα φύσις και αναγκάζει τον άνθρωπο να αμαρτάνη είτε το θέλει είτε δεν το θέλει.
Διότι, εφ’ όσον είναι αιχμάλωτος της αμαρτίας και της συνήθειας στο κακό, συγχρόνως είναι και δούλος του διαβόλου. Γι’ αυτό λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ο ποιών την αμαρτίαν εκ του διαβόλου εστίν, ότι απ’ αρχής ο διάβολος αμαρτάνει» (Α' Ιωάν. 3,8) και άραγε δείχνει με την υποταγή του στην αμαρτία ότι είναι του διαβόλου. Για την δικαία κατάστασι της θλίψεως και τιμωρίας ενός τέτοιου ανθρώπου, η Αγία Γραφή, αναφερομένη σ’ αυτή την φάσι λέγει: «Ο ποιών την αμαρτίαν δούλος εστί της αμαρτίας» (Ιωάν. 8,34).
Η ενδεκάτη βαθμίς της αμαρτίας είναι η απελπισία, η οποία είναι και η χειρότερη από όλες, διότι οδηγεί τον άνθρωπο στον παρόντα και αιώνιο θάνατο. Όταν ο διάβολος υποδούλωση τον άνθρωπο με την αμαρτία μέχρι του βαθμού της συνήθειας, τότε του λέγει στο αυτί: «Βλέπεις, ότι συνήθισες πλέον αυτή την αμαρτία, από την οποία δεν μπορείς να λυτρωθής, διότι θέλοντας και μη την επιτελείς; Οπότε, μη σκέπτεσαι να μετανοήσης και επιστρέψης στον Θεό, διότι από εδώ και στο εξής δεν μπορείς να απαλλαγής απ’ αυτήν, την οποία αγάπησες από την παιδική η νεανική σου ηλικία η επί τόσα χρόνια». Συνεπώς συμβουλεύει τον άνθρωπο να αμαρτάνη πάντοτε, λέγοντας του: «Έτσι και αλλιώς μέχρι τώρα όλα τα έχασες, γι’ αυτό όσο ευρίσκεσαι στην ζωή αυτή, κύτταξε να άπολαύσης την αμαρτία, την οποία εσυνήθισες και από την οποία, όπως βλέπης, δεν μπορείς να σωθής». Έτσι λοιπόν, με την ρομφαία της απελπισίας τον αποκόπτει από την ελπίδα της σωτηρίας της ψυχής του. Και εάν είναι ο άνθρωπος μορφωμένος, τον διδάσκει ο πονηρός να αναβάλλη την επιστροφή του στον Θεό και την εγκατάλειψι της αμαρτίας, λέγοντας του: «Μήν αφήνης την αμαρτία τώρα, διότι έχεις ακόμη καιρό». Αλλά και αυτή η συμβουλή του διαβόλου αποσκοπεί για να στερεώση τον άνθρωπο, όσο γίνεται περισσότερο, στην θανατηφόρο συνήθεια της αμαρτίας, επειδή γνωρίζει ο πονηρός εχθρός μας, ότι αυτοί που δεν εγκαταλείπουν σήμερα την αμαρτία, αργότερα είναι ακόμη δυσκολώτερο να την εγκαταλείψουν. Όπως λέγουν και οι Άγιοι Πατέρες, η αμαρτία ομοιάζει με ένα καρφί που το καρφώνει κάποιος σε ένα σκληρό ξύλο. Εάν το εκτύπησε ελαφρά, μπορεί εύκολα να το βγάλη, ενώ εάν το εκτύπησε δυνατά, με πολλή δυσκολία με μπορέση να το βγάλη. Συνεπώς, κανείς ας μη εξαπατάται διότι, εάν δεν εγκαταλείψη σήμερα την αμαρτία στην οποία αιχμαλωτίζεται, αργότερα δεν θα μπορέση να την αποβάλη. Όσο παλαιώνει η αμαρτία μέσα μας, τόσο δυσκολώτερα στο μέλλον μπορούμε να την εκριζώσουμε. Και όσο περισσότερες φορές κάνει ο άνθρωπος την αμαρτία, τόσο και ο διάβολος τον πολεμά με αυτήν για να τον ρίξη στην απελπισία, από την οποία δεν μπορεί πλέον να επιστρέψη στον Θεό.
Εάν δεν προλάβη να εξομολογηθή στον Πνευματικό, οδηγείται κατ’ ευθείαν, χωρίς χρονοτριβή στην δωδεκάτη βαθμίδα της αμαρτίας που είναι η αυτοκτονία, ο φοβερώτερος σωματικός και πνευματικός θάνατος, όπως του προδότου Ιούδα. Αφού έκανε την προδοσία του Σωτήρος μας ο Ιούδας, αντί να επιστρέψη με βαθειά μετάνοια και να κλαύση με στεναγμούς, όπως ο Απόστολος Πέτρος, απελπίσθηκε τελείως, έριξε τα αργύρια στον ναό και κρεμάσθηκε.
Λοιπόν, πατέρες και αδελφοί, εμνημονεύσαμε σ’ αυτό τον λόγο μας εν συντομία για τις 12 βαθμίδες της αμαρτίας. Πριν ομιλήσουμε γι’ αυτές, παρουσιάσαμε μερικές μαρτυρίες από την Γραφή και τους Πατέρας για τον φόβο του Θεού και την νοερά νήψι διότι όποιος έχει τον φόβο του Θεού και αγρυπνεί στην πρώτη εμφάνιση του πονηρού λογισμού, οπλίζεται με την αγία προσευχή και λυτρώνεται με μεγάλη ευκολία από την δουλεία της αμαρτίας. Όποιος δεν θέλει να γρηγορή και εξουδενώνη ενωρίς την αμαρτία, ενώ ακόμη είναι σαν το μυρμήγκι, με φθάση, όπως είπα και στην αρχή, να πολεμά με λέοντα, από τον όποιο είναι πιο δύσκολο να λυτρωθή κανείς.
Εν κατακλείδι αυτού του λόγου μου σάς λέγω ακόμη: Μακαρία είναι εκείνη η ψυχή η οποία φοβείται τον Θεό και σε κάθε καιρό και τόπο φυλάγει τον νου και την καρδιά της από τους αμαρτωλούς λογισμούς με την βοήθεια της ιεράς προσευχής και του μίσους κατά της αμαρτίας.
Και πάλι, μακάριος να είναι ο Πνευματικός εκείνος πατήρ, που εργάζεται την σωτηρία των ψυχών και κατορθώνει να αντιλαμβάνεται στο μυστήριο της εξομολογήσεως σε ποιό στάδιο της αμαρτίας ευρίσκεται ο εξομολογούμενος, ώστε κατόπιν με όλη την πείρα και πνευματική τέχνη του να τον επαναφέρη στον δρόμο του Θεού.
Ας μη ξεχνάμε ότι οι χειρότερες μορφές της αμαρτίας που θέλουν μεγάλη προσοχή είναι τρεις: Η συνήθεια της αμαρτίας, η αιχμαλωσία και η απελπισία, η οποία πλησιάζει τα όρια της τελείας εγκαταλείψεως και από όπου ο άνθρωπος πίπτει στα βάθη της κολάσεως με την αυτοκτονία, πέραν από την οποία δεν υπάρχει σωτηρία. Είθε όλοι μας να λυτρωθούμε από τέτοιες δυσάρεστες καταστάσεις με το έλεος του Παναγάθου Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού, με τις πρεσβείες της Μητρός Αυτού Αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των Αγίων Του. Αμήν.
Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ 
«Πνευματικοί Λόγοι»
εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη» 

Θεσσαλονίκη 1992

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. κβ΄ 35-46) "Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν" π.Χρυσόστομος Τελίδης


πηγή


    "Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν"
Μεταξύ των προσώπων τα οποία συνομίλησαν με το Χριστό
 ήταν και ένας νομικός.
 Αυτός ο νομικός, με διάθεση να πειράξει τον Κύριο,
 τον ρώτησε ποια είναι μεγάλη εντολή στο Μωσαϊκό Νόμο. 
Ο Κύριος τότε του είπε, 
« Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου 
και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου· 
αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. δευτέρα δε ομοία 
αυτή· 
αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. 
εν ταύταις ταίς δυσίν εντολαίς όλος 
ο νόμος και οι προφήται κρέμανται ». 
    Ας επαναλάβουμε αυτά τα λόγια του Κυρίου με 
σημερινά λόγια. 
Να αγαπάς Κύριον τον Θεόν σου με όλη την καρδιά σου
 και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου.
 Αυτή είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. 
Δευτέρα δε εντολή όμοια με αυτή είναι, να αγαπάς
 τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. 
Επάνω στις δύο αυτές εντολές όλος ο νόμος 
και οι προφήτες στηρίζονται. 
    Οι εντολές αυτές φανερώνουν τα καθήκοντα, 
τα οποία έχουν οι άνθρωποι στη ζωή τους. 
Το πρώτο καθήκον είναι η αγάπη προς το Θεό, 
τον Οποίον κάθε άνθρωπος οφείλει να αγαπά και να σέβεται. 
Ο σεβασμός αυτός δε σημαίνει ότι πρέπει κανείς να πειθαρχεί
 μηχανικά στο θέλημα του Θεού, αλλά να πειθαρχεί κινούμενος
 από αγάπη και πίστη. Τα καθήκοντα του ανθρώπου προς το Θεό μεταφράζονται μέσω των εντολών τις οποίες πρέπει 
να εφαρμόζει κάθε πιστός στη ζωή του.
    Ο νομικός ζητάει το όχημα για τη μεγάλη πτήση στο 
διάστημα, για την κατάκτηση του Ουρανού. 
Και ό Κύριος του υπογραμμίζει, πώς δεν θα κατακτήσει 
τον Ουρανό, εάν προηγουμένως δεν κατακτήσει τη γη. 
Το ουράνιο όχημα δεν απογειώνεται παρά μονάχα από
 γήινο διάδρομο. 
Την ανυψωτική δύναμη την τροφοδοτεί μονάχα ή φλόγα
 και το πύρωμα της αγάπης. Αν ατενίζεις τον ουρανό χωρίς 
να κοιτάζεις και τη γη, μεταθέτεις και δεν λύνεις το πρόβλημα. 
Έτσι δεν υπάρχει πρόβλημα άλλης ζωής, άλλα αυτής εδώ της ζωής.
    Το εισιτήριο του ουρανού εκδίδεται στη γη. 
Ο κίνδυνος καιροφυλακτεί σε κάθε μας βήμα. 
Να ποθούμε τον Ουρανό και να λησμονούμε τη γη. 
Να παίρνουμε λανθασμένο δρόμο, πού δεν βγάζει πουθενά. 
Γιατί ξεχνάμε το μυστικό, πού μας αποκάλυψε ό ίδιος ό Θεός, 
πού έγινε άνθρωπος για τούς ανθρώπους. 
Και το μυστικό αυτό μας λέει, πώς θα αγαπήσεις τον πλησίον σου,
 για να έχεις ζωή αιώνια.
    Αλλά ποιος είναι αυτός ο πλησίον, που αντί να τον 
ευεργετήσουμε μας ευεργετεί; Η μάλλον αυτός, πού τον
 ευεργετούμε με το τίποτα και μας ανταποδίδει το πάν; 
Αυτός πού τού προσφέρουμε το προσωρινό και μας 
εξασφαλίζει το αιώνιο; Του δίνουμε κάτι από τη γη 
και μας προσφέρει ολόκληρο τον Ουρανό;
    Ποιος είναι ο πλησίον; Αυθόρμητα έρχεται η απάντηση, 
είναι αυτός που βρίσκεται κοντά μας. Ποιος όμως είναι κοντά μας; 
Η τοπική απόσταση αρκεί; Αυτός που είναι κοντά μας τοπικά,
 σωματικά είναι και ψυχικά; Ο γείτονας μας, ο συνάδελφος μας, 
ο συνεργάτης μας, ο συμμαθητής μας, ο αδελφός μας, είναι κοντά 
μας. 
Είναι όμως και μέσα στην καρδιά μας; 
Αν δεν είναι κοντά στην καρδιά μας, όσο πλησίον 
κι αν βρίσκεται, θα στέκεται πολύ μακριά μας.
    Αυτό μας τονίζει ιδιαίτερα ό Κύριος με την παραβολή 
του Καλού Σαμαρείτη. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να γίνουν 
πλησίον μας. Όλες οι αποστάσεις πρέπει να εκμηδενισθούν. 
Και το ανυπέρβλητο παράδειγμα μας το έδωσε ό ίδιος, αφού 
εκμηδένισε την άπειρη απόσταση, πού μας χώριζε. 
«"Εκλινεν ουρανούς και κατέβη», 
για να γίνει πλησίον μας. Ποιά, αλήθεια, απόσταση 
χώριζε τον Θεό από τον άνθρωπο;
 Και ή απόσταση αυτή είχε γίνει αγεφύρωτη από 
την αμαρτία. Και ό Θεός κατάργησε αυτή την απόσταση.
 Και ήλθε ανάμεσα μας. Κάτι ασύλληπτο. 
Ήλθε μέσα μας με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
    Ο Θεός καταργεί τις αποστάσεις και έρχεται μέσα μας! Και μείς δυσκολευόμαστε να πλησιάσουμε τούς συνανθρώπους μας και να καταργήσουμε τις αποστάσεις, πού ό νοσηρός εγωισμός μας δημιουργεί.
 Ποιος άλλος δημιουργεί τις αποστάσεις; 
Τοπικιστικές είναι αυτές; 
Φυλετικές; 
Κοινωνικές διαφορές λέγονται; 
Χάσμα γενεών χαρακτηρίζονται; 
Φύλου και ηλικίας; 
Όλες έχουν μια και μόνη αιτία, τον εγωισμό.
 Την απουσία, δηλαδή, της αγάπης.
    Μπήκε η αγάπη; Καταργήθηκαν αμέσως οι διαφορές 
και οι αποστάσεις. Ακριβώς γιατί ή αγάπη πλησιάζει τις καρδιές. 

Και όταν πλησιάζουν οι καρδιές, πέφτουν οι διαφορές και
 εξαφανίζονται οι αποστάσεις. Τότε πλησίον δεν είναι μονάχα 
οι κοντινοί, αλλά και οι μακρινοί. 
Όλη ή γη γίνεται μια γειτονιά,μια οικογένεια, ένα σπίτι. 
Γινόμαστε όλοι αδελφοί. 
Είμαστε όλοι αδελφοί.
 Αυτό θα πει πλησίον και αυτό θα πει αγάπη.
 Να αγαπάς σημαίνει να κάνεις πλησίον τον κάθε 
άνθρωπο είτε στη γειτονιά σου ζει είτε στην άλλη άκρη 
του κόσμου κατοικεί.
    Ο νομικός έθεσε στον Ιησού ένα μεταφυσικό πρόβλημα 
και περίμενε μια ανάλογη απάντηση. 
Ό Κύριος τον προσγειώνει. Τού δίνει μια ανθρώπινη, στην κυριολεξία, απάντηση και τού λύνει το πρόβλημα. 
Ό δρόμος, πού οδηγεί στον Θεό, περνάει από τον άνθρωπο. 
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δρόμο της αγάπης. 
Δεν υπάρχει άλλος νόμος από την εντολή της αγάπης.
 Όταν εφαρμόζεται ό νόμος της αγάπης, της αγάπης τού 
Χριστού, τότε όλα τακτοποιούνται. 
Γιατί ή αγάπη αυτή είναι «πλήρωμα νόμου».
    Κάτι περισσότερο. Η αγάπη είναι μίμηση Θεού.
 Ο Θεός είναι αγάπη. Και ο άνθρωπος, πού αγαπάει, 
προχωρεί από το «κατ' εικόνα» στο «καθ όμοίωσιν Θεού»,
 για το όποιο είναι δημιουργημένος. 
Ό άνθρωπος γίνεται αληθινός άνθρωπος, γιατί γίνεται 
«κοινωνός θείας φύσεως». Έτσι, όχι απλώς εξανθρωπίζεται ,
 θεώνεται. Ζει κιόλας την αιωνιότητα.
    Η αγάπη λοιπόν προς τον πλησίον είναι αναγκαία κα
ι δεν μπορεί κανείς να λέει ότι αγαπάει το Θεό, αν δεν 
αγαπάει τον πλησίον του. Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη,
 πώς μπορεί να αγαπάει κάποιος το Θεό που δεν τον βλέπει, 
όταν δεν αγαπάει τον πλησίον του που βλέπει; Βεβαίως, 
όταν ο άνθρωπος βοηθάει τον πλησίον του, δεν πρέπει να το
 παίρνει επάνω του ότι κάνει κάτι σπουδαίο, γιατί αυτό είναι
 το καθήκον του. Έτσι θα κρατάει την ταπεινοφροσύνη που
 είναι απαραίτητη για να οικοδομηθεί το οικοδόμημα
 των άλλων αρετών. 
Από την ταπείνωση λοιπόν στην αγάπη προς το 
Θεό και τον πλησίον, είναι ο νοητός δρόμος που έχουμε
 μπροστά μας να διανύσουμε καθ'όλη την διάρκεια της
 ζωής μας, μέχρι να φτάσουμε στον Δημιουργό μας 
και να κριθούμε από Αυτόν για τα πεπραγμένα μας.
Αμήν.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός


Ένα από τα μεγάλα ερωτήματα που απασχόλησαν και απασχολούν την ανθρωπότητα είναι αυτό που έχει να κάνει με το ποιος αληθινά είναι ο Χριστός. Το ερώτημα αυτό το έθεσε πρώτος ο ίδιος ο Κύριος στους μαθητές Του: «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;» και «Υμείς δε τίνα με λέγεται είναι;» (Ματθ. 16, 14-15). Το έθεσαν όμως και στους Φαρισαίους, λίγο πριν το τέλος της επίγειας δράσης Του: «Τι υμίν δοκεί περί του Χριστού; Τίνος υιός εστι;» (Ματθ. 22, 42). Και θέτει αυτό το ερώτημα ο Χριστός γιατί θέλει να τους δείξει ότι στο πρόσωπό Του εκπληρώνονται οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, όχι όμως με τον τρόπο που οι Φαρισαίοι τις ερμήνευαν, δηλαδή ανθρωποκεντρικά, αλλά με τον τρόπο του Θεού.  Οι Φαρισαίοι περίμεναν τον Μεσσία ως εκείνον που θα οδηγούσε τον λαό του στην δόξα. Που θα αναδείκνυε την περιουσιότητά του. Που θα έδινε την πνευματική και την κοσμική εξουσία σε όσους τον αποδέχονταν. Ο Χριστός όμως μιλά για την Θεανθρώπινη φύση του Μεσσία. Ότι δεν ήταν  μόνο ένας τέλειος άνθρωπος, μία ξεχωριστή προσωπικότητα, αλλά ότι ήταν  ο Ίδιος ο Θεός που θα προσλάμβανε την ανθρώπινη φύση και, επομένως, ό,τι θα πρόσφερε, δεν επρόκειτο να περιοριστεί στον ιουδαϊκό λαό. Θα ήταν δωρεά και ευλογία για όλους τους ανθρώπους και όλους τους λαούς, με υπέρβαση του χρόνου και των δεδομένων μέσα από τα οποία οι άνθρωποι βλέπουν τη ζωή. 
                Το ερώτημα επανέρχεται στην εποχή μας. Οι άνθρωποι βεβαίως, στην πλειονοψηφία τους, δεν ασχολούνται ιδιαίτερα με το πρόσωπο του Χριστού. Τον θεωρούν μία ξεχωριστή προσωπικότητα, που δίδαξε την αγάπη και προσέφερε κοινωνικά στον κόσμο, ίδρυσε μία θρησκεία, από την οποία ο άνθρωπος λαμβάνει παρηγοριά στις δύσκολες στιγμές της ζωής του, χαίρεται έθιμα και παραδόσεις, στρέφεται και λίγο εντός του μέσα στην τύρβη της ζωής, λαμβάνει οικονομική και κοινωνική βοήθεια και συμπαράσταση. Οι άνθρωποι βλέπουν τους συνεχιστές του Χριστού που είναι η Εκκλησία, οι επίσκοποι, οι ιερείς και οι μοναχοί. Έχουν λαμβάνειν στην καλύτερη περίπτωση. Αλλιώς θεωρούν ότι ο Χριστός και η Εκκλησία είναι κατάλοιπα ενός παρελθόντος, η στάση έναντι των οποίων αφορά  στην ιδιωτική ζωή του καθενός και δεν πρέπει η συντεταγμένη μορφή κοινωνικής ζωής, που είναι το κράτος και η πολιτεία, να ασχολείται με τέτοιες πεποιθήσεις.
Όμως ο Χριστός είναι παρών και θα είναι «νυν και αεί» στη ζωή του κόσμου. Και θα συνεχίσει να θέτει το ερώτημα «τι ημίν δοκεί περί Αυτού». Και θα μας υπενθυμίζει, μεταξύ των άλλων, τρία σημεία της δικής Του αυτοσυνειδησίας, της δικής Του ταυτότητας, τα οποία θα μας καλεί να οικειωθούμε, για να γίνουν σημεία και της δικής μας ταυτότητας ως χριστιανών. Σημεία τα οποία τον καθιστούν, κατά τον λόγο του Συμεών του Θεοδόχου στην Υπαπαντή, «σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. 2,34). Το ίδιο και όσους Τον ακολουθούν.
Το πρώτο ότι ο Ίδιος είναι ο Θεάνθρωπος. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη φύση μας κοινωνεί με την Θεία στο πρόσωπό Του.  Δεν πιστεύουμε σε μια Ιδέα, σε ένα κήρυγμα, σε μια διδασκαλία περί του Θεού, αλλά στον Ίδιο το Θεό που είναι πρόσωπο, προσέλαβε την ανθρώπινη υπόσταση και μας οδηγεί στην θέωση, στην αιώνια κοινωνία μαζί Του στη ζωή της Εκκλησίας. Για να γίνει όμως αυτός ο δρόμος βίωμα, χρειάζεται να θυμίζουμε στους εαυτούς μας τις δωρεές και τα χαρίσματα που έχουμε λάβει από Αυτόν. Το κατ’ εικόνα μας. Την πορεία προς το καθ’ ομοίωσιν. Αυτή η πορεία όμως προϋποθέτει υπέρβαση της θέασης του κόσμου και της ζωής με γνώμονα τον ορθολογισμό και τις αισθήσεις μας. «Δεν βλέπω το Θεό». «Ο Θεός είναι δημιούργημα του ανθρώπινου νου». Είναι δύο προτάσεις που εκπορεύονται από τα στόματα και τις καρδιές πολλών ανθρώπων σήμερα. Έχουν εγκλωβιστεί στη λογική. Έχουν εγκλωβιστεί στη γνώση δια των αισθήσεων. Και έχουν αφήσει στην άκρη το άνοιγμα που η καρδιά του ανθρώπου καλείται να κάνει, για να συναντήσει το Θεό. Άνοιγμα προσευχής. Άνοιγμα αγάπης. Άνοιγμα εμπιστοσύνης. Άνοιγμα υπέρβασης του εγώ.
Το δεύτερο ότι δεν μας έταξε κάποια εξουσία. Δεν μας έταξε την αποδοχή από τον κόσμο και τους ανθρώπους. Μαρτύριο ήταν και είναι ο δρόμος στον οποίο καλούμαστε να προχωρήσουμε, αν Τον αποδεχθούμε. Μαρτύριο από τις επιθέσεις των λογισμών της αμφιβολίας. Μαρτύριο από τις επιθέσεις των δικαιωμάτων. Μαρτύριο από τις επιθέσεις του κοσμικού πνεύματος. Μαρτύριο από το μίσος των ανθρώπων προς Εκείνον, εξαιτίας του πονηρού και από την μεταφορά αυτού του μίσους και προς εμάς. Μαρτύριο από την δυσκολία του εαυτού μας να επιλέξει το δρόμο της συγχώρεσης, του μη καταλογισμού και της μη απόρριψης των άλλων. Μαρτύριο από τις επιθέσεις του θανάτου, με όλες του τις μορφές, σωματικές, πνευματικές, κοινωνικές, υλικές, πνευματικές, που μας κάνουν να αναρωτιόμαστε «πού είναι ο Θεός». Μαρτύριο από τις αγωνίες που μας προσθέτουν οι βιοτικές μέριμνες και η διάσπαση από τον χρόνο. Μαρτύριο από τις επιθέσεις των Ισχυρών που ζητούν  να μας υποχρεώσουν να εγκαταλείψουμε την πίστη μας, αντί πινακίου φακής. Μαρτύριο μοναχικότητας σε μια εποχή που δεν θέλει Θεό. Και η φύση μας αρέσκεται στην εξουσία. Στην καταξίωση. Την αποδοχή. Κι αυτό αυξάνει την ένταση του μαρτυρίου. Όμως αυτό το μαρτύριο εμπεριέχει την χαρά της δικής Του συμπαράστασης. Της δικής Του φώτισης. Της δικής Του παρουσίας, που μας δίνει τη δυνατότητα να αντέχουμε. Αρκεί να Τον ζητούμε και να Τον εμπιστευόμαστε.
 Το τρίτο ότι «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. 10,36). Η αδυναμία πολλές φορές, τόσο η δική μας, όσο και των άλλων χριστιανών, να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλο. Να συμπαρασταθούμε. Να έχουμε κοινή πορεία. Να προσανατολίσουμε τη ζωή στο Χριστό και στην αγάπη. Βλέπουμε ο καθένας τον εαυτό του να σκέπτεται διαφορετικά. Να μην είναι σε θέση να ακούσει τον αδελφό του. Να μην είναι σε θέσει να κατανοήσει και να θελήσει να συνάρει τον σταυρό του. Να βιώνουμε μέσα στην ευχαριστιακή κοινότητα μια μοναξιά. Να μην υπάρχει η θυσιαστική αγάπη, αλλά να πρυτανεύει ο εγωισμός. Και πρωτίστως, ο καθένας να ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του, την καθημερινότητά του, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, χωρίς να είναι σε θέση ή να θέλει να μοιραστεί με τον άλλο ό,τι τον βαραίνει, αλλά και την ίδια στιγμή να φορτωθεί λίγο από το φορτίο που βαραίνει τους άλλους. Γιατί, εδώ βρίσκεται και το κέντρο της αμαρτίας. Στο να μεριμνούμε μόνο για το «εγώ». Κι αυτή η μέριμνα μας γεμίζει πάθη, κακίες και απογοήτευση. Γιατί ξεκινάμε από τους άλλους και δεν βλέπουμε τη δική μας πτώση.
Ο Χριστός για τον καθέναν μας αποτελεί μία πρόκληση. Τι είναι για μας; Η απάντηση στο ερώτημα και την πρόκληση θα μας βοηθήσει να προσανατολίσουμε τη ζωή μας είτε στην εκπλήρωση της αλήθειας του ονόματος «χριστιανός» ή στην ψευδαίσθηση ότι «είμαστε», ενώ στην πράξη η καρδία μας πόρρω θα απέχει από Εκείνον. Γιατί ο Χριστός θέλει να είναι ο προσωπικός Θεός και Σωτήρας του καθενός μας. Η σχέση όμως μαζί Του δεν μας εγκλωβίζει ούτε στο χρόνο, ούτε στα σχήματα του κόσμου τούτου. Μας δίνει τη ευλογία να Τον κοινωνούμε στην αγάπη, αλλά και να σωζόμαστε μαζί με τους άλλους. Τους αγίους και τους αμαρτωλούς. Χωρίς να χάνουμε την προσωπική μας ταυτότητα, αλλά και χωρίς να περιοριζόμαστε στο «εγώ» μας. Χρειάζεται αγώνας για να θυμόμαστε ότι ο Χριστός μας ζητά να επιστρέψουμε στο Θεό και τη σχέση μαζί Του. Να μην νομίζουμε ότι η ζωή μας θα είναι ευχάριστη και να απογοητευόμαστε μπροστά στο κάθε λογής μαρτύριο. Και να μην κλονίζεται η πίστη μας από το ότι δεν λαμβάνουμε από τους άλλους αυτό που θα θέλαμε.
Χριστιανός σημαίνει να πιστεύεις και να ξεκινάς εσύ να ζητάς το Χριστό. Να ζητάς την αγάπη. Και Εκείνος θα σε συνδράμει, ώστε να μην νικηθείς από την απόγνωση και τον φόβο που προέρχεται από την περικύκλωση από τους ωρυόμενους λέοντες του κόσμου, του πονηρού και της αμαρτίας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...