Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 03, 2013

Το κύρος των Πατέρων και των Συνόδων, Δύση και Ανατολή, Αίρεση και Ορθοδοξία, μέσα από τη διδασκαλία του αγίου Φωτίου του Μεγάλου (9ος αι.)






Περιεχόμενα
  1. Πρόλογος.
  2. Ο Μέγας Φώτιος, το έργο και η θέση του στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
  3. Ένας Πατέρας της Εκκλησίας γράφει για τους Πατέρες της Εκκλησίας με αφορμή το Filioque (Φιλιόκβε).
  1. Το έργο των Πατέρων και των Συνόδων στη διδασκαλία του Μεγάλου Φωτίου.
  1. Επίλογος

Πρόλογος
Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, η Ιερά Παράδοση αποτελεί τον μεγίστης σπουδαιότητας συνεκτικό ιστό είκοσι αιώνων λατρευτικής και πνευματικής της ζωής, αλλά και δογματικής, λειτουργικής, υμνογραφικής, εικονογραφικής και νομοκανονικής της έκφρασης. Ασφαλώς, η ιερή και θεόπνευστη Γραφή αναδείχθηκε από την Εκκλησία ως πλήρης και επαρκής πηγή για την υπεράσπιση της χριστιανικής αλήθειας, είναι όμως απαραίτητο αυτή να «ερμηνεύεται ως σύνολον της ζώσης Παραδόσεως της πίστεως, υπό τας οδηγίας ή τον έλεγχον του ‘’κανόνος της πίστεως’’»[1]. Αυτό ακριβώς βεβαιώνει και εξηγεί ο Μέγας Αθανάσιος: «παρέδωκα», μας λέει, την «παραδοθείσαν ημίν παρά των πατέρων αποστολικήν πίστιν […] συμφώνως ταις Αγίαις Γραφαίς»[2], και πρέπει να γνωρίζουμε πως «η Εκκλησία τεθεμελίωται» στην «εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της καθολικής Εκκλησίας, ην ο μεν Κύριος έδωκεν, οι δε Απόστολοι εκήρυξαν και οι Πατέρες εφύλαξαν»[3].

[Σημείωση: Επ’ αυτού, οφείλουμε να επισημάνουμε την αμηχανία των πιστών τουΠροτεσταντισμού, που στα λόγια θεωρούν ως μοναδική πηγή της πίστης τους την Αγία Γραφή (άραγε, η πρώτη Εκκλησία, επί δεκαετίες ήταν ανίκανη να μεταδώσει το μήνυμα της εν Χριστώ Σωτηρίας μέχρι να ολοκληρωθεί η Καινή Διαθήκη;), στην πράξη όμως οιΠροτεστάντες είναι χωρισμένοι σε αναρίθμητες ομάδες, διότι κάθε μία από αυτές ακολουθεί την ερμηνευτική «παράδοση» που χαράσσουν οι ηγήτορες της. Αυτοί, με τη σειρά τους, επιμένουν πάλι ότι η ομάδα τους έχει ως μοναδική πηγή πίστης την Αγία Γραφή, «ξεχνώντας» ότι η Γραφή είναι η ίδια για όλους, άρα αυτό που διαχωρίζει τη μία ομάδα από την άλλη είναι τα δικά τους ερμηνευτικά κηρύγματα (που ισχυρίζονται πως είναι «ορθότερα» από εκείνα των άλλων ομάδων) και η «παράδοση» που αυτά δημιουργούν. Κατά συνέπεια, το «αποδέχομαι μόνο την Αγία Γραφή» που επικαλούνται οι Προτεστάντες, αποτελεί μια φράση-κλισέ που δεν έχει απολύτως κανένα περιεχόμενο.]

Θεωρήσαμε πως η καλύτερη θεμελίωση για ένα άρθρο που πραγματεύεται τον ρόλο των Πατέρων της Εκκλησίας, αλλά και των Συνόδων στη διαφύλαξη της ορθής πίστης, είναι η διδασκαλία ενός Πατέρα της Εκκλησίας[4]. Επιλέξαμε τον άγιο Φώτιο τον Μεγάλο (9ος αι.), επειδή αναλύει σε βάθος ένα πλήθος σχετικών ζητημάτων με βάση τη μαρτυρία οκτώ αιώνων εκκλησιαστικής ζωής που προηγήθηκαν, αλλά και με βάση τις πολιτικές και θεολογικές αναταράξεις της εποχής του ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, οι κραδασμοί των οποίων φτάνουν μέχρι τις μέρες μας.

Ο Μέγας Φώτιος, το έργο και η θέση του στην Ορθόδοξη Εκκλησία
O Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος[5] (πρώτη πατριαρχία: 858-867, δεύτερη πατριαρχία: 877-886[6]), ο επονομαζόμενος και «Μέγας», ήταν η σημαντικότερη εκκλησιαστική και πνευματική προσωπικότητα των μεσο-βυζαντινών χρόνων[7], καθώς διακρίθηκε ως ιεράρχης, ιεραπόστολος, πρεσβευτής, διπλωμάτης, διδάσκαλος, εκκλησιαστικός συγγραφέας αλλά και λόγιος της αρχαίας ελληνικής γραμματείας[8].
Σύμφωνα με τον καθ. Νικόλαο Τωμαδάκη, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περίπου το 820 μ.Χ. [9] και πέθανε στις 6 Φεβρουαρίου 891[10], εξόριστος στη Μονή Αρμινιανών[11], αφού πρώτα τον εκθρόνισε βίαια ο αυτοκράτορας (και παλαιός μαθητής του) Λέοντας ΣΤ΄ ο επονομαζόμενος και Σοφός (886-912)[12] [η πρώτη βίαιη εκθρόνιση του Φωτίου έγινε στα 867 από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ για λόγους πολιτικής προσέγγισης με τη Δύση[13]].
Οι γονείς του Φωτίου ήταν εύποροι, από ανώτερη κοινωνική τάξη και πρόσφεραν στο γιο τους μια αξιόλογη μόρφωση[14]. Για το λόγο αυτό, ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την ανάπτυξη των γραμμάτων και την «αξιοποίηση του ανεξάντλητου πλούτου της κλασικής ελληνικής σοφίας»[15], μέσω της οποίας μας παραδόθηκαν αξιόλογα φιλολογικά έργα, σημαντικότερο εκ των οποίων η «Μυριόβιβλος» ή «Βιβλιοθήκη». Πρόκειται για μια εξαιρετικής σπουδαιότητας -καθώς μνημονεύει πλήθος απολεσθέντων έργων- συλλογή από αυτοτελή σημειώματα βιβλιογραφίας, βιβλιοκριτικής και περιληπτικής ανακεφαλαίωσης 279 βιβλίων του ειδωλολατρικού και χριστιανικού παρελθόντος τα οποία μελέτησε ο Μέγας Φώτιος[16].
Ως προς τις σχέσεις της Ορθοδοξίας με τη Δύση, το όνομα του συνδέθηκε με το πρώτο ρήγμα μεταξύ των Εκκλησιών Ρώμης και Κων/πόλεως, το λεγόμενο και «Φώτειο σχίσμα» (863-867), που έγινε με αφορμή το γεγονός ότι οι Βυζαντινοί, αγνόησαν πλήρως την απόφαση και τις αξιώσεις του Πάπα Νικολάου Α΄ (858-867) να καλέσει σύνοδο στη Ρώμη το 863 και ν’ αναγνωρίσει εκεί ως Πατριάρχη τον Ιγνάτιο, διατάσσοντας ταυτόχρονα τον αποσχηματισμό τουΦωτίου[17].
Σημαντικός σταθμός στο εκκλησιαστικό έργο του σπουδαίου ιεράρχη ήταν η Σύνοδος Κων/Πόλεως του 879-880 η οποία «εξέδωκεν αποφάσεις δογματικοσυμβολικού και κανονικού περιεχομένου, σχετικώς με τα ζητήματα των δύο Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως», υπό την προεδρία του Φωτίου[18]. Επρόκειτο για σύνοδο με συνείδηση Οικουμενικής Συνόδου, καθώς ανακήρυξε και αναγνώρισε τη σύνοδο του 787 ως εβδόμη Οικουμενική[19].  Στην Ορθοδοξία μάλιστα, η συγκεκριμένη σύνοδος επί Φωτίου συχνά καλείται 8η Οικουμενική, αν και κατά τον άγ. Νεκτάριο Αιγίνης, πρόκειται για σύνοδο «έχουσα μεν οικουμενικόν το κύρος, αλλ’ ουχί ακόμη και το όνομα, πριν ανακηρύξη αυτήν ως τοιαύτην, κατά το επικρατήσαν έθος, άλλη διάδοχος Οικουμενική Σύνοδος»[20].
Η Σύνοδος του 879 εξέδωσε δογματική απόφαση με την οποία προστάτεψε το Σύμβολο της Πίστεως από την περίφημη λατινική προσθήκη Φιλιόκβε, ενώ, χωρίς ν’ αμφισβητήσει το αρχαίο πρωτείο τιμής, απέκρουσε τις αξιώσεις του Πάπα για πρωτείο εξουσίας επί όλης της Εκκλησίας[21].
Λόγω της ανυποχώρητης στάσης του, η οποία διατυπώνεται ξεκάθαρα στα «κατά των λατινικών καινοτομιών» θεολογικά του συγγράμματα[22], ο Μέγας Φώτιος αποτέλεσε «το αντιλεγόμενον σημείον του μίσους» και η μνήμη του επί αιώνες πολεμήθηκε από τους Λατίνους[23] χωρίς όμως να καταφέρουν να τον παραγράψουν, ενώ, αντίθετα, στην Ανατολή αναγνωρίστηκε ως υπερασπιστής «της υγιούς δογματικής και εθιμικής παραδόσεως» και ως «σύμβολον της Ορθοδοξίας»[24].
Η μνήμη του αγίου Φωτίου του Μεγάλου τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 6 Φεβρουαρίου[25], ενώ, στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας», αυτό το «σπουδαιότατο δογματικό κείμενο της Ορθοδόξου Εκκλησίας»[26], αναφέρεται:
«Ιγνατίου, Φωτίου [...] των αγιωτάτων και ορθοδόξων πατριαρχών, αιωνία η μνήμη. Άπαντα τα κατά των αγίων πατριαρχών [...] Ιγνατίου, Φωτίου [...] γραφέντα ή λαληθέντα, ανάθεμα»[27].
Σύμφωνα με τον διεθνούς κύρους βυζαντινολόγο Αθανάσιο Παπαδόπουλο-Κεραμέα[28](που τοποθετεί τον θάνατο του Φωτίου στα 897), οι παραπάνω προσθήκες στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» πραγματοποιήθηκαν αμέσως μετά τον θάνατο του Μεγάλου Φωτίου, και κατά τον τρόπο αυτό, «ο Φώτιος […] πανηγυρικώς άμα και κανονικώς ενεγράφη συνοδικώς εν τω πίνακι των πατέρων της Εκκλησίας»[29].

Ένας Πατέρας της Εκκλησίας γράφει για τους Πατέρες της Εκκλησίας με αφορμή το Filioque (Φιλιόκβε)
Το γεγονός λοιπόν ότι «η αγία του Χριστού μεγάλη Εκκλησία», κατέταξε τον Μέγα Φώτιο«μετά των […] μεγάλων της Οικουμένης φωστήρων […] και την μνήμην αυτού γεραρεί [γεραίρω = τιμώ] εις αιώνα τον άπαντα»[30], μας δίνει ένα σημαντικό κίνητρο να μελετήσουμε τη διδασκαλία του σχετικά με το κύρος των Πατέρων και των Συνόδων στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τα δυσάρεστα αποτελέσματα που έχει η απομάκρυνση από τα διδάγματα τους.
Οι θέσεις του αγίου Φωτίου επάνω στα ζητήματα αυτά απαντώνται διάσπαρτες στο έργο του «Λόγος περί της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας»[31] και σε μια επιστολή του προς τον αρχιεπίσκοπο και μητροπολίτη της Ακυληίας[32], μιας πόλης κοντά στην Τεργέστη(βορειοανατολική Ιταλία)[33], η οποία κατά τα μέσα του 6ου αιώνα αποσχίστηκε από την Εκκλησία με αφορμή τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν σχετικά με την καταδίκη των «Τριών Κεφαλαίων»[34].
Κατά σύμπτωση μάλιστα, το περιεχόμενο των δύο αυτών κειμένων του Φωτίου, αφιερώνεται στο μέγα ζήτημα του Φιλιόκβε. Όπως γράφει ο Ιωάννης Καρμίρης:
«Η κατά του Filioque εξέγερσις των Ορθοδόξων ήτο τοιαύτη, ώστε ο Φώτιος ηναγκάσθη κατά τα οκτώ τελευταία έτη της ζωής του να γράψη και πάλιν κατ’ αυτού την επιστολήν του προς τον μητροπολίτην Ακυληίας […] και τον λόγον του περί της του Αγίου Πνεύματος μυσταγωγίας»[35].
Σύμφωνα με τον καθηγητή π. Γεώργιο Μεταλληνό, «ο Μέγας Φώτιος συνέλαβε την προϊούσα αλλοτρίωση του Δυτικού Χριστιανισμού, όπως φαίνεται στο σπουδαίο θεολογικό έργο του ‘’Περί της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας’’, που συνιστά έκτοτε την βασική πηγή για την κατανόηση του βάρους της αιρετικής διδασκαλίας του Filioque»[36].

Ποια είναι η αίρεση του Φιλιόκβε;
Επειδή τα προαναφερθέντα κείμενα του Φωτίου έχουν ως βασικό θέμα τους τοΦιλιόκβε, θεωρούμε σημαντικό ν’ αναδείξουμε τη σοβαρότητα της αίρεσης αυτής, ώστε να καταλάβουμε και την αντίστοιχη σπουδαιότητα της επίκλησης Πατέρων και Συνόδων ως προς τη χάραξη του ορθού κανόνα της πίστεως.

Filioque [=Φιλιόκβε], που σημαίνει «και εκ του Υιού», είναι μια αιρετική προσθήκη τωνΡωμαιοκαθολικών στη λατινική μετάφραση του  «Συμβόλου της Πίστεως»[37] (η προσθήκη με κόκκινα γράμματα):   
Και εις το Πνεύμα το άγιον,
Et in Spiritum Sanctum,
το κύριον, το ζωοποιόν,
dominum et vivificantem,
το εκ του Πατρός [και εκ του Υιού] εκπορευόμενον
qui ex Patre Filioque procedit.
            Γνωρίζουμε ότι το πρόβλημα του Φιλιόκβε ξεκινά από τη Δύση και εντοπίζεται αρχικά στο έργο «De Trinitate» 5,14 (Περί Τριάδος Ε΄,14) του ιερού Αυγουστίνου[38] (4ος-5ος αι.), με την εξής διατύπωση (όπως την παραθέτει ο Στυλ. Παπαδόπουλος):
«Ομολογητέον τον Πατέρα και τον Υιόν αρχήν είναι του αγίου Πνεύματος, ου δύο αρχάς» (στα λατινικά: «fatendum est Patrem et Filium principium esse Spiritus Sanctinonduo principia»)[39].
Σύμφωνα με τον πατρολόγο Στυλιανό Παπαδόπουλο, αυτό το Φιλιόκβε (το οποίο οΑυγουστίνος θεώρησε ως «δώρο» του Πατέρα προς τον Υιό και πίστευε ότι έτσι δεν καταργεί τον Πατέρα ως μοναδική Αρχή) είναι αποτέλεσμα της «έμμονης ιδέας του [Αυγουστίνου] ότι στην θεότητα δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός από την ουσία»[40]. Έτσι, η προτεραιότητα που έδινε στην ουσία του Θεού και όχι στα ιδιαίτερα και μοναδικά χαρακτηριστικά (τα λεγόμενα «υποστατικά ιδιώματα») που διακρίνουν το κάθε Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας(δηλ. τοαγέννητο του Πατέρα, το γεννητό του Υιού και το εκπορευτό του Αγίου Πνεύματος[41]), δημιούργησε στον Αυγουστίνο «πρόβλημα δυσεπίλυτο» ως προς τη «διάκριση των θείων προσώπων»[42] και έτσι οδηγήθηκε σε εσφαλμένη ερμηνεία της παραδεδομένης εκκλησιαστικής διδασκαλίας[43].
Το πρόβλημα όμως δεν σταμάτησε εκεί, διότι, κατά τον 6ο αιώνα στην Ισπανία, τοπικές σύνοδοι υιοθέτησαν ως δόγμα το Φιλιόκβε με σκοπό αντιαιρετικό, προκειμένου να «ενισχύσουν» το πρόσωπο του Υιού «προς απόκρουσιν υπαρχόντων ακόμη τότε εις την Ισπανίαν στοιχείων του Αρειανισμού»[44] (επειδή ο Αρειανισμός υποβαθμίζει τον Χριστό σε κτίσμα).
Τελικά, στα 800 μ.Χ., ο βασιλιάς των ΦράγκωνΚαρλομάγνος, στέφθηκε αυτοκράτορας του δυτικού τμήματος της παλαιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αμέσως διεκδίκησε και κατάφερε να υιοθετήσει για το κράτος του τον τίτλο «αγία ρωμαϊκή αυτοκρατορία της Δύσεως» και από τότε, το θεολογικό ζήτημα του Φιλιόκβε μετεξελίχθηκε και σε πολιτικό[45]: οι δυτικοί θα ισχυρίζονταν πλέον ότι αποτελούν τον γνήσιο συνεχιστή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα το Φιλιόκβε για να δηλώσουν δογματική υπεροχή έναντι των χριστιανών που δεν το υιοθετούσαν, τους οποίους χαρακτήριζαν «αιρετικούς»[46]. Παρά τις έντονες προσπάθειες του Πάπα Λέοντα Γ΄(που έστεψε τον Καρλομάγνο) ν’ αντισταθεί στην πολιτική εξουσία των Φράγκων με σκοπό την «διατήρησιν του Συμβόλου της πίστεως … χωρίς το filioque», προσπάθειες που συνεχίστηκαν από την Εκκλησία της Ρώμης μέχρι και τον 10ο αιώνα, τελικά, με την πίεση του αυτοκράτορα, «οριστικώς εισήχθη το filioque εις το Σύμβολον της Πίστεως της Δυτικής Εκκλησίας […] το 1014, επί Πάπα Βενεδίκτου του Η΄ […] [και] απετέλεσεν ένα από τους κυριωτέρους λόγους», για το μέγα σχίσμα του 1054[47].

Ως προς τη θεολογική εξέταση του Φιλιόκβε, αυτό που οφείλει να γίνει κατανοητό, είναι ότι στο Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο διατύπωσε στα ελληνικά η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος στην Κων/πολη (381), ο όρος «εκπόρευση» χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την αιτία ύπαρξης του Αγίου Πνεύματος. Και ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ο μέγας Πατέρας και δογματολόγος της Ορθοδοξίας, διδάσκει σαφώς ότι «ο Πατήρ πηγή και αιτία Υιού και Πνεύματος»[48]. Άρα, ο τρόπος υπάρξεως του Υιού είναι η (άχρονη και προαιώνια)γέννηση Του από τον Πατέρα (το Σύμβολο της Πίστεως μιλά για Υιό «εκ του Πατρός γεννηθέντα») και ο τρόπος υπάρξεως του Αγίου Πνεύματος είναι η (άχρονη και προαιώνια)εκπόρευση Του πάλι από τον Πατέρα (το Σύμβολο της Πίστεως μιλά για Άγιο Πνεύμα «εκ του Πατρός εκπορευόμενον»). Όπως λοιπόν θα ήταν μια τρομερή αίρεση να λέγαμε ότι τον Υιότον γεννά και ο Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα(!), ακριβώς η ίδια τρομερή αίρεση είναι να λέμε ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Πατέρα «και εκ του Υιού». Το Filioqueλοιπόν, είναι μια απαράδεκτη προσθήκη που κλονίζει το Τριαδικό Δόγμα.
Από το πλήθος των αντιαιρετικών επιχειρημάτων του Φωτίου, αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής:
Οι δύο αυτές «εκπορεύσεις» του Αγίου Πνεύματος και εκ του Πατρός, και εκ του Υιού, προσδιορίζουν μια βλάσφημη κατωτερότητα για το Άγιο Πνεύμα (PG 102, 284Α) αλλά επίσης, προσδιορίζουν και μια βλάσφημη υποτίμηση του Πατέρα, αφού, για να απαιτείται εκπόρευση και εκ του Υιού, σημαίνει ότι η εκπόρευση εκ του Πατρός είναι ατελής ή ανεπαρκής(!) (PG 102, 288BC). Και φυσικά, αν κλονιστεί η απαρασάλευτη τάξη των μοναδικών χαρακτηριστικών κάθε Προσώπου της Αγίας Τριάδας, τότε ισοπεδώνεται τοΤριαδικό Δόγμα, αφού η αιρετική σκέψη οδηγεί σε ντόμινο αυθαιρεσιών που εύλογα καταλήγει στην υπόθεση ότι και τα τρία Πρόσωπα θα γεννούν, και τα τρία θα εκπορεύουν, και τα τρία θα είναι αίτια των άλλων (PG 102, 289Α-292C).
Βεβαίως, κατά την ανάλυση του προβλήματος που δημιουργεί η προσθήκη τουΦιλιόκβε, επισημαίνεται ότι στο Σύμβολο των Λατίνων, όπως είδαμε παραπάνω, γίνεται χρήση του όρου «procedere»: «qui ex Patre Filioque procedit».
Σύμφωνα με τον δογματολόγο Ι. Ρωμανίδηστην Ανατολή «η λέξη εκπόρευση έχει την σημασία μόνον του τρόπου υπάρξεως» όμως στα λατινικά, ο όρος «εκπόρευση» και ο όρος «πέμψη» αποδίδονται με το όνομα «procedere» το οποίο έχει και τις δύο σημασίες[49]. Όμως και πάλι, το Filioque του λατινικού Συμβόλου δεν μπορεί να εκληφθεί ως δήθεν ορθόδοξο με τη δικαιολογία ότι βασίζεται στα λόγια του Χριστού, «όταν δε έλθη ο παράκλητος[50] ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πατρός» (Ιω. 15,26), διότι, όπως επισημαίνει οΙωάννης Ρωμανίδηςτο εδάφιο του Συμβόλου της Πίστεως στο οποίο πρόσθεσαν οι Λατίνοι το Φιλιόκβε, δεν αναφέρεται στον ερχομό του Παρακλήτου στον κόσμο, αλλά προσδιορίζει το αίτιο ύπαρξης του Αγίου Πνεύματος, που δεν μπορεί να είναι άλλο από τον Πατέρα και μόνο[51] (άλλωστε, στο ίδιο ακριβώς εδάφιο (Ιω. 15,26) που οι Λατίνοιεπικαλούνται ως στήριγμα του Φιλιόκβε, ξεχωρίζει η έκφραση «παρά του Πατρός», η οποία -όπως σημειώνει ο Μέγας Φώτιος- επιβεβαιώνει την ορθόδοξη θέση [PG 102, 397D και εξής].

Στο σημείο αυτό, πρέπει να επισημάνουμε τον τρόπο παραπομπής στα κείμενα του Φωτίουπου θα αναλύσουμε παρακάτω:
- Στην Επιστολή ΚΔ΄ προς τον μητροπολίτη Ακυληίας, θα παραπέμπουμε με το σύμβολο: (Επ.ΚΔ΄).
Το κείμενο της επιστολής αντλούμε από την γνωστή Patrologia Graeca του J.P. Migne (θα παραπέμπουμε με το σύμβολο PG).
Επίσης, χρησιμοποιούμε μια νεοελληνική μετάφραση της επιστολής από τη σειρά «Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας» και τον τόμο: Φωτίου Πατριάρχου Κων/πόλεως, Άπαντα #13 (σειρά Ε.Π.Ε. #142), εκδ. Μερετάκη «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 240-267. Στον τόμο αυτό θα παραπέμπουμε με το σύμβολο «Μερετάκης 13» ακολουθούμενο από τον αριθμό σελίδας.
Για τα χρήσιμα σχόλια που περιέχει, χρησιμοποιούμε και μια παλαιότερη έκδοση, σε επιμέλεια Ιωάννη Βαλέττα, με τίτλο «Φωτίου του σοφωτάτου και αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Επιστολαί» (εν Λονδίνω 1864).

- Στην ομιλία με τίτλο «Περί της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας», θα παραπέμπουμε με το σύμβολο: (ΑΠΜ).
Το κείμενο της ομιλίας αντλούμε και πάλι από την Patrologia Graeca.
Επίσης, χρησιμοποιούμε μια νεοελληνική μετάφραση από τη σειρά «Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας» και τον τόμο: Φωτίου Πατριάρχου Κων/πόλεως, Άπαντα #4 (σειρά Ε.Π.Ε. #133), εκδ. Μερετάκη «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 338-447. Στον τόμο αυτό θα παραπέμπουμε με το σύμβολο «Μερετάκης 4» ακολουθούμενο από τον αριθμό σελίδας.

Ας δούμε τώρα τα σημαντικότερα ζητήματα που θίγει στα δύο του έργα ο Μέγας Φώτιος, σχετικά με τον ρόλο των Πατέρων και των Συνόδων στην αντιμετώπιση της αίρεσης και στη χάραξη του ορθού δόγματος.

Οι Λατίνοι αιρετικοί δεν έχουν δικαιολογία για την πλάνη τους, αφού η Δύση διέθετε ιεράρχες που ακολουθούσαν την ορθή πίστη
Ο Μέγας Φώτιος γράφει:
«Έφτασε στ’ αυτιά μας, ότι κάποιοι στη Δύση εισάγουν πλάγια στην πίστη ότι το θείο και πανάγιο Πνεύμα εκπορεύεται, όχι μόνο από τον Θεό και Πατέρα, αλλά και από τον Υιό, και από αυτό προκαλούν μεγάλη βλάβη με τη διδασκαλία αυτή σε όσους την αποδέχονται.» (Επ.ΚΔ΄)[52].
Αυτό όμως, για τον Φώτιο αποτελεί απαράδεκτο νεωτερισμό, διότι θεωρεί την «Ρωμαϊκή Εκκλησία σύμφωνη και αποδεχόμενη την κοινή πίστη με τους άλλους τέσσερις αρχιερατικούς θρόνους» (Επ.ΚΔ΄)[53]. Ο Θεός, μας λέει ο εξέχων ιεράρχης, «όπως στα μέρη της Ανατολής, έτσι και στη Δύση τελεσιουργώντας φωστήρες και οδηγούς, τους τοποθετεί στο ύψος των αρχιερατικών θρόνων για να λάμπουν καθημερινά και να καταφωτίζουν τον νου και την ψυχή πολλών» (Επ.ΚΔ΄)[54], και επισημαίνει ότι «δεν είναι τόσο σπάνιοι οι κήρυκες στην Εκκλησία των Δυτικών, αλλά υπάρχουν […] όχι και λίγοι» (Επ.ΚΔ΄)[55].
Η ορθή πίστη, έως τότε, χαράχτηκε επιτυχώς από «ιερούς και μακάριους αρχιερείς της Ρώμης […] που καταφώτισαν με την ορθοδοξία τη Δύση» (ΑΠΜ)[56] και οι ισχυρισμοί των Λατίνων αιρετικών εύκολα καταρρίπτονται όταν φέρουμε στο νου μας Πάπες όπως ο από «ορθοδοξίαν αστράπτων», «τρισμακάριος Δάμασος [366-384[57]]» (ΑΠΜ)[58], ο «Κελεστίνος [423-432]», ο οποίος το Φιλιόκβε «δεν το είπε, δεν το άκουσε, δεν το δέχθηκε» (ΑΠΜ)[59], «ο Λέων […] ο παλαιός [δηλ. Λέων ο Α΄, 440-461[60]], και […] ο νέος Λέων [δηλ. Λέων ο Γ΄, 795-816[61]] […] [οι οποίοι] πιστεύουν τα ίδια με την καθολική και αποστολική Εκκλησία […] ότι το άγιο Πνεύμα […]εκπορεύεται από τον Πατέρα, και όχι και από τον Υιό.» (Επ.ΚΔ΄)[62].
Επίσης, ο παλαιότερος «Βιγίλιος [538-555]» εξίσου «διακήρυξε […] ότι το πανάγιο και ομοούσιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα», και κάθε τι άλλο από αυτό, ο Βιγίλιος το «δένει με τα ίσα δεσμά του αναθέματος» (ΑΠΜ)[63]. Φυσικά, το Σύμβολο της Πίστεως τήρησε ανέπαφο οθείος και ιερός «Γρηγόριος [590-604]» (ΑΠΜ)[64] ο επονομαζόμενος και «Διάλογος» που τιμάται ως άγιος και από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 12 Μαρτίου[65]. Στη σειρά των αντίθετων με τοΦιλιόκβε Παπών, προστίθενται από τον Φώτιο οι «Αγάθωνας [678-682]» (ΑΠΜ)[66] και «Ζαχαρίας[741-752]» (ΑΠΜ)[67] αλλά και ο προκάτοχος του Λέοντα Γ΄, ο Πάπας «Αδριανός [771-795] που πηδαλιούχησε τον ίδιο αποστολικό θρόνο», και σε επιστολές του «φαίνεται ολοκάθαρα και ολοφάνερα ότι πιστεύει πως το άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα, και όχι από τον Υιό»(Επ.ΚΔ΄)[68]. Στους αρχιερείς της Ρώμης που δεν αποδέχτηκαν το Φιλιόκβε, προσθέτει και τον σύγχρονό του «Πάπα Ιωάννη [τον Η΄, 872-882]», ο οποίος, όπως λέει ο Φώτιος, «συμφωνούσε μαζί μας για την πίστη, με την εκφώνηση του συμβόλου της πίστεως» (ΑΠΜ)[69] (βλ. και Επ.ΚΔ΄)[70].
Ως σημαντικές προσπάθειες προστασίας του Συμβόλου της Πίστεως στη Δύση, ο Μέγας Φώτιος αναφέρει τα εξής:
«Ο Λέων πάλι [ο Γ΄, 795-816] και ο Βενέδικτος [ο Γ΄, 855-858] […] νομοθέτησαν να εκφωνείται στα ελληνικά κατά τη θεία λειτουργία το σύμβολο της πίστεως στη Ρώμη και στις Εκκλησίες της εξουσίας της, για να μη δώσει η αδυναμία διατύπωσης της γλώσσας αφορμή για βλασφημία.» (ΑΠΜ)[71].
Και βεβαίως, όπως γράφει ο Ιωάννης Καλογήρου, χαρακτηριστική είναι η ενέργεια του Πάπα Λέοντα Γ΄, ο οποίος «ετοποθέτησεν […] εις την είσοδον του ναού του Αγίου Πέτρου εις την Ρώμην, από την μίαν και από την άλλην πλευράν, δύο αργυράς πλάκας με χαραγμένον εις αυτάς το Σύμβολον της πίστεως, εις γλώσσαν ελληνικήν, εις την μίαν, και λατινικήν, εις την άλλην, χωρίς την προσθήκην του filioque»[72].
Αυτό το γεγονός είναι τόσο χαρακτηριστικό, που αποδεικνύει ότι τουλάχιστον προς τα τέλη του 8ου αιώνα, το Φιλιόκβε δεν μπορούσε πλέον να περνά ως ένα «θεολογούμενο» άνευ σημασίας, πήρε διαστάσεις επικίνδυνες, και θεωρήθηκε προσθήκη αιρετική που αλλοιώνει την αρχαία πίστη. Ο Μέγας Φώτιος μνημονεύει την πράξη του Λέοντα Γ΄ και στα δύο του έργα, τρεις φορές συνολικά:
«Ο μεταγενέστερος Λέων […] παρέδωσε στη Δύση να δοξολογούν και να θεολογούν την αγία Τριάδα με τον Ελληνικό λόγο, με τον οποίο και αρχικά διατυπώθηκε. Και δεν το έκανε με λόγο μόνο και διάταγμα, αλλά και αφού έφτιαξε κάποιους θυρεούς και έγραφε σαν σε κάποιες στήλες αυτό και τους έθεσε ώστε να τους βλέπουν όλοι, τους τοποθέτησε στις πύλες του ναού, ώστε να είναι σε όλους εύκολο να μαθαίνουν ανόθευτη την γνήσια πίστη» (Επ.ΚΔ΄)[73] (βλ. και ΑΠΜ)[74].

Ο Μέγας Φώτιος αρνείται το πρωτείο εξουσίας του Πάπα και θεωρεί ότι η υπεράσπιση του δόγματος έγινε στην Ανατολή και από εκεί έφτασε η ορθή πίστη στη Δύση
Το πλήθος των παραπάνω αναφορών σε αρχιερείς της Ρώμης που έμειναν πιστοί στο αρχαίο δόγμα, δεν θα πρέπει να μας ξεγελάει ότι ο Φώτιος έκανε οποιαδήποτε υποχώρηση στο ζήτημα του παπικού πρωτείου. Μπορεί, όπως είδαμε, να τιμά τον Αγάθωνα επειδή φύλαξε απαράλλακτο το Σύμβολο της Πίστεως, όμως γνωρίζουμε πως «ο Πάπας Αγάθων», «προέβαλλεν εντόνως» «την θεωρίαν» ότι η Ρώμη κατείχε «πρωτείον εκκλησιαστικής αυθεντίας, δογματικής δε εν προκειμένω αυθεντίας με χαρακτήρα ‘’αλαθήτου’’»[75].

[Σημείωση: Την περίφημη θεωρία περί «Παπικού Πρωτείου», στηρίζουν οιΡωμαιοκαθολικοί σε δύο κατασκευασμένες από τους ίδιους βάσεις: «Πρώτον το υποτιθέμενον πρωτείον εξουσίας του Πέτρου επί των άλλων μαθητών και δεύτερον την επισκόπευσιν του Πέτρου εν Ρώμη»[76]. Ένα από τα σημαντικά γι’ αυτούς εδάφια, είναι τοΜατθ. 16,18: «συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν».
Δυστυχώς, οι Λατίνοι, παραβλέποντας πλήθος άλλων εδαφίων της Καινής Διαθήκης που αποκλείουν κάθε περίπτωση πρωτοκαθεδρίας του Πέτρου ανάμεσα στους Αποστόλους (π.χ. Γαλ. 2,7· 2,9· 2,11), θεώρησαν αυθαίρετα ότι «ο Κύριος εχορήγησεν εις τον Πέτρον πρωτείον εξουσίας ή ώρισε την μετάδοσιν αυτού εις τους επισκόπους της Ρώμης»[77]. Έτσι, στηριγμένοι και σε αβέβαιες, μεταγενέστερες παραδόσεις, και διαπράττοντας «κραυγαλέες πλαστογραφήσεις της Ιστορίας»[78], σύνδεσαν το εν λόγω εδάφιο με τους μεταγενέστερους Πάπες ως «διαδόχους» του αποστόλου, επειδή ο Πέτροςέγινε δήθεν επίσκοπος Ρώμης επί 25 χρόνια· όμως, η εικασία «ότι ο Πέτρος επεσκόπευσεν επί 25 έτη εν Ρώμη», «παραμένει άνευ ιστορικής τινός βάσεως»[79] και γι’ αυτό, ο καθ.Χρήστος Βούλγαρης σημειώνει ότι «το πρωτείον της εκκλησίας της Ρώμης επί του Πέτρου, αποτελεί καθαράν διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητος και ενσυνείδητον απάτην»[80]. Άλλωστε, και μόνο το γεγονός ότι ο Χριστός, ο ιδρυτής της Εκκλησίας, μαρτύρησε στην Ιερουσαλήμ, θα ήταν αρκετό για να διατυπώσει κάποιος την αντίρρηση ότι η πρωτοκαθεδρία πρέπει να ανήκει όχι στον Ρώμης, αλλά στον ΠατριάρχηΙεροσολύμων[81].]

Αυτό το εξουσιαστικό πρωτείο της Ρώμης απορρίπτει η Ορθόδοξη Εκκλησία, και όπως διδάσκει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πρώτιστη σημασία στο περίφημο εδάφιο Ματθ. 16,18 δεν έχει ο Πέτρος ως πρόσωπο, αλλά η ομολογία που έδωσε στο Ματθ. 16,16 συνοδευόμενη από γνήσια πίστη[82]· αυτή είναι «πέτρα» επί της οποίας χτίστηκε η Εκκλησία.
Ο Φώτιος, απαντώντας, προφανώς, στις παραχαράξεις των Λατίνων, απορρίπτει το παπικό πρωτείο εξουσίας και γράφει:
«Έτσι λοιπόν συμφωνώντας και ομολογώντας η Ρωμαϊκή Εκκλησία με τους τέσσερις άλλους αρχιερατικούς θρόνους, και όντας ιδρυμένη και στηριγμένη πάνω στην πέτρα των λόγων του Κυρίου η Εκκλησία [..] ούτε οι πύλες του άδη, δηλαδή τα απύλωτα στόματα των αιρετικών, δεν μπορούν με τίποτε να αντισταθούν σ’ αυτήν» (Επ.ΚΔ΄)[83].
Είναι εδώ φανερό ότι ο Μέγας Φώτιος ερμηνεύει το Ματθ. 16,18 σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση και όχι όπως επιθυμεί η Ρώμη, ενώ δεν αποδέχεται ούτε κάποιο θεολογικό-δογματικό πρωτείο για την Ρώμη. Αυτό κάνει ακόμη σαφέστερο σε άλλο σημείο όπου γράφει:
«Αναζητείς Πατέρες συνηγόρους της γνώμης σου; Έχεις […] τον αμέτρητο χορό των θεοφόρων Πατέρων, από τους οποίους αφού διδάχθηκαν και οι αρχιερείς της Ρώμης που αναφέραμε προηγουμένως και παρέλαβαν από το προεκτεθειμένο άγιο σύμβολο απαραχάρακτο το δόγμα της Τριαδικής ομοουσιότητας, το παρέδωσαν στις περιοχές όλης της δύσης(Επ.ΚΔ΄)[84].
Άρα λοιπόν, όχι μόνο η Ρώμη τοποθετείται στο ίδιο ακριβώς επίπεδο με τους «τέσσερις άλλους αρχιερατικούς θρόνους», επιπλέον όμως, οι Πάπες οφείλουν να θυμούνται ότι παρέλαβαν το δόγμα από την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στην Κων/ποληκαι λόγω του πλήθους των Πατέρων της Ανατολής (150 ανατολικοί επίσκοποι και κανείς από τη Δύση[85]) αρχικά προσδιοριζόταν ως «γενική σύνοδος μόνον του ανατολικού κράτους, αργότερον όμως ανεγνωρίσθη ως Οικουμενική και από τους Δυτικούς»[86].

Η λατινική γλώσσα ως πηγή θεολογικών προβλημάτων
Ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα θίγει ο Μέγας Φώτιος σχετικά με τη γλώσσα που πρωτοδιατυπώθηκαν τα αιώνια και απαραβίαστα δογματικά όρια που έθεσαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι, και το πρόβλημα που δημιουργούσε η μεταφορά τους στην φτωχότερη σε νοήματα λατινική. Φέρνοντας ως παράδειγμα την ενέργεια των Λέοντα Γ΄ και Βενέδικτου Γ΄ να νομοθετήσουν ώστε το Σύμβολο της Πίστεως, κατά τη Θεία Λειτουργία να εκφωνείται στα ελληνικά, γράφει:
«Συχνά η Λατινική γλώσσα, αναπτύσσοντας την ιερή διδασκαλία των Πατέρων μας,εξαιτίας της φτώχειας της σε νοήματα και της αδυναμίας της να απλωθεί στο πλάτος της Ελληνικής, δεν συνέθετε το λόγο της καθαρά ούτε ειλικρινά ούτε τον προσάρμοζε πιστά στο νόημα, και σε πολλούς προξενούσε γύρω από την πίστη υπόνοια ετεροθρησκείας η στενότητα των ονομάτων, επειδή δεν επαρκούσε να διερμηνεύει την ακρίβεια της σκέψης» (ΑΠΜ)[87].

Το ζήτημα της λατινικής γλώσσας ήταν πράγματι ένας σοβαρός ιστορικός παράγοντας που απομάκρυνε τη Δύση από την Παράδοση της Ανατολής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι «ο ι. Αυγουστίνος δεν γνώριζε επαρκώς την ελληνική γλώσσα και δεν κατόρθωσε να παρακολουθήση τη θεολογική παράδοση των μεγάλων πατέρων και των εκκλησιαστικών συγγραφέων της Ανατολής»[88].

Η Συμφωνία Πατέρων (Consensus Patrum) δεν αναιρείται από τη μεμονωμένη και ευκαιριακή διαφωνία
Από τη μελέτη των δύο αυτών έργων του Φωτίου, προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι οπαδοί του Φιλιόκβε επικαλούνται ως συμμάχους τους τρεις σημαντικούς θεολόγους της Δύσης. ΟΜέγας Φώτιος γράφει:
«Προφασίζονται ότι αυτό [δηλ. το Φιλιόκβε] είπε ο Αμβρόσιος  [339-397[89]στους λόγους του για το Πνεύμα, ακόμα και ο Αυγουστίνος [354-430] και ο Ιερώνυμος [347-420]» (ΑΠΜ)[90].
Επειδή αναφέρει τα ονόματα τους τουλάχιστον πέντε φορές στα δύο κείμενα, καταλαβαίνουμε ότι οι διάσημοι αυτοί θεολόγοι ήταν τα «ισχυρά χαρτιά» των αιρετικών και τους πρόβαλαν διαρκώς για να στηρίξουν τις θέσεις τους.
Μελετώντας πάντως τα εν λόγω κείμενα του Φωτίου διάφορες σκέψεις προκύπτουν:
Καταρχάς, δεν αποκλείει ρητά την πιθανότητα να έγιναν εσφαλμένες διατυπώσεις από τους τρεις Πατέρες. Λογικά, αν ο Φώτιος γνώριζε με βεβαιότητα ότι οι τρεις εξέχοντες θεολόγοι ουδέποτε διατύπωσαν παρεξηγήσιμες θέσεις σχετικά με το Φιλιόκβε, θα το έγραφε χωρίς να διστάσει· θα εξέταζε ένα προς ένα τα επιχειρήματα των αιρετικών και θα τα κατέρριπτε. Όμως, σωστά επισημαίνει ο Στυλ. Παπαδόπουλος, ότι ο Φώτιος «δεν ανασκεύασε συγκεκριμένα χωρία» τους[91], αλλά προσπάθησε να τους υπερασπιστεί παραδίδοντας μας μια πολύτιμη διδασκαλία σχετικά με την υπαρκτή πιθανότητα ένας Πατέρας της Εκκλησίας να κάνει λάθος χωρίς να χάσει το θεολογικό του κύρος, και προωθώντας τη σημασία της Συμφωνίας Πατέρων και των Συνοδικών αποφάσεων στη διατύπωση της ορθής πίστης.
Και πάλι όμως, το γεγονός ότι δεν αποκλείει ρητά την πιθανότητα λάθους, δεν σημαίνει ότι ο Φώτιος ήξερε πως οι αιρετικοί είχαν δίκιο. Μπορεί απλώς να είχε περιορισμένη γνώση του έργου των Λατίνων Πατέρων, κυρίως από ανθολόγια, πρόβλημα που ήταν γενικότερο στην Ανατολή[92], και έτσι δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει όσα έλεγαν οι οπαδοί τουΦιλιόκβε.
Σχετικά με τα τρία αυτά πρόσωπα, ο δογματολόγος Νικόλαος Ματσούκας γράφει πως «ο Φώτιος υπερασπίζεται τον Αυγουστίνο και τον Ιερώνυμο· θεωρεί τις απόψεις των συγχρόνων του δυτικών ως παραχαράξεις της πραγματικής διδασκαλίας των δύο αυτών θεολόγων. Ωστόσο η Ρώμη αποδίδει στον Αμβρόσιο ασάφειες που δημιούργησαν κάποια ομίχλη στο θέμα του Filioque»[93].
Και ο Ιωάννης Ρωμανίδης σημειώνει:
«Εις τον Αμβρόσιον η εκ του Υιού εκπόρευσις σημαίνει την εν χρόνω πέμψιν του Αγίου Πνεύματος, αλλ’ ουχί τον τρόπον της υπάρξεως Αυτού, ενώ εις τον Αυγουστίνον η εκπόρευσις σημαίνει και πέμψιν αλλά και τρόπον υπάρξεως. Η διδασκαλία του Αμβροσίου είναι Ορθόδοξος ενώ του Αυγουστίνου δεν είναι»[94].
Με μια πρόχειρη έρευνα μας στη βιβλιογραφία, είδαμε πως ο Αυγουστίνος είναι αυτός που κυρίως βαρύνεται με την ευθύνη της πρώιμης διατύπωσης ενός προβληματικού Φιλιόκβε. Αντιθέτως, δεν καταφέραμε να βρούμε κάποιον έγκυρο ερευνητή που να συνδέει τον Ιερώνυμο με το πρόβλημα αυτό.
Αυτό πάντως που μας απασχολεί στο παρόν άρθρο δεν είναι τα συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά η διδασκαλία του Μεγάλου Φωτίου σχετικά με το κύρος των Πατέρων. Και επάνω σ’ αυτό, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θέση του σχετικά με το περίφημο ζήτημα της Συμφωνίας Πατέρων (Consensus Patrum).
Γράφει ο Μέγας Φώτιος:
«Μπορούμε όμως πρώτον να πούμε σ’ αυτούς αυτό που είναι ολοφάνερο σε όλους, ότι, αν αυτόν τον λόγο [δηλ. το Φιλιόκβε] τον είπαν δέκα ή και είκοσι από τους πατέρες, είναι άπειροι όμως εκείνοι που δεν τον είπαν. Ποιοι είναι αυτοί που υβρίζουν τους πατέρες; Αυτοί πουπεριορίζουν το σύνολο της ευσέβειάς τους σε λίγους και σε αυτούς μάλιστα που αντιλέγουν και αντιτάσσονται σε οικουμενικές συνόδους και αντιμάχονται αμέτρητο πλήθος θεοφόρων πατέρων, ή αυτοί που παραλαμβάνουν πολλαπλάσιους συνηγόρους; Υβρίζει κάποιος τους Πατέρες, όπως λέγεις, αν δεν λέγει ότι το Πνεύμα εκπορεύεται από τον Υιό, γιατί έτσι εκείνοι μίλησαν. Και πως δενυβρίζει πολλαπλάσιους αυτός που λέγει αυτό το πράγμα;» (Επ.ΚΔ΄)[95].
Και αλλού:
«Αλλ’ είπαν, λέγει, οι Πατέρες ότι το Πνεύμα εκπορεύεται από τον Υιό; Ναι, αλλά λίγοι στον αριθμόΟι περισσότεροι αρνήθηκαν να το πουν […] Αναζητείς Πατέρες συνηγόρους της γνώμης σου; Έχεις τον ίδιο τον Κύριο, τις αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων, τον αμέτρητο χορό των θεοφόρων Πατέρων» (Επ.ΚΔ΄)[96].

Η θέση του σπουδαίου ιεράρχη της Ανατολής, είναι σαφής:
Όταν μιλάμε για Συμφωνία Πατέρων, εννοούμε συμφωνία της συντριπτικής πλειοψηφίας τους, σε ποσοστό τέτοιο που η διαφορά των αριθμών των μεν και των δε, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία για την ορθή κατεύθυνση. Και βεβαίως, οι ισχυρισμοί των αιρετικών δεν έχουν καμία τύχη, όταν αυτή η συντριπτική πλειοψηφία βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με εκφρασμένες θέσεις Οικουμενικών Συνόδων.
Εδώ χρειάζονται, ίσως, δύο παρατηρήσεις:
1) Είναι δεδομένη η διαρκής αμφιβολία που εκφράζει ο Φώτιος στα δύο έργα του, αν όντως οι ΑυγουστίνοςΑμβρόσιος και Ιερώνυμος αναφέρθηκαν στο Φιλιόκβε. Αυτή η αμφιβολία, δεν ταιριάζει με τη βεβαιότητα της φράσης: «είπαν … οι Πατέρες ότι το Πνεύμα εκπορεύεται από τον Υιό; Ναι αλλά λίγοι». Κατά συνέπεια, αυτό το σίγουρο «Ναι» δεν μπορεί να αφορά τα τρία αυτά πρόσωπα. Πρόκειται μάλλον, για άλλους ιεράρχες της Δύσης που ο Φώτιος γνώριζε ότι συμφωνούσαν με τους αιρετικούς.
2) Η Συμφωνία Πατέρων, είναι μια έννοια που αφορά τις ανεξάρτητες σύμφωνες γνώμεςπου έχουν διατυπώσει κατά καιρούς οι Πατέρες. Γι’ αυτό μιλάμε για πλειοψηφία. Είναι διαφορετική περίπτωση η ομαδική συμμετοχή Επισκόπων-Πατέρων σε μία Οικουμενική Σύνοδο, όπου εκεί δεν ισχύει η πλειοψηφία, αλλά οι αποφάσεις σε ζητήματα πίστεως, λαμβάνονται πάντα με βάση την αρχή της ομοφωνίας[97].

Η Συμφωνία Πατέρων ισχύει ακόμα και όταν παρατηρούνται χάσματα στην ιστορική μας γνώση
Μία ακόμη ενδιαφέρουσα παράμετρος που εμπεριέχεται στη διδασκαλία του Φωτίου για τηΣυμφωνία Πατέρων είναι η εξής:
«Αν λοιπόν ο Ζαχαρίας και ο Γρηγόριοςπου τόσο απέχουν χρονικά ο ένας από τον άλλο, δεν είχαν διαφορετικές γνώμες μεταξύ τους για την εκπόρευση του παναγίου Πνεύματος, είναι φανερό ότι και ο ανάμεσα στους δύο ιερός χορός των προϊσταμένων κατά διαδοχή της Ρωμαϊκής Εκκλησίας πρέσβευαν και τηρούσαν χωρίς νεωτερισμούς την ίδια πίστη. Γιατί, όπως από τα άκρα συγκρατούνται και συναπαρτίζονται τα ενδιάμεσα ευκολότερα, έτσι συγκροτούνται και συγκατευθύνονται» (ΑΠΜ)[98].

Στο παραπάνω απόσπασμα, η ουσία δεν βρίσκεται στα δύο αυτά πρόσωπα, τον Γρηγόριοκαι τον Ζαχαρία. Ο Μέγας Φώτιος μας έχει πει ήδη πως η ορθή πίστη διαθέτει μέγα πλήθος μαρτυριών και αποφάσεων υπέρ της. Στις περιπτώσεις όμως που παρατηρούνται χάσματα στις γνώσεις μας για κάποιες ιστορικές περιόδους, λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη την ομοιομορφία των μαρτυριών στην αρχή και στο τέλος του χάσματος και εύκολα υποθέτουμε ότι ο «Κανόνας της Πίστεως» τηρούνταν κανονικά στη «σκοτεινή» αυτή περίοδο, ακόμα κι αν υπήρξαν μεμονωμένες εξαιρέσεις.

Η αποσιώπηση ακόμα και μιας σημαντικής δογματικής διδασκαλίας, από έναν Πατέρα της Εκκλησίας, δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως συμφωνία με την αίρεση
Ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα θίγει ο Μέγας Φώτιος, που το συναντάμε συχνά σε διαλόγους με αιρετικούς, οι οποίοι, στην προσπάθεια τους να βρουν συμμάχους και χωρίς να έχουν άλλα στηρίγματα, προσπαθούν να μετατρέψουν την σιωπή των Πατέρων, σε συμφωνία με τις αιρετικές τους θέσεις.
Αυτό, μας λέει ο Φώτιος δεν θα πρέπει να το επιτρέψουμε, διότι ο Πατέρας της Εκκλησίας, «οικονομώντας τους λόγους του με κρίση και μεθοδεύοντας μάλλον να ανακηρύσσεται με βαθμιαία επίδοση η ευσέβεια (γιατί αν εισχωρήσει ήρεμα στις ψυχές των ανθρώπων, αναδίδεται δυνατότερη η φλόγα του δόγματος, ενώ με την ταχύτητα και την ξαφνική προσβολή της λάμψης πολλές φορές το μάτι του νου, και μάλιστα των πολλών, συνήθως θαμπώνει, όπως βέβαια και η αστραπή προξενεί επισκότιση στα μάτια, και μάλιστα  στα πιο ασθενικά), γι’ αυτό αποσιωπά βέβαια  αυτό που φλεγόταν περισσότερο από κάθε άλλο να κηρύττει, κρατούσε όμως τη σιωπή, ώστε, όταν ερχόταν η ώρα να μπορεί να κηρύττει αυτό που αποσιωπούσε με πιο μεγάλη φωνή. Θα μπορούσε να συγγράψει πολυσέλιδο βιβλίο, αν κάποιος θελήσει να παραδώσει γραπτά τα ονόματα αυτών και τις αίτιες, για τις όποιες συχνά δεν πρόβαλλαν το άνθος της αλήθειας, ώστε και το άνθος να γίνει ωραιότερο και η βλάστηση να αυξηθεί περισσότερο και να συλλέξουν καρπό πολλαπλάσιο. Αλλ’ εκείνους βέβαια τους θαυμάζομε και για την πάνω από το λόγο έμπνευση και τη σοφή οικονομία.» (ΑΠΜ)[99].

Σύμφωνα με τον Φώτιο λοιπόν, η σιωπή των Πατέρων δεν είναι τίποτε περίεργο ή μεμπτό, αφού μπορεί να έχει ως αιτία αυτό που περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στο Α΄ Κορ. 3,2 ή στοΕβρ. 5,13-14. Πάντως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιτρέψουμε στους αιρετικούς, να μετατρέψουν τη σιωπή των Πατέρων σε δήθεν συμφωνία με τις δικές τους πλάνες.

Δεν πρέπει να βιαζόμαστε να καταλογίσουμε σφάλμα σε έναν Πατέρα της Εκκλησίας, αλλά οφείλουμε να εξετάζουμε όλες τις πιθανότητες
Σύμφωνα με τον Μέγα Φώτιο, ένας Πατέρας της Εκκλησίας είναι πρόσωπο με χαρίσματα «αξιοθαύμαστα», που ακτινοβολεί «αρετή» και «ευσέβεια» (ΑΠΜ)[100] και η «λαμπρότητα του βίου του» συνοδεύεται από «άμεμπτη» πίστη (Επ.ΚΔ΄)[101]. Κατά συνέπεια, τυχόν ενδοιασμός μας για τις απόψεις ενός Πατέρα της Εκκλησίας, δεν πρέπει να μετατρέπεται σε επιπόλαιη «καταδίκη» αυτού χωρίς να προηγηθεί έρευνα:
«[Λέτε εσείς οι αιρετικοί, πως κάποιοι Πατέρες συμφώνησαν] ότι το Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό. Και από που μπορεί να επιβεβαιωθεί και να το πιστέψομε, έχοντας περάσει τόσος χρόνος, ότι δεν κακοποιήθηκαν τα γραπτά τους;» (ΑΠΜ)[102] (σε άλλο σημείο κατηγορεί οΦώτιος ανοιχτά τους αιρετικούς, λέγοντας πως είναι πιθανό να «έχουν οι πνευματομάχοι νοθεύσει τα συγγράμματα [των Πατέρων]» (ΑΠΜ)[103]).
Και δεν είναι μόνο αυτό. Είναι πιθανόν, οι Πατέρες να κατηγορούνται επειδή «μίλησαν ίσως κατ’ οικονομίαν» (ΑΠΜ)[104] (βλ. και Επ.ΚΔ΄[105]) και είναι ισχυρό το παράδειγμα που μας δίνει οΑπόστολος Παύλος:
«Τα είπαν αυτά εκείνοι που λες εσύ. Αν όμως τα είπαν από κάποια περιστασιακή ανάγκη ή αμυνόμενοι στη λύσσα των εθνικών ή αντικρούοντας κάποια άλλη αιρετική δοξασία, ή από συγκατάβαση στην αδυναμία των ακροατών του […] πως εσύ αυτό που έχει λεχθεί όχι με έννοια δογματική, κάνοντας το δόγμα και νόμο, προξενείς στον εαυτό σου βέβαια απώλεια […] Είπε ο κήρυκας της οικουμένης [δηλ. ο Απόστολος Παύλος] […] στους εθνικούς [Αθηναίους] […]συγκατανεύοντας στην πνευματική τους αδυναμία […] [για τον] ‘’άγνωστο θεό’’ […] ‘’αυτόν εγώ σας καθιστώ γνωστόν’’ […] αυτά εσύ θα τα κάνεις δόγμα και θα τολμήσεις να καταγγείλεις, ότι ο καθαιρέτης των ειδώλων κηρύττει αυτόν που ο Ελληνισμός σεβόταν και αποκαλούσε άγνωστο θεό;» (ΑΠΜ)[106].

Ο Φώτιος μάλιστα, απαριθμεί μερικές ανάλογες περιπτώσεις από την αρχαία Εκκλησία:
«Και σε πόσους άλλους από τους μακάριους και άγιους Πατέρες μας μπορείς να τα βρεις αυτά! […] τον Αλεξάνδρειάς Διονύσιο, που από αντίθεση προς τον Σαβέλλιο πλησίασε κάπως τον Άρειο, τον διαπρεπή ανάμεσα στους Ιερομάρτυρες, τον μεγάλο Μεθόδιο των Πατάρων […]άνδρες ιεροί και διδάσκαλοι των ιερών μαθημάτων, τις θέσεις των όποιων δεν τις δεχόμαστε βέβαια όλες, αλλά απονέμοντάς τους βραβείο για τον καλό βίο τους και την άλλη ιερή διδασκαλία τους, τους περιβάλλομε με πολλές τιμές […] όπως τον Ειρηναίο, τον αρχιερέα του Θεού […] και το μαθητή του Ιππόλυτο, αρχιερέα και μάρτυρα, άνδρες θαυμαστούς για τις πολλές αρετές τους,αλλά μερικές φορές δεν παύουν κάποιοι λόγοι τους ν’ απομακρύνονται από τη δογματική ακρίβεια (ΑΠΜ)[107].

Κατά τον Μέγα Φώτιο λοιπόν, όταν ένα πρόσωπο έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός Πατέρα της Εκκλησίας, οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη όλα τα ενδεχόμενα πριν του καταλογίσουμε κάποιο σφάλμα.

Μια εσφαλμένη Πατερική θέση μπορεί να θεωρηθεί αιρετική, μόνο αν εκείνος που την διατύπωσε, μετά από νουθεσίες, εξακολουθεί να επιμένει σε αυτήν
Ακόμα ένα εμπόδιο βάζει ο Φώτιος στους αιρετικούς, που με επιπολαιότητα και βιασύνη προσπαθούν να μετατρέψουν τους Πατέρες σε συμμάχους τους.
Τα ζητήματα προς εξέταση είναι δύο:
1. Μήπως ο Πατέρας αυτός εξέφρασε μια εσφαλμένη θέση, για την οποία όμως ουδέποτε κλήθηκε να την διευκρινίσει, και άρα δεν γνωρίζουμε την αιτία της;
2. Μήπως ο Πατέρας που εξέφρασε την εσφαλμένη θέση, κλήθηκε σε απολογία, και μετά από τις νουθεσίες μετανόησε γι’ αυτήν;
Ο Μέγας Φώτιος γράφει:
«Την καινοτομία βέβαιαπου νοθεύει και παραχαράσσει τον Δεσποτικό λόγο, την απορρίπτομε, τον πατέρα όμως αυτής, που μάλιστα σωπαίνει και δεν είναι παρών ούτε αντιλέγει, δεν τον καταδικάζομε […] όταν δεν υπάρχει κατηγορία δεν υπάρχει ούτε απόφαση για την καταγγελία και όταν δεν εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, αυτός που τολμά να κατηγορεί […]στρέφει την κατηγορία εναντίον του εαυτού του» (Επ.ΚΔ΄)[108].

Εδώ πρόκειται για μια πάγια θέση της Εκκλησίας, που λέει ότι «πρέπει προηγουμένως να καθορισθεί από τα αρμόδια εκκλησιαστικά όργανα ποιοί είναι πράγματι αιρετικοί»[109].
Ακόμα χειρότερα όμως για τον αιρετικό, είναι να κάνει το λάθος να επικαλεστεί εσφαλμένες θέσεις Πατέρων για τις οποίες οι ίδιοι αποδέχτηκαν τις διορθώσεις της Εκκλησίας[110]:
«Αν όμως σύμφωνα με τα ανθρώπινα πράγματα, μολονότι κατά τα άλλα διέθεταν πολλές αρετές, ή έπεσαν σε κάποια άγνοια ή παρασύρθηκαν από κάποια αβλεψία, δεν έφεραν αντίρρηση διδασκόμενοι ούτε αυθαδείασαν στις νουθεσίες […] πως θα βρεις καταφύγιο σ’ αυτούς… ;» (ΑΠΜ)[111].
Με τις προϋποθέσεις αυτές λοιπόν, αν κάποιοι Πατέρες «σε κάτι έδειξαν ολιγωρία ως προς την αλήθεια και παρασύρθηκαν να πουν πράγματα αντίθετα προς το κοινό εκκλησιαστικό δόγμα,σ’ αυτά βέβαια δεν τους ακολουθούμε, από την πατρική όμως τιμή και δόξα αυτών δεν περικόπτομε τίποτε» (Επ.ΚΔ΄)[112].

Οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι δυνατόν να σφάλουν, όταν δεν καλούνται εκ των επειγόντων εκκλησιαστικών καταστάσεων να εκφράσουν τον λόγο της Εκκλησίας
Όπως είδαμε λοιπόν, σύμφωνα με τον Μέγα Φώτιο οι Πατέρες είναι δυνατόν να σφάλουν. Σύμφωνα με τον Στυλ. Παπαδόπουλο, οι θέσεις του εξέχοντα ιεράρχη επάνω στο ζήτημα του Πατερικού σφάλματος αποτελούν μια απόλυτα ρεαλιστική θεώρηση[113].
Καταρχάς, για τον Μέγα Φώτιο, «το ανθρώπινο ολίσθημα δεν μπορεί να το αποφεύγει πάντοτε αυτός που αποτελείται από πηλό και ρευστή ύλη· κάποτε μάλιστα και στους άριστους εκδηλώνονται κάποια ίχνη κηλίδας» (ΑΠΜ)[114] (πρβλ. Α' Ιωάν. 1,8: «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν»).
Στην περίπτωση αυτή, «την παρέκκλιση βέβαια από τον λόγο του Κυρίου δεν την δεχόμαστε, εκείνους όμως δεν τους αποχωρίζομε από τον χορό των Πατέρων» (Επ.ΚΔ΄)[115].

Υπάρχει όμως μία σπουδαία παράμετρος, την οποία αναλύει εξαιρετικά ο Στυλ. Παπαδόπουλος και γι’ αυτό παραθέτουμε το κείμενο του:
«Το σφάλμα οφείλεται κατ’ αυτόν [δηλ. τον Μέγα Φώτιο] στους εξής λόγους: Στην ‘’άγνοια’’, στο ότι ‘’ανθρώπινον’’ η πλάνη. Προσθέτει όμως ο Φώτιος ότι πλανήθηκαν οι Πατέρες για θέματα που δεν υπήρχε ‘’ζήτησις’’, που δε ζητήθηκε η γνώμη τους [Στο πρωτότυπο: «ουδεμία δε ζήτησις αυτοίς προσενήνεκται»]. Η παρατήρηση του Φωτίου έχει τεράστια σημασία.Οι Πατέρες σε κάποιες περιπτώσεις πλανήθηκαν, μα δε θα συνέβαινε τούτο, αν επρόκειτο για πρόβλημα καίριο της εποχής, αν το θέμα ήταν εκείνο που προκαλούσε την κρίση της εποχής, αν οι πιστοί των χρόνων εκείνων συνέδεαν την απάντηση στο θέμα με τη σωτηρία τους, αν ‘’παρακαλούσαν’’ για την απάντηση [Στο πρωτότυπο: «ουδ’ εις μάθησιν της αληθείας ουδείς αυτούς παρεκάλεσε»[116]]. Κάτω από τις τελευταίες προϋποθέσεις δηλαδή, το άγιο Πνεύμα, διακονία του οποίου είναι η σωτηρία του ανθρώπου, θα φώτιζε το Διδάσκαλο της Εκκλησίας να φανερώση γνήσια την αλήθεια κι όχι εσφαλμένα»[117] (βλ. Επ.ΚΔ΄)[118].

Η σημασία των Οικουμενικών Συνόδων στην χάραξη του Κανόνα της Πίστεως
Αφού ολοκληρώσαμε όσα ο άγιος Φώτιος εξετάζει σχετικά με τους Πατέρες της Εκκλησίας, ας δούμε τώρα και τη διδασκαλία του για τις Οικουμενικές Συνόδους, το μέγιστο ανάχωμα κατά των αιρετικών που καταρρίπτει όλες τις σοφιστείες τους σχετικά με το αν κάποιοι Πατέρες «είπαν», «τι είπαν», «πως το είπαν» κ.λπ.
Γράφει ο Μέγας Φώτιος:
«[Ας υποθέσουμε ότι] Αυτοί οι τρεις το είπαν, όπως λεν οι Ρωμαίοι. Δεν το είπαν όμως οι αρχιερείς των επτά συνόδων. Γιατί τον ορισμό της πίστης μας τον επιβεβαίωσαν όλες διαδοχικά, και μ’ αυτές συμφώνησαν χωρίς αντίρρηση οι πρόεδροι και φωστήρες της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, και νομοθέτησαν να μην προστεθεί ούτε ν’ αφαιρεθεί καμμιά διδασκαλία από τον ορισμό της πίστεως» (ΑΠΜ)[119].
Επισημαίνει δηλ. ο Φώτιος ότι οι αιρετικοί τολμούν «την προσθήκη αυτή [του Φιλιόκβε]παραποιώντας την έκθεση της πίστεως που βεβαίωσαν οι επτά σύνοδοι» (ΑΠΜ)[120]. Διότι είναι σαφές, «από τις άγιες επτά οικουμενικές συνόδους ευθύς η δεύτερη δογμάτισε ότι το άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα, ακολούθησε η τρίτη, το βεβαίωσε η τέταρτη, συμφώνησε η πέμπτη, το διακήρυξε μαζί η έκτη, το επισφράγισε με λαμπρά αγωνίσματα η έβδομη […] Εσένα όμως [που τις απορρίπτεις] ποια ασεβής αγέλη σε δίδαξε και σε άλλαξε …;» (ΑΠΜ)[121].

Κατά τον Φώτιο, Κάθε Οικουμενική Σύνοδος είναι «θεόπνευστη» (ΑΠΜ)[122] και «πνευματοκίνητη» (ΑΠΜ)[123], άρα, κάθε ετεροδιδασκαλία «ανατρέπει […] την ίδια την ουσία του Πνεύματος» (ΑΠΜ)[124].
Η ορθή δογματική διδασκαλία στηρίζεται σε «οικουμενικές ομολογίες» (ΑΠΜ)[125], «λαμπρύνεται […] με οικουμενικά και άγια ψηφίσματα» (ΑΠΜ)[126]. Αντιθέτως, ο αιρετικός καταφέρεται «εναντίον των οικουμενικών και αγίων συνόδων» (ΑΠΜ)[127], των οποίων «τα δόγματα αποδέχονται τα πέρατα της οικουμένης» (ΑΠΜ)[128].
Τελικά, ουδεμία δικαιολογία υπάρχει για τους αιρετικούς:
«Αντιλέγουν και αντιτάσσονται σε οικουμενικές συνόδους … αντιμάχονται αμέτρητο πλήθος θεοφόρων πατέρων» (Επ.ΚΔ΄)[129], και περιφρονούν «την ακρίβεια των διατυπώσεων», των «συνοδικών όρων και των δογμάτων» (Επ.ΚΔ΄)[130].

Μετά από τα παραπάνω, εύκολα κατανοούμε για ποιον λόγο ο Μέγας Φώτιος αποτέλεσε «κόκκινο πανί» για τους Λατίνους, και φάρο Ορθοδοξίας για την Εκκλησία.

Επίλογος
Ελπίζουμε ότι η εκτενής και αναλυτική αυτή εξέταση της διδασκαλίας του Μεγάλου Φωτίουνα φανεί χρήσιμη και να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν το πολίτευμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Για τους χριστιανούς, οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων αποτελούν τον αλάθητο εκφραστή της Εκκλησιαστικής πίστης. Επιπλέον όμως, και η Συμφωνία Πατέρων (με την έννοια της συμφωνίας μιας ισχυρότατης πλειοψηφίας ανεξάρτητων Πατερικών διατυπώσεων μέσα στην πορεία του χρόνου) αποτελεί έγκυρο οδηγό δογματικής έκφρασης.
[Η παπική Δύση λοιπόν, ας αναζητά τον «αντίπαλο» της στην καταγεγραμμένη και αδιάψευστη Πατερική και Οικουμενική Παράδοση της Εκκλησίας. Αυτή μας δείχνει ποιος οφείλει να επιστρέψει στα παραδεδομένα, διότι διαφορετικά δεν μιλάμε για Ένωση Εκκλησιών, αλλά για μια βεβιασμένη και απαράδεκτη συγκόλληση ανόμοιων πραγμάτων. Και βεβαίως, ακόμα και η κοινή, πρακτική λογική, υπαγορεύει ότι αν δεν εξαλειφθούν όλεςοι αιχμές που δημιουργεί μια ρωγμή, δεν μπορεί να γίνει ουδεμία «ένωση». Έτσι και στην περίπτωση των παπικών στρεβλώσεων, η υποχώρηση ακόμα και στο Φιλιόκβε ή σε άλλα ζητήματα, δεν σημαίνει τίποτα, αν μαζί τους δεν εγκαταλειφθεί οριστικά ο θεσμός (και το όραμα) του παπικού πρωτείου εξουσίας, πηγή πλήθους προβλημάτων στο παρελθόν και πολύ πιθανόν και στο μέλλον.]
Κατά τον Μέγα Φώτιο, η Συμφωνία Πατέρων δεν καταρρίπτεται ούτε από τη «σιωπή» των Πατέρων, ούτε από μεμονωμένες διαφοροποιήσεις, τις οποίες μάλιστα οφείλουμε να εξετάζουμε προσεκτικά αν όντως ισχύουν και υπό ποιες προϋποθέσεις, ώστε να μην «καταδικάζουμε» άδικα τους Πατέρες που τις διατύπωσαν. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι η τακτική των αιρετικών είναι ακριβώς αυτή, η επίκληση δηλ. της σιωπής τους, η επιλογή φράσεων αποκομμένων από το πλήρες νόημα και η προβολή μεμονωμένων και ευκαιριακών απόψεων που πράγματι, είναι δυνατόν να αιφνιδιάσει τους χριστιανούς. Οφείλουμε όμως, πριν αμφιβάλουμε «ελαφρά τη καρδία» για την πίστη μας, ν’ αναζητήσουμε βοήθεια για την εξεύρεση της αλήθειας, και τότε θα δούμε ότι η συστηματική και ενδελεχής έρευνα της Πατερικής γραμματείας εκθέτει τους αιρετικούς, που επικεντρώνονται σε μεθοδικά επιλεγμένα θραύσματα Πατερικών απόψεων, στην πραγματικότητα όμως «αντιμάχονται αμέτρητο πλήθος θεοφόρων πατέρων» (Επ.ΚΔ΄)[131].


[1] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοσις» (μτφρ. Δημητρίου Γ. Τσάμη), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 113-114. Βλ. επίσης Κρικώνης Θ. Χρίστος, «Η Αυθεντία της Εκκλησίας, το Κύρος της Παραδόσεως της και η Διδασκαλία των Πατέρων», Univercity Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 170.
[2] Μ. Αθανασίου: «Προς Σεραπίωνα» 1, 33 (PG 26, 605CD).
[3] Μ. Αθανασίου: «Προς Σεραπίωνα» 1, 28 (PG 26, 593D-596A). Βλ. και του ιδίου, «Κατά Ελλήνων» 1 (PG 25, 4ΑΒ).
[4] Μια εξαιρετική μελέτη που πραγματεύεται με κάθε λεπτομέρεια τη σημασία και το περιεχόμενο του όρου «Πατέρες της Εκκλησίας», έχει γράψει ο πατρολόγος Στυλιανός Παπαδόπουλος. Η μελέτη βρίσκεται ενσωματωμένη στην εισαγωγή του Α΄ τόμου της «Πατρολογίας» του, στις σελίδες 17-79 της 4ης έκδοσης (2000).
[5] Ένα τεκμηριωμένο βιογραφικό άρθρο υπάρχει στο Ορθόδοξο Wiki, λήμμα «Φώτιος Α΄ ο Μέγας».
[6] Βλ. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Β΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 101· 114· 124· 137.
[7] Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
[8] Ν.Β. Τωμαδάκης, «Φώτιος, ο Α΄», στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 12 (1968), στ. 21.
[9] Κατά τον βυζαντινολόγο Paul Lemerle, πιθανότερη χρονολογία γέννησης του Φωτίου είναι το 810 (βλ. Lemerle Paul, «Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα», 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 158).
[10] Για τις διάφορες εκδοχές στη χρονολογία θανάτου, βλ. σχετική υποσημείωση στο Ορθόδοξο Wiki.
[11]Παρά το γεγονός ότι συχνά δηλώνεται άγνοια για την τοποθεσία της Μονής Αρμινιανών (ήΑρμενιανών) πιθανώς αυτή βρισκόταν «εντός ή εγγυτάτω της Κωνσταντινουπόλεως». Βλ. σχετικά, Ζάνος Πέτρος, «Φώτιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης», εν Κωνσταντινουπόλει 1864, σελ. 56, όπου ο συγγραφέας για τη γεωγραφική θέση της Μονής αυτής, επικαλείται τα επιχειρήματα του Ηλία Τανταλίδη, καθηγητή στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης.
[12] ΘΗΕ, τόμ. 12 (1968), στ. 21 & 26-27.
[13] Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 114.
[14] Lemerle Paul, «Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός …», ό.π., σελ. 158-159.
[15] Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Β΄, ό.π., σελ. 272.
[16] Βλ. εισαγωγή στο: Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, «Βιβλιοθήκη - Όσα της ιστορίας» (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια:  Στέφανος Ευθυμιάδης), εκδ. Κανάκη, Αθήνα 2000, σελ. 16-17.
[17] Ware Κάλλιστος, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία», 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 92-93.
[18] Κοντοστεργίου Δέσποινα, «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 278.
[19] Κοντοστεργίου Δέσποινα, «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι», ό.π., σελ. 280. Βλ. το κείμενο της ανακήρυξης στο: Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 269.
[20] Αγίου Νεκταρίου, «Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις», 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 192. Βλ. και στο Ορθόδοξο Wiki, στο λήμμα «Οικουμενικές Σύνοδοι», σπόνδυλο με τίτλο: «Ο αριθμός των Οικουμενικών Συνόδων».
[21] Κοντοστεργίου Δέσποινα, «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι», ό.π., σελ. 279-281. Βλ. και Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά …», τόμ. Α', ό.π., σελ. 271.
[22] Βλ. κατάλογο έργων στο: Δημητρακόπουλος Ανδρόνικος, «Ορθόδοξος Ελλάς, ήτοι περί των Ελλήνων των γραψάντων κατά Λατίνων και περί των συγγραμμάτων αυτών», εν Λειψίαι 1872, σελ. 2.
[23] Ο Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς, παρουσιάζει τα σχετικά τεκμήρια και θεωρεί πως επαρκούν ν’ αποδείξουν πως η Ρωμαϊκή Εκκλησία σεβόταν τον Φώτιο τουλάχιστον «επί δύο και πλέον αιώνας μετά τον […] θάνατον του» και κατόπιν μόνον, παρουσιάστηκε το φαινόμενο «εν τη Δύσει άνθρωποι […] διά συγγραφών να διασύρωσι […] την […] μακαρίαν αυτού μνήμην» (βλ. άρθρο «Ο Πατριάρχης Φώτιος ως Πατήρ Άγιος της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», στο περιοδ. Byzantinische Zeitschrift 8 (1899), σελ. 671).
[24] ΘΗΕ, τόμ. 12 (1968), στ. 30.
[25] Ευστρατιάδης Σωφρόνιος (Μητρ. Λεοντοπόλεως), «Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας», Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1935, σελ. 471.
[26] Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Πηγές Εκκλησιαστικής Ιστορίας», Αρμός, Αθήνα 1989, σελ. 122.
[27] Βλ. «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» στο λειτουργικό βιβλίο «Τριώδιον», σελ. 157β. Επίσης, βλ. Κορακίδης Σ. Αλεξάνδρος, «Κυριακή της Ορθοδοξίας», Αρμός, Αθήνα 2006, σελ. 34· 35.
[28] Βλ. βιογραφικά στοιχεία στο ομώνυμο άρθρο του Τ. Γριτσόπουλου στη ΘΗΕ, τόμ. 9 (1966), στ. 1190-1194.
[29] Α. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, «Ο Πατριάρχης Φώτιος ως Πατήρ Άγιος της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», περιοδ. Byzantinische Zeitschrift 8 (1899), σελ. 661.
[30] Βλ. προλεγόμενα του Σοφοκλή Οικονόμου στο: Φώτιος ο Μέγας, «Τα αμφιλόχια», τύπ. Φ. Καραμπίνου και Κ. Βαφά, Αθήνησι 1858, σελ. μη΄, σημ. (β). Επίσης, ο καθ. Ιωάννης Καρμίρης, επισημαίνει ότι η Εκκλησία, «τελούσα την μνήμην του την 6 Φεβρουαρίου […] γεραίρει αυτόν ως ‘’Ορθοδοξίας πρόμαχον, Ορθοδόξων προασπιστήν, Εκκλησίας στύλον και εδραίωμα […]θεόφθογγον κιθάραν του Πνεύματος […] οικουμένης διδάσκαλον …» (Βλ. Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά …», τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 319, σημ. #3).
[31] PG 102, 279-400.
[32] Πρόκειται για την Επιστολή ΚΔ΄ με πλήρη τίτλο: «Τω θεοφιλεστάτω, οσιωτάτω, ιερωτάτω αρχιερεί αδελφώ και συλλειτουργώ, τω θαυμασιωτάτω και περιωνύμω αρχιεπισκόπω και μητροπολίτη Ακυλείας, Φώτιος ελέω θεού αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας Ρώμης και Οικουμενικός» (PG102,793Β-821Β).
[33] Βλ. λήμμα «Ακυληία», ΘΗΕ, τόμ. 1 (1962), στ. 1247.
[34] Τα τρία αυτά «Κεφάλαια» - Προτάσεις (με τα οποία ασχολήθηκε η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος το 553), ήταν: 1) Το πρόσωπο και οι κακοδοξίες του Θεοδώρου Μοψουεστίας2) όσα έγραψε ο Θεοδώρητος Κύρου κατά των «12 Κεφαλαίων» του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, κατά της Γ΄ Οικ. Συνόδου και υπέρ τουΝεστορίου και 3) η επιστολή του Ίβα Εδέσσης, προς Μάριν τον Πέρση. Βλ. λήμμα «Κεφάλαια, Τρία», ΘΗΕ, τόμ. 7 (1965), στ. 524-525.
[35] Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά …», τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 94, σημ. #3.
[36] Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, «Για την Πίστη, την Γλώσσα και την Ιστορία μας», Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 9.
[37] Βλ. το Σύμβολο στα λατινικά στο: Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά …», τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 131.
[38] Για το γεγονός ότι το Φιλιόκβε πρωτοεμφανίστηκε στη θεολογία του Αυγουστίνου, βλ. τα εξής: 1)Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999 (c1973), σελ. 66, 2) λήμμα «Πνεύμα Άγιον», ΘΗΕ, τόμ. 10 (1967), στ. 463, 3) Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», στην ΕΕΘΣΘ, τμήμα Θεολογίας, τόμ. 26, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 247, 4) Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, Γρηγόρης, Αθήνα 2010, σελ. 318 και εξής.
[39] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 319. Βλ. το έργο του Αυγουστίνουμεταφρασμένο στα αγγλικά εδώ: http://www.newadvent.org/fathers/130105.htm [επίσκεψη: 19/1/2013]. Η επίμαχη φράση έχει ως εξής: «it must be admitted that the Father and the Son are a Beginning of the Holy Spirit, not two Beginnings».
[40] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 319.
[41] Βλ. Ματσούκας Νικόλαος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 82.
[42] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 319.
[43] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 321.
[44] Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», ό.π., σελ. 247, σημ. #51.
[45] Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», ό.π., σελ. 248.
[46] Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, «Δογματική …», τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 67. Βλ. και Γιανναράς Χρήστος, «Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα», Δόμος, Αθήνα 2003, σελ. 29-31.
[47] Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», ό.π., σελ. 249-250.
[48] «Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως», PG 94,849ΑΒ.
[49] Ιερόθεος (Μητρ. Ναυπάκτου), «Εμπειρική δογματική κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη», τόμ. B΄, 2η έκδ., Ι.Μ. Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λιβαδειά 2011, σελ. 100.
[50] «Ο Παράκλητος», δηλαδή το Άγιο Πνεύμα. Βλ. Ιω. 14,26: «Ο δε παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον».
[51] Ιερόθεος (Μητρ. Ναυπάκτου), «Εμπειρική δογματική …», τόμ. B΄, ό.π., σελ. 101. Βλ. και Θεοδώρου Ανδρέας, «Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά», 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 39.
[52] Μερετάκης 13, σελ. 243 και PG 102, 797Α.
[53] Μερετάκης 13, σελ. 265 και PG 102, 820Β.
[54] Μερετάκης 13, σελ. 243 και PG 102, 796BC.
[55] Μερετάκης 13, σελ. 247 και PG 102, 800Β.
[56] Μερετάκης 4, σελ. 427.429 και PG 102, 381A.384A.
[57] Όταν δεν αναφέρεται διαφορετικά, οι χρονολογίες Παπών στις αγκύλες αντλούνται από τον «Κατάλογο Επισκόπων και Παπών Ρώμης» στο: Στεφανίδης Βασ., «Εκκλησιαστική Ιστορία», 6η έκδ. (ανατύπ. β' έκδ. του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 802-804.
[58] Μερετάκης 4, σελ. 409 και PG 102, 360Β.
[59] Μερετάκης 4, σελ. 411 και PG 102, 360C.
[60] Βαλέττας Ιωάννης (επιμ.), «Φωτίου του σοφωτάτου και αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Επιστολαί», εν Λονδίνω 1864, σελ. 184, σημ. #6.
[61] Βαλέττας Ιωάννης (επιμ.), «Φωτίου του σοφωτάτου …», ό.π., σημ. #7.
[62] Μερετάκης 13, σελ. 245 και PG 102, 797C.
[63] Μερετάκης 4, σελ. 415.417 και PG 102, 365C.368Α.
[64] Μερετάκης 4, σελ. 417 και εξής και PG 102, 368Β και εξής.
[65] Ευστρατιάδης Σωφρόνιος, «Αγιολόγιον …», ό.π., σελ. 104.
[66] Μερετάκης 4, σελ. 417 και PG 102, 368Α.
[67] Μερετάκης 4, σελ. 417 και εξής και PG 102, 368Β και εξής.
[68] Μερετάκης 13, σελ. 265 και PG 102, 817Β.
[69] Μερετάκης 4, σελ. 427 και PG 102, 380Β και εξής.
[70] Μερετάκης 13, σελ. 265 και PG 102, 820ΑΒ.
[71] Μερετάκης 4, σελ. 443 και PG 102, 396Α.
[72] Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», ό.π., σελ. 246.
[73] Μερετάκης 13, σελ. 245.247 και PG 102, 800ΑΒ.
[74] Μερετάκης 4, σελ. 427 & 443  και PG 102, 380Α & 102, 396Α.
[75] Ιωάννου Ορ. Καλογήρου, «Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος», ό.π., σελ. 249.
[76]Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, «Αι Εκκλησιολογικαί θέσεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ως Δογματικόν πρόβλημα του Θεολογικού Διαλόγου», εν Αθήναις 1969, σελ. 72.
[77] Καρμίρης Ιωάννης, «Η Εκκλησιολογία παρά τοις Παλαιοκαθολικοίς» (μέρος Β΄), περιοδ. «Θεολογία», τόμ. ΛΗ΄ (1967), τεύχ. 3, σελ. 361.
[78] Γιανναράς Χρήστος, «Αλφαβητάρι της πίστης», 13η έκδ., Δόμος, Αθήνα 2006, σελ. 160.
[79]Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, «Αι Εκκλησιολογικαί θέσεις …», εν Αθήναις 1969, σελ. 78.
[80] Βούλγαρης Σπ. Χρήστος, «Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην», τόμ. Α΄, Αθήνα 2003, σελ. 403 (η χρονολογική ανάλυση που αποδεικνύει το αδύνατο των παπικών ισχυρισμών και τα λοιπά επιχειρήματα, διατυπώνονται στις σελίδες 401-404, υπό τον τίτλο: «Ίδρυσις και σύνθεσις της Εκκλησίας της Ρώμης»). Βλ. και εκτενές και αναλυτικότατο άρθρο του Γερ. Κονιδάρη, «Διαδοχή Αποστόλων», ΘΗΕ, τόμ. 4 (1964), στ.  1109-1121.
[81]Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, «Αι Εκκλησιολογικαί θέσεις …», εν Αθήναις 1969, σελ. 86.
[82] PG 51, 86.
[83] Μερετάκης 13, σελ. 247 και PG 102, 800C.
[84] Μερετάκης 13, σελ. 263.265 και PG 102, 817Α.
[85] Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά …», τόμ. Α', ό.π., σελ. 125.
[86] Κοντοστεργίου Δέσποινα, «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι», ό.π., σελ. 43.
[87] Μερετάκης 4, σελ. 423.425 και PG 102, 376Α.
[88] Φειδάς Ιω. Βλάσιος, «Εκκλησιαστική Ιστορία», τόμ. Α΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 566. Βλ. και Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, «Δογματική …», τόμ. Α', ό.π., σελ. 65-66.
[89] Για τις χρονολογίες των τριών Πατέρων, βλ. Ιωαννίδης Φώτιος, «Πατέρες και εκκλησιαστικοί συγγραφείς της Δύσης (Β΄-ΣΤ΄ αι.)», τόμ. Α΄, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 84· 86· 53· 55· 91· 93.
[90] Μερετάκης 4, σελ. 441 και PG 102, 393Α.
[91] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, ό.π., σελ. 331.
[92] Βλ. Νικήτας Δημήτρης, «Η παρουσία του Αυγουστίνου στην Ανατολική Εκκλησία», περιοδ. «Κληρονομία», τόμ. 14, τεύχ. 1 (ΙΟΥΝ 1982), σελ. 10.
[93] Ματσούκας Νικόλαος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Β΄, 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 130, σημ. #104.
[94] Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, «Δογματική …», τόμ. Α', ό.π., σελ. 66.
[95] Μερετάκης 13, σελ. 257 και PG 102, 809ΒC.
[96] Μερετάκης 13, σελ. 263 και PG 102, 816ΒC. 817Α.
[97] Φλορόφσκυ Γεώργιος, «Χριστιανισμός και πολιτισμός», 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 122.
[98] Μερετάκης 4, σελ. 423 και PG 102, 373C.
[99] Μερετάκης 4, σελ. 409 και PG 102, 356Β-357Α.
[100] Μερετάκης 4, σελ. 397 και PG 102, 348Β.
[101] Μερετάκης 13, σελ. 261 και PG 102, 813Β.
[102] Μερετάκης 4, σελ. 401 και PG 102, 352Β.
[103] Μερετάκης 4, σελ. 441 και PG 102, 393Α.
[104] Μερετάκης 4, στο ίδιο και PG στο ίδιο.
[105] Μερετάκης 13, σελ. 259 και PG 102, 812Β.
[106] Μερετάκης 4, σελ. 403 και PG 102, 352C-353Β.
[107] Μερετάκης 4, σελ. 405.407 και PG 102, 352C-353Β.
[108] Μερετάκης 13, σελ. 263 και PG 102, 816Β.
[109] Μπούμης Ι. Παναγιώτης, «Κανονικόν Δίκαιον», έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 235.
[110] Αναφέρουμε εμείς ενδεικτικά την περίπτωση του Θεοδώρητου Κύρου [393-466] (βλ. ΕΔΩ, σημειώσεις 66,67 και 69).
[111] Μερετάκης 4, σελ. 397 και PG 102, 348Α.
[112] Μερετάκης 13, σελ. 263 και PG 102, 816Α.
[113] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Α', ό.π., σελ. 45.
[114] Μερετάκης 4, σελ. 401 και PG 102, 352Α.
[115] Μερετάκης 13, σελ. 261 και PG 102, 813ΒC.
[116] Δυστυχώς, η καθοριστικής σημασίας λέξη «παρεκάλεσε», απουσιάζει από το πρωτότυπο κείμενο στην έκδοση Μερετάκη (Μερετάκης 13, σελ. 260) κι έτσι στη μετάφραση μεταβάλλεται όλο το νόημα. Σε κάθε περίπτωση θεωρήσαμε πιο έγκυρο και αξιόπιστο να επικαλεστούμε τον εξέχοντα πατρολόγο Στυλ. Παπαδόπουλο, την ερμηνεία του οποίου ακολουθούν και η Άννα Κόλτσιου-Νικήτα (βλ. «Το Κύρος των Πατέρων της Εκκλησίας, μια ανέκδοτη επιστολική πραγματεία», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 26) και ο Νίκος Νικολαΐδης (βλ. «Θέματα Πατερικής Θεολογίας», Γραφικές τέχνες «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 68).
[117] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Α', ό.π., σελ. 45.
[118] PG 102, 813ΑΒ.
[119] Μερετάκης 4, σελ. 441 και PG 102, 393Β.
[120] Μερετάκης 4, σελ. 445 και PG 102, 397Β.
[121] Μερετάκης 4, σελ. 343 και PG 102, 285ΑΒ.
[122] Μερετάκης 4, σελ. 411 και PG 102, 361Β.
[123] Μερετάκης 4, σελ. 413 και PG 102, 364C.
[124] Μερετάκης 4, σελ. 413 και PG 102, 364Β.
[125] Μερετάκης 4, σελ. 343 και PG 102, 284Β.
[126] Μερετάκης 4, σελ. 415 και PG 102, 365C.
[127] Μερετάκης 4, σελ. 437 και PG 102, 389Β.
[128] Μερετάκης 4, σελ. 411 και PG 102, 360Β.
[129] Μερετάκης 13, σελ. 257 και PG 102, 809C.
[130] Μερετάκης 13, σελ. 243 και PG 102, 797Α.
[131] Μερετάκης 13, σελ. 257 και PG 102, 809ΒC.

«ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» Ερμηνεία Θείας Λειτουργίας, Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου Αγρινίου


«ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» Ερμηνεία Θείας Λειτουργίας, με υπότιτλους στα Αγγλικά. Έκδοση για αγγλόφωνους, φοιτητές, και σπουδαστές γνώστες της Αγγλικής γλώσσας.

πηγή

Αποκάλυψη για το βασιλιά Σολομώντα.


Κάποιος αδελφός ρώτησε τον Άγιο Νήφωνα: 
- Σε όλα, πάτερ, με βοήθησες με τις εξηγήσεις σου, είπε ο αδελφός. Για να μ' ωφελήσει όμως περισσότερο η αγιωσύνη σου, απάντησέ μου και σ' αυτό που θα σε ρωτήσω τώρα:
 
Πίστεψέ με, πονάει η ψυχή μου για το βασιλιά Σολομώντα. Γιατί άλλοι λένε πως κολάστηκε και άλλοι πως όχι(*). Μπορεί όμως τόση σοφία να την κατάπιε ο άδης και να χάθηκε;
 

- Αυτό δεν το ξέρει κανείς, παιδί μου, παρά μόνο ο Θεός. Γιατί δεν αποκαλύφθηκε ποτέ σε κανέναν από τους αγίους.
 

- Ωστόσο εγώ έχω μια διαίσθηση, ότι από σένα θα μάθω την αλήθεια. Για το Θεό, μη μου την κρύψεις.
 

Η επιμονή του αδελφού λύγισε τον όσιο.
 

- Ε, λοιπόν, σου ομολογώ ότι κι εγώ ήμουνα πολύ λυπημένος για το Σολομώντα και απορούσα πάντα πως μπορεί να χάθηκε ένας τέτοιος δίκαιος. Ο καλός Θεός όμως, για να μ' απαλλάξει από τη θλίψη αυτή, μου μίλησε με το ίδιο Του το στόμα και μου φανέρωσε την πραγματικότητα:
 
"Δεν χάθηκε η ψυχή του βασιλιά, όπως οι περισσότεροι νομίζετε. Γιατί δεν με αρνήθηκε τελείως. Παρασύρθηκε, βέβαια, από τις ασεβείς εκείνες γυναίκες και έχτισε ναούς στα είδωλα και πρόσφερε θυμίαμα σ' αυτά, σύμφωνα με το θέλημά τους. Ποτέ όμως δεν με αρνήθηκε ρητά. Μάλιστα, μετά το θάνατό του και μέχρι τη σταύρωσή μου, καθόταν τόσα χρόνια "εν σκότει και σκιά θανάτου" (Λουκ.1:79), υποφέροντας φοβερά. Όταν εγώ λοιπόν κατέβηκα στον άδη και ανέστησα τους νεκρούς από τα καταχθόνια, λύτρωσα και τη δική του ψυχή και την αξίωσα ν' απολαύσει τη μακαριότητα. Αποφάσισα δηλαδή να τον ελεήσω, με την άπειρη φιλανθρωπία μου, επειδή, παραβάλλοντας τις πολλές του αρετές και τα μακροχρόνια βάσανά του μέσ στο σκοτάδι με το αμάρτημά του, έκρινα ότι αυτό ξεπλύθηκε. Έτσι τον ελευθέρωσα από τα ζοφερά δεσμά του άδη. Γιατί είμαι Θεός των θεών και κάνω ό,τι θέλω στα πλάσματά μου και σώζω όποιους νομίζω με το άπειρο έλεός μου και δεν μπορεί κανείς να κρίνει τις βουλές μου!"
 
Αυτά μου φανέρωσε ο Κύριος και χάθηκε στους ουρανούς. Και από τότε είμαι γεμάτος χαρά για τη σωτηρία του σοφού βασιλιά και για την ευσπλαχνία του Θεού.
 

Ο αδελφός ευχαριστήθηκε πολύ με την αποκάλυψη του οσίου.
 

(*) Ο γιος
 και διάδοχος του "προφητάνακτος" Δαβίδ, ο ξακουστός Σολομών, που προικίστηκε θαυματουργικά από το Θεό με "καρδίαν φρονίμην και σοφήν... και πλούτον και δόξαν" (Γ' Βασ.3:12,13), που οικοδόμησε τον περίφημο Ναό για τη λατρεία του Κυρίου (Γ' Βασ.5-9), αργότερα ξέπεσε και απομακρύνθηκε από τον αληθινό Θεό και το νόμο Του. Έφτασε στο σημείο να σχηματίσει χαρέμι με πολλές γυναίκες, ξένες και αλλόθρησκες, για χάρη των οποίων έχτισε, στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρα, ιερά για ψεύτικες θεότητες. Εκεί οι γυναίκες "εθυμίων και έθυον τοις ειδώλοις αυτών" (Γ' Βασ.11:7). Πάντως, παρά την επικρατούσα αντίθετη άποψη, που υποστηρίζεται στο Γ' Βασ.11:1-10, δεν προκύπτει με ασφάλεια ότι και ο ίδιος ο Σολομών έγινε συνειδητός λάτρης των ειδώλων. Το αντίθετο μάλιστα μαρτυρείται από τους στίχους 3 και 10: "ουκ ην η καρδία αυτού τελεία μετά του Κυρίου...". Αλλά και πέρα απ' αυτό, ορισμένοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς υποστηρίζουν ότι μετανόησε στα τέλη της ζωής του, άποψη που βρίσκει έρεισμα και στο Παροιμ. 24:32:"ύστερον εγώ μετενόησα, επέβλεψα του εκλέξασθαι παιδείαν". Αξιοσημείωτο είναι άλλωστε, ότι η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του την Κυριακή των Προπατόρων.

Αγιος Νήφων - Ένας Ασκητής Επίσκοπος (σελ. 96)
 
πηγή

«Σκοτώσαμε τον Θεό και ορφανέψαμε»






Του Νικου Παπαχρηστου

«Ο Θεός είναι νεκρός. Τον έχουμε σκοτώσει και είμαστε ορφανοί». Με τα λόγια αυτά που καταρχήν ξαφνιάζουν, σοκάρουν, ο 78χρονος ιερέας π. Φιλόθεος Φάρος αποτιμά τη σημερινή σχέση μεγάλης μερίδας πιστών με το Θείο, μια σχέση «καταναλωτική» την οποία όπως υποστηρίζει ενισχύουν με τη στάση ζωής τους πολλοί κληρικοί.

Με λόγο τολμηρό, ενίοτε καυστικό αλλά και αυτοκριτικό ο π. Φιλόθεος είναι ο πρώτος ιερέας που δεν διστάζει να χαρακτηρίσει σωστή την απόφαση για το «σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης» αφού η Πολιτεία απευθύνεται σε πολίτες και όχι σε πιστούς. Χαρακτηρίζει «φαρισαίους» και «υποκριτές» ιεράρχες και κληρικούς που έσπευσαν να μιλήσουν για «πορνεία» και «κουσούρια», υποστηρίζοντας ότι όσοι εμφανίζονται αυστηροί στην πραγματικότητα αναζητούν «άλλοθι» για να αποπροσανατολίσουν από δικές τους «αμαρτωλές» πράξεις. Αυτούς μάλιστα θεωρεί υπεύθυνους για το γεγονός ότι πολλοί νέοι άνθρωποι καταλήγουν σε ψυχιάτρους φορτωμένοι ενοχικά σύνδρομα. «Μακάρι να ενδιαφερόντουσαν για την ελληνική οικογένεια αλλά αδιαφορούν πλήρως», επισημαίνει.

Οσο για εκείνους που βλέπουν μια νέα επίθεση κατά της Εκκλησίας απαντά με νόημα: «Η Εκκλησία του Χριστού δεν κινδυνεύει από εξωτερικούς εχθρούς». ...


Οι θέσεις του πατρός Φιλόθεου Φάρου, όπως τις αναπτύσσει σήμερα στην «Κ», που θίγουν και το πλαίσιο σχέσεων Πολιτείας-Εκκλησίας, σίγουρα θα αποτελέσουν αφορμή διαλόγου, αφού πολλοί θα συμφωνήσουν πολλοί θα διαφωνήσουν, άλλοι θα συνυπογράψουν, άλλοι θα θυμώσουν…

«Η Πολιτεία ορθώς πράττει και προωθεί το Σύμφωνο. Το ερώτημα όμως είναι αν η Ελλάδα είναι μια κοινοβουλευτική δημοκρατία ή μια θεοκρατία τύπου «Χομεϊνί». Φαίνεται πως σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό η Ελλάδα είναι θεοκρατία. Είναι χαρακτηριστικό πως υποψήφιοι βουλευτές, δήμαρχοι και άλλοι πολιτευόμενοι πριν ξεκινήσουν την προεκλογική τους εκστρατεία πρέπει να περάσουν να φιλήσουν το χέρι του Δεσπότη. Και θα φροντίσουν οι κάμερες να το απαθανατίσουν αυτό, για να τους δουν οι ψηφοφόροι τους γιατί αλλιώς δεν έχουν ελπίδες…», λέει ο π. Φιλόθεος Φάρος.

Χωρίς περιστροφές δηλώνει στην «Κ» αντίθετος με το πνεύμα της πρόσφατης αυστηρής απόφασης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου που χαρακτήριζε «πορνεία» κάθε συζυγική σχέση εκτός του ορθοδόξου γάμου. «Δείχνει την ουσιαστική απομάκρυνση από το πνεύμα του Ευαγγελίου. Κατά την γνώμη μου διαστρέφεται το πνεύμα της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού. Οι κανόνες, σύμφωνα με την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, είναι φάρμακα και παιδαγωγικά μέτρα που χρησιμοποιούνται κατά την κρίση του πνευματικού. Δεν είναι νόμοι. Ο Χριστός άλλωστε ήρθε για να αλλάξει το καθεστώς της ιουδαϊκής παράδοσης και ιδιαίτερα της φαρισαϊκής. Και ζητάει την επιδίωξη της εσωτερικής αναπτύξεως.

Οχι την αντιμετώπιση του κακού με μια νομική και αστυνομική αντίληψη. Ομως μέσα στη ζωή της Εκκλησίας το ιουδαϊκό φαρισαϊκό πνεύμα έχει εισχωρήσει από πολύ νωρίς» σημειώνει και προσθέτει: «Ο Χριστός λέει ότι πορνεία και άλλα κακά πράγματα έρχονται από την καρδιά του ανθρώπου. Δεν καταδικάζει κανέναν αμαρτωλό. Μόνο τον υποκριτή. Το πνεύμα του Χριστού δεν είναι νομικό, αλλά προσπαθεί να δείξει ποια είναι η ουσία της αμαρτίας. Δεν είναι μια εξωτερική συμπεριφορά. Για παράδειγμα φόνος για τον Χριστό είναι η απόρριψη του άλλου. Συνεπώς στη διδασκαλία του δεν χωράει η “αυτοδικαίωση”. Κανείς δεν μπορεί να λέει εγώ είμαι ενάρετος και να κατηγορεί κάποιον άλλο σαν αμαρτωλό»…

«Υποκριτές και Φαρισαίοι»

Πολλοί μητροπολίτες αφήνουν να εννοηθεί πως θα πρέπει να επιβληθούν πνευματικές κυρώσεις σε βάρος όσων προχωρήσουν στη σύναψη «Συμφώνου Συμβίωσης». Τι λέει για αυτό ο πατέρας Φιλόθεος;

«Ο Χριστός ήταν σαφής όταν είπε πως δεν ήρθε να κρίνει αλλά να σώσει τον κόσμο. Μην κρίνετε ίνα μην κριθείτε. Αντιθέτως, καταδικάζει ξεκάθαρα συγκεκριμένες συμπεριφορές όπως την υποκρισία.

Μιλώντας στους Φαρισαίους, οι οποίοι έκαναν όσα κάνουμε εμείς οι κληρικοί σήμερα, στηλίτευσε το ενδιαφέρον τους για τα περίτεχνα κοσμήματα, τα περίλαμπρα άμφια, την επιδίωξή τους να κάθονται στις πρώτες θέσεις των δείπνων αλλά και την εκμετάλλευση φτωχών ανθρώπων.

Ο Χριστός συνεχώς καταδικάζει την υποδούλωση στα υλικά αγαθά, τη χλιδή και την πολυτέλεια. Ολα αυτά αφορούν εμάς τους παπάδες. Ζούμε ζωή πριγκιπική, μετακινούμεθα με τις κράισλερ και τις μερσεντές, μας υπηρετεί ένα σωρό κόσμος, φορτωνόμαστε όλα αυτά τα χρυσά και έχουμε και την απόλυτη εξουσία στην ψυχή των ανθρώπων.

Είναι ανατριχιαστικά πράγματα αν σκεφτείτε ότι γίνονται στο όνομα του Χριστού που περπατούσε ξυπόλητος και δεν είχε πού την κεφαλήν κλίναι. Ε, λοιπόν, είμαστε ανακόλουθοι με όσα δίδαξε ο Χριστός. Και επομένως το λιγότερο που θα περίμενε κάποιος από εμάς είναι να μην πετάμε πέτρες στους άλλους. Οι δικές μας αμαρτίες είναι εκείνες που κυρίως καταδίκασε ο Ιησούς Χριστός.

Πώς να το κάνουμε· δεν μίλησε για τις προγαμιαίες σχέσεις, αλλά είπε ξεκάθαρα πως δεν γίνεται να υπηρετεί κάποιος δύο Κυρίους, τον Θεό και τον Μαμωνά. Είπε επίσης πως όποιος έχει δύο χιτώνες να δίνει τον ένα».
«Εμείς οι παπάδες έχουμε πολλές νευρώσεις σχετικά με τον ερωτισμό. Και πολλά από αυτά που λέμε μπορεί να είναι συνέπεια των νευρώσεών μας», υποστηρίζει μιλώντας στην «Κ» ο π. Φιλόθεος. «Πιστεύω ότι οι αυστηρότεροι από εμάς τους κληρικούς στα θέματα της σεξουαλικής ηθικής είναι είτε πιο νευρωτικοί σε σχέση με τον ερωτισμό είτε κρύβουν τα περισσότερα και θέλουν να έχουν ένα άλλοθι. Εμφανίζονται δηλαδή αυστηροί για να μην επιτρέψουν στον απλό άνθρωπο να σκεφθεί πως αυτοί μπορεί να έχουν μια έντονη προσωπική ζωή, σχετική με αυτό που εξίσου έντονα καταδικάζουν. Αναμφισβήτητα, πάντως, όταν κάποιος ελέγχει τον ανθρώπινο ερωτισμό έχει στα χέρια του αλυσοδεμένους τους ανθρώπους».

Το χάσμα

Τη στιγμή που η Ιεραρχία υποστηρίζει πως το «Σύμφωνο» στρέφεται εναντίον του θεσμού της οικογένειας, ο π. Φιλόθεος κάνει λόγο για πλήρες χάσμα με την κοινωνία. «Ακούω κάποιους μητροπολίτες να λένε ότι ενδιαφέρονται για την ελληνική οικογένεια. Μακάρι να ενδιαφέρονταν, αλλά αδιαφορούν πλήρως και είναι και ανίκανοι να κάνουν κάτι για να αντιμετωπίσουν την κρίση στην οικογένεια. Οι περισσότεροι δεσποτάδες και παπάδες είναι ποιμαντικά ανύπαρκτοι και δεν έχουν σταθεί ποτέ στο πλευρό ενός ανθρώπου που έχει ανάγκη. Οχι να του δώσουμε ρετσέτες, αλλά απλά να σταθούμε πλάι του. Γιατί πολλές φορές αυτό που χρειάζεται ο άνθρωπος που έχει μια δυσκολία δεν είναι να του δώσουμε μια λύση, αλλά να δει ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτόν.

Αυτήν τη στιγμή η ελληνική οικογένεια βρίσκεται σε τρομερή κρίση. Σήμερα, ένα τεράστιο ποσοστό νέων είναι παροπλισμένοι με ψυχικές διαταραχές· πολλές από τις οποίες οφείλονται σε κάποιους παπάδες που είναι λαύροι κατά των σαρκικών αμαρτημάτων. Εμείς οι παπάδες οδηγούμε τα παιδιά στους ψυχιάτρους. Οταν ακούω ψυχίατρο παπά να λέει ότι έχει θεραπεύσει ομοφυλοφίλους ξέρω ότι έχει αποπειραθεί να τους κάνει ψυχολογική λοβοτομή. Και τους έχει παραδώσει σε τρομερά βασανιστήρια και ενοχικά σύνδρομα. Ο διεθνούς κύρους κατάλογος της ψυχοπαθολογίας που εκδίδει η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία εδώ και 50 χρόνια δεν θεωρεί την ομοφυλοφιλία αρρώστια. Υπάρχουν όμως Ελληνες παπάδες που τη θεωρούν αρρώστια. Και πιστεύω πως εκείνος που προσπαθεί να θεραπεύσει έναν ομοφυλόφιλο είναι ο ίδιος άρρωστος που χρησιμοποιεί ταλαίπωρους ανθρώπους για να δώσει τη δική του νευρωτική μάχη».

Με έντονη αυτοκριτική διάθεση, ο π. Φιλόθεος καταδικάζει την εξουσιαστική συμπεριφορά ορισμένων κληρικών. «Κοιτάξτε, εμείς οι κληρικοί στο μεγάλο μας ποσοστό εσωτερικά είμαστε τενεκέδες ξεγάνωτοι. Και προσπαθούμε να καλύψουμε την αίσθηση της εσωτερικής μας ανεπάρκειας. Γιατί πολλοί από εμάς, αν μας βγάλετε τα γένια και τα ράσα, δεν είμαστε τίποτα. Θα ήμασταν σκέτα μηδενικά. Ομως με αυτά τα συμπράγαλα που φοράμε αποκτάμε κύρος, μπορούμε να καθορίζουμε τις ζωές των άλλων, κρέμονται οι άλλοι από το στόμα μας, αποκτάμε εξουσία. Και έτσι νομίζουμε ότι θα αυξήσουμε την αυτοεκτίμησή μας. Κούνια που μας κούναγε. Δεν αφορά βέβαια τους πολλούς ότι δεν αυξάνουμε την αυτοεκτίμησή μας. Τους αφορά όμως ότι τους βασανίζουμε και τους οδηγούμε στον Καιάδα των ψυχοφαρμάκων που είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή. Επίσης, πολλοί κληρικοί θέλουμε να βρούμε κάποιον άλλο τρόπο να δείξουμε ότι έχουμε λόγο υπάρξεως. Ασχολούμαστε με το Σκοπιανό ή με άλλα παρεμφερή πράγματα –άσχετα με την αποστολή μας– για να δείχνουμε ότι κάτι έχουμε κάνει. Εχουν καμία σχέση αυτά με όσα δίδαξε ο Χριστός;».

Για τον π. Φιλόθεο η απάντηση της Εκκλησίας στο «Σύμφωνο» δεν πρέπει να είναι η τιμωρία όσων το επιλέξουν, αλλά η πρόταση ζωής που κάνει ο Χριστός. «Οι βασικές αρχές του Χριστού είναι η αγάπη του ανθρώπου για τον Θεό και η αγάπη για τον συνάνθρωπο. Η σχέση με τον άλλο είναι βασική πηγή ζωής για τον άνθρωπο. Αλλά οι σχέσεις είναι περίπλοκες και χρειάζεται αγώνας για να είναι όσο γίνεται περισσότερο υγιείς. Η ερωτική πλευρά τους είναι η πιο καίρια. Και εκεί εύκολα γίνονται πολλές εκτροπές. Οσες περισσότερες τόσο λιγότερη πληρότητα ζωής υπάρχει. Και η πληρότητα στη ζωή έρχεται μέσα σε σχέσεις ουσιαστικές, που παίρνουν χρόνο, κόπο, θέλουν αγώνα. Αν ζητούν οι νέοι κάποιο συγχωροχάρτι δεν είναι πολύ διαφορετικοί από τους παπάδες που τους το αρνούνται», επισημαίνει. «Στις μέρες μας ο Θεός είναι νεκρός. Τον έχουμε σκοτώσει και είμαστε ορφανοί. Τα λόγια που λέμε, τα μεγάλα, τα επουράνια, τα πνευματικά όχι μόνο δεν ακτινοβολούν πίστη, αλλά φανερώνουν την αγωνία μας να καλύψουμε την έλλειψη της πίστεώς μας. Γιατί η πίστη δεν μεταδίδεται με μπλα μπλα, αλλά ακτινοβολεί. Δεν λες εγώ πιστεύω, αλλά ο τρόπος που ζεις δείχνει ότι πιστεύεις. Σήμερα ο τρόπος ζωής όλων μας δείχνει ότι δεν πιστεύουμε. Προσεγγίζουμε την πίστη σαν ένα καταναλωτικό αγαθό. Εχουμε από αυτό, από εκείνο, τα έχουμε όλα και λέμε άντε τώρα να εξασφαλίσουμε και ένα οικοπεδάκι στον παράδεισο».

Ποιος είναι
Ο π. Φιλόθεος Φάρος σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Πάντειο Σχολή, Νομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ποιμαντική Ψυχολογία στις ΗΠΑ. Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας το 1962 στην Ελλάδα. Στη συνέχεια υπηρέτησε ως εφημέριος στις ΗΠΑ. Δίδαξε Ποιμαντική Ψυχολογία στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη από το 1969 έως το 1976. Υπηρέτησε ως ιερέας-σύμβουλος στο νοσοκομείο J.B. Thomas Day Care παρέχοντας ποιμαντική υποστήριξη σε νεαρά ζευγάρια που τα παιδιά τους αντιμετώπιζαν σοβαρές ασθένειες καθώς επίσης και ως προϊστάμενος του τμήματος Οικογενειακής Στήριξης στην πρότυπη ψυχιατρική κλινική Human Resource Institute στη Βοστώνη από το 1970 μέχρι το 1976.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1976, ασχολήθηκε συστηματικά με το συγγραφικό έργο καθώς επίσης, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90, με το Συμβουλευτικό Κέντρο Νεότητας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Σήμερα, συνταξιούχος πλέον, λειτουργεί κάθε Κυριακή στον Αγιο Νικόλαο Ραγκαβά της Πλάκας. Πάντοτε μετά τη λειτουργία συζητάει με νέα ζευγάρια και νέους για τα θέματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους.

Απο την εκπομπή Στα Άκρα ειναι το ακόλουθο βίντεο την 18.04.08

cosmosnet για το 1greek
.Δημοσιεύτηκε στην kathimerini την 06-04-08
http://news.kathimerini.gr


Πηγή

ΠΕΡΙ ΜΑΡΘΑΣ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑΣ



Συνεζητήθη τελευταίος μεταξύ θεολόγων και θεολογούντων το ζήτημα της Μάρθας και της Μαρίας, δηλαδή της πρακτικής και θεωρητικής ζωής. Ποία είναι πλέον ευάρεστος εις τον Θεόν. Είναι γνωστή η ευαγγελική ιστορία. Όταν ο Κύριος Ιησούς περιήρχετο τας κώμας διδάσκων, εισήλθεν εις το εν Βηθανία σπίτι του Λαζάρου. Αι αδελφαί υπεδέχθησαν τον θείον Διδάσκαλον με χαράν. Και η μεν Μάρθα μετουσίωσε τον ενθουσιασμόν της, εις την φροντίδα της τιμητικωτέρας και πλουσιωτέρας φιλοξενίας· η δε Μαρία, έκθαμβος από την ακτινοβολίαν του την θείαν, «καθίσασα παρά τους πόδας του Ιησού ήκουε των λόγων αυτού».                                                                                              Η Μάρθα «περισπωμένη περί πολλήν διακονίαν» απετάθη προς τον Κύριον· «Κύριε, ου μέλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονείν;» Σύστησέ της να με βοηθήση. Τότε ο Κύριος απεκρίθη το μνημειώδες: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά· ενός δε εστι χρεία. Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ αφαιρεθήσεται απ’ αυτής…» (Λουκ. ι: 41-42).                               
Εκ της ιστορίας αυτής, πολλοί συνάγουν μονομερές συμπέρασμα. Ότι η Μάρθα κατεδικάσθη· ότι η διακονία της απερρίφθη ολοσχερώς. Εν τούτοις δεν είναι αληθές αυτό. Διότι αν δεν υπήρχεν η Μάρθα να διακονήση δεν θα ημπορούσε να καθήση η Μαρία, ακούουσα των λόγων του Κυρίου. «Δια γαρ της Μάρθας εμακαρίσθη η Μαρία», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Ο Κύριος αξιολόγησε το έργον των δύο αδελφών και προεκρίθη το της Μαρίας. Τούτο δεν σημαίνει όμως ότι απερρίφθη η διακονούσα Μάρθα. Δι’ εκείνην την ώραν, συγκριτικώς, η στάσις της Μαρίας έναντι του έργου της Μάρθας, ήτο ασφαλώς η πλέον θεάρεστος.                      Η Μαρία αποτελεί την έκφρασιν της θεωρητικής ζωής. Η Μάρθα αντιπροσωπεύει την πρακτικήν. Τι είναι ακριβώς «θεωρία» και τι «πράξις» δεν είναι εύκολον να αποδοθή εις ορισμούς. Πολλάκις εις την θεωρητικήν υπάρχει η πρακτική, όπως και εις την πρακτικήν η θεωρητική. Αναχωρεί κανείς από την πράξιν και φθάνει εις την θεωρίαν. Και όταν τελειωθή εν τη πράξει και θεωρία τότε συνδυάζει και τας δύο. Η διάκρισις της πράξεως από την θεωρίαν εγένετο από τους Νηπτικούς και Ασκητικούς Πατέρας, προς βίωσιν υπό των Μοναχών. Διότι περί των κοσμικών δεν γίνεται λόγος, ως «εμπλεγμένων ταις του βίου πραγματείαις». Να γίνωμεν σαφέστεροι. «Πράξις» εν τη χριστιανική ζωή λέγεται η εργασία των εντολών του Χριστού. Αι εντολαί διακρίνονται εις πρακτικάς και θεολογικάς. Θεολογικαί είναι η πίστις, η ελπίς και η αγάπη. Δηλαδή πίστις τελεία προς τον Θεόν, ελπίς ακλόνητος και αγάπη απόλυτος. Αι εντολαί εδόθησαν δια την κάθαρσιν της ψυχής από των παθών της. Όταν διαλυθή το νέφος των παθών, τότε η ψυχή, αποβάλλουσα την τυφλότητά της, αρχίζει να θεωρή τα θεία πράγματα. Έτσι γίνεται «θεωρητική». Ακολουθεί η θεία έλλαμψις υπό του Παναγίου Πνεύματος και πραγματοποιείται η μυστική και υπερφυής ένωσις μετά του ηγαπημένου Χριστού εν έρωτι θείω. Ο άνθρωπος γίνεται τέλειος, επανέρχεται εις την πρώτην μακαρίαν κατάστασιν του απτώτου Αδάμ, αποκτά το «αρχαίον απλούν», θεούται.                    Ο μακαρισμός της Μαρίας υπό του Κυρίου, εν συναφεία και με άλλα χωρία του ιερού Ευαγγελίου, ήνοιξε νέαν οδόν ζωής. Της ζωής προς την έρημον. Διότι ζωή θεωρητική, ωσάν της Μαρίας, καθημένης παρά τους πόδας του Ιησού, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή εις την πολυθόρυβον, πολυμέριμνον, προκλητικόν και διαχυτικόν της εσωτερικής ενότητος κόσμον. Όλοι οι άγιοι πατέρες αυτό διδάσκουν. Όσοι δεν πλανώνται, το πιστοποιούν ανά πάσαν στιγμήν.                                                         Ο σκοπός της αναχωρήσεως από τον κόσμον είναι η κάθαρσις από των παθών. Η έρημος είναι επινόησις της πνευματικής πείρας των πνευματοφόρων Πατέρων. Και ο Μοναχισμός αποτελεί την κωδικοποίησιν αυτής της πείρας. Αλλά η Έρημος δεν δωροφορεί αμέσως την κάθαρσιν και την θεωρίαν. Ζητεί αγώνας. Ζητεί και εκεί την εκπλήρωσιν των εντολών. Ο «αναχωρών» εντάσσεται ή εις την υπακοήν ενός Γέροντος—«παιδευτού» ή  εις μικράν αδελφότητα 2-4 αδελφών ή εις Κοινόβιον. Εις όλας αυτάς τας περιπτώσεις εκτελούνται αι εντολαί. Όχι όμως όλαι. Αναστέλλονται ωρισμέναι λόγω του περιβάλλοντος. Ούτε σωματική ελεημοσύνη ημπορεί να γίνη, ούτε επίσκεψις εις φυλακάς, ούτε εις νοσοκομεία κ.λ.π. Η αγάπη ασκείται πνευματικώς, δια προσευχής. Εις την περίπτωσιν αυτήν εις ποίαν κατηγορίαν ανήκει ο Μοναχός; Εξαρτάται από αυτόν. Ημπορεί να είναι και πρακτικός και θεωρητικός. Όταν προκόψη εις τους πνευματικούς αγώνας και φθάση εις σχετικήν απάθειαν, δύναται να ζήση κατά μόνας. Η τελεία Ησυχία οδηγεί εις την τελείαν κάθαρσιν, την θεωρίαν και θεοπτίαν. Τότε ο Μοναχός έχει την Μαρίαν διακονήσας όμως ως η Μάρθα. Είναι πλέον θέμα Θεού και ειδικών χαρισμάτων, εάν κληθή να υπηρετήση τους αδελφούς του εν τω κόσμω. Άλλως παραμένει εις την Έρημον μέχρι τέλους, αν και έγινε τέλειος και δεν φοβείται πτώσιν.
Ο χριστιανός όμως του κόσμου διακονεί, ως η Μάρθα. Ίσως όχι τόσον ψεκτώς όσον αυτή. Έτσι λοιπόν εργαζόμενος είναι «πρακτικός». Υπάρχουν σαφείς εντολαί δια την διακονίαν του πλησίον. Ο Κύριος αποδέχεται την διακονίαν προς τους «αδελφούς του» ως εις αυτόν γενομένην. Ο Απόστολος Παύλος εξαίρει την πίστιν «δι’ αγάπης ενεργουμένην». Ο δε αδελφόθεος Ιάκωβος την πληρότητα της «αμιάντου θρησκείας» ευρίσκει εις την βοήθειαν των ορφανών και χηρών και των πτωχών γενικώς. Η Καινή Διαθήκη ανακεφαλαιώνει όλας τας εντολάς εις την προς τον πλησίον αγάπην. Η κρίσις υπό του Κυρίου θα γίνη με βάσιν την προς τον πλησίον αγάπην. Είπομεν ότι ο Μοναχός είναι άλλο πράγμα. Η διακονία του γίνεται απ’ ευθείας εις τον Θεόν. Όλαι αι εντολαί, αι λεγόμεναι μερικαί, συμπυκνούνται εις τας καθολικάς, της πίστεως, της ελπίδος και της προς Θεόν αγάπης. Τότε η διακονία είναι περιττή. Αν όμως τον «ησυχάζοντα» Μοναχόν επισκεφθή αδελφός, και έχη ανάγκην της βοηθείας του, τότε αφήνει την «ησυχίαν» του και διακονεί τον αδελφόν. Διότι η προσευχή και η θεωρία γίνονται όλες τις ώρες. Η προς τον πλησίον όμως αγάπη δεν ενεργείται πάντοτε.
Πολλοί χριστιανοί εν τω κόσμω, από ένα άκριτον ζήλον, παρεξηγήσαντες την διδασκαλίαν των ασκητικών Πατέρων, θέλουν να ακολουθήσουν την θεωρητικήν ζωήν της Μαρίας. Και έτσι δεν κατορθώνουν ούτε ωσάν την Μαρίαν να ζουν ούτε τας οφειλομένας εντολάς της Μάρθας να κάμνουν. Και φυσικά ζημιούνται. Και όχι μόνον αυτό, αλλά κακίζουν ως ολιγοπίστους και όσους κάμνουν έργον καλόν υπέρ του πλησίον. Και ευρίσκονται προσκρούοντες εις την «δευτέραν και μεγάλην εντολήν». Χαρακτηρίζουν δε ως Προτεσταντικήν ή Καθολικίζουσαν την υπέρ του πλησίον διακονίαν. Και αι τρεις κατηγορίαι πίπτουν ευκόλως υπό τους εξής όρους: Εφ’ όσον η διακονία γίνεται εν συνδυασμώ μετά της πίστεως εις την πρόνοιαν του Θεού και της προσευχής, είναι θεάρεστος. Αι εντολαί «μη μεριμνάτε… τις μεριμνών δύναται προσθήναι…» ή «καταμάθετε τα πετεινά… καταμάθετε τα κρίνα…» αναφέρονται εις πάντα πιστόν μεριμνώντα υπέρ το δέον, δια τον εαυτόν του, εξ ολιγοπιστίας. Δεν έχουν σχέσιν με την εξ αγάπης διακονίαν του πλησίον. Και ενώ, όταν κανείς δρα υπερβολικώς υπέρ εαυτού, καθίσταται αξιοκατάκριτος, διότι «βαρύνεται η καρδία του εν μερίμναις βιωτικαίς», αντιθέτως όσον κανείς διακονεί περισσότερον, τόσον είναι επαινετός, ως διακονών εν κόπω και μόχθω τους αδελφούς του Κυρίου. Μία τοιαύτη έμφροντις εργασία ευρίσκεται εντός του πνεύματος της ευαγγελικής αγάπης, καθαίρει την ψυχήν και έχει πολλήν μισθαποδοσίαν. Όλοι οι άγιοι Πατέρες είχαν μεγάλας μερίμνας υπέρ του πλησίον…                                                   Ο Καθολικισμός εξ αντιδράσεως προς τον Προτεσταντισμόν, υπερτονίζοντα μόνον την πίστιν, υπερτόνισε την αξίαν των έργων, ότι αυτά δικαιούν τον άνθρωπον. Ημείς οι Ορθόδοξοι εκκλίνομεν και από τους δύο εξ ίσου κινδυνώδεις αυτούς σκοπέλους. Τα έργα ημείς εννοούμεν ως καρπόν πίστεως και αγάπης. Πιστεύομεν δε εις την σωτηρίαν μας, δια του συνδυασμού πίστεως και έργων.                                                                                                
Αλλά ημπορεί να μη έχωμεν αρκετήν αγάπην και θερμήν πίστιν. Άρα δεν πρέπει να εργαζώμεθα το αγαθόν; Θα απαντήσωμεν με το εξής: Οι πιστοί κινούνται εις μίαν κλίμακα πίστεως και αγάπης. Άλλοι κάμνουν το θέλημα του Κυρίου από φόβον δουλικόν, άλλοι με υπολογισμόν ανταμοιβής και άλλοι από αγάπην υιικήν. Όλοι είναι δεκτοί εις τον Θεόν. Αρχίζομεν από τον φόβον της κολάσεως, διαβαίνομεν δια της δελεαστικής υποσχέσεως της βασιλείας των ουρανών και καταλήγομεν εις την αγάπην του Πατρός μας, η οποία «έξω βάλλει τον φόβον». Επομένως είναι μέγα λάθος να εμποδίζωμεν τα εκ φόβου παιδαγωγικά και καθαρτικά της ψυχής έργα, τα και μετά παραλείψεων ακόμη γινόμενα.                                    Πρέπει να αποφεύγωμεν κάθε απολυτότητα από υπερηφάνειαν και άγνοιαν. Και το ελάχιστον το δέχεται ο Κύριος. Όταν η προσευχή μου μολύνεται από ρυπαρούς λογισμούς, δεν θα την αφήσω. Αντιθέτως θα την επιτείνω, δια να την εξαγιάσω. Όταν νηστεύων επαίρωμαι, δεν θα καταργήσω την νηστείαν, αλλά θα βιάσω τον εαυτόν μου να μετριοφρονώ. Όταν ελεώ ή διακονώ και με βασανίζη η κενοδοξία, δεν θα κλείσω την βρύσιν του ελέους, αλλά θα πολεμώ, δια να βλέπω τον εαυτόν μου ως «αχρείον δούλον». Έτσι θα κάμω και δι’ όλας τας οφειλομένας προς τον πλησίον μου ενεργείας, «υποτάσσω παν νόημα εις υπακοήν Χριστού».   Δεν πρέπει όμως να μου διαφύγη ποτέ από τον νουν, ότι με τα έργα δεν εξοφλώ τα χρέη μου. Οφείλω ταυτοχρόνως να καλλιεργώ την πίστιν μου και την αγάπην μου προς τον Θεόν και τον πλησίον. Τα έργα αποβλέπουν εις την κάθαρσίν μου και είναι διπλής μορφής. Αναφέρονται και εις τον πλησίον και εις τον αμεσώτερα προς εμέ πλησίον: εις τον εαυτόν μου. Ουδείς «πλησιέστερος» πλησίον από την ψυχήν μου. Έτσι, λοιπόν, ενώ ελεώ, παρηγορώ, διδάσκω, διασώζω άλλους, οφείλω να προσεύχωμαι, να υπομένω τας θλίψεις και τους πειρασμούς εν ευχαριστία, να σωφρονώ και να ταπεινούμαι, αυξάνων την πίστιν μου και την αγάπην μου προς τον Θεόν. Έτσι θα είμαι φωτιζόμενος και φωτίζων, καθαιρόμενος και καθαίρων, αγιαζόμενος και άλλους αγιάζων. Με άλλους λόγους, αν ημπορούμε να εκφρασθώμεν έτσι: Μέσα μας να είμεθα με τον Θεόν και έξω με τους αδελφούς του Χριστού.
Επίσης εξ ίσου παρεξηγείται η Εκκλησία, όταν λαμβάνη ωρισμένα μέτρα, χάριν των ατελεστέρων τέκνων της, που έχουν ανάγκην «γάλακτος» και «λαχάνων». Ημείς δεν πρέπει να τα κρίνωμεν με τα μέτρα της ωριμότητός μας και της θερμής πίστεώς μας. Η ζωή κυλά, μεταμορφούται διαρκώς. Ο Σατανάς αλλάζει μορφάς δια να απατήση ψυχάς; Από κοντά και η Εκκλησία. Ασκεί επιρροήν ο φθείρων κινηματογράφος; Ας τον χρησιμοποιήση και η Εκκλησία προς άμυναν. Ενεφανίσθη το παρακολουθούν την ζωήν των τέκνων της ραδιόφωνον με την συνεχή πρόκλησιν; Ας εκμεταλλευθή και η Εκκλησία τα ηχητικά κύματα, πολεμούσα τον γεώδη έρωτα δια του θείου και πνευματικού. Εκδίδουν τα όργανα του Σατανά εφημερίδες, βιβλία, περιοδικά; Ας ματαιώνωμεν το έργον του με τον ίδιον μέσον και ημείς. Τραγούδια διαβολικά αυτοί; Τραγούδια του Θεού ημείς. Χορούς πορνικούς αυτοί; Χορούς εν Εκκλησίαις ημείς. Εισδύουν στα σπίτια «του αρπάσαι πτωχόν»; Πρώτοι ημείς. Εις το Πανεπιστήμιον αυτοί; Εκεί και ημείς. Παντού να αντιδράσωμεν με τους καλούς χριστιανούς δασκάλους και νέους μας. να κτυπήσωμεν το κακόν, όπου υπάρχει. Εις τα Σχολεία, Εις ΤΑ Νοσοκομεία, εις τας φυλακάς, εις τα κέντρα. Η εποχή μας είναι οργανωτική. Να αναμειχθώμεν παντού, εγκεντρίζοντες τα αγριέλαια εις καλλιέλαια. Και εις την πολιτικήν; Ναι. Όχι να κάμωμεν τον χριστιανισμόν πολιτικήν, αλλά να εκχριστιανίσωμεν την πολιτικήν.
Δεν δυνάμεθα να αδιαφορούμεν, ως μέλη του μυστικού Σώματος του Χριστού, δια τους αδελφούς μας χωρίς να αμαρτάνωμεν. Χρειάζεται όμως προσοχή. Ημείς οφείλομεν να αγωνιζώμεθα κατά το χάρισμα που έχει έκαστος από τον Θεόν. Το αποτέλεσμα θα το δώση ο Θεός, που πλαστουργεί την ιστορίαν του κόσμου κατά ανεξιχνίαστον εις ημάς τρόπον. Ο Θεός «συνεργάζεται» με τον άνθρωπον. Ο άνθρωπος οφείλει να υποτάξη το θέλημά του εις το θέλημα του Θεού. Και θέλημά του είναι η επικράτησις της βασιλείας του επί της γης. Δια τούτο και προσευχόμεθα· «ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης…».                                                                                       Ο Θεός δεν έχει ανάγκην των έργων μας, αλλά τα θέλει. Έτσι πληρούται η δικαιοσύνη του. Και δια των έργων—της εργασίας των εντολών—επανερχόμεθα εις το «κατ’ εικόνα». Εάν έχωμεν το χάρισμα της προσευχής περισσότερον των άλλων, δεν πρέπει να εξουδενώνωμεν τον έχοντα ηυξημένον το χάρισμα της διακονίας, και αντιστρόφως. Πρέπει να είμεθα ταπεινοί δια το ελάχιστον έργον που κάμνομεν και να μεμφώμεθα εαυτούς δια τας ακαθάρτους προσευχάς μας. Ουδείς καθαρός από ρύπου. Συ ο κρίνων «πίστιν έχεις; Έχε σεαυτόν κατενώπιον του Θεού».

                                                     

θ. μ. δ.
πηγή

Η ταπείνωση είναι η λύση των σύγχρονων αδιεξόδων μας.


15Οι Πατέρες τής Εκκλησίας μάς συμβουλεύουν πώς η ρίζα όλων τών κακών είναι ο εγωισμός καί η φιλαυτία. Προφανώς η αιτία τής σύγχρονης κακοδαιμονίας τού κόσμου είναι η νοσηρή εγωπάθεια.

Άς δούμε ένα μικρό απόσπασμα από ένα από τούς μεγαλύτερους ασκητικούς Πατέρες, τού αγίου Ισαάκ τού Σύρου, τί μάς συμβουλεύει γιά τήν ταπείνωση, τόν αντίποδα τής εγωπάθειας: «Στήν μέν ταπεινοφροσύνη έπεται η εγκράτεια καί η συστολή τών αισθήσεων, η δέ κενοδοξία είναι υπηρέτης μέν τής πορνείας, έργο δέ τής υπερηφάνειας.

Η μέν ταπεινοφροσύνη μέ τήν παντοτινή της συστολή καταγίνεται στή θεωρία καί στολίζει τήν ψυχή μέ σωφροσύνη, η δέ κενοδοξία μέ τήν ακατάπαυστη ταραχή καί σύγχυση τών ενθυμήσεων, η οποία προέρχεται από τήν περιέργεια, συνάγει στήν ψυχή μας θησαυρούς πονηρίας, μολύνει τήν καρδιά μας.

Μέ τούς ακόλαστους λογισμούς παρουσιάζει τήν φύση όλων τών πραγμάτων ηδονική καί γεμίζει τό νού μας μέ αισχρούς λογισμούς. Αντίθετα η ταπεινοφροσύνη, διά τής θεωρίας τού Θεού, περιστέλλει πνευματικ

ώς τήν ψυχή μας καί μάς παρακινεί νά στραφούμε πρός τή δόξα τού Θεού» (Λόγ. ΚΓ΄).

Ο σύγχρονος εγωπαθής άνθρωπος άν δέν αφήσει χώρο στήν ψυχή του γιά ταπείνωση, είναι βέβαιο ότι θά αυτοκτονήσει πνευματικά, άν δέν τό έχει κάνει κιόλας! Τό έχουμε τονίσει επανειλημμένα: Ο Χριστιανισμός είναι τρόπος ζωής,φανέρωση τής αγαπητικής σχέσεως τού Τριαδικού Θεού!

πηγή

Ο Μέγας Βασίλειος δίνει το ίδιο κύρος σε γραπτή και άγραφη Παράδοση




«Οι αιρετικοί απορρίπτουν τις άγραφες μαρτυρίες των Πατέρων και έχουν ως επιδίωξη τον αφανισμό της αποστολικής παραδόσεως» (Περί Αγ.Πνεύματος,79,ΕΠΕ 10,342).«Η ιερή Παράδοση διασώθηκε δια της μνήμης από γενεά σε γενεά και έφθασε σε μας με τη διδασκαλία των πατέρων» (Περί Αγ.Πνεύματος, 79,ΕΠΕ 10,500).

«Όποιος δέχεται διδασκαλίες ξένες προς την Παράδοση είναι σαν να μην βαπτίστηκε» (Περί Αγ.Πνεύματος, Ι',26, ΕΠΕ 10,344).

«Υπάρχει το έθιμο μας, το οποίο μπορούμε να προβάλουμε ότι έχει δύναμη νόμου, γιατί οι θεσμοί παραδόθηκαν σ'εμάς από αγίους άνδρες» (Επιστ.160, Διοδώρω,2,ΕΠΕ 3,306).

«Η Παράδοση που δόθηκε με τη ζωοποιό Χάρη του Αγίου Πνεύματος πρέπει να μένει πάντοτε απαράβατη. Το να προσθέσει ή να αφαιρέσει κανείς κάτι ισοδυναμεί σαφώς με έκπτωση από την αιώνια ζωή» (Περί Αγ.Πνεύματος,28,ΕΠΕ 10,350).

«Διακηρύσουμε μόνον εκείνα που έχουμε διδαχθεί από τους αγίους Πατέρες. Δεν τολμούμε να υποστηρίξουμε νεώτερα στοιχεία, προϊόντα της δικής μας διάνοιας» (Επισ.140, Προς την Αντιοχέων Εκκλησίαμ,2,ΕΠΕ 1,336-338). 

Ο Μέγας Βασίλειος δίνει το ίδιο κύρος σε γραπτή και άγραφη Παράδοση. Συνοπτικά (για την άγραφη Παράδοση) θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο άγιος Βασίλειος δέχεται:

1. Το σημείο του Σταυρού.
2. Η στροφή προς Ανατολάς (προς την Εδέμ), όταν προσευχόμαστε.
3. Τα λόγια του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων.
4. Η ευλογία του νερού του Βαπτίσματος.
5. Η ευλογία του λαδιού του Χρίσματος.
6. Η ευλογία του ίδιου του Βαπτιζομένου.
7. Η τριπλή κατάδυση και ανάδυση.
8. Η αποταγή του σατανά και των αγγέλων αυτού. 


Για περισσότερες πληροφορίες καλώ τον αναγνώστη να μελετήσει τον Α' τόμο της Παιδαγωγικής Ανθρωπολογίας του Μ.Βασίλειου υπό του Βασιλείου Δ.Χαρώνη.

Ας αναρωτηθούν οι προτεστάντες αν όλα αυτά συμβαίνουν στους δικούς τους χώρους.
Αν ο Βασίλειος ψεύδεται κι αυτός όπως εμείς (κατηγορούμαστε) σήμερα.
Αν η σημερινή Ορθόδοξη Εκκλησία κινείται ιεροπρεπώς και βρίσκεται σε κοινωνία με τους λόγους του ιερού Πατρός.


Ευχαριστούμε πολύ τα «Μονοπάτια που διασταυρώνονται» για το σημαντικό σχόλιο του στο μπλοκ μας.
πηγή

Περί Οικογένειας , διδαχές γέροντος Παισίου Αγιορείτου


_.jpg
Έλεγε ο γέρων Παίσιος.
Η γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή. Έτσι αγιάζεται και το παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού. Να προσέχεις να μην στεναχωρείς την έγκυο για κανένα λόγο.
*****************
Είπε πάλι. Καλό είναι η οικογένεια να έχει τον ίδιο πνευματικό. Ο άντρας, η γυναίκα, τα παιδιά, αυτό βοηθά πολύ.
*****************
Ένας πιστός τον ρώτησε. Γέροντα, σήμερα πήραν βαθμούς τα παιδιά και είναι στεναχωρημένα. Κοίτα να δεις, σήμερα οι μεγάλοι θέλουν να παίρνουν πολλά λεφτά με λίγη δουλειά, και οι μικροί να παίρνουν μεγάλους βαθμούς, χωρίς διάβασμα. Και αν είναι δυνατόν να μην φεύγουν από την καφετέρια ή την ξυλοτέξ – πως το λένε – να παίρνουν ένα τηλέφωνο να ρωτούν τι βαθμούς τους έβαλαν. (γέλια).
***************** 
Ρώτησε κάποιος τον γέροντα Παϊσιο. Γέροντα σήμερα πολλοί νέοι άνθρωποι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά γιατί σκέφτονται σε τι είδος κόσμο θα φέρουν το παιδί τους. Μόλυνση από τα χημικά, από τα πυρηνικά, ζωή γεμάτη άγχος, άγρια κοινωνία, πόλεμοι, πεινά, σκοτωμοί, βιασμοί, αρπαγές, απαγωγές…
Αν είμαστε κιόλας στον καιρό του Αντίχριστου σκέφτομαι και εγώ μήπως δεν αξίζει κανείς να παντρεύεται και να κάνει παιδία. Όχι, Θανάση δεν είναι έτσι!…….. Οι χριστιανοί στο καιρό των διωγμών δεν παντρεύονταν; Και παντρεύονταν και παιδιά έκαναν!! Είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στο Χριστό …όχι στους ανθρώπους.
Είναι ολιγοπιστία αυτός ο λογισμός. Ο Θεός σε μια στιγμή μπορεί να τα διορθώσει όλα. Να σβήσει όλα τα στραβά. Κάνουν οι άνθρωποι σχέδια …έχει και Θεός τα δικά Του. Να ήξερες πόσες φορές τύλιξε ο διάβολος τη γη με την ουρά του για να την καταστρέψει … Δεν τον άφησε ο Θεός …του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνει ο διάβολος, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Μην ανησυχείς!
*****************
Ρώτησε κάποιος. Γέροντα είναι μερικά ζευγάρια που ενώ θέλουν, δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Γιατί συμβαίνει αυτό; Για να βολεύεται και κανένα ορφανό …τους έδωσε και ο Θεός ένα δικό τους μετά!
*****************
 Είπε πάλι. Σήμερα τον ζαλίζουν τον άνθρωπο. Τα χτυπάνε τα καημένα τα παιδιά από δω και από κει με διάφορες θεωρίες, τα πιάνει μετά φόβος, άγχος και ξεσπάνε στα ναρκωτικά και την διασκέδαση. Αλλά αυτή η κοσμική διασκέδαση προσθέτει άγχος. Βλέπεται από αυτή την ζωή κανείς γεύεται σε κάποιο βαθμό την κόλαση ή τον παράδεισο αν ζει σύμφωνα με το θέλημα του θεού με την Εκκλησία.
*****************
Oι γονείς να προσέχουν στο σπίτι τι βιβλία, έχουν γιατί μπορεί να πέσουν στα χέρια των παιδιών και να πάθουν ζημιά. Στο σπίτι να έχεις μόνο χριστιανικά βιβλία.
*****************
Είπε πάλι. Όταν το παιδί από μικρό γεμίσει με Χριστό πηγαίνει στην εκκλησία με τους γονείς, κοινωνεί, ψάλλει, προσεύχεται, αργότερα όταν μεγαλώσει και φύγει μακριά από τους γονείς και βρεθεί ακόμη και σε άσχημο περιβάλλον δεν έχει ανάγκη. Είναι σαν το ξύλο που όταν έχει ποτιστεί καλά με λινέλαιο μετα δεν έχει ανάγκη από την βροχή, επειδή είναι ποτισμένο με το λαδί, δεν δέχεται τα νερά, τα πετάει έξω.
*****************
Έλεγε πάλι. Στα παιδία πρέπει να προσέχουμε πολύ τι τους λέμε. Γιατί έχουν μια απλότητα και τα πιστεύουν. Είναι και πολλά που έχουν μεγάλο φιλότιμο και παίρνουν τα λόγια των γονιών τους κατά γράμμα.
*****************
Ρώτησαν τον γέροντα. Σε αυτά τα παιδία που έχουν μπλέξει με την γιόγκα και με την μαγεία, πρέπει να τους το λέει κανείς ξεκάθαρα, από την αρχή ότι είναι διαβολικά αυτά η να τους το λέει σιγά – σιγά΄; Και ο γέρων απάντησε. Να τους το λέει κανείς, αλλά με καλοσύνη.
πατηρ Παϊσιος

Πώς να μας κολάσουν.



 Κάποτε ὁ ἑωσφόρος μάζεψε τοὺς δαίμονες καὶ τοὺς εἶπε: “Θὰ κάνουμε διαγωνισμό. Ὅποιος βρῇ τρόπο νὰ κάνουμε τοὺς χριστιανοὺς νὰ χάσουν τὴ σωτηρία τους, θὰ κερδίσῃ τὸ πρῶτο βραβεῖο”. Ὅλοι οἱ δαίμονες ἄρχισαν νὰ σκέφτονται. “Θὰ τοὺς βάλουμε νὰ μοιχεύουν”, εἶπε ἕνας ἀρχιδιάβολος. “Μπά, δοκιμασμένη συνταγή”, εἶπε ὁ ἑωσφόρος. ” Θὰ τοὺς βάλουμε νὰ βλασφημοῦν”, εἶπε ἄλλος. “Πολὺ μπανάλ!” εἶπε ὁ ἑωσφόρος. “Θὰ τοὺς βάλουμε νὰ λένε ψέματα”. “Αὐτὸ τὸ ἔκανα πρῶτος ἐγώ”, εἶπε ὁ ἑωσφόρος…Ἀπὸ τὴν τελευταία σειρὰ ἕνα μικρὸ διαβολάκι φώναζε “Ἐγώ, ἐγώ…θέλω κι ἐγὼ νὰ πῶ κάτι”.”Ἄει τράβα ἀπὸ ἐδῶ, τί νὰ μᾶς πῇς κι ἐσύ”, τοῦ ἀπάντησαν οἱ μεγάλοι. “Ὄχι, ὄχι, θέλω κι ἐγὼ νὰ μιλήσω”. Τέλος πάντων”, τοῦ εἶπαν, “ἄντε πὲς κι ἐσὺ νὰ δοῦμε τί θὰ πῆς”.
“Λοιπόν, ἀκοῦστε…
θὰ τοὺς ποῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τὰ λέει ὅλα σωστὰ καὶ καλά, ὅτι τὰ μυστήρια σώζουν κτλ…” Στὸ ἄκουσμα αὐτὸ οἱ ἀρχιδαίμονες ἔφριξαν… “Εἶσαι τρελός; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λές;” . “Σταθεῖτε!”, τοὺς ἀπάντησε, “δὲν τελείωσα…Θὰ τοὺς ποῦμε ὅμως συνάμα ὅτι ἔχουν ἀκόμη καιρό, γιὰ νὰ μετανοήσουν, ὅτι εἶναι ἀκόμα νέοι, ὅτι εἶναι ὑγιεῖς καὶ πώς, ὅταν γεράσουν, τότε νὰ ἀσχοληθοῦν καὶ μὲ τὴ σωτηρία τους…”. “Αὐτὸ εἶναι!”, εἶπε ὁ ἑωσφόρος…Καὶ τοῦ ἔδωσαν τὸ πρῶτο βραβεῖο!

Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΕΙΩΝ-ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΘΑ ΣΤΡΙΜΩΞΟΥΝ.

Θα στριμώξουν τα π[ράγματα και θα πουν:"Μόνο με τις κάρτες θα κινήσθε,τα χρήματα θα καταργηθούν".Θα δίνει κανείς την κάρτα στο κατάστημα και θα ψωνίζει και ο καταστηματάρχης θα παίρνει τα χρήματα από την τράπεζα.Όποιος δεν θα έχει κάρτα δεν θα μπορεί ούτε να πουλάει,ούτε να αγοράζει.Συγχρόνως στην τηλεόραση θα δείχνουν ότι ο τάδε πήρε την κάρτα του τάδε και του πήρε τα χρήματα από την τράπεζα.Στην συνέχεια θα λένε:"Ποιό σίγουρο είναι το σφράγισμα με ακτίνες λέιζερ στο χέρι ή στο μέτωπο,γιατί μόνο ο κάτοχος ξέρει το νούμερό του.Το σφράγισμα είναι το τελειότερο σύστημα.Ούτε το κεφάλι μπορεί να άρει ο άλλος ,ούτε το χέρι,ούτε το σφράγισμα το βλέπει."Γι αυτό αφήνουν τώρα τους ληστές ,τους κακοποιούς να οργώνουν.Τα τριάμισι χρόνια θα είναι δύσκολα και θα την πληρώσουν μερικοί που δεν θα συμφωνήσουν με το σύστημα.Γι αυτούς όλο και κάποια αιτία θα βρίσκουν και θα τους κλείνουν φυλακή.         -Γέροντα θα μπορούν να επιβάλουν με την βία το σφράγισμα;              -Mέχρι εκεί η...ευγένειά τους δεν θα φθάσει!Θα είναι ευγενείς γιατί είναι Ευρωπαίοι.Θα δείξουν ανωτερότητα.Δεν θα βασανίζουν τους ανθρώπους,αλλά δεν θα μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος,αν δεν έχει το σφράγισμα.Ούτε χρυσά νομίσματα,ούτε δολλάρια,αν έχει,δεν θα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει.Γι αυτό αν φροντίσει κανείς να ζει από τώρα απλά,λιτά,θα μπορεί να ζήσει εκείνα τα χρόνια.Να έχει κανένα χωραφάκι,για να μπορεί να καλλιεργήσει λίγο σιτάρι,πατάτες.Να βάλει ελαιόδεντρα,και τόττε με κανένα ζώο,καμμιά κατσίκα,λίγες κότες θα μπορεί να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της οικογένειάς του.Γιατί και προμήθειες να κάνεις,δεν ωφελεί πολύ,αφού και τα τρόφιμα δεν κρατούν.,χαλούν γρήγορα.Φυσικά το στρίμωγμα θα κρατήσει λίγο,θα διαρκέσει 3-3,5 χρόνια,θα συντομευτούν οι μέρες για τους εκλεκτούς.Δεν θα καταλάβουν πότε θα περάσουν.Ο Θεός δεν θα αφήσει αβοήθητο τον άνθρωπο.Εδώ βλέπεις σε έναν αδικημένο που έχει καλή διάθεση,επειδή δικαιούται την θεία βοήθεια,παρουσιάζονται οι Άγιοι,η Παναγία,ο Χριστός,για να τον σώσουν,πόσο μάλλον τώρα που θα βρίσκεται σε τόσο δύσκολη κατάσταση,ο καημένος ο κόσμος.Τώρα μια μπόρα θα είναι,μια μικρή κατοχή του αντίχριστου σατανά.Θα φάει μετά μια σφαλιάρα από τον Χριστό,θα συγκλονιστούν όλα τα έθνη και θα έρθει η γαλήνη στον κόσμο για πολλά χρόνια.Αυτή τη φορά θα δώσει ο Χριστός μια ευκαιρία,για να σωθεί το πλάσμα του.Θα παρουσιαστεί στο αδιέξοδο των ανθρώπων ,για να τους σώσει από τα χέρια του αντίχριστου.Θα επιστρέψουν στον Χριστό και θα έρθει μια πνευματική γαλήνη σε όλη την οικουμένη για πολλά χρόνια.Μερικοί συνδιάζουν με αυτήν την επέμβαση την Δευτέρα Παρουσία.Εγώ δεν μπορώ να το πω.Ο λογισμός μου λέει ότι δεν θα είναι η Δευτέρα Παρουσία,όταν έρθει ο Κριτής,αλλά μιά επέμβαση του Χριστού,γιατί είναι τόσα γεγγονότα που δεν έχουν γίνει ακόμα.Θα επέμβει ο Χριστός,θα δώσει μια σφαλιάρα σε όλο το σύστημα,θα πατάξει όλο το κακό και θα το βγάλει τελικά σε καλό.Θα γεμίσουν οι δρόμοι προσκυνητάρια.Έξω τα λεοφορεία θα έχουν εικόνες.Θα πιστέψουν όλοι οι άνθρωποι.Θα σε τραβούν για να τους πεις για τον Χριστό!Έτσι θα κηρυχτεί το Ευαγγέλιο σε όλη την Οικουμένη.και τότε θα έρθει ο Χριστός ως Κριτής να κρίνει τον κόσμο.Άλλο κρίση ,άλλο μια επέμβαση του Χριστού,για να βοηθήσει το πλάσμα του.ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΣ -ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ-ΜΟΝΗ ΣΟΥΡΩΤΗΣ -ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.Με τα λόγια του Γέροντα φαίνεται ξεκάθαρα η αναλαμπή της Ορθοδοξίας και πως θα γίνει,αλλά είναι και μια απάντηση για όσους βιάζονται για τα Ελλληνοτουρκικά.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...