Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 03, 2013

Αθανάσιος ο Πάριος και Βενιαμίν ο Λέσβιος



Το χρονικό μιας ιδεολογικής διαμάχης. Πρόταση ερμηνείας της

Μικρή ιχνηλασία στο Νεοελληνικό Διαφωτισμό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το παρόν άρθρο. Από την αρχή, ωστόσο θα ήθελα να διευκρινίσω,  ότι  δεν  αποσκοπεί  στο  να  καταδικάσει  ή  να  δικαιώσει ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα. Την ιστορία των ιδεολογικών ρευμάτων και νοοτροπιών που συντάραξαν το δεύτερο μισό του 18ου  και την πρώτη εικοσαετία του 19ου  αιώνα, η ιστορική έρευνα των τελευταίων δεκαετιών, την εξέτασε, αλλά και κατάφερε να την εξαρτήσει από δύο ιστορικά στερεότυπα του ευρύτερου πολισμικού μας βίου, τη συντηρητική από τη μια πλευρά και την προοδευτική από την άλλη, πραγματικότητα.

Η δυαδική αυτή αντίληψη έθρεψε την τραγελαφική διελκυστίνδα των δυτικών και αντιδυτικών, του διαφωτιστή και του σκοταδιστή λογίου στα ύστερα χρόνια της Τουρκοκρατίας, από την οποία δυστυχώς η σύγχρονη ιστοριογραφία δεν  μπόρεσε  να  απαγκιστρωθεί.  Φτάνει  να  θυμίσω  εδώ μερικές  περιπτώσεις  που  επαληθεύουν  τα  παραπάνω  και  αφορούν τα εξεταζόμενα πρόσωπα: «τιτάνας του Διαφωτισμού», «αναγεννητής» ο Βενιαμίν  Λέσβιος,  εκφραστής  της  «συντηρητικής  πλευράς  της Εκκλησίας», «φωτοσβέστης» και «καλόγερος του μεσαίωνα» ο Αθανάσιος Πάριος1.

Όπως είναι φανερό, βρισκόμαστε εδώ, σε μια γερά θεμελιωμένη ηγεμονική αντίληψη της Ιστορίας. Και δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί οτιδήποτε προσέκρουε και  αρνητικά αποτιμούσε, τη σημαντικότατη κατά

τα άλλα πνευματική κίνηση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, στο

 Λ. Βρανούση, «Άγνωστα πατριωτικά φυλλάδια και ανέκδοτα κείμενα της εποχής του Ρήγα και του Κοραή», Επετηρίς Μεσαιωνικού Αρχείου 15‐16(1965‐1966)192, [και ανάτυπο]. Ευχαριστώ τον κ. Γ. Πατρινέλη που με καλοσύνη έθεσε στη διάθεσή μου αυτή τη μελέτη. Πρβλ. Γ. Βαλέτα, Κοραής. Άπαντα τα πρωτότυπα έργα, τ. Α1, Δωρικός, Αθήνα 1964, σ. 37.

γενικότερο διάγραμμα των ροπών του Νέου Ελληνισμού, συνιστούσε τη συντηρητική γραμμή. Υπό αυτή την άποψη, βρεθήκαμε νομίζω, στην αδυναμία, έχοντας ωστόσο αφομοιώσει την ιστορική παιδεία που απλόχερα μας πρόσφεραν σημαντικότατοι ιστορικοί (Κ. Άμαντος, Κ. Θ. Δημαράς, Α. Αγγέλου), να διαβλέψουμε σ’ αυτή την αντιπαράθεση έναν επίμονο διάλογο, που ρωμαλέα γονιμοποίησε τον πνευματικό μας βίο, στους δύο τελευταίους αιώνες. Στα δύο πολιτισμικά ανισόπεδα, τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό και την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι γεγονός, ότι σφυρηλατήθηκαν οι ιστορικοί παράγοντες, πάνω στους οποίους συγκροτήθηκε το ενιαίο σώμα του εθνικού κορμού, η γλώσσα και η Ορθοδοξία. Όπως επίσης είναι γεγονός, ότι ο Νέος Ελληνισμός, καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, δημιουργικά αναχωνεύτηκε, με αντιθετικές σε σχέση με την παράδοσή του δυνάμεις2.

Σ΄ αυτή την πολιτισμική ώσμωση ανήκουν ο Βενιαμίν Λέσβιος και ο

άγιος   πια   Αθανάσιος   Πάριος3.   Πρόσωπα   αντιθετικά   μεταξύ   τους,

2 Βλ.  χαρακτηριστικά Ν. Ματσούκα, Νέος Ελληνισμός και Δυτικός Διαφωτισμός,

Θεσσαλονίκη 1984. Λ. Μπενάκη, «Δυτικοευρωπαϊκό πνεύμα και Ελληνική Ορθοδοξία. Η μετάβαση από το Βυζάντιο στο Νέο Ελληνισμό και η σύγχρονη προβληματική», Σύναξη τχ. 34 (Απρίλιος – Ιούνιος 1990)30‐41. πρωτ. Γ. Δ. Μεταλληνού, «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός και Ρωμηοσύνη. (Έλεγχος θέσεων της δυτικής ιστοριογραφίας)», Ελλοπία τχ. 5 (Άνοιξη

1991) 65‐69. Του ιδίου, Ορθόδοξος και Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός. Μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα ή αλληλοαποκλειόμενα;, Αθήναι 1996.[Ανάτυπο από το Θεολογικό Συνέδριο της Ιερά Μητροπόλεως Ηλείας: (Πύργος 18 –19 Φεβρουαρίου 1995)].

 Για τον Βενιαμίν Λέσβιο η νεότερη βιβλιογραφία έχει εμπλουτιστεί με την πολύ καλή μελέτη της Ρ. Αργυροπούλου, Ο Βενιαμίν Λέσβιος και η ευρωπαϊκή σκέψη του 18ου  αιώνα, Αθήνα   1983.   Πρβλ.   Θ.   Παπαδόπουλου,   Οι   φιλοσοφικές   και   κοινωνικο‐πολιτικές αντιλήψεις του Βενιαμίν Λεσβίου, Κέδρος, Αθήνα 1983. H θέση του Αθανασίου Παρίου στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, την τελευταία δεκαετία δείχνει να έχει αποκατασταθεί. Στο γενικότερο υπόβαθρο των αντιτιθέμενων απόψεων γι’ αυτόν εντάσσονται οι δύο μεταπτυχιακές διατριβές του Α. Ι. Καλαμάτα, Αθανάσιος ο Πάριος (1721  –  1813).  Βίος  –  δράση  –  συγγράμματα.  Συμβολή  στην  ιστορία  του  18ου αιώνα.

ανέπτυξαν αξιόλογη     διδακτική δράση. Στις Κυδωνίες και τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες ο πρώτος, στο Άγιο Όρος, τη Θεσσαλονίκη και τη Χίο ο δεύτερος. Η ιδεολογική τους   διαμάχη τοποθετείται κατά το χρονικό διάστημα 1799‐1812, όταν και οι δύο τους ήσαν διδάσκαλοι στις

Κυδωνίες  και  στη  Χίο.  Για  το  θέμα  παλαιότερα  ο  ιστορικός  Άλκης

Θεσσαλονίκη  1994,  και  του  Δ.  Τσεντικόπουλου,  Ο  Αθανάσιος  Πάριος  ως  Θεολόγος,

Θεσσαλονίκη 1995. Στο ειδικότερο όμως υπόβαθρο της αποκατάστασης του Παρίου, εντάσσονται τα δύο επιστημονικά συνέδρια, που φιλοξενήθηκαν στην γενέτειρά του, την Πάρο: Η Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος, (Πάρος 15 – 19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998, περιελάμβανε οκτώ εισηγήσεις, και Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, (Πάρος 29

Σεπτεμβρίου – 4 Οκτωβρίου 1998), περιελάμβανε εικοσιπέντε ανακοινώσεις. Πρβλ. πρωτ.

Γ. Δ. Μεταλληνού, «Αθανάσιος Πάριος (1721 – 1813). Εργογραφία – Ιδεολογία – Βιβλιογραφικά», Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Τιμητικόν αφιέρωμα εις Ανδρέαν Θεοδώρου, τ. Α΄ (1995)293‐349. Έκτοτε το ενδιαφέρον για τον Πάριο προσανατολίζεται στην μνημειώδη έκδοση των Απάντων του, στην οποία συμμετέχει και ο γράφων, από ειδική επιστημονική επιτροπή, απαρτιζόμενη από Καθηγητές Πανεπιστημίου  και  ειδικούς  ερευνητές.  Προσφάτως  εκδόθηκε  και  ο  πολύ καλός βιβλιογραφικός οδηγός του συναδέλφου Χρ. Αραμπατζή, Αθανασίου του Παρίου Βιβλιογραφικά, Θεσσαλονίκη 1998. Σχετικό συμπλήρωμά του βλ. Α. Ι. Καλαμάτα, στο περ. Παριανά τχ. 73 (Απρίλιος – Ιούνιος 1999)179‐185. Ως προς τον τρόπο προσαρμογής του Παρίου στο ιδεολογικό κλίμα της εποχής του, καθώς επίσης και τις ανάγκες που υπαγόρευσαν τη στάση αυτή, σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις του Π. Κιτρομηλίδη, Νεοελληνικός  Διαφωτισμός.  Οι  πολιτικές  και  κοινωνικές  ιδέες,  Μορφωτικό  Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1996, σσ. 439‐444, 448‐449. Το έργο αποτελεί σταθμό στην περί τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό νεότερη έρευνα, αφού επιχειρεί μια πανοραμική θεώρησή του. Συμπληρώνει προγενέστερες μελέτες, διεισδύοντας με επιτυχή τρόπο, με ακρίβεια και αντικειμενικότητα, στους μηχανισμούς λειτουργίας των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, οι οποίες διαγράφτηκαν μέσα από το έργο των ελλήνων λογίων. Κύριο χαρακτηριστικό της, είναι το γεγονός, ότι ο συγγραφέας δεν προβαίνει σε   μονομερή αξιολόγηση προσώπων και ιδεών, αλλά αποτιμά το κίνημα σ’ όλες τις εκφάνσεις του. Για τη συνάντηση και την επακόλουθη σύγκρουση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το ρεύμα του Διαφωτισμού βλ. Β. Μακρίδη, «Ορθόδοξη Εκκλησία και Διαφωτισμός», Κληρονομία 29 (1997)163‐201.

Αγγέλου μας έδωσε μια αξιοπρόσεκτη μελέτη4, για αυτό προς το παρόν δεν  θα  υπεισέλθουμε  στις  λεπτομέρειες  της  διαμάχης.  Θα προσπαθήσουμε όμως να ερμηνεύσουμε αυτή.

Ο Λέσβιος υπήρξε η περίπτωση του λογίου, που για χάρη μιας ευρύτερης και πολυσύνθετης παιδείας, επένδυσε με τη μακρά διδακτική του   σταδιοδρομία, πολλά στη εκπαίδευση των αρχών του 19ου  αιώνα. Η γονιμοποιός αυτή συνεισφορά του στα εκπαιδευτικά πράγματα, αποκαθιστούσε σε μεγάλο βαθμό το όραμα του Κοραή: την προσπέλαση της ελληνικής εκπαίδευσης στην ουμανιστική και διαφωτιστική παιδεία της Ευρώπης. Η επίμονη παρέμβασή του για ανασηματοδότηση των εκπαιδευτικών αγαθών, απεικόνιζε το γενικότερο πλαίσιο των ιδεολογικών ροπών του Νέου Ελληνισμού, που εκκινούσε από μία ολόκληρη κοσμοθεωρία της ελληνικής λογιοσύνης: προϋπόθεσή της ήταν η απαγκίστρωση της εκπαίδευσης από τις παραδοσιακές πέδες της.

Υπό  αυτούς  όμως  τους  όρους,  εγείρονται  δύο  σημαντικά ερωτήματα.  Πόση  ανάγκη  είχε  η  ελληνική  κοινωνία  του  18ου   και  19ου αιώνα από τέτοιου είδους μεθοδεύσεις και τομές; Ποιοι λόγοι συνιστούσαν ως αναγκαία τη «μετακένωση» τέτοιων ιδεολογικών προτύπων, στον ευρύτερο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης; Η άποψη, που κατά κόρον στο  παρελθόν  έχει  υποστηριχθεί,  ότι  δηλαδή,  η  καθ’  ημάς  Ανατολή έπρεπε να βγει από την περιχαράκωσής της γύρω από την Ορθοδοξία, νομίζω ότι σήμερα είναι ελέγξιμη και τείνει προς αναίρεση. Η πολιτισμική αυτάρκεια της, στα πλαίσια που την είδε ο Αθανάσιος Πάριος, δεν είχε την ανάγκη συστράτευσης με τον Διαφωτισμό. Η αντιπαράθεσή του με τον  Βενιαμίν  Λέσβιο  προερχόταν  από  τις  ακατάπαυστες  διαδικασίες

ανάκτησης   και   διάσωσης   της   μακραίωνης   βυζαντινής   κληρονομιάς.

4  «Προς την ακμή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οι διενέξεις του Λεσβίου στη σχολή

Κυδωνιών», Μικρασιατικά Χρονικά 7(1956)1‐81 [και στη χωρίς ενημέρωση αναδημοσίευσή του, Των Φώτων. Όψεις του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, Ερμής, Αθήνα 1988, σσ. 211‐291].

Ενσυνείδητος εκφραστής της πατερικής    αυθεντίας, και μαχητικός υπερασπιστής της Κολλυβαδικής Θεολογίας5, συμπύκνωσε στο έργο του, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά για την επαναφορά των λειτουργικών πράξεων της αρχαίας εκκλησιαστικής παράδοσης. Η αναφορά του στην διδασκαλία των «Θεοφόρων Διδασκάλων της Εκκλησίας», λειτούργησε ως η  θεμελιώδης  αφετηρία για  προβολή  της  ορθόδοξης  πνευματικότητας, προσδιορισμένης ως πολιτισμική αντί‐πρόταση, προς τη διαδικασία μετάβασης προς νέες μορφές παιδευτικών αξιών που πρωτίστως προωθούσε ο Βενιαμίν Λέσβιος6.

Η  διαμάχη  των  δύο  διδασκάλων  του  Γένους,  με  τα  εκατέρωθεν

στηλιτευτικά κείμενα τους, μπορεί να κινήθηκε στο επίπεδο αντιπαράθεσης θέσεων και απόψεων, είχε όμως βαθύτερες αιτίες. Βασιζόταν σε δύο ριζικά αντίθετες κοσμοαντιλήψεις που λειτούργησαν με ανάλογες  μεθόδους.  Η  διαμάχη     μπορεί  επίσης  να  έφερε  σε  ρήξη πρόσωπα και ομάδες λογίων ‐ ας θυμηθούμε εδώ ένα παράδειγμα, τη διαμάχη του Νικολάου Ζερζούλη με τον Δωρόθεο Λέσβιο7   ‐ αποτέλεσε όμως το πλαίσιο εκείνο πάνω στο οποίο, μετά την Επανάσταση του 1821, εκδηλώθηκε η βαθιά πνευματική διάβρωση του Γένους, με τη γνωστή αλλοτρίωση θεσμών και αξιών.

Το αντίδοτο στην ελευθεριότητα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού,

ήταν η ορθώς εννοούμενη τήρηση του πατροπαράδοτου. Εδώ ο Αθανάσιος

5     Βλ.   πρωτ.   Γ.   Δ.   Μεταλληνού,   «Η   δυναμική   του   Διαφωτισμού   στη   δράση   των

Κολλυβάδων», Ο Ερανιστής 21(1997)189‐200.

6  Βλ. πρωτ. Γ. Δ. Μεταλληνού, «Η πατερική παράδοση στα αγωνιστικά έργα του αγίου Αθανασίου Παρίου», Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου: Η Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος, (Πάρος 15 –19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998, σσ. 401‐422.

7  Γι’ αυτή βλ. Λ. Μπενάκη, «Από την ιστορία του μεταβυζαντινού αριστοτελισμού στον

ελληνικό χώρο. Αμφισβήτηση και υπεράσπιση του φιλοσόφου στον 18ο  αιώνα. Νικόλαος

Ζερζούλης – Δωρόθεος Λέσβιος», Φιλοσοφία 7(1977)416‐452.

Πάριος εδραίωσε το στοχασμό του: στην αυτονόμηση της παράδοσης και στη   συνέχεια   της   πατερικότητας.   Γι’   αυτό   ψέγει   δριμύτατα   την πολυμορφία του έργου του Λεσβίου, στιγματίζοντάς τον καυστικά: «Τι θέλουν μας ωφελήση οι κύκλοι και αι πυραμίδες και τα τετράγωνα και τα αστρονομικά τηλεσκόπια; Ουδέν ουδέν. Τα μαθήματα της έξω σοφίας δεν είναι αναγκαία προς την αληθινήν ευδαιμονίαν. Τις λοιπόν η τοιαύτη ορμή και άκριτος επιθυμία, με την οποίαν οι περισσότεροι φέρονται εις απόκτησιν αυτής; Η Ευρώπη είναι το χάος της απωλείας, το βάραθρον του Άδου. Εγύρισες και με πολύν πλούτον φιλοσοφικών ειδήσεων και με φήμην μεγάλην πως είσαι ή ένας άριστος γεωμέτρης, ή ένας τέλειος αστρονόμος, ή ένας άκρος φυσιολόγος, η ένας θαυμάσιος αλγεβριστής. Τούτων απάντων εγώ βλέπω το κέρδος, όταν εσύ εβρίσκεσαι υπεύθυνος εις το κρίμα της λιποταξίας»8.

Η      ιστορία      του      Νεοελληνικού      Διαφωτισμού      και      των

μεταμορφώσεών του, έρχεται να επιβεβαιώσει με τον τρανότερο τρόπο, την «ιδεολογική ασυναρτησία» της νεοελληνικής κοινωνίας των δύο τελευταίων αιώνων. Σκόπιμα, σχεδόν, η δυναμική του προσπάθησε να

υποσκελίσει και να αναιρέσει  την ιστορική συνέχεια του Γένους.

Παιδαγωγικό Βήμα Αιγαίου τχ.36(Απρίλιος – Ιούνιος 2000)7‐10

8    Γ. Βαλέτα, «Ιστορία της Ακαδημίας Κυδωνιών. Μέρος Α΄
. Η διαφωτιστική περίοδος του

Βενιαμίν Λεσβίου (1798 – 1812)», Μικρασιατικά Χρονικά 4(1948)182. Σχετικά με την αντιπαράθεση του Λεσβίου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο βλ. Ι. Μουτζούρη, Βενιαμίν ο Λέσβιος. Οι κατήγοροι των ιδεών του και η Μεγάλη Εκκλησία, Αθήνα 1982. Παρόλο το εύρος των πηγών και των ιστορικών τεκμηρίων που υπάρχουν, η μελέτη αυτή κάμει πρόχειρη αποτίμηση του έργου και της διένεξης των δύο διδασκάλων.

Ο ΒΑΚΧΟΣ ΖΕΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ! (ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΉ ΠΡΟΣΈΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΏΝ ΑΘΛΙΟΤΉΤΩΝ)


                                                 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥΘεολόγου - Καθηγητού
        
 Εισερχόμαστε για μια ακόμη φορά, με τη χάρη του Θεού, στο άγιο Τριώδιο, στην ιερότερη εορτολογική περίοδο της Εκκλησίας μας, κατά την οποία μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε την πνευματική μας υστέρηση, να βιώσουμε την σωτήρια κλήση μας για μετάνοια και νίψη και να κάνουμε τον προσωπικό μας αγώνα για την πνευματική μας αναγέννηση. 
Η κατανυκτική περίοδος του Τριωδίου είναι ένα νοητό στάδιο πνευματικού αγώνα στο οποίο καλείται κάθε πιστός να τρέξει τον καλό αγώνα των αρετών,  να αποβάλλει κάθε παρείσακτο αμαρτωλό στοιχείο από τον εαυτό του, το οποίο υπάρχει ως θανατηφόρος ιός, που δηλητηριάζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί αργά, αλλά σταθερά, στον πνευματικό θάνατο.  
Μόνο έτσι θα αξιωθούμε να προσκυνήσουμε πνευματικά καθαροί το θείο Πάθος του Λυτρωτή μας Χριστού και να εορτάσουμε με αγαλλίαση τη λαμπροφόρο Ανάστασή Του.

       Η αγία μας Εκκλησία καθόρισε κλιμακωτούς τρόπους καθάρσεως και ασκήσεως των πιστών, αρχίζοντας από τη συνειδητοποίηση της τραγικής καταστάσεως που προκάλεσε η αμαρτία στον κόσμο. Καταδεικνύει με
θαυμαστή ακρίβεια την παρεκτροπή του ανθρώπου από τη θεοδημιούργητη φύση του και την υποβίβασή του σε ζωώδεις καταστάσεις με την κυριαρχία των ενστικτωδών παρορμήσεων. 
Το «κατά φύσιν ζην» του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου δεν ήταν τίποτε άλλο από την κτηνώδη ζωή του ξεπεσμένου πνευματικά ανθρώπου. 
Κύρια μέριμνα της Εκκλησίας μας είναι να μας ανασύρει κατά την περίοδο αυτή από τη λασπώδη τάφρο της αμαρτίας και την αγελαία κατάσταση και να μας αποκαταστήσει στην προ της πτώσεως θεοειδή κατάστασής μας.

      Όμως αλίμονο! Ο κόσμος της πτώσεως, της αμαρτίας και της φθοράς ανθίσταται σθεναρά σε μια τέτοια αλλαγή. Ο διάβολος που κινεί τα νήματα του κακού και της αμαρτίας εγείρει ισχυρότατες αντιδράσεις, ώστε να ματαιωθεί η πνευματική αποκατάσταση και η εν Χριστώ μεταμόρφωση των ανθρώπων. 

Τι άγιες ημέρες των πρώτων εβδομάδων του Τριωδίου, με τα επί γης όργανά του, οργανώνει τα αίσχιστα καρναβαλικά δρώμενα, τα οποία έχουν σαφέστατα χαρακτήρα έκρηξης των πιο ταπεινών ανθρωπίνων παρορμήσεων. Τη χρονική περίοδο που η Εκκλησία μας καλεί τα ανθρώπινα πρόσωπα να αποβάλλουν την κτηνώδη κατάντια τους, ο διάβολος επιχειρεί να τα αποκτηνώσει περισσότερο με τα άθλια καρναβαλικά δρώμενα! 

      Στον παγανισμό η αμαρτία και κάθε ηθική εκτροπή ήταν συνδεδεμένα με την ειδωλολατρική θρησκευτική πίστη. 

Σε όλα τα ειδωλολατρικά θρησκεύματα υπήρχαν «θεότητες» - προστάτες των ανθρωπίνων παθών, όπως της εκδίκησης, του μίσους, του φόνου, της απάτης, του ψεύδους, της κλοπής, της ατιμίας, της πορνείας, της μοιχείας, της αχαλίνωτης ερωτικής λαγνείας, των σεξουαλικών διαστροφών, των οργίων, της μέθης,  της κραιπάλης, κλπ.

 Στην αρχαία Ελλάδα, όλοι τους σχεδόν οι «θεοί» αντιπροσώπευαν ανθρώπινα πάθη. 

Όμως αφότου «ήρθε» στην Ελλάδα τον 8ο π.Χ. αιώνα ο φρυγικός αγροτικός «θεός» της γονιμότητας και των οργίων Σαβάζιος,  μέσω της Θράκης, ο οποίος μετονομάστηκε Διόνυσος ή Βάκχος, συμπεριέλαβε στο πρόσωπό του την προστασία όλων των ανθρωπίνων παθών!

 Δεν θα ασχοληθούμε με τα φοβερά εγκλήματα και τη βία η οποία άγγιξε τα όρια της γενοκτονίας, που άσκησαν οι λατρευτές του προκειμένου να επιβάλουν τη λατρεία του στον ελλαδικό χώρο, και που μια μικρή γεύση παίρνουμε από το δράμα του Ευριπίδη «Βάκχες»

Ούτε θα ασχοληθούμε με το ακραίο μυστικιστικό κίνημα του «ορφισμού» που ξεπήδησε μέσα από τη διονυσιακή λατρεία και που βύθισε την Ελλάδα σε απερίγραπτη κατάσταση δεισιδαιμονίας

Θα σταθούμε σε αυτή καθ’ εαυτή τη διονυσιακή λατρεία, της οποίας βασικός χαρακτήρας και κύριο στοιχείο ήταν τα

ακατονόμαστα όργια, ο χυδαίος ερωτισμός, οι πάσης φύσεως ηθικές παρεκτροπές, η παθολογική έκσταση μέχρι του σημείου της ωμοφαγίας ζωντανών ζώων ή και ανθρώπων!  

Σύμφωνα με τους ειδικούς το διονυσιακό πνεύμα ήρθε, επιβλήθηκε και εκτόπισε το απολλώνιο πνεύμα, δηλαδή το μέτρο και τη νηφαλιότητα.  Δεν είναι τυχαίο ότι η διονυσιακή λατρεία επιβλήθηκε από απολυταρχικά καθεστώτα, όπως εκείνο των Πεισιστρατιδών τον 6ο π.Χ. αιώνα στην Αθήνα, ως στροφή των λαϊκών μαζών στον ηδονισμό, τις ηθικές ελευθεριότητες και τη μέθη, προκειμένου να μη διαμαρτύρονται για την πολιτική καταπίεση!
     Οι αμόρφωτες και δεισιδαίμονες μάζες συμμετείχαν με πάθος σε αυτές τις αισχρές εορτές, διότι οι ιθύνοντες προνόησαν να προσδώσουν σε αυτές αφάνταστη ελευθερία ακόμη και στα πιο ταπεινά ορμέμφυτα των θρησκευτών. Μοιχοί, πόρνοι, έκφυλοι και κάθε λογίς ανώμαλοι, κρυμμένοι πίσω από τα ειδεχθή προσωπεία,  μπορούσαν να ικανοποιήσουν τα αισχρά πάθη τους «νόμιμα», εκτελώντας τα θρησκευτικά τους καθήκοντα! 
Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αναγκάζονταν με το ζόρι οι γυναίκες που ήταν κλεισμένες στους γυναικωνίτες να βγαίνουν τις ημέρες των «εορτών» στους θορυβώδεις δρόμους και να παίρνουν μέρος στις τελετές, υποκύπτοντας στις βρωμερές ορέξεις του κάθε ανώμαλου και αισχρού άνδρα θρησκευτή, ως δήθεν υποταγή στο θέλημα του Διόνυσου! 
Η σεξουαλική κακοποίησή τους θεωρούνταν θρησκευτική πράξη λατρείας προς το «θεό»!  
       Η βωμολοχίες, οι άσεμνες χειρονομίες, οι περιφορές των φαλλών, δηλαδή τεραστίων ομοιωμάτων του ανδρικού οργάνου, οι ξέφρενοι οργιαστικοί χοροί, η οινοποσία μέχρι και αυτού ακόμη του θανάτου, οι υστερικές κραυγές, οι ειδεχθείς μεταμφιέσεις, ο δαιμονικός θόρυβος  και η εκκωφαντική μουσική, των αυλών και των τυμπάνων συνέθεταν ένα νοσηρό μυστικιστικό κλίμα.
 Ήταν μια ανοικτή τεράστια μαγική τελετουργία για να ξορκιστούν οι κακές δαιμονικές δυνάμεις.  

     Βεβαίως υπήρχαν και χειρότερα. 

Γυναίκες- λάτρισσες του Βάκχου, οι διαβόητες μαινάδες, καταλαμβάνονταν από φοβερή μανία, έπεφταν σε ανείπωτη έκσταση, έφευγαν από τα σπίτια τους και περιπλανιόνταν στις ερημιές τις νύχτες ουρλιάζοντας σαν άγρια θηρία.
 Αν τύχαινε και έβρισκαν μπροστά τους κάποιο ζώο το ξέσκιζαν και έτρωγαν τις σάρκες του ωμές.
 Σε πολλές περιπτώσεις κατακρεουργούσαν ανθρώπους και τους έτρωγαν, όπως συνέβη με τον Πενθέα στον Κιθαιρώνα, που τον κατακρεούργησε η ίδια η μητέρα του Αγαύη, μαζί με τις αδερφές του! 
Σε άλλες περιπτώσεις μητέρες μέσα στη διονυσιακή παραζάλη τους κατακρεουργούσαν τα παιδιά τους και τα έτρωγαν, όπως οι κόρες του Μινύα στη Βοιωτία! 
      Δεν είναι λίγες οι φωνές διαμαρτυρίας από φωτισμένα μυαλά της αρχαιότητας κατά των  εμετικών διονυσιακών εορτών, με πρώτο τον προσωκρατικό φιλόσοφο Ηράκλειτο τον Εφέσιο (570-489), ο οποίος απειλούσε όσους έπρατταν τέτοιες φρικαλεότητες και ασχήμιες και λάβαιναν μέρος στα απαίσια «ιερά όργια» και στους αισχρούς και γελοίους βακχισμούς (Ηρακλ. απ.90). Ο μεγάλος φιλόσοφος έσειε το πυρ της θείας τιμωρίας κατά όλων των «νυκτοπόλων, μάγων, βακχών, ληνών, μυστών» (Κλημ.Αλεξ.Προτρεπτ.22,16-24). Χωρίς καμιά αμφιβολία, «Ο διονυσιακός μυστικισμός δίδασκε την μέγιστη περιφρόνηση προς το ανθρώπινο λογικό» (PDecharmeΜυθολογία της αρχαίας Ελλάδος, μετ. Α. Καραλή, τομ.2,σελ.533) και γι’ αυτό βρήκε αντίπαλους τους αρχαίους σοφούς, σε αντίθεση με τον χύδην όχλο του οποίου υποτιμούσε το λογικό και του θώπευε τα ζωώδη πάθη!   
       
       Αυτά γινόταν στην προχριστιανική εποχή.

Όμως και στους μετά το Χριστό χρόνους οι ασχήμιες αυτές δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν, ως απόδειξη ότι ο διάβολος είναι ακόμη παρών στην ανθρώπινη ιστορία! 

Οι κατ’ όνομα χριστιανοί συνεχίζουν να

λατρεύουν τον απαίσιο «θεό» των ανθρωπίνων παθών Βάκχο, με τα καρναβάλια, που δεν είναι τίποτε άλλο από σύγχρονες διονυσιακές εορτές. 

Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα τείνουν να ξεπεράσουν τις αθλιότητες της αρχαιότητας, όπως είναι το εμετικό καρναβάλι του Τιρνάβου, όπου θλιβερές γυναίκες ασπάζονται με «κατάνυξη» τους τεράστιους «φαλλούς», ξεδιάντροπα, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες!  
       Φρόντισε ο διάβολος, ως άλλος Βάκχος, με τα επί γης όργανά του να γίνονται τα αίσχιστα αυτά δρώμενα κατά την περίοδο του Τριωδίου. Αυτό δεν είναι τυχαίο. 

 Επιχειρεί μέσω αυτών να αποσπάσει τους ανθρώπους από το πνευματικό και νηπτικό προσκλητήριο της Εκκλησίας για ψυχοσωματική κάθαρση. 
Ύστερα από μια κραιπάλη περίπου τεσσάρων εβδομάδων είναι δύσκολο έως αδύνατο να επέλθει κατάνυξη, ηρεμία, περισυλλογή και διάθεση για μετάνοια στις ψυχές όσων έλαβαν μέρος στα διονυσιακά δρώμενα.

 Η ισορροπία μεταξύ αμαρτίας και καθάρσεως είναι λεπτότατη και δε χωράει πειραματισμούς. 

Η αμαρτία πωρώνει επικίνδυνα τον άνθρωπο, τον αιχμαλωτίζει με τα πάθη, ώστε να μην μπορεί να απαλλαχτεί από αυτά. Φυσικά τα καρναβάλια αυτόν ακριβώς το σκοπό εξυπηρετούν.
      Παρατηρείται το φαινόμενο πως, παρ’ όλες τις επισημάνσεις της Εκκλησίας μας, πολλοί χλιαροί χριστιανοί να παίρνουν μέρος στις καρναβαλικές εκδηλώσεις. Οφείλουμε να τους κάνουμε γνωστό πως αυτό αποτελεί σοβαρό ατόπημα, διότι όπως προαναφέραμε τα καρναβαλικά δρώμενα είναι ουσιαστικά θρησκευτική λατρεία στους παγανιστικούς «θεούς» των παθών και εν τέλει αποτελούν λατρεία στο ίδιο το σατανά, αφού «πάντες οι θεοί των εθνών (είναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5). Αυτό σημαίνει πως η θέση αυτών των ανθρώπων στην Εκκλησία γίνεται προβληματική, διότι«ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν, ή γαρ τον ένα  μισήσει και τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει. Ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά» (Ματθ.6,24).

 Δε μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι λατρεύουμε το Θεό και ταυτόχρονα να αποδίδουμε λατρεία στους δαιμονικούς θεούς.   
Οι καρναβαλικές συνεστιάσεις έχουν ασφαλώς το χαρακτήρα της βρώσεως ειδωλόθυτων της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας, για τις οποίες ο απόστολος Παύλος παραγγέλλει στους χριστιανούς να απέχουν ολότελα από αυτές.  
Τις χαρακτηρίζει ως τράπεζες δαιμονίων, τονίζοντας με έμφαση ότι, «ου θέλω υμάς κοινωνούς των δαιμονίων γίνεσθαι» (Α΄Κορ.10,20). 

Επίσης ο 62ος κανόνας της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου θέτει εκτός της Εκκλησίας όσους μετέχουν σε μεταμφιέσεις και οργιαστικά καρναβαλικά όργια! 

  Με άλλα λόγια: δε μπορεί χριστιανός να μετέχει στις αισχρές καρναβαλικές φιέστες! 

      Καλούμαστε λοιπόν ως συνειδητοί πιστοί της Εκκλησίας μας, αυτή την ιερή περίοδο, να εντάξουμε στον προσωπικό μας αγώνα και την αντίστασή μας κατά των αισχροτήτων της νεοδιονυσιακής λατρείας. 

Να αντιτάξουμε στις καρναβαλικές ασχήμιες και αισχρότητες την προσευχή, την κάθαρση, τη σοβαρότητα, την καλλιέργεια των ηθικών αξιών και πάνω απ’ όλα να διατρανώσουμε την πίστη μας στον μόνο αληθινό Τριαδικό Θεό.  

Να κάνουμε γνωστό σε όλο τον κόσμο πως τα επαίσχυντα καρναβαλικά δρώμενα εντάσσονται στο γενικότερο σχέδιο των σκοτεινών δυνάμεων να θέσουν στο περιθώριο την Εκκλησία του Χριστού και να οδηγήσουν τους ανθρώπους σε μια σύγχρονη τερατώδη ειδωλολατρία, που οικοδομείται στα απόκρυφα άντρα της «Νέας Εποχής του Υδροχόου»

Να καταγγείλουμε με παρρησία τη δαιμονική προσπάθεια των επί γης υπηρετών του Εωσφόρου να λατρευτεί ο μιαρός αφέντης τους ως θεός,  στο πρόσωπο του «θεού» της κραιπάλης Βάκχου. 

 Να μην έχουμε, τέλος, καμιά αμφιβολία πως ο Βάκχος ζει στο πρόσωπο του Εωσφόρου και ο Εωσφόρος λατρεύεται στο πρόσωπο του Βάκχου, αυτή είναι όλη η ουσία της φρενίτιδας του αποκριάτικου καρνάβαλου!  

Ο πατέρας Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου

Ο πατέρας είναι το στήριγμα των παιδιών. Αγόρια και κορίτσια νιώθουν να χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια τους , όταν χάνουν τον πατέρα τους!

Ο κόσμος λέει, πως τα παιδιά ορφανεύουν από τη μητέρα.Αυτό συμβαίνει πράγματι όταν χάνουν τη μητέρα τους σε τρυφερή ηλικία, πριν η μητέρα τους "μπει" μέσα τους και γίνουν τα ίδια ή μητέρα του εαυτού τους. Όταν ξέρουν ήδη να φροντίζουν το σώμα τους.

Με τον πατέρα είναι διαφορετικά. Η απώλεια του πατέρα συγκλονίζει τον άνθρωπο. Ο πατέρας είναι το κριτήριο της πνευματικής ωριμότητας του ανθρώπου. Όποιος έχει καλές σχέσεις με τον πατέρα ζει μακρά και χαρούμενη ζωή. Εκείνοι που συγκρούονται με τον πατέρα μπαινοβγαίνουν στις πόρτες των ψυχιάτρων.

Ο Μάρλον Μπράντο έζησε τραγική ζωή. Θεωρούσε πάντα υπεύθυνο τον πατέρα του, γιατί η μητέρα του δεν ήταν ευτυχισμένη.

Ο συγγραφέας Τζων Ντύερ έμαθε από την προσωπική του ζωή, πόσο σημαντικό είναι να συγχωρήσεις τον πατέρα σου. Ο πατέρας του εγκατέλειψε τα έξι παιδιά του και πήγε σε άλλη πόλη, όπου έκανε άλλη οικογένεια. Ο Ντύερ έψαξε να τον βρει, αλλά βρήκε μόνο τον τάφο του. Εκεί συγχώρησε τον πατέρα του. Ποιος ξέρει, αν ήμουν κι εγώ στη θέση σου, ίσως το ίδιο θα έκανα, είπε.

Από τότε ο Ντύερ γύριζε τον κόσμο για να μεταφέρει ο μήνυμα, ότι μόνο αν συγχωρήσεις τον πατέρα σου, μπορείς να ζήσεις ευτυχισμένη ζωή.






πηγή

Η προϊστορία και η ιστορία του Τιμίου Σταυρού


Αθανάσιος Γιουσμάς (Πρεσβύτερος)
Πρόσωπα και πράγματα έχουν την ιστορία τους και γιατί όχι και την προϊστορία τους. Την ιστορία του και την προϊστορία του έχει και ο Τίμιος Σταυρός που η Μητέρα μας Εκκλησία τιμά την Παγκόσμια Ύψωσή Του.
Εμείς σε αυτό μας το άρθρο εδώ ας σταθούμε.
Στο δυτικό τμήμα της Ιερουσαλήμ, έξω από τα τείχη και μέσα σε δασώδη όμορφη κοιλάδα, βρίσκεται η ονομαστή Μονή του Τιμίου Σταυρού. Στο καμπαναριό της κυματίζει η γαλανόλευκη, λίγο πιο κάτω από το Κοινοβούλιο του Ισραήλ! Στο σημείο αυτό, κατά την παράδοση, είχε φυτευτεί το ξύλο του Σταυρού, της καταδίκης του Ιησού.


Ας παρακολουθήσουμε όμως, την όλη υπόθεση:
Ο ανιψιός του Αβραάμ, ο Λωτ, μετά την καταστροφή των Σοδόμων, κατέφυγε σε κάποιο σπήλαιο, αυτός και οι δύο του κόρες. Εκεί τον μέθυσαν οι θυγατέρες του «και εκοιμήθη μετ’ αυτών» (Γεν. 19, 34)! Σύμφωνα με μία συριακή παράδοση, ο Λωτ εξομολογήθηκε το αμάρτημά του στον πατριάρχη Αβραάμ και τον παρακάλεσε να προσευχηθεί στο Θεό να τον συγχωρήσει. Παρ’ όλο τούτο, καθημερινά δεν έπαυε να παρακαλεί το Θεό.
Κάποια ημέρα παρουσιάστηκε στο Λωτ ένας άγγελος και του έδωσε τρία ραβδιά το καθένα από ένα είδος δέντρου. Κέδρος, πεύκο και κυπαρίσσι. Με την εντολή να τα φυτέψει και να φέρνει καθημερινά νερό από τον Ιορδάνη να τα ποτίζει. Εάν βλαστήσουν του είπε, τότε αυτό θα σημαίνει πως ο Θεός δέχτηκε τη μετάνοιά σου, διαφορετικά θα είσαι κολασμένος για πάντα. Γεμάτος χαρά ο Λωτ, έκαμε όπως του υπέδειξε ο άγγελος.
Ενώ όμως επέστρεφε από τον Ιορδάνη με το νερό, συνάντησε το μισόκαλο διάβολο, που του φθόνησε τη μετάνοια, μεταμφιεσμένο σε φτωχό άνθρωπο και ο οποίος του ζήτησε να πιεί. Λίγο πιο πέρα συνάντησε και δεύτερο και τρίτο, μέχρι που εξαντλήθηκε το νερό. Αυτό έγινε αρκετές φορές κι ο Λωτ άρχισε να απελπίζεται, γιατί θα ξεραινόντουσαν τα τρία ραβδιά.
Τότε φάνηκε για δεύτερη φορά άγγελος Κυρίου και τον πληροφόρησε πως τα ραβδιά βλάστησαν και μεγαλώνουν χωρίς νερό. Έτσι βεβαιώθηκε πως ο Θεός δέχτηκε τη μετάνοιά του!
Σήμερα στο Μοναστήρι δείχνουν τον τόπο κάτω από μία Αγία Τράπεζα, όπου ο Λωτ φύτεψε το τρισύνθετο ξύλο από κέδρο, πεύκο και κυπαρίσσι.
Όταν ο βασιλιάς Σολομών είδε το παράξενο αυτό δέντρο διέταξε να το κόψουν, για να το χρησιμοποιήσει στην ανοικοδόμηση του Ναού. Όμως, σύμφωνα με την παράδοση, σε καμία χρήση δεν ταιρίαζε, γιατί άλλοτε μίκραινε κι άλλοτε μεγάλωνε. Έτσι το ονόμασαν ξύλο κατάρας κι έμενε για χρόνια αχρησιμοποίητο.
Αυτό το ξύλο αργότερα, κατ’ εντολή του αρχιερέα Καϊάφα, χρησιμοποίησαν οι άνομοι Εβραίοι για την κατασκευή του Σταυρού του Ιησού. Κι αυτό γιατί λόγω των αυξομειώσεών του, θα έκαμε το μαρτύριο του Ναζωραίου φρικτότερο! Έτσι από ξύλο της κατάρας, έγινε το ξύλο της ευλογίας…
Εμείς έκτοτε το Ξύλο του Σταυρού όχι απλώς το προσκυνάμε και το τιμούμε, αλλά το λατρεύουμε, το λιτανεύουμε, το ασπαζόμαστε… Έγινε για όλους μας το «ξύλο της ζωής», το «τρισμακάριστο και πανσεβάσμιο ξύλο», το «τρόπαιο» και το «όπλο» κατά των δαιμόνων. Αυτόν, τον πανάγιο του Χριστού Σταυρό, «αοράτως» περικυκλώνουν οι Ασώματες Δυνάμεις κι όλοι εμείς οι πιστοί σε Αυτόν καταφεύγουμε, γιατί αποτελεί «της οικουμένης φύλακα» και «της Εκκλησίας δόξα».
Για το λόγο αυτόν κατά το 325 μ.Χ. Τον αναζήτησε η βασιλομήτωρ και Αγία Ελένη στα Ιεροσόλυμα, όπου παρέμεινε «κεκρυμμένος» στα έγκατα της γης.
Για το λόγο αυτόν στη συνέχεια ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Μακάριος Τον ύψωσε στον άμβωνα του Ναού και βλέποντάς Τον οι Χριστιανοί προσευχόμενοι έλεγαν και ξανάλεγαν το «Κύριε ελέησον». Κάτι που λέμε κι εμείς την ημέρα της Υψώσεως… Για το λόγο αυτόν ως σήμερα σχηματίζουμε το Σταυρό στο σώμα μας και με αυτόν τελεσιουργούμε τα Μυστήρια και λαμπρύνουμε τους Ναούς μας.
Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί για όλους μας την «ουρανομήκη κλίμακα», τη σκάλα δηλαδή εκείνη που μας οδηγεί από τη γη στον ουρανό και μας κάνει συγκατοίκους των αγγέλων…
Παραμένουμε πιστοί και αφοσιωμένοι σε Αυτόν!

ΠΗΓΗ/μεταφορά

Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης (1912-2006)



 



 Ο Γέροντας Αμβρόσιος Λάζαρης, ο πνευματικός της ιεράς Μονής Παναγίας της Γαυριώτισσας του Δαδίου, αποτελεί μια αγιασμένη ιερατική μορφή, που κράτησε από τη θέση της διακονίας του αναμμένη τη δάδα της πνευματικής ζωής και φώτισε τα πέρατα του κόσμου.
Ο Ιερομόναχος Αμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1912 στα Λαζαράτα Λευκάδος και ανήκε σε πολύτεκνη οικογένεια πέντε τέκνων. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σπυρίδων. Ο πατέρας του υπηρέτησε για χρόνια στους Βαλκανικούς πολέμους με ξεχωριστό θάρρος και τόλμη. Αργότερα υπηρέτησε ως γραμματοδιδάσκαλος στη Λευκάδα και μαρτυρίες αναφέρουν ότι ήταν πολύ αυστηρός και αυταρχικός. Αντίθετα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες η μητέρα του ήταν πολύ ήπιος και ήρεμος άνθρωπος και ο Γέροντας της είχε αδυναμία. Ο Γέροντας Αμβρόσιος έκρυβε, όχι τυχαίως, μέσα στο γιγαντώδες σώμα του μια λεπτή παιδική ψυχή φλεγόμενη από θείο έρωτα.
Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν δύσκολες στο χωριό και η πείνα θέριζε όλες τις οικογένειες, με αποτέλεσμα ο Γέροντας στην παιδική του ηλικία να στερηθεί πολλά. Αναγκάστηκε πολύ νωρίς να σταματήσει το σχολείο, προκειμένου να βοηθήσει την οικογένεια, εργαζόμενος ως εργάτης σε κτήματα των συγχωριανών του. Γράμματα δεν έμαθε πολλά, όμως χάρη στη μητέρα του είχε καλή επαφή με τον Χριστό και την Εκκλησία. Από πολύ νωρίς εξέφραζε την πίστη του στον πνευματικό κόσμο, επισκεπτόμενος τους ναούς και απομακρυσμένα εξωκκλήσια.
Οι κουβέντες εύστοχες και συχνά αυστηρές με ύφος έντονο που όμως έκρυβε τις μεγάλες ευαισθησίες και την ασίγαστη λαχτάρα του να μην χάσουν οι άνθρωποι την ψυχή τους. Με πηγαίο χιούμορ και βλέμμα που ακτινογραφούσε. Ένας χαρακτήρας τόσο ιδιαίτερος, με πίστη ακλόνητη και αδιατάραχτη προς τον Χριστό, την Παναγία και τις άγιες πνευματικές οντότητες. Μάλιστα, επειδή είχε ωραίο παράστημα επιλέχθηκε στους ευζώνους στο στρατό. Το βλέμμα του ήταν πάντα καθάριο και αγνό. Την ομορφιά του, τη δύναμη και τα νιάτα του προσέφερε με προθυμία στο Χριστό, καθώς αυτό που τον ενδιέφερε ήταν ο πλούτος της ψυχής και τις πίστης στο Θείο Λόγο.
Αμέσως μετά το στρατό πήγε στο Άγιο Όρος. Με το που έμεινε στο Μοναστήρι έπαψε να έχει επαφές με την οικογένειά του. Εκείνοι τον επισκέπτονταν και εκείνος τους εξεδήλωνε την αγάπη του, όπως για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη και τους βοηθούσε μέσα από τις προσευχές του. Τα υλικά αγαθά και το παρελθόν του τον άφηναν αδιάφορο. Για εκείνον αλλού βρισκόταν ο πλούτος, η κατοικία και η αληθινή ευτυχία.
Βγήκε από το Άγιο Όρος, με προτροπή του αγαπημένου του φίλου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, πήγε στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Γαυριώτισσας στο Δαδί. Στα χρόνια της ιταλογερμανικής Κατοχής, ηγούμενος της Μονής από τον Οκτώβριο του 1940 και για 2,5 χρόνια υπήρξε ο Αρχιμανδρίτης Γερμανός Δημάκος (με το ψευδώνυμο Ανυπόμονος κατά την περίοδο της Αντίστασης), μετέπειτα ηγούμενος της Μονής Αγάθωνος από το 1950 και μετά, με μεγάλο πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έργο. Η ηγουμένη τότε της Μονής, Γερόντισσα Παρθενία, είχε ζητήσει από τον Γέροντα Πορφύριο, που πολύ εκτιμούσε, κάποιον καλό Πνευματικό και εκείνος πρότεινε τον Γέροντα Αμβρόσιο.
Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος τον χειροτόνησε πρώτα ιεροδιάκονο μετονομάζοντας τον Σπυρίδωνα σε Αμβρόσιο και λίγες ημέρες αργότερα εκάρη πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα του έδωσε την ευλογία για «το της πνευματικής αξίας λειτούργημα» (του Πνευματικού). Όμως, επειδή η Μονή Δαδίου ήταν πολύ φτωχή και δύσκολα τα χρόνια πήγε ως εφημέριος σε διάφορους ναούς, ενισχύοντας οικονομικά τη Μονή. Στην Ιερά Μονή Δαδίου ο Γέροντας από το 1954 ήταν ο Πνευματικός και εκεί έζησε, προσευχήθηκε, βοήθησε την Γερόντισσα να ανακατασκευάσει το Μοναστήρι, στήριξε πλήθος ανθρώπων στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Φανερώθηκε από τον Θεό στον κόσμο κυρίως τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του.
Η περιφρόνηση των υλικών αγαθών, οι αγώνες του κατά της ψυχολέθρου αμαρτίας, η αγάπη του για τους πονεμένους ανθρώπους και η αφοσίωσή του στα Μοναχικά ιδεώδη τον κατέστησαν έσοπτρο του Αγίου Πνεύματος «ακτινοβόλους αστραπάς εισδεχόμενον».
Στο πρόσωπό του συγκεντρώνονται πολλά χαρίσματα και αρετές, που οδήγησαν πλήθος ψυχών απλανώς προς τον Κύριο. Ο χαρακτήρας του συνδύαζε την αδιατάρακτη πίστη του προς τον Χριστό, την Παναγία Μητέρα του και τις Άγιες πνευματικές Οντότητες, τις οποίες έπλασε ο Θεός, αλλά και την αγάπη του προς τους ανθρώπους. Διαρκώς εφάρμοζε τη μετάνοια ως τον μόνο και σίγουρο δρόμο που οδηγεί στον Παράδεισο και αγαλλιάζει τις πονεμένες ψυχές.
Ο Γέροντας είχε αποκτήσει το χάρισμα της νοεράς προσευχής, της ευχής του Ιησού (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με), η οποία έβγαινε από μέσα του αβίαστα, καρδιακά. Ο ίδιος είχε πει κάποτε ότι είχε ωφεληθεί πολύ από τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, καθώς και από τον Σοφρώνιο του Έσσεξ.
Είχε το χάρισμα της θεωρίας, της αγάπης, της σοφίας, το προορατικό και διορατικό χάρισμα, καθώς και το χάρισμα να μιλάς στην ψυχή των ανθρώπων. Οι νουθεσίες του, οι ομιλίες του πάνω σε διάφορα θέματα ήταν πάρα πολλές. Συχνά έλεγε: Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο Σωτήρας μας, ο οποίος ήρθε στη Γη για να πιάσει τον άνθρωπο από τα χέρια και να τον ανεβάσει στον ουρανό. Κανένας άλλος τρόπος δεν θα μπορούσε να υπάρξει που να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ενοχή και την καταδίκη μετά την πτώση των πρωτοπλάστων. Κι εμείς οι απόγονοι αυτών φέραμε τα ιδιώματα του γήινου ανθρώπου, φέραμε τις αδυναμίες και όλα τα παρεπόμενα που ακολουθούν τον σύγχρονο άνθρωπο στην παρούσα ζωή του».
«Βλέπουμε πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι σήμερα, γι' αυτό και με την ταπεινή μας αδυναμία να λέμε πολλές φορές την ημέρα «Δέσποινα Παναγία μας έλα και σώσε μας γιατί χανόμαστε. Έλα, Εσύ είσαι η δύναμη η θεϊκή» και βλέπουμε ότι η Παναγία όταν με την καρδιά μας, με την ψυχή μας, με ειλικρίνεια στην καρδιά και με πίστη σταθερή πούμε και επικαλεστούμε το όνομά Της το Άγιο, τότε η Παναγία μας δε θα μας εγκαταλείψει, μέχρι τέλους θα βρίσκεται εδώ μέσα, σ' αυτόν τον ταλαίπωρο κόσμο της εποχής».
Είναι κατάδηλο ότι ήταν συνδεδεμένος με τον Κύριο του σύμπαντος, ο Οποίος τον χρησιμοποιούσε ως αγγελιαφόρο και ως δίαυλο, προκειμένου να μεταφέρει στους άλλους ανθρώπους το θέλημά Του, το μήνυμά Του, το σχέδιό Του. Επομένως ο πιστός, που είχε ανάγκη από τη βοήθεια του Θεού, μπορούσε να την δέχεται μέσα από αυτόν τον επίγειο Άγγελό Του, όπως και μέσα από άλλους «ασυρματιστές του Θεού», ήτοι τους Γέροντες Παϊσιο, Πορφύριο, Ιάκωβο Τσαλίκη. Αγαπημένος του φίλος ήταν ο Γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.
Ήταν άνθρωπος της προσευχής, της μετανοίας. Για την εξομολόγηση τόνιζε ότι είναι το μυστήριο της φιλανθρωπίας του Θεού και ότι πρέπει να εξομολογούμαστε στον πνευματικό τα πάντα. Έλεγε μάλιστα ότι η ελευθερία που παίρνουμε από το Άγιο Πνεύμα, όταν φανερώνουμε τους λογισμούς μας, είναι τεράστια. Με τον Γέροντα Πορφύριο είχε κοινά τα χαρίσματα της ταπείνωσης, της μετάνοιας και της αγάπης. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι μετά την κοίμηση του Γέροντος Πορφυρίου την 2 Δεκεμβρίου 1991, ο Γέρων Αμβρόσιος κοιμήθηκε λίγα χρόνια αργότερα την ίδια όμως ημερομηνία, την 2 Δεκεμβρίου 2006. Είναι φανερό ότι ο Θεός οικονόμησε να φύγουν την ίδια μέρα.
Όμως και με την Γερόντισσα Παρθενία παρουσίαζε κοινά χαρίσματα, που δεν είναι άλλα από το γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα, την καλοσύνη, την ειρήνη και την προσευχή.
Η ενοίκηση του Παναγίου Πνεύματος στην ύπαρξή του τον κατέστησε οντότητα πολλών προσωπικών θαυμάτων και δέκτη θείων φωτοφανειών. Αυτή η ακτινοβολία που εξέπεμπε είλκυσε ως μαγνήτης πολλούς ανθρώπους κοντά του. Επί πολλές δεκαετίες η αγιασμένη Μάνδρα της Παναγίας στις πλαγιές του Παρνασσού είχε καταστεί ζωοδόχος πηγή για τους «πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην».
Ήταν τόσο αγαπητός που τον επισκέπτονταν καθημερινά πλήθη ανθρώπων, κοσμικών και λαϊκών. Χαρακτηριστική ήταν η αγάπη, η τιμή και η ευλάβεια που έδειχνε προς τους Αγίους. Γι' αυτό και εδέχθη πολλών Αγίων την επίσκεψη: οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο Άγιος Αμβρόσιος των Μεδιολάνων, ο Άγιος Χαρίτων, ο Όσιος Λουκάς, ο Άγιος Ανδρέας, ο Άγιος Γεράσιμος, ο Άγιος Τίτος, ο Άγιος Παντελεήμων, ο Άγιος Νεκτάριος, κ.ά.
Ολοκληρώνοντας την πολύ σύντομη αναφορά μας για τον θεοφώτιστο πνευματικό πατέρα, Γέροντα Αμβρόσιο, σκόπιμη κρίνεται η παράθεση μιας νουθεσίας, που συμπυκνώνει στο περιεχόμενό της το πηγαίο πνευματικό φρόνημα του Γέροντος. «Πρέπει ν' αποφασίσουμε να βάζουμε το θέλημά μας στο Θέλημα του Θεού. Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση, γιατί τότε ελευθερώνεσαι. Αν βάλεις το θέλημά σου στο Θέλημα του Θεού, ο κόσμος να χαλάσει θα είσαι ειρηνικός και ατάραχος. Γιατί καμιά δυσκολία, κανένα πρόβλημα ή καμιά ευτυχία δεν είναι δική μας. Του Θεού είναι. Ο διαχειριστής της ζωής και του θανάτου είναι Άλλος, όχι εμείς. Και ο Γέροντας Αμβρόσιος αυτό μας δίδαξε με τη ζωή του».
πηγή

Ο Θεός είναι Αγάπη! π. Ανδρέας Κονάνος


Ο Θεός είναι Αγάπη!

Ο Θεός είναι Αγάπη!



Ομιλία του πατρός  Ανδρέα  Κονάνου
Θέμα:  "Ο Θεός αγάπη εστί "

Ιερός Ναός Αγίων Αποστόλων Πεύκων Θεσσαλονίκης
Προλογίζει ο πάτερ Ιωάννης Κρητικόπουλος

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

  αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας)  -  εικ . Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος  αρχίζει το αόρατο μυστήριο· ...