Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 02, 2013

Η άστεγη αγία του κέντρου της Αθήνας

    Στέλλα, το σπουργιτάκι του Θεού (†3 Ιουνίου 2005)

Της Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, Νομικού-Υπαλλήλου Υπ. Εργασίας

Με την Στέλλα γνωριστήκαμε το καλοκαίρι του 1979 στην Σοκολατοποιΐα. Ήταν εργάτρια, εργαζόταν πολύ σκληρά, υπερέβαινε τις 9 ώρες καθημερινά. Όλοι την εκμεταλλευόντουσαν, όλοι την διέταζαν και αυτή υπήκουε άμεσα και με χαμόγελο. Στέλλα, εδώ, Στέλλα, εκεί. Ο ιδιοκτήτης-εργοδότης την αγαπούσε για την υπακοή της και την εργατικότητά της.
Για τους πιο πολλούς εργαζομένους ήταν «η Στέλλα η χαζή». Το πρόσωπό της έλαμπε, τα χείλη της ψέλλιζαν. Όταν την αφουγκραζόσουν άκουγες το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Πολύ συχνά ο προϊστάμενος μας ανέθετε να διεκπεραιώσουμε από κοινού κάποια εργασία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να δεχθώ την καλωσύνη της, την αγάπη της. Θυμάμαι ότι μονίμως έλεγε την ευχή, ξαφνικά γέλαγε, σήκωνε το κεφαλάκι της προς τους ουρανούς. Τότε έλαμπε.
«Δόξα σοι, ο Θεός» άκουγες συχνά από το στόμα της.
Η Σοκολατοποιΐα αυτή έκανε διάφορα είδη σοκολατάκια. Τα δεύτερης κατηγορίας τα εξήγαγε σε χώρες της Αφρικής. Αυτό στενοχωρούσε την Στέλλα πάρα πολύ. Κάποτε που εργαζόμασταν στην συσκευασία μαζί, θυμάμαι την Στέλλα πάνω από τα κουτιά συγκεντρωμένη να εύχεται «για τα αραπάκια που θα έτρωγαν τα σοκολατάκια».
Σε οποιαδήποτε αδικία που συνέβαινε στο χώρο της εργασίας –μας «τρώγανε» μεροκάματα– δεν απαντούσε, δεν κατέκρινε, δεν αντιδρούσε.


 Εκείνη την περίοδο η Στέλλα ήταν για μένα ένα λιμανάκι θαλπωρής, εγώ αντιδρούσα σε κάθε αδικία. Εκείνη στα σχόλιά μου απαντούσε με ένα γέλιο, με μια λέξη «Α! Μηλίτσα». Δεν την θυμάμαι ποτέ να έβαλε ένα σοκολατάκι στο στόμα της (υπενθυμίζω ότι εργαζόμασταν σε εργοστάσιο σοκολατοποιΐας!). Αν και οι πιο πολλοί εργαζόμενοι την θεωρούσαν «χαζή», εντούτοις την σέβονταν και διερωτώντο πως κατόρθωνε να εργάζεται τόσο αποτελεσματικά.
Η Στέλλα δεν συμμετείχε σε συζητήσεις που κάναμε· ήταν μαζί μας, αλλά συγχρόνως μακριά από σχόλια, μακριά από περιττές κουβέντες. Πολλές φορές, όταν την ρωτούσαν να πη τη γνώμη της, έκανε την παλαβή. Το είχα προσέξει ότι το έκανε επίτηδες. Για όλα τα του κόσμου ήταν τρελή, παλαβή, όταν όμως της ζητούσες βοήθεια στην εργασία, τα χεράκια της κινιόντουσαν με στοργή να βοηθήσουν, ει δυνατόν και να δουλέψουν για σένα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον γνωριστήκαμε. Την σεβόμουν τόσο που ποτέ δεν την ρώτησα για την προσωπική της ζωή. Από μόνη της μου είπε ότι καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι την γνώριζαν την χαρακτήριζαν λίαν επιεικώς «τρελή», ενώ εγώ ένιωθα ότι κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς κατάλαβα ότι η Στελλίτσα ήθελε να την θεωρούν «τρελή». Κάποιες φορές τύχαινε να είμαστε οι δυό μας και να μιλάμε φυσιολογικά και όταν πλησίαζε κάποιος άρχιζε και έλεγε άλλα αντί άλλων. Εμένα μου δημιουργούσε αίσθημα γαλήνης και με άφηναν αδιάφορη οι κρίσεις των άλλων.
Στο εργοστάσιο αυτό της Σοκολατοποιΐας εργάσθηκα για λίγο χρονικό διάστημα. Την Στελλίτσα την συναντούσα συχνά στους δρόμους και πάντα είχε στην καρδιά της, στα χείλη της την ευχή. Συνήθιζε να την λέη εκφώνως, αλλά πολύ σιγά. Που και που ερχόταν στο σπίτι μου. Εκείνη την εποχή κατοικούσε στο πλυσταριό μιας διώροφης κατοικίας.
Τα χρόνια πέρασαν, την έχασα, μα πάντα την θυμόμουν με μια γλυκειά ανάμνηση και νοσταλγία.

Μετά παντρεμμένη πια θα την συναντούσα στην Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο. Είχαμε πάει με τον άνδρα μου και θα διανυκτερεύαμε στην Μονή για την πρωϊνή Θεία Λειτουργία. Οι μοναχές με πολλή στοργή και ευγένεια μου ζήτησαν συγγνώμη, επειδή λόγω των οικοδομικών εργασιών δεν είχαν χώρο να με φιλοξενήσουν και αναγκαστικά έπρεπε να μοιραστώ το κελλί, όπου εφιλοξενείτο «μια ιδιόρρυθμη γυναίκα». Δέχθηκα. Με οδήγησαν στο κελλί, όπου με κατάπληξη διεπίστωσα ότι «η ιδιόρρυθμη γυναίκα» ήταν η στοργική μου Στελλίτσα, που είχα χρόνια να την ιδώ. Η χαρά μου δεν περιγράφεται. Μείναμε αγκαλιασμένες για αρκετή ώρα και ξαφνικά ακούω τις αδελφές να φωνάζουν: «Ελάτε, Γερόντισσα, να δήτε την Στελλίτσα με την Μηλίτσα αγκαλιά». Όλοι χαρήκαμε. Εκείνο το βράδυ η Στελλίτσα έκανε σαν παιδάκι από την χαρά της. Χτυπούσε παλαμάκια, γελούσε, σταυροκοπιόταν…
-Μηλίτσα μου, πολύ χάρηκα που παντρεύτηκες. Ξέρεις πολύ προσευχήθηκα για να παντρευτής. Χαίρομαι, χαίρομαι. Στενοχωριέμαι που υποφέρεις από τα ποδαράκια σου. Ξέρω έχεις πρόβλημα. Υπομονή, προσευχή. (Υπ’ όψιν ότι η Στελλίτσα δεν γνώριζε ότι μου είχε εμφανισθή ένα χρόνιο επώδυνο πρόβλημα υγείας στα πόδια μου). Ο άνδρας σου θ’ αλλάξη χώρο, μην ανησυχής, θα είναι καλύτερα. (Πράγματι, τελείως ξαφνικά, αναγκάσθηκε να μεταφέρη σε άλλο χώρο το κτηνιατρείο του).
Εκείνο το βράδυ ειπώθηκαν πολλά. Την άλλη μέρα και ενώ η Στέλλα ήταν μακριά, είπα στις αδελφές ο,τι είχα αντιληφθή γι’ αυτήν, ότι επρόκειτο για αγία ψυχή… Τήν επόμενη μέρα η Στέλλα έφυγε από το Μοναστήρι. Το κατάλαβε. Δεν ήθελε να την επαινής. Όταν αργότερα συναντηθήκαμε, με αυστηρό τρόπο με επέπληξε για το ότι την επαινώ. Ξαφνιάστηκα, γιατί μπροστά της δεν είχα πη τίποτε. Κι όμως το ήξερε…
Αργότερα, κάποια άλλη στιγμή, μου είχε πη: «Δεν αντέχω την τιμή που μου κάνει η Γερόντισσα. Να, κοίτα να δης· τελευταία με έβαλε να φάω μαζί τους· με τις αγίες ψυχές! Ποιά είμαι εγώ… Πω, πω, πω, Μηλίτσα!».
Για μεγάλο χρονικό διάστημα χάσαμε τα ίχνη της. Η Γερόντισσα μας τηλεφωνούσε και μας ρωτούσε αν την είδαμε. Εκείνο το διάστημα κατάλαβα ότι, αν θέλω να τη δω δεν πρέπει να μιλώ γι’ αυτήν.
Τώρα η Στελλίτσα ήταν άστεγη, από την εργασία της είχε συνταξιοδοτηθή με το πιο μικρό ποσό της σύνταξης του ΙΚΑ (411 ευρώ μηνιαίως), τα οποία μοίραζε σε φτωχούς, φυλακισμένους, στην Εξωτερική Ιεραποστολή κ.α. Τώρα πλέον ζούσε στα παγκάκια, στα υπόστεγα, στα ερημοκκλήσια, στις σκάλες, σε οικοδομές. Μου το εμπιστεύθηκε.
Κάτω από την πίεση της Γερόντισσας και τη δική μου, ήλθε κάποιες φορές, όταν έκανε βαρυχειμωνιά, και έμεινε κοντά μας. Ζητούσε να μείνη στο πιο ταπεινό μέρος του σπιτιού.
Θυμάμαι με πολλή νοσταλγία, όταν την φιλοξενούσαμε στο σπίτι επικρατούσε γαλήνη, φως, όλα ειρηνικά. Όταν στην παρέα μας ερχόταν ο άνδρας μου, η Στελλίτσα έφευγε και όταν της μιλούσε δεν τον κοιτούσε ποτέ. Χαρά της ήταν να τρώη αλάδωτες ντοματόσουπες. Συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό και η ψυχή της ξεχείλιζε από ευγνωμοσύνη με ένα αδιάκοπο «σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ».

Πολλές φορές το βράδυ, προφασιζόμενη ότι είμαι κουρασμένη, της ζητούσα να κάνη αυτή το Απόδειπνο. Αδύνατον να περιγράψω τι συνέβαινε, όταν άρχιζε την προσευχή. Σιγά-σιγά αλλοιωνόταν η έκφρασή της, το προσωπάκι της φωτιζόταν, ξεχνιόταν στην δοξολογία του Θεού. Την άφηνα και πήγαινα για ύπνο.
Κάποια φορά, ενώ την σκεπτόμουν με συμπόνοια «πως γυρνάει σαν σπουργιτάκι στους δρόμους» ξαφνικά με κοιτάζει και μου λέει: -«Μη στενοχωριέσαι, θέλημα Θεού είναι να κοιμάμαι στα παγκάκια. Είμαι πολύ καλά, είμαι ευτυχισμένη. Ξέρεις εκεί στα παγκάκια ράβω και τα ρούχα μου. (Η Στέλλα ήταν και πολύ καλή ράπτρια). Να, το Πάσχα πέρασα πολύ ωραία. Το Μ. Σάββατο πήγα και πήρα λίγο αρνάκι, το έβαλα σε ένα ταψάκι από μπακλαβά, το έδωσα στο φούρνο και μου το έψησαν. Το έκρυψα στο παγκάκι και την άλλη μέρα έκανα Πάσχα στο παγκάκι μου, χαρούμενη και ευτυχισμένη, γιατί ο Ιερέας μου είχε δώσει κι ένα κόκκινο αυγό. Μη στενοχωριέσαι για μένα. Όχι, όχι, γιατί είμαι υπό την σκέπη της Παναγίας μας».
Μια άλλη φορά, όπως μου διηγήθηκε, πήγε και λούστηκε στην τουαλέτα των Ιατρείων του Δήμου. Την είδαν οι εργαζόμενοι και την επέπληξαν αυστηρά. Η Στέλλα δεν δέχθηκε την παρατήρηση λέγοντάς τους ότι δεν κλέβει τίποτα, ούτε νερό, ούτε σαπούνι, γιατί όλα αυτά τα έχει πληρώσει εισφορές στο ΙΚΑ ως εργαζόμενη. Τους μίλησε άσχημα και αυτοί κάλεσαν την Αστυνομία κι έτσι η Στέλλα οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα. Κάπως έτσι μου διηγήθηκε τον διάλογο με τον Διοικητή:
«Κύριε Διοικητά, συγχωρέστε με που σας κουράζω, αλλά ακούστε με, σας παρακαλώ. Είμαι άστεγη, δεν έχω τίποτα δικό μου. Να μόνο αυτό το βιβλιάριο ασθενείας του ΙΚΑ, που βεβαιώνει ότι έχω πληρώσει εισφορές. Τα Ιατρεία που λούστηκα είναι του ΙΚΑ, άρα ανήκουν και σε μένα. Όταν βρίσκομαι μέσα στο ΙΚΑ, νιώθω ότι είμαι μέσα στο σπίτι μου. Συγχωρέστε με».
Διοικητής: «Πήγαινε τώρα, αλλά την άλλη φορά που θα λουστής να προσέξης να μη σε δουν. Άντε στο καλό».
Έφυγε δοξάζοντας τον Θεό και ευγνωμονώντας τον Διοικητή.
Πολλά βράδια κοιμόταν σε σαλόνια Νοσοκομείων, καλύτερα να πούμε προσποιόταν ότι κοιμόταν, γιατί όταν ησύχαζε το Νοσοκομείο, έτρεχε κοντά σε μοναχικούς ασθενείς, που είχαν ανάγκη βοηθείας και τους συνέτρεχε, αλλά, όταν καταλάβαινε ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο την αντιλαμβανόταν, τότε άρχιζε τα «παλαβά» της.
Πολλά πρωϊνά πηγαίνοντας για την εργασία μου (γύρω στις 6,30-7π.μ.) την συναντούσα να βγαίνη από το Νοσοκομείο ΚΑΤ και στην επιμονή μου γιατί δεν έρχεται να κοιμηθή στο σπίτι μας μου ομολόγησε: Αγαπούσε πολύ τους Αγίους, τους θεωρούσε φίλους της, συγγενείς της, έτρεχε στην εορτή τους, στα πανηγύρια, χαιρόταν όταν μοίραζαν και φαγητό, όπως μου έλεγε. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους γύριζε σε διάφορα προσκυνήματα. Την Κυριακή των Μυροφόρων στο Μανταμάδο για την εορτή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, της Αγίας Παρασκευής στην Ναύπακτο κ.α. Ενδεικτικά αναφέρω το εξής: Μια φορά της Αγίας Παρασκευής πήγε στην Ναύπακτο και έκανε σαν μικρό παιδί, όπως μου το διηγήθηκε. Αγαπούσε τον Σεβασμιώτατο Ιερόθεο, τον θεωρούσε δικό της άνθρωπο, χαιρόταν που τον έβλεπε να χοροστατή με τα λαμπρά του άμφια και να μιλάη τόσο ωραία. Του είχε μεγάλο σεβασμό. Καμάρωνε πολύ που της είχε μιλήσει και της έδωσε την ευχή του στο μοναστήρι στο Ακραίφνιο. Τον χαιρόταν, όπως έλεγε.
Όλες οι διηγήσεις της Στελλίτσας ήταν για μένα απόλαυση, ξεκούραση. Έβλεπα μια μεγάλη γυναίκα να νιώθη και να εκφράζεται σαν μικρό παιδί.
Κάποτε είχαμε γιορτή στο σπίτι μας με αρκετούς καλεσμένους. Ξαφνικά ήλθε η Στελλίτσα. Κάθισε και ακριβώς δίπλα της εγώ. Μεταξύ των καλεσμένων και ένα ζευγάρι με πολλά προβλήματα, τα οποία γνώριζα. Η Στελλίτσα «στον κόσμο της» ψιθύριζε την ευχή και συγχρόνως πολύ χαμηλόφωνα έλεγε τι συμβαίνει με αυτό το ζευγάρι, τι φταίει, ενώ στους άλλους έλεγε άσχετα η τους χαμογελούσε. Πάντα όμως συγκεντρωμένη στην ευχή. Οι πιο πολλοί την θεώρησαν «παλαβή», άλλο που δεν ήθελε η Στέλλα, για να μην την καταλαβαίνουν.

Πλατεία Ομονοίας. Δυστυχισμένες υπάρξεις αλλά και αγιασμένες ψυχές κατοικούν εκεί, αθέατες από τα τυφλά, εγωιστικά ή/και φοβισμένα μάτια μας. Εκεί έζησε κι ο Γέροντας Πορφύριος. Πάρε ένα φαναρι, κάνε το σταυρό σου και ψάξε. Θα εκπλαγείς - αν τολμάς.

Ήταν 12 Αυγούστου 2004, ήμουν στο γραφείο μου και εκείνη την ημέρα ήταν να ταξιδέψω για Λέσβο για τις καλοκαιρινές διακοπές μου. Από το πρωΐ βασανιζόμουν από μια ασήμαντη σκέψη, κοινώς είχα «κολλήσει». Δεν είχα ένα μπρελόκ να βάλω τα κλειδιά που θα άφηνα στους γείτονες να ποτίζουν τον κήπο. Ξαφνικά γύρω στο μεσημέρι ανοίγει η πόρτα και εμφανίζεται η Στελλίτσα, καταϊδρωμένη, κουρασμένη, ασθμαίνουσα και μου λέει: «Να, πάρτο. Ήμουν στην Ομόνοια και μου είπε να σπεύσω να σου φέρω το μπρελόκ». Τα έχασα. Στην ερώτηση ποιός της είπε να μου το φέρη στην αρχή ψέλλισε «η Παναγία», μετά άρχισε τα δυσνόητα, τα «παλαβά» της. Το μπρελόκ το είχε αγοράσει από το μοναστήρι και παρίστανε το γενέσιο της Παναγίας μας. Στην επιμονή μου να μείνη λίγο κοντά μου να ξεκουραστή, να πιή κάτι, να δροσιστή κάθισε στον καναπέ και άρχισε να μιλάη για τον εαυτό της. Και τότε μου είπε: «Μηλίτσα μου, εγώ θα πεθάνω στους δρόμους μόνη μου. Κανένας δεν θα το μάθη, κανείς, κανείς». Αυτό με πόνεσε πολύ και της είπα με απαίτηση: «Στελλίτσα μου, σε παρακαλώ θέλω να το μάθω. Θέλω να μάθω το φευγιό σου». Και την αγκάλιασα. Μετά από αυτό σταμάτησε να μιλάη για αρκετά λεπτά. Ξαφνικά με κοιτάζει με ένα στοργικό βλέμμα γεμάτο αγάπη και μου λέει: «Μηλίτσα μου, θα το μάθης, θα το μάθης».
Για τελευταία φορά έμεινε στο σπίτι μου τον Οκτώβριο του 2004. Τότε της πονούσε το πόδι και αναγκάσθηκε να περιορίση τις πεζοπορίες. Έτυχε τότε να χρειασθή να φιλοξενήσω κάποιο πρόσωπο που δυσκολευόταν από την παρουσία της και ιδιαίτερα από την βραδινή προσευχή, διότι έπεφτε για ύπνο νωρίς και σηκωνόταν αργά τη νύχτα και προσευχόταν ψάλλοντας δυνατά. Πολλές φορές ακούγαμε να επαναλαμβάνη το: «Ζη Κύριος ο Θεός».
Εν όψει αυτού του προβλήματος, λοιπόν, προσφέρθηκε μια φίλη μας, η Χρυσούλα, να της παραχωρήση ένα διαμερισματάκι, που ήταν άδειο μετά τον θάνατο των γονέων της. Χάρηκε που έμενε σε σπιτάκι κοντά σε ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση, τώρα μάλιστα που δυσκολευόταν από τους πόνους των ποδιών της. Εκεί έμεινε μέχρι τον Μάϊο του 2005. Την 1η Ιουνίου 2005 η Χρυσούλα την είδε να φεύγη από το σπίτι. Από την ημέρα εκείνη χάθηκαν τα ίχνη της.
Αργότερα ανησυχήσαμε, αλλά επειδή συνήθιζε να εξαφανίζεται, πιστεύαμε ότι θα εμφανισθή. Κάθε τόσο επικοινωνούσαμε με την Γερόντισσα η Χρυσούλα και εγώ για να μάθουμε για την Στέλλα. Η Γερόντισσα έλεγε συνέχεια: «Ψάξτε να την βρήτε». Εμείς όμως πιστεύαμε ότι είχε φύγει για κάποιο ταξίδι και ότι θα επέστρεφε.
Μετά το Πάσχα του 2006 ένα βράδυ, πολύ αργά και ενώ η οικογένειά μου είχε αποκοιμηθή, ξάπλωσα κι εγώ και αποκοιμήθηκα αμέσως, πράγμα παράδοξο για μένα, και ξύπνησα αμέσως (το διεπίστωσα βλέποντας το ξυπνητήρι) από ένα δυνατό όνειρο: Είδα την Στελλίτσα κάτω από ένα ωραίο δένδρο, όρθια να ακουμπάη ελαφρά στον κορμό του, σε νεανική ηλικία, πανέμορφη, γλυκύτατη και με κοιτούσε με ένα βλέμμα γεμάτο απέραντη θαλπωρή. Ένιωσα την ψυχή μου να βγάζη μια ουρανομήκη κραυγή, που αισθανόμουν να μου ξεσχίζη το στέρνο: «Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου…» Κι έτρεξα να την αγκαλιάσω, προτείνοντας τα χέρια μου, αλλά όταν έφτασα στο δένδρο εξαφανίστηκε και στην θέση της έκαιγε μια ολόλευκη πασχαλιάτικη λαμπάδα, που έχυνε γύρω ένα υπέροχο φως και η φλόγα της ανέβαινε ολόϊσα στον ουρανό. Αμέσως βλέπω στο χώμα, δίπλα στη λαμπάδα, ένα απόκομμα εφημερίδας που έδειχνε ένα εξαιρετικά κακοποιημένο σώμα σαν από τρομακτικό αυτοκινητικό δυστύχημα.
Ένα βαρύ μήνυμα κατέκλυσε το είναι μου: «Η Στέλλα πέθανε!». Ξύπνησα κυριευμένη από αμφιθυμία αισθημάτων: Χαρά μεγάλη από την παρουσία της Στέλλας και το φως της λαμπάδας και φόβο από την φωτογραφία της εφημερίδας. Ήθελα να ξυπνήσω τον Δημήτρη, τον άνδρα μου, να του πω για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι», όπως τη λέγαμε, όχι μόνον επειδή ζούσε «ως στρουθίον μονάζον επί δώματος», αλλά και επειδή το βάδισμά της θύμιζε σπουργίτι. Κάτι δυνατό όμως με απέτρεψε να τον ξυπνήσω. Την επομένη τηλεφώνησα στην Γερόντισσα και στην Χρυσούλα και τους είπα το όνειρο. Και οι δυό μου συνέστησαν να ψάξουμε για την Στέλλα. Από εκείνη την στιγμή άρχισε η αγωνιώδης αναζήτηση. Τροχαία, Νοσοκομεία, Στρατονομία, Νεκροτομεία….
Η Χρυσούλα έμαθε ότι στις 3 Ιουνίου 2005 και ώρα 6,10 μ.μ. κοντά στο σπίτι της σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό μία γυναίκα αγνώστων στοιχείων. (Τα πουλιά δεν έχουν όνομα!). Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Όλη η έρευνα απέδειξε ότι η γυναίκα αυτή ήταν η Στελλίτσα. Ενώ διέσχιζε τον δρόμο, την παρέσυρε ένα αυτοκίνητο με οδηγό αξιωματικό του στρατού, ο οποίος έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα ["Νεκρός": ο Θεός να τον συγχωρέσει, με τις πρεσβείες της οσίας μητέρας μας Στέλλας]. Την συνέθλιψε. Μόνο το προσωπάκι της ήταν ευδιάκριτο (όπως έδειξαν οι φωτογραφίες της Τροχαίας).
Η Στελλίτσα παρέμεινε μέχρι τις 18 Ιουνίου 2005 στο Νοσοκομείο «Ασκληπιείον» και μετά το πτώμα της μεταφέρθηκε στο Κεντρικό Νεκροτομείο του Λαϊκού Νοσοκομείου, όπου παρέμεινε στα αζήτητα μέχρι τις 20 Ιουλίου 2005, οπότε και δόθηκε για ενταφιασμό. Το Γραφείο που την ενταφίασε μας πληροφόρησε ότι Νεκρώσιμη Ακολουθία δεν εψάλη, μόνο ένα Τρισάγιο επί του τάφου.
Πρέπει να τονισθή ότι όλοι όσοι ασχοληθήκαμε με την ανεύρεσή της, στην προσευχή μας της μιλούσαμε και της λέγαμε: «Εάν μας ακούς, εάν έχης παρρησία στο Θεό, οδήγησέ μας, βοήθησέ μας». Και πράγματι μας βοήθησε και φθάσαμε μέχρι τον χορταριασμένο «ανύπαρκτο» τάφο της, στην ανατολική άκρη του Νεκροταφείου του Ζωγράφου, με το νούμερο 8915.
Την ημέρα της αποδόσεως της εορτής του Πάσχα, ένα χρόνο μετά την κοίμησή της, εψάλη η Νεκρώσιμη Ακολουθία της Στέλλας, στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, όπου συνήθιζε να εκκλησιάζεται κατά την Πασχάλιο Περίοδο. Ο Ιερέας είπε για την Στέλλα: «Έκανε τα παλαβά της, αλλά έλεγε σωστά πράγματα και πάντα ερχόταν γεμάτη τρόφιμα για τους πτωχούς, πρόσφορο, λάδι, νάμα για την Θεία Λειτουργία… Μάλιστα έχει παραγγείλει να αγιογραφηθή η Αγία Μαρίνα στον Ναό μας…..».
Στις 3 Ιουνίου 2006 έγινε το ετήσιο μνημόσυνό της χοροστατούντος του λίαν προσφιλούς της Επισκόπου, π. Ιεροθέου, στο Μοναστήρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο.
Σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις μου είπε: «Νιώθω γεμάτη από αυτή τη ζωή. Όλα μου τα έχει δώσει ο Κύριος. Μόνο μια επιθυμία μου δεν έχει εκπληρωθή: Ήθελα να βαπτίσω δυό παιδάκια, που να τους έδινα το όνομα του Αγίου Νεκταρίου και της Παναγίας μας, αλλά κανείς δε με θέλησε για κουμπάρα». Όταν της πρότεινα ότι θα προσπαθήσω να βαπτίσω εγώ τα δυό παιδάκια στη θέση της και μάλιστα, όταν μεγαλώσουν θα τους μιλήσω για την «πραγματική νονά τους», καταχάρηκε και αναφώνησε: «Τώρα ησύχασα. Είμαι έτοιμη να φύγω».–

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Οι κατά Χριστόν σαλοί ανήκαν σε μια κατηγορία ανθρώπων που αποφάσιζαν να ακολουθήσουν μια δύσκολη οδό. Ζώντες στις πόλεις, προσεποιούντο τον τρελλό. Έκαναν πράξεις που θα έκανε ένας τρελλός, αλλά όμως οι πράξεις αυτές είχαν ουσιαστικό περιεχόμενο. Οι κατά Χριστόν σαλοί είχαν σε ύψιστο βαθμό νοερά ενέργεια, είχαν ακόμη σώας τας φρένας, διάλεγαν όμως έναν σκληρό δρόμο και τρόπο ζωής…
Η ζωή των κατά Χριστόν σαλών ήταν μια τέλεια, ίσως και ακραία εφαρμογή της μωρίας κατά Χριστόν, που είναι η πεμπτουσία όλου του πνεύματος του Ευαγγελίου. Δεν μπορούν, βέβαια, όλοι να παριστάνουν τον κατά Χριστόν σαλό, όπως το είδαμε προηγουμένως, γιατί αυτό είναι ένα ιδιαιτερο χάρισμα και μια ιδιαίτερη ευλογία του Θεού, αλλά όλοι μπορούν να βιώσουν την κατά Χριστόν σαλότητα σε μετριότερη μορφή και ανάλογη προσαρμογή. Και αυτό γίνεται αντιληπτό από το ότι η ζωή που έχει η Εκκλησία, ζωή της αγάπης, της πίστεως, της εγκρατείας αποβλέπει και εμπνέεται από ένα άλλο πολίτευμα, που είναι σαφώς αντίθετο από τα ανθρώπινα πολιτεύματα. Όλη αυτή η ζωή που έχει η Εκκλησία δεν μπορεί να γίνη εύκολα αντιληπτή από τους ανθρώπους, που κέντρο τους έχουν την λογική και τις αισθήσεις. Η χριστιανική ζωή, χωρίς να καταργή την λογική και τις αισθήσεις, κινείται πέρα από αυτές.
  Ζωντανό Ιστολόγιο.  

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ! ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΜΑΖΙΚΑ ΣΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ!


Οι εκπλήξεις μιας Κυριακής
Γράφει ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος




Χθες, ημέρα Κυριακή, αποφάσισα να επισκεφθώ την Ιερά Μονή Οσίου Παταπίου στο Λουτράκι για προσκύνημα και εργασία, αφού το συγκεκριμένο Μοναστήρι ανήκει σε αυτά που θα φιλοξενηθούν στο νέο βιβλίο μου, που θα αφορά τους Ιερούς τόπους της Πελοποννήσου.
Το Λουτράκι είναι σε κοντική απόσταση - μία ώρα περίπου - από την Αθήνα, οπότε προσφέρεται για «απόδραση» των κατοίκων της πρωτεύουσας: Μέχρι τώρα, συνηθιζόταν η εξόρμηση εκεί για το αμαρτωλό καζίνο του, που έχει καταστρέψει χιλιάδες οικογένειες εξαιτίας του τυφλού πάθους της χαρτοπαιξίας και του τζόγου, που δυστυχώς διαφημίζεται στην εποχή μας ως κάτι το φυσιολογικό!
Περίμενα λοιπόν, να είμαι ένας από τους ελάχιστους προσκυνητές της Μονής, που βρίσκεται σε απόκρημνο βράχο στα Γεράνεια Όρη, ακριβώς στο σπήλαιο όπου ασκήτευσε ο Όσιος Πατάπιος.
Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη, όταν είδα πόσο διαψεύστηκα!

Δεκάδες προσκυνητές όλων των ηλικιών, πολλές οικογένειες, νεαρά ζευγάρια, ακόμα και παρέες εφήβων, βρίσκονταν στο πανέμορφο προαύλιο του Μοναστηριού με την εκπληκτική θέα στον Κορινθιακό Κόλπο!

Η ώρα ήταν σχεδόν 2 το μεσημέρι, δηλαδή ώρα φαγητού για τα περισσότερα σπίτια ή κυριακάτικης εξόδου για πολλούς. Κι όμως: Εκεί, σ' αυτό τον βράχο, πολλοί άνθρωποι περίμεναν υπομονετικά στην ουρά για να προσκυνήσουν το άφθαρτο άγιο λείψανο του Οσίου, ν' ανάψουν ένα κερί και να προσευχηθούν!
Παρατηρούσα επίμονα τους επισκέπτες: Οι περισσότεροι, δεν φαίνονταν καν οι κλασικοί τύποι που βλέπουμε στις Εκκλησίες, οι «θεούσοι» δηλαδή, όπως - νομίζουν ότι - λένε προσβλητικά για τους βαθιά θρησκευόμενους ανθρώπους οι ασέβαστοι «άθεοι». Αντίθετα, έβλεπα μοντέρνους νέους, μεσήλικες που φαίνονταν ευχαριστημένοι σαν να ανακάλυπταν πράγματα που μέχρι πρότινος αγνοούσαν και μεγάλες χαρούμενες οικογένειες, που μάλλον δεν αρέσουν στους υπερμάχους των «συμφώνων συμβίωσης» ετεροφυλοφίλων και ομοφυλοφίλων...!
Μια ωραία εικόνα παράδοσης και κατάνυξης, που διέκοψε κάποια στιγμή μία από τις αδελφές (το Μοναστήρι είναι γυναικείο), για να μας προσκαλέσει να φάμε κάτι, μιας και ήταν ώρα φαγητού!
Περίμενα να μας δώσουν κάτι πρόχειρο όταν μας οδήγησαν σε μια μικρή τραπεζαρία δίπλα στο Καθολικό, όμως με έκπληξη είδα ένα στραπέζι στρωμένο με πλήρες γεύμα, νηστίσιμο φυσικά: Μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα, ταραμοσαλάτα («ειδικά για τους επισκέπτες, εμείς δεν τρώμε», όπως μας είπε η αδελφή) και κολοκυθοκεφτέδες! Όλα αυτά, για να φάμε «κάτι», όπως ταπεινά εξηγούσαν οι μοναχές σε αρκετούς προσκυνητές  που, μη συνηθισμένοι στην αβραμιαία φιλοξενία των Ορθόδοξων Μοναστηριών, απορούσαν...! Έβλεπαν αυτό το «κάτι» που δεν βρίσκει κανείς σε κανέναν από τους διαφημιζόμενους «φιλάνθρωπους» της εποχής μας, αλλά βρίσκει άφθονο στα Ορθόδοξα Μοναστήρια!
Μάλιστα, αφού τελειώσαμε το φαγητό, ετοίμασαν νέες μερίδες για τους νέους επισκέπτες, που ήταν ένα γκρουπ Ορθόδοξων από τη Γεωργία!
Η εικόνα μου θύμιζε έντονα το κλίμα αδελφοσύνης, αλληλεγγύης και βοήθειας που επικρατεί στα Αγιορείτικα Μοναστήρια, με τις λέξεις αυτές να βρίσκουν (επιτέλους!) το πραγματικό τους νόημα, μακριά από πολιτικές καπηλείες και μεγαλόστομους φαρισαϊσμούς.
Στην Έκθεση της Μονής, αγόρασα ένα δικό τους Λεύκωμα με φωτογραφίες και ιστορικά στοιχεία. Έκανε μόλις δύο ευρώ, ίσα - ίσα τα τυπογραφικά.
Δεν μου έκανε καρδιά να φύγω. Οι διηγήσεις για τον ασκητικό βίο του Οσίου Παταπίου, το ενδιαφέρον των μοναζουσών και η εκπληκτική θέα, με κράτησαν εκεί για μιάμιση περίπου ώρα, που ούτε κατάλαβα πώς πέρασε.
Θυμήθηκα την παλιά μου επίσκεψη στο ίδιο Μοναστήρι, πριν από 8 χρόνια περίπου: Τότε που όλα ήταν «καλά», «δεν υπήρχε κρίση» κι ασυλλόγιστα σκορπούσαμε τις ώρες και τις μέρες μας σε ανόητες ασχολίες και κοσμικές διασκεδάσεις, μακριά από την «συντηρητική» και «ενοχλητική» Εκκλησία.
Τότε, εκείνη την ημέρα του 2005 που είχα ανέβει στη Μονή - πάλι Σαββατοκύριακο - ήμουν μόνος.
Τώρα, ένα αθόρυβο μελίσσι «βουϊζει» πως ζητά κάτι. Ζητά βοήθεια, για να αντιμετωπίσει τα προβλήματά του. Ψάχνει - και βρίσκει - τον Θεό.
Η ελπίδα μέσα μου φούντωσε. Όχι λοιπόν, δεν χάθηκαν όλα! Τι κι αν μας πάρουν τους μισθούς, τις καταθέσεις και τα υλικά; Έχουμε καταφυγή αυτές τις αετοφωλιές, τα Ορθόδοξα Μοναστηράκια που στέκουν συνήθως ψηλά και απομονωμένα ερημητήρια, προ(σ)καλώντας μας να τα ανακαλύψουμε!
Κίνησα να φύγω. Έκανα τον Σταυρό μου και κατέβηκα τα σκαλοπάτια. Κι ενώ έφτανα στο αυτοσχέδιο πάρκινγκ όπου όλοι άφηναν τα αυτοκίνητά τους για να αρχίσουν την ανάβαση στη Μονή, βλέπω έναν 50άρη να ανεβαίνει με ένα έφηβο κορίτσι (μάλλον ήταν η κόρη του).
«Καλημέρα σας! Τι κάνετε; Καλά είστε;», με ρωτάει με αυθόρμητο χαμόγελο.
Πιάνω ψιλή κουβέντα μαζί του. Φυσικά δεν γνωριζόμασταν, αλλά η όλη σκηνή του χαιρετισμού μας θύμισε κάτι που είχαμε ξεχάσει τα τελευταία χρόνια της επίπλαστης καλοπέρασης: Πώς να είμαστε άνθρωποι με ανοιχτή καρδιά. Πώς να είμαστε Έλληνες.
Να λοιπόν άλλη μια ευχάριστη έκπληξη: Η ανθρωπιά, που πηγάζει από την Θρησκεία, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό μας, δεν χάθηκε! Υπάρχει, αλλά ήταν «χαντακωμένη» μέσα μας από το διαρκές κυνήγι των υλικών απολαύσεων, δανεικών και μη...
Ας την αναζητήσουμε λοιπόν. Με μια επίσκεψη - προσκύνημα σε ένα από τα χιλιάδες Ορθόδοξα Μοναστήρια που υπάρχουν στη χώρα μας! 
Ας μην ψάχνουμε αλλού! Εκεί, είναι η καταφυγή και παραμυθία (=παρηγοριά) όλων μας!                  

Ἐγωισμός-‘Υπερηφάνεια: τό κύριο αἴτιο τῆς κατάθλιψης καί τῶν ἄλλων «ψυχολογικῶν»


Ζοῦμε σ’ ἕναν κόσμο γεμάτο πάθη ψυχικά καί σωματικά. Ἀπό τά κυριότερα πάθη τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι τό πάθος τῆς ὑπερηφανείας.
Εἶναι «τό Γενικό Ἐπιτελεῖο ὅλων τῶν παθῶν», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος. «Ἡ ὑπερηφάνεια, ὁ ἐγωισμός, ἡ κενοδοξία κ.λπ. ἐκτός ἀπό τήν ἔπαρση, πού εἶναι ἑωσφορικός βαθμός, εἶναι τό ἴδιο πάθος μέ μικρές διαφορές καί διαβαθμίσεις. Ὁ ἐγωισμός εἶναι τό ἀναρχικό παιδί τῆς ὑπερηφανείας· δέν τό βάζει κάτω, ἐπιμένει. Ὅπως ὅμως τά δένδρα πού δέν λυγίζουν σπάζουν τελικά ἀπό τόν ἀέρα, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐγωισμό, ἐπειδή δέν κάμπτεται, σπάζει τελικά τά μοῦτρα του. Μεγάλο κακό ὁ ἐγωισμός! Ἐνῶ καί ἀνάπαυση δέν ἔχει ὁ ἐγωιστής, πάλι ἐπιμένει!…».
Ὁ ἐγωισμός διαφέρει κάπως ἀπό τήν μητέρα του τήν ὑπερηφάνεια στίς ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις του. «Ὁ ἐγωιστής», δίδασκε ὁ π. Παΐσιος, «ἔχει θέλημα, πεῖσμα, ἐνῶ ὁ ὑπερήφανος μπορεῖ νά μήν ἔχει οὔτε θέλημα, οὔτε πεῖσμα. Ἄς πούμε ἕνα παράδειγμα: Στήν Ἐκκλησία προσκυνᾶτε τίς εἰκόνες μέ μιά σειρά· ἡ καθεμιά ξέρει τήν σειρά της. Μιά ἀδελφή, ἄν ἔχη ἐγωισμό καί τῆς πάρη κάποια ἄλλη τήν σειρά, θά κατεβάσει τά μοῦτρα καί μπορεῖ νά μήν πάει οὔτε νά προσκυνήση. «Ἀφοῦ προσκύνησε ἐκείνη πρίν ἀπό μένα, θά πῆ, δέν πάω νά προσκυνήσω». Ἐνῶ, ἄν ἔχη ὑπερηφάνεια, πάλι θά πειραχθῆ, ἀλλά δέν θά ἀντιδράση ἔτσι· μπορεῖ μάλιστα νά πῆ καί στίς ἑπόμενες, δῆθεν μέ εὐγένεια: «Περάστε! Πέρνα κι ἐσύ, πέρνα κι ἐσύ!». Καί οἱ δύο πειράζονται (θίγονται-λυπούνται), ἀλλά ἡ ἐγωίστρια τό ἐκδηλώνει ἐξωτερικά μέ τήν κατάθλιψη-πεῖσμα ἐνῶ ἡ ὑπερήφανη μέ τήν εἰρωνία-περιφρόνηση-ἀπαξίωση.
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ὑπερηφάνειας-ἐγωισμοῦ εἶναι (σύμφωνα μέ τούς σύγχρονους χαρισματούχους Γέροντες π. Παΐσιο καί π. Πορφύριο) ἡ κατάθλιψη καί τά ἄλλα λεγόμενα «ψυχολογικά» προβλήματα, τά ὁποῖα στήν πραγματικότητα εἶναι πνευματικά.

Ο Χριστός και η Εκκλησία για τα παιδιά





 Πολλοί κατά καιρούς καταφέρονται εναντίον του χριστιανισμού και της Εκκλησίας 
ότι δήθεν δεν έχουν  δείξει ή δεν δείχνουν ουσιαστικό ενδιαφέρον για τα παιδιά. 
Αυτό είναι πέρα για πέρα λάθος γιατί αγνοούν σε βάθος τα πράγματα. 
Απεναντίας η συμβολή του χριστιανισμού στην εξύψωση και προστασία 
του παιδιού είναι  μοναδική. Και αυτό φαίνεται από τους παρακάτω λόγους:

1.    Ο Χριστός γίνεται άνθρωπος- νηπιάζει- και περνάει όλα τα στάδια
 της ανθρώπινης ζωής. Με τη γέννησή Του εξυψώνει την αξία της 
παιδικής ηλικίας.
2.    Δέχεται ο Κύριος με πολλή αγάπη τα παιδιά, τα ευλογεί
 και τα εγκωμιάζει: « Αφήστε τα παιδιά και μην τα εμποδίζετε 
να έλθουν κοντά μου, γιατί σ’ αυτά ανήκει η βασιλεία των ουρανών».
3.    Τα παρουσίαζε ως υπόδειγμα στους μεγάλους ανθρώπους 
 για να μπουν στη Β. τ. Ο. « Αν δεν γίνεται σαν τα παιδιά, δεν 
πρόκειται να μπείτε στη Β. τ. Ο.
4.    Ακόλουθοι του Χριστού, εκτός από τους μαθητές και τις μαθήτριες, 
ήταν και οι νέοι, που ονομάζονται στα ευαγγέλια «παιδία», 
«παίδες», «νεανίσκοι», «μικροί».
5.    Ο Χριστός συγκινείται από τον θάνατο δύο νέων και τους 
επαναφέρει στη ζωή. Τον υιό της χήρας της Ναίν και την κόρη 
του Ιαείρου.
6. Η Εκκλησία εφαρμόζει τον «σαραντισμό» του νηπίου και τον 
νηπιοβαπτισμό.
7.    Αναγνωρίζει την αξία του ανθρώπου από την εμβρυακή ηλικία
 έως ψυχοσωματικής ύπαρξης. Γι’ αυτό και καταδικάζει τις εκτρώσεις, 
αφού έκτρωση σημαίνει φόνος.
8.    Η Εκκλησία ενδιαφέρεται ανέκαθεν για τα ανάπηρα παιδιά,
 γι’ αυτό ίδρυσε ιδρύματα για την περίθαλψή τους.
9.    Αγαπά το παραστρατημένο και ορφανό παιδί, γι’ αυτό διατηρεί
 ορφανοτροφεία και επισκέπτεται τα ανήλικα φυλακισμένα παιδιά.
10. Καλλιεργεί, διαμορφώνει και ολοκληρώνει την προσωπικότητα
 του παιδιού (Κατηχητικά σχολεία, έκδοση παιδικών 
βιβλίων, περιοδικών κατασκηνώσεις κ. α.).
11. Ο Απ. Παύλος κάνει λόγο για την παιδαγωγία  των 
τέκνων και τις αμοιβαίες υποχρεώσεις γονέων και παιδιών.
12. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μίλησαν για την ανεκτίμητη 
αξία των παιδιών και φρόντισαν γι’ αυτά.
13. Στη Θ. Λειτουργία η Εκκλησία εύχεται για το παιδί : 
«Τα νήπια έκθρεψον, την νεότητα παιδαγώγησον».
14. Η Εκκλησία έχει ορίσει προστάτη των παιδιών τον Άγ. Στυλιανό.

Λυκούργος Νάνης. Ο Αττικής Νικόδημος θα λάβει εν ουρανώ τη δικαίωσή του





Ο Αττικής Νικόδημος 

θα λάβει εν ουρανώ τη δικαίωσή του 

Λυκούργος Νάνης
Ο μακαριστός 
ΚΑΝΟΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΟΣ μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος 
Νικόδημος εκοιμήθη εν Κυρίω! 


Και εκοιμήθη ΑΔΙΚΑΙΩΤΟΣ ΚΑΙ ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ απ το προσφιλές του 
ποίμνιο αφού καταδιώχθηκε απηνώς μέχρι της τελευτής του από μία μερίδα 
συνεπισκόπων του επί 39 συναπτά έτη! Κηρύχθηκε έκπτωτος του θρόνου
 του στις 25 Ιουνίου του 1974 από ένα νόθο συνοδικό σχήμα που 
ψευδεπίγραφα "βαφτίστηκε" ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας αφού πρώτα
 "κολοβώθηκε" η κανονική ιεραρχία με την αντικανονική, αυθαίρετη,
 παράνομη και ετσιθελική απαγόρευση της συμμετοχής σε αυτήν των 34 
απ τους 66 τότε εν ενεργεία μητροπολίτες επί τη βάσει όχι κάποιου ιερού 
κανόνα αλλά επί τη βάσει συντακτικών πράξεων. 
Κηρύχθηκε έκπτωτος ΑΝΑΙΤΙΩΣ, ΑΝΕΞΕΤΑΣΤΩΣ,
 ΑΝΑΠΟΛΟΓΗΤΩΣ και ΣΤΕΡΗΘΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ
 ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 
επί 14 ολόκληρα χρόνια αφού απαγορεύτηκε διά των προειρημένων
 συντακτικών πράξεων το δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη, δικαίωμα 
που έχει, και ορθώς, και ο ειδεχθέστερος των εγκληματιών!
 Και μετά μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα εν 21ω αιώνι χωρίς να ντρεπόμαστε λιγάκι!
Ευτυχώς το 1988 η πολιτεία ΚΙ ΟΧΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ του χορήγησε
 το αναφαίρετο δικαίωμα της προσφυγής στη δικαιοσύνη της πατρίδας 
μας με συνέπεια με πλειάδα σχετικών αποφάσεων του ανωτάτου 
διοικητικού δικαστηρίου (ΣΤΕ) να δικαιωθεί πανηγυρικά! 
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί το γεγονός ότι 
ο κοιμηθείς μητροπολίτης πληροφορήθηκε την έκπτωσή 
του από το...τηλέφωνο!
Επιπροσθέτως θα πρέπει να τονισθεί ότι ο μακαριστός
 Νικόδημος όταν "βία και δυναστεία και ουχί οικεία 
βουλήσει" εγκατέλειψε το επισκοπείο της μητροπόλεως
 Αττικής και Μεγαρίδος συναποκόμισε και τη μοναδική 
"περιουσία" του που συνίστατο στα βιβλία του που τόσο 
αγαπούσε και τα οποία φορτώθηκαν σ ένα τρίκυκλο!
Στην επαίσχυντη απόφαση εκπτώσεώς του δεν αναφερόταν 
ούτε ένας (αριθμός 1) ιερός κανόνας! 
Ο μακαριστός Κοζάνης Διονύσιος χαρακτήρισε την απόφαση
 εκπτώσεως των 12 "πράξη παραφροσύνης και αυτοκτονίας που
 δίνει την εντύπωση ότι οι ιεράρχες
 ΟΥΤΕ ΘΕΟΝ ΦΟΒΟΥΜΕΘΑ ΟΥΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ 
ΕΝΤΡΕΠΟΜΕΘΑ",
 ο μακαριστός Φλωρίνης Αυγουστίνος μίλησε για
 "ΚΥΚΛΩΠΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟ", 
ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Μουρατίδης για
 "ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ" 
και για "ΛΗΣΤΡΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ". 
Και σαν να μην αρκούσε η έκπτωσή τους η μισάδελφη 
πρεσβυτέρα ιεραρχία όπως καμουφλαρισμένα ονομάστηκε
 το τότε "εκκλησιαστικό κατεστημένο" τους απένειμε και
 "παρατσούκλια" τουτέστιν τίτλους πάλαι ποτέ διαλαμψασών 
μητροπόλεων προκειμένου να τους ταπεινώσει 
ακόμη περισσότερο!
Ποιμένες με αξιοπρέπεια οι 12 δεν έστερξαν να αποποιηθούν 
τους κανονικούς τους επισκοπικούς τίτλους 
ΜΗ ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑΣ 
ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΑΡΑΤΣΟΥΚΛΙΑ 
με συνέπεια να στερηθούν του μισθού τους και 
να ζήσουν για κάποια χρόνια
 ΜΕ ΤΙΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΕΣ, ΝΑΙ ΤΙΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΕΣ 
ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ!
Το 1990 οι 12 έκπτωτοι, εν οις και ο Αττικής Νικόδημος, 
επιτέλους δικαιώθηκαν! Πανηγύρισε ο Ουρανός και επλήσθη 
αγαλλιάσεως ο πιστός λαός του Θεού που είδε επιτέλους να
 επανενθρονίζεται το δίκαιο εν τόπω Αγίω ! 
Κάποιος όμως σκύλιασε!
 Κι έπραξε το παν προκειμένου να ματαιώσει την
 αποκατάστασή του! 
Κι αυτός ήταν ο μισόκαλος δαίμονας που τέρπεται 
όταν διαιωνίζεται η διαίρεση στην Εκκλησία κι όταν
 κατισχύει το άδικο!
 Και χρησιμοποιώντας σαν όργανά του εμπαθείς 
και συμφεροντολόγους επισκόπους και πολιτικούς,
 προστάτες των πρώτων ξεκίνησε μία πείσμονα επιχείρηση
 αρνήσεως συμμορφώσεως της διοίκησης της Ελλαδικής
 Εκκλησίας προς τις αποφάσεις που δικαίωναν τους προαναφερθέντες 
εκπτώτους! Και ταυτόχρονα ξεκίνησε και νέα μεθόδευση διωγμού 
του Αττικής Νικοδήμου και των συνεξορίστων του αρχιερέων που 
οδήγησε στην εκ νέου έκπτωσή τους με το ανυπόστατο από 
κανονικής πλευράς και επαίσχυντο 
" ψευτοεπιτίμιο της ακοινωνησίας"
 που όπως τόνισε ο μακαριστός νομομαθής
 αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος 
"ουδόλως συνιστά νόμιμον βάσιν εκδόσεως διαταγμάτων 
ανακλητικών των αρχικών βασιλικών διαταγμάτων".Άλλος δε 
μητροπολίτης μίλησε για μεθόδευση προσώπων 
"κινουμένων εις το εκκλησιαστικόν παρασκήνιον".

Δυστυχώς τη συνεργεία πολιτικών και εκκλησιαστικών αρχόντων
 και επί τη βάσει των πασχόντων κανονικώς και νομικώς ειρημένων
 "κουρελοεπιτιμίων", ας με συγχωρήσουν οι αναγνώστες, σφαγιάστηκε
 εκ νέου ο μακαριστός Νικόδημος, όπως και οι επίσης μακαριστοί
 Λαρίσης Θεολόγος και Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνος 
ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ 
ΤΟΥΤΗ ΤΗ ΦΟΡΑ! 
Ανώτατος δικαστικός εκμυστηρεύτηκε σε συνομιλητή του το εξής φοβερό: 
"θυσιάσαμε τους τρεις μητροπολίτες για να ειρηνεύσει η Εκκλησία"!
 Ο δε αείμνηστος Χριστόδουλος προέβη σε μία δήλωση-βόμβα μεγατόνων:
 "εάν ο λαός μάθαινε τα τεκταινόμενα γύρω απ την υπόθεση των 
12 ΘΑ ΣΙΧΑΙΝΟΤΑΝ ΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΣΧΗΜΟΥΣ"!
Δυστυχώς ούτε ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος ούτε και ο μετά ταύτα 
διάδοχός του ακολούθησαν την οδό που επέβαλλε το δίκαιο 
και η ηθική και συνετέλεσαν στην παγίωση της αδικίας ! 
ΔΙΕΨΕΥΣΑΝ ΤΙΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ που ανέμεναν
 διαφορετική πολιτική απ αυτήν του αναταράξαντος όσον ουδείς 
άλλος μέχρι τότε την εκκλησιαστική ζωή προκατόχου τους! "
Σαλαμοποίησαν" τη μητρόπολη Αττικής και Μεγαρίδος δίχως την 
έγκριση του κυριάρχη μητροπολίτη τοποθετώντας στα κομμάτια 
της ανθρώπους που απασχόλησαν αρνητικά τις εφημερίδες με
 τα καμώματά τους(όχι όλοι)!.
Ο Αττικής Νικόδημος δε δικαιώθηκε επί της γης! 
Θρονιάστηκε όμως στις καρδιές του πιστού λαού και θα λάβει 
εν ουρανώ τη δικαίωσή του απ τον "δικαιοσύνας αγαπώντα" 
Κύριο την Εκκλησία Του Οποίου με πιστότητα και εν 
φόβω Θεού διακόνησε και υπηρέτησε! 
Άλλωστε τόσοι και τόσοι άγιοι βίωσαν τον άδικο διωγμό 
απ το εκκλησιαστικό κατεστημένο των ημερών τους φεύγοντας
 απ τον παρόντα κόσμο αδικαίωτοι αλλά κομίζοντες εν ουρανοίς
 στέφος άφθαρτον! 

Μακαριστέ μας δεσπότη, πολύκλαυστε Νικόδημε, 
Μακαρία η οδός η πορεύη σήμερον ότι ητοιμάσθη σοι
 τόπος αναπάυσεως!
ΕΙΗ Η ΜΝΗΜΗ ΣΟΥ ΑΙΩΝΙΑ 
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΔΕΣΠΟΤΑ

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΚΕΙΜΕΝΑ


Πηγή φωτο
 Είναι γνωστό ότι τα απόκρυφα κείμενα δεν περιλαμβάνονται στον κανόνα της Αγίας Γραφής. Από την άλλη οι πληροφορίες που δίνονται σε αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως αφετηρία για τη θέσπιση γιορτών ή για να αποσαφηνιστούν λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στα ευαγγέλια και στα άλλα ιερά κείμενα, όπως για παράδειγμα τα ονόματα των τριών μάγων ή των δύο ληστών που σταυρώθηκαν μαζί με τον Κύριο.
Χαρακτηριστικές είναι οι πληροφορίες που περιέχονται στα απόκρυφα ευαγγέλια για το πάθος του Χριστού. Οι ερευνητές τα έχουν κατατάξει σε μία ειδική κατηγορία που ονομάζεται «Ευαγγέλια Πάθους, Καθόδου στον Άδη και Ανάστασης του Χριστού». Αυτά είναι το Ευαγγέλιο 
Πέτρου, Ευαγγέλιο Νικοδήμου, Πράξεις Πιλάτου, Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου και Επιστολή των Αποστόλων.
Για το σημερινό σημείωμά μας θα αντλήσουμε υλικό από τα κείμενα στα οποία πρωταγωνιστεί ο ρωμαίος διοικητής της Ιουδαίας, ο Πόντιος Πιλάτος, που ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων του Πάθους. Αυτά περιλαμβάνουν αλληλογραφία του ρωμαίου επιτρόπου με τον Ηρώδη Αντίπα, τον τετράρχη της Γαλιλαίας, και με τους αυτοκράτορες Κλάυδιο και Τιβέριο, μία αναφορά του Πιλάτου για τα γεγονότα του Πάθους, καθώς και την ανάκριση του Πιλάτου από τον αυτοκράτορα, την καταδίκη του, μία διήγηση για το θάνατό του και μία αφήγηση του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας για το Πάθος. Εννοείται ότι τα παραπάνω κείμενα είναι ψευδεπίγραφα και έχουν γραφτεί πολύ αργότερα, μάλλον κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Στην επιστολή που στέλνει στον Ηρώδη αφού τονίζεται η παρουσία του Ιησού στη Γαλιλαία, μετά την ανάσταση, σε περισσότερους από πεντακοσίους ανθρώπους, στη συνέχεια η σύζυγος του Πιλάτου, που ονομάζεται στο κείμενο Πρόκλα , αφού παίρνει μαζί της στρατιώτες, που ήταν παρόντες στην Ανάσταση, πηγαίνουν και βρίσκουν τον Ιησού, που διδάσκει. Στο τέλος ο Ιησούς λέει στον Πιλάτο πως θα τον ευγνωμονούν οι γενιές, μιας και στις μέρες του συνέβησαν τα γεγονότα του Πάθους.
Στην επιστολή που υποτίθεται ότι ο Πιλάτος στέλνει στον Κλαύδιο, ο επίτροπος περιγράφει τι έχει κάνει όταν του έφεραν εμπρός του το Χριστό, ενώ δε διστάζει να τονίσει ότι οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο του Ιησού τον είδαν αναστημένο.
Η επιστολή που στέλνει στον Τιβέριο αποτελεί την απολογία του Πιλάτου, για τη συμμετοχή του στη σταύρωση του Ιησού, ενώ τον ίδιο σκοπό φαίνεται να εξυπηρετεί και η αναφορά του στον αυτοκράτορα, στην οποία γίνεται και σύγκριση του Χριστού με τους θεούς των Ρωμαίων. Φυσικά παρόμοιους σκοπούς εξυπηρετούν και τα υπόλοιπα κείμενα του κύκλου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αφήγηση του Ιωσήφ για τα γεγονότα. Στην αρχή περιγράφεται η πολιτεία των δύο ληστών που σταυρώθηκαν με το Χριστό, ενώ δίνονται και τα ονόματά τους, Γέστας και Δημάς. Στη συνέχεια γίνεται λόγος για το σχέδιο της σύλληψης του Ιησού και τη δίκη του από τους Ιουδαίους. Αφού ο Κύριος σταυρώνεται από τον Πιλάτο, με λεπτομέρειες παρουσιάζεται ο διάλογος που κάνει με τους δύο ληστές στο σταυρό. Τέλος η αφήγηση κλείνει με την ανάσταση του Κυρίου και την εμφάνισή του μαζί με το ληστή που πίστεψε σε αυτόν, εμπρός στον Ιωσήφ.
Όλες οι παραπάνω διηγήσεις των πράξεων του Πιλάτου ήταν πολύ δημοφιλείς κατά το Μεσαίωνα και διαβάζονταν ανελλιπώς. Αν και ήταν δύσκολο να εξαχθούν από αυτές κάποια πραγματικά στοιχεία για τα γεγονότα του Πάθους, εντούτοις προσεγγίζονταν με σεβασμό και ευλάβεια. Και δεν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιήθηκαν από την αιθιοπική εκκλησία στην προσπάθειά της να ανακηρύξει άγιο το ρωμαίο επίτροπο, πράγμα που τελικά έγινε.


Η εύρεση του απόκρυφου κειμένου που ονομάστηκε ευαγγέλιο του Πέτρου είναι πράγματι συναρπαστική. Βρέθηκε το χειμώνα του 1886 στην Akhmim της Αιγύπτου στον τάφο ενός μοναχού, μαζί με άλλα δύο κείμενα. Μεταξύ των ερευνητών υπήρξαν πολλές αντιτιθέμενες απόψεις γι’ αυτό, και έτσι οι σχετικές εργασίες που είδαν το φως της δημοσιότητας για την ερμηνεία του, είναι πάρα πολλές.
Είναι πιθανό να γράφτηκε στο πρώτο μισό του δεύτερου αι. μ. Χ. στη Μικρά Ασία, ενώ ο συγγραφέας του φαίνεται να γνώριζε καλά τα κανονικά ευαγγέλια.
Στην αρχή της διήγησης ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία καταλαβαίνει ότι πρόκειται να σταυρώσουν τον Κύριο, και ζητάει το σώμα του για να το ενταφιάσει. Στη συνέχεια περιγράφεται το Πάθος: Φορούν τον κόκκινο μανδύα στον Ιησού και τον βάζουν να καθίσει σε δικαστικό θρόνο, ενώ τον πειράζουν λέγοντάς του να κρίνει το λαό. Τον χτυπούν, τον φτύνουν τον μαστιγώνουν λέγοντας: « Ταύτη τη τιμη τιμήσωμεν τον υιόν του Θεού»
Σταυρώνουν μαζί του δύο κακούργους και πάνω στο σταυρό τοποθετούν την επιγραφή «ούτος έστιν ο βασιλεύς του Ισραήλ». Το μεσημέρι της σταύρωσης έπεσε σκοτάδι σε όλη την Ιουδαία. Αγωνιούσαν τότε οι παρευρισκόμενοι για να μη δύσει ο ήλιος. Δίνουν στο Ιησού να πιει ξύδι και αρκετοί άνθρωποι κυκλοφορούσαν με λυχνάρια σαν να ήταν νύχτα. Ο Κύριος τότε κραύγασε «Η δύναμίς μου, η δύναμις, κατέλειψάς με».
Βγάζουν τότε τα καρφιά από τα χέρια του και τον βάζουν στη γη. Και αυτή σείστηκε και όλοι φοβήθηκαν. Βγήκε κατόπιν ο ήλιος, οι Ιουδαίοι χάρηκαν, ενώ οι στρατιώτες έδωσαν το σώμα του Χριστού στον Ιωσήφ.
Ο λαός τότε αναλογίστηκε το κακό που έκανε και άρχισε να θρηνεί. Μόλις το είδαν αυτό τα μέλη του Συνεδρίου ζήτησαν από τον Πιλάτο στρατό για φρουρά του τάφου και τον σφραγίζουν με εφτά σφραγίσματα.
Πολλοί πήγαν να δουν τον τάφο. Καθώς ξημέρωνε η Κυριακή ακούστηκε δυνατή φωνή από τον ουρανό, που άνοιξε, και δύο άντρες κατέβηκαν και άνοιξαν το μνημείο. Βγήκαν από αυτό με το Χριστό, ενώ τους ακολουθούσε ένας σταυρός.
Την Κυριακή η Μαρία η Μαγδαληνή με άλλες γυναίκες ήρθαν στον τάφο. Τον είδαν ανοιχτό και μέσα του ένας νέος τους πληροφόρησε για την Ανάσταση.
Η διήγηση τελειώνει βρίσκοντας τους μαθητές στην Ιερουσαλήμ να κλαίνε και να είναι θλιμμένοι.
Όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης του απόκρυφου ευαγγελίου του Πέτρου, πρόκειται για κείμενο που δανείζεται πολλά στοιχεία από τα κανονικά ευαγγέλια και τα χρησιμοποιεί με τον τρόπο που θέλει ο συγγραφέας του, ο οποίος δείχνει να επανερμηνεύει τα γεγονότα του Πάθους. Χαρακτηριστικό του στοιχείο είναι τα πολλά λαϊκά στοιχεία που υπάρχουν στο κείμενο, γεγονός που επιτρέπει την υπόθεση πως θα ήταν αρκετά δημοφιλές ανάγνωσμα και θα κυκλοφορούσε ευρέως ανάμεσα στις μάζες.
Οι μαθητές δε φαίνεται να έχουν σημαντικό ρόλο. Κρύβονταν, γιατί καταζητούνταν από τις αρχές που πίστευαν ότι ήθελαν να βάλουν φωτιά στο Ναό. Στο τέλος ο συγγραφέας βάζει τον Πέτρο και τον αδελφό του Ανδρέα να πηγαίνουν να ρίξουν τα δίχτυα τους στη λίμνη μαζί με το Λευί, το γιο του Αλφαίου.


Το απόκρυφο ευαγγέλιο του Νικόδημου, με το οποίο θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας σημείωμα, είναι πράγματι ένα σύνθετο κείμενο. Αποδίδεται στο επιφανές μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου, Νικόδημο, που ήταν κρυφός μαθητής του Ιησού και είχε φροντίσει μαζί με τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία να πάρουν το σώμα του Κυρίου και να το θάψουν .
Στην ουσία, όπως δέχεται η πλειοψηφία των ερευνητών του έργου, είναι δημιούργημα πολλών πιστών, που ο καθένας πρόσθεσε τη δική του συμβολή για να αποκτήσει αυτό την τελική μορφή του με την οποία μας έχει σήμερα παραδοθεί.
Το ευαγγέλιο του Νικόδημου αρχίζει με τη δίκη του Ιησού από τον Πιλάτο. Οι Ιουδαίοι, εκτός από τις γνωστές κατηγορίες εναντίον του, του αποδίδουν και την κατηγορία της μαγείας. Με πολλές λεπτομέρειες περιγράφεται η κάθοδος του Χριστού στον Άδη και η εμφάνιση Του μετά την ανάσταση στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία.
Πιο αναλυτικά, στο πρώτο μέρος υπάρχουν τα πρακτικά της δίκης του Χριστού, όπως τα έχει διασώσει ο Νικόδημος. Αρχικά οι αρχιερείς κατηγορούν τον Ιησού, ενώπιον του Πιλάτου. Η κυριότερη κατηγορία είναι για μαγεία, μιας και έχει γιατρέψει αρρώστους και την ημέρα της αργίας του Σαββάτου. Ο Πιλάτος διατάζει τότε τον αγγελιοφόρο του να φέρει το Χριστό. Αυτός μόλις βλέπει τον Κύριο απλώνει κάτω τη χλαμύδα του για να πατήσει και τον προσκυνάει. Σε ερώτηση του επιτρόπου για την πράξη του, απαντάει πως προσκύνησε το βασιλιά των Ιουδαίων.
Όταν ο Χριστός μπαίνει στο Πραιτώριο οι εικόνες των αυτοκρατόρων έπεσαν και τον προσκύνησαν. Η γυναίκα του Πιλάτου στέλνει μήνυμα να μην του κάνει κακό. Οι αρχιερείς όμως είναι ανένδοτοι και επιμένουν να γίνει η δίκη. Αν και ο Πιλάτος δε βρίσκει εναντίον του κατηγορία, αναγκάζεται να τον οδηγήσει στο σταυρό, παρά την επέμβαση του Νικόδημου και τις μαρτυρίες αυτών που είχαν ευεργετηθεί από τον Κύριο.
Μαζί με το Χριστό σταυρώνονται και οι δύο ληστές, ο Γέστας και ο Δυσμάς. Παρέδωσε το πνεύμα του στις δώδεκα το μεσημέρι και την ίδια ώρα σκοτάδι έπεσε στη γη.
Ο Νικόδημος παίρνει το σώμα του Κυρίου, και γι’ αυτό φυλακίζεται από το Μεγάλο Συνέδριο, ενώ στη συνέχεια της διήγησης στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο διηγούνται τα σχετικά με την ανάσταση γεγονότα. Ο Νικόδημος κατόπιν επισκέπτεται στη φυλακή τον Ιωσήφ, και αυτός του διηγείται τη συνάντησή που είχε με τον αναστημένο Ιησού.
Εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος του ευαγγελίου του Νικόδημου. Στο δεύτερο περιγράφεται η κάθοδος του Ιησού στον Άδη από το δίκαιο Συμεών που αναστήθηκε και από τους δύο γιούς του. Μόλις λοιπόν ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη, όλος ο σκοτεινός τόπος έλαμψε, πράγμα που γέμισε μεγάλη χαρά τους δίκαιους που βρισκόταν εκεί. Ο Άδης παραδέχτηκε την ήττα του από το βασιλιά της δόξης.
Ο Χριστός έπιασε τον προπάτορα Αδάμ και τον σήκωσε. Τον ευλόγησε στο μέτωπο και το ίδιο έκανε και με τους πατριάρχες του λαού του Θεού, τους προφήτες, τους μάρτυρες και τους προπάτορες. Κατόπιν τους πήρε μαζί του, ενώ στον παράδεισο βρέθηκε και ο μετανοημένος ληστής.
Το ευαγγέλιο του Νικόδημου, όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, είναι μία πολύ δυνατή διήγηση, αγαπητή στους πιστούς. Οι λεπτομέρειες που έχει είναι εντυπωσιακές, το ύφος του μεγαλοπρεπές και ποιητικό. Πρόκειται πράγματι για ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο που ενέπνευσε και την υμνογραφία και τη ζωγραφική της εκκλησίας, ενώ οι εργασίες των ερευνητών γι’ αυτό συνεχώς αυξάνονται.
Του Νίκου Παύλου
Από  εδώ  &  αντιγράψαμε από  εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...