Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 07, 2013

Ο Σταυρός του Χριστού αποκάλυψη της θείας αγάπης Κυριακή προ της Υψώσεως του Ιωάννη Καραβιδόπουλου


Τα λόγια του Χριστού στην περικοπή Ιωάν. 3, 13-17 αποτελούν μέρος της συζητήσεώς του με τον Νικόδημο, τον Ιουδαίο άρχοντα που ήλθε μια νύκτα κρυφά από τους ομοθρήσκους του να καταθέσει την προσωπική ομολογία του προς τον σταλμένο από τον Θεό διδάσκαλο που επιτελεί θαυμαστά έργα και σημεία, τα οποία μάρτυρούν ότι ο Θεός ενεργεί δι’ αυτού. Ο Χριστός δέχεται την κρυφή ομολογία του Νικοδήμου, βρίσκει ειλικρινείς τις προθέσεις του και του αποκαλύπτει μερικές βασικές πτυχές της διδασκαλίας του που είναι συγχρόνως και υπόμνημα στο όλο έργο του και στο σκοπό της Ενανθρωπήσεώς του.
Αφού του ομιλεί στην αρχή για την πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου ως προϋπόθεση κατανοήσεως και βιώσεως της βασιλείας του Θεού φθάνει στο κέντρο της διδασκαλίας αλλά και της αποστολής του: Στην ύψωσή του στον σταυρό που αποτελεί αποκάλυψη της αγάπης του Θεού για τον κόσμο. Και επειδή ο συνομιλητής του είναι Ιουδαίος, του δίνει έναν τύπο, μια προεικόνιση του κοσμοσωτηρίου αυτού γεγονότος από την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης: «Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί  ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια». Αναφέρεται δηλ. στο γεγονός εκείνο της ισραηλιτικής ιστορίας κατά το οποίο δηλητηριώδη φίδια εμφανίσθηκαν στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών στην έρημο και σκόρπισαν τον θάνατο στον λαό που γόγγυζε κατά του Θεού. Αλλά ο ελευθερωτής και σωτήρας Θεός δεν άφησε τον λαό του να χαθεί. Έδωσε εντολή στον Μωυσή να υψώσει ένα χάλκινο φίδι μέσα στο στρατόπεδο πάνω σ’ ένα κοντάρι, ώστε να το βλέπουν οι προσβαλλόμενοι από φίδια και να διαφεύγουν τον θάνατο (Αριθμ. 21, 4-9). Σ’ αυτό βλέπει ο ίδιος ο Χριστός, που ερμηνεύει αυθεντικά την Π. Διαθήκη, μια προτύπωση του σταυρού του.
Η αγάπη του Θεού που με ποικίλους τρόπους εκδηλώθηκε μέσα στην ιστορία των ανθρώπων αποκορυφώνεται στη θυσία του σταυρού, ο οποίος δεν είναι απλώς ένα Ιστορικό γεγονός αλλά πράξη υπέρτατης αγάπης του Θεού για την προσβλημένη από το φίδι της αμαρτίας και την καταδικασμένη σε θάνατο ανθρωπότητα. Ο σταυρός του Χριστού αποτελεί γεγονός όχι μόνον της ιστορίας της ανθρωπότητας αλλά γεγονός με ιδιαίτερο νόημα για την ύπαρξη του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά• έχει νόημα και περιεχόμενο υπαρξιακό. Ο θάνατος του Χριστού καί εν συνεχεία η ανάστασή του δεν έχουν άλλο σκοπό παρά τη χορήγηση της ζωής στους ανθρώπους. Είναι γνωστό σ’ όλους πόσο επιθυμούμε τη ζωή, την ευτυχισμένη και όσο γίνεται πιο μακροχρόνια ζωή και πόσο ο φόβος του θανάτου μας παραλύει και μας δημιουργεί αγωνιώδη προβλήματα και ερωτήματα. Ο θάνατος του Υιού του Θεού πάνω στον σταυρό - για τον οποίο κανείς άνθρωπος δεν ευθύνεται σε τελευταία άνάλυση, ούτε Ιουδαίος ούτε Ρωμαίος, παρά μόνο η αγάπη του Θεού για τον κόσμο - ο θάνατος αυτός κατά παράδοξο τρόπο που υπερβαίνει τα μέτρα της ανθρώπινης λογικής παρέχει ζωή και μάλιστα ζωή χωρίς τέρμα, χωρίς αγωνία θανάτου, ζωή αιώνια.
Είναι σημαντικό για τον άνθρωπο της εποχής μας αλλά και κάθε εποχής να γνωρίζει - κι αυτό είναι το ουσιαστικό μήνυμα της περικοπής - ότι ο Θεός δεν είναι μόνον ο αυστηρός τιμωρός, ο δίκαιος κριτής, αλλά κατά πρώτο και κύριο λόγο ο γεμάτος αγάπη σωτήρας των ανθρώπων. Κι η αγάπη αυτή δεν είναι μια συναισθηματική τοποθέτηση• αλλά είναι ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, ο σταυρός του Ιησού Χριστού. 
πηγή

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ "ΙΝΑ ΜΗ ΤΩ ΣΤΑΥΡΩ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ "π.ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΣ

Ι

Ο Σταυρός του Χριστού μας διδάσκει μια μεγάλη αλήθεια. Ότι η χριστιανική ζωή δεν είναι εύκολη. Ότι κρύβει διωγμό. Απόρριψη. Κόπο και λύπη κατά κόσμον. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Γαλάτες, διαλύει κάθε ψευδαίσθηση ότι η πίστη στο Θεό εξασφαλίζει άνεση και ευχάριστη πορεία. «Όσοι θέλουν να αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί σας υποχρεώνουν να περιτέμνεστε, με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού» (Γαλ.6, 12). Όσοι ήταν χριστιανοί, καταδιώκονταν από τους Ιουδαίους εξαιτίας της πίστης στο Χριστό και στο σταυρό Του, που για τους Ιουδαίους ήταν «σκάνδαλο». Γνωρίζουμε από την Ιστορία ότι και οι ειδωλολάτρες καταδίωξαν τους χριστιανούς, εξαιτίας της πίστης τους στο Χριστό και στο Σταυρό, που για εκείνους ήταν «μωρία». Δύσκολος λοιπόν ο δρόμος της πίστης και όχι ευχάριστος κατά κόσμον.
                Γιατί όμως οι άνθρωποι δεν θέλουν το Σταυρό του Χριστού και απορρίπτουν τους χριστιανούς, που πιστεύουν σε Εκείνον;
                Διότι ο Σταυρός μας υπενθυμίζει ότι το νόημα της ζωής μας βρίσκεται στη θυσία. Και δεν είναι μόνο η προτίμηση να παραιτηθούμε από τη ζωή αν αυτή απαιτεί από εμάς να απαρνηθούμε την πίστη μας. Η θυσία έχει να κάνει και με την παραίτηση από τα δικαιώματά μας, από το θέλημά μας. Και δεν είναι εύκολο για κανέναν να αποδεχθεί μια τέτοια θυσία. Όταν μάλιστα από όλους τονίζεται ότι θα πρέπει να βρίσκουμε το δίκιο μας και να το υπερασπιζόμαστε με κάθε τρόπο, ότι η κοινωνία και ο κόσμος περιφρονούν και περιθωριοποιούν όσους προτιμούν να συγχωρούν εκείνους που τους βλάπτουν και να μην ανταποδίδουν το κακό, ακόμη κι αν βγαίνουν ζημιωμένοι ως προς το κάθε λογής συμφέρον, ο δρόμος του σταυρού φαντάζει δυσκολότερος. Όταν ο κόσμος θεωρεί πως η ικανοποίηση που τα πάθη μάς προσφέρουν είναι αυτή που δίνει ευχαρίστηση και ομορφιά στη ζωή, το να παραιτηθούμε από το ίδιον θέλημα και να ακολουθήσουμε τον Χριστό στο σταυρό αποτελεί έλεγχο για τον άνθρωπο που δεν πιστεύει. Και ο έλεγχος δεν προβληματίζει συνήθως καλώς. Αντιθέτως, επειδή οι μη πιστεύοντες στο σταυρό θέλουν να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους για το σκοτάδι, στο οποίο επέλεξαν να ζήσουν, απορρίπτουν εκείνους που διαλέγουν την οδό που οδηγεί στο Φως της ζωής.
                Ο Σταυρός ακόμη μας υπενθυμίζει ότι υπάρχει ένα πρότυπο, στο οποίο καλούμαστε να μοιάσουμε. Κι εμείς συνήθως έχουμε πρότυπα τους εαυτούς μας ή ό,τι ενσαρκώνει το ιδανικό του παρόντος. Υλικά αγαθά, πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία, συνθήκες ζωής και το μεγάλο ερώτημα «γιατί ο άλλος να έχει περισσότερο από εμένα;» αποτελούν ιδανικά του κόσμου τούτου, τα οποία, ενσαρκωμένα σε πρόσωπα διάσημα, μάς κάνουν προς τα εκεί να στρεφόμαστε. Ο Σταυρός μας υπενθυμίζει ένα πρότυπο μοναδικής ταπείνωσης, τον Θεό που γίνεται άνθρωπος, «κενώσας εαυτόν», και που διάλεξε να πεθάνει για τον άνθρωπο, να έρθει δηλαδή αντίθετα στην ίδια του την φύση. Ο χορηγός της ζωής γεύθηκε την πικρίλα του θανάτου. Το σημείο του Σταυρού μας υπενθυμίζει ότι έχουμε πρότυπο αιώνιο και ανεπανάληπτο και μας καλεί να Τον ακολουθήσουμε. Όμως εμείς επαναλαμβάνουμε συνεχώς την ιστορία της πτώσης μας. Διαλέγουμε να αυτοθεωνόμαστε και να μην ακολουθούμε τον Θεό μας.
                Ο Σταυρός, τέλος, μας υπενθυμίζει ότι η ύπαρξή μας χρειάζεται να προσανατολιστεί στην αιωνιότητα. Ότι δεν σταματά η ζωή μας την ώρα του θανάτου. Αλλά για να ζήσουμε την πορεία προς την Ανάσταση και την αθανασία, χρειάζεται να θυμόμαστε τις εντολές του Θεού και να αγωνιζόμαστε να τις κάνουμε πράξη. Και αυτός ο δρόμος φαντάζει ιδιαίτερα οπισθοδρομικός. Οι άνθρωποι επιδιώκουμε την αυτο-ελευθερία. Δεν θέλουμε κανέναν πάνω από το κεφάλι μας. Θεωρούμε τις εντολές του Θεού δέσμευση, ιδίως την αγάπη. Και ό,τι δεν καταλαβαίνουμε ή ό,τι έρχεται σε αντίθεση με το φρόνημα της σαρκός μας μάς  οδηγεί στο να το μειώνουμε και να το διαγράφουμε από τη ζωή μας.
                Οι Γαλάτες παρασύρονταν από εκείνους τους χλιαρούς εξ Ιουδαίων χριστιανούς που πίστευαν ότι με το τέχνασμα της περιτομής θα γλίτωναν από την μήνι των παραδοσιακών Ιουδαίων. Ότι για  όσους οι χλιαροί θα  έπειθαν να περιτμηθούν, οι παραδοσιακοί και ζηλωτές Ιουδαίοι θα έδειχναν επιείκεια γιατί θα έκαναν και τους υπόλοιπους χριστιανούς όμοιους με τους Ιουδαίους τουλάχιστον ως προς την περιτομή. Ότι ο χριστιανισμός θα ήταν μία ιουδαϊκή αίρεση, στα όρια του ανεκτού. Ο Παύλος όμως απορρίπτει αυτή τη νοοτροπία. Η μόνη οδός είναι η καύχηση για το Σταυρό που οι φανατικοί Ιουδαίοι απέρριπταν. Δεν έχει νόημα κάποιος να κρύβει την ταυτότητά του ούτε να προσπαθεί να την ωραιοποιήσει, για να γίνει αρεστός.
                Είμαστε χριστιανοί σήμερα και σε κάθε εποχή σημαίνει ότι καλούμαστε να ακολουθήσουμε την οδό του σταυρού. Να την διακηρύξουμε έργοις και λόγοις. Χωρίς τεχνάσματα. Χωρίς δήθεν προσαρμογές στη νοοτροπία του κόσμου. Αλλά με σαφήνεια. Με προσανατολισμό στη θυσία, στην ακολούθηση του προτύπου μας που είναι ο Χριστός και στην τήρηση των εντολών του Ευαγγελίου. Αυτός είναι και ο γνήσιος εκκλησιαστικός δρόμος και τρόπος. Και σε μια εποχή κατάρρευσης των ψευδαισθήσεων, αξίζει να εντρυφήσουμε στην αυτοσυνειδησία μας και να διαλέξουμε και πάλι την Σταυρώσιμη πορεία. Γνωρίζουμε ότι την συνοδεύει η Ανάσταση. Χρειάζεται όμως τόλμη, για να μπορέσουμε να υπερνικήσουμε δισταγμούς, ψευδαισθήσεις και ωραιοποιήσεις. Και ο Κύριος θα είναι μαζί μας.

 Κέρκυρα, 8 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ) π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ


“᾽Εμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι᾽οὗ ὁ κόσμος ἐμοί ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ

 Τό ἀποστολικό, (ὅπως καί τό εὐαγγελικό ἄλλωστε), ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς βρίσκεται μέσα στήν προοπτική τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Παρμένο ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀναφέρεται στό τί ἀποτελεῖ καύχημα τοῦ ἀποστόλου. Καί τό καύχημα αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. ᾽Αφοῦ ὁ ἀπόστολος ἐπιστήσει τήν προσοχή τῶν Γαλατῶν ἀπέναντι σ᾽ ἐκείνους πού θέλουν νά τούς χρησιμοποιοῦν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς – τούς ἰουδαιοχριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, ἀρκεῖ νά μή ὑφίσταντο κάποιο διωγμό γιά τήν πίστη τους – τονίζει ἀκριβῶς τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς καύχηση τῆς ζωῆς του καί ὡς προσωπικό γεγονός σωτηρίας του. ῾῞Οσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός από τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τόν σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽.

 1. Ὁ ἀπόστολος δέν καυχᾶται γιά ἐπίγεια πράγματα, δηλαδή γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά δύναμη - ὅ,τι ἐκφράζει τόν κοσμικό λεγόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς -, διότι μία τέτοια καύχηση γιά τά γήϊνα μόνο ἀγαθά εἶναι εὐνόητο ὅτι ἀποκαλύπτει τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει διαγράψει τόν Θεό καί τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή του καί ἔχει κάνει κέντρο αὐτῆς μόνον τή φιλαυτία καί τόν ἐγωϊσμό του. ῞Ενα ἐγωπαθές ἄτομο πού βιώνει ἔτσι τήν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, ἔχει ὡς μόνη ὅραση ζωῆς ὅ,τι ἱκανοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του καί τά πάθη του, κατά τό ῾φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνῄσκομεν᾽. Πρόκειται γιά τήν καύχηση τοῦ τύπου τοῦ ἄφρονος πλουσίου τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου, πού τό μόνο τελικῶς πού εἰσπράττει εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς αἰώνιας σωτηρίας του. ῾῞Α δέ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται; Τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ᾽.
Ὁ ἀπόστολος καυχᾶται γιά ὅ,τι θεωρεῖτο σκάνδαλο γιά τούς ἰουδαίους καί ἀνοησία γιά τούς εἰδωλολάτρες : τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Γιατί; Διότι ὡς γνωστόν πάνω στόν Σταυρό ἀποκορυφώθηκε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο - ῾οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν᾽ - ἀφοῦ διά τοῦ Σταυροῦ ἤρθη ἐν Χριστῷ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου καί σώθηκε ἔτσι αὐτός ἀπό τό κεντρί της, τόν θάνατο, καί τόν παντοτινό ὑποκινητή της, τόν πονηρό διάβολο. Μέ τόν Σταυρό ὁ ἄνθρωπος ὁδηγήθηκε στήν ἐλευθερία καί τή χαρά τῆς ἀληθινῆς ζωῆς: τή μετοχή του στό ἀποτέλεσμα τοῦ Σταυροῦ, τήν  ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι καύχηση γιά τόν Σταυρό σημαίνει καύχηση γιά τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού νίκησε τόν θάνατο καί τόν ἐγωϊσμό, δείχνοντας τήν αἰώνια ζωή ὡς προοπτική τοῦ ἀνθρώπου.

2. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐξηγεῖ ὁ ἀπόστολος στή συνέχεια: ῾μέ τόν Σταυρό ὁ κόσμος γιά μένα ἔχει σταυρωθεῖ καί ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽. Ὁ Σταυρός ἔχει ἀνθρωπολογικές καί παγκόσμιες διαστάσεις. ῞Ο,τι ὑπέστη ὁ Κύριος ἀντανακλᾶ πιά στόν ἄνθρωπο τόν ὁποῖο προσέλαβε καί ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑπερνικήσει τίς ὅποιες ἐπιρροές τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, προερχόμενες εἴτε ἔξω ἀπό αὐτόν εἴτε ἀπό τά ἴδια τά πάθη του. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά πιστέψει στόν Χριστό καί νά Τόν ἀποδεχθεῖ στή ζωή του, πού σημαίνει νά βαπτισθεῖ στό ἅγιο ὄνομά Του καί νά γίνει μέλος τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τήν ᾽Εκκλησία. ᾽Ενσωματωμένος στόν Χριστό εἰσπράττει τή δύναμή Του καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ κόσμος, κατά τή διατύπωση τοῦ ἀποστόλου, νεκρώνεται γι᾽ αὐτόν καί ὁ ἴδιος νεκρώνεται γιά τόν κόσμο. Καί βεβαίως ἐννοεῖται ὅτι μιλώντας γιά τή νέκρωση τοῦ κόσμου ὁ ἀπόστολος δέν ἐννοεῖ τόν κόσμο ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ. ᾽Εννοεῖ αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δίνει ὡς περιεχόμενο: τό ἁμαρτωλό φρόνημα τοῦ κόσμου, τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Τό λέει πολύ καθαρά μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ ἀπόστολος ᾽Ιωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: ῾Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. ῞Οτι πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὔκ ἐστιν᾽.
Μέ ἄλλα λόγια, καυχᾶται ὁ ἀπόστολος, ναί, γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. ᾽Αλλά δέν βλέπει τόν Σταυρό σάν κάτι μετέωρο: ἀποκομμένο ἀπό τόν ἴδιο, σάν γεγονός δηλαδή πού σχετίζεται μέ κάποιον ἄλλον ἔστω καί τόν Θεό. Μία τέτοια θεώρηση θά συνιστοῦσε διαστροφή τῆς πίστεως. Θά σήμαινε ἀλλοίωσή της κι ἔκπτωσή της σέ μία ἰδεολογία. Τόν Σταυρό Τόν βλέπει χάριτι Θεοῦ ὡς προσωπικό ὑπαρξιακό γεγονός, ὡς βίωμα δικό του, πού τόν κάνει νά μετέχει σ᾽ Αὐτόν. Τό εἶχε πεῖ ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ῾῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. ῎Ετσι ὁ χριστιανός, ἄν εἶναι ἀληθινός χριστιανός, δέν μπορεῖ νά ἀφήσει χῶρο μέσα στήν καρδιά καί τόν νοῦ του γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὅποιας ἁμαρτίας. Κάθε κίνημα ἐμπαθές, εἴτε φιληδονίας είτε φιλαργυρίας εἴτε φιλοδοξίας, νεκρώνεται ἐν τῇ γενέσει του, ὅπως ἀντιστοίχως ὅπου ἐνεργεῖται ἡ ἁμαρτία τοῦ κόσμου ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά βρεῖ παρόντα τόν χριστιανό. Γιά τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι ἀπών, δέν ὑπάρχει. Ἡ γνωστή εἰκόνα τοῦ ἐσταυρωμένου μοναχοῦ, ὅπου στή θέση τοῦ μοναχοῦ βρίσκεται καί κάθε χριστιανός, εἶναι κατεξοχήν ἀποκαλυπτική τῆς ἀλήθειας αὐτῆς.

3. ᾽Εσταυρωμένος ἔτσι ὁ χριστιανός, μέ ἀνενέργητη τήν ἁμαρτία μέσα του, ἤ καθιστώντας την ἀνενέργητη μέ τό διαρκές βίωμα τῆς μετανοίας του κάθε φορά πού ἐπισημαίνει τή δαιμονική ἐπιρροή της στήν ὕπαρξή του, βλέπει νά μετατίθεται ἐσωτερικά σέ μία ἄλλου εἴδους κατάσταση: γίνεται ῾καινή κτίσις᾽, καινούργια δημιουργία. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ σέ αὐτόν, κάνοντάς τον νά βιώνει ἤδη ἀπό τή ζωή αὐτή τήν πνευματική ἀνάστασή του, πού ἐκδηλώνεται μέ τούς καρπούς τοῦ ἁγίου Πνεύματος: τήν ἀγάπη, τή χαρά, τήν εἰρήνη, τή μακροθυμία, τήν ἐγκράτεια. Τό ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος: ῾ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτούς καί ἔλεος καί ἐπί τόν ᾽Ισραήλ τοῦ Θεοῦ᾽. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐν Χριστῷ δηλαδή ἄνθρωπος πού μετέχει στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ὡς μέλος Αὐτοῦ καί ὡς τηρητής τῶν ἐντολῶν Του, μακριά συνεπῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, ζεῖ ἐνεργά μέσα στή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα σ᾽ αὐτόν. Βρίσκεται ὅσο εἶναι δυνατόν  σέ μία κατάσταση ἀδιάκοπης θείας κοινωνίας.

 Κανείς δέν εἶπε ὅτι ὁ δρόμος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι εὔκολος. ῾Οὐδείς ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν μετά ἀνέσεως᾽, μᾶς λένε οἱ ἅγιοί μας, στοιχώντας στή ζωή καί τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Χρειάζεται νά σταυρώνουμε καθημερινῶς τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, διότι λάβαμε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος τή δύναμη γι᾽ αυτό, προκειμένου νά διατηρεῖται ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος μέσα μας, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τό ἔκαναν. ᾽Απομένει νά τό ἀποδεικνύουμε καί ἐμεῖς.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (Ἰω. 3, 13-17) Πῶς προσεγγίζομε τόν Θεό +Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιος


(Ἰω. 3, 13-17)
Πῶς προσεγγίζομε τόν Θεό
  Τό Εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε σήμερα παρότι πολύ σύντομο, μᾶς μιλᾶ γιά τήν αἰώνια ζωή μέ τόν πιό ρεαλιστικό καί ὠμό τρόπο.
            Ἀλλά σάν τί τάχα νά εἶναι αὐτή ἡ αἰώνια ζωή;
            Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι: «Ἁπλῶς μιά συνέχεια τῆς ζωῆς».
            Συνέχεια ὑπάρχει καί πρός τά κάτω. Καί ὁριζόντια. Συνέχεια (πρός τά κάτω) εἶναι νά πάει κανείς σέ μιά χειρότερη κατάσταση ἀπό αὐτή πού ὑπάρχει ἐδῶ, καί λέγεται κόλαση καί ἀπώλεια. Οὔτε νά τήν θυμᾶται κανείς τέτοια κατάσταση, ὅπως δέν θέλομε νά θυμόμαστε ὅτι εἶναι δυνατόν στήν ἐπίγεια ζωή μας, νά καταντήσομε σέ μιά κατάσταση χειρότερη ἀπό αὐτή στήν ὁποία τώρα βρισκόμαστε. Γιατί εἶναι δυστυχία.
            Ὁ Χριστός μᾶς λέει: «Ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι στό χῶρο τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται οὐρανός. Καί προσέχετε, μήν κάνετε λάθος. Μή νομίζετε ὅτι ὅπως περπατᾶμε στά βουνά, στούς δρόμους καί στίς θάλασσες, μέ τόν δικό μας τρόπο καί μέ τήν δική μας δύναμη καί ἐξυπνάδα, καί μέ τά μέσα πού δημιουργοῦμε, ἔτσι εἶναι δυνατόν νά ἀνεβεῖ κανείς καί στό χῶρο τοῦ Θεοῦ πού λέγεται αἰώνια ζωή».
            «Οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν», λέει ὁ Χριστός, «μέ δική του δύναμη». «Εἰ μή ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ». Ἐκεῖνος δηλαδή πού εἶναι στόν οὐρανό καί ὁ ὁποῖος κατέβηκε ἀπό ἐκεῖ καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς, γιά χάρη μας, γιά νά μᾶς πάρει μαζί του. Νά μᾶς ἀνεβάσει στόν οὐρανό.
            Μήν κάνει κανείς τό λάθος, λέγει ὁ Χριστός, νά φαντάζεται ὅτι στόν Παράδεισο, στήν αἰώνια ζωή κοντά στόν οὐράνιο Πατέρα, πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος περπατώντας ἤ μέ τά πόδια τοῦ σώματός του ἤ μέ τά πόδια τοῦ μυαλοῦ του ἤ μέ αὐτοκίνητο, εἴτε μέ κανένα ἀεροπλάνο. Δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα.
            Μέ κανένα τρόπο δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φτάσει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
            Ἀλλά εὐτυχῶς, γιά τόν «χῶρο» αὐτό ὑπάρχει συγκοινωνία. Τήν συγκοινωνία, τήν ἐγκαινίασε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς. Καί ξαναανέβηκε στόν οὐρανό γιά νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα καί νά μᾶς πάρει μαζί του καί νά μᾶς παίρνει μαζί του εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Βάση ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
            Μᾶς λέγει ὁ Χριστός στό εὐαγγέλιο: «Προσέξτε. Προσέξτε. Ὅταν οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν φύγει ἀπό τήν Αἴγυπτο, πού ἦταν δοῦλοι καί βρέθηκαν στήν ἔρημο τοῦ Σινά, βγῆκαν φίδια καί τούς δάγκωναν, ἐξ  αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους». Ὅπως ἐξ  αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἔρχονται μερικές φορές φίδια νοητά, πού δηλητηριάζουν τήν ψυχή μας καί μᾶς κάνουν νά φτάνουμε σέ μία κατάσταση πού ὅταν μᾶς ρωτᾶνε, τί εἶναι; Πῶς ζεῖς; Ἀπαντᾶμε:
            -Χειρότερα ἀπό θάνατο. Καλύτερα νά εἶχε ρθεῖ θάνατος παρά τέτοια πράγματα.
            Ἔτσι λοιπόν ἀφοῦ εἶχαν βγεῖ τά φίδια καί οἱ Ἑβραῖοι κατάλαβαν τί φταίει, εἶπε ὁ Θεός στό Μωυσῆ: «Στῆσε ἕνα μεγάλο στύλο. Πάνω σ’ αὐτό τό στύλο, κάρφωσε ὁριζόντια ἕνα χάλκινο φίδι. Νά γίνει σταυρός ὁ στύλος μέ τό φίδι. Ὅποιος γυρίζει τά μάτια του καί κοιτάζει αὐτό τό χάλκινο φίδι, τό φίδι τό καρφωμένο στό Σταυρό, θά γίνεται καλά».
            Καί ἦλθε ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί ἔστησε καί αὐτός στό κέντρο τοῦ κόσμου, στό Γολγοθά, ἕνα στύλο. Ἐπάνω κάρφωσε τόν ἑαυτό του, ἀφοῦ ἐπῆρε μαζί του, τίς ἁμαρτίες τίς δικές μας. Τό λέει καθαρά ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Παρακάλεσε τόν Πατέρα νά πάρει τίς ἁμαρτίες ὅλων μας καί τίς κάρφωσε στό Σταυρό».
            Ὅποιος λοιπόν τώρα γυρίζει τά μάτια του μέ πίστη στό Σταυρό,
            καί ὁμολογεῖ ὅτι οἱ ἁμαρτίες του καρφώνονται ἀπό τόν Χριστό στό Σταυρό,
            καί πιστεύει στόν Χριστό καί στό θάνατό του, ἐπάνω στό Σταυρό,
            ὅτι ἦλθε στόν κόσμο καί πέθανε γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας,
            αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει αἰώνια ζωή.
            Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἐκδηλώνει μιά τέτοια πίστη, ὁ Χριστός τόν παίρνει στήν ἀγκαλιά του.
            Πῶς γίνεται αὐτό; Ἀπαντάει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός:
            «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενή ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον». Δέν μποροῦσε νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μοναχός του.
            Στήν Ἁγία Τριάδα, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ὑπάρχει ἀνταρσία. Ἐγώ, λέγει, ὁ Χριστός δέν κάνω ὅτι θέλω, ὅτι μοὔρχεται. Ἀλλά μόνο ὅτι μοῦ λέει ὁ Πατέρας μου. Μέ ὑπακοή.
            Καί ὁ Πατέρας ὁ οὐράνιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ἐμᾶς, τόσο πολύ, ὥστε ἔδωκε τόν Υἱό αὐτοῦ τόν μονογενή, νά γίνει θυσία γιά μᾶς. «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον». Ποιός θυσιάζει τό παιδί του γιά ἄλλα πράγματα, ὅτι καί νἆναι αὐτά;
            Κανείς!
            Ἀντίθετα, ὅλα τό κάνει θυσία γιά τό γυιό του.
            Γιά νά δώσει ὁ Θεός, τόν Υἱό του θυσία γιά μᾶς, σημαίνει ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ τόσο, πού εἶναι δύσκολο νά τό ἐξηγήσομε καί νά τό ἀναλύσομε. Ἅμα λοιπόν θελήσομε νά ποῦμε ποιά εἶναι ἡ βάση ἐπάνω στήν ὁποία πατᾶμε γιά νά σωθοῦμε ἡ ἀπάντηση εἶναι:
            Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
            Ἀφοῦ ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει καί τό πιστεύομε ὅτι μᾶς ἀγαπάει καί πᾶμε κοντά του, θά σωθοῦμε. Ἀρκεῖ νά τό θέλομε.
            Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἕνας ἄνθρωπος γυρίζει κοντά στόν Χριστό μέ πίστη καί μέ μετάνοια, τοῦ συγχωροῦνται ὅλα του τά ἁμαρτήματα.
            Μία ἐγγύηση ὅτι ἕνας ἄνθρωπος στρέφεται σωστά καί κοιτάζει τό χάλκινο φίδι πού εἶναι καρφωμένο ἐπάνω στό στύλο, στό Σταυρό, εἶναι νά τό κάνει μέ πίστη. Ὅταν πιστεύει ὅτι ὁ Χριστός κάρφωσε στό Σταυρό τίς ἁμαρτίες του, λέει:
            «Χριστέ μου ἐγώ σέ πιστεύω. Σέ κατάλαβα, σέ πίστευσα, σέ ἀγαπάω. Θέλω νά ἑνωθῶ μαζί σου. Ἐκεῖνο πού μέ χωρίζει εἶναι: Μία, δύο, τρεῖς, πέντε ἁμαρτίες μου». Τοῦ τίς λέγω καί τόν παρακαλῶ: «Πάρτες, κάρφωσέ τες στό Σταυρό».
            Ἔπειτα τίς λέγω καί ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ Πατέρα.
            Ἀπό κείνη τήν στιγμή τί γίνεται; Ὁ ἄνθρωπος ὁ βρώμικος γίνεται ὁλοκάθαρος, σάν νά ἦταν ἕνας ἄγγελος. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γίνεται ὁλοκάθαρος.
            Ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων πού θυμοῦνται τίς ἁμαρτίες του, ἐξακολουθεῖ νά εἶναι βρώμικος. Ἀλλά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πού τίς σβύνει μέ τήν μετάνοια γίνεται ὁλοκάθαρος. Τί ἀξία ἔχει, νά μέ βρίζει ὁ κόσμος ὅλος, ὅταν μέ ἐπαινεῖ ὁ Χριστός; Καί τί ἀξία ἔχει νά μέ ἐπαινεῖ ὁ κόσμος ὅταν μέ ἀποδοκιμάζει ὁ Θεός; Καί τί ἀξία ἔχει νά μέ μακαρίζει ὁ κόσμος ὅλος καί ἐγώ νά εἶμαι ἕνας ταλαίπωρος πού πρόκειται νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ἀπώλεια; Ἤ τί σημασία ἔχει νά μέ κακοτυχίζει ὁ κόσμος ὅλος καί ἐγώ νά εἶμαι ἄξιος νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;
            Γιατί μακαρίζομε τούς μάρτυρες; Τόν ἅγιο Γεώργιο, τόν ἅγιο Δημήτριο, τήν ἁγία Εἰρήνη; Γιατί μακαρίζομε τούς Πατέρες μας, πού τόσο κοπίασαν ἐπάνω στή γῆ γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά τήν καλωσύνη καί γιά τήν ἀγάπη, γιά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Γιατί; Γιατί ἔδειξαν τήν μεγαλύτερη σοφία. Τήν μεγαλύτερη ἐξυπνάδα. Ἔδειξαν στήν πράξη ὅτι κατάλαβαν ποῖο εἶναι τό νόημα τῆς ζωῆς.
Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας
            Ἕνας μεγάλος Γερμανός θεολόγος ἔλεγε:
            «Δέν μέ πειράζει ἄν στά τέλη τῆς ζωῆς μου χάσω τήν δύναμη τοῦ σώματός μου καί δέν μπορῶ νά περπατήσω.
            Δέν μέ πειράζει ἄν χάσω τά αὐτιά μου καί δέν ἀκούω. Ἄν χάσω τά μάτια μου καί δέν βλέπω. Ἄν τά χέρια μου καί τά πόδια μου εἶναι παράλυτα.
            Ἕνα μόνο παρακαλῶ τόν Χριστό: Νά ἔχω τό μυαλό μου στή θέση του, οὕτως ὥστε ὅ,τι καί νά ἀκούω, ὅ,τι  καί νά γίνεται γύρω μου, ἐγώ νά θυμᾶμαι τά λόγια τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ, ἔδωκε γιά μᾶς καί γιά τή σωτηρία μας».
            Αὐτά τά λόγια μοιάζουν μέ τήν μαγνητική βελόνα. Ὅπου καί νά τή βάλεις, γυρίζει καί δείχνει τόν βορρᾶ.
            Ἔτσι πρέπει νά γίνει καί ἡ σκέψη μας, μιά μαγνητική βελόνα, πού θά γυρίζει συνεχῶς στήν πίστη στόν Χριστό καί στό ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει τόσο ὥστε ἔδωκε τόν Υἱόν αὐτοῦ γιά τή σωτηρία μας.
            Ἀδελφοί μου. Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπ'  ὅλα αὐτή.
            Νά λέμε προσκυνῶ Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καί ἀχώριστον.
            Γιατί ὅταν τελειώνουμε τήν Θεία Λειτουργία, ψάλλομε θριαμβευτικά: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθή ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες»;
            Τό ψάλλομε ἐπειδή ὁ Χριστός μᾶς εἶπε:
            Ἦλθα στή γῆ γιατί μέ ἔστειλε ὁ Πατέρας μου ἀπό τόν οὐρανό. Γι' αὐτό πιστεύομε τήν Ἁγία Τριάδα Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα. Σέ ὁλόκληρη τήν λατρεία μας, προσευχόμαστε, παρακαλοῦμε, ἑτοιμαζόμαστε, στρεφόμαστε γύρω ἀπό τά λόγια αὐτά.
            Κέντρο τῆς λειτουργίας εἶναι τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, πού τά ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν προσευχή πού κάνομε πρίν νά εὐλογήσομε τό ψωμί νά γίνει σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί τό κρασί γιά νά γίνει αἷμα τοῦ Χριστοῦ: «Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο ὥστε ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά μᾶς». Αὐτός μᾶς ἔδωσε τό σῶμα του καί τό αἷμα του νά τό τρῶμε καί νά γινόμαστε ἕνα μαζί του, ὥστε νά βρίσκομε ἀνοικτό τόν δρόμο πρός τήν Βασιλεία του.
            Νά μᾶς φωτίζει ὁ Θεός, τό μυαλό πού μᾶς ἔδωσε καί μᾶς βοηθάει νά κάνομε τόσο μεγάλες ἀνακαλύψεις, νά πετᾶμε στόν οὐρανό, νά κουβεντιάζομε μέ τά τηλέφωνα ἐνῶ βρισκόμαστε πολύ μακρυά, αὐτό τό μυαλό τό τόσο πολύτιμο νά τό χρησιμοποιοῦμε γιά νά βρίσκομε τήν σχέση μας καί τήν ἐπικοινωνία μας μέ τόν Θεό.
            Ὅλες οἱ ἄλλες χρήσεις καί ἀξιοποιήσεις του εἶναι μικρές, μηδαμινές, φτωχές.
            Ὅποιος χρησιμοποιεῖ τό μυαλό του γιά νά βρεῖ τόν Θεό, τό χρησιμοποιεῖ γιά τόν ἀληθινό σκοπό. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε μυαλό γιά νά ψάχνομε νά τόν βροῦμε. Εἶναι τόσο μεγάλος ὁ Θεός πού χρειάζεται σωστή σκέψη γιά νά τόν προσεγγίσομε. Σωστή σκέψη εἶναι ἐκείνη πού γίνεται μέ ἠρεμία. Μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη. Καί ὄχι ἡ ὑποδουλωμένη σέ πάθη καί σέ κακίες. Ἀλλά ἐλεύθερη ἀπό αὐτά. Μέ ἀγάπη, μέ ταπείνωση, μέ ὑπομονή, μέ καλωσύνη.
            Νά παρακαλοῦμε τόν Θεό, μου νά μᾶς φωτίζει καί νά μᾶς κατευθύνει σ’ αὐτό τό δύσκολο δρόμο. Εὐλογημένο καί ἅγιο δρόμο, πού ἄν τόν βροῦμε, θά ἔχομε τήν σωστή σχέση μαζί του καί τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀμήν.-
Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στίς 11/9/2005 στήν Ἁγία Εἰρήνη Πρεβέζης

Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού«Καθώς Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον».εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου



Απόστολος: Γαλ. στ΄ 11-18
Ευαγγέλιο: Ιω. γ΄ 13-17 
Στο βιβλίο των Αριθμών, αγαπητοί αδελφοί, που είναι ένα από τα πρώτα της Παλαιάς Διαθήκης, αναφέρεται η ιστορία την οποία θυμίζει σήμερα ο Κύριος. Όταν οι Εβραίοι, πηγαίνοντας από την Αίγυπτο στη γη της επαγγελίας, έφτασαν κοντά σε μια χώρα που λεγόταν Εδώμ, λιγοψύχησαν κι άρχισαν να βαρυγκωμούν. Περπατούσαν στην έρημο πολλές ημέρες και δεν είχαν ψωμί και νερό. Θυμήθηκαν, λοιπόν, την αιγυπτιακή δουλεία και τη θεώρησαν προτιμότερη από τον θάνατο, που πίστευαν ότι θα τους εύρισκε στην έρημο.
Η ολιγοπιστία τους, λοιπόν, αυτή τιμωρήθηκε παραδειγματικά. Δεν ήλθε ο θάνατος από τη νηστεία και την ξηρασία, όπως περίμεναν. Ήλθε με κάτι φαρμακερά φίδια, που δάγκωναν τους Εβραίους και πέθαιναν έτσι πολλοί.

Το πράγμα αυτό τους έφερε σε συναίσθηση. Τριγύρισαν, λοιπόν, τον Μωυσή και του είπαν:
-        Αμαρτήσαμε με το να πούμε πικρά λόγια εναντίον του Θεού κι εναντίον σου. Προσευχήσου, λοιπόν, στον Κύριο, κι ας μας γλυτώσει από τα φίδια.
Ο Μωυσής, πράγματι, προσευχήθηκε. Κι ο Κύριος του αποκρίθηκε:
- Φτιάξε ένα φίδι και βάλε το πάνω σ’ ένα κοντάρι. Όποιος δαγκώνεται από φίδι και στρέφει τα μάτια του στο ψεύτικο φίδι που θα φτιάξεις, αυτός δεν θα πεθάνει.
Έφτιαξε, λοιπόν, ο Μωυσής ένα φίδι από χαλκό, το έστησε πάνω σε κοντάρι και συνέβαινε αυτό που είχε υποσχεθεί ο Θεός. Όποιος δαγκωνόταν και πρόσβλεπε σ’ εκείνο το φίδι, ζούσε.
Η Παλαιά Διαθήκη, αγαπητοί αδελφοί, είναι μια μεγάλη προφητεία για τον Χριστό. Τα γεγονότα, που ιστορούνται εκεί, έχουν ένα αλληγορικό νόημα, είναι σύμβολα που προσημαίνουν ότι επρόκειτο να γίνει στην Καινή Διαθήκη. Ένας από αυτούς, λοιπόν, τους αλληγορικούς τύπους υπήρξε και το χάλκινο φίδι που ύψωσε ο Μωυσής στην έρημο. Το φίδι εκείνο συμβόλιζε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, που υψώθηκε στο κοντάρι του Σταυρού κι όποιος τον ατενίζει με πίστη δεν πεθαίνει από τις δαγκωματιές του νοητού όφεως, που είναι ο Διάβολος, αλλά ζει.
Ο ίδιος ο Ιησούς ολοκάθαρα εξήγησε το αρχαίο εκείνο σύμβολο λέγοντας: «Και καθώς ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί κι ο υιός του ανθρώπου, δηλαδή εγώ, ώστε ο καθένας που θα με πιστεύει να μη χάνεται, αλλά να έχει αιώνια ζωή».
Σαν έρημος είναι αγαπητοί αδελφοί, ο παρών βίος, μέσα από τν οποία οδεύσουμε προς τη γη της επαγγελίας, τη βασιλεία του Θεού. Σ’ αυτή, λοιπόν, την έρημο μας βρίσκουν τα φίδια των παθών, που στάζουν από το στόμα τους τον θάνατο. Αν είχαμε μείνει μόνοι, κανείς δεν θα γλύτωνε από αυτό τον θάνατο, γιατί κανείς δεν μένει απρόσβλητος από την αμαρτία. Να, όμως που ο Θεός, ακριβώς γιατί μας θέλει και μας αγαπά και μας κρατά ανοικτό τον παράδεισο, δεν αφήνει απροστάτευτο κανένα μας. Σηκώστε, μας λέγει, τα μάτια σας και κοιτάξτε με πίστη τον εσταυρωμένο υιό μου. Αυτός, όπως στους Εβραίους το χάλκινο φίδι, θα σας σώσει από τον θάνατο, αρκεί να μη τον χάνετε από τα μάτια σας, αρκεί να έχετε στραμμένη την καρδιά σας προς το μέρος του. Προσβλέπετε στον Σταυρό και δεν θα πάθετε τίποτα.
Ο Σταυρός είναι το σημείο της απαλλαγής και της λυτρώσεως από την αιώνια καταδίκη και τον οριστικό θάνατο. Ο Σταυρός είναι η μυστηριώδης λαβίδα, που περιέχει το αντίδοτο για όλα τα δηλητήρια του Πονηρού. Είναι το φοβερό νυστέρι, που κόβει τους τένοντες του κακού κι απονευρώνει την αμαρτία. Είναι το αγκίστρι που ανασύρει από τους βυθούς της απώλειας τις ψυχές και τις ανεβάζει στους ουρανούς. Είναι δε όλα αυτά γιατί πάνω του βρίσκεται ο Σωτήρ μας, ο Υιός του Θεού, που έγινε άνθρωπος για να μας σώσει.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας,. αγαπητοί αδελφοί, διδάσκουν ότι η Θεότητα έκρυψε τη δύναμη της στην ανθρώπινη σάρκα, ξεγέλασε έτσι τον Διάβολο με τη φαινομενική της αδυναμία και τον κατατρόπωσε. Ο Διάβολος απατήθηκε με ευλογημένο κι υπέροχο τρόπο κι έτσι έπεσε και συνετρίβη από εκεί που δεν το περίμενε. Τον νίκησε ο Χριστός, αφού ταπεινώθηκε προηγουμένως και σταυρώθηκε και τάφηκε σαν απλός θνητός.
Ποιος θα περίμενε ότι ένα άψυχο φίδι θα έσωζε τους Ισραηλινούς από τα δαγκώματα των φιδιών; Άλλο τόσο κι ο Διάβολος δεν περίμενε να σώζονται οι άνθρωποι από τον υιό του ανθρώπου που κρεμάστηκε άψυχος πάνω στο ξύλο του Σταυρού και να βρουν οι άνθρωποι την αιώνια ζωή απ’ αυτόν που πέθανε πάνω στον Σταυρό.
Σε λίγες μέρες, αγαπητοί αδελφοί, η Εκκλησία μας υψώνει τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό του Κυρίου ενώπιον μας. Και μας καλεί να ατενίσουμε σ’ αυτόν με πίστη, για να μην υποκύψουμε στις θανατηφόρες δαγκωματιές της αμαρτίας, αλλά να κερδίσουμε την αιώνια ζωή. Ας μη μείνει, λοιπόν, κανείς μας χωρίς αυτό το σωτήριο ατένισμα.

«ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ» Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής Προ της Υψώσεως (Γαλ. ΣΤ' 11-18)

«ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ»
Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής
Προ της Υψώσεως
(Γαλ. ΣΤ' 11-18)

Ας έχει δόξα ο Θεός, αγαπητοί αδελφοί, διότι εκτός των άλλων, μας δίνεται η δυνατότητα και δια του γραπτού θεοπνεύστου λόγου, να πληροφορούμαστε τι ακριβώς συνέβαινε στο ξεκίνημα της ζωής τη Εκκλησίας μας.
Είναι δε τόσο άμεσο το Αποστολικό κείμενο, που ακούμε την Κυριακή προ της Υψώσεως, ώστε αισθανόμαστε ότι βιώνουμε μαζί με τον Απόστολο Παύλο, τον αγώνα για να διατηρηθεί η πίστη ακέραιη και όπως ακριβώς την αποκάλυψε στους Αγίους Αποστόλους αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός!
Το κείμενο είναι πολύ διαφωτιστικό στην ανάπτυξή του, και η ύλη του κυρίως ιστορικοεκκλησιαστική, διαφωτίζει το όλο ζήτημα.
Ας εμβαθύνουμε λοιπόν, αφού πρώτα μελετήσουμε ο καθένας ολόκληρο το ιερό κείμενο.
Είναι γνωστό ότι οι Ιουδαίοι, κατά τρόπο φανατικό, θεωρούσαν τον εαυτό τους «λαό του Θεού» και ονόμαζαν «έθνη» όλους τους άλλους λαούς, με την έννοια ότι οι λαοί αυτοί, αποξενωμένοι από τον αληθινό Θεό, θρήσκευαν στο σύνολό τους ως πολυθεϊστές και ειδωλολάτρες.
Όταν λοιπόν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ο κάθε άνθρωπος πλέον είχε την δυνατότητα να ενταχθεί οργανικά στο Σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, τότε από μέρους των Ιουδαίων προέκυψε ένα σοβαρότατο θέμα.
Ενώ από πλευράς των Αποστόλων μπορούσε ελεύθερα, οποιοσδήποτε ήθελε να βαπτισθεί Χριστιανός, οι Ιουδαίοι προσήλυτοι στην πίστη, απαιτούσαν, οι «εξ εθνών» Χριστιανοί, να μην αρκούνται για την είσοδό τους στην Εκκλησία μόνο στο βάπτισμα, αλλά να εφαρμόζουν και την περιτομή του Μωσαϊκού Νόμου.
Το θέμα που είχε προκύψει, δεν ήταν καθόλου απλό και προϊόντος του χρόνου δημιουργούσε ισχυρούς τους κραδασμούς. Γι' αυτό και λύνεται οριστικά πλέον στην Αποστολική Σύνοδο το 49 μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα.
Όπως βλέπουμε στο ΙΕ' κεφάλαιο του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, φανατικοί υποστηρικτές της περιτομής, ήταν οι Φαρισαίοι που είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Ο φανατισμός τους μάλιστα είχε φθάσει σε τόσο ακραίο σημείο, ώστε επέμεναν ότι οι μη Ιουδαίοι Χριστιανοί, έπρεπε όχι μόνο να περιτέμνονται, αλλά και να υποχρεώνονται να τηρούν ολόκληρο τον Μωσαϊκό Νόμο! (Πράξ. Αποστ. ΙΕ' 5)
Και προκύπτει στο σημείο αυτό το εξής βασικό ερώτημα: Οι Φαρισαίοι που εμφανίζονταν τώρα ως Χριστιανοί, είχαν όντως γίνει Χριστιανοί; Ή κάτι άλλο κρυβόταν κάτω από την επιφάνεια και πίσω από τα φαινόμενα; Η απάντηση στο ερώτημα θα διαμορφωθεί από την ιστορική ανάπτυξη του θέματος. Θα αποδειχθεί δηλ., ότι δεν πρέπει να υπάρχει αφέλεια και οι πιστοί δεν πρέπει να εξαπατώνται από τα φαινόμενα.
Οι φανατικοί λοιπόν Φαρισαίοι που «δέχτηκαν» τη νέα πίστη, ως «τέκνα υπακοής της Εκκλησίας και μάλιστα των Αποστόλων», όχι μόνο δεν αρκέστηκαν στο να υποστηρίζουν την απαράδεκτη αυτή γνώμη τους, αλλά και μετά το πέρας της Αποστολικής Συνόδου, οργάνωσαν και ισχυρή προπαγάνδα!
Απεσταλμένοι μάλιστα άνθρωποι των ιδίων αντιλήψεων, έφθασαν στη Συρία, την Κιλικία, και προπάντων στη μεγάλη Αντιόχεια, και επέμεναν να φωνάζουν προς τους εκεί πολυάριθμους εξ εθνών Χριστιανούς, ότι όφειλαν, έστω και εκ των υστέρων, να λάβουν τη Μωσαϊκή περιτομή, διότι, διαφορετικά η Χριστιανική πίστη και αυτό το Βάπτισμα «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», ήταν μάταια και ανίκανα για τη σωτηρία τους (Πράξ. ΙΕ' 1).
Φυσικά οι ταλαίπωροι αυτοί Φαρισαίοι και τα μίσθαρνα όργανά τους, αποδείκνυαν στην πράξη ότι όχι μόνο τη νέα «εις Χριστόν πίστιν» αγνοούσαν και πολεμούσαν, αλλά ήταν άγευστοι και αυτού του πνεύματος της Παλαιάς Διαθήκης. Και τούτο, διότι η ορθή Πίστη και η κατά το δυνατόν τήρηση του Νόμου της Παλαιάς Διαθήκης, οδηγεί στην Πίστη του Χριστού.
Ήταν μάλιστα τόσο «συνεπείς» και με τόση ακρίβεια «βίωναν» την εν Χριστώ ζωή, ώστε όχι μόνο περιφρόνησαν την Σύνοδο των Αποστόλων, η οποία έκλεισε με τη Θεόπνευστη φράση «έδοξε γαρ τω Αγίω Πνεύματι και ημίν» (Πράξ, ΙΕ' 28), αλλά κηρύχθηκαν φανερά κατά αυτής της Αποστολικής Αποφάσεως. Και αφού δεν κατόρθωσαν να την ματαιώσουν, και αφού είχε ληφθεί ομόφωνη Αποστολική απόφαση, οργάνωσαν τώρα την αντίπραξή τους «μυστικά».
Όταν κανείς μελετά με προσοχή και σε βάθος τις ενέργειές τους, είναι υποχρεωμένος να δεχθεί ότι συνεννοήθηκαν και με τα εκτός της Παλαιστίνης Χριστιανομάχα – Χριστοκτόνα φαρισαϊκά κέντρα. Αν αυτό αποτελεί κάτι το δύσκολο για κάποιους άλλους, για τον Φαρισαϊσμό αυτό είναι εκ των ων ουκ άνευ. Και τούτο αποδεικνύεται, διότι, αμέσως και ταυτοχρόνως αρχίζει η Ιουδαΐζουσα επιβολή στους κόλπους της Εκκλησίας, από τα Ιουδαΐζοντα στοιχεία, με διπλό και καταχθόνιο σκοπό. α)Την ποικίλη νόθευση του δόγματος, με κύριο στόχο αυτή τη Θεότητα του Χριστού, και β)την παράλυση της Εκκλησιαστικής οργανώσεως και πειθαρχίας, με απώτερο σκοπό την διάσπαση και κατακερμάτιση της πολύτιμης ενότητας.
Η κατάσταση από εκείνη τη στιγμή έγινε περισσότερο από τραγική. Και μόνο από αυτό το αντικειμενικό πρίσμα των γεγονότων μπορεί να αισθανθεί κανείς την αγωνία και το δράμα που ζούσε ο Απόστολος Παύλος, για να κρατηθεί σε αρραγή ενότητα το Σώμα του Χριστού.
Ο ίδιος μάλιστα ο Απόστολος των Εθνών, μαρτυρεί ότι η εβραϊκή προπαγάνδα είχε περάσει στις Εκκλησίες της Γαλατίας, της Εφέσου, των Κολοσσών, και των Φιλίππων. Και δεν αρκέστηκαν μόνο σ' αυτό. Συνάμα, η φαρισαϊκή επιβουλή οργάνωνε στις διάφορες πόλεις που δέχονταν το λόγο του Θεού, επιθέσεις κατά του Παύλου και των συνεργατών του. Φανάτιζαν από τη μια τους όχλους των πολυπληθών Ιουδαϊκών κοινοτήτων, παρουσιάζοντας τον Απόστολο ως δήθεν αποστάτη της «πατρώου θρησκείας», και από την άλλη διέγειραν εναντίον του αποστολικού κλιμακίου τα πλήθη των ειδωλολατρών.
Ομολογουμένως, στο σημείο αυτό ανακαλύπτει κανείς τις ρίζες του φοβερού μίσους των Εβραίων εναντίον του Αποστόλου Παύλου. Μίσος που φθάνει έως και των ημερών μας και ολοένα και περισσότερο μέσω των αιώνων διογκώνεται.
Εάν στη συνέχεια θελήσουμε να δούμε κάτι από την μέθοδο της φαρισαϊκής προπαγάνδας, κατά της Χριστιανικής Εκκλησίας, θα ανακαλύψουμε ότι την εσωτερική επιβουλή διηύθηναν σε κάθε τοπική Εκκλησία, σμήνη ιουδαϊζόντων ετεροδιδασκάλων και ψευδοδιδασκάλων, οι οποίοι μάλιστα χρησιμοποιούσαν και πρόσωπα του γυναικείου κόσμου, πολυφαύλου ποιότητος για την προπαγάνδα των οικογενειών (Β' Τιμ. Γ' 6).
Φυσικά για το ποιόν των ψευδοδιδασκάλων αυτών, έκανε λόγο ο ίδιος ο Απόστολος, που δεν γνώριζε την διανοητική και ηθική τους κατάσταση για πρώτη φορά όταν, αυτοί του ξεκίνησαν τον πόλεμο, αλλά τους είχε ζήσει και τους γνώριζε πολύ καλά, όντας ο ίδιος Φαρισαίος πριν από «την οδόν της Δαμασκού».
Πρόκειται περί ανθρώπων δίχως συνείδηση και πίστη. Ανθρώπων αντιφατικών, ματαιολόγων, τυφλωμένων, αλλοπρόσαλλων, διεφθαρμένων και ψυχών που μένουν αδιάφοροι προς την Αλήθεια. Ταυτοχρόνως αποδεικνύονται σκανδαλοποιοί και κυρίως άνθρωποι του χρήματος.
Δρούσαν δε κατά συνωμοτικό τρόπο και αναλόγως τις συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή που έφθαναν. Φυσικά, το όλο σχέδιο της τακτικής ελάμβανε την τελική έγκριση από τα φαρισαϊκά κέντρα.
Στην Εκκλησία των Κολασσών, επί παραδείγματι, νόθευαν και το δόγμα για τον Χριστό, με θεολογήματα και φιλοσοφήματα της κοινής απάτης. Επίσης, προπαγάνδιζαν περί των καθαρών και ακαθάρτων φαγητών και πραγμάτων, έκαναν λόγο για τις νουμηνίες και άλλες πολύπλοκες και ανεφάρμοστες φυσικά διατάξεις του Νόμου.
Σε άλλη περιοχή, στην Εκκλησία της Γαλατίας, δεν έθιγαν μεν αμέσως το Χριστολογικό – θεολογικό δόγμα, το κατέλυαν όμως εμμέσως, και τούτο διότι εξιουδάιζαν τον Χριστιανισμό, και για την σωτηρία του ανθρώπου απαιτούσαν τον παλαιοδιαθηκικό τυπικισμό.
Αλλά στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, ο Απόστολος Παύλος προσθέτει και αποκαλύπτει τελείως τον χαρακτήρα των ψευδοδιδασκάλων και «ψευδαδέλφων» αυτών.
Και η ουσία είναι ότι απέφευγαν το κεντρικό κήρυγμα της Πίστεως στον Εσταυρωμένο Ιησού. Αυτό το έκαναν διότι δεν ήθελαν να ενοχλούνται και να διώκονται από τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς, ακριβώς διότι αυτοί δεν μπορούσαν να δεχθούν την Αλήθεια περί του Σταυρού του Χριστού. Ο Σταυρός, αποτελούσε και αποτελεί σκάνδαλο για τους Ιουδαίους και μωρία για τους ειδωλολάτρες.
Όμως, παρά τη δειλία τους αυτή για το κήρυγμα του Σταυρού, έναντι των Ιουδαίων και των Εθνικών, και ενώ θα έπρεπε, εάν ήσαν γνήσιοι Απόστολοι, να δίνουν και τη ζωή τους για την Αλήθεια, και παρά την απόφαση της Αποστολικής Συνόδου, αυτοί «ηνάγκαζαν» δηλ., με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να πείσουν τους εξ εθνών Χριστιανούς ότι όφειλαν να περιτέμνονται.
Και ας μη νομίσει κανείς, αφελώς, ότι η επιμονή τους αυτή οφειλόταν σε ειλικρινή πεποίθηση. Ουδέποτε συνέβαινε αυτό. Οι ετεροδιδάσκαλοι Φαρισαίοι – Εβραίοι, δημιουργούσαν τις πεποιθήσεις τους όχι από το Νόμο ή την ανιδιοτελή τους δήθεν συνείδηση, αλλά από αυτά τα συμφέροντά τους.
Και πάλι ο Παύλος αποκαλύπτει την όλη αλήθεια περί των προσώπων αυτών, για να μη θεωρηθεί ως συκοφαντία η παραπάνω θέση.
Τονίζει ότι το έκαναν αυτό, διότι «ήθελαν να ευπροσωπούν εν σαρκί». Πράγμα το οποίο σημαίνει, να είναι αρεστοί, να ευαρεστούν, να ευχαριστούν. Με τη φράση δε «εν σαρκί», εννοείται εδώ «ο κατά σάρκα Ισραήλ». Οι Φαρισαίοι δηλ. και γενικώς οι Ιουδαίοι, κατ' αντίθεση προς τον «Ισραήλ του Θεού», των «εν Πνεύματι Θεού», δηλ. τους πιστούς του Χριστού!
Αλλά, γιατί ήθελαν να είναι ευάρεστοι στον «κατά σάρκα Ισραήλ»; Απλώς για λόγους στενά εθνικιστικούς; Αναμφιβόλως όχι. Αλλά, διότι οι αρχηγοί τους και οι πρόκριτοι του «κατά σάρκα Ισραήλ» στην εβραϊκή διασπορά, μεταξύ των εθνών, διέθεταν πλούσια ταμεία και γνώριζαν να ανταμείβουν τα ποικίλα όργανά τους, και μάλιστα τα όργανα αυτού του είδους και του επιπέδου.
Και δεν χρειάζεται καν να τονίσουμε ότι και στο σημείο αυτό η ιστορία της κάθε εποχής αντιγράφει τις σελίδες της.
Και πάλι ο Θεόπνευστος Απόστολος σημειώνει ότι οι ψευδοδιδάσκαλοι αυτοί έκαμαν χρηματοπορισμό την ευσέβεια και είχαν θεό τους την κοιλιά τους (Α' Τιμ., στ' 5, Φιλιπ., Γ' 18-19).
Αλλά είναι ανάγκη αδελφοί μου να συνεχίσουμε την όλη ανάπτυξη του θέματός μας σε συνδυασμό με το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής μετά την Ύψωσιν.
Πολλά τα συμπεράσματα που μπορούν να βγουν από το όλο θέμα.
Εμείς ας μείνουμε σε τούτο. Στο ότι οποιοσδήποτε παρουσιάζεται ως κήρυκας και διδάσκαλος, δεν σημαίνει ότι είναι και αυθεντικός εκφραστής και ερμηνευτής του λόγου του Θεού και της ζωής της Εκκλησίας μας.
Γι' αυτό προσοχή και πάλι προσοχή στους «λύκους» που εισέρχονται «εν δορά προβάτου».
Ο λόγος του Αγίου Ιγνατίου, σε κάθε εποχή, κυρίως όμως στις ημέρες μας γίνεται αφυπνιστικός και αποτελεί λυδία λίθο για τα πρόσωπα που παρουσιάζονται ως καθοδηγηταί του ποιμνίου.
Λέει λοιπόν ο Αποστολικός Πατήρ: «Πας ο λέγων παρά τα διατεταγμένα, κάν' τε αξιόπιστος η, καν νηστεύει, καν παρθενεύει, καν σημεία ποιεί, καν προφητεύει, λύκος σοι φαινέσθω εν προβάτου δορά, προβάτων φθοράν κατεργαζόμενος»!
Το λοιπόν, αδελφοί, άγρυπνη προσοχή και αδιάλειπτη προσευχή.
Αμήν.




Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...