Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 11, 2013

ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. ΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ;




ΟΙ «ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ» ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ.
Ποιά αἵρεση ἀπὸ τὶς δύο εἶναι πιὸ ἐπικίνδυνη;
 
 
1. Ὁ προσηλυτισμὸς τῶν Ἰεχωβάδων καὶ ὁ προσηλυτισμὸς τῶν Οἰκουμενιστῶν

Σὲ ἱερατικὴ σύναξη ποὺ ἔγινε πρόσφατα σὲ μητρόπολη τῆς Μακεδονίας ἀνετέθη σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς νὰ παρουσιάσει εἰσήγηση γιὰ τὴν αἵρεση τῶν ψευδομαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ. Μετὰ τὸ πέρας τῆς εἰσηγήσεως ὁ παριστάμενος μητροπολίτης ἐξέφρασε τὴν ἐκτίμηση ὅτι οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι ἡ πιὸ ἐπικίνδυνη αἵρεση, γιατὶ ἀσκοῦν μεθοδικὰ καὶ προγραμματισμένα προσηλυτισμὸ εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν, ἐκμεταλλευόμενοι συνήθως τὶς δύσκολες οἰκονομικὲς συνθῆκες. Αὐτὸ ὅμως ἔκαναν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ κάνουν καὶ πολλὲς προτεσταντικὲς αἱρέσεις, ἀλλὰ καὶ ὁ Παπισμὸς μὲ τὴν ἀπατηλὴ μέθοδοτῆς Οὐνίας, ποὺ ἐφεῦραν καὶ προώθησαν οἱ γνωστοὶ Ἰησουΐτες. Ἑπομένως προσηλυτισμὸ δὲν ἀσκοῦν μόνον οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀλλὰ καὶ οἱ πάμπολλες προτεσταντικὲς παραφυάδες, ἐπίσης καὶ ὁ Παπισμός, ὁ ὁποῖος μέχρι σήμερα ἀρνεῖται νὰ καταδικάσει καὶ νὰ ἀποσύρει τὴν Οὐνία, κατ᾽ ἐξοχὴν μέθοδο προσηλυτισμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ ἔχει φέρει σὲ δύσκολη θέση τοὺς φιλοπαπικοὺς Ὀρθοδόξους, τοὺς ὁποίους παρέσυρε κατὰ τὸν διεξαγόμενο θεολογικὸ διάλογο στὴν ἀθώωση καὶ ἀμνήστευση τῆς Οὐνίας μὲ τὴν ἐπαίσχυντη συμφωνία στὸ Balamand τοῦ Λιβάνου τὸ 1993.
 
 
Ἐνημερώθηκε ποτὲ ὑπεύθυνα καὶ ἐπίσημα ἀπὸ τὶς κατὰ τόπους ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο, ὥστε νὰ προφυλαχθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπάτη τῆς Οὐνίας, ἰδιαίτερα στὴν πολυάνθρωπη Ἀθήνα, ὅπου ἀνυποψίαστοι Ὀρθόδοξοι ἐπισκέπτονται τὸν ναὸ τῶν Οὐνιτῶν, ὁ ὁποῖος δὲν διαφέρει καθόλου ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους ναούς, ὅπως καὶ οἱ ἀκολουθίες καὶ ἡ ἀμφίεση τῶν κληρικῶν τῆς Οὐνίας; Θὰ ἀνατεθοῦν εἰσηγήσεις στὶς ἱερατικὲς συνάξεις, γιὰ νὰ παρουσιασθοῦν ἱστορικὰ καὶ συγχρονικὰ τὰ κατορθώματα τῆς Οὐνίας καὶ ὁ αἱρετικὸς καὶ κοσμικὸς χαρακτήρας τοῦ Παπισμοῦ, ποὺ βυθίζεται μέσα στὸ βόθρο τῶν σκανδάλων τῆς παιδεραστίας, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχει διακηρύξει μὲ παρρησία ὁ ὁμολογητὴς μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ; Ποιός φοβᾶται ποιόν; Μήπως τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος ἔχει ξεπεράσει σὲ φιλοπαπισμὸ καὶ οἰκουμενιστικὴ συμπεριφορὰ ὅλους τοὺς παλαιοὺς καὶ σύγχρονους ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες μὲ τὶς συναντήσεις, τὶς συμπροσευχές, τοὺς ἀσπασμοὺς καὶ ἐναγκαλισμοὺς μὲ τοὺς πάπες, τὰ θυμιάματα καὶ τά «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος», τὰ ἀπολυτίκια καὶ τὰ τροπάρια πρὸς τιμὴν τοῦ πάπα; Πῶς ἐπέτρεψε ὁ πατριάρχης μία σχεδὸν κατὰ τὸ ἥμισυ κουτσουρεμένη ὀρθόδοξη ἀντιπροσωπεία, ἀφοῦ ἀπουσίαζαν ἕξη (6) αὐτοκέφαλες ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, νὰ ὑπογράψει τὸ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand, ἐνῶ εἶχε τὴν δυνατότητα διὰ τοῦ ὀρθοδόξου συμπροέδρου, ποὺ ἦταν ἱεράρχης τοῦ Πατριαρχείου, νὰ ἐπικαλεσθεῖ φιλαδέλφως τὴν ἀπουσία τῶν ἀληθινὰ ἀδελφῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν καὶ νὰ ματαιώσει ἢ νὰ ἀναβάλει τὴν συνέλευση τῆς Μεικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς, ὥστε νὰ ἀποφευχθεῖ ἡ ἀθώωση τῆς Οὐνίας καὶ νὰ παραμείνει ἡ καταδίκη της ποὺ ἔγινε στὸ Freising τοῦ Μονάχου τὸ 1991; Πῶς ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ δωρήσει ἁγιοπότηρο στὸν νεοεκλεγέντα ἀρχιεπίσκοπο τῶν ἐν Ἀθήναις Οὐνιτῶν καθηγητὴ Δημήτριο Σαλάχα, γιὰ τὴν ἐκλογὴ τοῦ ὁποίου δὲν ἀντέδρασε οὔτε ἡ οἰκουμενίζουσα καὶ συμπορευομένη μὲ τὸ Φανάρι ἑλλαδικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή; Τόση λησμονιὰ καὶ ἀμνημοσύνη τοῦ πῶς ἐνεργοῦσαν οἱ προηγούμενες ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες στὶς περιπτώσεις ἐκλογῆς Οὐνιτῶν ἀρχιεπισκόπων; Τόσο πολὺ ἔχει διαβρώσει ὁ Οἰκουμενισμὸς τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα πατριαρχῶν καὶ ἀρχιεπισκόπων;
 

Δὲν πείθει καθόλου ἡ διακήρυξη τοῦ κ. Βαρθολομαίου ὅτι δὲν εἶναι οἰκουμενιστής· διότι τὴν ἴδια ὥρα ποὺ προέβαινε σ᾽ αὐτὴ τὴν διακήρυξη, στὸ ἴδιο κείμενο τῆς προσφωνήσεώς του πρὸς τὸν πατριάρχη Βουλγαρίας κ. Νεόφυτο, ἐπιχειροῦσε νὰ ἐνισχύσει τὸν Οἰκουμενισμὸ νουθετώντας τὴν βουλγαρικὴ ἐκκλησία νὰ ἐπιστρέψει στὸ κατ᾽ ἐξοχὴν θεσμικὸ ὄργανο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, καὶ στοὺς οἰκουμενιστικῶν προδιαγραφῶν θεολογικοὺς διαλόγους. Θὰ εὐφρανθοῦν ὅλοι οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες μέχρι σήμερα Ἅγιοι καὶ Πατέρες καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ ὅλων τῶν αἰώνων, ἂν ὁ πατριάρχης τοῦ Γένους, τῆς Μεγάλης ὄντως Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μεταβάλει σὲ πράξη τὸ «δὲν εἶμαι οἰκουμενιστής» καὶ ἐλευθερώσει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μέσα στὴν ὁποία ζῆ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα.
 
 

2. Πολὺ πιὸ ἐπικίνδυνος ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀπὸ τούς «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ»

Ἐρχόμαστε ἔτσι συνδεόμενοι μὲ τὰ πρῶτα, νὰ παρατηρήσουμε ὅτι ἀσφαλῶς οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι ἐπικίνδυνη αἵρεση μὲ τὰ ἄφθονα μέσα ποὺ διαθέτουν οἱ ὑπερατλαντικοὶ χρηματοδότες καὶ προστάτες τους, ποὺ δὲν εἶναι θεσμικὰ καὶ ἰδεολογικὰ πολὺ μακρυὰ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ προωθοῦν τὸν Οἰκουμενισμό. Εἶναι ὅμως εὐκολώτερος ἀντίπαλος, ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς ἁπλοῦς πιστούς, καὶ δὲν μποροῦν εὔκολα νὰ περάσουν τὶς πλάνες τους καὶ τὶς διδαχές τους, διότι ἐμφανίζονται ὡς ἐχθροὶ καὶ κατήγοροι τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν δογμάτων της, καὶ ἑπομένως δίνουν ἀμέσως τὸ στίγμα τῶν ἐχθρῶν καὶ πολεμίων τῆς πίστεως, πρᾶγμα ποὺ ἀσυναίσθητα προκαλεῖ ἀμυντικὴ καὶ ἀπορριπτικὴ στάση. Καὶ μόνο τὸ ὅτι δὲν κάνουν τὸν Σταυρό τους, δὲν σέβονται τὸν Τίμιο Σταυρό, καὶ δὲν τιμοῦν τὶς ἅγιες εἰκόνες, μαζὶ μὲ πλῆθος ἄλλων παρεκκλίσεων, τὶς ὁποῖες βέβαια ἀγνοοῦν οἱ ἁπλοὶ πιστοί, καὶ μόνον αὐτὰ ἀρκοῦν γιὰ νὰ πέσει στὸ κενὸ ἡ προσηλυτιστική τους προσπάθεια, ἐκτὸς ἐλαχίστων εἰδικῶν ἐξαιρέσεων.
 

Ποιός θὰ προφυλάξει ὅμως τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὰς κληρικοὺς καὶ θεολόγους, οἱ ὁποῖοι ἐκ τῶν ἔσω ἀφανῶς καὶ βραδέως διαβρώνουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ οὐσιαστικῶς καταλήγουν στὸν ἴδιο σκοπὸ καὶ στόχο, ἀλλὰ μὲ πιὸ ἐπικίνδυνη μέθοδο, ἀφοῦ κρύβονται κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ ὀρθοδόξου κληρικοῦ καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ὀρθοδόξου θεολόγου; Σὲ τί διαφέρει ὁ ψευδομάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ ποὺ ἀρνεῖται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἰουδαῖο καὶ Μουσουλμᾶνο, ποὺ ἐπίσης ἀρνοῦνται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τὶς θρησκεῖες τῶν ὁποίων ὅμως οἱ Οἰκουμενισταὶ θεωροῦν ὡς παράλληλους μὲ τὸν Χριστιανισμὸ δρόμους σωτηρίας, ἀρνούμενοι ἔτσι τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, ὅπως καὶ οἱ Ἰεχωβάδες; Σὲ τί διαφέρει ὁ ψευδομάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες, ποὺ καὶ αὐτοὶ δέχονται μόνον τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀπορρίπτουν τὴν Παράδοση καὶ τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἀσεβοῦν πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τοὺς Ἁγίους καὶ τὶς εἰκόνες τους, ὅπως καὶ οἱ Ἰεχωβάδες; Καὶ ὅμως μὲ αὐτοὺς συνυπάρχουμε καὶ συμπροσευχόμαστε καὶ τοὺς ἀναγνωρίζουμε ὡς ἐκκλησίες καὶ συμμετέχουμε ὡς ἴσοι πρὸς ἴσους, ὡς πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν πίστη, μέσα στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ποὺ οὐσιαστικῶς εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Πλανῶν καὶ Αἱρέσεων. Γιατί μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ Μουσουλμάνους ἔχουμε σχέσεις καὶ ὀργανώνουμε διαθρησκειακὲς συναντήσεις, ἐνίοτε καὶ συμπροσευχές, καὶ δὲν τοὺς χαρακτηρίζουμε ὡς ἐπικίνδυνες θρησκεῖες; Γιατί δὲν ὀργανώνουμε συναντήσεις μὲ τοὺς Ἰεχωβάδες; Γιατί δὲν προτείνουμε νὰ συμμετάσχουν καὶ αὐτοὶ στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾽Εκκλησιῶν», ἀφοῦ συμφωνοῦν στὰ περισσότερα μὲ τοὺς Προτεστάντες; Ἁπλούστατα, γιὰ νὰ ὑπάρχει φαινομενικὰ ἕνας ἐχθρός, ὄχι πολὺ ἐπικίνδυνος ὅμως, νὰ στρέφουμε ἐναντίον του τὰ βέλη καὶ νὰ ἀναλώνουμε τὴν ποιμαντική μας φροντίδα, καὶ νὰ ἀφήνουμε ἐλεύθερο τὸν Οἰκουμενισμό, ὡς νέα Οὐνία, νὰ διαβρώνει τὸ φρόνημα κληρικῶν, θεολόγων καὶ πιστῶν, καὶ ὡς προβατόσχημος λύκος νὰ κατατρώγει τὸ ποίμνιο.
 

Θὰ ἐντάξει ἆραγε ποτὲ ἡ ἁρμόδια ἐπὶ τῶν αἱρέσεων Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Οἰκουμενισμό, ποὺ μᾶς ἀπειλοῦν περισσότερο, ἀνάμεσα στὶς αἱρέσεις, ἢ ἔχουμε σχεδὸν κατακτηθῆ καὶ ἀφομοιωθῆ ἀπὸ αὐτές; Ἡ δήλωση τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου, ὅτι δὲν εἶναι οἰκουμενιστής, ἔχει πάντως καὶ θετικὸ περιεχόμενο· ἀναγνωρίζει ὁ πατριάρχης ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς καὶ γι᾽ αὐτό, ὡς ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος, δὲν θέλει νὰ χαρακτηρίζεται ὡς οἰκουμενιστής. Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ πείσει μὲ ἔργα πλέον καὶ ὄχι μὲ λόγια τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα, ἀναιρώντας ὅσα οἰκουμενιστικὰ μέχρι τώρα ἔχει πεῖ καὶ ἔχει πράξει καὶ συντονίζοντας, κατὰ τὰ κανονικῶς ἰσχύοντα, τὴν ἔξοδο τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὥστε νὰ μποροῦμε ὅλοι ἀπὸ καρδίας νὰ ψάλλουμε: «Βαρθολομαίου τοῦ Παναγιωτάτου καὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου πολλὰ τὰ ἔτη».

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον Ορθόδοξο Τύπο 11-10-2013

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ. ΠΑΤΗΡ ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΦΟΥΝΤΑΣ.

.

Τὸ ἐνοχικὸ ὑπόβαθρο μιᾶς ἔκτρωσης





Κάποιος φίλος, ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, μὲ παρεκάλεσε, πρὸ ἀρκετοῦ χρόνου, νὰ ἀσχοληθῶ μὲ ἕνα περίεργο, ὅπως μοῦ εἶπε, ἀλλὰ καὶ συγχρόνως τραγικὸ γεγονός, ποὺ συνέβη σ' ἕνα συγγενικό του πρόσωπο.

Ἐπρόκειτο γιὰ μία κυρία ἑξήντα περίπου ἐτῶν, ἡ ὁποία εὐρίσκετο σὲ κατάσταση ἔντονου ἄγχους καὶ πανικοῦ, ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ κρατώντας στὴν ἀγκαλιὰ της τὸ βρέφος τῆς κόρης της, αἰσθάνθηκε τὴν πιεστικὴ ἀνάγκη νὰ πάρη τὸ μαχαίρι νὰ τὸ κατακρεούργηση!

Τὴ στιγμὴ αὐτῆς τῆς παράλογης παρορμήσεώς της ἦταν μόνη στὸ σπίτι της. Ἔλειπε ὁ σύζυγος της ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς τοῦ βρέφους, οἱ ὁποῖοι ἀπουσίαζαν στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ μία ἑβδομάδα Γι' αὐτὸ ἄλλωστε καὶ εἶχε ἐκείνη τὴν εὐθύνη τῆς φροντίδας του, μέχρι νὰ ἐπιστρέψουν οἱ γονεῖς του στὸ σπίτι τους.

Ἡ κρισιμότητα τῆς στιγμῆς ἐκείνης, γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ βρέφους, τὴν ὑποχρέωσε νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν πλησιέστερο συγγενὴ της, ὁ ὁποῖος καὶ μοῦ ζήτησε νὰ μὲ ἐπισκεφθοῦν τὸ γρηγορότερο, γιὰ μία πρώτη διερεύνηση τῆς παράλογης αὐτῆς παρορμήσεως τῆς κ. Κ.

Κατὰ τὴ συζήτηση μὲ τὴν κ. Κ. πληροφορήθηκα ὅτι ἡ ἴδια ἦταν ἄτεκνη καὶ ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ ἀποκτήση παιδιὰ ἡ ἴδια, υἱοθέτησε ἕνα κορίτσι, ποὺ ἦταν ἀκριβῶς ἡ μητέρα τοῦ σημερινοῦ βρέφους. Ἡ ἀτεκνία τῆς κ. Κ. σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν υἱοθέτηση τῆς κόρης της, ἔστρεψαν ἀμέσως τὴ σκέψη μου σὲ μία παρανοϊκὴ ζηλοτυπία ὡς πιθανὸ αἴτιο τῆς φαντασιώσεως μιᾶς παράλογης παρορμήσεως πράξεως σφαγῆς. Σκέφθηκα ὅτι, ὅ,τι ἐκείνης τῆς ἔλειπε σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή της καὶ μείωνε τὴ γυναικεία εἰκόνα της ἐνώπιον τοῦ ἑαυτοῦ της, δηλ. ἡ μητρότητα τὸ ἔβλεπε μὲ ἔντονη ζηλοτυπία στὸ πρόσωπο τῆς υἱοθετημένης κόρης της, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀσυνείδητη - φαντασιακὴ ἐκκόλαψη τῆς παράλογης παρορμήσεώς της.

Ἄλλα ἐπειδὴ κάθε πρώτη σκέψη, σὲ παρόμοιες περιπτώσεις, δὲν μπορεῖ νὰ ἀπολυτοποιεῖται αὐτοστιγμεὶ πρὸς εὔκολη κατάληξη σ’ ἕνα μόνο συμπέρασμα πιθανῶς ἀπατηλό, συνέχισα τὴ συζήτηση μὲ τὴν κ. Κ. μὲ τὴν προσδοκία κάποιου ἐρεθίσματος ἐκ μέρους της, ποὺ θὰ μοῦ ἔδινε
ἀφορμὴ γιὰ κάποιο πιὸ πιθανὸ συμπέρασμα.

Ἔτσι κατὰ τὴ συνέχεια τῆς συζητήσεώς μας, ἀμφισβητώντας, κάποια στιγμή, μέσα μου (δοκιμαστικῶς) τὴν ἀτεκνία τῆς κ. Κ., τὴν ἐρώτησα, κάπως ἀπότομα
— Ἔχετε κάνει μήπως παλαιότερα κάποια ἔκτρωση;
Ἐξεπλάγην, ὅταν ἐκείνη μοῦ εἶπεν ἐντελῶς αὐθόρμητα ὅτι εἶχε κάνει δύο ἐκτρώσεις στὴν ἡλικία τῶν δέκα ἑπτὰ ἐτῶν, κατὰ τὴ διάρκεια «προγαμιαίων» σχέσεών της μὲ τὸν νῦν σύζυγό της.

Ἡ κ. Κ. μοῦ παρουσιάσθηκε ὡς ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὸν διάλογό μας, γι' αὐτὸ καὶ τὴν ἐρώτησα
— Ἔχετε ἐξομολογηθεῖ αὐτὲς τὶς δύο σας πράξεις στὸν πνευματικό σας;

Μοῦ ἀπάντησε τελείως καθησυχασμένη• «μὰ βέβαια, τώρα μάλιστα ὑστέρα ἀπὸ τόσα χρόνια καὶ μὲ τὴ συγχώρηση ποὺ πῆρα ἀπὸ τὸν πνευματικό μου, τὸ θέμα τῶν δύο ἐκτρώσεων ἔχει ξεχασθεῖ καὶ δὲν μὲ ἀπασχολεῖ καθόλου».

Τὸ θέμα δύο στυγερῶν ἐνσυνείδητων ἐγκληματικῶν πράξεων δὲν ἀπασχολοῦσε πλέον καθόλου, ὑστέρα ἀπὸ τόσα χρόνια τὴν κ. Κ. ἀλλὰ ἀπασχολοῦσε ἀσφαλῶς συνεχῶς τὸν βεβαρημένο ἀσυνείδητο ψυχισμό της, μὲ τὸ «σύμπλεγμα» μιᾶς ἀπωθημένης, καὶ ἕτοιμης πάντοτε νὰ ἐκδικηθῆ (1), γιὰ τὴν ἀπώθησή της αὐτή, ἔνοχης!

Ἄργησε βέβαια, στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ. νὰ ἐκδηλωθεῖ πρὸς τὰ ἔξω ἡ ἐκδίκηση αὐτή, ἐπειδὴ δὲν εἶχε βρεθεῖ ἐκείνη ἡ ἴδια ἡ κ. Κ. μέχρι τότε, στὸ συνδυασμένο δίκτυο ἐξωγενῶν καὶ ἐνδογενῶν (ὁμολόγων ψυχοδυναμικῶς) ἐρεθισμάτων, τὰ ὁποῖα θὰ προκαλοῦσαν, μ' ἕνα ψυχαναγκαστικὸ συμπλεγματικὸ δυναμισμό, ὅπως τώρα, τὴν φαντασιακὴ ἀναβίωση (2), μιᾶς πράξεως σφαγῆς!
Ἄλλα βέβαια, ὅπως προκύπτει ἀπὸ βασικὲς ἀρχὲς τῆς ψυχολογίας τοῦ Jung, τὸ ἀσυνείδητο οὔτε ξεχνᾶ οὔτε ἀπατᾶται. Ἐμεῖς μόνο νομίζουμε ὅτι ξεχνᾶμε, γι' αὐτὸ καὶ ἀπατώμεθα (3).

—Μὰ δὲν ἐξάλειψε τὸ ἁμάρτημα ἀπὸ τὸν ψυχικό της κόσμο ἡ ἐξομολόγηση τῆς δεκαεπτάχρονης «σφαγέως» καὶ δὲν ἐξουδετέρωσε ἔτσι τὸν ψυχοδυναμισμὸ τῆς ἀπωθήσεως; θὰ ἐρωτοῦσε κάποιος... ἀπατώμενος!

Δὲν γνωρίζουμε φυσικὰ τί εἴδους ἐξομολόγηση ἔγινε καὶ πῶς ἀντιμετώπισε τὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ πνευματικός τῆς κ. Κ. Μπορεῖ ὅμως νὰ ὑπενθυμίση κανεὶς στὸ σημεῖο τοῦτο, ὅτι τὰ μεγάλα ἐγκλήματα ὅπως εἶναι οἱ ἐκτρώσεις, ποὺ βιώνονται ὡς σφαγὴ στὸ ἴδιο τὸ σῶμα τοῦ ἐνεργοῦντος τὸ ἔγκλημα ἀποτελοῦν ὑπαρξιακὸ γεγονὸς καθολικῶν διαστάσεων, γι' αὐτὸ καὶ μιὰ ἐνδεχόμενη, πραγματικὴ θεραπεία θὰ ἀπαιτοῦσε ὁρισμένα μέσα βιωματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀσκήσεως, κατὰ τὸ πνεῦμα τῆς ποιμαντικῆς καὶ μυστηριακῆς διακονίας τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε, ἕνα τόσο ὑπαρξιακὸ τραυματικὸ γεγονός, νὰ θεραπευθεῖ (μὲ τὴν οἰκονομία πάντοτε καὶ διὰ τοῦ ἐλέους καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ) μὲ μία ἄλλη ποιότητα παιδαγωγίας καθάρσεως, ὄχι μόνο μιᾶς ἁπλῆς (ἐπιπόλαιης;) ἐξομολογήσεως!

Πάντως στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ., παρὰ τὴν ἐξομολόγηση στὸν πνευματικό της, ποὺ τὴν καθησύχαζε, ὡς πρὸς τὶς καταστροφικὲς συνέπειες τῶν δύο ἐκτρώσεών της, οἱ τελευταῖες τὴν «ἐκδικήθηκαν» διττῶς. Πρῶτα - πρῶτα λόγω τῶν δύο αὐτῶν πράξεων σφαγῆς, ἐστέρευσε μέσα της ἡ πηγὴ τῆς μητρότητας ὁριστικά. Καὶ ὕστερα ἡ φαντασίωση μιᾶς ἐπίμονης, ψυχαναγκαστικῆς πιέσεως, ἐπαναλήψεως τῆς σφαγῆς αὐτῆς, σ' ἕνα βρέφος ποὺ ὄντως ἀγαποῦσε καὶ λάτρευε, ἀναστάτωσε τὸν ψυχικό της κόσμο, μὲ ἰσχυρὸ ἄγχος καὶ πανικὸ καὶ τὴν ἐνέπλεξε σ' ἕνα ἐξουθενωτικὸ νευρωτικὰ (4) γεγονός.

Δηλαδὴ σ' ἕνα ὑπαρξιακὸ πρόβλημα μιᾶς ἀποτυχημένης ἀξιολογικῆς (5) ἐπιλογῆς (μεταξύ τῆς ἀξίας μιᾶς ζωῆς ἀφ' ἑνὸς καὶ ἀφ' ἑτέρου μιᾶς ἀπαξιωμένης σκοπιμότητας), μὲ ὅλες τὶς συγκρουσιακὲς καὶ ἄλλες παθογόνες ψυχοδυναμικές τῆς συνέπειες.

Ἀναμφίβολα ἡ ἐκκολαφθεῖσα φαντασίωση ἀπειλῆς μίας νέας σφαγῆς, στὴν περίπτωση τῆς κ. Κ. (6), δὲν ἀποτελεῖ μία ψυχικὴ διαταραχὴ μὲ ἀρνητικὸ μόνο χαρακτήρα ἀλλὰ καὶ θετικό. Ἐπειδὴ ἡ φαντασίωση αὐτὴ εἶναι ἕνα ἰσχυρὸ σῆμα κίνδυνου τῆς ἰσορροπίας τοῦ ἀνθρωπίνου ψυχισμοῦ ἀπὸ τὴν διόγκωση (Inflatiοη) τοῦ ἀσυνειδήτου μὲ ἰσχυρὲς πιέσεις ἀπωθουμένων ἐνοχικῶν βιωμάτων.

Τὸ ἴδιο τὸ ἀσυνείδητο, μὲ δική του πρωτοβουλία (7), ἐπιδιώκει τὴν ἀποφόρτισή του, δείχνοντας μὲ τὴ φαντασίωση αὐτὴ τὸ δρόμο τῆς καθάρσεώς του, μέσω μίας ἔντονης, ὅσο καὶ δραματικῆς, συνειδητοποιήσεως, ἀπὸ τὸ φορέα τῆς ἀπωθήσεως τῆς ἐνοχικῆς του εὐθύνης γιὰ τὸ αἴτιο τῆς ἀπωθήσεως αὐτῆς.

Οἱ σκέψεις αὐτὲς μὲ ὁδήγησαν στὴν ἀνάγκη, σὲ μία πρώτη ἐκτίμηση τοῦ προβλήματος τῆς κ. Κ., νὰ προτείνω νὰ δεχθεῖ νὰ ἐπισκεφθεῖ κάποιο εἰδικὸ ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς ψυχικῆς ὑγείας, γιὰ μία βραχεία ψυχοθεραπευτικὴ βοήθεια, ἐπειδή, ἐξάλλου, τὸ ἰσχυρό της ἄγχος καὶ ὁ καταλυτικός της πανικός, δικαιολογοῦσαν ὁπωσδήποτε καὶ μία βραχεία φαρμακευτικὴ ἀγωγὴ ἠρεμιστικοῦ - κατασταλτικοῦ χαρακτήρας. Ἄλλα ἡ κ. Κ. ἀρνήθηκε μὲ ἀπόλυτο τρόπο μία τέτοια ὑπόδειξη καὶ ἡ συζήτησή μας καὶ ή συνεργασία μας σταμάτησε ἐκεῖ, ἐπειδὴ δὲν ἤθελε νὰ ἀκούσει τὴ λέξη ψυχίατρος. Πίστευε (8) μὲ βεβαιότητα ὅτι δὲν χρειαζόταν ψυχιατρικὴ βοήθεια

Ὕστερα ὅμως ἀπὸ τὴν παρέλευση κάποιου χρόνου, ἐζήτησα ἀπὸ τὸ φίλο μου νὰ μὲ πληροφορήσει τί κάνει ἡ συγγενής του μὲ τὸ πρόβλημά της καὶ πῶς τὸ ἀντιμετωπίζει. Ἐντυπωσιάστηκα καὶ πάλι, ὅταν μοῦ εἶπε, ὅτι, λίγες μέρες μετὰ τὴ δική μας συνεργασία, ἡ κ. Κ., εὑρισκόμενη μὲ τὸν σύζυγό της στοὺς διαδρόμους ἑνὸς νοσοκομείου πρὸς ἐπίσκεψη κάποιου ἀσθενοῦς, βλέποντας κάποια στιγμὴ μία πινακίδα ἑνὸς ἰατρικοῦ γραφείου τοῦ νοσοκομείου μὲ τὴ λέξη• ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ, ὥρμησε μέσα γιὰ νὰ παραδοθεῖ ἄνευ ὁρῶν στὴ βοήθεια τοῦ ψυχιάτρου, λόγω τῆς συνεχιζόμενης ἀφόρητης ψυχικῆς της ταλαιπωρίας ἀπὸ τὸ ἐξουθενωτικό της ἄγχος καὶ τὸν ἀδάμαστο πανικό της.

Ἀπὸ τὸ ὄντως τραγικὸ αὐτὸ γεγονὸς μπορεῖ κανεὶς νὰ βγάλει πολλὰ ἴσως συμπεράσματα γιὰ τὴν αἰτιολογία του καὶ τὴν ἐπιβαλλόμενη θεραπεία του.

Ὅμως κάτι ποὺ εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό, γιὰ τὴ δυνατότητα κάποιας ἀποτελεσματικῆς θεραπείας, εἶναι ἡ διαπίστωση ὅτι γιὰ μιὰ τέτοια θεραπεία, ἡ ποιμαντικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀσκεῖται συνήθως, φαίνεται νὰ εἶναι ἐντελῶς ἀνεπαρκὴς μέχρι ἀνύπαρκτη.

Κανονικὰ ἕνα τέτοιο ἀνθρώπινο - τραυματικὸ γεγονός, ὅπως εἶναι ἡ ἔκτρωση, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται κάτω ἀπὸ τὴν ποιμαντικὴ ἐπιστασία καὶ πρόνοια τοῦ Ἱερέως - ποιμένος, σὲ συνεργασία μὲ ἕνα ἁρμόδιο τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας. Διότι ἡ ἐνδεχόμενη προσφυγὴ τοῦ ἐνδιαφερομένου χριστιανοῦ ἀνθρώπου, ἐρήμην τοῦ ἱερέως πνευματικοῦ του, ἀκόμα καὶ στὸν πιὸ καλοπροαίρετο ψυχίατρο ἤ ψυχοθεραπευτή, μένει οὐσιαστικὰ ἀναποτελεσματική, ἐὰν δὲν ἐκτραπῆ σὲ λύσεις ἐπιδεινώσεως τοῦ προβλήματος (9).

Τὸ τελευταῖο σημαίνει ὅτι γιὰ τὴν ποιμαντικὴ προσπάθεια θεραπείας τῶν ψυχικῶν ἢ ψυχοπαθολογικῶν συνεπειῶν τῆς ἐκτρώσεως, χρειάζεται ἡ συνεργασία τοῦ ποιμαντικοῦ ὀργάνου τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἕνα θετικό, ἀπέναντι στὸ θρησκευτικὸ γενικὰ γεγονός, εἰδικό τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας, ὅταν μάλιστα τὰ συμπτώματα μιᾶς ψυχικῆς διαταραχῆς εἶναι σὲ τέτοια ἔνταση, ποὺ τὸ ὄργανο αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας δὲν θὰ μποροῦσε ἀπὸ μόνο του νὰ τὰ ἀντιμετωπίση κατασταλτικὰ γιὰ μία εὐχερέστερη πνευματικὴ βοήθεια (10).

Ἐξάλλου ἡ ἀναγκαιότητα μιᾶς τέτοιας συνεργασίας, σὲ μία τέτοια περίπτωση, ὅπως ἡ σχολιαζόμενη, προκύπτει ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μία ἔκτρωση, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἐκτελεσθεῖ, μεταβάλλεται σὲ παράγοντα διαταραχῆς τῶν ἀξιολογικῶν - πνευματικῶν σχέσεων τοῦ αὐτουργοῦ τῆς ἐκτρώσεως μὲ τὸ δημιουργό του, ἐφόσον ὄχι μόνο αὐτὸς ὁ ἴδιος ἀλλὰ καὶ τὸ συλληφθὲν καὶ ἤδη ἐκριζωθὲν σφαγιαστικῶς, ἀπὸ τὴ σωματικὴ μητρικὴ συνάφεια, ἔμβρυο, ἀνήκουν στὸ δημιουργό τους ὡς προσωπική του ἰδιοκτησία (11).

Αὐτὸς ἄλλωστε εἶναι ὁ λόγος, ποὺ μιὰ ἐνδεχόμενη ἀποκλειστικὴ ἀντιμετώπιση ἀπὸ μόνο τὸν εἰδικό τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας, δημιουργεῖ ἐπιφυλάξεις, σὲ κάθε συνειδητὸ χριστιανό, ὡς πρὸς τὸ ἀναμενόμενο θεραπευτικὸ ἀποτέλεσμα, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔχει πάντοτε ἐπίγνωση τῆς ἀδιάλυτης πνευματικῆς σχέσεώς του μὲ τὸ δημιουργό του ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νόμο του, ποὺ καθορίζει τὴν ἀξιολογικὴ ποιότητα τῆς ὑπαρξιακῆς του καταξιώσεως.

Ὁ εἰδικὸς ὅμως τοῦ χώρου τῆς ψυχικῆς ὑγείας συνήθως ἀγνοεῖ αὐτὴ τὴν ἐσώτατη σχέση δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος καὶ κυρίως τὸ ἀξιολογικὸ - ὑπαρξιακὸ νόημά της καὶ γι΄ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ τὶς καθολικὲς διαστάσεις τοῦ προσωπικοῦ - ἐνοχικοῦ του προβληματισμοῦ.

Τὸ ὑπαρξιακὸ - ἀξιολογικὸ δέσιμο δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος ἐξεικονίζεται μὲ ἐξαιρετικὴ σαφήνεια στὸν ΡΛΗ' Ψαλμὸ καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ὁ Ψαλμὸς αὐτὸς διαφωτίζει καλύτερα τὸ ἐνοχικὸ ὑπόβαθρο μιᾶς σφαγιαστικῆς πράξεως χωρισμοῦ δημιουργοῦ καὶ δημιουργήματος διὰ τῆς ἐκτρώσεως.

Ἂς δοῦμε σ' ἕνα σύντομο διάγραμμα τὶς διαστάσεις τῶν ὑποδηλούμενων στὸν Ψαλμὸ εὐθυνῶν τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στὸ θεὸ γιὰ τὴν δική του ὕπαρξη, ἀλλὰ καὶ τοῦ σφαγιασθέντος ἐμβρύου.

Στὸ πρῶτο μέρος τοῦ Ψαλμοῦ (στ. 1-5α) ἐξαίρεται ἡ ἄμεση καὶ θαυμαστὴ γνώση ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, τῆς συνολικῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου («Ἰδοὺ Κύριε, σὺ ἔγνως πάντα, τὰ ἔσχατα καὶ τὰ ἀρχαῖα», ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶναι ὁ δημιουργός του («σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ' ἐμὲ τὴν χείρα σου»), ἐνῶ στὴν ἀρχὴ τοῦ δευτέρου μέρους (στ. 7-12) βεβαιώνεται, ἐκ μέρους τοῦ ψαλμωδοῦ, ἡ συνεχὴς καὶ ἀδιάλειπτη σχέση μὲ τὸ Θεὸ δημιουργό του («Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω»;).

Ἡ πραγματικότητα τῆς ἀδιάλειπτης αὐτῆς σχέσεως στηρίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεός, ὡς δημιουργός τοῦ ἀνθρώπου, γνωρίζει ἄμεσα καὶ διαχρονικὰ ὅλη τὴν ἐξελικτικὴ πορεία τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεώς του ἀπὸ τῆς συλλήψεώς του («σὺ ἐκτήσω τοὺς νεφρούς μου, Κύριε, ἀντελάβου μου ἐκ γαστρὸς μητρός μου»).

Τίποτε δὲν ἔμεινε, κατὰ τὴν πορεία τῆς ἐξελίξεως αὐτῆς, κρυφὸ ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ («οὐκ ἐκρύβη τὸ ὀστοῦν μου ἀπό σοῦ, σὺ ἐποίησας ἐν κρυφῇ, καὶ ὑπόστασίς μου ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς») (12).

Ἡ ἀνάπτυξη αὐτὴ ἐνῶ ξεκίνησε ἀπὸ μία ἀκατέργαστη σάρκινη μάζα, κατέληξε στὴν τέλεια (13) δημιουργία ἑνὸς θείου ἐξεικονίσματος (14), καταγραφομένου εὐθὺς ἀμέσως στὸ βιβλίο τοῦ Θεοῦ («τὸ ἀκατέργαστόν μου εἶδον οἱ ὀφθαλμοί σου, καὶ ἐπὶ τὸ βιβλίον τὸ σὸν πάντες γραφήσονται»).

Ἡ ἀπατηλὴ ἑπομένως ἐντύπωση τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὴν προσωπικὴ προβληματική τῆς ἐκτρώσεως, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, διὰ τῆς λήθης (δηλ. τῆς ἀπωθήσεως), δὲν λύνει τὸ ζωτικὸ - ἐνοχικὸ πρόβλημα τῆς ἀδιάλειπτης σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν κρίση τοῦ θεοῦ. Ὅ,τι γράφεται στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς ὡς «ὕπαρξη», δὲν ξεγράφεται (15) λόγω τῆς ἐκτρώσεως, ἀλλὰ παραμένει ὡς ἀνοιχτὸ χρέος καὶ ὀφειλὴ ἀποδόσεως... λογαριασμοῦ στὸν ἰδιοκτήτη αὐτῆς τῆς ὑπάρξεως, ἐφόσον ἄλλωστε καὶ κατὰ τὸν ἅγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ὁ Θεὸς εἶναι ὁ μόνος ἀκριβὴς γνώστης, ἀνὰ πᾶσαν στιγμήν, καὶ τοῦ ἀγνώστου (ἀσυνειδήτου) ψυχισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου. «Ὁ Θεὸς τὸ ἀφανὲς κίνημα τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν ἀόρατον ὁρμήν, καὶ τὸν λόγον αὐτόν, καθ' ὅν ὥρμηται ἡ ψυχή, καὶ τὸν τοῦ λόγου σκοπὸν· τουτέστι, τὸ παντὸς πράγματος προεπινοούμενον τέλος βλέπων, κρίνει δικαίως τὰ παρὰ τῶν ἀνθρώπων πραττόμενα»! (16)





ΥΠΟΣΗΜΕIΩΣΕΙΣ



1. 
Σύμφωνα μὲ τὶς γενικὲς ἀρχὲς τῆς Ψυχολογίας τοῦ Βάθους «πᾶν ἀπωθούμενον προβάλλεται» (πρὸς τὰ ἔξω) ἀλλὰ καὶ «πᾶν ἀπωθούμενον ἐκδικεῖται».
Ὁ ψυχίατρος Igor Caruso σημειώνει σχετικὰ ὅτι «τὸ νευρωτικὸν σύμπτωμα εἶναι τιμωρία καὶ ὑπόμνησης εἰς μίαν κατάστασιν συγκρούσεως τῆς συνειδήσεως». (Ψυχανάλυσις καὶ σύνθεσις τῆς ὑπάρξεως. Μετ. Ἀθ. Καραντώνη. Ἀθῆναι 1953, σ. 106).

2. Ἡ ἀναβίωση αὐτὴ κατανοεῖται ὡς ἀσυνείδητη παλινδρόμηση (regresion) τοῦ συνειδητοῦ ἐγὼ στὴν ἑστία τοῦ ἀπωθούμενου συμπλέγματος ἐνοχῆς.

3. C,Jung. Symbole der Wandlung.1952, σ. 105.

4. Κατὰ τὸν ψυχίατρο - ψυχοπαθολόγο J. H. Schultz- «ἡ νεύρωση εἶναι μιὰ ἀσθένεια τῆς προσωπικότητας ποὺ συγκρούεται μὲ τὸν ἑαυτό της».

5. Ἡ νεύρωση βιώνεται πάντοτε ὡς «ἀποστασία ἐκ τῆς ἱεραρχίας τῶν ἀξιῶν» καὶ μάλιστα ὡς «λιποταξία ἐκ τῆς ὑπερφυσικῆς Ἱεραρχίας τῶν ἀξιῶν» (Caruso, ἀνωτ. σσ. 88 καὶ 78 ἀντίστοιχα).

6.
 «Ὅπου ἐκδηλοῦται ἕν νευρωτικὸν σύμπτωμα ὑπάρχει καὶ μία τάσις πρὸς λύσιν, πρὸς λύτρωσιν», ἐπειδὴ «ἡ νεύρωσις δὲν εἶναι ἁπλῶς μία διαταραχὴ τῆς ψυχικῆς ἰσορροπίας» ἀλλὰ ἐπίσης «μία ἐνεργὸς προσπάθεια πρὸς ἀποκατάστασιν καλύτερης ἰσορροπίας» Caruso, ἀνωτ. σσ. 106 καὶ 149 ἀντίστοιχα).

7. Κατὰ τὸν Jung• «Τὸ ἀσυνείδητο δὲν δρᾶ μόνο ἀντανακλαστικὰ ἀλλὰ καὶ αὐτοτελῶς καὶ ἀποτελεῖ δημιουργικὴ δράση». Γι΄ αὐτὸ ἡ «ἐνστικτώδης ἀποστολὴ τοῦ ἀσυνειδήτου εἶναι νὰ ὁδηγεῖ τὸ συνειδητὸ στὴν ὁμαλὴ καὶ ἀπρόσκοπτη ψυχικὴ ἐξέλιξη»

8. Ἔχει ἐντοπισθεῖ νωρὶς ἡ τάση τοῦ νευρωτικοῦ ἀνθρώπου νὰ θεωρεῖ ὅτι τὸ πρόβλημά του εἶναι ὀργανικὸ - σωματικὸ καὶ ὄχι ψυχικό. Ἔτσι ἐνεργεῖται σωματοποίηση τοῦ προβλήματός του, ὡς ἀσυνείδητος τρόπος ἀπωθήσεως τῶν πραγματικῶν αἰτίων τῆς καταστάσεώς του.

9.
 Μία ψυχιατρικὴ ἢ ψυχοθεραπευτικὴ ἀγωγὴ «εἴς τινας περιπτώσεις» «ἀποικοδόμει» καὶ ἀποβάλλει διὰ τῆς ἀναλύσεως «τὴν ὑπαρξιακὴν σύγκρουσιν μαζὶ μὲ τὴν θετικήν της πλευρὰν» (Caruso, ἀνωτ. σ. 157). Ὁ ψυχίατρος ἢ ὁ ψυχοθεραπευτὴς ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιληφθῆ τὸ ἀξιολογικὸ πρόβλημα τῆς συγκρούσεως αὐτῆς, ἐνδέχεται νὰ ἐκτίμηση ἐσφαλμένως τὸ νόημά της καὶ νὰ ἀναζήτηση θεραπευτικὲς λύσεις ἄσχετες μὲ τὰ πραγματικά της αἴτια.

10. Ἡ βιβλιογραφία ποὺ ἀφορᾶ σὲ μία τέτοια συνεργασία εἶναι αὐτονόητη στὴν ποιμαντικὴ πρακτικὴ ἑτερόδοξων περιοχῶν. Βλπ. ἐνδεικτικῶς Jane R. Rzepka.

11. Κατὰ τὸν δγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ὁ ἄνθρωπος «ἔχει τὸ εἶναι δεδανεισμένον», ἑπομένως ἡ ὕπαρξή του ἀνήκει στὸν δημιουργό του (ΡG 90, στ. 893. Πρβλ. καὶ στ. 737).

12. «Ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» = «εἰς τὸ σκότος τῆς μητρικῆς κοιλίας ὡς εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς θαμμένη καὶ ἀποκεκρυμμένη» (Π. Τρεμπέλα Τὸ Ψαλτήριον μετὰ συντόμου ἑρμηνείας. Ἀθῆναι 1955, σ. 579).

13. «Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα ὅσα ἐποίησε, καὶ Ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν. α' 31).

14. «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ' εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτὸν» (Γεν. 1, 17).

15. Κατὰ τὸν ἄγ. Μάξιμο, ὁ ἄνθρωπος «μοῖρα καὶ λέγεται καὶ ἐστι Θεοῦ, διὰ τὸν αὐτοῦ προόντα ἐν τῷ Θεῶ λόγον» (ΡG 90, στ. 1080). Πρὶν δημιουργηθῆ ὁ ἄνθρωπος, ὑπῆρχε στὸ νοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως• «εἰς τοῦτο ἡμᾶς πεποίηκεν ὁ Θεός, ἵνα γενώμεθα θείας κοινωνοὶ φύσεως, καὶ τῆς αὐτοῦ ἀϊδιότητος μέτοχοι» (ΡG 90, στ. 1193). Ἡ ἔκτρωση, ὡς ματαίωση τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου νὰ φθάση στὴ θέωση, διευρύνει, στὸ μέτρο τῆς ματαιωθείσης αὐτῆς θεώσεως, τὶς διαστάσεις τῆς προσωπικῆς εὐθύνης τοῦ αὐτουργοῦ τοῦ ἐγκλήματος αὐτοῦ.

16. ΡG 91, ΣΤ. 713, 715.

Τὶ σημαίνει νὰ ἀνήκω στὴν Ἐκκλησία;


- Ἐρ.: Ἂν κανεὶς πιστεύει στὸν Χριστό, διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ δὲν θέλει νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία, δὲν εἶναι καλὸς χριστιανός;

Ἀπ.: Ὄχι! Χριστιανισμὸς δὲν σημαίνει νὰ πιστεύουμε θεωρητικὰ μερικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Παραθέτουμε ὅσα πολὺ ὡραῖα γράφει σχετικὰ ὁ Φλορόφσκυ: «Ὁ Χριστιανισμὸς ἐξ ἀρχῆς ὑπῆρχεν ὡς συγκεκροτημένη πραγματικότης, ὡς κοινότης. Τὸ νὰ εἶναι κανεὶς Χριστιανὸς ἐσήμαινεν ἀκριβῶς τὸ νὰ ἀνήκῃ εἰς τὴν κοινότητα. Κανεὶς δὲν ἠμποροῦσε νὰ εἶναι Χριστιανὸς ἀπὸ μόνος του, ὡς ἀπομονωμένον ἄτομον, ἀλλὰ μόνον μαζὶ μὲ τοὺς "ἀδελφούς", εἰς συνάφειαν μὲ αὐτούς. Unus Christianus - nullus Chtistianus. Ἡ προσωπικὴ πεποίθηση ἤ ἀκόμη ἕνας κανὼν ζωῆς δὲν καθιστοῦν τὸ ἄτομον Χριστιανόν. Ἡ χριστιανικὴ ὕπαρξις προϋποθέτει ἐν-σωμάτωσιν, συμμετοχὴν εἰς τὴν κοινότητα. 

Αὐτὸ πρέπει εὐθὺς ἀμέσως νὰ προσδιορισθῆ: εἰς τὴν ἀποστολικὴν κοινότητα, δηλαδὴ εἰς μίαν κοινωνίαν μὲ τοὺς Δώδεκα καὶ τὸ μήνυμά των. Ἡ χριστιανικὴ "κοινότης" συνεκλήθη καὶ συνετάγη ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Ἰησοῦν κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ἐν σαρκὶ ζωῆς του, καὶ ἀπὸ αὐτὸν τῆς ἐδόθη ἕνας, ἔστω καὶ προσωρινός, καταστατικὸς χάρτης διὰ τῆς ἐκλογῆς καὶ τοῦ διορισμοῦ τῶν Δώδεκα, ποὺ τοὺς ἔδωσε τὴν ὀνομασίαν, ἤ μᾶλλον τὸν τίτλον τῶν "Ἀποστόλων", διότι ἡ "ἀποστολὴ" τῶν Δώδεκα δὲν ἦταν μόνον μία ἁπλὴ ἀποστολή, ἀλλ' ἀκριβῶς μία ἐντολὴ ποὺ δι' αὐτὴν περιεβλήθησαν μὲ "ἐξουσίαν" (Μκ. 3, 15• Μθ. 10, 1• Λκ. 9, 1). Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ὡς διορισμένοι "μάρτυρες" τοῦ Κυρίου (Λκ. 24, 48• Πρ. 1, 8) μόνον οἱ Δώδεκα ἐδικαιοῦντο νὰ ἐξασφαλίζουν τὴν συνοχὴν τόσον τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, ὅσον καὶ τῆς ζωῆς τῆς κοινότητος. Ἡ κοινωνία, ἑπομένως, μὲ τοὺς Ἀποστόλους ἀπετέλει βασικὸν σημεῖον τῆς πρώτης "Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ" εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ (Πρ. 2, 42).

Χριστιανισμὸς σημαίνει "κοινὴ ζωή". Οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ θεωροῦν ἀλλήλους ὡς "ἀδελφοὺς" (αὐτό, ἄλλωστε, ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα ὀνόματά τους), ὡς μέλῃ ἑνὸς σώματος, στενὰ συνδεδεμένα. Ἑπομένως ἡ ἐλεημοσύνη ἔπρεπε νὰ εἶναι τὸ πρῶτον σημεῖον, ἡ πρώτη ἀπόδειξις καὶ τεκμήριον αὐτῆς τῆς συναδελφώσεως. Δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι κοινότης, σῶμα, ἀδελφότης, "κοινωνία", coetus fidelium» 



- Ἐρ.: Γιατί λέμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστης μας νὰ πιστεύουμε στὴν Ἐκκλησία («Πιστεύω... εἰς μίαν... Ἐκκλησίαν»), ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁρατή, ὅπως τὴν καθορίσαμε, ἡ δὲ πίστη, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι ἀπόδειξη πραγμάτων μὴ βλεπομένων; (βλ. Ἑβρ. 11, 1).

Ἀπ.: Πρῶτα-πρῶτα τὸ ρῆμα «πιστεύω», ποὺ λέμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστης μας, ἔχει κυρίως τὴν ἔννοια «ἐμπιστεύομαι». Καὶ πρέπει, λοιπόν, νὰ ἐμπιστευόμαστε στὴν Ἐκκλησία, στὸν θεῖο αὐτὸν ὀργανισμὸ - Θεῖο ὀργανισμὸ καὶ ὄχι ἀνθρώπινη ὀργάνωση - στὸν ὁποῖο κατοικεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία καὶ σ' ὅσους καθαγιάζονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ὁρατή. Καὶ αὐτό, λοιπόν, τὸ ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀόρατη, καθιστᾶ τὴν Ἐκκλησία ἀντικείμενο πίστης. Γιατί αὐτὴ εἶναι ταμιοῦχος τῆς ἀόρατης θείας Χάρης καὶ χρειάζεται πίστη γιὰ νὰ παραδεχτοῦμε κάτι ποὺ δὲν τὸ βλέπουμε.

Ἔπειτα ἡ Ἐκκλησία, ἂν καὶ ὁρατὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι περιλαμβάνει ὅλους τοὺς ὀρθόδοξους χριστιανοὺς ποὺ ζοῦν πάνω στὴν γῆ, εἶναι ὅμως καὶ ἀόρατη, γιατί περιλαμβάνει καὶ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν ἀπ' αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ πίστη καὶ ἁγιότητα καὶ βρίσκονται στὸν οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ζεῖ καὶ ὑπάρχει καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ καὶ εἶναι κατὰ μὲν τὴν μία ὄψη τῆς οὐράνια καὶ ἀόρατη, «θριαμβεύουσα Ἐκκλησία», ὅπως λέγεται, κατὰ δὲ τὴν ἄλλη ὄψη της ἐπίγεια καὶ ὁρατὴ καὶ ἱστορικὴ κοινωνία, «στρατευομένη Ἐκκλησία», ὅπως λέγεται. Καὶ ἡ ἐπὶ γῆς ὅμως στρατευόμενη καὶ ἡ εἰς τὸν οὐρανὸ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία εἶναι μία κοινωνία ἁγίων.



- Ἐρ.: Ποῦ βασιζόμαστε στὴν ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν ἰδέα ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ταυτόχρονα καὶ στὴν γῆ καὶ στὸν οὐρανό;

Ἀπ.: Σ' αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει στοὺς χριστιανούς: «Ἔχετε προσέλθει στὸ ὄρος τῆς Σιὼν καὶ στὴν πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπουράνια Ἱερουσαλήμ, καὶ σὲ μυριάδες ἀγγέλων, σὲ πανήγυρη καὶ Ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων, οἱ ὁποῖοι εἶναι γραμμένοι στὸν οὐρανὸ καὶ στὸν Θεό, τὸν κριτὴ ὅλων καὶ στὰ πνεύματα τῶν δικαίων, ποὺ ἔχουν γίνει τέλειοι καὶ στὸν μεσίτη τῆς Νέας Διαθήκης, τὸν Ἰησοῦ» (Ἑβρ. 12, 22-24).



- Ἐρ.: Κατὰ τὰ παραπάνω μποροῦμε νὰ διαιρέσουμε τὴν Ἐκκλησία σὲ ἀόρατη καὶ ὁρατή;

Ἀπ.: Ὄχι, δὲν διαιρεῖται ἡ Ἐκκλησία. Παραθέτουμε σὲ μετάφραση τὰ ὅσα ὡραῖα γράφει πάνω σ' αὐτὸ τὸ ἐρώτημα ὁ δογματολόγος καθηγητὴς Ἰωάννης Καρμίρης: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ διαιρεῖται σὲ ἀόρατη καὶ ὁρατή. Γιατί ὑπάρχει μία καὶ μόνο μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ δυὸ ἀδιάσπαστα καὶ συνηνωμένα στοιχεῖα: Τὸ θεῖο καὶ πνευματικὸ καὶ ἀόρατο ἀφ' ἑνὸς καὶ τὸ ἀνθρώπινο καὶ ὑλικὸ καὶ ὁρατὸ ἀφ' ἑτέρου, ὅπως ἀκριβῶς στὸ Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκαν ἀσυγχύτως ἡ θεία καὶ ἀνθρώπινη φύση. Ὅπως σ' ἕνα ζωντανὸ ὀργανισμὸ δὲν μπορεῖ νὰ χωριστεῖ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ πνευματικὸ ἀπὸ τὸ ὑλικὸ στοιχεῖο, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ χωριστεῖ τὸ θεῖο καὶ πνευματικὸ στοιχεῖο ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο καὶ ὑλικό, ποὺ εἶναι ἡ ἐξωτερικὴ ἐκδήλωση τοῦ πρώτου καὶ τὸ ἀναγκαῖο ὄργανο γιὰ τὶς σωτηριώδεις ἐνέργειες τῆς Ἐκκλησίας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. 

Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ἀπὸ τὴ μία μεριὰ εἶναι θεῖο, πνευματικό, ἀόρατο καὶ αἰώνιο καθίδρυμα, ἀπὸ τὴν ἄλλη ὅμως μεριὰ εἶναι μία κοινωνία ἀνθρώπων περιγραπτὴ καὶ ἐμπειρικὴ καὶ ὁρατὴ καὶ ἱστορική. Καὶ εἶναι μὲν ἀόρατη ἡ Ἐκκλησία, γιατὶ ἀόρατη εἶναι ἡ κεφαλή της, ὁ Κύριος, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἐνοικεῖ σ' αὐτὴ· ἀόρατη εἶναι ἡ ὑπάρχουσα σ' αὐτὴ θεία Χάρη, ποὺ δικαιώνει καὶ ἁγίαζει καὶ σῴζει. Περιλαμβάνει δὲ ἡ Ἐκκλησία καὶ τὸ ἀόρατο τμῆμα της στὸν οὐρανό, καὶ ἔτσι καὶ ἀπὸ τὰ δυό, καὶ τὸ οὐράνιο καὶ τὸ ἐπίγειο τμῆμα, συναποτελεῖται τὸ μυστικὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία πνευματικὴ ἑνότητα γιὰ τὴν μία θεία Κεφαλή της καὶ τὸ ἕνα Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ τὴν κατευθύνει εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθεια. Εἶναι ὅμως συνάμα ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁρατὴ καὶ περιγραπτὴ ὡς στρατευόμενη πάνω στὴν γῆ καὶ ἐπεργαζομένη τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων γιατί μὲ αἰσθητὰ σημεῖα μεταδίδει τὴν θεία Χάρη, ἔχει δὲ λατρεία καὶ ἐξωτερικὴ ὀργάνωση (στὴν ὁποία ἐνεργοῦν καὶ συνεργοῦν Θεὸς καὶ ἄνθρωποι) ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενους, δηλαδὴ τὴν ποιμένουσα Ἱεραρχία καὶ τοὺς ποιμαινομένους πιστούς, ὅλους ἀδιακρίτως τοὺς εὐσεβεῖς καὶ τοὺς ἀσεβεῖς, τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς (Σύνοψις τῆς Δογματικῆς... σ. 81).



- Ἐρ.: Πῶς διαβεβαιωνόμαστε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία;

Ἀπ.: Κατὰ πρῶτον, ἀπ' αὐτό: Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, γεμάτος χάρη καὶ ἀλήθεια («πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας»), καὶ γεμίζει ἐπίσης καὶ τὸ Σῶμα Του, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, μὲ παρόμοια χάρη καὶ ἀλήθεια (βλ. Ἰωάν. 1, 14.17).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅτι ὁ Θεὸς Πατέρας «Τὸν ἔκανε Κεφαλὴ ὑπεράνω ὅλων στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Σῶμα Του, τὸ συμπλήρωμα ἐκείνου ποὺ γεμίζει τὰ πάντα ἐν πᾶσι» (Ἐφεσ. 1, 22.23).

Καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος λέει στοὺς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας: «Προσέχετε, λοιπόν, τοὺς ἑαυτούς σας καὶ ὁλόκληρο τὸ ποίμνιο, στὸ ὁποῖο τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο σᾶς τοποθέτησε ἐπισκόπους, γιὰ νὰ ποιμαίνετε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία ἀπέκτησε μὲ τὸ δικό Του Αἷμα» (Πράξ. 20, 28).



- Ἐρ.: Πῶς ἐμεῖς διαβεβαιωνόμαστε ἀκόμη ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία ἀκόμη μέχρι τώρα καὶ θὰ κατοικεῖ σ' αὐτὴν μέχρι τέλος τοῦ κόσμου;

Ἀπ.: Τὸ διαβεβαιωνόμαστε ἀπὸ τὰ ἑπόμενα λόγια του Ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀποστόλου Του: «Θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου καὶ οἱ πύλες τοῦ Ἅδου δὲν θὰ τὴν καταβάλουν» (Ματθ. 16,18). «Ἰδοὺ Ἐγὼ εἶμαι μαζί σας ὅλες τὶς ἡμέρες μέχρι τὴν συντέλεια τοῦ κόσμου» (Ματθ. 28, 20). «Σ' Αὐτόν, τὸν Θεὸ τὸν Πατέρα, ἂς εἶναι ἡ δόξα στὴν Ἐκκλησία ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ σ' ὅλες τὶς γενεὲς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων. Ἀμὴν» (Ἐφεσ. 3, 21).

Ὁ πρακτικὸς ἄνθρωπος Ἅγιος Βαρσανούφιος




Ὅταν κάποιος δὲν συμπλέει μὲ τὸν σύγχρονο τρόπο ζωῆς, οἱ ὑπόλοιποι τὸν χαρακτηρίζουν ἀπαρχαιωμένο· ἀπολίθωμα· ἀπροσγείωτο· ἀνεδαφικό· ἄνθρωπο, χωρὶς πρακτικὴ σκέψη.

Καὶ ποιὸς ἄραγε εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ χωρὶς πρακτικὴ σκέψη; Ἐκεῖνος ποὺ δὲν κλέβει· ποὺ δὲν ἐκμεταλλεύεται πρόσωπα καὶ καταστάσεις.

Παράδειγμα, ἕνας μεγάλος στρατηγός, ὁ Τσερνιάγεφ. Πολέμησε ἐναντίον τῶν Τούρκων καὶ προσέφερε πολλὲς ὑπηρεσίες στὴν πατρίδα του. Ὅμως δὲν ἦταν ἄνθρωπος «πρακτικός». Ἐνῶ εἶχε δυνατότητα νὰ κάμει μεγάλη περιουσία, δὲν ἔκαμε! Γι' αὐτό, οἱ «πρακτικοὶ» ἄνθρωποι τοῦ περιβάλλοντός του τὸν κατέκριναν! Τὸν ἔλεγαν βλάκα καὶ κουτό.

Ὁ Θεὸς νὰ μὴν δώσει ποτέ, νὰ γίνετε καὶ σεῖς ἄνθρωποι «πρακτικοί»! Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τοὺς πρώτους χριστιανούς. Ὅταν τοὺς ὁδηγοῦσαν μπροστὰ στὸν εἰσαγγελέα καὶ τοὺς ἔλεγαν νὰ προσκυνήσουν τοὺς θεούς, ἀπαντοῦσαν :

-Ψεύτικους θεοὺς ἐμεῖς δὲν προσκυνοῦμε. Ἐμεῖς λατρεύουμε τὸν ΕΝΑ ἀληθινὸ Θεό, ποὺ δημιούργησε τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ· τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

-Εἶστε ἀλαζόνες. Ταπεινωθεῖτε καὶ προσκυνῆστε τοὺς θεούς.

-Ποτέ!

Καὶ τοὺς κατεδίκαζαν σὲ τρομερὰ βασανιστήρια. Ὁ εἰσαγγελέας ζητοῦσε ψεύτικη - ἁμαρτωλὴ ταπείνωση! Ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ ἴδιο μᾶς σερβίρεται καὶ σήμερα στὴν ἰδιωτική μας ζωή!

-Ταπεινώσου! Ζῆσε ὅπως ὅλοι! Μὴν εἶσαι ὑπερήφανος! Μὴ θέλεις νὰ ξεχωρίζεις ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους!

Μὴ τοὺς ἀκοῦτε! Ὑπάρχουν βέβαια καὶ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι μπερδεύονται σ' αὐτὰ τὰ γρανάζια τοῦ διαβόλου. Στὴν ἀρχὴ χωρὶς καλὰ - καλὰ νὰ τὸ ἔχουν συνειδητοποιήσει. Καὶ σταδιακὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Χριστό! Καὶ χάνουν τὴν ψυχή τους.

Καμμιὰ φορὰ ρωτάω τοὺς προσκυνητὲς:

-Παιδιὰ ἔχετε;

-Ναί, ἔχομε.

-Καὶ τί θὰ θέλατε νὰ γίνουν τὰ παιδιά σας, ὅταν μεγαλώσουν;

-Μηχανολόγος, λέει κάποιος. Ἔτσι κι ἀλλιῶς ὁ γιός μου ἔχει ἐκ φύσεως τὴν κλίση πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση.

-Καὶ ἡ κόρης σας;

-Νὰ παντρευτεῖ ἕνα διάσημο καὶ πλούσιο νέο.

-Καὶ νομίζετε, πὼς τὰ παιδιά σας θὰ εἶναι ἔτσι εὐτυχισμένα;

Ἀπαντοῦν μὲ σιγουριά:

-Καὶ βέβαια, πάτερ! Τί ἄλλο νὰ ποθοῦσαν;

Οἱ ταλαίπωροι! Δὲν σκέφτονται καὶ δὲν ἀγωνιοῦν νὰ δώσουν στὰ παιδιά τους τὸν μόνο ἀληθινὸ «θησαυρὸ» - ποὺ ὄχι ἁπλῶς δὲν χάνεται ποτέ, ἀλλὰ καὶ θὰ τοὺς κάνει πραγματικὰ εὐτυχισμένους: τὸν Χριστό! Λένε πὼς ὅλα σήμερα ἀγοράζονται. Ναί, μὲ τὸ χρῆμα μπορεῖς σήμερα νὰ ἀγοράσεις πολλά. Ὄχι ὅμως ὅλα. Μόνο ὁ Χριστὸς δὲν ἀγοράζεται, μὲ ὅλα τὰ πλούτη τοῦ κόσμου.

Ὅμως χωρὶς Χριστό:

• ἀληθινὴ ζωή, δὲν ὑπάρχει·

• σωτηρία, δὲν ὑπάρχει·

• αἰώνια ζωή, δὲν ὑπάρχει.



Μετ: Ἀρχμ. Ἀλκ. Μ.

Ο ψίθυρος του Θεού



Φανταστείτε μία φωνή
Να σας ψιθυρίζει στο αυτί...
Να σας καθοδηγεί...
Να σας φέρνει στο σωστό μέρος...
Να συναντάτε τους σωστούς ανθρώπους...
Και να σας δίνει λύσεις και ιδέες.
Επίσης φανταστείτε αυτή τη φωνή
Να σας αποκαλύπτει το ρόλο σας σ΄αυτή τη ζωή
Τον λόγο για τον οποίο γεννηθήκατε
Τον τομέα όπου θα λάμψετε
Και θα βιώσετε το απόλυτο πάθος σας υπηρετώντας τους άλλους
Το οποίο θα σας οδηγήσει στην απόλυτη αφθονία και ευημερία.
Η διαίσθηση σας είναι ο ψίθυρος του Θεού στα αυτιά σας.
Προϋπόθεση καθαρή καρδιά και η Αγάπη σας για το Θεό.
Να κοιμάστε και να ξυπνάτε με αυτή την αγάπη.
Να ζείτε την κάθε στιγμή στη διάρκεια της ημέρας με αυτή την...
Να εισπνέετε την ενέργεια της αγάπης του Θεού κάθε μέρα.
Και να νιώθετε το κάθε κύτταρο σας στο σώμα σας να δονείται με αυτή...
Να την ακτινοβολείτε όπου και να πηγαίνετε στη διάρκεια της ημέρας.

Προσευχήσου βαθιά... ζήτησε και θα σου δοθεί..
Δώσε τo πρόβλημα σου στο Θεό και αφέσου με εμπιστοσύνη.
Ρώτα....

Ποιον ήρθα να υπηρετήσω;
Ποιος είμαι;
Τι θέλω;
Θεέ μου δείξε μου τι να κάνω;
Τι συμβαίνει στη ζωή μου;
Tι χρειάζεται να γνωρίζω για αυτή τη κατάσταση;
Ο Θεός μας μιλάει κάθε ώρα και κάθε στιγμή!
Μα είμαστε πάρα πολύ απασχολημένοι για να τον ακούσουμε.
Ας ρωτήσουμε...
Ας αφουγκραστούμε...
Και τότε θα λάβουμε.

πηγή

Θέλω νὰ αἰσθανθῶ τὸν Θεό, Ἐμπειρίες γνήσιες-νόθες



 Ἀρχιμανδρίτης   Βαρνάβας Λαμπρόπουλος

ΝΟΣΗΡΗ ΛΑΧΤΑΡΑ ΓΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ

Οἱ Φαρισαῖοι καὶ Σαδδουκαῖοι, ζητώντας ἀπὸ τὸν Κύριο σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ. Τοῦ ζητοῦσαν θαῦμα, ποὺ ἔχει τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν θαυμάτων τοῦ ἀντίχριστου, δηλαδὴ «θαῦμα», ποὺ χορταίνει τοὺς ἀνθρώπους μὲ ΣΑΡΚΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ καὶ τρέφει τὴν ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑ καὶ τὸν ΕΓΩΙΣΜΟ τους.

Ὁ Κύριος, ἀκούγοντας μία τέτοια ἀπαίτηση, ἔδωκε τὴν αὐστηρὴ ἀπάντηση: «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλίς, σημεῖον ἐπιζητεῖ, ὅμως σημεῖον δὲν θὰ τοὺς δοθῆ κανένα ἄλλο, παρὰ μόνον τὸ σημεῖον τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου» (Ματθ. 16, 4).

Μὲ τὴν φράση «σημεῖον τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου» ὁ Κύριος ἐννοοῦσε τὰ σημεῖα, ποὺ θὰ συνόδευαν τὸν Θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή Του:

Τότε ἐδόθη ἀπὸ τὸν Θεὸ «σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ». 

Τότε ὁ ἥλιος εἶδε τὸν Κύριο σταυρωμένο καὶ ἐσκοτίσθη ὥρα μεσημέρι, καὶ ἁπλώθηκε παντοῦ πηχτὸ σκοτάδι, ποὺ διήρκεσε τρεῖς ὧρες. Τὸ καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ τῆς Ἱερουσαλὴμ ἐσχίσθη στὰ δύο, ἀπὸ ἐπάνω μέχρι κάτω. Ἔγινε σεισμὸς καὶ οἱ βράχοι ἐσχίσθηκαν. Τὰ μνημεῖα ἄνοιξαν καὶ πολλοὶ ἅγιοι ἀναστήθηκαν καὶ ἐμφανίσθηκαν σὲ πολλοὺς στὴν ἁγία Πόλη (Ματθ. 27, 45-53).

Καὶ ὅταν ὁ Κύριος ἀναστήθηκε ἔγινε πάλι σεισμός. Φωτοφόρος ἄγγελος κατέβη ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὸν ἅγιο Τάφο, σὰν μάρτυρας τῆς Ἀναστάσεώς Του, καὶ τρόμαξε τοὺς φύλακες, ποὺ - ταγμένοι, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ζητοῦσαν σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ - φρουροῦσαν τὸν τάφο. Αὐτοὶ οἱ φύλακες ἀνήγγειλαν στὸ Ἰουδαϊκὸ Συνέδριο τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ ὅμως, ὅταν ἄκουσε «τὸ σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ», τὸ ἀντιμετώπισε μὲ τὴν ἴδια καταφρόνηση καὶ τὸ ἴδιο μίσος, ποὺ εἶχε ἀντιμετωπίσει καὶ ὅλα τὰ προηγούμενα θαύματα τοῦ Κυρίου. Καὶ γι' αὐτὸ ἐδωροδόκησε τοὺς φύλακες, καὶ βάλθηκε νὰ σκεπάσει μὲ τὸ σκοτάδι τῆς ψευτιᾶς τὸ θαῦμα!

(Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ Ἔκδοση Ἱ. Μητροπόλεως Νικοπόλεως)


ΘΕΪΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΓΝΗΣΙΕΣ - ΝΟΘΕΣ

1. Ὅταν κάποιος ἀναζητεῖ τὸν Θεό, δὲν θέλει ἁπλὰ νὰ λύσει μία ἀπορία του. Δὲν προσπαθεῖ νὰ ἱκανοποιήσει μόνο μία μεταφυσικὴ ἀνησυχία του. Δὲν ψάχνει, οὔτε γιὰ μία ἐνδιαφέρουσα φιλοσοφία, οὔτε γιὰ μία συναρπαστικὴ θεωρία. Θέλει νὰ βρεῖ τὸν Θεό. Καὶ - ἂν εἶναι δυνατό: νὰ Τὸν ἰδεῖ μὲ τὰ μάτια του - μὲ τὰ σωματικά του μάτια· καὶ νὰ Τὸν ἀκούσει μὲ τὰ αὐτιά του - μὲ τὰ σωματικά του αὐτιὰ- καὶ νὰ Τὸν πιάσει μὲ τὰ χέρια του!

Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ψάχνει γιὰ τὸν Θεό, θέλει νὰ λύσει ἕνα πρόβλημά του, ποὺ ἔχει τρομακτικὲς συνέπειες γιὰ τὴν ζωή του. Γιατί μετά, ἀφοῦ δηλαδὴ Τὸν βρεῖ, θὰ πρέπει νὰ γίνει ὁ Θεὸς τὸ κέντρο τῆς ζωῆς του. Καὶ γι' αὐτό, γιὰ νὰ ἀποδεχθῆ τὸν Θεό, δὲν τοῦ ἀρκοῦν ὄμορφες σκέψεις καὶ συνθήματα! Θέλει ψηλαφητὴ γνώση. Ἀναζητεῖ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ. Ἀναζητεῖ μία ΑΙΣΘΗΤΗ ΣΙΓΟΥΡΙΑ ὅτι ὁ Θεὸς ὑπάρχει, ὅτι εἶναι κοντά του. Ὅλα αὐτὰ θέλει νὰ τὰ νιώσει μὲ τὶς αἰσθήσεις του. Μὲ τὶς ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ του αἰσθήσεις. Γιατί αὐτὲς δίνουν σιγουριά.

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε μία πάστα. Ἴδιο σῶμα. Ἴδια σκέψη. Ἴδια συναισθήματα. Ἴδιες ἀνησυχίες. Ἴδιες ἀναζητήσεις. Καὶ ὁ πόθος γιὰ ἐμπειρικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεὸ εἶναι ὁ ἴδιος παντοῦ καὶ πανανθρώπινος. Τὸν βρίσκομε, σὲ ὅλους τοὺς λαοὺς καὶ σὲ ὅλα τὰ πλάτη τῆς γῆς.

2. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν ὑπάρχει θρησκεία χωρὶς ἀναφορὰ σὲ ἐμπειρίες. Οὐσιαστικὸ στοιχεῖο σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες ὅλων τῶν ἐποχῶν εἶναι οἱ ἐμπειρίες. Ἀπὸ τὴν παγερὴ Σιβηρία, μέχρι τὰ βάθη τῆς Ἀφρικῆς, πουθενὰ δὲν λείπουν μάγοι καὶ μάγια, ποὺ δείχνουν αἰσθητὰ τὴν παρουσία στὴν ζωὴ μας ἑνὸς κόσμου ἔξω ἀπὸ τὸν κόσμο μας.

Ἑστίες τέτοιων ἐμπειριῶν ἦταν στὴν ἀρχαιότητα τὰ μεγάλα «ἱερά» τῆς εἰδωλολατρίας. Π.χ. τῶν Δελφῶν, τῆς Δωδώνης, τῆς Ἐπιδαύρου, τῆς Δάφνης κ. ἄ.

Ἀλλὰ καὶ στὴν σύγχρονη ἐποχή, καὶ μάλιστα στὶς «πιὸ» πολιτισμένες κοινωνίες, ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ «διαφωτισμένα» πρόσωπα τῆς πανεπιστημιακῆς νεολαίας, συναντᾶμε τὴν ἴδια δίψα γιὰ σωματικὴ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ:

• Οἱ ἐξεγερμένοι φοιτητὲς στὸ Μπέρκλεϋ τῆς Καλιφόρνιας τὴν δεκαετία τοῦ 70, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα φώναζαν: «Ἕνας Θεὸς ποὺ δὲν ἀγγίζει τὴν ὕπαρξή μας, ἕνας Θεὸς ποὺ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ σῶμα μας, μᾶς εἶναι ἄχρηστος• δὲν τὸν χρειαζόμαστε• δὲν τὸν θέλουμε» (1).

• Παρόμοια καὶ ὁ μεγάλος σκηνοθέτης Μπέργκμαν, σὲ μία σκηνὴ τῆς ταινίας του «Ἕβδομη Σφραγίδα», βάζει τὸν πρωταγωνιστὴ νὰ ρωτάει μὲ ἀγωνία: «Γιατί νὰ εἶναι τόσο ὀδυνηρὰ ἀδύνατο νὰ συλλάβει κανεὶς τὸν Θεὸ μὲ τὶς αἰσθήσεις; Ἐγὼ θέλω ὁ Θεὸς νὰ μοῦ ἁπλώσει τὸ χέρι Του- νὰ μοῦ ἀποκαλυφθῆ αἰσθητὰ- καὶ νὰ μοῦ μιλήσει» (2). Ζητάει δηλαδὴ νὰ ζήσει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μὲ τὶς αἰσθήσεις του.

Ἀλλὰ καὶ στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας κάτι τὸ ἀνάλογο ἔχομε. Ἀκοῦμε τοὺς ἁγίους μας νὰ μιλᾶνε μὲ παρόμοια γλώσσα.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στὸν «Περὶ Εἰκόνων» λόγο του, λέγει ξεκάθαρα στοὺς αἱρετικούς, ποὺ δὲν ἤθελαν, οὔτε νὰ ἀκοῦνε λόγο γιὰ εἰκόνες καὶ λείψανα ἁγίων: «Ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἐγὼ- καὶ ἔχω σῶμα»• καὶ γι' αὐτὸ «ποθῶ νὰ βλέπω καὶ σωματικὰ καὶ νὰ ἐπικοινωνῶ (καὶ σωματικὰ) μὲ τὰ ἅγια» (3). 

Εἶναι φυσικό, ὅτι μετὰ ἀπὸ μία τέτοια παγκόσμια καὶ πανανθρώπινη ἀναζήτηση, οἱ ἐμπειρίες ἐπισημαίνονται καὶ καταγράφονται, σὰν θησαυροὶ πολύτιμοι.


Α
ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΙΣ ΒΛΕΠΩΜΕ


1. Οἱ θρησκευτικὲς ἐμπειρίες, ὅπως εἴδαμε, εἶναι ἕνα πλῆθος ἀπέραντο! Καὶ καλὲς καὶ κακές. Καὶ εὐεργετικὲς καὶ καταστροφικές. Καὶ φανερώσεις τοῦ Θεοῦ- καὶ μαύρη μαγεία.

Καὶ σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις, ὅσο καὶ ἂν ἀπέχουν πολὺ ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη - καὶ τοπικὰ καὶ χρονικὰ -, ὅσο διαφορετικὲς καὶ ἂν εἶναι, βλέπομε ὅτι ἀποτελοῦν ἕνα ἑνιαῖο κώδικα μαρτυρίας γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς κόσμου ἐξωφυσικοῦ ἢ ὑπερφυσικοῦ.

Γνήσιες ἐμπειρίες μᾶς δίνει ἡ ἁγία Γραφή: Εἶναι ἐκεῖνες, στὶς ὁποῖες μιλάει ὁ Θεὸς σέ μᾶς, καὶ μᾶς φανερώνει τὸν Ἑαυτό Του καὶ τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Τέτοιες ἀποκαλύψεις εἶναι:

* ἡ φανέρωσή Του στὸν Ἀδάμ·

* ἡ φανέρωσή Του στὸν Νῶε·

* ἡ φανέρωσή Του στὸν Ἀβραάμ, στὸν Ἰσαάκ, στὸν Ἰακώβ·

* ἡ φανέρωσή Του στὴν βάτο, στὸ Σινᾶ, στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, στὴν ἔρημο ὡς νεφέλη φωτεινὴ καὶ ὡς στήλη πυρός·

* καὶ πρὸ παντὸς ἡ φανέρωσή Του ἐν Χριστῷ στὴν Καινὴ Διαθήκη.

Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλες, σκοτεινῆς ἢ ὕποπτης προέλευσης. Π.χ. οἱ παρεμβάσεις τοῦ ὄφεως στὸν Ἀδὰμ καὶ στὴν Εὔα.

Ἀνάλογες ἐμπειρίες ἔχομε στὶς θρησκεῖες τῶν Ἑλλήνων, τῶν Αἰγυπτίων, τοῦ Σουμερίων, τῶν Ἀζτέκων, κλπ.. Καὶ σ' αὐτὲς τὶς θρησκεῖες συναντᾶμε πλῆθος ἐμπειριῶν, ποὺ - κατὰ τὴν πίστη τῶν ὀπαδῶν τοὺς - προκαλοῦνται ἢ προέρχονται ἀπὸ ἐξωκοσμικὲς «θεϊκὲς» δυνάμεις.
Καὶ στὶς παραδοσιακὲς θρησκεῖες, καὶ σὲ ὅλες τὶς νέες θρησκευτικὲς ὁμάδες, ποὺ τὶς ὀνομάζομε «σέκτες», συναντᾶμε ἕνα ἀπέραντο πλῆθος αἰσθητῶν θρησκευτικῶν ἐμπειριῶν. Βλέπομε λοιπόν, ὅτι ἔχομε νὰ κάνουμε μὲ ἕνα ὠκεανὸ θρησκευτικῶν ἐμπειριῶν.

2. Ὅμως, ὅλο αὐτὸ τὸ νερό, (ἀλλοῦ θολό, ἀλλοῦ καθαρὸ• ἀλλοῦ πικρό, ἀλλοῦ γλυκό, ἀλλοῦ βρώμικο κ.α.), εἶναι τόσο θεμελιακὰ διαφορετικὸ στὴν κάθε περίπτωση, ὥστε νὰ θεμελιώνεται σ' αὐτὲς ἡ διαφορὰ τῶν θρησκειῶν καὶ ὁ φανατισμὸς τῶν ὀπαδῶν τους.

Εὐλόγα, πλέον, δημιουργοῦνται τὰ ἐρωτήματα:

* Εἶναι δυνατὸν ὅλο αὐτὸ τὸ νερὸ νὰ πηγάζει (ὅπως πολλοὶ ὑποστηρίζουν) ἀπὸ ΜΙΑ πηγή;

* Καὶ ἂν οἱ πηγὲς εἶναι περισσότερες, καὶ μὲ διαφορετικὸ ἡ κάθε μία νερό, ἐπιτρέπεται νὰ τὶς βάζουμε ὅλες αὐτὲς στὸ ΙΔΙΟ καζάνι; Νὰ τὶς βλέπωμε σὰν «ἕνα»; Γιὰ παράδειγμα: Ἐμπειρία ἦταν καὶ ἡ παρέμβαση τοῦ ὄφεως (τοῦ διαβόλου) στὴν Εὔα, ἐμπειρία ἦταν καὶ ἡ παρέμβαση τοῦ Θεοῦ στὸν Ἀδάμ. Πῶς μποροῦν νὰ χωρέσουν στὸ ἴδιο καζάνι, τὴν στιγμὴ ποὺ ἔχουν ὄχι μόνο διαμετρικὰ ἀντίθετες, ἀλλὰ καὶ ἀντίπαλες, πηγές;

* Εἶναι ὅλες ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἢ προέρχονται καὶ ἀπὸ ἄλλες δυνάμεις; Πῶς μποροῦμε νὰ εἴμαστε σίγουροι, ὅτι μία θρησκευτικὴ ἐμπειρία πηγὴ της ἔχει τὸν Ἕνα Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ὄχι ἄλλες δυνάμεις; Βρισκόμαστε ἑπομένως μπροστὰ σὲ μία μεγάλη ἀπορία. Δὲν ἀρκεῖ μία κάποια ἀπάντηση-τοποθέτηση. Πρέπει νὰ εἶναι μελετημένη καὶ ὑπεύθυνη!

3. Εἶναι λοιπὸν ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη, νὰ γίνει ἕνα ξεκαθάρισμα. Ξεκαθάρισμα, ποὺ δὲν ἔχει ἁπλῶς τὸν σκοπὸ νὰ ἱκανοποιήσει μία ἀνθρώπινη περιέργεια. Δὲν πᾶμε, οὔτε νὰ λύσουμε... σταυρόλεξα, οὔτε νὰ παίξουμε μέ... πάζλ. Δὲν εἶναι οὔτε διασκέδαση, οὔτε παιχνίδι. Ἀφοῦ ἔχει σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν θρησκεία, πρόκειται γιὰ ξεκαθάρισμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξαρτᾶται ἡ ζωή μας ἢ ὁ θάνατός μας. Ἀπὸ αὐτὸ ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία μας.

Μὲ ἄλλα λόγια χρειάζεται νὰ γίνει διάκριση ἀνάμεσα σὲ ἐμπειρίες ποὺ ἀναδίδουν «ὀσμὴν ζωῆς εἰς ζωὴν» καὶ σὲ ἄλλες, ποὺ ἀναδίδουν «ὀσμὴν θανάτου εἰς θάνατον» (γιὰ νὰ παραφράσουμε τὸν Παῦλο).

Ποιὲς ἐμπειρίες μᾶς ὁδηγοῦν στὴν Ἀλήθεια καὶ στὴν Ζωή; Καὶ ποιὲς ἐμπειρίες μᾶς ὁδηγοῦν στὸ ψέμα καὶ στὸν θάνατο;

Κάποιοι ἀρχαῖοι ἕλληνες φιλόσοφοι ἔβαλαν τὴν δύναμη τοῦ κεφαλιοῦ τους, καὶ κριτικάροντας ἐμπειρίες, διδασκαλίες, ἔθιμα τῆς θρησκείας τους, ἀπέρριψαν κάποια ἀπὸ αὐτά. Ἀλλὰ στάθηκαν ἀνίκανοι νὰ ξεκαθαρίσουν τὰ πράγματα. Ἦσαν μικροὶ καὶ λίγοι γιὰ τέτοιο ἔργο.

Εἴμαστε ὅλοι μικροὶ καὶ λίγοι γιὰ ἕνα τόσο μεγάλο ἔργο. Κανεὶς δὲν τὸ μπορεῖ. Μεγάλος μπελὰς γιὰ μᾶς ἕνα τέτοιο ἔργο. Ἐμεῖς τὸ πολὺ ποὺ μποροῦμε, εἶναι νὰ ἰδοῦμε, ἂν μία ἐμπειρία εἶναι τῆς τάξης τοῦ κόσμου τούτου, ἂν εἶναι μία φυσικὴ ἐμπειρία• ἡ ἂν εἶναι μία καθαρὰ ὑπερφυσικὴ ἐμπειρία.


4. Τὸν φοβερὸ «μπελὰ» γιὰ αὐτὸ τὸ ξεχώρισμα τὸν ἀνέλαβε γιὰ χάρη μας ὁ ἴδιος ὁ Θεός, σὰν πατέρας μας.

Τὸ σωτήριο αὐτὸ ἔργο, τὸ ἄρχισε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη· καὶ τὸ ὁλοκλήρωσε στὴν Καινὴ Διαθήκη. Καί, ὅπως γνωρίζομε, τὸ ξεκαθάρισμα αὐτό, Τοῦ κόστισε πολὺ ἀκριβά! Τὸ πλήρωσε μὲ τὸν θάνατό Του καὶ μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα Του. «Ἠγοράσθημεν τιμῆς» (Α' Κορ. 7, 23).

5. Ἡ Ἁγία Γραφὴ μαρτυρεῖ σαφέστατα ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ΕΝΑΣ- καὶ εἶναι ὁ «ἐπὶ πάντων Θεὸς» (Ρωμ. 9, 5). «Πάντες δὲ οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν δαιμόνια» (Ψαλμ. 95, 5). Δηλαδή, «ὅλοι οἱ ἄλλοι, οἱ λεγόμενοι 'θεοὶ' τῶν ἄλλων θρησκειῶν, εἶναι δαιμόνια»!

Ἡ διάκριση εἶναι σαφής. Δὲν ὑπάρχουν «γκρίζες ζῶνες» ἀνάμεσα στὰ δύο. Ἕνας εἶναι ὁ Κύριος τῆς Δόξης, ἡ Πηγὴ τοῦ μόνου Ἀληθινοῦ Φωτός. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἐκπεσόντες ἄγγελοι, πνεύματα τοῦ σκότους, δαιμόνια πονηρά, ποὺ ὁδήγησαν τοὺς ἀνθρώπους στὸ χάος τῆς εἰδωλολατρίας.

Οἱ εἰδωλολάτρες, καὶ οἱ τότε καὶ οἱ τώρα, εἶχαν καὶ ἔχουν βουλιάξει σὲ ἕνα φοβερὸ πελάγωμα! Γι' αὐτούς, καὶ τὰ κακὰ πνεύματα ἦταν θεοί, καὶ τὰ ἀγαθὰ πνεύματα ἦταν θεοί. Καὶ σὲ πολλὲς εἰδωλολατρίες, παλιότερες καὶ σημερινές, ὁ ἀγαθὸς θεὸς καὶ ὁ κακὸς θεὸς ἦταν οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος. Ἔτσι λοιπόν, καὶ οἱ τότε εἰδωλολάτρες ὁδηγοῦσαν - καὶ οἱ τώρα συνεχίζουν νὰ ὁδηγοῦν - σὲ ἕνα χάος. Καὶ χάος σημαίνει σκοτάδι- κατάσταση ἀξεκαθάριστη. Γιά μᾶς, γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἀξεκαθάριστη.

6. Αὐτὴ τὴν χαώδη κατάσταση ἀνέλαβε νὰ τὴν ξεκαθαρίσει γιὰ χάρη μας ὁ ἴδιος ὁ Θεός!
Ἦταν γι' Αὐτὸν εὔκολο; Καθόλου! Ὁ Θεὸς «τρόμαξε» νὰ βγάλει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ αὐτὸν τὸν σκοτεινὸ λαβύρινθο τῆς πολυθεΐας. Παιδεύτηκε πολύ, γιὰ νὰ ξυπνήσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν βοηθήσει, νὰ τὸ νιώσει, νὰ καταλάβει ἀπὸ ἐμπειρία «ὅτι εἶναι ὁ μόνος Κύριος καὶ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος Θεός, οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴν γῆ».

Τελικά, αὐτὸ εἶναι τὸ ξεκάθαρο. Ὑπάρχει ἕνας Θεός, ποὺ εἶναι ὁ μόνος Κύριος· καὶ ἄλλος, ἔξω ἀπὸ Αὐτόν, δὲν ὑπάρχει• οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴν γῆ. Καὶ αὐτό, ὁ Θεὸς δὲν τὸ ἀποκαλύπτει στοὺς ἀνθρώπους, στέλνοντας ἁπλῶς ἕνα μήνυμα, ἢ παραδίδοντας μία προφορικὴ ἢ γραπτὴ διδασκαλία. Τὸ ἔκανε βέβαια καὶ αὐτό.

Συγκαταβαίνοντας ὅμως στὴν ἀνθρώπινη δίψα γιὰ αἰσθητὲς ἐμπειρίες, ἐπιλέγει ἕνα πολὺ «ἐποπτικὸ» καὶ ἐμπειρικὸ τρόπο διαπαιδαγωγήσεώς μας: τὴν ἀντιπαράταξη μὲ τὰ δαιμόνια.

7. Καταδέχεται νὰ ἀντιπαρατάσσεται μὲ τοὺς δαίμονες. Καταδέχεται νὰ παλεύει μαζί τους.
«Δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν» καταδέχεται μπροστὰ στὰ μάτια μας νὰ «κονταροχτυπιέται» πρόσωπο πρὸς πρόσωπο μὲ τὰ πνεύματα τοῦ σκότους, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ δείχνει σὲ μᾶς τὴν ἀκαταμάχητη δύναμή Του. (Τὸ «κονταροχτυπιέται» τὸ λέμε, χωρὶς καμμία δόση «θεοπασχητισμοῦ»). Ἀναγκάζεται μὲ χοντροκομμένο τρόπο νὰ ταρακουνάει τὸν σκληρόκαρδο ἄνθρωπο, ποὺ βρίσκεται κυριολεκτικὰ σὲ ἀφασία• καὶ ἔχει (κατὰ τὸν Χρυσόστομο) «διάνοιαν παχυτέραν καὶ ἀναισθητοτέραν»· δηλαδή, εἶναι πολὺ «χοντροκέφαλος καὶ πολὺ ξεροκέφαλος»• καὶ γι' αὐτό, «χάσκει καὶ ρέπει πρὸς τὰ σωματικὰ» (4). 

Ἀναγκάζεται, μᾶς λέει πάλι ὁ Χρυσορρήμων, νὰ παρατάσσεται ὁ Θεὸς γιὰ χάρη μας «πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου», γιὰ νὰ ἀνάψει μέσα μας «τὸν σπινθήρα τῆς πίστεως» (5).

8. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ «σπινθήρας τῆς πίστεως»; Εἶναι τὸ κατ' ἀρχὴν ξεκαθάρισμα, ὅτι βασικὰ ὑπάρχουν δύο πηγὲς θρησκευτικῶν ἐμπειριῶν: ἀφ' ἑνὸς ὁ Ἕνας Ἀληθινὸς Παντοδύναμος Θεός· καὶ ἀφ' ἑτέρου οἱ δαίμονες, οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι, ποὺ μπροστά Του εἶναι ἀνίσχυροι- καὶ «φρίττουν καὶ τρέμουν».

Ἀνάβοντας μέσα μας αὐτὸν τὸν «σπινθήρα τῆς πίστεως» ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς κάμει ἀνθρώπους ἀληθινὰ πιστούς, μὲ πίστη καὶ ἐπίγνωση. Φῶς
Του. Στόμα Του. Κήρυκές Του, ποὺ νὰ ἐξαγγέλλουμε τὰ μεγαλεῖα Του.

Ὁ Θεὸς θέλει νὰ δημιουργήσει ἑστίες φωτὸς- ὁμάδες ἐργατῶν τῆς Βασιλείας Του. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἰσραήλ: «Ὑμεῖς, γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν (=γιὰ νὰ τὸν κάμει ὄργανό Του, νὰ κηρύττει τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ), ὅπως τὰς ἀρετὰς ἑξαγγείλητε τοῦ ἐκ σκότους καλέσαντος ὑμᾶς εἰς τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς» (Α' Πέτρου, 2, 9).

Καὶ ὁ Θεὸς καλεῖ καὶ τὸν Παλαιὸ καὶ τὸν Νέο Ἰσραὴλ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ Φῶς, ἀντιπαρατασσόμενος συχνὰ μὲ τοὺς σκοτεινοὺς δαίμονες. Εἶναι πάρα πολλὰ τὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, καθὼς καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ὁ Θεὸς συγκαταβαίνει καὶ κάνει αὐτὴν τὴν φωτιστικὴ γιὰ μᾶς «ἀντιπαράταξή» Του μὲ τοὺς δαίμονες.





1. Π. Νέλλα, Ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, στὸ Σταυρὸς καὶ Ἀνάσταση, Ἀκρίτας 1982, σ. 108

2. Χρ. Γιανναρᾶ, Ἐορτολογικὰ Παλινωδούμενα, Ἀκρίτας 1999, σελ.40

3. P.G.94, 1264 BC

4. Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν Α', ΕΠΕ τ. 36, σελ. 313-317

5. Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν μακάριον Βαβύλαν, ΕΠΕ 34, σελ. 428

Συναξαριστής της 11ης Οκτωβρίου

 Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ὁ Ἀπόστολος ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Διακόνους

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἦταν διάκονος μεταξὺ τῶν ἑπτὰ διακόνων τῆς πρώτης Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλὴμ (Πράξ. στ´). Ἐπίσης, ἦταν ἔγγαμος καὶ εἶχε τέσσερις θυγατέρες, προικισμένες μὲ προφητικὸ χάρισμα. (Πράξ. κα´ 8-9).

Ὁ Φίλιππος, ὅμως, δὲ στάθηκε μόνο στὴν Ἱερουσαλήμ. Πῆγε στὴ Σαμάρεια καὶ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο, σὰν γνήσιος καὶ αὐτὸς «ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ πίστιν ἐκλεκτῶν θεοῦ καὶ ἐπίγνωσιν ἀληθείας τῆς κατ᾿ εὐσέβειαν». Δηλαδὴ ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ διδάξει μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ἐξέλεξε ὁ Θεός, τὴν πίστη καὶ τὴν ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειας, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν εὐσέβεια. Ἐκεῖ στὴ Σαμάρεια, διὰ τοῦ κηρύγματός του βάπτισε χριστιανὸ καὶ τὸ Σίμωνα τὸ μάγο.

Ἔπειτα, ὁ Φίλιππος συνάντησε στὸ δρόμο του τὸν Εὐνοῦχο τῆς βασίλισσας Κανδάκης, καὶ ἀφοῦ τὸν κατήχησε, βάπτισε καὶ αὐτὸν Χριστιανό. Κατόπιν, πῆγε στὶς Τράλλεις τῆς Μικρὸς Ἀσίας, ὅπου μὲ τὴν διδασκαλία του ἔπεισε ὅλους σχεδὸν τοὺς κατοίκους τῆς πόλης νὰ πιστέψουν στὸ Χριστό.

Ὁ Φίλιππος στὴν πόλη αὐτή, ἀφοῦ ἔκτισε καὶ χριστιανικὸ ναό, παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν ψυχή του.


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, πλήρης ὑπάρχων, διηκόνησας, τὴ Ἐκκλησία, ὡς Διάκονος Τοῦ Λόγου Ἀπόστολε, θεοσημείαις δὲ θείαις χρησάμενος, τῆς Σαμαρείας τὰ πλήθη κατηύγασας. Μάκαρ Φίλιππε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Φίλιππε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ', Ἐπεφάνης σήμερον.
Μιμητὴς γενόμενος, τοῦ Διδασκάλου, δι' αὐτὸν Ἀπόστολε, ταὶς τῶν Ἁγίων τῶν αὐτοῦ, χρείαις πιστῶς διηκόνησας, ὅθεν σὲ πάντες, πιστοὶ μακαρίζομεν.



Οἱ Ἁγίες Ζηναΐδα καὶ Φιλονίλλη οἱ ἀδελφές

Ἦταν ἀδελφὲς μεταξύ τους καὶ διακρίθηκαν γιὰ τὴν ἔμπρακτη πίστη τους.

Ἡ καταγωγή τους ἦταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας. Μερικοὶ συναξαριστὲς νομίζουν ὅτι ἦταν συγγενεῖς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀλλὰ τὰ ὀνόματά τους δὲν ἔχουν κάτι τὸ Ἐβραϊκὸ καὶ ἑπομένως ὁ ἰσχυρισμὸς αὐτὸς δὲν ἔχει βάση.

Βέβαιο ὅμως εἶναι, ὅτι ἦταν γυναῖκες ποὺ διακρίθηκαν γιὰ τὴν θερμή τους πίστη, ἦταν πολὺ μορφωμένες καὶ γνώριζαν τὴν ἰατρικὴ τέχνη ποὺ ἐξασκοῦσαν μὲ τρόπο ἐντελῶς φιλανθρωπικὸ καὶ φιλάδελφο. Θεράπευαν δηλαδὴ δωρεάν, καὶ ἔτρεχαν αὐτὲς στοὺς ἀσθενεῖς καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ἡ θεραπευτική τους ἱκανότητα ἐνεργοῦσε πάντα μὲ ἐπιτυχία, ἐνισχυόμενη ἀπὸ τὴν θεία Χάρη.

Αὐτὴ ἡ παροχὴ τῶν ἰατρικῶν ὑπηρεσιῶν τους, τὶς βοηθοῦσε θαυμάσια στὸ νὰ ἐργάζονται καὶ γιὰ τὴν πίστη. Κοντὰ σὲ κάθε ἄῤῥωστο καὶ στὴν οἰκογένεια αὐτοῦ, γίνονταν διδασκάλισσες τοῦ Εὐαγγελίου. Παρηγοροῦσαν καὶ μαλάκωναν μὲ τὰ λόγια τους καὶ τοὺς τρόπους τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ ἐλπίδας, καρδιὲς τραυματισμένες ἀπὸ τὶς συμφορὲς τῆς ζωῆς.

Εὐτύχησαν μάλιστα νὰ φωτίσουν, ἀρκετοὺς ἀπίστους στὴ χριστιανικὴ ζωή.

Ἡ θεάρεστη αὐτὴ διαγωγή τους, ὑπῆρξε ἡ ἴδια μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους.



Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1353-1354 καὶ 1364-1376). Περίφημος λόγιος κληρικὸς καὶ ὑπέρμαχος τῆς ἡσυχαστικῆς διδασκαλίας τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ.

Καταγόταν ἀπὸ ἀξιόλογη οἰκογένεια τῆς Θεσσαλονίκης, ἀσπάστηκε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ χρημάτισε ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῆς Μεγίστης Λαύρας στὸ Ἅγιον Ὄρος κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἡσυχαστικῶν ἐρίδων. Ὑπέγραψε τὸν Ἁγιορείτικο Τόμο γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἡσυχαστικῆς ἄσκησης (1339) καὶ ἔγραψε δυὸ σημαντικοὺς θεολογικοὺς λόγους ἐναντίον τοῦ Γρηγορίου Ἀκινδύνου.

Τὸ 1347 ἐξελέγη μητροπολίτης Ἡράκλειας τῆς Θρᾴκης καὶ ἔλαβε μέρος στὴν μεγάλη σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1351), ἡ ὁποία διακήρυξε τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ μὲ τὸν περίφημο «Τόμο».

Μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ πατριάρχη Καλλίστου Α´ ἐξελέγη πατριάρχης (1353), ἀλλὰ μετὰ τὴν ἀποκατάσταση τοῦ Καλλίστου, ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο (1354), στὸν ὁποῖο ἐπανῆλθε τὸ 1364. Κατὰ τὴν δεύτερη πατριαρχία του ὑποστήριξε τὴν θεολογία τῶν ἡσυχαστῶν καὶ ἀποδοκίμασε τὴν προσπάθεια τῶν ἀδελφῶν Δημητρίου καὶ Προχόρου Κυδώνη νὰ εἰσαγάγουν στὸ Βυζάντιο τὴν σχολαστικὴ θεολογία τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη.

Στὴν σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1368) ἀφορίστηκε ὁ Πρόχορος Κυδώνης καὶ ἀνανεώθηκε τὸ κῦρος τοῦ Τόμου τῆς συνόδου τοῦ 1351. Ἄσκησε μὲ μεγάλη σύνεση τὰ πατριαρχικά του καθήκοντα καὶ ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ὀργάνωση τῶν Ἐκκλησιῶν Ῥωσίας, Σερβίας, Βλαχίας, Βουλγαρίας κ.ἄ., στὶς ὁποίες διαδόθηκε ἡ ἡσυχαστικὴ θεολογία καὶ πνευματικότητα.

Στὶς σχέσεις του μὲ τὸν παπικὸ θρόνο ὑποστήριξε τὴν ἀνάγκη σύγκλησης Οἰκουμενικῆς συνόδου γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν διαφορῶν.

Ἔγραψε θεολογικὲς πραγματεῖες καὶ λόγους γιὰ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ὅπως ἐπίσης Βίους καὶ ἀκολουθίες ἁγίων.



Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ὁ Ὁμολογητὴς ἐπίσκοπος Νικαίας

Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ (γιατί ἐπονομάστηκαν ἔτσι γράψαμε στὸ βιογραφικὸ σημείωμα τοῦ Θεοδώρου) καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν γνώση τῶν ἁγίων γραφῶν καὶ τῆς ἱερῆς θεολογίας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀκριβῆ γνώση τῶν ἀρχαίων Ἑλληνικῶν συγγραφῶν.

Ὁ Θεοφάνης τὸ 838, ἔθαψε μὲ μεγάλη λύπη τὸν ἀδελφό του Θεόδωρο, ὅταν αὐτὸς πέθανε στὴν ἐξορία. Κατόπιν ὁ Θεοφάνης ἐξορίστηκε στὴ Θεσσαλονίκη. Ὅταν πέθανε ὁ εἰκονομάχος βασιλιὰς Θεόφιλος, ἀνέλαβε τὴν διαχείριση τῆς βασιλικῆς ἀρχῆς.

Ὁ δὲ Πατριάρχης Μεθόδιος, ἔκανε τὸν Θεοφάνη Μητροπολίτη Νικαίας. Ἐπετέλεσε τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα μὲ μεγάλη ἀκρίβεια καὶ πέθανε ἥσυχος μὲ τὴν συνείδησή του, ὅτι ἐκπλήρωσε ἄρτια τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, τόσο σὰν ἁπλὸς ἱερομόναχος ὅσο καὶ σὰν ἐπισκοπικὸς κυβερνήτης.

Ὁ Θεοφάνης ὁ Γραπτὸς εἶναι ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους Ἕλληνες θρησκευτικοὺς ποιητὲς καὶ ὑμνογράφους τοῦ 8ου αἰῶνα, ἀφοῦ συνέγραψε πολλοὺς κανόνες.

Ἀπολυτίκιον 
Ήχος πλ α'. Τον συνάναρχον λόγον.
Μυηθεῖς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσή, περιούσιον λαὸν τρέφων τοὶς λόγοις σου, τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι' ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. δ'.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Θεόφανες σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀνεφάνης Ὅσιε, τῇ Ἐκκλησίᾳ ὥσπερ ἄλλος ἥλιος, ταύτην φωτίζων ἀστραπαῖς, τῶν σῶν δογμάτων Θεόφανες, ὣς θυηπόλος, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.



Οἱ Ἅγιοι Νεκτάριος, Ἀρσάκιος καὶ Σισίνιος Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Νεκτάριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας. Ἱερὸς καὶ Ὅσιος στὴ ζωή, συγκλητικὸς στὸ ἀξίωμα.

Κατὰ τὴν 2η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τὴν καθαίρεση τοῦ αἱρετικοῦ Πατριάρχη Μαξίμου, μὲ κοινὴ ψῆφο λάου καὶ κλήρου καὶ γνώμη τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου, ἂν καὶ λαϊκὸς (καὶ μάλιστα ἀβάπτιστος), ἐκλέχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (381-397 ἀφοῦ βέβαια πρῶτα βαπτίστηκε).

 Μὲ μεγάλη θεοσέβεια ἀφοῦ ποίμανε τὴν ἐκκλησία, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἀρσάκιος καταγόταν καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Πατριάρχη Νεκταρίου. Ὁ Ἀρσάκιος ἦταν πρεσβύτερος τῆς ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κλήθηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο (404-405) σὰν διάδοχος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἐνῷ εἶχε περάσει τὸ 80ό ἔτος τῆς ἡλικίας του.

Ἥσυχα καὶ κατὰ Χριστὸν ἀφοῦ ἔζησε μετὰ ἀπὸ μικρὴ πατριαρχία, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Σισίνιος ἀνέλαβε τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὶς ἀρχὲς τοῦ 426, διαδεχθεὶς τὸν Πατριάρχη Ἀττικό. Πρὸ τῆς ἐκλογῆς του, ἔκανε τὰ καθήκοντα τοῦ πρεσβυτέρου στὴν Ἐλαία.

Ὁ Σισίνιος ἦταν φημισμένος γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ γιὰ τὶς ἄοκνες προσπάθειές του γιὰ τὴν περιποίηση τῶν φτωχῶν. Ἡ χειροτονία του καὶ ἡ ἐγκαθίδρυσή του ἔγινε ἀπὸ Σύνοδο, ποὺ συγκάλεσε ὁ Θεοδόσιος ὁ Β´. Ὁ Σισίνιος ὁ Α´ καὶ σὰν πατριάρχης ἐξακολουθοῦσε τὴν φιλανθρωπική του δράση καὶ ἀναδείχτηκε φιλόστοργος πατέρας τῶν φτωχῶν τάξεων. Πατριάρχευσε ἕνα χρόνο καὶ δέκα μῆνες.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 87 χρονῶν.


Οἱ Ἅγιοι Θεοφάνης ἐπίσκοπος Σολέας καὶ Ἰωνᾶς ὁ ἐν Περγάμῳ τῆς Κύπρου

Βλέπε σχετικῶς στοὺς Α.Χ.Ε.Χ.



Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς «Ναυπακτιώτισσας»

Στὶς 7 Ὀκτωβρίου ἢ τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὶς 7 Ὀκτωβρίου, ἑορτάζεται στὴ Ναύπακτο ἡ Παναγία τῆς Ναυπάκτου, εἰς μνήμην τῆς Ναυμαχίας τῆς Ναυπάκτου, ποὺ ἔγινε στὶς 7 - 9 - 1571 μ.Χ. καὶ ὁ χριστιανικὸς εὐρωπαϊκὸς στόλος - μαζὶ μὲ τοὺς Ἕλληνες - κατέστρεψε τὸν ἀντίστοιχο Μουσουλμανικό.

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 11 Οκτωβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Φιλίππου, του Αποστόλου, του ενός από τους επτά Διακόνους.

Ο Άγιος Φίλιππος καταγόταν από την Καισαρεία της Παλαιστίνης και ήταν διάκονος μεταξύ των επτά διακόνων της πρώτης Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ (Πράξ. στ'). Επίσης, ήταν έγγαμος και είχε τέσσερις θυγατέρες, προικισμένες με προφητικό χάρισμα. (Πράξ. κα' 8-9).

Ο Φίλιππος, όμως, δε στάθηκε μόνο στην Ιερουσαλήμ. Πήγε στη Σαμάρεια και κήρυξε το Ευαγγέλιο, σαν γνήσιος και αυτός «Απόστολος Ιησού Χριστού κατά πίστιν εκλεκτών θεού καί επί γνώσιν αληθείας τής κατ' ευσέβειαν» (Προς Τίτον, α' 1). Δηλαδή απόστολος του Ιησού Χριστού για να διδάξει μεταξύ εκείνων που εξέλεξε ο Θεός, την πίστη και την επίγνωση της αλήθειας, που οδηγεί στην ευσέβεια.

Εκεί στη Σαμάρεια, δια του κηρύγματός του βάπτισε χριστιανό και το Σίμωνα το μάγο. Έπειτα, ο Φίλιππος συνάντησε στο δρόμο του τον Ευνούχο της βασίλισσας Κανδάκης, και αφού τον κατήχησε, βάπτισε και αυτόν Χριστιανό. Κατόπιν, πήγε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, όπου με τη διδασκαλία του έπεισε όλους σχεδόν τους κατοίκους της πόλης να πιστέψουν στο Χριστό. Ο Φίλιππος στην πόλη αυτή, αφού έκτισε και χριστιανικό ναό, παρέδωσε στο θεό την ψυχή του.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, πλήρης υπάρχων, διηκόνησας, τη Εκκλησία, ως Διάκονος Τού Λόγου Απόστολε, θεοσημείαις δε θείαις χρησάμενος, της Σαμαρείας τα πλήθη κατηύγασας. Μάκαρ Φίλιππε, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...